ΚΑΛΛΙΣΤΩ
(ζώο, αρκούδα - αστερισμός)
Η περίπτωση της Καλλιστώς, που το όνομά της προδίδει την ξεχωριστή ομορφιά* της, είναι από τις λίγες περιπτώσεις διπλής μεταμόρφωσης, πρώτα σε αρκούδα, από την Άρτεμη ή την Ήρα, στη συνέχεια σε αστερισμό, από τον Δία.
Η ζωή της Καλλιστώς συνδέεται με τη γη της Αρκαδίας και με την εξέλιξη του πολιτισμού. Είναι κόρη ενός εκπολιτιστή ήρωα στην Αρκαδία, αγαπημένη ερωμένη του πρώτου των θεών, του Δία, μητέρα ενός γιου που δίδαξε στους ανθρώπους την καλλιέργεια, την παρασκευή άρτου και την τέχνη της ύφανσης.
Πατέρας της ήταν ο Λυκάων, γιος του Πελασγού, που βασίλεψε στους Αρκάδες με έδρα τη Λυκόσουρα, γενάρχης και άλλων αρκαδικών πόλεων και αποικιών. Από πολλές γυναίκες γέννησε πενήντα γιους. Απέκτησε και μία θυγατέρα, την Καλλιστώ, που έγινε ακόλουθος της θεάς Άρτεμης, τηρώντας τον όρκο της παρθενίας. Αυτή τη νύμφη ερωτεύτηκε ο Δίας και για να μπορέσει να ενωθεί μαζί της πήρε τη μορφή της Άρτεμης ή, σύμφωνα με άλλες εκδοχές, του Απόλλωνα. Η νύμφη έμεινε έγκυος, και αυτό αποκαλύφθηκε, όταν η Άρτεμη με τις συντρόφισσές της αποφάσισαν να λουστούν σε μια πηγή στο όρος Μαίναλο. Η θεά την τιμώρησε για την απώλεια της παρθενίας της μεταμορφώνοντάς την σε αρκούδα ή σκοτώνοντάς την με βέλος. Άλλοι παραδίδουν ότι η μεταμόρφωση έγινε από την Ήρα για να εκδικηθεί το κορίτσι για την ένωσή της με τον Δία. Όπως και να είναι, ο Δίας διαφύλαξε και αυτή τη φορά το παιδί του που κινδύνευε να χαθεί μαζί με τη μητέρα του· είτε το άρπαξε ο ίδιος είτε έστειλε τον Ερμή να αρπάξει το παιδί από την κοιλιά της. Το παιδί ονομάστηκε
Αρκάδας και το ανέθρεψε η μητέρα του Ερμή, η Μαία.
Απολλόδωρος και Παυσανίας παραδίδουν ως εξής την ιστορία της:
τὸν Πελασγόν, ὃν Ἀκουσίλαος μὲν Διὸς λέγει καὶ Νιόβης, καθάπερ ὑπέθεμεν, Ἡσίοδος δὲ αὐτόχθονα. τούτου καὶ τῆς Ὠκεανοῦ θυγατρὸς Μελιβοίας, ἢ καθάπερ ἄλλοι λέγουσι νύμφης Κυλλήνης, παῖς Λυκάων ἐγένετο, ὃς βασιλεύων Ἀρκάδων ἐκ πολλῶν γυναικῶν πεντήκοντα παῖδας ἐγέννησε· (Απολλοδωρος 3.96)
Εκτός από όλη αυτή τη γενιά των αρσενικών παιδιών ο Λυκάων είχε και μια κόρη, την Καλλιστώ, που την ερωτεύτηκε ο Δίας και κοιμήθηκε μαζί της. Η Ήρα όμως το ανακάλυψε, μεταμόρφωσε την Καλλιστώ σε αρκούδα, κι η Άρτεμη για το χατίρι της Ήρας τη σκότωσε με το τόξο. Ο Δίας έστειλε τον Ερμή με διαταγή να σώσει το παιδί που η Καλλιστώ είχε στην κοιλιά της. Την ίδια την Καλλιστώ τη μεταμόρφωσε σε αστερισμό, τη γνωστή Μεγάλη Άρκτο. Μετά τον θάνατο του Νυκτίμου την εξουσία την πήρε ο Αρκάς, ο γιος της Καλλιστώς. Αυτός έφερε την καλλιέργεια του ήμερου καρπού και δίδαξε τους ανθρώπους να κάνουν ψωμί και να υφαίνουν ρούχα. Από τον βασιλιά αυτόν η χώρα πήρε το όνομα Αρκαδία αντί Πελασγία και οι κάτοικοί της Αρκάδες αντί Πελασγοί. (Παυσανίας 8.2.1-2)
Ο Εύμηλος και μερικοί άλλοι λένε ότι ο Λυκάων είχε και μια κόρη, την Καλλιστώ· ο Ησίοδος λέει γι' αυτήν ότι ήταν μία από τις νύμφες, ο Άσιος τη θεωρεί κόρη του Νυκτέα, ενώ ο Φερεκύδης του Κητέα. Αυτή συνόδευε την Άρτεμη στο κυνήγι, φορούσε την ίδια στολή με εκείνη και της ορκίστηκε ότι θα μείνει παρθένα. Ο Δίας όμως, που την ερωτεύτηκε, πλάγιασε μαζί της χωρίς εκείνη να το θέλει, παίρνοντας τη μορφή της Άρτεμης, όπως λένε μερικοί, του Απόλλωνα λένε άλλοι. Θέλοντας να το κρατήσει κρυφό από την Ήρα, μεταμόρφωσε την κοπέλα σε αρκούδα. Αλλά η Ήρα έπεισε την Άρτεμη να τη χτυπήσει με το τόξο σαν να είναι άγριο θηρίο. Είναι και μερικοί που λένε ότι η Άρτεμη της έριξε με το τόξο, γιατί δεν διαφύλαξε την παρθενία της. Όταν χάθηκε η Καλλιστώ, ο Δίας άρπαξε το βρέφος της και το μετέφερε στην Αρκαδία να το αναθρέψει η Μαία και το ονόμασε Αρκάδα· και την Καλλιστώ τη μεταμόρφωσε σε αστερισμό και την ονόμασε άρκτο. (Απολλόδωρος 3.100-101)
Ο Οβίδιος συμπληρώνει την ιστορία περιγράφοντας τη ζωή της Καλλιστώς με τη νέα της μορφή της αρκούδας**, που όμως διατηρεί την ανθρώπινη συνείδηση, πλάσμα της φύσης και ταυτόχρονα αποκομμένη από αυτήν. Σε αυτή τη διπλή κατάσταση συντελείται η συνάντησή της με τον θηρευτή γιο της Αρκάδα, που δεκαπεντάχρονος ασκείται στο κυνήγι. Η μεταμόρφωση των δυο τους από τον Δία σε αστερισμούς*** σώζει τον έναν από τον άλλον, η μητροκτονία δεν συντελείται και οι δυο τους θα βρεθούν στον ουρανό πλάι ο ένας στον άλλον, Άρκτος**** η Καλλιστώ και Αρκτούρος*****, φύλακας της Άρκτου, ο Αρκάδας. Αυτό προκάλεσε την οργή και το παράπονο της Ήρας, αλλά και την υποψία για την τύχη της ως σύζυγος του Δία, και γι' αυτό ζήτησε από το ζευγάρι Ωκεανός και Τηθύς να κρατηθούν μακριά το ένα από το άλλο.
Ο Ερατοσθένης στους Καταστερισμούς του αναφέρεται στον μύθο και περιγράφει τον αστερισμό. Στον Χριστιανικό Ουράνιο Θόλο (ή Χριστιανικό Αστερόεντα Ουρανό) του γερμανού Julius Schiller η Μεγάλη Άρκτος είναι το πλοίο του Σίμωνα, όπου επιβιβάστηκε ο Χριστός· από εκεί δίδαξε στο πλοίο και στη συνέχεια ζήτησε από τους ψαράδες μαθητές του να ρίξουν τα δίχτυα και να αλιεύσουν ψάρια (Λουκάς ε' 2-11).
Όσο για τον ορθολογιστή Παλαίφατο (3ος αι. π.Χ.) θεωρεί ότι η Καλλιστώ ήταν κυνηγός. Μια μέρα μπήκε σε δάσος όπου κυκλοφορούσε μια αρκούδα που κατά πάσα πιθανότητα έφαγε την κυνηγό του. Και επειδή οι συγκυνηγοί της την είδαν να μπαίνει στο δάσος όχι όμως και να βγαίνει, είπαν ότι ἡ κόρη ἄρκτος ἐγένετο (περί απίστων 14).
----------------------------
*Η ομορφιά της Καλλιστώς
Ξεχωριστή αυτή η κοπελιά, δεν έπιανε στα χέρια της τη ρόκα
κι η κόμη της αχτένιστη, μπροστά τη φορεσιά της έπιανε με πόρπη,
άσπρη ταινία έδενε ψηλά στην κεφαλή τ' ατίθασα μαλλιά της.
Άλλες φορές με δόρυ ελαφρύ κι άλλοτε πάλι πιάνοντας το τόξο
της Άρτεμης κοσμούσε το στρατό, κι από της νύμφες όλες του Μαινάλου
στην Άρτεμη η πιο αγαπητή.
(Οβ., Μεταμορφώσεις 2. 411-416)
**Η μεταμόρφωση της Καλλιστώς σε αρκούδα
«αυτό μονάχα, παλιοθηλυκό, μας έλειπε», ανέκραξε [η Ήρα], «να γίνεις
κι αγορομάνα, να γεννοβολάς κι έτσι να μάθουν όλοι τις πομπές μας -
του άντρα μου τα αίσχη, δηλαδή να επικυρωθούν και επισήμως.
Θα το πληρώσεις, όμως, πού θα πας; Αυτήν την όμορφή σου τη φιγούρα,
καμάρι και δικό σου και αυτουνού, ξεδιάντροπη, εγώ θα σου την πάρω».
Έτσι της είπε, κι όπως αντικρύ την είχε τη γραπώνει απ' τα μαλλιά της
και την ξαπλώνει μπρούμυτα στη γη. Παρακαλώντας άπλωσε τα χέρια
η κόρη - και στα χέρια της δασιές και μαύρες τρίχες πήραν να φυτρώνουν,
αλλάξαν σχήμα, έγινε κυρτά, μεγάλωσαν γαμψά στις άκρες νύχια
και γίνηκαν ποδάρια· τα γλυκά τα χείλη της, τα χιλιοπαινεμένα
από τον Δία, χάλασαν κι αυτά, στη θέση τους σαγόνια και μουσούδα.
Και η λαλιά της, χάθηκε κι αυτή, να μην μπορεί με λόγια παρακάλια
να βρει καρδιά που θα τη συμπονεί· τώρα η φωνή της βγαίνει όλο φοβέρα,
το βρουχητό της τρόμος και οργή από βραχνό λαρύγγι ανεβαίνει.
Όλο βογγάει, κι αυτό το βογγητό τα πάθη που τη βρήκαν μαρτυράει,
ικέτιδα, ψηλά στον ουρανό τα χέρια που δεν είναι χέρια στρέφει.
(Οβ., Μεταμορφώσεις 2. 471-488)
***Η Καλλιστώ και ο Αρκάδας στον ουρανό
Και τώρα αυτουνού [του Λυκάονα] ο εγγονός, ο Αρκάδας, ήταν κιόλας
δεκαπέντε·
δεν ήξερε τη μάνα του, ποτέ δεν είχε μάθει για το πάθημά της.
Αγρίμια κυνηγούσε το παιδί, καρτέρι πού να στήσει μελετούσε,
και άπλωνε τα δίχτυα του πυκνά στου Ερυμάνθου γύρω τα ρουμάνια
όταν η τύχη το 'φερε να βρει τη μάνα του μπροστά. Κι αυτή στεκόταν
σα να 'ξερε ποιον είχε αντικρύ. Τραβήχτηκε ξοπίσω ο Αρκάδας,
τον κάρφωναν τα μάτια του αγριμιού, το βλέμμα το ακίνητο - ένας φόβος
τον έπιασε (δεν ήξερε γιατί) κι όπως η αρκούδα έδειχνε λαχτάρα
να τον ζυγώσει, έκανε αυτός κατάστηθα να ρίξει το κοντάρι.
Αλλιώτικη του Δία η βουλή: μαζί μ' αυτούς αφάνισε το κρίμα,
με στρόβιλο τους σήκωσε ψηλά στα πλάτη των απέραντων αιθέρων
για να τους στήσει μες στον ουρανό, μάνα και γιο γειτονικά αστέρια.
(Οβ., Μεταμορφώσεις 2. 496-507)
****Η Καλλιστώ άρκτος
Ταύτην ῾Ησίοδός φησι Λυκάονος θυγατέρα ἐν Ἀρκαδίᾳ οἰκεῖν, ἑλέσθαι δὲ μετὰ Ἀρτέμιδος τὴν περὶ τὰς θήρας ἀγωγὴν ἐν τοῖς ὄρεσι ποιεῖσθαι· φθαρεῖσαν δὲ ὑπὸ Διὸς ἐμμεῖναι λανθάνουσαν τὴν Θεόν· φωραθῆναι δὲ ὕστερον ἐπίτοκον ἤδη οὖσαν ὀφθεῖσαν ὑπ' αὐτῆς λουομένην· ἐφ' ᾧ ὀργισθεῖσαν τὴν Θεὸν ἀποθηριῶσαι αὐτήν· καὶ οὕτως τεκεῖν ἄρκτον γενομένην τὸν κληθέντα Ἀρκάδα· οὖσαν δ' ἐν τῷ ὄρει θηρευθῆναι ὑπὸ αἰπόλων τινῶν καὶ παραδοθῆναι μετὰ τοῦ βρέφους τῷ Λυκάονι· μετὰ χρόνον δέ τινα δόξαι εἰσελθεῖν εἰς τὸ τοῦ Διὸς ἄβατον [ἱερὸν] ἀγνοήσασαν τὸν νόμον· ὑπὸ δὲ τοῦ ἰδίου υἱοῦ διωκομένcν καὶ τῶν Ἀρκάδων, καὶ ἀναιρεῖσθαι μέλλουσαν διὰ τὸν εἰρημένον νόμον, ὁ Ζεὺς διὰ τὴν συγγένειαν αὐτὴν ἐξείλετο καὶ ἐν τοῖς ἄστροις αὐτὴν ἔθηκεν· Ἂρκτον δὲ αὐτὴν ὠνόμασε διὰ τὸ συμβεβηκὸς αὐτῇ σύμπτωμα.
῎Εχει δὲ ἀστέρας ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ζ ἀμαυρούς, ἐφ' ἑκατέρων ὠτίων β, <ἐπ'> ὠμοπλατῶν λαμπρὸν α, ἐπὶ τοῦ στήθους <α, ἐπὶ τοῦ ἔμπροσθεν ποδὸς> β, ἐπὶ τῆς ῥάχεως λαμπρὸν α, <ἐπὶ τῆς κοιλίας λαμπρὸν α>, ἐπὶ σκέλεσιν ὀπισθίοις β, ἐπ' ἄκρῳ τῷ ποδὶ β, ἐπὶ τῆς κέρκου γ· τοὺς πάντας κδ. (Ερατοσθένης, Καταστερισμοί 1)
*****Αστερισμός του Βοώτη
<Π>ερὶ τούτου λέγεται ὅτι Ἀρκάς ἐστιν ὁ Καλλιστοῦς καὶ Διὸς γεγονώς, ᾤκησε δὲ περὶ τὸ Λύκαιον φθείραντος αὐτὴν Διός· οὗ προσποιησάμενος ὁ Λυκάων τὸν Δία ἐξένιζεν, ὥς φησιν Ἡσίοδος, καὶ τὸ βρέφος κατακόψας, παρέθηκεν ἐπὶ τὴν τράπεζαν· ὅθεν ἐκείνην μὲν ἀνατρέπει, ἀφ' οὗ ἡ Τραπεζοῦς καλεῖται πόλις, τὴν δὲ οἰκίαν ἐκεραύνωσε, τὸν δὲ Λυκάονα ἀπεθηρίωσε καὶ αὐτὸν λύκον ἐποίησε· τὸν δὲ Ἀρκάδα πάλιν ἀναπλάσας ἔθηκεν ἄρτιον· καὶ ἐτράφη παρ' αἰπόλῳ· νεανίσκος δ' ὢν ἤδη δοκεῖ καταδραμεῖν εἰς τὸ Λύκαιον καὶ ἀγνοήσας τὴν μητέρα γῆμαι· οἱ δὲ κατοικοῦντες τὸν τόπον ἀμφοτέρους κατὰ νόμον θύειν ἔμελλον· ὁ δὲ Ζεὺς ἐξελόμενος αὐτοὺς διὰ τὴν συγγένειαν εἰς τὰ ἄστρα ἀνήγαγεν.
Ερατοσθένης, Καταστερισμοί, 1, 8