Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2023

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια - 5. Εξωτερική αφήγηση και εσωτερικές διηγήσεις

5.1.1. Οι διηγήσεις του Νέστορα

Σ᾽ αυτή την κατηγορία υπάγονται κατεξοχήν οι διάχυτες μέσα στο έπος, μικρές σε έκταση, αυτοβιογραφικές ιστορίες, στις οποίες, ευκαίρως ακαίρως, προσφεύγει ο Νέστορας για να στηρίξει τις συμβουλές που δίνει στους αρχηγούς των Δαναών σε δύσκολες στιγμές. Αυτός εξάλλου είναι ο βασικός ρόλος που αναθέτει ο ποιητής της Ιλιάδας στον έμπειρο, υπέργηρο αλλά κοτσονάτο ακόμη βασιλιά της Πύλου. Τις ρητορικές και παραινετικές ικανότητες του Νέστορα τονίζει ο ποιητής ήδη στην πρώτη εμφάνιση του γέροντα μέσα στο έπος (Α 247-253), όπου τον χαρακτηρίζει γλυκομίλητο, μελίρρυτο, οξύφωνο ρήτορα. Εδώ ακούγεται ένθετη και η πρώτη αυτοβιογραφική διήγηση του Νέστορα, με την οποία ο βασιλιάς της Πύλου επιδιώκει να κατοχυρώσει το συμβουλευτικό του κύρος.

Η λογομαχία Αχιλλέα και Αγαμέμνονα έχει εξελιχθεί σε βάναυσο υβρεολόγιο, με αφορμή τη Βρισηίδα - έπαθλο του Αχιλλέα, που καταχρηστικά το διεκδικεί ο Αγαμέμνονας, προς αναπλήρωση της Χρυσηίδας, την οποία εκβιάζεται να την επιστρέψει στον Χρύση, πατέρα της και ιερέα του Απόλλωνα. Μόλις έχει αποτραπεί, με την αόρατη στους άλλους επέμβαση της Αθηνάς, η φονική πρόθεση του Αχιλλέα, ο οποίος, γυμνώνοντας το σπαθί του, ετοιμάζεται να εκδικηθεί τον Αγαμέμνονα. Η οργή όμως του γιου της Θέτιδας όχι μόνο δεν κατευνάζεται, αλλά παροξύνεται σε απόφαση αποχής του από τη μάχη· απειλή που θα πραγματοποιηθεί και θα παραταθεί μέχρι τη δέκατη όγδοη ραψωδία, παρά τη συμφιλιωτική πρόταση του Νέστορα, η οποία εντούτοις δεν εισακούεται. Σ᾽ αυτά τα συμφραζόμενα σφηνώνεται μια παραινετική διήγηση του γέροντα βασιλιά της Πύλου (Α 247-284).

Ο Νέστορας με έπαρση διηγείται ότι συμπολέμησε στο παρελθόν και με διασημότερους ήρωες (τον Πειρίθοο, τον Πολύφημο, τον Εξάδιο, τον Δρύαντα, τον Καινέα, τον Θησέα, γιο του Αιγέα), σε αγώνες δυσμάχητους, με φοβερούς αντιπάλους. Κι όμως οι αγέρωχοι αυτοί ήρωες μιας άλλης εποχής όχι μόνο ζητούσαν τη γνώμη του, όταν βρίσκονταν σε ζόρι, αλλά και την αποδέχονταν ανεπιφύλακτα. Οφείλουν επομένως και τώρα ο Αγαμέμνονας και ο Αχιλλέας να δεχθούν τη συμβιβαστική συμβουλή του, αν δεν θέλουν με την παρατεινόμενη διαμάχη τους να καταστήσουν περήφανους τους εχθρούς και ευάλωτο το στρατόπεδο των Αχαιών.

Η ένταξη της συνοπτικής αυτής διήγησης στον παραινετικό λόγο του Νέστορα φαντάζει κάπως αδέξια, επειδή ίσως ο ποιητής τη χρησιμοποιεί για να ηθογραφήσει τη συμπαθητική γεροντική φλυαρία του βασιλιά της Πύλου. Παρά ταύτα, ο πυρήνας της διήγησης παραμένει επικός, καθώς δηλώνει διαδοχικές πολεμικές συγκρούσεις· παραδειγματικές, υποτίθεται, αρχαϊκότερες πάντως από εκείνες που περιγράφει η Ιλιάδα.

Η ζωή έχει φως και σκοτάδι. Επίλεξε τι θέλεις να βλέπεις

Η έννοια του αυτεξούσιου. Δεν ξέρω αν το γνωρίζεις αλλά αποτελεί ανθρώπινη ιδιότητα.

Έχεις αναρωτηθεί ποτέ τι σημαίνει αυτό το δώρο που σου δόθηκε; Αν ανοίξουμε ένα λεξικό θα δούμε πως αυτεξούσιος είναι αυτός που εξουσιάζει τον εαυτό του, αυτός που δεν υπόκειται στην εξουσία άλλου, ο ελεύθερος.

Τι σημαίνει το αυτεξούσιο στην πράξη;

Το να επιλέγεις τι θέλεις και τι όχι, το πως θα συμπεριφερθείς στις διαπροσωπικές σου σχέσεις, την οπτική που θα τηρήσεις απέναντι στα γεγονότα, την πορεία σου στη ζωή, την προσωπικότητα που θέλεις να δομήσεις, τον άνθρωπο που θέλεις να γίνεις. Γίνεται λοιπόν σαφές ότι η ζωή μας, φίλε μου, είναι το αποτέλεσμα των επιλογών μας. Η ευθύνη βαραίνει εμάς. Δεν χωράει λοιπόν γκρίνια, μεμψιμοιρία, μετάθεση ευθυνών.

Μα… θα μου πεις, ξέρεις τι μου έτυχε εμένα στη ζωή μου; Επιλογή μου ήταν οι ατυχίες, οι δυσκολίες, οι αρρώστιες; Δικαιολογημένη η αντίδραση σου. Όχι δεν ήταν επιλογή σου αυτά • ήταν τα μαθήματα σου.

Η ζωή για όλους μας είναι ένα άγνωστο πεδίο που δεν ξέρουμε τι θα μας φέρει, και όποιος προσπαθεί να την προβλέψει, να την ελέγξει, απλώς την χάνει. Η ευθύνη μας, φίλε μου, έχει να κάνει με την στάση που θα επιλέξουμε να κρατήσουμε απέναντι στα δώρα της ζωής. Και βλέπεις χαρακτηρίζω ως δώρα τα συμβάντα της. Για να σου δώσω να καταλάβεις τι θέλω να πω, θα σου παραθέσω ένα παράδειγμα.

Ο πόνος είναι κοινός για όλους τους ανθρώπους. Άλλοι όμως επιλέγουν να τον κάνουν αφορμή για ενδοσκόπηση, εξέλιξη, δημιουργία, κοινωνική προσφορά, αγάπη και άλλοι επιλέγουν το δρόμο του σκοταδιού, του θυμού, του μίσους, της καταστροφής.

Έχεις αναρωτηθεί ποτέ, φίλε μου, τι φταίει και μερικοί άνθρωποι ευχαριστιούνται με το να καταστρέφουν, να εκμεταλλεύονται, να εξαπατούν, να προκαλούν πόνο; Δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν με θετικό τρόπο τα κενά, τον θυμό, τον δικό τους πόνο και τον μετέτρεψαν σε δύναμη καταστροφής. Επιλογή και αυτή! Μάλλον θα αναρωτιέσαι που θέλω να καταλήξω.

Σε λίγο θα σου γίνει ξεκάθαρο.

Αφού λοιπόν η ζωή μας είναι το άθροισμα των επιλογών μας, πρέπει να γίνουμε ικανοί να επιλέγουμε. Ένας ο δρόμος γι αυτό, η εσωτερική καλλιέργεια, η αυτογνωσία. Ξεπέρασε την υλική σου φύση, σταμάτα το αδιάκοπο κυνήγι των εφήμερων, γιατί δεν βρίσκεται εκεί η ευτυχία. Γίνε λίγο περισσότερο εσωτερικός άνθρωπος και γνώρισε τον εαυτό σου, τις πραγματικές ανάγκες σου, τις επιθυμίες σου, θέσε τους στόχους σου. Εδώ βρίσκεται το μυστικό. Και θα έρθει και η ζωή και θα σου δώσει και αυτή την δυνατότητα μέσα από τις δυσκολίες, τις αποτυχίες να μάθεις να προχωράς σε σωστές επιλογές.

Άρα, φίλε μου, αυτό που θέλω να σου πω είναι να σταματήσεις να γκρινιάζεις για την ζωή σου. Είναι επιλογή σου! Επιλογή σου είναι και να την αλλάξεις! Σήκωσε τα μανίκια και αγωνίσου. Τίποτα δεν χαρίζεται σε κανέναν. Η πραγματική ευτυχία κατακτάται ! Έπεσες; Σήκω! Απέτυχες; Ξαναπροσπάθησε! Βούλιαξες; Ζήτα χέρι να αναδυθείς! Σκοτείνιασες; Ψάξε το φως! Πληγώθηκες; Αγκάλιασε! Προδόθηκες; Αγάπησε!

Η ζωή έχει φως και σκοτάδι. Επίλεξε τι θέλεις να βλέπεις.

Μάρκος Αυρήλιος: Η ευτυχία εξαρτάται από την ποιότητα των σκέψεών μας

«Η ευτυχία της ζωής μας εξαρτάται από την ποιότητα των σκέψεών μας» ανέφερε ένας σπουδαίος μελετητής του ανθρώπινου μυαλού, ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος. Παρότι πιθανόν να ακούγεται σαν μία ωραία φιλοσοφική σκέψη, πρόκειται στην πραγματικότητα για μία επιστημονική αλήθεια.

Κάθε σκέψη που κάνουμε επηρεάζει ή και δημιουργεί τα συναισθήματα που νιώθουμε

Καθώς τα συναισθήματα είναι νευροχημικές καταστάσεις, δεν είναι παράξενο να λέμε πώς όταν οι σκέψεις μας επηρεάζουν τα συναισθήματά μας, διαθέτοντας τη δύναμη να τα δημιουργούν και να αυξομειώνουν την έντασή και το βάθος τους, στην ουσία ρυθμίζουν την αντίληψή μας για την πραγματικότητα και τον κόσμο που μας περιβάλλει. Για την ακρίβεια, οι σκέψεις μας αποφασίζουν ποια είναι η πραγματικότητα που μας περιβάλλει.

Διότι το αν θα βλέπουμε ένα ποτήρι νερού μισογεμάτο ή μισοάδειο δεν εξαρτάται από το αν θα μετρήσουμε με χάρακα αν το νερό βρίσκεται ακριβώς στη μέση, λίγο πιο πάνω ή πιο κάτω από αυτήν. Εξαρτάται από το πού έχουμε μάθει να εστιάζουμε τη σκέψη μας. Ένας άλλος τρόπος σκέψης θα μπορούσε να είναι ότι απλώς θέλουμε να γεμίσουμε το ποτήρι με νερό, αδιαφορώντας για το αν είναι μισοάδειο ή μισογεμάτο, ή να κοιτάξουμε για το αν υπάρχουν δαχτυλιές στο ποτήρι, μια δηλαδή διαφορετική εστίαση της σκέψης μακριά από το κλασικό δίλημμα.

Το πιο σημαντικό γεγονός, όμως, είναι ότι η τάση να βλέπουμε το ποτήρι μισογεμάτο ή μισοάδειο είναι μία συνήθεια μαθημένη από επιδράσεις σε μικρότερη ηλικία, την οποία μπορούμε να εκπαιδεύσουμε να αλλάξει. «Αλλοιώνουμε την πραγματικότητα όμως έτσι» θα έλεγε ένας σκεπτικιστής. Αν αντιλαμβανόμασταν την πραγματικότητα μετρώντας το ποτήρι με χάρακα ίσως και να συνέβαινε αυτό αλλά δεν την αντιλαμβανόμαστε έτσι.

Το μυαλό μας λειτουργεί πρωταρχικά με το συναίσθημα, το οποίο επηρεάζεται από θεμελιώδεις, δομικές σκέψεις που σχηματίσαμε από πολύ παλιά για τον εαυτό μας. Βλέπουμε τον κόσμο σε μεγάλο βαθμό μέσα από τις σκέψεις και τα συναισθήματα που έχουμε διαμορφώσει για τον εαυτό μας. Μία αντίληψη που διαμορφώθηκε όταν κοιτούσαμε στα μάτια τους γονείς μας και μέσα από το πόσο ικανούς μας έβλεπαν σχηματιζόταν η αυτοαντίληψή μας.

Η αυτοαντίληψη είναι κάτι μαγικό σαν σύλληψη. Όχι μόνο γιατί είναι ένα σύνολο σκέψεων και συναισθημάτων που δείχνουν ποιοι είμαστε και πόσα πράγματα, γνωστά και άγνωστα, μπορούμε να καταφέρουμε αλλά και γιατί μπορεί να αλλάζει, να εξελίσσεται και μαζί της να αλλάζει η πίστη στον εαυτό μας, την ποικιλία των ικανοτήτων και δυνατοτήτων μας.

Νοσταλγία

Ο όρος «νοσταλγία» επινοήθηκε για πρώτη φορά το 1678 από ένα φοιτητή ιατρικής, τον Johannes Hofer, στην προσπάθειά του να περιγράψει το αίσθημα Ελβετών στρατιωτών σε αποστολές μακριά από την πατρίδα τους.

Είχε παρατηρηθεί ότι οι στρατιώτες ήταν απαθείς, απομονωμένοι και κλεισμένοι στον εαυτό τους και βίωναν συχνά έμμονες ιδέες και μια αδιαφορία για τη ζωή. Ο μόνος τρόπος να βοηθηθούν ήταν ο επαναπατρισμός τους.

Ετυμολογικά λοιπόν, η λέξη αφορά στο άλγος του νόστου, στον πόνο δηλαδή που σχετίζεται με την επιθυμία επιστροφής στην πατρίδα- επαναπατρισμού. Στην Οδύσσεια, ο Οδυσσέας απαρνείται ακόμα και την αθανασία για χάρη του νόστου του.

Τον 17ο και 19ο αιώνα η νοσταλγία θεωρήθηκε ως ασθένεια και αντιμετωπίστηκε φαρμακευτικά. Στην Ελβετία, οι γιατροί θεωρούσαν πως το όπιο, οι βδέλλες και τα ταξίδια στις ελβετικές Άλπεις βοηθούσαν στην εξάλειψη των συμπτωμάτων της νοσταλγίας.

Το 19ο αιώνα, η νοσταλγία άρχισε πια α μην αντιμετωπίζεται ως ιατρική διάγνωση αλλά ως μία φυσιολογική πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης.

Αφορά στην ονειροπόληση γύρω από το παρελθόν, όταν εκείνο έχει ορισμένα στοιχεία που το κάνουν να υπερτερεί έναντι του παρόντος και εμφανίζεται κυρίως εξαιτίας μια αδυναμίας προσαρμογής ή σε συγκεκριμένες συνθήκες που παραπέμπουν σε κάτι παρελθοντικό.

Πρόκειται βέβαια για ένα περίπλοκο συναίσθημα, γιατί έχει μία γεύση γλυκόπικρη: η αρνητική της πλευρά έγκειται στη γνώση ότι το παρελθόν δε θα ξανάρθει και η θετική πηγάζει από την ενασχόληση με τις ευχάριστες αναμνήσεις που προκαλούν τη νοσταλγία και προστατεύουν από την απελπισία.

Το παρελθόν δύναται κατά τον τρόπο αυτό να μας απομακρύνει από επίπονες καταστάσεις της πραγματικότητας, γιατί θεωρείται ως κάτι αμετάκλητα όμορφο. Αποτελεί πολλές φορές μια εξιδανικευμένη εκδοχή των αναμνήσεων, καθώς ο τρόπος που θυμόμαστε τα πράγματα δεν είναι πάντα αντικειμενικός.

Όταν ανακαλούμε μια ανάμνηση, ο εγκέφαλός μας έχει επιλέξει τι θα θυμάται. Στα πλαίσια της νοσταλγίας φιλτράρουμε και επεξεργαζόμαστε με ασυνείδητο τρόπο τις αναμνήσεις μας απομακρύνοντας τα αρνητικά στοιχεία.

Γενικά βέβαια η νοσταλγία δεν έχει να κάνει απλά με την ενθύμηση παλαιότερων καταστάσεων. Δε σχετίζεται με συγκεκριμένη ανάμνηση αλλά περισσότερο με μία συγκεκριμένη συναισθηματική κατάσταση. Όλοι μας συνδέουμε συγκεκριμένες καταστάσεις του παρελθόντος με κάποιο συγκεκριμένο συναίσθημα και η νοσταλγία συνδέεται με την προσπάθειά μας να ξαναβιώσουμε τα συναισθήματα αυτά.

Η νοσταλγία ως μια μορφή άμυνας

Μέχρι πρότινος υπήρχε η αντίληψη ότι η νοσταλγία είναι μια αρνητική κατάσταση, η οποία γεννά θλίψη. Πειραματικά όμως παρατηρήθηκε το εξής παράδοξο: η νοσταλγία είναι μια μορφή άμυνας! Όταν συμβαίνει κάτι δυσάρεστο, ο ψυχισμός μας αναζητά αντιδραστικά την εικόνα μίας κατάστασης, η οποία μπορεί να δράσει παρηγορητικά- επουλωτικά.

Πρόκειται για μια προσπάθεια του ψυχισμού να δραπετεύσει και να προστατευτεί.

Η επίμονη νοητική και συναισθηματική ενασχόληση με μία καλύτερη περίοδο της ζωής μας, ακόμη κι αν εκείνη βρίσκεται στο παρελθόν, μας ενισχύει και σταθεροποιεί την αίσθηση της ταυτότητάς μας. Πολλές φορές η ενασχόληση με το παρελθόν μας παρέχει υποσυνείδητα τους λόγους για τους οποίους αξίζει η ζωή μας και μας δίνει μια διέξοδο από τα άγχη που αφορούν στο παρόν ή στο μέλλον. Η επεξεργασία των νοσταλγικών αναμνήσεων του παρελθόντος δίνει μια άλλη προοπτική για τα πράγματα και μας βοηθά να επανεξετάσουμε την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε, να διαχωρίσουμε τα σημαντικά από τα ασήμαντα πράγματα και να αισθανθούμε ότι η ζωή έχει νόημα.

Σύμφωνα με έρευνες, όταν οι άνθρωποι βρίσκονται σε κατάσταση νοσταλγίας επανεξετάζουν με τη μνήμη τους αγαπημένες εμπειρίες της ζωής.

Μέσα από τις μνήμες αυτές και τη νοσταλγική διάθεση ενισχύεται η θετική διάθεση, αναπτύσσονται συναισθήματα κοινωνικής συνεκτικότητας και ενεργοποιείται η αισιοδοξία για το μέλλον. Ειδικότερα, η νοσταλγία που προκαλείται από αναμνήσεις στιγμών με αγαπημένα πρόσωπα μας κάνει να νιώθουμε περισσότερο συνδεδεμένοι με το παρελθόν μας και με τα πρόσωπα αυτά.

Στην εποχή μας, και ίσως κάτω από την πίεση των γρήγορων ρυθμών και της διαρκούς εξέλιξης, μπορούμε να παρατηρήσουμε μία νοσταλγική διάθεση σχεδόν σε όλες τις πτυχές της ζωής: η ζωή στο χωριό και το παιχνίδι στις αλάνες εξιδανικεύονται, τα τραγούδια είναι νέες εκτελέσεις παλιότερων, στη μόδα ανθεί το “vintage”. Στο παλιό φαίνεται να ανιχνεύεται μια αίσθηση ασφάλειας, οικειότητας και ανεμελιάς.

Οι συνθήκες που πυροδοτούν τη νοσταλγία

Σε ατομικό επίπεδο φαίνεται να υπάρχουν συγκεκριμένες συνθήκες, οι οποίες είναι πιθανό να πυροδοτήσουν το αίσθημα της νοσταλγίας:

Το άγχος και η κατάθλιψη:

Στις περιπτώσεις αυτές η νοσταλγία λειτουργεί σαν μηχανισμός άμυνας του ψυχισμού, ο οποίος προσπαθεί να ανακουφίσει τον πάσχοντα από τις αρνητικές σκέψεις της πάθησης. Νοσταλγώντας και αναπολώντας κάποιος διαπιστώνει ότι έχει ζήσει και ευτυχισμένες στιγμές, κάτι το οποίο συχνά ξεχνάει.

Η νοσταλγία γεννά επίσης το αίσθημα του ανήκειν, έστω κι αν αυτό προκύπτει μέσα από σκέψεις που αφορούν στο παρελθόν. Έχει διαπιστωθεί μάλιστα πειραματικά ότι η νοσταλγία μπλοκάρει τις σκέψεις θανάτου, μειώνει το υπαρξιακό μας άγχος και μας κάνει να νιώθουμε ότι η ζωή μας είναι σημαντική και έχει σκοπό.

Περίοδοι αλλαγών:

Το αίσθημα νοσταλγίας κορυφώνεται σε μεταβατικές ηλικιακές ομάδες. Σε γενικές γραμμές οι άνθρωποι λαχταρούν τη σταθερότητα και οι αλλαγές ενδέχεται να βιωθούν ως μία “απειλή” απέναντι στο οικοδόμημα της ζωής. Απροσδόκητες είτε μεγάλες αλλαγές συνοδεύονται από άγχος και απαιτούν την προσαρμοστική ικανότητα του ατόμου. Επιπλέον, η ανάγκη ελέγχου, η οποία ενυπάρχει σε κάποιο βαθμό σε όλους, προκύπτει και από την αίσθηση -σε λογικό βαθμό- προβλεψιμότητας του μέλλοντος.

Η νοσταλγία βοηθάει τους ανθρώπους να έχουν μια σταθερή εικόνα του εαυτού και να κατανοήσουν την προσωπικότητα και την ταυτότητά τους. Τα υπαρξιακά ζητήματα είναι ικανά να πυροδοτήσουν την νοσταλγία, η οποία προσπαθεί να διατηρήσει την ψευδαίσθηση της σταθερότητας. Η ανάκληση στη μνήμη στιγμών από ένα παρελθόν μπορεί να μας κάνει να νιώσουμε ασφάλεια και να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε τις αρνητικές σκέψεις του παρόντος.

Τα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής:

Τα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής είναι ένα μεταβατικό αναπτυξιακό στάδιο κατά το οποίο τα άτομα προσπαθούν να επιλέξουν το δρόμο που θα ακολουθήσουν, όσον αφορά σε σπουδές, εργασιακά ζητήματα, τόπο κατοικίας, οικογένεια. Αυτό συνεπάγεται σημαντικές αλλαγές και μεταβάσεις και η νοσταλγία αποτελεί συχνά ένα καταφύγιο, μέσα από το οποίο προσπαθούμε να διαχειριστούμε το σοκ των αλλαγών.

Οι γιορτές:

Η γιορτινή περίοδος εντείνει την ανάγκη των ανθρώπων να βιώσουν τις έννοιες της καταγωγής, της συνέχειας, του ανήκειν. Ένας από τους τρόπους με τους οποίους νιώθουμε ενότητα είναι μέσα από το συσχετισμό και τη σύνδεση που έχουμε με άλλους ανθρώπους. Οι σχέσεις, καθώς και οι εικόνες από τις σημαντικές σχέσεις μας βοηθάνε να συγκροτήσουμε και να διατηρήσουμε την εικόνα του εαυτού μας. Η νοσταλγία μπορεί να λειτουργήσει ως υποκατάστατο της πραγματικότητας και να μας βοηθήσει να συνδεθούμε, πέρα από το χρόνο και το χώρο.

Επιπλέον, οι γιορτές εντείνουν πολλές φορές το αίσθημα της μοναξιάς και ως εκ τούτου το συναίσθημα της νοσταλγίας που προκύπτει μέσα από αυτήν. Οι εικόνες από τις παλιότερες ξέγνοιαστες στιγμές μπορούν να ενισχύσουν την αυτοπεποίθησή μας και να μας κάνουν να νιώθουμε θετικότεροι.

Η μοναξιά: Σε συνθήκες μοναξιάς, η νοσταλγία αποτελεί μία συναισθηματική δίοδο, μέσα από την οποία τα άτομα αναβιώνουν το αίσθημα της σύνδεσης και μειώνουν μέσα τους τις αρνητικές σκέψεις της μοναξιάς.

Τραυματικά βιώματα: Σε περιπτώσεις τραυματικών βιωμάτων, όπως π.χ. ένας πόλεμος, μια απώλεια, η μετανάστευση, η νοσταλγία ενδέχεται να είναι ιδιαίτερα βοηθητική ως προς τη σταθεροποίηση της αίσθησης της ταυτότητάς μας.

“Αυτό είναι η νοσταλγία: να κατοικείς στο κύμα και να μην έχεις πατρίδα μες στον χρόνο. Κ’ οι επιθυμίες αυτό ‘ναι: σιγαλή ομιλία της αιωνιότητας με καθημερινές ώρες. Κ’ η ζωή ΄ναι αυτό: ώσπου από ένα χτες να βγει η μοναχικότερη απ’ όλες τις ώρες ώρα, που διαφορετικά απ’ τις άλλες αδερφές της γελά και μπρος στο αιώνιο μόνο, θα σωπάσει”. -Ρίλκε.

Τα λάθη στην επικοινωνία των ερωτικών συντρόφων

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η υγιής επικοινωνία θεωρείται θεμέλιος λίθος μίας καλής συντροφικής σχέσης.

Καλή επικοινωνία σημαίνει ότι μπορούμε να εκφράσουμε στον σύντροφό μας αυτό που θέλουμε και αντίστοιχα καταλαβαίνουμε αυτό που ο σύντροφός μας θέλει να μας πει. Η επικοινωνία δυσχεραίνεται συχνά από πλήθος παραγόντων που έχουν να κάνουν με την ιδιοσυγκρασία του κάθε συντρόφου, με τις επιρροές που έχει δεχθεί από το οικογενειακό του περιβάλλον αλλά και με περιορισμούς που πιθανόν να υφίστανται στο παρόν από συγκυριακούς λόγους.

Η καταστροφική κριτική

Η κριτική, ως μέσο κοινοποίησης της δυσαρέσκειάς μας ή προτροπή για αλλαγή του άλλου, σπάνια πετυχαίνει το στόχο της.

Η διαρκής έκθεση ενός ατόμου στα επικριτικά σχόλια του συντρόφου του, καλλιεργεί σταδιακά αρνητικά συναισθήματα και οδηγεί σε αποξένωση. Άλλες φορές πάλι, το άτομο που υφίσταται συνεχώς κριτική, αρχίζει και αμφιβάλλει για τον εαυτό του και τις ικανότητές του και χάνει σταδιακά την αυτοπεποίθησή του.

Αλλά και ο ίδιος ο «κριτής» αρχίζει να βλέπει τον σύντροφό του μειονεκτικά καθώς έχει δώσει υπερβολική σημασία σε όψεις της συμπεριφοράς του που θεωρεί αρνητικές. Συχνά είναι πιο εποικοδομητικό να αναγνωρίζουμε στον άλλον τα θετικά στοιχεία που έχει από το να αναμασούμε επίμονα κάποια αρνητικά.

Χρειάζεται επίσης να αποφασίσουμε αν μια κριτική είναι χρήσιμη, πριν την κοινοποιήσουμε. Πολλές φορές κριτικάρουμε ασήμαντα πράγματα στον άλλον αλλά το φθοροποιό στοιχείο στη σχέση παραμένει. Επίσης αντί να επικρίνουμε μια συμπεριφορά στον άλλον που δεν μας αρέσει είναι προτιμότερο να μιλήσουμε για το πώς εμείς νιώθουμε για αυτήν ή ακόμα καλύτερα να τοποθετηθούμε μέσα από μια θετική οπτική. Έτσι αντί να πούμε «Είσαι ακατάστατος, ποτέ δεν βάζεις τα ρούχα τους στη θέση τους» θα μπορούσαμε να πούμε «Με βοηθάς πολύ όταν τακτοποιείς τα ρούχα σου, γιατί έχω πολύ λιγότερα πράγματα να συμμαζέψω»

Η απαίτηση

Το να απαιτούμε από τον άλλον ακόμα και τα αυτονόητα συχνά τον φέρνει σε μία θέση άρνησης. Αρνείται να ικανοποιήσει την ανάγκη μας, όχι πάντα γιατί διαφωνεί με αυτήν, αλλά γιατί διαφωνεί με τον τρόπο με τον οποίο την διεκδικούμε.

Η απαίτηση, ως μέσο επικοινωνίας, κοινοποιεί κάτι αναφορικά με την κατανομή εξουσίας στη σχέση. Αυτός που απαιτεί, αξιώνει για τον εαυτό του ένα ποσοστό εξουσίας. Αν του ικανοποιηθεί η απαίτηση από τον σύντροφό του, η εξουσία αυτή είναι σαν να επικυρώνεται έμμεσα. Χάνεται όμως η ισορροπία μέσα στην σχέση με αυτόν τον τρόπο και συχνά δημιουργούνται διενέξεις και προστριβές.

Το διάβασμα της σκέψης του άλλου

Πολλές φορές κάνουμε το λάθος να υποθέτουμε τι σκέφτεται ή τι πιστεύει ο άλλος για μία κατάσταση. Η υπόθεσή μας, η οποία στην ουσία είναι η προσωπική μας ερμηνεία για μία κατάσταση, μπορεί να έχει άκρως αρνητικό περιεχόμενο, πυροδοτώντας αντίστοιχα επικίνδυνα για μια υγιή επικοινωνία συναισθήματα.

Η σύντροφος που πλένει τα πιάτα ενώ ο σύζυγός της κάθεται στον καναπέ, διαβάζοντας την αγαπημένη του εφημερίδα, μπορεί να σκέφτεται «Μόνο για την βόλεψή του ενδιαφέρεται, ούτε του περνά από το μυαλό να με βοηθήσει».

Αυτή η πεποίθηση συνήθως εδραιώνεται στην σύζυγο όταν, είτε δεν μπαίνει στη διαδικασία να την επαληθεύσει ζητώντας τη βοήθεια που χρειάζεται, είτε την ζητάει με αρνητικό τρόπο, οπότε και δεν την παίρνει. Πολλές φορές χρεώνουμε στον άλλο αρνητικά χαρακτηριστικά απλώς και μόνο εμείς δεν έχουμε μάθει να διεκδικούμε με υγιή τρόπο τα θέλω μας.

Ο θυμός

Ο θυμός, η αγανάκτηση και ο εκνευρισμός μπορεί να εξοκείλουν μία κατά τα άλλα καλή προσπάθεια επικοινωνίας με τον άλλον. Όταν αφήνουμε τέτοια συναισθήματα να κατευθύνουν τα λόγια μας, συνήθως το αποτέλεσμα είναι καταστροφικό. Ο θυμός μπορεί να φουντώσει από τον δικό μας εσωτερικό διάλογο, αναφορικά με μία κατάσταση, από ερμηνείες που εμείς αναπαράγουμε και πιστεύουμε αλλά και από ακραίες ερμηνείες σχετικά μέτριων καταστάσεων όπως για παράδειγμα:  «Προτιμάει να βγει με τους φίλους του σήμερα, δεν μ’ αγαπάει καθόλου!»

Αν είστε θυμωμένος με τον σύντροφο σας, δώστε χρόνο στον εαυτό σας να ηρεμήσετε πριν μιλήσετε. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι η συζήτηση μπορεί να αναβληθεί για ώρες ή και για την επόμενη μέρα. Προσπαθήστε να μιλήσετε για τον εαυτό σας, για τα δικά σας συναισθήματα και τις δικές σας σκέψεις αντί να παρασυρθείτε σε ένα κατηγορητήριο εναντίον του άλλου.

Υποχωρώ αντί να διεκδικήσω

Αρκετοί άνθρωποι θεωρούν ότι το να ικανοποιούν τις ανάγκες του συντρόφου τους αδιαμαρτύρητα μπορεί να τους εξασφαλίσει μια καλή σχέση. Η διαρκής υποχώρηση όμως συχνά έχει τη βάση της στη δυσκολία που έχουν τα άτομα αυτά να εκφράσουν τις ανάγκες τους ή να διεκδικήσουν τα θέλω τους. Μπορεί να έμαθαν να λειτουργούν έτσι από παιδιά ακόμα και να αναπαράγουν αυτό το μοτίβο στην ενήλικη ζωή. Το σίγουρο είναι ότι σταδιακά αδυνατούν να ταυτοποιήσουν τις ανάγκες και τα θέλω τους και τελικά ζουν τη ζωή του συντρόφου τους. Αν και φαίνεται βολική κατάσταση, καθώς το ένα μέλος είναι πάντα πρόθυμο να υποχωρήσει, τελικά μπορεί να οδηγήσει τη σχέση σε μαρασμό. Όταν δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τον εαυτό μας, για αυτά που θέλουμε, σκεφτόμαστε, προσδοκούμε, στην ουσία δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε μια διαπροσωπική επικοινωνία. Και όπως αναφέρθηκε στην αρχή η καλή επικοινωνία είναι η βάση μιας υγιούς σχέσης.

Η υγιής επικοινωνία απαιτεί να ακούμε αυτά που ο σύντροφός μας έχει να μας πει. Αυτό σημαίνει ότι ίσως χρειαστεί να σωπάσουμε για λίγο τη δική μας εσωτερική φωνή προκειμένου να ακούσουμε τον άλλον και να προσπαθήσουμε με διευκρινιστικές ερωτήσεις και διάλογο να τον καταλάβουμε. Το να τον καταλάβουμε δεν σημαίνει απαραίτητα πως θα συμφωνήσουμε αλλά χρειάζεται να κατανοήσουμε τη δική του οπτική στα πράγματα. Ο σεβασμός των ορίων του άλλου είναι επίσης ζωτικής σημασίας καθώς δίνει στον σύντροφό μας το μήνυμα ότι τον έχουμε ακούσει και κατανοήσει. Έτσι δεν επιμένουμε σε έναν διάλογο όταν ο άλλος είναι πολύ αναστατωμένος για να τον υποστηρίξει.

Η Σφίγγα έπεσε στον γκρεμό μόλις άκουσε τη λέξη “άνθρωπος”

Ο Οιδίποδας (αρχ: Οἰδίπους) ήταν το πιο τραγικό πρόσωπο της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας. Ήταν γιος του βασιλιά της Θήβας Λάιου και της Ιοκάστης. Ο μύθος του είναι ο εξής:

Πριν από την γέννηση του Οιδίποδα ο βασιλιάς της Θήβας Λάιος, αποφάσισε να μάθει το πεπρωμένο του σχετικά με την απόκτηση διαδόχου, επειδή η γυναίκα του, η Ιοκάστη ή Επικάστη, δεν είχε κυοφορήσει ποτέ, παρά τις πολύχρονες προσπάθειες. Ο λοξίας Απόλλωνας του διεμήνυσε, μέσω της Πυθίας, πως θα αποκτούσε γιο και πως αυτός μάλιστα θα τον σκότωνε.

Πρέπει να ειπωθεί πως ήταν από τους σπάνιους χρησμούς που ήταν τόσο ξεκάθαροι ως προς το περιεχόμενό τους. Επίσης πρέπει να επισημανθεί πως ο Λάιος είχε προκαλέσει την μήνι των Θεών για την σχέση που σύναψε με άλλον άντρα, τον γιο του Πέλοπα, βασιλιά της Ηλείας, τον Χρύσιππο Η αυτοκτονία του Χρυσίππου στη Θήβα, όπου τον είχε απαγάγει ο Λάιος, προκάλεσε το μένος του Πέλοπα, ο οποίος καταράστηκε τον βασιλιά της Θήβας να μην αποκτήσει γιο και αν κάνει να πεθάνει από το χέρι του. Οι Θεοί συμφώνησαν, κατά άλλους η Ήρα,αφού η ενέργειά του αποτέλεσε ύβρη προς τους Νόμους.

Ο Λάιος, έχοντας γνώση το χρησμοδότημα, μετά την γέννηση του πρωτότοκου, έδεσε τον Οιδίποδα από τα πόδια (εξ ου και το όνομα Οιδίπους (οίδημα(=πρήξιμο) + πους(=πόδι)) και τον έδωσε σ΄έναν δούλο, τον οποίο διέταξε να τον αφήσει έκθετο στον Κιθαιρώνα. Με αυτόν τον τρόπο εναπόθετε την τύχη του βρέφους στα χέρια των Θεών ή της Τύχης, όπως αναφωνεί στην τραγωδία «Οιδίπους Τύραννος» του Σοφοκλή ο ίδιος ο ήρωας. Ένας βοσκός όμως βρήκε το παιδί και το παρέδωσε στην γυναίκα του βασιλιά της Κορίνθου Πόλυβου, την Μερόπη ή Περίβοια. Αυτοί μην έχοντας παιδιά, τον δέχτηκαν σαν «θείο δώρο». Έτσι ο Οιδίποδας ζει και μεγαλώνει στα παλάτια της Κορίνθου, στην πόλη Τενέα, ως γνήσιος και νόμιμος κληρονόμος του θρόνου.

Μια μέρα όμως κάποιος τον απεκάλεσε «νόθο». Θέλοντας να μάθει το αληθές του λόγου, επειδή επικράτησε «σιγή ιχθύος» στο παλάτι για το θέμα, αποφασίζει να πάει στην Πυθία. Εκεί η ιέρεια του Απόλλωνα, με ξεκάθαρο χρησμό τον διώχνει από τον ιερό χώρο της επειδή θα φανεί ομόκλινος του πατρός και πατροκτόνος, αιμομίκτης και σύζυγος της μητέρας του, καθώς και ότι αυτός και τα παιδιά του θα είναι αιτία πολλών κακών. Ήταν τέτοια η ένταση του γεγονότος, ώστε ο Οιδίποδας, ξεχνώντας τους λόγους προσέλευσής του στην Πυθία, αποφασίζει να μην γυρίσει στην θεωρούμενη κατ’ αυτόν πατρίδα του, την Κόρινθο για να μην προκαλέσει δεινά στους πραγματικά θετούς του γονείς.

Κατά την περιπλάνησή του στον ελλαδικό χώρο,κατευθύνθηκε προς την Θήβα. Σ΄ένα σταυροδρόμι της, το τρίστρατο με το όνομα «Σχιστή οδός», συναντά μια άμαξα και ύστερα από μια έντονη λογομαχία σκοτώνει τον κάτοχο της άμαξας και τους συνοδούς – δούλους του, εκτός από έναν. Όπως αποδεικνύεται αργότερα, με μαρτυρία του δούλου που σώθηκε, ο Οιδίποδας σκότωσε τον πατέρα του Λάιο, ο οποίος κατευθυνόταν προς την Πυθία για να μάθει τι απέγινε το παιδί του.

Ο Οιδίποδας πλησιάζοντας στην Θήβα συνάντησε τη Σφίγγα. Η Σφίγγα σκότωνε κάθε διαβάτη που την συναντούσε, επειδή δεν απαντούσε στο γρίφο της. Ρωτώντας τον Οιδίποδα «Ποιο ον το πρωί στέκεται στα τέσσερα, το μεσημέρι στα δύο και το βράδυ στα τρία», έλαβε ως απάντηση «Ο Άνθρωπος είναι εκείνο τον ον, που το ξημέρωμα της ζωής του κινείται στα τέσσερα, το βράδυ της ζωής του στα τρία, με την βοήθεια του μπαστουνιού, ενώ στο μεσοδιάστημα (μεσημέρι) της ζωής κινείται με σιγουριά στα δυο». Μετά την λύση του γρίφου η Σφίγγα έπεσε στον γκρεμό και σκοτώθηκε (ή κατά άλλους ο Οιδίποδας της επιτέθηκε όταν ήταν ξαφνιασμένη από τη λύση του γρίφου και τη σκότωσε). Ο Οιδίποδας αναγορεύτηκε βασιλιάς της Θήβας, από τον προσωρινό βασιλιά της πόλης Κρέοντα, και σύζυγος της Ιοκάστης (αδελφή του Κρέοντα), χήρας του Λάιου και μητέρας του Οιδίποδα.

Με την Ιοκάστη απέκτησε τέσσερα παιδιά, τους Πολυνείκη και Ετεοκλή και τις Αντιγόνη και Ισμήνη, που ήταν παράλληλα και αδέλφια του. Έτσι ολοκληρώθηκε το περιεχόμενο του χρησμού που έδωσε η Πυθία στον Λάιο πρώτα και στον Οιδίποδα αργότερα. Υπάρχει άλλη μαρτυρία, κατά την οποία η Ιοκάστη έμαθε πως παντρεύτηκε τον γιο της και αυτοκτόνησε. Ο Οιδίποδας ξαναπαντρεύτηκε και με την νέα σύζυγό του, την Ευρυγανεία, απέκτησε τα τέσσερα παιδιά.

«Ο λοιμός των Θηβών», έργο του Σαρλ Φρανσουά Ζαλαμπέρ, Μουσείο Καλών Τεχνών, Μασσαλία Εξαιτίας του λιμού που μάστιζε την Θήβα, για εφτά χρόνια (όσα και τα χρόνια εξουσίας του Οιδίποδα), χρησμός από τον μάντη Τειρεσία, υπέδειξε πως η αιτία του κακού είναι ο φονιάς του Λάιου.

Στην τραγωδία «Οδίπους Τύραννος» εκτυλίσσεται η αποκάλυψη του φονιά, που είχε ως αποτέλεσμα την αυτοτύφλωση του Οιδίποδα και την αυτοκτονία της Ιοκάστης (κρεμάστηκε). Στην τραγωδία του Σοφοκλή, «Οιδίπους επί Κολωνώ», μαθαίνουμε πως ο Οιδίποδας, για άλλη μια φορά, περιπλανήθηκε στον ελλαδικό χώρο, με συνοδό την κόρη του Ισμήνη ή, κατά άλλους, την Αντιγόνη. Κατέληξε στην Αθήνα, όπου ο βασιλιάς της, ο Θησέας, τον δέχτηκε και μεσολάβησε για την συμφιλίωσή του με τους Θεούς και τον λυτρωτικό του θάνατο. Στην τραγωδία «Επτά επί Θήβας», του Αισχύλου, μαθαίνουμε για την τύχη του Πολυνείκη, του Ετεοκλή και του Κρέοντα. Ενώ, τέλος, στην τραγωδία «Αντιγόνη», την κορωνίδα των τραγωδιών, μαθαίνουμε για την τύχη της ομώνυμης ηρωίδας.

Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΕΙΑ

Η προσπάθεια του εφήβου για αυτονομία και ανεξαρτητοποίηση διαταράσσει την ηρεμία και τη σταθερότητα που υπήρχε στις οικογενειακές σχέσεις και τη λανθάνουσα περίοδο της εξέλιξης του παιδιού.

Οι γονείς δεν είναι πλέον σε θέση να κάνουν σχέδια για το παιδί τους και να ασκούν την ίδια επιρροή επάνω του Αισθάνονται ότι “χάνουν” το παιδί τους καθώς αυτό αποκηρύσσει την κυριαρχία τους και αναζητά καταφύγιο στις παρέες των συνομηλίκων, χωρίς να τους επιτρέπει πλέον να παρεμβαίνουν στην προσωπική του ζωή. Καθώς απο ιδανικοποιούνται από τους εφήβους, πενθούν για την απώλεια του γονεικού ρόλου και των ικανοποιήσεων που τους πρόσφερε η εξάρτηση των παιδιών από το πρόσωπό τους. Όσο μεγαλύτερη είναι η δυσκολία των γονέων να δεχτούν το γεγονός ότι από ιδανικοποιούνται από τους εφήβους, τόσο πιο επώδυνη και χρονοβόρα θα είναι για τους τελευταίους η διεργασία της ατομικοποίησης και της αυτονομίας. Στις έφηβες κοπέλες, η αντιδραστικότητα προς τους γονείς είναι συνήθως λιγότερο έντονη. Ο Winnicott θεωρεί ότι με την αντιδραστικότητα αυτή οι έφηβοι δηλώνουν με ένα ιδιότυπο τρόπο ότι έχουν απόλυτη ανάγκη από τη συμπαράσταση και τη βοήθεια των γονέων. Τους είναι απαραίτητο να μεγαλώνουν σε ένα σταθερό πλαίσιο που να μην καταλύεται από την επιθετικότητά τους. Οι γονείς μπορεί να αντιδράσουν με επιβολή αυστηρού ελέγχου και απαγορεύσεων για να διατηρήσουν την εξάρτηση του παιδιού προς αυτούς Αυτή η αντίδραση είναι πιθανό να οδηγήσει τον έφηβο σε έντονες εκδραματίσεις αναζήτηση διεγέρσεων μέσα από τη χρήση ουσιών, σεξουαλική ελευθεριότητα, παραπτωματική συμπεριφορά, φυγή από το σπίτι και άλλα. Σε άλλες περιπτώσεις είναι πιθανό ο έφηβος να παλινδρομήσει και να προσκολληθεί ακόμα περισσότερο στους γονείς.

Στη σύγχρονη κοινωνία, που έχει αποκηρύξει τις παιδαγωγικές πρακτικές του παρελθόντος, πολλοί γονείς, για να αντιδράσουν στην καταπίεση που είχαν υποστεί από τους δικούς τους γονείς, προσπαθούν να μάθουν στα παιδιά να είναι αυτόνομα και ανεξάρτητα. Στην πραγματικότητα, επιτυγχάνεται το ακριβώς αντίθετο καθώς τα παιδια μεγαλώνουν σε ένα ακαθόριστο πλαίσιο, χωρίς σαφή όρια και την αναγκαία καθοδήγηση των ενηλίκων. Κατά την περίοδο της εφηβείας, θεωρούν δεδομένη την επιθυμία του να ανεξαρτητοποιηθεί από αυτούς και τον προτρέπουν να εμπλέκεται σε καταστάσεις τις οποίες δεν είναι ακόμα έτοιμος να αντιμετωπίσει με φυσική συνέπεια την αποτυχία. Έτσι, μειώνεται η αυτοεκτίμησή του, η πραγματικότητα γίνεται τραυματική και ευνοείται η παλινδρόμηση σε προγεννητικά στάδια και η καταφυγή σε φαντασιώσεις παντοδυναμίας. Η διαφοροποίηση εαυτού και αντικειμένου είναι ατελής και αποδυναμώνεται το Υπερεγώ, καθώς οι γονείς δεν θέτουν σαφή όρια στα παιδια τους (Laufer & Laufer). Οι γονείς πρέπει να είναι συναισθηματικά κοντά στους εφήβους, να έχουν την ικανότητητα να αντέξουν και να “σηκώσουν” την επιθετικότητα και όλα τα αρνητικά συναισθήματα που προβάλλουν επάνω τους. Να είναι δυνατοί και σταθεροί, ώστε να επιτρέψουν στα παιδιά τους να τους απομυθοποιήσουν αλλά και να τα βοηθήσουν να αποκαταστήσουν την συναισθηματική τους ισορροπία. Ο Μανωλόπουλος υπογραμμίζει πόσο παράδοξο είναι το γεγονός ότι ένας έφηβος μπορεί να από-ιδανικοποιήσει μόνο τους γονείς που δεν φοβάται ότι θα καταρρεύσουν αν τους ανταγωνιστεί ή θα χαθούν αν δεν ασχολείται πια μαζί τους. Η αδυναμία των γονέων δεν του επιτρέπει να αντλήσει την αναγκαία δύναμη για τη συγκρότηση του εαυτού. Ο Konut θεωρεί πως ένας αποτυχημένος και ευνουχισμένος πατέρας δεν είναι εύκολο να ξεπεραστεί γιατί δεν είναι ικανός να γίνει ο καθρέπτης πάνω στον οποίο ο έφηβος αντανακλά τις επιθυμίες του για δύναμη, δημιουργικότητα και πρωτοβουλία. Οι γονείς φυσιολογικά αναζητούν τη στήριξη ο ένας από τον άλλον, για να αντι μετωπίσουν τις δυσκολίες από τη μεταλλαγή της σχέσης με το παιδί τους. Αυτή η δυνατότητα ωστόσο δεν είναι πάντα εφικτή και αποκαλύπτονται παλιές απωθημένες συγκρούσεις και προκαλούνται καταθλιπτικά συναισθήματα ή αναζητείται ικανοποίηση σε σχέσεις έξω από το γάμο.

Στη σύγχρονη βιβλιογραφία χρησιμοποιείται ο εύστοχος όρος “σύνδρομο της κενής φωλιάς” (empty nest syndrome) για να περιγράψει τις δυσκολίες των γονέων να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες που δημιουργούνται μετά την ανεξαρτητοποίηση των παιδιών Επιπλέον, οι γονείς έχουν να αντιμετωπίσουν διάφορες προκλήσεις σε ότι αφορά και την προσωπική τους εξέλιξη. Η κρίση της εφηβείας συνήθως συμπίπτει χρονικά με την κρίση της μέσης ηλικίας στους γονείς. Κάνουν έναν απολογισμό για όσες από τις φαντασιώσεις του Ιδεώδους του Εγώ κατόρθωσαν να επιτύχουν ή για όσες έμειναν ανικανοποίητες. Ξεκινά για αυτούς η περίοδος της βιολογικής κάμψης, τη στιγμή που το σώμα του εφήβου βρίσκεται σε πλήρη άνθηση. Από το πόσο ικανοποιημένοι είναι οι γονείς από τη ζωή τους μέχρι σήμερα, θα κριθεί και η αντίδραση τους στην αναστάτωση που προκαλεί η εφηβεία. Ωστόσο, είναι δύσκολο να αποφευχθεί η σύγκριση σε τομείς όπως η δύναμη και η σωματική εμφάνιση (Δοξιάδη). Ο διαχωρισμός των ρόλων δεν είναι πλέον σαφής, καθώς ο έφηβος έχει πλέον τη δύναμη να συγκρουστεί με τον πατέρα αλλά και την ικανότητα για ολοκληρωμένη σεξουαλική δραστηριότητα. Οι γονείς επιδίδονται συχνά σε έναν ναρκισσιστικό ανταγωνισμό με τα παιδιά τους, προσπαθώντας να τα μιμηθούν, ή τα πιέζουν να ενηλικιωθούν όσο το δυνατόν ταχύτερα γιατί έτσι δεν θα απειλούνται από τη δύναμη της νεότητάς τους. Οι γονείς που είναι ναρκισσιστικά ευάλωτου έχουν προβλήματα σε όλες τις φάσεις εξέλιξης των παιδιών τους. Ο Freud (1914) ήταν ο πρώτος που περιέγραψε τις παθολογικές πλευρές του γονείκου ναρκισσιμού και αναφερόταν στην γονεική αγάπη σαν προβολή του παιδικού αυτοερωτισμού στη ναρκισσιστική του προέκταση, δηλαδή το παιδί του. Ανάμεσα στην μητέρα και την έφηβη κόρη αναπτύσσονται σε πολλές περιπτώσεις σχέσεις που σχετίζονται με την αρχή και το τέλος της έμμηνης ρύσης. Η κόρη αποκτά την ικανότητα για σύναψη σεξουαλικών σχέσεων και τεκνοποίηση, ενώ για τη μητέρα η σεξουαλικότητα και η θηλυκότητα υποχωρούν. Γίνεται λοιπόν κατανοητό πως μπορεί να φθονεί την κόρη για τις νέες ιδιότητες της, ενώ ταυτόχρονα η ίδια αισθάνεται λύπη και απόγνωση για τη σταδιακή απώλεια αυτών των ιδιοτήτων. Πάντως φαίνεται πως οι μητέρες που είχαν μία ικανοποιητική ερωτική ζωή μεταδίδουν και στις κόρες μία ηρεμία σχετικά με τη σεξουαλικότητα, χωρίς να τις φορτώνουν με άγχος και ενοχές (Δοξιάδη). Η αναβίωση του οιδιποδείου και των πρώιμων διεργασιών της σεξουαλικότητας δε συμβαίνει μόνο στους εφήβους αλλά και στους γονείς τους. Οι συγκρούσεις της παιδικής ηλικίας έρχονται πάλι στην επιφάνεια, ιδιαιτέρως αν δεν έχουν επιλυθεί κατά τη δική τους εφηβεία (Τσιάντης). Οι γονείς εκδηλώνουν και αυτοί, σε ασυνείδητο επίπεδο. αιμομεικτικές τάσεις απέναντι στα παιδιά τους οι οποίες προκαλούν άγχος και ενοχές. Οι τάσεις αυτές μπορεί να εκδηλωθούν με ζήλια του γονέα προς το παιδί του αντίθετου φύλου ή να εκδραματιστούν με τη σύναψη μίας ετερόφυλης σχέσης με ένα αρκετά νεότερο άτομο. Μπορεί ακόμα να ζηλεύουν τα παιδιά τους γιατί οι ίδιοι είχαν πιο αυστηρούς και απαγορευτικούς γονείς και δεν τους επιτρεπόταν να ζήσουν όλα αυτά που συμβαίνουν στα δικά τους παιδιά.

Οι γονείς γίνονται συχνά αυταρχικοί προς τα παιδιά τους, απαγορεύοντας τη διασκέδαση, τις γνωριμίες με εφήβους του άλλου φύλου, για να αναστείλουν την έκφραση της δικής τους σεξουαλικότητας, την οποία προβάλλουν στα παιδιά τους (Benedek). Αυτή η στάση εκλογικεύεται συνήθως (για παράδειγμα ο πατέρας λέει στον έφηβο ότι είναι επικίνδυνο να γυρνάς τη νύχτα στους δρόμους) και προκαλεί θυμά και αντίδραση από τον έφηβο. Επιπλέον, η αυταρχικότητα των γονιών δημιουργεί συνήθως πολύ αυστηρό Υπερεγώ, το οποίο είναι τιμωρητικό και άτεγκτο, χωρίς να προστατεύει τον ψυχισμό από τις εντάσεις (Winnicott). Σε άλλες περιπτώσεις οι γονείς δεν έχουν να αντιμετωπίσουν μόνο τη συμβολική απώλεια του παιδιού τους από τον κόλπο της οικογένειας, αλλά πρέπει να αντιμετωπίσουν και την πραγματική απώλεια των δικων τους γονέων που φεύγουν από τη ζωή Γίνονται και οι ίδιοι “παιδιά χωρίς γονείς” και κατακλύζονται από συναισθήματα μοναξιας. Όλες αυτές οι διεργασίες είναι πολύ επώδυνες και οι γονείς οφείλουν να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα και να βρουν νέους τρόπους ικανοποίησης (Δοξιάδη)

Τέλος, ο J. Anthony περιέγραψε τις κυριότερες στερεότυπες αντιδράσεις των ενηλίκων απέναντι στο φαινόμενο της εφηβείας. Οι γονείς που ενστερνίζονται αυτές τις αντιδράσεις αισθάνονται συνήθως απειλημένοι από τον έφηβο. Τα “στερεότυπα” για την εφηβεία, σύμφωνα με τον Anthony είναι τα εξής

α) ο έφηβος καταλαμβάνεται από ακατάσχετη σεξουαλική μανία και γίνεται επικίνδυνος ενώ ταυτόχρονα χρειάζεται καθοδήγηση και ενθάρρυνση γιατί είναι ακόμα ανεπαρκής,

β) είναι έρμαιο των επιθυμιών του, αποκόπτεται από τους δεσμούς με την οικογένεια χωρίς την ικανότητα να επιβληθεί στα συναισθήματά του. αδυνατεί να προσαρμοστεί σε ένα ενήλικο περιβάλλον ενώ την ίδια στιγμή με την περίεργη συμπεριφορά του κάνει μία απελπισμένη έκκληση για βοήθεια,

γ) είναι αδίστακτος εκμεταλλευτής και σαδιστής για τους γονείς ενώ για άλλους είναι ένα αγνό και ανυπεράσπιστο θύμα για εκμετάλλευση, δ) είναι αντικείμενο φθόνου καθώς κατέχει όλα τα προσόντα και τις ικανότητες που σταδιακά χάνει ο ενήλικας Ταυτόχρονα είναι αυτός που μπορεί να ικανοποιήσει τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες των γονέων και πρέπει να προστατευθεί και να ενθαρρυνθεί και να είναι ένα μέλος της οικογένειας που διαταράσσει τις ευαίσθητες ισορροπίες και πρέπει να εκδιωχθεί αλλά και ένα αγαπημένο αντικείμενο που χάθηκε και για το οποίο η οικογένεια πρέπει να πενθήσει. Είναι εύκολο να διαπιστωθεί η αντιφατικότητα της καθεμιάς από αυτές τις στερεότυπες πεποιθήσεις. Ο γονείς οφείλουν λοιπόν να επιδεικνύουν μία σταθερή αλλά και ευέλικτη στάση απέναντι στους εφήβους, χωρίς να θεωρούν πως έχουν αποτύχει σαν γονείς, βλέποντας τα παιδιά τους να μεταμορφώνονται από την φυσιολογική εξελικτική κρίση της εφηβείας (Μανωλόπουλος).

Η ανάβαση προς τη Ζωή

Τι είναι ζωή

Το ερώτημα «τι είναι ζωή» είναι σίγουρο ότι είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο ερώτημα και σίγουρα δεν είναι δυνατόν να απαντηθεί σε έναν τόσο περιορισμένο χώρο όσο αυτός ενός άρθρου. Δανειζόμενοι λοιπόν έναν ορισμό από τη Βιολογία μπορούμε να πούμε ότι «Ζωή είναι το αποτέλεσμα των λειτουργιών ενός ενόργανου όντος, οι οποίες συμβάλλουν στην ανάπτυξη και διατήρηση αυτού». Βέβαια αυτός είναι ένας βιολογικός ορισμός με πολλές, θα λέγαμε, ατέλειες. Σίγουρα θα πρέπει να λάβει κανείς υπόψη του και άλλες παραμέτρους. Για παράδειγμα ο φιλόσοφος αναζητά το «βαθύτερο νόημα της ζωής» Ο Πλάτων χαρακτηριστικά αναφέρει ότι «Ζωή είναι ο κόσμος των αισθητών πραγμάτων και ο κόσμος των ιδεών», ενώ για τον Kant «Ζωή είναι τα φαινόμενα και τα πράγματα καθ’ εαυτά». Γίνεται αμέσως σαφές ότι το ερώτημα είναι πολύ πολύπλοκο και με πολλές παραμέτρους. Θα προσπαθήσουμε να το προσεγγίσουμε.

Οι κυριότερες θεωρίες για την προέλευση της ζωής πάνω στη Γη

Τις κυριότερες θεωρίες για την προέλευση της ζωής πάνω στη Γη θα μπορούσε κανείς να τις συνοψίσει σε τρεις, αν και η τελευταία, όπως θα δούμε, δεν είναι θεωρία με την κλασσική φυσική έννοια του όρου.

Η πρώτη ισχυρίζεται ότι η ζωή δεν έχει την αρχική της προέλευση από τη Γη. Η ζωή, σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, είναι συνέπεια «σποράς» (σπόροι βακτηρίων) από το μεσοαστρικό χώρο Η θεωρία αυτή φέρει την ονομασία «Θεωρία της πανσπερμίας». Δηλαδή κάποιοι σπόροι βακτηρίων που περιπλανούνταν στο διάστημα βρήκαν κατάλληλες συνθήκες στη Γη και εξελίχθηκαν σε ζωή. Είναι βέβαια προφανές ότι η θεωρία αυτή έχει πάρα πολλά και σοβαρά μειονεκτήματα. Ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε τα εξής τρία:

Ι) Είναι αδύνατον οι «σπόροι» να αντέξουν στην πολύ ισχυρή κοσμική ακτινοβολία. Η ακτινοβολία αυτή είναι ως γνωστόν εξαιρετικά «σκληρή» και είναι πολύ δύσκολο ένας ενόργανος οργανισμός, όπως είναι ένα σπέρμα ζωής, να αντέξει.

ΙΙ) Είναι εξαιρετικά απίθανο να συναντήσουν τη Γη.

ΙΙΙ) Είναι προφανές ότι η εν λόγω θεωρία της πανσπερμίας δε λύνει το πρόβλημα της ζωής αλλά το μεταθέτει σε άγνωστες περιοχές.

Η δεύτερη θεωρία ισχυρίζεται ότι η ζωή ήταν αποτέλεσμα ενός απίθανου χημικού συμβάντος και στη συνέχεια η ακολούθησε μια «κανονική» σειρά αντιδράσεων μέσω βραδείας εξελικτικής διαδικασίας. Είναι η γνωστή «Θεωρία της Εξέλιξης» που διατυπώθηκε από τον άγγλο φυσιοδίφη Κάρολο Δαρβίνο (Charles Darwin, 1809-1882).

Τέλος, η τρίτη, που διατυπώθηκε μεταξύ άλλων από το γνωστό διάσημο βιολόγο V. Barber (Memorial University of Newfoundland, Canada), ισχυρίζεται ότι η ζωή στον πλανήτη μας προήλθε από ένα υπερφυσικό μη ερμηνεύσιμο επιστημονικά γεγονός. Οπότε, σύμφωνα πάντα με τον Barber, το γεγονός αυτό είναι αδύνατο να διατυπωθεί με φυσικούς όρους. Είναι δηλαδή πέρα από τα όρια της επιστήμης και κατά συνέπεια επιστημονικά μη προσεγγίσιμο.

Η θεωρία που «φαίνεται» να κυριαρχεί

Είναι γνωστό ότι η θεωρία που «φαίνεται» να κυριαρχεί είναι δεύτερη, δηλαδή η «Θεωρία της Εξέλιξης» του Δαρβίνου. Οι οπαδοί της, αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον όρο, θεωρούν ότι πρόκειται για μια φυσική, μια βιολογική θεωρία. Μια θεωρία δηλαδή που διέπεται από φυσικούς και βιολογικούς νόμους, όπως ο νόμος της βαρύτητας του Νεύτωνα, η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας κλπ. Μια τέτοια θεωρία αν θέλει να γίνει αποδεκτή οφείλει να επιβεβαιωθεί όπως όλες οι φυσικές θεωρίες αλλά και να υποστεί την κριτική με φυσικούς και επιστημονικούς όρους.

Πριν όμως περάσουμε στην κριτική της εξελικτικής θεωρίας είναι σκόπιμο να δούμε σύντομα και χωρίς βιολογικές λεπτομέρειες περί τίνος ακριβώς πρόκειται

Η εκπληκτική ποικιλομορφία των ζωντανών ειδών σε πολλά σημεία του πλανήτη, και ιδιαιτέρως στα νησιά Γκαλαπάγκος, ενέπνευσε στον άγγλο φυσιοδίφη Κάρολο Δαρβίνο τη θεωρία της εξέλιξης των ειδών, όταν έκανε το γύρο του κόσμου σε μια κρουαζιέρα με το πλοίο Μπίγκλ. Η θεωρία αυτή, που από τότε ονομάζεται «δαρβινισμός» και αναπτύσσεται στην Καταγωγή των ειδών μέσω της φυσικής επιλογής – το κυριότερο έργο του-, που δημοσιεύθηκε το 1859, εισήγαγε τη διάσταση του χρόνου στη μελέτη της έμβιας ύλης. Είπε, δηλαδή, ότι τα ζωντανά είδη δεν θεωρούνταν ολοκληρωμένα από την αρχή. Το αναφέρουν παλαιοντολογικές μελέτες: οι μορφές τους άλλαξαν και εξελίχθηκαν, διαφοροποιήθηκαν στη διάρκεια των γεωλογικών περιόδων για να προσαρμοσθούν στο μεταβαλλόμενο περιβάλλον τους.

Η αλήθεια είναι ότι οι εκπληκτικές πρόοδοι που έγιναν στους τομείς της παλαιοντολογίας, της βιολογίας και της γενετικής από τη δημοσίευση του έργου του Δαρβίνου και μετά επιβεβαίωσαν σε ικανοποιητικό βαθμό την κεντρική ιδέα του άγγλου φυσιοδίφη: σίγουρα με την πάροδο του χρόνου υπάρχει μια μορφή εξέλιξης των εμβίων όντων.

Τα πράγματα ως εδώ για τη θεωρία της εξέλιξης είναι θετικά. Τα προβλήματα όμως για αυτήν ξεκινούν από εδώ και πέρα.

Μια κριτική ματιά στη Θεωρία της Εξέλιξης

Το πρώτο πρόβλημα που εμφανίζεται στην εν λόγω θεωρία έχει να κάνει με το χρόνο. Για να το πούμε πιο απλά: Δεν φθάνει ο χρόνος για μια τέτοια βραδεία εξελικτική διαδικασία. Ένα μικρό δείγμα. Σήμερα πιστεύουμε ότι η ηλικία της Γης υπολογίζεται στα 4,6 δισεκατομμύρια. χρόνια. Οι πρώτες στοιχειώδεις μορφές ζωής εμφανίσθηκαν πάνω στη Γη πριν 3,2 δισεκατομμύρια χρόνια. Οι ακατάλληλες συνθήκες για τη δημιουργία ζωής υπολογίζεται ότι ανέρχεται στα περίπου 500.000.000 χρόνια. Άρα καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι πρώτες στοιχειώδεις μορφές ζωής θα πρέπει να δημιουργήθηκαν σε χρονικό διάστημα περίπου ενός δισεκατομμυρίων ετών.

Ήταν όμως αρκετό αυτό το χρονικό διάστημα; Ειδικοί ερευνητές έχουν υπολογίσει ότι:

Για να τοποθετηθούν στη σωστή τους θέση όλα τα αμινοξέα ενός απλούστατου εμβίου συστήματος πρέπει να επιτελεσθούν περίπου 102000000 αντιδράσεις (ο αριθμός ένα ακολουθούμενος από δύο εκατομμύρια μηδενικά. Για να γράψουμε μόνο αυτό το νούμερο θα χρειαστούμε μια ταινία περίπου 20 χιλιομέτρων). Κάθε αντίδραση όμως δεν μπορεί να γίνει σε χρόνο μικρότερο από 0,3x 10-18 δευτερόλεπτα. Αυτό σημαίνει ότι σε ένα δισεκατομμύριο χρόνια μπορούν να συμβούν μόνο 1035 αντιδράσεις (ο αριθμός ένα και πίσω του 35 μηδενικά), αριθμός βέβαια ασύγκριτα μικρότερος από τον απαιτούμενο αριθμό αντιδράσεων (102000000). Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Το δεύτερο έχει να κάνει με τους μηχανισμούς της εξέλιξης που προτείνει ο Δαρβίνος, ή καλύτερα που δεν προτείνει ο Δαρβίνος.

Για την ακρίβεια προτείνει τις λεγόμενες τυχαίες γενετικές αλλαγές και τη φυσική επιλογή. Αρκετοί μάλιστα βιολόγοι εξεγέρθηκαν εναντίον του υπερβολικά μεγάλου ρόλου που αποδίδεται στην τύχη, σαν κινητήρια δύναμη των γενετικών μεταλλάξεων. Τι θα πει δηλαδή στην τύχη; Πως ένας τόσο πολύπλοκος ζωντανός οργανισμός, όπως είναι ένα ζώο – για να μην πούμε για τον άνθρωπο- εφοδιασμένος με εξαιρετικά λειτουργικά και αποτελεσματικά όργανα, όπως η μύτη ή το αφτί, που λειτουργούν τόσο αρμονικά (αν αρχίσει να δυσλειτουργεί ένα από αυτά τα όργανα, εμφανίζεται η ασθένεια), μπορεί να είναι αποτέλεσμα τύχης, ή αποτέλεσμα μιας σειράς «ατυχημάτων»; Πως ένα τόσο τέλειο όργανο όπως το μάτι, με εκατοντάδες εκατομμύρια κύτταρα σε σχήμα κώνων που μεταδίδουν τα φωτεινά μηνύματα από τον αμφιβληστροειδή στον εγκέφαλο, μπορεί να προέκυψε συμπτωματικά; Πώς μερικά εντελώς άτακτα γεγονότα μπορούν να οδηγήσουν σε οργανισμούς ικανούς να αντιμετωπίσουν και να προσαρμοστούν σε τόσο καταστροφικές περιβαλλοντικές αλλαγές, όπως η σύγκρουση με τη Γη ενός τεράστιου αστεροειδούς που, λόγω της σκόνης που εκτινάχθηκε στον αέρα και του αδιαπέραστου στρώματος που εμπόδισε την είσοδο του ηλιακού φωτός, προκάλεσε έναν παγκόσμιο χειμώνα; Κυρίως, πώς μερικές εντελώς τυχαίες γενετικές μεταλλάξεις μπορούν να ευθύνονται για δομές τόσο νέες και εξαιρετικά λειτουργικές, όπως ο εγκέφαλός μας, το δίκτυο των περίπου 100 δισεκατομμυρίων νευρώνων που μπορούν να παράγουν σκέψη, να νιώσουν το έρωτα, να εκτιμήσουν την ομορφιά;

Τα προβλήματα αυτά γίνονται ακόμα μεγαλύτερα όταν εξετάσουμε την εξέλιξη της βιόσφαιρας στο σύνολό της. Η ιστορία της ζωής των εμβίων όντων έχει περιγραφεί πολλές φορές σαν μια εξέλιξη από κάτω προς τα πάνω, μια πρόοδος που ξεκινά από εξαιρετικά στοιχειώδεις και απλές μορφές προς οργανισμούς αφάνταστης πολυπλοκότητας και επιτήδευσης. Η εξέλιξη της ζωής συγκρίνεται με την ανάβαση σε μια κλίμακα οργάνωσης ή με την άνοδο σε μια πυραμίδα πολυπλοκότητας, με τον άνθρωπο να βρίσκεται θρονιασμένος στο πιο ψηλό σημείο της κλίμακας ή της πυραμίδας. Ίσως αυτό να ακούγεται λίγο εγωιστικό αυτό ή καλύτερα υπερβολικά ανθρωποκεντρικό. Παρ’ όλα αυτά όμως είναι αναμφισβήτητο – το αποδεικνύουν αναρίθμητες παλαιοντολογικές έρευνες – ότι, στη διάρκεια των 3,5 τελευταίων δισεκατομμυρίων ετών της ιστορίας της Γης, η ζωή δεν έπαψε να εξελίσσεται από το απλό στο πιο πολύπλοκο, ότι προόδευσε από το ελάχιστα οργανωμένο στο επιτηδευμένο στον υπέρτατο βαθμό. Το ερώτημα όμως παραμένει; πώς είναι δυνατόν η τύχη να είναι η μόνη υπεύθυνη γι’ αυτήν την αδιάκοπη πορεία προς την πολυπλοκότητα;

Θα ήταν παράλογο να αποδώσει κανείς μια τέτοια πορεία προς την πολυπλοκότητα στην τύχη. Άλλωστε η τύχη οδηγεί στην αταξία. Το νιώθουμε μάλιστα όλοι ενστικτωδώς – μας το επιβεβαιώνουν και οι νόμοι της θερμοδυναμικής – ότι η τύχη, αν αφεθεί, τείνει περισσότερο να γκρεμίζει και όχι να κτίζει, να σπέρνει την αταξία και όχι να επιβάλλει την τάξη. Όσο πιο πολύπλοκο είναι ένα σύστημα, τόσο περισσότερο απειλείται με υποβάθμιση, δυσλειτουργία και φθορά. Ένας κόκκος σκόνης στον κήπο μας δεν χρειάζεται κανενός είδους συντήρηση, αλλά χρειάζεται όλη η γνώση και η επιδεξιότητα του κηπουρού για να διατηρήσουν τα λουλούδια του κήπου τα ζωντανά τους χρώματα και να μαγεύουν τα μάτια μας.

Κανείς δεν χρειάζεται να ασχοληθεί με μια πέτρα που κείται στο δρόμο – όμως τα όμορφα κτήρια που είναι φτιαγμένα από λαξευμένη πέτρα θα ερειπωθούν αν δεν συντηρούνται τακτικά. Αν αφεθεί μόνο στην τυφλή δράση της τύχης ένα πολύπλοκο σύστημα θα χαλάσει πολύ ευκολότερα από μια απλή δομή. Κάθε λάθος που οφείλεται στην τύχη θα έχει συνέπειες πολύ σοβαρότερες για ένα λεπτομερώς δομημένο σύστημα από ό, τι για ένα απλούστερο. Αν ο μηχανικός από απροσεξία κάνει ένα μικρό λαθάκι σχεδιάζοντας τη χειράμαξα του κηπουρού, αυτό δε θα έχει τραγικές συνέπειες. Το καροτσάκι θα μπορεί να κινείται και να θα μπορεί κανείς να το χρησιμοποιεί για τις δουλειές του κήπου. Αν όμως γίνουν λάθη στο σχεδιασμό ενός αυτοκινήτου ή ακόμη χειρότερα στο σχεδιασμό ενός αεροπλάνου οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές. Είναι προφανές ότι όσο πιο πολύπλοκο είναι ένα σύστημα τόσο πιο εκτεθειμένο είναι στην τύχη. Αυτή η τάση των πολύπλοκων συστημάτων να χαλούν ευκολότερα έχει κάποια αιτία. Είναι πολύ περισσότερες οι καταστάσεις που έχουμε να κάνουμε με ένα πολύπλοκο σύστημα, παρά με ένα απλό σύστημα.

Ανάμεσα σε αυτές σε όλες τις πιθανές καταστάσεις, είναι πολύ περισσότερες αυτές όπου επικρατεί αταξία από ό, τι τάξη. Μπορείτε να το διαπιστώσετε εύκολα όταν παίζετε χαρτιά. Αν παίξετε ένα παιχνίδι όπου τα χαρτιά παρατίθενται με μια ορισμένη σειρά (για παράδειγμα κατά αριθμητική σειρά) και μετά τα ανακατέψετε, η πιθανότητα να ξαναβρείτε τα χαρτιά με την ίδια σειρά είναι μηδενική. Οι συνδυασμοί στους οποίους τα χαρτιά είναι μπερδεμένα είναι πολύ περισσότεροι από αυτούς όπου τα χαρτιά είναι βαλμένα σε τάξη. Αυτός, εξάλλου, είναι και ο λόγος για τον οποίο ένας παίκτης φροντίζει πάντα να ανακατεύει καλά τα χαρτιά πριν τα μοιράσει. Το ανακάτεμα της τράπουλας οδηγεί πάντα από την τάξη στη αταξία ή από την μια αταξία στην άλλη αταξία, σπάνια, για την ακρίβεια ποτέ δεν οδηγεί από την αταξία στην τάξη.

Κατά τον ίδιο τρόπο, αν η τύχη από μόνη της υπαγορεύει την αναδιάταξη των γονιδίων που ευθύνεται για τις γενετικές μεταλλάξεις, μπορούμε να περιμένουμε μια αυξανόμενη αταξία που θα υποβαθμίζει την πολυπλοκότητα των ζωντανών οργανισμών, παρά μια αυξανόμενη τάξη που θα τους καθιστά συνεχώς πιο δομημένους και λειτουργικούς. Η μελέτη των μεταλλάξεων σε ένα είδος μύγας που λέγεται «δροσόφυλλα», κοινώς «μπεκρής», μας το αποδεικνύει: η πλειονότητα των μεταλλάξεων έχουν αποτελέσματα περισσότερο βλαπτικά, παρά ευεργετικά και ο ζωντανός οργανισμός τείνει περισσότερο να γυρίσει προς τα πίσω παρά να γίνει πιο λειτουργικός.

Το πρόβλημα φθάνει στο αποκορύφωμά του στην περίπτωση του ανθρώπου. Οι πρωτεΐνες είναι μακρές αλυσίδες που πρέπει να συστραφούν κατά τρόπο εξαιρετικά περίπλοκο για να πάρουν το τρισδιάστατο σχήμα που απαιτείται προκειμένου να εκπληρώσουν το καθήκον τους. Πώς τα εντελώς διαφορετικά τμήματα του μορίου ξέρουν πώς να συντονίσουν τη συμπεριφορά τους για να πάρουν το επιθυμητό σχήμα;

Πώς μπορεί ένα έμβρυο να αναπτύσσεται έτσι ώστε από ένα μόνο γονιμοποιημένο κύτταρο να γίνεται ένα εξαιρετικά πολυσύνθετο ανθρώπινο όν, που το κάθε τμήμα θα έχει τη δική του ιδιαίτερη λειτουργία; Αυτό είναι το ερώτημα που αφορά την κυτταρική διαφοροποίηση. Πώς μερικά κύτταρα του εμβρύου ξέρουν ότι πρέπει να γίνουν κύτταρα αίματος, ενώ άλλα πρέπει να εξελιχθούν και να γίνουν κύτταρα οστών; Έπειτα τίθεται και το ερώτημα της θέσης στο χώρο: πώς ένα κύτταρο ξέρει ποια θέση πρέπει να πάρει σε σχέση με άλλα τμήματα του οργανισμού για να διακλαδώσει την κίνησή του; Πώς τα κύτταρα του αφτιού ξέρουν ότι πρέπει να πάνε στο πρόσωπο και όχι στο στομάχι; Πώς ένας τόσο λεπτομερής και ακριβής συντονισμός πραγματοποιείται ταυτόχρονα στο χώρο και στο χρόνο; Είναι το μεγάλο «μυστήριο» της επεξεργασίας των μορφών (ή της μορφογένεσης) ξεκινώντας από την εμβρυακή κατάσταση.

Φυσική επιλογή: Η «απάντηση» των νεοδαρβινιστών»

Οι οπαδοί της θεωρίας του Δαρβίνου ή καλύτερα οι νεοδαρβινιστές απαντούν ότι οι αλλαγές που οφείλονται στην τύχη, μολονότι τις περισσότερες φορές προκαλούν υποβάθμιση, ενίοτε οδηγούν και στη βελτίωση και τελειοποίηση ενός ζωντανού οργανισμού. Αυτή η τελειοποίηση επιλέγεται, διατηρείται και μεγεθύνεται από το φίλτρο που ο Δαρβίνος ονομάζει «φυσική επιλογή», μέχρι που ο τροποποιημένος οργανισμός γίνει κανόνας. Η φυσική επιλογή δηλαδή είναι η διαδικασία μέσω της οποίας, στο συνεχή αγώνα τους για τους περιορισμένους πόρους, τα έμβια όντα που δεν προσαρμόζονται καλά στο περιβάλλον τους χάνουν τη μάχη και εξαλείφονται. Αυτά που προσαρμόζονται περισσότερο έχουν και τις περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσουν, να αναπαραχθούν και να πολλαπλασιαστούν.

Είναι βέβαια αναμφισβήτητο ότι η φυσική επιλογή δρα μέσα στη φύση. Παραδείγματα υπάρχουν πολλά. Ας φαντασθούμε μια δασώδη περιοχή, όπου ζει ένα και μοναδικό ζωικό είδος. Όλα τα ζώα αυτού του είδους έχουν ένα ανοιχτόχρωμο τρίχωμα που διαφέρει πολύ από το χρώμα του δάσους. Μια μέρα οι γενετικές μεταλλάξεις κάνουν μερικά ζώα να γεννηθούν με σκούρο τρίχωμα – ξαφνικά, τα ζώα αυτά χάνονται εντελώς μέσα στη βλάστηση. Εύκολα μαντεύουμε την εξέλιξη των δύο ζωικών πληθυσμών με το διαφορετικό τρίχωμα: στο πέρασμα του χρόνου, το είδος με το ανοιχτόχρωμο τρίχωμα θα αποδεκατισθεί σιγά σιγά από τα αρπακτικά ή τους κυνηγούς, αφού εντοπίζεται εύκολα.

Το άλλο είδος, αντίθετα θα γλιτώσει από την εξαφάνιση, θα ευδοκιμήσει και θα πολλαπλασιαστεί. Οι απόγονοί τους θα έχουν σκουρόχρωμο τρίχωμα. Το είδος, επομένως, θα εξελιχθεί και ανοιχτόχρωμο τρίχωμά του θα γίνει τελικά σκουρόχρωμο, για να μπορέσει να προσαρμοστεί στο χρώμα του δάσους.

Αναμφίβολα, μέσω της φυσικής επιλογής, συνέβη η διήθηση των γονιδίων που βοηθά τα έμβια όντα να προσαρμόζονται καλύτερα στο περιβάλλον τους. Η κεντρική ιδέα δηλαδή της θεωρίας της φυσικής επιλογής, σύμφωνα με την οποία «τα ζώα που διαθέτουν τα περισσότερα εφόδια επιβίωσης, θα επιβιώσουν» είναι σχεδόν ταυτολογία, είναι δηλαδή κάτι το αυτονόητο και δεν αμφισβητείται. Αυτό που είναι δυσνόητο, για να μην πούμε ακατανόητο, είναι ο συστηματικός χαρακτήρας που έχει αυτή η διήθηση και αυτή η επιλογή.

Η συσσώρευση πλήθους γενετικών μεταλλάξεων προωθεί την εξέλιξη, την αναγκάζει να αφήνει αδιάκοπα πίσω της το απλό για το πολύπλοκο. Ο ανθρώπινος οργανισμός είναι απείρως πιο πολύπλοκος από τους μονοκυτταρικούς οργανισμούς που εμφανίσθηκαν πριν από 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια. Ωστόσο, δεν είναι καθόλου βέβαιο, για να μην πω αδύνατο, ότι αυτή η συστηματική πρόοδος του απλού προς το πολύπλοκο απορρέει από τη θεωρία του Δαρβίνου.

Ποιοι οργανισμοί προσαρμόζονται ευκολότερα στο περιβάλλον;

Μια από τις υποδόριες υποθέσεις του δαρβινισμού είναι ότι οι «κατώτεροι» οργανισμοί είναι λιγότερο ικανοί να προσαρμόζονται στο περιβάλλον τους σε σχέση με τους «ανώτερους» οργανισμούς. Ποιος μας λέει όμως ότι οι μονοκυτταρικοί οργανισμοί σημείωσαν μικρότερη επιτυχία από τους άλλους τους πολυπλοκότερους στον αγώνα για τη ζωή; Στο κάτω-κάτω, επιβίωσαν για περισσότερο από 3 δισεκατομμύρια χρόνια (υπάρχουν περισσότερο από 27.000 διαφορετικά είδη γνωστών φυκών), κάτι που δεν παίρνουμε όρκο ότι θα συμβεί και με το ανθρώπινο γένος, με την τάση που έχει να παίζει με τα πυρηνικά όπλα και να διαταράσσει και να μολύνει το περιβάλλον. Στο δικό μας πόλεμο ενάντια στους ιούς (υπάρχουν περίπου χίλια γνωστά είδη αυτών των πολύ απλών οργανισμών στα 1,4 εκατομμύρια καταγεγραμμένων εμβίων όντων), χάνουμε δυστυχώς πολύ συχνά τη μάχη, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του ιού του AIDS. Είναι ίσως ενδιαφέρον να παρατηρεί κανείς καμηλοπαρδάλεις ή ρινόκερους, από ό, τι βακτήρια και μικρόβια, αλλά τα πρώτα είναι, μάλλον καλύτερα προσαρμοσμένα στο περιβάλλον τους.

Αν μετρήσουμε στον αριθμό των απογόνων την ικανότητα ενός είδους εμβίων όντων να προσαρμόζεται στο περιβάλλον του, τότε είναι ολοφάνερο ότι τα βακτήρια έχουν αυτήν την ικανότητα σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό, τι τα λιοντάρια ή οι τίγρεις.

Αν όμως έχουν έτσι τα πράγματα, γιατί η λεγόμενη Φύση- δε μου αρέσει ο όρος Φύση αλλά ας τον χρησιμοποιήσουμε για την οικονομία της συζήτησης- γιατί λοιπόν η Φύση μπήκε στον κόπο να «μαστορέψει»-για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο του γάλλου βιολόγου Φρανσουά Ζακόμπ (Fancois Jacob, 1920-)–οργανισμούς πιο οργανωμένους και πολυσύνθετους; Γιατί η Γη δεν κατοικείται σήμερα μόνο από κύτταρα που θα περνούν τον καιρό τους διχοτομούμενα μανιωδώς; Γιατί χαρακτηρίζεται από βιολογική ποικιλομορφία; Ο δαρβινισμός δεν μπορεί να δώσει καμιά εξήγηση σ’ αυτήν τη συστηματική πρόοδο προς την πολυπλοκότητα. Αυτό που μπορεί να πει κανείς είναι ότι οι πρώτοι έμβιοι οργανισμοί ήταν εξαιρετικά απλοί και ότι η εξέλιξη δεν είχε άλλη εναλλακτική λύση από να τους κάνει πιο περίπλοκους. Όταν βρίσκεται κανείς στο τελευταίο σκαλί μιας κλίμακας, δε μπορεί να κατέβει πιο κάτω. Η επιλογή είναι να παραμείνει εκεί που είναι ή να ανέβει. Τότε όμως, γιατί η Φύση δεν επέλεξε να μείνει εκεί που ήταν; Ούτε σε αυτό απαντάει η θεωρία του Δαρβίνου.

Μελετώντας στο εργαστήριο τις μεταλλάξεις της μύγας του ξυδιού (δροσόφιλα), οι ειδικοί επιστήμονες προσπάθησαν να ποσοτικοποιήσουν την αναλογία των βλαπτικών μεταλλάξεων σε σχέση με τις ευεργετικές. Όμως η προσέγγιση αυτή συναντά πολλές δυσκολίες. Κατ’ αρχάς, αυτό που σε εμάς φαίνεται βλαπτικό ή ευεργετικό, δεν έχει την ίδια έννοια και για τις μύγες. Κι έπειτα, πώς να ποσοτικοποιήσουμε το προτέρημα της προσαρμογής στο περιβάλλον που δίνει ένας μακρύς λαιμός (στην περίπτωση της καμηλοπάρδαλης), τα πολλά πόδια (στην περίπτωση της σαρανταποδαρούσας) ή ο μεγάλος όγκος (στην περίπτωση του ελέφαντα); Πώς να ποσοτικοποιήσουμε τον αριθμό των επιπρόσθετων απογόνων που έχει ένα ζώο χάρη στο ότι ο λαιμός είναι μακρύτερος κατά μερικά εκατοστά; Ακόμα χειρότερα: δεν θα μπορέσουμε ποτέ να έχουμε πλήρη γνώση των περιβαλλοντικών συνθηκών (κλίμα, γεωγραφία κτλ.) που επικρατούσαν στη διάρκεια των 3,5 δισεκατομμυρίων χρόνων που πέρασαν και ακόμα λιγότερο της ακριβούς μορφολογίας και συμπεριφοράς των εμβίων οργανισμών που εξελίσσονταν μέσα σ’ αυτά τα αλλοτινά περιβάλλοντα.

Μπορεί η τύχη να είναι κινητήρια δύναμη προς την πολυπλοκότητα;

Έχοντας διαπιστώσει ότι η τύχη δεν μπορεί να είναι υπεύθυνη για τον πλούτο και την ποικιλομορφία της βιόσφαιρας, ορισμένοι επιστήμονες και φιλόσοφοι πρότειναν την ιδέα της ύπαρξης μιας αρχής που καθοδηγεί την εξέλιξη των εμβίων όντων της Γης συνεχώς προς ανώτερα επίπεδα οργάνωσης. Η ιδέα αυτή δεν είναι καινούργια. Ο Αριστοτέλης είχε μιλήσει για την εξέλιξη που έτεινε προς μια τελική αιτία. Σύμφωνα με την άποψή του, τα συστατικά των ζωντανών οργανισμών συμπεριφέρονται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να σχηματίσουν ένα συναφές σύνολο χάρη στην ύπαρξη μιας τέλειας «ιδέας» του οργανισμού, που υπάρχει πριν ακόμα αναπτυχθεί ο οργανισμός. Η ιδέα μιας καθοδηγητικής αρχής βρίσκεται επίσης, στη βάση των λεγόμενων βιταλιστικών θεωριών.

Σύμφωνα με αυτές μια «ζωτική αρχή», προσέξτε απρόσωπη, ωθεί τα βιολογικά συστήματα να οργανώνονται και να αναπτύσσονται με δημιουργικό και λειτουργικό τρόπο. Με άλλα λόγια η θεωρία αυτή του βιταλισμού προσπαθεί, να δώσει στην θεωρία της εξελίξεως του Δαρβίνου μια φιλοσοφική υπόσταση, μια φιλοσοφική χροιά κατά τη γνώμη μου με λανθασμένο τρόπο. Αλλά στην περίπτωση αυτή δεν θα έχουμε να κάνουμε με μια φυσική θεωρία αλλά με μια νέα θρησκεία.

Συμπέρασμα

Η θεωρία του Δαρβίνου ή όπως αλλιώς λέγεται η θεωρία της εξελίξεως των ειδών, σύμφωνα με τους οπαδούς της, είναι μια φυσική θεωρία που, όπως προαναφέραμε εισήγαγε τη διάσταση του χρόνου στη μελέτη της έμβιας ύλης. Αυτό σημαίνει ότι τα ζωντανά είδη δεν θεωρούνταν ολοκληρωμένα από την αρχή αλλά διαφοροποιήθηκαν στη διάρκεια των γεωλογικών περιόδων για να προσαρμοσθούν στο μεταβαλλόμενο περιβάλλον τους.

Είναι γεγονός ότι οι πρόοδοι που έγιναν στους τομείς της παλαιοντολογίας, της βιολογίας και της γενετικής επιβεβαίωσαν σε ικανοποιητικό βαθμό την κεντρική ιδέα του άγγλου φυσιοδίφη.

Κάθε φυσική, ή αν θέλετε βιολογική, θεωρία όμως, αν θέλει να λέγεται επιστημονική, πρέπει να αντέχει και στην επιστημονική κριτική. Και η εν λόγω θεωρία έχει πολλές επιστημονικές ατέλειες, πολλές επιστημονικές αδυναμίες για να χρησιμοποιήσω επιεικείς χαρακτηρισμούς. Οι επιστημονικές αυτές «τρύπες» εντοπίζονται κυρίως σε δύο τομείς και όχι μόνο, αλλά ας πάρουμε μόνο αυτούς. Ο πρώτος έχει να κάνει με τον χρόνο που απαιτείται για μια τόσο βραδεία εξελικτική διαδικασία. Σύμφωνα με υπολογισμούς ο χρόνος αυτός δεν επαρκεί ούτε κατ’ ελάχιστον. Ο δεύτερος τομέας στον οποίο πάσχει η θεωρία της εξελίξεως είναι το ότι αρχικά οι δαρβινιστές και αργότερα οι νεοδαρβινιστές δεν προτείνουν κανένα φυσικό μηχανισμό που να ερμηνεύει την εξέλιξη αυτή, αλλά θεωρούν σε υπερβολικά μεγάλο ποσοστό ως κινητήρια δύναμη των γενετικών μεταλλάξεων την τύχη. Κάτι τέτοιο δεν είναι καθόλου επιστημονικό και έτυχε δριμύτατης κριτικής από μεγάλη μερίδα βιολόγων κυρίως αλλά και επιστημόνων από άλλους κλάδους. Δε νομίζω ότι μια φυσική θεωρία στον τομέα για παράδειγμα της Αστροφυσικής, της Αστρονομίας, της Κοσμολογίας και γενικότερα της Φυσικής και των Μαθηματικών με τέτοιες επιστημονικές αδυναμίες, με τέτοιες επιστημονικές ατέλειες θα γινόταν αποδεκτή. Αν για παράδειγμα η θεωρία της Γενικής Σχετικότητας του Αϊνστάιν είχε τις αντίστοιχες επιστημονικές ατέλειες με εκείνες του Δαρβίνου κανείς δε θα μιλούσε σήμερα ούτε για Αϊνστάιν ούτε για Σχετικότητα..

Πρέπει να πούμε ότι η κριτική αυτή στη θεωρία του Δαρβίνου είναι ανεξάρτητη από την Πίστη. Ο επιστήμονας την ώρα που κάνει έρευνα δεν είναι ούτε πιστός ούτε άπιστος.

Άλλωστε και ο Βολταίρος, ο οποίος είχε δηλώσει κατ’ επανάληψη άθεος, θέλοντας κατά κάποιο τρόπο να χλευάσει τις μεγάλες επιστημονικές αδυναμίες της εν λόγω θεωρίας είχε πει το εξής: Πάρτε ένα βαρέλι, γεμίστε το με χώμα και νερό και αρχίστε να το ανακατεύετε. Μετά από πάρα πολλά χρόνια θα δείτε νε βγαίνουν από αυτό δεινόσαυροι, σαύρες, κροκόδειλοι, καμηλοπαρδάλεις, ελέφαντες και λοιπά.

Αλλά να πούμε και κάτι άλλο: Είδαμε ότι ο δρόμος προς τη ζωή είναι μια ανάβαση από τις πιο απλές στις πιο πολύπλοκες μορφές. Κορωνίδα αυτής πορείας, της δημιουργίας είναι ο άνθρωπος. Μην ξεχνάμε όμως ότι και ο δρόμος προς την αληθινή Ζωή (με το Ζ κεφαλαίο) είναι και αυτός μια συνεχής ανάβαση.

Οδυσσέας και Πολύφημος - Η νίκη του «κανένα»

Αφού απόλαυσε τη νίκη στην Τροία, ο πολυμήχανος Οδυσσέας άνοιξε πανιά και έφτασε σε ένα νησί. Όταν, πεινασμένος, άκουσε πρόβατα να βελάζουν, οδήγησε τους άνδρες τους προς τα εκεί. Βρήκαν μια μεγάλη σπηλιά γεμάτη προμήθειες και αφού χόρτασαν αποκοιμήθηκαν. Ξύπνησαν όμως αιφνιδιασμένοι από έναν πελώριο άνδρα με ένα τεράστιο μάτι. Ήταν ο Κύκλωπας Πολύφημος, που οδηγούσε το μεγάλο κοπάδι του στη σπηλιά. Το τέρας εξοργίστηκε επειδή τον είχαν κλέψει οι άνδρες αφού άρπαξε δυο Έλληνες, τους κομμάτιασε πάνω σε βράχια και έφαγε τα υπολείμματά τους. Κατόπιν σφράγισε το στόμιο της σπηλιάς με μια πελώρια πέτρα και έπεσε για ύπνο.

Όταν ο Κύκλωπας ξύπνησε, καταβρόχθισε άλλους δυο άνδρες και αφού κύλησε την πέτρα και έβγαλε τα πρόβατά του, έκλεισε ξανά την είσοδο. Όσο το τέρας έλειπε, ο Οδυσσέας και οι άνδρες του κατασκεύασαν ένα αιχμηρό παλούκι και όταν ο Κύκλωπας επέστρεψε ο Οδυσσέας του πρόσφερε δυνατό κρασί και τον μέθυσε. Όταν ρώτησε το όνομα του Οδυσσέα, εκείνος του απάντησε ότι ήταν ο «Κανένας». Όταν ο Κύκλωπας αποκοιμήθηκε, ο Οδυσσέας πήρε το παλούκι, το πύρωσε σε φωτιά και το έχωσε μέσα στο μάτι του Πολύφημου. Εκείνος ούρλιαξε από τον πόνο, αλλά οι άλλοι Κύκλωπες δεν τον βοήθησαν επειδή επέμενε ότι το είχε κάνει ο «Κανένας». Το επόμενο πρωί ο τυφλωμένος Κύκλωπας οδήγησε έξω τα πρόβατά του, αγνοώντας ότι ο Οδυσσέας και οι άνδρες του ήταν δεμένοι κάτω από τις κοιλιές του. Ο Οδυσσέας αποκάλυψε στον έξαλλο Πολύφημο το αληθινό του όνομα μόνο όταν είχε πλέον ξανοιχτεί στη θάλασσα.

Λεωνίδας: O βασιλιάς που μετέτρεψε μια μάχη σε σύμβολο της παγκόσμιας ιστορίας

Γιατί έμειναν οι Σπαρτιάτες στις Θερμοπύλες γνωρίζοντας το ανώφελο της αυτοθυσίας τους;

Αυτό είναι το ερώτημα που πλανάται πάνω από τη θρυλική μάχη του Αυγούστου του 480 π.Χ. εδώ και αιώνες. Ιστορικοί και σχολές σκέψης έχουν αποπειραθεί διάφορες, περισσότερο ή λιγότερο πειστικές, απαντήσεις, όποια κι αν είναι όμως η πολιτική και στρατιωτική ετυμηγορία δεν μειώνει σε τίποτα την αξία της στάσης του Λεωνίδα και τη θυσία τόσο του ίδιου όσο και των αντρών του.

Με όποιον τρόπο και για όποιον -κρυφό ή φανερό- λόγο κι αν το έκανε, δεν παύει να έπραξε ένα χρέος το οποίο θα μπορούσε να είχε αποφύγει. Ήταν αυτή η ξεκάθαρη επιλογή του που μετράει, αυτή η ηρωική απόφαση που πήρε και έκανε την ελληνική ιστορία να μη χρειάζεται ωραιοποιήσεις και στρογγυλοποιήσεις για να αποδειχθεί πόσο μεγάλη είναι.

«Εκείνων που σκοτώθηκαν στις Θερμοπύλες ένδοξη η τύχη, ωραίος ο θάνατός τους, κι ο τάφος τους βωμός· ανάμνηση τους πρέπει και όχι γόοι κι εγκώμιο είναι γι᾽ αυτούς το μοιρολόι. Τέτοιος εντάφιος στολισμός ποτέ τη λάμψη δε θα χάσει απ᾽ τον καιρό τον παντοδαμαστή κι ούτε σκουριά ποτέ θα τον σκεπάσει. Στο μνήμα των αντρείων ετούτο το ιερό η δόξα της Ελλάδας έχει θρονιαστεί το μαρτυρά κι ο βασιλιάς της Σπάρτης ο Λεωνίδας, που αφήνει στολίδι πίσω του αρετής τρανό κι ένα όνομα που αμάραντο θα μείνει», μας λέει ο Σιμωνίδης ο Κείος για τον πολεμικό άθλο που παρά την ήττα, σφραγίστηκε στις συνειδήσεις της οικουμένης ως θρίαμβος της θέλησης και ορόσημο ανδρείας και πατριωτισμού.

«Ποιος από τους μεταγενέστερους», αναρωτιέται ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, «δεν θα ζηλέψει την παλικαριά αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι, καθώς βρέθηκαν στην αρπάγη μιας συντριπτικά υπέρτερης καταστάσεως, σωματικά υπέκυψαν, έμειναν όμως αήττητοι στην ψυχή. Γι’ αυτό, μόνο αυτοί από όλη την ιστορία αναφέρονται».

Ήττα μεν, αλλά νίκη ηθική, που έδωσε την ψυχή και το κουράγιο στους Έλληνες να συντρίψουν τους Πέρσες στη Σαλαμίνα και τις Πλαταιές και να διώξουν τη θανάσιμη απειλή από τα εδάφη τους. Γι’ αυτό και ο ιστορικός αντίκτυπος των Θερμοπυλών κατανοήθηκε και τραγουδήθηκε τόσο ήδη από την εποχή του, καθώς η σημασία του ήταν βαρύνουσα για το μέλλον του κοινού των Ελλήνων.

Στους τάφους των νεκρών πολεμιστών χαράχτηκαν εξάλλου τρία επιγράμματα του λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου, ο οποίος ύμνησε και αλλού τη στάση των Λακεδαιμονίων σε κείνη τη μάχη: «Το μαύρο σύννεφο του θανάτου τους βρήκε, όμως αυτοί δεν θα πεθάνουν, αν και νεκροί, αφού η δόξα της αρετής τους επάνω θα τους ανεβάζει από τα δώματα του Άδη».

Οι Θερμοπύλες έγιναν σημείο αναφοράς για τον αρχαιοελληνικό κόσμο, αφού λίγο μετά τη μάχη ανεγέρθηκε ένας πέτρινος λέων, ως υπόμνηση στο όνομα του νεκρού σπαρτιάτη βασιλιά. Όταν τα λείψανα του Λεωνίδα μεταφέρθηκαν στη Σπάρτη το 440 π.Χ., η ιδιαίτερα τιμητική ταφή του χαρακτηρίστηκε υπερβολική από τον Ηρόδοτο!

Ο άριστος ωστόσο της σπαρτιατικής πολιτείας είχε επαναβεβαιώσει τον ρόλο της Λακεδαιμόνας ως υπερασπιστή της ανεξαρτησίας των Ελλήνων, πριν αναλάβει η Αθήνα ηγετικό ρόλο στον αντιπερσικό αγώνα. Το παράδειγμα των Θερμοπυλών ήταν εξάλλου τόσο επιβλητικό στη σημασία του ώστε χρησίμευε ως κάλεσμα για ηρωισμό ακόμα και στους αθηναίους ρήτορες. Ο Λυσίας υπενθύμιζε συνεχώς τη γενναία στάση της Σπάρτης κατά τη διάρκεια των Περσικών Πολέμων και ο Λυκούργος μιλούσε για τις Θερμοπύλες ως υπόδειγμα ηρωικής αρετής, καλώντας τους Αθηναίους να αντιταχθούν με τον ίδιο τρόπο στη μακεδονική επέκταση προς τα νότια.

Ακόμα και ο Μέγας Αλέξανδρος συνέβαλε στη διαιώνιση της ανάμνησης των Θερμοπυλών, αφού ύστερα από τη νίκη του εναντίον των Περσών στον Γρανικό Ποταμό, έδωσε εντολή να σταλούν στην Αθήνα 300 περσικές πανοπλίες ως λάφυρα (σημειώνοντας πάντως στη γνωστή επιγραφή: «Αλέξανδρος, ο γιος του Φιλίππου, και οι λοιποί Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων»).

Η κατάσταση στον ελλαδικό χώρο ήταν πια ολότελα διαφορετική από το 480 π.Χ., όταν οι Σπαρτιάτες ήταν οι αναγνωρισμένοι ηγέτες των Ελλήνων στην προσπάθεια αναχαίτισης του Ξέρξη. Παρά τις μομφές, οι Σπαρτιάτες δεν ξέχασαν ποτέ τον ήρωά τους και τον άθλο του στις Θερμοπύλες, γι’ αυτό και στα ελληνιστικά χρόνια ανέγειραν ένα ηρώο στην πόλη τους, το Λεωνίδειο, και καθιέρωσαν ετήσιες γιορτές προς τιμήν του («Λεωνίδαια»).

Η θυσία του βασιλιά Λεωνίδα Α’ και των 300 πολεμιστών του έγινε σύμβολο διαχρονικό της πατριωτικής αυτοθυσίας, της άδολης αγάπης για τον τόπο που είναι συνυφασμένη με την ίδια τη ζωή. «Ω ξειν, αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι», είπε ο Σιμωνίδης και χαράχτηκε στο μνημείο που στήθηκε στις Θερμοπύλες σφραγίζοντας τη μεγαλύτερη σε συμβολική μάχη της ελληνικής αρχαιότητας…

Πρώτα χρόνια

Ο Λεωνίδας Α’ της Σπάρτης γεννιέται περί το 540 π.Χ. ως ένας από τους τέσσερις γιους του Αναξανδρίδα (από τον πρώτο του γάμο). Η καταγωγή του μάλιστα από τη δυναστεία των Αγιαδών λεγόταν πως κρατούσε από τον Ηρακλή τον ίδιο.

Ο νεαρός υπήρξε ένας από τους ελάχιστους Σπαρτιάτες του βασιλικού οίκου που εκπαιδεύτηκε ως επαγγελματίας στρατιωτικός. Σε αντίθεση με τους βασιλείς πριν και μετά από αυτόν, ο Λεωνίδας ολοκλήρωσε το πλήρες πρόγραμμα στρατιωτικής κατάρτισης που επιβαλλόταν στους πολίτες της Σπάρτης από την παιδική ηλικία έως και την ενήλικη ζωή και κατόπιν εφ’ όρου ζωής ως έφεδροι.

Ήταν λοιπόν έμπειρος πολεμικά και εξοικειωμένος με τους σχηματισμούς, τις τακτικές μάχης και τον οπλισμό όπως ακριβώς και οι στρατιώτες του. Ήξερε πώς ήταν ο πόλεμος και τι σκέφτονταν οι άντρες του, όντας ταυτοχρόνως στρατιώτης και διοικητής, κάτι που του έδινε ένα σημαντικό πλεονέκτημα εδώ.

Από την ιστορία της Σπάρτης στην ύστερη αρχαϊκή περίοδο και τις σημαντικές στρατιωτικές εκστρατείες της συνάγουμε ότι ο Λεωνίδας πρέπει να πήρε μέρος σε τουλάχιστον είκοσι εκστρατείες, αποκομίζοντας πολύτιμη εμπειρία στο πεδίο της μάχης. Μεγάλωσε εξάλλου με το άκουσμα της σπαρτιατικής πανωλεθρίας στην προσπάθειά της να εκθρονίσει τον τύραννο της Σάμου, Πολυκράτη, που τόσο κηλίδωσε το ηθικό των περήφανων Λακεδαιμονίων.

Κάποια χρόνια αργότερα άλλωστε ο ετεροθαλής αδελφός του και βασιλιάς από το 519-489 π.Χ., Κλεομένης Α’, επιδόθηκε σε μια αποτυχημένη εκστρατεία κατά της Αθήνας και μέτρησε άλλη μια ήττα, αυτή τη φορά από το θεσσαλικό ιππικό. Ο νεαρός Λεωνίδας εμφανίζεται να παίρνει μέρος στην εκστρατεία αυτή ως απλός στρατιώτης ή κατώτερος βαθμοφόρος.

Ο Κλεομένης ανέλαβε όχι λιγότερο από τρεις ακόμα εκστρατείες εναντίον της Αθήνας στα χρόνια που ακολούθησαν, αν και ο Λεωνίδας δεν φαίνεται να παίρνει μέρος στις μικρής έκτασης επιχειρήσεις (ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι πραγματοποιήθηκαν με μικρές δυνάμεις εθελοντών).

Η Πελοποννησιακή Συμμαχία, στην οποία είχε δώσει σάρκα και οστά ο Κλεομένης, του την έφερε όμως στην τέταρτη εισβολή του στην Αττική. Ο Λεωνίδας ήταν σίγουρα παρών στην εκστρατεία και ανάλογα με την ακριβή ημερομηνία γέννησής του, θα μπορούσε να ήταν ήδη κατώτερος αξιωματικός. Ήταν βέβαια ετεροθαλής αδελφός του Κλεομένη και δελφίνος του θρόνου, πρέπει να γνώριζε λοιπόν από πρώτο χέρι τις διπλωματικές περιπέτειες της Σπάρτης στην Πελοποννησιακή Συμμαχία.

Η πρώτη πραγματικά μεγάλη στρατιωτική εκστρατεία του Λεωνίδα ήταν ο πόλεμος κατά του Άργους, που κορυφώθηκε με τη δραματική νίκη των Σπαρτιατών στη Σήπεια. Στην εν λόγω εκστρατεία συμμετείχε το σύνολο του ενεργού σπαρτιατικού στρατού, οπότε η συμμετοχή του Λεωνίδα θεωρείται σίγουρη. Ο Κλεομένης συνέτριψε τον υπολογίσιμο αντίπαλο, δικάστηκε ωστόσο για προδοσία μετά το πέρας του πολέμου, μιας και δεν κατέλαβε το ανυπεράσπιστο Άργος μετά τη συντριβή του στρατού του.

Ο Λεωνίδας, που μπορεί να είχε παντρευτεί μέχρι τότε μια γυναίκα, αν και δεν είμαστε σίγουροι, νυμφεύεται περί το 490 π.Χ. τη Γοργώ, την πανέξυπνη κόρη του Κλεομένη, ανεβαίνοντας κάποια σκαλιά στην υπόθεση της διαδοχής. Ο Κλεομένης αθωώθηκε μεν από την κατηγορία της δωροδοκίας, εξορίστηκε όμως και πέθανε τελικά σε φυλακή της Σπάρτης. Αλλά και ο άλλος αδελφός του Δωριεύς σκοτώθηκε στη Σικελία οδηγώντας μια ομάδα μισθοφόρων, αφήνοντας αυτόν, τον τριτότοκο Λεωνίδα, βασιλιά της Σπάρτης το 488 π.Χ.!

Η επόμενη σημαντική στιγμή στη ζωή του Λεωνίδα ήταν η Μάχη του Μαραθώνα. Ο Λεωνίδας οδήγησε τους 2.000 Σπαρτιάτες του σε μια δραματική πορεία καλύπτοντας την απόσταση από τη Σπάρτη στην Αθήνα σε λιγότερο από τρεις ημέρες προκειμένου να φτάσει έγκαιρα στον Μαραθώνα, αν και όπως ξέρουμε κατέφτασε μία μέρα μετά την αποφασιστική νίκη Αθηναίων και Πλαταιών. Κατά τις πηγές, επιθεώρησε το πεδίο της μάχης πλάι στους αθηναίους διοικητές, αποκομίζοντας πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τους Πέρσες, τα όπλα, τις πανοπλίες και την τακτική τους.

Κυρίως όμως διαπίστωσε ότι οι έλληνες οπλίτες μπορούν να αντιπαρατεθούν στο περσικό πεζικό και ιππικό και να προκαλέσουν σημαντικές απώλειες…

Η Μάχη των Θερμοπυλών

Η κύρια πηγή των ελληνο-περσικών πολέμων είναι ο «πατέρας της Ιστορίας» Ηρόδοτος, ο οποίος αμφισβητήθηκε ήδη από την αρχαιότητα, αν και σήμερα οι ιστορικοί τον θεωρούν εν πολλοίς αξιόπιστο, εκτός ίσως από τους αριθμούς που παραθέτει. Αξιόπιστη πηγή θεωρείται επίσης το ενδέκατο βιβλίο της «Ιστορικής Βιβλιοθήκης» του Διόδωρου του Σικελιώτη (1ος αι. π.Χ.).

Στο έβδομο βιβλίο του «Ηροδότου Ιστορία» λοιπόν, ο μεγάλος ιστορικός μάς λέει: «Αυτή λοιπόν ήταν η θέση του Ξέρξη και του στρατού του στην Τραχινία της Μηλίδας, ενώ οι Έλληνες είχαν καταλάβει τα στενά που είναι γνωστά στους ντόπιους ως Πύλες, αυτά που οι υπόλοιποι Έλληνες ονομάζουν Θερμοπύλες».

Ο Λεωνίδας ήταν πια ένας από τους δύο βασιλείς (κατά το σύστημα της δυαδικής βασιλείας που ίσχυε στη Σπάρτη), πλάι στον Λεωτυχίδη Β’, και ζήτησε να πάει αυτός να προϋπαντήσει τους Πέρσες στις Πύλες, υπακούοντας στον χρησμό του Μαντείου των Δελφών κατά το ξεκίνημα του πολέμου που ήθελε ότι «Η πόλη της Σπάρτης θα σβηστεί από τον χάρτη ή θα θρηνήσει τον βασιλιά της».

Παρατάσσει 300 Σπαρτιάτες, 700 Θεσπιείς και μερικούς χιλιάδες ακόμα, με σκοπό να δώσει χρόνο στον υπόλοιπο ελληνικό στρατό να οργανωθεί. Καλεί μάλιστα κοντά του μόνο όσους σπαρτιάτες πολεμιστές είχαν αγόρια, για να μη χαθεί η γενιά τους. Ο ίδιος μπορεί να πάρει μέρος μιας και μέχρι τότε έχει αποκτήσει με τη Γοργώ τον γιο του Πλείσταρχο, γεγονός που τον καθιστούσε ισότιμο με τους τριακοσίους.

Η Μάχη των Θερμοπυλών (480 π.Χ.) διαδέχθηκε αυτή του Μαραθώνα και προηγήθηκε της Ναυμαχίας της Σαλαμίνας και της τελευταίας νικηφόρας σύγκρουσης στις Πλαταιές. Ο Ηρόδοτος αριθμεί τον στρατό του Λεωνίδα σε 6.000 άντρες, εκ των οποίων «τριακόσιους πεζούς με βαρύ οπλισμό από τη Σπάρτη». Ο Διόδωρος τους υπολογίζει σε 7.200.

Διαφωνία υπάρχει και για τους αντιπάλους: πάνω από πέντε εκατομμύρια αναφέρει ο Ηρόδοτος, ενώ γύρω στο ένα εκατομμύριο συν 1.200 επανδρωμένα πλοία τούς περιορίζει ο Διόδωρος. Ο Ηρόδοτος μας λέει πάντως πως: «τα τμήματα των διάφορων ‘‘ελληνικών εθνών’’ διοικούνταν το καθένα από δικούς του αξιωματικούς, αλλά γενικός διοικητής του στρατού ήταν ο Σπαρτιάτης Λεωνίδας, που απέλαυε και του θαυμασμού όλων. Οι τριακόσιοι άνδρες που οδήγησε στις Θερμοπύλες διαλέχτηκαν από τον ίδιο κι είχαν όλοι γιους».

Ο Ηρόδοτος μας λέει ότι ο Λεωνίδας ήταν ο προπομπός της ελληνικής δύναμης, περιμένοντας τις ενισχύσεις. Κάτι που φωτίζει εντελώς διαφορετικά αυτό το πολυθρύλητο «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι»: «Ο Λεωνίδας κι οι τριακόσιοι άνδρες του ξεκίνησαν από τη Σπάρτη πριν το κύριο σώμα του στρατού, για να ενθαρρύνουν με την εμφάνισή τους τους άλλους συμμάχους να πολεμήσουν και να τους εμποδίσουν να αυτομολήσουν στον εχθρό, πράγμα που ήταν ικανοί να κάνουν αν έβλεπαν ότι οι Σπαρτιάτες δίσταζαν. Είχαν σκοπό, όταν θα τελείωναν τα Κάρνεια (αυτή η γιορτή εμπόδιζε τους Σπαρτιάτες να πάνε στο πεδίο της μάχης), να αφήσουν μια φρουρά ασφαλείας στην πόλη και να ξεκινήσουν με όλο το διαθέσιμο στρατό τους. Τα άλλα συμμαχικά κράτη αποφάσισαν να ενεργήσουν με τον ίδιο τρόπο, αφού την ίδια ακριβώς εποχή έτυχε να γίνονται οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Κανείς τους δεν περίμενε ότι η μάχη των Θερμοπυλών θα κρινόταν τόσο γρήγορα. Κι αυτός ήταν ο λόγος που έστειλαν μόνο μια εμπροσθοφυλακή».

Στην προκαταρκτική απαίτηση του Ξέρξη να παραδώσει τα όπλα, ο Λεωνίδας απάντησε το περιβόητο «μολών λαβέ» και γέννησε μια μακρά ελληνική παράδοση αυταπάρνησης και αυτοθυσίας. Ο Πλούταρχος το χαρακτήρισε ως την ενδοξότερη στην ιστορία απάντηση ηγέτη.

Μερίδα ιστορικών αποδίδει την απόφαση του Λεωνίδα να παρατάξει μόνο τους 300 Σπαρτιάτες στα στενά στην εμπειρία που αποκόμισε στον Μαραθώνα, που είχε φτάσει πολύ αργά και το έφερε βαρέως. Τώρα ήταν αποφασισμένος να «μην έλθει πολύ αργά για δεύτερη φορά», κι έτσι δεν αποκλείεται να μην ήταν αποστολή αυτοκτονίας. Ο Λεωνίδας δεν είχε εξάλλου κανέναν λόγο να πιστεύει ότι η στρατιωτική δύναμη που είχε μετακινηθεί βόρεια δεν ήταν αρκετή για να κρατήσει το πέρασμα μέχρι η Σπάρτη και οι άλλες πόλεις να ενισχύσουν τις δυνάμεις του, μόλις έληγαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες.

Όπως είπαμε άλλωστε, δεν είχε μαζί του μόνο 300 άνδρες, αλλά περισσότερους από 6.000 στρατιώτες, στρατεύματα περίοικων δηλαδή, συμμάχους από την Πελοποννησιακή Συμμαχία, καθώς και Θεσπιείς, Φωκείς και Θηβαίους. Τους οποίους ανέπτυξε στρατηγικά στα στενότατα εκείνη την εποχή περάσματα των Θερμοπυλών.

Από την άλλη, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι ο Λεωνίδας γνώριζε από το Μαντείο των Δελφών ότι η δική του μοίρα είχε σφραγιστεί. Ήξερε πως θα πεθάνει, αλλά δεν υπήρχε κανένα σημάδι ότι ο θάνατός του θα έρθει σύντομα ή ότι θα ήταν μάταιος. Το μαντείο είχε υποσχεθεί να σώσει τη Σπάρτη αν ένας από τους βασιλιάδες της χανόταν στη μάχη.

Σήμερα έχει αμφισβητηθεί ακόμα και η ικανότητά του στη στρατηγική, λόγω κυρίως της παράλειψής του να τοποθετήσει Σπαρτιάτες στο ορεινό μονοπάτι που κατέληγε στα στενά. Απέτυχε δηλαδή να εκτιμήσει με ακρίβεια τον κίνδυνο στα πλευρά του στρατού του, τοποθετώντας τους Φωκείς στην κρίσιμη διαδρομή. Η άποψη αυτή δεν λαμβάνει βέβαια υπόψη της ότι ο Λεωνίδας δεν είχε την πολυτέλεια να διασπάσει την ήδη πολύ μικρή δύναμη των Σπαρτιατών του.

Η ίδια η έκβαση εξάλλου της μάχης κατά τις δύο πρώτες μέρες τον δικαιώνει απόλυτα: εξουδετέρωσε πλήρως την αριθμητική υπεροχή των Περσών και επέτρεψε σε ένα συγκριτικά μικρό αριθμό υπερασπιστών να συγκρατήσουν τη συντριπτική δύναμη του στρατού του Ξέρξη! Ακόμα και το περιβόητο ελίτ περσικό τάγμα των Αθανάτων σταμάτησε ο Λακεδαιμόνιος, παρασύροντάς τους σε παγίδα. Παρά το γεγονός ότι ο Ηρόδοτος δεν αναφέρεται στις ελληνικές απώλειες των δύο πρώτων ημερών, μπορούμε να υποθέσουμε ότι δεν ήταν μεγάλες.

Εξίσου μεγάλο ήταν το κατόρθωμά του να συνενώσει τον ελληνικό συνασπισμό και να τον κάνει να συνεργαστεί άψογα κάτω από τις διαταγές του. Ο Ηρόδοτος μας λέει ότι οι σύμμαχοι πολέμησαν με βάρδιες, ώστε τα στρατεύματα κάθε πόλης-κράτους να έχουν χρόνο να ξεκουραστούν και να φροντίσουν τους τραυματίες πριν ξαναριχτούν στη μάχη.

Εξίσου εντυπωσιακή ήταν και η αντίδραση του όταν έμαθε όχι μόνο ότι οι Πέρσες είχαν περικυκλώσει τη θέση του, αλλά και ότι οι Φωκείς είχαν οπισθοχωρήσει.

Παρά το απρόσμενο του πλήγματος και την τραγική κατάσταση στην οποία βρέθηκε την τρίτη και τελευταία μέρα της μάχης, όχι μόνο δεν πανικοβλήθηκε αλλά πήρε μια ορθολογική απόφαση: έστειλε το μεγαλύτερο μέρος της δύναμής του έξω από το πέρασμα, ώστε να ζήσουν και να πολεμήσουν άλλη μια μέρα, διατηρώντας στις Θερμοπύλες μόνο όσους θεωρούσε απαραίτητους για να καθυστερήσει τους Πέρσες και να διαφύγει ο υπόλοιπος ελληνικός στρατός: 300 Σπαρτιάτες και 700 Θεσπιείς.

Ήταν η αγέρωχη στάση του στην τρίτη και εφιαλτική αυτή μέρα που έμοιζε πράγματι αποστολή αυτοκτονίας: περικυκλωμένος, προδομένος και σε κατάσταση απελπιστική, συνέχισε να πολεμά σαν Έλληνας προκαλώντας τρομακτικές απώλειες στον εχθρό και διατηρώντας ταυτόχρονα το ηθικό των αντρών του ακμαίο. Την ίδια ώρα, αυτοθυσία ήταν και εκ μέρους των στρατιωτών του, οι οποίοι με τον θάνατό τους απέδειξαν την υπέρτατη αφοσίωση τόσο στον ηγέτη όσο και την πατρίδα. Πλάι τους πέθαναν βέβαια και οι 700 Θεσπιείς του Δημόφιλου, που αρνήθηκαν επίσης να εγκαταλείψουν τον Λεωνίδα, αν και γι’ αυτούς η συλλογική μνήμη δεν έχει επιφυλάξει αντίστοιχες τιμές.

Λένε ότι δεν πέθανε ο Λεωνίδας και οι 300 του στις Θερμοπύλες, αλλά το ηθικό των Περσών ήταν αυτό που χάθηκε οριστικά στο κακοτράχαλο αυτό πέρασμα. Τι θα γινόταν αν δεν τους πρόδιδε ο Εφιάλτης και δεν τους περικύκλωναν τελικά οι 10.000 Αθάνατοι του Υδάρνη, κανείς δεν μπορεί να πει, η μάχη δεν θα ήταν πάντως τόσο σύντομη, ανατρέποντας το σχέδιο του Λεωνίδα και των υπόλοιπων Ελλήνων.

Όσο για τον Ξέρξη, συνειδητοποίησε ότι είχε πολλούς άντρες στα χέρια του, αλλά ελάχιστους πολεμιστές. Γι’ αυτό ίσως και μετά τη μάχη διέταξε τους στρατιώτες του να βρουν το νεκρό σώμα του Λεωνίδα και να το αποκεφαλίσουν, πράγμα αρκούντως ασυνήθιστο για τους Πέρσες, που τιμούσαν συνήθως τον εχθρό.

Κάπου σαράντα χρόνια αργότερα, τα λείψανα του λακεδαιμόνιου ήρωα επέστρεψαν στη Σπάρτη για να τιμηθούν όπως τους έπρεπε. Κανείς από τους συγχρόνους και τους επιγόνους του δεν ξέχασε το λιοντάρι της Σπάρτης που πολέμησε με λύσσα στις Θερμοπύλες, σε αυτή την τριήμερη μάχη-σύμβολο για την παγκόσμια ιστορία…

Γιατί έμειναν οι Σπαρτιάτες στις Θερμοπύλες γνωρίζοντας το ανώφελο της αυτοθυσίας τους; Αυτό είναι το ερώτημα που πλανάται πάνω από τη θρυλική μάχη του Αυγούστου του 480 π.Χ. εδώ και αιώνες. Ιστορικοί και σχολές σκέψης έχουν αποπειραθεί διάφορες, περισσότερο ή λιγότερο πειστικές, απαντήσεις, όποια κι αν είναι όμως η πολιτική και στρατιωτική ετυμηγορία δεν μειώνει σε τίποτα την αξία της στάσης του Λεωνίδα και τη θυσία τόσο του ίδιου όσο και των αντρών του. Με όποιον τρόπο και για όποιον -κρυφό ή φανερό- λόγο κι αν το έκανε, δεν παύει να έπραξε ένα χρέος το οποίο θα μπορούσε να είχε αποφύγει. Ήταν αυτή η ξεκάθαρη επιλογή του που μετράει, αυτή η ηρωική απόφαση που πήρε και έκανε την ελληνική ιστορία να μη χρειάζεται ωραιοποιήσεις και στρογγυλοποιήσεις για να αποδειχθεί πόσο μεγάλη είναι. «Εκείνων που σκοτώθηκαν στις Θερμοπύλες ένδοξη η τύχη, ωραίος ο θάνατός τους, κι ο τάφος τους βωμός· ανάμνηση τους πρέπει και όχι γόοι κι εγκώμιο είναι γι᾽ αυτούς το μοιρολόι. Τέτοιος εντάφιος στολισμός ποτέ τη λάμψη δε θα χάσει απ᾽ τον καιρό τον παντοδαμαστή κι ούτε σκουριά ποτέ θα τον σκεπάσει. Στο μνήμα των αντρείων ετούτο το ιερό η δόξα της Ελλάδας έχει θρονιαστεί το μαρτυρά κι ο βασιλιάς της Σπάρτης ο Λεωνίδας, που αφήνει στολίδι πίσω του αρετής τρανό κι ένα όνομα που αμάραντο θα μείνει», μας λέει ο Σιμωνίδης ο Κείος για τον πολεμικό άθλο που παρά την ήττα, σφραγίστηκε στις συνειδήσεις της οικουμένης ως θρίαμβος της θέλησης και ορόσημο ανδρείας και πατριωτισμού. «Ποιος από τους μεταγενέστερους», αναρωτιέται ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, «δεν θα ζηλέψει την παλικαριά αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι, καθώς βρέθηκαν στην αρπάγη μιας συντριπτικά υπέρτερης καταστάσεως, σωματικά υπέκυψαν, έμειναν όμως αήττητοι στην ψυχή. Γι’ αυτό, μόνο αυτοί από όλη την ιστορία αναφέρονται». Ήττα μεν, αλλά νίκη ηθική, που έδωσε την ψυχή και το κουράγιο στους Έλληνες να συντρίψουν τους Πέρσες στη Σαλαμίνα και τις Πλαταιές και να διώξουν τη θανάσιμη απειλή από τα εδάφη τους. Γι’ αυτό και ο ιστορικός αντίκτυπος των Θερμοπυλών κατανοήθηκε και τραγουδήθηκε τόσο ήδη από την εποχή του, καθώς η σημασία του ήταν βαρύνουσα για το μέλλον του κοινού των Ελλήνων. Στους τάφους των νεκρών πολεμιστών χαράχτηκαν εξάλλου τρία επιγράμματα του λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου, ο οποίος ύμνησε και αλλού τη στάση των Λακεδαιμονίων σε κείνη τη μάχη: «Το μαύρο σύννεφο του θανάτου τους βρήκε, όμως αυτοί δεν θα πεθάνουν, αν και νεκροί, αφού η δόξα της αρετής τους επάνω θα τους ανεβάζει από τα δώματα του Άδη». Οι Θερμοπύλες έγιναν σημείο αναφοράς για τον αρχαιοελληνικό κόσμο, αφού λίγο μετά τη μάχη ανεγέρθηκε ένας πέτρινος λέων, ως υπόμνηση στο όνομα του νεκρού σπαρτιάτη βασιλιά. Όταν τα λείψανα του Λεωνίδα μεταφέρθηκαν στη Σπάρτη το 440 π.Χ., η ιδιαίτερα τιμητική ταφή του χαρακτηρίστηκε υπερβολική από τον Ηρόδοτο! Ο άριστος ωστόσο της σπαρτιατικής πολιτείας είχε επαναβεβαιώσει τον ρόλο της Λακεδαιμόνας ως υπερασπιστή της ανεξαρτησίας των Ελλήνων, πριν αναλάβει η Αθήνα ηγετικό ρόλο στον αντιπερσικό αγώνα. Το παράδειγμα των Θερμοπυλών ήταν εξάλλου τόσο επιβλητικό στη σημασία του ώστε χρησίμευε ως κάλεσμα για ηρωισμό ακόμα και στους αθηναίους ρήτορες. Ο Λυσίας υπενθύμιζε συνεχώς τη γενναία στάση της Σπάρτης κατά τη διάρκεια των Περσικών Πολέμων και ο Λυκούργος μιλούσε για τις Θερμοπύλες ως υπόδειγμα ηρωικής αρετής, καλώντας τους Αθηναίους να αντιταχθούν με τον ίδιο τρόπο στη μακεδονική επέκταση προς τα νότια. Ακόμα και ο Μέγας Αλέξανδρος συνέβαλε στη διαιώνιση της ανάμνησης των Θερμοπυλών, αφού ύστερα από τη νίκη του εναντίον των Περσών στον Γρανικό Ποταμό, έδωσε εντολή να σταλούν στην Αθήνα 300 περσικές πανοπλίες ως λάφυρα (σημειώνοντας πάντως στη γνωστή επιγραφή: «Αλέξανδρος, ο γιος του Φιλίππου, και οι λοιποί Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων»). Η κατάσταση στον ελλαδικό χώρο ήταν πια ολότελα διαφορετική από το 480 π.Χ., όταν οι Σπαρτιάτες ήταν οι αναγνωρισμένοι ηγέτες των Ελλήνων στην προσπάθεια αναχαίτισης του Ξέρξη. Παρά τις μομφές, οι Σπαρτιάτες δεν ξέχασαν ποτέ τον ήρωά τους και τον άθλο του στις Θερμοπύλες, γι’ αυτό και στα ελληνιστικά χρόνια ανέγειραν ένα ηρώο στην πόλη τους, το Λεωνίδειο, και καθιέρωσαν ετήσιες γιορτές προς τιμήν του («Λεωνίδαια»). Η θυσία του βασιλιά Λεωνίδα Α’ και των 300 πολεμιστών του έγινε σύμβολο διαχρονικό της πατριωτικής αυτοθυσίας, της άδολης αγάπης για τον τόπο που είναι συνυφασμένη με την ίδια τη ζωή. «Ω ξειν, αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι», είπε ο Σιμωνίδης και χαράχτηκε στο μνημείο που στήθηκε στις Θερμοπύλες σφραγίζοντας τη μεγαλύτερη σε συμβολική μάχη της ελληνικής αρχαιότητας… Πρώτα χρόνια Ο Λεωνίδας Α’ της Σπάρτης γεννιέται περί το 540 π.Χ. ως ένας από τους τέσσερις γιους του Αναξανδρίδα (από τον πρώτο του γάμο). Η καταγωγή του μάλιστα από τη δυναστεία των Αγιαδών λεγόταν πως κρατούσε από τον Ηρακλή τον ίδιο. Ο νεαρός υπήρξε ένας από τους ελάχιστους Σπαρτιάτες του βασιλικού οίκου που εκπαιδεύτηκε ως επαγγελματίας στρατιωτικός. Σε αντίθεση με τους βασιλείς πριν και μετά από αυτόν, ο Λεωνίδας ολοκλήρωσε το πλήρες πρόγραμμα στρατιωτικής κατάρτισης που επιβαλλόταν στους πολίτες της Σπάρτης από την παιδική ηλικία έως και την ενήλικη ζωή και κατόπιν εφ’ όρου ζωής ως έφεδροι. Ήταν λοιπόν έμπειρος πολεμικά και εξοικειωμένος με τους σχηματισμούς, τις τακτικές μάχης και τον οπλισμό όπως ακριβώς και οι στρατιώτες του. Ήξερε πώς ήταν ο πόλεμος και τι σκέφτονταν οι άντρες του, όντας ταυτοχρόνως στρατιώτης και διοικητής, κάτι που του έδινε ένα σημαντικό πλεονέκτημα εδώ. Από την ιστορία της Σπάρτης στην ύστερη αρχαϊκή περίοδο και τις σημαντικές στρατιωτικές εκστρατείες της συνάγουμε ότι ο Λεωνίδας πρέπει να πήρε μέρος σε τουλάχιστον είκοσι εκστρατείες, αποκομίζοντας πολύτιμη εμπειρία στο πεδίο της μάχης. Μεγάλωσε εξάλλου με το άκουσμα της σπαρτιατικής πανωλεθρίας στην προσπάθειά της να εκθρονίσει τον τύραννο της Σάμου, Πολυκράτη, που τόσο κηλίδωσε το ηθικό των περήφανων Λακεδαιμονίων. Κάποια χρόνια αργότερα άλλωστε ο ετεροθαλής αδελφός του και βασιλιάς από το 519-489 π.Χ., Κλεομένης Α’, επιδόθηκε σε μια αποτυχημένη εκστρατεία κατά της Αθήνας και μέτρησε άλλη μια ήττα, αυτή τη φορά από το θεσσαλικό ιππικό. Ο νεαρός Λεωνίδας εμφανίζεται να παίρνει μέρος στην εκστρατεία αυτή ως απλός στρατιώτης ή κατώτερος βαθμοφόρος. Ο Κλεομένης ανέλαβε όχι λιγότερο από τρεις ακόμα εκστρατείες εναντίον της Αθήνας στα χρόνια που ακολούθησαν, αν και ο Λεωνίδας δεν φαίνεται να παίρνει μέρος στις μικρής έκτασης επιχειρήσεις (ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι πραγματοποιήθηκαν με μικρές δυνάμεις εθελοντών). Η Πελοποννησιακή Συμμαχία, στην οποία είχε δώσει σάρκα και οστά ο Κλεομένης, του την έφερε όμως στην τέταρτη εισβολή του στην Αττική. Ο Λεωνίδας ήταν σίγουρα παρών στην εκστρατεία και ανάλογα με την ακριβή ημερομηνία γέννησής του, θα μπορούσε να ήταν ήδη κατώτερος αξιωματικός. Ήταν βέβαια ετεροθαλής αδελφός του Κλεομένη και δελφίνος του θρόνου, πρέπει να γνώριζε λοιπόν από πρώτο χέρι τις διπλωματικές περιπέτειες της Σπάρτης στην Πελοποννησιακή Συμμαχία. Η πρώτη πραγματικά μεγάλη στρατιωτική εκστρατεία του Λεωνίδα ήταν ο πόλεμος κατά του Άργους, που κορυφώθηκε με τη δραματική νίκη των Σπαρτιατών στη Σήπεια. Στην εν λόγω εκστρατεία συμμετείχε το σύνολο του ενεργού σπαρτιατικού στρατού, οπότε η συμμετοχή του Λεωνίδα θεωρείται σίγουρη. Ο Κλεομένης συνέτριψε τον υπολογίσιμο αντίπαλο, δικάστηκε ωστόσο για προδοσία μετά το πέρας του πολέμου, μιας και δεν κατέλαβε το ανυπεράσπιστο Άργος μετά τη συντριβή του στρατού του. Ο Λεωνίδας, που μπορεί να είχε παντρευτεί μέχρι τότε μια γυναίκα, αν και δεν είμαστε σίγουροι, νυμφεύεται περί το 490 π.Χ. τη Γοργώ, την πανέξυπνη κόρη του Κλεομένη, ανεβαίνοντας κάποια σκαλιά στην υπόθεση της διαδοχής. Ο Κλεομένης αθωώθηκε μεν από την κατηγορία της δωροδοκίας, εξορίστηκε όμως και πέθανε τελικά σε φυλακή της Σπάρτης. Αλλά και ο άλλος αδελφός του Δωριεύς σκοτώθηκε στη Σικελία οδηγώντας μια ομάδα μισθοφόρων, αφήνοντας αυτόν, τον τριτότοκο Λεωνίδα, βασιλιά της Σπάρτης το 488 π.Χ.! Η επόμενη σημαντική στιγμή στη ζωή του Λεωνίδα ήταν η Μάχη του Μαραθώνα. Ο Λεωνίδας οδήγησε τους 2.000 Σπαρτιάτες του σε μια δραματική πορεία καλύπτοντας την απόσταση από τη Σπάρτη στην Αθήνα σε λιγότερο από τρεις ημέρες προκειμένου να φτάσει έγκαιρα στον Μαραθώνα, αν και όπως ξέρουμε κατέφτασε μία μέρα μετά την αποφασιστική νίκη Αθηναίων και Πλαταιών. Κατά τις πηγές, επιθεώρησε το πεδίο της μάχης πλάι στους αθηναίους διοικητές, αποκομίζοντας πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τους Πέρσες, τα όπλα, τις πανοπλίες και την τακτική τους. Κυρίως όμως διαπίστωσε ότι οι έλληνες οπλίτες μπορούν να αντιπαρατεθούν στο περσικό πεζικό και ιππικό και να προκαλέσουν σημαντικές απώλειες… Η Μάχη των Θερμοπυλών Η κύρια πηγή των ελληνο-περσικών πολέμων είναι ο «πατέρας της Ιστορίας» Ηρόδοτος, ο οποίος αμφισβητήθηκε ήδη από την αρχαιότητα, αν και σήμερα οι ιστορικοί τον θεωρούν εν πολλοίς αξιόπιστο, εκτός ίσως από τους αριθμούς που παραθέτει. Αξιόπιστη πηγή θεωρείται επίσης το ενδέκατο βιβλίο της «Ιστορικής Βιβλιοθήκης» του Διόδωρου του Σικελιώτη (1ος αι. π.Χ.). Στο έβδομο βιβλίο του «Ηροδότου Ιστορία» λοιπόν, ο μεγάλος ιστορικός μάς λέει: «Αυτή λοιπόν ήταν η θέση του Ξέρξη και του στρατού του στην Τραχινία της Μηλίδας, ενώ οι Έλληνες είχαν καταλάβει τα στενά που είναι γνωστά στους ντόπιους ως Πύλες, αυτά που οι υπόλοιποι Έλληνες ονομάζουν Θερμοπύλες». Ο Λεωνίδας ήταν πια ένας από τους δύο βασιλείς (κατά το σύστημα της δυαδικής βασιλείας που ίσχυε στη Σπάρτη), πλάι στον Λεωτυχίδη Β’, και ζήτησε να πάει αυτός να προϋπαντήσει τους Πέρσες στις Πύλες, υπακούοντας στον χρησμό του Μαντείου των Δελφών κατά το ξεκίνημα του πολέμου που ήθελε ότι «Η πόλη της Σπάρτης θα σβηστεί από τον χάρτη ή θα θρηνήσει τον βασιλιά της». Παρατάσσει 300 Σπαρτιάτες, 700 Θεσπιείς και μερικούς χιλιάδες ακόμα, με σκοπό να δώσει χρόνο στον υπόλοιπο ελληνικό στρατό να οργανωθεί. Καλεί μάλιστα κοντά του μόνο όσους σπαρτιάτες πολεμιστές είχαν αγόρια, για να μη χαθεί η γενιά τους. Ο ίδιος μπορεί να πάρει μέρος μιας και μέχρι τότε έχει αποκτήσει με τη Γοργώ τον γιο του Πλείσταρχο, γεγονός που τον καθιστούσε ισότιμο με τους τριακοσίους. Η Μάχη των Θερμοπυλών (480 π.Χ.) διαδέχθηκε αυτή του Μαραθώνα και προηγήθηκε της Ναυμαχίας της Σαλαμίνας και της τελευταίας νικηφόρας σύγκρουσης στις Πλαταιές. Ο Ηρόδοτος αριθμεί τον στρατό του Λεωνίδα σε 6.000 άντρες, εκ των οποίων «τριακόσιους πεζούς με βαρύ οπλισμό από τη Σπάρτη». Ο Διόδωρος τους υπολογίζει σε 7.200. Διαφωνία υπάρχει και για τους αντιπάλους: πάνω από πέντε εκατομμύρια αναφέρει ο Ηρόδοτος, ενώ γύρω στο ένα εκατομμύριο συν 1.200 επανδρωμένα πλοία τούς περιορίζει ο Διόδωρος. Ο Ηρόδοτος μας λέει πάντως πως: «τα τμήματα των διάφορων ‘‘ελληνικών εθνών’’ διοικούνταν το καθένα από δικούς του αξιωματικούς, αλλά γενικός διοικητής του στρατού ήταν ο Σπαρτιάτης Λεωνίδας, που απέλαυε και του θαυμασμού όλων. Οι τριακόσιοι άνδρες που οδήγησε στις Θερμοπύλες διαλέχτηκαν από τον ίδιο κι είχαν όλοι γιους». Ο Ηρόδοτος μας λέει ότι ο Λεωνίδας ήταν ο προπομπός της ελληνικής δύναμης, περιμένοντας τις ενισχύσεις. Κάτι που φωτίζει εντελώς διαφορετικά αυτό το πολυθρύλητο «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι»: «Ο Λεωνίδας κι οι τριακόσιοι άνδρες του ξεκίνησαν από τη Σπάρτη πριν το κύριο σώμα του στρατού, για να ενθαρρύνουν με την εμφάνισή τους τους άλλους συμμάχους να πολεμήσουν και να τους εμποδίσουν να αυτομολήσουν στον εχθρό, πράγμα που ήταν ικανοί να κάνουν αν έβλεπαν ότι οι Σπαρτιάτες δίσταζαν. Είχαν σκοπό, όταν θα τελείωναν τα Κάρνεια (αυτή η γιορτή εμπόδιζε τους Σπαρτιάτες να πάνε στο πεδίο της μάχης), να αφήσουν μια φρουρά ασφαλείας στην πόλη και να ξεκινήσουν με όλο το διαθέσιμο στρατό τους. Τα άλλα συμμαχικά κράτη αποφάσισαν να ενεργήσουν με τον ίδιο τρόπο, αφού την ίδια ακριβώς εποχή έτυχε να γίνονται οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Κανείς τους δεν περίμενε ότι η μάχη των Θερμοπυλών θα κρινόταν τόσο γρήγορα. Κι αυτός ήταν ο λόγος που έστειλαν μόνο μια εμπροσθοφυλακή». Στην προκαταρκτική απαίτηση του Ξέρξη να παραδώσει τα όπλα, ο Λεωνίδας απάντησε το περιβόητο «μολών λαβέ» και γέννησε μια μακρά ελληνική παράδοση αυταπάρνησης και αυτοθυσίας. Ο Πλούταρχος το χαρακτήρισε ως την ενδοξότερη στην ιστορία απάντηση ηγέτη. Μερίδα ιστορικών αποδίδει την απόφαση του Λεωνίδα να παρατάξει μόνο τους 300 Σπαρτιάτες στα στενά στην εμπειρία που αποκόμισε στον Μαραθώνα, που είχε φτάσει πολύ αργά και το έφερε βαρέως. Τώρα ήταν αποφασισμένος να «μην έλθει πολύ αργά για δεύτερη φορά», κι έτσι δεν αποκλείεται να μην ήταν αποστολή αυτοκτονίας. Ο Λεωνίδας δεν είχε εξάλλου κανέναν λόγο να πιστεύει ότι η στρατιωτική δύναμη που είχε μετακινηθεί βόρεια δεν ήταν αρκετή για να κρατήσει το πέρασμα μέχρι η Σπάρτη και οι άλλες πόλεις να ενισχύσουν τις δυνάμεις του, μόλις έληγαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Όπως είπαμε άλλωστε, δεν είχε μαζί του μόνο 300 άνδρες, αλλά περισσότερους από 6.000 στρατιώτες, στρατεύματα περίοικων δηλαδή, συμμάχους από την Πελοποννησιακή Συμμαχία, καθώς και Θεσπιείς, Φωκείς και Θηβαίους. Τους οποίους ανέπτυξε στρατηγικά στα στενότατα εκείνη την εποχή περάσματα των Θερμοπυλών. Από την άλλη, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι ο Λεωνίδας γνώριζε από το Μαντείο των Δελφών ότι η δική του μοίρα είχε σφραγιστεί. Ήξερε πως θα πεθάνει, αλλά δεν υπήρχε κανένα σημάδι ότι ο θάνατός του θα έρθει σύντομα ή ότι θα ήταν μάταιος. Το μαντείο είχε υποσχεθεί να σώσει τη Σπάρτη αν ένας από τους βασιλιάδες της χανόταν στη μάχη. Σήμερα έχει αμφισβητηθεί ακόμα και η ικανότητά του στη στρατηγική, λόγω κυρίως της παράλειψής του να τοποθετήσει Σπαρτιάτες στο ορεινό μονοπάτι που κατέληγε στα στενά. Απέτυχε δηλαδή να εκτιμήσει με ακρίβεια τον κίνδυνο στα πλευρά του στρατού του, τοποθετώντας τους Φωκείς στην κρίσιμη διαδρομή. Η άποψη αυτή δεν λαμβάνει βέβαια υπόψη της ότι ο Λεωνίδας δεν είχε την πολυτέλεια να διασπάσει την ήδη πολύ μικρή δύναμη των Σπαρτιατών του. Η ίδια η έκβαση εξάλλου της μάχης κατά τις δύο πρώτες μέρες τον δικαιώνει απόλυτα: εξουδετέρωσε πλήρως την αριθμητική υπεροχή των Περσών και επέτρεψε σε ένα συγκριτικά μικρό αριθμό υπερασπιστών να συγκρατήσουν τη συντριπτική δύναμη του στρατού του Ξέρξη! Ακόμα και το περιβόητο ελίτ περσικό τάγμα των Αθανάτων σταμάτησε ο Λακεδαιμόνιος, παρασύροντάς τους σε παγίδα. Παρά το γεγονός ότι ο Ηρόδοτος δεν αναφέρεται στις ελληνικές απώλειες των δύο πρώτων ημερών, μπορούμε να υποθέσουμε ότι δεν ήταν μεγάλες. Εξίσου μεγάλο ήταν το κατόρθωμά του να συνενώσει τον ελληνικό συνασπισμό και να τον κάνει να συνεργαστεί άψογα κάτω από τις διαταγές του. Ο Ηρόδοτος μας λέει ότι οι σύμμαχοι πολέμησαν με βάρδιες, ώστε τα στρατεύματα κάθε πόλης-κράτους να έχουν χρόνο να ξεκουραστούν και να φροντίσουν τους τραυματίες πριν ξαναριχτούν στη μάχη. Εξίσου εντυπωσιακή ήταν και η αντίδραση του όταν έμαθε όχι μόνο ότι οι Πέρσες είχαν περικυκλώσει τη θέση του, αλλά και ότι οι Φωκείς είχαν οπισθοχωρήσει. Παρά το απρόσμενο του πλήγματος και την τραγική κατάσταση στην οποία βρέθηκε την τρίτη και τελευταία μέρα της μάχης, όχι μόνο δεν πανικοβλήθηκε αλλά πήρε μια ορθολογική απόφαση: έστειλε το μεγαλύτερο μέρος της δύναμής του έξω από το πέρασμα, ώστε να ζήσουν και να πολεμήσουν άλλη μια μέρα, διατηρώντας στις Θερμοπύλες μόνο όσους θεωρούσε απαραίτητους για να καθυστερήσει τους Πέρσες και να διαφύγει ο υπόλοιπος ελληνικός στρατός: 300 Σπαρτιάτες και 700 Θεσπιείς. Ήταν η αγέρωχη στάση του στην τρίτη και εφιαλτική αυτή μέρα που έμοιζε πράγματι αποστολή αυτοκτονίας: περικυκλωμένος, προδομένος και σε κατάσταση απελπιστική, συνέχισε να πολεμά σαν Έλληνας προκαλώντας τρομακτικές απώλειες στον εχθρό και διατηρώντας ταυτόχρονα το ηθικό των αντρών του ακμαίο. Την ίδια ώρα, αυτοθυσία ήταν και εκ μέρους των στρατιωτών του, οι οποίοι με τον θάνατό τους απέδειξαν την υπέρτατη αφοσίωση τόσο στον ηγέτη όσο και την πατρίδα. Πλάι τους πέθαναν βέβαια και οι 700 Θεσπιείς του Δημόφιλου, που αρνήθηκαν επίσης να εγκαταλείψουν τον Λεωνίδα, αν και γι’ αυτούς η συλλογική μνήμη δεν έχει επιφυλάξει αντίστοιχες τιμές. Λένε ότι δεν πέθανε ο Λεωνίδας και οι 300 του στις Θερμοπύλες, αλλά το ηθικό των Περσών ήταν αυτό που χάθηκε οριστικά στο κακοτράχαλο αυτό πέρασμα. Τι θα γινόταν αν δεν τους πρόδιδε ο Εφιάλτης και δεν τους περικύκλωναν τελικά οι 10.000 Αθάνατοι του Υδάρνη, κανείς δεν μπορεί να πει, η μάχη δεν θα ήταν πάντως τόσο σύντομη, ανατρέποντας το σχέδιο του Λεωνίδα και των υπόλοιπων Ελλήνων. Όσο για τον Ξέρξη, συνειδητοποίησε ότι είχε πολλούς άντρες στα χέρια του, αλλά ελάχιστους πολεμιστές. Γι’ αυτό ίσως και μετά τη μάχη διέταξε τους στρατιώτες του να βρουν το νεκρό σώμα του Λεωνίδα και να το αποκεφαλίσουν, πράγμα αρκούντως ασυνήθιστο για τους Πέρσες, που τιμούσαν συνήθως τον εχθρό. Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο! Κάπου σαράντα χρόνια αργότερα, τα λείψανα του λακεδαιμόνιου ήρωα επέστρεψαν στη Σπάρτη για να τιμηθούν όπως τους έπρεπε. Κανείς από τους συγχρόνους και τους επιγόνους του δεν ξέχασε το λιοντάρι της Σπάρτης που πολέμησε με λύσσα στις Θερμοπύλες, σε αυτή την τριήμερη μάχη-σύμβολο για την παγκόσμια ιστορία…

Γιατί έμειναν οι Σπαρτιάτες στις Θερμοπύλες γνωρίζοντας το ανώφελο της αυτοθυσίας τους;

Αυτό είναι το ερώτημα που πλανάται πάνω από τη θρυλική μάχη του Αυγούστου του 480 π.Χ. εδώ και αιώνες. Ιστορικοί και σχολές σκέψης έχουν αποπειραθεί διάφορες, περισσότερο ή λιγότερο πειστικές, απαντήσεις, όποια κι αν είναι όμως η πολιτική και στρατιωτική ετυμηγορία δεν μειώνει σε τίποτα την αξία της στάσης του Λεωνίδα και τη θυσία τόσο του ίδιου όσο και των αντρών του.

Με όποιον τρόπο και για όποιον -κρυφό ή φανερό- λόγο κι αν το έκανε, δεν παύει να έπραξε ένα χρέος το οποίο θα μπορούσε να είχε αποφύγει. Ήταν αυτή η ξεκάθαρη επιλογή του που μετράει, αυτή η ηρωική απόφαση που πήρε και έκανε την ελληνική ιστορία να μη χρειάζεται ωραιοποιήσεις και στρογγυλοποιήσεις για να αποδειχθεί πόσο μεγάλη είναι.

«Εκείνων που σκοτώθηκαν στις Θερμοπύλες ένδοξη η τύχη, ωραίος ο θάνατός τους, κι ο τάφος τους βωμός· ανάμνηση τους πρέπει και όχι γόοι κι εγκώμιο είναι γι᾽ αυτούς το μοιρολόι. Τέτοιος εντάφιος στολισμός ποτέ τη λάμψη δε θα χάσει απ᾽ τον καιρό τον παντοδαμαστή κι ούτε σκουριά ποτέ θα τον σκεπάσει. Στο μνήμα των αντρείων ετούτο το ιερό η δόξα της Ελλάδας έχει θρονιαστεί το μαρτυρά κι ο βασιλιάς της Σπάρτης ο Λεωνίδας, που αφήνει στολίδι πίσω του αρετής τρανό κι ένα όνομα που αμάραντο θα μείνει», μας λέει ο Σιμωνίδης ο Κείος για τον πολεμικό άθλο που παρά την ήττα, σφραγίστηκε στις συνειδήσεις της οικουμένης ως θρίαμβος της θέλησης και ορόσημο ανδρείας και πατριωτισμού.

«Ποιος από τους μεταγενέστερους», αναρωτιέται ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, «δεν θα ζηλέψει την παλικαριά αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι, καθώς βρέθηκαν στην αρπάγη μιας συντριπτικά υπέρτερης καταστάσεως, σωματικά υπέκυψαν, έμειναν όμως αήττητοι στην ψυχή. Γι’ αυτό, μόνο αυτοί από όλη την ιστορία αναφέρονται».

Ήττα μεν, αλλά νίκη ηθική, που έδωσε την ψυχή και το κουράγιο στους Έλληνες να συντρίψουν τους Πέρσες στη Σαλαμίνα και τις Πλαταιές και να διώξουν τη θανάσιμη απειλή από τα εδάφη τους. Γι’ αυτό και ο ιστορικός αντίκτυπος των Θερμοπυλών κατανοήθηκε και τραγουδήθηκε τόσο ήδη από την εποχή του, καθώς η σημασία του ήταν βαρύνουσα για το μέλλον του κοινού των Ελλήνων.

Στους τάφους των νεκρών πολεμιστών χαράχτηκαν εξάλλου τρία επιγράμματα του λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου, ο οποίος ύμνησε και αλλού τη στάση των Λακεδαιμονίων σε κείνη τη μάχη: «Το μαύρο σύννεφο του θανάτου τους βρήκε, όμως αυτοί δεν θα πεθάνουν, αν και νεκροί, αφού η δόξα της αρετής τους επάνω θα τους ανεβάζει από τα δώματα του Άδη».

Οι Θερμοπύλες έγιναν σημείο αναφοράς για τον αρχαιοελληνικό κόσμο, αφού λίγο μετά τη μάχη ανεγέρθηκε ένας πέτρινος λέων, ως υπόμνηση στο όνομα του νεκρού σπαρτιάτη βασιλιά. Όταν τα λείψανα του Λεωνίδα μεταφέρθηκαν στη Σπάρτη το 440 π.Χ., η ιδιαίτερα τιμητική ταφή του χαρακτηρίστηκε υπερβολική από τον Ηρόδοτο!

Ο άριστος ωστόσο της σπαρτιατικής πολιτείας είχε επαναβεβαιώσει τον ρόλο της Λακεδαιμόνας ως υπερασπιστή της ανεξαρτησίας των Ελλήνων, πριν αναλάβει η Αθήνα ηγετικό ρόλο στον αντιπερσικό αγώνα. Το παράδειγμα των Θερμοπυλών ήταν εξάλλου τόσο επιβλητικό στη σημασία του ώστε χρησίμευε ως κάλεσμα για ηρωισμό ακόμα και στους αθηναίους ρήτορες. Ο Λυσίας υπενθύμιζε συνεχώς τη γενναία στάση της Σπάρτης κατά τη διάρκεια των Περσικών Πολέμων και ο Λυκούργος μιλούσε για τις Θερμοπύλες ως υπόδειγμα ηρωικής αρετής, καλώντας τους Αθηναίους να αντιταχθούν με τον ίδιο τρόπο στη μακεδονική επέκταση προς τα νότια.

Ακόμα και ο Μέγας Αλέξανδρος συνέβαλε στη διαιώνιση της ανάμνησης των Θερμοπυλών, αφού ύστερα από τη νίκη του εναντίον των Περσών στον Γρανικό Ποταμό, έδωσε εντολή να σταλούν στην Αθήνα 300 περσικές πανοπλίες ως λάφυρα (σημειώνοντας πάντως στη γνωστή επιγραφή: «Αλέξανδρος, ο γιος του Φιλίππου, και οι λοιποί Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων»).

Η κατάσταση στον ελλαδικό χώρο ήταν πια ολότελα διαφορετική από το 480 π.Χ., όταν οι Σπαρτιάτες ήταν οι αναγνωρισμένοι ηγέτες των Ελλήνων στην προσπάθεια αναχαίτισης του Ξέρξη. Παρά τις μομφές, οι Σπαρτιάτες δεν ξέχασαν ποτέ τον ήρωά τους και τον άθλο του στις Θερμοπύλες, γι’ αυτό και στα ελληνιστικά χρόνια ανέγειραν ένα ηρώο στην πόλη τους, το Λεωνίδειο, και καθιέρωσαν ετήσιες γιορτές προς τιμήν του («Λεωνίδαια»).

Η θυσία του βασιλιά Λεωνίδα Α’ και των 300 πολεμιστών του έγινε σύμβολο διαχρονικό της πατριωτικής αυτοθυσίας, της άδολης αγάπης για τον τόπο που είναι συνυφασμένη με την ίδια τη ζωή. «Ω ξειν, αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι», είπε ο Σιμωνίδης και χαράχτηκε στο μνημείο που στήθηκε στις Θερμοπύλες σφραγίζοντας τη μεγαλύτερη σε συμβολική μάχη της ελληνικής αρχαιότητας…

Πρώτα χρόνια

Ο Λεωνίδας Α’ της Σπάρτης γεννιέται περί το 540 π.Χ. ως ένας από τους τέσσερις γιους του Αναξανδρίδα (από τον πρώτο του γάμο). Η καταγωγή του μάλιστα από τη δυναστεία των Αγιαδών λεγόταν πως κρατούσε από τον Ηρακλή τον ίδιο.

Ο νεαρός υπήρξε ένας από τους ελάχιστους Σπαρτιάτες του βασιλικού οίκου που εκπαιδεύτηκε ως επαγγελματίας στρατιωτικός. Σε αντίθεση με τους βασιλείς πριν και μετά από αυτόν, ο Λεωνίδας ολοκλήρωσε το πλήρες πρόγραμμα στρατιωτικής κατάρτισης που επιβαλλόταν στους πολίτες της Σπάρτης από την παιδική ηλικία έως και την ενήλικη ζωή και κατόπιν εφ’ όρου ζωής ως έφεδροι.

Ήταν λοιπόν έμπειρος πολεμικά και εξοικειωμένος με τους σχηματισμούς, τις τακτικές μάχης και τον οπλισμό όπως ακριβώς και οι στρατιώτες του. Ήξερε πώς ήταν ο πόλεμος και τι σκέφτονταν οι άντρες του, όντας ταυτοχρόνως στρατιώτης και διοικητής, κάτι που του έδινε ένα σημαντικό πλεονέκτημα εδώ.

Από την ιστορία της Σπάρτης στην ύστερη αρχαϊκή περίοδο και τις σημαντικές στρατιωτικές εκστρατείες της συνάγουμε ότι ο Λεωνίδας πρέπει να πήρε μέρος σε τουλάχιστον είκοσι εκστρατείες, αποκομίζοντας πολύτιμη εμπειρία στο πεδίο της μάχης. Μεγάλωσε εξάλλου με το άκουσμα της σπαρτιατικής πανωλεθρίας στην προσπάθειά της να εκθρονίσει τον τύραννο της Σάμου, Πολυκράτη, που τόσο κηλίδωσε το ηθικό των περήφανων Λακεδαιμονίων.

Κάποια χρόνια αργότερα άλλωστε ο ετεροθαλής αδελφός του και βασιλιάς από το 519-489 π.Χ., Κλεομένης Α’, επιδόθηκε σε μια αποτυχημένη εκστρατεία κατά της Αθήνας και μέτρησε άλλη μια ήττα, αυτή τη φορά από το θεσσαλικό ιππικό. Ο νεαρός Λεωνίδας εμφανίζεται να παίρνει μέρος στην εκστρατεία αυτή ως απλός στρατιώτης ή κατώτερος βαθμοφόρος.

Ο Κλεομένης ανέλαβε όχι λιγότερο από τρεις ακόμα εκστρατείες εναντίον της Αθήνας στα χρόνια που ακολούθησαν, αν και ο Λεωνίδας δεν φαίνεται να παίρνει μέρος στις μικρής έκτασης επιχειρήσεις (ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι πραγματοποιήθηκαν με μικρές δυνάμεις εθελοντών).

Η Πελοποννησιακή Συμμαχία, στην οποία είχε δώσει σάρκα και οστά ο Κλεομένης, του την έφερε όμως στην τέταρτη εισβολή του στην Αττική. Ο Λεωνίδας ήταν σίγουρα παρών στην εκστρατεία και ανάλογα με την ακριβή ημερομηνία γέννησής του, θα μπορούσε να ήταν ήδη κατώτερος αξιωματικός. Ήταν βέβαια ετεροθαλής αδελφός του Κλεομένη και δελφίνος του θρόνου, πρέπει να γνώριζε λοιπόν από πρώτο χέρι τις διπλωματικές περιπέτειες της Σπάρτης στην Πελοποννησιακή Συμμαχία.

Η πρώτη πραγματικά μεγάλη στρατιωτική εκστρατεία του Λεωνίδα ήταν ο πόλεμος κατά του Άργους, που κορυφώθηκε με τη δραματική νίκη των Σπαρτιατών στη Σήπεια. Στην εν λόγω εκστρατεία συμμετείχε το σύνολο του ενεργού σπαρτιατικού στρατού, οπότε η συμμετοχή του Λεωνίδα θεωρείται σίγουρη. Ο Κλεομένης συνέτριψε τον υπολογίσιμο αντίπαλο, δικάστηκε ωστόσο για προδοσία μετά το πέρας του πολέμου, μιας και δεν κατέλαβε το ανυπεράσπιστο Άργος μετά τη συντριβή του στρατού του.

Ο Λεωνίδας, που μπορεί να είχε παντρευτεί μέχρι τότε μια γυναίκα, αν και δεν είμαστε σίγουροι, νυμφεύεται περί το 490 π.Χ. τη Γοργώ, την πανέξυπνη κόρη του Κλεομένη, ανεβαίνοντας κάποια σκαλιά στην υπόθεση της διαδοχής. Ο Κλεομένης αθωώθηκε μεν από την κατηγορία της δωροδοκίας, εξορίστηκε όμως και πέθανε τελικά σε φυλακή της Σπάρτης. Αλλά και ο άλλος αδελφός του Δωριεύς σκοτώθηκε στη Σικελία οδηγώντας μια ομάδα μισθοφόρων, αφήνοντας αυτόν, τον τριτότοκο Λεωνίδα, βασιλιά της Σπάρτης το 488 π.Χ.!

Η επόμενη σημαντική στιγμή στη ζωή του Λεωνίδα ήταν η Μάχη του Μαραθώνα. Ο Λεωνίδας οδήγησε τους 2.000 Σπαρτιάτες του σε μια δραματική πορεία καλύπτοντας την απόσταση από τη Σπάρτη στην Αθήνα σε λιγότερο από τρεις ημέρες προκειμένου να φτάσει έγκαιρα στον Μαραθώνα, αν και όπως ξέρουμε κατέφτασε μία μέρα μετά την αποφασιστική νίκη Αθηναίων και Πλαταιών. Κατά τις πηγές, επιθεώρησε το πεδίο της μάχης πλάι στους αθηναίους διοικητές, αποκομίζοντας πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τους Πέρσες, τα όπλα, τις πανοπλίες και την τακτική τους.

Κυρίως όμως διαπίστωσε ότι οι έλληνες οπλίτες μπορούν να αντιπαρατεθούν στο περσικό πεζικό και ιππικό και να προκαλέσουν σημαντικές απώλειες…

Η Μάχη των Θερμοπυλών

Η κύρια πηγή των ελληνο-περσικών πολέμων είναι ο «πατέρας της Ιστορίας» Ηρόδοτος, ο οποίος αμφισβητήθηκε ήδη από την αρχαιότητα, αν και σήμερα οι ιστορικοί τον θεωρούν εν πολλοίς αξιόπιστο, εκτός ίσως από τους αριθμούς που παραθέτει. Αξιόπιστη πηγή θεωρείται επίσης το ενδέκατο βιβλίο της «Ιστορικής Βιβλιοθήκης» του Διόδωρου του Σικελιώτη (1ος αι. π.Χ.).

Στο έβδομο βιβλίο του «Ηροδότου Ιστορία» λοιπόν, ο μεγάλος ιστορικός μάς λέει: «Αυτή λοιπόν ήταν η θέση του Ξέρξη και του στρατού του στην Τραχινία της Μηλίδας, ενώ οι Έλληνες είχαν καταλάβει τα στενά που είναι γνωστά στους ντόπιους ως Πύλες, αυτά που οι υπόλοιποι Έλληνες ονομάζουν Θερμοπύλες».

Ο Λεωνίδας ήταν πια ένας από τους δύο βασιλείς (κατά το σύστημα της δυαδικής βασιλείας που ίσχυε στη Σπάρτη), πλάι στον Λεωτυχίδη Β’, και ζήτησε να πάει αυτός να προϋπαντήσει τους Πέρσες στις Πύλες, υπακούοντας στον χρησμό του Μαντείου των Δελφών κατά το ξεκίνημα του πολέμου που ήθελε ότι «Η πόλη της Σπάρτης θα σβηστεί από τον χάρτη ή θα θρηνήσει τον βασιλιά της».

Παρατάσσει 300 Σπαρτιάτες, 700 Θεσπιείς και μερικούς χιλιάδες ακόμα, με σκοπό να δώσει χρόνο στον υπόλοιπο ελληνικό στρατό να οργανωθεί. Καλεί μάλιστα κοντά του μόνο όσους σπαρτιάτες πολεμιστές είχαν αγόρια, για να μη χαθεί η γενιά τους. Ο ίδιος μπορεί να πάρει μέρος μιας και μέχρι τότε έχει αποκτήσει με τη Γοργώ τον γιο του Πλείσταρχο, γεγονός που τον καθιστούσε ισότιμο με τους τριακοσίους.

Η Μάχη των Θερμοπυλών (480 π.Χ.) διαδέχθηκε αυτή του Μαραθώνα και προηγήθηκε της Ναυμαχίας της Σαλαμίνας και της τελευταίας νικηφόρας σύγκρουσης στις Πλαταιές. Ο Ηρόδοτος αριθμεί τον στρατό του Λεωνίδα σε 6.000 άντρες, εκ των οποίων «τριακόσιους πεζούς με βαρύ οπλισμό από τη Σπάρτη». Ο Διόδωρος τους υπολογίζει σε 7.200.

Διαφωνία υπάρχει και για τους αντιπάλους: πάνω από πέντε εκατομμύρια αναφέρει ο Ηρόδοτος, ενώ γύρω στο ένα εκατομμύριο συν 1.200 επανδρωμένα πλοία τούς περιορίζει ο Διόδωρος. Ο Ηρόδοτος μας λέει πάντως πως: «τα τμήματα των διάφορων ‘‘ελληνικών εθνών’’ διοικούνταν το καθένα από δικούς του αξιωματικούς, αλλά γενικός διοικητής του στρατού ήταν ο Σπαρτιάτης Λεωνίδας, που απέλαυε και του θαυμασμού όλων. Οι τριακόσιοι άνδρες που οδήγησε στις Θερμοπύλες διαλέχτηκαν από τον ίδιο κι είχαν όλοι γιους».

Ο Ηρόδοτος μας λέει ότι ο Λεωνίδας ήταν ο προπομπός της ελληνικής δύναμης, περιμένοντας τις ενισχύσεις. Κάτι που φωτίζει εντελώς διαφορετικά αυτό το πολυθρύλητο «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι»: «Ο Λεωνίδας κι οι τριακόσιοι άνδρες του ξεκίνησαν από τη Σπάρτη πριν το κύριο σώμα του στρατού, για να ενθαρρύνουν με την εμφάνισή τους τους άλλους συμμάχους να πολεμήσουν και να τους εμποδίσουν να αυτομολήσουν στον εχθρό, πράγμα που ήταν ικανοί να κάνουν αν έβλεπαν ότι οι Σπαρτιάτες δίσταζαν. Είχαν σκοπό, όταν θα τελείωναν τα Κάρνεια (αυτή η γιορτή εμπόδιζε τους Σπαρτιάτες να πάνε στο πεδίο της μάχης), να αφήσουν μια φρουρά ασφαλείας στην πόλη και να ξεκινήσουν με όλο το διαθέσιμο στρατό τους. Τα άλλα συμμαχικά κράτη αποφάσισαν να ενεργήσουν με τον ίδιο τρόπο, αφού την ίδια ακριβώς εποχή έτυχε να γίνονται οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Κανείς τους δεν περίμενε ότι η μάχη των Θερμοπυλών θα κρινόταν τόσο γρήγορα. Κι αυτός ήταν ο λόγος που έστειλαν μόνο μια εμπροσθοφυλακή».

Στην προκαταρκτική απαίτηση του Ξέρξη να παραδώσει τα όπλα, ο Λεωνίδας απάντησε το περιβόητο «μολών λαβέ» και γέννησε μια μακρά ελληνική παράδοση αυταπάρνησης και αυτοθυσίας. Ο Πλούταρχος το χαρακτήρισε ως την ενδοξότερη στην ιστορία απάντηση ηγέτη.

Μερίδα ιστορικών αποδίδει την απόφαση του Λεωνίδα να παρατάξει μόνο τους 300 Σπαρτιάτες στα στενά στην εμπειρία που αποκόμισε στον Μαραθώνα, που είχε φτάσει πολύ αργά και το έφερε βαρέως. Τώρα ήταν αποφασισμένος να «μην έλθει πολύ αργά για δεύτερη φορά», κι έτσι δεν αποκλείεται να μην ήταν αποστολή αυτοκτονίας. Ο Λεωνίδας δεν είχε εξάλλου κανέναν λόγο να πιστεύει ότι η στρατιωτική δύναμη που είχε μετακινηθεί βόρεια δεν ήταν αρκετή για να κρατήσει το πέρασμα μέχρι η Σπάρτη και οι άλλες πόλεις να ενισχύσουν τις δυνάμεις του, μόλις έληγαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες.

Όπως είπαμε άλλωστε, δεν είχε μαζί του μόνο 300 άνδρες, αλλά περισσότερους από 6.000 στρατιώτες, στρατεύματα περίοικων δηλαδή, συμμάχους από την Πελοποννησιακή Συμμαχία, καθώς και Θεσπιείς, Φωκείς και Θηβαίους. Τους οποίους ανέπτυξε στρατηγικά στα στενότατα εκείνη την εποχή περάσματα των Θερμοπυλών.

Από την άλλη, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι ο Λεωνίδας γνώριζε από το Μαντείο των Δελφών ότι η δική του μοίρα είχε σφραγιστεί. Ήξερε πως θα πεθάνει, αλλά δεν υπήρχε κανένα σημάδι ότι ο θάνατός του θα έρθει σύντομα ή ότι θα ήταν μάταιος. Το μαντείο είχε υποσχεθεί να σώσει τη Σπάρτη αν ένας από τους βασιλιάδες της χανόταν στη μάχη.

Σήμερα έχει αμφισβητηθεί ακόμα και η ικανότητά του στη στρατηγική, λόγω κυρίως της παράλειψής του να τοποθετήσει Σπαρτιάτες στο ορεινό μονοπάτι που κατέληγε στα στενά. Απέτυχε δηλαδή να εκτιμήσει με ακρίβεια τον κίνδυνο στα πλευρά του στρατού του, τοποθετώντας τους Φωκείς στην κρίσιμη διαδρομή. Η άποψη αυτή δεν λαμβάνει βέβαια υπόψη της ότι ο Λεωνίδας δεν είχε την πολυτέλεια να διασπάσει την ήδη πολύ μικρή δύναμη των Σπαρτιατών του.

Η ίδια η έκβαση εξάλλου της μάχης κατά τις δύο πρώτες μέρες τον δικαιώνει απόλυτα: εξουδετέρωσε πλήρως την αριθμητική υπεροχή των Περσών και επέτρεψε σε ένα συγκριτικά μικρό αριθμό υπερασπιστών να συγκρατήσουν τη συντριπτική δύναμη του στρατού του Ξέρξη! Ακόμα και το περιβόητο ελίτ περσικό τάγμα των Αθανάτων σταμάτησε ο Λακεδαιμόνιος, παρασύροντάς τους σε παγίδα. Παρά το γεγονός ότι ο Ηρόδοτος δεν αναφέρεται στις ελληνικές απώλειες των δύο πρώτων ημερών, μπορούμε να υποθέσουμε ότι δεν ήταν μεγάλες.

Εξίσου μεγάλο ήταν το κατόρθωμά του να συνενώσει τον ελληνικό συνασπισμό και να τον κάνει να συνεργαστεί άψογα κάτω από τις διαταγές του. Ο Ηρόδοτος μας λέει ότι οι σύμμαχοι πολέμησαν με βάρδιες, ώστε τα στρατεύματα κάθε πόλης-κράτους να έχουν χρόνο να ξεκουραστούν και να φροντίσουν τους τραυματίες πριν ξαναριχτούν στη μάχη.

Εξίσου εντυπωσιακή ήταν και η αντίδραση του όταν έμαθε όχι μόνο ότι οι Πέρσες είχαν περικυκλώσει τη θέση του, αλλά και ότι οι Φωκείς είχαν οπισθοχωρήσει.

Παρά το απρόσμενο του πλήγματος και την τραγική κατάσταση στην οποία βρέθηκε την τρίτη και τελευταία μέρα της μάχης, όχι μόνο δεν πανικοβλήθηκε αλλά πήρε μια ορθολογική απόφαση: έστειλε το μεγαλύτερο μέρος της δύναμής του έξω από το πέρασμα, ώστε να ζήσουν και να πολεμήσουν άλλη μια μέρα, διατηρώντας στις Θερμοπύλες μόνο όσους θεωρούσε απαραίτητους για να καθυστερήσει τους Πέρσες και να διαφύγει ο υπόλοιπος ελληνικός στρατός: 300 Σπαρτιάτες και 700 Θεσπιείς.

Ήταν η αγέρωχη στάση του στην τρίτη και εφιαλτική αυτή μέρα που έμοιζε πράγματι αποστολή αυτοκτονίας: περικυκλωμένος, προδομένος και σε κατάσταση απελπιστική, συνέχισε να πολεμά σαν Έλληνας προκαλώντας τρομακτικές απώλειες στον εχθρό και διατηρώντας ταυτόχρονα το ηθικό των αντρών του ακμαίο. Την ίδια ώρα, αυτοθυσία ήταν και εκ μέρους των στρατιωτών του, οι οποίοι με τον θάνατό τους απέδειξαν την υπέρτατη αφοσίωση τόσο στον ηγέτη όσο και την πατρίδα. Πλάι τους πέθαναν βέβαια και οι 700 Θεσπιείς του Δημόφιλου, που αρνήθηκαν επίσης να εγκαταλείψουν τον Λεωνίδα, αν και γι’ αυτούς η συλλογική μνήμη δεν έχει επιφυλάξει αντίστοιχες τιμές.

Λένε ότι δεν πέθανε ο Λεωνίδας και οι 300 του στις Θερμοπύλες, αλλά το ηθικό των Περσών ήταν αυτό που χάθηκε οριστικά στο κακοτράχαλο αυτό πέρασμα. Τι θα γινόταν αν δεν τους πρόδιδε ο Εφιάλτης και δεν τους περικύκλωναν τελικά οι 10.000 Αθάνατοι του Υδάρνη, κανείς δεν μπορεί να πει, η μάχη δεν θα ήταν πάντως τόσο σύντομη, ανατρέποντας το σχέδιο του Λεωνίδα και των υπόλοιπων Ελλήνων.

Όσο για τον Ξέρξη, συνειδητοποίησε ότι είχε πολλούς άντρες στα χέρια του, αλλά ελάχιστους πολεμιστές. Γι’ αυτό ίσως και μετά τη μάχη διέταξε τους στρατιώτες του να βρουν το νεκρό σώμα του Λεωνίδα και να το αποκεφαλίσουν, πράγμα αρκούντως ασυνήθιστο για τους Πέρσες, που τιμούσαν συνήθως τον εχθρό.

Κάπου σαράντα χρόνια αργότερα, τα λείψανα του λακεδαιμόνιου ήρωα επέστρεψαν στη Σπάρτη για να τιμηθούν όπως τους έπρεπε. Κανείς από τους συγχρόνους και τους επιγόνους του δεν ξέχασε το λιοντάρι της Σπάρτης που πολέμησε με λύσσα στις Θερμοπύλες, σε αυτή την τριήμερη μάχη-σύμβολο για την παγκόσμια ιστορία…