Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Φιλοκτήτης (1169-1217)

ΦΙ. πάλιν πάλιν παλαιὸν ἄλ-
1170 γημ᾽ ὑπέμνασας, ὦ
λῷστε τῶν πρὶν ἐντόπων.
τί μ᾽ ὤλεσας; τί μ᾽ εἴργασαι;
ΧΟ. τί τοῦτ᾽ ἔλεξας;
ΦΙ. εἰ σὺ τὰν ἐμοὶ
1175 στυγερὰν Τρῳάδα γᾶν μ᾽ ἤλπισας ἄξειν.
ΧΟ. τόδε γὰρ νοῶ κράτιστον.
ΦΙ. ἀπό νύν με λείπετ᾽ ἤδη.
ΧΟ. φίλα μοι, φίλα ταῦτα παρήγγει-
λας ἑκόντι τε πράσσειν.
ἴωμεν ἴωμεν
1180 ναὸς ἵν᾽ ἡμῖν τέτακται.
ΦΙ. μή, πρὸς ἀραίου Διός, ἔλ-
θῃς, ἱκετεύω. ΧΟ. μετρίαζ᾽. ΦΙ. ὦ ξένοι,
1185 μείνατε, πρὸς θεῶν. ΧΟ. τί θροεῖς;
ΦΙ. αἰαῖ αἰαῖ,
δαίμων δαίμων· ἀπόλωλ᾽ ὁ τάλας·
ὦ ποὺς πούς, τί σ᾽ ἔτ᾽ ἐν βίῳ
τεύξω τῷ μετόπιν τάλας;
1190 ὦ ξένοι, ἔλθετ᾽ ἐπήλυδες αὖθις.
ΧΟ. τί ῥέξοντες ἀλλοκότῳ
γνώμᾳ τῶν πάρος ὧν προφαίνεις;
ΦΙ. οὔτοι νεμεσητὸν
ἀλύοντα χειμερίῳ
1195 λύπᾳ καὶ παρὰ νοῦν θροεῖν.
ΧΟ. βᾶθί νυν, ὦ τάλαν, ὥς σε κελεύομεν.
ΦΙ. οὐδέποτ᾽ οὐδέποτ᾽, ἴσθι τόδ᾽ ἔμπεδον,
οὐδ᾽ εἰ πυρφόρος ἀστεροπητὴς
βροντᾶς αὐγαῖς μ᾽ εἶσι φλογίζων.
1200 ἐρρέτω Ἴλιον, οἵ θ᾽ ὑπ᾽ ἐκείνῳ
πάντες ὅσοι τόδ᾽ ἔτλασαν ἐμοῦ ποδὸς
ἄρθρον ἀπῶσαι. ἀλλ᾽,
ὦ ξένοι, ἕν γέ μοι εὖχος ὀρέξατε.
ΧΟ. ποῖον ἐρεῖς τόδ᾽ ἔπος; ΦΙ. ξίφος, εἴ ποθεν,
1205 ἢ γένυν, ἢ βελέων τι, προπέμψατε.
ΧΟ. ὡς τίνα ‹δὴ› ῥέξῃς παλάμαν ποτέ;
ΦΙ. κρᾶτα καὶ ἄρθρ᾽ ἀπὸ πάντα τέμω χερί·
φονᾷ φονᾷ νόος ἤδη.
1210 ΧΟ. τί ποτε; ΦΙ. πατέρα ματεύων.
ΧΟ. ποῖ γᾶς; ΦΙ. ἐς Ἅιδου.
οὐ γὰρ ἐν φάει γ᾽ ἔτι.
ὦ πόλις ὦ πόλις πατρία,
πῶς ἂν εἰσίδοιμί σ᾽ ἄθλιός γ᾽ ἀνήρ,
1215 ὅς γε σὰν λιπὼν ἱερὰν λιβάδ᾽,
ἐχθροῖς ἔβαν Δαναοῖς
ἀρωγός· ἔτ᾽ οὐδέν εἰμι.

***
ΦΙΛ. Πάλι, πάλι την παλιά
1170 μ᾽ άγγιξες πληγή·
εσύ που ᾽σαι ο πιο καλός
μέσα σ᾽ όσους μού ηρθαν πριν,
πώς με σκότωσες; γιατί
τέτοιο μου ᾽καμες κακό;
ΧΟΡ. Για ποιό λες; ΦΙΛ. Που με το νου σου
το έλπισες εσύ
πως θα μ᾽ έπαιρνες μαζί σου στην Τρωάδα
την τρισμισητή.
ΧΟΡ. Μα γιατί το πιο καλό σου είν᾽ αυτό θαρρώ.
ΦΙΛ. Λείπετέ με κι έλα φεύγετ᾽ απ᾽ εδώ.
ΧΟΡ. Άλλο που και ᾽γώ δε θέλω και μετά χαράς
υπακούω στην προσταγή·
πάμ᾽ ελάτε στο καράβι
1180 για τη θέση του ο καθείς.
ΦΙΛ. Μη, στο Δία σε ξορκίζω,
μη μου φεύγεις, μη.
ΧΟΡ. Βάλε στην παραφορά σου
μέτρο κι είναι περιττή.
ΦΙΛ. Ξένοι, μείνετε, να ζείτε!
ΧΟΡ. Τί φωνάζεις; ΦΙΛ. Αχ αλί μου,
μοίρα, ω μοίρα μου σκληρή·
ω πόδι, ω πόδι και τί θα σε κάμω
όσον καιρό μού λείπεται να ζήσω;
1190 Ελάτε, ξένοι, ελάτε πίσω.
ΧΟΡ. Και τί θα βγει, αν αλλάξομε
γνώμη και ᾽ρθούμε;
Τί άλλο από ό,τι θέλησες και πριν
να καρτερούμε;
ΦΙΛ. Δεν πρέπει να μου ρίζεται κανείς ,
αν μες στη χειμωνιάτικη
σου παραδέρνω αντάρα
λέω άλλα των αλλώ.
ΧΟΡ. Έλα λοιπόν, ταλαίπωρε,
και κάμε όπως σου λέω εγώ.
ΦΙΛ. Ποτέ, ποτέ! και μια για πάντα μάθε το
απ᾽ την απόφασή μου εγώ δε βγαίνω
κι αν όλους του τους κεραυνούς
μου ρίξει από τους ουρανούς
και με θρακώσει ο Αστροπελεκητής.
Ας πάει το Ίλιο να χαθεί
1200 μ᾽ αυτούς που γύρω το ᾽χουνε ζωσμένο,
μ᾽ όλους αυτούς που βάσταξε η καρδιά τους
να με παραπετάξουνε
για το ποδάρι μου το πληγιασμένο.
Μα, ω ξένοι, ένα μονάχα σας ζητώ·
μη μου αρνηθείτε καν αυτό.
ΧΟΡ. Τί θες να πεις; ΦΙΛ. Ένα μαχαίρι
ένα πελέκι, ένα όποιο σίδερο
σας βρίσκεται, βαλέτε μου στο χέρι.
ΧΟΡ. Και για να κάμεις τί μ᾽ αυτό;
ΦΙΛ. Να κόψω, να χωρίσω κεφαλή
κι όλα τα μέλη απ᾽ το κορμί·
γιατί αίμα, γιατί θάνατο διψώ.
ΧΟΡ. Και για ποιό λόγο; ΦΙΛ. Τον πατέρα μου
1210 θέλω να πάω να βρω. ΧΟΡ. Και πού;
ΦΙΛ. Κάτω στον Άδη· πού αλλού;
Γιατί πια στη ζωή δεν είναι.
Πατρίδα μου, ω πατρίδα μου,
ω χώρα τω γονιώ μου,
και με τί μάτια ο άθλιος θενα σ᾽ έβλεπα,
που πήγα τ᾽ αγιασμένα σου νερά
να παρατήσω
κι αφήνοντάς σε, τους εχθρούς μου Δαναούς
ξεκίνησα να βοηθήσω;
Αχ τίποτα δεν είμαι πια!

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (9.1-9.49)

Ραψωδία Ι' - Πρεσβεία πρὸς Ἀχιλλέα. Λιταί

Ὣς οἱ μὲν Τρῶες φυλακὰς ἔχον· αὐτὰρ Ἀχαιοὺς
θεσπεσίη ἔχε φύζα, φόβου κρυόεντος ἑταίρη,
πένθεϊ δ᾽ ἀτλήτῳ βεβολήατο πάντες ἄριστοι.
ὡς δ᾽ ἄνεμοι δύο πόντον ὀρίνετον ἰχθυόεντα,
Βορέης καὶ Ζέφυρος, τώ τε Θρῄκηθεν ἄητον, 5
ἐλθόντ᾽ ἐξαπίνης· ἄμυδις δέ τε κῦμα κελαινὸν
κορθύεται, πολλὸν δὲ παρὲξ ἅλα φῦκος ἔχευεν·
ὣς ἐδαΐζετο θυμὸς ἐνὶ στήθεσσιν Ἀχαιῶν.
Ἀτρεΐδης δ᾽ ἄχεϊ μεγάλῳ βεβολημένος ἦτορ
φοίτα κηρύκεσσι λιγυφθόγγοισι κελεύων 10
κλήδην εἰς ἀγορὴν κικλήσκειν ἄνδρα ἕκαστον,
μηδὲ βοᾶν· αὐτὸς δὲ μετὰ πρώτοισι πονεῖτο.
ἷζον δ᾽ εἰν ἀγορῇ τετιηότες· ἂν δ᾽ Ἀγαμέμνων
ἵστατο δάκρυ χέων ὥς τε κρήνη μελάνυδρος,
ἥ τε κατ᾽ αἰγίλιπος πέτρης δνοφερὸν χέει ὕδωρ· 15
ὣς ὁ βαρὺ στενάχων ἔπε᾽ Ἀργείοισι μετηύδα·
«ὦ φίλοι, Ἀργείων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες,
Ζεύς με μέγα Κρονίδης ἄτῃ ἐνέδησε βαρείῃ,
σχέτλιος, ὃς τότε μέν μοι ὑπέσχετο καὶ κατένευσεν
Ἴλιον ἐκπέρσαντ᾽ εὐτείχεον ἀπονέεσθαι, 20
νῦν δὲ κακὴν ἀπάτην βουλεύσατο, καί με κελεύει
δυσκλέα Ἄργος ἱκέσθαι, ἐπεὶ πολὺν ὤλεσα λαόν.
οὕτω που Διὶ μέλλει ὑπερμενέϊ φίλον εἶναι,
ὃς δὴ πολλάων πολίων κατέλυσε κάρηνα
ἠδ᾽ ἔτι καὶ λύσει· τοῦ γὰρ κράτος ἐστὶ μέγιστον. 25
ἀλλ᾽ ἄγεθ᾽, ὡς ἂν ἐγὼ εἴπω, πειθώμεθα πάντες·
φεύγωμεν σὺν νηυσὶ φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν·
οὐ γὰρ ἔτι Τροίην αἱρήσομεν εὐρυάγυιαν.»
Ὣς ἔφαθ᾽, οἱ δ᾽ ἄρα πάντες ἀκὴν ἐγένοντο σιωπῇ.
δὴν δ᾽ ἄνεῳ ἦσαν τετιηότες υἷες Ἀχαιῶν· 30
ὀψὲ δὲ δὴ μετέειπε βοὴν ἀγαθὸς Διομήδης·
«Ἀτρεΐδη, σοὶ πρῶτα μαχήσομαι ἀφραδέοντι,
ἣ θέμις ἐστίν, ἄναξ, ἀγορῇ· σὺ δὲ μή τι χολωθῇς.
ἀλκὴν μέν μοι πρῶτον ὀνείδισας ἐν Δαναοῖσι,
φὰς ἔμεν ἀπτόλεμον καὶ ἀνάλκιδα· ταῦτα δὲ πάντα 35
ἴσασ᾽ Ἀργείων ἠμὲν νέοι ἠδὲ γέροντες.
σοὶ δὲ διάνδιχα δῶκε Κρόνου πάϊς ἀγκυλομήτεω·
σκήπτρῳ μέν τοι δῶκε τετιμῆσθαι περὶ πάντων,
ἀλκὴν δ᾽ οὔ τοι δῶκεν, ὅ τε κράτος ἐστὶ μέγιστον.
δαιμόνι᾽, οὕτω που μάλα ἔλπεαι υἷας Ἀχαιῶν 40
ἀπτολέμους τ᾽ ἔμεναι καὶ ἀνάλκιδας, ὡς ἀγορεύεις;
εἰ δέ τοι αὐτῷ θυμὸς ἐπέσσυται ὥς τε νέεσθαι,
ἔρχεο· πάρ τοι ὁδός, νῆες δέ τοι ἄγχι θαλάσσης
ἑστᾶσ᾽, αἵ τοι ἕποντο Μυκήνηθεν μάλα πολλαί.
ἀλλ᾽ ἄλλοι μενέουσι κάρη κομόωντες Ἀχαιοὶ 45
εἰς ὅ κέ περ Τροίην διαπέρσομεν. εἰ δὲ καὶ αὐτοὶ
φευγόντων σὺν νηυσὶ φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν·
νῶϊ δ᾽, ἐγὼ Σθένελός τε, μαχησόμεθ᾽ εἰς ὅ κε τέκμωρ
Ἰλίου εὕρωμεν· σὺν γὰρ θεῷ εἰλήλουθμεν.»

***
Αυτού οι Τρώες φύλαγαν· αλλά θαυμάσιος φόβος
αδέλφι της φρικτής φυγής τους Αχαιούς παγώνει,
κι έκρουε λύπη αβάστακτη τους πρώτους των ανδρείων.
Και ως άνεμοι στην θάλασσαν κινούν αντάμα δύο,
5 εάν Βοριάς και Ζέφυρος ορμούν από την Θράκην
έξαφνα· κορυφώνεται το κύμα και μαυρίζει
και φύκι χύνεται πολύ στην άκραν της θαλάσσης·
ομοία ζάλη εχώριζε των Αχαιών τα στήθη.
Και μ᾽ άκρον πόνον στην ψυχήν ο Ατρείδης εγυρνούσε
10 τους ψιλοφώνους κήρυκες αμέσως να προστάξει
τους Αχαιούς εις σύνοδον σιγά να συναθροίσουν
καλώντας τους κατ᾽ όνομα κι εργάζετο αυτός πρώτος.
Κι εκάθιζαν περίλυποι· και ορθός ο Αγαμέμνων
έστεκε δάκρυα χύνοντας, μαυρόνερη ωσάν βρύση
15 που εις βράχον χύνει απάτητον τα σκοτεινά νερά της.
Και βαριαναστενάζοντας ομίλει των Αργείων:
«Ω αγαπημένοι μου αρχηγοί, προστάτες των Αργείων,
βαριά πολύ μ᾽ ετύφλωσε και μ᾽ έμπλεξε ο Κρονίδης.
Ο άσπλαχνος, μου έταξε την πυργωμένην Τροίαν
20 πως θα πορθήσω κι ένδοξος θα γύρω στην πατρίδα
κι ιδού κακά μ᾽ απάτησε και στ᾽ Άργος να γυρίσω
άδοξα θέλει, αφού λαός πολύς εχάθη αδίκως.
Ναι, τούτο αρέσει ως φαίνεται του υπερηφάνου Δία,
οπού πολλών πολιτειών η άκρα δύναμίς του
25 τες κορυφές εξέκαμε και ακόμη θα ξεκάμει.
Αλλά δεχθείτε ό,τι θα ειπώ· να φύγομε σας λέγω
όλοι με τα καράβια μας για την γλυκιά πατρίδα
ότι δεν γίνεται ποτέ να πάρομεν την Τροίαν».
Είπεν αυτά και σώπαιναν, άφωνοι εμείναν όλοι·
30 ώραν πολλήν οι Αχαιοί εσίγησαν θλιμμένοι·
κι έκοψε τέλος την σιωπήν ο ανίκητος Τυδείδης:
«Σέ πρώτα, οπού παραλογάς, θα πολεμήσω Ατρείδη·
δεν θα θυμώσεις, Κύριε· συνόδου τάξις είναι.
Συ πρώτα εμπρός των Δαναών μ᾽ ονείδισες πως είμαι
35 απόλεμος, δειλόψυχος, κι οι Αχαιοί γνωρίζουν
αν την αλήθειαν έλεγες, και γέροντες και νέοι.
Και από τα δώρα ο πάνσοφος Κρονίδης σου δωκ᾽ ένα
εάν την δόξαν σου ᾽δωκε του σκήπτρου επάνω σ᾽ όλους·
το υπέρτατον δεν σου ᾽δωκε το δώρον της ανδρείας.
40 Παράδοξε, τόσο άνανδρα και απόλεμα τωόντι
έκρινες τ᾽ Αχαιόπαιδα στα λόγια που προφέρεις;
Και πρόθυμος αν είσαι συ να γύρεις στην πατρίδα,
πήγαινε, ο δρόμος έτοιμος και αυτού στο περιγιάλι
τα τόσα πλοία πόφεραν εσέν᾽ απ΄ την Μυκήνην.
45 Πλην άλλοι ανδράγαθοι Αχαιοί θα μείνουν ως το τέλος,
την Τροίαν να πορθήσομεν· και τούτοι πάλι ας φύγουν,
αν θέλουν, στην πατρίδα τους, και στον αγώνα μόνος
θα μείνω με τον Σθένελον, ώσπου να πέσ᾽ η Τροία,
όπως μας έστειλεν εδώ των αθανάτων γνώμη».

Να χαλάς χατίρια να μαθαίνεις ανθρώπους

Η ζωή δεν περιλαμβάνει μόνο ναι και επιβεβαίωση, πολλές φορές έρχεσαι αντιμέτωπος με το όχι και την απόρριψη, γιατί έτσι είναι η ζωή…

Μεγαλώσατε σε μία οικογένεια στην οποία τα είχατε όλα σε αφθονία; Μεγαλώσατε ως η πριγκίπισσα του μπαμπά και ως ο πρίγκιπας της μαμάς; Σας κακόμαθαν οι γονείς σας και τώρα που ενηλικιωθήκατε τα έχετε βρει σκούρα; Μη στεναχωριέστε, έτσι έχει μεγαλώσει η μισή ελληνική κοινωνία, είναι στη φιλοσοφία του Έλληνα να προσφέρει απλόχερα τα πάντα στα παιδιά του σαν να μην υπάρχει αύριο. Και φυσικά δεν πρόκειται για κάτι κακό αρκεί πάντα να συμβαίνει σε φυσιολογικά πλαίσια και να μην υπερβαίνει το μέτρο.

Αρκετοί νέοι δυσκολεύονται πραγματικά στη ζωή τους ακόμα και σε απλά καθημερινά πράγματα κι αυτό γιατί είχαν μάθει να ακούνε από την οικογένειά τους σε όλα ναι. Όμως μεγαλώνοντας, ανακαλύπτουν ότι είναι πολύ δύσκολο έως ακατόρθωτο να βρουν κάποιον που να ικανοποιεί όλες τις επιθυμίες και τις ανάγκες τους.

Με λίγα λόγια, η απομάκρυνση από το σπίτι σηματοδοτεί μια νέα αρχή στην οποία απαιτούνται πολλές θυσίες για να ορθοποδήσει κανείς, για να έρθει στα ίσα του όπως λέει και ο σοφός λαός.

Τα ελληνόπουλα ωριμάζουν ουσιαστικά, όταν φύγουν για πρώτη φορά από το σπίτι λόγω σπουδών, όπου αναμετρούνται για πρώτη φορά με τις δυνάμεις τους και τότε θα διαπιστώσουν αν είναι γεννημένοι για τα δύσκολα ή όχι. Αυτή η περίοδος είναι μια δύσκολη, μεταβατική περίοδος, η οποία όμως κρύβει πολλές εκπλήξεις ακόμα και για τους ίδιους. Αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι τόσο δύσκολο να βάλουν ένα πλυντήριο με τα βρόμικα ρούχα τους, να πλύνουν μια στοίβα πιάτα στο νεροχύτη ή να μαγειρέψουν ένα γρήγορο φαγητό, αφού η περίοδος χάριτος έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί πια. Έτσι, εκτιμούν όλες τις μέχρι τότε εξυπηρετήσεις της μαμάς και αντιλαμβάνονται πόσο δύσκολο είναι τελικά για κάποιον να είναι γονιός.

Να χαλάτε χατίρια, να μαθαίνετε ανθρώπους, φίλοι μου. Εκεί βρίσκεται το νόημα. Η ζωή δεν περιλαμβάνει μόνο ναι και επιβεβαίωση, πολλές φορές έρχεσαι αντιμέτωπος με το όχι και την απόρριψη, γιατί έτσι είναι η ζωή, δύσκολη. Σε δοκιμάζει συνεχώς, σε καλεί, σου κλείνει διαρκώς παιχνιδιάρικα το μάτι.

Αγαπητοί γονείς, να προσπαθείτε όσο το δυνατόν περισσότερο να μη κακομαθαίνετε τα παιδιά σας. Να τους βάζετε όρια και να τους λέτε που και που κανένα όχι για το καλό τους. Έτσι θα αναπτυχθούν υγιώς και δε θα ζοριστούν πολύ στη μετέπειτα ζωή τους, να τα σκληραγωγήσετε ανάλογα με τις ανάγκες της εποχής. Να μη γίνουν εγωιστές και παρτάκηδες αλλά ευγενικά και φιλεύσπλαχνα, άξια μέλη μιας υγιούς κοινωνίας.

HERMANN HESSE: Αληθινή αποστολή για τον καθένα είναι να βρει το δρόμο του

Έτσι, ξαφνικά, άστραψε μέσα μου σα ζωηρή φλόγα η γνώση: για τον καθένα υπήρχε μια “αποστολή”. Αλλά για κανέναν άνθρωπο δεν υπάρχει αποστολή που τη διαλέγει ο ίδιος, την περιγράφει και την κατευθύνει. Ήταν σφάλμα που ήθελε νέους θεούς και σφάλμα που φιλοδοξούσε να δώσει στον κόσμο κάτι νέο! Για τον αφυπνισμένο άνθρωπο δεν υπάρχει απολύτως κανένα άλλο καθήκον, παρά μόνο ένα: να ερευνήσει τον εαυτό του, να στεριώσει καλά σ’ αυτόν και να βαδίσει τον δικό του δρόμο, όπου κι αν οδηγεί. Αυτή η ανακάλυψη με συγκλόνιζε βαθιά και ήταν καρπός αυτού του βιώματος. 

Πολλές φορές φαντάστηκα το μέλλον με διάφορα σχήματα, ονειρεύτηκα και διάφορους ρόλους που είχα να παίξω, είτε ως ποιητής είτε ως προφήτης ή ζωγράφος, ή κάτι άλλο τέλος πάντων. Όλα αυτά όμως ήταν ένα τίποτα. Δεν ήμουν στον κόσμο για να κάνω κηρύγματα ή να ζωγραφίζω ούτε εγώ ούτε κανείς άλλος έχει τέτοιους σκοπούς στον κόσμο. Όλα αυτά είναι πάρεργα. 

Αληθινή αποστολή για τον καθένα είναι να βρει το δρόμο του, είτε με την ποίηση ή την τρέλα, την προφητεία. Δεν έχουν όλα αυτά καμιά σημασία. Εκείνο που προέχει είναι να βρίσκει κανείς τη μοίρα του, όχι την οποιαδήποτε μοίρα, και να ζει αδιατάραχτα σύμφωνα με τις επιταγές της. Όλα τα άλλα είναι ατελή, προσπάθειες άχρηστες, καταφύγια σε ιδεώδη των μαζών, προσαρμογή και αγωνία του εσωτερικού κόσμου. Ο νέος σκοπός της ζωής μου στεκόταν μπροστά μου φοβερός και άγιος- χιλιάδες φορές τον είχα προαισθανθεί, πολλές φορές τον είχα εκφράσει, αλλά τώρα πρώτη φορά τον έζησα. Ήμουν ένα παιχνίδι της φύσης, της αβεβαιότητας, ίσως για να μια νέα πραγματικότητα!

Είχα ήδη δοκιμάσει πολλή μοναξιά, κι όμως τώρα ήξερα πως υπήρχε και άλλη, ακόμα βαθύτερη, που δεν μπορεί κανείς να την αποχωριστεί.

Όποιος πραγματικά δε θέλει τίποτ’ άλλο παρά τη μοίρα του, αυτός δεν έχει ανάγκη από ομοίους του. Στέκει μόνος και έχει μέσα του τον παγερό χώρο του κόσμου. Όποιος όμως θέλει μόνο τη μοίρα του, δεν έχει ανάγκη ούτε από πρότυπα ούτε από ιδεώδη- δεν επιδιώκει τίποτα το αγαπητό και το παρήγορο! Αυτόν το δρόμο πρέπει να παίρνει κανείς!

Ναι, αυτό είναι το απλησίαστο κατόρθωμα. Αλλά μπορεί κανείς να το ονειρευτεί, να το προγευτεί και να το προαισθανθεί. Πολλές φορές, μόνος, καταλάβαινα αυτή την αλήθεια.

ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ, ΝΤΕΜΙΑΝ

RENE DESCARTES: Μήπως ονειρεύεστε;

Ακούτε το ξυπνητήρι, το κλείνετε, σέρνεστε για να σηκωθείτε από το κρεβάτι, ντύνεστε, τρώτε πρωινό, ετοιμάζεστε για την ημέρα. Αλλά συμβαίνει κάτι αναπάντεχο: ξυπνάτε και συνειδητοποιείτε ότι ήταν απλώς ένα όνειρο. Στο όνειρό σας ήσασταν ξύπνιοι και συνεχίζατε τη ζωή σας, ενώ στην πραγματικότητα ήσασταν ακόμα κουλουριασμένοι κάτω από το πάπλωμα και ροχαλίζατε. Αν είχατε μια παρόμοια εμπειρία, ξέρετε τι εννοώ. Συνήθως ονομάζεται «ψεύτικο ξύπνημα» και είναι πολύ πειστικό. Ο Γάλλος φιλόσοφος Ρενέ Ντεκάρτ (1596-1650) είχε ένα παρόμοιο ξύπνημα που τον έβαλε σε σκέψεις. Πώς μπορούσε να είναι βέβαιος ότι δεν ονειρευόταν;

Για τον Ντεκάρτ η φιλοσοφία ήταν ένα από τα πολλά πνευματικά του ενδιαφέροντα. Ήταν εξέχων μαθηματικός, γνωστός σήμερα περισσότερο για τις «καρτεσιανές συντεταγμένες» – λέγεται ότι τις επινόησε καθώς παρακολουθούσε μια μύγα να περπατά στο ταβάνι και αναρωτήθηκε πως θα μπορούσε να περιγράψει τη θέση της σε διάφορα σημεία. Η επιστήμη τον συνάρπαζε, ήταν επίσης αστρονόμος και βιολόγος. Η φιλοσοφική του φήμη έγκειται περισσότερο στα έργα του Στοχασμοί και Λόγος περί της μεθόδου: βιβλία στα οποία διερεύνησε τα όρια του πόσα μπορεί να γνωρίζει.

Όπως οι περισσότεροι φιλόσοφοι, ο Ντεκάρτ δεν ήθελε να πιστεύει σε κάτι δίχως να διερευνά γιατί το πίστευε – του άρεσε επίσης να θέτει παράξενα ερωτήματα, τα οποία οι άλλοι δεν ξόδευαν χρόνο για να τα θέτουν. Φυσικά, ο Ντεκάρτ καταλάβαινε πως δε θα ήταν δυνατόν να περνάμε τη ζωή μας επερωτώντας διαρκώς τα πάντα. Θα ήταν τρομερά δύσκολο να ζει κανείς αν τον περισσότερο καιρό δεν εμπιστευόταν κάποια πράγματα, όπως αναμφίβολα ανακάλυψε ο Πύρρων. Ωστόσο ο Ντεκάρτ σκέφτηκε πως θα άξιζε να προσπαθήσει μια φορά στη ζωή του να επεξεργαστεί τι θα μπορούσε να γνωρίζει -αν όντως υπάρχει κάτι- στα σίγουρα. Για να το κάνει αυτό, ανέπτυξε μια μέθοδο. Είναι γνωστή ως Μέθοδος της Καρτεσιανής Αμφιβολίας!

Η μέθοδος είναι σαφής: μην αποδέχεστε τίποτα ως αληθές αν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα να μην είναι αληθές.

Παίρνετε μια πεποίθηση, όπως «Τώρα είμαι ξύπνιος και διαβάζω αυτό», την εξετάζετε, και την αποδέχεστε μόνο αν είστε βέβαιοι πως δεν μπορεί να είναι εσφαλμένη ή παραπλανητική. Αν υπάρχει έστω και η παραμικρότερη αμφιβολία, απορρίψτε την. Ο Ντεκάρτ εξέτασε πολλά από αυτά που πίστευε, αμφισβητώντας το κατά πόσο είναι ακριβώς έτσι όπως μοιάζουν να είναι. Ήταν πράγματι ο κόσμος έτσι όπως του φαινόταν; Ήταν σίγουρος πως δεν ονειρεύεται;

Ο Ντεκάρτ ξεκινά την αναζήτηση της βεβαιότητας σκεπτόμενος πρώτα τα τεκμήρια που μας δίνουν οι αισθήσεις: η όραση, η αφή, η οσμή, η γεύση και η ακοή. Μπορούμε να εμπιστευόμαστε τις αισθήσεις; Όχι, συμπέρανε. Οι αισθήσεις ενίοτε μας ξεγελούν. Κάνουμε λάθη. Σκεφτείτε αυτό που βλέπετε. Είναι αξιόπιστη η όρασή σας σε σχέση με τα πάντα; Πρέπει πάντα να πιστεύετε στα μάτια σας;

Ένα ίσιο ραβδί μες στο νερό μοιάζει λυγισμένο αν το κοιτάξετε από πλάγια. Ένας τετράγωνος πύργος από μακρινή απόσταση μπορεί να μοιάζει στρογγυλός. Συχνά όλοι κάνουμε λάθη σε όσα βλέπουμε. Και, όπως επισημαίνει ο Ντεκάρτ, δεν είναι σοφό να εμπιστευόμαστε κάτι που μας έχει ξεγελάσει στο παρελθόν. Έτσι, απορρίπτει τις αισθήσεις ως πιθανή πηγή βεβαιότητας. Δε γίνεται ποτέ να είναι βέβαιος πως oι αισθήσεις του δεν τον ξεγελούν. Τις περισσότερες φορές μάλλον δεν τον ξεγελούν, αλλά η παραμικρή πιθανότητα ότι μπορεί να τον ξεγελούν σημαίνει ότι ο ίδιος δεν μπορεί να βασιστεί απόλυτα σε αυτές. Πού καταλήγει λοιπόν;

Η πεποίθηση «Τώρα είμαι ξύπνιος και διαβάζω αυτό» μοιάζει μάλλον σίγουρη σ’ εσάς.

Είστε σίγουροι ότι δε βλέπετε τώρα ένα όνειρο; Πώς το ξέρετε; Ίσως τσιμπήσατε τον εαυτό σας για να δείτε αν κοιμάστε. Αν δεν το κάνατε, κάντε το. Τι αποδεικνύει; Τίποτα. Θα μπορούσατε να ονειρεύεστε πως τσιμπάτε τον εαυτό σας. Συνεπώς, μπορεί να ονειρεύεστε.

Αυτό δείχνει ότι δεν μπορούμε να εμπιστευόμαστε πλήρως τις αισθήσεις μας. Δεν μπορούμε να είμαστε απολύτως βέβαιοι πως δεν ονειρευόμαστε. Αλλά σίγουρα, λέει ο Ντεκάρτ, ακόμα και στα όνειρα, 2+3= 5. Εδώ ο Ντεκάρτ χρησιμοποιεί ένα νοητικό πείραμα, μια φανταστική ιστορία για να δείξει αυτό που θέλει. Φτάνει την αμφιβολία στα όρια της και καταλήγει σε μια δοκιμασία για κάθε πεποίθηση ακόμα δυσκολότερη από τη δοκιμασία «Μήπως ονειρεύομαι;». Λέει: Φανταστείτε έναν πανίσχυρο και πανέξυπνο δαίμονα αλλά και εχθρικό. Αυτός ο δαίμονας, αν υπήρχε, θα σας έκανε να νομίζετε άτι 2+ 3 =5 κάθε φορά που κάνατε την πρόσθεση, ακόμα κι αν ισούται με 6. Δε θα ξέρατε ότι αυτό σας το κάνει ο δαίμονας. Εσείς απλώς θα προσθέτατε αφελώς τους αριθμούς. Όλα θα έμοιαζαν φυσιολογικά.

Το νοητικό πείραμα με τον κακό δαίμονα είναι ο τρόπος του Ντεκάρτ να φτάσει την αμφιβολία στα όριά της. Αν υπήρχε ένα πράγμα για το οποίο θα μπορούσαμε να είμαστε βέβαιοι ότι ο δαίμονας δε μας ξεγελά αυτό θα ήταν θαυμάσιο. Θα έδινε επίσης μιαν απάντηση στους ανθρώπους που ισχυρίζονται πως δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τίποτα με βεβαιότητα.

Η επόμενη κίνηση του Ντεκάρτ κατέληξε σε μία από τις διασημότερες φράσεις στη φιλοσοφία, αν και πολλοί ξέρουν το παράθεμα δίχως να καταλαβαίνουν τι σημαίνει. Ο Ντεκάρτ κατάλαβε ότι, ακόμα κι αν υπάρχει ο δαίμονας και τον ξεγελά, πρέπει να υπάρχει κάτι σε σχέση με το οποίο ο δαίμονας ξεγελά. Εφόσον έχει έστω και μία σκέψη, αυτός, ο Ντεκάρτ, πρέπει να υπάρχει. Ο δαίμονας δε θα μπορούσε να τον κάνει να πιστεύει ότι υπάρχει, αν δεν υπήρχε. Κι αυτό επειδή κάτι που δεν υπάρχει δεν μπορεί να κάνει σκέψεις. «Σκέφτομαι, άρα υπάρχω» (στα λατινικά, cogito ergo sum): αυτό ήταν το συμπέρασμα του Ντεκάρτ. Σκέφτομαι, επομένως πρέπει να υπάρχω. Δοκιμάστε το. Όσο έχετε μία σκέψη ή μία αίσθηση, αποκλείεται να αμφιβάλλετε ότι υπάρχετε. Το τι είστε είναι άλλο θέμα – μπορεί να αμφιβάλλετε ότι έχετε σώμα, ή το σώμα που βλέπετε και αγγίζετε. Αλλά δε γίνεται να αμφιβάλλετε ότι υπάρχετε ως ένα είδος σκεπτόμενου όντος. Αυτή η σκέψη θα αυτοαναιρούταν. Μόλις αρχίσετε να αμφιβάλλετε για την ύπαρξή σας, η πράξη της αμφιβολίας αποδεικνύει ότι υπάρχετε ως ένα σκεπτόμενο ον.

Ο Ντεκάρτ ήταν πιο βέβαιος για την ύπαρξη του νου του παρά του σώματός του. Μπορούσε να φανταστεί πως δεν έχει σώμα, αλλά δεν μπορούσε να φανταστεί πως δεν έχει νου. Αν φανταζόταν πως δεν έχει νου, θα εξακολουθούσε να σκέφτεται, και έτσι αυτό θα αποδείκνυε πως είχε έναν νου αφού δε θα μπορούσε να κάνει σκέψεις χωρίς νου.

Ποιος έχει δημιουργήσει τη διαίρεση;

Τι είναι σύγκρουση;

Σύγκρουση υπάρχει σίγουρα όταν υπάρχει διττότητα: “εγώ” και “εσύ”, ως κάτι χωριστό από μένα, ο διαχωρισμός. Όσο λοιπόν, θα υπάρχει διαίρεση ανάμεσα σε εθνικότητες, ανάμεσα σε θρησκείες, ανάμεσα σε ανθρώπους, ανάμεσα στο ιδανικό και στο πραγματικό, ανάμεσα σε “εκείνο που είναι γεγονός” και στο “πως θα έπρεπε να είναι” δεν μπορεί παρά να υπάρχει σύγκρουση. Αυτό είναι νόμος. Όπου υπάρχει διαχωρισμός, η αίσθηση της διαίρεσης, δεν μπορεί παρά να υπάρχει σύγκρουση.

Οι κοινωνίες στις οποίες ζούμε έχουν δημιουργηθεί από το κάθε ανθρώπινο πλάσμα, με την απληστία του, τον φθόνο του, την επιθετικότητα του και την αναζήτησή του για ασφάλεια. Εμείς έχουμε δημιουργήσει την κοινωνία στην οποία ζούμε και έχουμε γίνει μετά σκλάβοι αυτής της κοινωνίας. Εμείς οι άνθρωποι, μέσα από φόβο, μέσα από μοναξιά και την αναζήτηση της ασφάλειας – χωρίς ποτέ να κατανοούμε τι είναι ανασφάλεια, αλλά θέλοντας πάντα ασφάλεια-, έχουμε δημιουργήσει τον πολιτισμό μας, την κοινωνία μας, τις θρησκείες μας, τους Θεούς μας.

Ποιος έχει δημιουργήσει την διαίρεση; Επειδή όπου υπάρχει διαίρεση, είτε μέσα μας είτε έξω, υπάρχει και σύγκρουση. Αυτό είναι απολύτως σίγουρο. Δεν είναι η σκέψη που έχει διαιρέσει τους ανθρώπους;

Η σκέψη δεν είναι που το έκανε αυτό;

Και μετά έρχεται το ερώτημα: Τι είναι η σκέψη;

Η σκέψη είναι η δραστηριότητα με την οποία ζούμε.
Η σκέψη είναι ο κεντρικός παράγοντας των πράξεών μας.
Η σκέψη είναι που χωρίζει εσένα από μένα, το ιδανικό από “εκείνο που είναι γεγονός”.

Οπότε τι είναι η σκέψη;

Δεν είναι η σκέψη δραστηριότητα της μνήμης;

Η σκέψη είναι υπεύθυνη για όλους τους πολέμους, για όλους τους θεούς που έχει επινοήσει, η σκέψη είναι υπεύθυνη που πήγε ο άνθρωπος στο φεγγάρι, και η σκέψη είναι επίσης υπεύθυνη για την διαίρεση και την σύγκρουση ανάμεσα σε “αυτό που είναι” και σε “εκείνο που θα έπρεπε να είναι”.

Ωστόσο, αυτή η ευδαιμονία κρατάει μόνο μια στιγμή

Μας δίδαξαν – κι εμείς το μάθαμε – να αναζητάμε τη σιγουριά για να μπορέσουμε να βρούμε την ηρεμία. Κι αυτό δε θα ήταν τόσο κακό, αν δεν θεωρούσαμε ότι ο δρόμος προς τη σιγουριά περνάει αποκλειστικά μέσα απ’ τους στόχους που μας θέτει η κοινωνία (εξουσία, επιτυχία, λεφτά και υλικά αγαθά). Για να συμπληρωθεί η απάτη, “επιβεβαιώνεται” πως βαδίζουμε στο σωστό δρόμο όταν ακούγονται τα χειροκροτήματα των γύρω οι οποίοι, εξίσου χαμένοι μ’ εμάς, ζηλεύουν βλέποντάς μας εκεί που θα ήθελαν να είναι οι ίδιοι, ενώ ξεχνάμε όλοι – κι εμείς κι αυτοί – ότι για το κοινωνικό σύνολο είμαστε μάλλον υποψήφιοι καταναλωτές, παρά άνθρωποι σε αναζήτηση της ευτυχίας.

Είναι απολύτως λογική η χαρά σου όταν έχεις εκπληρώσει το σκοπό σου, λογική η ματαιόδοξη ευχαρίστηση που νιώθεις όταν έχεις καταφέρει αυτό που επιθυμούσες, λογική και η αυτόματη ανακούφιση που έρχεται τη στιγμή που φτάνεις στο στόχο σου.

Ωστόσο, αυτή η ευδαιμονία κρατάει μόνο μια στιγμή, γιατί μόλις φτάσουμε “εκεί που τόσο πολύ θέλαμε να φτάσουμε” αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να επιδιώξουμε άλλο στόχο, να σχεδιάσουμε καινούργιο σκοπό, να βρούμε καινούργιο καρότο, να δώσουμε στον εαυτό μας μια νέα υπόσχεση για το μέλλον, να βρούμε κάτι που θα μας αφήσει να μείνουμε λίγο παραπάνω στον κόσμο όσων κυνηγάμε την τόσο ποθητή σιγουριά· τη σιγουριά που θα μας επιτρέψει να βρούμε (τι μεγάλο ψέμα!) την ψυχική ηρεμία.

Ένας από τους ουσιαστικούς παράγοντες που διατηρούν έναν άνθρωπο νέο είναι το να διαθέτει μυαλό δραστήριο

Υπάρχει πολλή σοφία στο κλασικό ρητό «νους υγιής εν σώματι υγιεί»: μας υπενθυμίζει ότι τόσο το μυαλό όσο και το σώμα είναι σημαντικά και η υγεία του ενός εξαρτάται από την υγεία του άλλου. Έχει ευρέως αποδειχτεί ότι ένας από τους ουσιαστικούς παράγοντες που διατηρούν έναν άνθρωπο νέο είναι και το να διαθέτει μυαλό δραστήριο, ευέλικτο και ικανό να συνεχίσει να μαθαίνει.

Το νεανικό μυαλό ωθεί τον άνθρωπο να αναζητήσει έναν υγιεινό τρόπο ζωής που θα καθυστερήσει
τη γήρανση.

Όπως η έλλειψη φυσικής άσκησης εξασθενεί το σώμα και επηρεάζει τη διάθεση, έτσι και η έλλειψη νοητικής άσκησης επηρεάζει αρνητικά τον άνθρωπο, αφού προκαλεί απώλεια νευρώνων και νευρωνικών συνάψεων και ως εκ τούτου τη μείωση της ικανότητας αντίδρασης.

Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντική η γυμναστική για τον εγκέφαλο.

Ένας πρωτοπόρος υπέρμαχος της νοητικής άσκησης είναι ο νευροεπιστήμονας Σλόμο Μπρέζνιτζ, ο οποίος υποστηρίζει πως ο εγκέφαλος έχει ανάγκη από πολλά ερεθίσματα για να διατηρείται σε φόρμα:

«Υπάρχει μια αντίφαση ανάμεσα σε αυτό που είναι καλό για τον άνθρωπο και σε εκείνο που του αρέσει να κάνει. Γιατί στους ανθρώπους, προπαντός στους ηλικιωμένους, τους αρέσει να κάνουν τα πράγματα όπως τα έκαναν πάντα. Το πρόβλημα είναι πως, όταν ο εγκέφαλος διεκπεραιώνει πολύ ισχυρές συνήθειες, δε χρειάζεται πια να σκεφτεί. Όλα γίνονται αυτόματα, με μεγάλη ταχύτητα και αποτελεσματικότητα, ακόμα και με τρόπο πιο επωφελή. Γιατί ο εγκέφαλος έχει την τάση να γαντζώνεται στις συνήθειες και ο μόνος τρόπος για να βγαίνει από αυτές είναι να έρχεται αντιμέτωπος με την καινούρια πληροφορία» διαβεβαίωνε ο Μπρέζνιτζ σε μια συνέντευξή του στην εκπομπή Ρέδες του Εδουάρ Πουνσέτ.

Έτσι, εισάγοντας καινούριες πληροφορίες, ο εγκέφαλος δημιουργεί νέες συνάψεις και αναζωογονείται. Γι’ αυτό και είναι σημαντικό να εκτίθεται κανείς στην αλλαγή, ακόμα κι αν αυξάνει το επίπεδο άγχους του, βγαίνοντας από την περιοχή άνεσής του.

Τα αποτελέσματα της νοητικής εκγύμνασης είναι επιστημονικά αποδεδειγμένα. Ο Μπρέζνιτζ τα θεωρεί ευεργετικά σε διάφορα επίπεδα: «Αρχίζεις να γυμνάζεις το μυαλό και το κάνεις μέσω μιας ασχολίας με την οποία έρχεσαι αντιμέτωπος για πρώτη φορά. Και σου φαίνεται πολύ δύσκολη, αλλά καθώς τώρα τη μαθαίνεις, η εκγύμναση λειτουργεί. Και τη δεύτερη φορά αντιλαμβάνεσαι ότι σου βγαίνει πιο εύκολα, ποτέ πιο δύσκολα, γιατί την κάνεις κάθε φορά και καλύτερα. Ο αντίκτυπος που έχει στην ψυχική κατάσταση του ατόμου είναι αφάνταστος. Πρόκειται για μια μεταμόρφωση που δεν έχει να κάνει μόνο με τα αποτελέσματα που πετυχαίνει κανείς, αλλά και με την αντίληψη που έχει ο ίδιος για τον εαυτό του».

Η προαναφερθείσα «νοητική εκγύμναση» του Μπρέζνιτζ μπορεί να ακούγεται κάπως περίπλοκη, όμως, απλώς αλληλοεπιδρώντας κοινωνικά με άλλα ενήλικα άτομα, για παράδειγμα μέσα από κάποιο παιχνίδι, αποφεύγουμε την κατάθλιψη στην οποία μπορεί να μας οδηγήσει η μοναξιά και μας προμηθεύει καινούρια ερεθίσματα.

Από τα είκοσι και μετά οι νευρώνες αρχίζουν να γερνούν, αλλά η διαδικασία αυτή επιβραδύνεται με την πνευματική εργασία, την περιέργεια και την όρεξη για μάθηση. Το να έρχεται κανείς αντιμέτωπος με νέες καταστάσεις, να μαθαίνει κάτι καινούριο κάθε μέρα, να παίζει και να αλληλοεπιδρά με άλλα πρόσωπα φαίνεται ότι είναι ζωτικής σημασίας για τη νοητική αντιγήρανση. Όσο θετικότερη είναι η στάση μας σε αυτό, τόσο μεγαλύτερα θα είναι τα οφέλη για το μυαλό μας.

Το μυαλό έχει αποφασιστική επιρροή πάνω στο σώμα, όπως και στην ταχύτητα γήρανσής του. Και γι’ αυτό οι περισσότεροι γιατροί συγκλίνουν στο ότι το μυστικό της νεότητας του σώματος βρίσκεται στη διατήρηση του μυαλού νεανικού και δραστήριου, όπως κάνουν οι αιωνόβιοι Ιάπωνες, και σε μια μαχητική στάση απέναντι στις δυσκολίες που μπορεί να συναντήσουμε στην πορεία της ζωής μας.

Μια μελέτη που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο Γεσίβα κατέληξε ότι οι μακρόβιοι άνθρωποι επιδεικνύουν δύο κοινές και καθοριστικές στάσεις ζωής: τον θετικισμό και μια υψηλή συναισθηματική εκφραστικότητα. Συνεπώς, όσοι δέχονται τις προκλήσεις κρατώντας καλή στάση και μπορούν να διαχειρίζονται τα συναισθήματα τους, έχουν κερδίσει κατά πολύ το πέρασμα στη μακροζωία.

Μια στωική στάση —η ηρεμία απέναντι στις δυσκολίες— επίσης ενισχύει την επιμήκυνση της νεότητας, μια και μειώνει τα επίπεδα άγχους και στρες και σταθεροποιεί τη διάθεση. Αυτό αντικατοπτρίζεται στο μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής που έχουν κάποιοι λαοί, οι οποίοι ακολουθούν έναν οργανωμένο και μετρημένο τρόπο ζωής.

Άλλη στάση ζωής εξαιρετικά αντιγηραντική είναι μακριά από τον ηδονισμό και την ικανοποίηση των καπρίτσιων και των παρορμήσεων της στιγμής.

Η υποχώρηση σε πειρασμούς, ιδιαίτερα σε διατροφικούς, οδηγεί σε κακή σίτιση η οποία εξασθενεί τον οργανισμό.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό των μακρόβιοι, πολύ διαδεδομένο μεταξύ τους, είναι η υγιεινή και μετρημένη διατροφή, όπως θα δούμε ξαναγυρνώντας στην Οκινάουα, καθώς και η αποφυγή των βλαβερών για τον οργανισμό ουσιών.

Τα άτομα που έχουν διατηρηθεί δραστήρια τόσο σωματικά όσο και πνευματικά κατά την ωριμότητά τους, φτάνουν συνήθως σε πιο ήπια και ευχάριστα γηρατειά, με τον οργανισμό τους καλύτερα προετοιμασμένο να παλέψει με τις αδιαθεσίες και τις ασθένειες.

Γι’ αυτό, όταν μιλάμε για αιωνόβιους ή υπεραιωνόβιους —για ανθρώπους 110 ετών ή και παραπάνω—, βλέπουμε συχνά ένα κοινό χαρακτηριστικό: άντρες και γυναίκες με μια ζωή γεμάτη, αλλά και σκληρή σε πολλές περιπτώσεις, που όμως ξέρουν να αντιμετωπίζουν με μια θετική στάση τα εμπόδια και να μην αφήνονται να νικηθούν από αυτά.

Ο Αλεξάντερ Ίμιτς, ο οποίος έφτασε να είναι ο γηραιότερος άντρας στον κόσμο σε ηλικία 111 ετών, πίστευε ξεκάθαρα πως είχε καλά γονίδια, αλλά και υπήρχαν και άλλα σημαντικά πράγματα για να ζήσει πολύ: «Το είδος ζωής που ζει χάνεις είναι το ίδιο ή και περισσότερο σημαντικό για τη μακροβιότητα» δήλωσε σε κάποια συνέντευξη μετά την εγγραφή του στο Βιβλίο Γκίνες 2014.

Ένα ποίημα για να ζούμε πολύ

Ο καθηγητής Ρομπέρτο Αμπάδιε Σοριάνο αφιέρωσε τα χρόνια του στη διδασκαλία παιδιών και στη σύνταξη των επίσημων αναγνωστικών της Ουρουγουάης. Στα 92 του, όταν ζούσε στο Σανατόριο Ιμπάσα στο Μοντεβιδέο, έγραψε ένα ποίημα που συνοψίζει τα μυστικά για τη μακροζωία.

Ο γιατρός Χόρχε δε Πάουλα, ο οποίος κούραρε τον καθηγητή κατά την εκεί παραμονή του, το δημοσιοποίησε λίγο καιρό μετά:

Οργανωμένη, υγιεινή ζωή
και πάντα μετρημένο το φαΐ
στα γιατρικά να μην το παρακάνεις
μ ’ όλα τα μέσα αυτό που θες να ψάχνεις
να μην ταράζεσαι για τίποτα
άσκηση και διασκέδαση μετά
ποτέ σου μη σε πιάσουνε για κάτι
περιορισμός λίγος, συναναστροφή
πολλή, και ασχολία διαρκή.


Μαθαίνοντας αυτό το ποίημα και εφαρμόζοντας το στον δικό μας τρόπο ζωής, μπορούμε να γίνουμε ένας από αυτούς τους μακρόβιους ανθρώπους που απολαμβάνουν μια ζωή πλήρη και μακροχρόνια.

Όποιος έχει καθ’ εαυτόν κάτι το αξιόλογο μπορεί ευκολότερα να τα βγάζει πέρα χωρίς τους ανθρώπους παρά μ’ αυτούς

«Δεν υπάρχει λωτός χωρίς μίσχο», λέγει μία ινδική παροιμία. Έτσι και η μοναχικότητα παρουσιάζει -μαζί με τα τόσα πλεονεκτήματα- και τα μικρά της επίσης μειονεκτήματα, τα μικρά της προβλήματα, τα όποια, όμως, συγκρινόμενα μ’ εκείνα της κοινωνικότητας, είναι ασήμαντα. Ως εκ τούτου, όποιος έχει καθ’ εαυτόν κάτι το αξιόλογο μπορεί ευκολότερα να τα βγάζει πέρα χωρίς τους ανθρώπους παρά μ’ αυτούς. Παρεμπιπτόντως, ανάμεσα σ’ εκείνα τα μειονεκτήματα της μοναχικότητας, υπάρχει κι ένα που δεν συνειδητοποιεί κανείς εύκολα όπως τα υπόλοιπα, και συγκεκριμένα το εξής: όπως, όταν παραμένουμε διαρκώς και παρατεταμένα μέσα στο σπίτι, το σώμα μας γίνεται τόσο ευαίσθητο σ’ εξωτερικές επιδράσεις που με κάθε δροσερό ρευματάκι αρρωσταίνει, έτσι και το πνεύμα μας, με τον διαρκώς αποτραβηγμένο και μοναχικό βίο, γίνεται τόσο ευαίσθητο που ανησυχούμε, θιγόμαστε ή πληγωνόμαστε από τα πλέον ασήμαντα συμβάντα, λόγια, μάλιστα και από μία απλή έκφραση του προσώπου· ενώ, αντίθετα, όποιος παραμένει διαρκώς στην οχλαγωγία δεν δίνει σημασία σε τέτοια πράγματα.

Σ’ εκείνον δε τον άνθρωπο, και ιδιαίτερα τον νεαρής ηλικίας, που δεν καταφέρνει να υπομείνει για πολύ την ερημιά της μοναξιάς, όσο συχνά και αν η δικαιολογημένη απέχθειά του για τους ανθρώπους τον έχει αναγκάσει να καταφύγει σ’ αυτήν, δίνω την συμβουλή να συνηθίσει να παίρνει μαζί του ένα μέρος της μοναξιάς του όποτε πρόκειται να βρεθεί με άλλους, να μάθει δηλ. να είναι σ’ έναν κάποιο βαθμό μόνος ακόμη και όταν βρίσκεται ανάμεσά τους. Τούτο σημαίνει πως δεν πρέπει να τους κοινοποιεί πάραυτα τις σκέψεις του ούτε να παίρνει τοις μετρητοίς τα όσα λέγουν, αλλά να ξέρει πως δεν πρέπει να περιμένει -τόσο από διανοητική όσο και από ηθική άποψη- και πάρα πολλά απ’ αυτούς κι έτσι ν’ αναπτύξει και να εδραιώσει μέσα του την αδιαφορία εκείνη για τις απόψεις τους που αποτελεί το ασφαλέστερο μέσο για να επιδεικνύει διαρκώς μία αξιέπαινη ανεκτικότητα. Τότε, παρότι ανάμεσα τους δεν θα βρίσκεται εντελώς μέσα στην κοινωνία τους, αλλά θα συμπεριφέρεται έναντι αυτής μάλλον κατά τρόπο αμιγώς αντικειμενικό- τούτο δε θα τον προστατεύει από την υπερβολική επαφή μαζί της κι επομένως και από κάθε αμαύρωση ή και πλήγωμα.

Ο Κριτής καταδικάζει, και το Θύμα υφίσταται

Όπως μια κυβέρνηση έχει νομοθεσίες που διοικούν το όνειρο της κοινωνίας, έτσι και η δική μας Νομοθεσία ορίζει το προσωπικό μας όνειρο. Όλοι αυτοί οι νόμοι υπάρχουν μέσα στο μυαλό μας, τους έχουμε αποδεχτεί, και ο Κριτής μέσα μας βασίζει πάνω σε αυτούς τις κρίσεις του. Ο Κριτής καταδικάζει, και το Θύμα υφίσταται την ενοχή και την τιμωρία.

Ποιος μας λέει, όμως, ότι υπάρχει δικαιοσύνη σε αυτό το όνειρο; Δικαιοσύνη σημαίνει να πληρώνεις μόνο μια φορά για το κάθε σου λάθος. Αδικία σημαίνει να πληρώνεις παραπάνω από μία φορές για το κάθε λάθος.

Πόσες φορές πληρώνουμε για ένα μας λάθος; Χιλιάδες φορές. Ο άνθρωπος είναι το μοναδικό ζώο πάνω στη γη που πληρώνει χιλιάδες φορές για το ίδιο λάθος. Τα υπόλοιπα ζώα πληρώνουν μονάχα μια φορά για κάθε λάθος που κάνουν, όχι, όμως, κι εμείς. Εμείς έχουμε ισχυρή μνήμη. Κάνουμε ένα λάθος, κρίνουμε τον εαυτό μας, τον βρίσκουμε ένοχο και τον τιμωρούμε. Αν υπήρχε δικαιοσύνη, τότε αυτό θα αρκούσε: δεν θα υπήρχε λόγος να το ξανακάνουμε. Ωστόσο, κάθε φορά που θυμόμαστε κρίνουμε ξανά τον εαυτό μας, τον καταδικάζουμε ξανά και τον τιμωρούμε ξανά και ξανά και ξανά. Αν είμαστε παντρεμένοι, η γυναίκα ή ο άνδρας μας σπεύδει να μας υπενθυμίσει κι αυτός το λάθος μας, ώστε να κρίνουμε πάλι τον εαυτό μας, να τον καταδικάσουμε και γι’ άλλη μια φορά να τον τιμωρήσουμε. Το θεωρείτε δίκαιο αυτό;

Πόσες φορές δεν κάνουμε τον σύντροφό μας, το παιδί μας ή τους γονείς μας να πληρώσουν για το ίδιο λάθος; Κάθε φορά που θυμόμαστε το λάθος, τους κατηγορούμε ξανά και τους ποτίζουμε με όλο εκείνο το συναισθηματικό δηλητήριο που παράγει η αίσθηση της αδικίας κι έπειτα τους αναγκάζουμε να πληρώσουν για το ίδιο λάθος. Είναι δικαιοσύνη αυτό; Ο Κριτής μέσα μας κάνει λάθος γιατί είναι λανθασμένο και το σύστημα της πίστης μας, η Νομοθεσία μας. Ολόκληρο το όνειρο έχει στηριχτεί πάνω σε έναν ψευδή νόμο. Το ενενήντα πέντε τοις εκατό των πεποιθήσεων που έχουμε αποθηκεύσει στο νου μας δεν είναι παρά ψέματα, κι εμείς υποφέρουμε επειδή όλα αυτά τα ψέματα τα έχουμε πιστέψει.

JEAN JACQUES ROUSSEAU: Η υπομονή είναι μια ρίζα πικρή, αλλά οι καρποί της είναι γλυκύτατοι

Ο Γάλλος φιλόσοφος Ρουσσό δήλωνε ότι «Ο άνθρωπος είναι καλός εκ φύσεως». Τότε, γιατί πράττουμε άσχημα; Κατά τον Ζαν-Ζακ Ρουσσό, η κοινωνία είναι αυτή που μας διαφθείρει και μας κάνει να πράττουμε άσχημα. Την τόλμη του να υποστηρίξει μια τέτοια θεωρία στο απόγειο της εποχής του Διαφωτισμού την πλήρωσε με πολλούς εχθρούς και πολλές πικρίες. Η εποχή του υποστήριζε την πρόοδο κι εκείνος τη θεωρούσε αιτία όλων των δεινών.

Μπορεί η καταγωγή του και η ταραγμένη του ζωή να τον είχαν επηρεάσει στη διαμόρφωση της θεωρίας του.

Γιος ενός ωρολογοποιού και ορφανός από μητέρα, μεγάλωσε χωρίς να λάβει εκπαίδευση. Από πολύ μικρός, άρχισε να δουλεύει ως μαθητευόμενος ενός συμβολαιογράφου κι έπειτα ενός χαράκτη, ο οποίος του φερόταν κτηνωδώς. Εγκατέλειψε τη Γενεύη και κατέφυγε στην προστασία κάποιας βαρόνης η οποία, εκτός του ότι τον έκανε εραστή της, τον έπεισε να προσηλυτιστεί και στον καλβινισμό. Κι έτσι άρχισε μια εποχή αυτομόρφωσης.

Κατέληξε να παντρευτεί μια υπηρέτρια εντελώς αναλφάβητη με την οποία απέκτησε πέντε παιδιά. Αυτό δεν τον εμπόδισε να συνεχίσει να έχει ερωμένες και ν’ αλλάζει χώρες, διαμονή και θρησκεία, καταλαμβανόμενος, με το πέρασμα των χρόνων, από μανία καταδίωξης. Στην Πραγματεία περί της καταγωγής και των θεμελίων της ανισότητας ανάμεσα στους ανθρώπους, ο Ρουσσό συγκρούεται με την ιδέα του Διαφωτισμού περί προόδου, θεωρώντας ότι οι άνθρωποι σε φυσική κατάσταση είναι εξ ορισμού αθώοι κι ευτυχισμένοι κι ότι ο πολιτισμός και η κουλτούρα είναι αυτά που τους επιβάλλουν τη μεταξύ τους ανισότητα, ιδιαίτερα μετά την καθιέρωση του θεσμού της ιδιοκτησίας, κι έτσι τους φέρνουν τη δυστυχία.

Για να ξανακερδίσουμε τον χαμένο παράδεισο, ιδού κάποιες προτάσεις του μεγάλου αυτού ουμανιστή:
Να μην απομονώνεσαι μπρος στις ωμότητες του κόσμου, αλλά να μοιράζεσαι τα αισθήματά σου με τους ομοίους σου.

-Είναι καλύτερα να αντιμετωπίσεις έναν έντονο πόνο παρά μια μακρά θλίψη.
-Τα πάθη είναι καλά όσο είμαστε κυρίαρχοί τους και δε μας κάνουν σκλάβους τους.
-Η χαμένη ελευθερία σπανίως ανακτάται.

Σημαντική ποσότητα νερού σε γιγαντιαίο σύστημα φαραγγιών βρέθηκε στον Άρη

Το σκάφος Exo Mars Trace Gas Orbiter (ΤGO), μια κοινή αποστολή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA) και της Ρωσικής Διαστημικής Υπηρεσίας (Roscosmos), το οποίο βρίσκεται εδώ και χρόνια σε τροχιά γύρω από τον Άρη, εντόπισε σημαντικές ποσότητες κρυμμένου νερού στην καρδιά του μεγάλου συστήματος φαραγγιών Valles Marineris. Σύμφωνα με την ESA, η πλούσια σε νερό περιοχή έχει περίπου το μέγεθος της Ολλανδίας.

Το νερό, που είναι κρυμμένο λίγο κάτω από την επιφάνεια του γειτονικού πλανήτη, ανακαλύφθηκε από το όργανο FREND της διαστημοσυσκευής, το οποίο χαρτογραφεί το υδρογόνο στο ανώτερο στρώμα του εδάφους του Άρη. Ενώ ήταν γνωστό ότι υπάρχει νερό στον «κόκκινο» πλανήτη, το περισσότερο είχε βρεθεί στις παγωμένες πολικές περιοχές του με τη μορφή πάγου. Σε χαμηλότερα γεωγραφικά πλάτη μέχρι σήμερα είχαν βρεθεί μικρές μόνο ποσότητες.

Ο Ιγκόρ Μιτροφάνοφ του Ινστιτούτου Διαστημικών Ερευνών της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών στη Μόσχα, επικεφαλής της νέας έρευνας, δήλωσε ότι «το όργανο FREND αποκάλυψε μια περιοχή με ασυνήθιστα μεγάλη ποσότητα υδρογόνου στο κολοσσιαίο σύστημα φαραγγιών Valles Marineris. Υποθέτοντας ότι το υδρογόνο αυτό είναι δεσμευμένο σε μόρια νερού, εκτιμάμε ότι έως το 40% της έκτασης λίγο κάτω από την επιφάνεια του εδάφους σε αυτή την περιοχή φαίνεται να είναι νερό».

«Βρήκαμε ότι ένα κεντρικό τμήμα της Valles Marineris είναι γεμάτο νερό, πολύ περισσότερο νερό από ό,τι περιμέναμε», δήλωσε ο ερευνητής Αλεξέι Μαλάκοφ, επίσης του ρωσικού Ινστιτούτου Διαστημικών Ερευνών. Το νερό μπορεί να βρίσκεται σε μορφή πάγου ή να είναι χημικά δεσμευμένο με ορυκτά στο υπέδαφος, αν και σύμφωνα με τον ίδιο, «είναι πιθανότερο ότι το νερό αυτό υπάρχει σε μορφή πάγου». Παραμένει άγνωστο ποιες είναι οι συνθήκες στο Μεγάλο Φαράγγι του Άρη που επιτρέπουν να διατηρείται τόσο νερό και να ανανεώνεται, με δεδομένο ότι συνήθως το αρειανό νερό εξατμίζεται.

«Το εν λόγω εύρημα είναι ένα εκπληκτικό πρώτο βήμα, αλλά χρειαζόμαστε περισσότερες παρατηρήσεις για να ξέρουμε με σιγουριά με τι ακριβώς μορφή νερού έχουμε να κάνουμε», δήλωσε ο Χάκαν Σβέντχεμ της ESA.

Σε κάθε περίπτωση, καθώς οι περισσότερες μελλοντικές αποστολές στον Άρη σχεδιάζουν να προσεδαφιστούν σε χαμηλότερα γεωγραφικά πλάτη, ο εντοπισμός ενός τέτοιου «ρεζερβουάρ» νερού ανοίγει μια σημαντική προοπτική για την εξερεύνηση του πλανήτη.

Το νερό που είχε ανιχνεύσει παλαιότερα το σκάφος Mars Express στον Άρη, βρίσκεται είτε κάτω από το νότιο πόλο του πλανήτη είτε σε μεσαίο γεωγραφικό πλάτος αλλά σε βάθος μερικών χιλιομέτρων, συνεπώς και στις δύο περιπτώσεις είναι πιο δύσκολα αξιοποιήσιμο σε σχέση με το πολύ πιο επιφανειακό νερό στη Valles Marineris. Αυτό καθιστά το σύστημα φαραγγιών του 'Αρη -το μεγαλύτερο στο ηλιακό μας σύστημα (δεκαπλάσιο σε μήκος και πενταπλάσιο σε βάθος σε σχέση με το Μεγάλο Φαράγγι στις ΗΠΑ)- ακόμη πιο πολλά υποσχόμενο στόχο για τις μελλοντικές επανδρωμένες αποστολές εξερεύνησης.

Το σκάφος Exo Mars Trace Gas Orbiter εκτοξεύθηκε το 2016 και το 2022 θα ακολουθήσουν, επίσης στο πλαίσιο της αποστολής Exo Mars, το ευρωπαϊκό ρόβερ Rosalind Franklin και η ρωσική συσκευή προσεδάφισης Kazachok, που θα συνεργαστούν για να βρουν πιθανά ίχνη ζωής στον Άρη.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

2.2. Η καινοτομία στην αρχαία ελληνική τέχνη και τα τοπικά εργαστήρια


Αν υπάρχει ένα στοιχείο που ξεχωρίζει τους Έλληνες καλλιτέχνες από τους συναδέλφους τους της Εγγύς Ανατολής και της Αιγύπτου, αυτό είναι η έντονη διάθεσή τους να πειραματιστούν και να καινοτομήσουν. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της αρχαίας ελληνικής τέχνης είναι ότι κανένας από τους τύπους που χρησιμοποιεί δεν μένει σταθερός και αναλλοίωτος για περισσότερο από μία γενιά, καθώς οι νέοι καλλιτέχνες προσπαθούν συνεχώς να ξεπεράσουν τους δασκάλους τους. Ξέρουμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες καλλιεργούσαν συνειδητά από πολύ νωρίς το πνεύμα της έρευνας και της καινοτομίας σε όλες τους τις δραστηριότητες. Στο τέλος του 6ου αιώνα π.Χ. ο φιλόσοφος και ποιητής Ξενοφάνης γράφει (απόσπ. 18 Diels-Kranz):

«Δεν είναι αλήθεια ότι οι θεοί τα έδειξαν από την αρχή όλα στους ανθρώπους· αντίθετα, αυτοί με το πέρασμα του χρόνου ψάχνοντας βρίσκουν τι είναι καλύτερο.»

Εντελώς διαφορετική είναι η αντίληψη που συναντούμε σε άλλους πολιτισμούς. Στην Αίγυπτο, για παράδειγμα, η τέχνη χρησιμοποιεί εικονογραφικούς τύπους και συστήματα αναλογιών που επαναλαμβάνονται σχεδόν απαράλλαχτα για αιώνες.

Μια ιδιομορφία της αρχαίας Ελλάδας, που μπορεί να θεωρηθεί κατά κάποιον τρόπο συνέπεια της γεωγραφικής της διαμόρφωσης, είναι η ανάπτυξη ανεξάρτητων μικρών κρατών, των πόλεων. Για τους αρχαίους Έλληνες η πόλις δεν ήταν, όπως για εμάς σήμερα, ένα αστικό κέντρο, αλλά μια γεωγραφική ενότητα με φυσικά όρια (για παράδειγμα, μια πεδιάδα με τα γύρω βουνά ή ένα μικρό νησί), οι κάτοικοι της οποίας είχαν δημιουργήσει μιαν αυτόνομη και ανεξάρτητη κοινότητα. Ορισμένες μεγάλες και ισχυρές πόλεις είχαν δημιουργηθεί με συνοικισμό, δηλαδή με τη συνένωση μικρότερων πόλεων. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η Αθήνα, μια πόλις που η επικράτειά της περιελάμβανε ολόκληρη την Αττική, η οποία αρχικά χωριζόταν σε πολλές αυτόνομες κοινότητες. Η Αθήνα ήταν το κύριο αστικό κέντρο αυτού του κράτους και ονομαζόταν Άστυ. Κάθε πόλις είχε τους δικούς της θεσμούς, τα δικά της ήθη και έθιμα, τη δική της διάλεκτο και, σε αρκετές περιπτώσεις, τη δική της καλλιτεχνική παράδοση. Οι αρχαίες πόλεις μπορούσαν να μοιράζονται κάποια πολιτιστικά στοιχεία με τις γειτονικές τους, αν αποτελούσαν τμήμα μιας μεγαλύτερης γεωγραφικής ενότητας (όπως οι πόλεις της Κρήτης ή της Εύβοιας) ή αν οι κάτοικοί τους είχαν κοινή καταγωγή και γλώσσα. Έτσι οι αρχαίοι Έλληνες καλλιτέχνες μεγάλωναν και εκπαιδεύονταν σε ένα περιβάλλον με αυτόνομη πολιτική και πνευματική ζωή και καλλιεργούσαν συνειδητά τη δική τους καλλιτεχνική παράδοση. Αυτό επιβεβαιώνεται από τη διαπίστωση ότι έργα διαφορετικών κατηγοριών (πήλινα ειδώλια, χάλκινα αγαλμάτια, μεγάλα λίθινα γλυπτά) που προέρχονται από την ίδια γεωγραφική περιοχή έχουν συνήθως κοινά τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά. Μπορούμε, επομένως, να μιλούμε, τουλάχιστον ως τα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ., για τοπικά εργαστήρια με αναγνωρίσιμη τεχνοτροπία.

Οι αρχαίοι τεχνίτες ταξίδευαν συχνά (ή και μετανάστευαν ακόμη), ανάλογα με τις συνθήκες εργασίας που έβρισκαν και τις παραγγελίες που έπαιρναν. Έτσι οι τεχνικές και οι τεχνοτροπίες διαδίδονταν και αλληλοεπιδρούσαν. Ξέρουμε επίσης ότι συχνά δημιουργούνταν ανάμεσα στους επαγγελματίες έντονος ανταγωνισμός, που είχε θετικά αποτελέσματα, γιατί βοηθούσε στη βελτίωση των έργων τους, όπως τονίζει ο ποιητής Ησίοδος περιγράφοντας την επίδραση της καλής Έριδας (της προσωποποίησης του ανταγωνισμού), σε αντίθεση με εκείνη της κακής (της φιλονικίας) στους ανθρώπους (Ησίοδος, Έργα και ημέραι 11-26):

«Της Έριδας γένος δεν υπάρχει ένα μονάχα, μα πάνω στη γη είναι δύο. Τη μια όποιος την ένιωσε την επαινεί, μα η άλλη αξιόμεμπτη είναι. Κι αντίθετες έχουν μεταξύ τους καρδιές. Η μια προάγει τον κακό τον πόλεμο και τη φιλονικία, η άθλια. Θνητός κανένας δεν την αγαπά, μα εξ ανάγκης, με των αθανάτων θεών τη θέληση, την επαχθή την Έριδα οι άνθρωποι τιμούν. Όμως την άλλη η ζοφερή η Νύχτα τη γέννησε πρώτη, κι ο γιος του Κρόνου, που έχει το θρόνο του ψηλά και στον αιθέρα κατοικεί, στης γης τα θεμέλια την τοποθέτησε, πολύ καλύτερη για τους ανθρώπους. Αυτή και τον ανίκανο τον ξεσηκώνει για δουλειά: ζηλεύει ο άεργος σαν βλέπει τον άλλο που ᾽ναι πλούσιος, που δείχνει τη σπουδή του στο όργωμα και στο φύτεμα και διαφεντεύει καλά το σπιτικό του. Ο γείτονας το γείτονα ζηλεύει που πασχίζει να πλουτίσει. Κι είναι αγαθή η Έριδα αυτή για τους θνητούς. Ο κεραμοποιός τα βάζει με τον κεραμοποιό κι ο μαραγκός με το μαραγκό, ζηλεύει ο μεροκαματιάρης το μεροκαματιάρη κι ο ένας τραγουδιστής τον άλλο.» (Μτφρ. Σ. Γκιργκένη, με μικρές τροποποιήσεις)

Επιπλέον τα έργα τέχνης ταξίδευαν πολλές φορές μακριά είτε ως εμπορεύματα είτε ως δώρα. Δεν υπάρχει, επομένως, αμφιβολία ότι οι αρχαίοι τεχνίτες όχι μόνο προσπαθούσαν να ξεπεράσουν ο ένας τον άλλον σε αξιοσύνη, αλλά γνώριζαν επίσης καλά τη δουλειά των συναδέλφων τους από άλλες περιοχές και έβρισκαν τρόπους να ανταλλάξουν μαζί τους γνώσεις και εμπειρίες. Σημαντικά για την ανάπτυξη της τέχνης ήταν ακόμη τα μεγάλα πανελλήνια ιερά, όπου συνέρρεαν άνθρωποι από όλη την Ελλάδα για να γιορτάσουν μαζί και να τιμήσουν τους θεούς. Στους χώρους αυτούς μπορούσε να δει κανείς και να θαυμάσει έργα των πιο άξιων καλλιτεχνών από διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Η ιστορία της ελληνικής τέχνης στην πρώιμη φάση της είναι, επομένως, στην πραγματικότητα η μελέτη των χαρακτηριστικών των διάφορων τοπικών εργαστηρίων και η παρακολούθηση της εξέλιξης και των αλληλεπιδράσεών τους.

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι: Ι. ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΛΗ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

8.3. Τα γραπτά του Αριστοτέλη


Όσο ζούσε ο Αριστοτέλης δημοσίευσε έναν περιορισμένο αριθμό έργων, κάποια από τα οποία ήταν διάλογοι που απευθύνονταν στο ευρύ κοινό και κάποια άλλα πραγματείες με επίκεντρο την πλατωνική θεωρία των Ιδεών. Από τα έργα αυτά κανένα δεν σώθηκε ολόκληρο. Έφτασαν όμως στα χέρια μας τα αδημοσίευτα διδακτικά του συγγράμματα, ή μάλλον οι προσωπικές του σημειώσεις επάνω στις οποίες στήριζε τη διδασκαλία στους μαθητές του. Οι αρχαίες πηγές μάς μεταφέρουν μια μυθιστορηματική εκδοχή της διάσωσής τους. Τα χειρόγραφα του Αριστοτέλη κληροδοτήθηκαν μετά τον θάνατό του στους διαδόχους του στο Λύκειο, μεταφέρθηκαν στη συνέχεια στη Σκήψη της Μικράς Ασίας όπου έμειναν θαμμένα σε μια σπηλιά και ξεχασμένα για περισσότερο από διακόσια χρόνια, ώσπου αγοράστηκαν από κάποιον πλούσιο Αθηναίο στις αρχές του 1ου αιώνα π.Χ. και επέστρεψαν στην Αθήνα. Μετά την κατάληψη της Αθήνας από τους Ρωμαίους το 86 π.Χ., μεταφέρθηκαν σαν πολύτιμη λεία στη Ρώμη, και πενήντα περίπου χρόνια αργότερα εκδόθηκαν από έναν προικισμένο φιλόλογο και γνώστη της φιλοσοφίας του Αριστοτέλη, τον Ανδρόνικο τον Ρόδιο. Με την έκδοση του Ανδρόνικου τα αριστοτελικά συγγράμματα πήραν την οριστική τους μορφή, αυτή που έχουμε και εμείς σήμερα μπροστά μας όταν διαβάζουμε τον Αριστοτέλη.

Οι λεπτομέρειες αυτής της ιστορίας δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία - δεν αποκλείεται να είναι ως έναν βαθμό φανταστικές. Είναι πάντως γεγονός ότι η μεγάλη διάδοση της σκέψης του Αριστοτέλη αρχίζει μόνο όταν εκδίδονται τα διδακτικά του συγγράμματα, τρεις αιώνες μετά τον θάνατό του. Αν τα χειρόγραφα είχαν χαθεί, η ιστορία της μεταγενέστερης φιλοσοφίας θα ήταν διαφορετική, αφού το έργο του Αριστοτέλη αποτέλεσε τη βάση της φιλοσοφίας των Βυζαντινών, των Αράβων και των Σχολαστικών της Δύσης. Πιο σημαντική όμως είναι μια άλλη συνέπεια της περίεργης αυτής ιστορίας. Το υλικό που έφτασε στα χέρια του Ανδρόνικου δεν προοριζόταν για δημοσίευση· φανταζόμαστε ότι περιείχε σημειώσεις των μαθημάτων του Αριστοτέλη, με διάσπαρτες προσθήκες, αναθεωρήσεις και απορίες, κάποιες ημιτελείς πραγματείες, σχεδιάσματα μελλοντικών έργων, συλλογές εμπειρικών δεδομένων. Ο Ανδρόνικος συνένωσε τα διάφορα μαθήματα του Αριστοτέλη σε ενιαίες πραγματείες με κριτήριο την κοινότητα της θεματολογίας, ίσως να συμπλήρωσε και ο ίδιος κάποια κενά ή να διόρθωσε γλωσσικές ατέλειες, και έδωσε τελικά στις πραγματείες αυτές τον τίτλο που φέρουν και σήμερα - για παράδειγμα, στα Φυσικά περιέλαβε τις παραδόσεις του Αριστοτέλη για τις έννοιες της φύσης, της κίνησης, του χρόνου, του χώρου κτλ. Έτσι οργανώθηκε το έργο του Αριστοτέλη σε μια πλειάδα αυτόνομων συγγραμμάτων, η εμβέλεια των οποίων καλύπτει όλο το φάσμα των γνώσεων και η συνολική τους έκταση είναι περίπου τριπλάσια από τους διάλογους του Πλάτωνα.

Η αίσθηση που έχει όποιος προσεγγίζει το μνημειώδες αυτό έργο είναι ότι βρίσκεται μπροστά σε ένα πλήρες φιλοσοφικό σύστημα, στην πρώτη συνεκτική θεωρία που ερμηνεύει κάθε πλευρά της πραγματικότητας. Προηγούνται τα λογικά συγγράμματα, στα οποία ο Ανδρόνικος έδωσε τον τίτλο Όργανον, δηλαδή εργαλείο της γνώσης. Ακολουθούν τα φυσικά συγγράμματα, καθένα από τα οποία αφιερώνεται σε έναν τομέα φυσικών φαινομένων: τα Φυσικά μελετούν τις γενικές αρχές της φυσικής επιστήμης· το Περί ουρανού, τα Μετεωρολογικά, και το Περί γενέσεως και φθοράς μελετούν αντιστοίχως την κοσμολογία, τη μετεωρολογία και τη δομή της ύλης· το Περί ψυχής μελετά τη φυσιολογία του ανθρώπου, και τα πολυάριθμα βιολογικά του συγγράμματα μελετούν τα έμβια όντα. Μετά τα φυσικά συγγράμματα, ο Ανδρόνικος τοποθέτησε ένα έργο που περιλαμβάνει τις γενικές αρχές της φιλοσοφίας του Αριστοτέλη, τις βασικές του θέσεις για τη φύση των όντων. Το ονόμασε Μετά τα φυσικά, ακριβώς γιατί έρχεται μετά τη μελέτη της φύσης - κι έτσι προίκισε τη μεταγενέστερη φιλοσοφία με μια νέα θεμελιώδη έννοια, την έννοια της «μεταφυσικής». Η πρακτική πλευρά της φιλοσοφίας, η μελέτη της ηθικής και πολιτικής συμπεριφοράς των ανθρώπων καλύπτονται αντιστοίχως με τα Ηθικά και τα Πολιτικά του Αριστοτέλη. Τέλος, το αριστοτελικό έργο συμπληρώνεται με πραγματείες που αφιερώνονται σε διάφορες τέχνες, όπως η Ρητορική, που καθορίζει τους τύπους της πειστικής επιχειρηματολογίας, και η Ποιητική, που μελετά τη θεωρία της ποιητικής δημιουργίας και ειδικότερα της αρχαίας τραγωδίας.

Αποτελεί όμως η φιλοσοφία του Αριστοτέλη ένα τόσο ενιαίο σύστημα όσο δείχνει η κατάταξη των έργων του; Η μελέτη μιας αριστοτελικής πραγματείας αρκεί για να αναιρέσει την εικόνα της αυστηρής συστηματικότητας. Η ειδικότητα του Αριστοτέλη, το ιδιαίτερο ταλέντο του, είναι η ανάδειξη κρίσιμων προβλημάτων. Ο Αριστοτέλης ξεκινά πάντοτε από ένα πρόβλημα, από ένα πρόβλημα που του δίνει την ευκαιρία να κρίνει τις υπάρχουσες απαντήσεις, να προχωρήσει σε λεπτές διακρίσεις, και να εντοπίσει τον πυρήνα του σε ένα φιλοσοφικό δίλημμα, σε μια κρίσιμη «απορία». Ακολουθεί κατά κανόνα η δική του απάντηση, συχνά όμως προτείνονται περισσότερες από μία εναλλακτικές λύσεις που αφήνονται ανοιχτές. Ο Αριστοτέλης δείχνει να θεωρεί πιο σημαντική τη συζήτηση που οδηγεί στη διατύπωση μιας φιλοσοφικής θέσης από την αξία της ίδιας της θέσης. Γι᾽ αυτό και πολύ συχνά οι μελετητές του έργου του διαφωνούν για την ουσία των αριστοτελικών θέσεων.

Επιπλέον, ο Αριστοτέλης είναι πεπεισμένος ότι κάθε επιστήμη έχει τις δικές της αρχές (τα δικά της αξιώματα), τη δική της μέθοδο και, ως έναν βαθμό, τη δική της γλώσσα. Δεν μπορεί ούτε πρέπει λοιπόν κανείς να επιχειρήσει μια ενοποίηση της ανθρώπινης γνώσης πάνω σε ενιαία θεμέλια. Η αριστοτελική ηθική, για παράδειγμα, δεν μπορεί να εναρμονιστεί με την αριστοτελική φυσική, γιατί η ανθρώπινη πράξη δεν υπόκειται στη φυσική νομοτέλεια και ρυθμίζεται από τους δικούς της ιδιαίτερους κανόνες. Αλλά και μέσα στον χώρο της φύσης οι επιμέρους φυσικές επιστήμες διατηρούν την αυτονομία και την αξία τους: η βιολογία έχει διαφορετικές αρχές και διαφορετική μέθοδο από την κοσμολογία - και οι δύο όμως είναι εξίσου σημαντικές.

Και οι δύο έρευνες έχουν τη χάρη τους. Στην πρώτη περίπτωση η γνώση των αιώνιων ουσιών [των άστρων] έχει τόση αξία, ώστε ακόμη και η ελάχιστη επαφή μαζί τους προσφέρει μεγαλύτερη ικανοποίηση από κάθε άλλη γνωστή μας ηδονή, όπως ακριβώς και το να διακρίνεις έστω και μια φευγαλέα και αποσπασματική εικόνα του έρωτά σου σου δίνει μεγαλύτερη χαρά από την πλήρη θέα πολλών άλλων και σπουδαίων πραγμάτων. Στη δεύτερη περίπτωση η διαφορά είναι ότι η γνώση μας είναι πολύ πιο έγκυρη, αφού γνωρίζουμε καλύτερα πολύ περισσότερες πλευρές των φθαρτών όντων [των ζώων και των φυτών]. Θα έλεγε κανείς ότι το γεγονός ότι είναι πιο κοντά μας, και η φύση τους μας είναι πιο οικεία, εξισορροπεί κατά κάποιο τρόπο την αξία της επιστήμης των θεϊκών ουσιών. Γιατί ακόμη και αυτά που δεν παρουσιάζουν την παραμικρή χάρη στην όψη, η φύση τα δημιούργησε έτσι ώστε η θεωρία τους να προσφέρει ασύλληπτες ηδονές σε εκείνους που μπορούν να συλλάβουν τις αιτίες, σε όσους είναι πραγματικοί φιλόσοφοι. Σε όλα τα έργα της φύσης υπάρχει κάτι αξιοθαύμαστο.

Περί ζώων μορίων 644b22-645a230

Τα γραπτά του Αριστοτέλη δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστικά ούτε απευθύνονται στον μέσο αναγνώστη. Η κατανόησή τους προϋποθέτει γνώση της προγενέστερης φιλοσοφικής παράδοσης αλλά και εξοικείωση με το πυκνό, δύσβατο και ξηρό ύφος του φιλοσόφου. Ο Αριστοτέλης, σε αντίθεση με τον Πλάτωνα, δείχνει να μην εμπιστεύεται την καθημερινή γλώσσα με τις ασάφειες της και τα στολίδια της. Πιστεύει ότι για τη φιλοσοφία απαιτείται ειδικό λεξιλόγιο και ιδιαίτερος τρόπος έκφρασης, που στηρίζεται στη σαφήνεια. Μάλιστα, όπως λέει, «μερικές φορές είναι αναγκαίο να πλάθουμε καινούργιους όρους, όταν δεν υπάρχει λέξη που να μπορεί να αποδώσει σωστά κάποιο νόημα» (Κατηγορίαι 7a6-7). Ένα μεγάλο μέρος από τη φιλοσοφική ορολογία που χρησιμοποιούμε ακόμη και σήμερα έχει καθιερωθεί από τον Αριστοτέλη (λ.χ. οι όροι «ύλη», «κατηγορία», «συλλογισμός», «ενέργεια», «δύναμις», «φυσική», «λογική», «εντελέχεια», «συμβεβηκός»).