Αποφασίστε να μην υπηρετείτε πλέον και αμέσως είστε ελεύθεροι.
»Εκείνος που έτσι σας καταδυναστεύει έχει μόνο δύο μάτια, μόνο δύο χέρια, μόνο ένα σώμα, τίποτα παραπάνω από όσα διαθέτει και ο τελευταίος άνθρωπος ανάμεσα στους αμέτρητους που κατοικούν στις πόλεις σας. Στην πραγματικότητα δεν έχει τίποτα παραπάνω για να σας καταστρέψει, από την εξουσία που εσείς του απονείματε. Πού βρήκε αρκετά μάτια για να σας κατασκοπεύσει εάν δεν του τα δώσατε οι ίδιοι; Πώς μπορεί να έχει τόσα πολλά χέρια για να σας χτυπά, εάν δεν τα δανείστηκε από εσάς; Τα πόδια με τα οποία ποδοπατά τις πόλεις σας, πού τα βρήκε εάν δεν είναι τα δικά σας; Πώς έχει οποιαδήποτε εξουσία πάνω σας, εκτός μέσα από εσάς;
Πώς θα τολμούσε να σας επιτεθεί εάν δεν είχε την συνεργασία σας; Τι θα μπορούσε να σας κάνει εάν εσείς οι ίδιοι δεν συνεργούσατε με τον κλέφτη που σας ρημάζει, εάν δεν ήσασταν συμμέτοχοι με τον εγκληματία που σας σκοτώνει, εάν εσείς οι ίδιοι δεν προδίδατε τους εαυτούς σας;
Σπέρνετε τα χωράφια σας ώστε να μπορεί να τα ρημάζει, φτιάχνετε κι επιπλώνετε τα σπίτια σας ώστε να του δίνετε αγαθά για να πλιατσικολογήσει. Ανατρέφετε τις κόρες σας ώστε να μπορεί να ικανοποιήσει την λαγνεία του. Μεγαλώνετε τα παιδιά σας ώστε να μπορεί να ασκήσει πάνω τους το μεγαλύτερο προνόμιο που ξέρει – να οδηγηθούν στις μάχες του, να πάνε στο σφαγείο, να γίνουν υπηρέτες της απληστίας του και όργανα της εκδίκησής του.
Παραδίδετε τα κορμιά σας στην σκληρή εργασία, προκειμένου να είναι σε θέση να ικανοποιεί τις απολαύσεις του και να κυλιέται στις αισχρές ηδονές του. Αδυνατίζετε προκειμένου να τον κάνετε τον ισχυρότερο και τον ενδοξότερο που θα σας έχει υπό έλεγχο.
»Ένας λαός σκλαβώνεται μόνος του, κόβει τον ίδιο του το λαιμό όταν, έχοντας επιλέξει ανάμεσα στο να είναι υποτελής και στο να είναι ελεύθερος, εγκαταλείπει τις ελευθερίες και μπαίνει στο ζυγό, συναινώντας στην ίδια του την δυστυχία ή μάλλον, προφανώς, καλωσορίζοντάς την. Εάν κοστίζει κάτι στους ανθρώπους η ανάκτηση της ελευθερίας τους, δεν θα τονίσω την ανάγκη δράσης προς αυτή την κατεύθυνση, αν και δεν υπάρχει τίποτα που ένα ανθρώπινο ον θα μπορούσε να αγαπήσει περισσότερο από την αποκατάσταση του δικού του φυσικού δικαιώματος, να μεταμορφωθεί ο ίδιος από ένα κτήνος με κυρτή πλάτη σε άνθρωπο, για να το πούμε έτσι. Δεν απαιτώ απ’ αυτόν τέτοια τόλμη, αφήστε τον να προτιμά την αμφίβολη ασφάλεια της άθλιας ζωής, όπως την επιθυμεί.
Τι γίνεται τότε; Εάν, προκειμένου να έχει την ελευθερία του, δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο από το να την επιθυμεί, εάν μόνο μια απλή πράξη της θέλησης είναι αναγκαία, υπάρχει κανένα έθνος στον κόσμο που να θεωρεί πως μια απλή επιθυμία έχει τόσο υψηλό τίμημα, προκειμένου να ανακτήσει δικαιώματα, τα οποία οφείλει να είναι έτοιμο να αποκαταστήσει με κόστος το ίδιο του το αίμα, δικαιώματα τέτοια που τους υποβιβάζει όλους τους τίμιους ανθρώπους, σε σημείο να νιώθουν τη ζωή αφόρητη και τον ίδιο το θάνατο σαν σωτηρία;
»Αυτή την μέθοδο που χρησιμοποιούν οι τύραννοι για να αχρηστεύσουν τους υπηκόους τους, μπορούμε να τη δούμε κατά τον καλύτερο τρόπο σε όσα έκανε στους Λυδούς ο Κύρος αφού κατέλαβε τις Σάρδεις, την πρωτεύουσα τους, και είχε υπό το έλεος του τον αιχμαλωτισμένο Κροίσο, τον αφάνταστα πλούσιο βασιλιά τους. Όταν του έφεραν τα νέα ότι ο λαός των Σάρδεων είχε εξεγερθεί, του ήταν εύκολο να τους επιβληθεί με την βία, αλλά αφού δεν ήθελε είτε να καταστρέψει μια τόσο όμορφη πόλη είτε να διατηρεί εκεί στρατό για να την αστυνομεύει, σκέφτηκε ένα ασυνήθιστο μέτρο για να την υποτάξει.
Εγκατέστησε πορνεία, ταβέρνες και δημόσιους αγώνες και εξέδωσε διακήρυξη σύμφωνα με την οποία οι κάτοικοι θα μπορούσαν να τα απολαύσουν. Βρήκε αυτόν τον τύπο φρούρησης τόσο αποτελεσματικό, ώστε ποτέ πια δεν τράβηξε το ξίφος εναντίον των Λυδών. Αυτοί οι άθλιοι άνθρωποι ευχαριστούνταν να ανακαλύπτουν όλων των ειδών τα παιχνίδια, έτσι ώστε οι Λατίνοι πήραν απ’ αυτούς την λέξη παιχνίδι και ό,τι αποκαλούμε «απασχόληση για να περνάει η ώρα», λένε δηλαδή «ludi» σαν να έλεγαν Λυδοί.
Δεν έχουν όλοι οι τύραννοι εκδηλώσει τόσο ξεκάθαρα την πρόθεση τους να μαλθακεύσουν τα θύματα τους, αλλά στην πραγματικότητα, αυτό που ο προαναφερθείς δεσπότης διεκήρυξε δημοσίως και έβαλε στην πράξη, οι περισσότεροι από τους άλλους έχουν προωθήσει μυστικά ως στόχο τους.
Είναι στην πραγματικότητα στην φύση του πληθυσμού, του οποίου η πυκνότητα είναι μεγαλύτερη στις πόλεις, να αντιμετωπίζει με καχυποψία εκείνον που ενδιαφέρεται για την ευημερία του, και να είναι εύπιστος απέναντι σ’ αυτόν που τον κοροϊδεύει. Μην φανταστείτε ότι υπάρχει οποιοδήποτε πουλί που πιάνεται εύκολα στον κράχτη, ή οποιοδήποτε ψάρι που τσιμπάει πιο γρήγορα στο δολωμένο σκουλήκι, απ’ ότι όλοι αυτοί οι δυστυχείς χαζοί που έξυπνα ξεγελιούνται στην δουλειά από το πέρασμα του παραμικρού πούπουλου, για να το πούμε έτσι, μπροστά από το στόμα τους.
Πραγματικά, είναι εκπληκτικό που αφήνονται να πιαστούν τόσο γρήγορα στο παραμικρό γαργάλημα της φαντασίας τους. Παιχνίδια, φάρσες, θεάματα, μονομάχοι, παράξενα ζώα, μετάλλια, εικόνες και άλλα τέτοια ναρκωτικά, αυτά ήταν τα δολώματα για να σκλαβωθούν οι λαοί της αρχαιότητας, το τίμημα της ελευθερίας τους, τα εργαλεία της τυραννίας. Μ’ αυτές τις πρακτικές και τους πειρασμούς οι αρχαίοι δικτάτορες αποκοίμιζαν με τέτοια επιτυχία τους υπηκόους τους κάτω από το ζυγό, ώστε οι αποβλακωμένοι λαοί, συνηθισμένοι να λάμπουν μπροστά στα μάτια τους τα παιχνίδια και οι μάταιες ηδονές, μάθαιναν στην δουλοπρέπεια σαν κάτι φυσικό, αλλά όχι τόσο αξιόπιστα όσο τα μικρά παιδιά που μαθαίνουν να διαβάζουν κοιτώντας λαμπερά εικονογραφημένα βιβλία.
Οι Ρωμαίοι τύραννοι ανακάλυψαν μια ακόμη λεπτότητα. Συχνά προμήθευαν τους δημοτικούς συμβούλους τσιμπούσια με φαγητό για να καλοπιάσουν τον λαουτζίκο, πάντοτε έτοιμο να παρασυρθεί στην ηδονή του φαγητού, απ’ οτιδήποτε άλλο. Οι πιο έξυπνοι και με την μεγαλύτερη αντίληψη ανάμεσα τους, δεν θα εγκατέλειπαν την κούπα με την σούπα για να επαναφέρουν την δημοκρατία του Πλάτωνα. Οι τύραννοι θα μοιράσουν με γενναιοδωρία οχτώ γαλόνια στάρι, ένα γαλόνι κρασί και ένα σηστέρσιο: και τότε όλοι θα φωνάξουν χωρίς ντροπή: «Ζήτω ο Βασιλεύς!». Δεν αντιλαμβάνονται οι χαζοί ότι απλώς ξαναπαίρνουν ένα μερίδιο από την δική τους περιουσία και ότι ο κυρίαρχος τους δε θα μπορούσε να τους δώσει αυτό που πήραν, χωρίς προηγουμένως να το έχει πάρει από τους ίδιους.
»Είναι πράγματι στη φύση του ανθρώπου να είναι ελεύθερος και να επιθυμεί κάτι τέτοιο, όμως ο χαρακτήρας του είναι τέτοιος που ενστικτωδώς ακολουθεί τις τάσεις που η εκπαίδευσή του τού έχει δώσει. Ας παραδεχτούμε συνεπώς ότι όλα εκείνα τα πράγματα στα οποία έχει εκπαιδευτεί και συνηθίσει ο άνθρωπος του φαίνονται φυσικά, και μόνο ό,τι είναι πραγματικά εγγενές σ’ αυτόν το λαμβάνει με την αρχική του, μη εκπαιδευμένη ατομικότητα. Συνεπώς, το έθιμο γίνεται η πρώτη αιτία για την εθελοδουλεία.
Παρομοίως οι άνθρωποι μεγαλώνουν συνηθίζοντας την ιδέα ότι ανέκαθεν ήταν υποταγμένοι και οι πατεράδες τους ζούσαν με τον ίδιο τρόπο∙ θα πιστέψουν ότι είναι υποχρεωμένοι να υποφέρουν αυτό το κακό και θα πείσουν τους εαυτούς τους μέσω παραδειγμάτων και της μίμησης των άλλων, δίνοντας κύρος τελικώς σ’ εκείνους που τους διατάζουν μέσω ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, βασισμένοι στην ιδέα ότι έτσι συνέβαινε πάντα. Οι άνθρωποι αποδέχονται ακόμη την δουλικότητα, προκειμένου να αποκτήσουν πλούτη∙ λες και θα μπορούν να έχουν οτιδήποτε δικό τους όταν δεν θα μπορούν καν να ισχυριστούν ότι ανήκουν οι ίδιοι στον εαυτό τους, ή λες και μπορεί ο οιοσδήποτε να κατέχει έστω και ένα μόνο πράγμα, όταν βρίσκεται κάτω από ένα τύραννο. Έπειτα δρουν λες και ο πλούτος τους πράγματι τους ανήκει και ξεχνούν ότι είναι αυτοί οι ίδιοι που δίνουν στον κυρίαρχο την εξουσία να παίρνει τα πάντα απ’ όλους μην αφήνοντας κάτι που θα μπορούσε οποιοσδήποτε να πιστοποιήσει ότι ανήκει σε κάποιον.
»Για να καρπωθούν το καλό που επιθυμούν, οι τολμηροί δεν φοβούνται τον κίνδυνο∙ οι έξυπνοι δεν αρνούνται να υποφέρουν τα βάσανα. Είναι οι χαζοί και οι δειλοί που ούτε είναι σε θέση να υποφέρουν τις ταλαιπωρίες, ούτε να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους∙ σταματούν απλώς στην λαχτάρα γι’ αυτά και χάνουν μέσω της ατολμίας την γενναιότητα που ξεπηδά μέσα από την προσπάθεια διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους, αν και η επιθυμία να τα απολαύσουν παραμένει ακόμα ως μέρος της φύσης τους.
Μια κοινή λαχτάρα στους έξυπνους και τους χαζούς, στους γενναίους και τους δειλούς, είναι αυτή για όλα εκείνα τα πράγματα, τα οποία, μόλις αποκτηθούν, τους κάνουν ευτυχισμένους και ικανοποιημένους. Όμως εμφανίζεται να λείπει ένα στοιχείο. Δεν γνωρίζω πως συμβαίνει η φύση να αποτυγχάνει να τοποθετήσει στις καρδιές των ανθρώπων μια φλογερή επιθυμία για ελευθερία, μια ευλογία τόσο μεγάλη και επιθυμητή, ώστε μόλις χαθεί, να ακολουθούν αμέσως όλα τα κακά, και ακόμη και οι ευλογίες να παραμένουν άγευστες και άνοστες λόγω της διάβρωσής τους από τη δουλεία. Η ελευθερία είναι η μοναδική χαρά στην οποία οι άνθρωποι δεν φαίνεται να επιμένουν∙ γιατί στα σίγουρα, εάν πράγματι την ήθελαν, θα την είχαν. Προφανώς αρνούνται αυτό το θαυμάσιο προνόμιο γιατί το αποκτούν τόσο εύκολα.
»Φτωχοί, εξαθλιωμένοι και χαζοί άνθρωποι, έθνη αποφασισμένα για την ίδια της την δυστυχία και τυφλά στο δικό σας καλό! Αφήνεστε να στερήστε μπροστά στα ίδια σας τα μάτια, το καλύτερο μέρος των εσόδων σας· τα χωράφια σας λεηλατούνται, τα σπίτια σας ληστεύονται, τα οικογενειακά σας κειμήλια αφαιρούνται. Ζείτε με έναν τέτοιο τρόπο, ώστε να μην μπορείτε να θεωρήσετε ούτε ένα πράγμα δικό σας· και μάλλον θα θεωρείτε τον εαυτό σας τυχερούς που δανείζετε την ιδιοκτησία σας, τις οικογένειές σας και την ίδια σας την ζωή.
Όλη αυτή η καταστροφή, αυτή η δυστυχία, αυτή η ερήμωση, πέφτει επάνω σας όχι από ξένους εχθρούς, αλλά από το μοναδικό εχθρό τον οποίο εσείς καθιστάτε τόσο δυνατό, για τον οποίο πηγαίνετε με γενναιότητα στον πόλεμο, για το μεγαλείο του οποίου δεν αρνείστε να προσφέρετε στο θάνατο τα ίδια σας τα κορμιά.
Από όλες αυτές τις ταπεινώσεις, τέτοιες που ούτε τα κτήνη του αγρού θα υπέμεναν, μπορείτε να απαλλαγείτε, αν το προσπαθήσετε, όχι περνώντας στην δράση, αλλά απλώς επιθυμώντας την ελευθερία.
Αποφασίστε να μην υπηρετείτε πλέον και αμέσως είστε ελεύθεροι. Δεν σας ζητώ να θέσετε τις χείρες πάνω στον τύραννο για να τον ανατρέψετε, αλλά απλώς να μην τον στηρίζετε πλέον· τότε θα τον παρατηρήσετε σαν έναν μεγάλο Κολοσσό του οποίου αποσπάστηκε το βάθρο, να πέφτει από το ίδιο του το βάρος και να σπάει σε κομμάτια!
De La Boetie Etienne, Πραγματεία περί Εθελοδουλείας
------------------------
Ο Ετιέν ντε λα Μποεσί έζησε την εποχή της Μεταρρύθμισης, του μανιερισμού, του Κοπέρνικου, του Βεσάλιου, του Παράκελσου. Πέθανε στα 32 του -κι ο Μοντέν θρήνησε το χαμό του στο υποδειγματικό δοκίμιό του “Περί Φιλίας”. Ο ρηθείς Ντε λα Μποεσί λοιπόν, 18 μόλις ετών, έγραψε έναν φλογερό λόγο (ή πραγματεία) περί εθελοδουλείας -“θέλοντας να κάνει το εγκώμιο της λευτεριάς κατά των τυράννων”
Είπαν πως η σύντομη αυτή πραγματεία δίνει την εντύπωση “αρχαίου χειρόγραφου, που βρέθηκε κάτω απ’ το σπασμένο άγαλμα του νεότερου Γράκχου”. Το πνεύμα της όμως διασώζεται ακέραιο στη δική μας ανώνυμη “Ελληνική Νομαρχία” – και σε άλλα, διασημότερα συγγράμματα του επαναστατικού Διαφωτισμού. Γι’ αυτό το λόγο, άλλωστε, το κείμενο κυκλοφορούσε επί 28 χρόνια σε χειρόγραφο. Και όταν επιτέλους τυπώθηκε (με άλλον, απαλυντικό τίτλο: “Εναντίον του ενός”), λειψό στην αρχή κι έπειτα ολόκληρο, ο επιστήθιος φίλος του συγγραφέα του, ο Μοντέν, διαμαρτυρήθηκε πως “το δημοσίεψαν με κακό σκοπό εκείνοι που ζητούν να ταράξουν και ν’ αλλάξουν την κατάσταση των θεσμών μας”, εξ ου και “το ανακάτωσαν μ’ άλλα γραφτά του δικού τους φυράματος”.
Εννοούσε, βέβαια, τους καλβινιστές -αλλά προσδιόρισε με ακρίβεια την ορθή χρήση του βιβλίου, σε κάθε εποχή… Κι εφόσον ορθά την προέβλεψε, προσπάθησε να θάψει ξανά το επικίνδυνο αυτό έργο (όπως ο Γεννάδιος έκαψε το έργο του φίλου του Πλήθωνα, μόλις έλαβε εξουσία από τον Πορθητή) και δημοσίευσε, αντ’ αυτού, άλλο έργο του Λα Μποεσί, “πιο πεταχτό και πιο πρόσχαρο”: 29 σονέτα, αφιερωμένα στην κόμισσα de Guiche. Τώρα μάλιστα!
Η “Πραγματεία περί Εθελοδουλείας” είναι το κείμενο όπου κάποιος, προγραμματικά αφελής, εκπλήσσεται διαρκώς: “Πώς συμβαίνει, αυτή η επίμονη προθυμία προς υποταγή να έχει ριζώσει τόσο ώστε η ίδια η αγάπη για την ελευθερία να φαίνεται τώρα αφύσικη;”