Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Οἰδίπους Τύραννος (216-275)

ΟΙ. αἰτεῖς· ἃ δ᾽ αἰτεῖς, τἄμ᾽ ἐὰν θέλῃς ἔπη
κλύων δέχεσθαι τῇ νόσῳ θ᾽ ὑπηρετεῖν,
ἀλκὴν λάβοις ἂν κἀνακούφισιν κακῶν·
ἁγὼ ξένος μὲν τοῦ λόγου τοῦδ᾽ ἐξερῶ,
220 ξένος δὲ τοῦ πραχθέντος· οὐ γὰρ ἂν μακρὰν
ἴχνευον αὐτός, μὴ οὐκ ἔχων τι σύμβολον.
νῦν δ᾽, ὕστερος γὰρ ἀστὸς εἰς ἀστοὺς τελῶ,
ὑμῖν προφωνῶ πᾶσι Καδμείοις τάδε·
ὅστις ποθ᾽ ὑμῶν Λάιον τὸν Λαβδάκου
225 κάτοιδεν ἀνδρὸς ἐκ τίνος διώλετο,
τοῦτον κελεύω πάντα σημαίνειν ἐμοί·
κεἰ μὲν φοβεῖται τοὐπίκλημ᾽ ὑπεξελεῖν
αὐτὸς καθ᾽ αὑτοῦ· πείσεται γὰρ ἄλλο μὲν
ἀστεργὲς οὐδέν, γῆς δ᾽ ἄπεισιν ἀβλαβής·
230 εἰ δ᾽ αὖ τις ἄλλον οἶδεν ἐξ ἄλλης χθονὸς
τὸν αὐτόχειρα, μὴ σιωπάτω· τὸ γὰρ
κέρδος τελῶ ᾽γὼ χἡ χάρις προσκείσεται.
εἰ δ᾽ αὖ σιωπήσεσθε, καί τις ἢ φίλου
δείσας ἀπώσει τοὔπος ἢ χαὑτοῦ τόδε,
235 ἁκ τῶνδε δράσω, ταῦτα χρὴ κλύειν ἐμοῦ.
τὸν ἄνδρ᾽ ἀπαυδῶ τοῦτον, ὅστις ἐστί, γῆς
τῆσδ᾽, ἧς ἐγὼ κράτη τε καὶ θρόνους νέμω,
μήτ᾽ ἐσδέχεσθαι μήτε προσφωνεῖν τινα,
μήτ᾽ ἐν θεῶν εὐχαῖσι μηδὲ θύμασιν
240 κοινὸν ποεῖσθαι, μήτε χέρνιβας νέμειν·
ὠθεῖν δ᾽ ἀπ᾽ οἴκων πάντας, ὡς μιάσματος
τοῦδ᾽ ἡμὶν ὄντος, ὡς τὸ Πυθικὸν θεοῦ
μαντεῖον ἐξέφηνεν ἀρτίως ἐμοί.
ἐγὼ μὲν οὖν τοιόσδε τῷ τε δαίμονι
245 τῷ τ᾽ ἀνδρὶ τῷ θανόντι σύμμαχος πέλω.
κατεύχομαι δὲ τὸν δεδρακότ᾽, εἴτε τις
εἷς ὢν λέληθεν εἴτε πλειόνων μέτα,
κακὸν κακῶς νιν ἄμορον ἐκτρῖψαι βίον.
ἐπεύχομαι δ᾽, οἴκοισιν εἰ ξυνέστιος
250 ἐν τοῖς ἐμοῖς γένοιτ᾽ ἐμοῦ συνειδότος,
παθεῖν ἅπερ τοῖσδ᾽ ἀρτίως ἠρασάμην.
ὑμῖν δὲ ταῦτα πάντ᾽ ἐπισκήπτω τελεῖν,
ὑπέρ τ᾽ ἐμαυτοῦ, τοῦ θεοῦ τε, τῆσδέ τε
γῆς ὧδ᾽ ἀκάρπως κἀθέως ἐφθαρμένης.
255 οὐδ᾽ εἰ γὰρ ἦν τὸ πρᾶγμα μὴ θεήλατον,
ἀκάθαρτον ὑμᾶς εἰκὸς ἦν οὕτως ἐᾶν,
ἀνδρός γ᾽ ἀρίστου βασιλέως τ᾽ ὀλωλότος,
ἀλλ᾽ ἐξερευνᾶν· νῦν δ᾽ ἐπεὶ κυρῶ τ᾽ ἐγὼ
ἔχων μὲν ἀρχάς, ἃς ἐκεῖνος εἶχε πρίν,
260 ἔχων δὲ λέκτρα καὶ γυναῖχ᾽ ὁμόσπορον,
κοινῶν τε παίδων κοίν᾽ ἄν, εἰ κείνῳ γένος
μὴ ᾽δυστύχησεν, ἦν ἂν ἐκπεφυκότα,—
νῦν δ᾽ ἐς τὸ κείνου κρᾶτ᾽ ἐνήλαθ᾽ ἡ τύχη·
ἀνθ᾽ ὧν ἐγὼ τάδ᾽, ὡσπερεὶ τοὐμοῦ πατρός,
265 ὑπερμαχοῦμαι, κἀπὶ πάντ᾽ ἀφίξομαι
ζητῶν τὸν αὐτόχειρα τοῦ φόνου λαβεῖν
τῷ Λαβδακείῳ παιδὶ Πολυδώρου τε καὶ
τοῦ πρόσθε Κάδμου τοῦ πάλαι τ᾽ Ἀγήνορος.
καὶ ταῦτα τοῖς μὴ δρῶσιν εὔχομαι θεοὺς
270 μήτ᾽ ἄροτον αὐτοῖς γῆς ἀνιέναι τινὰ
μήτ᾽ οὖν γυναικῶν παῖδας, ἀλλὰ τῷ πότμῳ
τῷ νῦν φθερεῖσθαι κἄτι τοῦδ᾽ ἐχθίονι.
ὑμῖν δὲ τοῖς ἄλλοισι Καδμείοις, ὅσοις
τάδ᾽ ἔστ᾽ ἀρέσκονθ᾽, ἥ τε σύμμαχος Δίκη
275 χοἱ πάντες εὖ ξυνεῖεν εἰσαεὶ θεοί.

***
ΟΙΔ. Απαιτείς· απαιτείς, κι αν ακούσεις τα λόγια μου,
από ζωής πνοή θα ξεχειλίσεις,
απ᾽ το βραχνά θα ξαλαφρώσεις,
φτάνει στη θεραπεία
της αρρώστιας να συντρέξεις.
Εγώ είμαι ξένος· ξένος με τον χρησμό,
220 ξένος και με τον φόνο·
πώς ν᾽ ανιχνεύσω ξένος ένα φόνο
χωρίς νωπά τεκμήρια;
Μα θα μιλήσω.
Τώρα που ως πολίτης
απολαμβάνω πλήρη δικαιώματα,
αυτά διακηρύσσω στους Καδμείους όλους:
Όποιος απ᾽ όλους σας γνωρίζει
ποιός σκότωσε τον Λάιο του Λαβδάκου
να μου το φανερώσει, τον προτρέπω.
Αν όμως φοβάται να καταγγείλει
τον εαυτό του κι απ᾽ της ψυχής του
το βυθό την ενοχή να λευτερώσει,
τον βεβαιώνω πως δεν θα πάθει κανένα κακό·
μ᾽ ασφάλεια θα φτάσει
στα σύνορα της χώρας.
230 Αν πάλι ξέρει πως άλλος είναι,
κάποιος πολίτης ή κάποιος ξένος,
ο αυτουργός,
ας μη το κρύβει σιωπώντας·
χάρη θα του χρωστώ
και θα τον ανταμείψω.
Αν όμως σιωπήσετε
κι αν κάποιος, για χάρη φίλου
είτε για να καλύψει τον εαυτό του
αψηφήσει το λόγο μου,
ακούστε τί θα πράξω.
Απαγορεύω αυτόν τον άνθρωπο,
όποιος και να ᾽ναι,
στην επικράτεια που κυβερνώ
στα σπίτια να τον δέχονται
φιλόξενα,
να τον συναναστρέφονται, να του μιλούν,
μαζί του να προσεύχονται.
Απαγορεύω να του δίνουν
πρόσφορα κι αγίασμα,
240 μαζί του στους βωμούς να θυσιάζουν.
Οι πάντες απ᾽ τα σπίτια να τον διώχνουνε
γιατί αυτός το μίασμα
στην πόλη μέσα σπέρνει,
όπως πριν λίγο λάλησε
το πυθικό μαντείο του θεού.
Καταριέμαι το δράστη,
είτε ξέφυγε μόνος του,
είτε μ᾽ άλλους μαζί,
τέλος οικτρό να βρει του βίου.
Και καταριέμαι στο κεφάλι μου
να πέσουν οι κατάρες,
αν τον φιλοξενήσω στην εστία μου
250 γνωρίζοντας την ενοχή του.
Σας εξορκίζω να τελέσετε τα πάντα
για χάρη του θεού, δική μου χάρη,
και χάρη της χώρας αυτής,
που χάνεται χωρίς θεούς έρμη και στείρα.
Ακόμη κι αν βουλή θεού δεν πρόσταζε,
θα ᾽ταν παράλογο ν᾽ αφήσετε
το μίασμα να σέρνεται·
αφού γενναίος βασιλιάς σκοτώθηκε,
ήταν καθήκον σας η αναζήτηση του δολοφόνου.
Ασκώ την εξουσία τώρα
που την ασκούσε κάποτε κι αυτός.
Τώρα που στην ίδια πλαγιάζω κλίνη
260 και σπέρνω την ίδια γυναίκα,
που τα παιδιά μου
θα ᾽ταν αδέρφια με τα παιδιά του,
αν άκληρος δεν πέθαινε,
τώρα που τον λησμόνησε η τύχη,
θα παλέψω με τους πάντες και τα πάντα,
σαν να᾽ τανε πατέρας μου.
Ως το τέλος θα φτάσω.
Θα ψάξω παντού να τον βρω
τον αυτουργό που φόνευσε
τον Λάιο τον Λαβδακίδη,
που ήταν γιος του Πολυδώρου
απ᾽ τη βαθύρριζη γενιά του Κάδμου
κι απ᾽ τον αρχαίο τον Αγήνορα.
Όσοι δεν υπακούσουν
και δεν τα πράξουν αυτά,
παρακαλώ τις θεϊκές δυνάμεις
270 αλέτρι το χωράφι τους να μην οργώσει,
παιδιά να μην κοιλοπονέψουν οι γυναίκες τους,
τα τωρινά δεινά να περισσέψουν
και τα χειρότερα δεινά
να καρπίσουν στο μέλλον τους.
Σε σας τους άλλους τους Καδμείους
που ταίριαξεν ο λόγος μου στ᾽ αυτιά σας,
εύχομαι να ᾽χετε τη Δίκη σύμμαχό σας
και με τη χάρη του θεού να ζείτε πάντα.

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια, 11. Έννοιες και αρχές

11.7. Αἰδώς, ὕβρις και νέμεσις


Η υπόληψη των ηρωικών μορφών στα ομηρικά έπη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο με τον οποίο τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητάς τους κρίνουν τη συμπεριφορά τους. Γι᾽ αυτό τον λόγο, το τι θα πουν «οι άλλοι», η κοινή γνώμη, ενδιαφέρει και απασχολεί τους ήρωες και τις ηρωίδες των ομηρικών επών. Η θετική ανταπόκριση στις κρίσεις των άλλων εκφράζεται με τη λέξη αἰδώς, στην οποία αντιστοιχεί η νεοελληνική ντροπή, ενώ η πράξη που απορρέει από την αἰδῶ δηλώνεται με το ρήμα αἰδέομαι «ντρέπομαι, τιμώ κάποιον, τον σέβομαι». Η αἰδώς έχει αποτρεπτικό κατά βάση χαρακτήρα. Αναστέλλει ή εμποδίζει την πραγματοποίηση μιας ενέργειας, επιβάλλοντας συχνά στους ήρωες και στις ηρωίδες το αίσθημα ότι, αν προχωρήσουν στην εκτέλεσή της, κινδυνεύουν να διαπράξουν κάτι που, ως ανάρμοστο ή απαράδεκτο, θα προκαλέσει την έντονη αποδοκιμασία των άλλων. Ωστόσο, η λειτουργία της αἰδοῦς δεν είναι μόνο αποτρεπτική αλλά και έμμεσα προτρεπτική, υποδεικνύοντας την εκτέλεση μιας εναλλακτικής πράξης που είναι κοινωνικά αποδεκτή.

Ο διπλός, αποτρεπτικός και συνάμα προτρεπτικός, χαρακτήρας της αἰδοῦς συντηρείται στην επικριτική, πολεμική κραυγή αἰδώς, Ἀργεῖοι! Η έκφραση αυτή εντοπίζεται σε παραινετικά κυρίως συμφραζόμενα της Ιλιάδας και διατυπώνεται με σκοπό να δημιουργήσει στους πολεμιστές το αίσθημα ότι θα μπορούσαν να στιγματιστούν δημόσια, αν υποχωρήσουν και δεν παραμείνουν πολεμώντας στο πεδίο της μάχης. Επειδή οι ήρωες είναι πάνω απ᾽ όλα άνθρωποι, που προτιμούν τα αγαθά της ειρήνης από τον πόλεμο, χρειάζονται στις κρίσιμες στιγμές την αἰδῶ, ώστε να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της μάχιμης περίστασης. Έτσι, στην όγδοη ραψωδία της Ιλιάδας, καθώς οι Τρώες έχουν εισορμήσει απειλητικά στο στρατόπεδο των πανικοβλημένων Αχαιών και ο Έκτορας απειλεί να κάψει τα καράβια τους, ο Αγαμέμνονας επιχειρεί να αναπτερώσει το ηθικό των στρατιωτών του επικρίνοντάς τους (Θ 228-235):

Ντροπή [αἰδώς], Αργείοι, ρεζίληδες, ομορφονιοί! Πού πήγαν οι καυχησιές σας, όταν λέγαμε πως είμαστε πολύ γενναίοι, αυτές που διαλαλούσατε στη Λήμνο, καυχησιάρηδες, την ώρα που τρώγατε κρέατα πολλά βοδιών που έχουν κέρατα ολόρθα, και πίνατε κρατήρες γεμάτους ως επάνω από κρασί, πως ο καθένας σας στον πόλεμο θα σταθεί αντίκρυ σε εκατό και διακόσιους Τρώες. Τώρα δεν μπορούμε να τα βάλουμε ούτε με έναν, τον Έκτορα, που γρήγορα θα κάψει τα καράβια μας με καυτερή φωτιά.

Ο βασιλιάς των Αχαιών θυμίζει στους πολεμιστές του τους κομπασμούς και τις απειλές που διατύπωναν εναντίον των αντιπάλων τους σε μια νικηφόρα πολεμική τους επιχείρηση στη Λήμνο, λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στην Τροία, προκαλώντας τους να κάνουν πράξη τώρα τις θριαμβολογίες αυτές. Η παραίνεσή του είναι έμμεση, καθώς εξαντλείται στην επίπληξη των πολεμιστών, των οποίων τα μεγάλα λόγια (ότι τάχατες είναι ἄριστοι στον πόλεμο και πως πρόκειται να κατατροπώσουν όλους τους Τρώες) βρίσκονται σε διάσταση με την πράξη (τώρα πανικοβλημένοι δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν ούτε τον έναν Έκτορα). Οι προσβλητικοί χαρακτηρισμοί (ρεζίληδες, ομορφονιοί, καυχησιάρηδες) εκθέτουν τους Αχαιούς στην κοινή γνώμη, δημόσια και εξωτερικά, ενώ η αἰδώς είναι το συναίσθημα που τους λείπει και το οποίο θα μπορούσε, αν υπήρχε, να διαλύσει τη δυσάρεστη εντύπωση που προκαλεί η ασυνέπεια λόγων και έργων τους.

Τα γνωρίσματα και τα παρεπόμενα της αἰδοῦς εξελίσσονται με τον πλέον δραματικό τρόπο, όταν αφορούν μεμονωμένους ήρωες όπως τον τρωαδίτη Έκτορα. Θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος ότι η αἰδώς τον Έκτορα έχει εξ αποτελέσματος την ίδια σημασία και λειτουργία στην Ιλιάδα με την πολεμική αρετή του Αχιλλέα. Όπως δηλαδή η παλληκαριά του αχαιού ήρωα στο μεγαλύτερο μέρος της Ιλιάδας αποτελεί πηγή συμφορών για το στρατόπεδο των Αχαιών και ξεκόβει τον ήρωα από κάθε είδους συνεργασία με τους συμπολεμιστές του, έτσι και η αἰδώς του Έκτορα προκαλεί βάσανα στους δικούς του και στην πόλη του και τον απομακρύνει από τις αξίες του οίκου και της πόλης του. Ωστόσο, η αναλογική αυτή σύγκριση δεν θα μπορούσε να είναι ακριβής, δεδομένου ότι ο τρωαδίτης ήρωας κόβει τους δεσμούς με την κοινότητά του, όχι γιατί αισθάνεται ότι αυτή τον αδίκησε και ο ίδιος απορρίπτει τις αρχές της, αλλά ακριβώς επειδή συναισθάνεται τόσο τη θέση που έχει ο ίδιος μέσα σ᾽ αυτήν όσο και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή τη θέση του. Δικαιολογημένα λοιπόν η αἰδώς του Έκτορα τον καθιστά τον κατεξοχήν τραγικό ήρωα του έπους της Ιλιάδας, στον βαθμό που απομακρύνεται από την κοινότητά του σεβόμενος και υπερασπιζόμενος τις ίδιες τις αρχές της.

Στην έκτη ραψωδία της Ιλιάδας ο Έκτορας, υποκινούμενος από το αίσθημα της αἰδοῦς, αρνείται να υπακούσει στις φρόνιμες συμβουλές της γυναίκας του Ανδρομάχης, που τον προτρέπει (Ζ 407-439), στο όνομα του παιδιού τους και της συζυγικής τους σχέσης, να μην αντιμετωπίσει τους Αχαιούς και τον Αχιλλέα έξω από τα τείχη της Τροίας αλλά μέσα, πάνω στις επάλξεις του κάστρου μαζί με τους συμπολεμιστές του. Όμως, για τον Έκτορα η υπεράσπιση της πόλης του σημαίνει να θυσιαστεί πολεμώντας γενναία στην εμπροσθοφυλακή της μάχης, έξω από τα τείχη της Τροίας, γιατί μόνον έτσι θα κερδίσει μεγάλη δόξα. Όλα τ᾽ άλλα, λέει στη γυναίκα του, είναι για τους κακούς (Ζ 441-446):

Κι εγώ, γυναίκα, τα συλλογίζομαι όλα τούτα, μα ντρέπομαι [αἰδέομαι] φοβερά τους Τρώες και τις Τρωαδίτισσες με τα συρτά φορέματα, να γυρέψω να φύγω μακριά από τον πόλεμο σαν δειλός, Ούτε η ψυχή μου το λέει, γιατί έμαθα να είμαι γενναίος και να πολεμώ πάντα μέσα στους πρώτους ανάμεσα στους Τρώες, κερδίζοντας μεγάλη δόξα για τον πατέρα μου και για μένα τον ίδιο.

Ο Έκτορας, κατανοώντας τον πόνο της γυναίκας του, υποστηρίζει κατ᾽ αρχάς ότι το συναίσθημα της αἰδοῦς απέναντι στον λαό του, ο οποίος θα μπορούσε να τον θεωρήσει δειλό (κακόν), τον υποχρεώνει να μην υπακούσει στα λόγια της. Στον κάπως εξωτερικό και υποθετικό αυτό λόγο ο ήρωας προσθέτει έναν δεύτερο, πιο βέβαιο και εσωτερικό. Ούτε η ίδια η ψυχή του, λέει, του επιτρέπει να συμμορφωθεί στην προτροπή της γυναίκας του, γιατί ο ίδιος έχει μάθει να είναι γενναίος, κατακτώντας μεγάλη δόξα για τον πατέρα του και για τον εαυτό του. Είναι προφανές ότι το «μάθημα» που έχει αφομοιώσει ο Έκτορας περιλαμβάνει την αριστοκρατική του αγωγή, στην οποία, όπως ο ίδιος ο ήρωας εννοεί, εντάσσονται πατρικές συμβουλές σαν κι αυτές που δόθηκαν στον Γλαύκο και στον Αχιλλέα (Ζ 208, Λ 784): να είναι, δηλαδή, πάντα ο πρώτος και να αναδεικνύεται ανώτερος από τους άλλους. Ο Έκτορας, με άλλα λόγια, οδηγείται στο ένδοξο τέλος του, για δύο, αντιφατικούς κατά κάποιον τρόπο μεταξύ τους, λόγους: δεν υποχωρεί μέσα στο κάστρο της Τροίας από ντροπή μήπως ο λαός του τον χαρακτηρίσει δειλό, ενώ την ίδια στιγμή λέει ότι μένει έξω από τα τείχη της Τροίας από προσήλωση στις αξίες «αγωγής» της κοινότητάς του, η συναίσθηση των οποίων του προκαλεί επίσης αἰδῶ.

Η λειτουργία επομένως της αἰδοῦς είναι διπλή: αποτρεπτική-εξωτερική και προτρεπτική-εσωτερική. Και οι δύο ωστόσο αυτές λειτουργίες της αἰδοῦς οδηγούν τον ήρωα στο ίδιο αποτέλεσμα: στην κατάκτηση μεγάλης δόξας. Καθώς ο Έκτορας δηλώνει στην Ανδρομάχη ότι δεν υποχωρεί μέσα στο κάστρο της Τροίας όχι μόνο επειδή ντρέπεται τι θα πει γι᾽ αυτόν ο λαός του αλλά και γιατί δεν μπορεί να παραβιάσει αυτό που του επιβάλλει η ψυχή του, δείχνει ότι δεν συμμορφώνεται παθητικά σε ό,τι του επιβάλλεται από τους άλλους, αλλά ότι έχει κατά κάποιον τρόπο εσωτερικεύσει και έχει κάνει κτήμα του τις εξωτερικές αυτές εντολές.

Η επιλογή του Έκτορα να πολεμά έξω από τα τείχη της Τροίας αποδεικνύεται στην εξέλιξη της ιλιαδικής αφήγησης ολέθρια όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για την κοινότητά του. Αν ο ήρωας δεν αισθανόταν αἰδῶ απέναντι στους Τρώες και στις Τρωαδίτισσες και υπάκουε στις συμβουλές της Ανδρομάχης, καθοδηγώντας τον πόλεμο μέσα από την πόλη της Τροίας, θα είχε ενδεχομένως σώσει τον εαυτό του και τον στρατό του. Αυτό τουλάχιστον παραδέχεται και ο ίδιος, καθυστερημένα βέβαια. Λίγο πριν αντιμετωπίσει τον Αχιλλέα στην εικοστή δεύτερη ραψωδία, αναλογίζεται (Χ 98-103) μήπως θα ήταν προτιμότερο να υποχωρήσει μέσα στο κάστρο της Τροίας· αποτρέπεται ωστόσο από μια τέτοια επιλογή, καθώς υπολογίζει στις κατηγορίες που θα δεχτεί από τον Πολυδάμαντα, ο οποίος επίμονα τον συμβούλευε στη δέκατη όγδοη ραψωδία (Σ 249-283), όπως και η γυναίκα του στην έκτη, να δώσει τη μάχη μαζί με τους συμπολεμιστές του μέσα από το κάστρο της Τροίας. Μόνος τώρα ο Έκτορας, λίγο πριν από τον ένδοξο θάνατό του, αναγνωρίζει ότι η πρόταση του εταίρου του θα μπορούσε να αποδειχθεί πολύ καλύτερη επιλογή, όμως ο ίδιος μονολογεί ότι τότε δεν την άκουσε.

Το αδιέξοδο του Έκτορα εντείνεται όχι μόνο εξαιτίας των κατηγοριών που θα δεχθεί από ένα μέλος της κοινότητάς του για ό,τι μέχρι τώρα έπραξε μένοντας έξω από το κάστρο της Τροίας, αλλά και γι᾽ αυτό που ενδεχομένως θα υποστεί, αν επιλέξει τελικά την υποχώρηση μέσα στο κάστρο της Τροίας. Και σ᾽ αυτή την περίπτωση το συναίσθημα της αἰδοῦς παίζει καθοριστικό ρόλο (Χ 104-107):

Τώρα, αφού κατάστρεψα το στρατό από τις ανοησίες μου [ἀτασθαλίῃσιν], ντρέπομαι [αἰδέομαι] τους Τρώες και τις Τρωαδίτισσες με τα συρτά φορέματα, μήπως καμιά φορά άλλος κατώτερος [κακώτερος] από μένα πει: «Ο Έκτορας κατάστρεψε το στρατό μας, γιατί πίστεψε πολύ στη δύναμή του

Η αἰδώς του Έκτορα απέναντι στον λαό του αποκτά τώρα μεγαλύτερη βαρύτητα, καθώς ενδέχεται να στιγματιστεί όχι από την προσβολή ενός φιλικού του προσώπου, ισότιμου στο κύρος με τον ίδιο, όπως είναι ο Πολυδάμας, αλλά από έναν κατώτερης κοινωνικής θέσης, ασήμαντο, ο οποίος στο αρχαίο κείμενο ονομάζεται κακώτερος. Ο κοινωνικός στιγματισμός και στη δεύτερη αυτή περίπτωση είναι υποθετικός, που απασχολεί όμως τον Έκτορα στο παρόν και εκλαμβάνεται ως βέβαιος. Σάμπως ο ήρωας, καθώς επιλέγει να κατακτήσει την υστεροφημία με τον ένδοξο θάνατό του, να μην μπορεί να περιμένει να διαπιστώσει αν πράγματι στο μέλλον θα χαρακτηριστεί ο ίδιος κακός και η συμπεριφορά του ολέθρια. Εξάλλου, ο ίδιος ομολογεί ότι κατέστρεψε τον στρατό του, χαρακτηρίζοντας μάλιστα τις παράτολμες πράξεις του ατάσθαλες. Ο ήρωας δηλαδή, όπως και στην ομιλία του με την Ανδρομάχη, παρουσιάζεται να έχει πλήρη συνείδηση των πράξεών του, επειδή κατέχει τα πρότυπα με τα οποία οι άλλοι τον κρίνουν. Δίνει την ίδια αξία σε μια συντελεσμένη πράξη του, την οποία ο ίδιος χαρακτηρίζει ατασθαλία, με μια, αντίστοιχου περιεχομένου, κατηγορία που θα διατυπωθεί δημόσια εναντίον του από έναν κατώτερό του. Έτσι και στη δεύτερη αυτή περίπτωση η αἰδώς του Έκτορα τον αποτρέπει αφενός από το να υποχωρήσει μέσα στα τείχη της Τροίας, και τον προτρέπει αφετέρου να αντιμετωπίσει τον Αχιλλέα, για να διαπιστωθεί τελικά, όπως ο ίδιος λέει, «σε ποιον από τους δυο θα δώσει ο Ολύμπιος δόξα».

Η απουσία της αἰδοῦς συνεπάγεται τη δικαιολογημένη αποδοκιμασία των άλλων, που παίρνει συχνά τη μορφή του θυμού ή της αγανάκτησης και δηλώνεται ως νέμεσις. Η ρηματική ενέργεια της νεμέσεως δηλώνεται με το ρήμα νεμεσσάω «οργίζομαι, θυμώνω με τη συμπεριφορά κάποιου άλλου αλλά συχνά και με τον εαυτό μου». Ενώ η αἰδώς αποτρέπει κατά κύριο λόγο κάποιον από το να ενεργήσει ανάρμοστα σε μια συγκεκριμένη περίσταση, η νέμεσις τον παροτρύνει να προσβάλει όσους στερούνται την αἰδῶ. Όταν, αντίθετα, κάποιος αισθάνεται ότι με τις ανάρμοστες πράξεις του ενδέχεται να υποκινήσει την οργή (τη νέμεσιν) των άλλων προς το πρόσωπό του, τότε διαθέτει αξιοπρέπεια, φιλότιμο, αἰδῶ. Έτσι, η νέμεσις των άλλων προκαλεί την αἰδῶ.

Η σχέση αἰδοῦς και νεμέσεως είναι συμπληρωματική, γι᾽ αυτό και συχνά στο έπος εμφανίζονται μαζί. Ο Ποσειδώνας, όπως προηγουμένως ο Αγαμέμνονας, επιχειρεί να δώσει κουράγιο στους πανικοβλημένους Αχαιούς, καλώντας τους να συναισθανθούν αἰδῶ και νέμεσιν (Ν 121-124):

Μόνο βάλτε καθένας σας ντροπή [αἰδῶ] και φιλότιμο [νέμεσιν] μέσα σας, γιατί μεγάλη μάχη έχει σηκωθεί κιόλας. Ο βροντόφωνος Έκτορας πολεμά τώρα πια κοντά στα καράβια μας, όλος δύναμη, και έσπασε πόρτες και το μεγάλο σύρτη.

Το νεοελληνικό «φιλότιμο» στη συγκεκριμένη περίπτωση σημαίνει ότι οι πολεμιστές οφείλουν στις κρίσιμες στιγμές να συναισθάνονται ότι θα κατηγορηθούν δειλοί, αν δεν ανταποκριθούν στις επιταγές της μάχης. Εξάλλου, τη νέμεσιν των συμπολεμιστών του φοβάται σε μια στιγμή αδυναμίας ο Μενέλαος, όταν, πάνω από το σώμα του νεκρού Πατρόκλου και υπό την άμεση απειλή του Έκτορα, διχάζεται ανάμεσα σε δύο επιλογές (Ρ 91-95):

Αλίμονο σε μένα, αν αφήσω τα όμορφα όπλα και τον Πάτροκλο, που κοίτεται εδώ για τη δική μου την τιμή, φοβούμαι μήπως κανένας από τους Δαναούς, αν τύχει και με δει, θυμώσει [νεμεσήσεται] μαζί μου· αν όμως πάλι, έτσι μόνος που είμαι, πολεμήσω με τον Έκτορα και με τους Τρώες από ντροπή [αἰδεσθείς], μήπως με περικυκλώσουν εμένα τον ένα πολλοί.

Ο ήρωας καλείται στην προκειμένη περίπτωση να διαλέξει ένα από τα δύο: ή να εγκαταλείψει τα όπλα και το σώμα του Πατρόκλου κινδυνεύοντας να δεχθεί την οργή των συμπολεμιστών του (τη νέμεσιν)· ή από ντροπή προς τους Αχαιούς (αἰδεσθείς) να μείνει στο πεδίο της μάχης, με κίνδυνο όμως να χάσει τη ζωή του. Η αἰδώς κατά κάποιον τρόπο επιδιώκει να ματαιώσει τη νέμεσιν, η οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσε να είναι απόλυτα δικαιολογημένη, εφόσον ο νεκρός Πάτροκλος θυσιάστηκε για την τιμή του Μενελάου. Επομένως, η αἰδώς δεν αποτελεί μόνο κίνητρο για να εμπλακεί ο πολεμιστής στη μάχη, αλλά είναι και αφορμή υπεράσπισης της τιμής των φίλων του.

Γενικότερα, η αἰδώς συντηρεί κάθε είδους φιλότητα (κοινωνική, ακόμη και ερωτική). Στην Οδύσσεια ο μνηστήρας Αγέλαος, ανυποψίαστος μαζί με την ομάδα του για το τέλος που τον περιμένει, προτείνει στον Τηλέμαχο να επιτρέψει τον γάμο της μάνας του, δίνοντας την υπόσχεση ότι έτσι ο νεαρός ήρωας θα μπορεί στο εξής, δίχως την πίεση των μνηστήρων, να κυβερνά ανενόχλητος στην Ιθάκη. Ο γιος του Οδυσσέα, που έχει σχεδιάσει μυστικά με τον πατέρα του τη μνηστηροφονία, απαντά στον Αγέλαο με διπλωματικό τρόπο, λέγοντάς του πως καταρχήν ο ίδιος δεν έχει πρόβλημα να προχωρήσει σε δεύτερο γάμο η μητέρα του· από ντροπή ωστόσο δεν θα τολμούσε να τη διώξει από το παλάτι παρά τη θέλησή της (υ 343-344):

Όμως παρά τη θέλησή της να τη διώξω, νιώθω ντροπή [αἰδέομαι], αν φύγει αναγκασμένη - μη δώσει ο θεός να γίνει αυτό.

Η αἰδώς που αισθάνεται εδώ ο Τηλέμαχος συμπληρώνεται στη δεύτερη ραψωδία με τον, ειλικρινή του τώρα, φόβο μήπως, στην περίπτωση που εξαναγκάσει τη μάνα του σε δεύτερο γάμο, δεχτεί, εκτός των άλλων, τη νέμεσιν των κατοίκων της Ιθάκης. Η απάντησή του δίνεται στον μνηστήρα Αντίνοο, οποίος απειλεί τον νεαρό ήρωα στη συνέλευση των κατοίκων της Ιθάκης ότι οι υποψήφιοι γαμπροί της Πηνελόπης δεν θα το κουνήσουν από το παλάτι όσο δεν εξελίσσεται το θέμα του δεύτερου γάμου της (β 130-137):

Αντίνοε, δεν γίνεται, παρά τη θέλησή της, από το σπίτι να τη διώξω
εκείνη που με γέννησε, εκείνη που μ᾽ ανάθρεψε. Όσο για τον πατέρα μου,
κάπου στα ξένα μπορεί να ζει, μπορεί να πέθανε. Κι είναι κακό,
αν τώρα πλήρωνα του Ικαρίου πολλά, για την περίπτωση που θα ξαπόστελνα
τη μάνα μου σ᾽ εκείνον μόνος μου·
γιατί κι απ᾽ τον πατέρα της θα βρω κακή ανταπόδοση, αλλά κι ένας θεός
θα ρίξει πάνω μου διπλό κακό, όταν η μάνα μου, αφήνοντας το σπίτι,
τις Ερινύες φωνάζοντας θα με καταραστεί· τότε κι οι άνθρωποι
θα μου φορτώσουν βαριά μομφή
[νέμεσις].

Από την απάντηση του Τηλεμάχου προκύπτει ότι ο φόβος του μήπως του φορτώσουν οι κάτοικοι της Ιθάκης βαριά μομφή (νέμεσιν) δεν είναι εξωτερικός αλλά εσωτερικός, καθώς στηρίζεται στη συναίσθηση του χρέους που νιώθει ο νεαρός ήρωας απέναντι στη μητέρα του, που τον «γέννησε» και τον «ανάθρεψε».

Η έλλειψη της αἰδοῦς οδηγεί κάποιο πρόσωπο στην ὕβριν· δηλαδή στην αλαζονική συμπεριφορά, που, καθώς υπερβαίνει τα επιτρεπτά όρια, προσβάλλει την τιμή των άλλων. Η ὕβρις περιλαμβάνει συχνά την αδιαντροπιά και τη σκληρότητα, που δηλώνεται με τη λέξη ἀναιδείη, ενώ ο ξεδιάντροπος χαρακτηρίζεται ἀναιδής. Οι πράξεις που συνοδεύουν την αντικατάσταση της αἰδοῦς από την ὕβριν δημιουργούν καταστάσεις αποκρουστικές και απεχθείς, τα αἴσχεα, προκαλώντας την έντονη αποδοκιμασία των άλλων, εκφρασμένη με τη νέμεσιν ή και την τίσιν.

Στην Ιλιάδα θεωρείται ὕβρις από τον Αχιλλέα και από τη μητέρα του η αρπαγή της Βρισηίδας από τον Αγαμέμνονα (Α 203, 214), ο οποίος, εξαιτίας της ξεδιάντροπης συμπεριφοράς του, χαρακτηρίζεται από τον οργισμένο ήρωα, «κερδοσκόπος» και «αναιδής» (Α 149, 158). Στην Οδύσσεια υβριστές χαρακτηρίζονται, εκτός από τον Πολύφημο, οι μνηστήρες, επειδή απρόσκλητοι, με τα αδιάκοπα γλέντια τους στο παλάτι της Ιθάκης, ρημάζουν την περιουσία του εξαφανισμένου Οδυσσέα και του ανήμπορου να αντιδράσει γιου του. Η μεταμορφωμένη θεά Αθηνά, όταν έρχεται στο παλάτι της Ιθάκης με σκοπό να ξεσηκώσει τον Τηλέμαχο στην αναζήτηση του πατέρα του, εκφράζει -σκόπιμα βέβαια- την έκπληξή της για το μέγεθος της αλαζονικής ὕβρεως των μνηστήρων, καθώς έχουν δημιουργήσει μια κατάσταση τόσο έντονα αποκρουστική, που θα μπορούσε να υποκινήσει τη νέμεσιν (α 227-229):

γιατί πολύ ξεδιάντροποι μου φαίνονται και ξιπασμένοι, [ὑβρίζοντες ὑπερφιάλως]
έτσι που τρων αυτοί και πίνουν στο παλάτι· θα αγανακτούσε [νεμεσήσσαιτο] ασφαλώς,
τα τόσα αίσχη [αἴσχεα] βλέποντας, αν κάποιος κατά τύχη ερχόταν,
φτάνει να ήταν συνετός
.

Η ὕβρις εδώ τονίζεται από τη θεά Αθηνά με το επίρρημα ὑπερφιάλως (υπέρμετρα, υπερβολικά) και εξηγείται ως έλλειψη αἰδοῦς των μνηστήρων (πολύ ξεδιάντροποι και ξιπασμένοι). Η θέα της «αναίδειας» των μνηστήρων (α 254) για την Αθηνά προκαλεί τον αποτροπιασμό (αἴσχεα), που θα μπορούσε να εκδηλωθεί ως δικαιολογημένος θυμός (νέμεσις) κάποιου συνετού ανθρώπου εναντίον τους. Εξάλλου, στην Οδύσσεια οι μνηστήρες λούζονται κατά καιρούς με σωρεία πρόσθετων αρνητικών χαρακτηρισμών (νήπιοι «μωροί», ἀτάσθαλοι και ὑπερηρονέοντες «άφρονες και αλαζόνες» ὑπέρβιοι «ανεύθυνοι και βίαιοι», ὑπερμενέοντες «καταχραστές, που ξεχωρίζουν για την ὑπερβασίην τους, την "άνομη" συμπεριφορά τους»). Η μαύρη αυτή εικόνα των μνηστήρων είναι μία από τις στρατηγικές που επινοεί ο ποιητής, ώστε να φανεί στο τέλος δικαιολογημένη η εκδίκηση που παίρνει ο Οδυσσέας για τις καταχρηστικές τους πράξεις.

Κάποια μέρα να ξαναγαπηθούμε

Με ενοχλεί να κάνουμε σούμα όλους τους ανθρώπους και να προεξοφλούμε απαντήσεις και συμπεριφορές. Με εκνευρίζει να μην μπορείς να αντιληφθείς ποιος σε νοιάζεται. Με θυμώνει η σιωπή κι η αδιαφορία. Με θυμώνει που έκοψες κάθε επαφή χωρίς να μου εξηγήσεις τι είπα, που τόσο πια σε πείραξε. Και με θυμώνει ακόμη περισσότερο το ότι ό,τι κι αν σου είπα, έβαλες τον εγωισμό σου πάνω απ’ τα συναισθήματά μου.

Δεν υπάρχει ερωτευμένος που να μην κάνει λάθη. Ούτε ο έρωτας, όπως λες, είναι καραμέλα για όλα. Είναι όμως το εισιτήριο για να δεις τι κρύβει ο κόσμος του άλλου. Έναν κόσμο που μάλλον δε σε άγγιξε και δε σε ενδιέφερε, χωρίς καν να δεις τι έχει να σου προσφέρει. Παρ’ όλα αυτά δε σου κρατώ κακία, παρά μόνο παράπονο.

Ένα παράπονο, που εσύ χαρακτηρίζεις κακία. Αλήθεια, τόσο εύκολα κρίνεις ανθρώπους που ούτε καν τους γνώρισες σε βάθος; Από μία κουβέντα τους; Με ποιο δικαίωμα γίνεσαι κριτής; Την καρδιά μου την ξέρω μονάχα εγώ. Ίσως κι εκείνοι που με ξέρουν χρόνια. Όχι εσύ.

Δε θα πω ψέματα. Σε σκέφτομαι περισσότερο απ’ όσο νομίζεις κι απ’ ό,τι θέλω. Δημιουργώ όμορφες εικόνες κι έχω ακόμη μία ευχή. Κι ας λένε ότι τις ευχές πρέπει να τις λες μόνο από μέσα σου, για να πραγματοποιηθούν.

Εγώ θα τη γράψω και θα τη φωνάξω, όσο πιο δυνατά γίνεται:

«Εύχομαι κάποια μέρα να ξαναγαπηθούμε».

Για την ακρίβεια να γνωριστούμε απ’ την αρχή. Εις το επανιδείν.

Πώς η θερμοδυναμική επιδρά στην ύπαρξη της ζωής

Η επιστήμη που μελετά την αλληλεπίδραση της ύλης με τη θερμότητα ονομάζεται θερμοδυναμική. Και η βασική πρόβλεψή της δόθηκε από τον Αυστριακό φυσικό του δέκατου ένατου αιώνα Λούντβιχ Μπόλτζμαν, ο οποίος δεν δίστασε να αντιμετωπίσει τα υλικά σώματα σαν μια πολύ μεγάλη συλλογή από τυχαία συγκρουόμενες μπάλες μπιλιάρδου, οι οποίες υπάκουαν στους νόμους της νευτώνειας μηχανικής.

Φανταστείτε την επιφάνεια ενός τραπεζιού για αμερικάνικο μπιλιάρδο χωρισμένη στα δύο από ένα κινούμενο πέτασμα. Όλες οι μπάλες, μαζί και η λευκή, βρίσκονται αριστερά του πετάσματος, διατεταγμένες έτσι ώστε να σχηματίζουν τρίγωνο. Φανταστείτε τώρα ότι με τη λευκή μπάλα χτυπάτε πολύ δυνατά το τρίγωνο με τις μπάλες με αποτέλεσμα οι πρώτες από αυτές ν’ αρχίσουν να κινούνται τυχαία προς όλες τις κατευθύνσεις, συγκρουόμενες μεταξύ τους αλλά και με τα άκαμπτα τείχη του τραπεζιού, καθώς και με το κινούμενο πέτασμα. Σκοπός σας είναι να εξετάσετε τι θα συμβεί στο πέτασμα: θα δεχτεί τη δύναμη πολλών συγκρούσεων από τα αριστερά, όπου βρίσκονται όλες οι μπάλες, χωρίς όμως να δεχτεί καμία σύγκρουση από την άδεια δεξιά πλευρά τον τραπεζιού. Μολονότι κάθε μπάλα κινείται εντελώς τυχαία, το πέτασμα, που η κίνησή του προκαλείται από όλες τις τυχαία κινούμενες μπάλες, θα δεχτεί συνολικά μια δύναμη η οποία θα το ωθήσει προς τα δεξιά. ‘Έτσι θα μεγαλώσει το εμβαδόν του αριστερού μέρους του τραπεζιού, ενώ παράλληλα θα μειωθεί η δεξιά άδεια περιοχή. Θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε περαιτέρω το τραπέζι με σκοπό την παραγωγή έργου, αν κατασκευάζαμε μια συσκευή με μοχλούς και τροχαλίες η οποία θα αξιοποιεί την προς τα δεξιά κίνηση του πετάσματος για να σπρώξει, λόγου χάρη, ένα τρενάκι πάνω σε έναν λόφο.

Αυτός, συνειδητοποίησε ο Μπόλτζμαν, είναι ουσιαστικά ο τρόπος με τον οποίο οι θερμικές μηχανές κινούν τα ατμοκίνητα τρένα στις λοφοπλαγιές – μην ξεχνάτε, βρισκόμασταν στην εποχή τον ατμού. Τα μόρια του νερού μέσα στον κύλινδρο της ατμομηχανής συμπεριφέρονται σαν τις μπάλες του μπιλιάρδου μετά την πρόσκρουση της λευκής μπάλας επάνω τους: η τυχαία κίνησή τους επιταχύνεται καθώς δέχονται τη θερμότητα από τον καυστήρα με αποτέλεσμα να συγκρούονται ολοένα πιο δυνατά το ένα πάνω στο άλλο και τέλος να χτυπούν πάνω στο πιστόνι τον κινητήρα ωθώντας το προς τα έξω. Η έξοδός του αναγκάζει σε κίνηση τα έμβολα, τα γρανάζια, τις αλυσίδες και τους τροχούς τον ατμοκίνητου τρένου, προκαλώντας τελικά μια προσανατολισμένη κίνηση. Έναν και πλέον αιώνα μετά τον Μπόλτζμαν, το δικό σας αυτοκίνητο κινείται με βάση τις ίδιες ακριβώς αρχές, με τη μόνη διαφορά ότι ο ατμός έχει αντικατασταθεί από τα προϊόντα της καύσης της βενζίνης ή του πετρελαίου.

Να σημειωθεί εδώ πως η θερμοδυναμική δεν κρύβει τελικά κάτι περισσότερο απ’ όσα προαναφέραμε. Η εύτακτη κίνηση κάθε θερμικής μηχανής οφείλεται στην αξιοποίηση της μέσης κίνησης τρισεκατομμυρίων τυχαία κινούμενων ατόμων και μορίων. Εκτός αυτού, η επιστήμη είναι εξαιρετικά γενική και δεν αφορά μόνο τις θερμικές μηχανές, αλλά σχεδόν όλες τις τυπικές χημικές αντιδράσεις που εκδηλώνονται όποτε καίμε κάρβουνο στον αέρα, αφήνουμε ένα σιδερένιο καρφί να σκουριάσει, μαγειρεύουμε το φαγητό μας, κατασκευάζουμε ατσάλι, διαλύουμε αλάτι σε νερό, βράζουμε το φαγητό μας σε μια κατσαρόλα ή στέλνουμε έναν πύραυλο στο διάστημα. Σε όλες αυτές τις χημικές διαδικασίες συντελείται ανταλλαγή ενέργειας και, σε μοριακό επίπεδο, όλες διέπονται από θερμοδυναμικές αρχές οι οποίες βασίζονται στην τυχαία κίνηση. Στην πραγματικότητα, σχεδόν όλες οι μη βιολογικές (φυσικές και χημικές) διαδικασίες που προκαλούν αλλαγές στον κόσμο μας διέπονται από θερμοδυναμικές αρχές. Τα ρεύματα στους ωκεανούς, οι ταραχώδεις θύελλες, η διάβρωση των πετρωμάτων, οι πυρκαγιές στα δάση και η οξείδωση των μετάλλων ελέγχονται από τις αδιάλλακτες δυνάμεις του χάους που κρύβεται πίσω από τη θερμοδυναμική. Κάθε περίπλοκη διαδικασία μπορεί να μας φαίνεται δομημένη και εύτακτη, αλλά στον πυρήνα της προκαλείται από τυχαίες μοριακές κινήσεις.

Η ζωή τιθασεύει το Xάος

Άραγε, ισχύουν τα ίδια και για τη ζωή; Ας επιστρέψουμε στο τραπέζι του μπιλιάρδου, συγκεκριμένα στην αρχή της παρτίδας, όταν οι μπάλες σχημάτιζαν ένα τριγωνάκι. Αυτή τη φορά, πετάμε στο τραπέζι πολλές ακόμη μπάλες (το τραπέζι είναι πολύ μεγάλο) και φροντίζουμε να προσκρούσουν με δύναμη πάνω στις ακίνητες. Κι εδώ, η τυχαία κίνηση του διαχωριστικού πετάσματος που θα προκαλέσουν οι συγκρούσεις θα αξιοποιηθεί για να παραχθεί ωφέλιμο έργο. Τώρα, όμως, αντί ν’ ανεβάσουμε απλώς ένα τρενάκι σε μια ανηφόρα, θα κατασκευάσουμε μια πιο έξυπνη συσκευή. Η μηχανή μας, τροφοδοτούμενη από τις χαοτικές συγκρούσεις θα εκτελεί μια ξεχωριστή εργασία: θα διατηρεί, εν μέσω χάους, ανεπηρέαστο το αρχικό τρίγωνο με τις ακίνητες μπάλες. Όταν μια κινούμενη μπάλα πέφτει πάνω σε μια ακίνητη μπάλα τον τριγωνικού σχηματισμού, μια συσκευή θα ανιχνεύει την πρόσκρουση και κινώντας έναν μηχανικό βραχίονα, θα αντικαθιστά την μπάλα που βγήκε από το τρίγωνο με μια πανομοιότυπη από τις μπάλες που κινούνται τυχαία.

Ελπίζουμε ότι αντιλαμβάνεστε πως το σύστημα χρησιμοποιεί τώρα μέρος της ενέργειας όλων αυτών των τυχαίων μοριακών συγκρούσεων για να διατηρήσει σε μια εξαιρετικά εύτακτη κατάσταση ένα μέρος του εαυτού του. Στη θερμοδυναμική, για να δηλώσουμε την έλλειψη τάξης χρησιμοποιούμε τον όρο εντροπία – γι’ αυτό λέμε ότι οι άκρως εύτακτες καταστάσεις έχουν χαμηλή εντροπία. Μπορούμε, επομένως, να πούμε ότι το τραπέζι του μπιλιάρδου αντλεί ενέργεια από (χαοτικές) συγκρούσεις υψηλής εντροπίας για να διατηρήσει μέρος του εαυτού του σε μια (εύτακτη) κατάσταση χαμηλής εντροπίας.

Προς το παρόν, μη σας απασχολεί το πώς θα μπορούσαμε να κατασκευάσουμε μια τόσο περίπλοκη μηχανή: η ουσία είναι ότι το τραπέζι του μπιλιάρδου που τροφοδοτείται από εντροπία εκτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα εργασία. Τροφοδοτούμενο μόνο από τη χαοτική κίνηση κάθε μπάλας, το σύστημά μας, το οποίο αποτελείται από τις μπάλες, το τραπέζι, το πέτασμα, τη συσκευή ανίχνευσης και τον κινητό βραχίονα, καταφέρνει να διατηρήσει την τάξη σε ένα υποσύστημά του.

Ας περάσουμε τώρα σε ένα άλλο επίπεδο ανάλυσης: αυτή τη φορά, μέρος της διαθέσιμης ενέργειας του κινούμενου πετάσματος -θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε ελεύθερη ενέρyεια του συστήματος- χρησιμοποιείται για την κατασκευή και τη συντήρηση της συσκευής ανίχνευσης και του κινητού βραχίονα, ακόμη και για να χρησιμοποιήσουμε πολλές μπάλες ως πρώτη ύλη προκειμένου να κατασκευάσουμε αυτές τις συσκευές. Ολόκληρο το σύστημά μας τώρα αυτοσυντηρούμενο και θα μπορούσε κατ’ αρχήν να αυτοσυντηρηθεί επ’ αόριστον, αρκεί να τροφοδοτείται διαρκώς με πολλές τυχαία κινούμενες μπάλες και αρκετό χώρο για να κινείται το πέτασμα.

Επιπλέον, πέρα από την αυτοσυντήρηση, το συγκεκριμένο σύστημα θα επιτύχει ένα ακόμα εκπληκτικό κατόρθωμα: θα χρησιμοποιεί τη διαθέσιμη ελεύθερη ενέργεια για να ανιχνεύει, να πιάνει και να διατάσσει τις μπάλες τον μπιλιάρδου, ώστε να φτιάχνει αντίγραφα του εαυτού του: το τραπέζι, το πέτασμα, τη συσκευή ανίχνευσης μπάλας, τον κινητό βραχίονα καθώς και το τρίγωνο με τις μπάλες. Τα αντίγραφα θα μπορούν, επίσης, να ελέγχουν τις δικές τους μπάλες και τη διαθέσιμη ελεύθερη ενέργεια των συγκρούσεών τούς για να φτιάχνουν ακόμη περισσότερες αυτοσυντηρούμενες συσκευές. Και αυτά τα αντίγραφα, με τη σειρά τούς…

Θαρρώ πως έχετε καταλάβει πια πού το πάμε. Η φανταστική συσκευή μας, τον τύπου «φτιάξ’ το μόνος σου», είναι ένα ισοδύναμο της ζωής το οποίο τροφοδοτείται από μπάλες μπιλιάρδου. Όμοια με ένα πτηνό, ένα ψάρι ή έναν άνθρωπο, η φανταστική συσκευή είναι ικανή να συντηρεί και να αναπαράγει τον εαυτό της αξιοποιώντας την ελεύθερη ενέργεια των τυχαίων μοριακών συγκρούσεων. Και μολονότι το έργο φαντάζει περίπλοκο και δύσκολο, η κινητήρια δύναμη είναι ακριβώς ίδια μ’ εκείνη που ανεβάζει τα ατμοκίνητα τρένα στις ανηφόρες. Στη ζωή, οι μπάλες του μπιλιάρδου αντικαθίστανται από μόρια τα οποία παρέχει η τροφή και, μολονότι η διαδικασία είναι μακράν πιο πολύπλοκη από αυτή που περιγράψαμε στο απλό παράδειγμά μας, η αρχή παραμένει ίδια: ελεύθερη ενέργεια που προέρχεται από τυχαίες μοριακές κινήσεις (και τις να συντηρείται χημικές αντιδράσεις τους) αξιοποιείται προκειμένου ένα σώμα και να δημιουργεί αντίγραφα του εαυτού του.

Είναι λοιπόν η ζωή απλώς ένα παρακλάδι της θερμοδυναμικής; Καταφέρνουμε ν’ ανηφορίζουμε λοφοπλαγιές απλώς αξιοποιώντας τις ίδιες διαδικασίες που ανεβάζουν τα τρένα στις ανηφόρες; Και η πτήση τον κοκκινολαίμη δεν διαφέρει άραγε από εκείνη μιας οβίδας; Σε τελική ανάλυση, είναι η ζωτική σπίθα της ζωής μια τυχαία μοριακή κίνηση; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα, πρέπει να ρίξουμε μια πιο προσεκτική ματιά στη λεπτή δομή των ζωντανών οργανισμών.

Κοιτάζοντας βαθύτερα μέσα στη ζωή

Η πρώτη σημαντική πρόοδος στην αποκάλυψη της λεπτής δομής της ζωής σημειώθηκε από τον «φυσικό φιλόσοφο» του δέκατου έβδομού αιώνα Ρόμπερτ Χουκ, ο οποίος, χρησιμοποιώντας το υποτυπώδες μικροσκόπιό του είδε σε λεπτές φέτες φελλού δομές τις οποίες ονόμασε «κύτταρα», αλλά και από τον Ολλανδό μικροσκόπο Άντον φαν Λέβενχουκ, ο οποίος διέκρινε τους λεγόμενους «μικροοργανισμούς» (animalcules) —αυτούς που σήμερα ονομάζουμε μονοκύτταρούς οργανισμούς— σε σταγόνες νερού από μια λίμνη. Παρατήρησε, επίσης, φυτικά κύτταρα, ερυθρά αιμοσφαίρια, ακόμη και σπερματοζωάρια. Αργότερα έγινε σαφές ότι οι ιστοί όλων των ζωντανών οργανισμών αποτελούνταν από αυτές τις κυτταρικές μονάδες, τους δομικούς λίθους των έμβιων οργανισμών.

Όσο περισσότερες λεπτομέρειες μας αποκάλυπταν τα ισχυρότερα μικροσκόπια, τόσο πιο περίπλοκη εμφανιζόταν η εσωτερική δομή των έμβιων κυττάρων: γνωρίζουμε πια ότι το καθένα φέρει στο κέντρο του έναν πυρήνα, μέσα στον οποίο συναντάμε τα χρωμοσώματα. Ο πυρήνας περιβάλλεται από το κυτταρόπλασμα στο οποίο είναι εμβαπτισμένες εξειδικευμένες υπομονάδες, τα λεγόμενα οργανίδια, τα οποία, όπως και τα όργανα τον σώματός μας, εκτελούν συγκεκριμένες λειτουργίες στο εσωτερικό τον κυττάρου. Για παράδειγμα, τα οργανίδια που ονομάζονται μιτοχόνδρια διεκπεραιώνουν την αναπνοή στο εσωτερικό των ανθρώπινων κυττάρων, ενώ οι χλωροπλάστες ευθύνονται για τη φωτοσύνθεση μέσα στα φυτικά κύτταρα. Συνολικά, το κύτταρο δίνει την εντύπωση ενός πολυάσχολου μικροσκοπικού εργοστασίου. Πώς, όμως, καταφέρνει να λειτουργεί ακατάπαυστα; Τι είναι αυτό που του δίνει ζωή; Αρχικά, πίστευαν ότι το τροφοδοτούσαν «ζωτικές» δυνάμεις, ουσιαστικά ισοδύναμες με την έννοια της ψυχής του Αριστοτέλη. Κατά το μεγαλύτερο μέρος του δέκατου ένατου αιώνα, η πίστη στον βιταλισμό -ότι οι ζωντανοί οργανισμοί ζωοποιούνται από μια δύναμη η οποία απουσιάζει από την άβια ύλη- παρέμενε ισχυρή. Πίστευαν ότι στα κύτταρα υπήρχε μια μυστηριώδης ζωντανή ουσία, το πρωτόπλασμα, το οποίο περιέγραφαν με σχεδόν μυστικιστικούς όρους

Ωστόσο, όλο και περισσότερο, η ύλη των ζωντανών οργανισμών φαινόταν να αποτελείται περίπου από τις ίδιες χημικές ουσίες οι οποίες αποτελούσαν τα άψυχα πράγματα, και συνεπώς να διέπεται από την ίδια χημεία.

Στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα τα κύτταρα είχαν αποδειχθεί θύλακες βιοχημικών ουσιών τις οποίες διαχειριζόταν μια περίπλοκη χημεία, που βασιζόταν στην τυχαία μοριακή κίνηση την οποία είχε περιγράψει ο Μπόλτζμαν. Η ζωή, όπως πίστευαν σε γενικές γραμμές, ήταν πράγματι απλώς περίπλοκη θερμοδυναμική.

Με εξαίρεση μία πτυχή της — και μάλλον τη σημαντικότερη.

Praemeditatio κατά Σενέκα

Επειδή οι μακρές περίοδοι γενναιοδωρίας της Φορτούνα εμπεριέχουν τον κίνδυνο να μας αποκοιμίσουν, ο Σενέκας μας εξορκίζει να αφιερώνουμε λίγο χρόνο κάθε μέρα για να τη σκεφτόμαστε.

Δεν ξέρουμε τι θα συμβεί στη συνέχεια: οφείλουμε να περιμένουμε κάτι.

Νωρίς το πρωί πρέπει να πραγματοποιούμε αυτό που ο Σενέκας ονόμασε praemeditatio, έναν προκαταβολικό διαλογισμό για όλα τα βάσανα του μυαλού και του σώματος στα οποία η θεά μπορεί στη συνέχεια να μας εκθέσει.

[Οι συνετοί] ξεκινούν τη μέρα τοyς με μία σκέψη…

Η Φορτούνα δεν μας προσφέρει τίποτα που να είναι πραγματικά κτήμα μας.

Τίποτα, δημόσιο ή ιδιωτικό, δεν είναι σταθερό˙ το πεπρωμένο των ανθρώπων, πόσω δε μάλλον αυτό των πόλεων, στροβιλίζεται διαρκώς.

Όποια κατασκευή κι αν έχει δημιουργηθεί με το πέρασμα πολλών χρόνων, με μεγάλο κόπο και μέσα από την άφθαστη καλοσύνη των θεών, σκορπίζεται στους τέσσερις ανέμους μέσα σε μία μέρα. Όχι, όποιος πει «μία μέρα» παραχωρεί υπερβολικά μεγάλη αναβολή στη δυστυχία που χτυπά σαν αστραπή˙ μια ώρα, μια στιγμή, αρκεί για να καταλυθούν αυτοκρατορίες.

Πόσο συχνά πόλεις στην Ασία, πόσο συχνά στην Αχαΐα, δεν έχουν ισοπεδωθεί μ’ ένα και μόνο πλήγμα του σεισμού; Πόσες πόλεις στη Συρία, πόσες στη Μακεδονία δεν έχουν καταβαραθρωθεί; Πόσο συχνά μια τέτοια καταστροφή δεν έχει ερημώσει την Κύπρο;

Ζούμε ανάμεσα σε πράγματα που όλα τους είναι προορισμένα να πεθάνουν.

Θνητοί γεννηθήκατε και θνητούς γεννάτε.

Τα πάντα να σταθμίζετε, τα πάντα να περιμένετε.

Φ. Πεσσόα: Αυτό που αγαπάμε είναι μια δική μας έννοια και ο εαυτός μας

Όλοι τους έχουν, όπως εγώ, μια καρδιά ενθουσιώδη και λυπημένη. Τους γνωρίζω καλά.

Κάποιοι είναι παιδιά για θελήματα, άλλοι υπάλληλοι γραφείου, άλλοι μικρέμποροι, άλλοι πάλι οι νικητές των καφενείων και των μαγέρικων, ένδοξοι χωρίς να το γνωρίζουν μέσα στην έκσταση του εγωτικού τους λόγου, ικανοποιημένοι μέσα στη σιωπή του φιλάργυρου εγωτισμού τους χωρίς τίποτα το πολύτιμο για να φυλάξουν.

Αλλά όλοι τους είναι ποιητές, οι καημένοι, και σέρνουν, στα μάτια μου, όπως και εγώ στα δικά τους, την ίδια αθλιότητα της κοινής μας απρέπειας.

Όλοι τους, όπως κι εγώ, έχουν το μέλλον πίσω τους.

Ποτέ δεν αγαπάμε κάποιον. Αγαπάμε απλώς την ιδέα που σχηματίζουμε για κάποιον.

Τελικά αυτό που αγαπάμε είναι μια δική μας έννοια και ο εαυτός μας.

Αυτό είναι αλήθεια σε όλη την κλίμακα του έρωτα.

Στο σεξουαλικό έρωτα αναζητάμε τη δική μας απόλαυση με τη μεσολάβηση ενός ξένου κορμιού.

Στον έρωτα που διαφέρει από τον σεξουαλικό αναζητάμε τη δική μας απόλαυση με τη μεσολάβηση μιας δική μας ιδέας.

Ο αυνανιστής είναι αποτρόπαιος, αλλά, στην απόλυτη αλήθεια, ο αυνανιστής είναι η απόλυτη λογική έκφραση του ερωτευμένου.

Είναι ο μόνος που δεν προσποιείται μήτε κοροϊδεύει τον εαυτό του.

Να λες. Να ξέρεις να λες.

Να ξέρεις να υπάρχεις μεσ' από τη γραπτή φωνή και τη νοητική εικόνα!

Η ζωή δεν αξίζει τίποτα παραπάνω: το παραπάνω είναι άντρες και γυναίκες, υποθετικοί έρωτες και ματαιοδοξίες ψεύτικες, προφάσεις της πέψης και της λήθης, άνθρωποι που κινούνται πάνω κάτω, σαν ζώα όταν ανασηκώνουμε μια πέτρα, κάτω από τον μεγάλο αφηρημένο βράχο του γαλάζιου χωρίς νόημα ουρανού.

Η λογοτεχνία που είναι η τέχνη παντρεμένη με τη σκέψη και η πραγματοποίηση χωρίς το ελάττωμα της πραγματικότητας, μου φαίνεται πως είναι ο σκοπός προς τον οποίο έπρεπε να τείνει κάθε ανθρώπινη προσπάθεια, αν ήταν πραγματικά ανθρώπινη και όχι μια επιπολαιότητα του ζωώδους.

Πιστεύω πως λέω κάποιο πράγμα είναι διατηρώ την αρετή του και του αφαιρώ τον τρόμο.

Οι αγροί είναι πιο πράσινοι στο λόγο παρά στην πρασινάδα τους. Τα άνθη, αν περιγράφονταν με φράσεις που τα περιγράφουν στο χώρο της φαντασίας, θα είχαν χρώματα ανεξίτηλα που η ζωή των κυττάρων δεν επιτρέπει.

Επανάσταση; Αλλαγή;

Αυτό που θέλω στ' αλήθεια από τα βάθη της ψυχής μου είναι να φύγουν τα άτονα σύννεφα που πασαλείβουν με μια γκρίζα σαπουνάδα τον ουρανό.

Αυτό που θέλω είναι να δω το γαλάζιο να προβάλλει ανάμεσα τους, αλήθεια βέβαιη και ξεκάθαρη γιατί τίποτα δεν είναι και ούτε θέλει να είναι.

Ανασυνθέτοντας διαρκώς τον εαυτό μου, τον κατέστρεψα.

Από την πολλή σκέψη του εαυτού μου είμαι πια οι σκέψεις μου και όχι εγώ.

Με βυθομέτρησα και άφησα να πέσει ο βυθομετρητής.

Ζω για να σκέφτομαι αν έχω βάθος ή όχι, χωρίς πια άλλο βυθομετρητή πέρα από το βλέμμα μου, που μου δείχνει, φωτεινό πάνω στο σκούρο φόντο του καθρέφτη του τεράστιου πηγαδιού, το πρόσωπό μου να με κοιτάζει ενώ το κοιτάζω.

Μακάριος αυτός που δεν απαιτεί από τη ζωή περισσότερα απ” όσα αυτή του δίνει αυθόρμητα, καθοδηγούμενος από το ένστικτο της γάτας, που αναζητεί τον ήλιο όταν υπάρχει ήλιος, και, όταν δεν υπάρχει, τη ζέστη, όπου κι αν αυτή βρίσκεται.

Πιστεύω, ιδανικά, γυναίκα ή επάγγελμα – όλα αυτά είναι κελί και χειροπέδες.

Να είσαι και να παραμένεις ελεύθερος.

Η ίδια η φιλοδοξία, αν γίνει υπερηφάνεια και πάθος, είναι ένα φορτίο, και δεν θα νιώθαμε υπερήφανοι αν κατανοούσαμε ότι είναι ένα σχοινί από το οποίο μας τραβάνε.

Όχι, ούτε καν δεσμούς με τον εαυτό μας!

Ελεύθεροι από τον εαυτό μας και από τους άλλους, στοχαστικοί χωρίς έκσταση, σκεπτόμενοι χωρίς συμπέρασμα, θα ζήσουμε, απελευθερωμένοι από τον Θεό, το μικρό διάλλειμα που η διάσπαση της προσοχής των δημίων παραχωρεί στην έκσταση μας στη διάρκεια της παρέλασης.

Αύριο μας περιμένει η γκιλοτίνα. Αν δεν είναι αύριο είναι μεθαύριο.

Ας βγάλουμε περίπατο στον ήλιο την ανάπαυση μας πριν από το τέλος, αγνοώντας συνειδητά τους σκοπούς και τις συνέπειες.

Ο ήλιος θα χρυσίσει τα χωρίς ρυτίδες μέτωπά μας, και η αύρα θα φέρει δροσιά σε όσους έπαψαν να ελπίζουν.

Φερνάντο Πεσσόα, Το βιβλίο της ανησυχίας

ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΣΕ ΕΝΑ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΟΝΕΙΡΟ

Υπάρχουν χιλιάδες συμφωνίες που έχετε συνάψει με τον εαυτό σας, με άλλα άτομα, με το όνειρο της ζωής σας, με τον Θεό, με την κοινωνία, με τους γονείς, τον/τη σύζυγο, τα παιδιά σας. Οι πιο σημαντικές, όμως, συμφωνίες είναι εκείνες που έχετε συνάψει με τον εαυτό σας. Αυτές αναφέρονται στο ποιος είστε, τι αισθάνεστε, σε τι πιστεύετε και στο πως πρέπει να συμπεριφέρεστε. Το αποτέλεσμά τους είναι η προσωπικότητά σας. Σε αυτές τις συμβάσεις δηλώνετε: “Να τι είμαι. Να σε τι πιστεύω. Υπάρχουν κάποια πράγματα που μπορώ να κάνω και κάποια άλλα που δεν μπορώ να κάνω. Αυτό είναι πραγματικότητα, εκείνο είναι φαντασία. Αυτό είναι δυνατό, εκείνο είναι αδύνατο”.

Μία μόνο συμφωνία δεν θα δημιουργούσε πρόβλημα, οι συμφωνίες, όμως, που μας κάνουν να υποφέρουμε και να αποτυγχάνουμε στη ζωή είναι πολλές. Αν θέλετε να ζήσετε μια ζωή γεμάτη ευτυχία και πληρότητα, θα πρέπει να ανασύρετε από μέσα σας το κουράγιο να διακόψετε αυτές τις συμφωνίες, που έχουν τη ρίζα τους στο φόβο και κλέβουν την προσωπική σας δύναμη. Οι συμφωνίες που προέρχονται από φόβο μας αναγκάζουν να ξοδεύουμε πολλή ενέργεια, ενώ οι συμφωνίες που προέρχονται από την αγάπη μας βοηθούν όχι μόνο να εξοικονομούμε αλλά και να αντλούμε ενέργεια.

Ο καθένας μας έχει γεννηθεί μ’ ένα συγκεκριμένο ποσοστό προσωπικής δύναμης, το οποίο επανακτά κάθε μέρα μετά την ανάπαυση. Δυστυχώς, σπαταλάμε όλη μας την προσωπική δύναμη για να δημιουργήσουμε, κατ’ αρχήν, όλες αυτές τις συμφωνίες και, κατά δεύτερον, για να μείνουμε πιστοί σε αυτές. Η προσωπική μας δύναμη διασκορπίζεται από τις τόσες συμφωνίες που έχουμε συνάψει και το αποτέλεσμα είναι να νιώθουμε τελικά ανήμποροι. Μόλις που μας απομένει λίγη δύναμη για να επιβιώσουμε κάθε μέρα, επειδή την περισσότερη την ξοδεύουμε για να μην προδώσουμε τις συμφωνίες που μας κρατούν εγκλωβισμένους στο όνειρο του πλανήτη. Πώς μπορούμε να αλλάξουμε ολόκληρο το όνειρο της ζωής μας, όταν δεν έχουμε τη δύναμη να αλλάξουμε ούτε καν την παραμικρή συμφωνία;

Αν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι οι συμφωνίες μας είναι εκείνες που κυβερνούν τη ζωή μας κι αν δεν μας αρέσει το όνειρο αυτής της ζωής, τότε πρέπει να αλλάξουμε τις συμφωνίες.

ΞΕΝΟΦΩΝ Ο ΕΦΕΣΙΟΣ: Περάσαμε τη ζωή μας στερημένοι από αγαθά, ευχαριστημένοι ωστόσο… μια και είμαστε μαζί

Εγώ, παιδί μου, Αβροκόμη…
ούτε κάτοικος είμαι,
ούτε γέννημα της Σικελίας,
είμαι Λακεδαιμόνιος.
Ένας από τις ισχυρότερες οικογένειες,
με μεγάλη περιουσία.

Όταν ήμουν νέος,
γραμμένος στους εφήβους,
ερωτεύθηκα ένα κορίτσι,
μια συμπολίτισσά μου ονόματι Θελξινόη,
αλλά και η Θελξινόη με είχε ερωτευθεί.
Και κάποτε σε μια ολονύχτια γιορτή
της πόλης συναντηθήκαμε
~ τα βήματα και των δύο οδηγούσε
κάποιος θεός ~ και απολαύσαμε
εκείνα που μας έκαναν να συναντηθούμε.

Και κάμποσο καιρό
βρισκόμαστε κρυφά
και συχνά ορκιζόμαστε,
ο ένας τον άλλο ν’ αγαπά μέχρι θανάτου.
Όμως κάποιος μας φθόνησε.
Ενώ ήμουν ακόμη στους εφήβους,
οι γονείς της Θελξινόης την αρραβωνιάζουν
με κάποιο Σπαρτιάτη, ονόματι Ανδροκλή.
Το κορίτσι όλο ανέβαλε το γάμο.
Τελικά όμως αποφασίσαμε,
να εγκαταλείψουμε νύχτα τη Σπάρτη.

Ντυθήκαμε σαν αγόρια
και έκοψα τα μαλλιά της.
Την νύχτα του γάμου της
εγκαταλείψαμε την πόλη.
Πήγαμε Άργος και μετά Κόρινθο.
Από εκεί πήραμε το πλοίο για Σικελία.
Όταν οι Λακεδαιμόνιοι,
πληροφορήθηκαν τη φυγή μας,
μας καταδίκασαν σε θάνατο.

Εδώ περάσαμε τη ζωή μας,
στερημένοι από αγαθά,
ευχαριστημένοι ωστόσο…
μια και είμαστε μαζί.

Εδώ πέθανε η Θελξινόη προ ολίγου
και το σώμα της δεν έχει ταφεί,
αλλά το έχω πάντα,
αγαπημένη μου συντροφιά”.

Με πήγε μέσα
και μου έδειξε την Θελξινόη.
Ήταν βέβαια τώρα γριά,
όμως για τον Αιγιαλέα…
ήταν ακόμη κορίτσι.
Το σώμα της είχε ταριχευτεί
κατά τον τρόπο των Αιγυπτίων,
αφού ο γέρος ήταν έμπειρος σε αυτά.

΄Ετσι λοιπόν Αβροκόμη παιδί μου.
Μαζί της μιλώ σαν να είναι ζωντανή
και δίπλα της ξαπλώνω…
και μαζί της πίνω.
Κι αν έρθω καμιά φορά…
κουρασμένος από το ψάρεμα,
καθώς την αντικρίζω, με παρηγορεί.
Την έχω στο νου μου…
όχι όπως τη βλέπεις εσύ παιδί μου…
αλλά όπως ήταν τότε στη Σπάρτη,
παιδούλα.
Τις ολονύχτιες γιορτές
έχω στο νου μου, τις συμφωνίες
που κάναμε έχω στο μυαλό μου…!!!

Ξενοφώντα Εφέσιου, Απόσπασμα από τα ”Εφεσιακά” 

Σε ποιους παράγοντες οφείλεται η αποτυχία ανθρώπων με υψηλό δείκτη νοημοσύνης και η αναπάντεχη και εντυπωσιακή επιτυχία άλλων με πιο μέτριο δείκτη;

Σε ποιους παράγοντες οφείλεται η αποτυχία ανθρώπων με υψηλό δείκτη νοημοσύνης και η αναπάντεχη και εντυπωσιακή επιτυχία άλλων με πιο μέτριο δείκτη; Θα μπορούσα να υποστηρίξω ότι πολύ συχνά η διαφορά βρίσκεται στις δεξιότητες που εδώ αποκαλούνται «συναισθηματική νοημοσύνη», στις οποίες περιλαμβάνονται ο αυτοέλεγχος, ο ζήλος, η επιμονή και η ικανότητα να βρίσκει κανείς κίνητρα για τον εαυτό του. Και αυτές οι δεξιότητες, όπως θα δούμε, μπορούν να διδαχθούν στα παιδιά και να τους προσφέρουν έτσι μια καλύτερη ευκαιρία να αξιοποιήσουν οποιοδήποτε νοητικό δυναμικό μπορεί να τους χάρισε ο γενετικός τροχός της τύχης.

Πίσω από αυτή τη δυνατότητα αναπτύσσεται μια πιεστική ηθική επιταγή. Ζούμε σε μια εποχή στην οποία όπου ο εγωισμός, η βία και η μοχθηρία καταστρέφουν καθετί καλό υπάρχει στην κοινωνική μας ζωή. Εδώ το ζήτημα της σημασίας της συναισθηματικής νοημοσύνης είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ συναισθηματικού κόσμου, χαρακτήρα και ηθικών ενστίκτων. Γίνεται ολοένα και πιο σαφές ότι θεμελιώδεις ηθικές στάσεις ζωής προκύπτουν από ουσιαστικές συναισθηματικές ικανότητες.

Πρώτα πρώτα, η παρόρμηση είναι το διάμεσο του συναισθήματος. Ο σπόρος κάθε παρόρμησης είναι ένα συναίσθημα που ξεσπάει θέλοντας να εξωτερικευθεί στην πράξη. Αυτοί που βρίσκονται στο έλεος της παρόρμησής τους, αυτοί που δεν έχουν αυτοέλεγχο, πάσχουν από έλλειψη ηθικών κρίσεων. Η ικανότητα ελέγχου της παρόρμησης είναι η βάση της θέλησης και του χαρακτήρα. Κατά τον ίδιο τρόπο, η ρίζα του αλτρουισμού βρίσκεται στην ενσυναίσθηση, στην ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε σωστά τα συναισθήματα των άλλων.

Αν δεν έχουμε αίσθηση της ανάγκης ή της απόγνωσης του άλλου, δεν μπορούμε να νοιαστούμε γι’ αυτόν. Κι αν υπάρχουν δύο ηθικές στάσεις που η εποχή μας ζητάει απεγνωσμένα, αυτές δεν είναι άλλες από την αυτοσυγκράτηση και τη συμπόνια.

Ανακαλύφθηκαν πάνω από 450 νέα αντικείμενα στο Ηλιακό μας σύστημα

Πέρα από την τροχιά του Ποσειδώνα, υπάρχει μία σκοτεινή παγωμένη ζώνη ουράνιων σωμάτων που ονομάζεται Ζώνη του Κάιπερ και παραμένει λίγο-πολύ ανέγγιχτη από τότε που δημιουργήθηκε το Ηλιακό σύστημα.

Η απόσταση όμως και η έλλειψη φωτός μας δυσκολεύουν να ξεχωρίσουμε τι ακριβώς βρίσκεται εκεί έξω.

Με μία νέα έρευνα των αστρονόμων όμως κατάφεραν να ταυτοποιηθούν 815 Μεταποσειδώνια αντικειμενα (TNOs), 461 από τα οποία ανακαλύψαμε για πρώτη φορά. Κι αν ακούγονται λίγα, πρόκειται για μία σημαντική αύξηση από τα 3.000 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα και μπορεί να περιέχουν πληροφορίες που θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε καλύτερα πώς σχηματίστηκε το Ηλιακό σύστημα ή ακόμα και να ψάξουμε καλύτερα για τον κρυφό Πλανήτη Εννιά.

Πρόκειται για το δεύτερο μεγαλύτερο κατάλογο TNO που προέρχεται από μία και μόνο έρευνα, ενώ είναι και ο μεγαλύτερος κατάλογος με φωτομετρία πολλών συχνοτήτων.

Αυτή η μακρινή πλευρά του Ηλιακού μας συστήματος ενθουσιάζει τους αστρονόμους, καθώς πιστεύουν πως τα TNOs συγκρατούν ακόμη τις δυναμικές του πρωτόγονου Ηλιακού συστήματος, όταν οι πλανήτες ακόμα σχηματίζονταν και το σύστημα ήταν πολύ διαφορετικό από αυτό που βλέπουμε σήμερα. Καθώς οι μεγάλοι πλανήτες έμπαιναν στη θέση τους, επηρέαζαν βαρυτικά τα TNOs. Έτσι, μελετώντας τις τροχιές τους μπορούμε να αναπαράγουμε τα γεγονότα που έλαβαν χώρα και τα έφεραν εδώ που είναι σήμερα.

Νίτσε: η δημοκρατία σαν κατάπτωση … και το καινούργιο καθήκον

Εμείς, που έχουμε διαφορετική πίστη -εμείς, για τους οποίους το δημοκρατικό κίνημα δεν είναι απλώς μια μορφή κατάπτωσης της πολιτικής οργάνωσης, αλλά και μια μορφή κατάπτωσης, δηλαδή μείωσης του ανθρώπου, η κατάσταση κατά την οποία έχει γίνει μέτριος και έχει χάσει την αξία του: προς τα πού πρέπει να στρέψουμε τις ελπίδες μας; -Προς καινούργιους φιλόσοφους, δεν υπάρχει άλλη επιλογή· προς πνεύματα αρκετά πρωτότυπα και ισχυρά για να δώσουν μια ώθηση για αντίθετες αξιολογήσεις και για επαναξιολόγηση, αναποδογύρισμα των "αιώνιων αξιών"· προς πρωτοπόρους, προς ανθρώπους του μέλλοντος, οι οποίοι συνδέουν στο παρόν τον κόμπο με τον εξαναγκασμό που σπρώχνει τη θέληση χιλιετιών σε καινούργιους δρόμους.

Το να διδάξεις στον άνθρωπο το μέλλον του ανθρώπου ως δική του θέληση, ως εξαρτώμενο από μια ανθρώπινη θέληση, και να προετοιμάσεις μεγάλα εγχειρήματα και συλλογικά πειράματα πειθαρχίας και καλλιέργειας, ώστε να πάρει τέλος αυτή η φρικτή κυριαρχία της α-νοησίας και της τύχης, που ονομάζεται μέχρι τώρα "ιστορία" -η α-νοησία της "πλειοψηφίας" είναι απλώς η τελευταία της μορφή: γι' αυτό το πράγμα θα χρειαστεί μια μέρα ένα καινούργιο είδος φιλοσόφων και διοικητών, απέναντι στους οποίους καθετί που υπήρχε μέχρι τώρα στη γη από κρυμμένα, γόνιμα και αγαθοεργά πνεύματα θα μοιάζει ωχρό και καχεκτικό. Η εικόνα τέτοιων ηγετών είναι αυτό που κυματίζει μπροστά στα μάτια μας -μπορώ να το πω αυτό δυνατά, ελεύθερα πνεύματα; Οι περιστάσεις που πρέπει εν μέρει να δημιουργήσουμε, εν μέρει να χρησιμοποιήσουμε, για να τους φέρουμε στη ζωή· οι πιθανοί δρόμοι και δοκιμές χάρη στις οποίες μια ψυχή θα μπορέσει να φτάσει σε τέτοιο ύψος και δύναμη που θα νιώσει ότι είναι υποχρεωμένη να αναλάβει τα καθήκοντα αυτά· μια επαναξιολόγηση των αξιών, κάτω από την καινούργια πίεση και σφυρί των οποίων θα χαλυβδωθεί μια συνείδηση, θα γίνει μπρούντζινη μια καρδιά, ώστε να μπορέσει να αντέξει το βάρος μιας τέτοιας ευθύνης· από την άλλη μεριά, η ανάγκη για τέτοιους αρχηγούς, ο φοβερός κίνδυνος να μην εμφανιστούν ή να αποτύχουν ή να εκφυλιστούν -αυτές είναι οι δικές μας μέριμνες και έγνοιες, το ξέρετε αυτό, ελεύθερα πνεύματα; Αυτές είναι οι βαριές, απόμακρες σκέψεις και σύννεφα που περνούν πάνω από τον ουρανό της δικής μας ζωής.

Λίγες είναι οι οδύνες που συγκρίνονται με την οδύνη να βλέπεις, να μαντεύεις, να αισθάνεσαι έναν εξαιρετικό άνθρωπο να ξεστρατίζει από τον δρόμο του και να εκφυλίζεται: όποιος όμως έχει το σπάνιο μάτι για τον συλλογικό κίνδυνο να εκφυλιστεί ο ίδιος ο "άνθρωπος", όποιος, σαν εμάς, έχει αναγνωρίσει σε τι φοβερό βαθμό έχει παίξει μέχρι τώρα το τυχαίο το παιχνίδι του με το μέλλον του ανθρώπου -ένα παιχνίδι στο οποίο δεν έπαιξε κανένα χέρι ούτε βέβαια "ο δάκτυλος του Θεού!"- όποιος έχει μαντέψει το μοιραίο που βρίσκεται κρυμμένο στην ηλίθια αγαθότητα και στην τυφλή εμπιστοσύνη των "μοντέρνων ιδεών", και ακόμη περισσότερο σε όλη την χριστιανική-ευρωπαϊκή ηθική: αυτός υποφέρει από ένα αίσθημα αγωνίας με το οποίο δεν μπορεί να συγκριθεί κανένα άλλο -διότι καταλαβαίνει με μια ματιά ό,τι μπορεί ακόμη να καλλιεργηθεί στον άνθρωπο σε περίπτωση μιας ευνοϊκής συσσώρευσης και έντασης δυνάμεων και καθηκόντων, ξέρει με όλη τη γνώση της συνείδησης του ότι οι μεγαλύτερες δυνατότητες του ανθρώπου δεν έχουν εξαντληθεί ακόμα και πόσο συχνά στο παρελθόν αντιμετώπισε ο τύπος άνθρωπος παράξενες αποφάσεις και καινούργιους δρόμους -ξέρει ακόμα καλύτερα, από τις πιο οδυνηρές του αναμνήσεις, πάνω σε τι αξιοθρήνητα πράγματα τσακίστηκε, διαλύθηκε, βούλιαξε και έγινε αξιολύπητο μέχρι τώρα ένα εξελισσόμενο ον ύψιστης βαθμίδας. Ο συλλογικός εκφυλισμός του ανθρώπου, έως κάτω σ' αυτό που οι σοσιαλιστές βλάκες και χοντροκέφαλοι βλέπουν σαν "τον άνθρωπο τους του μέλλοντος" -σαν το ιδανικό τους!- αυτός ο εκφυλισμός και η μείωση του ανθρώπου σε τέλειο αγελαίο ζώο (ή, όπως λένε, σε άνθρωπο της "ελεύθερης κοινωνίας"), αυτή η ζωοποίηση του ανθρώπου μέχρι το πυγμαίο ζώο των ίσων δικαιωμάτων και αξιώσεων είναι δυνατή, δεν χωράει αμφιβολία γι' αυτό!

Όποιος έχει σκεφτεί αυτή τη δυνατότητα ως το τέλος της γνωρίζει μια παραπάνω αηδία από τους άλλους ανθρώπους -και ίσως επίσης ένα καινούργιο καθήκον!

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (5.28.1-5.29.3)

[5.28.1] Τοιαῦτα εἰπόντος τοῦ Κοίνου θόρυβον γενέσθαι ἐκ τῶν παρόντων ἐπὶ τοῖς λόγοις· πολλοῖς δὲ δὴ καὶ δάκρυα προχυθέντα ἔτι μᾶλλον δηλῶσαι τό τε ἀκούσιον τῆς γνώμης ἐς τοὺς πρόσω κινδύνους καὶ τὸ καθ᾽ ἡδονήν σφισιν εἶναι τὴν ἀποχώρησιν. Ἀλέξανδρος δὲ τότε μὲν ἀχθεσθεὶς τοῦ τε Κοίνου τῇ παρρησίᾳ καὶ τῷ ὄκνῳ τῶν ἄλλων ἡγεμόνων διέλυσε τὸν ξύλλογον· [5.28.2] ἐς δὲ τὴν ὑστεραίαν ξυγκαλέσας αὖθις ξὺν ὀργῇ τοὺς αὐτοὺς αὐτὸς μὲν ἰέναι ἔφη τοῦ πρόσω, βιάσεσθαι δὲ οὐδένα ἄκοντα Μακεδόνων ξυνέπεσθαι· ἕξειν γὰρ τοὺς ἀκολουθήσοντας τῷ βασιλεῖ σφῶν ἑκόντας· τοῖς δὲ καὶ ἀπιέναι οἴκαδε ἐθέλουσιν ὑπάρχειν ἀπιέναι καὶ ἐξαγγέλλειν τοῖς οἰκείοις, ὅτι τὸν βασιλέα σφῶν ἐν μέσοις τοῖς πολεμίοις ἐπανήκουσιν ἀπολιπόντες. [5.28.3] ταῦτα εἰπόντα ἀπελθεῖν ἐς τὴν σκηνὴν μηδέ τινα τῶν ἑταίρων προσέσθαι αὐτῆς τε ἐκείνης τῆς ἡμέρας καὶ ἐς τὴν τρίτην ἔτι ἀπ᾽ ἐκείνης, ὑπομένοντα, εἰ δή τις τροπὴ ταῖς γνώμαις τῶν Μακεδόνων τε καὶ ξυμμάχων, οἷα δὴ ἐν ὄχλῳ στρατιωτῶν τὰ πολλὰ φιλεῖ γίγνεσθαι, ἐμπεσοῦσα εὐπειθεστέρους παρέξει αὐτούς. [5.28.4] ὡς δὲ σιγὴ αὖ πολλὴ ‹ἦν› ἀνὰ τὸ στρατόπεδον καὶ ἀχθόμενοι μὲν τῇ ὀργῇ αὐτοῦ δῆλοι ἦσαν, οὐ μὴν μεταβαλλόμενοι γε ὑπ᾽ αὐτῆς, ἐνταῦθα δὴ λέγει Πτολεμαῖος ὁ Λάγου, ὅτι ἐπὶ τῇ διαβάσει οὐδὲν μεῖον ἐθύετο, θυομένῳ δὲ οὐκ ἐγίγνετο αὐτῷ τὰ ἱερά. [5.28.5] τότε δὴ τοὺς πρεσβυτάτους τε τῶν ἑταίρων καὶ τοὺς μάλιστα ἐπιτηδείους αὐτῷ συναγαγών, ὡς πάντα ἐς τὴν ὀπίσω ἀναχώρησιν αὐτῷ ἔφερεν, ἐκφαίνει ἐς τὴν στρατιάν, ὅτι ἔγνωσται ὀπίσω ἀποστρέφειν.
[5.29.1] Οἱ δὲ ἐβόων τε οἷα ἂν ὄχλος ξυμμιγὴς χαίρων βοήσειε καὶ ἐδάκρυον οἱ πολλοὶ αὐτῶν· οἱ δὲ καὶ τῇ σκηνῇ τῇ βασιλικῇ πελάζοντες ηὔχοντο Ἀλεξάνδρῳ πολλὰ καὶ ἀγαθά, ὅτι πρὸς σφῶν μόνων νικηθῆναι ἠνέσχετο. ἔνθα δὴ διελὼν κατὰ τάξεις τὴν στρατιὰν δώδεκα βωμοὺς κατασκευάζειν προστάττει, ὕψος μὲν κατὰ τοὺς μεγίστους πύργους, εὖρος δὲ μείζονας ἔτι ἢ κατὰ πύργους, χαριστήρια τοῖς θεοῖς τοῖς ἐς τοσόνδε ἀγαγοῦσιν αὐτὸν νικῶντα καὶ μνημεῖα τῶν αὑτοῦ πόνων. [5.29.2] ὡς δὲ κατεσκευασμένοι αὐτῷ οἱ βωμοὶ ἦσαν, θύει δὴ ἐπ᾽ αὐτῶν ὡς νόμος καὶ ἀγῶνα ποιεῖ γυμνικόν τε καὶ ἱππικόν. καὶ τὴν μὲν χώραν τὴν μέχρι τοῦ Ὑφάσιος ποταμοῦ Πώρῳ ἄρχειν προσέθηκεν, αὐτὸς δὲ ἐπὶ τὸν Ὑδραώτην ἀνέστρεφε. διαβὰς δὲ τὸν Ὑδραώτην, ἐπὶ τὸν Ἀκεσίνην αὖ ἐπανῄει ὀπίσω. [5.29.3] καὶ ἐνταῦθα καταλαμβάνει τὴν πόλιν ἐξῳκοδομημένην, ἥντινα Ἡφαιστίων αὐτῷ ἐκτειχίσαι ἐτάχθη· καὶ ἐς ταύτην ξυνοικίσας τῶν τε προσχώρων ὅσοι ἐθελονταὶ κατῳκίζοντο καὶ τῶν μισθοφόρων ὅ τι περ ἀπόμαχον, αὐτὸς τὰ ἐπὶ τῷ κατάπλῳ παρεσκευάζετο τῷ ἐς τὴν μεγάλην θάλασσαν.

***
[5.28.1] Αφού μίλησε έτσι ο Κοίνος, αυτοί που ήταν παρόντες έκαναν θόρυβο για τους λόγους του. Πολλοί μάλιστα έχυσαν και δάκρυα, για να φανερώσουν ακόμη περισσότερο ότι δεν επιθυμούσαν άλλους πάρα πέρα κινδύνους και ότι τους ήταν αρεστή η αποχώρηση. Ο Αλέξανδρος όμως τότε στενοχωρήθηκε και για την παρρησία του Κοίνου και για τη διστακτικότητα των άλλων αρχηγών και διέλυσε τη συγκέντρωση. [5.28.2] Την επόμενη μέρα συγκάλεσε τους ίδιους πάλι άνδρες και τους είπε οργισμένος ότι ο ίδιος θα προχωρήσει εμπρός αλλά δεν θα υποχρεώσει κανέναν από τους Μακεδόνες να τον ακολουθήσει χωρίς τη θέλησή του, γιατί θα βρει εκείνους που θα θελήσουν να ακολουθήσουν τον βασιλιά τους. «Σε αυτούς που θέλουν να αναχωρήσουν για την πατρίδα επιτρέπεται, είπε, να αναχωρήσουν και να αναγγείλουν στους δικούς τους ότι έχουν επιστρέψει εγκαταλείποντας τον βασιλιά τους ανάμεσα στους εχθρούς». [5.28.3] Αφού είπε αυτά, αποχώρησε στη σκηνή του και κατά τη διάρκεια της ίδιας εκείνης μέρας και μέχρι την τρίτη μέρα από εκείνη δεν δέχθηκε να τον επισκεφθεί κανείς από τους εταίρους περιμένοντας να δει αν θα συνέβαινε κάποια μεταστροφή στις διαθέσεις των Μακεδόνων και των συμμάχων, όπως πολύ συχνά συμβαίνει σε μεγάλες συγκεντρώσεις στρατιωτών και γίνονται πιο πειθαρχικοί. [5.28.4] Όταν και πάλι επικράτησε βαθιά σιωπή στο στρατόπεδο και ήταν φανερό ότι οι στρατιώτες, αν και στενοχωρούνταν για την οργή του Αλεξάνδρου, δεν άλλαζαν όμως εξαιτίας της και γνώμη, τότε πλέον, αναφέρει ο Πτολεμαίος, ο γιος του Λάγου, ο Αλέξανδρος πρόσφερε παρ᾽ όλα αυτά θυσία για τη διάβαση, αλλά ενώ θυσίαζε η θυσία δεν απέβαινε ευνοϊκή. [5.28.5] Τότε, λοιπόν, αφού συγκέντρωσε τους πιο ηλικιωμένους εταίρους και τους πιο στενούς φίλους του, ανακοίνωσε στον στρατό του ότι έχει αποφασίσει να επιστρέψει πίσω, επειδή όλα τον οδηγούσαν στην πορεία προς τα πίσω.
[5.29.1] Οι στρατιώτες άρχισαν να κραυγάζουν, όπως θα κραύγαζε από χαρά ένα ανάμεικτο πλήθος, και οι περισσότεροι δάκρυσαν. Άλλοι πλησίαζαν τη βασιλική σκηνή και εύχονταν στον Αλέξανδρο πολλά και καλά, γιατί αφέθηκε από αυτούς μόνο να νικηθεί. Τότε, λοιπόν, ο Αλέξανδρος διαίρεσε τον στρατό του σε τμήματα και διέταξε να κατασκευάσουν δώδεκα βωμούς, στο ύψος ίσους με τους μεγαλύτερους πύργους και στο πλάτος ακόμη μεγαλύτερους από τους πύργους, ως ευχαριστήρια προσφορά προς τους θεούς που τον έφεραν νικητή σε τόσο μακρινούς τόπους και ως μνημεία (ενθύμια) των αγώνων του. [5.29.2] Και αφού κατασκεύασαν τους βωμούς, όπως διέταξε, πρόσφερε επάνω σε αυτούς θυσία σύμφωνα με το έθιμο και τέλεσε γυμνικό και ιππικό αγώνα. Πρόσθεσε στις κτήσεις του Πώρου την μέχρι τον Ύφαση περιοχή για να την διοικεί και ο ίδιος άρχισε να επιστρέφει προς τον Υδραώτη. Και αφού πέρασε τον Υδραώτη, άρχισε να επιστρέφει πίσω πάλι προς τον Ακεσίνη, [5.29.3] όπου βρήκε χτισμένη την πόλη, της οποίας την περιτείχιση είχε αναθέσει στον Ηφαιστίωνα. Σε αυτήν εγκατέστησε και όσους από τους γείτονες δέχθηκαν από μόνοι τους να εγκατασταθούν και από τους μισθοφόρους όσους βέβαια ήταν ανίκανοι για μάχη και άρχισε ο ίδιος να ετοιμάζεται για να πλεύσει προς τη μεγάλη θάλασσα.