Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2016

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, ΔΡΑΜΑ - ΤΡΑΓΩΔΙΑ, ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Μήδεια

Ο αντίλογος των γυναικών

Όταν ο Ιάσων έφτασε στην Κολχίδα για να πάρει το χρυσόμαλλο δέρας, η Μήδεια, η κόρη του βασιλιά της χώρας Αιήτη, τον ερωτεύτηκε παράφορα, τον βοήθησε αποφασιστικά και, όταν έφυγε, τον ακολούθησε στην Ελλάδα, αποκόπτοντας κάθε δεσμό με τους δικούς της και την πατρίδα της. Μαζί με τα δυο τους παιδιά ζουν τώρα εξόριστοι στην Κόρινθο. Ο Ιάσων έχει αποφασίσει να την εγκαταλείψει, για να παντρευτεί την κόρη του Κρέοντα, του βασιλιά της Κορίνθου. Ο ίδιοςο Κρέων, επειδή φοβάται την επικίνδυνη μάγισσα, την καλεί να φύγει από τη χώρα. Η Μήδεια του ζητάει να παραμείνει μια μέρα και ο Κρέων ενδίδει. Εκείνη αποφασίζει να εκδικηθεί σκοτώνοντας και τους τρεις (τον Ιάσονα, τον Κρέοντα και την κόρη του), όμως διστάζει γιατί σκέφτεται ότι κανείς δεν θα τη δέχεται έπειτα από τέτοια πράξη. Τότε περνάει από την Κόρινθο ο βασιλιάς της Αθήνας Αιγέας, που θέλει να συναντήσει τον βασιλιά της Τροιζήνας Πιτθέα, για να του εξηγήσει ένα δυσνόητο χρησμό που του δόθηκε στους Δελφούς, όπου είχει πάει να ρωτήσει επειδή δεν είχε παιδιά. Η Μήδεια, με τις μαγικές της ικανότητες, προσφέρεται να τον βοηθήσει να αποκτήσει παιδιά και εκείνος της υπόσχεται άσυλο, αν φτάσει στην Αθήνα. Τώρα η Μήδεια αποφασίζει να προχωρήσει όχι μόνο στον φόνο των τριών, αλλά να σκοτώσει και τα δυο της παιδιά, για να εκδικηθεί τον Ιάσονα. Με τα παιδιά της στέλνει στην κόρη του Κρέοντα πανέμορφα δώρα που θα φέρουν το θάνατο· εκείνη τα φοράει και βρίσκει φρικτό τέλος· το ίδιο και ο πατέρας της, που σπεύδει να τη βοηθήσει. Έπειτα από πάλη με τον εαυτό της, η Μήδεια σκοτώνει τα παιδιά της, που θα ταφούν από την ίδια στο ιερό της Ήρας, όπου θα γίνονται γιορτές και θυσίες. Η ίδια απομακρύνεται πάνω σε φτερωτό άρμα που της έδωσε ο πατέρας της ο Ήλιος.

Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι η πρώτη ρήση της Μήδειας επί σκηνής -προηγουμένως ακουγόταν να θρηνεί από μέσα. Η ρήση της Μήδειας αποτελεί ενδιαφέρουσα μαρτυρία για τη θέση της γυναίκας, ιδίως σε σχέση με τον γάμο, και για την αντιπαράθεση των φύλων.

Μήδεια 214-266

ΜΗΔΕΙΑ
Κορίνθιαι γυναῖκες, ἐξῆλθον δόμων,
215 μή μοί τι μέμφησθ᾽· οἶδα γὰρ πολλοὺς βροτῶν
σεμνοὺς γεγῶτας, τοὺς μὲν ὀμμάτων ἄπο,
τοὺς δ᾽ ἐν θυραίοις· οἱ δ᾽ ἀφ᾽ ἡσύχου ποδὸς
δύσκλειαν ἐκτήσαντο καὶ ῥᾳθυμίαν.
δίκη γὰρ οὐκ ἔνεστ᾽ ἐν ὀφθαλμοῖς βροτῶν,
220 ὅστις πρὶν ἀνδρὸς σπλάγχνον ἐκμαθεῖν σαφῶς
στυγεῖ δεδορκώς, οὐδὲν ἠδικημένος.
χρὴ δὲ ξένον μὲν κάρτα προσχωρεῖν πόλει·
οὐδ᾽ ἀστὸν ᾒνεσ᾽ ὅστις αὐθαδὴς γεγὼς
πικρὸς πολίταις ἐστὶν ἀμαθίας ὕπο.
225 ἐμοὶ δ᾽ ἄελπτον πρᾶγμα προσπεσὸν τόδε
ψυχὴν διέφθαρκ᾽· οἴχομαι δὲ καὶ βίου
χάριν μεθεῖσα κατθανεῖν χρῄζω, φίλαι.
ἐν ᾧ γὰρ ἦν μοι πάντα, γιγνώσκει καλῶς,
κάκιστος ἀνδρῶν ἐκβέβηχ᾽ οὑμὸς πόσις.
230 πάντων δ᾽ ὅσ᾽ ἔστ᾽ ἔμψυχα καὶ γνώμην ἔχει
γυναῖκές ἐσμεν ἀθλιώτατον φυτόν·
ἃς πρῶτα μὲν δεῖ χρημάτων ὑπερβολῇ
πόσιν πρίασθαι, δεσπότην τε σώματος
λαβεῖν· κακοῦ γὰρ τοῦτ᾽ ἔτ᾽ ἄλγιον κακόν.
235 κἀν τῷδ᾽ ἀγὼν μέγιστος, ἢ κακὸν λαβεῖν
ἢ χρηστόν· οὐ γὰρ εὐκλεεῖς ἀπαλλαγαὶ
γυναιξὶν, οὐδ᾽ οἷόν τ᾽ ἀνήνασθαι πόσιν.
ἐς καινὰ δ᾽ ἤθη καὶ νόμους ἀφιγμένην
δεῖ μάντιν εἶναι, μὴ μαθοῦσαν οἴκοθεν,
240 ὅπως μάλιστα χρήσεται ξυνευνέτῃ.
κἂν μὲν τάδ᾽ ἡμῖν ἐκπονουμέναισιν εὖ
πόσις ξυνοικῇ μὴ βίᾳ φέρων ζυγόν,
ζηλωτὸς αἰών· εἰ δὲ μή, θανεῖν χρεών.
ἀνὴρ δ᾽, ὅταν τοῖς ἔνδον ἄχθηται ξυνών,
245 ἔξω μολὼν ἔπαυσε καρδίαν ἄσης·
{ἢ πρὸς φίλον τιν᾽ ἢ πρὸς ἥλικα τραπείς·}
ἡμῖν δ᾽ ἀνάγκη πρὸς μίαν ψυχὴν βλέπειν.
λέγουσι δ᾽ ἡμᾶς ὡς ἀκίνδυνον βίον
ζῶμεν κατ᾽ οἴκους, οἳ δὲ μάρνανται δορί·
250 κακῶς φρονοῦντες· ὡς τρὶς ἂν παρ᾽ ἀσπίδα
στῆναι θέλοιμ᾽ ἂν μᾶλλον ἢ τεκεῖν ἅπαξ.
ἀλλ᾽ οὐ γὰρ αὑτὸς πρὸς σὲ κἄμ᾽ ἥκει λόγος·
σοὶ μὲν πόλις θ᾽ ἥδ᾽ ἐστὶ καὶ πατρὸς δόμοι
βίου τ᾽ ὄνησις καὶ φίλων συνουσία,
255 ἐγὼ δ᾽ ἔρημος ἄπολις οὖσ᾽ ὑβρίζομαι
πρὸς ἀνδρός, ἐκ γῆς βαρβάρου λελῃσμένη,
οὐ μητέρ᾽, οὐκ ἀδελφόν, οὐχὶ συγγενῆ
μεθορμίσασθαι τῆσδ᾽ ἔχουσα συμφορᾶς.
τοσοῦτον οὖν σου τυγχάνειν βουλήσομαι,
260 ἤν μοι πόρος τις μηχανή τ᾽ ἐξευρεθῇ
πόσιν δίκην τῶνδ᾽ ἀντιτείσασθαι κακῶν,
{τὸν δόντα τ᾽ αὐτῷ θυγατέρ᾽ ἥν τ᾽ ἐγήματο,}
σιγᾶν. γυνὴ γὰρ τἄλλα μὲν φόβου πλέα
κακή τ᾽ ἐς ἀλκὴν καὶ σίδηρον εἰσορᾶν·
265 ὅταν δ᾽ ἐς εὐνὴν ἠδικημένη κυρῇ,
οὐκ ἔστιν ἄλλη φρὴν μιαιφονωτέρα.

***
ΜΗΔΕΙΑ
Γυναίκες Κορίνθιες. Από το σπίτι βγήκα
τη μομφή σας να αποφύγω.215
Γνωρίζω ανθρώπους πολλούς υπερήφανους
άλλους κρυμμένους κι άλλους έξω στο δρόμο.
Άλλοι πάλι εξαιτίας του ήσυχου βίου τους
κακό απόκτησαν όνομα και ραθυμία.
Δικαιοσύνη δεν υπάρχει στα μάτια του κόσμου.
Προτού βαθιά ερευνήσουν τι κρύβεις στα σπλάχνα σου220
με μίσος σε βλέπουν -
δίχως σε τίποτε να έχουν αδικηθεί.
Χρέος του ξένου είναι βεβαίως
με την πόλη εντελώς να συντάσσεται.
Ούτε επαινώ τον αυθάδη εκείνο αστό
που πικραίνει τους συμπολίτες του με αλαζονεία.
Εμένα όμως τι χτύπημα απρόσμενο με βρήκε225
και τη ζωή μου χάλασε.
Χάνομαι, φίλες.
Αφήνω τις χαρές του βίου μου και πρέπει να πεθάνω.
Ήταν για μένα η ζωή μου όλη ο Ιάσων.
Καλά το γνωρίζει κι ο ίδιος.
Τώρα - βρέθηκε να ᾽ναι ο χειρότερος όλων ο άντρας μου.

Από όλα τα έμψυχα όντα, τα νοήμονα230
εμείς οι γυναίκες είμαστε το αθλιότερο φύτρο.
Πρώτα με χρήματα άφθονα πρέπει
τον άντρα μας να αγοράζουμε
κι αφέντη στο κορμί μας επιβάλλουμε.
Χειρότερο άλλο κακό δεν υπάρχει.
Κι είναι εδώ η αγωνία η μεγαλύτερη,235
αν πήρες άντρα χρηστό ή άχρηστο.
Για τις γυναίκες βέβαια τιμητικό το διαζύγιο δεν είναι.
Ούτε μπορείς να αποφεύγεις τον άντρα σου.
Κι αν ευρεθείς σε άλλες συνήθειες και νόμους
πρέπει να γίνεις μάντης
για όσα δεν σου έμαθε το πατρικό σου
πώς δηλαδή καλύτερα το σύζυγό σου να υπηρετείς.240
Κι αν όλα τούτα επιτύχουμε με κόπο
κι ο άντρας μας συζεί μαζί μας
χωρίς να νιώθει βάρος το ζυγό του γάμου,
αξιοζήλευτη ζωή περνούμε.
Αλλιώς ο θάνατος μας πρέπει.
Ο άντρας αν βαρεθεί μέσα στο σπίτι του
βγαίνει έξω και της καρδιάς το βάρος ελαφρώνει245
κοντά σε φίλους και σε συνομίληκους.
Λένε οι άντρες πως εμείς ακίνδυνη ζωή
στο σπίτι ζούμε ενώ εκείνοι πολεμούν στη μάχη.
Ανόητοι άντρες.250
Τρεις φορές θα προτιμούσα σε ώρα μάχης
δίπλα στην ασπίδα να σταθώ
από το να γεννήσω μια φορά.

Όμως τα λόγια τούτα σε μένα μοναχά ταιριάζουν.
Εσύ έχεις πόλη, σπίτι πατρικό,
του βίου την απόλαυση, τη συντροφιά των φίλων.
Εγώ είμαι έρημη. Χωρίς πατρίδα255
από τον άντρα μου ταπεινωμένη,
λάφυρο από γη βαρβαρική.
Ούτε μητέρα, ούτε αδελφό, συγγενή κανένα
δεν έχω λιμάνι στη συμφορά μου αυτή.
Μια χάρη ωστόσο να σου ζητήσω επιθυμώ:
αν κάποιο τρόπο, κάποιο τέχνασμα εξευρεθεί260
τον άντρα μου για τα τόσα εγκλήματα να αντιπληρώσω,
σιωπή τότε!
Γεμάτη βέβαια είναι από φόβο η γυναίκα.
Στα χέρια αδύναμη, τα όπλα αποστρέφεται.
Αν όμως βρεθεί στην κλίνη της αδικημένη265
πνεύμα πιο αιμοβόρο απ᾽ αυτή δεν υπάρχει.

Η Φιλοσοφία ως μονόδρομος προς την ευτυχία

Από όλους τους ανθρώπους, μόνο όσοι βρίσκουν χρόνο να τον αφιερώσουν στη φιλοσοφία σχολάζουν μόνο αυτοί ζουν πραγματικά. Και τούτο γιατί τέτοιοι άνθρωποι δεν αρκούνται στην περιφρούρηση της δικής τους ζωής, προσαρτούν και όλους τους προηγούμενους αιώνες στον δικό τους όλα τα χρόνια που έχουν προηγηθεί προστίθενται στην παρακαταθήκη τους.

Αν δεν είμαστε εντελώς αγνώμονες, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι επιφανέστατοι αυτοί θεμελιωτές κάθε ιερής σκέψης γεννήθηκαν για μας, για μας διαμόρφωσαν έναν τρόπο ζωής. Με τον ξένο μόχθο οδηγηθήκαμε στη θέαση των ωραιότερων πραγμάτων, τα οποία οι άνθρωποι αυτοί ανέσυραν από το σκότος και τα έφεραν στο φως. Κανένας αιώνας δεν παρέμεινε κλειστός για μας, σε όλους τους αιώνες έχουμε τώρα πρόσβαση και, αν θελήσουμε να περάσουμε πέρα από τα στενά όρια της ανθρώπινης αδυναμίας με τη δύναμη του νου, υπάρχει ένα μεγάλο πεδίο χρόνου, μέσα στο οποίο μπορούμε να κινηθούμε.

Έχουμε τη δυνατότητα να αντιτείνουμε στον Σωκράτη, να αμφιβάλλουμε με τον Καρνεάδη, να βρούμε τη γαλήνη με τον Επίκουρο, να νικήσουμε την ανθρώπινη φύση με τους Στωικούς, να την ξεπεράσουμε με τους Κυνικούς. Μια και η ίδια η φύση των πραγμάτων μας επιτρέπει να έρθουμε σε επαφή με όλους τους αιώνες, γιατί δεν θα πρέπει να περάσουμε από αυτό το ασήμαντο και εφήμερο διάστημα που ζούμε στο παρελθόν, αφιερώνοντας σ' εκείνο όλη μας την ψυχή, εφόσον εκείνο και χωρίς σύνορα είναι και αιώνιο παραμένει και θα το μοιραστούμε με άτομα καλύτερα από εμάς;

Εκείνο πάντως που μπορούμε σίγουρα να πούμε είναι ότι μόνο όσοι θέλουν να έχουν τον Ζήνωνα και τον Πυθαγόρα και τον Δημόκριτο και όλους τους άλλους σοφούς δασκάλους των ελευθέριων σπουδών, αλλά και τον Αριστοτέλη και τον Θεόφραστο, στενότατους φίλους τους καθημερινά, μόνο αυτοί είναι αφοσιωμένοι στα πραγματικά καθήκοντα της ζωής. Κανένας από τους παραπάνω σοφούς δεν θα απουσιάσει, κανένας τους δεν θα κάνει το λάθος να αφήσει τον επισκέπτη του να φύγει λιγότερο ευτυχισμένος και λιγότερο στραμμένος προς τον εσώτερο εαυτό του απ' όσο ήταν όταν ήρθε, κανένας τους δεν θα επιτρέψει σ' αυτόν να φύγει από το σπίτι του με άδεια χέρια. Όλοι θα επιτύχουν να επικοινωνήσουν μαζί τους, είτε νύχτα είναι είτε μέρα.

Κανένας από τους σοφούς αυτούς δεν πρόκειται να σε αναγκάσει να πεθάνεις, όλοι όμως θα σε διδάξουν πώς να πεθαίνεις. Κανένας τους δεν θα σπαταλήσει τα χρόνια της ζωής σου, ο καθένας τους όμως θα πλουτίσει τα χρόνια σου με τα δικά του χρόνια. Κανενός η συζήτηση δεν θα σου προκαλέσει κίνδυνο, κανενός η φιλία δεν θα είναι θανάσιμη για σένα, κανενός το πλησίασμα δεν θα σου αφαιρέσει χρήματα. Θα πάρεις από αυτούς ό,τι προτιμάς εσύ και δεν θα είναι δικό τους το λάθος αν δεν αντλήσεις από εκείνους ό,τι ανώτερο θα επιθυμούσες.

Ποια ευτυχία και πόσο όμορφα γεράματα θα περιμένουν όποιον προσκολλήθηκε στη δική τους πελατεία! Θα έχει φίλους, από τους οποίους θα μπορεί να παίρνει τη γνώμη τους για θέματα μεγάλα και μικρά, φίλους που θα μπορεί να συμβουλεύεται καθημερινά για τον εαυτό του φίλους από τους οποίους θα μπορεί να ακούει την αλήθεια δίχως να προσβάλλεται, τον έπαινο χωρίς πρόθεση κολακείας — φίλους που θα του δώσουν τη δυνατότητα να διαμορφώσει τον εαυτό του κατ' εικόνα και ομοίωσή τους.

Συνηθίζουμε να λέμε ότι δεν ευθυνόμαστε για τους γονείς που μας έτυχαν, ότι αυτοί δόθηκαν στους ανθρώπους τυχαία θα μπορούσαμε όμως να γίνουμε παιδιά εκείνων που θα επιλέξουμε. Υπάρχουν οικογένειες υπέροχων πνευμάτων διάλεξε εσύ εκείνη που θα ήθελες να σε υιοθετήσει. Δεν θα κληρονομήσεις μόνο το όνομά της, αλλά και την περιουσία της, που δεν θα απαιτηθεί να την περιφρουρήσεις με τρόπο βρόμικο και επαίσχυντο: όσο πιο πολλά είναι τα πρόσωπα με τα οποία θα τη μοιράζεσαι, τόσο πιο μεγάλη θα γίνει. Αυτοί θα σου ανοίξουν το δρόμο της αθανασίας αυτοί θα σε σηκώσουν σε ένα ύψος, από το οποίο κανείς ποτέ δεν έχει πέσει. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να επιμηκύνεις τη θνητή σου ιδιότητα και να τη μετατρέψεις σε αθανασία. Τιμές, μνημεία, καθετί που η φιλοδοξία διέταξε με ψηφίσματα ή κατασκεύασε με έργα σύντομα καταρρέουν σε ερείπια δεν υπάρχει τίποτα που η μακρά ροή του χρόνου να μην το σωριάζει στο έδαφος και να μην το εξαφανίζει. Τα έργα όμως που η φιλοσοφία έχει καθαγιάσει είναι αδύνατον να υποστούν ζημιά κανένας χρόνος δεν θα τα καταστρέψει, κανένας δεν θα μειώσει τη σημασία τους.

Είναι ευνόητο λοιπόν ότι η ζωή του φιλοσόφου έχει μπροστά της ευρύτατο χρονικό πεδίο, χωρίς να περιορίζεται από τα στενά περιθώρια που δεσμεύουν όλους τους άλλους ανθρώπους. Μόνο αυτός είναι ελεύθερος από τους περιορισμούς της ανθρώπινης φύσης, όλοι οι αιώνες τον υπηρετούν σαν να ήταν θεός. Έχει περάσει κάποιος χρόνος; Τον συλλαμβάνει με την ανάμνηση. Είναι ο χρόνος μπροστά του; Τον Χρησιμοποιεί. Είναι μελλοντικός; Τον προλαμβάνει. Επιμηκύνει, έτσι, τη ζωή του συνδέοντας όλους τους αιώνες.

Εκείνοι όμως που λησμονούν το παρελθόν, αμελούν το παρόν και φοβούνται το μέλλον έχουν μια ζωή πολύ σύντομη και ανάστατη. Όταν θα έχουν φτάσει στο τέλος της, αντιλαμβάνονται, οι δύστυχοι, αν και πολύ αργά πια, ότι για μεγάλο διάστημα ήταν υπεραπασχολημένοι, χωρίς ουσιαστικά να κάνουν τίποτα. Στην ανοησία τους βασανίζονται από αβέβαιες συγκινήσεις, οι οποίες τους εμπλέκουν μέσα στα ίδια τα πράγματα που φοβούνται. Αν συμβεί ποτέ να τους εγκαταλείψουν οι ποικίλες ασχολίες τους, γίνονται ανάστατοι, επειδή τίποτα πια δεν τους μένει να κάνουν, και δεν ξέρουν με ποιον τρόπο να διαθέσουν τον ελεύθερο χρόνο τους, ούτε πώς να τον συντομεύσουν. Και έτσι αγωνίζονται να βρουν κάτι άλλο, με το οποίο να απασχοληθούν, και όλος ο ενδιάμεσος καιρός τούς καταθλίβει Η αναβολή ενός πράγματος που περιμένουν τους φαίνεται ατέλειωτη. Και όμως, ο καθαρός χρόνος που απολαμβάνουν είναι σύντομος και γοργός, γίνεται δε ακόμα συντομότερος από τα ίδια τους τα λάθη γιατί φεύγουν από τη μια απόλαυση στην άλλη και δεν μπορούν να μείνουν σταθεροί σε καμιά επιθυμία τους

Αυτές εξάλλου οι ίδιες οι απολαύσεις τους απειλούνται από το φόβο και την αναστάτωση εξαιτίας ποικίλων ταραχών, καθώς την ίδια ακριβώς στιγμή της χαράς υπεισέρχονται στο νου τους και σκέψεις ανήσυχες: «Πόσο άραγε θα κρατήσουν όλα αυτά;» Αυτό το συναίσθημα έκανε και βασιλείς ακόμα να κλαίνε για τη δύναμη που είχαν στα χέρια τους, χωρίς όμως να είναι το μέγεθος της τύχης που τους συντάρασσε τόσο πολύ όσο ο τρόμος με τον οποίο έβλεπαν το τέλος της.

Σενέκας, Περί της συντομίας της ζωής

Αλκοόλ και θυμός

«Άκουσε να σου πω, το τι πίνω είναι δικός μου λογαριασμός. Και βέβαια θυμώνω πολύ, όταν πίνω, αλλά εσύ να κοιτάς τη δουλειά σου. Έχω πρόβλημα με τα νεύρα μου, όχι με το αλκοόλ.»
    
Ε, λοιπόν, συγνώμη που θα στο πω, αλλά αυτό λέγεται άρνηση – άρνηση με Α κεφαλαίο. Όχι, το τι πίνεις δεν είναι δικός σου λογαριασμός – όχι από τη στιγμή που έχεις πρόβλημα με τα νεύρα σου.
 
Κατά πρώτον, αν είσαι αλκοολικός, δεν πρόκειται να γίνει τίποτα με τα νεύρα σου, αν δε ζητήσεις πρώτα βοήθεια για τον αλκοολισμό. Θα περνάς πολλή ώρα προσπαθώντας να βρεις λόγους για να θυμώσεις. Και μετά θα χρησιμοποιείς το θυμό σου, για να δικαιολογήσεις το γεγονός ότι πίνεις.
«Που να πάρει, εγώ δε θα είχα πρόβλημα με το ποτό αν μ’ άφηναν ήσυχο εκείνοι οι ηλίθιοι. Οι βλάκες! Τρελαίνομαι και μόνο που το σκέφτομαι. Φίλε, φέρε άλλη μία μπίρα, και γρήγορα!»
 
    Παρεμπιπτόντως, πολλές μελέτες πάνω στο θυμό και τον αλκοολισμό καταδεικνύουν ότι τα δύο αυτά προβλήματα είναι στην ουσία δίδυμα αδέλφια. Περισσότεροι από τους μισούς ανθρώπους που ακολουθούν πρόγραμμα απεξάρτησης από τον αλκοολισμό τους, έχουν σοβαρό πρόβλημα και με τα νεύρα τους. Ακόμα και οι αλκοολικοί που έχουν απαλλαγεί από την εξάρτηση έχουν πρόβλημα με τα νεύρα τους. Οι άνθρωποι αυτοί μπορεί να μην αγγίζουν το αλκοόλ, αλλά παραβλέπουν άλλα προβλήματα, όπως τα νεύρα τους που έχουν ξεφύγει εκτός ελέγχου.
    
Κι αν δεν είσαι αλκοολικός; Μπορεί να γίνεσαι ακόμα πιο έξαλλος, όταν πίνεις. Μπορεί ακόμα και να χρησιμοποιείς σαν δικαιολογία για τα νεύρα σου το γεγονός ότι είχες πιει: «Ναι, το ξέρω, φέρθηκα σαν βλάκας, αλλά φταίει που είχα πιει. Εγώ δεν είμαι συνήθως έτσι.»
 
Αυτά είναι σαχλαμάρες. Είσαι υπεύθυνος για ό,τι βάζεις στο στόμα σου, στη μύτη σου ή στις φλέβες σου – και για ό, τι λες και κάνεις, όταν έχεις αυτές τις ουσίες στον οργανισμό σου. Ανεξαιρέτως. Το αλκοόλ και τα ναρκωτικά δεν είναι απόδραση από την πραγματικότητα.
«Μα, Ρον, δεν καταλαβαίνεις τι σου λέω. Εγώ πίνω για να ηρεμήσω. Έτσι μόνο χαλαρώνω. Φοβάμαι πως θα σκοτώσω κανέναν άνθρωπο, άμα σταματήσω να πίνω.»
 
Είναι αλήθεια πως κάποιοι άνθρωποι χρησιμοποιούν όντως το αλκοόλ για να αποφύγουν το θυμό τους. Καμιά φορά πιάνει το κόλπο, αλλά για λίγο. Μετά εκρήγνυνται. Αυτό εγώ το λέω καταπίεση και έκρηξη. Καταπίεσε το θυμό σου. Κι άλλο. Κι άλλο. Ποτέ μη σταθείς να αντιμετωπίσεις το πραγματικό ζήτημα. Απόφυγέ το, απόφυγέ το, απόφυγέ το… Έκρηξη!

Ανασταίνουν φυτά τέσσερις αιώνες μετά

φυτάΕρευνητές στον Καναδά πήραν δείγματα φυτών που είχαν παγώσει κατά τη διάρκεια της λεγόμενης «Μικρής Εποχής των Παγετώνων» και κατάφεραν στο εργαστήριο να τα… αναστήσουν. Πρόκειται για βρύα ή βρυόφυτα τα οποία είχαν καταψυχθεί πριν από περίπου 400 χρόνια στις αρκτικές περιοχές του Καναδά. Τα φυτά μετά την περιποίηση των ερευνητών στο εργαστήριο άρχισαν να ανθίζουν και πάλι.

Η απότομη πτώση
Ονομάστηκε «Μικρή Εποχή των Παγετώνων» και η κρατούσα θεωρία αναφέρει ότι ξεκίνησε γύρω στο 1550 και έληξε 300 χρόνια αργότερα. Τότε για αδιευκρίνιστες ακόμη αιτίες υπήρξε απότομη πτώση των θερμοκρασιών στις αρκτικές περιοχές με αποτέλεσμα την επέκταση των πάγων. Πρόσφατες μελέτες πάνε ακόμη πιο πίσω την ημερομηνία εκκίνησης του φαινομένου υποδεικνύοντας ως πιθανότερο χρονικό σημείο τον 14ο αιώνα. Ως πιθανή αιτία του φαινομένου υποδεικνύεται μια σειρά ηφαιστειακών εκρήξεων στις τροπικές περιοχές.

Τα ανθεκτικά βρύα
Ερευνητές του πανεπιστημίου της Αλμπέρτα χρησιμοποίησαν δείγματα βρυόφυτων που η ραδιοχρονολόγηση έδειξε ότι έχουν ηλικία 400 ετών. Επέλεξαν αυτό το είδος φυτών επειδή έχουν σημαντικές διαφορές από τα άλλα είδη φυτών και έχουν εξελιχθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να αντέχουν στους παγωμένους αρκτικούς χειμώνες. Παραδείγματος χάριν, τα βρυόφυτα δεν διαθέτουν αγγειακούς ιστούς οι οποίοι βοηθούν τα υγρά να φτάσουν σε όλα τα σημεία ενός φυτού. Τα βρυόφυτα μπορούν να επιβιώνουν ακόμη και αν έχουν αποξηρανθεί εντελώς κατά τη διάρκεια του χειμώνα και η ανάπτυξή τους ξεκινά εκ νέου όταν η θερμοκρασία αυξηθεί.

Η αποκαλυπτική υποχώρηση
Οι ερευνητές εξερεύνησαν τον «Παγετώνα των Δακρύων» μια περιοχή στην οποία οι πάγοι υποχωρούν τα τελευταία χρόνια με ρυθμό περίπου τριών έως τεσσάρων μέτρων το χρόνο, φέρνοντας έτσι πάλι στο φως εκτάσεις ξηράς, που επί αιώνες ήσαν θαμμένες κάτω από τον πάγο. Η υποχώρηση των παγετώνων στον Καναδά αποκαλύπτει σταδιακά άγνωστα έως τώρα είδη φυκών και μικροοργανισμών (κυανοβακτηρίων).

Η αναγέννηση
Οι ερευνητές εντόπισαν βρυόφυτα τα οποία εκτιμούν ότι ήταν θαμμένα κάτω από τους πάγους για τέσσερις αιώνες και είχαν αρχίσει να βλέπουν ξανά το φως του ήλιου τα τελευταία 1-2 έτη όταν οι πάγοι κάτω από τους οποίους βρίσκονταν υποχώρησαν. Πήραν στο εργαστήριο δείγματα των φυτών και έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι έδειχναν σημεία ανάκαμψης, είχαν αρχίσει να πρασινίζουν ξανά. Οταν οι επιστήμονες άρχισαν να περιποιούνται τα βρυόφυτα στο εργαστήριο και τους παρείχαν θρεπτικές ουσίες, νερό και φως, αυτά άρχισαν να μπουμπουκιάζουν και να αναπτύσσονται.
Η εξέλιξη αυτή ρίχνει φως σε ένα από τα πιο εντυπωσιακά φαινόμενα στον πλανήτη. Το πώς τα οικοσυστήματα καταφέρνουν να ανακάμπτουν μετά από διαδοχικές εποχές παγετώνων. Η έρευνα δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «PNAS».

Γιατί πιστεύουμε ό,τι πιστεύουμε

Η πίστη είναι καθοριστική όχι μόνο για τη θρησκεία αλλά και για την επιστήμη. Σπάνια όμως σκεφτόμαστε πόσο παράξενη είναι. Διαβάστε επάνω σε τι είναι πραγματικά χτισμένες οι βασικές αξίες σας.

Ζούμε σε έναν κόσμο όπου η λογική είναι βασίλισσα. Νομίζουμε ενδεχομένως ότι όλα τα πιστεύω μας έχουν δομηθεί μέσα από ασφαλείς λογικές διεργασίες και οι ακλόνητες πεποιθήσεις μας υπογραμμίζουν το ποιοι είμαστε και το πόσο δίκιο έχουμε να εμπιστευόμαστε το μυαλό μας. Οι νευροεπιστήμονες έχουν όμως άλλη άποψη. Μας λένε ότι οι πεποιθήσεις μας σμιλεύονται από την παιδική μας ηλικία με υλικά που δεν μας ανήκουν. Με τις σκέψεις και τα πιστεύω της αγέλης μας, των ανθρώπων που βρίσκονται κοντά μας και τους εμπιστευόμαστε όσο είμαστε μικροί και άγουροι. Και πως στη συνέχεια το μόνο που κάνουμε είναι να «κουμπώνουμε» τα εισερχόμενα δεδομένα της ζωής μας στις προκατασκευασμένες αυτές πεποιθήσεις. Και, αν το σκεφθείτε, είναι μάλλον λογικό: άνθρωποι με αντιδιαμετρικά αντίθετα πιστεύω θεωρούνται εξίσου λογικοί... Αρα από τι είναι φτιαγμένες οι πεποιθήσεις μας;

Τα πιστεύω καθορίζουν το πώς βλέπουμε τον κόσμο και πώς ενεργούμε μέσα σε αυτόν. Χωρίς αυτά δεν θα υπήρχαν συνωμοσίες για τον αποκεφαλισμό στρατιωτών, δεν θα υπήρχαν πόλεμος, οικονομικές κρίσεις και ρατσισμός. Επίσης δεν θα υπήρχαν εκκλησίες και προστατευόμενες φυσικές περιοχές, δεν θα υπήρχαν επιστήμη και τέχνη. Οποια πιστεύω και αν έχετε, είναι δύσκολο να φανταστείτε μια ζωή χωρίς αυτά. Τα πιστεύω, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, είναι αυτά που μας κάνουν ανθρώπους. Επίσης έρχονται τόσο φυσικά ώστε σπάνια καθόμαστε να σκεφθούμε πόσο παράξενη είναι η πίστη.

Υλη και πίστη

Το 1921 ο φιλόσοφος Μπέρτραντ Ράσελ έθεσε το ζήτημα λακωνικά περιγράφοντας την πίστη ως «το κεντρικό πρόβλημα στην ανάλυση του νου». Το να πιστεύουμε, είπε, είναι «το πιο "νοητικό" πράγμα που κάνουμε» - εννοώντας το πιο μακρινό από την «απλή ύλη» από την οποία είναι φτιαγμένος ο εγκέφαλός μας. Πώς μπορεί ένα φυσικό αντικείμενο όπως ο ανθρώπινος εγκέφαλος να πιστεύει πράγματα; Η φιλοσοφία έχει κάνει ελάχιστη πρόοδο σε αυτό το κεντρικό πρόβλημα του Ράσελ. Ολοένα και περισσότερο όμως οι επιστήμονες έρχονται να βοηθήσουν.

«Κάποτε πιστεύαμε ότι οι ανθρώπινες πεποιθήσεις είναι υπερβολικά σύνθετες ώστε να αναλυθούν από την επιστήμη» λέει ο Φρανκ Κρούγκερ, νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Τζορτζ Μέισον στο Φέαρφαξ της Βιρτζίνια στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Αυτή η εποχή έχει όμως παρέλθει». Εκείνο το οποίο αναδεικνύεται είναι μια εικόνα της πίστης η οποία είναι διαφορετική από εκείνη στην οποία έχουν καταλήξει τα συμπεράσματα της κοινής λογικής - μια εικόνα που μπορεί να αλλάξει ορισμένες από τις ευρέως αποδεκτές πεποιθήσεις μας σχετικά με τον εαυτό μας. Τα πιστεύω είναι θεμελιώδη στη ζωή μας, όσον αφορά όμως το τι πιστεύουμε και γιατί αποδεικνύεται ότι έχουμε πολύ λιγότερο έλεγχο από ό,τι νομίζαμε.

Πεποιθήσεις σε διάφορα μεγέθη

Οι πεποιθήσεις μας «κυκλοφορούν» σε διάφορες μορφές και διάφορα μεγέθη, από τις επουσιώδεις και τις εύκολα επαληθεύσιμες - πιστεύω ότι θα βρέξει σήμερα - ως τη βαθιά, μη στηριζόμενη σε αποδείξεις, πίστη - πιστεύω στον Θεό. Ολες μαζί συγκροτούν έναν προσωπικό οδηγό για την πραγματικότητα λέγοντάς μας όχι μόνο τι είναι ορθό με βάση τα γεγονότα αλλά και τι είναι σωστό και καλό και επομένως πώς να συμπεριφερόμαστε απέναντι στους άλλους και απέναντι στον φυσικό κόσμο. Αυτό τις καθιστά εύλογα όχι μόνο το πιο νοητικό πράγμα που κάνει ο εγκέφαλός μας αλλά και το πιο σημαντικό. «Το κύριο κατευθυντήριο σύστημα του εγκεφάλου είναι το να εξάγει νόημα. Ολα τα άλλα είναι δουλικά συστήματα» λέει ο ψυχολόγος Πίτερ Χάλιγκαν από το Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ στη Βρετανία.

Ωστόσο, παρά το ότι είναι τόσο σημαντικές, ένα από τα μακροχρόνια προβλήματα για τη μελέτη των πεποιθήσεων είναι να προσδιορίσει κάποιος επακριβώς τι είναι αυτό που προσπαθεί να κατανοήσει. «Ολοι ξέρουν τι είναι πίστη ώσπου να τους ζητήσεις να την ορίσουν» λέει ο κ. Χάλιγκαν. Αυτό στο οποίο υπάρχει γενική συμφωνία είναι ότι η πίστη είναι κάτι παρόμοιο με τη γνώση αλλά πιο προσωπικό. Το να γνωρίζουμε ότι κάτι είναι αληθές είναι διαφορετικό από το να πιστεύουμε ότι είναι αληθές. Η γνώση είναι αντικειμενική ενώ η πίστη είναι υποκειμενική. Αυτή η μη στηριζόμενη στη λογική πλευρά είναι που δίνει στην πίστη τον μοναδικό, και προβληματικό, χαρακτήρα της.

Πιστεύω ή ξε-πιστεύω;

Οι φιλόσοφοι έχουν από παλιά συζητήσει τη σχέση ανάμεσα στο να γνωρίζουμε και να πιστεύουμε. Τον 17ο αιώνα ο Ρενέ Ντεκάρτ και ο Μπαρούχ Σπινόζα συγκρούστηκαν γι' αυτό το ζήτημα ενώ προσπαθούσαν να εξηγήσουν πώς καταλήγουμε στις πεποιθήσεις μας. Ο Ντεκάρτ πίστευε ότι η κατανόηση πρέπει να έρχεται πρώτη: μόνο αφού έχεις κατανοήσει κάτι μπορείς να το ζυγίσεις και να αποφασίσεις αν θα το πιστέψεις ή όχι. Ο Σπινόζα δεν συμφωνούσε. Υποστήριζε ότι το να γνωρίζεις κάτι σημαίνει αυτόματα ότι το πιστεύεις: μόνο αφότου έχεις πιστέψει κάτι μπορείς να το ξε-πιστέψεις. Η διαφορά μπορεί να φαίνεται επουσιώδης αλλά έχει τεράστια σημασία για το πώς λειτουργεί η πίστη.

Αν σχεδιάζατε ένα σύστημα απόκτησης της πίστης από την αρχή προφανώς θα έμοιαζε με το καρτεσιανό. Η άποψη του Σπινόζα δεν φαίνεται πειστική. Αν η προκαθορισμένη ρύθμιση του ανθρώπινου εγκεφάλου είναι να δέχεται χωρίς σκέψη αυτά που μαθαίνουμε ως αληθινά, τότε αυτό που μας λέει η κοινή λογική μας, ότι οι πεποιθήσεις μας είναι κάτι στο οποίο φθάνουμε μέσω της λογικής, φεύγει από το παράθυρο. Ωστόσο, παραδόξως, τα στοιχεία φαίνονται να υποστηρίζουν τον Σπινόζα. Για παράδειγμα, τα μικρά παιδιά είναι υπερβολικά εύπιστα, κάτι το οποίο υποδηλώνει ότι η ικανότητα να αμφιβάλλουμε και να απορρίπτουμε απαιτεί περισσότερους νοητικούς πόρους από ό,τι η αποδοχή. Κατά ανάλογο τρόπο τα κουρασμένα ή αφηρημένα άτομα είναι περισσότερο επιρρεπή στην πειθώ. Οταν μάλιστα μπήκαν στον χορό και οι νευροεπιστήμονες, τα ευρήματά τους προσέθεσαν περισσότερο βάρος στην άποψη του Σπινόζα.

Ο εύπιστος εγκέφαλός σας

Η νευροεπιστημονική διερεύνηση της πίστης ξεκίνησε το 2008, όταν ο Σαμ Χάρις από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες έβαλε ανθρώπους στον εγκεφαλικό τομογράφο και τους ρώτησε αν πίστευαν ή όχι σε διάφορες γραπτές δηλώσεις. Ορισμένες ήταν απλές προτάσεις που αφορούσαν γεγονότα όπως «η Καλιφόρνια είναι μεγαλύτερη από το Ρόουντ Αϊλαντ». Αλλες αφορούσαν ζητήματα προσωπικής πίστης όπως «μάλλον δεν υπάρχει Θεός». Ο κ. Χάρις διαπίστωσε ότι οι δηλώσεις που οι εθελοντές πίστευαν ότι είναι αληθείς παρήγαν ελάχιστη εγκεφαλική δραστηριότητα - μόλις μερικές σύντομες αναλαμπές σε περιοχές που σχετίζονται με τη συλλογιστική και τη συναισθηματική ανταμοιβή. Αντιθέτως, η δυσπιστία παρήγε μακρότερη και ισχυρότερη ενεργοποίηση περιοχών οι οποίες σχετίζονται με την προσεκτική εξέταση και τη λήψη αποφάσεων, σαν ο εγκέφαλος να έπρεπε να δουλέψει πιο σκληρά για να φθάσει σε μια κατάσταση δυσπιστίας. Οι δηλώσεις που οι εθελοντές δεν πίστευαν ενεργοποιούσαν και αυτές περιοχές που εμπλέκονται στο συναίσθημα, αλλά στην προκειμένη περίπτωση σχετιζόμενες όχι με την ανταμοιβή αλλά με τον πόνο ή την αηδία.

Τα αποτελέσματα του κ. Χάρις ερμηνεύθηκαν ευρέως ως περαιτέρω επιβεβαίωση του ότι η προκαθορισμένη ρύθμιση του ανθρώπινου εγκεφάλου είναι να αποδέχεται. Η πίστη έρχεται εύκολα, η αμφιβολία θέλει προσπάθεια. Αν και αυτή δεν φαίνεται μια έξυπνη στρατηγική για να βρει κάποιος την πορεία του μέσα στον κόσμο, έχει νόημα αν τη δούμε υπό το πρίσμα της εξέλιξης. Αν τα εξελιγμένα γνωσιακά συστήματα που στηρίζουν την πίστη εξελίχθηκαν από πιο πρωτόγονα αντιληπτικά συστήματα, θα πρέπει να διατηρούν πολλά από τα βασικά χαρακτηριστικά αυτών των απλούστερων συστημάτων. Ενα από αυτά είναι η μη κριτική αποδοχή των εισερχόμενων πληροφοριών. Αυτός είναι ένας καλός κανόνας όταν πρόκειται για αισθητηριακές αντιλήψεις αφού οι αισθήσεις μας συνήθως παρέχουν αξιόπιστες πληροφορίες. Μας φόρτωσε όμως ένα μη βέλτιστο σύστημα για την αξιολόγηση πιο αφηρημένων ερεθισμάτων όπως οι ιδέες.

Σε λάθος δρόμο

Περισσότερες ενδείξεις υπέρ του ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει ήρθαν από τη μελέτη του πώς και γιατί η πίστη παίρνει λάθος δρόμο. «Αν σκεφθείτε τις εγκεφαλικές βλάβες ή τις ψυχικές διαταραχές που προκαλούν αυταπάτες και παραισθήσεις, μπορείτε να αρχίσετε να κατανοείτε πού ξεκινάει η πίστη» λέει ο κ. Χάλιγκαν. Οι αυταπάτες αυτές περιλαμβάνουν πεποιθήσεις οι οποίες φαίνονται παράξενες στους «απ' έξω» αλλά απολύτως φυσικές στο ίδιο το άτομο. Για παράδειγμα, τα άτομα μερικές φορές πιστεύουν ότι έχουν πεθάνει, ότι τα αγαπημένα τους πρόσωπα έχουν αντικατασταθεί από απατεώνες ή ότι οι σκέψεις και οι ενέργειές τους ελέγχονται από εξωγήινους. Και - κάτι που λέει πολλά - αυτού του είδους οι αυταπάτες συχνά συνοδεύονται από διαταραχές της αντίληψης, της επεξεργασίας των συναισθημάτων ή της «εσωτερικής παρακολούθησης» - του να γνωρίζει π.χ. κάποιος αν έχει ξεκινήσει μια συγκεκριμένη σκέψη ή ενέργεια.

Τα ελαττώματα αυτά είναι το σημείο από όπου ξεκινούν οι αυταπάτες, υποστηρίζει ηΡόμπιν Λάνγκντον από το Πανεπιστήμιο Μακουάρι στο Σίντνεϊ της Αυστραλίας. Τα άτομα με αυταπάτες περί ελέγχου τους από εξωγήινους, για παράδειγμα, συχνά έχουν ελαττωματική κινητική παρακολούθηση, οπότε δεν καταγράφουν ενέργειες τις οποίες έχουν τα ίδια ξεκινήσει ως δικές τους. Κατά τον ίδιο τρόπο, τα άτομα με την αυταπάτη που είναι γνωστή ως «μη αυτοταυτοποίηση στον καθρέφτη», τα οποία δεν αναγνωρίζουν το ίδιο το είδωλό τους, έχουν επίσης συχνά ένα αισθητηριακό ελάττωμα που λέγεται αγνωσία καθρέφτη: δεν «συλλαμβάνουν» τις ανακλαστικές επιφάνειες. Ενας καθρέφτης τούς φαίνεται σαν ένα παράθυρο και αν τους ζητηθεί να πιάσουν ένα αντικείμενο που αντανακλάται στην επιφάνειά του θα προσπαθήσουν να το φθάσουν μέσα στον καθρέφτη ή πίσω από αυτόν. Οι αισθήσεις τους τούς λένε ότι το άτομο στον καθρέφτη δεν είναι οι ίδιοι και έτσι πιστεύουν ότι αυτό είναι αλήθεια. Και πάλι, εμπιστευόμαστε τα δεδομένα των αισθήσεών μας και, αν αυτά μας λένε ότι το μαύρο είναι άσπρο, σε γενικές γραμμές καλά κάνουμε και τις πιστεύουμε.

Ισως νομίζετε ότι δεν θα ξεγελιόσασταν ποτέ κατ' αυτόν τον τρόπο, όμως, όπως λέει η κυρία Λάνγκντον, «όλοι είμαστε προγραμματισμένοι για αυτού του είδους την πίστη, τουλάχιστον αρχικά». Σκεφθείτε την εμπειρία όταν παρακολουθείτε ένα ταχυδακτυλουργικό σόου. Παρότι ξέρετε ότι όλα σε αυτό είναι ψευδαίσθηση, η ενστικτώδης αντίδρασή σας είναι να θεωρήσετε ότι ο μάγος έχει αλλάξει τους νόμους της φυσικής.

Οι λανθασμένες αντιλήψεις δεν είναι αυταπάτες φυσικά. Το να βλέπουμε να πριονίζουν κάποιον στα δύο και μετά να τον ενώνουν ξανά δεν σημαίνει ότι πιστεύουμε πως οι άνθρωποι μπορούν με ασφάλεια να πριονιστούν στα δύο. Επιπροσθέτως τα αισθητηριακά ελαττώματα δεν οδηγούν πάντα σε αυταπάτες. Τι άλλο χρειάζεται, λοιπόν; Απεικονιστικές μελέτες του εγκεφάλου από τον κ. Χάρις έχουν προσφέρει ένα σημαντικό στοιχείο: η πίστη αφορά τόσο τη συλλογιστική όσο και το συναίσθημα.

Το αίσθημα του σωστού

Ο σχηματισμός μιας αυταπάτης μάλλον απαιτεί επίσης κάποια βλάβη στη διαδικασία του συναισθηματικού ζυγίσματος. Είναι πιθανόν ένας τραυματισμός στον εγκέφαλο να την έχει καταστρέψει ολοσχερώς κάνοντας τα άτομα απλώς να αποδέχονται τα στοιχεία που παρέχουν οι αισθήσεις τους. Ή μπορεί απλώς να την έχει αποδυναμώσει «κατεβάζοντας» το κατώφλι των στοιχείων που απαιτούνται ώστε να γίνει αποδεκτή μια αυταπάτη.

Για παράδειγμα, κάποιος με ένα εγκεφαλικό τραύμα το οποίο έχει προκαλέσει βλάβη στη συναισθηματική επεξεργασία των προσώπων μπορεί να σκεφθεί «αυτή που ήρθε χθες να με δει έμοιαζε με τη γυναίκα μου αλλά δεν την αισθανόμουν σαν εκείνη, ίσως να ήταν μια απατεώνισσα. Θα αποφύγω να καταλήξω σε μια τελική κρίση ώσπου να ξανάρθει». Η επόμενη συνάντηση προκαλεί τα ίδια συναισθήματα, οπότε η υπόθεση επιβεβαιώνεται και η αυταπάτη αρχίζει να αναπτύσσεται.

Σύμφωνα με την κυρία Λάνγκντον και άλλους ειδικούς, τα όσα περιγράφονται πιο πάνω είναι παρόμοια με τα όσα συμβαίνουν στη φυσιολογική διαδικασία του σχηματισμού των πεποιθήσεων. Και τα δύο αφορούν εισερχόμενες πληροφορίες που συνδυάζονται με ασυνείδητη σκέψη επάνω σε αυτές τις πληροφορίες ώσπου να φθάσει ένα «αίσθημα του σωστού» και να σχηματιστεί μια πίστη.

Αυτή η διαδικασία των δύο σταδίων θα μπορούσε να βοηθήσει να εξηγήσουμε γιατί άτομα χωρίς εγκεφαλική βλάβη είναι επίσης εκπληκτικά επιρρεπή σε παράξενες πεποιθήσεις. Η φυσική ευπιστία μας είναι το ένα πρόβλημα και είναι ιδιαίτερα πιθανόν να μας οδηγήσει σε λάθος μονοπάτια όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ισχυρισμούς που βασίζονται σε ιδέες οι οποίες είναι δύσκολο να επαληθευτούν με τις αισθήσεις μας - «η 11η Σεπτεμβρίου ήταν δουλειά από μέσα» για παράδειγμα. Το δεύτερο πρόβλημα έχει να κάνει με το «αίσθημα του σωστού» το οποίο φαίνεται ότι είναι εξαιρετικά επιρρεπές στα λάθη.

Εξέλιξη, βιολογία και παρέες

Από πού λοιπόν έρχεται το αίσθημα του σωστού; Τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι έχει τρεις κύριες πηγές: την εξελιγμένη ψυχολογία μας, τις προσωπικές βιολογικές διαφορές μας και τις παρέες που κάνουμε.

Η σημασία της εξελιγμένης ψυχολογίας υπογραμμίζεται από το πιο σημαντικό ίσως από όλα τα συστήματα πεποιθήσεων: τη θρησκεία. Αν και οι κοινωνίες ποικίλλουν σημαντικά, η θρησκευτική πίστη αυτή καθαυτή είναι αξιοσημείωτα όμοια παντού. Οι περισσότερες θρησκείες παρουσιάζουν ένα οικείο σύνολο πρωταγωνιστών: υπερφυσικοί παράγοντες, μετά θάνατον ζωή, ηθικοί κανόνες και απαντήσεις σε υπαρξιακά ερωτήματα. Γιατί τόσο πολλοί άνθρωποι τα πιστεύουν τόσο αβίαστα;

Σύμφωνα με τη θεωρία της θρησκείας ως γνωσιακού υπο-προϊόντος, η ενστικτώδης ορθότητά τους απορρέει από βασικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης γνωσιακής λειτουργίας που εξελίχθηκαν για άλλους λόγους. Ιδιαίτερα τείνουμε να θεωρούμε ότι τα γεγονότα προκαλούνται από ενεργούς παράγοντες. Ενα θρόισμα στο χορτάρι μπορεί να είναι ένας θηρευτής αλλά μπορεί να είναι και απλώς ο άνεμος, ωστόσο έχουμε περισσότερο όφελος αν κάνουμε λάθος ρέποντας προς την πλευρά της προφύλαξης: οι πρόγονοί μας που έτειναν υπέρ της διαμεσολάβησης ενός ενεργού παράγοντα θα επιβίωναν περισσότερο και θα είχαν περισσότερους απογόνους. Κατά τον ίδιο τρόπο η ψυχολογία μας έχει εξελιχθεί για να αναζητεί μοτίβα επειδή αυτή ήταν μια χρήσιμη στρατηγική επιβίωσης. Κατά τη διάρκεια της εποχής της ξηρασίας, για παράδειγμα, τα ζώα είναι πιθανότερο να συγκεντρώνονται γύρω από μια λιμνούλα με νερό, επομένως εκεί θα πρέπει να πάει κάποιος να κυνηγήσει. Και πάλι έχουμε όφελος όταν αυτό το σύστημα είναι υπερενεργό.

Αυτός ο ισχυρός συνδυασμός υπερευαισθησίας υπέρ της «παραγοντοποίησης» και της «μοτιβοποίησης» παρήγαγε έναν ανθρώπινο εγκέφαλο ο οποίος είναι προγραμματισμένος να βλέπει τη μεσολάβηση παραγόντων και τον σκοπό παντού. Και η μεσολάβηση παραγόντων μαζί με τον σκοπό αποτελούν δύο από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά της θρησκείας - ιδιαίτερα η ιδέα ενός παντοδύναμου παράγοντα ο οποίος κάνει τα πράγματα να συμβαίνουν και δίνει νόημα σε κατά τα άλλα τυχαία γεγονότα. Κατ' αυτόν τον τρόπο οι άνθρωποι είναι εκ φύσεως δεκτικοί στους θρησκευτικούς ισχυρισμούς και όταν τους συναντάμε για πρώτη φορά - τυπικά ως παιδιά - τους αποδεχόμαστε χωρίς αμφισβήτηση. Υπάρχει σε αυτούς ένα «αίσθημα του σωστού» το οποίο πηγάζει από τα βάθη της γνωσιακής αρχιτεκτονικής μας.

Η ομάδα μου είναι η καλύτερη

Σύμφωνα με τον κ. Κρούγκερ, όλες οι πεποιθήσεις αποκτώνται με παρόμοιο τρόπο. «Τα πιστεύω εμπίπτουν σε ένα ολόκληρο φάσμα αλλά έχουν όλα την ίδια ιδιότητα. Μια πεποίθηση είναι μια πεποίθηση».

Ο εγκέφαλός μας που αναζητεί παράγοντες και μοτίβα συνήθως μας υπηρετεί σωστά αλλά ταυτοχρόνως μας κάνει επιρρεπείς σε μια ευρεία κλίμακα αλλόκοτων και παράλογων πεποιθήσεων, από την πίστη στο παραφυσικό και στο υπερφυσικό ως τις θεωρίες συνωμοσίας, τις προκαταλήψεις, τον εξτρεμισμό και την πίστη στη μαγεία. Παράλληλα η εξελιγμένη ψυχολογία μας στηρίζει επίσης κάποιες άλλες πεποιθήσεις όπως ο δυϊσμός - το να βλέπουμε δηλαδή το πνεύμα και το σώμα ως διαφορετικές οντότητες - ή μια φυσική τάση να πιστεύουμε ότι η ομάδα στην οποία ανήκουμε είναι ανώτερη από τις άλλες.

Μια δεύτερη πηγή του «αισθήματος του σωστού» είναι πιο προσωπική. Οταν πρόκειται για κάτι σαν τις πολιτικές πεποιθήσεις, το συμπέρασμα ήταν ανέκαθεν ότι βρίσκουμε τον δρόμο μας προς μια συγκεκριμένη στάση μέσω της λογικής. Περίπου όμως μέσα στην τελευταία δεκαετία έγινε εμφανές ότι οι πολιτικές πεποιθήσεις έχουν τις ρίζες τους στη βασική βιολογία μας. Οι συντηρητικοί, για παράδειγμα, γενικώς αντιδρούν με περισσότερο φόβο από ό,τι οι προοδευτικοί στις απειλητικές εικόνες, έχουν υψηλότερα σκορ στις μετρήσεις που σχετίζονται με τη διέγερση, όπως αυτές που αφορούν την αγωγιμότητα του δέρματος και τον ρυθμό με τον οποίο ανοιγοκλείνει κάποιος τα μάτια του. Αυτό υποδηλώνει ότι αντιλαμβάνονται τον κόσμο ως ένα πιο επικίνδυνο μέρος και ενδεχομένως εξηγεί σε έναν βαθμό τη στάση τους σε ζητήματα όπως η έννομη τάξη και η εθνική ασφάλεια.

Μια άλλη βιολογική αντίδραση που έχει θεωρηθεί ότι εμπλέκεται στις πολιτικές πεποιθήσεις είναι η αηδία. Σε γενικές γραμμές οι συντηρητικοί αηδιάζουν πιο εύκολα από ερεθίσματα όπως η οσμή των σωματικών αερίων και των σκουπιδιών. Και η αηδία τείνει να κάνει τα άτομα όλων των πολιτικών πεποιθήσεων να αποστρέφονται περισσότερο τις ηθικά ύποπτες συμπεριφορές, αν και η αντίδραση αυτή είναι πιο έντονη στους συντηρητικούς. Αυτό έχει προταθεί ως μια ερμηνεία για τις διαφορές απόψεων σε σημαντικά ζητήματα όπως ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών ή η παράνομη μετανάστευση. Οι συντηρητικοί συχνά αισθάνονται ισχυρή αποστροφή απέναντι σε αυτές τις παραβιάσεις του status quo και έτσι τις κρίνουν ηθικά απαράδεκτες. Οι προοδευτικοί αηδιάζουν λιγότερο εύκολα και έχουν λιγότερες πιθανότητες να τις κρίνουν τόσο σκληρά.

Διαφορετικές πραγματικότητες

Αυτές οι ενστικτώδεις αντιδράσεις έχουν τόσο ισχυρή επιρροή ώστε άνθρωποι με διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις κυριολεκτικά φθάνουν να κατοικούν σε διαφορετικές πραγματικότητες. Πολλές μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι οι πεποιθήσεις των ατόμων σχετικά με αμφιλεγόμενα ζητήματα ευθυγραμμίζονται με την ηθική στάση που έχουν απέναντι σε αυτά. Οι υπέρμαχοι της θανατικής ποινής, για παράδειγμα, συχνά ισχυρίζονται ότι αυτή αποτρέπει το έγκλημα και σπάνια οδηγεί στην εκτέλεση αθώων, οι αντιτιθέμενοι σε αυτήν λένε ακριβώς το αντίθετο.

Αυτό μπορεί να συμβαίνει απλώς επειδή οδηγούμαστε στις ηθικές μας θέσεις μέσω της λογικής, ζυγίζοντας τα γεγονότα που έχουμε στη διάθεσή μας προτού καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα. Υπάρχει όμως ένας μεγάλος και αυξανόμενος αριθμός στοιχείων που υποδηλώνουν ότι τα πιστεύω λειτουργούν αντίστροφα. Πρώτα παίρνουμε την ηθική μας θέση και ύστερα πλάθουμε τα δεδομένα ώστε να ταιριάζουν σε αυτήν.

Αν λοιπόν οι ηθικές μας θέσεις καθοδηγούν τις στηριζόμενες σε δεδομένα πεποιθήσεις μας, από πού πηγάζουν οι ηθικές μας θέσεις; Η σύντομη απάντηση; Οχι από τον εγκέφαλό μας.

Η ηθική είναι ένστικτο

Σύμφωνα με τον Τζόναθαν Χέιτ από το Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, οι ηθικές κρίσεις μας συνήθως είναι γρήγορες και ενστικτώδεις: οι άνθρωποι σπεύδουν να βγάλουν συμπεράσματα και μόνον αργότερα επινοούν αιτίες για να δικαιολογήσουν την απόφασή τους. Για να το δείτε στην πράξη, προσπαθήστε να αντιπαρατεθείτε με κάποιον επάνω σε ένα θέμα το οποίο είναι προσβλητικό αλλά ανώδυνο, όπως το να χρησιμοποιήσει τη σημαία της πατρίδας του για να καθαρίσει μια τουαλέτα. Οι περισσότεροι θα επιμείνουν ότι αυτό είναι κακό αλλά δεν θα βρουν μια συλλογιστική για να το στηρίξουν και θα καταφύγουν σε δηλώσεις του τύπου «Δεν μπορώ να το εξηγήσω, απλώς ξέρω ότι είναι κακό».

Αυτό γίνεται ξεκάθαρο αν θέσετε σε ανθρώπους ερωτήματα τα οποία περιλαμβάνουν ταυτόχρονα ένα ηθικό στοιχείο και ένα στοιχείο το οποίο στηρίζεται σε δεδομένα όπως: «Είναι η καταναγκαστική ανάκριση υπόπτων για τρομοκρατία ηθικά κακή ακόμη και όταν παράγει χρήσιμες πληροφορίες;» ή «Είναι η διανομή προφυλακτικών στο πλαίσιο ενός προγράμματος σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης ηθικά κακή ακόμη και όταν μειώνει τα ποσοστά της εγκυμοσύνης στην εφηβεία και των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων;». Οι άνθρωποι που απαντούν «ναι» σε ένα τέτοιου είδους ερώτημα έχουν επίσης περισσότερες πιθανότητες να αμφισβητήσουν τα δεδομένα ή να παρουσιάσουν τα δικά τους, εναλλακτικά δεδομένα για να υποστηρίξουν την πεποίθησή τους. Οι αντιτιθέμενοι στη διανομή προφυλακτικών, για παράδειγμα, συχνά δηλώνουν ότι τα προφυλακτικά δεν λειτουργούν, οπότε η διανομή τους δεν ωφελεί έτσι κι αλλιώς.

«Σήμα» κουλτούρας

Εκείνα που μας κάνουν να αισθανόμαστε ότι είναι σωστά για να τα πιστέψουμε διαμορφώνονται επίσης σε τεράστιο βαθμό από την κουλτούρα μέσα στην οποία μεγαλώνουμε. Πολλές από τις θεμελιώδεις πεποιθήσεις μας σχηματίζονται κατά την παιδική ηλικία. Σύμφωνα με τον κ. Κρούγκερ, η διαδικασία ξεκινάει από τη στιγμή που γεννιόμαστε, βασισμένη αρχικά σε αισθητηριακές αντιλήψεις - ότι τα αντικείμενα πέφτουν προς τα κάτω, π.χ. - και αργότερα επεκτείνεται σε πιο αφηρημένες ιδέες και προτάσεις. Δεν είναι άξιο απορίας ότι το αποτέλεσμα εξαρτάται από τις πεποιθήσεις που συναντάμε στον δρόμο μας.«Είμαστε κοινωνικά όντα. Οι πεποιθήσεις μεταδίδονται από τους ανθρώπους στους οποίους βρισκόμαστε πιο κοντά» λέει ο επιστήμονας. Δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά. Αν όλοι έπρεπε να κατασκευάσουμε ένα σύστημα πίστης εξαρχής με βάση την άμεση εμπειρία μας, δεν θα πηγαίναμε πολύ μακριά.

Αυτό δεν σχετίζεται μόνο με την εγγύτητα, σχετίζεται επίσης και με την αίσθηση του ότι ανήκουμε κάπου. Η κοινωνική φύση μας σημαίνει ότι υιοθετούμε τις πεποιθήσεις σαν σήματα πολιτισμικής ταυτότητας. Το βλέπουμε συχνά σε ζητήματα που αποτελούν «καυτή πατάτα», στα οποία το να ανήκει κάποιος στη σωστή φυλή μπορεί να είναι πιο σημαντικό από το να είναι υπέρ της πλευράς των σωστών στοιχείων. Η αποδοχή της κλιματικής αλλαγής, για παράδειγμα, έχει εξελιχθεί σε «ταμπέλα» (shibboleth) στις Ηνωμένες Πολιτείες - οι συντηρητικοί βρίσκονται από τη μια πλευρά, οι προοδευτικοί από την άλλη. Η εξέλιξη, ο εμβολιασμός και άλλα σχετικά αποτελούν ανάλογα διχαστικά ζητήματα.

Μαζί μας από την εφηβεία

Το τι λοιπόν καταλήγουμε τελικά να πιστεύουμε διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από την κουλτούρα, τη βιολογία και την ψυχολογία μας. Μόλις φθάσουμε στην εφηβεία τείνουμε να έχουμε ένα σχετικά συνεκτικό και ανθεκτικό σύνολο πεποιθήσεων οι οποίες μένουν μαζί μας για το υπόλοιπο της ζωής μας. Αυτές σχηματίζουν ένα διασυνδεδεμένο σύστημα πίστης με ένα σχετικά υψηλό επίπεδο εσωτερικής συνέπειας. Η ιδέα όμως ότι αυτό αποτελεί προϊόν ορθολογικών, συνειδητών επιλογών είναι εξαιρετικά αμφισβητήσιμη. «Αν θέλω να είμαι απολύτως ειλικρινής, δεν έχω πραγματικά επιλέξει τις πεποιθήσεις μου. Ανακαλύπτω ότι τις έχω» λέει ο κ. Χάλιγκαν. «Μερικές φορές τις σκέφτομαι, μου είναι όμως δύσκολο να κοιτάξω προς τα πίσω και να πω ποια ήταν η γένεση αυτής της πεποίθησης».

Ξεχάστε τα δεδομένα

Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι ο προσωπικός μας οδηγός πεποιθήσεων είναι χτισμένος στην άμμο αλλά ταυτόχρονα εξαιρετικά ανθεκτικός στην αλλαγή. «Αν ακούσετε κάτι καινούργιο, προσπαθείτε να το ταιριάξετε στις υπάρχουσες πεποιθήσεις σας» λέει ο κ. Χάλιγκαν. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να καταβάλουμε κάθε προσπάθεια για να απορρίψουμε κάτι το οποίο αντιβαίνει στη θέση μας ή να αναζητήσουμε περισσότερες πληροφορίες προκειμένου να επιβεβαιώσουμε κάτι το οποίο ήδη πιστεύουμε.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι πεποιθήσεις των ανθρώπων δεν μπορούν να αλλάξουν. Αν μας παρουσιαστούν αρκετές αντιφατικές πληροφορίες, μπορούμε να αλλάξουμε γνώμη και το κάνουμε. Πολλοί άθεοι, για παράδειγμα. βρίσκουν με λογικά επιχειρήματα τον δρόμο τους προς τη θρησκεία. Συχνά ωστόσο ο ορθολογισμός δεν θριαμβεύει εδώ. Αντίθετα, είναι πιο πιθανό να αλλάξουμε τις πεποιθήσεις μας ανταποκρινόμενοι σε ένα πολύ ισχυρό ηθικό επιχείρημα - και όταν το κάνουμε αναπλάθουμε τα γεγονότα ώστε να ταιριάξουν στη νέα πεποίθησή μας. Τις περισσότερες φορές ωστόσο απλώς εμμένουμε στα πιστεύω μας.

Κατόπιν όλων αυτών το δυσάρεστο συμπέρασμα είναι ότι κάποια, αν όχι όλα, από τα θεμελιώδη πιστεύω μας για τον κόσμο βασίζονται όχι στα γεγονότα και στη λογική - ή έστω στην παραπληροφόρηση - αλλά σε ενστικτώδη αισθήματα τα οποία πηγάζουν από την εξελιγμένη ψυχολογία, τη βασική βιολογία και την κουλτούρα μας. Τα αποτελέσματα είναι ορατά παντού: πολιτικά αδιέξοδα, θρησκευτικές αντιπαλότητες, χάραξη πολιτικών χωρίς στοιχεία και ένα απύθμενο πηγάδι μπερδεμένης γλώσσας, ασυναρτησίας και προκατάληψης. Ακόμη χειρότερα, οι βαθιές ρίζες των προβλημάτων μας είναι ως επί το πλείστον αόρατες σε εμάς. «Αν έχετε μια πεποίθηση, εξ ορισμού τη θεωρείτε αληθινή» λέει ο κ. Χάλιγκαν. «Μπορείτε να βγείτε έξω από τις πεποιθήσεις σας; Δεν νομίζω ότι θα ήσασταν ικανός».

Ο κόσμος θα ήταν βαρετός αν όλοι πιστεύαμε τα ίδια πράγματα. Θα ήταν όμως οπωσδήποτε καλύτερος αν όλοι παύαμε να πιστεύουμε τόσο έντονα στις πεποιθήσεις μας.

Τα παράξενα που πιστεύουμε

Θεωρούμε ότι οι πεποιθήσεις μας βασίζονται σε μια αλήθεια. Οταν όμως το 90% των ανθρώπων διατηρεί πεποιθήσεις οι οποίες μπορούν να χαρακτηριστούν αυταπάτες, ίσως είναι καιρός να αναθεωρήσουμε την πραγματικότητα.

Οι φυσιολογικοί άνθρωποι πιστεύουν στα πιο παράξενα πράγματα. Σχεδόν οι μισοί ενήλικοι στις Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν τουλάχιστον μία θεωρία συνωμοσίας. Η πίστη σε παραφυσικά ή υπερφυσικά φαινόμενα είναι ευρέως διαδεδομένη, ενώ οι προκαταλήψεις και η πίστη στη μαγεία είναι σχεδόν οικουμενικές.

Εκπληκτικά μεγάλος αριθμός ατόμων διατηρεί επίσης πεποιθήσεις τις οποίες ένας ψυχίατρος θα χαρακτήριζε αυταπάτες. Το 2011 ο ψυχολόγος Πίτερ Χάλιγκαν από το Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ εξέτασε πόσο συνηθισμένες είναι οι πεποιθήσεις του είδους στη Βρετανία (δείτε το Top 10 της αυταπάτης). Διαπίστωσε ότι περισσότεροι από το 90% είχαν σε κάποιον βαθμό τουλάχιστον μία. Στις πεποιθήσεις αυτές περιλαμβάνονται το να πιστεύει κάποιος/α ότι μια διασημότητα είναι κρυφά ερωτευμένη μαζί του/της, ότι δεν ελέγχει κάποιες πράξεις του/της και ότι ο κόσμος λέει ή κάνει πράγματα τα οποία εμπεριέχουν ένα ειδικό μήνυμα για εκείνον/η. Κανένα από τα άτομα που εξέτασε ο κ. Χάλιγκαν δεν προβληματιζόταν για τις παράξενες πεποιθήσεις του. Παρ' όλα αυτά, το γεγονός ότι είναι τόσο διαδεδομένες υποδηλώνει πως το «αίσθημα του σωστού» που συνοδεύει την πίστη δεν αποτελεί πάντα αξιόπιστο οδηγό για την πραγματικότητα.

Το Top 10 της αυταπάτης

1. Το σώμα μου ή κάποιο μέρος του σώματός μου είναι δύσμορφο ή άσχημο (46,4 %)

2. Δεν έχω έλεγχο κάποιων πράξεών μου (44,3%)

3. Είμαι ένα εξαιρετικά ταλαντούχο άτομο το οποίο οι άλλοι δεν αναγνωρίζουν (40,5%)

4. Ορισμένα μέρη είναι διπλά, π.χ. υπάρχουν σε δύο διαφορετικά σημεία ταυτοχρόνως (38,7%)

5. Ο κόσμος λέει ή κάνει πράγματα τα οποία περιέχουν ένα ιδιαίτερο μήνυμα ειδικά για μένα (38,5%)

6. Κάποιοι άνθρωποι έχουν βαλθεί να μου κάνουν κακό ή να με δυσφημήσουν (33,8%)

7. Οι σκέψεις μου δεν βρίσκονται απολύτως υπό τον έλεγχό μου (33,6%)

8. Υπάρχει κάποιο άλλο άτομο που μου μοιάζει ή φέρεται όπως εγώ (22,7%)

9. Κάποιοι άνθρωποι είναι διπλοί, π.χ. υπάρχουν σε δύο μέρη ταυτοχρόνως (26,2%)

10. Οι γνωστοί μου μεταμφιέζονται σε άλλα πρόσωπα για να με χειραγωγήσουν ή να μου κάνουν κακό (24,9%)

Τα βασικά «πιστεύω» μας

Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα σχετικά με την πίστη είναι ότι διαφέρει υπερβολικά από άτομο σε άτομο, ιδιαίτερα σε ζητήματα που έχουν πραγματικά σημασία, όπως η πολιτική και η θρησκεία. Σύμφωνα με έρευνες του Τζέραρντ Σόσιερ από το Πανεπιστήμιο του Ορεγκον, αυτές οι μυριάδες διαφορές μπορούν να ταξινομηθούν σε πέντε βασικές «διαστάσεις». Στον πυρήνα τους, υποστηρίζει, αυτές αφορούν το τι θεωρούμε ότι αποτελεί αξιόλογη πηγή αξίας και καλοσύνης στη ζωή, είτε πρόκειται για μια έννοια, ένα αντικείμενο, ένα υπερφυσικό ον ή ένα ιστορικό πρόσωπο. Το σύστημα πίστης μας είναι το σύνολο που προκύπτει από τη θέση μας σε καθεμιά από αυτές τις πέντε διαστάσεις, οι οποίες είναι ανεξάρτητες η μία από την άλλη.

1. Παραδοσιακή θρησκευτικότητα: το επίπεδο πίστης στα επικρατούντα (mainstream) θεολογικά συστήματα όπως ο Χριστιανισμός ή το Ισλάμ.

2. Υποκειμενική πνευματικότητα: το επίπεδο πίστης σε μη υλικά φαινόμενα, όπως τα πνεύματα, η αστρολογία και το παραφυσικό.

3. Απόλυτο προσωπικό συμφέρον: η πίστη ότι ο ηδονισμός αποτελεί πηγή αξίας και καλοσύνης στη ζωή.

4. Κοινοτικός ορθολογισμός: η πίστη στη σημασία των κοινών θεσμών και στην άσκηση της λογικής.

5. Αποστροφή στην ανισότητα: το επίπεδο ανοχής της ανισότητας στην κοινωνία, ένα υποκατάστατο της παραδοσιακής πολιτικής διαίρεσης Αριστεράς - Δεξιάς.

Bullying: Γιατί τα παιδιά μας έχουν γίνει τόσο σκληρά;

Γιατί δεν μπορούμε να μάθουμε στα παιδιά να δέχονται τη διαφορετικότητα; Γιατί δεν μπορούμε να τα εκπαιδεύσουμε να θέλουν να βοηθήσουν ένα παιδί που έχει το οποιοδήποτε πρόβλημα.Με λύπη μου ακούω όλο και περισσότερες περιπτώσεις bullying παιδιών στο χώρο του σχολείου για το θέμα του σωματικού βάρους. 

Προφανώς το θέμα, ακόμα κι αν έχει αυξηθεί η ενημέρωση και ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, γίνεται πιο έντονο. Ακούω συχνά τη φράση «τα παιδιά είναι σκληρά» ως αιτιολογία στο πρόβλημα, αλλά στο δικό μου μυαλό η σκληρότητα αυτή δεν μπορεί παρά να έχει μεταφερθεί με κάποιο τρόπο από τους μεγάλους, και άρα σε αυτούς να βρίσκεται η λύση!

Δεν πρόκειται, βέβαια, μόνο για ελληνικό φαινόμενο, ούτε για κάτι που συναντάται μόνο τα τελευταία χρόνια. Υπάρχουν μελέτες που ανέδειξαν τη σχέση σωματικού βάρους και bullying εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία, ενώ και σε πρόσφατη μελέτη στην Ολλανδία, επιβεβαιώθηκε ότι τα παχύσαρκα παιδιά έχουν τουλάχιστον διπλάσιες πιθανότητες να πέσουν θύματα bullying, σε σχέση με παιδιά με φυσιολογικό ή έστω ελάχιστα αυξημένο βάρος.

Οι περιπτώσεις που μου έχουν περιγράψει, πολλές φορές τα ίδια τα παιδιά, είναι πολλές και διαφορετικές. Κυρίως πρόκειται για προσβολές και λεκτικές επιθέσεις, ίσως και προφορικές απειλές, ωστόσο κάποιες φορές το bullying φτάνει στα όρια της τρομοκρατίας, όπως στην περίπτωση ενός παιδιού που δεν ήθελε πια να τρώει τίποτα στο σχολείο γιατί της πετούσαν το φαγητό πάνω της. 

Φυσικά, το θέμα μπορεί να πάρει διαφορετική τροπή ανάλογα και με την ιδιοσυγκρασία ενός παιδιού. Ένα παράδειγμα είναι οι διατροφικές διαταραχές (ανορεξία ή βουλιμία, υπερφαγικά επεισόδια κ.α.), που είναι πολύ διαδεδομένες στην εφηβική ηλικία. Υπάρχει όμως και η πιθανότητα το παιδί να μην μπορέσει ποτέ τελικά να αντιμετωπίσει σωστά το βάρος του και να παραμείνει παχύσαρκος ως ενήλικας, αφού πρώτα έχει ταλαιπωρηθεί χρόνια με ακατάλληλες, αυστηρές δίαιτες.

Το θέμα, σε κάθε περίπτωση, απαιτεί τη βοήθεια ενός παιδοψυχολόγου, που μπορεί να βοηθήσει γονείς και παιδί στο πώς να αντιμετωπίσουν το θέμα, είτε το παιδί υφίσταται παρενόχληση ή αν το ίδιο προβαίνει σε bullying,. Η συνεργασία του διαιτολόγου είναι σημαντική για τη σωστή καθοδήγηση και μια ολοκληρωμένη διατροφική εκπαίδευση, που θα προφυλάξει το παιδί από ακατάλληλες δίαιτες.

Πραγματικά, στο μυαλό μου κυριαρχεί μόνο μια ερώτηση: Γιατί; Γιατί δεν μπορούμε να μάθουμε στα παιδιά να δέχονται τη διαφορετικότητα; Γιατί δεν μπορούμε να τα εκπαιδεύσουμε να θέλουν να βοηθήσουν ένα παιδί που έχει το οποιοδήποτε πρόβλημα, είτε αφορά στο βάρος είτε σε οτιδήποτε άλλο; Γιατί να μην θέλουν τα παιδιά να γίνονται θετικά πρότυπα για τους συμμαθητές τους και όχι να προσπαθούν να επιδείξουν ανωτερότητα; Απλά γιατί;

Με την καρδιά να πολεμάς το μυαλό… Μα με το μυαλό ποτέ μην πολεμάς για την καρδιά!

“Με την καρδιά να πολεμάς το μυαλό… Μα με το μυαλό ποτέ μην πολεμάς για την καρδιά!

Κι αν τύχει κι έρθουν στιγμές που η σύγκρουση τείνει προς την ισοπαλία τούτων των μεγάλων δυνάμεων, να θυμάσαι πως, μεγαλύτερη ισχύ είναι το κατόρθωμα της Σιωπής και των δύο.

Μεγαλύτερη δύναμη έχει εκείνος που δεν πέφτει θύμα των παθών του και της ελπίδας του.

Εκείνος που μπορεί κι αφήνει πίσω το συναίσθημα όταν εκείνο ξεχύνεται σε άγονα εδάφη, δε βιάζεται να ικανοποιήσει τη λογική κι απλώς γνωρίζει πως η γαλήνη της ψυχής είναι κάτι που κερδίζεται με την ισορροπία.

Έτσι αρπάζει για σύμμαχο τον χρόνο και προχωρά κατευνάζοντας και το Εγώ του και την ανασφάλεια του και αφήνεται στη στιγμή.”

Χαρούμενοι έρωτες δεν υπάρχουν

Χαρούμενοι έρωτες δεν υπάρχουν.
Κρίμα!
Μάλιστα, όσο πιο βαθιά είναι αληθινοί
τόσο είναι και πιο οδυνηροί,
γιατί έχουνε μια γεύση από τον ίδιο τους το θάνατο
και την πάλη να ξεφύγεις απ’ αυτόν.
Κι ακόμα,
ζωντανεύουν μια απέραντη νοσταλγία για κάτι άλλο,
κάτι που ζητάς απελπισμένα και δεν βρίσκεις
και λες «ο έρωτας πρέπει να’ ναι» και βουλιάζεις.

Κι ύστερα φοβάσαι τον πόνο που θα φέρει καθώς φεύγει,
που ‘ναι άγριος και βαθύς,
είναι απίστευτα δυνατός και τα κατακαίει όλα.
Κι ύστερα τίποτα. Κενό.
Ένα κενό από φως· ένα κενό μνήμης.
Αυτός ακριβώς ο φόβος του άγιου πόνου και του τίποτα
είναι που τα στοιχειώνει όλα·
κι αν δεν τον σβήσεις θα ερωτευτείς ξανά.

…Μέσα από τις σχέσεις, το αίσθημα του ανικανοποίητου είναι που γεννά την αβεβαιότητα, όχι η αγάπη· κι αυτή η αβεβαιότητα θρέφει την κτητικότητα, τη ζήλια, το φόβο. Σ’ αυτή την κτητικότητα, σ’ αυτή την εξάρτηση υπάρχει μια ψεύτικη αίσθηση ενότητας που συντηρεί και θρέφει την προσωρινή αίσθηση ότι όλα πάνε καλά· αλλά αυτό δεν είναι αγάπη, γιατί μέσα της υπάρχει εσωτερικός φόβος και καχυποψία…

Στείρα άρνηση: η μέθοδος των ανόητων

Σε μια πόλη, ζούσε ένας πολύ έξυπνος άνθρωπος, μια μεγαλοφυΐα. Και στην ίδια πόλη, ζούσε ένας ηλίθιος.
Μια μέρα, ο ηλίθιος πλησίασε τον έξυπνο και του ζήτησε να του δείξει έναν τρόπο να γίνει έξυπνος. Ο έξυπνος ρώτησε τον ηλίθιο αν ήθελε να γίνει έξυπνος ή να φαίνεται έξυπνος, επειδή το να γίνεις έξυπνος, είναι μια μεγάλη διαδικασία, το να φαίνεσαι όμως έξυπνος, είναι εύκολο. Ο ηλίθιος απάντησε ότι ήθελε να του δείξει με τον ευκολότερο τρόπο ό,τι χρειαζόταν για να φαίνεται έξυπνος. Δεν ανησυχούσε για το πώς θα γίνει έξυπνος.

Ο έξυπνος σχολίασε ότι με το να γίνει κανείς έξυπνος, υπήρχε πιθανότητα να κάνει λάθη, ενώ με το να φαίνεται έξυπνος, δεν θα μπορούσε να κάνει κανένα λάθος.
Ο ηλίθιος άρχισε να ανυπομονεί και ζητούσε από τον έξυπνο να του δείξει το κόλπο χωρίς άλλη καθυστέρηση. Έτσι, ο έξυπνος του είπε να αρνείται απλώς κάθε τι που ακούει. Αν κάποιος έλεγε, «υπάρχει Θεός», ο ηλίθιος έπρεπε αμέσως να απαντήσει πως δεν υπάρχει.
Ο ηλίθιος ρώτησε τον έξυπνο: «Πρέπει να λέω τέτοια πράγματα, ακόμα κι αν δεν ξέρω τίποτα για το θέμα;»

Ο έξυπνος απάντησε: «Εσύ δε χρειάζεται να σκοτίζεσαι καθόλου για να μάθεις πράγματα. Αν ακούσεις να λένε ότι ο τάδε ζωγράφος ζωγραφίζει καταπληκτικούς πίνακες, εσύ πες απλώς ότι είναι σκέτα σκουπίδια. Ζήτησέ τους να σου αποδείξουν πως είναι καταπληκτικοί! Αν ακούσεις να λένε ότι η μουσική του δείνα είναι ουράνια, εσύ πες ότι τέτοια μουσική παίζουν και στην κόλαση και ζήτησέ τους να σου αποδείξουν πως είναι ουράνια μουσική. Εσύ απλώς να αρνείσαι τα πάντα και αν κάποιος σου εναντιωθεί, προκάλεσέ τον να αποδείξει τον ισχυρισμό του.»
Και από εκείνη την ημέρα, ο ηλίθιος άρχισε σιγά-σιγά να γίνεται γνωστός στην πόλη ως έξυπνος. Και όλοι απορούσαν πώς τα είχε καταφέρει!

Αυτός ο αιώνας είναι, κατά κάποιο τρόπο, ο αιώνας πολλών ειδών ηλιθίων. Και το θεμέλιο της ηλιθιότητας είναι η άρνηση.

Βαριέμαι: μία λέξη που αποκαλύπτει περισσότερη πράξη παρά απραξία

Όταν οι άνθρωποι βρεθούμε σε αρκετή ησυχία τότε ακούμε την εσωτερική φωνή μας να χορεύει στον ήχο του σφυγμού μας. Η ζωή είναι ένα ταξίδι εμπρός• πηδώντας από χτύπο σε χτύπο όπως ακριβώς ένας βάτραχος πηδά από βότσαλο σε βότσαλο. Καμιά φορά τυχαίνει να είναι γρήγορος ενώ άλλοτε είναι τόσο αργός που μας τρομάζει. Συγκεκριμένα, μας τρομάζει η απόσταση των χτύπων, μεταξύ τους, καθώς μαρτυρά τον φόβο μην πέσουμε στο ενδιάμεσο διάκενο… Και όταν το συναίσθημα αυτό επικρατήσει και σταματήσουμε να πηγαίνουμε μπρος τότε η αδράνεια – για μοναδική φορά – γίνεται κινητήριος δύναμη και τα χείλη μας λένε “βαριέμαι”.

Τι σημαίνει, όμως, στα αλήθεια “βαριέμαι” και τι ερμηνείες κρύβει; Για να απαντηθεί αυτό χρειάζεται, πρώτα, να καταλάβουμε ποιες είναι οι δυνάμεις που κινούν τις ψυχικές μας αρθρώσεις. Ο άνθρωπος, λοιπόν, κατέχεται από δύο δυνάμεις που μπορούμε να τις φανταστούμε σαν σιντριβάνια ή – καλύτερα – σαν ορμητικούς πίδακες οι οποίοι κυκλοφορούν το πολύτιμο “υγρό” τους στο σώμα μας.

Η πρώτη είναι το ένστικτο της ζωής ή λίμπιντο και η δεύτερη η ενόρμηση του θανάτου. Όπως προδίδει και ο χαρακτηρισμός του πρώτου – ένστικτο – αφορά μία αυτόματη ροπή προς τις αυτονόητες, εκείνες, κινήσεις που προάγουν την επιβίωσή μας. Ακριβώς όπως ένα μωρό, με τον καιρό, στέκεται στα δύο πόδια σαν να ήξερε πάντα πώς να το κάνει, η ενστικτώδης του τάση μετουσιώνεται, με τα χρόνια, και εφαρμόζεται σε κάθε λογής δημιουργική έκφραση η οποία γεννιέται ως η φυσική συνέχεια της βάδισης.

Για να γίνει περισσότερο κατανοητό φανταστείτε τη λίμπιντο σαν μία βελόνα που διεγείρει όλους τους δημιουργικούς αδένες του σώματος υποκινώντας μας την ανάγκη να δημιουργήσουμε, να παράγουμε και να αναπαραχθούμε. Σαν τα γρανάζια του μηχανισμού κάτω από τη λέξη “αγάπη” και σαν μία θάλασσα που μας καλεί με την παρουσία της να βουτήξουμε μέσα της και να αφήσουμε το αποτύπωμά μας.

Σε αυτή τη δημιουργική τάση αντιτίθεται, ανά καιρούς, η ενόρμηση του θανάτου. Η ενόρμηση, αυτή, αποτελεί μία προσπάθεια κάθε κινητήριας δύναμης να επιστρέψει στην πρότερη κατάσταση ακινησίας• μια οδηγία προς κάθε τι που υπάρχει να επιστρέψει στην αρχική κατάσταση ανυπαρξίας. Σκεφτείτε το σαν κάποιον που μας υπενθυμίζει το πεπερασμένο μας για να διασφαλίσει ότι ο φόβος του επικείμενου χαμού θα μας οδηγήσει στην αθανασία μέσα από την αναπαραγωγή μας. Μία παράδοξη συνθήκη, δηλαδή, που δημιουργεί μία εσωτερική απειλή η οποία, με την παρουσία της, εξασφαλίζει την αντίστασή μας αντί της υποταγής μας σε αυτή.

Συνδεόμενοι με την αρχή, το “βαριέμαι” που πολλές φορές χρησιμοποιεί κάποιος είναι ένας όρος μάσκα ο οποίος από κάτω του κρύβει ανομολόγητα συναισθήματα αλλά και ανάγκες που δεν έχουν αναγνωριστεί. Το “βαριέμαι” έρχεται καθώς υπαναχωρεί η δύναμη της ζωής και μπαίνει μπροστά η ενόρμηση του θανάτου. Είναι εκείνη που θέλει να καταστρέψει κάθε δημιουργική μας τάση ή μάλλον – όπως εξηγήσαμε – θέλει να την επαναφέρει στην πρότερη απλούστερη μορφή της• την αδράνεια. Από πότε, όμως, είναι παρούσα η ενόρμηση αυτή; Μα φυσικά από την πρώτη στιγμή που η αδράνεια ήταν τροφός μας… Από την περίοδο της κύησης μας. Τότε που η πολυπλοκότητα της σύνθεσής μας εξηγούταν ως μέρος μίας δυάδας• της μητέρας και ημών. Φανταστείτε το σαν ένα ακίνητο σώμα που επιβαίνει ένα άλλο που κινείται. Το έργο που παράγει είναι μηδενικό… Η απόσταση που διανύει, όμως, είναι ίση με εκείνη του κινούμενου.

Για να γίνει καλύτερα αντιληπτή η δύναμη της ενόρμησης χρειάζεται, αρχικά, να κρατήσουμε ένα άλλο ερώτημα στο νου… Αφού η ζωή μας, πρωτίστως, ενεργοδοτείται από τη λίμπιντο πώς γίνεται ορισμένες από τις φαντασιώσεις μας να έχουν πόνο ή να προκαλούν περισσότερη ένταση από ό,τι ανακούφιση; Πως γίνεται, δηλαδή, κάποιος να ξαναζεί τραυματικές μνήμες ή να έχει όνειρα που τον ταράζουν αντί οι μηχανισμοί αυτοί να λειτουργούν, αποκλειστικά, ανακουφιστικά για το στρες που βίωσε ο ψυχισμός του;

Μα φυσικά μέσω της ηδονής που, στρεβλά, προσφέρει ο προκαλούμενος πόνος ή – πιο σωστά – η ηδονή που αναδύεται από την επικράτηση στον πόνο. Η ηδονή, αυτή, είναι παρούσα από τη γέννηση κάποιου καθώς διανύει τα απαραίτητα αναπτυξιακά ορόσημα – τόσο σε φυσικό όσο και σε φαντασιωσικό επίπεδο. Φανταστείτε ότι για να επιτύχει κάποιος σε αυτό, πρέπει να αναπτυχθεί τόσο στην πραγματικότητα όσο και στο νου του. Οι άνθρωποι, λοιπόν, δίνουμε δύο τεστ κάθε φορά… Ένα θεωρητικό που παίρνει μέρος στο μυαλό μας και ένα πρακτικό που συμβαίνει στο σώμα μας. Αυτός είναι και ο λόγος που όταν, κατά την οιδιπόδεια φάση, η επιθυμία μας να κατακτήσουμε την σεξουαλικότητά μας, μέσα από το αντίθετο φύλο, αποκόπτεται βίαια ανακουφιζόμαστε στην ηδονή που βρίσκουμε να ταυτιστούμε με αυτόν που την ανέκοψε. Σκεφτείτε το σαν κάποια υπερπροσπάθεια που καταβάλατε σε ένα έργο του οποίου αγαπήσατε την αποτυχία αφού δεν καταφέρατε να το κάνετε να πετύχει… Αγαπήσατε την ηδονή που πρόσφερε το ότι δεν χρειάζεται πλέον να αγωνίζεστε για αυτό και μπορείτε να αφήσετε τα ηνία που έγδερναν τα χέρια σας.

Κάθε φορά που νιώθουμε πλήξη, λοιπόν, η ενόρμηση του θανάτου καταφέρνει να επικρατήσει στο ένστικτο της ζωής και να μας γεμίσει με μία αίσθηση απραξίας αλλά και μία ασυνείδητη, καταστροφική, μανία. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου το ότι όποτε κάποιος απραγεί, το μυαλό του, συνήθως, πλάθει καταστροφικά σενάρια που υποδαυλίζουν μέχρι και τον ίδιο.

Κλείνοντας, η συνειδητοποίηση που προκύπτει είναι το ότι οι λέξεις δεν είναι απλά κενά πλαίσια γραμμάτων τα οποία “χρωματίζουμε” με την επενδεδυμένη συναισθηματική μας ενέργεια. Είναι, πολλές φορές, η απόρροια των ενστικτωδών ορμών μας και τα δημιουργήματα των εσωτερικών μας τάσεων για ζωή ή καταστροφή. Το σίγουρο είναι ότι ένα “βαριέμαι” δεν σημαίνει πάντοτε “δεν έχω τίποτα να κάνω”… Ενδεχομένως σημαίνει “Παραδίνομαι σε μία αρχέγονη τάση της οποίας η θάλασσα σπρώχνει την σχεδία που επιβαίνει το κορμί μου και με τους κυματισμούς της με κλυδωνίζει και με ηρεμεί σαν μία καλή μητέρα…”

Ποτέ δεν είναι αργά για αλλαγές

Σε κάποια στιγμή της ζωής – μερικές φορές στα πρώτα μας χρόνια, άλλοτε όψιμα – είναι βέβαιο ότι όλοι μας θα ξυπνήσουμε και θα αντιληφθούμε τη θνητότητά μας. Είναι τόσο πολλά αυτά που την πυροδοτούν: μια ματιά στον καθρέφτη που δείχνει το σαγόνι μας να κρεμάει, τα μαλλιά μας ν’ ασπρίζουν, τους ώμους να καμπουριάζουν.

Η παρέλαση των γενεθλίων, ιδίως όσων αφορούν στρογγυλές δεκαετίες – πενήντα, εξήντα, εβδομήντα. Η συνάντηση μ’ ένα φίλο που έχεις καιρό να τον δεις και σε σοκάρει το πόσο έχει γεράσει. Όταν βλέπεις παλιές φωτογραφίες του εαυτού σου και των ανθρώπων που γέμιζαν την παιδική σου ηλικία κι είναι πια από καιρό νεκροί. Μια συνάντηση με τον Κύριο Θάνατο σ’ ένα όνειρο.

Τι νιώθει κανείς, όταν έχει μια τέτοια εμπειρία; Και τι κάνει γι’ αυτό;
Βυθίζεται σε μια φρενιτιώδη δραστηριότητα, για να εξαντλήσει το άγχος και ν’ αποφύγει το θέμα;
Προσπαθεί ν’ απομακρύνει τις ρυτίδες με αισθητική χειρουργική ή να βάψει τα μαλλιά του;
Αποφασίζει να παραμείνει για μερικά χρόνια στην ηλικία των τριανταεννέα ετών;
Περισπά πολύ γρήγορα τον εαυτό του με τη δουλειά και τη ρουτίνα της καθημερινής ζωής;
Σβήνει από τη μνήμη του κάθε τέτοια εμπειρία;
Αγνοεί τα όνειρά του;

Σας προτρέπω να μη περισπάτε τον εαυτό σας. Το αντίθετο, γευτείτε την αφύπνισή σας. Εκμεταλλευτείτε την. Κάντε ένα σταμάτημα, καθώς κοιτάζετε τη φωτογραφία του νεότερου εαυτού σας. Αφήστε την έντονη στιγμή να σας κατακλύσει και παρατείνετέ τη λιγάκι. Γευτείτε και τη γλυκύτητά της μαζί με την πικρή της γεύση.

Μην ξεχνάτε το πλεονέκτημα που προσφέρει το να παραμείνετε εν επίγνωση του θανάτου, το ν’ αγκαλιάσετε τη σκιά του.

Μια τέτοια επίγνωση μπορεί ν’ αφομοιώσει το σκοτάδι με τη σπίθα σας για ζωή και να βελτιώσει τη ζωή σας, όσο ακόμα την έχετε.

Ο καλύτερος τρόπος για να εκτιμήσουμε τη ζωή, για ν’ αγαπήσουμε οτιδήποτε πολύ βαθιά, είναι να έχουμε επίγνωση ότι οι εμπειρίες αυτές είναι προορισμένες να χαθούν.

Έχω πολλές φορές εκπλαγεί ευχάριστα βλέποντας έναν ασθενή να κάνει ουσιαστικές θετικές αλλαγές πολύ αργά στη ζωή του, ακόμα και κοντά στον θάνατο.

Ποτέ δεν είναι πολύ αργά. Ποτέ δεν είμαστε πολύ γέροι για κάτι τέτοιο.

Τα ομώνυμα… έλκονται και τα ετερώνυμα... αλληλοσυμπληρώνονται

Η σχέση ως έννοια φαντάζει μια πολυπαραγοντική εξίσωση για καλούς και έμπειρους λύτες, με κύριες μεταβλητές την εμπειρία, τα βιώματα και την οπτική θεώρηση του κόσμου. Η πολυσυζητημένη έκφραση πως τα ετερώνυμα έλκονται, ενώ τα ομώνυμα απωθούνται, πρωταγωνιστεί πάντα στις συζητήσεις περί σχέσεων, χωρίς, όμως, να υπάρχει πάντοτε ξεκάθαρος νικητής αυτού του άτυπου debate. Η προσωπική μου θεώρηση -κι εντέλει τοποθέτηση- υποστηρίζει πως όντως στον ανθρώπινο μικρόκοσμο τα ετερώνυμα έλκονται με την διαφορά πως ο έρωτας δεν θέλει φυσική, αλλά χημεία.

Κατά πολλούς τα κύρια συστατικά για την δημιουργία μιας υγιούς και μακρόπνοης σχέσης είναι η επικοινωνία, το σεξ και η χημεία (Μανωλιάδης, 2009). Όπως αντιλαμβάνεται κανείς και τα τρία χαρακτηριστικά εξαρτώνται από την υιοθέτηση εκ μέρους του ζευγαριού μίας «συντεταγμένης οπτικής», οπότε οποιαδήποτε απόκλιση αλλοιώνει την άνωθι συνταγή επιτυχίας. Ας υποθέσουμε, όμως, πως η διαφορετικότητα ενισχύει την ελκυστικότητα κι ας αναλύσουμε βάσει αυτού το παραπάνω τρίπτυχο επιτυχίας μιας σχέσης.

Αρχικά, οι περισσότεροι θα συμφωνούσαν πως τον καταλυτικό ρόλο για την εξέλιξη μιας σχέσης διαδραματίζει η επικοινωνία. Άλλωστε, αυτή αποτελεί έναν από τους κυριότερους παράγοντες σύμπνοιας κι ευημερίας μιας κοινωνίας. Στην περίπτωση, όμως, μιας σχέσης που αφορά δύο αποκλινόμενες προσωπικότητες, με διαφορετικά βιώματα, με ετερογενή πολλές φορές «θέλω» και «πιστεύω», η επικοινωνία με μαθηματική ακρίβεια θα συγκεντρώσει τις περισσότερες πιθανότητες να λάβει την έκφραση μίας τραχείας αντιπαράθεσης και λογομαχίας, με φυσικό επακόλουθο την φθορά της. Η διαφορετική οπτική και θεώρηση του κόσμου δεν είναι σύμμαχος της ανάπτυξης μιας υγιούς σχέσης. Αντίθετα, άτομα που έχουν πιο όμοιες προσωπικότητες, επειδή ακριβώς αντιδρούν στα προβλήματα με παρόμοιο τρόπο, παρουσιάζουν περισσότερη σύμπνοια στον τρόπο που πορεύονται στην ζωή, αφού μιλάνε την ίδια γλώσσα, συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο, έχουν κοινό επίπεδο αντιλήψεων, αναγκών και πεποιθήσεων (Μανωλιάδης, 2009). Η επικοινωνία, δηλαδή, είναι το δυνατό σημείο αυτών των ζευγαριών, αφού βάσει αυτής «μακιγιάρουν» κάθε ενδεχόμενη ατέλεια της.

Από την άλλη, το ερωτικό κομμάτι σε μια σχέση δεν μπορεί να αφήσει κανέναν ασυγκίνητο. Για αρκετούς το σεξ είναι όπως το χρήμα, δηλαδή καλό είναι να το έχεις, αλλά χυδαίο να μιλάς γι’ αυτό. Ωστόσο, επί του παρόντος θα επικεντρωθούμε στις επιστημονικές αποχρώσεις του. Μελέτες αποδεικνύουν πως το σεξ είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την επικοινωνία και την χημεία (Ασκητής, 2011). Πιο συγκεκριμένα, μια ερωτική επαφή χρειάζεται προφανώς κοινά ερεθίσματα, χημική έλξη και επικοινωνία πριν, μετά, αλλά και κατά την διάρκειά της. Το κοινό σύστημα αξιών και παραστάσεων θα μπορούσε ίσως να προστεθεί στα προηγούμενα, όμως κατά περιπτώσεις δεν επιτελεί καθοριστικό παράγοντα. Παράλληλα, η διαφορετικότητα των χαρακτήρων κατά μια έννοια αναζωπυρώνει το πάθος μέσω της έντασης, εντούτοις το ζήτημα είναι για πόσο. Θα συμφωνήσω σε γενικές γραμμές πως η αρχή θα είναι συναρπαστική εξαιτίας των αντιθέσεων (γνωρίζει κανείς νέους τρόπους προσέγγισης και γεννάται η τάση της εξερεύνησης), όμως μία σχέση μπορεί να θεωρηθεί πετυχημένη βάσει της διάρκειας της στην ολότητα, κι όχι μόνο απ” αφορμή κάποιων σεξουαλικών εκλάμψεων της.

Τέλος, θα ήθελα να θίξω την καθαρά επιστημονική χροιά του ζητήματος. Η βιοχημεία, οι νευροεπιστήμες και άλλοι κλάδοι των επιστημών προσπαθούν να ανακαλύψουν τις διεργασίες που συντελούνται στον οργανισμό τις στιγμές της απόλυτης ευτυχίας, όπως για παράδειγμα η μελέτη του Neil Martin (2012). O κάθε άνθρωπος έχει μια οσμή που αναδίδει το σώμα του, η οποία είναι τόσο μοναδική όσο και τα δαχτυλικά του αποτυπώματα. Αυτή ακριβώς η οσμή μπορεί να προκαλέσει την ερωτική επιθυμία σε κάποιον ή να απωθήσει έναν άλλον. Αυτή την άποψη υπερθεματίζει και η χημικός Γιαλλούση Μαρία (2006) θεωρώντας πως όταν οι οσμές ταιριάζουν χημικά, υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα έλξης και ερωτικής ταύτισης, ενώ οσμές διαφορετικής χημικής σύστασης παρουσίασαν μικρότερη πιθανότητα επιτυχίας.

Εν κατακλείδι, τα προσωπικά μου βιώματα -μεταξύ αυτών και η γνωστική μου εμπειρία- με οδηγούν να προσυπογράψω την άποψη ότι τα ομώνυμα έλκονται. Παρ” όλα αυτά, θα δεχθώ και θα μοιραστώ μαζί σας μια γνωστή ρήση που αντικατοπτρίζει κι ένα μέρος της δικής μου υφέρπουσας αλήθειας: «Δεν υπάρχουν ομώνυμοι και ετερώνυμοι άνθρωποι. Υπάρχουν άνθρωποι που αγαπήθηκαν και άνθρωποι που δεν αγαπήθηκαν ποτέ».

Η σχέση ως έννοια φαντάζει μια πολυπαραγοντική εξίσωση για καλούς και έμπειρους λύτες, με κύριες μεταβλητές την εμπειρία, τα βιώματα και την οπτική θεώρηση του κόσμου. Η πολυσυζητημένη έκφραση πως τα ετερώνυμα έλκονται, ενώ τα ομώνυμα απωθούνται, πρωταγωνιστεί πάντα στις συζητήσεις περί σχέσεων, χωρίς, όμως, να υπάρχει πάντοτε ξεκάθαρος νικητής αυτού του άτυπου debate. Η προσωπική μου θεώρηση -κι εντέλει τοποθέτηση- υποστηρίζει πως όντως στον ανθρώπινο μικρόκοσμο τα ετερώνυμα έλκονται με την διαφορά πως ο έρωτας δεν θέλει φυσική, αλλά χημεία.

Κατά πολλούς τα κύρια συστατικά για την δημιουργία μιας υγιούς και μακρόπνοης σχέσης είναι η επικοινωνία, το σεξ και η χημεία (Μανωλιάδης, 2009). Όπως αντιλαμβάνεται κανείς και τα τρία χαρακτηριστικά εξαρτώνται από την υιοθέτηση εκ μέρους του ζευγαριού μίας «συντεταγμένης οπτικής», οπότε οποιαδήποτε απόκλιση αλλοιώνει την άνωθι συνταγή επιτυχίας. Ας υποθέσουμε, όμως, πως η διαφορετικότητα ενισχύει την ελκυστικότητα κι ας αναλύσουμε βάσει αυτού το παραπάνω τρίπτυχο επιτυχίας μιας σχέσης.

Αρχικά, οι περισσότεροι θα συμφωνούσαν πως τον καταλυτικό ρόλο για την εξέλιξη μιας σχέσης διαδραματίζει η επικοινωνία. Άλλωστε, αυτή αποτελεί έναν από τους κυριότερους παράγοντες σύμπνοιας κι ευημερίας μιας κοινωνίας. Στην περίπτωση, όμως, μιας σχέσης που αφορά δύο αποκλινόμενες προσωπικότητες, με διαφορετικά βιώματα, με ετερογενή πολλές φορές «θέλω» και «πιστεύω», η επικοινωνία με μαθηματική ακρίβεια θα συγκεντρώσει τις περισσότερες πιθανότητες να λάβει την έκφραση μίας τραχείας αντιπαράθεσης και λογομαχίας, με φυσικό επακόλουθο την φθορά της. Η διαφορετική οπτική και θεώρηση του κόσμου δεν είναι σύμμαχος της ανάπτυξης μιας υγιούς σχέσης. Αντίθετα, άτομα που έχουν πιο όμοιες προσωπικότητες, επειδή ακριβώς αντιδρούν στα προβλήματα με παρόμοιο τρόπο, παρουσιάζουν περισσότερη σύμπνοια στον τρόπο που πορεύονται στην ζωή, αφού μιλάνε την ίδια γλώσσα, συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο, έχουν κοινό επίπεδο αντιλήψεων, αναγκών και πεποιθήσεων (Μανωλιάδης, 2009). Η επικοινωνία, δηλαδή, είναι το δυνατό σημείο αυτών των ζευγαριών, αφού βάσει αυτής «μακιγιάρουν» κάθε ενδεχόμενη ατέλεια της.

Από την άλλη, το ερωτικό κομμάτι σε μια σχέση δεν μπορεί να αφήσει κανέναν ασυγκίνητο. Για αρκετούς το σεξ είναι όπως το χρήμα, δηλαδή καλό είναι να το έχεις, αλλά χυδαίο να μιλάς γι’ αυτό. Ωστόσο, επί του παρόντος θα επικεντρωθούμε στις επιστημονικές αποχρώσεις του. Μελέτες αποδεικνύουν πως το σεξ είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την επικοινωνία και την χημεία (Ασκητής, 2011). Πιο συγκεκριμένα, μια ερωτική επαφή χρειάζεται προφανώς κοινά ερεθίσματα, χημική έλξη και επικοινωνία πριν, μετά, αλλά και κατά την διάρκειά της. Το κοινό σύστημα αξιών και παραστάσεων θα μπορούσε ίσως να προστεθεί στα προηγούμενα, όμως κατά περιπτώσεις δεν επιτελεί καθοριστικό παράγοντα. Παράλληλα, η διαφορετικότητα των χαρακτήρων κατά μια έννοια αναζωπυρώνει το πάθος μέσω της έντασης, εντούτοις το ζήτημα είναι για πόσο. Θα συμφωνήσω σε γενικές γραμμές πως η αρχή θα είναι συναρπαστική εξαιτίας των αντιθέσεων (γνωρίζει κανείς νέους τρόπους προσέγγισης και γεννάται η τάση της εξερεύνησης), όμως μία σχέση μπορεί να θεωρηθεί πετυχημένη βάσει της διάρκειας της στην ολότητα, κι όχι μόνο απ” αφορμή κάποιων σεξουαλικών εκλάμψεων της.

Τέλος, θα ήθελα να θίξω την καθαρά επιστημονική χροιά του ζητήματος. Η βιοχημεία, οι νευροεπιστήμες και άλλοι κλάδοι των επιστημών προσπαθούν να ανακαλύψουν τις διεργασίες που συντελούνται στον οργανισμό τις στιγμές της απόλυτης ευτυχίας, όπως για παράδειγμα η μελέτη του Neil Martin (2012). O κάθε άνθρωπος έχει μια οσμή που αναδίδει το σώμα του, η οποία είναι τόσο μοναδική όσο και τα δαχτυλικά του αποτυπώματα. Αυτή ακριβώς η οσμή μπορεί να προκαλέσει την ερωτική επιθυμία σε κάποιον ή να απωθήσει έναν άλλον. Αυτή την άποψη υπερθεματίζει και η χημικός Γιαλλούση Μαρία (2006) θεωρώντας πως όταν οι οσμές ταιριάζουν χημικά, υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα έλξης και ερωτικής ταύτισης, ενώ οσμές διαφορετικής χημικής σύστασης παρουσίασαν μικρότερη πιθανότητα επιτυχίας.

Εν κατακλείδι, τα προσωπικά μου βιώματα -μεταξύ αυτών και η γνωστική μου εμπειρία- με οδηγούν να προσυπογράψω την άποψη ότι τα ομώνυμα έλκονται. Παρ” όλα αυτά, θα δεχθώ και θα μοιραστώ μαζί σας μια γνωστή ρήση που αντικατοπτρίζει κι ένα μέρος της δικής μου υφέρπουσας αλήθειας: «Δεν υπάρχουν ομώνυμοι και ετερώνυμοι άνθρωποι. Υπάρχουν άνθρωποι που αγαπήθηκαν και άνθρωποι που δεν αγαπήθηκαν ποτέ».

ΟΤΑΝ ΟΙ ΡΟΛΟΙ ΕΧΟΥΝ ΑΝΤΙΣΤΡΑΦΕΙ

Αρκετές φορές παρατηρείται σε διάφορα οικογενειακά συστήματα η αντιστροφή ρόλων, όταν δηλαδή το παιδί τείνει ή συνηθίζει να φέρεται ως γονεική φιγούρα απέναντι στους υπόλοιπους ή/και όταν ταυτόχρονα οι γονείς παρουσιάζουν συμπεριφορές που προσιδιάζουν περισσότερο στα ίδια τους τα παιδιά. Στους κύκλους της συστημικής- οικογενειακής θεραπείας γίνεται συχνά λόγος για τον όρο «γονεοποιημένο» παιδί (ή parentification). Υπό ομαλές συνθήκες, αυτό μπορεί να λειτουργήσει και θετικά αναπτύσσοντας την έννοια του «σχετίζεσθαι» όταν θα χρειαστεί το παιδί να συνεισφέρει συναισθηματικά και πρακτικά απέναντι στην οικογένειά του σε ανάλογο και μικρό βαθμό.

Ωστόσο η έννοια του «γονεοποιημένου» παιδιού αναφέρεται πάντα με την αρνητική ή σαφέστερα με τη δυσπροσαρμοστική πλευρά που ενέχει την γαλούχηση και την αποδοχή ενός ρόλου που δεν εξυπηρετεί σε τίποτα θετικό τον ίδιο, ωστόσο εξυπηρετεί την ισορροπία ολόκληρης της οικογένειας. Σύμφωνα με τον ορισμό που δίνει η Chase η έννοια του γονεοποιημένου παιδιού θα μπορούσε να είναι: “Παρά τις πολυάριθμες θεωρίες, τα σενάρια και τους ορισμούς, είναι γενικά παραδεκτό, ότι η γονεοποίηση μέσα στην οικογένεια, συνεπάγεται μία λειτουργική ή και συναισθηματική αντιστροφή ρόλων, στην οποία το παιδί θυσιάζει τη δική του ανάγκη για προσοχή, ηθική στήριξη και καθοδήγηση με σκοπό να παρέχει φροντίδα και εξυπηρέτηση στις πρακτικές και συναισθηματικές ανάγκες του γονιού”.

Διάφορες κλινικές παρατηρήσεις έχουν δείξει ότι τα παιδιά γονεοποιούνται όταν οι γονείς έχουν ανεπίλυτα προβλήματα με τις δικές τους οικογένειες καταγωγής. Ιστορικά, η έννοια του γονεοποιημένου παιδιού επινοήθηκε από τον Minuchin και τους συνεργάτες του το 1967, αναφερόμενοι σε παιδιά που έχουν αναλάβει τη γονική μέριμνα στο σπίτι ως αποτέλεσμα οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών. Ωστόσο στη πορεία η έννοια εξελίχθηκε από τους Broszormenyi-Nagy και Spark το 1973, αναφέροντας τη γονεοποίηση ως μια διαδικασία που ορίζεται από τη προσδοκία από τη γονική φιγούρα που ένα παιδί θα ανταποκριθεί στο ρόλο των γονέων προς το οικογενειακό του σύστημα.

Τι θα μπορούσε να είναι αυτό σε επίπεδο καθημερινότητας; Ένα παιδί που αναλαμβάνει τη καθημερινή φροντίδα του μικρότερου αδερφού. Ένα άλλο παιδί που αναλαμβάνει τη συναισθηματική κάλυψη και φροντίδα του ενός γονέα που αντιμετωπίζει ζητήματα αλκοολισμού. Ένας γιος που «συμμαχεί» με τη μητέρα του απέναντι στις συγκρουσιακές σχέσεις με τον πατέρα και σύζυγο (αντιστοίχως). Ένα παιδί ωστόσο που έχει αναδειχθεί σε γονέας των γονέων του. Μπορεί να λειτουργεί ως «μαμά ή μπαμπάς» σε πρακτικά καθημερινά ζητήματα φροντίδας ενός γονέα ή των αδερφών του ή να λειτουργεί ως εξομολογητής, μεσάζοντας και ισορροπιστής σε συγκρουσιακά ζητήματα ολόκληρου του δικτύου της οικογένειας στο οποίο μεγάλωσε και επωμίστηκε αυτό το ρόλο.

Το παιδί αυτό μεγαλώνοντας, καταπιέζει τη παιδική του συναισθηματική ηλικία και μαθαίνει να κατανοεί και να μεριμνεί περισσότερο για ζητήματα άλλων παρά των δικών του συναισθηματικών αναγκών. Το παιδί «ξοδεύει εαυτό», για να είναι οι άλλοι καλά. Η συναισθηματική του ασφάλεια, πηγάζει από την αίσθηση ικανοποίησης που λαμβάνει όταν μπορεί να είναι εξυπηρετικός –ικανός και δύναται να φερθεί σαν –δυνατός-ενήλικας. Ένα τέτοιο παιδί εξυπηρετεί την ηρεμία και την ισορροπία του οικογενειακού συστήματος, αποφεύγοντας να εκφράσει αρνητικά συναισθήματα και ψυχικές ανάγκες, προκειμένου να μην προκαλέσει ένταση στις σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας. Είναι από αυτά τα παιδιά, που συχνά εργάζεται πολύ περισσότερο από όσο μπορεί και αντέχει.

Τι κρύβεται όμως πίσω από αυτό τον ψυχικό πόνο; Ο φόβος; Η απόρριψη; Ο φόβος του τι θα γίνει αν αποδειχτεί ή αν με ανακαλύψουν ότι τελικά δεν είμαι και τόσο δυνατός και παντοδύναμος για αυτούς; Τι θα σημαίνω γι αυτούς αν τελικά αποδεχτώ ότι δεν μπορώ ή δεν αντέχω πλέον; Τι ρόλο ή τι θέση θα έχω στην οικογένειά μου και τι στην οικογένεια που πλέον έχω ενδοβάλλει μέσα μου και τη βιώνω απέναντι στις στενές, διαπροσωπικές σχέσεις μου;” Ένας παρατεταμένος και μακροχρόνιος φόβος που καραδοκεί και στοιχειώνει την κάθε σχέση. Ένας φόβος που ωστόσο αξίζει κανείς να σπάσει, για να οδηγηθεί βαθμιαία στην ελευθερία του. Στην αναγνώριση αρχικά αυτού του ρόλου που δεν μπορεί να βαστάξει και στην σταδιακή αποδέσμευση από τα δεσμά ενός αιωνίου χρέους. Στην επαφή με το θλιμμένο παιδί που βρίσκεται στα έγκατα της ψυχής του και αποζητά να βγει και να παίξει.

Οι ενήλικες που υπήρξαν «γονεοποιημένα» παιδιά στις στενές διαπροσωπικές σχέσεις αναλαμβάνουν το ρόλο του σωτήρα ή αλλιώς (θα επιπρόσθετα) του «λευκού ιππότη». Συνάπτουν σχέσεις με άτομα που δεν μπορούν να τους παρέχουν συναισθηματική κάλυψη , φροντίδα και ίσως να χρειάζονται μονομερώς για τον εαυτό τους μη μπορώντας να τη καθρεφτίσουν και να την επιστρέψουν αντιστοίχως. Οι ενήλικες αυτοί επιλέγουν λοιπόν να συσχετίζονται με άτομα που τους φέρει η ευθύνη και η υποχρέωση και όχι η ισοτιμία , το συναισθηματικό «δούναι και λαβείν». Είναι και νιώθουν υποχρεωμένοι να είναι πάντα εκεί για τους άλλους λησμονώντας το ψυχικό βυθό που σιγοβράζει μέσα τους. Συνεπώς οδηγούνται σε εξαρτητικές σχέσεις , που συχνά οδηγούν στην ψυχική και συναισθηματική εξάντληση του γονεοποιημένου- πλέον ενήλικα. Στην αδιέξοδη προσπάθειά τους να βρουν το ψυχικό χώρο για να εκφράσουν το παιδικό κομμάτι που μακροχρόνια είναι εγκλωβισμένο και καταπιεσμένο, επιλέγουν εν τέλει τους αντίστοιχους ανθρώπους που θα παρατείνουν αυτό το ρόλο και δεν θα επιφέρουν λύτρωση.

Συνεπώς, η λύση στο αδιέξοδο έρχεται μέσα από τη συνειδητοποίηση της ανάγκης που νιώθουν για την αναζήτηση μιας συναισθηματικής «αγκαλιάς». Ίσως η επιλογή της ψυχοθεραπείας να αποτελεί μια πολύ γόνιμη σκέψη για όσους δεν καταφέρνουν να απεγκλωβιστούν από τον ρόλο του «παντοδύναμου σωτήρα» και μέσα από αυτό να βρεθεί το κατάλληλο πλαίσιο που θα αποτελέσει την απαρχή για τη βίωση μιας διορθωτικής συναισθηματικής εμπειρίας όπου θα τους οδηγήσει στην διεργασία και στην αντιμετώπιση βαθύτερων φόβων που οδηγούν στην συναισθηματική απομόνωση και εν τέλει θα δύνανται στο μέλλον να επιλέγουν ανθρώπους που θα μπορούν να βρίσκουν αποδοχή, κατανόηση και στήριξη.

Βαρεμάρα στις σχέσεις: Πολλούς απασχολεί... λίγοι τη συζητάνε!

Η βαρεμάρα που μπορεί κάποιος να νιώσει μέσα σε μια μακροχρόνια σχέση είναι ένα ζήτημα που ενώ απασχολεί πάρα πολύ κόσμο, λίγοι βρίσκουν το κουράγιο να το συζητήσουν. Οι περισσότεροι μάλιστα θεωρούν την ανία σαν ένα συναίσθημα μικρής σημασίας που απλά θα πρέπει με κάποιο τρόπο να καταπολεμηθεί. Η χαμηλή προτεραιότητα που δίνεται στο εν λόγω συναίσθημα οφείλεται πρωτίστως στο γεγονός ότι αποτελεί ένα «χαμηλών τόνων» συναίσθημα που δεν έχει (εμφανώς τουλάχιστον) ιδιαίτερα προβληματικές συνέπειες για τη σχέση (όπως πχ ο θυμός). Στην πραγματικότητα όμως, το συναίσθημα αυτό κουβαλάει ένα πολύ ιδιαίτερο μήνυμα: Το γεγονός ότι η κατάσταση την οποία βιώνουμε δεν έχει κάποιο νόημα και δεν μας προσφέρει οποιοδήποτε κέρδος. 
 
Οι περισσότεροι ψυχολόγοι συμφωνούν ότι η ανία μέσα σε μια σχέση είναι ένα συναίσθημα που θα πρέπει να μάθουμε να μεταφράζουμε. Αυτό που πρέπει πρώτα από όλα να ξεκαθαρίσει με τον εαυτό του ένα άτομο που νιώθει ότι η σχέση του έχει ρουτινιάσει είναι μήπως απλά βιώνει μια φάση αναπτυξιακής μετάβασης. Πριν καταδικάσετε μια σχέση σκεφτείτε μήπως αυτό που έχετε βαρεθεί δεν είναι η σχέση σας αλλά μια προηγούμενη φάση της ζωής σας που (ενώ αναπολείτε) έχετε πλέον ξεπεράσει. Μπορεί τα μπαρ, τα ξενύχτια και οι εκδρομές να ήταν πολύ συναρπαστικά στα 20 αλλά στα 30 να έχουν πλέον άλλα πράγματα σημασία για εσάς πέρα από την καλοπέραση και τη διασκέδασή σας. Παρότι μπορεί πλέον ούτε μόνοι σας, ούτε με άλλο ταίρι να είστε σε θέση να χαρείτε με τον τρόπο που χαιρόσασταν στο παρελθόν, οι εποχές των μεταβάσεων πάντα κουβαλάνε και μια αίσθηση απώλειας… 
 
Σε περίπτωση βέβαια που δεν είσαστε έτοιμοι, ούτε θέλετε να ξεπεράσετε αυτή τη φάση ίσως η βαρεμάρα να είναι ο καλύτερος τρόπος για να το κατανοήσετε. Αν δηλαδή νιώθετε ότι η ένταση, το πάθος, το παιχνίδι και η διαρκής επιβεβαίωση είναι για εσάς τα βασικά ζητούμενα από μια σχέση, ίσως θα ήταν καλή ιδέα να χωρίσετε. Κάτι τέτοιο είναι πολύ φυσικό να συμβαίνει ιδιαίτερα σε νεαρές ηλικίες που η “βαθιά” δέσμευση σε μια σχέση και το “προχώρημά της” δεν είναι ακόμα στην ατζέντα σας ή σε περίπτωση που παρά το ότι τα χρόνια έχουν περάσει δεν έχετε καταφέρει να πετύχετε την ωρίμανση που απαιτείται για μια σχέση μακροχρόνιας δέσμευσης.
 
Σε κάθε άλλη περίπτωση, η συμβουλή του ψυχολόγου, είναι να γίνει μια προσπάθεια εντοπισμού της ρίζα του προβλήματος. Μην αρκείστε στο να δίνετε στον εαυτό σας την στερεότυπη απάντηση ότι έχει περάσει ο καιρός και επήλθε κορεσμός και βαρεμάρα. Στην πραγματικότητα η βαρεμάρα είναι συχνά ένα ασφαλές προσωπείο πίσω από το οποίο κρύβονται απογοητεύσεις, θυμοί καθώς και σκέψεις ή συναισθήματα που θεωρείτε “απαγορευμένα” και προτιμάτε να στέλνετε απευθείας στο ασυνείδητό σας.
 
Το να επιλέγουμε να βλέπουμε το πρόβλημα εκτός του πλαισίου της υπόλοιπης σχέσης μας οδηγεί σε γενικεύσεις και στερεότυπες αντιλήψεις όπως πχ ότι «μετά τα δύο χρόνια το πάθος χάνεται», «όλοι βαριούνται μέσα σε μια μακροχρόνια σχέση» κλπ. Οι γενικεύσεις και οι δικαιολογίες είναι το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να αντιμετωπίσετε μιας και όχι μόνο θα σας οδηγήσουν σε αδιέξοδο αλλά παράλληλα θα χρησιμεύσουν σαν παραπέτασμα πίσω από το οποίο θα κρυφτούν οι πραγματικές δυσκολίες σας. 
 
Το να αποσπάσετε την προσοχή σας από αυτό που σας κάνει να βαριέστε (είτε «διασκεδάζοντας» απλά τον χρόνο σας εισάγοντας εξωγενείς παράγοντες στη σχέση σας – από έξτρα επαγγελματικές δραστηριότητες, χόμπι και παρέες μέχρι και μια παράλληλη σχέση) μπορεί να σας δώσει μια πρόσκαιρη ικανοποίηση αλλά συγχρόνως θα σας εμποδίσει από το να ανακαλύψετε τι ακριβώς είναι αυτό που σας ενοχλεί κι έχει σταματήσει την περεταίρω ανάπτυξη της σχέσης μας. Εστιάστε λοιπόν στα συναισθήματά σας, διερευνήστε τις διάφορες διαστάσεις της σχέσης σας, επικοινωνήστε με το σύντροφό σας όσο πιο καλοπροαίρετα μπορείτε και μην αποπροσανατολίζεστε. Η βαρεμάρα έχει κάτι να σας πει. Ακούστε την προσεκτικά!

Αιμοστατική συσκευή που χρησιμοποιεί ο αμερικάνικος στρατός κλείνει πληγές μέσα σε 20 δεύτερα!

aimostattikkk2Ο τομέας της υγείας διαρκώς εξελίσσεται και βγαίνουν στην κυκλοφορία διάφορα εργαλεία που μπορούν να σώσουν ζωές.

 Το εργαλείο που ονομάζεται Xstat και για ενάμιση χρόνο περίπου χρησιμοποιείται από τον Αμερικάνικο στρατό για να κλείνει πληγές από σφαίρες και οβίδες σε πεδία μαχών.

Πλέον όμως θα αρχίσει να διατίθεται και στους πολίτες έτσι ώστε να μπορούν να σώζονται ζωές ακόμα και μέσα στο σπίτι. Η εταιρεία RevMedx έχει σχεδιάσει το συγκεκριμένο εργαλείο και πρόκειται να βγει στο εμπόριο μετά το πράσινο φως που έδωσε μόλις η Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA).

Έχει σχήμα σύριγγας και πρόκειται για αιμοστατική συσκευή η οποία εισέρχεται σε μεγάλης έκτασης ή βάθους πληγή που έχει προκαλέσει σφαίρα ή αιχμηρό αντικείμενο, και με την πίεση του αντίχειρα απελευθερώνει εντός της, 92 σπογγίδια τα οποία ερχόμενα σε επαφή με το αίμα διαστέλλονται και σταματούν την αιμορραγία μέσα σε 20 δευτερόλεπτα. aimostatikhhh3

Έχει τη δυνατότητα να απορροφά μισό λίτρο αίμα ενώ σε μεγάλα τραύματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν έως τρεις σύριγγες XStat.

Μακρινά κβάζαρ θα μπορούσαν να είναι η σπίθα που ανάβει έναν γαλαξία

jets from black holes
<Αυτή η καλλιτεχνική εικόνα δείχνει πώς πίδακες που εκτοξεύονται μακριά από υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες θα μπορούσαν να σχηματίσουν γαλαξίες, πράγμα που εξηγεί γιατί η μάζα των μαύρων οπών είναι μεγαλύτερες σε γαλαξίες που περιέχουν περισσότερα αστέρια.
 
Ποιό ήρθε πρώτο, οι υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες που καταβροχθίζουν μανιωδώς την ύλη ή οι τεράστιοι γαλαξίες όπου διαμένουν; Ένα ολοκαίνουργιο σενάριο προέκυψε από ένα πρόσφατο σύνολο αξιοσημείωτων παρατηρήσεων μιας μαύρης τρύπας (κβάζαρ)που δεν έχει όμως ‘σπίτι’ δηλαδή γαλαξία να την φιλοξενήσει: έτσι η μαύρη τρύπα μπορεί να είναι ο "οικοδόμος" των γαλαξιών που την φιλοξενεί. Γεγονός που μπορεί να αντιπροσωπεύει την λύση ενός μακροχρόνιου προβλήματος, την κατανόηση του γιατί η μάζα των μαύρων οπών είναι μεγαλύτερη σε γαλαξίες που περιέχουν περισσότερα αστέρια.
“Τη συνήθη ερώτηση του αν η κότα ή το αυγό ήρθε πρώτο θυμίζει και η ερώτηση για το αν ένας γαλαξίας ή μια μαύρη τρύπα ξεκίνησε πρώτα, η οποία είναι ένα από τα πλέον πολυσυζητημένα θέματα στην αστροφυσική σήμερα," λέει ο επικεφαλής της έρευνας David Elbaz. “Η μελέτη μας δείχνει ότι οι υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες μπορούν να προκαλέσουν το σχηματισμό των άστρων, κι έτσι κτίζουν τον δικό τους γαλαξία που τις φιλοξενεί”. 
Ο David Elbaz υποστηρίζει πως τα αστέρια πιθανότατα δεν σχηματίζονται με αυτόν τον τρόπο στην γειτονική μας περιοχή, όπου βρίσκονται παλιοί γαλαξίες και σχεδόν κανένα κβάζαρ. Όμως αυτός ο τρόπος θα μπορούσε να έχει σημαντικό αντίκτυπο στον σχηματισμό των γαλαξιών στις απαρχές του χρόνους, περίπου 10 δισεκατομμύρια έτη πριν, όταν γεννήθηκαν οι περισσότεροι γαλαξίες και τα κβάζαρ ήταν πολύ πιο συνηθισμένα εκείνη την εποχή.
Για να καταλήξουν σε ένα τέτοιο εξαιρετικό συμπέρασμα, η ομάδα των αστρονόμων διεξήγαγε εκτεταμένες παρατηρήσεις σε ένα περίεργο αντικείμενο, το κοντινό κβάζαρ HE0450-2958, που είναι το μόνο στον οποίο δεν έχει ανιχνευτεί ακόμα κανένας γαλαξίας που τον φιλοξενεί. Το κβάζαρ HE0450-2958 βρίσκεται περίπου 5 δισεκατομμύρια έτη φωτός μακριά μας και στην πραγματικότητα είναι μια τρομακτικά μεγάλη μαύρη τρύπα που εκπέμπει τεράστιες ποσότητες ενέργειας στο σύμπαν
Μέχρι τώρα, θεωρούσαν ότι ο γαλαξία υποδοχής του κβάζαρ ήταν κρυμμένος πίσω από μεγάλες ποσότητες σκόνης, και γι αυτό οι αστρονόμοι χρησιμοποίησαν ένα όργανο στις υπέρυθρες ακτίνες του Πολύ Μεγάλου Τηλεσκόπιου (VLT) της ESO για τις παρατηρήσεις τους. Σε τέτοια μήκη κύματος, τα σύννεφα της σκόνης λάμπουν πολύ ζωηρά, και έτσι εντοπίζονται εύκολα. "Η παρατήρηση σε αυτά τα μήκη κύματος θα μας επιτρέψει να εντοπίσουμε τη σκόνη, που μπορεί να κρύβει τον γαλαξία υποδοχής", λέει ο Knud Jahnke, ο οποίος ηγήθηκε των παρατηρήσεων που διενεργήθηκαν στο VLT. "Ωστόσο, δεν βρήκαμε κανένα τέτοιο γαλαξία. Αντίθετα, διαπιστώσαμε ότι ένας φαινομενικά άσχετος γαλαξίας στην άμεση γειτονιά του κβάζαρ παράγει αστέρια σε ένα ξέφρενο ρυθμό."
Έτσι, οι παρατηρήσεις αυτές μας έχουν δώσει μια εκπληκτική νέα άποψη για το σύστημα. Ενώ κανένα ίχνος από αστέρια έχει αποκαλυφθεί γύρω από τη μαύρη τρύπα, ο συνοδός του γαλαξίας είναι εξαιρετικά πλούσιος σε φωτεινά και πολύ νεαρά αστέρια. Είναι αστέρια που σχηματίζονται με ρυθμό ίσο με περίπου 350 ήλιους ετησίως, εκατό φορές περισσότερο από τους ρυθμούς για τυπικούς γαλαξίες στο τοπικό μας Σύμπαν.
 
blackholecaught<Σύνθετη έγχρωμη εικόνα του ιδιόμορφου αντικειμένου, το γειτονικό HE0450-2958, που είναι το μόνο για το οποίο δεν έχει εντοπιστεί ο γαλαξίας που ανήκει. Μια ομάδα αστρονόμων έχει αναγνωρίσει ότι οι πίδακες μιας μαύρης τρύπας μπορεί να είναι οι πιθανές αιτίες του σχηματισμού των γαλαξιών.
 
Προηγούμενες παρατηρήσεις είχαν δείξει ότι ο συνοδός γαλαξίας, στην πραγματικότητα, πυροβολείται: το κβάζαρ εκτοξεύει έναν πίδακα με πολύ ενεργητικά σωματίδια προς το συνοδό του γαλαξία, συνοδευόμενος από ένα γρήγορα κινούμενου ρεύματος αερίου. Η εισφορά της ύλης και της ενέργειας στον γαλαξία δείχνει ότι το ίδιο το κβάζαρ θα μπορούσε να ωθήσει τον σχηματισμό των άστρων, δημιουργώντας έτσι τον δικό του γαλαξία υποδοχής. Σε ένα τέτοιο σενάριο, οι γαλαξίες θα έχουν εξελιχθεί από νέφη αερίου που επλήγησαν από τους πίδακες που εκτοξεύονται από τα κβάζαρ .
"Τα δύο αντικείμενα θα συγχωνευτούν στο μέλλον: το κβάζαρ κινείται με μια ταχύτητα, κατ’ εκτίμηση, δεκάδες μόνο χιλιάδες χιλιόμετρα την ώρα προς τον συνοδό γαλαξία, ενώ απέχουν  μόνο 22 000 έτη φωτός," λέει ο Elbaz. "Παρά το γεγονός ότι το κβάζαρ εξακολουθεί να είναι τώρα γυμνό, τελικά θα “ντυθεί” όταν θα συγχωνευτεί με το συνοδό γαλαξία που είναι πλούσιο σε άστρα. Στη συνέχεια, το κβάζαρ θα βρίσκεται μέσα σε ένα γαλαξία όπως και όλα τα άλλα κβάζαρ."
Ως εκ τούτου, η ομάδα των αστρονόμων έχει εντοπίσει πίδακες από μαύρη τρύπα ως πιθανού ‘οδηγού’ για τον σχηματισμό των γαλαξιών,
"Μια φυσική προέκταση της δουλειάς μας είναι να ψάξουμε για παρόμοια αντικείμενα σε άλλα συστήματα," λέει ο Jahnke.