Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Εἰρήνη (459-485)

ΧΟ. ὢ εἶα [στρ.]
460 ΕΡ. εἶα μάλα.
ΧΟ. ὢ εἶα.
ΕΡ. εἶα ἔτι μάλα.
ΧΟ. ὢ εἶα, ὢ εἶα.
ΤΡ. ἀλλ᾽ οὐχ ἕλκουσ᾽ ἅνδρες ὁμοίως.
465 οὐ ξυλλήψεσθ᾽; οἷ᾽ ὀγκύλλεσθ᾽·
οἰμώξεσθ᾽, οἱ Βοιωτοί.
ΕΡ. εἶά νυν.
ΤΡ. εἶα ὤ.
ΧΟ. ‹ἀλλ᾽› ἄγετε ξυνανέλκετε καὶ σφώ.
470 ΤΡ. οὔκουν ἕλκω κἀξαρτῶμαι
κἀπεμπίπτω καὶ σπουδάζω;
ΧΟ. πῶς οὖν οὐ χωρεῖ τοὔργον;

ΤΡ. ὦ Λάμαχ᾽, ἀδικεῖς ἐμποδὼν καθήμενος.
οὐδὲν δεόμεθ᾽, ὦνθρωπε, τῆς σῆς μορμόνος.
475 οὐδ᾽ οἵδε γ᾽ εἷλκον οὐδὲν Ἁργεῖοι πάλαι
ἀλλ᾽ ἢ κατεγέλων τῶν ταλαιπωρουμένων,
καὶ ταῦτα διχόθεν μισθοφοροῦντες ἄλφιτα.
ΕΡ. ἀλλ᾽ οἱ Λάκωνες, ὦγάθ᾽, ἕλκουσ᾽ ἀνδρικῶς.
ΤΡ. ἆρ᾽ οἶσθ᾽ ὅσοι γ᾽ αὐτῶν ἔχονται τοῦ ξύλου,
480 μόνοι προθυμοῦντ᾽· ἀλλ᾽ ὁ χαλκεὺς οὐκ ἐᾷ.
ΕΡ. οὐδ᾽ οἱ Μεγαρῆς δρῶσ᾽ οὐδέν· ἕλκουσιν δ᾽ ὅμως
γλισχρότατα σαρκάζοντες ὥσπερ κυνίδια—
ΤΡ. ὑπὸ τοῦ γε λιμοῦ νὴ Δί᾽ ἐξολωλότες.
ΕΡ. οὐδὲν ποιοῦμεν, ὦνδρες. ἀλλ᾽ ὁμοθυμαδὸν
485 ἅπασιν ἡμῖν αὖθις ἀντιληπτέον.

***
Στο αναμεταξύ τα μέλη του Χορού έχουν βγάλει τις πέτρες της σπηλιάς και ρίξει στο βάθος της τα σκοινιά.
ΧΟΡ. Ίσα!
460 ΕΡΜ. Ίσα, μπρος!
ΧΟΡ. Ίσα!
ΕΡΜ. Ίσα γερά!
ΧΟΡ. Ίσα, ίσα!
ΤΡΥ. Δεν τραβούν όμως όλοι το ίδιο.
Τον καμπόσο μάς κάνετε, βρε; Δε θα δώσετε χέρι;
Ε Βοιωτοί, θα σας τσούξει.
ΕΡΜ. Ίσα λοιπόν!
ΤΡΥ. Ίσα, μπρος!
ΚΟΡ. Μα βοηθάτε μας κι εσείς οι δυο, τραβάτε.
470 ΤΡΥ. Δε με βλέπεις που αγαντάρω και τραβάω
και παλεύω και πασκίζω;
ΚΟΡ. Και πώς τότες η δουλειά δεν προχωρεί;

ΤΡΥ., σε έναν με φανταχτερό φτερό στο κεφάλι, που τραβάει απρόθυμα.
Κακό είν᾽ αυτό, βρε Λάμαχε, που κάνεις·
μπαίνεις μες στα ποδάρια μας· αυτό σου
το σκιάχτρο δε μας χρειάζεται, άνθρωπέ μου.
Αλλά κι οι Αργείοι, τόση ώρα, δεν τραβούσαν,
κορόιδευαν εκείνους που μοχθούσαν
κι ας παίρναν κι απ᾽ τα δυο τα μέρη αλεύρι.
ΕΡΜ. Μα οι Λάκωνες τραβούνε, φίλε, αντρίκεια.
ΤΡΥ. Ζήλο έχουν μόνο κείνοι που απ᾽ το ξύλο
480 κρατιούνται· μα ο χαλκιάς δεν τους αφήνει.
ΕΡΜ. Κι οι Μεγαρίτες; Τίποτα· κι ας σέρνουν
σκληρά, σκυλάκια, λες, που κρέας ξεσκίζουν…
ΤΡΥ. Ναι, μα το Δία, λυσσάξανε απ᾽ την πείνα.
ΕΡΜ. Τίποτα, παλικάρια, ως τώρα· πάλι
όλοι μαζί με μια καρδιά ας βαλθούμε.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΚΡΗΤΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ, ΑΡΙΑΔΝΗ

Η Aριάδνη ήταν κόρη του Mίνωα και της Πασιφάης. Ο μύθος της περιλαμβάνει έρωτες, αρπαγές και γάμους αλλά και θανάτους, της ίδιας και του παιδιού που δεν μπόρεσε ποτέ να γεννήσει.
 
Η ιστορία της θυμίζει της Μήδειας, ανεψιάς της μητέρας της. Και οι δυο ερωτεύτηκαν έναν ξένο, τον βοήθησαν παρεμβαίνοντας στην πατρική βούληση και παραβιάζοντας τα πατρικά σχέδια, έφυγαν μαζί του, σκότωσαν ή βοήθησαν στον φόνο του αδελφού (η Μήδεια σκότωσε τον Άψυρτο, η Αριάδνη βοήθησε στον φόνο του ετεροθαλούς αδελφού της Μινώταυρου), προδίδουν τον πατρικό οίκο συνολικά, εγκαταλείπονται από το παλικάρι.
 
Η Αριάδνη, ερωτευμένη με τον νεαρό Αθηναίο, του έδωσε έναν μίτο να τον ξετυλίγει, καθώς εισχωρούσε στο άδυτο του Λαβύρινθου, και ύστερα, πιάνοντας ξανά την κλωστή και μαζεύοντας το κουβάρι να βρεθεί στην έξοδο και να μην χαθεί. Λέγεται ότι τον μίτο της τον έδωσε ο Δαίδαλος και γι' αυτό τιμωρήθηκε από τον Μίνωα.
 
Σύμφωνα, λοιπόν, με την παράδοση, ο ήρωας Θησέας ύστερα από το φόνο του Mινώταυρου επέστρεφε από την Kρήτη στην Aθήνα μαζί με την Aριάδνη κόρη του Mίνωα και της Πασιφάης, που την είχε πάρει μαζί του για να την παντρευτεί και να αποφύγει το κορίτσι τον θυμό του Μίνωα. Στον πρώτο όμως σταθμό του ταξιδιού του στη Nάξο, την εγκατέλειψε στο νησί, την ώρα που κοιμόταν, είτε γιατί αγαπούσε άλλη γυναίκα, είτε γιατί το όρισαν οι Μοίρες, είτε γιατί το ζήτησαν οι θεοί, κυρίως ο Διόνυσος που την είδε και την ερωτεύτηκε.
 
Η λύπη της Αριάδνης που ξυπνώντας είδε μακριά το καράβι του προδότη εραστή δεν κράτησε πολύ, γιατί κατέφθασε ο Διόνυσος με τη συνοδεία του σε άρμα που έσερναν πάνθηρες. Σύμφωνα με τον ποιητή Hσίοδο η Aριάδνη ήταν η αθάνατη και αγέραστη γυναίκα του Διονύσου που την ανέβασε στον Όλυμπο. Στους γάμους τους της χαρίστηκε στεφάνι φτιαγμένο από λουλούδια, κυρίως από το θήσειον, λουλούδι με άνθος σαν του μήλου (Αθ. Δειπνοσοφισταί 15.684). Κατά άλλους διάδημα που της χαρίστηκε από τον Διόνυσο ή από την Αφροδίτη και τις Ώρες, ήταν χρυσό, έργο του τεχνίτη θεού Ήφαιστου. Κατά άλλους, το στεφάνι ήταν κρητικό και της Αριάδνης, το είχε φέρει μαζί της όταν έφυγε από την Κρήτη με τον Θησέα, στον οποίο το είχε δώσει για να φέγγει μέσα στο σκοτάδι του Λαβύρινθου, όταν ο Αθηναίος ήρωας μπήκε για να παλέψει με τον Μινώταυρο. Το στεφάνι αυτό το τοποθέτησαν οι θεοί στον ουρανό να φέγγει αιωνίως (Οβ., Μεταμορφώσεις 274-282).
 
Σύμφωνα με τον Αθήναιο (Δειπνοσοφισταί 7.296), το νησί όπου ο Θησέας εγκατέλειψε την Αριάδνη ήταν η Δία, βόρεια της Κρήτης. Εκεί τη διεκδίκησε ο Διόνυσος από τον θαλάσσιο θεό Γλαύκο, τον οποίο έδεσε χειροπόδαρα με κλήματα αμπελιού και τον ελευθέρωσε μόνον όταν του αποκάλυψε την καταγωγή του από την Ανθηδόνα, απέναντι από την Εύβοια. Άλλη παράδοση θέλει την Άρτεμη να φονεύει την Αριάδνη στο νησί του Δία (αργότερα ταυτίστηκε με τη Νάξο) με εντολή του Διόνυσου. Ή να πεθαίνει στο νησί της Κύπρου, το οποίο με χίλια ζόρια, λόγω θαλασσοταραχής, προσέγγισε το πλοίο του Θησέα. Εκεί αποβίβασε την ετοιμόγεννη Αριάδνη που πέθανε χωρίς να φέρει στο κόσμο το παιδί τους. Τον τάφο της έδειχναν σε διάφορες πόλεις, για παράδειγμα στο Άργος, όπου υπήρχε ναός του Κρήσιου (Κρητικού) Διονύσου και της Αφροδίτης, ξόανο της οποίας είχε χαρίσει η Αριάδνη στον Θησέα που το αφιέρωσε στο ιερό της Δήλου. Λεγόταν, ακόμη, ότι όταν ανασκευαζόταν ο ναός του Διόνυσου στο Άργος, βρέθηκε λάρνακα με τη στάχτη της Αριάδνης (Παυσ., Κορινθιακά 2.23.8).
 
Άλλη εκδοχή τη θέλει βασίλισσα της Κνωσσού μετά τον αδελφό της Δευκαλίωνα, να συνθηκολογεί με τον Θησέα και να τον παντρεύεται.
 
Στην Κνωσό ο Δαίδαλος είχε φτιάξει μαρμάρινο χοροστάσι όπου η Αριάδνη με τις φίλες της χόρευαν στις μεγάλες γιορτές του χρόνου κύκλιο χορό επινοημένο από τον Δαίδαλο για την Αριάγνη. Στη Δήλο αγόρια και κορίτσια χόρευαν έναν περίπλοκο χορό που λέγεται ότι εφηύρε ο Θησέας μαζί με τους νέους και τις νέες που σώθηκαν από τον Μινώταυρο. Σε επιγραφές της Δήλου αναφέρονται σχοινιά που κρατούσαν οι χορευτές στις γιορτές της Αφροδίτης και της Άρτεμης Βριτομάρτεως, προφανώς γαμήλιος χορός προς τιμή του γάμου του Θησέα και της Αριάδνης ή ανάμνηση τελετουργιών δοκιμασίας για τη μετάβαση από την εφηβεία στην ώριμη ηλικία. Ο χορός εγκαταλείφθηκε την εποχή του Λουκιανού (Περί ορχήσεως, 34, 18).
 
Θόας, Στάφυλος, Οινοπίων, Πεπάρηθος ήταν τα παιδιά που απέκτησε από τον Διόνυσο, που έγιναν οικιστές ήρωες διαδίδοντας την τεχνική της αμπελουργίας και τη διονυσιακή λατρεία.
 
Αν θέλουμε να ανιχνεύσουμε τη φύση της Αριάδνης, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας την ερμηνεία που δίνει στο όνομά της ο Ησύχιος -ἀδνόν· ἁγνὸν οἱ Κρῆτες-, τις αρπαγές της από τον Θησέα και τον Διόνυσο που αντανακλούν τελετουργικά ιερού γονιμικού γάμου βλαστικής θεότητας με τον ιερέα της λατρείας της ή τον βασιλιά-ιερέα και τον εκστατικό τελετουργικό χορό στο χοροστάσι του Δαίδαλου. Και ακόμη, τις δύο γιορτές με τις οποίες λατρευόταν στη Νάξο, τη μία πένθιμη, ανάμνηση του θανάτου της, και την άλλη χαρούμενη, ανάμνηση της ένωσής της με τον θεό Διόνυσο που παραπέμπουν σε θνήσκουσα βλαστική θεότητα που αναγεννάται κάθε χρόνο.
 
Επιπλέον, θα πρέπει να αναζητήσουμε και τις θεότητες που εμπλέκονται στον μύθο της, την Άρτεμη και την Αφροδίτη. Η Άρτεμη τη σκότωσε στη Νάξο, γιατί δεν διαφύλαξε την παρθενιά της, ή επειδή η ένωσή της έγινε σε τόπο ιερό, δικό της ή του Διόνυσου· η Αφροδίτη την παρηγόρησε μετά τη φυγή του Θησέα, λέγοντάς της ότι θα αξιωθεί να γίνει γυναίκα του Διόνυσου. Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι η μινωική Αριάδνη ήταν θεά που υποκαταστάθηκε από αυτές τις ολυμπιακές θεές.
 
Ακόμη, το ζευγάρωμα Διόνυσου - Αριάδνης μνημειώνει το ζευγάρωμα ομοειδών λατρειών στις Κυκλάδες και το Αιγαίο, ενώ τα παιδιά τους τη διάδοση της αμπελουργίας και της διονυσιακής λατρείας και την εποικιστική πολιτική της Κρήτης. Η θεά είναι συνδεδεμένη με τον κύκλο της ζωής (βλάστηση, γονιμότητα, ανανέωση της ζωής), όπως και η λατρεία της που φαίνεται ότι προϋπήρχε της συνάρθρωσης της Αριάδνης με τον Θησέα. Στην Κνωσό στις μεγάλες γιορτές του χρόνου χορευόταν κύκλιος χορός, επινοημένος από τον Δαίδαλο για την Αριάγνη, και μάλιστα στο μαρμάρινο χοροστάσι που ο Αθηναίος αρχιτέκτονας έφτιαξε για το κορίτσι (Ιλιάδα Σ 590-592) (θυμηθείτε το δικό μας γαϊτανάκι, αντίστοιχο του μίτου). Στη Δήλο αγόρια και κορίτσια χόρευαν έναν περίπλοκο χορό που λέγεται ότι εφηύρε ο Θησέας μαζί με τους νέους και τις νέες που σώθηκαν από τον Μινώταυρο. Σε επιγραφές της Δήλου αναφέρονται σχοινιά που κρατούσαν οι χορευτές στις γιορτές της Αφροδίτης και της Άρτεμης Βριτομάρτεως, προφανώς γαμήλιος χορός προς τιμή του γάμου του Θησέα και της Αριάδνης ή ανάμνηση τελετουργιών δοκιμασίας για τη μετάβαση από την εφηβεία στην ώριμη ηλικία. Ο χορός εγκαταλείφθηκε την εποχή του Λουκιανού (Περί ορχήσεως, 34, 18).

Η ΚΟΙΝΗ ΓΝΩΜΗ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ: Αποδοχή ή άρνηση;

«Ώστε δια την άγαν των πλεόνων επιθυμίαν, ει τω άρα και μη ήρεσκε, δεδιώς μη αντιχειροτονών κακόνους δόξειεν είναι τη πόλει ησυχίαν ήγεν»

(Γι’αυτό, λοιπόν, εξαιτίας της μεγάλης επιθυμίας των περισσότερων, κι αν τυχόν σε κάποιον δεν άρεσε (αυτό), επειδή φοβόταν μήπως, αν προτείνει τα αντίθετα, φανεί ότι είναι με κακή διάθεση προς την πόλη, δεν εκδήλωνε καμία αντίδραση (ησύχαζε).

Κοινή γνώμη και Δημοκρατία
Πρώτος ο Θουκυδίδης διείδε καθαρά την αδυναμία ή το φόβο κάποιου ή κάποιων να εκφράσουν διαφορετική άποψη προς αυτήν της πλειοψηφίας. Οι περισσότεροι συνειδητά ή ασυνείδητα συμπλέουν με τη δύναμη της πλειοψηφίας προσδοκώντας από αυτή τη σύμπλευση την κοινωνική αποδοχή και προσωπική αυτοεπιβεβαίωση. Είναι τέτοια η δύναμη που ασκεί η εξουσία της κοινής γνώμης που κάθε διαφωνία ή αντίλογος εκλαμβάνεται ως «ιδιοτροπία» ή αντικοινωνική (αντεθνική στάση) ή όχι και σπάνια αδυναμία κατανόησης και προσαρμογής στην εκάστοτε αναγκαιότητα.

            Η ανέκφραστη, όμως, διαφωνία προς τη γνώμη της πλειοψηφίας – κοινής γνώμης θεωρείται αδυναμία της δημοκρατίας και συνοδεύεται από αρνητικά φαινόμενα που πλήττουν – τραυματίζουν τόσο το «υποκείμενο» όσο και την κοινωνία – δημοκρατία.

            Ο φόβος μήπως κάποιος θεωρηθεί «κακόνους» οδήγησε την Αθήνα στην καταστροφή (Σικελική εκστρατεία 415-413 π.Χ.). Πόσο, όμως, διδαχτήκαμε ως κοινωνία και ως δημοκρατία από αυτήν την εξέλιξη; Πόσο θωρακίσαμε τη δημοκρατία μας από τα αρνητικά της ανέκφραστης γνώμης της μειοψηφίας και των ολίγων; Πως διαπαιδαγωγηθήκαμε ως προς τη στάση μας προς τη εξουσία της κοινής γνώμης που φαίνεται να αποδιοργανώνει τους νοητικούς μας μηχανισμούς και να μας καθιστά ψυχολογικά ανδράποδα από το φόβο της απόρριψης;

Η δύναμη της κοινής γνώμης
«Η πλειοψηφία έχει τη δύναμη – εξουσία, αλλά όχι υποχρεωτικά και το δίκαιο».

              Η κοινή γνώμη, ισχυρή και ανώνυμη, συνιστά μια πολιτική δύναμη που δεν προβλέπεται από κανένα σύνταγμα και επηρεάζει καταλυτικά κάθε πτυχή της ατομικής, κοινωνικής και εθνικής ζωής. Όλοι την επικαλούνται όταν συμφωνεί μαζί τους και όλοι την υποτιμούν όταν αντίκειται στα σχέδιά τους. Τότε θεωρούν πως αυτή συνιστά προϊόν εξαπάτησης και παραπληροφόρησης κι ενός επικίνδυνου λαϊκισμού που στοχεύει στη διακονία ιδιοτελών σκοπιμοτήτων.

            Μια κοινή γνώμη, λοιπόν, που από τη μια πλευρά διαμορφώνει συνειδήσεις, σκέψεις, συμπεριφορές και πολιτικές πρακτικές κι από την άλλη διαμορφώνεται από ιδεολογίες, κοινωνικά στερεότυπα, ηθικές αξίες, πολιτικές σκοπιμότητες, πολιτιστικά πρότυπα και βέβαια από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους (σχολείο, θεσμοί….).

            Η κοινή γνώμη αποτελεί μια πραγματικότητα και ως τέτοια πρέπει κάθε φορά να την αντιμετωπίζουμε. Οι ειδικοί δεν αναζητούν μόνο τους παράγοντες που τη διαμορφώνουν και τη δύναμη που ασκεί σε άτομα και κοινωνία (θετικά και αρνητικά) αλλά καταγράφουν και τη στάση μας προς αυτήν προτείνοντας ταυτόχρονα τη «δέουσα» κατά περίπτωση.

Οι στάσεις
Παραδοσιακά ο «μέσος πολίτης» διαμόρφωσε τρεις διαφορετικές στάσεις που ξεκινούν από την πλήρη αποδοχή και συμμόρφωση προς τις επιταγές της κοινής γνώμης έως την πλήρη άρνηση – απόρριψη. Υπάρχει, βέβαια, και η ενδιάμεση στάση, αυτή της κριτικής αντιμετώπισης που χαρακτηρίζει όλους εκείνους που έχουν συνείδηση της θέσης τους μέσα στο κοινωνικό σώμα και κυρίως των ορίων της συμπεριφοράς τους.

            Μια καταγραφή των επί μέρους στοιχείων τω τριών αυτών στάσεων θα διευκόλυνε και τη δική μας στάση. Στόχος μας η αναζήτηση της αλήθειας με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

            «Δεν με ενδιαφέρει η γνώμη των άλλων, παρά μόνον η αλήθεια» (Αισχύλος)

            α. Η πρώτη στάση: Η απόλυτη αποδοχή και συμμόρφωση στις εντολές της κοινής γνώμης. Όσοι ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία παραιτούνται από κάθε δικαίωμα αυτοκαθορισμού και αυτοβουλίας. Αυτό σημαίνει αλλοίωση των ιδιαίτερων στοιχείων της προσωπικής ταυτότητας και τελικά άρνηση της ίδιας της αυτονομίας τους.

            Η στάση αυτή χαρακτηρίζει άτομα που έχουν μειωμένο αίσθημα αυτοεκτίμησης και αυτοπεποίθησης. Εξάλλου η απόλυτη συμμόρφωση στις εντολές της κοινής γνώμης – πλειοψηφούσας άποψης είναι συνάρτηση της ψυχολογικής ευπάθειας ενός ατόμου και χαρακτηρίζει όσους φοβούνται την κοινωνική απόρριψη και πάσχουν από διανοητική οκνηρία.

            Το άτομο αυτής της κατηγορίας χάνει την ατομικότητά του, την ελευθερία του και γίνεται υποχείριο της πλειοψηφίας. Αδυνατεί να πάρει πρωτοβουλίες και καθίσταται έρμαιο της επιρροής του πλήθους και «ησυχίαν άγει». Αυτή η ψυχολογική εξάρτηση από τη γνώμη των πολλών τρέφει την ανασφάλεια που βρίσκει το αντίδοτό της στην οπαδοποίηση και το φανατισμό. «Ο φανατισμός είναι η μορφή θέλησης που μπορεί να διαπνέει τους αδύναμους και τους ντροπαλούς» (Κλιντ Ίστγουντ)

            β. Η δεύτερη στάση: Η απόρριψη και η άρνηση συμμόρφωσης στα κελεύσματα της κοινής γνώμης. Σύμφωνα με τους ειδικούς η κατηγορία αυτή των ανθρώπων χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό αυτοεκτίμησης – αυτοπεποίθησης και εσωτερική επάρκεια – αυτάρκεια. Η διαφοροποίηση από τις θέσεις της πλειοψηφίας – κοινής γνώμης προϋποθέτει μεγάλη αντοχή στα εμπόδια που θα συναντήσει από τη δυσπιστία των άλλων, των πολλών.

            Κι αυτό γιατί υπάρχει ο κίνδυνος μήπως χαρακτηριστεί ως εχθρός ή «κακόνους», όταν εκφράσει τη διαφωνία του προς την επικρατούσα θέση «αντιχειροτονών». Ενδεχομένως να γίνει αντικείμενο χλευασμού και περιφρόνησης του πλήθους και τεθεί στο περιθώριο ως «απροσάρμοστος».

             Όσοι επιλέγουν το δρόμο της μη – συμμόρφωσης προς τις ιδέες της πλειοψηφίας – κοινής γνώμης μπορεί ως ένα βαθμό να στιγματίζονται και να λιθοβολούνται από την άλλη, όμως, διασώζουν την αυτονομία τους και την ατομικότητά τους. Σύμφωνα με τους ψυχολόγους από αυτήν την ομάδα ανθρώπων αναδεικνύονται οι ηγέτες που ανοίγουν δρόμους και εμπνέουν. Εξάλλου «ελευθερία είναι το δικαίωμα να λες στους ανθρώπους αυτό που δεν θέλουν να ακούσουν» (Όργουελ)

            γ. Η τρίτη στάση: Η κριτική στάση και η λογική αντιμετώπιση των επιταγών της κοινής γνώμης. Η ιστορική εμπειρία κατέδειξε πως οι ακρότητες στη ζωή συνιστούν μια υπερβολή. Η μεσότητα με την Αριστοτελική της σημασία συνιστά ατομική και κοινωνική αρετή. Το κάθε άτομο χωριστά επιβάλλεται να επιλέξει τα όρια επέμβασης της κοινής γνώμης σε θέματα που αφορούν προσωπικές πτυχές της ύπαρξής του.

            Η καλλιέργεια των μηχανισμών αξιολόγησης των κανόνων και θέσεων της κοινής γνώμης συνιστά τον αναγκαίο όρο για να πετύχουμε την ατομική μας επιβίωση (διανοητική, ηθική….) αλλά και να συμβάλλουμε στην κοινωνική πρόοδο. Η αξία του μέτρου σε όλες τις μορφές της κοινωνικής συμπεριφοράς συνιστά διαχρονική αρετή.

            Η κοινωνία μας έχει ανάγκη από τη φρόνιμη άρνηση και όχι από τις απολυτότητες του μηδενισμού και της τυφλής συμμόρφωσης στα θέσφατα της απρόσωπης εξουσίας της κοινής γνώμης.

             Γιατί πρέπει να γνωρίζουμε πως «κάθε υπερβολή, κάθε υπέρβαση των ορίων μας πρέπει να πληρωθεί. Κανείς δεν μπορεί να πάει πολύ μακριά είτε ως προς την ανεξαρτησία, είτε ως προς τον συμβιβασμό, ατιμωρητί».

Γιατί νιώθουμε ότι τα προβλήματα δεν τελειώνουν ποτέ; Μήπως φταίει το μυαλό μας;

Μπορεί εσείς να μην το θέλετε αλλά μόλις λύσετε κάποιο πρόβλημα, όλο και κάποιο καινούργιο θα ξεπηδήσει; Μήπως ανήκετε σε αυτή την κατηγορία ανθρώπων ή μήπως ανήκει κάποιος πολύ δικός σας άνθρωπος; Θεωρείτε αυτή την αίσθηση αντικειμενική αλλά μάλλον δεν είναι. Δεν έχουμε να κάνουμε με μία πραγματικότητα αλλά μάλλον για μία περίεργη λειτουργία του εγκεφάλου μας.

Ειδικότερα, αποδεικνύεται ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος επεξεργάζεται πληροφορίες με ανορθόδοξους τρόπους και όταν κάτι συμβαίνει σπάνια μπορεί να μας κάνει να το «βλέπουμε» ξαφνικά πολύ πιο συχνά στη ζωή μας, επειδή κάνει συνεχώς συγκρίσεις.

Σκεφτείτε για παράδειγμα μια «ομάδα παρακολούθησης» σε μια γειτονιά που αποτελείται από εθελοντές οι οποίοι καλούν την αστυνομία όταν βλέπουν κάτι ύποπτο, με στόχο τη μείωση της εγκληματικότητας. Οι εθελοντές θα σημάνουν συναγερμό όταν δουν τα πρώτα σημάδια σοβαρών εγκλημάτων, όπως μια επίθεση ή μια διάρρηξη. Ας υποθέσουμε ότι αυτές οι προσπάθειες βοηθούν και με την πάροδο του χρόνου οι επιθέσεις και οι διαρρήξεις γίνονται πιο σπάνιες. Τι θα κάνουν οι εθελοντές στη συνέχεια; Μια πιθανότητα είναι ότι θα χαλαρώσουν και θα σταματήσουν να καλούν την αστυνομία. Εξάλλου, τα σοβαρά εγκλήματα για τα οποία ανησυχούσαν ανήκουν στο παρελθόν. Αλλά οι περισσότεροι εθελοντές όχι μόνο δεν θα ηρεμήσουν, αλλά θα αρχίσουν να ψάχνουν ύποπτες κινήσεις ακόμα και στα πιο ασήμαντα πράγματα, όπως σε όσους κάνουν ρομαντικές βόλτες τα βράδια ή τζόκινγκ.

Μπορείτε πιθανώς να σκεφτείτε πολλές παρόμοιες καταστάσεις στις οποίες τα προβλήματα ποτέ δεν εξαφανίζονται επειδή οι άνθρωποι συνεχίζουν να αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο τα ορίζουν. Αυτό ονομάζεται «μετατόπιση ιδέας» ή «μετατόπιση στόχου» και μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα. Πώς μπορείτε να ξέρετε εάν προχωράτε στην επίλυση ενός προβλήματος, όταν συνεχίζετε να επαναπροσδιορίζετε τι σημαίνει και πως να το λύσετε;

Ο David Levari, ψυχολόγος και μεταδιδακτορικός του Χάρβαρντ, μαζί με τους συναδέλφους του προσπάθησε να καταλάβει πότε συμβαίνει αυτό το είδος συμπεριφοράς, τους λόγους και την πιθανή αντιμετώπιση.

Τι απέδειξαν τα πειράματα;

Στα πλαίσια της έρευνες μάζεψαν μια ομάδα ατόμων και τους έδειξαν μια σειρά από πρόσωπα που δημιουργήθηκαν από υπολογιστές για να αποφασίσουν ποια τους φαίνονταν πιο «απειλητικά». Τα πρόσωπα είχαν σχεδιαστεί προσεκτικά από τους ερευνητές για να κυμαίνονται από πολύ τρομακτικά ως εντελώς άκακα.

«Όσο δείχναμε στους ανθρώπους όλο και λιγότερα απειλητικά πρόσωπα, διαπιστώσαμε ότι επέκτειναν τον ορισμό της «απειλής», περιλαμβάνοντας ένα ευρύτερο φάσμα προσώπων. Με άλλα λόγια, όταν άρχισαν να ξεμένουν από απειλητικά πρόσωπα, άρχισαν να νιώθουν φόβο από όσους είχαν χαρακτηρίσει προηγουμένως ως άκακους», ανέφερε ο Levari στο Conversation.

Αντί να είναι συνεπείς σε μια κατηγορία, σχετικά με το ποιους θεωρούσαν πιο απειλητικούς, φαίνεται ότι επηρεάζονταν από το σύνολο των απειλών που είχαν δει τελευταία.

Αυτή η ασυνέπεια δεν περιορίζεται στις κρίσεις τους σχετικά με την απειλή. Σε ένα άλλο πείραμα, ζητήσαν από τους εθελοντές να λάβουν μια ακόμα πιο απλή απόφαση: αν οι χρωματιστές κουκκίδες σε μια οθόνη ήταν μπλε ή μοβ. Καθώς οι μπλε κουκκίδες άρχισαν να εξαφανίζονται, οι συμμετέχοντες άρχισαν να «βλέπουν» κάποιες από τις μοβ κουκκίδες σαν μπλε. Το έκαναν ακόμη και όταν τους είπαν ότι οι μπλε κουκκίδες θα εμφανίζονταν πιο σπάνια κι όταν τους πρόσφεραν χρηματικά βραβεία για να μείνουν πιο συγκεντρωμένοι. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι αυτή η συμπεριφορά δεν είναι εντελώς υπό τον συνειδητό έλεγχο. Διαφορετικά, οι άνθρωποι θα μπορούσαν να είναι πιο συνεπείς για να κερδίσουν χρηματικό έπαθλο.

«Αφού αναλύσαμε τα αποτελέσματα και των δύο πειραμάτων, η ερευνητική μας ομάδα αναρωτήθηκε αν αυτό ήταν πιθανώς ένα τρικ του οπτικού συστήματος. Για να το εξετάσουμε, πραγματοποιήσαμε ένα τελικό πείραμα στο οποίο ζητήσαμε από τους εθελοντές να διαβάσουν διαφορετικές επιστημονικές μελέτες και να αποφασίσουν ποιες ήταν ηθικές και ποιες ανήθικες», υπογράμμισε ο Levari.

Και συνεχίζει: «Ήμασταν σκεπτικοί για το αν θα βρίσκαμε τις ίδιες ασυνέπειες σε αυτά τα πειράματα. Οι ηθικές κρίσεις, υποψιαζόμασταν, ότι θα ήταν πιο συνεπείς σε σχέση με άλλες αποφάσεις. Αλλά έκπληκτοι είδαμε ότι κάναμε λάθος. Συνέβαινε ακριβώς το ίδιο πράγμα. Οι συμμετέχοντες άρχισαν βλέπουν ότι όλο και περισσότερες μελέτες είναι ανήθικες, παρόλο που τους δείχναμε τις πιο ηθικές. Με άλλα λόγια, επειδή διάβαζαν όλο και λιγότερες ανήθικες μελέτες, έγιναν σκληρότεροι δικαστές για το τι θεωρούνταν ηθικό.

Ο εγκέφαλός μας είναι επιρρεπής στις συνεχείς συγκρίσεις

Γιατί οι άνθρωποι τείνουν να «φουσκώνουν» αυτό που αποκαλούν απειλητικό όταν οι απειλές γίνονται πιο σπάνιες; Οι έρευνες από τη γνωστική ψυχολογία και τη νευροεπιστήμη δείχνουν ότι αυτή η συμπεριφορά είναι συνέπεια του βασικού τρόπου με τον οποίο οι εγκέφαλοί μας επεξεργάζονται πληροφορίες και συγκρίνουν συνεχώς αυτό που βρίσκεται μπροστά τους.

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος τείνει να κάνει συνεχώς συγκρίσεις. Από την στιγμή που βλέπει ότι τα απειλητικά πρόσωπα μειώνονται, δημιουργεί νέες απειλές. Όταν τα απειλητικά πρόσωπα είναι σπάνια, νέα πρόσωπα θα αρχίσουν να φαίνονται πιο «τρομακτικά».

Αποδεικνύεται επίσης ότι για τον εγκέφαλό μας, οι σχετικές συγκρίσεις απαιτούν λιγότερη ενέργεια από τις απόλυτες συγκρίσεις. Οι ανθρώπινοι εγκέφαλοι πιθανότατα εξελίχθηκαν για να χρησιμοποιήσουν σχετικές συγκρίσεις σε πολλές καταστάσεις, επειδή αυτές οι συγκρίσεις παρέχουν συχνά αρκετές πληροφορίες για την ασφαλή πλοήγηση στο περιβάλλον μας και τη λήψη αποφάσεων, ενώ παράλληλα απαιτούν λιγότερη προσπάθεια και ενέργεια.

Ελεύθερη Βούληση. Υπάρχει;

Το θέμα της ελεύθερης βούλησης είναι πολύπλοκο. Έχω την αίσθηση, ότι δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτοι. Η ύπαρξη ή όχι της ελεύθερης βούλησης είναι ένα μακραίωνο ερώτημα, με το οποίο ασχολήθηκαν φιλόσοφοι, ψυχολόγοι και, πιο πρόσφατα, νευροεπιστήμονες. Υπάρχουν δύο σχολές σκέψης. Επιγραμματικά, η μία υποστηρίζει ότι λαμβάνουμε τις αποφάσεις μας συνειδητά, με τον νου, ενώ η δεύτερη θεωρεί ότι αυτή η διεργασία γίνεται στο ασυνείδητο μέρος του εγκεφάλου και μετά από λίγο, η ήδη ειλημμένη απόφαση, κάνει την εμφάνισή της στον νου δημιουργώντας παράλληλα την ψευδαίσθηση ότι η απόφαση ήταν συνειδητή.

Οι περισσότεροι άνθρωποι θα υποστήριζαν ότι η κοινή λογική λέει ότι η πρώτη σχολή σκέψης είναι η σωστή και η δεύτερη είναι, απλώς, μία προσπάθεια να υπονομευθεί η έννοια της ελεύθερης βούλησης. Ωστόσο, δεν έχει βρεθεί ο τρόπος το προφανές να αποδειχθεί, και να γίνει σαφές πέραν πάσης αμφιβολίας. Έτσι, καταλήγουμε στο δίλημμα που κάποιες φορές θυμίζει αυτό του αυγού με την κότα.

Εμείς σήμερα θα προσπαθήσουμε να το αναλύσουμε, ελπίζω, διαθέτοντας κάποια ‟ελευθερία״ στις σκέψεις μας. Είναι μια ευκαιρία να αποδείξουμε ότι δε μένουμε γαντζωμένοι στις απόψεις μας και λαμβάνουμε αμερόληπτα τα επιχειρήματα όλων των πλευρών. Εξάλλου, ο Επίκουρος είπε να μη μένουμε στο άσπρο-μαύρο της δίτιμης λογικής αλλά να δεχόμαστε την πλειοτιμία.

Ξεκινώ, λοιπόν, με κάποιες διευκρινήσεις για το θέμα:

Ελεύθερη βούληση είναι η ικανότητα του ατόμου και γενικότερα του κάθε έμβιου όντος να προβαίνει σε επιλογές χωρίς να περιορίζεται από ορισμένους παράγοντες.

Οι παράγοντες ιστορικού ενδιαφέροντος περιλαμβάνουν μεταφυσικούς περιορισμούς (όπως η θεολογική αιτιοκρατία), φυσικούς περιορισμούς (όπως φυλάκιση), κοινωνικούς περιορισμούς (όπως η απαγόρευση ή η απειλή τιμωρίας), και πνευματικούς περιορισμούς (όπως εμμονές ή φοβίες, νευρολογικές διαταραχές, ή γενετικές προδιαθέσεις).

Το ζήτημα της ελεύθερης βούλησης έχει συζητηθεί ευρέως σε όλη την ανθρώπινη ιστορία, και συμπεριλαμβάνει όχι μόνο το κατά πόσο υπάρχει αλλά ακόμα και το πώς ορίζεται αυτή η έννοια.

Για το αν υπάρχει ή όχι συναντάμε άλλες δυο τουλάχιστον υποκατηγορίες απόψεων, τους συμβατιστές και τους αντισυμβατιστές.

Ένας πολύ γνωστός συμβατιστής είναι ο Ντάνιελ Ντένετ, Αμερικανός φιλόσοφος, συγγραφέας και γνωσιακός επιστήμονας. Σήμερα είναι συνδιευθυντής του Κέντρου Γνωσιακών Σπουδών, καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ταφτς, άθεος και υλιστής. Ο Ντάνιελ Ντένετ θεωρεί πως ο ντετερμινισμός με την ελεύθερη βούληση είναι συμβατά μεταξύ τους και μπορούν να συνυπάρχουν.

Πολλοί σύγχρονοι φιλόσοφοι θεωρούν αρκετά προβληματική την έλλειψη προόδου από την αρχαιότητα έως σήμερα.

Οι νευροεπιστήμες όπως νευρολογία, ψυχιατρική κ.α., απορρίπτουν την συνειδητή ελεύθερη βούληση, μα όχι την αίσθηση αυτοκυριαρχίας του ατόμου.

Σύμφωνα με τις νευροεπιστήμες, το άτομο δεν επιλέγει τα γονίδια, το φύλο του, το αρχικό περιβάλλον και την αρχική διαμόρφωση του εγκεφάλου στη μήτρα, ούτε τις ενδοκρινολογικές του αναλογίες εκκρίσεων αλλά συνδιαμορφώνει τις σωματικές και νευρολογικές του συνθήκες.

Οι σπουδές, δείχνουν να περιορίζουν τη "βούληση" εντός των νομίμων πλαισίων, άρα, νευρολογικά το άτομο έχει περισσότερο "αυτοέλεγχο" όταν ελαττώσει την τυχαιότητα μέσω της μάθησης, και εκφράζει περισσότερες εναλλακτικές με ηπιότερες εκδηλώσεις.

Ο περιορισμός της τυχαιότητας μέσω της διαμόρφωσης, αποδίδει πιο επιθυμητές συμπεριφορές, όμως νευρολογικά αυτό δεν ταυτίζεται με την ελεύθερη βούληση αλλά την χειραγώγηση αυτής, έστω θετικά, μέσω της ήπιας διαμόρφωσης του μυαλού και έμμεσα του χαρακτήρα.

Για να μη σας κουράζω, όμως, και καθώς η δική μου άποψη σε ένα τέτοιο θέμα δεν είναι η σημαντική, θα παραθέσω παρακάτω κάποια αποσπάσματα:

Ο Επίκουρος μας μίλησε για την παρέγκλιση την οποία προσπάθησε να εξηγήσει ώστε να απαλλάξει τον άνθρωπο από την αναγκαιότητα της μοίρας.Επειδή, όπως μας λέει ο Φρανσουά Σατελέ (Fr. Chatelet ιστορικός της φιλοσοφίας, στο βιβλίο του «Η Φιλοσοφία»), «προεκτεινόμενος στα ανθρώπινα,ο ελεύθερος και αυθόρμητος τρόπος κίνησης των ατόμων στη φύση, προσδιορίζει μια ελευθερία βούλησης ικανή να απαλλάξει τον άνθρωπο από την αιτιοκρατία της φύσης, καθώς του επιτρέπει να συμμετάσχει στην συγκροτητική αρχή της φύσης».

Έτσι στοιχειοθετήθηκε η θεωρία της ελεύθερης βούλησης του ατόμου κατά παρέκκλιση της άκαμπτης λογικής αλληλουχίας και του αιτιατού αλληλοκαθορισμού των γεγονότων.

Σκέφτομαι, λοιπόν, πώς συνδυάζεται το τυχαίο με τη θέληση; Διότι άλλο η παρέκκλιση και άλλο η βούληση. Άλλο η τύχη με την μορφή της πιθανότητας και άλλο η θέληση. Εξάλλου ούτε για την τύχη είμαστε υπεύθυνοι εμείς, έτσι δεν είναι;

Στη 16η Κύρια Δόξα του μας λέει ο Επίκουρος: «Λίγα στον μυαλωμένο άνθρωπο η τύχη προσθέτει, τα δε μέγιστα και κυριότατα ο λογισμός τα έχει διοικήσει, και καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου τα διοικεί και θα τα διοικήσει».

Επίσης, βρίσκουμε κάποιες ρήσεις του, που, σε ‘μένα προσωπικά, αφήνουν κάποιο παραθυράκι προς άλλες κατευθύνσεις.

Επίκουρος:
«Τίποτε δε γίνεται από το τίποτε» όσον αφορά την αιτιοκρατία.

Και, γενικότερα για την ελευθερία, «Εκλυτέον εαυτούς εκ του περί τα εγκύκλια και τα πολιτικά δεσμωτηρίου. Θα πρέπει να απελευθερωθούμε από τις καθημερινές και δημόσιες ασχολίες που μας δεσμεύουν».

Όπως και το «Μέγιστος καρπός της αυτάρκειας η ελευθερία» και να ρωτήσω με την ευκαιρία: ποιος νιώθει αυτάρκης;

Επίσης, η ελεύθερη βούληση, όσο δε συνοδεύεται από αποδείξεις, πώς μπορεί να ενταχθεί στον φιλοσοφικό υλισμό του Επίκουρου; Μήπως παραμένει ιδέα;

Τι λέει ένας "δικός μας", κορυφαίος, νευροεπιστήμονας:

Γιώργος Παξινός: Ελεύθερη βούληση – Σκλάβοι του χθες ή αρχιτέκτονες του πεπρωμένου/μέλλοντος μας;

Η υποκειμενική εμπειρία είναι ότι έχουμε ελεύθερη βούληση και όλη η επιστημονική ένδειξη ότι δεν έχουμε.

Βλέπουμε το παράδειγμα της αγάπης, που μας δείχνει ότι δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση στον τομέα των συναισθημάτων. Συχνά ακούμε «θέλω να τον ξεχάσω αλλά δεν μπορώ», δηλαδή, συνεχίζουν να αγαπούν κάποιον που τους έχει παρατήσει και δεν μπορούν να μεταβιβάσουν την αγάπη τους σε κάποιον άλλον που τους αγαπάει. Κατά τον ίδιον τρόπο δεν μπορούν να τους ξαναγαπήσουν και αυτοί που τους έχουν παρατήσει όσο και να επιμείνουν… Δεν μπορείς να διατάξεις την αγάπη, άρα, δεν έχεις καμία ελευθερία όσον αφορά την αγάπη.

Να κάνουμε μια πρόβλεψη: Οποιοσδήποτε από τους άνδρες (εδώ μέσα), γεννιόταν στη χώρα που λιθοβολούν τις γυναίκες που υποθέτουν ότι δεν τήρησαν τις εντολές των ιερών τους βιβλίων, θα είχε τις ίδιες πιθανότητες να μετάσχει στον λιθοβολισμό όπως οι ντόπιοι εκείνης της χώρας.

Μπορεί ο νους να επηρεάσει τον εγκέφαλο; (Ή, θα έλεγα εγώ, μπορεί το συνειδητό να επηρεάσει το ασυνείδητο;)

Όχι, ο νους δεν μπορεί να είναι ένας παράγοντας που θα επηρεάσει τη δραστηριότητα του εγκεφάλου. Ο νους είναι η δραστηριότητα του εγκεφάλου. Όπως η σκιά μας δεν μπορεί να μας αναγκάσει να κάνουμε κάτι, έτσι και ο νους δεν μπορεί να αναγκάσει τον εγκέφαλο να κάνει αυτό που δε θέλει. Αν ο νους ήταν ικανός να εξαναγκάσει τους νευρώνες του εγκεφάλου να ενεργοποιηθούν, θα παραβίαζε την αρχή της διατήρησης της ενέργειας.

Αν ο νους κυβερνά τον εγκέφαλο, τότε υπάρχει ελεύθερη βούληση και, κατά συνέπεια, ευθύνη για τα λεγόμενα και τις πράξεις μας. Αντίστροφα, αν ο εγκέφαλος κυβερνά το νου, τότε καταλήγουμε σε ένα μάλλον σκοτεινό συμπέρασμα· δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση (λόγω των δομών του ασυνείδητου που εδράζονται σ’ αυτόν).

Ο νους, λοιπόν, είναι η δραστηριότητα του εγκεφάλου και η συμπεριφορά το απότοκο από δυο επιρροές: Το γεννητικό προίκισμα και την εμπειρία.

Η αίσθηση, αντίληψη και συνείδηση εξαρτώνται πλήρως απ’ τον εγκέφαλο.

Ο εγκέφαλος αποφασίζει σε νευρολογικό σκοτάδι και στη συνέχεια ενημερώνει τον νου ο οποίος σκέφτεται ότι εκείνος πήρε την απόφαση. Στην πραγματικότητα η απόφαση ελήφθη πρό-γνωστικά. Αν, λοιπόν, ο εγκέφαλος ελέγχει τον νου δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση, επειδή οι εγκεφαλικές συνδέσεις, νευρομεταβιβαστές και συνάψεις θα πάρουν την απόφαση και η απόφαση αυτή θα πρέπει να βασίζεται μόνο σε γεγονότα που είναι φυσικά, χημικά, ηλεκτρικά ή τυχαία.

Ακόμα και στη σκέψη δεν υπάρχει ελευθερία. Δεν μπορούμε να προβλέψουμε τις επόμενες τρεις σκέψεις μας, όπως ακριβώς δεν μπορούμε να προβλέψουμε τις επόμενες τρεις σκέψεις κάποιου άλλου. Ούτε μπορούμε να δούμε το ουράνιο τόξο και να αναγκάσουμε το μυαλό μας να το δει σε άσπρο-μαύρο.

Η νόσος του Αλτσχάιμερ θα κάνει μια ανεπιθύμητη επίσκεψη στους περισσότερους από ‘μας προς το τέλος της ζωής. Θα διαταράξει την εσωτερική δομή των νευρώνων μας και θα μας καταστήσει ζωντανά παραδείγματα ότι ο νους είναι το προϊόν του εγκεφάλου και δεν έχει καμία επίδραση σε αυτόν.

Ο ποιητής του 19ου αιώνα, Λόρδος Άλφρεντ Τέννυσον, είχε δίκιο κατά το ήμισυ όταν έγραψε στο ποίημα του Οδυσσέας «Είμαι μέρος όλων αυτών που έχω γνωρίσει». Το άλλο μισό της αλήθειας βρίσκεται στη γεννητική. Δεν πρόκειται να εγκαταλείψουμε την αγάπη που μας βασανίζει καθόλου ευκολότερα απ’ ό,τι μπορούμε να σβήσουμε τον πόνο μετά την εγχείρηση. Ποιος από μας δε θα ήθελε να απορρίψει την κατάθλιψη, τις ανησυχίες, τις εμμονές, τους καταναγκασμούς του;

Ποιοι είμαστε;

«Σε μια άκρη του σύμπαντος, πάνω σ’ έναν μικρό μπλε πλανήτη, που περιστρεφόταν γύρω από έναν ασήμαντο ήλιο, στις φτωχογειτονιές του γαλαξία, ανόρθωσαν το ανάστημα τους οργανισμοί που εν’ τούτης θεώρησαν τους εαυτούς τους προνομιούχους και… με ελευθέρα βούληση.»

Οι νευροεπιστήμονες συμφωνούν στο ότι τα γονίδια προσδίδουν προδιαθέσεις και αυτό το βρίσκουν ιδιαίτερα εύκολα σε μονοζυγωτικά δίδυμα. Η φύση έκανε μια τεράστια εξυπηρέτηση στους επιστήμονες. Τους παρέχει δίδυμα μονοζυγωτικά που έχουν ακριβώς το ίδιο γεννητικό προίκισμα· καμία διαφορά. Οποιαδήποτε διαφορά υφίσταται μεταξύ των δυο θα πρέπει να οφείλεται στο περιβάλλον. Δεν υπάρχει άλλος παράγοντας που να επηρεάσει τη συμπεριφορά.

Εάν, λοιπόν, εγώ είμαι ομοφυλόφιλος και ο Τάκης, ο σκληρός ο ιατρός είναι μονοζυγωτικό μου δίδυμο, οι πιθανότητες ότι κι εκείνος είναι ομοφυλόφιλος είναι 50%. Τεράστια η προδιάθεση! Αν δεν είχαμε καμιά συγγένεια κι εγώ ήμουν ομοφυλόφιλος, οι πιθανότητες να ήταν κι εκείνος ομοφυλόφιλος θα ήταν 1%, όπως ανά τον πληθυσμό. Είναι στατιστική. Αλλά επειδή είναι μονοζυγωτικός μου αδελφός έχει αυτήν την προδιάθεση, 50%.

Εν’ τούτης, προσέξτε, δεν είναι 100%. Τι σημαίνει αυτό; Ότι και το περιβάλλον έχει μια τεράστια επίδραση. Το άλλο 50%.

Οι επιστήμονες μπορούν να ξεδιαλύνουν σε ορισμένες καταστάσεις τι ευθύνεται και κατά πόσον.

Συνεχίζω με τους:

Stephen Hawking - Leonard Mlodinow
Από το Βιβλίο "Το Μεγάλο Σχέδιο"

Έχουν οι άνθρωποι ελεύθερη βούληση;

Αν διαθέτουμε ελεύθερη βούληση,σε ποιο σημείο του εξελικτικού δέντρου εμφανίστηκε;

Διαθέτουν τα κυανοφύκη ή τα βακτήρια ελεύθερη βούληση, ή μήπως η συμπεριφορά τους είναι αυτόματη και εντός της επικράτειας των φυσικών νόμων;

Περιορίζεται η ελεύθερη βούληση σε όλους τους πολυκύτταρους οργανισμούς ή μόνο στα θηλαστικά;

Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι ένας χιμπαντζής ασκεί την ελεύθερη βούλησή του όταν επιλέγει να μασουλίσει μια μπανάνα ή μια γάτα να σκίσει τον καναπέ σας; Τι θα λέγατε, όμως, για τον νηματώδη σκώληκα (Caenorhabditis elegans), ένα απλό πλάσμα αποτελούμενο από μόλις 959 κύτταρα; Αυτό μπορεί να μην πει ποτέ από μέσα του «Πω-πω, τι νοστιμιά αυτά τα βακτήρια στο δείπνο σήμερα», σίγουρα όμως έχει προτιμήσεις στο φαγητό, και είτε θα συμβιβαστεί με έναν μέτριο μεζέ είτε θα συνεχίσει προς αναζήτηση κάτι καλύτερου, ανάλογα με την πρόσφατη εμπειρία του. Μήπως εδώ έχουμε άσκηση της ελεύθερης βούλησης;

Όσο και αν εμείς οι ίδιοι αισθανόμαστε ότι μπορούμε να επιλέγουμε αυτό που θα κάνουμε, η κατανόηση της μοριακής βάσης της βιολογίας δείχνει ότι οι βιολογικές διεργασίες υπάγονται στους νόμους της φυσικής και της χημείας, άρα είναι εξίσου αιτιοκρατικά καθορισμένες όσο και οι τροχιές των πλανητών. Πρόσφατα πειράματα στο πεδίο των νευροεπιστημών ενισχύουν την άποψη ότι τις ενέργειές μας καθορίζει ο υλικός μας εγκέφαλος, σε συμφωνία πάντα με τους γνωστούς νόμους της επιστήμης, και όχι κάποιος παράγοντας εκτός της επικράτειας των νόμων αυτών.

Παραδείγματος χάριν, από μελέτη ασθενών που υποβλήθηκαν σε εγχείρηση στον εγκέφαλο διατηρώντας τις αισθήσεις τους βρέθηκε ότι, μέσω ηλεκτρικού ερεθισμού των κατάλληλων εγκεφαλικών περιοχών, μπορούμε να επαγάγουμε στον ασθενή την επιθυμία να κινήσει την παλάμη, το χέρι ή την πατούσα του, να κινήσει τα χείλη του και να μιλήσει. Είναι δύσκολο να φανταστούμε με ποιον τρόπο μπορεί να λειτουργεί η ελεύθερη βούληση αν η συμπεριφορά μας καθορίζεται από τους φυσικούς νόμους· φαίνεται, λοιπόν, ότι δεν είμαστε τίποτα περισσότερο από βιολογικές μηχανές, και ηελεύθερη βούληση δεν αποτελεί παρά μια ψευδαίσθηση.

Τόσο ο Αριστοτέλης όσο και ο Πλάτων πίστευαν -όπως και ο Καρτέσιος ή και, αργότερα, ο Αϊνστάιν- ότι οι φυσικές αρχές υπάρχουν «εξ ανάγκης», διότι υποτίθεται πως είναι οι μοναδικοί κανόνες που έχουν λογική βάση.
[Να θυμηθούμε και λίγο τον Επίκουρο που είπε στην προσφώνηση 9 «Η ανάγκη είναι κακό (πράγμα), αλλά δεν υπάρχει καμία ανάγκη να ζούμε κάτω από την ανάγκη».]

Λόγω της πίστης του στην εκπήγαση των φυσικών νόμων από τη λογική, ο Αριστοτέλης και οι οπαδοί του θεωρούσαν ότι θα μπορούσαμε να «παραγάγουμε» τους νόμους αυτούς χωρίς να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στον τρόπο με τον οποίο πραγματικά συμπεριφέρεται η Φύση. Η πίστη αυτή, καθώς και η εστίαση στο «γιατί» τα αντικείμενα ακολουθούν κανόνες αντί για ιδιαιτερότητες των κανόνων, τον οδήγησαν στη διατύπωση κυρίως ποιοτικών νόμων, συχνά λανθασμένων, οι οποίοι, σε κάθε περίπτωση, δεν αποδείχθηκαν ιδιαίτερα χρήσιμοι, ακόμη και αν δέσποσαν στην επιστημονική σκέψη επί αιώνες. Θα περνούσε πολύς καιρός ακόμη πριν αποτολμήσουν κάποιοι σαν τον Γαλιλαίο να αμφισβητήσουν την αυθεντία του Αριστοτέλη και να στρέψουν την προσοχή τους στο πώς πραγματικά λειτουργεί η Φύση, αντί για τις επιταγές του καθαρού«λόγου» ως προς το πώς θα έπρεπε να λειτουργεί.

Το βιβλίο αυτόασπάζεται την άποψη της επιστημονικής αιτιοκρατίας, σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχουν θαύματα, ή εξαιρέσεις στους νόμους της Φύσης.

Κάποιες λίγο πιο σκληρές-ντετερμινιστικές απόψεις από τον:

Sam Harris - Ανελεύθερη Βούληση
(Σπούδασε φιλοσοφία και είναι νευροεπιστήμονας με διδακτορικό)

«...Θα πρέπει λοιπόν να θεωρήσουμε την τωρινή κατάσταση του σύμπαντος ως το αποτέλεσμα της προηγούμενης και αιτία εκείνης που θα ακολουθήσει. Αν υποθέσουμε ότι για κάθε στιγμή μια διάνοια θα μπορούσε να κατανοήσει όλες τις δυνάμεις που θέτουν σε κίνηση τη φύση και την αντίστοιχη κατάσταση όλων των υπάρξεων που τη συνθέτουν, μια τέτοια τεράστια διάνοια που θα ήταν σε θέση να αναλύσει τα δεδομένα, θα συμπεριελάμβανε στην ίδια εξίσωση τις κινήσεις των μεγαλύτερων σωμάτων του σύμπαντος, καθώς και αυτές των μικρότερων ατόμων. Γι’ αυτήν τίποτα δεν θα ήταν απροσδιόριστο και το μέλλον, όπως και το παρελθόν, θα της ήταν απολύτως γνωστά...»
(Μαρκήσιος Π. Σ. Λαπλάς Από το Essai philosophique sur les probabilites, 1814)

Στην ντετερμινιστική οπτική των Λαπλάς και Χάρις η ύπαρξη των δύο ασύμβατων μεταξύ τους εννοιών, του τυχαίου και της ελεύθερης βούλησης, οφείλεται σε ένα και μόνο υποκειμενικό παράγοντα, την ελλιπή γνώση.

Ωστόσο, η βούληση, όπως και η συνείδηση, υπόκειται και στην εξελιξιαρχία, στη διαδικασία της εξέλιξης. Θα μπορούσε λοιπόν η ελεύθερη βούληση να προκύψει στο μέλλον, όπως άλλωστε συνέβη και με τη συνείδηση στο παρελθόν. Πιθανώς όμως όχι, γιατί... θα είναι μάταιο να περιμένει κανείς από ένα ντετερμινιστικό σύμπαν να αφήσει εκουσίως ελεύθερη τη βούληση.

Η πρωτότυπη αντίληψη της ελεύθερης βούλησης ως ψευδαίσθησης οφείλεται στις εργασίες και στα πειράματα του ψυχολόγου Ντάνιελ Γουάγκνερ, ο οποίος έγινε γνωστός με την έκδοση του βιβλίου του The illusion of conscious will, το 2002.

Και το πολύ σημαντικό έργο του Γουάγκνερ, με τη σειρά του, βασίστηκε στα πρωτοπόρα πειράματα σχετικά με την καθυστέρηση του χρόνου έναρξης της συνειδητής πρόθεσης, κατά τις αρχές της δεκαετίας του 80, του φυσιολόγου Βενιαμίν Λίμπετ, ο οποίος προφανώς θα ήταν απογοητευμένος με τα αποτελέσματα των πειραμάτων του, μιας και αυτά έθεταν υπό αμφισβήτηση την ελεύθερη βούληση, ενώ αυτός πίστευε και συνέχισε να πιστεύει σε αυτή.

Στην πραγματικότητα, η ελεύθερη βούληση είναι κάτι παραπάνω από μια ψευδαίσθηση (ή κάτι λιγότερο), με την έννοια ότι το νόημά της δεν είναι λογικοφανές. Είτε η βούλησή μας καθορίζεται από προϋπάρχουσες αιτίες, και συνεπώς δεν είμαστε υπεύθυνοι γι’ αυτές, είτε είναι αποτέλεσμα της τύχης, και συνεπώς πάλι δεν είμαστε υπεύθυνοι γι’ αυτές.

Κανείς δεν έχει περιγράψει ποτέ κάποιο τρόπο με τον οποίο οι πνευματικές και οι φυσικές διεργασίες μπορούν να εκδηλωθούν έτσι ώστε να αποδεικνύουν την ύπαρξη ελευθερίας. Οι περισσότερες ψευδαισθήσεις είναι φτιαγμένες από πιο στέρεα υλικά.

Ο φυσιολόγος Βενιαμίν Λίμπετ έγινε διάσημος όταν χρησιμοποίησε έναν ηλεκτροεγκεφαλογράφο (EEG) για να δείξει ότι η δραστηριότητα στον κινητικό φλοιό του εγκεφάλου μπορεί να εντοπιστεί γύρω στα 300 χιλιοστά του δευτερολέπτου πριν ο άνθρωπος αισθανθεί ότι αποφάσισε να πραγματοποιήσει μια κίνηση. Μια άλλη εργαστηριακή μελέτη επέκτεινε περαιτέρω αυτήν την εργασία του Λίμπετ, χρησιμοποιώντας έναν λειτουργικό μαγνητικό τομογράφο (fMRI). Ζητήθηκε σε όσους συμμετείχαν στο πείραμα να πιέσουν το ένα από τα δύο κουμπιά καθώς παρακολουθούσαν ένα «ρολόι» που απαρτιζόταν από μια τυχαία σειρά γραμμάτων, τα οποία εμφανίζονταν σε μια οθόνη. Ανέφεραν το γράμμα που ήταν ορατό στην οθόνη τη στιγμή που αποφάσιζαν να πιέσουν το ένα από τα δυο κουμπιά. Οι επιστήμονες ανακάλυψαν δυο περιοχές του εγκεφάλου που περιείχαν πληροφορίες σχετικά με το ποιο κουμπί πάτησαν οι συμμετέχοντες 7 έως 10 γεμάτα δευτερόλεπτα πριν αυτοί πάρουν την απόφαση συνειδητά. Τελευταία, απευθείας εγγραφές του εγκεφαλικού φλοιού έδειξαν ότι η δραστηριότητα και μόνο 256 νευρώνων αρκεί για να προβλεφθεί με ακρίβεια της τάξεως του 80% η απόφαση ενός ανθρώπου να κινηθεί, 700 χιλιοστά του δευτερολέπτου πριν το συνειδητοποιήσει ο ίδιος.

Ακόμα και αν δεν ήταν έτσι, ακόμα και αν όλες οι νοητικές διεργασίες γίνονταν ταυτόχρονα με τις υποβόσκουσες εγκεφαλικές, δεν μπορώ να αποφασίσω για την επόμενη σκέψη μου ή πρόθεση μέχρι να παρουσιαστεί η ίδια η σκέψη ή η πρόθεση. Ποια θα είναι η αμέσως επόμενη νοητική κατάστασή μου; Δεν το γνωρίζω, απλώς συμβαίνει. Πού χωράει η ελευθερία σ’ αυτό;
Αν δε γνωρίζεις σε τι κατάσταση θα είσαι στη συνέχεια, δεν έχεις καθόλου τον έλεγχο.

Να δούμε κάποιες απόψεις επιγραμματικά:
Ο Εμμάνουελ Καντ γράφει για την Ελευθερία ότι είναι απόλυτα απαραίτητη (υπογραμμίζει την Unentbehrlichkeit) αλλά και απόλυτα ακατανόητη (Unbegreiflichkeit). Θα έπρεπε να βρεθεί «ένας νόμος της αιτιότητας μέσω ελευθερίας». (Ein Gesetz der Kausalität durch Freiheit).

«Η ελεύθερη βούληση και η βούληση που υποτάσσεται σε ηθικούς νόμους είναι ένα και το αυτό πράγμα».

Νίκος Δήμου
Η έννοια της ελεύθερης βούλησης είναι ασυμβίβαστη με την επιστήμη και ιδιαίτερα με την ψυχιατρική. Μία απόφαση χωρίς αίτια, χωρίς κίνητρα, (αυτό σημαίνει ελεύθερη) θα ήταν αδύνατο να ερευνηθεί ή ακόμα και να κατανοηθεί. Θα ανήκε στον χώρο της μεταφυσικής - από τον οποίο έτσι κι αλλιώς προέρχεται η ιδέα μίας ελεύθερης βούλησης. Η ιστορία του προβλήματος της ελεύθερης βούλησης ή αυτεξούσιου -όπως αποκαλείται σήμερα- είναι η προσπάθεια να διασωθεί φιλοσοφικά μία θεολογική σύλληψη.

Ο B.F. Skinner θεωρούσε την ελεύθερη βούληση μία ψευδαίσθηση και την ανθρώπινη πράξη εξαρτώμενη από τις συνέπειες προηγούμενων πράξεων. Εάν οι συνέπειες είναι κακές, υπάρχει μια μεγάλη περίπτωση η πράξη να μην επαναληφθεί. Εάν οι συνέπειες είναι καλές, ωστόσο, οι πράξεις που οδηγούν εκεί θα γίνουν πιο πιθανές.Ο B.F. Skinner αυτό το ονόμασε ως αρχή της ενίσχυσης.

Λέει επίσης: «Η συμπεριφορά είναι το αποτέλεσμα δυο και μόνον παραγόντων επί των οποίων δεν έχουμε καμία επιλογή. Του περιβάλλοντος -δεν επιλέγουμε την κοινωνία που γεννηθήκαμε- και του γεννητικού μας προικίσματος -δεν επιλέγουμε τους γονείς μας, ούτε αν η μητέρα μας κάπνιζε εγκυμονούσα.»

Αυτό σημαίνει ότι αφού δεν έχουμε επιλογή στους γονείς μας αλλά ούτε στην κοινωνία που γεννηθήκαμε, και αναγκαστικά θα ζήσουμε μέχρι κάποια ηλικία, -δηλαδή, καμία επιλογή της φύσης ή της ανατροφής- αποκλείεται, θεωρητικός, να έχουμε ελεύθερη βούληση.

Ο Christof Koch (νευροεπιστήμονας) λέει ότι θα μπορούσε να αποδείξει ότι υπάρχει ελευθέρα βούληση αν κάποιος, κάτω από όμοιες συνθήκες, όχι μόνο εξωτερικές αλλά και εσωτερικές καταστάσεις του εγκεφάλου, όπως π.χ. υπογλυκαιμία (δηλαδή πεινάει), θα μπορούσε να συμπεριφερθεί διαφορετικά.

Σοπενάουερ
«Ο άνθρωπος μπορεί να κάνει αυτό που θέλει, αλλά δεν μπορεί να θέλει αυτό που θέλει».

Αϊνστάιν
ΣΙΓΟΥΡΑ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ με τη φιλοσοφική έννοια. Όλοι δρουν όχι μόνο υπό την επιρροή ενός εξωτερικού καταναγκασμού αλλά επίσης σύμφωνα και με μια εσωτερική ανάγκη. Η ρήση του Σοπενχάουερ ότι «ο άνθρωπος μπορεί να δρα όπως αυτός θέλει, αλλά όχι να θέλει όπως αυτός θέλει» αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για εμένα από τη νεότητα μου και μια συνεχή παρηγοριά και μια αμείωτη πηγή υπομονής στις δυσκολίες της ζωής, της δικιάς μου και των άλλων. Αυτό το συναίσθημα φιλεύσπλαχνα μετριάζει την αίσθηση υπευθυνότητας που τόσο εύκολα μπορεί να σε παραλύσει και μας εμποδίζει στο να πάρουμε τους εαυτούς μας και τους άλλους ανθρώπους πολύ σοβαρά· συντελεί σε μια άποψη της ζωής στην οποία το χιούμορ, προπαντός, έχει τη θέση που του αρμόζει.

Και: «Ειλικρινά δεν μπορώ να καταλάβω τι εννοούν οι άνθρωποι όταν μιλούν για την ελευθερία της βούλησης. Έχω την αίσθηση, για παράδειγμα, ότι επιθυμώ ένα πράγμα ή κάτι άλλο· αλλά το τι σχέση μπορεί να έχει αυτό με την ελευθερία δεν μπορώ να το καταλάβω καθόλου.»

Βολταίρος
«Δεν μπορώ να μη θέλω αυτό που θέλω.»

Χαράρι
"Οι άνθρωποι προφανώς και έχουν βούληση, έχουν επιθυμίες και μερικές φορές είναι ελεύθεροι να τις πραγματοποιήσουν. Αν λέγοντας «ελεύθερη βούληση» εννοείς την ελευθερία να κάνεις αυτό που επιθυμείς, τότε, ναι, οι άνθρωποι έχουν ελεύθερη βούληση. Αν όμως ως «ελεύθερη βούληση» εννοείς την ελευθερία να επιλέγεις τι επιθυμείς, τότε, όχι, οι άνθρωποι δεν έχουν ελεύθερη βούληση."

Και τέλος κάποια παραδείγματα, που θεωρώ ότι κάνουν πιο εύληπτα τα ευρήματα της επιστήμης, από το βιβλίο:

"Σε αναζήτηση σκοπού σε έναν κόσμο χωρίς σκοπό - Λ.Ζούρους"
(Εξελικτικός Βιολόγος και πανεπιστημιακός)

Οι περιορισμοί είναι όλων των ειδών. Πρώτα είναι οι βιολογικοί, που όμως στη συνέχεια αποκτούν κοινωνική δύναμη. Δεν είχα επιλογή για το χρώμα το ματιών μου. Αυτό καθορίστηκε τη στιγμή που το σπερματοζωάριο του πατέρα μου μπήκε στο ωάριο της μητέρας μου. Επομένως, ήδη από αυτή την πρώτη στιγμή, η ελευθερία μου ως προς το χρώμα των ματιών μου έπεσε στο μηδέν.

Συμβαίνει τώρα να ζω σε έναν κόσμο όπου το χρώμα των ματιών συνδέεται με τη γοητεία που το ένα φύλο ασκεί στο άλλο, που σημαίνει ότι η επιρροή μου στο αντίθετο φύλο τελεί υπό περιορισμούς, οι δυνατότητές μου (= η ελευθερία μου) είναι περιορισμένες στο κοινωνικό σύνολο - όχι βέβαια στο μηδέν, όπως συνέβη με την επιλογή του χρώματος των ματιών. Συμβαίνει ακόμα να ζω σε έναν κόσμο όπου η επιρροή μου στο αντίθετο φύλο έχει επιπτώσεις για έναν σωρό άλλες προοπτικές (οικογενειακή ευτυχία, κτλ.), και αυτό με κάνει να συμπεράνω ότι και γι’ αυτές τις προοπτικές η ελευθερία μου είναι περιορισμένη (αν και σε μικρότερο βαθμό απ’ ό,τι η γοητεία μου).

Μετά τη σύντηξη του σπερματοζωαρίου με το ωάριο, και κάποια στιγμή μετά τη γέννηση, έρχεται η εντολή «μάθε να μιλάς». Ο εξωτερικός κόσμος αποφασίζει 100% για το ποια θα είναι η μητρική μας γλώσσα. Και ό,τι ισχύει για τη γλώσσα ισχύει για τη θρησκεία, για τις κοινωνικές μας έξεις, για τα «πιστεύω» μας. Και όλο αυτό το διαρκώς ογκούμενο κοινωνικό πλέγμα (πέστε το εφόδιο, πέστε το φορτίο - η επιλογή της λέξης είναι δική σας) περιορίζει συνεχώς τις επιλογές μας, περιορίζει την ελευθερία μας: στον επαγγελματικό προσανατολισμό, στην επιλογή συντρόφου, στις πολιτικές προτιμήσεις μας.

Τα δεσμά των κοινωνικών καταβολών δε διαφέρουν πολύ σε ακαμψία από τα δεσμά των βιολογικών καταβολών. Η ιδέα ότι μπορούμε να τα καταλύσουμε είναι ουσιαστικά μια αυταπάτη.

Συνήθως είμαστε ικανοποιημένοι που τα πράγματα πάνε όπως τα φέρνει η φύση - είτε μιλούμε για το βιολογικό είτε για το κοινωνικό της πρόσωπο. Μπορεί μάλιστα να είμαστε υπερήφανοι που τα πράγματα πάνε έτσι γιατί αυτός, νομίζουμε, είναι ο σωστός δρόμος (θυμηθείτε την πλάνη του ιδιοκεντρισμού). Μάλιστα παίρνουμε μέτρα να μην ξεφύγουν από αυτόν τον δρόμο τα παιδιά μας, κάνουμε ό,τι μπορούμε για να τους δώσουμε την πρέπουσα «αγωγή». Η ιδέα ότι η αγωγή μπορεί να ενέχει έναν μεγάλο βαθμό περιορισμού της ελευθερίας τους, σπάνια είναι μέρος των ανησυχιών μας. Ας το παραδεχθούμε: η ελευθερία της βούλησής μας είναι πολύ πιο περιορισμένη από ό,τι θέλουμε να πιστεύουμε· αντιπροσωπεύει ένα πολύ μικρό μέρος του δυνητικού φάσματος της ελευθερίας που ανοίγεται μπροστά μας τη στιγμή που γεννιόμαστε. Η ιδέα περί ελευθερίας της βούλησης έχει όλα τα γνωρίσματα μιας δαρβινικής πλάνης.

Τελειώνοντας να πω ότι μπορείτε να διαφωνήσετε ελεύθερα, ο Επίκουρος στην 40η προσφώνηση του λέει. «Αυτός που ισχυρίζεται ότι όλα γίνονται αναγκαστικά (ότι είναι προκαθορισμένα) δεν μπορεί να επιπλήξει κάποιον που νομίζει ότι δε γίνονται όλα αναγκαστικά (ότι δεν είναι προκαθορισμένα). Διότι ακόμη και αυτή η άποψη θα πρέπει αναγκαστικά να ειπωθεί»…

Εγώ δεν έχω καταλήξει σε κάποιο ασφαλές συμπέρασμα και πώς να το κάνω όταν δεν έχει καταλήξει ούτε η επιστήμη. Μόνο ενδείξεις έχουμε μέχρι τώρα και αυτές εξιστόρησα μαζί με απόψεις και συμπεράσματα των γνωστότερων και καταξιωμένων επιστημόνων. Απλώς, θα ήταν καλό να είμαστε, όσο αυτό είναι εφικτό, «ελεύθεροι» από τις προλήψεις. Να μην επηρεαστούμε από το φαινόμενο της γνωστικής ασυμφωνίας που παρατηρείται όταν τα γεγονότα συγκρούονται με τα πιστεύω μας. Αν το δούμε το θέμα μεροληπτικά θα υποστηρίζουμε εσαεί την θέση μας και αυτό δε θα βοηθήσει στα συμπεράσματα. Εξάλλου, όπως έλεγε ο Επίκουρος: «Στην θεωρητική συζήτηση κερδισμένος βγαίνει αυτός που νικήθηκε, στον βαθμό που έμαθε κάτι περισσότερο». Οι καλές ιδέες πρέπει να επισημαίνονται και να κρατούνται. Μια ωραία ιδέα, που συγκράτησα, μιλάει για έναν σύγχρονο δυισμό (ο εγκέφαλος μου κι εγώ). Κι εδώ, θα ήθελα να πω ότι, από όσο κατάλαβα στην έρευνα μου, δεν τίθεται ζήτημα δυισμού. Ο εαυτός μας είναι ο εγκέφαλός μας και το αντίστροφο, άρα, η βούληση εμπίπτει και αυτή εξ ολοκλήρου στη νομοτέλεια του εγκεφάλου και των φυσικών νόμων που τον διέπουν.

Όσοι ισχυρίζονται ότι υπάρχει ελεύθερη βούληση φέρουν ως επιχείρημα ότι μπορούν να επιλέξουν. Να αποφασίσουν ανάμεσα στο μαύρο ή το άσπρο, ας πούμε. Όμως μπορεί να έχουν κάποιους περιορισμούς σε άλλα χρώματα. Να μην υπάρχει το δικαίωμα επιλογής στο κόκκινο. Σ’ αυτό ακριβώς εδράζονται και οι διαφωνίες όσον ισχυρίζονται ότι δεν έχουμε ελεύθερη βούληση. Και ρωτώ: όταν υπάρχει έστω και ένας περιορισμός πώς μπορούμε να μιλάμε για ελευθερία;

Επομένως, υπάρχει τελικά ελεύθερη βούληση; Ναι, υπάρχει - αν όχι στην απώτατη πραγματικότητα, τουλάχιστον υπό τη λειτουργική έννοια που είναι αναγκαία για την ψυχική μας υγεία -για να έχουμε σώας τας φρένας- και, ως εκ τούτου, για τη διαιώνιση του ανθρώπινου είδους.

Ας σκεφτούμε όμως: Υπάρχει κανένας λόγος να πιστεύουμε στην ύπαρξη μιας αντικειμενικής πραγματικότητας;

Φοβόμαστε να αγαπήσουμε… μη τυχόν και δεν αγαπηθούμε

Είναι φανερό πως σήμερα οι ανθρώπινες σχέσεις του 21ου αιώνα διέρχονται μία κρίση. Γιατί όμως; Ενώ βλέπουμε πως όλα τα πράγματα έχουν μία πρόοδο, όλα αλλάζουν και εξελίσσονται στην παγκόσμια αγορά, γιατί οι ανθρώπινες σχέσεις αντί να βελτιώνονται, φθίνουν και εκπίπτουν.

Φράσεις όπως «δεν είμαι σε φάση», «δεν είμαι έτοιμος ακόμη», «περνάω καλά και μόνος μου», «ελεύθερη σχέση», όλα αυτά δείχνουν σε τι σύγχυση βρίσκονται οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα. Φοβούνται να αγαπήσουν, να ερωτευθούν, να δεθούν και προτιμούν να δηλώνουν μόνοι παρά να μπουν στη διαδικασία της συντροφικότητας. Σεβαστό, Αλλά μετά ας σταματήσουμε να γκρινιάζουμε, να παραπονιόμαστε και να κατηγορούμε τους άντρες, τις γυναίκες, την έκπτωση ηθών και ό,τι άλλο μας κάνει να αποποιούμαστε των ευθυνών μας.

Σίγουρα υπάρχουν και άνθρωποι που θέλουν να αγαπήσουν και να αγαπηθούν, αλλά υπό προϋποθέσεις. Και τι σημαίνει αυτό; Ότι θα κάνουν σχέση αν και εφόσον υπάρχουν κάποια στάνταρ πρώτα από τον άλλον είτε αυτό σημαίνει να έχει μία ωραία εμφάνιση, είτε μία καλή δουλειά, είτε μια δυνατή προσωπικότητα ή πολλά λεφτά.

Δεν είναι όμως έτσι. Σίγουρα πρέπει να βρεις έναν άνθρωπο στα «χνώτα» σου. Να σε εμπνέει, να σε γεμίζει ψυχικά και να σκας ένα χαμόγελο κάθε φορά που τον βλέπεις, αλλά για αρχή φτάνουν αυτά. Μην μπεις στο τρυπάκι να αναλύεις πολλά, να ζητάς πολλά ή να ψάχνεις για το τέλειο. Επειδή τέλειο δεν υπάρχει και το τέλειο για σένα δεν σημαίνει ότι θα είναι και τέλειο στον σύντροφό σου.

Απ΄ την άλλη, όλη αυτή η ανατροφή που πήραμε από μικροί, να τα έχουμε όλα στο πιάτο και να παίρνουμε ό,τι θέλουμε επειδή έτσι μας αρέσει χωρίς να κοπιάζουμε, έχει και τις συνέπειές του. Καλομάθαμε πολύ, σαν αποτέλεσμα να πιστεύουμε πως δεν έχουμε κανέναν ανάγκη, πως μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα και μόνοι μας.

Άρα γιατί να κάνω σχέση; Για να χωρίσω και να πληγωθώ; Είναι πλέον για όλους δεδομένο ότι με έναν άνθρωπο μπορεί και να μην είμαστε για πάντα μαζί. Δεν έχουμε μάθει να συμβιβαζόμαστε, ούτε να κάνουμε υποχωρήσεις και με την πρώτη δυσκολία να το βάζουμε στα πόδια. Τότε όμως, θα πρέπει να συμβιβαστούμε με το γεγονός ότι στη ζωή θα είμαστε μόνοι μας, στις χαρές και στις λύπες, και εκεί θα αναγκαστούμε να συμβιβαστούμε μη μπορώντας να κάνουμε και αλλιώς.

Μάθαμε επίσης από την κοινωνία ως άνθρωποι να είμαστε εκτός από καχύποπτοι και ψεύτικοι. Να αισθανόμαστε και να μην το λέμε, να κλαίμε και να μην το δείχνουμε να θέλουμε να γελάσουμε με την ψυχή μας και να το καταπιέζουμε. Και τότε αφού δεν είμαστε εμείς αληθινοί, αφού δεν δείχνουμε τα πραγματικά μας συναισθήματα πώς περιμένουμε να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε; Πώς περιμένουμε να συνδεθούμε ουσιαστικά με έναν άνθρωπο έχοντας εμείς οι ίδιοι ένα προσωπείο;

Τελικά, δεν είναι οι ανθρώπινες σχέσεις δύσκολες. Εμείς είμαστε περίπλοκοι, εμείς κρυβόμαστε, εμείς φοβόμαστε να επενδύσουμε και τέλος εμείς φοβόμαστε να αγαπήσουμε και σαν αντάλλαγμα μη τυχόν και δεν αγαπηθούμε. Πρέπει όμως να ρισκάρουμε για να μάθουμε. Αξίζει τον κόπο;

Η συμφωνία των γονιών ως προς την ανατροφή προστατεύει την ψυχική υγεία των παιδιών

Η έλευση παιδιών στο σπίτι μπορεί να επιβαρύνει αρνητικά κάποιες σχέσεις. Αυτά τα προβλήματα συχνά έρχονται ως αποτέλεσμα του ξαφνικού, αυξημένου εργασιακού φόρτου – οι ζωές του ζευγαριού δεν είναι πια μόνο το πώς να διαχειρίζονται το σπίτι, τις δουλειές τους και το πώς να κάνουν ο ένας τον άλλο ευτυχισμένους. Οι ευθύνες που ξαφνικά πέφτουν στις πλάτες και των δύο μεταφράζονται σε στρες, κόπωση και πίεση των προσωπικών ορίων.

Για όσους επηρεάζονται εξαιρετικά πολύ, οι σχέσεις τους κινδυνεύουν όχι μόνο λόγω του λιγότερου χρόνου που μπορούν να αφιερώσουν μεταξύ τους. Όταν βρίσκονται υπό «καθεστώς» χρόνιου στρες, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ότι σύντροφοι να αφήνονται έρμαια των συναισθημάτων τους και να «πετούν» τη σύγχυσή τους ο ένας στον άλλο.

Μπορεί να υπάρχει επίσης έντονη απογοήτευση που να προέρχεται από ανεκπλήρωτες προσδοκίες. Οι προσδοκίες σχετίζονται αρκετά με την ευελιξία προσαρμογής στη νέα ζωή και όσο περισσότερο οι σύντροφοι είχαν πέσει έξω και ξαφνικά ήρθαν αντιμέτωποι με μια διαφορετική πραγματικότητα, τόσο περισσότερες οι πιθανότητες να εμφανιστούν συγκρούσεις και πικρία.

Προβλήματα μπορούν επίσης να γεννηθούν από διαφορές στις φιλοσοφίες ανατροφής των παιδιών. Σε κάποιους γάμους, ο ένας γονιός μπορεί να προτιμά μια χαλαρή στάση, ενώ ο άλλος μπορεί να επιθυμεί να εγκαθιδρύσει μια πιο αυστηρή στάση και κανόνες μέσα στο σπίτι.

Όταν οι γονείς συγκρούονται ως το προς τον τρόπο ανατροφής των παιδιών τους, δεν δίνουν μόνο μεταξύ τους λόγους για να τσακωθούν, αλλά γίνονται και κακό παράδειγμα για τα παιδιά τους. Ορισμένες φορές, σε τέτοιες περιπτώσεις ένα γονιός μπορεί να προσπαθήσει να πάρει το παιδί ως σύμμαχο ενάντια στον άλλο γονιό. Το παιδί μπορεί να εξαναγκαστεί να πάρει μέρος σε όλο αυτό, να διαλέξει πλευρά και έτσι νιώθει μπερδεμένο και συγχυσμένο. Ο γονιός που χάνει τον αγώνα μπορεί να νιώσει παραγκωνισμένος από την οικογένεια και να αναπτύξει άσχημα συναισθήματα για τον/τη σύντροφο ή τα παιδιά.

Οι γονείς που συναντούν τέτοια προβλήματα μπορεί άθελά τους να εκφράζουν τον θυμό τους και να ξεσπούν στα παιδιά. Μπορεί να νιώθουν τόσο εξουθενωμένοι που να μην δίνουν αρκετή προσοχή στις συναισθηματικές ανάγκες των παιδιών τους. Άλλοι μπορεί να νιώθουν ότι εκείνα είναι υπεύθυνα για όλα αυτά τα προβλήματα. Ακόμα κι αν δεν το εκφράζουν συνειδητά, οι γονείς μπορεί να στραφούν εχθρικά ενάντια στα ίδια τους τα παιδιά.

Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους άνδρες – ο τρόπος που πολλοί άνδρες νιώθουν για το γάμο τους μπορεί να σχετίζεται περισσότερο με το πώς συμπεριφέρεται στο παιδί και όχι τόσο με τις δεξιότητες ως γονιός. Τυπικά, δεν ισχύει το ίδιο για τις μητέρες. Τείνουν να συμπεριφέρονται στα παιδιά τους το ίδιο ασχέτως του πώς νιώθουν για τον σύζυγο ή το γάμο τους.

Ασχέτως του πώς εμφανίζονται τέτοια προβλήματα, δεν είναι μόνο οι γονείς που υποφέρουν. Οι καυγάδες βλάπτουν την ψυχική και συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών. Τα παιδιά μπορούν να καταλάβουν αν οι γονείς τους δεν τα πάνε καλά και αυτό το εχθρικό περιβάλλον τα τρομάζει. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να εμφανίσουν κατάθλιψη, προβλήματα στο σχολείο και να νιώθουν ευάλωτα και αγχωμένα.

Ως ενήλικες, μπορεί να καταλήξουν εξαρτημένοι, ανασφαλείς και αντικοινωνικοί. Μπορεί επίσης να αναπτύξουν ακατάλληλες συμπεριφορές ή να αναπτύξουν τύπους προσκόλλησης που θα προκαλούν δυσλειτουργικές σχέσεις. Αν οι διαφωνίες των γονιών τους είναι επιθετικές και εχθρικές, τα παιδιά μπορεί να υιοθετήσουν τους ίδιους τρόπους. Αν οι γονείς είναι απομονωμένοι και αδρανείς, τα παιδιά θα δυσκολευτούν να κάνουν συναισθηματικές συνδέσεις με άλλους ανθρώπους.

Πριν πάρουν την απόφαση να κάνουν παιδιά, και οι δύο σύντροφοι χρειάζεται να αφοσιωθούν στην ιδέα και οι σχέσεις τους χρειάζεται να είναι αρκετά γερές για να καταφέρουν να χειριστούν μια νέα ζωή. Ναι, θα υπάρξει πίεση, και ορισμένες φορές υπό πίεση συμπεριφερόμαστε άσχημα και μπορεί να ξεχάσουμε ότι δεν είμαστε μόνοι σε αυτό το σπίτι.

Οι καυγάδες είναι ο χειρότερος εφιάλτης ενός παιδιού. Αν εσείς και ο/η σύζυγός σας έχετε προβλήματα δουλέψτε τα κεκλεισμένων των θυρών. Επίσης, κρατήστε ξεχωριστά τους ρόλους σας ως γονείς και σύζυγοι. Αν διαφωνείτε ως προς το πώς να μεγαλώσετε ένα παιδί, είναι σημαντικό να αντιμετωπίσετε αυτό το ζήτημα και να βρείτε μια λύση όσο το δυνατόν συντομότερα.

Το σύνδρομο της κουνιστής πολυθρόνας

«Δειλοί μοιραίοι και άβουλοι αντάμα προσμένουμε ίσως κάποιο θάμα…». Η αποθέωση της στατικότητας και της αδράνειας με τα λόγια του Βάρναλη. Πεποιθήσεις που άπλωσαν τις ρίζες τους τόσο βαθιά μέσα μας και μας στοίχειωσαν. Αφημένοι στην αέναη ανησυχία μιας κουνιστής πολυθρόνας.

Είναι βολικό να παραδινόμαστε στην ανησυχία για όσα συμβαίνουν γύρω μας, για όσα συμβαίνουν σε εμάς. Ξεκινάμε τη μέρα μας ανησυχώντας για τον καιρό, για την πολιτική, για τον κακό εργοδότη, για όσα μας κάνουν οι άλλοι. Έτσι μάθαμε. Πάντα θα υπάρχουν προβλήματα και δυσκολίες. Το θέμα όμως είναι τι κάνουμε εμείς. Παίρνουμε ομπρέλα; Μάθαμε να χορεύουμε στη βροχή; Ή απλώς γκρινιάζουμε και τα βάζουμε με τον καιρό;

Είναι εύκολο να καταλογίζουμε ευθύνες στους άλλους για τα βάσανά μας. Το δύσκολο είναι να αναγνωρίσουμε το ρόλο μας μέσα σε όλες τις καταστάσεις που εμπλεκόμαστε. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι τίποτα δεν θα αλλάξει, αν δεν κάνουμε κάτι διαφορετικά απ’ ό,τι κάναμε μέχρι τώρα.

Και το διαφορετικά σημαίνει καταρχάς να σηκωθούμε από την πολυθρόνα μας, να αφουγκραστούμε βαθιά μέσα μας τη δική μας φωνή, να σκεφτούμε τι μας παθιάζει, τι δίνει νόημα στη ζωή μας. Να σκεφτούμε σε τι είμαστε καλοί και τι μας αρέσει να κάνουμε.

Μόλις αφήσουμε την πολυθρόνα μας, αρχίζει το ταξίδι. Επιτέλους να ταξιδέψουμε ως οδηγοί κι όχι ως επιβάτες. Το δύσκολο είναι πάντα το πρώτο βήμα, το ξεκίνημα, το ξεκόλλημα από την αδράνεια της κριτικής και των παραπόνων. Ύστερα όλα είναι πιο εύκολα. Πάντα υπάρχει ένας τρόπος αν υπάρχει ένας λόγος. Και ο λόγος είναι το δώρο της ίδιας της ζωής. Η αστοχία είναι η αμαρτία.

Πώς μας επηρεάζει η συλλογική συνείδηση

Εκτός από την ατομική μας συνείδηση, μας επηρεάζει επίσης και η συλλογική συνείδηση. Όπως το διαδίκτυο είναι φτιαγμένο από πολλές ξεχωριστές ιστοσελίδες, η συλλογική συνείδηση είναι φτιαγμένη από ατομικές συνειδήσεις. Και κάθε ατομική συνείδηση περιέχει όλα τα στοιχεία της συλλογικής συνείδησης.

Η συλλογική συνείδηση μπορεί να είναι καταστροφική, όπως η βία ενός εξαγριωμένου όχλου ή, σ’ ένα λιγότερο εμφανές επίπεδο, η εχθρότητα μιας ομάδας ανθρώπων που σε κρίνουν ή σε κουτσομπολεύουν. Ή, αντίθετα, όπως και η ατομική ασυνείδηση, μπορεί να είναι πολύ θεραπευτκή – για παράδειγμα όταν βρίσκεσαι με αγαπημένους φίλους ή με την οικογένεια ή με αγνώστους σε μια κατάσταση αμοιβαίας εκτίμησης ακούγοντας μουσική, βλέποντας κάποιο έργο τέχνης ή απολαμβάνοντας τη φύση.

Όταν περιβαλλόμαστε από ανθρώπους που είναι αφοσιωμένοι στην κατανόηση και την αγάπη, τρεφόμαστε από την παρουσία τους και ποτίζουμε τους σπόρους της κατανόησης και της αγάπης μέσα μας. Όταν περιτριγυριζόμαστε από ανθρώπους που κουτσομπολεύουν, παραπονιούνται και είναι διαρκώς επικριτικοί, απορροφούμε αυτές τις τοξίνες.

Κάποτε ένας μουσικός ο οποίος, νεαρός ακόμα, μετανάστευσε από το Βιετνάμ στην Καλιφόρνια και όταν πια γέρασε, επέστρεψε. Οι άνθρωποι του έλεγαν: «Στην Καλιφόρνια μπορούσες να φας ό,τι θέλεις, να κάνεις ό,τι σου αρέσει και τα νοσοκομεία ήταν τόσο καλά! Μπορούσες να αγοράσεις όποιο μουσικό όργανο ήθελες· είχες τα πάντα. Γιατί επέστρεψες στο Βιετνάμ;».

Εκείνος απαντούσε ότι στην Καλιφόρνια ζούσε περιτριγυρισμένος από Βιετναμέζους μετανάστες γεμάτους μίσος και θυμό, και κάθε φορά που τον επισκέπτονταν τον δηλητηρίαζαν με τη μνησικακία τους. Δεν ήθελε να απορροφά όλη αυτή την οργή και την πικρία, τα λίγα πολύτιμα χρόνια που του είχαν απομείνει στη ζωή. Έτσι, αναζήτησε ένα μέρος όπου μπορούσε να ζήσει περιβαλλόμενος από μια πιο χαρούμενη και αλληλέγγυα κοινότητα.

Πάντοτε είμαστε σε θέση να αποφασίζουμε πού θα ζήσουμε. Αν ζεις σε μια γειτονιά γεμάτη βία, φόβο, θυμό και απελπισία, τότε καταναλώνεις τη συλλογική ενέργεια του θυμού και του φόβου, ακόμα κι αν δεν το θέλεις.

Αν ζεις σε μια γειτονιά που είναι θορυβώδης, με κόρνες και συναγερμούς να διαπερνούν τα αυτιά σου, τότε καταναλώνεις αυτή την ενέργεια και το άγχος. Αν οι συνθήκες δεν σου επιβάλλουν να ζεις σε μια τέτοια γειτονιά, μπορείς να επιλέξεις ένα πιο ήρεμο και υποστηρικτικό περιβάλλον. Ακόμα δε και σ’ ένα θορυβώδες περιβάλλον, μπορείς να φτιάξεις μια όαση ηρεμίας. Μπορείς να γίνεις φορέας της αλλαγής.

Αν ξεκίνησες να σκέφτεσαι πώς θα αποκτήσεις περισσότερη σιωπή και χώρο στη ζωή σου ώστε να μπορέσεις να καλλιεργήσεις μεγαλύτερη χαρά, είναι σημαντικό να θυμάσαι ότι κανείς μας δεν μπορεί να το κάνει μόνος του. Είναι πολύ ευκολότερο να το καταφέρεις όταν βρίσκεσαι σε ένα υποστηρικτικό περιβάλλον.

Εάν δεν μπορείς να βρεθείς σ’ ένα πιο ήσυχο και ειρηνικό περιβάλλον, συγκέντρωσε γύρω σου ανθρώπους που θα σε βοηθήσουν να ενισχύσεις τη συλλογική ενέργεια της ηρεμίας και της συμπόνιας. Τι και ποιους συγκεντρώνεις συνειδητά γύρω σου είναι ένα από τα κλειδιά για να εξασφαλίσεις περισσότερο χώρο για τη χαρά.

Επιλογική απόκρυψη της αλήθειας ή Ειλικρίνεια

Στον κόσμο των επιχειρήσεων και της πολιτικής είναι πότε πότε ανάγκη να εφαρμόζεται η επιλογική απόκρυψη των γνωμών εκείνων που επιδιώκουν να εισδύσουν εύκολα στα κέντρα λήψης των αποφάσεων. Αν οι άνθρωποι έλεγαν πάντα αυτά που σκέφτονται σε ζητήματα και μεγάλα και μικρά́, θα θεωρούνταν απείθαρχοι από τον μέσο προϊστάμενο, και απειλή για τον οργανισμό από την διεύθυνση. Θα αποκτούσαν τη φήμη του δύσκολου χαρακτήρα, θα κρίνονταν επιπλέον ανάξιοι της εμπιστοσύνης να εκπροσωπήσουν σωστά έναν οργανισμό. Απλούστατα, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι αν ένας θέλει να είναι έστω και στο ελάχιστο αποτελεσματικός μέσα σε έναν οργανισμό, αυτός πρέπει μεροληπτικά να γίνει ένα «πρόσωπο του οργανισμού», επιφυλακτικός στην έκφραση προσωπικών γνωμών, συγχωνεύοντας πότε πότε την προσωπική του ταυτότητα με εκείνην του οργανισμού. Από το άλλο μέρος, αν κάποιος θεωρεί την αποτελεσματικότητά του σε έναν οργανισμό σαν το μόνο στόχο της επιχειρηματικής συμπεριφοράς, επιτρέποντας να εκφράζονται μόνο οι γνώμες που δεν προκαλούν ταλαντεύσεις στην επιχείρηση, τότε αυτός ο κάποιος θα έχει υιοθετήσει την αρχή «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και έτσι θα έχει χάσει την ατομική ακεραιότητα και ταυτότητά του, γινόμενος το τέλειο πρόσωπο του οργανισμού. Ο δρόμος που ένας μεγάλος διευθυντής επιχείρησης πρέπει να βαδίσει ανάμεσα στη συντήρηση και στο χάσιμο της ταυτότητας και ακεραιότητάς του, είναι εξαιρετικά στενός και πολύ πολύ λίγοι τον διατρέχουν με επιτυχία. Πρόκειται για μια τεράστια δοκιμασία.

Έτσι, σ’ αυτές και σε πολλές άλλες περιστάσεις, η έκφραση γνωμών, ιδεών ακόμα και γνώσεων πρέπει πότε πότε να καταπνίγονται στην πορεία των ανθρώπινων υποθέσεων. Κι αφού έτσι έχουν τα πράγματα, ποιους κανόνες μπορεί ένας ν’ ακολουθήσει αν είναι αφοσιωμένος στην αλήθεια; Πρώτον, να μη λέει ποτέ ψέματα. Δεύτερο, να έχει πάντα στο νου ότι η απόκρυψη της αλήθειας είναι δυνάμει ένα ψέμα, και ότι σε κάθε περίπτωση όπου αποκρύπτεται μια αλήθεια προαπαιτείται μια σημαντική ηθική απόφαση. Τρίτον, η απόφαση για απόκρυψη της αλήθειας δεν πρέπει ποτέ να βασίζεται σε προσωπικές ανάγκες, όπως η ανάγκη για εξουσία ή η ανάγκη να είναι κανείς αρεστός, ή η ανάγκη να προστατεύσει τον «χάρτη» του από την έρευνα. Τέταρτο, και αντίστροφα, η απόφαση για απόκρυψη της αλήθειας πρέπει πάντα να βασίζεται εξ ολοκλήρου στις ανάγκες του προσώπου ή των ανθρώπων από τους οποίους αποκρύπτεται η αλήθεια. Πέμπτο, η εκτίμηση των αναγκών ενός άλλου είναι μια πράξη ευθύνης τόσο πολυσύνθετη ώστε δεν μπορεί να διεξαχθεί σωστά παρά μόνον όταν αυτός που τη διεξάγει διέπεται από γνήσια αγάπη για τον άλλο. Έκτο, το πρωταρχικό στοιχείο στην εκτίμηση των αναγκών ενός άλλου, είναι η εκτίμηση της ικανότητας αυτού του προσώπου να χρησιμοποιεί την αλήθεια για τη δική του πνευματική ανάπτυξη. Τέλος, όταν προσπαθούμε να εκτιμήσουμε την ικανότητα ενός άλλου να χρησιμοποιεί την αλήθεια για την προσωπική του πνευματική ανάπτυξη, πρέπει να έχουμε πάντα υπόψη ότι η τάση μας είναι γενικά να υποτιμούμε μάλλον παρά να υπερτιμούμε αυτή την ικανότητα.

Όλα αυτά μπορεί να μας φαίνονται πελώριο έργο, που είναι αδύνατο να εκτελεστεί στην εντέλεια, ένα χρόνιο κι ατέλειωτο φόρτωμα αυτοπειθαρχίας, μια σωστή τροχοπέδη. Και είναι πράγματι αυτό, το ατέλειωτο φόρτωμα αυτοπειθαρχίας, που κάνει τους περισσότερους ανθρώπους να επιλέγουν μια ζωή περιορισμένης εντιμότητας και ειλικρίνειας και σχετικής κρυψίνοιας και κρυψιβουλίας απέναντι στους άλλους. Ο δρόμος αυτός είναι ευκολότερος. Ωστόσο, οι ανταμοιβές από τη δύσκολη ζωή της εντιμότητας και αφοσίωσης στην αλήθεια είναι περισσότερο από ανάλογες προς τις απαιτήσεις. Επειδή οι ειλικρινείς άνθρωποι έχουν την πραγματικότητά τους συνεχώς υπό εξέταση είναι, για το λόγο αυτό, άνθρωποι συνεχώς αναπτυσσόμενοι, χάρη στην ειλικρίνειά τους μπορούν να συνάπτουν και να διατηρούν στενές σχέσεις με μεγαλύτερη επιτυχία από τους πιο κλειστούς ανθρώπους. Επειδή δε λένε ποτέ ψέματα μπορούν να είναι ασφαλείς και περήφανοι γιατί ξέρουν ότι δεν έχουν κάνει τίποτα για να συμβάλουν στη σύγχυση που υπάρχει στον κόσμο, αλλά έχουν χρησιμεύσει ως πηγές διαφώτισης και διαύγασης.. Τελικά, είναι και νιώθουν τελείως ελεύθεροι. Δε βαρύνονται από καμιά ανάγκη να κρυφτούν. Δεν υποχρεώνονται να ξεγλιστρούν στις σκιές. Δεν είναι αναγκασμένοι να φτιάχνουν καινούργια ψέματα για να κρύψουν τα παλιά. Δεν έχουν ανάγκη να σπαταλούν χρόνο και κόπο να σκεπάζουν ίχνη ή να διατηρούν προσωπεία. Και, τελικά, βρίσκουν ότι η δύναμη που απαιτείται για την αυτοπειθαρχία της τιμιότητας είναι πολύ λιγότερη από την ενέργεια που απαιτείται για την κρυψίνοια. Όσο περισσότερο είναι κανείς τίμιος τόσο ευκολότερο είναι γι’ αυτόν να συνεχίσει να είναι τίμιος, όπως ακριβώς όσο περισσότερα ψέματα έχει πει ένας, τόσο περισσότερο του είναι αναγκαίο να πει ξανά ψέματα. Χάρη στην ειλικρίνειά τους, οι άνθρωποι που είναι αφοσιωμένοι στην αλήθεια ζουν στα φανερά, και μέσα από την εξάσκηση του θάρρους τους να ζουν στα φανερά, απαλλάσσονται από το φόβο.

Η ΠΡΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ

Γιατί το να περιμένουμε χωρίς να κάνουμε τίποτα είναι μαρτύριο.

Η προτίμηση της δράσης εκδηλώνεται κυρίως μπροστά σε μια πρωτόγνωρη συγκεχυμένη κατάσταση.

Η πλάνη αυτή παρατηρείται στα πιο μορφωμένα άτομα. ‘Ένας γιατρός έχει μπροστά του έναν ασθενή με συγκεχυμένα κλινικά συμπτώματα. Μην ξέροντας αν πρέπει να παρέμβει η όχι, δηλαδή να του γράψει ένα φάρμακο η να περιμένει, έχει την τάση να διαλέγει τη συνταγή, όχι για οικονομικούς λόγους, αλλά απλώς διότι παρακινείται από την προτίμηση της δράσης.

Από που προέρχεται αυτή η στάση μας; Την εποχή που οι άνθρωποι ήταν κυνηγοί και τροφοσυλλέκτες η δράση ήταν πιο επικερδής από τη σκέψη. Η γρήγορη αντίδραση ήταν ζήτημα επιβίωσης. Και η σκέψη μπορούσε να αποβεί μοιραία. Όταν οι πρόγονοί μας έβλεπαν να ξεπροβάλλει στην άκρη του δάσους μια σιλουέτα που έμοιαζε πολύ με τίγρη με κοφτερά δόντια, δεν κάθονταν σε έναν βράχο, όπως ο Σκεπτόμενος του Ροντέν, για να στοχαστοὐν πάνω στην ταξινόμηση των ειδών. Το έβαζαν στα πόδια. Είμαστε όλοι απόγονοι αυτών των ανθρώπων, που αντιδρούσαν άμεσα για να αποφύγουν τον κίνδυνο. Όμως ο σημερινός μας κόσμος είναι τελείως διαφορετικός – ανταμείβει αυτούς που σκέφτονται δυο φορές προτού δράσουν. Μια επανεκπαίδευση που μας είναι πολύ επίπονη.

Δε λαμβάνετε καμία διάκριση, κανένα μετάλλιο, κανένα άγαλμα με το όνομά σας αν πάρετε τη σωστή απόφαση διαλέγοντας την αναμονή για το καλό της εταιρείας, του κράτους, της ανθρωπότητας. Αντιθέτως, αν δείξετε αποφασιστικότητα, δράσετε αμέσως και δείτε την κατάσταση να βελτιώνεται (ίσως εντελώς τυχαία), έχετε όλες τις πιθανότητες να δεχτείτε τιμές στην πλατεία του χωριού σας η να ανακηρυχτείτε «καλύτερος συνεργάτης της χρονιάς». Η κοινωνία προτιμά την απερίσκεπτη δράση από τη στοχαστική αναμονή.

Συμπέρασμα: Στις δύσκολες η πρωτόγνωρες καταστάσεις κινούμαστε από την παρόρμηση να κάνουμε κάτι, είτε συμβάλλουμε στη βελτίωση της κατάστασης είτε όχι. Έπειτα αισθανόμαστε πολύ καλύτερα, ακόμα κι αν δεν υπήρξε καμία βελτίωση. Συχνά, μάλιστα, η κατάσταση έχει χειροτερέψει. Με δυο λόγια, έχουμε την τάση να ενεργούμε πολύ γρήγορα και πολύ συχνά. Συνεπώς, αν είστε μέσα σε ομίχλη, μην κάνετε τίποτα προτού μπορέσετε να δείτε πιο καθαρά. Συγκρατηθείτε και μη δράσετε. «Όλη η ανθρώπινη δυστυχία προέρχεται από ένα και μοναδικό πράγμα, το ότι δεν ξέρουμε να μένουμε ήσυχοι σε ένα δωμάτιο» έγραφε ο Μπλάιζ Πασκάλ. Για τον ίδιο, το δωμάτιο αυτό ήταν το γραφείο του.

Η βασανιστική πλήξη ενός πνευματικά αμβλυμένου

Ιδιαίτερα η υγεία βαρύνει τόσο πιο πολύ σε σχέση με όλα τα εξωτερικά αγαθά, που πραγματικά ένας υγιής ζητιάνος είναι πιο ευτυχισμένος από έναν άρρωστο βασιλιά. Μια ήρεμη και χαρωπή ιδιοσυγκρασία που απορρέει από απόλυτη υγεία και ευτυχή εσωτερική οργάνωση, ένα καθαρό, ζωηρό, διεισδυτικό, με σωστή αντίληψη των πραγμάτων μυαλό, μια μετρημένη, ήπια βούληση και συνείδηση – αυτά είναι προτερήματα που κανένα αξίωμα και κανένας πλούτος δεν μπορεί ν’ αντικαταστήσει. Γιατί αυτό που είναι κανείς για τον εαυτό του, αυτό που τον συνοδεύει στη μοναξιά και που κανένας δεν μπορεί να του το δώσει ή να του το πάρει, είναι γι' αυτόν ουσιαστικότερο απ’ όλα όσα έχει ή επίσης, από το πώς μπορεί να είναι στα μάτια των άλλων.

Ένας άνθρωπος με πλούσιο πνεύμα σε πλήρη μοναξιά ψυχαγωγείται θαυμάσια με τις δικές του σκέψεις, ενατενίσεις και φαντασίες, ενώ η συνεχής εναλλαγή από παρέες, θεάματα, γιορταστικές εκδηλώσεις, εκδρομές δεν μπορεί να αποτρέψει τη βασανιστική πλήξη ενός πνευματικά αμβλυμένου. Ένας καλός, μετριοπαθής, ήπιος χαρακτήρας μπορεί να είναι ευχαριστημένος υπό συνθήκες φτώχειας, ενώ ένας άπληστος, φθονερός και κακός δεν είναι ευχαριστημένος μέσα σε όλα τα πλούτη. Ακόμα, για κάποιον που έχει διαρκώς την απόλαυση μιας εξαιρετικής, πνευματικά σημαντικής ατομικότητας, οι περισσότερες των γενικά επιδιωκόμενων απολαύσεων είναι εντελώς περιττές, και μάλιστα μόνο ενοχλητικές και βαρετές.

Γι’ αυτό ο Οράτιος λέει:

Μάρμαρο, ελεφαντόδοντο, πολύτιμα κοσμήματα, τυρρηνικά αγάλματα και εικόνες,
ασημικά κι ενδύματα δαρμένα με πορφύρα από τη Γαιτουλία,
πολλοί στερούνται τέτοια και μερικοί για τέτοια δεν ρωτούν.
Epistulae 2, 2, 180-182

Και ο Σωκράτης, βλέποντας κάποια πολυτελή εμπορεύματα που ήταν απλωμένα για πούλημα, είπε:

«Πόσα πράγματα λοιπόν υπάρχουν που δεν τα έχω ανάγκη!»

ARTHUR SCHOPENHAUER, Το ασήμαντο αιώνια επαινούν

Όσα προσδοκούσαν από τη ζωή τους, ήταν ακριβώς όλα εκείνα που τόσο αψήφιστα προσπέρασαν

Οι σκηνές της ζωής μας μοιάζουν με τις αναπαραστάσεις ενός μωσαϊκού από κοντά δεν διακρίνονται καλά και πρέπει να τις εξετάσει κανείς από απόσταση για να αναδειχθεί η ομορφιά τους. Γι’ αυτό και ανακαλύπτουμε πόσο μάταιη ήταν η επιθυμία μας όταν πια την έχουμε εκπληρώσει ή, παρόλο που περνάμε τη ζωή μας προσβλέποντας σε κάτι καλύτερο, συχνά αναπολούμε ταυτόχρονα μετά λύπης το παρελθόν. Από την άλλη, αντιμετωπίζουμε το παρόν σαν κάτι προσωρινό, χρήσιμο μόνο ως μέσο για να φτάσουμε στον στόχο μας. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι άνθρωποι, αναλογιζόμενοι το παρελθόν, συνειδητοποιούν πως δεν έζησαν παρά με την αίσθηση του προσωρινού, και εκπλήσσονται όταν διαπιστώνουν πως η ζωή τους, και όσα προσδοκούσαν από τη ζωή τους, ήταν ακριβώς όλα εκείνα που τόσο αψήφιστα προσπέρασαν χωρίς να απολαύσουν.

Η ζωή παρουσιάζεται αρχικά ως μια αποστολή: η αποστολή να μπορεί κανείς να συντηρήσει τη ζωή του, de gagner sa vie (να κερδίσει τα προς το ζην). Εκπληρώνοντας κανείς τον συγκεκριμένο στόχο, αυτό που αποκομίζει είναι η αίσθηση ενός βάρους` και τότε εμφανίζεται ένας δεύτερος στόχος για τον άνθρωπο: να κάνει κάτι προκειμένου να διώξει την πλήξη που καραδοκεί σαν αρπακτικό δίπλα από κάθε ασφαλή ζωή. Επομένως, ο πρώτος στόχος είναι να κερδίσει κανείς κάτι, και ο δεύτερος να απαλλαγεί από την επίγνωση όσων έχει κερδίσει, για να αποφύγει να του γίνουν βάρος.

Το γεγονός ότι η ανθρώπινη ζωή είναι ένα λάθος αποδεικνύεται επαρκώς από την απλή διαπίστωση πως ο άνθρωπος αποτελεί ένα συνονθύλευμα δύσκολα ικανοποιούμενων αναγκών ότι η ικανοποίησή τους δεν επιφέρει τίποτε πέρα από μια ανώδυνη κατάσταση που τον παραδίδει στην πλήξη` και ότι η πλήξη – που δεν είναι τίποτε άλλο από το αίσθημα του κενού της ύπαρξης – αποτελεί άμεση απόδειξη πως η ύπαρξη καθεαυτή δεν έχει καμία αξία.

ARTHUR SCHOPENHAUER, ΓΙΑ ΤΗ ΔΥΣΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

ΡΟΥΦΙΝΟΣ ή ΠΑΛΛΑΔΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΥΣ

Τοῦτο βίος, τοῦτ’ αὐτό· τρυφή βίος· ἔρρετ’, ἀνῖαι.
ζωῆς ἀωθρώποις ὀλίγος χρόνος. ἄρτι Λυαῖος,
ἄρτι χοροί στέφανοί τε φιλανθέες, ἄρτι γυναῖκες.
σήμερον ἐσθλά πάθω, τό γάρ αὔριον οὐδενί δῆλον.

Ο βίος αυτό είναι και τίποτε άλλο:
τρυφές, ηδονές, απολαύσεις!
Κι όσο για τις έγνοιες και τις μέριμνες
– να παν και να μη γυρίσουνε ποτέ!

Ο άνθρωπος ποθεί – και δικαίως –
να διασκεδάζει συνεχώς, και να οκνεύει.
Μικρός ο βίος, σύντομος, βραχύς…
ο δε χρόνος δε μας φτάνει για πολλά!

Γι’ αυτό λέω κι εγώ πως η ζωή μας
Βάκχος ας είναι… Βάκχος και χοροί!…
Λούλουδα ας είν’ και στέφανοι!…

Και, βεβαίως, γυναίκες ας είναι, θήλεα,
θήλεα μάτσο! Ευφρανθώμεν, φίλοι μου!
Ευφρανθώμεν, διότι κανείς μας δεν ξέρει
τι μας ξημερώνει αύριο!

ΡΟΥΦΙΝΟΥ
Μήτ’ ἰσχνήν λίην περιλάμβανε μήτε παχεῖαν,
τούτων δ’ ἀμφοτέρων τήν μεσότητα θέλε.
τῇ μέν γάρ λείπει σαρκῶν χύσις, ἡ δέ περισσήν
κέκτηται· λεῖπον μή θέλε μηδέ πλέον.

Ούτε πετσί και κόκαλο ούτε χοντροβαρέλες
– από τα δύο αυτά άκρα
τον μέσο όρο εσύ πάντα να παίρνεις κοίτα!
Από τις μεν λείπει η σάρκα η καλή
στις άλλες περισσεύει (και πολύ!) το κρέας.

Το λειψό
άσε το!
Αλλά και το περίσσιο
άσ’ το κι εκείνο σου λέω!

ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ*, Των εραστών τα μάτια
είναι πάντα σα βροχή… 
-------------------------
*Η ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ είναι το δημοφιλέστερο ποιητικό ανάγνωσμα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, από τον 7ο π.Χ. έως τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Το δε συντριπτικώς δημοφιλέστερο τμήμα της είναι το Πέμπτο Βιβλίο, αυτό που περιλαμβάνει ερωτικά επιγράμματα διακρινόμενα για την κομψότητα του λυρικού ύφους και την αγέραστη επικαιρότητά τους.

Ο κόσμος του έρωτα – από την απλή εξομολόγηση ως τη σοφιστευμένη απιστία, από τα συνήθη παράπονα και τα χαριεντίσματα ως τα αφάνταστα καρδιοχτυπήματα και τα βάσανα, από τη συγκρατημένη σεμνότητα ως την απερίφραστη χυδαιότητα – παρουσιάζεται ανάγλυφα και με χαριτωμένη βραχύτητα στα μάτια του αναγνώστη, που όχι μόνο διαπιστώνει ότι στο θέμα αυτό (:στον έρωτα) τίποτα δεν έχει αλλάξει αιώνες τώρα, αλλά και μαντεύει ότι ποτέ δεν πρόκειται τα πράγματα να είναι διαφορετικά. Ως προς αυτό όμως όλοι συμφωνούν και λένε “ευτυχώς”.

Ο καθένας έχει έναν μόνο τρόπο ν’ αγαπάει: τον δικό του

Μπορώ να κάνω ένα σωρό πράγματα για να σου εκφράσω, να σου δείξω, να σου αποδείξω, να επιβεβαιώσω ή να υποστηρίξω ότι σ’ αγαπώ, όμως, μόνο ένα πράγμα μπορώ να κάνω με την αγάπη μου, κι αυτό είναι να Σ’ ΑΓΑΠΩ, να ασχολούμαι μαζί σου, να εκδηλώνω τα συναισθήματά μου όπως τα νιώθω. Και το πώς τα αισθάνομαι είναι ο δικός μου τρόπος να σ’ αγαπώ. Μπορείς να το δεχτείς ή μπορείς να το απορρίψεις, μπορείς να καταλάβεις τι σημαίνει ή μπορείς να το αγνοήσεις παντελώς. Αυτός, όμως, είναι ο τρόπος μου να σ΄ αγαπώ· δεν έχω άλλον...

Ο καθένας έχει έναν μόνο τρόπο ν’ αγαπάει: τον δικό του.

Το "Σ’ ΑΓΑΠΩ" και το "ΣΟΥ ΔΕΙΧΝΩ ΟΤΙ Σ’ ΑΓΑΠΩ" μπορεί να είναι δύο πράγματα τελείως διαφορετικά για μένα και για σένα. Και εδώ, όπως και σε όλα τα θέματα, μπορεί να διαφωνήσουμε ριζικά χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο ένας από τους δύο κάνει αναγκαστικά λάθος.

Όταν σ’ αγαπάει κάποιος, σου αφιερώνει ένα μέρος της ζωής, του χρόνου και του ενδιαφέροντός του. Όταν σ’ αγαπάει κάποιος, οι πράξεις του σου λένε καθαρά πόσο πολύ νοιάζεται για σένα.

Μπορεί ν’ αποφασίσω να κάνω κάτι που θέλεις, με τη φαντασίωση ότι θα καταλάβεις πόσο σ’ αγαπώ. Κάποια φορά μπορεί να το κάνω, άλλοτε μπορεί και όχι. Αν και δεν μου αρέσει, μπορεί να σηκωθώ από τα χαράματα, να στολίσω το σπίτι και να ετοιμάσω το πρωινό γεμίζοντας τους τοίχους με αφίσες και το κρεβάτι με δώρα, και για το βράδυ να έχω καλέσει ένα σωρό κόσμο. Ξέροντας πόσο σε συγκινεί, είναι πιθανό κάποια φορά να το δεις να γίνεται, αν έχω διάθεση.

Αν, όμως, επιβάλλεται να κάνω το ίδιο κάθε χρόνο, κι εγώ το επαναλαμβάνω μόνο και μόνο για να σ’ ευχαριστήσω… μην έχεις και την απαίτηση να το απολαμβάνω. Γιατί, αν δεν είναι κάτι που κι εγώ θέλω από μόνος μου, ίσως είναι καλύτερο και για τους δυο μας να μη το κάνω καθόλου. Βέβαια, αν εγώ δεν έχω ποτέ διάθεση να κάνω κάτι τέτοιο, ούτε και τίποτα απ’ αυτά που ξέρω ότι σου αρέσουν, τότε κάτι συμβαίνει.

Με τη συμβίωση, θα μπορούσα να μάθω να χαίρομαι με την ψυχική ικανοποίηση που σου προσφέρω, έτσι όπως εσύ το προτιμάς. Και πράγματι, έτσι γίνεται. Αυτό όμως δεν έχει καμία σχέση με ορισμένες απόψεις που λίγο-πολύ δέχονται όλοι, απόψεις που φαίνονται να είναι αντίθετες με αυτό που μόλις είπα, και με τις οποίες, ασφαλώς, δεν συμφωνώ. Μιλάω συγκεκριμένα για τις θυσίες στην αγάπη.

Μερικές φορές ο κόσμος θέλει να με πείσει ότι πέρα από την ιδέα τού να είναι κανείς ευτυχισμένος, σημαντικές σχέσεις είναι εκείνες όπου ο ένας είναι ικανός να θυσιάζεται για τον άλλον. Η αλήθεια είναι πως εγώ δεν πιστεύω ότι η αγάπη είναι χώρος θυσίας. Δεν πιστεύω ότι όταν θυσιάζεται κανείς για τον άλλον, αυτό αποτελεί εγγύηση αγάπης, και ακόμη λιγότερο, ότι η θυσία αποδεικνύει την αγάπη μου για τον άλλο.

Η αγάπη είναι ένα συναίσθημα που εγγυάται την ικανότητα να χαιρόμαστε πράγματα μαζί, κι όχι ένα μέτρο για το πόσο είμαι διατεθειμένος να υποφέρω για σένα, ή πόσο είμαι έτοιμος να απαρνηθώ τον ίδιο μου τον εαυτό. Σε κάθε περίπτωση, το μέτρο της αγάπης μας δεν το καθορίζει ο πόνος που μπορεί να μοιραστούμε – έστω κι αν αυτό αποτελεί μέρος της ζωής. Η αγάπη μας μετριέται και δυναμώνει ανάλογα με το πόσο ικανοί είμαστε να περπατάμε μαζί σ’ αυτόν τον δρόμο, να απολαμβάνουμε κάθε βήμα όσο γίνεται περισσότερο, και να αυξάνουμε την ικανότητα μας να χαιρόμαστε ακριβώς αυτό: το ότι είμαστε μαζί.

Τα θηλαστικά εξελίχθηκαν για να περπατούν στις μύτες των ποδιών

Ο λόγος που οι πατούσες πολλών θηλαστικών έχουν μικρό μέγεθος, συγκριτικά με το βάρος και το μέγεθός τους, όπως του ρινόκερου και του ιπποπόταμου, δεν είναι τυχαίος.

Αντίθετα, φαίνεται να είναι… προμελετημένος από τη φύση για αυτό και τα μεγάλα θηλαστικά κυριαρχούν στον πλανήτη. Μια μελέτη σε 880 θηλαστικά έχει εντοπίσει ότι παρά τις ραγδαίες αυξήσεις του μεγέθους τους κατά τη διάρκεια των χρόνων, τα ζώα δεν έπαψαν ποτέ να περπατούν ουσιαστικά στις μύτες των ποδιών τους.

Αυτό το χαρακτηριστικό τους επιτρέπει να έχουν ίσια πόδια και άρα να τρέχουν γρηγορότερα εξασφαλίζοντας την επιβίωσή τους απέναντι στους θύτες τους.

Ο Δρ Manabu Sakamoto, επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Reading, δήλωσε ότι «τα θηλαστικά έγιναν πολύ ταχύτερα καθώς άρχισαν να περπατούν σαν μπαλαρίνες». Με αυτό το χαρακτηριστικό τους κατάφεραν να επικρατήσουν σε σχέση με άλλα θηλαστικά που επιβίωναν στον πλανήτη – για αυτό και σήμερα δεν βλέπουμε θηλαστικά με άκρα και πατούσες σαν κι αυτά των δεινοσαύρων.

Μετρώντας την επέκταση του σύμπαντος – Οι ενεργοί γαλαξίες δείχνουν προς μια νέα φυσική της κοσμικής διαστολής

Ερευνώντας την ιστορία του κόσμου μας με ένα μεγάλο δείγμα απομακρυσμένων «ενεργών» γαλαξιών που παρατηρήθηκαν από το XMM-Newton της ESA, μια ομάδα αστρονόμων βρήκε ότι μπορεί να υπήρχαν περισσότεροι στην πρώιμη διαστολή του σύμπαντος από ότι προβλέπονταν από το καθιερωμένο πρότυπο της κοσμολογίας. Σύμφωνα με το κυρίαρχο σενάριο, το σύμπαν μας περιέχει μικρό ποσοστό μόνο συνηθισμένης ύλης. Ένα τέταρτο του κόσμου αποτελείται από την διαφεύγουσα τη «σύλληψη» σκοτεινή ύλη, την οποία μπορούμε να την αισθανθούμε βαρυτικά όμως όχι και να την παρατηρήσουμε και το υπόλοιπο συνίσταται από την ακόμη πιο μυστηριώδη σκοτεινή ενέργεια που οδηγεί την τρέχουσα επιτάχυνση της διαστολής του σύμπαντος.

Το μοντέλο αυτό βασίζεται σε μια πληθώρα δεδομένων που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων δυο δεκαετιών, από την κοσμική μικροκυματική ακτινοβολία υποβάθρου (ή CMB) – το πρώτο φως στην ιστορία του κόσμου, που απελευθερώθηκε μόνο 380000 χρόνια μετά τη Μεγάλη Έκρηξη και παρατηρήθηκε με απαράμιλλη λεπτομέρεια από την αποστολή Planck της ESA – μέχρι τις περισσότερο «τοπικές» παρατηρήσεις. Οι τελευταίες περιλαμβάνουν εκρήξεις υπερκαινοφανών, γαλαξιακά σμήνη και βαρυτικές παραμορφώσεις που αποτυπώθηκαν από τη σκοτεινή ύλη σε απομακρυσμένους γαλαξίες, και που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παρακολούθηση της κοσμικής διαστολής σε πρόσφατες εποχές της κοσμικής ιστορίας – κατά τη διάρκεια των τελευταίων εννέα δισεκατομμυρίων ετών.

Η νέα μελέτη, υπό τον Guido Risaliti του Πανεπιστημίου της Firenze, στην Ιταλία και την Elisabeta Lusso του Πανεπιστημίου του Durham, στο Ηνωμένο Βασίλειο, δείχνουν έναν άλλο τύπο κοσμικού ιχνηλάτη – τα quasars – που θα μπορούσε να γεμίσει το κενό μεταξύ των παρατηρήσεων αυτών, μετρώντας την επέκταση του σύμπαντος πάνω από 12 δισεκατομμύρια χρόνια. Τα quasars είναι πυρήνες των γαλαξιών όπου μια ενεργός υπερμεγέθης μαύρη τρύπα έλκει ύλη από το περιβάλλον της με πολύ εντατικούς ρυθμούς, λάμποντας έντονα σε όλο το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα. Καθώς το υλικό πέφτει μέσα στην μαύρη τρύπα, διαμορφώνει ένα στροβιλίζοντα δίσκο που ακτινοβολεί στο ορατό και στο υπεριώδες φως. Αυτό το φως στη συνέχεια θερμαίνει τα κοντινά ηλεκτρόνια, παράγοντας ακτίνες-Χ.

Πριν από τρία χρόνια, ο Guido και η Elisabeta συνειδητοποίησαν ότι μια πολύ γνωστή σχέση μεταξύ της φωτεινότητας υπεριώδους εκπομπής και ακτίνων-Χ των quasars θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να εκτιμηθεί η απόσταση για τις πηγές αυτές – κάτι που είναι πολύ δύσκολο στην αστρονομία – και τελικά για να ερευνήσουν την ιστορία της διαστολής του σύμπαντος. Οι αστρονομικές πηγές των οποίων οι ιδιότητες μας επιτρέπουν να μετρήσουμε τις αποστάσεις αναφέρονται ως «πρότυπα κηρία».

Η πιο αξιοσημείωτη κατηγορία, γνωστή ως υπερκαινοφανείς Τύπου-Ia, διαμορφώνεται από το θεαματικό θάνατο λευκών νάνων άστρων μετά αφότου έχουν γεμίσει με υλικό από ένα συνοδό άστρο, δημιουργώντας εκρήξεις προβλέψιμης φωτεινότητας που επιτρέπει τους αστρονόμους να εντοπίζουν την απόστασή τους. Παρατηρήσεις αυτών των υπερκαινοφανών στα τέλη της δεκαετίας του 1990 αποκάλυψαν την επιταχυνόμενη επέκταση του σύμπαντος κατά τη διάρκεια των μερικών τελευταίων δισεκατομμυρίων χρόνων. «Η χρήση των quasars ως πρότυπα κηρία έχει μεγάλες δυνατότητες, καθώς μπορούμε να τα παρατηρήσουμε σε πολύ μεγαλύτερες αποστάσεις από εμάς από ότι τους υπερκαινοφανείς Τύπου-Ia και έτσι τους χρησιμοποιούμε για να εξερευνούμε πολύ νωρίτερες εποχές στην ιστορία του κόσμου», εξηγεί η Elisabeta.

Ερευνώντας τη διαστολή του σύμπαντος με υπερκαινοφανείς Τύπου-Ιa και quasars
Με ένα ευμέγεθες δείγμα quasars ανά χείρας, οι αστρονόμοι έχουν βάλει τώρα την μέθοδό τους σε εφαρμογή και τα αποτελέσματα είναι ενδιαφέροντα. Αναδιφώντας στο αρχείο του XMM-Newton, οι ερευνητές συνέλεξαν δεδομένα ακτίνων-Χ για πάνω από 7000 quasars, συνδυάζοντάς τα με παρατηρήσεις υπεριώδους από το επίγειο Sloan Digital Sky Survey. Χρησιμοποίησαν επίσης ένα σύνολο δεδομένων, που αποκτήθηκαν ειδικά με το XMM-Newton το 2017 για να κοιτάξουν στα πολύ μακρινά quasars, παρατηρώντας τα όπως υπήρχαν όταν το σύμπαν ήταν μόνο δυο περίπου δισεκατομμυρίων ετών. Τελικά, συμπλήρωσαν τα δεδομένα με ένα μικρό αριθμό ακόμη περισσότερο απομακρυσμένων quasars και με μερικά σχετικά κοντινά, που παρατηρήθηκαν με τα παρατηρητήρια της NASA Chandra και Swift X-ray αντίστοιχα. «Ένα τέτοιο δείγμα μας επιτρέπει να διερευνήσουμε προσεκτικά τη σχέση μεταξύ ακτίνων-Χ και υπεριώδους εκπομπής των quasars με πολύ μεγάλη λεπτομέρεια, που βελτίωσε πολύ την τεχνική μας για να εκτιμήσουμε τις αποστάσεις τους», αναφέρει ο Guido.

Οι νέες παρατηρήσεις του XMM-Newton για τα απομακρυσμένα quasars είναι τόσο καλές που η ομάδα των ερευνητών αναγνώρισε ακόμη δυο διαφορετικές ομάδες: το 70% των πηγών ακτινοβολούν σε χαμηλής ενέργειας ακτίνες-Χ, ενώ το απομένον 30% εκπέμπει χαμηλότερα ποσά ακτίνων-Χ που χαρακτηρίζονται από υψηλότερες ενέργειες. Για περαιτέρω ανάλυση, οι επιστήμονες κράτησαν μόνο την προγενέστερη ομάδα πηγών, στην οποία η σχέση μεταξύ ακτίνων-Χ και υπεριώδους εκπομπής φαίνεται καθαρότερα. Είναι αξιοσημείωτο το ότι είναι δυνατή η παρατήρηση σε τέτοιο επίπεδο λεπτομέρειας, σε πηγές τόσο απομακρυσμένες που το φως τους ταξίδεψε για περισσότερο από 10 δισεκατομμύρια χρόνια πριν να φθάσει στη Γη.

Μετά από το ξεκαθάρισμα των δεδομένων και φέρνοντας το δείγμα περίπου στα 1600 quasars, οι αστρονόμοι έμειναν με τις πολύ καλές παρατηρήσεις, οδηγώντας σε στιβαρές εκτιμήσεις της απόστασης αυτών των πηγών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να διερευνηθεί η διαστολή του σύμπαντος. Ωστόσο, στις νωρίτερες φάσεις που μπορούν να διερευνηθούν μόνο με τα quasars, οι επιστήμονες εντόπισαν μια ασυμφωνία μεταξύ της παρατηρηθήσας εξέλιξης του σύμπαντος και αυτού που προβλέπεται με βάση το καθιερωμένο κοσμολογικό μοντέλο. Ψάχνοντας στην προηγουμένως φτωχά εξερευνημένη περίοδο της κοσμικής ιστορίας, με τη βοήθεια των quasars, οι αστρονόμοι αποκάλυψαν μια πιθανή ένταση στο καθιερωμένο πρότυπο της κοσμολογίας, που μπορεί να απαιτεί την πρόσθεση επιπλέον παραμέτρων για να συμβαδίσουν τα δεδομένα με τη θεωρία. Μία από τις πιθανές λύσεις θα ήταν η εμπλοκή μιας εξελισσόμενης σκοτεινής ενέργειας, με μια που αυξάνεται καθώς περνάει ο χρόνος.

Παρεμπιπτόντως, αυτό το ιδιαίτερο μοντέλο θα μειώσει επίσης μια άλλη αβεβαιότητα που απασχολεί τους κοσμολόγους, αναφορικά με την σταθερά του Hubble – τον τρέχοντα ρυθμό της κοσμικής επέκτασης. Η ασυμφωνία αυτή βρέθηκε μεταξύ εκτιμήσεων της σταθεράς του Hubble στο τοπικό σύμπαν, που βασίζονται στα δεδομένα υπερκαινοφανών – και ανεξάρτητα, στα γαλαξιακά σμήνη – και σε αυτά που βασίζονται στις παρατηρήσεις του Planck για την κοσμική μικροκυματική ακτινοβολία υποβάθρου στο πρώιμο σύμπαν. Με τα λόγια του Guido: «Το μοντέλο είναι αρκετά ενδιαφέρον επειδή μπορεί να επιλύσει δυο αινίγματα με μιας, όμως η απόφαση για αυτό είναι αναμφίβολα αρνητική ακόμη, θα πρέπει να ψάξουμε σε πολλά περισσότερα μοντέλα με μεγάλη λεπτομέρεια πριν μπορέσουμε να λύσουμε αυτό το κοσμικό αίνιγμα».

Η ομάδα περιμένει με ανυπομονησία να παρατηρήσει ακόμη περισσότερα quasars στο μέλλον για να βελτιώσει περαιτέρω τα αποτελέσματά της. Επιπλέον στοιχεία θα προέλθουν επίσης από την αποστολή Euclid της ESA, που σχεδιάζεται για το 2020, για να εξερευνήσει τα προηγούμενα 10 δισεκατομμύρια χρόνια της κοσμικής επέκτασης και να ερευνήσει τη φύση της σκοτεινής ενέργειας.