Παρασκευή 20 Μαΐου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (24.322-24.388)

Σπερχόμενος δ᾽ ὁ γεραιὸς ἑοῦ ἐπεβήσετο δίφρου,
ἐκ δ᾽ ἔλασε προθύροιο καὶ αἰθούσης ἐριδούπου.
πρόσθε μὲν ἡμίονοι ἕλκον τετράκυκλον ἀπήνην,
325 τὰς Ἰδαῖος ἔλαυνε δαΐφρων· αὐτὰρ ὄπισθεν
ἵπποι, τοὺς ὁ γέρων ἐφέπων μάστιγι κέλευε
καρπαλίμως κατὰ ἄστυ· φίλοι δ᾽ ἅμα πάντες ἕποντο
πόλλ᾽ ὀλοφυρόμενοι ὡς εἰ θάνατόνδε κιόντα.
οἱ δ᾽ ἐπεὶ οὖν πόλιος κατέβαν, πεδίον δ᾽ ἀφίκοντο,
330 οἱ μὲν ἄρ᾽ ἄψορροι προτὶ Ἴλιον ἀπονέοντο,
παῖδες καὶ γαμβροί, τὼ δ᾽ οὐ λάθον εὐρύοπα Ζῆν
ἐς πεδίον προφανέντε· ἰδὼν δ᾽ ἐλέησε γέροντα,
αἶψα δ᾽ ἄρ᾽ Ἑρμείαν, υἱὸν φίλον, ἀντίον ηὔδα·
«Ἑρμεία, σοὶ γάρ τε μάλιστά γε φίλτατόν ἐστιν
335 ἀνδρὶ ἑταιρίσσαι, καί τ᾽ ἔκλυες ᾧ κ᾽ ἐθέλῃσθα,
βάσκ᾽ ἴθι, καὶ Πρίαμον κοίλας ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν
ὣς ἄγαγ᾽, ὡς μήτ᾽ ἄρ τις ἴδῃ μήτ᾽ ἄρ τε νοήσῃ
τῶν ἄλλων Δαναῶν, πρὶν Πηλεΐωνάδ᾽ ἱκέσθαι.»
Ὣς ἔφατ᾽, οὐδ᾽ ἀπίθησε διάκτορος Ἀργειφόντης.
340 αὐτίκ᾽ ἔπειθ᾽ ὑπὸ ποσσὶν ἐδήσατο καλὰ πέδιλα
ἀμβρόσια χρύσεια, τά μιν φέρον ἠμὲν ἐφ᾽ ὑγρὴν
ἠδ᾽ ἐπ᾽ ἀπείρονα γαῖαν ἅμα πνοιῇς ἀνέμοιο·
εἵλετο δὲ ῥάβδον, τῇ τ᾽ ἀνδρῶν ὄμματα θέλγει
ὧν ἐθέλει, τοὺς δ᾽ αὖτε καὶ ὑπνώοντας ἐγείρει·
345 τὴν μετὰ χερσὶν ἔχων πέτετο κρατὺς Ἀργειφόντης.
αἶψα δ᾽ ἄρα Τροίην τε καὶ Ἑλλήσποντον ἵκανε,
βῆ δ᾽ ἰέναι κούρῳ αἰσυμνητῆρι ἐοικώς,
πρῶτον ὑπηνήτῃ, τοῦ περ χαριεστάτη ἥβη.
Οἱ δ᾽ ἐπεὶ οὖν μέγα σῆμα παρὲξ Ἴλοιο ἔλασσαν,
350 στῆσαν ἄρ᾽ ἡμιόνους τε καὶ ἵππους, ὄφρα πίοιεν,
ἐν ποταμῷ· δὴ γὰρ καὶ ἐπὶ κνέφας ἤλυθε γαῖαν.
τὸν δ᾽ ἐξ ἀγχιμόλοιο ἰδὼν ἐφράσσατο κῆρυξ
Ἑρμείαν, ποτὶ δὲ Πρίαμον φάτο φώνησέν τε·
«φράζεο, Δαρδανίδη· φραδέος νόου ἔργα τέτυκται.
355 ἄνδρ᾽ ὁρόω, τάχα δ᾽ ἄμμε διαρραίσεσθαι ὀΐω.
ἀλλ᾽ ἄγε δὴ φεύγωμεν ἐφ᾽ ἵππων, ἤ μιν ἔπειτα
γούνων ἁψάμενοι λιτανεύσομεν, αἴ κ᾽ ἐλεήσῃ.»
Ὣς φάτο, σὺν δὲ γέροντι νόος χύτο, δείδιε δ᾽ αἰνῶς,
ὀρθαὶ δὲ τρίχες ἔσταν ἐνὶ γναμπτοῖσι μέλεσσι,
360 στῆ δὲ ταφών· αὐτὸς δ᾽ ἐριούνιος ἐγγύθεν ἐλθών,
χεῖρα γέροντος ἑλὼν ἐξείρετο καὶ προσέειπε·
«πῇ, πάτερ, ὧδ᾽ ἵππους τε καὶ ἡμιόνους ἰθύνεις
νύκτα δι᾽ ἀμβροσίην, ὅτε θ᾽ εὕδουσι βροτοὶ ἄλλοι;
οὐδὲ σύ γ᾽ ἔδεισας μένεα πνείοντας Ἀχαιούς,
365 οἵ τοι δυσμενέες καὶ ἀνάρσιοι ἐγγὺς ἔασι;
τῶν εἴ τίς σε ἴδοιτο θοὴν διὰ νύκτα μέλαιναν
τοσσάδ᾽ ὀνείατ᾽ ἄγοντα, τίς ἂν δή τοι νόος εἴη;
οὔτ᾽ αὐτὸς νέος ἐσσί, γέρων δέ τοι οὗτος ὀπηδεῖ,
ἄνδρ᾽ ἀπαμύνασθαι, ὅτε τις πρότερος χαλεπήνῃ.
370 ἀλλ᾽ ἐγὼ οὐδέν σε ῥέξω κακά, καὶ δέ κεν ἄλλον
σεῦ ἀπαλεξήσαιμι· φίλῳ δέ σε πατρὶ ἐΐσκω.»
Τὸν δ᾽ ἠμείβετ᾽ ἔπειτα γέρων Πρίαμος θεοειδής·
«οὕτω πῃ τάδε γ᾽ ἐστί, φίλον τέκος, ὡς ἀγορεύεις.
ἀλλ᾽ ἔτι τις καὶ ἐμεῖο θεῶν ὑπερέσχεθε χεῖρα,
375 ὅς μοι τοιόνδ᾽ ἧκεν ὁδοιπόρον ἀντιβολῆσαι,
αἴσιον, οἷος δὴ σὺ δέμας καὶ εἶδος ἀγητός,
πέπνυσαί τε νόῳ, μακάρων δ᾽ ἔξ ἐσσι τοκήων.»
Τὸν δ᾽ αὖτε προσέειπε διάκτορος Ἀργειφόντης·
«ναὶ δὴ ταῦτά γε πάντα, γέρον, κατὰ μοῖραν ἔειπες.
380 ἀλλ᾽ ἄγε μοι τόδε εἰπὲ καὶ ἀτρεκέως κατάλεξον,
ἠέ πῃ ἐκπέμπεις κειμήλια πολλὰ καὶ ἐσθλὰ
ἄνδρας ἐς ἀλλοδαπούς, ἵνα περ τάδε τοι σόα μίμνῃ,
ἦ ἤδη πάντες καταλείπετε Ἴλιον ἱρὴν
δειδιότες· τοῖος γὰρ ἀνὴρ ὤριστος ὄλωλε
385 σὸς πάϊς· οὐ μὲν γάρ τι μάχης ἐπιδεύετ᾽ Ἀχαιῶν.»
Τὸν δ᾽ ἠμείβετ᾽ ἔπειτα γέρων Πρίαμος θεοειδής·
«τίς δὲ σύ ἐσσι, φέριστε, τέων δ᾽ ἔξ ἐσσι τοκήων;
ὥς μοι καλὰ τὸν οἶτον ἀπότμου παιδὸς ἔνισπες.»

***
Ανέβη ο γέρος σπουδακτά στο στιλβωτό θρονί του,
εκίνησε απ᾽ το πρόθυρο και απ᾽ την αυλήν τους ίππους.
Εμπρός του το τετράκυκλον αμάξι τα μουλάρια
325 τραβούσαν και ο συνετός το κυβερνούσε Ιδαίος·
οπίσ᾽ ο γέρος ράβδιζε διαβαίνοντας την πόλιν
τους ίππους του με ορμήν πολλήν· και όλ᾽ οι δικοί του εκλαίαν
κατόπι του, ως να πήγαινε εκείνος του θανάτου.
Και ότε απ᾽ την πόλιν έφθασαν στην πεδιάδα κάτω,
330 στην Ίλιον κείνοι εγύρισαν, τα τέκνα και οι γαμπροί του.
Και άμα τους είδε να φανούν εκεί στην πεδιάδα
ο μέγας Ζευς από ψηλά τον γέροντα ελυπήθη
κι ευθύς εστράφη στον Ερμήν, το αγαπητό παιδί του:
«Ερμή, που τόσον αγαπάς την συντροφιάν του ανθρώπου
335 όσο κανείς άλλος θεός, και ακούεις όποιον θέλεις,
κατέβα και τον Πρίαμον στων Αχαιών τα πλοία
οδήγα να μην τον ιδεί κανείς ή τον νοήσει
από τους άλλους Δαναούς, πριν φθάσει στον Πηλείδην».
Και άμα τον λόγον άκουσεν ο μέγας Αργοφόνος,
340 τα σάνδαλα εποδέθηκε τα ολόχρυσα, τα ωραία,
τ᾽ άφθαρτα που τον σήκωναν σαν άνεμος επάνω
στην γην όλην την άπειρον και στα θαλάσσια πλάτη,
το ραβδί πήρε που μ᾽ αυτό τα βλέμματα κοιμίζει
όποιου θνητού θελήσει αυτός και όποιον κοιμάτ᾽ εγείρει.
345 Μ᾽ αυτό στα χέρια πεταχτά στην άκρην του Ελλησπόντου,
στην Τροίαν έφθασ᾽ ο Ερμής και στην μορφήν ομοιώθη
με αγόρι γενεάς λαμπρής, πόχει το πρώτο χνούδι,
καιρός που η νιότη φαίνεται με όσην χάριν έχει.
Και αφού το μνήμα επέρασαν του Ίλου, εσταματήσαν
350 εις το ποτάμι, τ᾽ άλογα να πιουν και τα μουλάρια·
που ήδη απλώνονταν στην γην της νύκτας το σκοτάδι.
Και τον Ερμήν που εσίμωνεν εννόησεν ο κήρυξ,
και είπε προς τον Πρίαμον: «Ω Δαρδανίδη, σκέψου·
σκέψις εδώ χρειάζεται· βλέπ᾽ άνθρωπον κοντά μας,
355 θενά μας σφάξει άσφαλτα· κι ευθύς ας ανεβούμε
στ᾽ αμάξι σου να φύγομεν· ή και τα γόνατά του
πιάνοντας ας προσπέσομεν, ίσως μας ελεήσει».
Και ως τ᾽ άκουσεν ο γέροντας ζαλίσθη από τον τρόμον
και ορθές σ᾽ όλα τα μέλη του οι τρίχες σηκωθήκαν
360 κι έμεινε ακίνητος βουβός· ήλθε ο θεός σιμά του
και από το χέρι έπιασε τον γέροντα και του ᾽πε:
«Για πού, πατέρα, το κινάς με ίππους και μουλάρια
την θείαν νύκτα, οπού οι θεοί γλυκοκοιμούνται όλοι;
Και τους ανδρείους Αχαιούς ποσώς δεν εφοβήθης,
365 που εχθροί σου είναι θανάσιμοι και οπού σιμά τους έχεις;
Και αν απ᾽ αυτούς κανείς σε ιδεί μέσα στην μαύρην νύκτα,
τόσους να φέρεις θησαυρούς, τι θα αισθανθείς φαντάσου·
νέος δεν είσαι, γέροντας κι αυτός ο σύνοδός σου,
και αν πέσει επάνω σας κανείς, πώς θα του αντισταθείτε;
370 Αλλ᾽ από εμέ μη φοβηθείς και μάλιστα σιμά σου
θα σε φυλάξω, αν χρειασθεί, τι ομοιάζεις του πατρός μου».
Και τότε ο θείος Πρίαμος του απάντησεν ο γέρος:
«Αυτά τωόντι στέκονται, παιδί μου, όπως τα λέγεις,
αλλά για με κάποιος θεός το χέρι του έχει υψώσει,
375 που καλοσυναπάντητον μου έστειλε οδοιπόρον,
οποίος είσαι, θαυμαστός στην όψη και στο σώμα
και συνετός από γονείς, που τους καλοτυχίζω».
Και προς αυτόν ο μηνυτής απάντησε Αργοφόνος:
«Είναι καλά και φρόνιμα, ω γέρε, αυτά που είπες·
380 αλλ᾽ αυτό θέλω να μου ειπείς καλά να μου εξηγήσεις,
βγάζεις αυτούς τους θησαυρούς από την πόλιν έξω
εις τόπον ξένον να σταλούν, να είναι ασφαλισμένοι,
ή δειλιασμένοι αφήνετε την Ίλιον την αγίαν
όλοι, αφού ο πρώτος σας εχάθη πολεμάρχος
385 ο υιός σου, που τους Αχαιούς στην μάχην δεν φοβόνταν;»
Και ο γέρος του αποκρίθηκεν: «Ω θαυμαστέ, ποιος είσαι,
ποίοι θνητοί σ᾽ εγέννησαν, εσύ που τόσ᾽ ωραία
μου είπες για τον θάνατον του άμοιρου παιδιού μου;»

Πώς θα καταλάβετε αν έχετε όντως ενσυναίσθηση ή απλά κατανόηση απέναντι στα συναισθήματα των άλλων

Μήπως δείχνετε απλά κατανόηση στα συναισθήματα των άλλων χωρίς να έχετε ενσυναίσθηση;

Τον τελευταίο καιρό όλοι μιλούν λίγο παραπάνω γι’ αυτό που ορίζεται ως ενσυναίσθηση. Όλοι ξαφνικά μπορούμε να μπούμε στη θέση των προσώπων που απασχολούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο την επικαιρότητα αλλά κατά πόσο κάτι τέτοιο ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα;

Μήπως τελικά δείχνουμε απλά κατανόηση για όσα συμβαίνουν κι όχι ενσυναίσθηση που είναι η βασικότερη διάσταση της συναισθηματικής νοημοσύνης; Η ψυχοθεραπεύτρια Lucy Fry περιγράφει στο Stylist τις βασικές διαφορές. Η Αμερικανίδα ψυχίατρος και συγγραφέας του The Empath’s Survival Guide, Dr Judith Orloff από την άλλη, ορίζει τα άτομα με ενσυναίσθηση «ως υπερευαίσθητα και ικανά να αναγνωρίσουν και να κατανοήσουν στον απόλυτο βαθμό τα συναισθήματα των άλλων».

Κι όμως η ενσυναίσθηση είναι πολύ πιο σπάνια και υπάρχουν κάποια πολύ συγκεκριμένα πράγματα, σύμφωνα με τη Lucy Fry, που μαρτυρούν ότι είναι ένα από τα χαρακτηριστικά σου.

Τα άτομα με ενσυναίσθηση λοιπόν:

1. Χάνονται μέσα σε συναισθήματα

Οι περισσότεροι άνθρωποι νιώθουν ότι μπορούν να δουν μέσα από τα μάτια των άλλων και πράγματι το καταφέρνουν. Νιώθουν σε τέτοιο βαθμό τα συναισθήματα των άλλων που αρχίζουν και μπερδεύονται για το ποια είναι δικά τους και ποια των άλλων. Όλο αυτό επηρεάζει την ψυχική τους κατάσταση καθώς τα όρια εδώ είναι πολύ λεπτά. Ακριβώς γι΄αυτό, είναι πολύ σημαντικό να μάθουν να προστατεύουν τον εαυτό τους από έναν χείμαρρο συναισθημάτων από καταστάσεις που δεν είναι δικές τους.

2. Αντιλαμβάνονται συναισθήματα που οι άλλοι προσπαθούν να καταπιέσουν

Τα άτομα με ενσυναίσθηση μπορούν να καταλάβουν πότε οι άλλοι προσπαθούν να κρύψουν ή να καταπιέσουν τα συναισθήματά τους. Αν προσπαθείτε να το παίξετε χαρούμενοι μπροστά τους ενώ κάτι σας απασχολεί, θα το αντιληφθούν αμέσως και μάλιστα πριν από εσάς. Είναι ένα από τα βασικά τους χαρίσματα, το οποίο είναι αρκετά σπάνιο αλλά υπαρκτό.

3. Είναι υπερευαίσθητα σε θορύβους, στα φώτα, σε συναισθηματικές διακυμάνσεις των άλλων

Τα άτομα με ενσυναίσθηση έχουν ευαίσθητο νευρικό σύστημα. Αν για παράδειγμα κάποιος βγει εκτός ελέγχου και αρχίσει να φωνάζει, τότε τα ίδια θα επηρεαστούν από αυτή τη συμπεριφορά για τις επόμενες ώρες ή και μέρες. Είναι γενικά υπερευαίσθητα στα φώτα, στις μυρωδιές, στους θορύβους, ακόμη και στους ήχους όπως της μουσικής.

4. Είναι σε μια διαρκή διαδικασία μάθησης και εξέλιξης

Όταν ένα άτομο έχει ενσυναίσθηση, δεν δίνει συμβουλές και δεν προσφέρει απλόχερα λύσεις που δεν είναι εφικτές. Μπαίνει στη θέση του άλλου και κατανοεί τη συναισθηματική του κατάσταση σε βαθμό που άλλοι αδυνατούν. Σε έναν βαθμό, αυτό είναι κάτι που καλλιεργείται αλλά προϋπάρχει από την παιδική ηλικία καθώς είναι έμφυτο.

Όλα τα άλλα είναι απλή κατανόηση!

Τα συναισθήματα του ανθρώπου καθορίζουν την μοίρα του

Είναι πλέον δεδομένο ότι οι ανθρώπινες σχέσεις, είτε είναι ερωτικές, συντροφικές, φιλικές είτε επαγγελματικές, γίνονται όλο και δυσκολότερες με την πάροδο του χρόνου. Ο ενθουσιασμός της νεανικής ηλικίας έχει περάσει ανεπιστρεπτί, το πάθος σπανίζει, σχεδόν οι μισοί γάμοι οδεύουν στο διαζύγιο, η οικονομική ύφεση έχει επηρεάσει την καθημερινότητα και η ψηφιακή εποχή έχει αλλοτριώσει την συναισθηματική επαφή.

Ξεκινήσαμε την ζωή μας μέσα σε ένα στενό οικογενειακό περιβάλλον. Για κάποιους η οικογένεια ήταν ένα κουκούλι, γεμάτο αγάπη, στοργή, προστασία και ελευθερία για προσωπική ανάπτυξη, ακόμα και αν ζήσαν φτωχικά. Για κάποιους άλλους όμως, η οικογένεια ήταν σκληρή, απαιτητική, απολυταρχική, «αγαπούσε» μόνο το υπάκουο παιδί και αυτό υπό προϋποθέσεις, ενώ σε ακόμα χειρότερες περιπτώσεις η οικογένεια ήταν ο δυνάστης της παιδικής ψυχής. Εκεί λοιπόν ξεκίνησαν οι πρώτες συναισθηματικές απογοητεύσεις της ζωής. Είτε από την απώλεια των αγαπημένων προσώπων της οικογένειας, είτε από την «απώλεια» της παιδικής αθωότητας μέσα στην τοξική οικογένεια. Μεγαλώνοντας, στο περιβάλλον αυτό προστέθηκαν φίλοι, δάσκαλοι, έρωτες, συμφοιτητές και αργότερα συνεργάτες, γείτονες και πάει λέγοντας…

Μέσα σε αυτή την πορεία των ετών, ο καθένας έζησε πολλές χαρές: το πρώτο φλερτ, μια πρωτιά στο σχολείο, την επιτυχία στην σχολή της επιλογής του… αλλά και πολλές λύπες: την προδοσία ενός φίλου, την αποτυχία σε ένα αγώνισμα ή την ανεργία…

Ο εγκέφαλος παίζει ένα παράδοξο παιχνίδι. Έχει τη δύναμη αφενός να αναπολεί τις καλές στιγμές παροδικά και αφετέρου να βασανίζει το άτομο με τις συναισθηματικές δυσκολίες που έχει περάσει, χαράσσοντας τες βαθιά στη μνήμη και στην καρδιά, για μέρες ή και χρόνια.

Από τις νευροεπιστήμες γνωρίζουμε πως μια ομάδα νευρώνων, η αμυγδαλή που βρίσκεται κοντά στο εγκεφαλικό στέλεχος και θεωρείται μέρος του πρωτόγονου εγκεφάλου, εξειδικεύεται στα συναισθηματικά ζητήματα. Αποτελεί την έδρα κάθε πάθους και αν απομονωθεί από τον υπόλοιπο εγκέφαλο προκαλεί μια εντυπωσιακή ανικανότητα αντίληψης της συναισθηματικής αξίας των γεγονότων της ζωής, δηλαδή προκαλεί συναισθηματική τύφλωση. Η αμυγδαλή λειτουργεί ως αποθήκη συναισθηματικής και συγκινησιακής μνήμης που μπορεί να πάρει τον έλεγχο των πράξεων μας, πριν ακόμα ο σκεπτόμενος εγκέφαλος καταλήξει σε μιαν απόφαση, προκαλώντας παρορμητικές αντιδράσεις που υπερισχύουν της λογικής.

…Και κάπως έτσι τα συναισθήματα του κάθε ανθρώπου γίνονται η μοίρα του…

Μεγαλώνοντας λοιπόν, ο καθένας κουβαλά στην αμυγδαλή του όλα τα συναισθήματα που έχει βιώσει: απογοητεύσεις, εσωτερικά κίνητρα, παρορμήσεις, αχαλιναγώγητα ένστικτα, φοβίες από εμπειρίες και γεγονότα του παρελθόντος. Συναισθήματα που εξουσιάζουν όποιον αδυνατεί να τα αναγνωρίσει στο συνειδητό επίπεδο.

Τα χρόνια περνούν και ξαφνικά συνειδητοποιείς πως βαδίζεις προς το δεύτερο μισό αιώνα της ζωής σου, έχοντας κάνει παρορμητικά λάθη με μικρό ή μεγάλο κόστος. Κοιτάς στο παρελθόν και σκέπτεσαι όλες τις περιπτώσεις όπου θα μπορούσες να έχεις πράξει διαφορετικά ώστε σήμερα να είσαι περισσότερο ωφελημένος. Σίγουρα σκέφτεσαι κάτι που έκανες ή δεν έκανες, που είπες ή δεν είπες, που εγκατέλειψες ή δεν εγκατέλειψες ενώ έπρεπε… γιατί η αμυγδαλή σου αποφάσισε για εσένα πριν από εσένα!

Όμως αυτά ανήκουν στο χθες και το πιθανότερο είναι να μην μπορείς πλέον να τα αλλάξεις. Μπορείς όμως να αλλάξεις τον τρόπο που αντιδράς στον κατακλυσμό των συναισθημάτων σου σήμερα, ώστε να μην συνεχίσουν να ορίζουν τη ζωή σου και αύριο.

Ένα πρωταρχικό βήμα σε αυτή την αλλαγή αποτελεί η αυτοεπίγνωση. Η αναγνώριση ενός συναισθήματος την ώρα που δημιουργείται. Οφείλουμε στον αυτό μας να αναγνωρίσουμε τι νιώθουμε, να το ονομάσουμε και έπειτα να σκεφτούμε γιατί νιώθουμε έτσι και από αυτό πηγάζει. Με βάση τον Coleman, οι άνθρωποι που νιώθουν πιο σίγουροι με τα συναισθήματα τους διευθύνουν καλύτερα τη ζωή τους γιατί έχουν μεγαλύτερη επίγνωση των αποφάσεων που λαμβάνουν για τον εαυτό τους, από τον ποιο θα επιλέξουν για σύντροφο μέχρι ποιο επάγγελμα θα ασκήσουν.

Το δεύτερο βήμα είναι ο αυτοέλεγχος. Η χειραγώγηση των παρορμητικών συναισθημάτων και ο έλεγχος των αντιδράσεων. Υπάρχουν διάφορες τεχνικές για αυτό, η ευκολότερη ίσως είναι να μετρήσει κανείς ως το 10 παίρνοντας ήρεμες και βαθιές ανάσες και έπειτα αφού σκεφτεί λογικά να λάβει την απόφαση. Ένας άλλος τρόπος είναι το time-out, δηλαδή όταν αρχίσει ο κατακλυσμός των αρνητικών συναισθημάτων, ο αναστατωμένος ομιλητής ζητά τη διακοπή της συζήτησης μέχρι να ηρεμήσει. Μιλώντας ειλικρινά για το πως νιώθει, ζητά χρόνο για να χαλιναγωγήσει τα παρορμητικά του συναισθήματα και έπειτα θα επανέλθει.

Δεν είναι ντροπή, ούτε αγενές να πει κάποιος στον συνομιλητή του «συγγνώμη, αλλά δεν είμαι σε θέση να κάνω αυτή την κουβέντα τώρα, χρειάζομαι λίγο χρόνο να ηρεμήσω, να σκεφτώ λογικά και να αντιμετωπίσω το πρόβλημα αντικειμενικά». Αντιθέτως είναι μια ώριμη πράξη που δείχνει πως σεβόμαστε τον εαυτό μας και τον συνομιλητή μας γιατί επιθυμούμε έναν εποικοδομητικό διάλογο μακριά από παρορμήσεις και προκαταλήψεις.

Το τρίτο βήμα αποτελεί η αναζήτηση κινήτρων για τον εαυτό μας. Με απλά λόγια να αναλογιστούμε για ποιον λόγο πρέπει να καταστείλουμε τα αρνητικά μας συναισθήματα. Πρόκειται για την αιώνια μάχη μεταξύ της παρόρμησης και της καταστολής της, του Εκείνο και του Εγώ, της επιθυμίας και του αυτοελέγχου, της ικανοποίησης και της υπομονής. Οι άνθρωποι που έχουν την ικανότητα της αυτοκυριαρχίας, της καθυπόταξης της ανυπομονησίας, της χαλιναγώγησης της παρορμητικότητας και γενικά τον έλεγχο των αρνητικών συναισθημάτων τους τείνουν να είναι πιο αποτελεσματικού και παραγωγικοί σε ότι και αν κάνουν.

Η ικανότητα να αναστείλουμε αυτά τα ένστικτα και να βρούμε κίνητρα για τον εαυτό μας, έχουν την ρίζα τους στην πρώιμη παιδική ηλικία, από τότε που μπορέσαμε ή όχι να αντισταθούμε στη δεύτερη καραμέλα και συνεχίζουν να παρεμβαίνουν στην ζωή μας ως σήμερα, από το να διατηρήσουμε μια δίαιτα μέχρι να διακόψουμε το κάπνισμα. Ο μόνος τρόπος για να επιτύχουμε σε αυτό το βήμα, είναι η προσήλωση στον στόχο της ανταμοιβής, δηλαδή στην εξυπηρέτηση του απώτερου σκοπού που δεν είναι άλλος από το προσωπικό όφελος και την πνευματική ανάπτυξη.

Η ενσυναίσθηση είναι το τέταρτο βήμα της αλλαγής και αποτελεί την αναγνώριση των συναισθημάτων των άλλων. Αυτό που λέμε, να έρθουμε στη θέση του άλλου και να καταλάβουμε πως νιώθει την παρούσα στιγμή. Τα ενσυναισθαντικά άτομα, έχουν αναπτυγμένη δεκτικότητα και προσαρμοστικότητα που τα κάνει καλύτερους συντρόφους και επιτυχημένους επαγγελματίες στον τομέα των ανθρωπιστικών επαγγελμάτων. Για να αναπτύξει κάποιος –που δεν έχει γεννηθεί με αυτήν- την ενσυναίσθησή δεν είναι κάτι εύκολο. Απαιτεί πολλή μελέτη και προσωπική προσπάθεια μέσα από διάφορες τεχνικές. Στο εμπόριο υπάρχουν αρκετά βιβλία για αυτό το σκοπό, όπως υπάρχουν και αρκετά βίντεο στο διαδίκτυο.

Το πέμπτο και τελευταίο βήμα είναι η ικανότητα να αναπτύξει κανείς υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις. Το να μπορεί κάποιος να συσχετίζεται με ώριμο και υγιή τρόπο με τους συνανθρώπους του, να μπορεί να διαχειριστεί τα συναισθήματα τους, να διαθέτει κοινωνική παιδεία και επάρκεια, ευγένεια χαρακτήρα και καλοσύνη. Όσοι κατέχουν την τέχνη των διαπροσωπικών σχέσεων, διαπρέπουν σε ότι αφορά την ομαλή αλληλεπίδραση με τους άλλους και λάμπουν πάντα στο κοινωνικό στερέωμα. Από την άλλη, όσοι στερούνται αυτής οδηγούνται σε πολλαπλές αποτυχημένες σχέσεις, συχνά καταλήγουν μόνοι και χαρακτηρίζονται ως αναίσθητοι ή τοξικοί Αυτές οι δεξιότητες ωριμάζουν με την ηλικία αλλά και καλλιεργούνται.

Το κλειδί για αυτές είναι να μαθαίνει κανείς από τα λάθη του και να δοκιμάζει διαφορετικές λύσεις από τις πεπατημένες. Όπως λέει ο λαός «εκεί που φοβάσαι να πας θα βρεις την λύση». Στο εμπόριο υπάρχουν βιβλία που μπορούν να βοηθήσουν τον ενδιαφερόμενο στην ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων.

Εν κατακλείδι, όποιος μπορεί να ελέγξει τα συναισθήματα του μπορεί να καθορίσει την πορεία της ζωής του. Αν προσπαθήσεις να κυριαρχήσεις στους ανθρώπους έχει ήδη ηττηθεί. Για να βγεις κερδισμένος πρέπει να κυριαρχήσεις στα αρνητικά σου συναισθήματα και στις παρορμητικές τους αντιδράσεις.

Η μεγαλύτερη πρόκληση για την Ανθρωπότητα: Η επιβίωση της Γης

Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξουμε ότι τα δύο τελευταία χρόνια συνέβη το σηµαντικότερο γεγονός του 21ου αιώνα έως σήµερα, που ξεπέρασε ακόµα και τη µεγάλη οικονοµική ύφεση του 2008. Η ανθρωπότητα βρέθηκε αντιµέτωπη µε µια πανδηµία, την πρώτη σε ένα διάστηµα πέραν των 100 χρόνων.

Η επιστήµη θριάµβευσε, αλλά, όπως συµβαίνει σε όλα τα µεγάλα επιστηµονικά επιτεύγµατα, υπήρξε παραπληροφόρηση και πολλές επακόλουθες αποτυχίες στην πορεία. Θεωρώ πως, ως επί το πλείστον, το ευρύ κοινό απέκτησε µεγαλύτερη κατανόηση και εκτίµηση για τον κεντρικό ρόλο της επιστήµης για την ανάπτυξη και, ειδικότερα, για την επιβίωση του ανθρώπινου πολιτισµού όπως τον γνωρίζουµε. Και δεν διαθέτουµε “ούτε λεπτό για χάσιµο”.

Η νέα και σηµαντικότερη πρόκληση στο κατώφλι της ανθρωπότητας είναι εκείνη της Κλιµατικής Αλλαγής του πλανήτη. Παρά το γεγονός πως η αναγνώριση του ανθρωπογενούς παράγοντα στη δηµιουργία και εξέλιξη του φαινοµένου πραγµατοποιήθηκε στα µέσα της δεκαετίας του 1970, τα επιστηµονικά δεδοµένα ήταν ανεπαρκή, οι επικριτές ήταν πολλοί και οι οικονοµικές και κοινωνικές επιπτώσεις για τις απαραίτητες διορθωτικές ενέργειες, στον βαθµό που εκείνες θα µπορούσαν να εκτιµηθούν, ήταν πολύ οδυνηρές για να τις αναλογιστούµε. Ακολούθησαν, έτσι, τέσσερις δεκαετίες όπου το ζήτηµα έλαβε διαστάσεις πολιτικής εκµετάλλευσης, κάτι που ισχύει ακόµα και σήµερα, π.χ. η “κινεζική απάτη” (και άλλα παρόµοια επίθετα) σε κάθε γωνιά της Γης. Η δηµοσίευση της έκθεσης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιµατική Αλλαγή του ΟΗΕ στις 6 Αυγούστου (https://www.ipcc.ch/report/sixth-assessment-report-working-group-i/), µε τίτλο “Climate Change 2021: The Physical Science Basis”, βάζει ένα τέλος στις αµφιβολίες για την ορθότητα της επιστηµονικής βάσης. Επιπλέον, ποικίλα κατακλυσµιαία γεγονότα, από καταστροφικές πληµµύρες έως ανεξέλεγκτες πυρκαγιές και υψηλές θερµοκρασίες-ρεκόρ σε κάθε γωνιά της Γης, θα πρέπει να πείσουν όσους/-ες διατηρούν ακόµη αµφιβολίες ότι η παγκόσµια θέρµανση ή “Κλιµατική Κατάρρευση” (όρος που εισήχθη από τον Yuval Harari) είναι µια πραγµατικότητα, είναι εδώ για να µείνει, και µπορεί µόνο να γίνει χειρότερη.

Οφείλουµε, συνεπώς, να αναρωτηθούµε: Πώς θα αντιδράσει η ανθρωπότητα σε αυτή την υπαρξιακή απειλή για την επιβίωσή της ως είδος; Οι προτάσεις για λύσεις αφθονούν. Από το θάψιµο του διοξειδίου του άνθρακος (CO2) στο έδαφος, τη χρήση κατόπτρων για την ανάκλαση της ηλιακής ακτινοβολίας στο Διάστηµα, την τροφοδότηση της ατµόσφαιρας µε σωµατίδια για τη δηµιουργία ανακλαστικών νεφών κ.λπ.

Επί της ουσίας, όλες οι προτεινόµενες λύσεις περιλαµβάνουν υψηλού επιπέδου, αλλά και υψηλού ρίσκου τεχνολογίες, καθιστώντας δύσκολη την πρόγνωση τόσο των βραχυπρόθεσµων όσο και των µακροπρόθεσµων συνεπειών τους. Αυτό το άρθρο δεν αποσκοπεί στην αξιολόγηση µέρους ή του συνόλου των προτεινόµενων λύσεων, παρά µόνο σε µία εξ αυτών: Την υπόθεση ότι, στο διηνεκές, η ανθρωπότητα θα µπορεί να µεταναστεύσει σε έναν άλλο πλανήτη, και συγκεκριµένα τον πλανήτη Άρη, ή ακόµα και σε έναν εξωπλανήτη κάποιου “κοντινού” πλανητικού συστήµατος που να προσοµοιάζει τα χαρακτηριστικά του γήινου συστήµατός µας.

Η Αµερικανική Υπηρεσία Διαστήµατος (NASA), όπως και άλλες υπηρεσίες ανά την υφήλιο, διενεργούν µελέτες για εξερευνητικές αποστολές µε ανθρώπινα πληρώµατα στον πλανήτη Άρη. Μια τέτοια αποστολή θα µπορούσε να γίνει εφικτή ύστερα από το έτος 2030. Είναι απαραίτητο, ωστόσο, να γίνει κατανοητή η διάκριση µεταξύ εξερεύνησης και µετανάστευσης ή µακροπρόθεσµων σχεδίων εποικισµού. Η πρώτη περίπτωση αφορά αποστολές µε ανθρώπινα πληρώµατα που θα πατήσουν στον πλανήτη και θα εξερευνήσουν το άµεσο περιβάλλον και το υπέδαφος, θα εξετάσουν τις δυνατότητες χρήσης υδάτινων και ορυκτών πόρων για την επιβίωση και για πυραυλικά καύσιµα, αντίστοιχα, τη δυνατότητα καλλιέργειας φυτών για παραγωγή τροφίµων κ.ά.

Αντίθετα, ο εποικισµός δεν αφορά µόνο την επιβίωση του ανθρώπου σε ένα περιβάλλον γεµάτο προκλήσεις, αλλά τη δηµιουργία των προϋποθέσεων για την εγκαθίδρυση ενός µακροπρόθεσµου οικοτόπου που θα επιτρέψει την επανάληψη ενός modus vivendi/operandi, στο οποίο το ανθρώπινο είδος έχει συνηθίσει στον πλανήτη µας: βιώσιµη ατµόσφαιρα, παραγωγή τροφής, εξόρυξη ορυκτών για τη δηµιουργία παραγωγικής βάσης, µέσα για την προστασία µας από τα στοιχεία της φύσης, συµπεριλαµβανοµένου του “διαστηµικού καιρού” που συνιστά ένα “κλίµα” σηµαντικά διαφορετικό κ.ά. Εν συντοµία, εποικισµός αναφέρεται στη δηµιουργία υποδοµών που θα µοιάζουν µε εκείνες που έχει δηµιουργήσει η ανθρωπότητα στον πλανήτη µας.

Πόσο εφικτή είναι, όµως, η µετανάστευση και επιβίωση µερικών δισεκατοµµυρίων ανθρώπων από τη Γη στον Άρη, αν µάλιστα αναλογιστούµε λίγες από τις προκλήσεις που απαριθµήθηκαν παραπάνω; Η σύντοµη απάντηση είναι πως κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, τουλάχιστον όχι για µερικές χιλιάδες χρόνια ακόµα.

Ας εξετάσουµε µερικά µόνο από αυτά τα ζητήµατα, µε βάση τα επιστηµονικά δεδοµένα για τον Άρη: η ατµόσφαιρα αποτελείται κυρίως από διοξείδιο του άνθρακα, ενώ η ατµοσφαιρική πίεση είναι µόλις το 0,6% της αντίστοιχης πίεσης στη Γη. Συνεπώς, τόσο η αναπνοή όσο και η βάδιση στην επιφάνεια του πλανήτη χωρίς τη χρήση εξειδικευµένης διαστηµικής ένδυσης θα ήταν αδύνατο να συµβούν. Επιπλέον, ο Άρης έχει απολέσει το µαγνητικό του πεδίο πριν από µερικά δισεκατοµµύρια χρόνια, κάτι που συνεπάγεται πως οι γαλαξιακές κοσµικές ακτίνες (ακτινοβολία υψηλής ενέργειας που προέρχεται έξω από το ηλιακό µας σύστηµα) “βοµβαρδίζουν” ανεµπόδιστες την επιφάνειά του µε ρυθµό 1.000 φορές µεγαλύτερο από τα επίπεδα της ακτινοβολίας που δέχεται η γήινη επιφάνεια.

Ακόµα, οι περιστασιακές, αλλά έντονες, ηλιακές εκρήξεις παράγουν υψηλής ενέργειας ακτινοβολία, ικανή να οδηγήσει τον άνθρωπο στον θάνατο µέσα σε διάστηµα µόλις λίγων ωρών από την έκθεση στο διαστηµικό περιβάλλον. Το περιβάλλον της Γης µάς προστατεύει από αυτά τα φαινόµενα: το ισχυρό της µαγνητικό πεδίο εκτρέπει το µεγαλύτερο µέρος αυτής της ακτινοβολίας, ενώ η πυκνή της ατµόσφαιρα ουσιαστικά καθιστά ακίνδυνες ακόµα και τις ακτινοβολίες υψηλής ενέργειας. Συµπερασµατικά, ανθρώπινος βιότοπος στον πλανήτη Άρη θα πρέπει να εγκατασταθεί περίπου ένα µέτρο κάτω από το έδαφος, µε τους ανθρώπους να διατηρούν περιορισµένη, βραχυπρόθεσµη πρόσβαση σε δραστηριότητες στην επιφάνεια.

Αν και στο παρόν άρθρο δεν αναλύθηκε το ζήτηµα της “απλής” µεταφοράς µερικών δισεκατοµµυρίων ανθρώπων σε αυτόν τον κοντινό προορισµό, τον Άρη, πρέπει να επισηµανθεί ότι η τυπική διάρκεια ενός τέτοιου ταξιδιού, µε ανθρώπινο φορτίο ή χωρίς, είναι της τάξης των οκτώ µηνών. Ακόµα και µε προηγµένα πυραυλικά συστήµατα προώθησης, π.χ. πυρηνικούς κινητήρες, εάν και εφόσον αυτά γίνουν διαθέσιµα, η εκτιµώµενη διάρκεια του ταξιδιού δεν θα είναι µικρότερη από έναν µήνα. Και ένα ταξίδι στο πλησιέστερο εξωπλανητικό σύστηµα, π.χ. στον Άλφα του Κενταύρου, ακόµα και µε την ταχύτητα του φωτός (300.000 χλµ. το δευτερόλεπτο), θα διαρκούσε 4,4 χρόνια.

Για σύγκριση, µπορούµε να αναλογιστούµε πως το ταχύτερο ροµποτικό σκάφος, το “Voyager 1”, που βρίσκεται σήµερα εκτός του ηλιακού περιβάλλοντος σε µια απόσταση περίπου 22 δισεκατοµµυρίων χιλιοµέτρων από τη Γη και ταξιδεύει µε ταχύτητα 17 χιλιοµέτρων το δευτερόλεπτο, ή διαφορετικά είναι 17.647 φορές πιο αργό από το φως, θα χρειαζόταν περίπου 77.000 χρόνια για να φτάσει στον Άλφα του Κενταύρου, αν το “Voyager” κινούνταν προς αυτή την κατεύθυνση (κάτι που δεν συµβαίνει).

Επιστρέφοντας στην αρχική τοποθέτηση, η µεγαλύτερη πρόκληση για την ανθρωπότητα σήµερα, αλλά και για τις επόµενες δεκαετίες, είναι η υπερθέρµανση του πλανήτη, µε πρώτο στόχο τη δραστική ελάττωση του διοξειδίου του άνθρακος και της µεθάνης.

Πιθανά αντίµετρα δεν είναι προφανή και δεν λαµβάνονται σοβαρά υπόψη από το σύνολο του πολιτικού και επιχειρηµατικού φάσµατος, αν και υπάρχουν ελάχιστες πλέον αµφιβολίες στον δηµόσιο διάλογο πως το ζήτηµα οφείλει να αντιµετωπιστεί άµεσα. Η ιδέα της “απόδρασής” µας σε έναν άλλο πλανήτη δεν συνιστά απλώς µια ψευδαίσθηση για τα σηµερινά δεδοµένα, αλλά πιθανό να παραµείνει έτσι και για αρκετούς αιώνες ακόµα. Η ανθρωπότητα δεν έχει στη διάθεσή της µία “Κιβωτό του Νώε”.

Η µόνη λύση είναι να σώσουµε το διαστηµόπλοιο πάνω στο οποίο είµαστε συνταξιδιώτες: τον πλανήτη µας, τη Γη, τη “Γαλάζια Κουκκίδα, το µόνο σπίτι που γνωρίζουµε”, όπως έλεγε κι ο εκλιπών στις αποστολές Voyager, Carl Sagan.

“Βολεύομαι” σημαίνει ζω κακόμοιρα

Η ετυμολογία της λέξης «Βολεύομαι» μου φαίνεται συμπαθητική. Μου φέρνει στο νου άνεση, ηρεμία, χαλάρωση. Τι το κακό υπάρχει άραγε σε αυτήν;

Κι όμως στα αυτιά μου ακούγεται σήμερα σαν κατάρα. «Με βολεύει αυτός ο άντρας, με βολεύει αυτή η γυναίκα, με βολεύει αυτή η δουλειά, με βολεύει αυτό το σπίτι, με βολεύει αυτό το αυτοκίνητο, με βολεύει…»

Αλήθεια, τι κάνει τον κόσμο να βολεύεται; Τι δύναμη κάνει τον άνθρωπο να υπακούει στη «βολή» κι όχι στο «αγαπάω τη δουλειά μου, λατρεύω αυτόν τον άντρα, με εμπνέει αυτή η γυναίκα, με εξιτάρει αυτό το αυτοκίνητο»; Τι κινητήριος δύναμις υπάρχει πίσω από το «ΒΟΛΕΥΟΜΑΙ»;

Για μένα «βολεύομαι» είναι ανέχεια, συμφέρον, έλλειψη αυτοπεποίθησης, πλαδαρότητα, μιζέρια, κακομοιριά. Πώς αντέχουν οι άνθρωποι τη βολή; Γιατί δεν κάνουν την υπέρβαση, περιμένοντας την ημέρα της μεγάλης αγάπης, της ανεξάντλητης έμπνευσης, του μεγαλειώδους έρωτα; Πώς αντέχουν στο «λίγο»; Πώς συμβιβάζονται με το «κάτι»; Πώς τους αρέσει να γλείφουν κόκαλα; Δεν μπορούν να φανταστούν ότι ένα γεύμα πολυτελείας ισοδυναμεί με το απόλυτο τίποτα;

Πιστεύω πως και τα δύο έχουν την ίδια δύναμη, ενώ το «λίγο» ή το «κάτι» είναι συμπαντική μιζέρια, συμπαντική κατάντια.

Τι ακριβώς φοβούνται; Τον εαυτό τους, την κοινωνία, την κακή κριτική ίσως;

Ειλικρινά δε ξέρω, εγώ το μόνο που γνωρίζω είναι ότι βλέποντάς τους αισθάνομαι πότε θλίψη, πότε θυμό, πότε ένα σφίξιμο στην καρδιά μου ξέροντας ότι κρατώντας ασφυκτικά αυτό το «κάτι» της βολής τους, χάνουν αυτό το ΜΕΓΑΛΟ της επόμενης μέρας!

Δυστυχώς το ζήτημα “ΒΟΛΕΥΟΜΑΙ” είναι μία νέα πραγματικότητα της σύγχρονης εποχής, η οποία γίνεται αντιληπτή σε κάθε τομέα.

Αδυνατούν να αντιμετωπίσουν καταστάσεις όπου επιβάλλεται να λογομαχήσουν με άλλους, και γιατί άραγε; Μα φυσικά γιατί δεν αντέχουν την αντιπαράθεση… Προτιμούν την ασφάλεια και τη σιγουριά του “βολεύομαι”.

Πέρα από το γεγονός ότι δεν εξελίσσονται μέσα από αυτήν την κατάσταση σε κανένα επίπεδο, δέχονται τους ανθρώπους και τις πράξεις τους χωρίς να αντισταθούν και να επιδιώξουν την αλλαγή… Γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη να χάσεις τη βολή σου; Όχι βέβαια…

Μάλιστα, αυτή η κατάσταση διαιωνίζεται καθώς ξεκινά από την οικογένεια: Βολεύεται η μαμά με τον μπαμπά, άρα θα βολευτώ κι εγώ με τον πρώτο σύντροφο που θα γνωρίσω με την προϋπόθεση ότι καλύπτει όλες μου τις ανάγκες, άσχετα αν δεν τον αγαπάω και πάει λέγοντας.

Προσωπικά, επιλέγω το “τίποτα”. Αρνούμαι πεισματικά να συμβιβαστώ με το “λίγο” ή το “κάτι”. Έτσι, θα κρατήσω αυτό που πραγματικά με ωφελεί, θα κρατήσω έναν άνθρωπο που πραγματικά με καλύπτει και μόνο τότε θα εκτιμήσω όσα κάνει πραγματικά για μένα… Θα βρω την απόλυτη ευτυχία μέσα στην αληθινή ζωή κι όχι στο παραμύθι του ” βολεύομαι”. Κι αν σταματήσω να είμαι ευτυχισμένη, δεν θα καταπιώ τα αισθήματά μου αλλά θα διεκδικήσω τα διακαιώματά μου. Μπορούν οι άλλοι να τα δεχτούν; Καλώς… Όχι; Δεν τους χρειάζομαι στη ζωή μου… γιατί όχι μόνο δεν με “βολεύουν” όπως πολλοί νομίζουν αλλά αντίθετα με πικραίνουν.

Μην πλανηθείτε από την ανόητη ιδέα πως είναι επικίνδυνο να έχετε υπερβολικές ελπίδες

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος
για τους περισσότερους από εμάς
δεν είναι πως οι στόχοι μας είναι
υπερβολικά ψηλοί
για να τους φτάσουμε,
αλλά ότι είναι
υπερβολικά χαμηλοί
και τους φτάνουμε.

ΜΙΧΑΗΛ ΑΓΓΕΛΟΣ (ΜΙΚΕΛΑΝΤΖΕΛΟ) (1475 – 1564)

Ιταλός ζωγράφος, γλύπτης, αρχιτέκτονας και ποιητής, ο αναγεννησιακός καλλιτέχνης Μικελάντζελο Μπουοναρότι είναι μία εξέχουσα μορφή στην ιστορία των εικαστικών τεχνών.

Μία από τις πιο συχνές κριτικές που δέχομαι είναι ότι προσφέρω υπερβολικά πολλές ελπίδες σε ανθρώπους που βρίσκονται σε δεινές συνθήκες, και ότι αυτό θα μπορούσε να αποβεί επικίνδυνο. Παρ’ όλα αυτά, εγώ εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω πώς το να έχει κάποιος πολλές ελπίδες θα μπορούσε να αποβεί επικίνδυνο.

Όταν οι άνθρωποι μου λένε για κάποια ιατρική διάγνωση που θεωρεί την πάθησή τους ανίατη, εγώ τους παροτρύνω να εστιάσουν σε ένα αποτέλεσμα εξ ολοκλήρου αντίθετο από το προβλεπόμενο. Τους μιλώ συχνά για τον νόμο εκείνο που καθιστά τα θαύματα δυνατά, από την αρχή του χρόνου. Τους εξηγώ ότι ο νόμος αυτός ουδέποτε καταργήθηκε και πως εξακολουθεί να ισχύει. Αναφέρω περιπτώσεις ανθρώπων που, ενώ τους έδιναν έξι μήνες ζωής και τους έστειλαν στα σπίτια τους για να πεθάνουν, εκείνοι απελευθερώθκαν τόσο από την ασθένειά τους όσο και από τη διάγνωση. Λαμβάνω καθημερινά επιστολές από ανθρώπους οι οποίοι αρνήθηκαν να αποδεχτούν τις αρνητικές προγνώσεις και τις λιγοστές ελπίδες που άλλοι είχαν καθορίσει γι’ αυτούς, και σε αυτές τις επιστολές μου περιγράφουν πόσο ευγνώμονες ήταν για το μήνυμα ελπίδας που τους έδωσα στους δύσκο λους καιρούς.

Πιστεύω πως ο Μιχαήλ Άγγελος, που πέθανε μόλις λίγες ημέρες προτού συμπληρώσει τα ογδόντα εννέα χρόνια του, φιλοτεχνώντας αγάλματα και πίνακες και επίσης συγγράφοντας και σχεδιάζοντας μέχρι την τελευταία στιγμή –σε μία εποχή όπου η ηλικία των ενενήντα ετών υπερέβαινε κατά εξήντα περίπου χρόνια τον μέσο όρο ζωής- μιλά μέσα από το περίφημο αυτό χωρίο του έργου του για την ιδέα να έχουμε υψηλούς στόχους και μεγάλες ελπίδες. Ο κίνδυνος δεν καραδοκεί στις μεγάλες ελπίδες, ούτε καν στις απατηλές, αλλά στις υπερβολικά μικρές ή στην απουσία ελπίδας. Αυτή η τελευταία εξαλείφει τους στόχους και τα σχέδιά μας προτού καν προσπαθήσουμε να τα υπολογίσουμε.

Αυτό δεν αφορά μόνο την ανάρρωση από τις σωματικές ασθένειες, αλλά περιλαμβάνει στην κυριολεξία τα πάντα.

Ο κόσμος είναι γεμάτος ανθρώπους που στόχευσαν χαμηλά και η σκέψη τους στάθηκε πάντοτε άτολμη, και που θέλουν να επιβά λουν αυτόν τον μηδαμινό τρόπο σκέψης σε οποιονδήποτε τους δίνει κάποια σημασία. Ο πραγματικός κίνδυνος είναι η παραίτηση ή το να προδιαγράφουμε πολύ στενά όρια για τον εαυτό μας, με υπερβολικά χαμηλές προσδοκίες.

Ακούστε με προσοχή τον Μιχαήλ Άγγελο, τον άνθρωπο που θεωρείται από πολλούς ως ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης όλων των εποχών. Θυμάμαι τον εαυτό μου να στέκεται καθηλωμένος μπροστά στο άγαλμα του Δαβίδ στη Φλωρεντία. Το μέγεθος, το μεγαλείο, το πνεύμα που έμοιαζε να ξεπηδά κατευθείαν από το μάρμαρο, ήταν ο ίδιος ο Μιχαήλ Άγγελος που έλεγε σε όλους εμάς: «Στόχευε ψηλά». Όταν τον είχαν ρωτήσει πώς κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα τέτοιο αριστούργημα, εκείνος απάντησε πως ο Δαβίδ βρισκόταν ήδη μέσα στο μάρμαρο κι εκείνος έπρεπε απλώς να αφαιρέσει με τη σμίλη του ό,τι περίσσευε ώστε να του επιτρέψει να απελευθερωθεί. Υψηλός στόχος, μα την αλήθεια. Και μια που μιλάμε για ύψος, ρίξτε κάποια φορά μια ματιά στην Καπέλα Σιξτίνα, όπου ο Μιχαήλ Άγγελος ζωγράφισε την οροφή, ξαπλωμένος ανάσκελα και δουλεύοντας σε καθημερινή βάση επί τέσσερα ολόκληρα χρόνια, από το 1508 ως το 1512. Ήταν ένα πλάνο που καλλιτέχνες μικρότερου μεγέθους θα είχαν θεωρήσει ανέφικτο, όμως Ο Μιχαήλ Άγγελος το ανέλαβε, όπως και πολλά άλλα εξίσου μεγαλόπνοα σχέδια, στη διάρκεια μιας ζωής γεμάτης ενέργεια, τεράστιο ταλέντο και φυσικά, υψηλούς στόχους.

Η συμβουλή του Μιχαήλ Άγγελου μπορεί να εφαρμοστεί σήμερα στη ζωή σας με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ίσχυε και τότε για τη δική του ζωή, εδώ και περισσότερα από πεντακόσια χρόνια . Ποτέ μην ακούσετε αυτούς που προσπαθούν να σας επηρεάσουν με τον πεσιμισμό τους. Έχετε απόλυτη εμπιστοσύνη στην ικανότητά σας να νιώσετε κι εσείς την αγάπη που ακτινοβολεί μέσα από τον Δαβίδ ή τη Μαντόνα και το Βρέφος ή τις ουράνιες νωπογραφίες στην οροφή της Καπέλα Σιξτίνα. Η αγάπη είναι η συνειδητή επαφή σας με τον καλλιτέχνη ο οποίος μοιράστηκε το ίδιο συμπαντικό πνεύμα ενότητας με εσάς και με κάθε άλλη ανθρώπινη ύπαρξη που βάδισε ποτέ επάνω στη γη.

Στοχεύετε ψηλά, αρνηθείτε να έχετε περιορισμένες σκέψεις και χαμηλές προσδοκίες, και, πάνω απ’ όλα, μην πλανηθείτε από την ανόητη ιδέα πως είναι επικίνδυνο να έχετε υπερβολικές ελπίδες.

Πως συμπεριφέρονται μεταξύ τους οι άνθρωποι

Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τον φόβο για να εξημερώσουν τους άλλους, και ο φόβος μας αυξάνεται όταν βιώνουμε την αδικία. Το αίσθημα της αδικίας είναι σαν ένα μαχαίρι που ανοίγει πληγές στο συναισθηματικό μας σώμα. Το συναισθηματικό δηλητήριο δημιουργείται από την αντίδρασή μας σε αυτό που θεωρούμε άδικο. Κάποιες πληγές επουλώνονται, άλλες ωστόσο μολύνονται με όλο και περισσότερο δηλητήριο. Μόλις γεμίσουμε με συναισθηματικό δηλητήριο, έχουμε ανάγκη να απαλλαγούμε από αυτό και εξασκούμαστε στο να το απελευθερώνουμε στέλνοντάς το σε κάποιον άλλο. Πώς το πετυχαίνουμε αυτό; Τραβώντας τους την προσοχή.

Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός συνηθισμένου ζευγαριού.

Για έναν οποιονδήποτε λόγο, η γυναίκα είναι θυμωμένη. Έχει συναισθηματικό δηλητήριο από κάποια αδικία που έκανε ο άντρας της. Ο άντρας της δεν είναι σπίτι, αλλά εκείνη θυμάται την αδικία και το δηλητήριο συσσωρεύεται μέσα της. Όταν εκείνος γυρίζει, το πρώτο πράγμα που θέλει να κάνει είναι να του τραβήξει την προσοχή, γιατί μόλις το κάνει, όλο το δηλητήριο θα πάει στον άντρα της και η ίδια θα ανακουφιστεί. Με το που θα του πει πόσο κακός, πόσο χαζός ή πόσο άδικος είναι, το δηλητήριο που έχει μέσα της μεταδίδεται σε εκείνον.

Μιλάει συνεχώς, μέχρι να του τραβήξει την προσοχή. Εκείνος, τελικά, αντιδρά και θυμώνει, και τότε η γυναίκα αισθάνεται καλύτερα. Όμως, τώρα έχει εκείνος το δηλητήριο μέσα του και πρέπει να την εκδικηθεί. Πρέπει να της τραβήξει την προσοχή και να το απελευθερώσει, κι όχι μόνο όσο του μετέδωσε, αλλά το δικό της συν το δικό του. Αν προσέξετε αυτή την αλληλεπίδραση, θα δείτε ότι αγγίζει ο ένας τις πληγές του άλλου και παίζουν συναισθηματικό πιγκ πογκ με το δηλητήριο. Έτσι, αυτό συνεχίζει να αυξάνεται, μέχρι που μια μέρα ένας από τους δύο θα ξεσπάσει. Κάπως έτσι συμπεριφέρονται μεταξύ τους οι άνθρωποι.

Τραβώντας την προσοχή, η ενέργεια μεταδίδεται από το ένα άτομο στο άλλο. Η προσοχή είναι μια πανίσχυρη λειτουργία του ανθρώπινου νου. Όλοι πασχίζουμε να τραβήξουμε την προσοχή των άλλων. Όταν τα καταφέρνουμε, δημιουργούμε κανάλια επικοινωνίας. Το όνειρο μεταδίδεται, η δύναμη μεταδίδεται, αλλά το ίδιο συμβαίνει και με το συναισθηματικό δηλητήριο.

Συνήθως, απελευθερώνουμε το δηλητήριο στο άτομο που θεωρούμε υπεύθυνο για την αδικία, αλλά αν το άτομο αυτό είναι τόσο ισχυρό που δεν μπορούμε να του το μεταφέρουμε, δεν μας νοιάζει σε ποιον θα το στείλουμε, αρκεί να το ξεφορτωθούμε. Έτσι, το στέλνουμε στα παιδιά, που δεν έχουν αναπτύξει άμυνες εναντίον μας, και με αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται οι σχέσεις κακοποίησης. Οι ισχυροί κακοποιούν τους λιγότερο ισχυρούς, επειδή θέλουν να απελευθερώσουν το συναισθηματικό τους δηλητήριο. Είναι μια ανάγκη που έχουμε, και πολλές φορές δεν θέλουμε δικαιοσύνη παρά μόνο να απελευθερώσουμε το δηλητήριό μας για να ηρεμήσουμε. Γι’ αυτό οι άνθρωποι αποζητούν συνεχώς τη δύναμη, επειδή όσο δυνατότεροι είναι, τόσο ευκολότερο είναι να απελευθερώσουν το δηλητήριό τους σε όσους δεν μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους.

Φυσικά, μιλάμε για τις σχέσεις στην κόλαση αυτής της ζωής, για την ψυχική ασθένεια που υπάρχει σε αυτόν τον πλανήτη. Δεν φταίει κάποιος για αυτή, δεν είναι καλή ή κακή, δίκαιη ή άδικη- είναι η φυσιολογική παθολογία της ασθένειας. Κανείς δεν φταίει για την παθολογική του συμπεριφορά. Όπως οι άνθρωποι του φανταστικού πλανήτη δεν έφταιγαν για τη δερματική τους ασθένεια, ούτε εσείς φταίτε που οι πληγές σας είναι μολυσμένες με συναισθηματικό δηλητήριο. Όταν έχετε κάποια σωματική ασθένεια ή έναν τραυματισμό, δεν κατηγορείτε τον εαυτό σας ούτε αισθάνεστε ένοχοι. Τότε, γιατί να αισθάνεστε άσχημα ή να νιώθετε ενοχές επειδή νοσεί το συναισθηματικό σας σώμα;

Το σημαντικό είναι να έχετε επίγνωση του προβλήματος. Όταν έχουμε επίγνωση, έχουμε την ευκαιρία να θεραπεύσουμε το συναισθηματικό μας σώμα και τον συναισθηματικό μας νου, και να σταματήσουμε να υποφέρουμε. Χωρίς αυτή την επίγνωση δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, παρά μόνο να συνεχίσουμε να υποφέρουμε από την αλληλεπίδρασή μας με τους άλλους, αλλά και με τον εαυτό μας, γιατί αγγίζουμε και μόνοι μας τις πληγές μας, για να αυτοτιμωρηθούμε.

Χαλίλ Γκιμπράν – Η ψυχή μου μου μίλησε

Η ψυχή μου μου μίλησε και μου -δίδαξε -ν’ αγαπώ εκείνους πού οι άνθρωποι μισούν και να είμαι φίλος μ’ εκείνους πού οι άνθρωποι περιφρονούν.

Η ψυχή μου μου φανέρωσε ότι ή αγάπη εκδηλώνεται όχι μονάχα στο πρόσωπο πού αγαπά, άλλα και στο πρόσωπο πού αγαπιέται.

Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, ή αγάπη ήταν στην καρδιά μου σα μια λεπτή κλωστή πιασμένη από δυο πασσάλους.

Άλλα τώρα ή αγάπη έγινε ένας φωτεινός κύκλος πού αρχή του είναι το τέλος του, και το τέλος του ή αρχή του. Περιβάλλει καθετί πού υπάρχει κι απλώνεται σιγά σιγά για ν’ αγκαλιάσει όλα όσα θα υπάρξουν.

Η ψυχή μου με συμβούλεψε και μ’ έμαθε να διακρίνω την κρυμμένη ομορφιά του δέρματος, τού παραστήματος, και, του χρώματος. Με δίδαξε να στοχάζομαι εκείνο πού οι άνθρωποι ονομάζουν άσχημο μέχρι ν’ ανακαλύψω την αληθινή του γοητεία κι ομορφιά.

Πριν ή ψυχή μου με διδάξει, έβλεπα την ομορφιά σαν ένα τρεμάμενο πυρσό ανάμεσα σε στήλες καπνού. Τώρα πού ό καπνός έχει διαλυθεί, δε βλέπω τίποτε’ άλλο από τη φλόγα.

Η ψυχή μου μου μίλησε και μου δίδαξε ν’ ακούω τις φωνές πού ή γλώσσα, ό λάρυγγας και τα χείλη δεν μπορούν να προφέρουν.

Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, δεν άκουγα παρά θόρυβο και θρήνους. ’Αλλά τώρα πρόθυμα παραστέκομαι στη Σιωπή κι αφουγκράζομαι τις χορωδίες της πού τραγουδούν τους ύμνους των εποχών και τα τραγούδια του σύμπαντος που αναγγέλλουν τα μυστικά του ’Αόρατου.

Η ψυχή μου μου μίλησε και μ’ έμαθε να πίνω το κρασί που δεν μπορεί να βγει από το πατήρι και δεν μπορεί να χυθεί από κούπες πού τα χέρια μπορούν να σηκώσουν ή τα χείλη ν’ αγγίξουν.

Πριν η ψυχή μου μου μιλήσει, ή δίψα μου ήταν σα μια σβησμένη σπίθα κρυμμένη κάτω από τη στάχτη πού μπορεί να σβήσει με μια γουλιά νερό.

Αλλά τώρα η λαχτάρα μου έγινε ή κούπα μου, το αίσθημα της αγάπης το κρασί μου, κι η μοναξιά μου ή μέθη μου κι ωστόσο σ αυτή την άσβεστη δίψα υπάρχει αιώνια χαρά.

Η ψυχή μου μου μίλησε και με δίδαξε ν’ αγγίζω εκείνο πού δεν έχει ακόμα ενσαρκωθεί’ ή ψυχή μου μου αποκάλυψε πώς ότι αγγίζουμε, είναι μέρος της επιθυμίας μας.

’Αλλά τώρα τα δάχτυλά μου απλώθηκαν μέσα στην καταχνιά πού διαπέρνα αυτό πού είναι ορατό μέσα στο σύμπαν κι ανακατεύεται με το ’Αόρατο.

Η ψυχή μου μ’ έμαθε να εισπνέω το άρωμα πού δε βγαίνει από τη μυρτιά ή το θυμίαμα. Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, λαχταρούσα την ευωδιά τού αρώματος στους κήπους, στα δοχεία ή στα θυμιατήρια.

Τώρα όμως μπορώ να οσφρανθώ το θυμίαμα πού δε βγαίνει για προσφορά ή για Θυσία. Και γεμίζω την καρδιά μου με την ευωδιά εκείνη πού δεν πέτα με τα φτερά της παιχνιδιάρας αύρας μέσα στο διάστημα.

Η ψυχή μου μου μίλησε και μ’ έμαθε να λέω, «είμαι έτοιμος» όταν με πλησιάζουν το ’Άγνωστο κι ό Κίνδυνος.

Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, δεν απαντούσα σ’ άλλη φωνή έκτος από τη φωνή τη γνωστή πού με καλούσε, και δεν περπατούσα παρά το εύκολο και ίσιο ‘μονοπάτι.

Τώρα το ’Άγνωστο έγινε άλογο που μπορώ ν’ ανεβώ για να φτάσω στο ’Άγνωστο’ κι ό καμπίσιος δρόμος έγινε σκάλα πού την ανεβαίνω για να φτάσω στην κορυφή.

Η ψυχή μου μου μίλησε και μου είπε, «Μη μετράς το Χρόνο λέγοντας, Υπήρξε το χθες και θα υπάρξει το αύριο !»

Μα πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, φανταζόμουν το Παρελθόν σα μια εποχή πού ποτέ δεν ξαναγύριζε και το Μέλλον σα μια εποχή πού ποτέ δεν μπορούσα να τη φτάσω.

Τώρα καταλαβαίνω ότι ή τωρινή στιγμή περιέχει όλο το χρόνο, και μέσα σ’ αυτήν υπάρχουν όλα όσα μπορεί να ελπίζει κανένας, να κάνει και ν’ αντιληφθεί.

Η ψυχή μου μου μίλησε και με πρότρεψε να μην περιορίζω το διάστημα λέγοντας, «’Εδώ, εκεί και πέρα».

Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, ένιωθα ότι όπου κι αν βρισκόμουν’ ήμουν μακριά από κάθε άλλο μέρος.

Τώρα καταλαβαίνω ότι όπου κι αν βρίσκομαι, το μέρος αυτό περιέχει όλα τα μέρη’ κι ή απόσταση πού περπατώ αγκαλιάζει όλες τις αποστάσεις.

Η ψυχή μου με δίδαξε και με συμβούλεψε να μένω ξύπνιος όταν οι άλλοι κοιμούνται. Και να παραδίνομαι στον ύπνο όταν οι άλλοι βρίσκονται σε δράση.

Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, δεν έβλεπα τα όνειρα τους στον ύπνο μου, ούτε κείνοι παρατηρούσαν τ’ όραμα μου.

Τώρα ποτέ δεν ταξιδεύω μέσα στο καράβι των ονείρων μου έκτος αν με παρατηρούν, κι εκείνοι ποτέ δεν πετούν στον ουρανό του δράματός τους έκτος αν εγώ χαίρομαι την Ελευθερία τους.

Η ψυχή μου μου μίλησε και μου είπε, «Να μη χαίρεσαι. με τον έπαινο και να μη θλίβεσαι με την κατηγορία».

Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, αμφέβαλα για την αξία του έργου μου.

Τώρα καταλαβαίνω ότι τα δέντρα ανθίζουν την άνοιξη και καρπίζουν το καλοκαίρι χωρίς ν’ αναζητούν τον έπαινο’ και ρίχνουν τα φύλλα τους το φθινόπωρο και γυμνώνονται το χειμώνα χωρίς να φοβούνται την κατηγορία.

Η ψυχή μου μου μίλησε και μου έδειξε ότι δεν είμαι μεγαλύτερος από έναν πυγμαίο, ούτε μικρότερος από ένα γίγαντα.

Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, έβλεπα τους ανθρώπους σε δυο κατηγορίες’ τον αδύνατο, πού τον λυπόμουν και τον δυνατό, πού τον ακολουθούσα ή πού του αντιστεκόμουνα παλικαρίσια.

’Αλλά τώρα έμαθα ότι είμαι όπως είναι κι οι δύο αυτοί, κι αποτελούμαι από τα ίδια στοιχεία. Ή προέλευσή μου είναι ή δική τους προέλευση, ή συνείδησή μου είναι ή δική τους συνείδηση, ή ευχαρίστησή μου είναι ή δική τους ευχαρίστηση, και το προσκύνημά μου, το δικό τους προσκύνημα.

“Αν αυτοί αμαρτάνουν, είμαι κι εγώ αμαρτωλός. “Αν πράττουν καλά, καμαρώνω για την καλή τους πράξη. “Αν ανυψώνονται, ανυψώνομαι κι εγώ μαζί, αν μένουν αδρανείς, συμμετέχω κι εγώ στην αδράνεια τους.

Η ψυχή μου μου μίλησε και μου είπε, «Το φανάρι πού κουβαλάς δεν είναι δικό σου, και το τραγούδι πού τραγουδάς δε γεννήθηκε μέσα στην καρδιά σου, γιατί κι αν κουβαλάς το φως, δεν είσαι εσύ το φως, κι αν είσαι το λαγούτο με τις τεντωμένες χορδές, δεν είσαι εσύ ό παίχτης του οργάνου.

Η ψυχή μου μου μίλησε, σαν αδερφός μου, και μου Έμαθε πολλά. Κι ή ψυχή σου μίλησε σε σένα και σ’ έμαθε το ίδιο πολλά. Γιατί εσύ κι εγώ είμαστε ένα, και δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα μας, εκτός ότι. εγώ βιάζομαι να φανερώσω αυτά που είναι μέσα στον εσωτερικό μου κόσμο, ενώ εσύ φυλάς σα μυστικό αυτό που βρίσκεται εντός σου. ’Αλλά στη μυστικότητά σου αυτή υπάρχει αρετή.

Χαλίλ Γκιμπράν, Σκέψεις και διαλογισμοί

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

12.11. Ιδεαλιστικά ρεύματα - ακαδημαϊσμός - συμβολισμός

Η Ευρώπη κατακλύζεται τον 19ο αιώνα από μια ζωγραφική που ανταποκρίνεται στην κλασική παιδεία του μορφωμένου αστού και που μεταφέρει τον θεατή σε έναν γοητευτικό, άχρονο, ονειρικό χώρο μιας απρόσωπης Αρχαιότητας, συχνά με αισθησιακά γυμνά ή συμβολικά στοιχεία. Πρόκειται ίσως για την τελευταία αναλαμπή μιας ευρύτερης επίδρασης της κλασικής τέχνης.

Παράλληλα με τον κλασικισμό και τον ρομαντισμό, ιδιαίτερα στη Γερμανία με τους φιλοσόφους Φίχτε και Χέγκελ αποκτούν επικαιρότητα οι θεωρίες του Πλάτωνα (φυγή στον κόσμο των ιδεών) ενώ ο ρεαλισμός ήταν μια νίκη του Αριστοτέλη. Γεννιέται έτσι ένας φιλοσοφικός ιδεαλισμός, που είχε γενικότερα ιδιαίτερη επίδραση στην τέχνη. Τον θαυμασμό του για την Αρχαιότητα και τους αρχαίους Έλληνες διακήρυσσε με κάθε τρόπο ο πιο χαρακτηριστικός συνθέτης αυτής της ιδεαλιστικής έκφρασης, ο Ρίχαρντ Βάγκνερ. Η τετραλογία του Δαχτυλιδιού των Νιμπελούγκεν οφείλει πολλά στην Ορέστεια του Αισχύλου, ενώ στον Τανχόιζερ για μοναδική φορά αγγίζει άμεσα την Αρχαιότητα, καθώς στη μορφή της Venus (Αφροδίτης) στο Venusberg τον μαγεύει η μοιραία δαιμονική πλευρά της γυναίκας.

Στα ιδεαλιστικά ρεύματα της ζωγραφικής ανήκουν οι ναζαρηνοί (Γερμανία), οι προραφαηλίτες (Αγγλία), οι συμβολιστές (κυρίως Γαλλία) και ανεξάρτητοι δημιουργοί που συνδέονται με τον ακαδημαϊσμό, τον εκλεκτικισμό κ.ά. Όλοι, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, αναζητούν πηγές στην Αρχαιότητα, με διαφορετική χρήση των αναφορών σε αυτή. Τη χρήση αρχαίων συμβόλων στην τέχνη ευνοεί ιδιαίτερα ο συμβολισμός, ένα λογοτεχνικής προέλευσης κίνημα, που προσεγγίζει συχνά νεοκλασικές αντιλήψεις.

Ο πιο χαρακτηριστικός προραφαηλίτης ζωγράφος, ο Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέτι (1828-1882), μετατρέπει την Ελίζαμπεθ Σίνταλ, την αινιγματική γυναίκα που τον εμπνέει, μια οπτασία μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, άλλοτε σε Αστάρτη και άλλοτε σε Σίβυλλα, σε Σιωπή ή σε Περσεφόνη (1874) κ.ά. Σε έναν ιδιότυπο, αινιγματικό και ονειρικό κόσμο προσωπικών οραμάτων μεταφέρει τον θεατή ο Γκυστάβ Μορό (1826-1896), όπου εντυπωσιάζουν τα πολλά διακοσμητικά στοιχεία, κοσμήματα, πολύτιμοι λίθοι, σύμβολα ζωής και θανάτου και όπου ο Ορφέας, οι Μαινάδες, ο Απόλλωνας, ο Προμηθέας, ο Φαέθων, ο Οδυσσέας, ο Οιδίποδας και η Σφίγγα αποκτούν άλλες διαστάσεις.

Ο ακαδημαϊσμός, η τέχνη των ακαδημιών, είναι η τέχνη των επιτυχημένων ζωγράφων των μεγάλων επίσημων κρατικών εκθέσεων. Χαρακτηριστικό των έργων τους είναι συχνά το μέγεθος, η αγάπη για διακοσμητικές λεπτομέρειες, η μεγαλοστομία και η ρητορεία. Οι αναφορές στην Αρχαιότητα δημιουργούν κάποτε μιαν αινιγματική ατμόσφαιρα μυστηρίου, μια φυγή σε ένα απροσδιόριστο παρελθόν με σύμβολα, υπαινιγμούς και οράματα, όπου κυριαρχεί η ιδέα μιας γενικής απρόσωπης ομορφιάς με το χρωματικό ένδυμα του ρομαντισμού. Άλλοτε εξαιρετικά λεπτομερής, σχεδόν φωτογραφικά πιστή, η αναπαράσταση της ζωής στην Αρχαιότητα μπορεί να αγγίζει τα όρια του κιτς.

Στο Παρίσι λίγο μετά τα μέσα του 19ου αιώνα η μόδα της Αρχαιότητας ενισχύεται από την έκθεση της περίφημης συλλογής αρχαίων αγγείων Καμπάνα (Campana), που αγόρασε ο αυτοκράτορας Ναπολέων Γ' και που κατέληξε τελικά στο Λούβρο. Αυτή την εποχή στη Γαλλία η Φρύνη, η διάσημη εταίρα του 4ου αιώνα π.Χ. που ενέπνευσε τον Πραξιτέλη για την Κνιδία Αφροδίτη του, κάνει μια δεύτερη εξαιρετική καριέρα. Ο μύθος της και ιδιαίτερα το επεισόδιο στον Άρειο Πάγο, όπου ήταν έτοιμη να καταδικαστεί για ασέβεια και αθωώθηκε την τελευταία στιγμή, όταν ο συνήγορός της Υπερείδης τράβηξε το πέπλο της και αποκάλυψε τη θεϊκή ομορφιά του κορμιού της, έγινε αφορμή για μια σειρά έργων στη γλυπτική και στη ζωγραφική που αναδείκνυαν το αισθησιακό γυμνό. Ο Ελβετός γλύπτης Τζέιμς Πραντιέ (1790-1852) δημιούργησε μια Φρύνη στο μάρμαρο πριν το 1845, ο Αλεξάντρ Φαλγκιέρ (1831-1912) μιαν άλλη το 1868, ενώ η ομώνυμη κωμική όπερα σε μουσική του Καμίγ Σεν Σανς και σκηνικά του Φιλίπ Σαπερόν ανεβάστηκε στο Παρίσι το 1893. Τη μεγαλύτερη αίσθηση, ωστόσο, δημιούργησε το 1861 ο πίνακας Φρύνη του Ζαν Λεόν Ζερόμ (1824-1904), χαρακτηριστικό έργο για το ακαδημαϊκό-ιδεαλιστικό στιλ που επικρατεί στη Γαλλία και που θα καταλήξει στο νέο στιλ (art nouveau).

Το ατελιέ της Τανάγρας (περ. 1850), Οι νεαρές Ελληνίδες παίζουν μπάλα (1889) του Ζερόμ, ή Οι Ρωμαίοι της παρακμής (1847) του Τομά Κουτύρ (1815-1879) είναι έργα που μεταφέρουν τον θεατή σε μια φανταστική, πολύχρωμη και εντυπωσιακά σκηνογραφημένη καθημερινότητα της Αρχαιότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι τα έργα αυτών των ζωγράφων, όπως και του Άλμα Τάντεμα παρακάτω, θα χρησιμοποιηθούν ως πρότυπα για τη δημιουργία εντυπωσιακών ντεκόρ σε ταινίες εποχής στον αμερικάνικο κυρίως κινηματογράφο της δεκαετίας του 1950 (Μπεν Χουρ, Χιτών κ.ά.). Έχουν τις λεπτομέρειες, τη θεατρικότητα, τον πλούτο και τη φαντασία που χρειάζεται για να αξιοποιηθούν σκηνογραφικά.

Ολλανδός στην καταγωγή, με σπουδές στην Ιταλία που τον επηρεάζουν καθοριστικά ο Λόρενς Άλμα Τάντεμα (1836-1912) εγκαθίσταται στο Λονδίνο, όπου γνωρίζει μεγάλη επιτυχία ιδιαίτερα χάρη στα κλασικά θέματα. Ο Μαραθωνομάχος, Ο Φειδίας και η ζωφόρος του Παρθενώνα, Σαπφώ, Ανάγνωση Ομήρου κ.ά. του χαρίζουν εκτίμηση και αναγνώριση. Στο έργο του Ρωμαίος φιλότεχνος του 1868 διακρίνεται χαρακτηριστικά το λεπτό του γούστο, η αρχαιολογική ακρίβεια στις λεπτομέρειες, τα καθαρά, λαμπερά, εορταστικά χρώματα, η πειστική —φωτογραφική σχεδόν— απόδοση διαφόρων υλικών και ποιοτήτων, όπως το γυάλισμα του μαρμάρου, το μέταλλο, τα υφάσματα κτλ. Τον θαυμάζουν για τη δεξιοτεχνική του απόδοση, μα τον κατηγορούν για ψυχρότητα και ακαδημαϊσμό.

Στη Γερμανία η Αρχαιότητα επιζεί σε μεγαλόστομα εντυπωσιακά θέματα του Καρλ Τέοντορ φον Πίλοτυ (1826-1886), δασκάλου πολλών Ελλήνων καλλιτεχνών στην Ακαδημία του Μονάχου, και του αυστριακού Χανς Μάκαρτ (1840-1884), που γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία στην εποχή τους. Ιδιαίτερη προσωπικότητα έχει ο Άρνολντ Μπέκλιν (1827-1901), που δημιουργεί μια δική του Αρχαιότητα με αναγεννησιακά, συμβολικά στοιχεία, που προβάλλουν τις μυστηριακές δυνάμεις της φύσης σε έργα όπως Παν στα Καλάμια, Νηρηίδες, Δρυάδες, Οδυσσέας και Καλυψώ, Νησί των νεκρών - Είσοδος στον Άδη, Ειδύλλιο (1875) κ.ά. Αν και σύγχρονος του Βάγκνερ, δεν συνεργάστηκαν ποτέ. Επηρέασε τον Τζόρτζιο ντε Κίρικο, ώστε πολλοί φθάνουν να τον θεωρούν πρόδρομο του σουρεαλισμού.

Η γλυπτική σε όλο τον 19ο αιώνα δεν έπαψε να αντλεί θέματα ή τρόπους απόδοσης από την Αρχαιότητα. Στενότερα δεμένη με την αρχιτεκτονική θα καθορίσει τον αρχιτεκτονικό διάκοσμο των προσόψεων σε μεγαλοπρεπή κτήρια των ευρωπαϊκών πόλεων. Ιδιαίτερα στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα πλατείες, πάρκα και δημόσιοι χώροι θα κατακλυστούν από μεγάλες γλυπτές συνθέσεις με προσωποποιήσεις, αλληγορίες και μυθολογικά θέματα που αποδίδονται με ακαδημαϊκό τρόπο ή προσαρμόζονται στη γενικότερη μόδα του νέου στιλ. Γλύπτες όπως ο Αλεξάντρ Φαλγκιέρ (1831-1912) ή ο Τεοντόρ Ριβιέρ (1859-1912) ανταποκρίνονται στο γούστο του ευρύτερου κοινού που προτιμά τον κλασικό δρόμο του ακαδημαϊσμού ή του εκλεκτικισμού. Το άγαλμα της Ελευθερίας στη Νέα Υόρκη (1884-1886) του Φρεντερίκ Μπαρτολντί (1834-1904) τονίζει τις κλασικές αξίες του Νέου Κόσμου. Τα νερά θα ταράξει στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ο γλύπτης με τη μεγαλύτερη ίσως ακτινοβολία και διεθνή αναγνώριση μετά την Αναγέννηση, ο Ογκύστ Ροντέν (1840-1917), ο οποίος θα αντιμετωπίσει την Αρχαιότητα με εντελώς ιδιαίτερο τρόπο.

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΤΕΧΝΗ ΡΗΤΟΡΙΚΗ

ΑΡΙΣΤ Ρητ 1380b35–1382a19

(ΑΡΙΣΤ Ρητ 1380b35–1383b10: Λόγος περὶ παθῶν) 

Αγάπη και έχθρα

Στο δεύτερο βιβλίο ο Αριστοτέλης προσπαθεί να εφοδιάσει τους ρήτορες με τα εργαλεία πειθούς που απευθύνονται στο θυμικό του ακροατηρίου τους. Ο ρήτορας οφείλει να γνωρίζει πώς θα διεγείρει ή θα κατευνάσει στην ψυχή των ακροατών του τα λεγόμενα πάθη (ως πάθη θεωρεί ο φιλόσοφος όσα προκαλούν μεταβολές στην ψυχική, σωματική και νοητική κατάσταση των ανθρώπων και συνοδεύονται από ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια). Μετά την οργή και την πραότητα εξετάζονται η φιλία και το μῖσος.

Τίνας δὲ φιλοῦσι καὶ μισοῦσι, καὶ διὰ τί, τὴν φιλίαν καὶ
τὸ φιλεῖν ὁρισάμενοι λέγωμεν. ἔστω δὴ τὸ φιλεῖν τὸ βούλε-
σθαί τινι ἃ οἴεται ἀγαθά, ἐκείνου ἕνεκα ἀλλὰ μὴ αὑτοῦ, καὶ τὸ
[1381a] κατὰ δύναμιν πρακτικὸν εἶναι τούτων. φίλος δέ ἐστιν ὁ φιλῶν
καὶ ἀντιφιλούμενος· οἴονται δὲ φίλοι εἶναι οἱ οὕτως ἔχειν
οἰόμενοι πρὸς ἀλλήλους. τούτων δὲ ὑποκειμένων ἀνάγκη φίλον
εἶναι τὸν συνηδόμενον τοῖς ἀγαθοῖς καὶ συναλγοῦντα τοῖς
(5) λυπηροῖς μὴ διά τι ἕτερον ἀλλὰ δι’ ἐκεῖνον· γιγνομένων γὰρ
ὧν βούλονται χαίρουσιν πάντες, τῶν ἐναντίων δὲ λυποῦνται,
ὥστε τῆς βουλήσεως σημεῖον αἱ λῦπαι καὶ αἱ ἡδοναί. καὶ οἷς
δὴ ταὐτὰ ἀγαθὰ καὶ κακά, καὶ οἱ τοῖς αὐτοῖς φίλοι καὶ οἱ τοῖς
αὐτοῖς ἐχθροί· ταὐτὰ γὰρ τούτοις βούλεσθαι ἀνάγκη, ὥστε
(10) ἅπερ αὑτῷ καὶ ἄλλῳ βουλόμενος τούτῳ φαίνεται φίλος εἶναι.
καὶ τοὺς πεποιηκότας εὖ φιλοῦσιν, ἢ αὐτοὺς ἢ ὧν κήδονται,
ἢ εἰ μεγάλα, ἢ εἰ προθύμως, ἢ εἰ ἐν τοιούτοις καιροῖς, καὶ
αὐτῶν ἕνεκα, ἢ οὓς ἂν οἴωνται βούλεσθαι ποιεῖν εὖ. καὶ τοὺς
τῶν φίλων φίλους καὶ φιλοῦντας οὓς αὐτοὶ φιλοῦσιν. καὶ τοὺς
(15) φιλουμένους ὑπὸ τῶν φιλουμένων αὐτοῖς. καὶ τοὺς τοῖς
αὐτοῖς ἐχθροὺς καὶ μισοῦντας οὓς αὐτοὶ μισοῦσιν, καὶ τοὺς
μισουμένους ὑπὸ τῶν αὐτοῖς μισουμένων· πᾶσιν γὰρ τούτοις
τὰ αὐτὰ ἀγαθὰ φαίνεται εἶναι καὶ αὐτοῖς, ὥστε βούλεσθαι τὰ
αὐτοῖς ἀγαθά, ὅπερ ἦν τοῦ φίλου. ἔτι τοὺς εὐποιητικοὺς εἰς
(20) χρήματα καὶ εἰς σωτηρίαν· διὸ τοὺς ἐλευθερίους καὶ ἀνδρείους
τιμῶσι καὶ τοὺς δικαίους· τοιούτους δ’ ὑπολαμβάνουσι τοὺς
μὴ ἀφ’ ἑτέρων ζῶντας· τοιοῦτοι δ’ οἱ ἀπὸ τοῦ ἐργάζεσθαι, καὶ
τούτων οἱ ἀπὸ γεωργίας, καὶ τῶν ἄλλων οἱ αὐτουργοὶ μάλιστα.
καὶ τοὺς σώφρονας, ὅτι οὐκ ἄδικοι. καὶ τοὺς ἀπράγμονας
(25) διὰ τὸ αὐτό. καὶ οἷς βουλόμεθα φίλοι εἶναι, ἂν φαίνωνται
βουλόμενοι· εἰσὶ δὲ τοιοῦτοι οἵ τ’ ἀγαθοὶ κατ’ ἀρετὴν καὶ οἱ
εὐδόκιμοι ἢ ἐν ἅπασιν ἢ ἐν τοῖς βελτίστοις ἢ ἐν τοῖς θαυ-
μαζομένοις ὑφ’ αὑτῶν ἢ ἐν τοῖς θαυμάζουσιν αὐτούς. ἔτι
τοὺς ἡδεῖς συνδιαγαγεῖν καὶ συνδιημερεῦσαι· τοιοῦτοι δ’
(30) οἱ εὔκολοι καὶ μὴ ἐλεγκτικοὶ τῶν ἁμαρτανομένων καὶ μὴ
φιλόνικοι μηδὲ δυσέριδες (πάντες γὰρ οἱ τοιοῦτοι μαχη-
τικοί, οἱ δὲ μαχόμενοι τἀναντία φαίνονται βούλεσθαι), καὶ
οἱ ἐπιδέξιοι καὶ τῷ τωθάσαι καὶ τῷ ὑπομεῖναι· ἐπὶ ταὐτὸ γὰρ
ἀμφοτέρως σπεύδουσι τῷ πλησίον, δυνάμενοί τε σκώπτεσθαι
(35) καὶ ἐμμελῶς σκώπτοντες. καὶ τοὺς ἐπαινοῦντας τὰ ὑπ-
άρχοντα ἀγαθά, καὶ τούτων μάλιστα ἃ φοβοῦνται μὴ ὑπ-
[1381b] άρχειν αὐτοῖς. καὶ τοὺς καθαρείους περὶ ὄψιν, περὶ ἀμπεχόνην,
περὶ ὅλον τὸν βίον. καὶ τοὺς μὴ ὀνειδιστὰς μήτε τῶν ἁμαρ-
τημάτων μήτε τῶν εὐεργετημάτων· ἀμφότεροι γὰρ ἐλεγ-
κτικοί. καὶ τοὺς μὴ μνησικακοῦντας, μηδὲ φυλακτικοὺς τῶν
(5) ἐγκλημάτων, ἀλλ’ εὐκαταλλάκτους· οἵους γὰρ ἂν ὑπολαμ-
βάνωσιν εἶναι πρὸς τοὺς ἄλλους, καὶ πρὸς αὑτοὺς οἴονται.
καὶ τοὺς μὴ κακολόγους μηδὲ εἰδότας μήτε τὰ τῶν πλησίον
κακὰ μήτε τὰ αὐτῶν, ἀλλὰ τἀγαθά· ὁ γὰρ ἀγαθὸς ταῦτα
δρᾷ. καὶ τοὺς μὴ ἀντιτείνοντας τοῖς ὀργιζομένοις ἢ σπουδά-
(10) ζουσιν· μαχητικοὶ γὰρ οἱ τοιοῦτοι. καὶ τοὺς πρὸς αὐτοὺς
σπουδαίως πως ἔχοντας, οἷον θαυμάζοντας αὐτοὺς καὶ σπου-
δαίους ὑπολαμβάνοντας καὶ χαίροντας αὐτοῖς, καὶ ταῦτα
μάλιστα πεπονθότας περὶ ἃ μάλιστα βούλονται αὐτοὶ ἢ
θαυμάζεσθαι ἢ σπουδαῖοι δοκεῖν εἶναι ἢ ἡδεῖς. καὶ τοὺς
(15) ὁμοίους καὶ ταὐτὰ ἐπιτηδεύοντας, ἐὰν μὴ παρενοχλῶσι μηδ’
ἀπὸ ταὐτοῦ ᾖ ὁ βίος· γίγνεται γὰρ οὕτω τὸ «κεραμεὺς κεραμεῖ».
καὶ τοὺς τῶν αὐτῶν ἐπιθυμοῦντας, ὧν ἐνδέχεται ἅμα μετ-
έχειν αὐτούς· εἰ δὲ μή, ταὐτὸ καὶ οὕτω συμβαίνει. καὶ
πρὸς οὓς οὕτως ἔχουσιν ὥστε μὴ αἰσχύνεσθαι τὰ πρὸς
(20) δόξαν, μὴ καταφρονοῦντες. καὶ πρὸς οὓς αἰσχύνονται τὰ
πρὸς ἀλήθειαν. καὶ πρὸς οὓς φιλοτιμοῦνται, ἢ ὑφ’ ὧν
ζηλοῦσθαι βούλονται καὶ μὴ φθονεῖσθαι, τούτους ἢ φιλοῦσιν
ἢ βούλονται φίλοι εἶναι. καὶ οἷς ἂν τἀγαθὰ συμπράττωσιν,
ἐὰν μὴ μέλλῃ αὐτοῖς ἔσεσθαι μείζω κακά. καὶ οἳ ὁμοίως
(25) καὶ τοὺς ἀπόντας καὶ τοὺς παρόντας φιλοῦσιν· διὸ καὶ τοὺς
περὶ τοὺς τεθνεῶτας τοιούτους πάντες φιλοῦσιν. καὶ ὅλως
τοὺς σφόδρα φιλοφίλους καὶ μὴ ἐγκαταλείποντας· μάλιστα
γὰρ φιλοῦσι τῶν ἀγαθῶν τοὺς φιλεῖν ἀγαθούς. καὶ τοὺς μὴ
πλαττομένους πρὸς αὐτούς· τοιοῦτοι δὲ οἱ καὶ τὰ φαῦλα τὰ
(30) ἑαυτῶν λέγοντες· εἴρηται γὰρ ὅτι πρὸς τοὺς φίλους τὰ πρὸς
δόξαν οὐκ αἰσχυνόμεθα· εἰ οὖν ὁ αἰσχυνόμενος μὴ φιλεῖ,
ὁ μὴ αἰσχυνόμενος φιλοῦντι ἔοικεν. καὶ τοὺς μὴ φοβερούς,
καὶ οὓς θαρροῦμεν· οὐδεὶς γὰρ ὃν φοβεῖται φιλεῖ.

εἴδη δὲ φιλίας ἑταιρεία οἰκειότης συγγένεια καὶ ὅσα τοιαῦτα.
(35) ποιητικὰ δὲ φιλίας χάρις καὶ τὸ μὴ δεηθέντος ποιῆσαι καὶ
τὸ ποιήσαντα μὴ δηλῶσαι· αὐτοῦ γὰρ οὕτως ἕνεκα φαίνεται
καὶ οὐ διά τι ἕτερον.

[1382a] περὶ δ’ ἔχθρας καὶ τοῦ μισεῖν φανερὸν ὡς ἐκ τῶν ἐναν-
τίων ἔστι θεωρεῖν. ποιητικὰ δὲ ἔχθρας ὀργή, ἐπηρεασμός, δια-
βολή. ὀργὴ μὲν οὖν ἐστιν ἐκ τῶν πρὸς αὑτόν, ἔχθρα δὲ καὶ
ἄνευ τοῦ πρὸς αὑτόν· ἂν γὰρ ὑπολαμβάνωμεν εἶναι τοιόνδε,
(5) μισοῦμεν. καὶ ἡ μὲν ὀργὴ ἀεὶ περὶ τὰ καθ’ ἕκαστα, οἷον Καλ-
λίᾳ ἢ Σωκράτει, τὸ δὲ μῖσος καὶ πρὸς τὰ γένη· τὸν γὰρ κλέ-
πτην μισεῖ καὶ τὸν συκοφάντην ἅπας. καὶ τὸ μὲν ἰατὸν
χρόνῳ, τὸ δ’ ἀνίατον. καὶ τὸ μὲν λύπης ἔφεσις, τὸ δὲ κακοῦ·
αἴσθεσθαι γὰρ βούλεται ὁ ὀργιζόμενος, τῷ δ’ οὐδὲν διαφέρει.
(10) ἔστι δὲ τὰ μὲν λυπηρὰ αἰσθητὰ πάντα, τὰ δὲ μάλιστα κακὰ
ἥκιστα αἰσθητά, ἀδικία καὶ ἀφροσύνη· οὐδὲν γὰρ λυπεῖ ἡ
παρουσία τῆς κακίας. καὶ τὸ μὲν μετὰ λύπης, τὸ δ’ οὐ
μετὰ λύπης· ὁ μὲν γὰρ ὀργιζόμενος λυπεῖται, ὁ δὲ μισῶν οὔ.
καὶ ὁ μὲν πολλῶν ἂν γενομένων ἐλεήσειεν, ὁ δ’ οὐδενός· ὁ μὲν
(15) γὰρ ἀντιπαθεῖν βούλεται ᾧ ὀργίζεται, ὁ δὲ μὴ εἶναι.

φανερὸν οὖν ἐν τούτων ὅτι ἐνδέχεται ἐχθροὺς καὶ φίλους
καὶ ὄντας ἀποδεικνύναι καὶ μὴ ὄντας ποιεῖν καὶ φάσκοντας
διαλύειν, καὶ δι’ ὀργὴν ἢ δι’ ἔχθραν ἀμφισβητοῦντας ἐφ’ ὁπο-
τέραν ἂν προαιρῆταί τις ἄγειν.

***
Ας πούμε τώρα ποιους αγαπούν οι άνθρωποι και θέλουν να τους έχουν φίλους τους και ποιους μισούν, καθώς και για ποιον λόγο ― αφού όμως πρώτα δώσουμε τον ορισμό της φιλίας και της αγάπης. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι αγαπώ κάποιον και θέλω να τον έχω φίλο μου θα πει θέλω γι' αυτόν καθετί που το θεωρώ καλό, όχι για να κερδίσω κάτι ο ίδιος, αλλά αποκλειστικά για χάρη εκείνου· [1381a] κάνω μάλιστα και ό,τι μπορώ για να αποκτήσει αυτά τα καλά εκείνος. Φίλος είναι το πρόσωπο που αγαπά με τον τρόπο που είπαμε και αγαπιέται με τον ίδιο τρόπο: όσοι πιστεύουν ότι η σχέση τους είναι αυτού του είδους, θεωρούν ότι είναι φίλοι. Με όλα αυτά να τα έχουμε δεχτεί, καταλήγουμε πια ―υποχρεωτικά― στο ότι φίλος είναι αυτός που χαίρεται με τα καλά και λυπάται με τα δυσάρεστα που συμβαίνουν στον φίλο του (5) ― και αυτό όχι για κανέναν άλλο λόγο παρά μόνο για χάρη εκείνου. Αλήθεια, δεν υπάρχει άνθρωπος που να μη χαίρεται όταν πραγματοποιούνται όλα όσα επιθυμεί και να μη λυπάται όταν του συμβαίνουν τα αντίθετα· αυτό θα πει ότι σημάδι αυτού που επιθυμούμε είναι, κάθε φορά, οι λύπες και οι χαρές μας. Φίλοι γίνονται επίσης αυτοί που ό,τι θεωρεί καλό ο ένας, το θεωρεί καλό και ο άλλος· και ό,τι θεωρεί κακό ο ένας, το θεωρεί κακό και ο άλλος. Επίσης αυτοί που έχουν τους ίδιους φίλους και τους ίδιους εχθρούς· ο λόγος είναι ότι αναγκαστικά οι άνθρωποι αυτοί έχουν τις ίδιες επιθυμίες, (10) και φυσικά όποιος επιθυμεί για τον άλλο αυτά που επιθυμεί για τον ίδιο τον εαυτό του, δεν μπορεί παρά να είναι φίλος αυτού του ανθρώπου. Αγαπούν επίσης οι άνθρωποι και κάνουν φίλους τους αυτούς από τους οποίους έχουν ευεργετηθεί, ή οι ίδιοι ή αυτοί για τους οποίους οι ίδιοι ενδιαφέρονται, και αν το καλό που τους έγινε ήταν μεγάλο, ή έγινε με προθυμία, ή κάτω από ορισμένες συνθήκες, και πάντως αποκλειστικά για χάρη τους ― και αυτούς όμως για τους οποίους πιστεύουν πως έχουν τη θέληση να τους ευεργετήσουν. Φίλους τους κάνουν επίσης οι άνθρωποι τους φίλους των φίλων τους, καθώς και αυτούς που αγαπούν όσους αγαπούν και οι ίδιοι· (15) επίσης όσους έχουν κερδίσει την αγάπη εκείνων που έχουν κερδίσει τη δική τους αγάπη. Με τον ίδιο τρόπο: φίλους τους κάνουν αυτούς που έχουν γίνει μισητοί σ' αυτούς στους οποίους έγιναν μισητοί και οι ίδιοι, αυτούς που μισούν όσους μισούν και οι ίδιοι, τέλος αυτούς που μισούνται από αυτούς που μισούν οι ίδιοι: είναι φανερό ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι άνθρωποι αυτοί πιστεύουν ότι καλά είναι τα ίδια ακριβώς που θεωρούν καλά και οι ίδιοι, και έτσι επιθυμούν αυτά που είναι καλά για τους ίδιους· αυτό δεν ήταν το κύριο γνώρισμα του φίλου; Αγαπούν επίσης οι άνθρωποι και κάνουν φίλους τους αυτούς που έχουν τη θέληση και τη δύναμη να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους άλλους, είτε σε χρήμα είτε για να τους σώσουν· (20) αυτός είναι ο λόγος που τιμούν τους γενναιόδωρους, τους ανδρείους και τους δίκαιους (δίκαιους θεωρούν οι άνθρωποι αυτούς που δεν ζουν σε βάρος άλλων· τέτοιοι είναι όσοι κερδίζουν τη ζωή τους από τη δουλειά τους· αυτή είναι, κατά κύριο λόγο, η περίπτωση των γεωργών και, από όλους τους άλλους, η περίπτωση αυτών που ασκούν χειρωνακτικά επαγγέλματα). Αυτούς, επίσης, που μπορούν να ελέγχουν τον εαυτό τους ― γιατί αυτοί δεν μπορούν να είναι άδικοι. Για τον ίδιο λόγο και αυτούς που δεν ανακατεύονται στις ξένες υποθέσεις. (25) Αγαπούμε επίσης και κάνουμε φίλους μας αυτούς με τους οποίους επιθυμούμε να γίνουμε φίλοι (αν δείχνουν καθαρά ότι το επιθυμούν και αυτοί)· τέτοιοι είναι οι ενάρετοι άνθρωποι και αυτοί που έχουνκαλό όνομα ― είτε ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους, είτε ανάμεσα στους πιο διαλεχτούς, είτε ανάμεσα σε αυτούς που θαυμάζουμε, είτε ανάμεσα σε αυτούς που μας θαυμάζουν. Επίσης αυτούς που είναι μια ευχαρίστηση να περνάς παρέα τη μέρα σου μαζί τους· (30) τέτοιοι είναι οι βολικοί άνθρωποι, αυτοί που δεν ζητούν να ελέγχουν τα σφάλματα των άλλων, αυτοί που δεν τα βάζουν με όλους και δεν τσακώνονται με όλους (όσοι τα κάνουν όλα αυτά είναι άνθρωποι εριστικοί, και οι εριστικοί άνθρωποι φαίνεται να έχουν επιθυμίες αντίθετες με τις δικές μας)· τέτοιοι είναι επίσης οι άνθρωποι που ξέρουν να πειράζουν, αλλά και να δέχονται το πείραγμα: και των δύο αυτών κατηγοριών τα άτομα στοχεύουν στο ίδιο πράγμα, αφού έχουν τη δύναμη και να δέχονται το πείραγμα και να πειράζουν τους άλλους με χάρη. (35) Αγαπούμε επίσης και κάνουμε φίλους μας αυτούς που επαινούν τις καλές μας ιδιότητες, ιδίως εκείνες που φοβούμαστε πως δεν τις έχουμε. [1381b] Όπως και αυτούς που έχουν καθαρή εξωτερική εμφάνιση, καθαρά ρούχα, καθαρό γενικά τρόπο ζωής. Αυτούς, επίσης, που δεν σπεύδουν να κάνουν τα σφάλματά μας ή τις ευεργεσίες που μας έχουν κάνει αφορμή για να μας ψέξουν: και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για ανθρώπους που τους αρέσει να ελέγχουν και να επικρίνουν τους άλλους. Αγαπούν, επίσης, οι άνθρωποι και κάνουν φίλους τους αυτούς που δεν μνησικακούν και δεν φυλάγουν μέσα τους παράπονα για το κακό που τους έχει γίνει, (5) αλλά έχουν εύκολη τη συμφιλίωση: όπως τους βλέπουν να συμπεριφέρονται στους άλλους, ίδιοι, λένε, θα είναι και σ' αυτούς. Επίσης αυτούς που δεν κακολογούν ούτε καταγράφουν τις ελλείψεις ―των αλλωνών ή των φίλων τους― αλλά μόνο τα καλά τους: έτσι κάνουν οι καλοί άνθρωποι. Επίσης αυτούς που δεν αντιμιλούν στον θυμωμένο ή στον σοβαρά απασχολημένο με κάτι: (10) όσοι δεν συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο είναι άνθρωποι εριστικοί. Επίσης αυτούς που τους δείχνουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αισθήματα σεβασμού και ευλάβειας· που τους θαυμάζουν, λ.χ., ή τους θεωρούν καλούς ανθρώπους και ευχαριστιούνται μαζί τους και μάλιστα όταν τους δείχνουν τέτοια αισθήματα για πράγματα για τα οποία οι ίδιοι επιθυμούν να τους θαυμάζουν οι άλλοι ή να τους θεωρούν καλούς ή ευχάριστους ανθρώπους. (15) Κάνουν επίσης φίλους τους αυτούς που τους μοιάζουν και έχουν τις ίδιες με αυτούς ασχολίες ― φτάνει να μη γίνονται ενοχλητικοί στους ίδιους και να μη κερδίζουν με τον ίδιο τρόπο τη ζωή τους γιατί τότε γίνεται αυτό που λέμε «ο κανατάς μισεί τον κανατά». Επίσης αυτούς με τους οποίους έχουν τις ίδιες επιθυμίες ― με τον όρο, βέβαια, ότι μπορούν να τις ικανοποιήσουν και οι δύο· αλλιώς θα συμβεί ό,τι και στην προηγούμενη περίπτωση. Επίσης αυτούς με τους οποίους έχουν τέτοιου είδους σχέσεις, ώστε να μη ντρέπονται να κάνουν μπροστά τους πράγματα που δεν συνάδουν με το καλό όνομα (20) ― με τον όρο, φυσικά, ότι η διαγωγή αυτή δεν οφείλεται σε περιφρόνηση. Επίσης αυτούς μπροστά στους οποίους ντρέπονται να κάνουν πράγματα που είναι πράγματι κακά. Αυτούς επίσης με τους οποίους έχουν τη φιλοδοξία να αναμετριούνται, ή αυτούς των οποίων θέλουν να προκαλούν τη ζηλοτυπία, όχι όμως τον φθόνο: όλους αυτούς ή τους αγαπούν ή θέλουν να τους έχουν φίλους τους. Επίσης αυτούς που οι ίδιοι είναι πρόθυμοι να τους βοηθήσουν να πετύχουν κάτι καλό ― φτάνει να μη προκύψουν για τους ίδιους κακά μεγαλύτερα από το καλό που θα κερδίσουν εκείνοι. Επίσης αυτούς που όποιον αγαπούν, (25) τον αγαπούν το ίδιο παρόντα ή απόντα· να γιατί όλοι αγαπούν και θέλουν φίλους τους αυτούς που δείχνουν τέτοιου είδους αισθήματα απέναντι σε πρόσωπα που έχουν πια πεθάνει. Γενικά αυτούς που αγαπούν πάρα πολύ τους φίλους τους και δεν τους εγκαταλείπουν στις δύσκολες στιγμές τους· ο λόγος είναι ότι από όλους τους καλούς οι άνθρωποι αγαπούν πολύ περισσότερο αυτούς που είναι καλοί φίλοι. Επίσης αυτούς που δεν υποκρίνονται μπροστά τους· τέτοιοι είναι οι άνθρωποι που δεν διστάζουν να τους μιλούν και για τα ελαττώματά τους· (30) το είπαμε πιο πριν: μπροστά στους φίλους μας δεν ντρεπόμαστε να κάνουμε πράγματα που δεν συνάδουν με το καλό όνομα· αν λοιπόν αυτός που ντρέπεται δεν είναι φίλος, θα πρέπει λογικά να είναι φίλος αυτός που δεν ντρέπεται. Επίσης αυτούς που δεν μας προκαλούν κανέναν φόβο, αλλ', ίσα ίσα, ένα αίσθημα ασφάλειας· ποιος, αλήθεια, αγαπάει και θέλει για φίλο του έναν άνθρωπο που του προκαλεί φόβο;

Είδη φιλίας: η φιλία των συντρόφων, η φιλία των μελών μιας οικογένειας, η φιλία των συγγενών, και άλλα παρόμοια.

(35) Τη φιλία τη γεννάει το να κάνει κανείς μια χάρη, το να την κάνει δίχως να του τη ζητήσουν, και αφού την κάνει να μη την κοινολογήσει· γιατί τότε φαίνεται ότι έγινε για τον φίλο και όχι για κάποιον άλλο λόγο.

[1382a] Όσο για την έχθρα και το μίσος, είναι φανερό ότι μπορούμε να τα αναλύσουμε ως αντίθετα προς όσα είπαμε. Την έχθρα τη γεννούν η οργή, η κακεντρεχής εναντίωση στη θέλησή μας, η διαβολή. Η οργή γεννιέται από πράγματα που στρέφονται προσωπικά εναντίον μας, ενώ μίσος υπάρχει και όταν τα πράγματα δεν στρέφονται προσωπικά εναντίον μας: μόλις σχηματίσουμε τη γνώμη πως ένας άνθρωπος έχει τον τάδε χαρακτήρα, (5) τον μισούμε. Έπειτα η οργή στρέφεται εναντίον συγκεκριμένων προσώπων, του τάδε ή του τάδε, π.χ. εναντίον του Καλλία ή εναντίον του Σωκράτη, ενώ το μίσος το αισθανόμαστε και για κατηγορίες ανθρώπων: όλοι μας μισούμε τους κλέφτες ή τους συκοφάντες. Την οργή τη θεραπεύει ο χρόνος, ενώ το μίσος δεν έχει γιατρειά. Η οργή επιθυμεί να προξενήσει προσωρινή στενοχώρια, ενώ το μίσος μόνιμη βλάβη: ο θυμωμένος θέλει να γίνει αντιληπτός από τον άλλον, ενώ αυτός που μισεί δεν δίνει καμιά σημασία σ' αυτό. (10) Τα οδυνηρά πράγματα γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις, ενώ τα μέγιστα κακά (η αδικία, ας πούμε, ή η παραφροσύνη) ελάχιστα γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις· πραγματικά, η παρουσία της κακίας δεν προκαλεί καμία λύπη. Η οργή συνοδεύεται από λύπη, το μίσος όχι: όλοι το ξέρουμε πως ο θυμωμένος είναι στενοχωρημένος, ενώ δεν είναι εκείνος που μισεί. Εκτός αυτού, ο θυμωμένος μπορεί κάποτε, ύστερα από πολλά, να νιώσει συμπόνια γι' αυτόν με τον οποίο ήταν θυμωμένος· ο άλλος σε καμιά περίπτωση· (15) ο θυμωμένος ένα μόνο θέλει: να υποφέρει με τη σειρά του και αυτός με τον οποίο ο ίδιος είναι θυμωμένος, ενώ αυτός που μισεί επιθυμεί να πάψει να υπάρχει ο άλλος.

Είναι λοιπόν ―από αυτά που είπαμε― φανερό ότι είναι δυνατό από τη μια να αποδείξει ο ρήτορας ότι τα τάδε άτομα είναι πράγματι εχθροί μεταξύ τους ή φίλοι, και αν δεν είναι, να τους παρουσιάσει ως εχθρούς ή φίλους, και αν οι ίδιοι ισχυρίζονται πως είναι, να ανατρέψει τους ισχυρισμούς τους, και από την άλλη, σ' αυτούς που από θυμό ή έχθρα παίρνουν αντίπαλη θέση, να αναγάγει την αντίπαλη θέση τους σε όποιον από τους δύο λόγους προτιμήσει.