Κυριακή 2 Αυγούστου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἡρακλῆς Μαινόμενος (1039-1108)

ὁ δ᾽ ὥς τις ὄρνις ἄπτερον καταστένων
1040 ὠδῖνα τέκνων πρέσβυς ὑστέρωι ποδὶ
πικρὰν διώκων ἤλυσιν πάρεσθ᾽ ὅδε.
ΑΜ. Καδμεῖοι γέροντες, οὐ σῖγα σῖ-
γα τὸν ὕπνωι παρειμένον ἐάσετ᾽ ἐκ-
λαθέσθαι κακῶν;
1045 ΧΟ. κατὰ σὲ δακρύοις στένω, πρέσβυ, καὶ
τέκεα καὶ τὸ καλλίνικον κάρα.
ΑΜ. ἑκαστέρω πρόβατε, μὴ
κτυπεῖτε, μὴ βοᾶτε, μὴ
τὸν εὔδι᾽ ἰαύονθ᾽
1050 ὑπνώδεά τ᾽ εὐνᾶς
ἐγείρετε. ΧΟ. οἵμοι,
φόνος ὅσος ὅδ᾽ ΑΜ. ἆ ἆ, διά μ᾽ ὀλεῖτε. ‹ΧΟ.› κεχυ-
μένος ἐπαντέλλει.
‹ΑΜ.› οὐκ ἀτρεμαῖα θρῆνον αἰ-
άξετ᾽, ὦ γέροντες;
1055 ἢ δέσμ᾽ ἀνεγειρόμενος χαλάσας ἀπολεῖ πόλιν,
ἀπὸ δὲ πατέρα, μέλαθρά τε καταρρήξει.
ΧΟ. ἀδύνατ᾽ ἀδύνατά μοι.
1060 ΑΜ. σῖγα, πνοὰς μάθω· φέρε, πρὸς οὖς βάλω.
ΧΟ. εὕδει; ΑΜ. ναί, εὕδει ‹γ᾽› ὕπνον ἄυπνον ὀλόμε-
νον ὃς ἔκανεν ἄλοχον, ἔκανε δὲ ψαλμῶι
τέκεα τοξήρει.
ΧΟ. στέναζέ νυν ΑΜ. στενάζω.
1065 ‹ΧΟ.› τέκνων ὄλεθρον ΑΜ. ὤμοι.
‹ΧΟ.› σέθεν τε παιδός ‹ΑΜ.› αἰαῖ.
‹ΧΟ.› ὦ πρέσβυ. ΑΜ. σῖγα σῖγα·
παλίντροπος ἐξεπεγειρόμενος στρέφεται· φέρε,
1070 ἀπόκρυφον δέμας ὑπὸ μέλαθρον κρύψω.
ΧΟ. θάρσει· νὺξ ἔχει βλέφαρα παιδὶ σῶι.
ΑΜ. ὁρᾶθ᾽ ὁρᾶτε. τὸ φάος ἐκ-
λιπεῖν μὲν ἐπὶ κακοῖσιν οὐ
1075 φεύγω τάλας, ἀλλ᾽ εἴ με κανεῖ πατέρ᾽ ὄντα,
πρὸς δὲ κακοῖς κακὰ μήσε-
ται πρὸς Ἐρινύσι θ᾽ αἷμα
σύγγονον ἕξει.
ΧΟ. τότε θανεῖν σ᾽ ἐχρῆν ὅτε δάμαρτι σᾶι
φόνον ὁμοσπόρων ἔμολες ἐκπράξας,
1080 Ταφίων περίκλυστον ἄστυ πέρσας.
ΑΜ. φυγὰν φυγάν, γέροντες, ἀποπρὸ δωμάτων
διώκετε· φεύγετε μάργον
ἄνδρ᾽ ἐπεγειρόμενον.
1085 ‹ἢ› τάχα φόνον ἕτερον ἐπὶ φόνωι βαλὼν
ἀν᾽ αὖ βακχεύσει Καδμείων πόλιν.
ΧΟ. ὦ Ζεῦ, τί παῖδ᾽ ἤχθηρας ὧδ᾽ ὑπερκότως
τὸν σόν, κακῶν δὲ πέλαγος ἐς τόδ᾽ ἤγαγες;
ΗΡ. ἔα·
ἔμπνους μέν εἰμι καὶ δέδορχ᾽ ἅπερ με δεῖ,
1090 αἰθέρα τε καὶ γῆν τόξα θ᾽ ἡλίου τάδε.
ὡς ‹δ᾽› ἐν κλύδωνι καὶ φρενῶν ταράγματι
πέπτωκα δεινῶι καὶ πνοὰς θερμὰς πνέω
μετάρσι᾽, οὐ βέβαια πλευμόνων ἄπο.
ἰδού, τί δεσμοῖς ναῦς ὅπως ὡρμισμένος
1095 νεανίαν θώρακα καὶ βραχίονα
πρὸς ἡμιθραύστωι λαΐνωι τυκίσματι
ἧμαι, νεκροῖσι γείτονας θάκους ἔχων;
πτερωτὰ δ᾽ ἔγχη τόξα τ᾽ ἔσπαρται πέδωι,
ἃ πρὶν παρασπίζοντ᾽ ἐμοῖς βραχίοσιν
1100 ἔσωιζε πλευρὰς ἐξ ἐμοῦ τ᾽ ἐσώιζετο.
οὔ που κατῆλθον αὖθις εἰς Ἅιδου πάλιν,
Εὐρυσθέως δίαυλον ἐξ Ἅιδου μολών;
ἀλλ᾽ οὔτε Σισύφειον εἰσορῶ πέτρον
Πλούτωνά τ᾽ οὐδὲ σκῆπτρα Δήμητρος κόρης.
1105 ἔκ τοι πέπληγμαι· ποῦ ποτ᾽ ὢν ἀμηχανῶ;
ὠή, τίς ἐγγὺς ἢ πρόσω φίλων ἐμῶν,
δύσγνοιαν ὅστις τὴν ἐμὴν ἰάσεται;
σαφῶς γὰρ οὐδὲν οἶδα τῶν εἰωθότων.

***
ΑΜΦ. Ω γέροντες Καδμείοι, σιωπώντας,
τον βυθισμένο σε ύπνο αφήστε
τις συμφορές του να ξεχάσει.
ΧΟΡ. Σε κλαίω με δάκρυα, ω γέροντα,
και τα παιδιά και τον καλλίνικο
κι αγαπημένο γιο σου.
ΑΜΦ. Μακρύτερα πάτε και μη,
χτυπάτε, μη φωνάζετε,
μη τον καλοκοιμισμένο
1050 και νυσταγμένο τον ξυπνάτε.
ΧΟΡ. Ωιμέ,
πόσο μεγάλο φονικό!
ΑΜΦ. Α! α! θα με καταστρέψετε.
ΧΟΡ. Ο ξαπλωμένος νά! σηκώνεται!
ΑΜΦ. Κλάφτε σιγά το μοιρολόι σας, ω γερόντοι,
μη τα δεσμά του λύνοντας και σηκωμένος
γκρεμίσει τον πατέρα του και το παλάτι.
ΧΟΡ. Ω! δεν μπορώ να κρατηθώ!
1060 ΑΜΦ. Σιγά· να ιδώ πώς αναπνέει· τ᾽ αυτί μου ας βάλω.
ΧΟΡ. Κοιμάται;
ΑΜΦ. Ναι· κοιμάται·
ύπνον, ύπνο ολέθριο
αυτός που τη γυναίκα εσκότωσε
και τα παιδιά του, με βοερά
τόξα τοξεύοντάς τα.
ΧΟΡ. Κλαίγε λοιπόν
ΑΜΦ. Ω! κλαίω!
ΧΟΡ. των παιδιών τον όλεθρο...
ΑΜΦ. Ωιμέ!
ΧΟΡ. και του δικού σου του παιδιού.
ΑΜΦ. Άι, άι!
ΧΟΡ. Ω γέροντά μου,
ΑΜΦ. Σώπα, σώπα·
νά, σηκωνόμενος γυρνά μια δω μια κει·
1070 στάσου να κρύψω το κορμί μες στο παλάτι.
ΧΟΡ. Θάρρος! τα μάτια του παιδιού σου σφίγγ᾽ η νύχτα.
ΑΜΦ. Γιά ιδέτε, ιδέτε·
το φως ν᾽ αφήσω δεν φοβούμαι
μετά από τα κακά που εγίναν,
μα να μη σκοτώσει τον πατέρα του
κι άλλα κακά μηχανευτεί
και πάρει για τις Ερινύες
και το πατρικό αίμα.
ΧΟΡ. Ω! ν᾽ αποθάνεις έπρεπε όταν
για τη γυναίκα σου έμελλες τον φόνο
να εκδικηθείς των αδερφών της,
κυριεύοντας τη θαλασσόκλειστη
1080 πόλη των Ταφίων.
ΑΜΦ. Φευγιό, φευγιό, ω γέροντες, πέρα
απ᾽ το παλάτι, φεύγετε
απ᾽ τον τρελό άντρα, που σηκώνεται!
Γοργά άλλων φόνο πα στον φόνο βάζοντας
την πόλη των Καδμείων θ᾽ αποβακχέψει.
ΧΟΡ. Ω Δία, γιατί εχθρεύτηκες τόσο το παιδί σου
και το ᾽ριξες στης δυστυχιάς το πέλαο τούτο;
ΗΡΑ. Ω!
Ζωντανός είμαι και κοιτάω γύρω όσα πρέπει,
1090 τον ουρανό, τη γη κι όλον του Ηλιού τον κύκλο
και σαν σε τρικυμιά και ταραχή του νου μου
φοβερήν έπεσα και πνέω θερμές ανάσες
απ᾽ τα πλεμόνια, κι όλ᾽ αυτά βέβαια δεν είναι.
Και νά, γιατί, σαν πλοίο αραγμένο έχοντας γύρω
στον νιο μου θώρακα σκοινιά και στα βραχιόνια,
κοντά στον μισοτσάκιστο και στον πετρένιο
τον στύλο κείμαι γείτονας των πεθαμένων;
Κι είναι τα φτερωτά μου βέλη και τα τόξα
σπαρμένα κάτου, που πριν άξιοι μου συντρόφοι
1100 εσώζαν τα πλευρά μου κι από εμέ εσωζόνταν.
Μη πάλιν εκατέβηκα στον Άδη πίσω,
κάμνοντας για τον Ευρυσθέα διπλό τον δρόμο;
Όμως τον βράχο του Σισύφου δεν τον βλέπω,
ούτε τον Πλούτωνα και της Κόρης τα σκήπτρα.
Και τα ᾽χασα· και πού είμαι που δεν το θυμάμαι;
Ω! ποιός είναι απ᾽ τους φίλους μου κοντά ή μακριά μου
οπού τη σαστιμάρα μου να μου γιατρέψει;
Τίποτε απ᾽ τα γνωστά μου δεν καταλαβαίνω.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η τέχνη της ώριμης κλασικής εποχής

5.1. Η ερυθρόμορφη αττική αγγειογραφία των μέσων του 5ου αιώνα π.Χ. και η σχέση της με τη μεγάλη ζωγραφική

Οι μαθητές και οι συνεχιστές των σπουδαίων αγγειογράφων του πρώτου τετάρτου του 5ου αιώνα π.Χ. δεν έφτασαν το επίπεδο των δασκάλων τους· το σχέδιό τους είναι πιο βιαστικό και η τεχνοτροπία τους γίνεται μανιεριστική, επαναλαμβάνει δηλαδή παλαιότερους τύπους και φανερώνει κάποια εκζήτηση. Ωστόσο, σε ορισμένα από τα αγγεία της περιόδου αυτής, ιδιαίτερα στα μεγάλα σχήματα, εμφανίζονται για πρώτη φορά τρόποι απεικόνισης και μοτίβα που προδίδουν την επίδραση της μεγάλης ζωγραφικής, για την οποία ξέρουμε ότι γνώρισε τότε μεγάλη άνθηση χάρη σε καλλιτέχνες που άνοιξαν νέους δρόμους. Η πιο σημαντική καινοτομία είναι η χρήση της προοπτικής, που είναι ένας τρόπος για να δηλωθεί με σχεδιαστικά μέσα η τρίτη διάσταση, δηλαδή το βάθος μιας εικόνας. Έτσι, όταν ο ζωγράφος θέλει να δείξει ότι κάποιες μορφές απέχουν σε σχέση με τον θεατή περισσότερο από άλλες, τις εικονίζει μικρότερες και σε υψηλότερο επίπεδο. Η προοπτική αναπτύχθηκε κυρίως στο δεύτερο μισό του 5ου π.Χ. αιώνα για τη δημιουργία σκηνικών στο θέατρο και γι᾽ αυτό ονομάστηκε σκηνογραφία. Ξέρουμε, ωστόσο, ότι αυτή η τεχνική ανακαλύφθηκε ήδη πριν από τα μέσα του 5ου αιώνα και τη συναντούμε πράγματι σε αγγειογραφίες αυτής της περιόδου. Βλέπουμε, για παράδειγμα, να τοποθετούνται οι ανθρώπινες μορφές σε διαφορετικά επίπεδα, για να δηλωθεί η μεταξύ τους απόσταση ή να κρύβονται εν μέρει από στοιχεία του τοπίου, όπως βράχους ή εξάρματα του εδάφους. Μια άλλη ανακάλυψη της μεγάλης ζωγραφικής που τοποθετείται στα ίδια χρόνια (δηλαδή ανάμεσα στο 480 και το 450 π.Χ.) είναι η φωτοσκίαση, με την οποία δηλώνεται ο όγκος των σωμάτων.
 
Για κάποιους από τους ζωγράφους της περιόδου που εξετάζουμε οι αρχαίοι συγγραφείς μάς δίνουν πληροφορίες και μνημονεύουν έργα τους. Οι δύο σημαντικότεροι είναι ο Θάσιος Πολύγνωτος και ο Αθηναίος Μίκων, που εκτός από ζωγράφος ήταν και γλύπτης. Τα έργα των καλλιτεχνών αυτών, ιδιαίτερα οι τοιχογραφίες που κοσμούσαν δημόσια οικοδομήματα στην Αθήνα και στους Δελφούς, γρήγορα απέκτησαν μεγάλη φήμη και προκαλούσαν τον θαυμασμό ως το τέλος της Αρχαιότητας, παρόλο που στα μεταγενέστερα χρόνια δεν διατηρούνταν πολύ καλά. Αξίζει να αναφέρουμε τις τοιχογραφίες του Μίκωνος και του Πολυγνώτου στην Ποικίλη Στοά στην Αγορά της Αθήνας (ο Μίκων είχε ζωγραφίσει την Αμαζονομαχία και τη μάχη του Μαραθώνα και ο Πολύγνωτος την άλωση της Τροίας), του Μίκωνος στο ιερό του Θησέα (Αμαζονομαχία, Κενταυρομαχία και αναγνώριση του Θησέα) και του Πολυγνώτου στη λεγόμενη λέσχη των Κνιδίων στους Δελφούς (άλωση της Τροίας και κάθοδος του Οδυσσέα στον Άδη). Δεν είναι παράξενο ότι έργα της μεγάλης ζωγραφικής όπως αυτά χρησίμευσαν ως πρότυπα για μερικούς από τους πιο άξιους Αθηναίους αγγειογράφους της ίδιας εποχής.

Η ΜΥΘΙΚΗ ΣΚΕΨΗ: Ανθρωπολογία της Μυθικής Σκέψης (Αποσυμβολισμός)

Η Μυθολογία. η Μυθική Σκέψη, όταν εφαρμόζεται από την κοινωνία (κοινωνική μυθολογία) έχει σκοπό όχι να «παραπλανήσει» τους ανθρώπους αλλά να τους εκπαιδεύσει για να μπορέσουν να λειτουργήσουν στα πλαίσια της κοινωνίας κι η κοινωνία να «συνεχιστεί» απρόσκοπτα. Το πρόβλημα ανακύπτει όταν οι φορείς της αγωγής των ανθρώπων (πολιτεία, εκπαιδευτικό σύστημα, εκπαιδευτές και διαμορφωτές της κοινής γνώμης) δεν προσαρμόζονται και δεν προσαρμόζουν την «κρατούσα ιδεολογία» (και το «εκπαιδευτικό υλικό») στις ανάγκες των καιρών, της κοινωνίας και της ζωής. Τότε η κρατούσα ιδεολογία, η κοινωνική μυθολογία, γίνεται τροχοπέδη στην πρόοδο του ανθρώπου και της κοινωνίας. Όταν λοιπόν μιλάμε για αλλαγή της ιδεολογίας, για απελευθέρωση από την κρατούσα τάξη, δεν εννοούμε την κατάργηση των θεσμών (γιατί δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνία χωρίς θεσμούς και χωρίς σεβασμό στους θεσμούς), εννοούμε την αλλαγή του «περιεχομένου» των θεσμών. Οι άνθρωποι θα πρέπει πάντα να έχουν μια ιδεολογία, να ακολουθούν ηθικά πρότυπα και να εναρμονίζουν τις πράξεις τους με την κοινωνική τάξη.

Σε αντιπαράθεση με την ισχύουσα κοινωνική μυθολογία (την μυθολογία που επιβάλλει η ισχύουσα τάξη) η Αληθινή Καθαρή Μυθολογία είναι μια άλλη ερμηνεία του κόσμου που έχει πανάρχαιες ανθρωπολογικές βάσεις. Δεν είναι μόνο ότι πηγάζει από την Πανάρχαια Εμπειρία της Ανθρώπινης Φυλής κι ότι έχει παγιωμένες κι εξακριβωμένες από την εμπειρία της ζωής αντιλήψεις αλλά μέσα στα γενικά αυτά Ανθρωπολογικά Πλαίσια έχει μια άλλη εικόνα για τον Άνθρωπο. Μέσα σε αυτό το άλλοτε φιλικό, άλλοτε εχθρικό σύμπαν, πιστεύει στον Αληθινό Άνθρωπο, στον Ολοκληρωμένο Άνθρωπο, στον Δίκαιο Άνθρωπο, στον Καλό Άνθρωπο. Εδώ δεν υποκρύπτονται απλά κάποιες πανάρχαιες ανθρωπολογικές ανθρώπινες αξίες, τις οποίες πάντα σέβονταν οι πιο πολλοί άνθρωποι. Κυρίως, η Αλληγορία στο Παραμύθι χρησιμεύει σαν Πρότυπο Αντίληψης και Δράσης. Μιλά για την Ζωή όπως θα έπρεπε να είναι. Ασφαλώς μέσα στο Μυθολογικό Σύμπαν δεν είναι όλα τακτοποιημένα, ούτε όλοι οι ήρωες του έργου (σε κάθε διήγηση) είναι τέλειοι. Τα πιο πολλά όντα, πνεύματα, ψυχές, άνθρωποι, ζώα, είναι αυτά που γνωρίζουμε κι από την καθημερινή ζωή. Μέσα όμως σε όλους αυτούς τους ήρωες του έργου θα ξεχωρίζει πάντα ο Εκλεκτός, ο Ευλογημένος, ο Ξεχωριστός, που θα δώσει την απαραίτητη ώθηση προς την ορθή κατεύθυνση δράσης κι εξέλιξης, μέχρι τα πράγματα να οδηγηθούν σταδιακά εκεί που πρέπει.

Τελικά, ανεξάρτητα από τον μύθο, το παραμύθι, που διαβάζουμε ή ακούμε, κι ανεξάρτητα από την χώρα προέλευσής του και την εποχή που καταγράφηκε ή την εποχή στην οποία αναφέρεται, καθώς και τις παραλλαγές του, οι ήρωες του παραμυθιού, ήρωες ή απλοί άνθρωποι, ή θύματα των περιστάσεων και του κόσμου, είναι οι άνθρωποι που είμαστε εμείς, που θα έπρεπε να είμαστε εμείς. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η Μαγεία του Παραμυθιού. Αν ταυτιζόμαστε με τον ήρωα του παραμυθιού είναι γιατί ακριβώς ανταποκρίνεται στις βαθύτερες ανάγκες της ψυχής μας, γιατί πληροί τις προδιαγραφές του ολοκληρωμένου ανθρώπου και γιατί όλα συμβαίνουν μέσα στο ορθό Αξιολογικό Πλαίσιο (κι όχι στην απολίτιστη βίαιη κοινωνία που ζούμε). Το Παραμύθι μας εισάγει στην Αληθινό Ανθρώπινο Κόσμο των Αξιών. Μας παίρνει από το χέρι και μας ταξιδεύει μέσα από χίλιες δυο περιπέτειες. ηρωισμούς και παθήματα στην ίδια την ζωή, για να φτάσουμε στο Φως της Πραγμάτωσης, της Πραγμάτωσης του Αληθινού Ανθρώπου, του κάθε ανθρώπου.

Ήδη από όσα είπαμε γίνεται ολοφάνερη η Πανάρχαια Καταγωγή της Μυθικής Σκέψης, η Ιστορική Συνέπεια της Ανθρώπινης Εμπειρίας, ο Ορθολογισμός της Φανταστικής Διήγησης και η Αποδεδειγμένη Αξιολογική Κρίση που υπονοεί, εκθέτει, ή εμπνέει, η αφήγηση της περιπέτειας. Η Μυθική Σκέψη, ο Μύθος, το Παραμύθι, τα παραμύθια, μεταφέρουν πανάρχαιες ανθρώπινες αντιλήψεις που έχει επιβεβαιώσει η ζωή. Η «υπόθεση» της ιστορίας, κάθε εξιστόρησης, δεν λειτουργεί απλά μέσα σε ένα επιβεβαιωμένο αξιολογικό πλαίσιο αλλά χρησιμοποιεί πανάρχαια παγκόσμια σύμβολα, αποδεκτά από όλους μέσα στην ιστορία και στην ζωή κι έχει σαν στόχο να μας οδηγεί στην Αληθινή Ζωή, σε μια πραγματική ζωή μέσα στις όποιες συνθήκες.

Ο Μύθος, το Παραμύθι, δεν χρησιμοποιεί απλά την συμβολική γλώσσα, ούτε αναφέρεται σε «κάποια» σύμβολα. Όλα μπορούν κάλλιστα να είναι σύμβολα, τα όντα, τα πράγματα, οι καταστάσεις, οι διαδικασίες, οι βαθμίδες της εξελικτικής πορείας των ηρώων. Ταυτόχρονα ο Συμβολισμός μέσα στον Μύθο, μέσα στο Παραμύθι, δεν είναι αποκλειστικά αντικειμενικός. Στην πραγματικότητα όλο το νόημα που υποκρύπτεται στον Μύθο, στο Παραμύθι δεν αποκαλύπτεται ολόκληρο, με μιας, και σε όλους. Παρόλο που υπάρχει μια Αντικειμενική Αλήθεια μέσα στον Συμβολισμό, στα Σύμβολα, στην Διήγηση, στην Εξέλιξη και στον Στόχο της αφήγησης, το Κλειδί της Αποκωδικοποίησης, της Αληθινής Ερμηνείας του Παραμυθιού, βρίσκεται μέσα στον αναγνώστη ή στον ακροατή. Κάθε Μύθος, κάθε Παραμύθι, όλα τα παραμύθια, έχουν μια πνευματική, μια λογική, μια ψυχολογική-ηθική και μια φυσική διάσταση. Με άλλα λόγια μπορούν να «διαβαστούν» ή να «ακουστούν» με τις διαφορετικές λειτουργίες του ανθρώπου και να έχουν ταυτόχρονα ένα πνευματικό, ένα λογικό, ένα ηθικό ή ένα έμπρακτο φυσικό μήνυμα. Εξαρτάται λοιπόν από τον αναγνώστη ή τον ακροατή πως θα εισπράξει τον Μυθικό Λόγο, το Παραμύθι, την Διήγηση, τα λεγόμενα. Καθένας, ανάλογα με την ανθρώπινη εξέλιξή του, μπορεί να δει πέρα από την εξιστόρηση φυσικών γεγονότων, το ηθικό βάθος, την λογική ελευθερία την απεραντοσύνη της έμπνευσης, το Πνευματικό Άγνωστο που Αγκαλιάζει τα Πάντα.

Το καλό είναι ότι οι Μύθοι, τα Παραμύθια, δεν δημιουργούνται τυχαία, ούτε είναι ασυνάρτητες παιδικές ιστορίες. Εκτός του ότι δημιουργήθηκαν στην πάροδο των χιλιετηρίδων, από σοφούς ανθρώπους, επίσης, κι αυτό είναι το πιο ουσιαστικό, απευθύνονται σε όλες τις ηλικίες. Τα παραμύθια δεν είναι για μικρά παιδιά, μόνο για μικρά παιδιά. Αν το παιδί μπορεί να διακρίνει πέρα από τα φυσικά γεγονότα κάποιο ηθικό συμβολισμό ή μια αξιολογική κρίση, ένας μεγαλύτερος άνθρωπος μπορεί να ανακαλύψει πολλά περισσότερα. Ο άνθρωπος εξελίσσεται φυσικά, ψυχολογικά, διανοητικά, πνευματικά, πέρα από διάφορες ηλικίες και φάσεις ολοκλήρωσης. Δεν είναι μόνο η εκπαίδευση του ανθρώπου που ακολουθεί, ανάλογα με την ηλικία του, διάφορες βαθμίδες. Το περιεχόμενο της εκπαίδευσης προσαρμόζεται ανάλογα. Έτσι το Παραμύθι δεν χρησιμοποιείται απλά στην ηθική διαπαιδαγώγηση των μικρών παιδιών. Μπορεί να διδαχτεί, με την κατάλληλες προσαρμογές και επιλογές, σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης. Το Παραμύθι μπορεί να γίνει αντικείμενο μελέτης και συζήτησης ακόμα και σε μια πανεπιστημιακή αίθουσα. Και ήδη αυτό συμβαίνει, τουλάχιστον σε πανεπιστήμια εκτός της Ελλάδας.

Η Μελέτη της Μυθολογίας είναι Επιστήμη κι οι Λαογραφικές Μελέτες των Μύθων και των Παραμυθιών είναι επιστημονικές εργασίες κι όχι ερασιτεχνικές συλλογές ιστοριών. Ο Μύθος, το Παραμύθι, ο τεράστιος όγκος των παραμυθιών και των μυθικών διηγήσεων αποτελούν ένα ανεξάντλητο εκπαιδευτικό υλικό που ίσως δεν έχει αξιολογηθεί σωστά μέχρι τώρα, ούτε έχει αξιοποιηθεί με τον σωστό τρόπο στην εκπαίδευση. Το Παραμύθι, τα παραμύθια, δεν μπορούν να περιοριστούν στην προσχολική ηλικία για λόγους απλής διασκέδασης ή ηθικού εντυπωσιασμού των νηπίων. Θα έπρεπε –και σε μερικές χώρες γίνεται- να εκμεταλλευτούμε περισσότερο αυτό το τεράστιο πλούτο ης ανθρώπινης εμπειρίας. Αλλά οι αποφάσεις για τις κοινωνίες και την εκπαίδευση συχνά παίρνονται από ανίδεους πολιτικούς κι αμόρφωτους διανοούμενους. Μάταια οι υπερασπιστές της Μυθικής Σκέψης (που δεν έχει καμία σχέση με το ψέμα) υπερασπίζονται το υλικό τους. Το Παραμύθι, στην πραγματικότητα, απαιτεί, πέρα από την δυνατότητα της ανάγνωσης, ηθικό περιεχόμενο, διανοητικό βάθος και πνευματική ωριμότητα. Σπάνια στους ανθρώπους της εποχής μας.

Φυσικές καταστροφές: Σημάδια πως ο Πλανήτης αντιδρά ενάντια μας;

Είναι οι Φυσικές καταστροφές σημάδια πως ο Πλανήτης αντιδρά ενάντια μας; Η Υπόθεση Γαία αφορά μία θεωρία που υποστηρίζει πως ο πλανήτης στον οποίο κατοικούμε είναι ζωντανός και αλληλοεπιδρά με εμάς, όπως αλληλοεπιδρούν οι άνθρωποι μεταξύ τους. Υπάρχει μάλιστα μία ακόμη θεωρία, αυτή της Νοόσφαιρας, που αναφέρει πως οι σκέψεις ολόκληρης της Ανθρωπότητας πηγάζουν αλλά και επηρεάζουν την νοητική σφαίρα της Γης, η οποία διαθέτει (σύμφωνα πάντα με την θεωρία) νοητικές συνάψεις που επιστρέφουν στο συλλογικό μας ασυνείδητο. Τι συμβαίνει λοιπόν όταν στρεφόμαστε ολοένα και περισσότερο ενάντια στην φύση μας, αλλά και την ζωή του πλανήτη; Μάλλον ο πλανήτης αφού είναι ζωντανό όν, αμύνεται και αντιδρά. Αν κοιτάξουμε τριγύρω, όχι πολύ μακριά μας, ακόμη και στα σημερινά γεγονότα της Δυτικής Αττικής θα διαπιστώσουμε πως τίποτα δεν πάει καλά στον κόσμο. Αυτή η καταστροφή, ήταν μία φανερή αλληλεπίδραση του ανθρώπου με το περιβάλλον, και το περιβάλλον τον εκδικήθηκε για ακόμη μία φορά. Όμως ίσως το φαινόμενο να έχει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις, αφού παντού στον κόσμο μπορούμε να δούμε πανδημίες, πόλεμους, αχαλίνωτη τρέλα στα μέσα ενημέρωσης, και γενικότερα μία καταπίεση και εικόνα χάους.

Η Ισορροπία της Γης

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν πως έχει χαθεί εντελώς η πνευματική και φυσική ισορροπία τριγύρω. Άλλοι πιστεύουν πως όλα αυτά τα τραγικά φαινόμενα πραγματοποιούνται από καθαρή σύμπτωση, όμως τι συμβαίνει πραγματικά στον πλανήτη; Μάλλον αυτό που γίνεται είναι η “Ψυχική” κραυγή της Γαίας, οι κραδασμοί που προκαλούνται από το διαβρωμένο τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τον πλανήτη, οδηγώντας τον πρώτα από όλα στην Οικολογική καταστροφή. Αυτές οι πανδημίες και οι φυσικές καταστροφές που εξοντώνουν ολοένα και περισσότερο τους ανθρώπους και τις δομές τους, είναι αποτέλεσμα της σαθρής κοινωνίας που έχουμε εδραιώσει, του απαράδεκτου τρόπου με τον οποίο φερόμαστε στην Γη, και αδιαμφισβήτητα με την σκοτεινή πραγματικότητα που ζούμε, αφού οι ζοφερές σκέψεις μας υλοποιούνται και (ναι δεν είναι ακραίο αν το σκεφτείτε) ενισχύουν τέτοιου είδους καταστροφικά φαινόμενα.

Η Ανθρωπότητα δηλητηριάζει τους ωκεανούς, βομβαρδίζει την επιφάνεια με ραδιενέργεια, αποστραγγίζει τα εσωτερικά κοιτάσματα αλλά και τα πετρώματα ασταμάτητα, αποδυναμώνοντας το οικοσύστημα σχεδόν ανεπανόρθωτα, ψεκάζει τα σπαρτά και δημιουργεί γενετικά τροποποιημένους καρπούς! Ένα ενδιαφέρον στατιστικό μάλιστα αναφέρει πως έχουμε τόσα είδη ζωής που εξαφανίζονται στο διηνεκές, που οι Επιστήμονες εξήγγειλαν πως βρισκόμαστε στην “6ο Μεγάλο Αφανισμό”, στον οποίο συνεχώς προστίθενται κατηγορίες ζώων και έμβιων οργανισμών, τους οποίους οι επόμενες γενιές θα μαθαίνουν μόνο από τους ιστορικούς του Μέλλοντος.

Η Γαία αντεπιτίθεται

Έχει παρατηρηθεί, εξάλλου το ζούμε όλοι σχεδόν καθημερινά, πως η ανθρωπότητα φοβάται όλο και πιο πολύ για τον χαμό της. Αυτό συμβαίνει γιατί υποσυνείδητα διαπιστώνουμε πως ο φυσικός κόσμος, ο πλανήτης που μας φιλοξενεί, βγάζει κραυγές αγωνίας που δυναμώνουν συνεχώς. Αυτές οι κραυγές μεταφράζονται σε φυσικές καταστροφές, που θα μας θυμίζουν συνεχώς τα τραγικά λάθη που έχουμε κάνει σε σχέση με την φροντίδα της φύσης. Αυτή η ψυχική κραυγή γίνεται τόσο μεγάλη που η ανθρωπότητα επηρεάζεται καθημερινά. Στην σύγχρονη κοινωνία που έχουμε δημιουργήσει, ζώντας στις “κυψέλες” των πολυκατοικιών μας, ξεχάσαμε πως είμαστε αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της φύσης. Έτσι νιώθουμε τα συμπτώματα στο πετσί μας. Αρκετοί άνθρωποι κατακλύζονται από τον τρόμο. Άλλοι αγχώνονται και ανησυχούν. Πολλοί βυθίζονται στην μελαγχολία και την κατάθλιψη. Όλα γίνονται γιατί αποσπαστήκαμε από την φύση και δημιουργήσαμε ένα κοινωνικό σύνολο γεμάτο προβλήματα και παθογένειες. Και ο πλανήτης σαν ζωντανό όν δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστος από αυτές τις συνθήκες.

Αυτό που πρέπει να κάνουμε, έτσι ώστε να έχουμε ελπίδα να φτιάξουμε ξανά τον κόσμο που ζούμε, είναι να παραδειγματιστούμε από ανθρώπους, που παρά τα σημεία των καιρών παραμένουν σε αρμονία με την φύση και δεν της πηγαίνουν κόντρα. Γιατί διαπιστώνουμε πως όλοι εμείς που χάσαμε την αρμονία αυτή, απωλέσαμε την αρμονία και την σύνδεση με τον ίδιο μας τον εαυτό, με την ψυχική μας ευεξία. Μόνο τότε ίσως σεβαστούμε την Γη, μόνο έτσι μπορεί να αρμονιστεί ο πλανήτης με το συλλογικό ασυνείδητο και να κατευνάσει τις θηριώδεις συνεπειες που μας κρατά φυλαγμένες, σε περίπτωση που θεωρήσουμε πως είμαστε ανώτεροί του.

Η Ελληνική Αρχαιότητα: Ι. ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ - 2. Νομοθέτες και τύραννοι

1. Να συγκαλείς τη συνέλευση των πολιτών σε διαστήματα τακτά

Η Σπάρτη υπήρξε η ισχυρότερη ελληνική πόλη για τριακόσια περίπου χρόνια. Από τον ύστερο 7ο έως τον πρώιμο 4ο αιώνα, αυτή η δωρική κοινωνία με την εκτεταμένη επικράτεια κυριαρχούσε στην πολεμική σκηνή της Ελλάδας - ειδικά της Πελοποννήσου. Η πολιτική και στρατιωτική της δύναμη ήταν το αποτέλεσμα θεσμικών μεταρρυθμίσεων που αποδόθηκαν στον θρυλικό Λυκούργο. Βάση τους ήταν μια ῥήτρα («συμφωνία, συνθήκη») που είχε την έγκριση του μαντείου των Δελφών.
 
Τόσο το πρόσωπο όσο και το νομοθετικό έργο του Λυκούργου είναι χαμένα στην ομίχλη του μύθου. Πάντως, από τον 6ο αιώνα η Σπάρτη παρουσίαζε μια εικόνα αρκετά διαφορετική από αυτή της πολιτιστικά προηγμένης πόλης όπου ανθούν τα γράμματα και οι τέχνες, όπως ακριβώς ήταν πριν. Όλη η ενέργειά της ήταν πλέον αφιερωμένη σε ένα και μόνο μέλημα: τη στρατιωτική υπεροχή. Οι πολεμικές παροτρύνσεις του Τυρταίου αποτελούν την καλύτερη δίοδο πρόσβασης στο ήθος της Σπάρτης κατά τη διάρκεια της ιστορικής εμπέδωσής του. Ο ποιητής όμως μας κατατοπίζει ελάχιστα για την πολιτική πραγματικότητα της εποχής του. Για τις σημαντικές πολιτειακές μεταρρυθμίσεις του 7ου αιώνα είμαστε αναγκασμένοι να ανατρέχουμε σε μεταγενέστερους συγγραφείς (από τον Ηρόδοτο και τον Ξενοφώντα έως τον Πλούταρχο), πολλοί από τους οποίους είχαν υποστεί την επίδραση μιας επιτυχημένης σπαρτιατικής προπαγάνδας μακράς διάρκειας. Σαν τις παραισθήσεις που δημιουργούνται στους ταξιδιώτες της ερήμου, η εικόνα της Σπάρτης μετεωρίζεται ανάμεσα στον θρύλο και την ιστορία.
 
Σύμφωνα με μια εύλογη υπόθεση, τρεις φυλές Δωριέων, των οποίων τα ονόματα διατηρήθηκαν στα ιστορικά χρόνια, εισέβαλαν γύρω στον 11ο αιώνα από τον βορρά στην περιοχή της Λακωνίας, κατέκτησαν τον εντόπιο πληθυσμό και τον εξανάγκασαν σε ένα ιδιαίτερο είδος δουλείας. Οι εἵλωτες, όπως ονομάστηκαν οι προηγούμενοι Έλληνες κάτοικοι της περιοχής (με μια λέξη που μάλλον σήμαινε τους «κατακτημένους»), περιήλθαν στην κατοχή των Σπαρτιατών γαιοκτημόνων, αλλά δεν έγιναν ατομική ιδιοκτησία τους, όπως ήταν οι δούλοι στις άλλες πόλεις. Οι είλωτες λογίζονταν πάντοτε περιουσία της πόλης. Οι περισσότεροι δεν εργάζονταν στα σπίτια των κυρίων τους ούτε διαβιούσαν μαζί με ελεύθερους πολίτες, αλλά ασχολούνταν με την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή και ζούσαν σε καλύβες μέσα στα χωράφια ως δουλοπάροικοι.
 
Εξαιτίας των συνθηκών διαβίωσής τους, οι είλωτες είχαν σχετική αυτονομία σε σύγκριση με τους οικόσιτους δούλους άλλων πόλεων. Συγκροτούσαν οικογένειες, κατείχαν περιουσιακά στοιχεία -μέχρι και την επικαρπία γης-, τελούσαν δικές τους θρησκευτικές λατρείες και διατηρούσαν τα έθιμά τους. Το κυριότερο: ήταν όλοι Έλληνες, όπως ακριβώς και οι δεσπότες τους. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε αργότερα ως μία από τις πολλές ιδιαιτερότητες της Σπάρτης - μολονότι δεν συνέβαινε μόνο εκεί. Παρά τη σχετική αυτονομία τους, οι είλωτες (που έφταναν κάποτε να είναι έως και δέκα φορές πολυπληθέστεροι από τους ελεύθερους πολίτες) ζούσαν σε καθεστώς ιδιαίτερης καταπίεσης. Η παρουσία τους αποτελούσε μόνιμο κίνδυνο για την πολιτική σταθερότητα της Σπάρτης. Για να αποφευχθεί το μίασμα που θα προκαλούσε ο φόνος τους, αλλά και για να είναι δυνατή η άμεση καταστολή οποιασδήποτε επαναστατικής τους ενέργειας, η Σπάρτη κήρυσσε επίσημα συμβολικό πόλεμο εναντίον τους κάθε χρόνο. Με τον τρόπο αυτό οι ελεύθεροι πολίτες μπορούσαν να σκοτώνουν είλωτες χωρίς να λογοδοτούν. Μάλιστα, η αυστηρότατη εκπαίδευση των νεαρών Σπαρτιατών, γνωστή ως ἀγωγή, περιλάμβανε ενέδρες και θανατώσεις ειλώτων ως μέρος των θεσπισμένων τελετών ενηλικίωσής τους. Οι υπόδουλοι ζούσαν διαρκώς κάτω από τον ζυγό της επίσημης κρατικής τρομοκρατίας.
 
Καθώς ήταν οι μόνοι που δούλευαν στη γη των πολιτών και επίσης η μοναδική πηγή εργατικού δυναμικού για όλες τις χειρωνακτικές εργασίες, οι είλωτες αποτελούσαν τον σημαντικότερο παράγοντα στην οικονομία της Σπάρτης. Ο άλλος ήταν οι περίοικοι, αυτόνομες ομάδες ανθρώπων που κατοικούσαν στην περιφέρεια. Οι περίοικοι καλλιεργούσαν τη δική τους (λιγότερο εύφορη) γη, ασχολούνταν με την αλιεία και το εμπόριο και διέθεταν ελευθερία κινήσεων. Επίσης, είχαν περιορισμένα πολιτικά δικαιώματα, τα οποία ασκούσαν στις μικρές κοινότητές τους. Επειδή θεωρούνταν Λακεδαιμόνιοι (δηλαδή ελεύθεροι κάτοικοι της Σπάρτης), αλλά όχι Σπαρτιάτες πολίτες, οι περίοικοι συμμετείχαν, μαζί με τους πολίτες, σε όλες τις πολεμικές επιχειρήσεις της πόλης.
 
Ο συνολικός πληθυσμός των κατοίκων της Σπάρτης ήταν, συνεπώς, διαστρωματωμένος σε τρεις τελείως διακριτές κοινωνικές ομάδες, με πληθυσμό αντιστρόφως ανάλογο των πολιτικών δικαιωμάτων της καθεμίας: τους σχετικά λιγοστούς ελεύθερους Σπαρτιάτες, τους πολυπληθέστερους περίοικους, που ήταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας, και τις μεγάλες μάζες των υποδουλωμένων ειλώτων.
 
Το ἄστυ, η πολιτική καρδιά της Σπάρτης -εκεί που βρίσκεται η σημερινή πόλη- προήλθε από τον συνοικισμό τεσσάρων χωριών (στα οποία προστέθηκαν κατόπιν οι Αμύκλες) και παρέμεινε για πολλούς αιώνες ατείχιστο, ως ένδειξη αυτοπεποίθησης και δύναμης. Η αρχαία πόλις, όμως, της Σπάρτης εκτεινόταν σε ολόκληρο το νότιο τμήμα της Πελοποννήσου. Αρχικά περιλάμβανε μόνο τη Λακωνία και συγκεκριμένα την εύφορη κοιλάδα του Ευρώτα, ανάμεσα στον Ταΰγετο και τον Πάρνωνα. Κατά το τελευταίο τρίτο του 8ου αιώνα (περ. 735-715), όμως, οι Σπαρτιάτες αποφάσισαν, μάλλον λόγω υπερπληθυσμού, να προσαρτήσουν τη Μεσσηνία στα δυτικά του Ταΰγετου. Κατέλαβαν τη νέα περιοχή με πόλεμο και τη διατήρησαν με σκληρή καταπίεση του επίσης ελληνικού πληθυσμού, τον οποίο υποδούλωσαν αμέσως.
 
Σε όλη τη διάρκεια της αρχαϊκής και της κλασικής εποχής, οι Μεσσήνιοι είλωτες αγωνίζονταν να ανακτήσουν την ανεξαρτησία τους. Εξεγέρθηκαν για πρώτη φορά γύρω στο μέσον του 7ου αιώνα, όταν, με αρχηγό τον θρυλικό Αριστομένη, κατόρθωσαν να βρουν συμμάχους σε πόλεις της Πελοποννήσου και να απειλήσουν τη Σπάρτη. Η επανάστασή τους απέτυχε. Οι μάχες από την πλευρά των Σπαρτιατών, σε αυτόν τον λεγόμενο Β' Μεσσηνιακό Πόλεμο -πρώτος θεωρήθηκε η αρχική κατάκτηση της περιοχής- δόθηκαν με τον νέο οπλιτικό τρόπο της φάλαγγας. Η ιστορία επαναλήφθηκε, με λιγότερο συντριπτική νίκη των Σπαρτιατών, δύο αιώνες αργότερα, κατά τη διάρκεια του επονομαζόμενου Γ' Μεσσηνιακού Πολέμου, για τον οποίο είμαστε καλύτερα πληροφορημένοι. Ο πόλεμος διήρκεσε δέκα περίπου χρόνια (περ. 465-455), και τελικά οι εξεγερμένοι Μεσσήνιοι, που είχαν κλειστεί στην Ιθώμη μαζί με άλλους είλωτες από τη Λακωνία, αναγκάστηκαν να παραδοθούν. Η διατήρηση της Μεσσηνίας υπήρξε επί μακρόν επίπονη υπόθεση για τη Σπάρτη, αλλά μείωσε σημαντικά την ανάγκη της για αποικισμό σε μακρινές περιοχές.
 
Πριν από την επιτυχία του Β' Μεσσηνιακού Πολέμου, οι Σπαρτιάτες είχαν υποστεί ατιμωτική ήττα από τους Αργείους το 669 στη μάχη των Υσιών. Η νίκη των Αργείων, που ήταν έως τότε η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη της Πελοποννήσου, οφειλόταν πιθανόν στην πρώιμη χρήση της φάλαγγας. Οι Λακεδαιμόνιοι υιοθέτησαν αμέσως την αποτελεσματική αυτή στρατιωτική μηχανή και τελειοποίησαν τη χρήση της. Τότε συντελέστηκαν οι πολιτικές αλλαγές που μετασχημάτισαν τη Σπάρτη σε αδιαμφισβήτητα πρώτη στρατιωτική δύναμη της Ελλάδας και τότε εντοπίζονται οι απαρχές της μεγάλης συμμαχίας της με τις άλλες πόλεις της Πελοποννήσου (πλην του Άργους), που είναι σήμερα γνωστή ως Πελοποννησιακή. Στη συμμαχία αυτή η Σπάρτη παρείχε πολιτική και στρατιωτική στήριξη για ανατροπή τυραννικών καθεστώτων και επίλυση εδαφικών διαφορών, ενώ οι Πελοποννήσιοι σύμμαχοι τη βοηθούσαν να διατηρεί την εσωτερική σταθερότητά της, που βασιζόταν, όπως και η οικονομία της, στην εκμετάλλευση ενός μεγάλου υπόδουλου πληθυσμού.
 
Μετά την οριστική κατάκτηση της Μεσσηνίας, μια αναδιανομή της καλλιεργήσιμης γης στο μέσον του 7ου αιώνα επέτρεψε τη δημιουργία ενός σχετικά διευρυμένου σώματος οπλιτών, που πιθανότατα έφτασε τις 9.000. Πολιτικά δικαιώματα απέκτησαν όλοι οι νέοι κάτοχοι γης που μπορούσαν να συνεισφέρουν στα κοινά συσσίτιαφιδίτια), ένα από τα πιο ιδιάζοντα χαρακτηριστικά του σπαρτιατικού βίου. Κριθαρένιο αλεύρι, κρασί, σύκα και τυρί ήταν τα συνηθισμένα είδη που οι είλωτες αναγκάζονταν να παρέχουν στους κατόχους των αγροτεμαχίων που καλλιεργούσαν. Από τα τρόφιμα αυτά ένα μεγάλο μέρος πήγαινε στην κοινή σίτιση των οπλιτών. Η καθημερινή συμμετοχή στα συσσίτια ήταν υποχρεωτική για όλους τους ελεύθερους άρρενες πολίτες. Αυτοί οι πολίτες-οπλίτες ονομάζονταν ὅμοιοι (για να δηλωθεί η πολιτική ισότητα και η αδελφοσύνη τους) και ήταν οι μόνοι αρμόδιοι για την πολιτική και τον πόλεμο. Έχοντας πλήρως απαλλαγεί από τις καθημερινές φροντίδες βιοπορισμού, επιδίδονταν αποκλειστικά στη σωματική άσκηση και τη βελτιστοποίηση της αλκής, μάθαιναν να ζουν λιτά και να αντέχουν στις κακουχίες και είχαν, σε σχέση με τις άλλες πόλεις, μάλλον χαλαρό καθημερινό οικογενειακό βίο, αλλά εξίσου σθεναρές οικογενειακές παραδόσεις.
 
Ολόκληρη η ζωή των Σπαρτιατών ήταν μια διαρκής προετοιμασία για τον πόλεμο. Τα πολιτιστικά αγαθά του λόγου και της τέχνης τούς έγιναν ξένα και απεχθή. Η ποίηση ατόνησε. Οι καλές τέχνες περιέπεσαν σε ύφεση. Φιλοσοφία και επιστήμη δεν αναπτύχθηκαν ποτέ. Η ρητορεία αποθαρρύνθηκε. Από τους δύο στυλοβάτες της ομηρικής αρετής, η Σπάρτη επέλεξε να τελειοποιήσει μόνο τον έναν: την αποτελεσματική πράξη, κυρίως στην αντιμετώπιση εχθρών. Ο ευφράδης λόγος άφηνε τους πολίτες της αδιάφορους και συχνά τους έβρισκε εχθρικούς. Οι Σπαρτιάτες άρχισαν μάλιστα να φοβούνται τόσο πολύ τη διαβρωτική επιρροή άλλων ελληνικών πόλεων πάνω στο ήθος της δικής τους ιδιοπροσωπίας, ώστε ανέπτυξαν έντονη ξενοφοβία με συχνές απελάσεις ανεπιθύμητων προσώπων (ξενηλασίας). Στη Σπάρτη η παρουσία μετοίκων, γνωστή σε άλλες ελληνικές πόλεις, ήταν αδιανόητη, το εμπόριο υποτυπώδες και ανταλλακτικό, η κυκλοφορία νομισμάτων περιορισμένη -αντί κανονικών κερμάτων χρησιμοποιούσαν κυρίως δύσχρηστες σιδερένιες ράβδους- και η σχέση με τη θάλασσα συρρικνωμένη στις ανάγκες του πολέμου. Ωστόσο, η Σπάρτη ανέπτυξε πνευματικό πολιτισμό μέσα στις ψυχές των πολιτών της. Το πολίτευμά της, τόσο ιδιόμορφο όσο και το ήθος που ανδρώθηκε μέσα του, υπήρξε βασική αιτία της φήμης που απέκτησε στην αρχαιότητα.
 
Η Σπάρτη είχε βασιλεία. Η βασιλεία της όμως δεν ήταν μοναρχική. Για τις απαρχές του θεσμού δεν υπάρχουν ασφαλείς πληροφορίες, αλλά ο Ηρόδοτος διηγείται μια ωραία ιστορία για το πώς προέκυψε το παράδοξο καθεστώς της διπλής βασιλείας. Παλιά -εξηγεί- μία και μοναδική ήταν στη Σπάρτη η βασιλική οικογένεια, όπως παντού στον πρώιμο ελληνικό κόσμο, και η διαδοχή στο ύπατο αξίωμα γινόταν με τον γνωστό κληρονομικό τρόπο. Η γυναίκα όμως του νεκρού βασιλιά Αριστόδημου γέννησε δίδυμα και προσποιήθηκε ότι δεν γνώριζε ποιο από τα δύο παιδιά της ήταν πρεσβύτερο. Ήθελε να ανέβουν και τα δύο στον θρόνο. Οι Σπαρτιάτες βρέθηκαν σε μεγάλο δίλημμα και αποφάσισαν να λύσουν το μυστήριο ρωτώντας το μαντείο των Δελφών. Η Πυθία αποκρίθηκε ότι έπρεπε να θεωρήσουν και τα δύο παιδιά βασιλείς, αλλά να τιμήσουν περισσότερο εκείνο που γεννήθηκε πρώτο. Οι Σπαρτιάτες βρέθηκαν και πάλι σε απορία. Η λύση δόθηκε από έναν Μεσσήνιο, ονόματι Πανίτη (που σημαίνει τον υφαντουργό, αλλά μπορεί επίσης να δηλώσει τον πανούργο που διεισδύει παντού), ο οποίος πρότεινε να κατασκοπεύσουν τη μάνα και να δουν ποιο παιδί φροντίζει πρώτο στο τάισμα και το πλύσιμο. Η ιδέα υπήρξε επιτυχής. Οι Σπαρτιάτες ανακήρυξαν και τα δύο παιδιά βασιλείς, αλλά αναγνώρισαν τα πρωτεία τιμής στον Ευρυσθένη. Ο αδελφός του Προκλής αποδείχθηκε πολύ διαφορετικός χαρακτήρας, και οι δύο βασιλικές οικογένειες που προέκυψαν (οι Αγιάδες και οι Ευρυποντίδες) διέφεραν σημαντικά στη νοοτροπία. Κατά παράδοση οι Αγιάδες, οι απόγονοι του Ευρυσθένη, αναγνωρίζονταν ως ανώτεροι.
 
Η ιστορία αυτή μπορεί να μην αποτελεί ιστορικό γεγονός. Δείχνει όμως μια ιδιαιτερότητα του πολιτεύματος της Σπάρτης που χρησιμοποιήθηκε τελικά προς όφελος του πολέμου. Από τον ύστερο 6ο αιώνα μόνο ο ένας από τους δύο βασιλείς πρωτοστατούσε ως αρχηγός στα εκστρατευτικά σώματα έξω από τα σύνορα της πόλης. Ο άλλος παρέμενε στη Σπάρτη. Η συνεχής απειλή των ειλώτων ίσως συνέβαλε σε αυτή τη διευθέτηση. Οπωσδήποτε όμως έπρεπε να αποτρέπεται η πιθανή διχογνωμία των βασιλέων στις κρίσιμες ώρες της μάχης. Σε καιρό πολέμου ο ένας βασιλιάς φρόντιζε τα εσωτερικά ζητήματα της πόλης και ο άλλος ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της εκστρατείας.
 
Στο πολίτευμα της Σπάρτης υπήρχαν και άλλες ιδιαιτερότητες. Μία από αυτές ήταν η Γερουσία. Στο σώμα αυτό εκλέγονταν είκοσι οκτώ επιφανείς πολίτες, ηλικίας άνω των εξήντα ετών, για να υπηρετήσουν την πόλη διά βίου. Η εκλογή γινόταν από τους ομοίους. Στο σώμα συμμετείχαν αυτοδικαίως και οι δύο βασιλείς, με διπλή μάλιστα ψήφο ο καθένας, ώστε ο συνολικός αριθμός των ανδρών της Γερουσίας έφτανε τους τριάντα. Μάλιστα, σε περίπτωση απουσίας ενός βασιλιά, υπήρχε η δυνατότητα εκπροσώπησής του στη Γερουσία από κάποιο προσφιλές και έμπιστο πρόσωπο.
 
Η Γερουσία είχε πολλές αρμοδιότητες. Στη δικαιοδοσία της ανήκαν η εφαρμογή του νόμου, η διατήρηση της τάξης και, κυρίως, η προεργασία των θεμάτων που θα έρχονταν για έγκριση στη συνέλευση των ομοίων. Η συνέλευση των ομοίων, που ονομαζόταν Ἐκκλησία τοῦ Δάμου ή απλώς δᾶμος (δωρική μορφή του δήμου), ήταν το κύριο εκτελεστικό όργανο και η βάση του σπαρτιατικού πολιτεύματος. Το μικρό κείμενο της «λυκούργειας» ρήτρας, που διασώζει ο Πλούταρχος, όριζε ότι «στον δήμο ανήκει η εξουσία και η δύναμη» της πόλης. Στην Εκκλησία του Δήμου συμμετείχαν όλοι οι ελεύθεροι ενήλικες άρρενες πολίτες. Στις συνελεύσεις της γινόταν συζήτηση και εκφράζονταν διαφορετικές απόψεις, αλλά δεν μπορούσαν να πάρουν τον λόγο όλοι οι όμοιοι με την ίδια ευκολία. Οι αντιλογίες συνήθως περιορίζονταν στα μέλη των ανώτερων οικογενειών. Οι τελικές αποφάσεις (για αποδοχή ή απόρριψη των προτάσεων της Γερουσίας) λαμβάνονταν διά βοής.
 
Μεγάλη εξουσία στη Σπάρτη είχαν επίσης οι πέντε ἔφοροι, άρχοντες εκλεγμένοι από την Εκκλησία του Δήμου, με πολλές εκτελεστικές και δικαστικές αρμοδιότητες - άλλη μια ιδιαιτερότητα του σπαρτιατικού πολιτεύματος. Η ενιαύσια θητεία τους δεν επιτρεπόταν να ανανεωθεί, και το γεγονός αυτό μείωνε τον πιθανό καιροσκοπισμό των αποφάσεών τους. Ο θεσμός των εφόρων, που ήταν οι «επιστάτες» του κράτους, εισήχθηκε σε στάδιο μεταγενέστερο από τους άλλους τρεις πολιτικούς θεσμούς (τη διπλή βασιλεία, τη Γερουσία και την Εκκλησία του Δήμου) και είχε ως στόχο την τήρηση της νομιμότητας στην καθημερινή ζωή και τον έλεγχο της βασιλικής αυθαιρεσίας. Σταδιακά η δύναμη των εφόρων αυξήθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε να τρέμουν ενώπιόν τους οι πάντες, ακόμη και οι βασιλείς. Από τους εφόρους, δύο ακολουθούσαν πάντοτε τα εκστρατευτικά σώματα εκτός των συνόρων.
 
Η Σπάρτη έγινε υπόδειγμα πολιτείας για αρκετούς συγγραφείς της αρχαιότητας. Στο ιδιόρρυθμο πολίτευμά της, με τους πολλούς ελεγκτικούς μηχανισμούς και την έμφαση στο δημόσιο συμφέρον, πολλοί έβλεπαν την αληθινή πραγματοποίηση της ευνομίας.
 
Γραπτοί νόμοι στη Σπάρτη δεν υπήρχαν. Το δίκαιο της πόλης ήταν εξαρχής και παρέμεινε μέχρι το τέλος εθιμικό. Με την προσκόλληση στην παράδοση και το συντηρητικό πνεύμα που ανέπτυξε, η Σπάρτη δεν γνώρισε τυραννία ή άλλη πολιτειακή αλλαγή για αιώνες. Τουλάχιστον ως ιδανικό, το ήθος ζωής που διέπνεε την πόλη διατηρήθηκε επίσης σχετικά σταθερό.
 
Τα συμπόσια των αριστοκρατών, με τις εταίρες, τη μουσική και το άφθονο κρασί, ήταν άγνωστα στη Σπάρτη. Αντίθετα, ήταν υποχρεωτικά τα συσσίτια, που ενίσχυαν καθημερινά τους δεσμούς μεταξύ των πολιτών. Ο γάμος ήταν υποχρέωση του πολίτη και η τεκνοποιία επιβεβλημένη. Ο ψόγος των Σπαρτιατών για τους ανύμφευτους και άτεκνους συμπολίτες τους ήταν συχνά αμείλικτος.
 
Σε σύγκριση με άλλες ελληνικές πόλεις, τα κορίτσια της Σπάρτης παντρεύονταν σε μεγαλύτερη ηλικία (γύρω στα δεκαοκτώ) και οι άνδρες σε μικρότερη (κάτω από τριάντα). Αυτή η σχετικά περιορισμένη ηλικιακή διαφορά των συζύγων θεωρούνταν ότι ενώνει τα σώματά τους σε παράλληλη ακμή. Για να τονωθεί μάλιστα η γονιμοποιός δύναμη του σπέρματος που μειώνεται -όπως διατείνονταν- από τη συμβίωση και την καθημερινή συναναστροφή, απαγορευόταν στους Σπαρτιάτες να βλέπουν τις γυναίκες τους στα φανερά. Έτσι, η ερωτική επαφή καλύφθηκε με χαρακτηριστική αιδημοσύνη, ενώ η ίδια η τελετή του γάμου θεωρήθηκε μια συμβολική βίαιη αρπαγή.
 
Στις διαθέσιμες αρχαίες πηγές υπογραμμίζεται έντονα το γεγονός ότι η πόλη ακολουθούσε αυστηρούς ευγονικούς κανόνες. Αν και πολλές περιπτώσεις βρεφών θα πέρασαν οπωσδήποτε απαρατήρητες, η έγκριση του κράτους ήταν καταρχήν απαραίτητη για την ανατροφή ενός νεογέννητου παιδιού, και υποτίθεται ότι την έδιναν οι έφοροι ως αρμόδιοι για όλα τα ζητήματα του καθημερινού βίου. Λέγεται, επίσης, ότι ο άτεκνος σύζυγος μπορούσε, αν ήθελε, να παραχωρήσει τη γυναίκα του σε κάποιον νεότερο και δυνατό Σπαρτιάτη για τεκνοποιία.
 
Ανεξάρτητα από την ιστορική ακρίβεια αυτών των πληροφοριών, γεγονός παραμένει ότι ολόκληρη η ερωτική ζωή των Λακεδαιμονίων πολιτών ήταν ιδεολογικά προσανατολισμένη στη δημιουργία ρωμαλέων απογόνων. Στο ίδιο πνεύμα οι Σπαρτιάτισσες είχαν ελευθερίες και προνόμια που θα ήταν απίστευτα οπουδήποτε αλλού στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Στη Σπάρτη, και μόνο εκεί, επιτρεπόταν -ή μάλλον επιβαλλόταν- στις γυναίκες να γυμνάζονται και να μετέχουν σε αγώνες, τα δε νεαρά κορίτσια αγωνίζονταν γυμνά, όπως και οι συνομήλικοί τους έφηβοι.
 
Η Σπάρτη διέθετε ένα περίτεχνο σύστημα οργάνωσης των νέων σε ηλικιακές κατηγορίες, με δυσνόητες ονομασίες και χαρακτηριστικά προνόμια των μεγαλυτέρων έναντι των νεοτέρων. Η αυστηρή παιδεία των νέων από την ηλικία των επτά ετών μέχρι την ενηλικίωση στα είκοσι (ἀγωγή) ήταν κρατική υπόθεση και αποσκοπούσε στην πειθαρχία και τη μεγαλύτερη δυνατή εμπέδωση του αγωνιστικού πνεύματος. Για τα επόμενα δέκα χρόνια το κράτος παρέμενε επίσης υπεύθυνο για τη σωματική κατάσταση των ανδρών του. Στις μεγαλύτερες ηλικίες, το κυνήγι παρείχε σε καιρούς ειρήνης ένα υποκατάστατο του πολέμου και ήταν, μαζί με τη γύμναση, μια διά βίου ἀγωγή. (Στην αρχαιότητα η Σπάρτη υπήρξε επίσης διάσημη για τα κυνηγετικά σκυλιά της.) Αρχαίοι φιλολάκωνες συγγραφείς, όπως ο Αθηναίος ιστορικός Ξενοφών, τα έβλεπαν όλα αυτά με απεριόριστο και απροσποίητο θαυμασμό.
 
Με αυστηρή έννοια, ιδιωτική ζωή για τους ομοίους δεν υπήρχε. Ολόκληρος ο βίος τους βρισκόταν κάτω από την επιστασία του κράτους, που μεριμνούσε για την αλκή, τη ρώμη και την πολεμική υπεροχή. Στις εκστρατείες τους οι Σπαρτιάτες συνοδεύονταν, για όλες τις αναγκαίες χειρωνακτικές εργασίες, από μεγάλο αριθμό ειλώτων, που σε μία τουλάχιστον περίπτωση έφτασε τους επτά για κάθε οπλίτη. Για ευνόητους λόγους οι είλωτες δεν είχαν δικά τους όπλα και συνήθως δεν πολεμούσαν - αν και ορισμένες φορές οι Σπαρτιάτες αναγκάστηκαν να τους χρησιμοποιήσουν επικουρικά. Οι περίοικοι, από την άλλη, υπηρετούσαν σε χωριστές μοίρες στρατού.
 
Αντίθετα με τους περισσότερους Έλληνες, που θεωρούσαν την κόμη γυναικείο χαρακτηριστικό, οι Σπαρτιάτες άφηναν μακριά μαλλιά, σαν τους ομηρικούς Αχαιούς -δείγμα ότι δεν είχαν την παραμικρή σχέση με τη χειρωναξία-, τα οποία άλειφαν με λάδι τακτικά, και οπωσδήποτε πριν από τις μάχες. Η στρατιωτική περιβολή τους ήταν κόκκινη σαν αίμα (για να φοβίζει τον αντίπαλο και να περιορίζει την εμφάνιση των πληγών) και οι ασπίδες τους επενδεδυμένες με στρώση χαλκού, για να γυαλίζονται εύκολα και να λάμπουν στον ήλιο. Το θέαμα μιας σπαρτιατικής φάλαγγας σε πλήρη σχηματισμό πρέπει να ήταν εντυπωσιακό και ταυτόχρονα τρομακτικό.
 
Ο πόλεμος ήταν για τους Σπαρτιάτες το πραγματικό πεδίο επίδειξης των σωματικών και ψυχικών αρετών, στις οποίες στόχευε ολόκληρη η ειρηνική διαβίωση μέσα στην πόλη. Στο επικίνδυνο μεταίχμιο ζωής και θανάτου, εκεί που όλα κρίνονταν μέσα σε ελάχιστο χρόνο, βρήκαν οι Σπαρτιάτες το βαθύτερο νόημα της αγωνιστικής τους ύπαρξης. Αυτοί που τόσο υμνήθηκαν για τη σχεδόν κοριτσίστικη αιδώ μέσα στην πόλη τους, και ιδιαίτερα έναντι των πρεσβυτέρων, γίνονταν ομαδικά θρασείς στο πεδίο της μάχης. Όσοι εγκατέλειπαν τη θέση τους από δειλία, οι τρέσαντες («αυτοί που φοβήθηκαν»), έχαναν αυτομάτως τα πολιτικά δικαιώματα και την περιουσία τους και υποβιβάζονταν, αν επέστρεφαν στην πατρίδα, σε αμφίβολη και ατιμασμένη κοινωνικά θέση.
 
Το σπαρτιατικό ήθος υπήρξε επίσης διάσημο για τη «λακωνικότητά» του. Ο Πλούταρχος αναφέρει σωρεία σύντομων απαντήσεων που υποτίθεται ότι έδωσαν σημαντικοί Σπαρτιάτες σε διάφορες περιστάσεις. Οι ολιγόλογες αυτές ρήσεις διακρίνονται για την αποφθεγματική διαύγεια με την οποία κυριολεκτικά καθήλωναν την πραγματικότητα. Η ιδιότυπη «φιλοσοφία» που ανέπτυξε η Σπάρτη, ο βαθύτερος λόγος για τον οποίο τόσο πολύ θαυμάστηκε σε αρχαίους και νεότερους χρόνους και το πραγματικό έργο του πολιτισμού της, που δεν έχει επιζήσει στα υλικά κατάλοιπα του τόπου (όπως είχε προειδοποιήσει με διορατικότητα ο Θουκυδίδης), ήταν η καίρια και διεισδυτική ματιά στην καρδιά της παλλόμενης από τον αγώνα ζωής. Η οξύτητα του ιδιαίτερου αυτού βλέμματος γεννήθηκε μέσα στους αγώνες του 7ου και του 6ου αιώνα.

Τριήρης: Ένα πολύ ιδιαίτερο πλοίο

Πιθανότατα δεν υπήρξε ποτέ ένα κωπήλατο πλοίο που να ήταν τό­σο ιδιάζον, αλλά και επιτυχημένο, όσο η ελληνική τριήρης. Είναι βέ­βαιο ότι ποτέ άλλοτε, ούτε προηγουμένως αλλά και ούτε μεταγενέ­στερα, δε ναυπηγήθηκε και δεν έπλευσε στη Μεσόγειο ένα παρό­μοιο κωπήλατο πλοίο. Αν οι μάχες ανάμεσα σε φάλαγγες οπλιτών πριν από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο είχαν μια προϊστορία δυό­μισι αιώνων, οι ναυμαχίες ανάμεσα σε τριήρεις ήταν σχετικά πρό­σφατες. Οι τριήρεις εμφανίστηκαν κατά πάσα πιθανότητα στα μέ­σα ή προς τα τέλη του 6ου αιώνα. Παρόλο που οι Φοίνικες ή οι Αι­γύπτιοι ήταν ίσως οι πρώτοι που τελειοποίησαν τη ναυπήγηση τριήρεων, η εμφάνιση των εξελιγμένων ναυτικών τακτικών συμπίπτει με την επέκταση της αθηναϊκής ηγεμονίας στα μέσα του 5ου αιώνα.

Φαίνεται ότι το μικρό βάρος και η ευστάθεια, και όχι η ασφάλεια και η προστασία, αποτελούσαν τους βασικούς στόχους που επιδιώχθηκαν με τη ναυπήγηση των τριήρεων. Αν οι ιδιοκτήτες γης που α­νήκαν στη μεσαία τάξη ήταν σχεδόν άτρωτοι όταν έφεραν την πα­ραδοσιακή πανοπλία των οπλιτών, οι ακτήμονες πολεμούσαν εντε­λώς ανυπεράσπιστοι, καθώς κωπηλατούσαν σχεδόν γυμνοί μέσα σε αυτά τα καινοφανή πλοία. Παρόλο που η τριήρης δεν ήταν ένα πλα­τύ σκάφος -το μήκος της από την πλώρη έως την πρύμη ήταν περί­που 40 μέτρα και το πλάτος της στο μέσο του πλοίου ήταν 7 μέτρα-, μπορούσε, εντούτοις, να μεταφέρει 200 ναύτες, αξιωματικούς και στρατιώτες. Καθώς το πλήρωμα μπορούσε να κωπηλατεί με ρυθμό σχεδόν 50 ωθήσεων ανά λεπτό, η τριήρης μπορούσε, για σύντομα χρονικά διαστήματα, να αναπτύσσει ταχύτητα 9 έως 10 κόμβων, επιφέροντας ένα συντριπτικό πλήγμα με το έμβολό της. Υπήρχε ένα βοηθητικό πανί που χρησίμευε για να ξεκουράζεται το πλήρωμα, ό­ταν δεν υπήρχε η πιθανότητα εμπλοκής σε ναυμαχία.

Ο τρόπος κωπηλασίας στις τριήρεις ήταν τόσο μοναδικός, ώστε μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες οι ερευνητές δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν με ποιο τρόπο κινούνταν μια τριήρης. Αν και οι τριήρεις δεν είχαν έρμα, εντούτοις η πλευστότητα τους ήταν εξαιρετική και μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις βυθίζονταν ολόκληρες - γεγονός που εξηγεί για ποιο λόγο στις υποβρύχιες αρχαιολογικές έρευνες έ­χουν ανακαλυφθεί τόσο λίγα υπολείμματά τους. Τι ακριβώς σήμαινε το θέμα «τρι-» στην ονομασία του πλοίου; Μήπως τρεις άντρες κά­θονταν ο ένας δίπλα στον άλλο στο ίδιο επίπεδο και χρησιμοποιού­σαν ταυτόχρονα το ίδιο κουπί; Ή μήπως τρεις κωπηλάτες χρησιμο­ποιούσαν τρία διαφορετικά κουπιά; Ή, όπως είναι σχεδόν βέβαιο, υπήρχαν τρεις σειρές κωπηλατών -η καθεμιά πάνω από την άλλη- και, άρα, κωπηλατούσαν από τρία διαφορετικά επίπεδα και υπό δια­φορετική γωνία, χρησιμοποιώντας κουπιά που είχαν μήκος 4,50 μέτρα.

Το αίνιγμα αυτό, που είχε προκαλέσει έντονες διαφωνίες από την εποχή της Αναγέννησης, υποτίθεται ότι επιλύθηκε το 1987, όταν μια κοινή ελληνο-βρετανική ομάδα ναυπήγησε την Ολυμπιάδα, ένα ση­μερινό, κανονικού μεγέθους, αντίγραφο της κλασικής αθηναϊκής τριήρους. Παρά τα υπαρκτά προβλήματα στην απόδοση της Ολυ­μπιάδας, οι περιορισμένες δοκιμές που έγιναν στη θάλασσα επιβε­βαίωσαν ότι, παρά τις συχνά αντικρουόμενες μαρτυρίες από την αρ­χαιότητα, στις τριήρεις υπήρχαν τρία διαφορετικά επίπεδα στα ο­ποία βρίσκονταν οι κωπηλάτες, και ότι ο καθένας από αυτούς χει­ριζόταν ένα τυποποιημένου μεγέθους κουπί. Όμως, οι δοκιμές προ­σομοίωσης που έγιναν στην Ολυμπιάδα μάς υπενθυμίζουν πόσο ά­θλιες ήταν οι συνθήκες της στρατιωτικής υπηρεσίας στο ναυτικό για τους χιλιάδες ναύτες -παρόλο που δεν ήταν αλυσοδεμένοι όπως οι δούλοι κωπηλάτες στις ρωμαϊκές γαλέρες-, αλλά και πόσο επιδέξιοι έπρεπε να είναι οι κωπηλάτες για να συγχρονίζουν την κίνηση των ελαφρών κουπιών τους, που ήταν κατασκευασμένα από ξύλο ελά­του. Στην πραγματικότητα, οι σημερινές τεχνικές δυνατότητες δεν έ­χουν φτάσει σε επίπεδα αποδοτικότητας παρόμοια με εκείνα των αρχαίων πλοίων, όπως αυτά που μνημονεύονται στα κλασικά κείμε­να.

Ο πιο περιορισμένος και δυσάρεστος χώρος στο μήκους 40 μέ­τρων πλοίο ήταν, πιθανότατα, αυτός στον οποίο βρίσκονταν οι 54 ναύτες που αποκαλούνταν θαλαμίτες, καθώς κωπηλατούσαν στο βα­θύτερο εσωτερικό σημείο του πλοίου (θάλαμος), σε απόσταση μόνο μισού μέτρου πάνω από το νερό. Θεωρητικά, κομμάτια δέρματος, που υπήρχαν στα ανοίγματα για τα κουπιά, τους προστάτευαν από τα κύματα. Όμως, το νερό της θάλασσας πάντα έμπαινε μέσα στις τριήρεις -που είχαν περισσότερα από 100 τέτοια ανοίγματα-, ενώ και τα πόδια τους ήταν μέσα σε νερά που διαπερνούσαν το ξύλινο κύτος του πλοίου. Πιθανότατα, οι ναύτες αυτοί ήταν μονίμως βρεγμένοι σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού. Καθώς ο κωπηλάτης έσκυβε και τρα­βούσε το κουπί προς τα πίσω, οι γλουτοί του τρίβονταν πάνω στον πάγκο, γεγονός που εξηγεί γιατί τα μαξιλάρια θεωρούνταν τόσο ση­μαντικά όσο και τα καλά κουπιά - αλλά και γιατί οι πληγές και οι φλύκταινες αποτελούσαν ένα από τα μόνιμα παράπονα των ναυτών.

Εξαιτίας των εγκάρσιων δοκών και των υπόλοιπων κωπηλατών που βρίσκονταν ακριβώς πάνω από τα κεφάλια τους, οι θαλαμίτες δεν μπορούσαν να δουν σχεδόν τίποτα. Επιπλέον, λούζονταν από τον ιδρώτα των κωπηλατών που ήταν στις από πάνω σειρές και που οι γλουτοί τους βρίσκονταν περίπου στο ύψος των προσώπων των θαλαμιτών. Ο κωμικός ποιητής Αριστοφάνης αστειεύεται με τους θαλαμίτες, αναφέροντας ότι, εξαιτίας της υπερπροσπάθειας, οι από πάνω κωπηλάτες συχνά πέρδονταν και κατέβρεχαν με τα εκκρίματά τους τους θαλαμίτες, ένα αστείο που πήγαζε από τις άθλιες συν­θήκες τις οποίες είχαν αντιμετωπίσει συλλογικά αρκετοί βετεράνοι ναύτες, που ήταν μεταξύ των θεατών που παρακολουθούσαν την πα­ράσταση. Ιδρώτας, δίψα, πληγές, εξάντληση, ούρα και περιττώμα­τα - όλα αυτά προσθέτονταν στην ανησυχία που προκαλούσαν τα μεγάλα κύματα και τα έμβολα των εχθρικών πλοίων.[1]

Οι καβγάδες, οι διαπληκτισμοί, ακόμα και οι χειροδικίες, ήταν συνηθισμένο φαινόμενο, καθώς οι κωπηλάτες χτυπούσαν ο ένας τον άλλο με τους αγκώνες τους. Οποιοσδήποτε έχει προσπαθήσει να φο­ρέσει την εξάρτυση για έναν αγώνα αμερικανικού ποδοσφαίρου μέ­σα στο συνωστισμό των αποδυτηρίων κάποια ζεστή αυγουστιάτικη ημέρα μπορεί να φανταστεί τους διαπληκτισμούς και τις εκρήξεις ορ­γής κάτω από το κατάστρωμα μιας τριήρους. Προς τα τέλη του πολέμου, όταν χιλιάδες κωπηλάτες είχαν ήδη σκοτωθεί, φτωχοί, ξένοι, μέτοικοι και δούλοι τερατολογούνταν και κάθονταν ο ένας δίπλα στον άλλο - μια κατάσταση ισότητας που δεν υπήρχε ούτε καν στη δημοκρατική Εκκλησία του Δήμου.
Τα πληρώματα προτιμούσαν πάντα να κωπηλατούν σε ήρεμα νε­ρά, ώστε να έχουν τη μεγαλύτερη δυνατή αποδοτικότητα. Ωστόσο, εξαιτίας της δυσαρμονίας ανάμεσα στις τρεις σειρές των κωπηλατών, μόνο 30 από τους 170 κωπηλάτες μπορούσαν στην πραγματικότητα να κωπηλατούν σε ήρεμα νερά. Οι περισσότεροι κωπηλατούσαν στα απόνερα που προκαλούσαν τα κουπιά των άλλων, και ήταν δύσκο­λο να χρησιμοποιούν με δύναμη τα κουπιά στην κυματιστή και περιδινούμενη θάλασσα.
 
Ακριβώς πάνω από τους θαλαμίτες, βρίσκονταν οι αποκαλούμενοι ζυγίτες, επειδή κάθονταν στη μεσαία σειρά, δίπλα στις εγκάρσιες δοκούς του πλοίου (ζυγά). Και αυτοί δεν μπορούσαν να δουν τη θά­λασσα και κωπηλατούσαν μέσω πλευρικών ανοιγμάτων. Καθώς όμως οι ζυγίτες κάθονταν στη μεσαία σειρά, είχαν τουλάχιστον περισσό­τερο χώρο και δεν έπρεπε να προσέχουν τα πόδια και τους γλουτούς των από πάνω κωπηλατών.
 
Στην τελευταία σειρά, στην πιο τιμητική και συχνά την πιο κα­λοπληρωμένη θέση, βρίσκονταν οι 62 θρανίτες. Αυτοί οι επίλεκτοι κωπηλάτες βρίσκονταν πάνω από τους παφλασμούς της θάλασσας και ανέπνεαν καθαρό αέρα. Κάθονταν στον προώστη του πλοίου, και εκτός από τον καθαρό αέρα, το φως του ήλιου και τη μεγαλύτε­ρη ευρυχωρία, ήταν οι μόνοι άντρες του πληρώματος που μπορού­σαν να δουν τα κουπιά τους να μπαίνουν στη θάλασσα και να ενη­μερώνουν τους κωπηλάτες που βρίσκονταν από κάτω τους. Παρόλο που ήταν οι πιο ευάλωτοι στα εκηβόλα όπλα του εχθρού, οι θρανί­τες είχαν τις περισσότερες πιθανότητες να επιζήσουν αν το πλοίο εμβολιζόταν και βυθιζόταν.
 
Προφανώς, για αυτές τις προνομιούχες θέσεις στο πλοίο επιλέ­γονταν οι κωπηλάτες που είχαν τη μεγαλύτερη εμπειρία ή είχαν ε­πιδείξει εξαιρετικές δεξιότητες, είτε το κριτήριο ήταν η ικανότητά τους να κωπηλατούν μονίμως με όλη τους τη δύναμη είτε η αντοχή τους να διατηρούν την ίδια ταχύτητα επί ώρες. Φαίνεται ότι οι θρανίτες καθόριζαν το ρυθμό με τον οποίο κωπηλατούσε όλο το πλή­ρωμα. Ήταν εξοικειωμένοι με τις απότομες αλλαγές της κατεύθυν­σης του ανέμου και με τα θαλάσσια ρεύματα, είχαν την επιδεξιότητα να αποφεύγουν τα πλοία που έπλεαν δίπλα, και οι συνδυασμένες προσπάθειές τους ήταν καθοριστικές για την ταχύτητα και τη στα­θερότητα της τριήρους. Σε μερικές περιπτώσεις, οι επίλεκτοι θρανίτες κατανέμονταν και στις τρεις σειρές μιας τριήρους για να λει­τουργούν ως πρότυπα για τους υπόλοιπους κωπηλάτες χάρη στην επιδεξιότητα και στην εμπειρία τους.
 
Υπήρχαν πολύ μεγάλες διαφοροποιήσεις ως προς την ικανότη­τα των κωπηλατών ενός στόλου. Σε μερικές περιπτώσεις, επιλέγο­νταν οι καλύτεροι κωπηλάτες για να επανδρώσουν ένα μικρό επίλε­κτο στολίσκο, που μπορούσε να πλεύσει με πολύ μεγαλύτερη ταχύ­τητα από τη συνηθισμένη. Φαίνεται ότι η εμπειρία ήταν προαπαιτούμενο για να είναι κάποιος εξαίρετος κωπηλάτης. Είναι, λοιπόν, πιθανό ότι οι περισσότεροι από τους καλύτερους κωπηλάτες ήταν τριάντα έως σαράντα ετών και, στην Αθήνα τουλάχιστον, ήταν βετε­ράνοι δεκάδων εκστρατειών όταν ξεκίνησε ο πόλεμος.[2]
-------------------------------
[1] Αριστοφάνης, Βάτραχοι , l074. Στη συγκεκριμένη κωμωδία , αλλά, γενικότερα, και σε άλλα κείμενα της αρχαιοελληνικής γραμματείας , υπάρχουν αναφορές για πληγές στα χέρια και στους γλουτούς , για την εξάντληση των πληρωμάτων, για την αφόρητη δίψα και το κρύο, στοιχεία που υποδηλώνουν ότι η υπηρεσία στις τριήρεις δεν ήταν μόνο επικίνδυνη, αλλά και δυσάρεστη . Βλ. Morrison, Oαred Ships, σ. 324-40, για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν τα πληρώματα, αλλά και για τον τρόπο κωπηλασίας στις τριήρεις. 
[2] Για τα πληρώματα, βλ. Ξενοφώντας , Ελληνικά , l .6.l6. Δεδομένης της προφανούς ομοιομορφίας που υπήρχε ανάμεσα στους οπλίτες μιας φάλαγγας ή στους κωπηλάτες μιας τριήρους, δε γνωρίζουμε κατά πόσον οι διοικητές επέλεγαν από τους καταλόγους των οπλιτών και των κωπηλατών όσους είχαν εξαιρετικά μητρώα προϋπηρεσίας. Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι, στη διάρκεια των προετοιμασιών για τη Σικελική Εκστρατεία, οι τριήραρχοι έδιναν επιπρόσθετες χρηματικές αμοιβές στους θρανίτες και ότι οι στρατηγοί προσπαθούσαν να επιλέξουν από τους καταλόγους των οπλιτών όσους ήταν ικανοί κωπηλάτες (6.31.3).

Έλληνες αεί παίδες εισίν

Το καλοκαίρι του 480 π.Χ., μετά τη μάχη των Θερμοπυλών, οι περισσότερες Ελληνικές πόλεις έχουν υποταχθεί στους Πέρσες, οι οποίοι στο πέρασμά τους καίνε και καταστρέφουν τα πάντα. Με προτροπή του Θεμιστοκλή οι Αθηναίοι εγκαταλείπουν την πόλη τους, που λίγο αργότερα λεηλατείται και πυρπολείται με μανία από τον περσικό στρατό. Γυναίκες και παιδιά είχαν μεταφερθεί στην Τροιζήνα, οι άνδρες είχαν μπει στα πλοία να πολεμήσουν. Στην Ακρόπολη είχαν οχυρωθεί οι ταμίες της θεάς Αθηνάς, καθώς και λίγοι ηλικιωμένοι και άρρωστοι που δεν μπορούσαν να κινηθούν. θεώρησαν πως είτε οι Πέρσες θα σεβόντουσαν την ιερότητα της Ακροπόλεως , είτε η Αθηνά θα τους προστάτευε. Πάνω σε αυτούς λοιπόν και στα ιερά της πόλεως ξέσπασε η μανία των Περσών. Με πύρινα βέλη έβαλαν φωτιά στο «ξύλινο τείχος», κατέλαβαν τον ιερό Βράχο, έκαψαν τους ναούς και κομμάτιασαν τα αγάλματα. Στη φωτιά κάηκε και το σύμβολο της Θεάς Αθηνάς η ιερή της ελιά στο Ερέχθειο. Όταν η καμμένη ελιά ξαναβλάστησε και οι Αθηναίοι νίκησαν στην ναυμαχία Σαλαμίνας, οι Αθηναίοι αναθάρρησαν.

Οι Πέρσες ηττήθηκαν και οι Αθηναίοι επανήλθαν στην κατεστραμμένη και λεηλατημένη πόλη, διαπιστώνοντας πως τα ιερά τους είχαν βεβηλωθεί και καταστραφεί από τους Βάρβαρους Πέρσες. Οι Αθηναίοι ξαναέχτισαν τα ιερά τους, μέρος όμως από τα ερείπια της βεβήλωσης τα άφησαν ως παραδειγματισμό και ενθύμηση της ισχύς που οφείλουν να έχουν όσοι επιθυμούν να είναι ελεύθεροι για τις επόμενες γενιές στην Ακρόπολη. Κάποια από τα ερείπια αυτά της μανίας των καταστροφής των Περσών είναι ακόμη ορατά περιμετρικά της Ακρόπολης στην Βόρεια κλιτύ, καθώς χρησιμοποιήθηκαν στο τείχος της Ακροπόλεως...

Σε ανασκαφές που έγιναν το 1886 κοντά στο Ερέχθειο έναν μεγάλο λάκκο βρέθηκαν πολλά αρχαϊκά αγάλματα και νομίσματα, συσσωρευμένα στο ίδιο σημείο. Είχαν τοποθετηθεί εκεί πολύ αργότερα από τους ίδιους απογόνους των Αθηναίων θυμάτων της Ακρόπολης το 480 π.X. από τους Πέρσες. Οι Αθηναίοι έθαψαν κάποια από τα σπασμένα και καμένα αναθήματα που τα είχαν αφήσει άθικτα μετά την καταστροφή ανάμεσα στους γκρεμισμένους ναούς, ως τραγική ανάμνηση. .

«Έλληνες αεί παίδες εισίν», οι Έλληνες παραμένουν πάντα παιδιά έχοντας κοντή μνήμη, είχε πει ο Αιγύπτιος ιερέας στον Σόλωνα. Εμείς ότι οι Έλληνες, έχουμε βραχεία μνήμη, λίγο καιροσκόποι, λίγο ανέμελοι, δεν εμβαθύνουμε στα πράγματα, λίγο παράτολμοι, αλλά και εγωιστικοί. Όμως ο Αιγύπτιος ιερέας το πει ξεκάθαρα χιλιάδες ήδη χρόνια πριν. Οι Έλληνες σαν τα παιδιά, ποτέ δεν διδάσκονται από την μοναδική Ιστορία και το πλούσιο παρελθόν τους. Δεν διδάσκονται από τη σοφία και τα επιτεύγματα των προγόνων τους. Δεν αξιοποιούν την Ιστορία και τη διδαχή των προγενέστερων γενεών, που είναι τόσο πλούσια πηγή σε διδάγματα και μάθηση. Κάθε ένας από εμάς σκέπτεται και ενεργεί εγωκεντρικά, σαν ανακαλύπτει τα πάντα για πρώτη φορά. Αδιαφορούμε για την Ιστορία μας, και η ιστορία μας τιμωρεί, δια της επαναλήψεως….

Τα ζάρια είναι αδιάφορα. Όχι όμως και η ζαριά

«Τα υλικά πράγματα είναι αδιάφορα, αλλά η χρήση τους δεν είναι αδιάφορη. Πώς λοιπόν θα διαφυλάξει κάποιος τη σταθερότητα μαζί και την ηρεμία, και συγχρόνως το πνεύμα της προσοχής που είναι μακριά από το αστόχαστο και το νωχελικό; Αν μιμείται αυτούς που παίζουν τα ζάρια. Οι υπολογισμοί είναι αδιάφοροι, τα ζάρια είναι αδιάφορα. Πώς ξέρω τι πρόκειται να πέσει; Δική μου δουλειά είναι να χρησιμοποιώ με προσοχή και τέχνη τη ζαριά που έπεσε.

Έτσι λοιπόν και στη ζωή το κυριότερο καθήκον είναι το εξής: να ξεχωρίζεις τα πράγματα, να τα διακρίνεις και να λες: ‘Τα εξωτερικά πράγματα δεν εξαρτώνται από μένα. Η βούληση εξαρτάται από μένα. Πού θα αναζητήσω το καλό και το κακό; Μέσα μου, σ’ αυτά που είναι δικά μου’». -Επίκτητος, Διατριβαί, 2.5. 1-5

Ο Στωικισμός δεν παίζει ζάρια. Ο Στωικός εδώ και αιώνες ζει μέσα σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο, γεμάτο πολέμους και λοιμούς. Τώρα όμως είναι η ευκαιρία του να ζήσει μια ζωή, που μόνο εύκολη δεν είναι (και πότε ήταν;). Για να τη ζήσει κάνει τη διάκριση σε όσα μπορεί να αλλάξει και σε όσα όχι. Σε αυτά που είναι στον έλεγχό του και σε εκείνα που είναι έξω από αυτόν. Και αυτά που είναι στον έλεγχό του είναι τα σημαντικότερα, όλα τα άλλα είναι από κακά έως αδιάφορα. Αυτό δεν σημαίνει ότι αδιαφορεί για τον κόσμο γύρω του. Ανήκει σ’ αυτόν. Είναι μέλος του.

«Από τα ξένα, όμως, μην πεις ποτέ ότι είναι καλό ούτε κακό, ούτε ωφέλεια ούτε ζημία ούτε τίποτε άλλο από αυτά.

Και λοιπόν; Πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε με αδιαφορία; Όχι βέβαια. Γιατί αυτό, πάλι, είναι κακό για τη βούληση, κι έτσι αντίθετο με τη φύση. Αλλά πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε με προσοχή, γιατί η χρήση τους δεν είναι αδιάφορη, και συγχρόνως με σταθερότητα και ηρεμία, γιατί η ύλη είναι αδιάφορη. Αφού, όπου υπάρχει ενδιαφέρον, εκεί δεν μπορεί κανείς ούτε να μ’ εμποδίσει ούτε να με αναγκάσει. Ενώ, όπου μ’ εμποδίζουν και με εξαναγκάζουν, η επίτευξη εκείνων των πραγμάτων δεν εξαρτάται από εμένα, και δεν είναι ούτε καλό ούτε κακό˙ η χρήση τους, όμως, είτε κακή είτε καλή, εξαρτάται από εμένα.» -Επίκτητος, Διατριβαί, 2.5.5-9

Ο άνθρωπος όμως αντιδρά σαν να γεννήθηκε χθες. Δεν παύει να εκπλήσσεται με ό,τι συμβαίνει γύρω του, κατηγορώντας αυτά που του συμβαίνουν, τα γεγονότα. Όλα στέκονται εμπόδιο στην ευζωία του. Όλα θα ήταν αλλιώς, αν αποφάσιζε ο ίδιος για αυτά. Ακόμη και για τους άλλους και τις πράξεις τους ή για τα γεγονότα που συμβαίνουν στον κόσμο. Ωστόσο, τίποτε δεν εκπλήσσει τον Στωικό. Όλα μπορούν να συμβούν. Η σταθερότητα είναι η αλλαγή.

«Πόσο αστείος και παράξενος όποιος εντυπωσιάζεται με τα συμβάντα της ζωής.» -Μάρκος Αυρήλιος, Τα εις εαυτόν, 12.13

Για τους Στωικούς, η ζωή είναι μια μπάλα. Η μπάλα είναι το μέσον για να παίξεις το παιχνίδι. Αλλά το πώς θα παίξεις εξαρτάται από εσένα:

«Αυτό θα δεις να κάνουν και αυτοί που παίζουν επιδέξια τη μπάλα. Κανείς απ’ αυτούς δεν ενδιαφέρεται για την μπάλα σαν για κάτι καλό ή κακό, αλλά για το πώς να την ρίχνουν και πώς να την πιάνουν. Σ’ αυτό, λοιπόν, φαίνεται η ευρυθμία, σ’ αυτό η τεχνική, η ταχύτητα, η σωστή πρόβλεψη. Επομένως, και ο Σωκράτης ήξερε να παίζει μπάλα.» -Επίκτητος, Διατριβαί, 2.5.15-18

Το να ζεις από μόνο του απαιτεί τρομερό θάρρος σε όλες τις εποχές της ανθρωπότητας, υπό όλες τις συνθήκες. Η δύναμη των αιώνων του Στωικισμού είναι η σύλληψη της ιδέας του ελέγχου του ηγεμονικού, δηλαδή του νου.

«Τα πράγματα από μόνα τους στέκονται έξω από την πόρτα, και δεν έχουν ιδέα μήτε αποφαίνονται για τον εαυτό τους. Ποιος αποφαίνεται γι’ αυτά; Το ηγεμονικόν.» -Μάρκος Αυρήλιος, Τα εις εαυτόν, 9.15

Το ότι δεν μπορούμε να αλλάξουμε τα γεγονότα δεν είναι παραίτηση. Είναι η ευθύνη του να αλλάξουμε το πιο σημαντικό και το πιο δύσκολο. Τον εαυτό μας. Το να κατηγορούμε τους άλλους ή τα γεγονότα, διαχωρίζοντας από το σύνολο τον εαυτό μας, δεν είναι η Στωική στάση. Ο Στωικός ζει μέσα στον κόσμο, σε αρμονία με τη φύση, δηλαδή ως έλλογο ον. Η ανθρώπινη φύση έχει περισσότερες ευθύνες, γιατί ελέγχει τα πάθη, εξουσιάζει τη διάνοια:

«Η Φύση του σύμπαντος έχει πλάσει τα έλλογα όντα το ένα για χάρη του άλλου ώστε να ωφελούνται αμοιβαία, το καθένα κατά την αξία του, και όχι να βλάπτονται.» -Μάρκος Αυρήλιος, Τα εις εαυτόν, 9.1

Ο άνθρωπος αποτελεί μέρος του σύμπαντος, αλλά είναι έλλογο ον, δεν αφήνεται να παρασυρθεί από τα γεγονότα. Τα ζάρια είναι αδιάφορα, το ίδιο και η μπάλα. Το πώς θα παίξει το παιχνίδι ωστόσο είναι στο χέρι του, στις αποφάσεις που θα πάρει, στις επιλογές που θα ακολουθήσει. Ο έλεγχος του ηγεμονικού, της διάνοιας, είναι η μόνη σταθερότητα στην θύελλα της ζωής. Λοιμοί υπήρχαν και θα υπάρχουν. Αλλά δεν είναι το χειρότερο.

«Ή μήπως προτιμάς να επιμένεις στην κακία και δεν σ’ έπεισε ως τώρα η πείρα σου να αποφύγεις τον λοιμό; Γιατί ο αφανισμός της διάνοιας είναι πολύ χειρότερος από την κακή ποιότητα και αλλοίωση του αέρα γύρω μας: τούτος εδώ προσβάλλει τα ζωντανά ως ζωντανά˙ ενώ ο πρώτος προσβάλλει τους ανθρώπους ως ανθρώπους.» -Μάρκος Αυρήλιος, Τα εις εαυτόν, 9.2

Ζούμε σε δύσκολες εποχές. Αλλά δυσκολότερες τις κάνει ο εφησυχασμός που οδηγεί στην έκπληξη. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, δεν μπορούμε να φανταστούμε το μέλλον. Αλλά πρέπει να ζήσουμε στο παρόν, ενσυνείδητα. Ο κόσμος θα συνεχίσει να υπάρχει χωρίς εμάς, αλλά εμείς δεν μπορούμε να υπάρξουμε χωρίς αυτόν. Η ζωή είναι εδώ. Και εμείς πρέπει να παίξουμε μπάλα. Επιδέξια.

ΜΑΚΚΑΒΑΙΟΙ, ΜΟΥΤΖΑΧΕΝΤΙΝ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΟΙ ΓΙΑ ΚΛΑΜΜΑΤΑ

Μανιφέστο ενάντια σε εκείνους που ονειρεύονται ή απεικονίζουν την Θεά Ελευθερία γονατιστή

«Η πολυμορφία είναι βασικός βιολογικός φυσικός κανόνας. Η φύση απαιτεί πολυμορφία, η Μονάδα δεν είναι παρά προϋπόθεση μίας υποχρεωτικής πληθύνσεως, ό,τι ομογενοποιείται ζει στο προστάδιο του αφανισμού του.

Η πολυμορφία της ανθρωπότητας είναι βιολογική και κοινωνικο-πολιτική. Η βιολογική πολυμορφία εκδηλώνεται μέσα από την διαφορά στην εξωτερική μορφή, την ιδιοσυγκρασία και το χρώμα, η δε κοινωνικο-πολιτική μέσα από την διαφορά στο συλλογικό «έθος» ή για να χρησιμοποιήσουμε την διατύπωση των Ελλήνων, από την διαφορά «στα ειωθότα και τα νομιζόμενα»

Η ρίζα της λέξης «έθνος» είναι το «έθος». Η φυσική και άρα μόνη υγιής κατάσταση της ανθρωπότητας είναι το να εκδηλώνει τον εαυτό της μέσα από μία εξαιρετική ποικιλία εθνών, μέσα από μία πολυποίκιλη Εθνόσφαιρα
»

Κανείς προφανώς που είναι στοιχειωδώς «στα καλά του», δεν θα διανοείτο ποτέ να πει ότι πρέπει να υπάρχει μόνον ένας τύπος λουλουδιού, ή μόνον ένας τύπος δένδρου, ή μόνον ένας τύπος ψαριού, ή μόνον ένας τύπος θηλαστικού. Αυτό ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι η Φύση βοά πως επιθυμεί ποικιλία, πολυμορφία. Και όντως, κάθε είδος που χάνει την ποικιλία του, η Φύση το εξαφανίζει και το αντικαθιστά με μία νέα ποικιλία.

Κανείς επίσης που είναι στοιχειωδώς «στα καλά του», δεν θα διανοείτο ποτέ να πει ότι πρέπει να υπάρχει μόνον ένας τύπος φαγητού. Εδώ είναι ολοφάνερο πως δεν «πολυασχολείται» η Φύση. «Ασχολείται» όμως η επιμέρους φύση του ανθρώπου, που εδώ και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια έχει την ιδιορρυθμία να «φτιάχνει» το φαγητό του κατά τις επιθυμίες του, προτού το καταναλώσει. Τμήμα της απόκλισης του συγκεκριμένου ζωϊκού είδους από τις πρωτόγονες συνθήκες, είναι και η πρώϊμη πολιτισμική του κατάκτηση που στις ημέρες μας ονομάζεται «κουζίνα», «μαγειρική».

Το ίδιο κανείς που είναι στοιχειωδώς «στα καλά του», δεν θα διανοείτο ποτέ να πει ότι πρέπει να υπάρχει μόνον ένας τύπος ερωτικής πράξης (προφανώς η λεγόμενη «ιεραποστολική»). Εκτός από «κουζίνα», η ανθρωπότητα έχει αναπτύξει και μια άλλη βασική, καθημερινής χρήσης, τέχνη, με θαυμαστή μάλιστα ποικιλία επινοήσεων, που ονομάζεται «ερωτισμός».

Έως εδώ, όλα καλά και λογικά. Το αδιανόητο όμως άρχισε να χαλαρώνει στην πρόσφατη Ιστορία της ανθρωπότητας, από τον 4ο «μεταχριστιανικό» αιώνα, αλλά, κυρίως, κατά την δεύτερη «μεταχριστιανική» χιλιετία, όχι βεβαίως για τα παραπάνω βιολογικά είδη ή πρακτικές τέχνες, αλλά γι’ αυτό το ίδιο το ανθρώπινο είδος. Θρησκείες (μία ουσιαστικά, με πολλές αιρέσεις) και ιδεολογίες που είχαν ως άμεσο ζητούμενό τους να κάνουν όλους τους ανθρώπους τους πλανήτη ίδιους και υπό τις συγκεκριμένες δικές τους προδιαγραφές, έπεισαν τους, ουσιαστικά διανοητικά κατεστραμμένους, πιστούς τους, ότι δεν πρέπει να υπάρχουν διαφορές μεταξύ των ανθρώπων.

Επειδή βεβαίως δεν μπορούσαν, και συνεπώς δεν ενδιαφέρονταν, να αλλάξουν τον σωματότυπο ή το χρώμα των διαφόρων φυλών, η ομογενοποίηση στόχευσε κυρίως στην πολιτισμική / θρησκευτική διαφορά και την ιδιαίτερη «συλλογική ταυτότητα». Εχθρός λοιπόν του θρησκευτικού μονοθεϊσμού αρχικά, και του πολιτικού μονοθεϊσμού από τα τέλη του 19ου αιώνα κι εντεύθεν στάθηκε το «έθνος», δηλαδή το κάθε ανθρώπινο σύνολο με επίγνωση μιας σαφούς «συλλογικής ταυτότητας», η οποία συγκροτείται από κοινό ιστορικό παρελθόν, κοινή κοσμοαντίληψη, κοινή θρησκεία, κοινό αξιακό σύστημα και κοινά πολιτισμικά φαινόμενα, όπως γλώσσα, συμβολιστική, κ.λπ. Πιο περιληπτικά, το κάθε ανθρώπινο σύνολο που έχει επίγνωση των ιστορικών, λατρευτικών και πολιτισμικών ριζών και ιδιαιτεροτήτων του. «Να εξολοθρευθούν τα έθνη» κραύγαζε η Τορά και η κραυγή της αντηχούσε μέσα στην πρόθυμη Βίβλο και το εξίσου πρόθυμο Κοράνι, «να εξολοθρευθούν τα έθνη» κραυγάζουν και οι σύγχρονοι διεθνιστές της «Αριστεράς» (συνειδητά με εισαγωγικά) ή οι νεοφιλελεύθεροι της Δεξιάς (συνειδητά δίχως εισαγωγικά), η κάθε πλευρά βεβαίως για τους δικούς της «ιδεολογικούς» σκοπούς.

Ο γράφων έπεσε πρόσφατα επάνω σε ένα «fashion victim» του πολιτικού μονοθεϊσμού, της διεθνιστικής συγκεκριμένα πλευράς, όταν στο Facebook δημοσίευσε μία εικόνα με το μήνυμα «Υποστηρίζουμε τα αυτόχθονα έθνη και τις αυτόχθονες κουλτούρες σε κάθε σημείο της γης». Με πάσα άνεση και αυτοπεποίθηση, ο συγκεκριμένος και μάλιστα νέος άνθρωπος, βγήκε και δήλωσε ότι… μόνον ένα έθνος πρέπει να υπάρχει επί γης και, εν συνεχεία, αναπαρήγαγε κάποια υπερχρησιμοποιημένα κλισέ, αδυνατώντας εμφανώς να κάνει διάλογο ή να υποστηρίξει λογικά την άποψή «του». Και γεννήθηκαν λοιπόν τρία βαθιά ερωτήματα:

1. Όταν κάποιος διακηρύσσει ότι «δεν πρέπει να υπάρχουν έθνη», αγνοεί ότι το (δήθεν) πανανθρώπινο έθος που θα απομείνει, δεν θα είναι άλλο από εκείνο των νυν κυριάρχων σε πολιτισμικό, θρησκευτικό και οικονομικό επίπεδο;

2. Αγνοεί τον βασικό κανόνα ότι η Φύση απαιτεί ποικιλίες και πολυμορφίες, γι’ αυτό άλλωστε και, από την εμφάνισή του, το ανθρώπινο είδος επιμερίζεται σε μία τεράστια ποικιλία κουλτουρών και εθών, δηλαδή σε μια τεράστια ποικιλία εθνισμών, σε αυτό που οι εθνολόγοι με θαυμασμό περιγράφουν ως «εθνόσφαιρα»;

3. Αγνοεί ότι ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας είναι η λεγόμενη «εθνοκτονία», το να αφήνεις δηλαδή ζωντανά τα μέλη ενός έθνους, καταστρέφοντας ωστόσο την πολιτισμική τους ταυτότητα και ιδιαιτερότητα;

Τα πιο πάνω τρία ερωτήματα απαντώνται με ένα υπερβέβαιο «όχι» για την περίπτωση εκείνων που μηχανεύθηκαν και εφαρμόζουν και βελτιώνουν συνεχώς την ισοπέδωση της διαφορετικότητας. Από τους εκ του μηδενός κατασκευαστές του μονοθεϊσμού στην Βαβυλώνα και τα Σούσα γύρω στο έτος – 500 του χριστιανικού τρόπου χρονολόγησης, τους «πυρί και σιδήρω» χριστιανούς προσηλυτιστές επιγόνους τους και τους «αγωνιστές» («μουτζαχεντίν») της δια του ξίφους επιβολής του μονοθεϊσμού (τζιχάντ αλ-σάϊφ), μέχρι τα μαρξιστικολενινιστικά επιτελεία, που συστηματικά κατέστρεψαν τις αυτόχθονες κουλτούρες όπου τις πέτυχαν ακόμα ζωντανές, και τις γεμάτες περιτετμημένους «δεξαμενές σκέψης» («think tanks», «policy institutes», κ.λπ.) του νέου παγκοσμίου και μετακαπιταλιστικού καθεστώτος των περιβόητων «Αγορών», τα πιο πάνω ερωτήματα απαντώνται με «όχι».

Απαντώνται όμως, δυστυχώς, με «ναι», για τα εκατομμύρια των προγραμματισμένων ανθρώπων που νεροκουβαλούν στον μύλο της ισοπέδωσης. Και χρησιμοποίησα το «δυστυχώς» γιατί εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν εφιάλτη. Όχι μόνον οι νεροκουβαλητές είναι πάρα πολλοί για τις αντοχές της ανθρώπινης φυσιολογικότητας, αλλά είναι ταυτόχρονα και προγραμματισμένοι ως σκύλοι του Παβλώφ να απεχθάνονται το «άλλο», το πέρα από τα δεδομένα τους, την συγκροτημένη ταυτότητα που τους έχει διαφύγει, αδυνατώντας να κάνουν τις στοιχειωδέστερες επαγωγές που θα τους βοηθούσαν να καταλάβουν τον παραλογισμό και το χάλι τους.

«Έλληνες είστε και φαίνεστε» γράφουν κάποιοι από αυτούς στους τοίχους της χώρας μας και προφανώς καμαρώνουν για το κατόρθωμά τους και την «ευφυΐα» τους. Άλλοι ομόβαθμα «προοδευτικοί», καγχάζουν κάθε φορά που εμείς αναφερόμαστε σε «έθνος», «εθνισμό», «συλλογική ταυτότητα», «εθνικό αξιακό σύστημα», και, ακόμα πιο πολύ, σε «εθνική κοσμοαντίληψη» ή «εθνική θρησκεία». Φωνάζουν «πατρίδα για τους Παλαιστίνιους» ή «αξιοπρέπεια για τα ινδιάνικα έθνη» και ταυτόχρονα βγάζουν αφρούς κάθε φορά που γίνεται αναφορά στην δική μας, ελληνική, πατρίδα ή έθνος. Καλά και υπάκουα φανταράκια της πανούργας «αποδόμησης», χέρι – χέρι οι προδεφτικάνοι και οι νεοφιλελέ, καγχάζουν απέναντι σε κάθε αναφορά σε παράδοση και σε κάθε κοίταγμα προς την προχριστιανική ανθρωπότητα, απέναντι σε κάθε τι το πνευματικό που δεν ανήκει στα μονοθεϊστικά χωράφια, απέναντι σε κάθε τι που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να κατανοήσουν. Σταυροκοπούμενοι ή με αμέτρητα εβραϊκά σχήματα μέσα στα μυαλά τους, καγχάζουν επιλεκτικά απέναντι σε κάθε πραγματική διαφορετικότητα, δηλαδή σε κάθε «άλλη» ταυτότητα που δεν είναι υπόδουλη στον θρησκευτικό ή πολιτικό μονοθεϊσμό.

Ένα από τα χειρότερα που μπορούν να συμβούν σε ένα έλλογο ον, και τέτοιο ον υποτίθεται ότι είναι ο άνθρωπος, είναι το να μη θεωρεί εξευτελιστικό το να αντιμετωπίζει με καγχασμό οτιδήποτε αδυνατεί να κατανοήσει (το χειρότερο είναι βεβαίως να εξολοθρεύει, αντί να περιορίζεται στο να καγχάζει). Τουλάχιστον η συγκριτικά ολιγάριθμη ηγεσία, τα εν επιγνώσει αφεντικά, ξέρουν πολύ καλά τι είναι αυτό που θέλουν με κάθε τρόπο να εξολοθρεύσουν. Οι άλλοι είναι για κλάματα. Οι εκατομμύρια ανώνυμοι μακκαβαίοι, μουτζαχαντίν και σταυροφόροι. Σε όποιο επίπεδο και σε όποιον τομέα δρουν και σε όποιον βαθμό εξολοθρεύουν. Στην κοσμοαντίληψη και θρησκεία, στα αξιακά συστήματα, τις κουλτούρες, την εκπαίδευση - διαμόρφωση, την αντιληπτική ικανότητα, τον καθημερινό τρόπο, την τέχνη, την πολιτική οικονομία.

2 Αυγούστου μνήμη του Αγίου εγκληματία Ιουστινιανού Β΄

Ορθόδοξη αγιότητα σημαίνει θηριωδία

Όπως ξέρετε η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί πως η ιδιότητα του μονάρχη συνιστά αιτία αγιοποίησης ειδικά αν ο γαλαζοαίματος βαρύνεται με ειδεχθή εγκλήματα. Έτσι έχουν αγιοποιηθεί αιμοσταγείς αυτοκράτορες και τσάροι, Ρωμαίοι, Σέρβοι και Ρώσοι. Στο πάνθεον των ιερών φονιάδων όπως η Ειρήνη η Αθηναία, ο Μέγας Κωνσταντίνος, η Αγία Ελένη, ο Μέγας Θεοδόσιος, η Αγία Όλγα, οι δυο Αγίες αυτοκράτειρες Θεοδώρες, η Πουλχερία, ο Ιώάννης Βατάτζης, ο τσάρος Βλαδίμηρος, ο Στέφανος Ούρος και οι νεότεροι Άγιοι Νικόλαος και Αλεξάνδρα Ρωμανώφ, εξέχουσα θέση κατέχουν οι δυο Ιουστινιανοί, δυο αιμοβόροι ανατολικοί Ρωμαίοι αυτοκράτορες, εκ των οποίων ο δεύτερος τιμάται στις 2 Αυγούστου.

Ο ευλαβέστατος αυτοκράτορας Ιουστινιανός ο Β΄, ο ρινότμητος, είναι αυτός που το 691, συγκάλεσε την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο, διότι τότε οι ευσεβείς αυτοκράτορες συγκαλούσαν αλάθητες Συνόδους οι οποίες με το φάσγανο και το πυρωμένο σίδερο του βασιλιά έπαιρναν θεόπνευστη απόφαση, η οποία γινόταν δόγμα απαραβίαστο, νόμος του κράτους και αλίμονο σε όποιον το αμφισβητούσε. Είχε να αντιμετωπίσει εκτός από τις φωτιές της Κόλασης του ορθόδοξου θεού και τα βασανιστήρια του αυτοκράτορα. Για την αγιότητα αυτού του αυτοκράτορα μπορούν οι ευσεβείς αναγνώστες μας να διαβάσουν εδώ:

http://www.saint.gr/2025/08/02/3210/saint.aspx
http://mesageitonias.com/saints_2nd_august.htm
http://el.wikipedia.org/wiki/2_%CE%91%CF%85%CE%B3%CE%BF%CF%8D%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%85

Το ανθρωπόμορφο αυτό κτήνος που έγινε αυτοκράτορας μόλις στα 17 του, έχασε τη μύτη του από τον διάδοχό του Λεόντιο που τον ανέτρεψε με πραξικόπημα και τον τιμώρησε με ακρωτηριασμό και εξορία. Ανατράπηκε όμως και ο μιαρός Λεόντιος από τον Τιβέριο που με τη σειρά του ανατράπηκε από τον κοψομύτη Ιουστινιανό ο οποίος ανακατέλαβε το 698 θρόνο έχοντας συμμαχήσει με Βούλγαρους και Τούρκους (Χάζαρους). Έτσι διόρισε ως Καίσαρα τον Τούρκο χάνο Ιβουζίρ Έδειξε εξαιρετική ικανότητα στη συλλογή φόρων με όργανά του τον Μεγάλο Λογοθέτη Θεόδοτο και τον ενάρετο ευνούχο Στέφανο οι οποίοι λόγω των κάπως σκληρών μεθόδων τους, προκάλεσαν τη γενική αγανάκτηση.

Ήταν τόσο αποθηριωμένος ο άγιος που εκδικήθηκε τους δυο σφετεριστές του θρόνου του θανατώνοντας και ακρωτηριάζοντας εκατοντάδες οπαδούς τους. Η ανισορροπία του τον έφερε στο σημείο να αντιδράσει με ασυγκράτητα γέλια όταν πληροφορήθηκε τον πνιγμό 70.000 στρατιωτών του που επέστρεφαν από την αποτυχημένη εκστρατεία του της Χερσώνας (711). Την ίδια χρονιά, ο Αρμένης Βαρδάνης (Φιλιππικός) τον ανέτρεψε με πραξικόπημα και τον δολοφόνησε μαζί με τον 6χρονο γιό του, καταλαμβάνοντας έτσι το θρόνο. Στο ευσεβές ορθόδοξο ρωμαϊκό κράτος, του οποίου την αθάνατη κληρονομιά και συνέχεια, διεκδικεί η Ελλάδα του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, η διαδοχή των ενάρετων αυτοκρατόρων γινόταν πάντα με πολιτισμένες διαδικασίες.

Με την ευκαιρία επιτρέψτε μου να αναφερθώ με συντομία στον Άγιο Ιουστινιανό τον Α΄, που γιορτάζει στις 14 Νοεμβρίου και καθόλου δεν υπολείπεται του άλλου, σε εγκλήματα και βαρβαρότητες. Αυτός λοιπόν ο Αλβανός ή κατ’άλλους Σλάβος δομήτορας της Αγίας Σοφίας, της Νέας Ακρόπολης του Ελληνισμού, αρχικά λεγόταν Ουπράβντα και καταγόταν από την Βεδεριάνα της Ιλλυρίας. Ανακηρύχθηκε άγιος επί πατριαρχείας του αγ.Ιωάννη του Θ΄του Αγαπητού (1111-1134). Η μνήμη του γιορτάζεται διακριτικά μαζί με αυτήν της περιώνυμης αρχιπόρνης συμβίας του την ημέρα του θανάτου του. Μεγαλύτερο κατόρθωμά του υπήρξε η σφαγή 35.000 άοπλων πολιτών στον Ιππόδρομο, για να αντιμετωπιστεί η λεγόμενη “Στάση του Νίκα”. Ο ιστορικός Προκόπιος, στην απόκρυφη ιστορία του αποκαλύπτει τα έργα του “άρχοντα των δαιμόνων”, όπως αποκαλεί τον εστεμμένο φονιά, σκιαγραφόντας τον διαστροφικό χαρακτήρα αυτού και της επίσης αγίας συζύγου του, δίνοντας ανατριχιαστικές λεπτομέρειες των αναρίθμητων εγκλημάτων τους: “Ο άνθρωπος αυτός έχει σκοτώσει τόσους πολλούς, που φαίνεται πως κανείς στον κόσμο δεν μπορεί να πει τον ακριβή αριθμό τους εκτός από τον θεό…χάθηκαν πολλά εκατομμύρια άνθρωποι” (Ανέκδοτα, ιη΄, 1-6).

Ο Ευάγριος επίσης σημειώνει: “…κάτι άλλο υπέβοσκε στο χαρακτήρα του Ιουστινιανού, που ξεπερνούσε κάθε θηριωδία που μπορεί να βάλει ο νους”. Τα ίδια υποστηρίζουν και οι ιστορικοί Αγαθίας και Ιωάννης ο Λυδός. Ο αυτοκράτορας βασάνιζε και σκότωνε τους Μοντανιστές, τους Εβραίους και τους Έλληνες στο θρήσκευμα. Ξεφορτωνόταν όσους αντιπαθούσε προσάπτοντάς του την κατηγορία του παιδεραστή, επί ποινή αποκοπής των γεννητικών οργάνων. Την ποινή αυτή υπέστη και κάποιος νεαρός ονόματι Βασιανός, επειδή κακολογούσε την αυτοκράτειρα. Υποβλήθηκε σε φοβερά δημόσια βασανιστήρια και θανατώθηκε. Όμως ο κατάλογος των ανομημάτων του ζεύγους είναι ανεξάντλητος. Από την εποχή ακόμη της συμβασιλείας του με τον αγράμματο θείο του Ιουστίνο, οι δήμιοι του έκαιγαν ζωντανούς ή έπνιγαν τους Μανιχαίους, ενώ ο αυτοκράτορας απολάμβανε το θέαμα.. (F. Nau, «Revue de l’orient, ii., 1897, σελ.481).

Δείγμα της ορθόδοξης χρηστοήθειας είναι η στάση του αγιορείτη άγίου Νικόδημου (πρωκτολόγου-σεξολόγου-τέλη 18ου αι.), που αμφισβητεί κατά πόσον ανακηρύχτηκε άγιος, όχι για το αθώο αίμα που έχυσε (αυτά για την Ορθοδοξία είναι ψιλά γράμματα), αλλά επειδή υποψιάζεται αυτόν τον Στύλο της Ορθοδοξίας για αίρεση.

Ο Άγιος Ιουστινιανός B’ ο βασιλεύς (εορτάζει για την Εκκλησία στις 2 Αυγούστου).

“Η ανισορροπία του τον έφερε στο σημείο να αντιδράσει με ασυγκράτητα γέλια όταν πληροφορήθηκε τον πνιγμό 70.000 στρατιωτών του που επέστρεφαν από την αποτυχημένη εκστρατεία του της Χερσώνας (711)".

Να σημειωθεί ότι ήταν ιδιαίτερα σκληρός ειδικά στην συλλογή των φόρων, τόσο που ανατράπηκε γρήγορα από τον στρατό και ο επόμενος αυτοκράτορα ο Λεόντιος, του ακρωτηρίασε την μύτη και για τον λόγο αυτό λεγόταν και Ρινότμητος. Μετά από 10 χρόνια στην φυλακή απέδρασε, συνεννοήθηκε με Βούλγαρους και Χαζάρους και τον βοήθησαν να νικήσει τους Βυζαντινούς και να ξανακαταλάβει τον θρόνο και να εξαπολύσει ένα φοβερό πογκρόμ για εκατοντάδες αυλικούς και συνεργάτες των δύο αυτοκρατόρων που μεσολάβησαν. Έξη χρόνια μετά την δεύτερη του στέψη, μετά από μια αποτυχημένη εκστρατεία στην οποία συνέβη και ο πνιγμός των 70 χιλιάδων στρατιωτών, ανατρέπεται πάλι με πραξικόπημα από τον στρατηγό Βαρτάνη και σκοτώνεται μαζί με τον γιο του. Η Εκκλησία τον έκανε άγιο γιατί συγκάλεσε στην πρώτη βασιλεία του το 691, την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο!

Όπως θα θυμάστε, όταν αποπειράθηκα να υμνήσω την αγία Θεοδώρα την Α΄, (υπάρχει και δεύτερη αγία Θεοδώρα, η χήρα του αυτοκράτορα Θεόφιλου, επίορκη και απατεώνισα, η προστάτρια της Κέρκυρας, μεγαλύτερη φόνισσα και αγία από την πρώτη, αναστηλώτρια των αγίων ειδώλων, στην οποία η Εκκλησία χρωστά τη λεγόμενη Κυριακή της Ορθοδοξίας), δέχθηκα πυρά ασεβών ορθοδόξων που προσπάθησαν από τη μια μεριά να μας πουν πως η αγία δεν ήταν ελευθέρων ηθών όσο την παρουσιάζει ο ιστορικός Προκόπιος ούτε ανακηρυγμένη αγία, όπως και ο άνδρας της. Πάντως ο J.Korbler («Einige Beiträge zur Geschichte der Krebskrankheit in Byzanz-die Aerzte-der Kaiser-die Prinzessin», 1971) στήριξε με σοβαρά στοιχεία την θεωρία πως το ιερό ζεύγος έπασχε από σύφιλη.
http://www.imperobizantino.it/old/Societa-art10.html

Ευτυχώς στην ιστοσελίδα της Russian Orthodox church abroad της ρωσικής δηλαδή Εκκλησίας της Υπερορίας ο ευσεβής ελληνορθόδοξος κ. Αστέριος Γεροστέργιος (Institute for Byzantine and Modern Greek Studies), με το βιβλίο του «Ιουστινιανός ο Μέγας, αυτοκράτωρ και Άγιος», που παρουσιάζεται από τον αιδεσιμολογιότατο Αλέξιο Young, βάζει τα πράγματα στη θέση τους σχετικά με την αδιαμφισβήτητη αγιοποίηση αυτού υπερασπιστή της Ορθοδοξίας και αποκαθιστά παράλληλα την υπόληψη του Βυζαντίου απέναντι στην καχύποπτη Δύση που το θεωρεί βάρβαρο. http://www.roca.org/OA/42/42m.htm

Υπηρέτησε ποικιλότροπα ο άγιος Ιουστινιανός την Ορθοδοξία που την έθεσε υπό την προστασία της Πολιτείας, θεσπίζοντας πως μια μόνο πίστη ήταν θεμιτή χάριν της κρατικής ενότητας, με διωγμούς των αιρετικών, των Ελλήνων στο θρήσκευμα και των Εβραίων, με παροχή προστασίας στο μοναχισμό, με προνόμια στον κλήρο, σταμπάροντας τον Τίμιο Σταυρό στα νομίσματα, με την οικοδόμηση (με τεράστιες οικονομικές θυσίες του λαού και με αίμα των εργατών) της Αγίας Σοφίας και δεκάδων άλλων ναών, με τη θέσπιση της αγαμίας των επισκόπων η οποία ανύψωσε την ηθική του κλήρου, αφού μόνον αγνοί παρθένοι γίνονται έκτοτε επίσκοποι.

Παράλληλα αναγνώρισε την πρωτοκαθεδρία του επισκόπου της Ρώμης, αν και αυτό δεν τον εμπόδισε να φερθεί σκληρά στους πάπες Σιλβέριο και Βιγίλιο. Νομίζω όμως πως η τεράστια προσφορά του στην ανθρωπότητα ήταν το κλείσιμο (529) της νεοπλατωνικής Φιλοσοφικής Σχολής των Αθηνών, που ανάγκασε τον Σχολάρχη της Δαμάσκιο και τους καθηγητές να ζητήσουν άσυλο στην αυλή του Πέρση βασιλιά. Ο επικίνδυνος ιός της αμφιβολίας, το μικρόβιο της έρευνας, διώχτηκαν για πάντα από τα ιερά εδάφη της Ορθοδοξίας.

Για όσους ασεβείς ορθοδόξους τον κρύβουν κάτω από το χαλί και δεν διστάζουν να μας πουν πως δεν υπάρχει άγιος Ιουστινιανός, θα θυμίσω πως το όνομα αυτό πήρε και ο ευλαβής πατριάρχης του Τσαουσέσκου Ιουστινιανός. Ποτέ επίσκοπος δεν παίρνει όνομα με το οποίο δεν τιμάται κάποιος Άγιος. Για τους άπιστους Θωμάδες θα αφήσω να μιλήσει η Orthodox Church in America (OCA), η δεύτερη σε δύναμη Ορθόδοξη Εκκλησία της Αμερικής,, μία ρωσογενής πολυεθνική Εκκλησία, που βρίσκεται σε κανονική επικοινωνία με το πατριαρχείο της Μόσχας, με την Ελληνορθόδοξη Αρχιεπισκοπή ΗΠΑ και με το Οικουμενικό πατριαρχείο:
http://ocafs.oca.org/FeastSaintsViewer.asp?FSID=103301

Ο ευλαβής αναγνώστης θα διαπιστώσει πως αυτή η Εκκλησία δεν διστάζει στο βιογραφικό που παραθέτει να ομολογήσει: “Ο Ιουστινιανός έστειλε τον Ιωάννη επίσκοπο της Εφέσου στην Μικρασία με σκοπό να διαδώσει τον χριστιανισμό. Ο Ιωάννης βάπτισε πάνω από 70.000 παγανιστές”. Από σεμνότητα η ιστοσελίδα αποφεύγει να πει με ποιες μεθόδους πείστηκαν αυτές οι δεκάδες χιλιάδες να βουτήξουν στην κολυμπήθρα.

Στην ίδια ιστοσελίδα διαβάζουμε πως η σύζυγος Ιουστινιανού η Αγία Θεοδώρα ήταν μια «διαβόητη πόρνη» που μετεστράφη. Αυτήν την κοινωνικά χρήσιμη ιδιότητά της, αμφισβήτησαν οι ορθόδοξοι σχολιαστές μας που την απέδωσαν στο μίσος του Προκόπιου και στη δική μου αγραμματοσύνη και εμπάθεια.

Για την Αγιότητα του Ιουστινιανού ομιλούν και η ορθόδοξη wiki:
http://orthodoxwiki.org/Justinian
καθώς και η Wikipedia:
http://en.wikipedia.org/wiki/Saint_Justinian
http://en.wikipedia.org/wiki/Justinian_I
όπως και άλλοι ευσεβείς.
http://codexjustinianus.blogspot.com/
http://www.answers.com/topic/justinian-i
http://www.neobyzantine.org/byzantium/emperors/justinian/index.php

Βέβαια υπάρχουν για όσους πιστούς δεν ξέρουν ανάγνωση και τα γνωστά ψηφιδωτά με το φωτοστέφανο (εικ.).

ΔΕΣ:

Ιουστινιανός & Θεοδώρα: Η ιστορία τους, έξω από τον πολύπλευρο και πολύπλοκο περίγυρό της, έχει τη θέση της σε ένα ανθολόγιο ζευγαριών ερωτικών συμβόλων

Η πόρνη Θεοδώρα και η καπάτσα Αντωνίνα
Αυτοκράτειρα Θεοδώρα: Πώς βρέθηκε από την πορνεία στο Θρόνο του Βυζαντίου
 
Περί πορνείας στο Βυζάντιο.

Άγιοι καταστροφείς

Ιερή βιομηχανία παραγωγής αγίων

Κανείς άλλος δεν φταίει για τούτα – μόνο εγώ

Μπορούμε ν’ απαντήσουμε στον Μένανδρο τούτο: “Κανένας ζωντανός δεν γίνεται να πει “Αυτό εγώ δεν θα το πάθω”, αλλά, ενόσω είναι ακόμα ζωντανός, μπορεί να πει: Αυτό εγώ δεν θα το κάνω· δεν θα πω ψέματα, δεν θα ραδιουργήσω, δεν θα κλέψω, δεν θα σκεφτώ επίβουλα”.

Τούτο είναι πραγματικά στο χέρι μας και δεν είναι μικρή αλλά μεγάλη συμβολή για την ψυχική γαλήνη. Όπως αντιθέτως,

η συνείδησή μου, γιατί ξέρω πως έκανα έργα φοβερά, (ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ),

σαν πληγή στη σάρκα, έτσι αφήνει πίσω της και στην ψυχή τη μεταμέλεια που διαρκώς τη ματώνει και την κεντρίζει. Τις άλλες λύπες, βέβαια, αναιρεί η λογική, αλλά η μεταμέλεια προκαλείται από την ίδια τη λογική αφού η ψυχή, μαζί με το συναίσθημα της ντροπής, τύπτεται και τιμωρείται από μόνη της. Όπως εκείνοι που ριγούν από κρυάδες ή καίγονται από πυρετό ενοχλούνται και υποφέρουν περισσότερο από εκείνους που νιώθουν τα ίδια από εξωτερική ζέστη ή κρύο, έτσι και οι λύπες οι προερχόμενες από τυχαία γεγονότα, που είναι σαν να έρχονται απ’ έξω, είναι ελαφρότερες· όμως εκείνος ο θρήνος,

κανείς άλλος δεν φταίει για τούτα – μόνο εγώ (ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΣ),

που λέγεται μετά από κάθε σφάλμα μας και που προέρχεται από μέσα μας, κάνει τον πόνο ακόμα πιο βαρύ εξαιτίας της ντροπής που νιώθουμε. Συνεπώς, ούτε το πολυτελές σπίτι ούτε η αφθονία χρυσαφιού ούτε η περηφάνια για την καταγωγή ούτε η λαμπρότητα του αξιώματος ούτε η χάρη του λόγου και η ευφράδεια παρέχουν τόση ηρεμία και γαλήνη στη ζωή όσο η καθαρή από κακές πράξεις και προθέσεις ψυχή, αυτή που έχει πηγή ζωής της το ατάραχο και αμίαντο ήθος· από την πηγή αυτή ρέουν οι καλές πράξεις που έχουν ενέργεια εμπνευσμένη και χαρούμενη, την οποία ακολουθεί μεγαλοφροσύνη, και (που έχουν) μνήμη γλυκύτερη και ασφαλέστερη από τη “γηροτρόφο” ελπίδα του Πινδάρου.

Μήπως “και τα θυμιατήρια”, όπως είπε ο Καρνεάδης, “ακόμα κι όταν έχουν αδειάσει, δεν κρατούν το άρωμά τους για πολύ καιρό”, και οι καλές πράξεις δεν αφήνουν στην ψυχή του σοφού πάντα χαριτωμένη και φρέσκια την ανάμνησή τους, με την οποία ποτίζεται η χαρά και θάλλει, και περιφρονεί όσους κλαίγονται και κατηγορούν τη ζωή πως είναι τόπος δεινών ή τόπος εξορίας που έχει οριστεί εδώ για τις ψυχές;

Ευχαριστιέμαι, επιπλέον, με τον Διογένη ο οποίος, όταν είδε τον οικοδεσπότη του στη Σπάρτη να προετοιμάζεται με υπερηφάνεια για κάποια γιορτή, είπε: “Ο καλός άνθρωπος δεν θεωρεί την κάθε μέρα γιορτή;” Και λαμπρότατη βέβαια, αν έχουμε σωφροσύνη.

Αφού η ζωή είναι η πιο τέλεια μύηση και τελετουργία στα παραπάνω, πρέπει να είναι γεμάτη ψυχική γαλήνη και χαρά και όχι, όπως συμβαίνει με τους πολλούς που περιμένουν τα Κρόνια, τα Διάσια, τα Παναθήναια και άλλες τέτοιες μέρες για να ευχαριστηθούν και ν’ αναζωογονηθούν, γελώντας το γέλιο που αγοράζουν πληρώνοντας το αντίτιμο στους μίμους και τους χορευτές.

Παρ’ ότι οι άνθρωποι χαίρονται με τα γλυκόλαλα όργανα και τα πουλιά που κελαηδούν, κι ευχαριστιούνται βλέποντας τα ζώα να παίζουν και να χοροπηδούν, ενώ, αντίθετα, δυσαρεστούνται, όταν αυτά ουρλιάζουν και βρυχώνται και δείχνουν αγριεμένα, ωστόσο, αν και βλέπουν πως η δική τους ζωή είναι αγέλαστη, κατηφής και πιεσμένη από οχληρά πάθη και προβλήματα και ατέλειωτες φροντίδες, δεν δέχονται να προσφέρουν στον εαυτό τους κάποια ανάσα και ξεκούραση από κάπου, αλλά, ακόμα κι όταν άλλοι τους παρακινούν, δεν δέχονται συμβουλή, που ακολουθώντας τη θα συμβιβάζονταν με τα παρόντα χωρίς να δυσθυμούν και θα θυμούνταν το παρελθόν με ευγνωμοσύνη, ενώ θ’ αντιμετώπιζαν και το μέλλον χωρίς φόβο και καχυποψία, με ευχάριστες και λαμπρές ελπίδες.

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, ΗΘΙΚΑ