ΤΟ ΙΠΠΙΚΟ ΣΤΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1940
1. Νέο Δόγµα
Μετά τη λήξη του Α' Παγκοσµίου Πολέµου, στη Γαλλία, η οποία θεωρείτο τότε ως η πρώτη Στρατιωτική Δύναµη της Ευρώπης, διαµορφώθηκε, κάτω από την επίδραση της πολεµικής πείρας των πεδίων της Δύσεως, νέο δόγµα για το Ιππικό το οποίο αποκρυσταλλώθηκε στο αξίωµα "Ελίσσεσθαι Εφίππως και Μάχεσθαι Πεζή". Εκ πρώτης όψεως δικαιολογηµένα θα υπέθετε κανείς ότι το νέο δόγµα µετέτρεπε το Ιππικό σε Έφιππο Πεζικό, όµοιο ή ανάλογο µε εκείνο το οποίο χρησιµοποίησαν µε επιτυχία οι Μπόερς στον πόλεµο του 1899 - 1901 κατά των Άγγλων, ή µε εκείνο που εµφάνισαν οι Βούλγαροι, παράλληλα µε το Ιππικό τους, κατά τους Βαλκανικούς Πολέµους. Αυτό το συµπέρασµα όµως θα ήταν απόλυτα εσφαλµένο, γιατί το νέο δόγµα προϋπέθετε την διατήρηση όλων των ιδιοτήτων του Ιππικού σε συνδυασµό µε την προσθήκη της ισχύος πυρός του Πεζικού και έθετε βέβαια ως κανόνα την πεζοµαχία, δεν απέκλειε όµως την έφιππη δράση για τα µικρά τµήµατα Ιππικού, κάτω από ορισµένες συνθήκες...
Το νέο αυτό δόγµα του Πεζοµάχου Ιππικού έγινε αποδεκτό από το Ελληνικό Ιππικό αµέσως µετά τη συνθήκη της Λωζάννης. Έτσι κάτω από το πνεύµα του δόγµατος αυτού και µε την καθοδήγηση της Γαλλικής Στρατ. Εκπαιδευτικής Αποστολής που ήρθε το 1925 στην Ελλάδα µετά από πρόσκληση, εισήχθησαν στο Ιππικό µεταφρασµένοι οι Γαλλικοί Κανονισµοί εκπαιδεύσεως, Τακτικής χρησιµοποιήσεως και εν Εκστρατεία Υπηρεσίας του Ιππικού, υιοθετήθηκε η Γαλλική οργάνωση και οι Γαλλικές συνθέσεις των Μονάδων και εφοδιάστηκε το Ιππικό µε όλα τα όπλα του Πεζικού, από χειροβοµβίδα µέχρι όλµους.
Σαν εξωτερικό δείγµα της µεταβολής που επήλθε, σταµάτησαν οι ιππείς να φρουρούν µε την σπάθα και την αραβίδα κρεµασµένη και χρησιµοποιούσαν στο εξής την εφ'όπλου λόγχη όπως το Πεζικό.
2. Οργανωτική εξέλιξη
Το έτος 1926 δηµιουργείται η Επιθεώρηση Ιππικού. Δηµιουργούνται ακόµη η Ι και η II Μεραρχία Ιππικού. Κάθε Μεραρχία περιλαµβάνει στην δύναµη της δύο Συντάγµατα, µία Μοίρα Ελαφρού Πυροβολικού, µία Ίλη Σκαπανέων και µία Ίλη Τηλεγραφητών. Δηµιουργούνται ακόµα οι παρακάτω Μονάδες, οι οποίες ανήκουν απευθείας στο Σώµα του Στρατού:
Το επόµενο έτος καταργούνται οι εξής Μονάδες:
- ΙΙη Ίλη Τηλεγραφητών και το
Με το Νόµο 4321 / 1929 καταργούνται οι Μεραρχίες και στη θέση τους συγκροτήθηκαν η 1η Ταξιαρχία µε έδρα τη Λάρισα και η 2η Ταξιαρχία µε έδρα την Θεσσαλονίκη. Κάθε Ταξιαρχία έχει στη δύναµη της δύο Συντάγµατα Ιππικού. Στην δύναµη της 1ης ανήκει το 1ο Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα τη Λάρισα και το 3ο Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα επίσης τη Λάρισα. Στη δύναµη της 2ης ανήκει το Α Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα την Αθήνα και το Γ Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα την Θεσσαλονίκη. Το 1930 µε το Νόµο 4532 και µε απόφαση του Οργανισµού Στρατού καταργούνται το 1ο και 3ο Σύνταγµα Ιππικού και συγκροτούνται το 2ο και 4ο, καθώς επίσης και οι ανεξάρτητες Ίλες Α, Β, Γ και Δ.
Δύο χρόνια µετά από τις δύο Ταξιαρχίες του Ιππικού και τις τέσσερις ανεξάρτητες Ίλες, συγκροτήθηκε η Μεραρχία Ιππικού που αποτελούνταν από τρία Συντάγµατα. Την ίδια χρονιά ανεγείρεται στη βόρεια πλευρά του Στρατώνα Ιππικού στη Λάρισα κλειστό Ιπποδρόµιο γνωστό ως Μικρό Ιπποδρόµιο και κοντά του ανεγείρεται το 1938 µε δαπάνη της οικογένειας Θεοχ. Κότσικα, το µεγαλυτέρων διαστάσεων κλειστό Ιπποδρόµιο. Το έτος 1935 µε Κυβερνητική Απόφαση και σύµφωνα µε τον Οργανισµό Στρατού δηµιουργούνται οι παρακάτω Μονάδες:
- Επιθεώρηση Ιππικού µε έδρα την Αθήνα
- Σχολή Εφαρµογής Ιππικού µε έδρα την Αθήνα
- Στρατιωτική Σχολή Εφέδρων Αξιωµατικών µε έδρα την Αθήνα
- Τάγµα Αρµάτων Μάχης µε έδρα την Αθήνα. Η δύναµη του είναι δύο άρµατα VICKERS-ARMSTRONG των 6 t και δύο αυτοκίνητα αναγνωρίσεως CARDEN-LOYD, τα οποία αγοράστηκαν το 1931.
- Μεραρχία Ιππικού µε έδρα την Αθήνα
- 1η Ταξιαρχία Ιππικού µε έδρα τη Λάρισα
- 2η Ταξιαρχία Ιππικού µε έδρα την Θεσσαλονίκη
- 1ο Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα τη Λάρισα
- 2ο Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα τις Σέρρες
- 3ο Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα τη Λάρισα
- 4ο Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα τη Θεσσαλονίκη
- 5ο Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα την Αθήνα
- Κέντρο Ιππωνειών στην Καρδίτσα
- Ίλη Φρουράς Προέδρου Δηµοκρατίας µε έδρα την Αθήνα
Το 5ο Σύνταγµα Ιππικού µε την προσθήκη και του σχηµατιζόµενου 6ου Συντάγµατος, και µετά από απόφαση του Υπουργού Στρατιωτικών, µπορεί να µετασχηµατιστεί σε Ταξιαρχία µε έδρα την Αθήνα. Το έτος 1937 οι Μονάδες του Όπλου του Ιππικού είναι οι εξής:
- Επιθεώρηση Ιππικού µε έδρα την Αθήνα
- Μεραρχία Ιππικού µε έδρα τη Θεσσαλονίκη
- 1ο Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα τη Θεσσαλονίκη
- 2ο Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα τα Γιαννιτσά
- 3ο Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα τις Σέρρες
- Μηχανοκίνητο Σύνταγµα Μεραρχίας Ιππικού µε έδρα τη Θεσσαλονίκη
- Α Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα την Αθήνα
- Β Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα την Λάρισα
- Γ Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα το Κιλκίς
- Δ Σύνταγµα Ιππικού µε έδρα την Ελευθερούπολη
- Ίλη Βασιλικής Φρουράς µε έδρα την Αθήνα
Επίσης, η Σχολή Εφαρµογής Ιππικού συγχωνεύεται µε τη Σχολή Εφέδρων Αξιωµατικών και τώρα έχουν έδρα τη Λάρισα. Την ίδια χρονιά στη Μεραρχία Ιππικού συγκροτείται και αυτοτελής Ταξιαρχία (στον πόλεµο). To 1939 οι Μονάδες παραµένουν όπως και το 1937, µε µόνη αλλαγή την δηµιουργία της Ε Επιλαρχίας στην Αλεξανδρούπολη. Το 1940, έτος που η Ελλάδα εξαναγκάζεται να µπει στον πόλεµο, και µέχρι την Επιστράτευση, οι Μονάδες του Ιππικού παρέµεναν µε την διάταξη που είχαν και το 1939. Εκτός από τα δύο άρµατα που αγοράστηκαν το 1931, παραγγέλθηκαν 14 άρµατα των 6 - 7 τόννων, πλήρη µε τον οπλισµό τους, πυροµαχικά, ανταλλακτικά και επικοινωνίες.
Η αξία της παραγγελίας ανερχόταν σε 40.000.000 δρχ (προπολεµικά). Τα άρµατα όπως και τα αεροπλάνα παραγγέλθηκαν στην Αγγλία και στη Γαλλία αλλά οι παραγγελίες δεσµεύτηκαν το 1938 εν όψει του επερχόµενου πολέµου, διότι οι µελλοντικοί αντίπαλοι κρατούσαν το υλικό που κατασκεύαζαν για τις ανάγκες τους. Έτσι ο Ελληνικός Στρατός δεν διέθετε άρµατα κατά τον πόλεµο του 1940.
ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
ΕΛΛΗΝΟΙΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
1. Συµµετοχή του Ιππικού
Τον Οκτώβριο του 1940, όταν ξεκίνησε ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος ο Ελληνικός Στρατός δεν διέθετε τεθωρακισμένα άρματα μάχης, κι έτσι το Ιππικό αποτελείτο μόνον απο ίππους. Παραγγελίες αρμάτων που είχαν γίνει στην Αγγλία και Γαλλία, ενώ πληρώθηκαν, τα άρματα δεν παραδόθηκαν, αφού δεσμεύθηκαν το 1938, εν όψει του επερχομένου πολέμου. Οι Μονάδες Ιππικού είχαν μικτή σύνθεση και διέθεταν ίππους και αυτοκίνητα, συνδυάζοντας ταχυκινησία και ευκινησία. Μόνον κατά τα ¾ οι ίπποι ήταν στρατιωτικοί, ενώ οι υπόλοιποι ήταν είτε νεόλεκτοι (νεόλεκτοι = νεοείσακτοι) ανεκπαίδευτοι, είτε επιτασσόμενοι κέλητες, με συνέπεια την ανομοιομορφία. Ιπποι έλξεως προβλεπόταν μόνον επιτασσόμενοι. Οι ιπποσκευές τους όμως ήταν πλήρεις.
Κάθε Ιλη Ιππικού διέθετε 12 οπλοπολυβόλα και κάθε Πυροβολαρχία 12 πολυβόλα, ήτοι 60 αυτόματα όπλα κατά Σύνταγμα. Επιπλέον, κάθε Σύνταγμα διέθετε 4 όλμους 81χλς. Η Έφιππη Μοίρα διέθετε 3 Πολυβολαρχίες και μια Ιλη, ήτοι 48 αυτόματα όπλα. Δεν υπήρχαν αντιαρματικά. Η Έφιππη Μοίρα Πυροβολικού διέθετε 8 πυροβόλα των 75 χλστ. Η Ορειβατική Α/Α Πυροβολαρχία διέθετε 4 πυροβόλα των 20 χλστ. Η γενική επιστράτευση βρήκε το στρατηγείο της Μεραρχίας Ιππικού στη Θεσσαλονίκη, με διοικητή τον Υποστράτηγο Γεώργιο Στανωτά. Στο γενικότερο κλίμα της εποχής ήταν φανερό ότι επίκειτο πόλεμος και έτσι η διοίκηση είχε έγκαιρα επιδοθεί στη μεθοδική προετοιμασία της επιστρατεύσεως.
Όλες οι πτυχές των σχεδίων εκστρατείας είχαν μελετηθεί από τα στελέχη και οι διαδικασίες επιστρατεύσεως είχαν δοκιμαστεί επανειλλημένως. Βάσει των προβλεπομένων ενεργειών, συγκεκριμένα του Σχεδίου «ΙΒ» (Ιταλία - Βουλγαρία), ο επιχειρησιακός ρόλος της Μεραρχίας ήταν να αποτελέσει την εφεδρεία του Αρχιστρατήγου Παπάγου, προσανατολισμένη να δράσει στη ευρύτερη περιοχή Σιδηροκάστρου, ενισχύοντας τη Γραμμή Μεταξά. Η σύνθεση του επιτελείου της Μεραρχίας Ιππικού εκείνη την εποχή ήταν :
- Επιτελάρχης : Αντισυνταγματάρχης Σόλων Γκίκας
- Δ/ντης 1ου Γραφείου : Ιλαρχος Κων/νος Σαρίμπεης
- Δ/ντης 2ου Γραφείου : Ιλαρχος Ηρακλής Σκανδάλης
- Δ/ντης 3ου Γραφείου : Επίλαρχος Γεώργιος Κανελλάκης
- Δ/ντης 4ου Γραφείου: Επίλαρχος Κων/νος Παπαχριστόπουλος
- Διοικητής Πυροβολικού : Συνταγματάρχης Δημήτριος Νίκας (από 2 Νοεμβρίου, ο Συνταγματάρχης Αλέξανδρος Ασημακόπουλος)
Στις 28 Οκτωβρίου 1940, η συγκρότηση δυνάμεων της Μεραρχίας ήταν :
- Στρατηγείο Μεραρχίας Ιππικού
- Στρατηγείο της Ταξιαρχίας Ιππικού, που ήταν ξεχωριστός Σχηματισμός υπό διοίκηση της Μεραρχίας, με διοικητή τον Συνταγματάρχη Σωκρ. Δημάρατο
- 1ο Σύνταγμα Ιππικού (Θεσσαλονίκης) του οποίου μια Επιλαρχία θα συγκροτείτο στη Λάρισα από την Σχολή Εφαρμογής Ιππικού, με διοικητή τον Συνταγματάρχη Σ. Παπαθανασίου
- 3ο Σύνταγμα Ιππικού (επιστρατευόμενο στις Σέρρες) με διοικητή τον Συνταγματάρχη Ι. Νομικό
- Μηχανοκίνητο Σύνταγμα Ιππικού (στην Ευκαρπία Θεσσαλονίκης) με διοικητή τον Αντισυνταγματάρχη Ε. Ασημακόπουλο
- Μοίρα Εφίππου Πυροβολικού
- Μηχανοκίνητη Πυροβολαρχία Skoda
- Υγειονομικό Απόσπασμα (επιστρατευόμενο στη Λάρισα)
- Κτηνιατρικό Απόσπασμα και
Τα πρώτα τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού μεταφέρθηκαν στο Λαγκαδά, για την επιστράτευση και εν συνεχεία κινήθηκαν προς την Πίνδο. Η Ταξιαρχία Ιππικού, κατά την πρώτη περίοδο κινήθηκε και έδρασε υπό διοίκηση του Β' Σώματος Στρατού (Β' Σ.Σ.), ανεξάρτητα από την Μεραρχία Ιππικού. Στο μεταξύ ο Υποστράτηγος Στανωτάς επέβλεψε την επίταξη ίππων και μάλιστα εξέφρασε επανειλημμένα την ικανοποίησή του για την προθυμία με την οποία οι πολίτες παραχωρούσαν τα άλογά τους. Χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα επιτάχθηκαν 5.000 ίπποι, για την συγκρότηση και των υπολοίπων μονάδων της Μεραρχίας. Ως τομέας ενεργείας ορίστηκε η περιοχή του Μετσόβου.
Με την άφιξη της στην Καλαμπάκα η Μεραρχία Ιππικού ενισχύθηκε με το 4ο Σύνταγμα Πεζικού (μείον ένα τάγμα), ένα τάγμα του 7ου Συντάγματος Πεζικού και μια Πυροβολαρχία 155 mm. Η νέα αποστολή της Μεραρχίας Ιππικού ήταν να εξασφαλίσει τον άξονα Ιωάννινα - Καλαμπάκα, ο οποίος κινδύνευε σοβαρά να αποκοπεί εξαιτίας της διείσδυσης της 3ης Μεραρχίας Αλπινιστών "Τζούλια", από την άνω κοιλάδα του Αώου και την κοιλάδα του Ζαγορίτικου, να επιτεθεί στην κατεύθυνση Ελεύθερο - Κόνιτσα και να αποκαταστήσει σύνδεσμο με τη σκληρά δοκιμαζόμενη VIII Mεραρχία και το Β' Σώμα Στρατού.
Η νέα αποστολή σε χώρο διαφορετικό από τον προβλεπόμενο, απαιτούσε σημαντική προσαρμογή αφενός της συγκρότησης της, αφετέρου των τρόπων ενεργείας της, διότι θα ενεργούσε σε ορεινό έδαφος αντί του πεδινού, όπου συνήθως επιχειρεί το Ιππικό. Δεν υπήρχαν ούτε χάρτες της περιοχής Ηπείρου και μόλις την 31 Οκτωβρίου ο Επιτελάρχης πήρε φύλλα χάρτου από άλλους Σχηματισμούς στην Κοζάνη. Την 1η Νοεμβρίου το Στρατηγείο της Μεραρχίας Ιππικού, αφού επέβλεψε την ταχεία επιστράτευση, είχε εγκατασταθεί ήδη στο Μέτσοβο, έχοντας διανύσει τα 300 χλμ από Θεσσαλονίκη σε ελάχιστο χρόνο. Οι υφιστάμενες μονάδες της, μόλις συμπλήρωναν στοιχειώδη δύναμη, κατευθύνοντο προς εκεί με όση ταχύτητα μπορούσαν.
Η Ιταλική αεροπορία βομβάρδιζε χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία την οδό Καλαμπάκα - Μέτσοβο. Στη γενικότερη διάταξη δυνάμεων η Μεραρχία Ιππικού αποτελούσε το βορειότερο άκρο δεξιό του Α' Σώματος Στρατού, ενώ δεξιότερα υπήρχε η Ιη Μεραρχία του Β' Σ.Σ. Η Μεραρχία Ιππικού ανέλαβε την εξασφάλιση του ορεινού όγκου Κουκουράτζα, 25 χλμ βορειοδυτικά του Μετσόβου. Η 28η Οκτωβρίου 1940 βρήκε τον Ελληνικό Στρατό µε τις εξής µεγάλες µονάδες: Πέντε Σώµατα Στρατού, δεκατέσσερις Μεραρχίες Πεζικού και µία Μεραρχία Ιππικού, τρεις Ταξιαρχίες Πεζικού και µία Ταξιαρχία Ιππικού. Ο αριθµός των Μονάδων αυξήθηκε µε επιστράτευση, ενώ κατά τη διάρκεια του πολέµου έγιναν πολλές αλλαγές στη συγκρότηση τους.
Το Ιππικό συµµετείχε σ' αυτόν τον πόλεµο µε τις εξής Μονάδες:
- Την Ταξιαρχία Ιππικού, η οποία, ειδικά κατά την πρώτη περίοδο του πολέµου, έδρασε ανεξάρτητα από τη Μεραρχία
- Τις Οµάδες Αναγνωρίσεως, οι οποίες ανήκαν στα Σώµατα Στρατού. Οι Οµάδες αυτές ήταν οι Α, Β, Γ, Δ και Ε
- Τις Οµάδες Αναγνωρίσεως των Μεραρχιών (Ι-XVII και XX)
- Την XIX Μηχανοκίνητη Μεραρχία από 12 / 02 / 1941
Οι ανάγκες του πολέµου, η ιδιοµορφία του εδάφους, οι άσχηµες καιρικές συνθήκες και οι δυσκολίες που υπήρχαν αναφορικά µε την αντικατάσταση των ίππων επέβαλαν την ανάγκη πολλών διαφοροποιήσεων. Άλλες µονάδες του Ιππικού διαλύονταν και νέες συγκροτούνταν. Το Ιππικό παρέταξε τελικά στον πόλεµο αυτό, ως καθαρά δική του δύναµη:
- Ουλαµούς Πολυβόλων 15 & 1/2, Πολυβόλα 192
- Ουλαµούς Ολµων 5, Όλµοι 22
Αν και η αριθµητική δύναµη του σε σχέση µε το σύνολο του Στρατού που προήλθε από την επιστράτευση ήταν µικρή, το Ιππικό ήταν επίλεκτο και όλες οι Διοικήσεις το αναζητούσαν. Από τις πρώτες στιγµές της εισόδου του στον αγώνα επέδειξε υψηλό φρόνηµα, απαράµιλλη ορµητικότητα και αδάµαστο επιθετικό πνεύµα. Εκτός αυτού ήταν η µεγαλύτερη δύναµη Ιππικού που συγκρότησε ποτέ ο Ελληνικός Στρατός.
2. Η Δράση της Ταξιαρχίας Ιππικού
Η Ταξιαρχία του Ιππικού, είχε έδρα τη Θεσσαλονίκη και βρισκόταν υπό τη Διοίκηση της Μεραρχίας του Ιππικού. Μετά από την επιστράτευση στις 28 Οκτωβρίου 1940 εγκαταστάθηκε στην περιοχή του Λαγκαδά. Στις 30 Οκτωβρίου, μετά από εντολή του Γενικού Στρατηγείου, η Ταξιαρχία τέθηκε υπό τις διαταγές του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ) και μετακινήθηκε προς την Κοζάνη, μέσω Βέροιας, όπου έφτασε σιδηροδρομικώς μαζί με τις πρώτες Μονάδες, οι οποίες τέθηκαν υπό τις διαταγές της, που ήταν: Μία Ίλη Ιππικού (με 12 οπλοπολυβόλα) του Μηχανοκινήτου Συντάγματος και μία Πυροβολαρχία Σκόντα (4 πυροβόλα). Έγραψε ο διοικητής της Δημάρατος σε εφημερίδα το 1961:
«Την πενιχρότητα των υλικών δυνάμεων υπερκάλυπτε το αφαντάστως ακμαίον ηθικόν των αξιωματικών και οπλιτών. Η φάλαγξ διερχομένη μέσω των πόλεων γίνεται αντικείμενον θερμοτάτων πατριωτικών εκδηλώσεων. Ιππείς και πυροβολητές εδέχοντο βροχήν άνθη και ζωηράς ευχάς δια την νίκην».
Η αποστολή της Ταξιαρχίας ήταν να κινηθεί προς το Δουτσικό και να εξασφαλίσει τις διαβάσεις από τη Σαμαρίνα προς τα Γρεβενά, και επίσης να απειλήσει τα πλευρά του εχθρού στην περίπτωση που αυτός αποφάσιζε να κινηθεί από τη Σαμαρίνα προς το Δίστρατο. Στην Ταξιαρχία του Ιππικού διατέθηκαν επίσης: Το 1ο Σύνταγμα Ιππικού (2 Ίλες), το οποίο κινήθηκε από την περιοχή του Λαγκαδά, όπου επιστρατεύθηκε, προς τα Γρεβενά. Η Β' Ομάδα Αναγνωρίσεως, υπό την οποία τέθηκε η Επιλαρχία Μέξα του 1ου ΣΙ, η οποία έφυγε από τη Λάρισα στις 13:30 της 29ης Οκτωβρίου και έφθασε στο Δουτσικό στις 2 Νοεμβρίου. Το 1/51 Τάγμα Πεζικού, το οποίο βρισκόταν σ' αυτήν την περιοχή.
Στις 02 / 11 / 1940, στις 11:00, άρχισαν να καταφθάνουν με αυτοκίνητα στο Δουτσικό τα πρώτα τμήματα του 1ου Συντάγματος Ιππικού που κινήθηκαν αμέσως προς τον αυχένα Σκούρτζα. Την ίδια μέρα διατέθηκε στην Ταξιαρχία το 1/51 Τάγμα. Την επομένη η Ταξιαρχία αποφασίστηκε να κινηθεί προς το χωριό Σαμαρίνα και το Βούζιο όρος, και η µετακίνηση αυτή πραγµατοποιήθηκε παρά την πυκνή οµίχλη που κάλυπτε την περιοχή. Τα τµήµατα προχώρησαν χωρίς να συναντήσουν εχθρικές δυνάµεις, εκτός από την Ελαφρά Ίλη που συνάντησε αντίσταση στην προσπάθεια της για κατάληψη της Σαµαρίνας. Η Σαμαρίνα κατελήφθη τελικά στις 15:30 μετά από αγώνα και η Ελαφρά Ίλη συνέλαβε 11 αιχμαλώτους που ανήκαν στο 8ο Σύνταγμα Αλπινιστών.
Από το πρωί της 4ης Νοεμβρίου μία Επιλαρχία της Β' Ομάδας Αναγνωρίσεως προωθήθηκε προς τον αυχένα "Ρωμιού", τον οποίο και κατέλαβε συλλαμβάνοντας αρκετούς αιχμαλώτους. Η ίδια Ίλη είχε επίσης περισυλλέξει τέσσερις ασυρµάτους και αρκετά αυτόµατα όπλα. Μετά την κατάληψη του "Ρωμιού" και της Σαμαρίνας η Ταξιαρχία είχε κατορθώσει να αποκόψει μία από τις κύριες οδούς ανεφοδιασμού και σύμπτυξης των Ιταλών. Ταυτόχρονα η Β' Οµάδα Αναγνωρίσεως και το 1ο Σύνταγµα Ιππικού εγκατέστησαν φυλάκια στο όρος Βούζιο. Από το πρωί της 4ης Νοεµβρίου µία Επιλαρχία της Β' Οµάδας Αναγνωρίσεως προωθήθηκε προς τον αυχένα "Ρωµιού", τον οποίο και κατέλαβε συλλαµβάνοντας αρκετούς αιχµαλώτους.
Από τις 5 µέχρι τις 9 Νοεµβρίου διατίθενται στην Ταξιαρχία το 7ο ΣΠ και το Ι/5 Τάγµα. Από τις 5 μέχρι τις 8 Νοεμβρίου οι αγώνες της Ταξιαρχίας έχουν ως σκοπό την αποκοπή και του τελευταίου δυνατού δρομολογίου σύμπτυξης του εχθρού, από το Δίστρατο προς τα Άρματα - Πόδες. Οι μάχες του 1ου Συντάγματος Ιππικού με τις συγκεντρωμένες Ιταλικές δυνάμεις έμειναν στην ιστορία. Το ζωτικό ύψωμα Σμιλιάνι καταλήφθηκε και από Ιταλούς και από Έλληνες πολλές φορές μέχρι τελικά να κρατηθεί οριστικά από το 1ο Σύνταγμα Ιππικού που το πέτυχε αυτό με σφοδρή αντεπίθεση. Στους αγώνες της 7ης Νοεμβρίου το 1ο Σύνταγμα Ιππικού είχε έναν Αξιωματικό και επτά οπλίτες νεκρούς, καθώς και οκτώ οπλίτες τραυματίες.
Στις 8 Νοεμβρίου, στις 11:00, τμήμα της Β' Ομάδας Αναγνωρίσεως κατέλαβε το χωριό Δίστρατο και συνέλαβε αιχμαλώτους έναν Αξιωματικό, 29 οπλίτες, καθώς και χειρουργείο με 30 νοσηλευομένους οπλίτες. Από τις 9 Νοεμβρίου η Β' Ομάδα Αναγνωρίσεως της Ταξιαρχίας Ιππικού κινήθηκε από το Δίστρατο προς τα Άρματα - Πάδες και καταδίωξε τον εχθρό που υποχωρούσε ήδη από το προηγούμενο βράδυ. Στις 21:30 της 9ης Νοεμβρίου τμήμα της Ομάδας Αναγνωρίσεως κατέλαβε το χωριό Άρματα και συνέλαβε 55 αιχμαλώτους. Συνεχίζοντας μάλιστα την καταδίωξη, ανέτρεψε τους Ιταλούς, που αμύνθηκαν στα υψώματα Πάδες, και συνέλαβε άλλους 80 αιχμαλώτους.
Στις 10 Νοεμβρίου η ίδια Ομάδα Αναγνωρίσεως, σε συνεργασία με το Απόσπασμα του Αώου, συνέλαβε 19 Αξιωματικούς και περίπου 100 οπλίτες. Η 10η Νοεμβρίου είναι η μέρα που η Ταξιαρχία του Ιππικού τελειώνει τους επιτυχείς αγώνες της στην Πίνδο. Ήδη είχε συνδεθεί με τη Μεραρχία του Ιππικού που συνέχιζε την καταδίωξη του εχθρού, και διατάχθηκε από το Β' Σώμα Στρατού (Β' Σ.Σ.) να συγκεντρωθεί για ανασυγκρότηση στη Σαμαρίνα. Από 11 - 22 Νοεμβρίου αποτελεί εφεδρεία του Β' Σ.Σ. στην περιοχή Σαμαρίνας, Φούρκας, Κερασόβου. Κατά τη δεύτερη περίοδο επιχειρήσεων, από 11 Νοεμβρίου έως 7 Δεκεμβρίου 1940 ενήργησε υπό το Β' Σ.Σ. στην περιοχή Φράσαρι - Στρέντζι.
Κατά τον δεκαπενθήμερο σκληρό αγώνα στο Φράσαρι, σε υψόμετρο 1.600μ, τα τμήματα της Ταξιαρχίας δοκιμάστηκαν σκληρά, έφεραν σε πέρας όμως όλες τις αποστολές τους. Στις 1 Ιανουαρίου 1941 η Ταξιαρχία Ιππικού συγχωνεύθηκε στη Μεραρχία Ιππικού που αναδιοργανώθηκε από Πεδινή σε Ελαφρά Ορεινή. Ο Συνταγματάρχης Δημάρατος ανέλαβε τη διοίκηση της ΧΙ Μεραρχίας. Η Ταξιαρχία του Ιππικού, µε Διοικητή τον Συνταγµατάρχη Δηµαράτο Σωκράτη, είχε έδρα τη Θεσσαλονίκη και βρισκόταν υπό τη Διοίκηση της Μεραρχίας του Ιππικού. Μετά από επιστράτευση στις 28 Οκτωβρίου 1940 εγκαταστάθηκε στην περιοχή του Λαγκαδά.
Στις 30 Οκτωβρίου, µετά από εντολή του Γενικού Στρατηγείου, η Ταξιαρχία τέθηκε υπό τις διαταγές του Τµήµατος Στρατιάς ∆υτικής Μακεδονίας (ΤΣ∆Μ) και µετακινήθηκε προς την Κοζάνη, µέσω Βέροιας, όπου έφτασε σιδηροδροµικώς µαζί µε τις πρώτες Μονάδες, οι οποίες τέθηκαν υπό τις διαταγές της και ήταν: Μία Ελαφρά Ίλη Ιππικού (χωρίς πολυβόλα) του Μηχανοκινήτου Συντάγµατος και µία Πυροβολαρχία Σκόντα. Τη νύχτα της 31ης Οκτωβρίου άρχισε να συγκεντρώνεται στην περιοχή των Γρεβενών, όπου και τέθηκε τελικά υπό τις διαταγές του Β' Σώµατος Στρατού το οποίο είχε αναλάβει την ευθύνη του τοµέα της Πίνδου.
3. Η Δράση της Μεραρχίας Ιππικού
Η Μεραρχία Ιππικού είχε έδρα τη Θεσσαλονίκη και Διοικητή τον Υποστράτηγο Στανωτά Γεώργιο. Την 28η Οκτωβρίου επιστράτευσε τις Μονάδες που ανήκαν στη δύναµη της στο Λαγκαδά, και την 1η Νοεµβρίου άρχισε να συγκεντρώνεται στην περιοχή ανάµεσα στο Μέτσοβο και την Καλαµπάκα. Στη δύναµη της Μεραρχίας ανήκαν οι εξής µονάδες:
- 3ο Σύνταγµα Ιππικού (Σέρρες). Πλην της 3ης Ίλης απεσπασµένης στην Ξάνθη.
- Μηχανοκίνητο Σύνταγµα Ιππικού -εκτός από µία Ελαφρά Ίλη.
- Μοίρα Έφιππου Πυροβολικού. Πλην Πυροβολαρχίας (διατεθείσα στην Ταξχία).
- Ουλαµός Σκαπανέων και Ίλη ∆ιαβιβάσεων.
Η Ταξιαρχία του Ιππικού µαζί µε µια Ελαφρά Ίλη του Μηχανοκίνητου Συντάγµατος Ιππικού και την Πυροβολαρχία Σκόντα είχαν από την 3η Οκτωβρίου τεθεί υπό την ∆ιοίκηση του Τµήµατος Στρατιάς ∆υτικής Μακεδονίας. Στην Καλαµπάκα υπό τη ∆ιοίκηση της Μεραρχίας του Ιππικού είχε τεθεί το 4ο Σύνταγµα Πεζικού εκτός από ένα Τάγµα, ένα Τάγµα του 7ου ΣΠ και µία Πυροβολαρχία των 155 χιλιοστών. Η Μεραρχία του Ιππικού βρισκόταν υπό τις άµεσες διαταγές του Αρχιστρατήγου και αποστολή της ήταν να καλύψει την οδό Ιωαννίνων - Καλαµπάκας στο ύψος Κουκουρούτζος - Βωβούσα.
Η απόφαση της Μεραρχίας ήταν η κατάληψη, γρήγορα και µε όλα τα διαθέσιµα τµήµατα της, του ορεινού συγκροτήµατος του Κουκουρούτζου, έτσι ώστε µε σχετική ασφάλεια να συγκεντρωθούν όλες οι δυνάµεις στο Μέτσοβο. Η Διοίκηση της Μεραρχίας βρισκόταν την 1η Νοεµβρίου στο Μέτσοβο, ενώ τα υπόλοιπα τµήµατα της καθ' οδόν. Στις 2 Νοεµβρίου η Μεραρχία του Ιππικού µετέφερε µε αυτοκίνητα το ΙΙ/4 Τάγµα από την Καλαµπάκα στο Μέτσοβο και στη διάρκεια της νύχτας µετακινήθηκε προς τη Βωβούσα. Αφού συγκροτήθηκε στο Μέτσοβο, το Τάγµα αυτό κινήθηκε χωρίς µεταγωγικά τη νύχτα της 2 Νοεµβρίου.
Η ραγδαία βροχή, το πυκνό σκοτάδι και η απειρία των στελεχών συνετέλεσαν ώστε το µεγαλύτερο µέρος του Τάγµατος να αποκοπεί και να αναγκασθεί να επιστρέψει στην περιοχή δυτικά του Προφήτη Ηλία στο Μέτσοβο, απ' όπου και αφού ανασυντάχθηκε, ξεκίνησε το µεσηµέρι της 3ης Νοεµβρίου µε προορισµό τη Βωβούσα. Το ίδιο χρονικό διάστηµα οι Ιταλοί του 8ου Συντάγµατος Αλπινιστών κινήθηκαν από το ∆ίστρατο προς τα νότια και στις 3 Νοεµβρίου έφθασαν στη Βωβούσα. Ενας ελληνικός λόχος Πεζικού από το απόσπασµα της Πίνδου αντιµετώπιζε µε επιτυχία το Ιταλικό σώµα τη στιγµή που σε ενίσχυση του έφθασε το 11/4 Τάγµα Πεζικού.
Ο αγώνας ήταν σκληρός και στις 17:30 άρχισε βολή του Ιταλικού Πυροβολικού από απόσταση 300 - 400 µέτρων µε άµεση σκόπευση εναντίον των αµυνοµένων. Την ίδια µέρα έφθασε στο Μέτσοβο το πρώτο Τµήµα του Μηχανοκινήτου Συντάγµατος Ιππικού. Από το πρωί της 4ης Νοεµβρίου ο αγώνας στη Βωβούσα έκλινε υπέρ των Ελλήνων, πράγµα που ανάγκασε τους Ιταλούς να συµπτυχθούν προς το ∆ίστρατο αφήνοντας πίσω τους 35 νεκρούς, ανάµεσα στους οποίους ήταν και ένας αξιωµατικός. Η Βωβούσα υπήρξε το νοτιότερο σηµείο στο οποίο κατόρθωσε να φτάσει η Μεραρχία Τζούλια και το οποίο αν είχε καταληφθεί από τους Ιταλούς, θα δηµιουργούνταν άµεσος κίνδυνος για το Μέτσοβο.
Τη µέρα αυτή έφθασαν στην περιοχή συγκεντρώσεως και άλλες Μονάδες της Μεραρχίας. Το βράδυ της 4ης Νοεµβρίου η Μεραρχία είχε φθάσει σε σηµείο να ελέγχει όλη τη γραµµή Κουκουρούτζος-Βωβούσα και να προωθείται συνεχώς. Στις 8 Νοεµβρίου, και αφού κάποια τµήµατα της είχαν καταλάβει το ∆ίστρατο, η Μεραρχία πέτυχε τη συγκέντρωση σχεδόν όλων των Μονάδων της στον άξονα Δίστρατου - Βωβούσας, έθεσε υπό τις διαταγές της το Απόσπασµα Αώου και τελικά τέθηκε υπό τις διαταγές του Α' Σώµατος Στρατού από τις 6 Νοεµβρίου.
Μετά από αυτές τις ευνοϊκές εξελίξεις, καθώς και την έναρξη σύµπτυξης από µέρους των Ιταλών, το Γενικό Στρατηγείο διέταξε τη Μεραρχία, µαζί µε το Απόσπασµα Αώου και δυνάµεις από την Ταξιαρχία, να στραφούν προς Ελεύθερο - Κόνιτσα, ώστε να διευκολυνθεί η κίνηση προς τις περιοχές αυτές του Β' Σώµατος Στρατού. Αµέσως µετά από την κίνηση αυτή η Μεραρχία θα αποδέσµευε το Μηχανοκίνητο Σύνταγµα Ιππικού, το οποίο θα επέστρεφε στο Μέτσοβο για να διατεθεί στην VIII ΜΠ. Στις 9 Νοεµβρίου το προπορευόµενο τµήµα της Μεραρχίας, η 1/3 Επιλαρχία, κατευθύνθηκε από το χωριό Άρµατα προς Ελεύθερο, όπου και έφθασε στις 10 του µήνα.
Τη µέρα αυτή ο Διοικητής του Αποσπάσµατος του Αώου συντόνισε επιθετικές ενέργειες Ηµιλαρχίας από την 1/3 Επιλαρχία και ενός Λόχου από το Απόσπασµα του εναντίον των αµυνοµένων δυνάµεων του 8ου Συντάγµατος Αλπινιστών που κατείχαν το χωριό Ελεύθερο. Στη διάρκεια της επίθεσης αυτής, η οποία χαρακτηρίσθηκε από ταχύτητα και τόλµη, αναπτύχθηκε εξαιρετική άµιλλα µεταξύ των Τµηµάτων, κάτι που είχε σαν αποτέλεσµα να επιτευχθεί αιφνιδιασµός και διάλυση των Ιταλικών Τµηµάτων. Η επιχείρηση απέφερε τη σύλληψη 15 Αξιωµατικών και 700 οπλιτών, ενώ 300 Ιταλοί έµειναν νεκροί στο πεδίο της µάχης.
Οι απώλειες των Ελληνικών δυνάµεων ήταν πολύ µικρές κυρίως από άνδρες της Ηµιλαρχίας, ο Διοικητής της οποίας τραυµατίσθηκε σοβαρότατα. Στις 11 Νοεµβρίου η ίδια Επιλαρχία χωρίς ίππους καταδίωξε τους Ιταλούς και ενεπλάκη σε σκληρό αγώνα κοντά στην Κόνιτσα µε τµήµατα του 9ου Συντάγµατος Αλπινιστών. Μετά από πολύωρη συµπλοκή διέλυσε και καταδίωξε τις εχθρικές δυνάµεις προς την Κόνιτσα. Στις 13 του µήνα η προώθηση της Μεραρχίας σταµάτησε, αφού την περιοχή της Κόνιτσας υποστήριζαν σηµαντικές Ιταλικές δυνάµεις. Με την πάροδο του χρόνου η Ιταλική αντίσταση ισχυροποιούνταν.
Η Ιταλική διείσδυση στο τομέα Πίνδου είχε δημιουργήσει έναν θύλακα, που άρχισε να συμπιέζεται απο την είσοδο της Μεραρχίας Ιππικού στον αγώνα.Η πρώτη επαφή με τους επιτιθέμενους Ιταλούς πραγματοποιήθηκε το μεσημέρι της 3ης Νοεμβρίου στη Βωβούσα, όπου το Τάγμα Χατζηδάκη ενίσχυσε τον προσβαλλόμενο Λόχο Παππά του 51 Συντάγματος Πεζικού. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας η Ταξιαρχία Ιππικού ανακατέλαβε τη Σαμαρίνα ενώ την επομένη η Μεραρχία Ιππικού ανακατέλαβε τη Βωβούσα. Ο αγώνας συνεχίσθηκε με σφροδρότητα μέχρι τις μεσημβρινές ώρες της 4ης Νοεμβρίου, οπότε οι Ιταλοί υποχώρησαν.
Ήταν αγώνας κυρίως εναντίον του χρόνου που χρειαζόταν οι Έλληνες για να φθάσουν στο μέτωπο αρκετές δυνάμεις ώστε να στηρίξουν την άμυνα της περιοχής. Αυτές οι πρώτες επιτυχίες της Μεραρχίας Ιππικού, που πολέμησε και νίκησε χωρίς ουσιαστική προπαρασκευή, χωρίς οργανωμένο σύστημα τροφοδοσίας και ανεφοδιασμού, μπαίνοντας στη μάχη «αυθόρμητα» με την σταδιακή προσέλευση των Μονάδων της στο μέτωπο, επηρέασαν την έκβαση του Ελληνοιταλικού πολέμου και ανύψωσαν το ηθικό του Στρατού. Αργότερα, αυτή η ορμητική επιχείρηση σχολιάστηκε θετικά απο τους Συμμάχους. Από τις 6 Νοεμβρίου, η Μεραρχία Ιππικού με διαταγή του Γενικού Στρατηγείου υπήχθη υπο το Α' Σώμα Στρατού (Α' Σ.Σ.).
Με απευθείας τηλεφωνική διαταγή, ο Αντιστράτηγος Π. Δεμέστιχας ζήτησε από τον Στανωτά να εκκαθαρίσει την περιοχή γύρω από το Δίστρατο. Δύο ημέρες αργότερα, η Ταξιαρχία Ιππικού κατέλαβε το Δίστρατο. Εκεί αιχμαλώτισε μεγάλο αριθμό Ιταλών και το ορεινό χειρουργείο της Μεραρχίας "ΤΖΟΥΛΙΑ", όπου νοσηλεύονταν 200 τραυματίες. Μια ώρα μετά την Ταξιαρχία Ιππικού έφθασαν στο Δίστρατο και τα πρώτα τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού, τα οποία είχαν δώσει σκληρούς αγώνες μεταξύ Βωβούσας και Δίστρατου, ενώ παράλληλα αντιμετώπιζαν μεγάλες δυσχέρειες με τις μονάδες πεζικού οι οποίες είχαν επιστρατευθεί εσπευσμένα και δεν είχαν την απαιτούμενη συνοχή.
Μεγάλα προβλήματα είχε επίσης η Μεραρχία με τον ανεφοδιασμό της σε τρόφιμα και πυρομαχικά από το Μέτσοβο μέχρι τη Βωβούσα, λόγω έλλειψης μεταγωγικών. Παρά τα προβλήματα ο Στανωτάς διετάχθη να στραφεί προς Ελεύθερο - Κόνιτσα, νοτίως του όρους Σμόλικα, ώστε να διευκολύνει την ενέργεια του Β' Σώματος Στρατού προς την κατεύθυνση αυτή. Στις 9 Νοεμβρίου Ιταλικά τμήματα επιτέθηκαν στα υψώματα Κλέφτης και Νταλιάπολη, αλλά αποκρούσθηκαν και διασκορπίσθηκαν εγκαταλείποντας οπλισμό και υλικό, καθώς και την πολεμική σημαία του ΙΙΙ/9 Τάγματος Αλπινιστών. Μεγάλος αριθμός Ιταλών παραδόθηκε σε τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού, τα οποία ενεργούσαν πλέον προς τις Πάδες και το Ελεύθερο.
Την 10 Νοεμβρίου τμήματα της Μεραρχίας και της Ταξιαρχίας Ιππικού που κατευθύνονταν προς τη διάβαση της Σούσνιτσας συνάντησαν φάλαγγα του 8ου Συντάγματος Αλπινιστών δυτικά του χωριού Ελεύθερο. Μετά από επτάωρο σκληρό αγώνα κατόρθωσαν να τη διαλύσουν, αιχμαλωτίζοντας 12 αξιωματικούς και 700 οπλίτες και κυριεύοντας πολλά υλικά, το αρχείο και το ταμείο της «ΤΖΟΥΛΙΑ», 100 ημιόνους και 5 όλμους. Οι απώλειες των Ιταλών ανήλθαν στους 300 νεκρούς. Η τηλεφωνική αναφορά του Στανωτά ήταν το πρώτο χαρμόσυνο άγγελμα για τους Έλληνες, αλλά και για όλους τους αγωνιζόμενους Ευρωπαίους.
Την επόμενη ημέρα, το 9ο Σύνταγμα Αλπινιστών διατάχθηκε να κρατήσει τον αυχένα Χρηστοβασίλη, ώστε να καλύψει την υποχώρηση Ιταλικών τμημάτων του προς την Κόνιτσα. Εκεί δέχθηκε σφοδρή επίθεση τμημάτων της Μεραρχίας Ιππικού. Μετά πολύωρο αγώνα οι Ιταλοί ανατράπηκαν και καταδιώχθηκαν, αφήνοντας πλήθος υλικών στο δρόμο. Στις 12 Νοεμβρίου η Μεραρχία Ιππικού συνέχισε την κίνηση προς δυσμάς. Στις 13 Νοεμβρίου, η Μεραρχία Ιππικού, η οποία ήδη είχε ενισχυθεί με το 4ο Σύνταγμα Πεζικού της Ι Μεραρχίας, έλαβε επαφή με το 9ο Σύνταγμα Αλπινιστών και το 139ο Σύνταγμα της Μεραρχίας «ΜΠΑΡΙ», στη θέση Προφήτης Ηλίας Κόνιτσας - Ιτιά - Λιθάρι.
Το επόμενο διήμερο χαρακτηρίσθηκε από σφοδρή ανταλλαγή πυρών και την νύχτα 15/16 Νοεμβρίου σύνταγμα της Μεραρχίας Ιππικού ενήργησε στη κατεύθυνση Ιτιά - Κόνιτσα, ενισχύοντας έτσι την προσπάθεια της Ι Μεραρχίας. Στις 16 Νοεμβρίου, τμήματα της Μεραρχίας κατέλαβαν την Κόνιτσα, που είχε πυρποληθεί στο μεγαλύτερο μέρος και προχώρησαν ακόμη 3 χιλιόμετρα δυτικά. Η άλλοτε επίλεκτη «ΤΖΟΥΛΙΑ», η καλύτερη μονάδα του Ιταλικού στρατού, με άνδρες καταγόμενους από τις Άλπεις, εξοικειωμένους στον ορεινό αγώνα, είχε περιέλθει σε τραγική κατάσταση και η Μεραρχία Ιππικού είχε συντελέσει καθοριστικά σε αυτή την επιτυχία.
Οι αγώνες της Μεραρχίας Ιππικού δεν σταμάτησαν εδώ. Στις 20 Νοεμβρίου συνεχίζοντας την επιθετική της ενέργεια, πέρασε από την κατεστραμμένη γέφυρα Μπουραζάνι και κατέλαβε, μετά από «αγώνα εκ του συστάδην» το χωριό Μελισσόπετρα. Τη νύχτα 21/22 τμήματα της Μεραρχίας διέβησαν τον ποταμό Σαραντάπορο αφού οι Ιταλοί στην υποχώρηση τους είχαν καταστρέψει την γέφυρα της Μέρτζανης, εκδιώχνοντας τους βόρεια των συνόρων και αποκαθιστώντας πλέον το εθνικό έδαφος. Την 23 Νοεμβρίου κατέλαβαν το χωριό Τσαρτσοβα και την περιοχή Ραντάχοβα, δυτικά του Λεσκοβικίου, αποκαθιστώντας την οδική συγκοινωνία Ιωάννινα - Κόνιτσα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΔΙΣ / ΓΕΣ η δύναμη της Μεραρχίας Ιππικού ανερχόταν τότε σε 7.000 άνδρες, 12 πυροβόλα και 4.800 κτήνη. Οι αλλεπάλληλες αυτές επιτυχίες του Ελληνικού Στρατού δημιούργησαν σοβαρή κρίση στην Ιταλική ηγεσία, με συνέπεια στις 26 Νοεμβρίου την παραίτηση του αρχηγού του Ιταλικού Γενικού Επιτελείου Στρατάρχη Μπαντόλιο, προκαλώντας επακόλουθες αντικαταστάσεις των επικεφαλής των Ιταλικών στρατιών. Έως τις 27 Νοεμβρίου, η Μεραρχία Ιππικού πέτυχε να προωθηθεί μέχρι τον ποταμό Λεγκατίτσα, του οποίου οι Ιταλοί κατείχαν την δυτική όχθη. Μετά από «πείσμονα αγώνα» τα τμήματα της έφθασαν στην ανατολική όχθη του ποταμού Αώου, ενώ οι Ιταλοί άρχισαν να εγκαταλείπουν την Πρεμετή.
Από την 28 Νοεμβρίου, η Μεραρχία Ιππικού τέθηκε υπό διοίκηση του Β' Σώματος Στρατού. Την 2 Δεκεμβρίου οι Ιταλοί υποχωρώντας ανατίναξαν τη γέφυρα της Πρεμετής. Την επόμενη μέρα η Μεραρχία Ιππικού συνεχίζοντας την επίθεση της κατέλαβε την ομώνυμη πόλη και συνέλαβε 250 αιχμαλώτους. Η Μεραρχία Ιππικού στις 4 Δεκεμβρίου, συνεχίζοντας την επιθετική της ενέργεια, κατέλαβε το ορεινό συγκρότημα Μάλι Μποντάριτ, προωθήθηκε πέρα από τον ποταμό Λούμνιτσα και την 8 Δεκεμβρίου κατέλαβε το ύψωμα 1150, που δέσποζε στην περιοχή βορειοδυτικά του χωριού Αλή Ποστιβάνι.
Με την απελευθέρωση της Κόνιτσας και Πρεμετής τελείωσε και τυπικά η Μάχη της Πίνδου, μια από τις πιο αποφασιστικές και δραματικές του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Αν η επίλεκτη Μεραρχία Αλπινιστών κατόρθωνε να καταλάβει το Μέτσοβο, οι Ελληνικές δυνάμεις του μετώπου της Ηπείρου θα χωρίζονταν από εκείνες της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Ο Στρατηγός Στανωτάς με τη Μεραρχία του συνέβαλε τα μέγιστα στην εξάλειψη αυτού του κινδύνου και δικαίωσε τις προσδοκίες του Γενικού Στρατηγείου. Ο ίδιος επιδεικνύοντας ένα σπάνιο ήθος αρνήθηκε τα εύσημα των επίσημων ανακοινωθέντων και τους αποθεωτικούς χαρακτηρισμούς του Τύπου και τα απέδωσε στους κατοίκους της Ηπείρου, τον ηρωισμό των οποίων δεν ξέχασε ποτέ.
Ο αγώνας υπέρ πατρίδος βρισκόταν ήδη στο μέσο του χειμώνα και άρχισαν να υπάρχουν σοβαρές δυσχέρειες στις φίλιες δυνάμεις, λόγω της σφοδρής κακοκαιρίας, της αδυναμίας υποστήριξης πυροβολικού, της εξάντλησης αποθεμάτων πυρομαχικών, τροφίμων και εφοδίων και της αεροπορικής υπεροχής του εχθρού. Ο Αγγελος Τερζάκης περιγράφει γλαφυρά τις δύσκολες συνθήκες, υμνώντας τον αγώνα του ιππικού: «Δύο ομάδες ιππικού που έχουν προελάσει στη Φτέρα, στο δρόμο προς τη Χειμάρα, χάνουν διακόσια άλογα από πνίξιμο ή γκρέμισμα στις κακοτοπιές. Το ιππικό άλλωστε παντού, σε όλα τα μέτωπα, πεζομαχεί, ξανακαβαλικεύει, καταδιώκει, πεζεύει, πολεμάει σαν δυο ξεχωριστά όπλα».
Για την ίδια περίοδο γράφει ο Raymond Cartier: «Στην Αλβανία ο πόλεμος είναι φρικαλέος. Ο χειμώνας είναι φοβερός. Οι Ιταλοί δεν είναι καλά ντυμένοι, αλλά οι Έλληνες είναι γυμνοί. Τα όπλα τους είναι Γαλλικής και Γερμανικής κατασκευής και η αντικατάσταση των πολεμοφοδίων συναντά ανυπέρβλητες δυσκολίες. Οι Άγγλοι στέλνουν 180.000 ζεύγη άρβυλα, 300.000 ζεύγη κάλτσες, 200.000 κλινοσκεπάσματα, το υλικό που έπεσε στα χέρια τους στο Σίντι - Μπραράνι και στη Μπαρντία, στρέφοντας έτσι εναντίον των κατασκευαστών τους πυροβόλα που αποδείχθηκαν ανίσχυρα εναντίον τους. Η βοήθεια αυτή δεν εμποδίζει να μετρούνται σε χιλιάδες τα κρυοπαγήματα που παθαίνουν οι Έλληνες και να χαλαρώνεται ο πόλεμος από έλλειψη εφοδίων».
Στις 5η Δεκεμβρίου, αποφασίστηκε η ενίσχυση του Β' Σ.Σ. με την διάθεση της ΧV Μεραρχίας και η αντικατάσταση της Ταξιαρχίας Ιππικού και της V Ταξιαρχίας Πεζικού, οι οποίες στερούντο οργάνων ανεφοδιασμού. Από τις 9 Δεκεμβρίου, με διαταγή του Β' Σ.Σ., η Μεραρχία Ιππικού διέκοψε τις νικηφόρες επιθετικές της επιχειρήσεις, την επομένη αντικαταστάθηκε από την Ιη Μεραρχία και επανήλθε βορειοδυτικά της Πρεμετής, στη διάθεση του Γενικού Στρατηγείου. Από τις 14 έως τις 26 Δεκεμβρίου το στρατηγείο της Μεραρχίας Ιππικού ήταν εγκατεστημένο στο χωριό Τραπεζίτσα.
Οι μονάδες της Πεζικού και Πυροβολικού διετέθησαν στην Ιη Μεραρχία και έτσι υπό τη Μεραρχία Ιππικού παρέμειναν η Ταξιαρχία Ιππικού και το 3ο Σύνταγμα Ιππικού, το οποίο είχε αποφασισθεί να παραμείνει πλέον ως αμιγής μονάδα ιππικού. Από τις 27 Δεκεμβρίου 1940 έως τις 17 Φεβρουαρίου 1941, η Μεραρχία και οι μονάδες της στάθμευσαν στην περιοχή Ελαίας (Λίμνη), για ανάπαυση και ανασυγκρότηση, με αποστολή γενική εφεδρεία του Αρχιστρατήγου. Το 1ο Σύνταγμα Ιππικού βρισκόταν στη περιοχής Κονίτσης και το 3ο Σύνταγμα Ιππικού στη περιοχή Βασιλικού -Λαχανόκαστρου. Ο περιορισμός των επιχειρήσεων επιβλήθηκε από τις πολύ κακές καιρικές συνθήκες, με τις συνεχείς χιονοθύελλες.
Σε πολλές περιοχές το ύψος του χιονιού ξεπέρασε τα 2 μέτρα, προκαλώντας σημαντικές απώλειες μη μάχης σε άνδρες και κτήνη και αδυναμία ανεφοδιασμού. Η γενική ανασυγκρότηση ήταν αναγκαία.
4. Η Δράση Τµηµάτων Ιππικού Υπό την Διοίκηση της Ιης Μεραρχίας Πεζικού
Υπό τις διαταγές της Ιης Μεραρχίας Πεζικού που δρούσε στον τοµέα της Πίνδου τέθηκαν τα τµήµατα:
- Η Ίλη Αναγνωρίσεως της Β' Οµάδας Αναγνωρίσεως, η οποία υπήρξε από τις πρώτες που έσπευσαν να ενισχύσουν το Απόσπασµα της Πίνδου.
- Η IX Οµάδα Αναγνωρίσεως, η οποία έφθασε στο Επταχώριο στις 3 Νοεµβρίου.
- Η Χ Οµάδα Αναγνωρίσεως, η οποία έφτασε στο Επταχώριο στις 6 Νοεµβρίου.
Τα παραπάνω Τµήµατα του Ιππικού ήταν πρωτοπόρο σε όλες τις σκληρές µάχες που έδωσε η Ι Μεραρχία Πεζικού. Στις 7 Νοεµβρίου η IX Οµάδα Αναγνωρίσεως που ενεργούσε µαζί µε το 1/4 Τάγµα Πεζικού ενεπλάκη σε σκληρό αγώνα στο χωριό Πουρνιάς. Από την πίεση που δέχθηκαν οι Ιταλοί υποχώρησαν άτακτα, 70 αιχµάλωτοι συνελήφθησαν, από τους οποίους οι τέσσερις ήταν Αξιωµατικοί, και επίσης κυριεύθηκε πολεµικό υλικό. Την ίδια µέρα η Ίλη της Β' Οµάδας Αναγνωρίσεως κατέλαβε τη Βούρµπιανη. Το µεσηµέρι της 9ης Νοεµβρίου µια Ίλη από την IX Οµάδα Αναγνωρίσεως κινήθηκε για να καταλάβει το ύψωµα Τσοµπάνι στο όρος Σµόλικας και δέχθηκε πυρά από Ιταλούς που κατείχαν το ύψωµα.
Ο Διοικητής της Ίλης, αν και αυτή δεν είχε ενισχυθεί από τα Τµήµατα που προβλέπονταν, επιτέθηκε αµέσως εναντίον των Ιταλών, κατέλαβε το ύψωµα Τσοµπάνι και συνέλαβε εξήντα αιχµαλώτους. Την ίδια µέρα (9 Νοεµβρίου) η Χ Οµάδα Αναγνωρίσεως απέκρουσε σφοδρές εχθρικές επιθέσεις στην περιοχή Νταλιαπόλεως στο όρος Σµόλικας. Οι Ιταλοί, αφού απέτυχαν τελικά στις προσπάθειες τους να διασπάσουν τις θέσεις αυτής της Οµάδας, επωφελήθηκαν από τις καιρικές συνθήκες και άρχισαν να αποσύρονται τις πρωινές ώρες της 10ης Νοεµβρίου.
Πάνω στη φυγή τους εγκατέλειψαν στο πεδίο της µάχης πολεµικό υλικό όλων των ειδών -δύο πολυβόλα, όλµους, ασύρµατο, µεγάλο αριθµό µουλαριών, τη σηµαία του ΙΙΙ/9 Τάγµατος Αλπινιστών- καθώς επίσης και τέσσερις νεκρούς Αξιωµατικούς, πέντε οπλίτες τραυµατίες και επτά οπλίτες νεκρούς. Οι προσπάθειες της Χ Οµάδας Αναγνωρίσεως καθώς και του 1/4 Τάγµατος Πεζικού στο Σµόλικα απέφεραν τελικά την καταστροφή ολόκληρου Τάγµατος του 2ου Συντάγµατος Αλπινιστών, και νεκρό στο πεδίο της µάχης το Διοικητή του 9ου Συντάγµατος. Οι διασκορπισµένοι Αλπινιστές παραδόθηκαν το µεσηµέρι της 10ης Νοεµβρίου στα Τµήµατα της Μεραρχίας Ιππικού που ενεργούσε προς Πάδες - Ελεύθερο.
5. Επιχειρήσεις Μέχρι το Μάρτιο του 1941
Μετά από την απόκρουση της Ιταλικής εισβολής, οι Ελληνικές Δυνάµεις αντεπιτέθηκαν σφοδρά και έδιωξαν τους Ιταλούς από τα πάτρια εδάφη απελευθερώνοντας για µία ακόµη φορά το µεγαλύτερο τµήµα της Βορείου Ηπείρου. Οι νίκες του Ελληνικού Στρατού ακολουθούσαν η µία την άλλη. Στις 22 Νοεµβρίου καταλήφθηκε η Κορυτσά, στις 29 το Πόγραδετς, στις 5 ∆εκεµβρίου η Πρεµετή, στις 6 οι Αγιοι Σαράντα, στις 8 το Αργυρόκαστρο και στις 22 η Χειµάρα. Η περαιτέρω προέλαση του Ελληνικού Στρατού διακόπηκε τόσο εξαιτίας των δυσµενών καιρικών συνθηκών όσο και εξαιτίας της αύξησης της Ιταλικής αντίστασης.
Μετά το χειµώνα ακολούθησε η ''Εαρινή Επίθεση'' των Ιταλών, η οποία, µολονότι είχε εξαγγελθεί µε ποµπώδη τρόπο, αντιµετωπίσθηκε πλήρως από τους Έλληνες µαχητές και σταθεροποίησε απόλυτα την περίλαµπρη νίκη των Ελλήνων στα βουνά της Βορείου Ηπείρου.
5. Η Δράση του Ιππικού
Παρά τις δυσµενείς εδαφικές και καιρικές συνθήκες που δεν επέτρεπαν τη χρησιµοποίηση του Ιππικού σε µεγάλο βαθµό, αυτό συνέβαλε πολύ σε όλους τους αγώνες.
Α) Μεραρχία Ιππικού
Η Μεραρχία Ιππικού που δρούσε µεταξύ Α' και Β' Σώµατος Στρατού απελευθέρωσε την Κόνιτσα στις 16 Δεκεµβρίου, έδιωξε τους Ιταλούς πέρα από τα σύνορα και συµµετείχε στις επιχειρήσεις που είχαν σαν αποτέλεσµα την κατάληψη του Λεσκοβικίου και της Πρεµετής. Στη συνέχεια η Μεραρχία Ιππικού, αφού αντικαταστάθηκε βαθµιαία από 11 έως 28 ∆εκεµβρίου στον Τοµέα Αώου από την Ιη Μεραρχία, αποσύρθηκε στις οργανικές Μονάδες της που βρίσκονταν στην περιοχή Κόνιτσα - Βασιλικό - Βήσιανη, όπου και παρέµεινε σε εφεδρεία µέχρι τις 17 Φεβρουαρίου 1941. Από την 1η Ιανουαρίου η Ταξιαρχία του Ιππικού είχε συγχωνευθεί µε τη Μεραρχία.
Στο διάστηµα από 18 Φεβρουαρίου µέχρι 23 Μαρτίου η Μεραρχία µεταστάθµευσε βορειοανατολικά της Κορυτσάς και από 24 Μαρτίου µέχρι 6 Απριλίου εγκαταστάθηκε µε αµυντική αποστολή νότια από τη λίµνη Οχρίδα. Από τις 07 / 04 / 1941, εξαιτίας της απειλής που δηµιουργήθηκε από τη Γερµανική εισβολή, εγκαταστάθηκε µε αµυντική διάταξη από τον Βαρνούντα µέχρι το Βέρνο, δυτικά της Φλώρινας, µε σκοπό να καλύψει τη Στρατιά της ∆υτικής Μακεδονίας από τα ανατολικά.
Β) Ταξιαρχία Ιππικού
Από 11 - 22 Νοεµβρίου αποτελεί εφεδρεία του Β' ΣΣ στην περιοχή Σαµαρίνας, Φούρκας, Κερασόβου. Κατά τη δεύτερη περίοδο επιχειρήσεων, από 11 Νοεµβρίου έως 7 ∆εκεµβρίου 1940 ενήργησε υπό το Β' Σ.Σ. στην περιοχή Φράσαρι - Στρέντζι. Κατά τον δεκαπενθήµερο σκληρό αγώνα στο Φράσαρι, σε ύψος 1.600µ, τα τµήµατα της Ταξιαρχίας δοκιµάστηκαν σκληρά, έφεραν σε πέρας όµως όλες τις αποστολές τους. Από 01 / 01 / 1941 η Ταξιαρχία έπαυσε να υπάρχει και οι Μονάδες της συγχωνεύθηκαν στην Μεραρχία Ιππικού.
Γ) Υπόλοιπα Τµήµατα Ιππικού
Τµήµατα από τις Οµάδες Αναγνωρίσεως και από το Μηχανοκίνητο Σύνταγµα, έχοντας πάντα το ρόλο του επικεφαλής, έφθασαν µέχρι την τελική γραµµή που είχε προωθηθεί ο Ελληνικός Στρατός σε όλους τους τοµείς του µετώπου. Στη Χειµάρα, µπροστά από το Τεπελένι, στο Πόγραδετς και αλλού έφεραν σε πέρας µε πλήρη επιτυχία τις αποστολές που ως Ιππικό είχαν αναλάβει, ενώ στις κοιλάδες του Δρίνου και του Αώου αντιµετώπισαν, κατέστρεψαν και κυρίευσαν εχθρικά άρµατα.
6. Η συµβολή του Ιππικού στον ΕλληνοΙταλικό πόλεµο
Ο Αντ/γος Καθενιώτης ∆ηµήτριος, ο οποίος ορίστηκε τον Ιούλιο του 1941 από το Υπουργείο Εθνικής Αµύνης ως Πρόεδρος Επιτροπής για την σύνταξη της εκθέσεως του Ελληνοϊταλικού Πολέµου, αναφέρει για τη δράση του Ιππικού στην έκθεση του τα εξής:
"Είναι όλως επιβεβληµένη η αναγνώρισις του οµαδικού έργου το οποίον απέδωσε το όπλο του Ιππικού, το οποίον απετέλεσε τον κύριον παράγοντα του θριάµβου της Πίνδου, προς πλήρη δικαίωσιν του Β' και Γ Σώµατος Στρατού τα οποία συνέστησαν την εσπευσµένην χρησιµοποίησιν το µεν πρώτον της Ταξιαρχίας το δε δεύτερον της Μεραρχίας Ιππικού. Όλαι λοιπόν αι υποβληθείσαι Εκθέσεις των Μεγ. Μονάδων είναι οµόφωνοι εις το να εξάρουν την συµβολήν των Μονάδων του Ιππικού, παραδεχόµενοι ότι η χρησιµοποίησις αυτού ως ταχέως µεταφεροµένου Πεζικού επέτυχεν τα µέγιστα, αντικαταστήσασα εν πολλοίς τας εις άλλα στρατεύµατα εισαχθείσας ταχείας µηχανοκινήτους Μονάδας.
Εκ του εγγύτερον όµως εξέτασις του ζητήµατος, και η τακτική έρευνα όλων των κατά την διάρκειαν του εικοσαήµερου εκδοθεισών διαταγών, µας πείθει ότι η µεγαλυτέρα συµβολή του όπλου του Ιππικού προήλθεν από την γενικήν αναζωπύρωσιν του επιθετικού πνεύµατος. Η ηρωική όµως νεολαία του Ιππικού, παραµερίζουσα αποναρκωτικάς εντολάς, ώρµησεν ακάθεκτος προς τα εµπρός ανατρέπουσα τους ορµητικούς χιονοδρόµους της Τζούλια εµπνεόµενη µόνον από τας επιθετικός παραδόσεις του όπλου της".
Ο αγώνας σε ψηλά και χιονοσκεπή όρη, χωρίς οδούς ανεφοδιασµού, σε περιοχή άγονη και βραχώδη, κατά τον οποίο το Ιππικό κατέβαλε ειδικά εφοδιασµένα και εξασκηµένα τµήµατα Αλπινιστών στο ίδιο το στοιχείο τους, αποτελεί ίσως µοναδικό φαινόµενο στην Παγκόσµια Στρατιωτική Ιστορία.
Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ
1. Μεραρχία Ιππικού
Η Μεραρχία Ιππικού ενισχύθηκε με την επιστροφή της Έφιππης Μοίρας Πυροβολικού και της Έφιππης Μοίρας Πολυβόλων. Αναφέρει η Εκθεση Πεπραγμένων για την περίοδο αυτή: «Οι άνδρες επανέκτησαν την σωματικήν των ισχύν ταχύτατα χάρις εις το ακμαιότατον ηθικόν όπερ πάντες ούτοι είχον και την παρασχεθείσαν ανάπαυσιν και καλήν τροφήν». Στις 18 Φεβρουαρίου 1941 το Γενικό Στρατηγείο διέταξε την μετακίνηση της Μεραρχίας Ιππικού και μεταστάθμευση στην περιοχή Κορυτσάς (Μπιτίνσκα), υπό το Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ) με διοικητή τον Αντιστράτηγο Τσολάκογλου. Η μετακίνηση υλοποιήθηκε με νυκτερινές πορείες, με μεγάλη ταλαιπωρία λόγω ψύχους και ολοκληρώθηκε στις 27 Φεβρουαρίου.
Η αμυντική οργάνωση και ανασυγκρότηση συνεχίστηκε μέχρι την 22 Μαρτίου. Την 23 Μαρτίου, το ΤΣΔΜ διέταξε την Μεραρχία Ιππικού να καλύψει αμυντικά τη τοποθεσία Υψ. 924 - οδός Πόγραδετς - σύνορα Γιουγκοσλαβίας, νοτίως της λίμνης Οχρίδας και εκεί παρέμεινε μέχρι τις 6 Απριλίου. Ο Μουσολίνι, προκειμένου να σώσει το γόητρο του, πριν εκδηλωθεί η εκστρατεία των Γερμανών στα Βαλκάνια, άρχισε να σχεδιάζει νέα επίθεση. Η ανοιξιάτικη Ιταλική επίθεση «PRIMA VERA» εκδηλώθηκε την 9 Μαρτίου με ιδιαίτερη σφοδρότητα, αλλά το Β' Σώμα Στρατού και ειδικά η «σιδηρά» Ιη Μεραρχία, στον τομέα της οποίας εκδηλώθηκε η κύρια προσπάθεια των Ιταλών, ήταν άρτια προετοιμασμένες και με αναπτερωμένο το ηθικό, ώστε απέκρουσαν αποτελεσματικά την εχθρική επίθεση.
Στις 29 Ιανουαρίου απεβίωσε ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς, μετά απο σύντομη ασθένεια και τον διαδέχθηκε ο Υπουργός Πρόνοιας, τραπεζικός Αλέξανδρος Κορυζής. Παρά την ένταση που δημιουργήθηκε στις διαδοχικές συσκέψεις με τους Βρετανούς, ο Κορυζής τελικά αποδέχθηκε τις ελλιπέστατες συμμαχικές ενισχύσεις, για τις οποίες ο Μεταξάς δίσταζε. Στις 13 Δεκεμβρίου 1940 ο Χίτλερ είχε εκδώσει την υπ. αριθμόν 20 Ειδική Οδηγία του για τη προπαρασκευή του σχεδίου εισβολής - κατάληψης Σερβίας και Ελλάδας με την ονομασία «ΜΑΡΙΤΑ». Αυτό αρχικά προέβλεπε μόνον την κατάληψη της βόρειας ακτής του Αιγαίου, μέχρι τη περιοχή του Ολύμπου.
Όμως, την 27 Μαρτίου 1941, με την αποτυχία της Εαρινής Επίθεσης των Ιταλών, το πραξικόπημα στη Γιουγκοσλαβία και την άφιξη των συμμαχικών ενισχύσεων στην Ελλάδα, αποφάσισε σε σύσκεψη στο Βερολίνο την ταυτόχρονη επίθεση κατά των δύο χωρών και κατάληψη ολόκληρης της Ελλάδας, ώστε να κάνει πλήρη εκκαθάριση των συμμάχων, τροποποιώντας όμως το αρχικό σχέδιο «ΜΑΡΙΤΑ». Τις παραμονές της Γερμανικής επίθεσης, η Μεραρχία Ιππικού, παρά την επιθετική φύση της, ενεργούσε αμυντικά ως Σχηματισμός ΠΖ και εγκαταστάθηκε αμυντικά στην περιοχή νοτιοδυτικά του Πόγραδετς (με έδρα το Ζεμπλάκ) στο αριστερό πλευρό της ΧΙΙΙ Μεραρχίας.
Η εξέλιξη της καταστάσεως στη Γιουγκοσλαβία, λόγω της ραγδαίας Γερμανικής προέλασης, δημιουργούσε σοβαρό κίνδυνο για τα μέτωπα στην Αλβανία και την κεντρική Μακεδονία. Το Γενικό Στρατηγείο αποφάσισε να μετατοπίσει την αμυντική διάταξη, ώστε να καλύψει επαρκώς το διάδρομο από τη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα μέχρι τη Βεύη, αναδιατάσσοντας τις Ελληνικές και τις Συμμαχικές δυνάμεις. Την 6 Απριλίου οι Γερμανοί προσέβαλαν την Γραμμή «ΜΕΤΑΞΑ». Στις 7 Απριλίου το Γενικό Στρατηγείο διέταξε μετακίνηση της Μεραρχίας Ιππικού, με αποστολή να καλύψει τα νώτα του ΤΣΔΜ και το διαγραφόμενο κενό της συμμαχικής άμυνας λόγω της κατάρρευσης των Γιουγκοσλάβων.
Η απόφραξη του διάκενου μεταξύ της περιοχής Κλειδί - Βευη και της λίμνης Μεγάλης Πρέσπας ανετέθη στην Μεραρχία Ιππικού. Η εντολή ήταν να αμυνθεί κατά μηκος της κορυφογραμμής του όρους Βέρνον απο Νυμφαίον μέχρι περιοχή Λαιμός (κοντά στη Μεγάλη Πρέσπα), να συνδεθεί στα δεξιά της με τους Βρετανούς στο Κλειδί - Βεύη και ως κυρία προσπάθεια να εξασφαλίσει την δίοδο Πισσοδερίου, επί της οδού Φλώρινα - Κορυτσά. Επειδή η αριστερά πτέρυγα του Συγκροτήματος Μακέυ της 6ης Αυστραλιανής Μεραρχίας δεν έφθανε να επεκταθεί τόσο μακρυά όσο το Νυμφαίο, διετέθει υπο διοίκηση της Μεραρχίας Ιππικού η 21η Ταξιαρχία Πεζικού (δηλ. ένα Σύνταγμα Πεζικού).
Η Μεραρχία Ιππικού με σύντονες πορείες, κάτω απο πολύ άσχημες καιρικές συνθήκες (ομίχλη, βροχή, χιόνι) κινήθηκε με το μέγιστο των δυνάμεων της στο δύσβατο όρος Βαρνούς, δυτικά της Φλώρινας. Δεν πρόλαβε όμως να καλύψει την πόλη, αφού οι Γερμανοί, προελαύνοντας γρήγορα μέσα στο Ελληνικό έδαφος από τις βόρειες οδεύσεις Μοναστηρίου Φλώρινας, τις μεσημβρινές ώρες της 10ης Απριλίου, κατέλαβαν την πόλη. Οι δυνάμεις τους ήταν η επίλεκτη 1η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία των «SS» με τίτλο «Σωματοφυλακή Αδόλφος Χίτλερ» (Leibstandarte Adolf Hitler: LSSAH) με διοικητή τον Στρατηγό Zep Dietrich, δυνάμεως 9.000 ανδρών, που είχε διακριθεί στη κατάληψη της Πολωνίας και της Γαλλίας και η 73η Μεραρχία Πεζικού.
Η Μεραρχία Ιππικού κατάφερε να εγκατασταθεί στους πρόποδες των βουνών γύρω από την Φλώρινα και να αναπτύξει όλες τις Μονάδες της, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που της διατέθηκαν ως ενισχύσεις, με την 21 Ταξιαρχία Πεζικού στην περιοχή Νυμφαίου, συνδεθείσα έτσι με την τοποθεσία Κλειδίου. Αναφέρει ο Heinz Richter στο βιβλίο του οτι ο Στρατηγός Ουίλσον στις 9 Απριλίου διέταξε υποχώρηση των δυνάμεων του σε νέα γραμμή αμύνης, δικαιολογούμενος : «Η Μεραρχία Ιππικού ήταν ακροβολισμένη σε μεγάλη έκταση και δεν υπήρχαν παρά μερικές περίπολοι μεταξύ αυτής και των δυνάμεων στην Αλβανία».
Η Μεραρχία Ιππικού διέθετε το 1ο Σύνταγμα Ιππικού ως εφεδρεία στο χωριό Τρίγωνο και το 3ο ενισχυμένο στο Πισοδέρι, μια έφιππη Μοίρα πολυβόλων και Λόχο Διαβιβάσεων. Με αυτή τη διάταξη, στο αριστερό των Νεοζηλανδών, η Μεραρχία Ιππικού έφρασσε τον μοναδικό δρόμο που οδηγούσε από την Φλώρινα μέσω Πισοδερίου στο Βατοχώρι (υψόμετρο 1.400μ., στην κορυφή ορεινής διάβασης), όπου διακλαδίζονταν αφενός προς Κρυσταλλοπηγή (συνοριακό φυλάκιο εισόδου στην Αλβανία) και μετά για Κορυτσά, στα νώτα του μαχόμενου ΤΣΔΜ, και αφετέρου για Καστοριά. Όμως, η κατάσταση επηρεαζόταν από τις εξελίξεις στα βορειοανατολικά σύνορα της Ελλάδος.
Τα Γερμανικά επίλεκτα τμήματα έλαβαν επαφή με τα αμυνόμενα τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού από την πρώτη κιόλας ημέρα (10 Απριλίου). Το βράδυ οι Γερμανοί προσπάθησαν πάλι, με υποστήριξη πυροβολικού και όλμων, αλλά μετά τρίωρη μάχη, απέτυχαν πάλι, αφού προσέκρουσαν στην αποφασιστική αντίσταση της Μεραρχίας. Τις δύσκολες εκείνες ημέρες η μικρή αυτή επιτυχία τόνωσε το ηθικό των Ελλήνων. Την 11 Απριλίου, τμήματα της 73ης Γερμανικής Μεραρχίας εξορμώντας από την πόλη της Φλώρινας κατευθύνθηκαν δυτικά. Πλησιάζοντας τις Ελληνικές γραμμές βλήθηκαν από τους ιππείς που είχαν αφιππεύσει και μάχονταν ως πεζοί και από το πυροβολικό της Μεραρχίας Ιππικού.
Η σύγκρουση γενικεύτηκε όταν οι Γερμανοί αναπτύχθηκαν και ανταπέδωσαν τα πυρά. Οι εύστοχες βολές των πυροβολητών και η δυσκολία των Γερμανών να κινηθούν πάνω στα υψώματα, δημιούργησαν γρήγορα άσχημες συνθήκες για τους επιτιθέμενους. Επειδή οι τελευταίοι δεν πέτυχαν κάποια πρόοδο ανεπτυγμένοι σε δύσβατα και άγνωστα μέρη, διέπραξαν το σφάλμα να επικεντρώσουν την προσπάθεια τους σε μια μετωπική έφοδο πεζοπόρων τμημάτων κατά μήκος του δρόμου, ο οποίος όμως βρισκόταν κάτω από τα πυρά προπαρασκευής του Ελληνικού πυροβολικού. Οι Γερμανοί αδυνατώντας να χρησιμοποιήσουν τα άρματα και τα τεθωρακισμένα οχήματα τους, βλέποντας την Ελληνική κυκλωτική κίνηση και ευρισκόμενοι υπό το βάρος των αυξανόμενων απωλειών άρχιζαν να κλονίζονται.
Οι θαρραλέοι ιππείς που είχαν αφιππεύσει, πολεμώντας με τις αραβίδες και τα λίγα πολυβόλα τους, με την περιορισμένη αλλά επιτυχή υποστήριξη κατάλληλα ταγμένου Πυροβολικού, επέτυχαν να αναχαιτίσουν την επίθεση του εχθρικού Πεζικού. Οι Γερμανοί αντιλήφθηκαν το μάταιο των προσπαθειών και αναδιπλώθηκαν. Σύντομα οι οπισθοχωρούντες Γερμανοί, καταδιωκόμενοι από τους ιππείς του Στανωτά, τράπηκαν σε φυγή. Αναφέρει στο βιβλίο του ο Heinz Richter: «Η προφυλακή της επίλεκτης Μονάδας SS Σωματοφυλακή Αδόλφος Χίτλερ προσπάθησε να προελάσει προς την ορεινή διάβαση Πισοδερίου, αποκρούστηκε όμως από Μονάδες της Ελληνικής Μεραρχίας Ιππικού».
Η σημασία της Ελληνικής επιτυχίας στο Πισοδέρι ήταν πολύ μεγάλη, γιατί αν οι Γερμανοί είχαν περάσει την 11 Απριλίου θα απέκοπταν την οδό οπισθοχώρησης του ΤΣΔΜ και συνεπώς θα είχαν πετύχει σε συντομότερο χρόνο το διαχωρισμό των Ελληνικών από τις συμμαχικές δυνάμεις, επισπεύδοντας το τελικό αποτέλεσμα. Τη νύχτα 11/12 Απριλίου οι καιρικές συνθήκες χειροτέρεψαν και κάτω από έντονη χιονόπτωση το Γενικό Στρατηγείο διέταξε την σύμπτυξη των Ελληνικών δυνάμεων, ενώ η Μεραρχία Ιππικού διατάχθηκε να κρατήσει τις θέσεις της, ώστε να καλύψει την κίνηση των ΧΙΙΙ, ΙΧ και Χ Μεραρχιών κατά την σύμπτυξη τους.
Ο Στανωτάς διέταξε το 1ο Σύνταγμα Ιππικού να κινηθεί επιθετικά και να ελέγξει την οδό Φλώρινα - Πισοδέρι. Γερμανοί, φορώντας κάπες βοσκών, έστησαν ενέδρες και σε κάποιες περιπτώσεις έπιασαν αιχμαλώτους11. Νωρίτερα, είχαν ντυθεί με Ελληνικές στολές με αποτέλεσμα να συλλάβουν αρκετούς Βρετανούς αιχμαλώτους Αναγνωρίζει η «άλλη πλευρά» τις Ελληνικές επιτυχίες. Αναφέρει ο Richter: «Η 12η Απριλίου ήταν η πιο αποφασιστική ημέρα για την επιχείρηση Λάμψις (εννοεί την συμμαχική ενίσχυση της Ελλάδος) και την επιχείρηση Μαρίτα. Η Ελληνική Μεραρχία Ιππικού, που υπεράσπιζε τις θέσεις στο Βέρνον, απο τις Πρέσπες μέχρι την Κλεισούρα, αμυνόταν με τόσο πείσμα, που η διάβαση στο Πισοδέρι δεν έπεσε παρά μονάχα στις 14 Απριλίου».
Το βράδυ 12/13 άρχισε η σύμπτυξη των Συμμάχων, αλλά όπως αναφέρει στο βιβλίο του οRichter: «Ο διοικητής της Ελληνικής Μεραρχίας Ιππικού δεν είχε ειδοποιηθεί για τη διαταγή υποχωρήσεως του Βρετανού Μακέυ προς το Αυστραλιανό τάγμα στη δεξιά πτέρυγα της 21ης Ταξιαρχίας». Όπως αναφέρεται στην «Επίτομη Ιστορία του ΕλληνοΙταλικού και ΕλληνοΓερμανικού Πολέμου» της ΔΙΣ/ΓΕΣ, η απόφαση του Στρατηγού Ουίλσον να διατάξει υποχώρηση στις Θερμοπύλες, ήταν εσπευσμένη, αφού το σώμα των ANZAC δεν είχε έρθει ακόμα σε σοβαρή επαφή με τους Γερμανούς, οι δε Ελληνικές δυνάμεις διατηρούσαν τις θέσεις τους.
Από την άλλη πλευρά όμως, με αυτή την ενέργεια ο Ουίλσον πέτυχε να διασώσει το μεγαλύτερο μέρος του εκστρατευτικού σώματος των Συμμάχων. Στις 14 Απριλίου, Μεγάλη Δευτέρα, τμήματα της επίλεκτης Μηχανοκίνητης Ταξιαρχίας SS (LSSAH) ανέτρεψαν την γενναία αντίσταση της ΧΧ Μεραρχίας Πεζικού και κατέλαβαν τη διάβαση της Κλεισούρας. Μόλις πληροφορήθηκε την απώλεια της Κλεισούρας, ο Στανωτάς επέσπευσε τη σύμπτυξη της Μεραρχίας Ιππικού και προσπάθησε να φράξει την δίοδο Φωτεινής ανατολικά της λίμνης Καστοριάς και να ενισχύσει τις δυνάμεις της ΧΙΙΙ Μεραρχίας Πεζικού.
Όμως, τις πρώτες πρωινές ώρες της 15ης Απριλίου τα μηχανοκίνητα τμήματα της Ομάδας Αναγνωρίσεως της LSSAH μπήκαν στην πεδιάδα της Καστοριάς. Το ΤΣΔΜ διέταξε την Μεραρχία Ιππικού να διαθέσει το συντομότερο δυνατό τμήματα της στη βόρεια όχθη της λίμνης Καστοριάς, στη διάβαση (μεταξύ Βιτσίου και λίμνης) της Φωτεινής, προκειμένου να καλύψει την πόλη από τα βόρεια. Ο Στανωτάς εκτιμώντας ορθά την αδράνεια της 73ης Γερμανικής Μεραρχίας έστειλε τμήματα ιππικού και πυροβολικού προς τις νότιες προσβάσεις του Βιτσίου. Αυτά μετακινήθηκαν γρήγορα δια μέσου ορεινών δρομολογίων και το πρωί της 15ης Απριλίου ήδη βρίσκονταν στις νέες θέσεις τους, ανατολικά του χωριού Απόσκεπος, καλύπτοντας τη διάβαση Φωτεινής.
Όπως γράφει ο Κ. Παπαδημητρίου, στις 15 Απριλίου διεξήχθη στη πεδινή περιοχή της Καστοριάς η μοναδική μάχη εκ συναντήσεως του Ελληνογερμανικού πολέμου. Οι συγκρούσεις πραγματοποιήθηκαν σε δύο διακριτά σημεία, στην περιοχή νότια της λίμνης και δυτικά του Άργους Ορεστικού όπου εκδηλώθηκε και η κύρια προσπάθεια των Γερμανών και στην περιοχή της διάβασης, όπου οι τελευταίοι εκδήλωσαν δευτερεύουσα επιθετική ενέργεια. Ο Στανωτάς, αποκομμένος από το ΤΣΔΜ, είχε συνεννοηθεί με τον διοικητή της ΧΙΙΙ Μεραρχίας να αναλάβει την άμυνα βορείως της λίμνης και η ΧΙΙΙ Μεραρχία νοτίως.
Στη διάβαση της Φωτεινής τα τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού, με υψηλό ηθικό από την προηγούμενη επιτυχία τους στο Πισοδέρι, που δεν κάμφθηκε από τους συνεχείς αεροπορικούς βομβαρδισμούς, πολέμησαν με θάρρος και πείσμα αποκρούοντας διαδοχικές εχθρικές εφόδους μονάδων Πεζικού και Τεθωρακισμένων. Ολοκλήρωσαν την ημέρα παραμένοντας κύριοι του πεδίου της μάχης, μη επιτρέποντας στα τμήματα της επίλεκτης Γερμανικής Ταξιαρχίας να επιτύχουν τους σκοπούς τους. Η Καστοριά όμως, παρά την γενναία αντίσταση των ανδρών της ΧΙΙΙ Μεραρχίας, κατελήφθη το σούρουπο της ίδιας ημέρας από τα νότια.
Η εξέλιξη αυτή και η απώλεια της μοναδικής οδού Αργος Ορεστικό - Νεάπολις, ανάγκασε τη νικηφόρα Μεραρχία Ιππικού, όπως και το σύνολο του ΤΣΔΜ, σε πλήρη αναδίπλωση στους ορεινούς όγκους αρχικά του Τρικλάριου (μεταξύ Καστοριάς και Φλώρινας) και μετά της Πίνδου. Στις 16 Απριλίου ο Αρχιστράτηγος Παπάγος συναντηθηκε με τον διοικητή των συμμαχικών ενισχύσεων Στρατηγό Ουίλσον έξω από τη Λαμία και αποφασίστηκε η αναδιάταξη των συμμαχικών δυνάμεων προκειμένου να προτάξουν άμυνα στις Θερμοπύλες. Εν τω μεταξύ, η Μεραρχία Ιππικού, ενεργώντας σύμπτυξη όπως είχε διαταχθεί, συγκεντρώθηκε στο Σκαλοχώρι.
Εκεί έγινε σύσκεψη του Στανωτά με τους διοικητές των ΧΙ και ΧΙΙΙ Μεραρχιών και καθορίστηκαν τα δρομολόγια συμπτύξεως τους με κατεύθυνση προς Μέτσοβο. Στις 17 Απριλίου η Μεραρχία Ιππικού διανυκτέρευσε στη περιοχή Κορυφής και τις επόμενες δύο νύχτες στο Πολυνέρι και στη Κρανιά. Στις 20 Απριλίου 1941, Κυριακή του Πάσχα, η Μεραρχία Ιππικού συνέχισε την κίνηση προς Μέτσοβο με τάξη, χωρίς να παρουσιασθεί κανένα κρούσμα απειθαρχίας. Στις 13:30 της ίδιας ημέρας ο Στανωτάς έφθασε στο Προφήτη Ηλία Μετσόβου και εκεί συμπτωματικά πληροφορήθηκε από ένα Ταγματάρχη της ΧΙ Μεραρχίας ότι διεξάγοντο διαπραγματεύσεις για να υπογραφεί πρωτόκολλο ανακωχής μεταξύ του αντιστρατήγου Τσολάκογλου και του στρατηγού Ζεπ Ντήτριχ, διοικητή της LSSAH, στο χωριό Βοτονόσι του Μετσόβου.
Η πρωτοβουλία αυτή του Τσολάκογλου χαρακτηρίσθηκε από τον Παπάγο ως «στάσις» και με τηλεγράφημα του ζήτησε να αντικατασταθεί. Την 21 Απριλίου ο Τσολάκογλου υπέγραψε ένα άλλο πρωτόκολλο, διαφορετικό, με δυσμενέστερους όρους, που έδινε σημαντικά δικαιώματα στους Ιταλούς. Την επομένη, έγινε νέα παρασπονδία των Γερμανών, που αξίωναν την αποστολή Ελλήνων κηρύκων στους Ιταλούς, για να γίνει ξεχωριστή ανακωχή. Έτσι, στις 23 Απριλίου ο Τσολάκογλου υπέγραψε στη Θεσσαλονίκη το τρίτο και οριστικό πρωτόκολλο συνθηκολόγησης, με τον Γερμανό Στρατάρχη Γιόντλ και τον Ιταλό στρατηγό Φερρέρο. Την ίδια μέρα, παραιτήθηκε ο Παπάγος και αναχώρησε για την Κρήτη ο Βασιλεύς και η Κυβέρνηση.
Στις 24/25 Απριλίου η Μεραρχία Ιππικού κινήθηκε συντεταγμένη μέχρι Ορθοβούνι, 20 χλμ βορειοδυτικά της Καλαμπάκας, αποθήκευσε εκεί τον οπλισμό και ομαδοποίησε τους άνδρες ανά τόπο διαμονής, έθεσε επί κεφαλής ομάδων κατάλληλους αξιωματικούς, τους χορήγησε τρόφιμα και τους αποδέσμευσε με προσωρινά απολυτήρια για τις πατρίδες τους. Ο ίδιος ο Στανωτάς αναχώρησε τελευταίος, αφού είχε βεβαιωθεί ότι οι άνδρες του είχαν εξασφαλιστεί. Η νικηφόρος Μεραρχία Ιππικού αναγκάστηκε να αυτοδιαλυθεί, αφού αντιμετώπισε τις καλύτερες μονάδες του Ιταλικού και του Γερμανικού στρατού, χωρίς να έχει υποστεί καμία ήττα στο πεδίο της μάχης.
H απόφαση του Χίτλερ για την κατάληψη ολόκληρης της Ελλάδας και η καθυστέρηση που συνεπάγετο, είχε καταστρεπτικές συνέπειες στην εκτέλεση του Σχεδίου «ΜΠΑΡΜΠΑΡΟΣΑ», την εκστρατεία στη Ρωσία. Οι δυνάμεις που χρησιμοποιήθηκαν για το τροποποιημένο Σχέδιο «ΜΑΡΙΤΑ» δεν ήταν διαθέσιμες έγκαιρα για την Ρωσία. Η μη έγκαιρη κατάληψη της πρωτεύουσας της Ρωσίας ήταν ο αποφασιστικός παράγων για την έκβαση της εκστρατείας και την τελική ήττα των Γερμανών. Μετά την επιστροφή του από το μέτωπο στην Αθήνα, ο Στρατηγός Στανωτάς αρνήθηκε να υπηρετήσει τις κατοχικές κυβερνήσεις, ούτε να αναλάβει οποιαδήποτε καθήκοντα στο κατοχικό καθεστώς.
Στη συνέχεια, ασχολήθηκε με την καταγραφή των γεγονότων και τη σύνταξη της Εκθέσεως Πεπραγμένων της Μεραρχίας Ιππικού και των Εκθέσεων Πολεμικής Δράσεως των στελεχών της. Το Φεβρουάριο του 1943 διέφυγε στη Μέση Ανατολή. Ιδιαίτερη μνεία έκανε πάντοτε στις γυναίκες της Πίνδου. Κάθε φορά που του εζητείτο να μιλήσει για τον αγώνα κατά των Ιταλών, τόνιζε τη συμβολή των απλών γυναικών των χωριών της Ηπείρου, που αντί να κρυφτούν και να προσπαθήσουν να απομακρυνθούν από τις περιοχές των μαχών, παρέμειναν εκεί, ενίσχυαν και υποστήριζαν τη Μεραρχία, μεταφέροντας εφόδια και πυρομαχικά σε απόκρημνες θέσεις από δύσβατα δρομολόγια.
Συγκρότηση - Διάταξη
Η δυσµενής εξέλιξη των επιχειρήσεων στη Νότια Γιουγκοσλαβία και η γρήγορη προέλαση των Γερµανών δηµιούργησε άµεσο κίνδυνο τόσο στο µέτωπο της Κεντρικής Μακεδονίας όσο και στο δεξιό τµήµα του Ελληνικού Στρατού που βρισκόταν στη Βόρειο Ήπειρο. Η συνέχιση της Γερµανικής προέλασης προς Νότον, µέσω Μοναστηρίου, από τη µία θα υπερφαλαγγιζε το αριστερό πλευρό του Ελληνοβρετανικού συγκροτήµατος "W'' και από την άλλη θα απειλούσε το νότιο τµήµα του Ελληνικού Στρατού που αγωνιζόταν µε επιτυχία εναντίον των Ιταλών.
Εξαιτίας αυτής της κατάστασης, το Γενικό Στρατηγείο στις 10:30 της 8ης Απριλίου διέταξε το Τµήµα Στρατού Δυτικής Μακεδονίας, υπό τις διαταγές του οποίου είχε τεθεί η Μεραρχία του Ιππικού, να καλύψει τις κατευθύνσεις που το ενδιέφεραν από Βορρά και Ανατολή, και από δεξιά να συνδεθεί µε το Συγκρότηµα ''W''. Για να εκτελεστεί αυτή η αποστολή το Τµήµα Στρατού Δυτικής Μακεδονίας διέθεσε:
- Την XIII Οµάδα Αναγνωρίσεως, µε Τάγµα Πεζικού της XIII Μεραρχίας Πεζικού, µε σκοπό να καλύψει τις διαβάσεις που βρίσκονταν ανατολικά από τη λίµνη Οχρίδα.
- Την XVI Οµάδα Αναγνωρίσεως, µε σκοπό την κάλυψη των διαβάσεων δυτικά της λίµνης Μεγάλης Πρέσπας.
- Την XXI Οµάδα Αναγνωρίσεως, υπό τη διοίκηση της Μεραρχίας Ιππικού, µε σκοπό την κάλυψη των διαβάσεων ανατολικά της Μεγάλης Πρέσπας.
- Τη Μεραρχία Ιππικού, η οποία είχε ενισχυθεί µε την XXI Ταξιαρχία Πεζικού (88 Σύνταγµα, Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού και Μικτή Μοίρα Βαρέος Πυροβολικού), µε σκοπό να καλύψει τις κατευθύνσεις από ανατολικά σε σύνδεσµο µε το Απόσπασµα "W'' πάνω στη γραµµή Βαρνούς - Βέρµιο µέχρι την περιοχή Νυµφαίου.
Οι Πρώτες Συµπλοκές µε τους Γερµανούς 10 Απριλίου
Το πρωί πυκνή οµίχλη, βροχή και κατά διαστήµατα χιόνι εµπόδιζαν την ορατότητα και δυσχέραιναν την εγκατάσταση των Τµηµάτων. Η αναγνωριστική αποστολή που είχε αναλάβει το 3ο Σύνταγµα Ιππικού ήλθε σε επαφή µε Μηχανοκίνητο Τµήµα των εχθρικών δυνάµεων στις 16:00 και επέστρεψε στις γραµµές του Συντάγµατος, το οποίο είχε εγκατασταθεί στη γραµµή Κούλινο - Κούστα - Πλάκο - Βίγλα ανατολικά του Πισοδερίου και είχε εγκαταστήσει φυλάκιο επιτήρησης ακόµα ανατολικότερα. Το απόγευµα της µέρας αυτής εκδηλώθηκε επίθεση από Μηχανοκίνητα Τµήµατα του εχθρού κατά µήκος του αµαξιτού δρόµου που συνέδεε το Πισοδέριο µε τη Φλώρινα.
Στις 21:45 ο εχθρός πραγµατοποίησε νυχτερινή επιθετική προσπάθεια µε την υποστήριξη Πυροβολικού, όλµων και αυτοµάτων όπλων προς την ίδια κατεύθυνση. Μετά από τρίωρη προσπάθεια οι Γερµανοί αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν, εγκαταλείποντας την προσπάθεια να καταλάβουν τις προχωρηµένες αυτές θέσεις. Γενικά, στις 10 Απριλίου Μηχανοκίνητες Περίπολοι των Γερµανικών Τµηµάτων εµφανίσθηκαν σε όλους τους τοµείς που επιτηρούσε η Μεραρχία του Ιππικού εκτός από το αριστερό άκρο, φθάνοντας µέχρι τα χωριά και σχεδόν παντού όπου υπήρχαν αµαξιτοί δρόµοι. Επίσης το µεσηµέρι αυτής της µέρας, Τάγµα Αναγνωρίσεως του ΧΧΧΧ Τεθωρακισµένου Σώµατος Στρατού των Γερµανών κατέλαβε τη Φλώρινα.
Οι Γερµανοί στη συνέχεια έστρεψαν τις κύριες προσπάθειες τους προς τα Στενά του Κλειδίου (Κιρλί - Δερβέν).
11 - 12 Απριλίου
Στη διάρκεια της 11ης Απριλίου η Γερµανική πίεση εναντίον της τοποθεσίας που κατείχε η Μεραρχία Ιππικού υπήρξε εντονότερη. Η νύχτα της 11ης προς 12η Απριλίου πέρασε µε ανταλλαγή πυρών ανάµεσα στα Τµήµατα του Πυροβολικού και του Πεζικού. Τα Τµήµατα της Μεραρχίας του Ιππικού καλυτέρεψαν τις θέσεις τους, αφού επωφελήθηκαν από την παροδική βελτίωση των καιρικών συνθηκών. Εχθρικές ενέργειες που αποσκοπούσαν στην κίνηση προς τον αυχένα Πισοδερίου επανειληµµένα αποκρούσθηκαν από το 3ο Σύνταγµα Ιππικού παρά την υπεροχή του εχθρού, ο οποίος είχε αρκετές απώλειες.
Στις 12 Απριλίου οι Γερµανοί κατόρθωσαν να διασπάσουν την άµυνα των Ελληνοβρετανικών Τµηµάτων του Συγκροτήµατος "W" στην τοποθεσία Κλειδίου (Κιρλί - ∆ερβέν). Αυτό συνέβη εξαιτίας κυρίως της αρµατικής υπεροχής τους. Είχαν όµως µεγάλες απώλειες. Στον τοµέα της Μεραρχίας του Ιππικού εξακολουθούσε να διατηρείται στενή επαφή µε τον εχθρό. Η Μεραρχία έχοντας ως σκοπό να αποκόψει τα εχθρικά Τµήµατα που είχαν διεισδύσει στις Ελληνικές γραµµές, διέταξε το 1ο Σύνταγµα Ιππικού να εκτελέσει την αποστολή της αποκοπής. Η αποστολή εκτελέστηκε µε απόλυτη επιτυχία, είχε όµως σοβαρές απώλειες.
Αγώνες Συµπτύξεως
Η διάσπαση της άµυνας στο Κλειδί επέβαλε την εγκατάλειψη της περιοχής του Βερµίου και τη σύµπτυξη των Ελληνοβρετανικών δυνάµεων στην περιοχή του Ολύµπου. Όταν πληροφορήθηκε την εγκατάλειψη της περιοχής του Βερµίου, η Μεραρχία του Ιππικού αποφάσισε, µετά από έγκριση του Τµήµατος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας, να µετακινήσει το δεξιό της και να συνδεθεί µε την 20η Μεραρχία Πεζικού, η οποία θα έπαιρνε θέση στα Στενά της Κλεισούρας. Το µεσηµέρι της 12ης Απριλίου το ΤΣΔΜ έλαβε έγκριση της πρότασης που είχε υποβληθεί στο Γενικό Στρατηγείο για τη σύµπτυξη του.
Η σύµπτυξη σχεδιάστηκε να πραγµατοποιηθεί τις νύχτες 12/13 - 15/16 Απριλίου, οπότε οι Μεγάλες Μονάδες του ΤΣΔΜ θα έπρεπε να βρίσκονται στις οριστικές θέσεις τους νότια και δυτικά του ποταµού Αλιάκµονα. Η Μεραρχία θα συµπτυσσόταν πίσω από τη νέα θέση στην περιοχή της Σιάτιστας. Μετά την σύµπτυξη των Τµηµάτων του Συγκροτήµατος "W" από το Κλειδί, η 13η και η 14η Απριλίου πέρασαν χωρίς να συµβεί τίποτα το σηµαντικό. Τη νύχτα της 14ης οι Μονάδες διατάχθηκαν να συµπτυχθούν προς τα νότια εξαιτίας απειλής που προερχόταν από την κατεύθυνση της Καστοριάς. Για να αντιµετωπιστεί αυτή η απειλή η Μεραρχία προσπάθησε να εξασφαλίσει τις διαβάσεις προς την Καστοριά, και ιδιαίτερα αυτή της Αγίας Φωτεινής.
Από τις 13:00 έως τις 16:00 της 15ης Απριλίου η επίθεση που εκδηλώθηκε από Γερµανικά άρµατα σε συνεργασία µε το Πεζικό αποκρούσθηκε από τα αµυνόµενα Σώµατα του Ιππικού, που µε εύστοχες βολές του βαρέος Πυροβολικού προξένησε σοβαρές απώλειες σε οχήµατα και έµψυχο υλικό του εχθρού. Η διάβαση της Αγίας Φωτεινής παρέµεινε απαραβίαστη µέχρι το βράδυ, οπότε οι Γερµανοί κατόρθωσαν να καταλάβουν το βόρειο ορεινό όγκο της και από κει να βάλουν µε σφοδρά πυρά αυτοµάτων όπλων στο δρόµο Αγίας Φωτεινής - Καστοριάς και τελικά να καταλάβουν την Καστοριά στις 20:00.
Τελικά όλα τα Τµήµατα της Μεραρχίας Ιππικού κατόρθωσαν να συµπτυχθούν και µέσα από το ορεινό δροµολόγιο Κοροµηλιά- Σκαλοχώρι να συγκεντρωθούν στην περιοχή Σκαλοχωρίου.
Στροφή προς την Ήπειρο
Αν και η πρώτη φάση της σύµπτυξης των Μονάδων που ανήκαν στη δύναµη του Τµήµατος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας πραγµατοποιήθηκε µε επιτυχία, το βράδυ της 15ης Απριλίου η οδός υποχώρησης προς Γρεβενά και Καλαµπάκα είχε αποκοπεί από τη Γερµανική προέλαση. Ο ∆ιοικητής του ΤΣΔΜ σταθµίζοντας τις εξελίξεις αποφάσισε ότι οι Δυνάµεις έπρεπε να κατευθυνθούν προς την Ήπειρο µέσα από τις ορεινές διαβάσεις της Πίνδου. Η Μεραρχία Ιππικού συγκεντρωνόταν σε όλη τη διάρκεια της ηµέρας της 16ης Απριλίου µέσα από ορεινά δροµολόγια στην περιοχή Σκαλοχωρίου, όπου βρίσκονταν ήδη οι ∆ιοικήσεις των XI και XIII Μεραρχιών Πεζικού.
Όταν έφθασε η διαταγή για σύµπτυξη προς Μέτσοβο και Κόνιτσα, σε σύσκεψη των Διοικητών των τριών Μεραρχιών καθορίσθηκαν τα δροµολόγια σύµπτυξης. Επίσης, επειδή τα τροχοφόρα της Μεραρχίας του Ιππικού δεν µπορούσαν να κινηθούν στα ορεινά δροµολόγια που θα ακολουθούνταν, αποφασίσθηκε να καταστραφούν. Καταστράφηκαν επίσης και τέσσερα ορειβατικά πυροβόλα. Στη σύσκεψη αυτή των ∆ιοικητών είχε αποφασισθεί ότι η Μεραρχία Ιππικού κατά τη σύµπτυξη προς Μέτσοβο και Κόνιτσα θα αποτελούσε την από τα ανατολικά της παράταξης εξωτερική πτέρυγα, έχοντας σκοπό να καλύπτει τις άλλες Μεραρχίες.
Για το σκοπό αυτό το πρωί της 17ης Απριλίου έστειλε αναγνώριση στο χωριό Τσοτύλι, όπου και διαπίστωσε ότι αυτό είχε καταληφθεί από τους Γερµανούς. Η Μεραρχία κινήθηκε στις 17 Απριλίου και το βράδυ στάθµευσε στην περιοχή της Κορυφής. Η µετακίνηση συνεχίσθηκε στις 19 του µήνα χωρίς καµία εχθρική επέµβαση και σε σύνδεσµο µε τις υπόλοιπες Μεραρχίες. Η διανυκτέρευση των Μονάδων έγινε στην Κρανιά, όπου και γνωστοποιήθηκε η πληροφορία ότι Γερµανοί µοτοσικλετιστές είχαν εντοπισθεί στη Νέα Κουτσούφλιανη (Παναγιά). Στις 20 Απριλίου η κίνηση συνεχίσθηκε µε τάξη και πειθαρχία χωρίς το παραµικρό πρόβληµα.
Παρά τις προσπάθειες για απόκτηση επαφής µε το Γ' Σώµα Στρατού, όπως είχε µετονοµασθεί το ΤΣΔΜ, αυτό δεν έγινε δυνατό παρά µόνο µέσω του Τµήµατος Στρατιάς Ηπείρου. Έτσι µόνο στις 20 Απριλίου στις 13. 30, όταν ο Διοικητής της Μεραρχίας έφθασε στον Προφήτη Ηλία Μετσόβου, έµαθε για πρώτη φορά, από έναν Ταγµατάρχη, ότι γίνονταν προσπάθειες να επιτευχθεί ανακωχή.
2. Συγκρότηση και Δράση της XIX Μηχανοκίνητης Μεραρχίας
Η XIX Μηχανοκίνητη Μεραρχία υπήρξε η πρώτη μεγάλη Μηχανοκίνητη Μονάδα του Ελληνικού Στρατού και απετέλεσε, πρόδρομο της μετεξέλιξης του όπλου του Ιππικού σε Μηχανοκίνητο και εξαιτίας αυτής της ιδιότητας της, θα αναφερθούμε συνοπτικά στη δράση της, η οποία παρουσιάσθηκε με λεπτομέρεια στο περιοδικό του Συνδέσμου Αποστράτων Αξκων Ιππικού - Τεθωρακισμένων. Στις 15 Ιανουαρίου 1941 συγκροτήθηκε η XIX Μηχανοκίνητη Μεραρχία με προσωρινή έδρα την Αθήνα και διοικητή τον Υποστράτηγο Ιππικού Λιούμπα. Επιτελάρχης της Μεραρχίας ορίσθηκε ο Συνταγματάρχης Πυροβολικού Ασημάκης, ο οποίος επίσης θα ασκούσε και τα καθήκοντα του Διοικητή Πυροβολικού της Μεραρχίας.
Οι Μονάδες της Μεραρχίας άρχισαν να λειτουργούν από τις 12 Φεβρουαρίου, δηλαδή 25 μέρες μετά από την έκδοση της διαταγής συγκρότησης της επειδή οι Αξιωματικοί που διετέθησαν καθυστέρησαν να προσέλθουν. Για τη συγκρότηση της διατέθηκαν από τη Μεραρχία Ιππικού 40 Αξ/κοί και 1.000 οπλίτες, καθώς και το Μηχανοκίνητο Σύνταγμα Ιππικού. Αυτό το Σύνταγμα ήταν η πλέον αξιόμαχη και ευκίνητη Μονάδα, αφού διέθετε 88 οχήματα Μερσεντές, 75 ελαφρά φορτηγά Φίατ, 40 Ιταλικά ελαφρά άρματα CarroVelocce (λάφυρα από το Καλπάκι), 100 Βρετανικά κάρριερ και 4 άρματα Βίκερς του Μεσοπολέμου.
Παρ' όλες τις σημαντικές δυσκολίες, η Μεραρχία κατάφερε να κινηθεί στις 16 Φεβρουαρίου με κατεύθυνση τον πρώτο χώρο συγκέντρωσης της (Λάρισα - Τύρναβος - Τρίκαλα). Η κίνηση της Μεραρχίας πραγματοποιήθηκε οδικώς και σιδηροδρομικώς. Έτσι, το βράδυ της 26ης Φεβρουαρίου η Μεραρχία βρισκόταν στο νέο χώρο στάθμευσης της. Στις 5 Μαρτίου με άλλη διαταγή υπήχθη στο Τμήμα Στρατιάς Κεντρικής Μακεδονίας και μεταστάθμευσε στην περιοχή Κατερίνης - Κίτρους, όπου και έφθασε στις 10 Μαρτίου. Στις 6 Απριλίου τέθηκε υπό διοίκηση της Μεραρχίας το 2ο Σύνταγμα Ιππικού.
Η αποστολή της Μεραρχίας σ' αυτό το διάστημα ήταν η αμυντική οργάνωση και εγκατάσταση της στην περιοχή Ελαφίνα - Προφήτης Ηλίας - Παλιοκαταχάς - Νέο Ελευθεροχώρι. Στις 27 Μαρτίου η Μεραρχία τέθηκε υπό τις διαταγές του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ) και έπρεπε να μετακινηθεί προς την περιοχή Κιλκίς-Λαχανά, όπου και έφθασε και εγκαταστάθηκε στις 29 Μαρτίου. Η σύνθεση των Μονάδων της Μεραρχίας ήταν : Στρατηγείο (Κιλκίς - Κρηστώνη), 191 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα (Καλόκαστρο - Στρυμωνικό), 192 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα (Ευκαρπία - Πλαγιές - Χειμαδιό), 193 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα (Καλινδρία - Χέρσο), 19η Ομάδα Αναγνωρίσεως (Βαμβάκια), 19η Μοίρα Πυροβολικού (Ζαχαράτο - Ξηροβρύση).
Στις 29 Μαρτίου τέθηκαν στη διάθεση του ΤΣΑΜ οι Ίλες Κλειστών Αρμάτων (που ήταν Ιταλικά λάφυρα) των 192 και 193 Μηχανοκινήτων Συνταγμάτων. Το 191 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα τέθηκε στη διάθεση Ομάδας Μεραρχιών στην περιοχή Σερρών - Σιδηροκάστρου και με αποστολή να εξασφαλίσει τις γέφυρες του Στρυμώνα και να ενεργήσει εναντίον αλεξιπτωτιστών στην πεδιάδα Σερρών - Σιδηροκάστρου. Η 19η Ομάδα Αναγνωρίσεως τέθηκε στη διάθεση της VII Μεραρχίας στην περιοχή Δοξάτου - Δράμας για χρησιμοποίηση, και αυτή, εναντίον αλεξιπτωτιστών. Η νέα αποστολή που είχε ανατεθεί στη Μεραρχία ήταν η εξής:
- Δυνατότητα επέμβασης στην περιοχή των Κρουσιών για να ενισχυθεί το απόσπασμα που βρισκόταν εκεί.
- Μελέτη για την κατάληψη και εξασφάλιση της περιοχής Δοϊράνης Πολυκάστρου, σε συνεργασία με τον XI Συνοριακό Τομέα που τέθηκε υπό τις διαταγές της Μεραρχίας.
- Σε περίπτωση σύμπτυξης των Τμημάτων της Ομάδας Μεραρχιών από την τοποθεσία Μπέλες, η Μεραρχία θα έπρεπε να καλύψει τη σύμπτυξη στην περιοχή δυτικά του Αξιού, μέσω των γεφυρών της Αξιουπόλεως και Γέφυρας.
Η ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία, αφού ανέλαβε την άμυνα του αριστερού τμήματος του ΤΣΑΜ, χώρισε τον αμυντικό τομέα ευθύνης της σε τέσσερις υποτομείς με γενική διάταξη από τα ανατολικά προς τα δυτικά: 2ο Σύνταγμα Ιππικού, 192 Σύνταγμα, 193 Σύνταγμα, Απόσπασμα Κρουσίων. Το μέτωπο της Μεραρχίας είχε ανάπτυξη πάνω από 30 χλμ. και ήταν δυσανάλογο με τις δυνάμεις που διέθετε. Το μεσημέρι της 6ης Απριλίου, η Μεραρχία διέταξε τα 192 και 193 Συντάγματα να στείλουν απόσπασμα κατοπτεύσεως από ένα Λόχο Κάρριερ και μία Διμοιρία μοτοσικλετιστών στους άξονες Ροδόπολη - Ανω Πορόια και Μουριές - Αγία Παρασκευή.
To 192 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα που στάθμευε στην περιοχή βόρεια του Κιλκίς τέθηκε σε κίνηση στις 14:00, αφού πρώτα έστειλε 241 οπλίτες, οι οποίοι δεν ήταν δυνατό να μεταφερθούν με τα οχήματα, στο έμπεδο του Κιλκίς. Ο τομέας ευθύνης του Συντάγματος ήταν από το Δοβά Τοπέ μέχρι τον Παραπόταμο. Το Σύνταγμα έφθασε στον προορισμό του τις πρώτες νυκτερινές ώρες και αντιμετώπισε με επιτυχία, εξαιτίας και των οργανώσεων εδάφους και των σκυρόδετων πολυβολείων, εχθρικές απόπειρες προσέγγισης της τοποθεσίας στη διάρκεια της νύχτας.
Το 193 Σύνταγμα, που στάθμευε στην περιοχή Καλίνδρια - Χέρσο, βορειοδυτικά του Κιλκίς, τέθηκε σε κίνηση γύρω στις 13:00, και μέχρι το βράδυ είχε εγκατασταθεί στις θέσεις που έπρεπε δυτικά του Δοβά Τοπέ και μέχρι τη Δοϊράνη. Τις πρωινές ώρες της επόμενης μέρας 7 Απριλίου ο εχθρός επιχείρησε να παραβιάσει την άμυνα του πεδινού διαδρόμου της λίμνης Δοϊράνης, αλλά απέτυχε και απωθήθηκε βόρεια από τις Μουριές. Μετά από τη διάσπαση του Σερβικού Μετώπου το ΤΣΑΜ έδωσε νέα διαταγή που αφορούσε στην αποστολή της Μεραρχίας. Μ' αυτήν διεύρυνε το μέτωπο της Μεραρχίας προς τα δυτικά μέχρι τον Αξιό ποταμό και μεταφερόταν το κέντρο βάρους των δυνάμεων μεταξύ της λίμνης Δοϊράνης και του Αξιού ποταμού.
Με την ίδια διαταγή έμπαινε κάτω από τις διαταγές της Μεραρχίας ο XI Συνοριακός Τομέας, καθώς και η Διλοχία Πεζικού (Τάγμα Ασφαλείας) που θα μεταφερόταν με τραίνο από τη Θεσσαλονίκη στην Καλίνδρια. Μετά την ανάληψη της νέας αποστολής της, η Μεραρχία χώρισε τη ζώνη ευθύνης της που τώρα είχε ανάπτυγμα 50 χλμ, σε τρεις Υποτομείς: Ανατολικός Υποτομέας, από Ακρίτα έως Ταβουλάρι. Την ευθύνη του τομέα αυτού είχε το 192 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα, ενισχυμένο με ένα Λόχο Πεζικού και μία Διμοιρία Πολυβόλων. Κεντρικός Υποτομέας (υψώματα περιοχής Μεταμορφώσεως), που θα αναλάμβανε η Διλοχία του Πεζικού, μόλις θα έφθανε από Θεσσαλονίκη.
Δυτικός Υποτομέας (υψώματα Μπάτσοβας), που ανέλαβε ο Συνοριακός Τομέας (Λόχος Διοικήσεως και δύο Λόχοι Πεζικού). Τα μεσάνυχτα έφθασε από τη Δράμα στο Μεταλλικό η XIX Ομάδα Αναγνωρίσεως, η οποία και τέθηκε με διαταγή του ΤΣΑΜ στη διάθεση της Μεραρχίας ως εφεδρεία της. Στις 03:00 της 8ης Απριλίου, εξαιτίας διείσδυσης της 2ης Τεθωρακισμένης Γερμανικής Μεραρχίας προς τη Δοϊράνη, η XIX Ομάδα Αναγνωρίσεως διατάχθηκε να καταλάβει τα υψώματα Ταβουλάρι - Ακρίτας και να τα εξασφαλίσει μέχρι την άφιξη του 192ου Μηχανοκίνητου Συντάγματος. Να εμποδίσει την προχώρηση του εχθρού όσο το δυνατόν περισσότερο.
Σε αδυναμία συγκρατήσεως εξαιτίας υπερτέρων Γερμανικών δυνάμεων, να συμπτυχθεί στον άξονα Δοιράνης - Χέρσου. Η κίνηση για την εκπλήρωση αυτής της αποστολής πραγματοποιήθηκε στις 05:00. Στις 06:00 εμφανίσθηκε η πρώτη Γερμανική φάλαγγα αρμάτων από την κατεύθυνση της Δοϊράνης προς τα υψώματα Ακρίτας - Οβελίσκος. Την ακολουθούσαν δύο ισχυρές μηχανοκίνητες φάλαγγες που υποστηρίζονταν από αεροσκάφη. Τα Τμήματα του 193ου Συντάγματος που βρίσκονταν στο ύψωμα Οβελίσκος δέχθηκαν ισχυρή πίεση και αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν προς Νότο και να συμπτυχτούν στο χωριό Ακρίτας μαζί με τα πρώτα Τμήματα της XIX Ομάδας Αναγνωρίσεως που έφθαναν εκείνη την ώρα.
Οι εχθρικές δυνάμεις, οι οποίες αποτελούνταν από άρματα και μηχανοκίνητο Πεζικό, αφού ενισχύθηκαν από το Πυροβολικό και την Αεροπορία, ανέτρεψαν τελικά τα Ελληνικά Τμήματα που βρίσκονταν βόρεια και βορειοανατολικά του χωριού Ακρίτας, που συμπτύχθηκαν τελικά σε νοτιώτερα υψώματα. Οι Γερμανοί άφησαν μερικά άρματα στον Ακρίτα και κινήθηκαν προς τη Μεγάλη Στέρνα, ενώ ταυτόχρονα άλλη φάλαγγα εξουδετέρωσε ένα μικρό Τμήμα που βρισκόταν στην Καλινδρία. Η Ομάδα Αναγνωρίσεως και το Τμήμα του 193ου Συντάγματος βρέθηκαν ανάμεσα σε δύο εχθρικές τεθωρακισμένες φάλαγγες που κινούνταν γρήγορα προς τα νότια και δεν μπορούσαν να αντιδράσουν, καθώς στερούνταν εντελώς υποστήριξης Πυροβολικού και αντιαρματικών όπλων.
Έτσι τα Τμήματα αυτά αναγκάσθηκαν να παραμείνουν στις θέσεις τους και αναδιοργανώθηκαν περιμένοντας επέμβαση από το 192ο Σύνταγμα που θα ερχόταν από τα Κρούσια, το οποίο όμως μέχρι την 19:30 δεν εμφανίσθηκε. Στο ίδιο χρονικό διάστημα η εμπροσθοφυλακή του 192ου Συντάγματος κινούνταν από το Μυριόφυτο προς τον Ακρίτα. Φτάνοντας όμως στα Αμάραντα αντιμετώπισε την πλαγιοφυλακή Γερμανικής Φάλαγγας και αναγκάσθηκε έτσι να συμπτυχτεί εσπευσμένα γύρω στις 10:30 προς τα Κρούσια. Έτσι, τα υπόλοιπα Τμήματα του Συντάγματος καθηλώθηκαν στο Μυριόφυτο. Από το πρωί της 8ης Απριλίου οι Γερμανοί βομβαρδίζουν την τοποθεσία των Κρουσίων με το πυροβολικό και την αεροπορία τους.
Ισχυρή επίσης φάλαγγα του εχθρού είχε καταλάβει το Χέρσο, ενώ άλλη φάλαγγα κινούνταν από την περιοχή της Μεγάλης Στέρνας προς το Πολύκαστρο, εκκαθαρίζοντας την περιοχή και περικυκλώνοντας τις Ελληνικές δυνάμεις που βρίσκονταν αριστερά αυτής της τοποθεσίας. Στις 10:30 της 8ης Απριλίου διασπάσθηκε το αριστερό της τοποθεσίας Κρουσίων. Μετά την ημιδιάλυση της XIX Μηχανοκίνητης Μεραρχίας, ο Διοικητής της μετέφερε εσπευσμένα το Στρατηγείο του στο χωριό Κεντρικό, όπου έφθασε στις 2.00 της 9ης Απριλίου, μετά την κατάληψη του Κιλκίς από τους Γερμανούς. Όταν έφθασε στο Κεντρικό, ο Διοικητής της Μεραρχίας ήρθε σε προσωπική επαφή με μερικούς από τους Διοικητές των Μονάδων του.
Διαβλέποντας αδυναμία συνέχισης του αγώνα στην περιοχή των Κρουσίων και μην έχοντας καμιά επαφή με το ΤΣΑΜ, αποφάσισε να διατάξει τη σύμπτυξη των Τμημάτων της Μεραρχίας στις περιοχές Ελληνικό και Κλείστρο. Το 192 Σύνταγμα άφησε στην τοποθεσία των Κρουσίων το Τάγμα των Πεζομάχων του και κινήθηκε χωρίς διαταγή της Μεραρχίας προς το Κιλκίς, όπου και συναντήθηκε με το Στρατηγείο στο χωριό Ευκαρπία. Μετά από διαταγή που πήρε, ακολούθησε το Στρατηγείο και έφθασε και αυτό στις 02:00 στο Κεντρικό. Στις 04:00 διατάχθηκε να κινηθεί προς το Ελληνικό, όπου έφθασε στις 07:00 και παρέμεινε αναμένοντας νέες διαταγές. Το Πεζομάχο Τάγμα του 192ου Συντάγματος εγκαταστάθηκε στα υψώματα βόρεια του Πανοράματος.
Εκεί δέχθηκε στα πλευρά του δραστικά πυρά από τον εχθρό, που είχε προωθηθεί στα αριστερά του. Μετά από αγώνα μικρής διάρκειας, ο Διοικητής του τάγματος, διαπιστώνοντας ότι ήταν αδύνατο να διατηρήσει την κατεχόμενη γραμμή τη στιγμή που βάλλονταν πλευρικά από πυροβόλα, διέταξε τη σύμπτυξη των Τμημάτων του, τα οποία, αφού απαγκιστρώθηκαν με δυσκολία, κινήθηκαν με σχετική αταξία προς το Κεντρικό, όπου έφθασαν στις 04:30. Η σύγχυση που επικρατούσε στο Κεντρικό και η ανάμιξη των Τμημάτων της Μεραρχίας δυσκόλευε την παραπέρα κίνηση του Τάγματος, το οποίο κατόρθωσε να φθάσει το απόγευμα στο Ελληνικό και να ενωθεί με το Σύνταγμα του.
Το 193 Σύνταγμα δέχθηκε στις 02:30 εχθρική επίθεση από τα νώτα και το δεξιό του, που είχε μείνει ακάλυπτο. Ο Διοικητής του Συντάγματος παραδόθηκε μετά από αγώνα μικρής διάρκειας, μαζί με όλα τα Τμήματα που βρίσκονταν υπό τις διαταγές του, αν και αρκετά δεν είχαν δεχθεί επίθεση. Έτσι, ολόκληρο το Σύνταγμα, εκτός από μικρό αριθμό διαφυγόντων, αιχμαλωτίστηκε μαζί με το Διοικητή του. Τα Τμήματα του Αποσπάσματος Κρουσίων που είχαν συμπτυχτεί από την προηγουμένη, είχαν εγκατασταθεί στον αυχένα βορειοανατολικά του Πανοράματος, εκτός από το II Τάγμα Ασφαλείας, το οποίο είχε κινηθεί άτακτα προς το Ελληνικό, και το 2ο Σύνταγμα Ιππικού, που είχε φύγει για το Ελληνικό από την προηγούμενη μέρα στις 22:00.
Τα Τμήματα του Αποσπάσματος Κρουσίων μετά από διαταγή κινήθηκαν και αυτά προς το Ελληνικό στις 04:00, όπου έφθασαν στις 15:30 και ακολούθησαν την τύχη των υπολοίπων Ελληνικών μονάδων. Η ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία δεν επέτυχε τα αναμενόμενα λόγω της βιαστικής συγκρότησης της με προσωπικό χωρίς συνοχή που κλήθηκε να χρησιμοποιήσει υλικό κυριευθέν, στο οποίο δεν είχε εξοικειωθεί και λόγω της συντριπτικής υπεροχής του αντιπάλου, αλλά έδειξε οτι παρά τις δυσκολίες οι ιππείς μάχονται και κάνουν τα πάντα για την εκπλήρωση της αποστολής τους.
Η XIX Μηχανοκίνητη Μεραρχία
Υπήρξε η πρώτη µεγάλη Μηχανοκίνητη Μονάδα του Ελληνικού Στρατού και αποτέλεσε, θα µπορούσαµε να πούµε, τον πρόδροµο της εξέλιξης του όπλου του Ιππικού σε Μηχανοκίνητο. Εξαιτίας ακριβώς αυτής της ιδιότητας της, θα αναφερθούµε µε λεπτοµέρειες στη δράση της.
Συγκρότηση
Με την υπ. αριθµό ΑΠ 7014 - 15/1/1941 Διαταγή του Γενικού Στρατηγείου συγκροτήθηκε η XIX Μηχανοκίνητη Μεραρχία µε προσωρινή έδρα την Αθήνα και Διοικητή τον Υποστράτηγο Λιούµπα Ν. που µετακλήθηκε από το Αλβανικό Μέτωπο. Επιτελάρχης της Μεραρχίας ορίσθηκε ο Συνταγµατάρχης Πυροβολικού Ασηµάκης Β., ο οποίος επίσης µετακλήθηκε από την Αλβανία και θα ασκούσε επιπλέον τα καθήκοντα του Διοικητή Πυροβολικού της Μεραρχίας. Η συγκρότηση έπρεπε να ολοκληρωθεί όσο το δυνατόν πιο σύντοµα, ώστε να λάβει µέρος στις επιχειρήσεις που πραγµατοποιούνταν.
Οι Μονάδες της Μεραρχίας άρχισαν να λειτουργούν από τις 12 Φεβρουαρίου, δηλαδή 25 µέρες µετά από την έκδοση της Διαταγής συγκρότησης της Μεραρχίας, και αυτό συνέβη επειδή οι Αξιωµατικοί που διετέθησαν καθυστέρησαν να προσέλθουν. Για τη συγκρότηση της διατέθηκαν από τη Μεραρχία Ιππικού 40 Αξ/κοί και 1.000 οπλίτες, καθώς και το Μηχανοκίνητο Σύνταγµα Ιππικού. Παρ' όλες τις δυσκολίες, η Μεραρχία κατάφερε να κινηθεί στις 16 Φεβρουαρίου 1941 µε κατεύθυνση τον πρώτο χώρο συγκέντρωσης της (Λάρισα - Τύρναβος - Τρίκαλα). Η σύνθεση της Μεραρχίας ήταν οι εξής:
- 191, 192, 193 Μηχανοκίνητα Συντάγµατα (σύνολο 27 ελαφρά Βρετανικά ή Ιταλικά άρµατα και 77 carriers)
- 19η Μοίρα Α/Α Πυροβολικού
- 19ο Υγειονοµικό Απόσπασµα
- 19ο Απόσπασµα Επιµελητείας
Κίνηση
Η κίνηση της Μεραρχίας πραγµατοποιήθηκε οδικώς και σιδηροδροµικώς. Έτσι, το βράδυ της 26ης Φεβρουαρίου η Μεραρχία βρισκόταν στο νέο χώρο στάθµευσης της (περιοχή Λάρισας - Τυρνάβου). Στις 4 Μαρτίου µε τηλεφωνική Διαταγή του Γενικού Στρατηγείου η Μεραρχία υπήχθη στο Τµήµα Στρατιάς Κεντρικής Μακεδονίας και στις 5 Μαρτίου µε άλλη διαταγή µεταστάθµευσε στην περιοχή Κατερίνης - Κίτρους, όπου και έφθασε στις 10 Μαρτίου. Στις 6 Απριλίου τέθηκε υπό τη Διοίκηση της Μεραρχίας το 2ο Σύνταγµα Ιππικού. Η αποστολή της Μεραρχίας σ' αυτό το διάστηµα ήταν η αµυντική οργάνωση και εγκατάσταση της στην περιοχή Ελαφίνα - Ραδάνη - Παλιόστανη - Προφήτης Ηλίας - Παλιοκαταχάς - Νέο Ελευθεροχώρι.
Ανάληψη Αποστολών
Στις 27 Μαρτίου µετά από διαταγή του Γενικού Στρατηγείου η Μεραρχία τέθηκε υπό τις διαταγές του Τµήµατος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας και έπρεπε να µετακινηθεί προς την περιοχή Κιλκίς - Λαχανά, όπου και έφθασε στις 29 Μαρτίου. Η διάταξη των Μονάδων της Μεραρχίας ήταν η εξής:
- Σχηµατισµοί (Κιλκίς - Κρήστων).
- 191 Μηχανοκίνητο Σύνταγµα (Καλόκαστρο - Στρυµωνικό). (Τάγµα πεζοµάχων και Τάγµα αρµάτων).
- 192 Μηχανοκίνητο Σύνταγµα (Ευκαρπία - Πλαγιές - Χειµαδιό). (Τάγµα πεζοµάχων και Τάγµα αρµάτων).
- 193 Μηχανοκίνητο Σύνταγµα (Καλινδρία - Χέρσο). (Τάγµα πεζοµάχων και Τάγµα αρµάτων).
- 19η Οµάδα Αναγνωρίσεως (Βαµβάκια).
- 19η Μοίρα Πυροβολικού (Ζαχαράτο - Ξηροβρύση).
Στις 29 Μαρτίου µετά από διαταγή του ΤΣΑΜ τέθηκαν στη διάθεση του οι Ίλες Κλειστών Αρµάτων (που ήταν Ιταλικά λάφυρα) των 192 και 193 Μηχανοκινήτων Συνταγµάτων για τις εξής αποστολές:
* Η Ίλη του 192ου Μηχανοκίνητου Συντάγµατος στην περιοχή Νέα Κουκλούτζα για να πραγµατοποιεί ενέργειες εναντίον αλεξιπτωτιστών.
* Η Ίλη του 193ου Μηχανοκίνητου Συντάγµατος στην περιοχή του Κρηστώνος για την ίδια αποστολή.
- Το 191ο Μηχανοκίνητο Σύνταγµα τέθηκε στη διάθεση Οµάδας Μεραρχιών στην περιοχή Σερρών - Σιδηροκάστρου και µε αποστολή να εξασφαλίσει τις γέφυρες του Στρυµώνα και να ενεργήσει εναντίον αλεξιπτωτιστών στην πεδιάδα Σερρών - Σιδηροκάστρου.
- Η 19η Οµάδα Αναγνωρίσεως τέθηκε στη διάθεση της VII Μεραρχίας στην περιοχή Δοξάτου - Δράµας για χρησιµοποίηση, και αυτή, εναντίον αλεξιπτωτιστών.
Έτσι η Μεραρχία παρέµεινε µε τις εξής δυνάµεις:
- 192 Μηχανοκίνητο Σύνταγµα (Ίλη Κλειστών Αρµάτων)
- 193 Μηχανοκίνητο Σύνταγµα εκτός από την Ίλη Κλειστών Αρµάτων
- 19η Μοίρα Πυροβολικού εκτός από µία Πυροβολαρχία
- 19η Μοίρα Α/Α Πυροβολικού
Η αποστολή που είχε ανατεθεί στη Μεραρχία ήταν η εξής:
- Δυνατότητα επέµβασης στην περιοχή των Κρουσιών για να ενισχυθεί το απόσπασµα που βρισκόταν εκεί.
- Μελέτη για την κατάληψη και εξασφάλιση της περιοχής Δοϊράνης Πολυκάστρου, σε συνεργασία µε τον XI Συνοριακό Τοµέα που τέθηκε υπό τις διαταγές της Μεραρχίας.
- Σε περίπτωση σύµπτυξης των Τµηµάτων της Οµάδας Μεραρχιών από την τοποθεσία Μπέλες, η Μεραρχία θα έπρεπε να καλύψει τη σύµπτυξη στην περιοχή δυτικά του Αξιού, µέσω των γεφυρών της Αξιουπόλεως και Γέφυρας.
Στις 30 Μαρτίου άρχισαν να εκτελούνται αναγνωρίσεις από τη Μεραρχία, ώστε να είναι όλα τα Τµήµατα της ενηµερωµένα πάνω στον τρόπο εκτέλεσης των αποστολών που είχαν ανατεθεί σ' αυτήν. Η Μηχανοκίνητη Μεραρχία, αφού ανέλαβε την άµυνα του αριστερού τµήµατος του ΤΣΑΜ, χώρισε τον αµυντικό τοµέα ευθύνης της σε τέσσερις υποτοµείς µε γενική διάταξη από τα ανατολικά προς τα δυτικά: 2ο Σύνταγµα Ιππικού, 192 Σύνταγµα, 193 Σύνταγµα, Απόσπασµα Κρουσίων. Επίσης, διέταξε την άµεση εκτέλεση αναγνωρίσεων και την προώθηση των 192 και 193 Συνταγµάτων µε σκοπό την κατάληψη των θέσεων που είχαν καθοριστεί.
Το µέτωπο της Μεραρχίας είχε ανάπτυξη πάνω από 30 χλµ. και ήταν δυσανάλογο µε τις δυνάµεις που διέθετε. Αυτό το µέτωπο έπρεπε να καλύπτουν 4 Τάγµατα Πεζικού και 14 πυροβόλα. Ακόµη, η ανεπάρκεια του τηλεφωνικού δικτύου δηµιουργούσε προβλήµατα επικοινωνίας µεταξύ των διαφόρων Μονάδων. Σοβαρός επίσης κίνδυνος που απειλούσε τις Ελληνικές δυνάµεις ήταν η εχθρική αεροπορία Το µεσηµέρι της 6ης Απριλίου, η Μεραρχία διέταξε τα 192 και 193 Συντάγµατα να στείλουν απόσπασµα κατοπτεύσεως από ένα Λόχο Κάρριερ και µία Διµοιρία µοτοσικλετιστών στους άξονες Ροδόπολη - Ανω Πορόια και Μουριές - Αγία Παρασκευή.
To 192 Μηχανοκίνητο Σύνταγµα που στάθµευε στην περιοχή βόρεια του Κιλκίς τέθηκε σε κίνηση στις 14:00, αφού πρώτα έστειλε 241 οπλίτες, οι οποίοι δεν ήταν δυνατό να µεταφερθούν µε τα οχήµατα, στο έµπεδο του Κιλκίς. Ο τοµέας ευθύνης του Συντάγµατος ήταν από το Δοβά Τοπέ µέχρι τον Παραπόταµο. Ο Διοικητής του Συντάγµατος µαζί µε τους Διοικητές των Ταγµάτων πραγµατοποίησαν αναγνώριση και στις 17:00 έφθασαν στο Θεοδώροβο. Λίγο µετά την άφιξη τους εµφανίσθηκαν γύρω στα 45 εχθρικά αεροπλάνα που βοµβάρδισαν για µισή ώρα το χωριό όπου στο µεταξύ είχε φθάσει και ο 2ος Λόχος Αρµάτων.
Το αποτέλεσµα του βοµβαρδισµού ήταν να σκοτωθούν δύο Αξιωµατικοί, να τραυµατισθούν πέντε, καθώς και πάνω από 70 οπλίτες, να σκοτωθούν επίσης αρκετά ζώα, και να καταστραφούν δύο άρµατα, οκτώ αυτοκίνητα και οκτώ δίκυκλα. Το Σύνταγµα έφθασε στον προορισµό του τις πρώτες νυκτερινές ώρες και αντιµετώπισε µε επιτυχία, εξαιτίας και των οργανώσεων εδάφους και των σκυρόδετων πολυβολείων, εχθρικές απόπειρες προσέγγισης της τοποθεσίας στη διάρκεια της νύχτας. Το 193 Σύνταγµα, που στάθµευε στην περιοχή Καλίνδρια - Χέρσο, βορειοδυτικά του Κιλκίς, τέθηκε σε κίνηση γύρω στις 13:00, και µέχρι το βράδυ είχε εγκατασταθεί στις θέσεις που έπρεπε δυτικά του Δοβά Τοπέ και µέχρι τη Δοϊράνη.
Στις 15:00 περίπολος που βγήκε για αναγνώριση δέχθηκε επίθεση από Γερµανούς που βρίσκονταν στην περιοχή Κάτω Σούρµενα και αναγκάσθηκε να επιστρέψει στη βάση της φέρνοντας µαζί της αιχµάλωτο ένα Γερµανό Υπαξιωµατικό. Το απόγευµα της ίδιας µέρας ο αντιαεροπορικός Ουλαµός των 37 που στάθµευε στο σιδηροδροµικό σταθµό Κρησιών κατέρριψε ένα εχθρικό αναγνωριστικό αεροσκάφος. Από τις περιπόλους που στάλθηκαν διαπιστώθηκε η ύπαρξη ισχυρής εχθρικής δύναµης σε όλο το µήκος της σιδηροδροµικής γραµµής από τις Μουριές µέχρι τη Ροδόπολη. Τις πρωινές ώρες της επόµενης µέρας 7 Απριλίου ο εχθρός επιχείρησε να παραβιάσει την άµυνα του πεδινού διαδρόµου της λίµνης Δοϊράνης, αλλά απέτυχε και απωθήθηκε βόρεια από τις Μουριές.
Μετά από τη διάσπαση του Σερβικού Μετώπου το ΤΣΑΜ έδωσε νέα διαταγή που αφορούσε στην αποστολή της Μεραρχίας. Μ' αυτήν διεύρυνε το µέτωπο της Μεραρχίας προς τα δυτικά µέχρι τον Αξιό ποταµό και µεταφερόταν το κέντρο βάρους των δυνάµεων µεταξύ της λίµνης Δοϊράνης και του Αξιού ποταµού. Με την ίδια διαταγή έµπαινε κάτω από τις διαταγές της Μεραρχίας ο XI Συνοριακός Τοµέας, καθώς και η Διλοχία Πεζικού (Τάγµα Ασφαλείας) που θα µεταφερόταν µε τραίνο από τη Θεσσαλονίκη στην Καλίνδρια. Μετά την ανάληψη της νέας αποστολής της, η Μεραρχία χώρισε τη ζώνη ευθύνης της που τώρα είχε ανάπτυγµα 50 χλµ, σε τρεις Υποτοµείς:
- Ανατολικός Υποτοµέας, από Ακρίτα έως Ταβουλάρι. Την ευθύνη του τοµέα αυτού είχε το 192 Μηχανοκίνητο Σύνταγµα, ενισχυµένο µε ένα Λόχο Πεζικού και µία ∆ιµοιρία Πολυβόλων (Διοίκηση, Τάγµα Αρµάτων Μάχης, Πεδινή Πυροβολαρχία). Στα Κρούσια παρέµεινε το Τάγµα Πεζοµάχων του Συντάγµατος.
- Κεντρικός Υποτοµέας (υψώµατα περιοχής Μεταµορφώσεως), που θα αναλάµβανε η Διλοχία του Πεζικού, µόλις θα έφθανε από Θεσσαλονίκη.
- Δυτικός Υποτοµέας (περιοχή των υψωµάτων Μπάτσοβας και Βορειοανατολικά), που ανέλαβε ο Συνοριακός Τοµέας (Λόχος Διοικήσεως και δύο Λόχοι Πεζικού).
Οι υπόλοιπες µονάδες της Μεραρχίας παρέµεναν στην περιοχή των Κρουσίων µε αµετάβλητη τη διάταξη τους. Τα µεσάνυχτα έφθασε από τη ∆ράµα στο Μεταλλικό η XIX Οµάδα Αναγνωρίσεως, η οποία και τέθηκε µε διαταγή του ΤΣΑΜ στη διάθεση της Μεραρχίας ως εφεδρεία της. Στις 03:00 της 8ης Απριλίου, εξαιτίας διείσδυσης της Γερµανικής Φάλαγγας της 2ης Τεθωρακισµένης Γερµανικής Μεραρχίας προς τη Δοϊράνη, η XIX Οµάδα Αναγνωρίσεως διατάχθηκε:
- Να κινηθεί αµέσως και να καταλάβει τα υψώµατα Ταβουλάρι - Ακρίτας και να τα εξασφαλίσει µέχρι την άφιξη του 192ου Μηχανοκίνητου Συντάγµατος.
- Να έλθει σε επαφή µε τον εχθρό που κατευθυνόταν από Δοϊράνη προς Νότο, και να εµποδίσει την προχώρηση του όσο το δυνατόν περισσότερο.
- Σε αδυναµία συγκρατήσεως εξαιτίας υπερτέρων Γερµανικών δυνάµεων, να συµπτυχθεί στον άξονα Δοιράνης - Χέρσου.
Η κίνηση για την εκπλήρωση αυτής της αποστολής πραγµατοποιήθηκε στις 05:00. Την ίδια ώρα άρχισε και η αποβίβαση της Διλοχίας Πεζικού στο σιδηροδροµικό σταθµό Καλινδρίας. Στις 06:00 εµφανίσθηκε η πρώτη Γερµανική Φάλαγγα Αρµάτων από την κατεύθυνση της Δοϊράνης προς τα υψώµατα Ακρίτας - Οβελίσκος. Την ακολουθούσαν δύο ισχυρές µηχανοκίνητες Φάλαγγες που υποστηρίζονταν από αεροσκάφη. Τα Τµήµατα του 193ου Συντάγµατος που βρίσκονταν στο ύψωµα Οβελίσκος δέχθηκαν ισχυρή πίεση και αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν προς Νότο και να συµπτυχτούν στο χωριό Ακρίτας µαζί µε τα πρώτα Τµήµατα της XIX Οµάδας Αναγνωρίσεως που έφθαναν εκείνη την ώρα.
Ο Διοικητής της Οµάδας αυτής διέθεσε µία Ίλη για την ενίσχυση των Τµηµάτων του 193ου Συντάγµατος και κατένειµε τις υπόλοιπες δυνάµεις του βόρεια από το χωριό Ακρίτας µε πρόθεση να αντεπιτεθεί για να ανακαταλάβει το ύψωµα Οβελίσκος αµέσως µόλις θα έφθαναν τα αµυνόµενα Τµήµατα του 192ου Συντάγµατος. Οι εχθρικές δυνάµεις όµως, οι οποίες αποτελούνταν από άρµατα και µηχανοκίνητο Πεζικό, αφού ενισχύθηκαν από το Πυροβολικό και την Αεροπορία, ανέτρεψαν τελικά τα Ελληνικά Τµήµατα που βρίσκονταν βόρεια και βορειοανατολικά του χωριού Ακρίτας. Τα Ελληνικά Τµήµατα συµπτύχθηκαν τελικά σε υψώµατα που βρίσκονταν νοτιότερα.
Οι Γερµανοί άφησαν µερικά άρµατα στον Ακρίτα και κινήθηκαν προς τη Μεγάλη Στέρνα, ενώ ταυτόχρονα άλλη Φάλαγγα εξουδετέρωσε ένα µικρό Τµήµα που βρισκόταν στην Καλινδρία, ο σιδηροδροµικός σταθµός της οποίας είχε βοµβαρδιστεί από την αεροπορία των Γερµανών. Η Φάλαγγα αυτή άφησε στο χωριό µικρό αριθµό αρµάτων και κινήθηκε γρήγορα προς το Χέρσο. Η Οµάδα Αναγνωρίσεως και το Τµήµα του 193ου Συντάγµατος βρέθηκαν ανάµεσα σε δύο εχθρικές τεθωρακισµένες Φάλαγγες που κινούνταν γρήγορα προς τα νότια και δεν µπορούσαν να αντιδράσουν, καθώς στερούνταν εντελώς υποστήριξης Πυροβολικού και αντιαρµατικών όπλων.
Έτσι τα Τµήµατα αυτά αναγκάσθηκαν να παραµείνουν στις θέσεις τους όπου και αναδιοργανώθηκαν περιµένοντας επέµβαση από το 192ο Σύνταγµα που θα ερχόταν από τα Κρούσια, το οποίο όµως µέχρι την 19:30 δεν εµφανίσθηκε. Η κατάληψη του υψώµατος Οβελίσκος και των υψωµάτων που βρίσκονταν βόρεια από το χωριό Ακρίτας πρόσφερε σηµαντικά πλεονεκτήµατα στον εχθρό και του παρείχε τη δυνατότητα επίθεσης στα νότια τµήµατα της περιοχής των Κρουσίων. Στο ίδιο χρονικό διάστηµα η εµπροσθοφυλακή του 192ου Συντάγµατος κινούνταν από το Μυριόφυτο προς τον Ακρίτα µε σκοπό να εκτελέσει την αποστολή που της είχε ανατεθεί.
Φτάνοντας όµως στα Αµάραντα αντιµετώπισε την πλαγιοφυλακή Γερµανικής Φάλαγγας και αναγκάσθηκε έτσι να συµπτυχτεί εσπευσµένα γύρω στις 10:30 προς τα Κρούσια. Έτσι, τα υπόλοιπα Τµήµατα του Συντάγµατος καθηλώθηκαν στο Μυριόφυτο. Από το πρωί της 8ης Απριλίου οι Γερµανοί βοµβαρδίζουν την τοποθεσία των Κρουσίων µε το πυροβολικό και την αεροπορία τους. Ισχυρή επίσης Φάλαγγα του εχθρού είχε καταλάβει το Χέρσο, ενώ άλλη φάλαγγα κινούνταν από την περιοχή της Μεγάλης Στέρνας προς το Πολύκαστρο, εκκαθαρίζοντας την περιοχή και περικυκλώνοντας τις Ελληνικές δυνάµεις που βρίσκονταν αριστερά αυτής της τοποθεσίας. Στις 10:30 της 8ης Απριλίου διασπάσθηκε το αριστερό της τοποθεσίας Κρουσίων.
Μετά την ηµιδιάλυση της XIX Μηχανοκίνητης Μεραρχίας, ο Διοικητής της µετέφερε εσπευσµένα το Στρατηγείο του στο χωριό Κεντρικό, όπου έφθασε στις 02:00 της 9ης Απριλίου, µετά την κατάληψη του Κιλκίς από τους Γερµανούς. Όταν έφθασε στο Κεντρικό, ο Διοικητής της Μεραρχίας ήρθε σε προσωπική επαφή µε µερικούς από τους Διοικητές των Μονάδων του. Διαβλέποντας αδυναµία συνέχισης του αγώνα στην περιοχή των Κρουσίων και µην έχοντας καµιά επαφή µε το ΤΣΑΜ, αποφάσισε να διατάξει τη σύµπτυξη των Τµηµάτων της Μεραρχίας στις περιοχές Ελληνικό και Κλείστρο µέσω του µοναδικού άξονα που είχε αποµείνει ελεύθερος: Κεντρικό - Βάθη - Κάτω Θεοδωράκι - Κοκκινιά - Ελληνικό.
Το 192 Σύνταγµα άφησε στην τοποθεσία των Κρουσίων το Τάγµα των Πεζοµάχων του και κινήθηκε χωρίς διαταγή της Μεραρχίας προς το Κιλκίς, όπου και συναντήθηκε µε το Στρατηγείο στο χωριό Ευκαρπία. Μετά από διαταγή που πήρε, ακολούθησε το Στρατηγείο και έφθασε και αυτό στις 2. 00 στο Κεντρικό. Στις 04:00 διατάχθηκε να κινηθεί προς το Ελληνικό, όπου έφθασε στις 07:00 και παρέµεινε αναµένοντας νέες διαταγές. Το Πεζοµάχο Τάγµα του 192ου Συντάγµατος εγκαταστάθηκε στα υψώµατα βόρεια του Πανοράµατος. Εκεί δέχθηκε στα πλευρά του δραστικά πυρά από τον εχθρό, που είχε προωθηθεί στα αριστερά του.
Μετά από αγώνα µικρής διάρκειας, ο Διοικητής του τάγµατος, διαπιστώνοντας ότι ήταν αδύνατο να διατηρήσει την κατεχόµενη γραµµή τη στιγµή που βάλλονταν πλευρικά από πυροβόλα, διέταξε τη σύµπτυξη των Τµηµάτων του, τα οποία, αφού απαγκιστρώθηκαν µε δυσκολία, κινήθηκαν µε σχετική αταξία προς το Κεντρικό, όπου έφθασαν στις 04:30. Η σύγχυση που επικρατούσε στο Κεντρικό και η ανάµιξη των Τµηµάτων της Μεραρχίας δυσκόλευε την παραπέρα κίνηση του Τάγµατος, το οποίο, µετά από δραστήριες προσπάθειες του Διοικητή του, που έλαβε γνώση της διαταγής για σύµπτυξη της Μεραρχίας, κατόρθωσε να φθάσει το απόγευµα στο Ελληνικό και να ενωθεί µε το Σύνταγµα του.
Το 193 Σύνταγµα δέχθηκε στις 02:30 εχθρική επίθεση από τα νώτα και το δεξιό του, που είχε µείνει ακάλυπτο µετά την αποχώρηση του 192 QU Συντάγµατος. Ο Διοικητής του Συντάγµατος παραδόθηκε µετά από αγώνα µικρής διάρκειας, µαζί µε όλα τα Τµήµατα που βρίσκονταν υπό τις διαταγές του, αν και αρκετά δεν είχαν δεχθεί επίθεση. Έτσι, ολόκληρο το Σύνταγµα, εκτός από µικρό αριθµό διαφυγόντων, αιχµαλωτίστηκε µαζί µε το Διοικητή του.
Τα Τµήµατα του Αποσπάσµατος Κρουσίων που είχαν συµπτυχτεί από την προηγουµένη, είχαν εγκατασταθεί στον αυχένα βορειοανατολικά του Πανοράµατος, εκτός από το II Τάγµα Ασφαλείας, το οποίο είχε κινηθεί άτακτα προς το Ελληνικό, και το 2ο Σύνταγµα Ιππικού, που είχε φύγει για το Ελληνικό από την προηγούµενη µέρα στις 22:00. Τα Τµήµατα του Αποσπάσµατος Κρουσίων µετά από διαταγή κινήθηκαν και αυτά προς το Ελληνικό στις 4. 00, όπου και έφθασαν στις 15. 30 και συνενώθηκαν µε τα υπόλοιπα Τµήµατα.
Οι Πρώτοι Νεκροί Ήρωες των Τεθωρακισµένων
Στη διάρκεια του αγώνα της XIX Μηχανοκίνητης Μεραρχίας έπεσαν στο πεδίο της µάχης οι πρώτοι νεκροί Αξκοί του Όπλου των Τεθωρακισµένων:
- Ο Ίλαρχος Σαρήµπεης Δ. του 192ου Μηχανοκίνητου Συντάγµατος, Διοικητής του Τάγµατος Αρµάτων, δέχθηκε µε µεγάλη ψυχραιµία την επίθεση Γερµανικών αεροσκαφών καθέτου εφορµήσεως και προσπάθησε µε την αγέρωχη στάση του να εµψυχώσει τους άνδρες του. Έπεσε από ριπή πολυβόλων των Στούκας στις 6 Απριλίου 1940 στο χωριό Θεοδώροβο Ροδοπόλεως.
- Ο Υπίλαρχος Αρχοντάκης Κ. της XIX Οµάδας Αναγνωρίσεως, που ήταν επικεφαλής ελαφράς Μηχανοκίνητης Ίλης στο ύψωµα Ακρίτας, δέχθηκε την επίθεση όλου του όγκου των Γερµανικών Τεθωρακισµένων. Για οκτώ ώρες χειριζόταν ο ίδιος ένα οπλοπολυβόλο τύπου Χότσκις και µαχόταν µαζί µε το µικρό τµήµα του κατορθώνοντας να ανακόψει τη Γερµανική επέλαση. Ο αγώνας συνεχιζόταν σώµα µε σώµα, ο Αρχοντάκης τραυµατίσθηκε, αλλά εξακολουθούσε να µάχεται. Οι Γερµανοί τον κάλεσαν να παραδοθεί, και µολονότι τραυµατισµένος αρνήθηκε. Τελικά έπεσε νεκρός στις 8 Απριλίου.
- Ο Ανθυπασπιστής δευτεροετής Εύελπις Παλληκαρώνας Δ. του 192ου Μηχανοκίνητου Συντάγµατος θυσιάσθηκε, όρθιος κι αυτός, στο βωµό της πατρίδας, αδιαφορώντας για τα Στούκας που πετούσαν από πάνω του. Σκοτώθηκε επίσης στις 6 Απριλίου στο βοµβαρδισµό του χωριού Θεοδώροβο.
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
Στη σύνθεση της 1ης Ελληνικής Ταξιαρχίας είχε προβλεφθεί και Τµήµα Μηχανοκίνητου Ιππικού. Έτσι, στις 11 Νοεµβρίου 1941 συγκροτήθηκε η Ι Οµάδα Αναγνωρίσεως, η οποία στις 23 / 06 / 1942 µετονοµάσθηκε σε Ιλη Τεθωρακισµένων Αυτοκινήτων. Η Ίλη αυτή εγκαταστάθηκε µαζί µε την Ταξιαρχία στην περιοχή Αµιριάς δυτικά της Αλεξάνδρειας τον Αύγουστο του 1942, όπου και παρέµεινε µέχρι την έναρξη της µάχης στο Ελ Αλαµέιν. Η Ίλη διέθεσε τα αυτοκίνητα της τύπου Κάρριερ για ενίσχυση των Ταγµάτων της 1ης Ταξιαρχίας, που βρίσκονταν στην πρώτη γραµµή. Η Ίλη συµµετείχε επίσης στη µάχη του Ελ Αλαµέιν στις 30 / 10 / 1942 µε το υπόλοιπο τµήµα της που οργανώθηκε σε πεζοπόρο.
Στις 15 / 12 / 1942 συγκροτήθηκε η ΙΙ Ίλη Τεθωρακισµένων, η οποία µαζί µε την Ι αποτέλεσε το υπό συγκρότηση 1ο Σύνταγµα Τεθωρακισµένων Αυτοκινήτων. Το Σύνταγµα αυτό δεν συµµετείχε σε επιχειρήσεις και διαλύθηκε τον Ιούλιο του 1944 µαζί µε άλλες οµάδες του Ελληνικού Στρατού στη Μέση Ανατολή που συµµετείχαν στο στασιαστικό κίνηµα του Απριλίου του ίδιου έτους. Κατά τη συγκρότηση της III Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας στη Μέση Ανατολή δεν προβλέφθηκε στη σύνθεση της Τµήµα Ιππικού ή Τεθωρακισµένων. Πολλοί όµως Αξιωµατικοί και άνδρες του Όπλου διατέθηκαν και υπηρέτησαν σε Τµήµατα αντιαρµατικά και Κάρριερς.
ΤΟ ΙΠΠΙΚΟ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΜΦΥΛΙΟ ΠΟΛΕΜΟ
Η ΝΕΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΟΠΛΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ
1. Σύσταση του Όπλου Ιππικό - Τεθωρακισµένα
Με τις 71 και 97/1946 αποφάσεις του Ανώτατου Στρατιωτικού Συµβουλίου που κυρώθηκαν µε Βασιλικό Διάταγµα την 6η Ιουνίου 1946 και στη συνέχεια µε τον αναγκαστικό νόµο 838 της 21ης Φεβρουαρίου 1946 "Περί Καθορισµού Οπλων, Σωµάτων και Υπηρεσιών του Στρατού Ξηράς", προβλέφθηκε µεταξύ των Όπλων και το Όπλο Ιππικό - Τεθωρακισµένα. Το νέο όπλο αποτέλεσε συνέχεια του Ιππικού και αναπτύχθηκε µετά τις 16 Ιουνίου 1946. Συγκροτήθηκε από µόνιµο και έφεδρο προσωπικό που ανήκε στο όπλο του Ιππικού, καθώς και κατωτέρους Αξιωµατικούς άλλων όπλων.
2. Συγκρότηση των Νέων Τεθωρακισµένων Μονάδων
Με την υπ' αρ. ΑΠ 98007/ 7/3/1945 διαταγή του ΓΕΣ διατάχθηκε η συγκρότηση του II Συντάγµατος Αναγνωρίσεως, το οποίο υπήρξε η πρώτη µονάδα του νέου όπλου. Για την εκπαίδευση των στελεχών του Συντάγµατος αυτού λειτούργησε Σχολή, την ευθύνη της εκπαίδευσης στην οποία ανέλαβαν Βρετανοί. Η Σχολή αυτή έφερε τον τίτλο "Προπαρασκευαστικό Κέντρο Εκπαιδεύσεως Εκπαιδευτών Αξιωµατικών Τεθωρακισµένων" και στεγάστηκε σε κτιριακές εγκαταστάσεις των Σ.Ε.Κ. στο Σταθµό Λαρίσης. Είχε τρεις πτέρυγες (Ασυρµάτου - Οπλοµηχανηµάτων - Μηχανοδηγήσεως), στις οποίες εκπαιδεύθηκαν οι Αξιωµατικοί του Ιππικού που προορίζονταν για το νέο όπλο.
Μετά από πάροδο δύο µηνών, οι Αξιωµατικοί αυτοί, αφού τελείωσαν τη στοιχειώδη εκπαίδευση τους, αποτέλεσαν τον πυρήνα του II Συντάγµατος Αναγνωρίσεως, το οποίο άρχισε να συγκροτείται στην Ελευσίνα από την 1η Απριλίου 1945 ως µονάδα της II Μεραρχίας µε προσωπικό από την παλιά XIX Μηχανοκίνητη Μεραρχία και τη διαλυµένη III Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία (Ρίµινι). Το υλικό που αρχικά χρησιµοποίησε το Σύνταγµα προερχόταν από το διαλυµένο 11ο Μηχανοκίνητο Τάγµα Χωροφυλακής και από τις Αποθήκες Βάσεως Υλικού Πολέµου. Στη συνέχεια συγκροτήθηκαν µε την ίδια σύνθεση µε το II Σύνταγµα Αναγνωρίσεως:
- Το XI Σύνταγµα Αναγνωρίσεως (2403/ 9/3/45)
- Το IX Σύνταγµα Αναγνωρίσεως (933489/ 20/5/45)
Οι Αξιωµατικοί και οι οπλίτες των νέων αυτών Συνταγµάτων εκπαιδεύθηκαν στο νέο Γενικό Κέντρο Εκπαιδεύσεως Αξιωµατικών (ΓΚΕΑ). Το Κέντρο Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισµένων µε την επωνυµία Σχολή Τεθωρακισµένων συγκροτήθηκε ως µονάδα που υπαγόταν στο ΓΚΕΑ µε την υπ' αρ. 299162/ 17/2/1946 Διαταγή του ΓΕΣ στο Γουδί. Ο πρώτος εκπαιδευτικός πυρήνας είχε ήδη δηµιουργηθεί µε την εκπαίδευση των στελεχών από τους Βρετανούς στο Προπαρασκευαστικό Κέντρο Εκπαιδεύσεως, στη Σχολή Μηχανοδηγήσεως του ΓΚΕΑ, και µε την µετεκπαίδευση ικανού αριθµού εκπαιδευτών στη Βρετανική Σχολή Τεθωρακισµένων στην Αίγυπτο. Το ΚΕΤ είχε έδρα τις Αχαρνές και περιέλαβε:
- Τη Σχολή ΤΘ, όπου λειτουργούσε το Τµήµα Βασικής Εκπ/σεως των ΑΠ Τεθ/νων
- Το Συγκρότηµα εκπαιδεύσεως στο οποίο διενεργείτο η βασική εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων οπλιτών και η προκεχωρηµένη εκπαίδευση εφοδιστών, ολµιοτών κ.λπ.
Το Δεκέµβριο του 1947 το ΓΕΣ αποφάσισε τη συγκρότηση οκτώ Εφίππων Ιλών (είχαν ήδη συγκροτηθεί από τον Ιούλιο) και µε την υπ' αρ. ΑΠ 12002/Α3/1/ 29/4/1948 συγκροτήθηκε το Α Σύνταγµα Αναγνωρίσεως, το οποίο είχε στη δύναµη του µονάδες που ήταν εκτός διατάξεως µάχης:
- Το Τεθωρακισµένο Τµήµα Στρατιάς
- Την Τεθωρακισµένη Ίλη Πελοποννήσου
- Την Τεθωρακισµένη Ίλη Ασφαλείας του ΚΕΤ
Το Α' Σύνταγµα Αναγνωρίσεως υπάχθηκε στο Α' Σώµα Στρατού. Τα άρµατα τύπου Κένταυρος (Α27) ήταν τα πρώτα σύγχρονα άρµατα που απέκτησε ο Ελληνικός Στρατός. Το Μάιο του 1946 έφθασαν στην Ελλάδα 52 και αποθηκεύθηκαν στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισµένων, όπου και παρέµειναν για πάνω από 15 µήνες σε κατάσταση πλήρους εγκατάλειψης, επειδή η Βρετανική αποστολή δεν επέτρεπε σε κανένα να τα προσεγγίσει, προβάλλοντας ως λόγους είτε ότι ήταν ακατάλληλα για χρήση στον αγώνα που διεξαγόταν είτε ότι δεν υπήρχαν ανταλλακτικά κ.λπ.. Τελικά το Φεβρουάριο του 1947, µετά από πολλές πιέσεις, στάλθηκαν στην Αγγλική Σχολή Τεθωρακισµένων για εκπαίδευση 8 Αξιωµατικοί.
Αυτοί µόλις επέστρεψαν στην Ελλάδα επιδόθηκαν στην εκπαίδευση πληρωµάτων αρµάτων, ενώ παράλληλα συντηρούσαν και επανέφεραν σε ενέργεια τα αποθηκευµένα στο ΚΕΤ άρµατα. Από τον Απρίλιο του 1948 δηµιουργήθηκαν διαδοχικά η II, η IX και η XI Ίλες Αρµάτων ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ. Από τον Αύγουστο του 1948 και µέχρι το Σεπτέµβριο του 1949 σηµειώθηκαν οι εξής µεταβολές στη συγκρότηση των Μονάδων του Όπλου:
- Οι 8 Έφιππες Ίλες των Μεραρχιών αναδιοργανώθηκαν και συγκρότη σαν δύο Συντάγµατα Ιππικού. Στο Β' Σύνταγµα Ιππικού ανήκαν οι 1η, 2η, 9η και 15η Ιλες. Στο Γ' Σύνταγµα Ιππικού ανήκαν οι 7η, 8η, 10η και 11η Ιλες.
- Όλα τα Συντάγµατα Αναγνωρίσεως και Ιππικού τέθηκαν υπό τη διοίκηση της Στρατιάς και διατέθηκαν στα Σώµατα Στρατού.
Με την υπ' αρ. ΕΠ 12002/Α3/1-1/ 29/1/1949 Διαταγή του ΓΕΣ συγκροτήθηκαν οι εξής νέες Ίλες Αναγνωρίσεως:
- 371 Ίλη Αναγνωρίσεως (Χάµπερ)
- 372 Ίλη Αναγνωρίσεως (Χάµπερ)
- 373 Ίλη Αναγνωρίσεως (Μ8)
Οι Ίλες αυτές αποτέλεσαν τελικά το VIII Σύνταγµα Αναγνωρίσεως. Με την υπ' αρ. 12357/Α3/1-1/ 29/3/1949 ∆ιαταγή του ΓΕΣ οι II, IX και XI Ίλες Αρµάτων προβλέφθηκαν στη Διάταξη Μάχης ως εξής:
Οι Ίλες αυτές υπάχθηκαν προσωρινά στα αντίστοιχα Συντάγµατα Αναγνωρίσεως 391 (II), 392 (IX), 393 (XI). Αργότερα, µε την υπ' αρ. ΓΕΣ 12215/ Α3/1/ 5/10/1949 διαταγή του ΓΕΣ, συγκροτήθηκε στη Θεσσαλονίκη έχοντας ως βάση τις Ίλες αυτές το 391 Σύνταγµα Αρµάτων ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ, το οποίο και υπάχθηκε απευθείας στο ΓΕΣ (Διεύθυνση Τεθωρακισµένων).
3. Επιχειρήσεις Κατά των Ανταρτών
Γενικά
Μέχρι τις αρχές του 1946 οι νέες Μονάδες των Τεθωρακισµένων παρέµεναν στην περιοχή του Λεκανοπεδίου Αττικής και κύρια ενασχόληση τους ήταν η εκπαίδευση, καθώς και η συγκρότηση τους σε προσωπικό και υλικό. Οι ανάγκες ασφάλειας στην ύπαιθρο, όµως, εξαιτίας της έναρξης της δράσης των Ανταρτών, επέβαλαν τη σταδιακή προώθηση των Μονάδων σε ζωτικές περιοχές, αν και βρίσκονταν ακόµη στην περίοδο της προπαρασκευής. Έτσι:
- Τον Ιανουάριο του 1946 στάλθηκε Ίλη του II Συντάγµατος Αναγνωρίσεως στην Πελοπόννησο.
- Την 1η Ιουνίου 1946 µεταστάθµευσε η 2η Ίλη αρχικά και στη συνέχεια το υπόλοιπο του IX Συντάγµατος Αναγνωρίσεως στη Θεσσαλία (Στρατιωτική Διοίκηση Λάρισας).
- Στις 25 Ιουλίου 1946 µεταστάθµευσε το XI Σύνταγµα Αναγνωρίσεως στη Μακεδονία (Στρατιωτική Διοίκηση Θεσσαλονίκης).
- Στις 6 Ιανουαρίου 1947 µεταστάθµευσε το II Σύνταγµα Αναγνωρίσεως στη Θεσσαλία, απ' όπου επέστρεψε στην Αθήνα το IX για να περατώσει την ανασυγκρότηση του.
- Το Μάρτιο του 1947 το IX Σύνταγµα Αναγνωρίσεως µεταστάθµευσε και πάλι στην περιοχή της Θεσσαλίας (Στρατιωτική Διοίκηση Τρικάλων).
- Παράλληλα συγκροτήθηκαν Ίλες Ιππικού, οι οποίες αργότερα αποτέλεσαν Συντάγµατα που συµµετείχαν στις επιχειρήσεις σε διάφορες περιοχές: Μεσολόγγι, Λάρισα, Καρδίτσα, Γιαννιτσά, Πτολεµαίδα, Αλιστράτη, Σέρρες, Ιωάννινα.
Από τη στιγµή που συγκροτήθηκαν οι Μονάδες αυτές, µαζί µ' εκείνες που συγκροτήθηκαν αργότερα, όπως το Α' Σύνταγµα Αναγνωρίσεως και οι Ίλες Αρµάτων Κένταυρος (οι οποίες αποτέλεσαν τελικά το 391 Σύνταγµα Αναγνωρίσεως), συµµετείχαν στις επιχειρήσεις. Εξαιτίας της ιδιάζουσας µορφής του αγώνα, οι Μονάδες χρησιµοποιούσαν µικρά Τµήµατα, συνήθως Ίλης και Οϋλαµού, ενώ η διάταξη γενικά των Μονάδων κάλυπτε σχεδόν ολόκληρο τον ελληνικό χώρο. Σε όλες τις περιπτώσεις η επέµβαση αυτών των µικρών Τµηµάτων είχε σαν αποτέλεσµα τη σοβαρή υποστήριξη περιοχών που δοκιµάζονταν και τη σταθεροποίηση του αισθήµατος ασφάλειας των πολιτών.
Η συµµετοχή όλου του όγκου των Τεθωρακισµένων στην τελική φάση του Εµφυλίου στο όρος Βίτσι συνέβαλε αποφασιστικά στη νίκη. Οι αποστολές που ανατέθηκαν στα Τεθωρακισµένα στη διάρκεια του Εµφυλίου ήταν οι εξής:
- Σταθεροποίηση του αισθήµατος ασφάλειας του πληθυσµού µε την ανάληψη αποστολών σε κατοικηµένες περιοχές όπου υπήρχαν ζωτικές εγκαταστάσεις.
- Αναγνωρίσεις, περιπολίες, συνοδείες φαλαγγών και ενέδρες.
- Συµµετοχή σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις.
- Ενίσχυση του Πεζικού σε περιπτώσεις σοβαρής εµπλοκής του, καθώς και υποστήριξη των επιθέσεων του.
Ιδιαίτερα πρέπει να σηµειωθεί η προσπάθεια που καταβλήθηκε από τα πληρώµατα για την αξιοποίηση και την καλύτερη απόδοση του παλαιού και πολυχρησιµοποιηµένου υλικού που είχε διατεθεί. Η άριστη εκπαίδευση, ο ενθουσιασµός και η αγωνιστική διάθεση των πληρωµάτων είχαν σαν αποτέλεσµα να προωθούνται τα τεθωρακισµένα σε δυσπρόσιτες ακόµα και για πεζούς περιοχές, όπου µε εύστοχες άµεσες βολές εξουδετέρωναν ισχυρά πολυβολεία των ανταρτών που δεν ήταν δυνατό να καταστραφούν µε άλλον τρόπο.
II Σύνταγµα Αναγνωρίσεως
Το II Σύνταγµα Αναγνωρίσεως συνέβαλε ενεργά στις επιχειρήσεις από την πρώτη στιγµή που µεταστάθµευσε στη Λάρισα. Ίλες και Ουλαµοί κατανεµήθηκαν στις κυριότερες πόλεις και ζωτικά σηµεία της Θεσσαλίας και της Δυτικής Μακεδονίας, εξυψώνοντας το ηθικό και σταθεροποιώντας το αίσθηµα ασφάλειας του πληθυσµού. Στη διάρκεια του 1947 ο πόλεµος ήταν σκληρός. Ένας Ουλαµός της 2ης Ίλης του Συντάγµατος αντιµετώπισε την πρώτη σοβαρή επίθεση των Ανταρτών εναντίον της Φλώρινας. Ο Διοικητής του Ουλαµού Υπίλαρχος Οικονόµου Σταµάτιος έβαλλε ακάλυπτος από το τεθωρακισµένο όχηµα του και κατεδίωκε τους Αντάρτες, δέχθηκε όµως βολίδα από τουφέκι στο µέτωπο και έπεσε νεκρός στο πεδίο της µάχης.
Άλλος Ουλαµός της 2ης Ίλης αντιµετώπισε επιδροµή στην περιοχή των Γρεβενών. Ο Διοικητής του Ουλαµού και τα πληρώµατα του δέχθηκαν πολλούς επαίνους και ηθικές διακρίσεις. Η Ίλη Εφόδου του Συντάγµατος έδιωξε τους Αντάρτες από τον "Κάµπο" της Λάρισας, και ιδιαίτερα από τα χωριά της λίµνης Κάρλας, όπου καθηµερινά σηµειώνονταν συµπλοκές. Η κορύφωση όµως της δράσης του Συντάγµατος ήλθε το επόµενο έτος 1948. Στις 22 Φεβρουαρίου η Ίλη Εφόδου έστησε ενέδρες στο δηµόσιο δρόµο Λάρισας-Βόλου και κατάφερε µεγάλες απώλειες στις δυνάµεις των ανταρτών. Τον Αύγουστο Τµήµατα του Συντάγµατος έλαβαν µέρος στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στο Γράµµο.
Στις 12 Αυγούστου δύο Ουλαµοί της 3ης Ίλης εµπλάκηκαν σε µάχη στην περιοχή της Καλαµπάκας.
IX Σύνταγµα Αναγνωρίσεως
Το IX Σύνταγµα Αναγνωρίσεως έλαβε µέρος σε αποστολές στη Θεσσαλία, τη Ρούµελη, τη Δυτική Μακεδονία, την Πελοπόννησο, και ιδιαίτερα στην Ήπειρο. Η 2η Ίλη του Συντάγµατος ήταν το πρώτο Τεθωρακισµένο Τµήµα που διεξήγαγε επιχειρήσεις στη Θεσσαλία και τη Δυτική Μακεδονία, ενώ αργότερα διατέθηκε και παρέµεινε συνεχώς στην Ήπειρο. Στη διάρκεια της επίθεσης των Ανταρτών εναντίον της Κόνιτσας το Δεκέµβριο του 1947 συµµετείχε η 2η Ιλη. Τµήµα επίσης της 2ης Ιλης, στις επιχειρήσεις στην περιοχή Μουργκάνα το Σεπτέµβριο του 1948, αντιµετώπισε 750 περίπου Αντάρτες που προσπαθούσαν να περάσουν από τη Μουργκάνα στα Ζαγόρια.
Η 1η Ίλη του Συντάγµατος έλαβε µέρος στη Μάχη της Ελασσόνας και έσωσε τα Φάρσαλα στις 5 Απριλίου 1948. Στη Μάχη της Καρδίτσας συµµετείχε Τµήµα της 3ης Ίλης που υπερασπίστηκε ηρωικά την πόλη µαζί µε Τµήµατα από άλλα Όπλα. Η συµµετοχή τέλος του Συντάγµατος στις επιχειρήσεις του Γράµµου το 1948, καθώς και σ' αυτές στο Γράµµο και το Βίτσι το 1949 υπήρξε σηµαντική.
XI Σύνταγµα Αναγνωρίσεως
Το XI Σύνταγµα Αναγνωρίσεως κάλυπτε ολόκληρη την περιοχή της Μακεδονίας και της Θράκης. Οι Ίλες του Συντάγµατος δρούσαν συνεχώς µεµονωµένα, ενώ η 2η Ίλη είχε διατεθεί σε όλη σχεδόν την περίοδο των επιχειρήσεων στην Καβάλα. Για να µπορέσει να αντιµετωπίσει τις πολλαπλές απαιτήσεις για διάθεση Τµηµάτων, το Σύνταγµα κατόρθωσε µε υπεράνθρωπες προσπάθειες να αξιοποιήσει παλιό Βρετανικό Τεθωρακισµένο υλικό που είχε εγκαταλειφθεί στη Θεσσαλονίκη και να συγκροτήσει έτσι δύο επιπλέον Ιλες. Κατά τη διάρκεια της επίθεσης των Ανταρτών εναντίον της πόλης της Νάουσας το Δεκέµβριο του 1948, Τµήµατα του Συντάγµατος κράτησαν χωρίς να υποχωρήσουν, παρά τις απώλειες που είχαν.
Τεθωρακισµένα επίσης, αλλά και δύο άρµατα που ανήκαν στη Διοίκηση της IX Ίλης Αρµάτων Κένταυρος, ήταν τα πρώτα που πήγαν να ενισχύσουν τα υπολείµµατα της Φρουράς. Η µεγαλύτερη όµως επιτυχία του Συντάγµατος ήταν η καταδίωξη των Ανταρτών µετά τον κανονιοβολισµό της Θεσσαλονίκης το Δεκέµβριο του 1948 από πυροβόλο. Στις 02:30, όταν η Θεσσαλονίκη δέχθηκε το πρώτο βλήµα, ο συναγερµός των Τεθωρακισµένων ήταν άµεσος. Υπήρξε όµως µεγάλη δυσκολία στο να εξακριβωθεί από ποια κατεύθυνση βαλλόταν η πόλη. Παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν, µόνο το πρωί εντοπίστηκαν από την Αεροπορία οι Αντάρτες.
Τα Τεθωρακισµένα, όµως, µαζί µε τα άρµατα της XI Ίλης Αρµάτων, είχαν ήδη αποκόψει όλα τα δυνατά δροµολόγια υποχωρήσεως. Για πρώτη φορά υπήρξε επαφή µε τους Αντάρτες στα Δερβένια, ενώ µεγάλη φθορά υπέστησαν στη µάχη του Ασβεστοχωρίου. Η τελική όµως διάλυση των Ανταρτών επιτεύχθηκε στην πεδιάδα του Λαγκαδά, µεταξύ της λίµνης του Αγ. Βασιλείου και της πόλης του Λαγκαδά.
Α' Σύνταγµα Αναγνωρίσεως
Το Α' Σύνταγµα Αναγνωρίσεως, αν και συγκροτήθηκε αργότερα από τα υπόλοιπα, δεν υστέρησε σε δράση. Στις περιοχές Βόλου - Λάρισας - Τρικάλων - Καλαµπάκας και σε ολόκληρη την Πελοπόννησο Τµήµατα του Α' Συντάγµατος Αναγνωρίσεως σταθεροποίησαν το αίσθηµα ασφάλειας του πληθυσµού και εκκαθάρισαν τις εστίες των Ανταρτών. Στις 16 Απριλίου 1948 ο 3ος Ουλαµός της 2ης Ίλης του Α' Συντάγµατος Αναγνωρίσεως, ενώ συνόδευε φάλαγγα από 70 οχήµατα που προέρχονταν από τη Σπάρτη και µε κατεύθυνση την Τρίπολη, δέχθηκε επίθεση από 800 Αντάρτες. Τα δύο Τεθωρακισµένα που προπορεύονταν αποµονώθηκαν από τη φάλαγγα.
Το ένα ανατινάχθηκε µαζί µε τους άνδρες του, ενώ το πλήρωµα του δεύτερου συνέχισε τον αγώνα τραυµατισµένο και πεζό. Τελικά, και µετά την ενίσχυση των δυνάµεων από τον 4ο Ουλαµό και την Ίλη Εφόδου, η κατάσταση ανατράπηκε και οι Αντάρτες αποσύρθηκαν. Οι Αντάρτες την 1η Ιουλίου 1948 επιτέθηκαν στην φρουρά των Λεχαινών και θέλοντας να αποκλείσουν την επέµβαση των Τεθωρακισµένων, τοποθέτησαν νάρκες και οργάνωσαν ενέδρες. Οι Ουλαµοί των πόλεων Αµαλιάδας, Πύργου και του Αιγίου και η Οµάδα Διοικήσεως των Πατρών συνέκλιναν προς το πεδίο της µάχης και τελικά υπερίσχυσαν.
4. Τµήµατα Αρµάτων
α) Από τα µέσα του έτους 1948 άρχισαν να εισέρχονται διαδοχικά στον αγώνα οι Ίλες Αρµάτων "Κένταυρος" που υπάχθηκαν στα II, IX, και XI Συντάγµατα Αναγνωρίσεως. Η δράση των Ιλών αυτών περιγράφεται ξεχωριστά από τη δράση των Συνταγµάτων τους, επειδή υπήρξαν τα πρώτα άρµατα που διέθεσε ο µεταπολεµικός Στρατός.
β) 381 (ΙΙ) Ίλη Αρµάτων II Συντάγµατος Αναγνωρίσεως Η Ίλη αυτή οργανώθηκε στο ΚΕΤ και µεταστάθµευσε στη Λάρισα µε σκοπό να προωθηθεί στην Καστοριά για να αντιµετωπιστεί η απειλή των Ανταρτών του Γράµµου. Από τις πρώτες µέρες της άφιξης της Ίλης στη Λάρισα, τα άρµατα ανέλαβαν αποστολές, όπως αυτή που έγινε τη νύχτα της 18ης Ιουλίου, όταν προσβλήθηκε από τους Αντάρτες το χωριό Συκούριο, όπου αµύνονταν ο Λόχος των Εθνοφρουρών. Και µόνο η εµφάνιση των αρµάτων είχε σαν αποτέλεσµα τη διάλυση των Ανταρτών. Η ίδια Ίλη τις πρώτες ηµέρες του Αυγούστου του 1948, συµµετείχε µε επιτυχία στις επιχειρήσεις του Γράµµου.
Στις 20 Σεπτεµβρίου 1948 τα άρµατα υπερασπίσθηκαν την Καστοριά, ενώ την εποµένη συµµετείχαν σε επίθεση στο τακτικής σηµασίας ύψωµα Γιάννη Κεφάλη στο Γράµµο. Μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας δύο άρµατα κατόρθωσαν να αναρριχηθούν και να καταλάβουν το ζωτικό αυτό ύψωµα σταθεροποιώντας τις θέσεις του Πεζικού. Στις 10 Σεπτεµβρίου 1948 βρήκε το θάνατο ο Διοικητής της Ίλης Επίλαρχος Σχινάς Κ. , ενώ οδηγούσε τα άρµατα του στην Ελληνική συνοριακή γραµµή. Το τεθωρακισµένο όχηµα του δέχθηκε βολή από Α/Τ εκτοξευτή και καταστράφηκε τελείως.
382 (IX) Ίλη Αρµάτων IX Συντάγµατος Αναγνωρίσεως
Η IX Ίλη Αναγνωρίσεως έφθασε στα Γιάννενα, αφού είχε µεταφερθεί µε αρµαταγωγό στην Πρέβεζα, και µετά από 42 ώρες ανέλαβε τις πρώτες της αποστολές. Στις 23 Ιουνίου 1948 Ουλαµός της Ίλης µαζί µε Ουλαµό Τεθωρακισµένων και Διµοιρία Πεζικού ανέτρεψαν τους Αντάρτες που πίεζαν στη γραµµή Αετοράχη - Κουτσελιό - Ροβίλεστο - Πέστα. Από 1 µέχρι 4 Αυγούστου τα άρµατα πέρασαν τον Καλαµά µε σκοπό να υποστηρίξουν επιχείρηση του Πεζικού προς Κασιδιάρη - Γράµµο - Μουργκάνα. Τον Οκτώβριο του 1948 η IX Ίλη µεταφέρθηκε στη Λάρισα και τµήµα της συµµετείχε µε εξαιρετική επιτυχία στη Μάχη της Καρδίτσας.
Τελικά µετακινήθηκε στην Κοζάνη και τα Γιάννινα για να λάβει µέρος στις επιχειρήσεις Γράµµου και Βιτσίου το 1949.
383 (XI) Ίλη Αρµάτων XI Συντάγµατος Αναγνωρίσεως
Η XI Ίλη Αρµάτων συγκροτήθηκε και αυτή στο ΚΕΤ και µεταφέρθηκε µε αρµαταγωγό στη Θεσσαλονίκη. Τµήµατα αυτής της Ίλης έδρασαν στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία. Στις 23 / 06 / 1948 Ουλαµός της XI Ίλης Αρµάτων πέτυχε εξαιρετικά αποτελέσµατα στο Γκραν Κορόνε (Κιλκίς). Η επέµβαση Τµήµατος Αρµάτων έσωσε την Προσωτσάνη. Γενικά, ο Ουλαµός Αρµάτων που στάθµευε στις Σέρρες συµµετείχε σε όλες τις επιχειρήσεις που έγιναν στην περιοχή. Η Ίλη έλαβε µέρος στην επιχείρηση της Νάουσας καθώς και στις τελικές επιχειρήσεις στο Γράµµο και το Βίτσι.
5. Το Ιππικό
α) Στη διάρκεια του αγώνα εναντίον των Ανταρτών το Ιππικό ήταν η πολύτιµη εφεδρεία της Διοίκησης για την αντιµετώπιση κάθε επείγουσας ανάγκης. Στις περισσότερες περιπτώσεις συνεργάσθηκε µε τα Τεθωρακισµένα και σε µερικές και µε τα Άρµατα. Στην αρχή συγκροτήθηκε σε Ανεξάρτητες Ίλες, µία για κάθε Μεραρχία Πεζικού, ενώ στο τέλος του 1948 συγκροτήθηκε πρώτα το Β Σύνταγµα Ιππικού και κατόπιν το Γ' Σύνταγµα Ιππικού.
β) 1η Έφιππη Ίλη Η 1η Έφιππη Ίλη συµµετείχε στις επιχειρήσεις Παρνασσού, Ελικώνα, Γκιώνας, Βαρδουσίων, Οίτης, Όρθρυος, Καλιδρόµου, Χασιών και Αντιχασιών. Ιδιαίτερα επιτυχής υπήρξε η δράση της 1ης Εφιππης Ίλης στη διάρκεια της άµυνας της πόλης της Καρδίτσας (11-18 / 12 / 1948).
γ) 2η Έφιππη Ιλη Η 2η Έφιππη Ίλη έδρασε στην περιοχή της Νεάπολης Κοζάνης και συµµετείχε στις επιχειρήσεις του Γράµµου το 1948. Στην περιοχή των Σοφάδων και στην οµώνυµη µάχη επέδειξε εξαίρετη µαχητικότητα
δ) 7η Έφιππη Ίλη Συµµετείχε στις επιχειρήσεις στις περιοχές Αλιστράτης Διδυµοτείχου, Ν. Ορεστιάδας, Παγγαίου, Συµβόλου, Μενικίου, Ροδόπης και Τσαλντάγ.
ε) 8η Έφιππη Ίλη Η ιστορία της Ίλης αυτής γράφτηκε κυρίως στην Ήπειρο, στη Λάκκα Σουλίου, στα Ζαγόρια και στη Μουργκάνα.
στ) 9η Έφιππη Ιλη Η Ίλη αυτή έδρασε στα Άγραφα, στην Όρθρυ και στη Θεσσαλική πεδιάδα. Η ίδια Ίλη δέχθηκε όλον τον όγκο των δυνάµεων των Ανταρτών στη µάχη της Καρδίτσας.
ζ) 10η Έφιππη Ίλη Η Ίλη αυτή έδρασε στις περιοχές Σερρών, Μενικίου, Κερδύλων, Ν. Ζίχνης.
η) 11η Έφιππη Ίλη Η Ίλη αυτή έδρασε κυρίως στην Κεντρική Μακεδονία.
θ) 15η Έφιππη Ίλη Στη Δυτική Μακεδονία µε κέντρο την Πτολεµαίδα, η οποία ήταν µία ευαίσθητη και µε πολύ έντονη δραστηριότητα από πλευράς Ανταρτών περιοχή, έδρασε η 15η Ίλη. Στη συνέχεια η Ίλη, και ενώ κινούνταν για µεταστάθµευση στη Θεσσαλία, δέχθηκε στους Σοφάδες Καρδίτσας ισχυρότατη επίθεση από Αντάρτες τη νύχτα της 18ης Δεκεµβρίου 1948, η οποία διήρκεσε 24 ώρες. Η Ίλη απέκρουσε την επίθεση επιτυχώς.
ι) Β' Σύνταγµα Ιππικού Συγκροτήθηκε στη Λάρισα στις 24 Δεκεµβρίου 1948 από τις 1η, 2η, 9η και 15η Έφιππες Ιλες. Στις 6 Μαρτίου του 1949 στη Θεσσαλική πεδιάδα το Β' Σύνταγµα Ιππικού διέλυσε τελειωτικά το Έφιππο Σύνταγµα Γαζή.
ια) Γ' Σύνταγµα Ιππικού Το Σύνταγµα αυτό συγκροτήθηκε την 1η Μαρτίου 1949 από τις 7η, 8η και 10η Έφιππες Ίλες στο Κιλκίς. Η περιοχή δράσης του επεκτάθηκε µέχρι τους ποταµούς Έβρο και Άρδα. Στις 10 Οκτωβρίου 1949 µεταστάθµευσε στη Ν. Ορεστιάδα. Στις 28 Μαρτίου 1949, στην περιοχή Κρούσια, οι Ιππείς του Γ' Συντάγµατος κατόρθωσαν να παρεµποδίσουν ισχυρή οµάδα Ανταρτών και να διεισδύσουν από την Κορώνα στις περιοχές Κρούσια - Κερδύλια.
6. Κέντρο Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισµένων (ΚΕΤ)
Στη διάρκεια των επιχειρήσεων το ΚΕΤ αναπτυσσόταν σε εξαιρετικό εκπαιδευτικό και οργανωτικό οργανισµό. Ενα άλλο σκέλος της δραστηριότητας του ΚΕΤ υπήρξε η συγκρότηση, η διατήρηση και η αποστολή µάχιµων Ιλών και Ουλαµών σε διάφορες περιοχές της Νότιας Ελλάδας, όπως σ' αυτές της Λαµίας και του Αγρινίου όπου στάλθηκαν Ίλες, καθώς και σ' αυτές της Σπάρτης, του Γυθείου, της Τρίπολης, της Αµφιλοχίας και στην Ήπειρο, όπου στάλθηκαν Ουλαµοί. Παράλληλα το ΚΕΤ διατηρούσε σοβαρούς τοµείς ευθύνης ασφαλείας και στην Αττική.
7. Συµβολή και Απόδοση του Όπλου
Στις επιχειρήσεις στο Βίτσι που πραγµατοποιήθηκαν µε την κωδική ονοµασία "Πυρσός Β" χρησιµοποιήθηκε το σύνολο σχεδόν των δυνάµεων που υπήρχαν σε τεθωρακισµένα και άρµατα. Παρά τις εδαφικές ανωµαλίες, το εξαιρετικά ορεινό έδαφος, τα ναρκοπέδια και τις καταστροφές των δροµολογίων από τους αντιπάλους, τα άρµατα και τα τεθωρακισµένα επιτέλεσαν όλες τις αποστολές που τους ανατέθηκαν. Έπραξαν ό, τι ήταν ανθρώπινα δυνατό για να επιταχύνουν την κίνηση τους και, µε την άµιλλά τους µε τα άλλα όπλα, κατόρθωσαν να φθάσουν πρώτα στα σύνορα. Αξία ιδιαίτερης µνείας είναι η απόδοση των αρµάτων: Στην κατάληψη των υψωµάτων Πολενάτας και του υψώµατος 1685 στις 10 / 8 / 1949.
Στη διείσδυση προς την κατεύθυνση Μακροχώρι - Ρότο και νοτιοδυτικά προς Λέσιτς µε άρµατα που είχε σαν αποτέλεσµα την εγκατάλειψη τριών πεδινών πυροβόλων. Στην προσβολή και εξουδετέρωση πολυβολείων στον Προφήτη Ηλία. Στην προσβολή του υψώµατος 1707. Στη διείσδυση και εξουδετέρωση αντιστάσεων προς Βατοχώρι - Κρουσταλλοπηγή - Πρεβόλ - Λαιµό - Πύξο. Στην εξουδετέρωση ισχυρών αντιστάσεων στο ύψωµα Μπαµπά δυτικά του Λαιµού Πρεσπών. Στη διάρκεια της επιχείρησης "Πυρσός Γ" στο Γράµµο η δράση των Τεθωρακισµένων ήταν περιορισµένη, επειδή η κίνηση τους στο ορεινό συγκρότηµα ήταν εξαιρετικά δυσχερής.
Έτσι περιορίστηκε σε αποστολές ασφαλείας στα µετόπισθεν, σε έλεγχο των δροµολογίων και στην εξασφάλιση της οµαλής µετακίνησης των φαλάγγων. Αξιόλογη και αποτελεσµατική ήταν η δράση του Ουλαµού Αρµάτων στην περιοχή Άγιος Χριστόφορος. Σηµαντική ήταν επίσης η συµβολή άλλου Ουλαµού στην κατάληψη του υψώµατος Ψωριάρικα.
ΤΟ ΙΠΠΙΚΟ - ΤΕΘΩΡΑΚΙΣΜΕΝΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΠΕΡΙΟ∆Ο
ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ 1950 - 1974
Μετά τη λήξη του εµφυλίου πολέµου, αναπτύχθηκε στο όπλο νέος οργανωτικός και εκπαιδευτικός οργασµός, για να καταστεί αυτό ισχυρότερο, αρτιώτερο και πιό σύγχρονο. Περί το τέλος του 1950 άρχισε η παραλαβή των νέων ελαφρών αρµάτων Μ24 (συνολικά 206) από τα οποία στη συνέχεια συγκροτήθηκαν τα 392 και 393 Συντάγµατα αρµάτων (∆ιοίκηση - Ίλη ∆κσεως - Τρείς Ίλες αρµάτων - 55 άρµατα). Το 1950 εξάλλου προστέθηκε στη Σχολή ΤΘ το τµήµα ∆ιοικητών Μονάδων (13/4) για την εκπαίδευση των ανώτερων στελεχών του Όπλου. Η Σχολή συµπληρώθηκε το επόµενο έτος µε το τµήµα Διοικητών Υποµονάδων για την Τεχνική και Τακτική κατάρτιση των κατώτερων Αξ/κών (15 / 10 / 1951).
Από το 1952 άρχισε να λειτουργεί και το Τµήµα Βασικής Εκπ/σεως για τους εξερχόµενους από τη ΣΣΕ Ανθυπιλάρχους. Τον Οκτώβριο του 1954 το ΚΕΤ µεταστάθµευσε στο Γουδί, όπου και ανασυγκροτήθηκε περιλαµβάνοντας:
- Τη Σχολή Αξ/κών Τεθ/νων µε: Τµήµα Διοικητών Μονάδων Τµήµα Διοικητών Υποµονάδων Τµήµα Βασικής εκπ/σεως Τεθ/νων (Μονάδα Αξ/κών - YEA).
- Το Σύνταγµα εκπ/σεως οπλιτών Τεθ/νων (ΣΕΟΤ), στο οποίο ανατέθηκε η Βασική και Ειδική εκπ/ση των οπλιτών καθώς και η Τεχνική εκπ/ση των Αξ/κών του Όπλου.
- Το ειδικό Σύνταγµα Τεθ/νων στο οποίο υπάχθηκαν οι πρότυπες Ίλες Αναγνωρίσεως και Αρµάτων.
Από το 1952 το όπλο απέκτησε και τους καταστροφείς αρµάτων Μ18, από τους οποίους συγκροτήθηκαν τα 397, 398 και 399 Συντάγµατα Καταστροφέων αρµάτων. Στη διάρκεια του 1954 οργανώθηκε η IX Μεραρχία σε Τεθωρακισµένη µε δύο Διοικήσεις Μάχης (1η και 2η ΔΜΑ), πλην όµως δεν διέθετε στοιχειώδη µέσα και δεν µπορούσε να θεωρηθεί ως σύγχρονη Τεθωρακισµένη Μεραρχία. Η συγκρότηση Τεθωρακισµένου Σχηµατισµού άρχισε στην ουσία το 1956 µε την ίδρυση της XX Τεθωρακισµένης Μεραρχίας (τέως IX), η οποία ολοκληρώθηκε το 1960. Το 1957 άρχισε η παραλαβή των πρώτων Μέσων αρµάτων, των Μ47, τα οποία ήταν από τα πιό σύγχρονα άρµατα της εποχής.
Με αυτά τα άρµατα συγκροτήθηκαν το 21ο και 22ο Συντάγµατα Μέσων αρµάτων (ΕΜΑ), µε τη µορφή που παραµένουν µέχρι σήµερα. Οι ΕΜΑ αυτές διέθεταν Ίλη Διοικήσεως, 3 Ίλες αρµάτων (3 Ουλαµοί των 5 αρµάτων, άρµα Διοικιτού Ίλης και ΠΑΠ) και σύνολο 55 άρµατα (στην Ίλη Διοικήσεως άρµα Διοικητού Επιλαρχίας, 3ου Γρ., ΑΕΛΑ και Αξ/κού Συνδέσµου ΠΒ). Στη δε Ίλη Διοικήσεως προβλεπόταν Ουλαµός όλµων 4,2' (4 στοιχεία). Το 1959 εκτός των Διοικήσεων Μάχης της Τεθωρακισµένης Ταξιαρχίας, µετονοµάστηκαν οι Α', Β' και Γ' ΔΜΑ σε Α', Β' και Γ' Τεθωρακισµένο Συγκρότηµα αντίστοιχα, τα οποία ενεργούσαν υπό τα Σώµατα Στρατού.
Κάθε Τεθωρακισµένο Συγκρότηµα περιελάµβανε: Ίλη Αναγνωρίσεως, Επιλαρχία Καταστροφέων Αρµάτων (Μ18, 2 Ιλες), Ουλαµό Διαβιβάσεων, Μικτό Λόχο Μεταφορών, Συνεργείο Επισκευών και Όρχο Ανταλλακτικών. Μετονοµάστηκαν επίσης οι Μονάδες Τεθωρακισµένου Ιππικού µε Μ24 σε Μονάδες Αναγνωρίσεως. Διαλύθηκαν η Ίλη αρµάτων ΚΕΤ (Μ24), η 1η και η 2η Επιλαρχία Τεθωρακισµένου Ιππικού (Μ8) και συγκροτήθηκαν (στον πόλεµο) η Ίλη αρµάτων Κένταυρος και η 5η και 6η Επιλαρχία Τεθωρακισµένου Ιππικού (Μ8). Το 1960 αποτελεί το τελευταίο έτος αναδιοργάνωσης και ανάπτυξης της XX Τεθωρακισµένης Μεραρχίας, η οποία αποτελέσθηκε από:
- Στρατηγείο και Ίλη Στρατηγείου
- 1η ΔΜΑ (Επιτελείο και Ίλη Διοικήσεως, 23 ΕΜΑ, 646 ΤΤΠ)
- 2η ΔΜΑ (Επιτελείο και Ίλη Διοικήσεως, 22 ΕΜΑ, 645 ΤΤΠ)
- 3η ΔΜΑ (Επιτελείο και Ίλη Διοικήσεως, 21 ΕΜΑ, 644 ΤΤΠ)
- ΔΠΒ/ΧΧ ΤΘΜ (137, 138, 139 ΤΜΠΠ και 190 ΤΜΠΠ)
- ΔΔΜ/ΧΧ ΤΘΜ (Επιτελείο και Ίλη Διοικήσεως. 859 ΤΕΜ, 338 ΤΕΠ, 685 ΠΣΥΠ, XX ΙΛΥΒ)
Το 1963 είναι έτος σοβαρών αλλαγών για το όπλο. Παραλαµβάνονται τα νέα άρµατα Μ48, µε τα οποία αρχίζουν να εφοδιάζονται οι Μονάδες της XX ΤΘΜ (πρώτη η 22η ΕΜΑ), όπως επίσης και τα ΤΟΜΠ Μ113. Σε συνδυασµό µε την συνέχιση της παραλαβής των Μ47, ανανεώνεται το υλικό µε διακινήσεις αρµάτων µεταξύ των Μονάδων. Όσες Επιλαρχίες εφοδιάζονται µε Μ47 ονοµάζονται ΕΜΑ. Παράλληλα µε την αλλαγή του υλικού επέρχονται και σοβαρές οργανωτικές διαφοροποιήσεις. Τα τρία Τεθωρακισµένα Συγκροτήµατα Α', Β', και Γ' των Σωµάτων Στρατού διαλύονται και οι Επιλαρχίες τους υπάγονται στις Μεραρχίες Πεζικού, οι οποίες αποκτούν για πρώτη φορά Μονάδες αρµάτων και οι ΙΛΑΝ Α', Β' και Γ' στη Στρατιά.
Επίσης συγκροτούνται η II ΙΛΑΝ (Μ24, Πολύκαστρο) υπό την II ΜΠ, η VI ΙΛΑΝ (Μ24) υπό την VI ΜΠ και η Χ ΙΛΑΝ (Μ24) υπό την Χ ΜΠ. Το επόµενο έτος οι 5η, 6η και 7η Ίλες Τεθωρακισµένου Ιππικού συγκροτούν στον πόλεµο τη 2η Επιλαρχία Αναγνωρίσεως και στη συνέχεια όλες οι Μονάδες και Υποµονάδες µε την ονοµασία "Τεθωρακισµένο Ιππικό" µετονοµάζονται σε "Αναγνωρίσεως" και δεν υφίσταται πλέον η ονοµασία Ιππικό σε καµµία µονάδα του Όπλου. Επίσης υπό την VI ΜΠ συγκροτείται η 394 ΕΜΑ (Μ47) στο Πολύκαστρο, η οποία προέρχεται από την 399 ΕΚΑ (Μ18). Το 1964 συνεχίσθηκε η παραλαβή των αρµάτων Μ48 από τις Επιλαρχίες της XX ΤΘΜ (21 και 23 ΕΜΑ).
Το 1967 συγκροτείται στο Αµύνταιο η 395 ΕΜΑ µε άρµατα Μ47 υπό την IX ΜΠ και διαλύονται οι 10 και 12 ΙΛΑΝ (MARMON). Το 1968 αποφασίσθηκε για πρώτη φορά η συγκρότηση Τεθωρακισµένης Ταξιαρχίας, της XXI, αλλά αυτό δεν κατέστη δυνατόν µέχρι το 1970, λόγω µη παραλαβής του προβλεπόµενου υλικού. Στις Επιλαρχίες της XX ΤΘΜ (21, 22 και 23 ΕΜΑ) καταργήθηκε ο Ουλαµός όλµων 4,2" που προβλεπόταν στην Ίλη Διοικήσεως. Στις Επιλαρχίες των Μεραρχιών Πεζικού (391, 392, 393, 394 και 395) εντάχθηκαν οι Ίλες Αναγνωρίσεως (XI, II, Χ, VI ΚΑΙ XII ΙΛΑΝ) και οι Επιλαρχίες αριθµήθηκαν σύµφωνα µε τις αντίστοιχες Μεραρχίες στις οποίες υπαγόταν (392, 394, 395, 392, 391 και 397 σε 2η, 6η, 9η, 10η, 11η και 12 ΕΜΑ).
Το 1970 άρχισε η παραλαβή των AMX-30 από τη Γαλλία, των πρώτων πετρελαιοκίνητων και πιό σύγχρονων αρµάτων (συνολικά 190 άρµατα). Επίσης άρχισε η συγκρότηση των Μονάδων της XXI ΤΘΤ στο Λιτόχωρο (211, 212 ΕΜΑ, 21 ΙΛΑΝ, 21 Λ∆Β, 21 ΛΣΥ, 21 ΛΕΜ, 21 ΛΥΓ, 21 ΔΕΣΑ, Ίλη Στρατηγείου), η οποία περατώθηκε το 1971. Επίσης συγκροτήθηκαν η 1η και 2η ΙΛΑΝ (Μ8) υπό την ΑΣΔΕΝ και η 46 ΙΛΑΝ υπό το Συγκρότηµα 46 ΣΠ. Το 1971, µε την παραλαβή νέου υλικού και τις οργανωτικές µεταβολές, έλαβαν χώρα σοβαρές αλλαγές. Στην XX ΤΘΜ άρχισε η συγκρότηση των 24, 25 και 26 ΕΜΑ µε άρµατα Μ48, µε αποτέλεσµα οι ΔΜΑ να διαθέτουν δύο ΕΜΑ και η Μεραρχία έξι συνολικά.
Με τα άρµατα ΑΜΧ-30 συγκροτήθηκε στο ΚΕΤΘ η ΕΜΑ ΑΜΧ-30, η οποία στη συνέχεια µετονοµάστηκε σε 30 ΕΜΑ. Ακόµη συγκροτήθηκαν οι 8η και 15η ΕΜΑ στις αντίστοιχες Μεραρχίες Πεζικού, οι οποίες δεν διέθεταν Επιλαρχία µε άρµατα Μ47, ΙΛΑΝ στην 9η ΕΜΑ και Διµοιρία Αεροπορίας Στρατού στην XXI. Αποφασίστηκε τα Σώµατα Στρατού να διαθέτουν Επιλαρχία Αναγνωρίσεως και γι'αυτό το λόγο οι Α', Β', και Γ' ΙΛΑΝ αναπτύχθηκαν σε Α', Β' και Γ' ΕΑΝ µε Μ47. Από τα τµήµατα δε των Β' και Γ' ΙΛΑΝ που απέµειναν στη Ρόδο και τη Μυτιλήνη συγκροτήθηκαν οι XVI και XVII ΙΛΑΝ αντίστοιχα µε Μ24, οι οποίες την επόµενη χρονιά µετονοµάστηκαν σε ΙΛΕΧ.
Επίσης το 1971 έχουµε και την µετονοµασία του ΣΥΤ σε ΚΕΤΘ και της 25 ΕΑΝ της XX ΤΘΜ σε 20 ΕΑΝ. Το 1973 συγκροτήθηκε στην V Μ Π η 5η ΕΑΡΜ, µε προσωπικό και υλικό της 399 ΕΚΑ, η οποία διαλύθηκε και έπαψε να υφίσταται Μονάδα Καταστροφέων Αρµάτων στο Όπλο. Η Ίλη Βασιλικής Φρουράς, αφού µετονοµάστηκε για µικρό χρονικό διάστηµα σε Ίλη Προεδρικής Φρουράς, κατόπιν διαλύθηκε, το δε προσωπικό, υλικό και οι ίπποι της µεταφέρθηκαν στο ΚΕΙΠΠ.
ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ 1974 - 1994
Η εξέλιξη του όπλου µετά το 1974, ακολουθώντας τη συνολική εξέλιξη του Στρατού λόγω της Ελληνοτουρκικής κρίσης, υπήρξε ραγδαία. Το 1974 άρχισε η συγκρότηση δύο νέων ΕΜΑ, της 221 υπό την II ΜΠ, η οποία απέκτησε και δεύτερη ΕΜΑ και της 99 ΕΜΑ υπό την 99 ΣΔΙ, η οποία την επόµενη χρονιά µετονοµάστηκε σε 16 ΕΜΑ. Στα νησιά αναπτύχθηκαν οι ΜΙΛΑΡ, 1η (Λήµνος), 2η (Μυτιλήνη), 3η (Χίος), 4η (Σάµος), 5η (Κως), 6η (Ρόδος), ενώ παράλληλα διαλύθηκαν οι XVI και XVII ΙΛΕΧ. Οι Μονάδες αυτές των νησιών µετονοµάστηκαν το 1975 από 1η, 2η, 3η, 4η, 5η, 6η ΜΙΛΑΡ σε 88, 98, 96, 79 ΕΑΡΜΕΘ και 80, 95 ΕΑΡΜΕΧ, αφού αναπτύχθηκαν σε Επιλαρχίες µε δύο Ίλες (95 ΕΑΡΜΕΧ και 98 ΕΑΡΜΕΘ µε τρείς Ιλες).
To 1976 διαλύθηκαν οι επιστρατευόµενες Μονάδες 1η, 2η, 5η, 9η ΕΑΝ (MARMON) και 4η, 8η, 46η ΙΛΑΝ (MARMON), η δε 5η ΙΛΑΝ εντάχθηκε οργανικά στην 5η ΕΑΡΜ. Με τη συνέχιση της παραλαβής των ΑΜΧ-30 το 1975 άρχισε η συγκρότηση στο ΚΕΤΘ της 31ης ΕΜΑ, η οποία στη συνέχεια µεταφέρθηκε στην Ασσηρο και το 1977 της 32 ΕΜΑ. Με τις Μονάδες των Γαλλικών αρµάτων και ΤΟΜΠ έγινε το 1977 συγκρότηση νέου Σχηµατισµού, της XXII ΤΘΤ, η οποία µε την ολοκλήρωση της το 1978 περιέλαβε: 31-32 ΕΜΑ, 22 ΙΛΑΝ, 638 ΜΤΠ (ΑΜΧ-10), 151 Α/Κ ΜΜΠ, 22 ΛΥΠ, 22 ΛΕΜ, 22 ΛΥΓ, 22 ΛΣΥ, 22 Λ∆Β, 22 ΛΜΧ και Ίλη Στρατηγείου.
Το 1977 αποφασίστηκε και η ανάπτυξη της 3ης ΔΜΑ σε XXIII ΤΘΤ υπό την Στρατιά στην Αλεξανδρούπολη, η οποία µε την ολοκλήρωση της το 1978 περιέλαβε: 21, 24 ΕΜΑ, 23 ΙΛΑΝ, 138 Α/Κ ΜΜΠ, 23 ΛΜΧ, 23 Λ∆Β, 23 ΛΣΥ, 23 ΛΥΓ, 23 ΛΕΜ, 23 ΛΥΠ, Ίλη Στρατηγείου. Το 1978 έγιναν σοβαρές αλλαγές στην οργάνωση και συγκρότηση των Μονάδων του Όπλου. Η 1η και 2η ΔΜΑ αναπτύχθηκαν σε XXIV και XXV ΤΘΤ και από το 1979 που ολοκληρώθηκε η ανάπτυξη τους, περιέλαβαν η µεν XXIV: 23, 26 ΕΜΑ, 24 ΙΛΑΝ, 647 ΜΤΠ, 137 Α/Κ ΜΜΠ, 24 ΛΜΧ, 24 Λ∆Β, 24 ΛΣΥ, 24 ΛΕΜ, 24 ΛΥΠ, 24 ΛΥΓ, Ίλη Στρατηγείου.
Η δε XXV: 22,25 ΕΜΑ, 25 ΙΛΑΝ, 645 ΜΤΠ, 139 Α/Κ ΜΜΠ, 25 ΛΜΧ, 25 Λ∆Β, 25 ΛΣΥ, 25 ΛΕΜ, 25 ΛΥΠ, 25 ΛΥΓ, Ίλη Στρατηγείου. Με την ανάπτυξη των ταξιαρχιών, η XX ΤΘΜ µετέπεσε σε Επιχειρησιακό Στρατηγείο και ανέλαβε υπό διοίκηση σε καιρό ειρήνης τις XXIV και XXV ΤΘΤ µέχρι το 1985 οπότε στη θέση της XXV ΤΘΤ, που υπάχθηκε στο Δ' ΣΣ, ανέλαβε την XXII ΤΘΤ. Παράλληλα µε τις ΤΘΤ αναπτύχθηκαν και οι 33 και 34 Μ/Κ ΤΑΞ ΠΖ, υπό τις οποίες υπάχθηκαν η 2η και 221 ΕΜΑ που µετονοµάστηκαν σε 33 και 34 ΕΜΑ αντίστοιχα. Προβλέφθηκε και στις Μ/Κ ΤΑΞ ΠΖ η συγκρότηση των 33 (από την ΙΛΑΝ της 2ης ΕΜΑ) και 34 ΙΛΑΝ, στη συνέχεια όµως καταργήθηκαν χωρίς να συγκροτηθούν οι 23, 24, 25 και 34 ΙΛΑΝ.
Οι 21, 22 και 33 ΙΛΑΝ που είχαν συγκροτηθεί µετονοµάστηκαν σε 16η, 1η και 5η ΙΛΑΝ και υπάχθηκαν στις αντίστοιχες Μεραρχίες Πεζικού. Με τον τρόπο αυτό τα Σώµατα Στρατού διέθεταν πλέον Επιλαρχίες (Α', Β', Γ', Δ') Αναγνωρίσεως (η 20η ΕΑΝ είχε µετονοµαστεί σε Δ' ΕΑΝ το 1977) και Ίλες Αναγνωρίσεως (1η, 5η, 6η, 8η, 9η, 10η, 11η, 12η, 15η, 16η) οι Μεραρχίες Πεζικού, οι οποίες ανεξαρτητοποιήθηκαν από τις αντίστοιχες ΕΜΑ. Η ανεξαρτητοποίηση διατηρήθηκε µέχρι το 1982, οπότε οι ΙΛΑΝ συγχωνεύθηκαν και πάλι στις αντίστοιχες ΕΜΑ σε καιρό ειρήνης.
Το 1978 έγινε και η συγκρότηση της 3ης ΙΜΑ στο Βόλο µε άρµατα Μ48 και στη συνέχεια µε ΑΜΧ-30, η πρώτη Μονάδα Τεθωρακισµένων της Μεραρχίας Ειδικών Δυνάµεων, η οποία υπάχθηκε στο 32 Σύνταγµα Πεζοναυτών (µετέπειτα Ταξιαρχία). Επίσης καταργήθηκαν οι 4η, 28η και 29η ΕΑΝ και το όπλο έπαυσε πλέον να διαθέτει επιστρατευόµενες Μονάδες. Όσον αφορά στη σύνθεση των Μονάδων, τα άρµατα του ΑΕΛΑ, του Αξκού Συνδέσµου του Πυροβολικού και των ΠΑΠ στις ΕΜΑ - ΕΑΝ καθώς και τα άρµατα του Διοικητού και Αξ/κού 3ου Ε.Γ στις Ίλες Στρατηγείου αντικαταστάθηκαν µε ΤΟΜΠ, µε αποτέλεσµα οι ΕΜΑ να διαθέτουν 50 άρµατα και οι ΕΑΝ 23.
Με την παραλαβή των Α/Α Κ/Β ΚΕΡΑΥΝΟΣ συγκροτήθηκαν Οµάδες Α/Α ΚΕΡΑΥΝΟΣ στις ΕΜΑ -ΕΑΝ - ΙΛΑΝ για την αντιαεροπορική προστασία των Μονάδων και τέλος στις ΕΑΝ συγκροτήθηκε Ουλαµός ΠΑΟ 106 χιλ. µε 6 στοιχεία. Από το 1979 µέχρι το 1992 οι σοβαρότερες αλλαγές στο Όπλο των Τεθωρακισµένων επήλθαν στον τοµέα του υλικού. Από το 1979 άρχισε η παραλαβή των πρώτων Μ48Α5 που προέκυψαν από τον εκσυγχρονισµό των Μ48 στο 304 ΠΕΒ (Βελεστίνο). Συνολικά µέχρι το 1987 εκσυγχρονίστηκαν 326 Μ48 σε Μ48Α5 και 212 Μ48 σε Μ48Α3 (πυροβόλο 90 χιλ.). Τα Μ48Α5 παρέλαβαν οι 211, 212, 21, 24, 12, 16 ΕΜΑ και οι 12, 16 ΙΛΑΝ και τα Μ48Α3 οι 22, 25, 33, 34 ΕΜΑ.
Εκτός από τα Μ48Α5 που εκσυγχρονίστηκαν στο 304 ΠΕΒ, από το 1988 µέχρι το 1991 παρελήφθησαν άλλα 390 Μ48Α5 από τα αποθέµατα της Εθνοφρουράς των ΗΠΑ. Από τη Γερµανία το 1983 και 1984 παρελήφθησαν 106 LEOPARD 1GR και διατέθηκαν στις 23 και 26 ΕΜΑ και µεταξύ 1983 και 1985 110 M48A2C, µε τα οποία εξοπλίστηκαν οι 10η και 11η ΕΜΑ. Από πλευράς οργανωτικών αλλαγών, το 1979 καταργήθηκε η ΔΙΤ της Στρατιάς και το 1981 η ΔΙΤ των ΣΣ και η µόνη διεύθυνση που παρέµεινε είναι της ΑΣΔΕΝ. Το 1982 οι ΛΥΠ, ΛΕΜ, ΛΤΧ και ΛΥΓ των ΤΘΤ τέθηκαν υπό ενιαία διοίκηση και σχηµάτισαν τις 21,22,23,24 και 25 ΕΥΠ.
Οι 8η ΕΜΑ (-) και 15 ΕΜΑ (-) µεταστάθµευσαν στη Ρόδο και Λέσβο και µετονοµάστηκαν σε 395 ΕΑΡΜΕΧ και 398 ΕΑΡΜΕΘ αντίστοιχα. Η 8η και 15η ΕΜΑ απέµειναν µε µία ΙΜΑ και σ'αυτές συγχωνεύθηκαν οι αντίστοιχες ΙΛΑΝ, το δε 1984 απέκτησαν πλήρη σύνθεση µε τη συγκρότηση 2ης και 3ης ΙΜΑ, Το 1983 αποφασίστηκε η διάλυση του ΚΕΙΠΠ, η οποία ολοκληρώθηκε το 1986 µε την παράδοση του υλικού και των εγκαταστάσεων του στο ΣΕΓΑΣ και από τη χρονιά αυτή και µετά δεν υπάρχει πλέον οποιοδήποτε έφιππο τµήµα. Για την καλύτερη εκπαίδευση των µονάδων του όπλου, συγκροτήθηκαν το 1988 η Ίλη Πεδίου Βολής αρµάτων Λιτοχώρου υπό την XXIV ΤΘΤ και το 1990 η Ίλη αρµάτων Πεδίου Βολής Ξάνθης υπό την XXV ΤΘΤ.
Το 1990 υπογράφηκε από όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες η Συµφωνία για τη µείωση των συµβατικών δυνάµεων στην Ευρώπη (CFE). Στα πλαίσια της συµφωνίας αυτής ο αριθµός των αρµάτων για την Ελλάδα καθορίστηκε στα 1735. Λόγω των µειώσεων που καθορίστηκαν από την Συµφωνία, η Ελλάδα παρέλαβε από το 1992 µέχρι το 1994 άρµατα από άλλες χώρες που τα απέσυραν και συγκεκριµένα: 170 LEO 1V - 2 LE01Α5 και 88 Μ113Α1 από την Ολλανδία, 359 Μ60Α1,312 M60A3TTS και 4 Μ578 από τις ΗΠΑ, 25 Μ88Α1 και 10 Γ/Φ Μ48Α2 από τη Γερµανία. Επίσης από πλευράς αρµάτων το 1993 και 1994 παρελήφθησαν 77 LEO 1Α5 από τη Γερµανία στα πλαίσια προηγούµενης συµφωνίας, καθώς και 92 ΒΜΡ-1 από τα αποθέµατα της πρώην Ανατολικής Γερµανίας.
Παράλληλα το 1992 άρχισε στο 304 ΠΕΒ ο εκσυγχρονισµός 200 Μ48Α5 µε το νέο σύστηµα ελέγχου πυρός MOLF και το 1994 η υλοποίηση του δεύτερου προγράµµατος εκσυγχρονισµού και άλλων 200 αρµάτων, που προβλέπεται να ολοκληρωθεί το 1995. Για τη συµµόρφωση µε τον αριθµό αρµάτων που καθορίστηκε στη Συνθήκη, η Ελλάδα υποχρεώθηκε να καταστρέψει 990 άρµατα: 61 Μ24, 391 Μ47, 296 Μ48, 106 M48A2C, 188 Μ48Α3, 9 Μ48Α5 και 140 ΑΜΧ-30 (ενδεχοµένως). Η καταστροφή άρχισε το 1992 και θα ολοκληρωθεί µέχρι το Νοέµβριο του 1995. Με την είσοδο του νέου υλικού, το 1993 έγιναν και µεγάλες οργανωτικές αλλαγές.
Συγκροτήθηκαν οι 1η, 11η, 37η ΕΜΑ, 289 ΙΜΑ, 80, 95 ΕΑΝΕΑ, 88 ΙΛΑΝ και 79, 96 ΙΛΑΝΕΘ, ενώ καταργήθηκαν οι ΙΛΑΝ των Μεραρχιών Πεζικού (1η, 5η, 6η, 8η, 9η, 10η, 11η, 12η, 15η, 16η) και µετονοµάστηκαν η 1η σε 7η ΕΜΑ, η 27η σε 15η ΕΜΑ, η 11η σε 311 ΕΜΑ και η 15η σε 50 ΕΜΑ. Οι ΕΜΑ αναδιοργανώθηκαν µε µείωση των αρµάτων από 50 σε 41 (Ουλαµοί 4 αρµάτων, Ίλες 13 αρµάτων). Το 1994 άρχισε η παραλαβή νέων προηγµένων εξοµοιωτών, οι οποίοι θα συµβάλουν στη βελτίωση της ποιότητας της εκπαιδεύσεως. Εγκαταστάθηκε στο ΚΕΤΘ ο εξοµοιωτής βολής LEO 1V, στο Λαγό Έβρου ο εξοµοιωτής βολής Μ60Α3 και στην Αλεξανδρούπολη ο εξοµοιωτής βολής Μ48Α5 MOLF.
Για το 1995 προβλέπεται η εγκατάσταση του εξοµοιωτή οδηγήσεως M60-LEO στο ΚΕΤΘ και του εξοµοιωτή βολής LEO 1A5 στην Ξάνθη. Η τριετία 1992 - 1995 µπορεί να χαρακτηριστεί κοσµογονική για τα Τεθωρακισµένα και µοναδική ακόµη και για τα παγκόσµια δεδοµένα. Εχουµε παραλαβή 1318 αρµάτων πέντε διαφορετικών τύπων µε αποτέλεσµα όλες οι Μονάδες να αλλάξουν άρµατα µε τον ένα ή τον άλλο τρόπο (παραλαβή νέων ή εκσυγχρονισµός παλαιοτέρων). Αλλά και από πλευράς αριθµών, η µεταβολή είναι εντυπωσιακή µέσα σε διάστηµα 20 ετών διότι το όπλο διπλασιάστηκε. Ενώ το 1974 διέθετε 18 ΕΜΑ, 4 ΕΑΝ και 12 ΙΛΑΝ, το 1994 έφτασε στις 34 ΕΜΑ, 6 ΕΑΝ, 3 ΙΛΑΝ και 4 ανεξάρτητες Ίλες.
ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1995 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ
Ο Ελληνικός Στρατός κατά την πάροδο των χρόνων είχε πολλά στάδια εξέλιξης, τα οποία συμβάδιζαν με την τεχνολογίκη εξέλιξη των οπλικών συστημάτων. Η θέληση των στελέχων των Ενόπλων Δυνάμεων να παράσχουν το αγαθό της ασφάλειας στους πολίτες αλλά και η υψηλής επικυνδινότητας γεωγραφίκη τοποθέσια της Ελλάδας , έκαναν επιτακτική την ανάγκη εξέλιξης των Ενόπλων Δυνάμεων.
Έτσι Όπλα του Ελληνικού Στρατού πήραν διαφορετική μορφή και άλλαξαν εντελώς περιεχόμενο, για παράδειγμα το άλλωτε Όπλο του Ιππικού που συμμετείχε ενεργά και νικηφόρα στα μέτωπα της Αλβανίας κατά την περίοδο 1940 - 1941 μετονομάστηκε σε Όπλο Τεθωρακισμένων και μαζί με την ονομασία σταδιακά άλλαξε και περιεχόμενο. Σήμερα το Όπλο των Τεθωρακισμένων είναι ένα απο τα πιο αξιόμαχα του Στρατού Ξηράς, το οποίο εξοπλίζεται με υπερσύγχρονα άρματα μάχης, τα οποία συντελούν στην καλή λειτουργία του. Τα τεθωρακισμένα ανήκουν στην ομάδα των όπλων (Όπλα - Σώματα), και είναι το δεύτερο αρχαιότερο Όπλο του στρατού. Αποτελεί εξέλιξη του ιππικού.
Η παραπάνω μετεξέλιξη του Όπλου, από Ιππικό σε Όπλο Τεθωρακισμένων, συμβολίζεται Λακωνικά στο έμβλημα του Όπλου: Πιό συγκεκριμένα παρουσιάζονται σπάθες χιαστί με πέταλο αλόγου, τα οποία συμβολίζουν το παλαιό Ιππικό, επίσης πάνω και ανάμεσα στις σπάθες παρουσιάζεται ένα άρμα μάχης, το οποίο συμβολίζει το σύγχρονο Όπλο των Τεθωρακισμένων. Ρητό του Όπλου των Τεθωρακισμένων είναι: Όπου η δόξα και το καθήκον. Προστάτιδα του Όπλου των Τεθωρακισμένων είναι η Αγία Μαύρα. Άξιο σημείωσης είναι ότι τα στελέχη των Τεθωρακισμένων φέρουν μπερέ χρώματος μαύρο.
Αποστολή των Τεθωρακισμένων Μονάδων είναι η εμπλοκή και καταστροφή των εχθρικών δυνάμεων με την χρησιμοποίηση πυρός, κινήσεως και κρούσεως, σε συνδυασμό με τα άλλα όπλα. Το Όπλο αυτό αποτελεί ένα καλό συνδυασμό ευελιξίας (στο πεδίο της μάχης) και ισχύος πυρός. Οι μονάδες αρμάτων έχουν τις παρακάτω ικανότητες:
- Διεξαγάγουν επιχειρήσεις, που απαιτούν μεγάλη ισχύ πυρός, ευκινησία, προστασία θώρακος και ψυχολογική επίδραση.
- Επίθεσης ή αντεπίθεσης, υπό το εχθρικό πυρ.
- Καταστροφής εχθρικών Τεθωρακισμένων, δια πυρός.
- Υποστήριξη μηχανοκινήτων Μονάδων και Μονάδων Πεζικού δια πυρός, κινήσεως και ψυχολογικής επίδρασης.
- Ταχεία εκμετάλλευση των αποτελεσμάτων των όπλων μαζικής καταστροφής.
- Παροχή υποστήριξης με πυρά.
- Διεξαγωγή επιχειρήσεων κάτω από συνθήκες περιορισμένης ορατότητας με τη χρησιμοποίηση συσκευών επιτηρήσεως.
Το πλήρωμα ενός τεθωρακισμένου αποτελείται συνήθως από 4 άνδρες:
Για την εκπαίδευση τόσο των στρατιωτών όσο και των μονίμων αξιωματικών υπαξιωματικών χρησιμοποιούνται υπερσύγχρονα μέσα όπως εξομοιωτές ώστε να δώσουν στον υποψήφιο αρματιστή μια πρώτη εικόνα και μια πρώτη εμπειρία οδηγήσεως κυρίως αλλά και βολών με το άρμα του. Έτσι επιτυγχάνεται ύψιστη ασφάλεια του προσωπικού καθώς τα πλείστα ατυχήματα γίνονται από απειρία καθώς επίσης και εξοικονόμηση χρημάτων, αν λάβουμε υπόψη ότι οι τιμές των βλημάτων κυμαίνονται μεταξύ 300 και 1000 λιρών Κύπρου. Στην Ελλάδα για το σκοπό αυτό έχει ιδρυθεί το ΚΕΤΘ "ΚΕΝΤΡΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΤΕΘΩΡΑΚΙΣΜΕΝΩΝ" στο οποίο εκπαιδεύεται εκτός από το ελληνικό στράτευμα και οι Κύπριοι μόνιμοι αξ/κοι υπαξ/κοι.
Όπως προαναφέρθηκε τα μόνιμα στελέχη των τεθωρακισμένων τυγχάνουν εκπαιδεύσεως στην Ελλάδα, ερχόμενοι σε επαφή όχι μόνο με τα μέσα που διαθέτει ο Ελληνικός και Κυπριακός στρατός αλλά και με αλλά ξένα σύγχρονα μέσα. Οι οπλίτες που επιλέγονται για τα τεθωρακισμένα μετά την κατάταξη τους στα Κέντρα εκπαιδεύσεως Νεοσυλλέκτων, όπου τους παρέχεται η βασική στρατιωτική εκπαίδευση, ακολουθούν τον Β' Κύκλο εκπαιδεύσεως στα Ειδικά Κέντρα Εκπαιδεύσεως (ΕΚΕ).
Τα ΕΚΕ της εθνικής φρουράς διεξάγονται στις μονάδες των τεθωρακισμένων όπου οι νεοσύλλεκτοι στρατιώτες λαμβάνουν εκτός από την εκπαίδευση τους στα άρματα και την εκπαίδευση ένοπλου στρατιώτη (μαχητές) κάτω από τα υψηλά πρότυπα της 20ης Τεθωρακισμένης Μεραρχία (ΧΧΤΘΜ) και την εις βάθος εκπαίδευση από τους εκπαιδευτές. Έτσι ο τεθωρακισμένος εκτός από πρότυπο αρματιστή είναι και πρότυπο ένοπλου στρατιώτη. Μονάδες των τεθωρακισμένων είναι οι ΕΜΑ (Επιλαρχία Μέσων Αρμάτων) και οι ΕΑΝ (Επιλαρχία Αναναγνωρίσεως).
Στα νησιά του Αιγαίου οι αντίστοιχες μονάδες ονομάζονται ΕΑΡΜΕΘ (Επιλαρχία Αρμάτων ΕΘνοφυλακής) και ΕΑΝΕΘ (Επιλαρχία Αναγνωρίσεως ΕΘνοφυλακής). Στην Κύπρο, υπάρχουν μονάδες τεθωρακισμένων οπως η 28 ΕΤΟΜΑ (Επιλαρχια Τεθωρακισμενων Οχημάτων Μάχης) με τα ρωσσικά BMP3 και την 27 ΕΜΑ ( Επιλαρχία Μέσων Αρμάτων) με τα ρώσσικα T-80u οι οποίες υπάγοται στην 20η τεθωρακισμένη ταξιαρχία (XX TΘΤ), η οποία διαθέτει όλα τα υπερσύγχρονα μέσα και άρτια εκπαιδευμένο προσωπικό και είναι σε θέση και επιφυλακή να εκτελέσει ανά πάσα στιγμή την αποστολή της.
Άρματα του Ελληνικού Στρατού
Η προμήθεια των επιπλέον 150 Leopard 1Α5 οδήγησε στην ακύρωση των σχεδίων αναβάθμισης των Leopard 1-Α3GR (104 άρματα) και Leοpard 1V/ΙNL (170 άρματα) και επομένως στην οριστική απόσυρσή τους. Ορισμένα από αυτά μετατράπηκαν σε οχήματα περισυλλογής, γεφυροφόρα και μηχανικού. Συνεπώς, ο Ελληνικός στρατός διαθέτει σήμερα 501 άρματα Leopard 1A5 (25 από τα τελευταία 75 θα χρησιμοποιηθούν ως ανταλλακτικά), που εξοπλίζουν 12 επιλαρχίες και την ίλη της 32ης Ταξιαρχίας Πεζοναυτών. Τα μεταχειρισμένα Leοpard 2Α4 θα εξοπλίσουν 4 ακόμη επιλαρχίες, ενώ άλλες τόσες θα παραλάβουν τα Leopard 2HEL.
H εταιρεία Συστήματα Αμυντικών Οχημάτων (HDVS) συμμετέχει στην αξιοποίηση των 53 Leopard 2A4 που αποκτήθηκαν από τα αποθέματα του Γερμανικού Στρατού προς 250.000 ευρώ ανά μονάδα περίπου. Τα άρματα θα περάσουν από πρόγραμμα γενικής επιθεώρησης, επισκευής και αναβάθμισης. Έχει αποφασιστεί η αγορά 13 επιπλέον αρμάτων που θα χρησιμοποιηθούν ως ανταλλακτικά, αλλά εκκρεμεί η υπογραφή της συμφωνίας. Περί το 2015, η ηλικία των Leopard 1A5 θα φθάσει τα 40 - 45 έτη από την ημερομηνία κατασκευής τους και τα 25 - 28 έτη από την ημερομηνία του τελευταίου εκσυγχρονισμού τους.
Για τα Μ-48 Α5 MOLF οι αντίστοιχες τιμές είναι 55 και 20 - 25 έτη αντίστοιχα, κάτι που σημαίνει ότι θα απαιτηθεί η εκπόνηση προγράμματος αναβάθμισης των πρώτων και αντικατάστασης των τελευταίων. Για την πλήρη κάλυψη της οροφής των 1.250 αρμάτων μάχης που έχει καθορίσει η Ελλάδα, θα ήταν ευχής έργο να εκσυγχρονισθούν 500 Leopard 1A5 που μαζί με την παραγγελία 250 περίπου επιπλέον Leopard 2 HEL ή αντίστοιχη προμήθεια μεταχειρισμένων Leopard 2A4 θα επιτρέψουν την σταδιακή απόσυρση όλων των M-48 και Μ-60. Εναλλακτικά, εξετάζεται η μείωση της οροφής στα 1.000 αξιόπιστα άρματα μάχης, στόχος που κρίνεται ρεαλιστικότερος.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Σ' αυτή την κατά το δυνατόν περιληπτική Ιστορία του Όπλου καταβλήθηκε προσπάθεια, όπως δοθεί µια πλήρης εικόνα της οργανώσεως και εξελίξεως του από την σύσταση του Νεοελληνικού Κράτους, αλλά και της προσφοράς και των θυσιών των Ιππέων, οι οποίοι γαλουχήθηκαν µε το Ιππικό πνεύµα. Το Ιππικό, έφιππο ή πεζοπόρο, έδρασε πάντοτε µε τις ενιαίες χαρακτηριστικές του ιδιότητες της ταχύτητας, της ορµητικότητας και του αιφνιδιασµού, χωρίς να γνωρίσει ήττα από τους Βαλκανικούς πολέµους και µετά και συνέβαλε κατά πολύ στις επιτυχίες των Ελληνικών Όπλων σε όλους τους αγώνες του Εθνους.
Έχοντας την ικανότητα ταχείας προσαρµογής, τα στελέχη του Ιππικού κατά τη µετάπτωση του Όπλου σε Τεθωρακισµένα, µεταβίβασαν τα χαρακτηριστικά προσόντα και ιδιότητες του Εφίππου όπλου στο Μηχανοκίνητο και εµφύσησαν το έφιππο δόγµα που συνίσταται στην τριλογία: "Ταχύτητα, τόλµη, αιφνιδιασµός". Ο Ναύαρχος Κάνιγκαµ είπε πως "ένα πλοίο για να γίνει θέλει 3 χρόνια, ενώ µια παράδοση χρειάζεται 300 χρόνια". Δυστυχώς σήµερα καµµία τεθωρακισµένη Μονάδα δεν έχει το όνοµα Μονάδας του Ιππικού, παρόλο που το πνεύµα του Ιππικού µεταβιβάστηκε στα Τεθωρακισµένα.
Αν και οι Μονάδες των Τεθωρακισµένων είναι "νέες", έχουν µέσα τους την Ιστορία ΟΛΩΝ των Μονάδων του Ιππικού. Τα Τεθωρακισµένα µε την ραγδαία εξέλιξη τους µεταπολεµικά, αποτελούν σήµερα την "αιχµή του δόρατος", στην δράση των οποίων πολλά στηρίζει ο Ελληνικός Στρατός για την εξασφάλιση της εθνικής κυριαρχίας.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ
(Κάντε κλικ στις φωτογραφίες για μεγέθυνση)