Πλάτωνας αντιπαρατίθεται με Σοφιστές
Η αναζήτηση της αλήθειας στον πλατωνικό κόσμο
Ποιος ήταν ο Πλάτωνας;
Ο Πλάτωνας (427 – 347 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος από την Αθήνα, ο πιο γνωστός μαθητής του Σωκράτη και δάσκαλος του Αριστοτέλη. Γεννήθηκε από αριστοκρατική οικογένεια και ήταν γιος του Αρίστωνα και της Περικτιόνης. Από το έργο του έχουν σωθεί 35 διάλογοι και 13 επιστολές.
Ποια ήταν η σοφιστική κίνηση και οι Σοφιστές;
Η σοφιστική κίνηση ήταν μια πνευματική και κοινωνική κίνηση που εκδηλώθηκε στα μέσα του 5ου αι. π.Χ. στην αρχαία Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Αθήνα. Στηριζόταν στην εξάσκηση των μαθητών στη ρητορική και στη διαλεκτική, δηλαδή στην τεχνική της ρητορικής αντιπαράθεσης επιχειρημάτων για κάθε θέμα. Εκπρόσωποι της σοφιστικής κίνησης ήταν οι Σοφιστές, εμπνευσμένοι στοχαστές με μεγάλη εγκυκλοπαιδική μόρφωση, με οξύ και ανήσυχο πνεύμα. Κατηγορήθηκαν, γιατί πληρώνονταν για τη διδασκαλία τους, αλλά και επειδή εισήγαγαν νέες ιδέες. Σημαντικότεροι Σοφιστές ήταν ο Πρωταγόρας, ο Πρόδικος, ο Ιππίας, ο Αντιφών, ο Θρασύμαχος, ο Κριτίας, ο Γοργίας και ο Αλκιδάμας.
Ο Πλάτωνας θεωρούσε ότι οι Σοφιστές δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να παραπλανούν και να κολακεύουν το πλήθος. Τους κατηγορούσε για θρησκευτικό αγνωστικισμό, αμφισβήτηση των παραδοσιακών αξιών, συγκαλυμμένη παραβίαση των νόμων της λογικής, και για επαγγελματισμό, εφόσον πληρώνονταν για τη διδασκαλία των εύπορων μαθητών τους. Επίσης, θεωρούσε ότι δεν ήταν «φιλόσοφοι» με την καθιερωμένη σημασία του όρου, που σήμαινε τη συστηματική και επίμονη επιδίωξη της ανακάλυψης της αλήθειας και την ειλικρινή αφοσίωση σε αυτήν, όπως απέδειξε ο Σωκράτης, αλλά αμειβόμενοι δάσκαλοι της «σοφίας», που επιδίωκαν να μεταδώσουν στους νέους όχι την αληθινή γνώση, αλλά τη μέθοδο για να εκφράζουν πειστικά το ψεύδος ως αλήθεια.
Γενικό πλαίσιο
Οι Σοφιστές, όπως ο Πρωταγόρας, ο Γοργίας, ο Ιππίας και ο Πρόδικος, έφεραν επανάσταση ενάντια στην προηγούμενη φιλοσοφική παράδοση. Προγενέστεροι φιλόσοφοι, από τον Παρμενίδη μέχρι τους Πυθαγόρειους, είχαν υποστηρίξει ότι πέρα από τον κόσμο των φαινομένων υπάρχει μία σταθερή πραγματικότητα: ένας κόσμος της φύσης και των ιδεών, τον οποίο ο νους μπορεί να γνωρίσει. Οι Σοφιστές αμφισβήτησαν αυτήν την οπτική. Όπως χαρακτηριστικά περιγράφει ο Πλάτωνας, οι Σοφιστές υποστήριζαν: «Τι νόημα έχουν τέτοιες εικασίες, αφού κανείς δεν ζει σε αυτούς τους δήθεν πραγματικούς κόσμους;» Αντιπρότειναν ότι η μόνη πραγματικότητα που έχει σημασία ήταν αυτή που προσλαμβάνουν οι άνθρωποι με τις αισθήσεις τους και ότι οι αλήθειες μας περιορίζονται στον κόσμο των φαινομένων όπως τον βιώνουμε.
Η θεωρία της Υποκειμενικότητας των Σοφιστών
Σύμφωνα με τη θεωρία της υποκειμενικότητας των Σοφιστών: «μέτρον πάντων χρημάτων άνθρωπος, τῶν μὲν ὄντων ὡς ἔστιν, τῶν δὲ οὐκ ὄντων ὡς οὐκ ἔστιν» (ο άνθρωπος είναι το μέτρο όλων των πραγμάτων, των υπαρχόντων ότι υπάρχουν, και των ανύπαρκτων ότι δεν υπάρχουν). Η ρήση αυτή σημαίνει ότι η αλήθεια δεν υφίσταται ανεξάρτητα από τον άνθρωπο. Οτιδήποτε φαίνεται ή γίνεται αντιληπτό από τον καθένα, ισχύει για αυτόν. Αυτό είναι μια υποκειμενική θεώρηση της πραγματικότητας. Υποστήριζαν, ακόμα: «Οἷα μὲν ἔκαστα ἐμοὶ φαίνεται τοιαῦτα μὲν ἔστιν ἐμοὶ οἷα δὲ σοί, τοιαῦτα δὲ σοί άνθρωπος δέ σὺ τε κάγώ» (Όπως φαίνεται κάτι σε μένα, έτσι είναι για μένα, όπως φαίνεται σε σένα, έτσι είναι για σένα. Και άνθρωπος είμαστε κι οι δύο). Απόλυτη λοιπόν αλήθεια δεν υπάρχει, γιατί για κάθε πράγμα υπάρχουν δύο αντιτιθέμενες απόψεις: δύο λόγους είναι περί παντός πράγματος ἀντικειμένους ἀλλήλοις. Η Θεωρία της Σχετικότητας έρχεται, λοιπόν, κατά λογική συνέπεια ως συμπλήρωμα εκείνης της υποκειμενικότητας. Μοιάζει, δηλαδή, φιλοσοφικά να υποστηρίζει κάτι παρόμοιο: ότι η αντίληψη του χώρου και του χρόνου εξαρτάται από τον παρατηρητή.
Η αντιπαράθεση των Σοφιστών με τον Πλάτωνα σχετικά με την Πολιτική και το Δίκαιο
Ο σοφιστής Θρασύμαχος υποστήριξε ότι το «δίκαιο» δεν είναι παρά το συμφέρον του ισχυροτέρου, δηλαδή κάθε πολίτευμα ορίζει ως δίκαιο ό,τι εξυπηρετεί τους κρατούντες. Τέτοιες ιδέες ενίσχυαν την εντύπωση ότι οι Σοφιστές δεν αναζητούσαν μια απόλυτη, κοινή σε όλους αλήθεια, αλλά αντιμετώπιζαν την αλήθεια ως κάτι σχετικό.
Από την άλλη πλευρά, ο Πλάτωνας υπερασπιζόταν την ύπαρξη αντικειμενικής, απόλυτης αλήθειας απέναντι σε αυτόν τον αυξανόμενο σχετικισμό της εποχής. Μάλιστα, μετά τον θάνατο του Σωκράτη (399 π.Χ.), ο Πλάτωνας ίδρυσε την Ακαδημία, στην είσοδο της οποίας, σύμφωνα με την παράδοση, ήταν γραμμένη η επιγραφή: «Μηδεὶς ἀγεωμέτρητος εἰσίτω» (Να μην εισέλθει όποιος δεν γνωρίζει γεωμετρία), υποδηλώνοντας τον κεντρικό ρόλο που είχε η μαθηματική γνώση στην πλατωνική παιδεία. Πράγματι, η μαθηματική παιδεία θεωρήθηκε από τον Πλάτωνα ως προϋπόθεση για την κατανόηση των φιλοσοφικών αληθειών.
Η αντίθεση, λοιπόν, είναι σαφής: Ο Πλάτωνας θεωρούσε ότι οι Σοφιστές περιφρονούσαν τις θεωρητικές επιστήμες, για αυτόν τον λόγο και σχολιάζει ότι ο Πρωταγόρας απέφευγε τη διδασκαλία μαθημάτων, όπως η Αστρονομία και τα Μαθηματικά, προτιμώντας να επικεντρώνεται στην πολιτική αρετή, ενώ ο ίδιος θεωρούσε ότι μέσω των Μαθηματικών ο νους ασκείται να συλλαμβάνει ακαλόντες αλήθειες και προσεγγίζει την ίδια την ουσία του αγαθού.
Επομένως, οι Σοφιστές υιοθέτησαν έναν ριζικό σχετικισμό, απορρίπτοντας την ύπαρξη μιας μοναδικής, καθολικής αλήθειας και δίνοντας έμφαση στην ανθρώπινη οπτική και τη ρητορική ικανότητα. Άλλοι, όπως ο Πλάτωνας, υποστήριξαν ότι η αλήθεια είναι υπαρκτή, ενιαία και ανεξάρτητη από υποκειμενικές πεποιθήσεις και ότι είναι καθήκον του φιλοσόφου να την ανακαλύψει και να την γνωρίσει.
Η Πλατωνική Αντίληψη της Αλήθειας: Απολυτότητα και Αντικειμενικότητα
Ο Πλάτωνας υπήρξε από τους μεγαλύτερους επικριτές του σοφιστικού σχετικισμού, προβάλλοντας τη θέση ότι η αλήθεια είναι απόλυτη και ότι η πραγματικότητα έχει αντικειμενική ύπαρξη, ανεξάρτητη από τις μεταβαλλόμενες αντιλήψεις των ανθρώπων. Στον διάλογο Θεαίτητος, ο Πλάτωνας εξέταζε και απέρριπτε ρητά τη πρωταγόρεια θέση ότι η αλήθεια είναι σχετική με τον καθένα. Με μια σειρά επιχειρημάτων, επιδίωκε να δείξει ότι ο ακραίος γνωσιολογικός σχετικισμός αυτοαναιρείται. Αυτό το επιχείρημα, γνωστό ως «περιτροπή» (peritrope) ή «επιχείρημα της αυτοαναίρεσης», δείχνει ότι η αξίωση «Η αλήθεια είναι σχετική» αν θεωρηθεί καθολικά αληθής, ακυρώνει τον εαυτό της. Με λογικό τρόπο, λοιπόν, ο Πλάτωνας αποπειράθηκε να καταρρίψει τη σχετικιστική πρόκληση, υποστηρίζοντας πως η ίδια η έννοια της «αλήθειας» συνεπάγεται κάτι σταθερό και ανεξάρτητο από τις στιγμιαίες αντιλήψεις μας.
Πέρα από το καθαρά λογικό επιχείρημα, ο Πλάτωνας υπερασπιζόταν μια ολόκληρη μεταφυσική και γνωσιολογική θεώρηση που εδράζονταν στην απολυτότητα. Κεντρικός πυρήνας της πλατωνικής φιλοσοφίας ήταν η «Θεωρία των Ιδεών». Σύμφωνα με αυτήν, πέρα από τον αισθητό κόσμο της μεταβολής υπάρχει ένας υπεραισθητός κόσμος αναλλοίωτων Ιδεών, όπως η Ιδέα του Αγαθού, του Ωραίου, της Δικαιοσύνης, της Ισότητας, που αποτελούν τα απόλυτα πρότυπα των αισθητών πραγμάτων. Οι αισθητές πραγματικότητες (επιμέρους πράξεις που θεωρούμε δίκαιες ή όμορφα αντικείμενα) είναι φθαρτές και σχετικές, όμως οι ίδιες οι Ιδέες (Δικαιοσύνη καθ' αυτή, Ομορφιά καθ' αυτή) είναι απόλυτες, αιώνιες αλήθειες.
Κατά τον Πλάτωνα, λοιπόν, η γνώση σε αυστηρή έννοια (ἐπιστήμη) δεν μπορούσε να αφορά τα «ρευστά» φαινόμενα που «γίγνονται και φθείρονται», αλλά μόνο τις αναλλοίωτες οντότητες, τις Ιδέες. Μάλιστα, στον Θεαίτητο, στη λεγόμενη «διήγηση του ονείρου του Σωκράτη», γίνεται διάκριση μεταξύ του κόσμου των στοιχείων και των συνθέτων πραγμάτων, και υπονοείται ότι μόνο αν κάτι διαλυθεί στα απλούστατα συστατικά του μπορεί να γίνει πλήρως γνωστό. Ενώ ο διάλογος αυτός τελειώνει άδοξα, σε «ἀπορία», χωρίς ορισμό της γνώσης, ο Πλάτωνας καθιστούσε σαφές ότι πραγματική γνώση έχει κανείς μόνο όταν συλλαμβάνει τις Ιδέες με τη διάνοια. Όπως αναφέρει και ο Timothy Chappell, καθηγητής Φιλοσοφίας στο Open University της Αγγλίας, ειδικός στην ελληνική φιλοσοφία: ο Πλάτωνας αναγνωρίζει πλήρως ότι η γνώση των Ιδεών είναι απόλυτη γνώση.
Χαρακτηριστική είναι η Αλληγορία του Σπηλαίου, όπου ο Πλάτωνας περιγράφει τους ανθρώπους αλυσοδεμένους σε ένα σπήλαιο να βλέπουν μόνο σκιές αντικειμένων, λαμβάνοντάς τες ως πραγματικότητα. Ο φιλόσοφος είναι εκείνος που κατορθώνει να λυθεί, να βγει έξω στο φως του ήλιου και να δει τα πραγματικά αντικείμενα και τελικά τον Ήλιο, ο οποίος αντιπροσωπεύει την Ιδέα του Αγαθού, την Ύψιστη Αλήθεια και πηγή Νοητού Φωτός. Στην Αλληγορία του Σπηλαίου, ο Πλάτωνας προσπαθούσε να πείσει ότι η αισθητηριακή εμπειρία μάς δημιουργεί μόνο «σκιές», δηλαδή μεταβαλλόμενες και επιμέρους αλήθειες, ενώ η διάνοια μπορεί να μας αποκαλύψει την απόλυτη αλήθεια.
Για τον Πλάτωνα, η αναζήτηση της αλήθειας συνδεόταν στενά με την καλλιέργεια της λογικής – διαλεκτικής μεθόδου και του φιλοσοφικού βίου. Στον Θεαίτητο, ο Πλάτωνας συνέκρινε τον «φιλόσοφο» με τον «ρήτορα – πολιτικό». Ο φιλόσοφος περιγράφεται ως κάποιος που το σώμα του βρίσκεται στην πόλη, αλλά η ψυχή του περιπλανιέται στα βάθη της ουσίας, μετρά την επιφάνεια της γης και μελετά τα άστρα. Αυτή η περιγραφή δείχνει τη σύνδεση του φιλοσόφου με τις θετικές επιστήμες της εποχής: Γεωμετρία, Αστρονομία, φυσική παρατήρηση. Και πράγματι, ο Πλάτωνας θεωρούσε ότι η μελέτη της φύσης υπό το φως των Μαθηματικών είναι μέρος της φιλοσοφικής παιδείας που οδηγεί στην αλήθεια. Με άλλα λόγια, η μαθηματική βεβαιότητα προσφέρει στον Πλάτωνα ένα μοτίβο για την έννοια της αντικειμενικής αλήθειας.
Ακόμα, ο Πλάτωνας εισήγαγε την απόλυτη, μαθηματική τάξη. Στον «Τίμαιο» παρουσιάζει έναν θεϊκό Δημιουργό (Δημιουργό Νου) που κατασκεύασε το Σύμπαν σύμφωνα με το πρότυπο των αιωνίων Ιδεών, επιδιώκοντας το καλύτερο δυνατό. Εκεί, η δομή της ύλης αναγόταν σε κανονικά πολυεδρικά σχήματα. Τα τέσσερα «στοιχεῖα»: η γη, το νερό, ο αέρας και η φωτιά, αποτελούνταν από κανονικά πολύεδρα: το κύβο, το εικοσάεδρο, το οκτάεδρο, το τετράεδρο, αντίστοιχα, που με τη σειρά τους συντίθεντο από τέλεια τρίγωνα. Υποστήριξε, λοιπόν, τα θεμέλια του υλικού κόσμου είναι καθαρά γεωμετρικά. Μάλιστα, η Γεωμετρία ως η κυρίαρχη επιστήμη της εποχής έδινε κύρος στο πλατωνικό μοντέλο. Ήταν ένα παράδειγμα επιστήμης που οδηγούσε σε γνώση για πράγματα που δεν αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι με τις αισθήσεις τους, όπως το τέλειο τρίγωνο. Η κοσμολογία του υποδηλώνει ότι πίσω από την αταξία των φαινομένων υπάρχει μια λογική δομή, μια μαθηματικά αρμονική τάξη που έχει καθολική ισχύ. Παρότι ο ίδιος ο Πλάτωνας αναγνώριζε ότι οι φυσικές αισθήσεις μας δεν επιτρέπουν απόλυτη γνώση του μεταβαλλόμενου κόσμου, παραμένει η πεποίθηση ότι η λογική τάξη υφίσταται αντικειμενικά στον κόσμο.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι η πλατωνική απολυτότητα δεν ήταν μόνο οντολογική και γνωσιολογική, αλλά και ηθική. Ενώ οι Σοφιστές έτειναν σε έναν σχετικισμό και στα ηθικά ζητήματα, ο Πλάτωνας πίστευε στην ύπαρξη απόλυτων ηθικών αξιών. Στην Πολιτεία διατύπωσε την ιδέα ότι η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη, το θάρρος και το αγαθό έχουν έναν αντικειμενικό ορισμό και αλήθεια. Άλλωστε, ιστορικά ο Πλάτωνας, όπως και ο Αριστοτέλης, θεωρούνταν υπέρμαχος ενός είδους ηθικού καθολικισμού, σε αντίθεση με τον ηθικό σχετικισμό των Σοφιστών.
Η Σοφιστική θεώρηση: Σχετικισμός και Υποκειμενικότητα
Οι Σοφιστές εναρμόνισαν μια προσέγγιση της Αλήθειας ως σχετικής και της γνώσης ως εργαλειακής. Αν και δεν εκπροσωπούνταν από μία ενιαία φιλοσοφική σχολή, στη δημόσια συνείδηση χαρακτηριστήκαν από συγκεκριμένες κοινές τάσεις και απόψεις.
Η πρώτη τάση ήταν ο σχετικισμός, δηλαδή η άρνηση ότι υπάρχουν απόλυτες αλήθειες που ισχύουν ανεξάρτητα από τον παρατηρητή. Ο Πρωταγόρας, ένας από τους σπουδαιότερους Σοφιστές, υποστήριξε ότι η γνώση βασίζεται στις αισθήσεις, οι οποίες διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο, άρα μοιραία και η «αλήθεια» είναι υποκειμενική.
Η δεύτερη ήταν η άποψη ότι ο «σοφός» άνθρωπος δεν είναι αυτός που επιζητεί μια αφηρημένη αλήθεια ανεξάρτητα από τον άνθρωπο, αλλά αυτός που μπορεί να μεταβάλει τις πεποιθήσεις των άλλων από βλαβερές σε ωφέλιμες. Η δικαιοσύνη, επίσης, συχνά ταυτιζόταν με την πεισμένη γνώμη μιας κοινότητας παρά με μία υπερβατική αξία. Αυτή η εργαλειοποίηση της αλήθειας αντιτίθεται στην πλατωνική θέση ότι η αλήθεια πρέπει να αγκαλιαστεί ακόμα κι αν είναι δυσάρεστη ή μη πρακτικά ωφέλιμη, απλώς επειδή είναι η αλήθεια.
Η τρίτη τάση ήταν η αντιπαράθεση νόμου και φύσης. Μάλιστα, οι Σοφιστές θεωρούσαν ότι πολλά από όσα θεωρούμε «φυσικά» είναι απλώς ανθρώπινα κατασκευάσματα και ότι κατά φύσιν όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφοροποιήσεις, το συνολικό μήνυμα ήταν ότι γνώση και αλήθεια δεν είναι κάτι το δεδομένο, αλλά πράγματα εύπλαστα, εξαρτημένα από συμφραζόμενα και σκοπιμότητες.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ορισμένοι Σοφιστές έφτασαν σε ακραίες θέσεις σκεπτικισμού και μηδενισμού ως προς τη δυνατότητα αλήθειας. Ο Γοργίας στο χαμένο σύγγραμμά του «Περὶ τοῦ μὴ ὄντος ἢ περὶ φύσεως» υποστήριξε ότι: «τίποτα δεν υπάρχει πραγματικά. Αλλά ακόμα κι αν υπάρχει κάτι, δεν μπορούμε να το γνωρίσουμε. Κι αν ακόμα μπορούσαμε να το γνωρίσουμε, δεν μπορούμε να το μεταδώσουμε σε άλλον». Με την άποψη αυτή ο Γοργίας ισχυριζόταν ότι κάθε αξίωση γνώσης είναι μάταιη, και απομένει μόνο η δύναμη του λόγου να πείθει κατά βούληση, χωρίς αντικειμενικό κριτήριο αλήθειας.
Η τέταρτη τάση του σοφιστικού σχετικισμού ήταν ο ηθικοπολιτικός σχετικισμός. Παρατηρώντας ποικίλα έθιμα άλλων λαών, οι Σοφιστές πρότειναν ότι οι νόμοι και οι αξίες είναι θέμα σύμβασης. Ο μαθητής του Γοργία, Καλλικλής, υποστήριξε ότι η φύση επιτάσσει το δίκαιο του ισχυρού: Οι ικανοί από τη φύση τους έχουν δικαίωμα να υπερισχύουν των ασθενέστερων, ενώ οι ηθικοί κανόνες περί ισότητας είναι νόμοι που επινόησαν οι αδύναμοι για να δεσμεύσουν τους ισχυρούς. Αυτό το είδος ηθικού σχετικισμού έως κυνικού ρεαλισμού έρχεται σε αντιπαράθεση με την πλατωνική, και σωκρατική, αξίωση ότι η δικαιοσύνη και η αρετή είναι πάντοτε αγαθά για τον κάτοχό τους.
Η Πέμπτη τάση ήταν ότι οι Σοφιστές πρότασσαν την τέχνη του λόγου πάνω από την αναζήτηση της αλήθειας. Οι Σοφιστές υπόσχονταν να διδάξουν στους νέους την «τέχνη της πολιτικής», δηλαδή το πώς να διαχειρίζονται με επιτυχία τις υποθέσεις τους ιδιωτικά και δημόσια. Για έναν σοφιστή, η γνώση ήταν πολύ συχνά το μέσο για δύναμη και επιτυχία, και όχι αυτοσκοπός. Ο Γοργίας περηφανευόταν ότι μπορούσε, χωρίς να έχει ιατρική γνώση, να πείσει έναν άρρωστο να πάρει μια θεραπεία πιο αποτελεσματικά από τον ίδιο τον γιατρό, απλώς και μόνο μέσω της ρητορικής δεινότητάς του. Για τον λόγο αυτόν, ο Πλάτωνας περιέγραψε τους Σοφιστές ως ένα είδος «έμμισθων κυνηγών ψυχών» και «πωλητών γνώσεων», οι οποίοι έλεγαν σε κάθε πελάτη αυτό που θέλει ν' ακούσει. Δηλαδή, εφόσον αμείβονταν, οι Σοφιστές είχαν κίνητρο, κατά τον Πλάτωνα, να προσαρμόζουν τη διδασκαλία τους στις προτιμήσεις του ακροατή, αντί να υπηρετούν μια ανεξάρτητη αλήθεια.
Συνολικά, η σοφιστική οπτική για την αλήθεια ήταν ανθρωποκεντρική και σχετικιστική. Η αμφισβήτηση των παραδεδομένων μύθων, ο αγνωστικισμός ως προς τη θρησκεία, η αμφισβήτηση των ηθικών «νόμων», και η αμφισβήτηση της απολυτότητας ήταν τα θεμέλια του σοφιστικού κινήματος. Για τον Πλάτωνα, οι ιδέες αυτές ήταν βαθιά ανησυχητικές. Ισοδυναμούσαν, κατά την άποψή του, με την υπονόμευση της ίδιας της έννοιας της γνώσης και της ηθικής.
Συμπέρασμα
Ο Πλάτωνας εκπροσωπούσε την πίστη σε μία πραγματικότητα, ανεξάρτητη από τους ανθρώπους, με δομή και αξίες, την οποία καλούνταν οι άνθρωποι να ανακαλύψουν μέσω του λόγου, της διαλεκτικής, των Μαθηματικών και της Φιλοσοφίας. Η αλήθεια, για αυτόν, ήταν μία και δεν εξαρτάται από το υποκείμενο.
Η θέση αυτή έθεσε τα θεμέλια για την επιστήμη, με την έννοια που τη γνωρίζουμε σήμερα. Η παραδοχή ότι υπάρχουν αντικειμενικοί φυσικοί νόμοι και καθολικές αρχές οφείλεται στη διδασκαλία του Πλάτωνα.
Οι Σοφιστές, αντίθετα, θεωρούσαν ότι η αλήθεια είναι εξαρτώμενη από το υποκείμενο, οι πεποιθήσεις διαμορφώνονται από την κουλτούρα, την ατομική εμπειρία, τη γλώσσα και τη σκοπιμότητα, ο άνθρωπος είναι το μέτρο όλων, αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος είναι ποικιλόμορφος και μεταβλητός. Στη σύγχρονη εποχή, ο πολιτισμικός σχετικισμός και οι διάφορες μεταμοντέρνες θεωρίες αντλούν από την παράδοχή ότι δεν υφίσταται αντικειμενική αλήθεια, κάτι που οι Σοφιστές υπαινίχθηκαν πρώτοι. Μάλιστα, αναγνωρίζεται ότι οι ρίζες του ηθικού σχετικισμού εντοπίζονται σε πρόσωπα με πρωταγωνιστή τον Πρωταγόρα.
Το αντίκτυπο στο σήμερα
Η πλατωνική απάντηση στον σοφιστικό σχετικισμό, και ιδίως το επιχείρημα ότι ο απόλυτος σχετικισμός αυτοαναιρείται, διαμόρφωσε την κριτική στάση που διαμόρφωσε η φιλοσοφία απέναντι στον σχετικισμό ανά τους αιώνες. Ο Πλάτωνας έδειξε ότι το να δηλώνει κανείς πως «η αλήθεια είναι σχετική» είναι μια θέση ασταθής, που δεν μπορεί να αξιώσει την καθολική ισχύ της χωρίς αντίφαση.
Η απόλυτη οπτική του έθεσε τις βάσεις για την πίστη σε μια συμπαντική τάξη και αλήθεια που αποτελεί στόχο της επιστήμης και της ηθικής προσπάθειας. Από την άλλη, η σοφιστική έμφαση στη ανθρώπινη νόηση και στην ερμηνεία προανήγγειλε θα λέγαμε τον μεταγενέστερο προβληματισμό για το πώς τα πλαίσια αναφοράς, όπως η κουλτούρα, η γλώσσα και το ιστορικό πλαίσιο, επηρεάζουν αυτό που θεωρούμε αληθινό.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)

Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου