Κυριακή 28 Ιουλίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Ὄρνιθες (92-134)

ΕΠΟΨ
ἄνοιγε τὴν ὕλην, ἵν᾽ ἐξέλθω ποτέ.
ΕΥ. ὦ Ἡράκλεις, τουτὶ τί ποτ᾽ ἐστὶ θηρίον;
τίς ἡ πτέρωσις; τίς ὁ τρόπος τῆς τριλοφίας;
95 ΕΠ. τίνες εἰσί μ᾽ οἱ ζητοῦντες; ΕΥ. οἱ δώδεκα θεοὶ
εἴξασιν ἐπιτρῖψαί σε. ΕΠ. μῶν με σκώπτετον
ὁρῶντε τὴν πτέρωσιν; ἦν γάρ, ὦ ξένοι,
ἄνθρωπος. ΕΥ. οὐ σοῦ καταγελῶμεν. ΕΠ. ἀλλὰ τοῦ;
ΕΥ. τὸ ῥάμφος ἡμῖν σου γέλοιον φαίνεται.
100 ΕΠ. τοιαῦτα μέντοι Σοφοκλέης λυμαίνεται
ἐν ταῖς τραγῳδίαισιν ἐμέ, τὸν Τηρέα.
ΕΥ. Τηρεὺς γὰρ εἶ σύ; πότερον ὄρνις ἢ ταὧς;
ΕΠ. ὄρνις ἔγωγε. ΕΥ. κᾆτά σοι ποῦ τὰ πτερά;
ΕΠ. ἐξερρύηκε. ΕΥ. πότερον ὑπὸ νόσου τινός;
105 ΕΠ. οὔκ, ἀλλὰ τὸν χειμῶνα πάντα τὤρνεα
πτερορρυεῖ, κᾆτ᾽ αὖθις ἕτερα φύομεν.
ἀλλ᾽ εἴπατόν μοι σφὼ τίν᾽ ἐστόν; ΕΥ. νώ; βροτώ.
ΕΠ. ποδαπὼ τὸ γένος; ΕΥ. ὅθεν αἱ τριήρεις αἱ καλαί.
ΕΠ. μῶν ἡλιαστά; ΕΥ. μἀλλὰ θἀτέρου τρόπου,
110 ἀπηλιαστά. ΕΠ. σπείρεται γὰρ τοῦτ᾽ ἐκεῖ
τὸ σπέρμ᾽; ΕΥ. ὀλίγον ζητῶν ἂν ἐξ ἀγροῦ λάβοις.
ΕΠ. πράγους δὲ δὴ τοῦ δεομένω δεῦρ᾽ ἤλθετον;
ΕΥ. σοὶ ξυγγενέσθαι βουλομένω. ΕΠ. τίνος πέρι;
ΕΥ. ὅτι πρῶτα μὲν ἦσθ᾽ ἄνθρωπος ὥσπερ νώ ποτε,
115 κἀργύριον ὠφείλησας ὥσπερ νώ ποτε,
κοὐκ ἀποδιδοὺς ἔχαιρες ὥσπερ νώ ποτε·
εἶτ᾽ αὖθις ὀρνίθων μεταλλάξας φύσιν
καὶ γῆν ἐπέπτου καὶ θάλατταν ἐν κύκλῳ,
καὶ πάνθ᾽ ὅσαπερ ἄνθρωπος ὅσα τ᾽ ὄρνις φρονεῖς.
120 ταῦτ᾽ οὖν ἱκέται νὼ πρὸς σὲ δεῦρ᾽ ἀφίγμεθα,
εἴ τινα πόλιν φράσειας ἡμῖν εὔερον
ὥσπερ σισύραν ἐγκατακλινῆναι μαλθακήν.
ΕΠ. ἔπειτα μείζω τῶν Κραναῶν ζητεῖς πόλιν;
ΕΥ. μείζω μὲν οὐδέν, προσφορωτέραν δὲ νῷν.
125 ΕΠ. ἀριστοκρατεῖσθαι δῆλος εἶ ζητῶν. ΕΥ. ἐγώ;
ἥκιστα· καὶ τὸν Σκελλίου βδελύττομαι.
ΕΠ. ποίαν τιν᾽ οὖν ἥδιστ᾽ ἂν οἰκοῖτ᾽ ἂν πόλιν;
ΕΥ. ὅπου τὰ μέγιστα πράγματ᾽ εἴη τοιάδε.
ἐπὶ τὴν θύραν μου πρῴ τις ἐλθὼν τῶν φίλων
130 λέγοι ταδί· «πρὸς τοῦ Διὸς τοὐλυμπίου
ὅπως παρέσει μοι καὶ σὺ καὶ τὰ παιδία
λουσάμενα πρῴ· μέλλω γὰρ ἑστιᾶν γάμους·
καὶ μηδαμῶς ἄλλως ποήσῃς· εἰ δὲ μή,
μή μοι τότ᾽ ἔλθῃς, ὅταν ἐγὼ πράττω κακῶς.»

***
Ο ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ, πίσω από τα δέντρα.Ανοίξτε μου... τα χόρτα, νά ᾽βγω πια έξω.Παρουσιάζεται· τα φτερά του είναι μισομαδημένα.
ΕΥΕ. Βρε τί θεριό είναι τούτο; Θεέ μου! Κοίτα
φτερούγες· κοίτα τρίδιπλο λοφίο.
ΤΣΑ. Ποιοί ᾽ναι που με ζητούν; ΕΥΕ. Οι θεοί του Ολύμπου
θα σ᾽ έχουνε ρημάξει. ΤΣΑ. Τα φτερά μου
κοιτάτε εσείς και κοροϊδεύετε ίσως;
Άνθρωπος ήμουν, ξένοι, στα παλιά μου.
ΕΥΕ. Μπα, δε γελούμε εσένα. ΤΣΑ. Ποιόν γελάτε;
ΕΥΕ. Το ράμφος σου είναι λίγο σαν αστείο.
100 ΤΣΑ. Στα δράματά του ο Σοφοκλής σε τέτοια
χάλια με δείχνει, εμένα, τον Τηρέα.
ΕΥΕ. Είσαι ο Τηρέας λοιπόν; Πουλί ή παγόνι;
ΤΣΑ. Πουλί. ΕΥΕ. Και τότε, πού είναι τα φτερά σου;
ΤΣΑ. Μαδήσαν. ΕΥΕ. Απ᾽ αρρώστια; ΤΣΑ. Α όχι, μα όλων
των πουλιών τα φτερά, σα χειμωνιάζει,
πέφτουνε και φυτρώνουν ύστερα άλλα.
Μα ποιοί είστ᾽ εσείς; ΕΥΕ. Θνητοί. ΤΣΑ. Πατρίδα; ΕΥΕ. Ο τόπος
που έχει τα ωραία καράβια του πολέμου.
ΤΣΑ. Φίλοι ίσως των δικών; ΕΥΕ. Απεναντίας·
110 εχθροί τους. ΤΣΑ. Τέτοιο χόρτο εκεί φυτρώνει;
ΕΥΕ. Αν ψάξεις, βρίσκεις λίγο στα χωράφια.
ΤΣΑ. Κι ανάγκη ποιά σας έφερε εδώ πάνω;
ΕΥΕ. Μ᾽ εσένα να τα πούμε. ΤΣΑ. Για ποιό θέμα;
ΕΥΕ. Όπως εμείς κι εσύ ήσουν κάποτε άντρας·
όπως εμείς, κι εσύ λεφτά χρωστούσες·
όπως εμείς, αν τα ᾽τρωγες χαιρόσουν·
σαν έγινες πουλί, πετούσες πάνω
από στεριές και θάλασσες, και ξέρεις
έτσι όσα ξέρουν κι οι άνθρωποι και τα όρνια.
120 Γι᾽ αυτό ήρθαμε σ᾽ εσένα ικέτες, μήπως
μας βρεις μια πολιτεία καλή για ξάπλα,
σαν απαλή ομορφόμαλλη αντρομίδα.
ΤΣΑ. Θες άλλη πιο μεγάλη απ᾽ την Αθήνα;
ΕΥΕ. Πιο βολικιά· δεν είπα πιο μεγάλη.
ΤΣΑ. Αριστοκρατικές ιδέες σα να ᾽χεις.
ΕΥΕ. Δε θέλω ούτε ν᾽ ακούω για αριστοκράτες.
ΤΣΑ. Σαν τί είδους πόλη τότε σας αρέσει;
ΠΙΣ. Μια που οι μεγάλες μου έγνοιες θα ήταν τέτοιες
να πούμε: Νά ᾽ρθει σπίτι μου ένας φίλος
130 πρωί πρωί και να μου πει: «Ετοιμάζω
τραπέζι γάμου· σε καλώ· λουστείτε
νωρίς κι ελάτε, εσύ κι η φαμελιά σου·
αλλιώς, κάτι δυσάρεστο αν μου τύχει,
στο σπίτι μου δε θέλω να πατήσεις.»

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ

ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ
(αστερισμός)

Καταγωγή


Ο Ασκληπιός είναι ο καρπός του έρωτα του θεού Απόλλωνα και μιας θνητής, το όνομα της οποίας ποικίλλει ανάλογα με τις τοπικές παραδόσεις.
 
Η εκδοχή του Πινδάρου
 
Ο Πίνδαρος, στον Πυθιόνικο* για τον Ιέρωνα τον Συρακόσιο, παραδίδει την ιστορία της γέννησης του Ασκληπιού, καρπό του έρωτα του θεού της μαντικής για την Κορωνίδα, κόρη του Θεσσαλού βασιλιά Φλεγύα. Εκείνη, τον καιρό που περίμενε το παιδί της και ενάντια στη βούληση του πατέρα της που ήθελε άλλο γάμο, δόθηκε στον Ίσχη, γιο του Έλατου και αδελφό του Καινέα. Και ο Απόλλωνας την κουρούνα που του έφερε την είδηση (άλλοι λένε ότι η τέχνη του του αποκάλυψε την αλήθεια) την καταράστηκε και από άσπρη που ήταν την έκανε μαύρη. Όσο για την Κορωνίδα, τη σκότωσε για την απιστία της. Αλλά όπως ο Δίας δεν μπορούσε να αφήσει τον γιο του Διόνυσο να καεί μαζί με τη μητέρα του Σεμέλη και τράβηξε το παιδί από τα σπλάχνα της, το ίδιο και ο Απόλλωνας, άρπαξε το μωρό από την κοιλιά της μάνας του, την ώρα που το σώμα της Κορωνίδας καιγόταν στη νεκρική πυρά**.
 
Παραλλαγή στην εκδοχή του Πινδάρου θέλει την Άρτεμη να σκοτώνει την Κορωνίδα για την ύβρη που διέπραξε η θνητή απέναντι στον θεϊκό αδελφό της και τον Ερμή να σώζει το παιδί από την πυρά (Παυσ. 2.26.4).
 
Η εκδοχή της Επιδαύρου
 
Για να εξηγηθεί η έντονη παρουσία του Ασκληπιού στην Επίδαυρο της Πελοποννήσου, ο καταγωγικός μύθος του ήρωα και θεού της ιατρικής τροποποιήθηκε ελαφρά. Ο παππούς του Φλεγύας ήταν πολεμοχαρής ληστής που ήρθε στην Πελοπόννησο υποτίθεται για να την επισκεφθεί και να τη θαυμάσει, στην πραγματικότητα όμως για να διαπιστώσει το μάχιμο των κατοίκων και πόσοι ήταν, ώστε να καταστρώσει το σχέδιό του για να την καταλάβει. Τον συνόδευε η κόρη του που δεν του είχε αποκαλύψει την εγκυμοσύνη της από τον Απόλλωνα. Με το που έφτασαν στη γη των Επιδαυρίων, η Κορωνίδα γέννησε, στους πρόποδες του βουνού που τότε ονομαζόταν Μύρτιο, Τίτθιο στην εποχή του Παυσανία. Το παιδί που γέννησε το άφησε εκτεθειμένο στο βουνό. Κι εκείνο επιβίωσε χάρη σε μια κατσίκα που το θήλασε και σε ένα σκύλο που το προστάτευε από άλλα ζώα. Ο κύρης των δυο ζώων, ο βοσκός Αρέσθανας, βγήκε σε αναζήτηση της χαμένης κατσίκας -γιατί βρήκε τα ζώα του λειψά στο μέτρημα. Μαζί με την κατσίκα του βρήκε και το εκτεθειμένο παιδί που θέλησε να το πάρει για να το μεγαλώσει. Όμως μόλις πλησίασε, το παιδί περιβλήθηκε από τη λάμψη μιας αστραπής. Αυτό προκάλεσε τρόμο στον βοσκό, τόσο που άφησε το παιδί μόνο του στην προστασία του μυστηρίου που το περιέβαλλε.
 
Η Μεσσηνιακή εκδοχή
 
Μητέρα του Ασκληπιού είναι η Αρσινόη, κόρη του Λεύκιππου και αδελφή της Ιλάειρας και της Φοίβης που τις άρπαξαν οι Διόσκουροι. Την εκδοχή αυτή τη θεωρεί πλαστή ο Παυσανίας, πόσο μάλλον που τα επιφανέστερα Ασκληπιεία ήταν υπό τον έλεγχο της Επιδαύρου (2.26.7-8). Πάντως, μυθογράφοι, στην προσπάθεια να συνενώσουν τις παραδόσεις, βεβαίωναν πως το παιδί ήταν της Αρσινόης αλλά το ανέθρεψε η Κορωνίδα.
 
Ο Ασκληπιός γιατρός
 
Όπως και άλλα μυθολογικά παιδιά, έτσι και τον Ασκληπιό ο πατέρας του Απόλλωνας τον εμπιστεύτηκε στον Κένταυρο Χείρωνα,
 
ο οποίος τον ανέθρεψε και του δίδαξε την ιατρική και την τέχνη του κυνηγού. Έγινε μάλιστα χειρουργός και ασκώντας την τέχνη του για πολύ καιρό όχι μόνο εμπόδιζε κάποιους να πεθάνουν αλλά ανάσταινε και τους νεκρούς· γιατί πήρε από την Αθηνά το αίμα που έτρεξε από τις φλέβες της Γοργόνας, και το αίμα που είχε χυθεί από τα αριστερά το χρησιμοποιούσε για την καταστροφή των ανθρώπων [ήταν δηλητήριο], ενώ αυτό που είχε τρέξει από τις δεξιές φλέβες για τη σωτηρία τους [ήταν ευεργετικό], και με αυτό ανάσταινε τους νεκρούς. (Απολλόδωρος 3.10.3)
 
Μάλιστα ο Απολλόδωρος αναφέρει ότι είχε ανακαλύψει μαρτυρίες για αυτούς που ανέστησε ο Ασκληπιός:
 
τον Καπανέα και τον Λυκούργο, όπως λέει ο Στησίχορος <στην> Εριφύλη, τον Ιππόλυτο, όπως λέει ο συγγραφέας των Ναυπακτικών, τον Τυνδάρεω, όπως λέει ο Πανύασσις, τον Υμέναιο, όπως λένε οι Ορφικοί, τον Γλαύκο, τον γιο του Μίνωα, όπως αναφέρει ο Μελησαγόρας. [ό.π.]
 
Στη διάρκεια της μαθητείας του κοντά στον Χείρωνα, έμαθε από τη μάντισσα κόρη του Κένταυρου Ωκυρρόη και τη μυστική ιστορία των θεών.

Θάνατος και απαθανάτιση


Ο θάνατος του Ασκληπιού προήλθε είτε από τον Δία είτε από τον Πλούτωνα κι αυτό γιατί διαταρασσόταν η κοσμική ισορροπία, καθώς παρατεινόταν η ζωή των θνητών με τις διάφορες θεραπείες, μέχρι και την επιδίωξη της αθανασίας που ήταν προνόμιο των θεών, ή γιατί ο Πλούτωνας είδε τον πληθυσμό της χώρας κυριαρχίας του να μειώνεται. Τον θάνατό του εκδικήθηκε ο Απόλλωνας σκοτώνοντας τους Κύκλωπες που είχαν ευεργετήσει τον Δία· με τη σειρά του ο Απόλλωνας τιμωρήθηκε από τον Δία για τον φόνο των αμέτοχων στον θάνατο του Ασκληπιού Κυκλώπων (Απολλόδωρος 3.10.4***).
 
Ύστερα από τον θάνατό του ο Ασκληπιός μεταμορφώθηκε στον αστερισμό του Οφιούχου****.
 
Άλλες πληροφορίες

Σύμφωνα με μια παράδοση το όνομά του ήταν αρχικά Ήπιος και αφού θεράπευσε τον τύραννο της Επιδαύρου Άσκλη, που υπέφερε στα μάτια, ονομάστηκε Ασκληπιός, επειδή τὰ ἀσκελῆ (ὃ ἐστι σκληρὰ) τῶν νοσημάτων ἥπια ποιεῖ, τα σκληρά νοσήματα τα μαλακώνει, γιατρεύει δηλαδή τις επίπονες και δύσκολες ασθένειες (Λυκόφρ. Αλεξ. 1054).
 
Λεγόταν ότι είχε πάρει μέρος στο κυνήγι του Καλυδώνιου κάπρου -είχε μάθει την τέχνη του κυνηγιού από τον Χείρωνα- και στην Αργοναυτική εκστρατεία και ότι τα παιδιά του, οι γιατροί Ποδαλείριος και Μαχάονας, μνηστήρες και αυτοί της Ελένης, συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο. Εξάλλου, κάθε εκστρατεία έχει και τους γιατρούς της και οι ηγεμόνες ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για την ιατρική τέχνη, ώστε να θεραπεύονται τα τραύματα των πολεμιστών.
 
Μεταγενέστεροι μύθοι του δίνουν για γυναίκα την Ηπιόνη ή τη Λαμπετία ή την Ξάνθη ή την Αρσινόη ή την Αριστοδάμα και κόρες την Ακεσώ, την Ιασώ, την Πανάκεια, την Αίγλη και την Υγίεια. Και γιους τον Αλεξήνορα, τον Ιανίσκο, τον Άρατο.
 
Τέλος, ο παραδοξογράφος του 1ου ή 2ου αι. μ..Χ. Ηράκλειτος θεωρεί ότι η ιστορία της κατακεραύνωσης του Ασκληπιού είναι μυθολόγημα που προέκυψε από τον πολύ υψηλό πυρετό από τον οποίο «ψηνόταν» ο Ασκληπιός και από τον οποίο τελικά πέθανε (περί απίστων 26).
 
Λατρεία
 
Ο Ασκληπιός τιμήθηκε ως καλός γιατρός και ήρωας και μόνο αργότερα κατατάχθηκε ανάμεσα στους αθανάτους. Λατρεία του και Ασκληπιεία βεβαιώνονται στην Τρίκκη της Θεσσαλίας, πιθανό τόπο καταγωγής του, ήταν μάλιστα το ἀρχαιότατον κα ἐπιφανέστατον κατά τον γεωγράφο του 1ου αι. π.Χ. Στράβωνα· στην Κω, στην Αθήνα, στην Επίδαυρο (βλ. και Επίδαυρος). Εκεί η λατρεία του αναδείχθηκε σε σχολή ιατρικής με εφαρμογές από τη μαγεία, με χρήση βοτάνων, με χειρουργικές επεμβάσεις. Η θεραπεία περιλάμβανε καθαρμούς και λουτρά, γι' αυτό και τα περισσότερα Ασκληπιεία ήταν κτισμένα κοντά σε ιαματικές πηγές, ενώ περιβάλλονταν από ιερά άλση, στα οποία δεν επιτρεπόταν να πεθαίνει κανείς ούτε να γεννούν εκεί οι γυναίκες -ό,τι οριζόταν και για το ιερό νησί της Δήλου. Επιπλέον, όσα ζώα θυσιάζονταν καταναλώνονταν στο ιερό.
 
Σύμβολα του Ασκληπιού ήταν κουκουνάρια από κυπαρίσσια, στεφάνια δάφνης (από τον πατέρα του), μια κατσίκα ή ένας σκύλος (η κατσίκα τον έθρεψε, ο σκύλος τον φύλαξε), φίδια τυλιγμένα γύρω από ένα ραβδί. Ο Παυσανίας μαρτυρεί ότι το άγαλμα του Ασκληπιού στην Επίδαυρο τον παρίστανε να κρατά βακτηρία με φίδι τυλιγμένο γύρω της, ενώ το άλλο του χέρι το είχε πάνω στο κεφάλι του φιδιού· δίπλα στέκεται σκύλος. Αντίστοιχα, ο Ερατοσθένης αναφέρει ότι ως αστερισμός ο Ασκληπιός εμφανίζεται να κρατά φίδια και στα δυο του χέρια. Ο ήρωας/θεός δεν παλεύει με τον όφι αλλά τον κρατά στα χέρια του· σε αυτή την περίπτωση δεν θεωρείται κακοποιός δύναμη αλλά αγαθοποιός. Όπως και το αίμα της Γοργόνας, από τη μια αρτηρία ήταν δηλητηριώδες, από την άλλη ευεργετικό.
 
Η τέχνη του γιατρού εξασκήθηκε από τους Ασκληπιάδες, τους απογόνους του Ασκληπιού, μια κλειστή συντεχνία ιατρών, με πιο φημισμένο τον Ιπποκράτη, που κρατούσε τα μυστικά της ιατρικής τέχνης όπως άλλες συντεχνίες (π.χ. των σιδεράδων, των αγαλματοποιών κτλ.) τα δικά τους.

Ο Aesculapius των Ρωμαίων


Στον ποταμό Τίβερη υπάρχουν δύο νησιά, η νήσος Τίβερη ή Τιμπερίνα και η νήσος της Αφροδίτης. Το πρώτο νησί μοιάζει με πλοίο και ταυτίζεται με το πλοίο που στάλθηκε από τη Ρώμη στην Αθήνα, για να παραλάβει άγαλμα του θεού που θα έσωζε τη Ρώμη και το Λάτιο από λιμό που ενέσκηψε το 293 π.Χ. Τα θύματα του λιμού ήταν πολλά, οι άνθρωποι είχαν κουραστεί να θάβουν νεκρούς, οι προσπάθειες να αντιμετωπιστεί το κακό έπεφτε στο κενό και οι θεραπευτές έμοιαζαν ανήμποροι. Έτσι, έστειλαν αντιπροσωπεία στους Δελφούς, για να παρακαλέσουν τον θεό να τους βοηθήσει, να τους γιατρέψει από τη μιζέρια τους και να βάλει τέλος στα δεινά της μεγάλης πόλης. Την ώρα του χρησμού έτρεμαν το ιερό, η δάφνη, η φαρέτρα του Απόλλωνα, ενώ από το πιο βαθύ κομμάτι του τρίποδα ακούστηκαν λόγια που προκάλεσαν τρόμο στους αντιπροσώπους· ότι αυτό που ζητούσαν στους Δελφούς θα έπρεπε να το είχαν ζητήσει από τον γιο του, τον θεραπευτή Ασκληπιό, που είχε τη δύναμη να τους βοηθήσει και μπορούσαν να βασιστούν πάνω του. Και ξεπροβόδιζε η φωνή τους Ρωμαίους με τους καλύτερους οιωνούς. Και εκείνοι απέπλευσαν για την Επίδαυρο. Όταν έφτασαν, παρακαλούσαν τους ιερείς για το άγαλμα του Ασκληπιού, και άλλοι από αυτούς δεν είχαν αντίρρηση, άλλοι όμως ήθελαν να κρατήσουν τον θεό τους, τον πλούτο, τη βοήθεια και τη φύλαξη που τους παρείχε. Κυριάρχησε η αμφιβολία, όμως όταν έπεσε η νύχτα, ο Ασκληπιός φάνηκε σε όνειρο μπροστά στους αντιπροσώπους, με όλη του τη λαμπρότητά όπως ακριβώς τον παρίσταναν τα αγάλματά του. Μέσα στο ύπνο τους τους καθησύχασε, τους είπε να μην φοβούνται και ότι θα έλθει και θα αφήσει το άγαλμά του στην πόλη τους. Μόνο τους κάλεσε να παρατηρήσουν καλά το φίδι που εμφανιζόταν τυλιγμένο γύρω από τη ράβδο που κρατούσε, γιατί θα ερχόταν σαν εκείνο το φίδι, μόνο μεγαλύτερο, σαν μια ουράνια παρουσία, φράση που συνδέει την ιστορία αυτή με τη μεταμόρφωσή του στον αστερισμό του Οφιούχου. Και ο Ασκληπιός χάθηκε από μπροστά τους την ώρα που ξημέρωνε και το φως του ήλιου έδιωχνε τα άστρα. Οι ιερείς, σε βαθιά αμφιβολία για τον τόπο διαμονής του θεού τους, προσευχήθηκαν να τους στείλει ένα σημάδι. Και ο θεός εμφανίστηκε σαν φίδι που σύριξε δυνατά και έκανε τα πάντα να τρέμουν, αποχαιρέτησε τους γνώριμους βωμούς του και γλίστρησε από τις μαρμάρινες σκάλες του ναού του στα λουλούδια που είχαν φυτέψει στο άλσος προς τιμή του μέχρι το λιμάνι, όπου περίμενε το πλοίο των Ρωμαίων. Επιβιβάστηκε και το πλοίο έγειρε από το βάρος του θεού. Ανακουφισμένοι οι πρεσβευτές από την έκβαση τέλεσαν θυσία προς τιμή του θεού στην ακρογιαλιά, στεφάνωσαν το πλοίο με λουλούδια και απέπλευσαν. Πέντε μέρες κράτησε το ταξίδι τους, οι άνεμοι ήταν ευνοϊκοί γι' αυτό. Όταν έφτασαν στον Τίβερη, άνθρωποι πολλοί πήγαν να τον προϋπαντήσουν και στους βωμούς και στις δύο πλευρές του ποταμού τελούνταν θυσίες και το αίμα από τα θυσιασμένα ζώα έτρεχε άφθονο. Εκείνος πάλι έψαχνε για τον νέο τόπο του, και τον βρήκε στο νησάκι Τιμπερίνα. Εκεί, ο γιος του Απόλλωνα αποβιβάστηκε, πήρε ξανά την ουράνια μορφή του και έφερε στους ανθρώπους υγεία και τέλος στα δεινά τους. (Οβ., Μετ. 15.626-744)
 
Όλη αυτή η ιστορία φαίνεται ότι αποτυπώνει τη διάδοση της λατρείας του Ασκληπιού στη Ρώμη. 

Οι παρενέργειες του μύθου: Αλέξανδρος (ο ψευδομάντης) και Ασκληπιός


Στο μέσον του δεύτερου μεταχριστιανικού αιώνα, ο Αλέξανδρος, ένας εθνικός προφήτης, που ισχυριζόταν ότι αντλούσε την έμπνευσή του από τον Ασκληπιό, κέρδισε με τη δραστηριότητά του μεγάλη φήμη στην Παφλαγονία, που έφτασε και στη Ρώμη. Προκειμένου να είναι πειστικός ως νέος Ασκληπιός μηχανεύτηκε τέχνασμα, μια ολόκληρη θεατρική παράσταση, ώστε μπροστά σε αφελείς και εύπιστους να συντελεστεί εκ νέου η «γέννηση» του Ασκληπιού με τη μορφή φιδιού, το οποίο πολύ γρήγορα «μεγάλωσε» -είχε ήδη ένα έτοιμο φίδι μεγάλο από την Πέλλα αλλά και ένα πάνινο που είχε κατασκευάσει ο ίδιος.
 
Πολέμιος των Χριστιανών και των Επικούρειων ο Αλέξανδρος, έκαιγε τα έργα του Επίκουρου και προέτρεπε τους φανατικούς οπαδούς του να λιθοβολούν τους Επικούρειους, κυρίως εκείνους που ξεσκέπαζαν τις απάτες του. Προφήτευεσε για τον εαυτό του ότι θα πέθαινε σε ηλικία εκατόν πενήντα ετών, χτυπημένος από κεραυνό. Πέθανε στα εβδομήντα από γάγγραινα στο πόδι.
Ο Λουκιανός, επικούρειος και ο ίδιος, συγκέντρωσε πληροφορίες και τον επισκέφθηκε προσωπικά. Στο έργο ΑλέξανδροςΨευδομάντης) ξεδιπλώνει με σκωπτική διάθεση τον βίο και την πολιτεία του Αλέξανδρου και ξεσκεπάζει την αγυρτεία των αποκαλούμενων προφητών κι εκπροσώπων θεού επί γης, που εκμεταλλεύονταν την αμάθεια, την πίστη και την δεισιδαιμονία του αμόρφωτου κόσμου. [Αλέξανδρος ή Ψευδομάντης*****]
-----------------------
*Βίος Ασκληπιού κατά Πίνδαρο
 
Ο Χίρωνας θα ήθελα, το τέκνο της Φιλύρας
-αν πρέπει να πουν τα χείλη μου την ευχή που όλος ο κόσμος λέει-
να ζούσε, του Κρόνου του Ουρανίδη ο πανίσχυρος γόνος
που έχει αποδημήσει,
και να βασίλευε στου Πηλίου τα λαγκάδια το άγριο θεριό
που 'χε για τους θνητούς καρδιά γεμάτη αγάπη.
Αυτός κάποτε ανάθρεψε τον ευγενικό Ασκληπιό,
που 'φερνε απ' τους πόνους ανακούφιση
και δύναμη στο σώμα,
τον ήρωα που γιάτρευε κάθε λογής αρρώστια.
Αυτόν, λοιπόν, η κόρη του Φλεγύα, του άξιου καβαλάρη,
προτού τον φέρει στη ζωή με τη βοήθεια της Ειλείθυιας
που τις μητέρες σκέπει,
από τα χρυσά της Άρτεμης τα βέλη χτυπημένη
από τον κοιτώνα της στου Άδη κατέβη τα παλάτια,
γιατί τέτοιο στάθηκε του Απόλλωνα το σχέδιο·
η οργή των τέκνων του Διός δεν πάει ποτέ χαμένη.
Αυτή τον περιφρόνησε πάνω στην αμυαλιά της
και μ' άλλον άντρα ενώθηκε, κρυφά από τον γονιό της,
αφού πρωτύτερα με τον μακρύμαλλο Φοίβο είχε σμίξει.
Και φέρνοντας στα σπλάχνα της του θεού το αμόλυντο σπέρμα,
δεν εκαρτέρεψε να 'ρθει στο νυφικό τραπέζι
ούτε των υμεναίων την πολύφωνη ιαχή ν' ακούσει
που οι συνομήλικες οι φίλες της παρθένες
προς το βραδάκι, κατά το έθιμο, τους γλυκοτραγουδούνε.
Αλλά κάποιον που μακριά της ήταν ερωτεύθη-
αυτό το παθαίνουνε πολλοί.
Μες στων ανθρώπων τις γενιές οι πιο ανέμυαλοι είναι
όσοι περιφρονούν τα κοντινά και ρίχνουν τη ματιά τους
στα μακρινά, και μ' ελπίδες κούφιες τ' άπιαστα κυνηγούνε.
Σε τέτοια μεγάλη συφορά έριξε την ωριόπεπλη το πάθος Κορωνίδα.
Ήρθ' ένας ξένος από την Αρκαδία,
κι αυτή πήγε και πλάγιασε μαζί του.
Αλλά δεν ξέφυγε το βλέμμα του θεού· μες στην Πυθώνα
την πλούσια σε θυσίες το 'νιωσε του ναού ο βασιλιάς, ο Λοξίας,
τη γνώμη του στηρίζοντας σε σύμβουλο αλάθευτο,
στον παντογνώστη νου του·
από ψευτιές δεν ξέρει αυτός, και δεν μπορεί κανείς να τον γελάσει,
μήτε θεός μήτε θνητός με λογισμό ή μ' έργα.
Τότε λοιπόν, σαν είδε τον δεσμό μ' έναν ξένο, τον γιο του Έλατου,
τον Ίσχη, και τον αθέμιτο τον δόλο, στέλνει την αδερφή του
που 'βραζε από ακράτητο θυμό στη Λακέρεια
(στης Βοιβηίδας τις απόκρημνες όχτες
ζούσε η κόρη), και τότε γύρισε προς το κακό η τύχη
και την αφάνισε· και γείτονες πολλοί το ίδιο βρήκαν τέλος
και χάθηκαν μαζί της. Γιατί συχνά μες στα βουνά
μια μόνο σπίθα φτάνει να πεταχτεί
κι ολόκληρο το δάσος ν' αφανίσει.
Ωστόσο, όταν οι συγγενείς την κόρη απιθώσαν πάνω
στον ξύλινο σωρό
και λάβρες την εκύκλωσαν οι φλόγες του Ηφαίστου,
τότε ο Απόλλων φώναξε: «Δεν το βαστάει η καρδιά μου
με τέτοιο θάνατο φριχτό ν' αφήσω γόνο να χαθεί δικό μου
μαζί με τη βαριά της μάνας τιμωρία».
Έτσι είπε ο θεός και, κάνοντας ένα μονάχα βήμα,
άρπαξε το παιδί απ' τη νεκρή, δρόμο ανοίγοντας
ανάμεσα στις φλόγες που φουντώναν.
Και, αφού το πήρε, στη Μαγνησία το πήγε
και το παράδωσε στον Κένταυρο για να του μάθει
να γιαίνει των πολύπαθων ανθρώπων τις αρρώστιες.
Κι όσοι έρχονταν κι είχαν πληγές που 'βγαζε το κορμί τους
ή κι απ' αστραφτερό χαλκό τραυματισμένοι
ή από λιθάρι από μακριά ριγμένο
ή με το δέρμα από το θερινό λιοπύρι ρημαγμένο
ή από το ψύχος του χειμώνα, λύτρωνε τον καθένα από τα βάσανά του,
άλλους με ξόρκια μαλακά φροντίζοντάς τους
και σ' άλλους δίνοντας να πιουν πραϋντικά ελιξήρια
ή αλείφοντας με φάρμακα τα μέλη τους ολούθε
κι άλλους με μια τομή τούς έστηνε ορθούς.
Αλλά κι η γνώση ακόμα παρασύρεται από του κέρδους το κυνήγι.
Έτσι κι εκείνον τον ετράβηξε ο γενναίος μισθός,
χρυσάφι που γυαλίζει στην παλάμη,
να φέρει πίσω έναν θνητό απ' τον θάνατο αρπαγμένον.
Τότε ο Κρονίδης σήκωσε το χέρι του ενάντια και στους δύο
κι ακαριαία έκοψε στα στήθια στην πνοή τους,
κι ο φλογισμένος κεραυνός τούς σφράγισε το τέλος.
Ό,τι ταιριάζει στων θνητών τη φύση
πρέπει απ' τους θεούς ν' αποζητούμε,
το τι 'ναι μπρος στα πόδια μας γνωρίζοντας,
τη μοίρα μας ποια είναι μην ξεχνώντας.
Ψυχή μου, μην ποθείς αθάνατη ζωή·
ό,τι περνά απ' το χέρι σου εξάντλησέ το.
(Πίνδ. Πυθιονίκαις III - Ἱέρωνι Συρακοσίῳ, στ. 1-62)
 
**Είναι συνηθισμένο μοτίβο στους μύθους η διάσωση σπουδαίων παιδιών από τη φωτιά αλλά και η προσπάθεια μανάδων να τα απαθανατίσουν «καίγοντάς» τα, όπως για παράδειγμα η Θέτιδα τον Αχιλλέα.
 
***Ο θάνατος του Ασκληπιού και η εκδίκηση του Απόλλωνα
 
Ο Δίας επειδή φοβήθηκε μήπως οι άνθρωποι μάθουν από αυτόν την τέχνη της θεραπείας και βοηθούν ο ένας τον άλλον, τον κατακεραύνωσε. Οργισμένος ο Απόλλωνας από το γεγονός, σκότωσε τους Κύκλωπες που κατασκεύασαν τον κεραυνό για χάρη του Δία. Και ο Δίας σχεδίαζε να τον ρίξει στα Τάρταρα, όμως ύστερα από τη θερμή ικεσία της Λητώς τον διατάζει να μπει στη δουλική υπηρεσία κάποιου ανθρώπου για ένα χρόνο. Και αυτός έφτασε στις Φερές, στον Άδμητο, τον γιο του Φέρητα, έγινε υπηρέτης του, βοσκός στα κοπάδια του, και έκανε τις αγελάδες να γεννούν δίδυμα. (Απολλόδωρος 3.10.4)
 
****Αστερισμός του Οφιούχου
 
Οὗτός ἐστιν ὁ ἐπὶ Σκορπίου ἑστηκώς, ἔχων ἐν ἀμφοτέραις χερσὶν [τὸν] ὄφιν· λέγεται δὲ εἶναι Ἀσκληπιός, ὃν Ζεὺς χαριζόμενος Ἀπόλλωνι εἰς τὰ ἄστρα ἀνήγαγεν· τούτου τέχνῃ ἰατρικῇ χρωμένου, ὡς καὶ τοὺς ἤδη τεθνηκότας ἐγείρειν, ἐν οἷς καὶ ἔσχατον Ἱππόλυτον τὸν Θησέως, καὶ τῶν Θεῶν δυσχερῶς τοῦτο φερόντων, εἰ αἱ τιμαὶ καταλυθήσονται αὐτῶν τηλικαῦτα ἔργα Ἀσκληπιοῦ ἐπιτελοῦντος, λέγεται τὸν Δία ὀργισθέντα κεραυνοβολῆσαι τὴν οἰκίαν αὐτοῦ, εἶτα διὰ τὸν Ἀπόλλωνα τοῦτον εἰς τὰ ἄστρα ἀναγαγεῖν· ἔχει δὲ ἐπιφάνειαν ἱκανὴν ἐπὶ τοῦ μεγίστου ἄστρου ὤν, λέγω δὴ τοῦ Σκορπίου, εὐσήμῳ τῷ τύπῳ φαινόμενος.
Ερατοσθένης, Καταστερισμοί, 1, 6
 
*****Ο Αλέξανδρος ο ψευδομάντης ως Ασκληπιός
 
Εκεί [στην Πέλλα] είδον [ο Αλέξανδρος και ο Κοκκωνάς] όφεις υπερμεγέθεις, λίαν εξημερωμένους και ακάκους, ώστε εσιτίζοντο υπό γυναικών και εκοιμώντο μετά των παιδιών και πατούμενοι δεν εξηρεθίζοντο και ενοχλούμενοι δεν ωργίζοντο και γάλα έπινον από του μαστού, όπως τα βρέφη -υπάρχουν δε πολλοί εις το μέρος εκείνο, εξ ου και προήλθε, φαίνεται, ο περί Ολυμπιάδος μύθος, κατά τον οποίον δράκων τοιούτος συνεκοιμάτο με την σύζυγον του Φιλίππου, όταν αύτη ήτο έγκυος τον Αλέξανδρον. Οι δύο συνέταιροι ηγόρασαν εν εκ των ερπετών τούτων το καλλίτερον αντί ολίγων οβολών.
 
Οι δύο εκείνοι φαυλότατοι και θρασύτατοι και προς πάσαν κακουργίαν προθυμότατοι, ευκόλως εννόησαν ότι τους ανθρώπους διευθύνουν δύο μεγάλοι τύραννοι, η ελπίς και ο φόβος, και ότι ο δυνάμενος να επωφεληθή τούτους καταλλήλως ταχέως θα πλουτήση· διότι έβλεπον ότι και εις τους δύο, και εις τον φοβούμενον και εις τον ελπίζοντα, η πρόγνωσις είνε λίαν αναγκαία και επιθυμητή· δι' αυτής δε πάλαι επλούτησαν και έγειναν περίφημοι οι Δελφοί, η Δήλος, η Κλάρος και αι Βραγχίδαι, καθότι οι άνθρωποι αναγκάζονται πάντοτε από των προειρημένων τυράννων, της ελπίδος και του φόβου, να τρέχουν εις τα μαντεία και να ζητούν να μάθουν τα μέλλοντα και προς τούτο να προσφέρουν εκατόμβας και ν' αφιερώνουν χρυσάς πλίνθους.
 
Ταύτα σκεπτόμενοι και συζητούντες απεφάσισαν να ιδρύσουν μαντείον και να δίδουν χρησμούς με την πεποίθησιν ότι, εάν η επιχείρησις επετύγχανε, θα εγίνοντο ταχέως πλούσιοι και ευτυχείς. Τω όντι δε όχι μόνον επέτυχον, αλλά και τ' αποτελέσματα υπερέβησαν τας προσδοκίας και τας ελπίδας των.
Έπειτα, ήρχισαν να σκέπτωνται, πρώτον μεν διά την εκλογήν του μέρους, όπου θα ιδρύετο το μαντείον, έπειτα δε περί της αρχής και του τρόπου της επιχειρήσεως. Ο Κοκκωνάς υπεστήριζεν ως το καταλληλότερον μέρος την Χαλκηδόνα, ως τόπον εμπορικόν και γειτονεύοντα προς την Θράκην και την Βιθυνίαν, μη απέχοντα δε πολύ και της Ασίας και της Γαλατίας και όλων των βορειότερον κατοικούντων λαών. Αλλ' ο Αλέξανδρος επροτίμα την πατρίδα του, λέγων και δικαίως ότι διά να επιτύχη εις την αρχήν της τοιαύτη επιχείρησις έχει ανάγκην ανθρώπων αξέστων και μωρών, τοιούτοι δ' έλεγεν ότι είνε οι Παφλαγόνες οι κατοικούντες πέραν της Αβωνοτείχου, δεισιδαίμονες κατά το πλείστον και πλούσιοι, οίτινες και μόνον αν φανή τις αγύρτης, συνοδευόμενος οπό αυλητού ή τυμπανιστού ή κύμβαλα κρατούντος, και αν ακόμη, κατά το λεγόμενον, μαντεύη με το κόσκινον, χάσκουν ενώπιον του και τον θαυμάζουν ως θεόν.
 
Μετά μικράν περί τούτου φιλονεικίαν, υπερίσχυσεν η γνώμη του Αλεξάνδρου και μεταβάντες εις την Χαλκηδόνα -διότι ήτον αναγκαία εις τον σκοπόν των και η πόλις αύτη- έθαψαν εις το ιερόν του Απόλλωνος, το οποίον είναι αρχαιότατον εις την Χαλκηδόνα, πινακίδας χαλκίνας, επί των οποίων είχον χαράξει γράμματα λέγοντα ότι εντός ολίγου ο Ασκληπιός μετά του πατρός του Απόλλωνος μεταναστεύει εις τον Πόντον, όπου θα καταλάβη το τείχος του Αβώνου. Αι πινακίδες αύται ανεκαλύφθησαν έπειτα, τυχαίως δήθεν, και συνετέλεσαν να διαδοθή καθ' όλην την Βιθυνίαν και τον Πόντον και προ πάντων εις το τείχος του Αβώνου η φήμη αύτη. Οι κάτοικοι δε της τελευταίας πόλεως εψήφισαν αμέσως να εγερθή ναός και αμέσως ήρχισαν να σκάπτουν τα θεμέλια.
 
Τότε ο Κοκκωνάς εγκατελείφθη εις την Χαλκηδόνα, όπου κατεγίνετο να γράφη χρησμούς επαμφοτερίζοντας, αμφιβόλους και σκοτεινούς, εκεί δε μετ' ολίγον απέθανε δηλητηριασθείς υπό εχίδνης, νομίζω. Ο δε Αλέξανδρος μετέβη εις την πατρίδα του, τρέφων ήδη μακράν κόμην και φορών ένδυμα πορφυρόλευκον και επ' αυτού άλλο κατάλευκον και κρατών ξιφοδρέπανον, όπως ο Περσεύς, από του οποίου έλεγεν ότι κατήγετο εκ μητρός· και οι χαμένοι οι Παφλαγόνες, ενώ εγνώριζον ότι αμφότεροι οι γονείς αυτού ήσαν αφανείς και ταπεινοί, επίστευον εις χρησμόν, κατασκευασθέντα υπό του Αλεξάνδρου, ο οποίος έλεγε: «Περσείδης γενεήν Φοίβω φίλος ούτος όραται, δίος Αλέξανδρος, Ποδαλειρίου αίμα λελογχώς» (=Καταγόµενος εκ του Περσέως και του Ποδαλειρίου συγγενής, αναδεικνύεται φίλος του Απόλλωνος ο θείος Αλέξανδρος).
 
Εισβαλών λοιπόν ο Αλέξανδρος με τοιαύτην θεατρικήν παρασκευήν εις την πατρίδα του, έγεινε περίβλεπτος και περίφημος. Μη αρκούμενος δε εις την άλλην αγυρτείαν, υπεκρίνετο και ότι κατελαμβάνετο υπό ιεράς μανίας και ενίοτε το στόμα του επληρούτο αφρού. Τούτο δε είναι εύκολον να γίνεται κατά βούλησιν, άμα κανείς μασήση την ρίζαν του βαφικού χόρτου, το οποίον ονομάζεται στρουθίον. Αλλ' εις τους Παφλαγόνας εφαίνετο και ο αφρός εκείνος ως θείον τι.
 
Ο Αλέξανδρος είχε προς τούτοις προ πολλού κατασκευάση μίαν κεφαλήν όφεως από ύφασμα, η οποία είχε τι το παρεμφερές προς την ανθρωπίνην μορφήν και ήτο χρωματισμένη φυσικώτατα, τη βοηθεία δε ιππείων τριχών ήνοιγε και έκλειε το στόμα και προέβαλλε γλώσσαν μαύρην και διχασμένην, όπως του δράκοντος, η οποία ομοίως εσύρετο διά τριχών. Είχον ακόμη και τον εκ Πέλλης όφιν και τον έτρεφον, διά να εμφανισθή εις τον κατάλληλον καιρόν και να λάβη μέρος ή μάλλον να πρωταγωνιστήση εις την κωμωδίαν.
 
Όταν δε έφθασεν ο καιρός διά ν' αρχίσουν, ο Αλέξανδρος έπραξε το εξής: Μεταβάς την νύκτα εις τα θεμέλια του ναού, τα οποία προ ολίγου είχον σκαφή -υπήρχε δε εντός αυτών νερόν το οποίον ή εκείθεν ανέβρυεν ή εκ της βροχής προήρχετο- και εκεί έρριψεν αυγόν χήνας, εις το οποίον, αφού το εκένωσεν, είχε θέση ερπετόν αρτιγέννητον. Αφού το έκρυψεν εντός του πηλού, απήλθε· το δε πρωί έτρεξεν εις την αγοράν γυμνός, φορών μόνον περίζωμα χρυσούν και κρατών το ξιφοδρέπανον, συγχρόνως δε σείων την λυτήν του κόμην, όπως οι τελούντες τα όργια της Ρέας και ενθουσιώντες, ανέβη εις βωμόν υψηλόν και εκείθεν ηγόρευε προς τα πλήθη και εμακάριζε την πόλιν, εις την οποίαν θα ήρχετο εντός ολίγου ο θεός, ούτως ώστε θα εγίνετο ορατός εις όλους.
 
Οι παρόντες -είχε δε προστρέξει σχεδόν όλη η πόλις, μετά των γυναικών, των παιδιών και των γερόντων- κατελήφθησαν υπό συγκινήσεως και ήρχισαν να εύχωνται και να προσκυνούν. Αυτός δε, επρόφερε λέξεις ακαταλήπτους, ως εβραϊκάς ή φοινικικάς, και εξέπληττε τους ανθρώπους μη εννοούντας τι έλεγε, πλην των ονομάτων του Απόλλωνος και του Ασκληπιού, τα οποία ανεμίγνυεν εις τα ακατάληπτα εκείνα.
 
Έπειτα, διηυθύνθη τρέχων προς τον ανεγειρόμενον ναόν και καταβάς εις το όρυγμα των θεμελίων εις το μέρος όπου θα ήτο η πηγή του μαντείου, εισήλθεν εις το νερόν ψάλλων ύμνους του Ασκληπιού και του Απόλλωνος και εκάλει τον θεόν να ευδοκήση να έλθη εις την πόλιν. Έπειτα εζήτησε φιάλην· όταν δε του εδόθη, την εισήγαγεν εις το νερόν και μετά του νερού και του πηλού ανέσυρε το αυγόν, εις το οποίον ήτο κλεισμένος ο θεός του. Ήτο δε η οπή του αυγού κλεισμένη με κηρόν λευκόν και ψιμύθιον· λαβών δε αυτό εις τας χείρας του είπεν ότι εκράτει τον Ασκληπιόν. Οι παριστάμενοι παρετήρουν τα γινόμενα και εθαύμαζον προ πάντων διά την ανακάλυψιν του αυγού εις το νερόν.
 
Αφού δε, έσπασε το αυγόν και εδέχθη εις την παλάμην του το έμβρυον του ερπετού και οι παρόντες το είδον να κινήται και να περιτυλίσσεται εις τους δακτύλους του, ήρχισαν να αναφωνούν και να προσκυνούν τον θεόν και να μακαρίζουν την πόλιν, έκαστος δε εζήτει παρά του θεού θησαυρούς και πλούτη και υγείαν και πάντα τα άλλα αγαθά. Ο δε Αλέξανδρος τρέχων πάλιν επέστρεψεν εις την οικίαν του, φέρων και τον αρτιγέννητον Ασκληπιόν, ο οποίος ούτω εγεννήθη δύο φοράς, ενώ οι άλλοι άνθρωποι γεννώται μίαν φοράν, και εγεννήθη όχι εκ της Κορωνίδος, ούτε τουλάχιστον εκ κορώνης, αλλ' εκ χήνας. Ο δε λαός όλος ηκολούθει και ήσαν όλοι ενθουσιασμένοι και τρελλοί από υπερβολικάς ελπίδας.
 
Επί ημέρας έμεινεν εις την κατοικίαν του, ελπίζων, όπως και έγεινεν, ότι εντός ολίγου η φήμη θα έφερε πολλούς εκ των Παφλαγόνων εις το τείχος του Αβώνου. Όταν δε υπερεπληρώθη η πόλις από ανθρώπους, οι οποίοι είχον ήδη χάσει προηγουμένως νουν και καρδίαν και ουδόλως ωμοίαζαν προς λογικούς ανθρώπους και μόνον κατά την μορφήν διέφερον από τα πρόβατα, ο Αλέξανδρος καθήμενος με πολλήν ιεροπρέπειαν επί κλίνης εις μίαν μικράν οικίαν είχεν εις τον κόλπον του τον εκ Πέλλης Ασκληπιόν, ο όποιος ήτο υπερμεγέθης και ευτραφής, και τον άφινε να περιτυλίσσεται εις τον τράχηλόν του και να μένη έξω η ουρά του. Ήτο δε τόσον μεγάλος, ώστε μέρος αυτού εσύρετο εις την ποδιάν του και έφθανε μέχρι του εδάφους. Ο Αλέξανδρος εκράτει εις την μασχάλην του και έκρυπτε την κεφαλήν του όφεως, ο οποίος δεν έφερεν αντίστασιιν, διότι, ως ελέχθη, ήτο πολύ ανεκτικός και ήμερος, και παρουσίαζε την εξ υφάσματος κεφαλήν ως την κεφαλήν τάχα του πραγματικού όφεως.
 
Να φαντασθής έπειτα, ότι αυτά συνέβαινον εις οικίσκον ανεπαρκώς φωτιζόμενον και ότι εις αυτόν συνηθροίζετο πλήθος παντοδαπών ανθρώπων προκατειλημμένων, εχόντων την φαντασίαν εξημμένην και περιμενόντων να ιδούν θαυμαστά πράγματα. Εις τούτους εισερχομένους επόμενον είνε ότι εφαίνετο θαυμαστόν πώς, το προ ολίγου μικρόν ερπετόν εντός ολίγων ημερών έγεινε τόσον μεγάλος όφις με μορφήν ανθρωπίνην και συγχρόνως τόσον ήμερος. Δεν έμεναν άλλως επί πολύ, αλλά πριν να ίδουν ακριβώς το επιδεικνυόμενον θαύμα, εξεδιώκοντο υπό των κατόπιν εισερχομένων αδιακόπως. Είχε δε ανοιχθή άλλη έξοδος κατέναντι της εισόδου, όπως λέγεται ότι έπραξαν και οι Μακεδόνες εις την Βαβυλώνα κατά την ασθένειαν του Αλεξάνδρου, ότε ο μακεδονικός στρατός περικυκλώσας τα ανάκτορα, εζήτει να ίδη τον θνήσκοντα βασιλέα και να του απευθύνη τον τελευταίον χαιρετισμόν. Την επίδειξιν ταύτην δεν έκαμε μίαν φοράν μόνον ο μιαρός ψευδομάντις, αλλά πολλάκις και μάλιστα οσάκις ήρχοντο προς αυτόν επισκέπται πλούσιοι διά πρώτην φοράν.
 
Διά να είπωμεν την αλήθειαν, φίλε Κέλσε, πρέπει να δικαιολογήσωμεν τους Παφλαγόνας εκείνους και Ποντικούς, διότι όντες άνθρωποι χονδροκέφαλοι και απαίδευτοι εξηπατήθησαν, ως βεβαιούμενοι και διά της αφής περί της πραγματικότητος του όφεως -διότι και την απόδειξιν ταύτην παρείχεν εις τους βουλομένους ο Αλέξανδρος- και εις αμυδρόν φως βλέποντες την κεφαλήν αυτού να ανοίγη και να κλείη το στόμα. Μόνον ένας Δημόκριτος ή και αυτός ο Επίκουρος ή ο Μητρόδωρος ή και άλλος τις εξ εκείνων των οποίων η ισχυρά διάνοια δεν πιστεύει ευκόλως και αβασανίστως, θα ηδύναντο να δυσπιστήσουν προς το τέχνασμα και να μαντεύσουν περί τίνος επρόκειτο· και αν δεν ηδύναντο να εύρουν την αλήθειαν, πάλιν θα εσχημάτιζον την πεποίθησιν ότι τους διέφευγεν ο τρόπος της απάτης, αλλ' ότι το παν ήτο ψεύδος και αδύνατον να είνε αληθές.
 
Είχε δε ήδη αποστείλη και μερικούς εις την αλλοδαπήν διά να διαφημήσουν μεταξύ των εθνών το μαντείον και να διηγούνται ότι δύναται να προλέγη τα μέλλοντα και ν' ανευρίσκη φυγάδας και ν' αποκαλύπτη κλέπτας και ληστάς, ν' ανακαλύπτη θησαυρούς και να θεραπεύη πάσχοντας, ενίοτε δε να επαναφέρη εις την ζωήν και νεκρούς. Προσέτρεχαν λοιπόν πανταχόθεν πατείς με πατώ σε και επολλαπλασιάζοντο αι θυσίαι και τα αφιερώματα και διπλάσια εδίδοντο εις τον προφήτην και μαθητήν του θεού· διότι απεδίδετο εις τον θεόν και ο εξής χρησμός: «Διατάσσω να αμείβεται ο λειτουργός μου προφήτης· διατί δεν ενδιαφέρομαι τόσον διά τας προς εμέ προσφοράς, όσον διά τον προφήτην».
 
Επειδή δε, πολλοί από τους σωφρονούντας, ως να ανένηψαν από βαρείαν μέθην, ήρχισαν να εξεγείρονται κατά του Αλεξάνδρου και μάλιστα οι οπαδοί του Επικούρου, οίτινες ήσαν πολλοί, και εις τας πόλεις απεκαλύπτετο ήδη όλη η απάτη και η πλοκή της κωμωδίας, ο προφήτης απήγγειλε κατηγορητήριον κατ' αυτών και καταδίκην, λέγων, ότι ο Πόντος εγέμισεν από αθέους και χριστιανούς, οίτινες αποτολμούν να βλασφημούν εναντίον αυτού ασεβέστατα, και παρήγγειλε να τους λιθοβολούν όσοι θέλουν να έχουν με το μέρος των τον θεόν. Περί δε του Επικούρου, όταν ηρωτήθη υπό τίνος, τι πράττει εις τον Άδην ο φιλόσοφος, εξέδωκε τοιούτον τίνα χρησμόν: «Φέρων δεσμά εκ μολύβδου κάθηται εις τον βόρβορον».
 
ίδρυσε μίαν εορτήν με λαμπαδηφορίας και ιεροφαντίας, τελουμένας επί τρεις συνεχείς ημέρας. Κατά την πρώτην ημέραν εγίνετο προκήρυξις, όπως εις τας Αθήνας, λέγουσα· Πας χριστιανός ή επικούρειος, όστις έρχεται να κατασκοπεύση τα ιερά όργια, ας φύγη, οι δε πιστεύοντες εις τον θεόν ας μείνωσι και ας τελέσωσι τας εορτάς ευτυχείς. Έπειτα εξεδιώκοντο οι βέβηλοι και ο Αλέξανδρος ελάμβανε την πρωτοβουλίαν αναφωνών: «Έξω οι χριστιανοί!». Το δε πλήθος όλον αντεφώνει: «Έξω οι επικούρειοι!». Έπειτα ετελείτο ο τοκετός της Λητούς και του Απόλλωνος η γέννησις, ο γάμος της Κορωνίδος και η γέννησις του Ασκληπιού· την δε δευτέραν ημέραν εγίνετο η εμφάνισις του Γλύκωνος και η γέννησις του θεού.
 
Θέλω δε να σου διηγηθώ και έναν διάλογον μεταξύ του Γλύκωνος και κάποιου Σακέρδωτος, κατοίκου της παφλαγονικής Τίου, του οποίου την διανοητικήν κατάστασιν θα εννοήσης από τας ερωτήσεις του. Ανέγνωσα δε τον διάλογον τούτον εις την Τίον, εις την οικίαν του Σακέρδωτος, γραμμένον με χρυσά γράμματα.
 
- «Ειπέ μου», ηρώτησεν ούτος, «δέσποτα Γλύκων, ποίος είσαι;».
- «Εγώ», απήντησεν ο Γλύκων, «είμαι νέος Ασκληπιός».
- «Διάφορος από τον παλαιόν;».
- «Τι εννοείς; Δεν επιτρέπεται να το μάθης αυτό», απήντησεν ο Γλύκων.
- «Και πόσα έτη θα μείνης εδώ να μας δίδης χρησμούς;».
- «Χίλια και τρία».
- «Έπειτα πού θα μεταβής;».
- «Εις τα Βάκτρα και τα περίχωρα· διότι πρέπει και οι βάρβαροι να απολαύσουν την παρουσίαν μου».
- «Τα δε μαντεία, το μαντείον των Διδύμων, της Κλάρου και των Δελφών έχουν ακόμη τον προπάτορά σου τον Απόλλωνα ή είνε ψευδείς οι χρησμοί τους οποίους δίδουν τώρα;».
- «Μην επιμένεις να μάθης και τούτο, διότι δεν είνε επιτετραμμένον».
- «Εγώ δε τι θα γείνω μετά την παρούσαν ζωήν;».
- «Κάμηλος, έπειτα ίππος, έπειτα άνθρωπος σοφός και προφήτης, όχι κατώτερος του Αλεξάνδρου».
 
Δεν είναι δε μεγάλη μεταξύ των άλλων η θρασύτης του Αλεξάνδρου να ζητήση παρά του αυτοκράτορος να μετονομασθή το τείχος του Αβώνου, Ιωνόπολις, και να κοπή νόμισμα νέον, το οποίον από μεν την μίαν όψιν να έχη την εικόνα του Γλύκωνος, από δε την άλλην την μορφήν αυτού του ψευδοπροφήτου με τα στέμματα του παππού του Ασκληπιού και το ξιφοδρέπανον του πατρομήτορος Περσέως.

Η Αντίληψη του Ερωτικού Πόθου

Όποιος κι εάν είναι ο χαρακτήρας της ερωτικής μας συνάντησης (έντονη, ιστορική, πραγματική), πραγματοποιείται πρώτα στη σφαίρα του φαντασιακού μας.

Το μυαλό μας, τείνει να μας ταυτίζει με τις προσδοκίες του άλλου, ενώ ταυτόχρονα αντιλαμβανόμαστε το άλλο πρόσωπο, ως απάντηση στις δικές μας.

Υπάρχει, δηλαδή, μία αμφίδρομη σχέση, φαντασιακής προβολικής ταύτισης, όπου τα άτομα φέρνουν τις προσδοκίες τους και τη διάθεση να ταυτιστούν με τις προσδοκίες του άλλου.

Το πρόσωπο του πάθους μας, τροφοδοτεί τη φαντασία και τις προσδοκίες μας, τόσο έντονα που εάν αποδειχθεί το αντίθετο, τότε αισθανόμαστε ότι ξαφνικά βρισκόμαστε μπροστά σε κάποιο άγνωστο ή ανεπιθύμητο πρόσωπο.

Τελικά, αυτό που επιθυμούμε ή/και ερωτευόμαστε δεν είναι το πρόσωπο, αλλά η εικόνα που προβάλλουμε πάνω σε αυτό, στη βάση των δικών μας προσωπικών βιωμάτων και εν συνεχεία προσδοκιών.

Ο έρωτας δείχνει να είναι μία έντονη συγκέντρωση της προσοχής μας πάνω σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Όλος μας ο κόσμος γίνεται το πρόσωπο αυτό κι η πραγματικότητα μας, τείνει σταδιακά να αντικατασταθεί στη συνείδηση μας από το πρόσωπο αυτό: το πεδίο της όρασης και της προσοχής έλκονται συνεχώς από το ερωτικό μας υποκείμενο.

Κάθε μας προσπάθεια να μετατοπίσουμε την προσοχή μας σε κάτι άλλο, αποβαίνει μοιραία. Τα όρια της συνείδησης μας συρρικνώνονται σε μεγάλο βαθμό, που έχουμε «μάτια» μόνον για το υποκείμενο του πόθου μας.

Η επιτυχία/ευτυχία της σχέσης μας, λέει η Melani Klein, εξαρτάται από τον βαθμό σύγκλισης των ασυνειδήτων των δύο συντρόφων. Μας αναφέρει πως, τα αισθήματα που τρέφει ένας άντρας για μία γυναίκα έχουν πάντοτε τις ρίζες τους στην πρωταρχική του σχέση με τη μητέρα του ή με το πρώτο άτομο το οποίο τον φρόντιζε.

Επειδή η πρωταρχική σχέση με τη μητέρα, στην ενήλικη ζωή, δεν είναι συνειδητή, εκδηλώνεται με διάφορους ασυνείδητους τρόπους.

Ως εκ τούτου, τα κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ του πρωτεύοντος υποκειμένου και της ερωτικής συντρόφου, μπορούν να έχουν κοινά εξωτερικά χαρακτηριστικά, έως τη χροιά της φωνής ή κάποιο χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς της.

Ακόμα κι όταν ένας άνδρας επιλέξει μία γυναίκα, της οποίας τα χαρακτηριστικά είναι εκ διαμέτρου αντίθετα με εκείνα της μητέρας του, συμπεραίνουμε ότι η σχέση μεταξύ γιού και μητέρας, τα πρώτα χρόνια της ζωής του, είναι πιεστικά στενή.

Σε τέτοιες περιπτώσεις, συχνά παρατηρείται μία εξαδέλφη ή φίλη, να λάβει τη θέση του πρωτεύοντος υποκειμένου στην ερωτική φαντασία του αγοριού.

Σε γενικές γραμμές, ο άνδρας ψάχνει στις ενήλικες ερωτικές του σχέσεις να ξαναβρεί τις εντυπώσεις και φαντασίες που είχε για το πρωτεύον υποκείμενο.

Στις γυναίκες ισχύει ο ίδιος κανόνας, με μόνη διαφορά ότι, ενώ το πρωτεύον υποκείμενο είναι πάντοτε το ίδιο, δηλαδή η μητέρα, στην πορεία το κορίτσι στρέφει την αγάπη της προς τον πατέρα της.

Σύμφωνα με τον Jacques Lacan, η αφετηρία του οιδιπόδειου συμπλέγματος συμπίπτει με τη σημαντικότερη διαδικασία ωρίμανσης για την ψυχική εξέλιξη του προσώπου, καθώς αποτελεί την διαδικασία μέσα από την οποία συγκροτείται το «εγώ»: «στην αρχή της ζωής του, το παιδί είναι πλήρως εξαρτημένο από την μητέρα του και δεν είναι σε θέση να αναγνωρίσει την εικόνα του στον καθρέφτη. Το «εγώ» του δεν έχει δημιουργηθεί ακόμα.» Κατά τη διάρκεια του δεύτερου έτους της ζωής του, το παιδί σιγά- σιγά θα αρχίσει να ξεχωρίζει την εικόνα του και να ταυτίζεται με αυτήν.

Αυτή είναι η πρωταρχική ταύτιση. Έως τότε, η μητέρα του είναι απολύτως απαραίτητη, ώστε να το ανακουφίζει και να το ενθαρρύνει στην ψυχική του ανάπτυξη.

Ως ενήλικες, λοιπόν, αισθανόμαστε απερίγραπτη έλξη και τάση συγχώνευσης με κάποιο άλλο πρόσωπο, ως βίωμα ερωτικού πάθους. Η σχέση που θα δημιουργηθεί, τείνει να κατεδαφίζει τους υφιστάμενους φραγμούς μεταξύ των συντρόφων, ξένων έως την ώρα της ερωτικής συγχώνευσης.

Όταν όλοι οι φραγμοί μεταξύ των δύο ερωτικών συντρόφων κατεδαφιστούν, τότε μάλλον αναδύεται κάθε πιθανή δυνατότητα για την επίτευξη μίας μοναδικής εγγύτητας με τον ερωτικό μας σύντροφο.

Είναι αυτή που παίζει τον πρωταρχικό ρόλο στον ψυχισμό μας, είναι ο έντονος συναισθηματικός φόρτος που μας ωθεί σε πρωτόγνωρα βιώματα με έντονο πάθος, που συνήθως δεν μπορούμε να διαχειριστούμε. Αυτός ο συναισθηματικός φόρτος, έχει συνήθως αυτή την σεξουαλική ενόρμηση που μας μετουσιώνει και μας φέρνει σε αυτήν την μοναδική κοινωνία με το αντικείμενο του πόθου μας.

Η καταστροφή της αυταπάτης είναι πάντα μια πόρτα ανοιχτή στα θαύματα

Αποτέλεσμα εικόνας για ερεβοκτονοσ  παιδί ευτυχιαΤίποτα το πιο θλιβερό από το μέλλον όταν μοιάζει με αυτό που φανταστήκαμε.
 
Τι απογοήτευση όταν οι ευχές μας συμπίπτουν με αυτό που βιώνουμε, ενώ υπάρχει μία ιδιαίτερη συγκίνηση στο να βλέπουμε τις προσδοκίες μας να αλλάζουν κατεύθυνση λόγω κάποιων ιδιαίτερων συμβάντων.
 
Η απόλαυση δεν γεννιέται τόσο από ένα πραγματοποιημένο σχέδιο, όσο από ένα σχέδιο που αλλάζει κάθε φορά που μια περιπέτεια το παρασύρει αλλού.

Ενώ η πλήξη βρίσκεται πάντα στην πλευρά της ισορροπίας, δημιουργείται μία περίσσεια χαράς από τη στιγμή που το φαντασιακό αποδείχνεται πιο φτωχό σε θαύματα από την πραγματικότητα: «Είχα να διαλέξω ανάμεσα στη σφύρα και την καμπάνα, και τώρα ομολογώ πως αυτό που ουσιαστικά εισέπραξα ήταν ο ήχος».

Κάθε παθιασμένη ζωή είναι ταυτόχρονα πραγμάτωση και ανατροπή, δηλαδή μια εξαίσια απογοήτευση όταν συμβαίνει εκείνο που δεν το λαχταρούσαμε και γινόμαστε ευαίσθητοι δέκτες όλων αυτών που καθιστούν τη ζωή πλούσια, φλογερή, μεθυστική.

Η καταστροφή της αυταπάτης είναι πάντα μια πόρτα ανοιχτή στα θαύματα.

Με άλλα λόγια, ίσως να μην παύουμε ποτέ να ταλαντευόμαστε ανάμεσα σε δυο βασικές στάσεις: τη στάση του εισαγγελέα που καταδικάζει τη ζωή επειδή την αξιολογεί, παίρνοντας σαν βάση μία ουτοπία ή μία προκατειλημμένη ιδέα (ο Παράδεισος, το ευτυχισμένο αύριο, η ευτυχία) και τη στάση του δικηγόρου που την υποστηρίζει και την εκθειάζει με όλες του τις δυνάμεις τόσο με τις πίκρες όσο και με τις χαρές της, είτε τον πληγώνει άγρια είτε τον χαϊδεύει γλυκά.
 
Και όταν ο κατήγορος αναφωνεί: εξαπατήθηκα, ο συνήγορος απαντά: ευχαριστήθηκα.

Όποιος έχει δει ένα παιδί να ξεκαρδίζεται στα γέλια, έχει δει τα πάντα στη ζωή

Η εμπιστοσύνη στη ζωή είναι κάτι προφανές και, ταυτόχρονα, κάτι που είναι δύσκολο να οριστεί. Στη διάρκεια του προβληματισμού μας αναφερθήκαμε πολλές φορές σε αυτή, χωρίς όμως να ορίσουμε τη φύση της. Όταν εμπιστευόμαστε τη ζωή, σημαίνει ότι ποντάρουμε στο μέλλον, πιστεύουμε στη δημιουργική δύναμη της δράσης, αγαπάμε καθετί αβέβαιο και δεν το φοβόμαστε. Η εμπιστοσύνη στη ζωή μπορεί να είναι όλα αυτά ταυτόχρονα, αλλά και κάτι περισσότερο.

Όταν εμπιστευόμαστε τη ζωή σημαίνει ότι πιστεύουμε πως στη ζωή, σε κάθε ζωή, υπάρχει κάτι καλό, κάτι τρυφερό. Σημαίνει ότι συνεχίζουμε ν’ αγαπάμε τη ζωή ακόμα κι όταν μας δείχνει το σκληρό της πρόσωπο. Σημαίνει ότι πιστεύουμε πως δεν χρειάζεται να είναι τέλεια για ν’ αξίζει τον κόπο να τη ζήσουμε. Ας το πούμε απλά: όταν εμπιστευόμαστε τη ζωή, σημαίνει ότι πιστεύουμε ότι πρόκειται για κάτι που είναι μάλλον καλό.

Ότι, παρά τις δυσκολίες, στο βάθος του κόσμου υπάρχει μια τρυφερότητα, μια φλόγα που όλοι έχουμε δει και κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει. Δεν είναι απαραίτητο να ξέρουμε από πού προέρχεται. Όταν έχουμε εμπιστοσύνη στη ζωή, δεν ξέρουμε πάντοτε τι ακριβώς εμπιστευόμαστε. Απλώς εμπιστευόμαστε. Είναι μια εμπιστοσύνη χωρίς αντικείμενο, μια εμπιστοσύνη αγνή και ανόθευτη.

Στις δοκιμασίες που περνάμε όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με δυσκολίες, όταν ζούμε σκοτεινές στιγμές, η ανάμνηση αυτής της φλόγας μπορεί να μας ζεστάνει. Όταν εμπιστευόμαστε τη ζωή, σημαίνει ότι έχουμε εμπιστοσύνη σ’ αυτή τη φλόγα, ακόμα κι όταν τρεμοπαίζει.

Όσο δεν σβήνει, όσο ζούμε, μπορούμε να την εμπιστευόμαστε. Όταν εμπιστευόμαστε τη ζωή, δεν διαλυόμαστε με το παραμικρό, δεν χάνουμε τη διάθεση να τη ζήσουμε, ακόμα κι αν μας έχει απογοητεύσει. Όταν εμπιστευόμαστε τη ζωή, έχουμε μια πιο δημιουργική σχέση με τις ικανότητές μας, βγαίνουμε περισσότερο εκούσια από τη ζώνη άνεσής μας και βαδίζουμε ευκολότερο προς τους άλλους. Αν η αυτοπεποίθηση σχετίζεται με την ικανότητα, αν χτίζεται στη σχέση μας με τους άλλους, η εμπιστοσύνη στη ζωή γίνεται η προϋπόθεση για να πραγματωθεί και το έδαφος που την τρέφει.

Η ιστορική συνέχεια Πρωτοελλήνων και Ελλήνων (Μέρος Β’)

Στο προηγούμενο άρθρο, εξετάσαμε το ζήτημα της μυθολογίας και είχαμε δείξει ότι για τους αρχαίους συγγραφείς είναι παλαιότατη ιστορία. Επίσης, είχαμε εξετάσει τις γενεαλογίες του Έλληνα, του Πελασγού και του Γραικού, όπως παραδίδονται στην ελληνική παράδοση. Ακόμα, είχαμε δει τους αρχαιότερους οικιστές της Αττικής και τους απογόνους του Δευκαλίωνος, ενώ είχαμε αναφερθεί και στον σημαντικό θεσμό των Αμφικτιονιών, των Ολυμπιακών Αγώνων και των ελλανοδικών, που αποδεικνύουν ότι τα πρωτο-ελληνικά και ελληνικά φύλα που έδρασαν στην ελληνική γη, είχαν επίγνωση της κοινής τους καταγωγής.

Σε αυτό το δεύτερο μέρος, θα δούμε τα κάτωθι…

Επιμέρους ενότητες του δευτέρου μέρους:
  • 1. Η άποψη του Θουκυδίδη για την εξάπλωση του ανθρώπου στον σημερινό ελληνικό χώρο
  • 2. Το επιχείρημα των συχνών πολέμων 

1. Η άποψη του Θουκυδίδη για την εξάπλωση του ανθρώπου στον σημερινό ελληνικό χώρο


Για την εξάπλωση του ανθρώπου στον ελληνικό χώρο.

«Κτήμα τε ες αιεί» (Θουκυδίδης).

Ο Θουκυδίδης επιχειρεί μια ανασκόπηση της όλης καταστάσεως στον ελληνικό χώρο, στο πρώτο βιβλίο της ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου, από το 2ο κεφάλαιο έως και το 20ό.

Έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, διότι επικεντρώνεται στην ελληνική γη, συνδέοντας την ελληνική προϊστορία με τους ιστορικούς χρόνους, δείχνοντας έτσι την αδιάσπαστη συνέχεια. Από την στιγμή που εγκαταστάθηκαν άνθρωποι εδώ, ποτέ δεν έφυγαν. Σε κανένα σημείο δεν αναφέρεται σε μια βόρεια φυλή που ήρθε από μακριά, δήθεν εισβάλλοντας και διώχνοντας, ή υποδουλώνοντας τα ντόπια φύλα με τα οποία συγχωνεύτηκε στην συνέχεια.

Θα παραθέσουμε τα σχετικά, με έναν μικρό σχολιασμό, προκειμένου να μπορεί να παρακολουθήσει ο κάθε αναγνώστης…
Φαίνεται γαρ η νυν Ελλάς καλουμένη ου πάλαι βεβαίως οικουμένη, αλλά μεταναστάσεις τε ούσαι τα πρότερα και ραδίως έκαστοι την εαυτών απολείποντες βιαζόμενοι υπό τινων αιεί πλειόνων. Της γαρ εμπορίας ουκ ούσης, ουδ’ επιμειγνύντες αδεώς αλλήλοις ούτε κατά γην ούτε δια θαλάσσης, νεμόμενοι τε τα αυτών έκαστοι όσον αποζήν και περιουσίαν χρημάτων ουκ έχοντες ουδέ γην φυτεύοντες, άδηλον ον οπότε τις επελθών και ατειχίστων άμα όντων άλλος αφαιρήσεται, της τε καθ’ ημέραν αναγκαίου τροφής πανταχού αν ηγούμενοι επικρατείν, ου χαλεπώς απανίσταντο, και δι’ αυτό ούτε μεγέθει πόλεων ισχύον ούτε τη άλλη παρασκευή.
(Βιβλίο Α΄, 2.1-2.2)
Σχόλιο: Ο Θουκυδίδης αναφέρεται στις μεταναστεύσεις. Σε εποχή όπου δεν υπήρχε ακόμα το εμπόριο και δεν ήταν ασφαλής η πορεία δια ξηράς και δια θαλάσσης. Σε εποχή που ακόμα ο ελληνικός χώρος δεν ήταν μονίμως κατοικήσιμος. Λόγω των συνεχών μεταναστεύσεων, οι επιδρομές ήταν πολλές, και για αυτό ούτε φύτευαν ούτε οχυρώνονταν σε πόλεις. Ζούσαν νομαδικώς.
Μάλιστα δε της γης η αρίστη αιεί τας μεταβολάς των οικητόρων είχεν, η τε νυν Θεσσαλία καλουμένη και Βοιωτία Πελοποννήσου τε τα πολλά πλην Αρκαδίας, της τε άλλης όσα ην κράτιστα. Δια γαρ αρετήν γης αι τε δυνάμεις τισί μείζους εγγιγνόμεναι στάσεις ενεποίουν εξ ων εφθείροντο, και άμα υπό αλλοφύλων μάλλον επεβουλεύοντο.
(Βιβλίο Α΄, 2.3-2.4)
Σχόλιο: Στην Θεσσαλία και την Πελοπόννησο, εκτός από την Αρκαδία, σημειώθηκαν συνεχείς μετακινήσεις, εξαιτίας του ότι η γη είναι εύφορη.
Την γουν Αττικήν εκ του επί πλείστον δια το λεπτόγεων αστασίαστον ούσαν άνθρωποι ώκουν οι αυτοί αιεί. Και παράδειγμα τόδε του λόγου ουκ ελάχιστον εστί δια τας μετοικίας ες τα άλλα μη ομοίως αυξηθήναι· εκ γαρ της άλλης Ελλάδος οι πολέμω ή στάσει εκπίπτοντες παρ’ Αθηναίους οι δυνατώτατοι ως βέβαιον ον ανεχώρουν, και πολίται γιγνόμενοι ευθύς από παλαιού μείζω έτι εποίησαν πλήθει ανθρώπων την πόλιν, ώστε και ες Ιωνίαν ύστερον ως ουχ ικανής ούσης της Αττικής αποικίας εξέπεμψαν.
(Βιβλίο Α΄, 2.5-2.6)
Σχόλιο: Επειδή η Αττική γη είναι φτωχή, δεν αντιμετώπισε στάσεις, για αυτό και οι κάτοικοί της είναι γηγενείς. Για την ασφάλεια που παρείχε, όλοι όσοι διώκονταν από την υπόλοιπη Ελλάδα, έρχονταν εκεί και πολιτογραφούνταν. Επειδή συγκέντρωνε πολύ κόσμο, έστειλε αποικίες στην Μικρά Ασία. Η περιοχή εκεί, ονομάστηκε Ιωνία από τους Ίωνες που την κατοίκησαν. Είναι φανερό, ότι στο σημείο αυτό αναφέρεται στο ιωνικό φύλο, που με βάση τις ελληνικές παραδόσεις είναι ελληνικό, όπως είδαμε στο πρώτο μέρος. Αυτό, προυποθέτει την ύπαρξη αυτού του φύλου και άρα ο Θουκυδίδης αναφέρεται σε μια μεταγενέστερη εποχή.
Δηλοί δε μοι και τόδε των παλαιών ασθένειαν ουχ ήκιστα· προ γρα των Τρωικών ουδέν φαίνεται πρότερον κοινή εργασαμένη η Ελλάς· δοκεί δε μοι, ουδέ τούνομα τούτο ξύμπασα πω έχειν, αλλά τα μεν προ Έλληνος του Δευκαλίωνος και πάνυ ουδέ είναι η επίκλησις αύτη, κατά έθνη δε άλλα τε και το Πελασγικόν επί πλείστον αφ’ εαυτών την επωνυμίαν παρέχεσθαι, Έλληνος δε και των παίδων αυτού εν τη Φθιώτιδι ισχυσάντων, και επαγομένων αυτούς επ’ ωφελία, ες άλλας πόλεις, καθ’ έκαστους μεν ήδη τη ομιλία μάλλον καλείσθαι Έλληνας, ου μέντοι πολλού γε χρόνου και άπασιν εκνικήσαι. Τεκμηρίοι δε μάλιστα Όμηρος· πολλώ γαρ ύστερον έτι και των Τρωικών γενόμενος ουδαμού τους ξύμπαντας ωνόμασεν, ουδ’ άλλους ή τους μετ’ Αχιλλέως εκ της Φθιώτιδος, οίπερ και πρώτοι Έλληνες ήσαν, Δαναούς δε εν τοις έπεσι και Αργειούς και Αχαιούς ανακαλεί. Ου μην ουδέ βαρβάρους είρηκε δια το μηδέ Έλληνας πω, ως εμοί δοκεί, αντίπαλον ες εν όνομα αποκεκρίσθαι. Οι δ’ ουν ως έκαστοι Έλληνες κατά πόλεις τε όσοι αλλήλων ξυνίεσαν και ξύμπαντες ύστερον κληθέντες ουδέν προ των Τρωικών δι’ ασθένειαν και αμειξίαν αλλήλων αθρόοι έπραξαν. Αλλά και ταύτην την στρατείαν θαλάσση ήδη πλείω χρώμενοι ξυνεξήλθον.
(Βιβλίο Α΄, 3.1-3.4)
Σχόλιο: Ο Θουκυδίδης, έρχεται τώρα να μας πει για το όνομα «Ελλάς». Σταματώντας την αφήγησή του, πάει πάλι πίσω, αρχίζοντας από τον Δευκαλίωνα, τον πατέρα του Έλληνα. Πριν τον Δευκαλίωνα, φυσικά, δεν υπήρχε η ονομασία αυτή. Κάθε φύλο («έθνος») έδινε το γενικό όνομά του στην περιοχή που κατοικούσε. Ανάμεσα σε αυτά τα φύλα, ήταν και οι Πελασγοί. Όταν όμως βασίλευσε ο Έλληνας στην Φθιώτιδα, οι κάτοικοι ονομάστηκαν εκεί Έλληνες. Αυτοί αναδείχθηκαν δυνατοί και ωφέλιμοι για τους κατοίκους των άλλων πόλεων. Και έτσι, σταδιακά, ονομάστηκαν και εκείνοι Έλληνες. Πρέπει να προσέξουμε ότι δεν υπήρξε κάποια επιβολή. Αλλά «επαγομένων αυτούς επ’ ωφελία». Ούτε αυτοί που ονομάστηκαν Έλληνες, ήρθαν από αλλού. Γηγενείς ήταν. Επίσης, πρέπει να προσέξουμε αυτό που λέει «τη ομιλία μάλλον καλείσθαι Έλληνας». «Ομιλία» σημαίνει «κοινωνία». Ήρθαν σε κοινωνία, σε επαφή με τις άλλες πόλεις. Ο Όμηρος, μας λέει ο Θουκυδίδης, που αναφέρεται στην εποχή των Τρωικών, δεν ονομάζει όλους όσους πήγαν εναντίον των Τρώων με το όνομα Έλληνες. Μόνο όσους ακολούθησαν τον Αχιλλέα από την Φθιώτιδα. Οι υπόλοιποι καλούνται με το όνομα «Δαναοί», «Αργειοί», και «Αχαιοί». Αυτό, δείχνει ότι κατά την εποχή εκείνη, δεν είχε επικρατήσει ακόμα η ονομασία «Έλληνες». Όμως, όπως θα δούμε και στα «Τρωικά», όλα αυτά τα φύλα είχαν ίδια γλώσσα, ίδια θρησκεία, ίδια έθιμα, και όλοι αυτοί αποκαλούνται από τους αρχαίους συγγραφείς, «Έλληνες». Ούτε τη λέξη «βάρβαρος» χρησιμοποιεί ο Όμηρος, διότι ακόμα δεν είχαν διακριθεί οι Έλληνες με την ονομασία «Έλληνες», συνεπώς δεν υπήρχε λόγος η αντιδιαστολή του με το όνομα «βάρβαρος». Σε αυτό, απλά να συμπληρώσουμε, ότι ο Όμηρος ονομάζει τους Κάρες «βαρβαρόφωνους», λόγω της ομιλίας τους. Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι «έκαστοι Έλληνες κατά πόλεις τε όσοι αλλήλων ξυνίεσαν και ξύμπαντες ύστερον κληθέντες», δηλαδή αναγνωρίζει ότι Έλληνες κλήθηκαν οι ίδιοι άνθρωποι στις ίδιες πόλεις, που πριν λέγονταν αλλιώς. Με την ονομασία των φύλων τους, όπως μας είπε παραπάνω. Όλοι αυτοί, πολύ πριν τα Τρωικά, ούτε είχαν αναδειχθεί ακόμα δυνατοί, ούτε είχαν ακόμα αναμειχθεί. Μόνο όταν απέκτησαν δυνατό ναυτικό, τότε εργάστηκαν από κοινού, «κοινή εργασαμένη η Ελλάς». Άρα, η εποχή των Τρωικών είναι ορόσημο ενότητας των φύλων που κατοικούσαν στον Ελλαδικό χώρο σε πόλεις.
Μίνως γαρ παλαίτατος ων ακοή ίσμεν ναυτικόν εκτήσατο και της νυν Ελληνικής θαλάσσης επί πλείστον εκράτησε και των Κυκλάδων νήσων ηρξέ τε και οικιστής πρώτος των πλείστων εγένετο, Κάρας εξελάσας και τους εαυτού παίδας ηγεμόνας εγκαταστήσας· το τε ληστικόν, ως εικός, καθήρει εκ της θαλάσσης εφ’ όσον εδύνατο, του τας προσόδους μάλλον ιέναι αυτώ.
(Βιβλίο Α΄, 4.1)
Σχόλιο: Στην συνέχεια, ο Θουκυδίδης μας μιλάει για τον Μίνωα. Αυτός εξελίχθηκε σε μεγάλη ναυτική δύναμη. Κατέκτησε τις Κυκλάδες και ίδρυσε αποικίες, βάζοντας τα παιδιά του. Έδιωξε τους Κάρες, και καθάρισε τις θάλασσες από τους πειρατές. Πρέπει να προσέξουμε στο σημείο αυτό, ότι ο Θουκυδίδης δεν μας λέει ότι ο Μίνωας έδιωξε τους κατοίκους των Κυκλάδων. Αυτούς που έδιωξε, είναι οι Κάρες, όπως μας λέει ξεκάθαρα εδώ. Τα νησιά όμως κατοικούνταν και από Έλληνες. Όταν λοιπόν άρχισαν να επικοινωνούν μεταξύ τους, κάτι που δείχνει την ανάπτυξη του ναυτικού τους, τότε άρχισε και το φαινόμενο της πειρατείας. Οι δυνατότεροι συγκρότησαν πειρατικά που λυμαίνονταν τις ατείχιστες –τότε- πόλεις.
Οι γαρ Έλληνες το πάλαι και των βαρβάρων οι τε εν τη ηπείρω παραθαλάσσιοι και όσοι νήσους είχον, επειδή ήρξαντο μάλλον περαιούσθαι ναυσίν επ’ αλλήλους, ετράποντο προς ληστείαν, ηγουμένων ανδρών ου των αδυνατωτάτων κέρδους του σφετερού αυτών ένεκα και τοις ασθενέσι τροφής, και προσπίπτοντες πόλεσιν ατειχίστοις και κατά κώμας οικουμέναις ήρπαζον και τον πλείστον του βίου εντεύθεν εποιούντο, ουκ εχοντός αισχύνην τούτου του έργου.
(Βιβλίο Α΄, 5.1)
Αυτοί είναι που κτύπησε ο Μίνωας, τους πειρατές. Κάρες και Έλληνες. Διότι στο κεφάλαιο 8, αναφέρει τα εξής: «Και ουχ ήσσον λησταί ήσαν οι νησιώται, Κάρες τε όντες και Φοίνικες· ούτοι γαρ δη τας πλείστας των νήσων ώκησαν». Στα νησιά, πέρα από τους Έλληνες, κατοίκησαν οι Κάρες και οι Φοίνικες. Αυτοί είναι που επιδίδονταν κυρίως στην πειρατεία. Όμως, «καταστάντος του Μίνω ναυτικού πλωιμώτερα εγένετο παρ’ αλλήλους». Οι θαλάσσιες συγκοινωνίες έγιναν ασφαλέστερες, καθώς «οι εκ των νήσων κακούργοι ανέστησαν υπ’ αυτού». Και για αυτό το λόγο εποίκιζε τα νησιά. Αποτέλεσμα των ενεργειών αυτών ήταν η οικονομική άνθιση των νησιών και η περαιτέρω πρόοδός τους. Και κλείνει το κεφάλαιο, δίνοντάς μας ένα πολύ σπουδαίο στοιχείο, πριν μπει στα Τρωικά. «Και εν τούτω τω τρόπω μάλλον ήδη όντες ύστερον χρόνω επί Τροίαν εστράτευσαν». Δείχνει ότι οι νησιώτες, αφού απέκτησαν δύναμη χάρη στον Μίνωα, εκστράτευσαν μαζί με τους Αχαιούς στα Τρωικά, αργότερα. Εφόσον όλα αυτά τα φύλα (τα οποία ο Όμηρος τα κατονομάζει ένα προς ένα), Έλληνες καλούνται από τους αρχαίους συγγραφείς κι εφόσον οι νησιώτες τους ακολουθούν, άρα Έλληνες είναι και οι νησιώτες.

[Στα κεφάλαια 6 και 7 που παραλείπουμε, αναφέρεται στο ότι όλη η Ελλάδα οπλοφορούσε επειδή οι οικισμοί ήταν ανοχύρωτοι και λεηλατούνταν από τους ληστές, που σημαίνει ότι αναφέρεται σε πολύ παλαιές εποχές. Η συνήθεια αυτή της οπλοφορίας διατηρούνταν ακόμα. Στην Αθήνα είχε σταματήσει. Μετά αναφέρεται στον ιματισμό των Αθηναίων, οι οποίοι έκτοτε άρχισαν την τρυφηλή ζωή. Ωστόσο, σημαντική είναι η πληροφορία που δίνει για την συγγένεια Ιώνων και Αθηναίων. Στο κεφάλαιο 7, αναφέρεται στους τρόπους που επινόηθηκαν για την προστασία του εμπορίου από τους πειρατές. Αν και η πειρατεία είχε αποδυναμωθεί χάρη στον Μίνωα].

Στο κεφάλαιο 9, ο Θουκυδίδης κάνει μια εκτενή αναφορά στον Αγαμέμνονα, σχετικά με την καταγωγή του και την δύναμη που είχε. Ο Πέλοπας, ερχόμενος από την Ασία στην περιοχή που έλαβε αργότερα το όνομά του (Πελοπόννησος), κατάφερε να γίνει βασιλιάς, αφού παντρεύτηκε την κόρη του Οινόμαου, την Ιπποδάμεια. Ο εγγονός ήταν ο Ευρυσθέας, βασιλιάς των Μυκηνών, ο οποίος έθεσε τους άθλους στον Ηρακλή και που τελικά φονεύθηκε από τους Ηρακλείδες, κατά την διάρκεια εκστρατείας του στην Αττική. Πριν την εκστρατεία του, είχε ορίσει αντιβασιλέα στις Μυκήνες τον Ατρέα, που ήταν αδελφός της μητέρας του. Όταν σκοτώθηκε ο Ευρυσθέας, ανέλαβε την βασιλεία των Μυκηνών. Ο Ατρέας όμως δεν τα πήγαινε καλά με τον πατέρα του τον Πέλοπα. Ο Αγαμέμνων, γιος του Ατρέα, όταν πήρε την εξουσία, ένωσε τα σκήπτρα και έγινε πανίσχυρος.

Στο κεφάλαιο 10, ο Θουκυδίδης αναφέρει ορισμένες προσωπικές του εκτιμήσεις για την εκστρατεία. Είναι πολύ σημαντικό ότι γράφει ξεκάθαρα, «ως από πάσης της Ελλάδος κοινή πεμπόμενοι». Το «κοινή», σχετίζεται άμεσα με αυτό που είχε γράψει στην αρχή, «προ γαρ των Τρωικών ουδέν φαίνεται πρότερον κοινή εργασαμένη η Ελλάς».

Στο κεφάλαιο 11, αναφέρει τους λόγους για τους οποίους η εκστρατεία διήρκησε τόσα χρόνια, κατά την άποψή του.

Στο κεφάλαιο 12, αναφέρει τις διάφορες μεταναστεύσεις μετά το τέλος της εκστρατείας. Ο Θουκυδίδης ονομάζει τους εκστρατεύσαντας «Έλληνες».

«Η τε γαρ αναχώρησις των Ελλήνων εξ Ιλίου χρονία γενομένη πολλά ενεόχμωσε». Αυτή συνέβη πριν την περίφημη «κάθοδο των Δωριέων», για την οποία θα γράψουμε προς το τέλος, κλείνοντας την σειρά των άρθρων μας. Ώστε ο Θουκυδίδης ομιλεί περί Ελλάδος και Ελλήνων όταν αναφέρεται σε εποχές προ της υποτιθέμενη καθόδου των από τον βορρά!

Εφόσον στα προηγούμενα κεφάλαια αναφέρθηκε ο Θουκυδίδης στα «προιστορικά» χρόνια, έρχεται τώρα να τα συνδέσει με τους ιστορικούς χρόνους. Με αυτόν τον τρόπο, δίνει μια ενότητα Πρωτοελλήνων και Ελλήνων, από τον Δευκαλίωνα μέχρι και τα Περσικά, ως εισαγωγή πριν γράψει για τον μεγαλύτερο και καταστρεπτικότερο εμφύλιο που γνώρισε ποτέ η Ελλάδα, τον Πελοποννησιακό.

Συμπεράσματα: Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, προκύπτει αβίαστα ότι:

Α) Τα ελληνικά φύλα είναι γηγενή.
Β) Έχουν ενιαία εθνική ταυτότητα.
Γ) Τα παλαιά πελασγικά φύλα ονομάστηκαν ελληνικά.
Δ) Ο Κυκλαδίτικος Πολιτισμός, ο Μινωικός και ο Μυκηναϊκός, έχουν ως προκάτοχό τους τον Πελασγικό των νεολιθικών χρόνων.

Ο προϊστοριολόγος, Δημήτριος Θεοχάρης, αναφέρει…
Η Ελλάς αποτελεί την νοτιοανατολική προφυλακή της Ευρώπης και από αυτήν θα μεταδοθεί ο πολιτισμός στην βαρβαρική ήπειρο. Επί πλέον θεωρείται πιθανόν ότι μέσα στα όρια της πρώϊμης χαλκοκρατίας και τουλάχιστον προς το τέλος της εποχής θα διαμορφωθεί σε κάποια προδρομική μορφή το Ελληνικό έθνος, ίσως ενοποιημένο και γλωσσικά ακόμα.
Η περίοδος της πρώϊμης χαλκοκρατίας ξεκινά από το 2.800 π.κ.ε.
Ο εκδότης της εγκυλοπαίδειας του «Ηλίου», Ιωάννης Πασσάς, αναφέρει…
Φυσικά επρόκειτο περί των απογόνων των ιδίων πρωτόγονων ανθρώπων, οι οποίοι έζησαν ανέκαθεν και ανεπτύχθησαν εις τον χώρον της Αιγηϊδας, προ και μετά την καταβύθησιν αυτής, και εις τας νέας περιοχάς, που είχον δημιουργηθεί, κατά τας χιλιετηρίδας που παρήλθον, αφού αι πανάρχαιαι παραδόσεις των Ελλήνων ούτε λέξιν δεν αναφέρουν σχετικώς περί άλλων φύλων που υπήρχαν εις άλλας χώρας και εισέβαλλον εις την Ελλάδα ή εκ του χώρου του Αιγαίου, αλλά και από ουδεμίαν άλλην πηγήν εμφαίνεται ότι άλλαι φυλαί ή λαοί είχαν αναπτυχθεί εις άλλας μακρινάς περιοχάς είχαν εισβάλλει μετά ταύτα εις τον χώρον του Αιγαίου.
Ο Γερμανός ιστορικός Φον Πόττεκ, αναφέρει…
πρέπει να συνέδεσε σε ένα έθνος τα πολλά Ελληνικά φύλα με την κύρια μάζα της βασικής φυλής, από την οποία προήλθαν και τα συγκράτησε συνεχώς ενωμένα παρά τις εσωτερικές τους διχόνιες.
Για την προιστορική κατοίκηση του ελληνικού χώρου, μπορούμε να αναφέρουμε τα λατομεία που χρονολογούνται μεταξύ 10.000-8.000 π.κ.ε., τις οικοδομικές εγκαταστάσεις στην Άργισσα της Θεσσαλίας και στην Κνωσό που χρονολογούνται από το 6.000 π.κ.ε, τις κεραμικές τέχνες από το 5.500 π.κ.ε., την Πολίχνη της Λήμνου που χρονολογείται επίσης από το 5.500 π.κ.ε. (η ακμής τοποθετείται στο 3.200 π.κ.ε.), τους αγροτικούς οικισμούς στα νησιά και την Κρήτη που χρονολογούνται από το 7.000 π.κ.ε., τους οικισμούς στο Διμήνι και το Σέσκλο που χρονολογούνται από το 5.000 π.κ.ε.

2. Το επιχείρημα των συχνών πολέμων


«Έλληνας δε Έλλησιν, όταν τι τοιούτον δρώσιν, φύσει μεν φίλους είναι, νοσείν δ’ εν τω τοιούτω την Ελλάδα» (Πλάτων).

Οι συχνοί πόλεμοι, μήπως δείχνουν ότι δεν θεωρούσαν αλλήλους «συγγενείς»; Στο πρώτος μέρος, είχαμε πει για τις Αμφικτιονίες και τον ρόλο τους στην ενότητα των ελληνικών πόλεων. Παρ’ όλα αυτά, στην αρχαία ελληνική ιστορία, σημειώνονται πολλοί πόλεμοι. Μεγάλη πληγή κατά την αρχαιότητα, νόσος που όμως δεν δείχνει τίποτα παραπάνω παρά την σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσεως. Εκείνης που διψά παράλογα για εξουσία και καταστρέφει ότι το ωραιότερο μπορεί να δημιουργήσει η ανθρώπινη φύση. Ο άνθρωπος είναι ικανός για το καλύτερο και για το χειρότερο ταυτόχρονα. Ας δούμε τι αναφέρει ο Θουκυδίδης για τον Πελοποννησιακό πόλεμο, ως παράδειγμα.
Θουκυδίδης Αθηναίος ξυνέγραψε τον πόλεμον των Πελοποννησίων και Αθηναίων, ως πόλεμον προς αλλήλους, αρξάμενος ευθύς καθισταμένου και ελπίσας μέγαν τε έσεσθαι και αξιολογώτατον των προγεγενημένων, τεκμαιρόμενος ότι ακμάζοντές τε ήσαν ες αυτόν αμφότεροι παρασκευή τη πάση και το άλλο Ελληνικόν ορών ξυνιστάμενον προς εκατέρους, το μεν ευθύς, το δε και διανοούμενον. Κίνησις γαρ αυτή μεγίστη δη τοις Έλλησιν εγένετο και μέρει τινί των βαρβάρων, ως δε ειπείν και επί πλείστον ανθρώπων.
(Βιβλίο Α΄, 1.1-2)
Σχόλιο: Ο Θουκυδίδης θεωρεί ότι ο Πελοποννησιακός Πόλεμος είναι ο μεγαλύτερος και ο πιο αξιομνημόνευτος πόλεμος. Έβλεπε την όλη προετοιμασία, καθώς και τους άλλους Έλληνες (τους υπόλοιπους) να τάσσονται με το ένα ή το άλλο μέρος. «Παρασκευή τη πάση και το άλλον Ελληνικόν ορών ξυνιστάμενον προς εκατέρους». Είναι σημαντικό, διότι από εδώ προκύπτει ότι ο πόλεμος ήταν μεταξύ Ελλήνων. Αυτή η κίνηση γίνεται μεταξύ Ελλήνων, «τοις Έλλησιν». Και εν μέρει από κάποιους βαρβάρους. Ήδη από τα Περσικά είχε καθιερωθεί ο όρος «βάρβαρος» -και μάλιστα τότε ήταν που πήρε υποτιμητική χροιά- για να ξεχωρίζει τους μη Έλληνες.

Και κάνει μια γενική παρατήρηση…
Όσοι και εγένοντο (σημ. εννοεί πολέμους), προς ομόρους τους σφετέρους εκάστοις, και εκδήμους στρατειάς πολύ από της εαυτών απ’ άλλων καταστροφή ουκ εξήσαν οι Έλληνες. Ου γαρ ξυνειστήκεσαν προς τας μεγίστας πόλεις υπήκοοι, ουδ’ αυ αυτοί από της ίσης κοινάς στρατειάς εποιούντο, κατ’ αλλήλους δε μάλλον ως έκαστοι οι αστυγείτονες επολέμουν. Μάλιστα δε ες τον πάλαι ποτέ γενόμενον πόλεμον Χαλκιδέων και Ερετριών και το άλλο Ελληνικόν ες ξυμμαχίαν εκατέρων διέστη.
(Βιβλίο Α΄, 15.2-3)
Σχόλιο: Υπήρξαν πόλεμοι μεταξύ γειτονικών πόλεων και περιοχών. Αλλά δεν έκαναν εκστρατείες σε ξένες και μακρυνές χώρες. Διότι δεν ήθελαν ποτέ να είναι υπήκοοι σε άλλους, ή να είναι ίσοι με άλλους και από κοινού να συμμαχούν. Και αναφέρει ένα παράδειγμα, τον πόλεμο μεταξύ Χαλκιδέων και Ερετριέων.
Μετά δε την των τυράννων κατάκλυσιν εκ της Ελλάδος ου πολλοίς έτεσιν ύστερον και η εν Μαραθώνι μάχη Μήδων προς Αθηναίους εγένετο. Δεκάτω δε έτει μετ’ αυτήν αύθις ο βάρβαρος τω μεγάλω στόλω επί την Ελλάδα δουλωσόμενος ήλθεν. Και μεγάλου κινδύνου επικρεμασθέντος οι τε Λακεδαιμόνιοι των ξυμπολεμησάντων Ελλήνων ηγήσαντο δυνάμει προύχοντες, και οι Αθηναίοι επιότων των Μήδων διανοηθέντες εκλιπείν την πόλιν και ανασκευασάμενοι ες τας ναυς εσβάντες ναυτικοί εγένοντο. Κοινή τε απωσάμενοι τον βάρβαρον, ύστερον ου πολλώ διεκρίθησαν προς τε Αθηναίους και Λακεδαιμονίους οι τε αποστάντες βασιλέως Έλληνες και οι ξυμπολεμήσαντες. Δυνάμει γαρ ταύτα μέγιστα διεφάνη· ίσχυον γαρ οι μεν κατά γην, οι δε ναυσίν. Και ολίγον μεν χρόνον ξυνέμεινεν η ομαιχμία, έπειτα διενεχθέντες οι Λακεδαιμόνιοι και Αθηναίοι επολέμησαν μετά των ξυμμάχων προς αλλήλους. Και των άλλων Ελλήνων ει τινές που διασταίεν, προς τούτους ήδη εχώρουν. Ώστε από των Μηδικών ες τόνδε αιεί τον πόλεμον τα μεν σπενδόμενοι, τα δε πολεμούντες ή αλλήλοις ή τοις εαυτών ξυμμάχοις αφισταμένοις ευ παρεσκευάσαντο τα πολέμια και εμπειρότεροι εγένοντο μετά κινδύνων τας μελέτας ποιούμενοι.
(Βιβλίο Α΄, 18.1-3)
Σχόλιο: Στην πρώτη εισβολή των Περσών, που καλείται «βάρβαρος», τους αντιμετώπισαν οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς, στην μάχη του Μαραθώνα το 490 π.κ.ε. Δέκα χρόνια μετά, δηλαδή το 480 π.κ.ε., κατά την δεύτερη εισβολή προς υποδούλωση της Ελλάδος, την ελληνική αρχηγία ανέλαβαν οι Λακεδαιμόνιοι. «Λακεδαιμόνιοι των ξυμπολεμησάντων Ελλήνων ηγήσαντο». Οι Πέρσες αποκρούστηκαν για δεύτερη φορά δια του κοινού αγώνος. «Κοινή τε απωσάμενοι τον βάρβαρον». Μετά από κάποιο χρόνο, και αφού πέρασε ο περσικός κίνδυνος, οι Έλληνες διαιρέθηκαν είτε συμμαχόντας με τους Λακεδαιμόνιους είτε με τους Αθηναίους. Διότι οι πρώτοι επικρατούσαν στην ξηρά, οι δεύτεροι στην θάλασσα. Όταν ήρθαν σε διένεξη αυτές οι πλέον ισχυρότερες των ελληνικών πόλεων, επόμενο ήταν να έρθουν σε διένεξη μεταξύ τους και οι σύμμαχοί τους. Αλλά και οι υπόλοιποι Έλληνες, όσοι δεν ήταν πριν σύμμαχοι κανενός, τάσσονταν είτε με τον ένα είτε με τον άλλο. «Και των άλλων Ελλήνων ει τινές που διασταίεν, προς τούτους ήδη εχώρουν». Και αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε μέχρι τον πόλεμο για τον οποίο θα γράψει στο παρόν έργο του, ο Θουκυδίδης.

ΔΕΣ:

ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΕΠΟΧΗ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ
ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ
Η ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ
Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ΣΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
ΜΙΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ  
ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ:
  • Η ιστορική συνέχεια Πρωτοελλήνων και Ελλήνων (Μέρος Α’)
  • Η ιστορική συνέχεια Πρωτοελλήνων και Ελλήνων (Μέρος Γ’)
  • Η ιστορική συνέχεια Πρωτοελλήνων και Ελλήνων (Μέρος Δ’)
  • Η ιστορική συνέχεια Πρωτοελλήνων και Ελλήνων (Μέρος Ε’)
  • Η ιστορική συνέχεια Πρωτοελλήνων και Ελλήνων (Μέρος ΣΤ’)
  • Η ιστορική συνέχεια Πρωτοελλήνων και Ελλήνων (Μέρος Ζ’ -τελευταίο)

  • Γνώση ήδη έχουμε. Όμως όποιος την κυνηγήσει είναι ύποπτος ότι πηγαίνει εναντίον της

    Σχετική εικόναΗ γνώση δεν ισοδυναμεί πάντα με τη σοφία, κάποιες φορές σημαίνει το εντελώς αντίθετο. Η εμμονή για αποθησαύριση γνώσεων μπορεί να θολώσει ακόμα και τη ματιά μας για τον κόσμο.

    Για τους σοφούς της Ανατολής, η απαλλαγή, η απελευθέρωση από πολλές γνώσεις που έχουμε αποκτήσει ως προκαταλήψεις και στερεότυπα καταλήγει να είναι απαραίτητη ώστε να βλέπουμε την πραγματικότητα χωρίς τα φίλτρα που τη στρεβλώνουν.

    Ο Αμερικανός διανοητής Γουίλ Ντουράντ θεμελιώνει την ακόλουθη διαφορά ανάμεσα στη σοφία και στη γνώση: «Η γνώση είναι δύναμη, όμως μόνο η σοφία είναι ελευθερία». Δύο αιώνες νωρίτερα, ο Εμμάνουελ Καντ έλεγε ότι: «Η επιστήμη είναι οργανωμένη γνώση, αλλά η σοφία είναι οργανωμένη ζωή».

    Τι είναι αυτό από το οποίο πρέπει να απαλλαγούμε για να φτάσουμε στη σοφία;

    -Οι γεμάτες προκατάληψη αντιλήψεις για πρόσωπα και πράγματα. .Οι προφητείες για το τι θα κάνει κάποιος ή για το τι θα συμβεί σε μια ορισμένη κατάσταση.

    -Οι γνώμες τρίτων που δε μας αφήνουν να διαμορφώσουμε φυσιολογικά τη δική μας γνώμη.

    -Η ψευδής πίστη ότι ήδη γνωρίζουμε όλα όσα είναι απαραίτητα για κάθε όψη της ζωής.

    Αν αφήσουμε να πέσουν όλα αυτά τα φίλτρα, η σαφήνεια και η σοφία θα έρθουν από μόνες τους.

    Η ΠΑΓΙΔΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΙΡΜΟΥ: Γιατί η πείρα μας κάνει πάντοτε ηλίθιους

    Ο Κ. είχε παρουσιάσει τρεις φόρες τα αποτελέσματα του τομέα του στο διοικητικό συμβούλιο. Και τις τρεις φορές όλα πήγαν καλά. Κάθε φορά φορούσε το ίδιο σώβρακο με τις μικρές πράσινες βούλες. Προφανώς, νομίζει ότι αυτό το εσώρουχο του φέρνει τύχη.

    Η πωλήτρια του κοσμηματοπωλείου ήταν τόσο όμορφη, που ο Κ. δεν μπόρεσε να αντισταθεί και αγόρασε το δαχτυλίδι αρραβώνων αξίας 10.000 ευρώ που του έδειξε -ποσό που ξεπερνούσε κατά πολύ τον προϋπολογισμό του (ιδίως για δεύτερο γάμο), αλλά ασυνείδητα συνέδεσε το δαχτυλίδι με την ομορφιά της πωλήτριας. Και φανταζόταν ότι με αυτό το δαχτυλίδι στο χέρι η μέλλουσα γυναίκα του θα ήταν το ίδιο γοητευτική.

    Ο εγκέφαλός μας είναι μια μηχανή που κάνει συνδέσεις. Και είναι όντως έτσι. Παραδείγματος χάρη, τρώμε ένα άγνωστο φρούτο που μας αρρωσταίνει. Στο μέλλον αποφεύγουμε το φυτό αυτό και τους καρπούς του, που θεωρούμε τοξικούς ή τουλάχιστον μη φαγώσιμους. ‘Έτσι μαθαίνουμε.

    Δυστυχώς και λανθασμένα πράγματα. Ο Ιβάν Παβλόφ ήταν ο πρώτος που μελέτησε το φαινόμενο. Στην αρχή ο Ρώσος ερευνητής θέλησε να μετρήσει τη σιελόρροια των σκύλων. Στη διάρκεια του πειράματος, προτού ταΐσουν τους σκύλους, ηχούσε ένα κουδούνι. Σύντομα ο ήχος του κουδουνιού αρκούσε για να τρέξουν τα σάλια των σκύλων. Ο εγκέφαλός τους συνέδεε δύο άσχετα μεταξύ τους στοιχεία, δηλαδή τον ήχο του κουδουνιού και τη σιελόρροια.

    Η μέθοδος του Παβλόφ λειτουργεί και στους ανθρώπους. Η διαφήμιση συνδέει προϊόντα με θετικές συγκινήσεις. Γι’ αυτό δε θα δείτε ποτέ την κόκα κόλα συνδεδεμένη με ένα δυσάρεστο πρόσωπο ή ένα γερασμένο σώμα, αλλά πάντα με τα νιάτα, την ομορφιά και την ευχαρίστηση.

    Η παγίδα του συνειρμού βλάπτει την ποιότητα των αποφάσεων μας. Για παράδειγμα, έχουμε την τάση να αντιπαθούμε αυτούς που μας φέρνουν άσχημες ειδήσεις. Ο αγγελιοφόρος συνδέεται με το περιεχόμενο της είδησης. Οι διευθύνοντες σύμβουλοι επιχειρήσεων και οι επενδυτές αποφεύγουν επίσης (ασυνείδητα) να δώσουν σημασία στους κακούς οιωνούς. Έτσι, δέχονται μόνο τις καλές ειδήσεις, πράγμα που διαστρεβλώνει τελείως την οπτική τους. Ο Γουόρρεν Μπάφετ το γνωρίζει καλά, γι’ αυτό ζήτησε από τους επικεφαλής των επιχειρήσεών του να του μεταφέρουν μόνο τις κακές ειδήσεις, και μάλιστα χωρίς περιστροφές.

    Πριν από τις πωλήσεις μέσω της τηλεόρασης και του ίντερνετ, οι πλασιέ  πουλούσαν τα προϊόντα τους πόρτα πόρτα. Μια μέρα, ένας πλασιέ σταμάτησε μπροστά σε ένα σπίτι που δεν έμενε κανείς, χωρίς βέβαια να ξέρει ότι ήταν ακατοίκητο. Μια μικρή διαρροή γκαζιού που διαρκούσε εβδομάδες είχε γεμίσει το σπίτι με εύφλεκτο αέριο. Και δυστυχώς το κουδούνι της πόρτας ήταν χαλασμένο: όταν ο πλασιέ  πάτησε το κουμπί, πετάχτηκε μια σπίθα και το σπίτι ανατινάχτηκε. Ο άτυχος άνδρας μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Ευτυχώς συνήλθε γρήγορα, αλλά ο φόβος του για τα κουδούνια παρέμεινε τόσο ισχυρός, που δεν μπορούσε να ασκήσει το επάγγελμα του για πολλά χρόνια. Παρόλο που ήξερε ότι ήταν απίθανο να ξανασυμβεί, δεν μπορούσε, όσο καλή θέληση κι αν είχε, να σβήσει τη συγκινησιακή σύνδεση.

    Ποιο μάθημα μπορούμε να αποκομίσουμε; Κανείς δεν το συνοψίζει καλύτερα από τον Μαρκ Τουαίν: «Από όλες τις εμπειρίες που ζούμε, ας κρατήσουμε μόνο τη σοφία που περικλείουν για να μη μοιάσουμε με τη γάτα που πήδηξε πάνω στο αναμμένο μάτι της κουζίνας. Δεν ξαναπηδάει ποτέ πάνω σε αναμμένο μάτι, και μπράβο της. Αλλά δεν πηδάει πια ποτέ ούτε πάνω σε σβηστό μάτι».

    Ο κατάλογος με τις αμαρτίες - Τι θεωρεί κολάσιμο η Εκκλησία κι αυτοί που την «υπηρετούν»;

    Ξεφυλλίζοντας πρόσφατα ένα εκκλησιαστικό έντυπο, καθώς δεν είχα τίποτε άλλο για να «σκοτώσω» την ώρα μου, το μάτι μου έπεσε πάνω σ' έναν κατάλογο λέξεων και φράσεων που υπήρχε σε μια σελίδα του βιβλίου. Γρήγορα συνειδητοποιώ, ότι είναι ο περίφημος κατάλογος των αμαρτημάτων για τον οποίο είχα ακούσει, αλλά δεν είχα την «τύχη» να τον διαβάσω.


    Πέραν από τον μεγάλο αριθμό (156) αυτών που η Εκκλησία (;) θεωρεί αμαρτήματα (;), υπάρχουν και μερικά τα οποία αν μη τι άλλο, προκαλούν τον γέλωτα. Θέλω να πιστεύω (δεν το γνωρίζω) ότι ο κατάλογος αυτός δεν τελεί υπό την συναίνεση της επίσημης Εκκλησίας κι ότι αποτελεί απλώς ένα πόνημα κάποιων «Ταλιμπάν» της ορθοδοξίας. Όπως και να έχει πάντως και μόνο που υπάρχουν τέτοιες σκοταδιστικές φωνές μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας, λέει κάτι.

    Τώρα αν κάποιος αναρωτηθεί, αν είναι δυνατόν κανείς να τηρήσει όλον αυτόν τον κατάλογο για να μείνει ευσεβής και αναμάρτητος, η απάντηση είναι, ότι φυσικά και είναι δυνατόν... Αρκεί να γίνει... άγαλμα, ή φυτό!

    Καθήστε λοιπόν αναπαυτικά και ξεκινήστε την αποστήθιση. Όσοι δεν τα καταφέρουν, κινδυνεύουν με 10 μέρες νηστεία κι 100 μετάνοιες.
    1. Απιστία
    2. Αθεΐα
    3. Ολιγοπιστία
    4. Πνευματική αδιαφορία
    5. Πνευματική αμέλεια
    6. Πνευματική άγνοια
    7. Αίρεση
    8. Αποδοχή αίρεσης
    9. Σχίσμα
    10. Συμπροσευχή με αιρετικούς
    11. Οικουμενισμός
    12. Μασωνία
    13. Ρόταρυ
    14. Προκλητική ενδυμασία
    15. Σατανισμός
    16. Μαγεία
    17. Αστρολογία
    18. Συμμετοχή σε μαγεία
    19. Συμμετοχή σε σατανισμό
    20. Επίκληση δαιμόνων
    21. Μέντιουμ
    22. Βλασφημία νοερή
    23. Βλασφημία εκούσια
    24. Βλασφημία ακούσια
    25. Θεωρία Δαρβίνου
    26. Καφεμαντεία
    27. Χαρτομαντεία
    28. Χειρομαντεία
    29. Χαρτοπαιξία
    30. Ζάρια
    31. Πορνεία
    32. Πορνεία παρά φύση
    33. Αρσενοκειτία
    34. Ζωοφιλία
    35. Μοιχεία
    36. Μοιχεία παρά φύση
    37. Αιμομειξία
    38. Αιμομειξία παρά φύση
    39. Ομοφυλόφιλη αιμομειξία
    40. Βιασμός
    41. Απόπειρα βιασμού
    42. Φόνος εκούσιος
    43. Φόνος ακούσιος
    44. Παρότρυνση για φόνο
    45. Αυτοκτονία
    46. Απόπειρα αυτοκτονίας
    47. Κτηνοβασία
    48. Νεκροφιλία
    49. Λεσβιακός έρωτας
    50. Διαφθορά παρθένας
    51. Συγκυλισμός
    52. Παιδεραστία
    53. Μη σαρκική εγκράτεια στις εορτές
    54. Οφθαλμοπορνεία
    55. Οφθαλμοπορνεία στην τηλεόραση
    56. Ηδονισμός
    57. Πολιτικός γάμος
    58. Συμμετοχή σε πολιτικό γάμο
    59. Αυνανισμός
    60. Αισχροί λογισμοί
    61. Αισχρές επιθυμίες
    62. Κακή μουσική
    63. Έξαλλη μουσική
    64. Χειρονομίες κακές
    65. Αστεία πονηρά
    66. Αισχρολογία
    67. Πονηροί λογισμοί
    68. Σκανδάλισμα άλλων
    69. Γυμνισμός
    70. Άσεμνα ρούχα
    71. Προκλητική στάση
    72. Έκτρωση
    73. Συμμετοχή σε έκτρωση
    74. Παρότρυνση σε έκτρωση
    75. Ευθανασία
    76. Εμπόριο ναρκωτικών
    77. Χρήση ναρκωτικών
    78. Νοθεία τροφών
    79. Ξυλοδαρμός
    80. Ξυλοδαρμός γονέων
    81. Υπαίτιος ατυχήματος
    82. Ζωοκλοπή
    83. Βασανισμός ζώων
    84. Συμβουλές κακές
    85. Μετάδοση ασθένειας
    86. Κάπνισμα
    87. Υπερηφάνεια
    88. Εγωισμός
    89. Ισχυρογνωμοσύνη
    90. Ανυπακοή
    91. Υποκρισία
    92. Αλαζονεία
    93. Επίδειξη
    94. Επιπολαιότητα
    95. Καινοδοξία
    96. Πείσμα
    97. Φιλοδοξία
    98. Αργολογία
    99. Μίσος
    100. Φθόνος
    101. Θυμός
    102. Οργή
    103. Ζήλεια
    104. Περιφρόνηση
    105. Ειρωνεία
    106. Εκδίκηση
    107. Ψευδοπροφήτης
    108. Χαιρεκακία
    109. Κακία
    110. Αχαριστία
    111. Εμπάθεια
    112. Γογγισμός
    113. Περιέργεια
    114. Υπουλότητα
    115. Καχυποψία
    116. Δικαιολογίες ψευδείς
    117. Κρυφάκουσμα
    118. Ανυπομονησία
    119. Κατάχρηση καλοσύνης
    120. Ψέμματα
    121. Συκοφαντία
    122. Προδοσία
    123. Ψευδορκία
    124. Κατάκριση
    125. Ιεροκατάκριση
    126. Καταλαλία
    127. Κουτσομπολιό
    128. Κολακεία
    129. Προσωπολατρεία
    130. Φιλαργυρία
    131. Ασπλαχνία
    132. Κερδοσκοπία
    133. Τοκογλυφία
    134. Πλαστογραφία
    135. Εκμετάλλευση
    136. Δωροδοκία
    137. Απληστία
    138. Εξαγορά συνείδησης
    139. Σιμμωνία
    140. Αρχαιοκαπηλεία
    141. Κλεπταποδοχή
    142. Απάτη
    143. Εμπρησμός
    144. Κομματικός φανατισμός
    145. Εγκατάλειψη γονέων
    146. Διάλυση οικογενείας
    147. Διάλυση οικογενειών
    148. Καταστροφή ξένης περιουσίας
    149. Ασέβεια
    150. Άπιστος ανάδοχος
    151. Αποχή εκκλησιασμού
    152. Αποχή εξομολόγησης
    153. Φτύσιμο μετά την Θεία Κοινωνία
    154. Θεία Κοινωνία χωρίς εξομολόγηση
    155. Λαθροφαγία
    156. Ειδωλολατρεία
    Ο πιστός πρέπει διαρκώς να σκέπτεται την φοβερή ημέρα της Κρίσεως, όπου θα εμφανιστεί ο τρομερός Θεός με οργή για να επιβάλλει την τελική καταδίκη των αμαρτωλών. Επειδή δε, όλοι οι άνθρωποι έχουν πρωτίστως κηρυχθεί αμαρτωλοί από την ποιμαντορία, απομένουν δύο πράγματα: Συνεχής μετάνοια και συνεχής υπαγωγή στα μυστήρια, εφ' όσον βρίσκεται κανείς στην επίγεια ζωή. Όταν πεθάνει κάποιος, πρέπει οι επιζώντες να παρακαλούν τον Θεό για να συγχωρέσει την ψυχή του κεκοιμημένου δούλου του και να την κατατάξει στους δροσερούς κόλπους του Αβραάμ, σε τόπο χλοερό ένθα οι δίκαιοι αναπαύονται. Οι επιζώντες πρέπει να προσφεύγουν στον χρισμένο ποιμένα να μεσολαβήσει στον Κύριο, αφού ο ίδιος ο πιστός δεν έχει το νήμα επαφής, δηλαδή το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος. Για την εκδούλευση των τρισάγιων, ο ποιμένας αμείβεται αναλόγως προς την οικονομική ευρωστία του ζώντος. Διότι έχει περάσει η αντίληψη ότι οι άνθρωποι πρέπει να προσφέρουν στην Εκκλησία αναλόγως προς τα υπάρχοντά τους.

    Μ' αυτό το επιχειρησιακό σκεπτικό, οι νεκροί των πολυπληθών πόλεων έχουν σήμερα καταστεί μία από τις πολύ προσοδοφόρες επιχειρήσεις των ρασοφόρων, ώστε να αλληλοσκοτώνονται, πάντοτε στο όνομα του Χριστού βέβαια, για το ποιος θα είναι ιερέας «κοιμητηρίου» και το ποιος θα πάρει καλή περιοχή ή καλό μέρος του «κοιμητηρίου». Για να αποφεύγονται μάλιστα οι «ιεροί» καβγάδες, έχει καθιερωθεί να περνούν όλοι και με σειρά, για ένα διάστημα, να υπηρετούν το άγιο και προσοδοφόρο βασίλειο των κοιμουμένων. Επειδή δε, το ποίμνιο έχει πειστεί ότι ο πεθαμένος πάντοτε έχει την ανάγκη των τρισάγιων για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες του μέχρι την τελική κρίση, φροντίζει απερισκέπτως και αιωνίως να αναπαράγει την νεκροκαπηλεία των ποιμεναρχών. Ίσως, από τα πολλά τρισάγια να υποκύψει τελικώς ο Κύριος και θα συγχωρέσει την αμαρτωλή ψυχή του θανόντος συγγενούς, γιατί στο πολύ «Κύριε ελέησον», κουράζεται και ο Θεός των χριστιανών. Βλέπετε, πόσο καλοστημένος είναι αυτός ο εμπαιγμός των ανθρώπων; Όταν είναι στην επίγεια ζωή, ανακηρύσσονται εξ αρχής και καθ' όλον τον βίο αμαρτωλοί, ώστε διαρκώς να βρίσκονται υπό μετάνοια, να εξομολογούνται, να κοινωνούν και να συγχωρούνται οι αμαρτίες μέσω του χρισμένου ποιμενάρχη. Όταν πεθαίνουν είναι και πάλι αμαρτωλοί, επειδή δεν πρόλαβαν φαίνεται να ζητήσουν άφεση όλων των αμαρτιών πριν από τον θάνατό τους και κληροδοτούν στους απογόνους την υποχρέωση να ζητούν την περίφημη άφεση μέσω των τρισάγιων, μνημόσυνων και όλων των νεκροτελετών, από κόλλυβα μέχρι ειδικές λειτουργίες. Έτσι, κάθε ζωντανός, είναι ποίμνιο προς ποιμνιακή εκμετάλλευση δύο φορές. Είναι ποίμνιο για τον εαυτό του και ποίμνιο για τους πεθαμένους συγγενείς του. Δεν γνωρίζουμε αν έχουν κατορθώσει να εισπράττουν, κατά κάποιο τρόπο, και από τις ψυχές των πεθαμένων αμαρτωλών, προκειμένου οι ίδιοι να εξαγοράζουν την ποινή τους. Όλα είναι πιθανά από την εφευρετικότατη ποιμαντορία.

    Το εύρημα της Εσχάτης Κρίσεως και της Δευτέρας Παρουσίας έχει την ιστορική του διάσταση επίσης στην εβραϊκή δεοντολογία. Οι Εβραίοι περιμένουν επί χιλιάδες χρόνια τον Μεσσία που θα εμφανιστεί για να κάνει το πραγματικό Ισραήλ, δηλαδή την κυριαρχία τους με την παρουσία του Θεού. Αυτός ο Μεσσίας ήταν όντως ένα φανταστικό εύρημα, αφού διαρκώς δίνει ελπίδα και νόημα στον λαό των Εβραίων να περιμένουν τον Θεό, αλλά και την κυριαρχία τους επί όλων των λαών.

    Έτσι, ο Εβραίος βρίσκεται σε μια διαρκή αναμονή της ελεύσεως του Κυρίου. Οι χριστιανοί, αντιθέτως, έφεραν την Πρώτη Παρουσία του Μεσσία, πράγμα που τους αφόπλιζε από την μελλοντική προσδοκία και φόβο. Όταν κατάλαβαν την ανοησία στην οποία περιέπεσαν, έφτιαξαν την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Πιο νοήμονες και πανούργοι από τους αδελφούς τους Φαρισαίους, έκαναν την Δευτέρα Παρουσία να είναι δεινή και τρομερή, ώστε και φόβο, να σπέρνει και ελπίδα αιώνιας κυριαρχίας του «ιερού Ευαγγελίου» να δίνει.

    Έτσι, διόρθωσαν το αρχικό λάθος τους με ένα ισχυρότερο όπλο: Την τρομερή και φοβερή Δευτέρα Παρουσία. Εκεί ολοκληρώνεται ο κύκλος του χριστιανικού σαδισμού. Ξεκίνησε από την νευρωτική αγάπη προς τον Θεό και του Θεού προς το ποίμνιο, πέρασε στην ενοχοποίηση και αιώνια αμαρτία, κατόπιν στην οργή και στην τιμωρία, με αποκορύφωμα την τρομερή ημέρα της Κρίσεως, όπου θα κριθούν ζωντανοί και πεθαμένοι. Ποιό νομίζετε, είναι τώρα το είδος της χριστιανικής αγάπης; Είναι πράγματι αγάπη, ή είναι ένα σαδιστικό εργαλείο για την πλήρη ποιμνίωση των ανθρώπων;

    Σε κάθε εποχή, οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν σε λανθασμένα πράγματα και σαχλαμάρες και πεθαίνουν γι’ αυτά. Πίστεις σε θρησκείες και μωρίες έχουν οδηγήσει ολόκληρα έθνη και πολιτισμούς στην αφάνεια μέχρι την ανυπαρξία. Παρά ταύτα λόγω των ανθρωπίνων αδυναμιών, βλακείας και φόβου δεν εννοούν να σταματήσουν. Κυριαρχούν στην ψυχολογία και στις φοβίες των ανθρώπων και έτσι διαιωνίζονται με όλα τα μοιραία αποτελέσματα για την ανθρωπότητα. Ειδικά σε εποχές κρίσεως επανέρχονται δριμύτερα παρ’ όλον ότι κάνουν την κρίση έτι εντονότερη. Άβυσσος η ψυχολογία και η ανωμαλία των απελεκήτων ξύλων, μοιραία και η μοίρα που δημιουργούν στον άνθρωπο μέσα στον φαύλο κύκλο που ο ίδιος δημιουργεί!

    Σχετική εικόνα