Κυριακή 27 Απριλίου 2025

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία

5.5.Γ. Ρητορεία και Ρητορική

Η ρητορική, δηλαδή η θεωρία του προφορικού λόγου και η διδασκαλία της, δεν έχασε ποτέ τη σημαντική θέση που κατείχε στην εκπαίδευση από τον καιρό των σοφιστών· μόνο η ρητορεία διαπιστώσαμε ότι υποχώρησε από τη στιγμή που καταλύθηκαν τα δημοκρατικά πολιτεύματα - φυσικά! Και αν τώρα, στα ελληνορωμαϊκά χρόνια, η ρητορεία βλέπουμε να παρουσιάζει άνθιση, είναι γιατί οι ρήτορες την ασκούσαν στην πιο ήπια μορφή της, εκφωνώντας καθαρά επιδεικτικούς ή ανώδυνα συμβουλευτικούς λόγους σε μεγάλα ακροατήρια. Τέτοιοι ήταν όλοι σχεδόν οι λόγοι που εκφωνούσαν και δημοσίευαν οι σοφιστές της δεύτερης σοφιστικής.

Στη δεύτερη σοφιστική, το είπαμε, εντάσσονται μια σειρά από ρήτορες που έζησαν στην Ελληνορωμαϊκή εποχή περιοδεύοντας απ᾽ άκρη σ᾽ άκρη την αυτοκρατορία και δίνοντας διαλέξεις και μαθήματα σε διάφορα θέματα, με μεγάλη συνήθως επιτυχία. Αυτό ήταν και το μόνο κοινό που είχαν με τους σοφιστές της Κλασικής εποχής· και αν επιμένουμε να χρησιμοποιούμε τους παραπλανητικούς όρους σοφιστές και σοφιστική, είναι γιατί τους συναντούμε στον Φλάβιο Φιλόστρατο, που ανήκει στην ίδια ομάδα.

Οι σοφιστές της δεύτερης σοφιστικής καλλιεργούσαν πλήθος ρητορικά είδη και πραγματεύονταν ποικίλα θέματα. Έγραφαν, απάγγελλαν και δημοσίευαν διαλέξεις, σύντομες πραγματείες ή διατριβές, διάλογους, ρητορικά (προ)γυμνάσματα ή μελέτες (ασκήσεις), εκφράσεις (περιγραφές), προλαλιές (σύντομες προκαταρκτικές ομιλίες), επιστολές, και παίγνια - καθαρά επιδεικτικά τα περισσότερα, με τη φροντίδα του ομιλητή και την προσοχή του ακροατηρίου να συγκεντρώνονται στη μορφή και την απαγγελία περισσότερο παρά στο περιεχόμενο του λόγου.

Σχετικά με το περιεχόμενο των ομιλιών, σημασία έχει να προσέξουμε ότι συχνά οι σοφιστές της δεύτερης σοφιστικής υπέρβαιναν τα όρια της ρητορικής, εισβάλλοντας στα πεδία της λαϊκής ας την πούμε φιλοσοφίας. Στην προσπάθειά τους να συμβουλέψουν, να παρηγορήσουν, να νουθετήσουν ή και μόνο να εντυπωσιάσουν το ακροατήριό τους, πραγματεύονταν θέματα ηθικής με εκλαϊκευτικό τρόπο, χωρίς πρωτοτυπία και βάθος. Έτσι, από τη μια συγχέονταν τα σύνορα ανάμεσα στη φιλοσοφία και τη ρητορική, από την άλλη φιλόσοφοι και σοφιστές βρίσκονταν συχνά αντιμέτωποι, υπερασπίζοντας καθένας την ειδικότητά του.

Κοινό ιδεολογικό χαρακτηριστικό των σοφιστών της δεύτερης σοφιστικής ήταν ο θαυμασμός για την ελληνική ιστορική, φιλοσοφική και λογοτεχνική παράδοση και οι νοσταλγικές αναφορές σε πρόσωπα, καταστάσεις και γεγονότα από το ένδοξο παρελθόν - όλα αυτά χωρίς να αμφισβητείται η ρωμαϊκή κυριαρχία ή να υποβιβάζονται οι Ρωμαίοι, που άλλωστε και οι ίδιοι εθαύμαζαν και τιμούσαν τα ελληνικά επιτεύγματα των παλαιότερων εποχών.

Όπως θα το περιμέναμε, οι ρήτορες της δεύτερης σοφιστικής ήταν αττικιστές, οπότε αναρωτιόμαστε πώς ήταν δυνατό να κάνουν επιτυχημένες δημόσιες ομιλίες στο μεγάλο κοινό (σε θέατρα, σε βασιλικές, σε σταυροδρόμια), όταν τη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν την καταλάβαιναν μόνο οι μορφωμένοι. Το μυστικό ήταν ότι τα χρόνια εκείνα πάντες ᾄδουσι, καὶ ῥήτορες καὶ σοφισταί, «όλοι τραγουδούν, και οι σοφιστές και οι ρήτορες» (Δίων Χρυσόστομος 32.68). Σε εποχή όπου ο μουσικός τονισμός είχε αντικατασταθεί από τον δυναμικό, οι λαμπρόφωνοι αττικιστές εκφωνούσαν τις διαλέξεις τους με την παλιά τραγουδιστή προφορά και γοήτευαν τα πλήθη με τον ήχο και μόνο της ομιλίας τους.[1] Χρονολογικά πρώτος στη σειρά ο Δίων, που για την ευγλωττία του επονομάστηκε Χρυσόστομος.

ΔΙΩΝ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ (περ. 40-115 μ.Χ.)

Γεννήθηκε στην Προύσα της Βιθυνίας, όπου και είχε τις πρώτες του επιτυχίες ως ρήτορας. Στο ξεκίνημά του ήταν δηλωμένος πολέμιος κάθε φιλοσοφίας· όμως αργότερα, όταν του δόθηκε στη Ρώμη η ευκαιρία, μαθήτεψε στον Μουσώνιο Ρούφο, τον δάσκαλο του Επίκτητου και προσηλυτίστηκε στον στωικισμό. Τα βάσανά του άρχισαν όταν το 82 π.Χ. ο αυτοκράτορας Δομιτιανός, για πολιτικούς, υποψιαζόμαστε, λόγους, τον εξόρισε από την Ιταλία και του απαγόρεψε να επιστρέψει στην πατρίδα του.

Φτωχός και αποδιωγμένος ο Δίων φόρεσε τον φιλοσοφικό τρίβωνα και πήρε να ταξιδεύει από τόπο σε τόπο (στην Πελοπόννησο, στην Εύβοια, αλλά και ψηλά, στην περιοχή του Πόντου και του Δούναβη) εκφωνώντας λόγους με λαϊκό-φιλοσοφικό περιεχόμενο. Η τύχη του γύρισε δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, με τον θάνατο του Δομιτιανού: οι διάδοχοι αυτοκράτορες, πρώτος ο Νέρβας, που τον ανακήρυξε ρωμαίο πολίτη, ύστερα ο Τραϊανός, που συνδέθηκε φιλικά μαζί του, τον γέμισαν τιμές και ευεργέτησαν, με τη μεσολάβησή του, την πατρίδα του. Ο Δίων τούς αντάμειψε με δημόσια ευχαριστήρια και επαίνους. Τα τελευταία του χρόνια, ένδοξος πια, τα πέρασε πάλι ταξιδεύοντας και δίνοντας διαλέξεις.

Μας έχουν σωθεί 77 ομιλίες του και 3 επιστολές, η μια προς κάποιο ρωμαίο (;) αξιωματούχο με συμβουλές για το ποιους ποιητές, ιστορικούς και ρήτορες αξίζει να διαβάσει.[2] Από τους λόγους του άλλοι, όπως οι Περὶ βασιλείας, Περὶ ἀρετῆς, Περὶ πλεονεξίας, πραγματεύονται γενικά θέματα· άλλοι, όπως ο Ροδιακός και ο Ταρσικός, απευθύνονται συμβουλευτικά στους κατοίκους των πόλεων που επισκεπτόταν· άλλοι, συμβουλευτικοί και αυτοί, όπως ο Πρὸς Ἀπαμεῖς περὶ ὁμονοίας, αφορούν τοπικά πολιτικά θέματα της Βιθυνίας· άλλοι, όπως ο Περὶ φυγῆς και ο Περὶ τῶν ἔργων είναι αυτοβιογραφικοί· άλλοι, όπως ο Περὶ Ὁμήρου και ο Περὶ Σωκράτους, αναφέρονται σε ποιητές και φιλοσόφους· άλλοι, όπως ο Φιλοκτήτης και η Χρυσηίς αφηγούνται και σχολιάζουν μύθους, κλπ. κλπ. Μέσα σε όλα αυτά ξεχωρίζουμε (α) τον Τρωικὸν ὑπὲρ τοῦ Ἴλιον μὴ ἁλῶναι, όπου με στέρια λογικά επιχειρήματα υποστηρίζεται ότι οι Αχαιοί δεν ήταν δυνατό να πάρουν την Τροία, και ότι ο Όμηρος ψεύδεται (!), (β) τον Εὐβοϊκόν, όπου ο Δίων τάχα ναυαγεί και φιλοξενείται από έναν κυνηγό, που ζει σε ειδυλλιακό περιβάλλον, απομονωμένος με την οικογένειά του, πάμφτωχος, αλλά αγνός και ανέγγιχτος από τα ελαττώματα και τις σκοτούρες της αστικής κοινωνίας, (γ) τον Πρὸς Ἀλεξανδρεῖς, όπου κατηγορεί ανοιχτά τους κατοίκους της Αλεξάνδρειας για ελαφρότητα και για ανάρμοστη συμπεριφορά στους αθλητικούς αγώνες και στις συναυλίες, όπου φανερώνονταν άγριοι και απαίδευτοι, και (δ) ένα νεανικό παίγνιο, το Κώμης ἐγκώμιον, που μας παραδόθηκε ενσωματωμένο στο Φαλάκρας ἐγκώμιον ενός μεταγενέστερου συγγραφέα, του Συνέσιου (4ος μ.Χ. αι.).

Ο Δίων έγραψε και άλλα έργα, φιλοσοφικά, όπως το Εἰ φθαρτὸς ὁ κόσμος, και ιστορικά, όπως τα Γετικά - όλα χαμένα.

Η γλώσσα και το ύφος του, διαμορφωμένα στα πρότυπα του Ξενοφώντα και του Πλάτωνα, είναι σχετικά απλά και καλαίσθητα - και δυσκολευόμαστε να αποφασίσουμε αν οι σποραδικές παραχωρήσεις του στην Κοινή ήταν συνειδητές ή αθέλητες.

Φίλος του Δίωνα, διάσημος για τη ρητορική του δεινότητα, ήταν ο Αντώνιος Πολέμων από τη Λαοδίκεια του Πόντου (περ. 90-145 μ.Χ.). Η φήμη του τον οδήγησε γρήγορα στο περιβάλλον των αυτοκρατόρων, ιδιαίτερα του Αδριανού, που του ανάθεσε να εκφωνήσει τον πανηγυρικό στα εγκαίνια του ναού του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα. Από τα πολλά του έργα σώζονται μόνο δύο φανταστικές αγορεύσεις, όπου ο πατέρας του Κυνέγειρου και ο πατέρας του στρατηγού Καλλίμαχου, που είχε και αυτός σκοτωθεί στη μάχη του Μαραθώνα, διεκδικούν καθένας για τον εαυτό του το δικαίωμα να εκφωνήσει τον επιτάφιο των πεσόντων.

ΗΡΩΔΗΣ Ο ΑΤΤΙΚΟΣ (101-177 μ.Χ.)

Γεννήθηκε από αρχοντική και πάμπλουτη οικογένεια του Μαραθώνα, σπούδασε στην Αθήνα και συνδέθηκε φιλικά με τον Πολέμωνα και τον Αδριανό. Τον αμύθητο πλούτο του τον αξιοποίησε ταξιδεύοντας και χρηματοδοτώντας κοινωφελή έργα - στην Αλεξάνδρεια της Τρωάδας, στην Ολυμπία, στην Κόρινθο, στην Αθήνα και αλλού. Παράλληλα, η οικογενειακή του παράδοση (ο πατέρας του ήταν ενεργός ρωμαίος πολίτης), οι ικανότητές του και το κύρος του τον βοήθησαν να αποχτήσει μεγάλα αξιώματα στην Αθήνα και στη Ρώμη, όπου ο αυτοκράτορας Αντωνίνος τον ονόμασε Πραίτωρα και του ανάθεσε να εκπαιδεύσει τους γιους του.

Πλούτος και αξιώματα δε φέρνουν πάντα την ευτυχία. Ο Ηρώδης έχασε και πένθησε βαριά τη σύζυγό του, τη Ρηγίλλη, τις δύο θυγατέρες του και τον μικρότερό του γιο, άνοιξε δίκες για κληρονομικά θέματα, κατηγορήθηκε και ο ίδιος, δικάστηκε κλπ. Στήριγμά του η πετυχημένη συγγραφική του ενασχόληση και η διδασκαλία της ρητορικής στην Αθήνα.

Από τις διαλέξεις, εφημερίδες (ημερολόγια), επιστολές κλπ. που ξέρουμε ότι έγραψε δε σώθηκε παρά μία φανταστική συμβουλευτική ομιλία Περὶ πολιτείας, όπου προς το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου ένας Λαρισινός παροτρύνει τους συμπολίτες του να συμμαχήσουν με τη Σπάρτη εναντίον των Μακεδόνων. Γλώσσα και ύφος ακολουθούν τα αττικά πρότυπα τόσο πιστά ώστε οι φιλόλογοι να συζητούν αν η ομιλία είναι του Ηρώδη ή αν μήπως πραγματικά ανήκει στον 5ο π.Χ. αιώνα.

Μαθητής του Ηρώδη ήταν ο Αίλιος Αριστείδης (περ. 129-189 μ.Χ.) από τη Μυσία. Ως σοφιστής ταξίδεψε και δοξάστηκε πολύ· όμως και βασανίστηκε για χρόνια από μιαν άγνωστή μας αρρώστια. Οι γιατροί στο Ασκληπιείο της Περγάμου δε μπόρεσαν να τον βοηθήσουν, και για να γιατρευτεί χρειάστηκε ο ίδιος ο Ασκληπιός να τον επισκέπτεται στα όνειρά του και να του δίνει σωτήριες συμβουλές. Αυτές τις θεϊκές επισκέψεις ο Αριστείδης τις κατάγραψε με κάθε λεπτομέρεια στους έξι Ἱεροὺς λόγους, που μας σώθηκαν - μνημεία δεισιδαιμονίας, ματαιοδοξίας και μυστικοπάθειας.

Άλλα του έργα, συνθεμένα στους συμβατικούς τύπους και με τα συνηθισμένα θέματα της δεύτερης σοφιστικής, διασώθηκαν πολλά. Ξεχωρίζουμε τις ομιλίες που σχετίζονται με τη δεύτερη πατρίδα του, τη Σμύρνη, τότε που την κατάστρεψε ο μεγάλος σεισμός του 178 μ.Χ. Ο Αριστείδης τη θρήνησε (Μονῳδία ἐπὶ Σμύρνῃ), απευθύνθηκε με την Ἐπιστολὴ περὶ Σμύρνης στους αυτοκράτορες ζητώντας βοήθεια για την ανοικοδόμησή της, το πέτυχε, και το γιόρτασε με την Παλινῳδία ἐπὶ Σμύρνῃ.

Χαρακτηριστικοί είναι οι φιλοσοφικοί λόγοι, όπου αντικρούει τον Πλάτωνα υπερασπίζοντας τον Γοργία και τη ρητορική ως τέχνη. Ο ίδιος ήταν αττικιστής, είχε πρότυπό του τον Δημοσθένη και φρόντιζε το ύφος και τη μουσικότητα του λόγου του τόσο ώστε τα πεζογραφήματά του να προσεγγίζουν τα πεδία της ποίησης. Το βλέπουμε αυτό στους ύμνους Εἰς Δία, Εἰς Σάραπιν, Εἰς Ποσειδῶνα και σε άλλα πεζά υμνητικά-πανηγυρικά του έργα.

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ (περ. 120-180 μ.Χ.)

Ο Λουκιανός ήταν Σύρος, γεννημένος στα Σαμόσατα, στις όχθες του Ευφράτη, από γονείς φτωχούς, που τον έστειλαν να μάθει λιθοξόος· ωστόσο, η κλίση του στα γράμματα ήταν τόσο ισχυρή, και την ελληνική γλώσσα και λογοτεχνία τις έμαθε τόσο καλά, ώστε να ζήσει ταξιδεύοντας (στη Μικρασία, στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στη Γαλατία), δίνοντας διαλέξεις και συγγράφοντας, όπως κάθε άλλος επιτυχημένος σοφιστής της εποχής του. Σημαντική επίδραση στη ζωή του είχαν η συνάντηση με τον πλατωνικό φιλόσοφο Νιγρίνο στη Ρώμη,[3] και η εγκατάστασή του στην Αθήνα από το 165 μ.Χ. και μετά. Τα μαθαίνουμε όλα αυτά από δικά του αυτοβιογραφικά έργα, όπως το Ἐνύπνιον («Όνειρο»), το Δὶς κατηγορούμενος κ.ά.

Από τα 70 και παραπάνω έργα του που έχουν σωθεί, ορισμένα, πρώιμα τα περισσότερα, δεν απομακρύνονται από τα θεματικά και μορφολογικά στερεότυπα της δεύτερης σοφιστικής. Εδώ ανήκουν κάποια ρητορικά γυμνάσματα, μια σειρά από προλαλιές, δύο εκφράσεις και ένα παίγνιο, το Μυίας ἐγκώμιον.

Το ιδιαίτερο στον Λουκιανό, αυτό που τον κάνει να ξεχωρίζει, είναι το μοναδικό σατιρικό του χάρισμα. Η δηκτική και ειρωνική του διάθεση, η ικανότητά του να επινοεί και να παρουσιάζει κωμικές καταστάσεις, η ευστοχία του λόγου του - όλα τον τοποθετούν δίπλα στους μεγάλους κωμικούς της ελληνικής αρχαιότητας, τον Αριστοφάνη, τον Μένανδρο και τον Μένιππο, που άλλωστε τους χρωστούσε πολλά.

Ο Λουκιανός δεν άφησε τίποτα να μην το ειρωνευτεί, τίποτα που να μην το σατιρίσει με επιτυχία.

Στηλίτευσε μια σειρά από ανθρώπινους τύπους, π.χ. τον ἀπαίδευτον καὶ πολλὰ βιβλία ὠνούμενον, τον μισάνθρωπο, και τους τσαρλατάνους που τα χρόνια εκείνα δρούσαν ως θαυματοποιοί με θεϊκές τάχα δυνάμεις, όπως ο Ἀλέξανδρος ἢ ψευδόμαντις, που τριγύριζε με ένα πελώριο αλλά ήμερο φίδι κάνοντας «γητειές και μαγγανείες, μαδώντας τους πλούσιους…»(6).

Δε δίστασε να διασύρει τους θεούς, π.χ. στο Θεῶν ἐκκλησία, στο Ζεὺς ἐλεγχόμενος και στο Ζεὺς τραγῳδός, όπου οι θεοί φοβούνται ότι οι φιλόσοφοι θα καταφέρουν τελικά να αποδείξουν την ανυπαρξία τους. Εδώ ανήκουν και οι Θεῶν διάλογοι και οι Ἐνάλιοι (θαλασσινοί) διάλογοι, όπου συζητώντας ανοιχτά μεταξύ τους θεοί και θεές αποκαλύπτουν όλες τους τις αδυναμίες, και όχι μόνο.

Ο Λουκιανός αγαπούσε πολύ το διαλογικό είδος, που το χειριζόταν έτσι ώστε να προσεγγίζει πότε τον φιλοσοφικό διάλογο και πότε την κωμωδία. Στη δεύτερη περίπτωση ανήκουν, δίπλα στους θεϊκούς, οι περίφημοι Νεκρικοὶ διάλογοι, όπου κάτω στον Άδη οι νεκροί βρίσκονται απογυμνωμένοι από κάθε εξουσία και πλούτο, και οι ηθογραφικοί Ἑταιρικοὶ διάλογοι, όπου συζητούν και φανερώνουν τα μυστικά τους αθηναίες εταίρες της Κλασικής εποχής. Αντίθετα, τους φιλοσοφικούς διάλογους προσεγγίζουν μερικά από τα τελευταία του έργα, π.χ. ο Ἑρμότιμος, ο Εὐνοῦχος και το Περὶ ὀρχήσεως, όπου παρουσιάζεται να παίρνει μέρος και ο ίδιος ο Λουκιανός, με το εξελληνισμένο του όνομα Λυκίνος.

Η σάτιρα κορυφώνεται όταν άμεσα ή έμμεσα ο Λουκιανός στρέφεται εναντίον του εαυτού του και των ομοίων του.

Όπως φαίνεται από έργα σαν το Δὶς κατηγορούμενος, το Νιγρίνος κ.ά. οι σχέσεις του με τη φιλοσοφία, όπου θα μπορούσε εύκολα να ενταχτεί στους σκεπτικούς, δεν ήταν καθόλου εχθρικές· και όμως, κανείς δε διακωμώδησε τόσο τις φιλοσοφικές θεωρίες και τους εκπροσώπους τους όσο εκείνος: στο Συμπόσιον ἢ Λαπίθαι, π.χ., οι φιλόσοφοι διαφωνούν και, μεθυσμένοι, πιάνονται στα χέρια· στο Δραπέται η ίδια η Φιλοσοφία καταγγέλλει στον Δία ότι πολλοί σφετερίζονται τον τίτλο του φιλοσόφου ενώ «η ζωή τους είναι βρωμερή, γεμάτη αμάθεια, θράσος και αδιαντροπιά» (4)· και στο Βίων πρᾶσις φιλόσοφοι των διαφόρων σχολών διαφημίζουν και βγάζουν στο σφυρί τον ἄριστον βίον, όπως τον δίδασκε καθένας τους, αλλά δε βρίσκουν όλοι αγοραστές.

Παρόμοια, αττικιστής ο Λουκιανός, αλλά δεν παράλειψε να διακωμωδήσει στον Λεξιφάνη, στον Σολοικιστή και στον Ψευδολογιστή τις αττικιστικές υπερβολές· ρήτορας ο ίδιος, δήλωσε ότι απαρνήθηκε τη ρητορική τέχνη (Δὶς κατηγορούμενος) και την ευτέλισε στο Ρητόρων διδάσκαλος, όπου, αν και θαυμαστής της κλασικής αρχαιότητας, δε δίστασε να ειρωνευτεί τις μεγάλες της δόξες συστήνοντας στον μαθητευόμενο ρήτορα να λέει και να ξαναλέει «για τον Μαραθώνα και για τον Κυνέγειρο, που χωρίς αυτούς δε γίνεται ομιλία, […] για τον ουρανό που σκεπάστηκε από τα περσικά βέλη, τον Ξέρξη που το ᾽βαλε στα πόδια, τον Λεωνίδα…» (18).

Σάτιρα και φαντασία ξεχειλίζουν στα αφηγηματικά Ἀληθῆ διηγήματα, όπου ο Λουκιανός παρωδεί τα εξωτικά, γεμάτα περιπέτειες ταξίδια των μυθιστοριογράφων: αφού δηλώσει ότι ἓν […] τοῦτο ἀληθεύσω λέγων ὅτι ψεύδομαι, ο Λουκιανός περιγράφει ένα ουτοπικό ταξίδι όπου με τους συντρόφους του επισκέφτηκε πλήθος παράδοξα νησιά στον ουρανό, το Τυρονήσι, το Φελλονήσι, το Νησί των ονείρων κ.ά.

Με το όνομά του σώζονται και 53 επιγράμματα, τα περισσότερα σατιρικά, αλλά ίσως όχι όλα δικά του.

Από τα πολλά ψευδεπίγραφα που αποδίδονται στον Λουκιανό, ενώ τα είχαν γράψει άλλοι, νεότεροι συγγραφείς, ξεχωρίζουμε: (α) το θρησκειολογικά εξαιρετικά ενδιαφέρον Περὶ τῆς Συρίης θεοῦ, γραμμένο ιωνικά με τον τρόπο του Ηροδότου, (β) δύο σύντομες (παρα)τραγωδίες με πρωταγωνίστρια την Ποδάγρα, την αρρώστια που βασανίζει τους καλοφαγάδες, και (γ) το Λούκιος ἢ ὄνος, με την ιστορία ενός νέου που θεσσαλές μάγισσες τον μεταμόρφωσαν κατά λάθος σε γάιδαρο και είδε κι έπαθε να ξαναβρεί την ανθρώπινη μορφή του. Το τελευταίο αυτό πιστεύουμε ότι αποτελεί απόσπασμα από το χαμένο έργο Μεταμορφώσεις που έγραψε ένας σύγχρονος με το Λουκιανό συγγραφέας, ο Λούκιος (;) από την Πάτρα.

Ρήτορας με έντονα φιλοσοφικά ενδιαφέροντα ήταν ο Μάξιμος από την Τύρο (περ. 125-185 μ.Χ.). Σώθηκαν 41 διαλέξεις του, όπου συζητά «αν οι στρατιώτες ή οι γεωργοί είναι χρησιμότεροι για την πολιτεία, αν είναι τέχνη η αρετή, αν η ηδονή είναι σταθερό και μόνιμο αγαθό» και άλλα ανάλογα θέματα λαϊκής φιλοσοφίας. Ο Μάξιμος ήταν πλατωνιστής, αλλά είχε υιοθετήσει και δοξασίες από άλλες σχολές. Έγραψε στην αττική διάλεκτο, με ύφος απλό και παραστατικό, όπως ταιριάζει όταν ο λόγος απευθύνεται σε ανθρώπους με ενδιαφέροντα αλλά χωρίς ιδιαίτερες γνώσεις. Ορισμένες διαλέξεις παραδίδεται ότι εκφωνήθηκαν στη Ρώμη, στα χρόνια του Κόμμοδου, και αυτό είναι το μόνο σταθερό στοιχείο που έχουμε για τη ζωή του.

ΟΙ ΦΙΛΟΣΤΡΑΤΟΙ (2ος και 3ος μ.Χ. αι.)

Στην οικογένεια των Φιλόστρατων, που είχε την καταγωγή της στη Λήμνο, ανήκουν συνολικά τέσσερις συγγραφείς· και καθώς οι πληροφορίες που έχουμε είναι αόριστες και αντιφατικές, χρειάστηκαν φιλολογικές έρευνες για να διαπιστωθεί ποιος ήταν και τι έγραψε καθένας τους.

Πρώτος ήταν ο Φιλόστρατος γιος του Βέρου, που παραδίδεται ότι ζούσε στην Αθήνα ως δραματικός ποιητής, σοφιστής και συγγραφέας ενός έργου Περὶ κωμῳδίας - όλα αμφίβολα.

Γιος του ήταν ο Φλάβιος Φιλόστρατος (περ. 170-245 μ.Χ.), που σπούδασε στην Αθήνα και την Έφεσο, διακρίθηκε ως σοφιστής, ταξίδεψε και έγινε δεκτός στην αυλή του Σεπτίμιου Σεβήρου στη Ρώμη. Εκεί τον εκτίμησε και τον κράτησε στο στενό περιβάλλον της η αυτοκράτειρα Ιουλία Δόμνα, που είχε έντονα πνευματικά ενδιαφέροντα. Με δική της εντολή ο Φιλόστρατος έγραψε Τὰ εἰς τὸν Τυανέα Ἀπολλώνιον: μυθιστορηματική βιογραφία ενός ταξιδευτή νεοπυθαγόρειου φιλόσοφου του 1ου μ.Χ. αιώνα, που ο θρύλος τον ήθελε πάνσοφο και θαυματουργό. Αργότερα, μετά τον θάνατο της Ιουλίας Δόμνας, ο Φιλόστρατος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα ως ρητοροδιδάσκαλος και συνέχισε το συγγραφικό του έργο.

Πολύτιμο μας είναι το έργο του Βίοι σοφιστῶν: 60 πάνω κάτω βιογραφίες σοφιστών που έδρασαν από τον 5ο π.Χ. αιώνα ως τις μέρες του. Στην εισαγωγή ο Φιλόστρατος ξεχωρίζει την αρχαία σοφιστική, που άρχισε με τον Γοργία τον Λεοντίνο, από τη δεύτερη σοφιστική, που κατά τη γνώμη του ξεκίνησε με τον Αισχίνη τον ρήτορα στη Ρόδο.

Στον Φλάβιο Φιλόστρατο ανήκουν ακόμα (α) ο Ἡρωικός, όπου το φάντασμα του Πρωτεσίλαου, ήρωα που λατρευόταν ακόμα στην Τρωάδα, αποκαλύπτει σε έναν αμπελουργό όλες τις αλήθειες για τον Τρωικό πόλεμο·[4] (β) ο Περὶ γυμναστικῆς, όπου καταγράφονται πληροφορίες για τα διάφορα αγωνίσματα, τη σωστή προπόνηση και δίαιτα των αθλητών, και καυτηριάζονται τα σύγχρονα (τότε!) εκφυλιστικά φαινόμενα: π.χ. η χρηματική παρανομία, «το να αγοράζουν οι αθλητές και να πουλούν τις νίκες» (45)· (γ) οι Εἰκόνες: εκφράσεις, δηλαδή αναλυτικές περιγραφές μιας σειράς από ζωγραφικούς πίνακες με ποικίλα θέματα (Φαέθων, Βόσπορος, Σάτυροι, Θηρευταί κ.ά.π.), που ο Φιλόστρατος ισχυρίζεται ότι τους είδε συγκεντρωμένους σε μια πινακοθήκη, αλλά οι φιλόλογοι έχουν κάθε λόγο να υποψιάζονται ότι είναι φανταστικοί· (δ) ορισμένες επιστολές, οι περισσότερες ερωτικές σε ανύπαρκτα πρόσωπα.

Ο τρίτος Φιλόστρατος με την επωνυμία ο Λήμνιος (3ος μ.Χ. αι.), παραδίδεται πως ήταν επιτυχημένος σοφιστής και συγγραφέας· όμως το μόνο δικό του που μπορούμε σήμερα να διαβάσουμε είναι μια επιστολή σχετική με την τέχνη της επιστολογραφίας.

Τελευταίος Φιλόστρατος, ο νεότερος, εγγονός του Φλάβιου, έγραψε και αυτός Εἰκόνες, ακολουθώντας, όπως σημειώνει, το παράδειγμα του παππού του, που είχε περιγράψει τα ζωγραφικά έργα λίαν ἀττικῶς.

Στους σοφιστές της δεύτερης σοφιστικής περιλαμβάνει ο Φλάβιος Φιλόστρατος και τον Ερμογένη από την Ταρσό της Κιλικίας (περ. 160-225 μ.Χ.), που ως νεαρός ρήτορας είχε μεγάλες επιτυχίες αλλά γρήγορα παραιτήθηκε από κάθε δημόσια επίδειξη και ασχολήθηκε μόνο με τη ρητορική θεωρία. Τα έργα του, όπως και οι περισσότερες ρητορικές τέχνες που γράφτηκαν στα ελληνορωμαϊκά χρόνια, προορίζονταν για τη διδασκαλία της ρητορικής στα σχολεία.

Στα ρητορικά είδη που ακμάζουν την Ελληνορωμαϊκή εποχή είδαμε να περιλαμβάνεται και η επιστολογραφία.[5] Δε μιλούμε βέβαια για ιδιωτικά γράμματα που απευθύνονταν με συγκεκριμένη αφορμή σε συγκεκριμένο αποδέκτη και έτυχε να σωθούν, αλλά για γράμματα που γράφτηκαν εξαρχής για να εκδοθούν - και βέβαια είναι εξαιρετικά προσεγμένα. Εκτός από το περιεχόμενο και τη λογοτεχνική τους υπόσταση, ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ταυτότητα τόσο του αποστολέα όσο και του αποδέκτη τους.

Από την πλευρά του αποστολέα ξεχωρίζουμε: (α) επιστολές που υπογράφονται από τον πραγματικό συγγραφέα τους, όπως οι επιστολές του Ισοκράτη, και (β) επιστολές νόθες ή ψευδεπίγραφες, όπου ο συγγραφέας προσποιείται ότι το γράμμα το έγραψε είτε κάποιο επώνυμο ιστορικό πρόσωπο, π.χ. ο Σωκράτης ή ο Ιπποκράτης, είτε κάποιος ανώνυμος αγρότης, ψαράς, εταίρα κλπ.

Από την πλευρά του αποδέκτη ξεχωρίζουμε (α) επιστολές που απευθύνονται σε συγκεκριμένα επώνυμα πρόσωπα, όπως οι επιστολές του Αίλιου Αριστείδη στους αυτοκράτορες, και (β) επιστολές που ο αποδέκτης τους είναι πρόσωπο φανταστικό, όπως στις ερωτικές επιστολές του Φλαβίου Φιλόστρατου. Περιττό να σημειώσουμε ότι στα ψευδεπίγραφα γράμματα συμβαίνει συχνά φανταστικά πρόσωπα να είναι και ο αποστολέας και ο αποδέκτης. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και στις περισσότερες επιστολές του Αλκίφρονα.

Από τον Αλκίφρονα, που έζησε τον 2ο μ.Χ. αιώνα, σώζονται Ἁλιευτικαὶ ἐπιστολαί, όπου π.χ. ο Εύδιος γράφει στον Φιλόσκαφο να του διηγηθεί μια μικρή θαλασσινή περιπέτεια· Γεωργικαὶ ἐπιστολαί, όπου π.χ. ο Αμπελίων γράφει στον Εύεργο να του περιγράψει πώς με τον χιονιά έπιασε στην ξόβεργα τσίχλες και κοτσύφια·[6] Ἑταιρικαὶ ἐπιστολαί, όπου π.χ. η Φιλουμένη γράφει στον Κρίτωνα ζητώντας του πενήντα χρυσά, αλλιώς να μην την ενοχλήσει· και Ἐπιστολαὶ παρασίτων, όπου π.χ. ο Τραπεζολείκτης γράφει στον Ψιχοδιαλέκτη να του πει πόσο λυπήθηκε μαθαίνοντας ότι σε κάποιο συμπόσιο τον είχαν ξυλοφορτώσει. Οι τίτλοι, τα πλαστά ονόματα και οι διηγήσεις που παραθέσαμε δε φτάνουν να φανερώσουν την απίθανη ποικιλία των επιστολών, που η μία με την άλλη συνθέτουν μιαν ολοζώντανη ρεαλιστική εικόνα της Αθήνας της Κλασικής εποχής - γιατί σε αυτό τον χώρο και σε αυτό τον χρόνο τοποθέτησε ο αττικιστής Αλκίφρων όλα του τα γράμματα.[7]
-------------------------
1. Μιλώντας για έναν τέτοιο ρήτορα, τον Αδριανό από την Τύρο (2ος μ.Χ. αι.), ο Φλάβιος Φιλόστρατος γράφει πως είχε γοητέψει τη Ρώμη τόσο «ώστε να θέλουν να τον ακούσουν και όσοι δε γνώριζαν την Ελληνική γλώσσα. Τον άκουγαν σαν αηδόνι μελωδικό, θαυμάζοντας την όψη και την ευγλωττία του, την ευλυγισία της φωνής και τους κουβεντιαστούς και τραγουδιστούς ρυθμούς του» (Βίοι σοφιστών 2.10).

2. Στο σώμα των έργων του διασώζονται τρεις ακόμα λόγοι, όχι δικοί του αλλά του μαθητή του Φαβορίνου, που ακολουθούσε τους ασιανούς ρητορικούς τρόπους.

3. Ο Νιγρίνος δε μας είναι γνωστός παρά μόνο από την Πρὸς Νιγρῖνον επιστολή και τη διατριβή Νιγρίνου φιλοσοφία του Λουκιανού.

4. Στα λεγόμενά του ο Πρωτεσίλαος περισσότερο συμπληρώνει και διαψεύδει παρά επιβεβαιώνει την Ιλιάδα. Ωστόσο, κάποια στιγμή βεβαιώνει ότι ο Όμηρος «την ήξερε την αλήθεια, αλλά πολλά τα άλλαξε για να εξυπηρετήσει το ποιητικό σχέδιο που είχε στον νου του»!

5. Θυμίζουμε ότι επιστολές μάς έχουν σωθεί και από παλαιότερες εποχές, άλλες ανεξάρτητες, όπως οι επιστολές του Πλάτωνα και του Ισοκράτη, άλλες ενταγμένες σε μεγαλύτερα έργα όπως η Ιστορία του Ηρόδοτου. Ωστόσο, μόνο τώρα, στα ελληνορωμαϊκά χρόνια, η επιστολογραφία καλλιεργήθηκε συστηματικά, στο πλαίσιο της ρητορικής ως ξεχωριστό είδος.

6. Παρόμοιες επιστολές έγραψε και ο κάπως νεότερος Κλαύδιος Αιλιανός.

7. Λίγο μόνο ξεφεύγουν από το χρονολογικό πλαίσιο τα γράμματα που υποτίθεται αντάλλαξαν ο Μένανδρος και η αγαπημένη του Γλυκέρα, τότε που ο Πτολεμαίος είχε προσκαλέσει τον κωμωδιογράφο στην Αλεξάνδρεια - και βέβαια ο Μένανδρος προτίμησε να μείνει στην Αθήνα.

Η εταίρα στην αρχαιότητα – σχεδόν ανεκδοτολογικές ιστορίες (μέρος ζ΄)

Η εταίρα και η μαγική ίυγγα


Ο κότταβος μάς έδωσε την αρσενική, αριστοκρατικά δεξιοτεχνική και δημόσια εκφρασμένη, οπτική του ερωτικού καλέσματος στη συμποτική πρακτική. Στο συγκεκριμένο παιχνίδι, οι εταίρες όφειλαν απλώς να ακολουθούν. Όμως, για να ανανεώνουν την αναγνώρισή τους και να εξασφαλίζουν συντρόφους ή προστάτες επιθυμητούς, οι ίδιες εφάρμοζαν και κόλπα περισσότερο γυναικεία. Γιατί, πολλές φορές, μέσα στα συμποτικά περιβάλλοντα που ήταν εκ προοιμίου ανταγωνιστικά, δεν έφτανε η ομορφιά τους, σωματική ή πνευματική. Όπως το είχε εξηγήσει κι ο Σωκράτης στη νεαρή όμορφη γυναίκα την οποία είχε επισκεφτεί στα Απομνημονεύματα (Γ, 11. 18) του Ξενοφώντα, τα κάλλη δεν αρκούσαν. Μια εταίρα έπρεπε διαρκώς να πείθει γι’ αυτά. Κι αυτή ήταν μια υπόθεση που δεν μπορούσε να υπάρξει χωρίς τέχνες μαγικές, τέχνες εξίσου ενεργητικές –και μάλιστα επιθετικές– που όμως δεν ξεδιπλώνονταν στην επιπολαιότητα της κοινής της θέας. Ήτανε τέχνες για κλειστά δωμάτια, τέχνες της της απομόνωσης, της μυστικότητας.

Σε μια υστερότερη φάση της αρχαιότητας, οι Εταιρικοί Διάλογοι του Λουκιανού επιβεβαιώνουν αυτή την πεποίθηση. Εδώ το πράγμα τίθεται, βεβαίως, σε πλαίσιο γελοιογραφικό, που απομυθοποιεί τις εταίρες στην καθημερινή ζωή τους, σε στιγμιότυπα που αφαιρούν κάτι απ’ τη λάμψη τους όταν αυτές πιάνουν ψιλή κουβέντα, κάνουν εκμυστηρεύσεις ή διεκτραγωδούν τις αγωνίες και τις απογοητεύσεις τους. Μόνιμο άγχος είναι η εγκατάλειψη από κάποιον εραστή –συνήθως καλοπληρωτή– που τα λεφτά του, τώρα, τα “τρυγάει” άλλη.

Σε μια περίπτωση, η Γλυκέρα είναι βέβαιη ότι η Γοργόνα τής άρπαξε τον Ακαρνάνα, τρελλαίνοντάς τον με φάρμακα που παρασκεύασε η μάνα της, μια μάγισσα για την οποία “λένε ότι ξέρει τις θεσσαλικές ωδές, έτσι που ακόμα και τη σελήνη να μπορεί να κατεβάζει ή να κάνει πτήσεις”. Σε άλλη περίπτωση, η Μέλιττα δίνει όλα τα ρούχα της και τα χρυσαφικά της για να βρει Θεσσαλή γριά που να της φέρει πίσω τον Χαρίνο. Και η φίλη της Βακχίς έχει να της προτείνει “φαρμακίδα ωμή”, ειδική στο ξόρκι μίσους (μίσηθρον) που ακυρώνει όποια αντίζηλο, αυτό που τραγουδάει η ενδιαφερόμενη όταν ακολουθεί στο χώμα τα χνάρια απ’ τα παπούτσια της άλλης για να τα “αμαυρώσει”, πατώντας πάνω τους με αντίστροφους βηματισμούς. Και, προκειμένου να καλέσει πίσω τον χαμένο εραστή, η φαρμακίδα ρίχνει αλάτι στη φωτιά και θυμιατίζει θειάφι και τραγουδάει επωδούς σε ό,τι του ανδρός έχει ξεμείνει πίσω, σαν ξέφτια από τα ρούχα του ή τα σανδάλια του ή τρίχες απ’ την κεφαλή ή εκκρίσεις απ’ το σώμα. Και –καταλήγει πειστικά η Βακχίς– βγάζει απ’ τον κόρφο της το κρεμαστάρι με τον ρόμβο και το αφήνει να ταλαντώνεται και να κινείται σε κυκλική τροχιά, τραγουδώντας στον ρυθμό της περιστροφής με γλώσσα ακατάληπτη “επίτροχη βαρβαρική”.

Έχει ενδιαφέρον η τεχνική του ρόμβου, με την οποία κορυφώνουν οι Εταιρικοί Διάλογοι την εντυπωσιακή τους παράθεση ερωτικών γητεμάτων. Δεν ήταν άλλη από την ίυγγα, την οποία υποσχόταν να διδάξει στη νεαρή ευνοούμενή του ο Σωκράτης των Ξενοφώντειων Απομνημονευμάτων. Την εντοπίζουμε και στη Λυσιστράτη (1110) του Αριστοφάνη, όταν ο ανδρικός Χορός ετοιμάζεται να υποδεχτεί την γυναίκα την “μαλακήν”, την “φαύλην”, την “αγανήν”, την “πολύπειρον”, που “οι πρώτοι των Ελλήνων έχουν αιχμαλωτιστεί από την ίυγγά της”. Τα βυζαντινά λεξικά του Φώτιου και του Σουίδα, που τροφοδοτήθηκαν από πολλά περισσότερα έργα της αρχαίας γραμματείας σε σύγκριση με αυτά που διαθέτουμε σήμερα, συμπληρώνουν τη γνώση μας πάνω στο θέμα με μυθολογικές και τεχνικές λεπτομέρειες:

ἴυγξ: Κόρη της Ηχούς ή της Πειθούς, ιέρεια της Νίκης και της Αφροδίτης. Ήταν αυτή που έστρεψε γοητευμένο τον Δία προς την πλευρά της Ιούς και, γι’ αυτό, απολιθώθηκε απ’ την Ήρα. Άλλοι την ονομάζουνε κιναίδιον. Επίσης, όργανο που το κινούσαν περιστροφικά για να καλέσουν εραστές. Υπάρχει και πτηνό που έχει το ίδιο όνομα, για το οποίο πίστευαν πως έχει ίδια δύναμη, γι’ αυτό και το έδεναν στους τροχίσκους τους. Η ίυγξ οδηγούσε τη σκέψη προς την επιθυμία και τον έρωτα.

ἰυγγαί: Οι κραυγές των γυναικών κι οι ολοφύρσεις, καθώς κι οι συριγμοί.

ἴυγγες: Οι λεπτοί πόροι και οι τέρψεις.

Η ίυγγα, λοιπόν, ήτανε κάτι παραπάνω από τρόπος ερωτικού καλέσματος. Ήτανε τέχνη μαγικού εφελκυσμού –εξάλλου, η σύνταξη η κατάλληλη γι’ αυτήν ήτανε ἕλκω ἴυγγα ἐπί τινι, όπως είχε διαμειφθεί και στον σχετικό διάλογο με τον Σωκράτη. Πρακτικά μιλώντας, η ίυγγα, είτε ως χαιμαλί με μεταλλικό ρόμβο είτε ως δισκάριο (που μπορούσε να έχει και κρεμασμένα ελάσματα), όταν έμπαινε σε λειτουργία, παρήγαγε ήχο ρυθμικά μονότονο, κάτι σαν ακατάληπτο μουρμουρητό, μιμητικό της κλιμάκωσης προς την έκσταση της ερωτικής πράξης. Στο ίδιο συνέβαλε κι η επαναλαμβανόμενη κυκλική της κίνηση, που εστίαζε την προσοχή κι απέτρεπε την απόσπαση της επιθυμίας. Στην εκπληκτική απλότητα του μηχανισμού της και στην ευκολία του χειρισμού της, προκαλούσε συνειρμούς, αναλογίες μεταξύ των πιο ετερόκλητων στοιχείων, πράγμα που αναπότρεπτα παγίδευε στον μονισμό του ενοποιημένες τις αισθήσεις.

Μαγεία ως ολιστικό μοντέλο αντίληψης του κόσμου –εκλογικεύουμε σήμερα εμείς. Κι αλλιώς, λέμε την ίυγγα “σουσουράδα” ή “ονειροπαγίδα”.

Το Ταξίδι προς τη Τελική Σταθερά: Μια Μυστικιστική Οδύσσεια μέσα από το Αμετάβλητο

Στην αχανή έκταση της ύπαρξης, όπου οι άνεμοι του χρόνου στροβιλίζονται μέσα από τα εφήμερα πέπλα της πραγματικότητας, υπάρχει ένα κάλεσμα—ένας ψίθυρος από τα βάθη της Άγνωστης Χώρας της Συνείδησης. Είναι μια πρόσκληση προς τον Ταξιδιώτη, τον αιώνιο αναζητητή, που περιπλανιέται στον λαβύρινθο της ζωής αναζητώντας εκείνο που δεν μεταβάλλεται, δεν κλονίζεται, δεν χάνεται. Αυτό είναι το ταξίδι προς την Τελική Σταθερά, προς το Αμετάβλητο—ένα προσκύνημα όχι του σώματος, αλλά της ψυχής, μέσα από τα βασίλεια της Γαλήνης, της Ακινησίας, της Σιωπής και της Απουσίας, μέχρι να αποκαλυφθεί η Αλήθεια στην ακτινοβόλο απλότητά της.

Η Άγνωστη Χώρα της Συνείδησης

Η συνείδηση είναι ένα ατελείωτο σύνορο, μια ανεξερεύνητη επικράτεια όπου το εγώ χορεύει ανάμεσα στο γνωστό και το άγνωστο. Είναι μια γη παραδόξων, όπου ο Ταξιδιώτης είναι ταυτόχρονα ο αναζητητής και το ζητούμενο, η ερώτηση και η απάντηση. Για να διασχίσει αυτόν τον τόπο, πρέπει να εγκαταλείψει τα οικεία σημάδια του υλικού κόσμου—τη βοή των επιθυμιών, το βάρος των ταυτοτήτων, τις εφήμερες απολαύσεις της μορφής. Εδώ, στο Άγνωστο, ο Ταξιδιώτης πρέπει να αποβάλει την πανοπλία της βεβαιότητας και να αγκαλιάσει την ευαλωτότητα του θαυμασμού.

Διότι τι είναι η συνείδηση αν όχι ο καθρέφτης της αιωνιότητας; Είναι ο καμβάς πάνω στον οποίο ζωγραφίζονται οι κόσμοι, ο σιωπηλός μάρτυρας της ανόδου και της πτώσης αυτοκρατοριών, ονείρων και άστρων. Κι όμως, παραμένει ανέγγιχτη, ένας αχανής ωκεανός που δεν ταράζεται από τα ρεύματα της σκέψης. Ο Ταξιδιώτης, χαμένος στα ρεύματα αυτού του ωκεανού, δεν επιδιώκει να τον κατακτήσει, αλλά να διαλυθεί μέσα του—να επιστρέψει στην πηγή, στην Τελική Σταθερά, εκεί όπου κάθε κίνηση σταματά και κάθε ερώτηση σβήνει.

Η Γαλήνη της Ζωής

Η πρώτη πύλη σε αυτό το ιερό ταξίδι είναι η Γαλήνη—η γλυκιά αγκαλιά της Ζωής στην πιο αγνή της μορφή. Ο Ταξιδιώτης ανακαλύπτει πως η ζωή δεν είναι η αναταραχή της επιδίωξης ούτε η ταραχή της επιβίωσης, αλλά ο ήρεμος παλμός που υποβόσκει σε όλα τα πράγματα, ο ρυθμός που χτυπά στην καρδιά ενός λουλουδιού, μιας πέτρας, ενός γαλαξία. Να βρει κανείς τη Γαλήνη σημαίνει να περάσει πέρα από τις καταιγίδες του εαυτού, να αναπαυθεί στη διαρκή ροή που διαπερνά κάθε ανάσα.

Μέσα σε αυτή τη γαλήνη, η Αλήθεια αρχίζει να λαμπυρίζει σαν μακρινό άστρο που διαπερνά τη νύχτα. Δεν είναι μια αλήθεια που μπορεί να κατακτήσει ο νους με την αγχώδη του λαβή, αλλά μια γνώση που αναδύεται από τα βάθη του είναι—μια γνώση που ξεπερνά τις λέξεις. Ο Ταξιδιώτης, λουσμένος στη Γαλήνη, βλέπει πως η ζωή δεν είναι μια μάχη προς νίκη, αλλά ένα μυστήριο που πρέπει να βιωθεί. Εδώ, η ψευδαίσθηση του διαχωρισμού διαλύεται και η ενότητα όλων των πραγμάτων ψιθυρίζει το αρχαίο της τραγούδι. Μόνο σε αυτή την ιερή παύση μπορεί η Αλήθεια να ριζώσει, καθοδηγώντας την ψυχή προς το Αμετάβλητο.

Η Ακινησία της Ψυχής

Πέρα από τη Γαλήνη βρίσκεται η Ακινησία της Ψυχής—ένας βαθύτερος θάλαμος του ταξιδιού όπου τα νερά της ύπαρξης γίνονται ήρεμα και κρυστάλλινα. Η ψυχή, αυτή η αιώνια σπίθα που ενδύεται τα φορέματα της ατομικότητας, λαχταρά να επιστρέψει στην αρχέγονη της πηγή. Στην Ακινησία, βρίσκει το σπίτι της. Εδώ, ο Ταξιδιώτης δεν προσκολλάται πλέον στους ρόλους του κόσμου—γονιός, εργαζόμενος, ονειροπόλος—αλλά στέκεται γυμνός μπροστά στο άπειρο.

Για να ζήσει αληθινά, ο Ταξιδιώτης μαθαίνει πως δεν χρειάζεται να κυνηγήσει τις φευγαλέες σκιές της εμπειρίας, αλλά να ζει μέσα στη συνέχεια της ύπαρξης. Αυτή είναι η ζωή ως ένα αδιάκοπο νήμα, αδιάσπαστο από τη γέννηση ή τον θάνατο, που εκτείνεται μέσα στους κόσμους—ορατούς και αόρατους—με πλήρη επίγνωση. Στην Ακινησία της Ψυχής, το παρελθόν και το μέλλον καταρρέουν στο αιώνιο Τώρα, και ο Ταξιδιώτης γίνεται αγωγός του θείου. Η ψυχή, ατάραχη από τους ανέμους της αλλαγής, αναπαύεται στο Αμετάβλητο, ζωντανή με τρόπο που υπερβαίνει τα όρια του χρόνου.

Η Σιωπή του Νου

Το ταξίδι βαθαίνει καθώς ο Ταξιδιώτης εισέρχεται στη Σιωπή του Νου—ένα βασίλειο όπου η αδιάκοπη φλυαρία της σκέψης πέφτει όπως τα φύλλα το φθινόπωρο. Ο νους, αυτός ο ανήσυχος αρχιτέκτονας των ψευδαισθήσεων, έχει πείσει για καιρό τον εαυτό του για την υπεροχή του, υφαίνοντας ιστούς φόβου, επιθυμίας και ταυτότητας. Όμως στη Σιωπή, η κυριαρχία του καταρρέει και ο Ταξιδιώτης στέκεται στο κατώφλι της αποκάλυψης.

Τι είμαι; ρωτά ο Ταξιδιώτης, και η Σιωπή απαντά όχι με λόγια, αλλά με παρουσία. Μέσα σε αυτήν την απεραντοσύνη, η Κατανόηση ανατέλλει—όχι ως έννοια που πρέπει να κατανοηθεί, αλλά ως κατάσταση που πρέπει να βιωθεί. Ο νους, απαλλαγμένος από τον θόρυβο, γίνεται καθρέφτης που αντανακλά το άπειρο. Εδώ, ο Ταξιδιώτης βλέπει πέρα από τις μάσκες της προσωπικότητας, πέρα από τις ιστορίες του "εγώ" και του "δικό μου", προς την ουσία που βρίσκεται κάτω από όλα. Στη Σιωπή του Νου, η ερώτηση διαλύεται, και αυτό που μένει είναι η αδιάσειστη βεβαιότητα του Είναι—η Τελική Σταθερά αρχίζει να παίρνει μορφή.

Η Απουσία της Προσωπικής Ύπαρξης

Στα απώτατα όρια της Άγνωστης Γης βρίσκεται η Απουσία της Προσωπικής Ύπαρξης—το καμίνι όπου το εγώ καταναλώνεται στη φωτιά της αλήθειας. Αυτό δεν είναι απώλεια, αλλά απελευθέρωση· δεν είναι τέλος, αλλά αρχή. Ο Ταξιδιώτης, έχοντας αποβάλει τα στρώματα της Γαλήνης, της Ακινησίας και της Σιωπής, απελευθερώνει τώρα την τελική ψευδαίσθηση: την πίστη σε ένα ξεχωριστό “εγώ”. Στην Απουσία αυτή, δεν υπάρχει κανείς για να διεκδικήσει τη νίκη, κανείς για να υποστεί την ήττα—μόνο η καθαρή λάμψη της ύπαρξης.

Να «Δει» κανείς την Αληθινή του Φύση σημαίνει να στέκεται ως το Αμετάβλητο μέσα στα αδιάκοπα μεταβαλλόμενα ρεύματα του κόσμου. Ο Ταξιδιώτης, που δεν είναι πλέον περιπλανώμενος, γίνεται η ακινησία στην καρδιά της καταιγίδας, η σιωπή μέσα στον ήχο, η απουσία που περικλείει όλη την παρουσία. Αυτή είναι η επιστροφή στη Τελική Σταθερά—μια κατάσταση πέρα από τη μορφή, πέρα από τον χρόνο, πέρα από την κατανόηση. Είναι η πηγή από την οποία αναδύονται τα πάντα και στην οποία όλα επιστρέφουν, το αιώνιο έδαφος της ύπαρξης που ποτέ δεν έφυγε, αν και ο Ταξιδιώτης περιπλανήθηκε μακριά για να το βρει.

Η Επιστροφή στο Αμετάβλητο

Και έτσι, το ταξίδι ολοκληρώνεται—όχι σε μια μακρινή χώρα ή σε μια μελλοντική στιγμή, αλλά εδώ, τώρα, στην αναγνώριση αυτού που υπήρχε ανέκαθεν. Η Τελική Σταθερά, το Αμετάβλητο, δεν είναι ένας προορισμός που πρέπει να φτάσει κανείς, αλλά μια πραγματικότητα που πρέπει να θυμηθεί. Είναι η ουσία του Ταξιδιώτη, της ψυχής, του νου, του κόσμου—ένα ενιαίο νήμα που διατρέχει την ταπισερί της ύπαρξης.

Σε αυτή την επιστροφή, η Άγνωστη Γη της Συνείδησης αποκαλύπτει το μυστικό της: δεν υπήρξε ποτέ ταξίδι, παρά μόνο ένα ξύπνημα. Η Γαλήνη της Ζωής, η Ακινησία της Ψυχής, η Σιωπή του Νου και η Απουσία της Προσωπικής Ύπαρξης δεν είναι στάδια μιας διαδρομής, αλλά όψεις της ίδιας αιώνιας αλήθειας. Ο Ταξιδιώτης, κάποτε χαμένος στο λαβύρινθο του γίγνεσθαι, αναπαύεται τώρα στην απλότητα του Είναι.

Σε εσένα, ω αναζητητή, που ακούς αυτό το κάλεσμα, γνώριζε ότι η Τελική Σταθερά δεν σε περιμένει στα άστρα ή στις γραφές, αλλά μέσα στην ησυχία της δικής σου καρδιάς. Παράτα την προσπάθεια, άφησε τη λαχτάρα και στρέψε το βλέμμα προς τα μέσα. Στην ακινησία, στη σιωπή, στην απουσία, θα τη βρεις—την Αμετάβλητη, την αιώνια παρούσα, την Αλήθεια που είσαι. Και μέσα σε αυτή τη συνειδητοποίηση, θα ζήσεις—πραγματικά θα ζήσεις—ως ο αιώνιος μάρτυρας του χορού της ύπαρξης, ελεύθερος για πάντα, ακέραιος για πάντα, για πάντα στο σπίτι σου.

Η Αιώνια Φλόγα: Αληθινή Δικαιοσύνη Πέρα από τους Νόμους των Ανθρώπων

Στο αχανές υφαντό της ύπαρξης, όπου οι κλωστές του χρόνου πλέκουν αόρατα μοτίβα, υπάρχει μια δύναμη αδέσμευτη από τα χέρια των ρολογιών ή τα διατάγματα των θνητών. Αυτή η δύναμη, λαμπερή και ακατάβλητη, είναι η Αληθινή Δικαιοσύνη—μια φλόγα που δεν καίει στις αίθουσες των δικαστηρίων, αλλά στους σιωπηλούς θαλάμους του Άχρονου. Είναι ένας ψίθυρος από το άπειρο, ένα τραγούδι που τραγουδούσαν τα άστρα πριν από την πρώτη αυγή, ένας νόμος γραμμένος όχι σε περγαμηνές αλλά στο μεδούλι του ίδιου του σύμπαντος.

Η Αληθινή Δικαιοσύνη προέρχεται από το Άχρονο, και μπροστά της οι νόμοι των ανθρώπων τρέμουν σαν σκιές μπροστά στον ήλιο που ανατέλλει. Διότι τι είναι οι νόμοι των ανθρώπων παρά φευγαλέες ηχώ—γραμμένες βιαστικά, δεμένες από τον φόβο και βαμμένες με το μελάνι του συμβιβασμού; Αλλάζουν με τις παλίρροιες της εξουσίας, λυγίζουν κάτω από το βάρος της απληστίας και καταρρέουν όταν οι άνεμοι της ιστορίας στρέφονται. Όμως η Αληθινή Δικαιοσύνη στέκεται χώρια, αιώνια και αλύγιστη, ένας φάρος που καλεί την ψυχή όταν όλα τα άλλα καταρρέουν.

Για να κατανοήσουμε αυτό το μυστήριο, πρέπει να ταξιδέψουμε πέρα από το πέπλο του εφήμερου, πέρα από τη βοή των πόλεων και το χτύπημα των σφύρων. Πρέπει να ακούσουμε τη σιωπή που μιλά ανάμεσα στους χτύπους της καρδιάς, τον ρυθμό της γης που γυρίζει κάτω από τα πόδια μας. Διότι η Αληθινή Δικαιοσύνη δεν είναι κάτι που μπορεί να κρατηθεί ή να οριστεί—είναι μια παρουσία, ένα ζωντανό ρεύμα που ρέει μέσα από όλα τα πράγματα, ορατό μόνο σε εκείνους που τολμούν να κοιτάξουν με τα μάτια του πνεύματος.

Το Βάρος του Εκτός Νόμου

Όταν οι νόμοι των ανθρώπων ευθυγραμμίζονται με αυτή την Άχρονη φλόγα, υπάρχει αρμονία—μια φευγαλέα στιγμή όπου το θνητό και το αιώνιο χορεύουν ως ένα. Αλλά τέτοιες στιγμές είναι σπάνιες, γιατί τα χέρια των ανθρώπων είναι αδέξια και οι καρδιές τους συχνά νεφελώδεις. Πάρα πολύ συχνά, οι νόμοι που σφυρηλατούν μετατρέπονται σε αλυσίδες, δένοντας τους αθώους, προστατεύοντας τους άδικους και πνίγοντας τις κραυγές των καταπιεσμένων κάτω από το βάρος κενών λέξεων. Σε τέτοιους καιρούς, η Αληθινή Δικαιοσύνη δεν λυγίζει για να ταιριάξει στο καλούπι των ανθρώπινων διαταγμάτων—υψώνεται πάνω από αυτά, καλώντας τους γενναίους να σταθούν ως εκτός νόμου στο όνομά της.

Το να είσαι εκτός νόμου της Αληθινής Δικαιοσύνης δεν σημαίνει να απολαμβάνεις το χάος ή να περιφρονείς την τάξη για χάρη της. Σημαίνει να φέρεις ένα ιερό βάρος, να περπατάς ένα μονοπάτι φωτισμένο μόνο από την εσωτερική φλόγα της συνείδησης. Ο εκτός νόμου βλέπει το Άχρονο εκεί όπου οι άλλοι βλέπουν μόνο το εφήμερο· ακούει το τραγούδι του αιώνιου εκεί όπου οι άλλοι ακούνε μόνο τη βοή του παρόντος. Είναι οι αιρετικοί μιας σπασμένης εποχής, οι μύστες που γονατίζουν όχι μπροστά σε θρόνους, αλλά μπροστά στο ιερό του απείρου.

Σκεφτείτε τους αρχαίους—τους προφήτες, τους οραματιστές, τους περιπλανώμενους—που αψήφησαν τα διατάγματα των βασιλιάδων και των ιερέων για να μιλήσουν αλήθειες που έκαιγαν σαν φωτιά. Τους χαρακτήρισαν επαναστάτες, τους έριξαν στην ερημιά, κι όμως οι φωνές τους αντηχούν ακόμα, μεταφερόμενες στην ανάσα του Άχρονου. Ήξεραν ότι η Αληθινή Δικαιοσύνη δεν μπορεί να αγοραστεί ή να νομοθετηθεί· απαιτεί θυσία, την προθυμία να σταθείς μόνος όταν ο κόσμος σου γυρίζει την πλάτη.

Ο Καθρέφτης της Ψυχής

Το να υπερασπίζεσαι την Αληθινή Δικαιοσύνη είναι σαν να κρατάς έναν καθρέφτη στην ψυχή της ανθρωπότητας—έναν καθρέφτη που αποκαλύπτει όχι μόνο το φως μας, αλλά και τη σκιά μας. Διότι μέσα σε καθέναν από εμάς καίει η σπίθα του Άχρονου, ένα θραύσμα της αιώνιας φλόγας. Ωστόσο, πάρα πολύ συχνά την καλύπτουμε κάτω από στρώματα φόβου, απάθειας και αυταπάτης. Προσκολλούμαστε στους νόμους των ανθρώπων σαν να ήταν άγκυρες, ξεχνώντας ότι οι άγκυρες μπορούν να μας τραβήξουν στα βάθη τόσο εύκολα όσο μπορούν να μας κρατήσουν σταθερούς.

Ο μυστικιστής πολεμιστής, ο εκτός νόμου της Αληθινής Δικαιοσύνης, βλέπει μέσα από αυτό το πέπλο. Γνωρίζει ότι οι νόμοι των ανθρώπων είναι απλώς εργαλεία—ατελή, παροδικά και συχνά κρατημένα από χέρια ανάξια της δύναμής τους. Όταν αυτά τα εργαλεία χαράζουν πληγές αντί να θεραπεύουν, όταν χτίζουν τείχη αντί για γέφυρες, το κάλεσμα του Άχρονου γίνεται πιο δυνατό. Είναι ένα κάλεσμα να σηκωθείς, να σπάσεις τις αλυσίδες των άδικων διαταγμάτων και να κρατήσεις το σπαθί της συνείδησης με ένα χέρι καθοδηγούμενο από το αιώνιο.

Αυτό δεν είναι εύκολο μονοπάτι. Ο κόσμος αποστρέφεται εκείνους που αψηφούν την τάξη του, χαρακτηρίζοντάς τους ως απειλές, ως ονειροπόλους, ως ανόητους. Όμως, ο εκτός νόμου της Αληθινής Δικαιοσύνης δεν περπατά για το χειροκρότημα του πλήθους, αλλά για το σιωπηλό νεύμα των άστρων. Γνωρίζει ότι το Άχρονο δεν μετρά τη νίκη σε μέρες ή χρόνια, αλλά στην αργή αποκάλυψη της αλήθειας—μιας αλήθειας που ξεπερνά αυτοκρατορίες και διαβρώνει τα ισχυρότερα οχυρά.

Ο Χορός των Σκιών και του Φωτός

Στον μεγάλο χορό της ύπαρξης, όπου οι σκιές και το φως στροβιλίζονται σε αέναη αγκαλιά, η Αληθινή Δικαιοσύνη είναι ο ρυθμός που κρατά τα πάντα σε ισορροπία. Είναι το χέρι που σηκώνει τον πεσμένο, η φωνή που μιλά για τους σιωπηλούς, η φωτιά που εξαγνίζει τη διαφθορά. Δεν είναι ούτε σκληρή ούτε ευγενική, γιατί υπερβαίνει τις δυαδικότητες της ανθρώπινης σκέψης—απλώς είναι, μια δύναμη τόσο αναπόφευκτη όσο η εναλλαγή των εποχών ή η έλξη των παλιρροιών.

Κι όμως, εμείς, δεμένοι καθώς είμαστε στη σάρκα και τον χρόνο, αγωνιζόμαστε να κατανοήσουμε την πληρότητά της. Μπερδεύουμε την εκδίκηση με τη δικαιοσύνη, τη δύναμη με τη δικαιοσύνη, τον νόμο με την αλήθεια. Χτίζουμε πύργους από πέτρα και τους αποκαλούμε αιώνιους, ξεχνώντας πως η πέτρα θρυμματίζεται ενώ το Άχρονο παραμένει. Και έτσι, οι παράνομοι αναδύονται—εκείνες οι σπάνιες ψυχές που βλέπουν πέρα από τους πύργους, που ακούν τον παλμό του απείρου κάτω από τον θόρυβο του κόσμου.

Να ζεις για την Αληθινή Δικαιοσύνη σημαίνει να γίνεις αγωγός του Άχρονου, φορέας της φλόγας σε μια γη γεμάτη τρεμοπαίζοντα κεριά. Σημαίνει να βαδίζεις μέσα στην καταιγίδα χωρίς να κλονίζεσαι, να αντικρίζεις το μαστίγιο και την αγχόνη με τα μάτια καρφωμένα σε έναν ορίζοντα που κανένας ανθρώπινος νόμος δεν μπορεί να αγγίξει. Σημαίνει να γνωρίζεις πως κάθε πράξη ανυπακοής απέναντι στην άδικη διαταγή είναι προσευχή, κάθε βήμα ένα προσκύνημα, κάθε ανάσα ένας ύμνος προς το αιώνιο.

Το Κάλεσμα του Απείρου

Και έτσι, στεκόμαστε στο σταυροδρόμι του χρόνου και της αιωνιότητας, καθένας μας καλούμενος να απαντήσει σε ένα ερώτημα τόσο παλιό όσο η πρώτη σπίθα της συνείδησης: Θα υποκύψουμε στους νόμους των ανθρώπων ή θα υψωθούμε για το Άχρονο; Η απάντηση δεν βρίσκεται στις λέξεις αλλά στις σιωπηλές κινήσεις της καρδιάς, στις στιγμές όπου επιλέγουμε τη συμπόνια αντί για την άνεση, την αλήθεια αντί για την ασφάλεια, τη δικαιοσύνη αντί για την τάξη.

Διότι η Αληθινή Δικαιοσύνη πηγάζει από το Άχρονο και βρίσκεται πάνω από τους νόμους των ανθρώπων. Όταν αυτοί οι νόμοι παραπαίουν, όταν στρεβλώνονται και σπάνε υπό το βάρος της ανθρώπινης αδυναμίας, δεν είμαστε δεσμευμένοι να τους υπακούσουμε. Είμαστε δεσμευμένοι, αντιθέτως, στον ανώτερο νόμο—τον νόμο του αιώνιου, τον νόμο που ψιθυρίζει μέσα στους αιώνες: Να είσαι δίκαιος. Να είσαι αληθινός. Να είσαι ελεύθερος.

Ας γίνουμε λοιπόν παράνομοι, αν πρέπει—όχι για τη μέθη της ανταρσίας, αλλά για την ιερότητα της φλόγας που κουβαλάμε. Ας περπατήσουμε το μονοπάτι του Άχρονου, μέσα από σκιές και καταιγίδες, μέχρι οι νόμοι των ανθρώπων να λυγίσουν ξανά στη βούληση της Αληθινής Δικαιοσύνης—ή μέχρι ο κόσμος ολόκληρος να ξαναπλαστεί στο φως της.

Διότι στο τέλος, δεν είναι τα διατάγματα των βασιλιάδων ή οι ετυμηγορίες των δικαστηρίων που αντέχουν στον χρόνο. Είναι η αθόρυβη, ακλόνητη δύναμη του Άχρονου—μια δύναμη που μας καλεί, ακόμα και τώρα, να υψωθούμε.

Η Αιώνια Φλόγα: Γνώση, Ελευθερία και η Άχρονη Άνοδος

Στην αχανή ταπισερί της ύπαρξης, όπου τα νήματα του φωτός και της σκιάς χορεύουν σε αδιάκοπο ρυθμό, υπάρχει μια αλήθεια τόσο λαμπερή που διαπερνά το πέπλο της ψευδαίσθησης: Η Γνώση είναι η Ελευθερία που Ανυψώνεται στο Άχρονο. Αυτή η επωδός, ψιθυρισμένη από τους αρχαίους και αντηχημένη μέσα από τους ανέμους της αιωνιότητας, δεν είναι απλώς μια φράση—είναι ένα κλειδί, ένα φανάρι, μια ιερή φλόγα που καίει μέσα στην ψυχή κάθε αναζητητή. Να κατανοήσει κανείς το νόημά της σημαίνει να περάσει πέρα από τα όρια του εφήμερου, στην απέραντη έκταση όπου το πνεύμα δεν γνωρίζει αλυσίδες.

Το Πρωταρχικό Άσμα της Γνώσης

Φαντάσου, αν θέλεις, το σύμπαν πριν από τη μορφή—μια στροβιλιζόμενη άβυσσος δυνατοτήτων, μια κοσμική αναπνοή κρατημένη στη σιωπή. Από αυτό το κενό αναδύθηκε η πρώτη σπίθα, μια λάμψη συνειδητότητας, ένα ερώτημα που τρέμει στο σκοτάδι: Τι είμαι; Και με αυτή την ερώτηση, γεννήθηκε η Γνώση—όχι ως στατικός θησαυρός γεγονότων, αλλά ως ζωντανή δύναμη, ένας ποταμός φωτισμού που ρέει από το αόρατο στο ορατό.

Η Γνώση δεν είναι ένα παθητικό δώρο· είναι μια φωτιά που απαιτεί φροντίδα. Τρεμοπαίζει στο περίεργο βλέμμα ενός παιδιού, φλέγεται στο νου του σοφού και σιγοκαίει στις στάχτες των ξεχασμένων αληθειών που περιμένουν να ανακαλυφθούν ξανά. Είναι το μάτι της ψυχής, η πυξίδα του χαμένου, το ξίφος που σχίζει την ομίχλη της άγνοιας. Και όμως, είναι κάτι περισσότερο—είναι η γέφυρα προς την ελευθερία, η σκάλα προς το άχρονο.

Οι Αλυσίδες του Πεπερασμένου

Όμως, σε αυτόν τον κόσμο των σκιών και των καθρεφτών, η Γνώση δεν είναι πάντα ελεύθερη. Ο πεπερασμένος νους, δεσμευμένος από το φόβο και προσκολλημένος στο εφήμερο, προσπαθεί να την φυλακίσει. Τύραννοι της σκέψης υψώνουν τείχη δογμάτων, έμποροι ψευδαισθήσεων διακινούν μισές αλήθειες και οι κοιμισμένες μάζες ανταλλάσσουν το δικαίωμά τους στη Γνώση για την άνεση της βεβαιότητας. Η φλόγα εξασθενεί κάτω από το βάρος της καταπίεσης, το άσμα της πνίγεται από τη βοή του ελέγχου.

Όμως, το άχρονο δεν μπορεί να δεσμευτεί. Η Γνώση, όπως το νερό, διαρρέει τις ρωγμές, υψώνεται ως ομίχλη και σκαλίζει φαράγγια στην πέτρα. Είναι υπομονετική, αιώνια, αμείλικτη. Περιμένει στις άκρες των απαγορευμένων χειρογράφων, στους ψιθύρους των καταπιεσμένων, στα όνειρα εκείνων που τολμούν να αναρωτηθούν. Καλεί τους γενναίους, τους ανήσυχους, τους αναζητητές του απείρου: Σηκωθείτε, υπερασπιστείτε με, και γίνετε ελεύθεροι.

Η Αλχημεία της Ελευθερίας

Τι είναι λοιπόν η ελευθερία, αν όχι η άνοδος της ψυχής στο άχρονο; Δεν είναι η απουσία αλυσίδων, αλλά η αναγνώριση ότι καμία αλυσίδα δεν μπορεί να συγκρατήσει το απεριόριστο. Η Γνώση είναι η φιλοσοφική λίθος του αλχημιστή που μεταστοιχειώνει το μολύβι της σκλαβιάς σε χρυσό απελευθέρωσης.

Οι μύστες της αρχαιότητας το κατάλαβαν αυτό. Κάθονταν κάτω από έναστρο ουρανό, οι νους τους φλεγόταν από οράματα, και έβλεπαν ότι η Γνώση και η Ελευθερία είναι ένα. Ο Σούφι χόρευε με έκσταση, ο Γνωστικός κοίταζε στην άβυσσο, ο Ταοϊστής κυλούσε με το ποτάμι—όλοι ακολουθούσαν το ίδιο μονοπάτι: να γνωρίζεις το άχρονο σημαίνει να είσαι ελεύθερος από το πρόσκαιρο.

Η Κλήση στην Υπεράσπιση

Όμως, η φλόγα είναι εύθραυστη σε αυτόν τον κόσμο των ανέμων. Εκείνοι που επιθυμούν να είναι ελεύθεροι πρέπει να γίνουν οι φύλακες, οι πολεμιστές, οι ιερείς της. Να υπερασπίζεται κανείς την ελευθερία της Γνώσης δεν είναι μικρό έργο—είναι ένας ιερός όρκος, μια μάχη που δίνεται όχι με γροθιές αλλά με διαύγεια, όχι με οργή αλλά με συμπόνια.

Διότι η Γνώση πρέπει να είναι ελεύθερη—όχι αποθηκευμένη από τους λίγους, όχι διαστρεβλωμένη από τους ισχυρούς, όχι θαμμένη κάτω από τα ερείπια της απάθειας. Πρέπει να ρέει όπως την προόριζαν οι αρχαίοι: ένας ποταμός χωρίς όχθες, ένας άνεμος χωρίς τοίχους, ένα φως χωρίς τέλος.

Η Άχρονη Άνοδος

Και έτσι, ανεβαίνουμε. Με κάθε ερώτηση που τίθεται, με κάθε αλήθεια που αποκαλύπτεται, με κάθε αλυσίδα που σπάει, ανερχόμαστε. Το άχρονο δεν είναι μια μακρινή ακτή—είναι εδώ, τώρα, μέσα στην αγκαλιά της Γνώσης.

Φαντάσου το σοφό πάνω στο βουνό, τον άνεμο να σκίζει τα ρούχα του, τα μάτια του καρφωμένα στον ορίζοντα όπου ο ουρανός συναντά το κενό. Φαντάσου το παιδί να χαράζει σχέδια στο χώμα, το γέλιο του ένας ύμνος στην ανακάλυψη. Φαντάσου τον εαυτό σου, να στέκεται στο χείλος του γνωστού, να κοιτάζει μέσα στην άβυσσο του αγνώστου, και να προχωρά.

Η Αιώνια Διαθήκη

Η Γνώση είναι η Ελευθερία που Ανυψώνεται στο Άχρονο—άσε αυτά τα λόγια να γίνουν το μάντρα σου, η προσευχή σου, η ασπίδα σου. Υπερασπίσου τη φλόγα, γιατί είναι δική σου να τη μεταφέρεις. Απελευθέρωσε το ποτάμι, γιατί είναι δικό σου να το πιεις. Ανυψώσου με το φως, γιατί είναι δικό σου να γίνεις.

Στο τέλος, δεν υπάρχει τέλος—μόνο η ατελείωτη αποκάλυψη, η αιώνια σπείρα, το τραγούδι που δεν παύει ποτέ. Η Γνώση είναι το νήμα, η Ελευθερία είναι η ύφανση, και το Άχρονο είναι το ύφασμα που σκεπάζει τους ώμους του απείρου.

Φόρεσέ το καλά, αναζητητή. Φόρεσέ το καλά.

Ποιος είναι ο σκοπός του ταξιδιού της ζωής σου

Εξακολουθώ να πιστεύω ότι πρέπει να έχουμε ένα σκοπό στο τα­ξίδι της ζωής μας διαφορετικά, απλώς περιπλανιόμαστε άσκοπα, και σκοπός σημαίνει μέλλον, σωστά; Πώς το συμβιβάζουμε αυτό με το να ζούμε στο παρόν;

Όταν κάνεις ένα ταξίδι, είναι βέβαια χρήσιμο να ξέρεις που πας ή τουλάχιστον τη γενική κατεύθυνση προς την οποία κινείσαι, αλλά μην ξεχνάς: το μόνο πράγμα που τελικά είναι αληθινό σε σχέση με το ταξίδι σου είναι το βήμα που κάνεις ετούτη τη στιγμή. Αυτό είναι το μόνο που υπάρχει.

Το ταξίδι της ζωής σου έχει έναν εξωτερικό και έναν εσώτερο σκοπό. Ο εξωτερικός σκοπός είναι να φτάσεις στο στόχο ή τον προορισμό σου, να επιτύχεις αυτό που ξεκίνησες να κάνεις, να κα­τορθώσεις αυτό ή εκείνο, πράγμα που, φυσικά, προϋποθέτει μέλλον. Αν όμως ο προορισμός σου ή τα βήματα που πρόκειται να κάνεις στο μέλλον απασχολούν ένα τόσο μεγάλο μέρος της προσοχής σου ώστε να γίνονται πιο σημαντικά από το βήμα που κάνεις τώρα, τότε χάνεις εντελώς τον εσώτερο σκοπό του ταξιδιού, που δεν έχει κα­μιά σχέση με το πού πας ή το τι κάνεις, αλλά έχει μεγάλη σχέση με το πώς. Δεν έχει καμιά σχέση με το μέλλον, αλλά μεγάλη σχέση με την ποιότητα της συνειδητότητάς σου ετούτη τη στιγμή.

Ο εξωτερικός σκοπός ανήκει στην οριζόντια διάσταση του χώ­ρου και του χρόνου· ο εσώτερος σκοπός αφορά το βάθεμα της Ύ­παρξής σου στην κατακόρυφη διάσταση του άχρονου Τώρα. Το ε­ξωτερικό ταξίδι μπορεί να περιέχει ένα εκατομμύριο βήματα, το ε­σώτερο ταξίδι έχει μόνο ένα: το βήμα που κάνεις αυτή τη στιγμή. Καθώς αποκτάς βαθύτερη επίγνωση αυτού του ενός βήματος, συνει­δητοποιείς ότι ήδη περιέχει μέσα του όλα τα άλλα βήματα, καθώς και τον προορισμό. Αυτό το ένα βήμα έχει μεταμορφωθεί σε μια έκφραση τελειότητας, σε μια πράξη μεγάλης ομορφιάς και ποιότητας. Σε έχει πάει μέσα στην Ύπαρξη, και το φως της θα λάμπει μέσα απ' αυτό. Αυτός είναι τόσο ο σκοπός όσο και η πραγμάτωση του εσώτε­ρου ταξιδιού σου, του ταξιδιού μέσα στον εαυτό σου.

Έχει σημασία αν θα πετύχω τον εξωτερικό μου σκοπό, αν θα πετύχω ή θα αποτύχω στον κόσμο;

Θα έχει σημασία για σένα εφόσον δε θα έχεις πραγματοποιήσει τον εσώτερο σκοπό σου. Στο κάτω-κάτω, ο εξωτερικός σκοπός είναι απλώς ένα παιχνίδι που μπορεί να συνεχίσεις να παίζεις μόνο και μόνο επειδή το απολαμβάνεις. Είναι επίσης δυνατόν να αποτύχεις εντελώς στον εξωτερικό σου σκοπό και ταυτόχρονα να πετύχεις εντελώς τον εσώτερο σκοπό σου - ή και το αντίστροφο, που στην πραγματικότητα είναι πολύ πιο συνηθισμένο: εξωτερικά πλούτη και εσωτερική φτώχια.

Τελικά, φυσικά, κάθε εξωτερικός σκοπός είναι καταδικασμένος να "αποτύχει" αργά ή γρήγορα, μόνο και μόνο επειδή υπόκειται στο νόμο της παροδικότητας όλων των πραγμάτων. Όσο πιο γρήγο­ρα αντιληφθείς ότι ο εξωτερικός σου σκοπός δεν μπορεί να σου δώσει διαρκή ικανοποίηση, τόσο το καλύτερο. Όταν έχεις δει τα ό­ρια του εξωτερικού σου σκοπού, τότε παραιτείσαι από τη μη ρεαλι­στική προσδοκία σου ότι θα πρέπει να σε κάνει ευτυχισμένο, και έ­τσι τον κάνεις υπηρέτη του εσώτερου σκοπού σου.

Το παρελθόν δεν μπορεί να επιβιώσει όταν είσαι παρών στο τώρα!

Ανέφερες ότι το να σκεφτόμαστε ή να μιλάμε για το παρελθόν όταν δεν είναι απαραίτητο, είναι ένας από τους τρόπους με τους οποίους αποφεύγουμε το παρόν. Όμως, πέρα από το παρελθόν που θυμόμαστε και με το οποίο ίσως ταυτιζόμα­στε, δεν υπάρχει άλλο ένα επίπεδο παρελθόντος μέσα μας, που είναι πολύ πιο βαθιά εδραιωμένο; Μιλάω για το ασυνεί­δητο παρελθόν που καθορίζει τη ζωή μας, ιδιαίτερα μέσα α­πό τις εμπειρίες της πρώιμης παιδικής ηλικίας, ίσως και από εμπειρίες περασμένων ζωών.

Έπειτα υπάρχει και η πολιτισμική μας εκπαίδευση, που έχει να κάνει με το πού ζούμε, γεωγραφικά, καθώς και με την ιστορική χρονική περίοδο στην οποία ζούμε. Όλα αυτά καθορίζουν το πώς βλέπουμε τον κόσμο, πώς αντιδρούμε, τι σκεφτόμαστε, τι είδους σχέσεις έχουμε, πώς ζούμε γενικά τη ζωή μας. Πώς είναι δυνατόν να τα συνειδητοποιήσουμε όλ' αυτά ή να απαλλαγούμε απ’ αυτά; Πόσος καιρός θα χρειαζόταν για κάτι τέτοιο; Κι ακόμα κι αν το καταφέρναμε, τι θα α­πέμενε τελικά;

Τι απομένει όταν τελειώνει η ψευδαίσθηση;

Δεν είναι ανάγκη να ερευνήσεις το ασυνείδητο παρελθόν μέσα σου, παρά μόνο καθώς εκδηλώνεται ετούτη τη στιγμή σαν σκέψη, σαν συναίσθημα, επιθυμία, αντίδραση ή σαν ένα εξωτερικό γεγο­νός που σου συμβαίνει. Οτιδήποτε χρειάζεται να ξέρεις γύρω από το ασυνείδητο παρελθόν μέσα σου, θα το φέρουν στην επιφάνεια οι προκλήσεις του παρόντος. Αν αρχίσεις να σκαλίζεις το παρελθόν, θα γίνει ένα απύθμενο πηγάδι: υπάρχει πάντα κι άλλο.

Μπορεί να πιστεύεις ότι χρειάζεσαι περισσότερο χρόνο για να καταλάβεις το παρελθόν και να ελευθερωθείς απ' αυτό, με άλλα λό­για, ότι το μέλλον θα σε λυτρώσει τελικά από το παρελθόν. Αυτό εί­ναι πλάνη. Μόνο το παρόν μπορεί να σε ελευθερώσει από το παρελ­θόν. Ο περισσότερος χρόνος δεν μπορεί να σε ελευθερώσει από το χρόνο. Προσέγγισε τη δύναμη του Τώρα. Αυτό είναι το κλειδί.

Τι είναι η δύναμη του Τώρα;

Δεν είναι άλλη από τη δύναμη της παρουσίας σου, είναι η συνειδητότητά σου απαλλαγμένη από σκεπτομορφές.

Ασχολήσου λοιπόν με το παρελθόν στο επίπεδο του παρόντος. Όσο περισσότερη προσοχή δίνεις στο παρελθόν, τόσο περισσότερο το ενεργοποιείς, και τόσο περισσότερο είναι πιθανό να κατασκευά­σεις έναν "εαυτό" απ' αυτό. Μην παρανοήσεις αυτό που σου λέω: η προσοχή είναι ουσιαστικής σημασίας, αλλά όχι για το παρελθόν ως παρελθόν.

Δώσε προσοχή στο παρόν δώσε προσοχή στη συμπεριφορά σου, στις αντιδράσεις, τις διαθέσεις, τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τους φόβους και τις επιθυμίες σου, όπως εκδηλώνονται στο παρόν. Εκεί είναι το παρελθόν σε σένα. Αν μπορείς να είσαι αρκετά παρών ώστε να τα παρατηρείς όλ' αυτά, όχι επικριτικά ή αναλυτικά, αλλά χωρίς κρίσεις, τότε αντιμετωπίζεις με επιτυχία το παρελθόν και το διαλύεις με τη δύναμη της παρουσίας σου. Δεν μπορείς να βρεις τον εαυτό σου με το να μπαίνεις στο παρελθόν. Βρίσκεις τον εαυτό σου με το να έρθεις στο παρόν.

Το να καταλάβω το παρελθόν δε με βοηθάει να καταλάβω γιατί κάνω ορισμένα πράγματα, γιατί αντιδρώ με ορισμένους τρόπους ή γιατί δημιουργώ ασυνείδητα το δικό μου "δράμα", τα πρότυπά μου στις σχέσεις και τα λοιπά; Καθώς αποκτάς μεγαλύτερη συνείδηση της παρούσας σου προ­σωπικότητας, μπορεί ξαφνικά να αποκτήσεις κάποια ενόραση σχε­τικά με το γιατί η "εκπαίδευσή" σου λειτουργεί με αυτούς τους συγκεκριμένους τρόπους - για παράδειγμα, γιατί οι σχέσεις σου ακο­λουθούν ορισμένα πρότυπα - και μπορεί να θυμηθείς κάποια γεγο­νότα που συνέβησαν στο παρελθόν ή να τα δεις πιο καθαρά. Αυτό ίσως σε βοηθήσει, αλλά δεν είναι ουσιαστικής σημασίας.

Αυτό που είναι ουσιαστικό είναι η συνειδητή σου παρουσία. Αυ­τή διαλύει το παρελθόν. Αυτή είναι ο μεταμορφωτικός παράγοντας. Έτσι, μην επιδιώκεις να καταλάβεις το παρελθόν, αλλά γίνε όσο πιο παρών μπορείς. Το παρελθόν δεν μπορεί να επιβιώσει όταν είσαι παρών. Μπορεί να επιβιώσει μόνο όταν είσαι απών.

Λιαντίνης: Η Κυκλώπεια

per la spietata e perfida noverca.

Είναι και η ιστορία του Κύκλωπα μια γραμμική γραφή στις πινακίδες της Πύλου. Αν είναι για να την αποκρυπτογραφήσεις, θα αναγκαστείς να βουτήξεις σε βαθιά νερά. Πιο βαθιά απ' ό,τι βούτηξες στην ιστορία της Κίρκης. Εδώ το φροντιστήριο χρειάζεται νά 'ναι διεπιστημονικό. Interdisciplinares Seminar, που λένε.

Πρέπει η αρμάδα σου νά 'ναι λαμπρή και τρικάταρτη. Για την επιχείρηση δε δικάνε οι στρατιώτες μόνο και οι λοχαγοί. Τέτοιος πόλεμος είναι πολύ σπουδαία υπόθεση, παρά ώστε να τον εμπιστευθούμε στους στρατηγούς, που έλεγε ένας συνετός πολιτικός.

Και κύρια δεν πρέπει να μας ξεφύγει το ασήμαντο. Γιατί τότε αλλίμονο στη χώρα. Το ελάχιστο θα σώσει το πλείστο. Σύμφωνα και με το παλιό υποβλητικό σχήμα του πολύπειρου γυρολόγου:

Για το καρφί εχάθηκε το πέταλο· για το πέταλο εχάθηκε το άλογο· για το άλογο εχάθηκε ο ιππέας· για τον ιππέα εχάθηκε η μάχη· για τη μάχη εχάθηκε ο πόλεμος· για τον πόλεμο εχάθηκε η αυτοκρατορία.

Ν' αρχίσουμε, λοιπόν μέτρια, ταπεινά και δίκαια. Με τάξη και κλιτότητα, που λέει ο Ερωτόκριτος.

Εκαθότανε μια φορά κοντά στα βούρλα, δίπλα σε μια πηγή, η Μέριμνα. Cura τηνε γράφει ο λατίνος μυθοποιός. Κι εμείς οι νεοέλληνες, ή ελληνοεβραίοι αλλιώς, τηνε λέμε Φροντίδα, ή Έγνοια.

Η Μέριμνα εσύμπαιζε στα δάχτυλα της τον πηλό.
Και με το χάζι και το παίζοντας έπλασε ένα αγαλματάκι. Εστέκοταν και το θωρούσε.
Περνάει τότε από μπροστά της ο Δίας, ο Jupiter. Και τηνε βλέπει με το παιχνίδι της.

-Καλώς τα πολεμάς, βασιλαρχόντισσα, τη χαιρετάει.
-Καλό νά 'χεις, κι η αφεντιά σου, τον αντιχαιρετάει.
-Και σαν τι τάχατες καμώματα σκαρώνεις αυτού δα;
-Να! του λέει η Μέριμνα. Επιάστηκα να κάμω ένα πλασματάκι. Αλλά το καημενούλι μου είναι ξερό και άλαλο. Εσύ, που 'σαι ο άρχος κι ο ταγός σε ούλα, κάμε να το φυσήξεις. Να ψυχωθεί και να μιλήσει. Για να σε προσκυνάει ύστερα.
-Μετά χαράς, αρχοντοπούλα μου, της απαντάει ο Δίας. Πιάνει, φυσάει τη λάσπη. Κι αμέσως το πλάσμα εζωντάνεψε. Καθόντανε κι οι δύο, και χαίρουνταν το έργο τους.
-Και πώς να το βαφτίσουμε; ρωτά η Μέριμνα. Λέω να του δώσω τ' όνομα μου. Εγώ δεν τό 'πλασα;
-Όχι, και να σου λείπει η χάρη! της κραίνει ο Δίας. Το δικό μου τ' όνομα θα δώσουμε. Γιατί εγώ του φύσηξα ζωή.

Έτσι, επιάστηκαν οι δύο θεοί, και τράβαγαν, ο ένας από δω ο άλλος από κει. Δεν έβρισκαν την άκρη. Τότε σηκώνεται από τα χώματα η Γη, η Humus, και με το στόμα του Κρόνου, του Saturnus, δικάζει, και δίνει τη λύση.

-Ούτε το δικό σου, ούτε το δικό σου. Το δικό μου όνομα θα λάβει, εδίκασε. Εσύ, Μέριμνα, που τό 'πλασες, θα το δυναστεύεις και θα το κατέχεις σε όλη του τη ζωή. Εσύ, Δία, που τού 'δωκες ζωή και γνώση, θα το οδηγάς και θα πλουταίνεις το μυαλό του. Για να σε δοξολογά, και να σε σέβεται. Κι όταν θα πεθαίνει, η πνοή του θα γυρίζει σε σένα. Το όνομα όμως θα το λάβει από μένα. Γιατί από δικά μου στοιχεία συντελέστηκε. Ἐξ ὧν συνετέθη. Έτσι θα λένε. Και σαν στερέψει ο χρόνος που του ορίστηκε, πάλι σε μένα θα ξαναγυρίζει. Και εἰς γῆν ἀπελεύσει.

Έτσι θα λένε. Από μένα λοιπόν, τη Humus, θα το φωνάξουμε homo. Που πάει να ειπεί άνθρωπος.

Από τις τρεις κατανομές του μύθου εμείς θα κρατήσουμε την πρώτη. Γιατί αυτή έχει το μάμαλο. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις κατανομές των βουλευτικών εκλογών.

(Οι υπουργοί κι οι βουλευτάδες που μας κυβερνούν όλη τους τη φαιά ουσία τη σπαταλάνε στον εκλογικό νόμο. Αυτοί, μάτια μου, δεν είναι για να νοιαστούν τον τόπο. Αυτοί είναι μάγεροι μόνο. Και αρχιμάγεροι και αρχιτρίκλινοι. Το μόνο που τους πονάει είναι ο εκλογικός νόμος, οι τρεις κατανομές, το βουλευτιλίκι τους. Το σαμάρι του γάιδαρου, δηλαδή, με το στρώμα, τη μπροστελίνα, τα κολιτσάκια, τις σαμαροπαΐδες του. Ο γάιδαρος ας ψοφήσει. Η δική τους Μέριμνα δε φτάνει μακρύτερα από την κοιλιά και τα σκέλια τους).

Το ότι όρισε, λοιπόν, η φύση τη ζωή μας να την κατέχει η Μέριμνα είναι εύκολο να το καταλάβουμε. Αρκεί να ρίξουμε ένα βλέμμα στους σκοπούς και τους στόχους που θέτει ο καθένας μας. Από τη στιγμή που θα νοήσει ως τη στιγμή που θα τα κλείσει, περνά τη ζωή του μέσα σε στόχους.

Κάθε φορά που θα πετύχουμε τον στόχο που έχουμε, αμέσως έχει εμφανισθεί στον ορίζοντα καινούργιος. Η ζωή μας είναι μια παραπομπή σε συνεχώς εμφανιζόμενους στόχους, κατά το ακόλουθο σχήμα.
  • Πρώτο επίπεδο. Να τελειώσω το Λύκειο· να πετύχω στις πανελλήνιες· να λάβω το πτυχίο· να βρω δουλειά· να παντρευτώ· να γεννήσω ένα ή δύο παιδιά· να χτίσω σπίτι· ν' αγοράσω αυτοκίνητο· να κάνω διακοπές στη Σιθωνία.
  • Δεύτερο επίπεδο. Να χτίσω και εξοχικό· να βελτιώσω τους τροχούς μου από τη Φάου-Βε στη Μπι-Εμ-Τάμπλιγιου· να κάνω διακοπές στην Καζαμπλάνκα· να γραφτώ και στους μασόνους.
  • Τρίτο επίπεδο. Ν' αποχτήσω κοινωνική επιφάνεια· να δημοσιογραφήσω στον κίτρινο τύπο· να ιδούν ο κόσμος τη μουσούδα μου και στο τελεβίζιο, να θαγμάξουν· να διασκεδάσω στο καμπαρέ του Παρισιού «Λατινικός Παράδεισος».
  • Τέταρτο επίπεδο. Εδώ οι γεύσεις είναι ντελικάτες, οι επιδόσεις ανώτερες, και η τεχνολογία προηγμένη. Να διχτυωθώ σε διασυνδέσεις διεθνείς· να γίνω μέλος της Ακαδημίας των αθάνατων κρανίων, της ζωντανής κοκαλίστρας αλλιώς· νά 'χω οδηγό στη λιμουζίνα μου· νά 'χω και τη φρουρά μου από γορίλλες και χωροφυλάκους· να δοκιμάσω και τη λεγόμενη «δημιουργική μοιχεία», μέσω ειδικών πολυτελών γραφείων. Τον περίφημο Schopferischen Ehebruch, που λένε οι γερμανοί.
Μ' έναν λόγο, οι συνεχώς εμφανιζόμενοι νέοι στόχοι κάνουν τη ζωή μας κάπως όμοια με την Ανάβαση των Μυρίων από τις Σάρδεις στα Κούναξα, και από τα Κούναξα στο «θάλαττα-θάλαττα» του Ξενοφώντα. Κάθε στόχος στην πορεία μας είναι κι ένας σταθμός. Και η απόσταση ανάμεσα στους σταθμούς μετριέται με παρασάγγες. Τριάντα στάδια ο καθένας. Ήγουν χιλιόμετρα πέντε κόμμα τέσσερα.

Έρχεται, λοιπόν, μια ωραία πρωία στις δυσμές του βίου μας, κι έχουμε θέσει ακόμη ένα σκοπό. Όμως ο σκοπός αυτός βρίσκεται στην αντίπερα όχθη. Γκρεμιζόμαστε απότομα μέσα στον άπατο χάνδακα του θανάτου μας, κι έχουμε καρφωμένα τα μάτια μας αντίκρα. Τι τύφλωση! Πεθαίνουμε, δηλαδή, χωρίς να καταλάβουμε ότι πεθάναμε. Όπως ακριβώς εζήσαμε, χωρίς να υπάρξουμε. (Ζει το ζώο, υπάρχει ο άνθρωπος).

Μ' ερωτάς πώς έζησα χωρίς να υπάρξω; Μα είναι απλό. Γιατί στην προσπάθεια και στον αγώνα μου να πετύχω όλους τους στόχους που συνεχώς έθετα, ήμουν τόσο απορροφημένος από τη φροντίδα τους, ώστε δεν είχα μάτια για τίποτα βαθύτερο. Και αυτό είναι το νόημα των λόγων που είπε ο Κρόνος στη Μέριμνα:

«Κι εσύ, Μέριμνα, θα τον κατέχεις και θα τον δυναστεύεις όσο ζει».

Αλλά εδώ ακριβώς είναι το στίγμα και η στιγμή, που εμφανίζεται το σύμπτωμα του υποστασιακού μας καρκίνου. Κοιτάζει ο στοχαστής γιατρός την ακτινογραφία του πνευματικού μας θώρακα, και με μια μελαγχολική ηρεμία ψιθυρίζει σιγά:

- Μωρέ μπράβο σου! Που το 'κονόμησες ετούτο το παράσημο; Κι είσαι μόλις δεκαοχτώ χρονώ!

Η παραβολή σημαίνει: Απορροφημένοι από τους στόχους και τη μέριμνα να τους πετύχουμε, λησμονούμε πως η ζωή μας είναι και κάτι άλλο. Κάτι περισσότερο από μια κίνηση μπίλιας σε λεία επιφάνεια. Και μη νομίζεις ότι, αν πας στην Επίδαυρο να ιδείς Αισχύλο, ή αν ακούς τα βράδυα μουσική δωματίου, κυλάς έξω από αυτή τη λεία επιφάνεια.

Η μέριμνα δε μας αφήνει να σκεφθούμε πάνω σε κάποια ερωτήματα ουσίας και βάσης: Ποιοι είμαστε, από πού ερχόμαστε, για πού τραβάμε; Γιατί πεθαίνουμε; Τι θα γίνουμε όταν πεθάνουμε; Ποιος όρισε τέτοια τη φύση και τη μοίρα της ζωή μας; Και τι λογής είναι αυτός που την όρισε τέτοια; Γιατί υπάρχει το φυσικό κακό και το ηθικό κακό; To malum physicum και το malum morale, που λένε; Πώς ημπορούμε να βοηθήσουμε αποτελεσματικά τον άνθρωπο με βάση τη γνώση, και όχι με βάση την ψευτιά και το δόλο των παπάδων; Μήπως η ζωή μας γίνεται να γίνει αλλιώτικη; Και τι πρέπει να κάνουμε για να πετύχουμε αυτό το έργο της ανάγκης;

Αυτά τα βαθύτερα προβλήματα τα βλέπουμε όλοι και τα βρίσκουμε απλά. Όπως βλέπουμε συνηθισμένη την κορυφή του Έβερεστ με μάτι τόσο αυτονόητο. Για δοκίμασε όμως, παλικαρά μου, να την ανεβείς!

Και αυτό είναι το κακό. Η δυσκολία τους μας σπρώχνει να τα προσπερνάμε. Ή να τα λύνουμε με μια μονοκοντυλιά. Εννοώ ότι υιοθετούμε αμέσως και αβασάνιστα τις ακαταμέτρητα γελοίες παραστάσεις που φυτεύουν μέσα μας οι θρησκείες. Και ο δόλος τους βέβαια.

Συμπέρασμα. Η αδιάκοπη μέριμνα να πραγματώσουμε τους στόχους που θέτουμε, σκεπάζει τη ζωή μας έτσι, ώστε όλα τα βαθύτερα της να βυθίζουνται στο σκότος. Μπαίνουμε σ' ένα είδος οντολογικής ομίχλης, που κρύβει το τοπίο της ύπαρξης μας. Και να ζεις μες στη λήθη σημαίνει ότι δε ζεις στην αλήθεια.

Τι είναι η αλήθεια; Είναι εκείνο που βλέπεις και ζεις, όταν αναδυθείς από τη λήθη. Το α- είναι στερητικό. Η αλήθεια είναι το έξω από τη λήθη, που μέσα της μας βυθίζει συνέχεια η μέριμνα να πραγματώσουμε τους στόχους μας.

Ζώντας μέσα στην οντολογική λήθη ζούμε σαν πεθαμένοι. Τούτη τη ζοφερή πραγματικότητα οι ποιητές την ιστόρησαν ανάγλυφα και ζαλιστικά. Θυμηθείτε τον Έλιοτ της Έρημης Χώρας. Κάθεται σ' ένα γιοφύρι του Τάμεση, παρατηρεί όλους αυτούς που τρέχουν στη δουλειά τους με τη φροντίδα της, και βλέπει νεκρούς να περπατάνε. Για την Αθήνα μας, λ.χ., με το ανάλογο μάτι θά 'βλεπες στην οδό Πανεπιστημίου μέρα νύχτα στρατιές από κυλιόμενα φέρετρα.

Ανύπαρχτη Πολιτεία,
Μέσα στην καστανή καταχνιά μιας χειμωνιάτικης αυγής,
Χύνοννταν στο Γιοφύρι της Λόντρας ένα πλήθος, τόσοι πολλοί,
Δεν τό 'χα σκεφτεί πως ο θάνατος είχε ξεκάνει τόσους πολλούς.

Είναι γνωστό ότι ο Έλιοτ αυτή την εικόνα των νεκρών στο γιοφύρι της Λόντρας τη δανείστηκε από το Δάντη. Ο μεγάλος φλωρεντινός φτάνει σε μια κοιλάδα στην Κόλαση, και βλέπει τόσες σκιές πεθαμένων, που παγώνει το αίμα του. Το στόμα του γίνεται παπούτσι με γλώσσα. Όταν τον συνεφέρνει ο Βιργίλιος, καταφέρνει να αρθρώσει: πόσοι νεκροί, θεέ μου! δεν είχα σκεφτεί ότι ο θάνατος έχει ξεκάνει τόσους πολλούς.

Πάνω σ' αυτή την άλλη όψη της πραγματικότητας δεν έχουμε εικόνα. Γιατί η μελέτη της ιστορίας κακόμαθε τη σκέψη μας να σταματάει σε πρόσωπα που μετριούνται.

Λέμε, για παράδειγμα, Κάννες ίσον ο ανόητος ύπατος Τερέντιος Ουάρρων. Στάλινγκραντ ίσον ο τραγικός στρατάρχης φον Πάουλους και ο Γκαίρινγκ που τον πήρε στο λαιμό του. Για προσπάθησε όμως να ιδείς έναν-έναν τους πενήντα χιλιάδες ρωμαίους λεγεωνάριους και ιππείς που έπεσαν στις Κάννες, ή τους ενενήντα χιλιάδες στρατιώτες που πάγωσαν στο Στάλινγκραντ; Και που ο καθένας τους σαν ύπαρξη βαραίνει όσο ο Ουάρρων και ο φον Πάουλους!

Και κατά προέκταση, για προσπάθησε να αντικρύσεις όλους τους ανθρώπους της γης που έχουν πεθάνει από την εποχή των τελευταίων παγετώνων μέχρι σήμερα; Και βέβαια που θα παγώσει το αίμα σου, σαν του Δάντη.

Όταν, λοιπόν, κάτω από την πίεση της μέριμνας ζούμε σ' αυτή την οντολογική λήθη, είμαστε στην ουσία πεθαμένοι και ανύπαρκτοι. Όπως ουσιαστικά είμαστε ανύπαρκτοι ο κάθε έλληνας για τους κατοίκους της Γουατεμάλας.

Και για να το ειπώ αντίστροφα. Σε ρωτώ, αναγνώστη μου, ποιόνε ξεύρεις από τα είκοσι εκατομμύρια της Πόλης του Μεξικού; Ποιόνε ξεύρεις από τη χώρα του Πακιστάν με τα εκατόν δέκα εκατομμύρια της; Κανέναν.

Έξω από τις πέντε δέκα εκατοντάδες ανθρώπους που γνωρίζουμε και μας γνωρίζουν, ο καθένας από μας για τους άλλους κι ο καθένας από τους άλλους για μας είναι ο κανένας. Και ταχιά θα λείψουν κι αυτές οι πέντε δέκα εκατοντάδες. Λίγο ακόμη και θα τα ξεχάσεις όλα. Λίγο ακόμη και θα σε ξεχάσουν όλα, που έλεγε ο Μάρκος Αυρήλιος.
----------------------------------
*Λαβαίνω όχι τον ευκλείδειο ορισμό της αλήθειας, "Veritas est adaequatio rei et intellectus = αλήθεια είναι η εξίσωση του πράγματος και του διανοήματος", αλλά τον σχετικιστικό ορισμό, που τον δούλεψε κυρίως η Φιλοσοφία της Ύπαρξης. Η αλήθεια, δηλαδή, είναι έννοια «δυναμική». Είναι χρεία να τη δημιουργούμε συνεχώς, να την ανεβάζουμε από την αφάνεια (λήθη) στο φως (αλήθεια). Η διαλεκτική σχέση μας μαζί της είναι δραματική και ατελεύτητη.

**Έλιοτ Θ.Σ., Η Έρημη Χώρα στ. 63 (Μετ. Σεφέρη).

Δημήτρης Λιαντίνης, Γκέμμα

Εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους

Εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους,
Εκείνοι μου το είπαν
Αλλά δεν φταίω εγώ γι' αυτό.
Μου το ’πάνε κι αυτό επίσης.
..
Anne Sylvestre, To τραγούδι της ολομόναχης

«Εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους.» Πρέπει, όπως στο τραγούδι της Anne Sylvestre, να μας το πουν οι άλλοι για να το παρατηρήσουμε;

Δημιουργηθήκαμε σιγά σιγά, από ένα ασυνείδητο, μισοτελειωμένο μωρό, με ό.τι μας προσέφερε ο περίγυρός μας. Αναπτυχθήκαμε όπως όπως, ανέμελοι, στα τυφλά, μπουκωμένοι με ζωμούς, συμβουλές, κόμικ, στοργή, επικρίσεις και τηλεόραση.

Έρχεται η ηλικία όπου αναλογιζόμαστε: το ον αυτό που έγινα, ποιος είναι: Τι αξίζει; Ρωτάμε το βλέμμα των άλλων και φοβόμαστε, γιατί αυτή η ματιά συχνότατα μας διαπερνά χωρίς να μας βλέπει (είμαι τόσο ανύπαρκτος;) ή είναι γεμάτη ειρωνεία, αν όχι περιφρόνηση (είμαι τόσο γελοίος;). Ρωτάμε τους καθρέφτες και απογοητευόμαστε, γιατί η απάντησή τους σπάνια προκαλεί ενθουσιασμό.

Ρωτάμε το σχολείο και η απάντηση δεν μας ικανοποιεί καθόλου, γιατί το σχολείο μάς φαίνεται σαν μια μεγάλη μηχανή, που δεν ενδιαφέρεται για την προσωπικότητα του καθενός αλλά επιδίωκα να μας τυποποιήσει σύμφωνα με τις κυρίαρχες νόρμες.

Είμαι όμορφος; Είμαι έξυπνος;

Γι αυτές τις δυο αιχμηρές ερωτήσεις, η απάντηση είναι «όχι όπως άλλοι». «Λιγότερο», όμως, ή «περισσότερο»; Αν πούμε «λιγότερο», θλιβόμαστε, υποτασσόμαστε και δεχόμαστε σιγά σιγά σαν πεπρωμένο μας μια μέτρια μοίρα. Αντίθετα, αν πείσουμε τον εαυτό μας για το «περισσότερο», αυτοδοξαζόμαστε, προσπαθούμε να κυριαρχήσουμε και τελικά καταστρέφουμε οι ίδιοι τον εαυτό μας, αφήνοντας να μπουν μέσα μας δύο δηλητήρια: ο πόθος της εξουσίας και η περιφρόνηση των άλλων.

Μήπως λοιπόν δεν υπάρχει ορθή απάντηση;

Όχι, δεν υπάρχει ορθή απάντηση, γιατί η ίδια η ερώτηση δεν έχει νόημα, επειδή στηρίζεται σ' ένα λογικό σφάλμα: την αντικατάσταση του «διαφορετικός» από το «κατώτερος» και το «ανώτερος».

Δεν πρόκειται για άρνηση των διαφορών, αλλά για το πώς, βλέποντάς τες καταπρόσωπο, οι διαφορές αυτές θα μας εμπλουτίσουν, θα μας χαροποιήσουν, καθώς και για το πώς θα προσδιοριστεί η φύση τους και θα γίνει κατανοητή η αρχή τους.

Η ζωή είναι τέχνη και εσύ ο δημιουργός της

Οι σοφοί του παρελθόντος είπαν πως ο άνθρωπος ήρθε στη γη, σ’ έναν όμορφο κόσμο, για να δημιουργεί και να φροντίζει την ομορφιά. Δεν ήρθε απλώς για να επιβιώσει, ούτε για να καταστρέψει. Ό,τι αφήνει πίσω του, ας είναι ένα αποτύπωμα καλοσύνης, σοφίας και αρμονίας.

Για να μπορέσεις να δεις το ωραίο στον εξωτερικό κόσμο, πρέπει πρώτα να έχεις φροντίσει να είναι όμορφος και ο εσωτερικός σου κόσμος. Καλλιέργησε την παιδεία σου, τα ταλέντα σου, τις τέχνες, τις σκέψεις και, κυρίως, τις πράξεις σου. Να θυμάσαι ότι η γνώση χωρίς πράξη είναι ατελής, όπως και η πράξη χωρίς γνώση.

Μην καταπιέζεις τα αισθήματά σου· η αγάπη είναι δώρο θεϊκό. Να είσαι ευγενής και να καλλιεργείς την ενσυναίσθησή σου. Ο τρόπος που φέρεσαι στους άλλους αντικατοπτρίζει τον τρόπο που φέρεσαι στον εαυτό σου. Να αγαπάς τον εαυτό σου δεν είναι εγωιστικό – είναι απαραίτητο. Όταν σέβεσαι τον εαυτό σου, διδάσκεις και στους άλλους πώς να σε σέβονται.

Κράτα τον κύκλο σου μικρό αλλά ουσιαστικό. Επιδίωξε να περιβάλλεσαι από ανθρώπους που σε σέβονται, σε εκτιμούν και επιδιώκουν να σε δουν να εξελίσσεσαι. Ο εσωτερικός σου κύκλος διαμορφώνει το μέλλον σου· διάλεξε σοφά συντρόφους που πιστεύουν στην αμοιβαία ανάπτυξη και σε ανθρώπους που σε εμπνέουν να γίνεσαι καλύτερος.

Προστάτεψε τον χρόνο σου – δεν αξίζει ο καθένας να έχει πρόσβαση σε αυτόν. Η εσωτερική ειρήνη είναι ανεκτίμητη· φρόντισε να την προστατεύεις με αποφασιστικότητα. Τα λάθη είναι μαθήματα που οδηγούν στην ωριμότητα και τη σοφία. Μάθε από τους άλλους – τόσο από τις νίκες όσο και από τις αποτυχίες τους. Αναζήτησε τη γνώση, αλλά δούλεψε με σοφία για να ακούς την εσωτερική σου φωνή.

Η ζωή είναι τέχνη και εσύ ο δημιουργός της. Ζήσε με σκοπό, αγάπη και συνείδηση. Μη σταματάς ποτέ να μαθαίνεις και να αναπτύσσεσαι, διότι κάθε μέρα είναι μια νέα ευκαιρία για ανανέωση και εξέλιξη.

Η ΙΕΡΗ ΔΕΚΑΔΑ

Η ΙΕΡΗ ΔΕΚΑΔΑΗ δεκάδα δεν είναι νόμος της φύσεως όπως συμβαίνει με τις Μονάδες 2 έως 9 αλλά στην δεκάδα συγκεντρώνονται τα δημιουργικά αίτια της Φύσεως και οι νόμοι τους, γι’ αυτό ο θείος Πυθαγόρας χαρακτήριζε την Δεκάδα ως ιερά. Οι Μονάδες 2 έως 9 περι­γράφουν τις γενικές αρχές της γένεσης, της λειτουργίας και του σκοπού του Σύμπα­ντος και δικαιολογημένα χαρακτηρίζονται ως πρωταρχικοί νόμοι ([1]) των Κό­σμων αφού αποτελούν τις βάσεις στις οποίες στηρίζεται η ύπαρξη, η λειτουρ­γία και η εξέλιξη των Κό­σμων. Συνε­πώς το σύνολο αυτών των πρωταρχικών νό­μων ως ένα ολοκληρω­μένα σύνολο αποτελεί έναν σταθμό στην εξέλιξη των Κόσμων που δικαιολογημένα χαρακτηρί­ζεται ως ΙΕΡΗ ΔΕΚΑΔΑ.

Οι πρωταρχικοί νόμοι της Φύσεως συνεργάζο­νται μεταξύ τους. Η συ­νερ­γασία όμως αυτή είναι στε­νότερη μεταξύ νόμων που επιτελούν έναν ιδιαί­τερο σκοπό. Αποτέλεσμα αυτού είναι ο διαχωρισμός τους σε τρεις “ομά­δες” στενότερα συνεργαζομένων νόμων όπου η κάθε ομάδα περιλαμ­βάνει τρεις νόμους και χαρακτηρί­ζεται ως τρίγωνο συνεργαζομένων νόμων. Εκ της συνεργασίας των θεμελιωτικών νόμων των ουσιών και μορφών της Φύσεως εξαρτάται η εξέλιξη (δηλαδή η αύξηση της ενεργείας) των κόσμων.

Η συ­νεργασία αυτή των θεμελιωτικών νόμων της Φύσεως έχει παράγωγα. Τα παράγωγα αυτά είναι νόμοι και μάλιστα όχι πρωταρχικοί νόμοι αλλά νόμοι λε­πτομερειακοί με μεγα­λύτερη δυναμικότητα που εμ­φανίζουν πιο λεπτές λειτουρ­γίες της Φύσεως και του Πνεύματος οι οποίοι εικονίζονται δια της εννοίας των συνθέτων αριθμών των μο­νάδων. Συνεπώς οι σύνθετοι αριθμοί συνιστούν παράγωγους νόμους των οποίων (νόμων) η επέκταση δεν έχει όρια (όπως δεν έχει όρια η επέκταση των αριθμών) με αποτέλεσμα η παραγωγή και επέκταση των παραγώγων νόμων να είναι ατελεύτητη και άπειρη στον άπειρο χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι και η εξέλιξη των κόσμων και της πνευματικής φύσεως να είναι άπειρη και ατελεύτητη στον άπειρο χρόνο. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο κάθε σύνθετος αριθμός (όπως αναφέρεται ανωτέρω) εμπεριέχει την έννοια των θεμελιωτικών νόμων εκ των οποίων προέκυψε.
Όπως είδαμε η Ιερή Δεκάδα είναι ο πρώτος σταθμός ή ανα­μορφωτικός κύκλος των κόσμων του Απείρου. Ασφαλώς πέραν της Ιερής Δεκάδας θα υπάρχουν και άλλοι σταθ­μοί στην εξέ­λιξη των Κόσμων.

Τα πρώτα θεμέλια της Φύσεως

Δια των νόμων των τριών τριγώνων των εικονιζό­μενων υπό των 9 αριθμητικών μονάδων απετελέσθησαν αι αρμο­νία των Κό­σμων πάσης Φύσεως. Το σύνολο των νό­μων αυτών συγκεντρού­μενο αποτελεί την ΙΕΡΑ ΔΕ­ΚΑΔΑ, δηλαδή τον πρώτο σταθμό ή κύκλο των λει­τουρ­γούντων Κόσμων. Εις την ΙΕΡΑ αυτήν ΔΕ­ΚΑΔΑ συνεργάζο­νται όλοι οι νόμοι οι εικονιζόμενοι υπό των εννέα αριθμών ή καλύτερα οι εκφραζόμενοι υπό των εννέα αριθ­μών. Οι νόμοι αυτοί είναι τα πρώτα θεμέλια της Φύσεως.

Επεξηγήσεις

Την Ιερή Δεκάδα αποτελούν όλοι οι συνεργα­ζόμενοι θεμελιωτι­κοί νόμοι της Φύσεως (δηλ. οι μονά­δες 2 έως 9) οι οποίοι είναι τα πρώτα θεμέλια της Φύσεως και από τους οποίους συντελέστηκαν οι αρ­μονίες όλων των κό­σμων. Με την επίτευξη όμως αρ­μονίας στους κόσμους εξασφαλίζεται η σύμμετρη και ισόρροπη εξέλιξη των κόσμων. Η συντέλεση της αρ­μονίας είναι καθολικός κόπος των ατομικοτή­των που εκδηλώνεται με την επίτευξη από κάθε ατομι­κότητα ιδίας μορφής. Εάν δεν επιτυγχανό­ντουσαν οι αρμονίες των κόσμων, το άπειρο δεν θα επετύγχανε του σκο­πού του με αποτέλεσμα την εξαφάνιση των μορφών και την επα­ναφορά του απείρου στο Χάος. Αυτό όμως δεν είναι δυνατόν να συμβεί διότι οι δυ­ναμικότητες των ουσιών του απείρου συνεχώς αυξά­νουν και συνεπώς η επίτευξη της αρμονίας είναι άμεσο συνεπακόλουθο αυτής της αύξησης των δυνα­μικοτήτων.

Το Άπειρο στο σύνολο του διευθετείται από επιστατό νόμο ο οποίος, αφού προηγουμένως συντε­λέσει την αρμονία των κόσμων και μεταβάλει την αποτελούσα αυτούς θεία ουσία σε ειδικές μορ­φές τις εξαναγκάζει να ακο­λουθήσουν κυκλική τροχιά (δηλ. να διαγράφουν αναμορφωτικούς κύ­κλους). Συνεπώς οι ουσίες του Απείρου ακολουθούν αναμορφωτικούς κύ­κλους των οποίων το τέλος ποτέ δεν επανέρχεται στην αφετηρία του γιατί η κατάληξη στο ίδιο σημείο θα σήμαινε διάσπαση της αρμονίας του Απείρου και καταστροφή του [Απείρου] (πράγμα που σημαίνει ότι οι ανα­μορφωτικοί κύκλοι ακολουθούν σπειροειδή τροχιά όμοια με τε­ντωμένο ελατήριο).

Η Ιερή Δεκάδα είναι ο πρώτος σταθμός στην εξέλιξη των κό­σμων ή ο πρώ­τος αναμορφωτικός κύ­κλος των λειτουργούντων κό­σμων. Τον πρώτο αυτόν αναμορφωτικό κύκλο ακολουθούν και άλ­λοι αναμορ­φωτικοί κύκλοι όπου το τέλος του προηγούμενου συ­μπίπτει με την αρχή του επόμενου και τους οποίους ακολουθούν οι ουσίες των κόσμων εξαναγκαζόμενες από τον επι­στατό νόμο που είναι κι’ αυτός μια από τις εκδηλώσεις τους. Οι ανα­μορ­φω­τικοί κύκλοι εί­ναι άπειροι κατά το πλήθος αφού άπειρη και ατε­λεύ­τητη είναι η εξέλιξη των κόσμων. Ο κάθε επόμενος από τους ανα­μορφω­τικούς κύκλους είναι όμοιος με τον προηγούμενο αλλά μεγαλύτερης ενέρ­γειας γιατί συντελείται από νόμους παράγωγους των θεμελιωτι­κών νόμων των οποίων οι δυναμικότητες είναι από τις δυναμικότητες των νό­μων του προηγούμενου ανα­μορφωτικού κύκλου.
-----------------------------
[1] Οι θεμελιωτικοί νόμοι της Φύσεως αποτελούν δυναμικές εκδηλώσεις αυτών τούτων των ουσιών αυτής και δεν υπάρχει κανένα εξωτερικό αίτιο που να επιβάλει αυτούς τους νόμους στις ουσίες της Φύσεως.

O Νόμος της Ειμαρμένης

Ο πέραν του ανθρωπίνου επιπέδου Πνευματικός Κόσμος (αυτούς τους οποίους οι Έλληνες ονομάζουν θεούς) προκειμένου να βοηθήσει τους ανθρώπους ώστε να γίνει δυνατή η απελευθέρωσή τους από τους κόσμους κατώτερης ενέργειας και η είσοδός τους σε Κόσμους θειότερης ενέργειας, καθιέρωσε τον Νόμο της Ειμαρμένης.

Διευκρινίζεται ότι η λέξη ειμαρμένη προέρχεται από το απρόσωπο ρήμα είμαρται που σημαίνει είναι πεπρωμένο. Η ειμαρμένη είναι το πεπρωμένο, το από την μοίρα διδόμενο, το αναπόφευκτο και ο Νόμος της Ειμαρμένης είναι Νόμος της Πνευματικής Δικαιοσύνης που καθιέρωσε ο πνευματικός κόσμος.

Συνεπεία του Νόμου της Ειμαρμένης είναι να υποβάλλονται σε δοκιμασίες οι ψυχικές εκείνες ατομικότητες που δεν έχουν εναρμονισθεί προς τους Νόμους της θείας Φύσεως και τους παραβιάζουν.

Ο καθορισμός της Ειμαρμένης του κάθε ανθρώπου γίνεται από τις Μοίρες. Η λέξη Μοίρα προέρχεται από το ρήμα μοίρωμαι που σημαίνει λαμβάνω μερίδιο, δηλαδή λαμβάνω το μερίδιο που μου ανήκει. Οι Μοίρες εθεωρούντο κατ’ άλλους μεν ως θυγατέρες της Ανάγκης κατ’ άλλους δε ως θυγατέρες του Διός και της Δίκης, η οποία ακολουθούσε την Ανάγκη. Αυτή η γενεαλογική προέλευση των Μοιρών δείχνει και την δράση τους, γιατί οι Μοίρες καθορίζουν ποιες δυνάμεις πρέπει να δοθούν ή ποιες πρέπει να στερηθεί ο κάθε άνθρωπος, καθώς και ποιες δοκιμασίες πρέπει να περάσει στο δρόμο της ζωής του ώστε να βεβαιωθεί ο πνευματικός κόσμος, που παρακολουθεί, για την εναρμόνιση ή μη εναρμόνιση κάθε ψυχής προς τους Νόμους της θείας Φύσεως.

Ο Νόμος της Ειμαρμένης όχι μόνον δεν αντιστρατεύεται τον Νόμο της ελευθερίας της συνειδήσεως, αλλά, αντίθετα, βασίζεται σ’ αυτόν. Συγκεκριμένα στον άνθρωπο οι Μοίρες που καθορίζουν την ειμαρμένη, δίδουν ή στερούν δυνάμεις και καθορίζουν τις δοκιμασίες που πρέπει να περάσει. Έτσι ανά πάσα στιγμή τίθεται στον κάθε άνθρωπο το δίλημμα ποιόν δρόμο να ακολουθήσει. Αυτό το δίλημμα ετέθη και στον ήρωα Ηρακλή, ο οποίος μεταξύ του δύσκολου δρόμου της αρετής και του εύκολου της κακίας επέλεξε τον δρόμο της αρετής.

Οι δοκιμασίες στις οποίες υποβάλλονται οι ψυχικές ατομικότητες είναι ανάλογες με τις πράξεις τις οποίες έκαναν, συνήθως σε προηγούμενη ενσάρκωση, δηλαδή πάσχουμε έναντι των πράξεών μας και αυτή την διαδικασία την ονόμασαν αντιπεπονθός. Η λέξη αντιπεπονθός προέρχεται από τις λέξεις αντί και πάσχω και έχει την έννοια του ότι υφίσταμαι τις συνέπειες των πράξεών μου. Το αντιπεπονθός αναφέρεται σε πολλά βιβλία με την σανσκριτική λέξη κάρμα δηλαδή «πράξη», που σημαίνει ότι οι πράξεις μου στην πορεία της ζωής μου δημιουργούν αποτελέσματα είτε στην συνέχεια της πορείας της ζωής μου είτε σε άλλη ενσάρκωσή μου. Επομένως το αντιπεπονθός ή το ανάλογό του κάρμα είναι ο γνωστός Νόμος του Αιτιατού ή καλύτερα ο Νόμος της σχέσεως του Αιτίου και του Αποτελέσματος. Ο άνθρωπος γεννιέται και ζει υπό τις επιδράσεις της μοίρας του, η οποία έχει καθορισθεί ως αποτέλεσμα των πράξεών του σε προηγούμενες ενσαρκώσεις του.

Οι δοκιμασίες αυτές είναι ανάλογες των παραβιαζόμενων Νόμων, ώστε να γίνει κατανοητό από τις ψυχικές αυτές ατομικότητες ότι η παραβίαση των Νόμων της θείας Φύσεως επιφέρει οδύνη και πίκρες. Τις δοκιμασίες αυτές τις υφίσταται κάθε άνθρωπος, συνήθως, σε επόμενη ενσάρκωση του για να μην ενθυμείται ποιες παραβιάσεις των νόμων της θείας φύσεως διέπραξε και με ποιο τρόπο τις διέπραξε, ώστε να μην θεωρεί τις δοκιμασίες ως πράξη εκδίκησης.

Ο δοκιμαζόμενος άνθρωπος στην κάθε ενσάρκωσή του, χωρίς σύνδεση με κάποιο παρελθόν του σε προηγούμενες ενσαρκώσεις του αξιολογεί ελεύθερα την πίκρα που αισθάνεται από την σε βάρος του παραβίαση των φυσικών του δικαιωμάτων από άλλους ώστε κατ’ αυτόν τον τρόπο να κατανοήσει την ανάγκη της εναρμόνισής του με τους νόμους της θείας φύσεως. Έτσι κατά την πορεία του στην ζωή ο δοκιμαζόμενος άνθρωπος γίνεται είτε θύμα και αυτός αναλόγων πράξεων των άλλων, ώστε να κατανοήσει την οδύνη που δημιουργεί η παραβίαση των Νόμων της Φύσεως, είτε τηρητής των Νόμων της Φύσεως στις σχέσεις του με τους άλλους ώστε να αισθανθεί την χαρά από την εναρμόνιση μ’ αυτούς. Συνεπώς η καλύτερη παιδεία για τον δοκιμαζόμενο άνθρωπο είναι είτε ο «πόνος» που αισθάνεται όταν οι άλλοι μας στερούν αυτό που του ανήκει είτε η «χαρά» που αισθάνεται όταν δίδει και αποδίδει στους άλλους ότι τους ανήκει.

Γενικά στην Ειμαρμένη πρέπει να αναζητηθεί η εξήγηση των ευτυχών ή των δυστυχών γεγονότων της ζωής μας. Επίσης στην ειμαρμένη πρέπει να αποδοθεί γιατί άλλοι γεννιούνται με φυσικά ελαττώματα ενώ άλλοι προικισμένοι με σωματικά προτερήματα, ή γιατί άλλοι γεννιούνται σε πλούσιες οικογένειες και άλλοι στη φτώχια και την δυστυχία και πρέπει να αγωνισθούν σκληρά για την επιβίωσή τους.

Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι ο πλούτος και η φτώχια, η δύναμη του λόγου και η έλλειψη του κ.τ.λ. αποτελούν δυνάμεις που οι Μοίρες δίδουν ή στερούν αντίστοιχα προκειμένου να δοκιμασθούν οι ψυχικές ατομικότητας στην καλή ή κακή χρήση τους. Ο πλούτος για παράδειγμα αποτελεί μια σκληρή δοκιμασία που εύκολα οδηγεί την ψυχή στην στασιμότητα, αν γίνει κακή χρήση του. Η φτώχεια στον αντίποδα αποτελεί διπλή δοκιμασία γιατί, αφενός μεν διδάσκεται ο άνθρωπος ως θύμα πλέον τα αποτελέσματα της κακής χρήσης της δύναμης που λέγεται χρήμα από τους άλλους και αφετέρου δοκιμάζεται η καρτερικότητα και η υπομονή του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της δοκιμασίας του πλούτου αποτελεί η περίπτωση του Γκοοτάμα (ή αλλιώς Βούδα), ο οποίος εγκατέλειψε την πλούσια οικογένεια του, αποποιούμενος πλήρως τη δύναμη του χρήματος, για να ζήσει τη ζωή του αναχωρητή και διδασκάλου των συνανθρώπων του.

Προ της θεσπίσεως του Νόμου της Ειμαρμένης από τους Θεούς, οι ψυχικές ατομικότατες για την εξέλιξή τους είχαν ως μοναδική τους ώθηση την εσωτερική τους τάση να προοδεύσουν και να εξελιχτούν, γιατί τα δυσμενή αποτελέσματα από την μη εναρμόνιση τους προς τους Νόμους της θείας Φύσεως μόνον από τυχαία γεγονότα τα αντιμετώπιζαν και τα κατανοούσαν. Κατ’ αυτόν τον τρόπο βεβαίως η εξέλιξή τους καθυστερούσε, γιατί απαιτείτο πολύ μεγάλος αριθμός ενσαρκώσεων ώστε από τυχαία γεγονότα να εκπαιδευτούν.

Με την πάροδο όμως των αιώνων υπήρξαν ψυχικές ατομικότητες οι οποίες βρέθηκαν σε καλές (από πλευράς εκπαιδεύσεως) συνθήκες περιβάλλοντος και κατόρθωσαν να εξελιχτούν περισσότερο από τις άλλες και να καταστούν πνεύματα φωτεινά, σοφά και ισχυρά. Τα πνεύματα αυτά, κατά τους Έλληνες, είναι οι Θεοί του Ολύμπου, οι οποίοι διεξήγαγαν κραταιό αγώνα κατά των Τιτάνων (την γνωστή σε όλους μας τιτανομαχία). Οι Τιτάνες εξουσίαζαν το Γήινο περιβάλλον και το διοικούσαν κατά παράβαση των Νόμων της Φύσεως, με αποτέλεσμα οι Θεοί να καταλάβουν τις Ώρες και να περιορίσουν την εξουσία των Τιτάνων στην επιφάνεια της Γης. Επισημαίνεται ότι οι γνωστές και κατά τις ημέρες μας τακτικές της του πλουτισμού των πολιτικών ως και οι πράξεις της ρουσφετολογίας, της ευνοιοκρατίας και της αναξιοκρατίας του πολιτικού κατεστημένου είναι πράξεις τιτανικές.

Αυτά τα πνεύματα που προαναφέραμε (οι Θεοί) καθόρισαν και επέβαλαν τον Νόμο της Ειμαρμένης, από αγάπη προς τις μη εξελιγμένες ατομικότητες που ζουν στο τιτανικό περιβάλλον της Γης, ώστε με τις διάφορες δοκιμασίες και τον πόνο να εναρμονισθούν ταχύτερα προς τους Νόμους της Φύσεως και ιδιαίτερα τους Νόμους που συνιστούν το τρίτο τρίγωνο των Φυσικών Νόμων δηλαδή τους Νόμους της εξελίξεως, της ελευθερίας και της αρμονίας. Ο νόμος της αρμονίας στο πνευματικό επίπεδο εκδηλώνεται ως νόμος της δικαιοσύνης και στην υπέρτατή του εκδήλωση αποτελεί τον Νόμο της αγάπης, γιατί εκείνος που εφαρμόζει τον Νόμο της θείας δικαιοσύνης προς κάθε κατεύθυνση ακόμα και αντίθετα προς τα προσωπικά του συμφέροντα εκδηλώνει αγάπη.

Η Ειμαρμένη δεν αποτελεί πράξη εκδικήσεως αλλά έχει σαν σκοπό την εκπαίδευση των ψυχικών οντοτήτων ώστε να εξελιχθούν ταχύτερα. Ο καθορισμός της Ειμαρμένης του κάθε ανθρώπου γίνεται από τις Μοίρες. Η λέξη Μοίρα προέρχεται από το ρήμα μοίρωμαι που σημαίνει λαμβάνω το μερίδιο που μου ανήκει. Οι Μοίρες εθεωρούντο κατ’ άλλους μεν ως θυγατέρες της Ανάγκης κατ’ άλλους δε ως θυγατέρες του Διός και της Δίκης, η οποία (Δίκη) ακολουθούσε την Ανάγκη. Αυτή η γενεαλογική προέλευση των Μοιρών δείχνει και την δράση τους, γιατί οι Μοίρες καθορίζουν ποιες δυνάμεις πρέπει να μας δοθούν ή ποιες πρέπει να μας στερηθούν, καθώς και ποιες δοκιμασίες πρέπει να περάσουμε στον δρόμο μας ώστε να βεβαιωθεί ο πνευματικός κόσμος, που παρακολουθεί τις πράξεις μας, για την εναρμόνιση μας ή μη προς τους Νόμους της θείας Φύσεως.

Η Ειμαρμένη, συνεπώς, αποτελεί πράξη αγάπης των ελευθέρων πνευμάτων προς τους ανθρώπους. Με την εφαρμογή του Νόμου της Ειμαρμένης οι ψυχικές ατομικότητες υφίστανται τις συνέπειες των πράξεων τους όταν δεν διάγουν ζωή εναρμονισμένη προς τους Νόμους της θείας Φύσεως ώστε να εκπαιδευτούν και εναρμονισθούν μαζί τους.

Η εναρμόνιση μας με τους Νόμους της θείας Φύσεως, είναι η οδός, η αλήθεια και η ζωή, δηλαδή η ΟΔΟΣ προς την ελευθερία μας από το γήινο περιβάλλον και τους κύκλους των μετενσαρκώσεων, η ΑΛΗΘΕΙΑ αφού οι νόμοι της θείας Φύσεως είναι η μόνη αλήθεια στην Φύση και η αιώνια ΖΩΗ την οποία θα εξασφαλίσουμε, δηλαδή ζωή η οποία δεν θα διέρχεται από την διαδικασία του θανάτου του φθαρτού γήινου οργανισμού και της ανάγκης νέας μετενσαρκώσεως.

Η ωφέλεια που προκύπτει σε κάθε άνθρωπο με την εφαρμογή του Νόμου της Ειμαρμένης εμφανίζεται μετά την μετάστασή του. Τότε η ψυχή μεταβαίνει σε ένα ενδιάμεσο επίπεδο όπου ανακεφαλαιώνει όλα τα γεγονότα που προέκυψαν εκ της εφαρμογής του Νόμου της Ειμαρμένης κατά την ενσάρκωσή της. Με την βοήθεια ανωτέρων πνευματικών οντοτήτων εξάγει τα συμπεράσματα που θα αποτελέσουν κίνητρα, αφενός μεν για τις Μοίρες για να καθορίσουν την Ειμαρμένη της επόμενης ενσαρκώσεως, αφετέρου δε για την ίδια η οποία θα κρατήσει στην συνείδησή της την πείρα που απέκτησε ώστε να αποφεύγει στην επόμενη ενσάρκωση να διαπράξει τα ίδια σφάλματα.

Τέλος πρέπει να σημειωθεί ότι ο Νόμος της Ειμαρμένης εφαρμόζεται όχι μόνον σε ανθρώπους αλλά και σε φυλές και λαούς, καθώς και σε ολόκληρη την ανθρωπότητα.

Ένα τελευταίο θέμα που ανακύπτει εκ των προαναφερθέντων είναι η σχέση της συνειδήσεως και των τύψεων συνειδήσεως με το κάρμα. Το κάρμα όπως είδαμε αναφέρεται σε πράξεις που κάναμε κατά παράβαση των φυσικών νόμων. Αυτές οι πράξεις μπορεί να γίνονται είτε εν γνώσει μας ότι παραβιάζουμε φυσικούς νόμους είτε εν αγνοία μας αν δεν γνωρίζουμε ότι η πράξη μας αυτή αποτελεί παράβαση φυσικού νόμου. Στην πρώτη περίπτωση (στην εν γνώσει μας παράβαση φυσικών νόμων) θα έχουμε κατόπιν τον έλεγχο της συνειδήσεώς μας ενώ στην δεύτερη όχι.

Εδώ ανακύπτουν τα εξής θέματα:

1) οι δοκιμασίες τις οποίες θα υποστούμε αν εν γνώσει μας παραβιάσαμε τους φυσικούς νόμους είναι ίδιες ή διαφέρουν; και
2) ποίος είναι ο σκοπός των τύψεων της συνειδήσεώς μας; Και μήπως είναι μέρος και αυτές των δοκιμασιών μας. Αυτά τα τόσο ενδιαφέροντα θέματα θα τα εξετάσουμε σε επόμενο άρθρο γιατί θα απαιτήσουν αρκετό χρόνο.

Τυπικά Τελετών - Καθαρμός

Καθαρμός

Ο Καθαρμός είναι μια κεντρική Πράξη τού Ελληνικού τρόπου Λατρείας. Με το τελετουργικό αυτό επιτυγχάνουμε την κάθαρση του σώματος και της ψυχής μας καθώς και του χώρου που μας περιβάλλει. Καθαρμό τελούμε όταν και όποτε κρίνουμε απαραίτητο. Αν συνοδεύεται από άλλη Τελετή, πάντοτε προηγείται αυτής.

Ο Καθαρμός τελείται κυρίως με τα Κοσμικά Καθαρτικά Στοιχεία τού Πυρός και τού ΄Υδατος αλλά και τού Αέρος. Ο Καθαρμός είναι εξαγνισμός κι εξιλασμός.

Προσερχόμενοι στην Καθαρτήρια Πράξη έχουμε φροντίσει το σώμα μας με τελετουργικό λουτρό και διατροφή το δυνατόν απαλλαγμένο από τοξίνες. Με το πέρας της Πράξης η καθαρτήρια επίδραση στο χώρο στο σώμα και στη ψυχή επιφέρει τη γαλήνη και μας προετοιμάζει για την επαφή μας με το Θείο.

Για την Καθαρτήρια Πράξη χρησιμοποιούμε πυρ, ύδωρ, χαλκό, θείον, αλάτι, δενδρολίβανο, θυμίαμα.

Το τυπικό εδώ είναι ένας οδηγός για μια καθαρτήρια τελετή, που απευθύνεται κυρίως σε έναν εσωτερικό καθαρμό πριν από προσευχή, ή άλλη οικιακή τελετή. Υπάρχουν πολλές διαφορετικές περιπτώσεις που ένας καθαρμός είναι αναγκαίος και ανάλογα με την περίπτωση χρησιμοποιούνται άλλες μέθοδοι και τυπικά. Μια περαιτέρω ανάλυση έπεται σε ξεχωριστό κείμενο.

Άνοιγμα

Τους χαλκόκροτους Κουρήτες,
τον γενναιόψυχο Άρη και τον καθάρσιο Απόλλωνα
καλώ συμπαραστάτες στην ιερή τελετή του Καθαρμού.

Ύμνος Κουρητών

Χαλκόκροτοι Κουρήτες,
ουράνιοι, χθόνιοι τε και εινάλιοι.
πολύολβοι, πνόες χωογόνες,
ένδοξοι του κόσμου σωτήρες.
σεις απομακρύνετε τούς κινδύνους από την ζωή των ανθρώπων.
αθάνατοι Κουρήτες, άρηια τεύχε έχοντες,
εις την Γαιαν ερχόμενοι βροντεροί,
με φόβο γεμίζουν τ' άγρια θηρία!

Θεοί αθάνατοι, που τρέφετε το γένος των βροτών
Ω! Κουρήτες ανάκτορες και ισχυροί, Ζηνός κούροι
πνοαί αέναοι, ψυχοτρόφοι, εύδιοι, σωτήριοι.
Σας καλώ ασπιδοφόροι να προσέλθετε
ευμενείς φύλακες του τόπου ...........,
φέρνοντας ομόνοια, ευνομία και ειρήνη
στην κοινή συμβίωση μας!
Ηρακλή-Παιωναίε-Επιμήδη-Ιάσιε και Ίδα!

* Ραίνουμε το χώρο και τους παρευρισκόμενους με νερό χρησιμοποιώντας ένα κλαδί δενδρολίβανο.

Ύμνος Άρεως

Ω Άρη κραταιότατε,
συ που παίζεις με τα άρματα και με την χρυσή περικεφαλαία,
ισχυρόκαρδε, που σώζεις τας πόλεις
και είσαι οπλισμένος με χαλκό,
συ που έχεις ισχυρά χέρια, ακαταπόνητε,
ισχυρέ, φρούριον του Ολύμπου,
τύραννε των αντιθέτων, οδηγέ των δικαιοτάτων ανδρών,
που έχεις το σκήπτρον της ανδρείας
και περιελίσσεισ τον κύκλον, που λάμπει ωσάν το πυρ,
άκουσέ με.

Συ ο βοηθός των ανθρώπων, που δίδεις την τολμηρών νεότητα,
λάμπρυνε από υψηλά τον ιδικόν μας βίον με λαμπρό γλυκύ φως,
και δώσε μου δύναμιν πολεμικήν,
δια να ημπορώ να αποτρέψω την πικρήν κακία
από το δικό μου κεφάλι
και να παρακάμψω την απατηλήν ορμήν της ψυχής
και να συγκρατώ αφ΄ ετέρου την ορμητικήν μανίαν του θυμού,
ο οποίος με εξερεθίζει,
δια να επεμβαίνω εις την παγεράν βοήν της μάχης.

Αλλά συ, ω μακάριε,
δώσε μου θάρρος δια να παραμένω σταθερώς
εις τούς αβλαβείς θεσμούς της ειρήνης
και να αποφεύγω τ' απατηλά φάσματα,
προϊόντα ανεξηγήτου ανάγκης!

Ύμνος Απόλλωνος

Μνήσομαι ουδέ λαθώμαι Απόλλωνος εκάτοιο.
Από χρόνια πρότερα, όσιο είναι έθιμο Εσέ να επικαλούμε.

Ελθέ μάκαρ παιάν, φοίβε αγλαότιμε, ιήιε ολβιοδώτα
σπέρμειε, πύθιε, δελφικέ μάντη, φωσφόρε δαίμων.
Συ που βλέπεις τον απέραντον αιθέραν
και την ευτυχισμένη γη από ψηλά,
που έχεις για μάτια σου τα άστρα,
που διαλύεις τα σκοτάδια.
Με τον δάφνινό σου κλάδο, σείεις τον ουρανόν.

Απόλλωνα που δεν εμφανίζεσαι στον καθένα,
αλλά εις όποιον είναι αγαθός.

Μέγας όποιος σ' αντίκρυσε, μικρός όποιος δεν σ΄είδε.

Θα δούμε 'σένα, ώ Εκατηβόλε και ποτέ εις το μέλλον
δεν θα είμεθα μικροί.
Η κόμη σου στάζει εις το έδαφος αρωματώδη έλαια
που θεραπεύουν.

Εκάς, εκάς όστις αλιτρός
Εκάς, εκάς όστις αλιτρός
Εκάς, εκάς όστις αλιτρός
Εκάς, εκάς όστις αλιτρός
Εκάς, εκάς όστις αλιτρός
Εκάς, εκάς όστις αλιτρός
Εκάς, εκάς όστις αλιτρός