(iii) Δοτική
§2.25. Η δοτική είναι η πτώση που δηλώνει το πρόσωπο ή το πράγμα το οποίο εμπλέκεται σε μια σχέση αντιθετικά προσδιορισμένη: σχέση φιλίας ή έχθρας, ωφέλειας ή βλάβης, ομοιότητας ή διαφοράς, συμφωνίας ή αντίθεσης κλπ. Πέρα όμως από τη συγκεκριμένη λειτουργία, η αρχαιοελληνική δοτική έχει αφομοιώσει και τις λειτουργίες δύο ινδοευρωπαϊκών πτώσεων οι οποίες εξέλειπαν στην αρχαία Ελληνική: της οργανικής και της τοπικής. Η οργανική δοτική δηλώνει συνοδευτικά στοιχεία της ρηματικής πράξης, όπως το μέσον με το οποίο αυτή επιτυγχάνεται ή τις διάφορες περιστάσεις που την συνοδεύουν, ενώ η τοπική δοτική εντοπίζει τη ρηματική πράξη στον χώρο ή στον χρόνο. Στη συνέχεια θα εξεταστούν οι λειτουργίες της δοτικής όταν (α) προσδιορίζει ουσιαστικά και επίθετα, (β) προσδιορίζει επιρρήματα και (γ) λειτουργεί επιρρηματικά.
§2.26. Η δοτική με ονόματα. Η δοτική ως ετερόπτωτος προσδιορισμός ονομάτων προσδιορίζει κυρίως επίθετα (σπανιότερα ουσιαστικά) και δηλώνει
(α) το αντικείμενο της ενέργειας του επιθέτου (δοτική αντικειμενική). Τα επίθετα που συντάσσονται με δοτική αντικειμενική είναι ως προς τη σημασία τους συνήθως αντίστοιχα των ρημάτων που συντάσσονται με αντικείμενο σε δοτική, σημαίνουν δηλαδή φιλική ή εχθρική διάθεση (φίλος, εὔνους, πιστός, σύμμαχος, ἐχθρός, κακόνους, κ.ά.), ωφέλεια ή βλάβη (ὠφέλιμος, βοηθός, βλαβερός, κ.ά.), ευπείθεια, υποταγή και τα αντίθετά τους (εὐπειθής, ὑπήκοος, ὑπηρέτης, κ.ά.), ακολουθία, διαδοχή, προσέγγιση, επικοινωνία, μίξη, γειτνίαση, συγγένεια και τα αντίθετά τους (ἀκόλουθος, διάδοχος, γείτων, ὅμορος, συγγενής, ἄμικτος, κ.ά.), αυτό που ταιριάζει ή αρμόζει και το αντίθετο (ἁρμόδιος, ἀνάρμοστος, πρεπώδης, ἀπρεπής, κ.ά.), ταυτότητα, ομοιότητα, ισότητα, συμφωνία και τα αντίθετά τους (ὁ αὐτός, ὅμοιος, ἀνόμοιος, ἴσος, ἄνισος, σύμφωνος, ἐναντίος, κ.ά.)
ΛΥΣ 18.11Παυσανίας ἤρξατο εὔνους εἶναι τῷ δήμῳ || ο Παυσανίας άρχισε να δείχνει συμπάθεια προς τους δημοκρατικούς.
ΘΟΥΚ 1.33.3 καὶ οὐκ αἰσθάνεται […] καὶ τοὺς Κορινθίους […] ὑμῖν ἐχθροὺς ὄντας || δεν αντιλαμβάνεται ότι και οι Κορίνθιοι είναι εχθροί σας.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 7.5.50 Ὑρκάνιοι μὲν πρῶτοι φίλοι ἡμῖν ἐγένοντο || οι Υρκάνιοι πρώτοι έγιναν φίλοι μας.
ΘΟΥΚ 1.53.4 Κερκυραίοις δὲ τοῖσδε ξυμμάχοις οὖσι βοηθοὶ ἤλθομεν || ήρθαμε για να βοηθήσουμε αυτούς εδώ τους Κερκυραίους που είναι σύμμαχοί μας.
ΠΛ Νομ 715c τοὺς δ᾽ ἄρχοντας λεγομένους νῦν ὑπηρέτας τοῖς νόμοις ἐκάλεσα || κι αυτούς που τώρα ονομάζονται άρχοντες τους αποκάλεσα υπηρέτες των νόμων.
ΙΣΟΚΡ 8.22 νῦν μὲν γὰρ εἰκότως φοβοῦνται γείτονα ποιήσασθαι τὴν πόλιν ταῖς αὑτῶν δυναστείαις || γιατί τώρα δικαιολογημένα φοβούνται να κάνουν την πόλη μας γείτονα της επικράτειάς τους.
ΞΕΝ Ελλ 2.3.39 ᾔδειν γὰρ ὅτι […] οἱ ὅμοιοι τούτῳ φοβήσοιντο, φοβούμενοι δὲ ἐναντίοι τῇδε τῇ πολιτείᾳ ἔσοιντο || γιατί ήξερα ότι οι όμοιοί του θα φοβηθούν, κι από το φόβο τους θα γίνουν εχθροί αυτού του καθεστώτος.
ΔΗΜ 15.7 ἀκόλουθος τοίνυν ὁ νῦν λόγος ἐστί μοι τῷ τότε ῥηθέντι || ο τωρινός λοιπόν λόγος μου είναι σύμφωνος με όσα είπα τότε.
ΞΕΝ ΚΑναβ 7.2.5 Ἀρίσταρχος […] διάδοχος Κλεάνδρῳ || ο Αρίσταρχος, ο διάδοχος του Κλέανδρου.
ΛΥΣ 25.15 εἰ πάντες τὴν αὐτὴν γνώμην ἔσχον ἐμοί || αν όλοι είχαν την ίδια γνώμη με μένα.
Πολλά από τα παραπάνω επίθετα συντάσσονται συχνά και με γενική κτητική ή αντικειμενική:
ΞΕΝ ΚΑναβ 2.5.39 ὅσοι ἦτε Κύρου φίλοι || όσοι ήσασταν φίλοι του Κύρου.
ΘΟΥΚ 8.53.2 τῶν Ἀλκιβιάδου ἅμα ἐχθρῶν διαβοώντων || ενώ συγχρόνως οι εχθροί του Αλκιβιάδη φώναζαν.
ΘΟΥΚ 2.42.2 οὐκ ἂν πολλοῖς τῶν Ἑλλήνων ἰσόρροπος ὥσπερ τῶνδε ὁ λόγος τῶν ἔργων φανείη || δεν θα μπορούσε για πολλούς Έλληνες να αποδειχθεί ο λόγος ισάξιος με τα έργα τους, όπως γι' αυτούς εδώ.
(β) αναφορά και προσδιορίζει συνήθως επίθετα που δηλώνουν ικανότητα, σύγκριση, καταλληλότητα ή κατάσταση (δοτική της αναφοράς).
ΞΕΝ ΚΠαιδ 2.3.6 ἐγὼ δ᾽ […] οὔτε ποσίν εἰμι ταχὺς οὔτε χερσὶν ἰσχυρός || εγώ δεν είμαι ούτε γρήγορος στα πόδια ούτε ισχυρός στα χέρια.
ΘΟΥΚ 5.43.2 Ἀλκιβιάδης ὁ Κλεινίου, ἀνὴρ ἡλικίᾳ μὲν ἔτι τότε ὢν νέος || ο Αλκιβιάδης, ο γιος του Κλεινία, άντρας που τότε ήταν ακόμη νέος στην ηλικία.
ΘΟΥΚ 7.77.2 κἀγώ τοι οὐδενὸς ὑμῶν οὔτε ῥώμῃ προφέρων […] οὔτ' εὐτυχίᾳ δοκῶν που ὕστερός του εἶναι || κι εγώ ασφαλώς, ενώ ούτε ξεπερνώ σε δύναμη κανέναν από σας, ούτε και με λογαριάζουν ότι υστερώ κάπως σε ευτυχία έναντι οποιουδήποτε.
(γ) τον βαθμό κατά τον οποίο διαφοροποιείται κάτι από κάτι άλλο, όταν προσδιορίζει συγκριτικούς (σπανιότερα υπερθετικούς) βαθμούς επιθέτων επιτείνοντας τη σημασία τους (δοτική του μέτρου ή της διαφοράς).
ΔΗΜ 5.2 δυσκόλου δ' ὄντος φύσει καὶ χαλεποῦ τοῦ βουλεύεσθαι, ἔτι πολλῷ χαλεπώτερον ὑμεῖς αὐτὸ πεποιήκατε || κι ενώ το να συζητά κανείς και να παίρνει αποφάσεις είναι από τη φύση του ενοχλητικό και δύσκολο, εσείς το έχετε καταστήσει αυτό πολύ δυσκολότερο.
ΛΥΣ 24.16 τοὺς πολλῷ πλείω τῶν ἀναγκαίων κεκτημένους || αυτούς που κατέχουν αγαθά πολύ περισσότερα από τα αναγκαία.
ΞΕΝ ΚΑναβ 4.7.23 πολλῷ μείζων ἐγίγνετο ἡ βοὴ ὅσῳ δὴ πλείους ἐγίγνοντο || η βοή γινόταν πολύ δυνατότερη, όσο αυξανόταν ο αριθμός των ανδρών.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.2.25 Ἐπύαξα […] προτέρα Κύρου πέντε ἡμέραις εἰς Ταρσοὺς ἀφίκετο || η Επύαξα έφτασε στην Ταρσό πέντε μέρες πριν από τον Κύρο.
§2.27. Η δοτική με επιρρήματα. Η δοτική που προσδιορίζει επιρρήματα έχει λειτουργίες ανάλογες με τη δοτική που συνοδεύει επίθετα. Συγκεκριμένα μπορεί να δηλώνει:
(α) το αντικείμενο της ενέργειας του επιρρήματος (δοτική αντικειμενική), όταν προσδιορίζει επιρρήματα τα οποία παράγονται ή σημασιολογικά αντιστοιχούν σε επίθετα που συντάσσονται με δοτική αντικειμενική.
ΘΟΥΚ 1.48.2 καὶ ἅμα ἕῳ πλέοντες καθορῶσι τὰς τῶν Κερκυραίων ναῦς μετεώρους || και κατά την αυγή, ενώ έπλεαν, βλέπουν τα πλοία των Κερκυραίων στο ανοιχτό πέλαγος.
ΛΥΣ 24.7 τοὺς ἄλλους τοὺς ὁμοίως ἐμοὶ διακειμένους || τους άλλους που είναι στην ίδια κατάσταση με μένα.
ΠΛ Νομ 844e ἑπομένως τῷ νόμῳ || σύμφωνα με το νόμο.
ΙΣΟΚΡ 7.31 παραπλησίως δὲ τοῖς εἰρημένοις καὶ τὰ πρὸς σφᾶς αὐτοὺς διῴκουν || με τρόπο παρόμοιο με όσα ειπώθηκαν συμπεριφέρονταν και στις μεταξύ τους σχέσεις.
(β) αναφορά, όταν προσδιορίζει τροπικά επιρρήματα που δηλώνουν ικανότητα, σύγκριση, καταλληλότητα ή κατάσταση (δοτική της αναφοράς).
ΔΗΜ 11.2 ἀλλὰ (χρὴ) καὶ σώμασι καὶ χρήμασι καὶ ναυσὶ καὶ πᾶσιν ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν ἀφειδῶς ὁρμῆσαι πρὸς τὸν πόλεμον || αλλά πρέπει να μπείτε πρόθυμα στον πόλεμο διαθέτοντας ανθρώπους και χρήματα και πλοία και γενικώς τα πάντα.
ΛΥΚΟΥΡ Λεωκ 75 καὶ πῶς ἔχετε ταῖς διανοίαις(περὶ τούτων), θεωρήσατε || παρατηρήστε πώς σκέφτεστε (γι' αυτά τα ζητήματα).
(γ) το μέτρο ή τη διαφορά, όταν προσδιορίζει συγκριτικούς βαθμούς επιρρημάτων επιτείνοντας τη σημασία τους (δοτική του μέτρου ή της διαφοράς).
ΛΥΣ 18.6 καὶ οὐ πολλῷ χρόνῳ ὕστερον Νικήρατος […] ὑπὸ τῶν τριάκοντα ἀπέθανεν || κι όχι πολύ αργότερα ο Νικήρατος εκτελέστηκε από τους τριάκοντα.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 8.3.40 τοσούτῳ ἥδιον ζῶ ὅσῳ πλείω κέκτημαι || όσο περισσότερα έχω, τόσο πιο ευχάριστα ζω.
§2.28. Η δοτική ως επιρρηματικός προσδιορισμός μπορεί να δηλώνει:
(α) τόπο. Η επιρρηματική δοτική του τόπου χρησιμοποιείται κυρίως στην ποίηση, ενώ στην πεζογραφία επιβιώνει μόνο με κύρια ονόματα, π.χ. Πυθοῖ, Ἰσθμοῖ, Ὀλυμπίασι, Σαλαμῖνι, Ἀθήνησι, Μαραθῶνι, Φαληροῖ, κλπ, καθώς και στις δοτικές κάποιων ονομάτων ή αντωνυμιών που έχουν καταντήσει επιρρήματα, όπως τῇδε, ταύτῃ, ἐκείνῃ, ἄλλῃ, ᾗ, πάντῃ, κύκλῳ κλπ. Στον πεζό λόγο για να εντοπιστεί η θέση κάποιου πράγματος ή γεγονότος προτιμάται η εμπρόθετη εκφορά ἐν + δοτική, συχνά και στην περίπτωση των κυρίων ονομάτων.
ΣΟΦ ΟΤ 1451 ἀλλ᾽ ἔα με ναίειν ὄρεσιν || αλλά άφησέ με να κατοικώ στα βουνά.
ΘΟΥΚ 1.73.4 φαμὲν γὰρ Μαραθῶνί τε μόνοι προκινδυνεῦσαι τῷ βαρβάρῳ || ισχυριζόμαστε ότι μόνοι εμείς στον Μαραθώνα τολμήσαμε να αντιμετωπίσουμε τους βαρβάρους. Πρβ. ΘΟΥΚ 1.18.1 ἡ ἐν Μαραθῶνι μάχη Μήδων πρὸς Ἀθηναίους.
ΘΟΥΚ 5.18.10 στήλας δὲ στῆσαι Ὀλυμπίασι καὶ Πυθοῖ καὶ Ἰσθμοῖ καὶ Ἀθήνησιν ἐν πόλει καὶ ἐν Λακεδαίμονι ἐν Ἀμυκλαίῳ || και να στήσουν στήλες (με τη συνθήκη) στην Ολυμπία και στους Δελφούς και στον Ισθμό και στην Αθήνα στην ακρόπολη και στη Σπάρτη στο Αμύκλαιο.
ΞΕΝ Απομν 2.9.1 οἶδα δέ ποτε αὐτὸν καὶ Κρίτωνος ἀκούσαντα, ὡς χαλεπὸν ὁ βίος Ἀθήνησιν εἴη ἀνδρὶ βουλομένῳ τὰ ἑαυτοῦ πράττειν || γνωρίζω ότι αυτός κάποτε άκουσε και από τον Κρίτωνα πόσο δύσκολη είναι η ζωή στην Αθήνα για κάποιον που θέλει να ασχολείται μόνο με τις προσωπικές του υποθέσεις.
ΘΟΥΚ 1.109.4 ξηράνας τὴν διώρυχα καὶ παρατρέψας ἄλλῃ τὸ ὕδωρ || αφού αποξήρανε τη διώρυγα και έκανε εκτροπή του νερού του ποταμού προς άλλη κατεύθυνση.
ΞΕΝ Ελλ 5.2.4 τάφρον ὤρυττε κύκλῳ περὶ τὴν πόλιν || έσκαβε τάφρο ολόγυρα στην πόλη.
(β) χρόνο. Ειδικότερα η δοτική του χρόνου ορίζει το ακριβές χρονικό σημείο κατά το οποίο συνέβη κάτι, γι' αυτό κανονικά συνοδεύεται από επιθετικό προσδιορισμό, ο οποίος την καθιστά ακριβέστερη.
ΞΕΝ Ελλ 1.6.1 τῷ δ' ἐπιόντι ἔτει […]ἔπεμψαν ἐπὶ τὰς ναῦς Καλλικρατίδαν || την επόμενη χρονιά οι Λακεδαιμόνιοι έστειλαν αρχηγό του στόλου τον Καλλικρατίδα.
ΘΟΥΚ 7.78.4 καὶ ταύτῃ μὲν τῇ ἡμέρᾳ […] ηὐλίσαντο πρὸς λόφῳ τινὶ οἱ Ἀθηναῖοι· τῇ δ' ὑστεραίᾳ πρῲ ἐπορεύοντο || αυτή τη μέρα οι Αθηναίοι κατασκήνωσαν για τη νύχτα κοντά σ' έναν λόφο· και την επομένη ξεκίνησαν την πορεία τους με την αυγή.
ΔΗΜ 7.36 ἅπαντες γὰρ ἴσμεν τίνι μηνὶ καὶ τίνι ἡμέρᾳ ἡ εἰρήνη ἐγένετο || όλοι γνωρίζουμε ποιον μήνα και ποια μέρα έγινε η συνθήκη ειρήνης.
ΛΥΣ 13.10 ὃν τῷ προτέρῳ ἔτει στρατηγὸν χειροτονηθέντα ἀπεδοκιμάσατε || αυτόν που την προηγούμενη χρονιά, ενώ είχε εκλεγεί στρατηγός, τελικά κατά τη δοκιμασία του από τη Βουλή τον απορρίψατε.
ΔΗΜ 21.156 Παναθηναίοις κεχορήγηκα || στα Παναθήναια υπήρξα χορηγός.
(γ) όργανο ή μέσο.
ΛΥΣ 3.8 ἐπειδὴ δὲ αὐτὸν ἠμυνάμην, ἐκστὰς ἔβαλλέ με λίθοις || κι όταν προσπάθησα να τον αντιμετωπίσω, απομακρύνθηκε και άρχισε να με χτυπά με πέτρες.
ΞΕΝ 2.4.12 ἦν δὲ ᾠκοδομημένον (τὸ τεῖχος) πλίνθοις ὀπταῖς || (το τείχος) ήταν κατασκευασμένο με ψημένες πλίνθους.
ΠΛ Πολ 407d οὐκοῦν […] φῶμεν καὶ Ἀσκληπιὸν […] φαρμάκοις τε καὶ τομαῖς τὰ νοσήματα ἐκβάλλοντα; || να ισχυριστούμε, λοιπόν, ότι και ο Ασκληπιός με φάρμακα και διατομές έβγαλε από πάνω τους την αρρώστια;
ΛΥΣ 24.3 οἶμαι δεῖν […] τὰ τοῦ σώματος δυστυχήματα τοῖς τῆς ψυχῆς ἐπιτηδεύμασιν ἰᾶσθαι || είμαι της γνώμης ότι πρέπει κανείς να θεραπεύει τα σωματικά ελαττώματα με τα προτερήματα της ψυχής.
ΘΟΥΚ 2.65.3 οὐ μέντοι πρότερόν γε οἱ ξύμπαντες ἐπαύσαντο ἐν ὀργῇ
ἔχοντες αὐτὸν πρὶν ἐζημίωσαν χρήμασιν || όμως ο θυμός του πλήθος απέναντι στον Περικλή δεν καταλάγιασε, παρά μόνο αφού τον τιμώρησαν με πρόστιμο.
Εδώ θα πρέπει να ενταχθούν και κάποιες δοτικές που δηλώνουν σύμφωνα με τι συμβαίνει κάτι ή με ποιο κριτήριο κρίνεται.
ΑΙΣΧΙΝ 1.4 διοικοῦνται δ' αἱ μὲν τυραννίδες καὶ ὀλιγαρχίαι τοῖς τρόποις τῶν ἐφεστηκότων, αἱ δὲ πόλεις αἱ δημοκρατούμεναι τοῖς νόμοις τοῖς κειμένοις || οι τυραννίδες και οι ολιγαρχίες διοικούνται σύμφωνα με τη θέληση αυτών που βρίσκονται στην εξουσία, ενώ οι δημοκρατικές σύμφωνα με τους θεσπισμένους νόμους.
ΔΗΜ 34.48 πολὺ δικαιότερόν ἐστιν τοῖς ἐξ ἀρχῆς ῥηθεῖσι τεκμαίρεσθαι μᾶλλον ἢ τοῖς ὕστερον τεκταινομένοις || είναι πολύ πιο δίκαιο να βγάλετε συμπεράσματα με βάση την αρχική μαρτυρία του, παρά με βάση τα εκ των υστέρων κατασκευασμένα ψεύδη του.
ΞΕΝ Ιερ 1.17 τούτῳ κρίνουσιν οἱ πλεῖστοι ἥδιον ἡμᾶς καὶ πίνειν καὶ ἐσθίειν τῶν ἰδιωτῶν || με βάση το εξής κριτήριο κρίνουν οι περισσότεροι ότι εμείς (οι τύραννοι) ευχαριστιόμαστε και το ποτό και το φαγητό περισσότερο από τους απλούς ανθρώπους.
(δ) τρόπο ή τις συνθήκες υπό τις οποίες συμβαίνει κάτι. Πολλές δοτικές του τρόπου έχουν καταντήσει σχεδόν επιρρήματα: βίᾳ, σπουδῇ, λόγῳ, ἔργῳ, προφάσει, τῇ ἀληθείᾳ, σιγῇ, σιωπῇ, δρόμῳ, ἰδίᾳ, δημοσίᾳ, πεζῇ, τῷδε/τούτῳ τῷ τρόπῳ, τῇδε, ταύτῃ, ἄλλῃ, κλπ.
ΘΟΥΚ 4.127.1 οἱ δὲ βάρβαροι […] πολλῇ βοῇ καὶ θορύβῳ προσέκειντο || οι βάρβαροι επιτέθηκαν με πολλή βοή και θόρυβο.
ΘΟΥΚ 1.86.3 ἀλλὰ τιμωρητέα ἐν τάχει καὶ παντὶ σθένει || αλλά πρέπει να τους βοηθήσουμε γρήγορα και με όλη μας την δύναμη.
ΞΕΝ Αγ 1.31 τοῖς δὲ πελτασταῖς εἶπε δρόμῳ ὑφηγεῖσθαι || και διέταξε τους πελταστές να προπορεύονται τρέχοντας.
ΘΟΥΚ 1.93.1 τούτῳ τῷ τρόπῳ οἱ Ἀθηναῖοι τὴν πόλιν ἐτείχισαν ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ || με αυτόν τον τρόπο οι Αθηναίοι τείχισαν την πόλη τους μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
ΛΥΣ 2.61 ἐκείνων δὲ τῶν ἀνδρῶν ἄξιον καὶ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ μεμνῆσθαι || αξίζει όμως και ιδιωτικά και δημόσια να φέρνει κανείς στην μνήμη του εκείνους τους άντρες.
ΠΛ Συμπ 189c ἄλλῃ γέ πῃ ἐν νῷ ἔχω λέγειν || κάπως αλλιώς σκέφτομαι να μιλήσω.
ΘΟΥΚ 1.4.1 Μίνως γὰρ παλαίτατος ὧν ἀκοῇ ἴσμεν ναυτικὸν ἐκτήσατο || ο Μίνωας είναι ο πιο παλιός, απ' όσους έχουμε ακουστά, που απέκτησε ναυτική δύναμη.
(ε) συνοδεία. Δηλώνει τη συμμετοχή κάποιου στις ενέργειες του υποκειμένου. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά για στρατιωτικές δυνάμεις.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.7.14 ἐντεῦθεν δὲ Κῦρος ἐξελαύνει […] συντεταγμένῳ τῷ στρατεύματι παντί || από εκεί ο Κύρος προέλασε με όλο το στράτευμά του σε παράταξη.
ΘΟΥΚ 1.26.4 στρατεύουσιν ἐπ' αὐτοὺς οἱ Κερκυραῖοι τεσσαράκοντα ναυσί || οι Κερκυραίοι εκστρατεύουν εναντίον τους με σαράντα πλοία.
ΞΕΝ ΚΑναβ 7.3.43 ἐγὼ μὲν ἡγήσομαι τοῖς ἵπποις || εγώ θα προπορευθώ με το ιππικό.
Συχνά η δοτική της συνοδείας προσδιορίζεται από την οριστική αντωνυμία αὐτός, η οποία λειτουργεί ως κατηγορηματικός προσδιορισμός της.
ΘΟΥΚ 7.25.4 μίαν μὲν ναῦν λαμβάνουσιν αὐτοῖς ἀνδράσι || κατέλαβαν ένα πλοίο μαζί με τους ναύτες του.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 3.3.40 εἶπεν […] ἥκειν εἰς τὰς τάξεις αὐτοῖς στεφάνοις || τους διέταξε να παραταχθούν στην θέση τους φορώντας τα στεφάνια τους.
(στ) αιτία. Συνήθως συνοδεύει ρήματα που δηλώνουν ψυχικό πάθος, όπως: χαίρω, ἥδομαι, ἄχθομαι, λυποῦμαι, ὀργίζομαι, αἰσχύνομαι, ἀγανακτῶ, ἀθυμῶ, χαλεπαίνω, χαλεπῶς φέρω, ἀπορῶ, θαυμάζω, κλπ.
ΞΕΝ 2.2.21 οὐ γὰρ ἔτι ἐνεχώρει μέλλειν διὰ τὸ πλῆθος τῶν ἀπολλυμένων τῷ λιμῷ || δεν χωρούσε πλέον άλλη αναβολή, γιατί ήταν μεγάλος ο αριθμός αυτών που πέθαιναν από την πείνα.
ΔΗΜ 54.67 ἀλλ' αἰσχροκερδίᾳ καὶ πλεονεξίᾳ καὶ ὕβρει […] ταῦτα φανήσονται πράττοντες || αλλά θα αποδειχθεί ότι οι πράξεις τους έχουν ως κίνητρο την αισχροκέρδια και την πλεονεξία και την αλαζονία.
ΘΟΥΚ 8.48.3 καὶ ὁ μὲν ὄχλος, εἰ καί τι παραυτίκα ἤχθετο τοῖς πρασσομένοις, || και το πλήθος, αν και δυσανασχετούσε κάπως αρχικά για τις διαπραγματεύσεις.
ΞΕΝ 1.3.3 μὴ θαυμάζετε ὅτι χαλεπῶς φέρω τοῖς παροῦσι πράγμασιν || μην απορείτε που στενοχωριέμαι για την παρούσα κατάσταση.
ΘΟΥΚ 1.129.1 Ξέρξης δὲ ἥσθη τε τῇ ἐπιστολῇ καὶ ἀποστέλλει Ἀρτάβαζον τὸν Φαρνάκου ἐπὶ θάλασσαν || ο Ξέρξης ευχαριστήθηκε από την επιστολή και στέλνει τον Αρτάβαζο τον γιο του Φαρνάκη στην παραθαλάσσια περιοχή.
ΔΗΜ 45.67 μᾶλλον ἄξιον ὀργίλως ἔχειν τοῖς μετ' εὐπορίας πονηροῖς ἢ τοῖς μετ' ἐνδείας || είναι σωστό να οργίζεται κανείς περισσότερο με τους κακούς που είναι πλούσιοι παρά με τους κακούς που είναι φτωχοί.
Η δοτική της αιτίας μπορεί να δηλώνει και το τελικό αίτιο (δοτική του σκοπού). Πρόκειται για χρήση αρκετά σπάνια, καθώς συνήθως για τη δήλωση του σκοπού προτιμάται η εμπρόθετη εκφορά ἐπὶ + δοτική. Η απρόθετη δοτική του σκοπού είναι χαρακτηριστική κυρίως του ύφους του Θουκυδίδη.
ΘΟΥΚ 6.33.2 Ἀθηναῖοι γὰρ ἐφ᾽ ὑμᾶς […] ὥρμηνται, πρόφασιν μὲν Ἐγεσταίων ξυμμαχίᾳ καὶ Λεοντίνων κατοικίσει, τὸ δὲ ἀληθὲς Σικελίας ἐπιθυμίᾳ || οι Αθηναίοι εκστρατεύουν εναντίον σας, φαινομενικά λόγω της συμμαχίας τους με τους Εγεσταίους και για να εγκαταστήσουν πάλι στον τόπο τους τους Λεοντίνους, στην πραγματικότητα όμως επειδή επιθυμούν να κατακτήσουν την Σικελία.
ΘΟΥΚ 3.82.1 πολεμουμένων δὲ καὶ ξυμμαχίας ἅμα ἑκατέροις τῇ τῶν ἐναντίων κακώσει καὶ σφίσιν αὐτοῖς ἐκ τοῦ αὐτοῦ προσποιήσει ῥᾳδίως αἱ ἐπαγωγαὶ τοῖς νεωτερίζειν τι βουλομένοις ἐπορίζοντο || τώρα όμως που (η Αθήνα και η Σπάρτη) βρίσκονταν σε πόλεμο και υπήρχαν συμμαχίες με την μία ή την άλλη πλευρά, όσοι ήθελαν να ανατρέψουν το καθεστώς (στις διάφορες πόλεις) εύκολα εξασφάλιζαν τη βοήθεια των συμμάχων τους, για να κατατροπώσουν τους αντιπάλους τους και συγχρόνως να ενισχύσουν την παράταξή τους.
(ζ) αναφορά. Πολύ συχνά προσδιορίζει ρήματα που δηλώνουν σύγκριση ή διαφορά.
ΘΟΥΚ 2.34.6 ἀνὴρ ᾑρημένος ὑπὸ τῆς πόλεως, ὃς ἂν γνώμῃ τε δοκῇ μὴ ἀξύνετος εἶναι καὶ ἀξιώσει προήκῃ || ένας άντρας εκλεγμένος από την πόλη, όποιος θεωρηθεί ότι είναι συνετός και ξεχωρίζει για το κύρος του.
ΘΟΥΚ 2.39.1 διαφέρομεν δὲ καὶ ταῖς τῶν πολεμικῶν μελέταις τῶν ἐναντίων || διαφέρουμε όμως από τους αντιπάλους μας και ως προς την πολεμική εξάσκηση.
ΛΥΣ 24.13 τοσοῦτον δὲ διενήνοχεν ἀναισχυντίᾳ τῶν ἁπάντων ἀνθρώπων, || αλλά τόσο πολύ έχει ξεπεράσει σε αδιαντροπιά όλους τους ανθρώπους.
ΛΥΚΟΥΡ Λεωκ 132ἀλλὰ Λεωκράτης τοσοῦτον ὑπερβέβληκε δειλίᾳ, ὥστε τὴν πατρίδα τοῖς πολεμίοις ἐγκατέλιπε || ο Λεωκράτης όμως υπήρξε τόσο υπερβολικός στη δειλία του, ώστε εγκατέλειψε την πατρίδα στους εχθρούς.
ΛΥΚΟΥΡ Λεωκ 108 Λακεδαιμόνιοι […] τῇ δ᾽ ἀνδρείᾳ πολὺ πάντων διήνεγκαν || οι Λακεδαιμόνιοι ξεπέρασαν κατά πολύ στην ανδρεία όλους τους ανθρώπους.
(η) μέτρο ή διαφορά.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.7.12 Ἀβροκόμας δὲ ὑστέρησε τῆς μάχης ἡμέραις πέντε || ο Αβροκόμας έφτασε καθυστερημένος πέντε μέρες μετά την μάχη.
ΛΥΣ 2.34 οὐ πολλαῖςδ' ὕστερον ἡμέραις ἦλθε καὶ ἡ πεζὴ στρατιά || λίγες μέρες αργότερα έφτασε και το πεζικό στράτευμα.
ΘΟΥΚ 5.47.10 Ἀργείους δὲ […] ἰόντας Ἀθήναζε δέκα ἡμέραις πρὸ Παναθηναίων τῶν μεγάλων || και οι Αργείοι […] πηγαίνοντας στην Αθήνα δέκα μέρες πριν από τα μεγάλα Παναθήναια.
§2.29. Δοτική προσωπική. Η δοτική προσωπική, όπως δηλώνει και το όνομά της, φανερώνει το πρόσωπο το οποίο αφορά το περιεχόμενο της πρότασης (πρβ. τη νεοελληνική γενική προσωπική). Η δοτική προσωπική, επομένως, προσδιορίζει το σύνολο του περιεχομένου της πρότασης και όχι έναν συγκεκριμένο όρο της. Είναι συχνή η εμφάνισή της σε προτάσεις με απρόσωπα ρήματα ή απρόσωπες εκφράσεις, όπου συσχετίζει το γενικό περιεχόμενο τη πρότασης με ένα συγκεκριμένο πρόσωπο.
ΔΗΜ 60.1 τοὺς ἐν τῷδε τῷ τάφῳ κειμένους […] ἔδοξεν τῇ πόλει δημοσίᾳ θάπτειν || η πόλη αποφάσισε να θάψει με δημόσια δαπάνη τους νεκρούς που κείτονται σε αυτόν εδώ τον τάφο.
ΛΥΚΟΥΡ Λεωκ 84 Πελοποννησίοις[…] ἔδοξε στρατεύειν ἐπὶ τὴν πόλιν ἡμῶν || οι Πελοποννήσιοι αποφάσισαν να εκστρατεύσουν ενάντια στην πόλη μας.
ΛΥΣ 25.34 τοῦτο μὲν οὖν οὐ χαλεπὸν τῷ βουλομένῳ κατανοῆσαι || αυτό λοιπόν δεν είναι δύσκολο, για όποιον θέλει, να το κατανοήσει.
ΛΥΣ 31.20 ῥᾴδιόν ἐστιν ὑμῖν γνῶναι ὁποῖός τις ἦν περὶ αὐτήν || είναι εύκολο να καταλάβετε πώς συμπεριφέρθηκε προς αυτήν.
ΛΥΣ 6.3 ἀδύνατον δὲ καὶ ὑμῖν ἐστι […] ἢ κατελεῆσαι ἢ καταχαρίσασθαι Ἀνδοκίδῃ || και για σας είναι αδύνατο να δείξετε μεγαλύτερο οίκτο και εύνοια προς τον Ανδοκίδη (ενν. απ' ό,τι επιβάλλει το δίκαιο).
Η δοτική προσωπική όμως εμφανίζεται και σε προτάσεις με προσωπικά ρήματα, στις οποίες αναλαμβάνει ποικίλες λειτουργίες. Συγκεκριμένα, μπορεί να δηλώνει:
(α) τον κάτοχο ή τον φορέα του υποκειμένου του ρήματος (δοτική προσωπική κτητική) με ρήματα υπαρκτικά, όπως: εἰμί, ὑπάρχω, γίγνομαι.
ΘΟΥΚ 1.86.3 ἄλλοις μὲν γὰρ χρήματά ἐστι πολλὰ καὶ νῆες καὶ ἵπποι, ἡμῖν δὲ ξύμμαχοι ἀγαθοί || γιατί άλλοι μπορεί να έχουν χρήματα πολλά και ναυτικό και ιππικό, εμείς όμως έχουμε γενναίους συμμάχους.
ΞΕΝ ΚΑναβ 3.2.10 ἐτύγχανον λέγων ὅτι πολλαὶ καὶ καλαὶ ἐλπίδες ἡμῖν εἶεν σωτηρίας || τώρα μόλις έλεγα ότι έχουμε πολλές και βάσιμες ελπίδες να σωθούμε.
ΞΕΝ ΚΑναβ 2.2.11ὑπάρχει γὰρ νῦν ἡμῖν οὐδὲν τῶν ἐπιτηδείων || γιατί τώρα δεν έχουμε καθόλου εφόδια.
ΔΗΜ 4.4 τό τε πλῆθος τῆς ὑπαρχούσης αὐτῷ δυνάμεως || το πλήθος της στρατιωτικής δύναμης που έχει.
ΠΛ Νομ 341c νῖκαι δὲ ἀνθρώποις πολλαὶ δὴ τοιαῦται γεγόνασίν τε καὶ ἔσονται || οι άνθρωποι είχαν πολλές τέτοιες νίκες και θα έχουν.
ΞΕΝ Απομν 3.11.1γυναικὸς δέ ποτε οὔσης ἐν τῇ πόλει καλῆς, ᾗ ὄνομα ἦν Θεοδότη || όταν κάποτε βρισκόταν στην πόλη μια όμορφη γυναίκα που την έλεγαν Θεοδότη.
ΞΕΝ ΚΑναβ 3.4.10ὄνομα δὲ ἦν τῇ πόλει Μέσπιλα || και το όνομα της πόλης ήταν Μέσπιλα.
(β) το πρόσωπο προς ωφέλεια ή βλάβη του οποίου συμβαίνει αυτό που δηλώνει η πρόταση (δοτική προσωπική χαριστική ή αντιχαριστική).
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.1.9 ἄλλο δὲ στράτευμα αὐτῷ συνελέγετο ἐν Χερρονήσῳ || κι άλλο στράτευμα συγκεντρωνόταν γι' αυτόν στην Χερσόνησο.
ΔΗΜ 9.59 Φιλιστίδης μὲν ἔπραττε Φιλίππῳ || ο Φιλιστίδης ενεργούσε προς το συμφέρον του Φιλίππου.
ΞΕΝ Αγ 2.15 ἐκέλευσε […] στεφανοῦσθαι πάντας τῷ θεῷ || διέταξε να φορέσουν όλοι στεφάνια προς τιμήν του θεού.
ΠΛ Τιμ 17d εἴπομεν ὡς ἄρ᾽ αὐτοὺς δέοι φύλακας εἶναι μόνον τῆς πόλεως, […] δικάζοντας μὲν πρᾴως τοῖς ἀρχομένοις ὑπ᾽ αὐτῶν || είπαμε ότι αυτοί πρέπει να είναι μόνο φύλακες της πόλης, που θα απονέμουν με πραότητα δικαιοσύνη σε όσους βρίσκονται υπό την εξουσία τους.
ΘΟΥΚ 2.12.3 ἥδε ἡ ἡμέρα τοῖς Ἕλλησι μεγάλων κακῶν ἄρξει || αυτή εδώ η μέρα θα είναι αρχή μεγάλων συμφορών για τους Έλληνες.
ΞΕΝ Απομν 2.10.1 ἄν τίς σοι τῶν οἰκετῶν ἀποδρᾷ || αν σου αποδράσει κάποιος από τους δούλους σου.
(γ) το πρόσωπο προς αρέκεια ή δυσαρέσκεια, χαρά ή λύπη του οποίου συμβαίνει αυτό που δηλώνει η πρόταση (δοτική προσωπική ηθική). Η δοτική ηθική είναι συνήθως προσωπική αντωνυμία πρώτου ή δευτέρου προσώπου.
ΣΟΦ ΟΚ 81 Ὦ τέκνον, ἦ βέβηκεν ἡμὶν ὁ ξένος; || παιδί μου έφυγε ο ξένος και μας άφησε;
ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.4.2ὑπερεφοβεῖτο μή οἱ ὁ πάππος ἀποθάνῃ || φοβόταν πολύ μήπως πεθάνει ο παππούς του και τον χάσει.
ΠΛ Απολ 20eκαί μοι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, μὴ θορυβήσητε || και, σας παρακαλώ, μην κάνετε θόρυβο, Αθηναίοι.
ΙΣΟΚΡ 15.4καί μοι τὴν γραφὴν ἀνάγνωθι || διάβασε, σε παρακαλώ, την καταγγελία.
Η δοτική ηθική μπορεί να συνοδεύεται από ένα επίθετο (συνήθως το επίθετο ἄσμενος) ή μια μετοχή (βουλόμενος, ἐθέλων, ἡδόμενος, ἀχθόμενος, προσδεχόμενος) που επιτείνουν τη σημασία της και λειτουργούν ως κατηγορηματικοί προσδιορισμοί της.
ΠΛ Φαιδ 78b ἐπανέλθωμεν, εἴ σοι ἡδομένῳ ἐστίν || ας επιστρέψουμε όμως στο θέμα, αν αυτό σου είναι ευχάριστο.
ΘΟΥΚ 4.85.3 εἰ μὴ ἀσμένοις ὑμῖν ἀφῖγμαι || αν έχω έλθει χωρίς να είμαι ευπρόσδεκτος από σας.
ΘΟΥΚ 2.3.2 τῷ γὰρ πλήθει τῶν Πλαταιῶν οὐ βουλομένῳ ἦν τῶν Ἀθηναίων ἀφίστασθαι || γιατί ο λαός των Πλαταιών δεν ήθελαν να αποστατήσουν από τους Αθηναίους.
ΔΗΜ 18.11 τῆς δὲ πομπείας ταύτης […] ὕστερον, ἂν βουλομένοις ᾖ τουτοισί, μνησθήσομαι || αν αυτοί εδώ (οι δικαστές) το επιθυμούν, θα υπενθυμίσω αργότερα αυτές τις αισχρολογίες.
ΘΟΥΚ 2.60.1 προσδεχομένῳ μοι τὰ τῆς ὀργῆς ὑμῶν ἔς με γεγένηται || τις περίμενα τις εκδηλώσεις της οργής σας εναντίον μου.
ΘΟΥΚ 6.46.2 τῷ μὲν Νικίᾳ προσδεχομένῳ ἦν τὰ παρὰ τῶν Ἐγεσταίων || ο Νικίας τα περίμενε τα άσχημα νέα από τους Εγεσταίους.
ΞΕΝ Ελλ 5.3.13 ἦν δὲ οὐ τῷ Ἀγησιλάῳ ἀχθομένῳ ταῦτα || αυτά δεν δυσαρεστούσαν τον Αγησίλαο.
(δ) το πρόσωπο που συμμετέχει συναισθηματικά σε αυτό που περιγράφει η πρόταση (δοτική προσωπική της συμπάθειας).
ΗΡΟΔ 1.80 διέφθαρτό τε τῷ Κροίσῳ ἡ ἐλπίς || του Κροίσου τού χάθηκαν οι ελπίδες.
ΠΛ Συμπ 215e πολύ μοι μᾶλλον ἢ τῶν κορυβαντιώντων ἥ τε καρδία πηδᾷ || η καρδιά μου χοροπηδά πολύ πιο έντονα απ' ό,τι των χορευτών που συμμετέχουν στις τελετές των Κορυβάντων.
(ε) το πρόσωπο που ενεργεί (δοτική προσωπική του ενεργούντος προσώπου ή του ποιητικού αιτίου). Η συγκεκριμένη δοτική συνοδεύει συνήθως παθητικά ρήματα συντελικού χρόνου, τα ρηματικά επίθετα σε -τὸς και -τέος, και μερικά απρόσωπα ρήματα όπως μέλει, μεταμέλει, παρεσκεύασται, ὁμολογεῖται, κλπ.
ΛΥΣ 24.4 περὶ μὲν οὖν τούτων τοσαῦτά μοι εἰρήσθω || γι' αυτά λοιπόν τόσα μόνο ας έχουν ειπωθεί από μένα.
ΛΥΣ 25.2 οὐδὲ γὰρ πολλοστὸν μέρος τῶν ἐκείνοις πεπραγμένων εἰρήκασιν || γιατί δεν έχουν αναφέρει ούτε ένα ελάχιστο μέρος απ' όσα έχουν διαπραχθεί από εκείνους (τους Τριάκοντα).
ΞΕΝ Κυν 13.2 περὶ μὲν τῶν ματαίων πολλὰ αὐτοῖς γέγραπται || για ασήμαντα και ανώφελα θέματα έχουν γραφτεί πολλά από αυτούς.
ΙΣΟΚΡ 7.73 πρὸς γὰρ τὴν ἐκείνων ἀρετήν, ἀλλ' οὐ πρὸς τὴν τῶν τριάκοντα πονηρίαν ἁμιλλητέον ἡμῖν ἐστιν || γιατί εμείς πρέπει να συναγωνισθούμε εκείνους (τους προγόνους μας) στην αρετή και όχι τους Τριάκοντα στην κακία τους.
ΞΕΝ Ελλ 2.4.40 σκέψασθε εἰ ἄρα ἐπ' ἀνδρείᾳ ὑμῖν μέγα φρονητέον || αναλογιστείτε αν ίσως πρέπει να καμαρώνετε για την ανδρεία σας.
ΠΛ Κρ 47e ἆρ᾽ οὖν βιωτὸν ἡμῖν ἐστιν μετὰ μοχθηροῦ καὶ διεφθαρμένου σώματος; || άραγε αξίζει να ζούμε με αρρωστημένο και εντελώς κατεστραμμένο σώμα;
ΘΟΥΚ 1.46.1 οἱ δὲ Κορίνθιοι, ἐπειδὴ αὐτοῖς παρεσκεύαστο, ἔπλεον ἐπὶ τὴν Κέρκυραν || οι Κορίνθιοι, αφού τέλειωσαν τις προετοιμασίες τους, έπλεαν εναντίον της Κέρκυρας.
ΙΣΟΚΡ 5.23 μετέμελεν δ᾽ αὐτοῖς ἁπάντων τῶν εἰρημένων || μετάνιωναν για όλα όσα είχαν πει.
Σπάνιες είναι οι περιπτώσεις που η δοτική προσωπική του ποιητικού αιτίου συνοδεύει ρήματα τα οποία δεν είναι συντελικού χρόνου.
ΘΟΥΚ 2.41.4 τοῖς τε νῦν καὶ τοῖς ἔπειτα θαυμασθησόμεθα || θα μας θαυμάζουν και οι σύγχρονοι και οι μεταγενέστεροι.
ΘΟΥΚ 1.51.2 τοῖς δὲ Κερκυραίοις […] οὐχ ἑωρῶντο (αἱ Ἀθηναίων νῆες) || στους Κερκυραίους όμως δεν ήταν ορατά (τα αθηναϊκά πλοία).
(στ) το πρόσωπο κατά την κρίση του οποίου ή σε σχέση με το οποίο ισχύει το περιεχόμενο της πρότασης (δοτική προσωπική του κρίνοντος προσώπου ή της αναφοράς). Συνήθως πρόκειται για τη δοτική της μετοχής ενός ρήματος κίνησης ή ενός ρήματος που σημαίνει κρίση.
ΠΛ Θεαιτ 152a οἷα μὲν ἕκαστα ἐμοὶ φαίνεται τοιαῦτα μὲν ἔστιν ἐμοί, οἷα δὲ σοί, τοιαῦτα δὲ αὖ σοί || ανάλογα με την εντύπωση που σχηματίζω εγώ για τα επιμέρους πράγματα, τέτοια είναι αυτά για μένα, και ανάλογα με την εντύπωση που σχηματίζεις γι' αυτά εσύ, τέτοια είναι αυτά για σένα.
ΞΕΝ Ελλ 2.1.27 ἦν ἡμέρα πέμπτη ἐπιπλέουσι τοῖς Ἀθηναίοις || ήταν η πέμπτη ημέρα από τότε που είχαν εκστρατεύσει οι Αθηναίοι.
ΘΟΥΚ 1.24.1 Ἐπίδαμνός ἐστι πόλις ἐν δεξιᾷ ἐσπλέοντι ἐς τὸν Ἰόνιον κόλπον || η Επίδαμνος είναι μια πολιτεία στα δεξιά όποιου μπαίνει στον Ιόνιο κόλπο.
ΞΕΝ ΚΑναβ 3.5.15ἔλεγον ὅτι […] ἡ δὲ (ὁδὸς) διαβάντι τὸν ποταμὸν πρὸς ἑσπέραν ἐπὶ Λυδίαν καὶ Ἰωνίαν φέροι || έλεγαν πως ο άλλος δρόμος, αν περάσει κανείς τον ποταμό, οδηγεί δυτικά στην Λυδία και την Ιωνία.
ΘΟΥΚ 2.49.5 τὸ μὲν ἔξωθεν ἁπτομένῳ σῶμα οὔτ' ἄγαν θερμὸν ἦν οὔτε χλωρόν || εξωτερικά το σώμα (του αρρώστου), για όποιον το άγγιζε, δεν ήταν ούτε υπερβολικά θερμό, ούτε υγρό.
ΑΙΣΧΙΝ 3.179 οὐκ οὖν ἄτοπον οὑτωσὶ διαλογιζομένοις, τὰς μὲν δωρεὰς νυνὶ πλείους εἶναι || δεν είναι παράδοξο λοιπόν, για όποιον σκέφτεται έτσι, τα τιμητικά δώρα (από μέρους της πολιτείας) να είναι τώρα περισσότερα.
ΘΟΥΚ 1.10.5 πρὸς τὰς μεγίστας δ᾽ οὖν καὶ ἐλαχίστας ναῦς τὸ μέσον σκοποῦντι οὐ πολλοὶ φαίνονται ἐλθόντες (ἐπὶ Τροίαν) || αν λοιπόν υπολογίσουμε τον μέσο όρο των ανδρών σε σχέση με τα μεγαλύτερα και τα μικρότερα πλοία, είναι φανερό ότι δεν πήγαν πολλοί στην Τροία.
Η μετοχή που συνοδεύει την δοτική προσωπική της αναφοράς, όπως και η μετοχή με τη δοτική ηθική, δίνει συχνά την εντύπωση ότι έχουμε μια απόλυτη χρονική μετοχή σε δοτική πτώση, ανάλογη προς τη γενική απόλυτη.
ΘΟΥΚ 3.29 ἡμέραι δὲ μάλιστα ἦσαν τῇ Μυτιλήνῃ ἑαλωκυίᾳ ἑπτὰ ὅτε ἐς τὸ Ἔμβατον κατέπλευσαν (= τῆς Μυτιλήνης ἑαλωκυίας) || είχαν περάσει επτά μέρες από την κατάληψη της Μυτιλήνης, όταν κατέπλευσαν στο Έμβατο.
ΘΟΥΚ 4.120.2 ἀποστᾶσι δ᾽ αὐτοῖς ὁ Βρασίδας διέπλευσε νυκτὸς ἐς τὴν Σκιώνην (=ἀποστάντων δ' αὐτῶν) || μετά την αποστασία των Σκιωναίων (από τους Αθηναίους) ο Βρασίδας έπλευσε νύχτα στη Σκιώνη.
ΠΛ Πρωτ 321c ἀποροῦντι δὲ αὐτῷἔρχεται Προμηθεύς (= ἀποτοῦντος δὲ αὐτοῦ) || την ώρα που εκείνος (ο Επιμηθέας) δεν ήξερε τι να κάνει, έρχεται ο Προμηθέας.
Σάββατο 18 Μαρτίου 2023
Η ψευδαίσθηση του αισθητού κόσμου
Αισθήσεις και πραγματικότητα ή μάλλον ανθρώπινες αισθήσεις και το αδιόρατο, ισότροπο και ομογενές Σύμπαν που μας περιβάλλει. Είναι άραγε άμεσο και αληθινό αυτό που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας; Υπάρχουν στην πραγματικότητα όλα αυτά που παρατηρούμε, αγγίζουμε, γευόμαστε και βλέπουμε; Μήπως όλα είναι μια εικονική πραγματικότητα; Μήπως όλα αυτά τα οποία αντιλαμβανόμαστε με τις ατελείς ανθρώπινες αισθήσεις μας αποτελούν, όπως λέμε σήμερα, ένα matrix, δηλαδή μια πλαστή εικόνα, την οποία δημιουργεί η ανθρώπινη φυσιολογία μέσω του εγκεφάλου και των αισθητηρίων οργάνων μας; Είναι γεγονός πλέον ότι οι νέες, πειραματικά επιβεβαιωμένες όμως, επιστημονικές απόψεις για την ύλη και τα παράγωγά της ανατρέπουν, ή πολλές φορές, ενισχύουν δόγματα τόσο επιστημονικά όσο θεολογικά και κοινωνικά. Κατ' αυτόν τον τρόπο μας οδηγούν σε νέες πολιτισμικές προτεραιότητες τις οποίες θα πρέπει γνωρίσουμε και να ξέρουμε, αφού αυτές πια θα καθορίζουν και θα καθοδηγούν τη ζωή μας.
Ένα ερώτημα που βασανίζει τον άνθρωπο εδώ και πολλούς αιώνες είναι η φύση αυτού που ονομάζουμε πραγματικότητα. Είναι αληθινό και υπάρχον ότι αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας ή ένα matrix; δηλαδή μια πλαστή εικόνα που δημιουργεί ανθρώπινη φυσιολογία μέσω του εγκεφάλου και των αισθητηρίων οργάνων; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό καθορίζει ουσιαστικά τη σημασία των όρων: υλη, χρόνος και χώρος οι οποίοι χαρακτηρίζουν την ποιότητα και τις αξιακές προτεραιότητες ενός πολιτισμού. Στο θέμα αυτό είχαν πάρει θέση τόσο η φιλοσοφία όσο και η θεολογία.
Ο Δημόκριτος, δίδασκε ότι υπάρχουν δυο μορφές γνώσης. Μια γνήσια και η άλλη νόθα. Στην νόθα ανήκουν: η όραση, η ακοή, η οσμή, η γεύση και η αφή. Η άλλη μορφή γνώσης αποκτάται μέσω του νου και είναι γνήσια. Στο επίπεδο της θεολογίας ο ομότιμος καθηγητής της θεολογικής σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών Ηλίας Οικονόμου στο βιβλίο του ”Θεολογική οικολογία” αναφέρει: Ο άκτιστος Θεός βουλήθηκε και η βούληση του υλοποιήθηκε σε αισθητή και μη αισθητή κτίση. Έτσι υπάρχουν οι εξής πραγματικότητες. Η πραγματικότητα του άκτιστου τριαδικού Θεού και η πραγματικότητα της κτίσεως ως αποτέλεσμα της θείας βουλήσεως, η οποία υποδιαιρείτε σε: 1ον μη αισθητή κτήση αθέατου μεγαλείου, 2ον σε αισθητή κτίση τεραστίας διαστάσεως, εκτάσεως, όγκου, ποικιλίας και δυνάμεως και τέλος 3ον σε μεικτή, από αισθητό και μη αισθητό στοιχείο κτίση. Αν αναφερθούμε ειδικότερα στον καταρρέοντα δυτικό πολιτισμό, τον οποίο όλοι βιώνουμε, αυτός έχει ως βασική αξία και στόχο την έννοια της ύλης. Η ύλη για τη σημερινή επιστημονική, κοινωνική και θεολογική δομή αποτελεί ένα αντικειμενικό γεγονός του οποίου την ύπαρξη κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει. Στο βωμό της θεοποιημένης ύλης και των παραγώγων της, οι δυτικές κοινωνίες θυσιάζουν το σύνολο των ανθρώπινων αξιών τους, όπως τη ελευθερία, τη δικαιοσύνη ακόμη και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Όλα αυτά μέχρι χθες. Σήμερα, η σύγχρονη επιστήμη μέσω της αποδεικτικής πειραματικής διαδικασίας έχει καταλήξει σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα για το τι είναι η ύλη και η παραγόμενη απ' αυτήν υλική πραγματικότητα. Για τη σύγχρονη επιστημονική σκέψη, η αισθητή πραγματικότητα σ' οποιοδήποτε επίπεδο αποτελεί ένα matrix, δηλαδή μια ψεύτικη εικόνα την οποία δημιουργεί η ανθρώπινη φυσιολογία μέσω των εγκεφαλικών διαδικασιών. Με τον τρόπο αυτό, γίνεται φανερή η ουτοπία της θεοποίησης της ύλης και της υπεροχής των υλικών αγαθών απέναντι των ανθρωπίνων αξιών. Η συνειδητοποίηση αυτής της μεγάλης αλήθειας οδηγεί σε κατάρρευση όλο το πολιτισμικό σύστημα σε κοινωνικό, οικονομικό, επιστημονικό και θεολογικό επίπεδο. Με τον τρόπο αυτό γεννιέται η ανάγκη συγκρότησης ενός νέου πολιτισμικού ρεύματος εναρμονισμένου όμως με τα νέα επιστημονικά δεδομένα περί ύλης.
Το ότι είναι όμως ψευδής η εικόνα του σύμπαντος, όπως την αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις και τα όργανα μέτρησης, μπορούμε να το αποδείξουμε και με την κλασική φυσική που έχουμε μάθει στο γυμνάσιο και στο λύκειο. Ας αναφερθούμε αρχικά στο αισθητήριο όργανο της όρασης, το μάτι μας. Αυτόν τον ατελέστατο δέκτη ακτινοβολιών, ο οποίος υπόκειται σε τρεις περιορισμούς. Ο πρώτος περιορισμός είναι ότι δεν μπορεί να διακρίνει αντικείμενα τα οποία έχουν έκταση μικρότερη από κάποια ελάχιστη. Ο δεύτερος περιορισμός συνίσταται στο ότι δεν μπορεί να διακρίνει ως ανεξάρτητα δυο αντικείμενα τα οποία βρίσκονται πάρα πολύ κοντά το ένα στο άλλο, δηλαδή, όταν έχουν μεταξύ τους μια απόσταση μικρότερη από μια ελάχιστη. Η τρίτη αδυναμία είναι ότι το μάτι μας λειτουργεί σε μια πολύ μικρή και καθορισμένη φασματική περιοχή, του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος. Βλέπουμε πάρα πολύ καλά το πράσινο και το κίτρινο, δεν βλέπουμε όμως το υπεριώδες ούτε το υπέρυθρο. Αυτό σημαίνει ότι ένας ωκεανός ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας δεν γίνεται αντιληπτός από την όραση μας.
Το μάτι μας, δεν μπορεί να διακρίνει αντικείμενα τα οποία έχουν διάμετρο μικρότερη από μια ελάχιστη. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να δει τους κόκκους σκόνης, τα εκατομμύρια μόρια των πτητικών αρωματικών ενώσεων, όπως και τον τεράστιο αριθμό μικροσωματίων που βρίσκονται μεταξύ των αντικειμένων. Έτσι, έχουμε την αίσθηση του κενού μεταξύ όλων των αντικειμένων, ενώ στην πραγματικότητα ο χώρος γύρω μας είναι ασφυκτικά γεμάτος. Ένας απέραντος υλικός κόσμος τον οποίον δεν αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας απλώνεται παντού. Το πυκνό αυτό υλικό δεν μας χωρίζει αλλά μας ενώνει. Αν η όραση μας, δεν παρουσίαζε αυτή την αδυναμία, θα αντιλαμβανόμαστε ένα πυκνότατο ρευστό που μέσα του θα έπλεαν τα διάφορα αντικείμενα.
Το ότι η διακριτική ικανότητα του ματιού μας, είναι πάρα πολύ μικρή, σημαίνει ότι όταν δυο αντικείμενα είναι πάρα πολύ κοντά το ένα στο άλλο, δεν μπορεί το μάτι μας να τα δει σαν δυο και τα αντιλαμβάνεται σαν ένα. Αν μπορούσαμε να δούμε ανεξάρτητα τα σωμάτια ή τα αντικείμενα, όσο κοντά κι αν αυτά βρισκόταν, δε θα βλέπαμε μεμονωμένα και ξεχωριστά ένα τραπέζι, έναν άνθρωπο, ένα άλλο αντικείμενο. Θα μπορούσαμε να δούμε τα μόρια τους σαν ανεξάρτητα μεταξύ τους. Δεν θα βλέπαμε μόνο τα μόρια τους αλλά και τα άτομα των μορίων και ακόμα πάρα πέρα, θα βλέπαμε τα ηλεκτρόνια, τα πρωτόνια, τα νετρόνια αλλά και τα στοιχειώδη σωμάτια που απαρτίζουν αυτή την ενότητα. Επειδή όμως τα στοιχειώδη σωμάτια είναι ρεύματα ενέργειας θα βλέπαμε όλο το σύμπαν σαν ένα χυλό ενέργειας. Τίποτα δεν θα διακρινόταν από το άλλο γιατί τα στοιχειώδη σωμάτια που φτιάχνουν ένα τραπέζι, είναι ομοειδή με τα στοιχειώδη σωμάτια που φτιάχνουν όλα τα άλλα αντικείμενα. Όλο το σύμπαν θα ήταν ένας χυλός τεράστιας κοχλάζουσας ενέργειας και μέσα σ' αυτόν το χυλό, αυτό που σήμερα ονομάζουμε αντικείμενο, θα ήταν πιθανότατα ένας χώρος ελάχιστα πιο μεγάλης πυκνότητας, ενιαίος όμως.
Μετά απ' όλες αυτές τις νέες ιδέες της σύγχρονης φυσικής, το ερώτημα είναι: τι είναι στην πραγματικότητα αυτό που εμείς οι απλοί άνθρωποι, αντιλαμβανόμαστε σαν ύλη; Ας δούμε τι αναφέρει ο Τσαρλς Μιούζες στο βιβλίο του “Συνείδηση και πραγματικότητα”, πάνω σ' αυτό το θέμα. Ένα δέντρο, ένα τραπέζι, ένα σύννεφο, μια πέτρα. Όλα αυτά διαλύονται από την επιστήμη του 20ου αιώνα σε κάτι που συνίσταται από το ίδιο ακριβώς υλικό. Αυτό το κάτι, είναι ένα συνονθύλευμα στροβιλιζόμενων σωματιδίων, που υπακούουν στους νόμους της κβαντικής φυσικής. Όλα τα αντικείμενα του κόσμου είναι τρισδιάστατες εικόνες που σχηματίζονται με ηλεκτρομαγνητικό τρόπο. Αυτή είναι σήμερα η έννοια της ύλης στη σύγχρονη φυσική.
Σε επιστημονικό επίπεδο, μέσω των αισθήσεων μας δεχόμαστε απλά ηλεκτρομαγνητικά κύματα διαφορετικών συχνοτήτων, τα οποία όμως ο εγκέφαλος μας τα μετασχηματίζει και έτσι τα αντιλαμβανόμαστε σαν χρώματα. Ομοίως δεχόμαστε κύματα πίεσης άλλα τα συγκεκριμενοποιούμαι ως λέξεις. Προσλαμβάνουμε χημικές ενώσεις από τον αέρα και το νερό αλλά αισθανόμαστε οσμές και γεύσεις. Όλα αυτά τα χρώματα, οι ήχοι, οι οσμές, οι γεύσεις δεν υπάρχουν αφ' εαυτά αλλά δημιουργούνται νοητικά στον εγκέφαλο μέσα από μια επεξεργασία. Άρα μπορούμε να πούμε ότι ένα αντικείμενο που πέφτει κάτω, δε δημιουργεί ήχο αλλά κύματα πίεσης. Ο ήχος δημιουργείται μόνον όταν τα κύματα πίεσης μετασχηματιστούν από έναν ζωντανό οργανισμό.
Το 1826, ο Γιοχάνες Μίλερ υποστήριξε ότι το κάθε είδος ανθρώπινης αίσθησης, είναι αποτέλεσμα των ιδιοτήτων κάποιας συγκεκριμένης νευρικής ίνας, η οποία μεταφέρει τα ερεθίσματα των αισθητηρίων οργάνων σε διαφορετικά καταληκτικά σημεία του εγκεφάλου. Με τον τρόπο αυτό για κάθε αίσθηση, έχουμε αρχικά το όργανο που λαμβάνει πληροφορίες από τον έξω κόσμο, μέσω κάποιων κύτταρων, που ονομάζονται αισθητικοί υποδοχείς. Το καθένα από αυτά τα κύτταρα, έχει ευαισθησία σε μια μόνο μορφή φυσικής ενέργειας. Σε μια δεύτερη φάση, τα ενεργειακά ερεθίσματα που μαζεύουν τα αισθητήρια όργανα μετασχηματίζονται σε ηλεκτροχημική ενέργεια. Η ενέργεια αυτή στη συνέχεια, μετατρέπεται σε ένα νευρικό ενεργειακό σήμα, που μέσω των νευρώνων μεταφέρεται στον εγκέφαλο. Έτσι οι πληροφορίες που μεταφέρονται στον εγκέφαλο, δεν καθορίζονται από τον τύπο του σήματος αλλά από τον δρόμο που θα ακολουθήσει το ηλεκτρικό σήμα, προκειμένου να φτάσει στον εγκέφαλο. Τελικά, ο εγκέφαλος είναι εκείνος, που θα αναλύσει και θα ερμηνεύσει τα σχεδία των εισερχόμενων ηλεκτρικών σημάτων και θα δημιουργήσει την αντίληψη. Μια άλλη ενδιαφέρουσα ιδιότητα, των διατεινόμενων μέσω των ανθρώπινων νευρώνων ενεργειακών σημάτων, είναι το ενεργειακό κατώφλι. Αυτό σημαίνει ότι για κάθε άνθρωπο, αν το ενεργειακό ερέθισμα που προσλαμβάνει ένα αισθητήριο όργανο, δεν ξεπερνά ένα συγκεκριμένο ποσό ενέργειας, δεν μπορεί να δημιουργήσει ένα ενεργειακό σήμα και έτσι η ανθρώπινη φυσιολογία το αγνοεί ως μη υπάρχον.
Με βάση τα προηγούμενα, γίνεται κατανοητό ότι αυτό το οποίο αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας, το μάτι, το αυτί μας, η όσφρηση μας, δεν είναι η πραγματικότητα αλλά μια πλάνη των αισθήσεων μας. Η πραγματικότητα των αισθήσεων μας, αυτό το δημιούργημα το οποίο ονομάζουμε φύση ή κόσμο, δεν έχει καμιά υπόσταση για τη σύγχρονη φυσική. Το αντιλαμβανόμαστε έτσι, γιατί κατ' αυτόν τον τρόπο, έχουν δομηθεί οι αισθήσεις μας. Εάν είχαν δομηθεί διαφορετικά, θα είχαμε μια τελείως διαφορετική οπτική γωνία. Συνεπώς κυρίαρχο ρόλο παίζει το πώς έχει δομηθεί ο νους μας, το μυαλό μας, ο εγκέφαλος μας, για να καταλάβουμε το σύμπαν που μας περιβάλει.
Ας δούμε όμως μερικά παραδείγματα, τα οποία πιστοποιούν όλα τα προηγούμενα. Στις θερμές περιοχές, παρατηρείται ένα παράξενο φαινόμενο. Ο αντικατοπτρισμός. Το φαινόμενο αυτό, μας κάνει να βλέπουμε αντικείμενα που δεν υπάρχουν, θεωρώντας μάλιστα ότι βρίσκονται πολύ κοντά μας. Έτσι πολλοί ταξιδιώτες μέσα στην έρημο, κουρασμένοι, βλέπουν στο βάθος του ορίζοντα, μια όαση και νερά να κυλάνε. Τρέχουν να πιούν νερό και μόλις φτάνουν κοντά, αντιλαμβάνονται ότι η όαση που ήταν τόσο βέβαιοι ότι υπάρχει, ήταν μια ψευδαίσθηση της όρασης τους, που δημιουργήθηκε με βάση το φαινόμενο του αντικατοπτρισμού. Θα πρέπει να πούμε ότι υπάρχει μια σημαντική διάκριση μεταξύ οπτικής ψευδαίσθησης και οφθαλμαπάτης. Η οπτική ψευδαίσθηση, συντελείτε στον εξωτερικό κόσμο, ενώ η οφθαλμαπάτη συντελείτε μέσα στο μυαλό μας. Η πρώτη έχει να κάνει με τις φυσικές ιδιότητες του φωτός, ενώ η δεύτερη είναι μια κατασκευή του εγκεφάλου. Πολλοί άνθρωποι βλέπουν την οφθαλμαπάτη ως σφάλμα της αντίληψης μας. Αυτό όμως δεν ισχύει. Οι οφθαλμαπάτες, βασικά αντανακλούν τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλος μας επεξεργάζεται τις πληροφορίες και κατασκευάζει την αίσθηση μας και τη πραγματικότητα. Η πραγματικότητα έτσι όπως την αντιλαμβανόμαστε σπάνια ταιριάζει με τον κόσμο εκεί έξω. Το μεγαλύτερο μέρος της αντίληψης μας, είναι απατηλό. Ο εγκέφαλος στην πραγματικότητα κατασκευάζει το μεγαλύτερο μέρος της οπτικής εμπειρίας μας. Ας δώσουμε και ένα δεύτερο παράδειγμα που έχει να κάνει με το φαινόμενο της όρασης. Οι ακτίνες, όπως έρχονται από τα φωτιζόμενα αντικείμενα φτάνουν στην κυρτή επιφάνεια του ματιού μας, περνάνε από την κόρη και εστιάζονται στον αμφιβληστροειδή χιτώνα. Είναι γνωστό ότι εκεί τα αντικείμενα εμφανίζονται ανάποδα και ανάστροφα. Δηλαδή, το πάνω κάτω και το δεξιά αριστερά. Γεννιέται τώρα το ερώτημα, γιατί αφού τα πράγματα εμφανίζεται στον αμφιβληστροειδή χιτώνα μας ανάστροφα, εμείς τα βλέπουμε ορθά; Αυτό συμβαίνει επειδή ο εγκέφαλος μας έχει εκπαιδευτεί έτσι ώστε να βλέπει αυτά τα αντικείμενα όπως τα βλέπουμε. Δηλαδή το πάνω, πάνω και το κάτω, κάτω – το δεξιά, δεξιά και το αριστερά, αριστερά.
Ο Τζωρτζ Στράτον γνωστός Αμερικανός ψυχολόγος, έκανε το εξής πείραμα: σφράγισε το ένα του μάτι καλά, ενώ στο άλλο του μάτι, προσάρμοσε ένα φακό, ο οποίος είχε την ιδιότητα να αντιστρέφει όλα τα αντικείμενα. Για μέρες ολόκληρες ο Στράτον έβλεπε όλα τα αντικείμενα αντεστραμμένα. Γρήγορα όμως ο εγκέφαλος προσαρμόστηκε στα καινούργια αυτά δεδομένα, και ενώ μέσω του φακού στην αρχή έβλεπε αντεστραμμένα τα αντικείμενα, με την προσαρμογή του εγκεφάλου του τα έβλεπε πάλι κανονικά, σα να μη φόραγε το φακό. Μετά από λίγες ημέρες ο Στράτον, αφαιρώντας αυτόν το φακό, με έκπληξη διαπίστωσε ότι έβλεπε τα πάντα γύρω του αντεστραμμένα. Μέχρις ότου με την πάροδο των ημερών ο εγκέφαλος του προσαρμόστηκε και πάλι στα καινούργια δεδομένα και άρχισε να βλέπει τα πράγματα κανονικά. Αυτό αποδεικνύει ότι το μάτι μας δεν βλέπει ακριβώς αυτό το οποίο συμβαίνει αλλά βλέπει αυτό που ο εγκέφαλος μας το διατάζει να βλέπει.
Ένα άλλο παράξενο φαινόμενο της αντίληψης, είναι το φαινόμενο της συναισθησίας. Ερευνητές από το πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, πειραματιστήκαν πάνω σε ανθρώπους, που πραγματικά παρουσίαζαν μια περίεργη ιδιομορφία. Ένα μεγάλο μέρος των οπτικών νευρώνων τους, αντί να καταλήγει στο οπτικό κέντρο του εγκεφάλου, είχε εγκατασταθεί στο ακουστικό κέντρο. Και αντιστρόφως ένα μεγάλο μέρος των ακουστικών νευρώνων, αντί να καταλήγουν στο ακουστικό κέντρο, βρισκόταν στο οπτικό κέντρο. Λόγο αυτής της ιδιομορφίας, οι άνθρωποι αυτοί άκουγαν τα χρώματα και έβλεπαν τους ήχους. Αυτό είναι το φαινόμενο της συναισθησίας, που κάποιοι άνθρωποι δεν το παρουσιάζουν μόνιμα, αλλά περιστασιακά. Έτσι γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι οι οποίοι παίρνουν LSD, για όσο διαρκεί η ενέργεια του σκευάσματος, παρουσιάζουν φαινόμενα συναισθησίας. Γι' αυτόν τον λόγο θέλουν να βιώνουν σκοτεινούς χώρους, με πολύ έντονη μουσική, την οποία αντιλαμβάνονται σαν μια πανδαισία χρωμάτων, που τους έλκει και τους κάνει να νιώθουν ότι βρίσκονται σε ένα κόσμο έξω από την πραγματικότητα.
Τα προηγούμενα οδηγούν την σύγχρονη επιστημονική σκέψη στο συμπέρασμα ότι η αισθητή πραγματικότητα, σε οποιοδήποτε επίπεδο, αποτελεί ένα matrix. Δηλαδή μια ψεύτικη εικόνα την οποία δημιουργεί η ανθρώπινη φυσιολογία μέσω των εγκεφαλικών διαδικασιών. Στην πραγματικότητα τα πάντα μέσα στο σύμπαν είναι ενιαία. Εκεί έξω στο συμπαντικό χώρο, δεν υπάρχει η έννοια της διαίρεσης, της ατομικότητας, του εγώ και του έχω. Όλα είναι ένα. Κάθε δράση σε κάποιο σημείο του χώρου, επηρεάζει το σύνολο του χώρου – αλλά και κάθε δράση, έχει σαν αποτέλεσμα μια ίση αντίδραση. Η επιστημονική αυτή αλήθεια, μπορεί να μπολιάσει το νέο δυτικό πολιτισμικό ρεύμα και ειδικότερα την κοινωνική τους συγκρότηση με νέες αξίες και πρακτικές.
Ο άνθρωπος ως ύλη αποτελεί και αυτός συστατικό της ενιαίας και αδιατάρακτης συμπαντικής πραγματικότητας. Η έννοια της ατομικότητας, του εγώ και του έχω, δεν αποτελούν παρά πλαστές εικόνες των ανθρώπινων αισθήσεων. Κάθε κακή δράση του ανθρώπου πάνω σε κάποιον άλλο άνθρωπο ή ακόμα πάνω στη φύση, έχει επίδραση στο σύνολο της δημιουργίας άρα και στον ίδιο τον άνθρωπο που την προκάλεσε. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στη συνειδητοποίηση μιας μεγάλης κοινωνικής αλήθειας, που θα πρέπει να χαρακτηρίζει το νέο πολιτισμικό ρεύμα. Η αγάπη, η ελευθερία, η αλληλεγγύη, η ισότητα και η δικαιοσύνη δεν είναι πράξεις παραχώρησης προς τους άλλους ανθρώπους. Είναι μια επιβεβλημένη κοσμική ιδιότητα. Μια πράξη αυτοσυντήρησης που διασφαλίζει σε μας τους ίδιους, τα παιδιά και τα εγγόνια μας την αδιατάρακτη και ευτυχή ύπαρξη μας μέσα στη συμπαντική ενότητα.
Ένα ερώτημα που βασανίζει τον άνθρωπο εδώ και πολλούς αιώνες είναι η φύση αυτού που ονομάζουμε πραγματικότητα. Είναι αληθινό και υπάρχον ότι αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας ή ένα matrix; δηλαδή μια πλαστή εικόνα που δημιουργεί ανθρώπινη φυσιολογία μέσω του εγκεφάλου και των αισθητηρίων οργάνων; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό καθορίζει ουσιαστικά τη σημασία των όρων: υλη, χρόνος και χώρος οι οποίοι χαρακτηρίζουν την ποιότητα και τις αξιακές προτεραιότητες ενός πολιτισμού. Στο θέμα αυτό είχαν πάρει θέση τόσο η φιλοσοφία όσο και η θεολογία.
Ο Δημόκριτος, δίδασκε ότι υπάρχουν δυο μορφές γνώσης. Μια γνήσια και η άλλη νόθα. Στην νόθα ανήκουν: η όραση, η ακοή, η οσμή, η γεύση και η αφή. Η άλλη μορφή γνώσης αποκτάται μέσω του νου και είναι γνήσια. Στο επίπεδο της θεολογίας ο ομότιμος καθηγητής της θεολογικής σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών Ηλίας Οικονόμου στο βιβλίο του ”Θεολογική οικολογία” αναφέρει: Ο άκτιστος Θεός βουλήθηκε και η βούληση του υλοποιήθηκε σε αισθητή και μη αισθητή κτίση. Έτσι υπάρχουν οι εξής πραγματικότητες. Η πραγματικότητα του άκτιστου τριαδικού Θεού και η πραγματικότητα της κτίσεως ως αποτέλεσμα της θείας βουλήσεως, η οποία υποδιαιρείτε σε: 1ον μη αισθητή κτήση αθέατου μεγαλείου, 2ον σε αισθητή κτίση τεραστίας διαστάσεως, εκτάσεως, όγκου, ποικιλίας και δυνάμεως και τέλος 3ον σε μεικτή, από αισθητό και μη αισθητό στοιχείο κτίση. Αν αναφερθούμε ειδικότερα στον καταρρέοντα δυτικό πολιτισμό, τον οποίο όλοι βιώνουμε, αυτός έχει ως βασική αξία και στόχο την έννοια της ύλης. Η ύλη για τη σημερινή επιστημονική, κοινωνική και θεολογική δομή αποτελεί ένα αντικειμενικό γεγονός του οποίου την ύπαρξη κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει. Στο βωμό της θεοποιημένης ύλης και των παραγώγων της, οι δυτικές κοινωνίες θυσιάζουν το σύνολο των ανθρώπινων αξιών τους, όπως τη ελευθερία, τη δικαιοσύνη ακόμη και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Όλα αυτά μέχρι χθες. Σήμερα, η σύγχρονη επιστήμη μέσω της αποδεικτικής πειραματικής διαδικασίας έχει καταλήξει σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα για το τι είναι η ύλη και η παραγόμενη απ' αυτήν υλική πραγματικότητα. Για τη σύγχρονη επιστημονική σκέψη, η αισθητή πραγματικότητα σ' οποιοδήποτε επίπεδο αποτελεί ένα matrix, δηλαδή μια ψεύτικη εικόνα την οποία δημιουργεί η ανθρώπινη φυσιολογία μέσω των εγκεφαλικών διαδικασιών. Με τον τρόπο αυτό, γίνεται φανερή η ουτοπία της θεοποίησης της ύλης και της υπεροχής των υλικών αγαθών απέναντι των ανθρωπίνων αξιών. Η συνειδητοποίηση αυτής της μεγάλης αλήθειας οδηγεί σε κατάρρευση όλο το πολιτισμικό σύστημα σε κοινωνικό, οικονομικό, επιστημονικό και θεολογικό επίπεδο. Με τον τρόπο αυτό γεννιέται η ανάγκη συγκρότησης ενός νέου πολιτισμικού ρεύματος εναρμονισμένου όμως με τα νέα επιστημονικά δεδομένα περί ύλης.
Το ότι είναι όμως ψευδής η εικόνα του σύμπαντος, όπως την αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις και τα όργανα μέτρησης, μπορούμε να το αποδείξουμε και με την κλασική φυσική που έχουμε μάθει στο γυμνάσιο και στο λύκειο. Ας αναφερθούμε αρχικά στο αισθητήριο όργανο της όρασης, το μάτι μας. Αυτόν τον ατελέστατο δέκτη ακτινοβολιών, ο οποίος υπόκειται σε τρεις περιορισμούς. Ο πρώτος περιορισμός είναι ότι δεν μπορεί να διακρίνει αντικείμενα τα οποία έχουν έκταση μικρότερη από κάποια ελάχιστη. Ο δεύτερος περιορισμός συνίσταται στο ότι δεν μπορεί να διακρίνει ως ανεξάρτητα δυο αντικείμενα τα οποία βρίσκονται πάρα πολύ κοντά το ένα στο άλλο, δηλαδή, όταν έχουν μεταξύ τους μια απόσταση μικρότερη από μια ελάχιστη. Η τρίτη αδυναμία είναι ότι το μάτι μας λειτουργεί σε μια πολύ μικρή και καθορισμένη φασματική περιοχή, του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος. Βλέπουμε πάρα πολύ καλά το πράσινο και το κίτρινο, δεν βλέπουμε όμως το υπεριώδες ούτε το υπέρυθρο. Αυτό σημαίνει ότι ένας ωκεανός ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας δεν γίνεται αντιληπτός από την όραση μας.
Το μάτι μας, δεν μπορεί να διακρίνει αντικείμενα τα οποία έχουν διάμετρο μικρότερη από μια ελάχιστη. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να δει τους κόκκους σκόνης, τα εκατομμύρια μόρια των πτητικών αρωματικών ενώσεων, όπως και τον τεράστιο αριθμό μικροσωματίων που βρίσκονται μεταξύ των αντικειμένων. Έτσι, έχουμε την αίσθηση του κενού μεταξύ όλων των αντικειμένων, ενώ στην πραγματικότητα ο χώρος γύρω μας είναι ασφυκτικά γεμάτος. Ένας απέραντος υλικός κόσμος τον οποίον δεν αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας απλώνεται παντού. Το πυκνό αυτό υλικό δεν μας χωρίζει αλλά μας ενώνει. Αν η όραση μας, δεν παρουσίαζε αυτή την αδυναμία, θα αντιλαμβανόμαστε ένα πυκνότατο ρευστό που μέσα του θα έπλεαν τα διάφορα αντικείμενα.
Το ότι η διακριτική ικανότητα του ματιού μας, είναι πάρα πολύ μικρή, σημαίνει ότι όταν δυο αντικείμενα είναι πάρα πολύ κοντά το ένα στο άλλο, δεν μπορεί το μάτι μας να τα δει σαν δυο και τα αντιλαμβάνεται σαν ένα. Αν μπορούσαμε να δούμε ανεξάρτητα τα σωμάτια ή τα αντικείμενα, όσο κοντά κι αν αυτά βρισκόταν, δε θα βλέπαμε μεμονωμένα και ξεχωριστά ένα τραπέζι, έναν άνθρωπο, ένα άλλο αντικείμενο. Θα μπορούσαμε να δούμε τα μόρια τους σαν ανεξάρτητα μεταξύ τους. Δεν θα βλέπαμε μόνο τα μόρια τους αλλά και τα άτομα των μορίων και ακόμα πάρα πέρα, θα βλέπαμε τα ηλεκτρόνια, τα πρωτόνια, τα νετρόνια αλλά και τα στοιχειώδη σωμάτια που απαρτίζουν αυτή την ενότητα. Επειδή όμως τα στοιχειώδη σωμάτια είναι ρεύματα ενέργειας θα βλέπαμε όλο το σύμπαν σαν ένα χυλό ενέργειας. Τίποτα δεν θα διακρινόταν από το άλλο γιατί τα στοιχειώδη σωμάτια που φτιάχνουν ένα τραπέζι, είναι ομοειδή με τα στοιχειώδη σωμάτια που φτιάχνουν όλα τα άλλα αντικείμενα. Όλο το σύμπαν θα ήταν ένας χυλός τεράστιας κοχλάζουσας ενέργειας και μέσα σ' αυτόν το χυλό, αυτό που σήμερα ονομάζουμε αντικείμενο, θα ήταν πιθανότατα ένας χώρος ελάχιστα πιο μεγάλης πυκνότητας, ενιαίος όμως.
Μετά απ' όλες αυτές τις νέες ιδέες της σύγχρονης φυσικής, το ερώτημα είναι: τι είναι στην πραγματικότητα αυτό που εμείς οι απλοί άνθρωποι, αντιλαμβανόμαστε σαν ύλη; Ας δούμε τι αναφέρει ο Τσαρλς Μιούζες στο βιβλίο του “Συνείδηση και πραγματικότητα”, πάνω σ' αυτό το θέμα. Ένα δέντρο, ένα τραπέζι, ένα σύννεφο, μια πέτρα. Όλα αυτά διαλύονται από την επιστήμη του 20ου αιώνα σε κάτι που συνίσταται από το ίδιο ακριβώς υλικό. Αυτό το κάτι, είναι ένα συνονθύλευμα στροβιλιζόμενων σωματιδίων, που υπακούουν στους νόμους της κβαντικής φυσικής. Όλα τα αντικείμενα του κόσμου είναι τρισδιάστατες εικόνες που σχηματίζονται με ηλεκτρομαγνητικό τρόπο. Αυτή είναι σήμερα η έννοια της ύλης στη σύγχρονη φυσική.
Σε επιστημονικό επίπεδο, μέσω των αισθήσεων μας δεχόμαστε απλά ηλεκτρομαγνητικά κύματα διαφορετικών συχνοτήτων, τα οποία όμως ο εγκέφαλος μας τα μετασχηματίζει και έτσι τα αντιλαμβανόμαστε σαν χρώματα. Ομοίως δεχόμαστε κύματα πίεσης άλλα τα συγκεκριμενοποιούμαι ως λέξεις. Προσλαμβάνουμε χημικές ενώσεις από τον αέρα και το νερό αλλά αισθανόμαστε οσμές και γεύσεις. Όλα αυτά τα χρώματα, οι ήχοι, οι οσμές, οι γεύσεις δεν υπάρχουν αφ' εαυτά αλλά δημιουργούνται νοητικά στον εγκέφαλο μέσα από μια επεξεργασία. Άρα μπορούμε να πούμε ότι ένα αντικείμενο που πέφτει κάτω, δε δημιουργεί ήχο αλλά κύματα πίεσης. Ο ήχος δημιουργείται μόνον όταν τα κύματα πίεσης μετασχηματιστούν από έναν ζωντανό οργανισμό.
Το 1826, ο Γιοχάνες Μίλερ υποστήριξε ότι το κάθε είδος ανθρώπινης αίσθησης, είναι αποτέλεσμα των ιδιοτήτων κάποιας συγκεκριμένης νευρικής ίνας, η οποία μεταφέρει τα ερεθίσματα των αισθητηρίων οργάνων σε διαφορετικά καταληκτικά σημεία του εγκεφάλου. Με τον τρόπο αυτό για κάθε αίσθηση, έχουμε αρχικά το όργανο που λαμβάνει πληροφορίες από τον έξω κόσμο, μέσω κάποιων κύτταρων, που ονομάζονται αισθητικοί υποδοχείς. Το καθένα από αυτά τα κύτταρα, έχει ευαισθησία σε μια μόνο μορφή φυσικής ενέργειας. Σε μια δεύτερη φάση, τα ενεργειακά ερεθίσματα που μαζεύουν τα αισθητήρια όργανα μετασχηματίζονται σε ηλεκτροχημική ενέργεια. Η ενέργεια αυτή στη συνέχεια, μετατρέπεται σε ένα νευρικό ενεργειακό σήμα, που μέσω των νευρώνων μεταφέρεται στον εγκέφαλο. Έτσι οι πληροφορίες που μεταφέρονται στον εγκέφαλο, δεν καθορίζονται από τον τύπο του σήματος αλλά από τον δρόμο που θα ακολουθήσει το ηλεκτρικό σήμα, προκειμένου να φτάσει στον εγκέφαλο. Τελικά, ο εγκέφαλος είναι εκείνος, που θα αναλύσει και θα ερμηνεύσει τα σχεδία των εισερχόμενων ηλεκτρικών σημάτων και θα δημιουργήσει την αντίληψη. Μια άλλη ενδιαφέρουσα ιδιότητα, των διατεινόμενων μέσω των ανθρώπινων νευρώνων ενεργειακών σημάτων, είναι το ενεργειακό κατώφλι. Αυτό σημαίνει ότι για κάθε άνθρωπο, αν το ενεργειακό ερέθισμα που προσλαμβάνει ένα αισθητήριο όργανο, δεν ξεπερνά ένα συγκεκριμένο ποσό ενέργειας, δεν μπορεί να δημιουργήσει ένα ενεργειακό σήμα και έτσι η ανθρώπινη φυσιολογία το αγνοεί ως μη υπάρχον.
Με βάση τα προηγούμενα, γίνεται κατανοητό ότι αυτό το οποίο αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας, το μάτι, το αυτί μας, η όσφρηση μας, δεν είναι η πραγματικότητα αλλά μια πλάνη των αισθήσεων μας. Η πραγματικότητα των αισθήσεων μας, αυτό το δημιούργημα το οποίο ονομάζουμε φύση ή κόσμο, δεν έχει καμιά υπόσταση για τη σύγχρονη φυσική. Το αντιλαμβανόμαστε έτσι, γιατί κατ' αυτόν τον τρόπο, έχουν δομηθεί οι αισθήσεις μας. Εάν είχαν δομηθεί διαφορετικά, θα είχαμε μια τελείως διαφορετική οπτική γωνία. Συνεπώς κυρίαρχο ρόλο παίζει το πώς έχει δομηθεί ο νους μας, το μυαλό μας, ο εγκέφαλος μας, για να καταλάβουμε το σύμπαν που μας περιβάλει.
Ας δούμε όμως μερικά παραδείγματα, τα οποία πιστοποιούν όλα τα προηγούμενα. Στις θερμές περιοχές, παρατηρείται ένα παράξενο φαινόμενο. Ο αντικατοπτρισμός. Το φαινόμενο αυτό, μας κάνει να βλέπουμε αντικείμενα που δεν υπάρχουν, θεωρώντας μάλιστα ότι βρίσκονται πολύ κοντά μας. Έτσι πολλοί ταξιδιώτες μέσα στην έρημο, κουρασμένοι, βλέπουν στο βάθος του ορίζοντα, μια όαση και νερά να κυλάνε. Τρέχουν να πιούν νερό και μόλις φτάνουν κοντά, αντιλαμβάνονται ότι η όαση που ήταν τόσο βέβαιοι ότι υπάρχει, ήταν μια ψευδαίσθηση της όρασης τους, που δημιουργήθηκε με βάση το φαινόμενο του αντικατοπτρισμού. Θα πρέπει να πούμε ότι υπάρχει μια σημαντική διάκριση μεταξύ οπτικής ψευδαίσθησης και οφθαλμαπάτης. Η οπτική ψευδαίσθηση, συντελείτε στον εξωτερικό κόσμο, ενώ η οφθαλμαπάτη συντελείτε μέσα στο μυαλό μας. Η πρώτη έχει να κάνει με τις φυσικές ιδιότητες του φωτός, ενώ η δεύτερη είναι μια κατασκευή του εγκεφάλου. Πολλοί άνθρωποι βλέπουν την οφθαλμαπάτη ως σφάλμα της αντίληψης μας. Αυτό όμως δεν ισχύει. Οι οφθαλμαπάτες, βασικά αντανακλούν τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλος μας επεξεργάζεται τις πληροφορίες και κατασκευάζει την αίσθηση μας και τη πραγματικότητα. Η πραγματικότητα έτσι όπως την αντιλαμβανόμαστε σπάνια ταιριάζει με τον κόσμο εκεί έξω. Το μεγαλύτερο μέρος της αντίληψης μας, είναι απατηλό. Ο εγκέφαλος στην πραγματικότητα κατασκευάζει το μεγαλύτερο μέρος της οπτικής εμπειρίας μας. Ας δώσουμε και ένα δεύτερο παράδειγμα που έχει να κάνει με το φαινόμενο της όρασης. Οι ακτίνες, όπως έρχονται από τα φωτιζόμενα αντικείμενα φτάνουν στην κυρτή επιφάνεια του ματιού μας, περνάνε από την κόρη και εστιάζονται στον αμφιβληστροειδή χιτώνα. Είναι γνωστό ότι εκεί τα αντικείμενα εμφανίζονται ανάποδα και ανάστροφα. Δηλαδή, το πάνω κάτω και το δεξιά αριστερά. Γεννιέται τώρα το ερώτημα, γιατί αφού τα πράγματα εμφανίζεται στον αμφιβληστροειδή χιτώνα μας ανάστροφα, εμείς τα βλέπουμε ορθά; Αυτό συμβαίνει επειδή ο εγκέφαλος μας έχει εκπαιδευτεί έτσι ώστε να βλέπει αυτά τα αντικείμενα όπως τα βλέπουμε. Δηλαδή το πάνω, πάνω και το κάτω, κάτω – το δεξιά, δεξιά και το αριστερά, αριστερά.
Ο Τζωρτζ Στράτον γνωστός Αμερικανός ψυχολόγος, έκανε το εξής πείραμα: σφράγισε το ένα του μάτι καλά, ενώ στο άλλο του μάτι, προσάρμοσε ένα φακό, ο οποίος είχε την ιδιότητα να αντιστρέφει όλα τα αντικείμενα. Για μέρες ολόκληρες ο Στράτον έβλεπε όλα τα αντικείμενα αντεστραμμένα. Γρήγορα όμως ο εγκέφαλος προσαρμόστηκε στα καινούργια αυτά δεδομένα, και ενώ μέσω του φακού στην αρχή έβλεπε αντεστραμμένα τα αντικείμενα, με την προσαρμογή του εγκεφάλου του τα έβλεπε πάλι κανονικά, σα να μη φόραγε το φακό. Μετά από λίγες ημέρες ο Στράτον, αφαιρώντας αυτόν το φακό, με έκπληξη διαπίστωσε ότι έβλεπε τα πάντα γύρω του αντεστραμμένα. Μέχρις ότου με την πάροδο των ημερών ο εγκέφαλος του προσαρμόστηκε και πάλι στα καινούργια δεδομένα και άρχισε να βλέπει τα πράγματα κανονικά. Αυτό αποδεικνύει ότι το μάτι μας δεν βλέπει ακριβώς αυτό το οποίο συμβαίνει αλλά βλέπει αυτό που ο εγκέφαλος μας το διατάζει να βλέπει.
Ένα άλλο παράξενο φαινόμενο της αντίληψης, είναι το φαινόμενο της συναισθησίας. Ερευνητές από το πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, πειραματιστήκαν πάνω σε ανθρώπους, που πραγματικά παρουσίαζαν μια περίεργη ιδιομορφία. Ένα μεγάλο μέρος των οπτικών νευρώνων τους, αντί να καταλήγει στο οπτικό κέντρο του εγκεφάλου, είχε εγκατασταθεί στο ακουστικό κέντρο. Και αντιστρόφως ένα μεγάλο μέρος των ακουστικών νευρώνων, αντί να καταλήγουν στο ακουστικό κέντρο, βρισκόταν στο οπτικό κέντρο. Λόγο αυτής της ιδιομορφίας, οι άνθρωποι αυτοί άκουγαν τα χρώματα και έβλεπαν τους ήχους. Αυτό είναι το φαινόμενο της συναισθησίας, που κάποιοι άνθρωποι δεν το παρουσιάζουν μόνιμα, αλλά περιστασιακά. Έτσι γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι οι οποίοι παίρνουν LSD, για όσο διαρκεί η ενέργεια του σκευάσματος, παρουσιάζουν φαινόμενα συναισθησίας. Γι' αυτόν τον λόγο θέλουν να βιώνουν σκοτεινούς χώρους, με πολύ έντονη μουσική, την οποία αντιλαμβάνονται σαν μια πανδαισία χρωμάτων, που τους έλκει και τους κάνει να νιώθουν ότι βρίσκονται σε ένα κόσμο έξω από την πραγματικότητα.
Τα προηγούμενα οδηγούν την σύγχρονη επιστημονική σκέψη στο συμπέρασμα ότι η αισθητή πραγματικότητα, σε οποιοδήποτε επίπεδο, αποτελεί ένα matrix. Δηλαδή μια ψεύτικη εικόνα την οποία δημιουργεί η ανθρώπινη φυσιολογία μέσω των εγκεφαλικών διαδικασιών. Στην πραγματικότητα τα πάντα μέσα στο σύμπαν είναι ενιαία. Εκεί έξω στο συμπαντικό χώρο, δεν υπάρχει η έννοια της διαίρεσης, της ατομικότητας, του εγώ και του έχω. Όλα είναι ένα. Κάθε δράση σε κάποιο σημείο του χώρου, επηρεάζει το σύνολο του χώρου – αλλά και κάθε δράση, έχει σαν αποτέλεσμα μια ίση αντίδραση. Η επιστημονική αυτή αλήθεια, μπορεί να μπολιάσει το νέο δυτικό πολιτισμικό ρεύμα και ειδικότερα την κοινωνική τους συγκρότηση με νέες αξίες και πρακτικές.
Ο άνθρωπος ως ύλη αποτελεί και αυτός συστατικό της ενιαίας και αδιατάρακτης συμπαντικής πραγματικότητας. Η έννοια της ατομικότητας, του εγώ και του έχω, δεν αποτελούν παρά πλαστές εικόνες των ανθρώπινων αισθήσεων. Κάθε κακή δράση του ανθρώπου πάνω σε κάποιον άλλο άνθρωπο ή ακόμα πάνω στη φύση, έχει επίδραση στο σύνολο της δημιουργίας άρα και στον ίδιο τον άνθρωπο που την προκάλεσε. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στη συνειδητοποίηση μιας μεγάλης κοινωνικής αλήθειας, που θα πρέπει να χαρακτηρίζει το νέο πολιτισμικό ρεύμα. Η αγάπη, η ελευθερία, η αλληλεγγύη, η ισότητα και η δικαιοσύνη δεν είναι πράξεις παραχώρησης προς τους άλλους ανθρώπους. Είναι μια επιβεβλημένη κοσμική ιδιότητα. Μια πράξη αυτοσυντήρησης που διασφαλίζει σε μας τους ίδιους, τα παιδιά και τα εγγόνια μας την αδιατάρακτη και ευτυχή ύπαρξη μας μέσα στη συμπαντική ενότητα.
Τίποτα δεν είναι αρκετό αν δεν είναι αμοιβαίο
Τι είναι ο έρωτας; Μια καραμέλα σε χιλιάδες στόματα, ενδεχομένως, που κατά καιρούς κοιμούνται και ξυπνάνε δίνοντάς της εκατοντάδες ερμηνείες για να καταλήξουμε στο -επίσης- χιλιοειπωμένο: «τα πάντα είναι έρωτας». Κι αν τα πάντα είναι έρωτας, γιατί τόσοι άνθρωποι εκεί έξω τον ψάχνουν ταυτόχρονα και δεν τον βρίσκουν; Μόνο μαζί τους παριστάνει τον καμπόσο και παίζει κρυφτό ή εκείνοι δεν έχουν πάει οφθαλμίατρο και δεν μπορούν να τον δουν όταν είναι μπροστά τους και παντού γύρω τους; Μάλλον σ’ αυτό το σημείο πρέπει να παραδεχθούμε ότι τελικά δεν είναι τα πάντα έρωτας, διαλύοντας έτσι τη ρομαντική ψευδαίσθηση που έχει δημιουργηθεί γύρω του.
Δεν αγαπάμε πάντα ό,τι κάνουμε, δεν βλέπουμε κάποιον και νιώθουμε σκίρτημα στην καρδιά μας, βλέποντας καρδούλες κι αστεράκια στον ουρανό, δε ζούμε κάθε μέρα μας σαν να έχουμε βγει από διαφήμιση που τρέχαμε ανέμελοι στο λιβάδι. Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές κάνουμε πράγματα ή βρισκόμαστε σ’ έναν χώρο εργασίας που είναι μίλια μακριά από ό,τι αποκαλείται έρωτας, αλλά πρέπει να είμαστε εκεί γιατί χρειαζόμαστε τη δουλειά -κανένας λογαριασμός δεν πληρώθηκε ποτέ με έρωτα-, διαβάζουμε κάτι που δεν είναι έρωτας, επειδή όντως μας είναι χρήσιμο, ερωτευόμαστε κάποιον και δε μας ερωτεύεται ή μας ερωτεύεται αλλά δεν τον ερωτευόμαστε, γιατί μας προσφέρει ασφάλεια. Όσο κυνικό κι αν ακούγεται, ξέρεις ότι είναι αλήθεια, απλώς βολεύει να ρίχνουμε λίγη χρυσόσκονη και να τα ονομάζουμε όλα έρωτα, θέλοντας να δώσουμε μια άλλη διάσταση σε οτιδήποτε κάνουμε.
Ερωτευόμαστε κάποιον και δε μας ερωτεύεται ή μας ερωτεύεται, αλλά δεν τον ερωτευόμαστε κι αυτό είναι απλώς τυχαίο∙ αυτή είναι ίσως η πιο κοινή παραδοχή για τον έρωτα. Μπορεί εσένα να σ’ ερωτευτεί ένας από τους υπέροχους ανθρώπους αυτού του πλανήτη, να σε βλέπει και να θέλει να σου χαρίσει τον ουρανό με τ’ άστρα, αλλά εσύ να μη νιώθεις τη δύναμη και την τρέλα αυτών που νιώθει ο άλλος άνθρωπος, γιατί δε σου είναι αρκετό- όχι επειδή δε σου προσφέρει πληθώρα συναισθημάτων ή επειδή δεν υπάρχει προθυμία για προσπάθεια αλλά επειδή τίποτα δε μας είναι αρκετό αν δεν είναι αμοιβαίο!
Κάποιος άλλος μπορεί να σου δώσει ψίχουλα φροντίδας κι ενδιαφέροντος, να μην έχει τη διάθεση να επενδύσει τίποτα σε προσπάθεια για να δουλέψει το μεταξύ σας αλλά εσύ να νιώθεις ότι επειδή προέρχεται από αυτόν τον συγκεκριμένο άνθρωπο κι επειδή υπάρχει το λίγο παραπάνω συναίσθημα από τη δική σου πλευρά, σου φθάνει και σου περισσεύει. Έτσι, ξεκινάς κάτι που στο τέλος θα σε βρει με την ατάκα «μετά από τόσο καιρό που προσπαθούμε, κατάλαβα ότι δεν μπορώ να σ’ ερωτευτώ». Κι άντε μετά ν’ αναπληρώσεις τον χαμένο χρόνο όσο εσύ ερωτευόσουν και για τους δύο.
Αν επιστρέφαμε τώρα στην αρχική μας ερώτηση περί ορισμού του έρωτα, ίσως λέγαμε ότι είναι μια σύμβαση, αφού ο άνθρωπος προτιμά να ζει με παρέα κι όχι τελείως μόνος του, οπότε ψάχνει κι επιλέγει -αλλά κι επιλέγεται- συνήθως κάποιον κι από κάποιον με κοινά στοιχεία στον χαρακτήρα του προκειμένου να «ταιριάζουν», να τα πηγαίνουν καλά, οπότε κι η συνύπαρξή τους να είναι σχετικά εύκολη. Σαφέστατα κι ο καθένας βιώνει τον δικό του έρωτα, τη δική του έκρηξη συναισθημάτων διαφορετικά από κάποιον άλλον, με τον ολόδικό του τρόπο, αλλά ενίοτε δεν είναι κακό να παραδεχθούμε ότι δεν είναι όλα στη ζωή έρωτας, ούτε μας βρίσκει σε μια στιγμή και μας συντροφεύει για πάντα, ούτε είναι πάντα αμοιβαίος κι έρχεται στρώνοντας τον δρόμο με ροδοπέταλα. Κι αυτό είναι απλώς μια πραγματικότητα.
Δεν αγαπάμε πάντα ό,τι κάνουμε, δεν βλέπουμε κάποιον και νιώθουμε σκίρτημα στην καρδιά μας, βλέποντας καρδούλες κι αστεράκια στον ουρανό, δε ζούμε κάθε μέρα μας σαν να έχουμε βγει από διαφήμιση που τρέχαμε ανέμελοι στο λιβάδι. Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές κάνουμε πράγματα ή βρισκόμαστε σ’ έναν χώρο εργασίας που είναι μίλια μακριά από ό,τι αποκαλείται έρωτας, αλλά πρέπει να είμαστε εκεί γιατί χρειαζόμαστε τη δουλειά -κανένας λογαριασμός δεν πληρώθηκε ποτέ με έρωτα-, διαβάζουμε κάτι που δεν είναι έρωτας, επειδή όντως μας είναι χρήσιμο, ερωτευόμαστε κάποιον και δε μας ερωτεύεται ή μας ερωτεύεται αλλά δεν τον ερωτευόμαστε, γιατί μας προσφέρει ασφάλεια. Όσο κυνικό κι αν ακούγεται, ξέρεις ότι είναι αλήθεια, απλώς βολεύει να ρίχνουμε λίγη χρυσόσκονη και να τα ονομάζουμε όλα έρωτα, θέλοντας να δώσουμε μια άλλη διάσταση σε οτιδήποτε κάνουμε.
Ερωτευόμαστε κάποιον και δε μας ερωτεύεται ή μας ερωτεύεται, αλλά δεν τον ερωτευόμαστε κι αυτό είναι απλώς τυχαίο∙ αυτή είναι ίσως η πιο κοινή παραδοχή για τον έρωτα. Μπορεί εσένα να σ’ ερωτευτεί ένας από τους υπέροχους ανθρώπους αυτού του πλανήτη, να σε βλέπει και να θέλει να σου χαρίσει τον ουρανό με τ’ άστρα, αλλά εσύ να μη νιώθεις τη δύναμη και την τρέλα αυτών που νιώθει ο άλλος άνθρωπος, γιατί δε σου είναι αρκετό- όχι επειδή δε σου προσφέρει πληθώρα συναισθημάτων ή επειδή δεν υπάρχει προθυμία για προσπάθεια αλλά επειδή τίποτα δε μας είναι αρκετό αν δεν είναι αμοιβαίο!
Κάποιος άλλος μπορεί να σου δώσει ψίχουλα φροντίδας κι ενδιαφέροντος, να μην έχει τη διάθεση να επενδύσει τίποτα σε προσπάθεια για να δουλέψει το μεταξύ σας αλλά εσύ να νιώθεις ότι επειδή προέρχεται από αυτόν τον συγκεκριμένο άνθρωπο κι επειδή υπάρχει το λίγο παραπάνω συναίσθημα από τη δική σου πλευρά, σου φθάνει και σου περισσεύει. Έτσι, ξεκινάς κάτι που στο τέλος θα σε βρει με την ατάκα «μετά από τόσο καιρό που προσπαθούμε, κατάλαβα ότι δεν μπορώ να σ’ ερωτευτώ». Κι άντε μετά ν’ αναπληρώσεις τον χαμένο χρόνο όσο εσύ ερωτευόσουν και για τους δύο.
Αν επιστρέφαμε τώρα στην αρχική μας ερώτηση περί ορισμού του έρωτα, ίσως λέγαμε ότι είναι μια σύμβαση, αφού ο άνθρωπος προτιμά να ζει με παρέα κι όχι τελείως μόνος του, οπότε ψάχνει κι επιλέγει -αλλά κι επιλέγεται- συνήθως κάποιον κι από κάποιον με κοινά στοιχεία στον χαρακτήρα του προκειμένου να «ταιριάζουν», να τα πηγαίνουν καλά, οπότε κι η συνύπαρξή τους να είναι σχετικά εύκολη. Σαφέστατα κι ο καθένας βιώνει τον δικό του έρωτα, τη δική του έκρηξη συναισθημάτων διαφορετικά από κάποιον άλλον, με τον ολόδικό του τρόπο, αλλά ενίοτε δεν είναι κακό να παραδεχθούμε ότι δεν είναι όλα στη ζωή έρωτας, ούτε μας βρίσκει σε μια στιγμή και μας συντροφεύει για πάντα, ούτε είναι πάντα αμοιβαίος κι έρχεται στρώνοντας τον δρόμο με ροδοπέταλα. Κι αυτό είναι απλώς μια πραγματικότητα.
Αγάπη και Επιθετικότητα
Δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για αγάπη, χωρίς να αναφερθεί ταυτόχρονα και στην επιθετικότητα. Είναι δύο μορφές της λίμπιντο που λειτουργούν παράλληλα και δεν αναιρεί η μία την άλλη.
Πρωταρχικός σκοπός του ανθρώπου, αλλά και κάθε ζώου είναι η διαιώνιση του είδους του (ένστικτο επιβίωσης), προτού μετατραπούμε σε ανόργανη ύπαρξη (ένστικτο θανάτου). Έτσι, θα ήταν ασφαλές να ισχυριστούμε πως η τεκνοποιία είναι μια νίκη κατά του θανάτου. Τα γονίδια μου συνεχίζονται πέρα, έξω και μακριά από εμένα. Κομμάτια μου θα ζουν ακόμα και, όταν θα έχω νεκρωθεί.
Είναι σημαντικό να διακρίνουμε πως το ένστικτο της επιβίωσης έρχεται ταυτόχρονα με την απόλαυση και την ευχαρίστηση. Τρώμε για να επιβιώσουμε, αλλά ταυτόχρονα το ευχαριστιόμαστε (αρχή της ηδονής).
Η ικανοποίηση και η απόλαυση θα πρέπει να εξετάζονται ως κίνητρα για την ίδια την επιβίωσή μας.
Από τη γέννηση του το βρέφος, λοιπόν προσεγγίζει το στήθος ενστικτωδώς. Ταυτόχρονα όμως, ο μαστός μετατρέπεται σε καλό ή κακό αντικείμενο, εάν ταΐζει επαρκώς, όχι μονο την τροφή αλλά και, εάν προσφέρει την συναισθηματική αποδοχή, συναισθηματική κάλυψη και τρυφερότητα.
Το στόμα ικανοποιείται, ενώ βασανίζει το στήθος, καθώς, δεν το πιπιλίζει μόνο, αλλά και το δαγκώνει. Το βρέφος, έχοντας καταβροχθιστικές ιδιότητες, επιθυμεί να το κάνει δικό του, να το φάει.
Έτσι, διαπιστώνουμε πως από βρεφική ηλικία οι άνθρωποι δεν επιθυμούν την ετερότητα.
Το παιδί, κυρίως κατά τον πρώτο χρόνο της ζωής του, θέλει να γίνει ένα με τη μητέρα του, να συγχωνευτεί και να αφομοιωθεί. Είναι η λεγόμενη συμβιωτική φάση βρέφους και μητέρας.
Η δε απομάκρυνση του παιδιού από τη μητέρα του είναι μια ιδιαιτέρως τραυματική εμπειρία, η οποία είναι πιθανό να οδηγήσει σε νευρωτική σχάση. Αυτή στην ενήλικη ζωή μορφοποιείται με το ότι δεν μπορούν να συμβαδίσουν οι ιδιότητες του καλού και του κακού σε ένα άλλο άτομο.
Με απλά λόγια, το άτομο με νευρωτική σχάση δεν μπορεί να αγαπήσει, να επιθυμήσει και να θυμώσει με ένα άλλο άτομο. Θα συμβεί είτε το ένα (θα το αγαπήσει) είτε το άλλο (θα μισήσει). Ο Φρόυντ στην “Εισαγωγή Στην Ψυχανάλυση” αναφέρει σχετικά “...όσοι αγαπούν δεν επιθυμούν και όσοι επιθυμούν δεν αγαπούν.”
Ήδη, δηλαδή, από τις πρώτες κιόλας στιγμές της ζωής, παρατηρείται ότι έχει σχηματιστεί το δίπολο αγάπης και επιθετικότητας, καθώς από τη γέννηση συνυπάρχει το ένστικτο επιβίωσης και θανάτου.
Αξίζει να σημειωθεί βέβαια, πως η απομάκρυνση του παιδιού από τη μητέρα του, δε συμβαίνει πάντα ή αποκλειστικά από εξωγενείς παράγοντες, όπως υποχρεώσεις της καθημερινότητας, επιστροφή στην εργασία ή οικονομικούς λόγους. Ενδέχεται να κρύβει μια επιθετικότητα σε ασυνείδητο επίπεδο της μάνας προς το παιδί.
Ομοίως η λίμπιντο, (όπως την εννοούμε ως αγάπη και σεξουαλική ενέργεια/ διάθεση), πέρα από το ενστικτώδη φύση της, είναι γεγονός ότι υπόκειται και σε κοινωνικό έλεγχο. Υπάρχει μια προτεραιοποίηση στη σύγχρονη ζωή, που συνήθως ακολουθεί τη διαδρομή δουλειά, λεφτά, οικογένεια.
Παρατηρούμε δηλαδή, ότι υπάρχει ένας έλεγχος της σεξουαλικότητας και της αγάπης της ίδιας κατ’ επέκταση, με αποτέλεσμα οι γυναίκες να αναγκάζονται να καταψύξουν τα ωάρια, να καταψύξουν την αγάπη συμβολικά και να την ξαναζεστάνουν και να τη θρέψουν αργότερα, όταν θα είναι ώριμες οι συνθήκες, σύμφωνα με το κοινωνικό γίγνεσθαι.
Κατά ανάλογο τρόπο, στην ενήλικη ζωή η σεξουαλική προσέγγιση του άλλου καταλήγει σε μια βίαιη πράξη πόνου και ηδονής.
Ακόμα και η αγάπη στην πραγματικότητα είναι εγωιστική. Εκείνος που αγαπάει, τα θέλει όλα. Η αγάπη μόνο σε υπερβατικές μορφές είναι αλτρουιστική.
Κατά κύριο λόγο, διατυπώνουμε στους γύρω μας ένα κυρίαρχο αίτημα: να αγαπηθούμε ολοκληρωτικά, να γίνουμε ένα με τον άλλον, να τον καταβροχθίσουμε.
Πολύ συχνά βέβαια ο άλλος είτε δεν είναι έτοιμος για την ολοκληρωτική αγάπη είτε δε τη θέλει.
Ζητάμε να αγαπηθούμε συνήθως, διότι δεν το μάθαμε. Διεκδικούμε δε συχνά με λάθος τρόπο να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε, τη στιγμή που δε μπορούμε καν να αγαπήσουμε τον εαυτό μας, να αγαπήσουμε εμείς εμάς.
Είναι πλέον φανερό πως παράλληλα με τη λίμπιντο (επιθυμία για παιδιά, σεξουαλική επιθυμία, αγάπη προς εμάς και προς τον άλλον) εκφράζεται και μια επιθετικότητα. Έρως και θάνατος πάνε χέρι χέρι.
Πρωταρχικός σκοπός του ανθρώπου, αλλά και κάθε ζώου είναι η διαιώνιση του είδους του (ένστικτο επιβίωσης), προτού μετατραπούμε σε ανόργανη ύπαρξη (ένστικτο θανάτου). Έτσι, θα ήταν ασφαλές να ισχυριστούμε πως η τεκνοποιία είναι μια νίκη κατά του θανάτου. Τα γονίδια μου συνεχίζονται πέρα, έξω και μακριά από εμένα. Κομμάτια μου θα ζουν ακόμα και, όταν θα έχω νεκρωθεί.
Είναι σημαντικό να διακρίνουμε πως το ένστικτο της επιβίωσης έρχεται ταυτόχρονα με την απόλαυση και την ευχαρίστηση. Τρώμε για να επιβιώσουμε, αλλά ταυτόχρονα το ευχαριστιόμαστε (αρχή της ηδονής).
Η ικανοποίηση και η απόλαυση θα πρέπει να εξετάζονται ως κίνητρα για την ίδια την επιβίωσή μας.
Από τη γέννηση του το βρέφος, λοιπόν προσεγγίζει το στήθος ενστικτωδώς. Ταυτόχρονα όμως, ο μαστός μετατρέπεται σε καλό ή κακό αντικείμενο, εάν ταΐζει επαρκώς, όχι μονο την τροφή αλλά και, εάν προσφέρει την συναισθηματική αποδοχή, συναισθηματική κάλυψη και τρυφερότητα.
Το στόμα ικανοποιείται, ενώ βασανίζει το στήθος, καθώς, δεν το πιπιλίζει μόνο, αλλά και το δαγκώνει. Το βρέφος, έχοντας καταβροχθιστικές ιδιότητες, επιθυμεί να το κάνει δικό του, να το φάει.
Έτσι, διαπιστώνουμε πως από βρεφική ηλικία οι άνθρωποι δεν επιθυμούν την ετερότητα.
Το παιδί, κυρίως κατά τον πρώτο χρόνο της ζωής του, θέλει να γίνει ένα με τη μητέρα του, να συγχωνευτεί και να αφομοιωθεί. Είναι η λεγόμενη συμβιωτική φάση βρέφους και μητέρας.
Η δε απομάκρυνση του παιδιού από τη μητέρα του είναι μια ιδιαιτέρως τραυματική εμπειρία, η οποία είναι πιθανό να οδηγήσει σε νευρωτική σχάση. Αυτή στην ενήλικη ζωή μορφοποιείται με το ότι δεν μπορούν να συμβαδίσουν οι ιδιότητες του καλού και του κακού σε ένα άλλο άτομο.
Με απλά λόγια, το άτομο με νευρωτική σχάση δεν μπορεί να αγαπήσει, να επιθυμήσει και να θυμώσει με ένα άλλο άτομο. Θα συμβεί είτε το ένα (θα το αγαπήσει) είτε το άλλο (θα μισήσει). Ο Φρόυντ στην “Εισαγωγή Στην Ψυχανάλυση” αναφέρει σχετικά “...όσοι αγαπούν δεν επιθυμούν και όσοι επιθυμούν δεν αγαπούν.”
Ήδη, δηλαδή, από τις πρώτες κιόλας στιγμές της ζωής, παρατηρείται ότι έχει σχηματιστεί το δίπολο αγάπης και επιθετικότητας, καθώς από τη γέννηση συνυπάρχει το ένστικτο επιβίωσης και θανάτου.
Αξίζει να σημειωθεί βέβαια, πως η απομάκρυνση του παιδιού από τη μητέρα του, δε συμβαίνει πάντα ή αποκλειστικά από εξωγενείς παράγοντες, όπως υποχρεώσεις της καθημερινότητας, επιστροφή στην εργασία ή οικονομικούς λόγους. Ενδέχεται να κρύβει μια επιθετικότητα σε ασυνείδητο επίπεδο της μάνας προς το παιδί.
Ομοίως η λίμπιντο, (όπως την εννοούμε ως αγάπη και σεξουαλική ενέργεια/ διάθεση), πέρα από το ενστικτώδη φύση της, είναι γεγονός ότι υπόκειται και σε κοινωνικό έλεγχο. Υπάρχει μια προτεραιοποίηση στη σύγχρονη ζωή, που συνήθως ακολουθεί τη διαδρομή δουλειά, λεφτά, οικογένεια.
Παρατηρούμε δηλαδή, ότι υπάρχει ένας έλεγχος της σεξουαλικότητας και της αγάπης της ίδιας κατ’ επέκταση, με αποτέλεσμα οι γυναίκες να αναγκάζονται να καταψύξουν τα ωάρια, να καταψύξουν την αγάπη συμβολικά και να την ξαναζεστάνουν και να τη θρέψουν αργότερα, όταν θα είναι ώριμες οι συνθήκες, σύμφωνα με το κοινωνικό γίγνεσθαι.
Κατά ανάλογο τρόπο, στην ενήλικη ζωή η σεξουαλική προσέγγιση του άλλου καταλήγει σε μια βίαιη πράξη πόνου και ηδονής.
Ακόμα και η αγάπη στην πραγματικότητα είναι εγωιστική. Εκείνος που αγαπάει, τα θέλει όλα. Η αγάπη μόνο σε υπερβατικές μορφές είναι αλτρουιστική.
Κατά κύριο λόγο, διατυπώνουμε στους γύρω μας ένα κυρίαρχο αίτημα: να αγαπηθούμε ολοκληρωτικά, να γίνουμε ένα με τον άλλον, να τον καταβροχθίσουμε.
Πολύ συχνά βέβαια ο άλλος είτε δεν είναι έτοιμος για την ολοκληρωτική αγάπη είτε δε τη θέλει.
Ζητάμε να αγαπηθούμε συνήθως, διότι δεν το μάθαμε. Διεκδικούμε δε συχνά με λάθος τρόπο να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε, τη στιγμή που δε μπορούμε καν να αγαπήσουμε τον εαυτό μας, να αγαπήσουμε εμείς εμάς.
Είναι πλέον φανερό πως παράλληλα με τη λίμπιντο (επιθυμία για παιδιά, σεξουαλική επιθυμία, αγάπη προς εμάς και προς τον άλλον) εκφράζεται και μια επιθετικότητα. Έρως και θάνατος πάνε χέρι χέρι.
Ο μύθος των κατάλληλων συνθηκών
Μια αναμονή-άλλοθι που οδηγεί στη στασιμότητα. Ο Μ. ανήκει στην πλειοψηφία των σημερινών 30άρηδων- μένει στο πατρικό σπίτι, δουλεύει περισσότερο και αμείβεται λιγότερο, τρομάζει και θυμώνει με τα νέα μέτρα, θέλει να μείνει μόνος του, θέλει να βρει άλλη δουλειά, θέλει να κάνει οικογένεια, θέλει να αλλάξει τη ζωή του... αλλά μάλλον τώρα οι συνθήκες δεν είναι κατάλληλες...Ο Μ. περιμένει τις κατάλληλες συνθήκες...
... Κάποια στιγμή θα υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες- πότε; Σύντομα; Κανείς δεν ξέρει την απάντηση, κανείς δε μπορεί να το προσδιορίσει αυτό με σιγουριά.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη παγίδα από τις κατάλληλες συνθήκες. Μπορούμε να τις περιμένουμε μια ζωή και να μην έρθουν ποτέ. Σαφώς και μερικές φάσεις στη ζωή μας είναι πιο δύσκολες ή πιο εύκολες, αλλά κατάλληλες, ιδανικές συνθήκες υπάρχουν; Και ποιος τις ορίζει τελικά τις κατάλληλες συνθήκες;
Οι κατάλληλες συνθήκες είναι ένα άλλοθι που έχουμε δημιουργήσει στο μυαλό μας και μας απαλλάσσει από την ευθύνη απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό- το εξιλαστήριο θύμα για όσα θέλουμε να κάνουμε αλλά φοβόμαστε τις αλλαγές που θα φέρουν στη ζωή μας. Το να περιμένουμε τις κατάλληλες συνθήκες είναι σα να ζούμε τη ζωή μας στη φαντασία μας, in vitro. Zούμε με ασφάλεια- ζούμε όμως καλά; Ζούμε όπως θα θέλαμε;
Προχωρώντας στο γνωστό μονοπάτι, αποκλείουμε χίλιους άλλους δρόμους που θα μας οδηγούσαν σε χίλιες άλλες επιλογές.
Αξίζει η ασφάλεια να αρνηθούμε τις τόσες διαφορετικές ζωές που θα μπορούσαμε να ζήσουμε;
Αξίζει το τίμημα της ελευθερίας να ζήσουμε με τρόπο μοναδικό, με ένα τρόπο που εκφράζει αυτό που είμαστε;
Και τελικά, υπάρχει μεγαλύτερη ασφάλεια σε έναν σταθερά απρόβλεπτο κόσμο από το να πατάς στα πόδια σου και να χαράσσεις το δικό σου χάρτη, με τα προσωπικά σου μονοπάτια- να δημιουργείς μόνος τις κατάλληλες συνθήκες;
Γιατί τελικά όλες συνθήκες στη ζωή μας δεν είναι παρά πηλός στα χέρια μας.
... Κάποια στιγμή θα υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες- πότε; Σύντομα; Κανείς δεν ξέρει την απάντηση, κανείς δε μπορεί να το προσδιορίσει αυτό με σιγουριά.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη παγίδα από τις κατάλληλες συνθήκες. Μπορούμε να τις περιμένουμε μια ζωή και να μην έρθουν ποτέ. Σαφώς και μερικές φάσεις στη ζωή μας είναι πιο δύσκολες ή πιο εύκολες, αλλά κατάλληλες, ιδανικές συνθήκες υπάρχουν; Και ποιος τις ορίζει τελικά τις κατάλληλες συνθήκες;
Οι κατάλληλες συνθήκες είναι ένα άλλοθι που έχουμε δημιουργήσει στο μυαλό μας και μας απαλλάσσει από την ευθύνη απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό- το εξιλαστήριο θύμα για όσα θέλουμε να κάνουμε αλλά φοβόμαστε τις αλλαγές που θα φέρουν στη ζωή μας. Το να περιμένουμε τις κατάλληλες συνθήκες είναι σα να ζούμε τη ζωή μας στη φαντασία μας, in vitro. Zούμε με ασφάλεια- ζούμε όμως καλά; Ζούμε όπως θα θέλαμε;
Προχωρώντας στο γνωστό μονοπάτι, αποκλείουμε χίλιους άλλους δρόμους που θα μας οδηγούσαν σε χίλιες άλλες επιλογές.
Αξίζει η ασφάλεια να αρνηθούμε τις τόσες διαφορετικές ζωές που θα μπορούσαμε να ζήσουμε;
Αξίζει το τίμημα της ελευθερίας να ζήσουμε με τρόπο μοναδικό, με ένα τρόπο που εκφράζει αυτό που είμαστε;
Και τελικά, υπάρχει μεγαλύτερη ασφάλεια σε έναν σταθερά απρόβλεπτο κόσμο από το να πατάς στα πόδια σου και να χαράσσεις το δικό σου χάρτη, με τα προσωπικά σου μονοπάτια- να δημιουργείς μόνος τις κατάλληλες συνθήκες;
Γιατί τελικά όλες συνθήκες στη ζωή μας δεν είναι παρά πηλός στα χέρια μας.
Έρμαν Έσσε: Χωρίς προσωπικότητα δεν υπάρχει Αγάπη
Το δημοφιλές παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, Το Ασχημόπαπο, έχει ως ερμηνευτικό κλειδί για τον ενήλικο αναγνώστη την αναζήτηση του εαυτού.
Το ασχημόπαπο γεννιέται ανάμεσα σε άλλα παπάκια, όμως είναι διαφορετικό. Δεν το αναγνωρίζουν ως ίδιο με εκείνα και το απορρίπτουν.
Προσπαθεί να τα κάνει να το αγαπήσουν, ελπίζει να γίνει σαν εκείνα, αλλά δε μπορεί, γιατί στο βάθος είναι διαφορετικό.
Νιώθει κατώτερο και περιφρονημένο και πασχίζει να γίνει αποδεκτό.
Αλλά, όσο το ασχημόπαπο δεν ανακαλύπτει την ταυτότητά του, δε βρίσκει την αγάπη -όσο δεν ανακαλύπτει πως είναι κύκνος και δεν αποδέχεται αυτό που είναι, δε μπορεί να αγαπήσει αληθινά, ούτε να αγαπηθεί.
Η αναζήτηση αποδοχής από το ασχημόπαπο ξεκινάει με κατεύθυνση προς τα έξω, καθώς προσπαθεί να ενταχθεί, θέλει να είναι κάτι που δεν είναι.
Αλλά, στην περίπτωση του παραμυθιού, το ασχημόπαπο δεν ξεγελάει με τη θέλησή του, απλώς βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση χωρίς να ξέρει το γιατί.
Πρέπει να ξεκινήσει μια πορεία που θα το οδηγήσει να ανακαλύψει ποιο είναι, και αυτό θα του επιτρέψει να βρει την αγάπη των άλλων.
Πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να δείχνουν κάτι που δεν είναι, είτε γιατί νομίζουν πως αυτό θέλουν οι άλλοι είτε γιατί δεν τους αρέσει το πώς είναι.
Είναι εξαρτημένοι από τη γνώμη των άλλων και χρειάζονται απελπισμένα την επιδοκιμασία τους.
Όμως, η αληθινή αγάπη δε γεννιέται από τη στέρηση, με το να περιμένουμε να καλύψει ο άλλος τα εσωτερικά μας κενά ή να μας πει τι πρέπει να κάνουμε.
Αγαπάμε κάτι αληθινά, μόνο αποδεχόμενοι αυτό που είναι.
Μόνο αν αποδεχτούμε τον εαυτό μας όπως είναι, συμπεριλαμβανομένων των πληγών μας, θα μπορέσουμε να είμαστε κύριοι της ζωής μας.
Και γι’ αυτό πρέπει πρώτα να γνωρίσουμε τον εαυτό μας.
Κι έτσι, οι άλλοι θα μπορέσουν να αγαπήσουν το πρόσωπο που πραγματικά είμαστε και όχι ένα προσωπείο που έχουμε δημιουργήσει.
Ένα γνωστό τάνγκο με στίχους του Κάρλος Αντρές Μπαρ λέει:
«Δε θα μπορέσω να γίνω καλύτερος, αν και το θέλεις αφού με παροτρύνεις ν’ αλλάξω, δε θα μπορέσω να γίνω καλύτερος, αν και το θέλω, και για τη δική σου αγάπη και για τη δική μου.
Αγάπα με όπως είμαι, με την αγάπη μου και τα πιστεύω μου, αγάπα με όπως είμαι, με την ενοχή μου και τη μνησικακία μου, μην περιμένεις από μένα, για να μ’ αγαπήσεις, να πάψω να είμαι εγώ».
Έρμαν Έσσε
Το ασχημόπαπο γεννιέται ανάμεσα σε άλλα παπάκια, όμως είναι διαφορετικό. Δεν το αναγνωρίζουν ως ίδιο με εκείνα και το απορρίπτουν.
Προσπαθεί να τα κάνει να το αγαπήσουν, ελπίζει να γίνει σαν εκείνα, αλλά δε μπορεί, γιατί στο βάθος είναι διαφορετικό.
Νιώθει κατώτερο και περιφρονημένο και πασχίζει να γίνει αποδεκτό.
Αλλά, όσο το ασχημόπαπο δεν ανακαλύπτει την ταυτότητά του, δε βρίσκει την αγάπη -όσο δεν ανακαλύπτει πως είναι κύκνος και δεν αποδέχεται αυτό που είναι, δε μπορεί να αγαπήσει αληθινά, ούτε να αγαπηθεί.
Η αναζήτηση αποδοχής από το ασχημόπαπο ξεκινάει με κατεύθυνση προς τα έξω, καθώς προσπαθεί να ενταχθεί, θέλει να είναι κάτι που δεν είναι.
Αλλά, στην περίπτωση του παραμυθιού, το ασχημόπαπο δεν ξεγελάει με τη θέλησή του, απλώς βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση χωρίς να ξέρει το γιατί.
Πρέπει να ξεκινήσει μια πορεία που θα το οδηγήσει να ανακαλύψει ποιο είναι, και αυτό θα του επιτρέψει να βρει την αγάπη των άλλων.
Πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να δείχνουν κάτι που δεν είναι, είτε γιατί νομίζουν πως αυτό θέλουν οι άλλοι είτε γιατί δεν τους αρέσει το πώς είναι.
Είναι εξαρτημένοι από τη γνώμη των άλλων και χρειάζονται απελπισμένα την επιδοκιμασία τους.
Όμως, η αληθινή αγάπη δε γεννιέται από τη στέρηση, με το να περιμένουμε να καλύψει ο άλλος τα εσωτερικά μας κενά ή να μας πει τι πρέπει να κάνουμε.
Αγαπάμε κάτι αληθινά, μόνο αποδεχόμενοι αυτό που είναι.
Μόνο αν αποδεχτούμε τον εαυτό μας όπως είναι, συμπεριλαμβανομένων των πληγών μας, θα μπορέσουμε να είμαστε κύριοι της ζωής μας.
Και γι’ αυτό πρέπει πρώτα να γνωρίσουμε τον εαυτό μας.
Κι έτσι, οι άλλοι θα μπορέσουν να αγαπήσουν το πρόσωπο που πραγματικά είμαστε και όχι ένα προσωπείο που έχουμε δημιουργήσει.
Ένα γνωστό τάνγκο με στίχους του Κάρλος Αντρές Μπαρ λέει:
«Δε θα μπορέσω να γίνω καλύτερος, αν και το θέλεις αφού με παροτρύνεις ν’ αλλάξω, δε θα μπορέσω να γίνω καλύτερος, αν και το θέλω, και για τη δική σου αγάπη και για τη δική μου.
Αγάπα με όπως είμαι, με την αγάπη μου και τα πιστεύω μου, αγάπα με όπως είμαι, με την ενοχή μου και τη μνησικακία μου, μην περιμένεις από μένα, για να μ’ αγαπήσεις, να πάψω να είμαι εγώ».
Έρμαν Έσσε
Πως ο εγκέφαλός μας διαστρεβλώνει την πραγματικότητα
Τρόποι με τους οποίους ο εγκέφαλός μας διαστρεβλώνει την πραγματικότητα: Η γνώση που συγκεντρώνουμε από τις επιστημονικές μελέτες εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πως ερμηνεύουμε τα στοιχεία. Οι ερμηνείες, όμως, υπακούν στους ίδιους κανόνες που διέπουν τις αντιλήψεις μας για την πραγματικότητα. Είναι γεμάτες παραδοχές, γενικεύσεις, παραλείψεις και λάθη. Στις κοινωνικές επιστήμες, αυτά τα λάθη αποκαλούνται γνωστικές προκαταλήψεις.
Αυτές οι προκαταλήψεις είναι ενσωματωμένες τόσο στους αντιληπτικούς και τους συναισθηματικούς μηχανισμούς του εγκεφάλου όσο και στους γνωστικούς.
Μέχρι να φτάσει η αντιληπτική πληροφορία στη συνείδηση, το άτομο έχει προλάβει να την μετατρέψει σε κάτι καινούργιο και μοναδικό. Αυτή η ανακατασκευή της πραγματικότητας αποτελεί το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζουμε τα πιστεύω μας για τον κόσμο. Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των πιστεύω μας παίζει επίσης η λογική, η ορθή σκέψη και η κοινωνική συναίνεση. Οι παράγοντες αυτοί επηρεάζουν και τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε τον κόσμο. Αν εντοπίσουμε αυτές τις προκαταλήψεις, μπορούμε να γίνουμε πιο πιστοί.
Τα τελευταία 50 χρόνια, ερευνητές, επιστήμονες, ψυχολόγοι και κοινωνιολόγοι ταυτοποίησαν εκατοντάδες γνωστικές, κοινωνικές και συμπεριφορικές διαδικασίες, αλλά και διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Παρακάτω, συγκέντρωσα 27 προκαταλήψεις τις οποίες θεωρώ απαραίτητες για την αξιολόγηση των αντιλήψεών μας και των πιστεύω μας για τον κόσμο.
Η προκατάληψη της οικογένειας. Όλοι μας έχουμε την προδιάθεση να πιστεύουμε αυτόματα τις πληροφορίες που μας παρέχουν μέλη της οικογένειάς μας και στενοί φίλοι. Από τότε που γεννιόμαστε, ο εγκέφαλός μας βασίζεται σε αυτά τα άτομα, γι’ αυτό και τείνουμε να αποδεχόμαστε τον κόσμο χωρίς να ελέγχουμε τα γεγονότα.
Η προκατάληψη της εξουσίας. Τείνουμε να πιστεύουμε ανθρώπους που κατέχουν θέσεις ισχύος και γοήτρου. Τους θεωρούμε πιο αξιόπιστους, χωρίς να ελέγχουμε τις πηγές τους.
Η προκατάληψη της γοητείας. Θεωρούμε πιο αξιόπιστους τους πιο ψηλούς και γοητευτικούς ανθρώπους, επειδή ο εγκέφαλός μας έλκεται από αυτό που τον ευχαριστεί αισθητικά. Οι πιο ευπαρουσίαστοι άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες να μας πείσουν.
Η προκατάληψη της επιβεβαίωσης. Έχουμε την τάση να δίνουμε έμφαση σε πληροφορίες που στηρίζουν τα πιστεύω μας, ενώ υποσυνείδητα αγνοούμε ή απορρίπτουμε πληροφορίες που τα αντικρούουν. Από τη στιγμή που τα πιστεύω μας έχουν ενσωματωθεί στο νευρικό μας κύκλωμα, στοιχεία που αντιτίθεται σε αυτά δεν μπορούν πολλές φορές να εισβάλλουν στις υπάρχουσες διαδικασίες του εγκεφάλου.
Η προκατάληψη της αυτοεξυπηρέτησης. Σε συνδυασμό με την προκατάληψη της επιβεβαίωσης, εμφανίζουμε επίσης την τάση να συντηρούμε πεποιθήσεις που ευνοούν τα προσωπικά μας συμφέροντα και τους προσωπικούς μας στόχους.
Η προκατάληψη της ομάδας. Υποσυνείδητα, υιοθετούμε ευνοϊκή μεταχείριση για τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας μας και σπάνια αμφισβητούμε τα πιστεύω τους, επειδή ο εγκέφαλός μας είναι έτσι κατασκευασμένος, ώστε να αναζητά τη συμφωνία με τους γύρω του.
Η προκατάληψη για άτομα εκτός ομάδας. Γενικά, απορρίπτουμε ή υποτιμούμε τα πιστεύω ανθρώπων που δεν ανήκουν στην ομάδα μας, κυρίως όταν οι πεποιθήσεις τους διαφέρουν αισθητά από τις δικές μας. Επιπλέον, έχουμε τη βιολογική προδιάθεση να αναστατωνόμαστε όταν ερχόμαστε σε επαφή με ανθρώπους διαφορετικού εθνοτικού και πολιτιστικού υποβάθρου – έστω κι αν είναι μέλη της ομάδας μας.
Η προκατάληψη της κοινωνικής συναίνεσης. Όσο περισσότερο οι άλλοι συμφωνούν μαζί μας, τόσο περισσότερο πιστεύουμε ότι οι πεποιθήσεις μας είναι αληθινές. Αντίθετα, όσο περισσότερο διαφωνούν οι άλλοι μαζί μας, τόσο πιθανότερο είναι να καταπιέσουμε και να αμφισβητήσουμε τα ίδια μας τα πιστεύω – ακόμα κι όταν είναι σωστά.
Η προκατάληψη του πλήθους. Αυτή η προκατάληψη αντικατοπτρίζει την τάση μας να υιοθετούμε το σύστημα πεποιθήσεων της ομάδας στην οποία ανήκουμε. Όσο περισσότεροι άνθρωποι μας περιβάλλουν, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες να τροποποιήσουμε τα πιστεύω μας για να ταιριάζουν με τα δικά τους.
Η προκατάληψη της προβολής. Συχνά υποθέτουμε, χωρίς να το επαληθεύουμε, ότι τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας μας έχουν παρόμοια πιστεύω, παρόμοιες ηθικές αξίες και βλέπουν τον κόσμο μέσα από τα μάτια μας. Η CIA περιγράφει αυτή την προκατάληψη ως τη νοοτροπία “όλοι σκέφτονται όπως εμείς” και τη θεωρεί μια από τις πιο επικίνδυνες – επειδή οι διαφορετικοί πολιτισμοί και οι διαφορετικοί τύποι ανθρώπων (όπως οι τρομοκράτες) δεν σκέφτονται όπως εμείς.
Η προκατάληψη της προσμονής. Όταν ψάχνουμε για πληροφορίες, ή όταν κάνουμε κάποια έρευνα, έχουμε την τάση να “ανακαλύπτουμε” αυτό ακριβώς που ψάχνουμε. Στην ιατρική, οι διπλά τυφλές μελέτες έχουν σκοπό να εξαλείψουν αυτή τη διαβρωτική προκατάληψη.
Η προκατάληψη των “μαγικών αριθμών”. Οι αριθμοί επηρεάζουν τα πιστεύω μας εξαιτίας των ισχυρών ποσοτικών λειτουργιών του εγκεφάλου. Όσο πιο μεγάλος και υποβλητικός είναι ένας αριθμός, τόσο μεγαλύτερη είναι και η συναισθηματική του αντίδραση. Κι αυτή με τη σειρά της ενδυναμώνει την εμπιστοσύνη μας στην πληροφορία που προσδιορίζεται ποσοτικά.
Η προκατάληψη της πιθανότητας. Μας αρέσει να πιστεύουμε ότι είμαστε πιο τυχεροί από τους άλλους και ότι μπορούμε να καταπολεμήσουμε τις ανισότητες (άτομα με κατάθλιψη τείνουν να πιστεύουν το αντίθετο). Αυτή η αισιοδοξία είναι επίσης γνωστή ως η προκατάληψη του τζογαδόρου.
Αν στρίψεις ένα νόμισμα, και φέρεις κορώνα 9 φορές στη σειρά, οι περισσότεροι άνθρωποι θα στοιχηματίσουν πολλά λεφτά ότι την επόμενη φορά θα είναι γράμματα. Φυσικά, οι πιθανότητες παραμένουν ίδιες κάθε φορά που στρίβεις ένα νόμισμα: πάντα υπάρχουν 50 τοις εκατό πιθανότητες να φέρεις γράμματα.
Επίσης, όλοι κουβαλάμε “μαγικές” προκαταλήψεις από την παιδική μας ηλικία. Έτσι, πολλοί ενήλικες, κυρίως οι τζογαδόροι, έχουν πάνω τους διάφορα φυλαχτά (ένα τετράφυλλο τριφύλλι, ένα λαγοπόδαρο, ένα νόμισμα) που υποτίθεται ότι τους φέρνουν τύχη.
Η προκατάληψη της αιτίας-αποτελέσματος. Ο εγκέφαλός μας έχει την προδιάθεση να κάνει συνειρμούς ανάμεσα σε δύο γεγονότα, ακόμη κι όταν δεν υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ τους. Αν πιεις κάποιο βότανο και σου περάσει το κρυολόγημα, τότε αποδίδεις την ανάρρωσή σου στο βότανο αυτό, έστω κι αν σε αυτό συνέβαλαν στην πραγματικότητα δεκάδες άλλοι άσχετοι παράγοντες.
Η προκατάληψη της ευχαρίστησης. Τείνουμε να πιστεύουμε ότι οι ευχάριστες εμπειρίες αντικατοπτρίζουν μεγαλύτερες αλήθειες απ’ ό,τι οι δυσάρεστες εμπειρίες. Εν μέρει επειδή τα κέντρα ευχαρίστησης του εγκεφάλου βοηθούν στον έλεγχο της δύναμης των αντιλήψεων, των αναμνήσεων και των σκέψεων.
Η προκατάληψη της προσωποποίησης. Δείχνουμε ιδιαίτερη προτίμηση στο να δίνουμε αρετές έμψυχων όντων σε άψυχα αντικείμενα. Επίσης. συνηθίζουμε να δίνουμε ανθρώπινη μορφή ή μορφή ζώου σε αφηρημένα ερεθίσματα (σκιές, συγκεχυμένους θορύβους, κ.λπ.). Αυτή η αντιληπτική και γνωστική λειτουργία πυροδοτεί διάφορες δεισιδαιμονίες.
Η προκατάληψη της αντίληψης. Ο εγκέφαλός μας υποθέτει αυτόματα ότι οι αντιλήψεις και τα πιστεύω μας αντιπροσωπεύουν αντικειμενικές αλήθειες για τον εαυτό μας και τον κόσμο. Εξ ου και η έκφραση “Αν δεν το δω, δεν το πιστεύω”.
Η προκατάληψη της επιμονής. Όταν πιστεύουμε σε κάτι, επιμένουμε ότι είναι αληθινό, ακόμη κι όταν έχουμε στη διάθεσή μας στοιχεία που λένε το αντίθετο. Και όσο περισσότερο συντηρούμε ορισμένες πεποιθήσεις, τόσο πιο βαθιά εντυπώνονται στο νευρικό μας κύκλωμα.
Η προκατάληψη της ψευδούς μνήμης. Ο εγκέφαλός μας τείνει να συγκρατεί για περισσότερο χρονικό διάστημα ψευδείς απ’ ότι αληθείς μνήμες. Επίσης, είναι εύκολο να εμφυτεύσεις ψευδείς μνήμες σε άλλους όταν υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες και οι πληροφορίες είναι αληθοφανείς.
Η προκατάληψη της θετικής μνήμης. Όταν αναπολούμε το παρελθόν, τείνουμε να ωραιοποιούμε τα γεγονότα και να τους δίνουμε μια πιο θετική δύναμη από την πραγματική.
Η προκατάληψη της λογικής. Έχουμε την τάση να πιστεύουμε επιχειρήματα που μας φαίνονται πιο λογικά. Επίσης, συνηθίζουμε να αγνοούμε πληροφορίες που δεν μας φαίνεται ότι βγάζουν νόημα. Όπως έχει πει ο Γουίλιαμ Τζέημς: “Κατά κανόνα, δεν πιστεύουμε τα γεγονότα και τις θεωρίες που φαίνονται άχρηστες”.
Η προκατάληψη της πειθούς. Όταν διαφωνούμε για κάποιο θέμα, πιστεύουμε συνήθως εκείνον που έχει πιο δραματικά και συναισθηματικά επιχειρήματα για μια άποψη. Ο εγκέφαλός μας τείνει να συντονίζεται με τους καλούς ομιλητές, με αποτέλεσμα αν κινδυνεύουμε να πιαστούμε αιχμάλωτοι των συναισθημάτων και των πεποιθήσεών τους.
Η προκατάληψη του πρώτου. Δίνουμε περισσότερο βάρος και θυμόμαστε πιο εύκολα ονόματα και πληροφορίες που αναγράφονται πρώτα σε μια λίστα.
Η προκατάληψη της αβεβαιότητας. Ο εγκέφαλός μας δεν συμπαθεί την αβεβαιότητα και την αοριστία. Γι’ αυτό, από το να μην είμαστε σίγουροι, προτιμάμε είτε να πιστεύουμε είτε να μην πιστεύουμε.
Η προκατάληψη των συναισθημάτων. Τα δυνατά συναισθήματα συνήθως παρεμποδίζουν τη λογική και την ορθή κρίση. Ο θυμός έχει την τάση να μας δημιουργεί την πεποίθηση ότι έχουμε δίκιο και το σωστό με το μέρος μας. Η αγωνία υπονομεύει αυτήν ακριβώς την πεποίθηση, ενώ η κατάθλιψη επισκιάζει τις αισιόδοξες πεποιθήσεις.
Η προκατάληψη της δημοσιότητας. Οι εκδότες βιβλίων, εφημερίδων και περιοδικών προτιμούν να εκδίδουν έργα με αίσιο τέλος, ενώ απορρίπτουν έργα με αρνητική έκβαση. Έτσι, μια έρευνα που δεν έχει επίδραση στον κόσμο έχει λιγότερες πιθανότητες να δημοσιευθεί σε σχέση με ένα εύρημα με θετικά αποτελέσματα. Μια άλλη διάσταση αυτής της προκατάληψης είναι η τάση των αναγνωστών να θεωρούν αυτόματα αλήθεια ό,τι δημοσιεύεται, ακόμη κι αν αποτελεί δημοσίευμα του κίτρινου τύπου.
Η προκατάληψη του τυφλού σημείου. Τελευταία, αλλά πολύ σημαντική, είναι η προκατάληψη που οι επιστήμονες αποκαλούν “προκατάληψη του τυφλού σημείου”. Οι περισσότεροι άνθρωποι αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν πόσες γνωστικές προκαταλήψεις έχουν στην πραγματικότητα ή πόσο συχνά πέφτουν θύμα αυτών τους των προκαταλήψεων.
Οι διαφημιστές και οι πολιτικοί έχουν πλήρη επίγνωση αυτών των τυφλών σημείων και στοχεύουν επίτηδες στις δικές μας προκαταλήψεις για να πουλήσουν τα προϊόντα ή τις ιδέες τους. Ως ένα βαθμό, όλοι μας χειραγωγούμε τους άλλους προκειμένου να τους πείσουμε να ενστερνιστούν τα δικά μας πιστεύω.
Το κάνουν οι γονείς με τα παιδιά τους, οι δάσκαλοι με τους μαθητές τους, οι ερευνητές με τους συναδέλφους τους, οι εραστές μεταξύ τους. Δυστυχώς, συχνά το κάνουμε χωρίς να συνειδητοποιούμε τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες του άλλου.
Αυτές οι προκαταλήψεις είναι ενσωματωμένες τόσο στους αντιληπτικούς και τους συναισθηματικούς μηχανισμούς του εγκεφάλου όσο και στους γνωστικούς.
Μέχρι να φτάσει η αντιληπτική πληροφορία στη συνείδηση, το άτομο έχει προλάβει να την μετατρέψει σε κάτι καινούργιο και μοναδικό. Αυτή η ανακατασκευή της πραγματικότητας αποτελεί το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζουμε τα πιστεύω μας για τον κόσμο. Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των πιστεύω μας παίζει επίσης η λογική, η ορθή σκέψη και η κοινωνική συναίνεση. Οι παράγοντες αυτοί επηρεάζουν και τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε τον κόσμο. Αν εντοπίσουμε αυτές τις προκαταλήψεις, μπορούμε να γίνουμε πιο πιστοί.
Τα τελευταία 50 χρόνια, ερευνητές, επιστήμονες, ψυχολόγοι και κοινωνιολόγοι ταυτοποίησαν εκατοντάδες γνωστικές, κοινωνικές και συμπεριφορικές διαδικασίες, αλλά και διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Παρακάτω, συγκέντρωσα 27 προκαταλήψεις τις οποίες θεωρώ απαραίτητες για την αξιολόγηση των αντιλήψεών μας και των πιστεύω μας για τον κόσμο.
Η προκατάληψη της οικογένειας. Όλοι μας έχουμε την προδιάθεση να πιστεύουμε αυτόματα τις πληροφορίες που μας παρέχουν μέλη της οικογένειάς μας και στενοί φίλοι. Από τότε που γεννιόμαστε, ο εγκέφαλός μας βασίζεται σε αυτά τα άτομα, γι’ αυτό και τείνουμε να αποδεχόμαστε τον κόσμο χωρίς να ελέγχουμε τα γεγονότα.
Η προκατάληψη της εξουσίας. Τείνουμε να πιστεύουμε ανθρώπους που κατέχουν θέσεις ισχύος και γοήτρου. Τους θεωρούμε πιο αξιόπιστους, χωρίς να ελέγχουμε τις πηγές τους.
Η προκατάληψη της γοητείας. Θεωρούμε πιο αξιόπιστους τους πιο ψηλούς και γοητευτικούς ανθρώπους, επειδή ο εγκέφαλός μας έλκεται από αυτό που τον ευχαριστεί αισθητικά. Οι πιο ευπαρουσίαστοι άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες να μας πείσουν.
Η προκατάληψη της επιβεβαίωσης. Έχουμε την τάση να δίνουμε έμφαση σε πληροφορίες που στηρίζουν τα πιστεύω μας, ενώ υποσυνείδητα αγνοούμε ή απορρίπτουμε πληροφορίες που τα αντικρούουν. Από τη στιγμή που τα πιστεύω μας έχουν ενσωματωθεί στο νευρικό μας κύκλωμα, στοιχεία που αντιτίθεται σε αυτά δεν μπορούν πολλές φορές να εισβάλλουν στις υπάρχουσες διαδικασίες του εγκεφάλου.
Η προκατάληψη της αυτοεξυπηρέτησης. Σε συνδυασμό με την προκατάληψη της επιβεβαίωσης, εμφανίζουμε επίσης την τάση να συντηρούμε πεποιθήσεις που ευνοούν τα προσωπικά μας συμφέροντα και τους προσωπικούς μας στόχους.
Η προκατάληψη της ομάδας. Υποσυνείδητα, υιοθετούμε ευνοϊκή μεταχείριση για τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας μας και σπάνια αμφισβητούμε τα πιστεύω τους, επειδή ο εγκέφαλός μας είναι έτσι κατασκευασμένος, ώστε να αναζητά τη συμφωνία με τους γύρω του.
Η προκατάληψη για άτομα εκτός ομάδας. Γενικά, απορρίπτουμε ή υποτιμούμε τα πιστεύω ανθρώπων που δεν ανήκουν στην ομάδα μας, κυρίως όταν οι πεποιθήσεις τους διαφέρουν αισθητά από τις δικές μας. Επιπλέον, έχουμε τη βιολογική προδιάθεση να αναστατωνόμαστε όταν ερχόμαστε σε επαφή με ανθρώπους διαφορετικού εθνοτικού και πολιτιστικού υποβάθρου – έστω κι αν είναι μέλη της ομάδας μας.
Η προκατάληψη της κοινωνικής συναίνεσης. Όσο περισσότερο οι άλλοι συμφωνούν μαζί μας, τόσο περισσότερο πιστεύουμε ότι οι πεποιθήσεις μας είναι αληθινές. Αντίθετα, όσο περισσότερο διαφωνούν οι άλλοι μαζί μας, τόσο πιθανότερο είναι να καταπιέσουμε και να αμφισβητήσουμε τα ίδια μας τα πιστεύω – ακόμα κι όταν είναι σωστά.
Η προκατάληψη του πλήθους. Αυτή η προκατάληψη αντικατοπτρίζει την τάση μας να υιοθετούμε το σύστημα πεποιθήσεων της ομάδας στην οποία ανήκουμε. Όσο περισσότεροι άνθρωποι μας περιβάλλουν, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες να τροποποιήσουμε τα πιστεύω μας για να ταιριάζουν με τα δικά τους.
Η προκατάληψη της προβολής. Συχνά υποθέτουμε, χωρίς να το επαληθεύουμε, ότι τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας μας έχουν παρόμοια πιστεύω, παρόμοιες ηθικές αξίες και βλέπουν τον κόσμο μέσα από τα μάτια μας. Η CIA περιγράφει αυτή την προκατάληψη ως τη νοοτροπία “όλοι σκέφτονται όπως εμείς” και τη θεωρεί μια από τις πιο επικίνδυνες – επειδή οι διαφορετικοί πολιτισμοί και οι διαφορετικοί τύποι ανθρώπων (όπως οι τρομοκράτες) δεν σκέφτονται όπως εμείς.
Η προκατάληψη της προσμονής. Όταν ψάχνουμε για πληροφορίες, ή όταν κάνουμε κάποια έρευνα, έχουμε την τάση να “ανακαλύπτουμε” αυτό ακριβώς που ψάχνουμε. Στην ιατρική, οι διπλά τυφλές μελέτες έχουν σκοπό να εξαλείψουν αυτή τη διαβρωτική προκατάληψη.
Η προκατάληψη των “μαγικών αριθμών”. Οι αριθμοί επηρεάζουν τα πιστεύω μας εξαιτίας των ισχυρών ποσοτικών λειτουργιών του εγκεφάλου. Όσο πιο μεγάλος και υποβλητικός είναι ένας αριθμός, τόσο μεγαλύτερη είναι και η συναισθηματική του αντίδραση. Κι αυτή με τη σειρά της ενδυναμώνει την εμπιστοσύνη μας στην πληροφορία που προσδιορίζεται ποσοτικά.
Η προκατάληψη της πιθανότητας. Μας αρέσει να πιστεύουμε ότι είμαστε πιο τυχεροί από τους άλλους και ότι μπορούμε να καταπολεμήσουμε τις ανισότητες (άτομα με κατάθλιψη τείνουν να πιστεύουν το αντίθετο). Αυτή η αισιοδοξία είναι επίσης γνωστή ως η προκατάληψη του τζογαδόρου.
Αν στρίψεις ένα νόμισμα, και φέρεις κορώνα 9 φορές στη σειρά, οι περισσότεροι άνθρωποι θα στοιχηματίσουν πολλά λεφτά ότι την επόμενη φορά θα είναι γράμματα. Φυσικά, οι πιθανότητες παραμένουν ίδιες κάθε φορά που στρίβεις ένα νόμισμα: πάντα υπάρχουν 50 τοις εκατό πιθανότητες να φέρεις γράμματα.
Επίσης, όλοι κουβαλάμε “μαγικές” προκαταλήψεις από την παιδική μας ηλικία. Έτσι, πολλοί ενήλικες, κυρίως οι τζογαδόροι, έχουν πάνω τους διάφορα φυλαχτά (ένα τετράφυλλο τριφύλλι, ένα λαγοπόδαρο, ένα νόμισμα) που υποτίθεται ότι τους φέρνουν τύχη.
Η προκατάληψη της αιτίας-αποτελέσματος. Ο εγκέφαλός μας έχει την προδιάθεση να κάνει συνειρμούς ανάμεσα σε δύο γεγονότα, ακόμη κι όταν δεν υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ τους. Αν πιεις κάποιο βότανο και σου περάσει το κρυολόγημα, τότε αποδίδεις την ανάρρωσή σου στο βότανο αυτό, έστω κι αν σε αυτό συνέβαλαν στην πραγματικότητα δεκάδες άλλοι άσχετοι παράγοντες.
Η προκατάληψη της ευχαρίστησης. Τείνουμε να πιστεύουμε ότι οι ευχάριστες εμπειρίες αντικατοπτρίζουν μεγαλύτερες αλήθειες απ’ ό,τι οι δυσάρεστες εμπειρίες. Εν μέρει επειδή τα κέντρα ευχαρίστησης του εγκεφάλου βοηθούν στον έλεγχο της δύναμης των αντιλήψεων, των αναμνήσεων και των σκέψεων.
Η προκατάληψη της προσωποποίησης. Δείχνουμε ιδιαίτερη προτίμηση στο να δίνουμε αρετές έμψυχων όντων σε άψυχα αντικείμενα. Επίσης. συνηθίζουμε να δίνουμε ανθρώπινη μορφή ή μορφή ζώου σε αφηρημένα ερεθίσματα (σκιές, συγκεχυμένους θορύβους, κ.λπ.). Αυτή η αντιληπτική και γνωστική λειτουργία πυροδοτεί διάφορες δεισιδαιμονίες.
Η προκατάληψη της αντίληψης. Ο εγκέφαλός μας υποθέτει αυτόματα ότι οι αντιλήψεις και τα πιστεύω μας αντιπροσωπεύουν αντικειμενικές αλήθειες για τον εαυτό μας και τον κόσμο. Εξ ου και η έκφραση “Αν δεν το δω, δεν το πιστεύω”.
Η προκατάληψη της επιμονής. Όταν πιστεύουμε σε κάτι, επιμένουμε ότι είναι αληθινό, ακόμη κι όταν έχουμε στη διάθεσή μας στοιχεία που λένε το αντίθετο. Και όσο περισσότερο συντηρούμε ορισμένες πεποιθήσεις, τόσο πιο βαθιά εντυπώνονται στο νευρικό μας κύκλωμα.
Η προκατάληψη της ψευδούς μνήμης. Ο εγκέφαλός μας τείνει να συγκρατεί για περισσότερο χρονικό διάστημα ψευδείς απ’ ότι αληθείς μνήμες. Επίσης, είναι εύκολο να εμφυτεύσεις ψευδείς μνήμες σε άλλους όταν υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες και οι πληροφορίες είναι αληθοφανείς.
Η προκατάληψη της θετικής μνήμης. Όταν αναπολούμε το παρελθόν, τείνουμε να ωραιοποιούμε τα γεγονότα και να τους δίνουμε μια πιο θετική δύναμη από την πραγματική.
Η προκατάληψη της λογικής. Έχουμε την τάση να πιστεύουμε επιχειρήματα που μας φαίνονται πιο λογικά. Επίσης, συνηθίζουμε να αγνοούμε πληροφορίες που δεν μας φαίνεται ότι βγάζουν νόημα. Όπως έχει πει ο Γουίλιαμ Τζέημς: “Κατά κανόνα, δεν πιστεύουμε τα γεγονότα και τις θεωρίες που φαίνονται άχρηστες”.
Η προκατάληψη της πειθούς. Όταν διαφωνούμε για κάποιο θέμα, πιστεύουμε συνήθως εκείνον που έχει πιο δραματικά και συναισθηματικά επιχειρήματα για μια άποψη. Ο εγκέφαλός μας τείνει να συντονίζεται με τους καλούς ομιλητές, με αποτέλεσμα αν κινδυνεύουμε να πιαστούμε αιχμάλωτοι των συναισθημάτων και των πεποιθήσεών τους.
Η προκατάληψη του πρώτου. Δίνουμε περισσότερο βάρος και θυμόμαστε πιο εύκολα ονόματα και πληροφορίες που αναγράφονται πρώτα σε μια λίστα.
Η προκατάληψη της αβεβαιότητας. Ο εγκέφαλός μας δεν συμπαθεί την αβεβαιότητα και την αοριστία. Γι’ αυτό, από το να μην είμαστε σίγουροι, προτιμάμε είτε να πιστεύουμε είτε να μην πιστεύουμε.
Η προκατάληψη των συναισθημάτων. Τα δυνατά συναισθήματα συνήθως παρεμποδίζουν τη λογική και την ορθή κρίση. Ο θυμός έχει την τάση να μας δημιουργεί την πεποίθηση ότι έχουμε δίκιο και το σωστό με το μέρος μας. Η αγωνία υπονομεύει αυτήν ακριβώς την πεποίθηση, ενώ η κατάθλιψη επισκιάζει τις αισιόδοξες πεποιθήσεις.
Η προκατάληψη της δημοσιότητας. Οι εκδότες βιβλίων, εφημερίδων και περιοδικών προτιμούν να εκδίδουν έργα με αίσιο τέλος, ενώ απορρίπτουν έργα με αρνητική έκβαση. Έτσι, μια έρευνα που δεν έχει επίδραση στον κόσμο έχει λιγότερες πιθανότητες να δημοσιευθεί σε σχέση με ένα εύρημα με θετικά αποτελέσματα. Μια άλλη διάσταση αυτής της προκατάληψης είναι η τάση των αναγνωστών να θεωρούν αυτόματα αλήθεια ό,τι δημοσιεύεται, ακόμη κι αν αποτελεί δημοσίευμα του κίτρινου τύπου.
Η προκατάληψη του τυφλού σημείου. Τελευταία, αλλά πολύ σημαντική, είναι η προκατάληψη που οι επιστήμονες αποκαλούν “προκατάληψη του τυφλού σημείου”. Οι περισσότεροι άνθρωποι αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν πόσες γνωστικές προκαταλήψεις έχουν στην πραγματικότητα ή πόσο συχνά πέφτουν θύμα αυτών τους των προκαταλήψεων.
Οι διαφημιστές και οι πολιτικοί έχουν πλήρη επίγνωση αυτών των τυφλών σημείων και στοχεύουν επίτηδες στις δικές μας προκαταλήψεις για να πουλήσουν τα προϊόντα ή τις ιδέες τους. Ως ένα βαθμό, όλοι μας χειραγωγούμε τους άλλους προκειμένου να τους πείσουμε να ενστερνιστούν τα δικά μας πιστεύω.
Το κάνουν οι γονείς με τα παιδιά τους, οι δάσκαλοι με τους μαθητές τους, οι ερευνητές με τους συναδέλφους τους, οι εραστές μεταξύ τους. Δυστυχώς, συχνά το κάνουμε χωρίς να συνειδητοποιούμε τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες του άλλου.
Οι γονεϊκές αλυσίδες που τις λένε «υποχρέωση», «ανάγκη» και «όνειρα άλλων»
Πουλάκι μου! Μα τι γλυκιά και μελιστάλαχτη αυτή η προσφώνηση των μαμάδων -και όχι μόνο- στην Ελλάδα. Να το ακούς από το στόμα της μαμάς όλο αποδοχή και επιδοκιμασία, σε ανεβάζει στον έβδομο ουρανό. Άλλες φορές πάλι ακούς να το λέει με σφιγμένα δόντια, προσπαθώντας να συγκρατήσει το θυμό της, αλλά όπως και να ‘χει είσαι πάντα το πουλάκι της.
Πόσες φορές θα άκουσες τη μαμά σου, τη γιαγιά σου ή τη θεία σου να σου λένε όλο παράπονο Πουλάκι μου φάε το φαγάκι σου, Πουλάκι μου πρόσεχε να μην κρυώσεις, Πουλάκι μου έκανες τα μαθήματά σου;, Πουλάκι μου πρόσεχε να μη χτυπήσεις!, Αχ το πουλάκι μου πόσο μεγάλωσε!…
…και το πουλάκι μεγαλώνει. Τρώει όλα τα φρέσκα μελάτα του αυγά και όλο του το φαί. Πίνει όλο του το γάλα με το ζόρι πριν φύγει για το σχολείο. Δεν αργεί ποτέ να γυρίσει στο σπίτι, όταν αργεί πάντοτε ειδοποιεί και κοιτάζει μόνο τα μαθήματά του. Το πουλάκι αποφεύγει τις κακές παρέες, τις βόλτες με τα μηχανάκια, τα αγόρια που το θέλουν μόνο για να καλοπεράσουν, τα κορίτσια που το θέλουν μόνο για να το τυλίξουν. Δεν κάνει τατουάζ, δεν βάζει σκουλαρίκι σε κάποιο μη εγκεκριμένο σημείο, δεν αντιμιλά στους μεγαλύτερους και φυσικά αριστεύει στο σχολείο. Το πουλάκι της μαμάς μπαίνει στο πανεπιστήμιο, αλλά κάπου μακριά. Το πουλάκι πρέπει να φύγει, πρέπει να μάθει να πετάει. Τα καταφέρνει και θέλει να πετάξει ακόμα πιο μακριά. Η μαμά ανησυχεί, στεναχωριέται, φοβάται. Η μαμά θέλει να ξέρει που είναι ανά πάσα στιγμή. Η μαμά το αγαπάει, δε θέλει να περνάει καλά μακριά της. Η μαμά ΔΕΝ θέλει να φύγει μακριά της! Τότε παύει να είναι το πουλάκι της μαμάς.
Θα σου φορέσω δύο αλυσίδες για να σε τραβάω πίσω κοντά μου όποτε το θελήσω λέει η μαμά, τη μια θα την ονομάσω Ενοχές και την άλλη Φόβο.
Πουλάκι θα είσαι, αλλά μόνο στο κλουβί μου!
Το πουλάκι της μαμάς και του μπαμπά, των φίλων και των συγγενών, του σχολείου και της γειτονιάς, του πανεπιστημίου, της εργασίας και της κοινωνίας. Once poulaki, always poulaki.
Ένα πουλάκι με αόρατες αλυσίδες να το τραβάνε πίσω, να μην μπορεί να κάνει βήμα παραπέρα χωρίς φόβο, χωρίς την ανασφάλεια της έγκρισης των πράξεων και των αποφάσεών του, χωρίς να απολογείται. Με τσακισμένα φτερά και χαμηλή αυτοεκτίμηση. Αυτές οι αλυσίδες έχουν πολλά ονόματα. Αγάπη, Ανασφάλεια, Ανάγκη, Υποχρέωση, Όνειρα Άλλων.
Πόσο στ’ αλήθεια αναθεωρώ αυτή την τόσο τρυφερή έκφραση… Τα πουλιά όταν καταφέρουν να πετάξουν μακριά από τη φωλιά θεωρείται το μεγαλύτερο επίτευγμά τους, ενηλικιώνονται και γυρίζουν πίσω μόνο από επιλογή. Όμως υπάρχουν και κάποια πουλάκια που ακόμα προσπαθούν να μεγαλώσουν. Να πιστέψουν στον εαυτό τους, πως έχουν το δικαίωμα και μπορούν να τα καταφέρουν μόνα τους, χωρίς το δεκανίκι της οικογένειας που λειτουργεί γι’ αυτά ως τροχοπέδη. Ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως θα φύγουν μακριά. Μακριά από τα όρια που τους επιβάλει η οικογένεια και τα θέλω της. Μακριά από τα όρια μιας μίζερης κοινωνίας που μόνο τρικλοποδιές ξέρει να βάζει και να καταβαραθρώνει τα όνειρα για μια αξιοπρεπή ζωή. Η κοινωνία άλλωστε είναι ο καθρέφτης της οικογένειας.
Δεν αγαπάς αρκετά τους γονείς σου αν δεν φύγεις για να κυνηγήσεις τα όνειρά σου, με την προϋπόθεση ότι θα γυρίσεις πίσω στο τριώροφο που έχουν χτίσει για σένα και τα αδέρφια σου, ώστε να τελειώσει επιτέλους ο εφιάλτης και να είστε πια μια μεγάλη ευτυχισμένη οικογένεια. Ή μάλλον αγαπάς υπερβολικά τους γονείς σου κι έτσι θα φύγεις από το πατρογονικό σπίτι όταν παντρευτείς, γιατί δε θες να τους αφήσεις μόνους και απροστάτευτους από την ανία του να ασχολούνται μόνο με τη δική τους ζωή και όχι με τη δική σου. Άσε που με την κρίση, που να φεύγεις τώρα, καλά είσαι εκεί που κάθεσαι.
Δεν αγαπάς αρκετά την πατρίδα σου αν δεν φύγεις για μια καλύτερη τύχη στο εξωτερικό και δεν ποθήσεις διακαώς να γυρίσεις πίσω, από την πρώτη στιγμή που θα πατήσεις το πόδι σου στην κακούργα ξενιτιά. Ασχέτως αν αυτή η πατρίδα το μόνο που κάνει είναι να σε διώχνει όλο και πιο μακριά, για να σωθείς από την ανεπάρκειά της να σε κρατήσει σε ένα υγιές περιβάλλον όπου θα μπορείς να ονειρευτείς, να δημιουργήσεις, να ζήσεις.
Κάποια πουλάκια συνηθίζουν στην αιχμαλωσία, κάποια μαραζώνουν και κάποια βρίσκουν την ευκαιρία και το σκάνε. Είναι ΕΠΙΛΟΓΗ τους.
Πουλάκι πολλών ετών.
Πόσες φορές θα άκουσες τη μαμά σου, τη γιαγιά σου ή τη θεία σου να σου λένε όλο παράπονο Πουλάκι μου φάε το φαγάκι σου, Πουλάκι μου πρόσεχε να μην κρυώσεις, Πουλάκι μου έκανες τα μαθήματά σου;, Πουλάκι μου πρόσεχε να μη χτυπήσεις!, Αχ το πουλάκι μου πόσο μεγάλωσε!…
…και το πουλάκι μεγαλώνει. Τρώει όλα τα φρέσκα μελάτα του αυγά και όλο του το φαί. Πίνει όλο του το γάλα με το ζόρι πριν φύγει για το σχολείο. Δεν αργεί ποτέ να γυρίσει στο σπίτι, όταν αργεί πάντοτε ειδοποιεί και κοιτάζει μόνο τα μαθήματά του. Το πουλάκι αποφεύγει τις κακές παρέες, τις βόλτες με τα μηχανάκια, τα αγόρια που το θέλουν μόνο για να καλοπεράσουν, τα κορίτσια που το θέλουν μόνο για να το τυλίξουν. Δεν κάνει τατουάζ, δεν βάζει σκουλαρίκι σε κάποιο μη εγκεκριμένο σημείο, δεν αντιμιλά στους μεγαλύτερους και φυσικά αριστεύει στο σχολείο. Το πουλάκι της μαμάς μπαίνει στο πανεπιστήμιο, αλλά κάπου μακριά. Το πουλάκι πρέπει να φύγει, πρέπει να μάθει να πετάει. Τα καταφέρνει και θέλει να πετάξει ακόμα πιο μακριά. Η μαμά ανησυχεί, στεναχωριέται, φοβάται. Η μαμά θέλει να ξέρει που είναι ανά πάσα στιγμή. Η μαμά το αγαπάει, δε θέλει να περνάει καλά μακριά της. Η μαμά ΔΕΝ θέλει να φύγει μακριά της! Τότε παύει να είναι το πουλάκι της μαμάς.
Θα σου φορέσω δύο αλυσίδες για να σε τραβάω πίσω κοντά μου όποτε το θελήσω λέει η μαμά, τη μια θα την ονομάσω Ενοχές και την άλλη Φόβο.
Πουλάκι θα είσαι, αλλά μόνο στο κλουβί μου!
Το πουλάκι της μαμάς και του μπαμπά, των φίλων και των συγγενών, του σχολείου και της γειτονιάς, του πανεπιστημίου, της εργασίας και της κοινωνίας. Once poulaki, always poulaki.
Ένα πουλάκι με αόρατες αλυσίδες να το τραβάνε πίσω, να μην μπορεί να κάνει βήμα παραπέρα χωρίς φόβο, χωρίς την ανασφάλεια της έγκρισης των πράξεων και των αποφάσεών του, χωρίς να απολογείται. Με τσακισμένα φτερά και χαμηλή αυτοεκτίμηση. Αυτές οι αλυσίδες έχουν πολλά ονόματα. Αγάπη, Ανασφάλεια, Ανάγκη, Υποχρέωση, Όνειρα Άλλων.
Πόσο στ’ αλήθεια αναθεωρώ αυτή την τόσο τρυφερή έκφραση… Τα πουλιά όταν καταφέρουν να πετάξουν μακριά από τη φωλιά θεωρείται το μεγαλύτερο επίτευγμά τους, ενηλικιώνονται και γυρίζουν πίσω μόνο από επιλογή. Όμως υπάρχουν και κάποια πουλάκια που ακόμα προσπαθούν να μεγαλώσουν. Να πιστέψουν στον εαυτό τους, πως έχουν το δικαίωμα και μπορούν να τα καταφέρουν μόνα τους, χωρίς το δεκανίκι της οικογένειας που λειτουργεί γι’ αυτά ως τροχοπέδη. Ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως θα φύγουν μακριά. Μακριά από τα όρια που τους επιβάλει η οικογένεια και τα θέλω της. Μακριά από τα όρια μιας μίζερης κοινωνίας που μόνο τρικλοποδιές ξέρει να βάζει και να καταβαραθρώνει τα όνειρα για μια αξιοπρεπή ζωή. Η κοινωνία άλλωστε είναι ο καθρέφτης της οικογένειας.
Δεν αγαπάς αρκετά τους γονείς σου αν δεν φύγεις για να κυνηγήσεις τα όνειρά σου, με την προϋπόθεση ότι θα γυρίσεις πίσω στο τριώροφο που έχουν χτίσει για σένα και τα αδέρφια σου, ώστε να τελειώσει επιτέλους ο εφιάλτης και να είστε πια μια μεγάλη ευτυχισμένη οικογένεια. Ή μάλλον αγαπάς υπερβολικά τους γονείς σου κι έτσι θα φύγεις από το πατρογονικό σπίτι όταν παντρευτείς, γιατί δε θες να τους αφήσεις μόνους και απροστάτευτους από την ανία του να ασχολούνται μόνο με τη δική τους ζωή και όχι με τη δική σου. Άσε που με την κρίση, που να φεύγεις τώρα, καλά είσαι εκεί που κάθεσαι.
Δεν αγαπάς αρκετά την πατρίδα σου αν δεν φύγεις για μια καλύτερη τύχη στο εξωτερικό και δεν ποθήσεις διακαώς να γυρίσεις πίσω, από την πρώτη στιγμή που θα πατήσεις το πόδι σου στην κακούργα ξενιτιά. Ασχέτως αν αυτή η πατρίδα το μόνο που κάνει είναι να σε διώχνει όλο και πιο μακριά, για να σωθείς από την ανεπάρκειά της να σε κρατήσει σε ένα υγιές περιβάλλον όπου θα μπορείς να ονειρευτείς, να δημιουργήσεις, να ζήσεις.
Κάποια πουλάκια συνηθίζουν στην αιχμαλωσία, κάποια μαραζώνουν και κάποια βρίσκουν την ευκαιρία και το σκάνε. Είναι ΕΠΙΛΟΓΗ τους.
Πουλάκι πολλών ετών.
Η ευτυχία κρύβεται μέσα στον πυρήνα σου
Το κλειδί της ευτυχίας κρύβεται μέσα στον πυρήνα σου.
Αυτός όμως ο πυρήνας δεν έχει καμία σχέση με τα όνειρά σου.
Αυτός επίσης ο πυρήνας δεν έχει καμία σχέση με εκείνον που ονειρεύεται τα συγκεκριμένα όνειρα.
Αυτός ο πυρήνας δεν έχει καμία σχέση με τις δυσκολίες σου στην περιφέρεια.
Επίσης δεν έχει καμία σχέση με αυτόν που κατοχύρωσε ή μπλέχτηκε σε αυτές τις δυσκολίες.
Ο πυρήνας σου είναι η ίδια η πηγή της ζωής και δεν έχει καμία σχέση με τον κόσμο των…ψευδαισθήσεων. Υπάρχει πέρα από τον χρόνο όπως τον αντιλαμβάνεσαι, και το σπουδαιότερο είναι ότι βρίσκεται μέσα σε εσένα.
Το κλειδί της ευτυχίας βρίσκεται μέσα σ’ εσένα γιατί αυτό είναι το αληθινό σου πρόσωπο.
Έχει αφεθεί μέσα σου για να βρεις τον δρόμο του γυρισμού εύκολα.
Υπόσχεται ευτυχία, όχι γιατί αυτή θα είναι η επιβράβευσή σου για την επιτυχία του εγχειρήματος.
Υπόσχεται ευτυχία γιατί ο πυρήνας σου είναι η ίδια η κατοικία της ευτυχίας.
Αυτός όμως ο πυρήνας δεν έχει καμία σχέση με τα όνειρά σου.
Αυτός επίσης ο πυρήνας δεν έχει καμία σχέση με εκείνον που ονειρεύεται τα συγκεκριμένα όνειρα.
Αυτός ο πυρήνας δεν έχει καμία σχέση με τις δυσκολίες σου στην περιφέρεια.
Επίσης δεν έχει καμία σχέση με αυτόν που κατοχύρωσε ή μπλέχτηκε σε αυτές τις δυσκολίες.
Ο πυρήνας σου είναι η ίδια η πηγή της ζωής και δεν έχει καμία σχέση με τον κόσμο των…ψευδαισθήσεων. Υπάρχει πέρα από τον χρόνο όπως τον αντιλαμβάνεσαι, και το σπουδαιότερο είναι ότι βρίσκεται μέσα σε εσένα.
Το κλειδί της ευτυχίας βρίσκεται μέσα σ’ εσένα γιατί αυτό είναι το αληθινό σου πρόσωπο.
Έχει αφεθεί μέσα σου για να βρεις τον δρόμο του γυρισμού εύκολα.
Υπόσχεται ευτυχία, όχι γιατί αυτή θα είναι η επιβράβευσή σου για την επιτυχία του εγχειρήματος.
Υπόσχεται ευτυχία γιατί ο πυρήνας σου είναι η ίδια η κατοικία της ευτυχίας.
Οι αναστημένοι θεοί άλλων παραδόσεων...
...χιλιάδες χρόνια πριν το χριστιανισμό.
Είναι γεγονός ότι ο θάνατος απασχόλησε την ανθρωπότητα από τις πρώτες στιγμές που συνειδητοποίησε τον εαυτό της.
Δεν είναι εξάλλου καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι το παλιότερο σωζόμενο γραπτό μνημείο του ανθρώπινου πολιτισμού, το πανάρχαιο Έπος του Γκιλγκαμές, περιστρέφεται γύρω από το οντολογικό ερώτημα γιατί υπάρχει ο θάνατος.
Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη γιατί ο άνθρωπος μετέφερε τη συζήτηση για τα της ζωής και τα μετά της ζωής στις λατρευτικές του πίστεις, καθώς η οργανωμένη θρησκεία ήρθε τώρα να απαντήσει στην προαιώνια αυτή ανθρώπινη περιέργεια.
Όπως κάθε χρόνο διανύουν οι πιστοί χριστιανοί τη ''Μεγάλη Εβδομάδα'' και τα ''Πάθη του Χριστού'' σκόπιμο είναι να ρίξουμε μια ματιά σε θεϊκές οντότητες που επέστρεψαν από την άλλη πλευρά του ποταμού της ζωής, καθώς η παγκόσμια μυθολογία είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα.
Το μοτίβο του θεού που πεθαίνει και επιστρέφει στη ζωή επαναλαμβάνεται διαρκώς σε ολότελα διαφορετικά πολιτισμικά και θρησκευτικά περιβάλλοντα, από τον ευρωπαϊκό Βορρά και τη Μέση Ανατολή μέχρι και τις εσχατιές της Αμερικής.
Η ανάσταση του θεού ενέχει συχνά τόσο κυριολεκτική όσο και συμβολική χροιά και τα αναρίθμητα ιστορικά παραδείγματα συνεχίζουν να επιβεβαιώνουν τη σαγήνη που ασκούσε και συνεχίζει να ασκεί ο θάνατος στον άνθρωπο.
Από τις λεγόμενες αβραμικές θρησκείες και τις παγανιστικές και νεοπαγανιστικές θρησκευτικές παραδόσεις μέχρι και τις λατρείες της Ανατολής και του Νέου Κόσμου, η ανάσταση του νεκρού θεού έρχεται και επανέρχεται, με την ίδια δυναμική που επιμένει να έρχεται και να επανέρχεται στον νου του ανθρώπου ο θάνατος…
ΌΣΙΡΙΣ
Ο ταπεινός θεός της Φύσης αρχικά στο αιγυπτιακό θεϊκό στερέωμα αναδείχθηκε σε μια από τις σημαντικότερες θεότητες του αιγυπτιακού σύμπαντος όταν άρχισε να διαφεντεύει τη βλάστηση, ακολουθώντας την πορεία της καλλιέργειας: ο Όσιρις πέθαινε κατά τον θερισμό και αναγεννιόταν με τη σπορά. Κι έτσι μετατράπηκε σε «Κύριο του Κάτω Κόσμου» και «Άρχοντα των Νεκρών».
Οι αναρίθμητοι αιγυπτιακοί μύθοι για την καταγωγή του Όσιρι κάνουν όλοι λόγο για τις περιπέτειές του στις δύο όχθες της ζωής και στον δρόμο προς τη θεοποίησή του πέθανε και αναγεννήθηκε τουλάχιστον δύο φορές. Είναι γνωστές από τον Πλούταρχο και τον Διόδωρο τον Σικελιώτη οι μυθολογικές εκδοχές για την επαναφορά του στη ζωή. Στην πρώτη περίπτωση, ο Όσιρις δολοφονήθηκε από τον ζηλιάρη αδερφό του Σεθ και το πτώμα του εναποτέθηκε στον Νείλο. Η αδερφή και σύζυγός του Ίσιδα περιμάζεψε τη σορό και με τη βοήθεια μαγικών τελετουργικών τον επανάφερε στη ζωή. Ο Όσιρις όμως πέθανε λίγο αργότερα και ήταν πάλι ο Σεθ υπαίτιος: αυτή τη φορά διαμέλισε το σώμα του και διασκόρπισε τα κομμάτια του στις τέσσερις γωνιές της οικουμένης.
Η Ίσιδα περιμάζεψε με κόπο τα απομεινάρια του για να τα ενταφιάσει παραδοσιακά και οι αιγύπτιοι θεοί αναγνωρίζοντας την αφοσίωσή της τον επανέφεραν από τον κόσμο των νεκρών, θεοποιώντας τον αυτή τη φορά. Πλέον ήταν ο Θεός των Νεκρών και με την ιδιότητα αυτή αναρριχήθηκε μέχρι τις πρώτες θέσεις του αιγυπτιακού πανθέου…
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δεν ήταν λίγοι οι μελετητές που έσπευσαν να αναγνωρίσουν αναλογίες μεταξύ Όσιρι και θεοτήτων του ελληνικού Δωδεκάθεου, φτάνοντας να τον εξομοιώσουν τελικά με τον Διόνυσο. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν διάφοροι μύθοι για το πώς απέκτησε ο θεός την επωνυμία «δισσότοκος» και για το πόσο λυσσαλέα τον κυνήγησε η πάντοτε ζηλιάρα Ήρα, ο δημοφιλέστερος παραμένει αυτός που θέλει τον Δία να θαμπώνεται από την ομορφιά της παρθένας κόρης του Κάδμου, Σεμέλης, και να ενώνεται μαζί της. Καρπός του έρωτά τους ήταν ο Διόνυσος.
Έξαλλη από τη ζήλεια της και θέλοντας να τους εκδικηθεί, η Ήρα εμφανίζεται στη Σεμέλη και την πείθει να ζητήσει από τον Δία να εμφανιστεί μπροστά της με τη θεϊκή μορφή του, ως απόδειξη της αγάπης του. Όταν λοιπόν εμφανίστηκε μπροστά της ο Ζευς σε όλο του το θεϊκό μεγαλείο, η θνητή Σεμέλη δεν άντεξε τη λάμψη των κεραυνών και των βροντών που έφευγαν από τα χέρια του. Την τύλιξαν οι φλόγες, αν και ο Δίας πρόλαβε και έσωσε το παιδί που είχε στα σπλάχνα της, ράβοντάς το τώρα στον μηρό του.
Έπειτα από εννιά μήνες, ο Διόνυσος ξαναγεννήθηκε από το πόδι του πατέρα του, κάτι που έφερε τα παρατσούκλια «μηρορραφής», «διμήτωρ» και «δισσότοκος»! Σύμφωνα με την άλλη εκδοχή, η Ήρα ξαπέστειλε τους Τιτάνες να τον σκοτώσουν. Αυτοί τον έκοψαν κομμάτια και τον έφαγαν, αφήνοντας μόνο την καρδιά του. Έπειτα ο Δίας τον ανέστησε κυοφορώντας τον στον μηρό του. Ο μύθος του θανάτου και της ανάστασης συνδέθηκε και στο ελληνικό πάνθεο με τη βλάστηση και την καρποφορία και ο Διόνυσος έμεινε τελικά γνωστός ως θεός του οίνου και της αμπέλου…
ΆΔΩΝΙΣ
Στις παραδόσεις των λαών της Ανατολικής Μεσογείου υπάρχουν τουλάχιστον μια ντουζίνα θεοί που βιώνουν το δράμα του θανάτου αλλά και τη λύτρωση της ανάστασης. Πλατιά διαδεδομένη στη Φοινίκη και την Ασία, αιώνες πριν από τη γέννηση του Ιησού, ήταν η λατρεία του θεού Άδωνι, ενός σημιτικού θεού δηλαδή που έγινε δεκτός από τους Έλληνες από πολύ νωρίς, ήδη από τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Άδωνις υπήρξε καρπός μιας άνομης συνεύρεσης πατέρα και κόρης (του Κινύρα και της Αμαζόνας Σμύρνας), γεννήθηκε όμως τόσο ωραίος ώστε η ίδια η Αφροδίτη, που προκάλεσε την ειδεχθή αιμομιξία, τον ερωτεύτηκε παράφορα.
Έδωσε έτσι το βρέφος στην Περσεφόνη να το μεγαλώσει στο βασίλειο του Άδη και ο Άδωνης έγινε αργότερα ένας πανέμορφος άντρας. Τόσο η Περσεφόνη όσο και η Αφροδίτη τον ερωτεύτηκαν και τη θεϊκή διαμάχη ανέλαβε να λύσει ο Δίας, ο οποίος κατέληξε τελικά ότι ο Άδωνις το ένα τρίτο του χρόνου του θα το περνούσε με την Περσεφόνη, το άλλο τρίτο με την Αφροδίτη και το υπόλοιπο του χρόνου όπου εκείνος ήθελε. Κάθε φορά που κατέβαινε ο Άδωνις στον κάτω κόσμο, η φύση πάγωνε και τα λουλούδια μαραίνονταν, καθώς η κάθοδος του Άδωνι στο βασίλειο του Άδη συμβόλιζε τον χειμώνα.
Όμως ο Άρης καραδοκούσε. Αιώνια ερωτευμένος με την Αφροδίτη, θέλησε να βγάλει τον Άδωνι από τη μέση, στέλνοντάς τον οριστικά στο σκοτεινό βασίλειο του κάτω κόσμου. Έτσι μια μέρα που ο Άδωνις είχε πάει για κυνήγι, ο Άρης μεταμορφώθηκε σε αγριογούρουνο και τον σκότωσε. Προς τιμή του Άδωνι, εορταζόταν τα Αδώνια, με συμμετοχή αποκλειστικά γυναικών, που πενθηφορούσαν και τελούσαν «πάντα τα εις κηδείας καθιερωμένα». Οι γυναίκες θρηνούσαν γοερά και κόπτονταν για τον θανόντα θεό και την επόμενη μέρα γιόρταζαν την ανάστασή του…
ΌΝΤΙΝ
Το βαρύ πυροβολικό του βορειοευρωπαϊκού παγανισμού δεν ήταν άλλο από τον πατέρα των τοπικών θεών, τον φοβερό Όντιν. Η σκανδιναβική μυθολογία προέρχεται από τα αρχαία γερμανικά φύλα, τα οποία μετανάστευαν επί αιώνες στον Βορρά και μετέφεραν εκεί τη λατρεία του Θορ, του Όντιν, του Τιρ, της Φρέγια και των άλλων μελών του αρχαίου τευτονικού πανθέου. Κορυφαίος όλων ήταν ο θεός Οντιν, ο οποίος δεν δίστασε να θυσιάσει ένα από τα μάτια του για να λάβει ως αντάλλαγμα την απόλυτη σοφία.
Ο πατέρας όλων των θεών των Βίκινγκ, μια συναρπαστική και πολύπλευρη φιγούρα που λειτουργούσε ως σαμάνος θεραπευτής όταν δεν ήταν θεός του πολέμου, της μάχης, του θανάτου, αλλά και της ποίησης, της μουσικής, της προφητείας και της μαγείας, κατέβαινε στο πεδίο της μάχης πάνω στο άλογό του με τα οκτώ πόδια, έχοντας τα κοράκια Σκέψη και Μνήμη πάντα στους ώμους του. Το μάτι δεν ήταν όμως το μόνο που θυσίασε ο Όντιν στην οδύσσειά του για την απόλυτη γνώση και το δώρο της προφητείας, καθώς σύντομα θα ακολουθούσε και η ίδια του η ζωή.
Σύμφωνα με την ισλανδική μυθολογία, ο Όντιν κρεμάστηκε πάνω στο Δέντρο της Ζωής (όπου και παρέμεινε για εννιά μέρες) και τρυπήθηκε στα πλευρά με λόγχη ώστε να αποκτήσει για λογαριασμό θεών και ανθρώπων τη γνώση των ρούνων και του κόσμου των νεκρών, αλλά και την ικανότητα να προφητεύει το μέλλον. Μετά την αυτοθυσία του, ο Όντιν επέστρεψε στον κόσμο των ανθρώπων πιο δυνατός από ποτέ…
ΓΚΑΝΕΣΑ
Ο Γκανέσα, εξαιτίας της ελεφαντίσιας κεφαλής του, παραμένει ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους θεούς του ινδουισμού. Τόσο οι πανάρχαιες ρίζες της θρησκείας όσο και ο μεγάλος αριθμός των παραδόσεων μάς έχουν κληροδοτήσει μια μεγάλη ποικιλία από ιστορίες που εξηγούν πώς απέκτησε αυτό το μάλλον ανορθόδοξο κεφάλι. Κατά μια εκδοχή, ο Γκανέσα ήταν γιος του Σίβα και της Παρβάτι και η μητέρα του τον είχε βάλει να φυλάει τα ιδιαίτερα διαμερίσματά της. Μια μέρα, ο Σίβα επιχείρησε να μπει στην κρεβατοκάμαρα της Παρβάτι και συνάντησε την αντίθετη γνώμη του Γκανέσα, γι’ αυτό και του έκοψε με μια κίνηση το κεφάλι.
Η μητέρα του ενοχλήθηκε φυσικά από το τραγικό γεγονός, οπότε ο Σίβα υποχρεώθηκε να αντισταθμίσει τον βιαστικό αποκεφαλισμό του Γκανέσα επαναφέροντάς τον από τον κόσμο των νεκρών. Κατά τη διάρκεια της ανάστασης όμως ο Σίβα σκέφτηκε να δώσει στον νεκρό ακόμα Γκανέσα το κεφάλι ελέφαντα, πιθανότατα για να τον κάνει λιγότερο όμορφο. Γι’ αυτό και είναι ο θεός της σοφίας, των τεχνών, των γραμμάτων και της ευημερίας, αλλά όχι και του κάλλους…
ΛΕΜΙΝΚΑΙΚΕΝ
Ο κοκκινοτρίχης θεός του φινλανδικού παγανισμού ήταν ένας λαϊκός ήρωας που επιδόθηκε σε μια προσωπική οδύσσεια, μια αποστολή δηλαδή να αιχμαλωτίσει έναν από τους μαύρους κύκνους του ποταμού του κάτω κόσμου. Σκοτώθηκε βέβαια προσπαθώντας και η σορός του βυθίστηκε στο νερό, παρασύρθηκε από το ρεύμα και χάθηκε από προσώπου γης. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το σώμα του διαμελίστηκε καθώς συγκρουόταν στα βράχια και τα απομεινάρια του διασκορπίστηκαν στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη.
Η μητέρα του όμως, που δεν σταμάτησε ποτέ να τον αναζητεί, περιμάζεψε ένα-ένα τα κομμάτια του και τα έραψε κατόπιν, αν και αυτό δεν τον επανέφερε στη ζωή. Γιατί χρειαζόταν γι’ αυτό το ειδικό μέλι των θεών, τη συγκολλητική ουσία που διέθετε τη μαγική δύναμη να επαναφέρει κάποιον στη ζωή. Κι έτσι η χαροκαμένη μάνα, με τη βοήθεια κάποιων θεών, έστειλε μια μέλισσα να κλέψει μια στάλα από το θεϊκό μέλι, το οποίο έκανε τελικά το μαγικό.
ΤΑΜΟΥΖ
Η αρχαία σημιτική θεότητα της ευφορίας και της βλάστησης ήταν ένας θεός των Σουμερίων η λατρεία του οποίου γενικεύτηκε στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και περιλήφθηκε στο πάνθεο των Ασσύριων και των Βαβυλώνιων. Ο Ταμούζ ξεκίνησε μάλιστα τη θεϊκή του καριέρα ως κοινός θνητός, αν και βασιλιάς. Τον επέλεξε κάποια στιγμή ως αντικείμενο έρωτα η θεά Ινάννα και από δω ξεκινούν οι περιπέτειές του.
Γιατί, σύμφωνα με το Έπος του Γκιλγκαμές, ό,τι κι αν αγαπούσε η Ιστάρ (η βαβυλωνιακή εκδοχή της Ινάνα, η Αστάρτη), κατέληγε χωρίς πνοή μέσα του και ο Ταμούζ δεν αποτέλεσε εξαίρεση, κι έτσι βρέθηκε πριν καλά-καλά το καταλάβει στον κόσμο των νεκρών. Η Ινάνα μαλάκωσε όμως στις αντιδράσεις της και πήγε να τον σώσει από το βασίλειο του σκότους. Κι έτσι τον επανέφερε στη ζωή και τον έκανε θεό, αν και όχι μια φορά, αλλά πολλές, σε έναν αδιάκοπο κύκλο θανάτου και ανάστασης. Κάθε χρόνο, ο Ταμούζ πέθαινε και η Μέση Ανατολή βυθιζόταν στον καύσωνα και την ξηρασία.
Όταν επέστρεφε η περίοδος των βροχών και οι σπόροι άρχιζαν να βλασταίνουν, αυτό ήταν σημάδι της ανάστασής του. Σύμφωνα με άλλη -επίσης πανάρχαια- παραλλαγή του σουμερικού μύθου, ο Ταμούζ ήταν ο θεός ποιμένας που επέλεξε να κατέβει στον Άδη στη θέση της αγαπημένης του συζύγου, θεάς Ινάνα. Η αδελφή του, Γεστινάνα, δέχτηκε να περνά τον μισό χρόνο στον κάτω κόσμο για λογαριασμό του. Ο μύθος παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την ιστορία του Άδωνι…
ΚΕΤΖΑΛΚΟΑΤΛ
Μια από τις κυρίαρχες θεότητες των πολιτισμών της Κεντρικής Αμερικής που παρουσιάζει χτυπητές ομοιότητες με τη χριστιανική ιστορία της ανάστασης είναι ο περίφημος Κετζαλκόατλ, η εικονογραφία του οποίου τον θέλει φτερωτό φίδι, όταν το πανάσχημο και παραμορφωμένο παρουσιαστικό του μεταμορφώθηκε στην τρομακτική αυτή μορφή. Ο θεός των Αζτέκων, των Μάγια (Κουκουλκάν στον πολιτισμό αυτό) και των γειτονικών φυλών του Μεξικού ήταν ο αφέντης των ουρανού και ο δημιουργός των νόμων, αν και είναι η ιδιαίτερη ιστορία του που μας ενδιαφέρει εδώ.
Μεθυσμένος λοιπόν και τυφλωμένος από έρωτα, επιδόθηκε σε σεξουαλικές περιπτύξεις με την αδερφή του και όταν ξεμέθυσε δεν είχε πού να κρυφτεί από την ντροπή του. Κλείστηκε λοιπόν σε μια σαρκοφάγο και ρίχτηκε στο ποτάμι για να πνιγεί, αν και η θεϊκή του φύση δεν κατέθετε εύκολα τα όπλα της ζωής. Κι έτσι ρίχτηκε στην πυρά με όλα του τα υπάρχοντα: οι στάχτες του ανήλθαν στους αιθέρες και έγιναν πουλιά, την ίδια ώρα που η καρδιά του έφτασε στα ανώτερα στρώματα του ουρανού και αποκρυσταλλώθηκε στον Αυγερινό. Έπειτα από τέσσερις μέρες στον κάτω κόσμο, βρήκε τελικά τη θέση του στο πάνθεο των Αζτέκων.
Ο θάνατος και η ανάστασή του συνδέθηκαν με τη μυθολογία της δημιουργίας και καταστροφής του κόσμου στις Τέσσερις (πρώτες) Εποχές, ενώ ήταν ο κύριος άρχοντας της Πέμπτης Εποχής του κόσμου. Σύμφωνα με άλλο μύθο, ο Κετζαλκόατλ κατέβηκε στον κόσμο των νεκρών και μάζεψε τα οστά των ανθρώπων από τις προηγούμενες εποχές δημιουργίας, τα οποία ράντισε με το αίμα του σε μια πράξη ύστατης αυτοθυσίας και έπλασε έτσι τους ανθρώπους της νέας εποχής. Ο ισπανός κατακτητής του Μεξικού Ερνάν Κορτές εκμεταλλεύτηκε τον θρύλο του Κετζαλκόατλ και παρουσιάστηκε στον Μοντεζούμα Β’ ως προσωποποίηση της θεότητας…
ΚΡΙΣΝΑ
Η σημαντικότατη ινδουιστική θεότητα, η ίδια η μετενσάρκωση του σπουδαίου Βισνού ή το υπέρτατο ον των ινδουιστών, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Σύμφωνα με το άλλο ιερό κείμενο της θρησκείας, το έπος Μαχαμπαράτα, η ανθρώπινη ενσάρκωση του Βισνού σε Κρίσνα (που απεικονίζεται συνήθως ως παιδί που παίζει φλάουτο ή νεαρός πρίγκιπας) του έδινε τη δυνατότητα να καταλαβαίνει καλύτερα την ανθρώπινη φύση και να αλληλεπιδρά με τους πιστούς.
Έπειτα από πάμπολλες περιπέτειες, πολέμους και εξερευνητικές αποστολές στις εσχατιές του σύμπαντος, ο Κρίσνα πήγε σε μια θρησκευτική γιορτή και από τις διαμάχες που ξέσπασαν εκεί αναγκάστηκε να αποσυρθεί σε ένα δάσος για διαλογισμό. Την ώρα λοιπόν που συλλογιζόταν στην πλατιά σκιά ενός δέντρου, ένας κυνηγός τον μπέρδεψε με ελάφι και τον τραυμάτισε θανάσιμα με το βέλος του. Ο Κρίσνα πέθανε και το σώμα του κάηκε τελετουργικά, αν και όντας θεός ήταν μόνο η ανθρώπινη φύση του που άφησε την τελευταία της πνοή. Ο άφθαρτος Κρίσνα ανήλθε στους ουρανούς μετά τη θεϊκή του ανάσταση.
Τη στιγμή του θανάτου του μάλιστα ο ουρανός σκοτείνιασε και ο Κρίσνα κατέβηκε στον κάτω κόσμο, αν και την τρίτη μέρα αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς. Πολλοί μύθοι και θρύλοι έχουν βαλθεί να απαθανατίσουν τα χρονικά του και δεν συμφωνούν όλοι, όπως η ιστορία που απαθανατίζεται στο ιερό κείμενο του ινδουισμού Μπαγκαβάτ Γκίτα.
ΜΙΘΡΑΣ
Την ώρα που ο θεός Άττις της Φρυγίας, άλλη μια υπερφυσική οντότητα συνδεδεμένη με τον κύκλο της ζωής και του θανάτου, θα μπορούσε κάλλιστα να περιληφθεί στη λίστα μας καθώς αναστήθηκε την τρίτη μέρα του θανάτου του (είχε σταυρωθεί πάνω σε δέντρο), ο Μίθρας των Περσών του έκλεψε όλη τη δόξα. Γνωστός και ως «παγανιστής Χριστός», ο θεός των Περσών και μεγάλο όνομα του ζωροαστρισμού γενικεύτηκε στη Δύση: η λατρεία του Μίθρα ανήκει στις μυστηριακές λατρείες που αναδύθηκαν κατά την ελληνιστική εποχή ως μια νέα μορφή θρησκευτικότητας, η οποία έμεινε γνωστή ως μιθραϊσμός.
Ο κόσμος της Ανατολής παντρεύτηκε με τον ελληνορωμαϊκό και η οικουμενική γέννηση του Μίθρα ήταν γεγονός, ως θεός πλέον του ουράνιου φωτός, εγγυητής του όρκου, προστάτης της αλήθειας και εχθρός του ψεύδους. Η λατρεία του εξαπλώθηκε στη Μεσόγειο κατά τους πρώτους αιώνες μ.Χ. και ενείχε εντυπωσιακές ομοιότητες με τη χριστιανική ιστορία του Ιησού από τη Ναζαρέτ, όπως η θεία ευχαριστία. Η ελληνιστική και ρωμαϊκή μυστηριακή λατρεία αντλούσε φυσικά στοιχεία από τον περσικό θεό, ο οποίος στα ιερά ζωροαστρικά συγγράμματα ήταν ο Σωτήρας, ο θεός του Ήλιου και το πνεύμα του καλού.
Ο Μίθρας πέθανε και αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, την ίδια ώρα που οι αναλογίες του με τον Ναζωραίο παραμένουν αξιοσημείωτες. Ο μιθραϊσμός άκμασε στη Ρώμη και το Βατικανό μάλιστα είναι χτισμένο στα ερείπια αρχαίου μιθραίου. Όσο για την επιγραφή...
«Αυτός που δεν θα φάει από το σώμα μου ούτε θα πιει από το αίμα μου έτσι ώστε να γίνει ένα με μένα και εγώ με αυτόν, αυτός δεν θα σωθεί», αυτή η επιγραφή που σώζεται στο Βατικανό, δεν είναι χριστιανική αλλά μιθραϊκή.
Είναι γεγονός ότι ο θάνατος απασχόλησε την ανθρωπότητα από τις πρώτες στιγμές που συνειδητοποίησε τον εαυτό της.
Δεν είναι εξάλλου καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι το παλιότερο σωζόμενο γραπτό μνημείο του ανθρώπινου πολιτισμού, το πανάρχαιο Έπος του Γκιλγκαμές, περιστρέφεται γύρω από το οντολογικό ερώτημα γιατί υπάρχει ο θάνατος.
Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη γιατί ο άνθρωπος μετέφερε τη συζήτηση για τα της ζωής και τα μετά της ζωής στις λατρευτικές του πίστεις, καθώς η οργανωμένη θρησκεία ήρθε τώρα να απαντήσει στην προαιώνια αυτή ανθρώπινη περιέργεια.
Όπως κάθε χρόνο διανύουν οι πιστοί χριστιανοί τη ''Μεγάλη Εβδομάδα'' και τα ''Πάθη του Χριστού'' σκόπιμο είναι να ρίξουμε μια ματιά σε θεϊκές οντότητες που επέστρεψαν από την άλλη πλευρά του ποταμού της ζωής, καθώς η παγκόσμια μυθολογία είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα.
Το μοτίβο του θεού που πεθαίνει και επιστρέφει στη ζωή επαναλαμβάνεται διαρκώς σε ολότελα διαφορετικά πολιτισμικά και θρησκευτικά περιβάλλοντα, από τον ευρωπαϊκό Βορρά και τη Μέση Ανατολή μέχρι και τις εσχατιές της Αμερικής.
Η ανάσταση του θεού ενέχει συχνά τόσο κυριολεκτική όσο και συμβολική χροιά και τα αναρίθμητα ιστορικά παραδείγματα συνεχίζουν να επιβεβαιώνουν τη σαγήνη που ασκούσε και συνεχίζει να ασκεί ο θάνατος στον άνθρωπο.
Από τις λεγόμενες αβραμικές θρησκείες και τις παγανιστικές και νεοπαγανιστικές θρησκευτικές παραδόσεις μέχρι και τις λατρείες της Ανατολής και του Νέου Κόσμου, η ανάσταση του νεκρού θεού έρχεται και επανέρχεται, με την ίδια δυναμική που επιμένει να έρχεται και να επανέρχεται στον νου του ανθρώπου ο θάνατος…
ΌΣΙΡΙΣ
Ο ταπεινός θεός της Φύσης αρχικά στο αιγυπτιακό θεϊκό στερέωμα αναδείχθηκε σε μια από τις σημαντικότερες θεότητες του αιγυπτιακού σύμπαντος όταν άρχισε να διαφεντεύει τη βλάστηση, ακολουθώντας την πορεία της καλλιέργειας: ο Όσιρις πέθαινε κατά τον θερισμό και αναγεννιόταν με τη σπορά. Κι έτσι μετατράπηκε σε «Κύριο του Κάτω Κόσμου» και «Άρχοντα των Νεκρών».
Οι αναρίθμητοι αιγυπτιακοί μύθοι για την καταγωγή του Όσιρι κάνουν όλοι λόγο για τις περιπέτειές του στις δύο όχθες της ζωής και στον δρόμο προς τη θεοποίησή του πέθανε και αναγεννήθηκε τουλάχιστον δύο φορές. Είναι γνωστές από τον Πλούταρχο και τον Διόδωρο τον Σικελιώτη οι μυθολογικές εκδοχές για την επαναφορά του στη ζωή. Στην πρώτη περίπτωση, ο Όσιρις δολοφονήθηκε από τον ζηλιάρη αδερφό του Σεθ και το πτώμα του εναποτέθηκε στον Νείλο. Η αδερφή και σύζυγός του Ίσιδα περιμάζεψε τη σορό και με τη βοήθεια μαγικών τελετουργικών τον επανάφερε στη ζωή. Ο Όσιρις όμως πέθανε λίγο αργότερα και ήταν πάλι ο Σεθ υπαίτιος: αυτή τη φορά διαμέλισε το σώμα του και διασκόρπισε τα κομμάτια του στις τέσσερις γωνιές της οικουμένης.
Η Ίσιδα περιμάζεψε με κόπο τα απομεινάρια του για να τα ενταφιάσει παραδοσιακά και οι αιγύπτιοι θεοί αναγνωρίζοντας την αφοσίωσή της τον επανέφεραν από τον κόσμο των νεκρών, θεοποιώντας τον αυτή τη φορά. Πλέον ήταν ο Θεός των Νεκρών και με την ιδιότητα αυτή αναρριχήθηκε μέχρι τις πρώτες θέσεις του αιγυπτιακού πανθέου…
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δεν ήταν λίγοι οι μελετητές που έσπευσαν να αναγνωρίσουν αναλογίες μεταξύ Όσιρι και θεοτήτων του ελληνικού Δωδεκάθεου, φτάνοντας να τον εξομοιώσουν τελικά με τον Διόνυσο. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν διάφοροι μύθοι για το πώς απέκτησε ο θεός την επωνυμία «δισσότοκος» και για το πόσο λυσσαλέα τον κυνήγησε η πάντοτε ζηλιάρα Ήρα, ο δημοφιλέστερος παραμένει αυτός που θέλει τον Δία να θαμπώνεται από την ομορφιά της παρθένας κόρης του Κάδμου, Σεμέλης, και να ενώνεται μαζί της. Καρπός του έρωτά τους ήταν ο Διόνυσος.
Έξαλλη από τη ζήλεια της και θέλοντας να τους εκδικηθεί, η Ήρα εμφανίζεται στη Σεμέλη και την πείθει να ζητήσει από τον Δία να εμφανιστεί μπροστά της με τη θεϊκή μορφή του, ως απόδειξη της αγάπης του. Όταν λοιπόν εμφανίστηκε μπροστά της ο Ζευς σε όλο του το θεϊκό μεγαλείο, η θνητή Σεμέλη δεν άντεξε τη λάμψη των κεραυνών και των βροντών που έφευγαν από τα χέρια του. Την τύλιξαν οι φλόγες, αν και ο Δίας πρόλαβε και έσωσε το παιδί που είχε στα σπλάχνα της, ράβοντάς το τώρα στον μηρό του.
Έπειτα από εννιά μήνες, ο Διόνυσος ξαναγεννήθηκε από το πόδι του πατέρα του, κάτι που έφερε τα παρατσούκλια «μηρορραφής», «διμήτωρ» και «δισσότοκος»! Σύμφωνα με την άλλη εκδοχή, η Ήρα ξαπέστειλε τους Τιτάνες να τον σκοτώσουν. Αυτοί τον έκοψαν κομμάτια και τον έφαγαν, αφήνοντας μόνο την καρδιά του. Έπειτα ο Δίας τον ανέστησε κυοφορώντας τον στον μηρό του. Ο μύθος του θανάτου και της ανάστασης συνδέθηκε και στο ελληνικό πάνθεο με τη βλάστηση και την καρποφορία και ο Διόνυσος έμεινε τελικά γνωστός ως θεός του οίνου και της αμπέλου…
ΆΔΩΝΙΣ
Στις παραδόσεις των λαών της Ανατολικής Μεσογείου υπάρχουν τουλάχιστον μια ντουζίνα θεοί που βιώνουν το δράμα του θανάτου αλλά και τη λύτρωση της ανάστασης. Πλατιά διαδεδομένη στη Φοινίκη και την Ασία, αιώνες πριν από τη γέννηση του Ιησού, ήταν η λατρεία του θεού Άδωνι, ενός σημιτικού θεού δηλαδή που έγινε δεκτός από τους Έλληνες από πολύ νωρίς, ήδη από τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Άδωνις υπήρξε καρπός μιας άνομης συνεύρεσης πατέρα και κόρης (του Κινύρα και της Αμαζόνας Σμύρνας), γεννήθηκε όμως τόσο ωραίος ώστε η ίδια η Αφροδίτη, που προκάλεσε την ειδεχθή αιμομιξία, τον ερωτεύτηκε παράφορα.
Έδωσε έτσι το βρέφος στην Περσεφόνη να το μεγαλώσει στο βασίλειο του Άδη και ο Άδωνης έγινε αργότερα ένας πανέμορφος άντρας. Τόσο η Περσεφόνη όσο και η Αφροδίτη τον ερωτεύτηκαν και τη θεϊκή διαμάχη ανέλαβε να λύσει ο Δίας, ο οποίος κατέληξε τελικά ότι ο Άδωνις το ένα τρίτο του χρόνου του θα το περνούσε με την Περσεφόνη, το άλλο τρίτο με την Αφροδίτη και το υπόλοιπο του χρόνου όπου εκείνος ήθελε. Κάθε φορά που κατέβαινε ο Άδωνις στον κάτω κόσμο, η φύση πάγωνε και τα λουλούδια μαραίνονταν, καθώς η κάθοδος του Άδωνι στο βασίλειο του Άδη συμβόλιζε τον χειμώνα.
Όμως ο Άρης καραδοκούσε. Αιώνια ερωτευμένος με την Αφροδίτη, θέλησε να βγάλει τον Άδωνι από τη μέση, στέλνοντάς τον οριστικά στο σκοτεινό βασίλειο του κάτω κόσμου. Έτσι μια μέρα που ο Άδωνις είχε πάει για κυνήγι, ο Άρης μεταμορφώθηκε σε αγριογούρουνο και τον σκότωσε. Προς τιμή του Άδωνι, εορταζόταν τα Αδώνια, με συμμετοχή αποκλειστικά γυναικών, που πενθηφορούσαν και τελούσαν «πάντα τα εις κηδείας καθιερωμένα». Οι γυναίκες θρηνούσαν γοερά και κόπτονταν για τον θανόντα θεό και την επόμενη μέρα γιόρταζαν την ανάστασή του…
ΌΝΤΙΝ
Το βαρύ πυροβολικό του βορειοευρωπαϊκού παγανισμού δεν ήταν άλλο από τον πατέρα των τοπικών θεών, τον φοβερό Όντιν. Η σκανδιναβική μυθολογία προέρχεται από τα αρχαία γερμανικά φύλα, τα οποία μετανάστευαν επί αιώνες στον Βορρά και μετέφεραν εκεί τη λατρεία του Θορ, του Όντιν, του Τιρ, της Φρέγια και των άλλων μελών του αρχαίου τευτονικού πανθέου. Κορυφαίος όλων ήταν ο θεός Οντιν, ο οποίος δεν δίστασε να θυσιάσει ένα από τα μάτια του για να λάβει ως αντάλλαγμα την απόλυτη σοφία.
Ο πατέρας όλων των θεών των Βίκινγκ, μια συναρπαστική και πολύπλευρη φιγούρα που λειτουργούσε ως σαμάνος θεραπευτής όταν δεν ήταν θεός του πολέμου, της μάχης, του θανάτου, αλλά και της ποίησης, της μουσικής, της προφητείας και της μαγείας, κατέβαινε στο πεδίο της μάχης πάνω στο άλογό του με τα οκτώ πόδια, έχοντας τα κοράκια Σκέψη και Μνήμη πάντα στους ώμους του. Το μάτι δεν ήταν όμως το μόνο που θυσίασε ο Όντιν στην οδύσσειά του για την απόλυτη γνώση και το δώρο της προφητείας, καθώς σύντομα θα ακολουθούσε και η ίδια του η ζωή.
Σύμφωνα με την ισλανδική μυθολογία, ο Όντιν κρεμάστηκε πάνω στο Δέντρο της Ζωής (όπου και παρέμεινε για εννιά μέρες) και τρυπήθηκε στα πλευρά με λόγχη ώστε να αποκτήσει για λογαριασμό θεών και ανθρώπων τη γνώση των ρούνων και του κόσμου των νεκρών, αλλά και την ικανότητα να προφητεύει το μέλλον. Μετά την αυτοθυσία του, ο Όντιν επέστρεψε στον κόσμο των ανθρώπων πιο δυνατός από ποτέ…
ΓΚΑΝΕΣΑ
Ο Γκανέσα, εξαιτίας της ελεφαντίσιας κεφαλής του, παραμένει ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους θεούς του ινδουισμού. Τόσο οι πανάρχαιες ρίζες της θρησκείας όσο και ο μεγάλος αριθμός των παραδόσεων μάς έχουν κληροδοτήσει μια μεγάλη ποικιλία από ιστορίες που εξηγούν πώς απέκτησε αυτό το μάλλον ανορθόδοξο κεφάλι. Κατά μια εκδοχή, ο Γκανέσα ήταν γιος του Σίβα και της Παρβάτι και η μητέρα του τον είχε βάλει να φυλάει τα ιδιαίτερα διαμερίσματά της. Μια μέρα, ο Σίβα επιχείρησε να μπει στην κρεβατοκάμαρα της Παρβάτι και συνάντησε την αντίθετη γνώμη του Γκανέσα, γι’ αυτό και του έκοψε με μια κίνηση το κεφάλι.
Η μητέρα του ενοχλήθηκε φυσικά από το τραγικό γεγονός, οπότε ο Σίβα υποχρεώθηκε να αντισταθμίσει τον βιαστικό αποκεφαλισμό του Γκανέσα επαναφέροντάς τον από τον κόσμο των νεκρών. Κατά τη διάρκεια της ανάστασης όμως ο Σίβα σκέφτηκε να δώσει στον νεκρό ακόμα Γκανέσα το κεφάλι ελέφαντα, πιθανότατα για να τον κάνει λιγότερο όμορφο. Γι’ αυτό και είναι ο θεός της σοφίας, των τεχνών, των γραμμάτων και της ευημερίας, αλλά όχι και του κάλλους…
ΛΕΜΙΝΚΑΙΚΕΝ
Ο κοκκινοτρίχης θεός του φινλανδικού παγανισμού ήταν ένας λαϊκός ήρωας που επιδόθηκε σε μια προσωπική οδύσσεια, μια αποστολή δηλαδή να αιχμαλωτίσει έναν από τους μαύρους κύκνους του ποταμού του κάτω κόσμου. Σκοτώθηκε βέβαια προσπαθώντας και η σορός του βυθίστηκε στο νερό, παρασύρθηκε από το ρεύμα και χάθηκε από προσώπου γης. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το σώμα του διαμελίστηκε καθώς συγκρουόταν στα βράχια και τα απομεινάρια του διασκορπίστηκαν στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη.
Η μητέρα του όμως, που δεν σταμάτησε ποτέ να τον αναζητεί, περιμάζεψε ένα-ένα τα κομμάτια του και τα έραψε κατόπιν, αν και αυτό δεν τον επανέφερε στη ζωή. Γιατί χρειαζόταν γι’ αυτό το ειδικό μέλι των θεών, τη συγκολλητική ουσία που διέθετε τη μαγική δύναμη να επαναφέρει κάποιον στη ζωή. Κι έτσι η χαροκαμένη μάνα, με τη βοήθεια κάποιων θεών, έστειλε μια μέλισσα να κλέψει μια στάλα από το θεϊκό μέλι, το οποίο έκανε τελικά το μαγικό.
ΤΑΜΟΥΖ
Η αρχαία σημιτική θεότητα της ευφορίας και της βλάστησης ήταν ένας θεός των Σουμερίων η λατρεία του οποίου γενικεύτηκε στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και περιλήφθηκε στο πάνθεο των Ασσύριων και των Βαβυλώνιων. Ο Ταμούζ ξεκίνησε μάλιστα τη θεϊκή του καριέρα ως κοινός θνητός, αν και βασιλιάς. Τον επέλεξε κάποια στιγμή ως αντικείμενο έρωτα η θεά Ινάννα και από δω ξεκινούν οι περιπέτειές του.
Γιατί, σύμφωνα με το Έπος του Γκιλγκαμές, ό,τι κι αν αγαπούσε η Ιστάρ (η βαβυλωνιακή εκδοχή της Ινάνα, η Αστάρτη), κατέληγε χωρίς πνοή μέσα του και ο Ταμούζ δεν αποτέλεσε εξαίρεση, κι έτσι βρέθηκε πριν καλά-καλά το καταλάβει στον κόσμο των νεκρών. Η Ινάνα μαλάκωσε όμως στις αντιδράσεις της και πήγε να τον σώσει από το βασίλειο του σκότους. Κι έτσι τον επανέφερε στη ζωή και τον έκανε θεό, αν και όχι μια φορά, αλλά πολλές, σε έναν αδιάκοπο κύκλο θανάτου και ανάστασης. Κάθε χρόνο, ο Ταμούζ πέθαινε και η Μέση Ανατολή βυθιζόταν στον καύσωνα και την ξηρασία.
Όταν επέστρεφε η περίοδος των βροχών και οι σπόροι άρχιζαν να βλασταίνουν, αυτό ήταν σημάδι της ανάστασής του. Σύμφωνα με άλλη -επίσης πανάρχαια- παραλλαγή του σουμερικού μύθου, ο Ταμούζ ήταν ο θεός ποιμένας που επέλεξε να κατέβει στον Άδη στη θέση της αγαπημένης του συζύγου, θεάς Ινάνα. Η αδελφή του, Γεστινάνα, δέχτηκε να περνά τον μισό χρόνο στον κάτω κόσμο για λογαριασμό του. Ο μύθος παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την ιστορία του Άδωνι…
ΚΕΤΖΑΛΚΟΑΤΛ
Μια από τις κυρίαρχες θεότητες των πολιτισμών της Κεντρικής Αμερικής που παρουσιάζει χτυπητές ομοιότητες με τη χριστιανική ιστορία της ανάστασης είναι ο περίφημος Κετζαλκόατλ, η εικονογραφία του οποίου τον θέλει φτερωτό φίδι, όταν το πανάσχημο και παραμορφωμένο παρουσιαστικό του μεταμορφώθηκε στην τρομακτική αυτή μορφή. Ο θεός των Αζτέκων, των Μάγια (Κουκουλκάν στον πολιτισμό αυτό) και των γειτονικών φυλών του Μεξικού ήταν ο αφέντης των ουρανού και ο δημιουργός των νόμων, αν και είναι η ιδιαίτερη ιστορία του που μας ενδιαφέρει εδώ.
Μεθυσμένος λοιπόν και τυφλωμένος από έρωτα, επιδόθηκε σε σεξουαλικές περιπτύξεις με την αδερφή του και όταν ξεμέθυσε δεν είχε πού να κρυφτεί από την ντροπή του. Κλείστηκε λοιπόν σε μια σαρκοφάγο και ρίχτηκε στο ποτάμι για να πνιγεί, αν και η θεϊκή του φύση δεν κατέθετε εύκολα τα όπλα της ζωής. Κι έτσι ρίχτηκε στην πυρά με όλα του τα υπάρχοντα: οι στάχτες του ανήλθαν στους αιθέρες και έγιναν πουλιά, την ίδια ώρα που η καρδιά του έφτασε στα ανώτερα στρώματα του ουρανού και αποκρυσταλλώθηκε στον Αυγερινό. Έπειτα από τέσσερις μέρες στον κάτω κόσμο, βρήκε τελικά τη θέση του στο πάνθεο των Αζτέκων.
Ο θάνατος και η ανάστασή του συνδέθηκαν με τη μυθολογία της δημιουργίας και καταστροφής του κόσμου στις Τέσσερις (πρώτες) Εποχές, ενώ ήταν ο κύριος άρχοντας της Πέμπτης Εποχής του κόσμου. Σύμφωνα με άλλο μύθο, ο Κετζαλκόατλ κατέβηκε στον κόσμο των νεκρών και μάζεψε τα οστά των ανθρώπων από τις προηγούμενες εποχές δημιουργίας, τα οποία ράντισε με το αίμα του σε μια πράξη ύστατης αυτοθυσίας και έπλασε έτσι τους ανθρώπους της νέας εποχής. Ο ισπανός κατακτητής του Μεξικού Ερνάν Κορτές εκμεταλλεύτηκε τον θρύλο του Κετζαλκόατλ και παρουσιάστηκε στον Μοντεζούμα Β’ ως προσωποποίηση της θεότητας…
ΚΡΙΣΝΑ
Η σημαντικότατη ινδουιστική θεότητα, η ίδια η μετενσάρκωση του σπουδαίου Βισνού ή το υπέρτατο ον των ινδουιστών, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Σύμφωνα με το άλλο ιερό κείμενο της θρησκείας, το έπος Μαχαμπαράτα, η ανθρώπινη ενσάρκωση του Βισνού σε Κρίσνα (που απεικονίζεται συνήθως ως παιδί που παίζει φλάουτο ή νεαρός πρίγκιπας) του έδινε τη δυνατότητα να καταλαβαίνει καλύτερα την ανθρώπινη φύση και να αλληλεπιδρά με τους πιστούς.
Έπειτα από πάμπολλες περιπέτειες, πολέμους και εξερευνητικές αποστολές στις εσχατιές του σύμπαντος, ο Κρίσνα πήγε σε μια θρησκευτική γιορτή και από τις διαμάχες που ξέσπασαν εκεί αναγκάστηκε να αποσυρθεί σε ένα δάσος για διαλογισμό. Την ώρα λοιπόν που συλλογιζόταν στην πλατιά σκιά ενός δέντρου, ένας κυνηγός τον μπέρδεψε με ελάφι και τον τραυμάτισε θανάσιμα με το βέλος του. Ο Κρίσνα πέθανε και το σώμα του κάηκε τελετουργικά, αν και όντας θεός ήταν μόνο η ανθρώπινη φύση του που άφησε την τελευταία της πνοή. Ο άφθαρτος Κρίσνα ανήλθε στους ουρανούς μετά τη θεϊκή του ανάσταση.
Τη στιγμή του θανάτου του μάλιστα ο ουρανός σκοτείνιασε και ο Κρίσνα κατέβηκε στον κάτω κόσμο, αν και την τρίτη μέρα αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς. Πολλοί μύθοι και θρύλοι έχουν βαλθεί να απαθανατίσουν τα χρονικά του και δεν συμφωνούν όλοι, όπως η ιστορία που απαθανατίζεται στο ιερό κείμενο του ινδουισμού Μπαγκαβάτ Γκίτα.
ΜΙΘΡΑΣ
Την ώρα που ο θεός Άττις της Φρυγίας, άλλη μια υπερφυσική οντότητα συνδεδεμένη με τον κύκλο της ζωής και του θανάτου, θα μπορούσε κάλλιστα να περιληφθεί στη λίστα μας καθώς αναστήθηκε την τρίτη μέρα του θανάτου του (είχε σταυρωθεί πάνω σε δέντρο), ο Μίθρας των Περσών του έκλεψε όλη τη δόξα. Γνωστός και ως «παγανιστής Χριστός», ο θεός των Περσών και μεγάλο όνομα του ζωροαστρισμού γενικεύτηκε στη Δύση: η λατρεία του Μίθρα ανήκει στις μυστηριακές λατρείες που αναδύθηκαν κατά την ελληνιστική εποχή ως μια νέα μορφή θρησκευτικότητας, η οποία έμεινε γνωστή ως μιθραϊσμός.
Ο κόσμος της Ανατολής παντρεύτηκε με τον ελληνορωμαϊκό και η οικουμενική γέννηση του Μίθρα ήταν γεγονός, ως θεός πλέον του ουράνιου φωτός, εγγυητής του όρκου, προστάτης της αλήθειας και εχθρός του ψεύδους. Η λατρεία του εξαπλώθηκε στη Μεσόγειο κατά τους πρώτους αιώνες μ.Χ. και ενείχε εντυπωσιακές ομοιότητες με τη χριστιανική ιστορία του Ιησού από τη Ναζαρέτ, όπως η θεία ευχαριστία. Η ελληνιστική και ρωμαϊκή μυστηριακή λατρεία αντλούσε φυσικά στοιχεία από τον περσικό θεό, ο οποίος στα ιερά ζωροαστρικά συγγράμματα ήταν ο Σωτήρας, ο θεός του Ήλιου και το πνεύμα του καλού.
Ο Μίθρας πέθανε και αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, την ίδια ώρα που οι αναλογίες του με τον Ναζωραίο παραμένουν αξιοσημείωτες. Ο μιθραϊσμός άκμασε στη Ρώμη και το Βατικανό μάλιστα είναι χτισμένο στα ερείπια αρχαίου μιθραίου. Όσο για την επιγραφή...
«Αυτός που δεν θα φάει από το σώμα μου ούτε θα πιει από το αίμα μου έτσι ώστε να γίνει ένα με μένα και εγώ με αυτόν, αυτός δεν θα σωθεί», αυτή η επιγραφή που σώζεται στο Βατικανό, δεν είναι χριστιανική αλλά μιθραϊκή.
Πώς προέκυψαν τα μαθηματικά
Τα Ελληνικά μαθηματικά ήταν προϊόν εσωτερικής αναζήτησης και φιλοσοφίας, ή προέκυψαν από τις πρακτικές ανάγκες των ανθρώπων;
Τα Ελληνικά μαθηματικά παραπέμπουν στα μαθηματικά που είναι γραμμένα στην ελληνική γλώσσα από την εποχή του Θαλή του Μιλήσιου (~ 600 π.Χ.) μέχρι το κλείσιμο της Ακαδημίας των Αθηνών, το 529 μ.Χ..
Οι Έλληνες μαθηματικοί ζούσαν σε πόλεις που εξαπλώθηκαν σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο, από την Ιταλία έως τη Βόρεια Αφρική, αλλά παρέμεναν ενωμένοι γλωσσικά και πολιτισμικά. Τα ελληνικά μαθηματικά μετά την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, συχνά ονομάζονται και Ελληνιστικά Μαθηματικά.
Τα ελληνικά μαθηματικά ήταν πολύ πιο περίπλοκα από τα μαθηματικά που αναπτύχθηκαν σε προγενέστερους πολιτισμούς. Όλα τα σωζόμενα αρχεία των προ-ελληνικών μαθηματικών, μας δείχνουν τη χρήση της επαγωγικής λογικής, δηλαδή, τις επαναλαμβανόμενες παρατηρήσεις που χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό των κανόνων του αντίχειρα.
Οι Έλληνες Μαθηματικοί, αντίθετα, έκαναν χρήση του επαγωγικού συλλογισμού. Οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τη λογική για να εξάγουν συμπεράσματα από τους ορισμούς και τα αξιώματα και χρησιμοποιώντας μαθηματική ακρίβεια, να τα αποδείξουν.
Τα ελληνικά μαθηματικά, θεωρείται ότι έχουν ξεκινήσει με το Θαλή το Μιλήσιο (περ. 624-546 π.Χ.) και τον Πυθαγόρα τον Σάμιο (περ. 583-507 π.Χ.). Αν και το εύρος της επιρροής αμφισβητείται, πιθανότατα εμπνεύστηκαν από τα αιγυπτιακά και τα βαβυλωνιακά μαθηματικά.
Σύμφωνα με το μύθο, ο Πυθαγόρας ταξίδεψε στην Αίγυπτο για να μάθει μαθηματικά, γεωμετρία και αστρονομία από τους Αιγύπτιους ιερείς.
Ο Θαλής χρησιμοποιούσε γεωμετρία για την επίλυση προβλημάτων όπως ο υπολογισμός του ύψους των πυραμίδων και την απόσταση των πλοίων από την ακτή. Σε αυτόν αποδίδεται η πρώτη χρήση παραγωγικού συλλογισμού που εφαρμόζεται στη γεωμετρία, το οποίο απορρέει από τα τέσσερα θεωρήματα που υποστηρίζεται ότι απέδειξε ο ίδιος.
Ως αποτέλεσμα, έχει αναγνωριστεί ως ο πρώτος αληθινός μαθηματικός αλλά και ο πρώτος γνωστός άνθρωπος στον οποίο έχει αποδοθεί μια μαθηματική ανακάλυψη. Ο Πυθαγόρας ίδρυσε την Πυθαγόρεια Σχολή, η οποία υποστήριζε ότι τα μαθηματικά κυβερνούν το σύμπαν και σύνθημα της ήταν «Το παν είναι αριθμός».
Ήταν οι Πυθαγόρειοι που επινόησαν τον όρο ¨μαθηματικά» και εκείνοι που ξεκίνησαν, για δικούς του λόγους, τη μελέτη των μαθηματικών. Στους Πυθαγόρειους αποδίδεται η πρώτη απόδειξη του Πυθαγορείου θεωρήματος, αν και η δήλωση του θεωρήματος έχει μια μεγάλη ιστορία, όπως και η απόδειξη της ύπαρξης των άρρητων αριθμών.
Ο Πλάτων (428/427 π.Χ. – 348/347 π.Χ.) παίζει σημαντικό ρόλο στην ιστορία των μαθηματικών κυρίως γιατί ενέπνεε και διεύθυνε τους υπόλοιπους. Η Ακαδημία του Πλάτωνα στην Αθήνα, έγινε το μαθηματικό κέντρο του κόσμου τον 4ο αιώνα π.Χ. και ήταν η Ακαδημία απ’ την οποία προήλθαν κορυφαίοι μαθηματικοί της εποχής όπως ο Εύδοξος από την Κνίδο.
Ο Πλάτωνας ασχολήθηκε επίσης και με τα θεμέλια των μαθηματικών, διευκρίνισε κάποιους ορισμούς και αναδιοργάνωσε τις υποθέσεις. Η αναλυτική μέθοδος αποδίδεται στον Πλάτωνα ενώ και μια φόρμουλα εύρεσης πυθαγορείων τριάδων φέρει το όνομα του.
Ο Εύδοξος (408-περ.355 π.Χ.) ανέπτυξε τη μέθοδο της εξάντλησης, έναν πρόδρομο για τη σύγχρονη ολοκλήρωση και μια θεωρία που αφορούσε λόγους, αποφεύγοντας έτσι το πρόβλημα των ασύμμετρων μεγεθών.
Η πρώτη επέτρεψε τους υπολογισμούς των επιφανειών και των όγκων των καμπυλών, ενώ η τελευταία επέτρεψε στους επόμενους γεωμέτρες να κάνουν σημαντικές προόδους στη γεωμετρία. Αν και ο ίδιος δεν έκανε ειδικές τεχνικές μαθηματικές ανακαλύψεις, ο Αριστοτέλης (384-περ.322 π.Χ.) συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη των μαθηματικών, θέτοντας τις βάσεις της λογικής.
Τον 3ο αιώνα π.Χ., το κορυφαίο κέντρο της μαθηματικής εκπαίδευσης και της έρευνας ήταν το Μουσείο της Αλεξάνδρειας. Εκεί δίδαξε ο Ευκλείδης και έγραψε τα Στοιχεία (περ. 300 π.Χ.), τα οποία θεωρούνται ευρέως ως τα πιο επιτυχημένα και με την μεγαλύτερη επιρροή, βιβλία όλων των εποχών.
Τα Στοιχεία, τα οποία εισήγαγαν τη μαθηματική ακρίβεια μέσω της αξιωματικής μεθόδου, είναι το αρχαιότερο παράδειγμα που χρησιμοποίησε τη μορφή, ορισμός, αξίωμα, θεώρημα και απόδειξη, που χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα. Αν και τα περισσότερα από τα περιεχόμενα των Στοιχείων ήταν γνωστά, ο Ευκλείδης τα τοποθέτησε σε ένα ενιαίο, συνεκτικό και λογικό πλαίσιο.
Τα Στοιχεία ήταν γνωστά σε όλους τους μορφωμένους ανθρώπους της Δύσης μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα και το περιεχόμενο τους εξακολουθεί να διδάσκεται σε τάξεις γεωμετρίας μέχρι και σήμερα.
Εκτός από τα γνωστά θεωρήματα της Ευκλείδειας γεωμετρίας, τα Στοιχεία γράφτηκαν και ως ένα εισαγωγικό εγχειρίδιο που κάλυπτε όλα τα στοιχειώδη μαθηματικά της εποχής, όπως η θεωρία αριθμών, η άλγεβρα και η στερεά γεωμετρία, ενώ περιείχε και τις αποδείξεις ότι η ρίζα του 2 είναι άρρητος αριθμός και ότι υπάρχουν άπειροι πρώτοι αριθμοί.
Ο Ευκλείδης έγραψε και για άλλα θέματα όπως για κωνικές τομές, οπτική, και σφαιρική γεωμετρία, και την μηχανική, αλλά μόνο τα μισά από αυτά έχουν σωθεί.
Ο Αρχιμήδης (287 – 212 π.Χ.) ο Συρακούσιος, θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς της αρχαιότητας, χρησιμοποίησε τη μέθοδο της εξάντλησης για να υπολογίσει την περιοχή κάτω από το τόξο μίας παραβολής με το άθροισμα των άπειρων σειρών, με τρόπο όχι ιδιαίτερα ανόμοιο σε σχέση με τους μοντέρνους λογισμούς.
Επιπλέον απέδειξε ότι κάποιος μπορεί να χρησιμοποιήσει τη μέθοδο της εξάρτησης για να υπολογίσει την τιμή του π με όσο περισσότερη ακρίβεια γίνεται, και να αποσπάσει την πιο ακριβή τιμή του π που έχει υπάρξει, 310⁄71 < π < 310⁄70 .
Επιπλέον σπούδασε την σπείρα, δίνοντας της το όνομα του, εξάγοντας συναρτήσεις από τους όγκους των γεωμετρικών επιφανειών (παραβολή, έλλειψη, υπερβολή), και ενός ευφυέστατου συστήματος για να εκφράζει πολύ μεγάλους αριθμούς.
Ενώ είναι γνωστός για τη συνεισφορά του στη φυσική και σε πολλές μηχανικές συσκευές, ο Αρχιμήδης εγκαθίδρυσε τον εαυτό του ανώτερο από κάθε σκέψη και γενικούς μαθηματικούς κανόνες. Θεώρησε ως το μέγιστο κατόρθωμα του την ανακάλυψη μέτρησης της επιφάνειας και του όγκου μίας σφαίρας, η οποία ισούται με τα 2/3 της επιφάνειας και του όγκου ενός εγγεγραμμένου κυλίνδρου στη σφαίρα.
Ο Απολλώνιος ο Περγαίος (262-190 π.Χ.) έκανε σημαντικές βελτιώσεις στην μελέτη του κώνου, αποδεικνύοντας ότι μπορεί κανείς να παρατηρήσει και τις τρεις διαστάσεις του κώνου μεταβάλλοντας την άκρη του σχήματος έτσι ώστε να δημιουργηθούν δύο αντίθετοι κώνοι με την ίδια άκρη.
Επίσης χάραξε την ορολογία για τους κώνους όπως αυτή χρησιμοποιείται έως και σήμερα, με το όνομα παραβολή (“πλάγιο επίπεδο” ή “σύγκριση”), “έλλειψη” (“‘έλλειψη”), ”υπερβολή” (“μπροστινό επίπεδο”).
Η δουλεία του πάνω στην θεωρία των Κώνων είναι μία από τις καλύτερες όλων των εποχών, ή οποία διατηρείται από την αρχαιότητα έως και σήμερα και από την οποία εκπορεύονται πολλά ανεκτίμητα θεωρήματα για τους κώνους που θα χρησιμοποιηθούν αργότερα από μαθηματικούς και αστρονόμους που θα μελετήσουν την κίνηση των πλανητών, όπως ο Isaac Newton.
Ενώ ούτε ο Απολλώνιος, αλλά ούτε και κανένας άλλος Έλληνα μαθηματικός έκανε την υπέρβαση στον τομέα της γεωμετρίας, η προσέγγιση των καμπυλών από τον Απολλώνιο τείνει να μοιάζει με την μοντέρνα και μέρος του έργου του θα βοηθήσει στην ανάπτυξη της αναλυτικής γεωμετρίας από τον Descartes περίπου 1800 χρόνια μετά.
Περίπου την ίδια εποχή, Ερατοσθένης ο Κυρηναίος (c. 276-194 BC) επινόησε το Κόσκινο του Ερατοσθένη το οποίο έβρισκε τους πρώτους αριθμούς. Ο 3ος αιώνα π.Χ θεωρείται ως ο ” Χρυσός Αιώνας” για τους Έλληνες μαθηματικούς, με προόδους στα καθαρά μαθηματικά σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο ύφεση.
Παρόλα αυτά, στους αιώνες που ακολούθησαν έγιναν σημαντικές πρόοδοι στα εφαρμοσμένα μαθηματικά, και ιδιαίτερα στην τριγωνομετρία , όπου σε μεγάλο βαθμό απευθυνόταν στις ανάγκες των αστροναυτών. Ο Ίππαρχος της Νίκαιας(c. 190-120 π.Χ) θεωρείται ο θεμελιωτής της τριγωνομετρίας και ιδιαίτερα του πρώτου γνωστού τριγωνομετρικού πίνακα, και σε αυτόν οφείλεται επίσης και η συστηματική χρήση του κύκλου με 360 μοίρες.
Ο Ήρων ο Αλεξανδρεύς (c. 10–70 μ.Χ) είναι γνωστός για τον Τύπο του Ήρωνα με τον οποίο βρήκε την περιοχή ενός σκαλινού τριγώνου και ήταν ο πρώτος που αναγνώρισε την πιθανότητα οι αρνητικοί αριθμοί να έχουν τετραγωνική ρίζα.
Ο Μενέλαος ο Αλεξανδρεύς (c. 100 μ.Χ) πρωτοστάτησε στην σφαιρική τριγωνομετρία μέσω του θεωρήματος Μενέλαου. Η πιο ολοκληρωμένη και σημαντική τριγωνομετρική συνεισφορά στην αρχαιότητα ήταν η Αλμαγέστη του Κλαύδιου Πτολεμαίου(c. AD 90-168), ορόσημο στην αστρονομική διατριβή εκ των οποίων οι τριγωνομετρικοί πίνακες χρησιμοποιήθηκαν από αστροναύτες για χιλιάδες χρόνια.
Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος έχει διατυπώσει επίσης και ένα θεώρημα, το θεώρημα του Πτολεμαίου από όπου απορρέουν τριγωνομετρικές ποσότητες, και η πιο ακριβής τιμή του π έξω από την Κίνα μέχρι την μεσαιωνική περίοδο, 3.1416.
Μετά από τον Κλαύδιο ακολούθησε μια περίοδος στασιμότητας, η περίοδος μεταξύ 250 και 350 μερικές φορές αναφέρεται ως ” Ασημένια Χρόνια” των Ελλήνων μαθηματικών. Σε αυτή την περίοδο, ο Διόφαντος ο Αλεξανδρεύς έκανε σημαντικές βελτιώσεις στην άλγεβρα, και συγκεκριμένα την απροσδιόριστη ανάλυση,η οποία είναι επίσης γνωστή ως “Διοφαντική Ανάλυση”.
Η μελέτη των Διοφαντικών εξισώσεων και της Διοφαντικής προσέγγισης είναι μια σημαντική συνεισφορά στις έρευνες που γίνονται εως και σήμερα. Η βασική του δουλεία ήταν πάνω στην Αριθμητική, μια συλλογή από 150 αλγεβρικά προβλήματα τα οποία σχετίζονται με ακριβής λύσεις για τις απροσδιόριστες εξισώσεις.
Η Αριθμητική είχε μια σημαντική επιρροή στους μεταγενέστερους μαθηματικούς, όπως τον Πιέρ Ντε Φερμά , ο οποίος κατέληξε στο φημισμένο του θεώρημα, το Τελευταίο θεώρημα μετά από την προσπάθειά του να γενικεύσει το πρόβλημα που είχε διαβάσει στην Αριθμητική ( αυτό που χωρίζει ένα τετράγωνο σε δύο μικρότερα τετράγωνα). Ο Διόφαντος έκανε επίσης σημαντικές βελτιώσεις στον συμβολισμό, η Αριθμητική ήταν το πρώτο δείγμα από αλγεβρικούς συμβολισμούς και συγκοπές.
Η πρώτη γυναίκα μαθηματικός στην ιστορία ήταν η Υπατία της Αλεξάνδρειας (350 – 415 μ.Χ.). Διαδέχθηκε τον πατέρα της ως Βιβλιοθηκάριος τηε Μεγίστης Βιβλιοθήκης και συνέγραψε μεγάλο έργο πάνω στα εφαρμοσμένα μαθηματικά.
Λόγω μίας πολιτικής αντιπαράθεσης, τιμωρήθηκε από την Χριστιανική αδελφότητα της Αλεξάνδρειας, θεωρώντας την ως συνένοχο, μαστιγώνοντας την γυμνή και αφαιρώντας της το δέρμα χρησιμοποιώντας όστρακα (φήμες κάνουν λόγο για κεραμίδια).
Τα Ελληνικά μαθηματικά παραπέμπουν στα μαθηματικά που είναι γραμμένα στην ελληνική γλώσσα από την εποχή του Θαλή του Μιλήσιου (~ 600 π.Χ.) μέχρι το κλείσιμο της Ακαδημίας των Αθηνών, το 529 μ.Χ..
Οι Έλληνες μαθηματικοί ζούσαν σε πόλεις που εξαπλώθηκαν σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο, από την Ιταλία έως τη Βόρεια Αφρική, αλλά παρέμεναν ενωμένοι γλωσσικά και πολιτισμικά. Τα ελληνικά μαθηματικά μετά την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, συχνά ονομάζονται και Ελληνιστικά Μαθηματικά.
Τα ελληνικά μαθηματικά ήταν πολύ πιο περίπλοκα από τα μαθηματικά που αναπτύχθηκαν σε προγενέστερους πολιτισμούς. Όλα τα σωζόμενα αρχεία των προ-ελληνικών μαθηματικών, μας δείχνουν τη χρήση της επαγωγικής λογικής, δηλαδή, τις επαναλαμβανόμενες παρατηρήσεις που χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό των κανόνων του αντίχειρα.
Οι Έλληνες Μαθηματικοί, αντίθετα, έκαναν χρήση του επαγωγικού συλλογισμού. Οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τη λογική για να εξάγουν συμπεράσματα από τους ορισμούς και τα αξιώματα και χρησιμοποιώντας μαθηματική ακρίβεια, να τα αποδείξουν.
Τα ελληνικά μαθηματικά, θεωρείται ότι έχουν ξεκινήσει με το Θαλή το Μιλήσιο (περ. 624-546 π.Χ.) και τον Πυθαγόρα τον Σάμιο (περ. 583-507 π.Χ.). Αν και το εύρος της επιρροής αμφισβητείται, πιθανότατα εμπνεύστηκαν από τα αιγυπτιακά και τα βαβυλωνιακά μαθηματικά.
Σύμφωνα με το μύθο, ο Πυθαγόρας ταξίδεψε στην Αίγυπτο για να μάθει μαθηματικά, γεωμετρία και αστρονομία από τους Αιγύπτιους ιερείς.
Ο Θαλής χρησιμοποιούσε γεωμετρία για την επίλυση προβλημάτων όπως ο υπολογισμός του ύψους των πυραμίδων και την απόσταση των πλοίων από την ακτή. Σε αυτόν αποδίδεται η πρώτη χρήση παραγωγικού συλλογισμού που εφαρμόζεται στη γεωμετρία, το οποίο απορρέει από τα τέσσερα θεωρήματα που υποστηρίζεται ότι απέδειξε ο ίδιος.
Ως αποτέλεσμα, έχει αναγνωριστεί ως ο πρώτος αληθινός μαθηματικός αλλά και ο πρώτος γνωστός άνθρωπος στον οποίο έχει αποδοθεί μια μαθηματική ανακάλυψη. Ο Πυθαγόρας ίδρυσε την Πυθαγόρεια Σχολή, η οποία υποστήριζε ότι τα μαθηματικά κυβερνούν το σύμπαν και σύνθημα της ήταν «Το παν είναι αριθμός».
Ήταν οι Πυθαγόρειοι που επινόησαν τον όρο ¨μαθηματικά» και εκείνοι που ξεκίνησαν, για δικούς του λόγους, τη μελέτη των μαθηματικών. Στους Πυθαγόρειους αποδίδεται η πρώτη απόδειξη του Πυθαγορείου θεωρήματος, αν και η δήλωση του θεωρήματος έχει μια μεγάλη ιστορία, όπως και η απόδειξη της ύπαρξης των άρρητων αριθμών.
Ο Πλάτων (428/427 π.Χ. – 348/347 π.Χ.) παίζει σημαντικό ρόλο στην ιστορία των μαθηματικών κυρίως γιατί ενέπνεε και διεύθυνε τους υπόλοιπους. Η Ακαδημία του Πλάτωνα στην Αθήνα, έγινε το μαθηματικό κέντρο του κόσμου τον 4ο αιώνα π.Χ. και ήταν η Ακαδημία απ’ την οποία προήλθαν κορυφαίοι μαθηματικοί της εποχής όπως ο Εύδοξος από την Κνίδο.
Ο Πλάτωνας ασχολήθηκε επίσης και με τα θεμέλια των μαθηματικών, διευκρίνισε κάποιους ορισμούς και αναδιοργάνωσε τις υποθέσεις. Η αναλυτική μέθοδος αποδίδεται στον Πλάτωνα ενώ και μια φόρμουλα εύρεσης πυθαγορείων τριάδων φέρει το όνομα του.
Ο Εύδοξος (408-περ.355 π.Χ.) ανέπτυξε τη μέθοδο της εξάντλησης, έναν πρόδρομο για τη σύγχρονη ολοκλήρωση και μια θεωρία που αφορούσε λόγους, αποφεύγοντας έτσι το πρόβλημα των ασύμμετρων μεγεθών.
Η πρώτη επέτρεψε τους υπολογισμούς των επιφανειών και των όγκων των καμπυλών, ενώ η τελευταία επέτρεψε στους επόμενους γεωμέτρες να κάνουν σημαντικές προόδους στη γεωμετρία. Αν και ο ίδιος δεν έκανε ειδικές τεχνικές μαθηματικές ανακαλύψεις, ο Αριστοτέλης (384-περ.322 π.Χ.) συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη των μαθηματικών, θέτοντας τις βάσεις της λογικής.
Τον 3ο αιώνα π.Χ., το κορυφαίο κέντρο της μαθηματικής εκπαίδευσης και της έρευνας ήταν το Μουσείο της Αλεξάνδρειας. Εκεί δίδαξε ο Ευκλείδης και έγραψε τα Στοιχεία (περ. 300 π.Χ.), τα οποία θεωρούνται ευρέως ως τα πιο επιτυχημένα και με την μεγαλύτερη επιρροή, βιβλία όλων των εποχών.
Τα Στοιχεία, τα οποία εισήγαγαν τη μαθηματική ακρίβεια μέσω της αξιωματικής μεθόδου, είναι το αρχαιότερο παράδειγμα που χρησιμοποίησε τη μορφή, ορισμός, αξίωμα, θεώρημα και απόδειξη, που χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα. Αν και τα περισσότερα από τα περιεχόμενα των Στοιχείων ήταν γνωστά, ο Ευκλείδης τα τοποθέτησε σε ένα ενιαίο, συνεκτικό και λογικό πλαίσιο.
Τα Στοιχεία ήταν γνωστά σε όλους τους μορφωμένους ανθρώπους της Δύσης μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα και το περιεχόμενο τους εξακολουθεί να διδάσκεται σε τάξεις γεωμετρίας μέχρι και σήμερα.
Εκτός από τα γνωστά θεωρήματα της Ευκλείδειας γεωμετρίας, τα Στοιχεία γράφτηκαν και ως ένα εισαγωγικό εγχειρίδιο που κάλυπτε όλα τα στοιχειώδη μαθηματικά της εποχής, όπως η θεωρία αριθμών, η άλγεβρα και η στερεά γεωμετρία, ενώ περιείχε και τις αποδείξεις ότι η ρίζα του 2 είναι άρρητος αριθμός και ότι υπάρχουν άπειροι πρώτοι αριθμοί.
Ο Ευκλείδης έγραψε και για άλλα θέματα όπως για κωνικές τομές, οπτική, και σφαιρική γεωμετρία, και την μηχανική, αλλά μόνο τα μισά από αυτά έχουν σωθεί.
Ο Αρχιμήδης (287 – 212 π.Χ.) ο Συρακούσιος, θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς της αρχαιότητας, χρησιμοποίησε τη μέθοδο της εξάντλησης για να υπολογίσει την περιοχή κάτω από το τόξο μίας παραβολής με το άθροισμα των άπειρων σειρών, με τρόπο όχι ιδιαίτερα ανόμοιο σε σχέση με τους μοντέρνους λογισμούς.
Επιπλέον απέδειξε ότι κάποιος μπορεί να χρησιμοποιήσει τη μέθοδο της εξάρτησης για να υπολογίσει την τιμή του π με όσο περισσότερη ακρίβεια γίνεται, και να αποσπάσει την πιο ακριβή τιμή του π που έχει υπάρξει, 310⁄71 < π < 310⁄70 .
Επιπλέον σπούδασε την σπείρα, δίνοντας της το όνομα του, εξάγοντας συναρτήσεις από τους όγκους των γεωμετρικών επιφανειών (παραβολή, έλλειψη, υπερβολή), και ενός ευφυέστατου συστήματος για να εκφράζει πολύ μεγάλους αριθμούς.
Ενώ είναι γνωστός για τη συνεισφορά του στη φυσική και σε πολλές μηχανικές συσκευές, ο Αρχιμήδης εγκαθίδρυσε τον εαυτό του ανώτερο από κάθε σκέψη και γενικούς μαθηματικούς κανόνες. Θεώρησε ως το μέγιστο κατόρθωμα του την ανακάλυψη μέτρησης της επιφάνειας και του όγκου μίας σφαίρας, η οποία ισούται με τα 2/3 της επιφάνειας και του όγκου ενός εγγεγραμμένου κυλίνδρου στη σφαίρα.
Ο Απολλώνιος ο Περγαίος (262-190 π.Χ.) έκανε σημαντικές βελτιώσεις στην μελέτη του κώνου, αποδεικνύοντας ότι μπορεί κανείς να παρατηρήσει και τις τρεις διαστάσεις του κώνου μεταβάλλοντας την άκρη του σχήματος έτσι ώστε να δημιουργηθούν δύο αντίθετοι κώνοι με την ίδια άκρη.
Επίσης χάραξε την ορολογία για τους κώνους όπως αυτή χρησιμοποιείται έως και σήμερα, με το όνομα παραβολή (“πλάγιο επίπεδο” ή “σύγκριση”), “έλλειψη” (“‘έλλειψη”), ”υπερβολή” (“μπροστινό επίπεδο”).
Η δουλεία του πάνω στην θεωρία των Κώνων είναι μία από τις καλύτερες όλων των εποχών, ή οποία διατηρείται από την αρχαιότητα έως και σήμερα και από την οποία εκπορεύονται πολλά ανεκτίμητα θεωρήματα για τους κώνους που θα χρησιμοποιηθούν αργότερα από μαθηματικούς και αστρονόμους που θα μελετήσουν την κίνηση των πλανητών, όπως ο Isaac Newton.
Ενώ ούτε ο Απολλώνιος, αλλά ούτε και κανένας άλλος Έλληνα μαθηματικός έκανε την υπέρβαση στον τομέα της γεωμετρίας, η προσέγγιση των καμπυλών από τον Απολλώνιο τείνει να μοιάζει με την μοντέρνα και μέρος του έργου του θα βοηθήσει στην ανάπτυξη της αναλυτικής γεωμετρίας από τον Descartes περίπου 1800 χρόνια μετά.
Περίπου την ίδια εποχή, Ερατοσθένης ο Κυρηναίος (c. 276-194 BC) επινόησε το Κόσκινο του Ερατοσθένη το οποίο έβρισκε τους πρώτους αριθμούς. Ο 3ος αιώνα π.Χ θεωρείται ως ο ” Χρυσός Αιώνας” για τους Έλληνες μαθηματικούς, με προόδους στα καθαρά μαθηματικά σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο ύφεση.
Παρόλα αυτά, στους αιώνες που ακολούθησαν έγιναν σημαντικές πρόοδοι στα εφαρμοσμένα μαθηματικά, και ιδιαίτερα στην τριγωνομετρία , όπου σε μεγάλο βαθμό απευθυνόταν στις ανάγκες των αστροναυτών. Ο Ίππαρχος της Νίκαιας(c. 190-120 π.Χ) θεωρείται ο θεμελιωτής της τριγωνομετρίας και ιδιαίτερα του πρώτου γνωστού τριγωνομετρικού πίνακα, και σε αυτόν οφείλεται επίσης και η συστηματική χρήση του κύκλου με 360 μοίρες.
Ο Ήρων ο Αλεξανδρεύς (c. 10–70 μ.Χ) είναι γνωστός για τον Τύπο του Ήρωνα με τον οποίο βρήκε την περιοχή ενός σκαλινού τριγώνου και ήταν ο πρώτος που αναγνώρισε την πιθανότητα οι αρνητικοί αριθμοί να έχουν τετραγωνική ρίζα.
Ο Μενέλαος ο Αλεξανδρεύς (c. 100 μ.Χ) πρωτοστάτησε στην σφαιρική τριγωνομετρία μέσω του θεωρήματος Μενέλαου. Η πιο ολοκληρωμένη και σημαντική τριγωνομετρική συνεισφορά στην αρχαιότητα ήταν η Αλμαγέστη του Κλαύδιου Πτολεμαίου(c. AD 90-168), ορόσημο στην αστρονομική διατριβή εκ των οποίων οι τριγωνομετρικοί πίνακες χρησιμοποιήθηκαν από αστροναύτες για χιλιάδες χρόνια.
Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος έχει διατυπώσει επίσης και ένα θεώρημα, το θεώρημα του Πτολεμαίου από όπου απορρέουν τριγωνομετρικές ποσότητες, και η πιο ακριβής τιμή του π έξω από την Κίνα μέχρι την μεσαιωνική περίοδο, 3.1416.
Μετά από τον Κλαύδιο ακολούθησε μια περίοδος στασιμότητας, η περίοδος μεταξύ 250 και 350 μερικές φορές αναφέρεται ως ” Ασημένια Χρόνια” των Ελλήνων μαθηματικών. Σε αυτή την περίοδο, ο Διόφαντος ο Αλεξανδρεύς έκανε σημαντικές βελτιώσεις στην άλγεβρα, και συγκεκριμένα την απροσδιόριστη ανάλυση,η οποία είναι επίσης γνωστή ως “Διοφαντική Ανάλυση”.
Η μελέτη των Διοφαντικών εξισώσεων και της Διοφαντικής προσέγγισης είναι μια σημαντική συνεισφορά στις έρευνες που γίνονται εως και σήμερα. Η βασική του δουλεία ήταν πάνω στην Αριθμητική, μια συλλογή από 150 αλγεβρικά προβλήματα τα οποία σχετίζονται με ακριβής λύσεις για τις απροσδιόριστες εξισώσεις.
Η Αριθμητική είχε μια σημαντική επιρροή στους μεταγενέστερους μαθηματικούς, όπως τον Πιέρ Ντε Φερμά , ο οποίος κατέληξε στο φημισμένο του θεώρημα, το Τελευταίο θεώρημα μετά από την προσπάθειά του να γενικεύσει το πρόβλημα που είχε διαβάσει στην Αριθμητική ( αυτό που χωρίζει ένα τετράγωνο σε δύο μικρότερα τετράγωνα). Ο Διόφαντος έκανε επίσης σημαντικές βελτιώσεις στον συμβολισμό, η Αριθμητική ήταν το πρώτο δείγμα από αλγεβρικούς συμβολισμούς και συγκοπές.
Η πρώτη γυναίκα μαθηματικός στην ιστορία ήταν η Υπατία της Αλεξάνδρειας (350 – 415 μ.Χ.). Διαδέχθηκε τον πατέρα της ως Βιβλιοθηκάριος τηε Μεγίστης Βιβλιοθήκης και συνέγραψε μεγάλο έργο πάνω στα εφαρμοσμένα μαθηματικά.
Λόγω μίας πολιτικής αντιπαράθεσης, τιμωρήθηκε από την Χριστιανική αδελφότητα της Αλεξάνδρειας, θεωρώντας την ως συνένοχο, μαστιγώνοντας την γυμνή και αφαιρώντας της το δέρμα χρησιμοποιώντας όστρακα (φήμες κάνουν λόγο για κεραμίδια).
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)