Τρίτη 1 Αυγούστου 2023

O Σχηματισμός των λέξεων στην Αρχαία Ελληνική γλώσσα

3. Τα ρήματα σε -οῦν


§ 198. Η σημασία των ρημάτων σε -οῦν είναι "επιτελεστική" ή "οργανική", δηλαδή σημαίνουν 'καθιστώ' ή 'εφοδιάζω με κάτι': ὀρθοῦν 'καθιστώ ορθό > ανορθώνω' από το ὀρθός 'όρθιος', στεφανοῦν 'εφοδιάζω με στεφάνι > στεφανώνω' από το στέφανος 'στεφάνι'. Μια παραφυάδα της επιτελεστικής σημασίας είναι η 'θεωρώ ως - ': δικαιοῦν 'θεωρώ δίκαιο' από το δίκαιος ή 'μεταχειρίζομαι ως - ': δηιοῦν (δῃοῦν) 'μεταχειρίζομαι ως εχθρό > σκοτώνω, καταστρέφω' από το δήιος 'εχθρικός'. Η επιτελεστική και η οργανική σημασία συχνά εφάπτονται· υπάρχουν ρήματα που έχουν και τις δύο σημασίες: θηριοῦσθαι 'γίνομαι θηρίο > γίνομαι βάναυσος' και 'γεμίζω με σκουλήκια > σκουληκιάζω', ανάλογα με τα συμφραζόμενα της πρότασης· μερικές φορές καταλήγουν στην ίδια σημασία: κολποῦν 'κάνω (το πανί) κοίλο' ή 'εφοδιάζω με κοίλωμα'.

§ 199. Η οργανική σημασία έγινε επίσης αγαπητή με πολλές εξειδικεύσεις:

'δημιουργώ πάθη ή σωματικές καταστάσεις (Μεσ. - οδηγούμαι σε)': χολοῦν 'γεμίζω με οργή > εξοργίζω', οἰνοῦν 'μεθώ', θυμοῦσθαι 'οργίζομαι'.

'ζημιώνω, τιμωρώ' ή 'δωρίζω, αμείβω με -': θανατοῦν 'δίνω το θάνατο > τιμωρώ με θάνατο', στεφανοῦν 'αμείβω με στεφάνι'.

'κάνω καλό ή κακό· μεταχειρίζομαι με καλό ή κακό τρόπο': κακοῦν 'κάνω κακό (κακόν) > κακομεταχειρίζομαι', ζηλοῦν 'αντιμετωπίζω με φθονερό θαυμασμό > αμιλλώμαι, εξυμνώ, ζηλεύω'.

§ 200. Το αντίθετο της "οργανικής" χρήσης είναι η "αφαιρετική", που δεν είναι άγνωστη και σε άλλους ρηματικούς τύπους και σε συγγενικές γλώσσες (πρβ. γερμ. k ö pfen 'αποκεφαλίζω', sch ä len 'ξεφλουδίζω', λατ. truncus 'κορμός' - truncare 'κουτσουρεύω' και -ίζειν: γυιοῦν 'παραλύω τα μέλη' (Όμ.) από το γυῖα 'μέλη' (σχετικά με το γυιός 'παράλυτος' δες § 24), λεπυριῶσαι· ἐξαχυριῶσαι 'ξεφλουδίζω' (Ησύχιος) από το λεπύριον 'μικρός φλοιός'. Ασφαλώς συχνότερα προηγείται μια αφαιρετική πρόθεση (πρβ. γερμ. ent - haupten 'αποκεφαλίζω', ent - h ü lsen 'αποφλοιώνω'): ἀπο-γυιοῦν (Όμ.), ἐκ-λεπυροῦν (χωρίο στα Anecdota του Bekker).

§ 201. Σε ορισμένες περιπτώσεις μεταξύ ενεργητικού και μέσου ρήματος υπάρχει σχέση αλληλεξάρτησης, καθώς το ενεργητικό σημαίνει 'δίνω, προξενώ', ενώ το μέσο 'δίνομαι, δέχομαι': κομίζειν 'μεταφέρω' - κομίζεσθαι 'μου μεταφέρεται, υποδέχομαι'· το ίδιο και στα ρήματα σε -οῦν:

πιστοῦν 'εξασφαλίζω > υποχρεώνω' - πιστοῦσθαι 'εξασφαλίζομαι > παίρνω εγγυήσεις'.

σημειοῦν 'εφοδιάζω με σημάδι > σημειώνω' - σημειοῦσθαι 'αντιλαμβάνομαι ως ένδειξη' μισθοῦν 'δίνω για ενοικίαση > εκμισθώνω' - μισθοῦσθαι 'παίρνω για ενοικίαση > μισθώνω'.

§ 202. Η δημιουργία των ρημάτων σε -οῦν είναι σε γενικές γραμμές σαφής αλλά όχι σε όλες της τις λεπτομέρειες. Σύμφωνα με την § 187 τα παλιά μετονοματικά από θέματα σε ο λήγουν σε -εῖν· κατά συνέπεια το -οῦν πρέπει να είναι καινοτομία της ελληνικής. Την αφετηρία πρέπει αναμφίβολα να την αναζητήσουμε στα ρήματα σε -ᾶν. Οι σημασιολογικές σχέσεις μεταξύ ονόματος και μετονοματικού είναι ποικίλες στα ρήματα σε -ᾶν, και ιδίως η οργανική χρήση μαζί με τα παρακλάδια της, που παρουσιάσαμε παραπάνω (§ 199 , 201), εμφανίζεται συχνότερα σε αυτά· π.χ.:

'τιμωρώ, δωρίζω': τιμᾶν 'τιμώ' (τιμή), λωβᾶσθαι 'εξυβρίζω' (λώβη).

'κάνω καλό ή κακό': ἀνιᾶν 'στενοχωρώ' (ἀνία), ἀπατᾶν 'εξαπατώ' (ἀπάτη).

'δίνω, δίνομαι': ἐγγυᾶν 'δίνω εγγύηση' - ἐγγυᾶσθαι 'παίρνω εγγύηση' (ἐγγύη).

§ 203. Σύμφωνα με τέτοια πρότυπα, όπου το -ᾶσαι κτλ. βρισκόταν πλάι σε ουσιαστικά σε -ᾱ, από το θεματικό χαρακτήρα -ο-/-ω- σχηματίστηκε ένα -ῶσαι κτλ. Παράλληλα προέκυψε ένα δεύτερο: μετονοματικά σε -ᾶν μπορούσαν από παλιά να σχηματίζονται από επίθετα με θέμα σε ο, επειδή το θηλυκό τους σε -ᾱ χρησιμοποιόταν συχνά ως αφηρημένο· καθώς όμως η σχέση με τα επίθετα σε ο παρέμενε ζωντανή στη συνείδηση, εύκολα μπορούσε να γίνει αφομοίωση με τη βάση, και έτσι το -ᾶσαι κτλ. μετασχηματίστηκε σε -ῶσαι. Το -ω- φαίνεται ότι δέχτηκε ακόμη ειδικά την υποστήριξη παλιότερων σχηματισμών σε -ō- tus από επίθετα σε ο (aegr -ō- tus 'άρρωστος' από το aeger 'άρρωστος'· αυτό το αποδεικνύουν λιγότερο οι όχι πολλές μαρτυρίες για το -ωτός και περισσότερο η προτίμηση των τύπων του παθ. αορ. (και του μεσο-παθητικού εν γένει), που συνδέονται πολύ στενά με το ρηματικό επίθετο. Το ότι οι εξωενεστωτικοί χρόνοι προηγήθηκαν στο σχηματισμό των νέων κατηγοριών αποδεικνύεται αναμφίβολα από τη στατιστική των τύπων των ρημάτων σε -οῦν στον Όμηρο: πρώτο, οι ενεστωτικοί τύποι σε σύγκριση με τους εξωενεστωτικούς είναι πολύ λιγότεροι από όσους λήγουν σε -ᾶν και -εῖν, και, δεύτερο, είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό συνηρημένοι, ανήκουν δηλαδή στο νεότερο στρώμα της ομηρικής γλώσσας.

§ 204. Παρ' όλη την τεράστια αναλογική εξάπλωση του τύπου -οῦν στη μεθομηρική περίοδο (στον Όμηρο βρίσκεται ακόμη στις απαρχές της [1]) δεν χρειάζεται να προϋποθέτουμε για κάθε ρήμα πως έχει κάποια ιδιαίτερη μορφολογική ή σημασιολογική αφετηρία. Η πολύ διαδεδομένη έννοια 'καθιστώ -, εφοδιάζω με -', που από την αρχή συνδέθηκε με το -οῦν, ήταν σε πάρα πολλές περιπτώσεις υπεραρκετή για το νέο σχηματισμό· ασφαλώς μια στενότερη σημασιολογική συγγένεια πρέπει να λειτούργησε βοηθητικά. Σίγουρα τη χρήση του -οῦν ευνόησε σημαντικά η ευκολία με την οποία ο Έλληνας χρησιμοποιούσε τη θεματική απόληξη -ο- και σε άλλα θέματα (§ 10). Τέλος, θα μπορούσε να συντέλεσε μερικές φορές η διφυΐα στο σχηματισμό του θέματος των βάσεων· καθώς κάποιος μπορούσε να συσχετίσει π.χ. το σκοτοῦν 'σκοτεινιάζω', το μετονοματικό του ὁ σκότος, και με το μεταγενέστερο τὸ σκότος, ήταν εύκολο να σχηματίσει ρήματα σε -οῦν και από άλλα ουδέτερα σε -ος.

§ 205. Παραδείγματα παράγωγων από ποικίλα θέματα:

Πολυάριθμα είναι ιδίως όσα προέρχονται από θέματα σε -ᾱ, ίσως μια απόδειξη για το ότι πολλά μετασχηματίστηκαν από θέματα σε -ᾶν: γεφυροῦν 'γεφυρώνω' από το γέφυρα, θυροῦν 'εφοδιάζω με πόρτες' από το θύρα 'πόρτα', ζημιοῦν 'τιμωρώ' από το ζημία 'τιμωρία'.

Από θέματα σε s (σχετικά με το σκοτοῦν πρβ. § 204): ὑψοῦν 'υψώνω' από το ὕψος ουδ. κατά το ταπεινοῦν 'ταπεινώνω' από το ταπεινός.

ἑλκοῦν 'προκαλώ φλεγμονή', μεσ. 'πυορροώ' από το ἕλκος ουδ. 'τραύμα' κατά το πυοῦσθαι 'πυορροώ' από το πῦον (και πῦος ουδ.!).

ἀσθενοῦν 'εξασθενώ' από το ἀσθενής 'αδύναμος' μάλλον ως αντίστοιχο του ἀσθενεῖν 'είμαι αδύναμος, άρρωστος' (που σχηματίστηκε όπως περιγράφεται στην § 196) κατά το πρότυπο ζευγαριών όπως καρτερεῖν 'είμαι δυνατός, αντέχω' - καρτεροῦν 'καθιστώ δυνατό' (πρβ. § 16), ίσως και κατά το ἰσχυροῦν 'ενισχύω' (από το ἰσχυρός), παρότι αυτό μαρτυρείται αργότερα από το ἀσθενοῦν.

Από συμφωνόληκτα θέματα:

στομοῦν 'εφοδιάζω με στόμιο ή αιχμή', επίσης 'βουλώνω το στόμιο' (χωριστικό) από το στόμα 'στόμιο, αιχμή'· κατά τα άλλα -ματοῦν από ουδέτερα σε -μα: στεμματοῦν 'στέφω' από το στέμμα (πρβ. στεφανοῦν), κτλ.

ἐξ-αεροῦν 'εξαερίζω, εξατμίζω' από το ἀερ- 'αέρας' κατά το (ἐξ-)ἀνεμοῦν 'εξανεμίζω, φυσώ· μετατρέπω σε αέρα > ματαιώνω' από το ἄνεμος.

ἐλεφαντοῦν 'διακοσμώ με ελεφαντόδοντο' από το ἐλεφαντ- 'ελέφαντας, ελεφαντόδοντο' κατά τα ἀργυροῦν, χρυσοῦν, σιδηροῦν.

μαστιγοῦν 'μαστιγώνω' από το μαστιγ- 'μαστίγιο' κατά το θανατοῦν (§ 199), ζημιοῦν (δες παραπάνω).

§ 206. Μια ιδιόμορφη ομάδα σχηματίζουν τα παράγωγα συγκριτικών επιθέτων όπως ἐλασσοῦν, ἐλαττοῦν 'περιορίζω, ελαττώνω' από το ἐλάσσων, ἐλάττων· ἐσσοῦσθαι (ιων.· αττ. ἡττᾶσθαι δες § 185) 'υποκύπτω' από το ἔσσων (ἥττων). Πιθανόν το ουδέτερο ἔλασσον κτλ., που ήταν βέβαια πολύ συχνό στο συγκριτικό βαθμό (και ως επίρρημα, πρβ. επίσης ἐλασσοῦν τι = ἔλασσον ποιεῖν τι) τέθηκαν στην ίδια βαθμίδα με το ουδέτερο των επιθέτων σε ο [2].

§ 207. Μερικές επιμέρους αναλογίες μνημονεύθηκαν ήδη παραπάνω· ας προσθέσουμε εδώ ακόμη δύο δείγματα ομάδων αναλογιών:

Αρκετά παράγωγα σε -οῦν από θέματα σε ο σήμαιναν 'αλείφω με, επιχρίω', π.χ. βροτοῦσθαι (βρότος 'αίμα'), γυψοῦν (γύψος 'κιμωλία'), ἐλαιοῦν (ἔλαιον 'λάδι'), μιλτοῦν (μίλτος 'μίνιο') κ.ά. Με αυτά συνενώθηκαν και παράγωγα από θέματα σε -ᾱ και από συμφωνόληκτα: πισσοῦν (πίσσα), ῥητινοῦν (ῥητίνη 'ρετσίνι'), αἱματοῦν (αἷμα), κηλιδοῦν (κηλίς, -ῖδος 'λεκές'), μελιτοῦν (μέλι, -ιτος), διασκατοῦσθαι (σκῶρ, σκατός 'περιττώματα').

Για τους γιατρούς, ανάμεσα στις σωματικές καταστάσεις (§ 199) ιδιαίτερο ρόλο παίζουν οι ασθένειες: ἰκτεροῦσθαι 'παθαίνω ίκτερο (ἴκτερος)', καρκινοῦσθαι (καρκίνος), ὑδεροῦσθαι (ὕδερος 'υδρωπικία'). Σύμφωνα με αυτά και τα γαγγραινοῦσθαι (γάγγραινα), φλυκταινοῦσθαι (φλύκταινα 'φουσκάλα εγκαύματος'), ὑδατοῦσθαι (ὑδατ-) = ὑδεροῦσθαι. Βελτίωση μιας νοσηρής κατάστασης: ἐπουλοῦσθαι 'επουλώνομαι' (οὐλή).
--------------------------------
[1] Από θέματα σε ᾱ γεφυροῦν, κορυφοῦν, παχνοῦν, ῥιζοῦν, από συμφωνόληκτα θέματα ἀπύρωτος και σφηκοῦν, επίσης γουνοῦσθαι από το γόνυ - γουνός.

[2] Πρβ. την αντίστροφη μεθερμηνεία των ουδετέρων σε -ον στα ἄμεινον, χέρειον, χεῖρον (αρχικά επίθετα σε ο) και του -πλάσιον (αρσ. παλιότερο -πλάσιος, νεότερο -πλασίων).

Θεωρία Υπερβατικής Ενότητας

Η Θεωρία της Υπερβατικής Ενότητας θέτει ότι στον πυρήνα της ύπαρξης, κάτω από το επιφανειακό επίπεδο των αντιλήψεών μας, βρίσκεται ένα άπειρο σιωπηλό βάθος ακινησίας, σιωπής και ενότητας. Αυτή η πραγματικότητα, η οποία υπερβαίνει τις ατομικές σκέψεις, επιθυμίες και χωριστά, είναι η ίδια η ουσία της ύπαρξης.

Το άπειρο σιωπηλό βάθος

Αυτή η θεωρία προτείνει ότι η θεμελιώδης πραγματικότητα δεν είναι κατακερματισμένη ή διαχωρισμένη, αλλά ένα ενιαίο σύνολο. Αυτή η υποκείμενη ενότητα, που αναφέρεται ως «Άπειρο Σιωπηλό Βάθος», χαρακτηρίζεται από ακινησία, σιωπή και ενότητα. Είναι πέρα από την εμβέλεια των μεμονωμένων σκέψεων και επιθυμιών, αντιπροσωπεύοντας ένα βασίλειο που υπερβαίνει το εγώ και την ψευδαίσθηση της χωριστικότητας.

Η Πνευματική Ανάβαση

Η θεωρία υποστηρίζει ότι μέσω της καλλιέργειας της σοφίας, της αγάπης και της συνείδησης, μπορούμε να ανέβουμε πνευματικά και να συνδεθούμε πληρέστερα με αυτό το Άπειρο Σιωπηλό Βάθος. Η ανάβαση θεωρείται ως μια διαδικασία διάλυσης του εγώ, της ψευδούς αίσθησης του διαχωρισμού και συνειδητοποίησης της εγγενούς ενότητάς μας με όλη την ύπαρξη.

Σοφία

Σε αυτό το πλαίσιο, η σοφία ορίζεται ως η αποδοχή της πραγματικότητας ως έχει, η ικανοποίηση στην παρούσα στιγμή και η ικανότητα να πίνεις βαθιά από το αιώνιο τώρα. Η σοφία μας βοηθά να δούμε μέσα από τις ψευδαισθήσεις του εγώ και να πλοηγηθούμε στο μονοπάτι μας προς το Άπειρο Σιωπηλό Βάθος.

Αγάπη

Η αγάπη, στη θεωρία της Υπερβατικής Ενότητας, είναι ανιδιοτελής. Είναι μια αγάπη που ξεχνά τον ξεχωριστό εαυτό και ζει στην πραγματικότητα του άλλου, ενώνοντας ψυχές χωρίς όρους. Αυτό το είδος αγάπης μας επιτρέπει να υπερβούμε τον εγωισμό μας και να βιώσουμε την ενότητά μας με τους άλλους και το σύμπαν.

Συνείδηση

Μέσω της καλλιέργειας της συνείδησης, αποκτούμε μεγαλύτερη επίγνωση των σκέψεων, των συναισθημάτων και των συμπεριφορών μας. Αυτή η αυξημένη επίγνωση μας επιτρέπει να υπερβούμε το εγώ και να βιώσουμε το Άπειρο Σιωπηλό Βάθος. Η συνείδηση είναι το κλειδί για να ξεκλειδώσουμε την πόρτα στο θείο μέσα μας.

Το θεϊκό

Η θεωρία υποστηρίζει ότι ο Θεός, ή το θείο, είναι ένα σύμβολο αυτού του Απέραντου Σιωπηλού Βάθους - της υπερβατικής πραγματικότητας που υπάρχει πέρα από τις ατομικές μας σκέψεις, επιθυμίες και ταυτότητες. Η σύνδεση με τον Θεό σημαίνει επανασύνδεση με την αρχική μας ενότητα, την αληθινή μας φύση.

Συμπερασματικά, η Θεωρία της Υπερβατικής Ενότητας προτείνει ένα πνευματικό ταξίδι προς τη συνειδητοποίηση και την εμπειρία της θεμελιώδους ενότητας της ύπαρξης. Ισχυρίζεται ότι μέσω της σοφίας, της αγάπης και της συνείδησης, μπορούμε να διαλύσουμε το εγώ μας, να υπερβούμε την αντιληπτή χωριστότητά μας και να συνδεθούμε με τη θεία πηγή - το Άπειρο Σιωπηλό Βάθος.

Πώς κατάφερναν οι άνθρωποι στο παρελθόν να ανταπεξέρχονται σε πολύ δύσκολες καταστάσεις χωρίς τη βοήθεια του ειδικού;

Κάθε γνήσια και τίμια σχέση είναι θεραπευτική. Το ίδιο ισχύει και με την ψυχοθεραπεία που γίνεται μέσα στα γραφεία. Δεν μπορεί να υπάρξει θεραπεία εάν δεν υπάρχει γνήσια σχέση. Ο φίλος που θα σου τα χώσει σε μια δύσκολη στιγμή αντί να σου βάλει πλάτες μπορεί να είναι θεραπευτικός. Οι σχέσεις, τα βλέμματα που μπορούμε να δεχτούμε στη διάρκεια της ζωής μας, σε δύσκολες στιγμές, από ανθρώπους που δεν θα μας λυπηθούν, που δεν θα μας κάνουν παρατηρήσεις, που δεν θα μας δώσουν συμβουλές, αλλά θα μας περιβάλουν και θα μας πουν ,“προχώρα το έχεις”, γνωρίζοντας τις δυσκολίες και όχι κουκουλώνοντας τες, όλα αυτά είναι θεραπευτικά. 

Οι άνθρωποι που παλεύουν οι ίδιοι τη ζωή τους μπορούν να λειτουργούν σαν πρότυπα για όλους μας και να είναι θεραπευτικοί μόνο και μόνο που υπάρχουν και ζούνε! Αυτός είναι και ένας τίμιος τρόπος για όποιον δεν πουλάει τις ιδέες του, αλλά ζει τίμια με αυτό που υπερασπίζεται. Αυτά είναι τα πρότυπα ζωής που σου δίνουν κουράγιο και μπορούν να βοηθήσουν να κάνουμε αλλαγές.

Άρα οι γνήσιες σχέσεις, οι κοινοτικές δομές που υπήρχαν στο παρελθόν, γινόντουσαν θεραπευτικές δομές. Στο πένθος για παράδειγμα υπήρχε η κοινότητα, η ευρύτερη οικογένεια, όμως αυτές σήμερα μίκρυναν, τι θα κάνουμε; Έχουμε λοιπόν την ευθύνη ως ενήλικοι να δημιουργούμε τέτοιες δομές. Πλέον δεν θα είναι χαρισμένες δομές, δεν θα ανήκουν στην ευρύτερη οικογένεια, αλλά στους φίλους που επιλέγουμε, στις σχέσεις που δημιουργούμε έτσι ώστε να είναι αυθεντικές και να μπορούν όχι απλώς να είναι για τη δύσκολη στιγμή, αλλά να είναι και για τα όμορφα που μπορούμε να μοιραστούμε. Τα όμορφα για τα οποία θα μπορούν να μας παρακινήσουν και να μας δώσουν τη δυνατότητα να σκεφτούμε δημιουργικά, να εμπνευστούμε για να κάνουμε κάτι παραπάνω.

ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ: Είναι ο τρόπος ζωής, κατά τον οποίο σέβεται κανείς τον εαυτό του, δεν τον ταπεινώνει

Αξιοπρέπεια: Είναι «ο τρόπος ζωής, κατά τον οποίο σέβεται κανείς τον εαυτό του, δεν τον ταπεινώνει, ώστε να κερδίζει τον σεβασμό των άλλων, δεν πέφτει σε μικρότητες. Η υπερηφάνεια με ευγένεια ήθους». Αυτά αναγράφει το λεξικό.

Στην Αρχαία Ελλάδα δεν υπάρχει ακριβές αντίστοιχο της ρωμαϊκής έννοιας αξιοπρέπεια [dignitas]. Μια πολιτική έννοια με ουσιώδη γνωρίσματα την ευγενή καταγωγή, το δημόσιο λειτούργημα και την κοινωνική προσφορά. Ένας βαθμός ιερότητας την συγκαθόριζε την αξιοπρέπεια και το κύρος του Ρωμαίου αξιωματούχου, ως πρόσωπο. “Sanctus senatus” [Ιερά Σύγκλητος]. Όχι μόνον προνόμιο, αλλά δεσμευτική επιταγή για αυτοπειθαρχία και γενναιοδωρία. Μια αίσθηση ανωτερότητας, «υψηλό φρόνημα». Μεγαλοψυχία.

Η αξιοπρέπεια δεν έρχεται σε αντίθεση προς την ανθρωπιά αλλά την εμπεριέχει. Ο Κικέρων θεωρεί την αυτογνωσία, ως γνώση του προορισμού του ανθρώπου, βασική προϋπόθεση για την πραγμάτωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Θεολογικά ο άνθρωπος θεωρήθηκε, ως εάν εικόνα του Θεού, καθόσον ως πνευματικό ον αποπνέει την αξιοπρέπεια του Δημιουργού του. Βασίζεται στην ελεύθερη βούλησή του [αυτεξούσιο] ως προσώπου, που έχει την ιδιαίτερη δεκτικότητα του θείου. Έτσι η αξιοπρέπεια καθίσταται αθάνατη, καθόσον ως ουσία βασίζεται στην αιώνια τάξη, ανεξάρτητα από τον πεπερασμένο φορέα.

Σταδιακά άρχισε να διακρίνεται η αξιοπρέπεια σε δυο μορφές αξίας: στην ηθική που απονέμεται σε εκείνον που εκπληρώνει «τις υποχρεώσεις του ανθρώπου ως άνθρωπος» και στην «τιμητική κοινωνική θέση που χορηγείται λόγω εξαιρετικής προσφοράς».

Η αναγέννηση και η μεταρρύθμιση εξυμνούν την ομορφιά αυτού του Κόσμου και θεωρούν τον άνθρωπο ως ένα εξίσου όμορφο ον. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια δεν βλάπτεται από την ευτέλεια της καταγωγής. Οι άνθρωποι δεν είναι δούλοι αλλά ζηλωτές της φύσης. Η θέση του ανθρώπου, ως στέμματος της δημιουργίας, εξασφαλίζει την ανταμοιβή για την αρετή του με τη θεία χάρη.

Η εξισωτική αντίληψη του φυσικού δικαίου στρέφεται κατά των αξιών στην ιεραρχικά δομημένη κοινωνία των τάξεων.

Ο Καντ θεωρεί τον άνθρωπο αυτοσκοπό και η αυτονομία είναι ο μοναδικός λόγος της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Ο Σίλλερ εναποθέτει στον ίδιο τον άνθρωπο την αξιοπρέπεια σε σχέση με τα ειδικά πνευματικά και ηθικά χαρίσματά του.

Τον 19ο αιώνα αρχίζει ο υποβιβασμός της αξιοπρέπειας με την διάδοση των υλιστικών αντιλήψεων [Φόϋρμπαχ και Μαρξ] μέχρι τον χυδαίο υλισμό [1860-1870] και της ωφελιμιστικής –λειτουργικής θεώρησης του ηθικού φαινομένου.

Ο Νίτσε υπογραμμίζει: «ο άνθρωπος έχασε πάρα πολλά από την αξιοπρέπειά του, παρά τις προσπάθειες όσων στη θέση του νεκρού θεού θέτουν την ηθική».

Μια σχετική αναβίωση της αξιοπρέπειας οφείλεται στον αγώνα των νεοκαντιανών κατά των ωφελιμιστικών –ευδαιμονιστικών τάσεων χωρίς να επεκταθεί πολύ.

Παρά την ρητή αναφορά της έννοιας της αξιοπρέπειας στο προοίμιο της Χάρτας των Ηνωμένων Εθνών [26-06-1945] και στη «Γενική διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου» [10 Δεκ 1948] η καθολική αναγνώριση της αξιοπρέπειας του ανθρώπου δεν κατάφερε να αποκτήσει σημαντική δεσμευτικότητα, λόγω της αντιφατικής πολλαπλής φιλοσοφικής και πολιτικής χρήσης της.

Μέσα στο κλίμα της μαζικής κοινωνίας και της εμπορευματοποίησης των πάντων, που επικρατεί τις τελευταίες δεκαετίες η έκφραση «ανθρώπινη αξιοπρέπεια» έχει καταστεί μάλλον ένας κενός τόπος μεταξύ πολλών άλλων.

Αληθεύει, ίσως, αυτό που ο Γκαίτε αποφαίνεται: «τώρα ο άνθρωπος ως ποιητής του εαυτού του θα αποκτήσει αυτοσυνείδηση και θα δημιουργήσει μόνος του τις συνθήκες της ζωής του και θα θεμελιώσει μια ανεξάρτητη αξιοπρέπεια».

Το μυστικό του να είσαι ερωτευμένος

Αυτό το άρθρο αφορά την ψυχική σύνδεση μεταξύ δύο ανθρώπων. Είμαι σίγουρος ότι συμφωνείτε πως το να είναι κάποιος ερωτευμένος είναι μία από τις καλύτερες εμπειρίες που μπορεί να του προσφέρει η ζωή. Λάμπουμε ακόμα πιο πολύ όταν είμαστε ερωτευμένοι. Το κεφάλι μας και το σώμα μας εξάπτονται από τον ηλεκτρισμό. Οι ανησυχίες εξαφανίζονται και αποδυναμώνουν. Τα προβλήματα διευθετούνται. Οι προτεραιότητες μπαίνουν σε μια σειρά και είμαστε προστατευμένοι με αγάπη.

Εκτός αυτού, έχουμε έναν άρρηκτο και στενό δεσμό με τον αγαπημένο μας και όταν νιώθουμε τη φυσική του παρουσία κοντά μας, αισθανόμαστε ότι είμαστε σωματικά και συμπαντικά συνδεδεμένοι.

Η σύνδεση όχι μόνο είναι διανοητική αλλά και σωματική. Ίσως τον ακούσετε να λέει «μα καλά, πώς το ήξερες αυτό;» «Το πήρες από το στόμα μου». «Σκεφτόμουν να σε πάρω τηλέφωνο και τότε με πήρες εσύ!».

Φαντάζεστε όλες οι σημαντικές μας σχέσεις να ήταν διαρκώς έτσι; Το να είναι κάποιος ερωτευμένος μοιάζει με μια αινιγματική κατάσταση του τύπου «δυο άνθρωποι ερωτεύονται και παύουν να είναι ερωτευμένοι το ίδιο ξαφνικά!».

Ευτυχώς για κάποιους, μπορούν να το βιώσουν αυτό καθημερινά. Ο έρωτας είναι απλά μια πρόγευση μιας αληθινής πνευματικής εμπειρίας. Όταν εκπαιδεύουμε τον εαυτό μας να ακολουθεί τους νόμους που εξουσιάζουν όλες τις σχέσεις, θα είμαστε συμπαντικά ερωτευμένοι για πάντα.

Ψυχική σύνδεση μεταξύ δυο ανθρώπων

Αν επιθυμείτε να μείνετε για πάντα ερωτευμένοι, ακολουθήστε τις παρακάτω συμβουλές.

Οραματιστείτε ότι δημιουργείτε μια σχέση αγάπης με τον σύντροφό σας

Δυναμώστε τη σχέση σας μέχρι το σημείο της ολοκληρωτικής ένωσης, η οποία θα δημιουργήσει έναν ψυχικό δεσμό όταν σκέφτεστε τον αγαπημένο σας.

Η ψυχική σύνδεση μεταξύ δυο ανθρώπων μπορεί να γίνει με τη βοήθεια της φαντασίας ή του οραματισμού. Για να γίνει πραγματικά δυνατή και να εξυπηρετήσει το ψυχικό δέσιμο, η φαντασία πρέπει να είναι αξιόπιστη, αληθινή και σύμφωνη με τις επιθυμίες και τις ευχές της καρδιάς.

Όταν το ψυχικό σας δέσιμο δημιουργείται, μπορείτε να συγκεντρωθείτε στον αγαπημένο σας με άνεση. Τότε το δέσιμο μοιάζει φυσικό.

Νιώθετε ολοκληρωμένοι και ακέραιοι. Παρόλο που υπάρχει μια αίσθηση χώρου με το ψυχικό δέσιμο, έχετε μια πανίσχυρη επίγνωση ότι ο έρωτας ποτέ δεν είναι απών και είναι πάντα κοντά. Όσο πιο κοντά σας τον νιώθετε, τόσο πιο δυνατός είναι σε σχέση με αυτό που νιώθατε παλιότερα.

Αντισταθείτε στον πειρασμό να επιτεθείτε στον αγαπημένο σας και να ανατρέψετε την πραγματικότητα που δημιουργήσατε. Μην αμφισβητείτε τον καβγά. Η εμπειρία αυτή είναι αληθινά δική σας. Αν τύχει να επιτεθείτε στον σύντροφό σας, τότε θα ανατρέψετε τη σχέση. Ποτέ μην επιτίθεστε ή αμφισβητείτε αυτή την εμπειρία που δημιουργήσατε.

Πρέπει να φέρετε θετική ψυχική σύνδεση μέσα στη σωματική σας σχέση. Όταν σχετίζεστε με το σώμα, χρησιμοποιήστε ενεργά το μυαλό σας, κάτι που θα σας βοηθήσει και δε θα σας υποτιμήσει.

Χρησιμοποιήστε το μυαλό σας για να βγάλετε προς τα έξω την αύρα της οικειότητας και του θετικού ψυχικού δεσίματος. Στις αλληλεπιδράσεις του πραγματικού κόσμου.

Είναι καλό να μην αποδέχεστε κάτι εναλλακτικό μιας αληθινής ψυχικής σχέσης, για αυτό μη νιώθετε με τον ίδιο τρόπο όπως κάνετε με το πνεύμα.

Αν συμβεί να ακολουθήσετε αυτή την πορεία δε θα έχετε τη διανοητική υπευθυνότητα που απαιτείται για να ανακαλύψετε και να κρατήσετε μια σχέση και να έχετε αληθινή οικειότητα.

Η ψυχική σύνδεση μεταξύ δυο ανθρώπων έχει να κάνει με την οικειότητα και την ποιότητα

Το πιο εμφανές χαρακτηριστικό είναι το επίπεδο της ποιότητας της σχέσης στην ασφάλεια του ψυχικού δεσίματος, όπως γίνεται και με τη σωματική ένωση.

Το να δίνετε τον χρόνο σας και να προσπαθείτε να δημιουργήσετε μια ψυχική σχέση είναι κάτι που σίγουρα αξίζει. Όταν η σχέση είναι δυνατότερη τότε η αίσθηση της οικειότητας μεγαλώνει. Για αυτό εξακολουθήστε να εξασκήστε για αυτή την τέλεια σχέση.

ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ: Είναι η αρετή να μεταχειρίζεται κανείς τον εαυτό του με αξιοπρέπεια, αλήθεια και αγάπη

Αυτοεκτίμηση [self-esteem]: «Η προσωπική κρίση της αξίας του ατόμου, η οποία εκφράζεται με τις στάσεις που αναπτύσσει απέναντι στον εαυτό του» [Coopersmith]. Είναι η ικανότητα [αρετή] να δίνει κάποιος αξία στον εαυτό του και να τον μεταχειρίζεται με αξιοπρέπεια, αλήθεια και αγάπη. Συνώνυμες έννοιες: [self-concept] αυτο-ιδέα, [self-image] αυτοεικόνα, [self-acceptance] αυτοαποδοχή κοκ.

Η αυτοεκτίμηση είναι πηγή ενέργειας. Όταν εκτιμώ το εαυτό μου έχω μεγαλύτερες πιθανότητες να αντιμετωπίσω τη ζωή με ειλικρίνεια και δύναμη. Όταν θεωρώ τον εαυτό μου υποτιμητικά νιώθω ως θύμα. Θεωρώ τους άλλους υπεύθυνους για τις πράξεις μου. Αισθάνομαι δυσπιστία και απομόνωση, που προκαλούν κατάπτωση.

Η υψηλή αυτοεκτίμηση δεν πρέπει να συγχέεται με τον εγωισμό, που αποτελεί κακή μορφή «ανωτερότητας». Η αυτοεκτίμηση είναι η αναγνώριση της αξίας του εαυτού μας. Το μόνο αντίδοτο στο φόβο της απόρριψης. Εντάσσεται στα γνωρίσματα που μοναδικά ανήκουν στον άνθρωπο και του προσδίδουν την ανθρωπινότητα.

Οι ψυχολόγοι μας διαβεβαιώνουν ότι η αυτοεκτίμηση [θετική ή αρνητική] δεν είναι έμφυτη στο άτομο, αλλά είναι αποτέλεσμα της ποιότητας των εμπειριών του και της αλληλεπίδρασης με το ψυχολογικό και κοινωνικό περιβάλλον του. Αυτοεκτίμηση, έστω και ελλιπής, εμφανίζεται από τα πρώτα χρόνια της ζωής και κρυσταλλώνεται σταδιακά. Το οικογενειακό περιβάλλον είναι ο πιο σπουδαίος παράγοντας, αλλά το σχολείο και η κοινωνική νοοτροπία τελικά ασκούν τεράστια επιρροή.

Επιβεβαιώνεται η θεωρία του αυτοκαθρεπτιζόμενου εαυτού [looking-glass self] σύμφωνα με την οποία τα συναισθήματα που τρέφει το άτομο για τον εαυτό του αντανακλούν τα συναισθήματα των άλλων προς αυτό.

Η αύξηση της αυτοεκτίμησης είναι δυνατή ανεξάρτητα από την ηλικία και εδράζεται στην αυτογνωσία, τον αυτοέλεγχο και την αυτοπειθαρχία.

Όσο πιο πολύ εκτιμάει κανείς τον εαυτό του, τόσο πιο λίγα απαιτεί από τους άλλους. Όσο πιο λίγα απαιτεί, τόσο περισσότερο τους εμπιστεύεται. Όσο πιο πολύ εμπιστεύεται τον εαυτό του και τους άλλους τόσο πολύ ευκολότερα τους αγαπάει και λιγότερο τους φοβάται. Τόσο πιο πολλά οικοδομεί μαζί τους. Τόσο πιο πολύ τους γνωρίζει. Τόσο πιο στέρεοι είναι δεσμοί και οι γέφυρες ανάμεσα σε αυτόν και τους άλλους. Τόσο υγιής Κοινωνία δομείται….

Σήμερα κάτω από ένα ανελέητο βομβαρδισμό ανεξέλεγκτων πληροφοριών, με εύθραυστους οικογενειακούς δεσμούς, με αμβλυμμένες τις κλασσικές αξίες και με άκριτη «ισότητα» που οδηγεί σε γενική ισοπέδωση η υψηλή αυτοεκτίμηση καθίσταται μάλλον ουτοπία. Στην καλύτερη περίπτωση να αναπτυχθεί ένας εγωισμός που απέχει πολύ από την υψηλή αυτοεκτίμηση, από την οποία αναδύεται η ευσταθής αυτοπεποίθηση.

Ο αετός βεβήλωσε τη φιλία

Ένας αετός και μια αλεπού έδωσαν όρκο φιλίας και αποφάσισαν να φτιάξουν κοντά τις φωλιές τους, πιστεύοντας πως αυτό θα στερέωνε τη φιλία τους.

Ανέβηκε λοιπόν ο αετός σ’ ένα πανύψηλο δέντρο κι εκεί έκανε τα μικρά του, ενώ η αλεπού γέννησε τα δικά της στο θάμνο που βρισκόταν από κάτω.

Μια μέρα που η αλεπού βγήκε για κυνήγι, ο αετός, που δεν είχε βρει τροφή, όρμησε στο θάμνο, άρπαξε τα αλεπουδάκια και ύστερα τα καταβρόχθισαν ο ίδιος και τα αετόπουλά του. Μόλις γύρισε η αλεπού και κατάλαβε τι έγινε, δεν στενοχωρήθηκε τόσο για το θάνατο των παιδιών της, όσο γιατί δεν μπορούσε να πάρει εκδίκηση: όντας ζώο της γης, δεν είχε τη δυνατότητα να κυνηγήσει ένα πετούμενο. Στάθηκε λοιπόν κάπου μακριά κι έκανε το μόνο που απομένει στους ανίσχυρους: καταριόταν τον εχθρό της.

Κι όμως ο αετός σύντομα τιμωρήθηκε που βεβήλωσε τη φιλία. Κάποιοι σ’ ένα χωράφι θυσίαζαν μια κατσίκα, κι ο αετός όρμησε από ψηλά και άρπαξε ένα πυρωμένο σπλάχνο από το βωμό. Μόλις το έφερε στη φωλιά του, σηκώθηκε ορμητικός άνεμος, κι από ένα λεπτό ξερόκλαδο άναψε μεγάλη φωτιά. Έτσι τα αετόπουλα τυλίχτηκαν στις φλόγες (γιατί δεν ήταν ακόμα τέλεια πουλιά) κι έπεσαν στο χώμα. Έτρεξε τότε η αλεπού και τα έφαγε όλα μπροστά στα μάτια του αετού.

Ο μύθος δηλώνει ότι όσοι προδίδουν τη φιλία, έστω κι αν γλιτώσουν από την εκδίκηση αυτών που αδίκησαν, δεν θα ξεφύγουν από τη θεία τιμωρία.

ΑΙΣΩΠΟΣ

Ω, κακόμοιρα ανθρώπινα μυαλά και τυφλωμένες καρδιές

Σου δίνει τέρψη το να κάθεσαι να παρακολουθείς από τη στεριά τις σκληρές δοκιμασίες του άλλου που παραδέρνει μες στην απέραντη θάλασσα, την ώρα που οι άνεμοι σηκώνουν τα κύματα και την κάνουν να λυσσομανά. Όχι βέβαια γιατί ευχαριστιέσαι με τα ξένα βάσανα, μα γιατί είναι γλυκό να βλέπεις από τι κακά έχεις γλυτώσει εσύ ο ίδιος. Όπως κι είναι ευχάριστο να βλέπεις τις σκληρές μάχες να μαίνονται πέρα στους κάμπους, χωρίς να σε αγγίζει ο κίνδυνος. 

Τίποτε όμως δεν είναι πιο γλυκό από το να είσαι θρονιασμένος στα ύψη τα οχυρωμένα από τις γνώσεις και τη διδασκαλία των σοφών, κι από τις γαλήνιες αυτές κατοικίες σκύβοντας να ρίχνεις το βλέμμα στους άλλους και να τους βλέπεις να τρέχουν πέρα δώθε, ψάχνοντας στα τυφλά το δρόμο της ζωής, να συναγωνίζονται σε εξυπνάδα, να μαλώνουν για την ευγενή τους καταγωγή, να μοχθούν μέρα και νύχτα και να τσακίζονται να σκαρφαλώσουν στην κορυφή του πλούτου ή να κατακτήσουν την εξουσία.

Ω, κακόμοιρα ανθρώπινα μυαλά και τυφλωμένες καρδιές! Σε τι σκοτάδια, σε τι κινδύνους κυλάει ο λίγος χρόνος της ζωής σας! Δεν ακούτε λοιπόν την κραυγή της φύσης που διαλαλεί την επιθυμία της, από το κορμί να φύγει κάθε πόνος, και το πνεύμα να νιώσει ευδαιμονία ελεύθερη από έγνοιες και αγωνίες;

Λουκρήτιος, Για τη φύση των πραγμάτων

Πολλοί όμως δε θέλουν να κάνουν αυτή την προσπάθεια

Όσο λιγότερο καθαρά βλέπουμε την πραγματικότητα του κόσμου – όσο περισσότερο το πνεύμα μας είναι θολωμένο από ψέματα, απατηλές αντιλήψεις, και ψευδαισθήσεις – τόσο λιγότερο ικανοί θα είμαστε να χαράζουμε μια σωστή πορεία δράσης και να παίρνουμε σωστές αποφάσεις. 

Ο τρόπος που βλέπουμε την πραγματικότητα είναι σαν ένας χάρτης με τον οποίο ανιχνεύουμε το έδαφος της ζωής. Αν ο χάρτης είναι αληθινός και ακριβής, θα ξέρουμε γενικά πού βρισκόμαστε, κι αν έχουμε αποφασίσει πού θέλουμε να πάμε, θα ξέρουμε γενικά πώς να φτάσουμε εκεί. Αν ο χάρτης είναι λαθεμένος και ανακριβής, το αποτέλεσμα γενικά είναι να χαθούμε. Μολονότι αυτό είναι ολοφάνερο, οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, να το αγνοούν. Το αγνοούν γιατί η όδευσή μας προς την πραγματικότητα δεν είναι εύκολη. Πρώτα πρώτα δε γεννιόμαστε με χάρτες· πρέπει να τους φτιάξουμε. Και το φτιάξιμό τους απαιτεί προσπάθεια. Όσο μεγαλύτερη προσπάθεια καταβάλουμε για να εκτιμήσουμε και να αντιληφθούμε την πραγματικότητα, τόσο μεγαλύτεροι και ακριβέστεροι θα είναι οι χάρτες μας. 

Πολλοί όμως δε θέλουν να κάνουν αυτή την προσπάθεια. Μερικοί σταματούν να την κάνουν όταν φτάνουν στο τέλος της εφηβείας. Οι χάρτες τους είναι μικροί και πρόχειροι, και οι απόψεις τους για τον κόσμο περιορισμένες και παραπλανητικές. Προς το τέλος της μέσης ηλικίας, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν παραιτηθεί από την προσπάθεια. Αισθάνονται σίγουροι ότι οι χάρτες τους είναι πλήρεις και ότι η Weltanschauung (κοσμοθεωρία) τους είναι σωστή (και μάλιστα ιερή) και δεν ενδιαφέρονται πια για καινούργιες γνώσεις. Λες και είναι κουρασμένοι. Μόνο μια σχετικά μικρή και τυχερή μειοψηφία συνεχίζει μέχρι τη στιγμή του θανάτου να εξερευνά το μυστήριο της πραγματικότητας μεγαλώνοντας, εξειδικεύοντας και αναθεωρώντας συνεχώς την κοσμοαντίληψή τους και την άποψή τους για το τι είναι αλήθεια.

Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα στη χάραξη του χάρτη δεν είναι ότι πρέπει να αρχίσουμε από το μηδέν, αλλά ότι, αν θέλουμε να είναι οι χάρτες μας ακριβείς, θα χρειαστεί να τους αναθεωρούμε συνεχώς. Ο ίδιος ο κόσμος διαρκώς αλλάζει. Παγετώνες έρχονται, …παγετώνες φεύγουν. Πολιτισμοί έρχονται, πολιτισμοί φεύγουν. Υπάρχει πολύ λίγη τεχνολογία, υπάρχει πάρα πολλή τεχνολογία. Ακόμα πιο δραματικά, η σκοπιά από όπου θεωρούμε τον κόσμο αλλάζει διαρκώς και πολύ γρήγορα. Όταν είμαστε παιδιά είμαστε εξαρτημένοι και αδύναμοι. Όταν γίνουμε ενήλικοι, μπορούμε να είμαστε δυνατοί. Ωστόσο, σε περίπτωση αρρώστιας ή γεροντικής αναπηρίας μπορεί να ξαναγίνουμε αδύναμοι και εξαρτημένοι. Όταν έχουμε παιδιά που πρέπει να φροντίσουμε, ο κόσμος φαίνεται διαφορετικός απ’ όταν δεν έχουμε κανένα παιδί. Όταν ανατρέφουμε μικρά, ο κόσμος φαίνεται διαφορετικός απ’ όταν ανατρέφουμε εφήβους. Όταν είμαστε φτωχοί, ο κόσμος φαίνεται διαφορετικός απ’ όταν είμαστε πλούσιοι. 

Καθημερινά βομβαρδιζόμαστε με νέες πληροφορίες για τη φύση της πραγματικότητας. Αν θέλουμε να αφομοιώσουμε αυτές τις πληροφορίες, πρέπει συνεχώς να αναθεωρούμε τους χάρτες μας, και μερικές φορές όταν αρκετές νέες πληροφορίες έχουν συσσωρευτεί, πρέπει να κάνουμε πολύ σημαντικές αναθεωρήσεις. Η διεργασία της αναθεώρησης, και ιδιαίτερα της σημαντικής αναθεώρησης, είναι επίμοχθη, μερικές φορές μάλιστα βασανιστική. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται η μεγαλύτερη πηγή πολλών από τα κακά του ανθρώπινου γένους.

Τι συμβαίνει όταν ένας έχει μοχθήσει πολύ και για μακρόχρονο διάστημα για να σχηματίσει μιαν ικανοποιητική κοσμοαντίληψη, έναν φαινομενικά χρήσιμο και πρακτικό χάρτη, και ξαφνικά βρίσκεται μπροστά σε μια νέα πληροφορία που δείχνει πως η αντίληψη αυτή είναι λαθεμένη και πως ο χάρτης χρειάζεται σε ένα μεγάλο μέρος του να ξανασχεδιαστεί; Η απαιτούμενη οδυνηρή προσπάθεια φαίνεται τρομερή, σχεδόν συντριπτική. Εκείνο που κάνουμε πιο συχνά και συνήθως ασύνειδα είναι να αγνοούμε το νέο στοιχείο. Πολλές φορές αυτή η πράξη της ηθελημένης άγνοιας είναι πολύ περισσότερο από παθητική. Μπορεί να καταγγείλουμε το νέο στοιχείο ως λαθεμένο, επικίνδυνο, αιρετικό, έργο του διαβόλου. Μπορεί και να κηρύξουμε σταυροφορία εναντίον του, κι ακόμα να προσπαθήσουμε να παραπλανήσουμε τον κόσμο ώστε να τον κάνουμε να συμφωνήσει με τη δική μας αντίληψη τια την πραγματικότητα. Ένα άτομο αντί να προσπαθήσει να αλλάξει τον χάρτη, μπορεί να προσπαθήσει να καταστρέψει το νέο στοιχείο.

Είναι λυπηρό το γεγονός ότι ένα τέτοια άτομο μπορεί να ξοδεύει πολύ περισσότερη ενέργεια υπερασπίζοντας μια απαρχαιωμένη κοσμοθεωρία από ό,τι θα χρειαζόταν για να την αναθεωρήσει ή να την διορθώσει.

ΓΡΑΦΕΝΙΟ – ο «μαύρος χρυσός» του 21ου αιώνα

Οι αλχημιστές του Μεσαίωνα ποτέ δεν βρέθηκαν κοντά στην παραγωγή χρυσού, όσο και αν προσπάθησαν. Τα πειράματά τους ήταν πρωτόγονα και επηρέαζαν μόνο επιφανειακά τα στοιχεία που μελετούσαν. Η ύλη έκρυβε καλά τα μυστικά της και οι δομές ανθίσταντο πεισματικά σε κάθε προσπάθεια μεταστοιχείωσης.

Από τότε κύλησε πολύ νερό στο… επιστημονικό αυλάκι. Η επιστήμη αποκωδικοποίησε τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα σε ατομικό επίπεδο και μπορεί πια να τα επηρεάσει. Οχι για να φτιάξει χρυσό, αλλά για να δημιουργήσει το «χρυσάφι» του 21ου αιώνα, το γραφένιο.

Χημικοί από το Πανεπιστήμιο Ράις στo Χιούστον ανέπτυξαν μια διαδικασία που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως σύγχρονη μορφή αλχημείας, αφού μετατρέπει σκουπίδια με βάση τον άνθρακα σε νιφάδες γραφενίου. Με απλά λόγια, τρόφιμα, πλαστικά, ξύλα κ.λπ. μπορούν να μεταστοιχειωθούν σε γραφένιο γρήγορα και κυρίως με πάμφθηνο τρόπο.

Η διαδικασία που αναπτύχθηκε από τους ερευνητές περιλαμβάνει τη θέρμανση υλικών που περιέχουν άνθρακα με παλμούς λέιζερ υψηλής ενέργειας, στους 2.727 βαθμούς Κελσίου. Η μεταστοιχείωση γίνεται εντός ειδικού αντιδραστήρα, για χρονικό διάστημα μόλις 10 χιλιοστών του δευτερολέπτου. Στα αρχικά πειράματα οι επιστήμονες κατόρθωσαν να πάρουν πίσω μερικά μόνο γραμμάρια γραφενίου, αλλά σε επόμενο στάδιο σχεδιάζουν την κατασκευή ενός μεγαλύτερου αντιδραστήρα, ικανού να παράγει ένα κιλό γραφένιο την ημέρα. Σε μια πρώτη ανάγνωση, η συγκεκριμένη ποσότητα μπορεί να φαντάζει μικρή. Ομως, όπως είπαμε, το γραφένιο δεν είναι ένα απλό υλικό.

Το γραμματόσημο των χιλιάδων δολαρίων

Το γραφένιο είναι ένα υλικό κατασκευασμένο από ενιαίο στρώμα ατόμων άνθρακα, διατεταγμένα σε εξαγωνικό πλέγμα. Ακριβώς επειδή η τρίτη διάστασή του πρακτικά δεν υφίσταται, είναι το πρώτο δισδιάστατο κρυσταλλικό υλικό που έχουμε απομονώσει.

Μέχρι τώρα η κλασική μέθοδος παρασκευής του ήταν η μηχανική αποφλοίωση κρυσταλλικού γραφίτη, του υλικού που υπάρχει και στις μύτες των μολυβιών.

Ενας κρύσταλλος γραφίτη πάχους ενός χιλιοστού αποτελείται από περίπου 3 εκατομμύρια φύλλα γραφενίου, οπότε θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι διαθέτουμε ανεξάντλητες ποσότητες. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι οι μέθοδοι αποφλοίωσης δίνουν πολύ μικρές απολήψεις του υλικού, με αποτέλεσμα η τιμή του να βρίσκεται στα ύψη. Συγκεκριμένα, κυμαίνεται από 50.000 ώς 200.000 δολάρια ανά τόνο, ανάλογα με την ποιότητα και την καθαρότητα του παραγόμενου γραφένιου. Κι όμως, η τιμή του έχει μειωθεί δραματικά από το 2010, όταν μια φλοίδα γραφένιου, μικρότερη από γραμματόσημο, κόστιζε δεκάδες χιλιάδες δολάρια.

Θαυματουργό υλικό

Το γραφένιο ανακαλύφθηκε το 2004 από τους Ρώσους επιστήμονες Αντρέι Γκέιμ και Κονσταντίν Νοβοσέλοφ, οι οποίοι τιμήθηκαν με το Νόμπελ Φυσικής το 2010 και διαθέτει μια σειρά από μοναδικά χαρακτηριστικά. Είναι ιδιαίτερα ελαφρύ, ανθεκτικό και εύκαμπτο, ενώ το ηλεκτρικό ρεύμα το διαπερνά με μεγαλύτερη ταχύτητα από οποιοδήποτε άλλο υλικό, συμπεριλαμβανομένου και του πυριτίου, πάνω στο οποίο έχει βασιστεί ολόκληρη η βιομηχανία ηλεκτρονικών επεξεργαστών. Επίσης, πρωτότυπες μπαταρίες γραφενίου φέρεται να έχουν έως και 45% υψηλότερη χωρητικότητα και να επαναφορτίζονται πέντε φορές ταχύτερα από τις κλασικές μπαταρίες λιθίου. Επιπλέον, αν προσθέταμε μόλις 0,1% γραφένιο στο τσιμέντο που χρησιμοποιείται για τη δημιουργία μπετόν, θα μειώναμε το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της παραγωγής τσιμέντου κατά το ένα τρίτο, καθώς θα προέκυπτε ένα νέο, υπερανθεκτικό υλικό. Η παραγωγή τσιμέντου εκτιμάται ότι ευθύνεται για περίπου το 8% των ανθρωπογενών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κάθε χρόνο.

Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που το γραφένιο χαρακτηρίζεται ως το υλικό που θα σημαδέψει τον 21ο αιώνα.

Ωστόσο, το υψηλό κόστος παραγωγής έχει εμποδίσει την ευρεία χρήση του για βιομηχανικές εφαρμογές. Ετσι, η μέθοδος του Πανεπιστήμιου Ράις φαντάζει ως η μόνη, προς το παρόν, εναλλακτική λύση για την παραγωγή επαρκών ποσοτήτων και κατά συνέπεια την εκλογίκευση της τιμής του. Εκτός και αν προλάβει να κόψει πρώτη το νήμα η Νanoxplore, εταιρεία που υπόσχεται γραφένιο στην εξωφρενικά φτηνή τιμή των 10 δολαρίων το κιλό.

Με ποιον τρόπο; Υποστηρίζουν ότι έχουν πατεντάρει μια απλή μέθοδο, υψηλής παραγωγικής απόδοσης, που μπορεί να αποδώσει έως 10.000 τόνους ετησίως, σε βιομηχανική κλίμακα. Μάλιστα, η Νanoxplore βρίσκεται στη διαδικασία δημιουργίας μιας τέτοιας μονάδας, η οποία θα τεθεί σε λειτουργία σε 2-3 χρόνια.

Οι πιθανές εφαρμογές του γραφένιου δεν αφήνουν κανέναν αδιάφορο. Η Ε.Ε. θα επενδύσει 1 δισεκατομμύριο ευρώ έως το 2025 στην ανάπτυξη σχετικών τεχνολογιών, ώστε να μεταφέρει το γραφένιο και τα προϊόντα του από τα εργαστήρια στην κοινωνία.

Ευλύγιστα και διάφανα κινητά, ελαφρύτερα αεροπλάνα, τεχνητοί αμφιβληστροειδείς, μπαταρίες που δεν ξεφορτίζουν σχεδόν ποτέ και θα επαναφορτίζονται σε χρόνο dt. Aυτά είναι μόνο μερικά από τα «θαύματα» που μπορεί σύντομα να πραγματοποιηθούν από τον «μαύρο χρυσό» του 21ου αιώνα.

Ο Αριστοτέλης, η πολιτεία και η τυραννία

Ο Αριστοτέλης προτού προχωρήσει στην παρουσίαση του πολιτεύματος που ονομάζει πολιτεία ξεκαθαρίζει: «Αν και δεν είναι η πολιτεία παρεκβατικό πολίτευμα ούτε επίσης και τα μόλις προαναφερθέντα είδη της αριστοκρατίας, τα ταξινομήσαμε με αυτή τη σειρά, διότι στην πραγματικότητα όλα αυτά τα πολιτεύματα υπολείπονται σε σχέση με το πιο σωστό πολίτευμα».

Το γεγονός ότι «το πιο σωστό πολίτευμα» δεν κατονομάζεται ούτε προσδιορίζεται τοπικά ή χρονικά καταδεικνύει ότι δεν πρόκειται για κάποιο υπαρκτό, εφαρμοσμένο τρόπο διακυβέρνησης, αλλά για το πολίτευμα που ο Αριστοτέλης έχει στο μυαλό του ως ιδανικό. Με άλλα λόγια το αποκαλούμενο ως απόλυτα σωστό είναι προσωπική θεωρητική κατασκευή που αυτομάτως υποβιβάζει όλα τα άλλα, αφού δεν πρόκειται για απόλυτα σωστά, αλλά για κατά συνθήκη σωστά, σύμφωνα με τον τρόπο που πραγματώνονται. Είναι δηλαδή η αναγκαστική απόσταση που υπάρχει ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη. Υπό αυτή την έννοια ο διαχωρισμός των πολιτευμάτων σε ορθά και στρεβλά δεν αναιρείται. Τα ορθά είναι πράγματι ορθά και τα στρεβλά είναι πράγματι στρεβλά με τη διευκρίνιση ότι αναφερόμαστε στην πρακτική διάστασή τους. Κι αυτό ακριβώς εννοεί ο Αριστοτέλης με τον όρο «αληθινές παρεκβάσεις», προκειμένου να καταστήσει σαφές ότι αναφέρεται στην πολιτειακή εφαρμογή όλων αυτών κι όχι σε θεωρητικές κατασκευές προς αναζήτηση του ιδανικού πολιτεύματος: «Επίσης υπολογίζονται στις παρεκβάσεις, αλλά οι αληθινές παρεκβάσεις είναι παρεκβάσεις αυτών, όπως αρχικά είπαμε». Και οι παρεκβάσεις είναι της βασιλείας η τυραννία, της αριστοκρατίας η ολιγαρχία και της πολιτείας η δημοκρατία.

Η πολιτεία είναι το πολίτευμα που παρουσιάζει στοιχεία και ολιγαρχικά και δημοκρατικά: «Γιατί, με απλά λόγια, η πολιτεία είναι μείξη ολιγαρχίας και δημοκρατίας». Το κατά πόσο αυτή η μείξη είναι πετυχημένη ή όχι μπορεί κανείς να το διαπιστώσει από το δυσδιάκριτο του καθορισμού του νέου πολιτεύματος: «Κριτήριο ότι έχουν συνδυαστεί σωστά η δημοκρατία και η ολιγαρχία είναι όταν το ίδιο το πολίτευμα (που προκύπτει από τη μείξη) αφήνει περιθώρια να αποκαλείται και δημοκρατία και ολιγαρχία. Φαίνεται ότι εκείνοι που το αποκαλούν έτσι, το παθαίνουν αυτό, επειδή ο συνδυασμός των στοιχείων είναι πετυχημένος».

Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι εκείνη της Σπάρτης: «Αυτό συμβαίνει και στο χαρακτηρισμό του πολιτεύματος των Λακεδαιμονίων». Τα δημοκρατικά στοιχεία του σπαρτιατικού πολιτεύματος δε φαίνονται μόνο στη δυνατότητα του λαού να εκλέγει τους πέντε εφόρους ή να διεκδικεί αυτό το αξίωμα ο κάθε πολίτης ξεχωριστά [«ο λαός εκλέγει τη μία από τις δύο μεγάλες αρχές και στην άλλη μετέχει (εκλέγει τη γερουσία και μετέχει στην αρχή των εφόρων)»], αλλά και στο γεγονός ότι ο τρόπος της οργάνωσης του κράτους σε πολλά (άκρως καθοριστικά) ζητήματα τίθεται πάνω από τις ταξικές διαφορές: «Πολλοί ισχυρίζονται ότι πρόκειται για δημοκρατία, γιατί η οργάνωσή του περιέχει πολλά δημοκρατικά στοιχεία, όπως πρώτα πρώτα η ανατροφή των παιδιών (την ίδια ανατροφή έχουν τα παιδιά των πλουσίων με τα παιδιά των φτωχών και την ίδια αγωγή δέχονται που θα δέχονταν και τα φτωχά παιδιά».

Από τη στιγμή που έχει ήδη καταστεί σαφές ότι, πέρα από τη δυνατότητα της συμμετοχής, η δημοκρατία και η ολιγαρχία διαχωρίζονται από τον τρόπο διαχείρισης των ταξικών διαφορών, είναι φανερό ότι τα στοιχεία που αμβλύνουν τις ταξικές διαφορές είναι στοιχεία δημοκρατικά, ενώ εκείνα που τις οξύνουν είναι ολιγαρχικά. Κατά συνέπεια ένα δημοκρατικό πολίτευμα θα ήθελε ένα εκπαιδευτικό σύστημα ανεπηρέαστο από την ταξική ανισότητα παρέχοντας ίσες ευκαιρίες σε όλους ή, για να το θέσουμε αντιστρόφως, όσο περισσότερο αναπαράγεται η ταξική ανισότητα και στην εκπαίδευση, τόσο πιο ολιγαρχικό είναι και το πολίτευμα. Το κατά πόσο το σπαρτιατικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα διατηρεί το φιλελεύθερο πνεύμα που αρμόζει σε μια δημοκρατία δεν απασχολεί τον Αριστοτέλη. (Στο όγδοο και τελευταίο βιβλίο των Πολιτικών θα αναφερθεί ξανά στο σύστημα εκπαίδευσης των Λακεδαιμονίων εστιάζοντας στο γεγονός ότι είναι κοινό για όλους και ότι εκφράζει τα ιδεώδη της πόλης, όπως πρέπει να κάνει ένα σύστημα εκπαίδευσης). Αυτό που προβάλλεται ως καθαρά δημοκρατικό στοιχείο είναι η άμβλυνση των ταξικών διαφορών που δεν αφορά μόνο τη σχολική – παιδική ηλικία, αλλά ολόκληρη τη ζωή του Σπαρτιάτη: «Το ίδιο και στην εφηβική ηλικία και όταν γίνονται άντρες, με τον ίδιο τρόπο ζουν (γιατί δεν ξεχωρίζει καθόλου ο πλούσιος από το φτωχό). Έτσι όλοι τρώνε την ίδια τροφή στα συσσίτια και τα ενδύματα του πλούσιου είναι τέτοια που θα μπορούσε να τα κατασκευάσει και να τα φορέσει οποιοσδήποτε φτωχός».

Από την άλλη δε θα ήταν παράλογο να χαρακτηρίσει κανείς το πολίτευμα της Σπάρτης ολιγαρχία: «Άλλοι ωστόσο έχουν τη γνώμη ότι πρόκειται για ολιγαρχία (το πολίτευμα των Λακεδαιμονίων), επειδή περιέχει πολλά ολιγαρχικά στοιχεία, όπως ότι όλες οι αρχές είναι αιρετές και καμία κληρωτή, ότι λίγοι αποφασίζουν τις ποινές του θανάτου και της εξορίας και πολλά άλλα τέτοια». Ο συγκεντρωτισμός στην εξουσία είναι σαφώς δείγμα ολιγαρχικό. Το γεγονός ότι το αιρετό όλων των αξιωμάτων συγκαταλέγεται στα ολιγαρχικά στοιχεία, αναδεικνύει το χαρακτήρα της αθηναϊκής δημοκρατικής ισότητας, αφού, από θέση αρχής, θεωρούταν όλοι οι πολίτες ικανοί να διαχειριστούν την εξουσία – όπως και να κρίνουν επάξια ένα καλλιτεχνικό έργο. Η αθηναϊκή δημοκρατική αγωγή, από μόνη της, ήταν ικανή εγγύηση για την ποιότητα των πολιτών. Στη Σπάρτη αυτού του είδους η ισότητα δε φαίνεται να ήταν αποδεκτή, γι’ αυτό και κανένα αξίωμα δεν αποτελούσε αντικείμενο κλήρωσης. Η ψηφοφορία αφορούσε την ανάδειξη του άξιου – ή έστω του αξιότερου: «Όμως το πολίτευμα με το σωστό συνδυασμό χρειάζεται να φαίνεται ότι έχει στοιχεία και από τα δύο πολιτεύματα και συγχρόνως κανένα από αυτά, να διατηρείται με τα δικά του μέσα και όχι με τη συνδρομή εξωτερικών παραγόντων».

Το βέβαιο είναι ότι η ολιγαρχία, η δημοκρατία και η αριστοκρατία καθορίζονται από τη βούληση των περισσότερων, αρκεί να έχουν πολιτικά δικαιώματα: «Κοινός τόπος όλων των πολιτευμάτων είναι η αποδοχή της αρχής πλειοψηφίας στη λήψη των αποφάσεων. Διότι και στην ολιγαρχία και στην αριστοκρατία και στις δημοκρατίες κυρίαρχη ισχύ έχει ό,τι αποφασίσει η πλειοψηφία αυτών που έχουν πολιτικά δικαιώματα». Οι πολιτειακές παρεξηγήσεις ξεκινούν από το γεγονός ότι για τους περισσότερους το μοναδικό κριτήριο που λαμβάνουν σοβαρά υπόψη στο διαχωρισμό των πολιτών είναι ο πλούτος. Χωρίζοντας τους σε πλούσιους και φτωχούς, αναγκαστικά εστιάζουν στην ολιγαρχία και τη δημοκρατία, αφού η ολιγαρχία προβάλλει ως βασικό πρόταγμα τον πλούτο και η δημοκρατία την ελευθερία. Και στις δύο περιπτώσεις δε δίνεται η πρέπουσα σημασία στο στοιχείο της αρετής, που αφορά πρωτίστως την αριστοκρατία, αφού από τη μια στη δημοκρατία η ισοπεδωτική ισότητα απαξιώνει τον άριστο και από την άλλη στην ολιγαρχία η αρετή ταυτίζεται με την ευπρέπεια που προβάλλουν οι άνθρωποι του πλούτου: «οι εύποροι φαίνεται ότι έχουν εκείνα για τα οποία αδικούν οι άδικοι, και γι’ αυτό αποκαλούνται ευπρεπείς, με εξαιρετικό ήθος και επιφανείς».

Η διαστρέβλωση αυτή σε συνδυασμό με την αρχή της πλειοψηφίας που επιβάλλει τις επιθυμίες των πολλών (αρκεί βέβαια να πληρούν τα κριτήρια ώστε να είναι πολίτες κι εδώ στηρίζεται ο μηχανισμός του αποκλεισμού που επιβάλλουν οι ολιγαρχίες), δίνουν πολλές φορές την ψευδαίσθηση της πολιτείας: «Αυτό σε πάρα πολλές πόλεις εκλαμβάνεται <κακώς> ως κάποιο είδος πολιτείας, γιατί λαμβάνεται υπόψη μόνο ο συνδυασμός των ευπόρων και των απόρων, δηλαδή του πλούτου και της ελευθερίας, καθώς σε πάρα πολλές πόλεις φαίνεται ότι οι εύποροι παίρνουν τις θέσεις των ευπρεπών και σπουδαίων στο ήθος ανθρώπων».

Το ζήτημα της αρετής περνά σε δεύτερη μοίρα αλλοιώνοντας τον τρόπο που οι πολλοί αντιλαμβάνονται τα πολιτεύματα: «Επειδή όμως τρία είναι τα στοιχεία που απαιτούν ίσο μερίδιο στο πολίτευμα, η ελευθερία, ο πλούτος και η αρετή (το τέταρτο, η ευγενική καταγωγή, ακολουθεί τα δύο, γιατί η ευγενική καταγωγή είναι πατρογονικός πλούτος και αρετή), γίνεται φανερό ότι τον ένα συνδυασμό από τους δύο, αυτόν των ευπόρων και των απόρων, πρέπει να τον ονομάσουμε πολιτεία και το συνδυασμό με τα τρία στοιχεία αριστοκρατία και μάλιστα αυτόν από τα άλλα είδη αριστοκρατίας εκτός από το αληθινό και άριστο είδος της», (θα λέγαμε ιδανικό που γίνεται αντιληπτό μόνο ως ιδέα). Και βέβαια αυτό που ο Αριστοτέλης ονομάζει «συνδυασμό ευπόρων και απόρων» δεν είναι τίποτε άλλο από τη συνύπαρξη που καταφέρνει να υπερπηδήσει τις ταξικές διαφορές εξασφαλίζοντας την αρμονία και τη συνοχή της πόλης. Γι’ αυτό και η αρχή της πλειοψηφίας δίνει πολλές φορές την ψευδαίσθηση της πολιτείας. Γιατί πολλές φορές ισχύει στρεβλά (μην ξεχνάμε ότι αφορά μόνο τους ελεύθερους πολίτες), ενώ άλλες, αν και ισχύει, δεν μπορεί να συγκαλύψει τις έντονες κοινωνικές διαμάχες. Γι’ αυτό προτείνεται ως πολιτεία το πολίτευμα της Σπάρτης. Γιατί οι Σπαρτιάτες κατάφεραν να διαμορφώσουν έναν τέτοιο τρόπο ζωής, ώστε οι ταξικές διαφορές να έχουν δευτερεύουσα σημασία ή τουλάχιστον να μην επιφέρουν την πόλωση και το διχασμό ανάμεσα στους πολίτες.

Η αριστοκρατία αφορά την αρμονική συνύπαρξη και των φτωχών και των πλουσίων και των αρίστων. Είναι δηλαδή το πολίτευμα που όχι μόνο καταφέρνει να ξεπεράσει τις ταξικές διαφορές, αλλά επιλύνει και το ζήτημα της αξιοκρατίας, αφήνοντας το δρόμο ανοιχτό για την ανάδειξη του πραγματικά ικανότερου. Πρόκειται σαφώς για το τελειότερο σύστημα, αφού εξασφαλίζει τη μέγιστη δυνατή αρμονία εκμεταλλευόμενο τους καταλληλότερους ανθρώπους προς όφελος της πόλης. Κι αυτή ακριβώς είναι η λεπτή διαφορά που την ξεχωρίζει από την πολιτεία. Όμως, από τη στιγμή που η πολιτεία καταφέρνει να διασφαλίσει την αρμονία ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς είναι απολύτως φανερό ότι καταφέρνει να αποδώσει την έννοια της αξιοκρατίας, αφού ο πλούτος του άλλου μπορεί να γίνει σεβαστός μόνο αν αποδοθεί στην αξία του. Ο άδικος πλούτος, ο πλούτος που επήλθε σε βάρος του κοινού συμφέροντος και διατηρείται ως απόρροια της ανίσχυρης, κι ως εκ τούτου κατευθυνόμενης, δικαιοσύνης, στην περίπτωση της πολιτείας, δε θα μπορούσε να γίνει ανεκτός.

Από αυτή την άποψη η πολιτεία δεν θα μπορούσε να έχει υπόσταση αν δεν κατοχύρωνε, ως προϋπόθεση, την αναγνώριση της αξίας του άλλου. Κι εδώ ερχόμαστε και πάλι μπροστά στην ανάγκη της δικαιοσύνης και του νόμου, αφού χωρίς αυτά θα ήταν αδύνατο να υπάρξει εμπιστοσύνη, απαραίτητη αφετηρία της αναγνώρισης. Το να τονιζόταν ότι και η αριστοκρατία βασίζεται πρωτίστως πάνω στο δυνατό θεσμό της δικαιοσύνης θα ήταν μάλλον περιττό: «Υπάρχει ακόμη η αντίληψη ότι είναι αδύνατον να ευνομείται πόλη που δεν την κυβερνά η αριστοκρατία αλλά η φαυλοκρατία, όπως και μια πόλη που δεν ευνομείται, να την κυβερνά η αριστοκρατία. Η ευνομία δε συνίσταται στη σωστή μεν θέσπιση των νόμων, αλλά στη μη συμμόρφωση των πολιτών σε αυτούς. Γι’ αυτό και ευνομία σημαίνει: πρώτον ότι οι πολίτες συμμορφώνονται στους θεσπισμένους νόμους και δεύτερον ότι οι νόμοι στους οποίους υπακούν οι πολίτες είναι σωστά θεσπισμένοι». Γι’ αυτό και το τελικό συμπέρασμα του Αριστοτέλη: «Τέλος έγινε φανερό ότι δεν απέχουν πολύ μεταξύ τους η αριστοκρατία και η πολιτεία». Κι αυτός είναι και ο λόγος που το πολίτευμα της Σπάρτης προτείνεται ως πρότυπο για την κατανόηση και της πολιτείας και της αριστοκρατίας: «Αριστοκρατικό είναι» (εννοείται το πολίτευμα) «και αν αποβλέπει στα δύο μόνο από αυτά, στην αρετή και στο λαό, για παράδειγμα το σπαρτιατικό πολίτευμα, και υπάρχει μείξη των δύο στοιχείων, της δημοκρατίας και της αρετής».

Κι αν για τον καθορισμό της πολιτείας η έννοια της μείξης των στοιχείων της δημοκρατίας και της ολιγαρχίας θεωρείται ασαφής, ο Αριστοτέλης παραθέτει το παράδειγμα του εισοδήματος προκειμένου να τη διαφωτίσει: «Για παράδειγμα στις δημοκρατίες η συμμετοχή κάποιου στην εκκλησία του δήμου δεν προϋποθέτει κανένα εισόδημα ή εξαιρετικά ελάχιστο, στις ολιγαρχίες όμως πολύ μεγάλο. Κανένας από τους δύο αυτούς θεσμούς δε μπορεί να είναι κοινός, παρά μόνον αν οριστεί ο μέσος όρος των εισοδημάτων αυτών». Κι αν αυτό δεν είναι αρκετά διαφωτιστικό προτείνεται επίσης ο συνδυασμός των δύο συστημάτων: «δηλαδή η αξιοποίηση μερικών στοιχείων από τον ολιγαρχικό νόμο και μερικών από το δημοκρατικό. Εννοώ, για να δώσω ένα παράδειγμα, ότι στις δημοκρατίες οι αρχές είναι κληρωτές αλλά στις ολιγαρχίες αιρετές. Και είναι γνώρισμα της δημοκρατίας να μην απαιτείται εισόδημα για την απόκτηση πολιτικών δικαιωμάτων, αντίθετα με την ολιγαρχία που επιβάλλει ως όρο το εισόδημα. Θεσμός αριστοκρατίας και πολιτείας προκύπτει, αν συνδυάσουμε παίρνοντας ένα στοιχείο από κάθε πολίτευμα. Έτσι από την ολιγαρχία αξιοποιείται το ότι οι αρχές είναι αιρετές και από τη δημοκρατία ότι δεν απαιτείται εισόδημα».

Η μεσότητα, ως πάγια αριστοτελική οπτική, δε θα μπορούσε να απέχει από τη διαμόρφωση των πολιτικών αντιλήψεων. Δεν είναι τυχαίο ότι και τα δύο πολιτεύματα που προτείνονται ως καλύτερα προέρχονται από το συνδυασμό της ολιγαρχίας και της δημοκρατίας εστιάζοντας στη διαμόρφωση του μέσου όρου. Ο μέσος όρος λειτουργώντας ως απόλυτη αναζήτηση του σωστού, είτε στην περίπτωση του καθορισμού του εισοδήματος είτε στη συγκρότηση του θεσμικού πλαισίου των πολιτευμάτων, είναι ο καθοριστικότερος παράγοντας της πολιτειακής ισορροπίας. Εξάλλου, το πολίτευμα, ως τρόπος οργάνωσης της κοινωνίας, θα ήταν αδύνατο να μην επιδράσει εξισορροπητικά, αφού η αρμονία, στην οποία και στοχεύει, δεν είναι τίποτε άλλο από την εξισορρόπηση των διαρκώς αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων. Πετυχημένο είναι το πολίτευμα που επιφέρει τη συνοχή κι αυτός είναι ο δρόμος της καθολικής αποδοχής. Το πολίτευμα που κινείται στα άκρα εξυπηρετώντας συγκεκριμένα συμφέροντα δε θα μπορούσε παρά να φέρει τη δυσαρέσκεια, δηλαδή την επιθυμία για αλλαγή και την εκούσια αποχή των πολιτών απ’ τις διαδικασίες: «να μην είναι περισσότεροι εκείνοι που επιθυμούν την αποχή τους από το πολίτευμα (αυτό το στοιχείο θα βρισκόταν και στο φαύλο πολίτευμα) ούτε και κάποια μερίδα της πόλης να επιθυμεί άλλο πολίτευμα».

Η ακραία εκδοχή της εξουσίας που αποσκοπεί μόνο στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων αυτών που την ασκούν είναι η τυραννία: «είναι δικαιολογημένο να μιλήσουμε για την τυραννίδα στο τέλος, επειδή έχει τα γνωρίσματα του πολιτεύματος στο μικρότερο βαθμό από όλα τ’ άλλα πολιτεύματα, ενώ εμείς ερευνούμε σχετικά με το πολίτευμα». Η τυραννία, ως θλιβερή πολιτειακή εκδοχή δεν μπορεί παρά να εκφράζει την καταπίεση του λαού προς όφελος του τυράννου. Καταλύονται όλες οι ελευθερίες και κάθε έννοια δικαιοσύνης και ισότητας στερείται νοήματος. Επί της ουσίας δε μιλάμε για πολίτευμα, αφού δεν τίθεται κανένα θέμα υπεράσπισης των κοινωνικών αξιών. Το μόνο που μένει είναι ο φόβος και η υποκρισία της δήθεν νομιμότητας. Τα πρώτα δύο είδη της τυραννίας αφορούν τη βαρβαρική βασιλεία και την αισυμνητία: «Ωστόσο τα δύο αυτά είδη τυραννίδας διαφοροποιούνται μεταξύ τους. Εμφανίζονταν ως βασιλείες, επειδή είχαν σύνταγμα και η άσκηση της μοναρχικής εξουσίας είχε τη λαϊκή συγκατάθεση, και ως τυραννίδες, γιατί η εξουσία ασκούνταν αυταρχικά και αυθαίρετα».

Το χειρότερο είδος τυραννίας είναι το τρίτο, αφού λειτουργεί περισσότερο καταπιεστικά: «Τέτοιου είδους τυραννίδα συνιστά κατ’ ανάγκη η μοναχική άσκηση της εξουσίας από έναν, ο οποίος εξουσιάζει τους όμοιούς του και τους καλύτερους από αυτόν αδιακρίτως, αποβλέποντας προς το συμφέρον του και μόνο και όχι προς το συμφέρον των αρχομένων. Για το λόγο αυτό είναι ανεπιθύμητη από το λαό, γιατί κανένας ελεύθερος άνθρωπος δεν υπομένει εκούσια μια τέτοια εξουσία».

Κι αυτή ακριβώς είναι και η υποθήκη της ανατροπής της. Καμία τυραννία δε μπορεί να διαρκέσει επ’ άπειρο, γιατί είναι αδύνατο να γίνει ανεκτή. Το πολίτευμα που δεν έχει τη λαϊκή συγκατάθεση είναι καταδικασμένο. Γι’ αυτό και οι πιο επαίσχυντοι δικτάτορες παριστάνουν τους νομιμόφρονες. Μήπως και τηρηθούν τα προσχήματα. Η τυραννίδα είναι η καταστροφή της πολιτείας. Είναι η μόνιμη απειλή και μπορεί να υλοποιηθεί μόνο όταν το πολίτευμα διαστρεβλώνεται, είτε από την άποψη της ισοπεδωτικής δημοκρατίας είτε από την πλευρά της άμετρα συγκεντρωτικής ολιγαρχίας. Γι’ αυτό οι πολίτες πρέπει να είναι σε διαρκή εγρήγορση. Γι’ αυτό πρέπει να ελέγχουν αδιάκοπα τους διαχειριστές της εξουσίας. Γιατί σε τελική ανάλυση, ο λαός είναι ο μόνος εγγυητής του πολιτεύματος.

Αριστοτέλης, Πολιτικά

ΜΑΚΚΑΒΑΙΟΙ, ΜΟΥΤΖΑΧΕΝΤΙΝ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΟΙ ΓΙΑ ΚΛΑΜΜΑΤΑ

Μανιφέστο ενάντια σε εκείνους που ονειρεύονται ή απεικονίζουν την Θεά Ελευθερία γονατιστή


«Η πολυμορφία είναι βασικός βιολογικός φυσικός κανόνας. Η φύση απαιτεί πολυμορφία, η Μονάδα δεν είναι παρά προϋπόθεση μίας υποχρεωτικής πληθύνσεως, ό,τι ομογενοποιείται ζει στο προστάδιο του αφανισμού του.

Η πολυμορφία της ανθρωπότητας είναι βιολογική και κοινωνικο-πολιτική. Η βιολογική πολυμορφία εκδηλώνεται μέσα από την διαφορά στην εξωτερική μορφή, την ιδιοσυγκρασία και το χρώμα, η δε κοινωνικο-πολιτική μέσα από την διαφορά στο συλλογικό «έθος» ή για να χρησιμοποιήσουμε την διατύπωση των Ελλήνων, από την διαφορά «στα ειωθότα και τα νομιζόμενα»

Η ρίζα της λέξης «έθνος» είναι το «έθος». Η φυσική και άρα μόνη υγιής κατάσταση της ανθρωπότητας είναι το να εκδηλώνει τον εαυτό της μέσα από μία εξαιρετική ποικιλία εθνών, μέσα από μία πολυποίκιλη Εθνόσφαιρα
»

Κανείς προφανώς που είναι στοιχειωδώς «στα καλά του», δεν θα διανοείτο ποτέ να πει ότι πρέπει να υπάρχει μόνον ένας τύπος λουλουδιού, ή μόνον ένας τύπος δένδρου, ή μόνον ένας τύπος ψαριού, ή μόνον ένας τύπος θηλαστικού. Αυτό ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι η Φύση βοά πως επιθυμεί ποικιλία, πολυμορφία. Και όντως, κάθε είδος που χάνει την ποικιλία του, η Φύση το εξαφανίζει και το αντικαθιστά με μία νέα ποικιλία.

Κανείς επίσης που είναι στοιχειωδώς «στα καλά του», δεν θα διανοείτο ποτέ να πει ότι πρέπει να υπάρχει μόνον ένας τύπος φαγητού. Εδώ είναι ολοφάνερο πως δεν «πολυασχολείται» η Φύση. «Ασχολείται» όμως η επιμέρους φύση του ανθρώπου, που εδώ και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια έχει την ιδιορρυθμία να «φτιάχνει» το φαγητό του κατά τις επιθυμίες του, προτού το καταναλώσει. Τμήμα της απόκλισης του συγκεκριμένου ζωϊκού είδους από τις πρωτόγονες συνθήκες, είναι και η πρώϊμη πολιτισμική του κατάκτηση που στις ημέρες μας ονομάζεται «κουζίνα», «μαγειρική».

Το ίδιο κανείς που είναι στοιχειωδώς «στα καλά του», δεν θα διανοείτο ποτέ να πει ότι πρέπει να υπάρχει μόνον ένας τύπος ερωτικής πράξης (προφανώς η λεγόμενη «ιεραποστολική»). Εκτός από «κουζίνα», η ανθρωπότητα έχει αναπτύξει και μια άλλη βασική, καθημερινής χρήσης, τέχνη, με θαυμαστή μάλιστα ποικιλία επινοήσεων, που ονομάζεται «ερωτισμός».

Έως εδώ, όλα καλά και λογικά. Το αδιανόητο όμως άρχισε να χαλαρώνει στην πρόσφατη Ιστορία της ανθρωπότητας, από τον 4ο «μεταχριστιανικό» αιώνα, αλλά, κυρίως, κατά την δεύτερη «μεταχριστιανική» χιλιετία, όχι βεβαίως για τα παραπάνω βιολογικά είδη ή πρακτικές τέχνες, αλλά γι’ αυτό το ίδιο το ανθρώπινο είδος. Θρησκείες (μία ουσιαστικά, με πολλές αιρέσεις) και ιδεολογίες που είχαν ως άμεσο ζητούμενό τους να κάνουν όλους τους ανθρώπους τους πλανήτη ίδιους και υπό τις συγκεκριμένες δικές τους προδιαγραφές, έπεισαν τους, ουσιαστικά διανοητικά κατεστραμμένους, πιστούς τους, ότι δεν πρέπει να υπάρχουν διαφορές μεταξύ των ανθρώπων.

Επειδή βεβαίως δεν μπορούσαν, και συνεπώς δεν ενδιαφέρονταν, να αλλάξουν τον σωματότυπο ή το χρώμα των διαφόρων φυλών, η ομογενοποίηση στόχευσε κυρίως στην πολιτισμική / θρησκευτική διαφορά και την ιδιαίτερη «συλλογική ταυτότητα». Εχθρός λοιπόν του θρησκευτικού μονοθεϊσμού αρχικά, και του πολιτικού μονοθεϊσμού από τα τέλη του 19ου αιώνα κι εντεύθεν στάθηκε το «έθνος», δηλαδή το κάθε ανθρώπινο σύνολο με επίγνωση μιας σαφούς «συλλογικής ταυτότητας», η οποία συγκροτείται από κοινό ιστορικό παρελθόν, κοινή κοσμοαντίληψη, κοινή θρησκεία, κοινό αξιακό σύστημα και κοινά πολιτισμικά φαινόμενα, όπως γλώσσα, συμβολιστική, κ.λπ. Πιο περιληπτικά, το κάθε ανθρώπινο σύνολο που έχει επίγνωση των ιστορικών, λατρευτικών και πολιτισμικών ριζών και ιδιαιτεροτήτων του. «Να εξολοθρευθούν τα έθνη» κραύγαζε η Τορά και η κραυγή της αντηχούσε μέσα στην πρόθυμη Βίβλο και το εξίσου πρόθυμο Κοράνι, «να εξολοθρευθούν τα έθνη» κραυγάζουν και οι σύγχρονοι διεθνιστές της «Αριστεράς» (συνειδητά με εισαγωγικά) ή οι νεοφιλελεύθεροι της Δεξιάς (συνειδητά δίχως εισαγωγικά), η κάθε πλευρά βεβαίως για τους δικούς της «ιδεολογικούς» σκοπούς.

Ο γράφων έπεσε πρόσφατα επάνω σε ένα «fashion victim» του πολιτικού μονοθεϊσμού, της διεθνιστικής συγκεκριμένα πλευράς, όταν στο Facebook δημοσίευσε μία εικόνα με το μήνυμα «Υποστηρίζουμε τα αυτόχθονα έθνη και τις αυτόχθονες κουλτούρες σε κάθε σημείο της γης». Με πάσα άνεση και αυτοπεποίθηση, ο συγκεκριμένος και μάλιστα νέος άνθρωπος, βγήκε και δήλωσε ότι… μόνον ένα έθνος πρέπει να υπάρχει επί γης και, εν συνεχεία, αναπαρήγαγε κάποια υπερχρησιμοποιημένα κλισέ, αδυνατώντας εμφανώς να κάνει διάλογο ή να υποστηρίξει λογικά την άποψή «του». Και γεννήθηκαν λοιπόν τρία βαθιά ερωτήματα:

1. Όταν κάποιος διακηρύσσει ότι «δεν πρέπει να υπάρχουν έθνη», αγνοεί ότι το (δήθεν) πανανθρώπινο έθος που θα απομείνει, δεν θα είναι άλλο από εκείνο των νυν κυριάρχων σε πολιτισμικό, θρησκευτικό και οικονομικό επίπεδο;

2. Αγνοεί τον βασικό κανόνα ότι η Φύση απαιτεί ποικιλίες και πολυμορφίες, γι’ αυτό άλλωστε και, από την εμφάνισή του, το ανθρώπινο είδος επιμερίζεται σε μία τεράστια ποικιλία κουλτουρών και εθών, δηλαδή σε μια τεράστια ποικιλία εθνισμών, σε αυτό που οι εθνολόγοι με θαυμασμό περιγράφουν ως «εθνόσφαιρα»;

3. Αγνοεί ότι ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας είναι η λεγόμενη «εθνοκτονία», το να αφήνεις δηλαδή ζωντανά τα μέλη ενός έθνους, καταστρέφοντας ωστόσο την πολιτισμική τους ταυτότητα και ιδιαιτερότητα;

Τα πιο πάνω τρία ερωτήματα απαντώνται με ένα υπερβέβαιο «όχι» για την περίπτωση εκείνων που μηχανεύθηκαν και εφαρμόζουν και βελτιώνουν συνεχώς την ισοπέδωση της διαφορετικότητας. Από τους εκ του μηδενός κατασκευαστές του μονοθεϊσμού στην Βαβυλώνα και τα Σούσα γύρω στο έτος – 500 του χριστιανικού τρόπου χρονολόγησης, τους «πυρί και σιδήρω» χριστιανούς προσηλυτιστές επιγόνους τους και τους «αγωνιστές» («μουτζαχεντίν») της δια του ξίφους επιβολής του μονοθεϊσμού (τζιχάντ αλ-σάϊφ), μέχρι τα μαρξιστικολενινιστικά επιτελεία, που συστηματικά κατέστρεψαν τις αυτόχθονες κουλτούρες όπου τις πέτυχαν ακόμα ζωντανές, και τις γεμάτες περιτετμημένους «δεξαμενές σκέψης» («think tanks», «policy institutes», κ.λπ.) του νέου παγκοσμίου και μετακαπιταλιστικού καθεστώτος των περιβόητων «Αγορών», τα πιο πάνω ερωτήματα απαντώνται με «όχι».

Απαντώνται όμως, δυστυχώς, με «ναι», για τα εκατομμύρια των προγραμματισμένων ανθρώπων που νεροκουβαλούν στον μύλο της ισοπέδωσης. Και χρησιμοποίησα το «δυστυχώς» γιατί εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν εφιάλτη. Όχι μόνον οι νεροκουβαλητές είναι πάρα πολλοί για τις αντοχές της ανθρώπινης φυσιολογικότητας, αλλά είναι ταυτόχρονα και προγραμματισμένοι ως σκύλοι του Παβλώφ να απεχθάνονται το «άλλο», το πέρα από τα δεδομένα τους, την συγκροτημένη ταυτότητα που τους έχει διαφύγει, αδυνατώντας να κάνουν τις στοιχειωδέστερες επαγωγές που θα τους βοηθούσαν να καταλάβουν τον παραλογισμό και το χάλι τους.

«Έλληνες είστε και φαίνεστε» γράφουν κάποιοι από αυτούς στους τοίχους της χώρας μας και προφανώς καμαρώνουν για το κατόρθωμά τους και την «ευφυΐα» τους. Άλλοι ομόβαθμα «προοδευτικοί», καγχάζουν κάθε φορά που εμείς αναφερόμαστε σε «έθνος», «εθνισμό», «συλλογική ταυτότητα», «εθνικό αξιακό σύστημα», και, ακόμα πιο πολύ, σε «εθνική κοσμοαντίληψη» ή «εθνική θρησκεία». Φωνάζουν «πατρίδα για τους Παλαιστίνιους» ή «αξιοπρέπεια για τα ινδιάνικα έθνη» και ταυτόχρονα βγάζουν αφρούς κάθε φορά που γίνεται αναφορά στην δική μας, ελληνική, πατρίδα ή έθνος. Καλά και υπάκουα φανταράκια της πανούργας «αποδόμησης», χέρι – χέρι οι προδεφτικάνοι και οι νεοφιλελέ, καγχάζουν απέναντι σε κάθε αναφορά σε παράδοση και σε κάθε κοίταγμα προς την προχριστιανική ανθρωπότητα, απέναντι σε κάθε τι το πνευματικό που δεν ανήκει στα μονοθεϊστικά χωράφια, απέναντι σε κάθε τι που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να κατανοήσουν. Σταυροκοπούμενοι ή με αμέτρητα εβραϊκά σχήματα μέσα στα μυαλά τους, καγχάζουν επιλεκτικά απέναντι σε κάθε πραγματική διαφορετικότητα, δηλαδή σε κάθε «άλλη» ταυτότητα που δεν είναι υπόδουλη στον θρησκευτικό ή πολιτικό μονοθεϊσμό.

Ένα από τα χειρότερα που μπορούν να συμβούν σε ένα έλλογο ον, και τέτοιο ον υποτίθεται ότι είναι ο άνθρωπος, είναι το να μη θεωρεί εξευτελιστικό το να αντιμετωπίζει με καγχασμό οτιδήποτε αδυνατεί να κατανοήσει (το χειρότερο είναι βεβαίως να εξολοθρεύει, αντί να περιορίζεται στο να καγχάζει). Τουλάχιστον η συγκριτικά ολιγάριθμη ηγεσία, τα εν επιγνώσει αφεντικά, ξέρουν πολύ καλά τι είναι αυτό που θέλουν με κάθε τρόπο να εξολοθρεύσουν. Οι άλλοι είναι για κλάματα. Οι εκατομμύρια ανώνυμοι μακκαβαίοι, μουτζαχαντίν και σταυροφόροι. Σε όποιο επίπεδο και σε όποιον τομέα δρουν και σε όποιον βαθμό εξολοθρεύουν. Στην κοσμοαντίληψη και θρησκεία, στα αξιακά συστήματα, τις κουλτούρες, την εκπαίδευση - διαμόρφωση, την αντιληπτική ικανότητα, τον καθημερινό τρόπο, την τέχνη, την πολιτική οικονομία.

Μακκαβαίοι: Οι Σφαγείς των Ελλήνων που… Γιορτάζουμε

Είναι θλιβερό όταν οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν την ιστορία τους, αλλά ούτε καν τα όποια θρησκευτικά πιστεύω τους και τις γιορτές τους. Είναι σχήμα οξύμωρο, αν όχι παρανοϊκό, να θεωρείς τον εαυτό σου Έλληνα, απόγονο των αρχαίων Ελλήνων αλλά και χριστιανό, όταν η πίστη σου γιορτάζει τους σφαγείς 

των προγόνων σου…

O Αριστίων μας γράφει:

Στις 13 Αυγούστου είναι η επέτειος της μητέρας όλων των μαχών που διεξήχθη στον Μαραθώνα το 490 π.α.χ.χ. Ακολουθεί στις 20 Αυγούστου η επέτειος της μάχης των Θερμοπυλών του 480 π.α.χ.χ όπου απεδείχθη κατά τον Ηρόδοτο ότι «άνθρωποι πολλοί, άνδρες ελάχιστοι». Στις 29 Αυγούστου ακολουθεί η επέτειος της μάχης των Πλαταιών το 479 π.α.χ.χ, όπου θάφτηκε το «όνειρο» των περιούσιων για εξαφάνιση της Ελλάδος και των αξιών της μαζί με τον εκπρόσωπό τους Μαρδοχάι-Μαρδόνιο. Και έναν μήνα αργότερα 28 Σεπτεμβρίου του 480  η ναυμαχία, της Σαλαμίνας, η ναυμαχία των ναυμαχιών όπου διεσώθη ολόκληρος η Ευρώπη και ο πανανθρώπινος πολιτισμός.

Και όμως! Οι ναζωραίοι κατακτητές «φρόντισαν», όλα αυτά να «ξεχαστούν». οι τύμβοι των ηρώων να καταντήσουν σκουπιδότοποι και ονόματα όπως Μιλτιάδης, Λεωνίδας, Παυσανίας, Θέρσιππος, Κυναίγειρος, Ευχίδας, Σκιλίας, Διηνέκης, Αριστόδημος, Θεμιστοκλής, Αμεινίας και τόσα άλλα Ελλήνων Ηρώων, να «αμαυρωθούν» (μην ξεχνάτε εκείνον τον γελοίο που απεκάλεσε τους 300 του Λεωνίδα «κιναιδικά ζευγάρια» κρίνοντας ίσως εξ ιδίων τα αλλότρια και «ξεχνώντας» εντέχνως τον αιμομίκτη «προπάτορα» του Λωτ και όλα τα μπουμπούκια του κοπαδιού της ερήμου) επιβάλλοντας τις δικές τους «εορτές» και «ήρωες» που τους αποκαλούν «αγίους».

Είδατε κάποιον «υπερπατριώτη» ιουδαιοχριστιανό απ’ αυτούς που το «παίζουν» Eλληνάρες, να προτείνει επαναφορά των εορτών αυτών; Το δε χείριστο όλων, είναι ότι αυτοί που θέλουν να ονομάζονται Έλληνες. τρέχουν με τα τέσσερα στα ιουδαιομαντριά και προσκυνούν (αν είναι δυνατόν» τους σφαγείς των αντί να φωνάξουν με όλη την δύναμη της ψυχής τους. «ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ ΠΟΥ ΑΚΟΜΑ ΕΙΜΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΑΠΟΚΑΛΟΥΜΑΙ ΕΛΛΗΝΑΣ». Μόλις το καταλάβουν τα ιουδαιχριστιανικά πρόβατα που τρέχουν στα μαντριά με τα τέσσερα γιορτάζοντας τους σφαγείς των, τότε θα αρχίσει και η πραγματική απελευθέρωση της Ελλάδος!

Σήμερα, όπως κάθε χρονιά την 1η Αυγούστου, η Ορθόδοξη Εκκλησία και το σύνολο του ποιμνίου της, δίχως έως σήμερα μία ελάχιστη έστω φωνή διαμαρτυρίας ή απλή ένσταση, εορτάζουν την μνήμη των «Αγίων» 7 Μακκαβαίων. Εορτάζουν την μνήμη 7 Ιουδαίων αδελφών, φανατικών όσο και φανταστικών (αφού η πραγματική πηγή γι’ αυτούς είναι το προπαγανδιστικό, γραμμένο από την ιουδαϊκή διασπορά στα ελληνικά, «Β' βιβλίο των Μακκαβαίων»), που υποτίθεται ότι εκτελέστηκαν από τον Έλληνα βασιλιά της Συρίας Αντίοχο τον Δ' τον Επιφανή λίγο πριν την εξέγερση του Ιούδα Μακκαβαίου (167 – 160) επειδή αρνήθηκαν να φάνε… θυσιασμένο χοιρινό!

Οι πραγματικοί, ιστορικά υπαρκτοί Μακκαβαίοι ή Ασμοναίοι (δηλαδή ο Ματαθίας Ασμοναίος και οι απόγονοί του) τιμώνται ωστόσο από τους μονοθεϊστές Ιουδαίους ως εθνικοί και θρησκευτικοί ήρωες, πράγμα λογικό, αφού με την άγρια τρομοκρατία τους κατόρθωσαν να αποτρέψουν την ολοκληρωτική εξαφάνιση της λατρείας του Θεού Ιαχωβά και την πλήρη αφομοίωση των ομοφύλων τους από τον κυρίαρχο τότε Ελληνισμό, αφού όλοι σχεδόν οι αξιόλογοι Ιουδαίοι της εποχής είχαν εξελληνισθεί. Για τους μονοθεϊστές Ιουδαίους, οι πραγματικοί Μακκαβαίοι, που κατέσφαξαν τόσο τους Έλληνες Εθνικούς όσο και τους υπερπολλαπλάσιους των Ελλήνων ελληνίζοντες ομοφύλους τους, απετέλεσαν έκτοτε το υπέρτατο σύμβολο της απόλυτης πειθαρχίας στον μωσαϊκό νόμο, της πεισματώδους αντίστασης και της πέρα από τα αναμενόμενα επιβίωσης.

Όλα αυτά είναι συνεπώς απολύτως λογικά όσο και σεβαστά, ασχέτως της εκ των πραγμάτων αντιπαλότητας προς το έθνος των Ελλήνων: κάποιοι τιμούν, στην εορτή που ονομάζουν «χανουκά», τους όχι ομοφύλους τους (αφού ο μακκαβαϊκός πόλεμος στο μεγαλύτερο τμήμα του ήταν εμφύλιος), αλλά ομοϊδεάτες και ομοθρήσκους τους, που δίχως εκείνους, σήμερα αυτοί οι κάποιοι απλώς… δεν θα υπήρχαν.

Αντίθετα, ο παραλογισμός, η ανηθικότητα και το σκάνδαλο αναβλύζουν από την εθνοκάπηλη και πατριδοκάπηλη (αφού αυτό που εκπροσωπεί μισεί τα έθνη και τις πατρίδες) Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία τιμά την μνήμη των, όχι απλώς «ηρώων» άλλα «αγίων» και όχι ιστορικά πραγματικών αλλά φανταστικών, Μακκαβαίων, την ίδια ώρα που τόσο η ίδια όσο και η πολύμορφη «παραγοντική» συντεχνία που την προσκυνάει και την στηρίζει σε βάρος του βιοτικού και πνευματικού επιπέδου του ελληνικού λαού, εξακολουθητικά κάνουν απατεωνίστικα λόγο για «εθνική συνοχή». «Τίνος έθνους;» θα ρωτήσουμε εμείς. Γιατί όσο και να στηρίζεται η χριστιανική κατοχή του τόπου μας στην κατάρριψη κάθε κανόνα της Λογικής και την πλήρη αντιστροφή των αξιών και της ιστορικής πραγματικότητας, η τιμή από το παπαδαριό και τους πολιτικούς υπηρέτες τους που παριστάνουν τους «Έλληνες» προς 7 μέλη, έστω και φανταστικά, ενός ιστορικά υπαρκτού ωστόσο κινήματος που κάποτε κατέσφαξε Έλληνες, σπάζει κάθε προηγούμενο φράγμα τρέλας ή θρασύτητας.

Σήμερα, 1η Αυγούστου, όπως και κάθε χρόνο, η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει με κάθε ξεδιαντροπιά την μνήμη των 7 υποτιθέμενων «αγίων» του 2ου προχριστιανικού αιώνα, τους οποίους μάλιστα εξυμνεί ως «επτάριθμο δήμο των Μακκαβαίων», «προ Μαρτύρων μεγίστους Μάρτυρες», «καλλιμάρτυρας Χριστού», «επταρίθμους στύλους Σοφίας Θεού», «θείου φωτός επταφώτους λυχνίας» και «φρουρούς και φύλακας των του (μωσαϊκού) Νόμου δογμάτων». Ουσιαστικά εορτάζει τους ίδιους τους πραγματικούς, ιστορικά υπαρκτούς Μακκαβαίους, τους εθνικοθρησκευτικούς ήρωες του ιουδαϊκού μονοθεϊσμού και σφαγείς των Ελλήνων και των ελληνιστών, τους αναστηλωτές του Ιαχωβά και ακυρωτές του εξελληνισμού της Παλαιστίνης του 2ου προχριστιανικού αιώνα.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει ουσιαστικά την μνήμη των θρησκευτικών της προγόνων, δίχως τους οποίους αυτή δεν θα είχε ποτέ υπάρξει γιατί απλώς κανείς δεν θα μπορούσε να παραστήσει τον «ενσαρκωμένο Ιαχωβά» μέσα σε πληθυσμούς που είχαν ήδη προ δύο αιώνων υιοθετήσει την ελληνική κοσμοθέαση και παιδεία. Καλά κάνει λοιπόν και εορτάζει τους «Μακκαβείμ». Τον Ελληνισμό μόνο να μην πιάνει στο στόμα της, όπως και τους όρους «έθνος» και «πατρίδα».

«Πᾶν γὰρ ἑρπετὸν πληγῇ νέμεται»
(Τα ερπετά κουμαντάρονται με πλήγματα)
Μέγας Ηράκλειτος, DK B11.
 
Γεννήθηκε γαμώφιδο στου Αβραάμ το γένος
Σφάζει αρχαίες πατριές με γυναικείο μένος.
Όλο τον κόσμο διαιρεί δύο χιλιάδες χρόνια
Τα έθνη κάνει αχταρμά, τα δίνει σε κλεφτρόνια.
Πουλάει φτηνιάρικο καλό, μούφα ελεημοσύνη
Πίνει το αίμα με μπουρί, γαμεί νοημοσύνη.

Σφαγή, πουστιά και διχασμός, αιώνες προμελέτης
Τοκογλυφία, τεκτονισμός και λείπει ο ηγέτης.
Ισλάμ, Μεσσίας, παπαδαριά, της μήτρας εφευρέσεις,
Των δούλων τα αποχέσματα χυσοβολούν αιρέσεις.
Η αστροπύλη άνοιξε σε δράκους άλλης Γης,
Φυλάξτε τα κουλούρια σας, ΤΟ ΠΕΟΣ ΓΑΡ ΕΓΓΥΣ!!!

Από την συλλογή «Ο Αντίχυστος ήρθε και την έχει μεγάλη»

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΞΕΝΟΦΩΝ, ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ

ΞΕΝ ΛακΠολ 7.1–7.6

Η απαγόρευση πλουτισμού

Αφού ολοκλήρωσε την εξέταση της αγωγής και των ασχολιών των παιδιών και των εφήβων και περιέγραψε τον τρόπο ζωής που επέβαλε ο Λυκούργος με τα συσσίτια και την κοινοκτημοσύνη των αγαθών και των παιδιών, ο Ξενοφώντας αναφέρεται στην απαγόρευση της συσσώρευσης πλούτου.


[7.1] Ἐναντία γε μὴν καὶ τάδε τοῖς ἄλλοις Ἕλλησι κατέστησεν
ὁ Λυκοῦργος ἐν τῇ Σπάρτῃ νόμιμα. ἐν μὲν γὰρ δήπου
ταῖς ἄλλαις πόλεσι πάντες χρηματίζονται ὅσον δύνανται·
ὁ μὲν γὰρ γεωργεῖ, ὁ δὲ ναυκληρεῖ, ὁ δ’ ἐμπορεύεται, οἱ δὲ
καὶ ἀπὸ τεχνῶν τρέφονται· [7.2] ἐν δὲ τῇ Σπάρτῃ ὁ Λυκοῦργος
τοῖς [μὲν] ἐλευθέροις τῶν μὲν ἀμφὶ χρηματισμὸν ἀπεῖπε
μηδενὸς ἅπτεσθαι, ὅσα δὲ ἐλευθερίαν ταῖς πόλεσι παρα-
σκευάζει, ταῦτα ἔταξε μόνα ἔργα αὑτῶν νομίζειν. [7.3] καὶ γὰρ
δὴ τί πλοῦτος ἐκεῖ γε σπουδαστέος, ἔνθα ἴσα μὲν φέρειν
εἰς τὰ ἐπιτήδεια, ὁμοίως δὲ διαιτᾶσθαι τάξας ἐποίησε μὴ
ἡδυπαθείας ἕνεκα χρημάτων ὀρέγεσθαι; ἀλλὰ μὴν οὐδ’
ἱματίων γε ἕνεκα χρηματιστέον· οὐ γὰρ ἐσθῆτος πολυτελείᾳ
ἀλλὰ σώματος εὐεξίᾳ κοσμοῦνται. [7.4] οὐδὲ μὴν τοῦ γε εἰς
τοὺς συσκήνους ἕνεκα ἔχειν δαπανᾶν χρήματα ἁθροιστέον,
ἐπεὶ τὸ τῷ σώματι πονοῦντα ὠφελεῖν τοὺς συνόντας εὐδοξό-
τερον ἐποίησεν ἢ τὸ δαπανῶντα, ἐπιδείξας τὸ μὲν ψυχῆς,
τὸ δὲ πλούτου ἔργον. [7.5] τό γε μὴν ἐξ ἀδίκων χρηματίζεσθαι
καὶ ἐν τοῖς τοιούτοις διεκώλυσε. πρῶτον μὲν γὰρ νόμισμα
τοιοῦτον κατεστήσατο, ὃ δεκάμνων μόνον ἂν εἰς οἰκίαν
εἰσελθὸν οὔποτε δεσπότας οὐδὲ οἰκέτας λάθοι· καὶ γὰρ
χώρας μεγάλης καὶ ἁμάξης ἀγωγῆς δέοιτ’ ἄν. [7.6] χρυσίον
γε μὴν καὶ ἀργύριον ἐρευνᾶται, καὶ ἄν τί που φανῇ, ὁ
ἔχων ζημιοῦται. τί οὖν ἂν ἐκεῖ χρηματισμὸς σπουδάζοιτο,
ἔνθα ἡ κτῆσις πλείους λύπας ἢ ἡ χρῆσις εὐφροσύνας
παρέχει;

***
Και τα εξής ο Λυκούργος αντίθετα προς τους άλλους Έλληνας εις την Σπάρτην ενομοθέτησεν. Ως γνωστόν, εις τας άλλας πόλεις οι άνθρωποι όσα δύνανται χρήματα κερδίζουν, άλλος μεν ως γεωργός, άλλος ως πλοίαρχος, άλλος ως έμπορος, άλλοι δε συντηρούνται από τας τέχνας. Εις την Σπάρτην όμως ο Λυκούργος απηγόρευσεν εις τους ελευθέρους πολίτας όλα τα είδη του χρηματισμού, ως μόνην δ' εργασίαν των διέταξε να θεωρούν όσα εξασφαλίζουν την ελευθερίαν των πόλεων. Και πράγματι, προς τι να φροντίζουν περί πλούτου εκεί, όπου η υποχρέωσις να φέρουν όλοι ίσην μερίδα δια την τροφήν και ομοίως όλοι να ζουν έκαμεν ώστε να μη επιθυμούν χρήματα δια την καλοπέρασιν; Αλλά ουδέ δια τα ενδύματα πρέπει να κερδίζουν χρήματα· διότι στολισμός των είναι όχι τα πολυτελή φορέματα, αλλά τα εύρωστα σώματα. Δεν υπάρχει δε ανάγκη χρηματολογίας ουδέ δι' έξοδα χάριν των συσκήνων· διότι τους σωματικούς κόπους προς ωφέλειαν των συντρόφων τούς έκαμεν εντιμοτέρους από πάσαν χρηματικήν δαπάνην, επειδή, όπως έδειξεν, εκείνο μεν είναι έργον της ψυχής, τούτο δε του πλούτου. Και εις τούτο όμως εμπόδισε με άδικα μέσα να κερδίζουν χρήματα· διότι πρώτον μεν τοιούτον ώρισε νόμισμα, του οποίου και δέκα μόνον μνων αξίας αν εις την οικίαν μετακομισθή, δεν θα μείνη απαρατήρητον ούτε από τους κυρίους ούτε από τους δούλους, επειδή και τόπον πολύν θα χρειασθή και άμαξαν προς μεταφοράν. Γίνεται δε έρευνα δια χρυσά και αργυρά νομίσματα και αν που ανακάλυψη τοιαύτα η έρευνα, τιμωρείται ο κάτοχός των. Προς τι λοιπόν να επιδιώκουν την απόκτησιν χρημάτων εκεί όπου η απόκτησίς των προξενεί περισσοτέρας λύπας παρά η χρησιμοποίησίς των ευχαρίστησιν;