Ι
Ιωνικό γούστο προδίνει και η πολυτελής, πολυδάπανη κι επιδεικτική ζωή της εποχής των τυράννων, που, αρχίζοντας μαζί με τον έκτο αιώνα, φτάνει στη μεγαλύτερη ακμή της στο δεύτερο μισό του. Σχεδόν όλοι οι τύραννοι ήταν άνδρες με αριστοκρατική καταγωγή, που όμως ήρθαν σε ρήξη με την τάξη τους, ανέλαβαν την ηγεσία των δυσαρεστημένων μαζών και κατέλαβαν την εξουσία με πραξικόπημα. Η λέξη τύραννος, που είναι ξένη (πιθανότατα λυδική), σημαίνει τον άρχοντα και δεν ήταν ποτέ επίσημος τίτλος· στην αρχή δεν είχε καθόλου τη μισητή έννοια που της έδωσαν αργότερα οι Έλληνες και που διατηρήθηκε ως σήμερα· ακόμα και οι τραγωδοί τη χρησιμοποιούν συνήθως με απόλυτα αντικειμενική σημασία, αλλά καμιά φορά της δίνουν ήδη αρνητική χροιά. Ο Πλάτων λέει ότι η βασιλεία και η τυραννίδα διακρίνονται μεταξύ τους με βάση τα γνωρίσματα της αυτοβουλίας και της βίαιης επιβολής ή της νομιμότητας και της παρανομίας. Αυτό είναι σωστό, από την άποψη ότι η εξουσία των τυράννων είχε πράγματι εγκαθιδρυθεί παράνομα και, απειλημένη από δεξιά κι αριστερά, έπαιρνε αναγκαστικά τη μορφή στρατιωτικής δικτατορίας. Ας σημειώσουμε, με την ευκαιρία, ότι και στους Ρωμαίους η έκφραση «μεταχειρίζομαι κάποιον βασιλικά» (regie) σήμαινε περίπου: του φέρνομαι δεσποτικά και ωμά· επομένως, η έννοια του rex (βασιλιά) πέρασε και σ’ αυτούς από παρόμοια αλλαγή όπως στους Έλληνες ο τύραννος.
Οι τύραννοι, όπως ήταν φυσικό, ήταν ιδιότροποι και ισχυρογνώμονες, αλλά τις περισσότερες φορές ήταν και έξοχοι ηγεμόνες. Αυτοί προ πάντων είναι που για πρώτη φορά πραγματοποίησαν την ισότητα πλούσιου και φτωχού, αριστοκράτη και πληβείου. Επίσης μόχθησαν, με μεγάλη επιτυχία, για την ανύψωση του πολιτισμού: στα χρόνια τους άνθησαν το εμπόριο και η βιομηχανία, η τέχνη και η επιστήμη. Ανάμεσά τους είχαν ένα είδος αλληλεγγύης, που προσπαθούσαν να την εδραιώσουν με δεσμούς γάμου. Κατά τα άλλα, η εξωτερική τους πολιτική ήταν ιμπεριαλιστική και η εσωτερική τους κληρικαλιστική, αν μπορεί κανείς να εφαρμόσει αυτούς τους χαρακτηρισμούς στις ελληνικές συνθήκες. Σ’ αυτό το σημείο έμοιαζαν με τους νεότερους σφετεριστές της εξουσίας, όπως ο Κρόμγουελ, που στηρίχθηκε αποκλειστικά στους θρησκόληπτους Πουριτανούς, ο Ναπολέων Α', που φρόντισε να στεφθεί από τον Πάπα, και ο Ναπολέων Γ', που προστάτεψε το εκκλησιαστικό κράτος· και οι τρεις αυτοί ηγέτες έστρεψαν κυρίως την προσοχή τους σε επεκτατικούς «πολέμους αντιπερισπασμού». Άλλες ομοιότητες είναι ότι η υλική ευημερία γνώρισε μεγάλη άνοδο κάτω από την εξουσία των τυράννων και ότι το σύστημά τους δεν κατάφερε να επιβιώσει μετά τον θάνατό τους. Κι αυτοί επίσης δεν ήταν σε θέση να εξασφαλίσουν διάρκεια στο καθεστώς τους, που βασιζόταν εξ ολοκλήρου στις προσωπικές ικανότητες ενός ανθρώπου. Έτσι, το καθεστώς αυτό κατέρρεε συνήθως στην επόμενη κιόλας γενιά. Αν έχει κανείς την τόλμη ν’ αντικαταστήσει τους Δελφούς με το Βατικανό, τον Ισθμό της Κορίνθου με το Σουέζ και τον Παρθενώνα με την παγκόσμια έκθεση, τότε θ’ ανακαλύψει και μερικές άλλες αναλογίες. Αλλά ο πιο σωστός παραλληλισμός των αρχαίων τυράννων είναι με τους ηγεμόνες της Αναγέννησης.
Ο πρώτος μεγάλος τύραννος που ξέρουμε ήταν ο Θρασύβουλος της Μιλήτου, που κατέλαβε την εξουσία γύρω στο 600. Υπεράσπισε την ανεξαρτησία της πόλης εναντίον των Λυδών, που προέλαυναν νικηφόρα σ’ ολόκληρη σχεδόν τη δυτική Μικρά Ασία, κι έκλεισε μαζί τους συμμαχία με ευνοϊκούς όρους. Κάτω από την εξουσία του οι εμπορικές σχέσεις της Μιλήτου έφταναν απ’ τη νότια Ρωσία ως το Δέλτα του Νείλου κι απ’ τον Ευφράτη ώς την Ετρουρία. Λέγεται πως όταν ο Περίανδρος έστειλε έναν απεσταλμένο για να τον ρωτήσει ποιος ήταν ο πιο σίγουρος τρόπος για να κυβερνά κανείς, ο Θρασύβουλος οδήγησε τον απεσταλμένο σ’ ένα σταροχώραφο κι έκοψε σιωπηλά τα στάχυα που εξείχαν πάνω απ’ το πλήθος των άλλων. Το πιθανότερο είναι ότι η ιστορία αυτή είναι ανέκδοτο, αλλά είναι ένα ανέκδοτο πολύ χαρακτηριστικό.
Ουσιαστικά η τυραννίδα έμεινε περιορισμένη στις ιωνικές ακτές, σ’ ένα μέρος των νησιών και στις πνευματικά πιο ανήσυχες πόλεις της κυρίως 'Ελλάδας. Στη Μεγάλη Ελλάδα, μόλις γύρω στο 500 γνώρισε κάπως μεγαλύτερη εξάπλωση, αλλά, παρά τα συνεχή σκαμπανεβάσματα, διατηρήθηκε περισσότερο καιρό απ’ οπουδήποτε αλλού. Στον Ισθμό, η Σικυών γνώρισε κάτω από την εξουσία του Κλεισθένη μεγάλη δύναμη, που ποτέ δεν την ξανάφτασε, και η Κόρινθος απόκτησε με τον Περίανδρο μια αίγλη που οι ακτίνες της χρύσωναν τη θύμηση των κατοπινών αιώνων. Ο Περίανδρος εμπέδωσε ένα είδος «αιγαίου συμφώνου», συμμαχώντας με τον Θρασύβουλο, τον Αλυάττη της Λυδίας και τον Άμασι της Αιγύπτου, και χάρη στη μεγαλόπνοη πολιτική του έγινε ρυθμιστής των πολιτικών πραγμάτων σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, ενώ η Κόρινθος έγινε η εμπορική μητρόπολη της Μεσογείου. Τα κορινθιακά αγγεία και οι κορινθιακοί διθύραμβοι στέλνονταν σ’ ολόκληρο τον κόσμο.
Αλλά η φυσιογνωμία που απασχόλησε περισσότερο από κάθε άλλη τη φαντασία των Ελλήνων ήταν ο Πολυκράτης, που κατέλαβε την εξουσία στη Σάμο το 537, μισόν αιώνα μετά τον θάνατο του Περίανδρου. Είχε στη διάθεσή του τα πιο καλοτάξιδα καράβια και τους πιο έμπειρους ναυτικούς, με τους οποίους εξασκούσε ένα είδος πειρατικής τρομοκρατίας σ’ ολόκληρο το Αιγαίο και συσσώρευε τεράστιους θησαυρούς απ’ τα λάφυρα και τα «τέλη συνοδείας». Οι Κυκλάδες και οι Σποράδες, καθώς και πολλές παράκτιες πόλεις, ήταν φόρου υποτελείς του, ενώ η Αθήνα και η Αίγυπτος ήταν σύμμαχοί του. Ο ναός που έχτισε προς τιμή της Ήρας, και από τον οποίο ήρθαν πρόσφατα στο φως ορισμένα τμήματα, φαίνεται ότι ήταν ο καλλιτεχνικότερος και μεγαλοπρεπέστερος που υπήρχε στην Ελλάδα εκείνης της εποχής. Ένα υδραγωγείο, που το τροφοδοτούσαν με νερό βουνίσιες πηγές, ύδρευε ολόκληρη την πρωτεύουσα και το καλοκαίρι έφερνε δροσιά χάρη σε μαρμάρινα σκαλοπάτια που καταβρέχονταν. Στην τεράστια βιβλιοθήκη υπήρχαν όγκοι ελληνικών, βαβυλωνιακών και αιγυπτιακών ειληταρίων, ενώ οι κήποι των ανακτόρων ήταν γεμάτοι με φανταχτερά εξωτικά φυτά. Γύρω απ’ τον τύραννο ήταν μαζεμένα τα ωραιότερα αγόρια, οι ονομαστότεροι μεταλλοπλάστες και αρχιτέκτονες, αστρολόγοι και τραγουδιστές. Έπινε τα πιο διαλεχτά κρασιά, φορούσε τα πω φίνα πορφυρά φορέματα και περπατούσε πάνω στα ακριβότερα χαλιά, ενώ το δαχτυλίδι του Πολυκράτη, ένα αριστούργημα της κοσμηματοποιίας, δεν περίμενε τον Σίλερ για να γίνει διάσημο. Αλλά γύρω στο 530, καθώς ο δυνάστης βρισκόταν στο αποκορύφωμα της δύναμής του, αυτοεξορίσθηκε ο μεγάλος Πυθαγόρας: ένας φιλόσοφος δεν μπορούσε ν’ αντέξει τη δηλητηριώδη ατμόσφαιρα της ανελευθερίας και αστυνόμευσης. Οχτώ χρόνια αργότερα ο σατράπης των Σάρδεων παρέσυρε τον ηγεμόνα της Σάμου στη μικρασιατική ακτή, τάζοντάς του ακόμα περισσότερα πλούτη, κι εκεί έβαλε να τον σταυρώσουν ανάμεσα στους θησαυρούς που του είχε υποσχεθεί και αντίκρυ στα ονειρεμένα ακρογιάλια της Σάμου, τα ερείπια της οποίας προκάλεσαν τον θαυμασμό ακόμα και του Καλιγούλα. Το χρυσάφι, που είχε κάνει τρανό τον Πολυκράτη, τον κατάστρεψε τελικά.
Φυσικά, και σ’ αυτό επίσης το πεδίο η Σπάρτη ήταν έξω από το γενικό κλίμα. Ίδρυσε την Πελοποννησιακή Συμμαχία, ένα είδος στρατιωτικού συμφώνου, στο οποίο ανήκαν όλα τα κράτη της χερσονήσου εκτός από το Άργος, και υποστήριζε όπου μπορούσε το αριστοκρατικό κόμμα. Ακόμα και την Αθήνα προσπάθησε να θέσει υπό σπαρτιατικό έλεγχο ο βασιλιάς Κλεομένης, με την επανόρθωση της αριστοκρατίας. Γύρω στο 560 είχε επικρατήσει στην Αθήνα ο Πεισίστρατος, ένας άνθρωπος από πολύ αριστοκρατικό γένος, που πίστευε ότι οι ρίζες του γενεαλογικού του δέντρου ξεκινούσαν από τον Νέστο- ρα. Ο Πεισίστρατος κατέλαβε τη στρατηγική πόλη Σίγειο στον Ελλήσποντο, εξασφαλίζοντας έτσι την εισαγωγή σιτηρών από τα εδάφη του Πόντου, ναυπήγησε ένα πολεμικό στόλο, ανέπτυξε τη γεωργία και την οδοποιία, στόλισε την πόλη με μεγαλοπρεπείς ναούς και άλλα κτίρια, και, καθιερώνοντας τα Μεγάλα Διονύσια, στα οποία γίνονταν παραστάσεις με χορωδιακά και διαλογικά στοιχεία, έβαλε τα θεμέλια της αττικής τραγωδίας. Στα χρόνια του η λατρεία της Αθηνάς απόκτησε για πρώτη φορά την ξεχωριστή σημασία της, και το γεγονός ότι μαζί μ’ αυτήν ο Πεισίστρατος ξαναζωντάνεψε τη λατρεία των παραμελημένων από καιρό χθόνιων θεών, ιδιαίτερα της Δήμητρας, αποδείχνει το βαθύ του ένστικτο για τις ανάγκες της λαϊκής ψυχής. Προστατευμένος χάρη σε μια οχυρή ακρόπολη και μια ισχυρή σωματοφυλακή, κυβερνούσε σύμφωνα με την αρχή της πεφωτισμένης δεσποτείας, έχοντας, όπως μας λέει ο Αριστοτέλης, τη γνώμη ότι οι πολίτες πρέπει να κοιτάνε τη δουλειά τους και να τον αφήνουν να φροντίζει αυτός για το κράτος. Με την ευκαιρία, ο Αριστοτέλης προσπάθησε επίσης να μας δώσει την εικόνα του τυπικού τύραννου, έχοντας πιθανότατα στο μυαλό του τον Πεισίστρατο. Απαριθμεί τα μέσα, με τα οποία ένας τύραννος μπορεί να διατηρηθεί στην εξουσία: αποδυνάμωση των ισχυρών, εξουδετέρωση των ανυπότακτων, επιτήρηση όλων των εκδηλώσεων της ζωής, ακόμα και των επιστημονικών συζητήσεων, διατήρηση ενός μόνιμου κλίματος φόβου, παρακολούθηση των πάντων από χαφιέδες, υποκίνηση αμοιβαίων ερίδων, πόλεμοι. Από την άλλη μεριά, ο Αριστοτέλης συγκαταλέγει στα γνωρίσματα του πετυχημένου τύραννου τη μέριμνα για το κρατικό ταμείο, για τη θρησκεία, για την όψη της πόλης, για την αξιοσέβαστη εμφάνισή του, για την ανταμοιβή των ωφέλιμων υπηρεσιών (όλα αυτά όμως ο τύραννος, κατά τον Αριστοτέλη, τα κάνει μόνο για τα μάτια του κόσμου) και τελικά παραδέχεται ότι ο τύραννος δεν πρέπει να είναι και κανένας παλιάνθρωπος. Η περιγραφή αυτή είναι, αναμφίβολα, κακόβουλη.
Όταν πέθανε ο Πεισίστρατος, το 527, οι γιοί του Ίππαρχος και Ιππίας τον διαδέχθηκαν ομαλά, και όπως φαίνεται ασκούσαν την εξουσία από κοινού. Αλλά έπειτα από δεκατρία χρόνια ο Ίππαρχος δολοφονήθηκε από τον Αρμόδιο και τον Αριστογείτονα, που σκοτώθηκαν και οι δυό τους: ο πρώτος επί τόπου, ο δεύτερος από το χέρι του δήμιου. Μια ταυτόχρονη απόπειρα κατά του Ιππία απότυχε, κι έπειτα απ’ αυτά τα γεγονότα ο Ιππίας έγινε πραγματικός τύραννος. Τότε όμως ανακατεύτηκε στην υπόθεση ο Κλεομένης, περνώντας τον Ισθμό μαζί με τον πελοποννησιακό στρατό και πολιορκώντας τον Ιππία στην Ακρόπολη. Τελικά ο Ιππίας παραιτήθηκε από την εξουσία, με αντάλλαγμα ν’ αποχωρήσει απείραχτος και να πάει στο Σίγειο. Αυτό έγινε το 510. Στην κορυφή του κράτους ανέβηκε τότε ο Κλεισθένης, από το πανάρχαιο αριστοκρατικό γένος των Αλκμεωνιδών. Όμως οι σπαρτιατικοί υπολογισμοί βγήκαν λάθος, γιατί ο Κλεισθένης στράφηκε εναντίον της τάξης του κι έγινε υπερασπιστής του δήμου. Έδωσε στην Αθήνα ένα σύνταγμα, που στην ουσία ήταν το σολωνικό, βασισμένο στη λαϊκή κυριαρχία και το ταξικό δικαίωμα ψήφου. Γι’ άλλη μια φορά επενέβη ο Κλεομένης, αλλά η επιτυχία του ήταν πρόσκαιρη, κι όταν του αντιτάχθηκε ακόμα κι ο ίδιος ο συμβασιλιάς του ο στρατός διαλύθηκε. Η δημοκρατία είχε σωθεί.
ΙΙ - Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΥΡΑΝΝΙΑ
"Σοβαρότατο θέμα για κάθε πολίτευμα γενικά είναι με τους νόμους και τα υπόλοιπα μέτρα να μην είναι δυνατόν να πλουτίσουν οι άρχοντες."Και τούτο πρέπει να τηρείται κυρίως στα ολιγαρχικά πολιτεύματα" γιατί ο κόσμος ο πολύς δεν αγανακτεί τόσο επειδή δεν παίρνει αξιώματα, αντίθετα ευχαριστιέται όταν είναι ελεύθερος να ασχολείται με τις δικές του υποθέσεις, αγανακτεί όταν νομίζει ότι οι άρχοντες κλέβουν το δημόσιο χρήμα, γιατί τότε ο λαός λυπάται και για τα δυο, δηλαδή τόσο για το ότι δεν συμμετέχει στην εξουσία, όσο και για το ότι δεν συμμετέχει στα κέρδη."[1]
"Μπορούμε να ισχυριστούμε πως οι περισσότεροι τύραννοι προήλθαν από τους δημαγωγούς, αφού κέρδισαν την εμπιστοσύνη του λαού, κατηγορώντας τους προνομιούχους. Έτσι ορισμένες τυραννίδες επικράτησαν όταν οι πόλεις έγιναν πιο πολυάνθρωπες, ενώ άλλες νωρίτερα, επειδή οι βασιλείς παρέβησαν τους παραδοσιακούς νόμους και επιδίωξαν μεγαλύτερη απολυταρχία. Αλλες δημιουργήθηκαν από άτομα που πήραν αξιώματα με εκλογή (αφού τα χρόνια τα παλιά τα δημοκρατικά πολιτεύματα έκαναν μακρόχρονες τις θητείες των θρησκευτικών και πολιτικών αρχόντων). Άλλες πάλι γεννήθηκαν μέσα από τα ολιγαρχικά πολιτεύματα, αφού τα τελευταία αναδείκνυαν ένα μόνο ανώτατο άρχοντα. Με όλες τούτες τις συνθήκες εύκολα γινόταν κάποιος τύραννος, φτάνει να το ήθελε, αφού η βασιλεία και τα αξιώματα του έδιναν τη δυνατότητα." [2]
"Ο τύραννος επιδιώκει τις απολαύσεις, ενώ ο βασιλιάς να κάνει καλό. Γι' αυτό χαρακτηριστικό πλεονέκτημα του τυράννου είναι τα χρήματα, ενώ του βασιλιά οι τιμές. Αλλά και τη φρουρά του βασιλιά την αποτελούν πολίτες, ενώ του τυράννου μισθοφόροι.
Είναι φανερό ότι η τυραννίδα περιέχει όλα τα κακά της δημοκρατίας και της ολιγαρχίας. Από την ολιγαρχία έχει την επιδίωξη του πλούτου (γιατί έτσι μόνο εξασφαλίζει τη διατήρηση και την τρυφηλότητα) και την έλλειψη εμπιστοσύνης προς τον λαό (γι' αυτό του παίρνει τα όπλα, φέρεται άσχημα στο πλήθος, βασανίζει τους πολίτες, εξαναγκάζοντάς τους να φεύγουν για άλλους τόπους). Τούτα είναι ελαττώματα τόσο της τυραννίδας όσο και της ολιγαρχίας. Κι από την ακραία όμως δημοκρατία η τυραννίδα έχει πάρει τη δίωξη των επιφανών και την κρυφή και φανερή εξόντωσή τους και την εξόριση τους, αφού τους θεωρεί αντιπάλους και εμπόδιο στην εξουσία. Γιατί σ'αυτούς οφείλονται συνήθως οι προσπάθειες ανατροπής, αφού υπάρχουν άλλοι που θέλουν να ανεβούν στην εξουσία κι άλλοι που δεν ανέχονται να είναι δούλοι." [3]
"Οι τυραννίδες επιβιώνουν με δυο τελείως αντίθετους τρόπους- ο ένας είναι γνωστός από την παράδοση και μ' αυτόν κυβερνούν οι περισσότεροι τύραννοι' λέγεται ότι τα περισσότερα μέτρα τα θεσμοθέτησε ο Περίανδρος ο Κορίνθιος. Πολλά παρόμοια στοιχεία όμως υπάρχουν και στη βασιλεία των Περσών. Μερικά από εκείνα που χρησιμοποιεί η τυραννίδα για να διατηρηθεί όσο θέλει, τα έχουμε αναφέρει παλιότερα' δηλαδή τον περιορισμό των πολιτών που υπερεχουν , τον αφανισμό των γενναίων και μεγαλοφρόνων, την κατάργηση των συσσιτίων, των εταιριών, της παιδείας και όλων των σχετικών. Πρέπει ιδιαίτερα να προφυλάγονται από τη γενεσιουργό αιτία δυο παραγόντων" του αδέσμευτου φρονήματος και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Πρέπει ακόμα να μην τους αφήνουν να ιδρύουν φιλοσοφικές σχολές και κάθε άλλο είδος πνευματικού ομίλου. Γενικά οι τύραννοι πρέπει να κάνουν το παν ώστε ο ένας πολίτης να μην ξέρει τον άλλο (γιατί η γνωριμία μεταξύ των ανθρώπων καλλιεργεί την εμπιστοσύνη)" [4]
"Εκτός από τα παραπάνω μπορούμε να αναφέρουμε και άλλα περσικά και βαρβαρικά μέτρα της τυραννίδας (όλα στοχεύουν σ' ένα σκοπό) να μην τους διαφεύγει τι λένε και τι κάνουν οι αρχόμενοι και να υπάρχουν κατάσκοποι' όπως στις Συρακούσες έχουν τις γυναίκες που λέγονται «ποταγωγίδες» και τους ωτακουστές, που έστελνε ο Ιέρων σε όλες τις φιλικές και πολιτικές συγκεντρώσεις (από φόβο για τους ανθρώπους εκείνους οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να εκφραστούν ελεύθερα' κι αν εκφραστούν ελεύθερα, περνούν λιγότερο απαρατήρητοι). Άλλη μέθοδος των τυράννων είναι να συκοφαντούν και να προκαλούν φιλονικία μεταξύ φίλων, μεταξύ του λαού και των επιφανών, και μεταξύ των πλουσίων. Μια μέθοδος των τυράννων είναι να φτωχαίνουν τους αρχόμενους επιβάλλοντας φόρους, ώστε οι φρουροί τους να συντηρούνται με δικά τους έξοδα, και για να μη διαθέτουν χρόνο για συνωμοσίες εναντίον τους, αφού για να συντηρήσουν την οικογένεια πρέπει να δουλέψουν. Παράδειγμα οι Πυραμίδες της Αιγύπτου, τα αφιερώματα των Κυψελιδών, ο ναός του Ολύμπιου Δία από τον Πεισίστρατο και τους γιους του στην Αθήνα και τα έργα του Πολυκράτη στη Σάμο (όλα στον ίδιο σκοπό αποβλέπουν, στην απασχόληση και τη φτώχεια των αρχομένων). Αλλο παράδειγμα είναι οι υψηλοί φόροι στις Συρακούσες (την εποχή του Διονυσίου οι πολίτες πλήρωναν σε πέντε χρόνια όλη την περιουσία τους για φόρο86). Ο τύραννος είναι και φιλοπόλεμος, για δυο λόγους· κρατά τους πολίτες απασχολημένους και χρειάζονται κι αρχηγό. Τη βασιλεία τη σώζουν οι πιστοί οπαδοί, ενώ χαρακτηριστικό της τυραννίδας είναι ότι δεν εμπιστεύεται τους φίλους, γιατί ενώ όλοι οι πολίτες επιθυμούν την κατάλυση μόνο αυτοί μπορούν να την πετύχουν." [5]
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ - ΒΙΒΛΙΟ V
[1] 1308b -30~35
[2] 1310b -15~20
[3] 1311a - 0~10
[4] 1311a -30~40
[5] 1313b - 0~25
ΙΙΙ - Τα βασικά γνωρίσματα του τυραννικού καθεστώτος
Το τυραννικό καθεστώς της εξεταζόμενης περιόδου, ή η πρώιμη τυραννίδα, όπως χαρακτηρίζεται από τους ιστορικούς, είναι νέο είδος καθεστώτος για την Ελλάδα και διαφέρει έτσι από τα άλλα καθεστώτα. Τόσο από το καθεστώς της βασιλείας και το αριστοκρατικό καθεστώς όσο, πολύ περισσότερο, από το δημοκρατικό καθεστώς της εποχής. Ο τύραννος δεν είναι κληρονομικός άρχοντας ούτε εκλέγεται από κανέναν. Παίρνει την εξουσία με τη βία και τη διατηρεί και την ασκεί με τη βία. Δεν λογοδοτεί σε κανέναν ούτε ελέγχεται από κανέναν. Επίσης αυτός μόνο έχει το δικαίωμα να ορίζει και να παύει τους άλλους άρχοντες. Τους στρατολογεί συνήθως από τις γραμμές των αριστοκρατών και με κριτήριο την αφοσίωσή τους και τη δουλικότητά τους απέναντί του.
Σε ορισμένες πάντως περιπτώσεις διατηρούνται στο καθεστώς της τυραννίδας η Βουλή και η Συνέλευση του λαού καθώς και άλλοι δημοκρατικοί θεσμοί του προηγούμενο καθεστώτος (αριστοκρατικού ή δημοκρατικού). Το γεγονός αυτό δεν αλλάζει ωστόσο τον αυταρχικό, αντιδημοκρατικό χαρακτήρα του τυραννικού καθεστώτος, γιατί οι θεσμοί αυτοί καταντούν καθαρά τυπικοί. Δεν έχουν στην πραγματικότητα κανένα δικαίωμα εκτός από το να εγκρίνουν τις αποφάσεις του τυράννου και ιδιαίτερα τους διορισμούς και καθαιρέσεις αρχόντων που έχουν ήδη προαποφασιστεί ή πραγματοποιηθεί από τον ίδιο.
Σημειώνουμε με την ευκαιρία ότι ο θεσμός της αιρετότητας δεν υπάρχει μόνο στο δημοκρατικό καθεστώς, αλλά και στο αριστοκρατικό καθεστώς. Και σ΄αυτό το καθεστώς οι άρχοντες δεν διορίζονται, άμεσα ή έμμεσα, από κάποιο άτομο-φορέα της ανώτατης εξουσίας. Εκλέγονται από τη βουλή και η εκλογή τους επικυρώνεται (ή και γίνεται απευθείας) από τη συνέλευση του λαού. Δικαίωμα ωστόσο εκλεξιμότητας, υποψηφιότητας έχουν μόνο οι αριστοκράτες (“ευγενείς”, “ευπατρίδες”) ή, για τα ανώτερα αξιώματα, τα μέλη μιας μερίδας των αριστοκρατών, ενός ορισμένου αριστοκρατικού γένους.
Ο θεσμός της αιρετότητας των αρχόντων στο αριστοκρατικό καθεστώς παρουσιάζει μια ολόκληρη εξέλιξη η οποία είναι αποτέλεσμα (από μια ορισμένη περίοδο και μετά) του αγώνα κυρίως του δήμου για τον “εκδημοκρατισμό” του αριστοκρατικού καθεστώτος. Στην αρχή οι άρχοντες ήταν ισόβιοι και δικαίωμα εκλεξιμότητας για όλα τα δημόσια αξιώματα είχαν όσοι ανήκαν σε ένα ορισμένο αριστοκρατικό γένος. Αργότερα (το 753) η θητεία τους περιορίστηκε σε δέκα χρόνια, και το δικαίωμα εκλεξιμότητας στα δημόσια αξιώματα επεκτάθηκε (το 714), σ’ όλα τα αριστοκρατικά γένη. Τέλος (το 683), η θητεία των αρχόντων μειώθηκε από δέκα χρόνια σ’ ένα μονάχα.
Το αριστοκρατικό καθεστώς είναι λοιπόν “δημοκρατικό”, μη αυταρχικό καθεστώς για την κυρίαρχη τάξη, την αριστοκρατία των γενών.
Το αντίθετο συμβαίνει με το τυραννικό καθεστώς. Είναι αυταρχικό, αντιδημοκρατικό για την τάξη αυτή καθώς και για όλες τις άλλες τάξεις. Το γεγονός δεν είναι ανεξήγητο. Η κοινωνική μερίδα στην οποία στηρίζεται το τυραννικό καθεστώς δεν έχει τη δυνατότητα να επιβάλλει, να “περάσει” τη θέλησή της με δημοκρατικά μέσα, με κάποια μορφή πολιτικής δημοκρατίας, γιατί είναι μια μικρή μειοψηφία, μικρότερη κι από την αριστοκρατία των γενών και τη χωρίζουν βαθιές ανταγωνιστικές αντιθέσεις με τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, το λαό. Τα μόνα αποτελεσματικά μέσα που μπορεί να χρησιμοποιήσει γι’ αυτό το σκοπό – και τα χρησιμοποιεί πράγματι όσο έχει τη δυνατότητα – είναι έτσι τα μέσα με τα οποία πήρε την εξουσία, τα κάθε λογής αντιδημοκρατικά μέσα και κατά πρώτο λόγο η βία και η τρομοκρατία.
Πολύ πιο αυταρχικό είναι φυσικά το τυραννικό καθεστώς για τον πιο ισχυρό και πιο επικίνδυνο αντίπαλό του, το λαό, το δήμο στην κυριολεξία.
Όπως ωστόσο συμβαίνει κατά κανόνα μ’ όλα τα δικτατορικά κι αντιλαϊκά καθεστώτα, το τυραννικό καθεστώς δεν αναγνωρίζει το γνώρισμά του αυτό. Έτσι, στην περίοδο που μας απασχολεί καθώς εξάλλου και στην κατοπινή (την περίοδο της όψιμης τυραννίδας (από το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου ως την κατάργηση της πόλης-κράτους, λιγότερο πάντως στη δεύτερη περίοδο)) οι τύραννοι παρουσιάζονται σαν προστάτες του λαού και υπερασπιστές των συμφερόντων του.
Στην πραγματικότητα άλλος βέβαια είναι ο προορισμός τους. Η εξυπηρέτηση των συμφερόντων της νέας και πιο πλούσιας μερίδας της δουλοχτητικής τάξης, μερίδας που ασχολείται βασικά με το εμπόριο και αποτελείται στην πλειοψηφία της από πολίτες μη αριστοκρατικής προέλευσης. Και στο βαθμό που συμβιβάζονται μ’ αυτά, η εξυπηρέτηση επίσης των οικονομικών συμφερόντων των αριστοκρατικών γενών και των άλλων στρωμάτων της τάξης των ελεύθερων (και πολιτών).
Στα πλαίσια και για την πραγματοποίηση της πολιτικής τους στον οικονομικό τομέα οι τύραννοι δημιούργησαν γενικά καλύτερους όρους για ΄την ανάπτυξη της εμπορευματικής παραγωγής και του εμπορίου. Επίσης, πήραν μέτρα για τη βελτίωση όπως θα λέγαμε του βιωτικού επιπέδου των πιο φτωχών στρωμάτων (απαλλαγή από τα υπερβολικά φορολογικά βάρη, εκτέλεση από το κράτος έργων κοινής ωφέλειας, περιορισμός της αύξησης των δούλων κλπ) και ενίσχυσαν το ρόλο του κράτους στον τομέα της διοίκησης και της δικαιοσύνης (αφαίρεση της διοικητικής και δικαστικής εξουσίας από τα διάφορα “τοπικά” αριστοκρατικά γένη και ανάθεσή τους σε κεντρικά, αρμόδια για όλη την επικράτεια κρατικά όργανα). Τέλος ευνόησαν γενικά την τεχνική πρόοδο και την ανάπτυξη της τέχνης και της επιστήμης (στο βαθμό εννοείται που επέτρεπε και εξυπηρετούνταν το τυραννικό καθεστώς).
Το βασικό ωστόσο γνώρισμα της πολιτικής των τυράννων είναι η ικανοποίηση των ιδιαίτερων, καθαρά “ταξικών” συμφερόντων της τάξης – στρώματος που εκπροσωπούν. Έτσι, η κυριότερη αιτία της κρίσης και κατάρρευσης του αριστοκρατικού καθεστώτος δεν εξαλείφθηκε. Συνεχίστηκε και βάθυνε η πόλωση των πολιτών σε πολύ πλούσιους, “σφόδρα εύπορους” από τη μια μεριά και φτωχούς και πολύ φτωχούς, “σφόδρα απόρους” από την άλλη.
Θύματα της διαδικασίας αυτής, της όλης οικονομικής πολιτικής του τυραννικού καθεστώτος είναι όλες οι μερίδες του δήμου μαζί και το μεσαίο τμήμα του καθώς και (σε λιγότερο φυσικά βαθμό) μια σημαντική μερίδα των αριστοκρατικών γενών.
Για το λόγο αυτόν άπό τη στιγμή κιόλας της επιβολής του τυραννικού καθεστώτος αρχίζει, με τη μια ή την άλλη μορφή, ο αγώνας του λαού ενάντια σ’ αυτό. Κι επειδή πρόκειται για καθεστώς καθαρά αυταρχικό, καθεστώς που δεν επιδέχεται κανενός είδους “εκδημοκρατισμό”, ο βασικός στόχος του αγώνα δεν μπορεί να είναι και δεν είναι άλλος από την ανατροπή του και την εγκαθίδρυση αντίθετου είδους, αντιαυταρχικού, δημοκρατικού καθεστώτος. Καθεστώς εξουσίας του λαού και διοίκησης του κράτους από το λαό και για το λαό.
Στον αγώνα αυτόν παίρνει μέρος και μάλιστα σαν σύμμαχος συνήθως του λαού, για τους δικούς της ωστόσο σκοπούς, (σε ό, τι αφορά τη λύση του πολιτειακού ζητήματος, μετά την ανατροπή του τυραννικού καθεστώτος) η παραπάνω αναφερόμενη μερίδα της τάξης των αριστοκρατικών γενών.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, χάρη στην αντίσταση του λαού και των άλλων αντιπάλων του τυραννικού καθεστώτος, ματαιώνεται, στην προκείμενη περίοδο, η επικράτηση του τυραννικού καθεστώτος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Σπάρτη. Ο δήμος στην πόλη αυτή και η αντιτυραννόφρονη μερίδα της αριστοκρατίας των γενών η οποία ήταν φαίνεται επικεφαλής του αγώνα, απόκρουσαν όλες τις απόπειρες επιβολής τυραννικού καθεστώτος και σαν αποτέλεσμα της κοίνής νίκης και ύστερα από συμφωνία, συμβιβασμό που επιτεύχθηκε ανάμεσα στους νικητές, έγιναν σπουδαιότατες αλλαγές στο καθεστώς της χώρας. Έτσι, η πόλη απόκτησε γραπτούς νόμους (γύρω στα 650 π.Χ., πρόκειται για τους λεγόμενους νόμους του Λυκούργου) σύμφωνα με τους οποίους έπρεπε να διοικείται στο μέλλον. Επίσης εξασφαλίστηκε ως ένα βαθμό στο δήμο το δικαίωμα και η δυνατότητα να συμμετέχει στη διοίκηση του κράτους και ιδιαίτερα στην εκλογή και στον έλεγχο των αρχόντων.
Ανάλογη τύχη είχαν, στην εξεταζόμενη περίοδο, και οι απόπειρες επιβολής τυραννικού καθεστώτος στην Αθήνα. Η σπουδαιότερη απ’ αυτές είναι το πραξικόπημα που έκανε (το 636 π.Χ., πιθανότατα) ο αριστοκράτης “ευπατρίδης” και αρχηγός της τυραννόφρονης παράταξης Κύλων με τη βοήθεια του τυράννου των Μεγάρων Θεαγένη για την εγκαθίδρυση τυραννικού καθεστώτος.
Ο υποψήφιος τύραννος σημείωσε στην αρχή ορισμένες επιτυχίες. Η αντίσταση ωστόσο που πρόβαλε ο δήμος (κυρίως το ένοπλο τμήμα του, οι “οπλίτες”, όπως λένε οι σχετικές αρχαίες μαρτυρίες) και μαζί του η αντιτυραννόφρονη μερίδα των αριστοκρατικών γενών, ήταν τόσο ισχυρή και αποτελεσματική που τελικά το πραξικόπημα απότυχε και πολλοί από τους πρωτεργάτες του και υποστηρικτές του τιμωρήθηκαν με επί τόπου εκτέλεση.
Αντίθετα απ’ ό,τι συνέβη στη Σπάρτη, στην Αθήνα δεν έγινε μετά τη νίκη αυτή καμιά ουσιαστική αλλαγή στο καθεστώς. Η κυρίαρχη τάξη των αριστοκρατικών γενών, των ευπατρίδων κατάφερε να διατηρήσει ακέραια την εξουσία της κι από τα αιτήματα του λαού δέχτηκε μόνο ένα. Τη θέσπιση γραπτών νόμων (νόμοι του Δράκοντα, 621 π.Χ.).
Το νόημα ωστόσο και ο σκοπός της μεταρρύθμισης αυτής ήταν η κατοχύρωση και προστασία των συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης και ιδιαίτερα των πλούσιων γαιοκτητών. Έιτσι ο αγώνας του δήμου για την πραγματοποίηση των επιδιώξεών του δεν σταμάτησε αλλά συνεχίστηκε και μάλιστα με μεγαλύτερη ένταση.
Καρπός της νέας αυτής φάσης του αγώνα του δήμου στην Αθήνα κατά του αριστοκρατικού καθεστώτος υπήρξε η οριστική ανατροπή του αριστοκρατικού καθεστώτος και η εγκαθίδρυση της δημοκρατίας του Σόλωνα.
Ίδιου τύπου καθεστωτικές αλλαγές έγιναν, στην εξεταζόμενη περίοδο και σε άλλες πόλεις-κράτη, από τις οποίες η πιο γνωστή είναι η περίπτωση της Χίου.
Το καθεστώς του Σόλωνα είναι η πρώτη, η αρχική μορφή του δημοκρατικού καθεστώτος που γνώρισε η αρχαία Ελλάδα. Παραλλαγή του δημοκρατικού καθεστώτος αυτού του είδους αποτελεί το καθεστώς της αισυμνητείας. Εμφανίστηκε στην περίοδο αυτή που μας ενδιαφέρει εδώ στη Μυτιλήνη (επικεφαλής του ήταν ο Πιττακός) και αλλού. Είναι ένα είδος προεδρικής δημοκρατίας της αρχαιότητας. Παρουσιάζει ωστόσο μια αξιόλογη διαφορά με το καθεστώς τύπου δημοκρατίας του Σόλωνα. Είναι δημοκρατικό μόνο για το δήμο, το λαό. Για την τάξη των αριστοκρατών είναι αυταρχικό, “δικτατορικό”.
Με τη μεταπολίτευση του Σόλωνα στην Αθήνα, ο αγώνας για το πολιτειακό δεν σταμάτησε. Αντίθετα, συνεχίστηκε με μεγαλύτερη ένταση και με όλα τα μέσα τόσο από την πλευρά του δήμου όσο κι από την πλευρά των αντιπάλων του, των οπαδών του αριστοκρατικού και του τυραννικού καθεστώτος. Οι τελευταίοι, οι “τυραννόφρονες” είναι τώρα ο πιο ισχυρός αντίπαλος του δήμου. Για τον λόγο αυτόν υποστηρίζονται ανοιχτά ή κρυφά από τη μερίδα των αριστοκρατικών που βάζει τις πολιτικές της αντιθέσεις και διαφορές με τη δημοκρατική παράταξη πάνω από εκείνες που τη χωρίζουν με την παράταξη των τυραννοφρόνων και προτιμά έτσι, σαν μικρότερο κακό, το τυραννικό καθεστώς από το δημοκρατικό καθεστώς.
Ο αγώνας ανάμεσα στις δύο βασικές αντίπαλες παρατάξεις, τη δημοκρατική και την τυραννόφρονη ήταν από τους πιο μακρόχρονους. Κράτησε έναν αιώνα περίπου και η πρώτη φάση του έληξε με νίκη της παράταξης των τυραννοφρόνων. Ανατράπηκε (το 561) η δημοκρατία του Σόλωνα και επιβλήθηκε τυραννικό καθεστώς με επικεφαλής έναν αριστοκράτη, τον Πεισίστρατο, που εμφανιζόταν σαν ένθερμος οπαδός του Σόλωνα και είχε κατορθώσει να γίνει αρχηγός της δημοκρατικής παράταξης.
Με την άνοδο του Πεισίστρατου στην εξουσία ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος που είχε δυο φορές σαν αποτέλεσμα την απομάκρυνση τυράννου από την εξουσία και την εξόρισή του.
Η φάση αυτή του αγώνα τερματίστηκε επίσης με νίκη των αντιπάλων της δημοκρατίας. Με την επάνοδο του Πεισίστρατου στην εξουσία (το 546).
Ακολούθησε περίοδος σχετικής “σταθεροποίησης” του τυραννικού καθεστώτος, αλλά και συνέχισης του αγώνα της δημοκρατικής παράταξης για την ανατροπή του. Με το θάνατο του Πεισίστρατου και την άνοδο του γιου του Ιππία στην εξουσία ο αγώνας ενάντια στο καθεστώς αυτό δυνάμωσε σε τέτοιο βαθμό που σχετικά σύντομα επιτεύχθηκε ο σκοπός του και μάλιστα ολοκληρωτικά. Με εξέγερση του δήμου, που ήταν από τις πιο καλά οργανωμένες του είδους της, ανατράπηκε συθέμελα (το 510 π.Χ.) το καθεστώς των τυράννων και εγκαθιδρύθηκε η δημοκρατία του Κλεισθένη. Καθεστώς ανώτερο, πιο δημοκρατικό, από το καθεστώς του Σόλωνα.
Η νίκη αυτή του δήμου της Αθήνας αποδείχτηκε η πιο σημαντική απ’ όλες του είδους της. Μαζί κι από εκείνη που εκφράστηκε με την επικράτηση του πρώτου δημοκρατικού καθεστώτος (της δημοκρατίας του Σόλωνα). Σήμανε τον οριστικό τερματισμό της παρουσίας της πρώιμης τυραννίδας στον πολιτικό στίβο της Ελλάδας και ταυτόχρονα άνοιξε μια νέα και τη σπουδαιότερη περίοδο στην ιστορία του δημοκρατικού καθεστώτος. Περίοδο που κρατάει δύο περίπου αιώνες και τελειώνει με το τέλος της πόλης-κράτους. Με την ουσιαστική και οριστική κατάργηση αυτής της μορφής κράτους που έφερε η επιβολή της κυριαρχίας του κράτους της Μακεδονίας στην Ελλάδα.
Στην περίοδο αυτή, που χαρακτηρίζεται κι από την πιο πλούσια άνθιση του πολιτισμού, η Αθήνα και οι περισσότερες από τις άλλες τις αναπτυγμένες πόλεις-κράτη δεν γνώρισαν ουσιαστικά άλλο καθεστώς εκτός από το δημοκρατικό παρά μόνο μια φορά και για πολύ μικρό διάστημα. Όταν, σαν αποτέλεσμα της ήττας τους στον Πελοποννησιακό πόλεμο, έχασαν την ανεξαρτησία τους και τους επιβλήθηκε απ’ έξω, από τη νικήτρια και αντίμαχη της δημοκρατίας Σπάρτη, ένα νέου είδους (σε σύγκριση με το παλιό και γνωστό ως τότε) τυραννικό καθεστώς (όψιμη τυραννίδα). Καθεστώς που πολύ γρήγορα, μέσα σε μερικούς μήνες, κατεδαφίστηκε από τη δημοκρατική παράταξη, το λαό στο σύνολό του, και παλινορθώθηκε το πατροπαράδοτο, “πάτριο” καθεστώς τύπου δημοκρατίας του Κλεισθένη – Περικλή.