Δευτέρα 13 Απριλίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἑλένη (815-864)

815 ΕΛ. μί᾽ ἔστιν ἐλπὶς ἦι μόνηι σωθεῖμεν ἄν.
ΜΕ. ὠνητὸς ἢ τολμητὸς ἢ λόγων ὕπο;
ΕΛ. εἰ μὴ τύραννός ‹σ᾽› ἐκπύθοιτ᾽ ἀφιγμένον.
ΜΕ. οὐ γνώσεταί μ᾽ ὅς εἰμ᾽, ἐγὦιδ᾽· ἐρεῖ δὲ τίς;
ΕΛ. ἔστ᾽ ἔνδον αὐτῶι ξύμμαχος θεοῖς ἴση.
820 ΜΕ. φήμη τις οἴκων ἐν μυχοῖς ἱδρυμένη;
ΕΛ. οὔκ, ἀλλ᾽ ἀδελφή· Θεονόην καλοῦσί νιν.
ΜΕ. χρηστήριον μὲν τοὔνομ᾽· ὅτι δὲ δρᾶι φράσον.
ΕΛ. πάντ᾽ οἶδ᾽, ἐρεῖ τε συγγόνωι παρόντα σε.
ΜΕ. θνήισκοιμεν ἄν· λαθεῖν γὰρ οὐχ οἷόν τέ μοι.
825 ΕΛ. ἴσως ἂν ἀναπείσαιμεν ἱκετεύοντέ νιν ...
ΜΕ. τί χρῆμα δρᾶσαι; τίν᾽ ὑπάγεις μ᾽ ἐς ἐλπίδα;
ΕΛ. παρόντα γαίαι μὴ φράσαι σε συγγόνωι.
ΜΕ. πείσαντε δ᾽ ἐκ γῆς διορίσαιμεν ἂν πόδα;
ΕΛ. κοινῆι γ᾽ ἐκείνηι ῥαιδίως, λάθραι δ᾽ ἂν οὔ.
830 ΜΕ. σὸν ἔργον, ὡς γυναικὶ πρόσφορον γυνή.
ΕΛ. ὡς οὐκ ἄχρωστα γόνατ᾽ ἐμῶν ἕξει χερῶν.
ΜΕ. φέρ᾽, ἢν δὲ δὴ νῶιν μὴ ἀποδέξηται λόγους;
ΕΛ. θανῆι· γαμοῦμαι δ᾽ ἡ τάλαιν᾽ ἐγὼ βίαι.
ΜΕ. προδότις ἂν εἴης· τὴν βίαν σκήψασ᾽ ἔχεις.
835 ΕΛ. ἀλλ᾽ ἁγνὸν ὅρκον σὸν κάρα κατώμοσα ...
ΜΕ. τί φήις; θανεῖσθαι; κοὔποτ᾽ ἀλλάξεις λέχη;
ΕΛ. ταὐτῶι ξίφει γε· κείσομαι δὲ σοῦ πέλας.
ΜΕ. ἐπὶ τοῖσδε τοίνυν δεξιᾶς ἐμῆς θίγε.
ΕΛ. ψαύω, θανόντος σοῦ τόδ᾽ ἐκλείψειν φάος.
840 ΜΕ. κἀγὼ στερηθεὶς σοῦ τελευτήσειν βίον.
ΕΛ. πῶς οὖν θανούμεθ᾽ ὥστε καὶ δόξαν λαβεῖν;
ΜΕ. τύμβου ᾽πὶ νώτοις σὲ κτανὼν ἐμὲ κτενῶ.
πρῶτον δ᾽ ἀγῶνα μέγαν ἀγωνιούμεθα
λέκτρων ὑπὲρ σῶν· ὁ δὲ θέλων ἴτω πέλας.
845 τὸ Τρωϊκὸν γὰρ οὐ καταισχυνῶ κλέος
οὐδ᾽ Ἑλλάδ᾽ ἐλθὼν λήψομαι πολὺν ψόγον,
ὅστις Θέτιν μὲν ἐστέρησ᾽ Ἀχιλλέως,
Τελαμωνίου δ᾽ Αἴαντος εἰσεῖδον σφαγὰς
τὸν Νηλέως τ᾽ ἄπαιδα· διὰ δὲ τὴν ἐμὴν
850 οὐκ ἀξιώσω κατθανεῖν δάμαρτ᾽ ἐγώ;
μάλιστά γ᾽· εἰ γάρ εἰσιν οἱ θεοὶ σοφοί,
εὔψυχον ἄνδρα πολεμίων θανόνθ᾽ ὕπο
κούφηι καταμπίσχουσιν ἐν τύμβωι χθονί,
κακοὺς δ᾽ ἐφ᾽ ἕρμα στερεὸν ἐκβάλλουσι γῆς.
855 ΧΟ. ὦ θεοί, γενέσθω δή ποτ᾽ εὐτυχὲς γένος
τὸ Ταντάλειον καὶ μεταστήτω κακῶν.
ΕΛ. οἲ ᾽γὼ τάλαινα· τῆς τύχης γὰρ ὧδ᾽ ἔχω·
Μενέλαε, διαπεπράγμεθ᾽· ἐκβαίνει δόμων
ἡ θεσπιωιδὸς Θεονόη· κτυπεῖ δόμος
860 κλήιθρων λυθέντων. φεῦγ᾽· ἀτὰρ τί φευκτέον;
ἀποῦσα γάρ σε καὶ παροῦσ᾽ ἀφιγμένον
δεῦρ᾽ οἶδεν. ὦ δύστηνος, ὡς ἀπωλόμην.
Τροίας δὲ σωθεὶς κἀπὸ βαρβάρου χθονὸς
ἐς βάρβαρ᾽ ἐλθὼν φάσγαν᾽ αὖθις ἐμπεσῆι.

***
ΕΛΕ. Μονάχα μια η ελπίδα να σωθούμε.
ΜΕΝ. Χρυσάφι τάχα, τόλμη ή παρακάλια;
ΕΛΕ. Φτάνει μη μάθει ο βασιλιάς πως ήρθες.
ΜΕΝ. Ποιός θα το πει; Κι ούτε θα με γνωρίσει.
ΕΛΕ. Κάποιος δικός του ισόθεος τον συντρέχει.
820 ΜΕΝ. Μια μαντική φωνή μες στο παλάτι;
ΕΛΕ. Όχι· μονάχα η αδελφή του η Θεονόη.
ΜΕΝ. Όνομα για προφήτισσα· λέγε, τί κάνει;
ΕΛΕ. Ξέρει τα πάντα, θα σε μαρτυρήσει.
ΜΕΝ. Τότε θα με σκοτώσουν, δεν ξεφεύγω.
ΕΛΕ. Στις ικεσίες μας μπορεί να στέρξει —
ΜΕΝ. Να κάνει τί; Σε ποιές με πας ελπίδες;
ΕΛΕ. Στον αδερφό της να μην πει πως ήρθες.
ΜΕΝ. Και τότε θα ξεφύγουμε απ᾽ τη χώρα;
ΕΛΕ. Κρυφά της όχι, μόνο αν μας συντρέξει.
830 ΜΕΝ. Δικό σου το έργο, γυναίκα σε γυναίκα.
ΕΛΕ. Ικέτισσα τα πόδια της θ᾽ αγγίξω.
ΜΕΝ. Κι άμα στα παρακάλια μας δεν στέρξει;
ΕΛΕ. Πεθαίνεις· κι εγώ νύφη με το ζόρι.
ΜΕΝ. Τάχατες απ᾽ τη βία θα με προδώσεις;
ΕΛΕ. Όρκο μεγάλο ορκίστηκα, αν εσένα….
ΜΕΝ. Τί λες; Θα σκοτωθείς; Δεν παίρνεις άλλον;
ΕΛΕ. Με το ίδιο ξίφος δίπλα σου θα πέσω.
ΜΕΝ. Πιάσ᾽ το δεξί μου χέρι κι έλα, ορκίσου.
ΕΛΕ. Άμα χαθείς εσύ κι εγώ πεθαίνω.
840 ΜΕΝ. Κι εγώ τελειώνω τη ζωή, αν σε χάσω.
ΕΛΕ. Πώς θα πεθάνουμε όμως δοξασμένα;
ΜΕΝ. Απάνω εδώ στον τάφο θα σε σφάξω
κι ύστερα θα σφαχτώ κι εγώ. Μα πρώτα
θα πολεμήσω όσο μπορώ για σένα.
Ας έρθει όποιος τολμά· δεν θα ντροπιάσω
τη δόξα μου στην Τροία, να μου λένε,
σαν πάω στην Ελλάδα, πως για μένα
τον Αχιλλέα της έχασεν η Θέτη,
τον γιο του ο Νέστορας κι είδα τον Αία
τον Τελαμώνιο να σκοτώνεται, όμως
για χάρη της γυναίκας μου δεν έχω
850 το θάρρος να πεθάνω; Βέβαια το ᾽χω·
αν οι θεοί σοφοί λογιούνται, τότε
τον ψυχωμένον άντρα που αφανίσαν
οι εχθροί του, σε αψηλό τον θάβουν τάφο,
μα τους δειλούς στους άγριους ρίχνουν βράχους.
ΧΟΡ. Δώστε, θεοί, στο γένος του Ταντάλου
την ευτυχία, τα βάσανα ας γλιτώσει.
ΕΛΕ. Ω! συμφορά μου· δυστυχία με ζώνει.
Μενέλαε, χαθήκαμε· απ᾽ το σπίτι
βγαίνει όπου να ᾽ναι η μάντισσα Θεονόη·
βροντάει απ᾽ τις αμπάρες το παλάτι.
860 Φύγε· γιατί να φύγεις, αφού ξέρει,
έτσι κι αλλιώς, πως είσαι εδώ φτασμένος;
Η δόλια πάω χαμένη. Από την Τροία
σώθηκες κι από βάρβαρους, για νά ᾽ρθεις
να πέσεις πάλι σε σπαθιά βαρβάρων;

Μακεδονία εν μύθοις φθεγγομένη: Μύθοι Θεσσαλονίκης - Ήρωες

1. Με τη λατρεία κάποιου άγνωστου από αλλού τοπικού ήρωα, του Ιππάλκμου, σχετίζεται μια ανάγλυφη πλάκα που βρέθηκε κοντά στη διασταύρωση Εγνατίας και Πλάτωνα και χρονολογείται στην όψιμη ελληνιστική περίοδο. Στην παράσταση εικονίζεται το κυνήγι του ταύρου. Ένας ιππέας στα αριστερά με κοντό χιτώνα και χλαμύδα που ανεμίζει, με υψωμένο το δεξί χέρι στο οποίο κρατά δόρυ, αντιμετωπίζει τον ταύρο που απειλητικός ορμά με υψωμένα τα μπροστινά πόδια. Εξάλλου, συχνή είναι σε έργα των τεχνών η παρουσία του ήρωα-ιππέα ή του ιππέα-κυνηγού, ο οποίος συνδέεται με τη λατρεία των νεκρών, κάτι που προδηλώνεται είτε από την παρουσία του φιδιού, είτε από το ίδιο το άλογο. Το άλογο ήταν από παλιά συνδεδεμένο με τον κάτω κόσμο, είτε σε σχέση με κάποιον θεό του κάτω κόσμου, είτε ανεξάρτητα ως δαίμονας του θανάτου που προσωρινά μόνο τιθασεύεται από θνητούς ήρωες, όπως ο Βελλερεφόντης ή ο Άδραστος, οι οποίοι όμως αργότερα οδηγήθηκαν στον θάνατο από τα άλογα αυτά. Ακόμη και ο Φαέθων που οδηγεί το άρμα του Ήλιου χάνει κάποια στιγμή τον έλεγχο των αλόγων που τον καταποντίζουν. Οι μύθοι αυτοί ήταν ένα πολύ καλό μέσο για να δειχθεί η πρόσκαιρη κυριαρχία του ανθρώπου επί του θανάτου*. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήρωα-ιππέα στον χώρο της Μακεδονίας είναι η περίπτωση του Ηφαιστίωνα, ο οποίος μετά τον θάνατό του λατρεύτηκε ως ήρωας. Μαρτυρείται σε αναθηματικό ανάγλυφο της τελευταίας δεκαπενταετίας του 4ου αι. π.Χ., της εποχής δηλαδή του Κασσάνδρου, από την Πέλλα (βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης), αφιερωμένο από κάποιον Διογένη στον ήρωα Ηφαιστίωνα (ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΗΦΑΙΣΤΙΩΝΙ ΗΡΩΙ). Ο Ηφαιστίωνας εικονίζεται δεξιά, μάλλον μπροστά σε σπηλιά, ως ιππέας, νέος, αγένειος, με κοντά μαλλιά, ενώ αριστερά στέκεται κόρη με οινοχόη στο δεξί χέρι, η οποία σπένδει. Ποιος όμως είναι αυτός ο Ηφαιστίων; Αναμφίβολα είναι ο στενός συνεργάτης και φίλος του Αλέξανδρου, ο γιος του Αμύντορα, του Πελλαίου (πρβλ. τον τόπο εύρεσης του αναγλύφου), ο οποίος λατρεύτηκε ως αφηρωισμένος νεκρός με πρωτοβουλία του Αλέξανδρου λίγα μόλις χρόνια μετά τον πρόωρο θάνατό του. Η λατρεία του δεν στάθηκε δυνατό να καθιερωθεί στην Αθήνα (Υπερείδης, Επιτάφιος 21**), γιατί η ισχύς και η λατρεία των ηρώων, σε αντίθεση με τους θεούς, περιορίζονταν στην οικογένεια, την ομάδα, την πόλη του***. Ο Ηφαιστίωνας λοιπόν λατρεύτηκε ως αφηρωισμένος νεκρός, που, όπως οι όμοιοί του, έχει μια πιο στενή και προσωπική σχέση με τους ανθρώπους, λειτουργεί προστατευτικά και διαμεσολαβητικά ανάμεσα στον κόσμο των θνητών και των θεών. Όπως και οι υπόλοιποι ήρωες, στέκεται πιο κοντά στις χθόνιες θεότητες, και γι’ αυτό παριστάνεται μπροστά σε σπήλαιο –τα σπήλαια και γενικά τα χάσματα της γης θεωρούνται τόποι εισόδου στον κάτω κόσμο· εκεί γίνονταν και προσφορές προς τους χθόνιους, νεκρούς και θεούς****.

Όσο για τον αναθέτη μόνο εικασίες μπορεί να διατυπωθούν με βάση τις υπάρχουσες μαρτυρίες. Ο Λουκιανός λ.χ. (Περί του μή ραδίως πιστεύειν διαβολή  17-18*****) αναφέρει ότι πολλοί από τους παλαίμαχους εταίρους που γύρισαν στη Μακεδονία στα χρόνια μετά το 321 π.Χ. αφιέρωσαν τον εαυτό τους και τα όπλα τους στον Ηφαιστίωνα. Δεν αποκλείεται λοιπόν ο Διογένης να ήταν ένας από αυτούς.

2. Ασημένιος δίσκος με μυθολογικές παραστάσεις και την επιγραφή ΠΑΥΣΥΛΥΠΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ βρέθηκε θαμμένος, μαζί με πολλά άλλα σκεύη (δίσκους, γαβάθες, πιάτα, ποτήρια, κουτάλια), στο Kaiseraugst της Ελβετίας. Ήταν αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα της εποχής του Μ. Κων/νου και των διαδόχων του. Στον δίσκο (χρονολογείται στα μέσα του 4ου αι. μ.Χ.), έργο ενός Παυσυλύπου, εικονιζόταν σε ένδεκα σκηνές η ζωή του Αχιλλέα από τη γέννηση και το λουτρό του στα νερά της Στύγας και του Κωκυτού ως την ανακάλυψή του από τον Οδυσσέα στο παλάτι του Λυκομήδη και την αναχώρησή του για την Τροία. Αν αναλογιστούμε τη σχέση των Τημενιδών με τους Αιακίδες, μπορούμε ίσως να βρούμε και το νόημα των παραστάσεων σε μια εποχή που η παλαιά θρησκεία αντέτεινε στην καινούρια θρησκεία τα δικά της θεόπαιδα (Αχιλλέας, Αλέξανδρος).
-------------------------------
*Γι’ αυτό ο ίππος βρίσκεται συχνά μέσα σε τάφους και ως επιτύμβιο, ενώ στην αγγειογραφία ήδη από τη γεωμετρική τέχνη συνοδεύουν την εκφορά του νεκρού (λ.χ. στον αμφορέα του Διπύλου).

**φανερὸν δ᾽ ἐξ ὧν ἀναγκαζόμεθα καὶ νῦν ἔτι: θυσίας μὲν ἀνθρώποις γ[ιγνο]μένας ἐφορᾶν, ἀγάλμ[ατα δὲ] καὶ βωμοὺς καὶ ναοὺς τοῖ[ς μὲν] θεοῖς ἀμελῶς, τοῖς δὲ ἀνθρώ[ποις] ἐπιμελῶς συντελούμενα, καὶ τοὺς <τού>των οἰκέτας ὥσπερ ἥρωας τιμᾶν ἡμᾶς ἀναγκαζομένους. (Υπερείδης, Επιτάφιος 21)

***Ο Κλεισθένης, όταν δημιούργησε τις δέκα φυλές της Αθήνας, ίδρυσε και δέκα ηρώα στην Αγορά και η κάθε φυλή πήρε το όνομά της από έναν από τους δέκα ήρωες. Η εισαγωγή λοιπόν της λατρείας ενός νέου ήρωα, και μάλιστα από τη Μακεδονία, ήταν φυσικό να προκαλέσει σοβαρότατες και ισχυρές αντιδράσεις.

****Ο Εμμ. Βουτυράς (1990) εξετάζει εννέα ακόμη αναθηματικά ανάγλυφα του 4ου αι. π.Χ. από διάφορα μέρη, διαφορετικά και απομακρυσμένα μεταξύ τους, για να δείξει τα κοινά στοιχεία των ηρωικών αυτών λατρειών σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο.

*****Λουκιανός, Περί του μή ραδίως πιστεύειν διαβολή 17-18
17 Παρὰ δὲ Ἀλεξάνδρῳ μεγίστη ποτὲ πασῶν ἦν διαβολή͵ εἰ λέγοιτο τις μὴ σέβειν μηδὲ προσκυνεῖν τὸν Ἡφαιστίωνα· ἐπεὶ γὰρ ἀπέθανεν Ἡφαιστίων͵ ὑπὸ τοῦ ἔρωτος Ἀλέξανδρος ἐβουλήθη προσθεῖναι καὶ τοῦτο τῇ λοιπῇ μεγαλουργίᾳ καὶ θεὸν χειροτονῆσαι τὸν τετελευτηκότα. εὐθὺς οὖν νεώς τε ἀνέστησαν αἱ πόλεις καὶ τεμένη καθιδρύετο καὶ βωμοὶ καὶ θυσίαι καὶ ἑορταὶ τῷ καινῷ τούτῳ θεῷ ἐπετελοῦντο͵ καὶ ὁ μέγιστος ὅρκος ἦν ἅπασιν Ἡφαιστίων. εἰ δέ τις ἢ μειδιάσειε πρὸς τὰ γινόμενα ἢ μὴ φαίνοιτο πάνυ εὐσεβῶν͵ θάνατος ἐπέκειτο ἡ ζημία. ὑπολαμβάνοντες δὲ οἱ κόλακες τὴν μειρακιώδη ταύτην τοῦ Ἀλεξάνδρου ἐπιθυμίαν προσεξέκαιον εὐθὺς καὶ ἀνεζωπύρουν ὀνείρατα διηγούμενοι τοῦ Ἡφαιστίωνος͵ ἐπιφανείας τινὰς καὶ ἰάματα προσάπτοντες αὐτῷ καὶ μαντείας ἐπιφημίζοντες· καὶ τέλος ἔθυον παρέδρῳ καὶ ἀλεξικάκῳ θεῷ. ὁ δὲ Ἀλέξανδρος ἥδε τότε ἀκούων καὶ τᾶ τελευταῖα ἐπίστευε καὶ μέγα ἐφρόνει ὡσανεὶ οὐ θεοῦ παῖς ὢν μόνον͵ ἀλλὰ καὶ θεοὺς ποιεῖν δυνάμενος. πόσους τοίνυν οἰώμεθα τῶν Ἀλεξάνδρου φίλων παρὰ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον ἀπολαῦσαι τῆς Ἡφαιστίωνος θειότητος͵ διαβληθέντας ὡς οὐ τιμῶσι τὸν κοινὸν ἁπάντων θεόν͵ καὶ διὰ τοῦτο ἐξελαθέντας καὶ τῆς τοῦ βασιλέως εὐνοίας ἐκπεσόντας; 18 τότε καὶ Ἀγαθοκλῆς ὁ Σάμιος ταξιαρχῶν παρ΄ Ἀλεξάνδρῳ καὶ τιμώμενος παρ΄ αὐτοῦ μικροῦ δεῖν συγκαθείρχθη λέοντι διαβληθεὶς ὅτι δακρύσει επαριὼν τὸν Ἡφαιστίωνος τάφον. ἀλλ΄ ἐκείνῳ μὲν βοηθῆσαι λέγεται Περδίκκας ἐπομοσάμενος κατὰ πάντων θεῶν καὶ κατὰ Ἡφαιστίωνος͵ ὅτι δὴ κυνηγετοῦντί οἱ φανέντα ἐναργῆ τὸν θεὸν ἐπισκῆψαι εἰπεῖν Ἀλεξάνδρῳ φείσασθαι Ἀγαθοκλέους· οὐ γὰρ ὡς ἀπιστοῦντα οὐδὲ ὡς ἐπὶ νεκρῷ δακρῦσαι͵ ἀλλὰ τῆς πάλαι συνηθείας μνημονεύσαντα.
[Μετάφραση]
Στην αυλή του Αλέξανδρου συνέβη η μεγαλύτερη από όλες διαβολή, για την περίπτωση που λεγόταν ότι κάποιος δεν σεβόταν ούτε προσκυνούσε τον Ηφαιστίωνα. Όταν, δηλαδή, πέθανε ο Ηφαιστίωνας, από την αγάπη του γι’ αυτόν ο Αλέξανδρος θέλησε να προσθέσει και τούτο στα υπόλοιπα μεγαλουργήματά του και να θεοποιήσει τον νεκρό. Αμέσως λοιπόν οι πόλεις ανήγειραν ναούς, ιδρύονταν τεμένη και βωμοί και τελούνταν θυσίες και γιορτές προς τιμή του νέου αυτού θεού· και ο μεγαλύτερος όρκος για όλους ήταν «μα τον Ηφαιστίωνα». Κι αν κάποιος χαμογελούσε για όσα γίνονταν ή δεν φαινόταν να είναι πολύ ευσεβής, κρεμόταν από πάνω του η τιμωρία του θανάτου. Παίρνοντας αφορμή οι κόλακες από την παιδαριώδη αυτή επιθυμία του Αλέξανδρου, χωρίς να χάσουν καιρό έριχναν λάδι στη φωτιά και την αναζωπύρωναν αφηγούμενοι όνειρα του Ηφαιστίωνα και προσάπτοντάς του κάποιες εμφανίσεις και θεραπευτικές ιδιότητες και αποδίδοντάς του μαντείες. Και τελικά θυσίαζαν προς τιμή του ως θεού συμπαραστάτη που έδιωχνε το κακό. Ο Αλέξανδρος ευχαριστιόταν να τα ακούει και τελικά τα πίστευε, και είχε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του σαν να μην ήταν μόνο παιδί θεού, αλλά και να μπορεί να κάνει θεούς. Για πόσους, λοιπόν, από τους φίλους του Αλέξανδρου να φανταστούμε ότι υπέστησαν εκείνον τον καιρό τις συνέπειες της θεοποίησης του Ηφαιστίωνα, αφού συκοφαντήθηκαν πως δεν τιμούν τον κοινό θεό όλων και για τον λόγον αυτόν εξορίστηκαν και έχασαν την εύνοια του βασιλιά; Τότε και ο Αγαθοκλής ο Σάμιος, που ήταν ταξίαρχος στην υπηρεσία του Αλέξανδρου και είχε την εκτίμησή του, λίγο έλειψε να ριχτεί σ’ ένα λιοντάρι, επειδή συκοφαντήθηκε ότι δάκρυσε περνώντας από τον τάφο του Ηφαιστίωνα. Αλλά εκείνον λένε ότι τον βοήθησε ο Περδίκκας, αφού ορκίστηκε στο όνομα όλων των θεών και του Ηφαιστίωνα ότι τάχα, ενώ βρισκόταν στο κυνήγι, εμφανίστηκε ολοφάνερα σ’ αυτόν ο θεός και του παρήγγειλε να πει στον Αλέξανδρο να λυπηθεί τη ζωή του Αγαθοκλή· γιατί δεν δάκρυσε επειδή δεν πίστευε ούτε επειδή τον θεωρούσε νεκρό, αλλά επειδή θυμήθηκε την παλιά τους φιλία.

Το λάθος το κρίνεις. Το σωστό το χειροκροτείς.

Εμείς οι άνθρωποι τις έχουμε εύκολες τις ζόρικες κουβέντες. Εύκολα βγάζουμε άσχημα συμπεράσματα, κρεμάμε ταμπέλες, παρεξηγούμε, χαρακτηρίζουμε.

Μη με ρωτάς γιατί, δεν ξέρω πώς, αλλά το κάνουμε. Και δεν έχουμε και τύψεις. Βλέπουμε τον άλλο και τον κρίνουμε δίχως δισταγμό. Μας είναι εύκολο να τονίσουμε τα κακώς του κείμενα. Το ραντάρ μας τα εντοπίζει και φυσικά δεν του χαριζόμαστε.

Κι αυτό το κάνουν κι άλλοι σε μας. Αυτή είναι η φόρμουλα που λειτουργεί η κοινωνία, πώς να το κάνουμε. Κρίνει κι επικρίνει. Έχει μάτια ορθάνοιχτα και στόματα που χάσκουν έτοιμα για κριτική. Τη γουστάρουμε τρελά οι άνθρωποι την κριτική. Κι όσο πιο πιπεράτη, όσο πιο σκληρή, τόσο το καλύτερο. Τόσο περισσότερο την ευχαριστιόμαστε.

Σκεφτήκαμε, όμως, ποτέ, αν το ίδιο εύκολα μας βγαίνουν και οι καλές κουβέντες; Τι στο καλό, όλα στραβά τα έχουν οι γύρω μας; Όλα λάθος τα κάνουν; Ή μήπως πού και πού κάνουν και τίποτα σωστό; Και σε αυτό το “πού και πού” εμείς πώς αντιδράμε; Το δεχόμαστε; Το αναγνωρίζουμε; Παραδεχόμαστε ότι είναι καλοί; Ότι είναι ενδεχομένως καλύτεροι από μας;

Ναι, εδώ γελάνε. Γιατί δυστυχώς φίλε μου, λίγοι είναι εκείνοι που θα δεχτούν με πνεύμα ταπεινό την υπεροχή του άλλου. Λίγοι θα ανοίξουν την καρδιά τους και θα πουν δίχως εγωισμούς το σωστό του απέναντι.

Δεν τα αναγνωρίζουμε εύκολα τα όμορφα στοιχεία στους γύρω μας. Δεν είναι μάλλον αρκετά πιπεράτα για το μονίμως επικριτικό μας πνεύμα. Ανάλατα τα νιώθουμε και τα προσπερνούμε. Ψάχνουμε με κόπο να βρούμε το ψεγάδι. Κι όταν το όμορφο, όταν το σωστό μάς χτυπά κατάμουτρα με τόσο απόλυτο τρόπο που δεν μπορούμε να μην το παραδεχτούμε, τότε βάζουμε από δίπλα κι ένα αλλά… Ναι μεν, αλλά… Ένα αλλά που κάθε μας καλή κριτική έρχεται και τη γειώνει, τη μειώνει, την εξαφανίζει.

Κρίμα είναι. Ένας καλός λόγος έχει μαγεία. Δείχνει ανωτερότητα, δείχνει έλλειψη εγωϊσμού, δείχνει μεγαλείο πνεύματος και ψυχής. Είναι όμορφο να παραδεχόμαστε όσα οι γύρω μας κάνουν σωστά. Ίσως και σωστότερα από μας. Είναι εποικοδομητικό που να πάρει.

Ας δούμε, λοιπόν, τις σχέσεις με τους άλλους λίγο αλλιώς. Ας τολμήσουμε να παραδεχτούμε τα σωστά τους, ας “ρίξουμε” λίγο και τον εαυτό μας. Κι αυτός κρίνεται από άλλους, άλλωστε, ας μην το ξεχνάμε. Ας τους παραδεχτούμε κι ας φέρουμε εκείνη την πολυπόθητη ισορροπία στις ανθρώπινες σχέσεις μας.

Έκανες κάτι κακό, θα το κρίνω. Έκανες κάτι καλό, θα το χειροκροτήσω. Τόσο απλά, τόσο λογικά.
Εμείς γιατί να τα κάνουμε δύσκολα;

ΝΙΤΣΕ: ΑΝΘΟΛΟΓΗΣΗ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΩΝ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΞ ΑΝΑΤΟΛΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ


"Και ο χρόνος μετριέται από την καταραμένη μέρα από την οποία άρχισε τούτη η συμφορά -από την πρώτη μέρα του Χριστιανισμού! Γιατί να μη τον μετρούμε από την τελευταία μέρα του Χριστιανισμού; Γιατί όχι από σήμερα; Επαναξιολόγηση όλων των αξιών!"
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Οι Εβραίοι είναι οι εφευρέτες του Χριστιανισμού!"
(Χαρούμενη Επιστήμη, 1882)

"Ο Χριστιανισμός χρειάζεται την αρρώστια όπως ο αρχαίος Ελληνισμός χρειάζεται μια υπεραφθονία υγείας. Να κάνεις τους ανθρώπους άρρωστους· αυτός είναι ο αληθινός κρυφός σκοπός ολόκληρου του συστήματος των λυτρωτικών μεθόδων της Εκκλησίας."
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Η Εκκλησία προσπάθησε να παραμορφώσει τα ανθρώπινα όντα εξασθενίζοντάς τα και ισχυριζόμενη ότι τα εξύψωσε και τα τελειοποίησε!"
(Λυκόφως των Ειδώλων, 1888)

"Ο χριστιανός είναι απλώς ένας Εβραίος με πιο «φιλελεύθερες» πεποιθήσεις."
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Ο Σταυρός είναι το αναγνωριστικό σημάδι για την πιο υποχθόνια συνωμοσία που υπήρξε ποτέ εναντίον της υγείας, της ομορφιάς, ο,τιδήποτε καλοφτιαγμένου, εναντίον του θάρρους, του πνεύματος, της καλοσύνης της ψυχής, εναντίον της ίδιας της ζωής!"
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Όπου οι Ολύμπιοι Θεοί υποχώρησαν στα παρασκήνια, η ελληνική ζωή έγινε πιο σκυθρωπή, πιο νευρική. Ο Χριστιανισμός βύθισε τον άνθρωπο στο βούρκο. Επιθυμεί να καταστρέψει, να προκαλέσει ζάλη και σύγχυση. Ένα μόνο πράγμα δεν επιθυμεί, το μέτρο. Και γι' αυτό το λόγο, ο Χριστιανισμός είναι με τη βαθύτερη έννοια βαρβαρικός, χυδαίος, ασιατικός και μη ελληνικός!
(Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο, 1878)

"Η «αθανασία» που παραχωρήθηκε σε κάθε Πέτρο και Παύλο ήταν μέχρι τώρα η πιο μεγάλη, η πιο μοχθηρή απόπειρα δολοφονίας της ευγενούς ανθρωπότητας."
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Η θρησκευτικότητα των αρχαίων Ελλήνων είναι αξιοθαύμαστη. Είναι πολύ ευγενής ο τύπος ανθρώπου που στέκεται κατ' αυτόν τον τρόπο μπροστά στη φύση και τη ζωή! Αργότερα όταν η πλέμπα θα κυριαρχήσει στην Ελλάδα, η θρησκεία θα καταπνιχτεί από το φόβο· ο χριστιανισμός προετοιμάζεται."
(Πέραν του Καλού και του Κακού, 1886)

"Φυλαχτείτε προπάντων από την ιδέα να χλευάζετε τη μυθολογία των Ελλήνων με το πρόσχημα ότι μοιάζει τόσο λίγο με τη δική σας βαθιά μεταφυσική!"
(Χαραυγή, 1881)

"Οι σύγχρονοι άνθρωποι δεν μπορούν να αισθανθούν την τρομερή ένταση που έφερε στα αρχαία γούστα η περίεργη διατύπωση "ο θεός στο σταυρό", γιατί πια έχουν ζυμωθεί με τις χριστιανικές ορολογίες. Ποτέ δεν ξανάγινε μια τόσο θρασύτατη αντιστροφή όλων των αρχαίων αξιών, ένα φαινόμενο τόσο τρομακτικό. Φαίνεται πως μ' αυτό η Ανατολή, με τα βάθη της και τους σκλάβους της, έπαιρνε εκδίκηση από τη Ρώμη με την ευγενική και ρηχή της ανεξιθρησκεία."
(Πέραν του Καλού και του Κακού, 1886)

"Θα έπρεπε να αποτελεί βάρος για τη συνείδηση της πνευματικής Ευρώπης η προσκόλληση στην Παλαιά Διαθήκη, σ' αυτό το βιβλικό ροκοκό που με την προσθήκη του έφτιαξαν την Βίβλο, το "βιβλίο των βιβίων" όπως λένε και που είναι σχεδόν η μεγαλύτερη προσβολή και αμαρτία για το πνεύμα!"
(Πέραν του Καλού και του Κακού, 1886)

"Ο Χριστιανισμός ήταν μέχρι σήμερα η πιο καταστροφική αλαζονεία. Οι Χριστιανοί είναι όντα που δεν είχαν την ευγένεια να διακρίνουν τις αβυσσαλέες διαφορές που χωρίζουν τους ανθρώπους, την ιεραρχία με άλλα λόγια. Αυτά τα όντα κατεύθυναν ως τώρα τα πεπρωμένα της Ευρώπης, μέσα από την ιδεολογία τους για την ισότητα απέναντι στο Θεό καταφέρνοντας τελικά να εμφανιστεί ενα παρηκμασμένο πλάσμα, ενα κοπιαδαστό και σχεδόν γελοίο ζώο, γεμάτο αγαθοσύνη, μετριότητα και εξασθένιση: ο άνθρωπος της σύγχρονης Ευρώπης!"
(Πέραν του Καλού και του Κακού, 1886)

"Κατά τα πρώτα χρόνια του Μεσαίωνα έγινε ο "εξευγενισμός" των Γερμανών. Και τι αποτέλεσμα είχε αυτή η "εξύψωση"; Οι ωραίοι αυτοί Γερμανοί που "βελτιώθηκαν" έπεσαν μέσα στα κλουβιά τους, ανήμποροι, εκμηδενισμένοι κι άρχισαν να μισούν τόσο τον εαυτό τους όσο και τα ίδια τα ένστικτα της ζωής, άρχισαν να νιώθουν έχθρα και καχυποψία για όσους είχαν, ακόμη, το προνόμιο να είναι δυνατοί κι ευτυχισμένοι. Να πώς τους έκαναν χριστιανούς."
(Λυκόφως των Ειδώλων, 1888)

"Ο Βούδδας είπε: "Μην κολακεύεις τον ευεργέτη σου". Ξαναπείτε αυτά τα λόγια σε μια χριστιανική εκκλησία! Αμέσως καθαρίζουν τον αέρα από κάθε τι χριστιανικό!"
(Χαρούμενη Επιστήμη, 1882)

"Πόση μιζέρια περιέχει και ποση δυσωδία αποπνέει η Καινή μας Διαθήκη σε σύγκριση με τους ινδουιστικούς Νόμους του Μανού!"
(Λυκόφως των Ειδώλων, 1888)

"Ο Χριστιανισμός προήλθε από τις εβραϊκές ρίζες και φανερώνει όλη την κίνηση της εναντίωσης σε κάθε ανατροφή και ηθική που αφορά τη φυλή.
(Λυκόφως των Ειδώλων, 1888)

Ο Χριστιανισμός είναι η κατ' εξοχήν αντίθετη θρησκεία προς την Αρία φυλή."
(Λυκόφως των Ειδώλων, 1888)

"Οι χριστιανοί είναι εκφυλισμένα άτομα που όταν καταδικάζουν και σπιλώνουν τους άλλους, το κάνουν για την παρηγοριά της εκδίκησης, ακριβώς όπως οι σοσιαλιστές. Η Δευτέρα Παρουσία αποτελεί την πιο γλυκειά εκδίκηση, όπως και η επανάσταση του εργάτη, μόνο που η δική της εκδίκηση θα είναι στην άλλην ζωή."
(Λυκόφως των Ειδώλων, 1888)

"Αυτό που είναι τελείως ασυγχώρητο στο χριστιανισμό είναι ότι εκμεταλλεύθηκε την αδυναμία των ετοιμοθάνατων, παραβιάζοντας τη συνείδησή τους, και θεωρώντας την κατάστασή τους ένδειξη για τις αμαρτίες τους."
(Λυκόφως των Ειδώλων, 1888)

"Α, ώστε κηρύχνετε υπομονή με τα επίγεια; Αλλά, κακόμοιροι, είναι αυτά τα επίγεια που έχουν κάνει πολλή υπομονή μ' εσάς, βλάσφημοι! Αληθινά πολύ νωρίς πέθανε εκείνος ο Εβραίος που οι κήρυκες του αργού θανάτου τον τιμούν"
(Τάδε έφη Ζαρατούστρα, 1883 )

"Πιστέψτε το αδελφοί μου! Ο Εβραίος Ιησούς πέθανε πολύ νωρίς. Μα κι ο ίδιος θ' αναθεωρούσε τη διδασκαλία του αν ζούσε για να φτάσει στην ηλικία μου! Ήταν αρκετά ευγενικός για να την αναθεωρήσει!"
(Τάδε έφη Ζαρατούστρα, 1883 )

"Οι παλιοί θεοί δεν έσβησαν 'μέσα στο λυκόφωτο' - αυτό είναι ένα ψέμα! Αντίθετα, κάποτε έσκασαν από τα γέλια! Κι αυτό γίνηκε όταν η πιο άθεη κουβέντα βγήκε από το στόμα ενός θεού, καθώς έλεγε: 'Δεν υπάρχει παρά ένας Θεός! Δεν υπάρχουν άλλοι θεοί έξω από μένα!'. Ένας γέρος θεός με αγριωπά γένεια, ένας ζηλιάρης θεός!"
(Τάδε έφη Ζαρατούστρα, 1883 )

"Πολλοί ευγενείς χρειάζονται , και ευγενείς πολών ειδών, για να υπάρξει ευγένεια! Ακριβώς τούτη είναι η έννοια του θεού! Τ' ότι υπάρχουν θεοί κι όχι Θεός!
(Τάδε έφη Ζαρατούστρα, 1883 )

"Με κατηφή περίσκεψη διασχίζω τις χιλιετίες αυτού του φρενοκομείου που λέγεται χριστιανισμός, χριστιανική πίστη, χριστιανική εκκλησία και προσέχω να μην ενοχοποιήσω την ανθρωπότητα για τις διανοητικές αρρώστιες της."
(Αντίχριστος, 1888)

"Εγώ δεν εξυμνώ τη Γη της Επαγγελιας. Γιατί σ' αυτη τη γη, όπου το χειρότερο απ' όλα τα δέντρα έχει φυτρώσει, ο Σταυρός, δεν υπάρχει τίποτα άξιο εξύμνησης!"
(Τάδε έφη Ζαρατούστρα, 1883 )

"Ο Χριστιανισμός εκμηδένισε σε κάθε άτομο την πίστη στις αρετές του, εξαφάνισε για πάντα από τη γη εκείνους τους μεγάλους ενάρετους που αφθονούσανε στην αρχαιότητα."
(Χαρούμενη Επιστήμη, 1882)

"Η χριστιανική απόφαση να βρίσκει τον κόσμο άσχημο και κακό, τον έκανε να είναι άσχημος και κακός"
(Χαρούμενη Επιστήμη, 1882)

"Τώρα πια το γόνατό μας εναντιώνεται στο Χριστιανισμό, κι όχι τα επιχειρήματά μας"
(Χαρούμενη Επιστήμη, 1882)

"Ο Χριστιανισμός γύρεψε πραγματικά να εξιουδαϊσει τον κόσμο!"
(Χαρούμενη Επιστήμη, 1882)

"Μόνο σε εβραίικο τοπίο ήταν δυνατόν να υπάρξει ένας Ιησούς Χριστός. Εκεί μονάχα μπορούσε να ονειρευτεί ο Χριστός το ουράνιο τόξο του και την ουράνια σκάλα απ' όπου κατέβαινε ο Θεός στους ανθρώπους. Σ' ολα τα άλλα μέρη, η καλοκαιρία κι ο ήλιος παραήτανε ο καθημερινός κανόνας!"
(Χαρούμενη Επιστήμη, 1882)

"Οι Χριστιανοί προσπάθησαν να δικαιώσουν το δάσκαλό τους εκ των υστέρων και να καθοσιώσουν την πλάνη του κάνοντας την 'αλήθεια'. "
(Χαρούμενη Επιστήμη,1882)

"Αν ήθελε ο Θεός να γίνει αντικείμενο αγάπης, θα έπρεπε πρώτα να παραιτηθεί από το να κρίνει. Ένας δικαστής, ακόμη κι όταν είναι μεγαλόψυχος, δεν είναι ποτές αντικείμενο αγάπης. Ο ιδρυτής του Χριστιανισμού δεν σκέφτηκε πολύ έξυπνα σ' αυτό το σημείο. Ήτανε κι αυτός Εβραίος."
(Χαρούμενη Επιστήμη, 1882)

"Πώς; Ένας Θεός που αγαπάει τους ανθρώπους υπό τον όρο να τον αγαπούν; Που ρίχνει ματιές και απειλές σ' όποιον δεν πιστεύει σ' αυτήν την αγάπη; Μια αγάπη που δεν κατάφερε να ξεπεράσει τη δίψα για εκδίκηση; Πόσο ανατολίτιτκα είναι όλα αυτά! Αυτός ο λόγος είναι αρκετός για να κριτικάρουμε ολόκληρο το χριστιανισμό."
(Χαρούμενη Επιστήμη, 1882)

"H λέξη Γερμανοί -die Deutschen- αρχικά σήμαινε ειδωλολάτρες. Αυτό το όνομα δώσανε οι Γότθοι, αφού προσηλυτίστηκαν, στην μεγάλη μάζα των ομοφύλων τους που δεν είχαν βαφτιστεί και σ΄ αυτό ακολούθησαν τη μετάφραση των Εβδομήκοντα όπου τους ειδωλολάτρες τους ονόμαζαν με την ελληνική λέξη εθνικοί. Θα μπορούσαν σήμερα οι Γερμανοί να θεωρούν τιμή τους εκ των υστέρων ένα όνομα που άλλοτε ήτανε βρισιά, με το να γίνουν ο πρώτος μη χριστιανικός λαός της Ευρώπης. Ο Σοπενάουερ τους εκτιμούσε πολύ που είχανε μεγάλη προδιάθεση προς αυτή τη κατεύθυνση!"
(Χαρούμενη Επιστήμη, 1882)

"Τι κίβδηλο εξάμβλωμα πρέπεινα είναι ο μοντέρνος άνθρωπος όταν δεν ντρέπεται να λέγεται, παρ' όλα αυτά, χριστιανός!"
(Αντίχριστος, 1888)

"Αντιλαμβάνεται κανείς στον Χριστιανισμό μια μεγάλη δημοφιλή διαμαρτυρία ενάντια στη φιλοσοφία"
(Χαραυγή, 1881)

"Υπάρχουν συνταγές για να κατακτήσουμε το αίσθημα της δύναμης: Από τη μια πλευρά γι’ αυτούς που ξέρουν να αυτοκυριαρχούνται, και στους οποίους, εξ αιτίας αυτού, το αίσθημα της δύναμης είναι ήδη γνώριμο. Από την άλλη πλευρά, για εκείνους που δεν ξέρουν να αυτοκυριαρχούνται. Ο Βραχμανισμός έχει φροντίσει για τα άτομα του πρώτου είδους, ενώ ο Χριστιανισμός για τους ανθρώπους του δεύτερου είδους."
(Χαραυγή, 1881)

"Στη Βίβλο, περιγράφεται επίσης η ιστορία μιας από τις πιο φιλόδοξες και πιο αναιδείς ψυχές, ενός πνεύματος τόσο προληπτικού όσο και πανούργου, η ιστορία του απόστολου Παύλου!"
(Χαραυγή, 1881)

Ο Απόστολος Παύλος ήταν ο πρώτος χριστιανός, ο εφευρέτης του Χριστιανισμού! Πριν απ’ αυτόν υπήρχαν μόνο μερικοί αιρετικοί Ιουδαίοι!
(Χαραυγή, 1881)

"Θέλω να γράψω σ’ όλους τους τοίχους, όπου υπάρχουν τοίχοι, αυτήν την αιώνια κατηγορία εναντίον του Χριστιανισμού· έχω γράμματα για να κάνω ακόμη και τους τυφλούς να δουν."
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Ο Χριστιανισμός δημιόυργησε από τον Έρωτα και την Αφροδίτη -υπέρτατες ιδανικές δυνάμεις- στοιχειά της Κόλασης και φαντάσματα, προκαλώντας μαρτύρια στη συνείδηση των πιστών σε κάθε σεξουαλική διέγερση...Ο «δαίμονας» Έρωτας έγινε σιγά-σιγά πιο ενδιαφέρων για τους ανθρώπους παρά για τους αγγέλους και τους αγίους, χάρη στις κρυψίνοιες και στις μυστηριώδεις ενέργειες της Εκκλησίας σε όλα τα ερωτικά πράγματα. Και χάρη στην Εκκλησία οι ερωτικές υποθέσεις έγιναν το μοναδικό αληθινό ενδιαφέρον που είναι κοινό σε όλες τις κοινωνικές σφαίρες -με μια υπερβολή που θα φαινόταν ανεξήγητη στην αρχαιότητα και που αργότερα θα προκαλέσει σίγουρα την ιλαρότητα."
(Χαραυγή, 1881)

"Οι αληθινά δραστήριοι άνθρωποι ζουν τώρα χωρίς Χριστιανισμό, ενώ οι πιο μετριοπαθείς και πιο στοχαστικοί κατέχουν μόνο ένα ευπρεπισμένο, δηλαδή ένα μοναδικά απλουστευμένο χριστιανισμό."
(Χαραυγή, 1881)

"Δεν πρέπει να εξωραΐζουμε και να καλλωπίζουμε τον Χριστιανισμό. Εξαπέλυσε πόλεμο μέχρι θανάτου εναντίον του ανώτερου τύπου ανθρώπου"
(Ο Αντίχριστος, 1888)

Ο Χριστιανισμός πήρε το μέρος όλων των αδύναμων, των παρακατιανών, των αποτυχημένων· έκανε ιδανικό τον λόγο των πνευματικά ισχυρότερων, διδάσκοντας ότι οι ανώτερες αξίες του πνεύματος είναι κάτι αμαρτωλό, κάτι παραπλανητικό -πειρασμοί.
(Ο Αντίχριστος, 1888)

"Η χριστιανική αντίληψη του Θεού -ο Θεός ως Θεός των αρρώστων, ο Θεός ως αράχνη, ο Θεός ως πνεύμα- είναι μια από τις πιο διεφθαρμένες αντιλήψεις του Θεού που εμφανίστηκαν ποτέ στη γη....Ο Θεός ως κήρυξη πολέμου εναντίον της ζωής, εναντίον της φύσης, εναντίον της θέλησης για ζωή! Ο Θεός· η συνταγή για κάθε συκοφαντία «αυτού του κόσμου»… Ο Θεός· η θεοποίηση του μηδενός, η θέληση του μηδενός που εκφράζεται με άγια λόγια!…"
(Ο Αντίχριστος, 1888)

"Ο χριστιανός μπορεί να νιώθει αντιεβραίος χωρίς να συνειδητοποιεί ότι αυτός ο ίδιος είναι η έσχατη εβραϊκή συνέπεια!"
(Ο Αντίχριστος, 1888)

"Υπάρχει ένα ανατολίτικο και θηλυκό στοιχείο στον Χριστιανισμό: Αυτό ανακαλύπτουμε στην ιδέα ότι ο Θεός «παιδεύει όποιον αγαπά». Γιατί οι γυναίκες της Ανατολής θεωρούν την τιμωρία και τον αυστηρό περιορισμό τους μακριά από τον κόσμο ως δείγμα αγάπης του συζύγου τους, και διαμαρτύρονται έντονα όταν αυτό το σημάδι λείπει."
(Χαραυγή, 1881)

"Οι Εβραίοι μπόρεσαν, μ’ ένα «non plus ultra» θεατρινίστικου ταλέντου, να μπουν στην κορυφή όλων των κινημάτων παρακμής (όπως ο Χριστιανισμός του Παύλου), ώστε να δημιουργήσουν κάτι ισχυρότερο από οποιοδήποτε καταφατικό μέρος της ζωής."
(Ο Αντίχριστος, 1888)

"Όλες οι έννοιες της Εκκλησίας έχουν αναγνωριστεί τί είναι: Είναι η πιο κακοήθης πλαστογραφία, που έχει ως σκοπό την υποτίμηση της φύσης και των φυσικών αξιών. Ο ίδιος ο ιερέας έχει αναγνωριστεί τί είναι: To πιο επικίνδυνο είδος παρασίτου, η αληθινή δηλητηριώδης αράχνη της ζωής."
(Ο Αντίχριστος, 1888)

"Ο Χριστιανισμός οφείλει τους θριάμβους του στο άθλιο λιβάνισμα της προσωπικής κενοδοξίας. Μ’ αυτό προσέλκυσε όλους τους αποτυχημένους, όλους τους πρόθυμους για εξέγερση, όλους τους απόκληρους, τα αποβράσματα και τα σκουπίδια της ανθρωπότητας. Η «σωτηρία της ψυχής» -ή μ’ άλλα λόγια: «Ο κόσμος στρέφεται γύρω μου». "
(Ο Αντίχριστος, 1888)

Το δηλητήριο του δόγματος των «ίσων δικαιωμάτων για όλους» διασκορπίστηκε κυρίως από τον Χριστιανισμό.
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Ο Χριστιανισμός κήρυξε πόλεμο μέχρι θανάτου εναντίον κάθε έννοιας σεβασμού και αίσθησης της απόστασης μεταξύ ανθρώπου και ανθρώπου, δηλαδή, εναντίον της προϋπόθεσης για κάθε ανύψωση, για κάθε ανάπτυξη του πολιτισμού, κινούμενος από τα χειρότερα ένστικτα· από το μίσος των μαζών έφτιαξε το κύριο όπλο του εναντίον μας, εναντίον καθετί ευγενικού, χαρούμενου, υψηλόφρονος που υπάρχει πάνω στη γη, εναντίον της ευτυχίας μας στη γη."
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Ο Χριστιανισμός ήταν το πιο ολέθριο είδος μεγαλομανίας που υπήρξε ποτέ στη γη: Μικρά εξαμβλώματα υποκριτών και ψευτών άρχισαν να προβάλουν δικαιώματα ιδιοκτησίας των εννοιών του Θεού, της αλήθειας, του φωτός, του πνεύματος, της αγάπης, της σοφίας, της ζωής -λες κι αυτές οι ιδέες ήταν συνώνυμες μ’ αυτούς, λες και προοριζόταν να δηλώσουν την απόσταση τους από τον «κόσμο». Μικροί εξαίσιοι Εβραίοι, ώριμοι για εισαγωγή σε κάθε λογής τρελάδικο, μεταμόρφωσαν τις αξίες όπως αυτοί ήθελαν, λες και ο χριστιανός ήταν το νόημα, το αλάτι, το μέτρο και η έσχατη κρίση για όλα τα πράγματα."
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Πρέπει κανείς να φοράει γάντια όταν διαβάζει την Καινή Διαθήκη. Η γειτνίαση με τόση ακαθαρσία σχεδόν μας υποχρεώνει να το κάνουμε αυτό… Μάταια έψαξα σ’ όλη την Καινή Διαθήκη να διακρίνω ένα μονάχα συμπαθητικό χαρακτηριστικό. Σ’ αυτήν δεν υπάρχει τίποτε ελεύθερο, καλό, ντόμπρο, έντιμο."
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Είναι ανάγκη να προσθέσω ότι σ’ ολόκληρη την Καινή Διαθήκη υπάρχει μία μόνο μορφή που απαιτεί σεβασμό. Ο Πιλάτος, ο Ρωμαίος κυβερνήτης! Δεν μπορούσε να πείσει τον εαυτό του να πάρει στα σοβαρά μια φιλονικία μεταξύ Εβραίων. Ένας Εβραίος περισσότερο ή λιγότερο τί σημασία έχει;… Η ευγενής περιφρόνηση ενός Ρωμαίου, που αντιμετώπισε μια αδιάντροπη κατάχρηση της λέξης «αλήθεια», και πλούτισε την Καινή Διαθήκη με τη μόνο λέξη που έχει αξία· μια λέξη που αποτελεί κριτική, και μάλιστα εκμηδένιση της Καινής Διαθήκης: «Τί είναι αλήθεια;»."
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Ο Χριστιανισμός δεν είναι, όπως πιστεύουν πολλοί, αποτέλεσμα της σήψης της αρχαιότητας, της ευγενούς αρχαιότητας... Ο Χριστιανισμός είναι η έχθρα του άρρωστου ενστίκτου που στρέφεται εναντίον του υγιούς, εναντίον της υγείας της ίδιας. Καθετί καλοφτιαγμένο, περήφανο, εξαίσιο, η ομορφιά πριν απ’ όλα, του κάνει κακό στα μάτια και στα αυτιά… Ο Χριστιανισμός ήταν η μεγαλύτερη συμφορά της ανθρωπότητας ως τώρα."
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Ο Χριστιανισμός είναι επίσης αντίθετος προς κάθε πνευματική ευρωστία· χριστιανικός Λόγος είναι μόνο ο άρρωστος Λόγος. Ο Χριστιανισμός συμμαχεί με καθετί ηλίθιο, ξεστομίζει κατάρες εναντίον του πνεύματος, εναντίον της ανωτερότητας του υγιούς πνεύματος."
(Ο Αντιχριστος, 1888)

"Ονομάζω τον Χριστιανισμό μοναδική μεγάλη μάστιγα, μοναδική μεγάλη εσωτερική διαφθορά, μοναδικό μεγάλο ένστικτο εκδίκησης, που δεν βρίσκει μέσο αρκετά δηλητηριώδες, αρκετά ύπουλο, αρκετά υποχθόνιο, αρκετά ποταπό. Τον ονομάζω μοναδικό και αθάνατο στίγμα της ανθρωπότητας."
(Ο Αντιχριστος, 1888)

Η «ΑΠΟΞΗΡΑΝΘΕΙΣΑ ΣΥΚΗ»

Πάμε λοιπόν στην « απορία» η οποία αναφέρεται στην ιστορία της «αποξηρανθείσης συκής», επειδή δεν είχε σύκα:

 «Και τη επαύριον εξελθόντων αυτών από Βηθανίας επείνασε΄ και ιδών συκήν έχουσαν φύλλα, ήλθεν ει άρα τι ευρήσει εν αυτή΄ και ελθών επ’ αυτήν ουδέν εύρεν ει μη φύλλα΄ ου γαρ ην καιρός σύκων. και αποκριθείς είπεν αυτή΄ μηκέτι εκ σου εις τον αιώνα μηδείς καρπόν φάγοι΄ και ήκουον οι μαθηταί αυτού… και ότε οψέ εγένετο, εξεπορεύετο έξω της πόλεως, Και παραπορευόμενοι πρωί είδον την συκήν εξηραμμένην εκ ριζών. και αναμνησθείς ο Πέτρος λέγει αυτώ΄ ραββί, ίδε η συκή εν κατηράσω εξήρανται. και αποκριθείς ο Ιησούς λέγει αυτοίς΄ έχετε πίστιν Θεού. αμήν γαρ λέγω υμίν ότι ός αν είπη τω όρει τούτω, άρθητι και βλήθητι εις την θάλασσαν, και μη διακριθή εν τη καρδία αυτού, αλλά πιστεύσει ότι ά λέγει γίνεται, έσται αυτώ ό εάν είπη». Κατά Μάρκον, Κεφ. ΙΑ , Στίχοι 12-14 και 19-23.

Το ίδιο επεισόδιο αναφέρεται και στο Κατά Ματθαίον, Κεφ. ΚΑ, Στίχοι 17- 22, ως ακολούθως:

«και καταλιπών αυτούς εξήλθεν έξω της πόλεως εις Βηθανίαν και ηυλίσθη εκεί. Πρωϊας δε επανάγων εις την πόλιν επείνασε΄ και ιδών συκήν μίαν επί της οδού ήλθεν επ’ αυτήν, και ουδέν εύρεν εν αυτή ει μη φύλλα μόνον, και λέγει αυτή΄ μηκέτι εκ σού καρπός γένηται εις τον αιώνα, και εξηράνθη παραχρήμα η συκή. και ιδόντες οι μαθηταί εθαύμασαν λέγοντες, πως παραχρήμα εξηράνθη η συκή; αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς΄ αμήν λέγω υμίν, εάν έχητε πίστιν και μη διακριθήτε, ου μόνον το της συκής ποιήσετε, αλλά κάν τω όρει τούτω είπητε, άρθητι και βλήθητι εις την θάλασσαν, γενήσεται΄ και πάντα όσα εάν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες, λήψεσθε.».

Έτσι για να ευθυμήσουμε λίγο, βλέπουμε τους «πάνσοφους αλιείς» κατ’ αρχήν να διαφωνούν μεταξύ τους. Ο ένας λέει ότι ο Ιησούς επείνασεν «εξελθόντων αυτών από Βηθανίας» βγαίνοντας από την Βηθανία ενώ ο άλλος λέει επείνασεν το πρωί «επανάγων εις την πόλιν», δηλαδή μπαίνοντας στην πόλη της Βηθανίας. Ο ένας λέει ότι η συκή εξηράνθη «παραχρήμα», ο άλλος λέει ότι την είδαν ξεραμένη την άλλη μέρα το πρωί. Μπορεί κανείς να φανταστεί τι θα έγραφαν αν δεν είχαν δεχθεί και την «επιφοίτηση» του Αγίου Πνεύματος;

Και οι δύο συμφωνούν ότι η συκή είχε μόνο φύλλα. Ο Μάρκος, ενώ θα μπορούσε να το παραλείψει, χωρίς να του ζητήσει κανείς το λόγο, διευκρινίζει αφελέστατα, ότι «ου γάρ ην καιρός σύκων». Δηλαδή η συκιά δεν είχε σύκα είτε γιατί ήταν πολύ νωρίς (Μάρτιος-Απρίλιος) είτε πολύ αργά (Σεπτέμβρης – Οκτώβρης). Σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσαμε να ξέρουμε αν η συκιά ήταν στείρα ή όχι, όπως φαντάστηκε ο Τρεμπέλας. Αλλά ακόμη και οι αυτοφυείς αγριοσυκιές κάνουν σύκα, μπορεί λίγα, μπορεί κατώτερης ποιότητας, αλλά κάνουν σύκα. Άρα μπορούμε να συμπεράνουμε ασφαλώς ότι το «ου γάρ ην καιρός σύκων» είναι ακριβές.

Αλλά και αν ακόμη ήταν «καιρός σύκων», αποκλείεται να πήγαν κάποιοι νωρίτερα και να τα είχαν μαζέψει; Ήταν σοβαρός λόγος αυτός για τον Ιησού Χριστό, τον Θεάνθρωπο, τον Θεό της Αγάπης, να καταραστεί ένα αθώο δέντρο; Και εν πάση περιπτώσει όταν πεινάει κάποιος, θα έτρωγε ποτέ σύκα για να χορτάσει και μάλιστα πρωϊνιάτικα; Θα τον έπιανε τέτοιο κόψιμο που δεν θα προλάβαινε ούτε να σκεφτεί ούτε ν’ ανάψει το φως, όπως λέει και το σχετικό ανέκδοτο. Και στο κάτω – κάτω της γραφής το, έστω και χωρίς σύκα, αθώο δεντράκι δεν θα ήταν χρήσιμο για τη σκιά του μέσα στην καρακαντήλα της ερήμου για τον κάθε κουρασμένο και καταϊδρωμένο οδοιπόρο; Πως θα μπορούσε ένας θεός μιας πολυθρύλητης «αγάπης», μιας αγάπης που έγινε το σήμα κατατεθέν της θρησκείας του, να δικαιολογηθεί, καταρώμενος ένα αθώο δέντρο; Δεν περίσσευε και γι’ αυτό λίγη « αγάπη»;

Παρ’ όλα αυτά, και οι δύο ευαγγελιστές ενώ θα μπορούσαν να υποβαθμίσουν το γεγονός, αν διέθεταν ελάχιστη εξυπνάδα (που να τη βρούν;), εκθέτουν ακόμη περισσότερο τον ραβίνο - δάσκαλο τους και δικό μας Ιησού Χριστό. Τον βάζουν να διδάσκει τη δύναμη της πίστης. Τι τραγική ειρωνεία! Ενώ από τη μια λέει ότι όποιος έχει πίστη μπορεί να πει στο όρος «σήκω και πέσε στη θάλασσα» και κείνο να πέσει, από την άλλη ο καλός μας ο Χριστούλης, ο Υιός του Θεού, ο δάσκαλος της Πίστης, δεν έχει πίστην ούτε ως «κόκκον σινάπεως» για να πει στην καημένη τη συκιά: «Γέμισε με ώριμα και γλυκά σύκα για να φάω και εγώ για να χορτάσω αλλά και όποιος περάσει από δω και κάτσει στη σκιά σου», παρά μόνο την καταριέται να ξεραθεί. Μπορεί άραγε να μου λύσει κανείς αυτήν την απορία;

Μάταια προσπαθεί να δικαιολογηθεί ο Π.Ν. Τρεμπέλας λέγοντας ότι η συκιά «δεν είχε ούτε άγουρα σύκα», υπονοώντας ότι την καταράστηκε ο Χριστός γιατί ήταν στείρα, πράγμα το οποίο δεν αναφέρουν τα ευαγγέλια, αλλά ήταν αποτέλεσμα της «πλούσιας» φαντασίας του, η οποία κάλπαζε ακάθεκτη. Γι' αυτό και τα εύσημα από τα Πατριαρχεία. Δεν είναι μικρό πράγμα να φαντάζεσαι δύο χιλιάδες χρόνια μετά, τι νόμιζαν οι μαθηταί του Χριστού. Νόμισαν!!! Οι μαθηταί ότι είχε πεινάσει ο Χριστός ενώ εκείνος ήθελε να τους δώσει μάθημα ποια θα είναι η τύχη κάθε άκαρπου πνευματικά ανθρώπου. Έλεος πια, λυπηθείτε μας!!!

Γιατί ο Λουκάς δεν βάζει το Χριστό να τους πει κατ’ ευθείαν, και χωρίς περιστροφές, μια και η Ελληνική γλώσσα , όπως είπαμε στην αρχή, είναι σαφέστατη, τι ήθελε να τους διδάξει, παρά ταλαιπωρεί 18 αιώνες μετά κάποιον «ερμηνευτή» του, εκθέτοντάς τον ανεπανόρθωτα;

Τελικά ο Τρεμπέλας μου φαίνεται ότι ξαναγράφει τα ευαγγέλια από την αρχή κατά το δοκούν.

Ποιοι να είναι άραγε κατά τον Τρεμπέλα «πνευματικοί» άνθρωποι»; Οι αδαείς, οι ηλίθιοι και οι αφελείς που τον άκουγαν και τον διαβάζουν, θαυμάζοντας την πομπώδη αλλά ακαταλαβίστικη λογοκοπία του;

Θα μπορούσε άραγε ο Τρεμπέλας ή κάποιος σαν εκείνον να μας υποδείξει για παράδειγμα έναν τύπο «άκαρπου πνευματικά» ανθρώπου; Τι να ήταν κατά τον Τρεμπέλα οι «πτωχοί τω πνεύματι» που μακάριζε ο Χριστός στην επί του Όρους ομιλία του; Ας αποφασίσει τέλος πάντων κάποιος ποιοι είναι οι πνευματικοί και ποιοί οι «άκαρποι» πνευματικά άνθρωποι, για να «μορφωθούμε» λιγάκι και μείς οι υπόλοιποι αδαείς.

Και αν τέλος πάντων υπάρχουν και κάποιοι μη πνευματικοί άνθρωποι, με τη όποια σημασία του όρου, γιατί θα πρέπει να έχουν την τύχη της «ξηρανθείσης συκής»; Αποκλείεται δηλαδή να είναι άτομα παραγωγικά και χρήσιμα στην κοινωνία, έστω και με τη «σκιά» τους; Με ποια δικαιολογία, κατά τον Τρεμπέλα, τους καταριέται ο Χριστός να «ξεραθούν» και ο ίδιος ο Τρεμπέλας τους αρνείται μια θέση κάτω από τον Ήλιο, όπως δικαιούνται όλα τα ζωντανά που ζουν επάνω σ’ αυτόν τον έρμο πλανήτη;

ΔΕΣ: Η καταραμένη συκιά και η εκδίκησή της

Πολεμώντας τους εσωτερικούς μας δαίμονες

'Αγχος… Πίεση… Κατάθλιψη… Εμμονές… Ψυχοσωματικά προβλήματα. Η μάστιγα της σημερινής εποχής και μιας κοινωνίας που απαιτεί πολλές, μικρές καθημερινές θυσίες που ρουφούν την ενέργειά μας, θαμπώνουν την αύρα μας και μας αναγκάζουν να γίνουμε ακόλουθοι και ενισχυτές της ασταμάτητης ροής της αρνητικότητας γύρω μας.

Άνθρωποί συνοφρυωμένοι που περπατούν καθημερινά σκυθρωποί, αμίλητοι, με έλλειψη κάθε ίχνους χαμόγελου και μειδιάματος γύρω από τα χείλη τους, έτοιμοι να εκτονώσουν την έντασή και τη νευρικότητά τους στους συνανθρώπους τους, που κατά το σύνηθες, αισθάνονται το ίδιο πιεσμένοι και απογοητευμένοι από τη ζωή, χωρίς λόγο. Ακόμα και αν τα έχουν όλα, νιώθουν ότι δεν έχουν τίποτα. Δε βιώνουν καμία ευχαρίστηση, προσκολλημένοι συνεχώς στο αβέβαιο αύριο. Δεν απολαμβάνουν τη στιγμή, αναζητώντας την ευτυχία σε φαντάσματα του παρελθόντος.

Όχι δεν γεννηθήκαμε έτσι… Κάποτε είχαμε χιούμορ, χαμογελούσαμε συνεχώς, περπατούσαμε ανέμελοι, βιώνοντας με όλες τις αισθήσεις μας την ομορφιά του κάθε δευτερολέπτου της υπάρξεώς μας. Νιώθαμε ανακούφιση μέσα στην αγκαλιά αγαπημένων μας προσώπων και πιστεύαμε ότι θα είμαστε για πάντα ασφαλείς. Όντας μικρά παιδιά, χουχουλιαζόμασταν κάτω από τα σκεπάσματα μας, φοβούμενοι τα αόρατο τέρας που αδημονεί επιθετικά κάτω από το κρεβάτι μας. Ακούγαμε τα παραμύθια με τον κακό λύκο και τις ιστορίες για τα κακά ξωτικά και τα δαιμόνια τέρατα, αγνοώντας την αληθινή τους ύπαρξη μέσα μας.

Γεννήθηκαν σιγά- σιγά, μεγάλωσαν μαζί μας και έφτασαν να μας κυριεύουν και να μας χειραγωγούν, σπαταλώντας την ενέργειά μας, κατατρώγοντας το χαμόγελό μας και φλυαρώντας στο υποσυνείδητό μας. Ώσπου γιγαντώθηκαν και πήραν μορφές.

Τις ξέρουμε, τις αναγνωρίζουμε, προσπαθούμε να τις πολεμήσουμε αλλά είναι δύσκολο, αδύνατο και μερικές φορές φαντάζει ακατόρθωτο. Ο δαίμονας της τελειομανίας, ο αυτουργός και κύριος υπεύθυνος της μελαγχολικής μας φύσεως, μας στέρησε και μας στερεί καθημερινά την απόλαυση της ζωής και την αναγνώριση της αληθινής μας ταυτότητας.

Να είσαι καλός στα πάντα, ο Καλύτερος, να μην κάνεις ποτέ λάθη και να αντιστέκεσαι πάντα στις αδυναμίες σου, να γυρίζεις την πλάτη στον εαυτό σου και να γίνεσαι ο πιο σκληρός κριτής και ο χειρότερος τιμωρός του. Να ξυπνάς κάθε μέρα νιώθοντας το κεφάλι σου βαρύ, το σώμα σου πονεμένο από το βάρος της πίεσης και του άγχους, από τη φλυαρία του άγρυπνου νου σου και από τους εφιάλτες των προβλημάτων σου που σε στοιχειώνουν κάθε βράδυ. Να εξυψώνεσαι από τα μπράβο των άλλων και να περιμένεις την αναγνώριση, την αποδοχή και την επιβράβευση από το περιβάλλον σου για να νιώσεις καλά με τον εαυτό σου και να του δώσεις άλλη μία ευκαιρία να αποδείξει ξανά και ξανά στους άλλους ότι είναι ο καλύτερος.

Να γίνεσαι εμμονικός και ψυχαναγκαστικός με πράγματα που άλλοτε σε ευχαριστούσαν και τώρα σε εξαντλούν και σε οδηγούν σε τάσεις αυτοκαταστροφικές. Να γίνεσαι αντικοινωνικός και να απομονώνεσαι βυθίζοντας τον εαυτό σου όλο και πιο πολύ στο λάκκο της καταθλιπτικής σου μανίας. Να κυριεύεσαι από άγχος και στρες, αναπτύσσοντας στο κεφάλι σου πάντα τα χειρότερα σενάρια, φανταστικές καταστάσεις με άσχημο τέλος, που τα γεννά ο νους μόνο και μόνο για να σε κάνουν να υποκύψεις στους δαίμονες σου.

Είναι και θα είναι πάντα εκεί όσο και αν τους πολεμάς…

Η μόνη σου ελπίδα είναι οι άγγελοί σου, που είναι πάντα παρόντες στη ζωή σου και ας μην τους δίνεις σημασία. Που σου υπενθυμίζουν να σέβεσαι και να αγαπάς τον εαυτό σου. Να του αφιερώνεις χρόνο και να τον γαληνεύεις. Να απομακρύνεις την τοξικότητα και την αρνητική ενέργεια. Να αποδεχτείς τις αδυναμίες σου και να εκτιμήσεις τα λάθη που έκανες και σε δασκάλεψαν. Να σου υποδεικνύουν το σωστό μονοπάτι προς την ευτυχία και να σε προμηθεύουν με τα όπλα της αγάπης και της φροντίδας μπροστά στα εμπόδια που υψώνουν οι εμμονικοί σου δαίμονες.

Άκουσε τους αγγέλους σου, ήταν και θα είναι πάντα κοντά σου. Και κατέληξε να γίνεις εσύ ο μεγαλύτερος φύλακας άγγελος του εαυτού σου. Φτάνει να μην παρατήσεις τη μάχη ποτέ!

«Δεν χρειάζεσαι πολλά χρήματα για να ζήσεις μια πλούσια και ευτυχισμένη ζωή. Οι καλοί φίλοι και μια αγαπημένη οικογένεια αξίζουν το βάρος τους σε χρυσό» λέει ένα ρητό. Και είμαι απόλυτα σύμφωνος.

Ιωσήφ: Ένας ολέθριος σωτήρας

Josef3Ο Ιωσήφ όχι μόνο έπεισε τον Φαραώ για την ονειρομαντική του τέχνη, αλλά κάνοντας θαυμάσια επίδειξη της ευέλικτης γλώσσας του, κυριολεκτικά τον καταγοήτευσε με την άνεση και την προνοητικότητά του, μια και όχι μόνο φαινόταν σίγουρος για τα μελλούμενα, αλλά εισηγήθηκε και μια σειρά εντυπωσιακών μέτρων φορολόγησης και αποθήκευσης των αναγκαίων σιτηρών, για την αντιμετώπιση της θεομηνίας.

Τελειώνοντας μάλιστα τις προφητικές του σωτηριολογίες, ο Ιωσήφ βάζει στο μυαλό του Φαραώ, έτοιμη και την ιδέα του δικού του αναβαθμισμένου ρόλου στα συνταρακτικά αυτά μελλούμενα, λέγοντας στον Φαραώ: «και τώρα (μεγάλε βασιλιά) Φαραώ φρόντισε να βρεις έναν άνθρωπο μυαλωμένο και συνετό και να τον διορίσεις σ’ όλη την Αίγυπτο, να κατακρατά με επόπτες το ένα πέμπτο της σοδιάς απ’ όλη την χώρα». Γέν.41.33-34.

Όλ’ αυτά ενθουσιάζουν το Φαραώ, που αναγορεύει χωρίς καθυστέρηση τον Ιωσήφ, σε άνθρωπο σοφό και θεόσταλτο, λέγοντάς του: «αφού ο θεός σε έκανε να τα γνωρίζεις όλα αυτά, δεν υπάρχει συνετότερος και φρονιμότερος από σένα. Εσύ θα προΐστασαι στο ανάκτορο μου και ο λαός μου θα υπακούει στις διαταγές σου. Μόνο ως προς τον θρόνο θα είμαι ανώτερος σου. Σε σένα παραδίδω την (φοροεισπρακτική) εξουσία πάνω σε όλη την Αίγυπτο. Και έβγαλε το δαχτυλίδι του και το πέρασε στο χέρι του Ιωσήφ». Γέν.41.38-42.

Ο θρίαμβος του Ιωσήφ ήταν απροσδόκητα μεγάλος. Η δεκατριάχρονη υπομονή του Ιωσήφ και οι μεθοδεύσεις του, απέδωσαν τώρα τους πλούσιους καρπούς. Ο πανέξυπνος τρόπος του Ιωσήφ και οι διορατικές φορολογικές προτάσεις, έπεισαν το βασιλιά ότι έχει μπροστά του έναν τριαντάχρονο χαρισματικό άνδρα, που η ολοφάνερή ευφυΐα του, συνοδεύεται απ’ την περιζήτητη για την εποχή εκείνη ικανότητα της θεϊκής μαντικής τέχνης.

Τα προνόμια έπεσαν βροχή. Ο Ιωσήφ καλοπαντρεύεται μια κόρη Αιγύπτιου ιερέα και αποκτά σημαντικές προσβάσεις στους ναούς και τα πανάρχαια ιερά της χώρας: «και έδωσαν σ’ αυτόν δια γυναίκα την Ασεννέθ θυγατέρα ιερέως της Ηλιουπόλεως» Γέν.41.45.

Σημειώνουμε εδώ την απίστευτη έλλειψη περιφρούρησης πολιτικών και θρησκευτικών προνομίων της αιγυπτιακής κοινωνίας, που έμελλε βέβαια, να κοστίσει ακριβά στην αιγυπτιακή ιστορία. Ανεμπόδιστοι από οποιουσδήποτε νόμους, εθιμικούς περιορισμούς ή ιερατικούς κανόνες, αλλοεθνείς και αλλόθρησκοι, μπορούσαν να αποκτήσουν, όχι μόνο υψηλά κυβερνητικά προνόμια, αλλά με την συγκατάθεση της άδολης αιγυπτιακής θρησκείας, να εισέλθουν δικαιωματικά μέσα στους ιερατικούς κύκλους, νυμφευόμενοι κόρες ιερέων.

Ο αξιωματούχος πλέον Ιωσήφ, αναλαμβάνει τα διευρυμένα καθήκοντα του αρχισιτοποιού φοροεισπράκτορα και επί επτά ολόκληρα χρόνια, το ένα πέμπτο της συνολικής σοδειάς των Αιγυπτίων, καταλήγει στις δημόσιες αποθήκες: «και συνήγαγε πάσας τας τροφάς των επτά (εύφορων) ετών των γενομένων εν τη γη της Αιγύπτου... και συνήγαγεν ο Ιωσήφ σίτον, ως την άμμον της θαλάσσης πολύν σφόδρα...» Γέν. 41.49.

Ο Σωτήρας Ιωσήφ, προετοιμάζεται με απόλυτη πίστη, ότι ο θεός του θα φέρει πράγματι την προφητική δικαίωση της σιτοδείας: «και (πράγματι) άρχισαν να έρχονται τα επτά έτη της πείνας καθώς είπε ο Ιωσήφ... και όταν πείνασε πάσα η γη της Αιγύπτου, εβόησεν ο λαός προς τον Φαραώ δια άρτον και είπεν ο Φαραώ προς πάντας τους Αιγυπτίους, υπάγετε προς τον Ιωσήφ και ότι σας είπη κάμετε... Άνοιξε δε ο Ιωσήφ πάσας τας αποθήκας και επώλει σίτον εις τους Αιγυπτίους και η πείνα επεβάρυνεν επί την γην της Αιγύπτου. Και πάντες οι τόποι ήρχοντο προς τον Ιωσήφ δια να αγοράζωσι σίτον» Γέν.41.55-57.

«Και άρτος δεν ητο καθ’ όλην την γην, διότι η πείνα ητο βαρεία σφόδρα ώστε απέκαμον υπό της πείνης και συνήγαγεν ο Ιωσήφ άπαν το αργύριο (ασήμι) το ευρισκόμενον εν τη γη της Αιγύπτου και εν τη γη Χαναάν... και αφού εξέλιπεν το αργύριον... ήλθον πάντες οι Αιγύπτιοι προς τον Ιωσήφ λέγοντες, Δός άρτον εις ημάς διατί να αποθάνωμεν έμπροσθέν σου; Εξέλιπεν το αργύριο. Είπεν δε ο Ιωσήφ φέρετε τα κτήνη σας και θέλω σας δώσει άρτον αντί των κτηνών σας εάν εξέλιπεν το αργύριο. Και έφεραν τα κτήνη αυτών προς τον Ιωσήφ και έδωκεν εις αυτούς ο Ιωσήφ άρτον αντί των ίππων και αντί των προβάτων και αντί των όνων και αντί των βοών. Και έθρεψαν αυτούς με άρτον αντί πάντων των κτηνών αυτών». Γέν.47.13-17.

Το προνόμιο της φύλαξης και της εκμετάλλευσης αυτών των ατελείωτων κοπαδιών, εξασφάλισε ο Ιωσήφ για τ’ αδέλφια του, με τη σύμφωνη γνώμη του Φαραώ. Διότι για τους δικούς του, που εγκαίρως ανέβηκαν στην τροφοδότρια Αίγυπτο, ο Φαραώ ο ίδιος πρόσταξε: «εις το καλύτερον της γης κατοίκησον τον πατέρα σου και τους αδελφούς σου, ας κατοικήσωσιν εν τη γη Γεσέν... και κατάστησον αυτούς επιστάτας επί των ποιμνίων μου... και κατώκησεν ο Ιωσήφ τον πατέραν αυτού και τους αδελφούς αυτού και έδωκεν εις αυτούς ιδιοκτησίαν εν τη γη της Αιγύπτου, εις το καλύτερον της γης, εν τη γη Ραμεσσή... και έτρεφεν ο Ιωσήφ τον πατέρα αυτού και τους αδελφούς αυτού και πάντα τον οίκον του πατρός αυτού... κατά τάς οικογενείας αυτών... Κατώκησε δε ο Ιακώβ εν τη γη της Αιγύπτου εν τη γη Γεσέν και απέκτησαν εν αυτή κτήματα (επί πλέον των χαρισθέντων) και ηυξήνθησαν και επληθύνθησαν σφόδρα». Γέν.47.6-12, 27.

Ισόβιο δωρεάν κρατική διατροφή, δωρεάν κτήματα εις το καλύτερο της γης, μαζί με επαγγελματικά προνόμια επιστασίας στα ατέλειωτα κρατικά κοπάδια, είναι λίγα απ’ τα προνόμια που προέκυψαν για τους συγγενείς του "σωτήρα" της Αιγύπτου.

Τι απέγιναν όμως οι "σωσμένοι"; Ή όπως αλλιώς θα τους ονόμαζαν γελώντας οι ίδιοι οι Χαλδαίοι σωτήρες τους... οι "ευλογημένοι" Αιγύπτιοι; Στα παρακάτω εδάφια μπορούμε να παρακολουθήσουμε πως εννοεί το σπέρμα του Χαλδαίου Αβραάμ τις ευλογίες του θεού του, πάνω στις φυλές της γης και εν προκειμένω στους Αιγύπτιους: «το δεύτερον έτος (της πείνας) είπαν προς αυτόν... (τον Ιωσήφ) εξέλιπεν το αργύριον μας και τα υπάρχοντα και τα κτήνη μας έγιναν του κυρίου ημών, δεν έμεινε άλλο έμπροσθεν του κυρίου ημών ει μη τα σώματα ημών και η γη ημών, διατί να απολεσθώμεν, αγόρασον ημάς και την γην ημών και δός εις ημάς σπόρον δια να ζήσωμεν και να μη αποθάνωμεν... και ηγόρασεν ο Ιωσήφ πάσαν την γην της Αιγύπτου... διότι οι Αιγύπτιοι επώλησαν έκαστος τον αγρόν αυτού, επειδή η πείνα υπερεβάρυνεν αυτούς (αυτό είναι το δεύτερο έτος) τον δε λαόν μετετόπισε αυτόν εις πόλεις (γκέτο!) απ’ άκρου των ορίων της Αιγύπτου έως άκρου αυτής». Γέν.47.18-21.

Αυτή είναι η χαλδαιική "σωτηρία"!

Δύο χρόνια μόνο χρειάστηκε για να απλώσει το ευλογημένο του "χέρι" απ’ άκρου έως άκρου της χώρας, ο σωτήρας Ιωσήφ! Η Αίγυπτος ολόκληρη ήταν στα πόδια του. Δεν διστάζει μάλιστα να αποκαλεί τον εαυτό του άρχοντα και κύριον πάσης Αιγύπτου: «ο Κύριος με έκανε ως πατέρα Φαραώ και κύριο παντός του οίκου αυτού (του Φαραώ!) και άρχοντα πάσης γης Αιγύπτου» Ο΄Γέν.45.8

Δεν σας φαίνεται αλήθεια εκνευριστικά περίεργο, που όλες ανεξαιρέτως οι θεϊκές επεμβάσεις, μέχρι τώρα στη ζωή των πατριαρχών, αποδεικνύονται εξαιρετικά επικερδείς για τους ίδιους, αλλά είναι σαφώς, επώδυνες, έως απάνθρωπες εξοντωτικές, ή και θανατηφόρες για τους πέριξ αυτών λαούς;

Οι Αιγύπτιοι πλήρωσαν πανάκριβα τα "όνειρα" που ο καλός θεός των Εβραίων, έστειλε... για τη σωτηρία τους, στο βασιλιά τους! Περιέργως όμως, αυτά ακριβώς το μήνυμα σωτηρίας του εβραϊκού θεού, τους κατάντησε φτωχούς, πένητες και μετανάστες στην ίδια τους τη χώρα! Οι εικόνες απ’ τα "γκέτο", (πόλεις σωτηρίας), όπου οι κυριολεκτικά θεο-νήστικοι απένταροι, ακτήμονες, δούλοι στην ίδια τους τη χώρα Αιγύπτιοι συγκεντρώνονται, αποδεικνύουν τι είδους "σωτήρας θεός" είναι ο αληθινός εφευρέτης της ομαδικής εξοντωτικής δυστυχίας. Οι περήφανοι αρχοντογεννημένοι Αιγύπτιοι, με την πανάρχαια ένδοξη ιστορία, έγιναν άθλιοι ψωμοζήτουλες μέσα σε ελάχιστο χρόνο διακυβέρνησης της χώρας, απ’ τον παράξενο γλυκομίλητο αυτόν Εβραίο σωτήρα. Παραδόξως, αν και επαληθεύθηκε απολύτως σας προφήτης, τα εντελώς θεόσταλτα μηνύματά του, απεδείχθησαν ωφέλιμα, μόνο γι’ αυτόν και τους δικούς του. Γιατί αλήθεια;

Κι όμως, με κάποιους δεν υπήρξε ο Ιωσήφ τόσο σκληρός: «Μόνο τη γη των ιερέων δεν αγόρασε». Γέν.47.22. Ο ίδιος μάλιστα, είναι παντρεμένος με κόρη ιερέως της Ηλιούπολης

Κι όχι μόνο τη γη τους δεν αγόρασε, αλλά μέσα σ’ όλη αυτή την κακουχία, έτρεφε τους ιερείς με «επίδομα προσδιορισμένο» (Γέν.47.22), κι αυτό όχι μόνο απλά επειδή έχει παντρευτεί κόρη σημαντικού ιερέα, αλλά επειδή ο Ιωσήφ γνωρίζει απταίστως τον Χαλδαιο-Αβρααμικό κανόνα: Αν θέλεις να αφανίσεις κάποιον, πρέπει οπωσδήποτε πρώτα να τον "ταΐσεις", ή όπως ή χαλδαιική Βίβλος το διατυπώνει, να τον... "ευλογήσεις"! Απλά, η ώρα των ιερέων, των αληθινών εξουσιαστών της Αιγύπτου, δεν είχε έρθει ακόμα.

Το μεγαλείο όμως του δόλου, δεν είναι ότι ο Ιωσήφ απέσπασε τον πλούτο των Αιγυπτίων χωρίς κανένα κόπο, δηλαδή νόμιμα και χρησι-μοποιώντας την ίδια την κρατική μηχανή της Αιγύπτου! Το εντυπωσιακότερο της κοινωνικής αυτής μηχανής (που πρέπει να μας προβληματίσει όλους έντονα) είναι, ότι τα ίδια του τα θύματα, θεωρούν σωτήρα τους, ακριβώς αυτόν, που με τόση επιμονή και μεθοδικότητα τους σωτηριο-αφανίζει!

Οι Αιγύπτιοι λοιπόν, όχι μόνο δεν κατάλαβαν τι τους χτύπησε, αλλά ευχαριστούσαν κιόλας εκ βάθους ψυχής, τον άνθρωπο που τους ξεκλήριζε... παρακαλώντας τον ταυτόχρονα να γίνουν οικόσιτοι δούλοι του: «οι δε (Αιγύπτιοι) είπαν, Σύ έσωσες την ζωή ημών, ας εύρωμεν χάριν έμπροσθεν του κυρίου ημών (Ιωσήφ) και θέλομεν είσθαι δούλοι». Γέν.47.25. Ναι, αυτό το αξιοθαύμαστο αποτέλεσμα έχει ο πετυχημένος δόλος... όχι μόνο σε αφανίζει, αλλά νιώθεις ότι του χρω-στάς και τις τελευταίες στιγμές και δυνάμεις της μίζερης πια ζωής σου!

Αυτά τα "ολίγα" ουρανοκατέβατα δώρα, προέκυψαν για τρία και μόνο "όνειρα", που πετυχημένα κατάφερε να παράγει και να ερμηνεύσει, ο ονειροποιός και ονειρομάντης Ιωσήφ!

* * *
Τελικά είναι βιβλικός κανόνας. Είναι αδύνατον κάποιος πατριάρχης, να χειριστεί ένα ζήτημα και να μη καταλήξει να το ακριβοπληρώσουν οι τριγύρω ευκατάστατοι άρχοντες, βασιλείς, πόλεις και τώρα λαοί ολόκληροι απ’ την Αίγυπτο έως την Χαναάν, που είχαν σαν μόνιμη πηγή εφοδιασμού σιτηρών, τη γόνιμη κοιλάδα της τροφοδότρας Αιγύπτου.

Βέβαια, κάποιος μπορεί να υποστηρίξει, πως παρόλα αυτά, τελικά, με την αποταμίευση του αυτή, ο Ιωσήφ έσωσε πράγματι λαούς από την πείνα. Γιατί λοιπόν κακολογούμε αυτόν, που με την προνοητικότητά του, έσωσε τόσες ανθρώπινες ζωές, έστω και με το αζημίωτο;

Μακάρι όμως τα πράγματα να ήταν έστω κι έτσι.

Δυστυχώς, η προϊστορία των πατριαρχών βαραίνει στους συλλογισμούς μας και είμαστε αναγκασμένοι να επανεξετάσουμε τα λίγα, απλά, αλλά και αποκαλυπτικά απομεινάρια των βιβλικών δεδομένων.

Ας αρχίσουμε με μια πολύ απλή ερώτηση: Τι μπορεί αλήθεια να έφερε πείνα στην υπερπαραγωγική Αίγυπτο;

Ας θυμηθούμε για λίγο, ότι μιλάμε για την εύφορη κοιλάδα της Αιγύπτου και το ξακουστό Δέλτα του Νείλου, που είναι απ’ τις κατ’ εξοχήν εύφορες γωνιές της υφηλίου. Για τον ποταμό που οι αρχαίοι γεωγράφοι έγραφαν: «Νείλος ο γονιμότερος πάντων των ποταμών». Η πεδιάδα αυτή δέχεται τα νερά του μακρύτερου ποταμού στον κόσμο. Με ένα κολοσσιαίο δίκτυο πηγών και χειμάρρων, με μήκος μεγαλύτερο των 6.000 χιλιομέτρων, είναι, αν εξαιρεθεί ίσως ο Αμαζόνιος, ο μεγαλύτερος ποταμός στον κόσμο.

Οι πλημμύρες του Νείλου, έρχονται με θαυμαστή ετήσια κανονικότητα, κατακλύζοντας και ανανεώνοντας τα επίπεδα εδάφη της κοιλάδας, με νέα εύφορη φερτή ύλη κάθε χρόνο! Είναι άλλωστε γνωστό, ότι η ανάγκη πρόγνωσης αυτών των ευλογημένων πλημμυρών, οδήγησε τους Αιγύπτιους σε προσεκτικές αστρονομικές παρατηρήσεις, που τους χάρισαν λεπτομερή κατανόηση της ετήσιας περιοδικότητας, για να μπορούν να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις ζωογόνες ετήσιες πλημμύρες του θεϊκού Νείλου! Λέγεται μάλιστα, ότι αυτή είναι και η αφορμή, για τις πρώιμες γνώσεις γεωμετρίας των Αιγυπτίων, ώστε μετά τις ετήσιες πλημμύρες, να μπορούν να ανακατανέμουν τα πλημμυρισμένα από γόνιμη λάσπη χωράφια, που έσβηναν τα αρχικά σημάδια της ιδιοκτησίας!

Με ένα ατελείωτο άλλωστε δίκτυο παράλληλων προς τον ποταμό καναλιών, οι Αιγύπτιοι ήταν ικανοί, πολύ προ του Ιωσήφ, να ελέγχουν την αστείρευτη δύναμη του ποταμού, μοιράζοντας όλο τον χρόνο τα νερά του σ’ όλη τη γόνιμη κοιλάδα. Θυμηθείτε ότι η ίδια η Βίβλος λέει για την αιγυπτιακή γη: «εποτίζετο (η πεντάπολη των Σοδόμων) ως παράδεισος, ως η γη της Αιγύπτου». Γέν.13.10. Ο Στράβων χαρακτηρίζει την Αίγυπτο: «εξ αρχής την πλέον αυτάρκη χώρα» Geogr.17.1.53

Γίνεται λοιπόν σαφές, ότι εδώ μιλάμε ακριβώς για την αδιαμφισβήτητη δύναμη της Αιγύπτου. Την αστείρευτη αγροτική της δύναμη, το φυσικό σιτοβολώνα ολόκληρου του τότε μεσογειακού κόσμου, που στη βάση της λειτουργίας του, είχε έναν αστείρευτο θεο-ποταμό ατελείωτων χιλιετιών, που με τις γονιμοποιές πλημμύρες του, να φέρνουν κάθε χρόνο φρέσκο δυνατό χώμα και τα αναρίθμητα κανάλια του, να κάνουν αρδευτική-ποτιστική την κοιλάδα, καθιστώντας ανεξάρτητη την παραγωγή, από οποιεσδήποτε άλλες φυσικές συνθήκες και ανάγκες βροχοπτώσεων.

Υποχρεωτικά λοιπόν, πρέπει να δούμε την Αίγυπτο σα μια χώρα που είναι φυσικώς αδύνατον να πεινάσει λόγο αφορίας-σιτοδείας και μάλιστα για μια αδιάσπαστη σειρά επτά ετών. Αυτό άλλωστε μας βεβαίωνε και η βιβλική αφήγηση μέχρι τώρα, μια και οι προ του Ιωσήφ πατριάρχες, αλλά και οι γύρω λαοί, σε κάθε περίπτωση πείνας έτρεχαν στην Αίγυπτο για σιτηρά και η τροφοδότρα Αίγυπτος, αντάλλαζε σε σταθερή βάση τα σιτηρά της, με τα κτηνοτροφικά προϊόντα, τα αρώματα, τα μπαχαρικά και τα χειροτεχνήματα των γειτονικών της λαών.

Η Αίγυπτος συνεπώς, δεν ήταν χώρα με συμπληρωματική αγροτική οικονομία, αλλά κατά κύριο λόγο ένας αρχαίος καλοβολεμένος αγροτικός πολιτισμός. Ένας πολυχιλιόχρονος αγροτικός πολιτισμός, που στην απαρασάλευτη βάση του, είχε τα εκπληκτικά φυσικά εφόδια του αστείρευτου ποταμού Νείλου!

Όλοι οι λαοί τριγύρω μπορούσαν να πεινάσουν λόγω σιτοδείας, όχι όμως η Αίγυπτος! Και σίγουρα όχι, για μια ολόκληρη σειρά ετών.

Πως λοιπόν το βιβλικό κείμενο (αν δεν ψεύδεται) μιλά για επτά χρόνια συνεχούς αφορίας και πείνας, με αποτέλεσμα να θησαυρίσει ο Ιωσήφ, ο διαχειριστής της κρίσης, για λογαριασμό δήθεν του Βασιλέως;

Γιατί, ενώ όλα τα προηγούμενα χρόνια, λαοί χτυπημένοι από πείνα, έτρεχαν για ψωμί στην τροφοδότρα Αίγυπτο, όμως τώρα, που διοικητής τροφίμων και σιτηρών έγινε ο Χαλδαιο-Εβραίος Ιωσήφ, η Αίγυπτος περνά με τη σειρά της μια ανεξήγητη περίοδο μαύρης πείνας, τουλάχιστον τριών συνεχόμενων όπως είδαμε ετών;

Γιατί ο καλός θεός του Αβραάμ, αφού έδωσε πρώτα μήνυμα σωτηρίας απ’ την επερχόμενη πείνα, στον ίδιο μάλιστα τον αρχηγό της ξένης αυτής χώρας, το Φαραώ, χτυπά τώρα μέσω του εκλεκτού της προφήτη τόσο αλύπητα τους βαριόμοιρους Αιγύπτιους, κάνοντάς τους δούλους και πεινασμένους ακτήμονες, μέσα στην ίδια τους τη χώρα;



Εικόνα: Ανάγλυφο αποσκελετωμένων αιγύπτιων (από αιγυπτιακό ναό) που ενδεχομένως απεικονίζει την ταραγμένη αυτή περίοδο.

Αν το όνειρο του Φαραώ, ήταν πράγματι θεϊκό και σωτήριο, γιατί η αφήγηση δεν δείχνει τον Ιωσήφ να χαρίζει φιλεύσπλαχνα, έστω κι έναν κόκκο σταριού, στους άμοιρους Αιγύπτιους, παρά τον βλέπουμε συστηματικά, μεθοδικά κι ανελέητα, να γδύνει τους Αιγύπτιους από κάθε περιουσιακό τους στοιχείο και να μαζεύει τους άλλοτε περήφανους Αιγύπτιους αγρότες σε πόλεις σίτισης; Σε εξοντωτικά "γκέτο φτωχών", όπου οι πανάθλιες συνθήκες διαβίωσης και οι ασθένειες, ήταν οι μόνες "ευλογίες" και τα "αγαθά" που τους απέμειναν; Γιατί και κατά την δική σας γνώμη, τι άλλο μπορεί να σημαίνουν τα λόγια: «και αγόρασε ο Ιωσήφ πάσα τη γη της Αιγύπτου... επειδή η πείνα υπερεβάρυνεν αυτούς (τους Αιγύπτιους)... τον δε λαό μετατόπισε σε πόλεις, (γκέτο!) απ’ άκρον των ορίων της Αιγύπτου έως άκρου αυτής»; (Γέν.47.21) εκτός απ’ το ότι, στο τρίτο έτος, αυτή η "χρυσοφόρος πείνα", εξάντλησε τους Αιγύπτιους ως τα όρια της αργής βασανιστικής λιμοκτονίας και της αποστέωσης, ώστε οι πόλεις σωτηρίας, (πραγματικά "γκέτο λιμοκτονίας") της κρατικής σίτισης, (συσσίτια σωτηρίας), να είναι η μόνη λύση για την δήθεν θεόσταλτη αυτή "σωτηρία της ντροπής";

Ο Ίδιος ο Ιουδαίος Ιώσηπος παραδέχεται για την περίοδο αυτή της πείνας: «δεν υποδούλωσε μόνο τα σώματα αλλά και τον νου και στο εξής τους εξανάγκασε σε εξευτελιστικούς τρόπους ανεύρεσης τροφής»! Κατά πάσα πιθανότητα, η αθλιότητα αυτής της περιόδου είναι που έχει αποτυπωθεί στις αρχαίες ανάγλυφες αιγυπτιακές παραστάσεις και τις τοιχογραφίες, σκελετωμένων από την πείνα Αιγύπτιων αγροτών -που βλέπουμε μέχρι σήμερα- υπενθυμίζοντάς μας, ότι το μαρτύριο της αθλιότητας και της πείνας, όχι μόνο ξάφνιασε τους καλοθρεμμένους Αιγύπτιους, αλλά υπήρξε βαρύ και εξοντωτικά μακροχρόνιο!

Βέβαια, μετά από όσα είδαμε μέχρι τώρα, στις χρυσές σελίδες των δόλιων βιβλικών κατορθωμάτων, αυτές οι εξελίξεις στην Αίγυπτο, δεν μας εξέπληξαν καθόλου. Όλες οι ιστορίες των πατριαρχών, όπως είδα-με, ξεκινούν απλά, απαλά, μελιστάλακτα, σαν άδολη προσφορά θεϊκής ευλογίας, αλλά καταλήγουν να περισφίγγουν απειλητικά σα βρόγχος γύρω απ’ τα ανυποψίαστα θύματα, που τελικά χρυσοπληρώνουν το φιλικό χέρι του θεραπευτή τους, χωρίς να υποπτεύονται καθόλου, ότι το ίδιο ακριβώς χέρι, είναι αυτό που σκόρπισε απλόχερα πάνω τους τις δυσβάσταχτες πληγές τους.

Με τον τρόπο αυτό, φαίνεται πως η Βίβλος απέκτησε τη μεγαλύτερη συλλογή πληγών και καταστροφών, ώστε οι «βιβλικές καταστροφές» να είναι δυστυχώς μέχρι σήμερα παροιμιώδεις!

Είμαι λοιπόν εγώ ο πονηρός αμφισβητίας, που αναγκάζομαι να κοιτάζω προσεκτικά όλα τα απομεινάρια της αφήγησης των πατριαρχικών κατορθωμάτων... ή μήπως αληθεύει πράγματι, ότι όπως και να εξετάσεις τις βιβλικές ιστορίες, θα καταλάβεις ότι δεν είναι τελικά και τόσο αθώες;

Δεν είχαμε λοιπόν, εμείς οι μεσογειακοί άνθρωποι, διδακτικές ιστορίες, θρύλους λάθη και ηρωισμούς, που η λεβεντιά και η μεγαλοψυχία τους, μαζί με το ανεπανάληπτο λογοτεχνικό τους μεγαλείο, θα υπερκάλυπταν τις ανάγκες των λαών μας για υψηλά κοινωνικά πρότυπα;

Δεν υπήρχαν, ειδικά ανάμεσα στους θρύλους του Αιγαίου, ανεπανάληπτα, δυσεύρετα παραδείγματα ενάρετου βίου και θυσιαστικής αφοσίωσης στο κοινωνικό αγαθό; Γιατί έπρεπε να δανειστούμε και να διδάσκουμε στα παιδιά μας, ως μεγαλειώδεις πράξεις, όλες αυτές τις δύσοσμες ανατολίτικες πονηριές; Γυρίζοντας μάλιστα την πλάτη μας, στους προγόνους μας, πετώντας στη λήθη δια μιας, ολόκληρη την πανάρχαια, αυθεντική προγονική μας ιστορία;

Γιατί άραγε στη θέση των δικών μας, προγονικών διδαγμάτων, οποία κι αν ήταν αυτά, έχουμε ακόμα σήμερα τα υπερφίαλα αυτά ανατολίτικα ψεύδη, με τις θεοποιημένες ραδιουργίες της εβραιο-χαλδαιϊκής προγονολατρείας; Αν θέλαμε οπωσδήποτε να προγονολατρούμε, δεν είχαμε εμείς αρκετούς δικούς μας ψεύτες, πανούργους, ή αξιοπρεπείς και αξιοθαύμαστους προγόνους για να το κάνουμε; Γιατί αλήθεια έπρεπε να δανειστούμε γι’ αυτό, τους μάγους Χαλδαίους καταδολιευτές; Αλήθεια, τους δανειστήκαμε τελικά ή μας τους επέβαλαν;

Ποιοί είναι τελικά αυτοί, που με τόσους πετυχημένους τρόπους διατήρησαν επί χιλιετίες στην επιφάνεια, την αφελή αποδεκτή εικόνα των πραγμάτων, και κατάφεραν τα διεστραμμένα αυτά ψεύδη, να τα διδάσκονται στα σχολεία τους, ατέλειωτα εκατομμύρια παιδικές ψυχούλες;

Τελικά, μήπως όλο αυτό που πέτυχαν, ήταν εξαιρετικά εύκολο, επειδή εμείς είμαστε εγκληματικά απονήρευτοι και αφελείς μέχρι αγανακτήσεως, και συνεπώς άξιοι μιας τέτοιας ταπεινωτικής μαύρης μοίρας; Μήπως αποδειχθήκαμε αφελέστεροι των Αιγυπτίων; Μήπως οι "σοφοί" φύλακες της ανεξαρτησίας των λαών, απεδείχθησαν ανίκανοι να ασκήσουν ακόμα και τον τυπικότερο θεολογικό έλεγχο;

Τι συμβαίνει αλήθεια με την Βίβλο;

Τι συμβαίνει μ’ αυτό το πολύ "ιερό" βιβλίο των Εβραίων;

Αν βέβαια παρέμενε ιερό βιβλίο, μόνο για τους Εβραίους, δεν θα χρειαζόταν ίσως να ψελλίσουμε την παραμικρότερη αντίρρηση! Ούτε οποιοσδήποτε έλεγχος του, θα ήταν σημαντικός, επίκαιρος ή αναγκαίος. Απ’ την στιγμή όμως που το συγκεκριμένο βιβλίο, έγινε ο θρησκευτικός ρυθμιστής λαών και αντίπαλος πολιτισμών, έξω από την χώρα και τον λαό της παραγωγής του, οι αποδέκτες λαοί δεν οφείλουν να το έχουν υπό συνεχή αυστηρό έλεγχο;

Είναι δυνατόν αιώνες τώρα, λαοί αμέτρητοι, από το ένα άκρο της γης μέχρι το άλλο, να αποδέχονται τους βιβλικούς ήρωες και τα "θαύματά" τους, χωρίς τον παραμικρό ποιοτικό έλεγχο;!

Ξαναδιαβάστε τώρα τη Βίβλο προσεχτικά, έχοντας όμως κατά νου αυτή τη φορά ένα απλό ερώτημα:

Τι στο καλό κάνουν τελικά οι πατριάρχες; και θα εκπλαγείτε βλέποντας, ότι σας είναι αδύνατον να δια-τηρήσετε εκείνη την αφελή, γλυκιά, παραμυθική θρησκευτικότητα που σας διδάξαν στο σχολείο! Μπροστά στα έκπληκτα μάτια σας, θα περνά ως πιθανή πλέον μια εντελώς διαφορετική εικόνα, η καθαρή εικόνα της γέννησης ενός χαλδαιικού "ιερατείου", που με τα φοβερά του μυστικά όπλα, και τους αδίσταχτους ήρωές του, ανάγκασαν τριγύρω τους ανυποψίαστους λαούς, να πληρώσουν πανάκριβα, όλη την παχυλή αφέλειά τους. Δέστε την αφήγηση των πατριαρχών, απ’ την σκοπιά αυτού του βιβλίου και πείτε μου, δεν υποφέρουν τριγύρω άνθρωποι, πόλεις και λαοί, όπου πατήσουν το πόδι τους, οι τρισευλογημένοι αυτοί βιβλικοί ήρωες;

Στις επαναλαμβανόμενες ιστορίες τους, δεν ξεκινούν πάντα όλα καλά και άγια, με "θεούς" και "σωτηρίες" για να καταλήξουν στερεότυπα, σε όλεθρο κι αφανισμό αθώων;

Είναι οι ιστορίες αυτές, άξιες για να καταδεχθεί την ανάμιξη του σ’ αυτές, ένας οποιοσδήποτε πραγματικά αξιοπρεπής θεός; Είναι δυνατόν ο θεός της βίβλου να είναι Ο ΘΕΟΣ του σύμπαντος κόσμου που αυτοπροσδιορίζεται χρησιμοποιώντας τα ονόματα τριών Χαλδαίων μάγων: «είμαι ο θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ»; Έξ.3.6.

Ή μήπως ο πραγματικός θεός (όποιος κι αν είναι αυτός) παρακολουθεί με τη μεγαλειώδη ουδετερότητά του, πόσο ανόητα μακρύς μπορεί να είναι ο δρόμος μας, ως την χαραυγή της μάχιμης κοινωνικής νοημοσύνης; Της θεολογίας εκείνης, που "άγιους" θα θεωρεί τους παραγωγούς ερωτήσεων και όχι τους γλυκόλαλους αφηγητές θρησκευτικών ονείρων!

Προσέξτε τον πολυσήμαντο παραλληλισμό με τα σημερινά γεγονότα. Προπορεύεται η απατηλή αφθονία και ακόλουθη ο εξίσου επίπλαστος λιμός! Και τα δυο προέρχονται από τους τραπεζιτικούς κύκλους που κατά κοινή πλέον παραδοχή, κατέχουν κυρίως οι απόγονοι του Ιωσήφ!

Μένει λοιπόν η τελείται πράξη της προδιαγεγραμμένης αφανιστικής πορείας μας… να φτάσουμε δηλαδή και στο επίπεδο του ευγνώμονα δούλου!

Στην αρχαία αυτή "ιστορία" του Ιωσήφ, την κατάσταση φαίνεται να ανέτρεψαν οι ιερείς της Αιγύπτου με την επανάσταση του Τουταγχαμών ανατρέποντας τον "μονοθεϊσμό" του Ακενατών!

Βλέπε: Ακενατών και ο δόλος του μονοθεϊσμού

Το ερώτημα λοιπόν είναι, ποιοι μπορεί να είναι αυτοί οι "ιερείς" των Eλλήνων που θα ανατρέψουν την προδιαγεγραμμένη εξόντωσή μας. Φυσικά αυτοί δεν θα μπορούσε να είναι οι ιερείς της χριστιανοσύνης, που ως γνωστόν είναι παρακλάδι του ιουδαϊσμού που όχι μόνο μας υποδούλωσε στους Ρωμαίους για 1000 χρόνια, αλλά μας πούλησε ευχαρίστως για αλλά 500 χρόνια στους Οθωμανούς. Υποθέτω λοιπόν πως αν κάποτε επαναστατήσει ο Έλληνας, αυτό θα περνούσε να γίνει μόνο στο όνομα και το μεγαλείο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, και όχι στο όνομα των ιουδαίο-χριστιανικών ιδανικών που κατάντησαν τον δημιουργικό και αμφισβητία Έλληνα, ζήτουλα της ουράνιας βασιλείας της ιουδαϊκής παραμυθολογίας!

ΔΕΣ: Συζητήσεις για την θρησκεία και η άρνηση της αλήθειας

Κανείς μπορεί να παρατηρήσει τον εαυτό του μόνο μέσα στις σχέσεις

Γιατί δεν αλλάζουμε; Ίσως ν’ αλλάζουμε λιγάκι, εδώ κι εκεί, κομμάτι κομμάτι, γιατί όμως δεν αλλάζουμε ριζικά όλο τον τρόπο συμπεριφοράς μας, τον τρόπο ζωής μας, την καθημερινή μας φύση; Τεχνολογικά, ο κόσμος γύρω μας προχωράει μ’ εκπληκτική ταχύτητα, ενώ εσωτερικά παραμένουμε λίγο πολύ ίδιοι όπως είμαστε για αιώνες κι αιώνες. Έτσι όπως είμαστε πιασμένοι σ’ αυτή την παγίδα -και είναι μια φοβερή παγίδα- αναρωτιέται κανείς γιατί δεν τη σπάζουμε, γιατί παραμένουμε νωθροί κι ανόητοι, άδειοι, στενόμυαλοι, επιπόλαιοι και λίγο-πολύ βλάκες. Μήπως επειδή δεν ξέρουμε τον εαυτό μας; Αφήνοντας καταμέρος τις ιδέες των διάφορων ειδικών, με τις ιδιαίτερες απόψεις και τα δόγματά τους, βλέπουμε ότι ποτέ δεν έχουμε ερευνήσει πραγματικά τον εαυτό μας, ποτέ δεν εμβαθύναμε στον εαυτό μας για ν’ ανακαλύψουμε τι είμαστε πραγματικά. Αυτός είναι ο λόγος που δεν αλλάζουμε; ‘Η μήπως φταίει τ’ ότι δεν έχουμε την αναγκαία ενέργεια; ‘Η επειδή βαριόμαστε -όχι μόνο τον εαυτό μας αλλά και τον κόσμο, έναν κόσμο που έχει πολύ λίγα να προσφέρει εκτός από αυτοκίνητα, μεγαλύτερα δωμάτια μπάνιο κι όλα τ’ άλλα; Βαριόμαστε λοιπόν εξωτερικά και πιθανότατα βαριόμαστε και τους εαυτούς μας, γιατί είμαστε πιασμένοι σ’ αυτή την παγίδα και δεν ξέρουμε πώς να βγούμε απ’ αυτήν. Φαίνεται επίσης ότι είμαστε φοβερά τεμπέληδες. Ένας λόγος παραπάνω που, γνωρίζοντας τον εαυτό μας, δεν πρόκειται ν’ αποκτήσουμε τελικά κανένα κέρδος, καμιά ανταμοιβή, και οι πιο πολλοί από μας είμαστε διαμορφωμένοι με το κίνητρο του κέρδους.

Αυτοί λοιπόν μπορεί να είναι μερικοί από τους λόγους που δεν αλλάζουμε. Γνωρίζουμε ποια είναι η παγίδα, γνωρίζουμε τι είναι η ζωή κι όμως, εξακολουθούμε να σερνόμαστε μονότονα ναι κουρασμένα μέχρι να πεθάνουμε. Αυτή φαίνεται να ‘ναι η μοίρα μας. Κι όμως, είναι άραγε τόσο δύσκολο να ερευνήσουμε πολύ βαθιά τους εαυτούς μας και να μεταμορφωθούμε; Αναρωτιέμαι αν έχει ποτέ κανείς κοιτάξει τον εαυτό του, αν τον έχει ποτέ γνωρίσει. Από τούς αρχαίους χρόνους το λένε και το ξαναλένε: «Γνώθι σαυτόν». Οι αρχαίοι Έλληνες, το έθεσαν ως αξίωμα, και το ίδιο επιχειρούν να πουν και οι σύγχρονοι φιλόσοφοι, αν και κάπως πιο μπερδεμένα εξαιτίας της ειδικής ορολογίας τους και των θεωριών τους.

Μπορεί κανείς να γνωρίσει τον εαυτό του, όχι μόνο στο συνειδητό επίπεδο, αλλά και στα βαθύτερα, κρυφά επίπεδα του νου; Χωρίς να γνωρίζει κανείς τον εαυτό τον σίγουρα, δεν έχει βάσεις για μια πραγματική, σοβαρή δράση, δεν έχει τα θεμέλια για να χτίσει γερά. Αν δεν γνωρίζεις τον εαυτό σου, ζεις μια επιπόλαιη ζωή. Μπορεί να είσαι πολύ έξυπνος, μπορεί να γνωρίζεις όλα τα βιβλία του κόσμου και να μπορείς να παραθέτεις αποσπάσματα, αλλά αν δεν γνωρίζεις τον εαυτό σου πώς είναι δυνατό να πας πέρα από το επιφανειακό; Είναι δυνατό να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του με τέτοια πληρότητα ώστε αυτή ακριβώς η παρατήρησή του σαν σύνολο, να είναι απελευθέρωση απ’ αυτόν;

Μπορούμε να ερευνήσουμε τον εαυτό μας χωρίς κανένα φόβο ή προκατάληψη, χωρίς καμιά φόρμουλα ή συμπέρασμα, ώστε να βρούμε τι είμαστε; Αυτή η έρευνα απαιτεί ελευθερία. Δεν είναι δυνατό να ερευνήσεις τον εαυτό σου ή το σύμπαν που είμαστε μέρος του, αν δεν υπάρχει ελευθερία -ελευθερία από υποθέσεις, θεωρίες και συμπεράσματα, ελευθερία από τεχνάσματα. Επιπλέον, για να ερευνήσεις χρειάζεσαι έναν κοφτερό νου, ένα νου που να ‘ναι ευαίσθητος. Αλλά ο νους δεν μπορεί να είναι ευαίσθητος, αν υπάρχει οποιαδήποτε μορφή πονηριάς, που του στερεί την ικανότητα να ερευνήσει όλη τη δομή του εαυτού του. Ας προχωρήσουμε λοιπόν σ’ αυτό το ζήτημα μαζί, όχι μόνο μέσα από λεκτική επικοινωνία αλλά και μη λεκτικά, πράγμα που είναι πιο συναρπαστικό και που απαιτεί πολύ περισσότερη ενέργεια προσοχής. ‘Όταν είσαι ελεύθερος να ερευνήσεις, έχεις την ενέργεια. Δεν έχει κανείς την ενέργεια, το κίνητρο, την απαραίτητη ένταση, όταν έχει κιόλας καταλήξει σ’ ένα συμπέρασμα, σε μια φόρμουλα. Λοιπόν, μπορούμε προς το παρόν να παραμερίσουμε όλες τις φόρμουλες που έχουμε, τα συμπεράσματά μας και τις προκαταλήψεις σχετικά με τον εαυτό μας -τι είμαστε, τι θα ‘πρεπε να είμαστε, τι δεν θα ‘πρεπε να είμαστε, κ.ο.κ.- να παραμερίσουμε όλα αυτά και να παρατηρήσουμε πραγματικά;

Κανείς μπορεί να παρατηρήσει τον εαυτό του μόνο μέσα στις σχέσεις. Δεν έχουμε άλλο μέσο παρατήρησης του εαυτού μας, γιατί (εκτός από εκείνους που είναι ολότελα νευρωτικοί) δεν είμαστε απομονωμένα ανθρώπινα όντα -αντίθετα, σχετιζόμαστε με όλα όσα μας αφορούν. Και από τις σχέσεις, μέσα από την παρατήρηση των αντιδράσεών του, των σκέψεων και των κινήτρων του, μπορεί κανείς να παρατηρήσει χωρίς λόγια αυτό που είναι.

Έχουμε όμως ένα πραγματικό πρόβλημα: πως να παρατηρούμε -όχι σαν ένας εξωτερικός παρατηρητής που έχει κιόλας καταλήξει σε ορισμένα συμπεράσματα σχετικά με τον εαυτό του, αλλά πώς να παρατηρούμε απλά. Να έχουμε επίγνωση χωρίς εκλογή, χωρίς κατευθυντήρια γραμμή, χωρίς ν’ αποφασίζουμε τι πρέπει ή δεν πρέπει να κάνουμε: απλώς να παρατηρούμε αυτό που συμβαίνει πραγματικά. Για να το κάνουμε αυτό, πρέπει να υπάρχει ελευθερία από κάθε μορφή συμπεράσματος και δέσμευσης. Για να παρατηρήσουμε λοιπόν χωρίς λόγια, για να παρατηρήσουμε χωρίς το εμπόδιο ενός εξωτερικού παρατηρητή που κοιτάζει προς τα μέσα, πρέπει να υπάρχει ελευθερία από κάθε φόβο κι από κάθε αίσθηση σωφρονισμού.

Όταν έχει κανείς παραμερίσει το συμπέρασμα, τη φόρμουλα, το φόβο και κάθε επιθυμία να είναι άλλος απ’ αυτό που είναι, τότε τι υπάρχει; Αυτό που είμαστε είναι μια σειρά από συμπεράσματα. Αυτό που είμαστε στην πραγματικότητα είναι μια σειρά εμπειριών που βασίζονται στην ευχαρίστηση και τον πόνο, στις μνήμες, στο παρελθόν. Είμαστε το παρελθόν. Δεν υπάρχει τίποτα το καινούργιο σε μας. ‘Όταν λοιπόν παρατηρεί κανείς τον εαυτό του ελεύθερα -και για να είναι ελεύθερος πρέπει να παραμερίσει όλα αυτά τα πράγματα- τι είναι πραγματικά; Αναρωτιέμαι αν έχετε ποτέ κάνει αυτή την ερώτηση στον εαυτό σας… Ποια είναι η σχέση μας μ’ όλη αυτή την ιστορία που λέγεται ζωή; Και τι είναι η ζωή έτσι όπως είναι; Φυσικά, μπορεί κανείς να δει στοιχειωδώς τι είναι στην πραγματικότητα: μια ατέλειωτη πάλη, ένα πεδίο μάχης που τ’ ονομάζουμε ζωή, μια σύγκρουση -όχι μόνο με τους άλλους αλλά και με τον εαυτό μας- πόνος, παροδικές στιγμές μεγάλης χαράς, φόβος, απελπισία και μια σειρά απογοητεύσεων· αντιφάσεις μέσα μας, τόσο στο συνειδητό όσο και στα βαθύτερα στρώματα· μια κατάσταση όπου δεν υπάρχουν σχέσεις· μεγάλη θλίψη -που γενικά είναι αυτολύπηση- μοναξιά και πλήξη. Αυτή είναι η ζωή μας όπως είναι πραγματικά. Πηγαίνετε στο γραφείο σας σαράντα ολόκληρα χρόνια… ξέρετε, κι είστε τόσο περήφανος για όλα αυτά, επιθετικός, ανταγωνιστικός, βάρβαρος. Αυτή είναι η ζωή μας κι αυτό ονομάζουμε ζωή. Και δεν ξέρουμε πώς να τ’ αλλάξουμε.

Βλέποντας λοιπόν όλα αυτά, βλέποντας πόσο παράλογα είναι, γιατί δεν αλλάζουμε; Αναρωτιέμαι αν κανείς το βλέπει αυτό πραγματικά, αν βλέπει τη ζωή μας όπως είναι πραγματικά ή αν τη βλέπει λεκτικά και μόνο -κι εδώ πρέπει ν’ αντιληφθούμε ότι η περιγραφή, η εξήγηση δεν είναι ποτέ αυτά που περιγράφεται ή εξηγείται. Γνωρίζοντάς τα όλ’ αυτά, βλέποντας αυτή την τεράστια σύγχυση, αθλιότητα, αυτό το βάσανο, γιατί το αποδεχόμαστε, γιατί δεν το ξεφορτωνόμαστε; Μήπως ψάχνουμε να μας βοηθήσει κάποιος άλλος; Υπήρξαν δάσκαλοι, γκουρού, σωτήρες -ω! αναρίθμητοι- αλλά εξακολουθούμε να βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο. Έτσι χάνει κανείς ή έχασε την πίστη του γι’ αυτούς. Κι ελπίζω να την έχετε χάσει. Αυτό δε σημαίνει πως γίνεται κανείς κυνικός, πικρόχολος και σκληρός. Σημαίνει ότι βλέπει το πραγματικό γεγονός, πως εσωτερικά κανείς δεν μπορεί να μας βοηθήσει. Αναγνωρίζοντας όλα αυτά, την πραγματικότητα της ζωής όπως τη ζούμε καθημερινά, το μαρτύριο και τη βασανιστική αθλιότητα της, γιατί δεν αφοσιώνεται κανείς ολοκληρωτικά στην κατανόηση και το ξεπέρασμά της; Σε τι χρησιμεύει η παιδεία αν δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό; Τι κι αν γίνετε διδάκτορες Φιλοσοφίας ή ό,τι άλλο, αν όλα αυτά δεν αλλάξουν θεμελιακά;

Πρέπει τώρα να ρωτήσουμε ποια είναι η φύση της ενέργειας που χρειάζεται για να βγούμε απ’ αυτή την παγίδα, απ’ αυτόν το φαύλο κύκλο στον οποίο έχουμε πιαστεί. Τι παρέχει την αναγκαία ώθηση; Προφανώς δεν μπορεί να είναι λεκτική ούτε να πηγάζει από τους ισχυρισμούς ή τα συμπεράσματα κάποιου άλλου. Ηφύση αυτής της ενέργειας είναι ελευθερία, η απαίτηση να είναι κανείς ελεύθερος. Λέγοντας ελευθερία δεν εννοούμε το να κάνετε ό,τι σας αρέσει, ελευθεριότητα, εξέγερση, απείθαρχη δραστηριότητα, κ.λ.π. Η ελευθερία δεν είναι έλλειψη πειθαρχίας: αντίθετα η ελευθερία απαιτεί μεγάλη πειθαρχία. Παρακαλώ σημειώστε εδώ ότι ενώ για τον περισσότερο κόσμο η λέξη «πειθαρχία» είναι μια άσχημη λέξη, στην πραγματικότητα σημαίνει «μάθηση». Αυτή είναι η ετυμολογική σημασία της λέξης: μάθηση, όχι συμμόρφωση, όχι μίμηση αλλά μάθηση, όχι υπακοή αλλά ανακάλυψη. Η ίδια η μάθηση ή η ανακάλυψη φέρνει τη δική της πειθαρχία. Συνεπώς η πειθαρχία, που είναι μάθηση, είναι μια σταθερή κίνηση και όχι συμμόρφωση σε κάποιο υπόδειγμα. Όταν κανείς το καταλάβει αυτό -όχι λεκτικά αλλά πραγματικά, όταν δείτε την αλήθεια του, όταν τη νιώσετε ως το μεδούλι σας- τότε θα έχετε την ενέργεια για να ξεπεράσετε αυτή τη διαμόρφωση του φόβου, αυτό το άγχος, αυτές τις οδυνηρές λύπες.

Η ζωή είναι ένας κύκλος και όλα αλλάζουν

Έπεσα από τα σύννεφα μου λέγανε… Οι ερμηνείες πολλές για τη φράση αυτή. Μα το νόημα ένα. Έγινε αυτό που δεν περίμενες! Αλλού ήσουνα και αλλού είσαι τώρα. Άλλα στόχευες και άλλα πέτυχες… Αλλού πήγαινες και αλλού κατέληξες…

Γεννήθηκες δυνατός, ατρόμητος, γενναίος, αγνός. Έτοιμος να αντιμετωπίσεις τα πάντα. Έκανες όνειρα. Πίστευες σε εσένα. Ήσουν σίγουρος! Θα πετύχεις… Θα είσαι ευτυχισμένος…

Μα…

κάπου οι δυσκολίες, ο φόβος και η κακία σε πέτυχαν στο δρόμο. Ήθελες δεν ήθελες, έκανες πίσω το παιδί και έβαλες μπροστά του ένα τζάμι για να το προστατέψεις. Έπνιξες το θάρρος σου και έσβησες τα όνειρα… Έγινες ένα με τον κόσμο. Έβλεπες πια στον καθρέπτη έναν σαν όλους τους άλλους. Κοίταζες εσένα μα έβλεπες τους άλλους… Αυτούς που πάντα δεν ήθελες να μοιάσεις. Και εκεί χάνεις το νόημα, κουράζεσαι και πέφτεις και το αστεράκι σου προσγειώνεται απότομα και χάνει το φως του σαν να πικράθηκε τόσο πολύ που δεν θα λάμψει ποτέ ξανά. Κουράστηκε να φωτίζει… Κουράστηκε να ελπίζει…

Μα δεν τελειώνουν όλα εδώ…

Ακόμα και αν άρχισες να παίρνεις την κάτω βόλτα, υπάρχει ελπίδα να σωθείς ακόμα και την τελευταία στιγμή. Ακόμα και αν έπεσες και χτύπησες γερά, μπορείς να σηκωθείς. Η ζωή είναι δύσκολη, απρόβλεπτη και καμιά φορά σκληρή, μα η ζωή είναι ένας κύκλος. Θα έρθουν όμορφες μέρες, άσχημες μέρες, δυσκολίες, αναποδιές, αλλά γυρνάει ξανά και βρίσκεσαι και πάλι στην κορυφή με το κεφάλι ψηλά. Εκεί που δεν το καταλαβαίνεις γίνεται κάτι και σε ξαναβάζει στην πορεία σου!

Έτσι λοιπόν ακόμα και αν έμεινες αρκετό καιρό σε ένα μουντό, κρύο και αφιλόξενο μεσοδιάστημα. Αν πέρασες μια περίοδο αδράνειας ή αναζήτησης του χαμένου σου εαυτού, θα έρθει η ώρα που όλα θα τελειώσουν. Απότομα; Ξαφνικά; Με τη δική σου βοήθεια και απόφαση; Ή κατά τύχη; Σημασία έχει ότι όλα αλλάζουν… Η ζωή κάνει τον κύκλο της και εσύ θα βρεθείς και πάλι εκεί που ήσουν… Και αυτή τη φορά θα είσαι πιο δυνατός και έτοιμος. Θα ζήσεις εκεί που ανήκεις και θα είσαι τόσο αποφασισμένος που θα καθυστερήσεις τον χρόνο μέχρι να ξαναγυρίσει ο κύκλος. Τόσο πολύ δυνατός θα βγείς που ίσως και να μην σε νοιάξει αν θα ξαναγυρίσει καν! Θα είσαι έτοιμος για όλα.

Μέσα από όλες αυτές τις αναζητήσεις και τις δυσκολίες καμιά φορά όχι μόνο μαθαίνουμε τον εαυτό μας, μα μαθαίνουμε να ζούμε, να διεκδικούμε, να αντέχουμε, να πολεμάμε…

Αυτό που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάς είναι ο εαυτός σου. Αυτά που ζήταγες, που ονειρευόσουν. Τις ελπίδες σου… Τα θέλω σου… Όλα αυτά που αποτελείσαι. Τη μαγική σκόνη που συνθέτει κάθε άνθρωπο. Και βρίσκονται όλα μέσα σου. Εσύ κρατάς το κλειδί της μαγικής πόρτας. Μην φοβάσαι να την ανοίξεις. Ακόμα και αν όλα είναι μαύρα και σε κρατάνε πίσω, ακόμα και αν δεν σου έμεινε ίχνος ελπίδας, πάρε μία ανάσα και κοίτα προς τα πάνω. Θα δείς ένα φως, μια ηλιαχτίδα, πάρε μια βαθιά αναπνοή και κάνε την αρχή να αλλάξεις! Κανείς δεν είπε ότι είναι εύκολο, μα σίγουρα όταν φτάσεις εκεί που ήθελες θα αναρωτιέσαι γιατί περίμενες τόσο καιρό!

Και μην αφήσεις κανέναν να σου πει πως δεν μπορείς ή δεν είσαι αυτό που πιστεύεις. Ότι ονειρεύτηκες μπορείς να το κάνεις ή να το προσπαθήσεις. Όποιος σε εμποδίζει δεν έχει θέση στη ζωή σου! Και αν είσαι εσύ ο ίδιος το εμπόδιο, συγχώρεσε τον εαυτό σου και επίτρεψε του να αλλάξει… Κάνε του τη χάρη… Και η λύτρωση θα έρθει…

Μα να θυμάσαι δεν είναι όλα ιδανικά και ρόδινα. Κάποια όνειρα ίσως να είναι άπιαστα, ανύπαρκτα, άτιμα, ή να μην μας ταίριαζαν τελικά! Μην πτοηθείς. Όλοι κάνουμε λάθη. Αν δεν τα κάναμε πως θα μαθαίναμε τον εαυτό μας άλλωστε; Επιτυχία δεν είναι να κάνεις ένα προς ένα τα πράγματα που ονειρεύτηκες μα να βρείς το πραγματικό νόημα της ζωής που δεν είναι άλλο από το ταξίδι προς την ευτυχία ΣΟΥ και την δημιουργία του ιδανικού εαυτού σου … Γιατί το νόημα βρίσκεται στο πνεύμα σου και όχι στα υλικά που κέρδισες. Φτιάξε με την μαγική σου σκόνη αυτά που ονειρεύτηκες, χτίσε τον κόσμο σου και ποτέ μα ποτέ μην ξεχνάς τα όνειρα που έκανες με ανοιχτά τα μάτια…

Σημαντικό, δεν είναι μόνο το φως που χρησιμεύει σ’ εμένα, αλλά κι αυτό που χρησιμοποιώ για να μπορέσουν να δουν κι οι άλλοι

Μεταξύ μας, εγώ πιστεύω πως το να μη γεράσεις εξαρτάται μέχρις ενός ορισμένου σημείου κι από σένα. Εφόσον συνειδητοποιήσεις ότι το κλειδί στην υπόθεση της ζωής είναι η συνεχής ανάπτυξη, μπορείς να καθυστερήσεις τα γηρατειά. Όταν κάποιος σκεφτεί: “Ωραία, φτάνει, καλά ήταν ως εδώ, αρκετά. Δε μ’ ενδιαφέρει να αναπτυχθώ παραπάνω, γιατί να μάθω περισσότερα, γιατί να θέλω ν’ ακούσω κι άλλα”, σημαίνει ότι έχει χάσει το τρένο. Εδώ αρχίζει πραγματικά η διαδικασία της γήρανσης, όταν σταματήσεις ν’ αναπτύσσεσαι. Το κλειδί της νεότητας είναι η ανάπτυξη, η συνεχής και αέναη εξέλιξη, η αναζήτηση καινούργιων πραγμάτων, η έρευνα, οι στόχοι, τα σχέδια και οι επιθυμίες.

«Ναι, έτσι είναι… Πάρε για παράδειγμα τον Πικάσο, που στα 80 του, ζωγράφιζε σαν 20χρονος. Εδώ φαίνεται ότι δεν γερνούσε, ότι συνέχιζε να ψάχνει και να κάνει καινούργια πράγματα, ενώ στην αντίθετη περίπτωση, όπως λες, η ζωγραφική του μπορεί να είχε μείνει στάσιμη ή να ήταν κατώτερης ποιότητας. Λέγεται ότι αυτό συμβαίνει, γενικά, σ’ εκείνους που ασχολούνται με τη δημιουργία.»

«Αυτή η ατέρμονη αναζήτηση της ανάπτυξης δεν έχει λόγο να αφορά αποκλειστικά και μόνο τον εαυτό μας. Το είδος της ανάπτυξης που “σε ξανανιώνει” εντοπίζεται επίσης, -και ίσως περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού— στη βοήθεια που παρέχουμε σε όποιον μπορεί να μάθει.

Αναπτυσσόμαστε και όταν δίνουμε, όχι μόνο όταν παίρνουμε. Καθένας από εμάς μπορεί να μεταδώσει τα λιγοστά που ξέρει, κι έτσι να κάνει ένα βήμα πιο μπροστά.»

Υπάρχει μια παμπάλαιη ιστορία που περιγράφει πολύ ωραία αυτήν την ιδέα.

Πριν από εκατοντάδες χρόνια, σ’ ένα χωριό της Ανατολής, ήταν ένας τύπος που μια νύχτα περπατούσε στα σκοτεινά δρομάκια του χωριού κρατώντας ένα αναμμένο φανάρι. Το χωριό, νύχτα χωρίς φεγγάρι, ήταν πάντα κατασκότεινο. Κάποια στιγμή, ο τύπος πέφτει πάνω σ’ έναν φίλο του. Τον κοιτάζει ο φίλος, κι αμέσως τον αναγνωρίζει: είναι ο Γκούμο, ο τυφλός του χωριού. Δεν κρατιέται και του λέει:

«Καλά, Γκούμο, τι κάνεις με το φανάρι στο χέρι; Αφού εσύ δεν βλέπεις…»

Και ο τυφλός του απαντάει:

«Το φανάρι δεν το έχω για να βλέπω. Εγώ, και στο σκοτάδι ακόμα, ξέρω τους δρόμους από μνήμης. Το φανάρι το έχω για να βρίσκουν τον δρόμο τους οι άλλοι βλέποντας εμένα.»

«Σημαντικό, δεν είναι μόνο το φως που χρησιμεύει σ’ εμένα, αλλά κι αυτό που χρησιμοποιώ για να μπορέσουν να δουν κι οι άλλοι. Ο καθένας μας μπορεί να φωτίσει τον δρόμο για λογαριασμό του, αλλά και για να φέξει στους υπόλοιπους — χωρίς να είναι και υποχρεωμένος.»

Η αξιοπρέπεια είναι κάτι πολύ σπάνιο

Το να είσαι τίποτα σημαίνει ότι είσαι ελεύθερος από την ιδέα τού να είσαι κάτι. 

Η αξιοπρέπεια είναι κάτι πολύ σπάνιο. Ένα γραφείο ή μία αξιοσέβαστη θέση δίνουν αξιοπρέπεια. Είναι σαν να φοράς γραβάτα. Η γραβάτα, το κοστούμι, το πόστο, δίνουν αξιοπρέπεια. Ένας τίτλος ή μια θέση δίνουν αξιοπρέπεια. Ξεγύμνωσε όμως τους ανθρώπους απ’ όλα αυτά και θα δεις ότι πολύ λίγοι θα έχουν εκείνη την ποιότητα της αξιοπρέπειας που δίνει η ελευθερία τού να μην είσαι τίποτα.

Οι άνθρωποι λαχταρούν να είναι κάτι, και με το να είναι κάτι, παίρνουν θέση στην κοινωνία που θεωρείται σεβαστή. Οι άνθρωποι κατατάσσονται σε διάφορες κατηγορίες -έξυπνοι, πλούσιοι, επιστήμονες, άγιοι- κι όποιος δε μπορεί να καταταγεί σε μια κατηγορία αναγνωρισμένη από την κοινωνία, θεωρείται πρόσωπο περιθωριακό.

Η αξιοπρέπεια δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν κάτι δεδομένο, δεν μπορεί να καλλιεργηθεί, και αν κανείς είναι συνειδητά αξιοπρεπής, σημαίνει ότι όλη την ώρα νοιάζεται μόνο για τον εαυτό του, που σημαίνει ότι είναι ασήμαντος, μικροπρεπής. Το να είσαι τίποτα σημαίνει ότι είσαι ελεύθερος από την ιδέα τού να είσαι κάτι. Αληθινή αξιοπρέπεια υπάρχει, όταν δεν ανήκεις ή βρίσκεσαι σε κάποια ξεχωριστή θέση. Αυτό δε μπορεί κανείς να σ’ το αφαιρέσει, θα υπάρχει πάντα.

Το ν’ αφήνεις τη ζωή να κυλάει ελεύθερα, χωρίς να μένει πίσω της κανένα κατακάθι, σημαίνει ύπαρξη πραγματικής επίγνωσης. Ο ανθρώπινος νους είναι σαν το κόσκινο, που άλλα κρατάει κι άλλα αφήνει να περνάνε. Εκείνα που κρατάει έχουν το μέγεθος των επιθυμιών του και οι επιθυμίες, όσο κι αν είναι βαθιές, δυνατές ή ευγενικές, είναι μικρές κι ασήμαντες γιατί η επιθυμία είναι κατασκεύασμα του νου.

Χρειάζεται ολοκληρωτική επίγνωση να μη συγκρατείς τη ζωή, αλλά να την αφήνεις να κυλάει ελεύθερα, χωρίς να κάνεις καμιά επιλογή. Πάντοτε διαλέγουμε και κρατάμε -διαλέγουμε εκείνα που έχουν σημασία και τα κρατάμε για πάντα. Αυτό είναι που ονομάζουμε εμπειρία, και τον πολλαπλασιασμό των εμπειριών τον ονομάζουμε πλούτο της ζωής.

Ο πλούτος της ζωής είναι η απελευθέρωση από την αποθήκευση εμπειριών. Η εμπειρία που παραμένει, που κρατιέται, εμποδίζει εκείνη την κατάσταση όπου το γνωστό δεν υπάρχει. Το γνωστό δεν είναι ο θησαυρός, αλλά ο νους προσκολλιέται σ’ αυτό κι έτσι καταστρέφει ή ρυπαίνει το άγνωστο.

Είμαστε – οι περισσότεροι τουλάχιστον – πλάσματα της διάθεσης ή μιας ποικιλίας από διαθέσεις. Λίγοι από μας ξεφεύγουν απ’ αυτό. Για μερικούς έχει σχέση με τη σωματική τους κατάσταση, για άλλους με τη διανοητική και μας αρέσει αυτή η «μια πάνω μια κάτω» κατάσταση, νομίζουμε ότι αυτή η αλλαγή διάθεσης είναι μέρος της ύπαρξης ή πάλι απλώς αφήνει κανείς να παρασύρεται μια από τη μία διάθεση και μια από την άλλη.

Υπάρχουν όμως μερικοί που δεν είναι πιασμένοι σ’ αυτό το «πάνω κάτω», που είναι ελεύθεροι από το να παλεύουν να γίνουν κάτι, έτσι που εσωτερικά υπάρχει μια σταθερότητα που δεν είναι αποτέλεσμα θέλησης, μια σταθερότητα που δεν έχει καλλιεργηθεί, που δεν είναι σταθερότητα από συγκεντρωμένο ενδιαφέρον σε κάτι, ούτε είναι αποτέλεσμα κάποιας δραστηριότητας σαν τις παραπάνω. Εμφανίζεται, όταν η θέληση παύει να δρα.

Τα χρήματα πραγματικά καταστρέφουν τους ανθρώπους. Οι πλούσιοι έχουν μια ιδιαίτερη αλαζονεία. Με πολύ λίγες εξαιρέσεις, σε κάθε χώρα, οι πλούσιοι έχουν γύρω τους εκείνη την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα ότι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν οποιονδήποτε, ακόμα και τους θεούς, και μπορούν πράγματι ν’ αγοράσουν τους δικούς τους θεούς.
 
Αυτή η ατμόσφαιρα όμως δεν υπάρχει μόνο στον πλόυτο, αλλά και στις ικανότητες, τα ταλέντα, που μπορεί να έχει κανείς. Οι ικανότητες δίνουν στον άνθρωπο μια παράξενη αίσθηση ελευθερίας. Τον κάνουν να νιώθει επίσης ότι είναι ανώτερος από τους άλλους, ότι είναι διαφορετικός. Όλα αυτά τού δίνουν μια αίσθηση υπεροχής: κάθεται ικανοποιημένος και κοιτάζει τους άλλους να πασχίζουν και να ντροπιάζονται -δεν έχει συναίσθηση της δικής του άγνοιας και σε τι σκοτάδι βρίσκεται ο νους του.

Τα λεφτά και οι ικανότητες προσφέρουν μια πολύ καλή φυγή απ’ το σκοτάδι. Αλλά και η φυγή είναι ένα είδος αντίστασης που γεννάει τα δικά της προβλήματα. Η ζωή είναι μια περίεργη ιστορία. Ευτυχισμένος είναι ο άνθρωπος που δεν είναι τίποτα.

Πιοτρ Κροπότκιν: Περί ηθικής

Η ιστορία της ανθρώπινης σκέψης θυμίζει τις ταλαντώσεις εκκρεμούς, ταλαντώσεις που συνεχίζονται αιώνες τώρα. Μετά από μια μακρά περίοδο ύπνου έρχεται η στιγμή της αφύπνισης. Τότε η σκέψη απελευθερώνεται από τις αλυσίδες με τις οποίες όλοι οι ενδιαφερόμενοι -κυβερνήτες, νομικοί, κλήρος- την είχαν επιμελώς δέσει. Τις σπάζει. Υποβάλλει σε αυστηρή κριτική κάθε τι που της είχαν διδάξει και αποκαλύπτει την κενότητα των θρησκευτικών, πολιτικών, νομικών και κοινωνικών προκαταλήψεων, στους κόλπους των οποίων φυτοζωούσε. Ωθεί την έρευνα σε άγνωστα μονοπάτια, εμπλουτίζει την γνώση μας με απροσδόκητες ανακαλύψεις· δημιουργεί νέες επιστήμες.

Όμως, οι προαιώνιοι εχθροί της σκέψης, ο κυβερνήτης, ο νομικός, ο θεολόγος, συνέρχονται ταχύτατα από την ήττα. Ανασυντάσσουν σταδιακά τις διασκορπισμένες δυνάμεις τους· ανανεώνουν την πίστη και τους κώδικές τους, προσαρμόζοντάς τα σε κάποιες νέες ανάγκες. Και, επωφελούμενοι από την δουλικότητα του χαρακτήρα και της σκέψης, την οποία τόσο επιτυχώς αυτοί οι ίδιοι είχαν καλλιεργήσει, επωφελούμενοι από την πρόσκαιρη αποδιοργάνωση της κοινωνίας, εκμεταλλευόμενοι την απραγία των μεν, την δίψα για πλούτο των δε και τις διαψευσμένες ελπίδες των τρίτων -κυρίως τις διαψευσμένες ελπίδες- ξαναρχίζουν αθόρυβα το έργο τους, καθυποτάσσοντας αρχικώς τα παιδιά μέσω της εκπαίδευσης.

Το πνεύμα ενός παιδιού είναι αδύναμο. Είναι πανεύκολο να το υποτάξουν μέσω του φόβου -και αυτό πράττουν. Το κάνουν δειλό και μετά του μιλούν για τα βασανιστήρια της Κόλασης του δείχνουν τα βάσανα της καταδικασμένης ψυχής, την εκδίκηση ενός ανελέητου θεού… Ο κληρικός θα το εθίσει στην ιδέα του νόμου για να το κάνει να υπακούει καλύτερα σε ό,τι ονομάζει θεϊκό νόμο, και ο δικηγόρος θα του μιλήσει για τον θεϊκό νόμο για να το κάνει να υπακούει καλύτερα στον ανθρώπινο νόμο. Και η σκέψη της επόμενης γενιάς θα διατηρήσει αυτήν την θρησκευτική συνήθεια, αυτήν την εξουσιαστική και ταυτοχρόνως δουλική συνήθεια -εξουσία και δουλικότητα βαδίζουν πάντοτε χέρι χέρι- αυτήν την συνήθεια υποταγής την οποία τόσο συχνά συναντάμε στους συγχρόνους μας.

Κατά την διάρκεια αυτών των περιόδων ύπνου, σπανίως συζητούνται τα περί ηθικής ζητήματα. Οι θρησκευτικές πρακτικές και η δικαστική υποκρισία τα αντικαθιστούν. Κριτική δεν ασκείται, οι άνθρωποι αφήνονται να οδηγούνται από την συνήθεια, από την αδιαφορία. Δεν παθιάζονται ούτε υπέρ ούτε κατά της κυρίαρχης ηθικής. Κάνουν ό,τι μπορούν για να φαίνεται ότι οι πράξεις τους εναρμονίζονται με όσα διατείνονται ότι πιστεύουν. Και το ηθικό επίπεδο της κοινωνίας υποβαθμίζεται όλο και περισσότερο, προσεγγίζοντας εκείνο τής ηθικής κατάπτωσης των Ρωμαίων κατά την περίοδο της παρακμής

Ό,τι καλό, σπουδαίο, γενναιόδωρο, ανεξάρτητο υπάρχει στον άνθρωπο σιγά σιγά εξανεμίζεται, σκουριάζει σαν ένα μαχαίρι που δεν χρησιμοποιείται. Το ψέμα γίνεται αρετή, η ευτέλεια, καθήκον. Το να πλουτίσει κανείς, να απολαμβάνει μόνον εφήμερες ηδονές, να αναλώνει άσκοπα την ευφυία του, τον ζήλο του, την ενεργητικότητά του, γίνεται σύνθημα τόσο των εύπορων τάξεων, όσο και της πλειονότητας των φτωχών, των οποίων το ιδανικό είναι να γίνουν σαν τους αστούς. Τότε, η διαφθορά των κυβερνώντων -του δικαστή, του κλήρου και των, λίγο πολύ, εύπορων τάξεων- γίνεται τόσο σκανδαλώδης ώστε το εκκρεμές αρχίζει να κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση…

Και κάθε φορά, το ζήτημα της ηθικής τίθεται επί τάπητος: «Γιατί να ακολουθήσω τις αρχές αυτής της υποκριτικής ηθικής;», διερωτάται εκείνος που απελευθερώνεται από τους θρησκευτικούς φόβους. «Γιατί κάθε ηθική να είναι υποχρεωτική;».

Προσπαθούν, λοιπόν, οι άνθρωποι να κατανοήσουν αυτό το ηθικό αίσθημα που συναντούν σε κάθε τους βήμα, χωρίς να το έχουν ακόμη εξηγήσει, και δεν θα το εξηγήσουν ποτέ, όσο θα θεωρείται προνόμιο της ανθρώπινης φύσης, όσο δεν θα κατέρχονται στο επίπεδο των ζώων, των φυτών, των βράχων για να το κατανοήσουν. Επιχειρούν, ωστόσο, να το εξηγήσουν σύμφωνα με την σύγχρονη επιστήμη.

Και -χρειάζεται να ειπωθεί;- όσο περισσότερο υποσκάπτουν τις βάσεις της κυρίαρχης ηθικής, ή μάλλον της υποκρισίας που την αναπληρώνει, τόσο περισσότερο υψώνεται το ηθικό επίπεδο της κοινωνίας. Αυτές ιδίως τις εποχές, όταν ακριβώς οι άνθρωποι τού ασκούν κριτική και το απορρίπτουν, το ηθικό αίσθημα προοδεύει ταχύτερα· τότε αναπτύσσεται, εξυψώνεται, εξευγενίζεται…

«Γιατί να είμαι ηθικός;». Ιδού, λοιπόν, το ερώτημα που έθεσαν οι ορθολογιστές του 12ου, οι φιλόσοφοι του 16ου, οι φιλόσοφοι και οι επαναστάτες του 18ου αιώνα… Αλήθεια, γιατί;…

«Θα είμαι ανήθικος», έλεγε ένας νεαρός Ρώσος μηδενιστής στον φίλο του, δίδοντας έτσι υλική υπόσταση στις σκέψεις που τον βασάνιζαν. «Θα είμαι ανήθικος»· και γιατί να μην είμαι; Επειδή το θέλει η Βίβλος; Αλλά η Βίβλος δεν είναι παρά μια συλλογή βαβυλωνιακών και ιουδαϊκών παραδόσεων -παραδόσεων που συγκεντρώθηκαν όπως τα Ομηρικά Έπη στο παρελθόν ή όπως συλλέγονται ακόμη και σήμερα τα τραγούδια των Βάσκων ή οι μογγολικοί θρύλοι! Πρέπει λοιπόν να περιέλθω στην πνευματική κατάσταση των ημιβάρβαρων λαών της Ανατολής;…

Ή μήπως επειδή η ανατροφή μου είναι τέτοια; Επειδή η μητέρα μου μού δίδαξε την ηθική; Όμως τότε θα πρέπει επίσης να γονατίζω μπροστά στην εικόνα του Χριστού ή της Παναγίας, να σέβομαι τον βασιλιά ή τον αυτοκράτορα, να υποκλίνομαι μπροστά στον δικαστή, ενώ γνωρίζω ότι είναι ένας παλιάνθρωπος, απλώς επειδή η μητέρα μου, οι μητέρες όλων μας, πολύ καλόψυχες, αλλά με μεγάλη άγνοια, μας δίδαξαν ένα σωρό ανοησίες;

Θα αγωνισθώ για να απαλλαγώ από τις προκαταλήψεις και όλα τα υπόλοιπα. Αν και μου προκαλεί αποστροφή, θα αναγκάσω τον εαυτό μου να είναι ανήθικος, όπως, ως έφηβος, τον εξανάγκαζα να μη φοβάται το σκοτάδι, το νεκροταφείο, τα φαντάσματα και τους νεκρούς, για τα οποία μου είχαν εμπνεύσει τον φόβο. Θα το κάνω για να καταστρέψω ένα όπλο που εκμεταλλεύονται οι θρησκείες· θα το κάνω, τέλος, έστω για να διαμαρτυρηθώ ενάντια στην υποκρισία που θέλουν να μάς επιβάλουν εν ονόματι μιας λέξης, την οποία βάφτισαν «ηθική»…

Χρειάζεται να προσθέσουμε ότι, αφού πέταξε στο καλάθι των αχρήστων τις ηθικοπλαστικές διδασκαλίες των πατέρων της και αφού παρέδωσε στις φλόγες όλα τα συστήματα ηθικής, η μηδενιστική νεολαία ανέπτυξε στους κόλπους της έναν πυρήνα ηθικών συνηθειών, απείρως ανωτέρων όλων εκείνων, τις οποίες οι γονείς της είχαν ποτέ εφαρμόσει υπό την καθοδήγηση του Ευαγγελίου, της «συνείδησης», της «κατηγορικής προσταγής», ή του «καλώς εννοουμένου συμφέροντος» των ωφελιμιστών;

Όμως, προτού απαντήσουμε στο ερώτημα: «Γιατί να είμαι ηθικός;», ας εξετάσουμε κατ’ αρχάς, εάν αυτό έχει τεθεί σωστά- ας αναλύσουμε τα κίνητρα των ανθρωπίνων πράξεων.

Όταν οι πρόγονοί μας θέλησαν να ανακαλύψουν την αιτία που ωθεί τον άνθρωπο να δρα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, χρησιμοποίησαν μια πολύ απλή μέθοδο. Μπορούμε να δούμε ακόμη και σήμερα κάποιες εικόνες της Καθολικής Εκκλησίας, αντιπροσωπευτικές τής ερμηνείας τους. Ένας άνθρωπος βαδίζει στην ύπαιθρο και, χωρίς καν να το υποψιάζεται, φέρει τον Διάβολο στον αριστερό του ώμο και έναν άγγελο στον δεξιό. Ο Διάβολος τον ωθεί να πράξει το κακό, ενώ ο άγγελος προσπαθεί να τον συγκρατήσει. Και αν ο άγγελος υπερισχύσει, και ο άνθρωπος παραμείνει ενάρετος, τρεις άλλοι άγγελοι τον παίρνουν στα χέρια και τον μεταφέρουν στους ουρανούς. Έτσι, τα πάντα εξηγούνται θαυμάσια.

Οι γριές παραμάνες μας, οι οποίες γνωρίζουν πολύ καλά αυτό το θέμα, θα σας πουν ότι δεν πρέπει ποτέ να βάζουμε ένα παιδί να κοιμηθεί χωρίς να ξεκουμπώσουμε στον λαιμό το ρουχαλάκι του. Πρέπει να αφήνουμε ανοιχτή, στην βάση του λαιμού, μια αρκετά ζεστή γωνιά, όπου ο φύλακας άγγελος να μπορεί να φωλιάσει. Ειδάλλως ο Διάβολος θα βασανίζει το παιδί ακόμη και στον ύπνο του.

Αυτές οι αφελείς αντιλήψεις εκλείπουν. Όμως, αν και οι πεπαλαιωμένες λέξεις σβήνουν, η ουσία παραμένει πάντοτε η ίδια.

Ο μορφωμένος άνθρωπος δεν πιστεύει πλέον στον Διάβολο· ωστόσο, επειδή οι ιδέες του δεν είναι περισσότερο ορθολογικές από εκείνες που έχουν οι παραμάνες μας, δεν κάνει άλλο παρά να μετατρέπει τον Διάβολο και τον άγγελο σε μια σχολαστική φλυαρία, την οποία βαπτίζει «φιλοσοφική». Αντί για τον «Διάβολο», θα μιλήσει σήμερα για «την σάρκα, τα πάθη». Ο «άγγελος» θα αντικατασταθεί με τις λέξεις «συνείδηση» ή «ψυχή» -«αντανάκλαση της σκέψης ενός Θεού δημιουργού» ή του «μεγάλου αρχιτέκτονα», όπως λένε οι ελευθεροτέκτονες. Ωστόσο, οι πράξεις του ανθρώπου παρουσιάζονται πάντοτε ως το αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης μεταξύ δύο αντίθετων στοιχείων. Και πάντοτε ο άνθρωπος θεωρείται τόσο πιο ενάρετος όσο περισσότερες νίκες θα καταγάγει το ένα από τα δύο αυτά στοιχεία -η ψυχή ή η συνείδηση- επί του άλλου, δηλαδή επί της σάρκας ή των παθών.

Εύκολα κατανοεί κανείς την κατάπληξη των παππούδων μας, όταν οι Άγγλοι φιλόσοφοι και αργότερα οι εγκυκλοπαιδιστές, άρχισαν να υποστηρίζουν, αντιθέτως προς τις πρωτόγονες αυτές αντιλήψεις, ότι ο Διάβολος και ο άγγελος δεν έχουν καμιά σχέση με τις ανθρώπινες πράξεις, αλλά ότι όλες οι ανθρώπινες πράξεις, καλές ή κακές, ωφέλιμες ή βλαβερές, έχουν ένα και μόνο κίνητρο: Την αναζήτηση της ηδονής.

Σύσσωμη η θρησκευτική αδελφότητα και, προπάντων, η πολυπληθής φάρα των φαρισαίων, μέμφθηκαν την «ανηθικότητα». Λοιδορούσαν ή και αφόριζαν τους στοχαστές. Και όταν αργότερα, στο διάβα του αιώνα μας, οι ίδιες ιδέες υιοθετήθηκαν από τον Μπένθαμ, τον Τζον Στιούαρτ Μιλ, τον Τσερνιτσέφσκι και τόσους άλλους, και όταν αυτοί οι στοχαστές άρχισαν να υποστηρίζουν και να αποδεικνύουν ότι ο εγωισμός ή η αναζήτηση της ηδονής είναι το αληθινό κίνητρο όλων των πράξεων μας, οι κατάρες διπλασιάσθηκαν. Γύρω από τα βιβλία τους εξυφάνθηκε μια συνωμοσία σιωπής· οι συγγραφείς αντιμετωπίζονταν σαν μηδενικά.

Και όμως, τι πιο αληθινό υπάρχει από αυτήν την διαβεβαίωση;

Ιδού ένας άνθρωπος που αρπάζει το τελευταίο ξεροκόμματο ενός παιδιού. Όλος ο κόσμος θα πει με μια φωνή ότι πρόκειται για έναν φρικτό εγωιστή, ότι μοναδικό του κίνητρο ήταν ή φιλαυτία.
Όμως, ιδού ένας άλλος άνθρωπος, ο οποίος από όλους αναγνωρίζεται ως ενάρετος. Μοιράζεται το τελευταίο ξεροκόμματό του με κάποιον που πεινά. Βγάζει το ρούχο του για να το δώσει σε εκείνον που κρυώνει. Και οι ηθικολόγοι, οι οποίοι μιλούν πάντοτε την ακατάληπτη θρησκευτική διάλεκτο, σπεύδουν να πουν ότι αυτός ο άνθρωπος από την αγάπη προς τον πλησίον ωθείται έως την αυταπάρνηση, ότι υπακούει σε ένα πάθος τελείως διαφορετικό από εκείνο του εγωιστή.

Και όμως, εάν το καλοσκεφθούμε, σύντομα ανακαλύπτουμε ότι, όσο διαφορετικές και αν είναι οι δύο πράξεις, όσον αφορά στο αποτέλεσμα για την ανθρωπότητα, το κίνητρο είναι πάντα το ίδιο. Είναι η αναζήτηση της ηδονής.

Εάν ο άνθρωπος, δεν έβρισκε ευχαρίστηση χαρίζοντας το τελευταίο του πουκάμισο, δεν θα το έκανε. Εάν έβρισκε ευχαρίστηση στο να αρπάξει το ψωμί από το παιδί, θα το έκανε· όμως αυτό του προκαλεί αποστροφή, ενώ βρίσκει ευχαρίστηση στο να χαρίζει το ψωμί του -και το χαρίζει.

Εάν δεν υπήρχε ο κίνδυνος να δημιουργήσουμε σύγχυση, χρησιμοποιώντας λέξεις που έχουν μια καθιερωμένη σημασία, αλλά στις οποίες έχουμε προσδώσει ένα νέο νόημα, θα λέγαμε ότι και ο ένας και ο άλλος ενεργούν ωθούμενοι από τον εγωισμό τους…

Πάρτε ως παράδειγμα…τον ανθρωπάκο, ο οποίος εξαπατά τους φίλους του και ψεύδεται σε κάθε του βήμα, είτε για να αποσπάσει από κάποιον πενταροδεκάρες, είτε από κομπορρημοσύνη, είτε από πανουργία. Πάρτε τον αστό που κλέβει πεντάρα πεντάρα τους εργάτες του για να αγοράσει ένα κόσμημα για την σύζυγο ή την ερωμένη του. Πάρτε τον οποιονδήποτε απατεωνίσκο. Και αυτός ακόμη δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να υπακούει σε μια κλίση· αναζητά την ικανοποίηση μιας ανάγκης, προσπαθεί να αποφύγει κάτι που θα ήταν γι’ αυτόν οδυνηρό…

Είναι προφανές ότι μιλάμε για τις εσκεμμένες, τις συνειδητές πράξεις του ανθρώπου, επιφυλασσόμενοι να μιλήσουμε αργότερα γι’ αυτήν την απέραντη σειρά των ασυνείδητων, σχεδόν μηχανικών, πράξεων, οι οποίες καλύπτουν ένα τόσο μεγάλο μέρος της ζωής μας. Ε, λοιπόν, σε αυτές τις συνειδητές ή εσκεμμένες πράξεις, ο άνθρωπος αναζητά πάντοτε εκείνο που τον ευχαριστεί.

Κάποιος μεθά και περιέρχεται καθημερινώς σε μια κτηνώδη κατάσταση, επειδή αναζητά στο ποτό την διέγερση την οποία δεν του εξασφαλίζει το νευρικό του σύστημα. Κάποιος άλλος δεν μεθά, δεν πίνει ακόμη και όταν θεωρεί το πιοτό μια ευχαρίστηση, προκειμένου να διατηρήσει την ζωντάνια της σκέψης και την ακεραιότητα των δυνάμεών του, ώστε να μπορεί να γευθεί άλλες απολαύσεις τις οποίες προτιμά περισσότερο από εκείνη του ποτού. Μήπως, είναι αυτό κάτι διαφορετικό από αυτό που κάνει ένας καλοφαγάς, ο οποίος, αφού ρίξει, επί τροχάδην, μια ματιά σε όλα τα εδέσματα ενός πλούσιου τραπεζιού, παραιτείται από όσα απλώς του αρέσουν, για να φάει μεγάλη ποσότητα από εκείνο που προτιμά ιδιαιτέρως;

Ό,τι και αν κάνει, ο άνθρωπος πάντοτε αναζητά την απόλαυση, ή μάλλον αποφεύγει την οδύνη.

Όταν μια γυναίκα στερείται το τελευταίο κομμάτι ψωμί για να το προσφέρει στον πρώτο τυχόντα, όταν βγάζει το τελευταίο κουρέλι της για να σκεπάσει με αυτό μιαν άλλη γυναίκα που κρυώνει, ενώ και η ίδια τουρτουρίζει από το κρύο στο κατάστρωμα ενός πλοίου, το κάνει επειδή θα υπέφερε απείρως περισσότερο βλέποντας έναν άνδρα να πεινά ή μια γυναίκα να κρυώνει, από το να τουρτουρίζει η ίδια από το κρύο ή να πεινά. Αποφεύγει έναν ψυχικό πόνο, την ένταση του οποίου μόνον όσοι τον έχουν αισθανθεί, γνωρίζουν…

Όταν μια αγέλη πιθήκων βλέπει ένα από τα μέλη της να πέφτει από την σφαίρα του κυνηγού και τρέχει να πολιορκήσει την σκηνή του για να διεκδικήσει το πτώμα, παρά την απειλή του τουφεκιού· όταν, κατόπιν, ο γηραιότερος της αγέλης μπαίνει μέσα με θάρρος, πρώτα απειλεί τον κυνηγό, εν συνεχεία τον ικετεύει και, τελικώς, τον αναγκάζει με τους θρήνους του να του παραδώσει το πτώμα, και όταν η αγέλη το μεταφέρει με βογγητά στο δάσος, οι πίθηκοι υπακούουν σε ένα αίσθημα πένθους πολύ ισχυρότερο από κάθε σκέψη προσωπικής ασφάλειας. Το αίσθημα αυτό κυριαρχεί μέσα τους παντός άλλου. Η ίδια η ζωή χάνει γι’ αυτούς τα θέλγητρά της, μέχρι την στιγμή που θα βεβαιωθούν ότι δεν μπορούν πλέον να επαναφέρουν τον σύντροφο τους στην ζωή. Το αίσθημα αυτό γίνεται τόσο καταπιεστικό, ώστε τα κακόμοιρα ζώα ριψοκινδυνεύουν τα πάντα προκειμένου να απαλλαγούν από αυτό.

Όταν τα μυρμήγκια ρίχνονται κατά χιλιάδες στις φλόγες μιας μυρμηγκοφωλιάς, την οποία αυτό το μοχθηρό ζώο -ο άνθρωπος- πυρπόλησε, και πεθαίνουν κατά εκατοντάδες για να σώσουν τους γόνους τους, υπακούουν, επίσης, σε μιαν ανάγκη -στην ανάγκη να σώσουν τα παιδιά τους. Διακινδυνεύουν τα πάντα χάριν της επιθυμίας τους να μεταφέρουν αυτούς τους γόνους, τους οποίους ανέθρεψαν με περισσότερες φροντίδες από ότι πολλές αστές τα παιδιά τους…

Η αναζήτηση της ηδονής, η αποφυγή της οδύνης, είναι ένα καθολικό γεγονός (άλλοι το ονομάζουν «νόμο») του οργανικού κόσμου. Είναι η ίδια η ουσία της ζωής. Χωρίς αυτήν την αναζήτηση του ευχάριστου, η ίδια η ζωή θα ήταν αδύνατη, ο οργανισμός θα αποσυντίθετο, η ζωή θα σταματούσε.
Έτσι, όποια και αν είναι η δράση του ανθρώπου, όποια και αν είναι η γραμμή πλεύσης του, ό,τι και αν κάνει, το κάνει διότι υπακούει πάντοτε σε μιαν ανάγκη της φύσης του. Η πλέον απεχθής πράξη, όπως και η πλέον αδιάφορη ή η πλέον ελκυστική, υπαγορεύονται όλες εξ ίσου από μιαν ανάγκη του ατόμου. Είτε ενεργεί κατά τον έναν είτε κατά τον άλλον τρόπο, το άτομο πράττει ό,τι πράττει διότι το βρίσκει ευχάριστο, ή διότι έτσι αποφεύγει, ή νομίζει ότι αποφεύγει, μιαν οδύνη…

Είναι πασίδηλο ότι αυτή η εξήγηση προκαλεί τις κραυγές εκείνων οι οποίοι είναι ακόμη εμποτισμένοι με τις θρησκευτικές αρχές. Δεν αφήνει κανένα περιθώριο στο υπερφυσικό· απορρίπτει την ιδέα περί αθανασίας της ψυχής. Εάν ο άνθρωπος ενεργεί πάντα υπακούοντας στις ανάγκες της φύσης του, εάν δεν είναι, αν θέλετε, παρά ένα «ενσυνείδητο αυτόματο», τι γίνεται η αθάνατη ψυχή; Τι γίνεται η αθανασία -το έσχατο αυτό καταφύγιο εκείνων οι οποίοι δεν γνώρισαν παρά ελάχιστες απολαύσεις και πολλά βάσανα και οι οποίοι ονειρεύονται να ανταμειφθούν στον άλλο κόσμο;

Είναι ευνόητο ότι αυτοί οι άνθρωποι, μεγαλωμένοι μέσα στις προκαταλήψεις, ελάχιστα εμπιστευόμενοι την επιστήμη η οποία επανειλημμένως τους παραπλάνησε, οδηγούμενοι περισσότερο από το συναίσθημα παρά από την διάνοια, απορρίπτουν μια εξήγηση που τους αφαιρεί την έσχατη ελπίδα…

Τα καλά γεροντάκια, μας έλεγαν: «Η πράξη θα είναι καλή, εάν αντιπροσωπεύει μια νίκη της ψυχής επί της σάρκας· θα είναι κακή, εάν η σάρκα έχει επικρατήσει επί της ψυχής· θα είναι δε αδιάφορη, εάν δεν συμβαίνει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να κρίνουμε εάν μια πράξη είναι καλή ή κακή».

Οι Πατέρες της Εκκλησίας έλεγαν: «Κοιτάξτε τα ζώα· αυτά δεν έχουν αθάνατη ψυχή. Οι πράξεις τους γίνονται απλώς για να ανταποκριθούν σε κάποια από τις ανάγκες της φύσης· επομένως δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν στα ζώα ούτε καλές ούτε κακές πράξεις· όλες είναι αδιάφορες· ένεκα τούτου δεν θα υπάρξει για τα ζώα ούτε Κόλαση ούτε Παράδεισος, ούτε ανταμοιβή ούτε τιμωρία»· και οι νεαροί φίλοι μας, επαναλαμβάνοντας την επωδό του Αγίου Αυγουστίνου και του Βούδα, λένε: «Ο άνθρωπος δεν είναι παρά ένα ζώο και οι πράξεις του γίνονται απλώς για να ανταποκριθούν σε μιαν ανάγκη της φύσης του· ως εκ τούτου δεν μπορεί να υπάρχουν για τον άνθρωπο ούτε καλές ούτε κακές πράξεις. Είναι όλες αδιάφορες».

Είναι πάντα αυτή η καταραμένη ιδέα της ποινής και του κολασμού, η οποία τίθεται εμπόδιο στην σκέψη· είναι ακόμη αυτή η παράλογη κληρονομιά της θρησκευτικής παράδοσης η οποία διδάσκει ότι μια πράξη είναι καλή, εάν προέρχεται από υπερφυσική έμπνευση, και αδιάφορη, εάν απουσιάζει η υπερφυσική προέλευσή της. Υπάρχει παντού και πάντοτε, ακόμη και σε εκείνους οι οποίοι την διακωμωδούν έντονα, η ιδέα του αγγέλου στον δεξιό και του Διαβόλου στον αριστερό ώμο. «Διώξτε τον Διάβολο και τον άγγελο και δεν θα μπορώ πλέον να σας πω, εάν μία πράξη είναι καλή ή κακή, διότι δεν γνωρίζω άλλον τρόπο για να την κρίνω».

Ο εφημέριος είναι πάντα παρών, με τον Διάβολο του και τον άγγελο του και ολόκληρο το κύρος του υλισμού δεν επαρκεί για να τον εξαφανίσει. Και, πράγμα ακόμη χειρότερο, ο δικαστής με τις βουρδουλιές για τους μεν και τους επαίνους για τους δε, είναι επίσης παρών, και ούτε οι ίδιες οι αρχές της Αναρχίας δεν είναι αρκετές για να ξεριζώσουν την ιδέα της ανταμοιβής και της τιμωρίας.

Ε, λοιπόν, εμείς δεν θέλουμε ούτε τον εφημέριο ούτε τον δικαστή, απλώς λέμε: «Το σαπρόφυτο όζει, το φίδι με δαγκώνει, ο ψεύτης με εξαπατά; Το φυτό, το ερπετό και ο άνθρωπος, και τα τρία, υπακούουν σε μιαν ανάγκη της φύσης. Έστω! Ε, λοιπόν, και εγώ υπακούω σε μιαν ανάγκη της φύσης μου, αποστρεφόμενος το σαπρόφυτο που όζει, το φίδι που σκοτώνει με το δηλητήριο του και τον άνθρωπο, ο οποίος είναι ακόμη πιο φαρμακερός από το ζώο. Και θα ενεργήσω, συνεπώς, χωρίς να απευθυνθώ γι’ αυτό ούτε στον Διάβολο, τον οποίον άλλωστε δεν γνωρίζω, ούτε στον δικαστή, τον οποίον απεχθάνομαι πολύ περισσότερο από το φίδι. Εγώ και όλοι όσοι συμμερίζονται τις αντιπάθειές μου, υπακούμε επίσης σε μιαν ανάγκη της φύσης μας και θα δούμε ποιος από τους δύο έχει με το μέρος του το δίκαιο και, επομένως, την δύναμη»

Εάν οι Άγιοι Αυγουστίνοι δεν είχαν άλλον τρόπο για να διακρίνουν το καλό από το κακό, ο ζωικός κόσμος διαθέτει έναν πολύ πιο αποτελεσματικό. Ο ζωικός κόσμος εν γένει, από το έντομο έως τον άνθρωπο, γνωρίζει άριστα τι είναι καλό και τι κακό, χωρίς να συμβουλεύεται γι’ αυτό ούτε την Βίβλο ούτε την φιλοσοφία…

Για να διακρίνουν το καλό από το κακό, οι μωσαϊκοί, βουδιστές, χριστιανοί και μουσουλμάνοι θεολόγοι προσέφευγαν στην θεία έμπνευση. Έβλεπαν ότι ο άνθρωπος, άγριος ή πολιτισμένος, αγράμματος ή σοφός, διεφθαρμένος ή καλός και έντιμος, γνωρίζει πάντα εάν πράττει καλώς ή κακώς, και το γνωρίζει κυρίως όταν πράττει κακώς· ωστόσο, μη βρίσκοντας εξήγηση γι’ αυτό το γενικό φαινόμενο, το απέδωσαν στην θεία έμπνευση. Οι μεταφυσικοί φιλόσοφοι μάς μίλησαν με την σειρά τους για συνείδηση, για μυστικιστική προσταγή, πράγμα που εξάλλου δεν ήταν παρά μια εναλλαγή λέξεων.

Όμως, ούτε οι μεν ούτε οι δε μπόρεσαν να παρατηρήσουν αυτό το τόσο απλό και εκπληκτικό γεγονός ότι τα ζώα που ζουν εν κοινωνία μπορούν επίσης να διακρίνουν το καλό από το κακό, ακριβώς όπως ο άνθρωπος. Και ότι, επιπλέον, οι αντιλήψεις τους για το καλό και το κακό είναι του ιδίου ακριβώς είδους με εκείνες του ανθρώπου. Ιδίως στους πλέον ανεπτυγμένους εκπροσώπους κάθε συνομοταξίας -ψάρια, έντομα, πτηνά, θηλαστικά- ταυτίζονται πλήρως.

Οι στοχαστές του 18ου αιώνα ορθώς το είχαν επισημάνει, αλλά αυτό έκτοτε λησμονήθηκε και ως εκ τούτου εμείς οφείλουμε τώρα να καταδείξουμε την μεγάλη σπουδαιότητα αυτού του γεγονότος.

Ο Φορέλ, ο απαράμιλλος αυτός παρατηρητής των μυρμηγκιών, έδειξε, με βάση έναν μεγάλο όγκο παρατηρήσεων και στοιχείων, ότι όταν ένα μυρμήγκι, το οποίο έχει τυλώσει την κοιλιά του με μέλι, συναντά άλλα μυρμήγκια με άδεια κοιλιά, αυτά του ζητούν αμέσως να φάνε. Και εν μέσω των μικρών αυτών εντόμων, το χορτάτο μυρμήγκι είναι υποχρεωμένο να εξεμέσει το μέλι, ώστε οι πεινασμένοι φίλοι του να χορτάσουν με την σειρά τους. Ρωτήστε τα μυρμήγκια, εάν θα ήταν καλό ένα από αυτά να αρνηθεί την τροφή στα άλλα μυρμήγκια της ίδιας μυρμηγκοφωλιάς από την στιγμή που έλαβε το μερίδιο του. Θα σας απαντήσουν με πράξεις, τις οποίες είναι αδύνατον να μην κατανοήσετε, ότι αυτό θα ήταν πολύ κακό. Σε ένα τόσο εγωιστικό μυρμήγκι θα συμπεριφέρονταν πιο σκληρά απ’ ό,τι σε εχθρούς ενός άλλου είδους. Εάν αυτό συνέβαινε κατά την διάρκεια μιας μάχης ανάμεσα σε δύο διαφορετικά είδη, θα εγκατέλειπαν την μάχη για να ξεσπάσουν με μανία πάνω σε αυτόν τον εγωιστή. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται με πειράματα που δεν επιδέχονται καμιά αμφισβήτηση.

Ρωτήστε επίσης τα σπουργίτια που συχνάζουν στον κήπο σας, εάν είναι καλό να μην ειδοποιήσουν ολόκληρη την μικρή κοινωνία ότι ρίξατε κάποια ψίχουλα ψωμιού στον κήπο, ώστε να συμμετάσχουν όλα στο γεύμα. Ρωτήστε τα, εάν ένα σπουργιτάκι έκανε καλά που έκλεψε από την φωλιά τού γείτονά του τα αχυροκάλαμα, τα οποία αυτός είχε συγκεντρώσει και τα οποία ο κλέφτης δεν ήθελε να μπει στον κόπο να συλλέξει ο ίδιος. Και τα σπουργίτια θα σας απαντήσουν ότι αυτό είναι πολύ κακό, επιτιθέμενα όλα στον κλέφτη, καταδιώκοντας τον και χτυπώντας τον με τα ράμφη τους…

Χιλιάδες παρόμοια γεγονότα θα μπορούσαν να αναφερθούν· ολόκληρα βιβλία θα μπορούσαν να γραφτούν στα οποία θα αποδεικνυόταν ότι οι άνθρωποι όπως και τα ζώα αντιλαμβάνονται τις έννοιες του καλού και του κακού κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο…

Το μυρμήγκι και το πτηνό, δεν διάβασαν ούτε τον Καντ ούτε τους Αγίους Πατέρες, ούτε καν τον Μωυσή. Και όμως, έχουν όλοι την ίδια ιδέα περί του καλού και του κακού…

Η ιδέα του καλού και του κακού δεν έχει καμία σχέση με την θρησκεία ή την μυστηριώδη συνείδηση· είναι μια φυσική ανάγκη των ζωικών ειδών και όταν οι ιδρυτές των θρησκειών, οι φιλόσοφοι και οι ηθικολόγοι μάς μιλούν περί θεϊκών ή μεταφυσικών οντοτήτων, δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να αναμασούν αυτό που κάθε μυρμήγκι, κάθε σπουργίτι εφαρμόζει στην μικρή του κοινωνία: Είναι ωφέλιμο για την κοινωνία; Τότε είναι καλό. Είναι βλαβερό; Τότε είναι κακό.
Αυτή η ιδέα μπορεί να είναι εξαιρετικά περιορισμένη στα κατώτερα ζώα, ή μάλλον να αναπτύσσεται στα ανώτερα, αλλά η ουσία της παραμένει πάντοτε η ίδια…

Η αντίληψη περί του καλού και του κακού ποικίλλει ανάλογα με τον βαθμό της αποκτηθείσας εμπειρίας ή γνώσης. Δεν είναι πάγια.

Ο πρωτόγονος άνθρωπος μπορούσε να θεωρεί πολύ καλό, δηλαδή ωφέλιμο για την φυλή, το να τρώει τους γηραιούς γονείς του, όταν γίνονταν βάρος (πολύ μεγάλο μάλιστα) για την κοινότητα. Μπορούσε, επίσης, να θεωρεί καλό -δηλαδή πάντοτε ωφέλιμο για την κοινότητα- το να σκοτώνει τα νεογέννητα παιδιά του και να μην κρατά κάθε οικογένεια παρά μόνον δύο ή τρία, ούτως ώστε να μπορεί η μάνα να τα θηλάσει μέχρι την ηλικία των τριών ετών, προσφέροντας τους απλόχερα την τρυφερότητά της.

Σήμερα, οι ιδέες έχουν αλλάξει και τα μέσα επιβίωσης δεν είναι πλέον εκείνα που υπήρχαν στην Λίθινη Εποχή. Ο πολιτισμένος άνθρωπος δεν βρίσκεται στην θέση της πρωτόγονης οικογένειας, η οποία είχε να επιλέξει ανάμεσα σε δύο κακά: Ή να φάει τους γηραιούς γονείς, ή να σιτίζεται ανεπαρκώς, μη δυνάμενη, συντόμως, να θρέψει ούτε τους γηραιούς γονείς ούτε τα νέα μέλη. Εάν μπορούσαμε να μεταφερθούμε πίσω σε εκείνη την εποχή -την οποία μετά μεγάλης δυσκολίας μπορούμε να φαντασθούμε- ίσως κατανοούσαμε ότι, υπό εκείνες τις συνθήκες, ο ημιάγριος άνθρωπος σκεπτόταν αρκετά λογικά.

Ο τρόπος σκέψης μπορεί να αλλάζει. Η εκτίμηση τού τι είναι ωφέλιμο ή βλαβερό για την φυλή αλλάζει, αλλά η ουσία παραμένει αμετάβλητη…

Οι χριστιανοί έλεγαν: «Μην κάνεις στους άλλους ό,τι δεν θέλεις να σου κάνουν», προσθέτοντας: «Ειδάλλως, θα πας στην Κόλαση!».

Το ηθικό δίδαγμα, το οποίο προκύπτει από την παρατήρηση ολόκληρου του ζωικού βασιλείου μπορεί να συνοψισθεί ως εξής: «Κάνε στους άλλους αυτό που θα ήθελες να κάνουν εκείνοι σε σένα υπό τις ίδιες περιστάσεις». Και επιπλέον: «Μην λησμονείς ότι αυτό δεν είναι παρά μια συμβουλή· αλλά η συμβουλή αυτή είναι καρπός της μακράς πείρας των κοινωνικών ζώων και για την συντριπτική πλειοψηφία των ζώων αυτών, συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπου, το να ενεργείς σύμφωνα με αυτήν την αρχή, έχει μεταβληθεί σε συνήθεια. Χωρίς αυτήν, άλλωστε, καμιά κοινωνία δεν θα μπορούσε να υπάρξει, καμιά φυλή δεν θα μπορούσε να υπερνικήσει τις αντιξοότητες του φυσικού περιβάλλοντος εναντίον των οποίων πρέπει να πολεμά»…

Η ιδέα του καλού και του κακού ενυπάρχει στην ανθρωπότητα. Ο άνθρωπος, σε όποιον βαθμό διανοητικής ανάπτυξης και αν έφθασε, όσο θολές και αν είναι οι ιδέες του εξ αιτίας των προκαταλήψεων και του ατομικού συμφέροντος, θεωρεί γενικώς καλό ό,τι είναι ωφέλιμο για την κοινωνία μέσα στην οποία ζει και κακό ό,τι είναι βλαβερό γι’ αυτήν…

Σε ένα υπέροχο βιβλίο, για το οποίο το παπαδαριό τήρησε άκραν σιγήν και το οποίο είναι πράγματι ελάχιστα γνωστό στην πλειοψηφία των στοχαστών, ακόμη και των μη θρησκευομένων, ο Άνταμ Σμιθ έθιξε το θέμα της αληθινής καταγωγής του ηθικού αισθήματος («Η θεωρία του ηθικού αισθήματος»). Δεν την αναζήτησε στα θρησκευτικά ή μυστικιστικά αισθήματα – την ανακάλυψε στο απλό αίσθημα της συμπόνιας.

Βλέπετε έναν άνθρωπο να χτυπά ένα παιδί. Συναισθάνεσθε ότι το χτυπημένο παιδί υποφέρει. Η φαντασία σας, σάς βοηθά να νιώσετε τον πόνο του, ή μάλλον, τα κλάματά του, το προσωπάκι του που υποφέρει σάς το μαρτυρούν. Και αν δεν είστε δειλός, θα ορμήσετε εναντίον του ανθρώπου που χτυπά το παιδί και θα το γλυτώσετε από αυτό το κτήνος.

Αυτό το παράδειγμα, εξηγεί από μόνο του σχεδόν όλα τα ηθικά αισθήματα. Όσο πιο ζωηρή είναι η φαντασία σας, τόσο καλύτερα θα μπορέσετε να φαντασθείτε τι αισθάνεται ένα ον όταν το κάνουν να υποφέρει, και τόσο πιο έντονο, πιο εξευγενισμένο θα είναι το ηθικό σας αίσθημα. Όσο περισσότερο θα είσθε διατεθειμένος να έρθετε στην θέση αυτού του άλλου ατόμου, και όσο περισσότερο θα αισθανθείτε το κακό που του κάνουν, την προσβολή που υπέστη, την αδικία της οποίας υπήρξε θύμα, τόσο περισσότερο θα εξωθηθείτε να δράσετε για να εμποδίσετε το κακό, την προσβολή ή την αδικία. Και όσο περισσότερο θα συνηθίζετε, είτε λόγω των περιστάσεων, είτε λόγω των ανθρώπων που σας περιβάλλουν, είτε λόγω τής δύναμης τής σκέψης και της φαντασίας σας, να ενεργείτε όπως σας επιβάλλει η σκέψη και η φαντασία σας, τόσο περισσότερο θα μεγαλώνει μέσα σας αυτό το ηθικό αίσθημα, τόσο περισσότερο θα μετατρέπεται σε συνήθεια.

Αυτό ακριβώς αναπτύσσει ο Άνταμ Σμιθ με πληθώρα παραδειγμάτων. Ήταν νέος όταν έγραψε αυτό το βιβλίο, απείρως ανώτερο από το όψιμο έργο του, «Η Πολιτική Οικονομία». Απαλλαγμένος από κάθε θρησκευτική προκατάληψη, αναζήτησε την εξήγηση τής ηθικότητας σε ένα φυσικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης, και γι’ αυτόν τον λόγο, επί έναν αιώνα, το παπαδαριό, με ή χωρίς ράσο, τήρησε σιγήν ιχθύος ως προς αυτό το βιβλίο. Το μόνο μειονέκτημα του Άνταμ Σμιθ είναι ότι δεν κατανόησε ότι αυτό ακριβώς το αίσθημα της συμπόνιας, που μετεβλήθη σε συνήθεια, υπάρχει τόσο στα ζώα όσο και στον άνθρωπο…

Μελετώντας τον ζωικό κόσμο και προσπαθώντας να κατανοήσουμε τον περί υπάρξεως αγώνα που διεξαγάγει κάθε έμβιο ον ενάντια στις αντίξοες συνθήκες και ενάντια στους εχθρούς του, διαπιστώνουμε ότι όσο περισσότερο είναι ανεπτυγμένη σε μια ζωική κοινωνία η αρχή της εξισωτικής αλληλεγγύης και όσο περισσότερο έχει καταστεί συνήθεια, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει η κοινωνία αυτή να επιβιώσει και να εξέλθει θριαμβεύτρια από τον αγώνα ενάντια στις αντιξοότητες και στους εχθρούς της. Όσο περισσότερο αλληλέγγυο αισθάνεται κάθε μέλος της κοινωνίας με όλα τα άλλα μέλη της, τόσο περισσότερο αναπτύσσονται στο σύνολο οι δύο αυτές ιδιότητες, οι οποίες είναι οι κύριοι παράγοντες της νίκης αλλά και κάθε προόδου -το θάρρος αφ’ ενός και η ελεύθερη πρωτοβουλία του ατόμου αφ’ ετέρου. Και, αντιθέτως, όσο περισσότερο χάνει αυτό το αίσθημα αλληλεγγύης μια ζωική κοινωνία ή μια μικρή ομάδα ζώων (γεγονός το οποίο μπορεί να προκύψει από μία εξαιρετική έλλειψη, ή ακόμη και από μία υπεραφθονία τροφής), τόσο περισσότερο οι δύο άλλοι παράγοντες της προόδου -το θάρρος και η ατομική πρωτοβουλία- φθίνουν: Καταλήγουν να εξαφανισθούν και η κοινωνία, βυθιζόμενη στην παρακμή, υποκύπτει στον εχθρό. Χωρίς αμοιβαία εμπιστοσύνη, είναι αδύνατον να υπάρξει αγώνας, αδύνατον να υπάρξει θάρρος, πρωτοβουλία, αλληλεγγύη -και αδύνατον να υπάρξει νίκη! Η ήττα είναι προδιαγεγραμμένη.

Πιοτρ Κροπότκιν, Αναρχική ηθική