Πέμπτη 13 Αυγούστου 2015

Η διαχείριση των επιθυμιών μας

Για κάθε επιθυμία μας, πρέπει να θέτουμε το ερώτημα: Τι θα μου συμβεί αν γίνει αυτό που επιθυμώ; Και τι αν δε γίνει;  - Επίκουρος
 
Καμιά ζωή δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένη, αν δεν είναι ηδονική, ούτε υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο που να μην επιθυμεί πράγματα.
 
Και μάλιστα, όσο πιο ηδονικά ζεις, τόσο πιο ευτυχισμένα ζεις, πράγμα που σημαίνει ότι για την καλή διάθεση είναι απαραίτητες, και οι ηδονές, και η απουσία ενοχλήσεων. Έτσι, ο τρόπος ζωής είναι ιδανικός, όταν η ηδονή εξασφαλίζεται εύκολα, δεν έχει δυσάρεστες συνέπειες και συντηρείται άκοπα. Όταν έχει, δηλαδή, διάρκεια.
 
Τίποτα το μεμπτό δεν υπάρχει στο να απολαμβάνεις τις διάφορες ηδονές. Κάθε άλλο μάλιστα. Το  θέμα ποιο είναι το τίμημα που πληρώνεις γι’ αυτές. Γιατί καμία ηδονή, αυτή καθαυτήν, δεν είναι κάτι το κακό. Για ορισμένες, όμως, ηδονές απαιτούνται πράγματα που φέρνουν πολλαπλάσιες ενοχλήσεις από τις ηδονές. Με αυτό το σκεπτικό, η γαλήνια ζωή κατακτάται όχι ζώντας χωρίς τις ηδονές, αλλά χωρίς τα προβλήματα που προκαλούν οι ηδονές.

Η μελέτη της φύσης δεν κάνει τους ανθρώπους κομπαστές ούτε πολυλογάδες, ούτε και τέτοιους που να επιδεικνύουν την, αξιοζήλευτη για τους πολλούς, μόρφωσή τους, αλλά υπερήφανους και ανεξάρτητους ανθρώπους που πιστεύουν στην αξία των δικών τους αγαθών και όχι σε ξένα πράγματα. Επίκουρος
 
Ο ασφαλέστερος — αν όχι ο μόνος — και συντομότερος δρόμος για να επιτευχθεί η ηδονική καθημερινότητα είναι ο φυσικός τρόπος σκέψης και πρακτικής στη διαχείριση των επιθυμιών. Γιατί εκείνος που ακολουθεί τη φύση, και όχι τις ματαιόδοξες γνώμες, είναι αυτάρκης σε όλα: ως προς αυτό που αρκεί σύμφωνα με τη φύση, και η παραμικρή απόκτηση είναι πλούτος' ενώ ως προς τις απεριόριστες επιθυμίες, ακόμη και ο μεγαλύτερος πλούτος δεν είναι τίποτα.
 
Το να σκέφτεσαι φυσικά σε σχέση με τις επιθυμίες σου σημαίνει, κατ’ αρχήν, την αποπομπή όλων των μη φυσικών επιθυμιών και, από κει και πέρα, αφενός την αποχή από τις προβληματικές φυσικές αλλά όχι αναγκαίες επιθυμίες, και αφετέρου να ακολουθείς μια στρατηγική που ορίζει ότι, όταν από φυσική άποψη δε σου λείπει κάτι το αναγκαίο, ή με άλλα λόγια, όταν δεν πεινάς, δε διψάς, δεν κρυώνεις και δεν πονάς, πράγμα που από μόνο του αποτελεί ηδονή, αφού λείπουν οι ενοχλήσεις, για να διατηρηθεί αυτή η κατάσταση, είναι φρόνιμο να εκτιμάς τις περαιτέρω επιθυμίες σου σε σχέση με τις δυσχέρειες που συνοδεύουν την ικανοποίησή τους. Δηλαδή, στην πράξη, να γυρίζεις την πλάτη στις επιθυμίες-παγίδες, χωρίς να κρυφοκοιτάζεις, χωρίς δηλαδή να ορέγεσαι τις διάφορες ηδονές, που, για να ικανοποιηθούν, απαιτούν ταλαιπωρία ή έχουν δυσάρεστα επακόλουθα.

Εξάλλου, η αποφυγή της στέρησης είναι δυνατή μόνο με δύο τρόπους. Ή ενδίδοντας στις επιθυμίες — πράγμα που αποκλείει τη διάρκεια στην καλή διάθεση, αλλά είναι και ο δημοφιλέστερος τρόπος για να απαλλάσσεται κάποιος από το μικρό ή μεγάλο φόβο της στέρησης — ή απλά, μη επιθυμώντας. Η θεραπεία είναι η άρνηση. Γιατί όταν δεν ορέγεσαι κάποια πράγματα, δεν νιώθεις λύπη για την έλλειψή τους. Γι’ αυτό και ζει ατάραχα όποιος, αντί να θέλει να γίνει πλούσιος, έχει αποβάλει την επιθυμία να πλουτίσει και που, αντί να είναι μπαλάκι στις σκόρπιες γνώμες, εστιάζει την προσοχή του στη δική του πραγματικότητα. Άλλωστε, τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα για την ευτυχία έχει η ψυχική μας διάθεση, κύριοι της οποίας είμαστε εμείς οι ίδιοι. Γιατί, λοιπόν, να τρέχουμε πίσω από πράγματα που ορίζουν άλλοι;

Ο Επικουρισμός, μια ηθική αθεΐα

Άλλο ένα προϊόν της πολιτισμικής κρίσης του 4ου και του 3ου αι. υπήρξε ο επικουρισμός, κατά πολύ σαφέστερα άθεος από τον στωικισμό. Αλλοιωμένος από τους πολέμιους του, θα παραμείνει επί μακρόν το μαύρο πρόβατο του χριστια­νισμού, που θα τον προβάλλει ως οιονεί διαβολικό δόγμα, ένα κράμα αθεΐας, ακραιφνούς υλισμού και ανηθικότητας. Όλοι οι άπιστοι χαρακτηρίζονται ως «χοίροι του Επίκουρου», ενώ ο επικουρισμός συνιστά έναν εύχρηστο κάλαθο αχρήστου, προκειμένου κάποιος ανεξέταστα να απαλλαγεί από όλους τους σκεπτικιστές και τους ελευθέριους, με τον προσβλητικό χαρακτηρισμό τους ως επικούρειων.

Η τοποθέτηση του επικουρισμού στον αντίποδα των παραδοσιακών θρη­σκειών είναι εύκολα αποδεκτή. Λόγω του συνδυασμού ενός τρόπου ζωής με μία φιλοσοφική θεωρία, στην πραγματικότητα αποτελεί θεωρητική και ταυ­τόχρονα, εμπειρική αθεΐα. Ο Επίκουρος (34 1-270) ωστόσο βεβαιώνει σαφώς την ύπαρξη των θεών: «Οι θεοί υπάρχουν, απόδειξη σαφής είναι η γνώση μας για αυτούς». Είναι υλικοί, αποτελούμενοι από λεπτά άτομα, είναι ωραίοι και ευτυχείς. Η ευτυχία των θεών πρέπει να αποτελέσει γνώμονα της ευτυχίας των ανθρώπων: απολαμβάνουν την απόλυτη ηρεμία, την αταραξία, καθώς δεν ασχολούνται με τίποτε και, βεβαίως, ούτε με τα ανθρώπινα ζητήματα. Σε τίποτε δεν ωφελεί η προσευχή προς αυτούς ή ο φόβος εξαιτίας τους: οι θεοί αδιαφορούν για την ανθρώπινη μοίρα. Οι θεοί αυτοί, που δεν δημιούργησαν τον κόσμο και ουδέποτε παρεμβαίνουν, δεν υπόσχονται ούτε ανταμοιβή ούτε τιμω­ρία στον άνθρωπο του οποίου ο βίος είναι επίγειος και τερματίζεται με τον θάνατο, χωρίς να υπάρχει επιβίωση της ψυχής, αυτοί λοιπόν οι θεοί υπάρχουν απλώς τυπικά. Η εξύμνησή τους, κατά τον Επίκουρο, σημαίνει ήδη μία ελά­χιστη συμμετοχή στην ευτυχία τους. Πέραν αυτού, ένας επικούρειος κάλλι­στα αντιπαρέρχεται τους θεούς, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ουδεμία παρα­μόρφωση των θεμελίων της θεωρίας.
        
Ο επικουρισμός ανάγεται μάλλον, όπως έδειξε ο J.-A. Festugiere, σε αντίδραση κατά του φόβου απέναντι στους θεούς, που φθείρει την ανθρώπι­νη ζωή. Εντοπίζεται σε αυτό το σημείο μία μάλλον άγνωστη πλευρά των αρχαίων θρησκειών, που συνηγορεί επίσης υπέρ της επανεξέτασης τους, σε μία κρίση σαφώς ανάλογη με αυτήν του τέλους του 20ου αιώνα.

Συνηθισμένοι να συνδέουμε τον θρησκευτικό φόβο με τον χριστιανισμό, με τον διάβολο και την κόλαση, την απειλή της αιώνιας τιμωρίας, που επί μεγάλο διάστη­μα εκμεταλλεύθηκε ο κλήρος, λησμονούμε τελικά ότι στις ειδωλολατρικές θρησκείες ο φόβος ήταν παρών και η συμβολή του στην ανάπτυξη του σκε­πτικισμού και της αθεΐας υπήρξε καθοριστική. Ο ειδωλολάτρης φοβάται τους θεούς του με τις απρόβλεπτες αντιδράσεις. Θεοί που υφαίνουν την τύ­χη του αυθαίρετα, όπως εύγλωττα απεικονίζει ο μύθος των Ατρειδών, θεοί που προκαλούν αναίτια φυσικούς κατακλυσμούς και οδηγούν τον άνθρωπο στον θάνατο, σε ένα επέκεινα αβέβαιο, που οι φήμες το παρουσιάζουν απο­τρόπαιο. Από τη στιγμή που ο πιστός απαιτεί την ύπαρξη μιας θείας πρό­νοιας, μιας θεϊκής παρέμβασης στις ανθρώπινες υποθέσεις, περιμένει τα πά­ντα από αυτά τα υπερφυσικά, πανίσχυρα και μνησίκακα όντα, τα πάντοτε πρόθυμα για εκδίκηση.

«Ο φόβος για τους θεούς, λοιπόν, για την οργή τους εναντίον των ζωντανών, την εκδικητικότητα τους απέναντι στους νεκρούς, υπήρξε σημαντικότατος παράγοντας της θρησκείας των Ελλήνων. Ενδεχομέ­νως, τον βίωσε και ο ίδιος ο Επίκουρος».

Η άποψη αυτή υπερακοντίζει την άποψη του Πλούταρχου, ενός παραδο­σιακού θρησκευτικού πνεύματος, ο οποίος στο Περί δεισιδαιμονίας, δηλώνει ότι ο επικουρισμός, κατά μία έννοια, προτιμάται αντί του υπερβολικού φό­βου πολλών πιστών για τους θεούς, στους οποίους περιδεείς αποδίδουν τη δυστυχία τους: κατρακυλούν στον βούρκο ομολογώντας τα σφάλματα τους, φρικιούν στην προοπτική μιας αιωνιότητας μαρτυρίων. Ο άθεος αντιθέτως αυτοπαρηγορείται. Ατάραχος και άφοβος, αποδίδει τα δεινά του στο ενδεχό­μενο ή την Τύχη.

Η απόρριψη των θεών επομένως θα ήταν μία επαναστατική αντίδραση, η επανάσταση του ανθρώπου που θέλει να έχει υπό τον έλεγχο του το πεπρωμένο του, που αρνείται τους θεϊκούς μύθους, που τον υποδουλώνουν και τον φοβίζουν. Η αντίδραση αυτή είναι εμφανής στον επιφανέστερο συνε­χιστή του Επίκουρου, τον Ρωμαίο Λουκρήτιο (Titus Lucretius Carus, 100-50 π.κ.χ.). Στο σπουδαίο ποί­ημά του De retum natura με πληθώρα μυθο­λογικών παραδειγμάτων, αποδεικνύει ότι οι θεοί είναι ανθρώπινα δημιουρ­γήματα, αποκυήματα του φόβου για τις δυνάμεις της φύσης. Η θρησκεία, κατά τον ίδιο τρόπο, καθιστά τον άνθρωπο δυστυχή, πείθοντας τον ότι οι θεοί είναι υπεύθυνοι για τις καταστροφές.

 Εάν λοιπόν αυτοί είναι ικανοί να του στέλνουν τέτοιους κατακλυσμούς στη ζωή αυτή, τι του επιφυλάσσουν άραγε στην επόμενη; Η φαντασία συνεπώς επινόησε όλα αυτά τα μαρ­τύρια που υποθάλπουν τον φόβο. Ο άνθρωπος πρέπει να αποβάλει αυτές τις αντιλήψεις:
«Πρέπει να κυνηγήσουμε και να γκρεμίσουμε αυτόν τον φόβο του Αχέροντα, που διαπερνά τον άνθρωπο μέχρι τα βάθη, που συνταράζει τη ζωή του, και τη χρωμα­τίζει με τη μαυρίλα του θανάτου.... Δεν υπάρχει, όπως λέει ο μύθος, ο δυστυχι­σμένος Τάνταλος που αδιάκοπα φοβάται τον πελώριο βράχο που κρέμεται πάνω από το κεφάλι του και παραλύει από έναν τρόμο αναίτιο. Αυτός είναι μάλλον ο μάταιος φόβος για τους θεούς, που αναστατώνει τον βίο των θνητών, και ο φό­βος για τη μοίρα, που απειλεί καθένα μας με τα χτυπήματά της. Ούτε Τιτυός υπάρχει να κείτεται στις όχθες του Αχέροντα, με σάρκες ξεσκισμένες απ' τα όρνια· κι αυτά άλλωστε δεν θα μπορούσαν αιώνια να σκαλίζουν το ευρύ του στέρνο για τροφή…»

Κατά τον Λουκρήτιο, ο Επίκουρος έσωσε τον άνθρωπο από τη θρησκεία. Με την ανατροπή της, του απέδωσε την απολεσθείσα αξιοπρέπεια του:
«Ενώ στα μάτια όλων η ανθρωπότητα ζούσε πάνω στη γη μία ζωή αξιοκαταφρόνητη, συντεθλιμμένη κάτω από το βάρος της θρησκείας, που πρόβαλλε το πρόσωπο της αφ’ υψηλού από τους ουρανούς και απειλούσε τους θνητούς με την τρομακτική της όψη, ένας Έλληνας τόλμησε να υψώσει τα μάτια του, την αντίκρισε και την αντιμετώπισε. Οι μύθοι για τους θεούς, ο κεραυνός, οι απει­λητικοί ουράνιοι βρυχηθμοί, όχι μόνο δεν τον πτόησαν, αλλά δυνάμωσαν περισ­σότερο την ορμή του θάρρους του και την επιθυμία του να παραβιάσει πρώτος τις σφιχτοκλεισμένες θύρες της φύσης [...] Από τότε, με τη σειρά της γκρεμί­στηκε η θρησκεία και ποδοπατήθηκε, και εμάς, η νίκη αυτή μάς ανυψώνει μέ­χρι τους ουρανούς…»

Κατά τον Λουκρήτιο επομένως ο επικουρισμός είναι όντως αθεΐα. Αγνοεί τους μακάριους και ατάραχους θεούς, που διατηρούσε ακόμη ο δάσκαλος του, και αρκείται σε έναν καθαρό μηχανιστικό υλισμό.
«Η ύλη αποτελείται από άτομα απολύτως πλήρη, που κινούνται άφθαρτα εις το διηνεκές [...] Ολόκληρο το σύμπαν, επομένως, είναι πανταχόθεν ελεύθερο, άπειρο, συγκροτημένο από κενό και ύλη, όπου τα πάντα δημιουργούνται και διαλύο­νται, χωρίς συνολικό σχέδιο.»
Διαφορά με τη δημοκρίτεια αντίληψη: τα άτομα διαγράφουν μία ελαφρώς πλάγια τροχιά, αυτή δε η παρέγκλιση, που ευνοεί τους ποικίλους συνδυασμούς, περιφρουρεί επίσης το όποιο ενδεχόμενο και ένα βαθμό ελευθερίας του ανθρώπου, καθώς διευθετεί ένα χώρο διαθέσιμο στην ηθική.
Ο επικουρισμός αποτελεί πράγματι την πρώτη σοβαρή απόπειρα άθεης ηθικής, μιας ηθικής που εδράζεται στη μόνη δυνατή, αυθεντική αξία ενός ανθρώπινου κόσμου χωρίς θεό: την αναζήτηση της προσωπικής επίγειας ευτυχίας. Η ευτυχία αυτή θεμελιώνεται στην απουσία φυσικού πόνου και ψυχικής σύγχυσης, σε αυτή την ισορροπημένη κατάσταση σοφίας, δηλαδή την αταραξία. Μοναδικό κίνητρο για τον σοφό είναι η αναζήτηση της ηδονής, άρα αποκλείεται η εύκολη και άσωτη ζωή, πηγή δεινών μάλλον παρά ηδονής. Στην πραγματικότητα βεβαίως η επικούρεια ηδονή προσομοιάζει προς τον ασκητισμό και όχι προς τη διασκέδαση. Είναι το αποτέλεσμα μιας σοφής και ευαίσθητης αναλογίας, η οποία, σε περίπτωση υιοθέτησης της από το σύνολο, θα κατέληγε σε μία κοινωνία τέλεια, δίκαιη, ισορροπημένη:
«Βέβαια, επειδή η ηδονή είναι το πρωταρχικό και έμφυτο αγαθό, δεν προτιμούμε οποιαδήποτε ηδονή: ορισμένες φορές αντιπαρερχόμαστε πολλές ηδονές, όταν μας προξενούν μεγαλύτερες δυσκολίες. Ανάλογα, θεωρούμε κάποιους πόνους προτιμότερους από μερικές ηδονές, όταν μακροχρόνια βάσανα τα ακολουθεί εντονότερη ηδονή.»
«Γιατί όταν έχει εξαλειφθεί ο πόνος της έλλειψης, η λιτή τροφή μάς δίνει την ίδια ηδονή με τα πλούσια γεύματα και το ψωμί και το νερό φέρνουν την υπέρτα­τη ηδονή, όταν προσφερθούν σε κάποιον τη στιγμή που τα χρειάζεται. Το να συνηθίζει λοιπόν κανείς στην απλή και όχι στην πολυτελή διατροφή και βελτιώνει την υγεία του και καθιστά τον άνθρωπο ακούραστο στις υποχρεώσεις της ζωής κι όταν πότε πότε προσερχόμαστε σε πολυτελή γεύματα, μας προδιαθέτει καλύτερα γι’ αυτά κι ακόμη μας προετοιμάζει να αντιμετωπίζουμε χωρίς φόβο τις μεταστροφές της ζωής.»
«Όταν λοιπόν λέμε ότι η ηδονή είναι ο σκοπός της ζωής, δεν εννοούμε τις ηδονές των ασώτων και τις αισθησιακές ηδονές, όπως νομίζουν κάποιοι που αγνοούν, διαφωνούν ή παρερμηνεύουν τις απόψεις μας· εννοούμε την απουσία σωματικού πόνου και ψυχικής ταραχής.»

Εξαρχής συκοφαντημένη από τους Στωικούς, η επικούρεια διδασκαλία θα προβληθεί παραδόξως ως η αποτρόπαια αντίθεση στα μάτια των πιστών και ως απόδειξη της ασυμβατότητας αθεΐας και ηθικής. Η παρεξήγηση αυτή είναι περίεργη, δεδομένου ότι Στωικοί και Επικούρειοι εκθειάζουν στο σύνολο τους την απαραίτητη συμμόρφωση με τη φύση· αλλά, ενώ οι πρώτοι θεωρούν ως σοφία την εκούσια αφομοίωση ανθρώπου και φύσης, οι δεύτεροι συνιστούν μία συνετή αναλογία φυσικών στοιχείων, προκειμένου να διασφαλίσουν την κατά το δυνατό μεγαλύτερη ψυχική ευεξία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι Επικού­ρειοι διασώζουν την αξιοπρέπεια και την ιδιαιτερότητα του ανθρώπου, εν αντι­θέσει προς τους Στωικούς, που την κατακυρώνουν στη δήθεν θεϊκή φύση.

Άλλο παράδοξο: οι χριστιανοί που θα απορρίψουν και τις δύο θεωρίες ως άθεες, εκδηλώνουν θαυμασμό απέναντι στη στωική ηθική, δεδομένου ότι εξαίρει την εκούσια αποδοχή της μοίρας, και περιφρονούν την επικούρεια, διότι καθιστά το άτομο μοναδικό κύριο της συμπεριφοράς του. Εξού και ο γνήσιος επικούρειος σοφός, κυριαρχώντας πάνω στη φύση, προσεγγίζει περισσότερο προς τον χριστιανό ασκητή, εν συγκρίσει προς τον στωικό σοφό, που ακολου­θεί τη φύση. Ο πρώτος, όμως, κατά τους χριστιανούς, έχει άδικο, εφόσον προ­βάλλει ως υπέρτατη αξία την αναζήτηση της ηδονής, ενώ ο χριστιανισμός εξαίρει την κακουχία και τον πόνο, με την προμελετημένη αναζήτηση των οποίων επιδιώκεται ο εξαγνισμός.

Ο χριστιανισμός άλλωστε ουδέποτε θα συγχωρήσει στον επικουρισμό τη ρητή άρνηση της αθανασίας της ψυχής. Κατά τον Επίκουρο, ο θάνατος είναι συνολικός και οριστικός· επομένως δεν προκαλεί φόβο: «Η ανυπαρξία αυτού που πέθανε σήμερα θα είναι κοινή με την ανυπαρξία εκείνου, που πέθανε πριν από μήνες ή χρόνια», γράφει ο Λουκρήτιος. Τα άτομα που συνέθεταν τον άνθρωπο επανασυντίθενται, ώστε να σχηματίσουν άλλες μορφές.

Σημειωτέον επίσης ότι ο επικουρισμός παρά την αναζήτηση των ισορρο­πημένων ηδονών επ' ουδενί εγγυάται ένα βίο ανέφελο, όπως άλλωστε εύγλωτ­τα περιγράφει οΛουκρήτιος, ο πατέρας της υπαρξιακής θλίψης:
«Ο καθένας προσπαθεί να αποφύγει τον εαυτό του, χωρίς προφανώς να είναι σε θέση να αποδράσει, παραμένει προσκολλημένος στον εαυτό του, παρά τη θέληση του, και τον απεχθάνεται».
Ο ίδιος ο έρωτας είναι μαρτύριο, μια παραφροσύνη, ένας παροξυμμένος πόθος, ανικανοποίητος διαπαντώς. Για τον Λουκρήτιο η κόλα­ση είναι το εγώ και όλοι του οι φόβοι είναι το υπαρξιακό άγχος. Ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να απαλλαγεί από ορισμένους φόβους του, όπως από τον φόβο του θεού ή του θανάτου, αλλά από το καταχθόνιο υπαρξιακό άγχος, το άγχος της ύπαρξης, απαλλάσσεται μόνο με τον ίδιο τον θάνατο του.

Φως από το απόλυτο κενό

Σουηδοί φυσικοί ετοιμάζονται να ανακοινώσουν ότι χρησιμοποίησαν έναν κινούμενο καθρέπτη για να απαθανατίσουν φωτόνια που ξεπήδησαν από το απόλυτο κενό. Αν τα αποτελέσματα επιβεβαιωθούν, θα πρόκειται για μια από τις πλέον εντυπωσιακές αποδείξεις της παράξενης κβαντικής θεωρίας.

Μια από τις βασικές παραδοχές της κβαντομηχανικής είναι ότι το κενό, δηλαδή ο άδειος χώρος, στην πραγματικότητα μόνο κενό δεν είναι: βρίθει από σωματίδια που εμφανίζονται απρόβλεπτα και παύουν να υπάρχουν έπειτα από μια στιγμή.

Μάλιστα το κενό όχι μόνο είναι γεμάτο από αυτά τα «εικονικά σωματίδια» αλλά περιέχει και ενέργεια, τη λεγόμενη ενέργεια του κενού, που θα μπορούσε ίσως να αξιοποιηθεί ως πηγή ανεξάντλητης ενέργειας στο μακρινό μέλλον.

Λίγες όμως είναι οι περιπτώσεις που τα εικονικά σωματίδια του κενού αφήνουν ίχνη στον «πραγματικό» κόσμο. Η δημιουργία φωτός από το κενό θα μπορούσε να αποδειχθεί τώρα «σημαντικό ορόσημο» στην κβαντική φυσική, σχολιάζει στο Nature.com ο Τζον Πέντρι, θεωρητικός φυσικός του Imperial College στο Λονδίνο, o οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα.

«Πρόκειται για σημαντική εξέλιξη» συμφώνησε ο Φεντερίκο Καπάσο του Χάρβαρντ.

Το επίτευγμα του Πανεπιστημίου Τεχνολογίας «Ουίλιαμ Τσάλμερς» στο Γκέτεμποργκ δεν έχει αξιολογηθεί ακόμα από την ερευνητική κοινότητα. Η μελέτη είναι πάντως διαθέσιμη στη μορφή προέκδοσης μέσω της διαδικτυακής υπηρεσίας arXiv.

Φαινόμενο Κάσιμιρ

Οι Σουηδοί ερευνητές επινόησαν μια παραλλαγή του διάσημου πειράματος που πραγματοποίησε το 1948 ο Ολλανδός φυσικός Χέντρικ Κάσιμιρ.

Αν κανείς τοποθετήσει στο κενό δύο καθρέπτες πολύ κοντά μεταξύ τους, σε απόσταση μερικών μικρομέτρων, η απόσταση αυτή δημιουργεί περιορισμούς στα εικονικά φωτόνια που μπορούν να εμφανιστούν ανάμεσα στις πλάκες.

Ο περιορισμός αυτός σημαίνει ότι τα εικονικά φωτόνια που εμφανίζονται ανάμεσα στους καθρέπτες είναι λιγότερα από αυτά που υπάρχουν έξω από αυτό τον στενό χώρο. Η διαφορά αυτή δημιουργεί μια δύναμη, τη δύναμη Κάσιμιρ, που σπρώχνει τον ένα καθρέπτη προς τον άλλο. Αν και εξαιρετικά ασθενής, η δύναμη αυτή είναι μετρήσιμη.

Προηγούμενες θεωρητικές μελέτες προέβλεπαν ότι το φαινόμενο Κάσιμιρ μπορεί να γίνει αντιληπτό ακόμα και με έναν καθρέπτη, αρκεί αυτός να κινείται με μεγάλη ταχύτητα, συγκρίσιμη με την ταχύτητα του φωτός.

Κανένα μηχάνημα δεν μπορεί σήμερα να κινηθεί τόσο γρήγορα, ωστόσο οι ερευνητές επινόησαν μια πειραματική διάταξη για να μιμηθούν αυτή την γρήγορη κίνηση: Χρησιμοποίησαν μια κβαντική ηλεκτρονική συσκευή, γνωστή ως «υπεραγώγιμη συσκευή κβαντικής παρεμβολής» ή SQUID. Η συσκευή αυτή είναι εξαιρετικά ευαίσθητη στα μαγνητικά πεδία.

Η συσκευή SQUID τοποθετήθηκε πάνω σε ένα κύκλωμα που λειτουργούσε ως καθρέπτης και στη συνέχεια εκτέθηκε σε ένα εναλλασσόμενο μαγνητικό πεδίο ώστε να αρχίσει να δονείται. Δεδομένου ότι η κατεύθυνση του μαγνητικού πεδίου άλλαζε αρκετά δισεκατομμύρια φορές το δευτερόλεπτο, ο καθρέπτης ταλαντωνόταν στο 5% της ταχύτητας του φωτός, αρκετά γρήγορα για να εμφανιστεί το φαινόμενο Κάσιμιρ.

Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, ο κινούμενος καθρέπτης δημιούργησε μια «βροχή» φωτονίων στην περιοχή των μικροκυμάτων. Μάλιστα η συχνότητα των φωτονίων αυτών ήταν η μισή από τη συχνότητα ταλάντωσης του καθρέπτη, ακριβώς όπως προβλέπει η κβαντική θεωρία.

Εφόσον τα αποτελέσματα επιβεβαιωθούν και από άλλες ερευνητικές ομάδες, η μελέτη αναμένεται να γίνει δεκτή με ενθουσιασμό από την κοινότητα των κβαντικών φυσικών.

Η πειραματική διάταξη είναι πάντως απίθανο να έχει πρακτικές εφαρμογές, δεδομένου ότι τα μικροκύματα που παράγει είναι εξαιρετικά ασθενή.

Αυτό όμως που ελπίζουν οι ερευνητές είναι ότι μια μέρα θα επαναλάβουν το πείραμα με πραγματικούς, μικροσκοπικούς καθρέπτες, οι οποίοι θα κινούνται σχεδόν με την ταχύτητα του φωτός και θα εκπέμπουν περισσότερο «εικονικό φως».

Και τίποτα δεν αλλάζει ποτέ!

Έχω μείνει άφωνος με αυτό που μου συμβαίνει!

Περίεργα πράγματα σου λέω!

Περιμένω τόσο πολύ να συμβούν αλλαγές!

Κάθε μέρα, σηκώνομαι με όλη την καλή διάθεση για να επιλύσω τα προβλήματά μου, αλλά εστιάζομαι τόσο πολύ σε αυτά, που τελικά δεν ακολουθώ καμία λύση!

Μένω απλά και τα κοιτάζω μέσα στη μουρμούρα.

Και μεγαλώνουν έτσι τα άτιμα τόσο πολύ! Και να δεις που την άλλη μέρα, πάλι εκεί είναι μαζί με άλλα τόσα!

Θυμάμαι πως κάποτε υπήρχαν πράγματα που μου άρεσαν, αλλά πολεμώντας τόσο πολύ καιρό γι αυτά που δεν μου αρέσουν, τελικά έχω απορροφηθεί από αυτά, και έχω ξεχάσει το τι μου άρεσε!

Και όμως, θυμάμαι, πόσο μου άρεσαν!

Και αν κανένα από δαύτα στο δρόμο μου βρεθεί, δεν του χαμογελώ πια.

Φοβάμαι ότι στη γωνία με περιμένουν τα άλλα, αυτά που πολεμώ συνέχεια!

Το ξέρω ότι η αγάπη είναι η λύση και η απάντηση, αλλά έμαθα τόσο καλά να φοβάμαι, που ούτε σου τη δίνω, ούτε τη δέχομαι, μένω μόνο να την ονειρεύομαι όπως εγώ την έχω φανταστεί.

Και αν δεν ανταποκριθείς στα πλαίσια που της έχω βάλει, φίδι που σε έφαγε!

Και θα φταις πάντα εσύ βέβαια!

Άσε που κάθε μέρα, το μόνο που κάνω, είναι να σκέφτομαι τα ίδια και τα ίδια, να έχω τους ίδιους τρόπους αντίδρασης, να μην αλλάζω τίποτα, να επιμένω στις ίδιες ιδέες, στις ίδιες πράξεις, στα ίδια συναισθήματα, στην ίδια μιζέρια, στο ίδιο σκηνικό, στο ίδιο έργο, με τους ίδιους θεατές.

Και σου το λέω ξανά. Περίεργο πράγμα. Τίποτα δεν αλλάζει ποτέ!

ΕΧΩ ΔΙΚΙΟ;

Κάθε σκέψη μας, κάθε γνώμη μας, κάθε αντίληψή μας, είναι ταυτόχρονα και αληθής και ψευδής.

Είναι αληθής γιατί έτσι μάθαμε να ‘βλέπουμε’ τα πάντα γύρω μας, έτσι τα ερμηνεύουμε με την προσωπική μας αντίληψη, και αυτά αποζητούμε σαν βιώματα από τη ζωή μας για να επαληθευόμαστε.

Είναι ψευδής γιατί αγνοούμε όλες τις υπόλοιπες πληροφορίες που υπάρχουν, γιατί δεν αντιλαμβανόμαστε το ‘όλον’ του οποίου είμαστε τμήμα και γιατί δεν γίνεται να βιώσουμε τα βιώματα των άλλων.

Οπότε σκεφτείτε πολύ καλά, πόσο δίκιο έχετε όταν κάτι σκέφτεστε;

Ελευθερία είναι η ελευθερία στο λάθος

Μερικοί φοβούνται τα λάθη.

Εξισώνουν το λάθος με την προσωπική αποτυχία και κάθε σχόλιο για τη δουλειά τους το παίρνουν προσωπικά.

Παγιδεύονται σε μια προσωπική σπουδαιότητα και είναι ιδιαίτερα εύθικτοι (η ευθιξία είναι δείγμα χαμηλής αυτοπεποίθησης).

Αντί να πουν «απέτυχα σε αυτό», λένε «είμαι αποτυχημένος».

Δεν χαλαρώνουν και δεν χαίρονται τις μικρές- ουσιαστικές- μοναδικές απολαύσεις της ζωής.

Επειδή φοβούνται την κριτική δεν ανοίγονται, κρατούν ιδιωτικά τις σκέψεις τους και έτσι δημιουργούν δυσκολίες και στις διαπροσωπικές σχέσεις.

Η τελειομανία είναι αρρώστια της ψυχής, του μυαλού και του σώματος.

Είναι «ύβρις».

Όσοι έχετε προσβληθεί συνειδητοποιήστε το βασανιστικό μοντέλο ζωής που βιώνετε.

Αναρωτηθείτε πραγματικά:

Τι θα συμβεί αν δεν γίνουν όλα τέλεια;

Παραδεχτείτε ότι όλα τα σημαντικά πράγματα τα μάθαμε μέσα από τα λάθη μας.

Οι αποτυχίες δεν είναι ταφόπλακες αλλά σκαλοπάτια.

Η επιτυχία στη ζωή δεν βρίσκεται στο να μην έχεις αποτυχίες, αλλά στο να σηκώνεσαι κάθε φορά που πέφτεις και να παίρνεις μαζί το μάθημα που σου έστειλε η Ζωή μέσα από την απέραντη Αγάπη της.

Όταν αφήσεις να φύγει αυτό που είσαι, γίνεσαι αυτό που μπορείς να είσαι

Για να διορθωθεί μια κατάσταση ή για να λυθεί ένα πρόβλημα, πρέπει να αλλάξουμε εμείς.

Να αλλάξουμε τον τρόπο που βλέπουμε το συγκεκριμένο θέμα, να βγούμε από τον προγραμματισμένο τρόπο που σκεφτόμαστε δηλ. από το αυτόματο πλαίσιο απόψεων σχετικά με το τι είναι σωστό και τι λάθος.

Οι δυσλειτουργικές πεποιθήσεις, όταν αλλάζουν απελευθερώνουν ενέργεια, όταν όμως δεν αλλάζουν γίνονται βαρίδια.

Δυστυχώς οι περισσότεροι νομίζουν ότι πρέπει να αλλάξει ο άλλος!

Πίσω από τα περισσότερα προβλήματα ανθρώπινων σχέσεων (προσωπικών και επαγγελματικών) βρίσκονται περίεργες προσδοκίες που έχουμε από τους άλλους και τον εαυτό μας.

Οι συχνότερες είναι κτητικές πεποιθήσεις, χωρίς σεβασμό της διαφορετικότητας και εγωπαθείς ανοησίες έλλειψης σεβασμού των ορίων.

Είναι απόψεις που πηγάζουν από μειωμένη αυτοεκτίμηση, μιζέρια, φόβο, θυμό και άμυνα (: οι άλλοι είναι εχθροί, ύπουλοι, να φυλάγομαι, να δίνω ανάλογα με το τι παίρνω, θα του δείξω εγώ, ποιος νομίζει ότι είναι κλπ).

Κάθε δυσκολία δίνει μια ευκαιρία να δουλέψουμε με τον εαυτό μας.

Θα το επαναλαμβάνω-όπως το άκουσα:

Όταν αφήσεις να φύγει αυτό που είσαι, γίνεσαι αυτό που μπορείς να είσαι

Το Σύμπαν ανταμείβει την προσπάθεια όχι την πρόθεση

Λένε: να πάρω ένα «χάπι», να κοιμηθώ και να ξυπνήσω καινούργιος, να αλλάξω χωρίς να ταλαιπωρηθώ !!

Αυτό είναι το σενάριο όσων δεν κατάφεραν αυτά που ήθελαν στη ζωή τους.

Νομίζω ότι η επιτυχία χρειάζεται δουλειά, τόλμη και ρίσκο.

Χρειάζεται κυρίως απομάκρυνση από τη νοοτροπία του γρήγορου αποτελέσματος.

Είναι μια σκάλα που δεν μπορείτε να την ανεβείτε με τα χέρια στις τσέπες και χωρίς προσωπικό ξεβόλεμα.

Δεν υπάρχουν εύκολες συνταγές ούτε τρόποι να κόψει κανείς δρόμο.

Συνδέεται με βήματα έξω από την ζώνη της προσωπικής άνεσης.

Δεν θα εξελιχθείτε ούτε θα επιτύχετε ποτέ κάτι σημαντικό, αν κάνετε πάντα το γνωστό, σίγουρο και ασφαλές.

Όμως όλα αυτά πρέπει να ενταχθούν στην καθημερινότητα, όπως διαμορφώνει το πρόγραμμα προπόνησης ένα αθλητής.

Κάθε μέρα να μαθαίνουμε κάτι καινούργιο, να κάνουμε κάτι με διαφορετικό τρόπο.

Καμιά μέρα να μην πάει χαμένη.

Νομίζω ότι το Σύμπαν ανταμείβει την προσπάθεια όχι την πρόθεση

Η ανία οδηγεί στην αποτυχία

Η ρουτίνα της καθημερινότητας μπορεί να κάνει όλους μας να βαρεθούμε και να μην έχουμε όρεξη να ασχοληθούμε με τίποτα. Η βαρεμάρα μας κάνει να χάνουμε τον ενθουσιασμό μας για να κάνουμε πράγματα, ακόμα κι αν μας οδηγούν στο να πετύχουμε ένα στόχο που θέλουμε πολύ. Αυτό μπορεί να οδηγήσει φυσικά σε αποτυχία του να πετύχουμε το στόχο μας.

Αυτό τουλάχιστον δείχνει πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Experimental Social Psychology. Επιστήμονες έδωσαν σε φοιτητές ένα σταυρόλεξο για να λύσουν αφού τους ρώτησαν αν η δουλειά που είχαν να κάνουν είναι ενδιαφέρουσα. Στη συνέχεια τους έδωσαν ένα κείμενο σχετικά με τα σταυρόλεξα για να το διαβάσουν.

Τα αποτελέσματα; Αυτοί που δήλωσαν πως θα έχει ενδιαφέρον να λύσουν το σταυρόλεξο διάβασαν και το κείμενο με αποτέλεσμα να βρουν περισσότερες λέξεις και να πάνε καλύτερα στην άσκηση. Αυτοί που δήλωσαν πως θέλουν να λύσουν το σταυρόλεξο αλλά βαρέθηκαν να διαβάσουν το κείμενο δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα ακόμα κι αν είχαν ως στόχο την λύση του σταυρόλεξου.

Σε μια παρόμοια έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Journal of Educational Psychology, επιστήμονες ζήτησαν από τους μισούς φοιτητές μιας τάξης χημείας να γράφουν κατά τη διάρκεια του εξαμήνου εκθέσεις για την αξία της χημείας στη ζωή τους ενώ οι άλλοι μισοί έπρεπε να γράφουν περιλήψεις του τι είχαν μάθει.

Τα αποτελέσματα έδειξαν πως οι μισοί που είχαν γράψει για το πως η χημεία τους ενθουσιάζει σε προσωπικό επίπεδο ήταν κι εκείνοι που πήραν καλύτερους βαθμούς. Όσοι έκαναν απλά και τυπικά το μάθημα, χωρίς να τους ενδιαφέρει να ασχοληθούν περισσότερο δεν τα πήγαν και τόσο καλά.

Πώς να με αγαπήσει – 5 Αποτελεσματικοί τρόποι

 Λένε πως η αγάπη θέλει τον χρόνο της για να πάρει την θέση της μετά τον ενθουσιασμό και το πάθος! Άραγε μπορούμε να κάνουμε έναν άνθρωπο να μας αγαπήσει; Άλλοι πιστεύουν πως ναι και άλλοι πως αυτά γίνονται από μόνα τους. Αυτό όμως που είναι σίγουρο, είναι πως κάποιες συμπεριφορές ανοίγουν τον δρόμο στον άλλον να μας αγαπήσει χωρίς να το καταλάβει. Η συμπεριφορά μας είναι αυτή που θα τον κάνει να μας δει με άλλα μάτια. Ενθουσιάστηκε μαζί μας, παθιάστηκε μαζί μας αλλά κάπου εκεί το χάσαμε. Αναρωτιόμαστε τι φταίει αλλά καμία εξήγηση δεν μας φαίνεται λογική. Λοιπόν και οι γυναίκες όταν ενθουσιαστούμε με κάποιον βλέπουμε αυτά που θέλουμε να δούμε, όταν όμως αυτό αρχίζει να περνάει τότε αρχίζουμε να βλέπουμε αυτά που πρέπει να δούμε. Έτσι συμβαίνει και με τους άντρες αφού όταν περάσει ο ενθουσιασμός και πρέπει να πάρει την θέση μαζί με τον έρωτα και η αγάπη τα πράγματα δυσκολεύουν. Αυτό συμβαίνει γιατί ουσιαστικά περνάμε από το όνειρο στην πραγματικότητα!

Οι πραγματικοί χαρακτήρες αρχίζουν να εμφανίζονται δια μαγείας σε όλο τους το μεγαλείο. Άραγε πώς σε είχε φανταστεί και πώς σε βλέπει; Υπάρχουν μερικές λεπτομέρειες που αν τις προσέξουμε δεν θα αναρωτηθούμε ξανά “πώς να με αγαπήσει”! Η συμπεριφορά μας είναι αυτή που μπορεί να μας χαράξει στο μυαλό του και στην ψυχή του. Πόσες φορές δεν έχετε ακούσει από τους άντρες να τονίζουν πως όλες ίδιες είμαστε. Ας αποδείξουμε πως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει και πως η καθεμία έχει την δική της προσωπικότητα και της αξίζει να αγαπηθεί! Πέρα όμως από αυτό υπάρχουν κάποια πράγματα τα οποία αν τα προσέξετε θα σας αγαπήσει άνευ όρων! Υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις που μερικά πράγματα τα κάνουμε για καλό αλλά τελικά φέρνουν αντίθετα αποτελέσματα. Προσέξτε, αυτό που αναρωτιέστε είναι πώς να σας αγαπήσει και όχι πώς να σας λυπηθεί! Μπορεί η αγάπη να θέλει χρόνο αλλά δεν γίνεται τίποτα αν δεν έχετε βάλει τις σωστές βάσεις.

Πώς να με αγαπήσει – Να είσαι ο εαυτός σου
Η έκφραση « να είσαι ο εαυτός σου» φαίνεται να έχει παρεξηγηθεί λίγο οπότε βάλτε τις σκέψεις σας σε μία τάξη! Αρχικά το να είστε ο εαυτός σας σημαίνει να μην υποκρίνεστε κάτι άλλο γιατί πιστεύετε πως αυτό θα του αρέσει περισσότερο. Αργά ή γρήγορα θα βαρεθείτε κι εσείς οι ίδιες και τότε θα ρίξετε το βάρος επάνω του. Μην φοβηθείτε να δείξετε από την αρχή τι σας αρέσει και τι όχι, τι θέλετε να κάνετε στην ζωή σας και τι όχι, άσχετα αν έχει τις ίδιες απόψεις. Θα εκτιμήσει ιδιαίτερα την ειλικρίνειά σας και θα σας ξεχωρίσει στο μυαλό του από την αρχή. Εκεί που μπερδεύουμε λίγο τα πράγματα είναι στον τρόπο συμπεριφοράς. Να θυμάστε πως οι δικοί σας άνθρωποι και η οικογένειά σας, σας δέχονται ακόμα και με κάποια, κατά κάποιον τρόπο, ακραία ελαττώματα ενώ ο καινούριος άνθρωπος που έρχεται στην ζωή σας δεν είναι υποχρεωμένος να το κάνει! Έτσι καλό είναι να αρπάξουμε την ευκαιρία και να αντικαταστήσουμε με καλά κάποια αρνητικά του εαυτού μας. Αυτά βέβαια είναι αμοιβαία! Υποστηρίξτε την μοναδική σας προσωπικότητα και δείτε την εκτίμηση να γίνεται αγάπη στα μάτια του!

Πώς να με αγαπήσει – Φροντίδα και τρυφερότητα
Μπορεί πολλοί άντρες να μην το παραδέχονται αλλά η φροντίδα και η τρυφερότητα σε κάποιες στιγμές της μέρας είναι αυτά που μπορούν να σας κάνουν το λιμάνι του! Δείχνουν ανεξάρτητοι αλλά μέσα τους λατρεύουν την φροντίδα σας και την τρυφερότητά σας την οποία μέχρι τώρα πίστευαν πως ανήκει στην παιδική τους ηλικία. Είναι παιδιά σε αντρικό περίβλημα και ζητούν την γυναίκα που θα νιώσουν κι αυτοί ασφάλεια! Χαλαρώνουν από τον κόσμο που τους θέλει σκληρούς, αγέρωχους και με υποχρεώσεις, με μία αγκαλιά στην οποία θα κουρνιάσουν σε έναν κόσμο για δυο! Μπροστά στην φροντίδα και την τρυφερότητα οι άντρες υποκλίνονται! Μη το ξεχνάτε, αφού όλα τα άλλα μπορούν να τα βρουν οπουδήποτε.

Πώς να με αγαπήσει – Και στα εύκολα και στα δύσκολα
Όπως συμβαίνει και σε εμάς τις γυναίκες έτσι και στους άντρες πριν δεχτούμε πως αυτήν την φορά έχουμε αγαπήσει πραγματικά περιμένουμε να δούμε μερικά πράγματα. Αυτός που θα σας αγαπήσει θα έχει δει την συμπεριφορά σας σε διάφορες καταστάσεις. Θα έχει δει μια γυναίκα δίπλα του και στα εύκολα και στα δύσκολα και στις καλές στιγμές και στις κακές! Άλλωστε κι εσείς αν είστε σίγουρες πως από την πλευρά σας νιώθετε αγάπη φροντίστε να καταλάβει πως είστε εκεί και δεν είστε διατεθειμένες να τα παρατήσετε μπροστά σε κάποιες δυσκολίες. Δώστε του να καταλάβει πως είστε δεμένοι με κάποιον τρόπο και είστε κομμάτι της ζωής του! Κάντε τον να αγαπήσει την επιμονή σας να είστε δίπλα του σε όλες τις φάσεις της ζωής του!

Πώς να με αγαπήσει – Προσοχή στους συμβιβασμούς
Κάποιες φορές στην προσπάθειά μας να βρούμε την χρυσή τομή το παρακάνουμε με τους συμβιβασμούς. Μήπως έτσι θα σας αγαπήσει περισσότερο; Όλα πρέπει να γίνονται με μέτρο! Έτσι και οι συμβιβασμοί έχουν τα όριά τους αφού δεν είναι καθόλου δύσκολο να χάσετε την προσωπικότητά σας! Συμβιβαστείτε μόνο όταν πρέπει και συζητήσετε όταν χρειάζεται. Κάντε τον να σας αγαπήσει για το θάρρος της γνώμης σας. Άλλωστε ποιος άντρας θα αγαπούσε ένα άβουλο πλάσμα χωρίς άποψη και προσωπικότητα!

Πώς να με αγαπήσει – Γυναικείος δυναμισμός
Είσαι Δυναμική Γυναίκα και αυτό είναι από μόνο του ερωτεύσιμο! Μπορεί να σε αγαπήσει πριν ακόμα το καταλάβεις αρκεί να έχεις ξεχωρίσει τον όρο δυναμισμός! Φρόντισε να μην μπερδέψεις τους ρόλους μπροστά στο δυναμικό σου στυλ. Δείξε του πως μία δυναμική γυναίκα είναι η γυναίκα των ονείρων του αφού είσαι αυτή που μπορεί να αγαπήσει, να εμπιστευτεί, να θαυμάσει αλλά και να στηριχτεί όταν νιώσει την ανάγκη! Ο θαυμασμός ενός άντρα στο πρόσωπο μιας γυναίκας μπορεί να κρατήσει ζωντανή την αγάπη! Κάντε τον να σας θαυμάζει και να νιώθει περήφανος για την γυναίκα που έχει δίπλα του ώστε να σας αγαπάει και να σας διεκδικεί κάθε μέρα όλο και περισσότερο!
Η αλήθεια είναι πως οι άντρες δεν θέλουν και πολύ για να ερωτευτούν ή να παθιαστούν με μια γυναίκα αλλά για να αγαπήσουν θέλουν σίγουρα κάτι διαφορετικό. Μπορεί στο μυαλό τους όλα να τα απλοποιούν αλλά εμείς στοχεύουμε στην καρδιά τους και αυτή θέλει τον τρόπο της για να λυγίσει!

Ο διαχρονικός Θουκυδίδης …αναλύει τα σημερινά γεγονότα!

Πάντα επίκαιρος κι ας πέρασαν 2500 χρόνια!

Ο Θουκυδίδης εξιστορώντας, πριν από 2500 περίπου χρόνια, τα γεγονότα του Πελοποννησιακού πολέμου μοιάζει να κάνει πολιτική ανάλυση …σε όσα συμβαίνουν σήμερα. Η δύναμη της ισχύος όσων διαφέντευαν τις τότε «συμμαχίες», η επιβολή δυσβάσταχτων φόρων από τους ισχυρούς Αθηναίους στους πλέον αδύναμους, οι απειλές με εξόντωση όσων αντιδρούσαν στην καταβολή τους (περίπτωση Μυτιλήνης), η φριχτή σφαγή των αρρένων Μηλίων το 416-415 π.Χ…

Και στον αντίποδα η άλλη απειλή, των Λακεδαιμονίων, εν ονόματι αυτή τη φορά της παροχής βοήθειας στους εξεγερμένους… Για ίδια πάλι συμφέροντα… Ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας, αμέσως μετά την νίκη των συμπατριωτών του εναντίον των Αθηναίων, το 424 π. Χ. στο Δήλιο της Βοιωτίας, έφτασε στη Χαλκιδική και στα παράλια της Ανατολικής Μακεδονίας και στη συνέχεια κινήθηκε εναντίον της Αμφίπολης, της Αθηναϊκής αποικίας.

« [4.103.1] Ἐπὶ ταύτην οὖν ὁ Βρασίδας ἄρας ἐξ Ἀρνῶν τῆς Χαλκιδικῆς ἐπορεύετο τῷ στρατῷ. καὶ ἀφικόμενος περὶ δείλην ἐπὶ τὸν Αὐλῶνα καὶ Βορμίσκον, ᾗ ἡ Βόλβη λίμνη ἐξίησιν ἐς θάλασσαν, καὶ δειπνοποιησάμενος ἐχώρει τὴν νύκτα. χειμὼν δὲ ἦν καὶ ὑπένειφεν· [4.103.2] ᾗ καὶ μᾶλλον ὥρμησε, βουλό- μενος λαθεῖν τοὺς ἐν τῇ Ἀμφιπόλει πλὴν τῶν προδιδόντων.»

Κι εδώ, ως γνήσιος Χαλκιδικιώτης, για να μην αδικήσω τους φίλους μου Ιερισσιώτες με μόνη αναφορά στην αρχαία Άρνη (σημ. σημερινή Αρναία) θα δανειστώ ένα απόσπασμα από παλαιότερο κείμενο του Θανάση Μπαντέ, συγγραφέα του εξαιρετικού βιβλίου «Ο Θουκυδίδης, ο πόλεμος και η Πολιτική». Το κείμενο δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο eranistisnet με τίτλο «Ο Θουκυδίδης, ο Βρασίδας και η λογική της φιλελεύθερης αποκιοκρατίας». Αφορά στα τότε γεγονότα και στην πολιτική κατάσταση της αρχαίας Ακάνθου (σημ. σημερινής Ιερισσού, όπως σημείωνε ο Γεωργοπαπαδάκος), φίλης και συμμάχου των Αθηναίων:
«Οι Ακάνθιοι διχογνωμούσαν μεταξύ τους, αν έπρεπε να τον δεχτούν στην πόλη τους, απ’ τη μια αυτοί που μαζί με τους Χαλκιδικιώτες τον είχαν προσκαλέσει κι απ’ την άλλη οι δημοκρατικοί. Από το φόβο τους όμως για το σταφύλι, που δεν είχε ακόμη τρυγηθεί, πείστηκαν απ’ το Βρασίδα να τον δεχτούν μόνο του κι αφού τον ακούσουν να αποφασίσουν. Έτσι τον δέχτηκαν». (βιβλίο τέταρτο, παράγραφος 84).

Οι Ακάνθιοι βρίσκονται κυριολεκτικά στο μάτι του κυκλώνα. Από τη μια αιωρείται η μόνιμη για τα δρώμενα της Χαλκιδικής αθηναϊκή απειλή κι από την άλλη ο σπαρτιατικός στρατός βρίσκεται έξω από την πόλη τους. Το να αντισταθούν προφανώς θα σήμαινε την άμεση καταστροφή, αφού δε θα μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στις δυνάμεις του Βρασίδα. Το να παραδοθούν αμαχητί θα προξενούσε την οργή της Αθήνας και ποιος ξέρει τι θα έφερνε το μέλλον. Φυσικά, υπό αυτούς τους όρους, κάθε έννοια επιλογής ματαιώνεται. Γιατί εδώ δε μιλάμε για ελευθερία. Εδώ μιλάμε για την πιο άκαμπτη μορφή της επιβολής, που μετουσιώνει τη βία σε μοναδικό μέσο διαπραγμάτευσης. Οι Ακάνθιοι δεν θα μπορούσαν να κάνουν και κάτι διαφορετικό. Δέχονται το Βρασίδα να τους μιλήσει, περισσότερο για να κερδίσουν χρόνο παρά για κάποια ουσιαστική διαπραγμάτευση κι ο Βρασίδας το ξέρει αυτό καλύτερα απ’ όλους.

Ο λόγος του Βρασίδα παραμένει στην ιστορία ως ξεκάθαρο πολιτικό ντοκουμέντο, αφού αποφασισμένος να υποστηρίζει την επεκτατική πολιτική της πόλης του, ως αντίβαρο στον αθηναϊκό επεκτατισμό, επιχειρεί έναν καθαρό διπλωματικό ελιγμό προβάλλοντας τις πασιφανείς του κατακτητικές διαθέσεις ως απόδειξη σεβασμού και υπεράσπισης των δικαιωμάτων. Γνωρίζοντας καλά ότι η απροσχημάτιστη αθηναϊκή παρεμβατικότητα προκαλεί τη δυσφορία των ντόπιων παρουσιάζει την υποταγή των πόλεων στις δικές του δυνάμεις ως απελευθέρωση:«Ακάνθιοι! Η αποστολή εδώ η δική μου και του στρατού από τους Λακεδαιμονίους έχει γίνει για να επικυρώσει το σκοπό του πολέμου, τον οποίο, όταν αρχίσαμε, διακηρύξαμε, πως δηλαδή θα πολεμήσουμε εναντίον των Αθηναίων για να ελευθερώσουμε την Ελλάδα. Κι αν βραδύναμε να έρθουμε, επειδή πέσαμε έξω στις προσδοκίες μας για τον πόλεμο εκεί κάτω – είχαμε ελπίσει πως μόνοι μας, χωρίς να σας εκθέσουμε σε κίνδυνο, γρήγορα θα καταβάλλαμε τους Αθηναίους – ας μη μας κατηγορήσει κανείς. Τώρα, όταν παρουσιάστηκε ευκαιρία, έχουμε έρθει εδώ και μαζί σας θα προσπαθήσουμε να τους νικήσουμε». (βιβλίο τέταρτο, παράγραφος 85).

Αναρωτιέμαι, λοιπόν, πόσοι παραλληλισμοί μπορεί να γίνουν ανάμεσα στα τότε και στα σήμερινά γεγονότα, στην τότε Αθηναϊκή Συμμαχία και στην αντίστοιχη της ΕΕ; Αιτία είναι η ανθρώπινη φύση; Η διαχρονική αδυναμία συσπείρωσης των αδικημένων εναντίον των οικονομικά ισχυρών; Η διάθεση των πλέον εξαθλιωμένων να προσεγγίσουν περισσότερο, παρά να εναντιωθούν στους ασκούντες εξουσία; Ίσως…

Όταν οι μάσκες πέφτουν

Κάποιος, κάπου, κάποτε είχε πει: «όταν κάποιος σου δείχνει ποιος είναι, πίστεψέ τον».Μετά απο καιρό έμαθα οτι τελικά έτσι είναι.

Το θέμα λοιπόν στο οποίο αναφέρομαι είναι οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι που έχουμε γύρω μας , δίπλα μας, αυτοί τους οποίους επιλέξαμε να είναι κοντά μας και μετά απο πολλά χρόνια, -ίσως και πιο λίγα για μερικούς-, αποδείχτηκαν όχι και τόσο άξιοι τελικά.

Είναι αυτά τα γνωστά σε όλους μας άτομα τα οποία ήταν κοντά και το δέσιμο μεταξύ μας ήταν μεγάλο, έντονο, γεμάτο υποσχέσεις για ένα κοινό μέλλον.Έρχεται λοιπόν αυτή η στιγμή που το άτομο που έχεις απέναντι σου, φίλος ή σύντροφος, σε κάνει να αμφισβητήσεις όλα όσα μέχρι τότε ήξερες για εκείνον αλλά και για την όποια σχέση είχατε μέχρι πρότινος.

Φυσικά μιλάω για αυτή την γνώριμη στιγμή που, ενώ η μέρα σας ξεκίνησε αρμονικά σαν όλες τις άλλες, κάτι γίνεται και ταράζει τα έως τότε γνώριμα δεδομένα σου και αυτό γιατί ο άνθρωπος που έχεις απέναντί σου έχει ξαφνικά κάτι που σου φαίνεται ξένο και άσχημο.

Είναι η φάση που μιλάς στους φίλους σου χαρούμενος για την καινούργια σου σχέση και ενώ στην αρχή ήταν όλα καλά, όχι πολύ καιρό μετά τους βλέπεις να αρχίζουν να «βάζουν νερά». Και να σου τα προβλήματα, οι γκρίνιες και τα λόγια τα κακά και όλα όσα συνεπάγονται. Γιατί ως γνωστόν οι φίλοι φαίνονται στα δύσκολα αλλά ως ακόμα πιο γνωστό οι φίλοι φαίνονται και στις χαρές σου.
Δεν μπορώ να πω με απόλυτη σιγουριά πως αυτό που περιγράφω γίνεται απο ζήλια ή από κάτι παρόμοιο. Εγώ απλά θα το αποδώσω στο πως κάποια άτομα έρχονται στη ζωή μας για να μας δείξουν κάτι και μετά να φύγουν.

Ή απλά είναι αυτό που λένε «υπό προϋποθέσεις». Δεν είναι βέβαια μόνο αυτά τα σημάδια, αλλά η κατάληξη είναι πάντα ίδια. Η ζωή σου συνεχίζεται χωρίς αυτούς και η δική τους χωρίς εσένα.
Φυσικά το θέμα δεν τελειώνει εκεί. Μακάρι να μαθαίναν όλοι τόσο γρήγορα και απλά. Η συνέχεια είναι οτι σε πιάνουν βέβαια οι τύψεις και οι αμφιβολίες μήπως φταίς εσύ για όσα έγιναν, μήπως να δώσεις άλλη μία ευκαιρία, μήπως τα παρεξήγησες τα παιδιά και διάφορα τέτοια ενοχικά.

Αλλά όχι φίλοι μου, δε φταίτε... Ευτυχώς, κάποια στιγμή έρχεται αυτή η μέρα που αναπάντεχα πέφτουν οι μάσκες και πάει κάθε κατεργάρης στον πάγκο του. Όλο αυτό δεν ξέρω αν οφείλεται στο γεγονός οτι μεγαλώνουμε και αφήνουμε πίσω μας τα παραμυθάκια και τα μεγάλα λόγια του καθένα ή στο ότι πλέον οι καιροί δυσκόλεψαν και βοήθησαν στο να φανερωθούν κάποια πράγματα όπως πραγματικά είναι και όχι όπως θα θέλαμε. Έτσι φαινόταν. Φυσικά δε μιλάω μόνο για φιλίες ή σχέσεις ερωτικές. Αναφέρομαι και στα δύο.

Το θέμα παίρνει πιο σοβαρή τροπή όταν ο άνθρωπος αυτός με την όμορφη μάσκα είναι σύντροφός σου, και τότε τα πράγματα δραματοποιούνται αυτόματα. Όλα ήταν μαγικά, εκείνος ή εκείνη υπόδειγμα και έδειχναν ενδιαφέρον, μέχρι που ξαφνικά όλα σταμάτησαν. Όταν λέω ξαφνικά το εννοώ. Εκεί που ήσασταν μες τα μέλια ξαφνικά γίνατε μες στα ξύδια, παντώς είδους, ενίοτε και τα ποντικοφάρμακα.

Είναι αυτό το they just are not that in to you (από τη γνωστή ταινία βεβαίως-βεβαίως), δηλαδή απλά δεν σε γουστάρει. Συμβαίνει και στα καλύτερα σπίτια.Τελικά, το συμπέρασμά μας είναι ότι οι άνθρωποι αλλάζουν ή απλά δείχνουν τον πραγματικό τους εαυτό. Δε θέλουν όλοι το καλό σου, ακόμα και αν κάποτε σε ήθελαν χαρούμενο. Δεν είναι οτι είναι κακοί ή ξαφνικά καταστρώνουν σχέδιο δολοφονίας σου, απλά μεγαλώνοντας καταλαβαίνεις ποιον θέλεις και ποιον όχι δίπλα σου, ποιος σου κάνει καλό και ποιος γεμίζει με ασχήμια την ψυχή σου. Την πρώτη λοιπόν φορά που θα σου δείξει ο άλλος το ποιος είναι πραγματικά, πίστεψε τον...

Η μοναξιά είναι από χώμα

Το δικό μου το πολύ πως να χωρέσει στο δικό σου το λίγο! Κι οι δυο μας δυσανασχετούσαμε δικαιολογημένα. Όμως μέσα σ’ αυτό το λίγο σου, σ’ αυτό το περιορισμένο σου, είχα την κακοτυχία να διακρίνω σκιές περαστικές που με πυρπόλησαν. Σκιές του απέραντου. Αυτό που δεν έλεγχες, αυτό που δεν γνώριζες, προσπερνούσε από μια σου έκφραση, από μια σου χειρονομία τυχαία και με καθήλωνε. Δεν περιγράφεται η ματιά, η κίνηση, ο ήχος.

Ό,τι κι αν σου πω δεν θα σου μεταδώσω αυτό που μ’ έκανε να σε θέλω έτσι. Το απέραντο είναι άπιαστο, απερίγραπτο, ακαθόριστο. Χιλιάδες να λέω εναντίον σου αμέσως θα παραλύσουν μπροστά στη γρήγορη κίνηση του χεριού σου μόλις σηκωθεί για να φτάσει στα χείλη σου και να δαγκώσεις το μικρό σου νυχάκι σμίγοντας τα φρύδια σα να σκέφτεσαι κάτι δύσκολο.Για μια τέτοια κίνηση, κάποιες ώρες, ένιωθα έτοιμος και τη ζωή μου να δώσω. Για μια τέτοια κίνηση!

Σαν σινιάλο άλλων κόσμων ερχόταν προς εμένα κι ανέτρεπε όσα σου καταμαρτυρούσα. Από κατήγορο με μετέτρεπε σε ζητιάνο σου! Για μια τέτοια κίνηση!
Δεν θα απορήσω ποτέ ξανά για το τι είναι εκείνο που αλυσοδένει ένα ζευγάρι. Δεν φαίνεται αυτό που αλυσοδένει. Εμείς οι απ’ έξω δεν βλέπουμε τίποτα όμως ένας άντρας κανείς δεν ξέρει τι σινιάλα δέχεται από το βλέμμα μια γυναίκας, απ’ την ανάσα της, από το γέλιο της, από την πιο ανεπαίσθητη χειρονομία της, από το άρωμά της.

Οι ώρες, οι ελάχιστες, που πίστευα πως σε είχα δικιά μου, που ήσουνα όπως σε ήθελα, άνοιγαν τη βασιλεία του ουρανού που με δεχότανε.
Το κρεβάτι μας άπλωνε και γινόταν το πανάκριβο “τώρα” που επιτέλους ακινητούσε της ροές του άγχους μου και με μεταμόρφωνε σε μακαριότητα. Όμως μαζί σου κρατούσε ελάχιστα.
Αμέσως μόλις χωρίζαμε το εφιαλτικό παιχνίδι, με τους δείκτες του ρολογιού μ’ έρριχνε σε ασθματικά κυνηγητά. Οι ώρες, τα λεπτά, τα δευτερόλεπτα σάρκαζαν την ψυχή μου που μακριά σου έτρεχε συνεχώς σε ανάποδα κυλιόμενη κορδέλα. Να σε προλάβει, να σε συλλάβει, να σε κατακρατήσει και να επαναλάβει μαζί σου εκείνο το θαυμαστό “τώρα” του έρωτα.

Εκείνο το εξαίσιο “τώρα” του έρωτα, το τόσο ανεκτίμητο κι ακριβοπληρωμένο μπορεί και να μη συμβαίνει μονάχα μαζί σου. Ελπίζω…
Αυτή η ελπίδα με σώζει απ’ την καταδίκη της άγριας εξάρτησης από σένα. Μπορεί να ‘σουν η πρόγευση άλλων ηδονών που από άλλους δρόμους βρίσκονται ασφαλέστερα και διαρκέστερα. Δείγμα παραδείσου μέσα στην κόλαση μου άφησες.
Η πρόγευσή σου μου άναψε φωτιές. Κι όχι μόνο στο κορμί μα και στην ψυχή κι αυτό είναι το δυσκολότερο. Νιώθω ρακένδυτος οδοιπόρος που βγήκα για να ξαναβρώ εκείνο που αστραπιαία μου αποκάλυψε η σχισμή των δικών σου φιλιών.

Οι ώρες, οι ελάχιστες, που πίστευα πως σε είχα δικιά μου, που ήσουνα όπως σε ήθελα, άνοιγαν τη βασιλεία του ουρανού που με δεχότανε.
Το κρεβάτι μας άπλωνε και γινόταν το πανάκριβο “τώρα” που επιτέλους ακινητούσε τις ροές του άγχους μου και με μεταμόρφωνε σε μακαριότητα.Όμως μαζί σου κρατούσε ελάχιστα. Αμέσως μόλις χωρίζαμε το εφιαλτικό παιχνίδι, με τους δείχτες του ρολογιού μ’ έριχνε σε ασθματικά κυνηγητά. Οι ώρες, τα λεπτά, τα δευτερόλεπτα σάρκαζαν την ψυχή μου που μακριά σου έτρεχε συνεχώς σε ανάποδα κυλιόμενη κορδέλα. Να σε προλάβει, να σε συλλάβει, να σε κατακρατήσει και να επαναλάβει μαζί σου εκείνο το θαυμαστό “τώρα” του έρωτα. Εκείνο το εξαίσιο “τώρα” του έρωτα, το τόσο ανεκτίμητο κι ακριβοπληρωμένο μπορεί και να μη συμβαίνει μονάχα μαζί σου. Ελπίζω…

Αυτή η ελπίδα με σώζει απ’ την καταδίκη της άγριας εξάρτησης από σένα. Μπορεί και να σουν η πρόγευση άλλων ηδονών που από άλλους δρόμους βρίσκονται ασφαλέστερα και διαρκέστερα. Δείγμα παραδείσου μέσα στην κόλαση μου άφησες. Η πρόγευση σου μου άναψε φωτιές.
Κι όχι μόνο στο κορμί μα και στην ψυχή κι αυτό είναι το δυσκολότερο. Νιώθω ρακένδυτος οδοιπόρος που βγήκα για να ξαναβρώ εκείνο που αστραπιαία μου αποκάλυψε η σχισμή των δικών σου φιλιών. Δεν έχω πια άλλο σκοπό στη ζωή μου παρά να ξαναζήσω εκείνο το αόριστο κάτι τα θελκτικό και παντοδύναμο που ζάλισε τη ζωή μου και δεν μ’ αφήνει να συμβιβαστώ με τίποτα. Τι να σου λέω αγάπη μου και τι να σου εξηγήσω τώρα.

Τουλάχιστον μέσα απ’ τα πάθη μου κερδίζω τη σοφία του πως ελάχιστα ξέρω. Πως τίποτα δεν ξέρω. Φαίνεται πως ο πόνος είναι η μοναδική πύλη που μας περνά σ’ αυτή την απελπισμένη και μαζί ελπιδοφόρα γνώση που μας ταπεινώνει, που μας γαληνεύει, που χύνει λαδάκι στις πληγές μας.
“Το πάθος είναι πια σπουδαίο απ’ τα θαύμα”, σου διάβαζα από ένα παλιό βιβλίο κάποτε την ώρα που εσύ έβγαζες τα φρύδια σου μπροστά σ’ έναν μεγεθυντικά καθρεφτάκι.

Δεν είναι εκμηδένιση η ταπείνωση. Η εκμηδένιση σε κατεβάζει στο τίποτα ενώ η ταπείνωση σ’ ανεβάζει στα παν. Πώς να την καταφέρουμε όμως εμείς που από έπαρση είμαστε χτισμένοι. Πώς να την πετύχουμε, πες μου. Δεν πετυχαίνεται εύκολα γι’ αυτό υποφέρουμε κι απ’ τον πολύ τον πόνο κι απ’ την πολλή την τυραννία αρχίζουμε, για την αυτοσυντήρηση μας, να υποψιαζόμαστε με την υποψία της καρδιάς κι αρχίζει λίγο-λίγο να φέγγει.

Έρχεται η ώρα που θα λυτρωθώ από σένα!
Και θα λυτρωθώ από σένα αγαπώντας σε περισσότερο, με της αγάπης το άμετρο μέτρο που είναι η περισσία.
Έρχεται η ώρα που δεν θα σε παίρνω από πίσω σα σκύλος, που δεν θα σε κατασκοπεύω με τη σκέψη, που δε θα σε πολιορκώ με υποθέσεις, που δε θα στήνω αγανακτισμένους διαλόγους στο μυαλό μου μαζί σου τις νύχτες, που δεν θα αγωνιώ για την εντύπωση που σου δίνω.

Θα σ’ αγαπώ τόσο που δεν θα σε απαιτώ δικιά μου. Να είσαι μόνο καλά εσύ χωρίς να ψάχνομαι πόσο καλά είμαι εγώ από το καλά σου. η καταπληγιασμένη μου φιλαυτία άρχισε να ζαρώνει και να σκύβει κι εγώ αρχίζω να βλέπω εσένα πίσω της και να μπορώ να σε αγαπήσω.
Ούτε και γράμματα έχω ανάγκη να σου γράφω πια. Υπάρχω μόνο και σ’ αγαπώ κι αυτό το “σ’ αγαπώ” που δεν έχει ανάγκη καμία, ούτε καν για ανταπόδωση, θα πλημμυρίσει, θα γεμίσει με τον κυματισμό του τον κόσμο όλο, θα έρχεται και σε σένα κι εσύ θα μπορείς, όποτε θες να τ’ ακούς. Φτάνει να το θές.

Τα γράμματα που σου γράφω τα κόβω εδώ. Με περιορίζουν, με μεθούν, γεμίζω παραισθήσεις κι απ’ την αυτοσυγκίνηση τραβάω λάθος δρόμους. Όλο για τον εαυτό μου καταλήγω να μιλώ και να χαϊδολογιέμαι.
Να υπάρχω μονάχα, να σ’ αγαπώ μονάχα και να μην έχω λόγο κανένα να το δηλώνω. Ούτε την παρουσία μου να μη χρειάζεται να δηλώνω πια.
Σ’ αγαπώ τόσο που το ξεχνώ, όπως ξεχνάμε τα αυτονόητα και τα φυσικά. Σ’ αγαπώ τόσο που δεν σε κρίνω και εντελλώς σε αποδέχομαι. Γλίτωσα από το μαρτύριο να προσπαθώ συνεχώς να σε διορθώνω.

Σ’ αγαπώ τόσο που δεν σε θέλω. Γιατί δεν θες παρά ότι σου λείπει κι εσύ πια δεν μου λείπεις αφού στης αγάπης τον τόπο δεν χωρά η απόσταση. Σ’ αγαπώ κι αγαπώντας σε, σε περιέχω, σε έχω αφού είμαι, είμαι από σένα και μαζί σου κι όπου κι είμαι έρχεσαι.
Είμαστε στο παντού και στο πάντα τώρα που σ’ αγάπησα κι η αγάπη μου μας κάνει αδιαίρετους.
Εσύ καλή μου, μου δίδαξες την καταστροφή του να σ’ αγαπώ λίγο. Το λίγο ανοίγει ρωγμές να γλιστρά μέσα ο ακόρεστος εγωϊσμός, να σε απαιτεί, να σε διεκδικεί. η παρενέργεια του εγωϊστικού έρωτα είναι μια: γενική δηλητηρίαση που την αγάπη την αλλοιώνει σε μίσος.
Η αγάπη δεν είναι κατα περίσταση, η αγάπη είναι άνευ όρων, δεν παζαρεύει δούναι και λαβείν, η αγάπη είναι έξοδος γιατί το εγώ το κάνει εσύ και σε λυτρώνει.

Στην αναμέτρηση ανάμεσα σε σένα και μένα αναμετρήθηκε ο εγωϊσμός μου με το σύμπαν. Αρχίζω να το αναγνωρίζω ύστερα από τόσες μάχες και τόσους τραυματισμούς πως η δόξα του πολέμου είναι η συμφιλίωση κι η δόξα του νικητή η υποταγή. Η ευγενική υποταγή όπως του βράχου που από σθένους περίσσια σκύβει και πλένει με θάλασσα τα πόδια της στεριάς.
Όχι καλή μου αγάπη, εσύ δεν τελειώνεις, το τέλος σου δεν έχει τελειωμό. Τα πράγματα δεν τελειώνουν έτσι εύκολα όπως το λέμε, τα πράγματα μεταλλάσσονται κι εγώ τώρα μεταλλάσσω τον απάνθρωπο έρωτά μου, σε αγάπη φιλάνθρωπη.

Δεν θέλω να μιλώ άλλο για μένα. Οι λέξεις είναι φυλακή, κατακρατούν τα δεύτερα και τους ξεφεύγει το κύριο που πετά πέρα σαν ήχος καμπάνας που σε τίποτα δεν φυλακίζεται. Οι λέξεις ταριχεύουν το ζωντανό και δεν το αφήνουν να περπατήσει.
Σ’ αγαπώ πια τόσο που δεν σ’ εχω ανάγκη. Σ’ αγαπώ τόσο που σε απαλλάσσω από μένα. Σ΄αγαπώ αληθινά και δεν φοβάμαι. Κατόρθωσα πραγματικά να μη σε φοβάμαι!
Ο φόβος σου ήταν πανίσχυρος. Με φόβο γεννηθήκαμε, με φόβο ανατραφήκαμε, τίποτα σχεδόν δικό μας δεν είναι ελεύθερο κι είναι δύσκολο να ξαναγεννηθούμε. Λεγεώνες μέσα μας και λεγεώνες προγόνων πίσω μας φοβούνται. Ελευθερία είναι η νίκη του φόβου και τον φόβο η φιλαυτία μας τον σπέρνει. Από πάνω της περνά η πύλη που βγάζει στη ζωή την αληθινή κι άλλον τρόπο δεν έχουμε. Άλλο τρόπο δεν έχω για να ζήσω: να σ’αγαπώ άφοβα, ελεύθερα.

Αγαπώντας σε να υπάρχω, τι να τα κάνω τα ίχνη…
Να σε αγαπώ άφοβα, ελεύθερα! Αρχίζω να εμπιστεύομαι την ζωή και να μην έχω αγωνία. Ζωή δεν είπαμε πως είναι το άλλο όνομα της αλήθειας;
Οι λέξεις είναι ξένα σώματα. Μ’ ενοχλούν. Μπορώ πια να σωπάσω.

Τι να σου λέω αγάπη μου και τι να σου εξηγήσω τώρα…
Τουλάχιστον μέσα απ’ τα πάθη μου κερδίζω τη σοφία του ‘πως ελάχιστα ξέρω’.
Πως τίποτα δεν ξέρω.
Φαίνεται πως ο πόνος είναι η μοναδική πύλη που μας περνά σ’ αυτή την απελπισμένη και μαζί ελπιδοφόρα γνώση που μας ταπεινώνει, που μας γαληνεύει, που χύνει λαδάκι στις πληγές μας.
Δεν είναι εκμηδένιση η ταπείνωση… Η εκμηδένιση σε κατεβάζει στο τίποτα ενώ η ταπείνωση σ’ ανεβάζει στα παν. Πώς να την καταφέρουμε όμως εμείς που από έπαρση είμαστε χτισμένοι; Πώς να την πετύχουμε, πες μου;

Σου γράφω γιατί σε ποθώ,όπως και σου τηλεφωνούσα κάποτε από πόθο.
‘Οχι για να σου πω και να μου πεις το ένα και τ’ άλλο αλλά για να σ’ αγγίξω με τον ήχο μου και να μ’ αγγίξεις με τον δικό σου, για να κυλιστώ στην ανάσα σου, στο γέλιο σου, μέσα στις σιωπές σου.
Βαθιά στο λαβύρινθο του ακουστικού στο αυτί μου απλωνόταν ξέστρωτη η πιο ηδονική κλίνη.
Γι’ αυτό κολλούσα στο τηλέφωνο, γι’ αυτό όλο έβρισκα προφάσεις να σου τηλεφωνώ…
Σε ήθελα τόσο που προσπάθησα να βρω κι άλλη.

Για αντιπερισπασμό στην αβάσταχτη λαχτάρα μου για σένα,να τη μειώσω, να την ανακουφίσω…
Πιο πολύ για να περιορίσω τη φοβερή ανασφάλεια πως, ίσως μ’ αφήσεις και να μετριάσω τον όλεθρο του πιθανού χωρισμού μας με μια ρεζέρβα. Από ανασφάλεια.’Οπως από παιδί που κουβαλούσα στην σάκα μου ένα σωρό όμοια στυλό από κάποιον αόριστο πανικό μην τελειώσουν και ξεμείνω στο διαγώνισμα. ‘Ετσι και τώρα ήθελα να μαζέψω πλήθος γυναίκες άλλες, από πανικό μην ξεμείνω από σένα. Και μετά το ‘βλεπα!

Είναι μες στις συμφορές του έρωτα να σου εξατομικεύει τον άλλον σε βαθμό παράλογο.
Εσύ λοιπόν δεν είχες όμοιό σου όπως τα στυλό. Εσύ δεν είχες ρεζέρβα. Κι απελπιζόμουνα από τον τρόμο μου. Ο καλύτερος τρόπος ν’ αντιμετωπίσεις τον τρόμο είναι ίσως ν’ αφεθείς στα νύχια του.
Δεν ξέρω δηλαδή κι αν έχεις άλλη επιλογή ν’ ακολουθήσεις…

Περπατώ στην άμμο όπως εσύ περπατούσες πάνω μου. Αφήνω χνάρια πάνω στη σάρκα της και με καίνε τα χνάρια σου στη δικιά μου. Κανένα κύμα ως τώρα δεν κατάφερε να σε φτάσει, κανένας άνεμος να σε σβήσει… Ο,τι κι αν σου πω, δε θα μεταδώσω αυτό που μ’ έκανε να σε θέλω έτσι.
Το απέραντο είναι άπιαστο,απερίγραπτο,ακαθόριστο. Χιλιάδες να λέω εναντίον σου αμέσως θα παραλύσουν μπροστά στη γρήγορη κίνηση του χεριού σου μόλις σηκωθεί για να φτάσει στα χείλη σου και να δαγκώσεις το μικρό σου νυχάκι σμίγοντας τα φρύδια σα να σκέφτεσαι κάτι δύσκολο.

Για μια τέτοια κίνηση,κάποιες ώρες,ένιωθα έτοιμος και τη ζωή μου να δώσω… Οι ήχοι του έρωτα είναι οι ψιθυρισμοί,όσο χαμηλότεροι τόσο πλησιέστεροι. ‘Ετσι άραγε οδηγούμαστε και στη σιωπή, που λένε πως είναι ο οίκος του απόλυτου; Τις νύχτες και τους ύπνους σου πίσω απ’ τα κλειστά σου βλέφαρα τους μίσησα. Με σφαλιχτά τα μάτια,προφυλαγμένη,μπορούσες να ξεγλιστράς εκεί που δεν μπορούσα να σε παρακολουθήσω και με πρόδιδες…

Κι έχει συννεφιά βαριά κι ετοιμάζεται πάλι να βρέξει. Καταλαβαίνω τώρα τους Κινέζους που αφιερώνουν μια ζωή στο να μάθουν να ζωγραφίζουν μια σταγόνα βροχής ή μια πευκοβελόνα.
Δεν υπάρχει άλλος τρόπος φαίνεται. Δε σου ανοίγεται αλλιώς ο κόσμος… Και μόνο για τη θάλασσα δεν κρατιέμαι να μη σου πω, πως σήμερα έχει το χρώμα του λιωμένου μέταλλου.

Πυκνή,παχύρρευστη,με μια μεταλλική δύναμη στα έγκατά της που την αναδεύει αργά.
Νομίζεις πως μπορείς να περπατήσεις πάνω της, χωρίς να βυθιστείς… Και στα σύννεφα,παιδί, έψαχνα να βρω γνώριμα σχήματα, όμως στα σύννεφα τα σχήματα διατηρούνται λίγο, αλλάζουν συνέχεια,με μπερδεύουν. Το σχήμα του βράχου είναι ακλόνητο. Λαχταρώ το ακλόνητο τώρα, όπως ο ναυαγός τη σανίδα στο αναστατωμένο πέλαγο που τον απειλεί…

Αμέσως μόλις χωρίζαμε το εφιαλτικό παιχνίδι,με τους δείχτες του ρολογιού μ’ έριχνε σε ασθματικά κυνηγητά. Οι ώρες,τα λεπτά,τα δευτερόλεπτα σάρκαζαν την ψυχή μου που μακριά σου έτρεχε συνεχώς σε ανάποδη κυλιόμενη κορδέλα. Να σε προλάβει,να σε συλλάβει,να σε κατακρατήσει και να επαναλάβει μαζί σου εκείνο το θαυμαστό “τώρα” του έρωτα…

Η πρόγευσή σου μου άναψε φωτιές. Κι όχι μόνο στο κορμί μα και στην ψυχή κι αυτό είναι το δυσκολότερο. Νιώθω ρακένδυτος οδοιπόρος που βγήκα για να ξαναβρώ εκείνο που αστραπιαία
μου αποκάλυψε η σχισμή των δικών σου φιλιών. Δεν έχω πια άλλο σκοπό στη ζωή μου παρά να ξαναζήσω εκείνο το αόριστο κάτι, το θελκτικό και παντοδύναμο που ζάλισε τη ζωή μου και δε μ’ αφήνει να συμβιβαστώ με τίποτα…

Ο καιρός καλεί δεν καλείται. Και μόνο το αληθινό δεν έχει καιρό κι είναι παντοτινό…
Τώρα που το σώμα μου έμαθε το σώμα σου, του έγινε νόμος η επαφή μας…
Στο χάδι σου το αίμα μου θυμήθηκε την αιτία και τον προορισμό του…
Νιώθω φορτωμένος, ξέχειλος από άχρηστες αποσκευές που μου είχαν καταπνίξει τον ωφέλιμο χώρο.
Πώς ν’ απαλλάξω τη σκέψη μου απ’ τις ερμηνείες των άλλων έτσι που να μη σου λέω “σ’ αγαπώ”,
γιατί όσα κάνουμε μιμούνται τις ταινίες, τα διαβάσματα,τα τραγούδια που μας πρωτοδίδαξαν αυτή τη φράση;

Να σου λέω “σ’αγαπώ”, γιατί ένα αρχέγονο κύμα βγαίνει από βαθιά μου, πρωτοφανές, άγνωστο και λέει έτσι… Ζαλίζομαι πάλι,ξεχνώ όλα τ’ άλλα,τις αποφάσεις μου όλες, απλώνω τα χέρια μου και σε πείσμα όλης της λογικής του κόσμου, όλης της φρόνησης, υπνωτισμένος απ’ τη γιγαντοαφίσα σου ορμώ να σε χαϊδέψω.

Σε πείσμα όλων σε θέλω σα μανιακός και με κυριεύει η παλιά λαχτάρα η πιο επιτακτική κι η πιο επίφοβη: Καλύτερα χίλιες φορές καλύτερα να απωλεσθώ κοντά σου παρά να σωθώ μακριά σου…
Ο πιο μοναχικός δρόμος είναι αυτός που με παίρνει μακριά σου…
Σου γράφω γιατί σε ποθώ,όπως και σου τηλεφωνούσα κάποτε από πόθο.
‘Οχι για να σου πω και να μου πεις το ένα και τ’ άλλο, αλλά για να σ’ αγγίξω με τον ήχο μου και να μ’ αγγίξεις με τον δικό σου, για να κυλιστώ στην ανάσα σου,στο γέλιο σου, μέσα στις σιωπές σου.
Βαθιά στο λαβύρινθο του ακουστικού στο αυτί μου απλωνόταν ξέστρωτη η πιο ηδονική κλίνη.

Γι’ αυτό κολλούσα στο τηλέφωνο, γι’ αυτό όλο έβρισκα προφάσεις να σου τηλεφωνώ…
Σε ήθελα τόσο που προσπάθησα να βρω κι άλλη. Για αντιπερισπασμό στην αβάσταχτη λαχτάρα μου για σένα,να τη μειώσω,να την ανακουφίσω… Πιο πολύ για να περιορίσω τη φοβερή ανασφάλεια πως, ίσως μ’ αφήσεις και να μετριάσω τον όλεθρο του πιθανού χωρισμού μας με μια ρεζέρβα. Από ανασφάλεια.’Οπως από παιδί που κουβαλούσα στην σάκα μου ένα σωρό όμοια στυλό από κάποιον αόριστο πανικό μην τελειώσουν και ξεμείνω στο διαγώνισμα.

‘Ετσι και τώρα ήθελα να μαζέψω πλήθος γυναίκες άλλες, από πανικό μην ξεμείνω από σένα. Και μετά το ‘βλεπα! Είναι μες στις συμφορές του έρωτα να σου εξατομικεύει τον άλλον σε βαθμό παράλογο. Εσύ λοιπόν δεν είχες όμοιό σου όπως τα στυλό. Εσύ δεν είχες ρεζέρβα. Κι απελπιζόμουνα από τον τρόμο μου.

Ο καλύτερος τρόπος ν’ αντιμετωπίσεις τον τρόμο είναι ίσως ν’ αφεθείς στα νύχια του.
Δεν ξέρω δηλαδή κι αν έχεις άλλη επιλογή ν’ ακολουθήσεις… Περπατώ στην άμμο όπως εσύ περπατούσες πάνω μου. Αφήνω χνάρια πάνω στη σάρκα της και με καίνε τα χνάρια σου στη δικιά μου. Κανένα κύμα ως τώρα δεν κατάφερε να σε φτάσει, κανένας άνεμος να σε σβήσει… ‘Ο,τι κι αν σου πω,δε θα μεταδώσω αυτό που μ’ έκανε να σε θέλω έτσι. Το απέραντο είναι άπιαστο, απερίγραπτο, ακαθόριστο. Χιλιάδες να λέω εναντίον σου αμέσως θα παραλύσουν μπροστά στη γρήγορη κίνηση του χεριού σου μόλις σηκωθεί για να φτάσει στα χείλη σου και να δαγκώσεις το μικρό σου νυχάκι σμίγοντας τα φρύδια σα να σκέφτεσαι κάτι δύσκολο. Για μια τέτοια κίνηση,κάποιες ώρες,ένιωθα έτοιμος και τη ζωή μου να δώσω…

Οι ήχοι του έρωτα είναι οι ψιθυρισμοί, όσο χαμηλότεροι τόσο πλησιέστεροι.
‘Ετσι άραγε οδηγούμαστε και στη σιωπή, που λένε πως είναι ο οίκος του απόλυτου;
Τις νύχτες και τους ύπνους σου πίσω απ’ τα κλειστά σου βλέφαρα τους μίσησα. Με σφαλιχτά τα μάτια,προφυλαγμένη,μπορούσες να ξεγλιστράς εκεί που δεν μπορούσα να σε παρακολουθήσω και με πρόδιδες… Κι έχει συννεφιά βαριά κι ετοιμάζεται πάλι να βρέξει. Καταλαβαίνω τώρα τους Κινέζους που αφιερώνουν μια ζωή στο να μάθουν να ζωγραφίζουν μια σταγόνα βροχής ή μια πευκοβελόνα. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος φαίνεται.Δε σου ανοίγεται αλλιώς ο κόσμος… Και μόνο για τη θάλασσα δεν κρατιέμαι να μη σου πω, πως σήμερα έχει το χρώμα του λιωμένου μέταλλου.

Πυκνή,παχύρρευστη,με μια μεταλλική δύναμη στα έγκατά της που την αναδεύει αργά. Νομίζεις πως μπορείς να περπατήσεις πάνω της, χωρίς να βυθιστείς… Και στα σύννεφα,παιδί, έψαχνα να βρω γνώριμα σχήματα, όμως στα σύννεφα τα σχήματα διατηρούνται λίγο, αλλάζουν συνέχεια,με μπερδεύουν. Το σχήμα του βράχου είναι ακλόνητο. Λαχταρώ το ακλόνητο τώρα, όπως ο ναυαγός τη σανίδα στο αναστατωμένο πέλαγο που τον απειλεί…

Αμέσως μόλις χωρίζαμε το εφιαλτικό παιχνίδι,με τους δείχτες του ρολογιού μ’ έριχνε σε ασθματικά κυνηγητά. Οι ώρες, τα λεπτά, τα δευτερόλεπτα σάρκαζαν την ψυχή μου που μακριά σου έτρεχε συνεχώς σε ανάποδη κυλιόμενη κορδέλα. Να σε προλάβει, να σε συλλάβει, να σε κατακρατήσει
και να επαναλάβει μαζί σου εκείνο το θαυμαστό “τώρα” του έρωτα… Η πρόγευσή σου μου άναψε φωτιές.Κι όχι μόνο στο κορμί μα και στην ψυχή κι αυτό είναι το δυσκολότερο.

Νιώθω ρακένδυτος οδοιπόρος που βγήκα για να ξαναβρώ εκείνο που αστραπιαία μου αποκάλυψε η σχισμή των δικών σου φιλιών. Δεν έχω πια άλλο σκοπό στη ζωή μου παρά να ξαναζήσω εκείνο το αόριστο κάτι, το θελκτικό και παντοδύναμο που ζάλισε τη ζωή μου και δε μ’ αφήνει να συμβιβαστώ με τίποτα… Ο καιρός καλεί δεν καλείται. Και μόνο το αληθινό δεν έχει καιρό κι είναι παντοτινό…
Τώρα που το σώμα μου έμαθε το σώμα σου, του έγινε νόμος η επαφή μας… Στο χάδι σου το αίμα μου θυμήθηκε την αιτία και τον προορισμό του… Νιώθω φορτωμένος,ξέχειλος από άχρηστες αποσκευές που μου είχαν καταπνίξει τον ωφέλιμο χώρο. Πώς ν’ απαλλάξω τη σκέψη μου απ’ τις ερμηνείες των άλλων έτσι που να μη σου λέω “σ’ αγαπώ”, γιατί όσα κάνουμε μιμούνται τις ταινίες, τα διαβάσματα,τα τραγούδια που μας πρωτοδίδαξαν αυτή τη φράση;

Να σου λέω “σ’αγαπώ”,γιατί ένα αρχέγονο κύμα βγαίνει από βαθιά μου, πρωτοφανές,άγνωστο και λέει έτσι… Ζαλίζομαι πάλι,ξεχνώ όλα τ’ άλλα,τις αποφάσεις μου όλες, απλώνω τα χέρια μου και σε πείσμα όλης της λογικής του κόσμου όλης της φρόνησης, υπνωτισμένος απ’ τη γιγαντοαφίσα σου ορμώ να σε χαϊδέψω. Σε πείσμα όλων σε θέλω σα μανιακός και με κυριεύει η παλιά λαχτάρα η πιο επιτακτική κι η πιο επίφοβη:

Καλύτερα χίλιες φορές καλύτερα να απωλεσθώ κοντά σου παρά να σωθώ μακριά σου… Ο πιο μοναχικός δρόμος είναι αυτός που με παίρνει μακριά σου… Το ΠΑΘΟΣ που το σώμα σου και το σώμα μου ύφαναν σφιχτά έκανε καλά τη δουλειά του. Με ηδονή και οδύνη μ’ έκαψε,μ’ έλιωσε και μ’ έχυσε σε καλούπι νέο.Μετά από σένα έχω γίνει άλλος…

Θέλω να κλάψω,θέλω να γυρίσω πίσω,θέλω να σε ξαναβρώ. Είμαι πιο αδύναμος απ’ αυτό το πούπουλο του κλέφτη, που πετάει στον άνεμο. Πούπουλο είμαι κι εγώ με άνεμο, τη δικιά σου ανάσα. Είμαι αδύναμος σαν ερωτευμένος. Είμαι μόνιμο εξάρτημα της ανάγκης για σένα… Οι στόχοι που διάλεξα υποχωρούν νικημένοι απ’ τον στόχο που με διάλεξε. Εσύ είσαι ο στόχος που με διάλεξε,η αναπότρεπτη μοίρα μου,η άγρυπνη ματιά στου μυαλού μου το θόλο…

Να σ’ αγγίξω, να σε πιάσω, να σε μυρίσω. Να μπω στο κρεβάτι σου και στα ζεστά σου σεντόνια,στο κορμί σου που πιάνεται,στο φιλί σου που τρώγεται,στον σπασμό σου που ξεσκίζει τις ιδεοληψίες και τις αράχνες τους… Μια νύχτα μαζί σου πυκνή όσο ο σπόρος του παγκόσμιου μια ώρα πριν τη γένεσή του. Μια νύχτα μαζί σου αστραφτερή σαν αστραπή του Ολύμπου. Μια νύχτα μαζί σου ηδονική σαν τη πτώση απ’ του Παράδεισου το ξέφωτο στην εξορία του Αδάμ που δεν τελειώνει… Για μια νύχτα όλα τα παραπετώ,τα καταπατώ,τα περιφρονώ και τα μισώ γιατί είναι μονάχα εμπόδια στην ακράτητη λαχτάρα μου να σ’ αγκαλιάσω. Βιάζομαι να σε ξαναβρώ όπως το έμβρυο βιάζεται άμα ξεκινήσουν οι ωδίνες να εξωθηθεί απ’ τη μήτρα.

Βιάζομαι να βγω στο φως,φως μου…‘Οχι λοιπόν δεν γίνεται να τελειώσεις εσύ για μένα,εγώ θα τελειώσω για σένα και πάνω σου. Σαν ηλεκτρικός λαμπτήρας που θα λάμψει όλη του τη λάμψη και θα καεί. Αυτός είναι ο ρόλος μου στο σχέδιο του κόσμου,ο μόνος,γι’ αυτό τον αποζητώ έτσι επιτακτικά… Για μια νύχτα μαζί σου όλα μου τα φουκαριάρικα κατορθώματα εδώ ευχαρίστως τα θυσιάζω.Υπομονές, πρακτικές, προσευχές, ασκητικές, ησυχασμούς, εγκράτειες, ανακαλύψεις και αποκαλύψεις, τα βράζω. Χειροπιαστός είναι ο κόσμος μάτια μου.

Χειροπιαστός σαν το γλυκό σου δέρμα και κανείς δε στέκεται πάνω σε νεφέλες,κανείς δεν περπατά πάνω σε νερά… Κι αν πάλι δε συμφωνήσεις μ’ όλα τούτα,θα πέσω και θα σε ικετέψω, για μια νύχτα άφησέ με να σ’ αποκτήσω ξανά,να ενωθώ μαζί σου κι ύστερα άλλο τίποτα δε θα ζητήσω…

Μια νύχτα έρωτα κι ύστερα ας χαθώ στη σκοτεινιά του τίποτα,του χωρίς εσένα.
Θ’ αναπαυθώ εν ειρήνη μια κι όλα θα τ’ αποκτήσω και θα τα ζήσω σε μια νύχτα… Σ’ αγαπω κι αγαπώντας σε, σε περιέχω,σε έχω αφού είμαι από σένα και μαζί σου κι όπου κι αν είμαι έρχεσαι… Είμαστε στο παντού και στο πάντα τώρα που σ’ αγάπησα κι η αγάπη μας κάνει αδιαίρετους….

Επιστημονική Επανάσταση

Επιστημονική ΕπανάστασηΗ επιστημονική επανάσταση ήταν μια περίοδος κατά την οποία νέες ιδέες στην φυσική, την αστρονομία, την βιολογία, την ανατομία, την χημεία και άλλες επιστήμες οδήγησαν στην απόρριψη δογμάτων που κυριάρχησαν από την Αρχαιότητα και καθ” όλο τον Μεσαίωνα, και οδήγησαν στην θεμελίωση της σύγχρονης επιστήμης.

Παραδοσιακά, έναρξη της επιστημονικής επανάστασης θεωρείται το 1543, οπότε και δημοσιεύτηκαν δύο βιβλία που άλλαξαν την πορεία της επιστήμης. Ήταν το De revolutionibus orbium coelestium του Νικόλαου Κοπέρνικου, στο οποίο εισήγαγε την θέση ότι η Γη κινείται γύρω από τον Ήλιο, και το De humani corporis fabrica του Ανδρέα Βεσάλιου. Κορύφωση της επιστημονικής επανάστασης ήταν η δημοσίευση του Philosophiae Naturalis Principia Mathematica από τον Ισαάκ Νεύτωνα το 1687.

Άλλες σημαντικές εξελίξεις σε αυτή την περίοδο έγιναν από τους Γαλιλαίο Γαλιλέι, Έντμουντ Χάλλεϋ, Κρίστιαν Χόυχενς, Τυχό Μπραχέ, Γιοχάνες Κέπλερ, Γκότφριντ Λάιμπνιτς και Μπλεζ Πασκάλ. Στην φιλοσοφία, κύριες συνεισφορές ήταν των Φράνσις Μπέικον, Ρενέ Ντεκάρτ, Τόμας Χομπς.

Η «επιστήμη» μέχρι την Αναγέννηση
Η φυσική φιλοσοφία που κυριάρχησε σε όλο τον Μεσαίωνα, κατά μεγάλο μέρος είχε κληρονομηθεί από την Αρχαιότητα. Η μέθοδος εξήγησης των φαινομένων ήταν μια καθαρά διανοητική διεργασία, στην οποία εκπονούνταν μια γενική θεωρία που ικανοποιούσε την λογική και η οποία δεν ερχόταν σε σημαντική αντίθεση με τα ίδια τα φαινόμενα. Χαρακτηριστικό σημείο της προσέγγισης του «σώζειν τα φαινόμενα» ήταν το Πτολεμαϊκό γεωκεντρικό σύστημα. Στηριζόμενο στον αφελή εμπειρισμό της άμεσης παρατήρησης, για την σωτηρία των φαινομένων επέβαλλε θεωρητικές και «επί τούτω» υποθέσεις επί των πραγματικών εμπειρικών δεδομένων.

Προς την επανάσταση
Ο νομιναλισμός απέρριψε την τελολογική ερμηνεία της φύσης και τον σχολαστικισμό, υπέρ της χρήσης εμπειρικών δεδομένων αντί εννοιών χωρίς πραγματική υπόσταση. Επάνω σε αυτή την αρχή, και με την χρήση εμπειρικών παραδειγμάτων, αμφισβητήθηκε η αριστοτελική θεωρία για την κίνηση, αν και ούτε οι νεώτερες θεωρίες, όπως η διατύπωση του impetus από τον Μπουριντάν, ήταν ικανές να εξηγήσουν την εμπειρική παρατήρηση.

Ο Νικολά Ορέμ διατύπωσε την ιδέα ότι τα φαινόμενα θα παρατηρούνταν με τον ίδιο τρόπο, είτε η Γη κινούνταν γύρω από τον Ήλιο είτε το αντίθετο. Ο Ορέμ εγκατέλειψε τη θεωρία του για θεολογικούς λόγους, καθώς το γεωκεντρικό μοντέλο ταίριαζε με τις Γραφές και την εξ αποκαλύψεως αλήθεια. Ωστόσο επικράτησε ένας συμβιβασμός ανάμεσα στη φυσική και τη θεολογική φιλοσοφία. Σύμφωνα με τον συμβιβασμό αυτό, τον λεγόμενο «διπλή αλήθεια», ήταν αποδεκτή η διερεύνηση των φαινομένων από ένα στοχαστή και η διαμόρφωση λογικών συμπερασμάτων τα οποία μπορεί να αντίκεινται στο παραδοσιακό μοντέλο, αλλά ο στοχαστής δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι αυτά τα λογικά συμπεράσματα αναπαριστούν την πραγματική υπόσταση των φαινομένων.

Αποφασιστική ήταν και η συμβολή του πανεπιστημίου της Πάδοβας. Εκεί καλλιεργήθηκε η «ευρετική διαδικασία». Η ευρετική διαδικασία χρησιμοποιεί την μέθοδο της αναγωγής για την παραγωγή συμπερασμάτων. Αποτελείται από δύο πτυχές, την ανάλυση και την σύνθεση. Κατά την ανάλυση διασπάται ένα φαινόμενο στα απλά του στοιχεία για να βρεθούν τα αίτιά του, και κατά την σύνθεση αντιστρέφεται η πορεία και τα πρότερα συμπεράσματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εξήγηση όλων των αντίστοιχων φαινομένων που απορρέουν από τα ίδια αίτια.

Μαθηματικοποίηση της φύσης
Η μαθηματικοποίηση της φύσης ήταν η αντίληψη ότι οι μαθηματικές θεωρίες αποκαλύπτουν το πώς είναι πραγματικά ο κόσμος, και όχι ότι είναι απλώς εργαλεία υπολογιστικού χαρακτήρα. Απαρχή της μαθηματικοποίησης της φύσης ήταν ο ισχυρισμός του Κοπέρνικου ότι η θεωρία του ήταν αληθής αφού αποδεικνύονταν από τους μαθηματικούς υπολογισμούς του. Ο Τύχω Μπράχε συνέλεξε πολλές παρατηρήσεις, ενώ ο Κέπλερ βελτίωσε το Κοπερνίκειο μοντέλο, διατυπώνοντας νόμους που βασίζονταν σε μαθηματικούς υπολογισμούς.

Επιπλέον ώθηση στην μαθηματικοποίηση της φύσης έδωσαν ο Γαλιλαίος και ο Καρτέσιος. Αμφότεροι διέκριναν πρωταρχικές και δευτερεύουσες ιδιότητες στην ύλη, από τις οποίες οι πρώτες μπορούν να εκφραστούν μαθηματικά. Έτσι, κάθε φυσική κατάσταση μπορεί να αναπαρασταθεί από μια μαθηματική οντότητα. Ο Ντεκάρτ επιπλέον απέδειξε την δυνατότητα αλγεβρικής έκφρασης των γεωμετρικών σχημάτων, θεμελιώνοντας την αναλυτική γεωμετρία που έδωσε ακόμη μεγαλύτερη ώθηση στην μαθηματικοποίηση της φύσης.

Επανάσταση στην κίνηση
Τον συμβιβασμό της διπλής αλήθειας αρνήθηκε ο Κοπέρνικος όταν δημοσίευσε το έργο του όπου διακήρυξε πως η κίνηση του ήλιου είναι μια ψευδαίσθηση, και στην πραγματικότητα η Γη κινείται γύρω από τον Ήλιο. Ο Κοπέρνικος ήταν πεπεισμένος ότι το ηλιοκεντρικό μοντέλο και η κοσμολογία που δημιούργησε ήταν η πραγματική φυσική υπόσταση των πραγμάτων, και όχι απλώς μια νοητικά ορθή θεωρητική πιθανότητα.

Ο Κοπέρνικος στήριξε το ηλιοκεντρικό μοντέλο σε μαθηματικές μετρήσεις. Στα επόμενα χρόνια νέες αστρονομικές παρατηρήσεις από τον Τύχω Μπράχε και τον Κέπλερ, ενίσχυσαν, διόρθωσαν και επιβεβαίωσαν την φυσική πραγματικότητα της νέας κοσμολογίας. Επιπλέον παρατηρήσεις που έκανε ο Γαλιλαίος με ένα νέο όργανο, το τηλεσκόπιο, ανέτρεψαν την διάκριση μεταξύ υποσελήνιου και υπερσελήνιου χώρου. Ακολούθως ο Γαλιλαίος υποστήριξε δημόσια το ηλιοκεντρικό σύστημα, αν και υπό την επιρροή του πλατωνισμού και πυθαγορισμού, χωρίς να υιοθετήσει τις ελλειπτικές τροχιές που πρότεινε ο Κέπλερ. Είχε όμως υπερασπιστεί τα συμπεράσματά του στηριζόμενος στην εμπειρική παρατήρηση για την θεμελίωσή τους. Ο ίδιος τόνισε ότι τα συμπεράσματα του Αριστοτέλη ήταν διαφορετικά επειδή δεν είχε κάνει τις ίδιες παρατηρήσεις.

Οργάνωσε μια συστηματική σειρά πειραμάτων, που τον οδήγησαν να καταρρίψει την πρωταρχική παραδοχή της κίνησης κατά τον Αριστοτέλη, ότι η ταχύτητα της ελεύθερης πτώσης των σωμάτων είναι συνάρτηση του βάρους τους. Διαψεύδοντας την αριστοτελική θεωρία, διατύπωσε την αρχή της ομοιόμορφης επιτάχυνσης των σωμάτων. Συμπληρώνοντας αυτή την ανακάλυψη, διατύπωσε αναστρέφοντας ριζικά την αριστοτελική οντολογική φύση των σωμάτων, ότι προορισμός κάθε σώματος είναι να κινείται ή να είναι ακίνητο, εκτός και αν ενεργήσει πάνω του μια εξωτερική δύναμη. Μετά από αυτές τις διατυπώσεις έγινε δυνατό να εξηγηθεί και η παραβολική τροχιά των βλημάτων, που δεν ήταν δυνατό να εξηγήσει ο Μπουριντάν.

Καινοτομία του Γαλιλαίου ήταν να ερμηνεύσει την ανάλυση και την σύνθεση όχι μόνο ως λογικές, αλλά και ως εμπειρικές διαδικασίες. Δημιούργησε έτσι μια νέα προσέγγιση των προβλημάτων, υπάγοντας τον μαθηματικό λόγο στην αισθητή εμπειρία. Στην διατύπωση της μεθοδολογίας του, αξίωσε επίσης ότι η φύση είναι ένα σύστημα μαθηματικής αρμονίας. Για την κατασκευή νοητικών μοντέλων για την δομή της φύσης, ανέλυε μαθηματικά την εμπειρία, έχοντας απορρίψει τα ενδεχομενικά στοιχεία που δεν συμμετέχουν στην μαθηματική νομοτέλεια. Επίσης εξέταζε από τις ιδιότητες των σωμάτων, αυτές μόνο που μπορούν να εκφραστούν ποσοτικά.

Ο Καρτέσιος, αναπτύσσοντας μια εναλλακτική μεθοδολογία υποστήριξε, απορρίπτοντας την εμπειρία, ότι μόνο κριτήριο για την γνώση είναι η απόλυτη βεβαιότητα για την αλήθεια των προτάσεών μας. Βάση της μεθοδολογίας του είναι η λογική παραγωγή και η αξιωματική μέθοδος των μαθηματικών που βασίζεται στην διανοητική ενόραση. Η εφαρμογή της καρτεσιανής μεθόδου κατακύρωσε το μηχανιστικό κοσμοείδωλο και ορισμένες θεωρίες: το ότι κάθε σώμα έχει έκταση, το ότι δεν υπάρχει κενό, και το ότι η κίνηση επιτελείται μόνο μέσα από την άμεση σύγκρουση ή επαφή ενός σώματος με ένα άλλο. Το καρτεσιανό σύστημα ικανοποιούσε την μηχανιστική αντίληψη για το σύμπαν και αρκετές επιστημονικές αρχές, και κατέστη κυρίαρχο μέχρι την κατάρριψή του από τον Νεύτωνα.

Νευτώνεια σύνθεση
Αποκλίνοντας από το καρτεσιανό πλαίσιο, στους κόλπους της Βασιλικής Εταιρείας του Λονδίνου καλλιεργήθηκε μια τάση πειραματικής προσέγγισης των φαινομένων. Υπό τις ίδιες αντιλήψεις, ο Νεύτων διατύπωσε την θέση ότι οι μεταφυσικοί διαλογισμοί μπορούσαν να καθοδηγήσουν την ευρετική αλλά όχι και να αποδείξουν την αλήθεια μιας επιστημονικής θεωρίας. Η πειραματική μέθοδος κατά τον Νεύτωνα, ορίζει ότι η ανάλυση πρέπει να προηγείται της σύνθεσης. Η ανάλυση συνίσταται στην πραγματοποίηση πειραμάτων και παρατηρήσεων, και στην συναγωγή γενικών συμπερασμάτων δια της επαγωγής.

Αντί να αναλύει ένα πρόβλημα μαθηματικά σε απλές έννοιες και με την λογική να παράγει δευτερογενείς αλήθειες βασισμένες σε αξιώματα όπως ο Καρτέσιος, ο Νεύτωνας πορεύτηκε με την επαγωγική γενίκευση της εμπειρίας προς την υπαγωγή ευρύτερων φαινομένων στην εξήγηση που απορρέει από τις γενικεύσεις του. Απέρριψε λοιπόν τις μεταφυσικές υποθέσεις που στηρίζονταν σε ανεπαρκή εμπειρικά θεμέλια, και επιδόθηκε στην παραγωγή θεωρητικών προτάσεων που βγαίνουν από την συστηματική παρατήρηση και οι οποίες είναι συνεχώς υπό αίρεση.

Με το κοσμοϊστορικό έργο του, Principia Mathematica, ο Νεύτων διατύπωσε τρεις νόμους της κίνησης. Πρώτον, ο νόμος της αδράνειας, δηλαδή κάθε σώμα παραμένει στην κατάσταση ηρεμίας ή ευθύγραμμης ομαλής κίνησης εκτός και αν ασκηθεί πάνω του μια δύναμη. Δεύτερον, η συνισταμένη των δυνάμεων που ασκούνται σε ένα σώμα, ισούται με το ρυθμό μεταβολής της ορμής του σώματος. Τρίτον, σε κάθε δράση υπάρχει μια ίση αντίδραση. Συνοψίζοντας, διατύπωσε το νόμο της παγκόσμιας έλξης, ότι υπάρχει η δύναμη της βαρύτητας που δρα εξ αποστάσεως.

Ο Νεύτων με την θεωρία της βαρύτητας, μπόρεσε να ενώσει τους νόμους του Κέπλερ με την μηχανική του Γαλιλαίου σε ένα ενιαίο μαθηματικό πλαίσιο με εφαρμογή σε κάθε αντικείμενο της φυσικής. Το πλέγμα γενικών νόμων που διατύπωσε επέτρεψε στην παραγωγή προβλέψεων για τα φυσικά φαινόμενα, επιβεβαιώνοντας το εξηγητικό τους πλαίσιο. Αυτό έδωσε ώθηση στην αιτιοκρατική σκέψη (ντετερμινισμό).

Επανάσταση στην ανατομία
Η ιατρική κατά τον μεσαίωνα βασιζόταν κυρίως στην γνώση ενός συνόλου καθολικών νόμων, βασισμένων σε ένα πλαίσιο πρώτων αρχών όπως απέρρεαν από τις ιδέες του Αριστοτέλη, του Γαληνού και του Αβικέννα. Η θέση του Γαληνού στην ιατρική ήταν αντίστοιχη με την θέση του Αριστοτέλη στην φυσική. Θεωρούσε την τελεολογία ως το μονοπάτι που οδηγεί στην κατανόηση.
Οι ανατομές γίνονταν με σκοπό να δουν το πως είναι φτιαγμένο το σώμα και όχι για να το υποβάλλουν σε ανάλυση. Οι ανατόμοι ήταν πεπεισμένοι ότι ο Γαληνός είχε περιγράψει το σώμα με ακρίβεια. Θεωρούσαν απλές διαταραχές στο συγκεκριμένο σώμα οποιοδήποτε εύρημά τους που διαφοροποιούνταν προς τις γενικές παραδοχές, και προσάρμοζαν τα ευρήματά τους στο μοντέλο του Γαληνού, αντί να επωφεληθούν από την ευκαιρία για να τροποποιήσουν τις πεποιθήσεις τους.

Ο Ανδρέας Βεσάλιος, θεμελιωτής της σύγχρονης ανατομίας, ερεύνησε συστηματικά το ανθρώπινο σώμα με ανατομές και εξέδωσε το έργο του ανασκευάζοντας αρκετά από τα λάθη του Γαληνού στις περιγραφές των οργάνων. Έδωσε βάση στην προσωπική παρατήρηση και την λεπτομέρεια, αλλά δεν προχώρησε στην ρήξη με το γαληνικό πλαίσιο.

Ο Ουίλλιαμ Χάρβεϋ δεν συνέχισε απλώς το έργο των προηγούμενων, αλλά απέδειξε με το πείραμα και την παρατήρηση ένα συμπέρασμα εντελώς αντίθετο με την γαληνική παραδοχή για την ροή του αίματος και την φυσιολογία της καρδιάς. Ανακάλυψε την κυκλοφορία του αίματος, με μεθοδολογία που συνδυάζει την εκτεταμένη χρήση της συγκριτικής ανατομικής μεθόδου, με ποσοτική και μαθηματική προσέγγιση των παρατηρήσεων και πειραμάτων που διεξήγαγε σε εξαιρετικά ευρεία κλίμακα. Με ποσοτικούς υπολογισμούς απέδειξε ότι το αίμα που περνά από την καρδία σε ορισμένο χρόνο, είναι περισσότερο από την συνολική ποσότητα αίματος μέσα στο σώμα. Με ανατομικές έρευνες έδειξε την δομή των καρδιακών βαλβίδων, την απουσία πόρων στο διάφραγμα και την διέλευση αίματος από τους πνεύμονες. Με πειράματα απέδειξε ότι το αίμα ρέει προς μόνο μία κατεύθυνση.

Βασική καινοτομία του Χάρβεϋ ήταν ότι βάσισε την αλήθεια των ερευνών του στον εμπειρισμό του, με εστίαση στην παρατήρηση, τον πειραματισμό και την ποσοτικοποίηση σύμφωνα με τις αρχές της νέας επιστήμης, χωρίς να καταφύγει στην εκ των προτέρων προϋπόθεση της αλήθειας μιας θεωρίας. Στην περίπτωση του Χάρβεϋ η προσοχή του οδηγήθηκε από ανεπιβεβαίωτες οντολογικές παραδοχές, αλλά η διαφορά του με άλλους με τους οποίους συμμεριζόταν τις ίδιες παραδοχές, ήταν ότι ο ίδιος τις υπέβαλλε σε εμπειρικό έλεγχο. Ωστόσο, παρέμεινε πιστός στον αριστοτελισμό και στο σύστημα αναλογιών προς την φύση.

Χρησιμοποιώντας την περιγραφή της κυκλοφορίας του αίματος από τον Χάρβεϋ, ο Καρτέσιος ανέπτυξε μια δυϊστική μηχανιστική φυσιολογία, στην οποία ένταξε την κυκλοφορία του αίματος στην περιγραφή του ανθρώπινου σώματος, ως ενός πλήρους μηχανικού συστήματος. Η καρτεσιανή θεωρία διαμόρφωσε την λεγόμενη ιατρομηχανική κατεύθυνση, στην οποία τα φαινόμενα ερμηνεύονται ως ανωμαλίες στην κίνηση των υγρών του σώματος και αντιμετωπίζονται με μηχανικές ρυθμίσεις.

Η προσφορά του Καρτέσιου ήταν ότι υποστήριξε την θεωρητική ιδέα ότι το σώμα είναι μια μηχανή και όλες οι λειτουργίες του μπορούν να εξηγηθούν με τις αρχές και τους νόμους που ισχύουν γενικά στην φύση. Τόσο η ιατροχημική, όσο και η ιατρομηχανική κατεύθυνση εντάσσονται οντολογικά και μεθοδολογικά στο μηχανοκρατικό δυϊστικό μοντέλο του Καρτέσιου. Ιδίως μεθοδολογικά, σε αυτό το μοντέλο τα επιχειρήματα συγκροτούνται παραγωγικά με στήριξη σε ένα κλειστό σύστημα γενικών αρχών. Η αναζήτηση ενός πλήρους υπόβαθρου για κάθε γενίκευση, δεν συμβάδιζε με το πνεύμα της νέας επιστήμης, και έτσι, μέχρι τον 18ο αιώνα, δεν έγινε δυνατό να συγκροτηθεί μια ενιαία βασική θεωρία πάνω στο καρτεσιανό πλαίσιο.

Το ζήτημα της συνέχειας της επιστήμης
Ο ιστορικός της επιστήμης Alistair C. Crombie υποστηρίζει ότι η επιστημονική επανάσταση ήταν η έντονη βελτίωση των πειραματικών και μαθηματικών μεθόδων. Χαρακτηριστικό της νεότερης επιστήμης είναι η πειραματική μεθοδολογία, και αυτή ήταν δημιούργημα του ύστερου Μεσαίωνα. Αντίθετα, κατά τον Alexandre Koyré, το κύριο χαρακτηριστικό δεν ήταν η μεθοδολογία, αλλά η αλλαγή στο μεταφυσικό επίπεδο, η αναμόρφωση του τρόπου σκέψης και η προσέγγιση της θεωρίας με διαφορετικό τρόπο.

Οι φυσικοί φιλόσοφοι του Μεσαίωνα υπέβαλαν την αριστοτελική φιλοσοφία σε έλεγχο, είτε για λόγους θεολογικούς, είτε επειδή αδυνατούσε να εξηγήσει ικανοποιητικά τον κόσμο όπως γίνονταν αντιληπτός. Ωστόσο, οι βασικές αριστοτελικές αρχές δεν αποκηρύχθηκαν, η κριτική στην αριστοτελική φιλοσοφία αφορούσε μόνο συγκεκριμένα σημεία και όχι το σύνολό της. Αλλά αυτό το κλίμα κριτικής, προετοίμασε την γενικότερη κριτική που οδήγησε στην κατάρριψη του Αριστοτέλη κατά την νεώτερη περίοδο.

Οι επιστήμονες του 17ου αιώνα απέρριψαν τα βασικά στοιχεία της αριστοτελικής μεταφυσικής και αναβίωσαν και επαναδιατύπωσαν την σωματιδιακή φιλοσοφία των αρχαίων ατομικών. Αυτή ήταν μια ριζική εννοιολογική αλλαγή που ανέτρεψε την φιλοσοφία δύο χιλιετιών. Αυτό οδήγησε στον υποβιβασμό των αισθητών ιδιοτήτων σε δευτερογενείς ιδιότητες, και στην απόρριψη της αριστοτελικής τελεολογίας. Επίσης, οδήγησε στην μετακίνηση της προσοχής από τις αριστοτελικές ποιότητες στις γεωμετρικές ιδιότητες των σωμάτων, κάτι που ενθάρρυνε την εφαρμογή των μαθηματικών στην φυσική. Από την άλλη, η προτεραιότητα που έδινε ο Καρτέσιος στον μαθηματικό λογισμό έναντι της εμπειρίας κατέληξε σε ένα ορθολογικό δογματισμό, και μια επιστήμη βασισμένη σε υποθέσεις.

Η ανάλυση που έκανε ο Γαλιλαίος στην κίνηση των σωμάτων, ήταν σε μεγάλο βαθμό επεξεργασία των αρχών και θεωρημάτων που διατυπώθηκαν τον 14ο αιώνα. Όπως αναφέρει ο Crombie, o Κέπλερ και ο Γαλιλαίος διατυπώνοντας νέα επιχειρήματα για την κίνηση της Γης, δεν μπόρεσαν να δουν παρά μόνο τμήματα της συνολικής εικόνας κι έτσι δεν μπόρεσαν να πείσουν τους συγχρόνους τους. Ο Νεύτων αντίθετα, κατάφερε να αποδείξει ότι τα επιχειρήματά του ήταν ακαταμάχητα στο πλαίσιο ενός συστήματος παγκόσμιου, το οποίο ελέγχθηκε πειραματικά.

Οι παρατηρήσεις του Γαλιλαίου από μόνες τους δεν ήταν ικανές να ανατρέψουν ολόκληρο το κοσμολογικό σύστημα. Αυτό που ήταν απαραίτητο, ήταν η μεταβολή στους τρόπους με τον οποίο γινόταν κατανοητός ο φυσικός κόσμος. Αυτή η μεταβολή, αποκαλούμενη από τον Thomas Kuhn «αλλαγή παραδείγματος», σφραγίστηκε από την κατανόηση της φύσης ως ένα μηχανικό σύστημα. Η επιστήμη πλέον εξετάζει και βγάζει συμπεράσματα μόνο με την εμπειρική παρατήρηση και την μαθηματική περιγραφή των πραγμάτων, χωρίς να παρασύρεται σε ποιοτικές και τελολογικές αντιλήψεις.