Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2017

ΡΗΤΟΡΙΚΗ: ΑΙΣΧΙΝΗΣ - Κατὰ Κτησιφῶντος (213-227)

Σχετική εικόνα[213] Περὶ δὲ Κτησιφῶντος τοῦ γράψαντος τὴν γνώμην βραχέα βούλομαι εἰπεῖν, τὰ δὲ πολλὰ ὑπερβήσομαι, ἵνα καὶ πεῖραν λάβω εἰ δύνασθε τοὺς σφόδρα πονηρούς, κἂν μή τις προείπῃ, διαγιγνώσκειν. Ὃ δ᾽ ἐστὶ κοινὸν καὶ δίκαιον κατ᾽ ἀμφοτέρων αὐτῶν ἀπαγγεῖλαι πρὸς ὑμᾶς, τοῦτ᾽ ἐρῶ. Περιέρχονται γὰρ τὴν ἀγορὰν ἀληθεῖς κατ᾽ ἀλλήλων ἔχοντες δόξας καὶ λόγους οὐ ψευδεῖς λέγοντες.

[214] Ὁ μὲν γὰρ Κτησιφῶν οὐ τὸ καθ᾽ ἑαυτόν φησι φοβεῖσθαι, ἐλπίζειν γὰρ δόξειν ἰδιώτης εἶναι, ἀλλὰ τὴν τοῦ Δημοσθένους ἐν τῇ πολιτείᾳ δωροδοκίαν φησὶ φοβεῖσθαι καὶ τὴν ἐμπληξίαν καὶ δειλίαν ὁ δὲ Δημοσθένης εἰς αὑτὸν μὲν ἀποβλέπων θαρρεῖν φησιν, τὴν δὲ τοῦ Κτησιφῶντος πονηρίαν καὶ πορνοβοσκίαν ἰσχυρῶς δεδιέναι. Τοὺς δὴ κατεγνωκότας ἀλλήλων μηδαμῶς ὑμεῖς οἱ κοινοὶ κριταὶ τῶν ἐγκλημάτων ἀπολύσητε.

[215] Περὶ δὲ τῶν εἰς ἐμαυτὸν λοιδοριῶν βραχέα βούλομαι προειπεῖν. Πυνθάνομαι γὰρ λέξειν Δημοσθένην ὡς ἡ πόλις ὑπ᾽ αὐτοῦ μὲν ὠφέληται πολλά, ὑπ᾽ ἐμοῦ δὲ καταβέβλαπται, καὶ τὸν Φίλιππον καὶ τὸν Ἀλέξανδρον καὶ τὰς ἀπὸ τούτων αἰτίας ἀνοίσειν ἐπ᾽ ἐμέ. Οὕτω γάρ ἐστιν ὡς ἔοικε δεινὸς δημιουργὸς λόγων ὥστε οὐκ ἀποχρῇ αὐτῷ εἴ τι πεπολίτευμαι παρ᾽ ὑμῖν ἐγώ, ἢ εἴ τινας δημηγορίας εἴρηκα, τούτων κατηγορεῖν,

[216] ἀλλὰ καὶ τὴν ἡσυχίαν αὐτὴν τοῦ βίου διαβάλλει καὶ τῆς σιωπῆς μου κατηγορεῖ, ἵνα μηδεὶς αὐτῷ τόπος ἀσυκοφάντητος παραλείπηται, καὶ τὰς ἐν τοῖς γυμνασίοις μετὰ τῶν νεωτέρων μου διατριβὰς καταμέμφεται, καὶ κατὰ τῆσδε τῆς κρίσεως εὐθὺς ἀρχόμενος τοῦ λόγου φέρει τινὰ αἰτίαν, λέγων ὡς ἐγὼ τὴν γραφὴν οὐχ ὑπὲρ τῆς πόλεως ἐγραψάμην, ἀλλ᾽ ἐνδεικνύμενος Ἀλεξάνδρῳ διὰ τὴν πρὸς αὐτὸν ἔχθραν.

[217] Καὶ νὴ Δί᾽ ὡς ἐγὼ πυνθάνομαι, μέλλει με ἀνερωτᾶν διὰ τί τὸ μὲν κεφάλαιον αὐτοῦ τῆς πολιτείας ψέγω, τὰ δὲ καθ᾽ ἕκαστον οὐκ ἐκώλυον οὐδ᾽ ἐγραφόμην ἀλλὰ διαλείπων καὶ πρὸς πολιτείαν οὐ πυκνὰ προσιὼν ἀπήνεγκα τὴν γραφήν. Ἐγὼ δὲ οὔτε τὰς Δημοσθένους διατριβὰς ἐζήλωκα, οὔτ᾽ ἐπὶ ταῖς ἐμαυτοῦ αἰσχύνομαι, οὔτε τοὺς εἰρημένους ἐν ὑμῖν λόγους ἐμαυτῷ ἀρρήτους εἶναι βουλοίμην, οὔτε τὰ αὐτὰ τούτῳ δημηγορήσας ἐδεξάμην ἂν ζῆν.

[218] Τὴν δ᾽ ἐμὴν σιωπήν, ὦ Δημόσθενες, ἡ τοῦ βίου μετριότης παρεσκεύασεν· ἀρκεῖ γάρ μοι μικρά, καὶ μειζόνων αἰσχρῶς οὐκ ἐπιθυμῶ, ὥστε καὶ σιγῶ καὶ λέγω βουλευσάμενος, ἀλλ᾽ οὐκ ἀναγκαζόμενος ὑπὸ τῆς ἐν τῇ φύσει δαπάνης. Σὺ δ᾽ οἶμαι λαβὼν μὲν σεσίγηκας, ἀναλώσας δὲ κέκραγας· λέγεις δὲ οὐχ ὅταν σοι δοκῇ οὐδ᾽ ἃ βούλει, ἀλλ᾽ ὅταν οἱ μισθοδόται σοι προστάττωσιν· οὐκ αἰσχύνῃ δὲ ἀλαζονευόμενος ἃ παραχρῆμα ἐξελέγχῃ ψευδόμενος.

[219] Ἀπηνέχθη γὰρ ἡ κατὰ τοῦδε τοῦ ψηφίσματος γραφή, ἣν οὐχ ὑπὲρ τῆς πόλεως, ἀλλ᾽ ὑπὲρ τῆς πρὸς Ἀλέξανδρον ἐνδείξεώς με φῂς ἀπενεγκεῖν, ἔτι Φιλίππου ζῶντος, πρὶν Ἀλέξανδρον εἰς τὴν ἀρχὴν καταστῆναι, οὔπω σοῦ τὸ περὶ Παυσανίαν ἐνύπνιον ἑωρακότος, οὐδὲ πρὸς τὴν Ἀθηνᾶν καὶ τὴν Ἥραν νύκτωρ διειλεγμένου. Πῶς ἂν οὖν ἐγὼ προενεδεικνύμην Ἀλεξάνδρῳ; εἴ γε μὴ ταὐτὸν ἐνύπνιον ἐγὼ καὶ Δημοσθένης εἴδομεν.

[220] Ἐπιτιμᾷς δέ μοι εἰ μὴ συνεχῶς, ἀλλὰ διαλείπων πρὸς τὸν δῆμον προσέρχομαι, καὶ τὴν ἀξίωσιν ταύτην οἴει λανθάνειν μεταφέρων οὐκ ἐκ δημοκρατίας, ἀλλ᾽ ἐξ ἑτέρας πολιτείας. Ἐν μὲν γὰρ ταῖς ὀλιγαρχίαις οὐχ ὁ βουλόμενος, ἀλλ᾽ ὁ δυναστεύων δημηγορεῖ, ἐν δὲ ταῖς δημοκρατίαις ὁ βουλόμενος καὶ ὅταν αὐτῷ δοκῇ. Καὶ τὸ μὲν διὰ χρόνου λέγειν σημεῖόν ἐστιν ἐπὶ τῶν καιρῶν καὶ τοῦ συμφέροντος ἀνδρὸς πολιτευομένου, τὸ δὲ μηδεμίαν παραλείπειν ἡμέραν ἐργαζομένου καὶ μισθαρνοῦντος.

[221] Ὑπὲρ δὲ τοῦ μήπω κεκρίσθαι ὑπ᾽ ἐμοῦ, μηδὲ τῶν ἀδικημάτων τιμωρίαν ὑποσχεῖν, ὅταν καταφεύγῃς ἐπὶ τοὺς τοιούτους λόγους, ἢ τοὺς ἀκούοντας ἐπιλήσμονας ὑπολαμβάνεις, ἢ σαυτὸν παραλογίζῃ. Τὰ μὲν γὰρ περὶ τοὺς Ἀμφισσέας ἠσεβημένα σοι καὶ τὰ περὶ τὴν Εὔβοιαν δωροδοκηθέντα, χρόνων ἐγγεγενημένων ἐν οἷς ὑπ᾽ ἐμοῦ φανερῶς ἐξηλέγχου, ἴσως ἐλπίζεις τὸν δῆμον ἀμνημονεῖν·

[222] τὰ δὲ περὶ τὰς τριήρεις καὶ τοὺς τριηράρχους ἁρπάγματα τίς ἂν ἀποκρύψαι χρόνος δύναιτ᾽ ἄν, ὅτε νομοθετήσας περὶ τῶν τριακοσίων, καὶ σαυτὸν πείσας Ἀθηναίους ἐπιστάτην τάξαι τοῦ ναυτικοῦ, ἐξηλέγχθης ὑπ᾽ ἐμοῦ ἑξήκοντα καὶ πέντε νεῶν ταχυναυτουσῶν τριηράρχους ὑφῃρημένος, πλέον τῆς πόλεως ἀφανίζων ναυτικὸν ἢ ὅτε Ἀθηναῖοι τὴν ἐν Νάξῳ ναυμαχίαν Λακεδαιμονίους καὶ Πόλλιν ἐνίκησαν;

[223] οὕτω δὲ ταῖς αἰτίαις ἐνέφραξας τὰς κατὰ σαυτοῦ τιμωρίας ὥστε τὸν κίνδυνον εἶναι μὴ σοὶ τῷ ἀδικήσαντι, ἀλλὰ τοῖς ἐπεξιοῦσι, πολὺν μὲν τὸν Ἀλέξανδρον καὶ τὸν Φίλιππον ἐν ταῖς διαβολαῖς φέρων, αἰτιώμενος δέ τινας ἐμποδίζειν τοὺς τῆς πόλεως καιρούς, ἀεὶ τὸ παρὸν λυμαινόμενος, τὸ δὲ μέλλον κατεπαγγελλόμενος. Οὐ τὸ τελευταῖον εἰσαγγέλλεσθαι μέλλων ὑπ᾽ ἐμοῦ, τὴν Ἀναξίνου σύλληψιν τοῦ Ὠρείτου κατεσκεύασας, τοῦ τὰ ἀγοράσματα Ὀλυμπιάδι ἀγοράζοντος;

[224] καὶ τὸν αὐτὸν ἄνδρα δὶς στρεβλώσας τῇ σαυτοῦ χειρί, ἔγραψας αὐτὸν θανάτῳ ζημιῶσαι, καὶ παρὰ τῷ αὐτῷ ἐν Ὠρεῷ κατήγου, καὶ ἀπὸ τῆς αὐτῆς τραπέζης ἔφαγες καὶ ἔπιες καὶ ἔσπεισας, καὶ τὴν δεξιὰν ἐνέβαλες ἄνδρα φίλον καὶ ξένον ποιούμενος, καὶ τοῦτον ἀπέκτεινας, καὶ περὶ τούτων ἐν ἅπασιν Ἀθηναίοις ἐξελεγχθεὶς ὑπ᾽ ἐμοῦ καὶ κληθεὶς ξενοκτόνος, οὐ τὸ ἀσέβημα ἠρνήσω, ἀλλ᾽ ἀπεκρίνω, ἐφ᾽ ᾧ ἀνεβόησεν ὁ δῆμος καὶ ὅσοι ξένοι περιέστασαν τὴν ἐκκλησίαν· ἔφησθα γὰρ τοὺς τῆς πόλεως ἅλας περὶ πλείονος ποιήσασθαι τῆς ξενικῆς τραπέζης.

[225] Ἐπιστολὰς δὲ σιγῶ ψευδεῖς καὶ κατασκόπων συλλήψεις καὶ βασάνους ἐπ᾽ αἰτίαις ἀγενήτοις, ὡς ἐμοῦ μετά τινων ἐν τῇ πόλει νεωτερίζειν βουλομένου. Ἔπειτα ἐπερωτᾶν με, ὡς ἐγὼ πυνθάνομαι, μέλλει τίς ἂν εἴη τοιοῦτος ἰατρός, ὅστις τῷ νοσοῦντι μεταξὺ μὲν ἀσθενοῦντι μηδὲν συμβουλεύοι, τελευτήσαντος δὲ ἐλθὼν εἰς τὰ ἔνατα διεξίοι πρὸς τοὺς οἰκείους, ἃ ἐπιτηδεύσας ὑγιὴς ἂν ἐγένετο.

[226] Σαυτὸν δ᾽ οὐκ ἀντερωτᾷς τίς ἂν εἴη δημαγωγὸς τοιοῦτος ὅστις τὸν μὲν δῆμον θωπεῦσαι δύναιτο, τοὺς δὲ καιρούς, ἐν οἷς ἦν σῴζεσθαι τὴν πόλιν, ἀποδοῖτο, τοὺς δ᾽ εὖ φρονοῦντας κωλύοι διαβάλλων συμβουλεύειν, ἀποδρὰς δ᾽ ἐκ τῶν κινδύνων καὶ τὴν πόλιν ἀνηκέστοις συμφοραῖς περιβαλὼν ἀξιοίη στεφανοῦσθαι ἐπ᾽ ἀρετῇ, ἀγαθὸν μὲν πεποιηκὼς μηδέν, πάντων δὲ τῶν κακῶν αἴτιος γεγονώς, ἐπερωτῴη δὲ τοὺς συκοφαντηθέντας ἐκ τῆς πολιτείας ἐπ᾽ ἐκείνων τῶν καιρῶν ὅτ᾽ ἐνῆν σῴζεσθαι, διὰ τί αὐτὸν οὐκ ἐκώλυσαν ἐξαμαρτάνειν,

[227] ἀποκρύπτοιτο δὲ τὸ πάντων τελευταῖον, ὅτι τῆς μάχης ἐπιγενομένης οὐκ ἐσχολάζομεν περὶ τὴν σὴν εἶναι τιμωρίαν, ἀλλ᾽ ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τῆς πόλεως ἐπρεσβεύομεν. Ἐπειδὴ δὲ οὐκ ἀπέχρη σοι δίκην μὴ δεδωκέναι, ἀλλὰ καὶ δωρεὰς αἰτεῖς, καταγέλαστον ἐν τοῖς Ἕλλησι τὴν πόλιν ποιῶν, ἐνταῦθ᾽ ἐνέστην καὶ τὴν γραφὴν ἀπήνεγκα.

***
[213] Τώρα επιθυμώ να πω λίγα για τον Κτησιφώντα, τον εισηγητή της πρότασης. Θα παραλείψω τα περισσότερα, για να δοκιμάσω αν μπορείτε να ξεχωρίσετε τους κακοηθέστατους ανθρώπους, και αν ακόμη δεν σας πει εκ των προτέρων κανένας τίποτε γι᾽ αυτούς. Θα πω μόνο ό,τι αφορά σε αυτούς τους δύο και δικαιούμαι να σας το αναφέρω. Πηγαίνουν λοιπόν πέρα δώθε στην αγορά, έχοντας ο ένας για τον άλλον γνώμες πραγματικές και λέγοντας λόγια που αποδίδουν την αλήθεια.

[214] Ο Κτησιφών λοιπόν υποστηρίζει ότι δεν φοβάται για τον εαυτό του —υπολογίζει πως θα θεωρηθεί απλός πολίτης—· εκείνο που τον ανησυχεί, λέει, είναι η διαφθορά του Δημοσθένη κατά την άσκηση της πολιτικής του, η αστάθεια και η δειλία του. Ο Δημοσθένης, εξάλλου, λέει πως, σε ό,τι αφορά στον ίδιο, είναι αισιόδοξος· εκείνο όμως που τον ανησυχεί πολύ είναι η κακοήθεια του Κτησιφώντα και η σχέση του με τα πορνεία. Αυτούς λοιπόν που έχουν καταδικάσει ο ένας τον άλλον μην τους απαλλάξετε με κανέναν τρόπο για τα αδικήματά τους, εσείς οι κοινοί κριτές των δύο.

[215] Επιθυμώ επίσης να πω λίγα και για τις εναντίον μου κακολογίες. Μαθαίνω δηλαδή πως θα πει ο Δημοσθένης ότι η πόλη έχει ωφεληθεί πολύ από αυτόν, ενώ από εμένα, αντίθετα, έχει βλαφθεί φοβερά. Θα φορτώσει σ᾽ εμένα και τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο και τα αδικήματα που προέρχονται από αυτούς. Είναι, καθώς φαίνεται, τόσο φοβερός τεχνίτης του λόγου, ώστε δεν του αρκεί να με κατηγορεί για ό,τι έχω κάνει ή έχω πει ως πολιτικός εδώ ανάμεσα σε σας,

[216] αλλά συκοφαντεί και την ίδια την προσωπική μου γαλήνη και κατηγορεί ακόμη και τη σιωπή μου, προκειμένου να μη μείνει τίποτε που να μη συκοφαντηθεί από αυτόν. Κατακρίνει ακόμη και τις συναναστροφές μου με νεοτέρους στα γυμναστήρια και, με το που θα αρχίσει την ομιλία του, θα καταφερθεί εναντίον της σημερινής δίκης, ισχυριζόμενος ότι έκανα την καταγγελία όχι για χάρη της πόλης αλλά για επίδειξη αφοσίωσης προς τον Αλέξανδρο, λόγω του μίσους του προς τον Δημοσθένη.

[217] Και, μα τον Δία, ετοιμάζεται, όπως μαθαίνω, να με ρωτήσει γιατί κατηγορώ συνολικά την πολιτική του και δεν προσπαθούσα να εμποδίσω καθεμιά πράξη του χωριστά ούτε και να τον καταγγείλω, αλλά έκανα την καταγγελία αφήνοντας να περάσει καιρός και χωρίς συχνή επαφή με την πολιτική. Εγώ όμως ούτε τις δραστηριότητες του Δημοσθένη έχω ζηλέψει ούτε ντρέπομαι για τις δικές μου ούτε θα επιθυμούσα να μην είχαν ειπωθεί από εμένα οι λόγοι που έχουν λεχθεί ενώπιόν σας ούτε θα δεχόμουν να ζω, αν είχα υποστηρίξει δημοσίως τα ίδια με τον Δημοσθένη.

[218] Όσο για τη σιωπή μου, Δημοσθένη, είναι αποτέλεσμα της απλότητας της ζωής μου· γιατί μου αρκούν τα μικρά· δεν επιθυμώ τα μεγαλύτερα με αισχρά μέσα· γι᾽ αυτό, είτε σιωπώ είτε μιλώ, το κάνω ύστερα από σκέψη και όχι από την πίεση της ανάγκης του άσωτου χαρακτήρα μου. Εσύ, νομίζω, σιωπάς όταν τα αρπάζεις, φωνάζεις όταν τα ξοδεύεις· μιλάς, όχι όταν εσύ κρίνεις ούτε και όταν επιθυμείς, αλλ᾽ όταν σε προστάζουν οι χρηματοδότες σου, κα δεν ντρέπεσαι να λες με κομπασμό όσα την ίδια στιγμή θα αποδειχτεί ότι είναι ψέματα.

[219] Γιατί η καταγγελία εναντίον αυτού εδώ του ψηφίσματος, που εσύ ισχυρίζεσαι ότι υπέβαλα όχι για χάρη της πόλης αλλά ως ένδειξη εύνοιας προς τον Αλέξανδρο, είχε γίνει ενώ ζούσε ακόμη ο Φίλιππος, πριν ανεβεί στον θρόνο ο Αλέξανδρος, πριν ακόμη δεις εσύ το όνειρο με τον Παυσανία ούτε και είχες μιλήσει τη νύχτα με την Αθηνά και την Ήρα. Πώς λοιπόν θα μπορούσα να κάνω επίδειξη εύνοιας προς τον Αλέξανδρο, όταν την εξουσία είχε ο Φίλιππος; Εκτός, βέβαια, αν εγώ και ο Δημοσθένης είδαμε το ίδιο όνειρο.

[220] Με κατακρίνεις ακόμη που δεν εμφανίζομαι συνεχώς στον λαό αλλά κατά διαστήματα και φαντάζεσαι ότι δεν γίνεται φανερό πως την αξίωσή σου αυτή την αντιγράφεις όχι από το δημοκρατικό αλλά από άλλο πολίτευμα. Γιατί στα ολιγαρχικά πολιτεύματα δεν μιλάει δημόσια όποιος θέλει αλλά ο δυνάστης, ενώ στα δημοκρατικά απευθύνεται στον λαό όποιος θέλει και όταν αυτός το αποφασίσει. Και το να μιλάει κανείς κατά διαστήματα είναι χαρακτηριστικό πολιτικού ανδρός που πολιτεύεται με βάση τις περιστάσεις και το συμφέρον της πόλης· όταν όμως δεν παραλείπει ούτε και μιαν ημέρα χωρίς να μιλήσει, αυτό σημαίνει ότι είναι επαγγελματίας πολιτικός και αμειβόμενος.

[221] Όσο για το ότι δεν σε έχω κρίνει για τις πράξεις σου και δεν έχεις τιμωρηθεί για τα αδικήματά σου, όταν καταφεύγεις σε τέτοια επιχειρήματα, ή θεωρείς τους ακροατές επιλήσμονες ή εξαπατάς τον εαυτό σου. Γιατί τις ασεβείς πράξεις σου στην περίπτωση των Αμφισσέων και τον χρηματισμό σου στην τακτική έναντι της Εύβοιας ίσως ελπίζεις ότι ο λαός τα έχει ξεχάσει, επειδή έχει μεσολαβήσει πολύς καιρός από τότε που σε είχα βγάλει στη φόρα.

[222] Ποιος χρόνος όμως θα μπορούσε να κρύψει τη μείωση του αριθμού των τριήρεων και των τριηράρχων, όταν θέσπισες νόμο να φορολογούνται τριακόσιοι μόνο πολίτες και έπεισες τους Αθηναίους να σε διορίσουν επιστάτη του ναυτικού; Εγώ τότε αποκάλυψα ότι είχες υφαρπάξει από εξήντα πέντε γοργοτάξιδα πολεμικά σκάφη τους τριηράρχους, αφανίζοντας με αυτό τον τρόπο μεγαλύτερη ναυτική δύναμη της πόλης από εκείνη που είχαν οι Αθηναίοι, όταν νίκησαν τους Λακεδαιμονίους και τον Πόλλη στη Νάξο.

[223] Και με τις κατηγορίες σου κατάφερες να σταματήσεις τόσο καλά τη δυνατότητα να σε τιμωρήσει κανείς, ώστε να μην κινδυνεύεις εσύ που αδίκησες αλλά οι κατήγοροί σου. Έλεγες ένα σωρό ασύστολα ψεύδη εναντίον του Αλέξανδρου και του Φιλίππου· κατηγορούσες μερικούς ότι εμπόδιζαν την πόλη να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες της, καταστρέφοντας συνεχώς το παρόν και δίνοντας ένα σωρό υποσχέσεις για το μέλλον. Τώρα τελευταία μάλιστα, όταν ήμουν έτοιμος να σε καταγγείλω, δεν οργάνωσες τη σύλληψη του Ανάξινου από τον Ωρεό, ενώ έκανε στην αγορά τα ψώνια για την Ολυμπιάδα;

[224] Τον ίδιο αυτόν άνθρωπο βασάνισες δυο φορές με τα χέρια σου και πρότεινες να τον καταδικάσουν σε θάνατο. Και όμως, στον Ωρεό φιλοξενήθηκες στο σπίτι του, έφαγες, ήπιες και έκανες σπονδές στο ίδιο τραπέζι μαζί του, του έδωσες το χέρι και δημιούργησες μαζί του δεσμούς φιλίας και φιλοξενίας· και όμως, αυτόν τον σκότωσες. Και όταν σε έλεγξα γι᾽ αυτά και σε αποκάλεσα φονιά του φίλου και οικοδεσπότη σου, δεν αρνήθηκες τη μιαρή πράξη σου, αλλά έδωσες τέτοιαν απάντηση που ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυρίας από τον λαό και από όσους ξένους βρίσκονταν στη συνέλευση. Είπες δηλαδή ότι θεωρούσες το αλάτι της πόλης σημαντικότερο από το τραπέζι του ξένου οικοδεσπότη σου.

[225] Δεν αναφέρω τις πλαστές επιστολές, τις συλλήψεις κατασκόπων και τα βασανιστήρια για ανύπαρκτες κατηγορίες, ότι τάχα εγώ με μερικούς άλλους επιθυμούσατε πραξικόπημα στην πόλη. Ακόμη, σκοπεύει, όπως μαθαίνω, να με ρωτήσει τι σόι γιατρός θα μπορούσε να είναι εκείνος που δεν δίνει στον άρρωστο καμιά συμβουλή όσο κρατάει η αρρώστια του, αλλά, όταν πεθάνει, έρχεται στα εννιάμερα και λέει στους συγγενείς του νεκρού ποια αγωγή, αν ακολουθούσε, θα γινόταν καλά.

[226] Δεν ρωτάς όμως και τον εαυτό σου τί αρχηγός του λαού θα ήταν αυτός που μπορεί να χαϊδεύει τον λαό, που πουλάει τις ευκαιρίες κατά τις οποίες θα μπορούσε να σωθεί η πόλη, που εμποδίζει με συκοφαντίες τους συνετούς πολίτες να συμβουλεύουν, και ύστερα, λιποτακτώντας την ώρα του κινδύνου και ρίχνοντας την πόλη σε αγιάτρευτες συμφορές, έχει την αξίωση να στεφανωθεί για την αρετή του, ενώ όχι μόνο δεν έχει κάνει κανένα καλό, αλλά και ήταν υπεύθυνος για όλα τα κακά· και ρωτάει στη συνέχεια αυτούς που με τις συκοφαντίες του έμειναν έξω από την πολιτική, τότε που οι περιστάσεις επέτρεπαν τη σωτηρία της πόλης, γιατί δεν τον εμπόδισαν να διαπράξει σφάλματα·

[227] έκρυβε το τελευταίο από όλα, ότι συνέπεσε να γίνει η μάχη στη Χαιρώνεια και δεν είχαμε χρόνο να ασχοληθούμε με την τιμωρία σου, αλλά πήγαμε ως αντιπρόσωποι στον Φίλιππο για τη σωτηρία της πόλης. Επειδή όμως δεν σου ήταν αρκετό που δεν έχεις τιμωρηθεί, αλλά απαιτείς από πάνω και τιμές, γελοιοποιώντας την πόλη στα μάτια των Ελλήνων, γι᾽ αυτό και εγώ έκανα την ένσταση και υπέβαλα την μήνυση.

Το γυμνό στην Κλασική Ελλάδα

Στο βιβλίο του «Το γυμνό» (The Nude) ο Κέννεθ Κλαρκ λέει ότι το Γυμνό στην τέχνη δεν είναι ένα θέμα τέχνης, αλλά μια μορφή τέχνης. Μια μορφή τέχνης που γεννήθηκε ή εφευρέθηκε από τους Έλληνες τον 5ο αιώνα π.Χ.. «Μόνο σε χώρες που βρέχονται από τη Μεσόγειο», συνεχίζει, «το γυμνό βρίσκεται στο φυσικό του χώρο». Και δεν έχει άδικο· σε ένα ψυχρό κλίμα το γυμνό φαίνεται αφύσικο.
 
Αν και το γυμνό ανθρώπινο σώμα θεωρείται γενικά ευχάριστο θέαμα, ο στόχος του καλλιτέχνη, γλύπτη ή ζωγράφου, δεν είναι να το απεικονίσει πιστά - γιατί το θέαμα τότε θα μπορούσε να είναι δυσάρεστο με όλες τις μικρές ή μεγάλες ατέλειες που μπορεί να έχει ένα σώμα - ο στόχος του είναι να το αποδώσει στην τέλεια μορφή του. Και αυτό μας οδηγεί στη παλαιά Αριστοτελική αντίληψη ότι: «Η τέχνη συμπληρώνει ό,τι η φύση δεν μπορεί να δώσει στην τέλεια μορφή του» και στην Πλατωνική θεωρία ότι όλα όσα βλέπομε γύρω μας στη φύση δεν είναι παρά φαινόμενα, ατελή αντίγραφα κάποιων τέλειων αρχετύπων που υπάρχουν σε ένα κόσμο ιδεατό, πάνω ή πέρα από εμάς και τις αισθήσεις μας, αλλά ένα κόσμο τον οποίο με τη σοφία και την αρετή προσπαθούμε να πλησιάσουμε.
 
Σχεδόν όλοι οι ιστορικοί της τέχνης ισχυρίζονται ότι δεν μπορεί τόσοι πολλοί Αρχαίοι Έλληνες (ή και κανένας Έλληνας) να ήταν τόσο ωραίοι όσο ο Έφηβος του Κριτία, ο Διαδούμενος του Πολυκλείτου ή ο Ερμής του Πραξιτέλη. Αλλά η εξήγηση ότι ο καλλιτέχνης δημιουργούσε αυτές τις τέλειες μορφές απεικονίζοντας το τέλειο χέρι ενός, τα ωραία μάτια του άλλου, τα πόδια ενός τρίτου και άλλου και άλλου, εμένα μου θυμίζει το τέρας του Φρανκενστάιν.
 
Σωστά παρατηρεί ο Κ.Κλάρκ ότι μπορεί να μην ήταν πολλοί αρχαίοι Έλληνες τόσο ωραίοι αλλά το "κάλλος" το σωματικό στην Ελλάδα του 5ου αιώνα ήταν σημαντική αξία και ήταν αυτή η αξία, η πίστη στην υγεία και την ευρωστία του σώματος που τους οδηγούσε στα γυμναστήρια και τις παλαίστρες. Και ήταν μια αξία όχι ρηχή και κενόδοξη, γιατί κατά τον Σωκράτη ή τον Πλάτωνα και όχι μόνον, το Καλόν και Αγαθόν και το Αληθές ήταν ταυτόσημες έννοιες.
 
Ένας ωραίος στο σώμα, αλλά ανόητος και απατεώνας, δεν μπορούσε να θεωρείται ωραίος άνθρωπος. Το Κάλλος το σωματικό και το πνευματικό και το ψυχικό, σαν ένα ενιαίο σύνολο ήταν αξία. Το πνεύμα και το σώμα είναι ένα και δεν μπορεί να διαχωρισθούν. Για αυτόν το λόγο και το γυμνό στη ζωή τους, στα στάδια, αλλά αναμφίβολα στην τέχνη, δεν οδηγεί σε αισθητική ή αισθησιακή απόλαυση ή λαγνεία, αλλά στοχεύει σε πνευματική και ψυχική ανάταση.
 
Και δεν είναι μόνο ο Ερμής του Πραξιτέλη ή η Αφροδίτη της Μήλου που αποπνέουν αυτή την πνευματικότητα και ψυχική ανάταση, όλα τα "κλασικά" γυμνά, και ο Έφηβος του Κριτία και ο Διαδούμενος του Πολυκλείτου, που δεν απεικονίζουν θεότητες, ήταν και είναι υποβλητικά γι' αυτήν ακριβώς την "καθολική" πνευματικότητα και ψυχική ανάταση που μπορεί να εκπέμπεται από ένα (ατομικό) άπειρα ωραίο γυμνό σώμα που αγγίζει την τελειότητα.
 
Ο Κ.Κλάρκ λέει ότι αυτό που διέκρινε περισσότερο απ' όλα τους Έλληνες ήταν το πάθος τους για τα μαθηματικά - σχεδόν με θρησκευτικό μυστικισμό. «Όλη η τέχνη έχει τα θεμέλια της στην πίστη και η πίστη των Ελλήνων στην αρμονία των αριθμών βρήκε έκφραση στη ζωγραφική και τη γλυπτική».
 
Πράγματι όποιος επιχειρεί να ζωγραφίσει, σαν άσκηση, τον Ερμή του Πραξιτέλη ή την Αφροδίτη ή κάποιο άλλο αντίγραφο κλασικού γυμνού δεν γοητεύεται μόνο από την άπειρη ομορφιά του κεφαλιού ή του σώματος, τον τρόπο με τον οποίο η μία φόρμα -των ώμων, των λαγόνων, του λαιμού - χάνεται απαλά μέσα σε μια άλλη, τη γεωμετρική ισορροπία (στον Ερμή) π.χ. του τόξου της σπονδυλικής στήλης από το μήλο του Αδάμ μέχρι τον αφαλό και του τόξου αντίθετης φοράς του αριστερού μηρού αλλά και από την πλαστικότητα που σε πείθει αβίαστα ότι αυτό δεν είναι ένα κομμάτι μάρμαρο αλλά ένα ανθρώπινο σώμα, ζωντανό. Εκείνο που ξαφνιάζει και εκπλήσσει είναι η απίθανη όχι γεωμετρική αλλά αριθμητική ισορροπία και αρμονία των αποστάσεων και διαστάσεων η απόσταση από τη βάση της μύτης μέχρι την άκρη της μύτης και το ίδιο σημείο από την εξωτερική κόγχη του ματιού είναι ίδιες, από τη βάση της μύτης μέχρι τις ρίζες των ματιών στο μέτωπο και από την άλλη βάση τη μύτης, πάνω από τα χείλη, μέχρι το πιγούνι είναι ίδιες και οι περισσότερες διαιρετές δια του τρία (3).
 
Είτε ήταν επιλογή του καλλιτέχνη ή ακολουθούσε κάποιο κανόνα του Πολυκλείτου, η παρατήρηση εκπλήσσει και η αισθητική εμπειρία του θεατή αγγίζει τα ψηλότερα όρια.·

Αποφάσισα την ευτυχία

Τέρμα οι αναβολές φίλε μου, ακούς; Απλά αποφάσισα την ευτυχία.

Έμαθα πως το να είσαι ψυχικά «ανθεκτικός» βοηθά και ξεκίνησα να ζητάω βοήθεια όποτε το χρειαζόμουν.

Σταμάτησα να κρύβομαι, να υποκρίνομαι, να σηκώνω μαστίγιο στο ίδιο μου το σώμα και κατάλαβα πως το να μιλάς ανοιχτά, να εκφράζεσαι αληθινά, είναι δώρο και όχι λάθος, όπως πολλοί χρόνια ολόκληρα με έκαναν να πιστεύω.

Έμαθα πως το να φοβάμαι να είμαι εγώ, μόνο πόνο, θλίψη και ερωτηματικά μου προκαλούσε και τότε κατάλαβα πως η μοναδικότητά μου, όπως και η δική σου, είναι θεία.

Σταμάτησα να «καλύπτω» τις πληγές και να κουκουλώνω τα όποια πάθη μου, τρέμοντας μόνο στη ιδέα της «ανηθικότητας», τρέμοντας μόνο στην ιδέα του «Τι θα πει ο κόσμος». Αδιαφορώ.

Έμαθα πως το να μοιράζεσαι έχει μια μεγαλειότητα, που ισοδύναμή της δεν υπάρχει καμιά και πως χρειάζεται ειλικρίνεια, μαγκιά και ταπεινότητα μαζί να είσαι εσύ, αληθινός ως προς το όλο. Το μοίρασμα, την ιστορία, την αλήθεια σου.

Σταμάτησα να πιστεύω σχεδόν εμμονικά πως το άδικο κυβερνά αυτόν τον κόσμο και να σκοτεινιάζω και αυτό ξέρεις γιατί; Γιατί ίσως αυτός ο κόσμος δε γίνει καλύτερος ποτέ, εσύ όμως;

Έμαθα πως οτιδήποτε, μα οτιδήποτε μπορεί να θελήσω, είναι δυνατό να συμβεί, αρκεί να το πιστέψω βαθιά μέσα μου και να λειτουργώ σα να το έχω ήδη κατακτήσει. Σύμφωνα με το νόμο της έλξης άλλωστε, τίποτα δεν είναι αδύνατο και όλα είναι δυνατά…

Σταμάτησα να με δείχνω με το δάχτυλο όταν φαντάσματα του παρελθόντος, σκέψεις, απωθημένα ξυπνούσαν μέσα μου και με έκαναν στην καλύτερη να ουρλιάζω, ή να τα χάνω και να «βουλιάζω» ξανά εντός τους. Ξέρεις κάτι; Είμαι άνθρωπος!

Έμαθα πως δεν υπάρχει τίποτα σημαντικότερο από το να είμαι καλά εγώ με μένα. Δεν είναι εγωιστικό αυτό. Πράξη αγάπης είναι. Μόνο έτσι μπορείς να είσαι καλά και με τους άλλους…

Σταμάτησα να κουνώ συγκαταβατικά το κεφάλι, ακόμα κι όταν είχα μιαν άλλη άποψη αντίθετη, γιατί απλά φοβόμουν να «πάω κόντρα». Όχι, αν πας κόντρα κάπου σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι μόνο στον εαυτόν σου. Καταπιέζεσαι φίλε μου.

Έμαθα πως σαν το χαμόγελο, τις σχέσεις, μια βόλτα στη θάλασσα, τη συντροφιά ενός καλού βιβλίου, δεν έχει. Αυτά δημιουργούν στις ζωές μας ποιότητα. Είναι σημαντικό να επενδύεις.

Και τέλος έμαθα πως «Είμαστε όλοι απόλυτα ελεύθεροι να επιλέξουμε ό,τι θέλουμε. Η δύναμη βρίσκεται τώρα στα χέρια μας και εμείς είμαστε αυτοί που επιλέγουμε πώς θα τη χρησιμοποιήσουμε στη δική μας ζωή. Εμείς διαλέγουμε αν θα έχουμε μια πιο ευτυχισμένη ζωή σήμερα, ή αν θα την αναβάλουμε για αύριο».

Απλά αποφάσισα την ευτυχία. Και κάθε μέρα την προσπαθώ. Όχι από λίγο, από πολύ. Είναι μικρή αυτή η ζωή για μαζεμένες μέρες δυστυχίας.

Η ΠΥΛΗ

Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΣΤΟΝ ΠΛΑΝΗΤΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ
 
Η Αληθινή Θρησκεία είναι η Θρησκεία του Βιώματος, της Άμεσης Εμπειρίας της Πραγματικότητας, της Άμεσης Επαφής με αυτό που συμβαίνει πραγματικά, Εδώ, Τώρα, στον Πραγματικό Χρόνο. Μια Κατάσταση Συνείδησης διαφορετική από αυτή του συνηθισμένου ανθρώπου. Μια Αντίληψη Καθαρή, Ανοιχτή, χωρίς διαστρεβλώσεις, πέρα από την σκέψη, το εγώ, την δυαδικότητα, τον διαχωρισμό υποκειμένου-αντικειμένου, την ψεύτικη εξέλιξη και τον ψεύτικο χρόνο της σκέψης. Ένας άλλος τρόπος να βλέπουμε, να ζούμε και να «αγγίζουμε» τα πράγματα. Μια Κατάσταση Ενότητας της Ύπαρξης, Μια Παγκόσμια Συνείδηση.
 
Η Αληθινή Θρησκεία είναι να Βιώσουμε Άμεσα την Πραγματικότητα, να Δούμε, να Κατανοήσουμε εμείς οι ίδιοι, (όχι να συλλάβουμε την πραγματικότητα με την σκέψη, να σκεφτούμε). Η Κατανόηση, σαν απόλυτα δική μας «πράξη», είναι μια απόλυτα προσωπική μοναχική «πράξη», μια Προσωπική Πύλη, Διέξοδος, Οδός, προς την Πραγματική Ζωή, προς την Εμπειρία της Πραγματικότητας. Είναι μια πράξη τόσο μοναχική όσο η γέννησή μας στον κόσμο ή ο θάνατος, το πέρασμα σε μια άλλη κατάσταση ύπαρξης. Δεν είναι κάτι που μπορούμε να κάνουμε με κάποιον άλλον, (άσχετα αν παράλληλα το κάνουν κι άλλοι). Η Αφύπνιση στην Πραγματικότητα είναι σαν μια δεύτερη γέννηση, γινόμαστε ένας νέος άνθρωπος, ένας άλλος άνθρωπος, επειδή τώρα Βλέπουμε ενώ τόσο καιρό είμασταν τυφλοί (στην πραγματικότητα βλέπαμε αυτό που «κατασκευάζαμε» με την σκέψη).
 
Το να μιλήσεις στους ανθρώπους για την Αληθινή Θρησκεία, για την Άμεση Εμπειρία της Πραγματικότητας, για την Αφύπνιση στην Πραγματικότητα, δηλαδή για την Κατανόηση που πρέπει να κατακτήσουν αυτοί οι ίδιοι μέσα τους, μόνοι τους, για μια εσωτερική μοναχική πράξη, όπου θα είναι ο καθένας τελείως μόνος μέχρι μα Περάσει την Πύλη προς την Ενότητα της Ύπαρξης, είναι κάτι πολύ δύσκολο. Οι άνθρωποι φοβούνται να είναι μόνοι και μάλιστα σε κάτι τόσο σοβαρό όπως μια «νέα γέννηση». Αντίθετα οι άνθρωποι μπορούν, όλοι μαζί, να βιώνουν «μαζί» την εξωτερική ζωή. Έτσι θέλουν να πιστεύουν. Στην πραγματικότητα ο καθένας είναι φυλακισμένος στην δική του προσωπική αντίληψη της πραγματικότητας (που κατασκευάζει με την σκέψη του) κι όλοι ζουν στον δικό τους ξεχωριστό κόσμο κι αυτό που ονομάζουν «μαζί» είναι απλά ότι τα σώματά τους είναι μαζί, κοντά, (ενώ οι ψυχές τους μένουν πάντα «χώρια»). Έτσι, με αυτή την έννοια, όλοι μαζί, μπορούν να κάνουν οποιοδήποτε εξωτερικό έργο. Να φτιάξουν θρησκείες, φιλοσοφίες, πολιτικές ιδεολογίες, να χτίσουν τον υψηλότερο ναό του κόσμου ή την πιο μεγάλη γέφυρα του πλανήτη, ακόμα και να ταξιδέψουν στο διάστημα (αν και είναι προφανές ότι το διάστημα δεν φτιάχτηκε τόσο απέραντο για τον άνθρωπο της γης, μόνο για τον άνθρωπο της γης, ό,τι κι αν λένε οι αμαθείς). Όλα αυτά τα κάνουν γιατί στα εξωτερικά έργα είναι μαζί με άλλους, τουλάχιστον σωματικά, κι ως ένα σημείο συμφωνούν με τους άλλους σε κάποια δραστηριότητα. Όμως στον Εσωτερικό Μοναχικό Δρόμο αρνούνται να βαδίσουν. Ελάχιστοι το αποφασίζουν. Σχεδόν κανείς δεν Περνάει την Πύλη, προς την Ενότητα της Ύπαρξης, προς την Παγκόσμια Συνείδηση. Μπορούν όμως να γίνουν Διδάσκαλοι, να φτιάξουν Οργανώσεις κι Εταιρείες, να λένε θαυμάσια πράγματα για την Ενότητα και την Αγάπη, να εκθέτουν εμπνευσμένες φιλοσοφίες, η να προφέρουν σοφά λόγια. Γιατί; Επειδή όλα αυτά είναι εξωτερικά (ακόμα κι η διανόηση κι όχι μόνο τα υλικά έργα). Δεν έχουν απολύτως καμία σχέση με την Πραγματική Ζωή, με την Αληθινή Θρησκεία, με την Άμεση Εμπειρία της Πραγματικότητας, με την Αφύπνιση στην Αλήθεια που είναι Βίωμα πέρα από την σκέψη. Οι άνθρωποι, ακόμα και παγκόσμιοι Διδάσκαλοι, παγκόσμια γνωστοί (όχι όλοι, κάποιοι), πάντα σταματούν έξω από την Πύλη. Δεν περνούν ποτέ την Πύλη. Ίσως γιατί πρέπει να «εγκαταλείψουν» το εγώ (το πολύ «εκλεπτυσμένο εγώ», που μιμείται το Παγκόσμιο) από την εδώ μεριά.
 
Όταν Βαδίζεις την Οδό, Ξαφνικά Διαπιστώνεις ότι είσαι Τελείως Μόνος. Μπροστά σε μια Πύλη (Πύλη Κατανόησης). Από έξω ο κόσμος φαίνεται όπως τον γνωρίζουμε, ο κόσμος της δυαδικότητας, ο κόσμος της σκέψης, ο πολιτισμένος κόσμος των ανθρώπων (που περιλαμβάνει και τον «πολιτισμό της τεχνολογίας» και την βαρβαρότητα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, με την βία, την διαμάχη, την εκμετάλλευση, την χειραγώγηση, τους πολέμους, οικονομικούς ή πραγματικούς με όπλα, κλπ.). Μπορείς να είσαι «μαζί» με όλους αυτούς μέσα στην παγκόσμια αυταπάτη της παγκόσμιας βαρβαρότητας. Αν θέλεις όμως να Γνωρίσεις την Πραγματικότητα, Αυτό το Ιερό που δεν αγγίζει η σκέψη, το Άχρονο, το Αληθινό, τότε Πρέπει μόνος να Περάσεις την Πύλη, Έσω, Μέσα σου, Εδώ, Τώρα. Και Τότε, (αν το κάνεις, περνώντας πέρα από τον χρόνο) η Πραγματικότητα θα είναι Τελείως Διαφορετική. Θα Βλέπεις. Μέχρι τώρα νόμιζες ότι έβλεπες αλλά έβλεπες τις σκιές που σχημάτιζε ο περιορισμένος φοβισμένος «νους» σου, τα πράγματα που κατασκεύαζε η «σκέψη» σου.
 
Είναι πραγματικά περίεργο, όλοι αυτοί οι άνθρωποι, γύρω, με τον πολιτισμό τους, τα έργα τους, τον πλούτο ή την φτώχεια τους, τους πολέμους ή την ψεύτικη ειρήνη τους και την δυστυχία τους, την ζωώδη αμεριμνησία του «χορτάτου» και τον πόνο του «εξαθλιωμένου», να ζουν μέσα στην αυταπάτη. Κι όλα όσα κάνουν, όλες οι εξωτερικές ανόητες πράξεις, μοιάζουν με παιχνίδια, παιχνίδια που συχνά γίνονται σκληρά γιατί το αίμα που χύνεται είναι πραγματικό (κι όχι εικόνες στην τηλεόραση των σαλονιών των αραγμένων πολιτισμένων ζώων). Ένας πλανήτης ανώριμων πολιτισμένων, με την γνώση τους την τεχνολογία τους, την σχιζοφρένεια και τις συγκρούσεις τους. Ώρες-ώρες νομίζεις πως ζεις σε ένα πλανήτη ανθρωποειδών που ειρωνικά κάποιοι δήθεν επιστήμονες ονόμασαν homo sapiens. Το ορθό είναι homo simian (πίθηκος).
 
Όσοι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι «Είναι Εδώ», νοιώθουν ότι η Αλήθεια δεν είναι μπροστά τους, σε ό,τι βλέπουν έξω, αλλά Μέσα τους. Όταν είσαι σε Αληθινή Εγρήγορση, σε Προσοχή, σε Απορία, νοιώθεις ότι Είσαι Μόνος σου. Μπροστά στην Πύλη. Η Αληθινή Ζωή είναι πέρα από τον κόσμο των ανθρώπων, σε μια «άλλη συνείδηση», σε μια «νέα πραγματικότητα», σε μια Διαφορετική Όραση της Πραγματικότητας. Ακριβώς αυτό. Δεν αλλάζει η Πραγματικότητα. Αλλάζει ο Τρόπος που Βλέπουμε. Επειδή Τώρα Βλέπουμε. Κι αυτό που Βλέπουμε είναι το Αληθινό.
 
Και Βλέπουμε κάτω, τον κόσμο των ανθρώπων. Βλέπουμε την ανωριμότητα και την πλάνη των ανθρώπων. Βλέπουμε πως ό,τι αντιλαμβάνονται, σκέπτονται, ο πολιτισμός τους, οι θρησκείες τους, οι ιδεολογίες τους, οι δραστηριότητές τους, τα αγαθά τους κι οι διαμάχες τους για την διαχείριση των πόρων, όλα είναι ανοησίες. Οι θρησκείες τους είναι ειδωλολατρία. Η πολιτική τους είναι άδικη βία. Ο πολιτισμός τους είναι υποκριτική αδιαφορία για τον πόνο των άλλων ανήμπορων ανθρώπων. Η ζωή τους είναι αμεριμνησία του χορτάτου ζώου ή λυσσασμένη πείνα, ανάλογα με το που βρίσκεσαι. Η καθημερινότητά τους είναι το όνειρο που προσπαθούν να χτίσουν στον χρόνο και που γλιστράει συνεχώς από τα χέρια τους.
 
Και Βλέπουμε πέρα από τον κόσμο των ανθρώπων. Η Αλήθεια δεν είναι εδώ, σε αυτό που ζουν οι άνθρωποι. Κι όσους δρόμους κι αν χαράξουν οι άνθρωποι μέσα στον κόσμο τους (τον κόσμο της «σκέψης», του ονείρου) δεν θα βρουν την Αλήθεια, επειδή ο κόσμο τους είναι περιορισμένος, κλεισμένος μέσα στην αυταπάτη. Η Αλήθεια Είναι Έξω από όλο αυτό. Κι υπάρχει μόνο μια Έξοδος, Μία Πύλη, που είναι ταυτόχρονα Είσοδος στον Αληθινό Κόσμο. Μέσα μας. Στην μοναχική απόφαση να Περάσουμε Πέραν. Οι Αληθινοί Άνθρωποι, ελάχιστοι, είναι αλήθεια, που έρχονται στην γη, αργά ή γρήγορα Κατανοούν και Περνούν την Πύλη. Κι ο πλανήτης των ανθρώπων θα συνεχίσει να πορεύεται, για χιλιάδες ανθρώπινα χρόνια ακόμα, στο σκοτεινό σύμπαν (κι ας βλέπουν οι ανόητοι τον ήλιο να βγαίνει κάθε πρωί). Ακόμα κι αν οι άνθρωποι βρουν τρόπο να ταξιδεύουν στο σύμπαν δεν θα βρουν τίποτα εκεί έξω, καμία Αλήθεια. Ο Δρόμος προς τον Άνθρωπο, προς την Αλήθεια του, είναι Μέσα, όχι έξω. Έξω είναι μόνο το όνειρο που δεν θα γίνει ποτέ αλήθεια όσο κι αν επιμένουν οι άνθρωποι.
 
Κι εσύ αδελφέ; Που διαβάζεις εδώ, γιατί διαβάζεις; Ποια αναζήτηση σε φέρνει εδώ; Εδώ μιλάμε σοβαρά, σε μεγάλους ανθρώπους. Εδώ μιλάμε για τον Δρόμο της Υπευθυνότητας, τον Μοναχικό Δρόμο του Ώριμου Ανθρώπου, τον Δρόμο της Αρετής, που εγκαταλείπει την αυταπάτη του εγώ και τα όνειρα της σκέψης, τον Δρόμο της Θλίψης και των δακρύων για τις αυταπάτες που πρέπει να εγκαταλείψουμε, για την ασφάλεια του περιορισμένου ζώου που χάνουμε. Γιατί, αδελφέ, δεν πας να παίξεις με τα άλλα παιδιά, εκεί έξω, στον πολιτισμένο κόσμο. Οι άνθρωποι είναι καλύτερα «μαζί» κι ας είναι μέσα στην αυταπάτη, αρκεί να είναι «μαζί». Τούτος ο Δρόμος, ο Δρόμος της Αφύπνισης, είναι απόλυτα μοναχικός. Μέχρι να Βγεις Πέρα. Αλλά, μπορείς να Βασιστείς στο Αγαπημένο Όραμα της Βαθύτερης Ύπαρξής σου, στο Όραμα της Φωτεινής Ζωής, στην Βαθύτερη Συναίσθηση της Αλήθειας; Μήπως είναι καλύτερα στην ασφάλεια της σκοτεινής σπηλιάς του εγώ; Πρέπει να απαντήσεις σε αυτό. Είναι το μοναδικό πρόβλημα της ζωής.
 
Όταν Προχωράς προς την Πύλη συναντάς όλο και λιγότερους ανθρώπους. Κάποιο φίλοι, που ένοιωθες φίλους, μένουν πίσω. Στο τέλος μένεις ολομόναχος. Αλλά τι έχεις να φοβηθείς; Καθώς Πλησιάζεις στο Φως όλες οι σκιές διαλύονται. Όλα φαίνονται πεντακάθαρα. Κι είναι όλα τόσο Ειρηνικά. Μονάχα Φως Βλέπεις Πια. Τόσο Φως που σε Τυφλώνει. Και δεν χρειάζεσαι πλέον καν να βλέπεις, επειδή ΜΟΝΟ ΕΡΕΒΟΚΤΟΝΟ ΦΩΣ ΥΠΑΡΧΕΙ. Μόνο Φως Μέσα στο Οποίο οι σκιές έχουν διαλυθεί, υποψίες ύπαρξης κάποτε, και νοιώθεις αυτό που είναι πραγματικά, που ήταν πάντα, Φως, Φως εκ Φωτός (κι όχι η ψεύτικη σκιά που έκρυβε την Αληθινή Ουσία). ΜΟΝΟ ΦΩΣ ΥΠΑΡΧΕΙ. Ο Κόσμος της Αλήθειας δεν έχει σκιές. Όταν Ανατέλλει το Φως δεν Βλέπεις τίποτα άλλο. Είναι Ένας Νέος Άλλος Κόσμος, ο Αληθινός Κόσμος. Κι ο κόσμος της σκιάς, των ανθρώπων, της αυταπάτης και των ονείρων, παλιά ανάμνηση που σκορπίζει στο τίποτα, όπως σκορπίζει η πρωινή καταχνιά την ώρα που βγαίνει ο Ήλιος.
 
Κι αν θέλαμε να πούμε ένα τελευταίο λόγο, αποχαιρετισμό αγάπης, στους ανθρώπους που μένουν πίσω, τούτο μόνο θα λέγαμε κι εδώ θα κρύβονταν όλη η αλήθεια που μπορούν να κατανοήσουν οι άνθρωποι. «Αδελφοί! Αν Ζητάτε την Πραγματικότητα, την Φώτιση, Οποιαδήποτε Αλήθεια, Περάστε την ΠΥΛΗ. Μέσα σας. Αδελφοί! Δεν υπάρχει άλλος δρόμος».

Το παρελθόν δεν αλλάζει. Έγινε!

Κάποτε ρώτησαν έναν σοφό να τους πει τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους δυστυχισμένους. Τους είπε λοιπόν το εξής:

Ένας ναυαγός που ξυπνάει στην παραλία ενός ερημικού νησιού στη μέση του ωκεανού, έχει δυο επιλογές. Να ατενίζει την θάλασσα και να την καταριέται για όσα έχασε κι όσα του πήρε ή να της γυρίσει την πλάτη και να δημιουργήσει καινούργια.

Βλέπετε, συνέχισε, η θάλασσα πάντα θα είναι εκεί να του θυμίζει. Να του θυμίζει όλα αυτά που έχασε, αλλά και να του δείχνει όλα αυτά που βρήκε.

Κάθε κύμα της, και μια ανάμνηση.
Οι άνθρωποι διαλέγουν να κοιτάνε την ομορφιά της θάλασσας για να θυμηθούν. Όλοι την ατενίζουν, με νοσταλγία.  
Είναι όμορφη και ξελογιάστρα. Πλάθουν ιστορίες στα κύματά της.
Το μυαλό τους ταξιδεύει στους χιλιάδες κρυμμένους και μυστηριώδεις προορισμούς.
Σαν τα μυστήρια του παρελθόντος, που κρύφτηκαν σε κάτι που δεν έγινε.
Στον ορίζοντα της αναπολούν κι αναρωτιούνται:
«Τι θα συνέβαινε αν…»
Ο ναυαγός ξυπνάει εκεί ακριβώς που σκάει το κύμα. Το σώμα του είναι η γέφυρα που ενώνει τα κύματα του παρελθόντος με το ασταθές έδαφος της αμμουδιάς του μέλλοντος. Η αμμουδιά από μόνη της, το μόνο που προσφέρει είναι η θέα της θάλασσας. Κι οι περισσότεροι διαλέγουν να την χαζεύουν. Να θυμούνται. Λίγοι είναι αυτοί που περπατούν στην άμμο, βυθίζοντας τα πόδια τους στο αβέβαιο πάτημα του καινούργιου, γυρίζοντας τις πλάτες τους στο παρελθόν.

Κι έτσι κάθονται να κοιτούν, όσα έχασαν. Κι αγνοούν όσα βρήκαν.
Και ζουν δυστυχισμένοι.
Κι οι αναμνήσεις τους τρώνε την ψυχή, όπως η αλμύρα τρώει τον βράχο. Σιγά σιγά. Γλυκά γλυκά. Σαν νανούρισμα. Σαν το τραγούδι των Σειρήνων.
Το παρελθόν είναι απέραντο σαν την θάλασσα.
Είναι σαν αλμύρα. Μας τρώει σιγά σιγά την ψυχή. Την σαπίζει.
Οι εικόνες, οι αναμνήσεις, τα συναισθήματα, ο πόνος, οι απορίες, οι ερωτήσεις που δεν απαντήθηκαν, οι λέξεις που δεν ειπώθηκαν την κατάλληλη στιγμή, το «γιατί» που γεννήθηκε μέσα στην ομίχλη της  ζωής μας, μας την σκουριάζουν. Μας την τρώνε.
Η ζωή, όμως, προχωράει.

Το παρελθόν δεν αλλάζει. Έγινε.
Ό,τι έμεινε θολό, δεν θα ξεκαθαρίσει. Κι ούτε θα καταλάβεις το γιατί ήταν θολό. Θα παραμείνει θολό. Σε πλήγωσαν γιατί, πολύ απλά, το ήθελαν να σε πληγώσουν. Ξεπέρασέ το.
Όλα ζουν μέσα στο μυαλό σου, και σε τρώνε. Κι η ειρωνεία είναι πως ενώ αυτά σε τρώνε, τόσο εσύ τα ταΐζεις. Αυτά σου σκουριάζουν την ψυχή, όπως το αλάτι της θάλασσας το μέταλλο. Σιγά και βασανιστικά.
Γίνονται καρκίνοι. Και σε τρώνε.
Μέρα με την μέρα.
Κι ενώ το μυαλό σου θέλει να θυμάται, η ψυχή σου θέλει να ξεχάσει.
Αναπολούμε το παρελθόν μας.
Μετράμε τις πληγές μας.
Δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς πληγές. Δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς παρελθόν. Δεν υπάρχει κανείς που να μην έκανε λάθη.

Το παρελθόν θα είναι πάντα γνωστό.
Το μέλλον θα είναι πάντα άγνωστο.
Το παρόν θα είναι πάντα εσύ.

Να τους ακούτε τους σοφούς. Μερικές φορές λένε σοφά πράγματα.

Δεν πειράζει να φοβάσαι. Σε κρατάει ζωντανό

Φόβος: βασικό συναίσθημα του ανθρώπου που προκαλείται από τη συνειδητοποίηση ενός πραγματικού ή πλασματικού κινδύνου ή απειλής. Μηχανισμός προστατευτικού χαρακτήρα, φυσιολογική αμυντική αντίδραση του οργανισμού χωρίς να απαιτείται συνειδητή σκέψη.

Κλείσε τα μάτια. Πες μου. Τι φοβάσαι;
Φοβάμαι το σκοτάδι. Γιατί με κάνει να νιώθω ανίσχυρο. Γιατί μέσα στην απολυτότητά του και την απεραντοσύνη του νιώθω ότι μπορεί να κρύβει το οτιδήποτε. Τους πιο τρομακτικούς εφιάλτες μου, τα πιο απαισιόδοξα σενάρια που πλέκω. Νιώθω το κρύο όταν είμαι στο σκοτάδι, την ανάσα μου να βγαίνει παγωμένη και τα ένστικτα επιβίωσης να ξεπροβάλλουν. Ακούω τα πάντα, όλοι οι ήχοι αποκτούν άλλη διάσταση, μεγεθύνονται και οι πιο μικροί φαντάζουν τρομακτικοί, δηλώνουν την ύπαρξη όσων δε βλέπω. Το φοβάμαι γιατί δεν μπορώ να τοποθετήσω τον εαυτό μου μέσα σε αυτό και να υποδηλώσω την ύπαρξη μου. Είμαι κι 'γω ένα αδύναμο τίποτα μέσα στο κενό.

Φαντάζομαι το άπειρο, το αιώνιο, το συνεχές, τα πάντα και το τίποτα που μπορεί να σε λυγίσει στη μοναξιά σου ή να σε βλάψει με όσα κρύβει. Το φοβάμαι γιατί δεν οδηγεί πουθενά και σημαίνει στασιμότητα, άγνοια, απορία. Το φοβάμαι γιατί με κάνει να σκέφτομαι. Δε βλέπω τίποτα, τίποτα δε μου αποσπά την προσοχή και φέρνω στο νου μου ό,τι με βασανίζει, γεμίζω ερωτηματικά, σκέψεις βασανιστικές, απορίες, πρόσωπα και εικόνες που είναι πιο τρομακτικές από τους δαίμονες των ταινιών τρόμου. Το φοβάμαι γιατί μου θυμίζει τον θάνατο. Το αντίθετο της ζωής και των χρωμάτων, της λάμψης, της χαράς και του φωτός.

Φοβάμαι και τον θάνατο. Όχι τον δικό μου. Αφού όπως είπε ο Επίκουρος: «Το πιο φοβερό από τα κακά, ο θάνατος, δεν είναι τίποτε για εμάς – στον βαθμό που όσο υπάρχουμε, δεν είναι παρών• κι όταν πάλι είναι παρών εκείνος, τότε δεν υπάρχουμε εμείς. Άρα ο θάνατος δεν υπάρχει ούτε για τους ζωντανούς ούτε για τους πεθαμένους – εφόσον για τους πρώτους δεν υπάρχει, ενώ οι άλλοι δεν υπάρχουν πια». Φοβάμαι όμως τον θάνατο των δικών μου ανθρώπων. Ανθρώπων που αγαπώ, που νοιάζομαι, που με εμπνέουν, που τους θέλω διπλά μου να με στηρίζουν, να με κάνουν να χαμογελάω, να τους βλέπω να γερνάνε μαζί μου και να μοιραζόμαστε λύπες και χαρές. Δε φοβάμαι τον δικό μου θάνατο, αλλά φοβάμαι το πώς θα πεθάνω. Φοβάμαι τον πόνο, την κατάπτωση, την αδυναμία, την απουσία ελπίδας, την αναμονή του επικείμενου τέλους.

Φοβάμαι να χάσω τον εαυτό μου. Να μην είμαι σε θέση να κάνω όσα με γεμίζουν. Να ζω μια ζωή σε επανάληψη όπου τίποτα δεν αλλάζει. Γιατί «αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές». Φοβάμαι όλα εκείνα τα όνειρα που κάνω μήπως τα κλείσω βιαστικά σε ένα συρτάρι ακολουθώντας την κεκτημένη ταχύτητα της ζωής. Φοβάμαι τη ρουτίνα, την έλλειψη εξέλιξης και προόδου, το τέλμα. Φοβάμαι μήπως ξεχάσω τους στόχους μου, μήπως κουραστώ να αντιμετωπίζω δράκους και παραιτηθώ. Μήπως αλλάξω, προσαρμόσω τα θέλω μου, μήπως χάσω τις αξίες μου και τις σταθερές μου παρασυρόμενη από κυκεώνες υποχρεώσεων και διαδικασιών.

Φοβάμαι τον χρόνο. Τις διορίες και τις προθεσμίες που περικλείει και με αγχώνουν. Τα καλούπια που δημιουργεί για το πώς θα έπρεπε να ζω. Τον τρόπο που επηρεάζει το πόσο ξένοιαστα ή ώριμα μπορώ να ζήσω τη ζωή μου. Τους ανελέητους χτύπους των δεικτών του ρολογιού σε αίθουσες αναμονής. Τα γηρατειά που φέρνει στο πέρασμά του.

Φοβάμαι την προδοσία. Φοβάμαι να ανοίγω την καρδιά μου εναποθέτοντάς την σε ανθρώπους γύρω μου και να μου την επιστρέφουν σε κομμάτια, δίχως ίχνος σεβασμού. Φοβάμαι όλες εκείνες τις ουτοπικές αναμονές που συνθλίβονται στην κυνικότητα της πραγματικότητας και την ατελή -έπρεπε να το ξέρω- φύση των ανθρώπων. Φοβάμαι τον ενθουσιασμό που γρήγορα με οδηγεί σε απογοήτευση. Φοβάμαι όλους εκείνους που γρήγορα θα υποσχεθούν αγάπη, φιλία, ειλικρίνεια και γρήγορα θα ξεχάσουν. Φοβάμαι, γιατί έτσι χάνω την πίστη μου στους ανθρώπους και στις αξίες.

Φοβάμαι τη μοναξιά -ποιος δε φοβάται να μείνει μόνος του… εδώ ολόκληρες διαστημικές αποστολές αναζητούν άλλες μορφές ζωής από φόβο της μοναξιάς του είδους μας- την απεγνωσμένη ανάγκη συντροφικότητας και επικοινωνίας, γόνιμης συνάντησης. Την ατένιση του κόσμου μόνη μου χωρίς συνταξιδιώτη και συν-παρατηρητή. Φοβάμαι να μην έχω κάποιον δίπλα μου να με αγγίζει, να με ακούει, να με καταλαβαίνει, να μου δίνει και να του δίνω – τι νόημα έχει η ζωή χωρίς την ανταλλαγή, χωρίς το μοίρασμα;

Εσύ τι φοβάσαι;
Ό,τι και να φοβάσαι… να ξέρεις: Δεν πειράζει να φοβάσαι. Ο φόβος σε κρατάει ζωντανό. «Κερδίζεις δύναμη, κουράγιο και αυτοπεποίθηση από κάθε εμπειρία που ορθώνεις το ανάστημά σου και, πραγματικά, κοιτάς το φόβο στα μάτια» – Eleanor Roosevelt. Χωρίς το αίσθημα του φόβου το ανθρώπινο είδος, δρώντας απερίσκεπτα, γρήγορα θα είχε εξαφανιστεί.

Ο φόβος μάς κρατάει σε εγρήγορση, μας κάνει σοφότερους, πιο παρατηρητικούς και συνεπείς στον αγώνα της επιβίωσης. Είναι πρόκληση. «Τι θα ήταν ένας ωκεανός χωρίς ένα τέρας να παραφυλάει στο σκοτάδι; Θα ήταν σαν ύπνος χωρίς όνειρα» – Werner Herzog. Αρκεί να μη μας τρώει, να μη γίνεται βάρος και αφορμή οπισθοχώρησης. Γιατί «όποιος φοβάται να υποφέρει, υποφέρει ήδη απ’ αυτό που φοβάται» – Michel de Montaigne.

Ο φόβος μας θυμίζει την ανθρώπινη ύπαρξή μας. Μας θυμίζει πως τίποτα δεν είναι δεδομένο, πως είμαστε τρωτοί και ανίσχυροι πολλές φορές. Αλλά αυτό δεν είναι απογοητευτικό. Έχουμε ανάγκη τον φόβο για να μπορούμε να πατάμε γερά στα πόδια μας και να ζυγίζουμε τις καταστάσεις, να αντιλαμβανόμαστε τους κινδύνους, το ρίσκο, τη σημασία, τις συνέπειες.

Δεν είναι κακό να φοβάσαι.
Δεν είναι κακό να φοβάσαι το σκοτάδι, γιατί έτσι δημιουργείς άμυνες, είσαι σε ετοιμότητα, αντιλαμβάνεσαι τη σημασία του φωτός, μαθαίνεις σιγά-σιγά να λειτουργείς με λιγότερα μέσα και οξύνονται οι άλλες σου αισθήσεις. Έρχεσαι αντιμέτωπος με τους εφιάλτες σου, τις σκέψεις σου.

Δεν είναι μεμπτό να φοβάσαι τον θάνατο των δικών σου ανθρώπων. Είναι λογικό και θεμιτό, γιατί ίσως έτσι καταλάβεις το πεπερασμένο, την ουσία της στιγμής –της στιγμής και του χρόνου μαζί τους- τη σημασία που έχουν για σένα, δεν τους θεωρείς δεδομένους, αναπτύσσεις συναισθήματα προστατευτικότητας και νοιάζεσαι γι' αυτούς.

Δεν είναι αρνητικό να φοβάσαι μη χάσεις τον εαυτό σου και τα όνειρά σου. Ευτυχώς που φοβάσαι, γιατί έτσι σου δίνεται κίνητρο και δύναμη να κυνηγάς τους στόχους σου, να μην αρκείσαι σε μια επαναλαμβανόμενη καθημερινότητα, να διεκδικείς, να προσέχεις εσένα.

Δεν είναι κακό να φοβάσαι τον χρόνο. Γιατί έτσι συνειδητοποιείς την αξία του, τα όριά του και τις δυνατότητές σου. Επαναπροσδιορίζεις τον εαυτό σου, αλλάζεις τους ρυθμούς σου, έχεις υπόψη σου την αξία που αντικατοπτρίζει και δρας ανάλογα.

Είναι καλό που φοβάσαι την προδοσία. Έτσι θέτεις τις απαραίτητες άμυνες, αξιολογείς τους ανθρώπους και αναγνωρίζεις την αξία τους. Μαθαίνεις να κρίνεις, γνωρίζεις τις αδυναμίες τους, φροντίζεις να μην προδώσεις κι εσύ με τη σειρά σου.

Δεν είναι κακό να φοβάσαι τη μοναξιά. Έτσι, αποδεικνύεις πως δεν είσαι εγωιστής και αλαζόνας. Παραδέχεσαι την ανάγκη σου για επικοινωνία και σύνδεση, παραδέχεσαι την ανάγκη για αλληλεξάρτηση και συντροφικότητα. Προσπαθείς να βρεις ανθρώπους που θα γίνουν η δική σου ομάδα. Μαθαίνεις να δέχεσαι ελαττώματα, να προσαρμόζεσαι, να συνδιαλλάσσεσαι, να χαράσσεις κοινή πορεία. Κανείς δε γεννήθηκε για να είναι μόνος.

Βρες τον φόβο σου. Κοίτα τον κατάματα. Αντιμετώπισέ τον και ανακάλυψε τι σου προσφέρει, με τι σε οπλίζει και πώς μπορείς να τον χρησιμοποιήσεις υπέρ σου. Οι φόβοι σου δεν πρέπει να σε πνίγουν, αλλά να σε προβληματίζουν.

«Ίσως η ζωή να είναι μόνο αυτό… ένας φόβος και ένα όνειρο» – Joseph Conrad.

Ένας φόβος για το άγνωστο, το ακατανόητο, το οδυνηρό, αλλά και ένα όνειρο ότι θα καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε ό,τι μας παρουσιαστεί, ότι θα καταφέρουμε να πραγματοποιήσουμε τους στόχους μας παρά τους φόβους μας και τις αδυναμίες μας.

Οι μικρές στιγμές στη ζωή κάνουν όλη τη διαφορά

Αποτέλεσμα εικόνας για puuung love is in the small things«Οι μεγάλες καρδιές είναι ικανοποιημένες με μικρές στιγμές» -Hernan Wise

Συνήθως θυμόμαστε τους μικρούς τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι μας έχουν βοηθήσει καλύτερα από όλους, αυτές οι μικρές στιγμές που ήρθαν από την ευγενική καρδιά των φίλων: αυτά τα άτομα με όλες τις αρετές τους πάντα βρίσκουν διαφορετικούς τρόπους για να μας παρέχουν συναισθήματα που θα παραμείνουν στην καρδιά μας για πάντα.

 

Η δύναμη αυτών των μικρών στιγμών

Τα μικρά πράγματα στην ζωή είναι ικανά να μας πάνε στα ύψη της επιτυχίας ή στην πιο δυσάρεστη αποτυχία, αφού είναι κρυμμένες εκατομμύρια προθέσεις. Για παράδειγμα, κάνετε μια εργασία για μήνες και τότε ένα μικρό εμπόδιο κλονίζει την εργασία ή ευθύνεται για την πιθανότητα να ανταγωνιστούν δύο ικανά άτομα για την ίδια δουλειά και ο ένας από αυτούς την παίρνει εξαιτίας μιας πολύ μικρής λεπτομέρειας.

Αυτές οι μικρές λεπτομέρειες είναι τόσο σημαντικές στα καθημερινά σχέδια που πρέπει επίσης να ερχόμαστε σε επαφή με αυτούς που έχουμε γύρω μας, όπως με μια μικρή πράξη ευγνωμοσύνης όπως μια αγκαλιά την σωστή στιγμή, από αυτές που μας κάνουν να αισθανόμαστε αγάπη και πως είμαστε κοντά με ένα άλλο άτομο.

Γι αυτό τα μικρά πράγματα έχουν τόση δύναμη, επειδή η μοναδικότητα τους επιτρέπει να ανατρέψουν καταστάσεις, να γεμίσουν την ψυχή με θετική ή αρνητική ενέργεια, να προκαλέσουν χαμόγελα στα πιο θλιμμένα πρόσωπα ή να μας κάνουν να κλάψουμε κλπ. Αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι το εξής, για το καλύτερο ή για το χειρότερο αυτές οι μικρές στιγμές κάνουν όλη την διαφορά και το ενδιαφέρον είναι πως όταν συμβαίνουν γίνονται τόσο αυθόρμητα και φυσικά και αυτό δεν είναι τίποτα περισσότερο ή τίποτα λιγότερο από την πιο ειλικρινή μεριά της ζωής της ίδιας.

 

Μαγικές στιγμές

Όταν αυτές οι μικρές στιγμές έρχονται, ξεχειλίζοντας καλά νέα για τα συναισθήματα μας, το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε είναι να τις περιμένουμε με τα χέρια μας ανοιχτά έτσι ώστε να μπορέσουν να μας πλημμυρίσουν με όλη τους την χαρά. Σκέφτομαι τις μικρές πράξεις που ίσως φαίνονται πολύ μικρές και απλές σε εσάς και όμως κάποιος άλλος τις λαμβάνει ως μια σπουδαία χειρονομία που δεν θα ξεχάσει ποτέ. Ποιος δεν έχει ζήσει κάτι τέτοιο σε κάποια φάση της ζωής του; αυτές οι μικρές στιγμές είναι σαν μαγεία επειδή γεμίζουν και τις δύο μεριές: γεμίζουν και αυτόν που τις φέρνει και αυτόν που τις δέχεται.

«Έχω μάθει πως οι άνθρωποι θα ξεχάσουν τι είπες, οι άνθρωποι θα ξεχάσουν τι έκανες, όμως οι άνθρωποι δεν θα ξεχάσουν ποτέ πως τους έκανες να νιώσουν»
 
Λένε πως τα σπουδαιότερα δώρα που μπορούμε να δώσουμε στους άλλους είναι αυτά που έχουν σφυρηλατηθεί από μια συλλογή συναισθημάτων, μέσω της στοργής και της αγάπης. Συνήθως, αυτές οι μαγικές λεπτομέρειες έρχονται από ανθρώπους που είναι επίσης μαγικοί: από άτομα με ενσυναίσθηση, που νοιάζονται για τους άλλους και δείχνουν αλληλεγγύη… Φυσικά, δεν πρέπει ποτέ να χάσετε την ευκαιρία να γνωρίσετε τέτοιους ανθρώπους και τα μικρά αγγίγματα τους.

 

Οι καλύτερες καταστάσεις για να δημιουργήσετε αυτές τις μικρές λεπτομέρειες και στιγμές

Συνήθως, τα μικρά πράγματα περνούν απαρατήρητα, αλλά σε κάποιες περιστάσεις μπορούν να σημαίνουν τα πάντα. Εδώ είναι κάποιες από τις καταστάσεις που είναι ευνοϊκές για αυτές τις μικρές στιγμές:
  • Στην φιλία ή στην οικογένεια ή σε ένα ζευγάρι: αν αυτό που θέλουμε είναι να δούμε τον δεσμό μεταξύ αρκετών ατόμων να γίνεται δυνατότερος τότε είναι αναγκαίο να προσέχουμε αυτόν τον δεσμό κάθε μέρα, να τον ενισχύουμε και να τον διατηρούμε.
  • Τα σημαντικά γεγονότα στη ζωή μας: η προετοιμασία ενός γάμου, οι εξετάσεις για το δίπλωμα οδήγησης, η συνέντευξη για μια δουλειά κλπ. Η επιτυχία αυτών των γεγονότων θα είναι ανάλογη με την προσοχή μας στις λεπτομέρειες κατά την διάρκεια της πορείας, με πάντα επίκεντρο τις λεπτομέρειες.
  • Δουλειά ή διάβασμα: όπως ανέφερα και πριν, η πολύ προετοιμασία για την δουλειά σας ή για τις εξετάσεις, στο τέλος, θα εξαρτηθεί από τα μικρά πράγματα στην ζωή που συμβαίνουν κατά την διάρκεια της πορείας. Για παράδειγμα, ακόμα και αν διαβάσατε πολύ, το να μάθετε κακά νέα πριν τις εξετάσεις μπορεί να σας αποδιοργανώσει και ως αποτέλεσμα να μην δώσετε τον καλύτερο σας εαυτό.
«Πρέπει να κοιτάμε τα μικρά πράγματα. Σπέρνουν την ζωή μας με μικρούς πολύτιμους λίθους που μας καθοδηγούν.» -Katherine Pancol

ΙΜΜΑΝΟΥΕΛ ΚΑΝΤ: Η ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΥ

H κριτική διδασκαλία του Ιμάνουελ Καντ (18ος αιώνας) επιδίωξε να γεφυρώσει τον ορθολογισμό με τον εμπειρισμό. Όπως είδαμε, οι "λύσεις" των μεγάλων αυτών σχολών όσον αφορά το πρόβλημα της σύνδεσης του νου του ανθρώπινου υποκειμένου με τον αντικειμενικό κόσμο, το βασικό δηλαδή αίτημα γνώσης, υπήρξαν μονομερείς: ο εμπειρισμός εστιάζει τη θεώρηση του στο θεμελιώδες γεγονός της "εισροής" γνώσης μέσω των αισθήσεων, ενώ ο ορθολογισμός στον αναγκαίο ρόλο των ορθολογικών μηχανισμών του νου. O Καντ διερεύνησε με επιτυχία κάτι που ίσως θα έπρεπε να είναι προφανές, αλλά ασφαλώς ήταν δύσκολο να περιγραφεί επαρκώς, δηλαδή τη συνεργασία των αισθήσεων με τον ορθό λόγο.

H ευρύτερη αντιληπτική ικανότητα του νου στηρίζεται σαφώς στις λειτουργίες και των αισθήσεων και του λόγου, όπως εξάλλου πρέπει να έγινε κατανοητό και από τη διερεύνηση του ορισμού της γνώσης· το πρόβλημα ήταν εξαρχής ότι δεν αρκούσε μια παθητική αιτιολόγηση, μια απλή συσσώρευση στοιχείων για να μετατρέψει μια πεποίθηση σε γνώση. Ούτε όμως και ο ορθός λόγος μπορούσε εύκολα, για χάρη του νου, να υπερβεί μόνος του την "εσωστρέφεια" του, να συνδέσει τις "δικές του" βεβαιότητες με τις αλήθειες του εμπειρικού κόσμου, την αυθεντική πηγή της γνώσης. O Καντ τόλμησε να επαναπροσδιορίσει πολλές από τις εν χρήσει έννοιες, ώστε να ερμηνεύσει επαρκώς την προφανή αυτή συνεργασία.

O εννοιολογικός επαναπροσδιορισμός του Καντ ξεκινά με τη συγκρότηση της εμπειρίας. H εμπειρία προσφέρει το "υλικό" το οποίο θα επεξεργαστεί και θα αξιοποιήσει ο λόγος. Το υλικό αυτό δεν προσφέρεται όμως ακατέργαστο, ως χαώδες σύνολο αισθητηριακών εντυπώσεων, αλλά ως εποπτείες, ως άμεσες, ενιαίες παραστάσεις. Επομένως η εμπειρική αντιληπτική διάσταση του νου δεν είναι πλέον παθητική, επεξεργάζεται ενεργητικά το υλικό που παραλαμβάνει, το οποίο μορφοποιεί με στοιχεία που διαθέτει ο νους από πριν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η επεξεργασία που οδηγεί στην εποπτεία σημαίνει τοποθέτηση του πρωτογενούς υλικού στον χώρο και στον χρόνο.

O χώρος και ο χρόνος είναι εγγενείς μορφές της εποπτείας’ αποτελούν ανεξάρτητους από την εμπειρία τρόπους λειτουργίας της αντιληπτικής μας ικανότητας, καθώς και απαραίτητες προϋποθέσεις της. Δεν μπορούμε επομένως να αντιληφθούμε τον χώρο και τον χρόνο εμπειρικά, εφόσον αποτελούν προϋποθέσεις της εμπειρικής αντίληψης -ο χώρος και ο χρόνος είναι αρχές, δεν προκύπτουν από αφαίρεση ή σύνθεση, αφού έχουμε πρώτα συγκρίνει επιμέρους "διαστήματα" και "διάρκειες".

Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι καθετί που αντιλαμβανόμαστε κατασταλάζει στον νου, "παραλαμβάνεται" από την καθαρή νόηση, αφού διαμορφωθεί από το ιδιότυπο "φίλτρο" των δύο προϋποθέσεων της αντίληψης. Επομένως γνωρίζουμε τα πράγματα μόνο ως οργανωμένα από τον νου μας φαινόμενα και όχι όπως μπορεί να είναι πραγματικά καθεαυτά.

Αντίθετα με ό,τι πίστευαν οι παλαιότεροι ορθολογιστές φιλόσοφοι, ο ορθός λόγος δε μας παρέχει a priori θεωρητική γνώση για τα πράγματα καθεαυτά, για τη βαθύτερη υφή του κόσμου, για την ύπαρξη του Θεού ή την αθανασία της ψυχής. Αυτός ο περιορισμός είναι προφανώς και το τίμημα για την εξασφάλιση της συνεργασίας εμπειρίας και ορθού λόγου, ο οποίος παρέχει βέβαιη γνώση μόνο για τη δομή του κόσμου των φαινομένων. Για τον Καντ η φιλοσοφική αναζήτηση δεν μπορεί να είναι υπερβατική, δηλαδή να προχωρεί με τη βοήθεια του λόγου πέρα από τα όρια της δυνατής ανθρώπινης εμπειρίας, αλλά μόνο υπερβατολογική, δηλαδή να διερευνά τις αναγκαίες συνθήκες αυτής της εμπειρίας.

H συνεργασία εμπειρίας και ορθού λόγου έχει εξασφαλιστεί ακριβώς επειδή οι εποπτείες – ως προϊόντα αντίληψης ήδη επεξεργασμένα, προϊόντα με "νοητική σφραγίδα" – είναι πλέον προσιτές στη διαχείριση των νοητικών μας λειτουργιών. Τις βασικές αυτές λειτουργίες εκφράζουν "καθαρές", αφηρημένες έννοιες, που ο Καντ αποκαλεί κατηγορίες της νόησης.

Οι γενικότερες κατηγορίες είναι ακριβώς εκείνες των οποίων την προέλευση δεν μπορούσαν να εξηγήσουν οι εμπειριστές, και για αυτό δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν σωστά το γεγονός της απόκτησης της γνώσης.

Πρόκειται για τις καθαρές έννοιες της ποσότητας, της ποιότητας, της σχέσης και του τρόπου (όπως η ουσία, η αιτία, η ενότητα κτλ.), που λειτουργούν ως "θυρίδες" στις οποίες εντάσσονται οι εποπτείες ανάλογα με την απόδοση χαρακτηριστικών στα πράγματα που παρατηρούμε μέσα στον χώρο και τον χρόνο.

H "συμπληρωματικότητα" αυτή εποπτειών και κατηγοριών σφραγίζει την καντιανή σύνθεση ορθολογισμού και εμπειρισμού. Θα μπορούσαμε να τονίσουμε την αναγκαιότητα της χαρακτηρίζοντας, μεταφορικά, την εμπειρία "τυφλή" (συγκεχυμένη και ασύντακτη) χωρίς τη νόηση και "κενή" χωρίς την εμπειρία.

H καντιανή αυτή προσέγγιση, παρά τις επιμέρους δυσκολίες της και τις αντιρρήσεις που έχουν διατυπωθεί από μεταγενέστερους φιλοσόφους, αποτελεί την αφετηρία για κάθε νεότερη προσπάθεια συνθετικής αντιμετώπισης γνωσιολογικών προβλημάτων.

Στις μέρες μας υπάρχουν ακόμη διάφοροι εκπρόσωποι λιγότερο ή περισσότερο καθαρών ορθολογιστικών και εμπειριστικών θεωρήσεων, κυρίως στον χώρο της φιλοσοφίας των μαθηματικών και σε εκείνον της φιλοσοφίας των φυσικών επιστημών αντίστοιχα. Ωστόσο, κανείς δεν υποτιμά τα διδάγματα που μπορούμε να αποκομίσουμε από το καντιανό φιλοσοφικό εγχείρημα.

Ο ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΤΑΓΜΑΤΑ ΤΟΥ

Είναι η πίστη στην αξία του ανθρώπου και η βιοθεωρία που αντιμετωπίζει τον άνθρωπο ως σκοπό και όχι ως μέσο. Αποδίδει στον άνθρωπο ύψιστη προτεραιότητα έναντι οποιουδήποτε άλλου έμβιου όντος ή υλικής αξίας και θέτει ως αυτοσκοπό την ικανοποίηση των βιολογικών και πνευματικών αναγκών του ανθρώπου. Το ανθρωπιστικό ιδεώδες προασπίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και θέτει ως μέτρο των πάντων τον άνθρωπο ως υλική και ψυχοπνευματική υπόσταση.

ΑΞΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ
Διασφαλίζει και προασπίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα, καλλιεργεί τον σεβασμό σε πανανθρώπινες αξίες όπως η δικαιοσύνη, η αξιοκρατία, η ισότητα, η ισονομία και ενισχύει την αντίληψη ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις.
Αμβλύνονται τα φαινόμενα κοινωνικής εριστικότητας, ενισχύεται το πνεύμα αλληλεγγύης, ομόνοιας και συνεργασίας ανάμεσα στα άτομα και στα έθνη, περιορίζεται ο ατομικισμός και αμβλύνονται φαινόμενα βίας και εγκληματικότητας και εν γένει φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας. Προτάσσεται το «εμείς» έναντι του «εγώ».
Αναπτύσσεται αίσθημα κοινωνικής ασφάλειας και εξαλείφεται ο φόβος της διαφορετικότητας και διευρύνεται η ανοχή απέναντι σε ετερόκλητες κοινωνικές ομάδες. Το ανθρωπιστικό ιδεώδες αποστρέφεται τη μισαλλοδοξία και το φανατισμό και λειτουργεί αποτρεπτικά ως προς αυτήν την κατεύθυνση.
Εξασφαλίζονται ίσες ευκαιρίες μόρφωσης για όλους τους ανθρώπους και αντιμετωπίζεται η παιδεία όχι ως μέσο κοινωνικής καταξίωσης αλλά ως μέσο προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο
Προωθούνται οι δράσεις κοινωνικής πρόνοιας και η μέριμνα για τους μειονεκτούντες πληθυσμούς και το δικαίωμα στην εργασία για όλους τους ανθρώπους.
Διασφαλίζονται και προωθούνται τα εργασιακά δικαιώματα, οι σύγχρονες συνθήκες εργασίας και αντιμετωπίζεται η εργασία όχι ως μέσο εξανδραποδισμού αλλά ως μέσο προσωπικής έκφρασης και κοινωνικής προσφοράς.
Το ανθρωπιστικό ιδεώδες λειτουργεί ως στήριγμα για τη δημοκρατία καθώς οι δημοκρατικές αρχές διαποτίζονται με τις ανθρωπιστικές αρχές της αξιοκρατίας και της ισονομίας. Προωθεί το διάλογο, την πολυφωνία και τη διευρυμένη πολιτική και κοινωνική συνείδηση. Οξύνει το αίσθημα κοινωνικής ευθύνης απέναντι στο κοινωνικό σύνολο και στηλιτεύει φαινόμενα κοινωνικής ασυνειδησίας και αυθαιρεσίας που υποθάλπουν την πολιτική ομαλότητα. Διαποτίζει τις σχέσεις πολίτη – κράτους με αισθήματα αμοιβαίας υπευθυνότητας και περιορίζει δράσεις πελατειακές και αντιδημοκρατικές.
Περιορίζεται το φαινόμενο της δημαγωγίας και του λαϊκισμού και ενισχύεται ο κώδικας δημοσιογραφικής δεοντολογίας με ανθρωπιστικές αξίες με αποτέλεσμα να περιορίζονται φαινόμενα παραπληροφόρησης και χειραγώγησης της κοινής γνώμης.
Ανθρωπισμός σημαίνει ενίσχυση κοινωνικών ομάδων μη προνομιούχων (πρόσφυγες, Αμέα, μετανάστες), ενίσχυση λαών μη προνομιούχων με σοβαρά κοινωνικά προβλήματα (χώρες Τρίτου κόσμου, Ισλαμικές χώρες) και παγκόσμια συνεργασία των λαών στα πλαίσια ανασυγκρότησης ενός πιο δίκαιου και ειρηνικού κόσμου. Ο ανθρωπισμός ενισχύει την παγκόσμια συνεργασία των λαών και ενισχύει την ειρήνη. Μόνο όταν ο άνθρωπος γίνει το απόλυτο μέτρο κάθε πρακτικής θα επικρατήσει διεθνής ειρήνη και οι αντινομίες του σύγχρονου πολιτισμού θα πάψουν να υφίστανται.

ΑΙΤΙΑ ΚΡΙΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Το σημερινό ανταγωνιστικό οικονομικό σύστημα προωθεί τον ατομικισμό εις βάρος των κοινωνικών αναγκών αφού το άτομο διέπεται από κρίση ταυτότητας και προσανατολισμού λόγω της ηθικής ρευστότητας του πολιτισμού μας. Στο όνομα αυτού του ευδαιμονισμού επικρατεί η λογική του ατομικού συμφέροντος, καλλιεργούνται οι απαξίες, χάνονται τα συλλογικά οράματα και καταλύεται η αντικειμενική ηθική με φυσικό επακόλουθο την κρίση του ανθρωπισμού.
Στη σύγχρονη κοινωνία προβάλλεται το υπερκαταναλωτικό μοντέλο ζωής ως υπόδειγμα κοινωνικής καταξίωσης. Ο άνθρωπος έχει θεοποιήσει τα υλικά αγαθά και τα έχει αναγάγει σε αυτοσκοπό με αποτέλεσμα να γίνεται έρμαιο των επίπλαστων αναγκών του στο όνομα των οποίων γίνεται ανήθικος.
Η υπέρμετρη τεχνολογική εξέλιξη, η είσοδος της μηχανής στη παραγωγή εργασίας, η αυτοματοποίησης και η μαζικότητα της παραγωγής σε συνδυασμό με την εξειδίκευση στο καταμερισμό της εργασίας υποσκέλισαν τον άνθρωπο από δημιουργό σε εργαλείο μαζικής παραγωγής αγαθών. Ο άνθρωπος έχασε τη σφαιρικότητά του, στέγνωσε πνευματικά και ηθικά και εξανδραποδίστηκε. Απώλεσε το βαθύτερο νόημα της ύπαρξής του και αλλοτριώθηκε από την επέλαση της τεχνικής προόδου.
Ο τεχνοκρατικός βιομηχανοποιημένος τρόπος ζωής, η γιγαντοποίηση των πόλεων, ο περιορισμός του ζωτικού χώρου των πολιτών, η ανωνυμία στα σύγχρονα αστικά κέντρα αποξένωσε το άνθρωπο απ’ το συνάνθρωπο και οδήγησε σε επιθετικές συμπεριφορές. Ο αγώνας για επιβίωση και επικράτηση δημιούργησε ανήθικους ανθρώπους που θυσιάζουν στο όνομα της όποιας επιβίωσης και τα τελευταία ίχνη ανθρωπισμού.
Η απομάκρυνση του ανθρώπου από το φυσικό τρόπο ζωής , τη φύση και την παράδοση.
Η κρίση του θεσμού της οικογένειας, η κρίση των ΜΜΕ που χειραγωγούν μαζικά το κοινωνικό σύνολο κάτω από αδιαφανείς πρακτικές, η κρίση του πολιτικού συστήματος που αδυνατεί να σταθεί πρότυπο συμπεριφοράς για τους πολίτες, η τεχνοκρατική κατεύθυνση της εκπαίδευσης που παράγει μαζικά τεχνοκράτες αλλά όχι σκεπτόμενους πολίτες με σφαιρική πνευματική και ψυχική καλλιέργεια υποβίβασαν τον άνθρωπο σε μέσο από σκοπό και τον εξώθησαν από το επίκεντρο της ζωής.

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΚΡΙΣΗΣ ΑΝΡΩΠΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Οι ανθρώπινες σχέσεις χαρακτηρίζονται από ιδιοτέλεια και υποκρισία, οι άνθρωποι επικοινωνούν φορώντας προσωπεία ενώ τα φαινόμενα εγωισμού και φιλαυτίας καταδεικνύουν την ηθική αλλοτρίωση. Οι άνθρωποι συμπεριφέρονται σαν αρπακτικά επιτρέποντας στα κατώτερα ζωώδη ένστικτα να κυριαρχήσουν στη συμπεριφορά τους. Τα φαινόμενα βίας, εγκληματικότητας, ρατσισμού και εν γένει κοινωνικής παθογένειας καθημερινά διογκώνονται δυναμιτίζοντας την κοινωνική γαλήνη και συνοχή. Τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάζονται καθημερινά και αξίες όπως η αγάπη, η αλληλεγγύη απέναντι στον συνάνθρωπο, η δικαιοσύνη και η ισότητα ευτελίζονται καθημερινά.
Τα δημοκρατικά πολιτεύματα δέχονται κατάφωρα χτυπήματα και κλυδωνίζεται η δημοκρατία από φαινόμενα διαφοράς και διαπλοκής. Η χειραγώγηση της κοινής γνώμης ανάλογα με τα εκάστοτε οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα είναι μια καθημερινότητα όπως και οι πελατειακές σχέσεις των πολιτών με τους πολιτικούς. Οι πολιτικοί υιοθετούν απάνθρωπες πολιτικές πρακτικές, γνωμοδοτούν και αποφασίζουν όχι με ανθρωπιστικά κριτήρια αλλά με βάσει τα πάσης φύσεως συμφέροντα. ¨Όλα αυτά είναι απόρροια της κρίσης των ανθρωπιστικών αξιών.
Έξαρση φαινομένων παραπληροφόρησης και χειραγώγησης των μαζών από αντιδεοντολογικές πρακτικές των ΜΜΕ και τη διαπλοκή τους με την πολιτική εξουσία. Ο άνθρωπος έρχεται καθημερινά με έναν τεράστιο όγκο πληροφορίας και προπαγάνδας που στόχο έχουν τη διαστρέβλωση της αλήθειας και την ερμαιοποίηση του από κάθε είδους κέντρα διαπλοκής.
Η κρίση του ανθρωπισμού επέφερε την κακοποίηση και την αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος. Ο άνθρωπος μη σεβόμενος τον ίδια του την ύπαρξη κατέστρεψε το περιβάλλον μολύνοντας το κι εξαντλώντας τις πλουτοπαραγωγικές πηγές του πλανήτη με αποτέλεσμα να διακυβεύεται ακόμα και η ίδια η επιβίωση του.
Η έλλειψη ανθρωπισμού επέφερε μηχανοποίηση της εργασίας και ρομποτοποίηση της, εμπορευματοποίηση της τέχνης, διάβρωση της γλώσσας και υποβάθμιση της αξίας της παράδοσης. Γενικά ευτέλισε έννοιες και αξίες που προάγουν τη διανοητική υπόσταση του ανθρώπου.
Κατάφωρη καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έντονες κοινωνικές ανισότητες, διεύρυνση του χάσματος ανάμεσα στις προηγμένες και υποανάπτυκτες χώρες, φαινόμενα πείνας και εξαθλίωσης ολόκληρων λαών, η μάστιγα της πείνας που αποδεκατίζει τον λεγόμενο Τρίτο κόσμο, η οικονομική εξαθλίωση που ταλανίζει εκατομμύρια ανθρώπους και το άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα σε φτωχούς και πλούσιους είναι μερικά μόνο από τα αποτελέσματα της ανθρωπιστικής κρίσης.
Κλυδωνισμός παγκόσμιας ειρήνης και διεθνούς αλληλεγγύης. Πολεμικές συρράξεις υποδαυλίζονται από πολιτικές και οικονομικές σκοπιμότητες, οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί διαρκώς αυξάνονται με σκοπό το κέρδος και την ιμπεριαλιστική επεκτατική πολιτική των ισχυρών κρατών έναντι των φτωχότερων κρατών, απουσία ισοτιμίας στις διακρατικές σχέσεις, επικρατεί το δίκαιο του ισχυρού, φαινόμενα σοβινισμού και πυρηνικοί εξοπλισμοί στα πλαίσια διακρατικού ανταγωνισμού είναι η πιο τρανή απόδειξη κατάλυσης κάθε έννοιας ανθρωπισμού που απειλεί ακόμα και την ίδια την ανθρώπινη επιβίωση στον πλανήτη γη.

ΤΡΟΠΟΙ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ
Οι κυβερνήσεις και τα κράτη να συνάψουν εκτεταμένες διακρατικές συμφωνίες πάνω σε καίρια θέματα όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμφωνίες ειρήνης, από κοινού παραίτηση από πυρηνικούς εξοπλισμούς, μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος τα οποία όμως θα σέβονται και δεν θα είναι απλές διατάξεις στα οικουμενικά χαρτιά τους.
Οι άνθρωποι πρέπει να συνειδητοποιήσουν την ατομική ευθύνη και ότι ακόμη και με την πιο απλή καθημερινή μας πράξη επιδεικνύουμε το μέτρο της ανθρωπιστικής μας συναίσθησης. Μέσα στο βάθος των αιώνων ο άνθρωπος κατόρθωσε να επιβιώσει μέσα από συλλογικές δράσεις και οράματα. Η ενίσχυση λοιπόν των συλλογικών οραμάτων και ο συνασπισμός των εθνών γύρω από τα κοινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν θα εξαλείψει το ατομικιστικό πνεύμα και θα εγείρει απίστευτες δυνάμεις ηθικής αντίστασης.
Ενίσχυση της ανθρωπιστικής παιδείας στα προγράμματα σπουδών κάθε εκπαιδευτικής βαθμίδας σε διεθνές επίπεδο. Η καλλιέργεια των ανθρωπιστικών επιστημών όπως η φιλολογία, η ψυχολογία και η φιλοσοφία θα στρέψουν το ενδιαφέρον του ανθρώπου από τα αυστηρά υλικοτεχνικά και τεχνοκρατικά ζητήματα σε πιο βαθιά οντολογικά και υπαρξιακά ζητήματα και θα διευρύνουν το συναίσθημα του ανθρώπου απέναντι στην ίδια τη ζωή .
Οι τέχνες μπορούν να βοηθήσουν στην αναζήτηση της ουσίας και της αλήθειας. Η Τέχνη είναι μια παγκόσμια γλώσσα πάνω από την καθημερινότητα που διεγείρει ανώτερες αναζητήσεις που αφορούν την ίδια την ουσία της ζωής. Η Τέχνη ανέκαθεν κατόρθωνε να λειτουργεί διαλεκτικά ανάμεσα στους ανθρώπους ανά τους αιώνες και κατορθώνει να μιλήσει στα μύχια της ανθρώπινης ψυχής και να διδάξει με απλό τρόπο βαθύτερες ηθικές αξίες.
Οι πνευματική ηγεσία του κάθε λαού, οι αληθινά και όχι επίπλαστα πεφωτισμένοι άνθρωποι σε κάθε εποχή , όπως και στο παρελθόν αποτέλεσαν φάρο και φωτεινό παράδειγμα προς μίμηση και έδειξαν το δρόμο για την ψυχική ανάταση ενός ολόκληρου λαού. Ο πνευματικός άνθρωπος πρέπει να αναλάβει δράση και να εγείρει το ανάστημά του σε όποια αντιξοότητα και να αποτελέσει το παράδειγμα και την «αλογόμυγα» που θα αφυπνίσει κοινωνικές συνειδήσεις.

Η ΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΘΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Αποτέλεσμα εικόνας για αρχαια ελληνικη θρησκειαΕκείνο που ξεχωρίζει το προχριστιανικό Ελληνικό Έθνος από τα υπόλοιπα που επέρασαν κάποια στιγμή επάνω από τα χώματα αυτού του πλανήτη, δεν είναι η γενναιότης (αφού και άλλα Έθνη επέδειξαν αυτήν, σε ίσο βαθμό με τους προγόνους μας) ή η ελευθεροπρέπεια (αφού επίσης ολόκληρη η προχριστιανική Ευρωπαϊκή Παράδοση μετέφερε πάντοτε την τελευταία ως το κατεξοχήν χαρακτηριστικό της). Εκείνο που ξεχωρίζει το προχριστιανικό Ελληνικό Έθνος από τα υπόλοιπα της Ευρωπαϊκής Ομοεθνίας, είναι η λογική σύλληψη και διατύπωση του Κόσμου, η οποία, με τη σειρά της, οδήγησε στη σύνθεση εκείνου του θαυμαστού οικοδομήματος που οι σύγχρονοι, πεπαιδευμένοι τουλάχιστον, άνθρωποι γνωρίζουμε υπό τον όρο «Ελληνικό Θαύμα».

Αυτή η λογική σύλληψη και διατύπωση, υπήρξε το αποκλειστικό προϊόν του Ελληνικού Νοός, του περιβάλλοντος που τον εξέθρευσε και των δυνάμεων που τον ενεψύχωσαν, και δεν εισήχθη από πουθενά, διότι, όπως πολύ ορθώς ετόνισε γύρω στα 1920 ο Τζών Μπουρνέ, «ο υλικός πολιτισμός και οι τέχνες μπορούν να περάσουν εύκολα από ένα έθνος στο άλλο, χωρίς τα έθνη αυτά να έχουν μία κοινή γλώσσα, όπως και ωρισμένες ιδέες, θρησκευτικές, απλές, μπορούν να μεταδοθούν καλύτερα με το τυπικό παρά μέσω οποιουδήποτε άλλου δρόμου. Αντιθέτως, η Φιλοσοφία δεν μπορούσε να εκφρασθεί διαφορετικά παρά μόνο μέσα από μίαν εξαιρετικά καλλιεργημένη στις αφαιρέσεις γλώσσα, και να μεταδοθεί από μορφωμένους ανθρώπους, είτε με το μέσο των βιβλίων, είτε με την προφορική διδασκαλία».

Αυτή η πνευματική διαύγεια και λογικότητα, η οποία διαπερνά, όπως είναι φυσικό, όλες τις σφαίρες της προχριστιανικής Ελληνικής ζωής, προέρχεται από την ιδιαιτέρως, όπως προείπαμε, εκτραφείσα και εμψυχωθείσα Κοσμοθέαση των Ελλήνων, η οποία, εστιάζοντας στην απεριόριστη δυνατότητα του παρατηρείν, του αναλύειν και του συμπεραίνειν, επέτυχε να μετατρέψει σε ανωτέρα Θρησκεία και απόλυτο Φιλοσοφία, την διαδεδομένη σε όλα τα άλλα Έθνη της προχριστιανικής Ευρώπης υγειά αλλά απλή λατρεία της Φύσεως, των στοιχείων και των νόμων αυτής.

Αυτό που αποκαλούμε «Ελληνική Εθνική Θρησκεία», εκδηλούται ιστορικώς με τέσσαρες διαφορετικούς τρόπους.

Ο πρώτος είναι ο κοσμογονικός τρόπος, κατά τον οποίο ο νούς ξεδιπλώνεται μέσα από το μάτι και την παρατήρηση, κατανοεί τον φυσικό Κόσμο, επιχειρεί την σύνοψη αφηγήσεων για το πώς εδημουργήθη ο Κόσμος και ζητά την επικοινωνία με τα υπόλοιπα ομοούσιά του τμήματα που κατοικούν μέσα στον τελευταίο. Μέσα στο υπερτέλειο σχήμα του Κόσμου, αυτής της μόνης αληθούς και αντικειμενικής πραγματικότητος, το ον το αιώνιο και ατελεύτητο που αναδύει τις περιοδικές του μορφές ΑΦ’ΕΑΥΤΟΥ, ως οργανικό σύνολο, άπειρο, διατεταγμένο και κεκοσμημένο (εξ ού και η ιδία η λέξη «Κόσμος»), τα ανθρώπινα όντα εννοούνται ως ενταγμένα πλήρως και οργανικώς, υφιστάμενα και αυτά τους νόμους που υφίστανται τα υπόλοιπα άπειρα τμήματα του Κόσμου, δεν είναι ωστόσο απλά οργανικά τμήματα αυτού του «παντός», αλλά και ταυτοχρόνως ένας μικρόκοσμος και απεικόνισή του. Οι Έλληνες, αντικρίζουν, πολύ ορθώς, τον Κόσμο ως μίαν έγκυρο και διαρκή Θεοφάνεια.

Η ιδία η φύση και όψη του, αποτελούν το «θαυμαστό» (και παραπέμπουν στην τέχνη του «θαυμάζειν» που, πολύ ορθώς, κατά τον Σωκράτη εγέννησε εν συνεχεία την Φιλοσοφία) και αποτελεί απολύτως ΛΟΓΙΚΟ γεγονός μία οποιαδήποτε συμπυκνωμένη προβολή στοιχείου ή στοιχείων («επιφάνεια») αυτού ακριβώς του Κόσμου. Το «θαύμα», όπως αυτό εννοείται από τους μονοθεϊστές, δηλαδή ως εκτροπή των φυσικών νόμων, δεν υφίσταται. Το «θαύμα» είναι ο ίδιος ο Κόσμος και ό,τι συμβαίνει μέσα σε αυτόν, ακόμη και μία «επιφάνεια» Θεού ή ένας μαντικός χρησμός, παραμένουν κατά φύσιν, δηλαδή απολύτως σύμφωνα προς τα ισχύοντα εντός του Κόσμου και, κυρίως (όπως απέδειξαν το «κατά φύσιν» οι στωϊκοί) πέρα για πέρα ΛΟΓΙΚΑ.

Ο δεύτερος είναι ο φιλοσοφικός τρόπος, κατά τον οποίο ο νούς τολμά την αναζήτηση της «Αληθείας του Κόσμου» ή των λεγομένων «Πρώτων Αιτίων» και, εν συνεχεία, του ανθρωπίνου προορισμού (του λεγομένου «Τέλους»), ορίζοντας ταυτοχρόνως με σαφήνεια αυτή την Επιστήμη (όχι με την βλακωδώς περιοριστική σύγχρονη έννοια, αλλά με την εκ του ρήματος «επίσταμαι» ετυμολόγηση, ήτοι εκ του «γνωρίζω επακριβώς το είναι ή έχειν των πραγμάτων») ως «αληθή Επιστήμη περί τα καλά πρώτα και θεία και ακήρατα (άφθαρτα)» (κατά τον Πυθαγόρα), «αγάπη ή επιδίωξη της Σοφίας», «επιστήμη της Αληθείας» (κατά τον Αριστοτέλη), «τέχνη της προσεγγίσεως των αφθάρτων και αναλλοιώτων» (κατά τον Πλάτωνα), «επιστήμη της σχέσεως των θείων πραγμάτων και των ανθρωπίνων υποθέσεων» (κατά την Στοά) ή «επιστήμη που μας καθιστά καθαρούς και τελείους με συντόμους και σαφείς κανόνες» (κατά τον Ιεροκλέα).

Ο τρίτος είναι ο πολιτειακός τρόπος, κατά τον οποίο ο πολίτης, το ενεργό και οργανικό δηλαδή τμήμα της «πόλεως», ή της φυλής ή της φράτρας παλαιότερα, δομεί την οργανικότητα στην οποία συμμετέχει, μέσα από την ευσέβεια και την υπακοή στα προγονικά θέσμια και τους νόμους της Πολιτείας, τα οποία θεωρεί δώρα των Αθανάτων Θεών προς το γένος των θνητών. Η μεγαλειώδης και καταφάσκουσα την ανθρωπίνη και λοιπή ζωή λατρεία των Θεών, η απόδοση τιμής μέσα από πομπή, όρχηση, μουσική, αγώνες, ευχαριστήριο προσφορά και θυσιόδειπνο, στους Ολυμπίους προστάτες και οδηγητές των Ελληνικών πόλεων, στους νομίμως «αναγνωρισθέντες» υπό της βουληφόρου Συνελεύσεως Θεούς, ξεκινά από τον Οίκο, από το πρώτο δηλαδή πολιτικό κύτταρο, και διευρύνεται έτσι ώστε να αγκαλιάζει ολόκληρο το πολιτικό σώμα. Η λατρεία είναι κοινωνική και πολιτειακή, άρα αυθεντική και έγκυρη, οι ιερείς εκλέγονται εις ενιαύσιο θητεία και εκπροσωπούν απλώς την κοινότητα απέναντι στους Μάκαρες Θεούς, σε μία ακριβώς αντίθετη διαδρομή από εκείνη των σημερινών επαγγελματιών «παπάδων» του Μονοθεϊσμού, οι οποίοι πάσχουν από την αμετροέπεια του να ισχυρίζονται ότι, αντιστρόφως, εκπροσωπούν τάχα τον.. Θεό (!!) απέναντι στην κοινωνία των ανθρώπων.

Και, τέλος, ο τέταρτος τρόπος εκδηλώσεως της Εθνικής μας Θρησκείας είναι ο μυστηριακός, και εδώ με την αυθεντική σημασία του όρου που απέχει έτη φωτός από την σύγχρονο παραποίησή του. Η αρχή των «Μυστηρίων» χάνεται στα απώτατα βάθη της αρχαιότητος, πολύ πέραν των ασαφών εποχών του μύθου, με ιδρυτές των ανά τόπους λατρευτικών θεσμών, κάποιους εξαιρετικώς προικισμένους από τους Θεούς ανθρώπους. Από τα πάμπολλα «Μυστήρια» των προγόνων μας, σήμερα είναι γνωστά μόνον εκείνα που κατεγράφησαν στην Εθνική μας Γραμματεία κατά τους ιστορικούς χρόνους: Μινωϊκά, Καβείρια, Λυκομηδικά, Ελευσίνια, Ορφικά, Ανδανιακά, κ.ά. Δεν θα σταθώ στην παρουσίαση λεπτομερειών γύρω από αυτά, καθώς τις θεωρώ αυτές λίγο πολύ γνωστές για τον μέσο αρχαιογνώστη της εποχής μας. Εκείνο στο οποίο θα σταθώ στην ομιλία αυτή, είναι η φύση της μυστηριακής λατρείας, κοντολογίς των «Μυστηρίων», και αυτό διότι πρέπει να γίνεται πάντοτε σαφές και να επισημαίνεται όλως ιδιαιτέρως, το ότι η «κεχωρισμένη» από την Πολιτειακή λατρεία αντίστοιχη Μυστηριακή, έχει μόνες αιτίες αυτής της ιδιαιτερότητός της τη δυνατότητα για κληρονομική μεταβίβαση της ιερατείας μέσα στο γένος του ιδρυτού, και τη διαφύλαξη του αναλλοιώτου των ιεροπραξιών έξω από τις δικαιοδοσίες του εντεταλμένου δημοσίου άρχοντος ή έξω από τις αποφάσεις του βουληφόρου σώματος των πόλεων ή, αργότερα, των συμπολιτειών.

Για να επιτευχθούν αυτά τα δύο, οι μυστηριακοί θεσμοί υποχρεούνται, όπως είναι λογικό, να κρατηθούν έξω από τη δημόσια σφαίρα και να δεχθούν μόνον τους θρησκευτές εκείνους οι οποίοι οικειοθελώς προσέρχονται στα «Ιερά των Μυστηρίων».

Εις σαφή ομοιότητα πάντως με την όμαιμο και αδελφή τους Φιλοσοφική Προσπάθεια, τα άγια «Μυστήρια» των Εθνικών Ελλήνων, ήλθαν να κάνουν απτή και μεταβιβάσιμη την Αλήθεια. Την σύνθετη και πολύπλοκη Αλήθεια, την κατανόηση της «πρώτης αιτίας του καθετί αληθινού» όπως την ώρισε ο φωτισμένος Μάρκος Αυρήλιος, ή της γνώσεως του αιτιακού πλέγματος που ελέγχει τα κοσμικά γεγονότα. Την, ως λέξη σύνθετη, εκ του στερητικού α και του «λανθάνω» (μένω κρυμμένος), Αλήθεια, που οι καπηλευτές της δεν εφάνησαν ικανοί, έστω και κατά μίμησιν των εθνικών φιλοσόφων, να ορίσουν όταν ερωτήθησαν τι ακριβώς είναι αυτό στο όνομα του οποίου δρουν υπερφρόνως και διαταρακτικώς. Και εδώ ίσως είναι η πρέπουσα στιγμή, για να θυμίσουμε ότι αυτός ο άγιος θεσμός της πατρογονικής μας Θρησκείας, αντιμετώπισε την εντονωτέρα των επιθέσεων από το καταστροφικό πνεύμα της Σεσημασμένης Ανατολής. Πολύ πριν οι λεγόμενοι «Πατέρες» συντάξουν πάνω στον πάπυρο με λέξεις τα ζηλόφθονα ρεκάσματά τους κατά της αγίας Μυστηριακής μας Παραδόσεως, τη μεγάλη και μαζική επίθεση είχε εξαπολύσει η παραφροσύνη, ασυνταξία και μικρότητα του ανατολίτικου ψυχισμού.

Η «σκοτόεσσα» ιδέα περί των ανωτέρων Κόσμων και περί του επέκεινα του βίου των θνητών, την οποία κάποτε κατήγγειλε με εξαιρετική ένταση ο Ακραγαντίνος φιλόσοφος Εμπεδοκλής, επελαύνει στους πρώτους αιώνες της Βαρβαρικής Εποχής, με όχημά της τη διαστροφή της μανιώδους αναζητήσεως του υποτιθεμένου «λυτρωτικού» (από τι; ερωτούμε..) στοιχείου. Το εξωπραγματικό, το απίθανο και το εξωφυσικό ξηλώνουν ό,τι, χρόνο με χρόνο, είχε συνθέσει με κόπο και τόνους φαιάς ουσίας ο ανθρώπινος νους, επί πολλές χιλιετίες (το να κυλά κανείς προς τα κάτω είναι άλλωστε πολύ εύκολη διαδικασία και γίνεται αυτομάτως και δίχως πολλές απώλειες ενεργείας). Για να αντιμετωπισθεί η λαίλαπα του παραλογισμού της Ανατολής, με τα βέβηλα ψευτομυστήρια των ευνούχων Φρυγών «Γάλλων», των απατεώνων τύπου Αλεξάνδρου Αβωνοτικού, ή των αγυρτών ψυχοτρομοκρατών που εκαπηλεύοντο το όνομα των «Ορφικών», οι Νεοπλατωνικοί κάνουν το στρατηγικό σφάλμα να χωθούν στον βάλτο του μυστικισμού και της δαιμονολογίας, οι δε επίσημες αρχές προσπαθούν απελπισμένα να αντιτάξουν «εθνικούς» θαυματοποιούς στον ναζαρηνό θαυματοποιό ραββίνο που διαφήμιζαν οι οπαδοί του Σαούλ - Σαύλου (ο γνωστός σε όλους μας «Βίος Απολλωνίου Τυανέως» του Φιλοστράτου, είναι ένα ενδεικτικό παράδειγμα αυτής της απελπισμένης πρακτικής).

Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία λοιπόν, και στις προαναφερθείσες τέσσερες βασικές της εκδηλώσεις (κοσμογονική, φιλοσοφική, πολιτειακή και μυστηριακή) διετήρησε εκείνη την χαρακτηριστική της λογικότητα με έναν θαυμαστό τρόπο, έως τουλάχιστον τις αποφράδες εποχές που η δεισιδαιμονία, ο μυστικισμός, η σωτηρολογία, η σημιτικής προελεύσεως αντίληψη των Θεών ως «πρόσωπα», η θεοφοβία (η τελευταία, ως συνέπεια της αντιμετωπίσεως ενός ακαταλήπτου «επέκεινα» Θεού) και τα υπόλοιπα αρρωστημένα προϊόντα της Ανατολής, επέτυχαν τη μαζική διείσδυσή τους στην ευρωπαϊκή ήπειρο (και εντός ολίγου την επικράτησή τους). Από τις προαναφερθείσες πάντως τέσσερες εκδηλώσεις της Εθνικής μας Θρησκείας, η μυστηριακή εκείνη είναι που χρήζει της εντονωτέρας υπερασπίσεως κατά των γνωστών επιθέσεων των τελευταίων δύο χιλιετιών, οι οποίες αποσκοπούν με κάθε μέσον στην απαξίωση και δυσφήμιση του Ελληνικού (και όχι μόνον..) Εθνισμού. Αυτό που πρέπει συνεπώς να καταδεικνύεται διαρκώς, με την κάθε δυνατή ένταση και πυκνότητα, είναι το ότι η λεγομένη «μυστηριακή» πλευρά της Εθνικής Θρησκείας των πραγματικών Ελλήνων δεν υπήρξε ποτέ ανάλογη με τις παραπλανητικώς ομώνυμές της πλευρές των βαρβαρικών και αντιδημοκρατικών Θρησκειών της Ανατολής, αλλά υψηλή και λογική φιλοσοφική Πράξις, εκπληρούσα στο έπακρον τον ορισμό που απετόλμησε, αν και εμμέσως, ο Πλάτων, ορίζοντας τα «Μυστήρια» ως «ορθή Φιλοσοφία» (μέσω του ορισμού των ιδρυτών τους ως ανθρώπων που δεν ήσαν τυχαίοι αλλά προικισμένες προσωπικότητες που εφιλοσόφησαν ορθώς, οι «ορθώς πεφιλοσοφηκότες»).

Εδώ και 16 περίπου αιώνες, τα αυθεντικά και πανάγια «Μυστήρια» της λαμπρής αρχαιότητος, έχουν εξαφανισθεί από προσώπου γής, και, όπως διείδε ο τελευταίος Ευμολπίδης Ιεροφάντης Νεστόριος, η πνευματική νύκτα εβασίλευσε έκτοτε, επί πολλούς αιώνες, επάνω σε μία δυστυχισμένη ανθρωπότητα. Όπως όμως οι άθλιοι απαξιωτές της λογικής ετόλμησαν να σφετερισθούν τον όρο «Φιλοσοφία», όπως οι άθλιοι θεοκράτες ετόλμησαν να ανεβάζουν σε επίπεδο Θεού τα φανταστικά πρόσωπα που κρύβονται πίσω από τις δεισιδαιμονίες τους, έτσι και δεν υπήρξε κανείς ενδοιασμός να γίνει αντικείμενο σφετερισμού, με τον χειρότερο μάλιστα τρόπο, και ο ιερός προγονικός όρος «Μυστήρια» για να περιγραφούν είτε οι βέβηλες παρωδίες ιεροπραξιών από αποκρυφιστές και λοιπούς εσωτεριστές, ή οι άγριες ψυχοϋποδουλωτικές και ατιμωτικές υποχρεώσεις, βλέπε «εξομολόγηση», των πιστών του κρατούντος Μονοθεϊσμού.

Θέλω να ελπίζω, ότι τόνισα στον πρέποντα βαθμό την κυριαρχία του στοιχείου της λογικότητος στην Εθνική, δηλαδή προχριστιανική, Παράδοσή μας και, ιδιαιτέρως, την κυριαρχία αυτού του στοιχείου στο θρησκευτικο υποσύνολό της, όπως άλλωστε και τους τελευταίους αιώνες το ίδιο στοιχείο κυριαρχεί στο Ευρωπαϊκό Πνεύμα που ανέσυρε, έστω και ελάχιστα, τον άνθρωπο επάνω από τον φρικτό βούρκο του χριστιανικού Μεσαίωνος. Εδώ μάλιστα, ίσως θα ήταν πρέπον να ενθυμηθούμε τα λόγια του καθηγητού Κωνσταντίνου Μερεντίτου στην έξοχη, εν έτει 1974, εργασία του «Η Θρησκεία των Αρχαίων Ελλήνων. Η Εικών του Θείου εν τώ Κατόπτρω του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος»: «..εν τήι περιοχήι της λατρείας των αρχαίων Ελλήνων, αποκαλύπτεται ημίν μία των μεγίστων θρησκευτικών ιδεών της ανθρωπότητος, η θρησκευτική ιδέα του Ευρωπαϊκού Πνεύματος.. Η ιδέα αύτη είναι πολύ διάφορος των θρησκευτικών ιδεών άλλων πολιτισμών και δη και εκείνων, οίτινες εν τήι περιοχήι της θρησκειολογίας και της φιλοσοφίας της θρησκείας παρέχουσιν ημίν συνήθως το υπόδειγμα της οφειλομένης θρησκευτικής αγωγής και μορφώσεως.. Προς τοίς άλλοις έργοις των Ελλήνων, ίσταται προ της ανθρωπότητας και η θρησκεία αυτών, ως τι μέγα, υπερφυές και άφθιτον έργον».

Τα φερέφωνα και σχολεία του συστήματος, ωστόσο, ουδέποτε επεσήμαναν στους Νεοέλληνες παρόμοια πράγματα (και γιατί να το έπρατταν άλλωστε, αφού τέτοιου είδους πληροφορίες αντιστρατεύονται τα γνωστά και μη εξαιρετέα συμφέροντά του). Αντιθέτως, με την πρώτη ευκαιρία που θα τους δοθεί, φωνάζουν μονότονα, μπαμπέσικα και καταθλιπτικά (στοιχεία άλλωστε που κατεξοχήν χαρακτηρίζουν τόσο το σύστημα όσο και τα φερέφωνά του) για να πείσουν τους αδαείς και τους ανιστορήτους για τα ακριβώς αντίθετα. Και επειδή ουδείς μη αδαής και μη ανιστόρητος μπορεί ποτέ να «πεισθεί» υπ’αυτών, φροντίζουν να αυξάνουν με όσο πιο ταχείς ρυθμούς τις στρατιές των αδαών και ανιστορήτων. Ο καθείς εφ’ ώ ετάχθη, που λέμε. Υπάρχουν τριών μόνο ειδών πράγματα και καταστάσεις σε αυτόν τον υφήλιο κόσμο των θνητών, στον οποίο όλοι μας ζούμε. Τα απελευθερωτικά, τα ουδέτερα και τα υποδουλωτικά.

Αυτό που εκπροσώπησε επί πολλούς αιώνες και εξακολουθεί να εκπροσωπεί η Εθνική Ελληνική Παράδοση, είναι η Αρετή και η Τόλμη που, όπως ετόνισε ο πραγματικός μας εθνικός ποιητής Ανδρέας Κάλβος, απαιτούνται για την Ελευθερία. Κάποιοι φιλόσοφοί μας άλλωστε, τις απεκάλεσαν «μοναδικές» και «ύψιστες» τέχνες, όπως άλλωστε και τη λογικότητα που διαποτίζει την Φιλοσοφία και Θρησκεία μας, χάρις στην οποία αποκτούν ενότητα οι ιδέες και οι πράξεις μας, καθώς οδηγούμαστε κατ’ουσίαν από αυτές να διάγουμε τον βίο συμφώνως προς την Φύση. Δηλαδή, συμφώνως προς την θέληση των Θεών και συμφώνως προς το αιώνιο και άπειρο Πυροειδές Πνεύμα, τον Ορθό Λόγο που διαποτίζει τα πάντα.

Το Hubble «έπιασε» τον πιο μακρινό κομήτη που καταγράφηκε ποτέ σε τροχιά 2,4 δισ. χιλιομέτρων από τον Ήλιο

Hubble-C2017 K2Ο κομήτης C/2017 K2 που κινείται στην αστρονομική τροχιά των 2,4 δισ. χιλιομέτρων από τον Ήλιο είναι ο νέος αστρονομικός θρίαμβος του τηλεσκοπίου Hubble, ως ο πιο μακρινός κομήτης που είδε ποτέ ο άνθρωπος. 
 
Ανακαλύφθηκε βέβαια τον Μάιο του 2017 από το Panoramic Survey Telescope και το Rapid Response System (Pan-STARRS) της Χαβάης, αν και ήταν προσφάτως το διαστημικό τηλεσκόπιο αυτό που τον είδε με κάθε λεπτομέρεια.
 
Σύμφωνα με το ανακοινωθέν, η παρατήρηση του Hubble «αντιπροσωπεύει τα πιο πρώιμα ίχνη δραστηριότητας που καταγράφηκαν ποτέ από κομήτη που μπαίνει στην πλανητική ζώνη του ηλιακού μας συστήματος για πρώτη φορά».
 
Τον είδαν να κινείται κάπου μεταξύ Ουρανού και Κρόνου και πλέον οδεύει ολοταχώς για τον Ήλιο, επιδεικνύοντας όλη τη φαντασμαγορία του Διαστήματος.

«Είναι ο πιο πρωτόγονος κομήτης που είδαμε ποτέ», δήλωσε ο ακαδημαϊκός αστρονόμος David Jewitt που μελετά το ουράνιο σώμα, λέγοντάς μας πως προέρχεται από τη σφαιρική ζώνη των κομητών (διαμέτρου ενός έτους φωτός) που χρονολογείται από τη δημιουργία του ηλιακού μας συστήματος πριν από 4,6 δισ. χρόνια.
 
Ο Κ2 δεν έχει αναπτύξει ακόμα ουρά, καθώς μέχρι να κάνει την κοντινότερη σε μας εμφάνισή του έχουμε ακόμα καιρό. Κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί πριν από τις 14 Ιουνίου 2022, όταν θα βρεθεί λίγο έξω από την τροχιά του Άρη, αν και πάλι δεν ξέρουμε αν θα είναι ορατός χωρίς αστρονομικά μέσα…