Επιτρέψτε μου εν πρώτοις να σας υπενθυμίσω ότι η ψυχοθεραπεία δεν είναι μια καινούργια θεραπευτική μέθοδος. Αντιθέτως, είναι η πιο παλιά θεραπεία που χρησιμοποίησε η ιατρική.
Ο Φρόυντ δεν ανακάλυψε την ψυχανάλυση: δεν επινόησε ούτε τον όρο, παρότι κάτι τέτοιο επαναλαμβάνεται παντού, ούτε το αντικείμενο, το οποίο προϋπάρχει από αρχαιοτάτων χρόνων - και θα εξακολουθήσει να υπάρχει με νέα στολίδια. Ας ξεκινήσουμε με το αντικείμενο. Υποθέτω ότι η προϊστορική ιατρική υπάγεται σε ένα είδος σαμανισμού που προϋποθέτει την επίκληση ενός κόσμου άυλων πνευμάτων για την επιτυχία πας θεραπείας ή μαγγανείας με χαρακτηριστικές κινήσεις, εκφράσεις, ξόρκια. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι διάφορα αφεψήματα, εισπνοές καπνού, αλοιφές, φίλτρα, ροφήματα χρησιμοποιούνταν για θεραπευτικούς σκοπούς - και πρέπει να ήταν όντως ανακουφιστικά.
Οι Αιγύπτιοι, η μεγάλη συμπάθεια του Φρόυντ, που γνώριζε πολύ καλά την ιατρική τους, εφάρμοζαν ένα είδος μαγείας μέσω της υποβολής, χρησιμοποιώντας μυθολογικούς υπαινιγμούς, λιτανείες, τεχνάσματα, εσωτεριστικές εκφράσεις, μαντζούνια και φυλαχτά, ιεροτελεστίες και ένα ολόκληρο οπλοστάσιο που μπορούσε να θεραπεύσει μέσω του λόγου και της ενίσχυσής του με κάποια συγκεκριμένα παρασκευάσματα που διέθεταν φαρμακευτικές δυνάμεις. Αυτή η προεπιστημονική αιγυπτιακή ιατρική ανακούφισε πολλούς ασθενείς του Αρχαίου Βασιλείου έως την εποχή της Κοπτικής Εκκλησίας. Μάρτυρας η αρχαιολογία, που έφερε στο φως πολλές αναμνηστικές στήλες με χαραγμένες ευχαριστίες...
Όλοι γνωρίζουν ότι κατά την Ελληνιστική Περίοδο η ελληνική ιατρική είχε ιδιαίτερες σχέσεις με το θέατρο γενικά, και με την τραγωδία ειδικότερα: οι αρρώστιες της "ψυχής γιατρεύονταν στα θέατρα, όπου οι θεραπευτές, αφού προηγουμένως εισέπρατταν την αμοιβή τους. κατέφευγαν στην τεχνική της υποβολής, σε τελετουργικά δρώμενα, με τραγούδια, χορούς πάνω σε δέρματα ζώων, τελετουργικές πλύσεις. λόγια ξόρκια επίκληση μαγικών δυνάμεων, ολονυχτίες στο ιερό, χειροθεσίες και φυσικά θεραπείες, όπως μαρτυρούν τα τάματα που που έφεραν στο φως οι αρχαιολογικές αναγραφές - ο Διογένης έλεγε πονηρά ότι τάματα αυτά θα ήταν περισσότερα αν τα προσέφεραν οι ασθενείς σε πτώση αποτυχίας...
Συνήθως η κυρίαρχη ιστοριογραφία, και πρώτος ο Φρόυντ, αποσιωπά την περίπτωση του Αντιφώντα από την Αθήνα, που φαίνεται ότι είχε ανακαλύψει την ψυχανάλυση με τη σύγχρονη έννοια του όρου! Δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα γι’ αυτόν, εκτός του ότι εντάσσεται από την κυρίαρχη -αρχή ιστοριογραφία στην πολύ χρήσιμη κατηγορία των σοφιστών και ότι δίνει απλόχερα τις συμβουλές του ως αναλυτής στην κορινθιακή αγορά του 5ου αιώνα πριν την κοινή εποχή. Τι γνωρίζουμε γι’ αυτόν; Δίδασκε πως η ψυχή κυβερνά το σώμα, χωρίς ωστόσο να κηρύττει την ασυνέχεια ανάμεσα στις δύο διαστάσεις· καυχιόταν ότι, επί πληρωμή, μπορούσε να ερμηνεύσει τα όνειρα βάσει των ενδοκοσμικών αιτιοτήτων ότι είναι δημιουργός ενός συγγράμματος που δεν διασώθηκε με τίτλο: Η τέχνη να αποφεύγεις τη θλίψη.
Γνωρίζουμε επίσης από τη μαρτυρία του Ψευδο-Πλουτάρχου ότι είχε επινοήσει ένα είδος λογοθεραπείας: «Στην Κόρινθο, κοντά στην αγορά διέθετε ένα χώρο με μια επιγραφή όπου αναγραφόταν ότι ήταν ικανός να διαχειριστεί τον ψυχικό πόνο μέσω του λόγου- ερευνούσε τις αιτίες της θλίψης και παρηγορούσε τους αρρώστους». Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει ότι διακήρυττε τις θεωρίες του σε δημόσιες συγκεντρώσεις. Ένας άλλος σοφιστής, ο Γοργίας, διακήρυττε επίσης ότι μπορούσε να ανακουφίσει και να θεραπεύσει μέσω του λόγου - ο λιτός και απλός ορισμός του Φρόυντ για την επιστήμη του στο Ζήτημα της ανάλυσης από μη γιατρούς.
Ο χριστιανισμός εξύμνησε επίσης αυτή τη μαγική σκέψη και η χριστιανική ιατρική της απομάγευσης έχει τον ίδιο σκοπό: τη δυνατότητα να απαλύνει τον πόνο χωρίς άλλο φάρμακο εκτός από τον παρηγορητικό λόγο, τις κωδικοποιημένες κινήσεις, τις θεραπευτικές ιεροτελεστίες, τηρώντας ένα τελετουργικό μυσταγωγίας βήμα προς βήμα και ένα συγκεκριμένο και αυστηρό τυπικό, μέσω ενός ιερέα που έχει μυηθεί από την ιεραρχία στα μυστικά του εξορκισμού, κάτι που ίσχυε για πολύ καιρό στο χώρο του καθολικισμού. Εξάλλου κάθε επισκοπή διαθέτει ακόμα και σήμερα τον εξορκιστή ιερέα της...
Η λίστα με τις μορφές της λεγάμενης παραδοσιακής ιατρικής, οι οποίες, από τις απαρχές του σαμανικού κόσμου μέχρι τον μεταβιομηχανικό 21ο αιώνα μας, καταδεικνύουν την πίστη σε θεραπευτές, μάγους, μαγγανευτές, υπνωτιστές, γητευτές, αφορά σε όλες τις ηπείρους. Η μαγική σκέψη παίρνει τη μορφή, αλλά τη μορφή και μόνο, της επιστήμης της κάθε εποχής, παρόλο που υπόκειται στα απέραντα βάθη του ανορθολογικού, αν όχι του παραλόγου, πιστεύοντας πως ο σαμάνος μπορεί να εξαλείψει το κακό με τις μαγικές δυνάμεις του που υπερβαίνουν την επιστήμη.
Η ύπνωση υπήρξε μία από αυτές τις παρεπιστημονικές μορφές, όπως και η δεξαμενή του Μέσμερ ή το ντιβάνι του Μπρόυερ, που έμελλε να γίνει το ντιβάνι του Φρόυντ. Και δεν είναι περίεργο ότι η ψυχανάλυση γεννιέται στα ίδια μαγικά νερά ενός 19ου αιώνα που βλέπει την άνθηση της ομοιοπαθητικής, ανακάλυψη του Σάμουελ Χάνεμαν, μια μορφή της λεγάμενης ήπιας ιατρικής που παρουσιάζεται ως επιστήμη από κάποιους οι οποίοι πιστεύουν ότι, παρά την απουσία μορίων χημικής ουσίας στο φάρμακο, τα οποία σταδιακά χάνονται μέσω της διαδικασίας των αραιώσεων βάσει της αρχής της ομοιοπαθητικής, αυτή η αδρανής ουσία ανακουφίζει και θεραπεύει... Και εδώ έχουμε το φαινόμενο πλασέμπο.
Μου αρέσει η ζωγραφική του Ιερώνυμου Μπος, που ανθίσταται σε οποιαδήποτε ανάλυση. Απεικονίζει περίεργους παραδείσους και μυστήριες κολάσεις που πιθανότατα απορρέουν από μια σκοτεινή χιλιαστική αίρεση που κρατήθηκε στη σιωπή, μια σιωπή που καταδικάζει το μεγαλύτερο μέρος του έργου του στην αινιγματικότητα. Υπάρχουν όμως δύο ελαιογραφίες αυτού του αριστουργηματικού δημιουργού που εκφράζουν, στα τέλη του 15ου και στις αρχές του 16ου αιώνα, όλη την επερχόμενη αλήθεια της ψυχανάλυσης: Η εγχείρηση για την πέτρα (Η θεραπεία της τρέλας) και Ο ταχυδακτυλουργός
Το θέμα του πρώτου έργου δεν είναι πρωτότυπο, απαντάται συχνά στις γκραβούρες και τους πίνακες της φλαμανδικής σχολής της εποχής εκείνης. Υπήρχε η πεποίθηση ότι αιτία της τρέλας ήταν η παρουσία στον εγκέφαλο ενός ξένου σώματος από το οποίο ο άρρωστος έπρεπε να απαλλαγεί προκειμένου να ξαναβρεί την υγεία του - ένας άνθρωπος που απεικονίζεται ως χειρουργός αφαιρεί αυτό το πράγμα, μια πέτρα τις περισσότερες φορές, σκυμμένος πάνω από το κρανίο ενός ασθενούς που έχει τις αισθήσεις του, παρουσία κοινού και, στην προκειμένη περίπτωση, ενός ιερέα και μιας μοναχής με ένα βιβλίο στο κεφάλι! Υποθέτουμε ότι ο χειρουργός, με το καπέλο-χωνί των τρελών, θα βγάλει επιδέξια την πέτρα από την τσέπη του και θα τη δείξει στον ζαλισμένο ασθενή με την ανοιχτή τομή στο τριχωτό της κεφαλής. Εκείνος, αποβλακωμένος, θα συσχετίσει τη ματωμένη γάζα, τη χειρουργική επέμβαση, την πέτρα που του δείχνουν και ξαφνικά θα γιατρευτεί - έχοντας στο μεταξύ πληρώσει τον τσαρλατάνο... Εδώ ο Μπος ζωγραφίζει το φαινόμενο πλασέμπο.
Προφανώς, πρόκειται για την ίδια πέτρα που βλέπουμε ανάμεσα στον αντίχειρα και το δείκτη του ταχυδακτυλουργού που προτείνει ένα παιχνίδι, κάτι σαν τον παπά, στο οποίο, όπως μαρτυρούν τα κυπελλάκια πάνω στο τραπέζι, θα εξαφανίσει και θα επανεμφανίσει την πέτρα όπου και όποτε θέλει αυτός, έχοντας φροντίσει προηγουμένως να μαζέψει τα χρήματα των στοιχημάτων από τα οποία ζει - ας σημειώσουμε ότι ο εξαπατηθείς θα πέσει δύο φορές θύμα κλοπής: μία από τον παπατζή που τσεπώνει τα λεφτά του στοιχήματος και μία από τον αβανταδόρο, έναν πιθανό συνένοχο που εκμεταλλεύεται την παραζάλη του θύματος μπροστά στον μικροαπατεώνα.
Το φαινόμενο πλασέμπο είναι το απόγειο της προεπιστημονικής ιατρικής: δίνει επιστημονικό κύρος, λόγω της σκηνοθεσίας, σε μια πρακτική η οποία έγκειται στην υποβολή μέσω του λόγου, τα ξόρκια, τη μαγεία, τη θεραπευτική δύναμη του λόγου, των κινήσεων, της ιεροτελεστίας. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι ο ασθενής του γιατρού με το καπέλο-χωνί -ο Μπος δεν κρύβει τη θέση του- πιστεύει στη δύναμη της πράξης, που του φαίνεται καθ’ όλα επιστημονική. Ο τσαρλατάνος καταφεύγει σε τεχνικές, λέξεις, βαρύγδουπες δηλώσεις, σε διάφορα μικροαντικείμενα της επιστήμης, εδώ το μεταλλικό εργαλείο εξαγωγής ως παρωδία του πραγματικού χειρουργικού εργαλείου. Ο ασθενής θα πληρώσει για να γιατρευτεί, ο κομπογιαννίτης θα ισχυριστεί ότι ήταν σε θέση να τον γιατρέψει, πως έκανε ό,τι χρειαζόταν και τον γιάτρεψε- ο πελάτης, κατευχαριστημένος, θα διαλαλήσει παντού ότι γιατρεύτηκε. Πρέπει να συμπεράνουμε ότι ο ταχυδακτυλουργός έχει πραγματικές δυνάμεις; Όχι βέβαια. Αρκεί η πίστη του ασθενούς: αυτή η θεραπευτική μέσω της ψυχοσωματικής αυτοθεραπείας έχει μεγάλη επιτυχία.
Για την κατανόηση της λογικής αυτής της μαγικής σκέψης είναι πολύ χρήσιμο να σταθούμε για λίγο στον Μαρσέλ Μως. Διότι ο Φρόυντ γνωρίζει τις αναλύσεις αυτές και, είτε πρόκειται για κρυπτομνησία είτε όχι, πολλές δομικές στιγμές της ψυχανάλυσης θυμίζουν σε μεγάλο βαθμό τα επίπεδα της μαγείας που προτείνει ο Γάλλος ανθρωπολόγος. Ας θυμηθούμε ότι στο Τοτέμ και ταμπού ο Φρόυντ αναφέρεται στο Σχεδίασμα μιας γενικής θεωρίας για τη μαγεία. Τι λέει ο Μως; Ότι μάγος είναι το άτομο που εκτελεί μαγικές πράξεις... Ασφαλώς... Τι μπορεί όμως να θεωρηθεί μαγικό; Κάτι που εκλαμβάνεται ως μαγικό από έναν τρίτο... Και, ακόμα, ότι ο μάγος καταφεύγει σε εντυπωσιασμούς, σε γενεσιουργός πράξεις. Επαναδιατυπώνοντας με τους όρους του γλωσσολόγου Ωσάν: μάγος είναι ο άνθρωπος του επιτελεστικού. Πράττει μέσω του λόγου, δημιουργεί έναν κόσμο με τις λέξεις, παράγει αυτό που λέει. «Αρχικά η λέξη ήταν μαγεία, μια μαγική πράξη, και έχει διατηρήσει μεγάλο μέρος από την παλιά της δύναμη» τι διαφέρει ο ψυχαναλυτής, όταν πουλά τη σιωπή του ως κοσμηματοθήκη για ένα λόγο που, όσο πιο σπάνιος είναι, τόσο μεγαλύτερη δύναμη έχει;
Πώς γίνεται κανείς μάγος; Ο Μως απαντά: μέσω της αποκάλυψης, του χρίσματος ή της παράδοσης: αποκάλυψη του οιδιπόδειου συμπλέγματος, της πρωτόγονης ορδής, της θανάτωσης του πατέρα, του τελετουργικού κανιβαλικού συμποσίου, ανακαλύψεις που πραγματοποιήθηκαν μέσω της αυτοανάλυσης με σκοπό να φωτίσουν τα μυστήρια της ψυχής από καταβολής κόσμου· χρίσμα από τον ίδιο τον δάσκαλο, ο οποίος χρίει τον εαυτό του βάσει της καθαρής λογικής της χρίσης του οπαδού από τον δάσκαλο· παράδοση του πατέρα Ζίγκμουντ, ο οποίος μυεί την κόρη του Αννα, η οποία μυεί τη δασκάλα της Ντόροθυ, η οποία μυεί τους μαθητές της, και αυτό ad libitum...
Οι πράξεις του μάγου είναι ιεροτελεστικές και προϋποθέτουν την τήρηση επιμέρους κανόνων: ένα καθορισμένο εβδομαδιαίο πρόγραμμα, τακτικές συνεδρίες, τους όρους πληρωμής, το τελετουργικό του ιατρείου, τη λογική του ντιβανιού, τη σιωπή του ψυχαναλυτή και τον ακατάσχετο λόγο του ασθενούς, την απόφαση της σύνθεσης που πραγματοποιεί ο ψυχαναλυτής όταν αποφασίσει, σαν να επρόκειτο για μια τελετουργία, την έξοδο από τη μαγική περιπέτεια. Και, κυρίως, ο Μως διασαφηνίζει ότι για να υπάρξει μαγεία «απαιτείται μια ορισμένη διανοητική προδιάθεση· χρειάζεται πίστη» ... Ο Φρόυντ δεν λέει κάτι διαφορετικό όταν μιλά στο Ζήτημα της ανάλυσης από μη γιατρούς για την απαραίτητη «πίστη στον αναλυτή» προκειμένου να ευοδωθεί η αναλυτική διαδικασία.
Η μαγική αιτιότητα καταδεικνύει ότι βρισκόμαστε σε ένα πρωτόγονο, προεπιστημονικό επίπεδο. Διαβάζουμε στο Σχεδίασμα μιας γενικής θεωρίας για τη μαγεία: «Η μαγεία λειτουργεί ως επιστήμη και παίρνει τη θέση των μελλοντικών επιστημών». Οι μάγοι «αντιλαμβάνονται αυθόρμητα τη δύναμη των λέξεων ή των συμβόλων» . Πράγματι, ο Φρόυντ υπήρξε μεγάλος δάσκαλος των μαγικών αιτιοτήτων και βασιλιάς των συμβολικών αντιστοιχιών: Η ερμηνεία των ονείρων είναι γεμάτη παραδείγματα όπου η αντίληψη ενός πράγματος δεν συμπίπτει με την αντίληψη αυτού του πράγματος αλλά ενός άλλον, το οποίο ορίζεται βάσει της φροϋδικής ερμηνευτικής ιδιοτροπίας: καπέλο = πέος, κλειδαριά = κόλπος, αλωπεκία = αδυναμία, δόντι που πέφτει = αυνανισμός, λύκος = πρόβατο κ.λπ.
Τέλος, ο Μαρσέλ Μως δηλώνει: «Η μαγεία, όπως και η θρησκεία, είναι μονολιθική, είτε την πιστεύουμε είτε όχι» [85]. Γι’ αυτό και ο Φρόυντ δεν ομολόγησε ποτέ την αποτυχία μιας θεραπείας, ακόμα και στις πιο καταφανείς περιπτώσεις, διότι και με μία μόνο αποτυχία καταρρέει όλο το οικοδόμημα. Η περίπτωση της Άννας Ο., η οποία παρουσιάστηκε ψευδώς ως επιτυχημένη, αποτέλεσε το ιδρυτικό αρχέτυπο της ψυχαναλυτικής επιστήμης. Αφού η περίπτωση αυτή αποτελεί αποδεδειγμένα μια μυθοποιία, τότε όλος ο φροϋδισμός είναι μυθοπλασία - εξ ου και το μέλημα των αγιογράφων να σκεπάσουν την ιστορική αλήθεια και να αφήσουν το θρύλο να θριαμβεύσει.
Πηγαίνει κανείς στον μάγο όπως επισκέπτεται τον ψυχαναλυτή: γιατί τον πιστεύει- πιστεύει σ’ αυτόν επειδή διαβεβαιώνει παντού, δηλώνει δημόσια, σε συνέδρια, σε άρθρα, στον τύπο, στα βιβλία, ότι θεραπεύει με το ντιβάνι και ότι έχει πάντα επιτυχία- τον πιστεύουμε, αφού και οι οπαδοί του διακηρύσσουν τις υποτιθέμενες επιτυχίες του- δεν αμφιβάλλουμε για τις δυνάμεις του, εφόσον εκθέτει λεπτομερώς σε βιβλία, τις Πέντε ψυχαναλύσεις για παράδειγμα, ότι θεράπευσε τα συμπτώματα της υστερίας στην περίπτωση της Ντόρας, αν όχι της Άννας Ο., η οποία επίσης υπέφερε από αυτή την παθολογία που κάλυπτε μεγάλη γκάμα ασθενειών του 19ου αιώνα, τη φοβία του Μικρού Χανς, την ιδεοληπτική νεύρωση του Ανθρώπου με τα ποντίκια, την παιδική νεύρωση του Σεργκέι Πανκέγιεφ με την προσωνυμία ο Άνθρωπος με τους λύκους.
Και αν κάτι δεν πάει καλά; Έτσι κι αλλιώς λειτουργεί μια χαρά. Διότι «η μαγεία έχει τέτοια επιβολή ώστε εξαρχής μια αντίθετη εμπειρία δεν κλονίζει την πίστη», γράφει ο Μως. Εάν η ανάλυση δεν πάει καλά, δεν έχει αποτελέσματα, και, επομένως, δεν αμφισβητείται η αρχή: η ψυχανάλυση θεραπεύει· αν φαίνεται ότι δεν πέτυχε, είναι γιατί δεν το θέλησε ο ασθενής, λόγω της ασυνείδητης επιθυμίας να παραμείνει άρρωστος, λόγω του «οφέλους της ασθένειας» σύμφωνα με τη φροϋδική θεωρία, λόγω της «αντίστασης» του ασθενούς, εξαιτίας της ανάμιξης των συγγενών οι οποίοι παρακωλύουν την επιτυχή έκβαση της θεραπείας.
Κάθε αποτυχία της ψυχανάλυσης δείχνει την επιτυχία της, αφού η αποτυχία αυτή ερμηνεύεται βάσει της ψυχαναλυτικής λογικής που έχει λύσεις για όλα, εκτός από τη θεραπεία με το ντιβάνι...
Ο Μως εξηγεί ότι η αποτυχία της μαγείας οφείλεται πάντα στην α-ντι-μαγεία που επικυρώνει τη θέση της μαγείας: δεν έχουμε λοιπόν εδώ έναν παρόμοιο διανοητικό μηχανισμό; Διαβάζουμε: η μαγεία «ξεφεύγει από οποιονδήποτε έλεγχο. Ακόμα και τα ατυχή γεγονότα καταλήγουν υπέρ της, καθώς οφείλονται πάντα στην επίδραση μιας αντιμαγείας, σε διαδικαστικά λάθη ή στην παράβλεψη βασικών κανόνων. Έτσι ώστε τα αποτυχημένα μάγια προσδίδουν μεγαλύτερο κύρος στον μάγο, αφού είναι πλέον απαραίτητος για να εξουδετερώσει την επίδραση μιας τρομερής δύναμης που έχει στραφεί εναντίον του δυστυχούς που την απελευθέρωσε απερίσκεπτα».
Παραδείγματος χάριν, ο Φρόυντ διατείνεται ότι θεράπευσε τον Άνθρωπο με τους λύκους. Τι κι αν ο πελάτης έχει την αίσθηση ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι; Ο ψυχαναλυτής δηλώνει ότι ορθώς έπραξε, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία επ’ αυτού, πράγματι θεράπευσε οριστικά αυτό που έπρεπε να θεραπεύσει. Αλλά, υπάρχει ένα αλλά, αυτό που εμφανίζεται είναι μια άλλη παθολογία, την οποία ο Φρόυντ ορίζει ως «υπόλοιπο της μεταβίβασης». Επομένως, ο υπαίτιος δεν είναι προφανώς ο ψυχαναλυτής, ούτε η ψυχανάλυση, αλλά ο ασθενής, που δεν επένδυσε αρκετά στην αναλυτική διαδικασία. Ούτε η μαγεία γενικά, ούτε ο μάγος ειδικότερα, αλλά ο πελάτης, αυτός φταίει...
Τέλος, ο Μως διευκρινίζει ότι, όταν ο μάγος ισχυρίζεται πως βγάζει τις πέτρες του κακού στη διάρκεια μιας τελετουργικής επέμβασης, ξέρει καλά ότι βγάζει τις πέτρες από την τσέπη του... Εντούτοις αυτός ο μάγος θα αναζητήσει τη βοήθεια του συναδέλφου του όταν και ο ίδιος θελήσει να απαλλαγεί και να γιατρευτεί από ένα κακό! Ο λόγος; Τα μαγικά φαινόμενα ενέχουν μια διαρκή «αυταπάτη»... Έτσι, η Έμμα Έκσταϊν, παραμορφωμένη από το δίδυμο Φλις/Φρόυντ, γνωρίζοντας τα καθέκαστα των αποτυχημένων επεμβάσεων (εξαιτίας της μετεγχειρητικής μόλυνσης από ένα κομμάτι γάζας που ξέχασε ο Φλις μέσα στη μύτη της...), θα καταφύγει εκ νέου στην ψυχανάλυση και θα γίνει και η ίδια ψυχαναλύτρια...
Ο μάγος εξαπατά τον εαυτό του όπως ο ηθοποιός που παίζει το ρόλο του Δον Ζουάν στη σκηνή του θεάτρου πιστεύοντας ότι είναι ο Δον Ζουάν και στα παρασκήνια, αλλά και στην υπόλοιπη ζωή του... Ο μάγος υποκρίνεται, το είδαμε αυτό. Αλλά για ποιους λόγους; Ο Μως γράφει: «Η προσποίηση του μάγου δεν είναι δυνατή παρά μόνο χάρη στην ευπιστία του κοινού». Γιατί ευπιστία; Επειδή ο ευαίσθητος άνθρωπος προτιμά μια ψεύτικη απάντηση σε ένα αληθινό ερώτημα, ένα ανακουφιστικό ψέμα για μια αλήθεια που τον αναστατώνει, έναν παρηγορητικό μύθο για μια ανησυχητική πραγματικότητα, διακατέχεται από άγχος, και οτιδήποτε ανακουφίζει αυτό το άγχος τον καθησυχάζει. Ακόμα και τα λόγια ενός μάγου...
Ο Φρόυντ εγγράφει την ψυχανάλυση στη μεγάλη γενιά της μαγικής θεραπείας και της τελετουργικής ίασης, κατάγεται απευθείας από τον σαμάνο των προϊστορικών χρόνων. Η θαυματουργία του είναι τόσο παλιά όσο και ο κόσμος· παρουσιάζεται όμως με νέα μορφή, η οποία απορρέει από τις επιστημονικές αντιλήψεις του καιρού του, τα δεδομένα της τότε ψυχιατρικής, τις ανακαλύψεις της ανατομίας και της φυσιολογίας της εποχής του, τα βιογραφικά στοιχεία του ατόμου, την ένταξή του σε ένα συγκεκριμένο ιστορικό και γεωγραφικό πλαίσιο: η ψυχανάλυση του Φρόυντ ενσαρκώνει τον βιεννέζικο σαμανισμό της εποχής της αυτοκράτειρας Σίσσυ και του Λουδοβίκου Β' της Βαυαρίας.
Ο Φρόυντ δεν ανακάλυψε λοιπόν την ψυχανάλυση, αλλά ούτε και τον όρο ψυχανάλυση. Η ιστορία αυτή δεν είναι και τόσο γνωστή... Πράγματι, τα λεξικά και οι εγκυκλοπαίδειες προβάλλουν τη θέση ότι ο Φρόυντ ανακάλυψε τον όρο ψυχανάλυση ταυτόχρονα με το αντικείμενο, λες και ο Βιεννέζος γιατρός δεν εντάσσεται σε ένα ιστορικό πλαίσιο από το οποίο δέχτηκε πολλές επιρροές, προτού επιφέρει ένα φιλοσοφικό πραξικόπημα χάρη στο οποίο το όνομά του συνδέθηκε οριστικά με την επιστήμη που υποτίθεται ότι ανακάλυψε ως μοναχικός πρωτοπόρος.
Και πραγματικά, ο όρος εμφανίζεται αρχικά στα κείμενά του όχι ως ψυχανάλυση αλλά ως ψυχοανάλυση. Με τη διατύπωση αυτήν απαντάται για πρώτη φορά στην Κληρονομικότητα και αιτιολογία των νευρώσεων, άρθρο που δημοσιεύτηκε στα γαλλικά στην Επιθεώρηση νευρολογίας στις 30 Μαρτίου 1896. Στο άρθρο αυτό ο Φρόυντ μιλά για μια θεραπευτική μέθοδο με την οποία εντοπίζεται το σεξουαλικό τραύμα που προκάλεσε τη νεύρωση. Ο Φρόυντ αποδίδει την πατρότητα του όρου ψυχοανάλυση στον... Γιόζεφ Μπρόυερ, σύμφωνα με τον οποίο πρόκειται για μια νέα μέθοδο ψυχολογικής ανάλυσης πιο αποτελεσματική από τις άλλες - για παράδειγμα, από τη μέθοδο του Ζανέ για την προσέγγιση στο ασυνείδητο του ασθενούς!
Το 1910 ο Φρόυντ συνεχίζει να αποδίδει τιμές. Στο Για την ψυχανάλυση αναφέρει ξεκάθαρα: «Αν κάποιος αξίζει τον τίτλο του ιδρυτή της ψυχανάλυσης, αυτός δεν είμαι εγώ. Δεν συμμετείχα στο ξεκίνημά της.
Ήμουν φοιτητής και είχα το μυαλό μου στις πτυχιακές εξετάσεις, όταν ένας άλλος Βιεννέζος γιατρός, ο δρ. Γιόζεφ Μπρόυερ, εφάρμοσε για πρώτη φορά αυτή τη μέθοδο σε μια νεαρή υστερική ασθενή» Ο ίδιος ο Φρόυντ γράφει και δημοσιεύει αυτή την πληροφορία το 1910, σε ηλικία πενήντα τεσσάρων ετών: δεν ανακάλυψε την ψυχανάλυση, η καταξίωση ανήκει στον Γιόζεφ Μπρόυερ: «Η επιτυχία των θεραπειών μου οφείλεται στη χρησιμοποίηση μιας νέας μεθόδου ψυχανάλυσης που βασίζεται στις έρευνες του Γ. Μπρόυερ» .
Εξάλλου την εποχή εκείνη, και για τους πάντες, συμπεριλαμβανομένου του Ζίγκμουντ Φρόυντ, η ψυχανάλυση θεωρείται σαφέστατα ανακάλυψη του Γιόζεφ Μπρόυερ. Έτσι, ο Λούντβιχ Φρανκ δημοσιεύει το 1910 ένα βιβλίο με τον τίτλο Η ψυχανάλυση, στο οποίο ασκεί κριτική εναντίον του Φρόυντ γιατί εφαρμόζει με τον δικό του τρόπο την πραγματική ψυχανάλυση, δηλαδή τη μέθοδο του Μπρόυερ. Διευκρινίζουμε ότι ήδη από την εποχή εκείνη ο Ελβετός ψυχίατρος επέκρινε τον Φρόυντ για τον παν-σεξουαλισμό του, μια κριτική που έμελλε να έχει συνέχεια στην ιστορία της ψυχανάλυσης. Ο Φρόυντ δεν εκτίμησε καθόλου το βιβλίο...
Αυτοί που γράφουν τη λέξη ψυχανάλυση και όχι ψυχοανάλυση -όπως ο Λούντβιχ Φρανκ, αλλά και ο Ντουμένγκ Μπετσόλα ή ο Ωγκύστ Φορέλ, για παράδειγμα- ειρωνεύονται κατά κάποιον τρόπο τον Φρόυντ για τη βαρβαρότητά του, παρατηρώντας ότι, βάσει της λογικής της παραγωγής νέων λέξεων με ελληνικές ρίζες, ο όρος δεν μπορεί να είναι ψυχο-ανάλυση αλλά ψυχανάλυση. Το 1919 ο Ωγκύστ Φορέλ, ένας Ελβετός γιατρός που εφαρμόζει την ύπνωση ως θεραπευτική μέθοδο, διευκρινίζει στον Υπνωτισμό: «Γράφω ψυχανάλυση όπως ο Μπετσόλα, ο Φρανκ και ο Όυγκεν Μπλόυλερ, και όχι ψυχοανάλυση, όπως ο Φρόυντ, λόγω της ορθής παραγωγής και της ευφωνίας της λέξης. Για το ίδιο θέμα ο Μπετσόλα κάνει την εύστοχη παρατήρηση ότι γράφουμε ψυχιατρική και όχι ψυχοϊατρική»... Ο Φρόυντ έχει ήδη υποπέσει σε σφάλμα με τον όρο ναρκισσισμός, τον οποίο αρχικά ανέφερε ως Narzissmus, σαν να λέμε ναρκισμός.
Καθώς έρχεται η επιτυχία, ο Φρόυντ επιδιώκει όλο και περισσότερο την αρχηγία του ευρωπαϊκού ψυχαναλυτικού κινήματος, του οποίου δεν ηγείτο την εποχή εκείνη, ήταν απλό μέλος. Η κατασκευή του φροϋδικού οπλοστασίου για την κατάκτηση της εξουσίας και την εξασφάλιση της ηγεμονίας της διδασκαλίας του αρχίζει με την ενεργοποίηση ενός εξαιρετικά πολύπλοκου μηχανισμού διαπλοκής, δικτύωσης, με πιστούς συνεργάτες, τυφλούς οπαδούς, εκδοτικούς οίκους, ορθόδοξες δημοσιεύσεις, και στη συνέχεια με την εκκαθάριση και τη δίωξη οποιουδήποτε θα μπορούσε να υποστηρίξει μια πολλαπλή ψυχανάλυση και μια διαφοροποίηση των μεθόδων για την ανακούφιση του ψυχικού πόνου: ο Άντλερ και ο Γιουνγκ, οι πιο γνωστές περιπτώσεις αποπομπής, εγκαινιάζουν την εδραίωση της ψυχανάλυσης στον ευρωπαϊκό και μετά από λίγο στον διεθνή χώρο.
Έτσι, ο Φρόυντ αποφασίζει να εδραιώσει την παντοδυναμία του ως προς τον όρο και το αντικείμενο. Αλλαγή πορείας: μπορεί το 1910 να παραδέχεται ότι ο Μπρόυερ είναι ο ιδρυτής της ψυχανάλυσης, αλλά το 1914, με τη δημοσίευση της Συμβολής στην ιστορία του ψυχαναλυτικού κινήματος, βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες τα πράγματα έχουν αλλάξει, πρόκειται για την κατάκτηση του Νέου Κόσμου, και άρα του κόσμου. Το κείμενο, επεξεργασμένο, έχει γραφτεί υπό την επίδραση της διαφωνίας του με τον Άντλερ και τον Γιουνγκ. Στο εξής παύει η απότιση χρέους τιμής στον εισηγητή της ψυχανάλυσης, τον Γιόζεφ Μπρόυερ, ο Φρόυντ αποφασίζει ενώπιον της ιστορίας και χάριν της ιστορίας ότι είναι ο μοναδικός ιδρυτής: «Η ψυχανάλυση είναι δικό μου δημιούργημα, μόνος μου ασχολήθηκα επί δέκα έτη με αυτή, και όλη η δυσαρέσκεια που προκάλεσε τότε αυτή η καινοτομία εκδηλώθηκε προς το άτομό μου με τη μορφή κριτικής. Έχω τη δικαιοδοσία [sic] να υποστηρίξω την άποψη ότι ακόμα και σήμερα, που δεν είμαι πλέον ο μοναδικός ψυχαναλυτής, κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει καλύτερα από εμένα [sic] τι είναι η ψυχανάλυση, σε τι διαφέρει από άλλες μεθόδους εξερεύνησης της ψυχικής ζωής και τι πρέπει να φέρει το όνομά της ή τι πρέπει να ονομάζεται διαφορετικά»/
Έτσι λοιπόν ο Φρόυντ αυτοανακηρύσσεται επινοητής, δημιουργός, δάσκαλος, εφευρέτης, πρωτουργός, κυρίαρχος της ψυχανάλυσης. Και ο Μπρόυερ, στον οποίο ανήκε η καταξίωση στο Για την ψυχανάλυση το 1910; Πάνε αυτά, περάσανε... Ο Μπρόυερ γίνεται ένας απλός πρόδρομος με ασήμαντο ρόλο, που προσπέρασε την ανακάλυψη, αφού δεν είχε το θάρρος να δεχτεί τον πρωταρχικό ρόλο της σεξουαλικότητας στην αιτιολογία των νευρώσεων. Ενώ εκείνος, ο Φρόυντ, είχε το θάρρος, την τόλμη, τη δύναμη του πνεύματος, την ανδρεία ενός κονκισταδόρ: αυτός μόνο τόλμησε, άρα σ’ αυτόν και μόνο αξίζει ο τίτλος.
Η Συμβολή λειτουργεί σαν ένα πραγματικό πραξικόπημα: ο Φρόυντ εξηγεί ότι η ψυχανάλυση είναι η μοναχική και ιδιοφυής δημιουργία του· ότι η αυτοανάλυση αρκεί για να γίνει κάποιος αναλυτής - αυτή είναι και η δική του περίπτωση· ότι η αναγνώριση της θεωρίας της μεταβίβασης και της αντίστασης αρκεί για να αυτοανακηρυχθεί κάποιος αναλυτής -κάτι που εκ των πραγμάτων αποκλείει οριστικά ως ιδρυτή τον Μπρόυερ ότι η άρνηση της ψυχανάλυσης δείχνει με βεβαιότητα την αναγκαιότητα μιας θεραπείας στο ντιβάνι- ότι στο εξής οποιοσδήποτε αρνείται το ψροϋδισμό είναι άρρωστος και χρήζει θεραπείας· ότι ο αντισημιτισμός μπορεί να ερμηνεύσει την άρνηση για την ψυχανάλυση - ένα επιχείρημα που θα αποδειχτεί πολύ χρήσιμο.
Στη συνέχεια εκθέτει λεπτομερώς το πολεμικό του σχέδιο για την κατάκτηση του κόσμου: συσπείρωση ορισμένων φίλων από το 1902 με σκοπό να μάθουν και να διαδώσουν την ψυχανάλυση· ίδρυση της Ψυχολογικής Εταιρείας της Τετάρτης· επέκταση του στενού κύκλου· προσχώρηση, από το 1907, του Γιουνγκ, ο οποίος μετατοπίζει το κέντρο βάρους από τη Βιέννη στη Ζυρίχη, αλλά επίσης και ενός κύκλου καλλιτεχνών, ιατρών και άλλων ατόμων με γνώσεις σε θέματα διανοητικής υγείας· ο Γιουνγκ εξασφαλίζει, γράφει ο Φρόυντ, ένα άνοιγμα της επιστήμης σε μη Εβραίους, ώστε να αποφευχθεί στρατηγικά ο περιορισμός της ψυχανάλυσης σε μια «εβραϊκή επιστήμη»· ίδρυση της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Εταιρείας- έκδοση ενός περιοδικού που διευθύνει ο Φρόυντ· οργάνωση συνεδρίων. Με τέτοιο εξοπλισμό που καμιά άλλη ανάλυση δεν σκέφτηκε να αποκτήσει, ο Φρόυντ ξεκινά έναν μονόπλευρο πόλεμο... και, όπως είναι επόμενο, τον κερδίζει.
Εφεξής υπάρχει ένας κανονιστικός ορισμός που δίνει ο Φρόυντ στα έργα Ψυχανάλυση και Θεωρία για τη λίμπιντο, που συνέταξε το καλοκαίρι του 1922 για ένα Εγχειρίδιο σεξολογίας υπό τη διεύθυνση του Μαξ Μαρκούζε: «ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ονομάζεται 1) μια μέθοδος έρευνας των ψυχικών διεργασιών που δύσκολα μπορεί κανείς να προσεγγίσει με άλλο τρόπο- 2) μια μέθοδος θεραπείας των νευρώσεων που βασίζεται στην παραπάνω ερευνητική μέθοδο· 3) μια σειρά απόψεων περί ψυχολογίας, οι οποίες απορρέουν από την παραπάνω μέθοδο και συγκλίνουν προοδευτικά για να σχηματίσουν ένα νέο επιστημονικό αντικείμενο». Επομένως, δεν είναι ψυχαναλυτές όσοι δεν υποστηρίζουν τη φροϋδική θεωρία της ψυχανάλυσης, και ειδικά εκείνοι που δεν βασίζουν τη θεραπευτική τους μέθοδο στο μύθο του οιδιπόδειου συμπλέγματος - δηλαδή ο Γιουνγκ, ο Άντλερ και όσοι δεν συμφωνούν τυφλά με το λόγο του δασκάλου.
Η ψυχανάλυση που δεν ανακάλυψε ο Φρόυντ, αλλά βάσει της οποίας επέφερε το πιο εντυπωσιακό ιδεολογικό πραξικόπημα του 20ού αιώνα, έγινε η επιστήμη που επινόησε, ανακάλυψε ο Ζίγκμουντ Φρόυντ αυτοπροσώπως. Στο εξής με τον όρο ψυχανάλυση αποκαλούμε τη φροϋδική λογοτεχνική ψυχολογία. Από κανενός το μυαλό δεν περνά ότι μπορεί να υπάρχει μια μη φροϋδική ψυχανάλυση: δηλαδή μια ψυχανάλυση· πριν τον Φρόυντ (συμπεριλαμβανομένου του Μπρόυερ, αν βασιστούμε στα λόγια του ίδιου του Φρόυντ μεταξύ 1896 και 1910, ή του αδίκως παραγνωρισμένου Πιερ Ζανέ, υφηγητή και διδάκτορα φιλοσοφίας, καθηγητή στο Κολέγιο της Γαλλίας και ιατρού) και μια ψυχανάλυση μετά τον Φρόυντ (με τον Καρλ Γκούσταφ Γιουνγκ και τον Άλφρεντ Άντλερ, βέβαια, αλλά και τόσους άλλους), στην οποία εντάσσεται και ο φροϋδομαρξισμός (ο Βίλχελμ Ράιχ ή ο Χέρμπερτ Μαρκούζε, αν όχι ο Έριχ Φρομ), ή η υπαρξιακή ψυχανάλυση του Λούντβιχ Μπίνσβανγκερ, την οποία επανέλαβε και τροποποίησε ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ.
Μισέλ Ονφρέ: «Το λυκόφως ενός ειδώλου, το φροϋδικό μύθευμα»