Πού και πότε δημιουργήθηκε το σύστημα γνώσης το οποίο ονομάστηκε φιλοσοφία;
Ο όρος «φιλοσοφία» (φιλώ + σοφία) σημαίνει την αγάπη για τη σοφία, την αληθινή γνώση, και «φιλόσοφος» είναι αυτός που αγαπά τη σοφία, και επιδιώκει την απόκτησή της. Σύμφωνα με το Διογένη το Λαέρτιο « πρώτος ο Πυθαγόρας 6ος αι. π.Χ.), χρησιμοποίησε τον όρο φιλοσοφία, και ονόμασε τον εαυτό του φιλόσοφο... γιατί κανένας άνθρωπος δεν είναι σοφός, παρά μονάχα ο θεός». Την λέξη Φιλοσοφία την συναντούμε για πρώτη φορά σε ένα απόσπασμα που αποδίδεται στον Ηράκλειτο: «Πρέπει να γνωρίζουν πολλά οι φιλόσοφοι» (
Χρη γαρ ευ μαλα πολλών ίστορας φιλοσόφους άνδρας είναι).
Η Φιλοσοφία έμαθε τον άνθρωπο να σκέφτεται λογικά, μέσω της λογικής και της παρατήρησης, αναζητώντας να δώσει απαντήσεις στα ερωτήματα, σχετικά με την προέλευση του κόσμου, και του ανθρώπου. O Bertrand Russel αναφέρε, πως: H «φιλοσοφία είναι μια δεξαμενή γνώσεων που ακόμα είναι ανέτοιμες προς εξειδικευμένη επιστημονική διαπραγμάτευση».
Οι πρώτες φιλοσοφικές σχολές, από τον 6ο αι. π.Χ. έως και την κλασσική περίοδο, στον τότε γνωστό ελλαδικό χώρο, ήταν η Πυθαγόρεια, η Ιωνική, η Ελεατική, ο Πλατωνισμός, η Περιπατητική Σχολή του Αριστοτέλη, η Σοφιστική, η Κυνική, η Επικούρεια κ.ά. Ρεύματα σκέψεων τα περισσότερα αλληλοεπηρεαζόμενα, αλλά και με διαφορές μεταξύ τους. Οι πρώτοι φιλόσοφοι υπήρξαν ταυτόχρονα και οι πρώτοι Πανεπιστήμονες. Ο Πυθαγόρας υποστηρίζει ότι οι «αρχές των αριθμών είναι και αρχές όλων των όντων»· ο Ηράκλειτος θεωρεί το πυρ ως αρχική ουσία και ότι «τα πάντα μεταβάλλονται διαρκώς»· επίσης υπογραμμίζει την «αρμονία των αντιθέτων». Ο Θαλής ο Μιλήσιος, ο μαθητής του Αναξίμανδρος, αλλά και ο Αναξιμένης, διατύπωσαν τις πρώτες εξελικτικές θεωρίες των ειδών, και προέλευσης του κόσμου, απ’ το νερό για τον πρώτο, και απ’ τον αέρα από τον τελευταίο. Ο Δημόκριτος, υποστήριζε πως η ύλη αποτελείται από άτμητα ή αδιαίρετα άτομα, ένας όρος που καθιερώθηκε έκτοτε. Ο Πυθαγόρας, εισήγαγε τον μυστικισμό στην φιλοσοφική σκέψη, ενώ κομβικό σημείο στην αρχαία ελληνική φιλοσοφική σκέψη, υπήρξε η εμφάνιση του Σωκράτη, καθώς για πρώτη φορά ο στοχασμός του ελληνικού πνεύματος στράφηκε από την παρατήρηση της φύσης, στον εσωτερικό κόσμο του εξατομικευμένου ανθρώπου.
Με τον όρο «φιλοσοφία» ο Αριστοτέλης συμπεριλάμβανε όλη τη γκάμα των επιστημών. Η Φιλοσοφία συνεπώς είχε, και έχει ως στόχο την γνώση, μία γνώση όμως που προϋπόθετε συνέπεια λόγων και πράξεων. Για αυτό τον λόγο οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι ζούσαν βίο που αποτελούσε πρότυπο για την κοινωνία, και καθιέρωνε πρότυπα συμπεριφοράς για την κοινωνία των πολιτών.
Αργότερα στην τελευταία αναλαμπή της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας, τον Νεοπλατωνισμό αναπτύσσεται η «μυστικιστική ενόραση», και η «θεουργία», ως ένα σύστημα τελετουργικής κάθαρσης, βασιζόμενο στη μαγική θεώρηση του σύμπαντος, και στην σχέση μικρόκοσμου, και μακρόκοσμου. Πάρα την διαφοροποίηση αυτή, ο Νεοπλατωνισμός δεν εγκατέλειψε τον ελληνικό ορθολογισμό, αλλά αντιπροσωπεύει μια αναπροσαρμογή των κατηγοριών της ελληνικής σκέψης στον κόσμο της «εσωτερικής εμπειρίας». Ο Νεοπλατωνισμός στην προσπάθεια του να ανακαλύψει την πραγματικότητα μέσα από μια προς τα «ένδον στροφή», μακριά από τον αισθητό κόσμο, εκδηλώνει με το δικό του ξεχωριστό τρόπο την αυξανόμενη αδιαφορία για τα εγκόσμια, η οποία επηρέαζε όλα τα σύγχρονα του φιλοσοφικά και θρησκευτικά κινήματα, όπως ο Χριστιανισμός.
Υπάρχει σχέση ανάμεσα στην φιλοσοφία και την μυθολογία;
Ο μύθος αφορά την «προ-λογική» σκέψη του πρωτόγονου ανθρώπου, η οποία εκφράζει τη συλλογική μνήμη μέσα από αρχετυπικά σύμβολα και εικόνες, η μετάδοση της οποίας αρχικά γίνεται προφορικά, και προϋποθέτει μια κοινότητα με ανεπτυγμένη συλλογική μνήμη, που αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως ολότητα. Βασικά δομικά συστατικά του μύθου, είναι το συναίσθημα και η φαντασία, και λιγότερο η νόηση και η λογική. Ο μύθος ποιεί ήθος. Στον Ελληνικό χώρο, ήδη από τα Ομηρικά έπη, η Ομηρική κοινωνία βγαίνει από το μύθο και αναζητάει τον κόσμο του λόγου, της δικαιοσύνης και της αρετής. Ο πολιτισμός που περιγράφει ο Όμηρος αποθεώνει την τιμή και τη δημόσια εκτίμηση. «Το υψηλότερο αγαθό για τον Ομηρικό άνθρωπο», γράφει ο Dodds, «δεν είναι ο φόβος προς το θεό», αλλά ο σεβασμός σε αξίες όπως είναι η αιδώς και η δικαιοσύνη. Ο Αχιλλέας φέρεται με το δέοντα σεβασμό σε όλους εκτός από τον Αγαμέμνονα, ο οποίος δε σέβεται ούτε τον ιερέα του Απόλλωνα. Οι ιερείς, όμως, όπως και οι αοιδοί και οι μάντεις είναι ιερά πρόσωπα, οι αοιδοί συχνά είναι τυφλοί και έχουν το θείο χάρισμα της προφητείας και παρόλο που δεν βλέπουν το παρόν, προβλέπουν το μέλλον. Οι περισσότεροι Ομηρικοί - και όχι μόνο- ήρωες, είναι πρότυπα ηθικής, ευγένειας, ευαισθησίας, και ως «παραδειγματικές διαχρονικές μορφές» μπορούν να μπολιάσουν με ηρωικές αξίες ακόμα και σήμερα τον αναγνώστη των μυθολογικών ιστοριών, όπως ακριβώς έγινε και στην αρχαιότητα, καθώς η εποχή μας στερείται προτύπων και ηρωικών μορφών, οι οποίες είναι ακόμα ικανές να μας οδηγήσουν στις αναγκαίες υπερβάσεις, ώστε εκτός των άλλων, να ξανά- ανακαλύψουμε την χαμένη μας αγνότητα και παιδικότητα.
Ο αρχαίος Έλληνας οικοδομεί έναν κόσμο που στηρίζεται στην παρατήρηση και τη νόηση, ένα κόσμο που προσμετρά τα όρια στα ανθρώπινα μέτρα, η προτροπή, «μηδέν άγαν», το μέτρο άριστο, αλλά και το «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος», το ότι δηλαδή ο άνθρωπος αποτελεί μέτρο της αλήθειας και της γνώσης συνθέτουν τον ελληνικό τρόπο ζωής, και τις θεότητες τους. Ο Ερμής πετάει μεν αλλά έχει φτερά στα πέδιλα. Ο Ήφαιστος κατασκευάζει πανοπλίες με προσωπική εργασία σε μηχανουργείο. Ο Απόλλων παίζει μουσική με τη λύρα. Ο Άρης και η Αθηνά πολεμούν με ασπίδα και δόρυ. Είπαμε και πριν: Κατά το μύθο οι θεοί κατείχαν πριν τον Προμηθέα μόνοι αυτοί την τεχνική, όμως οι θεοί των Ελλήνων έτσι κι αλλιώς ενεργούσαν υπεράνθρωπα μόνο με χρήση των κοινών πλέον εργαλείων.
Η εμφάνιση του φιλοσοφικού στοχασμού, δεν σήμανε την ολοκληρωτική εξαφάνιση της μυθικής αφήγησης, καθώς η παρουσία του μύθου θα συνυπάρχει παράλληλα με τον φιλοσοφικό λόγο, για πολλά χρόνια σταδιακά όμως συν το χρόνω το ειδικό βάρος μετατοπίζεται ολοένα και περισσότερο από τον Μύθο στον Λόγο». Παρόλα αυτά η παρουσία του μύθου είναι αισθητή στην φιλοσοφική σκέψη, κυρίως στις περιπτώσεις φιλοσόφων με μυστικιστικές τάσεις, όπως οι Πυθαγόρειοι, ο Εμπεδοκλής, ο Πλάτωνας, οι Στωικοί, oι Σοφιστές Και οι Νεοπλατωνικοί , οι οποίοι περισσότερο ή λιγότερο, αποδέχονται τη εγκυρότητα του περιεχομένου κάποιων μυθικών αφηγήσεων.
Που αποσκοπούσε η φιλοσοφική σκέψη;
Η φιλοσοφία αποσκοπούσε, να δώσει απαντήσεις στα αιώνια ερωτήματα, περί της προελεύσεως του ανθρώπου, της πραγματικής του φύσης, αλλά και της κατανόησης της φύσεως στο σύνολο της. Αυτό έγινε διά μέσου της παρατήρησης, του ορθού και αδογμάτιστου τρόπου σκέψης, και συνακόλουθα της ορθής δράσης. Απόρροια της προσπάθειας αυτής, ήταν η κατάκτηση, της ευδαιμονίας, της αρετής, του ήθους και του αγαθού. Πρώτο στάδιο λοιπόν ήταν «το να μάθεις να σκέφτεσαι σωστά». Δεν είναι τυχαίο, πως στα αρχαία Ελληνικά, οι λέξεις «ευφυΐα» και «φύση» προέρχονται από το ρήμα φύομαι. Η ευφυΐα αναφέρεται σε «κάτι που αναπτύσσεται καλά». Υπάρχει μία χαρακτηριστική ιστορία με πρωταγωνιστή τον Αριστοτέλη, σε σχέση με τον ορθό τρόπο σκέψης, η οποία έχει ως εξής:
Ο Βασιλιάς Φίλιππος θέλοντας να διαπαιδαγωγήσει σωστά τον Αλέξανδρο και λίγους ακόμα επιλεγμένους νέους, ανέθεσε στον Αριστοτέλη την εκπαίδευση τους σε όλους τους τομείς και επιστήμες εκείνης της εποχής. Έτσι κι έγινε. Μετά κανένα από λίγο καιρό ο Φίλιππος ρώτησε τον σπουδαίο Φιλόσοφο πως πάνε τα μαθήματα. Πολύ καλά του λέει ο Αριστοτέλης.
- «Δηλαδή έχετε ξεκινήσει αριθμητική, γεωμετρία, Φιλοσοφία» κ.λπ., ρώτησε ο Φίλιππος.
- «Όχι ακόμα Φίλιππε», απάντησε ο Αριστοτέλης, αλλά σύντομα.
Την ίδια ερώτησε έκανε και μετά κανένα λίγους μήνες, και πήρε την ίδια απάντηση. Εκνευρισμένος ο Φίλιππος, ρώτησε τον Αριστοτέλη τι τους μαθαίνει τόσο καιρό...
Και ο Αριστοτέλης του έδωσε την εξής απάντηση:
- «Τους μαθαίνω να σκέφτονται σωστά».
«Την ανεξερεύνητη ζωή, δεν αξίζει να την ζει κανείς», είχε πει ο Σωκράτης, για αυτό τον λόγο, όλες οι φιλοσοφικές σχολές της αρχαιότητας προσπαθούσαν μέσα από την ορθή σκέψη να βοηθήσουν τους μαθητές τους, «να ζήσουν μια ευδαιμονική ζωή».
Η ευδαιμονία μπορεί να αναζητηθεί μέσα μας, με την μελέτη, την ενδοσκόπηση και την ορθή, δηλαδή σύμφωνη με τον λόγο και την φύση πράξη, αλλά και με την πεποίθηση πως μέσα μας υπάρχει ένας σπινθήρας θεϊκός (δαίμων) τον οποίο μπορούμε να μετατρέψουμε σε πυρ πνευματικό δια της φρονήσεως και δια της ασκήσεως της αρετής, ώστε να έχουμε την εύνοιά του (ευδαιμονία).
Ο Σέξτος Ο Εμπειρικός, αναφέρει σχετικά (
Προς Ηθικούς 11.169): «Η φιλοσοφία είναι ενέργεια που με λόγους και διαλογισμούς κάνει τον βίο ευδαιμονικό», αλλά και ο Διογένης Οινοανδέας: «Εμείς στραφήκαμε προς αυτήν την πράξη (το να φιλοσοφούμε), για να ευδαιμονήσουμε, κατακτώντας το σκοπό της ζωής όπως τον θέτει η φύση».
Ο ευδαίμων βίος, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, αφορά το σύνολο της ανθρώπινης ζωής, και όχι κάποιες επιλεκτικές περιόδους της. Γι’ αυτό και η εύνοια της τύχης είναι απαραίτητη για την απόκτηση της ευδαιμονίας.
Ο Επίκουρος θεωρούσε πως για την ευτυχία ο άνθρωπος χρειάζεται τρία πράγματα: εξασφαλισμένες βασικές ανάγκες, ελευθερία να σκεφτεί και φίλους για να μοιραστεί μαζί τους τις αναζητήσεις του.
Η πλειοψηφία των Ελλήνων φιλοσόφων επιχείρησαν να δείξουν στους ανθρώπους πώς να γίνουν ευτυχισμένοι –όχι αλλάζοντας τις συνθήκες ζωής τους, αλλά τις πεποιθήσεις τους. Με άλλα λόγια, μας αποκάλυψαν το κλειδί για την αληθινή «εσωτερική μεταμόρφωση». Για τους αρχαίους Έλληνες η ηθική συνίστατο στη γνώση και την επιλογή των καλών πραγμάτων στη ζωή. Επιπλέον, ο λόγος περί των αξιών που όφειλαν να εμπνέουν και να κατευθύνουν τη ζωή αποτελούσε μια αξία καθ’ εαυτήν, που θα μπορούσε να οδηγήσει στην ευδαιμονία εάν επιδιώκετο με συνεπή και συστηματικό τρόπο. Ο Ιεροκλής γράφει για τον τρόπο που λειτουργεί η φιλοσοφία:
«Η φιλοσοφία είναι ο εξαγνισμός και η τελειοποίηση της ανθρώπινης φύσης. Είναι εξαγνισμός επειδή μας απαλλάσσει από τον παραλογισμό της ύλης και τις προσκολλήσεις του σώματος, και (είναι) τελειοποίηση επειδή επιστρέφουμε στην πρωταρχική ευδαιμονία του σώματος κάνοντας το ξανά όμοιο με το θεϊκό σώμα».
Ο Πλάτων στον Φαίδρο (250 -277), αναφέρει πως η φιλοσοφία αφορά τον έρωτα της ψυχής για την πνευματική αθανασία.
«Φιλο-σοφούν, δηλαδή έλκονται από τη σοφία, μόνο αυτοί που αντιλαμβάνονται την αξία και την ωραιότητα της σοφίας, χωρίς να την κατέχουν. Ο έρωτας λοιπόν ως κυνηγός του ωραίου ρέπει προς τη σοφία, «είναι ο ίδιος φιλόσοφος»
Αντικείμενο του έρωτα είναι το ωραίο, και μάλιστα ο «τόκος», η δημιουργία μέσα στην ωραιότητα. Στόχος του η κατάκτηση της αθανασίας: αθανασία σωματική, που επιτυγχάνεται με τη σεξουαλική αναπαραγωγή, κυρίως όμως αθανασία πνευματική, μέσω των έργων της ψυχής που διεκδικούν ένα μερίδιο στην αιωνιότητα.
Η φιλοσοφία ορίζεται ως «μάθημα», ως διαδικασία διδαχής, που προϋποθέτει έναν «ειδότα» και έναν «μανθάνοντα». Ο φιλοσοφικός λόγος είναι ο λόγος του δασκάλου και όχι εν γένει ο λόγος του γνώστη. Και είναι ένας λόγος με συγκεκριμένη κατεύθυνση: στοχεύει στη διαμόρφωση του «ήθους» του μαθητή, στην καλλιέργεια της ψυχής του.
Η φιλοσοφία καλλιεργείται με τη «σπορά έμψυχων και γόνιμων» λόγων, που έχουν τη δυνατότητα «να υπερασπίσουν τον εαυτό τους», και να «βοηθήσουν τον εισηγητή τους», με τη διά ζώσης δηλαδή εκφορά εύπλαστων επιχειρημάτων και θεωριών, που μπορούν μέσω του διαλόγου να ελεγχθούν, να επαναδιατυπωθούν και να μετασχηματιστούν, γεννώντας νέα επιχειρήματα, και νέες θεωρίες.
Η φιλοσοφία καλλιεργείται λοιπόν με τη ζωντανή ανταλλαγή των λόγων. Η σπορά, και η γονιμοποίηση των λόγων, γίνεται μόνο στο κατάλληλο εύφορο έδαφος, στην «προσήκουσα ψυχή» του «μανθάνοντος» εκεί γονιμοποιούνται οι λόγοι του δασκάλου, εκεί αποδεικνύονται αθάνατοι, εκεί παράγεται η ανθρώπινη ευδαιμονία. Η αναζήτηση της κατάλληλης ψυχής αποτελεί ουσιαστικό μέρος της δράσης του φιλοσόφου, αφού η φιλοσοφία είναι «ψυχαγωγία», αγωγή δηλαδή της ψυχής. Η ανεύρεση της και η επίγνωση της πραγματικής της φύσης επηρεάζει τη μορφή των εκφερομένων φιλοσοφικών επιχειρημάτων και θεωριών. Έδρα επομένως του φιλοσοφείν, είναι η ανθρώπινη ψυχή.»
Η ηθική από την άλλη, για τους αρχαίους Έλληνες δεν περιοριζόταν στη θεωρητική μόνο ενασχόληση με το ζήτημα της αρετής αλλά κατ’ εξοχήν ενδιαφερόταν για την άσκησή της στην πράξη: όχι μόνο να στοχάζεται και να διερευνά κανείς το αγαθό, αλλά κυρίως να το πράττει στη ζωή του. «H αρετή από μόνη της δεν επαρκεί», δίδασκε ο Αριστοτέλη στα Πολιτικά του, «πρέπει επίσης να υπάρχει η δύναμη να μετατραπεί σε πράξη». Πράγμα που σημαίνει ότι εφόσον έχει ληφθεί μια απόφαση με ηθικά κριτήρια πρέπει κατόπιν να εφαρμοσθεί με συνέπεια. Για τον Αριστοτέλη, το ήθος δεν ήταν παρά «η συνήθεια του αγαθού» και η ηθική στάση απορρέει από την ελεύθερη επιλογή του αγαθού που γίνεται κατόπιν συνήθης πρακτική Συνέπεια αυτής της αντίληψης είναι πως η ηθική επιλογή δεν αποτελεί τόσο ζήτημα επιβράβευσης ή τιμωρίας, αλλά ελεύθερη προτίμηση του αγαθού δίχως να υπεισέρχεται το δέλεαρ της ανταμοιβής ή το φόβητρο της ποινής. (
Hθικά Nικομάχεια)
Ποία η σχέση θεωρητικής και πρακτικής εφαρμογής των φιλοσοφικών θεωρήσεων;
Η αξία της Γνώσης οφείλει να μετρηθεί σύμφωνα με την χρησιμότητα της στην καθημερινή πραγματικότητα. Απ' τους Έλληνες φιλοσόφους πρώτος ο Πυθαγόρας όχι μόνο δίδαξε την αρετή, και τον ενάρετο βίο, αλλά και τα εφάρμοσε ο ίδιος και οι μαθητές του, με μεγάλη αυστηρότητα. Την αρετή την αποκαλούσε αρμονία ψυχής, σύμμετρο συνδυασμό πνευματικών και ηθικών προτερημάτων.
Σύμφωνα με το Πυθαγόρα αν ο μαθητής ακολουθούσε τον Πυθαγόρειο φιλοσοφικό βίο, τότε ο μαθητής συν το χρόνω δεν θα συγχρονιζόταν απλά με τον ανώτερο σκοπό των φιλοσοφικών και μυσταγωγικών του αναζητήσεων, του, αλλά θα μεταβαλλόταν αυτός ο ίδιος στο αντικείμενο των αναζητήσεων του. Και αυτό διότι όταν κάποιος αφιερώνεται ψυχή τε και σώματι, στην πνευματική και υπαρξιακή αναζήτηση, τότε οι πράξεις του σύντομα αρχίζουν να συγχρονίζονται τόσο με τις πεποιθήσεις του, όσο και με τις ενοράσεις του.
O Πυθαγόρας ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο «Κόσμος», προκειμένου να υποδηλώσει την αρμονική σύσταση του σύμπαντος. Όπως το Σύμπαν είναι ένα κόσμημα, ένα αρμονικά τακτοποιημένο σύνολο, έτσι πίστευε ο Πυθαγόρας, πως και ο καθένας μας, είναι ένας «μικρό- κόσμος» σε μικρογραφία. Είμαστε οργανισμοί που αναπαράγουμε, τις δομικές αρχές του μακρόκοσμου. Μελετώντας αυτές τις δομικές αρχές, αναπτύσσουμε και ενθαρρύνουμε τα στοιχεία της μορφής και τάξης μέσα μας. Ο φιλόσοφος που μελετά τον «κόσμο» γίνεται κατ΄ αντιστοιχία του κόσμου, «κόσμιος» ψυχικά.
Για τον Σωκράτη, η χρησιμότητα της φιλοσοφίας, όφειλε να αποδεικνύεται από την πρακτική της χρησιμότητα στην καθημερινότητα, όπως λχ. η ιατρική ή οποιαδήποτε άλλη τέχνη. Έτσι θα ικανοποιηθεί και ο Σωκρατικό αίτημα για μια φιλοσοφία ως «ιατρική της ψυχής».
Ο Σωκράτης έδειξε ο ίδιος με το παράδειγμά του, τη δύναμη και την δυνατότητα του ανθρώπου με ήθος, να ζήσει σύμφωνα με τα κριτήρια και τις αξίες του, «δίχως εκπτώσεις». Αναφέρει χαρακτηριστικά στην απολογία του: «Σφάλλεις αν νομίζεις πως κάποιος που έχει την παραμικρή αξία, θα υπολόγιζε τον κίνδυνο της ζωής ή του θανάτου ή οτιδήποτε άλλο αντί να εξετάζει τούτο μόνο: Εάν η πράξη του είναι δίκαιη ή άδικη, και εάν αρμόζει στα έργα ενός καλού ή κακού ανθρώπου».
Από ηθικής σκοπιάς, λοιπόν, η σύμπτωση θεωρίας και πράξης είναι αναγκαία. Την σπουδαιότερη Δελφική εντολή «γνώθι σαυτόν», για τον Σωκράτη αποτελεί το έναυσμα για μια πορεία αναζήτησης που ένας σκεπτόμενος άνθρωπος θα μπορούσε να ακολουθήσει προκειμένου να επιτύχει την αρετή. Ως αρετή εννοούσε ο Σωκράτης την επιλογή του αγαθού, το «ευ πράττειν», ύστερα από κριτική ανάλυση, και στοχασμό. Συνέδεσε την αρετή με τη γνώση, τη γνώση εκείνου που είναι πραγματικά και όχι φαινομενικά καλό και χρήσιμο στον άνθρωπο.
Για τον Πλάτωνα σκοπός της αρετής είναι η ευδαιμονία. Κύριο γνώρισμα της ευδαιμονίας είναι η συμμόρφωση της ψυχικής μας ενεργητικότητας στην Αρετή. Συμφώνα με τον Πλάτωνα, η αρετή εξαρτάται από τις ακόλουθες ψυχικές δυνάμεις:
- Η Φρόνηση, με έδρα τον εγκέφαλο, αρετή του λογιστικού (διανόησης)· ιδανικό της η Σοφία.
- Η Ανδρεία, με έδρα την καρδιά, αρετή του θυμοειδούς.
- Η Σωφροσύνη, με έδρα το στομάχι, αρετή του επιθυμητού.
- Η Δικαιοσύνη, που προσδίνει αρμονία και ισορροπία στις άλλες τρεις.
Για τον Αριστοτέλη, ο ιδεώδης φιλοσοφικός βίος έγκειται στις ενέργειες εκείνες που οδηγούν στην αρετή της σοφίας. Η σοφία είναι ανώτερη από την φρόνηση, όπως η υγεία είναι ανώτερη από την ιατρική. Πρόκειται για την αρετή του τελειότερου και θεϊκότερου μέρους του ανθρώπου, του θεωρητικού νου Γι’ αυτό και η προτροπή του Αριστοτέλη ««δεν μπορεί να ερμηνευθεί παρά μέσα από την μετοχή του ανθρώπου στο θεϊκό στοιχείο, που είναι ο νους».
Ο Επίκουρος έλεγε για την Φιλοσοφική ενασχόληση:
«Η φιλοσοφία δεν έχει να κάνει με θεωρίες και ανάλυση. Είναι η τέχνη να ζεις ενάρετη ζωή… Η φιλοσοφία δεν προσφέρει τίποτε αν δεν απαλλάσσει την ψυχή από τα πάθη της… Η Φιλοσοφία προορίζεται για τον καθένα, και εξασκείται αυθεντικά μόνο από αυτούς που την εναρμονίζουν με την πράξη μέσα στη κοινωνία, προς μία καλύτερη ζωή για όλους. Ο σκοπός της είναι να φωτίσει τους τρόπους με τους οποίους έχει μολυνθεί η ψυχή μας από σαθρά 'πιστεύω", ταραχώδεις επιθυμίες, επιλογές αμφίβολης αξίας….
Είναι μάταια τα λόγια του φιλοσόφου που δεν θεραπεύουν κανένα ανθρώπινο πάθος, ακριβώς όπως η ιατρική είναι ανώφελη αν δεν γιατρεύει τις αρρώστιες του σώματος, έτσι και η φιλοσοφία δεν προσφέρει κανένα κέρδος, αν δεν ξαλαφρώνει την ψυχή από τα πάθη της. Τις άλλες ενασχολήσεις, γεύεσαι τον καρπό τους μόνον όταν αυτές ολοκληρωθούν, ενώ στη φιλοσοφία, τη γνώση και την ευχαρίστηση τις βιώνεις ταυτόχρονα. Γιατί η απόλαυση δεν έρχεται μετά τη μάθηση, αλλά μάθηση και απόλαυση πάνε μαζί. Πρέπει γελώντας να φιλοσοφούμε, να φροντίζουμε το σπίτι μας και να χρησιμοποιούμε ό,τι άλλο διαθέτουμε, χωρίς ποτέ να πάψουμε να διαδίδουμε αυτά που διδάσκει η αληθινή φιλοσοφία.»
Το πρώτο και αναγκαιότατο θέμα στη Φιλοσοφία είναι η εφαρμογή των παραγγελμάτων, αναφέρει ο Επίκτητος. Ο Επίκουρος έλεγε:
«Ποθούμε το αγαθό όχι επειδή έχει αξία από μόνο του, όπως έλεγε ο Σωκράτης, αλλά γιατί είναι παράγοντας που οδηγεί στην ευτυχία. Για τον ίδιο λόγο επιδιώκονται και οι άλλες τέσσερις θεμελιώδεις αρετές της αρχαιότητας,
η εγκράτεια, η ανδρεία, η δράση και η δικαιοσύνη. Η εγκράτεια θέτει τη δράση υπό τον έλεγχο της νόησης και μας βοηθάει να απολαμβάνουμε με μέτρο τις ηδονές, ώστε να μην προκαλούν οδύνη. Είμαστε ανδρείοι για να μπορούμε να ζούμε χωρίς αγωνίες και φόβους, πράττοντας δίκαια, γιατί η ατιμία βασανίζει την ψυχή και μόνο με την απλή παρουσία της. Ωστόσο, δεν μπορεί οποιοσδήποτε να εξυψωθεί στην ύψιστη βαθμίδα της σοφίας.
Χρειάζεται ευφυΐα και άσκηση, αλλά αυτός που κατορθώσει άπαξ να ανέλθει μέχρι εκεί, κατέχει πλέον τη σοφία ως άφθαρτη ιδιότητα και μαζί μ” αυτή την ευδαιμονία και την ατάραχη ζωή. Ο σοφός δεν εκλιπαρεί αξιώματα και τιμές, ούτε ενδιαφέρεται πολύ για τη γνώμη που έχουν οι άλλοι γι' αυτόν. Του αρκεί να μην τον περιφρονούν, επειδή σε τέτοια περίπτωση θα κινδύνευε η ασφάλεια και η ηρεμία του. Ο σοφός αντιμετωπίζει με ήρεμη σκέψη κάθε κατηγορία και μομφή εναντίον του. Αν και το αίσθημα της αδικίας του προκαλεί δυσαρέσκεια, τα συναισθήματά του δεν εκφυλίζονται σε αγανάκτηση και οργή, η οποία θα έβλαπτε την αοχλησίαν του σώματος».
Τέλος, ο Πρόκλος (Υπόμνημα στα Χρυσά έπη Πυθαγόρα 113r,70-71), αναφέρει πως:
«Το αποτέλεσμα αυτής της εσωτερικής εκπαιδεύσεως είναι για εμάς η κατάκτηση της αρετής με την οποία ο νους ανυψώνεται και ταξιδεύει στην πηγή της ηρεμίας, και απομακρύνεται από τα σωματικά βάσανα, γι' αυτό ο σκοπός της ζωής για εμάς είναι να γίνουμε θεϊκοί , και υλοποιούμε αυτόν τον σκοπό όταν η ψυχή κατακτήσει την θεικότητα μέσα στην ουσία της και δραστηριοποιηθεί σύμφωνα με τον βασικό χαρακτήρα της. Αυτό σημαίνει, εφόσον αποτελεί ένα από τα δημιουργήματα του θεού, να γίνει εκ φύσεως αθάνατη, κατέχοντας την λογική και έχοντας μια νοητική λειτουργία. Μέσω αυτών των ενεργειών θα ενταχθεί στον κόσμο της, και θα επιστρέψει στην αιώνια πηγή της.»
Υπάρχει κάποιο χαρακτηριστικό παράδειγμα στην αρχαία Ελληνική φιλοσοφία, όπου άλλαξε άρδην η ζωή κάποιου με την ενασχόληση του με την φιλοσοφία;
Παραδείγματα υπάρχουν πολλά. Θα επιλέξω την περίπτωση του Δημοσθένη καθώς αυτή χρησιμοποιείται στο εξωτερικό, ως παράδειγμα σε ομιλίες για την δύναμης της θέλησης , και αυτοβελτίωσης. Ο Δημοσθένης υπήρξε Αθηναίος ρήτορας και πολιτικός. Γεννήθηκε το 384/383 π.Χ. και η πολιτική του δράση τοποθετείται από τα μέσα του 4ου αιώνα π.χ. και εξής. Σε ηλικία επτά ετών έμεινε ορφανός και την ανατροφή και διαχείριση της περιουσίας του ανέλαβαν τρεις κηδεμόνες, οι οποίοι καταχράστηκαν το μεγαλύτερο μέρος της. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο έφηβος Δημοσθένης, χωρίς την κατάλληλη φυσική αγωγή, απέκτησε μάλλον καχεκτική σωματική διάπλαση. Επιπλέον ήταν βραδύγλωσσος. Ωστόσο ο Δημοσθένης ήταν προικισμένος με ευφυΐα και μεγάλη ψυχική δύναμη. Όταν συνειδητοποίησε πόσο τον είχαν βλάψει οι κηδεμόνες του, αποφάσισε να ασχοληθεί με τη φιλοσοφία και την ρητορική ώστε να μπορέσει μια ημέρα να τους οδηγήσει ενώπιον της δικαιοσύνης.
Ο Δημοσθένης λόγω του ότι ήταν φιλάσθενος, αδύναμος και με σωματικά ελαττώματα που τον εμπόδισαν να συμμετέχει σε ανδροπρεπείς ασκήσεις με τους συνομήλικους του, άρχισε να καλλιεργεί συστηματικά το πνεύμα του εις βάρος του σώματος. Ο Πλούταρχος, τονίζει πως η παραπάνω εικόνα ενδεχομένως, έγινε η αφορμή για να αποδοθούν στο ρήτορα παρατσούκλια, όπως Άγρας και Βάταλος, εξαιτίας των προβλημάτων λόγου που αντιμετώπιζε.
Ο ίδιος ο Δημοσθένης στο λόγο του «Παραγραφή προς Πανταίνετον», αναφέρει σχετικά με την δυσκολία να αντιμετωπίσει κάποιος τα φυσικά του ελαττώματα: «Ως προς τα άλλα, η φύση έχει φτιάξει τον καθένα όπως έτυχε. Δεν είναι εύκολο να αντιπαλέψεις ένα φυσικό ελάττωμα, όταν το έχεις, γιατί τότε όλοι θα είμαστε ίδιοι. Είναι όμως εύκολο να το δεις πάνω σε κάποιον άλλο, να το καταλάβεις και να το κρίνεις».
Έχοντας ο ίδιος γνώση των προβλημάτων του, κατέβαλλε εξαιρετικά μεγάλη προσπάθεια για να αντιμετωπίσει την ίδια του την ελαττωματική φύση. Δείχνοντας αξιοζήλευτο ζήλο και συνέπεια προκειμένου να υπερνικήσει τις φυσικές του αδυναμίες, ανέπτυξε ενδιαφέρον στην κατάκτηση τεχνικών μέσων, όπως η προφορά, η ορθοφωνία και η απαγγελία που οδηγούσαν στην σωστή εκφώνηση και κατά συνέπεια, παρέπεμπαν στην σωστή ρητορική. Γι’ αυτόν η απαγγελία αποτελούσε τον κατεξοχήν σπουδαιότερο μέρος της ρητορικής, διότι δεν ήταν εξαρχής προικισμένος με αυτό το χάρισμα.
Εφηύρε λοιπόν μία τεχνική ως αυτοθεραπεία, χρησιμοποιώντας βότσαλα, τα οποία έβαζε στο στόμα του μιλώντας ταυτόχρονα. Έτσι γύμναζε τη φωνή του στους δρόμους και τις ανηφοριές, μιλώντας και απαγγέλλοντας κάποιους λόγους ή στίχους, ενώ η αναπνοή του γινόταν όλο και πυκνότερη. Λέγεται επίσης πως στο σπίτι του, υπήρχε ένας μεγάλος καθρέφτης και πως στεκόταν απέναντι και μελετούσε κατά την διάρκεια των γλωσσικών αυτών ασκήσεων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο απέβαλε και διόρθωσε την αστάθεια και το τραύλισμα της γλώσσας του. Επιπρόσθετα, προσπαθούσε μεγαλόφωνος να ξεπεράσει το γλωσσικό του μειονέκτημα δίπλα στην θάλασσα με τη συνοδεία του ήχου από τον παφλασμό των κυμάτων, που τον ταύτιζε με την βοή του πλήθους. Όλες τις παραπάνω τεχνικές για την άμβλυνση των δυσκολιών στην ομιλία του, τις συνδύαζε με ασκήσεις του σώματος (χέρια, πνεύμονες κ.α.).
Επειδή επίσης πίστευε πως με την υποκριτική τέχνη (προφορά) ο λόγος του βελτιώνεται, κατασκεύασε ένα υπόγειο, ως χώρο μελέτης, και διαμόρφωνε την υποκριτική του εξασκώντας την φωνή του. Σε πολλά αποσπάσματα αναφέρεται πως ο ρήτορας έμενε με το μισό κεφάλι ξυρισμένο για αρκετούς μήνες για να μην μπορεί να βγει έξω από το υπόγειο και επιδιδόταν σε κάθε είδους γλωσσικές ασκήσεις. Για να μην τον παίρνει ο ύπνος, κρατούσε μια βαριά σιδερένια μπάλα, που άμα του έπεφτε από τα χέρια, έκανε τόσο θόρυβο, ώστε τον ξυπνούσε. Καλλιέργησε λοιπόν με μόχθο και τις αποχρώσεις της φωνής και την τοποθέτηση του σώματος, ώστε να πετύχει το καλύτερο αποτέλεσμα...
Ο Δημοσθένης όμως είχε ακόμη ένα πρόβλημα. Λόγω του ότι είχε επίσης το τίκ να σηκώνει τον ώμο του, προέβη σε μία άλλη άσκηση, ώστε να διορθώσει την στάση του σώματος του. Τοποθετούσε ένα ξίφος πάνω από τον ώμο του για να μην το κινεί σπασμωδικά κατά την διάρκεια εξάσκησης της ομιλίας του.
Οι εχθροί του, ιδίως ένας Πυθέας, πείραζαν τον Δημοσθένη λέγοντας ότι οι λόγοι του μυρίζουν λυχνάρι, ότι τους ετοιμάζει δηλαδή την νύχτα. Ο Δημοσθένης απάντησε στον Πυθέα, που είχε την φήμη νυχτοκλέφτη, ότι δεν τον συμφέρει αυτόν να καίει φως στα σπίτια, γιατί δεν μπορεί να κλέψει.
Η δύναμη της θέλησης του Δημοσθένη, και οι τεχνικές που αυτός ανέπτυξε, συνέβαλλαν στην προετοιμασία της παρουσίας του ρήτορα στο βήμα και οδήγησαν τον ίδιο στην ψυχολογική διαχείριση της απόρριψης που δεχόταν από το ακροατήριο εξαιτίας της ομιλίας του, όταν ήταν ακόμα νέος. Οι πρώτοι λόγοι που εκφώνησε ο Δημοσθένης στρέφονταν κατά των κηδεμόνων του. Κέρδισε τη δίκη και την αρχή μιας λαμπρής σταδιοδρομίας. Γρήγορα διακρίθηκε ως λογογράφος, απέκτησε φήμη και χρήματα και όταν στα 30 του χρόνια θέλησε να αφιερωθεί στην πολιτική, ήταν πλέον αρκετά εύπορος. H πρώτη εμφάνισή του στον πολιτικό στίβο της Βουλής και της Εκκλησίας του Δήμου έγινε το 354 π.X. με τον λόγο Περί συμμοριών που αφορούσε την υποχρέωση των ευπόρων πολιτών να δώσουν χρήματα για τη συγκρότηση στόλου εν όψει των φημών για νέα Περσική απειλή.
Υπήρξε η φιλοσοφία μία ατραπός αυτογνωσίας;
Θα ξεκινήσω στην ερώτηση σας, με την φράση του Πυθαγόρα, ο οποίος έλεγε: «γνώρισε τον εαυτό σου και θα γνωρίσεις το σύμπαν και τους θεούς». Εάν δεν γνωρίσουμε τον εαυτό μας, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε και τις πραγματικές μας ανάγκες σε αυτό το υπέροχο ταξίδι που λέγεται ζωή. Για αυτό τον λόγο, και η φιλοσοφία δεν αποβλέπει σε τίποτε άλλο παρά από την αυτογνωσία. Ένα μονοπάτι που προϋποθέτει την ενσυνείδητη βούληση να μάθουμε να αφουγκραζόμαστε και να ακολουθούμε την πορεία του «ανώτερου μας εαυτού», αυτό που κάποιοι ονομάζουν «ψυχή».
Σύμφωνα με τον Σωκράτη, η αυτογνωσία είναι επαρκής για να ζήσει κανείς μια καλή ζωή, για αυτό τον λόγο, ταύτιζε την γνώση με την αρετή. Οι άνθρωποι είναι δυνατόν να φτάσουν στην απόλυτη γνώση έλεγε, αρκεί να ακολουθήσουν τη σωστή μέθοδο. Η γνώση δεν είναι δεδομένη και ανώδυνη, παρομοιάζεται μάλιστα με τις ωδίνες του τοκετού. Αν μπορούμε να «μάθουμε τη γνώση», τότε μπορούμε να διδαχθούμε και την αρετή. Ο μαθητής του Πλάτωνας επισημαίνει: «Η σωφροσύνη, η αδιαφορία για τα ασήμαντα και ο συνετός ζήλος για τα σπουδαία, πηγάζει μόνο απ' την αληθινή γνώση, η οποία στηρίζεται στην αυτογνωσία.»
Ο Πρόκλος («Εις τον Πλάτωνος πρώτον Αλκιβιάδη, βιβλίο Α’, 5.3– 5.12») εξηγεί:
«Σε εκείνους που έμπαιναν στο τέμενος της Ελευσίνας η επιγραφή ανακοίνωνε να μην εισέρχονται στο άδυτο οι αμύητοι και οι ατέλεστοι, έτσι και στην είσοδο του Δελφικού ναού υπήρχε αναγεγραμμένο «Γνώθι σ’ αυτόν», το οποίο δήλωνε τον τρόπο της ανοδικής πορείας προς την Θεότητα, και της πιο ωφέλιμης και αποτελεσματικής οδού, που οδηγεί στην κάθαρση, λέγοντας σχεδόν ολοκάθαρα σε όσους μπορούν να καταλάβουν, ότι αυτός που γνωρίζει τον εαυτό του, αρχίζοντας από την εστία του, μπορεί να έρθει σε επαφή με τον θεό ο οποίος αποκαλύπτει τη σύνολη αλήθεια και είναι αρχηγέτης της καθαρτήριας ζωής. Αντίθετα, εκείνος που αγνοεί ποιος είναι, ατέλεστος και αμύητος όντας, είναι ακατάλληλος για να μετέχει στην πρόνοια του Απόλλωνα.»
O Νεοπλατωνικός Πλωτίνος αναφέρει σχετικά με τον τρόπο επίτευξης της ανάβασης προς το αγαθό:
«Αφού κάθε γνώση των όντων επιτυγχάνεται δυνάμει του νου, κι αφού μόνο μέσω του νου μπορεί να γνωσθεί ο νους, με ποια αιφνίδια ενόραση θα μπορούσε να συλληφθεί αυτό που υπερβαίνει την ουσία του νου; Σε όποιον πρέπει να εξηγήσουμε πως είναι αυτό δυνατό, σε αυτόν θα πούμε: μέσω εκείνου του εσωτερικού μας στοιχείου, το οποίο του μοιάζει. Διότι κάτι από αυτό υπάρχει μέσα μας. Καθένας έχει τα πάντα μέσα του, και βλέπει τα πάντα μέσα στον άλλο, τα πάντα είναι παντού, και κάθε τι είναι το Παν, το ατομικό είναι το όλο και η λαμπρότητα είναι απέραντη. Σε κάθε ατομικό ον υπερέχει κάτι άλλο, μέσα του όμως φανερώνονται όλα τα όντα. Το να γνωρίσουμε τον εαυτό μας σημαίνει ότι θα γνωρίσουμε την προέλευσή μας.
Γύρισε μέσα σου και δες… Αν δεν βλέπεις ακόμη στον εαυτό σου την ωραιότητα, πράξε όπως ο γλύπτης που θέλει να δημιουργήσει ένα ωραίο άγαλμα. Αφαιρεί, λαξεύει, λειαίνει, καθαρίζει, μέχρι να φανεί στο άγαλμα ένα ωραίο πρόσωπο! Κι εσύ λοιπόν, όπως αυτός, αφαίρεσε τα περιττά, ίσιωσε τα στραβά, φώτισε καθαρίζοντάς τα, τα σκοτεινά. Και μην πάψεις να λαξεύεις το δικό σου άγαλμα, έως ότου αστράψει επάνω του η θεϊκή λάμψη της αρετής, έως ότου δεις τη σωφροσύνη να έχει ανέβει στο ιερό της βάθρο. Αν βλέπεις ότι ναι, αυτό έγινες, ότι ήδη έχεις γίνει αυτό που είδες, τότε πάρε θάρρος και εμπιστέψου τον εαυτό σου. Αφού ανέβηκες ως εδώ, δεν χρειάζεσαι πια οδηγό! Κράτα το βλέμμα σου σταθερό και απλώς, κοίτα! Θεϊκή Εν -όραση.
Αν έχει γίνει αυτό και το είδες, και ενώθηκες καθαρός με τον εαυτό σου, χωρίς ούτε τίποτα να σε εμποδίζει να γίνεις έτσι ενιαίος, ούτε να έχεις μαζί σου τίποτε άλλο αναμεμιγμένο μέσα σου, αλλά έχεις γίνει ο ίδιος ολόκληρος μόνο φως αληθινό, που ούτε σε μέγεθος μετριέται, ούτε σε κανένα σχήμα περικλείεται ώστε να ελαττωθεί, ούτε πάλι αυξάνει σε όγκο από έλλειψη ορίων, αλλά επεκτείνεται παντού απροσμέτρητο, ως κάτι μεγαλύτερο από κάθε μέτρο και ανώτερο από κάθε ποσό· αν δεις τον εαυτό σου να έχει γίνει αυτό, αφού θα έχεις γίνει πια όραση ο ίδιος, έχοντας εμπιστοσύνη στον εαυτό σου, χωρίς να χρειάζεται να σου δείξει κανείς, εφόσον θα έχεις ήδη ανέβει, προσήλωσε το βλέμμα σου και κοίταξε. Διότι μόνον αυτό το μάτι βλέπει τη μεγάλη Ομορφιά. Ενώ αν κανείς προσπαθήσει να φτάσει στη θέαση αυτή με μάτια θολωμένα από τις κακίες και χωρίς να έχει καθαρθεί, ή όντας αδύναμος, μη μπορώντας από δειλία του να δει αυτά που είναι πολύ λαμπρά, δεν βλέπει τίποτα, έστω και αν κάποιος άλλος του δείξει πως αυτό που θα μπορούσε να δει βρίσκεται πλάι του. Γιατί αυτό που βλέπει είναι συγγενικό με αυτό που βλέπεται, και πρέπει να στραφεί στη θέασή του αφού πρώτα έχει γίνει όμοιο μ' εκείνο. Αφού ποτέ κανένα μάτι δεν θα μπορούσε να δει τον ήλιο αν δεν ήταν ηλιόμορφο, ούτε η ψυχή μπορεί να δει το Ωραίο, αν δεν έχει πρώτα γίνει ωραία η ίδια. Έχοντας εισέλθει στο όλον (ΕΝ), μη όντας πλέον στο μερικό, παύεις να σκέπτεσαι ότι είσαι "τόσος" αλλά, παραμερίζοντας το "τόσος", γίνεσαι σύμπας, παρ' ότι και προηγουμένως σύμπας ήσουν».
Η φιλοσοφική μύηση δεν είναι απλώς εισαγωγή σε ένα θεωρητικό σύστημα, είναι ολοκληρωτική ψυχική μεταστροφή, στράτευση σε έναν νέο τρόπο ζωής. Στη διδασκαλία του Πυθαγόρα η έμφαση δίνεται στο βιωματικό στοιχείο και όχι στο γνωστικό. Το κλειδί της ευδαιμονίας είναι η αυτογνωσία δια μέσου της αυτοκάθαρσης. Ιδού η ατραπός όπως μας την μετέφερε Ιεροκλής στα «Χρυσά Έπη» του Πυθαγόρα:
Μην επιτρέψεις στα μάτια σου ύπνο απαλό πριν εξετάσεις τρεις φορές τις πράξεις της ημέρας:
- Tι έπραξα που δεν έπρεπε;
- Τι έπραξα που έπρεπε;
- Τι δεν έπραξα που έπρεπε;
Ο Πρόκλος συμπληρώνει στο υπόμνημα στα Χρυσά έπη Πυθαγόρα:
«Το αποτέλεσμα αυτής της εσωτερικής εκπαιδεύσεως είναι για εμάς η κατάκτηση της αρετής με την οποία ο νους ανυψώνεται και ταξιδεύει στην πηγή της ηρεμίας και απομακρύνεται από τα σωματικά βάσανα, γι' αυτό ο σκοπός της ζωής για εμάς είναι να γίνουμε θεϊκο, και υλοποιούμε αυτόν τον σκοπό όταν η ψυχή κατακτήσει την θεικότητα μέσα στην ουσία της και δραστηριοποιηθεί σύμφωνα με τον βασικό χαρακτήρα της. Αυτό σημαίνει, εφόσον αποτελεί ένα από τα δημιουργήματα του θεού, να γίνει εκ φύσεως αθάνατη, κατέχοντας την λογική και έχοντας μια νοητική λειτουργία. Μέσω αυτών των ενεργειών θα ενταχθεί στον κόσμο της και θα επιστρέψει στην αιώνια πηγή της».
Υπήρχε κάποια τεχνική ανάλογη του διαλογισμού στην αρχαία Ελλάδα;
Ο διαλογισμός είναι μία μορφή πνευματικής συγκέντρωσης που επιτυγχάνεται με τη βαθιά χαλάρωση, την απομάκρυνση κάθε σκέψης και των εξωτερικών ερεθισμάτων από τη συνειδητότητα του υποκειμένου. Θεωρείται ως μέσο ψυχικής χαλάρωσης και ευεξίας. Τον διαλογισμό οι περισσότεροι τον έχουμε ταυτίσει με αρχαίες Ανατολικές θρησκείες και πρακτικές. Είναι όμως έτσι; Υπάρχουν κάποιες αναφορές στην αρχαία Ελλάδα, οι οποίες ενισχύουν την άποψη πολλών πως ο διαλογισμός η περισυλλογή ή «την εις εαυτόν διείσδυση», δεν ήταν κάτι «ξένο», στην αρχαία Ελλάδα. Ας δούμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
Σε αποσπάσματα του Πλάτωνα (Συμπόσιο ) ο Σωκράτης, φέρεται να διαλογιζόταν συχνά. Στην αρχή του διαλόγου και ενώ οι συνδαιτυμόνες του τον περίμεναν να μπει μέσα, βλέποντας ότι αργούσε, έστειλαν έναν δούλο να τον φωνάξει:
Αγάθων: Φώναξε τον γρήγορα.
Αριστόδημος: Αφήστε τον. Έχει ξέρετε ένα τέτοιο συνήθειο. Παραμερίζει πότε-πότε όπου τύχει και στέκεται ακίνητος.
(
Πλάτων – Συμπόσιο 175B)
Σε επόμενο σημείο του διαλόγου ο Αλκιβιάδης, εξιστορεί ένα γεγονός από την μάχη της Αμφίπολης, όπου φαίνεται πως ο Σωκράτης διαλογιζόταν για μια ολόκληρη ημέρα:
«Αλκιβιάδης: Αξίζει όμως να ακούσετε ακόμα και το τι έκαμε και τράβηξε πάλι ο γενναίος άντρας κάποτε εκεί στην εκστρατεία. Αφού βυθίστηκε λοιπόν, που λέτε, σε περισυλλογή, στεκότανε στον ίδιο τόπο, από την αυγή, και στοχαζότανε κάποιο ζήτημα... Και αυτός στεκόταν, ωσότου ξαναφώτισε η αυγή και βγήκε ο ήλιος. Έπειτα προσευχήθηκε στον Ήλιο και έφυγε».
(
Πλάτων – Συμπόσιο 220C)
Στον Φαίδωνα 65c-d, ο Σωκράτης αναφέρει σχετικά με τον διαλογισμό:
«Χωρίς αμφιβολία τότε ακριβώς συλλογίζεται άριστα η ψυχή όταν δεν ενοχλείται διόλου από πουθενά, ούτε από την ακοή, ούτε από την όραση, ούτε από κανένα πόνο, ούτε από κάποια ηδονή, αλλά απομονώνεται όσον το δυνατόν περισσότερο μέσα στον εαυτό της, αποχαιρετώντας το σώμα, και όταν αποφεύγουσα, όσο είναι δυνατόν, κάθε συνεργασία και κάθε επαφή μαζί του, ορέγεται αυτούσια την πραγματικότητα».
(
Πλάτων – Φαίδων 65c-d)
Επίσης στον Φαίδων (περί ψυχής), ο Σωκράτης περιγράφει την γη από ψηλά, γνώση η οποία εάν εξαιρέσουμε την εξωγήινη τεχνολογία μπορεί να εξηγηθεί μόνο με εξωσωματική εκστατική εμπειρία, παρόμοια με την σαμανιστική τεχνική πτήσης της ψυχής, υπό την καθοδήγηση ενός ιερού ζώου.
Αναφέρει συγκεκριμένα:
«Λέγεται λοιπόν, ω συνομιλητή, πως η γη είναι, αν την έβλεπε κανείς από ψηλά, σαν τις σφαίρες που είναι από δώδεκα κομμάτια διαφορετικού δέρματος Δηλαδή είναι πολύχρωμη σφαίρα και τα μέρη της ξεχωρίζουν από τα χρώματα που έχει το καθένα, ενώ τα χρώματα που χρησιμοποιούν οι ζωγράφοι μας εδώ, δεν είναι παρά απομιμήσεις εκείνων των χρωμάτων.
Εκεί λοιπόν όλη η γη είναι χρωματισμένη απ' αυτά τα χρώματα, που είναι πιο λαμπερά και καθαρά από τα εδώ. Κάποιο μέρος της είναι πορφυρό και καταπληκτικό στην ομορφιά, ενώ άλλο χρυσωπό, άλλο λευκότερο από το γύψο και το χιόνι, και έτσι είναι χρωματισμένη και με τα άλλα χρώματα, και ακόμα περισσότερα, και ωραιότερα από όσα εμείς έχουμε δει. Γιατί ακόμα και οι κοιλότητες της που είναι γεμάτες αέρα και νερό, παίρνουν μια απόχρωση λαμπερή μέσα στην ποικιλία των άλλων χρωμάτων, ώστε να δίνει την εντύπωση μιας ενιαίας εικόνας πολύχρωμης».
Μία άλλη μαρτυρία από τον Νέο Πυθαγόρειο Ιάμβλιχο, αναφέρει πως ο Πυθαγόρας, κατά την διάρκεια του ταξιδιού του στην Αίγυπτο, φαίνεται ότι διαλογιζόταν καθ' όλη την διάρκεια του ταξιδιού.
«Καθόλο το διάστημα του ταξιδιού έμεινε (ο Πυθαγόρας ) σε ένα και το αυτό σημείο επί δύο νύκτες και τρεις ημέρες, χωρίς να μετάσχει ούτε τροφής, ούτε ποτού, ούτε ύπνου. Και θα διέφευγε της προσοχής όλων, όπως καθόταν στη θέση του ακίνητος, αν δεν ταλαντευόταν για λίγο...»
(Ιάμβλιχος - Πυθαγορικός Βίος 16)Σκοπός του φιλοσοφικού στοχασμού όπως προαναφέρθηκε ήταν η ανάβαση στην σφαίρα του αγαθού, στην μέθεξη με το Θείο. Ο Πλάτωνας αργότερα (στις επιστολές Επιστ. 341 c-d ) περιγράφει τη μέθοδο ενόρασης του Θείου, χωρίς όμως να γνωρίζουμε εάν η μέθοδος αυτή, είναι η ίδια, με αυτή που χρησιμοποιεί ο Παρμενίδης:
«Η γνώση της ουσίας του όντος έρχεται σαν αποτέλεσμα του συνεχούς στοχασμού – διαλογισμού σχετικά με το θέμα και της επικοινωνίας με αυτό, ώσπου ξαφνικά, ξεπηδά όπως η φωτιά που ανάβει από τον σπινθήρα. Έτσι γεννιέται στην ψυχή και τρέφει ή ίδιο τον εαυτό της..»
Ο Πλωτίνος περιγράφει πιο ξεκάθαρα την «μυστικιστική ένωση» (την οποία κατόρθωσε να επιτύχει μόνο τέσσερις φορές στην ζωή του σύμφωνα με τον μαθητή του Πορφύριο) με το Θείο, το Εν (
Εννεάδες IV .8.1.1-11). Ας τον παρακολουθήσουμε:
«Πολλάκις αφυπνισθείς από την κατάσταση στην οποία βρισκόμουν μέσα στο σώμα μου και εισελθών στον ίδιο τον εαυτό μου, αποξενώνομαι από κάθε τι άλλο. Μέσα στο εσώτερο είναι μου βλέπω μία θαυμάσια ομορφιά, που με πείθει για την υπέροχη μοίρα που με αναμένει. Η δραστηριότητα του πνεύματος μου βρίσκεται στο ύψιστο σημείο. Είναι ένα με τον Θεό, εδράζομαι σε αυτόν ευρισκόμενος υπεράνω κάθε νοητού. Έπειτα όμως, από την ανάπαυση μου σε αυτόν, αφού κατεβώ στον χώρο του λογισμού και η ψυχή μου επανεισέλθει στο σώμα, απορώ πως "πότε και νύν" ήταν δυνατόν να κατέλθω, και πως η ψυχή μπορούσε να εισέλθει στο σώμα, αφού είναι αυτή που μου αποκαλύφθηκε (κατά την έκσταση μου)»
Στην κατάσταση της έκστασης ο Πλωτίνος αναφέρει πως πλημμύριζε από ένα μεταφυσικό φως, όπως λέει: «Δεν είναι γνωστό από πού ήρθε το φως, από έξω ή από μέσα», και όταν έπαυσε να βλέπει το φως εξηγεί:
«Ήταν λοιπόν μέσα και ωστόσο όχι μέσα. Δεν πρέπει να ερωτηθεί από πού ήρθε, δεν υπάρχει ένα από πού, επειδή ούτε ήρθε ούτε έφυγε, αλλά εμφανίστηκε και εξαφανίστηκε. Για αυτό δεν είναι ανάγκη να το εξαναγκάσει, αλλά πρέπει να περιμένει σιωπηλός έως ότου εμφανιστεί και να προετοιμαστεί για να το δει, όπως το βλέμμα περιμένει την ανατολή του ήλιου».
To ταξίδι της ανθρώπινης ψυχής κατά τον Πλωτίνο, είναι ένα «εις εαυτόν» εσωτερικό ταξίδι, καθώς η ψυχή «ήξει ουκ εις άλλα, αλλά εις εαυτόν». «Πάντα είσω», τα πάντα είναι μέσα μας, αναφέρει χαρακτηριστικά ο Πλωτίνος. Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να απομακρυνθούμε από όλα τα εξωτερικά, στραμμένοι ολοκληρωτικά προς τα μέσα (
Πλωτ. Εννεάδ. VI 9.10.20, vi, ix, 11,38 & VI 7,34,12, VI 9.11.5):
«Καμία κλίση προς τα έξω, το σύνολο των πραγμάτων πρέπει να αγνοηθεί. Η ψυχή τότε δεν θα δει τον θεό να εμφανίζεται ξαφνικά μέσα της, διότι δεν υπάρχει τίποτα πια που να τους χωρίζει, καθώς τότε δεν υπάρχουν δύο. Ο ορών είναι ένα με το ορώμενο, δεν είναι όραμα αλλά ένωση. Και τότε η ψυχή δεν έχει πια συνείδηση πως βρίσκεται μέσα σε ένα σώμα, ούτε πως ο εαυτός της έχει κάποια ταυτότητα».
Ο Πλούταρχος, αναφέρει στο περί ησυχίας, η οποία είναι βασική προϋπόθεση για τον διαλογισμό:
«Η ησυχία είναι κάτι σπουδαίο, πέραν των άλλων και για την μελέτη της επιστήμης και της φρόνησης. Μιλώ βέβαια όχι για την ψεύτικη και αγοραία επιστήμη, αλλά για την μεγάλη, εκείνην που εξομοιώνει με θεό εκείνον που την αναλαμβάνει.
Γιατί οι μελέτες που γίνονται μέσα στις πόλεις και στον όχλο των ανθρώπων, γυμνάζουν την λεγόμενη εξυπνάδα που είναι απλώς πανουργία. Έτσι όσοι γίνονται ικανοί σε αυτές, αποκτούν διάφορες συμπεριφορές μαγειρεμένες απ’ τις ανάγκες των πόλεων και αναγκάζονται να κάνουν πολλά πράγματα που είναι ενάντια στη φύση και να ασχολούνται με φοβερές δραστηριότητες.
Ενώ η απομόνωση, ούσα ένα γυμναστήριο σοφίας, είναι αγαθή δημιουργός του ήθους, πλάθοντας και ανακατευθύνοντας τις ψυχές των ανθρώπων. Γιατί τίποτε σ’ αυτές (ψυχές) δεν μπαίνει εμπόδιο ως προς την αύξησή τους, ούτε κάμπτονται ως προς την ευθύτητά τους πέφτοντας συνεχώς πάνω σε πολλούς και μικρούς περιορισμούς, όπως συμβαίνει με τις ψυχές που παραμένουν στις πόλεις. Αντίθετα, ζώντας στον καθαρό αέρα και τον περισσότερο καιρό μακριά απ’ τους ανθρώπους, στέκονται όρθιες και βγάζουν φτερά, καθώς αρδεύονται από το διαυγέστατο και λεπτοφυέστατο ρεύμα της ησυχίας, εντός του οποίου τα μαθήματα του νου είναι θεϊκότερα και η όραση καθαρότερη. Για τον λόγο αυτό βέβαια και όσα από τα ιερά των θεών καθιερώθηκαν από τους αρχαίους χρόνους, σε έρημες περιοχές τα ίδρυσαν οι παλαιοί, ιδίως δε τα ιερά των Μουσών και του Πανός, και των Νυμφών και του Απόλλωνος και όλων των θεών που είναι κύριοι της μουσικής, αντιλαμβανόμενοι, όπως πιστεύω, την διάκριση μεταξύ της αληθινής καλλιέργειας, από τις φοβερές και μιαρές βλάβες που συμβαίνουν στις πόλεις».
Υπάρχει επαρκής γνώση του σύγχρονου Έλληνα με την αρχαία Ελληνική φιλοσοφική σκέψη;
Θα πρέπει να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, διότι το ζήτημα είναι σοβαρό, και έχει δημιουργήσει ήδη αρκετά προβλήματα, σε μία κοινωνία που εκ του αποτελέσματος, δείχνει να είναι μη δημιουργική εδώ και καιρό. Να ξεκαθαρίσουμε καταρχάς πως η ευγενική καταγωγή δεν σηματοδοτεί κατ΄ ανάγκη, και αξιόλογους απογόνους, ούτε φυσικά τα ράσα κάνουν τον παπά, αν και στην προκειμένη περίπτωση η χλαμύδα δεν εξασφαλίζει την γνώση, το κάλλος και την αρμόνια...
Η νεότερη ανάγκη επανασύνδεσης με το λαμπρό παρελθόν της αρχαίος Ελλάδος, προέκυψε ως μία επιτακτική ανάγκη, σε μία μεταβατική εποχή κατά την οποία δυστυχώς, οι Νέο Έλληνες είχαν αποκοπεί από την κλασσική παιδεία αλλά και την μυθολογία, συνεπώς και τον τρόπο σκέψης και κυρίως δράσης των προγόνων τους.
Το πιό πρόσφατο κίνημα της λεγόμενης «επανελληνίσεως» ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’80, αρχές της δεκαετίας του ’90, και αποτέλεσε δυστυχώς εξ αρχής, ένα συνονθύλευμα ετερόκλητων στοιχείων, με αναφορές στο αρχαίο κλέος μπερδεμένο με την Ορθοδοξία, το υπερφυσικό, την παραφιλολογία, τον Εθνικισμό, και το «υπερφυσικό», συγκροτώντας κατ' αυτόν τον τρόπο, έναν ευρύτερα ανορθολογικό χώρο, με έντονα συνωμοσιολογικά, χαρακτηριστικά.
Από αυτόν τον παράδοξο «Ελληνοκεντρικό» χώρο, προέκυψαν θεωρίες, περί γονιδιακής υπεροχής των Ελλήνων, σύνδεσης τους με εξωγήινους πολιτισμούς, υπέρ- ομάδες Έψιλον με εξελιγμένα υπερόπλα, και άλλα ευφάνταστα. Σε ένα τέτοιο « πλαίσιο», τα πάντα στον πλανήτη Γη ( ίσως και εκτός), ήταν ή προέρχονταν από τους αρχαίους Έλληνες και μόνο. Έτσι σε αντίθεση με τον θεμέλιο λίθο της Ελληνικής φιλοσοφικής σκέψης, που ήταν ο «λόγος», και που είχε ως προϋπόθεση τον σκεπτόμενο άνθρωπο, τώρα επιδιώκουμε ακριβές το αντίθετο, ή στην καλύτερη περίπτωση το «ευκολόπεπτο»...
Εννοείται πως για πείσεις κάποιον πως είναι γενετικά ανώτερος, δεν χρειάζεται να έχει διαβάσει φιλοσοφία, Πυθαγόρα, Πλάτωνα ή Αριστοτέλη, παρόλο που ο Σωκράτης έλεγε πως το σημαντικότερο που έχει να επιτύχει ένας άνθρωπος στην ζωή του, είναι να μάθει να σκέφτεται, και να ερευνά... Στην περίπτωση των νέο-Ελλήνων, αρκεί να κάνει μια δήλωση ένας αυτόκλητος ειδήμων, παραθέτοντας, μία συρραφή αποσπασμάτων ή παραθέτοντας με τρόπο αποσπασματικό αποφθέγματα από τον κατά γενική ομολογία (κατά τα άλλα), εξαιρετικό αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό.
Όπως χαρακτηριστικά γράφει στο άρθρο του, «Αρχαιολατρεία και παρασιτισμός», ο Κώστας Παπαγιώργης (εφημερίδα ο κόσμος του επενδυτή 26/2/2005): «Αν η κίνηση επανελλήνισις προϋπόθετε δίψα για μάθηση, τότε οι εκδόσεις κάκτος θα ξεπουλούσαν, και πιθανώς να είχαμε μία πολιτιστική επανάσταση εκ των κάτω».
Ως αντιστάθμισμα βέβαια στην πνευματική πενία, και στο άγχος του Ελληνισμού για σύνδεση με το ένδοξο παρελθόν που έρχεται σε αντίθεση με το ανύπαρκτο παρόν, αναπτύχθηκε ένα επικίνδυνο «κίνημα», που βασίζεται στο γεγονός πως βρίσκει ένα κοινό, δίχως γνωσιολογικό και ιστορικό υπόβαθρο. Ο Αλέκος Φασιανός αναφέρει σχετικά:
«Η μίμηση του παρελθόντος, του αρχαίου, του βυζαντινού ή όποιου άλλου, είναι κάτι κακό και επικίνδυνο που κλείνει τη σκέψη μας, μας στερεί κάθε δυνατότητα να ανανεώσουμε κι εμείς την ελληνική ταυτότητα και να την παραδώσουμε ανανεωμένη στους επόμενους. Το παρελθόν μάς βοηθά όταν μαθαίνουμε από αυτό, όχι όταν το αντιγράφουμε. Ελληνικότητα δεν είναι να πηγαίνεις και να αντιγράφεις το παρελθόν σου. Ελληνικότητα είναι να μαθαίνεις από όλα αυτά, να τα κουβαλάς μέσα σου και να τα ξέρεις, αλλά, όπως ο Οδυσσέας, να κάνεις αυτό που αυτός εδώ ο τόπος σού ζητά. Να παίρνεις το ελληνικό και να το κάνεις παγκόσμιο».
Για τον Οδυσσέα Ελύτη: «Η Ελληνικότητα, δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας τρόπος να βλέπεις και να αισθάνεσαι τα πράγματα. Είτε στην κλίμακα τη μεγάλη, είτε στην ταπεινή. Θέλω να πω, είτε σ’ ένα Παρθενώνα, είτε σ’ ένα λιθάρι. Το παν είναι η ευγένεια, η ποιότητα, σε αντίθεση με το μέγεθος και την ποσότητα που χαρακτηρίζουν τη Δύση».
Η «Ελληνικότητα», δεν είναι κληρονομικό χάρισμα, γονίδια δηλ. που μεταβιβάζονται μέσω της «βιολογικής οδού» στους απογόνους. Η Ελληνικότητα ως τρόπος και στάσης ζωής, προϋποθέτει την υιοθέτηση ένα τρόπο σκέψης και δράσης, ένα βίωμα που πρέπει κανείς ν’ αγωνίζεται εφ’ όρου ζωής για να το διατηρήσει. Η στάση αυτή βίου, προϋποθέτει γνώση και εκτίμηση των αξιών που θεμελιώνονται με την παιδεία και ολοκληρώνονται με την κατανόηση της ανθρώπινης φύσης. Για την σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα, χαρακτηριστικό είναι αυτό που αναφέρει ο Διευθυντής της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών στην Αθήνα, Stephen G. Miller:
«Είναι εξαιρετικά ειρωνικό ότι η Αρχαία Ελλάδα εμπνέει περισσότερο τους μη Έλληνες απ' ό,τι τους Έλληνες! Και μάλιστα, απ' ό,τι φαίνεται, πολύ σύντομα περισσότεροι μη Έλληνες θα μαθαίνουν αρχαία Ελληνικά απ' ό,τι σύγχρονοι Έλληνες. Αναρωτιέμαι επίσης αν έχετε καταλάβει ότι η αρχαία Ελλάδα είναι ο ένας και μοναδικός σας θησαυρός, που χρειάζεται να αναπτυχθεί και αξιοποιηθεί οικονομικά.»
Μπορεί η σύνθεση των ρευμάτων της αρχαίας ελληνική φιλοσοφικής σκέψης να βοηθήσει τον σύγχρονο Έλληνα σήμερα;
Στην εποχή μας έχουμε να κάνουμε είτε με ένα λησμονημένο παρελθόν είτε ή με ένα υπερβολικά μνημονευόμενο, αλλά ουσιαστικά και γνωσιολογικά, νεκρό. Εάν σε αυτό συνυπολογίσουμε το γκρίζο παρόν, και το δυσοίωνο μέλλον, τότε οι οιωνοί είναι εξαιρετικά δυσμενείς.
Το ζητούμενο είναι να ξεφύγουμε από τον μουσειακό σεβασμό και τον τυπολατρικό σχολαστικισμό, και να ανακαλύψουμε ξανά την ζωντάνια, τη δροσιά και τη δύναμη που κρύβεται κάτω από τον κορμό της φιλοσοφικής παράδοσης. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την εφαρμογή της Φιλοσοφικής ατραπού στην καθημερινότητα, ώστε να μπορέσουμε να φωτίσουμε την ατομική πορεία του κάθε ενός εξ υμών, και να ξεπεράσουμε τα κοινωνικά προβλήματα και Εθνικά προβλήματα.
Για να γίνει όμως αυτό, δεν μπορούμε απλά να πάρουμε τις προτροπές των Ελλήνων σοφών ως δογματικό κανόνα, αν δεν περάσουμε εμείς οι ίδιοι μέσα από μια διανοητική και βιωματική πορεία ανάλογη με αυτή που τις γέννησε. Σε διαφορετική περίπτωση δεν θα έχει κανένα πρακτικό αποτέλεσμα να μένουμε στη θεωρία και στις διανοητικές διαπιστώσεις, αν δεν τις εφαρμόσουμε στην καθημερινότητά μας. Οι διδασκαλίες του Πυθαγόρα, του Πλάτωνα, του Πλωτίνου και άλλων αρχαίων μυστών-φιλοσόφων, για να αναφερθούμε στις ρίζες της Δυτικής πνευματικότητας, μας παρέχουν συγκεκριμένα μέσα για την κατασκευή της «φιλοσοφικής λίθου», αρκεί να τις ερμηνεύσουμε σωστά και να τις εφαρμόσουμε με συνέπεια.
Οι Στωικοί φιλόσοφοι θεωρούσαν εύλογα πως η θεωρητική ενασχόληση με την φιλοσοφία είναι μάταιη, αν δεν συνοδεύεται από εκδήλωση της ανάλογης συμπεριφοράς στην καθημερινή ζωή. Ο Αϊνστάιν, είχε πει πως: «αν θέλει να επιβιώσει η ανθρωπότητα, θα πρέπει να βρει έναν άλλον τρόπο σκέπτεσθαι»!
Εάν ιεραρχήσουμε τις πραγματικές μας ανάγκες αλλάζοντας τον τρόπο σκέψης μας, τότε θα αλλάξουν και οι τρόποι δράσεις μας. Αν ο κάθε ένας από εμάς συνεπώς «γίνει» η αλλαγή που θέλει να δει στον κόσμο, τότε θα υπάρξει και μία αντίστοιχη σταδιακή αλλαγή της κοινωνίας στο σύνολο της, όταν η αλλαγή αυτή ξεπεράσει την κρίσιμη μάζα. Η ενδυνάμωση κατ’ αυτόν τον τρόπο, σκέψεων, ιδεών και δράσεων που δημιουργούν θετικές εστίες, μπορούν να δώσουν ελπίδα, όραμα, αγάπη και συνεργασίες για την ανάδειξη μίας νέας κοινωνίας.
Σήμερα μετά από χιλιάδες χρόνια, οι Έλληνες οι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων έχουν για πρώτη ίσως φορά τόσο μεγάλη πρόσβαση σε κείμενα της αρχαίας Ελληνικής γραμματείας, λιγότερο μέσω της εκπαίδευσης , και περισσότερο μέσω του διαδικτύου. Στο διαδίκτυο όμως ελλοχεύουν κίνδυνοι των χαλκευμένων και λανθασμένων γνώσεων και απόψεων, συνεπώς χρειαζόμαστε ένα ικανό γνωσιολογικό υπόβαθρο ώστε να αναπτύξουμε κριτικό πνεύμα.
Είναι συνεπώς αναγκαίος περισσότερο από ποτέ, ο ρόλος της εκπαίδευσης στην διαμόρφωση ενός πολίτη με αξίες και γνώσεις, που θα τον καταστήσει ικανό να αναπτύξει το κριτικό του πνεύμα, διαφυλάσσοντας ταυτόχρονα την ιστορική του κληρονομιά, προφυλάσσοντας την Ελληνική γλώσσα, και αναπτύσσοντας την ελληνική συνείδηση ως τρόπο ζωής, παράγοντας και προβάλλοντας τέλος, εκ νέου, αυτό που γνωρίζαμε καλύτερα από οτιδήποτε άλλο στο παρελθόν, τον πολιτισμό.
Παραφράζοντας τον Ισοκράτη, Έλληνες θα μπορούσαν να είναι όλοι όσοι πιστεύουν ότι η σπουδαία κοινωνία απαρτίζεται από σπουδαίους πολίτες. Οι σπουδαίοι πολίτες είναι σπουδαίοι λόγω της ‘σπουδής’, της παιδείας που τους προσφέρει το οργανωμένο σύνολο ανθρώπων (το κράτος). Η σχέση ατόμου και συνόλου είναι αμφίδρομη. Το άτομο οφείλει να επιδιώκει την προσωπική, πνευματική ανέλιξη. Όντας καταρχήν ‘ερωτικό (λάτρης του σύμπαντος κόσμου) επιδιώκει να γίνει ‘μουσικός’ (εραστής των Μουσών –κοινωνός της γνώσης ) για να τελειοποιηθεί ως φιλόσοφος. Και τούτο για να αισθάνεται επάξια ως ψηφίδα, σε ένα εξαίσιο ψηφιδωτό που είναι η κοινωνία που του αρμόζει, και στην οποία αρμόζει.
Έχει θέση η αρχαία Ελληνική φιλοσοφία στον σύγχρονο κόσμο;
Κλασσικό είναι αυτό που αντέχει αποδεδειγμένα στον χρόνο. Και το αρχαίο Ελληνικό φιλοσοφικό πνεύμα όχι μόνο άντεξε, αλλά υπήρξε και η αιτία αναγέννησης στον μεσαίωνα. Η φιλοσοφία και τα άυλα ιδεώδη που αυτή αντιπροσωπεύει, μπορούν να σταθούν αρωγός σε μία νέα κοινωνία ιδεών, οι οποίες θα κυοφορήσουν μία νέα κοινωνία εθνών, και μετασχηματισμού των συστημάτων οικονομικής/πολιτικής/οικολογικής/καλλιτεχνικής διαχείρισης της ζωής μας, καθώς η φιλοσοφία σε αντίθεση με την σημερινή της χρήση, δεν αφορά μόνο τον κόσμο των ιδεών, αντίθετα οφείλει να ασχολείται και με ζητήματα που έχουν άμεση σχέση με τις ανάγκες της ζωής, με την ευρύτερη έννοια.
Η πλειοψηφία των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων επιχείρησαν όπως προαναφέρθηκε, στο να δείξουν στους ανθρώπους πώς να γίνουν ευτυχισμένοι –όχι αλλάζοντας τις συνθήκες ζωής τους, αλλά τις πεποιθήσεις τους. Με άλλα λόγια, μας αποκάλυψαν το κλειδί για την αληθινή εσωτερική μεταμόρφωση.
Ο καθηγητής Marinoff Lou προτείνει να διαβάζουμε Πλάτωνα αντί να παίρνουμε αγχολυτικά Prosac. Στο βιβλίο του «πως η φιλοσοφία μπορεί να αλλάξει την ζωή σας», ο Marinoff αντλώντας από τη σοφία των μεγάλων φιλοσόφων παρουσιάζει λύσεις στα προβλήματα της καθημερινής ζωής, εγκαινιάζοντας έτσι ένα κίνημα που αποκατέστησε τη φιλοσοφία στην πρότερη θέση της. Να είναι πρακτικά χρήσιμη στη ζωή μας ώστε να γίνει μια αλλαγή στον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα μπορεί να μεταμορφώσει πραγματικά τη ζωή μας.
Η αρχαία γνώση επανέρχεται στο προσκήνιο. Πολύ απλά διότι οι αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι είχαν μάθει κάτι πολύ απλό και εξαιρετικά δύσκολο ταυτόχρονα, ήξεραν να σκέφτονται. ! Η φιλοσοφία, αφορά μία « στάση ζωής», και όχι απλές θεωρίες και ρητορείες. Και το πεδίο αποδείξεως, είναι ο καθημερινός τρόπος σκέψης και πρωτίστως δράσης μας στην κοινωνία. «Κάθε ψυχή είναι και γίνεται αυτό ακριβώς που βλέπει.», αναφέρει ο Πλωτίνος. (
Εννεάδα IV 3,8.15)
Πηγή των προβλημάτων μας είναι ότι αντιλαμβανόμαστε την ζωή διαχωρισμένη, κατακερματισμένη σε ένα «υλικό» και σε ένα «πνευματικό» κόσμο. Δεν είναι πολύ αργά για να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε μια ολότητα, που λειτουργεί ομαλά μόνο όταν τα στοιχεία που την αποτελούν συνεργάζονται αρμονικά. Η ιδέα της ενότητας των πάντων, υπήρχε πάντα σε όλους τους αρχαίους πολιτισμούς, λόγω όμως της ατέλειας και της αδυναμίας των λεκτικών περιγραφών οι άνθρωποι που κατείχαν την γνώση αυτή, προσπάθησαν να εκφράσουν την ιδέα της ενότητας με μύθους και σύμβολα.
Η επιστροφή στις πνευματικές μας ρίζες καθίσταται αναγκαία για τη διαμόρφωση τόσο ενός ατομικού, όσο και συλλογικού σκοπού ζωής, μιας ευδαιμονίας που αφενός αντανακλά το δικό μας αποτύπωμα, και αφετέρου αφήνει ένα θετικό αποτύπωμα στο κοινωνικό πλαίσιο. Γιατί όπως εύστοχα σημείωσε ο Αριστοτέλης, «η ευτυχία μας εξαρτάται από εμάς».
Δεν μπορούμε να ενστερνιστούμε, ούτε ως άτομα ούτε ως κοινωνία, αξίες όπως η γνώση, η αρετή, το κάλλος, η ανδρεία, και το Μέτρο, αν δεν εμποτιστούμε βαθιά σε αυτές, αν δεν τις εντάξουμε στην καθημερινότητα μας. Όπως υποστήριζε χαρακτηριστικά ο Επίκτητος:
«Η φιλοσοφία δεν έχει να κάνει με θεωρίες και ανάλυση. Είναι η τέχνη να ζεις ενάρετη ζωή. Η Φιλοσοφία προορίζεται για τον καθένα, και εξασκείται αυθεντικά μόνο από αυτούς που την εναρμονίζουν με την πράξη μέσα στη κοινωνία, προς μία καλύτερη ζωή για ΟΛΟΥΣ. Ο σκοπός της είναι να φωτίσει τους τρόπους με τους οποίους έχει μολυνθεί η ψυχή μας από σαρθρά πιστεύω, ταραχώδεις επιθυμίες, επιλογές αμφίβολης αξίας».
Η διαμόρφωση του χαρακτήρα μας χτίζεται βάση των επιλογών μας, μέρα με τη μέρα. Ποια είναι τα ενδιαφέροντά μας; Ποιά τα πρότυπα μας; Ποιες οι σκέψεις μας; Ποιες οι πράξεις μας; Αυτά που επιλέγουμε, θα καθορίσουν τι θα γίνουμε, καθώς προδιαγράφουν μια συγκεκριμένη τάση συμπεριφοράς, στην οποία εκδηλώνονται αρετές και πάθη, αξίες και συναισθήματα, με τον ίδιο τρόπο που βαδίζουμε προς το μονοπάτι που κοιτάμε.
Η κατασκευή όμως του χαρακτήρα, δεν είναι θέμα μόνο ατομικών επιλογών, αλλά συνδιαμορφώνεται μέσα από τη συμμετοχή του ατόμου σε συλλογικές δραστηριότητες, πλάθεται από το πνεύμα της εποχής, και τις ευκαιρίες που του δίνονται να αναπτύξει τα ταλέντα του. Ένα καρκινικό περιβάλλον καταστρέφει τα υγιή κύτταρα της κοινωνίας, οδηγώντας την στην παρακμή και στην σήψη. Και σίγουρα όπως λέει και ο Κρισναμούρτι: «
Δεν είναι δείγμα υγείας να είσαι καλά προσαρμοσμένος σε μια βαθιά άρρωστη κοινωνία».
Για αυτό τον λόγο για να αλλάξει η κοινωνία πρέπει να αλλάξουμε πρώτα εμείς οι ίδιοι. Και το πρώτο βήμα για τη βελτίωση του εαυτού μας, θα πρέπει να ξεκινήσει με μία ειλικρινή αυτοεξέταση της προσωπικότητάς μας, την ιεράρχηση των πραγματικών μας αναγκών, ώστε να ανακαλύψουμε τι και για ποιο λόγο θέλουμε να αλλάξουμε. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται αυτογνωσία, και αφορά την πορεία αυτό ανακάλυψης πλευρών της προσωπικότητας του ατόμου, των συναισθημάτων, της συμπεριφοράς, του εσωτερικού κόσμου αλλά και της εξωτερικής του έκφρασης. Όποιος αναζητά, βρίσκει. Και ανάλογα με το τι αναζητά, αυτά και βρίσκει. Το νόημα της ζωής λοιπόν, είναι ανάλογο με τις σκέψεις, τις προσδοκίες, την ποιότητα της αντίληψης, της αυτοεπίγνωσης, της εν συναίσθησης, των στόχων και των επιδιώξεων του αναζητητή. Για ν' αλλάξει ο κόσμος και να πάρει μια νέα μορφή, πρέπει ν' αλλάξει ο άνθρωπος και να πάρει μια νέα κατεύθυνση.
Η αυτογνωσία είναι βασική προϋπόθεση για την ατομική αλλά και συλλογική μεταστοιχείωση και αλλαγή. Δεν μπορούν να αλλάξουν οι κοινωνίες εάν δεν αλλάξει το άτομο. Ο ενσυνείδητος άνθρωπος γνωρίζει πως δεν μπορεί να σμιλέψει ένα καλύτερο αύριο για την ανθρωπότητα, αν πρώτα δε σμιλέψει την ίδια του την προσωπικότητα, η οποία αποτελεί έναν καθρέφτη του συνόλου.
Το αδιέξοδο της ανθρωπότητας σήμερα μας καλεί επιτακτικά σ' αύτη την αλλαγή. Το αρχαίο Ελληνικό πνεύμα με τις ανθρωπιστικές του άξιες και την Οικουμενικότητα της σκέψης του, μπορεί να συμβάλλει τόσο στη δημιουργία ενός νέου ανθρώπου, όσο και ενός νέου κόσμου.
Η σύνθεση των ρευμάτων της αρχαίας ελληνική σκέψης αλλά και της αρχαίας σοφίας γενικότερα, συναντά σήμερα τα σύγχρονα πορίσματα των επιστημών, κυρίως της κβαντικής φυσικής. Κατ' αυτόν τον τρόπο, η γνώση του παρελθόντος συνεπικουρούμενη από τα ευρήματα και τη γνώση που αποκτούμε μέσω των σύγχρονων επιστημονικών δεδομένων, μπορεί όχι μόνο να βοηθήσει τον άνθρωπο να αναζητήσει τρόπους εξόδου από την κρίση, αλλά για την αποκατάσταση της σχέσης του ανθρώπου με τη ίδια του τη φύση, όσο και με το πλανητικό Όλον...