Κυριακή 24 Απριλίου 2016

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΟΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ, ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ, ΠΟΛΥΒΙΟΣ - Ἱστορίαι 2, 56, 1-16

Ιστοριογραφία και τραγωδία

Στο απόσπασμα που ακολουθεί ο Πολύβιος στρέφεται κατά του ιστορικού Φύλαρχου, συγγραφέα ενός έργου με τον τίτλο Ἱστορίαι που κάλυπτε τα έτη 272-220/19 π.Χ. Ο Φύλαρχος εκπροσωπούσε τη λεγόμενη σχολή της "τραγικής ιστοριογραφίας", εισηγητής της οποίας θεωρείται ο Δούρις από τη Σάμο (περ. 340-περ. 260 π.Χ.). Στόχος του είδους αυτού ιστορικής γραφής ήταν «να προκαλέσει ηδονή μέσα από τη συγκίνηση με ζωηρές λεπτομέρειες» (F. W. Walbank). Η τάση να υιοθετείται η τραγωδία ως πρότυπο ιστορικής γραφής σχετίζεται πιθανώς με την προσπάθεια να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση -μέσα από νέους τρόπους παρουσίασης της πραγματικότητας- στον ρόλο της τύχης μέσα σε ένα κόσμο που μεταβαλλόταν με ταχείς ρυθμούς και προκαλούσε αισθήματα ανασφάλειας στους ανθρώπους. Τη διάκριση της ποίησης από την ιστορία είχε συζητήσει ήδη ο Αριστοτέλης στην Ποιητική του.

Ἱστορίαι 2, 56, 1-16

[2.56.1] ἐπεὶ δὲ τῶν κατὰ τοὺς αὐτοὺς καιροὺς Ἀράτῳ γεγραφότων παρ᾽ ἐνίοις ἀποδοχῆς ἀξιοῦται Φύλαρχος, [2.56.2] ἐν πολλοῖς ἀντιδοξῶν καὶ τἀναντία γράφων αὐτῷ, χρήσιμον ἂν εἴη, μᾶλλον δ᾽ ἀναγκαῖον ἡμῖν, Ἀράτῳ προῃρημένοις κατακολουθεῖν περὶ τῶν Κλεομενικῶν, μὴ παραλιπεῖν ἄσκεπτον τοῦτο τὸ μέρος, ἵνα μὴ τὸ ψεῦδος ἐν τοῖς συγγράμμασιν ἰσοδυναμοῦν ἀπολείπωμεν πρὸς τὴν ἀλήθειαν. [2.56.3] καθόλου μὲν οὖν ὁ συγγραφεὺς οὗτος πολλὰ παρ᾽ ὅλην τὴν πραγματείαν εἰκῇ καὶ ὡς ἔτυχεν εἴρηκε. [2.56.4] πλὴν περὶ μὲν τῶν ἄλλων ἴσως οὐκ ἀναγκαῖον ἐπιτιμᾶν κατὰ τὸ παρὸν οὐδ᾽ ἐξακριβοῦν· ὅσα δὲ συνεπιβάλλει τοῖς ὑφ᾽ ἡμῶν γραφομένοις καιροῖς —ταῦτα δ᾽ ἔστι τὰ περὶ τὸν Κλεομενικὸν πόλεμον— ὑπὲρ τούτων ἀναγκαῖόν ἐστιν ἡμῖν διευκρινεῖν. [2.56.5] ἔσται δὲ πάντως ἀρκοῦντα ταῦτα πρὸς τὸ καὶ τὴν ὅλην αὐτοῦ προαίρεσιν καὶ δύναμιν ἐν τῇ πραγματείᾳ καταμαθεῖν. [2.56.6] βουλόμενος δὴ διασαφεῖν τὴν ὠμότητα τὴν Ἀντιγόνου καὶ Μακεδόνων, ἅμα δὲ τούτοις τὴν Ἀράτου καὶ τῶν Ἀχαιῶν, φησὶ τοὺς Μαντινέας γενομένους ὑποχειρίους μεγάλοις περιπεσεῖν ἀτυχήμασι, καὶ τὴν ἀρχαιοτάτην καὶ μεγίστην πόλιν τῶν κατὰ τὴν Ἀρκαδίαν τηλικαύταις παλαῖσαι συμφοραῖς ὥστε πάντας εἰς ἐπίστασιν καὶ δάκρυα τοὺς Ἕλληνας ἀγαγεῖν. [2.56.7] σπουδάζων δ᾽ εἰς ἔλεον ἐκκαλεῖσθαι τοὺς ἀναγινώσκοντας καὶ συμπαθεῖς ποιεῖν τοῖς λεγομένοις, εἰσάγει περιπλοκὰς γυναικῶν καὶ κόμας διερριμμένας καὶ μαστῶν ἐκβολάς, πρὸς δὲ τούτοις δάκρυα καὶ θρήνους ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ἀναμὶξ τέκνοις καὶ γονεῦσι γηραιοῖς ἀπαγομένων. [2.56.8] ποιεῖ δὲ τοῦτο παρ᾽ ὅλην τὴν ἱστορίαν, πειρώμενος ‹ἐν› ἑκάστοις ἀεὶ πρὸ ὀφθαλμῶν τιθέναι τὰ δεινά. [2.56.9] τὸ μὲν οὖν ἀγεννὲς καὶ γυναικῶδες τῆς αἱρέσεως αὐτοῦ παρείσθω, τὸ δὲ τῆς ἱστορίας οἰκεῖον ἅμα καὶ χρήσιμον ἐξεταζέσθω. [2.56.10] δεῖ τοιγαροῦν οὐκ ἐκπλήττειν τὸν συγγραφέα τερατευόμενον διὰ τῆς ἱστορίας τοὺς ἐντυγχάνοντας οὐδὲ τοὺς ἐνδεχομένους λόγους ζητεῖν καὶ τὰ παρεπόμενα τοῖς ὑποκειμένοις ἐξαριθμεῖσθαι, καθάπερ οἱ τραγῳδιογράφοι, τῶν δὲ παραχθέντων καὶ ῥηθέντων κατ᾽ ἀλήθειαν αὐτῶν μνημονεύειν πάμπαν, ‹κ›ἂν πάνυ μέτρια τυγχάνωσιν ὄντα. [2.56.11] τὸ γὰρ τέλος ἱστορίας καὶ τραγῳδίας οὐ ταὐτόν, ἀλλὰ τοὐναντίον. ἐκεῖ μὲν γὰρ δεῖ διὰ τῶν πιθανωτάτων λόγων ἐκπλῆξαι καὶ ψυχαγωγῆσαι κατὰ τὸ παρὸν τοὺς ἀκούοντας, ἐνθάδε δὲ διὰ τῶν ἀληθινῶν ἔργων καὶ λόγων εἰς τὸν πάντα χρόνον διδάξαι καὶ πεῖσαι τοὺς φιλομαθοῦντας, [2.56.12] ἐπειδήπερ ἐν ἐκείνοις μὲν ἡγεῖται τὸ πιθανόν, κἂν ᾖ ψεῦδος, διὰ τὴν ἀπάτην τῶν θεωμένων, ἐν δὲ τούτοις τἀληθὲς διὰ τὴν ὠφέλειαν τῶν φιλομαθούντων. [2.56.13] χωρίς τε τούτων τὰς πλείστας ἡμῖν ἐξηγεῖται τῶν περιπετειῶν, οὐχ ὑποτιθεὶς αἰτίαν καὶ τρόπον τοῖς γινομένοις, ὧν χωρὶς οὔτ᾽ ἐλεεῖν εὐλόγως οὔτ᾽ ὀργίζεσθαι καθηκόντως δυνατὸν ἐπ᾽ οὐδενὶ τῶν συμβαινόντων. [2.56.14] ἐπεὶ τίς ἀνθρώπων οὐ δεινὸν ἡγεῖται τύπτεσθαι τοὺς ἐλευθέρους; ἀλλ᾽ ὅμως, ἐὰν μὲν ἄρχων ἀδίκων χειρῶν πάθῃ τις τοῦτο, δικαίως κρίνεται πεπονθέναι· ἐὰν δ᾽ ἐπὶ διορθώσει καὶ μαθήσει ταὐτὸ τοῦτο γίνηται, προσέτι καὶ τιμῆς καὶ χάριτος οἱ τύπτοντες τοὺς ἐλευθέρους ἀξιοῦνται. [2.56.15] καὶ μὴν τό γε τοὺς πολίτας ἀποκτιννύναι μέγιστον ἀσέβημα τίθεται καὶ μεγίστων ἄξιον προστίμων· καίτοι γε προφανῶς ὁ μὲν τὸν κλέπτην ἢ μοιχὸν ἀποκτείνας ἀθῷός ἐστιν, ὁ δὲ τὸν προδότην ἢ τύραννον τιμῶν καὶ προεδρίας τυγχάνει παρὰ πᾶσιν. [2.56.16] οὕτως ἐν παντὶ τὸ τέλος κεῖται τῆς διαλήψεως ὑπὲρ τούτων οὐκ ἐν τοῖς τελουμένοις, ἀλλ᾽ ἐν ταῖς αἰτίαις καὶ προαιρέσεσι τῶν πραττόντων καὶ ταῖς τούτων διαφοραῖς.

***
[2,56,1] Μερικοί θεωρούν πως από τους σύγχρονους με τον Άρατο1 συγγραφείς αξιόπιστος είναι ο Φύλαρχος. [2] Επειδή συχνά έχω διαφορετική γνώμη και γράφω τα αντίθετα από αυτόν θα ήταν χρήσιμο ή, καλύτερα, αναγκαίο για μένα, μια και προτίμησα να βασιστώ στην αυθεντία των απομνημονευμάτων του Αράτου για τα γεγονότα του Κλεομενικού πολέμου,2 να μην αφήσω ανεξέταστο και ανεξήγητο το σημείο τούτο, για να μην επιτρέψουμε στο ψέμα να εξισώνεται στα ιστορικά συγράμματα με την αλήθεια. [3] Ο Φύλαρχος λοιπόν σ᾽ όλο του γενικά το ιστορικό έργο έχει γράψει ένα σωρό άσκοπα και άστοχα πράγματα. [4] Δεν είναι όμως ίσως ανάγκη να τον επικρίνω τώρα για τ᾽ άλλα ούτε να τα υποβάλω σε έλεγχο, αλλά όσα από τα γραφόμενά του συμπίπτουν με την περίοδο που εξιστορώ -και αυτά είναι τα γεγονότα του Κλεομενικού πολέμου- είναι αναγκαίο να τα διερευνήσω. [5] Θα είναι αυτά οπωσδήποτε αρκετά για να κατανοήσει κανένας το σκοπό και το κύρος όλου του ιστορικού έργου του. [6] Θέλοντας, λόγου χάρη, να δείξει ζωηρά την ωμότητα του Αντιγόνου3 και των Μακεδόνων και, ακόμη, του Αράτου και των Αχαιών, λέει πως οι Μαντινείς, όταν υποδουλώθηκαν, έπεσαν σε μεγάλες συμφορές και η πιο μεγάλη πόλη της Αρκαδίας πάλεψε με τέτοια δεινά, ώστε τράβηξε την προσοχή όλων των Ελλήνων και τους έκανε να κλάψουν. [7] Επιθυμώντας πολύ να προκαλέσει τον οίκτο των αναγνωστών και να τους κάνει συμμέτοχους στις δυστυχίες τούτες, παρουσιάζει αγκαλιάσματα γυναικών και μαλλιά ξέπλεκα και γυμνωμένα στήθη και, ακόμη, δάκρυα και θρήνους ανδρών και γυναικών, που οδηγούνται στη σκλαβιά ανακατεμένοι με τα παιδιά και τους γέρους γονείς τους. [8] Και το επαναλαμβάνει σ᾽ όλη του την ιστορία, προσπαθώντας σε κάθε περίπτωση να βάζει εμπρός στα μάτια των αναγνωστών του σκηνές δυστυχίας. [9] Ας αφήσω όμως τη φαυλότητα και τα γυναικεία χαρακτηριστικά του έργου του και ας εξετάσω τη φύση και τη χρησιμότητα της Ιστορίας. [10] Ο ιστορικός λοιπόν δεν πρέπει να ταράζει τους αναγνώστες με τραγικές εικόνες ούτε να αναζητεί τους λόγους, που είπαν ίσως οι πρωταγωνιστές, ούτε να απαριθμεί τις πιθανές συνέπειες των γεγονότων που αναφέρει, όπως οι τραγικοί ποιητές, αλλά να μνημονεύει δίχως παραλείψεις όσα έγιναν και ειπώθηκαν αληθινά, έστω κι αν είναι εντελώς ασήμαντα. [11] Και τούτο, γιατί ο σκοπός της ιστορίας και της τραγωδίας δεν είναι ο ίδιος, μα ο αντίθετος: ο τραγικός ποιητής πρέπει με τους πιο αληθοφανείς λόγους να συγκινήσει και να θέλξει τους θεατές, ενώ ο ιστορικός είναι υποχρεωμένος με έργα και λόγια αληθινά να διδάξει και να πείσει οριστικά τους φιλομαθείς αναγνώστες. Στην τραγωδία έχει τον πρώτο λόγο το πιθανό, [12] κι αν ακόμα είναι ψέμα, για να βρεθούν οι θεατές στο χώρο του θαυμαστού, ενώ στην ιστορία την πρώτη θέση έχει η αλήθεια, για να ωφεληθούν οι φιλομαθείς. [13] Εκτός όμως από τούτα ο Φύλαρχος μας αναφέρει τις περισσότερες συμφορές δίχως να εκθέτει τα αίτια και τη φύση των αιτίων. Χωρίς όμως αυτά δεν μπορεί να αισθανθεί εύλογη συμπάθεια κανένας ούτε να οργιστεί δίκαια για ό,τι συμβαίνει. [14] Γιατί ποιος δεν θεωρεί φοβερό να δέρνονται άνθρωποι ελεύθεροι; Στην περίπτωση όμως που ένας έκανε την αρχή και κατόπιν το έπαθε ο ίδιος, η κρίση είναι πως στάθηκε δίκαιο το πάθημα του. Και αν το ίδιο πάλι γίνεται για διόρθωση και σωφρονισμό, τιμούμε κιόλας κι ευγνωμονούμε όσους χτυπούν ελεύθερους ανθρώπους. [15] Και, για να χρησιμοποιήσουμε άλλο παράδειγμα, ο φόνος των πολιτών θεωρείται το φοβερότερο αδίκημα, άξιο για τις μεγαλύτερες ποινές. Κι όμως είναι φανερό πως όποιος σκότωσε κλέφτη ή μοιχό είναι αθώος, κι όλοι τιμούν και δίνουν την πρώτη θέση σ᾽ εκείνον που σκοτώνει τύραννο ή προδότη. [16] Έτσι σε κάθε περίπτωση δεν κρίνονται οι πράξεις σύμφωνα με τα αποτελέσματά τους, αλλά ανάλογα με τις αιτίες και τις προθέσεις εκείνων που τις διαπράττουν, και τη διαφορά ανάμεσα σε αυτές.
-------------------
1 Ο Άρατος από τη Σικυώνα (270-213 π.Χ.) υπήρξε ηγετική πολιτική και στρατιωτική φυσιογνωμία της Αχαϊκής συμπολιτείας. Είχε γράψει "απομνημομεύματα" (ὑπομνήσεις) με περιεχόμενο έντονα φιλοαχαϊκό.
2 Ο Πολύβιος αναφέρεται στον πόλεμο που κήρυξε το 228 π.Χ. η Αχαϊκή συμπολιτεία με επικεφαλής τον Άρατο εναντίον των Σπαρτιατών υπό τον βασιλιά Κλεομένη τον Γ᾽ ύστερα από την πρόκληση του τελευταίου να καταλάβει το ιερό της Αθηνάς στη Βελβίνα.
3 Πρόκειται για τον Αντίγονο Δώσωνα, βασιλιά της Μακεδονίας κατά τα έτη 229-221 π.Χ., ο οποίος κατά τον "Κλεομενικό πόλεμο" είχε συμμαχήσει με τους Αχαιούς εναντίον των Σπαρτιατών και νίκησε τον Κλεομένη στη μάχη της Σελλασίας το 222 π.Χ.

ΓΡΑΦΗ ΠΑΡΑΝΟΜΩΝ

ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΩΝ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ

Εἴτε ἡ καινούρια πρόταση ἐπεδίωκε τήν θέσπιση νόμου εἴτε τήν ἔκδοση ψηφίσματος, ὁ ἴδιος ὁ προτείνων εἶχε τήν εὐθύνη νά βεβαιωθεῖ ὅτι δέν παραβίαζε κανέναν ὑπάρχοντα νόμο εἴτε στή μορφή εἴτε ἀτό περιεχόμενο. Ἄν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ὁ προτείνων μποροῦσε νά διωχθεῖ. Ἀμέσως μόλις ὁ μηνυτής προέβαινε σέ ἔνορκη δήλωση («ὑπομωσία» ) ὅτι προετίθετο νά ὑποβάλει «γραφή παρανόμων», ὁ προτεινόμενος νόμος ἤ ψήφισμα, εἴτε ἡ Ἐκκλησία εἶχε ψηφίσει γι' αὐτόν εἴτε ὄχι, ἀναστελλόταν μέχρι τή διεξαγωγή τῆς δίκης. Ἄν ὁ ἐναγόμενος κρινόταν ἔνοχος, τιμωρούνταν, συνήθως μέ πρόστιμο, ἐνῶ ὁ νόμος ἤ τό ψήφισμα πού πρότεινε ἀκυρωνόταν. Ἄν κάποιος καταδικαζόταν τρεῖς φορές γι’ αὐτό τό εἴδος ἐγκλήματος, ὑφίστατο ἐπιπρόσθετα καί στέρηση τών πολιτικῶν του δικαιωμάτων («ἀτιμία»).[1]

Οἱ παλιότερες γνωστές περιπτώσεις «γραφῆς παρανόμων» ἦταν ἡ μήνυση πού ὑπέβαλε ὁ Λεωγόρας κατά τοῦ Σπευσίππου τό 415 καί μία περίπτωση στήν ὁποία ἐμπλέκονταν ὁ Ἀντιφῶν καί ὁ Δημοσθένης (ὁ στρατηγός, ὄχι ὁ ρήτορας) τήν ἴδια περίπου ἐποχή[2]. Εἶναι ἄγνωστο πόσο πρίν ἀπό τήν ἐποχή αὐτή εἶχε θεσπισθεῖ αὐτή ἡ διαδικασία καί ποιός τήν πρότεινε, καί καθώς λείπουν τά στοιχεῖα, οἱ διάφορες εἰκασίες πού ἔγιναν ἀπό νεότερους φιλολόγους δέν χρειάζεται νά ἀναφερθοῦν· ὅποιος κι ἄν τήν πρότεινε ἦταν ἀναμφίβολα κάποιος πού πίστευε στή διατήρηση τοῦ νόμου καί τοῦ ὑφιστάμενου πολιτεύματος. Ἡπολιτειακή της σημασία βρίσκεται ἔξω ἀπό τό πεδίο αὐτοῦ του βιβλίου· οἱ ἀναγνῶστες πού ἐνδιαφέροντα: γιά αὐτό τό θέμα θά πρέπει νά ἀνατρέξουν σέ πρόσφατα βιβλία τῶν Η. J. Wolff καί Μ. H. Hansen.[3]

Κατά τόν τέταρτο αἰώνα ἦταν ἐπίσης δυνατόν νά μηνυθεῖ κάποιος μέ «γραφή» γιά τήν «θέσπιση ἀναρμοστου νόμου» («νόμον μή ἐπιτήδειον θεῖναι») . Αὐτή ἡ κατηγορία ἦταν κατά ἕνα τρόπο στενότερη ἀπό τή «γραφή παρανόμων», διότι εἶχε νά κάνει μόνο μέ νέους νόμους, ὄχι μέ νέα ψηφίσματα· ἀπό μία ἄλλη ἄποψη ὅμως ἦταν εὐρύτερη, διότι ἡ λέξη «μή ἐπιτήδειος» ἀποτελεΐ ἕναν ἀόριστο ὅρο πού θά μποροῦσε νά καλύψει καί ἄλλα ἀδικήματα πέρα ἀπό τήν παραβίαση ὑφισταμένου νόμου. Ὑπῆρχε ἕνα χρονικό ὁριο: ἄν οἱ σχετικές διαδικασίες δέν ξεκινοῦσαν μέσα σέ ἕνα ἔτος, αὐτός πού πρότεινε τόν νέο νόμο δέν μποροῦσε πιά νά τιμωρηθεῖ, ἀλλά ἦταν ἀκόμη δυνατόν νά ὑποβληθεῖ «γραφή» κατά τοῦ νόμου του, ὁ ὁποῖος ἀκυρωνόταν ἄν ἡ μήνυση εἶχε ἐπιτυχή ἔκβαση· μάλιστα, ἔτσι ἀκριβῶς εἶχαν τά πράγματα ὅταν ὁ Δημοσθένης συνέθεσε τόν σωζόμενο λόγο του «Κ α τ ά  τ ο ῦ  Λ ε π τ ί ν ο υ ς» τό 355/4, ὁ ὁποῖος ἀφοροῦσε «γραφή» ἐναντίον τοῦ νόμου τοῦ Λεπτίνους[4]. Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ὁ λόγος «Κ α τ ά  Τ ι μ ο κ ρ ά τ ο υ ς» (Δ η μ ο σ θ έ ν η ς 24) βρισκόταν μέσα στά χρονικά ὅρια καί ζητοῦσε τήν τιμωρία τοῦ Τιμοκράτους. Ἡ ποινή σ’ αὐτήν τήν περίπτωση «γραφῆς» καταλογιζόταν ἀπό τό δικαστήριο καί μποροῦσε νά εἶναι πολύ αὐστηρή· μάλιστα τό 382/1 κάποιος Εὔδημος καταδικάστηκε σέ θάνατο[5].

Κατά τόν πέμπτο αἰώνα δέν ὑπάρχουν γνωστές περιπτώσεις μηνύσεως γιά τήν θέσπιση «μή ἐπιτηδείου» νόμου καί τό γεγονός ὅτι αὐτή ἡ διαδικασία ἐφαρμοζόταν μόνο γιά νόμους ὑποδηλώνει ὅτι πρέπει νά θεσπίστηκε κατά τήν ἐποχή μετά τό 403, ὅταν ἡ διάκριση ἀνάμεσα σέ νόμους καί ψηφίσματα ἦταν ἐπακριβῶς καθορισμένη. Ὅπως συνέβαινε μέ τό σύστημα τῆς θέσπισης νόμων διά τῶν «νομοθετῶν», ἔτσι καί αὐτή ἡ διαδικασία ἐνδέχεται νά προέκυψε ἀπό τήν ἰδιαίτερη ἀνησυχία πού ὑπῆρχε ἐκείνη τήν περίοδο, γιά τήν προστασία τοῦ κώδικα νόμων ἀπό ἀνεπιθύμητες μεταβολές. Τά ψηφίσματα ὅμως ἐξακολουθοῦσαν νά προσβάλλονται μέ τή «γραφή παρανόμων» πού φαίνεται ὅτι ὑπῆρξε ἡ πολύ συνηθέστερη ἀπό τίς δύο κατηγορίες. Ἔγινε δημοφιλής μέθοδος ὑποβολῆς κατηγορίας ἐναντίον ἐξεχόντων πολιτικῶν ἄνδρων, οἱ ὁποῖοι ὑπέβαλλαν συχνά προτάσεις στήν Ἐκκλησία. Ὁ Κέφαλος, ἕνας πολιτικός πού ἔδρασε στήν ἀρχή τοῦ τέταρτου αἰώνα, καυχιόταν ὅτι μολονότι εἶχε προτείνει πολλά ψηφίσματα, δέν εἶχε ποτέ ὑποβληθεῖ ἐναντίον του «γραφή παρανόμων»· ἀλλά τό καύχημα τοῦ Ἀριστοφώντα ἦταν ὅτι εἶχε ἀθωωθεῖ ἑβδομήντα πίντε φορές σέ περιπτώσεις «γραφῆς παρανόμων»[6].

Ἡ πιό γνωστή ἀπ' ὅλες τίς «γραφές παρανόμων» ἦταν μία πού εἶχε πολιτικά κίνητρα, ἡ ὑπόθεση τοῦ στεφάνου τοῦ Δημοσθένη. To 336 ὁ Κτησιφῶν πρότεινε ἕνα ψήφισμα σύμφωνα μέ τό ὁποῖο ὁ Ἀθηναϊκός λαός ὄφειλε νά ἀπονείμει χρυσό στεφάνι στό Δημοσθένη καί ὁ κήρυκας νά διακηρύςει τό γεγονός στό θέατρο στή γιορτή τοΰ Διονύσου, γιά νά τιμηθεῖ ἡ ἀξία καί ἡ ἀρετή τοῦ ρήτορα κι ἀκόμη ἐπειδή συνεχίζει νά λέει καί νά κάνει ὅ,τι εἶναι καλύτερο γιά τόν λαό[7]. Ὁ Αίσχίνης, ὁ παλιός πολιτικός ἀντίπαλος τοϋ Δημοσθένη, σταμάτησε τό ψήφισμα μέ τήν ὑποβολή «γραφῆς παρανόμων» κατά τοϋ Κτησιφώντα. Ἡ ὑπόθεση ἐκδικάστηκε τό 330 (δέν γνωρίζουμε γιατί καθυστέρησε ἐπί ἕξι χρόνια, ἀλλά οἱ λόγοι πρέπει νά ἦταν πολιτικοί, ὄχι νομικοί) , ἐνῶ οἱ λόγοι τοῦ Αἰσθίνη «κ α τ ά Κ τ η σ ι φ ῶ ν τα ο ς» καί τοϋ Δημοσθένη «π ε ρ ί τ ο ῦ σ τ ε φ ά ν ο υ, πού ἐκφωνήθηκε πρός ὑποστήριξη τοῦ Κτησιφώντα, σώζονται καί οἱ δύο καί ἀποτελοῦν δύο ἀπό τά ἐκτενέστερα καί πιό θαυμαστά παραδείγματα τῆς ἀρχαίας ρητορικής. Ὁ Αἰσχίνης προβάλλει τρεῖς λόγους γιά νά ὑποστηρίςει ὅτι τό ψήφισμα τοΰ Κτησιφώντα ἦταν παράνομο. Πρῶτον, ὑπῆρχε νόμος πού ἀπαγόρευε τήν ἀπονομή στεφάνου σέ ὅποιον ἀξιωματοῦχο δέν εἶχε ἀκόμη ὑποστεῖ τόν προβλεπόμενο ἔλεγχο ὡς πρός τόν τρόπο ἄσκησης τοῦ λειτουργήματος του («εὔθυνα»), καί ὁ Δημοσθένης, κατά τήν ἐποχή κατά τήν ὁποία ὁ Κτησιφῶν ὑπέβαλε τήν πρότασή του, κατεῖχε πράγματι τό ἀξίωμα τοῦ «τειχοποιοῦ» (δήλ. τοϋ ὑπεύθυνου γιά τήν ἀνέγερση καί τήν ἐπιδιόρθωση τῶν τειχῶν τῆς πόλης) καί τοῦ ἀξιωματούχου τοῦ ὑπεύθυνου γιά τό «θεωρικόν ταμεῖον». Δεύτερον, λέει, ὑπῆρχε νόμος σύμφωνα μέ τόν ὁποιο ἡ ἀπονομή στεφάνου ἀπό τόν λαό ἔπρεπε νά διακηρυχθεῖ σέ συνέλευση τῆς Ἐκκλησίας καί πουθενά ἀλλοῦ, ἐνῶ ἡ πρόταση τοῦ Κτησιφώντα προέβλεπε διακήρυξη τῆς ἀπονομῆς στό θέατρο κατά τή διάρκεια τῶν Διονυσίων. Τρίτον, ἦταν παράνομο νά συμπε- ριληφθεῖ ψευδής δήλωση σέ ψήφισμα καί ἦταν ψευδές, κατά τόν Αἰσχίνη, νά ὑποστηρίζεται ὅτι οἱ λόγοι καί οἱ πολιτικές ἐπιλογές τοϋ Δημοσθένη ἦταν ὠφέλιμες γιά τήν Ἀθήνα. Τό τρίτο ἀπό τά ἐπιχειρήματα αὐτά εἶναι ἐκεῖνο πού πραγματικά ἐνδιαφέρει τόν Αἰσχίνη καί γι’ αὐτό τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ λόγου του ἀποτελεῖται ἀπό κριτική κατά τοῦ συνόλου τῆς πολιτικῆς σταδιοδρομίας τοῦ Δημοσθένη· ὁ Δημοσθένης στήν ἀπάντησή του δίνει μία λεπτομερή ἔκθεση τῶν πολιτικῶν γεγονότων, ἰδιαίτερα τῶν ἐτῶν 340-338, καί δικαιολογεῖ τήν πολιτική του τῆς ἀντίστασης κατά τοΰ Φιλίππου τῆς Μακεδονίας. Αὐτοί οἱ λόγοι ἀποτελοῦν δύο ἀπό τίς σημαντικότερες πηγές πληροφοριῶν γιά τήν πολιτική ἱστορία ταῆς Ἑλλάδος ἐκείνη τήν περίοδο, καί σημειώνουν τό ἀποκορύφωμα τῆς τάσης πού ὑπῆρχε κατά τόν τέταρτο αἰώνα νά χρησιμοποιεῖται ἡ «γραφή παρανόμων» ὡς πεδίο πολιτικοῦ ἀγώνα. Ὁ Κτησιφῶν ἀθωώθηκε λόγω τῆς δημοτικότητας καί τῆς ρητορικῆς δεινότητας τοῦ Δημοσθένη, παρά τό γεγονός ὅτι μερικά τουλάχιστον ἀπό τά ἐπιχειρήματα τοῦ Αἰσχίνη φαίνεται ὅτι ἦταν βάσιμα ἀπό νομικής πλευρᾶς. Ἦταν δύσκολο νά πείσει κανείς ἕνα ἀθηναϊκά δικαστήριο νά δώσει μεγαλύτερη βαρύτητα στίς ἐπιταγές τοῦ νόμου ἀπ’ ὅ,τι στίς προσωπικότητες πού ἐμπλέκονταν σέ μία ὑπόθεση.
-----------------
[1] Ἀν­τι­φά­νης 198, Ὑπ. «Φι­λιπ­πί­δης» 11-12, Δημ. 51-12, Πλου. «Φω­κί­ων» 26.3· πβλ. Harrison «Law» II 176.

[2] Άνδ. 1.17, Πλου. «Ἠ­θι­κά» 833 d, Ἀντ. ἀπ. 8-14.

[3] H.J. Woolf «Normenkontrolle, und Gesetzesbegriff in der Attischen Demokratie (Sitzungsberichte der Heidelberger Akademie dor Wisseuschaften, Philosophisch-historische Klasse, 1970), M.IL Hanson «The Sovereignty of the People’s Court in Athens in the Fourth Century· B.C. and the Public Action against Unconstitutional Proposals» (1974).

[4] ΑΠ 59.2, Δη μ. 20.144 (μέ «ὑ­πό­θε­ση» 2.3).

[5] Δημ. 24.138.

[6] Αἰσ. 3.194, Δημ. 18,251. «Ἑ­βδο­μήν­τα πέν­τε» πρέ­πει νά εί­ναι υ­περ­βο­λή· πβλ. S.I. Oost στο CP 72 (1977) 238-40.

[7] Αἰσ. 3.49.

---------------------
…Ένας άλλος θεσμός που επιτρέπει στο λαό να αυτοελέγχεται είναι η κατηγορία για ἀπάτην τοῦ δήμου, νομική αγωγή επίσης που είναι όμως λιγότερο γνωστή, εφαρμόζεται αν έχετε παροτρύνει το δήμο να ψηφίσει κάποιο μέτρο στη βάση απατηλών πληροφοριών: θα προσαχθείτε τότε ενώπιον του δικαστηρίου. Τα δικαστήρια έχουν επίσης αρμοδιότητα όταν επικαλείται κανείς ένα άλλο άρθρο που ονομάζεται νόμον μή ἐπιτήδειον θεῖναι, που σημαίνει ασφαλώς δύο πράγματα. Αφενός ότι ο νόμος δεν είναι κατάλληλος για τη συγκεκριμένη περίσταση, και αφετέρου ότι ο νόμος δεν είναι καλός. Υπάρχει επομένως έλεγχος της ποιότητας του νόμου και τα δικαστήρια είναι επιφορτισμένα με αυτόν…
----------------------

Σκέψεις για την γραφή «νόμον μή ἐπιτήδειον θεῖναι»

Στην Αθηναϊκή Δημοκρατία οι γραφές «παρανόμων» [1] και «νόμον μή ἐπιτήδειον θεῖναι» - δίκες δημοσίου δικαίου, όπως θα λέγαμε σήμερα- είχαν μεγάλη σπουδαιότητα, κα­θώς αποτελούσαν προληπτικές και συγχρόνως κα­τασταλτικές εγγυήσεις τηρήσεως του πολιτεύματος και εκδικάζονταν από το δικα­στήριο της Ηλιαίας.

Αυτή που μας ενδιαφέρει σήμερα είναι η τελευταία αναφερόμενη.
Η γραφή «νόμον μή ἐπιτήδειον θεῖναι [2]ήταν δίκη δημοσίου δικαίου εναντίον της θεσπίσεως ασύμφορου νόμου, δηλαδή νόμου που θα μπο­ρούσε να βλάψει (ή είχε βλάψει) τα συμφέροντα της πόλεως. Η δια­φορά της γραφής αυτής από τη «γραφή παρανόμων» συνίστατο στο ότι αφορούσε μόνο νόμους, όχι ψηφίσματα.

Η προσωπική ευθύνη του εισηγητή και των αξιωματούχων που διηύθυναν τις εργασίες της εκκλησίας ούτε ατονούσαν ούτε μετριαζόταν επειδή ο λαός είχε επιψηφίσει την πρόταση. Δεν διαρκούσε όμως και στο διηνεκές. Ένα χρόνο μετά την υποβολή της πρότασης(ή την ψήφισή της)έπαυε να υπάρχει.

Οι ποινές επί καταδίκης εξικνούντο έως το θάνατο. Πάντως η γραφή «νόμον μή ἐπιτήδειον θεῖναι» έπρεπε, για να έχει ποινικές συνέπειες, να ασκηθεί μέσα σε προθεσμία ενός έτους από την ψήφιση του νόμου. Η απειλή της μερικής ατιμίας πρέπει να λειτούργησε και να έκανε ορισμένους πιο προσεκτικούς στις εισηγήσεις τους.[3]

Η διαδικασία ξεκίνησε τον 4ο Αιώνα. Ο Δημοσθένης ανάγει τη διαδικασία στο Σόλωνα και θεωρεί ότι μη επιτήδειοι ήταν οι νόμοι που οι επιταγές τους ή δεν ήταν απλές και κατανοητές ή δεν ήσαν υλοποιήσιμες[4]. Ο Αισχίνης αφήνει να εννοήσουμε ότι έτσι χαρακτηρίζονται οι νόμοι που δεν ήταν λειτουργικοί[5]. «Φαίνεται πάντως ότι στις περιπτώσεις των γραφών για «νόμο μη επιτήδειο», το ηλιαστικό δικαστήριο των θεσμοθετών όφειλε να εξετάσει όχι τόσο τη νομιμότητα, όσο τη σκοπιμότητα των νομοθετικών πρωτοβουλιών»[6]

Εκτός από την ατομική κύρωση της επιβολής ποινής, η συγκεκριμένη γραφή είχε και ακυρωτικό απο­τέλεσμα ως προς το νόμο ή το ψήφισμα. Η αναστολή διαρκούσε, έως την έκδοση της δικαστικής απόφασης. Εάν η από­φαση ήταν καταδικαστική για τον προτείνοντα, τότε ο νόμος ή το ψήφισμα ακυρωνόταν ή σταματούσε η περαιτέρω νομοθετική διαδικασία επί της προτάσε­ως. Η ποινή για τον ένοχο ήταν πρόστιμο και, σε πε­ρίπτωση υποτροπής για τρίτη φορά, στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων («ατιμία»).

Η «γραφή» αυτή θα μπορούσε να χαρακτηρι­σθεί ως διφυές ένδικο βοήθημα, τόσο ποινικού όσο και διοικητικού (ακυρωτικού) χαρακτήρα[7].

Εικάζεται ότι καταδικαστικές αποφάσεις της Ηλιαίας σε οποιαδήποτε από τις πιο πάνω «γραφές» σπανιότατα μόνον εκδίδονταν. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι αποφάσεις απήλλασσαν τον κατηγορούμενο και επικύρωναν το θεσπισθέντα νόμο ή το ψήφισμα. Τούτο συνέβαινε προδήλως διότι το πολυμελέστατο δικαστήριο της Ηλιαίας αποτελούσαν τα ίδια τα μέλη της Εκκλησίας του Δήμου που είχαν ήδη ψήφισε το νόμο ή το ψήφισμα. Δύσκολα θα μπορούσαν, επομένως, οι ίδιοι πολίτες να αναιρούν δικαστικά αυτό που είχαν αποφασίσει νομοθετικά.

Σημειώθηκε ότι οι γραφές «παρανόμων» και, δεν ήσαν μόνο κατασταλτικές αλλά και προληπτικές εγγυήσεις τηρήσεως των πολιτικών και δικαιικών θεσμών της α­θηναϊκής δημοκρατίας. Ο προληπτικός χαρακτήρας των γραφών αυτών συνίστατο στο ότι οι επαπειλούμενες βαριές ποινές λειτουργούσαν αποτρεπτικά για τη θέσπιση νέων νομοθετικών ρυθμίσεων που θα ήσαν «δυνάμει» επικίνδυνες για τη λειτουργία του πολιτεύματος.[8]

Όπως σημειώθηκε στα αμέσως παραπάνω αναφερόμενα η συγκεκριμένη γραφή ήταν …προληπτικές εγγυήσεις τηρήσεως των πολιτικών και δικαιικών θεσμών ….και αποσκοπούσε και στην σκοπιμότητα των νομοθετικών πρωτοβουλιών.

Θα μπορούσε να ισχύσει , κατ’ αναλογία και σύμφωνα με το σύγχρονο δικαιικό πλαίσιο κάτι το παρεμφερές in senso lato ,στη σημερινή νομοθετική λειτουργία της Βουλής των Ελλήνων; Γνωρίζουμε ότι πολλά νομοθετήματα έχουν αποδειχτεί βλαπτικά εις βάρος του κοινωνικού συνόλου αλλά και του γενικά αναφερομένου εθνικού συμφέροντος. Ένα τέτοιο νομοθέτημα είναι το άρθρο 86 του Συντάγματος του 2001 και ο βασιζόμενος σε αυτό εκτελεστικός νόμος (N. 3126/2003) περί ευθύνης υπουργών. H ποινική ευθύνη των υπουργών αποτέλεσε μέλημα των ελληνικών Συνταγμάτων ήδη από το 1844, το οποίο στο άρθρο 83 προέβλεπε την έκδοση σχετικού νόμου. Ο πρώτος νόμος περί ευθύνης υπουργών ήταν ο ΦΠΣτ του 1876, όπως τροποποιήθηκε από τον N. XE του 1873. Το νομοθετικό αυτό καθεστώς διατηρήθηκε σε ισχύ για έναν αιώνα μέχρι την έκδοση του ΝΔ 802/1971. Οι ρυθμίσεις του τελευταίου, οι οποίες πάντως επαναλαμβάνουν τις ως τότε ισχύουσες αρχές, διατηρήθηκαν σε ισχύ και από το Σύνταγμα του 1975 με ρητή μεταβατική διάταξη (άρθρο 115 παρ. 1) «ώσπου να εκδοθεί ο από το άρθρο 86 παρ. 1 προβλεπόμενος νόμος». Ο νόμος αυτός εκδόθηκε μόλις τον Ιούλιο του 1997 (N. 2509/1997) μετά τις πολιτικές και νομικές περιπέτειες του τόπου την επαύριον των σκανδάλων του 1989. Οι διατάξεις όμως εκείνες είχαν επικριθεί έντονα και έτσι κρίθηκε η ανάγκη τροποποιήσεώς τους. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο το σχετικό άρθρο 86 του Συντάγματος αναθεωρήθηκε το 2001.

«Όμως και η νέα αυτή διατύπωση δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες μιας σύγχρονης δικαιοκρατικής κοινωνίας. Διότι θεσμοθετήθηκε μια εξαιρετικά πολύπλοκη διαδικασία για την ποινική δίωξη των υπουργών, η οποία πολύ δύσκολα μπορεί να καταλήξει στην παραπομπή τους στο ακροατήριο. Συγκεκριμένα, χρειάζεται να αποφασίσει το Κοινοβούλιο δύο φορές, με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, ώστε να ασκηθεί ποινική δίωξη. Την πρώτη φορά, για να συσταθεί η ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης και τη δεύτερη, όταν το πόρισμα της επιτροπής αυτής εισαχθεί στην Ολομέλεια, η οποία τελικά αποφασίζει για την άσκηση ή μη διώξεως. Αξίζει να σημειωθεί ότι με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού του βουλευτών, η Βουλή μπορεί να ανακαλέσει την απόφασή της ή να αναστείλει τη δίωξη, την προδικασία ή την κύρια διαδικασία, οποτεδήποτε, δηλαδή και αν ακόμη έχει περαιωθεί η ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου και αναμένεται η έκδοση της αποφάσεώς του.

Το πλέον όμως σκανδαλώδες είναι το προτελευταίο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 86Σ, σύμφωνα με το οποίο «η Βουλή μπορεί να ασκήσει την κατά την παράγραφο 1 αρμοδιότητά της (να συστήσει δηλαδή επιτροπή και να ασκήσει δίωξη) μέχρι το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση του αδικήματος». Με τη διάταξη αυτή η ατιμωρησία καθίσταται σχεδόν βεβαία για τα αδικήματα που τελέστηκαν κατά την τελευταία σύνοδο της προηγούμενης βουλευτικής περιόδου εφόσον το ίδιο κόμμα κερδίσει τις εκλογές. H προθεσμία αυτή είναι προφανές ότι είναι ασφυκτική και οδηγεί στην εξάλειψη του αξιόποινου των πράξεων μέσα σε ελάχιστα χρόνια από την τέλεσή τους.»[9]

Δεν νομίζω ότι υπάρχει διαφωνία μεταξύ των ελλήνων πολιτών ότι τι συγκεκριμένο άρθρο του Συντάγματος εμποδίζει τη Δικαιοσύνη να κατανείμουν τις ευθύνες σε πρόσωπα , κόμματα και λοιπούς φορείς για σειρά σκανδάλων που έχουν προκαλέσει ζημιά στην περιουσία του Δημοσίου (νοουμένη με όλους τους δυνατούς τρόπους). Επίσης στερεί τη δυνατότητα στους έλληνες πολίτες να γνωρίζουν και επομένως να αποφασίζουν δια της ψήφου των. Υπάρχει όμως συγκεκριμένος εισηγητής της αναθεώρησης του Συντάγματος ο οποίος πρότεινε το συγκεκριμένο άρθρο. Σε συνεργασία με το κόμμα του .βεβαίως. Και το οποίο άρθρο υπερψηφίστηκε από την πλειοψηφία της Βουλής. Βεβαίως.

Όμως αυτό δεν θα πρέπει να αθωώνει τους εισηγητές των νομοθετημάτων και η λήθη να σκεπάζει τη συμβολή τους στη ψήφιση ενός σημαντικού νόμου που προκάλεσε βλάβη. Αν ίσχυε μια ανάλογη ρύθμιση με αυτή του «νόμον μη ἐπιτήδειον θεῖναι», τα ζητήματα αυτά δεν θα οδηγούνταν στις ελληνικές καλένδες. Θα μπορούσαν να ανασυρθούν και αφού εξεταστούν να δείχνεται εις τους πολίτες ότι η συγκεκριμένη συνταγματική- νομοθετική ρύθμιση που εισηγήθηκε ο τάδε βουλευτής ή υπουργός προκάλεσε αυτά τα δεινά στον τόπο. [10]

Η μοναδική ποινή όλων όσοι εισηγήθηκαν τέτοια βλαπτικά νομοθετήματα θα είναι η ανάρτηση του ονόματός τους σε στήλες έξω από τη Βουλή και βεβαίως στο Διαδίκτυο. Η επανεκλογή τους στο Κοινοβούλιο νομίζω ότι θα ήταν …αρκετά δύσκολη.
---------------------
[1] Η «γραφή παρανόμων» ήταν μία δημοσίου δικαί­ου δίκη εναντίον εκείνου ο οποίος είχε προτείνει νόμο ή ψήφισμα που ερχόταν σε αντίθεση με τους προϋφιστάμενους κανόνες ή που είχε θεσπισθεί κα­τά παράβαση της νομοθετικής διαδικασίας. Μόλις ο μηνυτής εξεδήλωνε την πρόθεση του, με δημόσιο όρκο («υπωμοσία»), να καταθέσει «γραφή παρανόμων», η συνέχιση της νομοθετικής διαδικασίας ανα­στελλόταν. Αναστελλόταν επίσης η ισχύς του νέου νόμου ή ψηφίσματος, εάν η νομοθετική διαδικασία επί της προτάσεως νόμου είχε ήδη ολοκληρωθεί.

[2] G. Glotz, Η Ελληνική «Πόλις, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1994.σ. 191,

Biscardi, A., Aρχαίο Eλληνικό Δίκαιο, Aθήνα 1991,σ. 121, οημ, 68.

[3] Αισχίνης , κατά Κτησιφώντος,195.

[4] Δημοσθένης, κατά Τιμοκράτους, 212.

[5] Αισχίνης, κατά Τιμάρχου, 34.

[6] Σ. Στεφανόπουλος, Ελλήνων Θέσμια, ΑΑ. Λιβάνη 2004, σ.719 -720.

[7]« Οι γραφές «παρανόμων» και «νόμον μή ἐπιτήδειον θεῖναι», καθώς και ο οστρακισμός προστάτευαν τη λειτουργία του πολιτεύματος» (Α.Μάνεσης - Φ.Σπυρόπουλος, Νομοθεσία και Προστασία της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, ΑΦΙΕΡΩΜΑ - Ιστορικά - Ελευθεροτυπία, 25, 06 - 04 – 2000).

[8] Α.Μάνεσης - Φ.Σπυρόπουλος, οπ.παρ.

[9] Ι. Βαρβιτσιώτης , Η Ποινική Ευθύνη των Υπουργών , Το Βήμα , Κυριακή 28 Μαΐου 2006

[10] Είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξουν πλήθος αντιρρήσεων ως προς το ότι η φιλοσοφία λειτουργίας του πολιτεύματος είναι εντελώς διαφορετική. Όμως αυτό είναι γνωστό και δεν απαγορεύει σε κανένα αν το θελήσει να εργασθεί προς την κατεύθυνση που αναφέραμε.

Μετατόπιση του άξονα ζωής από το εμείς στο εγώ

Μέ δεδομένο ὅτι τό ἑλληνικό πρόβλημα εἶναι πρωτίστως πνευματικό, ἡ μετατόπιση τοῦ ἄξονα ζωῆς ἀπό τό ἐμεῖς στό ἐγώ θά μποροῦσε νά εἶναι ἕνα ἀπό τά ζητούμενα στή χώρα μας. Δέν πρόκειται γιά κάποια θεωρία ἀτομισμοῦ, ἀλλά γιά τήν συνειδητοποίηση τῆς λογικῆς ἀνακολουθίας πού μᾶς ταλανίζει.

Ἡ κουλτούρα καί ἡ ἀστόχαστη παιδείας μας μᾶς διαμορφώνουν καί μᾶς προετοιμάζουν νά μετέχουμε στό κοινωνικό γίγνεσθαι, προτάσσοντας a priori τό ἐμεῖς ἀντί τοῦ ἐγώ. Παράλληλα, ἡ ἴδια κουλτούρα διαβάλλει τό ἐγώ ταυτίζοντάς το μέ τό κακό καί τό ἀνήθικο. Καταλαβαίνω ὅτι ἀκούγεται παράδοξη, καί κάποιοι ἴσως νά χαρακτήριζαν μισάνθρωπη καί ἐγωπαθή μιά τέτοια ὁπτική τῶν πραγμάτων, ἀλλά εἶναι ὄντως ἔτσι;

Μετατόπιση σημαίνει ἀλλαγή ἀπό κάτι σέ κάτι ἄλλο γιά κάποιο λόγο, γιά νά βελτιώσω τήν θέαση πρός κάτι ἤ γιά νά ἀποφύγω κάτι. Μιά τέτοια κίνηση ὅμως προϋποθέτει γνώση, θεωρητική καί βιωματική, τοῦ σημείου ἀπό τό ὁποῖο ἀποφασίζει νά μετατεθεῖ κανείς, ὥστε νά καταλήξει στό τελικό σημεῖο τῆς μετόπισης. Ἄρα, ἡ κίνηση τοῦ ἐγώ πρός τό ἐμεῖς, τό ὁποῖο ἡ κουλτούρα μας καί ἡ τρέχουσα ἠθική μᾶς προτείνει, θά ἔπρεπε νά προϋποθέτει τή γνώση τοῦ ἐγώ, ὡς ἀρχή τῆς κίνησης καί αἰτία τῆς μετατόπισης. Ἡ ἐν λόγω προϋπόθεση, ὡς λογική παραδοχή καί μόνο, δέν λαμβάνεται κάν ὑπ΄ὄψιν, μέ ἀποτέλεσμα ἡ κίνηση πρός τό ἐμεῖς νά ἐξαντλεῖται παράλογα πάλι στό ἐμεῖς.

Ἔστω ὅτι τό παραπάνω λογικά ἀνακόλουθο ἰσχύει, κρίνουμε ὅτι ἡ κίνηση πρός τό ἐμεῖς ἀποτελεῖ μία αὐτοματοποιημένη κίνηση καί ὄχι μία ἔλλογη συνεπαγωγή τῆς γνώσης τοῦ ἐγώ μας. Τοποθετούμαστε λοιπόν, δέν ἐπιλέγουμε, και δέν ἐπιλέγουμε ἐπειδή δέν γνωρίζουμε! Μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ πρόταξη τοῦ ἐμεῖς γίνεται κατανοητή ὡς ἀπόλυτη ἱδρυτική συνθήκη. Σέ μιά τέτοια περίπτωση, ἡ ἀρχή (ἐμεῖς) ταυτίζεται μέ τόν σκοπό ἤ διαφορετικά ὁ σκοπός (ἐμεῖς) γίνεται μιά ἀπόλυτη ἀρχή. Ἔτσι, καταλήγουμε νά ἀγνοοῦμε τούς συντελεστές δόμησης τοῦ ἐμεῖς, τῆς κοινωνίας, ἀφοῦ ἀδιαφορήσαμε γιά τήν σύσταση τοῦ ἴδιου τοῦ ἐγώ μας, τῶν μελῶν της. Τῆς λογικῆς ἀνακολουθίας ἕπεται ἡ ἀνευθυνότητα, ἀφοῦ ἡ διαμόρφωση πού προκαλεῖ ἡ λογική τοῦ ἐμεῖς χωρίς ἐγώ, μᾶς ὁριοθετεῖ αὐστηρά σ’ ἕνα πεδίο δράσης, τό ὁποῖο ἀφήνει ἐκτός τό ἐγώ μέ τίς λειτουργίες του, καί ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα σέ μία ἀσφυκτική ψυχοσύνθεση. Ἐγκλωβισμένοι στό ἐμεῖς χωρίς ἐγώ δυσκολευόμαστε στήν ἀνάληψη τῆς εὐθύνης τῶν πράξεών μας, ἀλλά καί στήν κατανόση τοῦ ἄλλου. Εἶναι τό τίμημα τοῦ φόβου μιᾶς πραγματικότητας, τοῦ ἐγώ, ἐπειδή δέν ἐκπαιδευτήκαμε νά τό γνωρίζουμε. Ὁ φόβος τοῦ ἐγώ ἤ καλύτερα ἡ δαιμονοποίησή του, πού προκαλεῖται ἀπό τήν ἄγνοιά του, μᾶς καθιστᾶ ἀνέτοιμους καί συνάμα ἐσωτερικά δύσμορφους. Πῶς θά μποροῦσε νά γίνει διαφορετικά; Ἡ ἐσωτερική πίεση ἀπό τήν εἰσβολή τῆς πραγματικότητας τοῦ ἐμεῖς σέ ἕναν ἀδιαμόρφωτο, ἄγνωστο καί ἀκατέργαστο χῶρο, τό ἐγώ, τό «μορφοποιεῖ» ἄτσαλα, καθιστώντας τήν συλλογική ταυτότητα τυρρανικό καθεστώς.

Ἀντίθετα, στήν ἑτοιμότητά μας, ἡ ὁποία κατορθώνεται κατόπιν ἔντονων ἐσωτερικῶν-ἀτομικῶν ζυμώσεων, στηρίζεται ἡ ἔξοδος τοῦ ἐγώ στό ἐμεῖς, ὅταν ἑτοιμότητα σημαίνει κατανόηση τοῦ τρόπου διαμόρφωσης τοῦ ἐγώ, ὥστε νά ἀντέχει τόν ἑαυτό του, νά ἀναγνωρίζει καί νά χαρτογραφεῖ τά συναισθήματά του καί νά ἀναλαμβάνει τίς εὐθύνες πού τοῦ ἀναλογοῦν. Ἐπιπλέον, ἡ ἐσωτερική ἑτοιμότητα ἀποκαλύπτει τήν ἔλλειψη ὡριμότητας πού χαρακτηρίζει τήν μετατόπιση ἀπό τό ἐγώ στό ἐμεῖς, ἀλλά καί τήν ἀνάγκη κατανόησης τοῦ ἐγώ, ὥστε τό ἐμεῖς νά μήν καταλήξει σέ συμμόρφωση καί κατήχηση.

Ἄν τό κλειδί γιά μια τέτοια κατανόηση εἶναι ἡ παιδεία, ἡ ἄσκηση τῆς κρίσης θά μποροῦσε νά προσφέρει πρός αὐτή τήν κατεύθυνση. Ἡ κριτική ἱκανότητα συμβάλλει στήν ὑποστήλωση τοῦ ἐγώ ὑπηρετώντας τήν μορφή του. Τό ἐγώ φανερώνει τήν μορφή του στή κριτική θέση πού λαμβάνει ἀπέναντι στήν πραγματικότητα καί ὄχι ἀπορρίπτοντάς την συλλήβδην ἤ σχετικοποιώντας την στήν προοπτική ἑνός ἄκρατου σκεπτικισμοῦ. Πιο συγκεκριμένα, ἡ κριτική ἐκγύμναση τοῦ ἐγώ ὑπηρετεῖ τήν ἀνάδειξη τῆς μοναδικότητας τοῦ ἀτόμου, ἀπαγκιστρώνοντάς το ἀπό τό παραδεδομένο καί συλλογικό πλαίσιο τοῦ ἐμεῖς, τίς ἐπιχωματώσεις δηλαδή τῆς μορφῆς του ἀπό τήν συλλογική ταυτότητα.

Ἀσκούμενοι στήν κατανόηση τοῦ ἐγώ σπουδάζουμε τό ἐμεῖς στήν πυρηνική μορφή του, στήν μεθεκτική σχέση τῶν ἀτόμων. Εἴμαστε ἄραγε ἔτοιμοι γιά μία διαφορετική ἀνάγνωση τῆς ψυχῆς μας ὥστε νά τήν ἐπανορθώσουμε; Νομίζω μᾶς τό ὀφείλουμε.

Το συνταγματικό και διεθνές νομικό πλαίσιο της διδασκαλίας των θρησκευτικών...

...και το δικαίωμα εξαίρεσης από αυτή.

του Ευάγγ. Βενιζέλου

Ο καθηγητής Π. Βασιλειάδης, παλιός συνάδελφος και φίλος, με πολλή ευγένεια και επιμονή, μου ζήτησε να έρθω να σας παρουσιάσω μερικές σκέψεις, όχι κομματικού, αλλά σίγουρα πολιτικού χαρακτήρα. Θα ήθελα όμως να σας πω μερικά πράγματα υπό την ιδιότητα μου την επιστημονική ως Καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου και από την εμπειρία μου από το Συμβούλιο της Ευρώπης τα χρόνια της κυβερνητικής μου θητείας τώρα δε από την υποεπιτροπή της Κοινοβουλευτικής του Συνέλευσης που είναι αρμόδια για την εφαρμογή των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, της οποίας είμαι μέλος.

Όπως ξέρετε, η συζήτηση για τη διδασκαλία των Θρησκευτικών είναι μακρότατη και στη χώρα μας[1] και παγκοσμίως[2]. Αρκεί να σας πω ότι τα τελευταία 30 χρόνια, η διδασκαλία των Θρησκευτικών αποτελεί ένα από τα μόνιμα πεδία συζήτησης της Διεθνούς Ένωσης Συνταγματικού Δικαίου. Στη συζήτηση αυτή έχουν ειπωθεί τα πάντα και έχει διαμορφωθεί μια τυπολογία μορφών διδασκαλίας των Θρησκευτικών από μια νομική οπτική γωνία και όχι απλώς μέσα από μία παιδαγωγική προσέγγιση με την οποία είστε εξοικειωμένοι.

Ως εκ τούτου, μπορούμε να πάμε κατευθείαν στο κρίσιμο ερώτημα: εάν είναι ανεκτό κατά το Σύνταγμα, κατά το Ευρωπαϊκό Ενωσιακό Δίκαιο και κατά την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, να διδάσκεται στα ελληνικά σχολεία ένα μάθημα Θρησκευτικών το οποίο έχει ομολογιακό/κατηχητικό χαρακτήρα, με διασφαλισμένο πλήρως το δικαίωμα εξαίρεσης του μαθητή, ή αν αυτό είναι συνταγματικά απαγορευμένο και πρέπει οπωσδήποτε να έχουμε ένα πολιτειοκρατικού χαρακτήρα μάθημα, το οποίο άρα θα έχει έντονα θρησκειολογικό περιεχόμενο και υπό το δεδομένο αυτό, αν μπορούμε πράγματι να φτάσουμε σε ένα μοντέλο μαθήματος που θα είναι παντελώς υποχρεωτικό, με απαγορευμένη ή πολύ δύσκολη την εξαίρεση.

Είδα και τα αναλυτικά προγράμματα σπουδών, το curriculum όπως έχει δημοσιευτεί από τον Ιανουάριο του 2015, και για τη διδασκαλία στο Λύκειο αλλά και για τη διδασκαλία στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο, δηλαδή τα χρόνια της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Από την απλή ανάγνωση του curriculum που προτείνεται, αλλά και από αυτά που είπε ο εισηγητής της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, ο Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου, φαίνεται να διαγράφεται ένα μοντέλο ανοικτού μαθήματος των θρησκευτικών, το οποίο έχει έντονη θρησκειολογική διάσταση, η οποία κλιμακώνεται από τις μικρότερες τάξεις προς τις μεγαλύτερες, αλλά που εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να αποβάλει ούτε τον χριστιανικό ούτε τον ορθόδοξο χαρακτήρα του. Διδάσκεται από καθηγητές της Θεολογίας που έχουν σπουδάσει σε μία Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή και βεβαίως απευθύνεται σε μία κοινωνία, η οποία κατά συνταγματικό τεκμήριο ανήκει, στη μεγάλη της πλειονότητα, στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία[3].

Άρα πρόκειται για τη διδασκαλία Θρησκευτικών σε μία κοινωνία «πλειοψηφικής ορθοδοξίας», που είναι μία εμπειρία τελείως διαφορετική από την εμπειρία που ζει η ελληνική διασπορά ως εκφραστής μίας «μειοψηφικής ορθοδοξίας» σε πάρα πολλά μέρη στον κόσμο. Μέρη στα οποία υπάρχει ουδετερόθρησκο κράτος, υπάρχει κράτος λαϊκό, με την έννοια του secular, του laic, ακόμα και κράτος το οποίο μπορεί να έχει αντικληρικαλικές τάσεις και παράδοση ή μπορεί να υπάρχει και κράτος με επίσημη κρατική θρησκεία, αλλά με θρησκευτικό φιλελευθερισμό, όπως είναι η περίπτωση των ευαγγελικών Σκανδιναβικών κρατών.

Η μελέτη της νομολογίας μόνο των ελληνικών δικαστηρίων δε μας οδηγεί σε ασφαλή συμπεράσματα. Το ΣτΕ[4] ήδη από τη δεκαετία του ’80 έχει προστατεύσει το μάθημα των Θρησκευτικών θεμελιώνοντάς το στο άρθρο 16, παράγραφος 2 του Συντάγματος, το οποίο ήδη από τότε, ήδη από τη δεκαετία του ’90, το ερμηνεύει με έναν καταβάση σωστό συστηματικά τρόπο. Ναι μεν η παιδεία, που είναι βασική αποστολή του κράτους, έχει μεταξύ των συνταγματικών σκοπών της την καλλιέργεια της θρησκευτικής και εθνικής συνείδησης, αλλά είναι προφανές ότι αυτή η θρησκευτική συνείδηση είναι η ελεύθερη κατά το άρθρο 13 του Συντάγματος συνείδηση. Αυτό το λέει ρητά και το προοίμιο της Υπουργικής Απόφασης για το πρόγραμμα διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών στο Λύκειο. Τα πάντα ανάγονται σε τελική ανάλυση στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του Συντάγματος, στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας.

Όμως δεν μπορούμε να επιχειρήσουμε καμία ερμηνεία του Συντάγματος, η οποία είναι αδιάφορη για το τι συμβαίνει στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και στο επίπεδο του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για να το πω απλά, είμαστε υποχρεωμένοι να υιοθετήσουμε το σχήμα της σύμφωνης με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και της σύμφωνης με το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή με τις αξίες και αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ερμηνείας του Συντάγματος.

Όσες φορές ο εθνικός δικαστής δεν ερμήνευσε το Σύνταγμα σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση και σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Δίκαιο οδηγήθηκε σε λάθη και ταπεινώθηκε νομολογιακά, γιατί εξέθεσε τη χώρα σε παραβιάσεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης ή του Ευρωπαϊκού Κοινοτικού Δικαίου, που καταλογίστηκαν δικαστικά. Το πιο επίκαιρο παράδειγμα είναι η ερμηνεία του άρθρου 14 παράγραφος 9 του Συντάγματος για τον πλουραλισμό στα μέσα ενημέρωσης και για τον λεγόμενο βασικό μέτοχο.

Όταν καταρτίστηκε αυτή η διάταξη, είχα πει σε όλους τους τόνους στη Βουλή ως εισηγητής της αναθεώρησης του 2001, ότι προσέξτε, αυτά όλα θα ερμηνευτούν σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Ενωσιακό Δίκαιο και σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Έτσι και έγινε τελικά.

Το Σύνταγμά μας δεν κατοχυρώνει μεν ρητά ένα δικαίωμα όπως αυτό του άρθρου 2 του προσθέτου πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του άρθρου 18 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, αλλά πρέπει να θεωρήσουμε ότι αυτό το δικαίωμα περιλαμβάνεται στο Σύνταγμα, απορρέει από το άρθρο 13 και από το άρθρο 5 παράγραφος 1. Και βεβαίως από το άρθρο 28 παράγραφος 1 που συνιστά το συνταγματικό θεμέλιο της σχετικά αυξημένης ισχύος των διεθνών συμβάσεων που έχουν κυρωθεί με τυπικό νόμο, αλλά και των παραγράφων 2 και 3 του ίδιου άρθρου σε συνδυασμό με την ερμηνευτική δήλωση υπό το άρθρο 28 που συνθέτουν το θεμέλιο της συμμετοχής της χώρας μας στην ευρωπαϊκή ενωσιακή έννομη τάξη και τη δυναμική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Άρα ναι μεν η παιδεία και η καλλιέργεια της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης είναι αποστολή του κράτους (άρθρο 16 παρ. 2), αλλά δικαίωμα των γονέων και κηδεμόνων είναι να καθορίζουν την εκπαίδευση των παιδιών τους σύμφωνα με τις δικές τους θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις, όπου πεποίθηση βέβαια είναι ένα σύστημα αντιλήψεων με συνεκτικό, συστηματικό και σταθερό χαρακτήρα, αλλά μη ελεγχόμενο ως προς την ειλικρίνεια και τη σοβαρότητα της σχετικής δήλωσης, αφής στιγμής αυτή γίνει. Δεν μπορεί να ελεγχθεί η εσωτερική συνέπεια και σταθερότητα των πεποιθήσεων. Δηλαδή, για να γίνω πιο συγκεκριμένος, δεν μπορεί να ελεγχθεί συνταγματικά και γενικότερα νομικά το ζήτημα του a la carte πιστού, αγνωστικιστή, άθρησκου, άθεου κοκ που δηλώνει επιθυμία εξαίρεσης του παιδιού του από το μάθημα των θρηςκευτικών στη Β´ τάξη του λυκείου ενώ δεν το είχε κάνει στην Α’ τάξη ή στο γυμνάσιο. Το ίδιο ισχύει και ως προς τις φιλοσοφικές πεποιθήσεις.

Η a la carte ορθοδοξία, για παράδειγμα, μας δίνει το φαινόμενο ενός ζευγαριού που επιλέγει να μην παντρευτεί, αλλά να κάνει σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης και μετά να βαπτίσει τα παιδιά του και μετά ή ταυτοχρόνως με τη βάπτιση να τελέσει και θρησκευτικό γάμο ή ενός πιστού ο οποίος ενεργοποιεί την πίστη του τη Μεγάλη Πέμπτη και τη Μεγάλη Παρασκευή ή ανάβει ένα κερί στην Ανάσταση. Επιθυμεί εκκλησιαστική εξόδιο ακολουθία και αποτέφρωση κοκ. Αυτή η συμπεριφορά μπορεί να ενοχλεί την Εκκλησία, μπορεί να είναι ένα πνευματικό ζήτημα το οποίο θα το αντιμετωπίσει ο πνευματικός και εν τέλει ο επιχώριος επίσκοπος, αλλά δεν μπορεί να το αντιμετωπίσει η Πολιτεία. Για την Πολιτεία, το φαινόμενο του a la carte πιστού ή του ατόμου που μεταβάλλει τις απόψεις του και το σύστημα πεποιθήςεων του είναι κι αυτό ένα από τα ενδεχόμενα τα οποία προκύπτουν μέσα σε μία σύγχρονη πλουραλιστική κοινωνία με τις αντιφάσεις της που εκδηλώνονται άλλωστε πρωτίστως εκλογικά και γενικότερα πολιτικά.

Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου[5] – η οποία είναι και η πιο κρίσιμη – νομίζω ότι είναι πάρα πολύ σαφής ως προς τα θέματα αυτά και φοβούμαι ότι το 2012 παρερμηνεύθηκε από το Διοικητικό Εφετείο Χανίων. Η απόφαση 115/2012 του Διοικητικού Εφετείου Χανίων, προήλθε από μία οικονομία δίκης, που δεν περιελάμβανε ως διαδίκους αυτούς που έχουν το δικαίωμα που θεμελιώνεται στο άρθρο 2 του προσθέτου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, δηλαδή τους γονείς και κηδεμόνες. Έκρινε μία αίτηση ακύρωσης που υπέβαλαν θεολόγοι καθηγητές κατά του Περιφερειακού Διευθυντού Εκπαίδευσης (κατά του Υπουργού Παιδείας δηλαδή) για την παράλειψη του να ρυθμίσει κανονιστικά με ολοκληρωμένο τρόπο την απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών. Η οικονομία της δίκης δεν επέτρεπε συνεπώς να αναπτυχθούν τα κρίσιμα επιχειρήματα. Είδα όμως στο εκτενές σκεπτικό της απόφασης να περιλαμβάνεται παρανάγνωση του γράμματος και του πνεύματος της νομολογίας του Στρασβούργου. Ας πάρουμε τη νορβηγική απόφαση του 2007, τη Folgero κατά Νορβηγίας[6], που είχε προεικονισθεί – για να χρησιμοποιήσω μία θεολογική έκφραση – στην ελληνική υπόθεση Βαλσάμης κατά Ελλάδος[7] και επανελήφθη στις αλεβίτικες τουρκικές υποθέσεις, δηλαδή στη Zengin κατά Τουρκίας[8] και στην πιο πρόσφατη Yalcin κατά Τουρκίας[9] που δημοσιεύθηκε πριν από μερικούς μήνες, το Φεβρουάριο του 2015. Αυτή η απόφαση λοιπόν στις κρίσιμες σκέψεις (98 και 99) λέει ότι και από ένα μάθημα το οποίο είναι εντονότατα θρησκειολογικό, ένα μάθημα που είναι θρησκειολογικό με στοιχεία κοινωνιολογίας και ηθικής, ένα μικτό μάθημα, ανθρωπιστικό, δεν αποκλείεται το δικαίωμα εξαίρεσης. Το οποίο πώς ασκείται; Το δικαίωμα εξαίρεσης ορισμένοι νομίζουν ότι ασκείται όπως ασκείται το δικαίωμα του αντιρρησία συνείδησης να αρνηθεί να αναλάβει όπλα.

Εδώ όμως δεν πρόκειται για μία εξαίρεση από μια συνταγματική υποχρέωση π.χ. συμβολής στην άμυνα του κράτους των δυναμένων να φέρουν όπλα. Αυτό που κάνει ο γονιός (ή ο ενήλικας μαθητής) δεν είναι εξαίρεση από συνταγματική υποχρέωση, αλλά άσκηση ρητού δικαιώματος συνταγματικής και διεθνούς περιωπής να καθορίζει την εκπαίδευσή του παιδιού του (ή του εαυτού του ο ενήλικας) με βάση τις θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις του. Δεν μπορείς λοιπόν να τον καλέσεις να αποδείξει ότι δεν είναι χριστιανός, ότι δεν είναι ορθόδοξος και έτσι εξαιρείται. Όχι, εξαιρείται άμα τη δηλώσει του. Αυτό με πολύ σαφή τρόπο το είπε και η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα σε δύο αποφάσεις της, μία ήδη από το 2002[10], την οποία επανέλαβε πολύ πρόσφατα το 2015[11]. Η Αρχή έχει πει ότι, η δήλωση πως «θέλω να απαλλαγώ λόγω πεποιθήσεων», δεν παραβιάζει την προστασία των προσωπικών δεδομένων, αλλά αυτή η δήλωση. Όχι η εξειδίκευσή της, όχι η δήλωση «δεν είμαι χριστιανός, δεν είμαι ορθόδοξος», ούτε ο έλεγχός της, διότι αυτό θα συνιστούσε πράγματι προσβολή ευαίσθητου προσωπικού δεδομένου.

Να σας δώσω ένα παράδειγμα, προκειμένου να φανεί τί σημαίνει αυτό. Φανταστείτε μία σχετικά μικρή κοινωνία, ή μία κοινωνία η οποία ζει στο ρυθμό κάποιων αντιλήψεων της τοπικής Εκκλησίας, που ζητά από το σχολείο να πάρει τα ονόματα των εξαιρεθέντων μαθητών και αποκλείει τους γονείς τους και αυτούς από δραστηριότητες λατρευτικές, διότι θεωρεί ότι δεν είναι πιστοί, δεν είναι πιστοί ολοκληρωμένοι, με μία πίστη η οποία είναι ολιστική. Αυτό είναι μία discrimination, μία προσβολή της προσωπικότητας η οποία είναι προφανής. Δεν μπορεί συνεπώς ο διευθυντής του σχολείου ή ο καθηγητής να δώσει τα ονόματα αυτά και δεν μπορεί να τα χρησιμοποιήσει ούτε ο ιερέας της ενορίας, ούτε ο επιχώριος επίσκοπος, διότι παραβιάζει προσωπικά δεδομένα και διότι κάποιοι από τους εξαιρεθέντες μπορεί να έχουν μία άλλη αντίληψη, δηλαδή να έχουν την αντίληψη ότι είναι μέλη της Εκκλησίας. Αλλά αυτό είναι ένα θέμα που θα κριθεί ενδοεκκλησιαστικά, δεν αφορά την Πολιτεία και εδώ μιλάμε για το σχολείο ως μία πολιτειακή λειτουργία, μιλάμε για μία δραστηριότητα του κράτους, δε μιλάμε για μία δραστηριότητα της Εκκλησίας, ακόμα και αν ο καθηγητής ή ο διευθυντής είναι κληρικός και μπορεί να βρεθεί προ σοβαρού διλήμματος, προ συγκρούσεως καθηκόντων. Τοποθετούμεθα συνεπώς στο πλαίσιο ενός κράτους δικαίου που σέβεται και προστατεύει τα δικαιώματα και στο πλαίσιο μίας πλουραλιστικής αντίληψης η οποία είναι συνταγματικώς και διεθνώς κατοχυρωμένη και εκτός πάσης συζήτησης.

Βεβαίως έχει ιδιαίτερη σημασία για εμάς το μάθημα των Θρησκευτικών, όπως και για κάθε κοινωνία, γιατί αποκαθιστά την πλήρη εικόνα της πολιτισμικής μας ταυτότητας, της ιστορίας μας. Το πιο σημαντικό στοιχείο είναι ότι αποκαθιστά το corpus της ελληνικής γλώσσας. Δεν μπορείς να έχεις πλήρη αίσθηση της ελληνικής γλώσσας, που είναι το σώμα του πολιτισμού μας, εάν δεν διαβάσεις πχ τις ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος. Ο μισός λεξικολογικός πλούτος των μεσαιωνικών ελληνικών περιλαμβάνεται στις ακολουθίες της Μεγάλης Πέμπτης, του όρθρου της Μεγάλης Παρασκευής. Προφανώς, έχετε συζητήσει πάμπολλες φορές για το τι ήθελε να κάνει ο Ζακ Λαγκ με την εισήγηση που ανέθεσε στο Ρεζί Ντεμπρέ στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού συστήματος μιας χώρας με κοσμικό χαρακτήρα όπως η Γαλλία. Προφανώς δεν μπορείς να καταλάβεις πλήρως τις εξελίξεις από την αρχιτεκτονική μέχρι τη γλώσσα, δεν μπορείς να συγκροτήσεις την ταυτότητά σου, δεν μπορείς να συνειδητοποιήσεις την ιδιοσυστασία σου χωρίς αναφορά στη θρησκεία και την Εκκλησία. Όμως αυτό στο σχολείο, που είναι κρατική ευθύνη, πρέπει να γίνει σύμφωνα με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ.

Άρα, ανοικτό, σύγχρονο και ελκυστικό μάθημα θρησκευτικών, μάθημα που τραβά την προσοχή του μαθητή, που αναπτύσσει την προσωπικότητά του και την κριτική του σκέψη, μάθημα με έντονα θρησκειολογικά στοιχεία αλλά που δεν μπορεί να μην έχει χριστιανικό και ορθόδοξο περιεχόμενο, γιατί διαφορετικά θα ψεύδεται. Είναι όμως προτιμότερο να λέει την αλήθεια παρά να ψεύδεται και να εμφανίζεται ως δήθεν ουδέτερο και «αντικειμενικά» θρησκειολογικό ενώ θα υφέρπει η σύνδεση του με τον Χριστιανισμό και την Ορθοδοξία. Θρησκειολογία δεν είναι άλλωστε ο πρόχειρος συγκρητισμός ή ένας άτεχνος δεϊσμός. Το μάθημα των θρησκευτικών δεν μπορεί βεβαίως να είναι κατηχητικό μάθημα, ούτε μπορεί να ορίζεται ως ομολογιακό με την θεολογική έννοια του όρου. Το σχολείο είναι κρατική δραστηριότητα και όχι εκκλησιαστική. Το μάθημα των θρησκευτικών έχει τα χαρακτηριστικά που προσδιορίζει όχι η εκκλησία της επικρατούσας θρησκείας, αλλά ο κρατικός νόμος στο πλαίσιο μιας συνταγματικής αντίληψης περί επικρατούσας θρησκείας που, όπως ξέρετε, είναι η θρησκεία της πλειοψηφίας, για την ακρίβεια η εκκλησία της θρησκείας της πλειοψηφίας και όχι η επίσημη κρατική θρησκεία ή η πολιτειοκρατικά επιβεβλημένη και υποχρεωτική θρησκεία. Ο σκοπός του άρθρου 3 του Συντάγματος – το τονίζω εν παρόδω – δεν είναι να περιορίσει τη θρησκευτική ελευθερία, ο σκοπός ο ιστορικός και κανονιστικός, του άρθρου 3, είναι να κατοχυρώσει τη θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, μόνο για το λόγο αυτό υπάρχει το άρθρο 3 ιστορικά στα Ελληνικά Συντάγματα. Για να κατοχυρωθεί στην αρχή ο τόμος του 1850 και στη συνέχεια και η συνοδική πράξη του 1928 και ο τρόπος συγκρότησης της Ιεράς Συνόδου και τα πολλαπλά εκκλησιαστικά καθεστώτα που υπάρχουν στην ελληνική επικράτεια.

Το τι σημαίνει μάθημα θρησκευτικών ανοικτό, σύγχρονο, θα το ορίσετε εσείς που έχετε τα τεκμήρια της επιστημονικής και παιδαγωγικής γνώσης. Οι ειδικοί επιστήμονες και παιδαγωγοί αντιλαμβάνονται τι σημασία έχει να αναδειχθεί η ορθόδοξη παράδοση και η σύγχρονη χριστιανική μαρτυρία σε ένα κόσμο πολύπλοκο και απειλητικό που πρέπει να βρει δρόμους προς την καταλλαγή και την ειρηνική συνύπαρξη των θρησκειών και των θρησκευτικών κοινοτήτων, με στόχο την αποτροπή του θρησκευτικού φονταμενταλισμού που λειτουργεί ως αφετηρία για την διατύπωση ρατσιστικού και ξενοφοβικού λόγου και για την ενθάρρυνση πράξεων βίας.

Άλλωστε η καταδίκη του λόγου μίσους, του ρατσισμού, της ξενοφοβίας, της μισαλλοδοξίας κάθε είδους συμπεριλαμβανομένης και της θρησκευτικής πρέπει να είναι αντικείμενο ενός μαθήματος δημοκρατικής παιδείας που εξοικειώνει τους μαθητές με τις αρχές και τις πρακτικές του δημοκρατικού πολιτεύματος, του κράτους δικαίου, της πολυφωνίας, της ανεκτικότητας. Η δε ενημέρωση του μαθητή για τα αίτια των πολεμικών συρράξεων όχι μόνο στην Αφρική ή την Ασία αλλά και στην Ευρώπη, στα οποία δυστυχώς συμπεριλαμβάνεται ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός, πρέπει να είναι αντικείμενο ενός μαθήματος εισαγωγής στις διεθνείς σχέσεις και την οργάνωση και λειτουργία της διεθνούς κοινωνίας.

Ως νομικός πρέπει να τονίσω ότι σε κάθε περίπτωση το δικαίωμα εξαίρεσης από το μάθημα των θρησκευτικών πρέπει να μπορεί να ασκείται με απλό και εύκολο τρόπο. Άλλωστε θα ήταν μάταιο να γίνει οτιδήποτε άλλο. Αν μπείτε στη βάση δεδομένων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και βρείτε τις αποφάσεις στις οποίες αναφέρθηκα, ας πούμε την απόφαση Folgero και διαβάσετε προσεκτικά τις σκέψεις 98 και 99, θα δείτε πώς τίθεται το ζήτημα αυτό ακριβώς. Στη Νορβηγία – το επαναλαμβάνω – επρόκειτο για ένα εξόχως θρησκειολογικό μάθημα που συνδυάζονταν με αρχές φιλοσοφίας και ηθικής. Όμως και από ένα μάθημα ηθικής υπάρχει δικαίωμα εξαίρεσης, και από ένα μάθημα καθαρά φιλοσοφικού περιεχομένου υπάρχει δικαίωμα εξαίρεσης γιατί κατοχυρώνεται στο άρθρο 2 του προσθέτου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ το δικαίωμα του γονιού και του κηδεμόνα και επί των φιλοσοφικών πεποιθήσεων του παιδιού. Συνεπώς δεν μπορείς να τον δελεάσεις με την «απειλή» της υποκατάστασης, να πεις ότι όχι, θα πας εσύ τώρα και θα παρακολουθείς, την ίδια ώρα, ένα μάθημα ηθικής που θα σου διδάσκει ο φιλόλογος, διότι μπορεί να σου πει ότι εγώ διαφωνώ και με τις αντιλήψεις αυτές.

Είδα την προσπάθεια που κάνει το πρόγραμμα σπουδών να συγκροτήσει ένα μάθημα θρησκειολογικό τουλάχιστον στο λύκειο. Όταν όμως το πρόγραμμα σπουδών ξεκινά με την έννοια της αγιότητας ή με την έννοια της αμαρτίας και εκεί θεμελιώνεται μία ολόκληρη αντίληψη, πόσο θρησκειολογικό μπορείς να πεις ότι είναι το μάθημα αυτό; Εγώ σας λέω 100%. Και 100% να είναι, πάλι μπορεί να σου πει κάποιος ότι εγώ ανήκω στην περίπτωση του ανεκδότου, με το οποίο θα κλείσω. Σταματά μία ένοπλη περίπολος πριν από χρόνια κάποιον στη Βόρεια Ιρλανδία και του λέει, «ψηλά τα χέρια, τί είσαι, καθολικός ή προτεστάντης;» Και λέει αυτός, μέσα στην αγωνία του, «παιδιά, προσοχή είμαι αγνωστικιστής». Και του λένε αυτοί, «εντάξει, αγνωστικιστής, αλλά τί αγνωστικιστής, καθολικός ή προτεστάντης;» Από το μάθημα των θρησκευτικών, ακόμη και το καθαρά θρησκειολογικό, θα μπορούσε να ζητήσει κάποιος εξαίρεση, με βάση το άρθρο 2 του (πρώτου) προσθέτου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και τη νομολογία του ΕΔΔΑ, όπως και όποτε και αν ορίζει την ταυτότητα του.
-------------------
 [1] Βλ. Γ. Σωτηρέλη, Θρησκεία και εκπαίδευση, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1993, Ν-Κ. Χλέπα/Π. Δημητρόπουλου, Ζητήματα θρησκευτικής ελευθερίας στο χώρο της εκπαίδευσης, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1993, Κ. Χρυσόγονο, Εκπαίδευση και επικρατούσα θρησκεία, ΕΝΟΒΕ, 2000, Αν. Μαρίνο, Η διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών κατά το Σύνταγμα σε: Θρησκευτική παιδεία και σύγχρονη κοινωνία. Θέσεις και αντιθέσεις, Εν Πλω, 2006, σελ. 107-126. Π. Μαντζούφα, Θρησκεία και εκπαίδευση. Το ιστορικό και συνταγματικό πλαίσιο της θρησκευτικής εκπαίδευσης, Book’s Journal, 7/2001. Γενικότερα για την θρησκευτική ελευθερία υπό το πρίσμα της ΕΣΔΑ, Γ. Κτιστάκις, Θρησκευτική ελευθερία και Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Αντ. Ν. Σάκκουλας.
[2] Βλ. ενδεικτικά J. L. Martínez López-Muñiz, J. De Groof, G. Lauwers (Eds.), Religious Education in Public Schools: Study of Comparative Law, Yearbook of the European Association for Education Law and Policy, Volume II, Springer, 2005. Επίσης International Association for Religious Freedom (IARF), Religious Education in Schools: School Education in Relation with Freedom of Religion and Belief, Tolerance and non-discrimination, 2002.
[3] Για λόγους οικονομίας της παρουσίασης δεν αναφέρομαι εδώ στη θρησκευτική εκπαίδευση των παιδιών της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης ούτε στις προβλέψεις της νομοθεσίας (π.χ. άρθρ. 14 παρ. 17 ν. 1566/1985) για τη διδασκαλία των θρησκευτικών σε σχολεία με επαρκή αριθμό μαθητών που ανήκουν στο ρωμαιοκαθολικό δόγμα (π.χ. στα νησιά των Κυκλάδων). Όλες αυτές οι περιπτώσεις προφανώς αναφέρονται σ΄ ένα μάθημα θρησκευτικών με ομολογιακό χαρακτήρα.
[4] Βλ. κυρίως ΣτΕ (Γ΄ Τμ.) 3356/1995 (που αναφέρεται στη δυνατότητα απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών και από την υποχρέωση συμμετοχής στη σχολική προσευχή ακόμη και αν αναγράφεται η ιδιότητα του Ορθόδοξου Χριστιανού στο απολυτήριο γυμνασίου ενός μαθητή που ζητά εξαίρεση από τα θρησκευτικά στο λύκειο) και ΣτΕ (Γ΄Τμ.) 2176/1998 (για τις ελάχιστες ώρες διδασκαλίας θρησκευτικών στο αναλυτικό πρόγραμμα).
[5] Βλ. αντί πολλών European Court of Human Rights/Research Division, overview of the Court’s case- law on freedom of religion (επικαιροποίηση 31.10.2013).
[6] Affaire Folgerø et autres c. Norvège, απόφαση της 29 Ιουνίου 2007.
[7] Affaire Valsamis c. Grèce, απόφαση της 18 Δεκεμβρίου 1996.
[8] Affaire Hasan et Eylem Zengin c. Turquie, απόφαση οριστική της 9 Ιανουαρίου 2008.
[9] Αffaire Mansur Yalçın et autres c. Turquie, απόφαση οριστική της 16 Φεβρουαρίου 2015.
[10] ΑΠΔΠΧ 77 Α/2002.
[11] ΑΠΔΠΧ 94/2015.
 

Ο Οδυσσέας ως κανένας, αποσυμβολισμός

Η Ομήρου Οδύσσεια σηματοδοτεί την ανθρώπινη μετάβαση από το γήινο πεδίο στο υπερβατικό. Οι άθλοι του Οδυσσέα, για τους οποίους μας ειδοποιεί ο μέγιστος των ποιητών, αποτελούν πορεία αυτογνωσίας και προϋπόθεση ώστε να διασωθεί η ανάμνηση και να μην αποπροσανατολιστεί ο άνθρωπος από τον ένθεο προορισμό του.

Ο Όμηρος λειτουργεί ως μύστης, περιγράφοντας, με θαυμαστή λεπτομέρεια την περιπέτεια, ουσιαστικά, της επιστροφής της ψυχής στον πραγματικό της προορισμό, μέσω των άθλων που επιτελεί σ’ όλο το διάβα της πορείας της. Και, ιδιαιτέρως, θαυμαστό είναι το γεγονός, ότι ο Όμηρος είχε τη διόραση ώστε να «βλέπει» τα ορατά και τα αόρατα και να διαθέτει τη γνώση των φυσικών και υπερφυσικών φαινομένων!

Αδυνατούμε να εκτιμήσουμε το θαύμα του Ομηρικού λόγου στην πληρότητά του, μέσω του οποίου γίνεται μια διαχρονική πρόταση, ιδιαίτερα στον Έλληνα ώστε να εντρυφήσει στο νόημα της ζωής και κυρίως να αντιμετωπίσει τη ζωή ως σύγχρονος Οδυσσέας. Κατά την πορεία της αυτογνωσίας έρχεται αντιμέτωπος με τον κατώτερο εαυτό του, τον υποτάσσει και κυριαρχεί σ’ αυτόν, με τη βοήθεια της θεάς της Σοφίας (Αθηνά) . Άλλωστε, η κατάκτηση γνώσεων, σχετικών μ’ αυτό που είναι ο ίδιος και ακόμα δεν το γνωρίζει, φυσικά, προϋποθέτει άθλους, καθώς, μέσω της σχετικότητας, μετέρχεται αντιθετικών δυνάμεων, που εντός του κυοφορεί.

Δεν είναι ένα επίτευγμα ακατόρθωτο για τον άνθρωπο· χωρίς όμως την σωστή αξιολόγηση της ζωής, η οποία δεν διακόπτεται αλλά συνεχίζεται από τη μια διάσταση στην άλλη, θα ήταν αδύνατο.
Ο Οδυσσέας συμβολίζει την ανθρώπινη ψυχή, ενώ το σπήλαιο αποτελεί ένα σύμβολο του συλλογικού ασυνειδήτου μέσα στο οποίο η ψυχή χάνει την ταυτότητά της και γίνεται ο Κανένας, όνομα με το οποίο ο Οδυσσέας συστήνεται στον Κύκλωπα.

“Κύκλωπα, τ' ὄνομά μου θές ; Ἐγὼ σ' τὸ φανερώνω•
κι ἐσὺ τὸ δῶρο ποὺ ἔταξες νὰ μὲ φιλέψης τώρα.
Κανένας ὄνομα ἔχω ἐγώ•
Κανένα μὲ φωνάζουν κι ἡ μάνα μου κι ὁ κύρης μου, κι οἱ ἄλλοι μου οἱ συντρόφοι.”
 Ομήρου Οδύσσεια [ραψωδία ι στίχ.364-367 ]

Ο Οδυσσέας αυτοχαρακτηρίζεται « ο Κανένας», γεγονός που σημαίνει ότι έχει την επίγνωση του κινδύνου και της απώλειας του εαυτού του μέσα στο σπήλαιο (συλλογικό ασυνείδητο).

Η επίγνωση του κινδύνου, βέβαια, είναι πρωταρχική στην πορεία της αυτογνωσίας. Καθώς συνειδητοποιεί ο άνθρωπος τον κίνδυνο, εστιάζει την προσοχή του στον αυτοέλεγχο, χρησιμοποιεί τον νου και μάχεται ενάντια σε ό,τι τον παγιδεύει.

Ο άνθρωπος δεν έχει την επίγνωση του κινδύνου χωρίς την αυτοπαρατήρηση. Είναι γεγονός, ότι, μέσω του ατομικού εγώ, έχει σχέση με το συλλογικό ασυνείδητο και τότε, παθητικά, παραχωρεί την ύπαρξή του στους άλλους, τους πολλούς («όταν είμαι οι άλλοι /είμαι ο κανένας»).

Κι αυτή η απουσία επιγνώσεως είναι καθοριστική, με αποτέλεσμα να χάνει τη μνήμη και να αποσυνδέεται από τη μοναδικότητά του.Το ατομικό εγώ προσφέρει το έδαφος ώστε να καλλιεργηθεί, ανεξέλεγκτα, κάθε είδους υποβολή που προέρχεται από το συλλογικό ασυνείδητο κι απ’ ό,τι συνιστά το κατεστημένο, τις αντιλήψεις, τις συνήθειες που επικρατούν στο πνεύμα των πολλών. Υπάρχει μια σχέση αλληλεπίδρασης μεταξύ του εγώ και του κόσμου.

“ΕΓΩ είναι ένας άλλος” γράφει ο Rimbaud. Και ο Γεώργιος Σεφέρης, σχολιάζοντας στο δοκίμιό του «Το ημερολόγιο της Κυρίας Έρσης», γράφει: «αυτό που λέγεται εγώ μπορεί ν’ ανήκει σε πολλούς ανθρώπους..». Ασφαλώς και ανήκει σε πολλούς ανθρώπους, θα λέγαμε, για το λόγο ότι το εγώ, που είναι δέκτης σχηματοποιείται από τις επιρροές των άλλων, όχι όμως μόνον απ’ αυτές, φέρει και καταβολές!

Το «εγώ» αποτελεί έναν, κατ’ επίφαση, θώρακα αυτοπροστασίας. Ουσιαστικά, όμως, πρόκειται για αποκλεισμό καθώς ο άνθρωπος παραμένει μέσα στο χώρο της σχετικότητας ως αγνοών και αγνοούμενος.

Ο καθείς αποτελεί μια μοναδικότητα ανεπανάληπτη, δεν έχει όμως αποκτήσει επίγνωση της μοναδικότητάς του κι όταν την αποκτήσει δεν είναι εύκολο να τη διατηρήσει στη σχετικότητα του χωροχρόνου· αυτό προϋποθέτει άθλους.

Το ατομικό εγώ, που ισχυροποιείται, μέσω του ενστίκτου της επιβιώσεως, μάχεται την επίγνωση της μοναδικότητας και έρχεται σ’ αντίθεση με τον αγώνα της αυτογνωσίας.

Η υλιστική κοσμοθεωρία και το σύστημα που επικρατεί, κατέλυσε κάθε τέτοια ανάμνηση, δημιούργησε την εντύπωση του γραμμικού χρόνου, κατά την οποία, η ζωή αρχίζει με τη γέννηση και τελειώνει με το θάνατο και διέγραψε, μέσα σ’ αυτή τη διαδρομή, την υπαρξιακή ανησυχία. Έτσι, η ύπαρξη ενταφιάσθηκε μέσα στην αντίληψη του γραμμικού χρόνου που απέσπασε τον άνθρωπο από την ανησυχία, η οποία, βέβαια, εάν υπήρχε θα κρατούσε ζώσα την ύπαρξή του μέσα στο συνεχές παρόν. Σε κάθε προσπάθεια που επιχειρεί ο άνθρωπος να ξεχωρίσει, εκφράζοντας την ύπαρξή του δημιουργικά, δέχεται πολεμική.

Οι άθλοι, λοιπόν, θα χρειαστούν, όχι μόνον, για να αντιμετωπίσει τις δικές του αδυναμίες αλλά και για να αντιμετωπίσει τους άλλους, που έρχονται αντιμέτωποι σ’ αυτή του την πορεία. Όταν ο άνθρωπος γίνει ο εαυτός του, τότε είναι ο Ένας («Όταν είμαι ο Ένας /Είμαι ο άλλος»)που σημαίνει ότι έχει τη δυνατότητα και την ελευθερία να γίνει ο άλλος, να τον κατανοήσει και συνεπώς να τον αντιμετωπίσει σωστά, χωρίς να χάνεται.

Δεν υπάρχει στιγμή που δεν συμβαίνει κάποια μεταβολή, μέσα στη ροή των πραγμάτων( « τα πάντα ρει και ουδέν μένει») κατά τον Ηράκλειτο.

Εάν, λοιπόν, χάσει την ανάμνηση και την ανησυχία που κρατά ζωντανή την ύπαρξή του και τον συνδέει με τη ψυχή και τη συνείδηση, τότε είναι επόμενο να μην διαχειρίζεται το χρόνο σωστά.

Το συλλογικό ασυνείδητο κρύβει τον κίνδυνο της απώλειας, μέσα σ’ αυτό η σχετικότητα μεσολαβεί και επέρχεται η λήθη. Ως επι τω πλείστον, ο άνθρωπος δεν θέλει να διαφέρει από τους άλλους για να μη νιώθει μοναξιά, θέλει να είναι αποδεκτός και δεν διαγωνίζεται ως προς το να κρατήσει ακέραιη την ανάμνηση της υπαρξιακής του αλήθειας, για πολλούς λόγους, ένας από τους οποίους είναι, ότι κανένας δεν του το ζητάει αυτό, ούτε η κοινωνία, ούτε η οικογένεια, επομένως υπόκειται τη λήθη. Η διαφορά είναι λεπτή εάν την υπόκειται με επίγνωση ή ανεπίγνωτα!

Ο Οδυσσέας δίνει το όνομα ο Κανένας μέσα στο σπήλαιο του Κύκλωπα Πολύφημου, αυτό δείχνει ότι είχε επίγνωση. Αν αντιπαραβάλουμε το σπήλαιο με το συλλογικό ασυνείδητο, ο κίνδυνος αυτός, της λήθης, συμβαίνει ως επί τω πλείστον ανεπίγνωτα.

Η υπαρξιακή ανησυχία στη σχετικότητα του χωροχρόνου, είναι απαραίτητη ώστε να διατηρηθεί η αλήθεια πως ο άνθρωπος είναι παιδί του σύμπαντος.

Η θεική κουκουβάγια Πουέο (παραμύθι από την Χαβάη)

Κάποτε στο νησί Οάχου της Χαβάης, ένας πεινασμένος άντρας που τον έλεγαν Καπόι, σκαρφάλωσε σε ένα δέντρο, στη φωλιά μιας κουκουβάγιας και πήρε μερικά αυγά. Καθώς τα τύλιγε μέσα σε φύλλα και ετοιμαζόταν να τα μαγειρέψει στη φωτιά, μια κουκουβάγια τον πλησίασε και κάθησε σ' ένα δέντρο παραδίπλα.

     "Σε παρακαλώ, μην καταστρέψεις τα αυγά μου, Καπόι", έσκουξε η κουκουβάγια.

     Το στομάχι του νεαρού, γουργούριζε από την πείνα. Γιατί να τα επιστρέψει, αφού τα είχε βρει αφύλαχτα?

     "Είναι δικά μου τώρα", αποκρίθηκε.

     "Σε ικετεύω Καπόι, μην σκοτώσεις τα παιδιά μου", είπε η κουκουβάγια φτερουγίζοντας.

     Ο Καπόι ντράπηκε για τον εγωισμό του. Ξαφνικά, δεν ένοιωθε πια τόσο πεινασμένος. Πως μπορούσε να φάει τα αυγά, με την κουκουβάγια να τον παρακολουθεί?

     "Έλα, λοιπόν, να τα πάρεις. Δεν μπορώ να περνάω εγώ καλά σε βάρος κάποιου άλλου", είπε.

     Η κουκουβάγια κάθησε στον ώμο του και ψιθύρισε, "Σ' ευχαριστώ, Καπόι. Το όνομά μου είναι Πουέο και είμαι ένας θεός, που εσείς οι θνητοί δεν γνωρίζετε ακόμη. Χτίσε μου ένα βωμό και εγώ θα σας προστατεύω απ' όλα τα κακά".

     Ένας θεός που υπόσχεται να προστατεύει τους ανθρώπους από το κακό! Ο Καπόι πήρε πέτρες και ξύλα και έφτιαξε ένα μικρό βωμό. Ύστερα, έκανε θυσία στο θεό - κουκουβάγια. Ο καπνός από το βωμό υψώθηκε στον ουρανό, ευχαριστώντας τον Πουέο για την προστασία του. Η κουκουβάγια πέταξε μακριά, σκούζοντας απαλά και ο Καπόι ήξερε πως είχε κάνει το σωστό. Κάποιος όμως πρόσεξε τον καπνό στον ουρανό - κάποιος πολύ ισχυρός. Ήταν ο βασιλιάς του Ουάχου, ο Κακουχιουέουα.

     "Τολμάει κάποιος να κάνει θυσία χωρίς την άδειά μου?" ρώτησε κακόκεφα. "Δεν ξέρουν οι άνθρωποι ότι μόνο ο βασιλιάς μπορεί να προσφέρει θυσίες?"

     Οι φρουροί του πήγαν να δουν τι συνέβαινε. "Ένας νεαρός προσεύχεται σε κάποιον νέο θεό, την κουκουβάγια Πουέο", ανέφεραν στο βασιλιά.

     "Δεν πιστεύω πως υπάρχει τέτοιος θεός", είπε εκείνος. "Φέρτε μου αυτόν τον άντρα. Πρέπει να δικαστεί για υποκρισία και παράβαση των διαταγών μου".

     Ένα τεράστιο πλήθος συγκεντρώθηκε στη δίκη του Καπόι.

     "Σε πιάσαμε να λατρεύεις ένα θεό που εμείς δεν αναγνωρίζουμε", δήλωσε ο βασιλιάς. "Η θυσία σου, μπορεί να κάνει τη μεγάλη θεά του ηφαιστείου να θυμώσει. Μπορεί να ρίξει στα κεφάλια μας πύρινη βροχή ή ακόμη να βυθίσει το νησί μας. Γι αυτό, Καπόι, σε εξορίζω. Οι φρουροί μου θα σε μεταφέρουν δεμένο σ' ένα έρημο νησί, μακριά απο το σπίτι σου, απ' όπου δε θα επιστρέψεις ποτέ".

     Ένα έρημο νησί μακριά από το σπίτι του! Θα ήταν μια υπαίθρια φυλακή, χωρίς κανέναν για να μοιραστεί τη μουσική ή την τροφή, κανέναν για να μιλήσει, καμιά οικογένεια για να επισκεφτεί. "Ω Πουέο", ψιθύρισε ο Καπόι. "Χάρισα τη ζωή στα παιδιά σου. Σώσε με κι εσύ από μια μοίρα που είναι χειρότερη και από θάνατο!"

    Αμέσως, ο ουρανός σκοτείνιασε. Ο Καπόι και ο βασιλιάς κοίταξαν ψηλά και είδαν χιλιάδες κουκουβάγιες να ορμούν προς το μέρος τους - ένα θέαμα πολύ παράξενο, αφού οι κουκουβάγιες συνήθως κυκλοφορούν μόνο τη νύχτα, κάτω από το μανδύα του σκοταδιού. Ο αρχηγός των φρουρών σφύριξε μ' ένα μεγάλο κοχύλι και οι υπόλοιποι τράβηξαν τις λόγχες τους και τα ρόπαλά τους, που ήταν φτιαγμένα από δόντια καρχαρία. Οι κουκουβάγιες, κατέβαιναν και χιμούσαν πάνω τους, τρυπώντας τους με τα ράμφη και τα νύχια τους. Οι στρατιώτες μαζεύτηκαν γύρω από το βασιλιά, αφήνοντας τον Καπόι αφύλαχτο. Μια κουκουβάγια ράμφισε το σκοινί γύρω από τους καρπούς του, ελευθερώνοντάς τον. Ήταν ο ίδιος ο Πουέο, που ανταπέδιδε την καλοσύνη που είχε δεχτεί.

     "Η κουκουβάγια είναι πράγματι δυνατή ", φώναξε ο βασιλιάς Κακουχιουέουα. "Θα χτίσουμε ναούς και βωμούς στο όνομά της. Θα χορέψουμε προς τιμήν της".

     "Και ως ανταπόδοση, εκείνη θα μας προστατεύει", είπε ο Καπόι. "Δοξάστε τον Πουέο! Δοξάστε την κουκουβάγια!"

     Το πλήθος επεφήμισε και από τη μέρα εκείνη, οι χαβανέζοι πάντα τιμούν τις κουκουβάγιες..

Όταν κάποιος λέει κάτι υποτιμητικό ή κάτι που μας πληγώνει, έχουμε επιλογή για το πώς να αντιδράσουμε.

Όταν κάποιος λέει κάτι υποτιμητικό ή κάτι που μας πληγώνει, έχουμε επιλογή για το πώς να αντιδράσουμε.

Πρόσφατα μου συνέβη κάτι τέτοιο και έμεινα τόσο εμβρόντητος από το σχόλιο που δεν ήμουν σίγουρος πώς να αντιδράσω.


Στην αρχή, το χλεύασα. Ήταν σχεδόν κωμικό το πόσο αγενές ήταν. Στη συνέχεια άρχισε να κατακάθεται, και εγώ άρχισα να πιστεύω ότι πραγματικά ΗΜΟΥΝ αυτό που το άτομο είπε ότι ήμουν. Είχα ταπεινωθεί, καθώς το σχόλιο έγινε μέσα σε μια ομάδα ανθρώπων.


Και τότε, κατάλαβα .. το σχόλιο που έγινε δεν έχει καμία αντανάκλαση πάνω μου απολύτως. Όταν έριξα μια καλή και αυστηρή ματιά στον εαυτό μου, δεν ήμουν τίποτα σαν αυτό που αυτός ο άνθρωπος περιέγραφε ότι είμαι. Γνωρίζω τον εαυτό μου, και ξέρω ότι δεν είμαι έτσι. Μια επιπόλαια, αλόγιστη παρατήρηση είπε περισσότερα σχετικά με το πρόσωπο που το είπε από μένα, έτσι κατάλαβα ότι δεν υπήρχε απολύτως κανένας λόγος να ντρέπομαι και να σκύβω το κεφάλι.

Όταν αντιμετωπίζουμε καταστάσεις όπως αυτές, συχνά δεν τις βλέπω ως ευκαιρία για δύναμη, για ανάπτυξη. Συνήθως το παίρνω κατάκαρδα και βυθίζομαι στην αυτό-λύπηση. Είναι οι μικρές νίκες, όπως αυτές που πιστεύω ότι οδηγούν σε μια υγιή αίσθηση της αυτοεκτίμησης και της εμπιστοσύνης, και θέλησα να το μοιραστώ μαζί σας.


Είναι επίσης μια καλή υπενθύμιση για μένα να είμαι προσεκτικός όσον αφορά αυτά που λέω. Τα απερίσκεπτα λόγια μπορεί να είναι επιβλαβή σε κάποιον, και θα πάρω εκείνη τη στιγμή ως παράδειγμα.

Ελεύθερη ψυχή!

Ζήσε τη ζωή σου ελεύθερα. Κι όταν τσακίζεσαι, να 'χεις το θάρρος και να λες, με γεια μου με χαρά μου. Φτου κι από την αρχή. Όχι κακομοιριές και κλαψούρες.

Οι φόβοι και οι ανασφάλειες μοιάζουν πολύ με τα σκυλιά. Αν καταλάβουν πως τρέμεις, σου χυμούν.

Αν δείξεις αδιαφορία, χοροπηδούν γύρω σου, κάνουν χαρούλες και απομακρύνονται κουνώντας την ουρά τους.

Χρειάστηκαν τόσα χρόνια να περπατήσω στη βροχή, για να καταλάβω επιτέλους, πως πάντα πίσω από τα μαύρα σύννεφα, κρύβεται ένας ήλιος λαμπερός.

Κράτησε μια μικρή πλατεία μέσα στην ψυχή σου, που θα κάθεσαι μόνο εσύ και τα πουλιά.

Άκου, φίλε μου, αν δε χτυπούσανε τα κύματα εκείνους τους βράχους στ' ακροθαλάσσι, δε θα καμάρωνες τώρα το σχήμα τους!"

Λάο Τσε

Ανάμεσα στον Λάο Τσε των Κινέζων και τον δικό μας Όμηρο υπάρχουν μύριες ομοιότητες αλλά και διαμετρικές αντιθέσεις. Η συζήτηση για το αν στ’ αλήθεια υπήρξε ο Λάο Τσε δεν έχει ακόμα σιγάσει, όπως άλλωστε συμβαίνει και με τον Όμηρο. Ακόμα και τα ονόματά τους με ορολογία μάλλον μοιάζουν παρά με δήλωση συγκεκριμένου ατόμου. Όμηρος σημαίνει «ο μη ορών», ο τυφλός τροβαδούρος. Λάο Τσε θα πει «ο Γέρο Δάσκαλος».

Αν όμως ο Όμηρος απηχεί την τάξη των ραψωδών που περιφέρονταν από αυλή σε αυλή και τραγουδούσαν τα κατορθώματα των προγόνων, η λέξη Λάο Τσε αποδίδεται σε κάποιον που τα βρόντησε κι έφυγε μακριά.

Ο ιστορικός Σούμα Τσιέν διηγείται ότι ο Λάο Τσε ήταν συντηρητής της βασιλικής βιβλιοθήκης κι από το καθόλου ευκαταφρόνητο αυτό πόστο μπορούσε να γνωρίσει όλη τη χυδαιότητα της πολιτικής. Ένιωσε αηδία, παραιτήθηκε και πήγε να ζήσει στην πέρα από τα σύνορα έρημο. Στο συνοριακό φυλάκιο, ο φύλακας Γιν Χσι του είπε:
«Αφού αποτραβήχτηκες από τη ζωή, κάτσε και γράψε ένα βιβλίο για μένα».

Ο Γέρο Δάσκαλος έγραψε ένα τεράστιο έργο για το Τάο και το Τε. Προέκυψε έτσι το «Τάο Τε Τσινγκ», το «Βιβλίο της Οδού και της Αρετής», από το οποίο προήλθε ο ταοϊσμός, καθώς Τάο σημαίνει «Οδός»: Οδός της φύσης, οδός της σοφίας.

Μετά, ο Λάο Τσε εξαφανίστηκε και κανένας δεν έμαθε πού και πότε πέθανε.
Αν ο ιστορικός δηλώνει άγνοια για το τι απέγινε ο Λάο Τσε όταν έφυγε, η παράδοση έρχεται να καλύψει το κενό. Το πραγματικό του όνομα ήταν Λι (σημαίνει «σταφύλι»), στα 87 του ήταν στην πόλη Λο Γιανγκ, πρωτεύουσα του Τσου, και κει πήγε και τον βρήκε ο Κομφούκιος για να τον ρωτήσει για κάποια ζητήματα ιστορίας.

Στην πραγματικότητα, η συνάντηση αυτή αποκλείεται να πραγματοποιήθηκε, όπως ποτέ δεν έγινε ο αγώνας ανάμεσα στον Όμηρο και τον Ησίοδο που η ελληνική παράδοση αναφέρει. Κι αν ο Όμηρος ουσιαστικά ήταν εραστής της ιστορίας, καθώς κατορθώματα ηρωικών προγόνων τραγουδούσε, ο Λάο Τσε αποδείχτηκε φανατικός πολέμιός της. Είπε στον Κομφούκιο:
«Τα κόκαλα εκείνων με τους οποίους θέλεις να ασχοληθείς, έχουν πια γίνει σκόνη. Από αυτούς δεν μένουν παρά μόνο λέξεις. Όταν έρθει η ώρα, ο μεγάλος άνθρωπος κερδίζει την εξουσία. Ως τότε όμως, μόνο εμπόδια συναντά. Είναι σαν τον έμπορο που κρύβει την περιουσία του και ζει σαν να μην έχει τίποτα. Ο μεγάλος άνθρωπος, παρ’ όλα τα πλούτη και τη δύναμή του, είναι απλός στους τρόπους και την εμφάνισή του. Απαλλάξου από την υπερηφάνεια, τις φιλοδοξίες και τους παράλογους σκοπούς σου. Δεν πρόκειται να σε βοηθήσουν να γίνεις καλύτερος».

Ο Κομφούκιος, αργότερα, είπε:
«Ένα ζώο μπορεί να πέσει σε παγίδα. Ένα ψάρι να καταπιεί δόλωμα. Ένα πουλί να χτυπηθεί από βέλος. Μόνο ο δράκοντας δεν κινδυνεύει να πιαστεί. Είδα σήμερα τον Λάο Τσε και μόνο με δράκοντα μπορώ να τον συγκρίνω».

Από τότε, κατά την παράδοση, ο Κομφούκιος αφιερώθηκε στην αποστολή του κι έγινε ο μεγαλύτερος Κινέζος φιλόσοφος.

10 ψέματα που πρέπει να πάψουμε να λέμε στον εαυτό μας

Το μυαλό μας παίζει ύπουλα παιχνίδια και τις περισσότερες φορές, η τυφλή εμπιστοσύνη που έχουμε στον εαυτό μας, μας κάνει να μην βλέπουμε το λάθος στο οποίο ο ίδιος μας εκθέτει. Ο φόβος, ο πανικός, οι εδραιωμένες συνήθειες και αντιλήψεις είναι οι χειρότεροι σύμβουλοι στην προσωπική μας εξέλιξη και πρόοδο και αξίζει ο καθένας να αφιερώσει λίγο χρόνο για να «δει» την πραγματική αλήθεια πίσω από τα ψέματα που αραδιάζουμε οι ίδιοι στον εαυτό μας και όχι μόνο μας κρατάνε πίσω, αλλά μας σπρώχνουν προς τελείως λάθος κατευθύνσεις.

Κάθε φορά λοιπόν, που θα είστε έτοιμοι να πάρετε την «κατηφόρα» θυμηθείτε σε πόσες λάθος αντιλήψεις στηρίζεται η διάθεσή σας και κάντε στροφή 180ο για την «ανηφόρα»…

1. «Είσαι όλα όσα σκέφτεσαι και νιώθεις»
Δεν είμαστε οι σκέψεις και τα συναισθήματά μας και τη στιγμή που θα το πιστέψουμε αυτό θα κάνουμε το μεγαλύτερο κακό στον εαυτό μας. Οι κακές σκέψεις που κάνουμε όταν είμαστε πεσμένοι ψυχολογικά και η ζήλεια που νιώθουμε όταν βλέπουμε την νυν του πρώην, δεν μας κάνουν ούτε κακούς ούτε και ζηλόφθονες. Οι σκέψεις φεύγουν και τα συναισθήματα είναι παροδικά και δεν αποδεικνύουν τίποτα για τον πραγματικό μας χαρακτήρα.

2. «Δεν αξίζει το ρίσκο»
Οι περισσότεροι αναζητούμε την ασφάλεια στη ζωή μας, αλλά το μεγαλύτερο ψέμα είναι η πεποίθηση ότι θα τη βρούμε. Το μόνο σίγουρο στη ζωή είναι οι αλλαγές που πρόκειται να συμβούν και το αποτέλεσμα της κάθε πράξης μας, όσο σίγουροι και να είμαστε για την επιλογή μας, θα είναι πάντα αβέβαιο. Το μόνο πράγμα για το οποίο πρέπει να είστε σίγουροι είναι πως η μοναδική προτεραιότητά σας πρέπει να είναι και πάντα θα είναι ο εαυτός σας και κανείς άλλος.

3. «Η υλική ευτυχία»
Το ότι δεν αγοράζεται η ευτυχία το γνωρίζουν καλά, όσοι έχουν και όσοι δεν έχουν πλούτη. Το να επιμένετε εσείς σε αυτό, ακόμα και αν είστε από τους πρώτους, δεν σας κάνει ευτυχισμένο, αν σας λείπουν πράγματα όπως η αληθινή αγάπη, το ξεκαρδιστικό γέλιο, ο αυθορμητισμός της στιγμής, η ευγνωμοσύνη για το καλό που σας δόθηκε και η συντροφικότητα των φίλων. Αλλά κάτι μου λέει, πως δεν είστε από τους πρώτους και το ότι σε αυτό το γεγονός (ότι δεν είστε πλούσιοι δηλαδή) αποδίδετε τη μελαγχολία σας, είναι το μεγαλύτερο λάθος που μπορείτε να κάνετε.

4. «Είσαι χοντρός, άσχημος και βλάκας»
Πάντα θα υπάρχει κάποιος εξυπνότερος, λίγο πιο αστείος και ελαφρώς πιο επιτυχημένος από εσάς αλλά δεν ήρθε και το τέλος του κόσμου. Η παγίδα των συγκρίσεων είναι η χειρότερη από όλες, όχι επειδή μπορεί να μην έχει καλά αποτελέσματα αλλά επειδή πέφτουμε μόνοι μας μέσα σε αυτή. Ο καθένας έχει τις δικές του χάρες και αυτός ο όμορφος και καλλίγραμμος γείτονας είναι πολύ πιθανό να ροχαλίζει σαν τρένο και να μη μπορεί να σταυρώσει γυναίκα στο πλάι του. Εσείς όμως….

5. «Είσαι το θύμα της ζωής»
Το ευκολότερο πράγμα στη ζωή είναι η θυματοποίηση και η απόδοση ευθυνών μονίμως στους άλλους και ποτέ στον εαυτό μας. Κανένα «θύμα» όμως δεν γνωρίζει την ικανοποίηση που νιώθει εκείνος που αναγνωρίζει τα λάθη του και μαθαίνει από αυτά, αναλαμβάνει τις ευθύνες του και εξελίσσεται κάθε μέρα και περισσότερο μέσα από τις εμπειρίες του. Ο μοναδικός υπεύθυνος για τη ζωή μας είμαστε εμείς, όσο και αν κάποιοι επιμένουν σθεναρά για το αντίθετο.

6. «Δεν χρειάζομαι τους φίλους»
Θα είναι πολλές οι φορές που οι συνθήκες και οι προτεραιότητες της ζωής θα σας έχουν απομακρύνει από τους φίλους σας αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν τους έχετε ή δεν σας έχουν εκείνοι ανάγκη. Οι φίλοι, όσο και αν ισχυρίζεστε ότι μπορείτε και χωρίς αυτούς, σας κάνουν καλό σε πολλά επίπεδα. Με τους φίλους πολλαπλασιάζετε τη χαρά και μοιράζετε τη λύπη, καταπολεμάτε τη μοναξιά και είναι εκείνοι που θα σας κάνουν να ξεχάσετε τα προβλήματα σας όταν ο πανικός μοιάζει ο μοναδικός σας σύντροφος.

7. «Το παρελθόν καθορίζει το μέλλον μας»
Μην γίνετε σαν την χήρα στο απέναντι διαμέρισμα που ζεί μόνο με τις αναμνήσεις του πεθαμένου συζύγου της και μιας ζωής που πέρασε και χάθηκε. Το παρελθόν ανήκει στο παρελθόν και τα παλιά μας λάθη δεν μας καθορίζουν, αλλά μόνο μας διδάσκουν. Οι λάθος επιλογές του παρελθόντος θα γίνουν σωστές αποφάσεις του μέλλοντος μόνο αν εμείς το θελήσουμε.

8. «Είμαστε μόνοι»
Κάθε φορά που έχει πέσει η διάθεσή σας και νιώθετε πιο μόνοι και από μόνοι, θυμηθείτε ότι δεν είστε (μόνοι). Ακόμα και αν δεν βλέπετε τη σύνδεσή σας με όλους όσοι νιώθουν το ίδιο άσχημα με εσάς, γιατί σίγουρα υπάρχουν πολλοί άλλοι στην ίδια κατάσταση με εσάς εκεί έξω, αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει αυτή η σύνδεση. Όσο και αν επιμένετε για το αντίθετο, δεν είμαστε μόνοι, ώστε να έχετε το δικαίωμα να χρησιμοποιείτε το χαρτί της μοναξιάς, κάθε φορά που δεν μπορείτε να αντιμετωπίσετε τους προσωπικούς σας δαίμονες.

9. «Στόχευε πάντα στην τελειότητα»
Ο στόχος για το καλύτερο δεν πρέπει να γίνει εμμονή για το τέλειο. Η τελειομανία φέρνει μαζί της το άγχος, την απαισιοδοξία, την ενοχή και συχνά την απογοήτευση. Μην ξεχνάτε πως τα λάθη είναι ανθρώπινα, να μην παίρνετε τον εαυτό σας και τόσο σοβαρά και ότι κανείς δεν είναι τέλειος.

10. «Να είσαι σε επαγρύπνηση για ό,τι σου συμβαίνει»
Οι έννοιες, τα άγχη και τα δυσεπίλητα προβλήματα της καθημερινότητας δεν έχουν τελειωμό και αυτός είναι ένας από τους παγκόσμιους κανόνες της ανθρώπινης φύσης. Μην περιμένετε λοιπόν να αλλάξει αυτή τη συνθήκη, αλλά μην θεωρείτε και συνέπεια αυτού πως δεν θα βρείτε ποτέ τη γαλήνη. Η γαλήνη και η ηρεμία της ψυχής, για την ακρίβεια, είναι ήδη εδώ, απλά δεν την βλέπουμε. Κάντε ένα πείραμα με τον εαυτό σας και αντιμετωπίστε μια κατάσταση με διαφορετικό τρόπο, από αυτόν που συνηθίζατε μέχρι τώρα και ίσως η λύση που ψάχνατε να ήταν ακριβώς αυτή η διαφορετική οπτική γωνία. Καμία σωστή απόφαση δεν πάρθηκε ποτέ υπό το πρίσμα του άγχους και του πανικού.

7 ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΟΥ ΘΑ ΑΛΛΑΞΟΥΝ ΤΗΝ “ΑΝΤΙΛΗΨΗ” ΣΟΥ

Η Πραγματικότητα δεν είναι τόσο απλή όσο θα θέλαμε να πιστεύουμε. Αρκετά πράγματα που θεωρούμε αληθινά και δεδομένα είναι στην ουσία ψευδή. Οι Επιστήμονες αλλά και οι Φιλόσοφοι έχουν κάνει ότι μπορούν για να εισάγουν αυτές τις Θεωριες στην κοινή λογική – όπως θα δείτε από τα επτά παραδείγματα παρακάτω:

 7 Θεωριες που θα αλλαξουν την “αντιληψη” σου:

Ο Μεγάλος Παγετώνας

Ο Μεγάλος Παγετώνας είναι η θεωρία που εξηγεί το τελευταίο στάδιο στο οποίο θα εισχωρήσει τελικά το σύμπαν μας, επειδή ξεμένει από αποθέματα ενέργειας. Καθώς αυτή η ενέργεια εξασθενεί – αναφέρει η θεωρία – το Σύμπαν χαμηλώνει ταχύτητα. Με άλλα λόγια υπάρχει μία χαμηλή απώλεια θερμότητας , καθώς η θερμότητα αυτή παράγεται από την κίνηση των σωματιδίων ενέργειας. Υπάρχει βραδύτητα στην κίνηση, και σύμφωνα με την θεωρία υποτίθεται πως το σύμπαν θα σταματήσει. Κάτι που μας κάνει να θυμηθούμε αυτό που έγραψε ο T.S.Eliot: ” Αυτός είναι ο τρόπος που θα καταστραφεί ο κόσμος: Όχι με μία έκρηξη, αλλά με ένα κλαψούρισμα..“

 Η Θεωρία του Σολιψισμού / Εγωμονισμού

Η Θεωρία του Σολιψισμού είναι μία Φιλοσοφική θεωρία που αναφέρει πως τίποτα δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί πέρα από την ύπαρξη του ατομικού Νου. Ακούγεται λιγάκι υπερβολικό, καθώς θεωρούμε πως υπάρχουν όλα όσα βλέπουμε – αγγίζουμε – νιώθουμε, όμως η θεωρία αναφέρει πως είναι ουσιαστικά αδύνατο να επιβεβαιώσεις την ύπαρξη των πάντων, παρά μονάχα της ίδιας σου της Συνειδητότητας.Αν σχετίσουμε την πραγματικότητα με όλα τα ζωντανά όνειρα που έχουμε δει στην ζωή μας, τότε ίσως μπορέσουμε να αναρωτηθούμε αν και η πραγματικότητα στην οποία ζούμε δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα ολοζώντανο όνειρο...
Η Θεωρία του Ιδεαλισμού

Ο Ιδεαλισμός αναφέρει την πεποίθηση πως τα πάντα υπάρχουν ως ιδέα μέσα στο μυαλό, ή πιο συγκεκριμένα, ως ιδέα στο μυαλό κάποιου. Ο George Berkeley, Διάσημος ιδεαλιστής Φιλόσοφος ανακάλυψε πως οι πεποιθήσεις του θεωρήθηκαν αστείες από κάποιους επικριτές του, αναφέροντας πως ένας από τους “αντιπάλους του” έκλεισε τα μάτια και κλώτσησε μία πέτρα φεύγοντας. Το ζήτημα είναι πως αν αυτή η πέτρα υπήρχε στο μυαλό μονάχα ενός ανθρώπου, τότε δεν θα μπορούσε καν να την δει. Μπορούν όλα να υπάρχουν και να σχηματίζονται μέσα από μία ιδέα στο μυαλό των ανθρώπων;
 Η Θεωρία του Παροντισμού

Ο χρόνος είναι μία έννοια που παίρνουμε ως δεδομένη. Αν αναλογιστούμε τον χρόνο για λίγο θα διαπιστώσουμε πως τον διαχωρίζουμε σε παρελθόν,παρόν και μέλλον. Οι “Παροντιστές” Φιλόσοφοι πάντως θεωρούν πως δεν υπάρχει ούτε παρόν ούτε μέλλον, παρά μονάχα το Παρόν.

Κοιτώντας την θεωρία πιο απλά, τα τελευταία σου γενέθλια δεν υπάρχουν πια και κάθε λέξη του άρθρου παύει να υπάρχει αφότου την διαβάσεις ή ώσπου να ανατρέξεις σε αυτή. Το Μέλλον δεν υπάρχει, καθώς ο χρόνος δεν μπορεί ναι υπάρχει και πίσω και μπροστά. Τα λόγια του Βουδιστή Fyodor Shcherbatskoy αναφέρουν χαρακτηριστικά : “Κάθε παρελθόν είναι αναληθές, κάθε μέλλον είναι αναληθές, όλα υπάρχουν στην φαντασία μας, δίχως υπόσταση, νοητικές έννοιες.. Το απόλυτα αληθινό είναι η παρούσα στιγμή της φυσικής μας ύπαρξης…”
Η Θεωρία του Ετερναλισμού

Ο Ετερναλισμός είναι στην ουσία η αντίθετη θεωρία του Παροντισμού. Αυτή η Φιλοσοφική Θεωρία αναφέρει πως ο χρόνος έχει στην ουσία πολλές στρώσεις και θα μπορούσε να συγκριθεί με ένα σπογκωειδές κεικ με πολλές στρώσεις.

Όλες αυτές οι στρώσεις υπάρχουν ταυτόχρονα αλλά η μία από αυτές βιώνεται από τον παρατηρητή ανάλογα με το που βρίσκεται και τι παρατηρεί.

 Η Θεωρία του Multiverse

Σίγουρα όλοι μας λίγο πολύ έχουμε ακούσει για την θεωρία του Multiverse που αναφέρει πως υπάρχουν άπειρα παράλληλα σύμπαντα. Οι παράλληλοι κόσμοι – φαίνεται πως είναι περίπου σαν τον δικό μας με μικρές ( ή σε ορισμένες περιπτώσεις και τεράστιες) διαφορές. Σύμφωνα με την Θεωρία, υπάρχει ένας άπειρος αριθμός από τέτοια Σύμπαντα.
 Μυθιστορηματική Πραγματικότητα

Η «Μυθιστορηματικη Πραγματικοτητα» είναι μια κοσμοθεωρία που αρέσκεται στην επιβεβαίωση της ύπαρξης των μυθιστορηματικών αντικειμένων. Ένας από τους Γνωστότερους υποστηρικτές της θεωρίας ήταν ο Φιλόσοφος David Lewis, που υποστήριζε πως η πραγματικότητα είναι δεικτική. Με άλλα λόγια ο ρεαλισμός των Μυθιστορηματικών αντικειμένων βασίζεται στην ατομική κατανόηση και οπτική του ατόμου. Αυτή η έννοια αποτελείται από έξι κύριες κατηγορίες: Ας δούμε τις 3 από αυτές
Υπάρχουν πιθανοί άλλοι Κόσμοι – είναι όσο πραγματικοί είναι ο δικός μας κόσμος;
Οι πιθανό αυτοί κόσμοι αποτελούνται από ίδια είδη αντικειμένουν του κόσμου μας. Διαφέρουν σε περιεχόμενο, αλλά όχι σε είδος.
Αυτοί οι κόσμοι δεν γίνεται να μειωθούν σε κάτι πιο βασικό. Είναι οντότητες ανεπίδεικτες αλλοιώσεως.

Βασικά αυτό που ο Lewis επισημαίνει με αυτές τις κατηγορίες είναι πως επειδή ένας κόσμος δεν είναι δικός μας ή οικείος μας δεν σημαίνει πως μπορούμε να υποστηρίξουμε οτι είναι λιγότερο αληθινός από τον δικό μας επειδή δεν τον κατοικούμε και δεν ξέρουμε την πραγματική του φύση.

Μη ζητάς την υπέρβαση όταν εσύ δεν την κάνεις

Οι σχέσεις είναι εξ ορισμού κτητικές και εγωιστικές. Σε κάνουν να τα θες όλα ή τίποτα. Δε συμβιβάζεσαι με ημίμετρα, δε χορταίνεις με μικρές τζούρες, δε γεμίζεις μέσα σου με συμβιβασμούς. Είναι ο έρωτας που σε κάνει άπληστο και αδηφάγο.

Κάπως έτσι έρχεται η στιγμή, που ζητάς στον άλλον να κάνει την υπέρβαση. Να περάσει τα προσωπικά του όρια και τείχη, να κάνει κάτι, που ίσως δε θα τον εκφράζει. Από το να παρατήσει τη δουλειά του, να σε ακολουθήσει στο εξωτερικό, να χωρίσει την άλλη για σένα, αλλά και πιο απλά όπως το να σε γνωρίσει στους φίλους του, στους γονείς του, να μείνετε σε άλλη περιοχή μακριά από τους φίλους του, να αλλάξει χρώμα στα μαλλιά και στυλ ντυσίματος.

Να ξεκαθαρίσουμε, πως όταν εσύ ζητάς το κάτι παραπάνω από τον άλλον, έχεις κάποιου είδους, ας το πούμε πρόβλημα. Δηλαδή, δεν αγαπάς τον άλλον για αυτό που είναι, αλλά για αυτό που μπορεί να γίνει δίπλα σου. Τον θες στα δικά σου μέτρα και σταθμά. Να ταιριάζει στην ιδεατή εικόνα που έχεις στο μυαλό σου. Λάθος.

Ακόμα πιο λάθος είναι όταν εσύ που ζητάς από τον άλλον την υπέρβαση, δεν είσαι διατεθειμένος να κουνήσεις το μικρό σου δαχτυλάκι. Εγωιστικό να το βαφτίσουμε, παρτάκια να σε πούμε, τι απ’ όλα σε κάνει να αισθάνεσαι καλύτερα;

Κι ο άλλος έχει απαιτήσεις. Κι ο άλλος θέλει να κάνεις το παραπάνω για 'κείνον. Να νιώσει πως είναι ο σημαντικότερος άνθρωπος που πέρασε από τη ζωή σου. Να δει ότι σημαίνει κάτι πιο μεγάλο απ' ό,τι οι προηγούμενοι σύντροφοί σου. Δεν μπορείς εσύ να ζητάς τον ουρανό με τ’ άστρα και εσύ να του προσφέρεις ψίχουλα. Δεν είναι περιστέρι.

Διότι κι ο άλλος τα έχει με συγκεκριμένο τρόπο στο μυαλό του. Κι ο άλλος μπορεί να θέλει να αλλάξεις πράγματα, αλλά επειδή ξέρει πως ο καθένας πρέπει να αλλάζει μόνο επειδή το θέλει ο ίδιος, αναδιπλώνεται. Έχει την αυτοσυγκράτηση και την υπομονή να τα καταλάβεις μόνος σου, δίνοντάς σου ίσως μικρά δείγματα.

Τι νομίζεις, πως είναι ο άλλος ν' άγεται και να φέρεται από τις ορέξεις σου; Παιχνιδάκι σου; Κάπου το παρεξηγείς. Κανένας δεν είναι η μαριονέτα σου κι εσύ δεν είσαι ο θιασάρχης να την κουνάς κατά πώς θες. Και το κυριότερο. Κανένας δε θέλει κάποιον που τον δεν τον εκτιμά για αυτό που είναι με τα καλά και τα στραβά του. Θέλει να είσαι ερωτευμένος για όλα αυτά. Πάντα έρχεται κάποια στιγμή που θα μπουχτίσει και θα σε παρατήσει σύξυλο, όση υπομονή και να έχει. Διότι κι ο άλλος θα νιώσει το κορόιδο της υπόθεσης. Και τότε θα τρέχεις και δε θα φτάνεις.

Αν λοιπόν θες από το σύντροφό σου να κάνει το παραπάνω βήμα, να είσαι έτοιμος να κάνεις κι εσύ θυσίες. Για να κρατήσεις τον άλλον πρέπει να δώσεις μεν μάχη, αλλά η μάχη του έρωτα να γνωρίζεις, πως έχει και απώλειες. Ναι, στον έρωτα δεν πρέπει να πέφτεις αμαχητί, αλλά οφείλεις για την τιμή των όπλων ν' αφήνεις και τον άλλον να νιώσει κάποια στιγμή νικητής της καρδιάς και του μυαλού σου.

Το CERN φόρτωσε στο διαδίκτυο 300 terabytes γνώσης

Χθες, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Πυρηνικών Ερευνών (CERN) διέθεσε τα πρώτα δεδομένων από το Μεγάλο Επιταχυντή Αδρονίων (Large Hadron Collider ή LHC) στο διαδίκτυο για οποιονδήποτε επιθυμεί να τα χρησιμοποιήσει: Έτσι το διαδίκτυο απέκτησε 300 terabytes γνώσης.

Τα δεδομένα συμπεριλαμβάνουν 100 TB «δεδομένα από τις συγκρούσεις πρωτονίων στα 7 TeV, που αποτελούν το ήμισυ των δεδομένων που έχουν συλλεχθεί στον LHC από τον ανιχνευτή CMS το 2011.»

Η κυκλοφορία αυτών των δεδομένων προστέθηκε σε ένα άλλο infodump του 2014, και μπορείτε να έχετε πρόσβαση μέσω του CΕRN Portal Open Data.

Μερικές από τις πληροφορίες που διατέθηκαν για το κοινό είναι πρωτογενή δεδομένα που δεν έχουν επεξεργαστεί οι επιστήμονες του CΕRN, ενώ μερικά άλλα έχει ήδη υποστεί επεξεργασία, για να γίνουν προσιτά για μαθήματα επιστήμης του γυμνασίου.

Το CERN κυκλοφόρησε ανεπεξέργαστα δεδομένα για μερικούς πρακτικούς λόγους:

«Όταν έχουμε εξαντλήσει την εξερεύνηση των δεδομένων, δεν βλέπουμε κανένα λόγο για να μην τα δημοσιοποιούμε. Τα οφέλη είναι πολλά, όπως το να εμπνεύσουμε μαθητές γυμνασίου να εκπαιδευτούν σαν οι φυσικοί σωματιδίων του αύριο» ανέφερε η Kati Lassila-Perini, η φυσικός CMS που είναι υπεύθυνη για την διαχείριση των δεδομένων.

Το «άνοιγμα» της πληροφόρησης έχει φυσικά και πρακτικές επιστημονικές χρήσεις, καθώς: το CΕRN αναφέρει ότι έχουν ήδη περιπτώσεις επιστημόνων που επιβεβαιώνουν τα αποτελέσματά τους, ή άλλοι επιστήμονες που προχωρούν τις έρευνές τους με τρόπους που δεν είχαν προβλέψει αρχικά.