Πέμπτη 1 Μαρτίου 2018

ΑΙΣΩΠΟΣ - Μῦθοι (76.1-80.1)

76. ΕΛΑΦΟΣ ΚΑΙ ΛΕΩΝ [76.1] ἔλαφος δίψῃ συσχεθεῖσα παρεγένετο ἐπί τινα πηγήν. πιοῦσα δὲ ὡς ἐθεάσατο τὴν ἑαυτῆς σκιὰν κατὰ τοῦ ὕδατος, ἐπὶ μὲν τοῖς κέρασιν ἠγάλλετο ὁρῶσα τὸ μέγεθος καὶ τὴν ποικιλίαν, ἐπὶ δὲ τοῖς ποσὶ σφόδρα ἤχθετο ὡς λεπτοῖς οὖσι καὶ ἀσθενέσιν. ἔτι δὲ αὐτῆς διανοουμένης λέων ἐπιφανεὶς ἐδίωκεν αὐτήν· κἀκείνη εἰς φυγὴν τραπεῖσα κατὰ πολὺ αὐτοῦ προεῖχεν. [ἀλκὴ γὰρ ἐλάφων μὲν ἐν τοῖς ποσί, λεόντων δὲ ἐν καρδίᾳ.] μέχρι μὲν οὖν ψιλὸν ἦν τὸ πεδίον, ἡ μὲν προθέουσα ἐσώζετο, ἐπεὶ δὲ ἐγένετο κατά τινα ὑλώδη τόπον, τηνικαῦτα συνέβη τῶν κεράτων αὐτῆς ἐμπλακέντων τοῖς κλάδοις μὴ δυναμένην τρέχειν συλληφθῆναι. μέλλουσα δὲ ἀναιρεῖσθαι ἔφη πρὸς ἑαυτήν· «δειλαία ἔγωγε, ἥτις ὑφ᾽ ὧν μὲν ᾠόμην προδοθήσεσθαι, ὑπὸ τούτων ἐσωζόμην, οἷς δὲ καὶ σφόδρα ἐπεποίθειν, ὑπὸ τούτων ἀπωλόμην».
οὕτω πολλάκις ἐν κινδύνοις οἱ μὲν ὕποπτοι τῶν φίλων σωτῆρες ἐγένοντο, οἱ δὲ σφόδρα ἐμπιστευθέντες προδόται.

77. ΕΛΑΦΟΣ
[77.1] ἔλαφος πηρωθεῖσα τὸν ἕτερον τῶν ὀφθαλμῶν παρεγένετο εἴς τινα αἰγιαλὸν καὶ ἐνταῦθα ἐνέμετο τὸν μὲν ὁλόκληρον ὀφθαλμὸν πρὸς τῇ γῇ ἔχουσα καὶ τὴν τῶν κυνηγῶν ἔφοδον παρατηρουμένη, τὸν δὲ πεπηρωμένον ἐν τῇ θαλάσσῃ· ἔνθεν γὰρ οὐδένα ὑφωρᾶτο κίνδυνον. καὶ δή τινες παραπλέοντες ἐκεῖνον τὸν τόπον καὶ θεασάμενοι αὐτὴν κατηυστόχησαν. καὶ ἐπειδὴ ἐλειποψύχει, εἶπε πρὸς ἑαυτήν· «ἀλλ᾽ ἔγωγε ἀθλία, ἥτις τὴν γῆν ὡς ἐπίβουλον ἐφυλαττόμην πολὺ χαλεπωτέραν ἔχουσα τὴν θάλασσαν, ἐφ᾽ ἣν κατέφυγον».
οὕτω πολλάκις παρὰ τὴν ἡμετέραν ὑπόληψιν τὰ μὲν χαλεπὰ τῶν πραγμάτων δοκοῦντα εἶναι ὠφέλιμα εὑρίσκονται, τὰ δὲ νομιζόμενα σωτήρια ἐπισφαλῆ.

78. ΕΛΑΦΟΣ ΚΑΙ ΛΕΩΝ
[78.1] ἔλαφος κυνηγοὺς φεύγουσα ἐγένετο κατά τι σπήλαιον, ἐν ᾧ λέων ἦν καὶ ἐνταῦθα εἰσῄει κρυβησομένη. συλληφθεῖσα δὲ ὑπὸ τοῦ λέοντος καὶ ἀναιρουμένη ἔφη· «βαρυδαίμων ἐγώ, ἥτις ἀνθρώπους φεύγουσα ἐμαυτὴν θηρίῳ ἐνεχείρισα».
οὕτως ἔνιοι τῶν ἀνθρώπων διὰ φόβον ἐλαττόνων κινδύνων ἑαυτοὺς εἰς μείζονα κακὰ εἰσιᾶσιν.

79. ΕΛΑΦΟΣ ΚΑΙ ΑΜΠΕΛΟΣ
[79.1] ἔλαφος διωκομένη ὑπὸ κυνηγῶν ἐκρύπτετο ὑπό τινα ἄμπελον. διελθόντων δὲ τῶν κυνηγῶν ‹λαθεῖν ἤδη δόξασα› κατήσθιε τὰ φύλλα τῆς ἀμπέλου. εἷς δέ τις τῶν κυνηγῶν στραφεὶς καὶ θεασάμενος ᾧ εἶχεν ἀκοντίῳ βαλὼν ἔτρωσεν αὐτήν. ἡ δὲ μέλλουσα τελευτᾶν στενάξασα πρὸς ἑαυτὴν ἔφη· «δίκαια πάσχω, ὅτι τὴν σώσασάν με ἄμπελον ἠδίκησα».
οὗτος ὁ λόγος λεχθείη ἂν κατὰ ἀνδρῶν, οἵ τινες τοὺς εὐεργέτας ἀδικοῦντες ὑπὸ θεοῦ κολάζονται.

80. ΠΛΕΟΝΤΕΣ
[80.1] ἐμβάντες τινὲς εἰς σκάφος ἔπλεον. γενομένων δὲ αὐτῶν πελαγίων συνέβη χειμῶνα ἐξαίσιον γενέσθαι καὶ τὴν ναῦν μικροῦ καταδύεσθαι. τῶν δὲ πλεόντων ἕτερος περιρρηξάμενος τοὺς πατρῴους θεοὺς ἐπεκαλεῖτο μετ᾽ οἰμωγῆς καὶ στεναγμοῦ χαριστήρια ἀποδώσειν ἐπαγγελλόμενος, ἐὰν περισωθῶσι. παυσαμένου δὲ τοῦ χειμῶνος καὶ πάλιν γαλήνης γενομένης εἰς εὐωχίαν τραπέντες ὠρχοῦντό τε καὶ ἐσκίρτων ἅτε δὴ ἐξ ἀπροσδοκήτου διαπεφευγότες. καὶ στερρὸς ὁ κυβερνήτης ὑπάρχων ἔφη πρὸς αὐτούς· «ἀλλ᾽, ὦ φίλοι, οὕτως ἡμᾶς γεγηθέναι δεῖ, ὡς πάλιν, ἐὰν τύχῃ, χειμῶνος ἐσομένου».
ὁ λόγος διδάσκει μὴ σφόδρα ταῖς εὐτυχίαις ἐπαίρεσθαι τῆς τύχης τὸ εὐμετάβλητον ἐννοουμένους.

***
76. Το ελάφι και το λιοντάρι.
[76.1] Ήταν μια ελαφίνα που την έπιασε δίψα και πλησίασε σε κάποια πηγή για να πιει. Τότε ήταν που παρατήρησε το είδωλό της μέσα στο νερό. Ένιωσε πολύ περήφανη για τα κέρατά της, αντικρίζοντας το μέγεθος και τα περίπλοκα σχήματά τους· στενοχωριόταν όμως για τα ποδάρια της, που τα έβλεπε έτσι ισχνά και ασθενικά. Ενώ καθόταν και τα συλλογιζόταν αυτά, φάνηκε ξαφνικά ένα λιοντάρι και την πήρε στο κυνήγι. Η ελαφίνα το έβαλε αμέσως στα πόδια και άφησε το λιοντάρι πολύ πίσω της, κερδίζοντας ολοένα σε απόσταση (ως γνωστόν, εκεί είναι το δυνατό σημείο των ελαφιών: αυτά υπερέχουν στη γρηγοράδα των ποδιών, ενώ τα λιοντάρια στη γενναιοκαρδία). Έτσι λοιπόν, όσο η πεδιάδα ήταν ακάλυπτη, η ελαφίνα κάλπαζε μπρος και κατάφερνε να γλιτώσει. Όταν όμως έφτασαν σε δασωμένη περιοχή, τότε συνέβη το κακό: τα κέρατά της μπλέχτηκαν μέσα στα κλαδιά και δεν μπορούσε πια να τρέξει, με αποτέλεσμα να την πιάσει το λιοντάρι. Εκείνη τη στιγμή, βλέποντας τον θάνατο να πλησιάζει, η ελαφίνα μονολόγησε από μέσα της: «Αχ εγώ η καημένη, αυτά που θαρρούσα πως θα με προδώσουν, αυτά ήταν που με έσωσαν. Αντίθετα, εκείνα που είχα για καμάρι μου μεγάλο, στάθηκαν η καταστροφή μου».
Έτσι συμβαίνει πολλές φορές: Μέσα στον κίνδυνο οι άνθρωποι που τους βλέπαμε με καχυποψία ενδέχεται να αποδειχθούν σωτήρες μας, ενώ άλλοι φίλοι, τους οποίους εμπιστευόμασταν πλήρως, μπορεί να μας προδώσουν.

77. Το ελάφι.
[77.1] Ήταν ένα ελάφι που τυφλώθηκε από το ένα του μάτι. Πήγε λοιπόν σε κάποια ακρογιαλιά και εκεί έμεινε να βοσκήσει, με το καλό του μάτι στραμμένο προς την ξηρά, ώστε να παρατηρήσει τυχόν επίθεση από κυνηγούς. Αντίθετα, το άλλο μάτι, το χαλασμένο, το είχε από τη μεριά της θάλασσας· από εκεί, βλέπετε, δεν υποψιαζόταν κανέναν κίνδυνο. Δείτε ωστόσο πώς ήρθαν τα πράγματα: Κάποιοι έτυχε να αρμενίζουν με τη βάρκα τους κοντά σε εκείνη την ακτή· αυτοί πρόσεξαν το ελάφι, το σημάδεψαν και το πέτυχαν. Τότε το ζώο, ξεψυχώντας, συλλογίστηκε από μέσα του: «Τί δύσμοιρο που είμαι! Φυλαγόμουν από την ξηρά, προσμένοντας από εκεί την παγίδα. Μα η θάλασσα, όπου ζήτησα καταφύγιο, αποδείχτηκε πολύ πιο ολέθρια».
Έτσι συμβαίνει πολλές φορές και με τις δικές μας αντιλήψεις: Όσα πράγματα μας φαίνονται εχθρικά μπορεί να αποδειχθούν ωφέλιμα, ενώ αντίθετα εκείνα που λογαριάζουμε για σωτήρια ίσως να είναι κάθε άλλο παρά ασφαλή.

78. Το ελάφι και το λιοντάρι.
[78.1] Ήταν μια ελαφίνα που έτρεχε για να γλιτώσει από τους κυνηγούς, και έτσι έφτασε σε κάποιο σπήλαιο, όπου ζούσε λιοντάρι. Εκεί μέσα τρύπωσε και η κυνηγημένη για να κρυφτεί. Την άρπαξε όμως το λιοντάρι και τη λιάνισε. Εκείνη λοιπόν συλλογίστηκε: «Αχ δυστυχία μου η βαριόμοιρη! Πήγαινα να ξεφύγω από τους ανθρώπους και έπεσα μόνη μου στα χέρια του θεριού».
Έτσι συμβαίνει και με μερικούς συνανθρώπους μας: Από τον φόβο τους για μικρότερους κινδύνους ρίχνονται τελικά σε πολύ χειρότερες συμφορές.

79. Το ελάφι και η κληματαριά.
[79.1] Ήταν ένα ελάφι που το καταδίωκαν κάτι κυνηγοί, και γι᾽ αυτό πήγε και κρύφτηκε κάτω από μια κληματαριά. Έτσι οι κυνηγοί προσπέρασαν και έφυγαν. Τότε το ελάφι, που νόμισε πως τους είχε ξεφύγει πια, βάλθηκε να μασουλάει τα φύλλα του αμπελιού. Πάνω στην ώρα, ωστόσο, ένας από τους κυνηγούς στράφηκε πίσω και πρόσεξε το ζώο. Έριξε λοιπόν καταπάνω του το ακόντιο που κρατούσε στο χέρι και το πλήγωσε. Το ελάφι, ψυχομαχώντας, στέναξε και είπε από μέσα του: «Καλά να πάθω, αφού είχα την αχαριστία να βλάψω την κληματαριά που με έσωσε».
Αυτός ο μύθος μπορεί να ειπωθεί για ανθρώπους που κάνουν κακό στους ευεργέτες τους και γι᾽ αυτό τιμωρούνται από τον θεό.

80. Οι επιβάτες του πλοίου.
[80.1] Ήταν κάτι άνθρωποι που μπήκαν επιβάτες σε πλοίο και αρμένιζαν. Όταν ξανοίχτηκαν στο πέλαγος, που λέτε, έτυχε να ξεσπάσει τρομακτική καταιγίδα, τόσο που το πλεούμενο κόντεψε να βουλιάξει. Ένας από τους επιβάτες, λοιπόν, έσκιζε τα ρούχα του και επικαλούνταν τους θεούς των πατέρων του με κλάματα και στεναγμούς, κάνοντας τάματα να τους προσφέρει ευχαριστήριες θυσίες, αν καταφέρει το καράβι και γλιτώσει. Μετά από λίγο, όντως, σταμάτησε η θύελλα και έγινε ξανά γαλήνη. Τότε όλοι ρίχτηκαν στο φαγοπότι και έστηναν χορούς και χοροπηδούσαν, έτσι που γλίτωσαν δίχως να το περιμένουν. Όμως ο καπετάνιος ήταν άνθρωπος τραχύς και τους μίλησε αυστηρά: «Καλά όλα αυτά, φιλαράκια μου, αλλά μην ξεχνάτε: Η χαρά μας πρέπει να είναι τέτοια σαν να πρόκειται πάλι να πέσουμε σε τρικυμία, άμα το φέρει η τύχη».
Το δίδαγμα του μύθου: Δεν πρέπει να το παίρνουμε πολύ πάνω μας με τις ευτυχείς συγκυρίες, παρά να έχουμε κατά νου την ευμεταβλησία της τύχης.

Κάνε το βήμα

Δεν είναι λίγες οι φορές που ακούω φίλους, γνωστούς, ακόμα και τον ίδιο μου τον εαυτό να λέμε ότι θέλουμε να αλλάξουμε, ότι θα θέλαμε μία άλλη ζωή κι ότι δεν είμαστε ικανοποιημένοι απ’ την καθημερινότητά μας. Απ’ την άλλη, αμέτρητες οι φορές που πήραμε την απόφαση γι’ αυτή την αλλαγή, όμως κάπου στη διαδρομή χάσαμε το μονοπάτι ή βρεθήκαμε σε αδιέξοδο και τα παρατήσαμε. Μέσα από αυτή την αποτυχία ή την παραίτηση μπαίνουμε στον σκληρό δρόμο της κριτικής, ξοδεύοντας πολύ περισσότερο χρόνο σε αρνητικές σκέψεις και γκρίνιες, με αποτέλεσμα να θεωρούμε τον εαυτό μας ανίκανο, να μην πιστεύουμε στις δυνάμεις μας, στα ταλέντα μας και στις ικανότητές μας.

Σίγουρα, μια αλλαγή δεν είναι το ευκολότερο πράγμα, όμως φτάνουν πια οι δικαιολογίες, οι ανασφάλειες, οι περιορισμοί. Γιατί επιτρέπεις στον εαυτό σου να αισθάνεται απογοητευμένος με όλα αυτά;

Έφτασε η στιγμή τα συναισθήματα να τα κάνεις σύμμαχο στο ταξίδι σου. Δε χρειάζεται να κατεδαφίζεις τα όνειρά σου επειδή για κάποιο λόγο δεν έφτασες εκεί που ήθελες μέχρι σήμερα. Πάρε μια βαθιά ανάσα, κοίτα τον εαυτό σου στον καθρέφτη και με ειλικρίνεια ζήτα του αυτό που πραγματικά έχεις ανάγκη. Μη βάζεις όρια λόγω των καταστάσεων, των φόβων, των συνθηκών…

Ξεκίνα τώρα θέτοντας τους στόχους σου. Μη φοβάσαι, κάνε το πρώτο βήμα. Νιώσε την κάθε στιγμή αυτού του ταξιδιού κι όταν φτάσεις στο τέλος της διαδρομής, πες στον εαυτό σου πώς νιώθεις, τι είναι αυτό που σε κάνει να θες να είσαι εκεί.

Σε νιώθω ήδη πιο τολμηρό, πιο αποφασισμένο! Μη μείνεις απλά στην επιθυμία και τη θεωρία, μπες στην πράξη. Σκέψου… Πόσο μακριά ή κοντά είσαι από αυτό που ονειρεύτηκες; Αν σου έδινα μία κλίμακα απ’ το 1 έως το 10, όπου 1 είναι το «πολύ μακριά» και το 10 «έφτασα εκεί που επιθυμώ», τι βαθμό θα έδινες; Μια χαρά! Ξέρεις πού βρίσκεσαι στη διαδρομή σου.

Είτε ο δρόμος είναι μακρινός είτε είσαι στην τελική ευθεία, μην το βάζεις κάτω. Προχώρα! Σκέψου μια ενέργεια που θα μπορούσες να κάνεις, που μέχρι σήμερα δεν την έχεις δοκιμάσει. Σκέψου κάτι που ήδη κάνεις κι όμως βλέπεις ότι δε σου φέρνει επιτυχία.

Βλέπεις εμπόδια; Πόσο χαίρομαι για σένα που τα βλέπεις. Σημείωσέ τα, όταν θα φτάσει η στιγμή να τα ξαναδείς, θα τα αναγνωρίζεις. Σου λέει κάτι αυτό; Εμένα, δε σου κρύβω, με βοηθάει να τα ξέρω, να τα έχω φανταστεί… Γιατί προετοιμάζομαι, βάζω την πανοπλία μου και μπαίνω δυναμικά μέσα σε αυτά για να τα αντιμετωπίσω. Τι θα έλεγες να τα καταγράψεις και να σκεφτείς πώς θα προετοιμαστείς;

Μπες στη δράση! Ξεκίνα να κάνεις κάτι που θα σε φέρει πιο κοντά στον προορισμό σου. Μία μικρή ενέργεια. Μόλις θα έρθει η πρώτη μικρή νίκη, πίστεψέ με έχεις κάνει τη μισή διαδρομή.

Συνέχισε, μπορείς και το αξίζεις!

Διαπροσωπικές δυσκολίες και κατάθλιψη

Τα άτομα που έχουν κατάθλιψη τείνουν να έχουν περιορισμένα κοινωνικά δίκτυα και να έχουν την πεποίθηση ότι τα άτομα του κοινωνικού τους δικτύου δεν τους παρέχουν επαρκή υποστήριξη. Η χαμηλή κοινωνική υποστήριξη μπορεί να μειώσει την ικανότητα του ανθρώπου να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τα στρεσογόνα γεγονότα της ζωής του και τον κάνει πιο ευάλωτο στην κατάθλιψη.

Διαπροσωπικά Προβλήματα

Υπάρχουν επίσης στοιχεία που δείχνουν ότι τα διαπροσωπικά προβλήματα στην οικογένεια μπορεί να λειτουργήσουν ως εκλυτικοί παράγοντες της εμφάνισης καταθλιπτικών διαταραχών. Τα υψηλά επίπεδα εμφάνισης επικριτικών και εχθρικών σχολίων από ένα μέλος της οικογένειας προς το άτομο που εμφανίζει κατάθλιψη μπορεί να λειτουργήσουν ως ισχυρός προβλεπτικός παράγοντας της υποτροπής στην κατάθλιψη.

Θα μπορούσαν όμως τα καταθλιπτικά συμπτώματα να προκαλέσουν διαπροσωπικά προβλήματα;

Σύμφωνα με έρευνες, τα καταθλιπτικά συμπτώματα φαίνεται να προκαλούν αρνητικές αντιδράσεις των άλλων προς το άτομο που τα παρουσιάζει. Φίλοι ατόμων με κατάθλιψη αξιολογούν τις κοινωνικές επαφές μαζί τους ως λιγότερο ευχάριστες και ανέφεραν ότι ένιωθαν επιθετικοί και απορριπτικοί απέναντί τους.

 Ποια είναι τα στοιχεία του ατόμου με κατάθλιψη που εκλύουν αυτές τις αρνητικές αντιδράσεις;

Ενδείξεις της κατάθλιψης όπως η αργή ομιλία, οι σιωπές, οι αρνητικές αυτό-αποκαλύψεις, τα αρνητικά συναισθήματα, οι μειωμένες θετικές εκφράσεις του προσώπου και η μειωμένη βλεμματική επαφή φαίνεται ότι προκαλούν στους άλλους αρνητικές αντιδράσεις. Τα άτομα με κατάθλιψη επίσης, τείνουν να κάνουν πιο συχνά εχθρικά σχόλια στους γύρω τους απ’ ο,τι τα μη καταθλιπτικά άτομα.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό των ατόμων με κατάθλιψη που προκαλεί αρνητικές συνέπειες στις διαπροσωπικές του σχέσεις είναι η συνεχής αναζήτηση επιβεβαίωσης από τους άλλους. Τα άτομα που εμφανίζουν καταθλιπτική συμπτωματολογία αναζητούν την επιβεβαίωση ότι οι άλλοι νοιάζονται πραγματικά γι’ αυτά περισσότερο από τους άλλους ανθρώπους, αλλά ακόμα και όταν οι άλλοι δείχνουν την υποστήριξή τους, η ικανοποίηση αυτών των ατόμων είναι προσωρινή.

Η αρνητική θεώρηση του εαυτού τους τους κάνει να αμφισβητούν την θετική ανατροφοδότηση που δέχονται, αλλά και οι διαρκείς προσπάθειες τους να αποσπάσουν την επιβεβαίωση ότι είναι αγαπητοί καταλήγουν να προκαλούν αρνητικά συναισθήματα στους άλλους και να τους εκνευρίζουν. Με το να κάνουν ερωτήσεις του τύπου: «πώς αισθάνεσαι πραγματικά για μένα;», «με νοιάζεσαι πραγματικά;», ενώ το άλλο άτομο έχει δείξει ήδη την υποστήριξή του, προκαλούν αρνητική ανατροφοδότηση.

Αυτή η διαρκής αναζήτηση επιβεβαίωσης που εκφράζει το καταθλιπτικό άτομο μπορεί να οδηγήσει στην απόρριψη του από τους άλλους, ενώ οι αρνητικές αντιδράσεις των άλλων συνήθως του επιβεβαιώνουν την αρνητική θεώρηση που έχει για τον εαυτό του.

Τι τονίζουν οι έρευνες για τις διαπροσωπικές σχέσεις

Η έρευνα για τις διαπροσωπικές σχέσεις τονίζει το ρόλο που παίζουν η χαμηλή κοινωνική υποστήριξη, τα επικριτικά και εχθρικά σχόλια του οικογενειακού περιβάλλοντος ενός ατόμου προς αυτό, οι φτωχές κοινωνικές δεξιότητες, αλλά και η αυξημένη ανάγκη για επιβεβαίωση ως παράγοντες κινδύνου εμφάνισης της κατάθλιψης.

Από την στιγμή που ένα άτομο εμφανίσει κατάθλιψη, η αυξημένη αρνητικότητα και η διαρκής αναζήτηση επιβεβαίωσης μπορεί να οδηγήσουν σε περισσότερη αρνητικότητα και απόρριψη από τους άλλους, γεγονός που παρατείνει και εντείνει τα συμπτώματα της κατάθλιψης.

Η Ελευθερία στην σκιά της ελευθεριότητας

Αποτέλεσμα εικόνας για Κικέρων: Τα 6 λάθη του ανθρώπουΣυ με ορίζεις και θέλω να με ορίζεις διότι με εσένα νιώθω ελεύθερος, αποκρίθηκα στην Ελευθερία και κείνη μου έγνεψε ωσάν να μου έδινε την απάντηση που ήθελα.
 
Ελευθερία θέλω τόσο πολύ να σου αποδώσω τον ορισμό που σου αρμόζει αλλά θαρρώ πως αν τούτο καταστεί εφικτό θα σε καθυποτάξω σε μονοπάτια σκοτεινά, στα άβατα της επέκεινα. Ανυπότακτη είσαι, το σθένος σου ορμητικό και ανυπέρβλητο και δεν μπορείς να περιοριστείς στα πλαίσια ενός εκκωφαντικά κενού ορισμού. Ο ορισμός θα σε οδηγούσε να καταντήσεις ελευθεριότητα. Ποτέ δεν αντιλήφθηκα την ύπαρξη των ορισμών, καθώς η ύπαρξη τους προδιαγράφει και το τέλος τους. Λειψοί, αδύναμοι, αβέβαιοι και σκυθρωποί οδηγούν στην διάβρωση της φλογερής δυναμικής των λέξεων, ποτέ δεν επιτελούν τον προορισμό τους. Αποτυγχάνουν απογοητευτικά εκ προοιμίου.
 
Η «καλοκουρδισμένη μηχανή» του εξανδραποδισμού της Ελευθερίας βαδίζει ανεμπόδιστη και απροσπέλαστη στον διάβα που ήδη της έχει χαραχθεί, η διαδρομή που διανύει είναι άλλοτε ταχύτερη και άλλοτε πιο μειωμένη, το αποτέλεσμα της όμως είναι κοινό όποιος δρόμος και αν επιλεχθεί, εκείνο της ηθικοπνευματικής ανελευθερίας. Έγινε και τούτη έρμαιο, θύμα και βορά της μοχθηρίας και του πνευματικού Άδη και τούτο διότι ο πλέξας του εγκωμίου των φαύλων πράξεων που αποκαλείται άνθρωπος φρόντισε για λογαριασμό της, με την μόνη, όμως, διαφορά ότι ζημίωσε βαναύσως τον δικό του.
 
Διερωτόμουν πολλάκις πως γίνεται το γένος των ανθρώπων να βαυκαλίζεται από τις σειρήνες του σήμερα, μα βλέπεις Ελευθερία η άγνοια είναι ένας ατέρμονος κύκλος, ο οποίος ολοκληρώνεται στην φθορά και στην «κορυφωθείσα» παρακμή. Γεννιέσαι με πνοή λευτεριάς και κείσαι στα χνότα της ανελευθερίας, δεν σε έχει κατασπαράξει όμως, θαρρεί πως η θέαση της καταβαράθρωσης καταδεικνύει την εν δυνάμει φαυλότητα του είδους και ίσως να συλλογίζεται καλώς. Η ανθρώπινη φύση έχει το τάλαντο της έκπληξης, εδώ όμως τούτη είναι εφιαλτική και οδυνηρή, ήττα αδιαφιλονίκητη.
 
Για άλλη μια φορά αποδεικνύεται πως η αλώβητη διατήρηση και προστασία του ζοφερού σώματος και πνεύματος σου φαντάζει επιθυμία που προκαλεί θυμηδία, μα αντέχεις συ τα χτυπήματα, λεύτερη είσαι είπαμε κι εμείς αγνώμονες, αδαείς και αφθόνως αχάριστοι. Οι κατέχοντες και οι ρακένδυτοι «προνομιούχοι» της ελευθεριότητας φρονούν πως σε κατέχουν, δεν ξέρω με τι να πανικοβληθώ εν προκειμένω, με τους παραχαράκτες του πνεύματος που είναι προσκολλημένοι στον βδελυρό κόσμο των ανείπωτων ψευδαισθήσεων ή με το γεγονός ότι σε εξίσωσαν με το αντίπαλο δέος σου που μάχεσαι. Να μην κατέχεις αυτό που θέλεις, να κατέχεις όμως κάτι που το εξομοιάζεις με αυτό που νομίζεις ότι έχεις.
 
Ύψιστη μορφή πλάνης από την ανωτέρω δεν αντικρίζεις καθημερινά. «Μια καλώς νομιζόμενη αίσθηση ούσα δηλητηριασμένη μη αντιληφθείσα εξ σου», αυτή είναι η επικρατέστερη μορφή της Ελευθερίας για τους πολλούς. Ο περιπατητής του πνεύματος, του νοήματος και της ουσίας περιπατήθηκε και καταποντίστηκε ποικιλοτρόπως από τον ίδιο του τον εαυτό. Θώπευσε τα όσα αγνοεί και η λήθη του τον παγιδεύει, αφού πλέον και η αντίληψη του νοσεί και αποδομείται.
 
Ανήφορος, η μόνη λέξη που ξεδιαλύνει το αμαυρωμένο τοπίο. Μόνον τούτος είναι ο αγαστός σύμμαχος για την επίτευξη της νίκης. Δυσπρόσιτος, ανέγγιχτος για τους πολλούς, ανέφικτος να ιδωθεί από κάποιους άλλους, ωστόσο μόνον εκεί ξεδιπλώνεται ο μίτος της Αριάδνης για την απεμπλοκή από τη δυστυχία της βασάνου.

Κικέρων: Τα λάθη του ανθρώπου

Μάρκους Τούλιους Κικέρων ( 106 π.Χ.-43 π.Χ.). Ρωμαίος πολιτικός και άνθρωπος των γραμμάτων, υπήρξε ένας από τους ευφραδέστερους  ρήτορες και ο μεγαλύτερος φιλόσοφος της Ρώμης. Τα τελευταία χρόνια της Ρωμαϊκής δημοκρατίας αναφέρονται συχνά ως “Εποχή του Κικέρωνα”

* Η επιμονή μας ότι κάτι είναι αδύνατο να γίνει, επειδή δεν μπορούμε εμείς να το πετύχουμε.

* Η άρνησή μας να παραμερίζουμε τις προτεραιότητες που είναι ασήμαντες.

* Η παραμέληση της ανάπτυξης και της καλλιέργειας του νου και η απροθυμία να αποκτήσουμε τη συνήθεια να διαβάζουμε και να μελετάμε.

* Η τάση να αναγκάζουμε τους άλλους να σκέφτονται και να ζουν όπως εμείς.

*Η ψευδαίσθηση ότι το προσωπικό όφελος αποκτιέται με το να συνθλίβουμε τους άλλους.

*Η τάση μας να ανησυχούμε για πράγματα που δεν μπορούν να αλλάξουν ή να διορθωθούν.

Η δύναμη των σχέσεών σας δείχνει πόσο συνδεδεμένοι είστε με τον εαυτό σας

Έχετε ποτέ σκεφτεί σοβαρά τους ανθρώπους της ζωής σας; Τους ανθρώπους που αποκαλείτε φίλους και περιστασιακά κάνετε παρέα πάνω από ένα καφέ, τους ανθρώπους με τους οποίους περνάτε χρόνο τα σαββατοκύριακα. Εκείνους με τους οποίους μοιράζεστε αστείες στιγμές. Εκείνους που προσκαλείτε στα γενέθλιά σας ή σε κάποια άλλη σημαντική περίσταση.

Έχετε ποτέ σκεφτεί πώς και γιατί γίνατε φίλοι; Ήταν επειδή νιώσατε μια στιγμιαία σύνδεση και καταλάβατε ότι ήταν ενδιαφέρουσες προσωπικότητες; Ή ήταν απλά ζήτημα συγχρονισμού χώρου και χρόνου, που απλά ήρθατε ο ένας πιο κοντά στον άλλο και καταλήξατε να γίνετε φίλοι, λόγω συνθηκών, όπως για παράδειγμα στο σχολείο, όταν καθόσασταν στο ίδιο θρανίο;

Αν δεν είχατε ειδικές προϋποθέσεις για να κάνετε κάποιον φίλο, τότε θα είχατε ή θα έχετε φίλους που θα αναρωτιέστε σήμερα πώς έτυχε και καταλήξατε να δημιουργήσετε μια φιλία. Και μαντέψτε… Θα υπάρχουν άτομα που δεν θα είναι πια φίλοι σας. Γιατί τα πράγματα αλλάζουν, όπως και οι προϋποθέσεις.

Όταν ήμασταν μικρότεροι, δεν είχαμε καμία ιδιαίτερη προτίμηση ως προς το ποιος θα γινόταν φίλος μας, αρκεί να του αρέσαμε, να μας προτιμούσε εκείνος. Και αυτό ήταν αρκετό. Τουλάχιστον αυτό έκανα εγώ. Τώρα τα σκέφτομαι και γελάω με το πόσο επιφανειακό ήταν αυτό. Τι πραγματικά σκεφτόμουν; Κατά τη γνώμη μου, οι αληθινές φιλίες διαρκούν για πάντα. Βγάζουν προς τα έξω την καλύτερή μας εκδοχή, όπως στις ερωτικές σχέσεις ή σε κάθε άλλη σχέση βάθους.

Αλλά τι χρειάζεται μια φιλία, για να λειτουργήσει; Εκτός από τον ίδιο τύπο χιούμορ, στοιχείο σημαντικό για εμένα, υπάρχει άλλο ένα χαρακτηριστικό που καθορίζει το αν θα περιτριγυρίζεστε από άτομα που θα σας κάνουν να δακρύζετε από τα γέλια ή που θα εκτοξεύουν τα επίπεδα του στρες σας στα ύψη. Αυτό το στοιχείο ονομάζεται αυτογνωσία.

Αν δεν βυθιστείτε βαθιά στον πυρήνα του εαυτού σας, δεν θα μπορέσετε να ανακαλύψετε το γιατί είστε, όπως είστε. Δεν θα κατανοήσετε τις σκέψεις και τα κίνητρά σας ή τι κάνει την καρδιά σας να χτυπά δυνατά. Δεν θα μάθετε γιατί συμπεριφέρεστε με έναν ορισμένο τρόπο ή αντιδράτε αλλιώς σε μια συγκεκριμένη κατάσταση. Δεν θα έχετε την ευκαιρία να ξεδιπλώσετε τις ικανότητές σας, πόσο μάλλον να τις αντιληφθείτε, ώστε να δουλέψετε πάνω σε αυτές και να εκμεταλλευτείτε τη δυναμική τους.

Όλα θα βρίσκονται στο σκοτάδι και θα περιμένουν απλά τον ιδιοκτήτη τους να τα ξεσκονίσει, να σηκώσει τα σεντόνια, ώστε να ξεχυθούν πάνω τους οι ακτίνες φωτός. Χωρίς το παραμικρό επίπεδο αυτογνωσίας, δεν θα μπορέσετε να αγαπήσετε τον εαυτό σας πλήρως και με αγνό τρόπο. Θα περιφέρεστε απλά στην επιφάνεια και θα ακολουθείτε παθητικά ό,τι σας συμβαίνει, συμπεριλαμβανομένων και των ανθρώπων με τους οποίους περνάτε τον πολύτιμό σας χρόνο. Το πώς συμπεριφέρεστε στον εαυτό σας και το πόσο καλά τον γνωρίζετε αντανακλάται στο είδος αλληλεπίδρασης που είστε πρόθυμοι να πλάσετε με ένα άλλο άτομο στη ζωή σας.

Ο δεσμός ανάμεσα σε εσάς και στους φίλους σας αντικατοπτρίζει και το είδος δεσμού που έχετε με τον εαυτό σας. Πρόκειται για ανθρώπους με τους οποίος μοιράζεστε σημαντικά πράγματα. Αν το μεγαλύτερο μέρος των συζητήσεων σας ξοδεύεται σε επιφανειακά ζητήματα ή κουτσομπολιά, αυτό δεν δηλώνει άμεσα ότι είστε κι εσείς επιφανειακοί.

Αλλά μπορεί να δηλώσει το πόσο βαθιά έχετε κρύψει και καταπιέσει τον εαυτό σας. Μπορεί να αποκαλύψει τα επίπεδα συνειδητότητας του εαυτού και του περιβάλλοντος σας. Μπορεί να δηλώσει ότι δεν έχετε συνείδηση των πραγμάτων εκείνων που μπορείτε να πείτε και να πληγώσουν του άλλους. Και ότι δεν μπορείτε να μπείτε στη θέση των άλλων.

Αν έχετε παρατηρήσει ότι περνάτε χρόνο συνέχεια με άτομα ακολουθώντας συγκεκριμένες δραστηριότητες, αλλά δεν έχετε ιδέα για τα βαθύτερα συναισθήματα των φίλων σας, και δεν νιώθετε και ιδιαίτερη ανάγκη να μάθετε, τότε αυτό μπορεί να λέει πολλά για το πόσο άνετα νιώθετε με τον ίδιο σας τον εαυτό. Ίσως δεν νιώθετε άνετα να μένετε μόνοι με τις σκέψεις σας.

Ίσως κατακλύζεστε από ανασφάλεια τη στιγμή ακριβώς που αντιλαμβάνεστε ότι οι άλλοι δεν έχουν συνέχεια χρόνο για εσάς και έτσι εσείς συμπληρώνετε αυτό τον χρόνο με δραστηριότητες, κυρίως κοινωνικές. Γιατί; Επειδή δεν ξέρετε τι να κάνετε με τον εαυτό σας. Κάνει τις παλάμες σας να ιδρώνουν, σας τρομάζει ο μοναχικός χρόνος, ακόμα κι αν είναι για λίγο.

Αν παρατηρήσετε ότι συμφωνείτε με όλα, συμπεριλαμβανομένων των πραγμάτων που οι φίλοι σας κάνουν, τα μέρη που πάνε ή τα θέματα για τα οποία συζητούν, τότε αυτό δηλώνει κάτι για το φόβο της αντιπαράθεσης ή την παθολογική μανία για αρμονία που μπορεί να έχετε.

Έχετε ποτέ νιώσει ότι προσπαθείτε να καταπνίξετε μέσα σας μια άποψη; Έχετε ποτέ νιώσει την ανάγκη να είστε αυτοί που θα βεβαιωθείτε ότι όλοι, μα όλοι, νιώθουν άνετα και διασκεδάζουν, ενώ παράλληλα παραμελείτε τα δικά σας συναισθήματα;

Αν νιώθετε ανόρεχτοι και χωρίς ενέργεια, αφού αποχωρήσετε από μια συνάντηση με τον φίλο σας, τότε ίσως σημαίνει ότι καταπιέζεστε πολύ ή ότι αφήνεστε να επηρεαστείτε από την τοξικότητα εκείνης της φιλίας που επηρεάζει άμεσα την αίσθηση ψυχικής σας ευεξίας. Αν δεν ξέρετε τον εαυτό σας, δεν μπορείτε να προσπαθήσετε, να παλέψετε για μια ουσιαστική φιλία, που να λειτουργεί το ίδιο και για τις δύο πλευρές. Χωρίς να αγαπήσετε πρώτα τον εαυτό σας, δεν μπορείτε να δημιουργήσετε υγιείς, ισορροπημένες σχέσεις.

Ο Πυθαγόρας και η αναζήτηση του νοήματος

Ο Πυθαγόρας και οι μαθητές του είχαν υποστηρίξει ότι η ίδια η επιστήμη αποτελεί άσκηση ανεύρεσης νοήματος. Στην πραγματικότητα, όσο αγνότερη είναι η επιστήμη, τόσο ισχυρότερες είναι οι επιγνώσεις της – γι’ αυτό και αγαπούσαν τα μαθηματικά. Το άτομο αυτό ονομαζόταν Πυθαγόρας.

Από όλα τα παράδοξα που θυμόμαστε για τους αρχαίους φιλοσόφους, τίποτε δεν είναι πιο παράδοξο από όσα σχετίζονται με τον Πυθαγόρα. Είναι ένας μυστηριώδης άνδρας, ουσιαστικά ένας μυθικός άνδρας, όπως έχουν ισχυριστεί ορισμένοι λόγιοι – όμως, από την άλλη οι λόγιοι ασχολούνται με κάτι πολύ αμφισβητήσιμο. Για παράδειγμα, το μέσα μέρος του μηρού του λέγεται ότι ήταν φτιαγμένο από χρυσάφι. Λέγεται ότι τα ποτάμια του μιλούσαν. Λέγεται ότι είχε φωτογραφική μνήμη και μπορούσε να ανακαλέσει τις λεπτομέρειες όλων όσα του συνέβησαν σ’ αυτή τη ζωή, αλλά και σε προηγούμενες ζωές του, επίσης, διότι πίστευε στη μετενσάρκωση της ψυχής. Η μνήμη αυτή αποτελούσε δώρο του θεού Ερμή.

Και αφού αναφερόμαστε στην εγκράτεια, ήταν πολύ παράξενος και με το φαγητό του ακόμη. Σιχαινόταν τα μπαρμπούνια, όπως και τα’ αυγά. Συμβούλευε οι άνθρωποι να κάνουν έρωτα μόνο τον χειμώνα και ποτέ το καλοκαίρι. Όμως, αν θα θέλατε να τον ακολουθήσετε, η αποχή αυτή θα ήταν το λιγότερο για το οποίο θα έπρεπε να αντιδράσετε. Οι πιθανοί μαθητές του έπρεπε να παραμείνουν σιωπηλοί για πέντε χρόνια. Κατόπιν, έπρεπε να τον ακούν να μιλά χωρίς να τον βλέπουν: σαν τις νυχτερίδες, ο Πυθαγόρας κυκλοφορούσε μόνο τη νύχτα.

Ταξιδεύοντας στο ιωνικό νησί της Σάμου σήμερα, τη γενέτειρα του Πυθαγόρα, δεν θα μπορούσατε να αμφισβητήσετε την ιστορικότητά του. Η πρωτεύουσα ονομάζεται Πυθαγόρειο. Στην αποβάθρα, τους επισκέπτες χαιρετά ένα εμπνευσμένο, γεωμετρικό άγαλμα του φιλοσόφου, μαθηματικού και μουσικού του έκτου αιώνα π.Χ. (όπως υποθέτουμε). Αναπαριστά το θεώρημα που έχει λάβει το όνομα του Πυθαγόρα, το χέρι του σοφού δείχνει την επάνω γωνία ενός τριγώνου, συμπληρώνοντας έτσι τις τρεις πλευρές. Στη χάλκινη βάση, υπάρχουν χαραγμένα αποσπάσματα σε σχέση με την αρμονία του Σύμπαντος που είναι γνωστή και ως ‘’μουσική των σφαιρών’’.

Κάποτε ένα από τα πλουσιότερα νησιά του Αιγαίου, η Σάμος, και κοντά στη Μικρά Ασία, τη σημερινή Τουρκία, η ιστορία αναφέρει ότι ο νεαρός Πυθαγόρας ταξίδεψε από εκεί σε όλη τη Μεσόγειο – «ταξιδεύοντας μεταξύ των Χαλδαίων και των Μάγων», όπως αναφέρει ο Διογένης Λαέρτιος – και έφθασε στην Αίγυπτο, τη χώρα του ηλιακού θεού Ρα. Εκεί, ανακάλυψε ένα μείγμα μυστικισμού και γεωμετρίας, που συμβολίζεται με εκπληκτικό τρόπο από τις Μεγάλες Πυραμίδες της Γκίζας. Θα τον γοήτευε για την υπόλοιπη ζωή του. Έφθασε να πιστεύει ότι οι σφαίρες και οι κύκλοι αποτελούν τα ωραιότερα αντικείμενα και ότι η γη και το στερέωμα πρέπει να είναι και αυτά σφαιρικά, όχι κυλινδρικά ή επίπεδα όπως πίστευαν τότε. Έφθασε να πιστεύει ότι οι ζυγοί αριθμοί μπορούν να θεωρηθούν θηλυκοί, κυκλικοί και θερμοί και οι μονοί αρσενικοί, γωνιώδεις, ανώμαλοι. Μοιάζει τρελό, μέχρι να προσέξετε ότι οι μονοί αριθμοί είναι κάποιες φορές παράξενοι. Για παράδειγμα, όλοι οι πρώτοι αριθμοί, εκτός από το 2, είναι μονοί και οι πρώτοι αριθμοί – οι αριθμοί εκείνοι που διαιρούνται μόνο με τον εαυτό τους και τη μονάδα – είναι πράγματι παράξενοι.

Η μορφή του Πυθαγόρα αποτέλεσε αντικείμενο που συνήρπασε πολλές διαφορετικές κατηγορίες ανθρώπων. Οι αρχαίοι Ρωμαίοι τον τιμούσαν ως φιλόσοφο και τον διεκδικούσαν ως δικό τους, επειδή είχε ζήσει σε ‘’ιταλικό’’ έδαφος. Οι ερωτευμένες με την αισθητική ψυχές της Αναγέννησης ταυτίζονταν μαζί του μέσω της προσωποποιημένης Μουσικής, επειδή υποτίθεται ότι εκείνος ανακάλυψε τη σχέση μεταξύ της μουσικής και των μαθηματικών διαστημάτων ενώ έπαιζε μ’ ένα μονόχορδο: όταν μειώσουμε το μήκος της χορδής, η νότα ανεβαίνει κατά ένα τέλειο διάστημα οκτάβας.

Οι Πυθαγόρειοι θεωρούσαν τα μαθηματικά απαραίτητο βήμα προς την αποκάλυψη των απλών φαινομένων, στην πορεία προς την ανακάλυψη της αξίας των πραγμάτων. Στις συμμετρίες και στα σχήματά της, η μαθηματική ανάλυση παρουσίαζε σημαντικές αλήθειες για την πραγματικότητα. Οι αριθμοί είναι, κατά κάποιον τρόπο, υπερβατικοί: το ένα συν ένα θα έκανε δύο, άσχετα από το αν θα υπήρχαμε εμείς ή όχι, ή ακόμη κι αν υπήρχε το Σύμπαν. Γι’ αυτό, θεωρείται ότι όταν ο Πυθαγόρας ανακάλυψε το περίφημο θεώρημά του, του φάνηκε προφανές να αναζητήσει έναν βωμό και να θυσιάσει ένα βόδι. Είχε ανοίξει για την ανθρωπότητα ένα παράθυρο προς τον κόσμο των θεών. Είχε διακρίνει κάτι από το νόημα των πραγμάτων.

Ο ίδιος ο Πλάτων έκανε πολλά για να διατηρήσει ζωντανή την άποψη του Πυθαγόρα ότι τα μαθηματικά βρίσκονται στη βάση όλων όσα γνωρίζουμε για το Σύμπαν. Σε μία από τις πλέον Πυθαγόρειες στιγμές του, στον διάλογο Τίμαιος, ο Πλάτων βεβαιώνει:

Το όραμα της ημέρας και της νύχτας και των μηνών και του κύκλου των
ετών δημιούργησε την τέχνη των αριθμών. Μας έδωσε όχι μόνο την έννοια
του χρόνου, αλλά και τα μέσα για να μελετήσουμε τη φύση του Σύμπαντος,
από όπου αναδύθηκε κάθε φιλοσοφία σε κάθε πλευρά της
.

Στην Πολιτεία του Πλάτωνος, τα μαθηματικά περιγράφονται ως η δύναμη που ζωογονεί ένα όργανο της ψυχής που αξίζει χίλια «κανονικά μάτια», επειδή αποτελεί έναν βαθύτερο τρόπο για να βλέπουμε την αλήθεια. Αποσαφηνίζει τα πράγματα. Ο αρχαίος μαθηματικός μπορεί να θεωρηθεί αρχιτέκτων των αριθμών: χρησιμοποιώντας τα μαθηματικά εργαλεία – ένα ορθογώνιο τρίγωνο κι έναν χάρακα – δημιούργησε κάτι πραγματικά όμορφο.

Αυτά τα επιχειρήματα παρείχαν ευφάνταστη και μακροχρόνια ώθηση στην επιστήμη. Ο αστρονόμος Γιοχάνες Κέπλερ αναφέρει τον Πυθαγόρα ως «παππού όλων των οπαδών του Κοπέρνικου». Ο Γαλιλαίος πίστευε ότι το Σύμπαν «είναι γραμμένο στη γλώσσα των μαθηματικών». Ο Μπέρτραντ Ράσελ έλεγε ότι «Τα μαθηματικά, αν ειδωθούν σωστά, διαθέτουν όχι μόνο την αλήθεια, αλλά και ύψιστη ομορφιά – μία ομορφιά ψυχρή και αυστηρή, όπως αυτή της γλυπτικής».

Στην πραγματικότητα, η πρόταση των Πυθαγορείων είναι πιο περίπλοκη. Υπάρχει μία δύναμη στα μαθηματικά που είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις ιδιότητες που παρέχουν στα ανθρώπινα όντα την αίσθηση νοήματός τους. Κι όμως, η φύση αυτής της δύναμης παραμένει μυστήριο. Οι άνθρωποι είναι απολύτως λογικό να συμπεράνουν ότι δεν λέει τίποτε για την ύπαρξη του Θεού. Άλλωστε, ένα συν ένα κάνει δύο, όχι επειδή το λέει κάποιος θεός, αλλά επειδή έτσι είναι. Ο μαθηματικός Τζων βαν Νιούμαν το θέτει ως εξής: «Στα μαθηματικά δεν κατανοείς πράγματα. Απλώς τα συνηθίζεις». Από την άλλη, ο βιολόγος Ρίτσαρντ Ντώκινς, σημαντικός πρεσβευτής του αθεϊσμού για πολλούς, δεν μπορεί να μην θαυμάσει την τάξη των πραγμάτων: «Η περιπλοκότητα των ζωντανών οργανισμών αντιστοιχεί με τη λεπτή αποτελεσματικότητα του φαινόμενου σχεδίου τους». Υποστηρίζει ότι η ίδια η Φύση βρίσκει τον τρόπο να ανεβεί αυτό που αποκαλεί «απίθανο βουνό» και δεν είναι λιγότερο αξιοσημείωτη γι’ αυτό.

Το τι ακριβώς πιστεύετε για τα μαθηματικά, πιθανότατα αποτελεί ζήτημα της προσωπικής σας πίστης ή της έλλειψης πίστης. Ο γρίφος του θαύματος του Γουίγκνερ και της Πυθαγόρειας γεωμετρίας είναι, κατά κάποιον τρόπο, ο ίδιος: τελικά, δεν γνωρίζουμε γιατί υπάρχουν νόμοι, γιατί τα μαθηματικά λειτουργούν, ή γιατί μπορούμε να ανακαλύψουμε τόσα πολλά για το Σύμπαν. Εν τούτοις, το θέμα είναι ότι μπορούμε. Επιπλέον, υπάρχει κάτι ιδιαίτερα όμορφο σ’ όλα αυτά. Η διαίσθηση ότι ο Κόσμος είναι ένας χώρος με νόημα για τους ανθρώπους είναι σωστή. Η εικόνα του Πυθαγόρα μας θυμίζει ότι η επιστήμη, αντί να υποσκάπτει αυτήν την ευαισθησία, μπορεί, στην πραγματικότητα, να την υποστηρίξει.

Η μεγαλύτερη και καλύτερη ιδιοκτησία είναι η γνώση

Η άγνοια, που σημαίνει αγνωσία, αμάθεια και έλλειψη πληροφόρησης είναι μία κατάσταση τόσο διαδεδομένη όσο τ’ αγριόχορτα στη επιφάνεια της γης. Στους περισσότερους ανθρώπους, που διάγουν μία βιολογική ζωή χωρίς πνευματικούς προβληματισμούς, ο ψυχισμός (ο εγκέφαλος) αδρανεί ως προς την αναζήτηση της γνώσης, της αλήθειας. Και επειδή η άγνοια είναι μία πολύτοκη μητέρα της πλάνης, του λάθους, του ψεύδους, του σφάλματος, των προλήψεων, της δεισιδαιμονίας, της θρησκοληψίας, του σκοταδισμού κ.λ.π.  γίνεται το βασικότερο εμπόδιο για την επιστήμη και τον πολιτισμό.

Ο Θουκυδίδης το είχε επισημάνει αυτό και γράφει «Αταλαίπωρος τοις πολλοίς η ζήτησις της αληθείας, και επί τα έτοιμα μάλλον τρέπονται» (Ιστορ. Α 20). Δεν θέλουν να ταλαιπωρηθούν με τη σκέψη οι άνθρωποι και καταφεύγουν στα έτοιμα. Όπως τα βρήκαν έτσι τ’ αφήνουν (:τέλμα και στασιμότητα). Γι αυτό τον λόγο και η γνώμη των πολλών δεν έχει κύρος. Και αυτή η γνώμη που στηρίζεται στην άγνοια και όχι στη γνώση, πρέπει να είναι ανεκτή, αλλά όχι σεβαστή γιατί δεν πρέπει να τιμούμε την αμάθεια. Αντίθετα πρέπει ( με πολιτισμένο τρόπο) να την καταδικάζουμε.

Στη διαμόρφωση σωστής γνώμης χρειάζεται εκτός από τη συνεχή ενημέρωση και η σπουδή της ιστορίας, αφού το παρελθόν φωτίζει το παρόν, και ανοίγει τις προοπτικές για το μέλλον. Ωστόσο, για να είναι αμερόληπτος και πειστικός ένας φιλίστορας που αναφέρεται σε ένα ιστορικό γεγονός πρέπει να έχει διαβάσει όλες τις ιστορικές εκδοχές και ερμηνείες αυτού του γεγονότος. Τις θετικές και τις αρνητικές ερμηνείες, τις σύμφωνες ή ασύμφωνες με τις προσωπικές του ιδεολογίες.

Όπως υπάρχει μια Ψυχολογία του βάθους (που ερευνά το υποσυνείδητο) έτσι θα έπρεπε να υπάρχει και μια Ιστορία του βάθους (που να ερευνά τα βαθύτερα αίτια των γεγονότων). Μια τέτοια ιστορία θα έκανε χρέη ψυχολογίας ομαδικής και ατομικής( της απρόσωπης μάζας και της προσωπικότητας) φωτίζοντας τις γενεσιουργές αιτίες του ψυχισμού των ανθρώπων, όπου φωλιάζουν τα ένστικτα.

Η ιστορία αυτή θα εντόπιζε τα ένστικτα της επιθετικότητας  σε συνάρτηση προς τις κοινωνικο – οικονομικές συνθήκες, που θα τα έκαναν να εκδηλώνονται καταστροφικά. Ίσως τότε η ιστορία θα μπορούσε να διδάξει και να συμβουλέψει, ενώ με την απλή περιγραφή των γεγονότων αντί να αποτρέψει, συνδαυλίζει τα πάθη. Πάντως το γεγονός είναι ένα : «Κάτω απ’ το δέντρο της γνώσης γεννήθηκε το δικαίωμα της ελευθερίας».

Θύρα της γνώσης είναι η διδαχή (η αγωγή, η εκπαίδευση, το παράδειγμα). Παράθυρο της γνώσης είναι το βιβλίο. Η αγωγή που στοχεύει στη σωστή μάθηση, μπορεί να επιδράσει στον χαρακτήρα και στην κληρονομική σύσταση (DNA) του νέου ανθρώπου. Έτσι, η αγαθή διδαχή και επιρροή που εμφυτεύει στον νέο την αρετή, με τον καιρό γίνεται συνήθεια = «έξις, Δευτέρα φύσις», που σημαίνει ένα νέο DNA. Ο Δημόκριτος είχε συλλάβει πρώτος τη διαδικασία αυτή, σε εποχές που δεν είχε ανακαλυφθεί το κληρονομίσιμο DNA. Στο σωζόμενο απόσπασμα 33 του έργου του αναφέρει : « Η φύση και η αγωγή είναι παραπλήσια. Γιατί και η αγωγή μεταπλάθει τον άνθρωπο, και μεταπλάθοντάς τον, τον φτιάχνει φύση».

Η καθημερινή άσκηση και επανάληψη του θετικού θεωρητικού και πρακτικού στοιχείου της αγωγής επιδρά στο DNA και προσδένεται σ’ αυτό όπως και το αντίθετο : η αδράνεια ή η προσφορά του αρνητικού στοιχείου επιδρά καταστροφικά και στο ήδη υπάρχον σωστό DNA.

Όταν όλα έρθουν κατ’ ευχήν και η γνώση γίνει κτήμα του ανθρώπου, ενός ανθρώπου που καλλιεργεί την “δια βίου παιδεία” τότε απολαμβάνει και τους καρπούς της, που συνοψίζονται σε δύο λέξεις : πνευματική ευδαιμονία. Αυτή ακριβώς η διανοητική και συναισθηματική χαρά είναι το δώρο της γνώσης. Ο Arthour Koestler μας λέει πως « η απόλαυση του ειδήμονα  είναι υψηλότερου επιπέδου, στα Γράμματα, στις Τέχνες, και ιδιαίτερα στον Λόγο και στη Μουσική».Ωστόσο ο καλλιεργημένος άνθρωπος πρέπει να υπερπηδήσει πολλά εμπόδια για να φτάσει στο ποθητό τέρμα. Ο Roger Bacon στο «Μείζον έργον» του μας υπενθυμίζει μερικά : “Εμπόδια για τη γνώση είναι : α) η μεγάλη εξάρτησή μας από τις προσωπικότητες β) ο φόβος μήπως πούμε κάτι πολύ κοινό γ) το να αφήνουμε να μας επηρεάζει πολύ το παραδεδεγμένο δ) η προσποίηση γνώσης για να αποκρύψουμε την άγνοιά μας ε) η πνευματική οκνηρία “.

Και αφού υπερπηδήσει αυτά τα εμπόδια θα διαπιστώσει ότι η μεγαλύτερη και καλύτερη ιδιοκτησία είναι η γνώση.

Γιατί τα ωραία λόγια είναι πειστικά

Ας υποθέσουμε ότι διεκδικείτε τη δουλειά των ονείρων σας.  Φτιάχνετε το βιογραφικό σας όσο πιο κολακευτικό γίνεται.  Στη συνέντευξη πρόσληψης, τονίζετε τις επιτυχίες, τα ταλέντα και τις ικανότητές σας και αποσιωπάτε ό,τι θα μπορούσε να σας μειώσει.  Όταν σας ρωτάνε αν μπορείτε να αυξήσετε τον τζίρο κατά 30% μειώνοντας ταυτοχρόνως το κόστος στο ίδιο ποσοστό, απαντάτε με ήρεμη φωνή: «Βασιστείτε πάνω μου».  Ακόμα κι αν μέσα σας τρέμετε και αναρωτιέστε πώς θα μπορούσε ποτέ να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, κάνετε το παν για να αποκτήσετε αυτήν τη θέση.  Ας πάρετε πρώτα τη θέση και αργότερα θα ρυθμίσετε τις λεπτομέρειες.  Ξέρετε ότι αν είχατε δώσει ρεαλιστικές απαντήσεις θα είχατε βγει από το παιχνίδι.

Ας υποθέσουμε τώρα ότι είστε δημοσιογράφος και ότι έχετε μια καταπληκτική ιδέα για βιβλίο.  Το θέμα είναι σε όλα τα χείλη.  Βρίσκετε έναν εκδότη έτοιμο να σας δώσει μια πολύ καλή προκαταβολή.  Αλλά θέλει να δεσμευτείτε με κάποια ημερομηνία.  Βγάζει τα γυαλιά του και σας κοιτάει: «Πότε πιστεύετε ότι θα μπορέσετε να μου παραδώσετε το χειρόγραφο; Σε έξι μήνες;».  Παρά λίγο να πνιγείτε, διότι δεν έχετε ακόμα γράψει βιβλίο σε διάστημα λιγότερο από τρία χρόνια.  Αλλά απαντάτε: «Σύμφωνοι, βασιστείτε πάνω μου».  Φυσικά, θα προτιμούσατε να μη λέτε ψέματα, αλλά ξέρετε ότι δεν έχετε καμία ελπίδα να εκδώσετε το βιβλίο σας λέγοντας την αλήθεια.  Μόλις πάρετε στα χέρια σας το συμβόλαιο και την προκαταβολή, θα κάνετε τον εκδότη σας να περιμένει –με μια καλή «διαχείριση δικαιολογιών».

Στην ειδική ορολογία, αυτή η συμπεριφορά ονομάστηκε στρατηγική ψεύτικη δήλωση.  Όσο σημαντικότερο είναι το διακύβευμα, τόσο χάνετε το μέτρο.  Οι στρατηγικές ψεύτικες δηλώσεις δεν πιάνουν παντού.  Αν ο οφθαλμίατρός σας σας υπόσχεται για πέμπτη συνεχόμενη φορά ότι θα σας ξαναδώσει τέλεια όραση, αλλά εσείς βλέπετε όλο και χειρότερα μετά από κάθε του επέμβαση, θα έρθει μια στιγμή που δε θα τον παίρνετε πια στα σοβαρά.  Αντιθέτως, αν το διακύβευμα είναι μοναδικό («μια κι έξω»), οι στρατηγικές ψεύτικες δηλώσεις αξίζουν τον κόπο –για παράδειγμα, σε μια συνέντευξη πρόσληψης, όπως είδαμε προηγουμένως.  Η ίδια εταιρεία δε θα σας προσλάβει πολλές φορές –ή μία ή ποτέ.

Ποια σχέδια είναι πιο ευάλωτα στις στρατηγικές ψεύτικες δηλώσεις; α) Τα κολοσσιαία σχέδια των οποίων κανείς δε φέρει την ευθύνη (παραδείγματος χάριν, διότι η κυβέρνηση που παράγγειλε το έργο καταψηφίστηκε στις τελευταίες εκλογές).  β) Τα σχέδια στα οποία εμπλέκονται πολλές επιχειρήσεις που πετάνε το μπαλάκι η μία στην άλλη.  γ) σχέδια που η αποπεράτωσή τους προβλέπεται αρκετά μακροπρόθεσμα.

Κανείς δε γνωρίζει καλύτερα τα μεγαλεπήβολα σχέδια από τον Μπεντ Φλάιβμπεργκ, καθηγητή στην Οξφόρδη.  Γιατί τα φιλόδοξα σχέδια συνοδεύονται, σχεδόν πάντα, από κόστος μεγαλύτερο του προβλεπομένου κι από καθυστερήσεις; Διότι, κατά κανόνα, δε χρηματοδοτείται το καλύτερο σχέδιο, αλλά αυτό που φαίνεται καλύτερο στο χαρτί.  Ο Φλάιβμπεργκ το ονομάζει «αντίστροφο δαρβινισμό»: αυτός που εντυπωσιάζει περισσότερο ανταμείβεται και παίρνει τη δουλειά.  Οι στρατηγικές ψεύτικες δηλώσεις είναι λοιπόν ασύστολα ψέματα; Οι γυναίκες που βάζουν πούδρα στο πρόσωπο για να δείχνουν πιο όμορφες ψεύδονται; Οι άντρες που νοικιάζουν Πόρσε για επίδειξη πλούτου ψεύδονται; Ναι, αλλά παραβλέπουμε συστηματικά αυτά τα ψέματα.  Και εξίσου συστηματικά τις στρατηγικές ψεύτικες δηλώσεις.

Σε πολλές περιπτώσεις, οι στρατηγικές ψεύτικες δηλώσεις είναι ανώδυνες.  Αλλά μπορούν να γίνουν επικίνδυνες όταν έχουν να κάνουν με κάτι πραγματικά σημαντικό –την όρασή σας ή τους μελλοντικούς συνεργάτες σας, για παράδειγμα.

Ηθικό δίδαγμα: Όταν έχετε να κάνετε με κάποιο άτομο (έναν υποψήφιο για μια θέση, έναν συγγραφέα, έναν οφθαλμίατρο), μη δίνετε σημασία σ’ αυτά που σας λέει, αλλά σ’ εκείνα που έχει επιτύχει στο παρελθόν.  Και, όταν πρόκειται για σχέδια, λάβετε υπόψη τις προθεσμίες, τα πλεονεκτήματα και το κόστος συγκρίσιμων σχεδίων και απαιτήστε να σας εξηγήσουν γιατί το εν λόγω σχέδιο είναι πολύ πιο αισιόδοξο από τα άλλα.  Δείξτε το σ’ έναν έμπειρο και σοβαρό οικονομολόγο που θα το ξεψαχνίσει.  Εντάξτε στο συμβόλαιο ρήτρα που να προβλέπει βαρύ πρόστιμο σε περίπτωση υπέρβασης του κόστους και των προθεσμιών.  Για σιγουριά, πάντως, ενεργήστε ώστε να σας έχει μεταβιβάσει το ποσό που προβλέπει το πρόστιμο σ’ έναν λογαριασμό εκ των προτέρων

Το σόφισμα του ανεπανόρθωτου κόστους

Γιατί θα έπρεπε να αγνοείται το παρελθόν

Κάθε απόφαση, είτε προσωπική είτε επαγγελματική, λαμβάνεται πάντα σε καθεστώς αβεβαιότητας. Αυτό που φανταζόμαστε μπορεί να γίνει ή να μη γίνει ποτέ. Κάθε στιγμή μπορούμε να αλλάξουμε τον δρόμο που ακολουθούμε και να πάρουμε έναν άλλο, παραδείγματος χάρη να ματαιώσουμε ένα σχέδιο και να υποστούμε τις συνέπειες. Η επανεξέταση λοιπόν της κατάστασης σε συνθήκες αβεβαιότητας είναι μια λογική στάση. Αλλά μόλις εκτιμάμε ότι έχουμε ήδη επενδύσει πολύ χρόνο, χρήμα, ενέργεια, αγάπη κτλ. (σε μια δραστηριότητα, ένα σχέδιο ή μια σχέση), πέφτουμε στην παγίδα του σοφίσματος του ανεπανόρθωτου κόστους. Και χρησιμοποιούμε το πρόσχημα του τι έχουμε ήδη επενδύσει για να δικαιολογηθούμε και να συνεχίσουμε σ’ αυτό τον δρόμο, ενώ αντικειμενικά δεν έχει κανένα νόημα. Όσο περισσότερο επενδύουμε, δηλαδή όσο αυξάνουμε το ανεπανόρθωτο κόστος, τόσο εντονότερη γίνεται η ανάγκη μας να εξακολουθήσουμε να επενδύουμε.

Οι επενδυτές στο χρηματιστήριο πέφτουν συχνά θύματα του σοφίσματος του ανεπανόρθωτου κόστους. Οι αποφάσεις τους να πουλήσουν υποκινούνται συνήθως από την τιμή αγοράς. Αν η τιμή μιας μετοχής είναι υψηλότερη από την τιμή αγοράς, πουλάνε. Αν είναι μικρότερη από την τιμή αγοράς της, δεν πουλάνε. Πράγμα παράλογο. Η τιμή αγοράς δε θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψη. Αυτό που έχει σημασία είναι να μπορούμε να δούμε πώς θα εξελιχθεί αυτή η μετοχή (καθώς και άλλα επενδυτικά προϊόντα). Όλοι μπορούν να ξεγελαστούν, ιδίως στο χρηματιστήριο. Το θλιβερό με το σόφισμα του ανεπανόρθωτου κόστους είναι ότι όσο μια μετοχή σας χάνει την αξία της, τόσο θέλετε να την κρατήσετε.

Γιατί μια τόσο παράλογη συμπεριφορά; Οι άνθρωποι θέλουν να φαίνονται συνεπείς. Όταν φαινόμαστε συνεπείς, φαινόμαστε αξιόπιστοι. Απεχθανόμαστε τις αντιφάσεις. Αν αποφασίσουμε να εγκαταλείψουμε ένα τρέχον σχέδιο, παράγουμε μια αντίφαση: παραδεχόμαστε ότι χθες σκεφτόμασταν διαφορετικά από σήμερα. Με το να συνεχίζουμε ένα σχέδιο που δεν έχει πια νόημα, καθυστερούμε την οδυνηρή συνειδητοποίηση και έτσι εξακολουθούμε να φαινόμαστε συνεπείς.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να συνεχίσετε να επενδύετε προκειμένου να φέρετε εις πέρας ένα σχέδιό σας. Αλλά προσέξτε έναν ύπουλο λόγο: αυτόν που σας ωθεί να αναλογίζεστε τι έχετε επενδύσει μέχρι στιγμής. Αν θέλετε να πάρετε λογικές αποφάσεις, πρέπει να αγνοήσετε τη μέχρι τώρα συσσωρευμένη δαπάνη. Δεν έχει σημασία το πόσα ξοδέψατε, αυτό που μετράει είναι το παρών και το πώς διαγράφεται το μέλλον.

ΡΟΛΦ ΝΤΟΜΠΕΛΛΙ, Η τέχνη της καθαρής σκέψης

Όλοι επιστρέφουμε εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε

Είναι που οι συνθήκες της ζωής μας αναγκάζουν καμιά φορά να λοξοδρομήσουμε. Χάνουμε τον έλεγχο μέσα από τα χέρια μας είτε γιατί εμπιστευτήκαμε λάθος συνοδοιπόρους, είτε γιατί αξιολογήσαμε με αφέλεια και επιπολαιότητα κάποια γεγονότα, είτε γιατί βιαστήκαμε να αποφασίσουμε και να πράξουμε, επάνω στον πανικό, την ανάγκη για επιβίωση, την επιθυμία για δημιουργία.

Κι όταν αρχίσουν να προκύπτουν λάθη, πίστεψέ με, πέφτουν τα προβλήματα βροχή, πλημμυρίζει ο τόπος με ανοιχτά μέτωπα, με θέματα που διεκδικούν τη λύση τους, με ερωτήματα που απλά πρέπει να απαντηθούν. Πέλαγος σωστό και νιώθεις μόνος σου και αισθάνεσαι ότι σε έχουν ζώσει τα φίδια.  Kαι πάει λέγοντας. Κι απομακρύνεσαι δίχως να το καταλάβεις, από την πιάτσα των φίλων, από τα πηγαδάκια των συνεργατών, από την οικογένειά σου, αλλά κι από τον ίδιο σου τον εαυτό. Κλείνεσαι σε ένα σκοτάδι ψυχής, που ενώ σε τρομάζει στην αρχή, μετά αρχίζει να σ’ αρέσει και γουστάρεις αυτή τη μοναξιά και λαχταράς απεγνωσμένα τη στιγμή που θα βρεθείς στο γκρι δωμάτιο και θα κάτσεις αναπαυτικά στην φαρδιά πολυθρόνα σου και θα κοιτάς με θαυμασμό το ταβάνι. Και η πλάκα είναι, πως σου ΄χουν φύγει όλες οι τύψεις που ένιωθες παλιά επειδή απομόνωνες τον εαυτό σου από τον έξω κόσμο. Σου αρέσει, σε τρελαίνει αφάνταστα όλο αυτό το σκηνικό της μαυρισούρας.

Παίρνεις το κομπιουτεράκι κι αρχίζεις τις λογιστικές πράξεις του πόσο έφταιξε ο ένας, πόσο πλήρωσε ο άλλος, πόσο σου χρωστάνε, τι δανεικά κι αγύριστα έχεις δώσει και το μυαλό σου μεγάλε θολώνει, το αίμα σου ανεβαίνει στο κεφάλι, θες να ουρλιάξεις, να ζητήσεις τα σπασμένα, να διεκδικήσεις εκείνο το κομμάτι από την πίτα που σου φάγανε, εκείνο ρε που δούλεψες με τον ιδρώτα σου, με τον κόπο σου, με την ψυχή σου. Απαντήσεις δεν υπάρχουν, θολώνεις παραπάνω, μπερδεύεσαι. Από πού να πιαστείς, πώς να κρατηθείς… «Είναι κανείς εδώ;» Φωνάζεις απεγνωσμένα.

Αφήνεις το μυαλό σου να ηρεμίσει, το σώμα σου που νιώθει τσιτωμένο, κοιτάς τα χέρια σου που έχουν μουδιάσει, ανοιγοκλείνεις τα μάτια σου με μικρές παύσεις. Ζητάς εκείνη την αναθεματισμένη την ελπίδα, εκείνο το κομμάτι της ζωής σου που κλείδωσες έξω από το δωμάτιο τιμωρίας όπου χώθηκες σαν πεντάχρονο. Θες να τα πιάσεις και πάλι απ’ την αρχή, να βάλεις μια σειρά. Σωστή σειρά όμως τούτη τη φορά. Να αποφύγεις τα λάθη του παρελθόντος, να ξεφύγεις απ’ τις παγίδες που σου στήσανε. Μόνη σου επιθυμία, είναι να τα μηδενίσεις όλα και να κάνεις πάλι μια νέα αρχή. Μια αρχή που θα πετύχει, που δεν θα δώσει σε κανέναν την ευκαιρία να σε ξαναπιάσει στην μπούκα του· που αν το κάνει να ΄ναι μόνο από τη ζήλια και την ανασφάλειά του.

Καταλαβαίνεις πολύ καλά, μετά από τον πόλεμο που έγινε μέσα σου, ότι μπορεί να έφυγες, μπορεί να εγκατέλειψες, μπορεί να είπες φωναχτά κλείνοντας την πόρτα, την περιβόητη φράση του τύπου «Ποτέ ξανά», όμως, υποσυνείδητα, ξέρεις, πως αυτό που επιθυμείς όσο τίποτε άλλο, είναι να επιστρέψεις εκεί απ’ όπου ξεκίνησες. Εκεί, που έχτισες τα όνειρά σου, τις πιο τρελές σου επιθυμίες, εκεί που μάτωσες κυριολεκτικά για να δημιουργήσεις με τα δυο σου χέρια, με το μυαλό σου, με τα κότσια σου.

Και ναι, τώρα πια το έχεις συνειδητοποιήσει. Έφτασε η ώρα να επιστρέψεις! Ήρθε η στιγμή να γυρίσεις πίσω, να μηδενίσεις και να ξαναρχίσεις. Όλοι γυρίζουν! Κανείς δεν γλιτώνει απ’ αυτή τη διαδικασία. Φεύγεις, μόνο και μόνο επειδή πικράθηκες, επειδή σου πήραν την ψυχή, επειδή απογοητεύτηκες, θύμωσες και σιχάθηκες. Όταν ηρεμήσει η φουρτούνα που έχεις μέσα σου, θα δεις που θα γυρίσεις, πρώτα -πρώτα για να πάρεις πίσω την ψυχή σου κι ύστερα για να ολοκληρώσεις αυτό που άφησες καταμεσής του δρόμου… Ακόμα κι αν πρέπει να το γκρεμίσεις και να το χτίσεις απ’ την αρχή, αλλά θα γυρίσεις!

Σελήνη: Γεννήθηκε μέσα από τα «σπλάχνα» της Γης

Σχετική εικόναΕπιστήμονες στις ΗΠΑ παρουσίασαν μια νέα θεωρία για τη δημιουργία της Σελήνης από τα «σπλάχνα» της Γης. Με βάση το προτεινόμενο νέο θεωρητικό μοντέλο, το φεγγάρι προέκυψε μέσα από ένα τεράστιο νέφος εξαερωμένων γήινων πετρωμάτων, το οποίο είχε σχήμα ντόνατ και ονομαζόταν «συνεστία».

Η Σελήνη γεννήθηκε μέσα στην καυτή «αγκαλιά» της Γης, η οποία προηγουμένως είχε λιώσει και εξαερωθεί σε μεγάλο βαθμό, ύστερα από ένα κατακλυσμικό πλήγμα που είχε δεχτεί από ένα άλλο σώμα.

Η εδώ και περίπου 20 χρόνια κυρίαρχη θεωρία υποστηρίζει ότι ένα ουράνιο σώμα μεγάλο σαν τον Άρη (η λεγόμενη «Θεία») έπεσε πάνω στην πρωτο-Γη και από τις τεράστιες ποσότητες διαλυμένων πετρωμάτων και λιωμένων μετάλλων που εκτοξεύθηκαν και από τα δύο σώματα στο διάστημα, σχηματίσθηκε ένας περιστρεφόμενος δίσκος καυτών υλικών, που τελικά σχημάτισε τη Σελήνη, ενώ ό,τι απέμεινε από τη σύγκρουση ήταν η Γη.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Σάιμον Λοκ του Τμήματος Γεωεπιστημών και Πλανητικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό γεωφυσικής "Journal of Geophysical Research: Planets", πιστεύουν ότι, αν και ωραίο, το παραπάνω «σενάριο» πιθανότατα δεν είναι σωστό.

Αντίθετα, υποστηρίζουν ότι η δική τους θεωρία είναι η πρώτη που πραγματικά συμφωνεί με όσα είναι γνωστά για τη χημική σύνθεση του φεγγαριού. Οι γεωχημικές αναλύσεις μέχρι σήμερα έχουν δείξει ότι το ισοτοπικό «δαχτυλικό αποτύπωμα» της Γης και της Σελήνης είναι σχεδόν πανομοιότυπο, πράγμα που υποδηλώνει ότι και τα δύο σώματα προήλθαν από την ίδια πηγή, χωρίς να διακρίνονται ίχνη από κάποιο τρίτο σώμα.

Από την άλλη, η Σελήνη διαθέτει πολύ λιγότερα πτητικά στοιχεία (κάλιο, νάτριο, χαλκό κ.α.) σε σχέση με τη Γη, κάτι που δεν εξηγεί η κυρίαρχη θεωρία.

Το νέο «σενάριο» δέχεται και αυτό μια αρχική πρόσκρουση, αλλά στη συνέχεια, αντί για τη διάρκεια ενός δίσκου εκτοξευμένων υλικών, εκτιμά ότι από το κατακλυσμικό συμβάν της σύγκρουσης δημιουργήθηκε μια «συνεστία», ένα τεράστιο νέφος εξαερωμένων, λιωμένων και υγροποιημένων πετρωμάτων, που πιθανώς είχε μέγεθος δεκαπλάσιο της Γης.

Ο αρχικός «σπόρος» της Σελήνης ήταν μια μάζα. λιωμένων και υγροποιημένων πετρωμάτων της Γης που είχαν εκτοξευθεί μετά την πρόσκρουση και βρίσκονταν σε τροχιά γύρω από το επίκεντρο της συνεστίας.

Καθώς σταδιακά οι καυτές θερμοκρασίες υποχωρούσαν, τα εξαερωμένα πετρώματα άρχισαν σιγά-σιγά να συμπυκνώνονται και να πέφτουν σαν βροχή προς το κέντρο της συνεστίας και προς τον γειτονικό πυρήνα της Πρωτο-Σελήνης, με ένταση δεκαπλάσια μιας καταιγίδας στη Γη.

Τελικά, καθώς η συνεστία συρρικνωνόταν και συμπυκνωνόταν, μέσα από τα νέφη της προέκυψε το φεγγάρι.

Η όλη διαδικασία εκτιμάται ότι ήταν γρήγορη (μόλις λίγες δεκάδες χρόνια), ενώ περίπου 1.000 χρόνια αργότερα, από το ίδιο νέφος της συνεστίας, αναδύθηκε και η Γη, αρχικά σε λιωμένη και μετά στη σημερινή στερεά μορφή της.

Δηλαδή, σύμφωνα με τη νέα θεωρία, η Σελήνη γεννήθηκε πριν από τη «νέα» Γη. Επειδή Γη και φεγγάρι δημιουργήθηκαν από το ίδιο νέφος εξαερωμένων πετρωμάτων, έχουν εκ φύσεως σχεδόν ίδια σύνθεση χημικών ισοτόπων. Η έλλειψη πτητικών στοιχείων στη Σελήνη εξηγείται, επειδή αυτή, όταν σχηματίσθηκε, περιβαλλόταν από τεράστιες ποσότητες υδρατμών με θερμοκρασίες χιλιάδων βαθμών Κελσίου, με συνέπεια να εξατμισθούν τα πιο πτητικά στοιχεία.

Αστρονόμοι ανίχνευσαν την Κοσμική Αυγή, όταν ενεργοποιήθηκαν τα πρώτα άστρα του σύμπαντος

Μπορεί τα αστέρια να αποτελούν σήμερα «συνοδοιπόρο» των ανθρώπων στους βραδινούς του περιπάτους, αυτές οι φωτεινές κουκίδες, όμως, δεν υπήρχαν πάντα στον νυχτερινό ουρανό. Αστρονόμοι ανίχνευσαν για πρώτη φορά σήματα από τα πρώτα άστρα, καθώς αυτά εμφανίστηκαν και άρχισαν να φωτίζουν το Σύμπαν.
 
Οι παρατηρήσεις των αστρονόμων, οι οποίες χαρακτηρίστηκαν επαναστατικές, δείχνουν ότι το Σύμπαν άρχισε να φωτίζεται 180 εκατομμύρια χρόνια περίπου μετά από το Big Bang – ένα γεγονός που ονομάστηκε «Κοσμική Αυγή».
 
Ποια ήταν τα πρώτα αστέρια; Πότε άναψαν για πρώτη φορά στο σύμπαν; Μετά από 12 χρόνια πειραματικής προσπάθειας μια ομάδα επιστημόνων έχει εντοπίσει τα δακτυλικά αποτυπώματα των πρώτων άστρων. Μάθετε πώς το έκαναν!
 
 
Το ασθενές αποτύπωμα, που άφησαν αυτά τα πρώτα άστρα, φαίνεται ότι περιέχει νέα και μη αναμενόμενα στοιχεία για την ύπαρξη και τη φύση της σκοτεινής ύλης -μια ανακάλυψη που αν επιβεβαιωθεί και από ανεξάρτητα αστεροσκοπεία τότε θα συζητάμε για δύο μεγάλες επιστημονικές ανακαλύψεις.
 
«Ο εντοπισμός αυτού του ασθενούς σήματος άνοιξε ένα νέο παράθυρο στις αρχές της δημιουργίας του Σύμπαντος» είπε ο Judd Bowman, του πανεπιστημίου της Αριζόνα.
 
Η ομάδα του Judd Bowman ξεκίνησε να αναζητά τα εν λόγω σήματα πριν από περίπου 12 χρόνια.
 
«Είναι μάλλον απίθανο να καταφέρουμε να δούμε ακόμη πιο πίσω στην ιστορία των άστρων κατά τη διάρκεια της ζωής μας» είπε ο ίδιος.

Έφτιαξαν μεθανογενή μικρόβια σε περιβάλλον όμοιο με του Εγκέλαδου

Η ανίχνευση πλούσιων σε διοξείδιο του πυριτίου σωματιδίων σκόνης, ως ένδειξη της συνεχιζόμενης υδροθερμικής δραστηριότητας, καθώς και η παρουσία νερού και οργανικών μορίων σε πίδακες στον Εγκέλαδο, έχουν κάνει το φεγγάρι αυτό του Κρόνου ένα ειδικό σημείο στην αναζήτηση πιθανής εξωγήινης ζωής. Έτσι μεθανογόνα μικρόβια είναι μεταξύ των οργανισμών που θα μπορούσαν ενδεχομένως να ευδοκιμούν κάτω από τις προβλεπόμενες συνθήκες στον Εγκέλαδο, αφού τόσο το μοριακό υδρογόνο (H 2 ) όσο και το μεθάνιο (CH 4 ) έχουν ανιχνευθεί σε γκέυζερ στον Εγκέλαδο.
 
Έχει διαπιστωθεί ότι κάτω από την παγωμένη επιφάνεια του Εγκέλαδου, ενός εκ των δεκάδων δορυφόρων του Κρόνου, υπάρχει ένας ωκεανός. Οι έρευνες που πραγματοποίησε το διαστημικό σκάφος Cassini στον Εγκέλαδο έδειξαν ότι ο ωκεανός αυτός διαθέτει συνθήκες φιλικές στην παρουσία της ζωής έστω αφού σε αυτόν υπάρχουν διάφορα στοιχεία (υδρογόνο, μεθάνιο, αμμωνία, διοξείδιο του άνθρακα) τα οποία συνδέονται με την ύπαρξη μικροοργανισμών.
 
Έχουν εντοπιστεί στην Γη κάποια μικροσκοπικά πλάσματα που ονομάζονται μεθανογενή τα οποία θα μπορούσαν να επιβιώσουν και να ακμάσουν στον ωκεανό του Εγκέλαδου χρησιμοποιώντας μόνο το διοξείδιο του άνθρακα και το υδρογόνο με το μεθάνιο να αποτελεί το υποπροϊόν της όλης διεργασίας. Ομάδα μικροβιολόγων με επικεφαλής τον Σίμον Ρίτμαν καθηγητή του Πανεπιστημίου της Βιέννης πραγματοποίησαν πειράματα στα οποία ανασυνέθεσαν στο εργαστήριο τις συνθήκες που υπάρχουν στον Εγκέλαδο.
 
Παράλληλα οι ερευνητές ανέπτυξαν τρία διαφορετικά στελέχη μικροβίων που υπάρχουν στην Γη. Στην συνέχεια εξέθεσαν τα μικρόβια αυτά στις συνθήκες του Εγκέλαδου για να δουν τι θα συμβεί. Διαπιστώθηκε ότι ένα από τα μικρόβια, το Methanothermococcus okinawensis όχι μόνο κατάφερε να επιβιώσει αλλά και να ακμάσει σε περιβάλλον όπου εκτός των άλλων υπήρχαν και στοιχεία όπως φορμαλδεΰδη και μονοξείδιο του άνθρακα τα οποία εμποδίζουν την παρουσία μεθανογενών οργανισμών.
 
Τα πειράματα των ερευνητών δείχνουν ότι η διαπιστωμένη παρουσία μεθανίου στον Εγκέλαδο μπορεί να προέρχεται από την ύπαρξη διαφόρων μορφών ζωής παρόμοιων με αυτά των πειραμάτων. Οι ερευνητές σε άρθρο τους που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Nature Communications» επισημαίνουν ότι τα ευρήματα τους δείχνουν ότι αξίζει τον κόπο να γίνουν αποστολές διερεύνησης της ύπαρξης εξωγήινης ζωής όχι μόνο στον Εγκέλαδο αλλά και αλλού στο ηλιακό μας σύστημα. Εκτός από τον Εγκέλαδο έχει διαπιστωθεί ότι ωκεανός υπάρχει και στο εσωτερικό της Ευρώπης, ενός παγωμένου δορυφόρου του Δία.
 
Οι διαστημικές υπηρεσίες μέχρι στιγμής θεωρούν πιο αυξημένες τις πιθανότητες ύπαρξης ζωής στην Ευρώπη και για αυτό σχεδιάζονται αποστολές εξερεύνησης σε αυτή και όχι στον Εγκέλαδο. Όμως τα νέα ευρήματα ίσως αλλάξουν τα δεδομένα και υπάρξει ενδιαφέρον για μια αποστολή και στον δορυφόρο του Κρόνου.

Ο Αριστοτέλης, η πόλη και οι πολίτες

Ο Αριστοτέλης συστηματοποιώντας την έρευνά του για τα πολιτεύματα δε θα μπορούσε να μην προβεί στην αναλυτική μέθοδο, αφού μόνο ξεκαθαρίζοντας εννοιολογικά τα επί μέρους μπορεί κανείς να προχωρήσει στην ευρύτερη έννοια που αναζητά. Από την αρχή του τρίτου βιβλίου των Πολιτικών του καθιστά σαφές: «Για όποιον ερευνά συστηματικά το πολίτευμα μιας πόλης, ποια δηλαδή είναι η φύση και ποια τα χαρακτηριστικά του κάθε πολιτεύματος, πρώτο σχεδόν θέμα για διερεύνηση είναι να δει τι είναι τέλος πάντων η πόλη». Με άλλα λόγια, αν δεν ξεκαθαριστεί τι είναι η πόλη, θα είναι μάλλον επίφοβη (για να μην πούμε αυθαίρετη) η έρευνα για το πολίτευμα. Βρισκόμαστε μπροστά στον ορισμό αυτού που ονομάζουμε οριοθετημένη – επιστημονική σκέψη, αφού η διαχείριση των εννοιών δεν είναι τίποτε άλλο από την πορεία της σκέψης που οφείλει να ξεδιπλώνεται μεθοδικά, χωρίς άλματα, αναζητώντας τη βαθύτερη ουσία των πραγμάτων που μόνο η ακρίβεια των όρων μπορεί να εξασφαλίσει. Γιατί, εφόσον τα όρια της γλώσσας θέτουν και τα όρια της σκέψης, αναπόφευκτα, αυτό που ονομάζουμε πορεία ενός συλλογισμού βρίσκεται σε απόλυτη εξάρτηση από τις ιδέες που τον καθορίζει. Κι αυτή ακριβώς είναι η συνειδητοποίηση ότι οι έννοιες είναι οι ιδέες που διαπλέκονται καθοδηγώντας τη σκέψη. Από αυτή την άποψη είναι απολύτως σαφής η αδυναμία στη διατύπωση της έννοιας της πόλης, αν πρώτα δεν ξεκαθαριστεί η έννοια του πολίτη: «Επειδή όμως η πόλη ανήκει στα σύνθετα πράγματα, όπως ακριβώς και κάθε άλλο πράγμα που είναι μια ολότητα αποτελούμενη από πολλά μέρη, γίνεται φανερό ότι προηγείται η έρευνα για τον πολίτη, γιατί η πόλη αποτελείται από ένα πλήθος πολιτών». Το τρίπτυχο πολίτευμα – πόλη – πολίτης είναι ο ορισμός της αναλυτικής μεθόδου που διαρκώς διεισδύει σε όλα τα γλωσσικά βάθη μετατρέποντας τις ιδέες σε χειροπιαστά αντικείμενα.
 
Όμως η έννοια του πολίτη οφείλει να ξεκαθαριστεί και για έναν ακόμη λόγο: «Γιατί συχνά διατυπώνονται διαφορετικές μεταξύ τους γνώμες για την έννοια του πολίτη. Δε συμφωνούν δηλαδή όλοι στο ίδιο περιεχόμενο της λέξης “πολίτης”, καθώς πολλές φορές συμβαίνει κάποιος που είναι πολίτης στη δημοκρατία, να μην είναι πολίτης στο ολιγαρχικό πολίτευμα». Η διχογνωμία που επικρατεί στην έννοια του πολίτη δεν είναι παρά η απόδειξη του συγκοινωνούντος δοχείου στις έννοιες πολίτευμα και πολίτης, αφού ανάλογα με τον καθορισμό του ενός καθορίζεται και το άλλο. Αν στη δημοκρατία ο πολίτης είναι αυτός που διεκδικεί μερίδιο στη διαχείριση της εξουσίας (και δε μιλάμε μόνο για την περίπτωση που θα επιχειρήσει να εκλεγεί σ’ ένα αξίωμα, χωρίς βέβαια και να την αποκλείουμε) απαιτώντας πολιτική διαφάνεια, αστράτευτη ενημέρωση, ελευθερία λόγου κλπ, που με δυο λόγια αντιμετωπίζει τα κοινά με τρόπο ενεργό εκδηλώνοντας τη διάθεση της συμμετοχικότητάς του, στην ολιγαρχία όλα αυτά μετριάζονται καθώς ο πολίτης δε νιώθει κοινωνός γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι οι πολιτικές αποφάσεις αφορούν άλλους, ανώτερους κοινωνικά απ’ αυτόν, που ξέρουν να τις διαχειρίζονται. Πόσο μάλλον στις τυραννίες που στηρίζονται αποκλειστικά στο φόβο προκειμένου να εξασφαλιστεί η παθητικότητα. Όλες αυτές οι εκδοχές του πολίτη δεν είναι παρά η αντανάκλαση των διαφορετικών εκδοχών των πολιτευμάτων: «Δεν ορίζεται κάποιος πολίτης, επειδή ζει σ’ ένα συγκεκριμένο τόπο (και οι μέτοικοι και οι δούλοι μοιράζονται τον ίδιο τόπο κατοικίας με τους πολίτες, χωρίς να είναι πολίτες)». Κι αν οι δούλοι δε χρειάζονται συστάσεις, σχετικά με τους μετοίκους, στο βιβλίο «Ιστορία των Αρχαίων Χρόνων ως το 30 π. Χ.», αναφέρεται: «Μέτοικοι ονομάζονταν όλοι οι ελεύθεροι Έλληνες ή και ξένοι, που ήταν εγκατεστημένοι στην Αττική, χωρίς να είναι Αθηναίοι πολίτες. Δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα αλλά είχαν την υποχρέωση να στρατεύονται και πλήρωναν έναν ειδικό φόρο, το “μετοίκιο”. Δεν επιτρεπόταν να έχουν ιδιοκτησία γης στην Αττική και ασχολούνταν κυρίως με το εμπόριο και τη βιοτεχνία. Την εποχή αυτή» (αναφέρεται στην περίοδο του Περικλή πριν τον Πελοποννησιακό πόλεμο, 446 π. Χ. ως 431 π. Χ.) «η οικονομική ακμή της Αθήνας είχε προσελκύσει μεγάλο πλήθος μετοίκων και πολλοί απ’ αυτούς είχαν πλουτίσει».
 
Κι αφού γίνεται σαφές ότι όποιος μένει σε μια πόλη δε σημαίνει ότι είναι και πολίτης της πόλης αυτής, οφείλει να διασαφηνιστεί ότι ούτε όποιος έχει τη δυνατότητα να βρει το δίκιο του στο δικαστήριο είναι κατ’ ανάγκη πολίτης: «Ούτε όμως είναι πολίτες και εκείνοι που με βάση τα πολιτικά τους δικαιώματα έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τα δικαστήρια ως ενάγοντες ή εναγόμενοι (γιατί έχουν το δικαίωμα αυτό και εκείνοι των οποίων οι πόλεις συνδέονται με εμπορικές συμβάσεις [δηλαδή μπορούν να χρησιμοποιούν τα δικαστήρια ως διάδικοι]. Σε πολλά μέρη μάλιστα οι μέτοικοι δεν έχουν πλήρως ούτε αυτά τα δικαιώματα, αλλά υποχρεώνονται να βρουν προστάτη, ώστε με κάποιον τρόπο να μετέχουν ατελώς έστω στις διαδικασίες μιας τέτοιας κοινωνίας)». Διευκρινίζοντας τις εμπορικές συμβάσεις (σύμβολα στο πρωτότυπο) η μεταφράστρια Πηνελόπη Τζιώκα – Ευαγγέλου παραθέτει στα σχόλια: «Σύμβολα: Έτσι ονομάζονταν οι εμπορικές συμβάσεις ανάμεσα σε δυο πόλεις. Στις συμβάσεις οριζόταν η διαδικασία την οποία έπρεπε να τηρήσουν οι συμβαλλόμενες χώρες στην περίπτωση διάπραξης αδικημάτων κατά τις εμπορικές συναλλαγές». Ο ίδιος ο Αριστοτέλης αναφέρει την περίπτωση των Τυρρηνών και των Καρχηδονίων που είχαν προχωρήσει σε τέτοιου είδους «σύμβολα», αλλά σε καμία περίπτωση δεν ήταν και συμπολίτες: «Γιατί, αν ίσχυε αυτό, οι Τυρρηνοί και οι Καρχηδόνιοι και όλοι οι άλλοι οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους με εμπορικές συμβάσεις, θα ήταν οιονεί πολίτες μιας πόλης».
 
Η έννοια του πολίτη, εξ ορισμού αλληλένδετη με τις έννοιες πόλη και πολίτευμα, δεν θα μπορούσε με κανέναν άλλο τρόπο να οριστεί παρά ως συμμετοχική δυνατότητα στη διαμόρφωση όλων των εξουσιών: «Πολίτης, λοιπόν, με την ακριβέστερη σημασία της λέξης ορίζεται κάποιος με βάση κυρίως το δικαίωμά του να μετέχει στη δικαστική και πολιτική εξουσία και με τίποτε άλλο. Από τις εξουσίες άλλες είναι αυστηρά καθορισμένες ως προς το χρόνο, ώστε μερικές δεν επιτρέπεται να τις αναλάβει το ίδιο πρόσωπο δύο φορές, ή επιτρέπεται μεν, αλλά αφού μεσολαβήσει ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Άλλες δεν έχουν χρονικό όριο, όπως για παράδειγμα ο δικαστής και το μέλος της εκκλησίας του δήμου. Βέβαια μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι παρόμοια πρόσωπα δεν είναι άρχοντες ούτε η συμμετοχή τους στις διαδικασίες αυτές συνιστά ανάληψη αξιώματος, αν και είναι αστείο να αρνείται την ύπαρξη εξουσίας στους φορείς ανωτάτων κυριαρχικών δικαιωμάτων. Άρα, ας μη σημειωθεί καμιά διαφορά, αφού η διαφορά βρίσκεται μόνο στο όνομα. Δεν υπάρχει δηλαδή κοινή ονομασία για το δικαστή και το μέλος της εκκλησίας του δήμου με την οποία να αποδίδονται συγχρόνως και οι δύο αυτές ιδιότητες. Για τις ανάγκες του ορισμού ωστόσο, ας χρησιμοποιήσουμε τον όρο “αόριστη αρχή”. Θεωρούμε επομένως πολίτες εκείνους που μετέχουν στην “αόριστη αρχή”». Τα παιδιά που δεν έχουν ακόμη πολιτικά δικαιώματα και οι γέροι που δε συμμετέχουν πια, καθώς έχουν απαλλαγεί, σημειώνονται από τον Αριστοτέλη ως πολίτες «όχι βέβαια απόλυτα αλλά με την προσθήκη “ανήλικα” για τα παιδιά και “υπερήλικοι” για τους γέρους».
 
Όμως, από τη στιγμή που τα πολιτεύματα διαφοροποιούνται, είναι αυτονόητη και η συνακόλουθη διαφοροποίηση του πολίτη: «Για το λόγο αυτό ακριβώς ο ορισμός που δώσαμε, ισχύει για τον πολίτη στο δημοκρατικό πολίτευμα, ενδεχομένως όμως να ισχύει και στα άλλα πολιτεύματα, όχι όμως απαραίτητα. Γιατί σε μερικά πολιτεύματα δεν υπάρχει ο θεσμός του δήμου ούτε συγκαλούνται εκκλησίες του δήμου αλλά έκτακτες συνελεύσεις». Το σίγουρο είναι ότι η δημοκρατία αντιλαμβάνεται τον πολίτη συμμετοχικά και μόνο συμμετοχικά, αφού αλλιώς στερείται νοήματος. Ο Περικλής προκειμένου να εξασφαλίσει τη συμμετοχή ακόμη και των φτωχότερων στη δικαστική εξουσία όρισε αμοιβή, ώστε να μην αποκλείεται κανείς για οικονομικούς λόγους (η παρουσία στο δικαστήριο έκανε αδύνατο το μεροκάματο). Ακόμη και οι βουλευτές έπαιρναν αμοιβή, έστω στοιχειώδη. Στο βιβλίο «Κοινωνική και Πολιτική Οργάνωση στην Αρχαία Ελλάδα» αναφέρεται: «Στην εποχή του Αριστοτέλη ο μισθός για έναν απλό βουλευτή ήταν 5 οβολοί την ημέρα και για τους πρυτάνεις 1 δραχμή, περίπου όσο και η ημερήσια αμοιβή ενός εργάτη».
 
Από τη στιγμή που είναι ξεκάθαρο ότι η δημοκρατία στηρίζεται στη συμμετοχή των πολιτών, ότι δηλαδή προϋποθέτει πολίτες ενεργούς, πολίτες που μπορούν να κρίνουν και να ελέγξουν την εξουσία, πολίτες που γνωρίζουν τα δικαιώματα και το ρόλο τους μες το πολίτευμα, που ενδιαφέρονται για τα κοινά και που απαιτούν να έχουν πλήρη γνώση του τι συμβαίνει, γίνεται αυτομάτως αντιληπτό ότι οι πολίτες που δεν πληρούν τα παραπάνω δεν αρμόζουν σε δημοκρατίες. Ο πολίτης που φοβάται να διεκδικήσει, που προτιμά τη σιωπή, που λειτουργεί κάτω από την επιρροή των άλλων οι οποίοι «ξέρουν καλύτερα τα πράματα», που δεν «ανακατεύεται», που παραμένει παθητικός και αυτοαποκαλείται «φιλήσυχος», που ταυτίζει τη νομιμοφροσύνη με την υποτέλεια, που «έχει το κεφάλι του ήσυχο», που αντιλαμβάνεται τις πολιτικές πεποιθήσεις ως οικογενειακή παράδοση κλπ. δεν είναι δημοκράτης. Γιατί δεν τρέφει τη δημοκρατία. Και ούτε πιστεύει σ’ αυτήν. Είναι ο πολίτης της ολιγαρχίας. (Αυτό βέβαια δε δικαιώνει και εκείνον, που, στο όνομα των δικαιωμάτων του – ή της δημοκρατίας – βανδαλίζει και τραμπουκίζει. Ούτε αυτούς τους έχει ανάγκη η δημοκρατία. Γιατί η δημοκρατία ξέρει να προστατεύεται μέσα από τους θεσμούς της. Αρκεί να λειτουργούν σωστά). Κατ’ επέκταση το πολίτευμα που θέλει τους πολίτες παθητικούς, που θέλει να φοβούνται με κινδυνολογίες και μέτρα καταστολής, που προτιμά να μην ασχολούνται και πολύ ώστε να μένει πάντα η διαχείριση στα χέρια των λίγων, που αρνείται τη διαφάνεια και στηρίζεται περισσότερο στην απόκρυψη, που ελέγχει την ενημέρωση συσκοτίζοντας και αποπροσανατολίζοντας, που με δυο λόγια δε θέλει το λαό μέσα στα πόδια του για να εξυπηρετήσει άλλα συμφέροντα, δεν είναι δημοκρατία. Γιατί τελικά αποκλείει το λαό, ασχέτως αν του ζητάει την ψήφο. Γιατί τον κρατά μονίμως εκτός ασχέτως αν του δίνει το δικαίωμα του εκλέγεσθαι. Γιατί τελικά διαμορφώνει πολίτες που να ανταποκρίνονται στα κυβικά του. Γιατί πάντα βρίσκει τον τρόπο να στελεχώνει τη διοίκηση με τα ίδια πρόσωπα, σχεδόν κληρονομικά. Κι αυτά είναι τα βασικότερα χαρακτηριστικά της ολιγαρχίας. Υπό αυτές τις συνθήκες, αυτό που ονομάζουμε πολιτική διαφθορά είναι σχεδόν νομοτελειακό. Τελικά, ακόμη και οι σκληρότερες ολιγαρχίες χρειάζονται δημοκρατικό περιτύλιγμα. Η συμμετοχή του λαού δε λειτουργεί μόνο καθησυχαστικά, αλλά πετυχαίνει και τη συνδιαμόρφωση της ευθύνης. (Και πράγματι, ο λαός δεν είναι άμοιρος ευθυνών). Ο Αριστοτέλης στο δεύτερο βιβλίο των Πολιτικών του αναφερόμενος στους εφόρους της Σπάρτης γράφει: «αυτός ο θεσμός της εξουσίας (δηλαδή ο δημοκρατικός γιατί οι έφοροι ήταν πρόσωπα εκλεγμένα απ’ το λαό) διασφαλίζει τη συνοχή του πολιτεύματος, διότι ο λαός παραμένει ήσυχος, επειδή συμμετέχει στον πιο σημαντικό φορέα εξουσίας».
 
Όμως ο Αριστοτέλης, αν και παραδέχεται ότι η έννοια του πολίτη διαφοροποιείται από πολίτευμα σε πολίτευμα, όταν αναφέρεται στα ολιγαρχικά πολιτεύματα (για παράδειγμα στη Σπάρτη και στην Καρχηδόνα), αρνείται να επαναδιατυπώσει την έννοια του πολίτη αποδίδοντας την ολιγαρχική εκδοχή: «Στα άλλα πολιτεύματα δεν είναι ο “αόριστος άρχοντας” μέλος της εκκλησίας του δήμου και δικαστής, αλλά ο ορισμένος σύμφωνα με την αρχή που αναλαμβάνει. Σε όλους ή σε μερικούς από αυτούς δίνεται το δικαίωμα να είναι βουλευτές και δικαστές για όλα τα ζητήματα ή για ορισμένα μόνο. Διευκρινίστηκε επομένως από όλα αυτά ποια είναι η φύση του πολίτη: όποιος δηλαδή σε μια πόλη έχει τη δυνατότητα να μετέχει στη βουλευτική και δικαστική εξουσία, αυτόν θεωρούμε πολίτη της πόλης τούτης». Με άλλα λόγια πολίτες είναι και πάλι αυτοί που μπορούν και συμμετέχουν στις εξουσίες, με τη διαφορά ότι αυτή τη φορά είναι λιγότεροι. Οι υπόλοιποι, που αποκλείονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, για τον Αριστοτέλη δεν είναι πολίτες: «Γιατί πρέπει να πούμε το εξής: ή αυτοί που δεν μετέχουν στη ζωή της πόλης δεν είναι πολίτες, ή είναι πολίτες και έχουν δικαίωμα στα κοινό συμφέρον». Το ότι τελικά η έννοια του πολίτη δεν αλλάζει καθιστά σαφές ότι πολίτης χωρίς δικαίωμα στο κοινό συμφέρον δεν υφίσταται ή, για να το πούμε αλλιώς, οι ολιγαρχίες δεν επαναπροσδιορίζουν την έννοια του πολίτη αλλά την ακυρώνουν. Κι αφού πλέον είναι ξεκάθαρο τι είναι πολίτης μπορεί να δοθεί και ο ορισμός της πόλης: «ορίζοντας απλά ως πόλη ένα πλήθος πολιτών ικανό να εξασφαλίζει αυτάρκεια για τη ζωή του».
 
Όμως, παρά τον τελικό ορισμό, η διχογνωμία που υπάρχει σχετικά με την ευθύνη της πόλης (ως σύνολο) για μια συγκεκριμένη πράξη ή του τυράννου που εξανάγκασε τη συγκεκριμένη πράξη παραμένει: «Ακόμη ορισμένοι θέτουν το ερώτημα πότε η πόλη έχει την ευθύνη για κάποια πράξη και πότε δεν την έχει, όπως όταν για παράδειγμα το πολίτευμα μεταβάλλεται σε δημοκρατία από ολιγαρχία ή τυραννίδα». Το ζήτημα της ευθύνης παίρνει σοβαρές διαστάσεις αν αναλογιστούμε την αντίληψη των περισσοτέρων (κυρίως μετά την πτώση κάποιας τυραννίας), που αποδίδοντας ευθύνες σε συγκεκριμένα πρόσωπα που κυβέρνησαν τυραννικά, αρνούνται να αναλάβουν και την υποχρέωση πιθανών αποζημιώσεων που προκύπτουν, αφού όλα διαγράφονται λόγω της έλλειψης νομιμότητας του καθεστώτος που έφυγε: «μερικοί αρνούνται να πληρώσουν τις οφειλές τους προς το δημόσιο, με το επιχείρημα ότι δεν τις καθόρισε η πόλη αλλά ο τύραννος, και να εκπληρώσουν επίσης άλλες πολλές παρόμοιες υποχρεώσεις, με τη λογική ότι μερικά πολιτεύματα υφίστανται με τη βία και όχι για το κοινό συμφέρον». Από τη στιγμή που η διακυβέρνηση γίνεται νόμιμα και προϋποθέτει και τη συμμετοχή του λαού είναι πολύ δύσκολο να εγείρει κανείς αξιώσεις εκμηδένισης χρέους προς το δημόσιο ή δημόσιου χρέους προς κάποια άλλη χώρα. Κι αυτό γιατί όλοι συναισθάνονται την ευθύνη. Χρειάζεται η αίσθηση μιας μεγάλης αλλαγής για να ξεκινήσουν τα παρατράγουδα. Χρειάζεται δηλαδή η αίσθηση ότι η νομιμότητα που ήρθε αποκαθιστά την παρανομία που έφυγε κι ως εκ τούτου δεν οφείλει να πληρώσει και τα σπασμένα. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη επισφράγιση για τη νομιμότητα από τη συμμετοχή του λαού στη διαμόρφωση της εξουσίας. (Αναφορικά με τις διακρατικές σχέσεις, σήμερα, η αρχή του ενιαίου της πολιτείας καθιστά σαφές ότι όλα πρέπει να εκτελεστούν ως έχουν συμφωνηθεί, ανεξάρτητα από τη νομιμότητα της εξουσίας που προέβη στις συμφωνίες).
 
Το ζήτημα αυτό, για τον Αριστοτέλη, μπορεί να ξεκαθαριστεί μόνο εφόσον αποσαφηνιστούν οι παράγοντες που διασφαλίζουν τη συνέχεια μιας πόλης: «Φαίνεται ότι ο ουσιαστικός λόγος αυτής της απορίας είναι το εξής εύλογο ερώτημα: πότε οφείλουμε να δεχτούμε ότι η πόλη παραμένει η ίδια ή ότι μεταβάλλεται και γίνεται μια άλλη πόλη;». Ή, για να το πούμε αλλιώς, ποιο είναι το στοιχείο εκείνο που εγγυάται τη συνέχεια μιας πόλης και που αν μεταβληθεί θα κλονίσει όλες τις διαμορφωμένες σχέσεις, τουλάχιστο σε ηθικό επίπεδο, θεωρώντας ότι οτιδήποτε ανήκει στο παρελθόν οφείλει να ακυρωθεί; Απορρίπτοντας ότι η συνέχεια της πόλης εξαρτάται από τον τόπο ή τους ανθρώπους που κατοικούν (ο τόπος είναι δεδομένο ότι δεν αλλάζει και οι άνθρωποι είναι δεδομένο ότι έρχονται και παρέρχονται), πολύ περισσότερο από τα τείχη που την περιβάλλουν: «Γιατί θα ήταν δυνατόν να περικλειστεί με τείχος ολόκληρη η Πελοπόννησος», ο Αριστοτέλης καταλήγει: «Αν πάλι η πόλη πράγματι είναι κάποιο είδος κοινωνίας και υφίσταται ως κοινωνία πολιτών στη βάση μιας πολιτειακής οργάνωσης, τότε με λογική αναγκαιότητα η πόλη δε θα παρέμενε η ίδια, εφόσον μεταβάλλεται το πολίτευμα ως προς το είδος του και διαφοροποιείται. Κατ’ αναλογία λέμε ότι ο χορός είναι διαφορετικός, πότε κωμικός και πότε τραγικός, αν και οι άνθρωποι που τον αποτελούν είναι πολλές φορές οι ίδιοι».
 
Κι αυτή ακριβώς είναι η βαθύτερη ουσία των πολιτευμάτων, που δεν είναι απλώς το σύστημα της διαχείρισης της εξουσίας, αλλά και ο εγγυητής της ομαλότητας και της συνέχειας της δημόσιας ζωής. Το πολίτευμα που νομιμοποιείται ηθικά στα μάτια της πλειοψηφίας είναι ο παράγοντας που ρυθμίζει όλες τις σχέσεις και διασφαλίζει όλες τις συμφωνίες, αφού δρα επικυρωτικά. Γι’ αυτό το πολίτευμα πρέπει να έχει σταθερότητα. Γιατί αποτελεί το φερέγγυο πρόσωπο σε όλες τις δραστηριότητες. Μια χώρα με διαρκείς πολιτειακές ανατροπές δεν μπορεί να ελπίζει και σε σοβαρές συμφωνίες, καθώς όλα κρίνονται ασταθή κι επίφοβα. Οι σοβαρές μπίζνες κλείνονται μόνο υπό τις συνθήκες της σταθερότητας. (Μιλάμε βεβαίως για τις ανεπτυγμένες χώρες του λεγόμενου δυτικού κόσμου. Οι περιπτώσεις των χωρών με τις διαρκείς χούντες και τους πολέμους εξυπηρετούν άλλες ανάγκες). Η συμμετοχή του λαού είναι η διασφάλιση της σταθερότητας. Από αυτή την άποψη, οι σύγχρονες ολιγαρχίες δεν ορίζονται με τον αποκλεισμό του λαού, αλλά με τον έλεγχο της λαϊκής βούλησης, που πρέπει διαρκώς να κατευθύνεται, να διασπάται και να εκφοβίζεται. «Αν λοιπόν αυτά ισχύουν, είναι φανερό ότι πρέπει να πούμε ότι η πόλη παραμένει η ίδια πρώτιστα, όταν ίδιο παραμένει το πολίτευμά της. Μπορούμε να την αποκαλούμε με διαφορετικό όνομα ή και με το ίδιο είτε κατοικείται από τους ίδιους είτε από εντελώς διαφορετικούς ανθρώπους. Ωστόσο είναι άλλο ζήτημα, αν είναι δίκαιο η πόλη να εκτελεί τις υποχρεώσεις της ή να τις αθετεί, όταν μεταβάλλει το πολίτευμά της».
 
Αριστοτέλης: Πολιτικά