[VII] Τὴν δὲ σοφίαν ἔν τε ταῖς τέχναις τοῖς ἀκριβεστάτοις τὰς τέχνας ἀποδίδομεν, οἷον Φειδίαν λιθουργὸν σοφὸν καὶ Πολύκλειτον ἀνδριαντοποιόν, ἐνταῦθα μὲν οὖν οὐθὲν ἄλλο σημαίνοντες τὴν σοφίαν ἢ ὅτι ἀρετὴ τέχνης ἐστίν· εἶναι δέ τινας σοφοὺς οἰόμεθα ὅλως οὐ κατὰ μέρος οὐδ᾽ ἄλλο τι σοφούς, ὥσπερ Ὅμηρός φησιν ἐν τῷ Μαργίτῃ,
τὸν δ᾽ οὔτ᾽ ἂρ σκαπτῆρα θεοὶ θέσαν οὔτ᾽ ἀροτῆρα
οὔτ᾽ ἄλλως τι σοφόν.
ὥστε δῆλον ὅτι ἀκριβεστάτη ἂν τῶν ἐπιστημῶν εἴη ἡ σοφία. δεῖ ἄρα τὸν σοφὸν μὴ μόνον τὰ ἐκ τῶν ἀρχῶν εἰδέναι, ἀλλὰ καὶ περὶ τὰς ἀρχὰς ἀληθεύειν. ὥστ᾽ εἴη ἂν ἡ σοφία νοῦς καὶ ἐπιστήμη, ὥσπερ κεφαλὴν ἔχουσα ἐπιστήμη τῶν τιμιωτάτων. ἄτοπον γὰρ εἴ τις τὴν πολιτικὴν ἢ τὴν φρόνησιν σπουδαιοτάτην οἴεται εἶναι, εἰ μὴ τὸ ἄριστον τῶν ἐν τῷ κόσμῳ ἄνθρωπός ἐστιν. εἰ δὴ ὑγιεινὸν μὲν καὶ ἀγαθὸν ἕτερον ἀνθρώποις καὶ ἰχθύσι, τὸ δὲ λευκὸν καὶ εὐθὺ ταὐτὸν ἀεί, καὶ τὸ σοφὸν ταὐτὸ πάντες ἂν εἴποιεν, φρόνιμον δὲ ἕτερον· τὰ γὰρ περὶ αὑτὸ ἕκαστα τὸ εὖ θεωροῦν φησὶν εἶναι φρόνιμον, καὶ τούτῳ ἐπιτρέψει αὐτά. διὸ καὶ τῶν θηρίων ἔνια φρόνιμά φασιν εἶναι, ὅσα περὶ τὸν αὑτῶν βίον ἔχοντα φαίνεται δύναμιν προνοητικήν. φανερὸν δὲ καὶ ὅτι οὐκ ἂν εἴη ἡ σοφία καὶ ἡ πολιτικὴ ἡ αὐτή· εἰ γὰρ τὴν περὶ τὰ ὠφέλιμα τὰ αὑτοῖς ἐροῦσι σοφίαν, πολλαὶ ἔσονται σοφίαι· οὐ γὰρ μία περὶ τὸ ἁπάντων ἀγαθὸν τῶν ζῴων, ἀλλ᾽ ἑτέρα περὶ ἕκαστον, εἰ μὴ καὶ ἰατρικὴ μία περὶ πάντων τῶν ὄντων. εἰ δ᾽ ὅτι βέλτιστον ἄνθρωπος τῶν ἄλλων ζῴων, οὐδὲν διαφέρει· καὶ γὰρ ἀνθρώπου ἄλλα πολὺ
[1141b] θειότερα τὴν φύσιν, οἷον φανερώτατά γε ἐξ ὧν ὁ κόσμος συνέστηκεν. ἐκ δὴ τῶν εἰρημένων δῆλον ὅτι ἡ σοφία ἐστὶ καὶ ἐπιστήμη καὶ νοῦς τῶν τιμιωτάτων τῇ φύσει. διὸ Ἀναξαγόραν καὶ Θαλῆν καὶ τοὺς τοιούτους σοφοὺς μὲν φρονίμους δ᾽ οὔ φασιν εἶναι, ὅταν ἴδωσιν ἀγνοοῦντας τὰ συμφέροντα ἑαυτοῖς, καὶ περιττὰ μὲν καὶ θαυμαστὰ καὶ χαλεπὰ καὶ δαιμόνια εἰδέναι αὐτούς φασιν, ἄχρηστα δ᾽, ὅτι οὐ τὰ ἀνθρώπινα ἀγαθὰ ζητοῦσιν.
Ἡ δὲ φρόνησις περὶ τὰ ἀνθρώπινα καὶ περὶ ὧν ἔστι βουλεύσασθαι· τοῦ γὰρ φρονίμου μάλιστα τοῦτ᾽ ἔργον εἶναί φαμεν, τὸ εὖ βουλεύεσθαι, βουλεύεται δ᾽ οὐδεὶς περὶ τῶν ἀδυνάτων ἄλλως ἔχειν, οὐδ᾽ ὅσων μὴ τέλος τι ἔστι, καὶ τοῦτο πρακτὸν ἀγαθόν. ὁ δ᾽ ἁπλῶς εὔβουλος ὁ τοῦ ἀρίστου ἀνθρώπῳ τῶν πρακτῶν στοχαστικὸς κατὰ τὸν λογισμόν. οὐδ᾽ ἐστὶν ἡ φρόνησις τῶν καθόλου μόνον, ἀλλὰ δεῖ καὶ τὰ καθ᾽ ἕκαστα γνωρίζειν· πρακτικὴ γάρ, ἡ δὲ πρᾶξις περὶ τὰ καθ᾽ ἕκαστα. διὸ καὶ ἔνιοι οὐκ εἰδότες ἑτέρων εἰδότων πρακτικώτεροι, καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις οἱ ἔμπειροι· εἰ γὰρ εἰδείη ὅτι τὰ κοῦφα εὔπεπτα κρέα καὶ ὑγιεινά, ποῖα δὲ κοῦφα ἀγνοοῖ, οὐ ποιήσει ὑγίειαν, ἀλλ᾽ ὁ εἰδὼς ὅτι τὰ ὀρνίθεια κοῦφα καὶ ὑγιεινὰ ποιήσει μᾶλλον. ἡ δὲ φρόνησις πρακτική· ὥστε δεῖ ἄμφω ἔχειν, ἢ ταύτην μᾶλλον. εἴη δ᾽ ἄν τις καὶ ἐνταῦθα ἀρχιτεκτονική.
***
[7] Τη σοφία τώρα: Στις τέχνες την αποδίδουμε στους πιο τέλειους εκπροσώπους τους· τον Φειδία π. χ. τον λέμε σοφό γλύπτη και τον Πολύκλειτο σοφό αγαλματοποιό, μη δηλώνοντας με τη σοφία τίποτε άλλο στις περιπτώσεις αυτές παρά μόνο την τελειότητα της τέχνης τους. Από την άλλη όμως θεωρούμε ότι κάποιοι άνθρωποι είναι γενικά σοφοί, όχι σοφοί σε έναν επιμέρους τομέα ή «σε κάτι άλλο», όπως λέει και ο Όμηρος στον
Μαργίτη του:
Ούτε σκαφτιά ούτε γεωργό τον κάναν οι θεοί κι ούτε σοφό σε κάτι άλλο.
Είναι έτσι φανερό ότι η φιλοσοφία πρέπει να είναι η πιο τέλεια μορφή γνώσης. Ο σοφός, επομένως, πρέπει όχι μόνο να γνωρίζει αυτά που προκύπτουν από τις καθολικές αρχές, αλλά και να κατέχει και να λέει την αλήθεια γι᾽ αυτές. Συνάγεται έτσι ότι η φιλοσοφία πρέπει να είναι διανοητική αντίληψη και μαζί επιστημονική γνώση, επιστημονική γνώση των πιο αξιόλογων και των πιο πολύτιμων πραγμάτων στην πιο τέλεια μορφή της. Γιατί θα ήταν πολύ παράξενο να θεωρούσαμε ότι η ύψιστη γνώση είναι η πολιτική ή η φρόνηση, αφού ο άνθρωπος δεν είναι ό,τι καλύτερο υπάρχει στο σύμπαν. Αν λοιπόν το «υγιεινό» και το «καλό» είναι άλλο για τους ανθρώπους και άλλο για τα ψάρια, το «λευκό» όμως και το «ευθύ» έχουν πάντοτε την ίδια σημασία, όλοι θα έλεγαν ότι η φιλοσοφική σοφία είναι πάντοτε η ίδια, η φρόνηση όμως είναι τώρα αυτό και ύστερα ένα άλλο πράγμα. Γιατί φρόνιμο λέει κανείς ότι είναι αυτό που σκέφτεται και μελετάει καλά τα επιμέρους θέματα που σχετίζονται με το ίδιο, — και είναι γι᾽ αυτό πρόθυμος κανείς να εμπιστευθεί σ᾽ αυτό τα δικά του επιμέρους θέματα. Αυτός είναι ο λόγος που οι άνθρωποι λένε ότι φρόνηση έχουν και κάποια ζώα, αυτά δηλαδή που είναι φανερό ότι έχουν κάποια προβλεπτική ικανότητα για τη διαφύλαξη της ζωής τους. Είναι επίσης φανερό ότι η φιλοσοφική σοφία και η πολιτική τέχνη δεν μπορεί να είναι το ίδιο πράγμα· γιατί αν θα χαρακτήριζε κανείς φιλοσοφική σοφία την ικανότητα ενός ανθρώπου να αντιλαμβάνεται και να υπηρετεί τα δικά του συμφέροντα, τότε θα υπήρχαν πολλές μορφές φιλοσοφικής σοφίας: δεν υπάρχει μόνο μία επιστήμη για το καλό όλων συνολικά των ζώων, αλλά διαφορετική για το κάθε ξεχωριστό είδος — εκτός και αν υπάρχει μία μόνο ιατρική για όλα τα όντα! Και αν θελήσει κανείς να πει ότι ο άνθρωπος είναι ανώτερος από όλα τα άλλα ζώα, το επιχείρημα είναι άνευ σημασίας, γιατί υπάρχουν άλλα όντα, που η φύση τους είναι πολύ
[1141b] πιο θεϊκή από τη φύση του ανθρώπου· τέτοια είναι επιπαραδείγματι —για να αρκεστούμε στα πιο φανερά— αυτά από τα οποία έχει συσταθεί το σύμπαν.
Από όσα λοιπόν έχουμε πει έγινε πια φανερό ότι η φιλοσοφική σοφία είναι και επιστημονική γνώση και διανοητική αντίληψη των πιο αξιόλογων και των πιο πολύτιμων από την άποψη της φύσης τους πραγμάτων. Αυτός είναι ο λόγος που τον Αναξαγόρα, τον Θαλή και τους όμοιούς τους οι άνθρωποι τους λένε σοφούς, όχι όμως φρόνιμους, αφού τους βλέπουν να μην ξέρουν τί είναι συμφέρον για τον εαυτό τους· λένε δηλαδή γι᾽ αυτούς ότι ξέρουν πράγματα μοναδικά, θαυμαστά, δυσνόητα και θεϊκά, που είναι όμως άχρηστα — με το νόημα ότι δεν ψάχνουν να βρουν τί είναι αυτό που λέμε «καλό για τον άνθρωπο».
Η φρόνηση, από την άλλη, ασχολείται με τα ανθρώπινα πράγματα και με πράγματα που μπορούν να είναι αντικείμενο σκέψης· γιατί αυτό λέμε ότι είναι —περισσότερο από οτιδήποτε άλλο— το έργο του φρόνιμου ανθρώπου: να σκέφτεται σωστά· κανένας όμως δεν σκέφτεται για πράγματα που δεν υπόκεινται σε μεταβολή, ούτε για πράγματα που δεν έχουν κάποιο
τέλος, ένα
τέλος που να είναι ένα αγαθό επιτεύξιμο με τις πράξεις του ανθρώπου. «Άνθρωπος που σκέφτεται σωστά» είναι γενικά αυτός που, με οδηγό του τους κανόνες της λογικής, βάζει ως στόχο του το καλύτερο για τον άνθρωπο από όσα μπορούν να επιτευχθούν με τις πράξεις. Η φρόνηση, επίσης, δεν έχει ως αντικείμενό της μόνο το γενικό/καθολικό· πρέπει να γνωρίζει και τα επιμέρους, αφού έχει να κάνει με τις πράξεις, και αυτές με επιμέρους περιπτώσεις. Αυτός είναι ο λόγος που κάποιοι που δεν γνωρίζουν τα γενικά/καθολικά είναι πιο επιδέξιοι στην πράξη από αυτούς που τα γνωρίζουν — και σε όλες γενικά τις υπόλοιπες περιοχές οι έμπειροι· γιατί αν ένας άνθρωπος γνωρίζει ότι τα ελαφριά κρέατα είναι ευκολοχώνευτα και υγιεινά, αγνοεί όμως ποιά κρέατα είναι ελαφριά, ο άνθρωπος αυτός δεν πρόκειται να κάνει τίποτε καλό για την υγεία του· αντίθετα, αυτός που γνωρίζει ότι τα κρέατα των πουλιών είναι ελαφριά και άρα υγιεινά, αυτός θα βοηθήσει περισσότερο από τον άλλον την υγεία του. Η φρόνηση, τώρα, έχει να κάνει με τις πράξεις· συνεπώς πρέπει κανείς να τις έχει και τις δύο, ή σε μεγαλύτερο βαθμό τη δεύτερη. Ωστόσο πρέπει και σ᾽ αυτήν την περίπτωση να υπάρχει η διάκριση μεταξύ υπερ-κείμενης και υπο-κείμενης.