Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἰφιγένεια ἡ ἐν Αὐλίδι (1336-1401)

ΧΟ. ἐγὼ μὲν οἰκτείρω σε συμφορᾶς κακῆς
τυχοῦσαν, οἵας μήποτ᾽ ὤφελες τυχεῖν.
ΙΦ. ὦ τεκοῦσα μῆτερ, ἀνδρῶν ὄχλον εἰσορῶ πέλας.
ΚΛ. τόν γε τῆς θεᾶς παῖδα, τέκνον, ᾧ ‹σὺ› δεῦρ᾽ ἐλήλυθας.
1340 ΙΦ. διαχαλᾶτέ μοι μέλαθρα, δμῶες, ὡς κρύψω δέμας.
ΚΛ. τί δὲ τέκνον, φεύγεις; ΙΦ. Ἀχιλλέα τόνδ᾽ ἰδεῖν αἰσχύνομαι.
ΚΛ. ὡς τί δή; ΙΦ. τὸ δυστυχές μοι τῶν γάμων αἰδῶ φέρει.
ΚΛ. οὐκ ἐν ἁβρότητι κεῖσαι πρὸς τὰ νῦν πεπτωκότα.
ἀλλὰ μίμν᾽· οὐ σεμνότητος ἔργον, ἢν ὀνώμεθα.
1345 ΑΧ. ὦ γύναι τάλαινα, Λήδας θύγατερ,… ΚΛ. οὐ ψευδῆ θροεῖς.
ΑΧ. δείν᾽ ἐν Ἀργείοις βοᾶται… ΚΛ. τίνα βοήν; σήμαινέ μοι.
ΑΧ. ἀμφὶ σῆς παιδός… ΚΛ. πονηρὸν εἶπας οἰωνὸν λόγων.
ΑΧ. ὡς χρεὼν σφάξαι νιν. ΚΛ. οὐδεὶς ‹τοῖσδ᾽› ἐναντίον λέγει;
ΑΧ. εἰς θόρυβον ἐγώ τι καὐτὸς ἤλυθον… ΚΛ. τίν᾽, ὦ ξένε;
1350 ΑΧ. σῶμα λευσθῆναι πέτροισι. ΚΛ. μῶν κόρην σῴζων ἐμήν;
ΑΧ. αὐτὸ τοῦτο. ΚΛ. τίς δ᾽ ἂν ἔτλη [τοῦ] σώματος τοῦ σοῦ θιγεῖν;
ΑΧ. πάντες Ἕλληνες. ΚΛ. στρατὸς δὲ Μυρμιδὼν οὔ σοι παρῆν;
ΑΧ. πρῶτος ἦν ἐκεῖνος ἐχθρός. ΚΛ. δι᾽ ἄρ᾽ ὀλώλαμεν, τέκνον.
ΑΧ. οἵ με τὸν γάμων ἀπεκάλουν ἥσσονα. ΚΛ. ἀπεκρίνω δὲ τί;
1355 ΑΧ. τὴν ἐμὴν μέλλουσαν εὐνὴν μὴ κτανεῖν… ΚΛ. δίκαια γάρ.
ΑΧ. ἣν ἐφήμισεν πατήρ μοι. ΚΛ. καὶ Ἀργόθεν γ᾽ ἐπέμψατο.
ΑΧ. ἀλλ᾽ ἐνικώμην κεκραγμοῦ. ΚΛ. τὸ πολὺ γὰρ δεινὸν κακόν.
ΑΧ. ἀλλ᾽ ὅμως ἀρήξομέν σοι. ΚΛ. καὶ μαχῇ πολλοῖσιν εἷς;
ΑΧ. εἰσορᾷς τεύχη φέροντας τούσδε; ΚΛ. ὄναιο τῶν φρενῶν.
1360 ΑΧ. ἀλλ᾽ ὀνησόμεσθα. ΚΛ. παῖς ἄρ᾽ οὐκέτι σφαγήσεται;
ΑΧ. οὔκ, ἐμοῦ γ᾽ ἑκόντος. ΚΛ. ἥξει δ᾽ ὅστις ἅψεται κόρης;
ΑΧ. μυρίοι γ᾽, ἄξει δ᾽ Ὀδυσσεύς. ΚΛ. ἆρ᾽ ὁ Σισύφου γόνος;
ΑΧ. αὐτὸς οὗτος. ΚΛ. ἴδια πράσσων, ἢ στρατοῦ ταχθεὶς ὕπο;
ΑΧ. αἱρεθεὶς ἑκών. ΚΛ. πονηράν γ᾽ αἵρεσιν, μιαιφονεῖν.
1365 ΑΧ. ἀλλ᾽ ἐγὼ σχήσω νιν. ΚΛ. ἄξει δ᾽ οὐχ ἑκοῦσαν ἁρπάσας;
ΑΧ. δηλαδὴ ξανθῆς ἐθείρας. ΚΛ. ἐμὲ δὲ δρᾶν τί χρὴ τότε;
ΑΧ. ἀντέχου θυγατρός. ΚΛ. ὡς τοῦδ᾽ εἵνεκ᾽ οὐ σφαγήσεται.
ΑΧ. ἀλλὰ μὴν ἐς τοῦτό γ᾽ ἥξει. ΙΦ. μῆτερ, εἰσακούσατε
τῶν ἐμῶν λόγων· μάτην γάρ σ᾽ εἰσορῶ θυμουμένην
1370 σῷ πόσει· τὰ δ᾽ ἀδύναθ᾽ ἡμῖν καρτερεῖν οὐ ῥᾴδιον.
τὸν μὲν οὖν ξένον δίκαιον αἰνέσαι προθυμίας·
ἀλλὰ καὶ σὲ τοῦθ᾽ ὁρᾶν χρή, μὴ διαβληθῇ στρατῷ,
καὶ πλέον πράξωμεν οὐδέν, ὅδε δὲ συμφορᾶς τύχῃ.
οἷα δ᾽ εἰσῆλθέν μ᾽, ἄκουσον, μῆτερ, ἐννοουμένην·
1375 κατθανεῖν μέν μοι δέδοκται· τοῦτο δ᾽ αὐτὸ βούλομαι
εὐκλεῶς πρᾶξαι, παρεῖσά γ᾽ ἐκποδὼν τὸ δυσγενές.
δεῦρο δὴ σκέψαι μεθ᾽ ἡμῶν, μῆτερ, ὡς καλῶς λέγω·
εἰς ἔμ᾽ Ἑλλὰς ἡ μεγίστη πᾶσα νῦν ἀποβλέπει,
κἀν ἐμοὶ πορθμός τε ναῶν καὶ Φρυγῶν κατασκαφαί,
1380 τάς τε μελλούσας γυναῖκας ἤν τι δρῶσι βάρβαροι,
μηκέθ᾽ ἁρπάζειν ἐᾶν τὰς ὀλβίας ἐξ Ἑλλάδος,
τὸν Ἑλένης τείσαντας ὄλεθρον, ἥν ‹ἀν›ήρπασεν Πάρις.
ταῦτα πάντα κατθανοῦσα ῥύσομαι, καί μου κλέος,
Ἑλλάδ᾽ ὡς ἠλευθέρωσα, μακάριον γενήσεται.
1385 καὶ γὰρ οὐδέ τοί τι λίαν ἐμὲ φιλοψυχεῖν χρεών·
πᾶσι γάρ μ᾽ Ἕλλησι κοινὸν ἔτεκες, οὐχὶ σοὶ μόνῃ.
ἀλλὰ μυρίοι μὲν ἄνδρες ἀσπίσιν πεφραγμένοι,
μυρίοι δ᾽ ἐρέτμ᾽ ἔχοντες, πατρίδος ἠδικημένης,
δρᾶν τι τολμήσουσιν ἐχθροὺς χὑπὲρ Ἑλλάδος θανεῖν,
1390 ἡ δ᾽ ἐμὴ ψυχὴ μί᾽ οὖσα πάντα κωλύσει τάδε;
τί τὸ δίκαιον τοῦτό γε; ἆρ᾽ἔχοιμ᾽ ἂν ἀντειπεῖν ἔπος;
κἀπ᾽ ἐκεῖν᾽ ἔλθωμεν· οὐ δεῖ τόνδε διὰ μάχης μολεῖν
πᾶσιν Ἀργείοις γυναικὸς εἵνεκ᾽ οὐδὲ κατθανεῖν.
εἷς γ᾽ ἀνὴρ κρείσσων γυναικῶν μυρίων ὁρᾶν φάος.
1395 εἰ βεβούληται δὲ σῶμα τοὐμὸν Ἄρτεμις λαβεῖν,
ἐμποδὼν γενήσομαι ᾽γὼ θνητὸς οὖσα τῇ θεῷ;
ἀλλ᾽ ἀμήχανον· δίδωμι σῶμα τοὐμὸν Ἑλλάδι.
θύετ᾽, ἐκπορθεῖτε Τροίαν. ταῦτα γὰρ μνημεῖά μου
διὰ μακροῦ, καὶ παῖδες οὗτοι καὶ γάμοι καὶ δόξ᾽ ἐμή.
1400 βαρβάρων δ᾽ Ἕλληνας ἄρχειν εἰκός, ἀλλ᾽ οὐ βαρβάρους,
μῆτερ, Ἑλλήνων· τὸ μὲν γὰρ δοῦλον, οἳ δ᾽ ἐλεύθεροι.

***
ΚΟΡ. Σε συμπονώ για το κακό που σε ήβρε·
να μη σου λάχαινε, αχ, μια τέτοια τύχη.
Αναταραχή από το πλησίασμα του Αχιλλέα, που έρχεται βιαστικός με ανθρώπους του οπλισμένους.
ΙΦΙ. Μάνα, μάνα μου, ένα πλήθος άντρες βλέπω εδώ κοντά.
ΚΛΥ. Και της θεάς ο γιος μαζί ᾽ναι, που γι᾽ αυτόν ήρθες εδώ.
1340 ΙΦΙ. Δούλοι, ανοίξτε μου την πόρτα, νά ᾽μπω μέσα να κρυφτώ.
ΚΛΥ. Γιατί φεύγεις; ΙΦΙ. Τον Πηλείδη, μάνα, ντρέπομαι να δω.
ΚΛΥ. Και γιατί; ΙΦΙ. Ο ναυαγισμένος γάμος φέρνει μου ντροπή.
ΚΛΥ. Έτσι όπως τα πράγματα ήρθαν, τη λεπτότητα άσ᾽ τη πια.
Μείνε· αν είναι νά ᾽βγει ωφέλεια, η αξιοπρέπεια περιττή.
ΑΧΙ. Δύστυχη, της Λήδας κόρη,… ΚΛΥ. Δύστυχη· σωστά το λες.
ΑΧΙ. στο στρατό μια χλαλοή ᾽ναι… ΚΛΥ. Πες μου· τί είδους χλαλοή;
ΑΧΙ. Για την κόρη σου… ΚΛΥ. Είν᾽ ο λόγος που είπες κακοσήμαδος.
ΑΧΙ. Να τη σφάξουν λένε. ΚΛΥ. Ούτ᾽ ένας δεν αντιμιλεί σ᾽ αυτό;
ΑΧΙ. Μ᾽ έζωσε κι εμέ μια αντάρα,… ΚΛΥ. Σαν ποιά, ξένε; ΑΧΙ. στις πετριές
1350 να με βάλουν. ΚΛΥ. Που της κόρης βγήκες υπερασπιστής;
ΑΧΙ. Ναι, γι᾽ αυτό. ΚΛΥ. Ποιός θα τολμήσει να σου γγίξει το κορμί;
ΑΧΙ. Όλοι οι Έλληνες. ΚΛΥ. Και πού ήταν τότε οι Μυρμιδόνες σου;
ΑΧΙ. Πρώτοι αυτοί στην όχτρητα ήταν. ΚΛΥ. Κόρη μου, χαθήκαμε.
ΑΧΙ. Δούλο μ᾽ έκραζαν του γάμου. ΚΛΥ. Τί τους αποκρίθηκες;
ΑΧΙ. Να μη σφάζουν την κοπέλα που θα πάρω εγώ… ΚΛΥ. Σωστά.
ΑΧΙ. και που μου ᾽ταξε ο γονιός της· ΚΛΥ. κι είπε απ᾽ τ᾽ Άργος νά ᾽ρθει εδώ.
ΑΧΙ. μα οι φωνές τους με σκεπάζαν. ΚΛΥ. Ο όχλος φοβερό κακό.
ΑΧΙ. Μα θα σε βοηθήσω. ΚΛΥ. Μόνος, θα τα βάλεις με πολλούς;
ΑΧΙ. Βλέπεις τούτους, με όπλα; ΚΛΥ. Ω να ᾽χεις για τη γνώμη σου καλό.
1360 ΑΧΙ. Καλό θα ᾽χω. ΚΛΥ. Δε θα σφάξουν την κορούλα μου λοιπόν;
ΑΧΙ. Όχι θέλοντάς μου. ΚΛΥ. Θά ᾽ρθουν να την πάρουν από δω;
ΑΧΙ. Ο Οδυσσέας με πλήθος άλλους. ΚΛΥ. Ποιός; ο Σισυφόσπορος;
ΑΧΙ. Ναι. ΚΛΥ. Αυτοθέλητα ή βαλμένος απ᾽ τους άλλους; ΑΧΙ. Το ᾽θελε
και τον διάλεξαν. ΚΛΥ. Να κάμει φόνο απαίσιο· τί εκλογή!
ΑΧΙ. Μα θα τον μποδίσω. ΚΛΥ. Δώθε θα την πάρει στανικά;
ΑΧΙ. Τα ξανθά μαλλιά θα πιάσει… ΚΛΥ. Τότε τί να κάνω εγώ;
ΑΧΙ. Κράτα τη σφιχτά. ΚΛΥ. Ω, αν είναι δα απ᾽ αυτό, δε σφάζεται.
ΑΧΙ. Μα τα πράγματα αυτού πάνε. ΙΦΙ. Μάνα, ακούστε τί θα πω:
βλέπω κι άδικα θυμώνεις με τον άντρα σου· εύκολο
1370 να επιμένουμε δεν είναι σ᾽ ένα πράγμ᾽ αδύνατο.
Δίκιο είναι να ευγνωμονούμε ξένον τόσο ευγενικό,
μα έχεις χρέος να τον φυλάξεις απ᾽ το μίσος του στρατού,
συμφορά μην πάθει δίχως να κερδίσουμε κι εμείς.
Άκου μάνα μου, ποιά ιδέα μού ήρθε ως το σκεφτόμουνα·
να πεθάνω απόφαση είναι· θέλω κάθε ταπεινή
σκέψη αφήνοντας, με δόξα να το κάμω η ίδια αυτό.
Κοίταξε κι εσύ, μητέρα, πως μιλώ σωστά· σ᾽ εμέ
η μεγάλη Ελλάδα ρίχνει τις ματιές της· από με
κρέμονται και πλοίων ταξίδι και Φρυγών καταστροφή·
1380 από με, το να μποδίζουν νέες βαρβάρων δοκιμές
για αρπαγή απ᾽ την πλούσια Ελλάδα γυναικών εδώ κι εμπρός,
της Ελένης, που έχει ο Πάρης κλέψει, αν πλερωθεί ο χαμός.
Τέτοια ο θάνατός μου φέρνει σωτηρία, κι αθάνατη
φήμη θα έχω· την Ελλάδα εγώ τη λύτρωσα θα λεν.
Και φιλόζωη τόσο να είμαι δεν ταιριάζει· μ᾽ έκαμες
για καλό όλων των Ελλήνων κι όχι μοναχά για σε.
Μύριοι ασπιδοφόροι, μύριοι λαμνοκόποι, βλέποντας
την πατρίδα αδικημένη, θα χτυπήσουν τολμηρά
τους εχθρούς, για της Ελλάδας θα πεθάνουν την τιμή,
1390 κι όλ᾽ αυτά θα τα μποδίσει μια ζωή, η δική μου; Πού
το σωστό; Πώς θα μπορούσα να τους φέρω αντίρρηση;
Κι άλλο ακόμα· ο ξένος με όλους τους Αργείους σε πόλεμο
νά ᾽μπει και για μια γυναίκα να πεθάνει είν᾽ άδικο.
Πιο ακριβή η ζωή ενός άντρα κι από μύριων γυναικών.
Κι η Άρτεμη να πάρει αν θέλει το κορμί μου, μπόδιο εγώ,
η θνητή, στη θεά θα γίνω; πώς μπορεί να γίνει αυτό;
Το κορμί μου στην Ελλάδα δίνω· μπρος, θυσιάστε με,
πάρτε το Ίλιο. Αυτά για χρόνια θα ᾽ναι θυμητάρια μου,
γάμος και παιδιά και δόξα. Το σωστό, να κυβερνούν
1400 Έλληνες βαρβάρους, κι όχι βάρβαροι τους Έλληνες·
γιατί οι βάρβαροι είναι δούλοι, κι οι Έλληνες ελεύθερο
ι.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΣΤΑ ΝΕΟΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ: Μπαρόκ (τέλη 16ου - μέσα 18ου αιώνα) και αρχαία τέχνη

11.3.1. Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς: «Μαζί με τον Όμηρο, οι μεγαλύτεροι αφηγητές της υδρογείου»

Ο 17ος αιώνας είναι η εποχή του Ρούμπενς. Ο Ρούμπενς (1577-1640), ένας ξεχωριστός, κοσμοπολίτης ζωγράφος στη Φλάνδρα (στην καθολική περιοχή των Κάτω Χωρών), η τέλεια έκφραση του μπαρόκ, με χαρακτηριστική θεατρικότητα και μνημειακότητα, πληθωρικός στη σύνθεση και στο χρώμα, με έντονα αισθησιακά γυμνά (αποθεώνει το γυναικείο γυμνό), ήξερε να ενσωματώνει την παράδοση στο προσωπικό του ύφος. 

Ήταν ένας από τους πιο παραγωγικούς ζωγράφους όλων των εποχών, απέκτησε μεγάλη φήμη και πλούτο, και ως διπλωμάτης βοήθησε τη Φλάνδρα στην Ιταλία και την Ισπανία. Δημιούργησε πλήθος μυθολογικών επινοήσεων, όχι μόνο γιατί ως ζωγράφος ήταν εξαιρετικά ευρηματικός, αλλά γιατί ήταν τέλειος γνώστης των κλασικών πηγών, ο κατεξοχήν πεπαιδευμένος ζωγράφος (pictor doctus) της εποχής του. Διάλεγε όπως και άλλοι ζωγράφοι του 17ου αιώνα ελκυστικά μυθολογικά θέματα ή θέματα με ηθικοπλαστικό περιεχόμενο από την κλασική εποχή, γιατί πίστευε βαθιά ότι τα έργα ζωγραφικής των Ελλήνων ήταν τα ωραιότερα που δημιουργήθηκαν ποτέ. Μελέτησε αρχαία κλασικά αγάλματα, τα οποία έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο έργο του. Εδώ όμως η χρήση των αρχαίων προτύπων είναι διαφορετική. Δεν είναι το μέσο για να δημιουργήσει το δικό του έργο, αλλά περισσότερο αποτελούν ένα είδος λόγιας φιλολογικής παραπομπής σε σημαντικά αρχαία πρωτότυπα, και νιώθει περήφανος να το κάνει αισθητό. Έτσι, χρησιμοποιεί τον Λαοκόοντα π.χ. για τη μορφή του Χριστού στο έργο της ιταλικής του περιόδου Στέφανος εξ ακανθών (1602· Grasse, Νοσοκομείο) ή τον Απόλλωνα Belvedere στη σειρά για τη Μαρία των Μεδίκων (βλ. παραπάνω). 

Στους Τέσσερις φιλοσόφους (1611/1612) το τοπίο με τμήμα από τον Παλατίνο λόφο της Ρώμης και η μαρμάρινη προτομή σε κόγχη που πίστευαν ότι εικονίζει τον Σενέκα είναι έμμεσες αναφορές στην αρχαιομάθεια των εικονιζόμενων. Ο Ρούμπενς φιλοδοξούσε να αναδημιουργήσει χαμένους πίνακες του Απελλή, του Ζεύξη και άλλων συναδέλφων του της κλασικής εποχής και έτσι σαν νέος Απελλής έφτιαξε την Ανακάλυψη του Αχιλλέα ανάμεσα στις κόρες του Λυκομήδη, την Αμαζονομαχία, το Συμπόσιο της Αφροδίτης κ.ά. Αν εξαιρέσει κανείς τις μεγάλες σειρές μυθολογικών του θεμάτων, όπως τη σειρά για τη Μαρία των Μεδίκων (βλ. παραπάνω) και άλλες αντίστοιχες παραγγελίες, υπάρχουν γύρω στα εκατό ακόμη αυτόνομα ζωγραφικά του έργα με μυθολογικές σκηνές, χωρίς να υπολογίζονται αλληγορίες κτλ. Για την παραγωγή του αυτή ο Φριντλέντερ συγκρίνει τον Ρούμπενς με τον Όμηρο: «οι δύο μεγαλύτεροι αφηγητές της υδρογείου».

Τα όρια μεταξύ αγάπης κι εξάρτησης

Τι είναι οι εξαρτημένες σχέσεις;

Έχουν τόσα ειπωθεί για το θέμα της αγάπης σε μία σχέση, χωρίς να δίνεται έμφαση στο ότι, ο τρόπος με τον οποίο ένας άνθρωπος αγαπά, εξαρτάται από την προσωπικότητά του, και όχι από τον σύντροφό του. Όλοι οι άνθρωποι λένε ότι αγαπούν, η έκφανση της αγάπη τους όμως είναι μοναδική και διαφορετική, όπως η προσωπικότητα κάθε ατόμου.

Η επιλογή του συντρόφου βασίζεται στη σχέση με την μητέρα και τον πατέρα, τη σχέση μεταξύ τους, και τη σχέση μας μαζί τους. Έτσι για παράδειγμα μία ψυχρή σχέση δύο γονέων, μπορεί ακόμη και να έχει ως επίδραση στην κόρη, το να μη νιώθει να αγγίξει τρυφερά τον σύντροφό της.

Η αιτία που ένας άνθρωπος δημιουργεί εξαρτημένες σχέσεις σχετίζεται με την αυτοεκτίμησή του (την αγάπη και εμπιστοσύνη προς τον εαυτό του), την αίσθηση ότι δεν μπορεί να σταθεί μόνος του στην ζωή, και η ρίζα όλων αυτών έχει διαμορφωθεί από τις επιδράσεις των γονιών του στην παιδική του ηλικία, οι οποίες δεν βρίσκονται στο συνειδητό κομμάτι της μνήμης μας.

Έτσι για παράδειγμα ένα άτομο το οποίο δεν έλαβε βαθύ ενδιαφέρον από τους γονείς σε μικρή ηλικία, μπορεί να έχει πολύ μεγαλύτερη την ανάγκη να λάβει τα συναισθήματα αυτά στην ενήλικη ζωή από τον σύντροφό του.

Ένας τέτοιος άνθρωπος ασυνείδητα, δεν εκτιμά, δεν αγαπά τον εαυτό του ή και μπορεί να τον τιμωρεί παραμελώντας τον σε περιόδους μοναχικότητας. Ουσιαστικά αναζητά ένα κίνητρο, την φροντίδα «από έξω», τον σύντροφο, για να ενεργοποιηθεί στη ζωή.

Έτσι για παράδειγμα ένας άντρας ο οποίος είχε μία ψυχρή μητέρα μπορεί να αναζητά από την σύντροφό του μία «νέα μητέρα», καθώς και την τρυφερότητα και φροντίδα που δεν έχει πάρει, και δεν εννοούμε φυσικά σε επίπεδο υλικών αγαθών.

Ομοίως η ψυχρότητα ενός πατέρα προς την κόρη του μπορεί πχ να κάνει μία γυναίκα να αναζητά σχέσεις με άντρες με ιδιαίτερα μεγάλη διαφορά ηλικίας οι οποίοι συμβολίζουν την πατρική φιγούρα και την ασφάλεια. Το θέμα είναι ότι αυτό το κομμάτι της προσωπικότητάς μας είναι ασυνείδητο και δεν μπορούμε να το αναλύσουμε και να το συνειδητοποιήσουμε μόνοι μας.

Πως μπορεί να καταλάβει κανείς εάν βρίσκεται σε μια τέτοια σχέση;

Ένας άνθρωπος που εξαρτάται πολύ από την σχέση του μπορεί να φοβάται πολύ το να μείνει μόνος του, ακόμη και αν το ταίρι του του φέρεται με σκληρό ή άσχημο τρόπο.

Μπορεί, παρ' όλα αυτά να τονίζει και να εξιδανικεύει ένα καλό χαρακτηριστικό του συντρόφου του, π.χ. φυσική ομορφιά, και να «αγνοεί εσκεμμένα» τα αρνητικά που τυχόν να είναι πολύ περισσότερα, από φόβο μην μείνει μόνος του.

Ποιες είναι οι επιπτώσεις στα άτομα που την απαρτίζουν;

Δεν μπορεί να φύγει από την σχέση αυτή ακόμη και αν νιώθει υποτιμημένος. Επιπλέον, καθώς ο σύντροφός του τον εκλαμβάνει ως δεδομένο λόγω των συναισθηματικών του αναγκών, είναι πιθανό να τον υποτιμά και να τον μειώνει. Αυτό αυξάνει ακόμη περισσότερο την αδυναμία του να φύγει από μία σχέση.

Στην περίπτωση που δεν λαμβάνει θετικά συναισθήματα από το ταίρι του αυτό συγκρούεται με την αδυναμία του να φύγει και τον φόβο της μοναξιάς, με αποτέλεσμα η σύγκρουση αυτή να του δημιουργεί έντονο άγχος, ακόμη και ψυχοσωματικά συμπτώματα.

Συνήθως, τέτοια άτομα έλκουν ανθρώπους που μπορεί να θέλουν την σχέση με ένα άτομο που βρίσκεται σε εξάρτηση από αυτούς, καθώς μπορούν εύκολα να το «χειριστούν» και να επιβάλλουν τα δικά τους θέλω.

Όπως ο Κ. Γιούνγκ είχε αναφέρει, «είναι οι βασανισμένοι άνθρωποι αυτοί που γίνονται βασανιστές», αναφερόμενος στο ότι η ψυχρότητα πολλών ανθρώπων οφείλεται στα γονεϊκά τους βιώματα.

Οι άνθρωποι αυτοί ,συχνά προερχόμενοι από «ψυχρές» οικογένειες, στις οποίες δεν έζησαν οι ίδιοι, ούτε παρατήρησαν στους γονείς τους τρυφερότητα, έχουν και οι ίδιοι μειωμένη την ικανότητα να νιώσουν τα συναισθήματα του άλλου (ενσυναίσθηση). Μπορεί ακόμη και να έχουν και μία «ψυχρή» αντίληψη για το άλλο φύλο, όπως αναφέραμε ή να θεωρούν την έκφραση της τρυφερότητας ως αδυναμία.

Τέτοιοι άνθρωποι είναι σπάνιο να δεχθούν να διερευνήσουν τον εαυτό τους μέσω ενός ειδικού. Το να αναζητήσει λοιπόν αυξημένη φροντίδα από αυτούς, ο άνθρωπος ο οποίος την έχει ανάγκη έχει ως αποτέλεσμα μία πολύ επιβαρυμένη και ψυχοφθόρα γι' αυτόν σχέση.

Τι χρειάζεται να κάνει κάποιος όταν αντιληφθεί ότι βρίσκεται σε μια τέτοια σχέση;

Συνήθως το άτομο δεν μπορεί να το αντιληφθεί ότι βρίσκεται σε μία τέτοια σχέση, ασυνείδητα μπορεί να το «αρνείται» στον εαυτό του, λόγω του φόβου της μοναξιάς. Αυτό που μπορεί να το βοηθήσει να ζητήσει τη γνώμη ενός ειδικού, είναι το άγχος ή η δυσφορία που μπορεί να νιώθει κάποιες στιγμές μέσα στη σχέση του, λόγω της μη κάλυψης των συναισθηματικών του αναγκών.

Μπορεί ένας ενήλικας να απαλλαγεί από τις δυσάρεστες επιπτώσεις, που έχουν προκύψει από μια προβληματική σχέση με τους γονείς του κατά την παιδική του ηλικία; Κι αν ναι, με ποιο τρόπο αλλάζει η σημερινή ζωή του;

Βεβαίως και μπορεί, αλλά όχι μόνος του.

Και αυτό δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως αδυναμία όπως ακριβώς η επίσκεψή μας στον οδοντίατρο δεν σημαίνει ότι είμαστε ασθενείς, απλά δεν γνωρίζουμε και δεν μπορούμε να επέμβουμε μόνοι μας στο «χαλασμένο δόντι». Το θέμα είναι ότι το άτομο δεν μπορεί, λόγω «αμυνών» του μυαλού μας, να συνειδητοποιήσει ότι επιλέγω τον τάδε σύντροφο λόγω των γονιών μου, ή φέρομαι κατά αυτόν ή τον άλλον τρόπο στο άλλο φύλο. Το αίσθημα ότι δεν αντλεί πλήρη ικανοποίηση από την σχέση του ή νιώθει συχνά δυσάρεστα, μπορεί να «θάβεται» με την αιτιολογία ότι φταίει το ίδιο το άτομο ή ο σύντροφος.

Μην ξεχνάμε ότι θεωρούμε ότι το μυαλό μας είναι κάτι που πρέπει να το ξέρουμε εμείς, κρυμμένο στην φράση «έλα τώρα που θα μιλήσεις σε ειδικό, πες το σε έναν φίλο». Η άρνηση αυτή είναι χαρακτηριστική του φόβου πολλών ανθρώπων μήπως χαρακτηριστούν ακόμη και από τον εαυτό τους ως «αδύναμοι».

Βέβαιο είναι ότι τέλειος άνθρωπος, χωρίς ευάλωτα σημεία στην προσωπικότητά του, δεν υπάρχει. Η προσωπικότητά μας εξελίσσεται στη διάρκεια όλης μας της ζωής, στην ψυχοθεραπεία όμως αυτό συμβαίνει με ένα πολύ πιο δυναμικό τρόπο.

Μάλιστα μετά από την δουλειά με τον εαυτό μας, η οποία αντίθετα με άλλους μύθους, δεν διαρκεί χρόνια, ο άνθρωπος θα έχει μάθει να γνωρίζει και να διορθώνει μόνος του καταστάσεις που παλιά δεν μπορούσε, ακόμη και νέες, άγνωστες. Η προσωπικότητά του ισχυροποιείται, καθώς συνειδητοποιεί βαθύτερους φόβους για την αυτάρκειά του και αυτοί παύουν οριστικά μέσα από την αλληλεπίδραση με τον ειδικό.

Από την στιγμή που «λύνονται» θέματα μέσα μας, και γινόμαστε πιο ολοκληρωμένοι ως προσωπικότητες, αυτό σημαίνει ότι επιλέγουμε πολύ πιο ώριμα τον σύντροφό μας και τί ζητούμε από αυτόν.

Ο πόνος ως έλξη στο ερωτικό πάθος

«Ξέρεις τι είναι προδοσία; Η ανάγκη φυγής που κυριεύει κάθε σώμα καθηλωμένο στην ίδια κουραστική στάση όπως είναι η στάση της πίστης, η στάση της αγάπης μπροστά σ’ ένα παράθυρο αμετακίνητο με μόνη θέα νύχτα μέρα καρφωτή στα μάτια την ανυπόφορη αντηλιά του εαυτού της».

Εάν τα βιώματά δυο ανθρώπων χάραξαν με δραματικό τρόπο τα ίχνη τους στον ψυχισμό τους και δεν έχουν αντιμετωπίσει τα συναισθήματά τους, στο βλέμμα του άλλου παρατηρούν το όμοιο που τούς ελκύει, το οποίο το ακολουθούν εκστασιασμένοι, ενώ μέσα τους πυροδοτούνται συναισθήματα που τους διαπερνά η ένταση τους. Εκείνο που σιγοκαίει στην ψυχή τους ενός μοιάζει με τις πύρινες φλόγες του άλλου, που γλύφουν ανατριχιαστικά την ύπαρξη τους. Και ενώ η ένωση τους απειλεί να τους κατακάψει, προσκαλούνε ο ένας τα συναισθήματά του άλλου να αγκαλιαστούν μεταξύ τους, μήπως από την ένωση προκύψει μια σύνθεση που, αν και απανθρακωμένη, μπορεί να τους επιστρέψει τον εαυτό τους, εξαγνισμένο από συναισθήματα που καταβάλλουν την ύπαρξή τους.

Στην πραγματικότητα εκείνο που τους καλεί, είναι το τραύμα του που μοιάζει τόσο με το δικό τους και η οικειότητα τους συνεπαίρνει και ενώ το ονομάζουν πάθος, εκείνο είναι μια νοσηρή εξάρτηση που μεταμφιέζεται για να βρει το χώρο της στο λειμώνα της ψυχής τους και να τραφεί από τα πρόσωπα που τη συντηρούν. Η εξάρτηση τους κρατά έγκλειστους της παραπλανώντας τους, αδειάζοντάς τους από ζωή.

Πιστεύουν πως εκείνος, που πονά το ίδιο, θα σεβαστεί τις δικές τους πληγές και θα τις φροντίσει, ώστε να απαλλαγούν από τη φθορά που σιγά – σιγά ακρωτηριάζει τη διάθεση τους για ζωή. Φαντάζονται πως περνώντας μέσα από μια καρδιά που δονείται στους ίδιους παλμούς οδύνης με τους δικούς τους, θα ανακουφιστούν τα τραύματα τους. Η ομοιότητα τους καθησυχάζει παραπλανητικά, γιατί νομίζουν πως εκείνος που στο βλέμμα του βλέπουν τον εαυτό τους θα επικοινωνήσει με την οδύνη τους, θα σκύψει στις πληγές τους και εκείνες στο θωπευτικό του βλέμμα θα βρουν την ίαση τους.

Το παιδί μέσα τους που πονά, αμφιβάλλει, ανησυχεί και δεν εμπιστεύεται πως έχει τις δεξιότητες να χαράξει την πορεία του στη ζωή, ενώνεται ασφυκτικά με τον άνθρωπο που η ματιά του θα δεχτεί την προσκόλληση του, που τα χνάρια του είναι όμοια με τα δικά του∙ τα ακολουθεί ακόμα κι αν κάποιες φορές πατά πάνω τους, απορροφάται από αυτά και χάνει τα δικά του ίχνη.

Αποζητούν την ένωση μαζί του, γιατί η καρδιά τους σκιρτά στην ομοιότητα που βλέπουν στο βλέμμα εκείνο που η αναλαμπή του τούς προσκαλεί γοητεύοντάς τους. Εθισμένοι στον πόνο αδυνατούν να παρατηρήσουν τις ατέλειες του άλλου. Τα ρήγματα του που γίνονται χαράδρες και τους κατακρημνίζουν, προκαλούν έλξη πάνω τους και δεν τους αντιστέκονται. Γοητεύονται από το χείμαρρο που ξεχειλίζει με άναρχο τρόπο και τους γοητεύει παρασέρνοντας τους σε κάτι που το παραφράζουν ως γοητεία, ενώ στην πραγματικότητα είναι οι ασκοί του Αιόλου που έχουν ανοίξει παρασέρνοντας τους στο γνώριμο και ανατριχιαστικά οικείο. Σαν να ασκεί όλη αυτή η συνήθεια μια μεθυστική γοητεία, όπου τους αποπλανάει και ναρκωμένοι του παραδίνονται, ακόμα κι αν καραδοκεί ο όλεθρος να τους συντρίψει, μέσα στη δίνη μιας επανάληψης.

Ένα ακάνθινο στεφάνι γίνεται η θυσία τους, όπου της παραχωρούν όλο τους τον εαυτό, στην προσπάθεια τους να προσφερθούν σαν λύτρωση, για να απελευθερωθούν από τη σκλαβιά τους, αλλά εκείνη τους βυθίζει όλο και περισσότερο στα έγκατα της και αδύναμοι να βρουν την έξοδο, την επιλέγουν στις αδέξιες τους αναζητήσεις, όπου το λάθος γυρεύει εσφαλμένα το λάθος για να γιατρευτεί.

Είναι τόσο δύσκολο να αποδεχτούν την αντάμωση με έναν άνθρωπο που η διαφορετικότητά του θα αποτελέσει το ξάνοιγμα στην ελευθερία τους. Η αποδοχή μιας υγιούς σχέσης, όπου θα αισθάνονται ο εαυτός τους και όχι ένα ξέφτι που προσπαθούν να γίνουν κεντίδι στο βλέμμα του άλλου, για να πάρουν σχήμα και να μορφοποιήσουν τον εαυτό τους, μοιάζει με όνειρο τόσο μακρινό και επομένως απροσπέλαστο. Ο εγκλωβισμός τους, ο οποίος έχει γίνει πλέον εθισμός για εκείνους και ψυχικό δέρμα όπου κουλουριάζονται παλινδρομώντας, πισωγυρίζοντας στα στρωσίδια τους αδύναμοι να μεγαλώσουν, τούς στερεί τη δυνατότητα να αποδεχτούν την ελευθερία που θα μπορούσε να τούς λυτρώσει.

Η μακροχρόνια παραμονή σε εικόνες, που τους προσδιόρισαν, τούς κράτησαν αιχμάλωτο σε στρώματα πάγου και έπλασαν μια εικόνα που τούς συνοδεύει πλέον, όπου ράθυμα την πελεκάνε, σύμφωνα με το σχήμα που φαντασιώνονται πως έχει, επηρεασμένοι από τα μηνύματα όπου τους έχουν στείλει.

Πώς να στραφούν λοιπόν σε κάτι διαφορετικό από εκείνο που πιστεύουνε για τον εαυτό τους, πως να το αναγνωρίσουν και να το εκτιμήσουν, όταν η ματιά τους είναι συνηθισμένη στα μουντά χρώματα της απουσίας, της εγκατάλειψης, της προδοσίας; Παραμένουν στη σκιά της ζωής τους, βαδίζουν σε γνώριμα εδάφη, σε ακτίνες περιορισμένες, γιατί μια σιδερόφραχτη πύλη τους περιορίζει να κινούνται σε αυτό που η φυλάκιση τους ορίζει. Πώς να αναζητήσουν μια σχέση που ένας ούριος άνεμος υποβοηθά την ελευθερία και την αλλαγή, όταν η καθήλωση τούς κρατά αιχμάλωτούς της;

Η ώριμη σχέση υποστηρίζεται από ανθρώπους που εκτιμούν τον εαυτό τους, που σέβονται τις επιθυμία τους και την στρέφουν εκεί που υπάρχει παρουσία, αποδοχή, κατανόηση, επιθυμία για ανταπόκριση. Δυο άνθρωποι όμως οι οποίοι κουβαλούν τα τραύματα τους δε μπορούν να υποστηρίξουν μια ώριμη πλεύση. Συναντούν ανθρώπους, λοιπόν, όπου αυτό που τους ενώνει μαζί τους είναι και αυτό που τους χωρίζει από την αρχή. Τα τραύματα και των δυο τους και η φθοροποιός δράση τους στον ψυχισμό τους έχουν αλλοιώσει την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους τόσο, ώστε επειδή δεν μπορούν να διαχειριστούν την ένωση ώριμα, η σχέση μετατρέπεται σε ένα ανταγωνισμό δυο παιδιών που συναγωνίζονται το ίδιο παιγνίδι θέλοντας το ο καθένας για τον εαυτό του.

Ζητούν μια θέση στην καρδιά του άλλου πεισματικά με θράσος και θυμό προσδοκώντας πως έτσι θα διεκδικήσουν μια θέση στη ζωή, πως θα τους δοθεί ένας ρόλος, τον οποίο είχαν στερηθεί από παιδιά. Στρέφονται ο ένας στον άλλον με απαίτηση, με προσδοκία, προκειμένου να τους παραχωρηθούν τα πάντα, ώστε να κερδίσουνε την μάχη με τη ζωή, αυτήν που στερηθήκαν μεγαλώνοντας και φαντασιώνονται πως ο έρωτας θα γίνει το κατώφλι που θα τους βοηθήσει μαγικά να δρασκελίσουν την παιδική τους ηλικία και να κατακτήσουν επιτέλους την πολυπόθητη χαρά.

Κρύβουν τη θλίψη που νιώθουμε, νομίζοντας πως δε θα διαφανεί και ενώ εκείνη μεσουρανεί, τη μεταμφιέζουν σε ένα συναίσθημα με αποκριάτικη φορεσιά, για να ξεγελαστούν, ενώ η μάσκα που φορούν καθορίζει τις αντιδράσεις τους στη σχέση, οι οποίες γίνονται απρόβλεπτες και παρορμητικά εξακοντίζουν τα βέλη τους απροειδοποίητα κάθε φορά που αισθάνονται πως το αποτέλεσμα δε δικαιώνει τις προσδοκίες τους, να εξαφανίσουν με μαγικό τρόπο το βαρύ συναίσθημα που νιώθουν.

Απαιτούν ο ένας από τον άλλον να γίνει ένα καλούπι για να διαμορφώσουν τον εαυτό τους, αυτόν που στερηθήκαν όταν κοίταξαν στο βλέμμα σημαντικών ανθρώπων στη ζωή τους και κουλουριάστηκαν στην απουσία της αντανάκλασης. Ελπίζουν πως θα μπορέσουν να διαμορφώσουν μια σταθερή εικόνα για τον εαυτό τους, για να πάψει να είναι πλέον τόσο εύθραυστη η παράσταση που έχουν για τον εαυτό τους, ευάλωτη και ευεπίφορη στα μηνύματα που δέχεται από τους άλλους. Επιζητούν από τη σχέση να γίνει το μέσο, ώστε να πάψουν να μεταμορφώνονται σε μαριονέτες που τα νήματα των άλλων τούς κάνουν να κινούνται σύμφωνα με τις διαθέσεις τους, και να μην τους παραχωρούν πλέον την άδεια να παριστάνουν τον γλύπτη, σμιλεύοντας την μορφή τους σύμφωνα με τη δική τους διάθεση.

Γυρεύουν ένα νήμα σταθερό να τους συγκρατήσει, ώστε να πλέξουν τον εαυτό τους, για να πάψουν να αιωρούνται σε ανώφελους προσδιορισμούς, σε αδιέξοδους μονόδρομους. Αποζητούν ένα χάδι τρυφερότητας για τα τραύματά τους, ώστε να πάψει να επικρέμεται συνεχώς πάνω τους μια οργή που προσδοκά μια τιμωρία, επειδή η εικόνα τους δε συμφωνεί με αυτό το ιδανικό μοντέλο που έχουν πλάσει στη φαντασία τους. Απαιτούν δεν αγαπούν, ζητούν επίμονα να τους προσφερθεί μια αγάπη που δεν την γνώρισαν, κοιτάνε ο ένας τον άλλον χωρίς να βλέπουν στην αγάπη, αλλά στην ανάγκη τους προσδοκώντας από εκείνον και όχι επιθυμώντας τον.

Εκείνο που αναζητούν είναι η γιατρειά τους, λησμονούν όμως πως ο δρόμος που θα τους οδηγήσει στον εαυτό τους, ώστε να ξεφύγουν από τις λάθος πορείες που τους οδήγησε η εσφαλμένη αντίληψη για τον εαυτό μας, είναι η δική τους προσπάθεια να σκύψουν στα πονεμένα κομμάτια του εαυτού τους και να τα αρμολογήσουν, ώστε από τη σύνθεση να προκύψει ένας υγιής ώριμος εαυτός που θα αναζητήσει τον άνθρωπο ο οποίος χαρακτηρίζεται από ωριμότητα, από συνέπεια, από ευθύνη.

Εκείνο που τους κάνει να καταφεύγουν σε εκείνον που η ένωση μαζί του δονεί επώδυνα συναισθήματα, είναι ότι δεν εμπιστεύονται τον εαυτό τους πως μπορούν να βρουν την έξοδο στις πληγωμένες τους αναζητήσεις και αποζητούν από εκείνον, που η ομοιότητα του τούς υπόσχεται μια ψεύτικη ασφάλεια, να γίνει ο οδηγός τους. Δυσκολεύονται να ανατρέξουν στην πηγή του εαυτού τους, να αντλήσουν ικανοποίηση από εικόνες που τους ξεδίψασαν στο πέρασμα του χρόνου και έθρεψαν την αυτοεκτίμησή τους.

Επιμένουν σε ανθρώπους που είναι βυθισμένοι στις δικές τους δυσκολίες, γιατί αρνούνται να απευθυνθούν στις παραστάσεις που έχουν από ανθρώπους που τους αγάπησαν βαθιά ή εκτίμησαν ολάκερο το είναι τους. Η μειωμένη εμπιστοσύνη τούς κάνει να παραβλέπουν τις επιτυχίες τους, γιατί η ικανοποίηση που άντλησαν από εκείνες δεν αφήνουν να φτάσει στην ψυχή τους. Επιτρέπουν σε αρνητικά μηνύματα να τους επηρεάζουν και κάποιες φορές να τους προσδιορίζουν, γιατί δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη να αφουγκραστούν τα θετικά μηνύματα και να επιτρέψουν στις δονήσεις τους να τους διαπεράσουν ψυχικά. Εξαρτιόνται από την επιβεβαίωση ανθρώπων που δεν μπορούν να δουν πέρα από τις δικές τους δυσκολίες και αποζητούν από εκείνους μιαν αγάπη που αδυνατούν να τους την προσφέρουν.

Η εικόνα που σχημάτισαν για την αγάπη από παιδιά έχει μέσα της διλήμματα, ερωτηματικά, απουσία, ελλιπή ανταπόκριση που δονούν στον ψυχισμό τους αμφιβολίες για την ικανότητά τους να αγαπούν και για αυτό δυσκολεύονται να αποχωρήσουν από σχέσεις, όπου η οδύνη πρωτοστατεί. Οι ανασφάλειες τους τούς δυσκολεύουν να συγκρουστούν με το μοντέλο, στερημένο από αγάπη που έχει διαμορφωθεί στη σκέψη τους, και να αρχίσουν από σιγά – σιγά να σμιλεύουν ένα νέο, εμποτισμένο με αγάπη από τους ανθρώπους που η απλοχωριά της καρδιάς τους τούς επιτρέπει να τους αγαπήσουν.

Η υγιής σχέση, εκείνη που ξεδιψά τη ζωή μας, είναι μια σχέση που η αναπαράστασή της ομορφαίνει την ζωή μας. Όταν νιώθουμε πλέρια το νόημα της ζωής να περιτυλίγει την ύπαρξη μας, τότε ανταμώνουμε ανθρώπους όπου η ομοιότητα με εκείνους μας συμπληρώνει αρμονικά και η ένωση μαζί τους πλουτίζει την ψυχή μας.

Για να επιτευχθεί όμως αυτό, χρειάζεται να έρθουμε σε επαφή με τον εαυτό μας και να γιατρέψουμε τις πληγές μας, ώστε θεραπευμένοι να καταφύγουμε στον άνθρωπο μας ξεδιπλώνοντας στην καρδιά του το αίτημά μας που θα είναι μια επιθυμία αγάπης. Δεν θα έχουμε ανάγκη τον ίδιο να επουλώσει τα τραύματά μας, αλλά η ώριμη αγάπη, η υπεύθυνη δέσμευση θα γεμίσει την ύπαρξή μας από χαρά και ζωή.

ARTHUR SCHOPENHAUER: Όποιος έχει καθ’ εαυτόν κάτι το αξιόλογο μπορεί ευκολότερα να τα βγάζει πέρα χωρίς τους ανθρώπους παρά μ’ αυτούς

«Δεν υπάρχει λωτός χωρίς μίσχο», λέγει μία ινδική παροιμία. Έτσι και η μοναχικότητα παρουσιάζει -μαζί με τα τόσα πλεονεκτήματα- και τα μικρά της επίσης μειονεκτήματα, τα μικρά της προβλήματα, τα όποια, όμως, συγκρινόμενα μ’ εκείνα της κοινωνικότητας, είναι ασήμαντα. Ως εκ τούτου, όποιος έχει καθ’ εαυτόν κάτι το αξιόλογο μπορεί ευκολότερα να τα βγάζει πέρα χωρίς τους ανθρώπους παρά μ’ αυτούς. Παρεμπιπτόντως, ανάμεσα σ’ εκείνα τα μειονεκτήματα της μοναχικότητας, υπάρχει κι ένα που δεν συνειδητοποιεί κανείς εύκολα όπως τα υπόλοιπα, και συγκεκριμένα το εξής: όπως, όταν παραμένουμε διαρκώς και παρατεταμένα μέσα στο σπίτι, το σώμα μας γίνεται τόσο ευαίσθητο σ’ εξωτερικές επιδράσεις που με κάθε δροσερό ρευματάκι αρρωσταίνει, έτσι και το πνεύμα μας, με τον διαρκώς αποτραβηγμένο και μοναχικό βίο, γίνεται τόσο ευαίσθητο που ανησυχούμε, θιγόμαστε ή πληγωνόμαστε από τα πλέον ασήμαντα συμβάντα, λόγια, μάλιστα και από μία απλή έκφραση του προσώπου· ενώ, αντίθετα, όποιος παραμένει διαρκώς στην οχλαγωγία δεν δίνει σημασία σε τέτοια πράγματα.

Σ’ εκείνον δε τον άνθρωπο, και ιδιαίτερα τον νεαρής ηλικίας, που δεν καταφέρνει να υπομείνει για πολύ την ερημιά της μοναξιάς, όσο συχνά και αν η δικαιολογημένη απέχθειά του για τους ανθρώπους τον έχει αναγκάσει να καταφύγει σ’ αυτήν, δίνω την συμβουλή να συνηθίσει να παίρνει μαζί του ένα μέρος της μοναξιάς του όποτε πρόκειται να βρεθεί με άλλους, να μάθει δηλ. να είναι σ’ έναν κάποιο βαθμό μόνος ακόμη και όταν βρίσκεται ανάμεσά τους. Τούτο σημαίνει πως δεν πρέπει να τους κοινοποιεί πάραυτα τις σκέψεις του ούτε να παίρνει τοις μετρητοίς τα όσα λέγουν, αλλά να ξέρει πως δεν πρέπει να περιμένει -τόσο από διανοητική όσο και από ηθική άποψη- και πάρα πολλά απ’ αυτούς κι έτσι ν’ αναπτύξει και να εδραιώσει μέσα του την αδιαφορία εκείνη για τις απόψεις τους που αποτελεί το ασφαλέστερο μέσο για να επιδεικνύει διαρκώς μία αξιέπαινη ανεκτικότητα. Τότε, παρότι ανάμεσα τους δεν θα βρίσκεται εντελώς μέσα στην κοινωνία τους, αλλά θα συμπεριφέρεται έναντι αυτής μάλλον κατά τρόπο αμιγώς αντικειμενικό- τούτο δε θα τον προστατεύει από την υπερβολική επαφή μαζί της κι επομένως και από κάθε αμαύρωση ή και πλήγωμα.

ARTHUR SCHOPENHAUER, ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ

FRIEDRICH HOLDERLIN: Το φθινόπωρο

Η αίγλη της φύσης είναι υψηλότερη εμφάνιση,
Όπου η μέρα με πολλές χαρές τελειώνει,
Είναι ο χρόνος που μεγαλοπρεπής ολοκληρώνεται,
Όπου τα φρούτα με λάμψη χαράς ενώνονται.
Η υδρόγειος είναι τόσο στολισμένη, και σπάνια θορυβεί.

Ο ήχος στ’ ανοιχτά χωράφια, ο ήλιος θερμαίνει
Την μέρα του φθινοπώρου απαλά, οι αγροί στέκονται
Σαν απέραντο βλέμμα, οι άνεμοι θροΐζουν
Τα κλαδιά και τα κλαράκια με έκσταση χαράς,
Μα κι όταν με το κενό ανταλλάσσονται οι αγροί,
Όλο το νόημα της φωτεινής εικόνας ζει
Σαν μια εικόνα που χρυσή μεγαλοπρέπεια την περιέχει.

Στις 15 Νοεμβρίου 1759

Friedrich Hölderlin, Nachtgesänge

Μικρά πράγματα για μια μεγάλη ζωή

Σκέψεις πάνω στις 5 αρχές του Ανθρωπισμού

● Μόνο για σήμερα μην θυμώνεις
● Μόνο για σήμερα μην ανησυχείς
● Μόνο για σήμερα κέρδισε τίμια το ψωμί σου
● Μόνο για σήμερα να σέβεσαι κάθε έμβιο ον
● Μόνο για σήμερα δείξε ευγνωμοσύνη για τις ευλογίες του

Και πιο αναλυτικά

● Μόνο για σήμερα μην θυμώνεις

Ο θυμός είναι μια πολύ δυνατή ενέργεια που γίνεται ένας ενεργειακός εμετός όταν τον πετάξουμε προς τα έξω, προς τον εξωτερικό κόσμο και δηλητήριο όταν τον στρέψουμε προς τα μέσα. Ένα δηλητήριο που απλώνεται παντού στο σώμα μας, στα κοκάλα, στο αίμα, στους μύες, στο κεφάλι... Η λύση δεν είναι ούτε να τον πετάξουμε προς τους άλλους ούτε να τον καταπιούμε. Ό,τι καταπιέζεται μέσα μας γιγαντώνεται και στρέφεται εναντίον μας. Η λύση είναι να τον μεταμορφώσουμε.

Οι πιο συμπονετικοί και ευαίσθητοι άνθρωποι στον κόσμο υπήρχαν οι πιο θυμωμένοι άνθρωποι. Ο θυμός και η συμπόνια είναι τα δυο άκρα της ίδιας ενέργειας. Αν συναντήσουμε τον θυμό μας, τον αποδεχτούμε και τον κατανοήσουμε τότε δεν έχει κανένα λόγο να υπάρχει μέσα στον σκιερό εαυτό μας. Αμέσως αυτόματα η ενέργεια του, μια όμορφη δημιουργική ενέργεια, βγαίνει στο φως και μεταμορφώνεται σε συμπόνια. Η συμπόνια που είναι καθαρή αγάπη φέρνει γαλήνη στην καρδιά και το νου και μας οδηγεί χωρίς προσπάθεια προς το φως.

● Μόνο για σήμερα μην ανησυχείς

Η γαλήνη της καρδιάς και του νου μας κάνουν να νιώθουμε ασφαλείς μέσα στην εξωτερική ανασφάλεια και τον πανικό που επικρατεί γύρω μας. Κάθε τι που μας συμβαίνει το βλέπουμε σαν δώρο, σαν ευκαιρία για μεγάλωμα, για ωρίμανση. Γνωρίζουμε ότι δεν είμαστε μόνοι μας και ότι εχουμε προστασία αν πάσα στιγμή.

Αν όμως δεν έχουμε Πιστή στο θεϊκό σχέδιο και επιτρέψουμε τις αρνητικές σκέψεις να πλημμυρίσουν το μυαλό μας τότε απομακρυνόμαστε από την πηγή της ασφαλείας και δημιουργούμε τις συνθήκες για να βιώσουμε ανασφάλεια, φόβο και έλλειψη αγάπης.

Υπάρχει μια πολύ όμορφη ιστορία που μπορεί να μας δείξει ακριβώς τι συμβαίνει όταν δεν έχουμε εμπιστοσύνη στην Ύπαρξη.

● Μόνο για σήμερα κέρδισε τίμια το ψωμί σου

Κάθε εργασία είναι μια προσφορά υπηρεσίας στην ανθρωπότητα. Μια προσφορά, ένα δώρο στο άνθρωπο. Αμείβομαι για την εργασία μου χωρίς να στερώ από τους συνανθρώπους μου αυτά που τους ανήκουν. Δεν εκμεταλλεύομαι κανένα και Ζω τη στιγμή με κάθε σεβασμό απέναντι στον άνθρωπο, τον εαυτό μου και τους άλλους.

Το μονοπάτι της μεταμόρφωσης είναι το μονοπάτι της ειλικρινείας, της αλήθειας. Η τιμιότητα είναι συνυφασμένη με την ειλικρίνεια. Όσο περισσότερο ¨δουλεύουμε¨ με τον εαυτό μας τόσο περισσότερο καθαρίζουμε το μονοπάτι μας από εμπόδια, προσδιορισμούς και στερεότυπα προσεγγίζοντας ολοένα και περισσότερο τον Εαυτό μας και την Αλήθεια του. Οδηγούμαστε στο να πράττουμε αυτό που λέμε και που σκεφτόμαστε. Απελευθερωνόμαστε από μάσκες και προσωπεία και απολαμβάνουμε την ύπαρξη μας. Σε μια τέτοια κατάσταση ελευθερίας βιώνουμε την ενότητα και την αγάπη καθημερινά με πλήρη σεβασμό για κάθε ύπαρξη.

● Μόνο για σήμερα να σέβεσαι κάθε έμβιο ον

Το τι έχει ψυχή, ζωή, αξία είναι πολύ σχετικό και εξαρτάται από την οπτική γωνία που βλέπουμε τα πράγματα. 

Όσο περισσότερο έχουμε προχωρήσει στο μονοπάτι μας, όσο περισσότερο γινόμαστε ο αληθινός εαυτός μας τότε καταλαβαίνουμε και νιώθουμε ότι δεν υπάρχει διαχωρισμός στη φύση και ότι όλα είναι ένα. Όλοι είμαστε ένα και συνδεόμαστε με το καθετί που υπάρχει μέσα, πάνω και γύρω από τη Γη. Αναπνέουμε τον ίδιο αέρα, τρεφόμαστε από την ίδια ενέργεια και ενωνόμαστε όλοι με την ιδία Πηγή.
Έχοντας αυτή τη γνώση δε βιώνουμε συναισθήματα αντίφασης και διαχωρισμού αλλά ζούμε με αγάπη, καλοσύνη και αρμονία. Σεβόμαστε κάθε μορφή ζωής, δεν αντιστεκόμαστε στη ροή, και έχουμε τη δυνατότητα να διατηρούμε πάντα την εσωτερική μας ισορροπία και γαλήνη ανεξάρτητα από τις συνθήκες που επικρατούν γύρω μας.

● Μόνο για σήμερα δείξε ευγνωμοσύνη για τις ευλογίες σου

Κάποτε πέθανε κάποιος και πήγε στον παράδεισο. Εκεί τον υποδέχτηκε ο φύλακας άγγελος του που τον προστάτευε και τον καθοδηγούσε όσο ζούσε στη γη. Τώρα αυτός ο άγγελος είχε την υποχρέωση να τον ξεναγήσει στον παράδεισο ώστε ο προστατευόμενός του να αρχίσει να νιώθει οικειότητα με το χώρο.

Περπατώντας ή πετώντας δεν ξέρω να σας πω ακριβώς, πέρασαν από πανέμορφους κήπους πλημμυρισμένους από χρώματα και αρώματα κάθε λογής. Μπήκαν μέσα σε πανέμορφα αιωρούμενα κτίρια και κατέληξαν στα ανακαινισμένα εργαστήρια. 

Εκεί παρά πολλοί άγγελοι εργαζόταν πυρετωδώς για να προλάβουν να ικανοποιήσουν όλες τις ευχές-προσευχές που ερχόντουσαν καθημερινά από τη γη. Ο άνθρωπος έβλεπε εκστασιασμένος τον τρόπο που οι άγγελοι κινιόταν, δημιουργούσαν και εκπλήρωναν τις ευχές όλων μας.

Καθώς περπατούσαν στους μεγάλους διαδρόμους πέρασαν και από ένα δωμάτιο που καθόταν εκεί μέσα ένας άγγελος, μοναχός του και περίμενε στωικά να περάσει η ώρα για να αλλάξει πόστο.

-Τι κάνει αυτός ο άγγελος εδώ; ρώτησε η μόλις αφηχθήσα ψυχή τον φύλακα άγγελό της.

-Περιμένει για να απαντήσει στις ευχαριστίες των ανθρώπων που δέχονται τα δώρα του Θεού. Όμως δεν έχει πολύ δουλειά. Βλέπεις ένας στις δέκα χιλιάδες σκέφτεται να ευχαριστήσει για τα δώρα που δέχεται από το Θεό. Όλοι τον θυμούνται στην ανάγκη τους...

Είναι πιο εύκολο για μας να ασκούμε κριτική παρά να επιβραβεύουμε και να ευγνωμονούμε για ότι δεχόμαστε. Είναι πολύ εύκολο να πούμε στον εαυτό μας και στους άλλους δεν είσαι ικανός, δεν είσαι άξιος, δεν...

Πόσες φορές ήταν εκείνες οι στιγμές που ευχαριστήσαμε κάποιον όχι από υποχρέωση αλλά μέσα από την καρδιά μας; Πόσες φορές ευχαριστήσαμε τον εαυτό μας που είναι ικανός και τα καταφέρνει; Πόσες φορές ευχαριστήσαμε το Θεό για τα μικρά καθημερινά θαύματα που βιώνουμε;

Η ευγνωμοσύνη είναι μια από τις μεγαλύτερες αρετές και μας επιτρέπει να βιώνουμε ολοκληρωτικά την Αγάπη.

Η Παιδεία δεν είναι Μόρφωση και η συμπεριφορά το αποδεικνύει

Δύο από τις βασικότερες έννοιες των πραγματικών Ελλήνων προγόνων μας, οι οποίοι μόνοι αυτοί συνέλαβαν και διετύπωσαν την έννοια του Ανθρωπισμού, δωρίζοντάς την έκτοτε στην πεπολιτισμένη ανθρωπότητα, είναι η Παιδεία και η Μόρφωσις. Ως ιδεώδες της πρώτης, ωρίσθη από τους προγόνους μας το να γίνουν οι άνθρωποι ικανοί να δίδουν σε άλλους το δικαίωμα του λόγου και, επίσης, να καταλαβαίνουν τα όσα οι άλλοι λέγουν, δηλαδή «ΛΟΓΟΝ ΔΙΔΟΝΑΙ ΚΑΙ ΛΑΜΒΑΝΕΙΝ» (Ξενοφών, «Οικονομικός» 11,22). Ο κάθε άνθρωπος, δια της Παιδείας, οφείλει να καταστεί ταυτοχρόνως ικανός δότης και ικανός λήπτης λόγου.

Ως ιδεώδες της δευτέρας, της Μορφώσεως, ωρίσθη η απόκτηση ορθής και γνησίας σχέσεως (διαμόρφωσις δηλαδή) της διανοίας, της βουλήσεως και του συναισθήματος του ανθρώπου προς τους παράγοντες που καθορίζουν τον βίο του, δηλαδή τον Κόσμο, το φυσικό περιβάλλον και τους θεσμούς. Για την απόκτηση αυτής της ορθής και γνησίας σχέσεως, απαιτείται η Γνώση, η Δεξιότης, ο Σεβασμός και η Ευγένεια.

Είναι γνωστό σε όλους τους πολιτισμένους ανθρώπους ότι η ανθρωπίνη ιδιότης περνά υποχρεωτικώς δια μέσου αυτών των δύο εννοιών.

Πολλές φορές ταυτίζουμε την παιδεία και την μόρφωση με την εκπαίδευση και την απόκτηση γνώσεων και πτυχίων. Η κοινωνία μας θεωρεί αμόρφωτο έναν άνθρωπο που δεν έχει τελειώσει το σχολείο, ή δεν έχει πάει πανεπιστήμιο. Οι τίτλοι, όμως, δεν φτιάχνουν χαρακτήρες και συμπεριφορές. Τα πτυχία είναι πολύ καλά για την προσωπική ανάπτυξη και επαγγελματική σταδιοδρομία, όμως δεν εξασφαλίζουν αρετές όπως η υπομονή, η καλοσύνη, η τιμιότητα.

Στα πλαίσια αυτής της φιλοσοφίας σας παρουσιάζουμε το Πως, δηλαδή, η αληθινή παιδεία δεν φαίνεται από τις γνώσεις αλλά από την συμπεριφορά.

Μεγάλωσε, λένε, όλα τα αδέλφια του. Τέσσερα στον αριθμό κι ένας εκείνος, πέντε παρακαλώ. Έζησε πόλεμο, κακουχίες, πείνασε, αγάπησε, παντρεύτηκε κι έκανε τέσσερα παιδιά. Οι μεγαλύτερες αγάπες της ζωής του. Αν τον έβλεπες, ποτέ σου δε θα φανταζόσουν τι είχε περάσει. Ευθυτενής, καμαρωτό περπάτημα, ψάθινο καπελάκι, χαμόγελο στα μάτια και καραμέλες στην τσέπη.

Ποτέ δεν τον άκουσα να υψώνει τον τόνο της φωνής του. Όταν τον έπνιγε το δίκιο, γούρλωνε τα μάτια για να καταλάβεις πως έχει νεύρα. Μέχρι εκεί. Ακόμη κι αν δεν είχε λόγους να ξεσπάσει, πάντα του έδινε η γυναίκα του αρκετούς. Εκείνος, όμως, βράχος ακλόνητος, ο ορισμός της ηρεμίας και της καλοσύνης. Τη δικαιολογούσε ακόμη και τις φορές που είχε ολοφάνερο άδικο. «Άστη. Έχει περάσει πολλά», έλεγε ο άνθρωπος που είχε περάσει περισσότερα.

Μια μέρα, θέλοντας να δείξω πόσο με είχε εντυπωσιάσει γύρισα και είπα πόσο υπέροχος άνθρωπος είναι, παρόλο που είναι αμόρφωτος. Ακόμη, θυμάμαι το βλέμμα της μάνας μου. «Ο παππούς σου μπορεί να μην ξέρει πολλά γράμματα αλλά είναι ο πιο μορφωμένος άνθρωπος που ξέρω». Ήταν αυτή της η πρόταση που έσκασε σαν χαστούκι στο πρόσωπό μου και με έκανε να καταλάβω τη διαφορά μεταξύ του αγράμματου και του αμόρφωτου.

Βλέπεις, συνηθίσαμε να τα ταυτίζουμε. Αγράμματος κι αμόρφωτος το ίδιο και το αυτό. Βάλαμε σε ένα τσουβάλι όσους δεν μπόρεσαν να μάθουν γράμματα, να γίνουν πρώτοι μαθητές, να σπουδάσουν, και σε ένα άλλο όσους φόρτωσαν τους τοίχους με πτυχία κι ακαδημαϊκές γνώσεις. Τους κατηγοριοποιήσαμε τους μεν, χαμηλά στην κοινωνική μας βαθμίδα και τους δε, ψηλά. Έτσι, μάθαμε να ορίζουμε την αξία των ανθρώπων. Από τα χαρτιά που συνέλλεξαν στη διαδρομή τους.

Κι όμως, υπάρχουν άνθρωποι με γνώσεις και βραβεία που δε συναντήθηκαν ποτέ με την κοινωνική μόρφωση. Δεν ξέρουν να φερθούν, δεν ξέρουν να μιλήσουν, μήτε να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες που ήρθαν στο διάβα τους. Δεν ήταν στη διδακτική τους ύλη αυτά. Είναι εκείνοι που συχνά, σνομπάρουν τους «αμόρφωτους» στον περίγυρό τους γιατί τους χαλάνε το image. Η αλήθεια είναι πως δεν τους φτάνουν ούτε στο μικρό τους δακτυλάκι γιατί ποτέ δεν μπόρεσαν να καταλάβουν πως καμία σχέση δεν έχει η ουσιαστική μόρφωση με τις ξερές γνώσεις που έμαθαν στα θρανία. Είναι κάτι περισσότερο από αυτό. Είναι πλάσιμο προσωπικότητας και πλήθος ηθικών αξιών που δε γράφονται σε κανένα βιβλίο.

Ο αγράμματος μπορεί να δυσκολεύτηκε να μάθει γράψιμο αλλά ποτέ δε ζήλεψε τον κόπο άλλων ανθρώπων. Ήξερε πως όλα γίνονται με μόχθο και σκληρή δουλειά.

Ο αγράμματος σιχαίνεται την αδικία και το συμφέρον στους ανθρώπους. Προστατεύει πάντα τους πιο αδύναμους, όσους δεν είναι σε θέση να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους.

Ο αγράμματος μπορεί να υπογράφει με σταυρό αλλά τιμάει την υπογραφή του γιατί γνωρίζει τη σημασία της. Μπορεί να μην αρίστευσε σε μεγάλα εκπαιδευτικά ιδρύματα αλλά πήρε από νωρίς εφόδια που τον βοήθησαν να επιβιώσει.

Ο αγράμματος ξέρει να αγαπά δίχως να περιμένει ανταπόδοση. Αγαπά αληθινά κι αυτό είναι αρκετό. Βλέπει το καλό στους άλλους ακόμη κι όταν εκείνοι δεν το βλέπουν γιατί γνωρίζει πως οι δυσκολίες φέρνουν χαρές και οι χαρές δυσκολίες.

Ο αγράμματος είναι διακριτικός κι ευγενής. Δε ρωτά, δε φέρνει σε δύσκολη θέση. Ξέρει να διαβάζει τα μάτια. Από εκεί αντλεί πληροφορίες χωρίς να χρειαστεί να του μιλήσεις.

Μοιράζει τις συμβουλές του για να βοηθήσει πραγματικά κι όχι για να κάνει τον καμπόσο. Δε σου τρίβει στην μούρη την εμπειρία του. Σε αφήνει να κάνεις τα δικά σου λάθη γνωρίζοντας πώς θα είναι πάντα εκεί.

Ο αγράμματος είναι άξιος. Πιάνουν τα χέρια του. Κάνει δουλειές χωρίς να βαρυγκωμά, προσφέρει έργο όπου χρειάζεται, χαμογελά δυνατά και κλαίει βουβά. Δε θέλει να γίνεται βάρος στους δικούς του αλλά βρίσκεται κοντά ακόμη κι όταν είναι μακριά.

Ο αγράμματος άνθρωπος μπορεί να μην έμαθε μαθηματικά αλλά είναι δίκαιος στις συναλλαγές του. Μπορεί να μην ξέρει καλούς τρόπους αλλά το σπίτι του είναι πάντα ανοιχτό. Μπορεί να μην έγινε δάσκαλος αλλά ποτέ δε σήκωσε χέρι στα παιδιά του. Μπορεί να μη γύρισε όλο τον κόσμο αλλά μάζεψε σοφία από τις πιο μικρές στιγμές της ζωής του.

Ο δικός μου αγράμματος άνθρωπος ήταν πολύ πιο μορφωμένος από πολλούς γραμματιζούμενους εκεί έξω. Είχε παιδεία. Όχι πτυχία.

Ο κόσμος είναι γεμάτος τέρατα με αγγελικά πρόσωπα

Το αίσθημα του δικαίου είναι διαφορετικό από το συναίσθημα της δικαίωσης. Το δίκαιο μέσα μας εκφράζεται ως ισορροπία. Ισορροπία στη συμπεριφορά, ισορροπία στις σχέσεις, κοινωνική ισορροπία. Αλλά και ισορροπία στη μορφή, στο λόγο, στη σκέψη.

Ποιο, αλήθεια, είναι το κριτήριο της ισορροπίας σε μια ανισόρροπη κοινωνία;

Ένα όμορφο πρόσωπο, ένας σταθμισμένος λόγος, συχνά μας οδηγούν σε λανθασμένα συμπεράσματα υποκινούμενα από το υποσυνείδητο. Λόγια που στοχεύουν στο συναίσθημά μας, πρόσωπα που εμφανίζονται χαμογελαστά, επικοινωνιακά τεχνάσματα που συγκινούν.

Συν-κινούν.

Συν-κίνηση, συν-αίσθημα. Μεγαλειώδης δύναμη. Χωρίς κριτήριο, είναι χείμαρρος που ξεχύνεται στη θάλασσα, αναξιοποίητος, στην καλύτερη περίπτωση. Στη χειρότερη, ωστόσο, κινεί φράγματα και ποτίζει χωράφια που μας είναι άγνωστα. Κι αυτά, και οι ιδιοκτήτες τους.

Ο κόσμος είναι γεμάτος τέρατα με αγγελικά πρόσωπα, κι οι άγγελοι συχνά είναι λασπωμένοι και γεμάτοι ουλές. Με ποιο κριτήριο θα ξεχωρίσεις τον ένα από τον άλλο;

Ασυνείδητο σταθερό κριτήριο είναι η ελάχιστη μετακίνηση. Οτιδήποτε διατηρεί τη βολή μας, τη συνήθειά μας, τον τρόπο που -διδαχτήκαμε να- υπάρχουμε, αυτό αποτελεί και το κριτήριο επιλογής μας. Πόσο θλιβερό!

Ζεις σ΄ ένα στρεβλό κόσμο, είσαι στρεβλά διδαγμένος και κάνεις τα πάντα για να διατηρήσεις τη στρεβλότητα αυτή, περιτυλίγοντάς τη σ' ένα όμορφο χαρτί συναισθήματος -που λανθασμένα συγχέεις με το αίσθημα της ισορροπίας. Χειραγωγείσαι πανεύκολα, κι επειδή βαθιά μέσα σου το γνωρίζεις, κοιτάς κι εσύ να χειραγωγήσεις λιγάκι όποιον σου βρίσκεται εύκαιρος, λαμβάνοντας έτσι μια θεσούλα στο πάνθεον των ισχυρών. Έχεις δεχτεί τη συνθήκη αυτή αμίλητα, μιας και η ομιλία χρειάζεται δομημένη σκέψη και κριτήριο. Φωνάζεις λόγια κουφά και χορεύεις με το υποκινούμενο συναίσθημα.

Το πρώτο βήμα είναι να κοιτάξεις μέσα σου και να αναγνωρίσεις. Δεν υπάρχει κάτι άλλο, κάτι που θα σε γλιτώσει από το πρώτο αυτό οδυνηρό βήμα. Θα νιώσεις να χάνεσαι κι εσύ μαζί με τη γη κάτω από τα πόδια σου, ίσως όμως καταλάβεις πως το έδαφος ήταν προβολή και δεν υπήρχε ποτέ στ΄αλήθεια. Και τότε, τότε ανατέλλει η μαγική αυτή στιγμή της Γένεσης, της γένεσης του αληθινού Εαυτού σου και της μεγαλειώδους σου Δύναμης.

Παραδίδω το φινάλε στον αγαπημένο Κώστα Βάρναλη.

Δούλευε γιὰ νὰ στουμπώσει
ὅλ᾿ ἡ Χώρα κι᾿ οἱ καμπόσοι.
Μὴ ρωτᾷς τὸ πῶς καὶ τί,
νὰ ζητᾷς τὴν ἀρετή!

Χάιντε θῦμα, χάιντε ψώνιο
χάιντε Σύμβολον αἰώνιο!
Ἂν ξυπνήσεις, μονομιᾶς
θά ῾ρτη ἀνάποδα ὁ ντουνιᾶς.

Άλλο Παρατηρητής κι άλλο Θεατής

Παρατηρώ σημαίνει εξετάζω, μελετώ με σκοπό την κατανόηση. Η κατανόηση οδηγεί σε δράση, όπου δράση είναι κίνηση, εξέλιξη. Η θέαση κάλλιστα αρέσκεται στη στασιμότητα. Παρακολουθώ χωρίς να παρατηρώ. Περνώ το χρόνο μου χωρίς να παίρνω το χρόνο μου.

Η αλήθεια δεν είναι πικρή, πικρή είναι συχνότατα η μετακίνηση με την οποία μας φέρνει αντιμέτωπους. Γιατί, όσο είμαστε θεατές στην ίδια μας τη ζωή, ζούμε μια γλυκιά ψευδασφάλεια, μια άφεση ευθυνών που μας θυμίζει -γλυκά- τα παιδικά ανέμελα χρόνια μας. Αυτή η λέξη, γλυκός, γλυκιά, γλύκα, πόσα όμορφα συναισθήματα ξυπνάει, που μάλλον τελικά είναι προσδοκίες ενός αύριο που ποτέ δεν έρχεται! Δεν έρχεται, γιατί η ζάχαρη ταΐζει τα καρκινικά κύτταρα και το λεγόμενο "πικρό" εξισορροπεί το βιολογικό μας σύστημα.

Η αλήθεια δεν είναι πικρή, πικρή είναι η εμμονή μας να την αποφεύγουμε. "Μα ποια είναι η αλήθεια", "κανείς δεν ξέρει την αλήθεια", "η δική μου αλήθεια", "η δική σου αλήθεια"....φράσεις που εκστομίζεις και σου δίνουν την κάρτα "βγες από την υποχρέωση να είσαι Κυρίαρχος".

Κι εγώ θα σου πω, βρες τη δική σου αλήθεια λοιπόν! Η αλήθεια δεν είναι απόφθεγμα, η αλήθεια είναι κρεμμύδι, θέλει ξεφλούδισμα και στη διαδικασία σε παίρνουν τα κλάματα. Τα δάκρυα, όμως, καθαρίζουν, κι ίσως καθαρίζουν ψυχικά ιζήματα γενεών, ίσως καθαρίζουν πνευματικά σκοτάδια, κοινωνικά στερεότυπα, υπαρξιακά πρότυπα, ίσως πάρουν μαζί τους πόνο, απελπισία, φθορά... Ίσως δεις τις -αιώνες- ακρωτηριασμένες σου πνευματικές δυνάμεις να ξεφυτρώνουν, να γεμίζουν λαμπερά παρακλάδια το νοητικό σου, το ψυχικό σου, το συναισθηματικό σου... Κι ίσως εκεί, εκεί που νομίζεις πως η πίκρα σου έγινε πηχτό σκοτάδι, ίσως εκεί όλα σου τα αισθητήρια γνωρίσουν μια γλύκα πρωτόγνωρη, μια γλύκα που δε φαντάστηκαν, μια γλύκα που κάποιοι σου φώναζαν πως δεν υπάρχει, πως δεν είσαι άξιος γι΄ αυτή, πως είσαι μικρός, κι ένοχος, και βλάσφημος, και κακομαθημένος, και πρέπει αιώνια να τιμωρείσαι....

Άνοιξε τα μάτια σου στην Αλήθεια, στη δική σου αλήθεια, άσε τα δάκρυα να καθαρίσουν την υποταγή αιώνων...

Κι έπειτα, σήκω πάνω, σήκω όρθιος, απλά σήκω και νιώσε την απίστευτη γλύκα της Κυριαρχίας!

ΕΙΣΑΙ Η ΠΑΡΤΙΔΑ
ΟΣΟ ΔΕΧΕΣΑΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ Η ΠΑΡΤΙΔΑ

Ένα άλλο σύμπαν υπήρχε πριν από το δικό μας – και η ενέργεια του βγαίνει έξω από τις μαύρες τρύπες

Ένα άλλο σύμπαν υπήρχε πριν από το δικό μας – και η ενέργεια του βγαίνει έξω από τις μαύρες τρύπες ισχυρίζεται ο φυσικός που βραβεύτηκε με Νόμπελ Roger Penrose, όπως επίσης ότι μετά από το δικό μας θα υπάρξει ένα άλλο σύμπαν. Υπήρχε δηλαδή ένα παλαιότερο σύμπαν πριν από τη Μεγάλη Έκρηξη και στοιχεία για την ύπαρξή του εξακολουθούν να παρατηρούνται σε μαύρες τρύπες.

Υπήρχε ένα σύμπαν πριν από το δικό μας λέει ο Penrose

Ο Sir Roger Penrose υποστηρίζει ότι η ύπαρξη ανεξήγητων σημείων ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας στον ουρανό – γνωστά ως «σημεία Hawking» – είναι απομεινάρια ενός προηγούμενου σύμπαντος.

Είναι μέρος της θεωρίας «σύμφωνης κυκλικής κοσμολογίας» του σύμπαντος, που προτείνει ότι αυτά τα σημεία είναι η τελική απομάκρυνση ενέργειας που ονομάζεται «ακτινοβολία Hawking», μεταφερόμενη μέσω των μαύρων οπών από το παλαιότερο σύμπαν.

Ως γνωστόν οι μαύρες τρύπες είναι μια περιοχή του χώρου όπου η ύλη έχει καταρρεύσει από μόνη της και έχει τόσο μεγάλη βαρυτική δύναμη που ούτε καν το φως μπορεί να διαφύγει.

Ένα τέτοιο γεγονός μπορεί να συμβαίνει και στο κέντρο του Γαλαξία μας. Οι Reinhard Genzel και Andrea Ghez, που μοιράστηκαν το βραβείο Νόμπελ με τον Sir Roger, προσέφεραν τις πιο συναρπαστικές αποδείξεις για μια υπερμεγέθη μαύρη τρύπα στο κέντρο του Γαλαξία.

Υπάρχει μία πιθανότητα ότι το χρονοδιάγραμμα για την πλήρη εξάτμιση μιας μαύρης τρύπας θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο από την ηλικία του σημερινού μας σύμπαντος, και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε να ανιχνευθεί.

«Ισχυρίζομαι ότι υπάρχει παρατήρηση της ακτινοβολίας Hawking. Το Big Bang δεν ήταν η αρχή. Υπήρχε κάτι πριν από το Big Bang και ότι κάτι θα έχουμε στο μέλλον μας », ισχυρίζεται ο Sir Roger Penrose.

«Έχουμε ένα σύμπαν που επεκτείνεται συνεχώς, και όλη η μάζα αποσυντίθεται, και σε αυτήν την τρελή θεωρία μου, σε αυτό το μακρινό μέλλον γίνεται το Big Bang μιας άλλης Εποχής.

«Έτσι, και το δικό μας Big Bang ξεκίνησε με κάτι που ήταν το μακρινό μέλλον μιας προηγούμενης Εποχής και θα υπήρχαν παρόμοιες μαύρες τρύπες που εξατμίστηκαν, μέσω της διαδικασίας εξάτμισης Hawking, και βεβαίως θα παρήγαγαν αυτά τα σημεία στον ουρανό, που ονομάζω Hawking Points.

«Τα βλέπουμε. Αυτά τα σημεία είναι περίπου οκταπλάσια της διαμέτρου της Σελήνης και είναι ελαφρώς θερμαινόμενες περιοχές. Υπάρχουν αρκετά καλά στοιχεία για τουλάχιστον έξι από αυτά τα σημεία. “

Ωστόσο, πολλοί φυσικοί έχουν επικρίνει την ιδέα και η ύπαρξη της μορφής της ακτινοβολίας από αυτές τις μαύρες τρύπες δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί.

Επιπλέον, εάν ένα απείρως μεγάλο σύμπαν στη μία παρουσία του πρέπει να γίνει ένα απείρως μικρό σύμπαν στην επόμενη Εποχή, θα απαιτούσε όλα τα σωματίδια να χάσουν τη μάζα τους καθώς το σύμπαν γερνάει, μια έννοια που αντιμετωπίστηκε επίσης με σκεπτικισμό.

Σύμφωνα με την τυπική κοσμολογία, το σύμπαν υποβλήθηκε σε μια σύντομη διαστολή ή «πληθωρισμό» μετά το Big Bang, που θα είχε απομακρύνει τις όποιες ανωμαλίες στη δομή του σύμπαντος.

Σε απάντηση αυτού, ο Sir Roger λέει ότι οι μαύρες τρύπες απορρίφθηκαν επίσης ότι υπάρχουν στα μαθηματικά, έως ότου αποδείχθηκε η ύπαρξή τους.

“Οι άνθρωποι ήταν πολύ δύσπιστοι εκείνη την εποχή, χρειάστηκε πολύς χρόνος για να γίνουν δεκτές οι μαύρες τρύπες … νομίζω ότι η σημασία τους εκτιμάται μόνο εν μέρει”, δήλωσε.

Ένα άρθρο του Forbes, το οποίο αμφισβητεί τη θεωρία του Penrose, λέει ότι δεν υπάρχει καμιά ηχώ αυτών των προηγούμενων Αιώνων στο σύμπαν μας. «Δεν υπάρχουν ίχνη στο Σύμπαν μας. κανένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο. κανένας ομόκεντρος κύκλος ακανόνιστων διακυμάνσεων. κανένα σημείο Hawking. Όταν κάποιος αναλύει τα δεδομένα σωστά, είναι εξαιρετικά σαφές ότι ο πληθωρισμός είναι συνεπής με τα δεδομένα και το μοντέλο της σύμφωνης κυκλικής κοσμολογίας (CCC) δεν είναι καθαρό».

Η μεγαλύτερη προγνωστική διαφορά είναι ότι το μοντέλο CCC του Πενρόουζ απαιτεί σχεδόν ένα αποτύπωμα του «Σύμπαντος πριν από τη Μεγάλη Έκρηξη» να εμφανιστεί τόσο στη δομή μεγάλης κλίμακας του Σύμπαντος όσο και στο κοσμικό υπόβαθρο μικροκυμάτων.

Αντίθετα, ο πληθωρισμός απαιτεί ότι όταν τελείωσε ο πληθωρισμός και αναδύθηκε το καυτό Big Bang πρέπει να μην μπορεί να αλληλεπιδράσει με οποιαδήποτε προηγούμενη, τρέχουσα ή μελλοντική περιοχή. Το Σύμπαν μας υπάρχει με ιδιότητες που είναι ανεξάρτητες από κάθε άλλη. Οι παρατηρήσεις – πρώτα από το COBE και το WMAP, και πιο πρόσφατα, από το Planck – θέτουν οριστικά τεράστιους περιορισμούς (στα όρια των δεδομένων που υπάρχουν) σε τέτοιες δομές. Δεν υπάρχουν μπαλώματα στο Σύμπαν μας, δεν υπάρχουν επαναλαμβανόμενα μοτίβα, δεν υπάρχουν ομόκεντροι κύκλοι ακανόνιστων διακυμάνσεων., δεν υπάρχουν σημεία Hawking. Όταν κάποιος αναλύει σωστά τα δεδομένα, είναι εξαιρετικά σαφές ότι ο πληθωρισμός είναι συνεπής με τα δεδομένα και η θεωρία της κυκλικής κοσμολογίας CCC είναι εντελώς σκοτεινή.

Παρόλο που ο Penrose δεν είναι μόνος του στους ισχυρισμούς του, τα δεδομένα αντιτίθενται σε μεγάλο βαθμό σε αυτό που υποστηρίζει. Οι προβλέψεις που έκανε διαψεύδονται από τα δεδομένα και οι ισχυρισμοί του ότι βλέπουμε αυτά τα σημάδια δεν είναι σωστοί αν κάποιος αναλύσει τα δεδομένα με επιστημονικό τρόπο και όχι αυθαίρετο τρόπο. Εκατοντάδες επιστήμονες το έχουν επισημάνει στον Πενρόουζ – επανειλημμένα και με συνέπεια σε μια περίοδο άνω των 10 ετών – αλλά συνεχίζει να αγνοεί και επαναλαμβάνει τις διαφωνίες του.

Εμπεδοκλής: Φιλότης και Νείκος

ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ: 495/4–435/434

Φιλότης και Νείκος: Πώς να σκεπτόμαστε τον ρυθμό του κόσμου;

§1

Ο Εμπεδοκλής αποτελεί τεράστιο κεφάλαιο της προσωκρατικής σκέψης όχι μόνο για την εποχή του αλλά και διαχρονικά. Οι ιδέες του συνολικά έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο να υπάρξει μια τέτοιας ποιότητας εκπληκτική άνθηση του ανθρώπινου πνεύματος στην απαρχή ή στην αυγή του δυτικού στοχασμού, που να μην έχει προηγούμενο. Και τούτο, όταν από τα σωζόμενα αποσπάσματα των Προσωκρατικών άλλα είναι πιο συγκροτημένα κι άλλα διάσπαρτα και γλίσχρα. Από τον Εμπεδοκλή έχουμε στη διάθεσή μας αποσπάσματα από τα δυο του έργα: 1. Περί φύσεως· 2. Καθαρμοί. Η έννοια της φιλίας είναι κεντρική σε όλο το φάσμα της αρχαίας ελληνικής σκέψης και συνυφαίνεται με ένα πλούσιο πλέγμα σχέσεων και αντίστοιχων σημασιών. Παρόμοια ισχύει και για την έννοια της έριδας.

Στους Προσωκρατικούς η φιλία έχει, κυρίως, το χαρακτήρα της κοσμολογικής αρχής και παραπέμπει σε ένα είδος ή τρόπο του Είναι ή της τάξης, που συνέχει τον κόσμο. Πιο ειδικά και συστηματικά στον Εμπεδοκλή συνιστά την αρχή και την αιτία του καλού. Ποιος ήταν ο Εμπεδοκλής; Ήταν ο ποιητής-φιλόσοφος της προσωκρατικής περιόδου –αρχή του πέμπτου αιώνα π.Χ.–, που με τον χυμώδη λόγο του και τη χαρισματική του ευστροφία επιχείρησε να κατανοήσει τα ανθρώπινα πράγματα με βάση μια οντολογικά προσδιορισμένη αρχή της ισότητας. Φαίνεται να έχει γράψει έργα σχετικά με την ιατρική, την πολιτική, ήτοι περί ισότητας, και φιλοσοφικής υφής. Η σκέψη του είναι εντυπωσιακή: αγκαλιάζει το σύνολο του κοσμικού συστήματος σε άρρηκτο δεσμό με πρωτοποριακές προτάσεις για ριζική και συμπαντική ανανέωση του –ανθρώπινου– κόσμου. Βασικό μοτίβο της εύτακτης οργάνωσης της σκέψης του ήταν η κατά το δυνατόν ολοκληρωμένη και αντικειμενική αιτιολόγηση της πραγματικής δομής του τρίπτυχου: ζωή/βίος – φύση – ύλη. Μια τέτοια αιτιολόγηση ορθωνόταν ως αποφασιστική άρνηση εκείνης της ανεξέλικτης αντίληψης, «ολιγαρχικής» εκδοχής, περί αδυνατότητας του ανθρώπινου πνεύματος να συνδυάσει θεωρία της φύσης και θεωρία της ζωής. Συναφώς, η διδασκαλία του αντλούσε τη γοητεία της από την οντολογική διεύρυνση του Παρμενίδειου κοσμολογικού φάσματος: Φάος και Νύξ. Ο κοσμολογικός πλουραλισμός τείνει τώρα να εξετάζεται σε αναλογικές αποχρώσεις ενός συγκεκριμένου ιστορικού πλαισίου, που υπαγορεύει μια πιο προσεκτική παρατήρηση του περιβάλλοντος κόσμου, του καθημερινού μας περίκοσμου.

§2

Σε ένα από τα σωζόμενα αποσπάσματά του (DK31 B3), ο Εμπεδοκλής παρατηρεί ότι πρέπει να αξιοποιούμε σωστά τη μαρτυρία των αισθήσεων: να δεχόμαστε, με μια ισόρροπη αναλογία προς τον ορθό λόγο, την αξιοπιστία της. Καθοδηγητική δύναμη, όπως μας λέει, είναι η σαφής γλώσσα: μας διανοίγει στην οδό της γνώσης και μας φανερώνει το καθετί. Για χάρη μιας τέτοιας φανέρωσης, ο Εμπεδοκλής δομεί το λόγο του με συνεκτικό, ορθολογικό τρόπο, χωρίς να παραβλέπει την ορισμένως αναγκαία ανάλυση. Η υποκειμενικότητα έτσι αυτού του λόγου δεν περιστρέφεται απλώς γύρω από τη δική της σοφία, αλλά δοκιμάζει την αντικειμενικότητά της μέσα στην αμετάβλητη ύπαρξη των τεσσάρων στοιχείων –γη, ύδωρ, αέρας, πυρ. Πρόκειται για τα λεγόμενα ριζώματα: καθεαυτά είναι αμετάβλητα και συνθέτουν εκείνη την πλουραλιστική βάση, δυνάμει της οποίας όλα τα όντα υπόκεινται αναγκαία σε γένεση και φθορά και σε σχέσεις αναλογίας. Να γιατί, μας λέει αυτός ο κραταιός στοχαστής, δεν αρκεί να ακούμε με τα ίδια μας τα αυτιά τους δικούς του λόγους, όσο σοφοί κι αν είναι, αλλά να αναζητούμε την αλήθεια, ανασύροντας από αυτούς ή τέτοιους λόγους νοήματα που επιτρέπουν την κατανόηση της πραγματικότητας. Στο αβέβαιο σήμερα του δικού μας κόσμου, μια τέτοια κατανόηση παραμένει σε γενικές γραμμές αυτό που ζητά την πραγματοποίησή του.

§3

Στο απόσπασμα Β2, ο Εμπεδοκλής τονίζει με νόημα ότι οι άνθρωποι, αν και έχουν εξοπλιστεί με εκπληκτική νόηση, παγιδεύονται μέσα στο καθημερινά τυχαίο ή συμπτωματικό –το απολύτως αβέβαιο– και πιστεύουν ότι έχουν ανακαλύψει ένα ολόκληρο σύμπαν. Έτσι όμως καθιστούν τον εαυτό τους αδέξιο να παρατηρεί προσεκτικά τον κόσμο, με αποτέλεσμα να χάνονται μέσα σε αυτό που έπρεπε να ελέγχουν. Η μαγική λέξη στο εν λόγω απόσπασμα είναι: Μήτις [=νους, σοφία, ευφυία, πανουργία, φρόνηση …]. Αυτή ενσαρκώνει για τον άνθρωπο την τέχνη της βέβαιης, της σίγουρης πλοήγησης στη ζωή πάνω από εμπόδια, εξαπατήσεις και ψευδαισθήσεις. Όταν όμως λείπει, απελπισμένοι οι θνητοί σύρονται ως άβουλα όντα πέρα–δώθε. Αλλά ποιες δυνάμεις ρυθμίζουν την κίνηση του συμπαντικού και ανθρώπινου κόσμου; Το Νεῖκος και η Φιλότης. Η πρώτη λέξη σημαίνει την έχθρα, τη διαμάχη, την έριδα, τον αγώνα· στη θεολογικο-κοσμογονική της διάσταση πρωταγωνιστεί ως μια ισχυρή κοσμογονική θεότητα. Η δεύτερη παραπέμπει στη φιλία και την αγάπη· ως αρχέγονη δύναμη ταυτίζεται με το αρχέτυπο της θεάς Αφροδίτης. Στο απόσπασμα Β17, ο Εμπεδοκλής παρουσιάζει τις δυο αυτές δυνάμεις στην αυξομειωτική τους κίνηση ή στον εναλλασσόμενο κύκλο τους: φθορά, έχθρα, αμάχη, διαμάχη, αγώνας από τη μια· συμμετρία, εναρμόνιση, συμφιλίωση, αγάπη, έρως από την άλλη. Αυτή η κίνηση διέπει το πεπρωμένο των πάντων.

§4

Η ενεργοποίηση της Φιλότητας εμφανίζεται να ενώνει, να «δένει» τα όντα με την αγάπη. Η ενεργοποίηση του Νείκους σηματοδοτεί τη διεργασία ή διαδικασία αποχωρισμού, αποσύνθεσης, πολυδιάσπασης: δεσπόζει ο αγώνας του διαχωρισμού. Συνήθως, η πρώτη κίνηση ερμηνεύεται από διάφορους μελετητές του Εμπεδοκλή ως η θεμελιώδης, δεσπόζουσα και τελική κατάσταση, η οποία κατορθώνει να επικρατήσει επί της έχθρας, ενώ η κίνηση της τελευταίας είναι μια ενδιάμεση κινητική διαφορετικότητα μέσα στο όλον της αρμονίας. Αυτή η ερμηνεία έχει βάση υπό τον όρο ότι η Φιλότητα δεν προορίζεται να εξαφανίσει, να εκμηδενίσει τον χωρισμό, τη διάσπαση που επιβάλλει το Νείκος παρά να αξιοποιήσει τη διαφορετικότητα των στοιχείων ή των όντων και μέσα από την ανάμιξή τους να δημιουργεί εκάστοτε νέες κατηγορίες όντων, νέες μορφές ζωής και κατ’ επέκταση σκέψης. Η αντίληψη, επομένως, ότι όλα τα πράγματα στο τέλος τα κυβερνά η αγάπη, η συμφιλίωση και παρόμοια, για ορισμένες επιπόλαιες αναγνώσεις, φαίνεται άκρως θεολογική και ανόητη. Πράγματι, στη στρεβλή της παράσταση, ως τέτοια απερίγραπτη ανοησία, αποτελεί και την («ηθική») σπίθα της εκάστοτε μηχανιστικής Λογικής, δηλ. της ανεστραμμένης Λογικής ατόμων και θεσμών να λυσσομανά χωρίς αιδώ και με περισσή κρυψίνοια να στέλνει μαζικά τους ανθρώπους στην απελπισία, στη φθορά, τη διαφθορά και τον θάνατο. Στην ουσιώδη της πρόσληψη, απεναντίας, πραγματώνει τη θεμελιώδη διαλεκτική αρχή του εσωτερικού δεσμού –με την αρχέγονη σημασία του όρου– και περαιτέρω της δημιουργίας, σε ενδοσυνάφεια με την καθορισμένη ενότητα του κόσμου.

§5

Μια προσεκτική ανάγνωση, όπως μας επιτάσσει ο ίδιος ο ποιητικός λόγος του Εμπεδοκλή, συνηγορεί υπέρ ενός περιδινούμενου κύκλου Φιλότητας και Νείκους: αγάπης, ομορφιάς, αρμονίας και έριδας, αγώνα, χωρισμού, χωρίς αρχή και τέλος. Ο κοσμικός κύκλος, σύμφωνα με τον φιλόσοφο, δεν διέπεται από καμιά προοπτική να αρχίζει και να τελειώνει κάποτε: είτε αίσια [=αγαπητικά, φιλικά …] είτε «απαίσια» [=εχθρικά, εριστικά, ταξικά …]. Κυβερνιέται μόνο και εσαεί από την επικράτηση της κεραυνοβόλας κίνησης: Νείκους και Φιλότητας: ισορροπία αντίρροπων δυνάμεων και συγχρόνως ισορροπία τρόμου. Η ισορροπία τρόμου δεν είναι υποχρεωτικά αρνητική φορά των συμπαντικών στοιχείων. Οντο-λογικά ιδωμένη είναι η ισορροπία, η αρμονία αντίρροπων δυνάμεων εν κινήσει· είναι το πυκνό σκοτάδι –κατά Εμπεδοκλή– της Αρμονίας, που κάνει την ύπαρξη του κόσμου να αγάλλεται μέσα στη μοναχική-μοναδική-μονήρη ευδαιμονία της. Μια οποιαδήποτε παραγνώριση τούτης της κίνησης, μέσα ας πούμε από «ηθικο-πολιτικά» κηρύγματα περί κοινωνικής ειρήνης κ.λπ., επιτρέπει στους ακατέργαστους εκπροσώπους του πολιτικού ωφελιμισμού να αυτοπαρουσιάζονται ως οι επίγειοι εκπρόσωποι της «θεάς Πολιτικής» και έτσι ως οι περιούσιες δυνάμεις μιας δικής τους, με τις ευλογίες του «θείου», αδίστακτης, εκδικητικής κυριαρχίας. Τότε συμβαίνει να αντιστρέφονται οι όροι: το Νείκος να προχωρεί από την περιφέρεια στην ενδοχώρα του κόσμου και η Φιλότης να εκδιώκεται στο περιθώριο. Και τούτο ενάντια στη φύση των πραγμάτων. Κατά τη φύση των πραγμάτων έχουμε: αιώνια διαπάλη Φιλότητος και Νείκους, με τελικό νικητή την άμεμπτη Φιλότητα ως την ενότητα, ή την ενοποιημένη Σφαίρα μέσα στην τροχιά της άπαυτης κυκλικής διαδικασίας-διεργασίας.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (454a-455e)

[454a] Ἦ γενναία, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὦ Γλαύκων, ἡ δύναμις τῆς ἀντιλογικῆς τέχνης.Τί δή;
Ὅτι, εἶπον, δοκοῦσί μοι εἰς αὐτὴν καὶ ἄκοντες πολλοὶ ἐμπίπτειν καὶ οἴεσθαι οὐκ ἐρίζειν ἀλλὰ διαλέγεσθαι, διὰ τὸ μὴ δύνασθαι κατ᾽ εἴδη διαιρούμενοι τὸ λεγόμενον ἐπισκοπεῖν, ἀλλὰ κατ᾽ αὐτὸ τὸ ὄνομα διώκειν τοῦ λεχθέντος τὴν ἐναντίωσιν, ἔριδι, οὐ διαλέκτῳ πρὸς ἀλλήλους χρώμενοι.
Ἔστι γὰρ δή, ἔφη, περὶ πολλοὺς τοῦτο τὸ πάθος· ἀλλὰ μῶν καὶ πρὸς ἡμᾶς τοῦτο τείνει ἐν τῷ παρόντι;
[454b] Παντάπασι μὲν οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ· κινδυνεύομεν γοῦν ἄκοντες ἀντιλογίας ἅπτεσθαι.
Πῶς;
Τὸ ‹μὴ› τὴν αὐτὴν φύσιν ὅτι οὐ τῶν αὐτῶν δεῖ ἐπιτηδευμάτων τυγχάνειν πάνυ ἀνδρείως τε καὶ ἐριστικῶς κατὰ τὸ ὄνομα διώκομεν, ἐπεσκεψάμεθα δὲ οὐδ᾽ ὁπῃοῦν τί εἶδος τὸ τῆς ἑτέρας τε καὶ τῆς αὐτῆς φύσεως καὶ πρὸς τί τεῖνον ὡριζόμεθα τότε, ὅτε τὰ ἐπιτηδεύματα ἄλλῃ φύσει ἄλλα, τῇ δὲ αὐτῇ τὰ αὐτὰ ἀπεδίδομεν.
Οὐ γὰρ οὖν, ἔφη, ἐπεσκεψάμεθα.
[454c] Τοιγάρτοι, εἶπον, ἔξεστιν ἡμῖν, ὡς ἔοικεν, ἀνερωτᾶν ἡμᾶς αὐτοὺς εἰ ἡ αὐτὴ φύσις φαλακρῶν καὶ κομητῶν καὶ οὐχ ἡ ἐναντία, καὶ ἐπειδὰν ὁμολογῶμεν ἐναντίαν εἶναι, ἐὰν φαλακροὶ σκυτοτομῶσιν, μὴ ἐᾶν κομήτας, ἐὰν δ᾽ αὖ κομῆται, μὴ τοὺς ἑτέρους.
Γελοῖον μεντἂν εἴη, ἔφη.
Ἆρα κατ᾽ ἄλλο τι, εἶπον ἐγώ, γελοῖον, ἢ ὅτι τότε οὐ πάντως τὴν αὐτὴν καὶ τὴν ἑτέραν φύσιν ἐτιθέμεθα, ἀλλ᾽ ἐκεῖνο τὸ εἶδος τῆς ἀλλοιώσεώς τε καὶ ὁμοιώσεως μόνον [454d] ἐφυλάττομεν τὸ πρὸς αὐτὰ τεῖνον τὰ ἐπιτηδεύματα; οἷον ἰατρικὸν μὲν καὶ ἰατρικὴν τὴν ψυχὴν [ὄντα] τὴν αὐτὴν φύσιν ἔχειν ἐλέγομεν· ἢ οὐκ οἴει;
Ἔγωγε.
Ἰατρικὸν δέ γε καὶ τεκτονικὸν ἄλλην;
Πάντως που.
Οὐκοῦν, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ τὸ τῶν ἀνδρῶν καὶ τὸ τῶν γυναικῶν γένος, ἐὰν μὲν πρὸς τέχνην τινὰ ἢ ἄλλο ἐπιτήδευμα διαφέρον φαίνηται, τοῦτο δὴ φήσομεν ἑκατέρῳ δεῖν ἀποδιδόναι· ἐὰν δ᾽ αὐτῷ τούτῳ φαίνηται διαφέρειν, τῷ τὸ μὲν θῆλυ τίκτειν, [454e] τὸ δὲ ἄρρεν ὀχεύειν, οὐδέν τί πω φήσομεν μᾶλλον ἀποδεδεῖχθαι ὡς πρὸς ὃ ἡμεῖς λέγομεν διαφέρει γυνὴ ἀνδρός, ἀλλ᾽ ἔτι οἰησόμεθα δεῖν τὰ αὐτὰ ἐπιτηδεύειν τούς τε φύλακας ἡμῖν καὶ τὰς γυναῖκας αὐτῶν.
Καὶ ὀρθῶς γ᾽, ἔφη.
Οὐκοῦν μετὰ τοῦτο κελεύομεν τὸν τὰ ἐναντία λέγοντα [455a] τοῦτο αὐτὸ διδάσκειν ἡμᾶς, πρὸς τίνα τέχνην ἢ τί ἐπιτήδευμα τῶν περὶ πόλεως κατασκευὴν οὐχ ἡ αὐτὴ ἀλλὰ ἑτέρα φύσις γυναικός τε καὶ ἀνδρός;
Δίκαιον γοῦν.
Τάχα τοίνυν ἄν, ὅπερ σὺ ὀλίγον πρότερον ἔλεγες, εἴποι ἂν καὶ ἄλλος, ὅτι ἐν μὲν τῷ παραχρῆμα ἱκανῶς εἰπεῖν οὐ ῥᾴδιον, ἐπισκεψαμένῳ δὲ οὐδὲν χαλεπόν.
Εἴποι γὰρ ἄν.
Βούλει οὖν δεώμεθα τοῦ τὰ τοιαῦτα ἀντιλέγοντος [455b] ἀκολουθῆσαι ἡμῖν, ἐάν πως ἡμεῖς ἐκείνῳ ἐνδειξώμεθα ὅτι οὐδέν ἐστιν ἐπιτήδευμα ἴδιον γυναικὶ πρὸς διοίκησιν πόλεως;
Πάνυ γε.
Ἴθι δή, φήσομεν πρὸς αὐτόν, ἀποκρίνου· ἆρα οὕτως ἔλεγες τὸν μὲν εὐφυῆ πρός τι εἶναι, τὸν δὲ ἀφυῆ, ἐν ᾧ ὁ μὲν ῥᾳδίως τι μανθάνοι, ὁ δὲ χαλεπῶς; καὶ ὁ μὲν ἀπὸ βραχείας μαθήσεως ἐπὶ πολὺ εὑρετικὸς εἴη οὗ ἔμαθεν, ὁ δὲ πολλῆς μαθήσεως τυχὼν καὶ μελέτης μηδ᾽ ἃ ἔμαθε σῴζοιτο; καὶ τῷ μὲν τὰ τοῦ σώματος ἱκανῶς ὑπηρετοῖ τῇ διανοίᾳ, τῷ [455c] δὲ ἐναντιοῖτο; ἆρ᾽ ἄλλα ἄττα ἐστὶν ἢ ταῦτα, οἷς τὸν εὐφυῆ πρὸς ἕκαστα καὶ τὸν μὴ ὡρίζου;
Οὐδείς, ἦ δ᾽ ὅς, ἄλλα φήσει.
Οἶσθά τι οὖν ὑπὸ ἀνθρώπων μελετώμενον, ἐν ᾧ οὐ πάντα ταῦτα τὸ τῶν ἀνδρῶν γένος διαφερόντως ἔχει ἢ τὸ τῶν γυναικῶν; ἢ μακρολογῶμεν τήν τε ὑφαντικὴν λέγοντες καὶ τὴν τῶν ποπάνων τε καὶ ἑψημάτων θεραπείαν, ἐν οἷς δή τι δοκεῖ τὸ γυναικεῖον γένος εἶναι, οὗ καὶ καταγελαστότατόν [455d] ἐστι πάντων ἡττώμενον;
Ἀληθῆ, ἔφη, λέγεις, ὅτι πολὺ κρατεῖται ἐν ἅπασιν ὡς ἔπος εἰπεῖν τὸ γένος τοῦ γένους. γυναῖκες μέντοι πολλαὶ πολλῶν ἀνδρῶν βελτίους εἰς πολλά· τὸ δὲ ὅλον ἔχει ὡς σὺ λέγεις.
Οὐδὲν ἄρα ἐστίν, ὦ φίλε, ἐπιτήδευμα τῶν πόλιν διοικούντων γυναικὸς διότι γυνή, οὐδ᾽ ἀνδρὸς διότι ἀνήρ, ἀλλ᾽ ὁμοίως διεσπαρμέναι αἱ φύσεις ἐν ἀμφοῖν τοῖν ζῴοιν, καὶ πάντων μὲν μετέχει γυνὴ ἐπιτηδευμάτων κατὰ [455e] φύσιν, πάντων δὲ ἀνήρ, ἐπὶ πᾶσι δὲ ἀσθενέστερον γυνὴ ἀνδρός.
Πάνυ γε.
Ἦ οὖν ἀνδράσι πάντα προστάξομεν, γυναικὶ δ᾽ οὐδέν;
Καὶ πῶς;
Ἀλλ᾽ ἔστι γὰρ οἶμαι, ὡς φήσομεν, καὶ γυνὴ ἰατρική, ἡ δ᾽ οὔ, καὶ μουσική, ἡ δ᾽ ἄμουσος φύσει.
Τί μήν;

***
[454a] Τί θαυμάσια δύναμη που έχει, Γλαύκων, η τέχνη της αντιλογίας!
Γιατί το λες αυτό;
Γιατί μου φαίνεται πως και χωρίς να το θέλουν πέφτουν πολλοί μες σ᾽ αυτή και φαντάζονται όχι πως μαλώνουν, αλλά πως συζητούν, γιατί δεν μπορούν να το διαιρέσουν σε είδη και έτσι να το εξετάζουν το θέμα που συζητούν, αλλ᾽ απάνω στο όνομα μονάχα ζητούν να βρουν την εναντίωση σ᾽ αυτό που υποστήριξε ο άλλος και μεταβάλλουν έτσι τη συζήτηση σε απλή λογομαχία μεταξύ τους.
Πραγματικώς αυτό παθαίνουν πολλοί· αλλά μήπως πάμε και μεις να πέσομε στο ίδιο πάθημα τώρα;
[454b] Εξάπαντος· γιατί αλήθεια τρέχομε τον κίνδυνο να καταντήσομε και χωρίς να το θέμε σε αντιλογία.
Πώς;
Την έννοια ότι οι διαφορετικές φύσεις δεν πρέπει να καταπιάνουνται με τις ίδιες δουλειές ζητούμε να την υποστηρίξομε, σαν πολύ γενναίοι οπαδοί της λογομαχητικής, περιορίζοντας τη συζήτηση στη λέξη μονάχα επάνω, χωρίς να έχομε καθόλου εξετάσει τί είδος είναι η διαφορετική και τί η ίδια φύση, ούτε ποιό ήταν το αντικείμενο που είχαμε υπόψη, όταν ορίζαμε ότι διαφορετικά πρέπει να είναι τα έργα για τις διαφορετικές φύσεις και τα ίδια για τις ίδιες.
Πραγματικώς, δεν το εξετάσαμε αυτό.
[454c] Κι έτσι βγαίνει απ᾽ αυτό πως θα μπορούσαμε να ρωτήσουμε εμάς τους ίδιους αν οι φαλακροί και οι μαλλιαροί έχουν την ίδια και όχι την εναντία φύση και, όταν παραδεχτούμε πως έχουν την εναντία, αν οι φαλακροί καταγίνουνται έξαφνα με την υποδηματοποιία, να μην επιτρέπομε αυτή την ίδια εργασία και στους μαλλιαρούς, κι αν πάλι οι μαλλιαροί, να μη την επιτρέπομε στους άλλους.
Θα ήταν όμως πολύ γελοίο αυτό.
Και θα ᾽ταν τάχα για άλλο λόγο γελοίο, ή για το ότι εμείς τότε δεν παίρναμε απόλυτα τις έννοιες διαφορετική και όμοια φύση, αλλά περιορίζαμε σε κείνο μόνο το είδος τη διαφορά και την ομοιότητα, [454d] που αναφέρεται στα ίδια μόνο επαγγέλματα; Ελέγαμε, λόγου χάρη τότε, πως ο άνθρωπος που είναι ικανός για γιατρός και κείνος που έχει την ψυχή του γιατρού έχουν κι οι δυο τους την ίδια φύση.
Μάλιστα.
Και φύση διαφορετική ο κατάλληλος για τη γιατρική και ο κατάλληλος για την ξυλουργική· ή δεν το παραδέχεσαι;
Πώς όχι;
Ώστε λοιπόν, αν το γένος των γιατρών και το γένος των γυναικών βρεθεί πως διαφέρουν ως προς μια τέχνη ή άλλο επάγγελμα, θα πούμε πως αυτή την τέχνη ή το επάγγελμα πρέπει ν᾽ αναθέσομε στο καθένα από τα δυο φύλα· αν όμως φαίνεται πως σ᾽ αυτό μόνο διαφέρουν, στο ότι η γυναίκα γεννά τα παιδιά [454e] κι ο άντρας τα σπέρνει, δεν θα πούμε ακόμα πως έχει κάπως περισσότερο αποδειχθεί ότι η γυναίκα διαφέρει από τον άντρα ως προς αυτό που εμείς υποστηρίζομε, αλλά θα επιμείνομε ακόμα στην ιδέα μας, πως πρέπει στα ίδια έργα να ασχολούνται και οι φύλακές μας και οι γυναίκες τους.
Και πολύ σωστά.
Ύστερα λοιπόν απ᾽ όλ᾽ αυτά, δε θα ρωτήσομε εκείνον που υποστηρίζει το αντίθετο, [455a] ως προς ποιά τέχνη ή ως προς ποιό επάγγελμα απ᾽ όσα χρειάζουνται για το φτιάξιμο μιανής πολιτείας δεν είναι η ίδια από τη φύση η γυναίκα με τον άντρα αλλά διαφορετική;
Και θα ᾽χομε δίκιο να το ρωτήσομε.
Μα ίσως όμως βρεθεί και κανένας άλλος να πει εκείνο που έλεγες και συ πρωτύτερα, πως δεν είναι βέβαια εύκολο, έτσι εκ του προχείρου, να δώσει κανείς ικανοποιητική απάντηση, αν καθίσει όμως να σκεφθεί, δε θα ᾽ταν διόλου δύσκολο.
Ίσως να το πει.
Θέλεις λοιπόν να τον παρακαλέσομε αυτόν που μας αντιλέγει [455b] να μας παρακολουθήσει, μήπως εμείς κατορθώσομε να του αποδείξομε πως δεν υπάρχει κανένα επιτήδευμα σχετικό με τη διοίκηση της πολιτείας που να ταιριάζει αποκλειστικά και μόνο στη γυναίκα;
Βεβαιότατα.
Έλα λοιπόν, θα του πούμε, να μας απαντήσεις: άραγε, όταν έλεγες πως ένας είναι από φυσικού του ικανός για κάτι και ένας άλλος δεν είναι, δεν εννοούσες μ᾽ αυτό πως εκείνος μαθαίνει εύκολα, ενώ ο άλλος δύσκολα αυτό το κάτι; και πως ο πρώτος, από το λίγο που μάθει, θα μπορούσε να βρει κι άλλα πολλά παραπέρ᾽ απ᾽ όσα πρωτόμαθε, ενώ ο άλλος μ᾽ όλη του τη μεγάλη μάθηση και την επιμέλεια δε θα μπορούσε ούτε όσα έμαθε να συγκρατήσει, κι ακόμα πως του ενός και οι σωματικές του ικανότητες θα εξυπηρετούσαν αρκετά τη διάνοιά του, [455c] ενώ του άλλου θα της έφερναν κι αυτές εμπόδιο; Άλλα άραγε ή αυτά είναι που όριζες πως ξεχωρίζουν τον από τη φύση γεννημένο για το ό,τι είναι εκείνο από τον άλλο που δεν είναι τέτοιος;
Κανείς δε θα πει πως είναι άλλα.
Γνωρίζεις λοιπόν τώρα τίποτ᾽ απ᾽ όσα καταγίνουνται οι άνθρωποι, που να μην έχουν οι άντρες όλες αυτές τις ιδιότητες σε πολύ ανώτερο βαθμό από τις γυναίκες; ή να καθόμαστε να μακρολογούμε αναφέροντας την υφαντική και την επιτηδειότητα για κάτι γλυκίσματα και μαγερέματα, όπου δα κάτι φαίνουνται να είναι οι γυναίκες, και όπου θα ήταν η μεγαλύτερή τους ντροπή [455d] να πέφτουν κάτω από τους άντρες;
Έχεις πραγματικώς δίκιο να λες πως σ᾽ όλα, μ᾽ ένα λόγο, πολύ κατώτερο είναι το ένα γένος από το άλλο· βέβαια υπάρχουν πολλές γυναίκες ανώτερες σε πολλά από τους άντρες· στο σύνολο όμως είναι έτσι όπως το λες.
Δεν υπάρχει λοιπόν, φίλε μου, κανένα έργο απ᾽ όσα αναφέρονται στη διοίκηση της πολιτείας που να ανήκει στη γυναίκα επειδή είναι γυναίκα, ούτε στον άντρα επειδή είναι άντρας, αλλά είναι το ίδιο μερασμένες οι φυσικές προδιαθέσεις και στα δύο φύλα, και το ίδιο είναι πλασμένη από τη φύση η γυναίκα να παίρνει μέρος σ᾽ όλα τα επιτηδεύματα, [455e] το ίδιο και ο άντρας, μόνο πως σε όλα είναι η γυναίκα πιο αδύνατο πλάσμα από τον άντρα.
Αυτό είναι βέβαιο.
Όλα λοιπόν θα τ᾽ αναθέσομε στον άντρα και τίποτα δε θ᾽ αφήσομε για τη γυναίκα;
Πώς γίνεται;
Μα υπάρχουν πραγματικώς, θα πούμε, γυναίκες που είναι καμωμένες για τη γιατρική κι άλλες όχι, κι άλλες επιδεκτικές για μουσική, άλλες το εναντίο.
Πώς όχι;