Παρασκευή 6 Αυγούστου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ (176-253)

ΧΟ. οὔ τοι μήποτέ σ᾽ ἐκ τῶνδ᾽ ἑδράνων, ὦ [στρ. β]
γέρον, ἄκοντά τις ἄξει.
ΟΙ. ἔτ᾽ οὖν; ΧΟ. ἔτι βαῖνε πόρσω.
180 ΟΙ. ἔτι; ΧΟ. προβίβαζε, κούρα,
πόρσω· σὺ γὰρ ἀίεις.
ΑΝ. ‹. . .›
ΟΙ. ‹. . .›
ΑΝ. ‹. . .›
ἕπεο μάν, ἕπε᾽ ὧδ᾽ ἀμαυ-
ρῷ κώλῳ, πάτερ, ᾇ σ᾽ ἄγω.
ΟΙ. ‹. . .›
ΧΟ. τόλμα ξεῖνος ἐπὶ ξένης,
185 ὦ τλάμων, ὅ τι καὶ πόλις
τέτροφεν ἄφιλον ἀποστυγεῖν
καὶ τὸ φίλον σέβεσθαι.

ΟΙ. ἄγε νυν σύ με, παῖ,
ἵν᾽ ἂν εὐσεβίας ἐπιβαίνοντες
190 τὸ μὲν εἴποιμεν, τὸ δ᾽ ἀκούσαιμεν,
καὶ μὴ χρείᾳ πολεμῶμεν.

ΧΟ. αὐτοῦ· μηκέτι τοῦδ᾽ αὐτοπέτρου βή- [αντ. β]
ματος ἔξω πόδα κλίνῃς.
ΟΙ. οὕτως; ΧΟ. ἅλις, ὡς ἀκούεις.
195 ΟΙ. ἦ ἑσθῶ; ΧΟ. λέχριός γ᾽ ἐπ᾽ ἄκρου
λάου βραχὺς ὀκλάσας.
ΑΝ. πάτερ, ἐμὸν τόδ᾽· ἐν ἡσύχῳ …
ΟΙ. ἰώ μοί μοι …
ΑΝ. βάσει βάσιν ἅρμοσαι,
200 γεραὸν ἐς χέρα σῶμα σὸν
προκλίνας φιλίαν ἐμάν.
ΟΙ. ὤμοι δύσφρονος ἄτας.
ΧΟ. ὦ τλάμων, ὅτε νῦν χαλᾷς,
αὔδασον· τίς ἔφυς βροτῶν;
205 τίς ὁ πολύπονος ἄγῃ; τίν᾽ ἂν
σοῦ πατρίδ᾽ ἐκπυθοίμαν;

ΟΙ. ὦ ξένοι, ἀπόπτολις· ἀλλὰ μὴ … [επωδ.]
ΧΟ. τί τόδ᾽ ἀπεννέπεις, γέρον;
210 ΟΙ. μή, μή μ᾽ ἀνέρῃ τίς εἰμι,
μηδ᾽ ἐξετάσῃς πέρα ματεύων.
ΧΟ. τί τόδ᾽; ΟΙ. αἰνὰ φύσις. ΧΟ. αὔδα.
ΟΙ. τέκνον, ὤμοι, τί γεγώνω;
ΧΟ. τίνος εἶ σπέρματος, ‹ὦ›
215 ξένε, φώνει, πατρόθεν;
ΟΙ. ὤμοι ἐγώ, τί πάθω, τέκνον ἐμόν;
ΑΝ. λέγ᾽, ἐπείπερ ἐπ᾽ ἔσχατα βαίνεις.
ΟΙ. ἀλλ᾽ ἐρῶ· οὐ γὰρ ἔχω κατακρυφάν.
ΧΟ. μακρὰ μέλλετέ γ᾽· ἀλλὰ τάχυνε.
220 ΟΙ. Λαΐου ἴστε τιν᾽ ‹ὄντ᾽› ἀπόγονον; ΧΟ. ἰού.
ΟΙ. τό τε Λαβδακιδᾶν γένος; ΧΟ. ὦ Ζεῦ.
ΟΙ. ἄθλιον Οἰδιπόδαν; ΧΟ. σὺ γὰρ ὅδ᾽ εἶ;
ΟΙ. δέος ἴσχετε μηδέν, ὅσ᾽ αὐδῶ.
ΧΟ. ἰώ, ὢ ὤ. ΟΙ. δύσμορος. ΧΟ. ὢ ὤ.
225 ΟΙ. θύγατερ, τί ποτ᾽ αὐτίκα κύρσει;
ΧΟ. ἔξω πόρσω βαίνετε χώρας.
ΟΙ. ἃ δ᾽ ὑπέσχεο ποῖ καταθήσεις;
ΧΟ. οὐδενὶ μοιριδία τίσις ἔρχεται
230 ὧν προπάθῃ τὸ τίνειν· ἀπάτα δ᾽ ἀπά-
ταις ἑτέραις ἑτέρα παραβαλλομέ-
να πόνον, οὐ χάριν, ἀντιδίδωσιν ἔ-
χειν. σὺ δὲ τῶνδ᾽ ἑδράνων πάλιν ἔκτοπος
αὖθις ἄφορμος ἐμᾶς χθονὸς ἔκθορε,
235 μή τι πέρα χρέος
ἐμᾷ πόλει προσάψῃς.

ΑΝ. ὦ ξένοι αἰδόφρονες,
ἀλλ᾽ ἐπεὶ γεραὸν πατέρα
τόνδ᾽ ἐμὸν οὐκ ἀνέτλατ᾽ ἔργων
240 ἀκόντων ἀίοντες αὐδάν,
ἀλλ᾽ ἐμὲ τὰν μελέαν, ἱκετεύομεν,
ὦ ξένοι, οἰκτίραθ᾽, ἃ
πατρὸς ὑπὲρ τοὐμοῦ ‹. . .› ἄντομαι,
ἄντομαι οὐκ ἀλαοῖς προσορωμένα
245 ὄμμα σὸν ὄμμασιν, ὥς τις ἀφ᾽ αἵματος
ὑμετέρου προφανεῖσα, τὸν ἄθλιον
αἰδοῦς κῦρσαι· ἐν ὔμμι γὰρ ὡς θεῷ
κείμεθα τλάμονες· ἀλλ᾽ ἴτε, νεύσατε
τὰν ἀδόκητον χάριν,
250 πρός σ᾽ ὅ τι σοι φίλον ἐκ σέθεν ἄντομαι,
ἢ τέκνον ἢ λέχος ἢ χρέος ἢ θεός.
οὐ γὰρ ἴδοις ἂν ἀθρῶν βροτὸν ὅστις ἄν,
εἰ θεὸς ἄγοι,
ἐκφυγεῖν δύναιτο.

***
ΧΟ. Γέροντα, να ᾽σαι σίγουρος, χωρίς τη θέλησή σου,
κανείς δεν πρόκειται να σε κουνήσει
απ᾽ αυτά τα μέρη.
180 ΟΙ. Να προχωρήσω κι άλλο; ΧΟ. Ακόμη λίγο, πιο μπροστά.
ΟΙ. Τόσο σου φτάνει; ΧΟ. Κόρη, εσύ που ακούς και βλέπεις,
οδήγησέ τον προς τα μπρος.
ΑΝ. Συμβάδιζε, πατέρα, βάδιζε μαζί μου
με το τυφλό σου πόδι, όπου σε πάω εγώ.
ΧΟ. Τόλμησε, δύστυχε, ξένος σε ξένη χώρα,
185 ό,τι στην πόλη αφίλητο φουντώνει, κι εσύ να το μισείς,
το φιλικό της όμως να το σέβεσαι.
ΟΙ. Κόρη μου, οδηγός μου γίνε, όπου
το χώμα της ευσέβειας πατώντας πια,
190 και θα μιλάμε και θ᾽ ακούμε,
χωρίς να πολεμάμε την ανάγκη.

ΧΟ. Στάσου. Και μην απλώσεις πόδι
έξω απ᾽ το βάθρο, στον βράχο φυτρωμένο.
ΟΙ. Έτσι; ΧΟ. Αρκεί, όπως ακούς.
195 ΟΙ. Μπορώ και να καθίσω; ΧΟ. Λοξά στην άκρη αυτής
της πέτρας, λυγίζοντας λίγο τα γόνατα.
ΑΝ. Άσε, πατέρα, το έργο αυτό δικό μου. Ήρεμα τώρα —
ΟΙ. ιώ, ιώ.
ΑΝ. το βήμα σου στο βήμα μου συνάρμοσε,
200 στηρίζοντας το γέρικο κορμί σου
στο φιλικό μου χέρι.
ΟΙ. Ω τύφλα μου καταραμένη.
ΧΟ. Ταλαίπωρε, τώρα που πια χαλάρωσες,
μίλα, ποιά είναι η φύτρα σου;
205 ποιός είσαι, που πολύπαθος τραβιέσαι;
ποιά η πατρίδα σου; θέλω να μάθω.

ΟΙ. Εξορισμένος, ξένε, αλλά μη —
ΧΟ. Γιατί το αρνείσαι, γέρο;
210 ΟΙ. μη, μη, μη με ρωτάς ποιός είμαι,
μην ψάχνεις να μάθεις περισσότερα.
ΧΟ. Και πώς αυτό; ΟΙ. Φύτρα φριχτή. ΧΟ. Μίλα.
ΟΙ. Παιδί μου, αλίμονο, τί πρέπει να φωνάξω;
ΧΟ. Ποιανού είσαι σπόρος; πες
215 ποιός είναι, ξένε, ο πατέρας σου.
ΟΙ. Αλίμονό μου, κόρη, τί μου μέλλεται;
ΑΝ. Μίλα, γιατί έχεις φτάσει πια στην άκρη.
ΟΙ. Ναι, θα μιλήσω, αφού δεν έχω πια
πώς να κρυφτώ.
ΧΟ. Μην το τραβάτε κι άλλο, μίλα.
220 ΟΙ. Του Λάιου γνωρίζετε κάποιον απόγονο; ΧΟ. Ιού.
ΟΙ. Και των Λαβδακιδών το γένος; ΧΟ. Δία!
ΟΙ. Και τον πανάθλιο Οιδίποδα; ΧΟ. Είσαι αυτός εσύ;
ΟΙ. Μ᾽ αυτά που λέω, μη σας πιάνει πανικός.
ΧΟ. Ιώ, ιώ. ΟΙ. Εγώ ο δύσμοιρος. ΧΟ. Ιώ, ιώ.
225 ΟΙ. Κόρη μου, τώρα τί θα γίνει;
ΧΟ. Έξω αποδώ, τραβάτε, από τη χώρα μας μακριά.
ΟΙ. Κι όσα υποσχέθηκες; Πώς θα τα ξεπληρώσεις;
ΧΟ. Η εκδίκηση της μοίρας κανέναν δεν τον πιάνει,
230 αν πρώτος αυτός αδικηθεί. Κι όταν η απάτη αντικρίζεται
μ᾽ άλλες απάτες, έχει τον πόνο αντίδοτο,
όχι τη χάρη. Γι᾽ αυτό κι εσύ σήκω αποδώ,
γρήγορα πάρε πόδι από τη χώρα μου,
235 και δρόμο. Μήπως την πόλη μου μολύνει
παραπανίσιο μίασμα.
ΑΝ. Ω ξένοι πονόψυχοι, αν
τον τίμιο γέρο, τον πατέρα μου, δεν ανεχτήκατε
240 ακούγοντας την άθλια φήμη του, έργα ωστόσο ακούσια,
εμένα λέω την έρημη, ξένοι, παρακαλώ, εμένα
λυπηθείτε, για χάρη του πατέρα μου στα γόνατα
προσπέφτω, με μάτια όχι τυφλά εγώ σας ικετεύω,
245 το βλέμμα μου στο βλέμμα σας προσβλέποντας, σαν να ᾽μουν
αίμα σας, συμπάθεια δείξτε στον πανάθλιο, γιατί
από σας κρεμόμαστε, σάμπως από θεό, οι ταλαίπωροι,
ελάτε τώρα, πείτε ναι στη χάρη την ανέλπιστη,
250 σ᾽ ό,τι δικό σου έχεις σ᾽ εξορκίζω κι αγαπάς,
παιδί, γυναίκα, θησαυρό, θεό, γιατί
όπου κι αν ψάξεις γύρω, δεν θα βρεις
θνητό που, αν κάποιος θεός τον κατατρέχει,
μπόρεσε να γλιτώσει.

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια, 5. Εξωτερική αφήγηση και εσωτερικές διηγήσεις

5. Εξωτερική αφήγηση και εσωτερικές διηγήσεις


Ο αφηγηματικός χαρακτήρας των ομηρικών επών προϋποθέτει, όπως κάθε αφηγηματικό έργο, έναν εξωτερικό αφηγητή, τον ποιητή, ο οποίος αποφασίζει και ρυθμίζει απαρχής μέχρι τέλους τον μύθο και την πλοκή της αφήγησης. Στην περίπτωση των ομηρικών επών ο εξωτερικός αφηγητής δεν αποτελεί δραστήριο πρόσωπο της αφήγησης, δεν αποκαλύπτει καν, όπως είπαμε, την προσωπική του ταυτότητα, όπως συμβαίνει σε μεταγενέστερα έργα. Παρά ταύτα, και εδώ ο εξωτερικός αφηγητής παραμένει, αφανής έστω, κυρίαρχος του έργου του. Η κυριαρχία του δηλώνεται καταρχήν σε επίπεδο σύνταξης. Καθώς στο σύνολό της η αφήγηση συντάσσεται σε τρίτο πρόσωπο, ο λόγος κρέμεται συνεχώς από το χέρι του εξωτερικού αφηγητή που διηγείται την επική ιστορία του.

Σ᾽ αυτό τον συντακτικό κανόνα, τον οποίο επιβάλλει ο ποιητής με την ιδιότητα του εξωτερικού αφηγητή, υπακούουν όχι μόνον οι αφηγημένες πράξεις των ηρώων αλλά και τα λόγια τους: μονόλογοι, διάλογοι, ένθετες διηγήσεις. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ο λόγος των ποιητικών προσώπων, ακόμη και όταν μπαίνει σε εισαγωγικά, περιβάλλεται από μια τριτοπρόσωπη πρόταση, η οποία λέει ποιος σε ποιον μιλά, ποιος σε ποιον αποκρίνεται. Με άλλα λόγια: ο λόγος των ποιητικών προσώπων δεν αυτονομείται, αλλά εξαρτάται και ελέγχεται από τον τριτοπρόσωπο λόγο του εξωτερικού αφηγητή. Ας πούμε ότι ο εξωτερικός αφηγητής με την τριτοπρόσωπη σύνταξη σχηματίζει και ορίζει το γήπεδο μέσα στο οποίο διεξάγεται ο αγώνας της αφήγησης, με τη δική του πάντα διαιτησία.

Εδώ ενδιαφέρουν κυρίως οι ένθετες διηγήσεις, οι οποίες, για λόγους αντιστοιχίας, ονομάζονται «εσωτερικές διηγήσεις» και εκείνοι που τις εκφέρουν «εσωτερικοί διηγητές». Οι εσωτερικές αυτές διηγήσεις συζητούνται διεξοδικότερα σε τούτο το κεφάλαιο ως προς το περιεχόμενο, τη μορφή, τη λειτουργία και τις αμοιβαίες τους σχέσεις. Αναπαριστούν την εξωτερική αφήγηση και τις αφηγηματικές της συνθήκες, στον βαθμό που μιμούνται μέσα στο έπος το αφηγηματικό έργο του ποιητή και αποκαλύπτουν τον μηχανισμό της αφηγηματικής τέχνης και τεχνικής. Κάτι περισσότερο: σε κομβικά σημεία του έπους (κάτι τέτοιο συμβαίνει πράγματι στην Οδύσσεια), μέσω των εσωτερικών διηγήσεων διασταυρώνονται και αναγνωρίζονται μεταξύ τους αόρατος ο εξωτερικός και ορατός ο εσωτερικός αφηγητής. Το αφηγηματικό ποίημα τότε μοιάζει με ανοιχτό ρολόι που μας επιτρέπει να δούμε πώς δουλεύει.

Χρησιμοποιώντας με αυστηρότητα τον όρο «εσωτερική διήγηση», θα πρέπει να συμφωνήσουμε πότε και πού ισχύει ακέραιος αυτός ο τύπος. Το ένα διακριτικό του στοιχείο είναι ο αναδρομικός τρόπος του. Αυτός δηλαδή που επιχειρεί μέσα στην κανονική ροή της εξωτερικής αφήγησης να εντάξει μια παλαιότερη ιστορία, οπισθοχωρεί σ᾽ έναν προηγούμενο χρόνο από τον χρόνο της εξωτερικής αφήγησης. Έτσι, το αφηγηματικό παρελθόν διαβαθμίζεται σε κοντινό και μακρινό, σε άμεσο και έμμεσο. Τελικά το ένα παρελθόν (το κοντινό και άμεσο) υποχωρεί προσωρινά στο άλλο (στο μακρινό και έμμεσο) και συγχρόνως το υποδέχεται. Πρόκειται για την αφηγηματική τεχνική που την ονομάσαμε ήδη εγκιβωτισμό.

Δεύτερος χαρακτήρας που διακρίνει την εσωτερική διήγηση από την εξωτερική αφήγηση είναι ο διαφορετικός προορισμός της. Ενώ δηλαδή η εξωτερική αφήγηση προορίζεται για τον πραγματικό κάθε φορά ακροατή ή αναγνώστη του έπους (τον ονομάζουμε και αυτόν «εξωτερικό ακροατή»), η εσωτερική διήγηση προσφέρεται καταρχήν στους εσωτερικούς ακροατές του έπους. Έτσι, οι «Μεγάλοι Απόλογοι» του Οδυσσέα, η εκτενέστερη και σημαντικότερη εσωτερική διήγηση της Οδύσσειας, προορίζεται για τον Αλκίνοο που την προκάλεσε και για τους Φαίακες που παρίστανται, την προσλαμβάνουν και την απολαμβάνουν. Οπότε ο εξωτερικός ακροατής παίζει λίγο πολύ ρόλο ωτακουστή. Πρόκειται επομένως για αφηγηματικό ελιγμό που δίνει προτεραιότητα στα φανταστικά πρόσωπα της επικής ποίησης· μέσω αυτών ακούν τις εσωτερικές διηγήσεις οι εξωτερικοί ακροατές. Εκτός και αν ανταλλάξουν τον ρόλο τους με τους εσωτερικούς ακροατές· αν φανταστούν δηλαδή ότι συμμετέχουν και αυτοί στο φανταστικό ακροατήριο του επικού ποιήματος. Από την άποψη αυτή οι εσωτερικές διηγήσεις, με τις τόσο ιδιόρρυθμες συνθήκες τους, ερεθίζουν τη φαντασία περισσότερο από την εξωτερική αφήγηση, στον βαθμό που ευνοούν τη μερική έστω ταύτιση του εξωτερικού ακροατή με τα ποιητικά πρόσωπα.

Το τρίτο χαρακτηριστικό της εσωτερικής διήγησης αναγνωρίζεται στον αναμνηστικό και απολογιστικό της τρόπο. Ο εσωτερικός διηγητής, που επιχειρεί μια αναδρομική εσωτερική διήγηση, παροτρύνεται από κάποιον, ή από κάποιους, να θυμηθεί σημαντικά περιστατικά (ένδοξα ή οδυνηρά) της προηγούμενης ζωής του (της δικής του και των συντρόφων του) και να δώσει λόγο γι᾽ αυτά, εν είδει απολογισμού. Γι᾽ αυτό οι εσωτερικές διηγήσεις του Οδυσσέα στην Οδύσσεια ονομάστηκαν, ήδη στην αρχαιότητα, «Απόλογοι».

Ιδιοσυγκρασίες

Σύμφωνα με τον Arlo Wally Minto, υπάρχουν αντίθετα ζευγάρια ιδιοσυγκρασιών τα οποία παρατηρούμε - σε διαφορετική ένταση- τόσο εντός του εαυτού μας όσο και στους άλλους.
  • Ο φλύαρος και ο σιωπηλός.
  • Ο ενεργητικός και ο αντιδραστικός.
  • Ο πολύ ευαίσθητος στον πόνο και ο ελάχιστα ευαίσθητος στον πόνο.
  • Ο κοινωνικός και ο μοναχικός.
  • Ο ημερήσιος και ο νυχτερινός τύπος.
  • Ο τελειομανής και ο μη τελειομανής.
  • Ο υπέρ και ο κατά του αγγίσματος.
  • Ο αργός και ο γρήγορος.
Αντί όμως να βλέπει τις ιδιοσυγκρασίες ως αντιθετικά ζεύγη, ο συγγραφέας τις αντιμετωπίζει περισσότερο ως ένα φάσμα (όπως το φάσμα των χρωμάτων), που εκτείνεται ανάμεσα σε δύο άκρα και ενδιάμεσα περιλαμβάνει όλες τις δυνατές διαβαθμίσεις.

Ιδιοσυγκρασιακό φάσμα

Κατά συνέπεια, δεν υπάρχουν μόνο ακατάσχετα φλύαροι από τη μια πλευρά και απόλυτα σιωπηλοί από την άλλη. Μεταξύ των δυο αυτών άκρων υπάρχουν άνθρωποι λιγότερο ή περισσότερο ομιλητικοί και λιγότερο ή περισσότερο σιωπηλοί. Οι πιο πολλοί από εμάς τοποθετούμαστε κάπου ανάμεσα στα δύο άκρα, τα οποία στην πραγματικότητα αντιπροσωπεύουν ελάχιστα άτομα.

Ποιο είναι το ενδιαφέρον αυτού του τρόπου παρουσίασης;

Αν τοποθετούμε στο μέσο ενός ιδιοσυγκρασιακού φάσματος (δηλαδή δεν είμαι ούτε ιδιαίτερα φλύαρος ούτε ιδιαίτερα σιωπηλός, αλλά είμαι αυτό που λέμε «φυσιολογικός» ή «μέσος όρος»), καταφέρνω γενικά να συνεννοούμαι και με τα δύο άκρα αυτής της ιδιοσυγκρασίας: με τους ανθρώπους που είναι πολύ σιωπηλοί και με αυτούς που είναι πολύ φλύαροι.

Αν πάλι τοποθετούμαι σε ένα από τα άκρα ενός φάσματος (π.χ. είμαι πολύ γρήγορος, πολύ τελειομανής, πολύ αντιδραστικός κ.λπ.), τότε θα μου είναι πολύ δύσκολο να κατανοήσω όσους βρίσκονται στο αντίθετο από το δικό μου άκρο και κατ' επέκταση να συνεννοηθώ μαζί τους! Αν είμαι γρήγορος, θα κάνω αυστηρή κριτική σε εκείνους που θα κρίνω ως ιδιαίτερα αργούς σε σχέση με τον δικό μου ρυθμό.

Αν έχω έντονη την τάση να αγγίζω τους ανθρώπους και να επιθυμώ τη σωματική επαφή, τότε θα κρίνω ως «σεμνότυφους» και «ψυχρούς» όσους δεν επιθυμούν μια τέτοια επαφή και είναι «κατά του αγγίγματος». Αλλά και αυτοί που βρίσκονται στο αντίθετο άκρο του φάσματος θα κάνουν το ίδιο απέναντί μου! Δεν θα καταλαβαίνουν ότι μπορώ να είμαι έτσι όπως είμαι, δηλαδή ριζικά διαφορετικός από αυτούς.

Εξάλλου, κι εγώ θα ασκώ κριτική στον εαυτό μου: θα έπρεπε να είμαι λιγότερο φλύαρος/η, θα έπρεπε να αναζητώ λιγότερο τη σωματική επαφή με τους άλλους, θα έπρεπε να είμαι πιο γρήγορος/η και πάει λέγοντας. Αλλά γιατί πρέπει να είμαστε όλοι ίδιοι; Γιατί δεν εκτιμούμε την ανθρώπινη ποικιλότητα;

Ανθρώπινη ποικιλομορφία

Όταν καταλαβαίνω ότι είμαι έτοιμος να διατυπώσω μια κριτική που προέρχεται από τη σύγκριση του άλλου με αυτό που είμαι εγώ, λέω συχνά στον εαυτό μου: «Έλα τώρα! Φαντάσου τη Γη να κατοικείται από ανθρώπους που είναι όλοι σαν κι εσένα!» Θα μπορούσε να είναι καθησυχαστικό στην αρχή, αλλά τελικά θα βαριόμασταν μέχρι θανάτου! Ακόμα χειρότερα: Κι αν όλα ήταν ουδέτερα; Αν όλοι οι άνθρωποι ήταν «φυσιολογικοί», δηλαδή μέτριοι, ουδέτεροι, αποστειρωμένοι και ακρωτηριασμένοι; Δεν θα υπήρχε καμία απολύτως διαφορά! Όλα θα ήταν εντελώς ανούσια!

Ευτυχώς που υπάρχουν άνθρωποι διαφορετικών ειδών, με πολλές διαφορές -στην ευαισθησία, την ταχύτητα, τον τρόπο σχετίζεσθαι, την ευφυΐα κ.λπ. Χρειαζόμαστε αυτή την ποικιλομορφία στην κοινωνία μας για να μπορούμε να ανταποκρινόμαστε σε όλα τα είδη των καταστάσεων, των προτιμήσεων, των απαιτήσεων του εκάστοτε περιβάλλοντος, επαγγέλματος, εποχής κ.λπ. Η ύπαρξη μιας τέτοιας ποικιλομορφίας δεν είναι ούτε συμπτωματική ούτε τυχαία, είναι μια αναγκαιότητα, και -παρόλο που είναι πιο δύσκολο να το εκτιμήσουμε- αποτελεί ευλογία.

Αν κατανοήσουμε αυτό το φάσμα των ιδιοσυγκρασιών, θα μας είναι ευκολότερο να αποδεχθούμε τόσο τον εαυτό μας έτσι όπως είναι, όσο και τους άλλους με τις ιδιαιτερότητες και τη διαφορετικότητά τους. Ο ίδιος ο όρος «φάσμα» λέει πολλά. Γιατί ποιος θα ήθελε να εξαφανίσει το κόκκινο ή το μοβ χρώμα με το πρόσχημα ότι αποτελούν τα δύο άκρα του χρωματικού φάσματος;

Τρόποι έκφρασης αγάπης

Υπάρχει ένας τομέας στον οποίο η κατανόηση της ύπαρξης του φάσματος των ιδιοσυγκρασιών παίζει πολύ σημαντικό ρόλο: είναι ο τομέας της αγάπης, της αγάπης που δίνουμε και της αγάπης που παίρνουμε.

Ο Arlo Wally Minto υποστηρίζει ότι ένας απίστευτος αριθμός παρεξηγήσεων, παρανοήσεων και απογοητεύσεων στα ζευγάρια και στις οικογένειες πηγάζει από τον διαφορετικό τρόπο - και συχνά διαμετρικά αντίθετο- με τον οποίο εκφράζουμε την αγάπη μας. Η διαφορά αυτή σχετίζεται με το φάσμα της σωματικής επαφής («ναι στο άγγιγμα»/«όχι στο άγγιγμα», που μπορούμε επίσης να ονομάσουμε «σωματικό/διανοητικό»).

Κάποιοι από εμάς έχουν έναν πολύ σωματικό τρόπο για να εκφράζουν την τρυφερότητα και την αγάπη τους: έχουν ανάγκη να αγκαλιάσουν τον άλλον, να τον αγγίξουν, να τον χαϊδέψουν.

Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να σας μιλήσουν χωρίς να ακουμπήσουν το χέρι τους στο μπράτσο σας, χωρίς να σας αγγίξουν στην πλάτη ή να σας δείξουν σωματικά την αγάπη τους με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.

Είναι τόσο φυσικό γι' αυτούς που δεν φαντάζονται ότι κάποιοι άλλοι άνθρωποι όχι μόνο δεν λειτουργούν έτσι, αλλά και δεν τους αρέσει καθόλου αυτός ο κάπως επιδεικτικός τρόπος! Πράγματι, στο άλλο άκρο του φάσματος βρίσκουμε ανθρώπους για τους οποίους η τρυφερότητα και η αγάπη πρέπει να εκφράζονται με ένα πιο «διανοητικό τρόπο: με τη συνομιλία, τις ματιές, με στιγμές που περνούν μαζί με τον άλλο χωρίς την παραμικρή σωματική επαφή. Τι γίνεται λοιπόν όταν ένα άτομο «κατά του αγγίγματος» είναι ζευγάρι ή είναι γονέας και παιδί;

Αυτό που συνήθως συμβαίνει είναι ότι και οι δύο έχουν την εντύπωση ότι ο άλλος δεν τους αγαπάει πραγματικά! Ο σύζυγος δεν σταματά να αγκαλιάζει τη γυναίκα του, να τη χαϊδεύει, να την κανακεύει... αλλά αυτή θέλει μόνο να μιλήσουν, να διαβάσουν μια ιστορία, να περπατήσουν αργά ο ένας δίπλα στον άλλον. Η γυναίκα προσφέρει την παρουσία της και το βλέμμα της, συζητάει, λέει πώς πέρασε τη μέρα της... αλλά ο άντρας -επειδή δεν τον αγγίζει σωματικά- έχει την εντύπωση πως αυτή δεν τον αγαπά.

Στην πραγματικότητα, οι δύο αυτοί άνθρωποι αγαπιούνται βαθιά, αλλά οι τρόποι με τους οποίους εκδηλώνουν την αγάπη τους είναι εντελώς αντίθετοι.

Εκδηλώσεις αγάπης και προσδοκίες

Πολλά ζευγάρια και πολλοί γονείς και παιδιά έχουν δει τη σχέση τους να αλλάζει τελείως μετά από αυτή την ανακάλυψη. Ξαφνικά καταλαβαίνουν ότι ο τρόπος ύπαρξης και συμπεριφοράς του άλλου απέναντί τους ήταν μια απόδειξη αγάπης, παρόλο που δεν είχε τη μορφή που περίμεναν.

Συνάντησα γιους που στα τριάντα ή στα σαράντα τους ανακάλυψαν, για παράδειγμα, ότι ο πατέρας τους πάντα τους αγαπούσε, αλλά απλώς δεν είχε εκφράσει ποτέ την αγάπη του με τον τρόπο που εκείνοι προσδοκούσαν.

Ήταν, για παράδειγμα, ένας άνθρωπος που εκφραζόταν με λόγια, αλλά δεν του άρεσαν οι σωματικές εκδηλώσεις τρυφερότητας. Με τον τρόπο του όμως ήταν ιδιαίτερα δοτικός, φρόντιζε και νοιαζόταν πολύ για τους γιους του και τους υποστήριζε με χιλιάδες άλλους τρόπους... οι οποίοι περνούσαν απαρατήρητοι από τους γιους.

Το ίδιο ηλεκτρικό ρεύμα μπορεί να τροφοδοτήσει ένα ψυγείο ή ένα σώμα καλοριφέρ, έναν κινητήρα ή ένα υποβοηθούμενο φρένο: ένα πράγμα ή το αντίθετό του. Η ίδια ανθρώπινη αγάπη μπορεί να πάρει εκ διαμέτρου αντίθετες μορφές, οι οποίες όμως είναι ενδείξεις αγάπης αν ξέρουμε να τις αποκωδικοποιούμε και να τις ερμηνεύουμε, αντί να περιοριζόμαστε στον δικό μας τρόπο εκδήλωσης.

Οι μεταξύ μας διαφορές αποτελούν μια καλή ευκαιρία για να ξεπεράσουμε αυτό που φαίνεται, να δούμε σε βάθος και να ανακαλύψουμε ποιες είναι στην πραγματικότητα οι προθέσεις και τα συναισθήματα που έχουν οι άνθρωποι γύρω μας, ακόμα και κάτω από μια μεταμφίεση πολύ διαφορετική από τη δική μας.

Πώς να αποφεύγετε να γίνεστε το θύμα στις σχέσεις σας

Για να αποφύγετε να γίνεται το θύμα στη σχέση σας χρειάζονται υγιείς ισορροπίες αλλάζοντας τον τρόπο που αντιλαμβάνεστε την πραγματικότητα. Είναι γνωστή η φράση «Χρειάζονται δύο για να χορέψουν Τάνγκο».

Έτσι, στις ρομαντικές, ακόμη και τις φιλικές σχέσεις, με την πάροδο του χρόνου δύο άνθρωποι αναπτύσσουν μια μοναδική δυναμική με ουκ ολίγες περιπτώσεις να βρίσκουν τον έναν στη θέση του θύματος. Όταν ένα ζευγάρι έχει προβλήματα πολλές φορές είναι βέβαιο ότι λάθη έκαναν και οι δύο, συνειδητά ή ασυνείδητα.

Αποτελεί από τις πιο δύσκολες προκλήσεις στη ζωή, δυο διαφορετικές προσωπικότητες, η κάθε μια με τις δικές της ιδιοτροπίες, αδυναμίες, τραύματα, εμπειρίες αλλά και ανάγκες, να συνυπάρχουν και να εναρμονίζονται, αλλά και κατά κάποιο τρόπο να συμπληρώνει η μία την άλλη.

Η ισορροπία, λοιπόν, κερδίζεται μέσα από δουλειά με τον σημαντικό μας άλλο, δίνοντας βαρύτητα στην επικοινωνία, εκφράζοντας και οι δύο πλευρές τις επιθυμίες και τις ανάγκες βαίνοντας σε αμοιβαίες λύσεις που ικανοποιούν τόσο τον άνδρα όσο και τη γυναίκα. Η αμοιβαιότητα στη σχέση είναι το κλειδί ώστε να μην παρεμποδίζονται οι ελευθερίες και οι ανάγκες του ενός έναντι του άλλου, χωρίς να προβαίνει κάποιος σε συνεχείς υποχωρήσεις θυσιάζοντας πολλά από τον εαυτό του και να νιώθει ότι του ασκείται εξουσία.

Θύτης και θύμα

Οι δύο όψεις της προβληματικής σχέσης φέρουν από τη μία την επιθετική πλευρά του «θύτη» και από την άλλη την αμυντική που οδηγεί σταδιακά στην θυματοποίηση.

Το θύμα σκιαγραφείται συνήθως ως ένα άτομο που αισθάνεται ότι κατηγορείται, δέχεται επιθέσεις και ανάληψη ευθυνών για πράγματα που δεν τον αφορούν προσωπικά νιώθοντας ότι δεν εκτιμάται ως άνθρωπος και ως σύντροφος.

Αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως αβοήθητο, ανήμπορο, λυπημένο, με χαμηλή αυτοεκτίμηση, δυσκολία στο να πάρει πρωτοβουλίες περικυκλωμένος από ενοχές.

Ενοχές που αναπτύσσονται μέσα στη σχέση λόγω του ότι δεχόμενος συνεχή κριτική για τα πράγματα από τον σύντροφο καλλιεργεί σιγά – σιγά την πεποίθηση ότι «τίποτα δεν κάνω σωστά», «είμαι ανίκανος» ή ακόμη και «δεν αξίζω».

Μέσα στα κύματα του έρωτα και την παρόρμηση ενός ερωτευμένου που είναι φυσιολογικό να κάνει πράγματα για να αποδείξει τον καλύτερό του εαυτό στον άλλον, ένας άνθρωπος ακόμη και με υψηλή αυτοεκτίμηση και αυτογνωσία μπορεί να παρασυρθεί και να νιώσει κατώτερος από τον άλλο σύντροφο βιώνοντας τη θυματοποίηση.

Παρόλα αυτά, τα άτομα που νιώθουν θύματα μέσα στις σχέσεις τους συνήθως αναζητούν την αυτολύπηση, υποσυνείδητα, που συνεπάγεται την αυτομομφή, δηλαδή, το να κατηγορεί και τον εαυτό του για τις δυσκολίες της σχέσης, ακριβώς επειδή λόγω παιδικών βιωμάτων εκπαιδεύτηκαν σε ένα τέτοιο μοντέλο σκέψης και συμπεριφοράς. Για αυτό το λόγο τα θύματα τείνουν να προσελκύουν ανθρώπους που θα έχουν τον αντίθετο ρόλο, που ενδόμυχα σηματοδοτεί τη μητρική φιγούρα, την αυταρχική, την υποτιμητική εκείνη που ασκούσε επιρροή και εξουσία στο γιο ή την κόρη.

Επιλέγοντας, συνεπώς, κάθε φορά συντρόφους που διαδραματίζουν το ρόλο του θύτη, επιβεβαιώνουμε στον εαυτό μας αυτές τις πεποιθήσεις, δημιουργούμε ένα σχεσιακό πλαίσιο που είμαστε μαθημένοι σε αυτό, νιώθουμε ασφάλεια, όσο και αν μας υποφέρουν.

Η πλευρά του θύτη

Από την άλλη μεριά, ο θύτης χρησιμοποιεί τη δύναμη και τις ενοχές για να χειραγωγήσει τον άλλον. Είναι συχνό φαινόμενο το άτομο να φέρνει πολλές από τις απαιτήσεις του ως δικαιολογία τη σχέση του με τον/την σύντροφο αναγκάζοντάς το εν τέλει να οδηγηθεί σε πράξεις και αποφάσεις που δεν επιθυμεί.

Πέρα από περιστατικά κριτικής και περιφρόνησης ο θύτης τείνει να βάζει «ταμπέλες» στο θύμα. Χρησιμοποιεί δηλαδή χαρακτηρισμούς που γενικεύουν ένα ελάττωμα ή μια κακή στιγμή του άλλου, βγάζοντας αυθαίρετα συμπεράσματα για τη συνολική εικόνα του συντρόφου που όμως δεν είναι ρεαλιστική, πχ «πάντα είσαι αδέξια, δεν μένει τίποτα όρθιο μέσα στο σπίτι», «είσαι αρκετά μεγάλος για να ντύνεσαι παιδιάστικα, πότε θα σοβαρευτείς;», «με τόσες ζημιές στο σπίτι είσαι ανίκανη να επιβλέπεις τα παιδιά».

Σε γενικές γραμμές η τάση για ταμπελοποίηση και αυθαίρετα συμπεράσματα είναι ένας τρόπος σκέψης απόλυτος και περιοριστικός και για πολλούς είναι δύσκολο να ανοιχτούν στη διαφορετικότητα των άλλων. Μη μπορώντας να γίνουν δεκτικοί σε κάτι έξω από τα νερά τους κατρακυλούν στην επίθεση και την κριτική. Κάποιες στιγμές ο θύτης φέρεται και μιλά σαν να θέλει να αλλάξει τον άλλον.

Φαίνεται σαν να περνάει πάντα το δικό του, πράξεις που κρύβουν υπέρμετρο εγωισμό, ναρκισσισμό, και έλλειψη ενσυναίσθησης. Ο θύτης έχει το εσωτερικό κίνητρο να νιώθει πως έχει το πάνω χέρι. Σίγουρα αυτό φανερώνει μια αίσθηση ανασφάλειας. Διότι φοβούμενος ο ίδιος τη μοναξιά υιοθετεί μια συμπεριφορά που εξουσιάζει και εξαναγκάζει τους άλλους προκειμένου να μην τους χάσει.

Τα σημάδια: Πώς να προλάβουμε μια σχέση θύτη-θύματος

O σύντροφός σου υποκινεί τις ενοχές για τη συμπεριφορά σου. Τείνεις να υποχωρείς, να θυσιάζεις τις ανάγκες σου και τα θέλω σου φοβούμενος ότι μπορεί να τον χάσεις. Κρατάς μέσα σου όλα τα παράπονα βάζοντας πάνω από σένα τον σύντροφό σου, ως πιο σημαντικό, αλλιώς φοβάσαι μη συγκρουστείς μαζί του και φύγει.

Παίρνει από σένα ό,τι θέλει. Δεν εκφράζεις τις ανάγκες σου και συνήθως θες να απαντάς με ένα «ναι», έστω και διστακτικό στα θέλω του, καθώς εκείνος θέτει τα όρια της επικοινωνίας σας. Νιώθεις τον εαυτό σου να υποτάσσεται, χάνοντας την εμπιστοσύνη στις δυνάμεις σου και στο θάρρος να παίρνεις εσύ πρωτοβουλίες. Αισθάνεσαι μερικές φορές ότι σε χρησιμοποιεί.

Όταν επιβάλλει να περνούν οι δικές του ιδέες, προτιμήσεις, απόψεις ακόμη και φιλοσοφία επάνω σε ευαίσθητα ζητήματα, όπως η θρησκεία, η ανατροφή παιδιών, η ηθική και η σεξουαλική συμπεριφορά.

Ένα τοξικό γνώρισμα ενός συντρόφου-θύτη είναι το να ελέγχει την προσωπική-κοινωνική ζωή του άλλου. Ακόμη και τα οικονομικά. Καταφέρνει να γίνεται χειριστικός χάνοντας έτσι τον απόλυτο έλεγχο προσωπικών δεδομένων. Αν διστάσεις απέναντι στο δικαίωμά σου για ιδιωτικότητα φοβάσαι τη δυσαρέκειά του καταλήγοντας να υποχωρείς.

Δεν ζητάει ποτέ τη γνώμη σου. Νιώθεις ότι σε προσβάλλει και σε μειώνει σαν άνθρωπο. Μπορεί να αισθάνεσαι κατώτερος ακόμη και ανάξιος. Αυτό δυστυχώς δηλητηριάζει την ενέργειά σου, τη διάθεσή σου, και τη δημιουργικότητά σου να αποδώσεις τα μέγιστα σε μια σχέση. Νιώθεις ότι δεν μπορείς να ονειρεύεσαι και να λειτουργείς αυθόρμητα. Βιώνεις ένα φοβικό μοτίβο αδυνατώντας να «πατήσεις πόδι», αρχίζοντας να πιστεύεις και ο ίδιος πως αυτό που νιώθεις είναι και η πραγματικότητα.

Τέλος, μπορεί να σου ζητούνται να κάνεις πράγματα που δεν είναι στις αρμοδιότητές σου. Ανησυχείς ότι οι προσπάθειές σου υπερβαίνουν τα όρια ακόμη και σε πράγματα που δεν σε αφορούν. Όλα όμως έχουν τα όριά τους. Δουλεύεις εις βάρος της σωματικής και ψυχικής σου υγείας.

Τα ψυχολογικά προβλήματα που προκύπτουν στο θύμα

Ο λόγος που η συναισθηματική κακοποίηση είναι τόσο καταστροφική είναι επειδή μπορεί να διαλύσει τον τρόπο με τον οποίο σκεπτόμαστε και αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας. Ιδιαίτερα εάν μια σχέση είναι μακροχρόνια, η αίσθηση ασφάλειας του θύματος και η αυτοεκτίμηση πληγώνονται βαθύτατα, οδηγώντας στην εσωτερική ή έστω την υποσυνείδητη αμφιβολία εάν μας αξίζει να αγαπηθούμε και εάν αξίζουμε γενικότερα ως άνθρωποι πέρα από κάθε ερωτικό στοιχείο. Από τη θέση του θύματος, αναφύεται μια υπαρξιακή πια αγωνία, μια ανεπάρκεια που μπορεί να καταλήξει σε παραίτηση.

Είναι επίσης πολλοί γάμοι και οικογένειες που διακυβεύουν τη σχέση τους σε ένα πλαίσιο θύτη-θύματος, και ειδικά όταν υπάρχουν παιδιά οι συνθήκες δυσκολεύουν, κυρίως για το θύμα, εάν είναι γυναίκα.

Εφόσον, το άτομο, λοιπόν, βιώνει μια κρίση εαυτού, συνειδητά ή ασυνείδητα, το άγχος οξύνει, το αίσθημα μοναξιάς και αβοηθησίας μεγαλώνουν γεγονός που οδηγεί το άτομο στην έκφραση καταθλιπτικών συμπτωμάτων ή κρίσεων πανικού.

Είναι τόσο έντονος ο προβληματισμός του θύματος γύρω από τον εαυτό του και την σχέση του με τον άλλον που δυσκολεύεται στον ύπνο, ξεσπά ή αποφεύγει το φαγητό, κλείνεται στον εαυτό του, αποσύρεται από τον κοινωνικό περίγυρο και αποσυγκεντρώνεται από τις καθημερινές υποχρεώσεις και την εργασία.

Μια τέτοια συνθήκη επίσης κάνει το άτομο πιο ευάλωτο στη χρήση ουσιών ή αλκοόλ προκειμένου να καταπραύνει το ψυχικό κενό, να νιώσει μια πρόσκαιρη ανακούφιση.

Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, εκδηλώνονται και ψυχοσωματικά προβλήματα, όπως οι δερματικές παθήσεις λόγω στρες, πονοκέφαλοι, ημικρανίες και γαστρεντερικά προβλήματα.

Η κατάσταση μπορεί να πάρει και άλλες καταστροφικές διαστάσεις για το θύμα, λόγου χάρη οι απόπειρες αυτοτραυματισμού που δεν έχουν αυτοσκοπό το θάνατο αλλά είναι μια αθόρυβη κραυγή που φωνάζει την ανάγκη για αληθινή αγάπη και προσοχή από τον σύντροφο. Μέσα από τον πόνο της πληγής αισθάνεται το άτομο ότι υπάρχει, ότι είναι ζωντανός ψυχοσωματικά σε μια σχέση που αισθάνεται μηδενικός, άδειος και ανάξιος στα μάτια του άλλου.

Η κάθε σχέση είναι διαφορετική

Κάθε σχέση όμως πρέπει να προσεγγίζεται εξατομικευμένα. Ο καθένας κουβαλάει μέσα του διαφορετικές εμπειρίες, φόβους και άγχη απέναντι στην εγκατάλειψη, την εξουσία και αντιδρά με μοναδικό τρόπο, ένταση και αμυντικούς μηχανισμούς. Δεν είναι μόνο το θύμα που πλαισιώνει τη σχέση αλλά πρέπει να σχηματίσουμε και μια εικόνα από τον εκάστοτε θύτη.

Οι σχέσεις δεν είναι μαθηματικά για να λύνουμε τα προβλήματα με εξισώσεις. Οι σχέσεις είναι πολυδιάστατες, περισσότερο απρόβλεπτες, σκοτεινές, που σμιλεύονται από τα γονίδια και τις ορμές που φέρει ο καθένας μέσα του μέχρι και τα ερεθίσματα από το περιβάλλον.

Η ζωή με τους δικούς σου όρους

Πολλές φορές έχουμε απόλυτη επίγνωση ότι διαδραματίζουμε το ρόλο του θύματος σε μια σχέση, νιώθουμε ότι υποφέρουμε, ότι δεν αντέχουμε άλλο και ότι δεν μπορεί μια τέτοιου είδους συνύπαρξη να μας προσφέρει την ευτυχία που όλοι αποζητούμε, όμως εμμένουμε σε αυτή τη συνθήκη. 

Δυσκολευόμαστε να αποδεχτούμε μια άλλη εκδοχή της ζωής μας, δυσκολευόμαστε να πούμε αντίο και να πάρουμε ώθηση να ελευθερώσουμε τον εαυτό μας από την τοξικότητα. Είναι ακόμη μεγαλύτερη η πρόκληση για ζευγάρια που τρέφουν ένα δέσιμο συνεξάρτησης.

Όταν όμως καταλάβεις ότι εσύ είσαι ο κυρίαρχος της ζωής σου, τότε θα μπορέσεις να ζήσεις όπως επιθυμείς. Είναι λογικό να διστάζεις γιατί έχεις μάθει να επαφίεσαι σε μια ζώνη ασφαλείας και το ρίσκο σε τρομάζει. Όμως κανείς δεν επιτυγχάνει αυτό που θέλει εάν δεν ρισκάρει, εάν δεν ξεπεράσει τα προσωπικά του όρια, τα οποία καταβάθος άλλοι έχουν ρυθμίσει.

Αναγνώριση

Το πρώτο βήμα για κάθε είδους θεραπεία είναι να αναγνωρίσουμε την κατάσταση. Να αναρωτηθούμε και να απαντήσουμε με ειλικρίνεια στον εαυτό μας για ποιους λόγους διατηρούμε μια τέτοια σχέση. Ποια είναι τα οφέλη και ποιες οι προσωπικές απώλειες.

Αξιολόγηση της κατάστασης

Για να καταφέρεις να αποδομήσεις την ύπαρξή σου ως θύμα στη σχέση, θα πρέπει να απαλλαγείς από τις ενοχές. Να πιστέψεις ότι δεν είσαι εσύ ο υπεύθυνος για τα λάθη, τις πράξεις και τα συναισθήματα του άλλου. Ο καθένας είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του και αυτά που επικοινωνεί. Για αυτό το λόγο πρέπει να καθορίσεις τα όρια με βάση τα οποία θα επιτρέπεις στον άλλον να σε προσβάλλει, να σε ελέγχει και να εξουσιάζει.

Εξωτερίκευση των συναισθημάτων στον σύντροφο

Αφού επεξεργαστούμε και κατανοήσουμε την εσωτερική μας κατάσταση και το τι θέλουμε πρέπει να εξωτερικεύσουμε τα συναισθήματά μας. Μόνο μέσω της επικοινωνίας με τρόπο ξεκάθαρο μπορούμε να επιλύσουμε τις διαφορές.

Αποστασιοποίηση

Εν τέλει, το τελευταίο βήμα είναι η αποστασιοποίηση. Εφόσον πέτυχες και διένυσες όλη αυτή τη διαδρομή, είναι καιρός να αλλάξεις την οπτική που βλέπεις τον εαυτό σου και τη λειτουργία του στις σχέσεις, να αποφεύγεις ότι αναπαράγει το προηγούμενο μοτίβο και να αρχίζεις να επενδύεις ποιοτικά στον εαυτό σου με τους ανθρώπους που σε αντιμετωπίζουν ως ίσο, που σε εμψυχώνουν, που σε κατανοούν, που μπορούν να σε αποδεχτούν και να σε αγαπήσουν τόσο για τα δυνατά σου στοιχεία όσο και για τα ελαττώματά σου.

Έτσι, οι ανάγκες, τα θέλω σου και τα όνειρά σου θα συγχρονίζονται με των άλλων σε μια διαδρομή που δεν θα είναι πια ετεροκατευθυνόμενη, αλλά κρατώντας εσύ το τιμόνι της επίγνωσης και της αυτοπεποίθησης.

Η Ατελής Προδοσία

Έχω συλλάβει την καλύτερη μορφή προδοσίας, η οποία είναι να πάψεις να αγαπάς κάποιον χωρίς αυτός να το ξέρει.

Αυτό για μένα είναι υψίστης μορφής προδοσία.

Η απιστία είναι κάτι πολύ εύκολο.

Μπορείς να απιστήσεις και να εξακολουθείς να αγαπάς κάποιον.

Το να πάψεις να αγαπάς όμως έναν άνθρωπο από το ένα βράδυ στο άλλο και να μην το γνωρίζει και να νομίζει ότι τον αγαπάς, είναι μια δεύτερη Μήδεια.

Η προδοσία αυτή οφείλεται στην υπερβολική προσφορά του ενός προς τον άλλο και είναι από τις πιο φοβισμένες και σπασμωδικές ενέργειες της αυτοσυντήρησης.

Είναι στη φύση μας.

Διαφέρει, ευτυχώς, ως προς το βαθμό της.

Από την άλλη, το να του το πεις μοιάζει με καθαρή εκδίκηση.

Στο λέω και σε τιμωρώ. Το κέρδος της προδοσίας αυτό είναι δικό σου όλο.

Ελευθερία και αγάπη πάνε μαζί

Έχετε συλλογιστεί για ποιο λόγο αγαπάμε; Τι είναι αυτό που μας ωθεί να δεθούμε μ΄ ένα άλλο άτομο;

Τι σημαίνει να αγαπάς πέρα από τη συμφεροντολογική ανταλλαγή συναισθημάτων –εγώ σου δίνω αυτό, εσύ μου δίνεις εκείνο- και τον αγώνα για εξουσία:

Ελευθερία και αγάπη πάνε μαζί. Η αγάπη δεν είναι αντίδραση. Αν σε αγαπώ επειδή με αγαπάς, πρόκειται για καθαρό εμπόριο, για κάτι που μπορεί να το αγοράσει κανείς στην αγορά.

“Αγαπώ” δε σημαίνει να ζητώ κάτι ως αντάλλαγμα, ούτε καν να νιώθω πως δίνω κάτι. Μόνο μια τέτοια αγάπη μπορεί να γνωρίσει την ελευθερία… Όταν βλέπεις μια πέτρα ακονισμένη σε έναν δρόμο γεμάτο από ξυπόλητους διαβάτες, την απομακρύνεις όχι επειδή σου το ζητούν αλλά επειδή λυπάσαι τον άλλον. Δε σε νοιάζει ποιος είναι και ποτέ δε θα τον γνωρίσεις. Το να φυτέψεις ένα δέντρο και να το φροντίσεις, το να κοιτάζεις το ποτάμι και να χαίρεσαι την πληρότητα της γης… για όλα αυτά απαιτείται ελευθερία και για να είσαι ελεύθερος πρέπει να αγαπάς».

Η ελευθερία αυτή είναι που επιτρέπει σε δύο πρόσωπα να αγαπηθούν χωρίς πειθαναγκασμούς, αλλά κι αυτή επίσης που βρίσκεται πίσω από τη συμπαντική αγάπη: μια γενναιόδωρη στάση του ατόμου προς τον κόσμο. Δίνει μόνο για την ευχαρίστηση να δώσει, χωρίς να περιμένει τίποτα ως αντάλλαγμα, ούτε καν αναγνώριση.

Η ζωή είναι πολύ μικρή για να μην κάνεις αυτά που σκέφτεσαι και για να μην λες αυτά που νιώθεις

Η ζωή είναι πολύ μικρή για να μείνεις στα “αν” και στις αναβολές.

Ο χρόνος κανέναν δεν περιμένει και δε θέλεις να φτάσεις στο τέλος και να κοιτάζεις πίσω με δάκρυα για όσα δεν τόλμησες ποτέ. Αν τολμήσεις και δράσεις θα ξέρεις τουλάχιστον την έκβαση της δράσης σου, ακόμη κι αν χάσεις. Αυτό είναι πολύ πιο καθησυχαστικό από το να μην ξέρεις καθόλου τι θα συνέβαινε αν έκανες το ένα και αν έκανες το άλλο.

Οι φόβοι είναι συνήθως αυτοί που μας κρατάνε πίσω από το να κάνουμε τα πράγματα που θέλουμε, από το να κυνηγήσουμε τα όνειρά μας και να πάρουμε ρίσκα, από το να εκφράσουμε αυτά που νιώθουμε.

Διάφοροι φόβοι που δημιουργούνται από άσχημες εμπειρίες του παρελθόντος, από παιδικά τραύματα ή που υπάρχουν στα γονίδια μας. Είναι μεγάλη η πρόκληση να μπορούμε να αναγνωρίζουμε τους φόβους μας και να τους νικάμε. Ίσως οι μεγαλύτερες μάχες που έχουμε να δώσουμε μέσα μας να είναι με τους φόβους μας. Αυτούς που κρατάνε το μυαλό μας αιχμάλωτο σε μία ανύπαρκτη φυλακή.

Αντί, όμως, να πολεμάμε τους φόβους μας και να προχωρούμε προς την κατεύθυνση της εκπλήρωσης των ονείρων και των στόχων μας, κρυβόμαστε πίσω από ένα “δεν έχω χρόνο”. Βολευόμαστε. Αφήνουμε το χρόνο να περνάει και στο τέλος περνάει χωρίς να το καταλάβουμε κι όλο μένουμε στάσιμοι.

Το μυαλό μας πρέπει να είναι ελεύθερο να σκέφτεσαι και να δρα χωρίς τις αλυσίδες των φόβων. Η καρδιά μας πρέπει να είναι ελεύθερη ν’ αγαπήσει και οι αισθήσεις μας ελεύθερες να νιώσουν.

Τι θα πει ο κόσμος; Κι αν αποτύχουμε; Αν μας απορρίψουν; Αν δεν τα καταφέρω; Πώς θα επιβιώσω; Αν πληγωθώ; Τόσοι και τόσοι φόβοι κάθονται σαν πέτρες στο μυαλό μας και δεν μας αφήνουν να βγάλουμε φτερά για να κάνουμε τις σκέψεις μας πράξη.

Τα περισσότερα εμπόδια που βλέπουμε είναι ανύπαρκτα, είναι μόνο στο μυαλό μας. Μπορεί να είναι απλά βράχοι που θα πρέπει να σκαρφαλώσουμε κι εμείς να τα βλέπουμε ως ολόκληρα βουνά.

Για να φτάσουμε πιο κοντά στην ευτυχία και τα όνειρά μας, πρέπει να ρισκάρουμε να βγούμε έξω από την περιοχή ασφαλείας μας. Και να μπορέσουμε να κάνουμε ένα βήμα έξω από την περιοχή ασφαλείας μας πρέπει πρώτα να πολεμήσουμε τους φόβους μας.

Κι αν στην πορεία κάνουμε λάθη σιγά το πράγμα. Μόνο ο θάνατος δεν διορθώνεται. Κι αν μας απορρίψουν δέκα, εμείς αυτή τη μία ευκαιρία θέλουμε. Κι αν πληγωθούμε στον έρωτα, θα ξαναερωτευτούμε, κι αν χάσουμε λεφτά θα τα ξανακάνουμε σιγά σιγά. Αν δεν κάνεις λάθη ποτέ, σημαίνει δεν ζεις. Γιατί η ζωή δεν έρχεται με εγχειρίδιο χρήσης. Ούτε τα αισθήματα έρχονται με οδηγό χρήσης. Σημασία έχει συνεχώς να μαθαίνουμε και να γινόμαστε καλύτεροι. Να ξέρουμε τι θέλουμε για να μπορέσουμε να το κυνηγήσουμε. Να έχουμε ισορροπία μεταξύ των “θέλω” και των “μπορώ”. Να μην τα παρατάμε με κάθε απογοήτευση. Να μη ζητάμε λάθος πράγματα που δε θα οδηγήσουν ποτέ σε εσωτερική ικανοποίηση.

Η ζωή είναι πολύ μικρή. Κάνε αυτά που σκέφτεσαι και πες αυτά που νιώθεις.

Nα μην σταματάς ποτέ να ονειρεύεσαι

Σε ένα κόσμο που είναι δύσκολο να κάνεις τα όνειρα σου πραγματικότητα, σε ένα κόσμο με μη ιδανικές συνθήκες, εσύ ποτέ να μην παύεις να ονειρεύεσαι...

Όλα έρχονται στην ώρα τους φτάνει να ξέρεις να περιμένεις και φτάνει να το πιστεύεις, να το πιστεύεις πραγματικά όμως. Γι' αυτό να κάνεις όσο πιο πολλά όνειρα μπορείς! Άλλωστε τι νόημα θα 'χει η ζωή όταν δεν ονειρευόμαστε;

Χωρίς όνειρα δεν θα πλησιάζαμε ποτέ όλο και πιο κοντά στον στόχο μας, αφού αυτά είναι που μας πεισμώνουν, αυτά είναι που μας κάνουν να προσπαθούμε όλο και πιο πολύ για να επιτάξουμε τον κάθε στόχο μας. Γι' αυτό και πρέπει πάντα να τα κυνηγάς να μην τα αφήσεις με τίποτα να φύγουν, να έχεις επιμονή και να μην τα αφήσεις να σβήσουν ποτέ...

Αυτή είναι η πραγματική ευτυχία και η ομορφιά της ζωής, να μπορείς να ονειρεύεσαι και να γεμίζεις νόημα και χρώμα την ζωή σου με αυτά έστω κι αν δεν καταφέρεις ποτέ να τα υλοποιήσεις, οι πιθανότητες του αν θα γίνουν πραγματικότητα ποτέ αυτές είναι που κάνουν την ζωή σου πιο ενδιαφέρουσα και αυτά είναι που πάντα θα σε κρατούν ζωντανό, θα σε κάνουν να έχεις κίνητρα, να τολμάς και να έχεις δύναμη...

Άλλωστε όλα ξεκινάνε από τα όνειρα, τα μεγάλα όνειρα που κάνει ο καθένας από εμάς συνοδευμένα με αισιοδοξία και θετικές σκέψεις που με μεγάλη θέληση και πίστη στον εαυτό μας καταλήγουν σε πράξη.

Ότι κι αν γίνει να μην εγκαταλείψεις ποτέ τα όνειρα σου και να μην τα αφήνεις ποτέ στην μέση. Όσες δυσκολίες κι αν βρεθούν στο πέρασμα σου να μην τα βάλεις ποτέ κάτω να θυμάσαι πόσο μα πόσο πολύ το ήθελες και πόσο το θέλεις, να μην φοβάσαι και σιγά σιγά θα καταφέρεις να τα υλοποιήσεις, θα πέσεις μα θα ξανασηκωθείς ξανά και ξανά και τότε θα ευγνωμονείς τον εαυτό σου που ποτέ δεν τα παράτησες. Αν μπορείς να το ονειρευτείς μπορείς και να το κάνεις... αρκεί να πιστεύεις σε σένα και τότε μπορείς να καταφέρεις πολλά περισσότερα από όσα νομίζεις.

Γι' αυτό να μην παύεις ποτέ να ονειρεύεσαι και να μην αφήνεις κανένα εφιάλτη να σε επηρεάζει.. ακολούθα τα όνειρα σου και να θυμάσαι τα όνειρα θέλουν δύναμη, επιμονή και τόλμη και τότε όλα είναι εφικτά...

Τι είναι ο «άνθρωπος»;

Ο άνθρωπος διαφέρει από το ζώο έχοντας τη δυνατότητα να ενεργήσει συνειδητά, τη δυνατότητα να πράξει. Δεν μπορούμε να το αρνηθούμε αυτό, και βλέπουμε ότι αυτός ο ορισμός ικανοποιεί όλες τις απαιτήσεις. Παρέχει τη δυνατότητα να ξεχωρίσει ο άνθρωπος από μια σειρά άλλων όντων που δεν διαθέτουν τη δυνατότητα της συνειδητής πράξης και ταυτόχρονα να διαχωριστεί ανάλογα με το βαθμό συνειδητότητας των πράξεών του.

Χωρίς καμία υπερβολή μπορούμε να πούμε ότι όλες οι διαφορές που μας εντυπωσιάζουν ανάμεσα στους ανθρώπους μπορούν να αναχθούν στις διαφορές συνειδητότητας των πράξεών τους. Οι άνθρωποι μας φαίνονται τόσο διαφορετικοί ακριβώς επειδή οι πράξεις μερικών απ’ αυτούς είναι κατά τη γνώμη μας βαθιά συνειδητές, ενώ oι πράξεις άλλων είναι τόσο ασυνείδητες, πιο ασυνείδητες και από μιας πέτρας, η οποία αντιδρά τουλάχιστον σωστά στα εξωτερικά φαινόμενα, Το πρόβλημα περιπλέκεται από το γεγονός ότι ένας και ο αυτός άνθρωπος εκδηλώνει παράλληλα με αυτό που εμφανίζεται σε μας σαν πλήρως συνειδητές πράξεις θελήσεως, άλλες, τελείως ασυνείδητες μηχανικές αντιδράσεις ζώου.

Στην προσωπική, οικογενειακή και κοινωνική ζωή, στην πολιτική, την επιστήμη, την τέχνη, τη φιλοσοφία και τη θρησκεία, όλα «συμβαίνουν», από την αρχή ως το τέλος, κανένας δεν μπορεί να «πράξει» οτιδήποτε.

Για να πράξει κανείς είναι απαραίτητος ένας πολύ υψηλός βαθμός της γνώσης και του είναι.

Ένας άνθρωπος που κοιμάται δεν μπορεί να «πράξει». Σ’ αυτόν, τα πάντα συμβαίνουν στον ύπνο. Εδώ δεν εννοούμε τον ύπνο με την κυριολεξία του οργανικού μας ύπνου, αλλά με την έννοια μιας κατάστασης συνειρμικής ύπαρξης. Πρώτα απ’ όλα πρέπει να ξυπνήσει.

ΑΙΣΩΠΟΥ ΜΥΘΟΙ: Το διπλό παιχνίδι της νυχτερίδας

Όλοι ξέρουμε τις νυχτερίδες… Ζουν πάντα χωμένες σε τρύπες και γωνιές, μακριά από τον κόσμο, και δε βγαίνουν ποτέ στο φως της μέρας παρά μόνο το σούρουπο. Γιατί όμως;

Κάποτε λοιπόν είχε ξεσπάσει πόλεμος ανάμεσα στα πουλιά και τα τετράποδα ζώα. Και για κάμποσο καιρό ήταν άγνωστο ποιος θα ήταν ο νικητής.

– Έλα μαζί μας και συ νυχτερίδα, της λέγαν τα πουλιά .
– Εγώ είμαι τετράποδο, απαντούσε κουνώντας το κεφάλι της αρνητικά η νυχτερίδα.

Μα και στα τετράποδα που της ζητούσαν να πολεμήσει στο πλευρό τους απαντούσε:

– Μα πώς; Εγώ είμαι πουλί.

Κι έτσι τα είχε καλά και με τους μεν και με τους δε, γιατί δεν τους πολεμούσε κι έμενε ουδέτερη.

Ο πόλεμος όμως πέρασε κι έγινε ειρήνη κι όλοι , πουλιά και τετράποδα, έκαναν χαρές μεγάλες. Πηγαίνει μια και δυο και η νυχτερίδα να γιορτάσει μαζί με τα πουλιά.

– Μα εσύ είσαι τετράποδο, το ξέχασες;

Και τα πουλιά της γύρισαν την πλάτη περιφρονητικά.

Τα ίδια και χειρότερα της φέρθηκαν τα τετράποδα όταν ντροπιασμένη αναγκάστηκε να πάει μαζί τους.

– Ξεχνάς πως είσαι πουλί; της είπαν περιγελώντας την και διώχνοντάς την.

Κι αυτή κρύβεται από τότε ντροπιασμένη, γιατί όποιος παίζει διπλό παιχνίδι στο τέλος δεν του μένει κανείς φίλος ν΄ ακουμπήσει.

ΑΙΣΩΠΟΥ ΜΥΘΟΙ

Οι άνθρωποι ενεργούν πριν να αποφασίσουν

Επειδή θέλουμε να πάμε εκεί όπου μας σπρώχνει ο άνεμος, πιστεύουμε ότι η κίνησή μας εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούλησή μας. Όταν ο άνεμος μας σπρώχνει προς την αντίθετη κατεύθυνση, κατηγορούμε τον εαυτό μας για έλλειψη βούλησης και αυτοπειθαρχίας. Υπάρχουν όμως και φορές που επικρατεί γαλήνη ή ο άνεμος φυσάει ταυτόχρονα λίγο πολύ από παντού- κι εμείς βρισκόμαστε ανάμεσα σε αντίθετες επιθυμίες.

Σε μια τέτοια κατάσταση μπορούμε εξίσου να αισθανθούμε είτε ότι βασανιζόμαστε από ασυμβίβαστες επιθυμίες είτε ότι στερούμαστε κινήτρου είτε ότι είμαστε αναποφάσιστοι και αδιάφοροι. Αφού τίποτα δεν μας σπρώχνει προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, νομίζουμε ότι θα έπρεπε να ήμασταν ελεύθεροι να διαλέξουμε τη μία ή την άλλη. Έχουμε έτσι την εντύπωση πως διαθέτουμε ελευθερία βούλησης, πως μπορούμε να προχωρήσουμε ή να οπισθοχωρήσουμε, να δεχθούμε ή να αρνηθούμε, να πιούμε ή να φάμε, γιατί τελικά το ίδιο μας κάνει. 

Το να διαλέξουμε τη μία ή την άλλη από αυτές τις δυνατότητες φαίνεται να μην απαιτεί παρά μια μικρή προσπάθεια της θέλησής μας. Κι όμως, η κατάσταση αυτή δεν δείχνει την ελευθερία της βούλησής μας, αλλά την αναποφασιστικότητα των επιθυμιών μας. Και έχουμε κάθε λόγο να στοιχηματίσουμε πως, όταν καταλήγουμε να πάρουμε μια απόφαση, δεν είναι επειδή η θέλησή μας έκανε την επιλογή της, αλλά επειδή ο συσχετισμός δυνάμεων ανάμεσα στις αντίθετες επιθυμίες μας άλλαξε και κάποια από αυτές κατάφερε να επιβληθεί.

Πρόσφατα πειράματα στη νευροβιολογία επιβεβαιώνουν σημείο προς σημείο αυτό που ο Σπινόζα διαισθάνθηκε. Μελετώντας τις κινήσεις των νευρώνων σε άτομα που είχαν κληθεί να πάρουν μια απόφαση, ο Μπέντζαμιν Λάιμπετ απέδειξε ότι συνειδητοποιούμε πως παίρνουμε μια απόφαση μισό με ένα δευτερόλεπτο μετά την ανταλλαγή νευρο- διαβιβαστών, η οποία είναι η αιτία αυτής της απόφασης. 

Οι πραγματικές αποφάσεις μας λαμβάνονται εν αγνοία μας και ανεξάρτητα από το τι θέλουμε ή δεν θέλουμε. Η συνειδητή απόφαση -η προσπάθεια της βούλησης για την οποία τόσο πολύ καμαρώνουμε- έρχεται πολύ αργά ώστε να έχει την παραμικρή επίδραση στις ενέργειές μας· δεν είναι παρά ένα επιφαινόμενο, ο απόηχος ή ο ίσκιος των πραγματικών δυνάμεων που μας κάνουν να ενεργούμε. Άρα είχε δίκιο ο Σπινόζα όταν έγραφε πριν από τριακόσια και πλέον χρόνια:

«Οι άνθρωποι σφάλλουν ως προς την πεποίθησή τους πως είναι ελεύθεροι, η οποία βασίζεται μόνο στο ότι έχουν συνείδηση των ενεργειών τους και άγνοια των αιτίων από τα οποία αυτές καθορίζονται. Άρα η ιδέα της ελευθερίας τους έγκειται στο ότι δεν γνωρίζουν κανένα αίτιο των ενεργειών τους. Διότι όταν λένε ότι οι ανθρώπινες ενέργειες εξαρτώνται από τη βούληση, δεν έχουν ιδέα για τι μιλάνε. Όλοι αγνοούν πράγματι τι είναι η βούληση και πώς κινητοποιεί το σώμα, ενώ όσοι διατυμπανίζουν άλλα και πλάθουν με το μυαλό τους έδρες και ενδιαιτήματα της ψυχής, προκαλούν συνήθως γέλιο ή αηδία».

Βολταίρος: Η γη βρίθει ανθρώπων oι οποίοι δεν αξίζουν ούτε να τους μιλά κανείς

Πάντοτε, εντούτοις, η αύξηση της ροπής για απομόνωση και μοναχικότητα είναι στον κάθε άνθρωπο άμεσα συναρτημένη με την διανοητική του άξια, καθώς ή ροπή αυτή -όπως ειπώθηκε- δεν είναι μία ροπή αμιγώς φυσική, προκληθείσα από την ανάγκη, αλλά απλώς το αιτιατό ορισμένων εμπειριών και του στοχασμού επ’ αυτών, συγκεκριμένα της διάγνωσης σχετικά με το άθλιο ποιόν, τόσο από ηθική όσο και από διανοητική άποψη, της συντριπτικής πλειονότητας των ανθρώπων. Της διάγνωσης, μάλιστα, -και τούτο είναι το χείριστο- ότι στο εκάστοτε άτομο τα ηθικά και τα διανοητικά ελαττώματα συνωμοτούν και αλληλοβοηθούνται, ούτως ώστε να προκύπτουν τα παντοειδή εκείνα βδελυρά φαινόμενα που καθιστούν την συναναστροφή με τους περισσότερους ανθρώπους δυσάρεστη, αν όχι ανυπόφορη.

Η κατάληξη είναι ότι, παρόλο που σ’ αυτόν τον κόσμο υπάρχουν ουκ ολίγα πολύ άσχημα πράγματα, το πλέον άσχημο είναι και παραμένει η ανθρώπινη κοινωνία, ώστε ο Βολταίρος, ο κοινωνικός αυτός Γάλλος, αναγκάσθηκε να πει: 

la terre est couverte de gens qui ne meritent pas qu’on leur parle.
«η γή βρίθει ανθρώπων oι οποίοι δεν αξίζουν ούτε να τους μιλά κανείς»
[Επιστολή της 21.06.1762 στον Μ.le Cardinal de Bernis]

Τον ίδιο αυτό λόγο κατονομάζει, και ο Πετράρχης – ο πράος αυτός άνθρωπος που αγαπούσε τόσο σφοδρά κι επίμονα την μοναχικότητα – για τούτη την κλίση του:

Βίο μοναχικό πάντοτε αποζητούσα (τα ρυάκια το ξέρουν, η ύπαιθρος και τα δάση)
Εκείνους τους κουτούς, στρεβλούς και φαύλους ν’ αποφύγω
Που απ’ τον δρόμο για τον ουρανό έχουν ξεστρατίσει.

(Πετράρχης, Σονέττο 221)

Η αξιοπρέπεια είναι κάτι πολύ σπάνιο

Το να είσαι τίποτα σημαίνει ότι είσαι ελεύθερος από την ιδέα τού να είσαι κάτι.

Η αξιοπρέπεια είναι κάτι πολύ σπάνιο. Ένα γραφείο ή μία αξιοσέβαστη θέση δίνουν αξιοπρέπεια. Είναι σαν να φοράς γραβάτα. Η γραβάτα, το κοστούμι, το πόστο, δίνουν αξιοπρέπεια. Ένας τίτλος ή μια θέση δίνουν αξιοπρέπεια. Ξεγύμνωσε όμως τους ανθρώπους απ’ όλα αυτά και θα δεις ότι πολύ λίγοι θα έχουν εκείνη την ποιότητα της αξιοπρέπειας που δίνει η ελευθερία τού να μην είσαι τίποτα.

Οι άνθρωποι λαχταρούν να είναι κάτι, και με το να είναι κάτι, παίρνουν θέση στην κοινωνία που θεωρείται σεβαστή. Οι άνθρωποι κατατάσσονται σε διάφορες κατηγορίες -έξυπνοι, πλούσιοι, επιστήμονες, άγιοι- κι όποιος δε μπορεί να καταταγεί σε μια κατηγορία αναγνωρισμένη από την κοινωνία, θεωρείται πρόσωπο περιθωριακό.

Η αξιοπρέπεια δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν κάτι δεδομένο, δεν μπορεί να καλλιεργηθεί, και αν κανείς είναι συνειδητά αξιοπρεπής, σημαίνει ότι όλη την ώρα νοιάζεται μόνο για τον εαυτό του, που σημαίνει ότι είναι ασήμαντος, μικροπρεπής. Το να είσαι τίποτα σημαίνει ότι είσαι ελεύθερος από την ιδέα τού να είσαι κάτι. Αληθινή αξιοπρέπεια υπάρχει, όταν δεν ανήκεις ή βρίσκεσαι σε κάποια ξεχωριστή θέση. Αυτό δε μπορεί κανείς να σ’ το αφαιρέσει, θα υπάρχει πάντα.

Το ν’ αφήνεις τη ζωή να κυλάει ελεύθερα, χωρίς να μένει πίσω της κανένα κατακάθι, σημαίνει ύπαρξη πραγματικής επίγνωσης. Ο ανθρώπινος νους είναι σαν το κόσκινο, που άλλα κρατάει κι άλλα αφήνει να περνάνε. Εκείνα που κρατάει έχουν το μέγεθος των επιθυμιών του και οι επιθυμίες, όσο κι αν είναι βαθιές, δυνατές ή ευγενικές, είναι μικρές κι ασήμαντες γιατί η επιθυμία είναι κατασκεύασμα του νου.

Χρειάζεται ολοκληρωτική επίγνωση να μη συγκρατείς τη ζωή, αλλά να την αφήνεις να κυλάει ελεύθερα, χωρίς να κάνεις καμιά επιλογή. Πάντοτε διαλέγουμε και κρατάμε -διαλέγουμε εκείνα που έχουν σημασία και τα κρατάμε για πάντα. Αυτό είναι που ονομάζουμε εμπειρία, και τον πολλαπλασιασμό των εμπειριών τον ονομάζουμε πλούτο της ζωής.

Ο πλούτος της ζωής είναι η απελευθέρωση από την αποθήκευση εμπειριών. Η εμπειρία που παραμένει, που κρατιέται, εμποδίζει εκείνη την κατάσταση όπου το γνωστό δεν υπάρχει. Το γνωστό δεν είναι ο θησαυρός, αλλά ο νους προσκολλιέται σ’ αυτό κι έτσι καταστρέφει ή ρυπαίνει το άγνωστο.

Είμαστε – οι περισσότεροι τουλάχιστον – πλάσματα της διάθεσης ή μιας ποικιλίας από διαθέσεις. Λίγοι από μας ξεφεύγουν απ’ αυτό. Για μερικούς έχει σχέση με τη σωματική τους κατάσταση, για άλλους με τη διανοητική και μας αρέσει αυτή η «μια πάνω μια κάτω» κατάσταση, νομίζουμε ότι αυτή η αλλαγή διάθεσης είναι μέρος της ύπαρξης ή πάλι απλώς αφήνει κανείς να παρασύρεται μια από τη μία διάθεση και μια από την άλλη.

Υπάρχουν όμως μερικοί που δεν είναι πιασμένοι σ’ αυτό το «πάνω κάτω», που είναι ελεύθεροι από το να παλεύουν να γίνουν κάτι, έτσι που εσωτερικά υπάρχει μια σταθερότητα που δεν είναι αποτέλεσμα θέλησης, μια σταθερότητα που δεν έχει καλλιεργηθεί, που δεν είναι σταθερότητα από συγκεντρωμένο ενδιαφέρον σε κάτι, ούτε είναι αποτέλεσμα κάποιας δραστηριότητας σαν τις παραπάνω. Εμφανίζεται, όταν η θέληση παύει να δρα.

Τα χρήματα πραγματικά καταστρέφουν τους ανθρώπους. Οι πλούσιοι έχουν μια ιδιαίτερη αλαζονεία. Με πολύ λίγες εξαιρέσεις, σε κάθε χώρα, οι πλούσιοι έχουν γύρω τους εκείνη την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα ότι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν οποιονδήποτε, ακόμα και τους θεούς, και μπορούν πράγματι ν’ αγοράσουν τους δικούς τους θεούς.

Αυτή η ατμόσφαιρα όμως δεν υπάρχει μόνο στον πλούτο, αλλά και στις ικανότητες, τα ταλέντα, που μπορεί να έχει κανείς. Οι ικανότητες δίνουν στον άνθρωπο μια παράξενη αίσθηση ελευθερίας. Τον κάνουν να νιώθει επίσης ότι είναι ανώτερος από τους άλλους, ότι είναι διαφορετικός. Όλα αυτά τού δίνουν μια αίσθηση υπεροχής: κάθεται ικανοποιημένος και κοιτάζει τους άλλους να πασχίζουν και να ντροπιάζονται -δεν έχει συναίσθηση της δικής του άγνοιας και σε τι σκοτάδι βρίσκεται ο νους του.

Τα λεφτά και οι ικανότητες προσφέρουν μια πολύ καλή φυγή απ’ το σκοτάδι. Αλλά και η φυγή είναι ένα είδος αντίστασης που γεννάει τα δικά της προβλήματα. Η ζωή είναι μια περίεργη ιστορία. Ευτυχισμένος είναι ο άνθρωπος που δεν χρειάζεται τίποτα.

Μακιαβέλι: ο εμπνευστής της διδασκαλίας της πολιτικής σύνεσης

Ο όρος «μακιαβελισμός» φέρνει έως και σήμερα μια ιδιαίτερη αρνητική χροιά. Υπάρχει ένα ιστορικό ανέκδοτο που λέει, ότι όταν ο Μακιαβέλι κείτονταν ετοιμοθάνατος στο κρεβάτι του, τον πίεζαν να αναθεματίσει τον Σατανά και όλα του τα έργα. Εκείνος υποτίθεται ότι απάντησε: «Αυτή δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για να δημιουργήσω εχθρούς». Μήπως λοιπόν ο Μακιαβέλι ήταν όντως «ο φιλόσοφος του Σατανά»;

Ο Μακιαβέλι ήταν ένα παιδί της Αναγέννησης, δηλαδή μιας εποχής οπότε ανοίχτηκαν πολλές νέες προοπτικές σε όλους τους τομείς του πολιτισμού. Μελετώντας τον Ηγεμόνα υπό το πρίσμα της ιστορίας και της φιλοσοφίας, παρατηρεί κανείς ανεξάρτητα από την όποια ηθική αξιολόγηση του έργου, νέα ριζοσπαστικά στοιχεία. Εδώ βλέπουμε για πρώτη φορά το έργο του πολιτικού απαλλαγμένο από κάθε είδους μεταφυσική, ηθική ή θεολογική παραφιλολογία.

Με τον Μακιαβέλι ξεκινά η πολιτική φιλοσοφία των νεότερων χρόνων, η οποία αντιλαμβάνεται το κράτος σαν ένα είδος οργανισμού που έχει δημιουργηθεί από τον ίδιο τον άνθρωπο και εξετάζει το επάγγελμα του πολιτικού χωρίς να φοράει τα γυαλιά της ηθικής. …

Η θεματολογία του Ηγεμόνα είναι ταυτόχρονα απλή και σημαντική: πως μπορεί να μετατραπεί η πολιτική σε ένα αποτελεσματικό εργαλείο; Τι πρέπει να κάνει ο ηγεμόνας, ώστε να σταθεροποιήσει με επιτυχία και διάρκεια την εξουσία του; Το επαναστατικό στοιχείο στο έργο του Μακιαβέλι είναι ότι μελετά το θέμα «πολιτική» από μια νέα, διαφορετική οπτική γωνία, την οπτική γωνία της αποτελεσματικότητας. Πρόκειται για το πρώτο εγχειρίδιο ορθολογικής μελέτης της εξουσίας στην ιστορία της πολιτικής φιλοσοφίας. Ο Μακιαβέλι είναι ο εμπνευστής της διδασκαλίας της πολιτικής σύνεσης.

Η διδασκαλία της σύνεσης βασίζεται στην εμπειρία. Ο Μακιαβέλι είναι ο πρώτος σημαντικός πολιτικός φιλόσοφος των νεότερων χρόνων, ο οποίος στηρίζει τη θεωρία του σε συγκεκριμένες εμπειρίες και παρατηρήσεις. Αυτό είναι ένα κοινό σημείο, που τον συνδέει με σημαντικούς ερευνητές της εποχής του, οι οποίοι θεμελίωσαν τις εμπειρικές φυσικές επιστήμες, όπως για παράδειγμα ο αστρονόμος Κοπέρνικος. Γι’ αυτόν τον λόγο, το έργο του Μακιαβέλι είναι γεμάτο παραδείγματα, με τα οποία αποδεικνύει τις θέσεις του και τα οποία αντλεί από τις ακόλουθες δύο πηγές: τις πολιτικές εξελίξεις της εποχής του και περιστατικά που αναφέρονται στα συγγράμματα των ιστορικών.

Μπορεί κανείς να κατηγορήσει τον Μακιαβέλι για διάφορα πράγματα, αλλά σίγουρα δεν μπορεί να τον κατηγορήσει ότι φιλοσοφούσε ανέξοδα κλεισμένος στο γραφείο του. Υπήρξε για πολλά χρόνια πολιτικός και διπλωμάτης. Το έργο του γράφτηκε όταν αναγκάστηκε από τις περιστάσεις να μείνει για κάποιο διάστημα μακριά από την πολιτική.

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (4.6.1-4.6.7)

[4.6.1] Ἀριστόβουλος δὲ ἐνέδρᾳ τὸ πολὺ τῆς στρατιᾶς διαφθαρῆναι λέγει, τῶν Σκυθῶν ἐν παραδείσῳ κρυφθέντων, οἳ ἐκ τοῦ ἀφανοῦς ἐπεγένοντο τοῖς Μακεδόσιν ἐν αὐτῷ τῷ ἔργῳ· ἵνα τὸν μὲν Φαρνούχην παραχωρεῖν τῆς ἡγεμονίας τοῖς ξυμπεμφθεῖσι Μακεδόσιν, ὡς οὐκ ἐμπείρως ἔχοντα ἔργων πολεμικῶν, ἀλλ᾽ ἐπὶ τῷ καθομιλῆσαι τοὺς βαρβάρους μᾶλλόν τι πρὸς Ἀλεξάνδρου ἢ ἐπὶ τῷ ἐν ταῖς μάχαις ἐξηγεῖσθαι ἐσταλμένον, τοὺς δὲ Μακεδόνας τε εἶναι καὶ ἑταίρους βασιλέως. [4.6.2] Ἀνδρόμαχον δὲ καὶ Κάρανον καὶ Μενέδημον οὐ δέξασθαι τὴν ἡγεμονίαν, τὸ μέν τι ὡς μὴ δοκεῖν παρὰ τὰ ἐπηγγελμένα ὑπὸ Ἀλεξάνδρου αὐτούς τι κατὰ σφᾶς νεωτερίζειν, τὸ δὲ καὶ ἐν αὐτῷ τῷ δεινῷ οὐκ ἐθελήσαντας, εἰ δή τι πταίσειαν, μὴ ὅσον κατ᾽ ἄνδρα μόνον μετέχειν αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ ὡς τὸ πᾶν αὐτοὺς κακῶς ἐξηγησαμένους. ἐν τούτῳ δὴ τῷ θορύβῳ τε καὶ τῇ ἀταξίᾳ ἐπιθεμένους αὐτοῖς τοὺς βαρβάρους κατακόψαι πάντας, ὥστε ἱππέας μὲν μὴ πλείονας τῶν τεσσαράκοντα ἀποσωθῆναι, πεζοὺς δὲ ἐς τριακοσίους.
[4.6.3] Ταῦτα δὲ ὡς ἠγγέλθη Ἀλεξάνδρῳ, ἤλγησέ τε τῷ πάθει τῶν στρατιωτῶν καὶ ἔγνω σπουδῇ ἐλαύνειν ὡς ἐπὶ Σπιταμένην τε καὶ τοὺς ἀμφ᾽ αὐτὸν βαρβάρους. ἀναλαβὼν οὖν τῶν τε ἑταίρων ἱππέων τοὺς ἡμισέας καὶ τοὺς ὑπασπιστὰς ξύμπαντας καὶ τοὺς τοξότας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τῆς φάλαγγος τοὺς κουφοτάτους ᾔει ὡς ἐπὶ Μαράκανδα, ἵνα ἐπανήκειν Σπιταμένην ἐπυνθάνετο καὶ αὖθις πολιορκεῖν τοὺς ἐν τῇ ἄκρᾳ. [4.6.4] καὶ αὐτὸς μὲν ἐν τρισὶν ἡμέραις διελθὼν χιλίους καὶ πεντακοσίους σταδίους τῇ τετάρτῃ ὑπὸ τὴν ἕω προσῆγε τῇ πόλει. Σπιταμένης δὲ καὶ οἱ ἀμφ᾽ αὐτόν, ὡς ἐξηγγέλθη προσάγων Ἀλέξανδρος, οὐκ ἔμειναν, ἀλλ᾽ἐκλιπόντες τὴν πόλιν φεύγουσιν. [4.6.5] ὁ δὲ ἐχόμενος αὐτῶν ἐδίωκεν· ὡς δὲ ἐπὶ ‹τὸν› χῶρον ἧκεν, οὗ ἡ μάχη ἐγένετο, θάψας τοὺς στρατιώτας ὡς ἐκ τῶν παρόντων εἵπετο ἔστε ἐπὶ τὴν ἔρημον τοῖς φεύγουσιν. ἐκεῖθεν δὲ ἀναστρέφων ἐπόρθει τὴν χώραν καὶ τοὺς ἐς τὰ ἐρύματα καταπεφευγότας τῶν βαρβάρων ἔκτεινεν, ὅτι ξυνεπιθέσθαι ἐξηγγέλλοντο καὶ αὐτοὶ τοῖς Μακεδόσι· καὶ ἐπῆλθε πᾶσαν τὴν χώραν ὅσην ὁ ποταμὸς ὁ Πολυτίμητος ἐπάρδων ἐπέρχεται. [4.6.6] ἵνα δὲ ἀφανίζεται τῷ ποταμῷ τὸ ὕδωρ, ἐντεῦθεν ἤδη τὸ ἐπέκεινα ἔρημος ἡ χώρα ἐστίν· ἀφανίζεται δὲ καίπερ πολλοῦ ὢν ὕδατος ἐς τὴν ψάμμον. καὶ ἄλλοι ποταμοὶ ὡσαύτως ἐκεῖ ἀφανίζονται μεγάλοι καὶ ἀέ[ν]ναοι, ὅ τε Ἔπαρδος, ὃς ῥέει διὰ Μάρδων τῆς χώρας, καὶ Ἄρειος, ὅτου ἐπώνυμος ἡ τῶν Ἀρείων γῆ ἐστιν, καὶ Ἑτύμανδρος, ὃς δι᾽ Εὐεργετῶν ῥέει. [4.6.7] καὶ εἰσὶ ξύμπαντες οὗτοι τηλικοῦτοι ποταμοὶ ὥστε οὐδεὶς αὐτῶν μείων ἐστὶ τοῦ Πηνειοῦ τοῦ Θεσσαλικοῦ ποταμοῦ, ὃς διὰ τῶν Τεμπῶν ῥέων ἐκδιδοῖ ἐς θάλασσαν· ὁ δὲ Πολυτίμητος πολὺ ἔτι μείζων ἢ κατὰ τὸν Πηνειὸν ποταμόν ἐστι.

***
[4.6.1] Ο Αριστόβουλος αναφέρει ότι το μεγαλύτερο μέρος του στρατού εξοντώθηκε με ενέδρα, ότι δηλαδή κρύφθηκαν οι Σκύθες σε έναν κατάφυτο χώρο και επιτέθηκαν ξαφνικά στους Μακεδόνες κατά την ώρα της μάχης. Τη στιγμή εκείνη ο Φαρνούχης παραχωρούσε την αρχηγία στους Μακεδόνες που είχαν σταλεί μαζί του, γιατί, έλεγε, ο ίδιος δεν ήταν έμπειρος στα πολεμικά ζητήματα, αλλά είχε σταλεί από τον Αλέξανδρο μάλλον για να διαπραγματευθεί με τους βαρβάρους παρά για να ασκεί χρέη αρχηγού κατά τις μάχες, ενώ οι Μακεδόνες ήταν και εταίροι του βασιλιά. [4.6.2] Ο Ανδρόμαχος όμως και ο Κάρανος και ο Μενέδημος δεν δέχθηκαν την αρχηγία και για να μη φανεί ότι πήραν μόνοι τους πρωτοβουλία αντίθετη προς τις διαταγές του Αλεξάνδρου και γιατί δεν ήθελαν την κρίσιμη εκείνη ώρα, αν κάτι δεν πήγαινε καλά, αυτοί να μετέχουν στον κίνδυνο όχι μόνο ως απλοί στρατιώτες, αλλά και ως αρχηγοί υπεύθυνοι για την κακή διεξαγωγή της όλης επιχείρησης. Πάνω ακριβώς στην ταραχή αυτή και την αταξία επιτέθηκαν εναντίον τους οι βάρβαροι και τους αποδεκάτισαν· δεν γλύτωσαν περισσότεροι από σαράντα ιππείς και τριακόσιοι περίπου πεζοί.
[4.6.3] Όταν ανήγγειλαν αυτά στον Αλέξανδρο, λυπήθηκε πολύ για τη συμφορά των στρατιωτών του και αποφάσισε να βαδίσει γρήγορα κατά του Σπιταμένη και των βαρβάρων που ήταν μαζί του. Πήρε, λοιπόν, τους μισούς από τους εταίρους ιππείς και όλους τους υπασπιστές και τους τοξότες και τους Αγριάνες και τους ελαφρά οπλισμένους της φάλαγγας και προχώρησε προς τα Μαράκανδα, όπου πληροφορήθηκε ότι είχε επιστρέψει ο Σπιταμένης και πολιορκούσε πάλι τους φρουρούς της ακρόπολης. [4.6.4] Μέσα σε τρεις μέρες διέτρεξε χίλιους πεντακόσιους σταδίους και την αυγή της τέταρτης μέρας πλησίασε στην πόλη. Μόλις έφθασε η είδηση ότι πλησίαζε ο Αλέξανδρος, ο Σπιταμένης και οι άνδρες του δεν κράτησαν τις θέσεις τους, αλλά εγκατέλειψαν την πόλη και έφυγαν. [4.6.5] Ο Αλέξανδρος τους ακολουθούσε από κοντά και τους καταδίωκε. Όταν έφθασε στο μέρος όπου έγινε η μάχη, έθαψε, όπως μπορούσε καλύτερα, τους στρατιώτες του και ακολούθησε ως την έρημο τους βαρβάρους που υποχωρούσαν. Επιστρέφοντας από εκεί κατέστρεφε την περιοχή και σκότωνε τους βαρβάρους που είχαν καταφύγει στα οχυρά, επειδή πληροφορήθηκε ότι είχαν πάρει μέρος και αυτοί στην επίθεση κατά των Μακεδόνων. Διέτρεξε όλη την περιοχή που αρδεύει και διασχίζει ο ποταμός Πολυτίμητος. [4.6.6] Από εκεί όπου χάνεται το νερό του ποταμού και πέρα η χώρα είναι πλέον έρημος. Έτσι, αν και υπάρχει πολύ νερό, χάνεται στην άμμο. Και άλλοι μεγάλοι ποταμοί και με συνεχή ροή κατά τον ίδιο τρόπο χάνονται στην άμμο, δηλαδή και ο Έπαρδος, που διαρρέει τη χώρα των Μάρδων, και ο Άρειος, που δίνει το όνομά του στη γη των Αρείων, και ο Ετύμανδρος, που διαρρέει τη γη των Ευεργετών. [4.6.7] Όλοι αυτοί οι ποταμοί είναι τόσο μεγάλοι, ώστε κανένας από αυτούς δεν είναι μικρότερος από τον θεσσαλικό ποταμό Πηνειό, ο οποίος διασχίζοντας τα Τέμπη χύνεται στη θάλασσα. Ο Πολυτίμητος είναι πολύ μεγαλύτερος ακόμη και από τον Πηνειό ποταμό.