Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Μήδεια (214-270)

ΜΗ. Κορίνθιαι γυναῖκες, ἐξῆλθον δόμων
215 μή μοί τι μέμψησθ᾽· οἶδα γὰρ πολλοὺς βροτῶν
σεμνοὺς γεγῶτας, τοὺς μὲν ὀμμάτων ἄπο,
τοὺς δ᾽ ἐν θυραίοις· οἱ δ᾽ ἀφ᾽ ἡσύχου ποδὸς
δύσκλειαν ἐκτήσαντο καὶ ῥᾳθυμίαν.
δίκη γὰρ οὐκ ἔνεστ᾽ ἐν ὀφθαλμοῖς βροτῶν,
220 ὅστις πρὶν ἀνδρὸς σπλάγχνον ἐκμαθεῖν σαφῶς
στυγεῖ δεδορκώς, οὐδὲν ἠδικημένος.
χρὴ δὲ ξένον μὲν κάρτα προσχωρεῖν πόλει·
οὐδ᾽ ἀστὸν ᾔνεσ᾽ ὅστις αὐθάδης γεγὼς
πικρὸς πολίταις ἐστὶν ἀμαθίας ὕπο.
225 ἐμοὶ δ᾽ ἄελπτον πρᾶγμα προσπεσὸν τόδε
ψυχὴν διέφθαρκ᾽· οἴχομαι δὲ καὶ βίου
χάριν μεθεῖσα κατθανεῖν χρῄζω, φίλαι.
ἐν ᾧ γὰρ ἦν μοι πάντα, γιγνώσκω καλῶς,
κάκιστος ἀνδρῶν ἐκβέβηχ᾽ οὑμὸς πόσις.
230 πάντων δ᾽ ὅσ᾽ ἔστ᾽ ἔμψυχα καὶ γνώμην ἔχει
γυναῖκές ἐσμεν ἀθλιώτατον φυτόν·
ἃς πρῶτα μὲν δεῖ χρημάτων ὑπερβολῇ
πόσιν πρίασθαι δεσπότην τε σώματος
λαβεῖν· κακοῦ γὰρ τοῦτ᾽ ἔτ᾽ ἄλγιον κακόν.
235 κἀν τῷδ᾽ ἀγὼν μέγιστος, ἢ κακὸν λαβεῖν
ἢ χρηστόν· οὐ γὰρ εὐκλεεῖς ἀπαλλαγαὶ
γυναιξὶν οὐδ᾽ οἷόν τ᾽ ἀνήνασθαι πόσιν.
ἐς καινὰ δ᾽ ἤθη καὶ νόμους ἀφιγμένην
δεῖ μάντιν εἶναι, μὴ μαθοῦσαν οἴκοθεν,
240 οἵῳ μάλιστα χρήσεται ξυνευνέτῃ.
κἂν μὲν τάδ᾽ ἡμῖν ἐκπονουμέναισιν εὖ
πόσις ξυνοικῇ μὴ βίᾳ φέρων ζυγόν,
ζηλωτὸς αἰών· εἰ δὲ μή, θανεῖν χρεών.
ἀνὴρ δ᾽, ὅταν τοῖς ἔνδον ἄχθηται ξυνών,
245 ἔξω μολὼν ἔπαυσε καρδίαν ἄσης
[ἢ πρὸς φίλον τιν᾽ ἢ πρὸς ἥλικα τραπείς]·
ἡμῖν δ᾽ ἀνάγκη πρὸς μίαν ψυχὴν βλέπειν.
λέγουσι δ᾽ ἡμᾶς ὡς ἀκίνδυνον βίον
ζῶμεν κατ᾽ οἴκους, οἱ δὲ μάρνανται δορί,
250 κακῶς φρονοῦντες· ὡς τρὶς ἂν παρ᾽ ἀσπίδα
στῆναι θέλοιμ᾽ ἂν μᾶλλον ἢ τεκεῖν ἅπαξ.
ἀλλ᾽ οὐ γὰρ αὑτὸς πρὸς σὲ κἄμ᾽ ἥκει λόγος·
σοὶ μὲν πόλις θ᾽ ἥδ᾽ ἐστὶ καὶ πατρὸς δόμοι
βίου τ᾽ ὄνησις καὶ φίλων συνουσία,
255 ἐγὼ δ᾽ ἔρημος ἄπολις οὖσ᾽ ὑβρίζομαι
πρὸς ἀνδρός, ἐκ γῆς βαρβάρου λελῃσμένη,
οὐ μητέρ᾽, οὐκ ἀδελφόν, οὐχὶ συγγενῆ
μεθορμίσασθαι τῆσδ᾽ ἔχουσα συμφορᾶς.
τοσοῦτον οὖν σου τυγχάνειν βουλήσομαι,
260 ἤν μοι πόρος τις μηχανή τ᾽ ἐξευρεθῇ
πόσιν δίκην τῶνδ᾽ ἀντιτείσασθαι κακῶν
[τὸν δόντα τ᾽ αὐτῷ θυγατέρ᾽ ἥν τ᾽ ἐγήματο],
σιγᾶν. γυνὴ γὰρ τἄλλα μὲν φόβου πλέα
κακή τ᾽ ἐς ἀλκὴν καὶ σίδηρον εἰσορᾶν·
265 ὅταν δ᾽ ἐς εὐνὴν ἠδικημένη κυρῇ,
οὐκ ἔστιν ἄλλη φρὴν μιαιφονωτέρα.
ΧΟ. δράσω τάδ᾽· ἐνδίκως γὰρ ἐκτείσῃ πόσιν,
Μήδεια. πενθεῖν δ᾽ οὔ σε θαυμάζω τύχας.
ὁρῶ δὲ καὶ Κρέοντα, τῆσδ᾽ ἄνακτα γῆς,
270 στείχοντα, καινῶν ἄγγελον βουλευμάτων.

***
(Εξέρχεται η Μήδεια από το σπίτι της συνοδευόμενη πιθανώς
από υπηρέτριες.
)

ΜΗ. Γυναίκες της Κορίνθου, άφησα τα δώματα και ήρθα
215 για να μη λάβετε αφορμή να με κατηγορήσετε.
Γιατί ξέρω πολλούς ανθρώπους που είναι υπερόπτες,
άλλοι μακριά από τα βλέμματα του κόσμου
και άλλοι μέσα στην τύρβη των πολλών.
Κάποιοι πάλι ζούνε βίο απράγμονα
και τους συνοδεύει το στίγμα του άπραγου.
Δικαιοσύνη τα μάτια των ανθρώπων δεν γνωρίζουν.
220 Προτού να καταλάβουν καθαρά
τί κρύβει κάποιος μέσα του,
τον μισούν, μόνο και μόνο από την όψη,
κι ας μην τους αδίκησε ποτέ.
Ο ξένος οφείλει ασφαλώς
να εναρμονίζεται απολύτως με την πόλη.
Ωστόσο δεν επαινώ και τον πολίτη
που βάζει πάνω απ᾽ όλα το εγώ του
και πληγώνει τους συμπολίτες του
επειδή δεν έχει επίγνωση.
225 Εμένα, τώρα, τούτο το κακό
έπεσε απάνω μου αναπάντεχο
και τσάκισε την ψυχή μου.
Η ζωή μου τέλειωσε, τη χαρά να ζω την έχω χάσει
και αποζητάω, αγαπημένες μου, τον θάνατο.
Εκείνος που ήτανε για μένα τα πάντα —το ξέρω καλά—,
ο άντρας μου, αποδείχθηκε ο χειρότερος όλων.
230 Από όλα πάλι τα πλάσματα που έχουν πνοή και λογικό
οι γυναίκες είμαστε το πιο αξιολύπητο.
Πρώτα πρώτα πρέπει, ξοδεύοντας χρήμα και χρήμα,
να αγοράσουμε σύζυγο και να τον έχουμε
κύριο του κορμιού μας.
Κακό το πρώτο, το δεύτερο πικρότερο κακό.
235 Και εδώ είναι η αγωνία η μέγιστη:
Θα πάρουμε άραγε καλό ή κακό;
Γιατί ο χωρισμός για τη γυναίκα είναι στίγμα,
ούτε μπορεί στον άντρα της να λέει όχι.
Και όταν βρεθεί σε άλλα ήθη και συνήθειες,
καθώς δεν έχει μάθει από το σπίτι της,
πρέπει να είναι μάντης για να καταλάβει
240 τί σόι άντρας θα μοιραστεί το κρεβάτι της.
Και αν βέβαια εμείς τα καταφέρουμε άριστα
και ο άντρας ζει μαζί μας και σηκώνει τον ζυγό
δίχως να δυσανασχετεί, είναι ζωή ζηλεμένη·
αν όχι, δεν μας μένει παρά ο θάνατος.
Ο άντρας όμως, όταν τον βαραίνει το σπίτι,
245 βγαίνει έξω [πηγαίνοντας σε φίλο ή συνομήλικο] 
και η καρδιά του ξαλαφρώνει.
Εμείς οφείλουμε να έχουμε καρφωμένο
το βλέμμα σε μια μόνο ψυχή.
Λένε, βέβαια, για μας πως ζούμε βίο ακίνδυνο
μέσα στο σπίτι, ενώ εκείνοι πολεμάνε με το δόρυ
— μέγα σφάλμα!
250 Θα προτιμούσα να σταθώ τρεις φορές
πλάι στην ασπίδα παρά να γεννήσω μία.
Όμως, τούτα τα λόγια
δεν έχουν το ίδιο βάρος για σένα και για μένα.
Εσύ έχεις την πόλη σου, το σπίτι του πατέρα σου,
έχεις την τέρψη της ζωής, τη συντροφιά των φίλων.
255 Εγώ είμαι έρημη, άπολις
και ο άντρας μου με ταπεινώνει.
Είμαι το λάφυρο που έφερε από βάρβαρη χώρα,
και δεν έχω μητέρα, ούτε αδελφό, ούτε συγγενή,
για νά βρω εκεί λιμάνι απάνεμο στη συμφορά.
Από σένα πάντως θέλω μονάχα τούτο:
260 αν εύρω τρόπο ή τέχνασμα
για να πληρώσει ο άντρας μου
για το κακό που μου έκανε
[και αυτός που του έδωσε την κόρη
και εκείνη που παντρεύτηκε],
να μη μιλήσεις.
Η γυναίκα, όλες τις άλλες φορές,
είναι γεμάτη φόβο,
είναι δειλή για πόλεμο
και δεν αντέχει ν᾽ αντικρίσει λόγχη.
265 Όταν όμως αισθανθεί αδικημένη στο κρεβάτι,
δολοφονικότερη ψυχή δεν υπάρχει.

ΧΟ. Θα πράξω αυτό που μου ζητάς.
Δικαίως εκδικείσαι τον άντρα σου, Μήδεια.
Δεν απορώ που πενθείς για τα πάθη σου.
Όμως βλέπω τον Κρέοντα, τον βασιλιά τούτης της χώρας,
270 έρχεται, κομίζοντας καινούργιες αποφάσεις.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Πότε γεννήθηκε και πότε πρωτογράφτηκε η Ελληνική γλώσσα

4.10 Ποιες είναι οι γλώσσες που ανήκουν στην ινδοευρωπαϊκή οικογένεια;


Πέρα από την αρχαία ελληνική, τη λατινική (από την οποία προέρχονται οι νεολατινικές γλώσσες, η γαλλική, η ιταλική, η ισπανική, η πορτογαλική) και την αρχαία ινδική (ή σανσκριτική), στην οικογένεια αυτή ανήκουν οι κελτικές γλώσσες (η γαλατική [η γλώσσα του Αστερίξ], η ιρλανδική, η βρετονική, η ουαλική), οι τευτονικές γλώσσες (η γοτθική [μια γλώσσα της Γερμανίας που δεν μιλιέται πια], η γερμανική, η ολλανδική, η αγγλική, οι σκανδιναβικές γλώσσες: νορβηγική, δανική, σουηδική), οι βαλτικές γλώσσες (λιθουανική, λετονική), οι σλαβικές γλώσσες (ρωσική, ουκρανική, πολωνική, τσεχική, σερβοκροατική, βουλγαρική), καθώς και αρχαίες ανατολικές γλώσσες όπως η χεττιτική, μια γλώσσα που έγινε γνωστή το 1915 με την αποκρυπτογράφηση των σφηνοειδών κειμένων της χεττιτικής πρωτεύουσας στο Μπογάζ-Κιόι, η τοχαρική που ανακαλύφθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, η αρχαία και η νέα ιρανική (δηλαδή η περσική), η αρμενική, η αλβανική.

Πώς προέκυψαν οι ξεχωριστές γλώσσες από αυτή την αρχική ενότητα, τον αρχικό γλωσσικό πρόγονο που υποδεικνύουν οι ομοιότητες που εμφανίζουν μεταξύ τους; Ο πιο απλός τρόπος να σκεφτεί κανείς αυτό το ζήτημα είναι με ένα σύγχρονο παράδειγμα. Σκεφτείτε έναν Έλληνα που φεύγει μετανάστης (και αυτό έγινε σε μεγάλη έκταση στο παρελθόν) σε μια ξένη χώρα (λ.χ. Γερμανία, Αυστραλία, Αμερική). Καθώς ζει πια σε ένα περιβάλλον όπου μιλιέται μια άλλη γλώσσα, την οποία είναι αναγκασμένος να μάθει, η μητρική του θα αρχίσει να επηρεάζεται: αλλάζει η προφορά του, οι λέξεις που χρησιμοποιεί αλλά και οι εκφράσεις. Έτσι, σιγά σιγά και αν δεν ανανεώνει τη σχέση του με τη γλώσσα της πατρίδας του είτε με ταξίδια είτε με διαβάσματα (αν ξέρει γράμματα), η μητρική του γλώσσα θα αλλάξει.

Με αυτό το σύγχρονο παράδειγμα στο μυαλό μας, ας σκεφτούμε τα παμπάλαια χρόνια στα οποία υπήρχε αυτός ο κοινός πρόγονος των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, κάπου στα σύνορα Ευρώπης και Ασίας, ή και ανατολικότερα (αυτό το υποθέτουμε γιατί μία από τις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες μιλιέται στην Ινδία). Οι μετακινήσεις προς τα δυτικά των ανθρώπων που μιλούσαν αυτή την προγονική γλώσσα, μετακινήσεις είτε μικρής κλίμακας είτε μεγάλης (μεταναστεύσεις), τους διαχώρισαν και τους έφεραν σε επαφή με άλλους λαούς που μιλούσαν άλλες γλώσσες. Μέσα από αυτό τον διαχωρισμό και τη συνάντηση με άλλες γλώσσες θα σχηματιστούν σιγά σιγά οι ξεχωριστές γλώσσες. Κάπως έτσι θα πρέπει να γεννήθηκε και η ελληνική γλώσσα.

Για τους αρχαίους (αλλά και για πολλούς από τους νεότερους ερευνητές) η εγκατάσταση της ελληνικής γλώσσας στον ελληνικό χώρο (ή καλύτερα σε αυτό που, με την εγκατάσταση των Ελλήνων, θα γίνει ελληνικός χώρος) συνδέεται με διαδοχικά μεταναστευτικά κύματα, ή εισβολές, που εισάγουν στον ελλαδικό χώρο τις βασικές διαλέκτους της αρχαίας ελληνικής: οι εισβολείς ονομάζονται Αχαιοί, Ίωνες, Δωριείς. Εδώ θα πρέπει να πούμε ότι μέχρι τα χρόνια του Μ. Αλεξάνδρου η ελληνική γλώσσα είναι ένα σύνολο διαλέκτων. Δεν έχει ακόμα αναπτυχθεί μια κοινή γλώσσα, όπως συμβαίνει σήμερα με την κοινή νεοελληνική, που μιλάμε όλοι μας, σε αντιδιαστολή προς τις διαλέκτους (ποντιακά, κρητικά κλπ.). Θα μιλήσουμε γι' αυτό αργότερα.

Αυτή η αρχαία άποψη για μεταναστεύσεις ή εισβολές που φέρνουν την ελληνική γλώσσα στον ελλαδικό χώρο κρατά τη «μνήμη» της καταγωγής της ελληνικής γλώσσας από μια αρχαιότατη γλωσσική ενότητα που βρισκόταν έξω από τον ελλαδικό χώρο - την ινδοευρωπαϊκή γλωσσική ενότητα. Αυτό που, ωστόσο, δεν μοιάζει να αντιστοιχεί σε κάποια ιστορική πραγματικότητα είναι η «θεωρία» των διαδοχικών μεταναστευτικών ρευμάτων: πρώτοι οι Αχαιοί, μετά οι Ίωνες, τελευταίοι οι Δωριείς. Αν έγινε έτσι, αυτό θα έπρεπε να είχε αφήσει κάποια ίχνη. Οι ανασκαφές, όμως, δεν βρίσκουν σημάδια στον υλικό πολιτισμό (λ.χ. καταστροφές, αλλαγές στον τρόπο ζωής) που να οδηγούν στην υπόθεση κάποιας μαζικής μετανάστευσης ή εισβολής. Το πιθανότερο λοιπόν είναι ότι ο «πρόγονος» της ελληνικής γλώσσας και οι ομιλητές του έρχονται στον ελληνικό χώρο βαθμιαία, ίσως μαζί με την εξάπλωση του γεωργικού τρόπου παραγωγής, στη νεολιθική εποχή (θυμηθείτε τί λέγαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο), και ότι η ελληνική γλώσσα γεννιέται από τη συνάντηση, και τη μείξη, αυτού του ινδοευρωπαϊκού προγόνου της ελληνικής με γλώσσες που μιλιούνταν ήδη σε αυτό τον γεωγραφικό χώρο από παλιότερους (προελληνικούς) πληθυσμούς.

Εκείνο, Εγώ και Υπερεγώ· οι τρεις συνιστώσες του εαυτού μας

Πολλοί οι θεωρητικοί της προσωπικότητας, κανένας τόσο γνωστός και πολυσυζητημένος όσο ο Sigmund Freud. Το 1923, διευρύνοντας την ήδη πρωτότυπη και συνάμα προκλητική για την εποχή θεωρία του, πρότεινε τα μέρη που συνιστούν την προσωπικότητα του ανθρώπου και που δεν είναι άλλα από το Εκείνο, το Εγώ και το Υπερεγώ. Η αρχική του εκτίμηση, ότι αυτή απαρτίζεται από προσυνειδητές, συνειδητές και ασυνείδητες περιοχές που συνυπάρχουν και ενεργοποιούνται στο νου, αποδείχθηκε από τον ίδιο ανεπαρκής και κατέληξε έτσι να διαιρέσει το ψυχικό όργανο στα παραπάνω τρία μέρη που συμβολίζουν το Ηδονιστικό, το Πραγματικό και το Ιδεώδες μέρος της προσωπικότητας, αντίστοιχα.

Ας ρίξουμε μια ματιά σε μερικά μόνο μέρη της προσέγγισής του, για να κατανοήσουμε καλύτερα το πώς λειτουργούμε, ανταποκρινόμενοι σε δυνάμεις που βρίσκονται μέσα αλλά και έξω από εμάς και καθοδηγούν τη συμπεριφορά μας. Το Εκείνο ή το «Αυτό», όπως αλλιώς αποκαλείται, απαλλαγμένο από κάθε είδους ηθική αναστολή, και λειτουργώντας με την αρχή της ηδονής και της απελευθέρωσης κάθε είδους έντασης, δεν υπακούει σε κανόνες. Αντιθέτως μοιάζει να έχει όλες τις ιδιότητες ενός ανθρώπου πολύ καλά μαθημένου να έχει ό,τι επιθυμεί τη στιγμή που το επιθυμεί. Ως το μέρος εκείνο της προσωπικότητας που είναι σαν «άλογο», δηλαδή δε διέπεται από καμία λογική, επιθυμεί την ικανοποίηση των βιολογικών και ερωτικών ορμών, αποφεύγοντας οποιουδήποτε είδους πόνο. Είναι απολύτως μη ηθικό και καθόλου δεν ενδιαφέρεται για τους κοινωνικούς κανόνες. Αποτελεί το ασυνείδητο μέρος του νου μας, σύμφωνα με την πρώιμη θεωρία του Φρόιντ και είναι εγγενές. Το πρωτόγονο αυτό μέρος αναζητά διαρκώς την ικανοποίηση των ενστίκτων της ζωής και του τέλους της ή της επιστροφής στην ανόργανη κατάσταση, καθώς και του έρωτα, χωρίς να νοιάζεται για τις συνέπειες.

Το Εγώ, το συνειδητό μας κομμάτι, σε αντιδιαστολή με το Εκείνο, υπόκειται στους κανόνες της πραγματικότητας και επιδιώκει την ικανοποίηση των αναγκών του δεύτερου σε αρμονία με αυτή. Λειτουργεί δηλαδή, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, σαν τον αναβάτη του αλόγου με το όνομα Εκείνο, ή αλλιώς σαν τον ανώτερο σύμβουλο που αναλαμβάνει την εκτέλεση των ορμών με τέτοιο τρόπο, ώστε να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Δομείται μέσα από τις εμπειρίες του ατόμου και επηρεάζεται από εξωτερικούς παράγοντες. Συχνά αναφέρεται ως ο «υπηρέτης δύο αφεντάδων», του «Εκείνο» και του «Υπερεγώ», που ανταγωνίζονται να αποκτήσουν τον έλεγχο και τα οποία και προσπαθεί να φέρει σε συμφωνία, δίνοντας μια διαρκή μάχη.

Το Υπερεγώ με τη σειρά του, ως ο τελευταίος δομικός λίθος της προσωπικότητας, αντικατοπτρίζει τη Συνείδηση του ανθρώπου και μοιάζει με την εσωτερική φωνή που υπενθυμίζει στο άτομο όλα όσα δεν πρέπει να κάνει. Λειτουργεί με τις αρχές και τους κανόνες που του υπαγορεύει η ηθική και εμπεριέχει την αντίληψη του ατόμου για το ποιος είναι και ποιος ιδανικά θα έπρεπε να είναι, ανταποκρινόμενος στις επιταγές του κοινωνικού συνόλου. Παράλληλα, εσωκλείει ενοχές και άγχη που του δημιουργεί η καταπίεση των ενστίκτων από την κοινωνία και τιμωρεί τη μη αποδεκτή συμπεριφορά με το αίσθημα κατωτερότητας, ενώ επιβραβεύει την αντίθετή της με αγάπη για τον εαυτό μας.

Θα έλεγε κανείς ότι, εάν το Εκείνο επιθυμεί να ικανοποιήσει μια ορμή για επαφή, το Εγώ πρέπει να την εκδηλώσει με τέτοιον τρόπο ώστε αυτή να είναι αποδεκτή από το Υπερεγώ. Με άλλα λόγια, το Εκείνο φαίνεται να λέει «Αυτό που θέλω, τώρα το θέλω!», το Υπερεγώ «Πω πω, τι φοβερό!» και το Εγώ «Μαμά μου, φοβάμαι πολύ!». Η σωστή συνεργασία των μερών της προσωπικότητας καθορίζει και το κατά πόσο το άτομο είναι υγιές, αλλά και το πόσο άγχος το διακατέχει. Το τελευταίο έρχεται ως απόρροια της σύγκρουσης που προκαλεί η εκπλήρωση των παρορμήσεων και η τιμωρία που μπορεί να συνεπάγεται αυτή από την κοινωνία.

Η βιβλιογραφία για την Ψυχαναλυτική θεωρία του Φρόιντ αμέτρητη και η επιρροή του ανυπολόγιστη, αφού συνεχίζει να μας υπενθυμίζει ότι ο νους μας είναι πράγματι ένα πολύπλοκο όργανο. Οι απόψεις του -συχνά ακραίες για την εποχή του- σταθμός κι αρχή για πολλούς θεωρητικούς της προσωπικότητας, έθεσαν τις βάσεις για τη σύγχρονη επιστήμη της Ψυχολογίας. Δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε ότι είναι γνωστές ακόμη και σε ανθρώπους που δεν ασχολούνται ή δεν παραδέχονται την επιστήμη αυτή. Ακόμη και οι επικριτές του αναγνωρίζουν τη συνεκτικότητα των ιδεών του, που αντικατοπτρίζουν την πεποίθησή του ότι ο νους μας είναι ένα ενεργειακό σύστημα.

Ο Φρόιντ ήταν άνθρωπος που ζούσε στην εποχή του, αλλά και πέρα από αυτή. Σμιλεμένος από τις απόψεις του Ernst Brücke και τη «μηχανιστική» θεωρία του, που ήθελε τον άνθρωπο να διέπεται από τους νόμους της φυσικής και της χημείας, αλλά και από τον Α’ Παγκόσμιο που τον σημάδεψε με την απώλεια της κόρης του και τα σημαντικά γεγονότα που συνέβησαν τότε, μας έδωσε μια πολύ καλά δομημένη θεωρία που παρέχει εξηγήσεις για το πώς, το γιατί και το τι τελικά συνιστά την προσωπικότητα του ατόμου. Και το έκανε αυτό τονίζοντας τη σημασία των παρορμήσεων και τη συνεχή μάχη ανάμεσα στα πρωτόγονα μέρη μας, την πραγματικότητα και την κοινωνία.

Αν και αντιλαμβανόταν την κριτική που θα αποσπούσαν οι αυτοαναλύσεις του, δε δίστασε να κάνει γνωστό μέρος από την προσωπική ζωή του και να εκθέσει πτυχές της προσωπικότητάς του που αντανακλούν συγχρόνως τη θεωρία του. Αυτός ο άνδρας, μεγαλόψυχος κι αυταρχικός συνάμα, παρέμεινε πιστός στις ιδέες του «υπηρετώντας ένα ακατανίκητο πάθος…έναν τύραννο που βρέθηκε στο δρόμο μου… την ψυχολογία».

Αποδομώντας τον όρο “τύχη” & Πλησιάζοντας την επιτυχία

«Η τύχη, για να φθάσει σε μένα, περνάει μέσα από συνθήκες που δημιουργεί ο χαρακτήρας μου…» -Nicolas Chamfort

Είμαι άνθρωπος…είσαι άνθρωπος…είμαστε άνθρωποι…και ως άνθρωποι είμαστε καλοί αλλά και κακοί…δίκαιοι αλλά και άδικοι…δυνατοί αλλά και αδύναμοι…(κ.ο.κ). Όταν, λοιπόν, έρχεται κάποια στιγμή στη ζωή μας που νιώθουμε αδύναμοι χρειαζόμαστε μία ανώτερη δύναμη στην οποία έχουμε την ανάγκη να απευθυνθούμε. Για κάποιους αυτή η ανώτερη δύναμη είναι η θρησκεία…για κάποιους το σύμπαν…για κάποιους άλλους η τύχη…!

Έχουμε ξαναμιλήσει σε προηγούμενο άρθρο για την αποκαλούμενη “αυτοεκπληρούμενη προφητεία” σύμφωνα με την οποία όταν επιθυμούμε κάτι πολύ ή απεχθανόμαστε κάτι, όλο το σώμα μας ενεργοποιεί εκείνες τις λειτουργίες και τις συμπεριφορές για να το πετύχει ή να το απωθήσει αντίστοιχα. Αυτήν την φορά, ωστόσο, θα προσπαθήσουμε να αποδομήσουμε τον όρο “τύχη” περνώντας από διάφορα στενά δρομάκια της επιστήμης της ψυχολογίας.

-Η τύχη ωφελεί τους τολμηρούς: κι όμως, δεν πρόκειται για μία τυχαία φράση. Πολλές φορές αποκαλούμε ως “τύχη” διάφορες σημαντικές ευκαιρίες στη ζωή μας που σε άλλους εμφανίζονται (“τυχεροί”), ενώ σε άλλους όχι (“άτυχοι”).

Γιατί, λοιπόν, υπάρχουν “τυχεροί” και “άτυχοι” άνθρωποι;

Η αιτία έγκειται στον διαφορετικό τρόπο που ερμηνεύουμε όλα τα γεγονότα γύρω μας και στον τρόπο που τα αντιμετωπίζουμε. Οι “άτυχοι” άνθρωποι, συνήθως, είναι πιο αγχωτικοί, νευρωτικοί και αρκετά απαισιόδοξοι. Το άγχος και γενικά μία πιο απαισιόδοξη όψη της ζωής επισκιάζει πολλά σημαντικά γεγονότα στη ζωή μας. Η κατάσταση αυτή δεν μας επιτρέπει να δούμε καθαρά γύρω μας, και συνεπώς, να πάρουμε τις πλέον ορθές αποφάσεις που πιθανόν να μας κάνουν ευτυχισμένους. Ίσως, αυτή η στάση να απομακρύνει και σημαντικούς ανθρώπους από τη ζωή μας. Αντιθέτως, οι “τυχεροί” διακατέχονται από αισιοδοξία, η οποία προσφέρει δημιουργικότητα και όρεξη για ζωή. Πολλές φορές μας κάνει να υπερτιμούμε τις δυνατότητές μας, αλλά μ’ αυτόν τον τρόπο δεν χάνονται οι ευκαιρίες στη ζωή μας. Η αισιοδοξία, επίσης, μας καθιστά θετικούς σε νέες εμπειρίες και μας κρατά σε διαρκή επαφή με άλλα άτομα και κατ’ επέκταση με πολύ ενδιαφέρουσες δυνατότητες.

-Ας εμπιστευτούμε τη διαίσθησή μας: δεν υπάρχει λόγος να υποτιμούμε τα προαισθήματα που μας καλλιεργούνται.

Γιατί είναι καλό να εμπιστευόμαστε τη διαίσθησή μας;

Γιατί όταν “θέλουμε” και είμαστε “θετικοί” απέναντι σε κάτι η διαίσθησή μας είναι καλή, και το αντίστοιχο συμβαίνει όταν “δεν θέλουμε” ή όταν “πρέπει” να κάνουμε κάτι. Συνεπώς, η διαίσθηση δεν είναι απόλυτα αντικειμενική με τα γεγονότα. Όμως, αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό!

Περίπτωση: Μας δίνεται μια ευκαιρία για μία δουλειά σ’ ένα γραφείο όπου τα αφεντικά φαίνονται καλά και συνεργάσιμα αλλά υπάρχουν κάποια κενά στους όρους συνεργασίας. Παρόλο που τα αφεντικά φαίνονται συνεργάσιμα νιώθουμε περίεργα και ανασφαλείς με όχι και τόσο καλή διαίσθηση, ωστόσο, πρέπει να αποδεχθούμε τη δουλειά γιατί δεν υπάρχει προς το παρόν κάτι καλύτερο. Την αποδεχόμαστε και τελικά αποδεικνύεται λάθος…ένα λάθος που το αποδίδουμε στο κακό τυχερό!

-Όλα θα πάνε καλά…αν όχι…ας μην πάμε κι εμείς μαζί τους: θετική σκέψη, στόχους, βαθιά ανάσα και πάμε! Κι αν δεν το καταφέρουμε με την πρώτη προσπάθεια γι’ αυτό υπάρχει και η δεύτερη. Η δύναμη πηγάζει από μέσα μας και όσο πιο γρήγορα το πιστέψουμε αυτό ως μία αλήθεια, τόσο πιο γρήγορα και αβίαστα πια, μέσα από τις αποτυχίες μας θα παίρνουμε τα μαθήματα που κρύβονται και θα γινόμαστε καλύτεροι. Η αποτυχία δεν σημαίνει ότι δεν αξίζαμε την απόλυτη επιτυχία, αλλά ότι αξίζαμε για τη δεδομένη στιγμή ένα μάθημα για να φτάσουμε λίγο πιο κοντά στο τέλειο. Ας αλλάξουμε, λοιπόν, τον τρόπο που ερμηνεύουμε την κακή μας τύχη.

Η μοναξιά είναι ο δρόμος από τον οποίο το πεπρωμένο θέλει να οδηγήσει τον άνθρωπο στον εαυτό του

Ο Νίτσε έλεγε ότι το περπάτημα μας βοηθάει να κατεβάσουμε ιδέες, να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας. Το να χαρίζουμε στον εαυτό μας μια στιγμή μοναξιάς μας επιτρέπει να βάζουμε σε τάξη τις σκέψεις μας, να διερωτόμαστε για τη ζωή, για το τι στ’ αλήθεια θέλουμε. Είναι δική μας στιγμή περισυλλογής, ο δικός μας χώρος για να γινόμαστε δημιουργικοί. 

Είναι σημαντικό να φυλάμε ένα τμήμα της μέρας για τον εαυτό μας, όχι απλώς για χουζούρεμα, αλλά για να είμαστε παρόντες εδώ και τώρα, να χαλαρώνουμε και να μη μας βαραίνουν τα γεγονότα. Έχουμε ανάγκη από έναν προσωπικό χώρο για να ξεφεύγουμε από τον θόρυβο και να σκεφτόμαστε, ή για το εντελώς αντίθετο: για να αδειάζουμε το μυαλό μας από τα καθημερινά προβλήματα.

Ο Έκχαρτ Τόλλε μας μιλάει για το πόσο προβληματικός μπορεί να γίνει ο διανοητικός θόρυβος, το να σκεφτόμαστε διαρκώς. Αν ο εγκέφαλος μας βρίσκεται πάντα σε διέγερση, δε θα μπορέσουμε να απολαύσουμε ούτε μια στιγμή ησυχίας ούτε να ζήσουμε εδώ και τώρα. Γι’ αυτό είναι καλό να αποσυνδεόμαστε. Να κάνουμε switch off. Όλα τα άλλα μπορούν να περιμένουν για λίγα λεπτά.

Η απομάκρυνση από τον θόρυβο, έστω και για λίγο, μας ξαναδίνει την ηρεμία και το νόημα της ύπαρξης. Μας δίνει μία κατεύθυνση για να αποσαφηνίσουμε τα σχέδια μας και να ενεργήσουμε με σιγουριά.

Μπορούμε να αναπνέουμε το οξυγόνο της μοναξιάς έξω στη φύση ή σε ένα δωμάτιο του σπιτιού, σε ένα καφέ, οπουδήποτε μπορούμε να σκεφτούμε.

Αυτή είναι η σημασία του να αποσυνδέεσαι για μερικές στιγμές από τον κόσμο και να συνδέεσαι με τον εαυτό σου. Ανακαλύπτεις ότι η μοναξιά είναι θεραπευτική, δημιουργική και απελευθερωτική. Αν κρατάς ένα μικρό κομμάτι της μέρας για σένα, θα πάψεις να νιώθεις χαμένος.

Τι λέει η νευροεπιστήμη για το μυστήριο της αγάπης

Ενώ όλοι ξέρουμε τι είναι η αγάπη και την έχουμε νιώσει τουλάχιστον μια φορά στην ζωή μας, είναι κάτι που οι περισσότεροι βρίσκουν αρκετά δύσκολο να εξηγήσουν, σωστά; Ακόμα και για την νευροεπιστήμη, λοιπόν φαίνεται ότι η εξήγηση της αγάπης είναι κάτι αρκετά δύσκολο.

Είτε το πιστεύετε είτε όχι, η αγάπη είναι ένα από τα πιο μελετημένα αλλά λιγότερο κατανοητά συναισθήματα που έχουμε ως ανθρώπινα όντα. Είναι κάτι που απελευθερώνει υψηλά επίπεδα χημικών ουσιών στο μυαλό μας και μας κάνει να αισθανόμαστε ωραία. Νιώθουμε μια ορμή ουσιών όπως ντοπαμίνης, ωκυτοκίνης και βασοπρεσίνης. Είτε είμαστε με κάποιον που γνωρίζουμε είτε βλέπουμε κάποιον από μακριά και πιστεύουμε ότι θα μπορούσαμε να ταιριάξουμε, τα συναισθήματα που εμφανίζονται είναι αρκετά έντονα. Έτσι, υπάρχουν μερικές πολύ σημαντικές περιοχές του εγκεφάλου που εμπλέκονται όσον αφορά την αγάπη.

Η ιστοσελίδα του Χάρβαρντ παρατηρεί τα εξής όσον αφορά την σχέση ανάμεσα στην αγάπη και την επιστήμη:

Εάν η αγάπη κρατήσει, αυτά τα έντονα συναισθήματα, όπως καμία φορά το άγχος, ηρεμούν μέσα σε ένα ή δύο χρόνια λέει o Schwartz. «Το πάθος είναι ακόμα εκεί, αλλά το άγχος που το συνοδεύει έχει φύγει». Τα επίπεδα κορτιζόλης και σεροτονίνης επιστρέφουν στο φυσιολογικό. Η αγάπη, η οποία ξεκίνησε ως στρεσογόνος παράγοντας (τουλάχιστον για το μυαλό και το σώμα μας) πλέον μας προστατεύει από το άγχος. Οι περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με το αίσθημα της ευχαρίστησης εξακολουθούν να ενεργοποιούνται καθώς η σχέση προχωρά, αλλά η συνεχής έντονη επιθυμία σταδιακά μειώνεται.

Πολλές θεωρίες για την αγάπη προτείνουν ότι υπάρχει μια αναπόφευκτη αλλαγή με την πάροδο του χρόνου από την παθιασμένη αγάπη στην βαθύτερη αγάπη, η οποία δεν είναι τόσο εκστατική όπως ήταν στην αρχή. Αυτό δεν σημαίνει ωστόσο ότι η σπίθα του ρομαντισμού σβήνεται στα παντρεμένα ζευγάρια.

Μια μελέτη του 2019 που διεξήχθη στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης στο Στόνι Μπρουκ διαπίστωσε ότι είναι δυνατόν κάποιος να είναι τρελά ερωτευμένος μετά από δεκαετίες γάμου. Η ερευνητική ομάδα έκανε μαγνητικές τομογραφίες σε ζευγάρια που ήταν παντρεμένα για τουλάχιστον 21 χρόνια. Βρήκαν την ίδια ένταση δραστηριότητας σε πλούσιες σε ντοπαμίνη περιοχές του εγκεφάλου όπως βρέθηκε και στους εγκεφάλους νέων ζευγαριών. Η μελέτη προτείνει ότι ο ενθουσιασμός του ρομαντισμού μπορεί να παραμείνει με τα χρόνια.

«Μια έρευνα τελευταίας τεχνολογίας για την αγάπη επιβεβαίωσε για πρώτη φορά ότι οι άνθρωποι δεν λένε ψέματα όταν ισχυρίζονται πως μετά από 10, 20, 30 χρόνια γάμου εξακολουθούν να είναι ερωτευμένοι με τον σύντροφο τους» δήλωσε ο Schwartz.

Γι αυτούς που ο μακροχρόνιος γάμος τους έχει μετατραπεί από την παθιασμένη ρομαντική αγάπη σε έναν τύπο ρουτίνας, ξέρουμε τώρα ότι είναι δυνατό να αναζωπυρωθεί η φλόγα που χαρακτήριζε τις πρώτες μέρες της σχέσης. «Μετά από χρόνια γάμου τα ζευγάρια βγαίνουν από την συνήθεια της σεξουαλικής δραστηριότητας, της έντονης αγάπης και συχνά για καλούς λόγους: δουλειά, παιδιά, προβλήματα υγείας. Αλλά αυτό το είδος αγάπης μπορεί να αναζωογονηθεί. «Η σεξουαλική δραστηριότητα για παράδειγμα μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα ωκυτοκίνης και να ενεργοποιήσει τις περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονται με την ευχαρίστηση κάνοντας τα ζευγάρια να επιθυμούν ο ένας τον άλλον περισσότερο».

Η αγάπη είναι μια ισχυρή δύναμη σε αυτόν τον κόσμο και είναι εθιστική όσο τίποτα άλλο. Όταν την βρίσκουμε πυροδοτούμε την κοιλιακή περιοχή τεκτονισμού του εγκεφάλου μας και όταν συμβαίνει αυτό χανόμαστε στην ευχάριστη αίσθηση που νιώθουμε. Η αγάπη είναι για πολλούς λόγους αρκετά παράτολμη και επίμονη. Πρόκειται για την επιθυμία αλληλοσυμπλήρωσης.

Το Πανεπιστήμιο Ταφτς έγραψε τα παρακάτω όσον αφορά την αγάπη και γιατί βυθιζόμαστε σε αυτή τόσο πολύ:

Ο μετωπιαίος λοβός είναι το κέντρο της εκτελεστικής λειτουργίας, της κρίσης και της λογικής, οι οποίες παραβλέπονται όταν εμφανίζεται η αγάπη. Αυτό οφείλεται στην μειωμένη δραστηριότητα αυτής της περιοχής του εγκεφάλου η οποία μεταφράζεται ως «αναστολή της κρίσης και χαλάρωσης των κριτηρίων με τα οποία κρίνουμε τους άλλους ανθρώπους». Αναζητούμε ανθρώπους να μας αγαπούν παρά τα ελαττώματα μας. Αυτό αποδεικνύει ότι δεν τα βλέπουν! Ή τουλάχιστον ότι τα κρίνουν λιγότερο σκληρά επειδή ο μετωπιαίος λοβός βρίσκεται σε χαμηλή λειτουργία. Η νευροεπιστήμη το αποδεικνύει, η αγάπη είναι παράλογη.

Εν τέλει, η αγάπη προκαλεί μια μείωση στις περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την «νοοτροπία του μυαλού» όπως ο προ-μετωπιαίος λοβός και οι κροταφικοί λοβοί. Αυτές είναι οι δομές που μας επιτρέπουν να αναγνωρίζουμε τα συναισθήματα των άλλων και να καταλαβαίνουμε τις αιτίες της συμπεριφοράς τους. Αυτό εξηγείται από το ότι οι περιοχές αυτές εμπλέκονται στην νοητική διάκριση μεταξύ του εαυτού μας και του άλλου, επομένως η απενεργοποίηση τους είναι απαραίτητη για την επίτευξη της συγχώνευσης και της ενότητας ανάμεσα στους συντρόφους.

Τι πιστεύετε για όλα αυτά; Είναι αγάπη τόσο έντονη για εσάς όπως νομίζετε ότι είναι και για τους άλλους;

Σςςςςς... Όταν η ζωή πληρώνει, κάντε ησυχια

Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για την στιγμή που η ρόδα γυρίζει και ο καθένας λούζεται τις επιλογές του ή ακόμα και τις πράξεις του.

Αργεί να έρθει η πληρωμή δεν λέω, αλλά η γλύκα είναι ίδια γι’ αυτούς που πληγώθηκαν άδικα. Μπορεί να μην σε νοιάζει πια, να μην πονάς, αλλά μια ικανοποίηση την νιώθεις ρε γαμώτο, για όλες εκείνες τις στιγμές που τα μάτια σου γέμιζαν δάκρυα και η καρδιά σου έσπαγε σε χίλια κομμάτια εξαιτίας τους.

Και λύπη νιώθεις αλλά γι’ αυτούς, όχι για σένα. Ή μάλλον οίκτο θα πω. Πλέον λυπάσαι για την δική τους κατάντια, ειδικά όταν βλέπεις ότι εκείνοι τελικά είναι οι ηθικοί αυτουργοί της δυστυχίας τους.

Είναι λυπηρό να τους βλέπεις να προσπαθούν να δείξουν ότι είναι καλά, άνετοι και τέτοια κουραφέξαλα αλλά οι πράξεις τους να δείχνουν ακριβώς το αντίθετο. Γελοίοι θα χαρακτηριζόταν άνετα.

Ας τους αφήσουμε λοιπόν να πλαγιάζουν μακριά από την αγάπη. Λυπήσου τους όταν τους βλέπεις να βολεύονται σε κρύες αγκαλιές, βροντοφωνάζοντας πόσο ιδανικές είναι, κοροϊδεύοντας όχι μόνο τον εαυτό τους, αλλά και τον άνθρωπο που είναι δίπλα τους.

Κι εκεί έρχεται η απόλυτη αηδία! Εκεί πέφτουν ακόμα πιο χαμηλά στα μάτια σου γιατί ανακαλύπτεις και την υποκρισία που έκρυβαν. Ανακαλύπτεις πόσο ξεφτίλες ήταν τελικά! 

Σιωπήστε λοιπόν και αφήστε τους στην απόλυτη μοναξιά της ψυχής τους. Κι αυτή η μοναξιά δεν υποφέρεται.

Κάνετε ησυχία μωρέ σας λεω, είναι η στιγμή που η ζωή κάνει ταμείο και μοιράζει τα χρωστούμενα σε όλους!

Μην περιμένεις από ανθρώπους που δεν ξέρουν τι θα πει αγάπη, να σ’ αγαπήσουν! Δεν μπορούν, δεν έμαθαν ποτέ τον τρόπο να το κάνουν. Έμαθαν μόνο να παίρνουν αλλά και πάλι δεν τους φτάνει. Όσα κι αν τους δώσεις, πάντα θα τους είναι λίγα, όπως κι αυτοί. Έμαθαν να ζητούν την προσοχή σου αλλά όταν έρχεται η στιγμή που ζητάς λίγο τη δική τους, θα σου πουν ότι δεν τους καταλαβαίνεις. Έμαθαν να είναι το επίκεντρο του κόσμου κι αν λίγο κουραστείς, θα σου ζητήσουν και τα ρέστα απ’ αυτά που εσύ ξόδεψες.

Κάνουν τα πάντα προκειμένου να τραβούν τα βλέμματα κι όταν δεν το πετυχαίνουν γίνονται επιθετικοί, πολλές φορές και λεκτικά βίαιοι. Σου παρουσιάζονται σοφοί για να σε κερδίσουν, αλλά είναι γεμάτοι κόμπλεξ και ανασφάλειες. Ακόμα και στα κοινωνικά δίκτυα κάνουν αγώνα για ένα λάικ ή ένα σχόλιο, γιατί έτσι νομίζουν ότι επιβεβαιώνονται!

Γελοίους θα τους χαρακτηρίσω εγώ και αδιάφορους! Και είναι πολύ λυπηρό όσο και απογοητευτικό, να βλέπεις ανθρώπους που τους έδωσες όλη την αγάπη που φύλαγες μέσα σου, όλη την προσοχή και όλο το χρόνο που διέθετες, να καταντούν άψυχα κουφάρια σε μια δήθεν ευτυχία! Άστους εκεί λοιπόν, εκεί τους άξιζε πάντα να είναι! Κι αφού έσπειραν καβάτζες, είναι λογικό να θερίζουν μοναξιές.

Εσύ κοίτα τη γαλήνη και την ηρεμία που τώρα αισθάνεσαι και φαντάσου! Φαντάσου αν μπόρεσες να δώσεις τόση αγάπη στον σκάρτο άνθρωπο, πόση ακόμη φυλάς μέσα σου για τον σωστό.

Σςςςςςςς…….!

Κάνε ησυχία, ν’ ακούσεις το κλάμα της μοναξιάς, που οι ίδιοι επέλεξαν! Δες τη θλίψη στο βεβιασμένο χαμόγελό τους. Νιώσε την άδεια αγκαλιά τους και λυπήσου τους. Οσφρήσου τη μυρωδιά της σάπιας ψυχής τους και κοίτα το κενό βλέμμα τους και τα άδεια χέρια τους. Δες το τρεμάμενο περπάτημά τους, σχεδόν σέρνονται…

Πάμε καρδιά μου, εδώ πονούσε πολύ!

Τώρα εσύ πάλι γελάς και είσαι ευτυχισμένoς. Βλέπεις η ζωή, έκανε και το δικό σου ταμείο και αυτή τη φορά, σου έδωσε αυτό που αξίζεις!

Η ομορφιά μας γεμίζει με δύναμη για ζωή

Πρόκειται για μια εμπειρία που βιώνουμε τακτικά. Περπατάμε στην εξοχή και ξαφνικά μας παρασύρει η ομορφιά ενός τοπίου. Χανόμαστε κοιτάζοντας τον ουρανό, που είναι παράξενα λαμπερός. Ακούμε στο ραδιόφωνο ένα τραγούδι που μας συγκινεί βαθιά. Κι όλα αυτά τα βρίσκουμε όμορφα. Δεν λέμε ότι “μας ευχαριστούν”, αλλά ότι “είναι όμορφα”, σαν να πρέπει όλοι να συμφωνήσουν ότι είναι.

Επομένως πόση αυτοπεποίθηση έχουμε για να τολμήσουμε να ξεστομίσουμε μια τόσο γενική αλήθεια;

Έχουμε τόση εμπιστοσύνη στην κρίση μας, που δεν νιώθουμε καν την ανάγκη να επιχειρηματολογήσουμε. Κρίνουμε ελεύθερα, χωρίς να μας εμποδίζει οποιοδήποτε κριτήριο. Είναι όμορφο, έτσι απλά. Δεν είναι όμορφο γιατί. Είναι όμορφο επειδή δεν υπάρχει γιατί. Εμείς που αμφιβάλλουμε τόσο συχνά για τον ίδιο μας τον εαυτό να που τελικά δεν αμφιβάλλουμε: η παρατήρηση της ομορφιάς μάς επιτρέπει ν’ ακούσουμε επιτέλους τον εαυτό μας.

Θυμάμαι μια καλοκαιρινή βραδιά. Περπατώ σε μια παραλία και σκέφτομαι τη ζωή που φεύγει. Αμφιβάλλω σχεδόν για τα πάντα. Πρέπει να ξαναπιάσω τα ηνία, όμως δεν ξέρω πώς. Πρέπει να πάρω μια απόφαση, όμως δεν τα καταφέρνω. Ξαφνικά βλέπω αυτό το φως στη θάλασσα, αυτό το ασημένιο λαμπύρισμα. Το φως αρχίζει να χάνεται, κι όμως μοιάζει πιο έντονο. Ξαφνικά όλα γίνονται πιο πραγματικά, πιο παρόντα. Μπροστά σ’ αυτό το τόσο σαγηνευτικό θέαμα όλα δημιουργούν, παραδόξως, την αίσθηση της αιωνιότητας. Δεν αμφιβάλλω ούτε μία στιγμή: αυτό που βλέπω είναι όμορφο.

«Είναι όμορφο»: μια τόσο απλή φράση, γεμάτη από δύναμη.

Αυτή τη δύναμη την έχει ίσως γιατί το αισθητικό συναίσθημα περιλαμβάνει το σύνολο του εαυτού μας. Όταν κρίνω όμορφο το τοπίο στην Κορσική, δεν σημαίνει ότι είμαι απλώς ευαίσθητος. Φυσικά ευαισθητοποιούνται οι αισθήσεις μου, όμως η αισθητική ευχαρίστησή μου δεν περιορίζεται σε μια αισθησιακή ευχαρίστηση, σε μια απόλαυση για τα μάτια και τα αφτιά. Αυτό το τοπίο έχει αξίες, έχει σημασία. Με κάνει να σκέφτομαι το άπειρο, την ελευθερία… Επομένως η ευχαρίστησή μου έχει, πέρα από μια αισθησιακή, και μια διανοητική διάσταση. Με τον ίδιο τρόπο έχω συνείδηση ότι μου αρέσει αυτό το τοπίο, όμως με σαγηνεύει, επίσης, και για λόγους που σχετίζονται με το ασυνείδητο και αφυπνίζουν το πιο κρυφό μέρος του εαυτού μου. Όταν είμαστε ευαίσθητοι απέναντι στην ομορφιά, δεν ακούμε, λοιπόν, μόνο ένα μέρος του εαυτού μας, αλλά εμπιστευόμαστε την αρμονία όλων των ιδιοτήτων μας: ευαισθησία, ευφυΐα ασυνείδητο, φαντασία… Αυτή η αρμονία μάς επιτρέπει να μιλάμε για αυτοπεποίθηση κι όχι απλώς για εμπιστοσύνη στην ευαισθησία ή στη λογική μας.

Παρατηρώντας το έργο ενός καλλιτέχνη μπαίνουμε μερικές φορές στον πειρασμό ν’ αναρωτηθούμε «τι εννοεί». Η σκέψη ενδέχεται να μας παρασύρει και να μας στερήσει την εσωτερική αρμονία που προσφέρουν τόσο απλά τα όμορφα τοπία: προσπαθώντας να βρούμε τι εννοεί ο καλλιτέχνης, δεν καταφέρνουμε να αισθανθούμε αυτό που προκαλεί το έργο του σ’ εμάς τους ίδιους. Σημαίνει όμως και να παρατηρήσουμε ένα έργο τέχνης ακριβώς όπως ένα τοπίο της φύσης, χωρίς να θέσουμε το ερώτημα της σκοπιμότητας που κρύβεται πίσω του. Τότε μας αρκεί να το κοιτάζουμε ή να το ακούμε, γιατί μας γεμίζει με βαθιά χαρά και μας βοηθάει ν’ ανακαλύψουμε αυτό που αισθανόμαστε. Πόσοι έφηβοι που αμφέβαλλαν για τον εαυτό τους ανακάλυψαν για πρώτη φορά, ακούγοντας τον Ντέιβιντ Μπόουι ή τον Τζον Λένον, ότι μπορούσαν να νιώσουν ασφάλεια και να εμπιστευτούν την κρίση τους; Σίγουρα αυτό είναι όμορφο. Το να βρίσκεται κανείς κοντά στην ομορφιά σημαίνει ότι έρχεται κοντά στον εαυτό του. Δεν θέλει να «ξεφύγει», αλλά να βυθιστεί στον εαυτό του και να συναντήσει το ενδεχόμενο της αυτοπεποίθησης.

Γι’ αυτό ευγνωμονούμε τους καλλιτέχνες που μας συγκινούν. Νιώθουμε την ανάγκη να τους ευχαριστήσουμε για τη δύναμη που μας δίνουν.

Όταν δηλώνουμε ότι κάτι «είναι όμορφο», τελικά ίσως μιλάμε τόσο για ένα τοπίο ή ένα τραγούδι όσο και για την ακαταμάχητη αυτοπεποίθηση που νιώθουμε ξαφνικά. Κάθε φορά που η ομορφιά μάς αγγίζει, μας δίνει τη δύναμη να τολμήσουμε να γίνουμε ο εαυτός μας.

Θυμάμαι πώς ένιωσα την πρώτη φορά που βρέθηκα μπροστά σ’ ένα έργο. Ένας τεράστιος καμβάς με πορτοκαλί και κίτρινο. Βρέθηκε ξαφνικά εκεί, μπροστά μου. Η απόλυτη αγνότητα. Η ομορφιά είναι μια παρουσία που καλεί μια άλλη. Κοιτούσα ένα έργο κι ένιωθα όπως τότε που κοιτούσα τη θάλασσα: σίγουρα ήταν όμορφο, υπήρχε μέσα σ’ αυτή τη δόνηση του φωτός κάτι αιώνιο, κάτι αληθινό. Μια ανήκουστη πυκνότητα πνεύματος στην καρδιά της ύλης. Κι όμως δεν ήξερα τίποτα γι’ αυτό, δεν ήξερα καν ποιος ήταν ο καλλιτέχνης. Ωστόσο δεν είχα καμία αμφιβολία. Ένιωσα απόλυτη εμπιστοσύνη στο συναίσθημά μου, στην κρίση μου, σ’ εμένα και ταυτόχρονα σ’ αυτόν τον καλλιτέχνη που δεν ήξερα, στην τέχνη, στην ομορφιά, στη ζωή.

Όμως η ομορφιά μάς προσφέρει κάτι ακόμα. Μας γεμίζει με δύναμη για ζωή, μας βοηθάει ν’ αποκτήσουμε ξανά θάρρος. Το έχουμε ήδη ζήσει όλοι, ίσως σε μουσεία, ίσως ακούγοντας μουσική, σίγουρα κοντά στη φύση. Εξαντλημένοι από τις έννοιες, δύσθυμοι από τις αμφιβολίες μας, πεπεισμένοι ότι δεν πρόκειται να τα καταφέρουμε, θα περπατήσουμε στην εξοχή, θα δούμε τις χιονισμένες βουνοκορφές ή απλώς τις ακτίνες του ήλιου να χορεύουν ανάμεσα στα κλαδιά των δέντρων και τότε, ξαφνικά, θα νιώσουμε ότι τίποτα δεν είναι αδύνατον.

Κάπως έτσι έμοιαζε η εμπειρία μου, κάτι τέτοιο περιγράφει και ο Χένρι Ντέιβιντ Θόρο, στενός φίλος του Έμερσον, στο αριστούργημά του Walden ή Η Ζωή στο Δάσος: “Αυτός που ζει κοντά στη φύση και νιώθει τις αισθήσεις του ζωντανές δεν θα είναι ποτέ μελαγχολικός. Δεν υπήρξε ποτέ καταιγίδα που να μη συνοδεύεται από αιολική μουσική για τα αθώα αφτιά ενός αγνού πλάσματος. Όσο οι εποχές είναι φίλες μου, τίποτα δεν μπορεί να κάνει τη ζωή βάρος”.

Εδώ η ομορφιά της φύσης κάνει κάτι περισσότερο από το να μας επιτρέψει να την κρίνουμε. Μας πλημμυρίζει από την ουσία της σε τέτοιο βαθμό, που μας δίνει δύναμη να πιστέψουμε στον εαυτό μας. Είναι αρκετά δύσκολο να καταλάβουμε τι συμβαίνει. Τι είναι αυτό που στην απλή παρατήρηση της ομορφιάς της φύσης μάς κάνει να νιώθουμε εμπιστοσύνη; Όπως και να ’χει, αυτές οι όμορφες εικόνες είναι εξ ορισμού επιφανειακές. Τότε γιατί μας αγγίζουν τόσο βαθιά, μας ηρεμούν και τρέφουν την εμπιστοσύνη μας;

Η παρατήρηση μας επιτρέπει να σχετικοποιούμε, να αλλάζουμε οπτική γωνία, προοπτική. Μπροστά σε τόση ομορφιά, μπροστά στο θαύμα της μέρας που ξημερώνει, του κόσμου που μοιάζει να γεννιέται μπροστά στα μάτια μας, παίρνουμε απόσταση από τα προβλήματά μας. Μπροστά στο μυστήριο του φωτός, ξαφνικά οι προβληματισμοί μάς βαραίνουν λιγότερο.

Όμως υπάρχει και κάτι ακόμα. Νιώθουμε ότι στην καρδιά αυτής της ομορφιάς υπάρχει μια δύναμη που μας ξεπερνά και την οποία εμπιστευόμαστε. Δεν παρατηρούμε απλώς την εξωτερική ομορφιά, νιώθουμε ταυτόχρονα μια δύναμη να μας διαπερνά τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά. Έτσι δεν είμαστε πια απλώς θεατές της ομορφιάς του κόσμου. Βρισκόμαστε μέσα στον κόσμο, κάτι που είχαμε ξεχάσει και μας το θυμίζει η ομορφιά. Ζούμε σ’ αυτόν τον κόσμο. Δεν είναι κάτι που πρέπει να εκμεταλλευτούμε ή κάτι στο οποίο πρέπει να επενδύσουμε. Είναι το σπίτι μας. Είναι πιο εύκολο να έχουμε αυτοπεποίθηση όταν νιώθουμε ότι ο κόσμος είναι το σπίτι μας.

ΘΕΪΚΗ ΑΡΜΟΝΙΑ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ

Κάθε πρωί που ο χαρούμενος ήλιος τρυπώνει στο δωμάτιό μου και με ξυπνά ευγενικά μ’ ένα απαλό άγγιγμα των ακτίνων του, τρίβω τα μάτια μου από τον ύπνο, κοιτάζω τον ουρανό που είναι γεμάτος ακτινοβολία και λέω: «Απόλλωνα Θεέ του φωτός, κάνε τα δάχτυλά Σου του λαμπερού φωτισμού να παίζουν πάνω σε κάθε πλήκτρο της ζωής μου ώστε όλες οι νότες να ενωθούν σ’ ένα τραγούδι αρμονίας και αγάπης. Μην αφήσεις καμία παραφωνία να αμαυρώσει τη μουσική σύνθεση που γράφω με τη ζωή μου».

Η δυσαρμονία είναι δυστυχία και θάνατος. Η αρμονία είναι η χαρά της ζωής.

Δεν βλέπουμε πάντα αυτά που είναι τα πιο κοντινά σ' εμάς. Προσπερνάμε πλούτη που είναι στο χέρι μας να αποκτήσουμε και κυνηγάμε χίμαιρες. Ψάχνουμε ασφάλεια στο σκοτάδι, ενώ στην πραγματικότητα λαχταράμε το φως. Πίνουμε ακόρεστα χρυσά όνειρα όταν η ψυχή μας διψάει για την Έσχατη Πραγματικότητα. Κυνηγάμε, ως καταφύγιο, τη μη υπαρκτή σκιά της χίμαιρας, ενώ στην πραγματικότητα επιθυμούμε διακαώς την όαση της γαλήνης και της αρμονίας που βρίσκεται στην ψυχή μας.

Ησυχάστε τη νοητική ανησυχία που στρέφεται στον εξωτερικό κόσμο και στρέψτε τον νου μέσα σας. Εναρμονίστε τις σκέψεις και τις επιθυμίες με τις πραγματικότητες που εκπληρώνουν τα πάντα και ήδη κατέχετε μέσα στην ψυχή σας. Τότε θα δείτε την αρμονία που βρίσκεται πίσω από τη ζωή σας και απ’ όλη τη φύση. Η ομορφιά και το βάθος της γιόγκα έγκειται στο ότι χαρίζει αυτήν τη σταθερή ησυχία.

Η εσωτερική αρμονία είναι μια πλούσια πηγή δύναμης – γεννά δύναμη. Πράγματα που νομίζετε ότι δεν μπορείτε να αντέξετε, όχι μόνο μπορείτε να τα αντέξετε, αλλά και να τα αλλάξετε και να τα βελτιώσετε. Σας έχει δοθεί η δύναμη να μπορείτε να κινήσετε τον κόσμο και να αλλάξετε το πρόσωπο της μοίρας παρά τις αντίξοες εξωτερικές συνθήκες.

Η αρμονία διατηρεί τη νοητική ενέργεια. Η δυσαρμονία την κάνει να χαραμίζεται.

Η αρμονία εκδηλώνεται ως φυσική καλοσύνη. Ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να τα πάει καλά με τους άλλους, δεν τα πάει καλά και με τον εαυτό του. Βρίσκεται σε διαρκή πόλεμο μέσα του, νιώθοντας άσχημα μέσα στην ίδια του τη φύση. Πώς θα μπορούσε ένας τέτοιος άνθρωπος να νιώθει άνετα με τους άλλους; Πρέπει πρώτα να νιώθει άνετα με τον εαυτό του και τότε θα βρει αρμονία στις σχέσεις του με όλους με τους οποίους έρχεται σ’ επαφή. Αυτός που συνήθως σκέφτεται ότι φταίνε οι άλλοι δεν έχει υψηλή εκτίμηση ούτε για τον εαυτό του. Τέτοια άτομα δεν γνωρίζουν το αρμονικό κέντρο της ύπαρξής τους. Κουράζονται από τα πάντα, ακόμα κι από την ίδια τη ζωή.

Δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τέτοιοι άνθρωποι, όπου πηγαίνουν, βλέπουν μόνο δυσαρμονία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ακόμα και εκατομμυριούχοι αυτοκτονούν, παρ’ όλη την υλική τους δύναμη και τα αποκτήματά τους. Αν δεν υπάρχει στον νου αρμονία που να δημιουργεί γαλήνη, δεν βρίσκεται η ευτυχία ούτε στον πλούτο, ούτε σε τίποτα άλλο. Αυτοί που δεν μπορούν να βρουν γαλήνη στην ίδια τους την καρδιά, δεν θα τη βρουν ούτε πουθενά αλλού.

Η αγάπη και η μακροθυμία είναι απόλυτα απαραίτητες για την ανάπτυξη αρμονίας. Η αγάπη θρέφει όλα τα πράγματα που μεγαλώνουν. Εναρμονίζει και ενώνει. Το μίσος διαταράσσει και διαχωρίζει. Και η αδιαφορία καταστρέφει ό,τι θα μπορούσε να είχε γίνει καλό κι ευεργετικό. Η αγάπη είναι αρμονία και η αρμονία είναι αγάπη. Την καρδιά που δεν αγαπάει ποτέ δεν την επισκέπτονται οι άγγελοι της αρμονίας. Η αγάπη είναι η ανώτερη, η πιο μεγαλοπρεπής, η πιο εμπνέουσα, η πιο μεγαλειώδης αρχή της δημιουργίας. Όλες οι ανθρώπινες ψυχές, ο κόσμος, ολόκληρο το σύμπαν, όλα είναι συντονισμένα στη συμπαντική αιώνια αρμονία της αγάπης. Η δυσαρμονία πηγάζει από την άγνοια αυτής της θεϊκής ενότητας, η οποία είναι η καρδιά του Θεού που πάλλεται μέσα σε όλα όσα έχει δημιουργήσει. Αυτός είναι η αγάπη που ρέει μέσα απ’ όλες τις καρδιές που αγαπούν και μέσα από τη μακαριότητα που εκφράζεται σαν χαρά σε όλες τις ψυχές.

Ένας σοφός είπε: «Οι άνθρωποι έχουν χρόνο να στενοχωριούνται και να υποφέρουν, αλλά νιώθουν πως δεν έχουν χρόνο να διαλογιστούν και να εργαστούν για να γίνουν πραγματικά ευτυχισμένοι».

Απαλλαγείτε από την αδιαφορία και καλλιεργήστε αγάπη, μακροθυμία και σοφία. Χτίστε τη χαρά σας στα ασφαλή θεμέλια της εσωτερικής αρμονίας. Μην κρατάτε φυλαγμένη στην καρδιά και το νου σας καμία σκέψη που δεν φέρνει αρμονία με την αγάπη και τα ιδανικά του Θεού που αποτελούν νόμους της δημιουργίας. Έτσι, ολόκληρη η ζωή σας θα είναι πλημμυρισμένη με το φως και τη μακαριότητα της Θεϊκής Αρμονίας.

Ζωή που δεν μοιράζεται αλλά ελέγχεται είναι σίγουρα μια "ξοδεμένη", άγονη και στείρα ζωή

Συναισθηματικά δύσκολες καταστάσεις έχουμε βιώσει όλοι. Έχουμε γνωρίσει ανθρώπους που τους εμπιστευτήκαμε, τους αγαπήσαμε, τους επιτρέψαμε να αγγίξουν την καρδιά μας και μετά προδοθήκαμε. Ο πόνος της προδοσίας, της απόρριψης και της εγκατάλειψης σκέπασε την καρδιά μας και για αρκετό καιρό κλειστήκαμε στον εαυτό μας.

Κάποιοι από εμάς ξαναδοκίμασαν και αφέθηκαν στον έρωτα και στην αγάπη. Κάποιους η αγάπη τους ταξίδεψε στη χαρά και άλλους πάλι τους ξαναθύμισε τα συναισθήματα του πόνου και της εγκατάλειψης. Οι περισσότεροι από αυτούς τότε έκλεισαν την καρδιά τους και την έβαλαν σε μια "κατάσταση προστασίας" φοβούμενοι την αγάπη και τα επακόλουθα της.

Οχύρωσαν την καρδιά τους πίσω από ένα ισχυρό περίβλημα και άρχισαν να τροφοδοτούν με πολλή ενέργεια το μυαλό τους ξοδεύοντας "φαιά ουσία" σε αναλύσεις και κόντρα αναλύσεις, κάνοντας αρνητικές και φοβικές σκέψεις για το τι μπορεί να τους συμβεί και σχεδιάζοντας προσεχτικά το κάθε τους βήμα. Απέκτησαν με τον καιρό ερωτική σχέση με τον έλεγχο και ελέγχοντας τους πάντες και τα πάντα, ειδικά τους ερωτικούς τους συντρόφους, άρχισαν να ξοδεύουν την ζωή τους.

Ζωή που δεν μοιράζεται αλλά ελέγχεται είναι σίγουρα μια "ξοδεμένη", άγονη και στείρα ζωή. Γιατί το κλείσιμο της καρδιάς δεν γίνεται μόνο σε ενεργειακό επίπεδο αλλά και σε υλικό αφού το περίβλημα της καρδιάς σκληραίνει και στην πραγματικότητα. Και φυσικά δημιουργούνται μπλοκαρίσματα στο θωρακικό διάφραγμα που έχουν σαν αποτέλεσμα να κονταίνει η αναπνοή. Η ρηχή αναπνοή με τη σειρά της σταδιακά παγώνει και ακινητοποιεί την κοιλιά και ότι υπάρχει εκεί, στην "εσώτερη γη".

Το έντονο μπλοκάρισμα στην καρδιά και στην κοιλιά φέρνει πάγωμα και αναισθησία στα συναισθήματα. Σταδιακά αρχίζει ο κλειδωμένος άνθρωπος να μην βιώνει τα συναισθήματά του αλλά να τα σκέφτεται. Ουσιαστικά σταματάει να βλέπει, να ακούει, να μυρίζει, να αγγίζει και να γεύεται τη ζωή και τις χαρές της.

Νομίζει ότι ζει αλλά τίποτα δεν επιτρέπει να μπει προς τα μέσα. Ούτε τον πόνο, σίγουρα, ούτε την απόγνωση αλλά κλειδώνοντας τα συναισθήματά του δεν επιτρέπει να μπει μέσα ούτε η τρυφερότητα ούτε η αγάπη. Και το χειρότερο είναι ότι τίποτα δεν μπορεί να βγει προς τα έξω. Τίποτα δεν μπορεί να αγγίξει τον κλειδωμένο άνθρωπο αλλά και τίποτα δεν μπορεί να αγγιχτεί από εκείνον.

Οι αισθήσεις του σταδιακά νεκρώνουν. Κοιτάζει ένα λουλούδι και η ομορφιά του δεν τον αγγίζει. Ακούει μια υπέροχη μελωδία και δεν μπορεί να ταξιδέψουμε μαζί της. Αγκαλιάζει έναν φίλο και δεν αισθάνεται τίποτα. Ζει μια αδιάφορη ζωή με απάθεια και μέσα από τον έλεγχο φτιάχνει ένα σώμα φρούριο και γεμάτο άμυνα.

Κι όλη αυτή η προσπάθεια για έλεγχο του παίρνει όλη την ενέργεια και τον αποδυναμώνει. Και θα είναι τυχερός αν, προτού ξοδέψει τη ζωή του, συνειδητοποιήσει ότι τη ζωή του τελικά την έζησε χωρίς χαρά και χωρίς να επιτρέψει σε οτιδήποτε όμορφο να τον αγγίζει. Και ότι αυτό που ονόμαζε μέχρι τώρα ζωή ήταν ένα πολύ ανόητο και βαρετό πράγμα που απλώς του δημιουργούσε την ψευδαίσθηση ότι ζούσε.

Χρειάζεται να ξέρουμε ότι η πορεία που ακολουθεί ο καθένας μας στη ζωή του τον οδηγεί στην ολοκλήρωση. Μέσα από την τριβή, τον πόνο, τις αντιξοότητες έρχεται η ολοκλήρωση. Κανένας δεν μπορεί να μεγαλώσει χωρίς πόνο. Και αν θέλουμε να μεγαλώσουμε, πρέπει να τον αποδεχτούμε. Να μπούμε με θάρρος στο μονοπάτι του μεγαλώματος ξέροντας ότι αργά ή γρήγορα, περνώντας μέσα από τις συμπληγάδες του πόνου, θα οδηγηθούμε στη γαλήνη, στην αγάπη και στην ελευθερία.

Το Σύμπαν είναι Αγάπη. Εμείς οι ίδιοι είμαστε Αγάπη

Η έκφραση της αγάπης είναι η πραγματική μας υπόσταση.

Αν θέλουμε πραγματικά να θεραπεύσουμε τις πληγές μας το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε είναι να ανοιχτούμε προς τα βάθη της καρδιάς μας και να ακολουθήσουμε μόνο ότι πηγάζει μέσα από εκείνη...

Αν κάποια στιγμή μπορέσουμε να κοιτάξουμε πίσω από την προσωπικότητα και κατορθώσουμε να αντικρύσουμε την αιώνια ψυχή μας τότε θα μπορέσουμε να ενθυμηθούμε ποιοι πραγματικά είμαστε...

Γεννηθήκαμε για να μοιραστούμε την Αγάπη σε όλα τα επίπεδα. Να δώσουμε και να πάρουμε Αγάπη. Να παραδοθούμε στην άνευ όρων Αγάπη. Κι αν η προσωπικότητα μας το εγώ μας φωνάζει ότι δεν αξίζουμε την Αγάπη τότε οφείλουμε να εξαφανίσουμε αυτή τη φωνή μέσα από το κεφάλι μας ανακαλύπτοντας ποιοι πραγματικά είμαστε.

Το Σύμπαν είναι Αγάπη. Εμείς οι ίδιοι είμαστε Αγάπη!

Η έκφραση της αγάπης είναι η πραγματική μας υπόσταση κι αν δεν μας έχει ακόμα αποκαλυφθεί, αν δεν έχουμε ξυπνήσει ακόμα από την αμνησία είναι γιατί χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε επιπλέον κάποιες προκλήσεις στη ζωή ώστε να τραβήξουμε το πέπλο της προσωπικότητας και να αντικρύσουμε την ψυχή μας.

Είμαστε φτιαγμένοι από Αγάπη και Φως. 

Το ¨σκοτάδι¨ απλά μας βοηθά να ανακαλύψουμε το αιώνιο Φως της Ψυχής μας…

Tηλεσκόπιο Inouye: Aπαθανάτισε εντυπωσιακή ηλιακή κηλίδα αρκετά μεγάλη για να χωρέσει τη Γη

Το νέο αμερικανικό ηλιακό τηλεσκόπιο Daniel K.Inouye Solar Telescope (DKIST) που βρίσκεται στη Χαβάη, τράβηξε το πρώτο του πορτρέτο μιας ηλιακής κηλίδας, αρκετά μεγάλης για να χωρέσει τη Γη.

Οι κηλίδες είναι σκοτεινές ψυχρότερες περιοχές στην επιφάνεια του μητρικού άστρου μας, οι οποίες δημιουργούνται από τη δυναμική του μαγνητικού πεδίου του. Η πλειονότητα των ηλιακών εκλάμψεων και εκρήξεων στεμματικής μάζας, των πιο εκρηκτικών φαινομένων του Ήλιου, πηγάζουν από περιοχές με έντονο μαγνητικό πεδίο γύρω από τις κηλίδες και μπορούν να επηρεάσουν καθοριστικά τον διαστημικό καιρό και την ίδια τη Γη.

Η ηλιακή δραστηριότητα, όπως μετριέται με βάση τον αριθμό των παρατηρούμενων κηλίδων, ακολουθεί ένα περιοδικό 11ετή κύκλο. Όταν η ηλιακή δραστηριότητα φθάνει στο αποκορύφωμα της, ο Ήλιος γεμίζει σκούρες κηλίδες. Οι αστρονόμοι αναμένουν ότι ο Ήλιος, ο οποίος είχε φθάσει στο ναδίρ της δραστηριότητας του το Δεκέμβριο του 2019, όταν οι ηλιακές κηλίδες είχαν σχεδόν εξαφανιστεί, θα φθάσει στο νέο μέγιστο σημείο του τρέχοντος κύκλου του στο μέσον του 2025.

Το τηλεσκόπιο Inouye άρχισε να κατασκευάζεται το 2013 και αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός του 2021.

Οι δυνατότητες του φαίνονται από το γεγονός ότι η πρώτη φωτογραφία κηλίδας που τράβηξε, έχει χωρική ανάλυση περίπου δυόμισι φορές μεγαλύτερη από οποιαδήποτε φωτογραφία ηλιακής κηλίδας έως τώρα, δείχνοντας μαγνητικές δομές διαμέτρου έως 20 χιλιομέτρων στην επιφάνεια του Ήλιου.

Η φωτογραφία αποκαλύπτει ένα μικροσκοπικό κομμάτι της επιφάνειας του Ήλιου, με μήκος περίπου 16.000 χιλιομέτρων (η Γη έχει διάμετρο 12.742 χλμ) και με θερμοκρασία σχεδόν 4.200 βαθμούς Κελσίου.

Άγιοι καταστροφείς: Ο Όσιος Ιάκωβος ο ασκητής

Άγιοι της χριστιανοσύνης που φέρονται ως καταστροφείς του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού ή των αντιπάλων τους ή και δολοφόνοι!

Ένας από τους γνωστούς ισχυρισμούς των χριστιανών απολογητών είναι ότι: "Οι χριστιανοί δεν έκαναν καταστροφές, ο Ελληνικός πολιτισμός κατέπεσε από μόνος του και αν έγιναν κάποιες ελάχιστες καταστροφές από κάποιους φανατικούς· αυτό έγινε λόγω των διωγμών που υπέστησαν από τους εθνικούς". Θα δούμε αν ευσταθεί αυτός ο πολύ συχνός ισχυρισμός τους, με βάση τα δικά τους κείμενα που είναι τα συναξάρια των αγίων, από τα οποία θα δούμε αποσπάσματα καταστροφών, όπως και από την ιστορία, τι αναφέρει για όσους από αυτούς τους αγίους, έχουμε ιστορικά στοιχεία.

Τα Συναξάρια είναι οι βιογραφίες των αγίων του Χριστιανισμού, άσχετα αν περιλαμβάνουν πλήθος μυθικών και υπερφυσικών στοιχείων, ή πολλές από αυτές είναι δημιουργήματα μεταγενέστερης ανάγκης για ύπαρξη πληθώρας μαρτύρων

Τα σχετικά με καταστροφές αποσπάσματα που ακολουθούν, είναι κυρίως από την συλλογή του Άγιου Νικόδημου του Αγιορείτη. Ακολουθεί ο "σύνδεσμος 1" στο πρωτότυπο. Ο δεύτερος "σύνδεσμος 2", είναι ένα διαδομένο συναξάρι στο Διαδίκτυο, που έχει μεταφρασμένα τα κείμενα, και ίσως πληροφορίες και από άλλα συναξάρια, αλλά όπως θα διαπιστώσετε και αρκετά αλλοιωμένα. Όταν ο δεύτερος σύνδεσμος είναι σε παρένθεση, υπάρχει αλλοίωση που συνήθως σημειώνεται δίπλα του σε παρένθεση. Για τα ιστορικά πρόσωπα χρησιμοποιήθηκαν άλλες πηγές.

Ο Όσιος Ιάκωβος ο ασκητής (εορτάζει για την Εκκλησία στις 28 Ιανουαρίου).

"O δε Όσιος νικηθείς από την επιθυμίαν, φευ του πτώματος! διαφθείρει την κόρην. Έπειτα τι γίνεται; Φοβηθείς διά να μη φανερωθή η σιγχαμερά αύτη πράξίς του, φονεύει μεν την γυναίκα, φονεύει δε ομού και τον αδελφόν της. Τα δε νεκρά σώματα τούτων, ρίπτει αυτά εις τον ποταμόν, οπού εκεί κοντά έτρεχεν".
σύνδεσμος 1
σύνδεσμος 2

Η αλήθεια είναι ότι τα συναξάρια είναι σε απίστευτο βαθμό μυθολογήματα και εφόσον δεν μπορούμε να δεχτούμε ως αληθή τα εξόφθαλμα θαύματα που περιέχουν, άλλο τόσο και τις ιστορίες τους. Αυτά όμως μαζί και με τις πράξεις των ιστορικών αγίων, αλλά και ότι έχουμε δει ήδη για το πως επικράτησε ο Χριστιανισμός, δείχνουν την ιδεολογία των χριστιανών διαχρονικά στο πως έβλεπαν τις άλλες θρησκείες και το μίσος τους για τις θεωρήσεις των άλλων που δεν άντεχαν, κυρίως των αρχαίων Ελλήνων που τους θεωρούσαν "μιαρούς", και "διεφθαρμένους". Αντικατοπτρίζουν τελικά το ποιοι κατέστρεφαν τα αρχαία ιερά, επίσης αντικατοπτρίζει τον πραγματικό λόγο που έγιναν οι σχετικά λίγοι διωγμοί των χριστιανών: Έγιναν εξαιτίας της επιθετικής τους δράσης κατά της αρχαίας θρησκείας, αφού εκείνη την εποχή και μέχρι να επικρατήσουν, υπήρχε πραγματική ανεξιθρησκεία.

Βλέπετε, για τους χριστιανούς τότε δεν εθεωρείτο κακό να καταστρέψεις τον ναό μιας άλλης θρησκείας ή τα αγάλματα της, υπήρχαν άλλωστε και οι κανόνες του Δευτερονομίου που δεν φαίνεται κανείς στον Χριστιανισμό να τους θεωρεί ως άκυρους, το αντίθετο. Υπάρχουν επίσης και οι εντολές του ίδιου του Ιησού, που είπε: ότι όποιος δεν είναι μαζί του είναι εναντίον του, ότι θα φέρει διχόνοια και ότι όποιος είναι έξω από την διδασκαλία του, πρέπει να αποβληθεί και να ριφθεί στην φωτιά. Έτσι δεν μας κάνουν εντύπωση τα κατορθώματα και οι καταστροφές αγίων χριστιανών, αφού συμφωνούν και με την θεωρία του. Μια θεωρία που η σύγχρονη Εκκλησία θέλει να ξεχάσει ή να συμβολοποιήσει.

Η μελέτη αυτή μπήκε για να ξεκαθαρίσουμε άλλη μια φορά, ότι ο Χριστιανισμός στην ουσία του και συχνά με την πράξη του, δεν έχει καμιά σχέση με την αγάπη και την ειρήνη που δήθεν θέλει να μας πει, ειδικά στον τρόπο που εξαπλώθηκε. Ήταν φονταμενταλιστικός, δηλαδή επικροτούσε και εφάρμοσε την βία στους άλλους όπως κάνουν τώρα οι μουσουλμάνοι, το προβάλει αυτό σαν επίτευγμα στα κείμενα αλλά και σε εικόνες του. Έτσι εξαπλώθηκε και δυστυχώς δεν υπάρχει καμιά διασφάλιση ότι δεν μπορεί να ξαναγίνει κάποια στιγμή το ίδιο.

ΔΕΣ: Άγιοι καταστροφείς

Fr. Nietzsche: ο Ευρωπαϊκός μηδενισμός

Στο έργο του Νίτσε σχολιάζονται τα κείμενα εκείνα, που αποτελούν το πρώτο από τα τέσσερα βιβλία του πολλαχώς υπό συζήτηση έργου του φιλοσόφου: η βούληση για δύναμη (der Wille zur Macht). Καθ’ όλη την έκταση αυτού του έργου είναι έκδηλη μια γενεαλογικής υφής ερμηνευτική, που βλέπει προς τα πίσω για να κοιτάξει μπροστά. Βλέπει προς τα πίσω: οικο-δομεί μια στέρεη εσωτερική επαφή με τα μεγάλα έργα του φιλοσοφικού πολιτισμού ‒πρωτίστως του ελληνικού με προεξάρχοντα τον προσωκρατικό στοχασμό‒ για να περιγράψει εν τέλει την ιστορία του ευρωπαϊκού μηδενισμού, με τη δύναμη μιας φιλοσοφικής ρητορικής, σχεδόν παρόμοιας κατά τη δομή της με εκείνη του πλατωνικού Φαίδρου. Η νοητή γραμμή της εν λόγω ρητορικής συνάπτεται με την προοπτική του μηδενισμού, που αρνείται τον ως τώρα υπαρκτό κόσμο ως ένα είδος Είναι και παρουσιάζει το μέλλον, να «ομιλεί με εκατό σημεία», καθιστά δηλαδή εφικτή την αλλαγή του κόσμου, έξω από «τα παράσιτα του πνεύματος» και την παρακμιακή ηθική. Το υπό συζήτηση βιβλίο ανάγει τη σπουδαιότητά του, πριν απ’ όλα, στο γεγονός ότι εισχωρεί μέσα στα αβυσσαλέα ριζώματα του σύγχρονου ευρωπαϊκού μηδενισμού και ξανασκέπτεται, από μηδενική βάση, ό,τι ως τώρα θεωρούνταν δεδομένο, αποτελειωμένο, ολοκληρωμένο σύστημα αξιών.

§2

Ουσιαστικά, ο Νίτσε αναζητεί εκείνο το φωτεινό μονοπάτι της σκέψης, ικανό να οδηγήσει σε μια νέα, ερμηνευτική εσωτερικότητα της ζωής, που θα περισώζει την εξωτερικότητα εδώ και τώρα και θα αποτελεί έτσι την ακαταμάχητη δύναμη ενάντια στον καλπάζοντα βαρβαρισμό των διαφόρων ‒ισμών: φιλελευθερ-ισμός, εθνικ-ισμός, δημοκρατ-ισμός, σοσιαλ-ισμός, ολοκληρωτ-ισμός, χριστιαν-ισμός, Διαφωτ-σμός κ.λπ. Αυτοί και παρόμοιοι ‒ισμοί έχουν ένα κεφαλαιώδες κοινό χαρακτηριστικό, μεταξύ πολλών επί μέρους άλλων: έχουν αφαιρέσει από τον άνθρωπο την πίστη στην εδώ και τώρα ζωή, στην παρούσα ζωή, για χάρη και δυνάμει μιας πίστης στα αφηρημένα, κενά συγκεκριμένου περιεχομένου ιδεώδη ενός υπεραισθητού, υπερβατικού, θεολογικο-μεταφυσικού κόσμου. Πρόκειται, στ’ αλήθεια, για μια συστηματική παραπλάνηση-αποδυνάμωση του ανθρώπου, το πνευματικό άρωμα της οποίας συγκροτείται από ένα, εδώ και αιώνες, εδραιωμένο σύστημα αξιών. Είναι αυτό που παραλύει τα κύτταρα της βουλητικής δύναμης και των πηγαίων ενστίκτων του ανθρώπου, με αποτέλεσμα να δομείται σε εξουσία η αρρωστημένη, αρνητική, σαθρή βούληση όλων των παρασιτικών στοιχείων και να συνθλίβεται καθετί το υγιές, το δυνατό, το βέλτιστο, το άριστο. Το τελευταίο τούτο δεν έχει να κάνει με κάποιον παλιομοδίτικο αριστοκρατισμό, όπως αφελώς πιστεύουν ορισμένα αντιπνευματικά όντα, αλλά με την ικανότητα του ανθρώπου να καταπολεμήσει τη διαφθορά, την ηθική κατάπτωση, γενικώς την παρακμή ή παρακμιακή ζωή, στην οποία τον καταδικάζουν οι θεσμικοί και άλλοι μηχανισμοί των ως άνω ‒ισμών.

§3

Είναι αλήθεια πως η σημερινή εποχή, όπως και εκείνη που έγραφε ο Νίτσε, είναι άκρως περίπλοκη και όχι λιγότερο μηδενιστική. Ο συνολικός της προβληματισμός για την πορεία του πνευματικού πολιτισμού συνυφαίνεται με την αγωνία γύρω από την πολιτική, πολιτισμική, τεχνικο-επιστημονική εξέλιξη εν όλω του ανθρώπου. Το ερώτημα, επομένως, που διατρέχει το σύνολο της νιτσεϊκής σκέψης στο παρόν βιβλίο και αποτυπώνει αυτή την αγωνία, ηχεί περίπου ως εξής: πώς μπορεί η αυθεντική ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, του ανθρωπίνως υπάρχειν, να βρει την περπατησιά της έξω από τη και ενάντια στη μηδενιστική αποσάθρωσή της; Ο φιλόσοφος απαντά: μεταστοιχειώνοντας όλες εκείνες τις αξίες, που μας υπαγορεύουν τρόπους θέασης του κόσμου και άντλησης αντίστοιχων νοημάτων ζωής. Μόνο έτσι μπορούμε να καταστρέψουμε όλες τις παρασιτικές, νοσηρές δυνάμεις, που λυμαίνονται τον κόσμο του ανθρώπου, και να διανοιχθούμε στις πολλαπλές προοπτικές του δημιουργείν:

«Μεταστοιχείωση όλων των αξιών: αυτή τη συνταγή δίνω για μια πράξη ύψιστου αυτοδιαλογισμού της ανθρωπότητας· μια πράξη που σε μένα έχει γίνει σάρκα και πνεύμα … Αντιλέγω όσο κανένας άλλος και όμως είμαι το αντίθετο ενός αρνητικού πνεύματος … Είμαι ένας χαρούμενος μαντατοφόρος … αλλά είμαι και ο άνθρωπος του μοιραίου. Γιατί, όταν η αλήθεια συγκρούεται με ψέματα χιλιετιών, μέλλει να ζήσουμε τραντάγματα, παροξυσμούς σεισμών, αδιανόητες ως τώρα μετατοπίσεις βουνών και κοιλάδων. Η έννοια της πολιτικής θα εισέλθει τότε ολοσχερώς σε έναν πόλεμο πνευμάτων, όλες οι δομές εξουσίας της παλιάς κοινωνίας θα τιναχθούν στον αέρα ‒ αφού όλα στηρίζονται πάνω στο ψέμα».

Όσο θολώνουν οι πνευματικοί ορίζοντες της σημερινής Ευρώπης, πόσο μάλλον των αγοραίων βοσκών της Ελλαδικής εξουσίας, τόσο ερημώνει η ζωή και η δημιουργία συνθλίβεται από τη μνησικακία των αδύναμων, των σακάτηδων, κατά Νίτσε, σε όλα τα επίπεδα του ανθρώπινου πράττειν: από τη φροντίδα της σωματικής υγείας έως και όλες τις εκφάνσεις της ψυχικής υγείας, καθώς και της πολιτισμικο-πνευματικής εξέλιξης. Κάπως έτσι στηλιτεύει, στο παρόν έργο του, ο φιλόσοφος τις ανισόρροπες συμπεριφορές των εξασθενημένων/εξαντλημένων βουλήσεων, που παίρνουν, υποτίθεται, το μέρος των φτωχών, ή μιλούν για «ίσα δικαιώματα» προκειμένου να δομήσουν τη δική τους εξουσία, την εξουσία των έκφυλων, των παθητικών μηδενιστών και να συντρίψουν, με τον μανδύα του μοραλισμού/της ηθικολογίας, κάθε είδους παραγωγική, δημιουργική δύναμη. Και εν τέλει διερωτάται ο Νίτσε: «πώς έφτασαν οι εξαντλημένοι να συντάξουν τους νόμους για τις αξίες; …Πώς ήρθαν στην εξουσία, εκείνοι που είναι τελευταίοι;»

Και όταν έρχονται οι τελευταίοι στην εξουσία δεν αναπαράγουν απλώς τη δική τους αποβλάκωση ή δεν την καθιστούν μόνο ύψιστη αξία της πολιτικής, κοινωνικής και ατομικής ζωής, αλλά την αναγορεύουν και σε αδιαπραγμάτευτη δύναμη αξιολόγησης αυτής τούτης της ζωής. Κατ’ αυτό τον τρόπο τείνουν να αποδυναμώνουν, να εξαντλούν ή να κουράζουν και τις υγιείς, κραταιές δυνάμεις της κοινωνίας. Οπότε η εξουσία τους διαιωνίζεται και ο αρνητικός μηδενισμός καλά κρατεί.

Άλλα Σχόλια: 

α)

Και όλα αυτά, όχι άσχετα με την ιστορική - πνευματική πορεία του νεότερου ελληνισμού ως εκείνης της εθνικής μειονότητας και μειονεξίας που με απίστευτο θράσος και κραταιά βλακεία υπονόμευσε και αποσάθρωσε οτιδήποτε, ως πνευματική αξία, δόμησε και ανέδειξε κατά το παρελθόν την πνευματική ταυτότητα του εν λόγω ελληνισμού η οποία ως αρχή των μεγάλων πραγματοποιήσεων έφερε στο προσκήνιο το αρχαίο και αθάνατο κλέος που σήμερα επικαλούμαστε εν κενώ.

Ποιά νέμεση είναι αυτή που υπέβαλε την μεταποίηση της αρχής σύμφωνα με την οποία ο ελληνισμός συγκροτούσε μια απαράγραπτη κατάθεση του πνεύματος στην ιστορία του κόσμου, σε σύγχρονη εθνική μειοδοσία υπό την έννοια του έθνους κράτους με τα περιχαρακωμένα γεωγραφικά σύνορα;

Η καθόλα αυτή αντιφατική συνείδηση του ιστορικού σώματος του ελληνισμού, μεγαλωμένη μέσα στους κόλπους της χριστιανικής εκκλησίας, η οποία μετακένωσε το δικό της ιστορικό δράμα στο παραπάνω σώμα, εκείνο της αντίφασης της συνείδησης που δεν επιλύεται αλλά μονάχα δανείζεται ένταση προκειμένου να διαιωνίζεται, εξηγεί με επάρκεια τον νεοελληνικό μηδενισμό ο οποίος για ακόμα μια φορά επετειακής μνήμης θα εξαντληθεί σε δοξασμούς και ύμνους προς την αιθερική και παγωμένη φαντασιακή μνήμη του εαυτού του, προς συντριβή κάθε ζώσας δύναμης και της πραγματικότητας. Και στα παραπάνω, συμπεριλαμβάνω και θέτω ως ζητούμενο την αυτοσυνείδηση της Επανάστασης του Γένους καθώς και του πρώτου Κυβερνήτη, Ιωάννη Καποδίστρια, σε σχέση πάντα με την καθαρή έννοια του Κράτους η οποία αποτελεί και το μεγάλο ιστορικό ζητούμενο για τον ελληνισμό.

β) 

1. Ξεκινώ από τον Καποδίστρια: Ένας από τους λίγους, αν όχι ο μόνος, κυβερνήτης της Ελλάδας, από ιδρύσεως του νεοελληνικού κράτους, με ικανότητες και με μοναδική του έγνοια το συμφέρον της χώρας.
2. Νεοελληνικός μηδενισμός: αρνητική του εκδήλωση και αναπαραγωγική του δύναμη είναι τα διάφορα πολιτικά σώματα των μισθοφόρων και πραιτοριανών, των δεδηλωμένων θρασύδειλων που εκποιούν τη χώρα, αρκεί να είναι αυτοί στην εξουσία.
Ενίοτε συνεπικουρεί και το ένα ή το άλλο θεολογικό/θρησκευτικοειδές επέκεινα.
3. Έθνος-κράτος: θετικό υπό την έννοια της αρχαίας ελληνικής πολιτείας και με περιεχόμενα, δηλαδή πολιτικές, που εναρμονίζουν το ιδιωτικό με το δημόσιο συμφέρον και δεν στηρίζονται ή δεν ασκούνται από άξεστους καμαριέρηδες της πολιτικής. Θετικό επίσης ως ανεξάρτητο, σε επίπεδο διεθνών συνεργασιών, που αναγνωρίζει «την ελεύθερη ατομικότητα των λαών» (Χέγκελ).
4. Ελληνισμός: ως ιστορική ύπαρξη, ως ιστορικότητα του Είναι του ελληνικού λαού. Περιεχόμενα ή ενσαρκώσεις αυτής της ιστορικότητας είναι τα πνευματικά επιτεύγματα των αρχαίων, αλλά και των νέων Ελλήνων, π.χ. νεοελληνικός διαφωτισμός. Τα εν λόγω επιτεύγματα δεν ανήκουν στις πολιτικές συμμορίες, που τα επικαλούνται ή τα ιδιοποιούνται ενίοτε, για να δικαιολογήσουν, δηλαδή να συγκαλύψουν την ανθελληνική τους δράση. Αντίθετα, αποτελούν το αντίπαλο δέος.
5. Η αντίφαση της νεοελληνικής συνείδησης σχετίζεται με την απουσία παιδείας, μαζί και θεσμικής εκπαίδευσης. Όσο απουσιάζει η συγκεκριμένη παιδεία, τόσο ακούγονται διθύραμβοι για τα διάφορα επέκεινα, ενώ την ίδια στιγμή η ευρεία μάζα αποβλακώνεται και τρέχει πίσω από αντάξιους προς αυτή τιποτένιους, αποβλακωμένους πολιτικούς.

γ)

Η σκέψη μου για το έθνος – κράτος έχει ως εξής: ως ενότητα ή οργανισμός που προάγει το εθνικό συμφέρον, αποτελεί μερική αλλά απόλυτα αναγκαία συνθήκη. Δέχομαι και εγώ (αν σας κατανόησα ορθά) ότι το έθνος – κράτος είναι αναγκαία πολιτική πραγματικότητα του παρόντος που δεν μπορεί να καταργηθεί ή να λησμονηθεί από κανένα πολιτικό γραφείο και φτηνά ιδεολογήματα του κάθε τυχάρπαστου που λαβαίνει μέρος στη νομή της εξουσίας.

Το ενδιαφέρον μου όμως, στέκεται στην λογική υπέρβαση των προϋποθέσεων που συνιστούν την ενότητά του επειδή η έννοια και η πραγματικότητα του κράτους που στέκει πριν από κάθε διαμεσολάβησή του από το έθνος είναι η δυνατότητα του αυτογνωρισμού του σε αντίθεση με το έθνος το οποίο δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο του εαυτού του επειδή αρκείται μόνιμα στα ιστορικά του περιεχόμενα τα οποία έχουν συναχθεί αθροιστικά.

Εάν είναι δυνατή κάποια λειτουργική προτεραιότητα, θα έλεγα πως το κράτος έρχεται πρώτο ως καθολική πολιτική μορφή του απόλυτου, δεκτική έναντι διαμεσολάβησης από τα οποιαδήποτε περιεχόμενα.

Επί παραδείγματι, ένα ελληνικό κράτος δεν είναι μόνο η πολιτική ενότητα που παράγει την ταυτότητα των πολιτών του και προάγει τα συμφέροντά τους, αλλά κυρίως η καθολικότητα που γνωρίζει να αφαιρεί τα περιεχόμενά της και να προ – χωρεί σε συλλήψεις της ενότητας και της ταυτότητάς του με κριτήριο ολοένα καθολικότερες φανερώσεις της ιδέας του, που προκύπτουν βεβαίως από το ιστορικό του είναι. Ένα ελληνικό έθνος - κράτος γνωρίζει τον εαυτό του μόνο σε σχέση με τα άλλα έθνη κράτη και εξ ορισμού τα θεωρεί κατ’ αρχήν, εχθρικά. Τούτο είναι μεν αναγκαίο αλλά λογικά εχθρικό προς κάθε έννοια κίνησης του πράγματος έως ότου αυτό κατανοηθεί την πληρότητά του.

Η αντίφαση της νεοελληνικής συνείδησης προκύπτει από την αγεφύρωτη διάσταση και εχθρική διαλεκτική ανάμεσα στην ενότητα - ταυτότητα του κράτους ως ιστορικού θείου είναι, όπως αυτό πραγματοποιήθηκε ως απόλυτο στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, και στην νεοελληνική εκδοχή του έθνους – κράτους όπως αυτό τραυματικά βιώθηκε μετά την κατάρρευση της δεύτερης ελληνικής αυτοκρατορίας, της λεγόμενης βυζαντινής και της ταυτόχρονης εθνικοποίησής του.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας δεν θα μπορούσε να γνωρίζει φιλοσοφικά τούτη την αντίφαση, αλλά την βίωνε εσωτερικά ως κατάφαση, αφενός, της ιδέας της ελευθερίας των υπόδουλων Ελλήνων (δίχως αυθεντικό περιεχόμενο) και αφετέρου ως βεβαιότητα για την πλήρη αδυναμία συγκρότησης ενός νέου κράτους υπό τις υπάρχουσες τότε ‘’εθνικές’’ προϋποθέσεις. Τούτο, οδήγησε τον ίδιο στον θάνατο, διότι κατά την ανάληψη της εξουσίας δεν ήταν πλήρως ο εαυτός του, και την εθνική υπόθεση στο βάραθρο έως και σήμερα.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία: (600a-601c)

[600a] Ἀλλὰ δή τις πόλεμος ἐπὶ Ὁμήρου ὑπ᾽ ἐκείνου ἄρχοντος ἢ συμβουλεύοντος εὖ πολεμηθεὶς μνημονεύεται;
Οὐδείς.
Ἀλλ᾽ οἷα δὴ εἰς τὰ ἔργα σοφοῦ ἀνδρὸς πολλαὶ ἐπίνοιαι καὶ εὐμήχανοι εἰς τέχνας ἤ τινας ἄλλας πράξεις λέγονται, ὥσπερ αὖ Θάλεώ τε πέρι τοῦ Μιλησίου καὶ Ἀναχάρσιος τοῦ Σκύθου;
Οὐδαμῶς τοιοῦτον οὐδέν.
Ἀλλὰ δὴ εἰ μὴ δημοσίᾳ, ἰδίᾳ τισὶν ἡγεμὼν παιδείας αὐτὸς ζῶν λέγεται Ὅμηρος γενέσθαι, οἳ ἐκεῖνον ἠγάπων ἐπὶ [600b] συνουσίᾳ καὶ τοῖς ὑστέροις ὁδόν τινα παρέδοσαν βίου Ὁμηρικήν, ὥσπερ Πυθαγόρας αὐτός τε διαφερόντως ἐπὶ τούτῳ ἠγαπήθη, καὶ οἱ ὕστεροι ἔτι καὶ νῦν Πυθαγόρειον τρόπον ἐπονομάζοντες τοῦ βίου διαφανεῖς πῃ δοκοῦσιν εἶναι ἐν τοῖς ἄλλοις;
Οὐδ᾽ αὖ, ἔφη, τοιοῦτον οὐδὲν λέγεται. ὁ γὰρ Κρεώφυλος, ὦ Σώκρατες, ἴσως, ὁ τοῦ Ὁμήρου ἑταῖρος, τοῦ ὀνόματος ἂν γελοιότερος ἔτι πρὸς παιδείαν φανείη, εἰ τὰ λεγόμενα περὶ Ὁμήρου ἀληθῆ. λέγεται γὰρ ὡς πολλή τις ἀμέλεια περὶ [600c] αὐτὸν ἦν ἐπ᾽ αὐτοῦ ἐκείνου, ὅτε ἔζη.
Λέγεται γὰρ οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ. ἀλλ᾽ οἴει, ὦ Γλαύκων, εἰ τῷ ὄντι οἷός τ᾽ ἦν παιδεύειν ἀνθρώπους καὶ βελτίους ἀπεργάζεσθαι Ὅμηρος, ἅτε περὶ τούτων οὐ μιμεῖσθαι ἀλλὰ γιγνώσκειν δυνάμενος, οὐκ ἄρ᾽ ἂν πολλοὺς ἑταίρους ἐποιήσατο καὶ ἐτιμᾶτο καὶ ἠγαπᾶτο ὑπ᾽ αὐτῶν, ἀλλὰ Πρωταγόρας μὲν ἄρα ὁ Ἀβδηρίτης καὶ Πρόδικος ὁ Κεῖος καὶ ἄλλοι πάμπολλοι δύνανται τοῖς ἐφ᾽ ἑαυτῶν παριστάναι ἰδίᾳ συγγιγνόμενοι [600d] ὡς οὔτε οἰκίαν οὔτε πόλιν τὴν αὑτῶν διοικεῖν οἷοί τ᾽ ἔσονται, ἐὰν μὴ σφεῖς αὐτῶν ἐπιστατήσωσιν τῆς παιδείας, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ σοφίᾳ οὕτω σφόδρα φιλοῦνται, ὥστε μόνον οὐκ ἐπὶ ταῖς κεφαλαῖς περιφέρουσιν αὐτοὺς οἱ ἑταῖροι· Ὅμηρον δ᾽ ἄρα οἱ ἐπ᾽ ἐκείνου, εἴπερ οἷός τ᾽ ἦν πρὸς ἀρετὴν ὀνῆσαι ἀνθρώπους, ἢ Ἡσίοδον ῥαψῳδεῖν ἂν περιιόντας εἴων, καὶ οὐχὶ μᾶλλον ἂν αὐτῶν ἀντείχοντο ἢ τοῦ χρυσοῦ καὶ [600e] ἠνάγκαζον παρὰ σφίσιν οἴκοι εἶναι, ἢ εἰ μὴ ἔπειθον, αὐτοὶ ἂν ἐπαιδαγώγουν ὅπῃ ᾖσαν, ἕως ἱκανῶς παιδείας μεταλάβοιεν;
Παντάπασιν, ἔφη, δοκεῖς μοι, ὦ Σώκρατες, ἀληθῆ λέγειν.
Οὐκοῦν τιθῶμεν ἀπὸ Ὁμήρου ἀρξαμένους πάντας τοὺς ποιητικοὺς μιμητὰς εἰδώλων ἀρετῆς εἶναι καὶ τῶν ἄλλων περὶ ὧν ποιοῦσιν, τῆς δὲ ἀληθείας οὐχ ἅπτεσθαι, ἀλλ᾽ ὥσπερ νυνδὴ ἐλέγομεν, ὁ ζωγράφος σκυτοτόμον ποιήσει δοκοῦντα [601a] εἶναι, αὐτός τε οὐκ ἐπαΐων περὶ σκυτοτομίας καὶ τοῖς μὴ ἐπαΐουσιν, ἐκ τῶν χρωμάτων δὲ καὶ σχημάτων θεωροῦσιν;
Πάνυ μὲν οὖν.
Οὕτω δὴ οἶμαι καὶ τὸν ποιητικὸν φήσομεν χρώματα ἄττα ἑκάστων τῶν τεχνῶν τοῖς ὀνόμασι καὶ ῥήμασιν ἐπιχρωματίζειν αὐτὸν οὐκ ἐπαΐοντα ἀλλ᾽ ἢ μιμεῖσθαι, ὥστε ἑτέροις τοιούτοις ἐκ τῶν λόγων θεωροῦσι δοκεῖν, ἐάντε περὶ σκυτοτομίας τις λέγῃ ἐν μέτρῳ καὶ ῥυθμῷ καὶ ἁρμονίᾳ, πάνυ εὖ δοκεῖν λέγεσθαι, ἐάντε περὶ στρατηγίας ἐάντε περὶ ἄλλου [601b] ὁτουοῦν· οὕτω φύσει αὐτὰ ταῦτα μεγάλην τινὰ κήλησιν ἔχειν. ἐπεὶ γυμνωθέντα γε τῶν τῆς μουσικῆς χρωμάτων τὰ τῶν ποιητῶν, αὐτὰ ἐφ᾽ αὑτῶν λεγόμενα, οἶμαί σε εἰδέναι οἷα φαίνεται. τεθέασαι γάρ που.
Ἔγωγ᾽, ἔφη.
Οὐκοῦν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἔοικεν τοῖς τῶν ὡραίων προσώποις, καλῶν δὲ μή, οἷα γίγνεται ἰδεῖν ὅταν αὐτὰ τὸ ἄνθος προλίπῃ;
Παντάπασιν, ἦ δ᾽ ὅς.
Ἴθι δή, τόδε ἄθρει· ὁ τοῦ εἰδώλου ποιητής, ὁ μιμητής, φαμέν, τοῦ μὲν ὄντος οὐδὲν ἐπαΐει, τοῦ δὲ φαινομένου· οὐχ [601c] οὕτως;
Ναί.
Μὴ τοίνυν ἡμίσεως αὐτὸ καταλίπωμεν ῥηθέν, ἀλλ᾽ ἱκανῶς ἴδωμεν.
Λέγε, ἔφη.
Ζωγράφος, φαμέν, ἡνίας τε γράψει καὶ χαλινόν;
Ναί.
Ποιήσει δέ γε σκυτοτόμος καὶ χαλκεύς;
Πάνυ γε.
Ἆρ᾽ οὖν ἐπαΐει οἵας δεῖ τὰς ἡνίας εἶναι καὶ τὸν χαλινὸν ὁ γραφεύς; ἢ οὐδ᾽ ὁ ποιήσας, ὅ τε χαλκεὺς καὶ ὁ σκυτεύς, ἀλλ᾽ ἐκεῖνος ὅσπερ τούτοις ἐπίσταται χρῆσθαι, μόνος ὁ ἱππικός;
Ἀληθέστατα.
Ἆρ᾽ οὖν οὐ περὶ πάντα οὕτω φήσομεν ἔχειν;
Πῶς;

***
[600a] Αλλά μήπως τάχα μνημονεύεται κανένας πόλεμος στα χρόνια του Ομήρου που έγινε καλά ή μ᾽ εκείνον αρχηγό ή σύμφωνα με τις συμβουλές του;
Κανείς.
Αλλά μήπως, αφού ήταν άνθρωπος σοφός, αναφέρονται πολλές εφευρέσεις δικές του στις τέχνες και άλλες ευκολίες ωφέλιμες στα διάφορα επαγγέλματα, όπως λέγονται για τον Θαλή τον Μιλήσιο και τον Σκύθη Ανάχαρση;
Τίποτα απολύτως δεν λέγεται γι᾽ αυτόν.
Αλλ᾽ αν δεν πρόσφερε ο Όμηρος καμιά τέτοια υπηρεσία στην κοινωνία, μήπως λέγεται ότι διηύθυνε, όταν ζούσε, την παιδεία μερικών ανθρώπων που αγαπούσαν [600b] τη συναναστροφή του και παράδωσαν στους μεταγενέστερους έναν τρόπο ζωής Ομηρικό, όπως παραδείγματος χάρη ο Πυθαγόρας αγαπήθηκε ιδιαίτερα γι᾽ αυτό τον λόγο και οι οπαδοί του ακόμη και σήμερα διακρίνονται ανάμεσα σ᾽ όλους τους ανθρώπους για τον ξεχωριστό τρόπο της ζωής τους, που οι ίδιοι τον ονομάζουν Πυθαγόρειο;
Ούτε τίποτα τέτοιο αναφέρεται· γιατί ο Κρεώφυλος, Σωκράτη, ο φίλος του Ομήρου, θα φαινότανε ίσως κατά την παιδεία του γελοιότερος και απ᾽ αυτό το όνομά του, αν αληθεύουν όσα λέγονται για τη διαγωγή του απέναντι στον Όμηρο· λέγουν δηλαδή ότι έδειξε [600c] σ᾽ αυτόν, ενόσω ζούσε, μιαν αχαρακτήριστη αμέλεια.
Πραγματικά αναφέρεται κάτι τέτοιο· αλλά πιστεύεις, Γλαύκων, ότι αν όντως ο Όμηρος ήταν ικανός να εκπαιδεύει τους ανθρώπους και να τους κάνει καλύτερους, επειδή μπορούσε να γνωρίζει κατά βάθος αυτά τα πράγματα και όχι να τα απομιμείται, δεν θα αποκτούσε πολλούς φίλους που θα τον τιμούσαν και θα τον αγαπούσαν; Ο Πρωταγόρας έξαφνα ο Αβδηρίτης και ο Πρόδικος ο Κείος και πάμπολλοι άλλοι έχουν αρκετήν επιρροή απάνω στο πνεύμα των συγχρόνων τους, ώστε να τους πείθουν, στις ιδιαίτερες συνομιλίες τους, [600d] ότι ούτε το σπίτι ούτε την πατρίδα τους θα μπορέσουν να διοικήσουν, αν δεν αναλάβουν αυτοί τη διεύθυνση της παιδείας τους· και γι᾽ αυτή τη σοφία τους τόσο πολύ τους αγαπούν και τους εκτιμούν, ώστε μόνο που δεν τους σηκώνουν να τους γυρνούν απάνω στα κεφάλια τους οι οπαδοί τους. Τον Όμηρο και τον Ησίοδο οι σύγχρονοί τους θα τους άφηναν να γυρίζουν τον κόσμο απαγγέλλοντας τις ραψωδίες τους, αν μπορούσαν να ωφελήσουν τους ανθρώπους με αληθινά διδάγματα αρετής; Και δεν θα κολλούσαν απάνω τους περισσότερο απ᾽ όσο οι άνθρωποι κολλούν απάνω στο χρυσάφι, και [600e] δεν θα έκαναν τα δυνατά τους να τους κρατήσουν κοντά τους, ή, αν δεν το κατόρθωναν, δεν θα τους παρακολουθούσαν οι ίδιοι όπου κι αν πήγαιναν, σαν πιστοί μαθητές, έως ότου αποκτήσουν αρκετή παιδεία απ᾽ αυτούς;
Μου φαίνεται ότι λες εντελώς την αλήθεια, Σωκράτη.
Να ειπούμε λοιπόν γενικά για όλους τους ποιητές, αρχίζοντας από τον Όμηρο, ότι είναι απλώς μιμητές των ειδώλων της αρετής και των άλλων που πραγματεύονται στα ποιήματά τους, την αλήθεια όμως ούτε καν προσεγγίζουν, αλλ᾽ όπως λέγαμε τώρα δα, ο ζωγράφος μπορεί να κάμει έναν παπουτσή να μοιάζει [601a] τόσο πολύ, ώστε όσοι τον βλέπουν από τα χρώματα και τα σχήματα να νομίσουν ότι βλέπουν αληθινό παπουτσή, αν και ο ίδιος δεν έχει καμιά γνώση απ᾽ αυτό το επάγγελμα;
Βεβαιότατα.
Έτσι, νομίζω, και ο ποιητής, αφού δεν γνωρίζει τίποτ᾽ άλλο παρά ν᾽ απομιμείται, έχει την ικανότητα να επιχρωματίζει με κάτι τέτοια χρώματα, με τις λέξεις δηλαδή και τις εκφράσεις, κάθε τέχνη, ώστε, είτε για την τέχνη του παπουτσή μιλεί με μέτρο και ρυθμό και αρμονία, είτε για τη στρατηγική, είτε για οποιοδήποτε άλλο πράγμα, οι ακροατές από τα λόγια του να σχηματίζουν την εντύπωση ότι γνωρίζει κατά βάθος όλ᾽ αυτά που λέγει· [601b] τόσο μεγάλη γοητεία ασκεί από τη φύση της αυτή τη διακόσμηση. Γιατί γνωρίζεις, υποθέτω, πώς φαίνονται αυτά καθαυτά τα κατασκευάσματα των ποιητών, άμα απογυμνωθούν από τον μουσικό χρωματισμό τους· βέβαια θα το έχεις και συ παρατηρήσει.
Μάλιστα.
Δεν μοιάζουν με τα πρόσωπα εκείνων που βρίσκονται στο άνθος της νεότητάς τους, χωρίς όμως και να είναι ωραίοι, και που ξέρεις δα πώς φαίνονται όταν χάσουν αυτό το άνθος;
Εντελώς.
Πρόσεξε τώρα παρακάτω· ο ποιητής του ειδώλου, ο μιμητής δηλαδή, δεν έχει καμιάν ακριβή γνώση του όντος αλλά του φαινομένου· δεν είν᾽ [601c] έτσι;
Μάλιστα.
Ας μην αφήσομε όμως μισοειπωμένο το πράγμα, αλλ᾽ ας το εξετάσομε κατά βάθος.
Λέγε.
Ο ζωγράφος, λέμε, θα ζωγραφίσει γκέμια και χαλινάρι;
Ναι.
Τα ίδια πράγματα θα κατασκευάσει επίσης ο σκυτοτόμος και ο χαλκιάς;
Βεβαιότατα.
Άραγε ξέρει ο ζωγράφος πώς πρέπει να είναι τα γκέμια και το χαλινάρι; Ή μήπως δεν το ξέρει αυτό ούτε εκείνος που τα κατασκευάζει, ο χαλκιάς και ο σκυτοτόμος, αλλά μόνο εκείνος που γνωρίζει και να τα μεταχειριστεί, δηλαδή ο ιππέας;
Αυτό είναι εντελώς αλήθεια.
Και δεν θα παραδεχτούμε ότι το ίδιο συμβαίνει και με όλα τ᾽ άλλα;
Πώς;