Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ὀδύσσεια (16.213-16.265)

Ὣς ἄρα φωνήσας κατ᾽ ἄρ᾽ ἕζετο, Τηλέμαχος δὲ
ἀμφιχυθεὶς πατέρ᾽ ἐσθλὸν ὀδύρετο, δάκρυα λείβων.
215 ἀμφοτέροισι δὲ τοῖσιν ὑφ᾽ ἵμερος ὦρτο γόοιο·
κλαῖον δὲ λιγέως, ἁδινώτερον ἤ τ᾽ οἰωνοί,
φῆναι ἢ αἰγυπιοὶ γαμψώνυχες, οἷσί τε τέκνα
ἀγρόται ἐξείλοντο πάρος πετεηνὰ γενέσθαι·
ὣς ἄρα τοί γ᾽ ἐλεεινὸν ὑπ᾽ ὀφρύσι δάκρυον εἶβον.
220 καί νύ κ᾽ ὀδυρομένοισιν ἔδυ φάος ἠελίοιο,
εἰ μὴ Τηλέμαχος προσεφώνεεν ὃν πατέρ᾽ αἶψα·
«ποίῃ γὰρ νῦν δεῦρο, πάτερ φίλε, νηΐ σε ναῦται
ἤγαγον εἰς Ἰθάκην; τίνες ἔμμεναι εὐχετόωντο;
οὐ μὲν γάρ τί σε πεζὸν ὀΐομαι ἐνθάδ᾽ ἱκέσθαι.»
225 Τὸν δ᾽ αὖτε προσέειπε πολύτλας δῖος Ὀδυσσεύς·
«τοιγὰρ ἐγώ τοι, τέκνον, ἀληθείην καταλέξω.
Φαίηκές μ᾽ ἄγαγον ναυσίκλυτοι, οἵ τε καὶ ἄλλους
ἀνθρώπους πέμπουσιν, ὅτίς σφεας εἰσαφίκηται·
καί μ᾽ εὕδοντ᾽ ἐν νηῒ θοῇ ἐπὶ πόντον ἄγοντες
230 κάτθεσαν εἰς Ἰθάκην, ἔπορον δέ μοι ἀγλαὰ δῶρα,
χαλκόν τε χρυσόν τε ἅλις ἐσθῆτά θ᾽ ὑφαντήν.
καὶ τὰ μὲν ἐν σπήεσσι θεῶν ἰότητι κέονται·
νῦν αὖ δεῦρ᾽ ἱκόμην ὑποθημοσύνῃσιν Ἀθήνης,
ὄφρα κε δυσμενέεσσι φόνου πέρι βουλεύσωμεν.
235 ἀλλ᾽ ἄγε μοι μνηστῆρας ἀριθμήσας κατάλεξον,
ὄφρα ἰδέω ὅσσοι τε καὶ οἵ τινες ἀνέρες εἰσί·
καί κεν ἐμὸν κατὰ θυμὸν ἀμύμονα μερμηρίξας
φράσσομαι, ἤ κεν νῶϊ δυνησόμεθ᾽ ἀντιφέρεσθαι
μούνω ἄνευθ᾽ ἄλλων, ἦ καὶ διζησόμεθ᾽ ἄλλους.»
240 Τὸν δ᾽ αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα·
«ὦ πάτερ, ἦ τοι σεῖο μέγα κλέος αἰὲν ἄκουον,
χεῖράς τ᾽ αἰχμητὴν ἔμεναι καὶ ἐπίφρονα βουλήν·
ἀλλὰ λίην μέγα εἶπες· ἄγη μ᾽ ἔχει· οὐδέ κεν εἴη
ἄνδρε δύω πολλοῖσι καὶ ἰφθίμοισι μάχεσθαι.
245 μνηστήρων δ᾽ οὔτ᾽ ἂρ δεκὰς ἀτρεκὲς οὔτε δύ᾽ οἶαι,
ἀλλὰ πολὺ πλέονες· τάχα δ᾽ εἴσεαι ἐνθάδ᾽ ἀριθμόν.
ἐκ μὲν Δουλιχίοιο δύω καὶ πεντήκοντα
κοῦροι κεκριμένοι, ἓξ δὲ δρηστῆρες ἕπονται·
ἐκ δὲ Σάμης πίσυρες τε καὶ εἴκοσι φῶτες ἔασιν,
250 ἐκ δὲ Ζακύνθου ἔασιν ἐείκοσι κοῦροι Ἀχαιῶν,
ἐκ δ᾽ αὐτῆς Ἰθάκης δυοκαίδεκα πάντες ἄριστοι,
καί σφιν ἅμ᾽ ἐστὶ Μέδων κῆρυξ καὶ θεῖος ἀοιδὸς
καὶ δοιὼ θεράποντε, δαήμονε δαιτροσυνάων.
τῶν εἴ κεν πάντων ἀντήσομεν ἔνδον ἐόντων,
255 μὴ πολύπικρα καὶ αἰνὰ βίας ἀποτίσεαι ἐλθών.
ἀλλὰ σύ γ᾽, εἰ δύνασαί τιν᾽ ἀμύντορα μερμηρίξαι,
φράζευ, ὅ κέν τις νῶϊν ἀμύνοι πρόφρονι θυμῷ.»
Τὸν δ᾽ αὖτε προσέειπε πολύτλας δῖος Ὀδυσσεύς·
«τοιγὰρ ἐγὼν ἐρέω, σὺ δὲ σύνθεο καί μευ ἄκουσον·
260 καὶ φράσαι ἤ κεν νῶϊν Ἀθήνη σὺν Διὶ πατρὶ
ἀρκέσει, ἦέ τιν᾽ ἄλλον ἀμύντορα μερμηρίξω.»
Τὸν δ᾽ αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα·
«ἐσθλώ τοι τούτω γ᾽ ἐπαμύντορε, τοὺς ἀγορεύεις,
ὕψι περ ἐν νεφέεσσι καθημένω· ὥ τε καὶ ἄλλοις
265 ἀνδράσι τε κρατέουσι καὶ ἀθανάτοισι θεοῖσι.»

***
Μιλώντας, υποχώρησε και κάθησε, αλλά ο Τηλέμαχος
χύθηκε πάνω του οδυρόμενος, και βουρκωμένος τώρα τον αγκάλιασε.
Τότε τους συνεπήρε και τους δυο του θρήνου ο ίμερος·
σπαραχτικά θρηνούσαν, πιο δυνατά κι από πουλιά,
σαν αετοί, γύπες γαμψώνυχοι, που τα μικρά τους
κυνηγοί τούς άρπαξαν, προτού ξεπεταρίσουν·
τόσο πικρό και το δικό τους δάκρυ από τα βλέφαρά τους κύλησε.
220 Και θα μπορούσε ο οδυρμός τους να κρατήσει ώσπου να δύσει ο ήλιος,
αν ο Τηλέμαχος δεν προσφωνούσε τον πατέρα του:
«Με ποιο καράβι, αγαπημένε μου πατέρα, ποιοι ναυτικοί
σ᾽ έφεραν στην Ιθάκη; για ποια γενιά καμάρωναν;
Φαντάζομαι δεν έφτασες στα μέρη μας πεζός.»
Αμέσως του αποκρίθηκε βασανισμένος ο Οδυσσέας και θείος:
«Παιδί μου, την αλήθεια θέλω να σου πω·
οι Φαίακες, θαλασσινοί διάσημοι, μ᾽ οδήγησαν — ξεπροβοδούν αυτοί
κι άλλους πολλούς, όποιον πατήσει στο νησί τους.
Στον ύπνο βυθισμένο, από το πέλαγος με πέρασαν σε γρήγορο καράβι,
230 και στην Ιθάκη μ᾽ άφησαν. Μου χάρισαν δώρα λαμπρά,
χαλκό, μαλάματα πολλά, φαντά φορέματα,
που από τη φώτιση θεού βρίσκονται τώρα ασφαλισμένα στη σπηλιά.
Κι έφτασα εδώ με σύσταση της Αθηνάς,
να αποφασίσουμε μαζί τον φόνο των εχθρών μας.
Έλα λοιπόν, λογάριασε και μέτρησέ μου τους μνηστήρες,
να μάθω τον αριθμό τους πρώτα και το σόι τους·
μετά, ζυγίζοντας το πράγμα στο καθαρό μυαλό μου,
αποφασίζω αν οι δυο μπορούμε να τα βάλουμε μαζί τους,
μόνοι μας, δίχως άλλους, ή μήπως πρέπει να γυρέψουμε
βοήθεια απ᾽ αλλού.»
240 Ευθύς του ανταποκρίθηκε ο συνετός Τηλέμαχος:
«Πατέρα, είχα από πάντα ακουστά το μεγαλείο της φήμης σου,
πως είσαι ακοντιστής δεινός, πως παίρνεις ζυγισμένες αποφάσεις.
Όμως αυτό που λες πάει πολύ (με πιάνει αλήθεια δέος),
πως είναι δυνατόν οι δυο να αγωνιστούμε με πολλούς γενναίους.
Γιατί δεν είναι οι μνηστήρες μόνο δέκα ή δυο φορές το δέκα·
είναι πολλοί και πολλαπλάσιοι — άκου να δεις τώρα τον αριθμό τους:
απ᾽ το Δουλίχιο πενήντα δύο νέοι διαλεχτοί
που τους ακολουθούνε κι έξι παραγιοί·
250 από τη Σάμη είκοσι τέσσερις, είκοσι απ᾽ τη Ζάκυνθο
των Αχαιών βλαστοί· μέσα από την Ιθάκη δώδεκα, οι καλύτεροι —
μαζί τους ο κήρυκας ο Μέδων, ο θείος αοιδός
και δυο θεράποντες που ξέρουν να λιανίζουν κρέατα.
Ανίσως τους πετύχουμε όλους αυτούς μέσα στο σπίτι,
μήπως, πηγαίνοντας εκεί, σου βγει πικρή κι ανάποδη
η εκδίκηση για τα παράνομά τους έργα.
Γι᾽ αυτό, αν μπορούσες να σκεφτείς κάποιον να μας παρασταθεί,
στοχάσου ποιος θα ᾽ταν σε θέση να σταθεί στο πλάι μας
με προθυμία και θάρρος.»
Γύρισε τότε και του μίλησε βασανισμένος ο Οδυσσέας και θείος:
«Και βέβαια θα σου πω· άκουσε εσύ, κι ας το δουλέψει ο νους σου·
260 σκέψου αν αρκούν σ᾽ εμάς τους δυο η Αθηνά με τον πατέρα της τον Δία,
ή θα ᾽πρεπε να σοφιστώ και κάποιον άλλον παραστάτη.»
Ο φρόνιμος Τηλέμαχος αμέσως του αποκρίθηκε:
«Μεγάλοι κι άξιοι οι δύο παραστάτες που ονομάτισες,
κι ας κατοικούν εκεί ψηλά στα νέφη· η δύναμή τους επιβάλλεται
και στους θνητούς ανθρώπους και στους αθάνατους θεούς.»

Ό,τι δεν εκτιμάς, η ζωή το παίρνει πίσω

Το ποτήρι μπορεί να είναι ίδιο για όλους. Το πώς το βλέπεις εσύ όμως είναι καθαρά θέμα αντίληψης και επιλογής.

Τόσα έχουν ειπωθεί γι’ αυτό το ποτήρι, ίσως όμως όχι τόσα, για το πώς αλλά και το γιατί έχει σημασία ο τρόπος που το κοιτάς. Ανάλογα με τα βιώματα και τον χαρακτήρα σου, βλέπεις θετικά, αρνητικά ή ουδέτερα αυτό που έχεις μπροστά σου. Τελικά αυτό το ποτήρι είναι άδειο ή γεμάτο; Και γιατί;

Ένας άνθρωπος βλέπει το ποτήρι και λέει είναι μισό άδειο. Αυτός ο άνθρωπος δεν εστιάζει στο τι έχει, αλλά στο τι δεν έχει. Αυτός είναι ο «ναι μεν αλλά» άνθρωπος. Είναι εκείνος που ό,τι καλό και να του πεις, δώσεις ή δείξεις, πάντα θα εστιάζει στο κάτι παραπάνω ή περισσότερο που θα μπορούσε, ή θα μπορούσες.

Είτε μιλάμε για τον εργασιακό χώρο, για μια σχέση με ένα άλλο άνθρωπο, για την κοινωνία ή για τη σχέση με τον εαυτό μας, πάντα κάτι θα λείπει ή δε θα είναι αρκετό. Αυτός ο άνθρωπος, δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος. Αλλά και κανένας κοντινός του, γιατί τίποτα δεν θα είναι ποτέ αρκετό. Η πληρότητα είναι μια λέξη που δεν υπάρχει στο λεξιλόγιό του.

Κάποιος άλλος, απλά σκέφτεται πως έχει ένα ποτήρι με νερό. Ουδέτερα. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Αυτός ο άνθρωπος είναι οκ. Μακροπρόθεσμα βέβαια, μέσω της παρατεταμένης ανηδονίας, ίσως κάπου χάσει το νόημα και σταδιακά κινηθεί προς την μελαγχολία.

Ένας άλλος άνθρωπος βλέπει το ίδιο ποτήρι και λέει είναι μισό γεμάτο. Αυτός ο άνθρωπος δεν εστιάζει στο τι δεν έχει, αλλά στο τι έχει. Αυτός είναι ο άνθρωπος «ευγνωμοσύνης». Είναι εκείνος που ό,τι αρνητικό κι αν συμβαίνει, είναι επίσης ο «ναι μεν αλλά», αλλά από την αντίθετη όψη. «Ναι μεν συνέβη αυτό το αρνητικό, αλλά έχω την υγειά μου».

«Ναι μεν δεν συμφωνήσαμε με τον σύντροφό μου, αλλά συμφωνούμε στο να είμαστε μαζί». «Ναι μεν έχασα τη δουλειά μου, αλλά έχω μια καλή εμπειρία και επειδή ξέρω ότι αξίζω, θα βρω κάτι καλύτερο ή μια προσωρινή λύση». Τυχαία παραδείγματα. Αυτός ο άνθρωπος, είναι ευτυχισμένος. Ξέρει τι είναι η πληρότητα.

Υπάρχει ένας νόμος που λέει πως η ζωή ό,τι δεν εκτιμάς, σου το παίρνει πίσω για να το εκτιμήσεις. Όταν κάτι το κάνεις δεδομένο και του αφαιρέσεις την αξία του, δηλαδή από ένα σημείο και μετά δεν το εκτιμάς τόσο αλλά σκέφτεσαι το τι άλλο σου λείπει, τότε αργά ή γρήγορα, συνήθως, γίνεται ζητούμενο. Και τότε, εκτιμάς κι αυτό που έχασες και ξεχνάς κι εκείνο που τάχα σου έλειπε. Η «βαλίτσα» ανάλογα με τα επίπεδα συνείδησης μπορεί να πάει ακόμα πιο μακριά.

Ένας άλλος άνθρωπος εκτιμάει απλά το γεγονός ότι έχει ποτήρι, άδειο ή γεμάτο, γιατί μπορεί να βρει κάπου να βάλει νερό. Άλλος εκτιμάει που υπάρχει νερό, ακόμα κι αν δεν υπάρχει ποτήρι. Έχει δυο χέρια με τα οποία μπορεί να πιει νερό. Ένας άλλος, εκτιμάει που υπάρχει μια πηγή, που χωρίς ποτήρι και δίχως χέρι, μπορεί να ξεδιψάσει με το στόμα του και να γευτεί τη δροσιά και τη ζωτικότητά του. Και κάποιος άλλος, εκτιμάει το ότι είναι ζωντανός και μπορεί να αναζητήσει πηγή, ταξιδεύοντας σε μέρη κοντινά ή μακρινά, ακόμα και να δημιουργήσει την δική του, ή ακόμα και να μαζέψει νερό από τους υδρατμούς της ατμόσφαιρας ή την υγρασία της δροσιάς πάνω στα φύλλα πριν την ανατολή.

Μπορείς να ξεδιψάσεις με ζωή, γνώση, εμπειρίες, οτιδήποτε. Αυτό συμβολίζει το νερό. Αυτό το ζωντανό στοιχείο που προγραμματίζεται και αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος σου. Που επηρεάζεται από τις σκέψεις και τα συναισθήματά σου, ή τα συστατικά που του ρίχνεις μέσα, ακόμα κι απ’ την Σελήνη και τις δυνάμεις των πλανητών. Τα επίπεδα ευγνωμοσύνης αν μπεις σε αυτό τον κόσμο δεν έχουν όρια. Η ίδια πραγματικότητα, ο ίδιος κόσμος, μα τόσο διαφορετική αντίληψη.

Στον ωκεανό της ζωής, ακόμα και σε μια τρικυμία, ο ασφαλέστερος τρόπος να επιβιώσεις αν εξαιρέσουμε την θερμοκρασία, είναι να αφεθείς πάνω στο κύμα. Ειδικά σε περιπτώσεις που είναι πέραν από τον έλεγχό σου, μπορείς να προσπαθήσεις να πας κόντρα, ή να αφεθείς. Αν διατηρείς μια ήσυχη και βαθιά αναπνοή, κυριολεκτικά δεν μπορείς να βουλιάξεις. Στη θάλασσα μπορείς να κάνεις αυτό το πείραμα, με γεμάτη βαθιά αναπνοή λόγω άνωσης, δεν μπορείς να βουλιάξεις.

Έτσι ακριβώς είναι και στη ζωή. Ο ένας άνθρωπος αγχώνεται, στεναχωριέται, δυσανασχετεί. Ανασαίνει ακανόνιστα ή γρήγορα οπότε η αναπνοή δεν παρέχει το οξυγόνο που χρειάζεται το μυαλό και το σώμα. Ταυτόχρονα, το σώμα ανταποκρίνεται στα αρνητικά συναισθήματα και εκκρίνει τις ανάλογες ορμόνες που από τη μία το ετοιμάζουν για μάχη, από την άλλη το βλάπτουν. Πόσο μάλλον στις περιπτώσεις που δεν πρόκειται να γίνει καμία μάχη παρά μόνο στο μυαλό του, κι αυτές οι ορμόνες το κατακλύζουν χωρίς να μπορούν να εκτονωθούν.

Από την άλλη, ένας άνθρωπος που ασκεί την ευγνωμοσύνη και εκτιμάει το κάθε τι που έχει, ό,τι και να συμβαίνει διατηρεί την ήσυχη και βαθιά αναπνοή του. Ταυτόχρονα, το σώμα υπακούει και ανταποκρίνεται στα όμορφα συναισθήματα, εκκρίνοντας τις ανάλογες ορμόνες, οι οποίες τροφοδοτούν περισσότερο τα όμορφα συναισθήματα, ανεβάζουν το ανοσοποιητικό αλλά και την ανάπλαση και διατήρηση της νεότητάς του.

Είναι προς όφελός σου λοιπόν αλλά και για αυτό που εκπέμπεις στους γύρω σου, να είσαι σε κατάσταση θετικότητας και ευγνωμοσύνης. Θα μου πεις ότι είναι δύσκολο συνέχεια. Ναι, εκεί είναι το μυστικό. Με την εξάσκηση και την συνειδητή προσπάθεια, να γίνει ένας νέος σου αυτοματισμός. Προφανώς και ο καθένας μας θέλει να βελτιώνεται και να προσπαθεί για κάτι περισσότερο, αλλά είναι τελείως διαφορετικό να το κάνεις δίνοντας αξία σε ό,τι έχεις και είσαι, και να χτίζεις από εκεί και πέρα, από το να τα παίρνεις για δεδομένα και να σκέφτεσαι τι σου λείπει.

Όλα είναι θέμα οπτικής. Φρόντισε να έχεις την οπτική που σε εξυπηρετεί καλύτερα, και μη ξεχνάς, πως αργά ή γρήγορα, έλκεις στη ζωή σου αυτό που εκπέμπεις.

Η απαράμιλλη γοητεία των ευγενικών ανθρώπων

Μιλάμε πολλάκις με βαρύγδουπες έννοιες σαν να τις κατανοούμε πλήρως και να τις ασπαζόμαστε εν λευκώ. Τις κάνουμε εύκολα ζάφτι με τη μαεστρία του μυαλού μας κι αυτό το καταλογίζουμε, είτε σ’ έναν δυνατό δείκτη ευφυΐας είτε στον λεπτό χειρισμό. Κι αν ο λεπτός χειρισμός έχει να κάνει μ’ ένα ικανοποιητικό νοητικό επίπεδο, ταυτόχρονα μέσα του υποβόσκει κι η γοητεία των καλών τρόπων. Οι καλοί τρόποι μας παραπέμπουν σε μια στάση με υπερχειλίζουσα ευγένεια και κομψότητα. Κι αν κάπως έτσι συνδέονται η ευγένεια με την ευφυΐα, μήπως η πρώτη αποτελεί δείγμα της δεύτερης; Να το θέσω ευγενικά το ζήτημα ή έξυπνα;

Ένα κι ένα κάνουν δύο εκτός κι αν μιλάμε για συσσωμάτωμα εννοιών. Ένα μείγμα με γόητρο κι αίγλη, μια ευγενική εξυπνάδα. Μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν καινούργιο όρο που να τα εμπεριέχει και τα δύο; Ίσως ναι, αν δώσουμε σημασία κι αφουγκραστούμε τις υψηλές συχνότητες των εννοιών. Ίσως κι όχι αν το πάρουμε το θέμα επιφανειακά. Με τα όσα βλέπει η πεθερά σχεδόν κανείς δεν έμεινε ικανοποιημένος. Ίσως ξεγελασμένος, ή μερικώς ευχαριστημένος. Κι αφού τα μέτρια δε μας αρέσουν διόλου, ας μιλήσουμε για τις έννοιες που θίξαμε.

Ευγένεια, ευγένεια, ευγένεια, καλοί τρόποι κι ίσως κι ευγενική καταγωγή. Είναι από τζάκι αυτή η ιδιότητα του χαρακτήρα μας. Πνεύμα γλυκό, με μάτια και πρόσωπο καθαρό, έτσι φαντάζομαι θα ήταν η ιδιότητα αυτή αν είχε μορφή, όμως είναι άυλη και λιγάκι απροσδιόριστη. Είναι επίκτητη ή έμφυτη ανάγκη; Ίσως και τα δύο. Κάποια πράγματα πάνε σετ με την ψυχή και φωνάζουν δυνατά και συγχρονισμένα με τον παλμό που επιλέγει κανείς να ζει. Έχει να κάνει με τον χαρακτήρα του καθένα, βέβαια ο χαρακτήρας έχει να κάνει λόγο και με επίκτητα χαρακτηριστικά. Να ευχαριστήσουμε γονείς και κηδεμόνες για όσα μας έμαθαν. Ο σεβασμός π.χ. είναι σπουδαία αρετή και γειτόνισσα της ευγένειας.

Η ευγένεια, όμως, πέρα από ιδιότητα ψυχής είναι και μια κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά κι εκεί κάπου μπαίνει η παγίδα της εικόνας. Η ευγένεια σπάει κόκαλα και κερδίζει ακροατήρια. Είναι σαν ενίσχυση της πειθούς μας. Οι καλοί τρόποι, το ήρεμο και γλυκό πνεύμα, το γαλήνιο πρόσωπο, σαγηνεύουν και τραβάν τα βλέμματα. Είναι σαν ένα φως μέσα στην απόλυτη μαυρίλα, η μελωδία της ηχορύπανσης, η οργάνωση του όχλου. Για να είναι προσποιητή όμως και να πραγματώνεται όταν υπάρχει όφελος απαιτείται μια ικανοποιητική δόση εξυπνάδας, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι οι ευφυείς άνθρωποι υποκρίνονται ευγενικά συναισθήματα.

Πέρα από απέχθεια στο μέτριο, εκδηλώνουμε τη δυσανασχέτησή μας και στην απολυτότητα. Ο ευφυής, ο έξυπνος, ο εύστροφος, ο ικανός έχει τη δεξιότητα της ευθυκρισίας και συνήθως λογίζεται ως άτομο αποδοτικό και λειτουργικό ή και παρακινητικό. Οδηγεί το πλήθος ή γελάει με τον λάθος δρόμο που έχει επιλέξει η μάζα, καθώς οδεύει προς την ορθή κατεύθυνση. Συνήθως, βέβαια, συγχέουμε την ευφυΐα με τη μόρφωση και την εκπαίδευση. Ο άνθρωπος ο μορφωμένος, ο αφοσιωμένος σ’ έναν σκοπό- μια επιστήμη έχει διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες κι όταν ένα άτομο βλέπει πέρα από τη μύτη του υπερνικά τα δεσμά της απολυτότητας.

Άσπρο-μαύρο απόλυτα χρώματα δίχως γκρι υποδηλώνουν την έλλειψη διαλλακτικότητας και προσαρμοστικότητας, που κι αυτά ανήκουν στον ασκό της εξυπνάδας. Κι αν τα παιδιά της ευφυΐας συνήθως είναι όμορφα κι αξιοθαύμαστα τότε προσθέστε τους κι ευγενικούς τρόπους για τέλεια συνταγή. Κι αν ψάχνετε απάντηση στο πρωταρχικό ερώτημα του άρθρου δεν έχω απόλυτη και ξεκάθαρη απάντηση. Η αλήθεια είναι σχετική, υποκειμενική και στέκεται κάπου στη μέση· η χρυσή τομή των εννοιών αχνοφαίνεται.

Οι ευφυείς άνθρωποι ίσως έχουν το μυαλό να προσποιηθούν ευγενικά συναισθήματα για ν’ αποκομίσουν οφέλη. Από την άλλη πλευρά του νομίσματος οι ευφυείς άνθρωποι λόγω των διευρυμένων οριζόντων τους, έχουν πατάξει το αιμοβόρικο χαρακτηριστικό της απολυτότητας και το έχουν αντικαταστήσει με τον σεβασμό και την κατανόηση, ή ακόμα και την εξερεύνηση. Για μόνο ένα ίσως να είμαι σίγουρη: ότι η έλλειψη ευγένειας φανερώνει συμπλέγματα κατωτερότητας κι ανασφάλειας.

Η ευγένεια ακούγεται ελκυστική έννοια, φιγουράρει στο κόκκινο χαλί των ονείρων μας και κρατάει το όσκαρ της καλύτερης κοινωνικά αποδεκτής συμπεριφοράς αρκεί να είναι γνήσια κι αυθεντική. Μια ευγενική ψυχή είναι αγνή και δε γνωρίζει από κουτοπονηριές και δηθενισμούς. Δεν έχει ανάγκη να προσποιηθεί γιατί είναι η ίδια ανάγκη. Ανάγκη αυτοπροσδιορισμού κι αυτοπραγμάτωσης. Τα έμφυτα χαρακτηριστικά γελάνε με όσα η επιτηδευμένη εικόνα κυνηγά να ομοιάσει. Δεν αντιγράφεται εύκολα το πρωτότυπο κι αν το επιδιώκουμε ας το κάνουμε με σεβασμό. Ας είμαστε ευφυείς αν κυνηγάμε την εύκολη αντιγραφή, γιατί τα φτηνά υποκριτικά ταλέντα όταν δεν πηγάζουν φυσικά, είναι το λιγότερο γελοία.

Δώσε χωρίς να θυμάσαι και πάρε χωρίς να ξεχνάς

Όλες οι σχέσεις, οικογενειακές, φιλικές, ερωτικές στηρίζονται στο δούναι και λαβείν, στο πάρε δώσε. Όμως, δεν είναι υποχρεωτικό να πάρουμε πίσω όλα όσα δώσαμε, διότι όπως είναι γνωστό πριν μπει κάποιος σε μια σχέση δεν υπογράφει κανένα συμβόλαιο που καθορίζει τι θα δώσει και τι θα πάρει με ακρίβεια και σαφήνεια. Το κάθε μέλος μιας σχέσης προσφέρει ό,τι θέλει να διαθέσει από τα ψυχικά του αποθέματα. Δεν υπάρχουν σαφώς καθορισμένα όρια, δεν υπάρχουν κανόνες σε αυτό.

Επίσης, κάποιος μπορεί να έχει ένα καλό οικονομικό υπόβαθρο, ενώ κάποιος άλλος όχι, για αυτό και δεν είναι δίκαιο να συγκρίνουμε ανόμοια πράγματα. Ο καθένας προσφέρει ό,τι έχει στη διάθεσή του: αγάπη, ενδιαφέρον, στοργή, υλικά αγαθά. Βγάζεις και δίνεις από την ψυχή σου, χωρίς να χτυπάς πράγματα. Το κάνεις επειδή θέλεις και επειδή μπορείς. Επειδή νιώθεις πράγματα για το έτερόν σου ήμισυ, επειδή θέλεις να το κάνεις ευτυχισμένο και όταν βλέπεις την ευτυχία να καθρεπτίζεται στα μάτια του, νιώθεις ηθική ικανοποίηση, αισθάνεσαι ότι αξίζεις όλα τα καλά του κόσμου, επειδή το κατάφερες. Ανεκτίμητο αυτό το συναίσθημα.

Η αγάπη βέβαια δε μπορεί να είναι μετρημένα κουκιά. Η αγάπη δεν είναι μπακάλικο να μετράς τι πήρες εσύ, τι εγώ τι ο άλλος. Ή δίνεις από την ψυχή σου και βγάζεις το σκασμό ή κάτσε στη γωνίτσα σου και μέτρα τι δεν πήρες. Η αγάπη προϋποθέτει θάρρος, αυταπάρνηση, αυτοθυσία βρίσκεται μακριά από εγωισμούς και μιζέριες.

Ή αγαπάς και ερωτεύεσαι με όλη σου τη δύναμη ή αδιαφορείς. Δεν υπάρχει κάτι ενδιάμεσο. Και αν δεν νιώθεις έτοιμος να έρθεις αντιμέτωπος με αυτά τα πηγαία συναισθήματα και να πολεμήσεις μέχρι τέλους για αυτά, τότε μην ανησυχείς σίγουρα θα υπάρχει κάποιος άλλος που θα έκανε τα πάντα για να έχει ευχαριστημένο τον άνθρωπό του. Aν δεν φαντάζεσαι φωτιές με κάρβουνα μην παίζεις, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και μια γνωστή λαϊκή ρήση.

Πολλές φορές ηχεί στα αυτιά μου μια φράση που μου έλεγε συχνά ο παππούς μου, άνθρωπος παλαιών αρχών, λεβέντης σε όλα του. «Δώσε χωρίς να θυμάσαι και πάρε χωρίς να ξεχνάς». Και συμπλήρωνε μετά: «Ουδείς αχαριστότερος του ευεργετηθέντος». Τον άνθρωπο που μας ευεργέτησε, είτε πρόκειται για φίλο, είτε πρόκειται για σύντροφο δεν πρέπει να τον ξεχνάμε ποτέ. Θα πρέπει πάντα να τον ευγνωμονούμε και να είμαστε οποιαδήποτε στιγμή έτοιμοι να ανταποδώσουμε το καλό που μας έκανε κάποτε.

Ο καθένας δίνει ότι έχει στην ψυχή του, ό,τι υπάρχει στον κήπο του. Αν εκεί έχει ριζώσει το καλό, τότε μόνο αυτό θα βλέπει, μόνο αυτό θα αντικατοπτρίζεται στις επαφές με τους ανθρώπους γύρω του. Αν όμως στην καρδιά του έχει φωλιάσει το κακό, η μιζέρια, το μίσος, τότε αυτά θα ανακαλύπτει σε κάθε στιγμή της ζωής του.

Σύμφωνα με την ψυχολογία, η υπόθεση αυτή σίγουρα σχετίζεται με την οικογένειά καταγωγής, αλλά και με τα πρόσωπα αναφοράς μας στα πρώτα στάδια της ζωής μας. Aν ικανοποιηθούν οι ανάγκες μας στα πρώτα αναπτυξιακά μας στάδια, τότε θα δομούμε σχέσεις αγάπης, οικειότητας, εμπιστοσύνης στην ενήλικη ζωή μας. Έτσι, δεν θα ψάχνουμε πάντα τον κακό λύκο στο τέλος του παραμυθιού, αλλά αντίθετα θα καλούμαστε να ανακαλύψουμε σε κάθε περίσταση το καλό σε όλες τις εκφάνσεις του.

Όταν φοβόμαστε κάποιον, είναι γιατί του έχουμε παραχωρήσει εξουσία πάνω μας

Συχνά εξαρτιόμαστε περισσότερο από τους άλλους παρά από τον ίδιο τον εαυτό μας, και αγωνιζόμαστε με παράλογο τρόπο για την αποδοχή τους, λες και η αξία μας μπορεί να θεμελιωθεί μόνο από άτομα τα οποία ίσα που μας γνωρίζουν.

Το να δίνουμε τέτοια εξουσία στον περίγυρό μας γεννάει ανασφάλεια και μας κάνει να δημιουργούμε αρρωστημένους δεσμούς – στην πλειονότητά τους δεσμούς εξάρτησης – με τους ανθρώπους. Η μοναδική αναγνώριση που χρειαζόμαστε πραγματικά βρίσκεται μέσα μας. Αν δεν έχουμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας, αν δεν είμαστε σίγουροι γι’ αυτό που κάνουμε, πώς περιμένουμε να μας αναγνωρίσουν οι άλλοι;

Χρειάζεται να μάθει κανείς να αγαπάει τον εαυτό του, να τον παραδέχεται και να τον αποδέχεται με όλες τις ατέλειές του, οι οποίες, στην πραγματικότητα, είναι δρόμοι που περιμένουν να τους διανύσουμε. Μόνο έτσι θα πάψουμε να φοβόμαστε τους άλλους και δεν θα μας επηρεάζουν οι γνώμες τους.

Συχνά οι άλλοι ούτε που έχουν γνώμη για εμάς. Εμείς οι ίδιοι τυφλωνόμαστε από τη μανία να μάθουμε τι θα σκεφτούν…

Όπως μας θυμίζει ο Έρμαν Έσσε, κάθε άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τον κήπο του και φιλοτεχνεί νοερά την ακουαρέλα αυτού που επιθυμεί να είναι. Όταν παύουμε να εξαρτιόμαστε από τους άλλους, ανακαλύπτουμε ξαφνικά ότι είμαστε κύριοι της ζωής μας.

Γεννηθήκαμε με τον φόβο του τι θα πει ο κόσμος και καταντήσαμε να μη ζούμε

Γεννηθήκαμε με βαθιά ριζωμένο τον φόβο του τι θα πει ο κόσμος και καταλήξαμε να δούμε πως ακόμα και οι επιλογές μας δεν ήταν συνειδητές αλλά μια συνέχεια των κατευθύνσεων που μας διδάξανε, δεσμεύοντας στη ψυχή μας, τα θέλω και επικολλώντας την ταμπέλα απαγορεύεται.

Οι πράξεις μας είναι βασισμένες σε αυτά που πιστεύουμε ότι θέλουμε, σε ό,τι δεν ξεπερνά τα όρια και είναι επιτρεπτό. Ποιος έβαλε τα όρια; Ποιος ξέρει τόσα πολλά για το σύμπαν και την δημιουργία μας;

Έριχναν διαρκώς στο μυαλουδάκι μας τους σπόρους του φόβου για τον κόσμο και μας προετοίμαζαν για την ζούγκλα που επικρατεί εκεί έξω χωρίς να μας αφήνουν να δούμε πως η ζωή είναι τόσο τέλεια και τόσο όμορφη.. Κι έτσι βγήκαμε έξω έτοιμοι να παλέψουμε και όχι να δούμε, έτοιμοι να ρημάξουμε και όχι να δημιουργήσουμε, έτοιμοι να εναντιωθούμε και όχι να απολαύσουμε. Έτσι το σύμπαν εισέπραττε κι άλλο από αυτό το χάος των αρνητικών σκέψεων.

Δεν υπάρχει κανένας τιμωρός εκεί έξω. Αλλά μέσα στο μυαλό μας. Ακούω ανθρώπους που πηγαίνουν όλα καλά στη ζωή τους να λένε ¨όλα καλά δόξα το θεό” και κάποιους άλλους που ταλαιπωρούνται (συνειδητά ή όχι) να λένε εκφράσεις όπως “εμάς ο θεός μας ξέχασε” , “είμαι άτυχος” , “κάτι έχω κάνει στην προηγούμενη ζωή μου;

Ε λοιπόν δεν έχεις κάνει τίποτα άλλο εκτός από το να κρατάς ακόμα τις παρωπίδες σου!

Όλοι πιστεύουμε σε μια ανώτερη δύναμη χωρίς να ξέρουμε, χωρίς να ξέρουμε πως λειτουργεί, αλλά είμαστε τόσο σίγουροι και απόλυτοι για την επιρροή της επάνω μας! Την βρίζουμε στα άσχημα και την εξυμνούμε στα ευχάριστα. Ίσως έχουμε ανάγκη να ρίχνουμε κάπου το φταίξιμο ή να θέλουμε να αισθανόμαστε την εύνοια μιας ανώτερης δύναμης.

Η πραγματική αλήθεια είναι ο εαυτός μας. Εμείς οι ίδιοι δημιουργούμε τα πάντα γύρω μας όπως καταστάσεις, συναισθήματα κλπ.

Είμαστε ικανοί να δημιουργήσαμε την ζωή που θέλουμε όπως την θέλουμε, αρκεί να ξέρουμε τι θέλουμε και να απελευθερώσομε το μυαλό μας.

Να αδειάσουμε το ασυνείδητο και να ευθυγραμμιστούμε αρμονικά με το συνειδητό. Έτσι θα απελευθερώσουμε όλα τα συναισθήματα μας.

Δεν γνωρίζουμε ουσιαστικά τον κόσμο μας. Γνωρίζουμε την αντίληψη των άλλων για τον κόσμο. Με αυτή την αντίληψη μεγαλώσαμε και έγινε η πραγματικότητα μας.
Ακούγαμε πάντα από μικροί “πρέπει να είσαι σκληρός για να αντιμετωπίσεις την ζωή”, ”μην έχεις εμπιστοσύνη σε κανέναν”, “να κάνεις το σωστό”, ”πρόσεχε”, “ο κόσμος είναι κακός”.

Δεν είναι ο κόσμος μας αυτός!

Ο κόσμος μας είναι το στολίδι του σύμπαντος κι εμείς είμαστε μέρος του. Συγχρονιζόμαστε τέλεια μαζί του κι εκείνο αντανακλά την ενέργεια μας. Θετικές σκέψεις δίνουν θετική έκβαση. Αρνητικές σκέψεις δίνουν αρνητική έκβαση.

Επέλεξε να είσαι ευτυχισμένος σήμερα με όσα έχεις για να δημιουργήσεις ένα αρμονικό αύριο. με όλα όσα θα ήθελες να έχεις.

Από την φύση του ο άνθρωπος διατηρεί την ελπίδα στην καρδιά του.

Κι όσο υπάρχει αυτή η ελπίδα δίνει πίστη στα θέλω του.

Βγάλτε την στην επιφάνεια! Μιλήστε με τον ανώτερο εαυτό σας και ξεκαθαρίστε ποιοι είστε, τι θέλετε και ποιος είναι ο σκοπός σας. Καθαρίστε το μυαλό σας και ανοίξτε τα μάτια του νου. Ίσως η αλλαγή στη δική σας ζωή να περιμένει να της ανοίξετε την πόρτα.

Θα την αφήσετε να περιμένει;

Πώς σκέπτονται οι νικητές στη ζωή

Οι νικητές στη ζωή σκέπτονται διαρκώς φράσεις που ξεκινούν με “Μπορώ”, “Θα το κάνω”, “Είμαι”. Οι χαμένοι, από την άλλη πλευρά, συγκεντρώνουν τις σκέψεις τους σε αυτά που έπρεπε να είχαν κάνει ή αυτά που δεν έκαναν.

Αν δεν είμαστε ικανοποιημένοι από τις επιδόσεις μας, πρέπει πρώτα να αλλάξουμε το τοπίο.

Ερευνητές σε θέματα καρκίνου στο Βασιλικό Κολέγιο του Λονδίνου εκπόνησαν μια μακροχρόνια έρευνα σε πενήντα επτά θύματα καρκίνου τον μαστού, τα οποία υποβλήθηκαν σε μαστεκτομή. Διαπίστωσαν ότι επτά στις δέκα γυναίκες “με μαχητικό πνεύμα” ζούσαν δέκα χρόνια αργότερα, ενώ τέσσερις στις πέντε γυναίκες, “που αισθάνθηκαν απόγνωση” όταν έγινε η διάγνωση, είχαν πεθάνει.

Η μελέτη της ελπίδας και του τρόπου με τον οποίο επιδρά στην υγεία ονομάζεται ψυχονευροανοσολογία. Το Ιατρικό Κέντρο του Harborvίew στο Σηάτλ εκπονεί έρευνες στον τομέα αυτόν, και τα ευρήματά του ενισχύουν τα συμπεράσματα των ερευνητών του Βασιλικού Κολεγίου τον Λονδίνου. Σε μια διετή έρευνα σε ασθενείς με εγκαύματα, η ερευνητική ομάδα του Harborview ανακάλυψε ότι οι ασθενείς που έδειξαν θετική στάση ανάρρωσαν ταχύτερα από εκείνους που κρατούσαν αρνητική.

Βάζω νέες βάσεις σημαίνει: Ίσως να μην μπορώ να αλλάξω τον κόσμο που βλέπω γύρω μου, αλλά μπορώ να αλλάξω τον τρόπο που εγώ βλέπω τον κόσμο μέσα μου.

Καθώς προσπαθείτε να αλλάξετε τρόπο σκέψης, ξεκινήστε αμέσως αλλάζοντας συμπεριφορά. Αρχίστε να παίζετε τον ρόλο του ανθρώπου που θα θέλατε να είστε. Κάντε πράξη τη συμπεριφορά που θαυμάζετε, και υιοθετήστε την. Οι περισσότεροι άνθρωποι θέλουν πρώτα να νιώσουν και μετά να δράσουν. Δεν πετυχαίνει ποτέ.

Μια μέρα επισκέφθηκα κάποιο ιατρείο, όπου διάβασα το εξής σε ένα ιατρικό περιοδικό: “Το ακούμε σχεδόν κάθε μέρα… αναστεναγμός… αναστεναγμός… αναστεναγμός. ‘Μου είναι αδύνατο να βρω κίνητρο για να χάσω βάρος, να ελέγξω το ζάχαρό μου, κλπ.’ Και τους ίδιους αναστεναγμούς ακούμε από τους διαβητολόγους που δεν μπορούν να κινητοποιήσουν τους ασθενείς τους να τηρήσουν τις απαραίτητες για το διαβήτη και την υγεία τους οδηγίες.

“Έχουμε καλά νέα για σας. Το κίνητρο δε θα εμφανιστεί ξαφνικά σαν την επιφοίτηση. Και το κίνητρο δεν είναι κάτι που κάποιος άλλος — νοσοκόμα, γιατρός, μέλος της οικογένειας — μπορεί να σας δώσει ή να σας επιβάλει. Η όλη ιδέα του κινήτρου είναι παγίδα. Ξεχάστε το κίνητρο. Απλώς κάντε το. Αθληθείτε, χάστε βάρος, ελέγξτε το ζάχαρό σας, ή οτιδήποτε άλλο. Κάντε το χωρίς κίνητρο. Και μετά, μήπως το μαντεύετε; Αφού ξεκινήσετε να το κάνετε, τότε θα έλθει και το κίνητρο για να σας διευκολύνει στην προσπάθειά σας να συνεχίσετε.”

“Το κίνητρο,” λέει ο John Bruner, “μοιάζει με την αγάπη και την ευτυχία. Πρόκειται για παραπροϊόν. Όταν συμμετέχεις ενεργά σε αυτό που κάνεις, το κίνητρο για να εξακολουθήσεις να το κάνεις εμφανίζεται ξαφνικά όταν δεν το περιμένεις.” Όπως υποστηρίζει ο ψυχολόγος του Χάρβαρντ Jerome Bruner, είναι ευκολότερο να οδηγηθείς στο συναίσθημα λόγω δράσης παρά στη δράση λόγω του συναισθήματος.

Για το λόγο αυτόν λοιπόν, δράστε! Οτιδήποτε ξέρετε πως πρέπει να κάνετε κάντε το.

Η ανάπτυξη της στάσης ζωής των παιδιών μας έχει μεγάλη σημασία για τη γυναίκα μου και για μένα. Γνωρίζουμε εδώ και πολύ καιρό πως ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να αναπτύξουμε τη στάση των παιδιών μας είναι να ασχοληθούμε με τη συμπεριφορά τους. Όταν όμως πούμε σε ένα από τα παιδιά, “Άλλαξε στάση”, το μήνυμα είναι πολύ γενικό και η αλλαγή που θέλουμε να πετύχουμε ασαφής. Αποτελεσματικότερη προσέγγιση είναι η ανάλυση συμπεριφορών που φανερώνουν κακή στάση. Αν τα βοηθήσουμε να αλλάξουν συμπεριφορά, η στάση θα αλλάξει μόνη της. Αντί να λέτε στα παιδιά σας, “Να δείχνεις ευγνωμοσύνη”, τους ζητάμε να έχουν κάτι θετικό να πουν για κάθε μέλος της οικογένειας καθημερινά. Καθώς αυτό εξελίσσεται σε συνήθεια της ζωής τους, η στάση ευγνωμοσύνης ακολουθεί.

Οι αξίες μας προσδιορίζουν τις επιλογές μας

Η κατανόηση του εαυτού μας σημαίνει, εκτός όλων των άλλων, τη συνειδητή διαμόρφωση των προσωπικών αξιών μας και του πώς αυτές συνδέονται με τις επιλογές της ζωής. Από τις αξίες εξαρτάται το ποιες επιλογές κάνουμε, πώς συμπεριφερόμαστε, ποιοι θέλουμε να είμαστε και πώς θέλουμε να ζούμε.

Οι αξίες προσδιορίζουν το τι είναι σημαντικό και τι είναι ασήμαντο για εμάς και, κατά συνέπεια, τις προτεραιότητές μας. Για να το κατανοήσετε μόνοι σας, κάνετε την εξής άσκηση όπως τη βλέπετε στο σχήμα.

Στις δυο όχθες του ποταμού, βρίσκονται πέντε άνθρωποι: Στη μια όχθη, η κυρία L, ο βαρκάρης Β και ο κύριος S. Στην άλλη όχθη, ο Μ, που είναι σύζυγος της κυρίας L, και ο F, που είναι «κολλητός» φίλος του συζύγου Μ. Το ποτάμι είναι αδύνατον να το περάσει κάποιος χωρίς βάρκα, για πολλούς λόγους. Η κυρία L βρίσκεται στη δεξιά όχθη χαμένη και ο σύζυγός της, ο Μ, δεν γνωρίζει ότι η γυναίκα του είναι εκεί για να πάει να την πάρει. Γι’ αυτή την κυρία τίποτα άλλο δεν αξίζει στη ζωή της, όσο η αγάπη της για τον άνδρα της. Αν δεν τον ξαναβρεί, δεν αξίζει ούτε η ζωή της και είναι αποφασισμένη να αυτοκτονήσει. Πηγαίνει, λοιπόν, στον κύριο Β, τον βαρκάρη, και τον παρακαλάει, τον ικετεύει να την περάσει στην απέναντι όχθη, για να βρει τον σύζυγό της. Ο βαρκάρης αρνείται λέγοντας: «Άκου, κυρία μου, εγώ τη βάρκα την έχω για να βγάζω χρήματα και να ζω την οικογένειά μου. Αν δεν με πληρώσεις, δεν πρόκειται να σε πάω απέναντι». Η κυρία, που δεν είχε χρήματα ή κάτι άλλο να του δώσει, αισθάνθηκε απόγνωση και απελπισία, αφού η ζωή της δεν άξιζε χωρίς τον σύζυγό της. Ευτυχώς, ο κύριος S έμαθε το πρόβλημα της κυρίας και της πρότεινε να της δώσει χρήματα για να τα δώσει στον βαρκάρη και να την περάσει απέναντι όπου ήταν ο άνδρας της, με την προϋπόθεση όμως να κάνει μία φορά σεξ μαζί του, διότι το είχε μεγάλη ανάγκη. Για την κυρία, πράγματι δεν άξιζε τίποτα άλλο στη ζωή της, παρά μόνον η αγάπη της για τον άνδρα της. Έτσι, πήγε με τον S, πήρε τα χρήματα, τα έδωσε στον βαρκάρη και πέρασε απέναντι για να βρει τον άνδρα της. Δυστυχώς, όμως, ο κύριος F έμαθε ότι η κυρία έκανε σεξ με τον S για να βρει τα χρήματα και, λόγω της τόσο βαθιάς φιλίας με τον άνδρα της, δεν μπορούσε να το κρύψει και του το μαρτύρησε. Έτσι, όταν η κυρία πήγε στον άνδρα της εκείνος την έδιωξε επειδή είχε κάνει σεξ με τον S.

Τώρα, θα σας παρακαλέσω, σε ένα πρόχειρο χαρτάκι, να βάλετε στη σειρά τους πέντε αυτούς ανθρώπους με κριτήριο το πόσο, κατά τη γνώμη σας, ο καθένας έπραξε σωστά. Δηλαδή, θέστε πρώτον αυτόν που κατά τη γνώμη σας έπραξε πιο σωστά, δεύτερον τον αμέσως επόμενο που έπραξε πιο σωστά κ.ο.κ. 

Μη συνεχίσετε το διάβασμα αν δεν το κάνετε. Αφού τους βάλετε στη σειρά, σκεφτείτε τι προσδιόρισε το ποιο βάλατε πρώτο και ποιο δεύτερο, τρίτο, τέταρτο και πέμπτο. Γιατί κάνατε αυτή την ιεράρχηση; Λογικά, η σειρά που τους τοποθετήσατε εξαρτήθηκε από τον κώδικα των προσωπικών σας αξιών. Όσοι τοποθετήσατε πρώτη την κυρία L, σημαίνει ότι για εσάς η πιο σημαντική αξία είναι η αγάπη (Love). Όσοι τοποθετήσατε πρώτον τον βαρκάρη Β, για εσάς η πιο σημαντική αξία είναι η δουλειά και τα χρήματα (Business money). Όσοι τοποθετήσατε πρώτον τον S, για εσάς η πιο σημαντική αξία είναι το σεξ (Sex). Όσοι τοποθετήσατε πρώτον τον κύριο Μ, για εσάς η πιο σημαντική αξία είναι η ηθική (Moral), με την περιορισμένη, βέβαια, έννοια του συγκεκριμένου παραδείγματος, δηλαδή, των συζυγικών σχέσεων. Τέλος, όσοι επιλέξατε ως πρώτον τον F, για εσάς σημαντικότερη αξία είναι η φιλία (Friendship).

Άρα, το συμπέρασμα είναι ότι οι προτεραιότητες στη ζωή μας καθορίζονται από το πώς είμαστε τοποθετημένοι απέναντι σε κάποια κεντρικά αντιθετικά ζεύγη – όπως προσωπική ζωή έναντι καριέρας, χρήματα έναντι ελεύθερου χρόνου, ατομικό έναντι ομαδικού, δόξα έναντι κοινωνικής συμβολής, πολυτελής κατανάλωση έναντι απαραίτητης κατανάλωσης κλπ. Οι προτεραιότητές μας, λοιπόν, προσδιορίζονται από τις αξίες μας και από τον τρόπο που ιεραρχούμε τις δεύτερες. Έτσι, αν δεν έχουμε ξεκάθαρες αξίες, δεν μπορούμε να έχουμε ξεκάθαρες προτεραιότητες. Σε τέτοια περίπτωση, μόνον κατά τύχη δεν θα μετανιώσουμε για τις επιλογές που κάνουμε στη ζωή μας, αφού, προκειμένου να θέτω τα σωστά ερωτήματα, να αξιολογώ τις εναλλακτικές επιλογές και να επιλέγω την καλύτερη για εμένα, προϋπόθεση είναι να έχω ξεκάθαρο στο μυαλό μου το τι αξίζει για εμένα.

Ο λόγος δυνάστης μέγας εστίν

Ευκοσμία είναι για την πόλη οι γεροί άντρες, για το σώμα η ομορφιά, για την ψυχή η σοφία, για την πράξη η αρετή, για το λόγο η αλήθεια· τα αντίθετά τους ακοσμία. Τον άντρα και τη γυναίκα, τον λόγο και την πράξη, την πόλη και τα πράγματα που αξίζουν τον έπαινο πρέπει με επαίνους να τα τιμάμε, ενώ τα ανάξια να τα κατακρίνουμε.

[Η Ελένη] έκανε όσα έκανε είτε από θέλημα της Τύχης και απόφαση των θεών και της Ανάγκης προσταγή, είτε επειδή αρπάχτηκε με τη βία, είτε επειδή πείσθηκε με λόγια, είτε επειδή από τη θωριά ερωτεύτηκε.

Αν ήταν ο λόγος που την έπεισε και εξαπάτησε την ψυχή της, ούτε σ’ αυτή την περίπτωση είναι δύσκολη η υπεράσπιση και η ανασκευή της κατηγορίας. Ο λόγος είναι ένας μεγάλος δυνάστης, που ενώ έχει το πιο μικρό και αφανές σώμα, επιτελεί τα έργα τα πιο θεϊκά· γιατί μπορεί και το φόβο να σταματήσει και τη λύπη να διώξει και χαρά να προκαλέσει και τον οίκτο να αυξήσει. Πόσοι δεν έχουν πείσει ή δεν πείθουν τόσους και τόσους για τόσα πράγματα, πλάθοντας έναν ψευδή λόγο! Ποιά αιτία λοιπόν μας εμποδίζει να θεωρήσουμε ότι η Ελένη ήρθε στην Τροία χωρίς τη θέλησή της, το ίδιο όπως αν αρπάχτηκε από απαγωγέων τη βία; Αφού η επίδραση της πειθούς, αν και δεν έχει του εξαναγκασμού τη μορφή, έχει την ίδια μ’ αυτόν δύναμη.

Γοργίας, Ελένης Εγκώμιον, 1, 6-8 και 11-12
--------------------------
ΓΟΡΓΙΑΣ Ο ΛΕΟΝΤΊΝΟΣ (483/80-376/5 πΧ)
Κορυφαίος σοφιστής και ρήτορας, δίδαξε στη Σικελία, την Αττική και τη Θεσσαλία. Μελέτησε πρώτος το λόγο και την επίδραση του στον ψυχισμό του ανθρώπου και είδε τη ρητορική ως “πειθούς δημιουργό”, δηλαδή ως μέθοδο για να διατυπώνει ο άνθρωπος τη γνώμη του με τρόπο πειστικό

Ως αρετή εννοούσε ο Σωκράτης την επιλογή του αγαθού, το «ευ πράττειν»

Η αποφασιστική στιγμή που σημάδεψε τη στροφή του ενδιαφέροντος και της προσοχής από τον εξωτερικό στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου συνδέεται με την ιστορική παρουσία και τη διδασκαλία του Σωκράτη τον 5ο αιώνα π.Χ. Πράγματι, ο Σωκράτης που θανατώθηκε από τους συμπολίτες του το 399 π.Χ., ήτοι, πριν από 2.400 χρόνια, δίκαια θεωρείται ως ο θεμελιωτής της ηθικής φιλοσοφίας επειδή έστρεψε το φως της σκέψης και του προβληματισμού του από τη φύση στην ψυχή και την ηθική συμπεριφορά του ανθρώπου. Αυτή η «ανθρωποκεντρική» στροφή έκαμε έκτοτε την πορεία του φιλοσοφικού στοχασμού και ο Σωκράτης κατέκτησε μία αν όχι την κορυφαία θέση στο Πάνθεον των φιλοσόφων της ανθρωπότητας.

Το «παράδοξο» είναι ότι τούτο το πέτυχε δίχως ποτέ ο ίδιος να γράψει τίποτα ή να οργανώσει κάποια σχολή ή κάποιο φιλοσοφικό σύστημα. Απλά με τη δύναμη του κριτικού στοχασμού και με την καθαρότητα του προσωπικού του παραδείγματος ζωής (μιας ζωής που την οικοδόμησε σαν έργο τέχνης) άφησε τέτοια εντύπωση στους συγκαιρινούς και τους φίλους του ώστε αυτό αρκούσε για να γράψουν κατόπιν εκείνοι (ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοτέλης) όσα έγραψαν για την ύπαρξη και τη σκέψη του ως παρακαταθήκη στην ιστορία του πνεύματος.

Η γνώση της αρετής

Εξαρχής, το «γνώθι σαυτόν» της δελφικής προσταγής ο Σωκράτης το ερμήνευσε ως το έναυσμα για μια πορεία αναζήτησης που ένας σκεπτόμενος άνθρωπος θα μπορούσε να ακολουθήσει προκειμένου να επιτύχει την αρετή. Ως αρετή εννοούσε ο Σωκράτης την επιλογή του αγαθού, το «ευ πράττειν», ύστερα από κριτική ανάλυση και στοχασμό. Συνέδεσε έτσι με τρόπο μοναδικό και αξεδιάλυτο την αρετή με τη γνώση, τη γνώση εκείνου που είναι πραγματικά και όχι φαινομενικά καλό και χρήσιμο στον άνθρωπο.

Η λογική θεμελίωση της ηθικής συνίστατο επομένως στη στοχαστική διερεύνηση και αναζήτηση της αρετής. Υπ’ αυτήν την έννοια, η «αρετή είναι γνώση» και έως ότου αποκτήσει ο άνθρωπος τη γνώση δεν μπορεί να είναι ενάρετος. Όπως μαρτυρά ο Αριστοτέλης (Ηθικά Νικομάχεια, 1144 b, 28-29), ο Σωκράτης θεωρούσε ότι οι αρετές ήταν μορφές λόγου («λόγους τας αρετάς ώετο είναι επιστήμας γαρ είναι πάσας») διότι ήταν αδιάλυτα συνδεδεμένες με τη γνώση. Με συνέπεια ούτε η επίτευξη του αγαθού να είναι δυνατή άνευ φρονήσεως, «ουδέ φρόνιμον άνευ της ηθικής».

Έδειξε, επιπλέον, ότι μόνο με τον τρόπο αυτό, δηλαδή με τον ασίγαστο στοχασμό περί της αρετής, μπορεί να κερδίσει κανείς την αληθινή και διαρκή ευδαιμονία. H μαρτυρία του προσωπικού του παραδείγματος ήταν αδιάψευστη: πέθανε δίχως θλίψη, φόβο ή ταραχή, αλλά με εσωτερική γαλήνη και ηρεμία – ίσως και με ευδαιμονία, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν εκείνος που θέλησε ή επέλεξε τον θάνατό του.

Ο Σωκράτης συνέβαλε επίσης όσο κανείς έως τότε στον «εκδημοκρατισμό» της ηθικής θεωρίας, εφόσον κατέστησε την πρόσβαση σε αυτήν ανοικτή και διαθέσιμη στον καθένα που ήταν πρόθυμος να τη γνωρίσει. Τούτο το έπραττε με την προσφιλή του όσο και ιδιαίτερα αποτελεσματική μέθοδο της διαλογικής ανάλυσης (όπως φανερώνουν οι πλατωνικοί διάλογοι) μέσω της οποίας μπορούσε να εξετάζει και να ελέγχει τις απόψεις και τις ιδέες των συμπολιτών του με διαρκείς ερωταποκρίσεις αποκαλύπτοντας έτσι όχι μόνο την άγνοιά τους αλλά και την αληθινή φύση της αρετής. Ήταν προφανώς πεπεισμένος ότι μόνο αυτό το είδος της διαλογικής αυτοεξέτασης και του αναστοχασμού κάνει τους ανθρώπους καλύτερους από ηθικής σκοπιάς. Και τούτο διότι υποβάλλεται έτσι κανείς σε διαρκή κριτικό έλεγχο σχετικά με το τι να κάνει ή να αποφύγει επί τη βάσει ηθικών κριτηρίων.

Τόσο ο Πλάτων όσο και ο Αριστοτέλης, εξάλλου, θεωρούσαν την ηθική ως μέρος της πολιτικής, της οποίας η πρωτεύουσα λειτουργία ήταν να διαμορφώνει το πλαίσιο και τις συνθήκες ώστε τα μέλη της πολιτείας να μπορούσαν να κατακτήσουν την αληθινή ευδαιμονία. Έτσι, η επίτευξη της γνώσης και της αληθινής ευδαιμονίας καθίσταται η ουσία της επιστήμης του αγαθού, δηλαδή της ηθικής.

Η πράξη της αρετής

Κατά τους αρχαίους Έλληνες η ηθική δεν περιοριζόταν στη θεωρητική μόνο ενασχόληση με το ζήτημα της αρετής αλλά κατ’ εξοχήν ενδιαφερόταν για την άσκησή της στην πράξη: όχι μόνο να στοχάζεται και να διερευνά κανείς το αγαθό, αλλά κυρίως να το πράττει στη ζωή του.

Συναφώς, η έννοια της «επιστήμης» περιλάμβανε όχι μόνο την αφηρημένη γνώση ενός τομέα της σκέψης και της εμπειρίας, αλλά και την έντεχνη και επιδέξια εφαρμογή του στην πράξη. Δεν εκπλήσσει, επομένως, ότι μια ισχυρή κανονιστική διάσταση χαρακτήριζε την όλη επιστημονική δραστηριότητα, υπό την έννοια ότι συγκεκριμένες αξίες και κανονιστικά κριτήρια κατευθύνουν τη δράση των ανθρώπων και εκφράζονται σε ανάλογες έμπρακτες συμπεριφορές.

«Η αρετή από μόνη της δεν εξαρκεί», δίδασκε ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του (1. 325 b, 12-13), «πρέπει επίσης να υπάρχει η δύναμη να μετατραπεί σε πράξη». Πράγμα που σημαίνει ότι εφόσον έχει ληφθεί μια απόφαση με ηθικά κριτήρια πρέπει κατόπιν να εφαρμοσθεί με συνέπεια.

Βέβαια, ο μετασχηματισμός της αξίας σε πράξη και η σύμπτωση των απώτερων σκοπών και επιδιώξεων με τα συγκεκριμένα ενεργήματα συνιστά μείζον πρόβλημα που θέτει σε δοκιμασία την ηθική αντοχή και την ακεραιότητα του δρώντος υποκειμένου. «Φυσικά, η πράξη σε πολύ μικρότερο βαθμό προσεγγίζει την αλήθεια από ό,τι η σκέψη», επεσήμαινε ο Πλάτων στην Πολιτεία του (473 a, 1-2).

Εν τούτοις ο Σωκράτης έδειξε ο ίδιος με το παράδειγμά του τη δύναμη και την ετοιμότητα του ανθρώπου με ήθος να ζήσει σύμφωνα με τα κριτήρια και τις αξίες του. «Σφάλλεις αν νομίζεις πως κάποιος που έχει την παραμικρή αξία», υποστήριζε στην Απολογία του (28b, 5-9), «θα υπολόγιζε τον κίνδυνο της ζωής ή του θανάτου ή οτιδήποτε άλλο αντί να εξετάζει τούτο μόνο: Εάν η πράξη του είναι δίκαιη ή άδικη, και εάν αρμόζει στα έργα ενός καλού ή κακού ανθρώπου».

Ανεξέταστος βίος είναι αβίωτος

Από ηθικής σκοπιάς, λοιπόν, η σύμπτωση θεωρίας και πράξης είναι αναγκαία, εφόσον η ηθική οντολογία δεν αφορά μόνο τις προθέσεις αλλά εξίσου την πραγμάτωση και την εκπλήρωσή τους. Θεωρία και πράξη συναπαρτίζουν ισότιμα μέρη της ζωής και της συγκρότησης του υποκειμένου, και δεν υπάρχει λόγος να υποθέτει κανείς ότι το ένα προηγείται και υπερέχει του άλλου.

Μπορούμε, επομένως, να συμπεράνουμε ότι για τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους και βέβαια για τον Σωκράτη η ηθική συνίστατο στη γνώση και την επιλογή των καλών πραγμάτων στη ζωή. Επιπλέον, ο λόγος περί των αξιών που όφειλαν να εμπνέουν και να κατευθύνουν τη ζωή αποτελούσε μια αξία καθ’ εαυτήν, που θα μπορούσε να οδηγήσει στην ευδαιμονία εάν επιδιώκετο με συνεπή και συστηματικό τρόπο.

Κατά τον Αριστοτέλη, μάλιστα, το ήθος δεν ήταν παρά «η συνήθεια του αγαθού» («η δ’ ηθική εξ έθους περιγίνεται», Ηθικά Νικομάχεια, 1103 a, 17) και η ηθική στάση απορρέει από την ελεύθερη επιλογή του αγαθού που γίνεται κατόπιν συνήθης πρακτική («η ηθική αρετή έξις προαιρετική», Ηθικ. Νικ., 1139 a, 22-23). Μια απώτερη συνέπεια αυτής της αντίληψης είναι ότι η ηθική επιλογή δεν αποτελεί τόσο ζήτημα επιβράβευσης ή τιμωρίας, αλλά ελεύθερη προτίμηση του αγαθού δίχως να υπεισέρχεται το δέλεαρ της ανταμοιβής ή το φόβητρο της ποινής.

Δεν ξενίζει, επομένως, ότι το πρωτεύον κριτήριο και η επιδίωξη της καλής διακυβέρνησης ήταν κατά τον Αριστοτέλη ο εθισμός των πολιτικών στην άσκηση της αρετής. Τούτο επιβεβαιώνεται, έγραψε στα Ηθικά Νικομάχεια (1103 b, 4-7), από αυτό που συμβαίνει στις πολιτείες? γιατί οι νομοθέτες κάνουν τους πολίτες αγαθούς με τον σχηματισμό ανάλογων συνηθειών σε αυτούς («τους πολίτες εθίζοντες ποιούσιν αγαθούς»).

Για να προσθέσει ότι «τούτη είναι η επιθυμία κάθε νομοθέτη, και αυτοί που δεν το καταφέρνουν χάνουν τον στόχο, και σε τούτο διαφέρει μια καλή από μια κακή πολιτεία».

Εφόσον ηθική συνιστά μια πρωτεύουσα λειτουργία της πολιτικής προκύπτει ότι η κύρια αποστολή των πολιτικών είναι να μεριμνούν για την ηθική καλλιέργεια και τελείωση των πολιτών.

Προκειμένου όμως να το επιτύχουν αυτό χρειάζονται και οι ίδιοι γνώση, τη γνώση της αρετής, πράγμα που αποκτάται με τη διαρκή διερεύνηση και τον αυστηρό και ασίγαστο έλεγχο των πραγμάτων και των καταστάσεων.

Στο τέλος τέλος, η ηθική συνοχή δεν αποκτάται παρά μόνο μέσα από τη διαρκή αναζήτησή της. Και τούτο είναι το μέγα προνόμιο των ανθρώπινων όντων, διαφορετικά η ζωή δεν έχει αξία. Βίος ανεξέταστος δεν είναι αποδεκτός από τον άνθρωπο («ο δε ανεξέταστος βίος ου βιωτός ανθρώπω»), κατέληξε ο Σωκράτης στην εκπληκτική Απολογία του (28, 12). Κοντολογίς, η ηθική στάση ως αποτέλεσμα μιας ξεχωριστής για τον καθένα πορείας και αναζήτησης είναι αυτό που κάνει τη ζωή, την «τέχνη της ζωής», μια τόσο δημιουργική και ενδιαφέρουσα υπόθεση.

Γνώση ήδη έχουμε. Όμως όποιος την κυνηγήσει είναι ύποπτος ότι πηγαίνει εναντίον της

Η γνώση δεν ισοδυναμεί πάντα με τη σοφία, κάποιες φορές σημαίνει το εντελώς αντίθετο. Η εμμονή για αποθησαύριση γνώσεων μπορεί να θολώσει ακόμα και τη ματιά μας για τον κόσμο.

Για τους σοφούς της Ανατολής, η απαλλαγή, η απελευθέρωση από πολλές γνώσεις που έχουμε αποκτήσει ως προκαταλήψεις και στερεότυπα καταλήγει να είναι απαραίτητη ώστε να βλέπουμε την πραγματικότητα χωρίς τα φίλτρα που τη στρεβλώνουν.

Ο Αμερικανός διανοητής Γουίλ Ντουράντ θεμελιώνει την ακόλουθη διαφορά ανάμεσα στη σοφία και στη γνώση: «Η γνώση είναι δύναμη, όμως μόνο η σοφία είναι ελευθερία». Δύο αιώνες νωρίτερα, ο Εμμάνουελ Καντ έλεγε ότι: «Η επιστήμη είναι οργανωμένη γνώση, αλλά η σοφία είναι οργανωμένη ζωή».

Τι είναι αυτό από το οποίο πρέπει να απαλλαγούμε για να φτάσουμε στη σοφία;

.Οι γεμάτες προκατάληψη αντιλήψεις για πρόσωπα και πράγματα. .Οι προφητείες για το τι θα κάνει κάποιος ή για το τι θα συμβεί σε μια ορισμένη κατάσταση.

.Οι γνώμες τρίτων που δε μας αφήνουν να διαμορφώσουμε φυσιολογικά τη δική μας γνώμη.

.Η ψευδής πίστη ότι ήδη γνωρίζουμε όλα όσα είναι απαραίτητα για κάθε όψη της ζωής.
Αν αφήσουμε να πέσουν όλα αυτά τα φίλτρα, η σαφήνεια και η σοφία θα έρθουν από μόνες τους.

Μια ερμηνεία του Τάο

Ο παράδοξος τρόπος σκέψης είναι ενσωματωμένος σε ανατολίτικες έννοιες -όπως το γιν και το γιανγκ, δηλαδή το θηλυκό και το αρσενικό- και τα πράγματα περιγράφονται με άνεση ως αυτό και εκείνο – ταυτόχρονα. Αντίθετα, εμείς στη Δύση τείνουμε να θεωρούμε τα αντίθετα ως ασύμβατες έννοιες, που ανατίθενται η μια στην άλλη. Αυτό το βιβλίο (το Τάο) μάς ζητά να αλλάξουμε τον παγιωμένο τρόπο σκέψης μας – πράγμα που θα έχει ως αποτέλεσμα να δούμε και την ίδια τη ζωή μας να αλλάζει.

Το Τάο είναι το άγνωστο, αθέατο βασίλειο από όπου εκπορεύονται τα πάντα· ταυτόχρονα, το Τάο ενυπάρχει αόρατο μέσα στο κάθε τι. Όταν επιθυμούμε να δούμε αυτό το αόρατο μυστήριο, επιχειρούμε να το περιγράφουμε με όρους μορφών του εξωτερικού κόσμου – είναι αυτό που ο Λάο Τσε αποκαλεί «τα 10.000 πράγματα». Μας συμβουλεύει πως, για να δούμε πραγματικά το μυστήριο, θα πρέπει να πάψουμε να προσπαθούμε να το δούμε. Ή, όπως μ’ αρέσει να το σκέφτομαι εγώ, «Άσε τα πάντα στα χέρια της τύχης». Πώς όμως μπορούμε να κάνουμε κάτι τέτοιο; Ένας τρόπος είναι να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να ασκηθεί λίγο περισσότερο στην παράδοξη συλλογιστική σύμφωνα με την οποία η επιθυμία (το να θέλουμε κάτι) και η έλλειψη επιθυμίας (να επιτρέπουμε ή να αποδεχόμαστε τις καταστάσεις) είναι έννοιες διαφορετικές μα και ίδιες, κάτι σαν τους δυο μυστηριώδεις και αντίθετους πόλους ενός συνεχούς.

Η επιθυμία είναι η φυσική έκφραση της δημιουργίας των συνθηκών οι οποίες θα μας επιτρέψουν να γίνουμε δεκτικοί. Ουσιαστικά, δηλαδή εγκόσμια προετοιμασία για να λάβουμε. Σύμφωνα με τον Λάο Τσε, η λαχτάρα να γνωρίσουμε ή να δούμε το μυστήριο του Τάο θα μας αποκαλύψει στοιχεία του σε μια ποικιλία εκδηλώσεων, αλλά δεν θα μας φανερώσει το ίδιο μυστήριο· Όμως, δεν πρόκειται για αδιέξοδο! Από το πεδίο της επιθυμίας είναι που ανθίζει το μυστηριώδες Τάο. Είναι λες και η επιθυμία μετουσιώνεται σε αβίαστη αποδοχή. Επιθυμώντας, κάποιος βλέπει τις εκδηλώσεις- σταματώντας να επιθυμεί, μπορεί κάποιος να αντικρίσει το ίδιο το μυστήριο.

Αν συντονιστούμε με όσα μάς λέει ο Λάο Τσε, γίνεται προφανές πως ο κόσμος μας προσφέρει άφθονα παραδείγματα αυτής της παράδοξης διαδικασίας. Σκεφτείτε την κηπουρική και τη λαχτάρα κάποιων για τις ζουμερές σπιτικές τομάτες ή τους ανοιξιάτικους ασφόδελους. Τελικά, αυτό που συμβαίνει είναι πως τους επιτρέπουμε να αναπτυχθούν με την ησυχία τους. Τώρα, σκεφτείτε πόσα πράγματα στη ζωή αφορούν την επιθυμία και πόσο διαφέρει αυτή από το να αφήσουμε κάτι να συμβεί. Να θέλουμε να κοιμηθούμε, για παράδειγμα, αντί να αφήνουμε τον εαυτό μας να κοιμηθεί. Να θέλουμε να κάνουμε δίαιτα αντί να κάνουμε δίαιτα. Να θέλουμε να αγαπήσουμε αντί να αγαπάμε. Σε αυτό το πλαίσιο του Τάο, η έλλειψη επιθυμίας σημαίνει πως εμπιστευόμαστε, επιτρέπουμε, αποδεχόμαστε. Η επιθυμία είναι η αρχή και το πεδίο για την κατάσταση της μη επιθυμίας, μα είναι ταυτόχρονα και η αρχή και το πεδίο της αποδοχής. Είναι το ίδιο, αλλά και διαφορετικό.

Δώστε προσοχή στις στιγμές που μπορείτε να αισθανθείτε μέσα στο σώμα σας τη γέφυρα ανάμεσα στην επιθυμία και στην αποδοχή (ή ανάμεσα στην προσπάθεια και στην ίδια την πράξη). Η προσπάθεια να παίξετε πιάνο, να οδηγήσετε ένα αυτοκίνητο ή να κάνετε ποδήλατο είναι το ίδιο μα ταυτόχρονα και διαφορετικό από το να παίζεις πράγματι πιάνο, να οδηγείς αυτοκίνητο ή να κάνεις ποδήλατο. Από τη στιγμή που κάποιος θελήσει να μάθει αυτές τις καθημερινές δραστηριότητες, έρχεται στιγμή που απλώς τους επιτρέπει να συμβούν. Η ουσία είναι να αναγνωρίσετε μέσα στο σώμα σας τη διαφορά ανάμεσα στο να προσπαθείτε και να επιτρέπετε, και στη συνέχεια να αντιληφθείτε πόσο χαλαρωτική είναι η αίσθηση της δεύτερης κατάστασης. Αυτή η πρακτική θα σας βοηθήσει επίσης να κατανοήσετε καλύτερα το αόρατο μυστήριο των δέκα χιλιάδων πραγμάτων, που περιλαμβάνουν όλα τα ορατά φαινόμενα του κόσμου μας.

Τα 10.000 πράγματα στα οποία αναφέρεται ο Λάο Τσε συμβολίζουν τα ταξινομημένα και επιστημονικά κατονομασμένα αντικείμενα της γης, τα οποία μάς βοηθούν να επικοινωνούμε και να αναγνωρίζουμε για ποιο πράγμα μιλάμε ή τι σκεφτόμαστε. Ωστόσο, παρ’ όλη την τεχνολογική εξειδίκευση και επιστημονική κατηγοριοποίηση, ποτέ δεν θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε ένα πραγματικό ανθρώπινο μάτι ή συκώτι, ή ακόμα κι έναν κόκκο σταριού. Το καθένα απ’ αυτά- μαζί με όλα τα υπόλοιπα που αποτελούν τον γνωστό ή κατονομασμένο κόσμο- προέρχεται από το μυστήριο, το αιώνιο Τάο. Ακριβώς όπως ο κόσμος δεν είναι τα κατονομασμένα του μέρη, έτσι κι εμείς δεν είμαστε αποκλειστικά το δέρμα, τα κόκκαλα και οι ποταμοί των υγρών από τα οποία αποτελείται το σώμα μας. Είμαστε κι εμείς το αιώνιο Τάο, το οποίο αόρατα ζωντανεύει τη γλώσσα μας για να μιλάμε, τα αυτιά μας για να ακούμε, τα μάτια μας για να βλέπουμε τις εκδηλώσεις του μυστηρίου. Αν επιτρέψουμε συνειδητά σε αυτό το ακατανόμαστο μυστήριο να συμβεί, τότε μόνο έχουμε πετύχει να πραγματώσουμε το Τάο.

Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει και να διακινδυνεύουμε αλόγιστα; Ασφαλώς όχι. Σημαίνει πως πρέπει να αποδεχόμαστε το μυστήριο τη στιγμή που μας ληστεύουν ή μας κακομεταχειρίζονται; Πιθανώς όχι. Αυτό σημαίνει πως δεν πρέπει ποτέ να προσπαθούμε να αλλάξουμε τα πράγματα; Όχι. Σημαίνει όμως πως πρέπει να ασκηθούμε στο να ζούμε μέσα στο μυστήριο και να του επιτρέπουμε να κυλάει μέσα μας ανεμπόδιστα. Σημαίνει πως αποδεχόμαστε την παραδοξότητα να παραμένουμε συγκροτημένοι, καθώς επιτρέπουμε ταυτόχρονα το ξεδίπλωμα του μυστηρίου.

Εξασκήστε το Τάο· βρείτε τους προσωπικούς σας τρόπους για να ζείτε μέσα στο μυστήριο. Όπως λέει και ο Λάο Τσε στην πρώτη στροφή: «Και το ίδιο το μυστήριο είναι το κλειδί για την απόλυτη κατανόηση».

Ιδού η συμβουλή μου για το πώς μπορείτε να μετατρέψετε το κείμενο αυτό σε καθημερινή πρακτική κατά τον 21ο αιώνα:

Πρώτον και κυριότερο, απολαύστε το μυστήριο!

Κάθε τι πρόκειται να συμβεί σύμφωνα με φυσική τάξη. Μην προσπαθείτε πολύ σκληρά να κάνετε κάτι να συμβεί – απλώς επιτρέψτε του να γίνει.

Προς τι το φιλοσοφείν

Μάταιος είναι ο λόγος του φιλόσοφου που δε θεραπεύει κανένα ανθρώπινο πάθος. Γιατί, όπως η ιατρική δεν ωφελεί παρά μόνον αν θεραπεύει τις ασθένειες του σώματος, έτσι και η φιλοσοφία δεν προσφέρει τίποτα παρά μόνο αν διώχνει τα πάθη της ψυχής.
Επίκουρος

Σχετικά με την ανθρώπινη ευτυχία, το να καθόμαστε να συζητάμε ώρες ατέλειωτες και να νομίζουμε, να θεωρούμε, να εικάζουμε, χωρίς να καταλήγουμε σε ικανά συμπεράσματα, δεν είναι κάτι σπάνιο και, στην καλύτερη περίπτωση, σου ροκανίζει το χρόνο. Συχνά μάλιστα, εκτός από άχρηστο είναι και επιβλαβές, αν σε μπερδεύει και σε γεμίζει με αναπάντητα ερωτηματικά και υπαρξιακά άγχη, ακόμα κι αν πρόκειται για τις απόψεις ενός μεγάλου, ιστορικά, φιλόσοφου. Μια φιλοσοφία, μια διδασκαλία, μια απλή θεωρία ενός φίλου τέλος πάντων, για να έχει νόημα, δεν αρκεί να αναφέρεται σε θεωρητικές απαντήσεις, αλλά να σου δίνει λύσεις. Κι όταν λέμε λύσεις, εννοούμε προτάσεις με άμεση πρακτική αξία, που να στοχεύουν όχι στο απώτερο μέλλον ή μετά θάνατον, αλλά στην εδώ και τώρα ευτυχία, την πεμπτουσία της ανθρώπινης ύπαρξης. Γιατί, φιλοσοφία είναι η δραστηριότητα που με λόγους και συλλογισμούς κάνει τη ζωή ευτυχισμένη. Όταν, δηλαδή, με μια φιλοσοφία δε γαληνεύεις και δε λύνονται πάγια προβλήματα ούτε αντιμετωπίζονται εύκολα οι δυσκολίες, ή βολεύονται κάποια πράγματα προσωρινά, αλλά εμφανίζονται καινούργιες έγνοιες, ή απλά λύνονται και ξελύνονται τα ίδια προβλήματα και τα βρίσκεις συνεχώς μπροστά σου με παραλλαγές, τότε αυτό μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο, πάντως όχι αληθινή φιλοσοφία.

Ό,τι ακριβώς δε συμβαίνει με τον Επίκουρο, όπου, πρώτα απ’ όλα, χωρίς να κουράζεσαι και να πολυαμφιβάλλεις, ή δέχεσαι κάτι από αυτά που λέει ή όχι. Η νοητική διαδικασία που απαιτείται ώστε να καταλάβεις τι θέλει να σου πει, είναι άκοπη, τουλάχιστον όσον αφορά στα όσα λίγα είναι απαραίτητα για το ευ ζην. Γιατί σχετικά μ’ αυτά, ο Επίκουρος όχι μόνο απλούστευσε τη φιλοσοφία, αλλά φιλοσόφησε και με απλά λόγια. Γι’ αυτό και δε χρειάζεται να είσαι μορφωμένος για να κατανοήσεις την ουσία των λόγων του. Αρκεί να ξέρεις γράμματα, να ξέρεις δηλαδή να διαβάζεις. Αλλά και να σ’ τα πει κάποιος — κουκιά μετρημένα είναι —, το ίδιο κάνει.

Αμέσως θα προσέξεις την αξία τους. Μικρά μόνο αποσπάσματα από τα στοιχειώδη επικούρεια κείμενα που εύκολα μένουν στη μνήμη, ηχούν, όπως τα διαβάζεις, σαν φιλοσοφικά γιατρικά και είναι ό,τι πρέπει για να σου φτιάξουν τη διάθεση. Όλο και κάποια ανάσα ανακούφισης θα σου δώσει, όλο και κάποιο φόβο θα σου διώξει το καθένα από αυτά, κι αν τα δεις στο σύνολό τους, μπορεί ακόμα και να σε επηρεάσουν γρήγορα και δραστικά προς μια ζωή ανώτερη, με κύριο γνώρισμά της τη φυσική, ανόθευτη ποιότητα, χωρίς ψευδαισθήσεις που καταρρέουν από τη μια στιγμή στην άλλη.

Ο Επίκουρος είναι για όλους και η διδασκαλία του ανήκει στους πολλούς και όχι στους λίγους. Όπως για όλους είναι η φιλοσοφία και η διάρκεια στην καλή διάθεση, σε όποια ηλικία της ζωής τους κι αν βρίσκονται. Γιατί, ούτε όταν είναι νέος κανείς πρέπει να διστάζει να φιλοσοφεί, ούτε όταν γεράσει να μην έχει διάθεση να φιλοσοφεί. Για κανέναν δεν είναι νωρίς ή πολύ αργά, ώστε να ασχοληθεί με την υγεία της ψυχής του (Επιστολή προς Μενοικέα).

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, ΙΣΤΟΡΙΑΙ

ΘΟΥΚ 3.69.1–3.72.1

(ΘΟΥΚ 3.69.1–3.81.5: Η εμφύλια διαμάχη στην Κέρκυρα) 

Κινήσεις του πελοποννησιακού στόλου – Επικράτηση των Κερκυραίων ολιγαρχικών και επιβολή ουδετερότητας

Μετά την καταστολή της αποστασίας των Μυτιληναίων από τους Αθηναίους και την κατάληψη των Πλαταιών από τους Σπαρτιάτες (427 π.Χ.), ο Πελοποννησιακός πόλεμος εντείνεται με αφορμή την γενίκευση της εμφύλιας σύγκρουσης μεταξύ δημοκρατικών και ολιγαρχικών στην Κέρκυρα και την ανάμειξη Αθηναίων και Πελοποννησίων σε αυτήν.


[3.69.1] Αἱ δὲ τεσσαράκοντα νῆες τῶν Πελοποννησίων αἱ Λεσβίοις
βοηθοὶ ἐλθοῦσαι, ὡς τότε φεύγουσαι διὰ τοῦ πελάγους ἔκ τε
τῶν Ἀθηναίων ἐπιδιωχθεῖσαι καὶ πρὸς τῇ Κρήτῃ χειμασθεῖσαι
καὶ ἀπ’ αὐτῆς σποράδες πρὸς τὴν Πελοπόννησον κατηνέχθη-
σαν, καταλαμβάνουσιν ἐν τῇ Κυλλήνῃ τρεῖς καὶ δέκα τριήρεις
Λευκαδίων καὶ Ἀμπρακιωτῶν καὶ Βρασίδαν τὸν Τέλλιδος
ξύμβουλον Ἀλκίδᾳ ἐπεληλυθότα. [3.69.2] ἐβούλοντο γὰρ οἱ Λακε-
δαιμόνιοι, ὡς τῆς Λέσβου ἡμαρτήκεσαν, πλέον τὸ ναυτικὸν
ποιήσαντες ἐς τὴν Κέρκυραν πλεῦσαι στασιάζουσαν, δώδεκα
μὲν ναυσὶ μόναις παρόντων Ἀθηναίων περὶ Ναύπακτον, πρὶν
δὲ πλέον τι ἐπιβοηθῆσαι ἐκ τῶν Ἀθηνῶν ναυτικόν, ὅπως
προφθάσωσι, καὶ παρεσκευάζοντο ὅ τε Βρασίδας καὶ ὁ Ἀλκί-
δας πρὸς ταῦτα.

[3.70.1] Οἱ γὰρ Κερκυραῖοι ἐστασίαζον, ἐπειδὴ οἱ αἰχμάλωτοι
ἦλθον αὐτοῖς οἱ ἐκ τῶν περὶ Ἐπίδαμνον ναυμαχιῶν ὑπὸ
Κορινθίων ἀφεθέντες, τῷ μὲν λόγῳ ὀκτακοσίων ταλάντων
τοῖς προξένοις διηγγυημένοι, ἔργῳ δὲ πεπεισμένοι Κορινθίοις
Κέρκυραν προσποιῆσαι. καὶ ἔπρασσον οὗτοι, ἕκαστον τῶν
πολιτῶν μετιόντες, ὅπως ἀποστήσωσιν Ἀθηναίων τὴν πόλιν.
[3.70.2] καὶ ἀφικομένης Ἀττικῆς τε νεὼς καὶ Κορινθίας πρέσβεις
ἀγουσῶν καὶ ἐς λόγους καταστάντων ἐψηφίσαντο Κερκυ-
ραῖοι Ἀθηναίοις μὲν ξύμμαχοι εἶναι κατὰ τὰ ξυγκείμενα,
Πελοποννησίοις δὲ φίλοι ὥσπερ καὶ πρότερον. [3.70.3] καὶ (ἦν
γὰρ Πειθίας ἐθελοπρόξενός τε τῶν Ἀθηναίων καὶ τοῦ δήμου
προειστήκει) ὑπάγουσιν αὐτὸν οὗτοι οἱ ἄνδρες ἐς δίκην, λέ-
γοντες Ἀθηναίοις τὴν Κέρκυραν καταδουλοῦν. [3.70.4] ὁ δὲ ἀποφυγὼν
ἀνθυπάγει αὐτῶν τοὺς πλουσιωτάτους πέντε ἄνδρας, φάσκων
τέμνειν χάρακας ἐκ τοῦ τε Διὸς τοῦ τεμένους καὶ τοῦ
Ἀλκίνου· ζημία δὲ καθ’ ἑκάστην χάρακα ἐπέκειτο στατήρ.
[3.70.5] ὀφλόντων δὲ αὐτῶν καὶ πρὸς τὰ ἱερὰ ἱκετῶν καθεζομένων
διὰ πλῆθος τῆς ζημίας, ὅπως ταξάμενοι ἀποδῶσιν, ὁ Πειθίας
(ἐτύγχανε γὰρ καὶ βουλῆς ὤν) πείθει ὥστε τῷ νόμῳ χρή-
σασθαι. [3.70.6] οἱ δ’ ἐπειδὴ τῷ τε νόμῳ ἐξείργοντο καὶ ἅμα
ἐπυνθάνοντο τὸν Πειθίαν, ἕως ἔτι βουλῆς ἐστί, μέλλειν τὸ
πλῆθος ἀναπείσειν τοὺς αὐτοὺς Ἀθηναίοις φίλους τε καὶ
ἐχθροὺς νομίζειν, ξυνίσταντό τε καὶ λαβόντες ἐγχειρίδια
ἐξαπιναίως ἐς τὴν βουλὴν ἐσελθόντες τόν τε Πειθίαν κτεί-
νουσι καὶ ἄλλους τῶν τε βουλευτῶν καὶ ἰδιωτῶν ἐς ἑξή-
κοντα· οἱ δέ τινες τῆς αὐτῆς γνώμης τῷ Πειθίᾳ ὀλίγοι ἐς
τὴν Ἀττικὴν τριήρη κατέφυγον ἔτι παροῦσαν. [3.71.1] δράσαντες
δὲ τοῦτο καὶ ξυγκαλέσαντες Κερκυραίους εἶπον ὅτι ταῦτα
καὶ βέλτιστα εἴη καὶ ἥκιστ’ ἂν δουλωθεῖεν ὑπ’ Ἀθηναίων,
τό τε λοιπὸν μηδετέρους δέχεσθαι ἀλλ’ ἢ μιᾷ νηὶ ἡσυχά-
ζοντας, τὸ δὲ πλέον πολέμιον ἡγεῖσθαι. ὡς δὲ εἶπον, καὶ
ἐπικυρῶσαι ἠνάγκασαν τὴν γνώμην. [3.71.2] πέμπουσι δὲ καὶ ἐς
τὰς Ἀθήνας εὐθὺς πρέσβεις περί τε τῶν πεπραγμένων
διδάξοντας ὡς ξυνέφερε καὶ τοὺς ἐκεῖ καταπεφευγότας πεί-
σοντας μηδὲν ἀνεπιτήδειον πράσσειν, ὅπως μή τις ἐπιστροφὴ
γένηται. [3.72.1] ἐλθόντων δὲ οἱ Ἀθηναῖοι τούς τε πρέσβεις ὡς
νεωτερίζοντας ξυλλαβόντες, καὶ ὅσους ἔπεισαν, κατέθεντο
ἐς Αἴγιναν.

***
[3.69.1] Σ' αυτό το μεταξύ, τα σαράντα καράβια των Πελοποννησίων, που είχαν ξεκινήσει να πάνε να βοηθήσουν τους Λεσβίους, επειδή τότε που έσκιζαν την ανοιχτή θάλασσα τα καταδίωξαν οι Αθηναίοι, κ' η φουρτούνα που έπιασε τα 'ραξε ως κάτω στην Κρήτη, κατόρθωσαν με καιρό σκόρπια από κει να γυρίσουνε στην Πελοπόννησο· και στην Κυλλήνη ανταμώθηκαν με δέκα τρία Λευκαδίτικα και Αμπρακιώτικα καράβια με το Βρασίδα το γιο του Τέλλη, που είχε πάει εκεί σα σύμβουλος του Αλκίδα. [3.69.2] Γιατί, μια κ' είχανε χάσει τη Λέσβο, ήθελαν οι Λακεδαιμόνιοι, δυναμώνοντας το ναυτικό τους, να πάνε στην Κέρκυρα που βρισκόταν σ' εμφύλιο πόλεμο, ενώ οι Αθηναίοι είχαν μόνο δώδεκα καράβια στη Ναύπακτο, και να προφτάσουν πριν έρθει περισσότερο ναυτικό από την Αθήνα· και τόσο ο Βρασίδας, όσο κι ο Αλκίδας, ετοιμάζονταν για την εκστρατεία αυτή.

[3.70.1] Οι Κερκυραίοι είχαν επαναστατήσει όταν γύρισαν ανάμεσά τους οι αιχμάλωτοι που είχαν πιάσει οι Κορίνθιοι στις ναυμαχίες γύρω στην Επίδαμνο και τώρα τους άφησαν ελεύτερους. Τυπικά είχαν ελευθερωθεί επειδή οι πρόξενοι είχαν εγγυηθεί γι' αυτούς με οχτακόσια τάλαντα, ουσιαστικά όμως επειδή τους είχαν πείσει οι Κορίνθιοι να φέρουν την Κέρκυρα με το μέρος τους, κι αυτοί ραδιουργούσαν, πιάνοντας τον κάθεπολίτη χωριστά, για να κάνουν την πολιτεία ν' αποστατήσει από τους Αθηναίους. [3.70.2] Έφτασε τότε ένα Αττικό καράβι κ' ένα Κορινθιακό, φέρνοντας και τα δυο πρεσβείες, κι αφού έγινε μεγάλη συζήτηση ψήφισαν οι Κερκυραίοι να μείνουνε σύμμαχοι των Αθηναίων σύμφωνα με την ισχύουσα συνθήκη, και με τους Πελοποννησίους να γίνουνε φίλοι, όπως ήταν και προτήτερα. [3.70.3] Αλλά τον Πειθία, που ήταν εθελοντής πρόξενος των Αθηναίων και αρχηγός του δημοκρατικού κόμματος, τον εμήνυσαν στο δικαστήριο οι πρώην αιχμάλωτοι, με την κατηγορία πως προσπαθεί να υποδουλώσει την Κέρκυρα στους Αθηναίους. [3.70.4] Αυτός, αφού αθωώθηκε, έκανε αντιμήνυση στους πέντε πιο πλούσιουςαπ' αυτούς, κατηγορώντας τους πως είχαν κόψει βέργες για στηρίγματα κλημάτων από τα ιερά τεμένη του Δία και του Αλκίνοου· πρόστιμο για κάθε βέργα ήταν κατά το νόμο ένας στατήρας. [3.70.5] Κι όταν αυτοί καταδικάστηκαν στο πρόστιμο, πήγαν και κάθησαν ικέτες στα ιερά, επειδή το πρόστιμο ήταν πολύ βαρύ κ' έταζαν να το πληρώσουνε με δόσεις· ο Πειθίας όμως, (που ήταν και βουλευτής) έπεισε τη Βουλή να εφαρμόσουν το νόμο κατά γράμμα. [3.70.6] Οι δικασμένοι όμως, βλέποντας από το αποτέλεσμα της δίκης πως αποκλείεται να εφαρμόσουν το σχέδιό τους, κ' έχοντας συνάμα πληροφορηθεί πως όσο ήταν βουλευτής ο Πειθίας σχεδίαζε να μεταπείσει το λαό να 'χουν τους ίδιους φίλους κ' εχτρούς με την Αθήνα συνωμότησαν, και κρατώντας κοντά σπαθιά, μπαίνουν ξαφνικά μέσα στη βουλή και σκοτώνουν τον Πειθία κι άλλους βουλευτές και ιδιώτες ως εξήντα. Μερικοί άλλοι, όχι πολλοί, που είχαν τα ίδια φρονήματα με τον Πειθία, κατέφυγαν στο Αττικό πολεμικό, που ήταν ακόμα στο λιμάνι.

[3.71.1] Αφού τα 'καναν αυτά, κάλεσαν σύναξη των Κερκυραίων, και είπαν πως αυτό που έγινε ήταν το καλύτερο, και πως μόνο μ' αυτό τον τρόπο ήτανε δυνατό ν' αποφύγουν την υποδούλωση στους Αθηναίους, κι από δω και μπρος να μείνουν ουδέτεροι και να μη δέχονται κανέναν από τους δυο στον τόπο τους παρά αν έρχονται μ' ένα μόνο καράβι, οποιαδήποτε όμως μεγαλύτερη δύναμη να τη θεωρούν εχτρική. [3.71.2] Κ' έστειλαν αμέσως πρέσβεις και στην Αθήνα να τους αναπτύξουν πως όσα είχανε γίνει ήτανε για το συμφέρον όλων, και να ορμηνέψουν όσους Κερκυραίους είχαν καταφύγει εκεί να μην ενεργήσουν για τίποτα επιζήμιο στον τόπο για να μη δημιουργηθεί απότομη αλλαγή καθεστώτος στην Κέρκυρα.

[3.72.1] Όταν όμως έφτασαν, οι Αθηναίοι τους θεώρησαν ως υποκινητές της επανάστασης και τους συνέλαβαν, και μαζί με όσους είχαν πειστεί στα λόγια τους τούς πήγαν και τους απίθωσαν στην Αίγινα.