Σάββατο 7 Ιουλίου 2018

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΙΣΧΥΛΟΣ - Ἑπτὰ ἐπὶ Θήβας (1005-1053)

ΕΞΟΔΟΣ


ΚΗΡΥΞ
1005 δοκοῦντα καὶ δόξαντ᾽ ἀπαγγέλλειν με χρὴ
δήμου προβούλοις τῆσδε Καδμείας πόλεως·
Ἐτεοκλέα μὲν τόνδ᾽ ἐπ᾽ εὐνοίᾳ χθονὸς
θάπτειν ἔδοξε γῆς φίλαις κατασκαφαῖς·
στέγων γὰρ ἐχθροὺς θάνατον εἵλετ᾽ ἐν πόλει,
1010 ἱερῶν πατρῴων δ᾽ ὅσιος ὢν μομφῆς ἄτερ
τέθνηκεν οὗπερ τοῖς νέοις θνῄσκειν καλόν.
οὕτω μὲν ἀμφὶ τοῦδ᾽ ἐπέσταλται λέγειν·
τούτου δ᾽ ἀδελφὸν τόνδε Πολυνείκους νεκρὸν
ἔξω βαλεῖν ἄθαπτον, ἁρπαγὴν κυσίν,
1015 ὡς ὄντ᾽ ἀναστατῆρα Καδμείων χθονός,
εἰ μὴ θεῶν τις ἐμποδὼν ἔστη δορὶ
τῷ τοῦδ᾽. ἄγος δὲ καὶ θανὼν κεκτήσεται
θεῶν πατρῴων, οὓς ἀτιμάσας ὅδε
στράτευμ᾽ ἐπακτὸν ἐμβαλὼν ᾕρει πόλιν.
1020 οὕτω πετηνῶν τόνδ᾽ ὑπ᾽ οἰωνῶν δοκεῖ
ταφέντ᾽ ἀτίμως τοὐπιτίμιον λαβεῖν,
καὶ μήθ᾽ ὁμαρτεῖν τυμβοχόα χειρώματα
μήτ᾽ ὀξυμόλποις προσσέβειν οἰμώγμασιν,
ἄτιμον εἶναι δ᾽ ἐκφορᾶς φίλων ὕπο.
1025 τοιαῦτ᾽ ἔδοξε τῷδε Καδμείων τέλει.
ΑΝ. ἐγὼ δὲ Καδμείων γε προστάταις λέγω·
ἢν μή τις ἄλλος τόνδε συνθάπτειν θέλῃ,
ἐγώ σφε θάψω κἀνὰ κίνδυνον βαλῶ
θάψασ᾽ ἀδελφὸν τὸν ἐμόν, οὐδ᾽ αἰσχύνομαι
1030 ἔχουσ᾽ ἄπιστον τήνδ᾽ ἀναρχίαν πόλει.
δεινὸν τὸ κοινὸν σπλάγχνον οὗ πεφύκαμεν,
μητρὸς ταλαίνης κἀπὸ δυστήνου πατρός.
τοιγὰρ θέλουσ᾽ ἄκοντι κοινώνει κακῶν,
ψυχή, θανόντι ζῶσα συγγόνῳ φρενί.
1035 τούτου δὲ σάρκας οὐδὲ κοιλογάστορες
λύκοι πάσονται· μὴ δοκησάτω τινί.
τάφον γὰρ αὐτὴ καὶ κατασκαφὰς ἐγώ,
γυνή περ οὖσα, τῷδε μηχανήσομαι,
κόλπῳ φέρουσα βυσσίνου πεπλώματος,
1040 καὐτὴ καλύψω· μηδέ τῳ δόξῃ πάλιν.
θάρσει παρέσται μηχανὴ δραστήριος.
ΚΗ. αὐδῶ πόλιν σε μὴ βιάζεσθαι τάδε.
ΑΝ. αὐδῶ σε μὴ περισσὰ κηρύσσειν ἐμοί.
ΚΗ. τραχύς γε μέντοι δῆμος ἐκφυγὼν κακά.
1045 ΑΝ. τράχυν᾽· ἄθαπτος δ᾽ οὗτος οὐ γενήσεται.
ΚΗ. ἀλλ᾽ ὃν πόλις στυγεῖ, σὺ τιμήσεις τάφῳ;
ΑΝ. † ἤδη τὰ τοῦδ᾽ οὐ διατετίμηται θεοῖς.
ΚΗ. οὔ, πρίν γε χώραν τήνδε κινδύνῳ βαλεῖν.
ΑΝ. παθὼν κακῶς κακοῖσιν ἀντημείβετο.
1050 ΚΗ. ἀλλ᾽ εἰς ἅπαντας ἀνθ᾽ ἑνὸς τόδ᾽ ἔργον ἦν.
ΑΝ. Ἔρις περαίνει μῦθον ὑστάτη θεῶν.
ἐγὼ δὲ θάψω τόνδε· μὴ μακρηγόρει.
ΚΗ. ἀλλ᾽ αὐτόβουλος ἴσθ᾽, ἀπεννέπω δ᾽ ἐγώ.

***
ΚΗΡΥΚΑΣ
Να σας πω πρέπει, τί έκριναν κι αποφασίζουν
οι πρόκριτοι αυτής της πολιτείας του Κάδμου:
Αυτός ο Ετεοκλής, για όλη την τόση αγάπη
πόδειξε στην πατρίδα μας, αποφασίζουν
ταφή να λάβει μ᾽ όλες τις τιμές στη γη της.
γιατί αποκρούοντας τους εχθρούς, νεκρός να πέσει
στην πατρίδα του θέλησε· και στων θεών μας
1010 πιστός τους άγιους τους ναούς, δίχως ψεγάδι,
το θάνατο, που για τους νέους αξίζει, βρήκε.
Αυτή ᾽ναι που έχω η προσταγή να λέω για τούτον.
Μα όσο γι᾽ αυτόν, τον αδερφό του Πολυνείκη,
άταφος έξω θα ριχτεί θροφή στους σκύλους,
γιατ᾽ ήθελε τη χώρα των Καδμείων ρημάξει,
α δε στεκόταν στο κοντάρι εμπρός του εμπόδιο
κάποιος θεός· μα και νεκρός θα ᾽χει το κρίμα
στους θεούς των πατέρων μας, που έχει ατιμάσει
φέρνοντας ξένο στράτευμα να καταχτήσει
την πόλη τους· κι έτσι λοιπόν είν᾽ ορισμένο
άξια να λάβει επίχειρα κι άτιμο τάφο
1020 απ᾽ τα όρνια μόνο τ᾽ ουρανού, δίχως κανένα
χέρι ακλουθώντας να του ρίξει χώμα επάνω,
δίχως να τιμηθεί με οξύβοα μοιρολόγια,
μηδέ φίλοι το ξόδι του να συνοδέψουν.
Τέτοια αυτή η νέα αρχή της Θήβας έχει ορίσει.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Μα κι εγώ λέω σ᾽ αυτούς τους άρχοντες της Θήβας:
κι αν δε βρεθεί κανείς μαζί μου να τον θάψει,
πάνω μου εγώ τον κίντυνο μόνη θα πάρω
τον αδερφό μου θάβοντας· κι ούτε ντροπή μου
1030 τόχω να δείξω αντάρτισσα γνώμη στη πόλη.
Πολύ ισχυρός δεσμός το κοινό σπλάχνο, απ᾽ όπου
έχομε γεννηθεί, τέκνα μιανής μητέρας
δυστυχισμένης και ενός άμοιρου πατέρα.
Λοιπόν, ψυχή μου, θέλοντας στ᾽ αθέλητά του
πάρε μέρος κακά και, ζωντανή εσύ, δείξε
όλη σου την καρδιά αδερφής στον πεθαμένο.
Όχι, δε θα γευτούν οι λιμάντεροι λύκοι
τις σάρκες του· κανείς στο νου του ας μην το βάλει·
εγώ τον τάφο, εγώ το λάκκο να του σκάψω,
αν και γυναίκα, θα βρω τρόπο και θα φέρω
στου βύσσινου του πέπλου μου τον κόρφο χώμα
1040 να τον σκεπάσω, και μην πεις αλλιώς πως θα ᾽ναι·
τρόπο θα ᾽βρει το θάρρος μου για να το πράξει.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Μη θες στην πόλη ενάντια, σου λέω, να κάμεις.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Σε με τα περιττά σου λέω κι εγώ μην κρίνεις.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Σκληρός ο λαός, μια που απ᾽ τον κίντυνο γλιτώσει.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Σκλήριζε, μα όμως άταφος αυτός δε μένει.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Εχθρό της χώρας θα τιμήσεις συ με τάφο;
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Έκαμαν πια οι θεοί την κρίση τους για τούτον.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Όχι όμως πριν τη χώρα του φέρει άνω κάτω.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Το άδικο θέλησε με άδικο να πλερώσει.
ΚΗΡΥΚΑΣ
1050 Μα ενάντια σ᾽ όλους στράφηκε αντίς στον ένα.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Στερνή από τους θεούς το λόγο κλείνει η Έρις·
μα εγώ θα θάψω αυτόν· κι άλλα μη χάνεις λόγια.
ΚΗΡΥΚΑΣ
Κάμε του κεφαλιού σου· εγώ — είπα κι απόειπα.

Οι άνθρωποι που θα σου σταθούν με τις πράξεις τους, αυτούς να μετράς

Χρειάζεσαι γνώριμα χέρια που ξέρουν πως να σε ηρεμούν, που θα μπορείς να χάνεσαι μέσα τους και θα αισθάνεσαι γαλήνη.
Μόνο τότε μπορείς να προχωράς με σταθερό βήμα.
Μόνο τότε κρατάς όλο τον κόσμο στα χέρια σου.
Ο δικός σου ο άνθρωπος είναι αυτός που έχεις ανάγκη.
Όλοι οι άλλοι είναι ψεύτικοι, θα στο αποδείξει η ζωή όταν θα έρθει η ώρα.
Μόνο ένα χαμόγελο τους είναι αρκετό για να σε κάνει να πετάς στα ουράνια.
Όλοι μπορούν να σου χαρίσουν μια αγκαλιά, λίγοι όμως έχουν την ικανότητα να σε κρατήσουν στα χέρια τους και να σου μεταδώσουν την δύναμή τους.
Είναι λίγοι αυτοί που θα σε κάνουν να αισθανθείς μοναδικός.
Είναι λίγοι αυτοί που θα καταλάβουν τι ζητάς και τι έχεις ανάγκη χωρίς να μιλήσεις.
Ακόμη λιγότεροι είναι αυτοί που θα σταθούν δίπλα σου στην χαρά σου. Δε θέλουν να σε βλέπουν να χαίρεσαι και στην λύπη σου θα είναι εκεί για να σε δουν να πονάς, όχι για να σου συμπαρασταθούν.
Έτσι είναι ο κόσμος, απλά εσύ δεν τον έχεις καταλάβει.
Κράτησε αυτούς τους λίγους, τους δικούς σου, που με το βλέμμα σου θα τους λες τα πάντα και θα σε καταλαβαίνουν.
Είναι πολύ σημαντικό να μπορούν να σου χαρίσουν την στοργή που έχεις ανάγκη και που το χάδι τους θα γίνει η σκέπη σου.
Αυτούς τους ανθρώπους μην τους χάσεις ποτέ.
Αυτοί οι άνθρωποι θα έδιναν τα πάντα για σένα.
Αυτούς έχεις μόνο. Όλοι οι άλλοι είναι φούσκες, μπαλόνια που σκάνε εύκολα.
Μην τους κυνηγάς, άστους να φύγουν για να μπορείς να ζεις ομορφότερα και να αποκτήσει ποιότητα η ζωή σου.
Μόνο τους δικούς σου χρειάζεσαι τους αληθινούς.
Εσύ μόνο κοίτα μην χαθείς στον δρόμο γιατί τότε θα χάσεις κι αυτούς τους λίγους μοναδικούς δικούς σου ανθρώπους.

Ευαισθησία∙ κατάρα κι ευχή

Τους ανθρώπους έμαθα, τώρα πια, να τους χωρίζω σε δύο μεγάλες κατηγορίες: Σε αυτούς που με μοναδικό τους στήριγμα την αρετή και το ήθος καίγονται να αλλάξουν –έστω λίγο– τον κόσμο και σε αυτούς που –άθελά τους και μη– δέχονται αυτός ο κόσμος να τους αλλάξει, να τους φέρει εκεί που θέλει. Και το κριτήριο αυτό μετρά απ’ τη φιλία και τον έρωτα, μέχρι τις κοινωνίες και την πολιτική.

Άκουσα κάποτε μια ερώτηση, λίγο διαφορετική απ’ τις άλλες, τις καθημερινές. Κι ήταν η εξής: ποια είναι η πιο δυνατή λέξη που γνωρίζεις. Κάποιοι απάντησαν «ζωή», «φιλοδοξία», «θέλω», «θάνατος». Η δική μου πιο έντονη λέξη, αυτή που μέσα της είναι η πιο γεμάτη, αυτή που ασφυκτιά, μα σπάνια ειπώνεται, είναι η «δημιουργία».

Θα μου πείτε τώρα, γιατί όλα αυτά τα θεωρητικά. Κι απαντώ. Αν νιώθεις ότι ανήκεις στην πρώτη απ’ τις κατηγορίες που ανέφερα παραπάνω, αν σε πνίγει η επιθυμία σου να αλλάξεις τον κόσμο τούτο και τα ιδανικά του, αν συνεχώς προβληματίζεσαι, σκέπτεσαι κι ορίζεις τη ζωή σου με βάση μια άλλη πραγματικότητα, πιο αισιόδοξη, πιο αληθινή και πιο ελεύθερη, τότε έχεις μέσα σου τη δύναμη για τη δημιουργία, που είπαμε. Χρειάζεσαι, όμως, και κάτι άλλο εξίσου δυνατό για να πλάσεις τον κόσμο που ονειρεύεσαι. Χρειάζεσαι ευαισθησία. Κι η δημιουργία αποκτά εντελώς διαφορετική ισχύ παρέα με την ευαισθησία.

Μα η ευαισθησία δεν είναι κάτι που αλλάζει στους ανθρώπους απ’ τη μια μέρα στην άλλη. Η ευαισθησία σ’ έναν άνθρωπο υπάρχει ως προδιάθεση και χτίζεται σαν αρετή. Γι’ αυτό και θα δεις ανθρώπους να συμπονούν, να συναισθάνονται και να βοηθούν πολύ παραπάνω όταν η ζωή τους χτυπήσει με κάτι δυσάρεστο. Τότε αποκαλύπτεται η ευαίσθητη πλευρά τους. Την ίδια ώρα, όμως, άλλοι ζουν με βάση την αδυναμία τους να ελέγξουν την ευαισθησία τους από πάντα.

Είναι μαζί κι ευχή και κατάρα να τα συναισθάνεσαι όλα τόσο βαθιά. Σκέψου πόσο πιο ελαφριά, χαρούμενη κι ήσυχη θα ήταν η ζωή σου αν δεν ήσουν καταδικασμένος να ζεις τα πάντα στο μέγιστο βαθμό. Ξέρεις, αυτό είναι το ζήτημα που πρέπει να ξεκαθαρίσεις στο νου σου: θες να αγαπάς πολύ, μα και να πονάς πολύ ή να αγαπάς λίγο και να υποφέρεις λίγο; Όλα έχουν να κάνουν με το πόση ενέργεια καταναλώνεις εσύ, με το πόσο επιτρέπεις σε κάτι να σε επηρεάσει. Μα οι ευαίσθητοι άνθρωποι –ευτυχώς ή δυστυχώς– δεν έχουν αυτή την επιλογή.

Πόσο πιο κενή θα ήταν, όμως, η ζωή σου, χωρίς αυτή τη φλόγα της ευαισθησίας. Πόσο πιο επιφανειακά θα έβλεπες τα πράγματα. Ναι, θα ήσουν πιο ευτυχισμένος, θα γελούσες πιο συχνά και θα σ’ άρεσε, ίσως, περισσότερο αυτή η ζωή. Γιατί απλώς θα περνούσες από καταστάσεις, δε θα βυθιζόσουν σε αυτές. Μα αυτή σου η ευτυχία θα πήγαζε απ’ την αδυναμία σου να αντιληφθείς αισθήματα, στιγμές, συμπεριφορές, εικόνες. Υπάρχει διαφορά.

Οι έξυπνοι άνθρωποι τείνουν να είναι καταθλιπτικοί. Ακριβώς γιατί υπεραναλύουν και δέχονται περισσότερα ερεθίσματα από εκείνους που απλώς ζουν δίχως να σκέπτονται, που ελλείπουν ευαισθησίας. Αυτή είναι η διαφορά, λοιπόν. Και δεν την επιλέγεις εσύ αυτή τη διαφορά. Αυτή σε επιλέγει. Γι’ αυτό κι όσοι ανήκουν στην πρώτη κατηγορία έχουν χρέος να μετουσιώσουν τις σκέψεις τους. Τίποτα παραπάνω, αυτό αρκεί.

Κι όλοι αυτοί που έχουν την ευχή ή την κατάρα να αγαπάνε πολύ, να βοηθάνε πολύ, να σκέπτονται πολύ, να συμπαραστέκονται πολύ, αλλά και να υποφέρουν ταυτόχρονα πολύ, γνωρίζουν ότι η ευαισθησία είναι το μεγαλύτερό τους χάρισμα, μα κι ο χειρότερός τους εφιάλτης.

Μην απορείτε γιατί επιλεχθήκατε εσείς να είστε αυτοί που λυγίζουν πιο εύκολα, αυτοί που είναι πιο καθαροί κι αληθινοί. Απλά συνεχίστε να είστε ο εαυτός σας και μην αφήσετε αυτό τον κόσμο να σας αλλάξει.

Και να είστε σίγουροι ότι κάποια μέρα θα σας βρει ένας άνθρωπος και θα σας λατρέψει. Γιατί θα έχει δει αυτή τη χρυσή καρδιά που κουβαλάτε. Συνεχίστε να παλεύετε για έναν καλύτερο κόσμο, να δημιουργείτε και να αισθάνεστε τα μέγιστα, αυτό σημαίνει ζωή. Κι εσείς την ζείτε περισσότερο από άλλους.

Η ευγένεια των εραστών

Στην θάλασσα του χρόνου,
το κουπί που μας τραβά μπροστά
είναι η ευγένεια…
   
Δεν είναι λίγες οι φορές που η ενδεικτική λυχνία της επιθυμίας του ανθρώπου για βαθύτερη σύνδεση αρχίζει να εκπέμπει. Κοινώς ονομαζόμενο, το φλερτ, είναι το προεόρτιο αυτής της σύνδεσης, το σήμα ότι κάποιος είναι συναισθηματικά διαθέσιμος τόσο συνειδητά όσο και ασυνείδητα.
 
Παρόλα αυτά, με το πέρασμα του χρόνου, το στοιχείο αυτό, μεταξύ δύο συντρόφων, μοιάζει να εξασθενεί και να δίνει τη θέση του στην σύγκρουση.
 
Όμως, είναι η ανάγκη των ανθρώπων να νιώσουν ξανά αρεστοί και ποθητοί αυτή που αναζητούν, και πάνω σε αυτή την απογοήτευση συγκρούονται, ή είναι κάτι άλλο;
 
Για να απαντηθεί αυτό ας δούμε την επίδραση που έχει ο έρωτας στον εαυτό καθώς και το ποια είναι η φύση της ερωτικής σχέσης…
 
Στην πορεία του, κάθε άνθρωπος, μαθαίνει να αποκολλάται από τον εαυτό του και να δίνεται σε κάποιον άλλο.
 
Είναι η ύπατη οδός για την κοινωνική του ολοκλήρωση αλλά και η ασυνείδητη ροπή του προς την αθανασία με απαραίτητο μέσο για να τη διανύσει, τον έρωτα.
 
Για τον άνθρωπο, ο έρωτας, είναι ανακλητικό στοιχείο. Ακυρώνει ολόκληρα κομμάτια του χαρακτήρα του και τον επιστρέφει σε μία προηγούμενη κατάσταση, όπου ο ίδιος ήταν περισσότερο εύπλαστος και δεκτικός στο κάθε τι νέο. Στο σημείο εκείνο, λοιπόν, στην επιτομή των συναισθημάτων του, τον καταλήγει μία υποδειγματική εκδοχή του εαυτού του για να καταφέρει να απευθυνθεί στο εξιδανικευμένο αντικείμενο του έρωτός του.
 
Θα έλεγε κανείς ότι ο έρωτας, σαν επιδέξιος σιδηρουργός σφυρηλατεί και λειαίνει όλες τις “αιχμηρές” πτυχές του χαρακτήρα του και τις καθιστά λιγότερο ακανθώδεις.
 
Ο χρόνος, όμως, ως αντίπαλη έννοια, έχει μία μοναδική ιδιότητα… Επιστρέφει κάθε τι ανήσυχο στην προηγούμενη κατάσταση ησυχίας του.
 
Έτσι, ο ερωτευμένος σιγά σιγά επανέρχεται σαν ελατήριο που έλκεται από τον ίδιο του τον εαυτό, στον χαρακτήρα και τη συμπεριφορά που είχε πριν ερωτευτεί• και σε αυτό το σημείο γεννάται η σύγκρουση…
 
Τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους που σχετίζονται να συγκρούονται, όμως; Είναι η ασυμφωνία των χαρακτήρων;
 
Ομολογουμένως όχι, γιατί τότε θα αναφερόμασταν στη διαφωνία και όχι στη σύγκρουση. Τι κάνει, λοιπόν, κάποιον να επιτίθεται με σφοδρότητα απέναντι στον σύντροφό του; Η απάντηση είναι τόσο απλή όσο και πολύπλοκη… Η έλλειψη ευγένειας.
 
Εξηγώντας, η ευγένεια είναι αυτή που έρχεται όταν αναγνωρίσουμε τα όριά μας και μάς φερθούμε με σεβασμό. Τότε είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε την ικανή αντίληψη που θα σεβαστεί την μοναδικότητα της ύπαρξης του άλλου.
 
Με λίγα λόγια, η ευγένεια είναι η γνωριμία με τον εαυτό μας όπου μαθαίνουμε το μέχρι που είμαστε ικανοί να φτάσουμε, τι είμαστε ικανοί να προσφέρουμε αλλά και τι είμαστε ικανοί να λάβουμε.
 
Η ευγένεια είναι η τρίτη διάσταση στην ανθρώπινη υπόσταση η οποία σαν σκιά προσδίδει βάθος στις κινήσεις μας και τις ξεκολλά από το βασίλειο των δύο διαστάσεων.
 
Σε άλλη περίπτωση ο όποιος σεβασμός προς και από εμάς είναι καταδικασμένος να σπαταλιέται σαν τις αχτίδες του φωτός που δεν έπεσαν σωστά πάνω σε ένα έργο τέχνης, αποτυγχάνοντας να αναδείξουν κάθε του γωνία.
 
Γιατί, όμως, κάποιος, κατά την επαναφορά του από τον έρωτα στην πραγματικότητα, συγκρούεται με τον σύντροφό του και δεν τον αποδέχεται, πλέον;
 
Εδώ, απάντηση δίνει η φύση της ερωτικής σχέσης που υποσχεθήκαμε να θίξουμε στην αρχή. Η φύση της ερωτικής σχέσης είναι και εκείνη ανακλητική και όπως ο έρωτας μας τανύζει και μας υψώνει μακριά από τη βάση μας έτσι η σχέση μάς έλκει, πίσω, στις εμπειρίες επικοινωνίας που είχαμε κατά την παιδική ηλικία.
 
Με τον ίδιο τρόπο, λοιπόν, που κάποιος διδάχθηκε πώς να αγαπά, από τις πρωτόλειες φιγούρες του, έτσι έμαθε και να διαφωνεί• και όταν η διαφωνία του πνίγηκε από το συναίσθημα του θυμού, που κατακλύζει οποιονδήποτε προσφέρει και η προσφορά του απορρίπτεται, έτσι ο σύντροφος καταντά ο τελικός αποδέκτης ενός θυμού χρόνων.
 
Μέσα στην ερωτική σχέση, λοιπόν, αναβιώνει η σχέση του ανθρώπου με τη μητρική φιγούρα και όταν η φιγούρα αυτή προβληθεί στον σύντροφο πολύ σύντομα ακολουθεί και το συναίσθημα που τη συνοδεύει. Το μελανότερο σημείο, όμως, δεν είναι αυτό αλλά η ειλικρίνεια με την οποία επικοινωνούμε αυτό το συναίσθημα… Μία ειλικρίνεια που τοποθετεί τον άλλο στη θέση που τον βάλαμε οι ίδιοι και τον αναγκάζει να απαντήσει με τον ίδιο τρόπο που μία μητέρα θα απαντούσε σε έναν έφηβο που επαναστατεί μέσα από ανώριμα αιτήματα• αντιμεταβιβαστικά.
 
Αυτό που χρειάζεται είναι η δύναμη να αποδεχτούμε ότι αυτές οι “τέλειες” φιγούρες που μας γαλούχησαν, αυτά τα “ιδανικά” όντα που μας πρόσφεραν ασφάλεια και προστασία ήταν πλάσματα μεμπτά, με ελαττώματα, που στην πορεία τους αδυνάτησαν να ενστερνιστούν αυτό που προσπαθήσαμε να τους πούμε.
 
Αδυνάτησαν να υιοθετήσουν τη δική μας οπτική και δεν κατάφεραν να εγκολπώσουν το θέλω μας δίνοντάς μας χώρο να αναπτυχθούμε ως προσωπικότητες.
 
Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να χτυπάμε τις πόρτες που δεν προαλείφονται να ανοίξουν, τη στιγμή που το επιθυμούμε, μέχρι να ματώσουν τα χέρια μας…
 
Ο σπόρος, εξάλλου, προορίζεται, πάντα, να ξεπερνά τη γλάστρα στην οποία τοποθετήθηκε αρχικά, μα η μεταφύτευσή σου δεν σημαίνει την απαξίωση για το χώμα που τον φιλοξένησε αλλά την ευγνωμοσύνη που τον κατέστησε δυνατό να κατοικήσει αλλού.
 
Όταν συνειδητοποιήσουμε το παραπάνω, όταν αποδεχτούμε τα λάθη τους, θα έχουμε καταφέρει να ολοκληρώσουμε το εσωτερικό μας πάζλ και δεν θα χρειαζόμαστε να τους προβάλουμε σε κάθε μας συγκρουσιακή εμπειρία.
 
Στην ουσία, η σφοδρότητα με την οποία συγκρουόμαστε κρύβει το αίτημά μας για επικοινωνία με εκείνους. Την επιθυμία μας να παραδεχτούν ότι έχουμε δίκιο και την ανάγκη μας να αποδεχτούν τη διαφορετικότητά μας. Το μειονέκτημα, όμως, είναι ότι όσο παλεύουμε να τους αλλάξουμε τόσο παραμένουμε παιδιά και απαγορεύουμε στον εαυτό μας να μεγαλώσει.
 
Πώς τηρείται, όμως, η ευγένεια μεταξύ συντρόφων; Μα φυσικά όπως είπαμε… Με το να γίνουμε οι ίδιοι γονείς του εαυτού μας οι οποίοι αποδέχονται τη διαφορετικότητα του άλλου όσο κι εμείς θέλαμε να αποδεχτούν τη δική μας.
 
Μόνο όταν δούμε τον άνθρωπο απέναντί μας γυμνό από τις καταδικαστικές προβολές του παρελθόντος θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε το μέλλον μαζί του που μέχρι στιγμής ήταν μόνο φαντασιωσικό.
 
Ένα μέλλον που θα μας εμπνεύσει και θα μας ωθήσει προς την αυτοπραγμάτωση αφού ο άνθρωπος έχει ανάγκη τη δυάδα για να σταθεί στην κορυφή της προσωπικής του πυραμίδας. Ας αναλογιστούμε, εξάλλου, πως κάθε πυραμίδα χρειάζεται δύο “γωνίες” για να αποκτήσει μία στερεή βάση…
 
Κλείνοντας, ας κρατήσουμε στο νου το εξής…
 
Η ευγένεια είναι ίσως το αξιότερο από όλα τα μέτρα του εαυτού καθώς είναι αρκετά ισχυρή για να εμπνεύσει τη δύναμή του και αρκετά τρυφερή για να διαχειριστεί την αδυναμία του.
 
Σε κάθε περίπτωση είναι το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να κάνει κάποιος στον σημαντικό του άλλο. Ας μην ξεχνάμε… Δύο κωπηλάτες τραβούνε πιο συγχρονισμένα το κουπί όταν η δυνατή εκπνοή του ενός αγκαλιάζει το αγκομαχητό του άλλου…

Η Αξία και η Σημασία της Συναισθηματικής Έκφρασης

Θα ήθελα προκαταβολικά να αφιερώσω τις παρακάτω σημειώσεις σε όλους τους άνδρες αναγνώστες. Δεν ειρωνεύομαι καθόλου. Ως άνδρας και ο ίδιος ομολογώ ότι μπορώ να καταλάβω μία παραπάνω δυσκολία των ανδρών σε αυτό το θέμα: Την δυσκολία να εκφράσουν τα συναισθήματα τους. Να εκφραστούν συναισθηματικά.
 
Να βάλουν σε λόγια όλα όσα νιώθουν, ιδιαιτέρως όσα συναισθήματα εκδηλώνουν αγάπη, τρυφερότητα κι ακόμη περισσότερο φόβο, ανησυχία...
 
Τι αδικία! Ένα τεράστιο στερεότυπο, σαν σύννεφο, απλώνεται πάνω απ' τα κεφάλια μας και μας στερεί να δούμε τον ήλιο: Το φως των συναισθημάτων μας, την αξία και τη σημασία τους. Ή μάλλον για την ακρίβεια, συχνά τα βλέπουμε αλλά δεν μπορούμε να τα εκφράσουμε. Δεν τολμάμε. Φοβόμαστε μην χαρακτηριστούμε αδύναμοι, ανίκανοι, “λίγοι”, μην νομίζουν οι άλλοι ότι δεν μπορούμε...  «Γιατί πρέπει να τα μπορούμε όλα! Γιατί αλλιώς δεν αξίζει!». 
 
Έχει μεγάλη σημασία να είμαστε και να παραμένουμε σε επαφή με τα συναισθήματα μας. Να έχουμε συνείδηση του τι νιώθουμε κάθε στιγμή, τι αισθανόμαστε για αυτό ή για εκείνο, για τον έναν ή για τον άλλον...
 
Όλα τα συναισθήματα μας αξίζει να μπορούμε να τα καλοδεχόμαστε. Ακόμα και τα “αρνητικά” συναισθήματα έχουν την αξία τους, τη σημασία τους. Τα νιώθουμε γιατί υπάρχουν, γιατί κάτι, κάποιος, τα δημιούργησε, και εμείς καλό θα ήταν να μπορούμε να επεξεργαστούμε τα δεδομένα μας κάθε στιγμή γιατί αυτές οι στιγμές, το άθροισμα των στιγμών αυτών, είναι η ζωή μας.
 
Πρέπει να είμαστε ενσυναισθητικοί πρώτα με τον ίδιο μας τον εαυτό: αυτό είναι το διαβατήριο για να έχουμε ενσυναίσθηση και για όλους τους άλλους...
------------------------
ΥΓ. Αν και το κείμενο αφιερώνεται στους άνδρες, δεν σημαίνει καθόλου ότι δεν αφορά και τις Γυναίκες! Το μήνυμα του κειμένου, η αξία και η σημασία της συναισθηματικής έκφρασης, αφορά τον κάθε έναν από εμάς που τον νοιάζει όχι μόνο να ξέρει τι θα πει αγάπη, καλοσύνη, θυμός, πίκρα, φόβος κλπ. αλλά τον νοιάζει επίσης, να ζήσει την ζωή του εμβαθύνοντας και σε ποιότητες πέραν του νου και της διανόησης, βουτώντας στον ωκεανό των συναισθημάτων, εμβαθύνοντας στην εμπειρία μιας ζωής βιωμένης ως το μεδούλι της...

«Ανοιχτοί λογαριασμοί» …όταν το παρελθόν παρεμποδίζει το παρόν

Τον όρο «ανοιχτοί λογαριασμοί» ή «μισοτελειωμένες υποθέσεις» τον δημιούργησαν οι Perls, Hefferline και Goodman (1951) από την «αρχή της συμπληρωματικότητας» της ψυχολογίας Gestalt. Σύμφωνα με αυτή, όταν αντιλαμβανόμαστε ένα σχήμα που δεν έχει ολοκληρωθεί, ο νους προσπαθεί να το τελειοποιήσει και να το δει ολοκληρωμένο.
   
Σε αντιστοιχία με αυτό, οι ανολοκλήρωτες εμπειρίες και τα συναισθήματα επιμένουν στη μνήμη μας ζητώντας την ολοκλήρωσή τους. Οι ανολοκλήρωτες εμπειρίες αφορούν στις ανάγκες που δεν έχουν ικανοποιηθεί καθώς και σε συναισθήματα που δεν έχουν εκφραστεί και τα οποία συνδέονται με αναμνήσεις του παρελθόντος. Οι μισοτελειωμένες υποθέσεις είναι, με άλλα λόγια, η παρεμπόδιση ενός συναισθήματος που βιώθηκε μια ή περισσότερες φορές στη διάρκεια μιας σχέσης. Για παράδειγμα, θα μπορούσαν να είναι γεγονότα της παιδικής ηλικίας, μη ικανοποιητικές γονικές σχέσεις, απώλειες, τραύματα ή ακόμη και η μη αξιοποίηση των δυνατοτήτων του ατόμου.
 
Ο τερματισμός μιας σχέσης λόγω αιφνιδιαστικού θανάτου, διαζυγίου ή χωρισμού προκαλεί συχνά ανοιχτούς λογαριασμούς. Στις περιπτώσεις αυτές, τα άτομα ή δεν πενθούν, ή αποφεύγουν να τελειώσουν τη σχέση και να την αποχαιρετίσουν. Αγνοούν τα δυσάρεστα συναισθήματα τα οποία τότε κρύβονται από κάτω. Αυτό καταλήγει σε άλυτα συναισθήματα και ανεκπλήρωτες ανάγκες. Ο ανοιχτός λογαριασμός στερεί, τελικά, από τα απαραίτητα κίνητρα για να ασχοληθεί κανείς με άλλες δραστηριότητες, θολώνοντας την παρούσα εμπειρία και εμποδίζοντας την επένδυση ενέργειας σε τωρινά γεγονότα. 
 
Ο θυμός και η δυσαρέσκεια είναι τα πιο συχνά και ουσιαστικά συναισθήματα που δεν εκφράζονται.  Οι συνέπειες των ανοιχτών λογαριασμών, καθώς και τα συναισθήματα που δεν έχουν εκφραστεί, συχνά μπλοκάρονται στο σώμα και έχουν ως αποτέλεσμα κάποιο σωματικό σύμπτωμα. Το άτομο, που δεν έχει καλύψει την ανάγκη του, προσπαθεί ξανά και ξανά να την καλύψει. Αυτός ο καταναγκασμός της επανάληψης δείχνει ότι μια μισοτελειωμένη υπόθεση του παρελθόντος, παραμένει ανοιχτή και ανολοκλήρωτη στο παρόν. Οι καταναγκαστικές επαναλήψεις είναι  οι έντονες προσπάθειες του ατόμου να λύσει σημαντικά προβλήματα της ζωής του.
 
Ως εκ τούτου, ο οργανισμός προσπαθεί ξανά με την ίδια παγιωμένη στάση, με το ίδιο μοτίβο συμπεριφοράς. Δυστυχώς, καθεμιά από αυτές τις προσπάθειες αποτυγχάνει και το άτομο ολοκληρώνει επανειλημμένα ένα διαστρεβλωμένο κύκλο, γι’ αυτό και παραμένει ανικανοποίητο. Υπάρχει, δηλαδή, μια «θλιβερή κυκλικότητα» που προκαλεί συναισθήματα ματαίωσης και πόνου. Έτσι, ενώ το παρελθόν είναι παρελθόν, με τους ανοιχτούς λογαριασμούς κουβαλάμε ένα μεγάλο μέρος του στο τώρα…

Σχέσεις Σιωπής


Είναι γεγονός ότι η ποιότητα και η αντοχή μιας σχέσης δοκιμάζονται συνεχώς μέσα στην κοινή πορεία του γάμου, καθώς το ζευγάρι, στις διάφορες φάσεις που περνάει, καλείται να αντιμετωπίσει μια σειρά προβλημάτων που προκύπτουν.

Ζητήματα που αφορούν τα παιδιά, οικονομικές και επαγγελματικές δυσκολίες, ένα σεξουαλικό πρόβλημα, θέματα υγείας, αποτελούν δοκιμασίες για τη συντροφική σχέση και μπορεί να οδηγήσουν σε καυγάδες και ένταση.

Πολλά ζευγάρια, οδηγούνται σταδιακά στην έλλειψη επικοινωνίας, δεν μιλούν με το σύντροφο, δεν μοιράζονται τις σκέψεις τους, και δεν εκφράζουν το πώς νιώθουν, στο πλαίσιο του «να μην τον στενοχωρώ, έχει τα δικά του», «θα τα συζητήσουμε άλλη στιγμή που να είναι κατάλληλη», «δεν έχει νόημα, δεν θα με καταλάβει...», χτίζοντας έτσι μία σχέση σιωπής.

Στο ζευγάρι που έχει συνηθίσει να μην επικοινωνεί, ο κυρίαρχος φόβος που καλλιεργείται είναι ο «φόβος της απάντησης», δηλαδή «αν του μιλήσω, τι θα μου απαντήσει εκείνος;», «κι αν μου πει ότι δεν με θέλει...», «αν μου πει να χωρίσουμε...», «αν μου πει ότι έχει άλλη σχέση;», με αποτέλεσμα να εθελοτυφλούν και να αναβάλλουν να ανοίξουν πιο ουσιαστικές συζητήσεις.

Η σεξουαλική απομάκρυνση είναι χαρακτηριστική σε ένα δεσμό που υπάρχει και συναισθηματική αποξένωση.

Όταν όμως το ζευγάρι δε συζητά και για τα άλλα ζωτικά θέματα που το αφορούν, έτσι «κλείνει τα μάτια» μπροστά στο σεξουαλικό πρόβλημα και αρνείται να αναγνωρίσει τη φθορά της σχέσης.

Γιατί όμως οι σύντροφοι διαλέγουν να σιωπήσουν;
Η σιωπή αποτελεί μια «βολική» επιλογή, που οδηγεί στην αναβολή της αντιμετώπισης του προβλήματος και βοηθά τον άνδρα και τη γυναίκα να αποφύγουν το άγχος του να αναλάβουν την ευθύνη για την εξέλιξη της σχέσης τους.

Και οι δύο μπορεί να θεωρούν αυτή την απομάκρυνση κάτι καλό, «αφού δεν έχουμε καυγάδες» ή φυσιολογική μετά από πολλά χρόνια σχέσης.

Άλλες φορές το ζευγάρι καταλήγει να μην επικοινωνεί, όταν οι δύο σύντροφοι αισθάνονται απογοήτευση και κούραση από συνεχείς διαφωνίες και συγκρούσεις.

Όσο όμως αυτό διαιωνίζεται, η αποξένωση παίρνει τη θέση της συντροφικότητας και οδηγεί σε μια τυπική συνύπαρξη, όπου οι δύο σύζυγοι απλά συμβιώνουν και μοιράζονται ένα ψυχρό σπίτι.

Ο καθένας απομονώνεται στον εαυτό του, εγκλωβίζεται μέσα στα προβλήματα και συμβιβάζεται με την ιδέα ότι βρίσκεται σε μια σχέση που δεν τον ικανοποιεί.

Συχνές εικόνες είναι οι τυπικοί και αδιάφοροι διάλογοι του ζευγαριού στο οικογενειακό τραπέζι, τα χωριστά κρεβάτια, οι σπάνιες σεξουαλικές επαφές, η απουσία κοινών ασχολιών.

Τόσο ο άνδρας όσο και η γυναίκα συχνά σκέφτονται ότι «και να μιλήσω δε βγαίνει τίποτα, πάλι θα μαλώσουμε», ή «δεν θα με καταλάβει», ή «εκείνος πρέπει να μου μιλήσει πρώτος».

Έτσι καλλιεργείται ο φόβος ότι ο ανοιχτός διάλογος και η επικοινωνία δεν μπορούν να βοηθήσουν ή ότι μπορεί να απειλήσουν τη σχέση, οδηγώντας σε ένα φαύλο κύκλο θυμού, απογοήτευσης, αμηχανίας και απομάκρυνσης, που ενδέχεται να οδηγήσει σε μία άλλη παράλληλη σχέση ή ακόμα και στο χωρισμό.

Είναι σημαντικό οι σύντρόφοι να κατανοήσουν πως η κάθε σχέση απαιτεί προσπάθεια και χρειάζεται τη δύναμη του διαλόγου, της επικοινωνίας και της αλήθειας, προκειμένου να συνεχίσει να τους προσφέρει ικανοποίηση και χαρά.

Αυτό που είναι απειλητικό για το ζευγάρι δεν είναι η ανοιχτή έκφραση του συναισθήματος και των αναγκών των συντρόφων, αλλά η συναισθηματική και σεξουαλική αποξένωση.

Όταν ο άνδρας και η γυναίκα αντιληφθούν ότι βρίσκονται σε μία τέτοια κατάσταση, χρειάζεται να αρχίζουν να μιλούν σταδιακά για τη σχέση τους, τη σεξουαλική τους ζωή και να μη διστάσουν να ζητήσουν τη βοήθεια ειδικού, αν διαπιστώνουν ότι ο γάμος τους βρίσκεται σε ένα τέλμα.


Το μήνυμα που πρέπει να περάσουν ο ένας στον άλλον είναι ότι «δε φοβάμαι να σου μιλήσω για όσα αισθάνομαι, προκειμένου να χτίσουμε μια καλύτερη σχέση».

Φόβος ή φοβία; Ο διαχωρισμός των δύο

Οι περισσότεροι φόβοι μας προέρχονται συνήθως από κάποια αρνητική εμπειρία - Στην περίπτωση όμως που κάποιος πάσχει από κάποια φοβία, οι αντιδράσεις του είναι περισσότερο ακραίες.
 
Ο φόβος είναι ένα φυσιολογικό και υγιές συναίσθημα. Παρότι πολλοί υποτιμούν τη χρησιμότητά του, ο φόβος στην πραγματικότητα αποτελεί «ασπίδα προστασίας» εμποδίζοντάς μας να εμπλακούμε σε ενδεχόμενα επικίνδυνες καταστάσεις όταν αυτό δεν είναι απαραίτητο.   
 
Ο φόβος, μας ωθεί σε δεύτερες σκέψεις και μας βοηθάει να αποφασίσουμε με βάση τη λογική και όχι τον (συχνά επικίνδυνο) παρορμητισμό μας. Κάτω από φυσιολογικές συνθήκες, είμαστε σε θέση να διαχειριστούμε τους φόβους μας χρησιμοποιώντας τη σκέψη και τη λογική, δεν επιτρέπουμε στους φόβους να κατακλύσουν τη ζωή μας, ούτε γινόμαστε παράλογοι. Οι φοβίες, από την άλλη, μεταμορφώνουν το συναίσθημα του φόβου σε κάτι που μας είναι ιδιαίτερα δύσκολο έως αδύνατο να διαχειριστούμε.
 
Φυσιολογικός φόβος
Οι περισσότεροι φόβοι μας προέρχονται συνήθως από κάποια αρνητική εμπειρία. Για παράδειγμα, μπορεί εύκολα να αρχίσουμε να φοβόμαστε περισσότερο από το μέσο όρο τους σκύλους αν στο παρελθόν μας έχουν επιτεθεί σκυλιά ή να φοβόμαστε τους κλέφτες αν το σπίτι μας έχει στο παρελθόν παραβιαστεί. Οι φόβοι επίσης μαθαίνονται. Ένα παιδί μπορεί να μάθει να φοβάται τις αράχνες παρακολουθώντας τις αντιδράσεις της μητέρας του. Μια γενικευμένα «φοβισμένη» συμπεριφορά μπορεί επίσης να είναι αποτέλεσμα μιας υπερπροστατευτικής ανατροφής. Ένας γονιός που υπερπροστατεύει το παιδί του, του περνά ασυνείδητα το μήνυμα ότι κινδυνεύει.
 
Παρόλα αυτά, και ανεξάρτητα από το τι φοβάται ο καθένας, όταν ο φόβος κυμαίνεται στα πλαίσια του φυσιολογικού, μπορεί να μας κάνει να νιώθουμε άβολα αλλά δεν είναι σε θέση να μας καταβάλλει. Για παράδειγμα, πολλοί ανάμεσά μας μπορεί να φοβούνται τα αεροπλάνα αλλά είναι σε θέση να ταξιδέψουν όταν και εφόσον χρειαστεί. Μπορεί πριν την πτήση να κάνουν διαλογισμό, να πιούν ένα ποτό ή ακόμα και να πάρουν ένα ελαφρύ αγχολυτικό αλλά είναι σε θέση να διαχειριστούν τα συμπτώματα και να συνεχίσουν τη ζωή τους. Μπορεί να προτιμούν να ταξιδέψουν με αυτοκίνητο ή τραίνο όταν αυτό είναι εφικτό αλλά θα μπουν στο αεροπλάνο όταν αυτό είναι απαραίτητο ή σαφώς πιο πρακτικό.
 
Φοβίες
Στην περίπτωση όμως που κάποιος πάσχει από κάποια φοβία, οι αντιδράσεις του είναι περισσότερο ακραίες. Χρησιμοποιώντας σαν παράδειγμα το φόβο για τα αεροπλάνα, κάποιος που πάσχει από φοβία θα υποφέρει σε τέτοιο βαθμό κατά τη διάρκεια της πτήσης που θα εμφανίσει όχι μόνο συμπτώματα πανικού αλλά και σωματικά συμπτώματα (εφίδρωση, τρέμουλο, κλάμα). Στις περιπτώσεις μάλιστα που η φοβία είναι ακόμα πιο σοβαρή το άτομο δεν καταφέρνει ποτέ να ταξιδέψει με αεροπλάνο με αποτέλεσμα, αν δεν υπάρχει εναλλακτικός τρόπος μετακίνησης να ακυρώνει διακοπές και δουλειές και γενικά να επηρεάζεται η ποιότητα της ζωής του.
 
Πέρα πάντως από τη σοβαρότητα του φόβου, θα πρέπει κάποιος να λάβει υπόψη και την πηγή του. Επίσης, αν πρόκειται για έναν απλό φόβο, τότε το άτομο δεν πρόκειται να ξοδεύει πολύ χρόνο σκεπτόμενο τη φοβία του και ο φόβος θα το καταβάλλει μόνο όταν έρχεται αντιμέτωπο με το αντικείμενο που τον φοβίζει. Όταν όμως κάποιος πάσχει από φοβία, είναι πολύ πιθανό να αναπτύξει και ένα φόβο όσον αφορά τον ενδεχόμενο φόβο που μπορεί να βιώσει. Μπορεί να αρχίσει να ανησυχεί ότι κάτι θα γίνει που θα του πυροδοτήσει το φόβο και μπορεί ως αποτέλεσμα αυτού να αρχίσει να αλλάζει τις καθημερινές του συνήθειες σε μια προσπάθεια να αποφύγει μια τέτοια κατάσταση. Επίσης αν γνωρίζει ότι σύντομα θα πρέπει να αντιμετωπίσει αυτό το οποίο φοβάται μπορεί να αρχίσει να το σκέφτεται εμμονικά και να έχει πρόβλημα στο να συγκεντρωθεί σε άλλα σημαντικά για αυτό ζητήματα ή ακόμα και να κοιμηθεί, ιδιαίτερα όσο πλησιάζει η ώρα της «αναμέτρησης» με το αντικείμενο που τον φοβίζει.
 
Αναζητώντας βοήθεια 
Οι φοβίες είναι εξαιρετικά εξατομικευμένες τόσο βάσει συμπτωμάτων όσο και βαθμού και σε γενικές γραμμές καλό είναι να αποφεύγεται η αυτό-διάγνωση. Τα παραπάνω αποτελούν έναν πολύ γενικό οδηγό σχετικά με το αν χρειάζεται ή όχι κάποιος να αναζητήσει βοήθεια, έχοντας όμως υπόψη ότι τα συμπτώματα σε κάθε περίπτωση μπορεί να ποικίλουν και σε ορισμένες περιπτώσεις να είναι πολύ διαφορετικά από αυτά που περιγράφονται στο παρόν άρθρο.

Η ζωή δεν είναι εύκολη, αλλά είναι θαυμάσια

Βλέπω γύρω μου μερικούς ανθρώπους πιεσμένους, να τους κυριεύει το άγχος και μερικούς να ψάχνουν τρόπους να το αντιμετωπίσουν. όπως είναι τα αγχολυτικά φάρμακα, ο έλεγχος της αναπνοής, ο διαλογισμός.

Και όντως, τίποτα από αυτά δεν είναι «κακό» ή «λάθος».

Υπάρχει όμως και κάτι ακόμη που μπορούμε να κάνουμε… Kαι είναι το απολύτως τίποτα. Μια δυνατότητα που δεν χρειάζεται να προσπαθήσουμε για κάτι παραπάνω, παρά μόνο η ψυχική και σωματική ηρεμία μας. Στην κουβέντα μας θα την πούμε «αποδοχή».
 
Τι σημαίνει αποδοχή; Τι αποδέχομαι;
Αποδοχή είναι η ικανότητα να αναγνωρίζω τι μου συμβαίνει κάθε στιγμή χωρίς πανικό και υπερβολές. Κατανοώ το θέμα που με απασχολεί στις πραγματικές του διαστάσεις, προσεγγίζω με ρεαλισμό τα γεγονότα, παραμένω ταπεινός, εντέλει αποδέχομαι. Αποδοχή, κατανόηση, ταπεινότητα. Δύσκολα τα πράγματα. Και όντως είναι, αλλά πραγματικά αξίζει!

Τι κάνουμε συνήθως; Θυμώνουμε, πανικοβαλλόμαστε και στο τέλος στενοχωριόμαστε. Και τι καταφέρνουμε; Λύθηκε κάποιο πρόβλημα με τον θυμό και την στενοχώρια; Ή μήπως επιδεινώθηκε;

Όλοι κατανοείτε ποιες είναι οι απαντήσεις. Μόνο σε κατάσταση ηρεμίας και αποδοχής μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα καθημερινά θέματα της ζωής μας.

Η ζωή δεν είναι εύκολη, αλλά είναι θαυμάσια. Ας την αποδεχτούμε!

Δεν φοβάμαι το σκοτάδι

Δεν φοβάμαι το σκοτάδι. Ξέρω πως στο τέλος οδηγεί πάντοτε στο ερεβοκτόνο φως. Το σκοτάδι είναι εκείνο που σε κάνει να εκτιμάς το φως περισσότερο και σου δείχνει πως στη ζωή, όταν όλες οι πόρτες κλείσουν, τότε εκείνη θα σου ανοίξει ένα παράθυρο.

Το σκοτάδι δεν έρχεται για να μείνει, έρχεται για να μας δείξει πως όλα στη ζωή έρχονται και φεύγουν, ακόμα και αυτά που σήμερα φαντάζουν βουνά. Δε φοβάμαι αν βρεθώ σε σκοτεινά μονοπάτια από το οποία το φως ξεμυτίζει δειλά και αθόρυβα από μισάνοιχτες πόρτες και παράθυρα. Διότι ξέρω πως μόνο αυτό σε κάνει καλύτερο, μόνο αυτό σε πεισμώνει να θέλεις να βγεις και να κερδίσεις ξανά τα πάντα τη στιγμή που θεωρείς πως τα έχεις χάσει.

Δεν το φοβάμαι το σκοτάδι και ας έρθουν μέρες και στιγμές που θα βλέπω μόνο αυτό. Διότι στη ζωή μου όσους ανθρώπους είδα να θεωρούνται πετυχημένοι, ήταν εκείνοι που αναγεννήθηκαν μέσα από ρημαγμένες ψυχές, εκείνοι που θεωρούνταν δυνατοί είχαν λύγιζαν τις ώρες που δεν τους έβλεπε κανείς διότι για εκείνους δε βρισκόταν κάποιος να τους νοιώσει, εκείνοι που θεωρούνταν χαρούμενοι απλώς ήθελαν να χαρίζουν απλόχερα το γέλιο στους άλλους.

Οι άνθρωποι που έφτασαν στην κορυφή ήταν εκείνοι που σηκώθηκαν και πάλεψαν, όταν τα πάντα μέσα τους είχαν γκρεμιστεί. Δεν είδα ποτέ κανέναν σπουδαίο, κανέναν δυνατό να μην έχει λυγίσει ή όλα μέσα του να ήταν πάντα φωτεινά.

Δεν το φοβάμαι το σκοτάδι, διότι ξέρω πως μετά από λίγους μήνες, μέρες, χρόνια όλα αυτά που μας στεναχωρούν φαντάζουν μακρινές αναμνήσεις κλεισμένες μέσα σε ένα χρονοντούλαπο που δε μπορούν πια να μας βλάψουν.

Δεν το φοβάμαι το σκοτάδι, όπως δεν πρέπει να το φοβάται και κανείς. Ο εαυτός μας δυναμώνει μόνο εκείνες τις σκοτεινές ώρες, δυναμώνει και μετά ετοιμάζεται να πλημμυρίσει ξανά από φως.

Κανείς δεν σε ξέχασε κατά λάθος. Οι πράξεις είναι επιλογές

Και κάπως έτσι φτάσαμε ως εδώ… Φιλίες αδερφικές, χαθήκαμε. Εμείς που ήμασταν τόσο κοντά, τόσο δεμένοι. Μια ματιά σου έφτανε για να συνεννοηθούμε εκεί όπου τα λόγια δεν μπορούσαν να ειπωθούν. Άλλωστε, μας ήταν άχρηστα.

Ποιος φταίει από τους δυό; Αναμφισβήτητα και οι δυό μας! Σε μια σχέση, είτε φιλική είτε ερωτική, δεν φταίει ποτέ μόνο ο ένας. Απλά υπάρχουν «πρέπει» που ο καθένας μας έχει σαν αξίες στη ζωή του, τις οποίες ενώ ξέρει ο άλλος, δεν μπορεί να σεβαστεί. Όχι κακοπροαίρετα πάντα, αλλά γιατί το τι είναι σωστό και τι όχι για τον καθένα μας διαφέρει.

Έτσι, αφήνουμε να χαθούν φιλίες και να εξανεμιστούν πίσω από λόγια που δεν ειπώθηκαν, πίσω από πράξεις που μας πλήγωσαν, τις οποίες δεν μπορούμε να ξεχάσουμε και να συγχωρήσουμε. Και μένει στην ψυχή μας ένα αγκάθι το οποίο ριζωμένο μέσα μας παντοτινά, θα μας θυμίζει την αδικία, την προδοσία που υποστήκαμε, αλλά παράλληλα θα μας στερεί τη λύτρωση.

Έχουμε μάθει, όταν μας ρωτάνε γιατί χαθήκαμε να ρίχνουμε το φταίξιμο στις συγκυρίες, στα προβλήματα της καθημερινότητας χωρίς να έχουμε το σθένος να παραδεχτούμε ότι η απόφασή μας αυτή είναι συνειδητή. Ας μην έχουμε όμως αυταπάτες. Κανείς δεν μας ξέχασε κατά λάθος. Οι πράξεις μας είναι επιλογές.

Όποιος μας θέλει στη ζωή του, πάντα θα έχει την ανάγκη να μοιραστεί τα προβλήματά του μαζί μας, να μας ακούσει για ένα πεντάλεπτο όσο φορτωμένο και αν είναι το πρόγραμμά του και το κυριότερο ξέρει πού θα μας βρει.

Όλα τα άλλα είναι απλά φθηνές δικαιολογίες. Εσύ που τις λες με τέτοια ευκολία, σταμάτα να κρύβεσαι πίσω από αυτές. Ύψωσε το ανάστημά σου και υποστήριξε την απόφαση σου, έχοντας το θάρρος να κοιτάς τον άλλον κατάματα. Σε κανέναν δεν αξίζει να ζει πίσω από τα «μήπως» και τα «γιατί». Εξήγησέ του το λάθος του βοηθώντας με τον τρόπο αυτό να γίνει καλύτερος άνθρωπος και δίνοντας την δυνατότητα στον εαυτό σου να φτάσει στην λύτρωση.

Για την αξία της ήττας

Η ίδια η γέννηση ενός ανθρώπου εξελίσσεται κάποιες φορές σε αγώνα ζωής και θανάτου. Κι όμως, αυτό αποτελεί απλώς μια πρόγευση εκείνου που ακολουθεί μετά. Πείνα, δίψα ή κρύο – ξανά και ξανά, η ζωή μάς προκαλεί να ενεργοποιήσουμε τις δικές μας δυνάμεις και να εντείνουμε τις προσπάθειές μας.

Στο πατρικό μας σπίτι, στο νηπιαγωγείο, στο σχολείο ή αργότερα στο χώρο της εργασίας – παντού αναγκαζόμαστε και πρέπει να αγωνιστούμε. Ακόμη και στη συμβίωση με τον αγαπημένο μας σύντροφο δε λείπουν οι περιορισμοί, οι τριβές και οι συγκρούσεις. Συχνά, στο τέλος της ημέρας, βρίσκουμε τον εαυτό μας αποκαμωμένο απ’ όλα αυτά, να ονειρεύεται, στο ηλιοβασίλεμα, έναν παραδεισένιο κόσμο και να νοσταλγεί τη μόνιμη ειρήνη.

Κι όμως, η πρώτη ακτίδα της νέας ημέρας, καταστρέφει τη νυχτερινή μας ησυχία και μας κινητοποιεί προς νέες πράξεις. Ποτέ δεν ησυχάζουμε, ποτέ δεν χαλαρώνουμε πλήρως και ποτέ δε βρίσκουμε αληθινή ειρήνη. Έτσι, αισθανόμαστε – ειδικά προς τα μέσα της ζωής μας – σαν κυνηγημένοι από το πεπρωμένο και συχνά χωρίς να γνωρίζουμε – χωρίς να έχουμε την παραμικρή ιδέα – προς τα πού οδηγεί όλο αυτό το ταξίδι της ζωής.

Έχει όλος αυτός ο αγώνας κάποιο στόχο; Ή αγωνιζόμαστε τελικά απλώς για να αγωνιζόμαστε; Τέτοια ερωτήματα μπορεί να έθεταν στον εαυτό τους και οι ήρωες της Τροίας. Μετά από διάρκεια δέκα ετών, ο αγώνας δεν έχει πλέον ούτε υψηλότερο στόχο, ούτε αληθινό νόημα. Ο αγώνας γίνεται κάποτε καθημερινότητα και η ανάλογη νοοτροπία επίσης.

Παρομοίως συμβαίνει και με εμάς. Είτε το θέλουμε, είτε όχι, η ζωή μας οδηγεί στον αγώνα, μας κάνει αγωνιστές – τον καθένα με το δικό του διαφορετικό τρόπο. Όποιος δεν έχει το θάρρος να πολεμήσει ευθέως, πολεμά καλυμμένα. Όποιος μόνος αισθάνεται πολύ αδύναμος, αναζητά συμμάχους. Όποιος θεωρεί τον εαυτό του πολύ άπειρο, παραχωρεί την ηγεσία σε άλλους. Ένα ισχύει ωστόσο για όλους: η νοοτροπία του αγωνιζόμενου.

Σκεφτόμαστε στις κατηγορίες του καλού και κακού, φίλου και εχθρού, νίκης και ήττας. Ο κόσμος μας φαντάζει χωρισμένος σε δύο διαφορετικά στρατόπεδα – εμείς ανήκουμε στο ένα, οι εχθροί μας στο άλλο. Μέσα σε έναν τέτοιο διχασμό του κόσμου μας, δεν εκπλήττει η διαδεδομένη πεποίθηση, ότι μόνο μια απόλυτη νίκη επί του υποτιθέμενου εχθρού, θα έφερνε την πολυπόθητη ειρήνη.

Ωστόσο, μια τέτοια πεποίθηση αποτελεί αυταπάτη. Ήδη γνωρίζουμε από τον Όμηρο, στην Οδύσσεια, πως ο στρατηγός των Ελλήνων – ο Αγαμέμνων – δολοφονείται αισχρά, κατά την επιστροφή του, μετά τη μεγάλη νίκη. Και για τον Οδυσσέα τα πράγματα δεν είναι πολύ καλύτερα. Τον περιμένει μια δεκαετής περιπλάνηση πριν φτάσει στο σπίτι του, για να αντικρίσει μια ορδή από θρασείς μνηστήρες να τρώνε το βιός του. Και άλλους γενναίους αγωνιστές της Τροίας δεν τους «πηγαίνει» καλύτερα. Μόνο πολύ λίγοι επιτυγχάνουν μια εύκολη και ευτυχή επιστροφή.

Κι εμάς, ο αγώνας μας οδηγεί κάποτε πολύ μακριά από την πατρίδα. Κι εμείς βλέπουμε στον αγώνα μόνο ένα νόημα: τη νίκη. Αν κάποιος μας έλεγε – προς το μέσον της ζωής – ότι η ήττα είναι το ίδιο πολύτιμη με τη νίκη, θα τον περιγελούσαμε ή ενδεχομένως και να τον αντιμετωπίζαμε αφ’ υψηλού, με κάποιου είδους λύπηση. Μια ήττα – σε αυτό είμαστε όλοι σίγουροι – δε μπορεί να «εξυμνηθεί» – είναι αναγκαστική και χρειάζεται να κρυφτεί όσο γίνεται καλύτερα.

Ισχύει κάτι τέτοιο ή μήπως είμαστε υποκείμενοι μιας απάτης των αισθήσεών μας; Υπάρχει κάτι τέτοιο, όπως μια ευτυχής ήττα; Ή μια πολύτιμη; Ή ακόμη και μία ευλογημένη;

Ας θυμηθούμε τα παρελθοντικά μας βιώματα. Φυσικά χρειαζόταν να εισπράξουμε ήττες – επαγγελματικές, ιδιωτικές, προσωπικές. Τι μας έφεραν όμως εκτός από πόνο και έννοιες; Ας τις αφήσουμε να περάσουν σιγά σιγά ως ανασκόπηση μπροστά μας. Γρήγορα ανακαλύπτουμε πόσο πολύ επηρέασαν τη ζωή μας. Οι ήττες είναι, εκτός λίγων εξαιρέσεων, απογοητεύσεις και ως τέτοιες μας απελευθερώνουν από «γοητείες».

Έτσι θα μπορούσαμε μετά από κάθε απογοήτευση να αφήνουμε πίσω μας και μια αυταπάτη, το οποίο – χωρίς καμία αμφιβολία – θα ακόνιζε τη ματιά μας ως προς την πραγματικότητα. Μια νίκη μαρτυρά τις αγωνιστικές μας ικανότητες, ενώ μια ήττα μας πληροφορεί ως προς τις αυταπάτες μας. Ποιος τολμά να πει τι είναι πολυτιμότερο; Ήττα και νίκη είναι οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος και οι δύο πλευρές είναι σημαντικές για το δρόμο της ζωής μας.

Ο Οδυσσέας πρέπει να λάβει στους Κίκονες την πρώτη του μεγάλη ήττα, όχι στ’ αλήθεια απλώς λόγω της μεγάλης νίκης στην Τροία. Έχει εδώ και καιρό αποδείξει ότι μπορεί να αγωνίζεται και να νικά. Στους Κίκονες το ουσιώδες είναι να δείξει αν μπορεί να αφήνει πολέμους και να διαχειρίζεται ήττες. Της Αθηνάς τη συμβουλή την κατάλαβε, ωστόσο τα πολεμικά του ένστικτα υπερίσχυσαν της ευφυούς σύνεσης.

Η ήττα αποτέλεσε το μοναδικό δυνατό μέσο ίασης γι’ αυτόν. Κατάφερε μέσω του τεχνάσματός του να επιφέρει μια πικρή ήττα στους Τρώες. Ήρθε η σειρά του να καταπιεί το ίδιο πικρό χάπι – ακριβώς βάση της ομοιοπαθητικής αρχής, σύμφωνα με την οποία, όμοια θεραπεύονται από όμοια.

Η συνέχεια της Οδύσσειας μάς δείχνει ότι ο Οδυσσέας έμαθε από την απογοήτευση και την ήττα. Ο δρόμος του στην Τρωική εκστρατεία είναι στεφανωμένος από νίκες. Ενώ στο δρόμο της επιστροφής για την Ιθάκη βιώνει μπόλικες απογοητεύσεις. Ωστόσο, ούτε απογοήτευση, ούτε πόνος μπόρεσαν να τον αποθαρρύνουν. Αντιθέτως, επάξια κερδίζει στο ταξίδι της επιστροφής το προσωνύμιο «ταλασίφρων».

“Σε κοροϊδεύουν, Διογένη”, εκείνος απάντησε: “Εγώ όμως δεν κοροϊδεύομαι”.


ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, ΗΘΙΚΑ

Και ποια είναι τότε η διαφορά μας;

Θα μου πεις τώρα: “Και ποια είναι τότε η διαφορά ανάμεσα σ’ εμένα τον ανόητο και σ’ εσένα το σοφό, αν και οι δυο μας θέλουμε να έχουμε πλούτη;”. Τεράστια· γιατί, κατά την άποψη του σοφού, τα πλούτη είναι ο δούλος, ενώ, κατά την άποψη του ανόητου, αυτά είναι το αφεντικό. Ο σοφός δεν αποδίδει καμιά ιδιαίτερη σπουδαιότητα στα πλούτη, ενώ για σας τα πλούτη είναι το παν.

Εσείς, σαν να σας υποσχέθηκε κάποιος ότι θα τα έχετε για πάντα, συνηθίσατε σ’ αυτά και προσκολληθήκατε πάνω τους· ο σοφός όμως ποτέ άλλοτε δε σκέφτεται περισσότερο τη φτώχεια όσο όταν βρίσκεται ανάμεσα σε πλούτη. Ο στρατηγός ουδέποτε σκέφτεται τόσο πολύ την ειρήνη, ώστε να μην προετοιμάζεται για τον πόλεμο ο οποίος έχει κηρυχτεί, ακόμη και αν δε διεξάγεται τη συγκεκριμένη στιγμή. Εσάς όμως ένα πανέμορφο σπίτι σας κάνει αλαζόνες, λες και δε θα μπορούσε ποτέ να καεί ή να καταστραφεί. Μένετε έκθαμβοι με τον πλούτο σας, σαν να είχε ξεφύγει κάθε κίνδυνο και σαν να είχε γίνει τόσο μεγάλος, ώστε η τύχη να έχασε κάθε δύναμή της να τον καταστρέψει. Κάθεστε σε απραγμοσύνη και παίζετε με τα πλούτη σας χωρίς να προβλέπετε τον κίνδυνο μέσα στον οποίο βρίσκονται – σ’ αυτό μοιάζετε με τους βάρβαρους, που τις περισσότερες φορές, όταν είναι αποκλεισμένοι, χωρίς να έχουν γνώση των πολεμικών μηχανών, βλέπουν με αδιαφορία τις προσπάθειες των πολιορκητών, χωρίς να αντιλαμβάνονται σε τι αποβλέπουν τα έργα που γίνονται σε απόσταση.

Έτσι συμβαίνει και με σας· αποχαυνώνεστε ανάμεσα στα υπάρχοντά σας και δε σκέφτεστε πόσοι κίνδυνοι σας απειλούν από παντού, κίνδυνοι που πολύ σύντομα θα σας αρπάξουν λάφυρα πολύτιμα. Ο σοφός όμως θ’ αφήσει σε όποιον του αφαιρέσει τα πλούτη όλα όσα του ανήκουν· και τούτο γιατί ζει ευχαριστημένος με όσα έχει τώρα και ήσυχος για το μέλλον.

“Τίποτε άλλο” λέει ο Σωκράτης και όποιος άλλος έχει ανάλογη δικαιοδοσία και παρόμοια ικανότητα να ασχοληθεί με τα ανθρώπινα “δεν έχω αποφασίσει περισσότερο όσο το να μην τροποποιώ την πορεία της ζωής μου προσαρμόζοντάς τη στις απόψεις σας. Ας με βομβαρδίζετε σεις από παντού με τα συνηθισμένα λόγια σας· δε θα νομίσω ότι με χλευάζετε αλλ’ ότι κλαψουρίζετε σαν τα κακόμοιρα τα νήπια”. Αυτά ήταν τα λόγια εκείνου που ανακάλυψε τη σοφία· που η ψυχή του, απαλλαγμένη από όλες τις κακίες, τον διατάσσει να ελέγχει τους άλλους όχι επειδή τους μισεί, αλλά διότι θέλει να τους γιατρέψει. Και θα προσθέσει και τούτα: “Η γνώμη σας για μένα με επηρεάζει, όχι όμως για δικό μου λογαριασμό αλλά για δικό σας, γιατί το να μισείτε την αρετή και να επιτίθεστε με τις κραυγές σας εναντίον της ισοδυναμεί με το να έχετε εγκαταλείψει την ελπίδα να γίνετε καλοί. Εμένα προσωπικά δε με ζημιώνετε καθόλου, όπως δε ζημιώνουν τους θεούς και όσοι ανατρέπουν τους βωμούς τους. Ακόμη όμως και εκεί που δεν υπάρχει η δυνατότητα να γίνει ζημιά, είναι έκδηλες η κακή προαίρεση και η κακή σκέψη”.

ΣΕΝΕΚΑΣ, Για μια ευτυχισμένη ζωή
 

Συλλογική συμπεριφορά σπιν σε υπέρψυχρο κβαντικό αέριο συμπύκνωμα Bose-Einstein έχουν εντοπίσει ερευνητές

Ερευνητές έχουν εντοπίσει συλλογική ταλάντωση σπιν, που δεν είχαν ποτέ πριν δει, σε συμπύκνωμα Bose-Einstein ατόμων χρωμίου. Σε ένα υπέρψυχρο κβαντικό αέριο, η συλλογικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των σωματιδίων μπορεί να οδηγήσει σε πολλές μορφές ασυνήθιστης συμπεριφοράς, όπως η υπερρευστότητα. Ερευνητές τώρα έχουν παρατηρήσει ένα νέο συλλογικό φαινόμενο σε ένα σπινοριακό (spinor) αέριο – ένα υπέρψυχρο ατομικό νέφος που έχει τόσο μαγνητικές ιδιότητες όσο και ιδιότητες υπέρρευστου. Ο Laurent Vernac και οι συνάδελφοί του από το Πανεπιστήμιο 13 του Παρισιού ανακάλυψαν ότι ένα μαγνητικό πεδίο μπορεί να διεγείρει μια συλλογική ταλάντωση σπιν στο αέριο.

Η ομάδα παρασκεύασε ένα σχήματος (οβάλ) μπάλας ποδοσφαίρου συμπύκνωμα Bose-Einstein ψύχοντας άτομα χρωμίου σε 400 nK. Ευθυγράμμισαν τα σπιν όλων των ατόμων με ένα εξωτερικό μαγνητικό πεδίο του οποίου η ισχύς αυξάνονταν βαθμιαία κατά μήκος του συμπυκνώματος. Στη συνέχεια περιέστρεψαν τα σπιν κατά 90 μοίρες χρησιμοποιώντας παλμούς ραδιο-συχνότητας και παρατήρησαν τη δυναμική των ατόμων. Σε ένα ομογενές πεδίο, τα άτομα θα έπρεπε να ταλαντωθούν με την ίδια συχνότητα και τα σπιν τους θα έπρεπε να παραμένουν παράλληλα. Σε ένα χωρικά μεταβαλλόμενο πεδίο, τα άτομα, με την έλλειψη αμοιβαίων αλληλεπιδράσεων, θα έπρεπε να αναμένεται να ταλαντώνονται σε διαφορετικές συχνότητες – παραμορφώνοντας τον παραλληλισμό. Όμως αυτά τα ισχυρά αλληλεπιδρώντα άτομα συμπεριφέρθηκαν διαφορετικά. Τα σπιν τους παρέμειναν στο μεγαλύτερο ποσοστό παράλληλα, ενώ ταλαντώνονταν γύρω από τις αρχικές τους διευθύνσεις με πλάτος που εξαρτιόταν από τη θέση.

Η ομάδα αποδίδει τη συμπεριφορά αυτή στη δράση των ατόμων του νέφους ως «σιδηρορευστό», ένα υγρό που μαγνητίζεται έντονα όταν υποβάλλεται σε μαγνητικό πεδίο. Σε μια τέτοια κβαντική κατάσταση, ισχυρά εξαρτώμενες από τα σπιν αλληλεπιδράσεις μεταξύ των ατόμων κλειδώνουν στις διευθύνσεις των σπιν, οδηγώντας στη συλλογική ταλάντωση των σπιν. Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι τα σπινοριακά αέρια μπορεί να εμφανίσουν συλλογικές διεγέρσεις παρόμοιες με αυτές των σιδηρομαγνητών στερεάς κατάστασης ή των σιδηρορευστών, ακόμη και αν τα αέρια αυτά είναι τυπικά 10 εκατομμύρια φορές περισσότερο αραιωμένα από ότι οι ομόλογοί τους της συμπυκνωμένης ύλης.

H θεωρία της βαρύτητας του Αϊνστάιν

Χώρος – Χρόνος και βαρύτητα
Στη Νευτώνεια θεωρία η βαρύτητα αντιμετωπίζεται σαν ένα πεδίο το οποίο είναι ανάλογο ως προς πολλές από τις ιδιότητες του με ένα ηλεκτρικό πεδίο. Ωστόσο, υπάρχουν δύο βασικές ιδέες οι οποίες οδηγούν στη σκέψη ότι ίσως η βαρύτητα είναι διαφορετική από τα άλλα πεδία. 
 
Πρώτον, η βαρύτητα είναι παγκόσμια. Όλα τα σώματα επηρεάζονται από αυτήν. Σε αντίθεση, τα ηλεκτρικά πεδία δεν επηρεάζουν σώματα που είναι ηλεκτρικά ουδέτερα. Επίσης, όλα τα σώματα πέφτουν με τον ίδιο τρόπο μέσα σε ένα βαρυτικό πεδίο. Αυτό το γεγονός, γνωστό ως αρχή της ισοδυναμίας, εκφράζεται στη Νευτώνεια θεωρία από την πρόταση ότι η βαρυτική δύναμη σε ένα σώμα είναι ανάλογη της μάζας του, οπότε η επιτάχυνση που υφίσταται είναι ανεξάρτητη της μάζας του. H αρχή της ισοδυναμίας ουσιαστικά οφείλεται στον Γαλιλαίο με το διάσημο πείραμα του να ρίξει δύο σώματα διαφορετικού βάρους από τον πύργο της Πίζας. 
 
Τι σημασία έχει αυτή η παγκοσμιότητα της βαρύτητας; Υπονοεί ότι θα μπορούσε κανείς να αποδώσει τις ιδιότητες του βαρυτικού πεδίου σε μία άλλη εξίσου παγκόσμια οντότητα, το χωροχρόνο!
 
Μία δεύτερη, μάλλον ασαφής, σειρά ιδεών αφορά την έννοια της αδράνειας και συνήθως αποκαλείται αρχή του Μαχ, αν και πολλές από τις σχετικές ιδέες είναι παλαιότερες του Μαχ (ο οποίος τις διατύπωσε στα τέλη του 19ου αιώνα). H βασική ιδέα είναι η εξής: Θεωρούμε ένα περιστρεφόμενο σώμα. Μπορεί κανείς να μετρήσει την περιστροφή με δύο διαφορετικούς τρόπους: 1ον με μία απόλυτη και τοπική μέθοδο, μετρώντας τις τάσεις (δυνάμεις) στο σώμα που είναι απαραίτητες ώστε να συγκρατήσουν τα εξωτερικά μέρη του ώστε να μη διαφύγουν, ή 2ον σε σχέση με ύλη που βρίσκεται μακριά (για παράδειγμα καθορισμένα αστέρια).
 
Γιατί συμφωνούν αυτές οι δύο έννοιες περιστροφής; H ιδέα του Μαχ ήταν ότι η απομακρυσμένη ύλη στο σύμπαν καθορίζει τα τοπικά αδρανειακά φαινόμενα που σχετίζονται με την περιστροφή. Οπότε, αν κανείς μπορούσε με οποιονδήποτε τρόπο να επιταχύνει την απομακρυσμένη ύλη του σύμπαντος, θα επηρεάζονταν άμεσα οι τοπικοί μας προσδιορισμοί σε σχέση με την επιτάχυνση ή την περιστροφή. Αν δεν υπήρχε καθόλου ύλη στο υπόλοιπο σύμπαν, δεν θα έπρεπε να υπάρχει ούτε αδράνεια ούτε περιστροφή.
 
O Αϊνστάιν αποδέχτηκε τη βασική ιδέα της αρχής του Μαχ. Ωστόσο, οι ιδέες του Μαχ δεν μπορούν να εφαρμοστούν στην ειδική θεωρία της σχετικότητας, όπου η δομή του χωροχρόνου δεν επηρεάζεται από την ύλη. Αυτό προσέφερε ένα κίνητρο στον Αϊνστάιν να αναζητήσει μία νέα θεωρία, στην οποία τα βαρυτικά φαινόμενα θα εκφράζονται στη βάση της δομής του χωροχρόνου (αρχή της ισοδυναμίας) και η δομή του χωροχρόνου θα επηρεάζεται από την ύλη που βρίσκεται στο χωροχρόνο (αρχή του Μαχ).
 
H επιτυχία του σ’ αυτήν την αναζήτηση είναι ίσως το μεγαλύτερο επίτευγμα που έχει σημειωθεί ως τώρα στη θεωρητική φυσική. Παρότι κάποιες από τις ιδέες του Μαχ αντανακλώνται στη γενική σχετικότητα, αυτό δεν ισχύει για όλες. Στη γενική σχετικότητα μπορεί να πει κανείς ότι η κίνηση της απομακρυσμένης ύλης επηρεάζει κάποιες τοπικές αδρανειακές ιδιότητες, αλλά δεν τις καθορίζει πλήρως. Ειδικότερα, η περιστροφή μπορεί πάντα να προσδιοριστεί τοπικά, ακόμα και απουσία απομακρυσμένης ύλης.
 
Η Γενική Σχετικότητα
eclipse_gravity_1<Η μετατόπιση φ της θέσης ενός αστέρα όπως φαίνεται στον γήινο παρατηρητή εξαιτίας της παρμόρφωσης του χωροχρόνου από τον Ήλιο
 
O Αϊνστάιν διερωτήθηκε τι θα σήμαινε να ισχύει μια ισοδυναμία μεταξύ επιταχυνόμενων παρατηρητών.  Και είχε την ακόλουθη εξαιρετική ιδέα: Να ταυτίσει τα σώματα που πέφτουν ελεύθερα σε ένα βαρυτικό πεδίο με τους αδρανειακούς παρατηρητές της ειδικής σχετικότητας.
 
Το ερώτημα αυτό τον οδήγησε σε μια μοναχική πορεία δεκαετούς περίπου σκληρής εργασίας, η οποία τον έφερε από την ειδική σχετικότητα στην καταπληκτική θεωρία που πεζά ονομάζεται γενική σχετικότητα και στην οποία οι έννοιες του χώρου, του χρόνου και της βαρύτητας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες.
 
Το φαινόμενο της βαρύτητας αποτελεί άμεση εκδήλωση της καμπυλότητας του χωροχρόνου. H ενέργεια και η ορμή καμπυλώνουν τον χωρόχρονο, και η καμπυλότητα του χωροχρόνου επηρεάζει την κίνηση της ύλης και της ακτινοβολίας.
 
O Αϊνστάιν «απελευθέρωσε» τον χωρόχρονο από τον ρόλο του ως άκαμπτου πεδίου στο οποίο εκτυλίσσεται η φυσική. Τον μετέτρεψε από παθητικό θεατή σε δραστήριο παίκτη, που και ο ίδιος παίρνει μέρος στις δυναμικές φυσικές διεργασίες.
 
H γενική σχετικότητα εξήγησε πολλά παρατηρούμενα γεγονότα τα οποία αδυνατούσε να τα εξηγήσει η θεωρία του Νεύτωνα, προέβλεψε συγκλονιστικά φαινόμενα όπως οι μαύρες τρύπες και, το σπουδαιότερο, άνοιξε την πόρτα σε μια εντελώς νέα, δυναμική προοπτική για το Σύμπαν μας.
 
Όλοι μας έχουμε την εμπειρία του να στεκόμαστε σε έναν ανελκυστήρα ο οποίος επιταχύνεται προς τα πάνω ή προς τα κάτω. Καταλαβαίνουμε πότε επιταχυνόμαστε προς τα πάνω επειδή αισθανόμαστε βαρύτεροι. Όταν επιταχυνόμαστε προς τα κάτω, αντίθετα, αισθανόμαστε ελαφρότεροι.
 
Φανταστείτε μάλιστα ότι κάποιος κόβει τα καλώδια ανάρτησης, έτσι ώστε ο ανελκυστήρας να εκτελεί ελεύθερη πτώση. Μέσα στην καμπίνα, τώρα, τα πάντα θα είναι «αβαρή»: αν αφήσουμε κάτι από το χέρι μας, αυτό δεν θα μας προσπεράσει για να πέσει στο δάπεδο· απλώς θα παραμένει «μετέωρο» μπροστά μας, κινούμενο μαζί μας προς το δάπεδο.
 
Από τις παρατηρήσεις αυτές μπορούμε να συμπεράνουμε ότι μια θεωρία σχετικότητας για επιταχυνόμενους παρατηρητές θα πρέπει να περιλαμβάνει πλευρές της βαρύτητας.
 
O παρατηρητής που πέφτει ελεύθερα θα παίζει έναν μοναδικό ρόλο, καθότι είναι αβαρής για αυτόν δεν θα υφίσταται βαρύτητα. O Αϊνστάιν ανακάλυψε τον ακρογωνιαίο λίθο της γενικής σχετικότητας το 1907 διατυπώνοντας την αρχή της ισοδυναμίας, συμφωνά με την οποία οι αληθινές δυνάμεις βαρύτητας δεν είναι δυνατόν να διακρίνονται από τις φαινομενικές δυνάμεις αδράνειας.
 
Δηλαδή, η βαρυτική μάζα ενός σώματος (που εμφανίζεται στη βαρυτική εξίσωση του Νεύτωνα) ταυτίζεται με την αδρανειακή μάζα του (στον περίφημο τύπο του Νεύτωνα F = ma). Στο παρελθόν αυτό αποτελούσε μια φαινομενολογική βεβαίωση, όχι όμως λογική αναγκαιότητα ή θεμελιώδη αρχή.
 
Υπάρχει ακόμη μία παρατήρηση η οποία πρέπει να γίνει σε σχέση με τους επιταχυνόμενους παρατηρητές: φανταστείτε μια φωτεινή ακτίνα. Εξ ορισμού, αυτή διαγράφει ευθύγραμμη τροχιά μεταξύ δύο σημείων, διότι ο βραχύτερος δρόμος για να φτάσει από το ένα σημείο στο άλλο είναι η ευθεία γραμμή.
 
Ωστόσο, αν περιγράψουμε αυτή τη γραμμή στο σύστημα αναφοράς ενός παρατηρητή που κινείται με σταθερή επιτάχυνση, τότε η φωτεινή ακτίνα θα διαγράφει μια παραβολή (μια καμπύλη σταθερής καμπυλότητας), και η καμπυλότητα θα ισούται με τη βαρυτική επιτάχυνση — δηλαδή, με το βαρυτικό πεδίο. H ελάχιστη διαδρομή θα είναι μια καμπύλη γραμμή, και αυτό αποτελεί την «υπογραφή» ενός χώρου που είναι ο ίδιος καμπυλωμένος.
 
Έτσι, οι ανακαλύψεις του Αϊνστάιν ισοδυναμούσαν με μια σχέση μεταξύ επιτάχυνσης και βαρύτητας, από τη μια, και μεταξύ επιτάχυνσης και καμπυλωμένου χώρου, από την άλλη, έτσι ώστε η ταύτιση της βαρύτητας και της καμπυλότητας του χωροχρόνου γινόταν αναπόφευκτη.
 
Για να φανταστούμε τι εστί καμπυλωμένος χώρος, ίσως θα βοηθούσε να κατεβούμε από τις τρεις διαστάσεις στις δύο. Ας συγκρίνουμε την επιφάνεια ενός επιπέδου με την καμπυλωμένη επιφάνεια μιας σφαίρας. H δεύτερη είναι στην πραγματικότητα μια επιφάνεια σταθερής καμπυλότητας, δεδομένου ότι η επιφάνεια καμπυλώνεται με τον ίδιο τρόπο για όλα τα σημεία και σε όλες τις διευθύνσεις.
 
Σε μια σφαίρα, η ελάχιστη διαδρομή μεταξύ δύο σημείων είναι πράγματι καμπύλη – τμήμα ενός μέγιστου κύκλου.
 
H ύλη παράγει γύρω της βαρυτικό πεδίο, γεγονός από το οποίο ο Αϊνστάιν συμπέρανε ότι κάθε μάζα θα έπρεπε να καμπυλώνει το χωρόχρονο γύρω της. Σε δύο διαστάσεις, μια μάζα θα παραμόρφωνε τον επίπεδο χώρο σε επίπεδο με ένα βαθούλωμα γύρω από τη μάζα, σαν να επρόκειτο για ένα ελαστικό φύλλο πάνω στο οποίο έχει τοποθετηθεί η μάζα.
 
Η εξίσωση της Γενικής Σχετικότητας
gs
όπου είναι ο τανυστής καμπυλότητας του χώρου Ricci, ο όρος είναι η βαθμωτή καμπυλότητα, ο όρος είναι ο μετρικός τανυστής, το Λ είναι η κοσμολογική σταθερά, το G είναι η βαρυτική σταθερά του Νεύτωνα, C είναι η ταχύτητα του φωτός στο κενό και    ο τανυστής ορμής-ενέργειας.  Οι δύο πρώτοι όροι στην αριστερή πλευρά αναφέρονται σαν ο τανυστής Einstein Gμν.
 
Όπως και στην ειδική σχετικότητα, η μετρική περιέχει όλες τις πληροφορίες που αφορούν στη χωροχρονική σχέση των γεγονότων. Περιγράφει πλήρως το βαρυτικό πεδίο προσδιορίζοντας, μέσω των χρονοειδών γεωδαισιακών, την κίνηση όλων των παρατηρητών σε ελεύθερη πτώση. Κατά συνέπεια, η περιγραφή της βαρύτητας είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τις ιδιότητες του χωροχρόνου, καθώς και τα δύο περιγράφονται από μία και μοναδική ποσότητα, τη χωροχρονική μετρική. To βαρυτικό πεδίο είναι στην ουσία η καμπυλότητα της χωροχρονικής γεωμετρίας. Ένα δηλαδή πλαίσιο της γενικής σχετικότητας είναι ότι το βαρυτικό πεδίο περιγράφεται από την καμπύλη γεωμετρία του χωροχρόνου.
 
Για να ολοκληρωθεί όμως η θεωρία, απαιτείται ακόμα ένας κανόνας ο οποίος να προσδιορίζει ποιά χωροχρονική γεωμετρία (δηλαδή ποιό βαρυτικό πεδίο) σχετίζεται με κάθε συγκεκριμένη κατανομή ύλης. O κανόνας που έδωσε ο Αϊνστάιν πήρε τη μορφή της παραπάνω εξίσωσης, η οποία στην ουσία της λέει:
 
«καμπυλότητα του χωροχρόνου» = «πυκνότητα ενέργειας της ύλης»
 
Με αυτόν τον τρόπο ο Αϊνστάιν ολοκλήρωσε μία πραγματικά εντυπωσιακή και όμορφη θεωρία της βαρύτητας, τα αποτελέσματα της βαρύτητας σχετίζονται πλήρως με τη δομή του χωροχρόνου και όπου, σύμφωνα με κάποιες από τις ιδέες του Μαχ, η δομή του χωροχρόνου προκύπτει μέσω της εξίσωσης του Αϊνστάιν από την κατανομή της ύλης στο χωροχρόνο.
 
H παραπάνω περιγραφή της εξίσωσης του Αϊνστάιν είναι κάπως υπεραπλουστευμένη και γι’ αυτόν το λόγο πρέπει να προσθέσουμε μερικά σχόλια. Πρώτον, το αριστερό μέλος της εξίσωσης δεν περιέχει όλη την καμπυλότητα του χωροχρόνου, αλλά μόνο ένα μέρος της. Αυτό σημαίνει ότι έξω από μία κατανομή ύλης (όπου το δεξιό μέλος της εξίσωσης του Αϊνστάιν μηδενίζεται) ο χωροχρόνος θα είναι γενικά καμπύλος, δηλαδή θα υπάρχει βαρυτικό πεδίο. Επίσης, μπορεί να υπάρχει βαρυτική ακτινοβολία, δηλαδή μεταβολές της καμπυλότητας που διαδίδονται στο χωροχρόνο υπό μορφή κυμάτων. Δεύτερον, το δεξιό μέλος περιέχει συνεισφορές κι από άλλες ιδιότητες της ύλης, πέρα από την πυκνότητα της ενέργειας. Ειδικότερα, η ροή της ενέργειας και η πίεση συνεισφέρουν κι αυτές στην καμπυλότητα του χωροχρόνου.
 
Αν δεν υπάρχει καθόλου ύλη, το δεξιό μέλος της εξίσωσης του Αϊνστάιν μηδενίζεται και μία καθ’ όλα αποδεκτή λύση είναι η επίπεδη χωροχρονική γεωμετρία της ειδικής σχετικότητας. Υπάρχουν ωστόσο κι άλλες λύσεις, οι οποίες περιγράφουν πιθανά βαρυτικά πεδία στο εξωτερικό σωμάτων, βαρυτικά κύματα κ.λπ. Υπό αυτήν την έννοια, η γενική σχετικότητα εμπεριέχει την ειδική σχετικότητα σαν ειδική περίπτωση.
 
Στην περιγραφή μας για τη γενική σχετικότητα, δεχτήκαμε ως βασική υπόθεση το ότι σώματα σε ελεύθερη πτώση ακολουθούν γεωδαισιακές της χωροχρονικής μετρικής. Ωστόσο αποδεικνύεται (η απόδειξη δόθηκε περίπου δέκα χρόνια μετά τη διατύπωση της γενικής σχετικότητας) ότι η εξίσωση του Αϊνστάιν από μόνη της αρκεί για να προσδιορίσει την κίνηση της ύλης στο χωροχρόνο. H «υπόθεση των γεωδαισιακών» αποτελεί, λοιπόν, συνέπεια της εξίσωσης Αϊνστάιν και όχι αυτόνομη υπόθεση.
 
Τέλος, σημειώνουμε ότι στην πράξη είναι πολύ δύσκολο να βρει κανείς ακριβείς λύσεις των εξισώσεων Αϊνστάιν. Ευτυχώς, πολλές λύσεις με μεγάλο φυσικό ενδιαφέρον είναι γνωστές (όπως αυτές που περιγράφουν μελανές οπές) και οι ιδιότητες των αντίστοιχων χωροχρόνων έχουν μελετηθεί λεπτομερώς. Ωστόσο, η άγνοια των γενικών λύσεων της εξίσωσης Αϊνστάιν εμποδίζει τον προσδιορισμό των γενικότερων δυνατών χωροχρονικών δομών που είναι συμβατές με τη γενική σχετικότητα.
 
Περιγραφή της εξίσωσης

Η εξίσωση του Αϊνστάιν εκφράζουν ακριβώς αυτά που μόλις περιγράψαμε. Στο αριστερό μέλος τα πεδία (x, t) παριστούν τις συνιστώσες της καμπυλότητας στις διάφορες διευθύνσεις του χωροχρόνου σε κάθε χωροχρονικό σημείο, ενώ στο δεξιό μέλος βρίσκουμε ένα πεδίο με πολλές συνιστώσες (x, t) το οποίο περιγράφει την πυκνότητα ενέργειας και ορμής στον χωρόχρονο.
 
Οι δείκτες μ και ν είναι χωροχρονικοί δείκτες, λαμβάνουν τις τέσσερις τιμές 0, 1, 2 και 3 — όπου το μηδέν αναφέρεται στη χρονική συνιστώσα. Έτσι, στο αριστερό μέλος εμφανίζεται όλη η πληροφορία για τη γεωμετρία του χωροχρόνου, ενώ στο δεξιό μέλος δίνεται όλη η πληροφορία σχετικά με την κατανομή της ύλης και της ακτινοβολίας.
 
O όρος που περιέχει τη λεγόμενη «κοσμολογική σταθερά» Λ θα μπορούσε να έχει γραφεί είτε στο αριστερό είτε στο δεξιό μέλος, ανάλογα με το πώς ερμηνεύουμε τη Λ. Από τη μια, η ύλη και η ενέργεια καθορίζουν πώς καμπυλώνεται ο χωρόχρονος, ενώ, από την άλλη, η καμπυλότητα του χωροχρόνου λειτουργεί ως βαρυτική δύναμη και επομένως καθορίζει πώς κινούνται τόσο τα σωματίδια όσο και το φως.
 
Το κρίσιμο σημείο δεν έγκειται μόνο στο ότι ο χωρόχρονος είναι καμπυλωμένος αλλά — το σπουδαιότερο — στο ότι είναι δυναμικός. Αυτό σημαίνει ότι ο χωρόχρονος δεν αποτελεί απλώς έναν μαθηματικό στίβο όπου διεξάγεται η φυσική, αλλά ότι ο ίδιος λαμβάνει δραστήρια μέρος στο παιχνίδι, συμμετέχοντας σε δυναμικές διεργασίες ακριβώς όπως και οι λοιποί φυσικοί βαθμοί ελευθερίας.
 
Υπάρχει μία ακόμη αναλογία η οποία ίσως μας βοηθήσει να συλλάβουμε τη ριζική τροπή στην εννοιολογική μας κατανόηση της βαρύτητας που συνεπάγονται οι εξισώσεις του Αϊνστάιν, τούτη τη φορά όχι υπό το μανδύα ενός καμπυλωμένου χωροχρόνου. Στον ηλεκτρομαγνητισμό ο νόμος που προσδιορίζει την ελκτική ή απωστική δύναμη μεταξύ δύο σημειακών φορτίων παρουσιάζει μεγάλη ομοιότητα με τον νόμο της βαρυτικής έλξης μεταξύ δύο σημειακών μαζών, όπως τον διατύπωσε ο Νεύτων.
 
Ξέρουμε ότι στις εξισώσεις του Maxwell βλέπουμε την ανάδυση του ηλεκτρικού και του μαγνητικού πεδίου, όχι απλώς ως μαθηματικών κατασκευών για τον υπολογισμό των δυνάμεων που αναπτύσσονται μεταξύ φορτίων, αλλά ως ανεξάρτητων φυσικών βαθμών ελευθερίας που ικανοποιούν τις εξισώσεις αυτές. Αυτές οι εξισώσεις έχουν λύσεις που αντιστοιχούν σε ηλεκτρομαγνητικά κύματα διαδιδόμενα διαμέσου του κενού — εξ ορισμού, με την ταχύτητα του φωτός. Έτσι επιλύθηκε ο παρακάτω γρίφος που επί μακρόν ταλάνιζε τους επιστήμονες.
 
Φανταστείτε ότι κάπου θέτουμε σε κίνηση ένα φορτίο, οπότε περιμένουμε το πεδίο να μεταβληθεί, αυτή δε η μεταβολή του πεδίου να αναγκάσει κάποιο άλλο πάρα πολύ απομακρυσμένο φορτίο να τεθεί σε κίνηση. Σύμφωνα με τον παλιό νόμο της ηλεκτρικής δύναμης, η δύναμη μεταδίδεται ακαριαία. Αν, ωστόσο, μελετήσετε τις εξισώσεις Maxwell, θα διαπιστώσετε ότι η μεταβολή του πεδίου δεν διαδίδεται παρά με την ταχύτητα του φωτός — διασώζοντας φυσικά την ιερή έννοια της αιτιότητας.
 
O Αϊνστάιν, εν προκειμένω, κατανοούσε άριστα ότι, με τον νευτώνειο νόμο της βαρύτητας, η ίδια η «ακαριαία δράση εξ αποστάσεως» θα προκαλούσε ένα εννοιολογικό πρόβλημα. Με άλλα λόγια, με την ειδική σχετικότητα ο Αϊνστάιν είχε λύσει την αντίθεση ανάμεσα στις εξισώσεις Maxwell και τις δυναμικές εξισώσεις του Νεύτωνα, όμως η αντίθεση με το νόμο της βαρυτικής δύναμης παρέμενε σε εκείνη τη φάση ακόμη ανεπίλυτη.
 
O Αϊνστάιν ήξερε τι έπρεπε να αναζητήσει: ένα σύνολο εξισώσεων για το βαρυτικό πεδίο, οι οποίες θα έπαιζαν τον ίδιο ρόλο με εκείνες του Maxwell στον ηλεκτρομαγνητισμό. Οι εξισώσεις για το βαρυτικό πεδίο θα έπρεπε να είναι παρόμοιες με τις εξισώσεις Maxwell αλλά βεβαίως όχι ακριβώς ίδιες — τουλάχιστον εξαιτίας του ότι η βαρυτική δύναμη μεταξύ μαζών λειτουργεί πάντοτε ελκτικά. Και αυτό ακριβώς βρήκε. Το γεγονός ότι οι εξισώσεις του επέτρεπαν ταυτόχρονα μια γεωμετρική ερμηνεία που συνεπαγόταν την καμπυλότητα του χώρου και του χρόνου στάθηκε από αυτή την άποψη ένα απροσδόκητο αλλά υπέροχο δώρο. 
 
H θεωρία της βαρύτητας του Αϊνστάιν συγκαταλέγεται μεταξύ των πλέον καλαίσθητων επιτευγμάτων της θεωρητικής φυσικής. Ενσάρκωσε ένα σπουδαίο εννοιολογικό σημείο καμπής και έδωσε αρκετές αξιοσημείωτες προβλέψεις, προχωρώντας πολύ πέρα από τη θεωρία του Νεύτωνα.

Επτά προβλέψεις της Γενικής Σχετικότητας

H θεωρία της βαρύτητας του Αϊνστάιν συγκαταλέγεται μεταξύ των πλέον καλαίσθητων επιτευγμάτων της θεωρητικής φυσικής. Ενσάρκωσε ένα σπουδαίο εννοιολογικό σημείο καμπής και έδωσε αρκετές αξιοσημείωτες προβλέψεις, προχωρώντας πολύ πέρα από τη θεωρία του Νεύτωνα. Οι σημαντικότερες από αυτές τις προβλέψεις έχουν επιβεβαιωθεί. Με έναν εντυπωσιακό κατάλογο προβλέψεων, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό έχουν επιβεβαιωθεί από ποικίλα πειράματα, η γενική σχετικότητα ξεχωρίζει ως μία από τις πλουσιότερες θεωρίες που συνέλαβε ποτέ το ανθρώπινο πνεύμα. 
 
Επίσης, η αξιοπιστία της γενικής σχετικότητας είναι υπεράνω πάσης αμφιβολίας γιατί η θεωρία έχει ελεγχθεί ακόμα και σε πολύ ισχυρά βαρυτικά πεδία, όπως και γιατί η ακρίβεια των πειραμάτων και παρατηρήσεων που έχουν γίνει είναι αρκετή για να αποκλείσει μικρές αλλαγές στην εξίσωση του Αϊνστάιν. 
 
Η εξίσωση της Γενικής Σχετικότητας
gs
Στο αριστερό μέλος τα πεδία (x, t) παριστούν τις συνιστώσες της καμπυλότητας στις διάφορες διευθύνσεις του χωροχρόνου σε κάθε χωροχρονικό σημείο, ενώ στο δεξιό μέλος βρίσκουμε ένα πεδίο με πολλές συνιστώσες (x, t) το οποίο περιγράφει την πυκνότητα ενέργειας και ορμής στον χωρόχρονο.
 
1. H μετάπτωση του περιηλίου
H δύναμη μεταξύ δύο μαζών, όπως είναι ο Ήλιος και κάποιος πλανήτης, διαφέρει από τον νευτώνειο νόμο του «αντίστροφου τετραγώνου» κατά μερικούς πολύ μικρούς όρους. Παρότι τόσο μικροί, οι όροι αυτοί έχουν ως αποτέλεσμα ο μείζων άξων της ελλειπτικής πλανητικής τροχιάς να μη μένει πλέον σταθερός στον χώρο, αλλά να περιστρέφεται ο ίδιος πολύ πολύ αργά γύρω από τον Ήλιο. Για τον πλησιέστερο πλανήτη, τον Ερμή, αυτή η μετάπτωση ανέρχεται σε περίπου 43 δευτερόλεπτα της μοίρας ανά αιώνα. Οι παρατηρήσεις βρίσκονται σε πλήρη συμφωνία με τη θεωρία.
 
2. H καμπύλωση του φωτός
Οι φωτεινές ακτίνες επηρεάζονται από την καμπυλότητα του χωροχρόνου (δηλαδή, από τη βαρυτική δύναμη). Κάτι ανάλογο δεν ισχύει στη νευτώνεια θεωρία. Οι φωτεινές ακτίνες θα πρέπει να κάμπτονται αν διέρχονται πλησίον βαρέων αντικειμένων. Αυτή η πρόβλεψη επιβεβαιώθηκε κατά την ηλιακή έκλειψη του 1919. To προερχόμενο από μακρινά άστρα φως καμπτόταν καθώς περνούσε κοντά από τον Ήλιο, προκαλώντας μια φαινόμενη μετατόπιση των άστρων αυτών σε σχέση με άλλα άστρα. Πιο θεαματικό είναι το φαινόμενο δράσης βαρυτικού φακού, κατά το οποίο, λόγω της υπερβολικής καμπυλότητας, βλέπουμε πολλαπλά είδωλα ενός και του αυτού απόμακρου γαλαξία.
 
3. H βαρυτική ερυθρά μετατόπιση
To φως μπορεί να χάνει ή να κερδίζει ενέργεια στο βαρυτικό πεδίο. Αυτό δεν σημαίνει ότι κινείται βραδύτερα ή ταχύτερα, αλλά ότι η συχνότητα του μειώνεται (ερυθρά μετατόπιση) ή αυξάνεται (κυανή μετατόπιση). To συγκεκριμένο φαινόμενο διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ανακάλυψη της διαστολής του Σύμπαντος.
 
4. Το διαστελλόμενο Σύμπαν
Τις εξισώσεις που περιγράφουν τις αλλαγές στον χωρόχρονο πρέπει να τις υπακούει και ο χωρόχρονος ως όλον. H θεωρία του Αϊνστάιν καθορίζει επακριβώς τη δυναμική του Σύμπαντος. To 1922, ο ρώσος μαθηματικός Aleksandr Friedmann δημοσίευσε στο περιοδικό Zeitschrift fur Physik μια κλάση λύσεων που αντιστοιχούσαν σε διαστελλόμενα σύμπαντα, το 1929 δε, ο Edwin Hubble πραγματοποίησε την υπέροχη ανακάλυψη ότι το Σύμπαν όντως διαστέλλεται.
 
5. H βαρυτική ακτινοβολία και τα βαρυτικά κύματα
H θεωρία προβλέπει την ύπαρξη βαρυτικών κυμάτων προκαλούμενων από ισχυρές βαρυτικές επιταχύνσεις σωμάτων τεράστιας μάζας, σε αναλογία με τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα της θεωρίας Maxwell. H πρόβλεψη αυτή επιβεβαιώθηκε πλήρως από το 2015, αλλά υπήρχε και μια όμορφη έμμεση ένδειξη για την απώλεια ενέργειας ενός διπλού πάλσαρ λόγω εκπομπής βαρυτικής ακτινοβολίας. Οι μετρήσεις για τις οποίες το 1993 απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ φυσικής στους Joseph Taylor και Russell Hulse, βρίσκονται σε εξαίρετη συμφωνία με τους υπολογισμούς που βασίζονται στις εξισώσεις του Αϊνστάιν.  Επίσης, το 2017 σε τρεις επιστήμονες, τους Rainer Weiss, Barry Barish και Kip Thorne απονεμήθηκε το Νόμπελ Φυσικής για την παρατήρηση των κυμάτων βαρύτητας από το LIGO.
 
6. Οι μαύρες τρύπες
H θεωρία επεφύλασσε μία ακόμη έκπληξη. Προέβλεπε ιδιόμορφες λύσεις γνωστές ως μαύρες τρύπες, πρόβλεψη η οποία δεν φαινόταν να έχει οποιοδήποτε νόημα τον καιρό που πρωτοδιατυπώθηκε. Ev τω μεταξύ, συσσωρεύονταν όλο και περισσότερες έμμεσες πειραματικές ενδείξεις υπέρ της ύπαρξης τέτοιων αντικειμένων. Μαύρες τρύπες δημιουργούνται όταν ένα βαρύ αστρικό αντικείμενο που έχει αναλώσει πλήρως τα πυρηνικά του καύσιμα καταρρέει υπό την επίδραση της ίδιας της βαρύτητας του, φαινόμενο το οποίο ονομάζεται και υπερκαινοφανής έκρηξη (σουπερνόβα). Έχουν παρατηρηθεί υπερκαινοφανείς εκρήξεις στις οποίες η μάζα είναι τόσο μεγάλη ώστε δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε το γεγονός παρά μόνο ως σχηματισμό μαύρης τρύπας. Εικάζεται επίσης ότι γιγαντιαίες μαύρες τρύπες «εδρεύουν» στα κέντρα γαλαξιών, καταβροχθίζοντας τους λίγο λίγο.
 
7. H κοσμολογική σταθερά
Υπάρχει ο τελευταίος όρος στο αριστερό μέλος με τη λεγόμενη «κοσμολογική σταθερά» A. Στις μέρες μας, στον εν λόγω όρο δίνεται η ερμηνεία ότι αντιπροσωπεύει την ενέργεια του κενού, η οποία στην πραγματικότητα προκαλεί μια βαρυτική άπωση. Πρόσφατα έγινε εντελώς απροσδόκητα σαφές ότι αυτή η μορφή ενέργειας κυριαρχεί στην πυκνότητα ενέργειας του Σύμπαντος, κάνοντας το Σύμπαν να υφίσταται επιτα-χυνόμενη διαστολή. Αυτό υπογραμμίζει τη θεωρητική αντίληψη ότι καθετί που δεν απαγορεύεται από τις αρχές της θεωρίας είναι «υποχρεωτικό» και κάποτε θα αναφανεί στη Φύση.

Το βαρύνον φορτίο της ηθικής αρετής στην αριστοτελική εκπαιδευτική πρόταση

Πρακτικός και ρεαλιστής, λογικός και αναλυτικός ο Αριστοτέλης πρόσφερε την καθαρή του σκέψη, προκειμένου να οδηγήσει το άτομο στην ευδαιμονία μέσα από τη μαθητεία του στην ηθική αρετή. Σε αυτό το εγχείρημα αδιαμφισβήτητος αρωγός θεωρήθηκε η παιδεία, για την οποία έχουμε λίγες σκέψεις του φιλοσόφου, κυρίως στο έβδομο και όγδοο βιβλίο των Πολιτικών. Στην εισήγηση αυτή θα μας απασχολήσει το ηθικό φορτίο που απαιτεί ο φιλόσοφος από μια Παιδεία που στοχεύει κυρίως στην ευδαιμονία ατόμου και πόλης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αρχικά θα παρουσιαστεί η προτεινόμενη τυπολογία της εκπαίδευσης από τον φιλόσοφο, που μπορεί αφενός να εντάσσει στην εκπαιδευτική του πρόταση και το χρήσιμον και το περιττόν, εμμένει , όμως, σε έναν στέρεο ηθικό προσανατολισμό του εκπαιδευτικού συστήματος. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να απουσιάζει η έννοια του βάναυσου από την εκπαίδευση των νέων, να επαναπροσδιοριστεί ο ρόλος της μουσικής ως βασικού μαθήματος των παιδιών και να καταδειχθεί η ανάγκη διδασκαλίας της διαχείρισης του ελεύθερου χρόνου ως μορφωτικού αγαθού. 
 
Το εύρος των εκπαιδευτικών στόχων κατά τον Αριστοτέλη 
Ο ρόλος της παιδείας στην ανθρώπινη ζωή κατά τη σκέψη του Αριστοτέλη ξεκινά από την αναπλήρωση των αδυναμιών της φύσης, για να καταλήξει στην κατάκτηση της ευδαιμονίας. Αρχικά, όπως και κάθε τέχνη, προσπαθεί να αναπληρώσει ό, τι λείπει από τη φύση σε κάθε ηλικιακή ομάδα, με βασικό σταθμό την ηλικία των 7, των 14 και των 21 (πᾶσα γὰρ τέχνη καὶ παιδεία τὸ προσλεῖπον βούλεται τῆς φύσεως ἀναπληροῦν, Πολιτικά, 1337 a 2). Ταυτόχρονα, ο σκοπός ενός εκπαιδευτικού συστήματος ταυτίζεται με την κατάκτηση της αρετής. Υπάρχει, δηλαδή, μια παιδεία που πρέπει να παρέχεται μόνο επειδή αρμόζει σε ελεύθερους πολίτες, χωρίς να εξυπηρετεί κανέναν άλλο πρακτικό σκοπό παρά μόνο να προσανατολίσει το άτομο στις πράξεις της αρετής: «ὅτι μὲν τοίνυν ἔστι παιδεία τις ἣν οὐχ ὡς χρησίμην παιδευτέον τοὺς υἱεῖς οὐδ’ ὡς ἀναγκαίαν ἀλλ’ ὡς ἐλευθέριον καὶ καλήν, φανερόν ἐστιν» (Πολιτικά, 1338a, 32-33). Ο στόχος κορυφώνεται, όταν η παιδεία καλείται να συνδιαμορφώσει την παιδική προσωπικότητα μέσα από την επιλογή των σωστών έξεων και την απόδοση ποιότητας σε αυτές (διὸ δεῖ τὰς ἐνεργείας ποιὰς ἀποδιδόναι· κατὰ γὰρ τὰς τούτων διαφορὰς ἀκολουθοῦσιν αἱ ἕξεις. οὐ μικρὸν οὖν διαφέρει τὸ οὕτως ἢ οὕτως εὐθὺς ἐκ νέων ἐθίζεσθαι, ἀλλὰ πάμπολυ, μᾶλλον δὲ τὸ πᾶν, Ηθικά Νικομάχεια, 1105b, 22-25) υπό την καθοδήγηση του διακριτικού των ανθρώπων γνωρίσματος, του ορθού λόγου, με σκοπό τη διαμόρφωση σπουδαίων πολιτών για την πόλη και κατ’ επέκταση την κατάκτηση της προσωπικής και κοινωνικής ευδαιμονίας (ἀλλὰ μὴν ἀγαθοί γε καὶ σπουδαῖοι γίγνονται διὰ τριῶν. τὰ τρία δὲ ταῦτά ἐστι φύσις ἔθος λόγος….τὸ δὲ λοιπὸν ἔργον ἤδη παιδείας. Πολιτικά, 1332a 39-1332b 11).
 
Οι επιμέρους στόχοι που συντείνουν σε αυτόν τον σκοπό είναι πολλοί: η εξασφάλιση των γνώσεων που είναι απαραίτητες για τις ανάγκες της ζωής, ο εξευγενισμός του ατόμου – κατάπαυση των ενστίκτων-ορμέμφυτων, η συναισθηματική αγωγή, η ηθική ωρίμανση, η πνευματική καλλιέργεια, η δυνατότητα αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου, η διαμόρφωση πολύπλευρων προσωπικοτήτων, η αποφυγή του βάναυσου στοιχείου, η παροχή δίκαιης και όχι «ίσης» εκπαίδευσης, η «διά βίου» μάθηση, η αγωγή των πολιτών σύμφωνα με το πνεύμα του πολιτεύματος – η πολιτική ωρίμανση, η προσωπική και «κατά προαίρεσιν» εσωτερίκευση του κοινωνικά αποδεκτού «δεῖ», η δυνατότητα γνώσης των καθηκόντων και των δικαιωμάτων.
 
Θα έλεγε κανείς ότι ο βασικός σκοπός της εκπαίδευσης ξεκινά από τη διαμόρφωση ενός υγιούς μυαλού σε ένα υγιές σώμα, που μέσα από τη διδασκαλία θα αναπτύξει το πνεύμα του και μέσα από τον εθισμό στην ηθική πράξη θα βελτιώσει ηθικά τον χαρακτήρα του. Ο σκοπός της εκπαίδευσης και ο σκοπός της ανθρώπινης ύπαρξης φαίνεται ότι ταυτίζονται μέσα στη φιλοσοφία του Σταγειρίτη, καθώς όλες οι απαιτήσεις της πρώτης ευθυγραμμίζονται σε ένα ανθρώπινο ιδανικό: την ευδαιμονία. Αλλά και αντίθετα, η ευδαιμονία είναι προσιτή μόνο στον εκπεπαιδευμένο, καθώς η βασική της προϋπόθεση, η ηθική αρετή, κατακτάται μόνο μέσα από την εκπαίδευση σε αυτή. Και η εκπαίδευση στην ηθική αρετή εδράζεται σε δυο συνιστώσες: στον εθισμό και στο συναίσθημα. Η μαθητεία του παιδιού στις έξεις που συνυφαίνονται με την αρετή, με τη συνακόλουθη απόκτηση ευχάριστου συναισθήματος κατά την εφαρμογή της ηθικής πράξης είναι στοιχείο που πρέπει να αποκτάται από τη μικρή ηλικία και για αυτό πρέπει να αποτελεί κομβικό στοιχείο της εκπαίδευσής τους, προκειμένου να κατακτήσουν την αρετή: τὸ δ’ ὅτε δεῖ καὶ ἐφ’ οἷς καὶ πρὸς οὓς καὶ οὗ ἕνεκα καὶ ὡς δεῖ, μέσον τε καὶ ἄριστον, ὅπερ ἐστὶ τῆς ἀρετῆς (Ηθικά Νικομάχεια, 1106b, 22-23). Ο Αριστοτέλης υποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο η Παιδεία θα οδηγήσει στην ευδαιμονία. Για αυτό ο Hummel (1999) αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «τα εγχειρίδια ηθικής του Αριστοτέλη είναι οδηγοί ευζωίας». Σύμφωνα με τον ίδιο ακόμη και οι δούλοι, που δε συνυπολογίζονται στο σύνολο των ανθρώπων, πρέπει κατά τον Αριστοτέλη να δέχονται ένα είδος εκπαίδευσης, ώστε να αποβαίνει τελεσφόρα η μαθητεία σε μια τέχνη και μην παρακωλύουν την κατάκτηση της κοινωνικής ευδαιμονίας. Μετά από όλα αυτά δικαιώνεται, όταν καταλήγει ότι πρόκειται «για μια παιδεία των πολιτών και όχι των τάξεων, για αυτό προέχει ο ηθικός χαρακτήρας της παιδείας έναντι του πρακτικού».
 
Ο σκοπός της Παιδείας και η φιλοσοφική θεμελίωσή του 
Ο Αριστοτέλης ξεκινά από μια τυπολογία της εκπαίδευσης, στην οποία διακρίνει την ωφελιμιστική, την νοησιαρχική και την ηθικοπλαστική τάση της: δῆλον οὐδὲν πότερον ἀσκεῖν δεῖ τὰ χρήσιμα πρὸς τὸν βίον ἢ τὰ τείνοντα πρὸς ἀρετὴν ἢ τὰ περιττά (Πολιτικά, 1337 α 42-44). Καθεμιά σύμφωνα με τον φιλόσοφο, για λόγους που θα καταφανούν παρακάτω, δικαιωματικά οφείλει να λαμβάνει μερίδιο από το εκάστοτε εκπαιδευτικό πρόγραμμα, υπό προϋποθέσεις που πρέπει να ισχύουν και οι οποίες βαραίνουν το ηθικό φορτίο της εκπαιδευτικής ζυγαριάς. Η ωφελιμιστική παιδεία επιδιώκει το πρακτικό και το ωφέλιμο, τα χρήσιμα για τη ζωή («τὰ χρήσιμα πρὸς τὸν βίον»), να μπορεί να αντεπεξέρχεται κανείς στις πρακτικές ανάγκες και στις καθημερινές συνδιαλλαγές. Πρόκειται για μια απαραίτητη διάσταση της εκπαίδευσης, αφού διασφαλίζει την επιβίωση. Έπειτα, η νοησιαρχική διάσταση δίνει προτεραιότητα στην καλλιέργεια του νου, σε αυτά που απλώς προάγουν τη γνώση («τὰ περιττά»). Αυτό το κομμάτι της εκπαίδευσης αποβλέπει στην καλλιέργεια του πνεύματος και της κριτικής ικανότητας ικανοποιώντας παράλληλα το φιλοπερίεργον του ατόμου. Τέλος, η ηθικοπλαστική συνισταμένη προτάσσει τη διάπλαση του ήθους των παιδιών, αυτά που τείνουν προς την αρετή («τὰ τείνοντα πρὸς ἀρετήν»).
 
Πρόκειται για το κομμάτι εκείνο που ασχολείται με τη διαμόρφωση ηθικών χαρακτήρων, τέτοιων που μπορούν ως άτομα και ως σύνολα να κατακτήσουν την ευδαιμονία. Η στάση του Αριστοτέλη είναι σαφής: πρέπει να διδάσκονται από τα χρήσιμα τα απολύτως απαραίτητα, αυτά που θα αποτελέσουν τα εχέγγυα, για να αντεπεξέλθουν οι πολίτες στις απαιτήσεις της καθημερινότητας (ὅτι μὲν οὖν τὰ ἀναγκαῖα δεῖ διδάσκεσθαι τῶν χρησίμων, οὐκ ἄδηλον, Πολιτικά,1337b,4-5). Ο φιλόσοφος αναγνωρίζει τη σημαντικότητα του χρήσιμου, αλλά καταδικάζει την προτεραιότητά του. Η παιδεία αποτελεί μέσο ατομικής ολοκλήρωσης και όχι επαγγελματικής-κοινωνικής ανάδειξης. Και, τελικά, διαφαίνεται μια ηθικοποίηση των δυο άλλων τάσεων στο πλαίσιο που πρέπει να περιορίζουν τη στοχοθεσία τους, ώστε να αποφεύγεται η υποδούλωση του πνεύματος σε κατώτερα ένστικτα και σαθρούς σκοπούς και να συνυπολογίζουν το τε μέσον καὶ τὸ δυνατὸν καὶ τὸ πρέπον (Πολιτικά, 1342, b, 34).
 
Αναλυτικότερα, η βαθύτερη φιλοσοφία που διαπερνά το εκπαιδευτικό σύστημα που προτείνει ο Αριστοτέλης είναι συνδεδεμένη με την ηθική πράξη, τον εθισμό σε αυτή και την κατάκτηση της αρετής. Αυτά αποτελούν και τον όρο sine qua non για την προσέγγιση και τη βίωση της ευδαιμονίας. Μιας ευδαιμονίας, όμως, που πολύ απέχει από το να επικεντρώνεται στις υλικές απολαύσεις. Στα Ηθικά Νικομάχεια ο φιλόσοφος είναι ξεκάθαρος: ἐστὶν ἡ εὐδαιμονία ψυχῆς ἐνέργειά τις κατ’ ἀρετὴν τελείαν, (Ηθικά Νικομάχεια, 1102a5). Άρα, αφού η εκπαίδευση αποβλέπει στην ευδαιμονία οφείλει να εξοπλίσει τον νέο με την αρετή, να τον προετοιμάσει για αξιόλογες δράσεις (Davidson, 1900). Ταυτόχρονα, η αρετή ορίζεται ως  «ἕξις προαιρετική, ἐν μεσότητι οὖσα τῇ πρὸς ἡμᾶς, ὡρισμένῃ λόγῳ καὶ ᾧ ἂν ὁ φρόνιμος ὁρίσειεν» (Ηθικά Νικομάχεια, 1107a 1-2). Κατά συνέπεια, η Παιδεία οφείλει να προασπίσει την ποιότητα των παρεχόμενων έξεων, να διασφαλίσει τη δημιουργία κατάλληλου συναισθήματος κατά την εφαρμογή τους, επιλέγοντας αυτές που καταξιώνει η λογική του φρόνιμου ανθρώπου, ο οποίος επιλέγει (προαιρεῖται) τη μεσότητα. Για τον ρόλο της Παιδείας του ανθρώπου, στην κατάκτηση τη φρόνησης, που αποτελεί προαπαιτούμενο της ευδαιμονίας, είναι αποκαλυπτική η θέση ότι ο φρόνιμος γίνεται ο κανόνας και το μέτρο της αρετής για τους άλλους ανθρώπους. Η αρετή της πολιτότητας προσεγγίζεται με τη φρόνηση και τη σοφία, γιατί η πρώτη καθορίζει τον σκοπό και η δεύτερη βοηθά τον άνθρωπο που είναι ενάρετος να εκτελέσει σωστά τους στόχους του…Όσοι ανήκουν στην πόλη χωρίς να κατέχουν το αγαθό της πολιτότητας σύμφωνα με τον Αριστοτέλη μπορούν να οδηγηθούν στην αρετή, αν εκπαιδευτούν κατάλληλα από την παιδική ηλικία».
 
Και στο σημείο αυτό καταφαίνεται η πολιτική διάσταση του θέματος και αιτιολογείται η ενσωμάτωση των εκπαιδευτικών απόψεων του Αριστοτέλη σε ένα βιβλίο με τίτλο «Πολιτικά», από τη στιγμή που την ηθική αρετή η Παιδεία καλείται να την ενισχύσει στο μαθητή, για να διασφαλίσει την αρμονική συμβίωση των μελλοντικών πολιτών και την ευδαιμονία της πόλης. Επίσης, ο «φρόνιμος άνθρωπος καθοριζόταν από το πνεύμα της κοινότητας και τους σπουδαίους άντρες που αποτελούσαν πρότυπα μίμησης», πρότυπα που αποτελεί ευθύνη της Παιδείας να τα παρέχει στα παιδιά. Κατά συνέπεια, η φιλοσοφία που διέπει τη αριστοτέλεια εκπαίδευση είναι προσανατολισμένη σταθερά στις έννοιες της αρετής και της ευδαιμονίας και έγκειται στην πραγμάτωση των ιδιαίτερων δυνατοτήτων της νόησης που διαθέτει ο άνθρωπος («εντελέχεια»). Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα οφείλει να δώσει βαρύτητα σε δημιουργικές δραστηριότητες, ανεξάρτητα από τη χρηστική τους αξία. Η χρηστική ισοπέδωση των πάντων είναι η ισοπέδωση που ταιριάζει με το ανελεύθερο. Γιατί το χρηστικό απευθύνεται στο ζην, ενώ ο άνθρωπος γεννήθηκε για το ευ ζην. Ύστερα από όλα αυτά καταφαίνεται ότι ο φιλόσοφος δείχνει την προτίμησή του στην ηθική διάσταση της εκπαίδευσης, στην καλλιέργεια της θεωρητικής διάστασης του έλλογου μέρους της ψυχής, εξισώνοντας στη φιλοσοφία του την εκπαίδευση με την αρετή και την ευδαιμονία και αντιτιθέμενος διαμετρικά στις σύγχρονες εκπαιδευτικές πρακτικές, που ακολουθώντας τη χιμαιρική τεχνοκρατία έχουν εξοβελίσει τις θεωρητικές επιστήμες και αδιαφορούν για την ηθική καλλιέργεια των μαθητών. 
 
Κριτική στην έννοια του βάναυσου 
Όπως καταφάνηκε, το εκπαιδευτικό σύστημα του Αριστοτέλη συμπεριλαμβάνει πλήθος μαθημάτων και τάσεων διατηρώντας μια ισορροπία με αυστηρό, ωστόσο, προσανατολισμό προς τη μεσότητα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αποστρέφεται καθετί που μπορεί να οδηγήσει το παιδί σε δουλική και βάναυση συμπεριφορά από την νηπιακή ακόμη ως την ώριμη ηλικία κατά την οποία σταδιοδρομεί, γιατί αυτή θα λειτουργήσει παρακωλυτικά στην ομαλή λειτουργία της πόλης και στην κατάκτηση της εντελέχειάς της. Όλοι, λοιπόν, οι εκπαιδευτικοί φορείς οφείλουν να συστρατευτούν στην αποφυγή του στοιχείου που υποδουλώνει το παιδί.
 
Αρχικά, η οικογένεια οφείλει να φροντίζει να μην έρχεται το παιδί σε επαφή με τη φαυλότητα των δούλων ή με άσχημη φρασεολογία, ώστε να μην αναπτυχθεί σε αυτά αντίστοιχο ήθος: τήν τ᾽ ἄλλην καὶ ὅπως ὅτι ἥκιστα μετὰ δούλων ἔσται. ταύτην γὰρ τὴν ἡλικίαν, καὶ μέχρι τῶν ἑπτὰ ἐτῶν, ἀναγκαῖον οἴκοι τὴν τροφὴν ἔχειν. εὔλογον οὖν ἀπολαύειν ἀπὸ τῶν ἀκουσμάτων καὶ τῶν ὁραμάτων ἀνελευθερίαν καὶ τηλικούτους ὄντας ( Πολιτικά, 1336 a 42-1336 b3). Παράλληλα, η εκπαίδευση οφείλει να ενσωματώνει τις γνώσεις τεχνικής ως επιθυμητό αντικείμενο παιδείας στον βαθμό που δε γίνονται σκοπός ζωής, δεν εμπορευματοποιούνται για βιοπορισμό και δεν καθιστούν το άτομο υποχείριο της μισθωτής εργασίας με ταπεινούς μόνο σκοπούς. Είναι σαφές ότι ο Αριστοτέλης διακρίνει τη γνώση από την κοινωνική της λειτουργία. Η γνώση που οδηγεί σε επαγγελματική εξειδίκευση στο πλαίσιο του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας και της μισθωτής εργασίας δεν αναιρεί την αλλοτρίωση της εργασίας με την άσκηση της οποίας συνδέεταιο Αριστοτέλης δεν παραλείπει να αναφερθεί στην αλλοτριωμένη εργασία την οποία συνδέει με τη μισθωτή εργασία και με τον εξοντωτικό σωματικά και μηχανικό της χαρακτήρα που υποβιβάζει ψυχοπνευματικά τον άνθρωπο σε ανδράποδο. Ο ελεύθερος πολίτης πρέπει να ασχολείται με τα ελευθέρια, τα καλά, τα δίκαια, ενώ για τα αναγκαία και τα χρήσιμα να μεριμνούν οι δούλοι, οι βάναυσοι, το αγoραίον και θητικόν γένος (Πολιτικά 1290b 40-1291α 6).
 
Οι αγοραίες ασχολίες δεν αφήνουν χρόνο για ευγενέστερη ποιοτική ενασχόληση, στρέφουν την προσοχή μακριά από την ψυχή και την παγιδεύουν σε ένα αέναο κυνήγι υλικής απόλαυσης, πολύ μακριά από την πραγματική ευδαιμονία. Γενικότερα, αν και το χρήσιμον θεωρείται απαραίτητο, είναι πολύ εύκολο να καταστήσει τους μαθητές βάναυσους, όπως με σαφήνεια επισημαίνει ο Düring (1994, σσ. 276-277) τo χρήσιμο όμως είναι μόνο μέσο για το σκοπό- δεν αρμόζει σε ελεύθερους ανθρώπους να αναζητούν παντού τη χρησιμότητα….. Γενικώς, πρέπει να διακρίνουμε τις ελεύθερες από τις ανελεύθερες ενασχολήσεις. Οι τελευταίες καθιστούν τον ελεύθερο άνθρωπο ανίκανο να εκπληρώσει τις απαιτήσεις της αρετής. Περιορίζουν και υποβαθμίζουν τη σκέψη μας. Η διδασκαλία πρέπει να μην υπερβαίνει ορισμένα όρια – δεν πρέπει να την χαρακτηρίζει υπερβολικός ζήλος, στην προσπάθεια να επιτευχθεί το τέλειο. Συμπληρωματικά, «η χρησιμοθηρική εκδοχή είναι το δυσάρεστο, πλην αναπόφευκτο κομμάτι της εκπαίδευσης, που έχει ως στόχο την καλύτερη δυνατή κατάρτιση, ώστε οι πρακτικές εργασίες να ολοκληρώνονται με τον μικρότερο δυνατό κόπο προς όφελος του ελεύθερου χρόνου που είναι η κύρια επιδίωξη».
 
Ως τρίτος εκπαιδευτικός θεσμός, η πολιτεία θα πρέπει να προστατεύει τον άνθρωπο από το βάναυσον μεταθέτοντας στον νομοθέτη το χρέος να προασπίσει τον πολίτη από την έκθεσή του σε οτιδήποτε αμαυρώνει τη συνείδησή του με ανάλογους νόμους και ποινές: ὅλως μὲν οὖν αἰσχρολογίαν ἐκ τῆς πόλεως, ὥσπερ ἄλλο τι, δεῖ τὸν νομοθέτην ἐξορίζειν (ἐκ τοῦ γὰρ εὐχερῶς λέγειν ὁτιοῦν τῶν αἰσχρῶν γίνεται καὶ τὸ ποιεῖν σύνεγγυς): μάλιστα μὲν οὖν ἐκ τῶν νέων, ὅπως μήτε λέγωσι μήτε ἀκούωσι μηδὲν τοιοῦτον: ἐὰν δέ τις φαίνηταί τι λέγων ἢ πράττων τῶν ἀπηγορευμένων, τὸν μὲν ἐλεύθερον μὲν μήπω δὲ κατακλίσεως ἠξιωμένον ἐν τοῖς συσσιτίοις ἀτιμίαις κολάζειν καὶ πληγαῖς, τὸν δὲ πρεσβύτερον τῆς ἡλικίας ταύτης ἀτιμίαις ἀνελευθέροις ἀνδραποδωδίας χάριν (Πολιτικά, 1336 b 4-12).Θα έλεγε κανείς ότι όλοι οι φορείς αγωγής του παιδιού οφείλουν να αποσοβήσουν τον κίνδυνο της υποδούλωσης του σε κάθε μορφή ανελευθερίας. 
 
Οι προϋποθέσεις που καθιστούν τη μουσική μάθημα ηθικής βαρύτητας 
Ο Αριστοτέλης αφιερώνει ένα αρκετά μεγάλο και πυκνό κομμάτι από το όγδοο βιβλίο του, για να αναφερθεί στον ρόλο της Μουσικής στην εκπαίδευση των νέων και για να διατυπώσει τις προτάσεις του για την παιδαγωγική σημασία της διδασκαλίας της. Αναλυτικότερα, ξεκινά την όλη πραγμάτευση με το ερώτημα αν και γιατί να διδάσκεται ένα μάθημα τέτοιο, που ο κόσμος όλος το χρησιμοποιεί πια για διασκέδαση: Νῦν μὲν γὰρ ὡς ἡδονῆς χάριν οἱ πλεῖστοι μετέχουσιν αὐτῆς (Πολιτικά, 1337b 29). Με τη αναφορά αυτή ο φιλόσοφος αναφέρεται στη διασπαστική πραγματικότητα της πόλης-κράτους κατά τον 4ο αιώνα π.Χ., η οποία συνοδεύτηκε με την εισαγωγή πολλών ξενόφερτων ανατολίτικων μουσικών στοιχείων, γεγονός που ταύτισε τη μουσική με κοσμική διασκέδαση και όχι με ψυχαγωγία. Πρόκειται, «για μια κριτική της μουσικής γενικά στην εποχή του, την επαναξιολόγηση των σκοπών της μουσικής και ειδικότερα της μουσικής ως μορφωτικού αγαθού, τη διάκριση αυτού που θα αποτελούσε εκπαιδευτικό αγαθό από τη μουσική εν γένει, μια κοινωνιολογία του μουσικού γούστου και της μουσικής»
 
Αναζητώντας τη χρεία της διδασκαλίας της ο φιλόσοφος μοιράζει τον προβληματισμό του σε τρεις εκδοχές, σε καθεμία από τις οποίες αναλογεἰ ένα σεβαστό μερίδιο αλήθειας: α) είναι η μουσική χρήσιμη σαν παιχνίδι ή σχόλη (και τότε ταυτίζεται με το «άλογον» μέρος της ψυχής), β) βοηθά στην απόκτηση της αρετής μέσα από τον εθισμό στην απόλαυση των σωστών ηδονών (συνδεόμενη με το θεωρητικό τμήμα του έλλογου μέρους της ψυχής) ή γ) συντελεί στην απόλαυση της ζωής και τη φρόνηση (οπότε αναφέρεται στο πρακτικό τμήμα του έλλογου μέρους της ψυχής). Διασκέδαση, ηθική αγωγή ή πνευματική καλλιέργεια; Και αν μετέχει σε όλα αυτά γιατί πρέπει να τη μαθαίνουν οι μαθητές και να μη την χαίρονται ακούγοντας τους άλλους;
 
Οι απαντήσεις του Σταγειρίτη είναι ξεκάθαρες∙ η μουσική συμμετέχει σε όλους τους παραπάνω σκοπούς, καθώς αποτελεί εποικοδομητική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, χρησιμεύει για την ώρα της σχόλης, επιδρά θετικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα, αφού οι μαθητές μαθαίνοντας να μιμούνται όλα τα ηθικά αισθήματα υποβάλλονται σε εσωτερική βίωση του ηθικά ωραίου, υπό την προϋπόθεση ότι επιλέγονται οι σωστοί ρυθμοί, οι σωστές μελωδίες και τα σωστά όργανα: ἔστι δὲ ὁμοιώματα μάλιστα παρὰ τὰς ἀληθινὰς φύσεις ἐν τοῖς ῥυθμοῖς καὶ τοῖς μέλεσιν ὀργῆς καὶ πραότητος, ἔτι δ´ ἀνδρείας καὶ σωφροσύνης καὶ πάντων τῶν ἐναντίων τούτοις καὶ τῶν ἄλλων ἠθῶν (Πολιτικά, 1440 a 15). Καθώς, λοιπόν, συνηθίζουν τα παιδιά μέσω της μουσικής να χαίρονται με τις μιμήσεις ευπρεπών ηθών και καλών πράξεων είναι εύλογο να αναζητήσουν στη ζωή τους τις πραγματικές εκείνες πράξεις που θα προκαλέσουν την ανάλογη ηδονή. Άλλωστε, στα Ηθικά Νικομάχεια έχει επιμείνει πολύ ο φιλόσοφος σε αυτή τη διάσταση της παιδείας (της οποίας θιασώτης υπήρξε και ο Πλάτων) ως μαθητείας στο χαίρειν τε καὶ λυπεῖσθαι οἷς δεῖ (Ηθικά Νικομάχεια, 1104 b 13).
 
Άρα, η μουσική έχει ηθικά βελτιωτικό χαρακτήρα: αποδεικνύεται ότι τα ποιοτικά γνωρίσματα του ήθους μας διαμορφώνονται με την επίδραση πολλών και διαφορετικών ειδών μελωδίας (Πολιτικά, 1340 a 5-6). Μάλιστα, μετά από αναζήτηση της πιο παιδαγωγικά τελεσφόρας αρμονίας, ο Αριστοτέλης έχει καταλήξει στη δωρική αρμονία, ως ακολουθούσα τη μεσότητα: «Ἔτι δὲ ἐπεὶ τὸ μέσον μὲν τῶν ὑπερβολῶν ἐπαινοῦμεν καὶ χρῆναι διώκειν φαμέν, ἡ δὲ δωριστὶ ταύτην ἔχει τὴν φύσιν πρὸς τὰς ἄλλας ἁρμονίας, φανερὸν ὅτι τὰ Δώρια μέλη πρέπει παιδεύεσθαι μᾶλλον τοῖς νεωτέροις» (Πολιτικά, 1342 b 14-17). Και είναι σαφές ότι η ανωτέρω μαθητεία μέσα από τη γνώση των προτύπων οδηγεί και στην πνευματική καλλιέργεια. Την πολλαπλότητα των στόχων που επιτυγχάνει τελικά η μουσική και την αναγκαιότητά της στην εκπαίδευση, συνοψίζει εύστοχα η Πηνελόπη Τζιώκα (2005) στα ερμηνευτικά της σχόλια για το όγδοο βιβλίο των Πολιτικών: «η μουσική διαπλάθει ήθος και ψυχή, καλλιεργεί το πνεύμα και την κριτική ικανότητα, χαρίζει ευφρόσυνη διάθεση, ασκεί τον νέο στην απόλαυση των σωστών ηδονών της ζωής». Η ηθική και πνευματική ποιότητα αποτελούν απαραίτητα εχέγγυα για την κατάκτηση της ευδαιμονίας και άρα η μουσική συνδέεται άμεσα με τον ανώτερο, τελικό στόχο.
 
Μέσα από την παραπάνω πραγμάτευση έχει απαντηθεί εν μέρει και το ερώτημα γιατί πρέπει να διδάσκονται τα παιδιά τη μουσική και να μην την ακούν από τους άλλους. Με τον τρόπο αυτό α) μέσα από τη μίμηση αποκτούν έναν πρώτο εθισμό (ἕξιν) στην ηθική πράξη, β) οι νέοι λειτουργούν με το θυμικό και επομένως η μουσική μέσα από τα συναισθήματα που τους προκαλεί αποτελεί ευκολότερη μέθοδο εκμάθησης πραγμάτων (οἱ μὲν γὰρ νέοι διὰ τὴν ἡλικίαν ἀνήδυντον οὐθὲν ὑπομένουσιν ἑκόντες, ἡ δὲ μουσικὴ φύσει τῶν ἡδυσμένων ἐστίν, Πολιτικά, 1340 b15-17), γ) μέσα από τη διδασκαλία της μαθαίνουν τα μυστικά της και άρα είναι ικανοί στο μέλλον να την κρίνουν σωστά και να την απολαύσουν όπως πρέπει (θα έλεγε κανείς ότι η μουσική παιδεία αποβλέπει στην ορθή μελλοντική διαχείριση του ελεύθερου χρόνου) και δ) ως τέχνη διαμορφώνει τις συνθήκες για την εμπέδωση των κοινωνικών αξιών (ισότητα, δικαιοσύνη, μέτρον κ.α.) που θα λειτουργήσουν ως ασφαλής συνεκτικός δεσμός στον κοινωνικό ιστό. Στο σημείο αυτό ταυτίζεται με τον Πλάτωνα, ο οποίος συνδέει τη διδασκαλία της μουσικής με τη βελτίωση των θεσμών της πόλης, καθώς μέσω αυτής (αν είναι κατάλληλη) προσανατολίζεται ο νέος προς την ορθότητα (Πλάτων, Πολιτεία, 398 c-403c). Γενικότερα, οι θέσεις που αναφέρονται για τη μουσική την καθιστούν ένα αγαθό με άμεση επενέργεια στην ψυχή, ισοδύναμη με αυτή που επιφέρει κατά τον Πλάτωνα η γυμναστική στο σώμα: «Τίς οὖν ἡ παιδεία; ἢ χαλεπὸν εὑρεῖν βελτίω τῆς ὑπὸ τοῦ πολλοῦ χρόνου ηὑρημένης; ἔστιν δέ που ἡ μὲν ἐπὶ σώμασι γυμναστική, ἡ δ’ ἐπὶ ψυχῇ μουσική» (Πλάτων, Πολιτεία, 376 e). Και σίγουρα ένα αγαθό που σχετίζεται με τον ελεύθερο χρόνο, αφού , όπως θα καταφανεί παρακάτω, ο χρόνος αυτός πρέπει να επενδύεται σε εκείνες μόνο τις ασχολίες που συμβάλλουν στην ηθική ανάταση και στην ψυχική απελευθέρωση. Εννοείται, βέβαια,  ότι η μουσική που προσφέρεται στην εκπαίδευση αποφεύγει τις πρακτικές και ενθουσιαστικές εκείνες επιλογές ή και την επαγγελματική εκείνη διάσταση που καθιστούν το άτομο «βάναυσον», υποχείριο κατώτερων ενστίκτων ή κάποιου ωφελιμιστικού παράγοντα. 
 
Η διαχείριση του ελεύθερου χρόνου ως μορφωτικού αγαθού 
Καίριας και διαχρονικής σημασίας στον εκπαιδευτικό κόσμο του Αριστοτέλη είναι η έννοια του ελεύθερου χρόνου, το να αποκτήσει κανείς μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία τα εχέγγυα να τον διαχειρίζεται έτσι, ώστε να τελειωθεί ηθικά και πνευματικά. Πρόκειται για μια μορφή χρόνου που διατίθεται για ελεύθερη δημιουργία και αυτοδιάθεση, που τροφοδοτεί τον στοχασμό και δύναται να οδηγήσει στην ευδαιμονία. Το αντίστοιχο χωρίο των Πολιτικών είναι σαφές: Ὥστε φανερὸν ὅτι δεῖ καὶ πρὸς τὴν ἐν τῇ διαγωγῇ σχολὴν μανθάνειν ἄττα καὶ παιδεύεσθαι, καὶ ταῦτα μὲν τὰ παιδεύματα καὶ ταύτας τὰς μαθήσεις ἑαυτῶν εἶναι χάριν, τὰς δὲ πρὸς τὴν ἀσχολίαν ὡς ἀναγκαίας καὶ χάριν ἄλλων (Πολιτικά 1338 a 10-13).
 
Ο φιλόσοφος διακρίνει την παιδιάν, τον χρόνο που παρέχεται για ξεκούραση από την εργασία (ὁ γὰρ πονῶν δεῖται τῆς ἀναπαύσεως, ἡ δὲ παιδιὰ χάριν ἀναπαύσεώς ἐστιν) από την σχολήν, που αποτελεί από μόνη της ευχαρίστηση και ευδαιμονία (τὸ δὲ σχολάζειν ἔχειν αὐτὸ δοκεῖ τὴν ἡδονὴν καὶ τὴν εὐδαιμονίαν καὶ τὸ ζῆν μακαρίως, Πoλιτικά, 1338 a 1-3). Στην πρώτη περίπτωση (στην παιδιάν) μέσα από την ανάπαυση εξυπηρετείται πρακτικά μια εξωτερική ανάγκη, αυτή της εργασίας, για την οποία ο ελεύθερος χρόνος αποτελεί «φάρμακο», ο σκοπός είναι συχνά μη προσδιορίσιμος και σίγουρα ανεκπλήρωτος: ὁ μὲν γὰρ ἀσχολῶν ἕνεκα τινος ἀσχολεῖ τέλους ὡς οὐχ ὑπάρχοντος. Αντίθετα, στην περίπτωση της σχολής ο χρόνος αυτός καθ’ εαυτόν αποτελεί ευδαιμονία, ευχαρίστηση, μακαριότητα, καθώς είναι αφιερωμένος σε έναν απώτατο, ήδη εκπληρωμένο σκοπό: ἡ δ´ εὐδαιμονία τέλος ἐστίν. Καταληκτικά, ειδοποιός διαφορά των δυο είναι αφενός ο σκοπός και αφετέρου ο δέκτης των ενεργειών του ελεύθερου χρόνου, αφού συχνά στην περίπτωση της παιδιάς αποκτούμε γνώσεις ή ξεκουραζόμαστε για να αποδώσουμε έπειτα σε κάτι άλλο ή αποσκοπώντας στην ευχαρίστηση κάποιου άλλου , ενώ κατά την σχολήν, ο άνθρωπος έχει συλλέξει όλες του τις δυνάμεις, η παιδευτική διαδικασία αποφέρει καρπούς αποκλειστικά στον ίδιο, οδηγεί στην ανάδειξη των δημιουργικών ικανοτήτων, σε ουσιαστική ενδοσκόπηση του ατόμου, με σκοπό την κατάκτηση ενός «τελειωμένου» στόχου.
 
Ακόμη καλύτερα καταφαίνεται η θέση του Αριστοτέλη για τη σπουδαιότητα του ελεύθερου χρόνου με την παρατήρησή του ότι η ἀσχολία υπάρχει για χάρη της σχόλης με τον ίδιο τρόπο που υπάρχει ο πόλεμος για χάρη της ειρήνης: η ειρήνη παρέχει την ευκαιρία για σχολήν, ενώ, αν οι πολίτες δεν έχουν την κατάλληλη αγωγή, δεν μπορούν να εκμεταλλευτούν τα αγαθά της νίκης σε καιρό ειρήνης: «αἱ γὰρ πλεῖσται τῶν τοιούτων πόλεων πολεμοῦσαι μὲν σῴζονται, κατακτησάμεναι δὲ τὴν ἀρχὴν ἀπόλλυνται. τὴν γὰρ βαφὴν ἀνιᾶσιν, ὥσπερ ὁ σίδηρος, εἰρήνην ἄγοντες. αἴτιος δ᾽ ὁ νομοθέτης οὐ παιδεύσας δύνασθαι σχολάζειν (Πολιτικά, VII, 1334a 6-10). Στόχος, λοιπόν αδιαμφισβήτητος, το να μπορεί κανείς να πολεμά, αλλά ακόμη περισσότερο το να γεύεται τα αγαθά του ελεύθερου χρόνου και της ειρήνης: δεῖ μὲν γὰρ ἀσχολεῖν δύνασθαι καὶ πολεμεῖν, μᾶλλον δ᾽ εἰρήνην ἄγειν καὶ σχολάζειν (Πολιτικά, 1333 a 45- 1333 b 1). Μια κοινωνία, λοιπόν, οφείλει καταρχάς να παρέχει ελεύθερο χρόνο και κατά δεύτερον να προετοιμάζει τους νέους, ώστε να μπορούν να αξιοποιήσουν τον ελεύθερο χρόνο τους. Η εκπαίδευση οφείλει να επιφορτιστεί με τη μαθητεία στην αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου προκειμένου να ευοδωθεί ο συλλογικός στόχος της ευδαιμονίας.
 
Τελευταίο τεκμήριο για την καθοριστική σύνδεση του σχολείου με τον ελεύθερο χρόνο αποτελεί η ετυμολογική ανάλυση της ίδιας της λέξης «σχολείο», που σε καμία περίπτωση δεν παραπέμπει στον σύγχρονο εξοντωτικό θεσμό που επιμένει να παραγνωρίζει τις δημιουργικές ικανότητες των μαθητών. Συγκεκριμένα, η λέξη «σχολείο» (και αγγλικά «school»), παράγωγο της αρχαίας ελληνικής λέξης «σχόλη» είχε ως αρχική σημασία την ανάπαυση, την ησυχία, τον ελεύθερο χρόνο, αφού η «σχόλη» έχει την έννοια του “βραδύνω, αργοπορώ” («σχολήν τίθημι»: αργοπορώ, «σχολή γίγνεται»: υπάρχει καιρός ή και σήμερα με την έννοια της αργίας στη φράση «Κυριακή γιορτή και σχόλη»). Ως εκ τούτου, ο αρχικός προσανατολισμός του θεσμού εδραζόταν σε μια θεωρία του αναστοχασμού και της εποικοδομητικής ανάπαυσης, που θα αναδείκνυε τις κλίσεις και τη δημιουργικότητα των παιδιών, θα παραχωρούσε πρότυπα μίμησης, θα διασφάλιζε την αξιοποίηση των πνευματικών ικανοτήτων των μελλοντικών πολιτών και θα δρομολογούσε την ευδαιμονία της πόλεως.
 
Συμπεράσματα 
Το κομμάτι της ηθικής απασχόλησε τον Αριστοτέλη κατά κόρον, καθώς τη θεώρησε μέσον για την κατάκτηση της αρετής και κατά συνέπεια της ευδαιμονίας. Απότοκο αυτής της ανησυχίας του φιλοσόφου αποτελεί η συγγραφή τριών σχετικών έργων: «Ηθικά Ευδήμεια» (βιβλία 7), «Ηθικά μεγάλα» (βιβλία 2), «Ηθικά Νικομάχεια» (βιβλία 10). Η ένταξή, λοιπόν, της ηθικής στον εκπαιδευτικό χώρο αποτέλεσε αδιαπραγμάτευτη συνιστώσα ενός άρτιου εκπαιδευτικού συστήματος. Ενός συστήματος που εμπεριέχει το χρήσιμον (ως πραγματικότητα, αλλά όχι ως προτεραιότητα), που προάγει τις γνώσεις ικανοποιώντας το φιλοπερίεργον του ανθρώπου, αλλά κυρίως μέσα από τις ηθικές πράξεις και το χαίρειν τε καὶ λυπεῖσθαι οἷς δεῖ (τον εξορθολογισμό των συναισθημάτων) βρίσκει την εντελέχειά του, όταν χαρίζει την ευδαιμονία. Βασικό μέσο για την επίτευξη του στόχου αποτελεί η απομάκρυνση του ατόμου από τον κλοιό της μισθωτής εργασίας, η οποία αποβλέποντας εξολοκλήρου σε υλικές απολαβές καθιστά το άτομο υποχείριο των επιθυμιών του. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η μουσική υπό προϋποθέσεις μπορεί να συμβάλλει στη μίμηση και αργότερα στην υιοθέτηση του ηθικά σωστού και για αυτό αποτελεί απαραίτητο αντικείμενο διδασκαλίας , αλλά και ενδεδειγμένη απασχόληση στον ελεύθερο χρόνο. Γιατί, για τον Σταγειρίτη το σχολάζειν δύνασθαι καλῶς, αποτελεί μια δεξιότητα που οφείλει το σχολείο να ασκεί και να βελτιώνει, καθώς είναι το όχημα για την ευδαιμονία.