Σάββατο 6 Απριλίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Ἐκκλησιάζουσαι (976-1020)

ΓΡ. Α’ οὗτος, τί κόπτεις; μῶν ἐμὲ ζητεῖς; ΝΕΑΣ. πόθεν;
ΓΡ. Α’ καὶ τὴν θύραν γ᾽ ἤραττες. ΝΕΑΣ. ἀποθάνοιμ᾽ ἄρα.
ΓΡ. Α’ τοῦ δαὶ δεόμενος δᾷδ᾽ ἔχων ἐλήλυθας;
ΝΕΑΣ. Ἀναφλύστιον ζητῶν τιν᾽ ἄνθρωπον. ΓΡ. Α’ τίνα;
980 ΝΕΑΣ. οὐ τὸν Σεβῖνον, ὃν σὺ προσδοκᾷς ἴσως.
ΓΡ. Α’ νὴ τὴν Ἀφροδίτην, ἤν τε βούλῃ γ᾽ ἤν τε μή—
ΝΕΑΣ. ἀλλ᾽ οὐχὶ νυνὶ τὰς ὑπερεξηκοντέτεις
εἰσάγομεν, ἀλλ᾽ εἰσαῦθις ἀναβεβλήμεθα.
τὰς ἐντὸς εἴκοσιν γὰρ ἐκδικάζομεν.
985 ΓΡ. Α’ ἐπὶ τῆς προτέρας ἀρχῆς γε ταῦτ᾽ ἦν, ὦ γλύκων·
νυνὶ δὲ πρῶτον εἰσάγειν ἡμᾶς δοκεῖ.
ΝΕΑΣ. τῷ βουλομένῳ γε κατὰ τὸν ἐν πεττοῖς νόμον.
ΓΡ. Α’ ἀλλ᾽ οὐδὲ δειπνεῖς κατὰ τὸν ἐν πεττοῖς νόμον.
ΝΕΑΣ. οὐκ οἶδ᾽ ὅ τι λέγεις· τηνδεδί μοι κρουστέον.
990 ΓΡ. Α’ ὅταν γε κρούσῃς τὴν ἐμὴν πρῶτον θύραν.
ΝΕΑΣ. ἀλλ᾽ οὐχὶ νυνὶ κρησέραν αἰτούμεθα.
ΓΡ. Α’ οἶδ᾽ ὅτι φιλοῦμαι· νῦν δὲ θαυμάζεις ὅτι
θύρασί μ᾽ ηὗρες. ἀλλὰ πρόσαγε τὸ στόμα.
ΝΕΑΣ. ἀλλ᾽, ὦ μέλ᾽, ὀρρωδῶ τὸν ἐραστήν σου. ΓΡ. Α’ τίνα;
995 ΝΕΑΣ. τὸν τῶν γραφέων ἄριστον. ΓΡ. Α’ οὗτος δ᾽ ἐστὶ τίς;
ΝΕΑΣ. ὃς τοῖς νεκροῖσι ζωγραφεῖ τὰς ληκύθους.
ἀλλ᾽ ἄπιθ᾽, ὅπως μή σ᾽ ἐπὶ θύραισιν ὄψεται.
ΓΡ. Α’ οἶδ᾽, οἶδ᾽ ὅ τι βούλει. ΝΕΑΣ. καὶ γὰρ ἐγὼ σὲ νὴ Δία.
ΓΡ. Α’ μὰ τὴν Ἀφροδίτην, ἥ μ᾽ ἔλαχε κληρουμένη,
1000 μὴ ᾽γώ σ᾽ ἀφήσω. ΝΕΑΣ. παραφρονεῖς, ὦ γρᾴδιον.
ΓΡ. Α’ ληρεῖς· ἐγὼ δ᾽ ἄξω σ᾽ ἐπὶ τἀμὰ στρώματα.
ΝΕΑΣ. τί δῆτα κρεάγρας τοῖς κάδοις ὠνοίμεθ᾽ ἄν,
ἐξὸν καθέντα γρᾴδιον τοιουτονὶ
ἐκ τῶν φρεάτων τοὺς κάδους ξυλλαμβάνειν;
1005 ΓΡ. Α’ μὴ σκῶπτέ μ᾽, ὦ τάλαν, ἀλλ᾽ ἕπου δεῦρ᾽ ὡς ἐμέ.
ΝΕΑΣ. ἀλλ᾽ οὐκ ἀνάγκη μοὐστίν, εἰ μὴ τῶν ἐμῶν
τὴν πεντακοσιοστὴν κατέθηκας τῇ πόλει.
ΓΡ. Α’ νὴ τὴν Ἀφροδίτην, δεῖ γε μέντοι ‹σ᾽›· ὡς ἐγὼ
τοῖς τηλικούτοις ξυγκαθεύδουσ᾽ ἥδομαι.
1010 ΝΕΑΣ. ἐγὼ δὲ ταῖς γε τηλικαύταις ἄχθομαι,
κοὐκ ἂν πιθοίμην οὐδέποτ᾽. ΓΡ. Α’ ἀλλά, νὴ Δία,
ἀναγκάσει τουτί σε. ΝΕΑΣ. τοῦτο δ᾽ ἐστὶ τί;
ΓΡ. Α’ ψήφισμα, καθ᾽ ὅ σε δεῖ βαδίζειν ὡς ἐμέ.
ΝΕΑΣ. λέγ᾽ αὐτὸ τί ποτε κἄστι. ΓΡ. Α’ καὶ δή σοι λέγω.
1015 ἔδοξε ταῖς γυναιξίν, ἢν ἀνὴρ νέος
νέας ἐπιθυμῇ, μὴ σποδεῖν αὐτὴν πρὶν ἂν
τὴν γραῦν προκρούσῃ πρῶτον. ἢν δὲ μὴ ᾽θέλῃ
πρότερον προκρούειν, ἀλλ᾽ ἐπιθυμῇ τῆς νέας,
ταῖς πρεσβυτέραις γυναιξὶν ἔστω τὸν νέον
1020 ἕλκειν ἀνατεὶ λαβομένας τοῦ παττάλου.

***
Α’ ΓΡ. (παρουσιάζεται και ζυγώνει)
Εσύ βροντάς την πόρτα; Τί με θέλεις;
ΠΑΛ. Πώς σου κατέβη; Α’ ΓΡ. Χτύπησες την πόρτα μου.
ΠΑΛ. Δεν πέθαινα καλύτερα; Α’ ΓΡ. Γιατί
μου ᾽ρθες εδώ με το δαδί αναμμένο;
ΠΑΛ. Κάποιον ζητάω από τον Κοπανά.
980 Α’ ΓΡ. Ποιόν; ΠΑΛ. Όχι τον Πλακιώτη που αναμένεις.
Α’ ΓΡ. (τον τραβάει από το μπράτσο)
Α, μά την Αφροδίτη, θες δε θέλεις...
ΠΑΛ. (ξεκολλώντας απ᾽ τα χέρια της)
Για σήμερα δεν έχουνε σειρά
οι εξηντάρες κι απάνου. Αυτές μεθαύριο.
Για τώρα τα εικοσάρικα πιτσούνια.
Α’ ΓΡ. Γλυκέ μου, αυτά γινότανε πρωτύτερα.
Τώρα ο καινούργιος νόμος βάζει πρώτες
τις ώριμες εμάς. ΠΑΛ. Για όποιον το θέλει.
Όπως στα ζάρια. Παίζει όποιος του αρέσει.
Α’ ΓΡ. Στο φαγί δεν περνάει αυτός ο νόμος.
ΠΑΛ. Τί θες να πεις; Δε σε καταλαβαίνω.
Πάω να χτυπήσω της μικρής την πόρτα.
990 Α’ ΓΡ. Μα τη δικιά μου πρώτα θα χτυπήσεις.
ΠΑΛ. Κορίτσι θέλω απάρθενο, όχι κόσκινο!
Α’ ΓΡ. Το ξέρω, μ᾽ αγαπάς, αλλά ξαφνιάστηκες
που μ᾽ ήβρες όξω... Δώσ᾽ μου τ᾽ αχειλάκια σου.
ΠΑΛ. Α μπα! Θα με σκοτώσει ο γκόμενός σου.
Α’ ΓΡ. Ποιός γκόμενός μου; ΠΑΛ. Ο ζωγράφος! Α’ ΓΡ. Ποιός;
ΠΑΛ. Αυτός που ζωγραφίζει τα λαγήνια
των πεθαμένων. Τρέχα να κρυφτείς
να μη σε ιδεί να τριγυρνάς στους δρόμους.
Α’ ΓΡ. Ξέρω τί θέλεις! ΠΑΛ. Μα κι εγώ σε ξέρω
τί παραθέλεις. Α’ ΓΡ. Μά την Αφροδίτη,
που σ᾽ έστειλε σ᾽ εμένανε λαχείο,
1000 δε σ᾽ αφήνω. (τον τραβάει) ΠΑΛ. Πάει, σου ᾽στριψε, γιαγιάκα.
Α’ ΓΡ. Λίγα λόγια! Περπάτα να ξαπλώσουμε.
ΠΑΛ. Τί τους θέμε τους γάντζους ν᾽ ανεβάζουμε
τους κουβάδες απ᾽ τα πηγάδια μέσα;
Κατέβαζε μια τέτοιανε μπαμπόγρια
να σου τους φέρνει απάνου να τους παίρνεις.
Α’ ΓΡ. Άσε τις εξυπνάδες κι ακολούθα με.
(τον τραβάει)
ΠΑΛ. Υποχρέωση δεν έχω, αν δεν κατάθεσες
στο Δημόσιο Ταμείο το νέο χαράτσι:
ένα στα πεντακόσια το δικό μου
το βιός. Α’ ΓΡ. Ρε τί μου λες; Θά ᾽ρθεις μ᾽ εμένα.
Μονάχα τα μικρά παλικαρόπουλα
θέλω του κρεβατιού μου συντροφιά.
1010 ΠΑΛ. Κι εγώ πάλε σιχαίνομαι τις γράδες,
δε στρέγω να τις γγίξω. Α’ ΓΡ. Μά τον Δία,
τούτο δω θα σε κάνει να με στρέξεις.
(βγάζει έναν πάπυρο)
ΠΑΛ. Και τί ᾽ναι αυτό; Α’ ΓΡ. Το ψήφισμα, που ορίζει
στο δικό μου το σπίτι να βαδίσεις.
ΠΑΛ. Γιά διάβασέ το, για να ιδώ τί λέγει.
Α’ ΓΡ. «Τω γυναικώ η κυβέρνηση διατάζει:
Όποιος νέος βουληθεί να ζευγαρώσει
με νια κοπέλα, δεν μπορεί. Πρωτύτερα
γερασμένη θα πάρει να δροσίσει·
κι αν αρνιέται, θα του βουτούν την τρόμπα του
1020 να τον τραβάνε σπίτι τους οι γράδες.»

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ, Αχέρων, Κωκυτός, Πυριφλεγέθων

Η γεωγραφία του Κάτω Κόσμου

Στην Οδύσσεια για πρώτη φορά περιγράφεται η γεωγραφία του Κάτω Κόσμου που οριοθετείται από τον ποταμό Αχέροντα, γιο της Γαίας, τιμωρημένος να ζει κάτω από τη γη, γιατί στη διάρκεια της Γιγαντομαχίας άφησε τους Γίγαντες να πιουν νερό. Σε αυτόν χύνονται ο Πυριφλεγέθων και ο Κωκυτός, το ποτάμι των κλαυθμών και παραπόταμος της Στυγός. Αχέροντας και Κωκυτός κυλούν παράλληλα με τη Στύγα*, στην οποία ορκίζονται οι θεοί, «γιατί ό,τι είναι πιο παλιό είναι και πιο ιερό». Άλλοτε πάλι στη θέση του Αχέροντα εμφανίζεται η Αχερουσία λίμνη. Μια παρετυμολογία του ονόματος του ποταμού τον θέλει να δημιουργείται από τη λέξη άχος = λύπη, άλγος, στενοχώρια. Αλλά θα πρέπει να είναι οι ιδιομορφίες του ποταμού της Ηπείρου που τον ταύτισαν με τον Άδη. Ο ποταμός περνά από περιοχή άγρια και σε κάποιο σημείο τα νερά του χάνονται σε βαθιά άβυσσο. Όταν ξανάβγαινε στην επιφάνεια, κάπου κοντά στις εκβολές του, σχημάτιζε ένα βρώμικο τέλμα σε ένα τοπίο καταθλιπτικό, γεμάτο καλαμιές και βούρκο. Αυτή καθαυτή η ετυμολογία** του ποταμού τον συνδέει γενικά με το νερό.

Τα νερά του Αχέροντα ή της Αχερουσίας όφειλαν να διασχίσουν οι ψυχές οι οποίες περίμεναν τον Χάροντα στον όρμο όπου εκβάλλει ο ποταμός, προκειμένου να περάσουν, κωπηλατώντας μόνες τη βάρκα του Χάροντα, στο Βασίλειο των Νεκρών, τις πύλες του οποίου φυλάει ο τρικέφαλος Κέρβερος. Ο Χάροντας παρουσιάζεται σαν άσχημος γέροντας με παχιά γκρίζα γενειάδα. Φορεί κουρελιασμένο πανωφόρι και στρογγυλό καπέλο. Στις τοιχογραφίες των ετρουσκικών τάφων ο Χάροντας παρουσιάζεται σαν φτερωτός δαίμων με μαλλιά ανακατεμένα με φίδια, ενώ στα χέρια κρατά διπλό ξύλινο σφυρί. Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι ο ετρουσκικός Χάρων στην πραγματικότητα είναι ο «δαίμων του θανάτου», εκείνος που σκοτώνει τον ετοιμοθάνατο και τον παρασύρει στον υπόγειο κόσμο. Έναν ενδιάμεσο τύπο διαμόρφωσαν οι άποικοι της Ποσειδωνίας. Ο Χάροντας διευθύνει τη νεκρική βάρκα σαν «θρανίτης των ναυτών» αλλά δεν κωπηλατεί. Δείχνεται τυραννικός και βίαιος, σαν πραγματικός υποτακτικός άλλου. Για τιμωρία που άφησε ένα ζωντανό, τον Ηρακλή, να περάσει στον κόσμο των νεκρών, υποχρεώθηκε να περάσει ένα χρόνο αλυσοδεμένος.
 
Τελικά, ο θάνατος μοιάζει να είναι μια βουτιά του ανθρώπου από αυτόν τον κόσμο στον άλλον, και αυτή η βουτιά παριστάνεται σε τοιχογραφίες από τον τάφο του Κυνηγιού και του Ψαρέματος η μία, του Βουτηχτή η άλλη, μια απαράμιλλη τεχνική κατάδυση, όχι ένα παιγνίδι ζωής αλλά βουτιά στον άλλον κόσμο. Ο Emanuele Greco, περιγράφοντας τη γραπτή διακόσμηση στο εσωτερικό μέρος της καλυπτήριας πλάκας του Τάφου του Βουτηχτή, σημειώνει τα εξής:
 
«[…] ζωγράφισαν τη σκηνή ενός νέου που βουτάει, υπερπηδώντας μια κατασκευή, σε μικρό κύκλο νερού, τον οποίο περιβάλλουν δύο δενδρύλλια. Είναι προφανής η νεκρική υποδήλωση […]. Το μνημείο που απεικονίζεται ερμηνεύεται ως η πύλη του Άδη και ταυτόχρονα ως όριο του γνωστού κόσμου, οπότε η βουτιά συμβολίζει το πέρασμα στον άλλον κόσμο, κατ' εξοχήν άγνωστο, ο οποίος βρίσκεται πέρα από τα όρια της γνώσης».
 
Σαν βουτιά θανάτου, έστω και μόνο κατά τη διάρκεια της ημέρας, μπορούμε να εκλάβουμε την κατάδυση των αστεριών που σε ερυθρόμορφο καλυκωτό κρατήρα του 435 π.Χ. με τη μορφή παιδιών βουτούν στη θάλασσα με την ανατολή του Ήλιου.
 
Στις όχθες των ποταμών του θανάτου περνά ο Ορφέας επτά μέρες νηστείας, θρηνώντας για τον οριστικό χαμό της συζύγου του Ευρυδίκης (Οβ., Μεταμορφώσεις Χ, 52 κ.ε.).
 
Σε αργυρό πινάκιο γύρω στα 350 μ.Χ., όταν ήδη η νέα θρησκεία του χριστιανισμού κάνει πια δυναμικά εμφανή την παρουσία της, ο καλλιτέχνης προσωποποιεί τις ποτάμιες θεότητες Στύγα και Αχέροντα σε μια παράσταση εμβαπτίσματος του Αχιλλέα*** για πρώτη φορά μετά τη γέννησή του. Μοιάζει η παλιά θρησκεία να αντιτάσσει το δικό της θεόπαιδο στο θεϊκό παιδί της καινούριας θρησκείας, ενώ οι προσωποποιήσεις των συγκεκριμένων υδάτων δεν νομίζουμε ότι είναι τυχαία. Δεν είναι μόνο ότι αποτυπώνεται η μυθική πραγματικότητα -σε ποια νερά έγινε η εμβάπτιση και σε ποιο μέρος βασίλεψε ο Αχιλλέας (η Ήπειρος υποδηλώνεται με τον Αχέροντα)- αλλά ότι εμβαπτίζεται σε ό,τι θεωρούνταν στην παλιά θρησκεία ως το πιο παλιό (Στύγα), άρα και πιο ιερό, για να γίνει αθάνατος. Πρόκειται άραγε για προσπάθεια να δειχθεί ότι και η παλιά θρησκεία θα παραμείνει αιώνια;
 
Σε δύο ακόμη παραστάσεις εικάζεται η παρουσία του προσωποποιημένου Αχέροντα. Σε ετρουσκικό κρατήρα, β' μισό του 4ου αι. π.Χ., εμφανίζεται σαν δαίμονας με φτερά που κρατά στα χέρια του φίδια. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να μην πρόκειται για παράσταση του Αχέροντα αλλά του Χάροντα. Πιο πιθανή είναι η ταύτιση σε τοιχογραφία από σπίτι στο λόφο Esquilino στη Ρώμη που απεικονίζει την άφιξη του Οδυσσέα στον Άδη (40 π.Χ.). Οι σύντροφοί του θυσιάζουν τους αμνούς, ενώ ο ίδιος κρατάει μακριά τις ψυχές των νεκρών αφήνοντας μόνο τον Τειρεσία να περάσει. Ο Αχέροντας, ο Πυριφλεγέθων και ο Κωκυτός προσωποποιημένοι βρίσκονται ανάμεσα στα βράχια και στην πυκνή υδρόβια βλάστηση.
-------------------------
*Στύγα
Η Στύγα της Θεσπρωτίας βρισκόταν στο εσωτερικό μιας σπηλιάς στη βορινή πλαγιά του όρους Ερημίτης, κοντά στην κορυφή. Τα υπόγεια ύδατά της έπεφταν στον Κωκυτό (Οδ., κ 517), στον οποίο επίσης εκβάλλουν τα ρυάκια που κατεβαίνουν από τις πλαγιές (Ιλ., Β 755, Θ 366-369, Ξ, 271, Ο, 37-38. Οδ., ε 184-194, 514· Λυκόφρων, Αλεξάνδρα 706. Οβ., Μεταμορφώσεις Ι, 188-189. Σοφ., Ηλ. 137-139, Οιδ. Κ. 1559-1564. Απολλ. Ι,2, Ησίοδ., Θεογονία 400. Ομηρικοί Ύμνοι ΙΙ, 260 και ΙΙΙ, 85. Απολλώνιος ο Σοφιστής, βλ. λ. «Στυγός»).
Στύγα ονομάζεται και μια άλλη λίμνη στο όρος Χελμός της Αρκαδίας, που βρίσκεται επίσης στο εσωτερικό μιας κρυφής σπηλιάς, στην οποία ο Παυσανίας αφιερώνει ένα σημαντικό σχόλιο (Αρκαδικά, 17.6 και 18.1-5.

Κιμμέριοι
Το βασίλειο των νεκρών βρισκόταν στη χώρα των Κιμμερίων. Τη χώρα τους περιέγραψε ο Οδυσσέας (Οδ. λ 9-19):
 
Τ' άρμενα σα βολέψαμε καθίσαμε στο πλοίο
και τ' οδηγούσε ο άνεμος κι ο άξιος κυβερνήτης.
Όλη τη μέρα αρμένιζε με τα πανιά ανοιγμένα.
Κι ο ήλιος σα βασίλεψε κι ισκιώσανε όλοι οι δρόμοι,
τα πέρατα του τρίσβαθου Ωκεανού είχε φτάσει.
Εκεί ήταν των Κιμμερινών ο τόπος κι η πατρίδα,
που τους σκεπάζουν σύγνεφα κι ένα πηχτό σκοτάδι.
Ποτέ, με τις αχτίδες του δεν τους φωτίζει ο ήλιος,
μήδ' όταν στον αστρόφωτο τον ουρανό ανατέλλει,
μήδ' όταν πίσω προς τη γη γυρίζει απ' τα ουράνια,
μόν' τους σκεπάζει ένα βαθύ τους άμοιρους σκοτάδι.
 
Αρχαίοι συγγραφείς τοποθετούν τη χώρα των Κιμμερίων στο όρος που κλείνει από βορρά τον όρμο του Αχέροντα. Απέναντι από το ύψωμα ο Παυσανίας είδε τον πίδακα με το γλυκό νερό που ανάβλυζε από τη θάλασσα και έδωσε στον όρμο το όνομα Γλυκός κόλπος που απαντάται και στον Στράβωνα και τον Ευστάθιο και διατηρείται μέχρι σήμερα. Τα υπόγεια ρεύματα της περιοχής δημιουργούσαν βουητό που συνέτεινε στην ταύτιση της περιοχής με τους μυθικούς τόπους του Άδη. Το βουητό ακουγόταν μέχρι που η λίμνη του Φαναρίου αποξηράνθηκε στις μέρες μας.
Λαμβάνοντας υπόψη την ομηρική παράδοση, την τοπογραφία στη δυτική Ήπειρο, στον νομό Πρέβεζας, στη βόρεια όχθη του Αχέροντα, τα τοπωνύμια και τα αρχαιολογικά ευρήματα της περιοχής, ταυτίζει επίσης την περιοχή με τους Ἀίδαο δόμους καὶ ἐπαινῆς Περσεφονείης (κ, 488 κ.ε.), την πολιτεία των Κιμμερίων, όπου φτάνουν ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του (λ, η14 κ.ε.), την περιοχή όπου ο Οδυσσέας θα θυσιάσει ζώα στους νεκρούς του κάτω κόσμου, ώστε να μάθει από τον Τειρεσία με ποιον τρόπο θα επιστρέψει στην Ιθάκη.

Η λίμνη των νεκρών
Ο Παυσανίας παραδίδει ότι υπήρχε ακόμη μια λίμνη, η Αλκυονία στην Κορινθία, για την οποία οι Αργείοι λένε ότι υπήρξε η δίοδος για τον Διόνυσο προς τον Άδη, ώστε να φέρει πίσω τη μητέρα του Σεμέλη, καταθέτοντας ως λύτρα το φυτό της μυρτιάς που έκτοτε θα το χρησιμοποιούσαν οι χθόνιοι θεοί στις τελετές τους. Δύο είναι τα χαρακτηριστικά της λίμνης αυτής: πρώτον είναι άπατη και δεύτερον, ενώ φαίνεται γαλήνια, «αρπάζει και τραβά στον πάτο όποιον τολμήσει να τη διασχίσει»( Παυσ., 2.37.5).
Και ακόμη: Κυάνη ονομαζόταν μια νύμφη που ήταν παρούσα στην αρπαγή της Περσεφόνης από τον Άδη. Κυάνη ονομαζόταν και μια λίμνη που θεωρούνταν είσοδος του Κάτω Κόσμου, αυτή και όχι η Αχερουσία.
Σε κάθε περίπτωση η είσοδος σε αυτόν ορίζεται από το υγρό στοιχείο.
 
**αξ-, αχ-, ακ-: Αξιός, Αχελώος, Αχέρων, Ίναχος…
Η συλλαβή αξ-, αχ-, ακ- ενυπάρχει σε λέξεις που έχουν τη σημασία του ιερού και του νερού, όπως οι ποταμοί Αξιός και Αχελώος που, εκτός από τους συγκεκριμένους ποταμούς, σήμαινε σε ορισμένους συγγραφείς κάθε ποταμό ή το νερό γενικά (Ευρ. Βάκχες 625, Αριστοφ. απ. 130). Ή η ονομασία της νήσου Ν-άξ-ος, νησί ιερό, όπου ο Θησέας εγκατέλειψε την Αριάγνη/Αριάδνη, για να δοθεί στον Διόνυσο. Ή ακόμη και το λατινικό aqua
Και το όνομα Αχαιός θεωρείται βάσιμα ότι ανάγεται στην ινδοευρωπαϊκή ρίζα akw- «νερό», όπως και τα ονόματα των ποταμών Αχελώος, Ίναχος, Αχάμας, Αχάτης, Αχέλης, Αχάρδεος, Αχέρων. Ακόμη και ο Αχιλλέας μπορεί να θεωρηθεί παλαιός θεός του υγρού στοιχείου, πόσο μάλλον που τιμώνταν στον Πόντο με το επίθετο Ποντάρχης.
 
***Το λουτρό του Αχιλλέα
Αποτέλεσμα εικόνας για Το λουτρό του ΑχιλλέαΗ σκηνή είναι μία από τις συνολικά ένδεκα από τη ζωή του Αχιλλέα, από τη γέννηση και το λουτρό του ως την ανακάλυψή του από τον Οδυσσέα στο παλάτι του Λυκομήδη και την αναχώρησή του για την Τροία. Αποτυπώθηκαν σε ασημένιο δίσκο με την επιγραφή ΠΑΥΣΥΛΥΠΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. Πρόκειται για ένα σπάνιο έργο που βρέθηκε θαμμένο, μαζί με πολλά άλλα σκεύη (δίσκους, γαβάθες, πιάτα, ποτήρια, κουτάλια), στο Kaiseraugst της Ελβετίας. Ήταν αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα της εποχής του Μ. Κων/νου και των διαδόχων του.

Τα Ομηρικά πρότυπα, και η λήθη

Τα χρόνια που πέρασαν μετέτρεψαν τον Έλληνα σε ρωμιό, τα ιερά βιβλία των Ελλήνων η Ιλιάδα και η Οδύσσεια λησμονήθηκαν, ξέμειναν στο ράφι της ιστορίας, σκονισμένα.

Ο Όμηρος διώχτηκε ένα χειμωνιάτικο βράδυ από τα παράλια της Ιωνίας και μαζί ότι εκείνος αγάπησε και έθρεψε, Θεοί και Ήρωες. Ο Αχιλλεύς, o Αίαντας, o Αγαμέμνων, ο Οδυσσέας, ο Έκτορας, o Πρίαμος, ο Αστεροπαίος και τόσοι άλλοι.

Στο ρέμα του Σκάμανδρου πολλές φορές κινδύνεψαν, μα όλοι εύκολα, δύσκολα το πέρασαν, για να χαθούν που; στα λασπόνερα της ρωμιοσύνης.

Ο Μεγάλος Όμηρος είναι νεκρός. Την στιγμή που η ελληνική κληρονομιά σαρώνει όλο τον πλανήτη, τραγική εξέλιξη γεμάτη ειρωνεία στην δική του γη κανείς δεν τον ακούει. Ο Οδυσσέας δεν επέστρεψε ποτέ. Οι μνηστήρες κέρδισαν την Πηνελόπη. Οι ήρωες πέρασαν στην λησμονιά. Ο Αχιλλέας στον 'Αδη δειλιάζει πρώτη φορά εμπρός στην λήθη. Ο Έκτορας θέλει να γυρίσει, να μείνει πίσω στην Ανδρομάχη, να αγκαλιάσει τον Αστυάνακτα . Ο γερασμένος Πρίαμος θρηνεί την πόλη που τα χαλάσματα της πια σκεπάζει η σκόνη της σιωπής, Ο Αϊαντας περιφρονεί τα όπλα. Ο Αστεροπαίος θέλει να ξαναδεί την Παιονία, να νοιώσει τα χάδια του Αξιού...

Ο Όμηρος είναι ο λόγος των Θεών, ο δάσκαλος-παιδαγωγός του ήθους των Ελλήνων. Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια εξάρουν ένα ηρωοκεντρικό ήθος. Ο Όμηρος είναι το κέντρο ενός κύκλου και γύρω από αυτόν ανοίγονται διαρκώς άλλοι και άλλοι και άλλοι.... ομόκεντροι κύκλοι. Μέσα από τα δύο αυτά έπη οι Θεοί και οι Ήρωες αναδεικνύουν την αρετή, την ανδρεία, την τελειότητα, τόσο των σκέψεων όσο και των πράξεων.

Ο Όμηρος κατ' εντολή των Θεών γέννησε τους Ήρωες, τους ανέθρεψε, τους δίδαξε, τους όπλισε με αξίες και ιδανικά υψηλά. Τα όπλα τους άγγιξαν τον ουρανό, από εκεί προήλθαν άλλωστε. Η φιλία, η τιμιότητα, η καρτερικότητα, ο σεβασμός, ο πόνος, η προσπάθεια, η ανδρεία, ο κόπος, είναι τα εργαλεία της πανοπλίας του κάθε ήρωα που λάξευσε ο ίδιος ο Ήφαιστος.

Η αρετή και η ανδρεία είναι στοιχεία διδακτικά και πλημμυρίζουν τα έπη. Αυτά ενέπνευσαν μετέπειτα όλους τους Έλληνες, ο μύθος της Ιλιάδας και της Οδύσσειας άρθρωσε την φωνή των θεών, αυτή η φωνή βροντοφώναξε "προχώρα" μετέπειτα τον Αλέξανδρο τον Μέγα, εναντίον των Περσών.

Τα ομηρικά πρότυπα είναι αιώνια αμετάβλητα, αγνά, ιδανικά αξιοπρέπειας και ανθρωπιάς στον δρόμο της μοναχικότητας του κάθε ένα από εμάς. Η έλλειψη προτύπων στην ρωμιοσύνη επέφερε την πρόωρη γήρανση των νέων, το τέλμα, την ασημαντότητα, την φθορά, της λήθης το βαθύ πηγάδι. Ο Μέγας διδάσκαλος Όμηρος έπαψε να είναι το πρότυπο των νέων, η ανδρεία απουσιάζει από τις αρετές των Ελλήνων, στο προσκέφαλο του νέου δεν υπάρχει πια η Ιλιάδα.

Οι μεγάλοι δρόμοι, οι μεγάλες ευκαιρίες, δεν υπάρχουν. Οι μεγάλες αποφάσεις έλειψαν, δεν εμπνέονται οι νέοι από πουθενά. Οι μύθοι του Ομήρου έχουν και θα έχουν πάντα αυτό το οποίο αναζητούμε, την απόκτηση συνείδησης, τον δρόμο και την επαφή με τα αρχετυπικά θεϊκά σύμβολα και τα ηρωικά πρότυπα. "Δεν σου ταιριάζει να παιδιαρίζεις άλλο, δεν είσαι μικρό παιδί" λέει η Αθηνά στον Τηλέμαχο στην Οδύσσεια, θέτοντας τον μπροστά στην ευθύνη. Δεν μας ταιριάζει πια ας το κατανοήσουμε, είμαστε μεγάλοι πια, ας οπλιστούμε και ας απολαύσουμε τον "πόλεμο" για την κατάκτηση της αρετής.

"Η γενιά των ανθρώπων είναι σαν τη γενιά των φύλλων που άλλα φύλλα ο άνεμος σκορπά κάτω, άλλα φυτρώνουν.... Η μια φυτρώνει η άλλη σβήνεται" λέγει ο θείος παιδαγωγός Όμηρος στην Ιλιάδα. Οι ρίζες των Ελλήνων είναι βαθιές, αυτό ας το αναλογιστούμε και ας προσπαθήσουμε αν δεν είμαστε εμείς οι νέες ρίζες τουλάχιστον να είμαστε εκείνα τα φύλλα τα οποία θα θρέψουν αυτή την πολυπόθητη νέα γενιά. Οι νέοι οφείλουν να γίνουν αντανακλάσεις του πολιτισμού εκείνου του οποίου τους στέλνει στο πεδίο της μάχης...

ΘΕΙΕ Όμηρε σε αγαπάμε!

Σταματήστε να συγκρίνετε τα παιδιά σας. Τα καταστρέφετε

Η σύγκριση είναι μια ύπουλη μολυσματική νόσος που διαβρώνει την προσωπικότητα. Ξεκινά από την παιδική ηλικία. Οι γονείς προκειμένου να παραδειγματίσουν και να κινητοποιήσουν τα παιδιά τους, διαρκώς τα συγκρίνουν με άλλα παιδιά.

Το παιδί, ακόμη κι αν πετύχει τον στόχο, νιώθει ευάλωτο. Ο γονιός δεν συνειδητοποιεί τον πόνο που δημιουργεί στο παιδί του. Μπορεί άραγε η αγάπη του γονιού να στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια συμμόρφωσης και απόδοσης;

Η σύγκριση αποτελεί μια μόνιμη διαρροή της χαράς και της ικανοποίησης από κάθε επιτυχία. Παραμένει μόνο η κούραση και η πίκρα. Ζητάει να καλύψει κενά του παρελθόντος και έτσι δεν επιτρέπει την ευτυχία στις μικρές πολύτιμες στιγμές του παρόντος.

Η σύγκριση απαγορεύει την ισότιμη λειτουργική σχέση. Αναζητεί κατώτερους, για να καθησυχάζονται και να επιβεβαιώνονται εκείνοι που την οικειοποιούνται. Η σύγκριση ζει ισόβια με το άγχος των εξετάσεων. Είναι ισόβιος πόλεμος με έναν αόρατο εχθρό. Η χαρά της επιτυχίας χάνεται την αμέσως επόμενη στιγμή, καθώς επικρέμαται διαρκώς η επιβουλή κάποιου αντιπάλου.

Η σύγκριση αρρωσταίνει τους υγιείς. Δημιουργεί ντοπαρισμένους άρρωστους πρωταθλητές. Όταν κανείς μετρά τη ζωή του με γνώμονα την σύγκριση, τότε το βλέμμα του είναι μόνιμα στραμμένο προς τους άλλους. Δεν ικανοποιείται από τα όποια δικά του επιτεύγματα, καθώς το σημαντικό δεν είναι το ίδιο το γεγονός, αλλά η επικράτηση. Το νερό της όποιας επιτυχίας δεν τον ξεδιψά, γιατί είναι γλυφό. Τελικά ο ανταγωνισμός που δημιουργεί η σύγκριση λειτουργεί ως εθισμός. Ως ναρκωτικό προσωρινά προσφέρει ικανοποίηση, αλλά αμέσως μετά δημιουργεί στερητικά συμπτώματα.

Η αίσθηση αδικίας είναι μονίμως παρούσα στις συγκρίσεις. Από την βαθμολογία και την κατάταξη των παιδιών στο σχολείο, μέχρι την κατάληψη μιας ανώτατης επαγγελματικής θέσης. Η γενικευμένη αυτή στάση βασίζεται στην αντίληψη που ορίζει ότι αν δέχεσαι την καλύτερη αξιολόγηση, το αξίζεις. Αν είναι κάποιος άλλος που αναγνωρίζεται, τότε αδικείσαι, αφού κάτι ύποπτο συνέβη. Αυτοί που διψούν για αναγνώριση δεν νιώθουν ότι κρίνεται ένα έργο τους, αλλά εισπράττουν την αξιολόγηση ως κρίση του ίδιου του εαυτού τους. Επομένως μια δυσμενής κρίση τους καταρρακώνει και θα πρέπει υποχρεωτικά να την αρνηθούν για ν’ αντέξουν.

Είναι σαν τα μικρά παιδιά που πηγαίνουν χαρούμενα να αναγγείλουν τον καλό βαθμό στους γονείς τους και αυτοί ρωτούν για τους βαθμούς των συμμαθητών, για να κρίνουν αν θα πρέπει να επαινέσουν τα παιδιά τους. Είναι οι ανασφαλείς γονείς που φοβούνται να εκφράσουν απλόχερα τα θετικά τους συναισθήματα προς τα παιδιά τους, με τον φόβο μήπως εκείνα εφησυχάσουν και δεν συνεχίσουν να προσπαθούν.

Πίσω από τις συγκρίσεις μεταξύ αδελφών, ξαδελφών και γνωστών εκφράζονται οι προσωπικές άλυτες εμπλοκές των γονιών. Ο στόχος μπορεί να είναι καλοπροαίρετος, αλλά η μέθοδος απάνθρωπη και τις περισσότερες φορές αναποτελεσματική. Αν η σύγκριση γίνει στοιχείο της ζωής του παιδιού, τότε μπορεί να του διασφαλίσει σημαντικές διακρίσεις, αλλά και μια βασανιστική ζωή. Η ένταξη των παιδιών στον ανηλεή ανταγωνισμό και επαχθή πρωταθλητισμό δημιουργεί στρέβλωση στην διαμορφούμενη προσωπικότητά τους.

Πολλοί γονείς φορτώνουν τα παιδιά τους. Τα θέλουν πρώτα. Ίσως γιατί αυτοί δεν έγιναν πρώτοι. Τα πιέζουν διαρκώς να διαβάζουν για να πετύχουν. Αλλά όχι μόνο στα μαθήματα. Όταν το παιδί δέχεται να παίξει τον ρόλο του κυνηγού της πρωτιάς, υφίσταται τέτοια εσωτερική πίεση που πολλές φορές το καταβάλλει. Θυμάμαι τις έντονες φοβίες και τους τρομερούς νυχτερινούς εφιάλτες κάποιου νεαρού πρωταθλητή γυμναστικής, που κάθε βράδυ έβλεπε ότι έπεφτε από την δοκό.

Ακόμα κι αν τα παιδιά πετυχαίνουν να γίνουν πρωταθλητές, αναπτύσσονται μονομερώς, όπως πχ. συμβαίνει με τις παγκόσμιες πρωταθλήτριες γυμναστικής , που δεν προλαβαίνουν να χαρούν σαν παιδιά, αφού ζουν σε μια ατσάλινη απάνθρωπη πειθαρχία, όπου κάθε επιπλέον θερμίδα είναι απαγορευμένη και το παγωτό ή η σοκολάτα ένα άπιαστο όνειρο.

«Η ισότητα της διαφοράς» ήταν ο τίτλος ενός σημαντικού δοκιμίου, που αναφερόταν στους ισότιμους μα διακριτούς ρόλους της γυναίκας και του άντρα. Αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει στόχο της ανατροφής των παιδιών. Όχι μόνο ως προς το φύλο , αλλά και ως προς ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις διαφορετικές ικανότητες. Κάθε παιδί δικαιούται αναγνώριση και εκτίμηση κι αυτό δεν προϋποθέτει σε καμία περίπτωση την ύπαρξη κάποιων μετρήσιμων αντικειμενικών επιτυχιών.

Αυτός που κάνει συγκρίσεις για να νιώσει καλά, δεν συνειδητοποιεί ότι θέτει τον εαυτό του σε διαρκή ανασφάλεια. Η σύγκριση είναι μια πληγή διαρκώς ανοιχτή και δεν επουλώνεται. Ανεξάρτητα από το όποιο αποτέλεσμα, αξιολογείται ως βλαπτική.

Ο στόχος είναι να είσαι καλός σύμφωνα με τον εαυτό σου. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να σου το αμφισβητήσει κανείς. Η αίσθηση αδικίας και η διαμάχη είναι άμεσα συνδεδεμένες με την σύγκριση. Αντιλήψεις για τον μοναδικό περιούσιο λαό ή για την μία εκλεκτή φυλή προκάλεσαν καταστροφικούς πολέμους και δημιούργησαν μεγάλες δυστυχίες και αφόρητους πόνους.

Οι οδυνηρές συνέπειες της σύγκρισης δεν περιορίζονται μόνο στο κοινωνικό πεδίο, αλλά δηλητηριάζουν και τις προσωπικές σχέσεις. Όταν η σύγκριση παρεισδύει στις συντροφικές σχέσεις, αυτές μεταβάλλονται σε πεδία άγονων αντιπαραθέσεων και πολεμικών συγκρούσεων. Ο σύντροφος γίνεται ανταγωνιστής, αντίπαλος, εχθρός. Αναλώνονται τεράστια ποσά ενέργειας και επιχειρημάτων προκειμένου να μειωθεί το όποιο χάρισμα, η όποια ικανότητα ή επιτυχία του συντρόφου.

Το πεδίο συγκρούσεων τότε περιλαμβάνει τα πάντα. Την πατρική οικογένεια, τον τόπο καταγωγής, την οικονομική κατάσταση, την εργασία, την εμφάνιση, την ενδυμασία, τη διατροφή, το είδος διασκέδασης, τον τρόπο ανατροφής των παιδιών, το κοσμοείδωλο του άλλου, που ξαφνικά κρίνεται ως ελλιπές κι ανεπαρκές.

«Υπάρχουν και χειρότερα…». Η μίζερη αμήχανη συμπαράσταση στις δύσκολες στιγμές ενός ανθρώπου, που προτείνει την παρηγοριά βάσει του ότι κάποιος άλλος μπορεί να υποφέρει περισσότερο, είναι μία αντίστροφη σύγκριση που περικλείει όμως όλη τη δυναμική της ανταγωνιστικότητας.

Ένας αυθεντικά ώριμος άνθρωπος που βρίσκεται σε δύσκολες στιγμές, δεν αποζητάει να δυσκολεύονται κι οι άλλοι. Προτιμά να πληροφορείται ευτυχή γεγονότα από τη ζωή τους. Δεν αποζητάει μια ροζ πλασματική πραγματικότητα, όπως σε κάποιες χολιγουντιανές ταινίες, αλλά αυθεντικές στιγμές χαράς που του υπενθυμίζουν αντίστοιχες δικές του.

Η υγιής άρνηση της σύγκρισης δεν αντιστοιχεί στον εφησυχασμό και την μετριότητα. Δεν στοχεύει στην ισοπέδωση και στην απουσία φιλοδοξιών. Δεν κολακεύει τους ράθυμους διεκδικητές της διαρκούς ευχαρίστησης. Δεν ευνοεί την άκοπη απολαβή, την απουσία της αξιοκρατικής κρίσης, την διαρκή αναζήτηση της αλήθειας, την δημιουργική εργασία.

Η υγιής άρνηση της σύγκρισης αντιστοιχεί στην επίτευξη υγιούς άμιλλας σε συνεργατικές σχέσεις. Τα πρόσωπα είναι ανοιχτά να κερδίσουν από τον άλλο. Διαπνέονται από την επιθυμία και την τρυφερή ζήλεια που λαχταρά, δίχως να επιζητεί το κακό του άλλου. Η διαρκής αμοιβαία ανατροφοδότηση με την έκφραση των θετικών συναισθημάτων επιτρέπει το άνοιγμα προς τον άλλο, τη θαυμαστή ευρυχωρία που μόνο κέρδος δύναται να αποφέρει.

Η σύγκριση απαγορεύει την ανάδειξη των διαφορετικοτήτων, καθώς υπάρχει μόνο μια θέση. Τελικά κάθε φορά που υπεισερχόμαστε σε συγκρίσεις, χάνουμε το θεϊκό στοιχείο της μοναδικότητας του προσώπου μας.

Οι εγκλωβιστικοί ρόλοι

Στα πλαίσια μιας ομάδας είναι αναγκαίο να εκχωρούνται στα μέλη ρόλοι, που να συμβάλλουν στη λειτουργία της. Η κατανομή των ρόλων είναι μια σημαντική λειτουργία για την επιβίωση της ομάδας και την εύρυθμη λειτουργία της. Οι διακριτοί ρόλοι επιτρέπουν την ανάληψη υπευθυνότητας στην ολότητα της ομάδας, αλλά και στις επιμέρους λειτουργίες της.

Ένας ικανός άνθρωπος γνωρίζει ν α αφουγκράζεται τη διαφορετικότητα κάθε ομάδας στην οποία μετέχει. Αναλόγως καταλαμβάνει άλλοτε την ηγετική θέση και άλλοτε του απλού μέλους. Τα κλειστά άκαμπτα συστήματα και οι δυσλειτουργικές οικογένειες δεν επιτρέπουν διαφοροποίηση των ρόλων. Αναθέτουν ένα ρόλο σε κάθε μέλος τον οποίο θα πρέπει να το φέρει πάντα, σε βαθμό που να ταυτίζεται με αυτόν.

Η ανάθεση ρόλου δεν σχετίζεται τόσο με την προσωπικότητα του παιδιού, όπως δικαιολογείται εκ των υστέρων, αλλά κυρίως με την φάση της οικογένειας ή της γονικές ανάγκες. Ο ρόλος του μικρού ή του μεγάλου, του αδύνατου ή του δυνατού, του ικανού ή του ανίκανου, του ευαίσθητου ή του αναίσθητου, του αποδιοπομπαίου τράγου ή του διαιτητή.

Η δυσλειτουργία της συντροφικής σχέσης μπορεί να παράγει το παιδί σύντροφο, το παιδί υπεργονιό ή το παιδί εκδικητή. Τότε οι ρόλοι γίνονται έναν καλούπι που σε εγκλωβίζει και σου απαγορεύει να διαφοροποιηθείς και να αναπτυχθείς. Η ανάθεση ρόλου στο οικογενειακό σύστημα γίνεται με ασυνείδητους μηχανισμούς και επομένως δεν κατανοείται. Ως εκ τούτου ενεργοποιείται η σύγκριση και η υποτίμηση των μελών που έχουν αναλάβει τους πιο δυσλειτουργικούς ρόλους, που θεωρούνται ως δική τους επιλογή.

Οι ταμπέλες καταγράφονται με ανεξίτηλο μελάνι. Παιδιά που έχουν προσλάβει τις φανερές και τις αφανείς αγωνίες της οικογένειας, καταγράφονται ως φοβικά. Παιδιά που έχουν εξαφανίσει τις επιθυμίες τους, προκειμένου να μη δυσκολεύουν τους γονείς τους κατακρίνονται ως δειλά ή ψυχαναγκαστικά. Παιδιά που έχουν απορροφήσει τις οικογενειακές εντάσεις, κατατάσσονται ως διαταραχτικά.

Είναι άδικο κάποιος να παραμένει για πάντα μικρός και ανώριμος για τους δικούς του, ενώ εξίσου άδικο είναι κάποιος άλλος να έχει αναλάβει να είναι μεγάλος από τη νηπιακή του ηλικία. Είναι άδικο κάποιος να καταγράφεται ως αδιάφορος και να το αποδέχεται, ενώ είναι επίσης άδικο κάποιος άλλος να χρεώνεται το ευαίσθητος. Η αδικία από την ταύτιση με τους άκαμπτους ρόλους είναι συγκλονιστική, καθώς , αν δεν αμφισβητηθούν, θα οδηγήσουν σε ισόβια δεσμά.

Καθοριστικό στοιχείο μιας ψυχοθεραπείας αποτελεί η κατανόηση του ρόλου που το πρόσωπο είχε αναλάβει στα πλαίσια του οικογενειακού του συστήματος και η απελευθέρωσή του από αυτόν. Αντίθετα, η μη αναγνώριση του ρόλου οδηγεί στην αναπαραγωγή του και εκτός οικογενειακού πλαισίου. Επομένως τείνει να ταυτίζεται με την προσωπικότητα. Το προσωπείο δηλαδή απορροφά το πρόσωπο. Η μονομερής ταύτιση με ένα ρόλο αποτελεί αδικία, γιατί ταυτίζεσαι μόνο με κάποιες πλευρές σου, ενώ οι άλλες παραμένουν απαγορευμένες.

Α-δυναμίες

Η αδυναμία σε κάποιο αγαπημένο πρόσωπο συνιστά μια ξεχωριστή σχέση που το διακρίνει από τους άλλους. Η αδυναμία εκφράζεται με μια ειδική μεταχείριση και με την παροχή ιδιαίτερης φροντίδας. Οι λόγοι που ένας γονιός έλκεται από κάποιο παιδί ιδιαίτερα και το ξεχωρίζει από τα άλλα, αφορούν ασυνείδητες εμπλοκές που δεν έχει επιτύχει να επιλύσει στην προσωπική του ζωή.

Η επιλογή μπορεί να έχει να κάνει με το φύλο. Με την αισθητική. Με την εξυπνάδα. Με την ομοιότητα με κάποιο συγγενικό ή άλλο πρόσωπο. Με προσωπικές ταυτίσεις. Με κάποιο χαρακτηριστικό της προσωπικότητας. Τα στοιχεία που οδηγούν στην αίσθηση αδυναμίας ποικίλλουν, αλλά η εμπλοκή είναι πάντα παρούσα, καθώς περιέχει ταυτίσεις που απαγορεύουν την διαφοροποίηση του παιδιού.

Η αδυναμία κατανοείται ως μια ιδιαίτερη προστασία, ώστε το παιδί να διευκολυνθεί, να μην έλθει σε επαφή με τα δύσκολα. Πρόκειται για μια καλοπροαίρετη αλλά μυωπική θεώρηση, που δεν αντιλαμβάνεται το μέγεθος της βλάβης που προκαλεί στο αντικείμενο της αγάπης. Η στάση αυτή είναι οφθαλμοφανώς αντιληπτή από τους τρίτους , αλλά δύσκολα αναστρέψιμη.

Ο γονιός, για δικούς του ασυνείδητους λόγους, μεγαλώνει το παιδί του κατά τρόπο που να μη δυσκολευτεί, με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται όταν είναι ενήλικος. Μια πιο προσεκτική μελέτη αποδεικνύει ότι ο γονιός που υπερπροστατεύει, είναι ο ίδιος που δυσκολεύεται σε αντίστοιχες καταστάσεις και επομένως προστατεύει ένα δικό του ανασφαλές στοιχείο. Ο γονιός που συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο είναι πεπεισμένος ότι μια διαφορετική στάση, πιο ισορροπημένη, ισοδυναμεί με συναισθηματική εγκατάλειψη του παιδιού του.

Στην προσπάθειά μου να εξηγήσω σε κάποιους γονείς την αναγκαιότητα να αναπτύξει το παιδί τις δεξιότητες, ώστε να αντιπαρέρχεται μόνο του, από μικρό, τις δύσκολες καταστάσεις, τους παραθέτω το παράδειγμα του εμβολιασμού.

Τους ρωτώ αν έκαναν εμβόλια στα παιδιά τους από την βρεφική ηλικία. Οι γονείς απαντούν, βεβαίως, καταφατικά. Στη συνέχεια τους ρωτώ ποια στοιχεία περιέχει το εμβόλιο με κοιτούν με βεβαιότητα κι απαντούν ‘’αντισώματα’’. Άνθρωποι με καλή μόρφωση, παρασυρμένοι από το συναίσθημά τους, ξεχνούν την στοιχειώδη γνώση ότι τα εμβόλια περιέχουν εξασθενημένα μικρόβια. Οι γονείς οφείλουν να συνειδητοποιήσουν ότι σημαντικός στόχος στην ανατροφή του παιδιού τους είναι ή ανάπτυξη ενός ικανού ψυχικού ανοσοποιητικού συστήματος.

Την ίδια ώρα που κάποιοι γονείς παιδιών με σωματική ή νοητική αναπηρία τα ασκούν ασταμάτητα, ώστε να αναπτύξουν τις όποιες ικανότητες τους και να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στη ζωή, κάποιοι άλλοι γονείς υπερπροστατεύουν ένα υγιές παιδί με αποτέλεσμα να το μεταλλάσσουν σε ένα τραγικά ανάπηρο άτομο.

Το παιδί τελικά πληρώνει την αδυναμία των γονιών του προς αυτό, με το να αδυνατεί να σχετισθεί ισότιμα με συμμαθητές, φίλους και αδέλφια. Αυτή η αδυναμία επεκτείνεται αργότερα στη σχέση με τον σύντροφο και με τους συναδέλφους. Τελικά, μη μπορώντας να κατανοήσει την δική του ανεπάρκεια, κατηγορεί όλους τους άλλους ότι δήθεν τον αδικούν.

Είναι εκπληκτικά εντυπωσιακός ο τρόπος, με τον οποίο κάποιος που έχει βιώσει αυτή τη χαριστική στάση, τη θεωρεί ως δεδομένη και αυτονόητη. Θεωρεί ότι όλοι θα πρέπει να του συμπεριφέρονται όπως η μαμά του και να του χαρίζονται. Επομένως απαιτεί την ίδια χαριστική συμπεριφορά απ’ όσους σχετίζονται μαζί του. Διαφορετικά, νιώθει ριγμένος, αδικημένος και αγανακτισμένος με τους άλλους που δεν καταλαβαίνουν.

Η στάση αυτή είναι ένα μαρτύριο για τα αδέλφια τους. Αφενός μεν υπέστησαν την στέρηση και την αδικία από τους γονείς τους στο παρελθόν, αφετέρου θα πρέπει να ανέχονται τις απαιτήσεις των αδελφών τους, όταν οι γονείς τους δεν θα είναι στη ζωή. Τότε ωθούνται είτε στην επανάληψη της γονικής στάσης με το να βρίσκονται στην διαρκή υπηρεσία του αδελφού τους, είτε στη διακοπή της ανυπόφορης αδελφικής σχέσης.

Το παιδί της γονικής αδυναμίας είναι αυτός που τελικά θα πάρει τα περισσότερα στην κληρονομιά, αλλά επίσης αυτό που θα έχει εφοδιαστεί με τις λιγότερες δεξιότητες για να μπορεί να διαχειριστεί τη ζωή του. Του έχουν κλέψει τα παιδικά του χρόνια. Έχει μάθει να υπάρχει στο περιβάλλον του προστατευμένου θερμοκηπίου. Όταν έρχεται κάποια στιγμή που εκείνοι που το προσέφεραν παύουν να υφίστανται, νιώθει ανίκανος να ανταπεξέλθει στις νέες καταστάσεις.

Είναι η κατηγορία των τραγικών ξεπεσμένων ευγενών. Έχουν απολέσει τις περιουσίες τους, αλλά περιφέρονται στις δεξιώσεις με επιτηδευμένο ύφος που προσπαθεί να περισώσει τα ράκη της τραγικής τους ανεπάρκειας. Αντίστοιχοι ξεπεσμένοι πρίγκιπες μπορεί να προέρχονται από χαμηλότερες οικονομικά τάξεις.

Η υπαρξιακή προσέγγιση που καταγράφει την ανθρώπινη πορεία στο βάθος του χρόνου σημειώνει ότι τραγικά χαμένος δεν είναι αυτός που οι γονείς και η ζωή δεν του χαρίστηκαν στο ξεκίνημά του, αλλά το αντίθετο. Στη διάρκεια της ψυχοθεραπείας με μια αντιστροφή της συνήθους αντίληψης φανερώνεται ότι ο δήθεν ευνοημένος έχει ουσιαστικά αδικηθεί. Αντίθετα, ο αδικημένος από τους γονείς –αν ο ίδιος δεν αδικήσει τον εαυτό του με το να επιτρέψει το παράσιτο του παράπονου να του στερήσει τη ζωή- θα είναι ο ικανός για το όμορφο, αλλά απαιτητικό παιγνίδι της ζωής.

Ο αυτοέλεγχος είναι η σημαντικότερη αρετή και σοφία

«Εξερεύνησα τον εαυτό μου», λέει ο Ηράκλειτος, ο οποίος δεν υπήρξε μαθητής κανενός. Αναζήτησε την αλήθεια για τη ζωή βαθιά μέσα στο μυαλό του, εξέτασε προσεκτικά τα δεδομένα που του έδωσαν οι πέντε αισθήσεις του και κατέγραψε τις διαπιστώσεις του, με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο που δεν θυμίζει κανέναν άλλον. 

1. «Ο αυτοέλεγχος είναι η σημαντικότερη αρετή και σοφία είναι να λέει κάποιος την αλήθεια και να ενεργεί σύμφωνα με τη φύση, αφού αποκτήσει βαθιά γνώση γι’ αυτήν»

«Ποια είναι η θέση μου στο σύστημα που ζω, ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μου, σε τι μοιάζω και ως προς τι διαφέρω από τους άλλους γύρω μου; Τι θεωρώ σημαντικό, τι με αφήνει αδιάφορο, τι με διασκεδάζει και τι με κάνει να πλήττω;». Οι απαντήσεις σε αυτά και παρόμοια ερωτήματα αποκαλύπτουν το «ποιος είμαι». Όχι αυτό που μου αρέσει να δείχνω, αλλά αυτό που στ’ αλήθεια είμαι. Η αποδοχή της αλήθειας είναι το πρώτο μεγάλο βήμα.

Ανακαλύπτοντας βέβαια τον εαυτό μου, δεν λύνω τα μυστήρια του κόσμου, δεν δίνω απαντήσεις σε ζητήματα που αφορούν όλους τους ανθρώπους. Αναγνωρίζω απλώς ένα μέρος του συνόλου, εμένα. Πώς αυτό με βοηθά να κατανοήσω το σύνολο, δηλαδή, να γίνομαι κατανοητός και να κατανοώ αυτό που συμβαίνει γύρω μου;

2. «Εκείνα που αποκαλύπτει ο Λόγος δεν τα κατανοούν όταν κατά τύχη τα συναντήσουν, ούτε τα μαθαίνουν όταν τους τα διδάξει κάποιος, νομίζουν όμως πως τα γνωρίζουν»

Σύμφωνα με τον Ηράκλειτο, υπάρχει ένας ρυθμιστικός παράγοντας του κόσμου, ένα κοινό διανοητικό μονοπάτι στο οποίο βαδίζουμε όλοι, παρά τις ιδιαιτερότητές μας και τους διαφορετικούς προορισμούς μας. Αν αγνοούμε την ύπαρξή του, βαδίζουμε έξω από τον δρόμο, κάνουμε κύκλους γύρω από τον εαυτό μας χωρίς ποτέ να πηγαίνουμε κάπου. Αυτή η, ας την πούμε, διανοητική Αρχή είναι η ίδια για όλους τους ανθρώπους, όπου και όπως και αν ζουν και ονομάζεται Λόγος.

Ο Ηράκλειτος δεν συνήθιζε να δίνει ορισμούς, κι έτσι δεν μας δίνει μία αναλυτική περιγραφή του Λόγου. Μας δίνει όμως σημάδια και μας καθοδηγεί στην αναζήτηση. Πριν δούμε αυτά τα σημάδια, μπορούμε να μάθουμε πολλά από την ίδια τη λέξη που χρησιμοποιεί για να ονομάσει αυτή την Αρχή. Διότι, ο Λόγος είναι μία λέξη που φέρει πολλές σημασίες. Και όταν ενώνεται με άλλες λέξεις, οι σημασίες αυτές πολλαπλασιάζονται.

Άκου, μίλα, κρίνε και σκέψου

Λόγος είναι τα λόγια, αυτό που λέμε και αυτό που γράφουμε για να επικοινωνήσουμε με τους άλλους. Και όταν μιλώ με κάποιον άλλον κάνω διάλογο, ενώ σε κάθε τι που λέω υπάρχει αντίλογος. Ανακαλύπτουμε λοιπόν τους κανόνες του κοινού Λόγου συζητώντας και ακούγοντας ή διαβάζοντας.
Λόγος είναι και ο υπολογισμός, αυτό που σήμερα ονομάζουμε αναλογία. Η αναλογία μού επιτρέπει να συγκρίνω δύο απόψεις ή δύο καταστάσεις, να βρω ομοιότητες και διαφορές, κι έτσι να κάνω μία εκτίμηση, να κρίνω. Αυτή η διαδικασία με αναγκάζει να συλλογίζομαι.

Λόγος επίσης ονομάζεται η αιτία. Όταν λέμε «για ποιον λόγο μου μίλησε έτσι;» αναρωτιόμαστε για την αιτία. Η αναζήτηση της αιτίας πίσω από τα γεγονότα και τις προθέσεις, μας βοηθά να έχουμε μία καθαρή εικόνα για ό, τι συμβαίνει γύρω μας, και φυσικά αποτελεί μέρος της προηγούμενης διαδικασίας, του συλλογισμού.

Λόγος λέγεται και η λογική, η οποία τελικά είναι το ζητούμενο. Ο σκοπός είναι να αναγνωρίσουμε την λογική σύνδεση των πραγμάτων, ώστε να μην παραδέρνουμε μέσα σε φαντασιοπληξίες που δεν ωφελούν σε τίποτα. Όταν ο Ηράκλειτος μας παροτρύνει να συμβαδίσουμε με τον παγκόσμιο Λόγο, μας προτρέπει να γίνουμε λογικοί. Να μην αφήνουμε να μας κατευθύνει το παράλογο, αλλά να σχηματίζουμε τεκμηριωμένη άποψη.

Πώς μπορεί κάποιος να μάθει τι ακριβώς αποκαλύπτει ο Λόγος;

Ο Ηράκλειτος λέει πως, δυνητικά, όλοι έχουμε πρόσβαση σε αυτόν. Όπως θα διαπιστώσετε όμως στη συνέχεια, στην πραγματικότητα μπορούν να τον ανακαλύψουν μόνο εκείνοι που έχουν διάθεση να εξερευνήσουν τον εαυτό τους και το περιβάλλον τους. Οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν τον Λόγο επειδή «ο καθένας ζει σαν να έχει δική του άποψη», αδιαφορώντας για το σύνολο μέσα στο οποίο ανήκει. Εκείνος όμως που είναι διατεθειμένος να κάνει αυτή την εξερεύνηση (γιατί μόνο έτσι μαθαίνεται ο Λόγος), θα πρέπει να αποδεχτεί ορισμένες αλήθειες, τις οποίες συχνά προτιμάμε να μην σκεφτόμαστε.

3. «Δύο φορές κανείς δεν μπορεί να μπει στο ίδιο ποτάμι»

Να μην εγκλωβιζόμαστε σε μία ψευδαίσθηση σταθερότητας. Δημιουργούμε αυτή την ψευδαίσθηση επειδή δεν βλέπουμε τις συνεχείς αλλαγές στις οποίες υπόκεινται τα πάντα γύρω μας. Αναλογιστείτε την έκπληξη όταν συναντάτε έναν παιδικό σας φίλο που τώρα είναι μεσόκοπος. Έχετε διανύσει και εσείς τον ίδιο χρόνο, και όμως, σαν να περιμένατε να τον δείτε όπως τον αφήσατε και αναρωτιέστε «μα πώς μεγάλωσε τόσο;» Και τότε σας κατακλύζει αυτή η βαθιά μελαγχολία και η απορία «πόσο πιο όμορφα ήταν παλιά», «πόσο γρήγορα περνάει ο καιρός», «που είναι οι παλιές, καλές ημέρες» και άλλα τέτοια στενάχωρα.

Αυτό συμβαίνει επειδή δεν υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας πως κανείς δεν μένει ίδιος, ούτε σωματικά ούτε ψυχικά ούτε διανοητικά. Ο παιδικός σας φίλος θα είναι πάντα ο ίδιος άνθρωπος, με το ίδιο όνομα, αλλά κάθε στιγμή που περνάει διαμορφώνεται σε έναν διαφορετικό άνθρωπο. Και φυσικά, το ίδιο συμβαίνει και σε εμένα και σε εσάς. Αυτή η συνεχής τροποποίηση των ανθρώπων, των συνθηκών και του φυσικού κόσμου γύρω μας, είναι στον μεγαλύτερο βαθμό ανεξάρτητη από εμάς. Το να απαιτούμε τον πλήρη έλεγχο στα πάντα ή να μας τρομοκρατεί κάθε αλλαγή που διαπιστώνουμε, είναι πηγές περιττού άγχους.

4. «Η δικαιοσύνη είναι διαμάχη και τα πάντα διαμορφώνονται με την διαμάχη και την ανάγκη»

Η διαμάχη αυτή συμβαίνει ανάμεσα σε αντίθετα στοιχεία, είναι αυτή που προκαλεί την αέναη αλλαγή στον κόσμο και μέσω αυτής συντηρείται η ισορροπία. Η φαινομενική γαλήνη κρύβει στο βάθος έναν πόλεμο που δεν σταματά ποτέ και στον οποίο καμία από τις αντίθετες δυνάμεις δεν επικρατεί τελικά. Γιατί, αν συνέβαινε να επικρατήσει η μία από τις δύο, ο κόσμος θα κατέρρεε. Έτσι λειτουργεί και η ανθρώπινη κοινωνία, και αν ο Ηράκλειτος έχει δίκιο, τότε ένας κόσμος χωρίς συγκρούσεις και ταραχές, σε κατάσταση απόλυτης γαλήνης δεν είναι εφικτός. Αν έχουμε εναποθέσει τις ελπίδες μας σε μία τέτοια εξέλιξη, ο χρόνος θα μας διαψεύσει.

Φυσικά, κάπου στο βάθος του μυαλού μας το γνωρίζουμε, αλλά έχουμε ανάγκη να πιστεύουμε πως υπάρχει τρόπος να γλυτώσουμε από τις ενοχλητικές εντάσεις σε διάφορους τομείς. Καιρός να επικεντρωθούμε στο πώς θα τις διαχειριζόμαστε αντί απλώς να παρακαλάμε να εξαφανιστούν. Ο Ηράκλειτος δεν πίστευε πως κάποια θετική ενέργεια ή κάποια θεότητα θα έρθει να μας σώσει από τα δύσκολα.

«Θεός για τον άνθρωπο είναι το ήθος του», έλεγε, επειδή ήταν πεπεισμένος πως αυτή η παγκόσμια ρυθμιστική Αρχή, ο Λόγος, θα φροντίσει βέβαια να ισορροπήσει μία κατάσταση που διαταράσσει την τάξη, αλλά δεν είναι βέβαιο πως η λύση που θα δώσει θα σας αρέσει. Διότι, για τον θεό (όπως τον εννοεί ο Ηράκλειτος) «τα πάντα είναι καλά και όμορφα και δίκαια, οι άνθρωποι όμως εκλαμβάνουν κάποια ως άδικα και κάποια ως δίκαια»

5. «Αδυνατούν να παρατηρήσουν όσα συμβαίνουν την ώρα που είναι ξύπνιοι, όπως ακριβώς ξεχνούν τα όνειρα που βλέπουν όταν κοιμούνται»

Σε άλλο απόσπασμα ο Ηράκλειτος λέει πως όταν είμαστε ξύπνιοι τελούμε όλοι κάτω από τον ίδιο νόμο, δηλαδή μοιραζόμαστε μία κατάσταση κοινή σε όλους, ενώ όταν κοιμόμαστε, ο καθένας βυθίζεται σε έναν αποκλειστικά δικό του κόσμο. Κανείς δεν μπορεί να μοιραστεί μαζί μας το ίδιο όνειρο, έτσι δεν είναι; Κατά τη διάρκεια της ημέρας όμως, μία τόσο απόλυτη απομόνωση δεν είναι εφικτή. Επειδή, λοιπόν, θέλοντας και μη μοιραζόμαστε όλοι τον κοινό μας κόσμο έχουμε την ευκαιρία να συλλάβουμε και τον κοινό μας Λόγο, που είναι και ο τελικός στόχος. Πώς;

Ο Ηράκλειτος δεν προτείνει κάποια μέθοδο διαλογισμού ούτε κάποια προσευχή. Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν προτείνει τίποτα. Σημειώνει μόνο πως το μόνο μέσο που έχουμε στη διάθεσή μας για να προσεγγίσουμε τον άυλο λόγο είναι οι αισθήσεις μας. Ό, τι ακουμπάμε, ό,τι ακούμε, μυρίζουμε, γευόμαστε, αλλά κυρίως ό,τι βλέπουμε μας δίνει πληροφορίες για το περιβάλλον μας. Και κάθε τέτοια πληροφορία περιέχει λίγη από τη γνώση που χρειαζόμαστε για να κατανοήσουμε τον Λόγο. Αρκεί να συνειδητοποιούμε έστω και για λίγο αυτό που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας, γιατί έτσι εκπαιδεύουμε τακτικά τη λογική μας ικανότητα.

Απαθανατίστε κάθε μικρή στιγμή της ζωής σας

Σκεφτείτε πόσο χρόνο περνάμε κάθε μέρα επαναλαμβάνοντας αυτόματα κάποιες καθημερινές κινήσεις, χωρίς να συνειδητοποιούμε τι ακριβώς κάνουμε. Κάθε φορά που αναρωτιέστε αν κλειδώσατε την πόρτα φεύγοντας από το σπίτι, συμβαίνει επειδή την ώρα που κλειδώνατε δεν συμμετείχατε στην ενέργεια αυτή συνειδητά. Κοιτούσατε, αλλά δεν βλέπατε το χέρι να κλειδώνει την πόρτα.

Αυτός ο αυτοματισμός δεν μας επιτρέπει να μελετήσουμε κάθε νέα πληροφορία που εμφανίζεται. Κλεινόμαστε σε έναν κόσμο εσωτερικό, μοναχικό, σαν αυτόν που ζούμε την ώρα που κοιμόμαστε. Αν δοκιμάσετε να κάνετε συνήθειά σας να σταματάτε πότε-πότε, για λίγα έστω δευτερόλεπτα, να παρατηρήσετε τον εαυτό σας, τα σπίτια και τα δέντρα στη διαδρομή που κάνετε κάθε μέρα, τις λεπτομέρειες στο δωμάτιο που εργάζεστε, τους άλλους ανθρώπους γύρω σας, θα παρατηρήσετε ένα σωρό πράγματα που σας είχαν διαφύγει.

Λίγα μόνο δευτερόλεπτα, δύο-τρεις φορές την ημέρα αν επιδιώξετε να το κάνετε αυτό, σιγά-σιγά θα σας γίνει συνήθεια. Αυτός είναι ένας τρόπος να συνεργαζόμαστε συνειδητά με τις αισθήσεις μας, ώστε να συμβαδίζουμε με όσα γίνονται, όσα αλλάζουν γύρω μας και να μαθαίνουμε από αυτά. Όπως το σώμα μας εκπαιδεύεται να κινείται σεβόμενο τους φυσικούς νόμους, έτσι και το μυαλό μας, μέσω των αισθήσεων εκπαιδεύεται να λειτουργεί συντονισμένο με τον Λόγο.

6. «Αυτόν τον κόσμο, που για όλους είναι ο ίδιος, δεν τον έπλασε κανένας από τους θεούς ή από τους ανθρώπους, αλλά ήταν είναι και θα είναι πάντα αείζωον πυρ, που ανάβει και σβήνει με μέτρο»

Τι είναι τελικά αυτός ο Λόγος; Είναι ο νόμος που διέπει τον κόσμο. Δεν είναι ένας θεός – πρόσωπο, δεν δημιουργεί τίποτα, δεν επεμβαίνει για λογαριασμό μας. Ρυθμίζει, αλλά δεν καθορίζει. Είναι όπως ο διευθυντής μίας ορχήστρας, ο οποίος ούτε έχει γράψει τη μουσική ούτε παίζει ο ίδιος κάποιο όργανο. Φροντίζει μόνο για την αρμονική απόδοση του κομματιού.

Εσείς κι εγώ είμαστε μέλη της ορχήστρας, παίζουμε το όργανο που εμείς επιλέγουμε, μελετάμε το κομμάτι, αλλά, αν θέλουμε η μουσική που παράγουμε να δένει αρμονικά με τη μουσική των άλλων, πρέπει να αναγνωρίζουμε τη σημασία των κινήσεων του μαέστρου. Εκτός ορχήστρας μπορούμε να παίζουμε τη δική μας μουσική όπως μας αρέσει, αλλά με ένα μόνο όργανο ποτέ δεν θα πετύχουμε το πλήρες αποτέλεσμα μίας ορχήστρας.

Αν η ζωή μας βαλτώσει στην πλήξη της καθημερινότητας ή γίνεται κάθε μέρα πιο ενδιαφέρουσα και ικανοποιητική, εξαρτάται από εμάς. Οι νόμοι του κόσμου δεν αλλάζουν. Εμείς πρέπει να εναρμονιστούμε μαζί τους.

Ηράκλειτος

Ο Ηράκλειτος έζησε 60 χρόνια, όλα στην πατρίδα του την Έφεσο, πόλη στα παράλια της Μ. Ασίας, στην οποία τότε κατοικούσαν Έλληνες. Στα τέλη του 6ου αιώνα, η πόλη ήταν υπό περσική κατοχή, αλλά, διατηρούσε μία σχετική αυτονομία. Αν και αριστοκρατικής καταγωγής (ήταν απόγονος του ιδρυτή της Εφέσου) δεν επεδίωξε την πλούσια και ένδοξη ζωή που του εξασφάλιζε η καταγωγή του, αλλά προτίμησε την απομόνωση και τον στοχασμό.

Έμεινε στην ιστορία ως ο σκοτεινός φιλόσοφος, που εσκεμμένα διατύπωνε τη σκέψη του με ασάφεια, ώστε να μπορούν να τον κατανοήσουν μόνο οι λίγοι, οι εκλεκτοί. Ίσως όμως το έκανε γιατί γνώριζε πως μαθαίνει μόνο όποιος θέλει να μάθει, και πως μαθαίνει κάποιος καλύτερα εκείνα που ανακαλύπτει μόνος του. Ως σοφός δάσκαλος, εκείνος μας έδειξε πού πρέπει να σκάψουμε για να βρούμε τον θησαυρό που πρώτος εκείνος ανακάλυψε.

Το εκκρεμές του Φουκό

Τα αστέρια φαίνεται να κινούνται σε κύκλους γύρω από μια γραμμή μέσα από τους πόλους της γης. Μια αρχαία εξήγηση αυτού (πιθανώς πριν από την κλασσική Ελλάδα) είναι ότι τα αστέρια συνδέονται με μια σφαίρα που περιστρέφεται γύρω από τη γη. Ο Αρίσταρχος της Σάμου (3ος αιώνας π.Χ.) εξήγησε την φαινομενική κίνηση των αστεριών και των πλανητών προτείνοντας ότι η γη στρέφεται στον άξονά της και ταξιδεύει επίσης γύρω από τον ήλιο. Ο Ίππαρχος (2ος αιώνας π.Χ.) και ο Πτολεμαίος (2ος αιώνας μ.Χ.) απέρριψαν αυτή την άποψη για δύο λόγους. Πρώτον, δεν μπορεί κανείς να αισθανθεί την περιστροφή της γης. Δεύτερον, δεν μπορεί κανείς (χωρίς ισχυρά τηλεσκόπια) να δει ετήσιες αλλαγές στη σχετική θέση των αστεριών.
 
Η κίνηση της γης ήταν πολύ σημαντική για τους Χριστιανούς, καθώς και για τους κοσμολόγους. Ο Giordano Bruno δίδασκε ότι η γη κινείται. Ο ίδιος είχε μια σειρά αιρετικών απόψεων και γι αυτό κατηγορήθηκε από την Ιερή Ιερά Εξέταση στη Βενετία. Καταδικάστηκε από τον Πάπα Κλήμη VIII και κάηκε ζωντανός το 1600. Ο Γαλιλαίος δίδαξε επίσης ότι η Γη κινείται. Κατηγορήθηκε με τον ίδιο τρόπο το 1633, αλλά σώθηκε με την προϋπόθεση να παραιτηθεί από τις απόψεις του. (Το Βατικανό άλλαξε από την τότε θέση του: το 1992 ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ΙΙ εξέφρασε επίσημα τη λύπη του για την καταδίκη του Galileo από την εκκλησία.) 
 
Η παρατήρηση του Ιππάρχου και του Πτολεμαίου ότι δεν μπορεί κανείς να αισθανθεί την περιστροφή της γης είναι σωστή. Ωστόσο, ο απαιτούμενος ρυθμός περιστροφής για την ηλιοκεντρική εικόνα (0,0007 περιστροφές ανά λεπτό) είναι τόσο αργός που δεν θα περίμενε κανείς να την αισθανθεί κάποιος. Πώς μπορεί κάποιος να μετρήσει μια τόσο αργή περιστροφή; Το 1851, ο Jean-Bernard-Leon Foucault κρέμασε ένα εκκρεμές 67 μέτρων και 28 κιλών από τον θόλο του Πάνθεον στο Παρίσι. Το επίπεδο της κίνησης του εκκρεμούς, σε σχέση με τη γη, περιστράφηκε αργά δεξιόστροφα. Αυτή η κίνηση εξηγείται ευκολότερα αν η γη στρέφεται (αντίθετα από τη φορά των δεικτών του ρολογιού, εάν παρατηρηθεί στο Βόρειο ημισφαίριο και δεξιόστροφα στο Νότο).
 
Πριν από το εμπνευσμένο μυθιστόρημα του Ουμπέρτο Έκο, τον Φουκό γνώριζαν μόνο όσοι σπούδαζαν Φυσική ή επισκέπτονταν το Πάνθεον στο Παρίσι, όπου λειτουργεί ακόμη το πρώτο εκκρεμές που κατασκευάστηκε για να δείξει με χειροπιαστό τρόπο στους μη ειδικούς την περιστροφή της Γης. Έτσι όμως το όνομα του μεγάλου αυτού πειραματικού επιστήμονα συνδέθηκε με το πιο ασήμαντο από τα επιτεύγματά του και ξεχάστηκαν οι μεγάλες του επιτυχίες, όπως η μέτρηση της ταχύτητας του φωτός, το γυροσκόπιο και η μέθοδος κατασκευής κατόπτρων για τηλεσκόπια.
 
Το εκκρεμές του Φουκό δεν είναι καμιά πολύπλοκη συσκευή. Είναι απλά μια μεταλλική σφαίρα που κρέμεται από ένα μακρύ σκοινί. Στην κατάσταση ηρεμίας η σφαίρα κρέμεται κατακόρυφα προς τα κάτω. Οταν απομακρύνουμε τη σφαίρα από τη θέση ηρεμίας, τότε αυτή κινείται πέρα-δώθε γύρω από τη θέση ηρεμίας, και αυτό είναι ένα εκκρεμές. Αν η Γη δεν περιστρεφόταν, το εκκρεμές θα ταλαντευόταν πάντα προς την ίδια διεύθυνση.
 
Επειδή όμως η Γη περιστρέφεται, το εκκρεμές αλλάζει κατεύθυνση ταλάντωσης με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Στους πόλους η διεύθυνση των ταλαντώσεων επιστρέφει στην αρχική ύστερα από 12 ώρες, στον ισημερινό δεν αλλάζει καθόλου και στα ενδιάμεσα πλάτη η ταχύτητα αλλαγής της διεύθυνσης παίρνει όλες τις ενδιάμεσες τιμές, που ισούνται με 12 ώρες, διαιρεμένες με το ημίτονο του γεωγραφικού πλάτους του τόπου.
 
Για παράδειγμα, στην Αθήνα χρειάζονται 19 ώρες και 30 λεπτά για να επιστρέψει στην αρχική διεύθυνση. Το φαινόμενο παρατηρείται πολύ εύκολα αν στην κάτω πλευρά της σφαίρας έχουμε προσαρμόσει μια ακίδα, που κατά την ταλάντωση χαράζει γραμμές στο έδαφος.
 
Οι γραμμές αυτές περιστρέφονται διαρκώς, καθώς αλλάζει η διεύθυνση ταλάντωσης και η περιστροφή αυτή γίνεται τόσο πιο εμφανής σε έναν περαστικό παρατηρητή όσο περισσότερο χρόνο κάνει το εκκρεμές για μια πλήρη ταλάντωση. Επειδή η περίοδος του εκκρεμούς είναι τόσο μεγαλύτερη όσο μεγαλύτερο είναι το μήκος του σκοινιού, είναι φανερό ότι για να είναι εντυπωσιακό το εκκρεμές του Φουκό θα πρέπει να εγκαθίσταται σε πολύ ψηλά οικοδομήματα.
 
Για παράδειγμα στο Πάνθεον του Παρισιού το ύψος εξάρτησης είναι 67 μέτρα και η περίοδος ταλάντωσης 16,4 δευτερόλεπτα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το βάρος της σφαίρας δεν έχει σημασία, χρησιμεύει απλά στο να κρατάει το σκοινί τεντωμένο!
 

Το πείραμα

Για την κατασκευή του εκκρεμούς του Φουκώ αρκεί ένα αρκετά μακρύ σχοινί, ώστε να ελαττώνεται το φαινόμενο της μείωσης των ταλαντώσεων, και ένα βάρος, τέτοιο, ώστε να κρατάει το σχοινί τεντωμένο. Θέτουμε το εκκρεμές σε ταλάντωση στο Βόρειο πόλο. Αν η γη δεν έκανε περιστροφή τότε το εκκρεμές θα ταλαντώνονταν ακριβώς στο ίδιο κάθετο επίπεδο. Επειδή η γη κινείται, το κάθετο επίπεδο του εκκρεμούς στρέφεται αντίθετα από τη φορά κίνησης της γης, λόγω των δυνάμεων Κοριόλις. Εμφανίζεται σαν η γη να γυρίζει κάτω από το εκκρεμές, πράγμα που ακριβώς συμβαίνει. Η στροφή αυτή του επιπέδου θα κάνει έναν πλήρη κύκλο σε διάστημα μιας ημέρας ή μισό (οπότε θα φαίνεται σαν να έχει επανέλθει στην αρχική του θέση) σε 12 ώρες.
 
Η κατασκευή ενός εκκρεμούς Φουκώ απαιτεί αρκετή προσοχή. Ο τρόπος που θα τεθεί σε κίνηση το εκκρεμές είναι σημαντικός. Η κλασική μέθοδος συνίσταται στο τράβηγμα του βάρους από άλλο σχοινί το οποίο μετά καίγεται ώστε να αποφευχθούν τυχόν παράπλευρες κινήσεις. Λόγω της τριβής του αέρα οι ταλαντώσεις μειώνονται με αποτέλεσμα τα εκκρεμή να σταματούν. Σε πολλές περιπτώσεις γίνεται κάθε τόσο επανεκκίνηση της ταλάντωσης με ειδικές τελετές. Σε άλλες το εκκρεμές διατηρείται σε κίνηση με ηλεκτρομαγνητικά ή άλλα μέσα.
 
Υπάρχουν αρκετά εκκρεμή του Φουκώ σε διάφορες θέσεις παγκοσμίως. Λόγω του εντυπωσιακού του μεγέθους και εμφάνισης συναντώνται κυρίως σε κέντρα σημαντικά για τις επιστήμες του πολιτισμού και της πολιτικής όπως πανεπιστήμια, μουσεία επιστημών και πλανητάρια.
Μερικά από τα μεγαλύτερα εκκρεμή βρίσκονται:
  • στο Μουσείο Τεχνών και Επιτηδευμάτων (Musée des Arts et Métiers) στο Παρίσι (67 μ.)
  • στον Ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στην Κρακοβία (46,5 μ.)
  • στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο (60 μ.)
  • στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό
  • στο Πανεπιστήμιο Πατρών
Το πείραμα αυτό ο Φουκώ το παρουσίασε για πρώτη φορά το Φεβρουάριο του 1851, στη Μεσημβρινή Αίθουσα του Αστεροσκοπείου του Παρισιού. Το πείραμα επαναλήφθηκε μετά από μερικές εβδομάδες στο Πάνθεον του Παρισιού. Εκεί το ύψος εξάρτησης είναι 67 μέτρα και η περίοδος ταλάντωσης 16,4 δευτερόλεπτα. Ο Φουκό ολοκλήρωσε γρήγορα την κατασκευή και στις 31 Μαρτίου 1851, μια μέρα σαν και σήμερα πριν από 158 χρόνια, εγκαινιάστηκε το πείραμα μπροστά στον Λουδοβίκο Ναπολέοντα και τα μέλη της Γαλλικής Ακαδημίας Επιστημών. Έξι μήνες μετά το αυθεντικό εκκρεμές του Foucault αποσύρθηκε και, έπειτα από αρκετό καιρό, εγκαταστάθηκε στο Μουσείο των Τεχνών και Επαγγελμάτων στο Παρίσι, όπου και καταστράφηκε το 2010 όταν έσπασε το σκοινί ανάρτησης και η σφαίρα καταστράφηκε στο μαρμάρινο δάπεδο. Ένα αντίγραφό του όμως συνεχίζει ακόμη και σήμερα να λειτουργεί στο «Πάνθεον».
 
Στους πόλους η κίνηση του επιπέδου ταλάντωσης εκτελεί έναν πλήρη κύκλο σε μία αστρονομική μέρα. Στα υπόλοιπα σημεία της γης ο πλήρης κύκλος ολοκληρώνεται σε χρόνο μεγαλύτερο από τους πόλους ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος στο οποίο βρίσκεται.
 
formula-fucaultΑπό τον τύπο φαίνεται ότι στον ισημερινό δεν υπάρχει περιστροφή του εκκρεμούς καθώς το γεωγραφικό πλάτος είναι μηδέν και το ημίτονο της γωνίας είναι μηδέν.
όπου:

formula-fucault1

Αν το πλάτος της ταλάντωσης (α) είναι αρκετά μικρότερο από το μήκος (λ) τότε το πλάτος γίνεται:
 
ωw = ω*ημ(φ)
 
Τώρα ας υποθέσουμε ότι κάποιος έβαλε ένα εκκρεμές πάνω από τον Νότιο Πόλο και το τοποθετεί να ταλαντεύεται σε ένα απλό τόξο. Σε κάποιον που βρίσκεται ακριβώς πάνω από τον Πόλο και δεν στρέφεται με τη γη, το εκκρεμές φαίνεται να ανιχνεύει επανειλημμένα ένα τόξο στο ίδιο επίπεδο, ενώ η γη περιστρέφεται αργά δεξιόστροφα κάτω από αυτό. Σε κάποιον στη γη, όμως, η γη φαίνεται να είναι σταθερή και το επίπεδο της κίνησης του εκκρεμούς φαίνεται να κινείται αργά αριστερόστροφα, βλέποντας από πάνω. Λέμε ότι οι κινήσεις του εκκρεμούς προχωρούν. Η γη γυρίζει τον άξονά της κάθε 23,93 ώρες, οπότε στον επίγειο παρατηρητή στον πόλο, το επίπεδο του εκκρεμούς φαίνεται να προχωράει κατά 360 μοίρες εκείνη την εποχή.
 
Η ζωή του Φουκό μοιάζει λίγο με παραμύθι. Ήταν κοντός και ασθενικός, έπασχε από στραβισμό και «δεν έπαιρνε» τα μαθηματικά. Είχε όμως μια εξαιρετική επιδεξιότητα στις κατασκευές και οι γονείς του αποφάσισαν να τον κατευθύνουν στο μοναδικό «αξιοπρεπές» επάγγελμα για ανθρώπους με τέτοια ταλέντα εκείνη την εποχή, τη χειρουργική. Σε ηλικία 20 ετών λοιπόν γράφτηκε στην περίφημη Ιατρική Σχολή του Παρισιού και θα γινόταν ίσως σπουδαίος χειρουργός, αν δεν λιποθυμούσε την πρώτη φορά που είδε αίμα! Ο Αλφόνς Ντονέ, ένας καθηγητής που είχε εκτιμήσει τις ικανότητες του νέου φοιτητή, τον έπεισε να ασχοληθεί με την ιατρική μικροσκοπία και του ανέθεσε να φτιάξει τον πρώτο φωτογραφικό άτλαντα μικροσκοπικών παρασκευασμάτων. Ο Φουκό για το θέμα αυτό συνεργάστηκε με έναν συμφοιτητή του, ο οποίος επίσης δεν αγαπούσε ιδιαίτερα την Ιατρική, τον Ιπολίτ Φιζό. Οι δυο τους βελτίωσαν τις πρωτόγονες τότε μεθόδους φωτογραφίας και όχι μόνο δημοσίευσαν ένα βιβλίο με 80 «πρότυπες» φωτογραφίες μικροσκοπικών παρασκευασμάτων, αλλά ύστερα από παραγγελία του Φρανσουά Αραγκό, διευθυντή του αστεροσκοπείου του Παρισιού, πήραν και εξαιρετικές φωτογραφίες του Ηλιου.
 
Ο Αραγκό εκτίμησε πολύ τις ικανότητες του Φουκό και τον «μύησε» σε ένα από τα ιστορικότερα προβλήματα της Φυσικής, αυτό της διάκρισης μεταξύ της σωματιδιακής θεωρίας φωτός του Νεύτωνα και της κυματικής θεωρίας φωτός του Χόιχενς. Ο Αραγκό είχε αποδείξει ότι αν το φως αποτελείται από σωματίδια, τότε το φαινόμενο της διάθλασής του στην επιφάνεια του νερού, χάρις στο οποίο τα κουπιά μιας βάρκας φαίνονται «σπασμένα», οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το φως διαδίδεται στο νερό με μεγαλύτερη ταχύτητα από ό,τι στον αέρα. Μάλιστα, ο ίδιος είχε αρχίσει μια σειρά πειραμάτων για να μετρήσει αυτές τις ταχύτητες, αλλά η εξασθενημένη από τον διαβήτη όρασή του δεν του επέτρεψε να τα ολοκληρώσει. Το πείραμα ανέλαβαν να το συνεχίσουν οι Φουκό και Φιζό και όχι μόνο έμειναν στην ιστορία ως οι πρώτοι επιστήμονες που μέτρησαν την ταχύτητα του φωτός με μεγάλη ακρίβεια, αλλά και επιβεβαίωσαν οριστικά την κυματική θεωρία, μιας και βρήκαν ότι η ταχύτητα του φωτός στο νερό είναι μικρότερη από ό,τι στον αέρα.
 
Γυροσκόπιο και τηλεσκόπια
Ο μεγάλος αυτός πειραματιστής δεν περιορίστηκε στις παραπάνω επιτυχίες που τον έκαναν διάσημο, τόσο στο ευρύ κοινό όσο και στην επιστημονική κοινότητα. Κατάφερε να σημειώσει σημαντικές επιτυχίες και σε πολλούς άλλους τομείς. Για παράδειγμα, δική του εφεύρεση είναι ο μηχανισμός αυτόματης ρύθμισης του βολταϊκού τόξου, αυτής της φωτεινή πηγής που όχι μόνο παλαιότερα φώτιζε εξωτερικά τα μεγάλα κτίρια αλλά και ήταν η μοναδική πηγή φωτός στις κινηματογραφικές μηχανές προβολής, προτού εφευρεθούν οι λυχνίες ξένον. Σίγουρα όμως δύο εφευρέσεις του αποτελούν ακόμη και σήμερα κομβικά σημεία της Διαστημικής και της Αστρονομίας. Η πρώτη είναι το γυροσκόπιο και η δεύτερη είναι η μέθοδος κατασκευής τηλεσκοπικών κατόπτρων.
 
Το γυροσκόπιο είναι μια άλλη συσκευή που αρχικά πρότεινε ο Φουκό για να αποδείξει την περιστροφή της Γης. Αποτελείται από έναν βαρύ σιδερένιο τροχό που περιστρέφεται με μεγάλη ταχύτητα. Σύμφωνα με τους νόμους της Μηχανικής, η κατεύθυνση του άξονα περιστροφής του τροχού παραμένει σταθερή, όπως και αν κινηθεί η βάση στήριξής του. Σήμερα το γυροσκόπιο είναι η συσκευή με την οποία καθοδηγούνται τα διαστημόπλοια και οι τεχνητοί δορυφόροι κατά την κίνησή τους στο Διάστημα. Κάθε διαστημόπλοιο ή δορυφόρος έχει τρία γυροσκόπια, οι άξονες περιστροφής των οποίων είναι κάθετοι μεταξύ τους και ορίζουν ένα σύστημα καρτεσιανών συντεταγμένων. Με βάση αυτό το σύστημα οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές ελέγχουν στη συνέχεια τους κινητήρες, οι οποίοι διορθώνουν τον προσανατολισμό και την τροχιά του διαστημοπλοίου.
 
Η τελευταία μεγάλη εφεύρεση του Φουκό ήταν η μέθοδος κατασκευής μεγάλων τηλεσκοπικών κατόπτρων. Από την εποχή του Γαλιλαίου όλα τα μεγάλα τηλεσκόπια ήταν φτιαγμένα με φακούς. Ο Φουκό πρώτος διέβλεψε ότι ήταν εξαιρετικά δύσκολο να κατασκευαστούν μεγάλοι φακοί για τηλεσκόπια και έστρεψε την προσοχή του στα κάτοπτρα. Επινόησε την κατασκευή κατόπτρων από επιμεταλλωμένο γυαλί καθώς και τη μέθοδο λείανσης της επιφάνειας του κατόπτρου, η οποία ακολουθείται ακόμη και σήμερα. Δυστυχώς ο μεγάλος αυτός πειραματικός επιστήμονας είχε άτυχο τέλος. Τρία μόλις χρόνια αφότου είχε επιτέλους εκλεγεί μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας (με την έκτη προσπάθεια, επειδή ήταν αδύνατος στα μαθηματικά!), πέθανε το 1868 από μια επιθετική μορφή σκλήρυνσης κατά πλάκας, σε ηλικία μόλις 49 ετών.

Γονιδίωμα από υπολογιστές για συνθετικές μορφές ζωής

Οι επιστήμονες ονομάζουν τη δημιουργία τους Caulobacter ethensis-2.0, το οποίο έχει προκύψει από την επέμβαση στο γονιδίωμα του βακτηρίου Caulobacter crescentus, απλοποιώντας τη δομή του, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο ενός μορίου DNA. Η αλήθεια είναι ότι απέχουμε ακόμα πολύ από το να μπορεί να πει κανείς ότι είναι εφικτό να δημιουργηθεί συνθετική ζωή εκ του μηδενός, αλλά οι επιστήμονες αισιοδοξούν ως προς το ότι έχει γίνει το πρώτο βήμα προς αυτό το σκοπό. 
Οι επιστήμονες του ETH Zurich κατάφεραν να δημιουργήσουν το πρώτο κατασκευασμένο από υπολογιστή γονιδίωμα.

Δέκα χρόνια πριν οι επιστήμονες είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν ένα ψηφιακό αντίγραφο του γονιδιώματος του Mycoplasma mycoeides, το οποίο είχε μεταφερθεί σε ζώντα κύτταρα και παρατήρησαν ότι μπορούσε να αποκτήσει την ικανότητα του πολλαπλασιασμού. Σήμερα, η επιστημονική ομάδα από τη Ζυρίχη κάνει ένα βήμα παραπέρα, σε μια προσπάθεια να δημιουργήσουν πλήρως συνθετική ζωή. Το στοιχείο που αξίζει να σημειωθεί είναι ότι οι επιστήμονες κατάφεραν να ασχοληθούν με τα περίπου 4000 γονίδια του υπό εξέταση μικροοργανισμού, βγάζοντας το συμπέρασμα ότι τα 680 περίπου από αυτά είναι τα απολύτως απαραίτητα για την ανάπτυξη ζωής. 
 
Ο αλγόριθμος της επιστημονικής ομάδας έκανε εφικτό τον εκ νέου προγραμματισμό του γονιδιώματος, με το τελικό αποτέλεσμα να είναι πολύ ελπιδοφόρο για τη δημιουργία τεχνητής ζωής, καθώς τα 580 από τα 680 γονίδια που δημιούργησαν οι επιστήμονες ήταν πλήρως λειτουργικά. 
 
Τα στοιχεία που έχουν ήδη δημοσιευτεί σε επιστημονικές επιθεωρήσεις αποδεικνύουν όχι μόνο πως δεν αποκλείεται να καταφέρει ο άνθρωπος κάποια στιγμή στο μέλλον να δημιουργήσει συνθετικές μορφές ζωής, αλλά και να έρθει σε θέση να δημιουργήσει συνθετικά συστατικά εμβολίων. Η εξέλιξη αυτή εκτιμάται ότι θα ενισχύσει την προσπάθεια καταπολέμησης επικίνδυνων ασθενειών ή τον περιορισμό του κόστους της φαρμακευτικής παραγωγής εμβολίων σε μεγάλη κλίμακα για περιπτώσεις πανδημιών ή άλλων κινδύνων. 

Τελετουργία

Τελετουργία: το σύνολο των τυπικών μηχανιστικών κι αυτοματοποιημένα επαναλαμβανόμενων διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες διεξάγεται μια θρησκευτική, μαγική ή παγανιστική τελετή. Ενας πολύ επίσημος παγιωμένος τρόπος για την εκτέλεση μιας καθημερινής, απλής πράξης: Tο σερβίρισμα του φαγητού ήταν μια τελετουργική ιεροτελεστία. Τελετουργία και ιεραρχία είναι κύρια γνωρίσματα των νεκρών κλειστών συστημάτων. Ο δημιουργός κι η δημιουργία, η κόλαση κι ο παράδεισος, είναι κλειστά συστήματα με τελετουργικά και ιεραρχίες. Όλα τα κλειστά συστήματα είναι πυραμιδοειδή δηλ. γραμμικά [ντετερμινισμός] κι όπου υπάρχουν ιεραρχίες απαιτούνται και τελετουργικά. Τα ανοικτά συστήματα στον αντίποδα είναι φρακταλικά όπου δεν υπάρχουν τελετουργίες αφού δεν υπάρχει ιεραρχία. Αν θέλεις να βγεις έξω από αυτά ή να ζεις σε ανοιχτά συστήματα μείνε μακριά από την διαστρέβλωση της ζωντανής ζωής. Αυτονόητο έτσι; Από την άλλη Κάνε Ό,τι Θέλεις κανείς μας δεν νοιάζεται!
 
Θεωρίες για την Τελετουργία
Με τον όρο τελετουργία εννοείται ένα σύνολο κινήσεων που διαθέτουν συμβολικό νόημα, διαφέροντας με αυτόν τον τρόπο από τις κινήσεις της καθημερινότητας. Η διαφορά θεμελιώνεται στο ιδιαίτερο νόημα που αποδίδεται στην τελετουργική πράξη με τη χρήση συγκεκριμένων συμβόλων.
 
Στηριγμένος στον ορισμό του Κλίφορντ Γκερτζ (Clifford James Geertz) για τον πολιτισμό ο Ντέιβιντ Κέρτζερ (David Kertzer) ορίζει την τελετουργία ως δράση συνδεδεμένη σε ένα δίκτυο συμβολισμού. [1] Κάτι τέτοιο υπονοεί ότι η τελετουργία έχει έναν επικοινωνιακό ρόλο. Εν γένει υφίσταται ένας σκοπός, μια λειτουργία και ένα νόημα πριν την τελετουργική δράση, γεγονός που δημιουργεί επιπλοκές στις σχέσεις της τελετουργίας με την πολιτική και την κοινωνική δομή. [2]
 
Οι απόψεις ως προς τον σκοπό, τη λειτουργία και το νόημα της τελετουργίας διαφέρουν. Όπως υπέδειξαν οι Κέλι και Κάπλαν (John D. Kelly & Martha Kaplan), η τελετουργία συνδέεται εθιμικά με την παράδοση και το ιερό. [3] Προσπάθειες καθορισμού της διασύνδεσης της τελετουργίας με το πολιτικό και το κοινωνικό γίγνεσθαι οδήγησαν τους κοινωνιολόγους στην άποψη πως η τελετουργία ενισχύει την κοινωνική δομή είτε αναπαριστώντας την άμεσα, είτε νομιμοποιώντας εν κρυπτώ την κοινωνική εξουσία. Ιδωμένος από αυτή την οπτική γωνία ο κοινωνικός ρόλος της τελετουργίας είναι είτε να προωθήσει ή να αποκρύψει την επικρατούσα πολιτική τάξη.
 
Από τις πρώτες θεωρίες που εμφανίστηκαν για την τελετουργία είναι εκείνη του Φρίντριχ Μαξ Μίλερ (Friedrich Max Müller) (1823-1900) που άσκησε σημαντική επίδραση στις πρώτες προσπάθειες κατανόησης της ελληνικής μυθολογίας. Ο Μίλερ υπέθεσε ότι αυτό που γνωρίζουμε ως μύθο ήταν αρχικά ποιητικές αναφορές για τη φύση, ιδιαίτερα τον ήλιο, από τους αρχαίους Ινδοευρωπαίους, ένα νομαδικό λαό που μετανάστευσε από τις κεντρικές στέπες της Κ. Ασίας περί το 1500 Π.Κ.Ε. [4]
 
Την άποψη του Μίλερ αμφισβήτησαν ο εθνολόγος ‘Aντριου Λανγκ (Andrew Lang), (1844-1912) και ο ανθρωπολόγος Έντουαρντ Μπαρνέτ Τάιλορ (Edward Burnet Tylor), (1832-1917) [5] Ο Τάιλορ θεώρησε πως ο μύθος δε θα έπρεπε να ερμηνεύεται ως παρανόηση, αλλά ως συνειδητή φιλοσοφική προσπάθεια ερμηνείας και κατανόησης του κόσμου. Υπό αυτή την οπτική γωνία ο μύθος μελετάται «ως ενδιαφέρον προϊόν του ανθρώπινου νου» και «πρωτόγονος τρόπος αιτιολόγησης» των πραγμάτων. [6]
 
Με τη σειρά του ο Γουίλιαμ Ρόμπερτσον Σμιθ (William Robertson Smith) (1846-1894), γλωσσολόγος, ακολουθώντας εν γένει το εξελικτικό πλαίσιο του Τάιλορ, αμφισβήτησε ωστόσο τα πρωτεία της τελετουργίας από τις αντιλήψεις περί ψυχής ως βασικού θεμέλιου της θρησκείας και της κοινωνίας. Η θρησκεία κατά την άποψή του δεν προήλθε από τον ανιμισμό, αλλά από δραστηριότητες που στερέωναν τους δεσμούς της κοινότητας. Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου η «θρησκεία δημιουργήθηκε από μία σειρά πράξεων … και δεν δημιουργήθηκε για την λύτρωση των ψυχών αλλά για την διατήρηση και την ευημερία της κοινωνίας» [7].
 
Οι έρευνες του Ρόμπερτσον Σμιθ στην τελετουργία έβαλαν τα θεμέλια για την ανάπτυξη τριών διαφορετικών σχολών ερμηνευτικής της θρησκείας. [8] Η πρώτη ήταν η σχολή του «μύθου και της τελετουργίας», που συνδέθηκε εξαρχής με το έργο του Τζέιμς Φρέιζερ (James George Frazer), στο οποίο κατέθεσε την άποψη πως για να γίνει κατανοητός ο μύθος, χρειάζεται καταρχήν να καθορίσει κανείς την τελετουργία με την οποία συνδέεται. Η δεύτερη ήταν η κοινωνιολογική άποψη που συνδέθηκε με τον Εμίλ Ντιρκέμ (Emile D. Durkheim), για τον οποίο η θρησκεία ήταν κοινωνική κατασκευή που υπάρχει όχι για σωτηριολογικούς λόγους, αλλά για την συντήρηση και ευημερία της κοινότητας. [9]
 
Μια τρίτη ερμηνευτική προσέγγιση, εκείνη της ψυχαναλυτικής σχολής του Ζίγκμουντ Φρόιντ (Sigmund Freud), υιοθέτησε τις ιδέες του Ρόμπερτσον Σμιθ για τον τοτεμισμό, την πρωταρχική θυσία και τις κοινωνικές αρχές της θρησκευτικής αυθεντίας, της ενοχής και της ηθικότητας. Για τους ψυχαναλυτές η έμφαση του Ρόμπερτσον Σμιθ στη σημασία της τελετουργίας, υποδείκνυε τρόπους ανάλυσης και ερμηνείας που εξαπλώνονται πέρα από το τι νομίζουν οι άνθρωποι ότι κάνουν ή πιστεύουν. Από αυτή την άποψη ο Ρόμπερτσον Σμιθ θεωρείται πρωτοπόρος σε αυτό που ονομάστηκε «αντιδιανοητική» κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, δηλαδή, συμπεριφοράς που είναι ριζωμένη σε παράλογες παρορμήσεις και δε συμμορφώνεται με τους βασικούς κανόνες της -πρωτόγονης έστω- λογικής.
 
Ένας μαθητής του Ρόμπερτσον Σμιθ, ο Τζέιμς Τζορτζ Φρέιζερ (1854-1941), ενδιαφέρθηκε επίσης για τις εμπειρίες και τις δραστηριότητες από τις οποίες προέκυψε η θρησκεία. Αν και η έρευνά του ήταν εντοπισμένη κυρίως στις πίστεις που υποκρύπτονται στην τελετουργία, η έρευνά του για τα τελετουργικά έθιμα του προσέδωσε το προσωνύμιο του «επιφανέστερου προγόνου της γενεαλογίας της τελετουργίας» [10]. Ο Φρέιζερ ξεκίνησε χρησιμοποιώντας τη θεωρία του Τάιλορ για τον μύθο ως ερμηνευτική προσέγγιση, αλλά σταδιακά υποβίβασε τον μύθο ως δευτερεύον υπόλειμμα ή επιβίωση της τελετουργικής δραστηριότητας. Συνεπώς για τον Φρέιζερ η τελετουργία είναι η αρχική πηγή των περισσότερων από τις πλέον εκφραστικές μορφές πολιτισμικής ζωής. [11]
 
Οι διαδοχικές εκδόσεις του έργου του Φρέιζερ “Ο Χρυσός Κλώνος” ανέπτυξαν την ιδέα του Ρόμπερτσον Σμιθ για την τελετουργική θυσία του θείου τοτέμ σε μια σύνθετη νέα θεωρία, η οποία συνοπτικά αναφέρει ότι το παγκόσμιο πρότυπο πίσω από την τελετουργία είναι η πραγμάτωση του θανάτου και της ανάστασης ενός θεού ή θείου βασιλιά, ο οποίος συμβόλιζε και εξασφάλιζε τη γονιμότητα της γης και την ευημερία του λαού. Για τον Φρέιζερ και εκείνους που ασπάστηκαν τις θεωρίες του περί του τελετουργικού θανάτου και αναγέννησης του θεού έγινε η βάση όλων των μύθων και της λαϊκής παράδοσης.
 
Ο Φρέιζερ άρχισε να καταλογογραφεί αδιάκριτα έθιμα των «πρωτόγονων» της εποχής του -από τη γαλλική επαρχία ως τους πλέον απομακρυσμένους νησιωτικούς πολιτισμούς του Ειρηνικού- αν ικανοποιούσαν τη συνθήκη του κεντρικού θέματος του θανάτου και της ανάστασης του θεού, γεγονός που οδήγησε στη δωδεκάτομη 3η έκδοση του έργου του (1911-15). Όπως ο Τάιλορ και άλλοι προγενέστεροι, ο Φρέιζερ θέλησε να καταγράψει την πλήρη εξέλιξη του ανθρώπινου πνεύματος «από την άγρια κατάσταση έως τον πολιτισμό» όπως επίσης και τις επιβιώσεις της πρωτόγονης μαγείας και της προκατάληψης στις «υψηλές θρησκείες» του χριστιανισμού, του ιουδαϊσμού και του ισλαμισμού. [12]
 
Ερμηνευτικές Προσεγγίσεις
Οι Ρόμπερτσον Σμιθ και Φρέιζερ ήταν οι δύο πόλοι έμπνευσης της σχολής του μύθου και της τελετουργίας, μια προσέγγιση ουσιαστικά στα ιστορικά και πολιτισμικά πρωτεία της τελετουργίας, που θεμελίωσαν και δύο αλληλεξαρτώμενους κλάδους της έρευνας της Εγγύς Ανατολής και των Κλασικιστών του Κέιμπριτζ. [13] Από τον πρώτο κλάδο ο μελετητής της Παλαιάς Διαθήκης Σάμιουελ Χένρι Χουκ (Samuel Henry Hooke) (1874-1968) υπoστήριξε τη θέση ότι ο μύθος και η τελετουργία -αυτό που λέγεται και αυτό που πράττεται- ήταν αναπόσπαστα συνδεδεμένα στους πρώιμους πολιτισμούς της Αρχαίας Αιγύπτου, της Βαβυλώνας και της Xαναάν σε μία τελετουργική θρησκεία που επικεντρωνόταν στην δραματοποίηση του θανάτου και της ανάστασης του βασιλιά ως θεού, στον οποίο στηριζόταν η ευημερία της κοινότητας. Ουσιαστική για την τελετουργική πράξη ήταν η απαγγελώμενη ιστορία, που φαίνεται ότι περιέκλειε ίση δυνατότητα με την τελετουργική πράξη. Βέβαια, στην πορεία του χρόνου η πράξη και η εξιστόρηση διαχωρίστηκαν, γεννώντας διακριτές θρησκείες και δραματικά είδη. [14]
 
Η σχολή των κλασικιστών του Κέιμπριτζ ανέπτυξε συστηματικά τούτη τη θεωρία, επιχειρηματολογώντας ότι η λαϊκή παράδοση και η λογοτεχνία ξεπήδησαν από τελετουργικές δραστηριότητες αρχαίων ιερών βασιλέων, όχι από την πραγματική ιστορία ή τη λαϊκή φαντασία, όπως πίστευαν επί μακρόν οι άνθρωποι. Ιδιαίτερα οι Γκίλμπερτ Μάρεϊ (George Gilbert Aimé Murray), Φράνσις Μ. Κόρνφορντ (Francis Macdonald Cornford) προσπάθησαν να δείξουν με ποιον τρόπο παρέχει τα δομικά πρότυπα του ελληνικού δράματος ο μύθος του θνήσκοντος και αναγεννώμενου θεού-βασιλέα της Εγγύς Ανατολής, παρών και στις τελετουργίες της διονυσιακής γονιμότητας. [15]
 
Μία από τις σημαντικότερες μορφές που επηρέασε τους σύγχρονους και μεταγενεστέρους κλασικιστές του Κέιμπριτζ ήταν η Τζέιν Έλεν Χάρισον (Jane Ellen Harrison) με δύο σημαντικές μελέτες, τα Προλεγόμενα στη Μελέτη της Ελληνικής Θρησκείας (1903) και το Θέμις (1912), προσπάθησε εν μέρει να στερεώσει τις απαρχές του ελληνικού μύθου, του δραματικού θεάτρου ακόμη και τους ολυμπιακούς αγώνες στις αρχαίες τελετουργίες που περιγράφει ο Φρέιζερ. [16]
 
Θέτοντάς το απλά, η Χάρισον είδε την τελετουργία ως πηγή του μύθου. Το εξελικτικό της πλαίσιο υπέθετε πως οι αρχέγονες τελετουργικές δραστηριότητες έσβησαν με το πέρασμα του μύθου, ενώ οι συνοδευτικοί μύθοι συνέχισαν να υπάρχουν σε διάφορες μορφές. Θεώρησε επίσης ότι από τη στιγμή που ο μύθος έχασε την αρχέγονη σχέση του με την τελετουργία, εξαιτίας του εγγενούς δυναμικού του διευρύνθηκε διανοητικά εφαρμοζόμενος σε συγκεκριμένες ιστορικές μορφές, ενώ ταυτόχρονα υιοθετήθηκε ως ψευδοεπιστημονική -μαγική κατά τον Ράπαπορτ (Angelo Solomon Rappoport)- ερμηνεία ιδιαίτερων φαινομένων. Τούτη η υπόθεση, την οποία παρουσίασε η Χάρισον στο Θέμις, αποκρυστάλλωνε ουσιαστικά τις βασικές ιδέες της σχολής των τελετουργιστών του Κέιμπριτζ και πολλοί ερευνητές τις εφάρμοσαν ευρύτατα, όπως ο Κόρνφορντ, ο Μάρεϊ ή ο Χουκ. [17]
 
Σε μια ιδιαίτερα σημαντική κριτική που άσκησε ο Κλάιντ Κλάκχον (Clyde Kluckhohn), υπέδειξε ότι όπως υπάρχουν μύθοι και τελετουργικά πλήρως αλληλεξαρτώμενα, έτσι είναι δυνατόν να υπάρξουν μύθοι και τελετουργικά πλήρως ανεξάρτητα μεταξύ τους. Βασισμένος στις δικές του μελέτες υποστήριξε ότι «μήτε ο μύθος ούτε η τελετουργία μπορεί να θεωρηθεί πρωταρχική» [18] Προκειμένου να βελτιωθούν οι μέθoδοι που χρησιμοποιούσε η σχολή του μύθου και της τελετουργίας, ο Κλάκχον κάλεσε την ακαδημαϊκή κοινότητα να δοκιμάσει τις γενικότητες με πραγματικά δεδομένα και λεπτομερείς μελέτες των πραγματικών σχέσεων ανάμεσα στον μύθο και την τελετουργία. [19]
 
Η κριτική του Γιόζεφ Φόντενροουζ (Joseph Fontenrose) σχεδόν τριάντα χρόνια αργότερα υπήρξε ακόμη πιο αυστηρή από του Κλάκχον. Υποδεικνύοντας ασυνέπειες και λάθη της σχολής του μύθου και της τελετουργίας, ιδιαίτερα στο έργο του Φρέιζερ, ο Φόντενροουζ έδειξε ότι δεν υπάρχουν ιστορικά ή εθνογραφικά στοιχεία που να μπορούν να χρησιμεύσουν ως μαρτυρίες για το πρότυπο της θυσίας στους βασιλείς της Εγγύς Ανατολής. Η κριτική του που ήταν συνδυασμός των προκλήσεων του Κλάκχον και άλλων υπονόμευσε σε μεγάλο βαθμό τις τάσεις καθολικής εφαρμογής προτύπων των προηγούμενων γενεών ερευνητών. [20]
 
Με τη σειρά τους οι φαινομενολόγοι της θρησκείας μετατόπισαν αρκετά την ιδέα της τελετουργίας στη βάση της Religionswissenschaft, ή της «επιστήμης της θρησκείας», όρο που χρησιμοποίησε πρώτος ο Μίλερ για να προσδιορίσει μία μη θεολογική και μη φιλοσοφική προσέγγιση στη θρησκεία, ακόμη και αν δεν ήταν σίγουρος πως ήταν η κατάλληλη εποχή για τέτοιες ιδέες. Οι φαινομενολόγοι απέρριψαν την ορθολογιστική προσέγγιση της θρησκείας του Τάιλορ ως μορφή πρωτόγονης ερμηνείας. Ανέπτυξαν την ιδέα του ότι οι μύθοι είναι ή αντιπροσωπεύουν μια μορφή κατανόησης, ενώ παράλληλα απέρριψαν το συμπέρασμά του ότι «τέτοιες θρησκευτικές ερμηνείες, αν και ενδιαφέρουσες, δεν είναι τίποτα άλλο από υποκειμενικές πλάνες και λανθασμένες λογικές επαγωγές».
 
Ένας από τους πρώτους φαινομενολόγους, ο Ρούντολφ Ότο (Rudolf Otto) (1869-1937) στο “Ιδέα του Ιερού” (1917), προσέγγισε τη θρησκευτική εμπειρία ως πραγματικό φαινόμενο και συμβούλεψε τους λόγιους ερευνητές να εξερευνήσουν τα στοιχεία τέτοιων εμπειριών όπως η βίωση του μύθου, η τελετουργία και άλλες εμπειρίες του «ιερού» ως κάτι εντελώς διαφορετικό. Αργότερα οι φαινομενολόγοι κατανόησαν πως δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν το εξελικτικό πρότυπο για να αιτιολογήσουν τις διαφορές ανάμεσα στις διάφορες θρησκείες, ούτε να διερευνήσουν την ιστορικότητα του μύθου και της τελετουργίας. Σε γενικές γραμμές για τον ιστορικό των θρησκειών το γεγονός ότι η τελετουργία ή ο μύθος είναι σχεδόν πάντα ιστορικά τροποποιημένος, δεν εξηγεί καθόλου την ίδια την ύπαρξη του μύθου ή της τελετουργίας. Με άλλα λόγια η ιστορικότητα μιας θρησκευτικής εμπειρίας δεν μας λέει απολύτως τίποτα για το τι είναι εν τέλει η θρησκευτική εμπειρία.

Η Τελετουργία στην Εσωτερική Παράδοση
Οι θρησκείες, οι φιλοσοφίες και οι επιστήμες ωριμάζουν όσο ωριμάζει η ίδια η ανθρωπότητα, επεκτείνoντας τη συνειδητότητά της προς το άγνωστο –κάτι που συνιστά απόλυτη αναγκαιότητα για την εξέλιξη. Η βάση όλων των πεποιθήσεών μας δεν είναι τίποτε άλλο από «μαγεία»[21]
 
Ο ορισμός της μαγείας είναι σε ένα μεγάλο μέρος του ζήτημα ατομικής άποψης, δεδομένου ότι σημαίνει τόσα πολλά πράγματα σε διαφορετικούς ανθρώπους. Ωστόσο, στη θεμελιακή ερμηνεία της η μαγεία ήταν η πλέον αποφασιστική προσπάθεια για να καθιερωθεί μια πραγματική λειτουργική σχέση μεταξύ των εσωτερικών και των εξωτερικών καταστάσεων της ύπαρξης.
 
Η μαγεία μεταφράζει ή προσπαθεί να μεταφράσει ενέργειες από τη μία κατάσταση ύπαρξης σε μια άλλη στηριζόμενη στην πρόθεση της ενεργητικής διάνοιας. Το ίδιο κάνει ουσιαστικά και η επιστήμη αλλά με έναν διαφορετικό τρόπο και διαφορετική μέθοδο. [22] Τα συμβολικά εργαλεία του μάγου και του μαθηματικού λειτουργούν στις εσωτερικές διαστάσεις του σύμπαντος για να παράγουν εξωτερικά αποτελέσματα.
 
Υπό αυτή την έννοια η τελετουργία είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο μετουσίωσης της δύναμης και είναι ανεκτίμητης αξίας για εκείνους που μπορούν να τη χειριστούν αποτελεσματικά, ενώ σαν τρόπος ζωής έχει πολλά να προσφέρει σε εκείνους που μπορούν να ακολουθήσουν τα μονοπάτια της. [23] Ουσιαστικά είμαστε όλοι τελετουργοί, γιατί η ίδια η ζωή χρειάζεται μια τελετουργικά επαναλαμβανόμενη πράξη, προκειμένου να κυλήσει τον τροχό του χρόνου. Είμαστε επίσης τελετουργοί στη λογοτεχνία, στο δράμα, τη μουσική, την τέχνη και την επιστήμη. Όλες οι εκφάνσεις της ζωής υφαίνουν τελετουργικά το χαλί της ύπαρξης είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι.
 
Στη σύγχρονη εποχή η τελετουργία θεωρείται τύπος στερεότυπης συμπεριφοράς που συμβολίζει ή εκφράζει κάτι και, υπό αυτή τη μορφή, συσχετίζει την ατομική συνείδηση με την κοινωνική οργάνωση. Δηλαδή, δεν είναι πλέον συνταγή γραμμένη για να ρυθμίσει την πρακτική του εσωτεριστή, αλλά ένας λειτουργικός τύπος πρακτικής ερμηνεύσιμος και αντιπροσωπευτικός μιας αόρατης και σιωπηρής πράξης. [24]
 
Από τα τελετουργικά κείμενα και τα μαγικά γκριμουάρ η ανθρωπότητα έφθασε να συνειδητοποιεί την τελετουργία ως πράξη επαναλαμβανόμενης συμβολικής συμπεριφοράς, [25] γεγονός που υποδεικνύει την ευρύτητα του όρου στις διαφορετικές εκφάνσεις όχι μόνον της εσωτερικής αλλά και της εξωτερικής ζωής.
---------------
Σημειώσεις
[1]. Kertzer, D.I. (1988) Ritual, Politics and Power, London: Yale University Press, σ. 9.
[2]. Alan Barnard – Jonathan Spencer (eds), Encyclopedia of Social and Cultural Anthropology, New York, USA, σ. 738.
[3]. Kelly, J.D. – Kaplan M. (1990) «History, Structure and Ritual», Annual Review of Anthropology, 19, σσ. 119–150.
[4]. Βλ. το Muller F. Max (1967) Lectures on the Science of Language, Scribner, Armstrong and Co., New York.
[5]. ‘Aποψη που εκτέθηκε στο Lang Andrew, (1968) The Making of Religion, AMS Press, New York.
[6]. Ackerman Robert, (1975) «Frazer on Myth and Ritual», στο Journal of the History of Ideas, 36, σ. 117.
[7]. Robertson Smith William, Lectures on the Religion of the Semites: The Fundamental Institutions, KTAV Publishing House, New York, σσ. 28-29.
[8]. Beidelman T.O. (1974), W. Robertson Smith and the Sociological Study of Religion, University of Chicago Press, Chicago, σσ. 57-61.
[9]. Robertson Smith William, (1969) ό.π., σ. 29.
[10]. Ackerman Robert, (1975) ό.π., σσ. 115, 122.
[11]. Για τις σύνθετες μετατοπίσεις της σκέψης του Φρέιζερ βλ. Ackerman Robert, (1975) ό.π., 123, 132.
[12]. Frazer James George (1955), The Golden Bough: A Study in Magic and Religion, 3d ed. [1911] Macmillan, London, vol. 10, p. vi. επίσης Jonathan Z. Smith, (1973) «When the Bough Breaks», History of Religions 12, no. 4, σ. 345.
[13]. Περαιτέρω ανάλυση αυτών των σχολών στο Doty W.G. (1986), Mythography: The Study of Mths and Rituals, University of Alabama Press, Tuscaloosa, σσ. 73-78 και Segal R.A. (1980), «The Myth-Ritualist Theory of Religion», στο Journal for the Scientific Study of Religion 19, no. 2 : 173-85.
[14]. Bell, Catherine M., (1997), Ritual: perspectives and dimensions, Oxford University Press, New York Oxford.
[15]. Arlen Shelley (1990), The Cambridge Ritualists: An Annotated Bibliography of the Works by and about Jane Ellen Harrison, Gilbert Murray, Francis M. Cornford, and Arthur Bernard Cook, Scarecrow, Metuchen, N.J. και το Calder W.M. (1991)(ed.), The Cambridge Ritualists Reconsidered, Scholars Press, Atlanta.
[16]. Jane Ellen Harrison, Προλεγόμενα στη μελέτη της ελληνικής θρησκείας, Ιάμβλιχος, Αθήνα και Jane Ellen Harrison, Θέμις: Μια μελέτη των κοινωνικών πηγών της ελληνικής θρησκείας, Ιάμβλιχος, Αθήνα.
[17]. Hyman St.E., (1955), «The Ritual View of Myth and the Mythic», Journal of American Folklore 68 σσ. 463-65.
[18]. Kluckhohn Clyde (1942), «Myths and Rituals: A General Theory» στο Harvard Theological Review, σσ. 54, 55.
[19]. Kluckhohn Clyde (1942), «Myths and Rituals: A General Theory» ό.π., σ. 59. 35.
[20]. Fontenrose Joseph (1971, The Ritual Theory of Myth, University of California Press, Berkeley, σσ. 56-59, όπου εφαρμόζει έναν λειτουργιστικό τύπο προσέγγισης, χρησιμοποιώντας για παράδειγμα τον σχηματισμό του μύθου που προτείνει ο Μπρόνισλαβ Μαλινόβσκι.
[21]. Gray William G., Magical Ritual Methods, Wiser, Maine, York Beach, 7.
[22]. Butler Eliza Marian 1949, Ritual Magic, Cambridge University Press, 3.
[23]. Gray William G., ό.π., 8.
[24]. Asad, Talal. «Toward a Genealogy of the Concept of Ritual» in Asad (ed.). Genealogies of Religion: Discipline and Reasons of Power in Christianity and Islam. Baltimore and London: Johns Hopkins University Press, 1993. 55–79. σ 57.
[25]. Boudewijnse, B. 1998. «British roots of the concept of ritual» in Molendijk and Pels (eds.) Religion in the Making, 277–295, σ. 277.

Ελληνιστική Γραμματεία: Τα λογοτεχνικά είδη, Λυρική ποίηση, Ίαμβος, σάτιρα και παρωδία

Η ιαμβική ποίηση αποτελεί χαρακτηριστικό είδος της αρχαϊκής εποχής με κύριο γνώρισμα τον επιθετικό σατιρικό και σκωπτικό τόνο-αυτό που οι φιλόλογοι ονομάζουν ἰαμβική ἰδέα. Η ιαμβική ποίηση κατάγεται από προλογοτεχνικά είδη, τα οποία συνόδευαν τις τελετές γονιμότητας προς τιμήν της Δήμητρας και είχαν άσεμνο θέμα. Παγιώθηκαν λογοτεχνικά από τον Αρχίλοχο και τον Ιππώνακτα∙ ο πρώτος έγινε διάσημος για τις προσωπικές επιθέσεις που εξαπέλυε με τα ποιήματά του και ο δεύτερος διότι επινόησε τον «χωλό» ίαμβο.
 
Οι Ίαμβοι του Καλλίμαχου του Κυρηναίου είναι μια συλλογή 13 ποιημάτων γραμμένα σε διάφορα μέτρα (ιαμβο-τροχαϊκά ή λυρικά) και διαλέκτους. Οι καλλιμαχικοί Ίαμβοι διακρίνονται για τη θεματική και υφολογική ποικιλία τους, αφού απομακρύνονται σημαντικά από τα αρχαϊκά πρότυπα, τον Ιππώνακτα και τον Αρχίλοχο. Σε αυτή την ετερόκλητη συλλογή φιλοξενούνται ποιήματα λογοτεχνικής πολεμικής (Ία. 1 και 13), αίνοι εμπνευσμένοι από τους μύθους του Αισώπου (Ία. 2), προσωπικές επιθέσεις σε συγχρόνους (Ία. 4), περιγραφές έργων τέχνης όπως του αγάλματος του Δία στην Ολυμπία (Ία. 6) και αιτιολογικές αφηγήσεις (Ία. 7 και 10).
 
Στο ίδιο κλίμα κινείται και ο κωμικός ποιητής Μάχων από την Κόρινθο που έδρασε στην Αλεξάδρεια στα μέσα του 3ου αι. Ανάμεσα στα έργα του είναι και ένα ιαμβικό ποίημα με τον τίτλο Χρεῖαι, δηλαδή «Χρήσιμα ανέκδοτα», με σχόλια για τη συμπεριφορά εταιρών και παρασίτων σε κωμικούς και άσεμνους τόνους.
 
Καθαρή σάτιρα κατά ποιητών, φιλοσόφων, αλλά και λογοτεχνικών ειδών έγραψε ο σκεπτικός φιλόσοφος Τίμων ο Φλειάσιος (320-230 π.Χ.). Το δημοφιλέστερο έργο του είναι μια συλλογή λιβέλλων, γραμμένων σε εξαμέτρους, με τον τίτλο Σίλλοι. Η ουσία του σκωπτικού του πνεύματος αντικατοπτρίζει την τάση κριτικής και αμφισβήτησης των πάντων, μια τάση πολύ χαρακτηριστική των σκεπτικών φιλοσόφων. Περίφημη είναι η επίθεσή του κατά των φιλολόγων του Αλεξανδρινού Μουσείου (απ. 786 SH):
 
Στην Αίγυπτο με τις πολλές φυλές πολλοί ανατρέφονται, έγκλειστοι μέσα στα βιβλία, και αδιάκοπα τσακώνονται μέσα στην κλούβα των Μουσών.
 
Ο Τίμων συνέθεσε επίσης επικές παρωδίες, ένα είδος που καλλιεργήθηκε με μεγάλη επιτυχία από τον Αρχέστρατο από τη Γέλα (μέσα 4ου αι. π.Χ.) και κυρίως τον Μάτρωνα από την Πιτάνη (τέλη 4ου αι.). Και οι δύο έγραψαν σε εξαμέτρους γαστρονομικά ποιήματα που παρωδούσαν σκηνές, χαρακτήρες αλλά και συγκεκριμένους στίχους από το ομηρικό και ησιόδειο έπος. Αρκεί να αναφερθεί ο πρώτος στίχος από το Αττικό Δείπνο του Μάτρωνα για να καταδειχθεί το ύφος αυτής της παρωδίας:
 
Δεῖπνά μοι ἔννεπε, Μοῦσα, πολύτροφα καὶ μάλα πολλά,/ ἃ Ξενοκλῆς ῥήτωρ ἐν Ἀθήναις δείπνισεν ἡμᾶς.

Κείμενα:

· Καλλίμαχος, Ία. 1 (H επιστροφή του Ιππώνακτα από τον Άδη),
· Καλλίμαχος, Ία. 13 (Yπεράσπιση της πολυειδείας στην ποίηση)
· Ηρώνδας, Ία. 3 (O κακός μαθητής)