Απίστευτο βίντεο-κλιπ! Καταγράφει την τραγουδίστρια που μεταμορφώνεται στο Photoshop καθώς τραγουδάει
Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014
Ο Ταξιδευτής....
Ο άνθρωπος εκείνος είχε ταξιδέψει πολύ. Στη ζωή του είχε γυρίσει σε εκατοντάδες χώρες, αληθινές και φανταστικές…
Το ταξίδι που θυμόταν περισσότερο ήταν η σύντομη επίσκεψή του στη Χώρα των Μεγάλων Κουταλιών. Έφτασε τυχαία στα σύνορά της. Στο δρόμο από την Ηλιόχωρα προς την Θαλασσόχωρα, υπήρχε μια μικρή παράκαμψη προς τη Χώρα των Μεγάλων Κουταλιών. Επειδή του άρεσαν οι εξερευνήσεις, πήρε εκείνο το δρόμο. Ο δρόμος ήταν όλο στροφές και κατέληγε σ’ ένα τεράστιο απομονωμένο σπίτι.
Στην πόρτα μια πινακίδα έγραφε:
ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΚΟΥΤΑΛΙΩΝ
ΑΥΤΗ Η ΜΙΚΡΗ ΧΩΡΑ ΕΧΕΙ ΜΟΝΑΧΑ ΔΥΟ ΑΙΘΟΥΣΕΣ,
ΤΗΝ ΜΑΥΡΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΠΡΗ. ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΦΤΕΙΣ,
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙΣ ΤΟ ΔΙΑΔΡΟΜΟ ΩΣ ΤΗ ΔΙΑΚΛΑΔΩΣΗ ΤΟΥ.
ΣΤΡΙΨΕ ΔΕΞΙΑ ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΕΠΙΣΚΕΦΤΕΙΣ ΤΗ ΜΑΥΡΗ ΚΑΜΑΡΑ
Ή ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΕΙΣ ΤΗΝ ΑΣΠΡΗ.
Για μια στιγμή, οι κραυγές πόνου και στεναχώριας τον έκαναν να διστάσει, όμως, αποφάσισε να συνεχίσει. Έφτασε στην πόρτα, την άνοιξε και μπήκε.
Γύρω από ένα πελώριο τραπέζι κάθονταν εκατοντάδες άτομα. Στο κέντρο του τραπεζιού έβλεπες τους πιο λαχταριστούς μεζέδες και, μολονότι όλοι βαστούσαν από ένα κουτάλι που έφτανε ως στο κεντρικό πιάτο, πέθαιναν της πείνας! Ο λόγος ήταν ότι τα κουτάλια τους είχαν διπλάσιο μέγεθος από τα χέρια τους και ήταν κολλημένα στις παλάμες τους. Μ ’αυτόν τον τρόπο, όλοι μπορούσαν να φτάσουν το φαγητό αλλά κανένας δε μπορούσε να το φέρει στο στόμα του.
Η κατάσταση ήταν τόσο απελπιστική και οι κραυγές τόσο σπαρακτικές, που ο ταξιδιώτης έκανε μεταβολή και βγήκε τρέχοντας από τη σάλα. Γύρισε στον κεντρικό διάδρομο και τράβηξε προς τ’ αριστερά, προς τη λευκή αίθουσα. Ένας διάδρομος ίδιος με τον προηγούμενο κατέληγε σε μια παρόμοια πόρτα. Η μοναδική διαφορά ήταν ότι στο δρόμο δεν ακούγονταν ούτε βογκητά, ούτε παράπονα. Όταν έφτασε στην πόρτα, ο εξερευνητής έπιασε το πόμολο και την άνοιξε.
Εκατοντάδες άτομα κάθονταν πάλι γύρω από ένα τραπέζι, παρόμοιο μ’ εκείνο της μαύρης κάμαρας. Πάλι στο κέντρο υπήρχαν εκλεκτές λιχουδιές και όλοι στο χέρι τους είχαν στερεωμένο ένα μακρύ κουτάλι. Εκεί όμως κανένας δεν παραπονιόταν ούτε έκλαιγε. Κανένας δεν πέθαινε στη πείνα, γιατί ο ένας τάιζε τον άλλον!
Ο άνθρωπος χαμογέλασε, έκανε μεταβολή και βγήκε από το άσπρο δωμάτιο.
Ο άνθρωπος χαμογέλασε, έκανε μεταβολή και βγήκε από το άσπρο δωμάτιο.
"Μη βαδίζεις μπροστά μου γιατί δε θα μπορέσω να σε ακολουθήσω.
Μη βαδίζεις πίσω μου γιατί μπορεί να σε χάσω.
Μη βαδίζεις από κάτω μου γιατί μπορεί να σε πατήσω.
Μη βαδίζεις πάνω μου γιατί μπορεί να με λιώσεις.
Βάδιζε δίπλα μου γιατί είμαστε ίσοι".
Μυστήρια της ανθρωπότητας: Η πόλη Τούλα ντε Αλλέντε στο Μεξικό
Θα ξεκινήσω με μια περιγραφή για την πόλη αυτή και μετά θα μπω στο κυρίως θέμα μας!
Η Tula de Allende ( Τούλα ντε Αλλέντε ) είναι μια πόλη και ένας από τους 84 δήμους του Hidalgo στο κεντρικό-ανατολικό Μεξικό . Ο δήμος καλύπτει μια έκταση 305,8 χιλιόμετρα ² (118.07 τετραγωνικά μίλια), και από το 2010, ο δήμος έχει έναν συνολικό πληθυσμό 103.919.
Ο δήμος περιλαμβάνει πολλές μικρότερες περιφερειακές πόλεις, ο μεγαλύτερος των οποίων είναι το El Llano ( Ελ Λλάνο ), San Marcos ( Σαν Μάρκος ), και San Miguel Vindho ( Σαν Μιγκέλ Βίντχο ). Πρόκειται για ένα περιφερειακό οικονομικό κέντρο και μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες πόλεις του Μεξικού.
Ωστόσο, είναι περισσότερο γνωστή ως η πατρίδα του αρχαιολογικού χώρου Τούλα , γνωστή για τα Ατλάντια στοιχεία της . Η κατοικημένη περιοχή της (ή το μετρό), αποτελείται από Atotonilco de Tula ( Ατοτονίλκο ), Atitalaquia ( Ατιταλακούια ), Tlaxcoapan ( Τλαξκοαπάν ) δήμους όπου ήταν το σπίτι για 188.659 κατοίκους κατά την απογραφή του 2010.
Το όνομα προέρχεται από τη φράση Nahuatl Tollan-Xicocotitlan ( Ναχουάτλ Τολλάν Χικοκοτίτλαν ), το οποίο σημαίνει << ότι ζω κοντά στο σημείο όπου μεγαλώνουν τα cattails ( Κάτταηλς).
Οι πρώτοι καλά καθορισμένη οικισμοί στην περιοχή Τούλα εμφανίζονται γύρω στο 400 π.Χ. Στην Τούλα ήταν πιθανό να διευθετηθεί από ανθρώπους διαφόρων εθνοτικών προελεύσεων που μπορεί να έχουν συμπεριληφθεί οι Nonoalcas ( Νονοάλκας ) και οι Chichimecas ( Τσιτσιμέκας ) από τη βόρεια και νότια περιοχή αντίστοιχα.
Η περιοχή πιθανότατα ήταν υπό τον πολιτικό έλεγχο του Teotihuacan ( Τεοτιχουάκαν ) στην Epiclassic ( Επικλάσσσικ ) χρονολογία. Η χρήση του ασβέστη της περιοχής ήταν πιθανώς μια σημαντική πηγή για το σοβά που χρησιμοποιούσαν στην κατασκευή. Ο πληθυσμός της πόλης ήταν κάπου μεταξύ 19.000 και 27.000 ατόμων στο αποκορύφωμά της. Η πόλη αυξήθηκε στο προσκήνιο μετά την πτώση του Teotihuacan και έφτασε στην ακμή του μεταξύ 900 και 1150 π.Χ.
Εκείνη την εποχή, Τούλα ήταν μια εύφορη περιοχή με ορυχεία οψιανού με έναν σημαντικό εμπορικό δρόμο. Οικονομική βάση της ήταν η γεωργία και η εξόρυξη και η διαμόρφωση του οψιανού. Οι εμπορικές επαφές φάσματος υποδεικνύεται από την εμφάνιση της κεραμικής από την ανατολική Κεντρική Αμερική, με το γκρι-πράσινο μολυβδικό από τη νότια Γουατεμάλα και τα πολύχρωμα κεραμικά από την Κόστα Ρίκα .
Η πόλη Τούλα είχε κατασκευαστεί από τους αινιγματικούς Τολτέκους μετά από εθνογραφικές μελέτες και αρχαιολογικές εργασίες από τη δεκαετία του 1950 έως τη δεκαετία του 1970 λένε όλοι οι αρχαιολόγοι που πήραν μέρος στις έρευνες. Ωστόσο, η Τούλα δεν είναι πλήρως κατανοητή, ιδίως στη δυναστεία με τον προκάτοχό του Τεοτιχουακάν και λίγα ως ελάχιστα έχουν δημοσιευθεί . Φανταστείτε ότι δεν υπάρχει λεπτομερής αρχαιολογικός χάρτης της πόλης!
Πολλές είναι οι παρανοήσεις σχετικά με την πόλη που δε περιλαμβάνει σύστημα δρόμων, ήταν σχετικά φτωχή, δεν είχε περιφραγμένο συγκροτήματα κατοικιών και είχε μόνο μικρές συστάδες αναχώματος. Μεγάλα οικιστικά συγκροτήματα έχουν αποκαλυφθεί ακριβώς έξω από το τελετουργικό κέντρο. Η ελίτ είχε επίσης πρόσβαση σε πολλά από τις πόλεις στην Κεντρική Αμερική μέσο αέρος!
Δηλαδή είχαν πτητικές μηχανές όπου κανείς αρχαιολόγος δεν τολμά να το αναφέρει εκτός των ερευνητών! Το πιο παράξενο είναι ότι δεν υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες και τα αρχαιολογικά ευρήματα στην πόλη αυτή είναι πενιχρά ως και πολύ παράξενα στο να δοθεί μια εξήγηση…..
Όπως αυτό που έχει ανακαλύψει ο πολιτικός μηχανικός και αρχαιολόγος Τζεράρντο Λεβέτ!!!! Ο Τζεράρντο πιστεύει ότι ο άνθρωπος που απεικονίζεται στην φωτογραφία φοράει στολή αστροναύτη!
Αυτή η παράσταση είναι μια από τις πολλές που υπάρχουν σκαλισμένες σε βράχους γύρω στην πόλη ή ακόμα και στα τείχη του ναού!!!! Δεν υπάρχει η φωτογραφία του διότι ο Τζεράρντο την έχει αντιγράψει από έναν συλλέκτη που έχει στην κατοχή του τον συγκεκριμένο βράχο!
Παρατηρήστε την εικόνα καλά!!
Μεγάλο μέρος της ιστορίας Τολτέκων χάθηκε όταν ο Izcoatl έκαψε τα βιβλία της ιστορίας μετά από την ίδρυση της αυτοκρατορίας των Αζτέκων. Ο ναός είναι κατασκευασμένος στα πρότυπα των πυραμίδων στον έναν έχει κάποια επιβλητικά μεγάλα αγάλματα τα οποία στο στήθος τους έχουν το σύμβολο των << Ε >> δημιουργώντας μέγιστο θαυμασμό σε όσους πιστεύουν στην ομάδα αυτή!
Παρ’ όλα αυτά η Τούλα είναι μια από τις πιο αινιγματικές πόλης των αρχαίων πολιτισμών σε όλη την Βόρεια και Νότια Αμερική!!!! Οι αρχαιολόγοι ότι έχουν ανακοινώσει το έχουν κάνει μέσο εικασίας αλλά και από υπό πληροφορίες των μετέπειτα λαών από αυτούς.
Είναι ένας γρίφος μεγάλος για τους τότε αλλά και τους σημερινούς αρχαιολόγους για το τι ήταν αυτή η πόλη. Πολλοί ερευνητές λένε ότι ήταν ένα είδος βάσης εξωγήινων από των Σύριο λόγο των πολλών αστρολογικών στοιχείων που έχουν βρεθεί στην περιοχή! Αν και τα ποιο πολλά από αυτά ( σε βράχους ) έχουν πουληθεί σε ιδιώτες συλλέκτες.
Εγώ με τα μάτια μου έχω δει σε δυο συλλέκτες κάποια ευρήματα της πόλης. Βέβαια το τι θα σας πω αν θέλετε το πιστεύετε διότι δεν με άφησαν να τραβήξω κάποιες φωτογραφίες από την συλλογή τους.
Ο ένας βρίσκεται στην Χιλή όπου και είναι Ιάπωνας επιχειρηματίας, στην συλλογή του έχει ένα βράχο διαστάσεων 1,5m και πάχος 70 cm . Στο βράχο αυτόν όπου δείχνει να είναι τετραγωνισμένος υπάρχει σμιλεμένος ενας άνδρας Τολτέκος όπου δείχνει καθαρά να πιλοτάρει ένα δισκοειδές όχημα!
Το άλλο τεχνούργημα που είχε ήταν ένα χρυσό στρόγγυλο ταψί διαστάσεων 55 cm και είχε χαραχθεί η εξής εικόνα: δείχνει τον ναό με τα επιβλητικά αγάλματα από την εσωτερική πλευρά του ταψιού να υπάρχει ενας περίτεχνος ιπτάμενος δίσκος με φλόγες να βγαίνουν από το κάτω μέρος του δίσκου!
Από την πίσω πλευρά δείχνει τον ίδιο δίσκο να έχει ακουμπήσει πάνω στα αγάλματα τα οποία δεν είναι στην θέση που βρίσκονται τώρα αλλά με τα χέρια των αγαλμάτων να ακουμπούν το κάτω μέρος του ιπτάμενου δίσκου!!!! Δηλαδή σαν να έχουν προτείνει τα χέρια τους για να προσγειωθεί ο ιπτάμενος δίσκος επάνω τους ( !!;!! ).
Ο άλλος συλλέκτης είναι Γάλλος και κορυφαίος οινοποιός.
Αυτός έχει πολλά τεχνουργήματα από την πόλη Τούλα ένα ήταν το ποιο παράξενο από όλα που έχει. Ήταν ένα τριγωνικός βράχος ύψους 2 m και πλάτος 1,80 η πρόσοψη του, το πάχος του βράχου είναι 40 cm.
Έχουν σμιλεύσει επάνω στην πρόσοψη ένα υβρίδιο ανθρώπου περίπου σαν τους γνωστούς γκρίζους όπου στο ένα χέρι του βαστά ένα είδος ραβδιού και στο άλλο χέρι δείχνει να βαστά ένα είδος κογχυλιού ( !!;!! ) στην μέση του όμως έχει κάτι σαν αλυσίδες όπου καταλήγουν ποιο πίσω όπου τον κρατούν δυο άνδρες με διαστημικά κράνη και στολές όπως η φωτογραφία ποιο πάνω του Τζεράρντο!
Και πίσω από αυτούς ο ναός με τα αγάλματα της Τούλα! Δείχνει ξεκάθαρα ότι αυτό που μοιάζει σαν γκρίζος να είναι αιχμάλωτος των ανδρών με τις διαστημικές στολές!
Αριστερά και δεξιά από τις τρεις αυτές φιγούρες υπάρχουν στρατιώτες Τολτέκοι με τις παραδοσιακές στολές τους αλλά και τα όπλα τους όπως η φωτογραφία ακριβώς από κάτω!
Είναι προφανές ότι πολλά ευρήματα που δείχνουν με στοιχεία ότι η πόλη αυτή δεν ήταν μια τυχαία πόλη μα ένα είδος βάσης εξωγήινων να έχουν χαθεί επίτηδες κάποια σε συλλέκτες και κάποια άλλα από κάποιες χώρες προς έρευνα από κάποιες εταιρείες!!!! Δυστυχώς μέχρι και σήμερα δεν υπάρχουν περαιτέρω στοιχεία το τι ήταν ή ποιοι ήταν οι ελίτ των Τολτέκων στην συγκεκριμένη πόλη!
Οι αρχαιολόγοι δίνουν την δική τους ερμηνεία από μετέπειτα λαούς που συνεχίσανε την ζωή τους στην περιοχή. Η αλήθεια όμως δείχνει ότι τίποτα δεν ταιριάζει με αυτά τα οποία λένε για αυτήν την αινιγματική πόλη! Και αν κάποιοι αρχαιολόγοι έχουν δει και βρει κάτι το παράξενο για εξωγήινους λαούς είμαι σίγουρος ότι τους κρατούν το στόμα κλειστό….
Έτσι λοιπόν δεν είναι τυχαίο ότι όσοι αρχαιολόγοι έχουν ασχοληθεί μετέπειτα με την πόλη έχουν πέσει σε ένα μεγάλο μυστήριο για αυτήν που δεν μπορούν να σώσουν σαφείς εξηγήσεις τι ήταν το μέρος αυτό και το τι έκαναν εκεί!
Εκτός από τα παράξενα και αινιγματικά αγάλματα τα οποία είναι πάνω στον ναό υπάρχουν και οι σμιλεμένες αινιγματικές φιγούρες επάνω στους τοίχους αλλά και σε βράχους της γύρω περιοχής, με παράξενα και άγνωστα ζώα!
Κάποια τα οποία μάχονται μαζί τους οι Τολτέκοι ( όπως αυτή η φωτογραφία ακριβώς επάνω ) και κάποια τα οποία είναι μόνα τους! Το περίεργο είναι ότι σε κανένα από αυτά δεν δείχνει μάχες με άλλους λαούς….!
Όπως και να έχει είναι πράγματι μια παράξενη αρχαία πόλη μα δεν είναι η μόνη στην Νότια και Κεντρική Αμερική!
Πως ο σουλτάνος κάλεσε τους Εβραίους διωχθέντες από την Ισπανία, στη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη
Το 1492, οι καθολικοί βασιλιάδες της Ισπανίας, ο Φερδινάνδος και η Ισαβέλλα, εξόρισαν όλους τους Εβραίους της Ισπανίας.
Όσοι δεν αλλαξοπίστησαν, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους και να καταφύγουν σε διάφορες χώρες της Μεσογείου. Πολλοί πήγαν στην Πορτογαλία, όπου εκδιώχθηκαν
Άλλοι είχαν φτάσει στην Ιταλία, αλλά ούτε εκεί είδαν «άσπρη μέρα». Το 1504, ο Φερδινάνδος έγινε βασιλιάς της Νάπολης και της Σικελίας και έδιωξε, για ακόμη μία φορά, όλους τους Εβραίους.
Οι εξορισμένοι βρήκαν επιτέλους άσυλο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ Β’, καλωσόρισε όσους Εβραίους εκδίωξαν οι καθολικοί μονάρχες.
Κορόιδευε, μάλιστα, τον Φερδινάνδο και την Ισαβέλλα, λέγοντας: «Αποκαλείτε τον Φερδινάνδο ένα σοφό ηγεμόνα, αυτόν που φτώχυνε τη δική του χώρα και πλούτισε τη δική μου». Το σκεπτικό του ήταν απλό. Οι Τούρκοι και οι άλλες μουσουλμανικές φυλές ήταν πολεμικές και καθόλου εμπορικές. Το δαιμόνιο των Εβραίων του ήταν απαραίτητο και είχαν ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Δεν ήταν ένας κατακτημένος λαός, που μπορεί να επαναστατούσε, αλλά κατατρεγμένοι άνθρωποι, που ζητούσαν ένα μόνιμο καταφύγιο.
Η ιδέα να εκμεταλλευτεί την εμπορική δεινότητα των Εβραίων, προς όφελος της οθωμανικής αυτοκρατορίας, ίσως να μην ανήκε στον ίδιο το Σουλτάνο, αλλά στον αρχιραβίνο της Κωνσταντινούπολης, Ελιγιά Καψάλη.
Ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ έστειλε το οθωμανικό ναυτικό να παραλάβει τους εξόριστους Εβραίους.
Ο Σουλτάνος Βαγιαζίτ έστειλε το οθωμανικό ναυτικό να παραλάβει τους εξόριστους Εβραίους.
Ο Βαγιαζήτ Β’ έστειλε το οθωμανικό ναυτικό, με επικεφαλής τον Ναύαρχο Κεμάλ Ρέις, να παραλάβει τους εξορισμένους Εβραίους από την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιταλία. Αν κάποιος τοπικός διοικητής αρνούνταν να δεχτεί τους Εβραίους με «ανοιχτές αγκάλες», θα τιμωρούνταν ακόμη και με θάνατο.
Οι Εβραίοι της Ισπανίας, ονομάζονται Σεφαραδίμ, εγκαθίστανται σε διάφορες περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά κυρίως στη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη.
Γύρω στους 20.000 ανέρχεται ο πληθυσμός που επέλεξε τη Θεσσαλονίκη για τελικό προορισμό. Το 1537, υπήρχαν τόσοι Εβραίοι στην πόλη, που ο ποιητής Σαμουέλ Ούσκουε, την αποκάλεσε «Μητέρα του Ισραήλ».
Τα σχέδια του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Β’, να «εμπλουτίσει» τον τοπικό πληθυσμό με τους μορφωμένους και ταλαντούχους Εβραίους, στέφθηκαν με απόλυτη επιτυχία.
Το 1493 λειτούργησε το πρώτο πιεστήριο στην Κωνσταντινούπολη, από τους Εβραίους που εγκαταστάθηκαν εκεί.
Η Κωνσταντινούπολη και ιδιαίτερα η Θεσσαλονίκη μέσα στον επόμενο αιώνα, θα μετατραπούν σε κέντρα σπουδών και η φήμη τους θα απλωθεί σε όλη την Ευρώπη.
Όσοι δεν αλλαξοπίστησαν, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους και να καταφύγουν σε διάφορες χώρες της Μεσογείου. Πολλοί πήγαν στην Πορτογαλία, όπου εκδιώχθηκαν
Άλλοι είχαν φτάσει στην Ιταλία, αλλά ούτε εκεί είδαν «άσπρη μέρα». Το 1504, ο Φερδινάνδος έγινε βασιλιάς της Νάπολης και της Σικελίας και έδιωξε, για ακόμη μία φορά, όλους τους Εβραίους.
Οι εξορισμένοι βρήκαν επιτέλους άσυλο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ Β’, καλωσόρισε όσους Εβραίους εκδίωξαν οι καθολικοί μονάρχες.
Κορόιδευε, μάλιστα, τον Φερδινάνδο και την Ισαβέλλα, λέγοντας: «Αποκαλείτε τον Φερδινάνδο ένα σοφό ηγεμόνα, αυτόν που φτώχυνε τη δική του χώρα και πλούτισε τη δική μου». Το σκεπτικό του ήταν απλό. Οι Τούρκοι και οι άλλες μουσουλμανικές φυλές ήταν πολεμικές και καθόλου εμπορικές. Το δαιμόνιο των Εβραίων του ήταν απαραίτητο και είχαν ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Δεν ήταν ένας κατακτημένος λαός, που μπορεί να επαναστατούσε, αλλά κατατρεγμένοι άνθρωποι, που ζητούσαν ένα μόνιμο καταφύγιο.
Η ιδέα να εκμεταλλευτεί την εμπορική δεινότητα των Εβραίων, προς όφελος της οθωμανικής αυτοκρατορίας, ίσως να μην ανήκε στον ίδιο το Σουλτάνο, αλλά στον αρχιραβίνο της Κωνσταντινούπολης, Ελιγιά Καψάλη.
Ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ έστειλε το οθωμανικό ναυτικό να παραλάβει τους εξόριστους Εβραίους.
Ο Σουλτάνος Βαγιαζίτ έστειλε το οθωμανικό ναυτικό να παραλάβει τους εξόριστους Εβραίους.
Ο Βαγιαζήτ Β’ έστειλε το οθωμανικό ναυτικό, με επικεφαλής τον Ναύαρχο Κεμάλ Ρέις, να παραλάβει τους εξορισμένους Εβραίους από την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιταλία. Αν κάποιος τοπικός διοικητής αρνούνταν να δεχτεί τους Εβραίους με «ανοιχτές αγκάλες», θα τιμωρούνταν ακόμη και με θάνατο.
Οι Εβραίοι της Ισπανίας, ονομάζονται Σεφαραδίμ, εγκαθίστανται σε διάφορες περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά κυρίως στη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη.
Γύρω στους 20.000 ανέρχεται ο πληθυσμός που επέλεξε τη Θεσσαλονίκη για τελικό προορισμό. Το 1537, υπήρχαν τόσοι Εβραίοι στην πόλη, που ο ποιητής Σαμουέλ Ούσκουε, την αποκάλεσε «Μητέρα του Ισραήλ».
Τα σχέδια του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Β’, να «εμπλουτίσει» τον τοπικό πληθυσμό με τους μορφωμένους και ταλαντούχους Εβραίους, στέφθηκαν με απόλυτη επιτυχία.
Το 1493 λειτούργησε το πρώτο πιεστήριο στην Κωνσταντινούπολη, από τους Εβραίους που εγκαταστάθηκαν εκεί.
Η Κωνσταντινούπολη και ιδιαίτερα η Θεσσαλονίκη μέσα στον επόμενο αιώνα, θα μετατραπούν σε κέντρα σπουδών και η φήμη τους θα απλωθεί σε όλη την Ευρώπη.
Πώς ξεκίνησαν οι λαοί της Ασίας να τρώνε με τα chopsticks...
Τα περίφημα chopsticks, τα ξυλάκια με τα οποία προσπαθείτε να φάτε κάθε φορά που παραγγέλνετε κινέζικο, πρωτοεμφανίστηκαν στην Κίνα πριν από 4.000-5.000 χρόνια, σε μια… πρώιμη εκδοχή τους και ήταν φτιαγμένα από μικρά κλαδιά.
Σύμφωνα με το todayifoundout . com δεν υπάρχει συγκεκριμένη χρονολογία για το πότε ακριβώς ξεκίνησαν οι Κινέζοι να τα χρησιμοποιούν ως επιτραπέζια σκεύη, όμως χοντρικά αυτό συνέβη περίπου στο 500-400 μ.Χ..
Ένας παράγοντας που φαίνεται να έπαιξε ρόλο ως προς αυτό ήταν μια εκρηκτική άνοδος του πληθυσμού που σημειώθηκε τότε σε ολόκληρη τη χώρα, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να δυσκολεύονται να βρουν… σκεύη μαγειρικής.
Αυτό τους οδήγησε στο να ψιλοκόβουν το φαγητό τους έτσι ώστε να μαγειρεύεται γρηγορότερα, προσθέτει το δημοσίευμα.
Οι μικρές μπουκιές ήταν πιο εύκολο να πιαστούν με τα ξυλάκια, τα οποία ήταν επίσης φτιαγμένα από φτηνά υλικά και ήταν πολύ εύκολο να τα κατασκευάσει κανείς.
Και κάπως έτσι… ξεκίνησε η συγκεκριμένη «μόδα».
Η χρήση των μαχαιριών άρχισε να χάνει… τη δημοτικότητά της, κάτι που ορισμένοι συνδέουν επίσης με τα διδάγματα του Κομφούκιου, ο οποίος ήταν χορτοφάγος. Πίστευε ότι τα μαχαίρια δεν ήταν κατάλληλο σκεύος με το οποίο μπορούσε να φάει κανείς.
Μέσα σε περίπου έναν αιώνα τα chopstick είχαν «μεταναστεύσει» και σε άλλες ασιατικές χώρες, όπως την Ιαπωνία, την Κορέα και το Βιετνάμ. Μια σημαντική διαφορά μεταξύ των ιαπωνικών και των κινέζικων chopstick ήταν ότι τα πρώτα ήταν φτιαγμένα από ένα κομμάτι μπαμπού και ήταν ενωμένα στη βάση τους.
Επιπλέον, τα ιαπωνικά chopstick χρησιμοποιούνταν αρχικά μόνο κατά τη διάρκεια θρησκευτικών τελετουργιών.
Ανεξάρτητα όμως από τις διαφορές τους, τα chopstick παρέμειναν ιδιαίτερα δημοφιλή και στις δύο χώρες και χρησιμοποιούνται μέχρι και σήμερα ως τα κυρίαρχα επιτραπέζια σκεύη.
Κι ενώ αρχικά τα chopstick φτιάχνονταν από πολύ φτηνά υλικά, όπως μπαμπού και ξύλο, αργότερα φτιάχτηκαν και οι… ασημένιες εκδοχές τους, τα οποία χρησιμοποιούσαν κατά τη διάρκεια των κινεζικών δυναστειών, για να αποφεύγονται οι τροφικές δηλητηριάσεις.
Πίστευαν ότι τα ασημένια σκεύη θα γίνονταν μαύρα αν έρχονταν σε επαφή με τοξικές ουσίες. Βέβαια, το ασήμι δεν αλλάζει χρώμα όταν έρχεται σε επαφή με το κυάνιο ή το αρσενικό, καθώς και με άλλα δηλητήρια, κάτι που δεν γνώριζαν εκείνη την εποχή.
Όμως, αλλάζει χρώμα αν έρθει σε επαφή με σκόρδο, κρεμμύδι και… χαλασμένο αυγό, καθώς όλα αυτά απελευθερώνουν υδρόθειο, το οποίο αντιδρά με το ασήμι.
Και μια συμβουλή για το τέλος: αν προσπαθείτε μάταια κι εσείς να πιάσετε το ρύζι με τα ξυλάκια, και αναρωτιέστε πώς το καταφέρνουν τόσα δισεκατομμύρια κόσμου… ίσως το «μυστικό» να είναι πιο απλό απ’ ό,τι νομίζετε.
Αλλάξτε το είδος ρυζιού που τρώτε.
Οι ασιατικοί λαοί χρησιμοποιούν συνήθως τέτοιες ποικιλίες που έχουν αρκετό άμυλο, με αποτέλεσμα το ρύζι να είναι αρκετά κολλώδες και να είναι πιο εύκολο να πιαστεί με τα ξυλάκια. Αντίθετα, οι Δυτικοί τις περισσότερες φορές χρησιμοποιούν μακρύκοκκο ρύζι, το οποίο είναι πιο δύσκολο να πιαστεί!
Καλή επιτυχία!
Σύμφωνα με το todayifoundout . com δεν υπάρχει συγκεκριμένη χρονολογία για το πότε ακριβώς ξεκίνησαν οι Κινέζοι να τα χρησιμοποιούν ως επιτραπέζια σκεύη, όμως χοντρικά αυτό συνέβη περίπου στο 500-400 μ.Χ..
Ένας παράγοντας που φαίνεται να έπαιξε ρόλο ως προς αυτό ήταν μια εκρηκτική άνοδος του πληθυσμού που σημειώθηκε τότε σε ολόκληρη τη χώρα, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να δυσκολεύονται να βρουν… σκεύη μαγειρικής.
Αυτό τους οδήγησε στο να ψιλοκόβουν το φαγητό τους έτσι ώστε να μαγειρεύεται γρηγορότερα, προσθέτει το δημοσίευμα.
Οι μικρές μπουκιές ήταν πιο εύκολο να πιαστούν με τα ξυλάκια, τα οποία ήταν επίσης φτιαγμένα από φτηνά υλικά και ήταν πολύ εύκολο να τα κατασκευάσει κανείς.
Και κάπως έτσι… ξεκίνησε η συγκεκριμένη «μόδα».
Η χρήση των μαχαιριών άρχισε να χάνει… τη δημοτικότητά της, κάτι που ορισμένοι συνδέουν επίσης με τα διδάγματα του Κομφούκιου, ο οποίος ήταν χορτοφάγος. Πίστευε ότι τα μαχαίρια δεν ήταν κατάλληλο σκεύος με το οποίο μπορούσε να φάει κανείς.
Μέσα σε περίπου έναν αιώνα τα chopstick είχαν «μεταναστεύσει» και σε άλλες ασιατικές χώρες, όπως την Ιαπωνία, την Κορέα και το Βιετνάμ. Μια σημαντική διαφορά μεταξύ των ιαπωνικών και των κινέζικων chopstick ήταν ότι τα πρώτα ήταν φτιαγμένα από ένα κομμάτι μπαμπού και ήταν ενωμένα στη βάση τους.
Επιπλέον, τα ιαπωνικά chopstick χρησιμοποιούνταν αρχικά μόνο κατά τη διάρκεια θρησκευτικών τελετουργιών.
Ανεξάρτητα όμως από τις διαφορές τους, τα chopstick παρέμειναν ιδιαίτερα δημοφιλή και στις δύο χώρες και χρησιμοποιούνται μέχρι και σήμερα ως τα κυρίαρχα επιτραπέζια σκεύη.
Κι ενώ αρχικά τα chopstick φτιάχνονταν από πολύ φτηνά υλικά, όπως μπαμπού και ξύλο, αργότερα φτιάχτηκαν και οι… ασημένιες εκδοχές τους, τα οποία χρησιμοποιούσαν κατά τη διάρκεια των κινεζικών δυναστειών, για να αποφεύγονται οι τροφικές δηλητηριάσεις.
Πίστευαν ότι τα ασημένια σκεύη θα γίνονταν μαύρα αν έρχονταν σε επαφή με τοξικές ουσίες. Βέβαια, το ασήμι δεν αλλάζει χρώμα όταν έρχεται σε επαφή με το κυάνιο ή το αρσενικό, καθώς και με άλλα δηλητήρια, κάτι που δεν γνώριζαν εκείνη την εποχή.
Όμως, αλλάζει χρώμα αν έρθει σε επαφή με σκόρδο, κρεμμύδι και… χαλασμένο αυγό, καθώς όλα αυτά απελευθερώνουν υδρόθειο, το οποίο αντιδρά με το ασήμι.
Και μια συμβουλή για το τέλος: αν προσπαθείτε μάταια κι εσείς να πιάσετε το ρύζι με τα ξυλάκια, και αναρωτιέστε πώς το καταφέρνουν τόσα δισεκατομμύρια κόσμου… ίσως το «μυστικό» να είναι πιο απλό απ’ ό,τι νομίζετε.
Αλλάξτε το είδος ρυζιού που τρώτε.
Οι ασιατικοί λαοί χρησιμοποιούν συνήθως τέτοιες ποικιλίες που έχουν αρκετό άμυλο, με αποτέλεσμα το ρύζι να είναι αρκετά κολλώδες και να είναι πιο εύκολο να πιαστεί με τα ξυλάκια. Αντίθετα, οι Δυτικοί τις περισσότερες φορές χρησιμοποιούν μακρύκοκκο ρύζι, το οποίο είναι πιο δύσκολο να πιαστεί!
Καλή επιτυχία!
Τι Αντιπροσωπεύουν τα Σύμβολα;
Τα Σύμβολα Αντιπροσωπεύουν τον Τρόπο λειτουργίας της Δημιουργίας: Τα σύμβολα
είναι άυλες μορφές που σμιλεύτηκαν από τις απαρχές της ανθρωπότητας. Αυλές και
ανθρώπινες κατασκευές συγχρόνως, διότι απλώς είναι αποτελέσματα της σκέψης των
ανθρώπων. Η δύναμη τους είχε συγκρατήσει από πάντα την προσοχή μας και έχουν
αναπτυχθεί πολλές σημαντικές προσεγγίσεις που τις βρίσκουμε στα έργα των
ανθρώπων, τις παραδόσεις τους, τα γραπτά που αφήσανε, κτλ.
Οι παραστάσεις στους ναούς των Αιγυπτίων, οι αριθμοί και η τετρακτύς των Πυθαγόρειων, οι αναλογίες των ελληνικών ναών, το δένδρο της ζωής της εβραϊκής Καμπάλα, η λεγόμενη ιερή γεωμετρία, οι ιεροτελεστίες των διαφόρων λαών, κτλ., κτλ. Αναρίθμητα συγγράμματα τα έχουν μελετήσει, όπως το τελευταίο βιβλίο που μας άφησε ο Karl Jung «Ο άνθρωπος και τα σύμβολα του» που αποτελεί σταθμό.
Δεν είναι σκοπός μας να ξανά-μελετήσουμε εδώ αυτό το επίπεδο των συμβόλων, αλλά πλατύναμε παραπάνω την έννοιά τους παρατηρώντας τις αρχές – νόμους του σύμπαντος που τα διέπουν έτσι ώστε να αποκομίσουμε κάτι το ωφέλιμο στην καθημερινότητά μας.
Έχει λοιπόν να κάνει με τον Χρόνο. Σε αντίθεση με όλα τα άλλα δημιουργήματα που υφίστανται χάρη στις φυσικές τους επιταγές και τα λειτουργικά τους ένστικτα (ανόργανος κόσμος, φυτά, ζώα). Επομένως, για να επιβιώσουμε και να εξελιχθούμε με τον ασφαλέστερο τρόπο και την επόμενη στιγμή, μας ενδιαφέρει διακαώς να μπορούμε να μαντεύουμε το μέλλον, καταπραΰνοντας έτσι την αγωνία μας για το αύριο. Χρειαζόμαστε λοιπόν πληροφορίες για τις αλλαγές που μας αφορούν, δηλαδή το πιθανόν μέλλον, εξ ου και η σημασία της μαντικής για κάθε πολιτισμό.
Η θεωρία της πληροφορίας από την πλευρά της υπογραμμίζει τα παραπάνω διότι αποδεικνύει ότι μόνο κάτι που αλλάζει πρέπει να χαρακτηρίζεται σαν πραγματική, λειτουργική πληροφορία. Εάν κάτι παραμένει σταθερό, μπορώ να το μαντέψω για την επόμενη στιγμή μόνος μου, χωρίς να χρειάζομαι τίποτε άλλο. Αυτό όμως είναι σπάνιο επειδή όλα αλλάζουν και έτσι χρειάζομαι την γνώση αυτής της αλλαγής, άρα ένα σήμα – κάτι άυλο επομένως – από κάπου.
Την στιγμή λοιπόν που αυτές οι ανταλλαγές πληροφοριών είναι θεμελιώδεις για την εξέλιξη στο Σύμπαν και την Ζωή, η αποδοτικότητά τους θα πρέπει να είναι τέλεια. Οι συνεχείς πράξεις μας είναι μια αλληλουχία αναλύσεων ενώ η εμπειρία μας αποτελεί μια σύνθεση αυτών που έχουμε βιώσει, εμείς η οι άλλοι, διότι εστιάζεται στο τι είναι αρεστό και τι επικίνδυνο. Η σύνθεση δεν ενδιαφέρεται για τις αναλυτικές λεπτομέρειες του « γιατί » που έχουν γίνει πριν.
Είναι ένα – άυλο – πακέτο πληροφοριών που εμπεριέχει την πεμπτουσία των αναλύσεων – εμπειριών μας που συν-βάλουν. Τα σύμβολα λοιπόν έχουν ακρ4βώς αυτό το βασικό χαρακτηριστικό. Ένα άλλο χαρακτηριστικό τους είναι ότι έχουν νόημα για τον παραλήπτη, δηλαδή τον βοηθούν να βγάλει συμπεράσματα. Αλλά και το νόημα αυτό είναι μια άυλη μορφή. Επομένως, στον υλικό κόσμο που εξελισσόμαστε, τα βασικά λειτουργικά «εργαλεία» μας – πληροφορίες και νόημα – είναι άυλα.
Η ουσία αυτή αντιπροσωπεύει το συμπέρασμα που έβγαλε συλλογικά ένα σύνολο ανθρώπων μέσα από τα βιώματα του, ενώ ο Jung εισήγαγε τον όρο «αρχέτυπα», σύμβολα που τα μοιράζεται υποσυνείδητα όλη η ανθρωπότητα, όπως εμφανίζονται συχνά και στον κόσμο των ονείρων μας. Σαν παράδειγμα πυκνότητας αποθηκευμένης γνώσης που εμπεριέχεται σε σύμβολα μπορούν να παρατεθούν οι διάφορο ι μύθο ι των λαών, η θρησκευτικά σύμβολα : η έννοια του ήρωα κα ι της λύτρωσης που μπορεί να μας φέρε ι, η ακόμη ο χαμένος παράδεισος.
Τα χρώματα έχουν την δική τους σημασία – π.χ. τα χρώματα των ενδυμάτων που επιλέξαμε το πρωί, η ο χρωματισμός του δωματίου μας – τα οποία δηλώνουν την ψυχική μας διάθεση. Η επιλογή των διακοπών – βουνό (σύμβολο του πατέρα) η θάλασσα (σύμβολο της μητέρας) – φαίνεται αποτέλεσμα συνειδητής απόφασης αλλά στην ουσία δηλώνει αυτά που μας λείπουν η αυτά που αποφεύγουμε υποσυνείδητα. Η ακόμη όταν αποφεύγουμε τον ήλιο – τον απειλητικό πατέρα. Το ίδιο συμβαίνει με την επιλογή των επαγγελμάτων.
Το σύμβολο του γιατρού είναι αυτού που μπορεί να μας θεραπεύσει, να μας σώσει. Εάν θελήσω π.χ. να γίνω γιατρός, κινούμαι αόρατα προς αυτήν την επιλογή από ένα στρες δικό μου η των γονιών μου η άλλων στο γενεαλογικό δένδρο μετά από ένα δράμα διότι για κάποιους λόγους έλειψε ο γιατρός όταν χρειάσθηκε και προσπαθώ έτσι υποσυνείδητα να επανορθώσω.
Στο κάθε τι, ένα πρότυπο κατευθύνει τις αποφάσεις μου μέσα από την φόρτιση των ανησυχιών μου. Το ίδιο συμβαίνει με την συμβολικότητα στην εμφάνιση των ασθενειών όπως αναφέρθηκε στην αρχή και θα ξανασυναντήσουμε με λεπτομέρεια στην συνέχεια.
Ακολουθώντας αυτό το άυλο σύμπλεγμα συμπερασμάτων σαν γνώμονα στις καθημερινές μας αποφάσεις και στάση μας στην ζωή, μας καθιστά άβουλες μαριονέτες που νομίζουν ότι εξασκούν την ελεύθερη βούληση τους. Η συνειδητοποίηση της ύπαρξης των προτύπων που ακολουθούμε είναι λοιπόν ο πρώτος σταθμός προς την ελευθερία μας. Η ελεύθερη βούληση μας θα εξασκηθεί πραγματικά όταν επιλέξουμε έτσι συνειδητά αυτό που μας αρμόζει κάλλιστα.
Οι λέξεις έχουν επίσης αναδυθεί από παρόμοια διαδικασία. Ο Σωκράτης στον Κρατύλο υπογραμμίζει τον θεμελιώδη ρόλο που παίξανε στα πανάρχαια χρόνια οι «ονοματοποιοί» που δημιουργήσανε με την μεγάλη τους σοφία τις λέξεις για να αντιπροσωπεύουν πραγματικά αυτό που εκφράζουν. Εκτοτε, η σημασία αυτής της διεργασίας χάθηκε, αφήνοντας σαν ίχνη την σημερινή, επιφανειακή ετυμολογία.
Κάθε φορά που προφέρουμε μία λέξη, συντονιζόμαστε με αυτήν την αρχαία, αλλά πάντα παρούσα αξία, παρόλο που την αγνοούμε. Σαν λεπτομερές παράδειγμα, θα δώσουμε παρακάτω ορισμένα βασικά στοιχεία για τον περίφημο χρυσό αριθμό L προκειμένου να φανεί η πολλαπλότητα των γνώσεων και εννοιών που εμπεριέχονται σε ένα από τα πιο γνωστά σύμβολα. Πράγματι, ο χρυσός αριθμός είναι η πιο απλή έκφραση αρμονίας στην εξέλιξη :
… Όταν δηλαδή ο μέσος από τους τρεις αριθμούς, είτε κύβοι είναι αυτοί, είτε δυνάμεις, έχει με τον τελευταίο την ίδια σχέση που έχει ο πρώτος με τον μέσο, και αντίστροφα, όποια σχέση έχει ο τελευταίος με τον μέσο έχει και ο μέσος με τον πρώτο. Τότε, επειδή ο μέσος γίνεται και πρώτος και τελευταίος, ενώ ο πρώτος και ο τελευταίος γίνονται με την σειρά τους μέσοι, αναγκαστικά θα είναι όλοι ίδιοι και κατά συνέπεια θα αποτελούν ενιαίο σύνολο….» Τίμαιος, 32a
Πιο απλά, το L αντιπροσωπεύει μια λειτουργικότητα του Σύμπαντος και της εξέλιξης : Το κάθε τι εμπεριέχεται σε ένα σύνολο, είναι μέρος ενός συνόλου, π.χ. τα όργανα του σώματος μέσα στο σώμα, αλλά συγχρόνως αποτελεί σύνολο για άλλα μέλη πιο μικρά από αυτό, π.χ. το όργανο σχετικά με τους ιστούς του, κ.ο.κ. εάν συνεχίσει κανείς τον συλλογισμό όπως οι ιστοί σχετικά με τα κύτταρα που τους αποτελούν, τα κύτταρα σχετικά με τους οργανίτες τους, και κατόπιν τα μόρια, τα άτομα, τα στοιχειώδη σωμάτια.
Αυτό επιτυγχάνεται όταν η αναλογία μεταξύ επιπέδων είναι η ίδια και αυτό είναι δυνατό μόνο με την αναλόγια του Φ, πράγμα παρατηρήσιμο εύκολα και συχνά στις αναλογίες της Φύσης. Αυτό αποτελεί και την έννοια των fractals στα μαθηματικά, καθώς και την βασική έννοια στην θεωρία της Διττότητας του Δρ. Γκαρνιέ Μαλέ, όπου μάλιστα κάθε επίπεδο πραγματικότητας λειτουργεί με δική του ροή χρόνου και συνεπώς αντίληψη για την ροή αυτή, προγραμματισμένη στην βιολογία των παρατηρητών που βιώνουν την κάθε πραγματικότητα.
Ορίζοντες μέσα σε άλλους ορίζοντες: Ο αριθμός Φ εμπεριέχει όμως και δεύτερη θεμελιώδη σύνθεση. Ο Ιταλός μαθηματικός της Αναγέννησης Φιμπονάτσι (σημαδεμένος θα λέγαμε από το όνομά του να κάνει αυτήν την παρατήρηση !) ανακάλυψε πως εάν αρχίσουμε με τον αριθμό 1 και συνεχίσουμε προσθέτοντας τον προηγούμενο (εκτός φυσικά από το ίδιο το 1 στο οποίο προσθέτουμε τον εαυτό του), η αναλογία μεταξύ δύο διαδοχικών αριθμών της σειράς πλησιάζει, χωρίς ποτέ να φτάνει με ακρίβεια, τον αριθμό Φ. Αυτή η διεργασία όμως είναι θεμελιώδης στην Φύση και διέπει, είναι δηλαδή το πρότυπο, οποιασδήποτε εξέλιξης, και ακόμη της ίδιας μας της ζωής.
Διαδικασία εξέλιξης στην Φύση: Η Φύση λοιπόν, και εμείς σαν μέλη της, ακολουθούμε νόμους, πρότυπα. Πρόκειται για άυλες έννοιες που αντιπροσωπεύουν την αρμονία και εμφανίζονται στην ύλη. Πάντα το άυλο προηγείται της υλικής εμφάνισης που απλώς καθρεφτίζει το « αναλλοίωτο και αληθινό » των Πυθαγόρειων και του Πλάτωνα. Το βελανίδι « ονειρεύεται » να γίνει βελανιδιά, που είναι ο τελικός σκοπός του, ο « ελκυστής» του.
Ο Έντισον ονειρεύθηκε τον λαμπτήρα πυράκτωσης πριν τον δημιουργήσει μετά από πολλές προσπάθειες, και ο λαμπτήρας θα εκφράζει πάντα την λειτουργικότητα που ονειρεύθηκε ο δημιουργός του – να φωτίζει. Το ίδιο με τον αγγειοπλάστη και το βάζο που βγαίνει από τον τροχό του. Τα παραπάνω δεν αφήνουν χώρο για τίποτα το τυχαίο. Τα κάθε τι, την στιγμή που υπάρχει, ΠΡΕΠΕΙ να έχει νόημα.
Και το δικό μας νόημα; Ποιό είναι;
Οι παραστάσεις στους ναούς των Αιγυπτίων, οι αριθμοί και η τετρακτύς των Πυθαγόρειων, οι αναλογίες των ελληνικών ναών, το δένδρο της ζωής της εβραϊκής Καμπάλα, η λεγόμενη ιερή γεωμετρία, οι ιεροτελεστίες των διαφόρων λαών, κτλ., κτλ. Αναρίθμητα συγγράμματα τα έχουν μελετήσει, όπως το τελευταίο βιβλίο που μας άφησε ο Karl Jung «Ο άνθρωπος και τα σύμβολα του» που αποτελεί σταθμό.
Δεν είναι σκοπός μας να ξανά-μελετήσουμε εδώ αυτό το επίπεδο των συμβόλων, αλλά πλατύναμε παραπάνω την έννοιά τους παρατηρώντας τις αρχές – νόμους του σύμπαντος που τα διέπουν έτσι ώστε να αποκομίσουμε κάτι το ωφέλιμο στην καθημερινότητά μας.
Η Δημιουργία, εξ ορισμού, δεν θα είχε νόημα χωρίς εξέλιξη στο καθετί. Δηλαδή το γνωστό μας «τα πάντα ρεί » είναι ένα βασικό στοιχείο που την χαρακτηρίζει. Το κάθε τι μπορεί να είναι διαφορετικό την επόμενη στιγμή. Εμείς στην Γη, και τα άλλα νοήμονα δημιουργήματα απανταχού στο Σύμπαν, είμαστε οι προνομιούχοι παρατηρητές που μπορούν και προσπαθούν να βγάλουν νόημα από το κάθε τι. Είμαστε προνομιούχοι διότι είμαστε οι μόνοι που έχουν την συνειδητότητα, το ότι γνωρίζουν ότι γνωρίζουν, δηλαδή την πνευματικότητα, η ακόμη την αίσθηση του γίγνεσθαι, των υπαρξιακών ερωτήσεων « από πού ερχόμαστε και που πάμε».
Έχει λοιπόν να κάνει με τον Χρόνο. Σε αντίθεση με όλα τα άλλα δημιουργήματα που υφίστανται χάρη στις φυσικές τους επιταγές και τα λειτουργικά τους ένστικτα (ανόργανος κόσμος, φυτά, ζώα). Επομένως, για να επιβιώσουμε και να εξελιχθούμε με τον ασφαλέστερο τρόπο και την επόμενη στιγμή, μας ενδιαφέρει διακαώς να μπορούμε να μαντεύουμε το μέλλον, καταπραΰνοντας έτσι την αγωνία μας για το αύριο. Χρειαζόμαστε λοιπόν πληροφορίες για τις αλλαγές που μας αφορούν, δηλαδή το πιθανόν μέλλον, εξ ου και η σημασία της μαντικής για κάθε πολιτισμό.
Η θεωρία της πληροφορίας από την πλευρά της υπογραμμίζει τα παραπάνω διότι αποδεικνύει ότι μόνο κάτι που αλλάζει πρέπει να χαρακτηρίζεται σαν πραγματική, λειτουργική πληροφορία. Εάν κάτι παραμένει σταθερό, μπορώ να το μαντέψω για την επόμενη στιγμή μόνος μου, χωρίς να χρειάζομαι τίποτε άλλο. Αυτό όμως είναι σπάνιο επειδή όλα αλλάζουν και έτσι χρειάζομαι την γνώση αυτής της αλλαγής, άρα ένα σήμα – κάτι άυλο επομένως – από κάπου.
Την στιγμή λοιπόν που αυτές οι ανταλλαγές πληροφοριών είναι θεμελιώδεις για την εξέλιξη στο Σύμπαν και την Ζωή, η αποδοτικότητά τους θα πρέπει να είναι τέλεια. Οι συνεχείς πράξεις μας είναι μια αλληλουχία αναλύσεων ενώ η εμπειρία μας αποτελεί μια σύνθεση αυτών που έχουμε βιώσει, εμείς η οι άλλοι, διότι εστιάζεται στο τι είναι αρεστό και τι επικίνδυνο. Η σύνθεση δεν ενδιαφέρεται για τις αναλυτικές λεπτομέρειες του « γιατί » που έχουν γίνει πριν.
Είναι ένα – άυλο – πακέτο πληροφοριών που εμπεριέχει την πεμπτουσία των αναλύσεων – εμπειριών μας που συν-βάλουν. Τα σύμβολα λοιπόν έχουν ακρ4βώς αυτό το βασικό χαρακτηριστικό. Ένα άλλο χαρακτηριστικό τους είναι ότι έχουν νόημα για τον παραλήπτη, δηλαδή τον βοηθούν να βγάλει συμπεράσματα. Αλλά και το νόημα αυτό είναι μια άυλη μορφή. Επομένως, στον υλικό κόσμο που εξελισσόμαστε, τα βασικά λειτουργικά «εργαλεία» μας – πληροφορίες και νόημα – είναι άυλα.
Τα Σύμβολα Βρίσκονται Παντού και
Είναι Δημιουργήματα μας: Στην καθημερινότητά μας, είμαστε συνηθισμένοι
να αποκαλούμε σύμβολο κάτι το ξεχωριστό, το ιδιαίτερο, και το νόημα που του
δίνουμε εξαρτάται από τις προσωπικές μας γνώσεις, αξίες και εμπειρίες, καθώς και
από αυτές του κοινωνικού μας συνόλου. Γι α παράδειγμα, ο κύκλος σαν σύμβολο της
τελειότητας, ο ταύρος σαν σύμβολο της δύναμης, ο χρυσούς αριθμός = = 1.618 σαν
σύμβολο της αρμονίας, και αναρίθμητα άλλα, διαφορετικά για κάθε πολιτισμό που
έχει τα δικά του βιώματα. Με μια μόνο λέξη η μια εικόνα μεταφέρουμε την ουσία
του νοήματος που θέλουμε να εκφράσουμε, την σύνθεσή του.
Η ουσία αυτή αντιπροσωπεύει το συμπέρασμα που έβγαλε συλλογικά ένα σύνολο ανθρώπων μέσα από τα βιώματα του, ενώ ο Jung εισήγαγε τον όρο «αρχέτυπα», σύμβολα που τα μοιράζεται υποσυνείδητα όλη η ανθρωπότητα, όπως εμφανίζονται συχνά και στον κόσμο των ονείρων μας. Σαν παράδειγμα πυκνότητας αποθηκευμένης γνώσης που εμπεριέχεται σε σύμβολα μπορούν να παρατεθούν οι διάφορο ι μύθο ι των λαών, η θρησκευτικά σύμβολα : η έννοια του ήρωα κα ι της λύτρωσης που μπορεί να μας φέρε ι, η ακόμη ο χαμένος παράδεισος.
Τα χρώματα έχουν την δική τους σημασία – π.χ. τα χρώματα των ενδυμάτων που επιλέξαμε το πρωί, η ο χρωματισμός του δωματίου μας – τα οποία δηλώνουν την ψυχική μας διάθεση. Η επιλογή των διακοπών – βουνό (σύμβολο του πατέρα) η θάλασσα (σύμβολο της μητέρας) – φαίνεται αποτέλεσμα συνειδητής απόφασης αλλά στην ουσία δηλώνει αυτά που μας λείπουν η αυτά που αποφεύγουμε υποσυνείδητα. Η ακόμη όταν αποφεύγουμε τον ήλιο – τον απειλητικό πατέρα. Το ίδιο συμβαίνει με την επιλογή των επαγγελμάτων.
Το σύμβολο του γιατρού είναι αυτού που μπορεί να μας θεραπεύσει, να μας σώσει. Εάν θελήσω π.χ. να γίνω γιατρός, κινούμαι αόρατα προς αυτήν την επιλογή από ένα στρες δικό μου η των γονιών μου η άλλων στο γενεαλογικό δένδρο μετά από ένα δράμα διότι για κάποιους λόγους έλειψε ο γιατρός όταν χρειάσθηκε και προσπαθώ έτσι υποσυνείδητα να επανορθώσω.
Στο κάθε τι, ένα πρότυπο κατευθύνει τις αποφάσεις μου μέσα από την φόρτιση των ανησυχιών μου. Το ίδιο συμβαίνει με την συμβολικότητα στην εμφάνιση των ασθενειών όπως αναφέρθηκε στην αρχή και θα ξανασυναντήσουμε με λεπτομέρεια στην συνέχεια.
Τα διάφορα δόγματα (επιστημονικά, θρησκευτικά, κοινωνικά, κτλ.) δημιουργούν επίσης συστήματα – σκεπτομορφές – εγρηγορότα που έχουν την δική τους δύναμη και υπόσταση και αγωνίζονται να την διατηρήσουν και να την αυξήσουν. Χιλιάδες επιστήμονες και εκατομμύρια μελετητές και σκεπτόμενοι απανταχού σμιλέψανε με τις σκέψεις τους και συνεχίζουν να τροφοδοτούν π.χ. ένα σύστημα επιστημονικό – ένα τρόπο σκέψης για το πως ερμηνεύουμε τον κόσμο, η ένα σύστημα θρησκευτικό η κοινωνικό – ένα τρόπο σκέψης για τις αξίες μας, τα πρέπει μας και τα πιστεύω μας.
Ακολουθώντας αυτό το άυλο σύμπλεγμα συμπερασμάτων σαν γνώμονα στις καθημερινές μας αποφάσεις και στάση μας στην ζωή, μας καθιστά άβουλες μαριονέτες που νομίζουν ότι εξασκούν την ελεύθερη βούληση τους. Η συνειδητοποίηση της ύπαρξης των προτύπων που ακολουθούμε είναι λοιπόν ο πρώτος σταθμός προς την ελευθερία μας. Η ελεύθερη βούληση μας θα εξασκηθεί πραγματικά όταν επιλέξουμε έτσι συνειδητά αυτό που μας αρμόζει κάλλιστα.
Οι λέξεις έχουν επίσης αναδυθεί από παρόμοια διαδικασία. Ο Σωκράτης στον Κρατύλο υπογραμμίζει τον θεμελιώδη ρόλο που παίξανε στα πανάρχαια χρόνια οι «ονοματοποιοί» που δημιουργήσανε με την μεγάλη τους σοφία τις λέξεις για να αντιπροσωπεύουν πραγματικά αυτό που εκφράζουν. Εκτοτε, η σημασία αυτής της διεργασίας χάθηκε, αφήνοντας σαν ίχνη την σημερινή, επιφανειακή ετυμολογία.
Κάθε φορά που προφέρουμε μία λέξη, συντονιζόμαστε με αυτήν την αρχαία, αλλά πάντα παρούσα αξία, παρόλο που την αγνοούμε. Σαν λεπτομερές παράδειγμα, θα δώσουμε παρακάτω ορισμένα βασικά στοιχεία για τον περίφημο χρυσό αριθμό L προκειμένου να φανεί η πολλαπλότητα των γνώσεων και εννοιών που εμπεριέχονται σε ένα από τα πιο γνωστά σύμβολα. Πράγματι, ο χρυσός αριθμός είναι η πιο απλή έκφραση αρμονίας στην εξέλιξη :
η ακόμη :«___ Όταν ο θεός άρχισε να φτιάχνει το σώμα του σύμπαντος, χρησιμοποίησε χώμα (ύλη) και φωτιά (ενέργεια). Δεν είναι όμως δυνατό να ενωθούν δυο σώματα χωρίς την μεσολάβηση και κάποιου τρίτου, διότι ανάμεσα στα δύο πρέπει να υπάρχει κάτι που να τα συνδέει. Καλύτερος δεσμός είναι αυτός που ενώνει τον εαυτό του τέλεια με εκείνα τα πράγματα που συνδέει σε ένα ενιαίο. Η εργασία αυτή γίνεται με αποτελεσματικό τρόπο από την φυσική σχέση των αναλογιών. » Τίμαιος, 31c
… Όταν δηλαδή ο μέσος από τους τρεις αριθμούς, είτε κύβοι είναι αυτοί, είτε δυνάμεις, έχει με τον τελευταίο την ίδια σχέση που έχει ο πρώτος με τον μέσο, και αντίστροφα, όποια σχέση έχει ο τελευταίος με τον μέσο έχει και ο μέσος με τον πρώτο. Τότε, επειδή ο μέσος γίνεται και πρώτος και τελευταίος, ενώ ο πρώτος και ο τελευταίος γίνονται με την σειρά τους μέσοι, αναγκαστικά θα είναι όλοι ίδιοι και κατά συνέπεια θα αποτελούν ενιαίο σύνολο….» Τίμαιος, 32a
Πιο απλά, το L αντιπροσωπεύει μια λειτουργικότητα του Σύμπαντος και της εξέλιξης : Το κάθε τι εμπεριέχεται σε ένα σύνολο, είναι μέρος ενός συνόλου, π.χ. τα όργανα του σώματος μέσα στο σώμα, αλλά συγχρόνως αποτελεί σύνολο για άλλα μέλη πιο μικρά από αυτό, π.χ. το όργανο σχετικά με τους ιστούς του, κ.ο.κ. εάν συνεχίσει κανείς τον συλλογισμό όπως οι ιστοί σχετικά με τα κύτταρα που τους αποτελούν, τα κύτταρα σχετικά με τους οργανίτες τους, και κατόπιν τα μόρια, τα άτομα, τα στοιχειώδη σωμάτια.
Χρυσός αριθμός Φ – τέλειες
αναλογίες: Ο λόγος που η Φύση ακολουθεί το Φ είναι απλός και εκφράζεται
στον Τίμαιο, επειδή το κάθε ένα από τα εμπλεκόμενα επίπεδα παίζει εν δυνάμει
τρεις ρόλους συγχρόνως, δηλαδή σύνολο για άλλα μέλη, μέλος για μεγαλύτερα
σύνολα, και φυσικά ενδιάμεσο, είναι απαραίτητο για την αρμονία του όλου το
πέρασμα από το ένα επίπεδο στο επόμενο η στο προηγούμενο να γίνεται χωρίς κανένα
πρόσκομμα.Είναι ο μόνος τρόπος για το όλον να αποτελεί μια αρμονική
οντότητα.
Αυτό επιτυγχάνεται όταν η αναλογία μεταξύ επιπέδων είναι η ίδια και αυτό είναι δυνατό μόνο με την αναλόγια του Φ, πράγμα παρατηρήσιμο εύκολα και συχνά στις αναλογίες της Φύσης. Αυτό αποτελεί και την έννοια των fractals στα μαθηματικά, καθώς και την βασική έννοια στην θεωρία της Διττότητας του Δρ. Γκαρνιέ Μαλέ, όπου μάλιστα κάθε επίπεδο πραγματικότητας λειτουργεί με δική του ροή χρόνου και συνεπώς αντίληψη για την ροή αυτή, προγραμματισμένη στην βιολογία των παρατηρητών που βιώνουν την κάθε πραγματικότητα.
Μικρές αλλαγές σε διαρκή επανάληψη δημιουργούν καινούριες οντότητες.
Ορίζοντες μέσα σε άλλους ορίζοντες: Ο αριθμός Φ εμπεριέχει όμως και δεύτερη θεμελιώδη σύνθεση. Ο Ιταλός μαθηματικός της Αναγέννησης Φιμπονάτσι (σημαδεμένος θα λέγαμε από το όνομά του να κάνει αυτήν την παρατήρηση !) ανακάλυψε πως εάν αρχίσουμε με τον αριθμό 1 και συνεχίσουμε προσθέτοντας τον προηγούμενο (εκτός φυσικά από το ίδιο το 1 στο οποίο προσθέτουμε τον εαυτό του), η αναλογία μεταξύ δύο διαδοχικών αριθμών της σειράς πλησιάζει, χωρίς ποτέ να φτάνει με ακρίβεια, τον αριθμό Φ. Αυτή η διεργασία όμως είναι θεμελιώδης στην Φύση και διέπει, είναι δηλαδή το πρότυπο, οποιασδήποτε εξέλιξης, και ακόμη της ίδιας μας της ζωής.
Διαδικασία εξέλιξης στην Φύση: Η Φύση λοιπόν, και εμείς σαν μέλη της, ακολουθούμε νόμους, πρότυπα. Πρόκειται για άυλες έννοιες που αντιπροσωπεύουν την αρμονία και εμφανίζονται στην ύλη. Πάντα το άυλο προηγείται της υλικής εμφάνισης που απλώς καθρεφτίζει το « αναλλοίωτο και αληθινό » των Πυθαγόρειων και του Πλάτωνα. Το βελανίδι « ονειρεύεται » να γίνει βελανιδιά, που είναι ο τελικός σκοπός του, ο « ελκυστής» του.
Ο Έντισον ονειρεύθηκε τον λαμπτήρα πυράκτωσης πριν τον δημιουργήσει μετά από πολλές προσπάθειες, και ο λαμπτήρας θα εκφράζει πάντα την λειτουργικότητα που ονειρεύθηκε ο δημιουργός του – να φωτίζει. Το ίδιο με τον αγγειοπλάστη και το βάζο που βγαίνει από τον τροχό του. Τα παραπάνω δεν αφήνουν χώρο για τίποτα το τυχαίο. Τα κάθε τι, την στιγμή που υπάρχει, ΠΡΕΠΕΙ να έχει νόημα.
Και το δικό μας νόημα; Ποιό είναι;
Το Πανοπτικόν Σύστημα
H γέννηση της φυλακής: H έννοια της εξουσίας που εισήγαγε το
έργο του Michel Foucault έθεσε καινούργιες διαστάσεις στην προσπάθεια κατανόησης
της νεωτερικότητας. Αν μέχρι τώρα η αντίληψη για τη νεωτερικότητα ήταν μονάχα
εκείνη που αναδείκνυε το Λόγο ως το καθοριστικό αξιακό της κριτήριο, με το έργο
του Foucault φανερώνεται ότι ο Λόγος ίσως να μην είναι τόσο ουδέτερος όσο ήθελε
να παρουσιάζεται.
Μέσα από μια ενδελεχή ιστορική έρευνα σε διάφορες τοπικές
κοινωνίες, περίγυρους και κοινωνικές καταστάσεις πραγμάτων ο Foucault καταλήγει
στο συμπέρασμα ότι υπάρχει μια στενή σχέση ανάμεσα στο λόγο και την εξουσία. Η
φυλακή, το ψυχιατρικό ίδρυμα, το νοσοκομείο, το πανεπιστήμιο, το σχολείο, το
ψυχιατρικό γραφείο, όλα αποτελούν παραδείγματα τόπων όπου οικοδομείται μια
διάσπαρτη και επιμέρους οργάνωση εξουσίας (David Harvey, 1989:379).
Αυτή η εξουσία δεν υπάρχει απλά, αλλά επιδιώκει να οργανωθεί
σε διοικητική εξουσία με στόχο τον έλεγχο, την υπακοή και την πειθάρχηση. Η
πειθαρχική αυτή εξουσία αναλαμβάνει τη ρύθμιση, την επιτήρηση και τη
διακυβέρνηση πρώτα του ανθρώπινου είδους ή ολόκληρων πληθυσμών και δευτερευόντως
του ανθρώπου-υποκειμένου και του σώματος. Οι τόποι της είναι εκείνοι οι νέοι
θεσμοί που αναπτύχθηκαν κατά τον 19ο αιώνα και οι οποίοι «αστυνομεύουν» και
πειθαναγκάζουν τους σύγχρονους πληθυσμούς – στα εργαστήρια, στα στρατόπεδα, στα
σχολεία, στις φυλακές, στα νοσοκομεία, στις κλινικές και ούτω καθεξής. (Hall,
2003:401).
Ο στόχος της «πειθαρχικής εξουσίας» είναι να θέσει υπό
αυστηρότερο έλεγχο και πειθαρχία «τη ζωή, το θάνατο, τις δραστηριότητες, την
εργασία, τις λύπες και τις χαρές του ανθρώπου» καθώς και την ηθική και ψυχική
υγεία του/της, τις σεξουαλικές πρακτικές και την οικογενειακή ζωή. Εξασκεί πάνω
τους την εξουσία των διοικητικών καθεστώτων, την ειδημοσύνη του επαγγελματία και
τη γνώση που «παρέχεται από τη «μαθητεία» των κοινωνικών επιστημών.
Η βασική επιδίωξή της είναι η παραγωγή «ενός ανθρωπίνου όντος που θα μπορεί να αντιμετωπίζεται ως «πειθήνιο σώμα»» (Hall, 2003:424).
Aυτή η θέση του Foucault διατυπώνεται μέσα από την έρευνά του
σχετικά με τη γέννηση της φυλακής. Σύμφωνα με τον Foucault η φυλακή αποτελεί
προνομιακό χώρο εφαρμογής των «πειθαρχικών μεθόδων» που εξαπλώνεται κατά τον
18ο-19ο αιώνα και σε στρατόπεδα, σχολεία, εργοστάσια κτλ. Μέχρι εκείνη την
περίοδο η ποινή που επιβαλλόταν στον κατάδικο ήταν κυρίως σωματικής φύσης και
υλοποιούνταν με θανάτωση ή σωματικές ποινές. Από την περίοδο όμως του 18ου-19ου
αιώνα αναδιαρθρώνεται ολόκληρη η ρύθμιση της ποινικής τιμωρίας στη Δύση.
Πραγματοποιούνται πολυάριθμα μεταρρυθμιστικά σχέδια ενώ
καταργούνται παλιά διατάγματα. Εμφανίζονται καινούργιες θεωρίες του νόμου και
του εγκλήματος αλλά και ένας καινούργιος ηθικός και πολιτικός τρόπος
δικαιολόγησης του ίδιου του εγκλήματος. Με τις γενικότερες συνθήκες που
επικράτησαν στις δυτικές κοινωνίες, ιδίως μετά τη Γαλλική Επανάσταση του 1789,
πραγματοποιήθηκε η μετάβαση από τους παλαιότερους τρόπους τιμωρίας, με σωματική
τιμωρία, στο σύγχρονο τρόπο τιμωρίας, με φυλάκιση.
Σύμφωνα με τον Foucault αυτή η μεταρρύθμιση δεν οφείλεται
τόσο στον ανθρωπισμό των διαφωτιστών μεταρρυθμιστών της εποχής, όσο με τις
πολιτισμικές και πολιτικές αλλαγές που σχετίζονταν με την δήθεν αντικατάσταση
της μεσαιωνικής απόλυτης μοναρχίας από το σύγχρονο νέοφιλελεύθερο
καπιταλισμό.
Η τιμωρία τείνει πλέον προς μια πιο συγκαλυμμένη πλευρά της
ποινικής διαδικασίας η οποία θα επιβάλλεται στο εξής μέσα σε περιορισμένους
χώρους. Η φυλακή δεν έχει επαφή με το εξωτερικό, ούτε κενό· δεν διακόπτεται,
παρά μονάχα όταν το έργο της έχει ολότελα εκπληρωθεί· αδιάλειπτη πρέπει να είναι
η επιβολή της πάνω στο άτομο: ακατάπαυστη πειθαρχία, έλεγχος, υποταγή. (Φουκώ,
2005:309).
Αυτή η εξέλιξη επιφέρει πολλές συνέπειες, εγκαταλείπει το
πεδίο της σχεδόν καθημερινής αντίληψης για να εισχωρήσει στην περιοχή της
αφηρημένης συνείδησης· η αποτελεσματικότητά της αναζητείται στο μοιραίο της και
όχι στη θεαματική της ένταση ως αποτρεπτική πρόκληση· ο υποδειγματικός
μηχανισμός της τιμωρίας αλλάζει τώρα τα γρανάζια του. Όσο κι αν σκοτώνει, κι
αυτή, όσο κι αν σκληρά τιμωρεί, αυτό δεν αποτελεί πια εξύμνηση της Υπέρτατης
Εξουσίας προσωποποιημένης στο βασιλιά ή το μονάρχη· είναι ένα στοιχείο της, που
είναι αναγκασμένη να το ανέχεται, αλλά που δύσκολα μπορεί να το προβάλλει.
Όσο η Υπέρτατη Εξουσία, προσωποποιημένη στο βασιλιά ή το
μονάρχη, παρέμενε το κεντρικό πρόσωπο σε ολόκληρο το νομικό οικοδόμημα της
Δύσης, η τιμωρητική αντίστοιχα «γυρνούσε» γύρω απ’ αυτόν. Όταν οι κοινωνικές,
πολιτικές και ποινικές ανακατατάξεις του 18ου-19ου αιώνα ανέδειξαν την ελευθερία
ως το υπέρτατο αγαθό που ανήκει σε όλους, αντίστοιχα και η τιμωρητική στράφηκε
γύρω από αυτό. Η τιμωρία πλέον, βασίζεται πρώτ’ απ’ όλα στην απλή μορφή της
«στέρησης της ελευθερίας» (Φουκώ, 2005:305) και αυτό επιτυγχάνεται με τον
περιορισμό του κατάδικου μέσα σε ένα συγκεκριμένο χώρο.
Η απώλεια της ελευθερίας έχει λοιπόν για όλους την ίδια αξία όσο έχει και η αναγνώρισή της. Ο Διαφωτισμός που ανακάλυψε τις ελευθερίες, εφεύρε και την τιμωρία μέσω της φυλακής.
Το γεγονός ότι η φυλάκιση θα μπορούσε, όπως σήμερα, να
καλύψει ολόκληρο τον χώρο της τιμωρίας, είναι μια ιδέα που οι μεταρρυθμιστές του
18ου αιώνα δεν ήταν δυνατόν να συλλάβουν την εποχή εκείνη. Αυτοί που κλέβουν,
φυλακίζονται· αυτοί που βιάζουν, φυλακίζονται· κι αυτοί που σκοτώνουν, επίσης. H
μεταρρύθμιση προς μια πιο συγκαλυμμένη πλευρά της ποινικής δικαιοσύνης είναι
σύμφωνα με τον Foucault μια στρατηγική για την αναδιάρθρωση της κολαστικής
εξουσίας, σύμφωνα με μέθοδες που την καθιστούν πιο ομαλή, πιο δραστική, πιο
σταθερή και πιο αποτελεσματική. Ο παλαιότερος τρόπος τιμωρίας αντικαθίσταται
τώρα με μια τεράστια περιφραγμένη, περίπλοκη και ιεραρχημένη αρχιτεκτονική, που
εντάσσεται στον κρατικό μηχανισμό.
Δημιουργείται μια ολότελα διαφορετική υλικότητα, μια ολότελα
διαφορετική φυσική της εξουσίας, ένας ολότελα διαφορετικός τρόπος περίζωσης του
ανθρώπινου σώματος. Μεταξύ του εγκλήματος και της επιστροφής στη νομιμότητα, η
φυλακή θα αποτελέσει «ένα χώρο ανάμεσα σε δύο κόσμους», έναν τόπο κατάλληλο για
τις προσωπικές μεταμορφώσεις που θα επαναφέρουν στο Κράτος τους υπηκόους-δούλους
που είχε χάσει, μια και το απομονωμένο κελί πλέον οφείλει να εξασφαλίσει τη
διαδικασία της ανασύστασης του ανθρώπου, ως υποκειμένου δικαίου, με την ενίσχυση
των σημειωτικών συστημάτων και των παραστάσεων που αυτά θέτουν σε κυκλοφορία:
αναμετάδοση μορφών εξαναγκασμού και πειθαναγκασμού (ωράρια, υποχρεωτικές
κινήσεις, τακτικές δραστηριότητες, μοναχικός στοχασμός, εργασία μαζί με άλλους,
σιωπή κ.α.).
Ο Foucault αναφέρει πως εκείνο που επιχειρείται να
ανασυγκροτηθεί με αυτή τη νέα μέθοδο είναι μια διττή σύσταση, να ανασυγκροτηθεί
το νομικό υποκείμενο του κοινωνικού συμβολαίου, ή να διαπλαστεί ένα πειθήνιο
υποκείμενο, υποταγμένο στη γενική και ταυτόχρονα λεπτομερέστατη μορφή της
εξουσίας. Επιπλέον επιτρέπει την ακριβή ποσοτική επιβολή της ποινής, σύμφωνα με
μια χρονική διάρκεια. Στερώντας τον χρόνο από τον κατάδικο, η φυλάκιση φαίνεται
να εκφράζει συγκεκριμένα την ιδέα ότι η παράβαση έχει παραβλάψει, πέρα από το
θύμα, την κοινωνία ολόκληρη. [...]
Από εδώ προέρχεται και η τόσο κοινή, η τόσο κατάλληλη για τη
λειτουργία της τιμωρίας έκφραση, ότι φυλακίζεται κανείς για να «ξεπληρώσει το
χρέος του στην κοινωνία». (Φουκώ, 2005:305) Ο εγκληματίας, στιγματισμένος σαν
κοινός εχθρός και που όλοι έχουν συμφέρον να τον καταδιώξουν, τίθεται έξω από το
κοινωνικό συμβόλαιο, χάνει την ιδιότητα του πολίτη, και εμφανίζεται σαν να
εμπεριέχει κάτι από την αγριότητα της φύσης· εμφανίζεται ως ο κακούργος, το
τέρας, ίσως ο τρελός, ο άρρωστος και αργότερα ο «ανώμαλος». Ως τέτοιος, θα
περιέλθει μια μέρα στον τομέα της επιστημονικής αντικειμενοποίησης και θα του
επιβληθεί η αντίστοιχη «θεραπεία».
Η φυλακή γίνεται με αυτό τον τρόπο πρόθυμα αποδεκτή αφού,
εγκλείοντας, αναμορφώνοντας, καθυποτάσσοντας, αναδημιουργεί, εντείνοντας κάπως,
όλους τους μηχανισμούς που υπάρχουν ήδη στο κοινωνικό σώμα. Η φυλακή, στρατώνας
κάπως αυστηρός, σχολείο χωρίς επιείκεια, ζοφερό εργαστήρι – αλλά, ουσιαστικά
τίποτα το ποιοτικά διαφορετικό. (Φουκώ, 2005:305).
Η φυλακή ως πειθαρχικός μηχανισμός, πρέπει να είναι
εξαντλητικός ασχολούμενος με όλες τις όψεις του ατόμου, με τη σωματική εκγύμνασή
του, την κλίση του για εργασία, την καθημερινή του συμπεριφορά, την ηθική στάση,
τις ικανότητές του· πολύ περισσότερο από το σχολείο, το εργαστήρι ή το στρατό,
που υπονοούν πάντα κάποια εξειδίκευση. Σύμφωνα με τον Foucault η φυλακή
επιβάλλει μιας ανακωδίκωση της ύπαρξης. (Φουκώ, 2005:309).
Αυτό το επιτυγχάνει:
1) Με την απομόνωση και τον κατακερματισμό των καταδίκων στο χώρο της φυλακής
2) Με τη συνεχή επιτήρησή του
1) Με την απομόνωση και τον κατακερματισμό των καταδίκων στο χώρο της φυλακής
2) Με τη συνεχή επιτήρησή του
Η απομόνωση και ο κατακερματισμός των καταδίκων στο σώμα της
φυλακής υποστηρίζει ο Foucault, είναι το χαρακτηριστικό της ως μοντέλο
σωφρονισμού, επειδή ο σωφρονισμός του καθενός κατάδικου δεν επιτυγχάνεται τόσο
από την επιβολή ενός κοινού νόμου, αλλά από το τι υπαγορεύει στον ίδιο τον
κατάδικο η συνείδησή του, όπου ολομόναχη στο κελί της βρίσκει την ευκαιρία να
διαφωτίσει το άτομο· το άτομο να αντικρίσει τον εαυτό του με κατασιγασμένα τα
πάθη του και μακριά από τον κόσμο που τον περιτριγυρίζει, ακούει μόνο τη φωνή
της συνείδησής του.
Η φυλακή είναι σύμφωνα με τον Foucault ταυτόχρονα και ένας
χώρος παρατήρησης των κατάδικων, γνώσης του κάθε κρατουμένου, γνώσης της
συμπεριφοράς του, των βαθύτερων τάσεών του, της προοδευτικής του βελτίωσης· οι
φυλακές πρέπει να θεωρούνται χώρος διαμόρφωσης για μια κλινική γνωριμία των
καταδίκων· ο παραβάτης του νόμου μετατρέπεται έτσι σε αντικείμενο εφικτής
γνώσης. Ο φυλακισμένος πρέπει να μπορεί μόνιμα να παρακολουθείται· πρέπει να
καταγράφονται και να ταξινομούνται οι διαπιστώσεις που τον αφορούν.
Για να περιγράψει αυτή τη μέθοδο ο Foucault χρησιμοποιεί το σχήμα του «Πανοπτικού» του Jeremy Bentham. Το «Πανοπτικόν» δίνει τη δυνατότητα της ταυτόχρονης επιτήρησης και παρατήρησης, της βεβαιότητας και της γνώσης, της ατομικοποίησης και του συνολικού αθροίσματος, της απομόνωσης και διαφάνειας. Στην περιφέρεια, ένα δακτυλιοειδές οικοδόμημα· στο κέντρο, ένας πύργος· ο πύργος αυτός έχει μεγάλα παράθυρα που βλέπουν προς το εσωτερικό του δακτυλίου· το περιφερειακό οικοδόμημα διαιρείται σε κελιά, που το καθένα τους διαπερνά ολόκληρο το πάχος του οικοδομήματος· τα κελιά έχουν δύο παράθυρα – το ένα τους βλέπει προς τα μέσα και αντιστοιχεί σ’ ένα από τα παράθυρα του πύργου· το άλλο δίνει προς τα έξω, και αφήνει το φως να διαπερνά το κελί πέρα για πέρα.
Φτάνει έτσι να τοποθετηθεί ένας επιτηρητής στον κεντρικό
πύργο και σε κάθε κελί να κλειστεί ένας τρελός, ένας άρρωστος, ένας κατάδικος,
ένας εργάτης ή ένας μαθητής. Το πανοπτικό αυτό σύστημα δημιουργεί μονάδες χώρων
που επιτρέπουν την αδιάκοπη παρακολούθηση και την άμεση αναγνώριση. Κοντολογίς,
αντιστρέφεται η μέθοδος του «μπουντρουμιού»· ή μάλλον, από τις τρεις λειτουργίες
του – εγκλεισμός, στέρηση του φωτός και απόκρυψη – παραμένει μονάχα η πρώτη και
καταργούνται οι δύο άλλες.
Το άπλετο φως και το βλέμμα του επιτηρητή συλλαμβάνουν
περισσότερα απ’ ό,τι το σκοτάδι που, στο κάτω-κάτω προστάτευε. Η ορατότητα είναι
μια παγίδα. Με τους εξατομικευμένους αυτούς χώρους ο κρατούμενος βρίσκεται σε
μόνιμη παρακολούθηση. Μάλιστα, προσφέρεται η ψευδαίσθηση στους επιτηρούμενους
της συνεχούς παρακολούθησής τους ανεξάρτητα αν υφίσταται κάθε στιγμή ή όχι. Το
σύστημα αυτό του πανοπτικού
συστήματος έγινε, γύρω στα 1830-1840, το αρχιτεκτονικό πρόγραμμα των
περισσότερων σχεδίων φυλακής.
Η επιτυχημένη εφαρμογή του στην αρχιτεκτονική των φυλακών, το
κατέστησε πρόσφορο και για άλλες μορφές δημόσιας χωροθέτησης, όπως στα
εργοστάσια, τα σχολεία, τα στρατόπεδα, τα νοσοκομεία, τα ψυχιατρεία κτλ.
Η τοποθέτηση λοιπόν «υπό παρατήρηση» υποστηρίζει ο Foucault
είναι η φυσική προέκταση μιας δικαιοσύνης που την έχουν κατακλύσει οι
πειθαρχικές μέθοδες και οι διαδικασίες της εξέτασης. Το γεγονός ότι οι φυλακή με
τα κελιά της, με τις τακτές της χρονολογίες, την υποχρεωτική εργασία, τα όργανα
επιτήρησης και καταγραφής, με τους δεξιοτέχνες της σε ζητήματα εφαρμογής των
κανονισμών, που μεταλλάζουν και πολλαπλασιάζουν τα καθήκοντα του δικαστή, έγινε
το σύγχρονο όργανο του ποινικού συστήματος, δεν πρέπει να εκπλήσσει.
Τι το εκπληκτικό αν η φυλακή μοιάζει με τα εργοστάσια, με τα σχολεία, τους στρατώνες, με τα νοσοκομεία – που όλα τους μοιάζουν με φυλακές; (Φουκώ, 2005:298).Αυτή η διάδοση του Πανοπικού Συστήματος σε ολόκληρο τον κοινωνικό κορμό συνέβαλλε στη διαμόρφωση της λεγόμενης «πειθαρχικής κοινωνίας». Με το Πανοπτικόν Σύστημα να καταδυναστεύει ολόκληρη την κοινωνική δομή.
Μέσα από
την έρευνα του Foucault σχετικά με τη γέννηση της φυλακής μπορούμε να
συμπεράνουμε ότι η νεωτερική κοινωνία πηγαίνει σε μια αυξανόμενη πειθαρχία και
εκφοβισμό των υποκειμένων. Η φυλακή είναι απλώς η ακραία και πιο συμπυκνωμένη
μορφή αυτού του γενικότερου κλίματος εκφοβισμού και πειθαρχίας που συντηρείται από την εξουσία.
Ναι μεν είναι ένας τρόπος τιμωρίας και πιθανόν πιο
«ανθρώπινος» από τους παλαιότερους τρόπους τιμωρίας, αλλά αφορά κυρίως την
πειθαρχία, τον εκφοβισμό και την υποταγή των υποκειμένων, υπό την έννοια ότι
εισερχόμαστε με τη νεωτερική κοινωνία σε μια διαδικασία κατά την οποία το σύνολο της
καθημερινής ζωής υπόκεινται σε έναν εξωτερικό έλεγχο με σκοπό να
χειραγωγηθεί.
Αυτό που αποδεικνύεται ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι, παρόλο
που η πειθαρχική εξουσία αποτελεί το προϊόν για μεγάλης κλίμακας νέους
ρυθμιστικούς συλλογικούς
θεσμούς της νεωτερικότητας, οι τεχνικές τους αφορούν την εφαρμογή της εξουσίας
που «εξατομικεύει» ακόμη περισσότερο τον άνθρωπο-υποκείμενο.
Ο καθολικός αυτός χαρακτήρας της υποτέλειας στην εικόνα του
Foucault δείχνει ότι όσο πιο συλλογική και οργανωμένη είναι η φύση των θεσμών της νεωτερικότητας τόσο
μεγαλύτερη είναι η απομόνωση, η επιτήρηση, ο φόβος, η υποτέλεια και η
εξατομίκευση του ανθρώπου-υποκειμένου.
Βιβλιογραφία:
Φουκό, Μ. (1991) «Πειθαρχική εξουσία και υποτέλεια»
Φουκώ, Μ. (2005) Επιτήρηση και τιμωρία. Η γέννηση της
φυλακής.
***
***
ΟΙ ΓΝΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ ΠΕΡΙ ΓΕΝΕΤΙΚΗΣ ΣΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΟ «ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ»
Σε αντίθεση με τον δάσκαλό του, Σωκράτη, ο Πλάτωνας, ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος, άφησε πίσω του ένα πλούσιο όσο και ενδιαφέρον γραπτό έργο, η μελέτη του οποίου διαρκώς φέρνει στο φως νέα στοιχεία που μας καλούν να αναθεωρήσουμε την άποψη που είχαμε σχηματίσει για τις γνώσεις του Πλάτωνα σχετικά με ζητήματα που, μέχρι πριν λίγες δεκαετείς οι περισσότεροι θεωρούσαν εξωπραγματικό να υπήρχαν σε μία τόσο παλιά εποχή, όσο αυτή του Πλάτωνα...
Το μυστήριο της χαμένης Ατλαντίδας, όσο κι αν από πολλούς θεωρείτο το κύριο κομμάτι της γνώσης του Πλάτωνα, στην πραγματικότητα δεν ήταν παρά ένα μικρό κομμάτι ενός κατά πολύ ευρύτερου συνόλου γνώσεων και πληροφοριών που φυσικά δεν περιορίζεται μόνο στα δύο βιβλία του Πλάτωνα που αναφέρουν την Ατλαντίδα…
Ρίχνοντας μία πιο ερευνητική ματιά στα κείμενα του Πλάτωνα, μπορεί κανείς να βρει πολλά πράγματα τα οποία συσχετίζονται με τις σύγχρονες επιστημονικές γνώσεις και που επιβεβαιώνονται απ’ αυτές.
Για παράδειγμα θα φέρω τις γνώσεις του Πλάτωνα για την Μεσολιθική εποχή, στις οποίες και αφιέρωσα και ένα προηγούμενο άρθρο μου το οποίο φιλοξενείται στο «Αναζητώντας το Παράξενο»· όπως θα διαπιστώσει όποιος διαβάσει το εν λόγω άρθρο, οι σύγχρονες έρευνες πάνω στους προϊστορικούς πληθυσμούς της Ευρώπης και της Αφρικής, δείχνουν πως αυτοί εκτείνονταν ακριβώς μέσα στα γεωγραφικά πλαίσια που ορίζει ο Πλάτωνας, στο έργο του «Τίμαιος».
Αφήνοντας όμως προσωρινά τον «Τίμαιο» και τον «Κριτία», τα δύο έργα του Πλάτωνα που αφορούν – το πρώτο εν μέρει και το δεύτερο ολόκληρο – την Ατλαντίδα, αλλά και γενικότερα το θέμα της χαμένης ηπείρου του Ατλαντικού ωκεανού, αν μελετήσουμε το κείμενο του Πλάτωνα «Πρωταγόρας», μπορούμε να εντοπίσουμε υπερσύγχρονες γνώσεις γενετικής!
Για όσους είναι εξοικειωμένοι με το κείμενο και σπεύσουν να πουν ότι τα όσα αναφέρονται περί του τρόπου με τον οποίο μοιράστηκαν οι δυνάμεις-ικανότητες-γενετικά χαρακτηριστικά στα έμβια όντα από τους θεούς, θα μπορούσαν κάλλιστα να οφείλονται σε απλές βιολογικές παρατηρήσεις σε συνδυασμό με φιλοσοφικούς στοχασμούς, εκ των προτέρων λέω ότι συμφωνώ απόλυτα μαζί τους.
Οι γνώσεις της γενετικής άλλωστε – και όχι της απλής παρατήρησης της βιολογίας των ζώων – οι οποίες βρίσκονται στο κείμενο του Πλάτωνα δεν είναι αυτές, αλλά είναι κρυμμένες αλλού· και την λέξη «κρυμμένες» την εννοώ με την κυριολεκτική της σημασία…
Το φαινομενικά άσχετο με την επιστήμη της γενετικής θέμα του έργου του Πλάτωνα «Πρωταγόρας» είναι το αν η πολιτική αρετή, το πώς δηλαδή μπορεί κανείς να είναι καλός και ενάρετος πολίτης, μπορεί να διδαχτεί ή όχι. Πάνω στο θέμα αυτό, στον «Πρωταγόρα», εμφανίζονται να συζητούν δύο από τους μεγαλύτερους ανθρώπους του πνεύματος της εποχής· ο Σωκράτης, ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος που υπήρξε δάσκαλος του Πλάτωνα από την μία και από την άλλη ένας από τους μεγαλύτερους σοφιστές της εποχής από τον οποίο και το κείμενο αυτό του Πλάτωνα πήρε το όνομά του, ο Πρωταγόρας.
ΟΠρωταγόρας, παρά του ότι ήταν σοφιστής και του ότι οι σοφιστές αποτελούσαν τον αντίποδα της διδασκαλίας του Σωκράτη, την οποία ασπαζόταν και ο Πλάτωνας, αντιμετωπίζεται από τον συγγραφέα του κειμένου, σε αντίθεση με τους άλλους δύο σοφιστές που κάνουν την εμφάνισή τους σε αυτό, με μεγάλο σεβασμό.
Αν και ο Πλάτωνας δεν διστάζει να ειρωνευτεί, μέσα από το στόμα του Σωκράτη, τις δύο από τις τρεις μεθόδους πειθούς που χρησιμοποιεί ο Πρωταγόρας, δεν ειρωνεύεται ούτε τις ιδέες του, ούτε και την προσωπικότητά του.
Είναι σαν με έμμεσο τρόπο ο Πλάτωνας να μας λέει πως τα όσα θα πει το πρόσωπο αυτό κατά την διάρκεια της συζήτησής του με τον Σωκράτη είναι πράγματα που περιέχουν σημαντικές αλήθειες.
Ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί τρεις διαφορετικές μεθόδους· τον μύθο, την διάλεξη και τον σχολιασμό των ποιητικών κειμένων.
Από τις μεθόδους αυτές ο Πλάτωνας καταδικάζει δια μέσω της ειρωνείας του τόσο την διάλεξη, όσο και τον σχολιασμό των ποιητικών κειμένων, λόγω του ότι αποτελούν περισσότερο μεθόδους πειθούς, παρά μεθόδους αναζήτησης της αλήθειας. Στην περίπτωση του μύθου όμως, μίας μεθόδου που και ο ίδιος ο Πλάτων χρησιμοποιούσε, ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος αφήνει τον σοφιστή να αφηγηθεί τον μύθο χωρίς αυτός να κάνει, δια μέσω του Σωκράτη, κάποιο ειρωνικό σχόλιο.
Αν λοιπόν κάτι κρύβεται στα λόγια του Πρωταγόρα, στο κείμενο αυτό, αυτό δεν μπορεί να βρίσκεται πουθενά αλλού, παρά μέσα στον μύθο που λέει ο σοφιστής.
Ο μύθος που αφηγείται ο Πρωταγόρας είναι ουσιαστικά μία ιστορία μυθολογικής φύσεως. Τέτοιες ιστορίες υπήρχαν πολλές στην προφορική και γραπτή παράδοση της εποχής. Προέρχονταν δε από εποχές πολύ παλιές, αλλά ήταν αδύνατον να είναι εντελώς αναλλοίωτες από το πέρασμα του χρόνου, ειδικά μάλιστα κατά τα χρόνια που αυτές διαδίδονταν από γενιά σε γενιά μέσα από την προφορική παράδοση. Αυτό συνεπάγεται ότι θα πρέπει κανείς να είναι προσεκτικός, αν θέλει να εντοπίσει στοιχεία, λεπτομέρειες ή γνώσεις που να αφορούν κάτι σχετικά με τις «αδικαιολόγητες» για την εποχή γνώσεις του συγγραφέα.
Η εποχή στην οποία αναφέρεται ο συγκεκριμένος μύθος είναι η εποχή της δημιουργίας του ανθρώπου. Επρόκειτο για έναν μύθο ευρέως γνωστό στους Έλληνες· για τον μύθο της δημιουργίας του ανθρώπου, της κλοπής της φωτιάς και της επιβίωσης του ανθρώπινου είδους στα πρώτα χρόνια της ύπαρξής του. Η χρήση του στον διάλογο είναι η επιχειρηματολογία του Πρωταγόρα υπέρ του ότι η πολιτική αρετή είναι δυνατόν να διδαχθεί· είναι όμως αμφίβολο το αν λειτουργεί παράλληλα και σαν «κρυψώνα» για τα στοιχεία αυτά που ο Πλάτωνας ήθελε να αποτυπώσει σε γραπτό κείμενο.
Δεν αποκλείεται άλλωστε ο Πλάτωνας να χρησιμοποιεί τον Πρωταγόρα, όπως ακριβώς και τον Κριτία στα έργα του που αφορούν την Ατλαντίδα προκειμένου να περάσει στο κείμενό του κάποιες γνώσεις που στην πραγματικότητα ο ίδιος – όχι απαραίτητα όμως μόνο αυτός – κατείχε.
Όσο για το αν υπάρχουν στον «Πρωταγόρα» τέτοιες γνώσεις, ο καλύτερος τρόπος για να το διαπιστώσουμε είναι να διαβάσουμε με προσοχή το αρχαίο κείμενο.
Περιληπτικά, το κείμενο του Πλάτωνα αρχίζει όταν ο Σωκράτης συναντά έναν φίλο του – του οποίου το όνομα δεν αναφέρεται – και αρχίζει να του εξιστορεί τα όσα προηγήθηκαν.
Ένας νεαρός Αθηναίος του ζήτησε να μιλήσει στον Πρωταγόρα που τον καιρό εκείνο είχε έρθει στην Αθήνα, με σκοπό να τον πάρει για μαθητή του και να τον διδάξει την πολιτική αρετή που οι σοφιστές ισχυρίζονταν πως μπορούσαν να διδάξουν.
Ο Σωκράτης συνεχίζει την αφήγηση λέγοντας πως πήγε στο σπίτι όπου βρισκόταν ο Πρωταγόρας μαζί με τον νεαρό Αθηναίο και πως, αμφισβητώντας το κατά πόσον ο Πρωταγόρας – και οι σοφιστές γενικότερα – ήταν οι κατάλληλοι άνθρωποι για να διδάσκουν την πολιτική αρετή, αλλά και το αν η ίδια η πολιτική αρετή ήταν διδακτή ή όχι, άρχισε, με χρήση της διαλεκτικής μαιευτικής και της προσποίησης άγνοιας, να μιλά με τον Πρωταγόρα, καλώντας τον ουσιαστικά να επιχειρηματολογήσει σχετικά με το αν αυτός, ή ο οποιοσδήποτε άλλος, είναι ικανός να διδάξει στους άλλους την πολιτική αρετή.
Το σημαντικότερο δε από τα επιχειρήματα του Σωκράτη ήταν ότι η Εκκλησία του Δήμου στην αθηναϊκή πολιτεία, ενώ για θέματα τεχνικά συμβουλευόταν συγκεκριμένους τεχνίτες και δεν ανεχόταν κάποιον άσχετο με το θέμα να πάρει τον λόγο, στα θέματα που αφορούσαν την πολική, άφηνε τον καθένα να μιλήσει ελεύθερα, σαν να πίστευε ότι όλοι οι άνθρωποι κατέχουν εκ φύσεως την πολιτική αρετή και άρα δεν χρειάζονται να την διδαχθούν όπως οι ειδικοί τεχνίτες διδάσκονται την τέχνη την οποία εξασκούν.
Ορμώμενος από αυτό το επιχείρημα του Σωκράτη, ο Πρωταγόρας επιλέγει να του απαντήσει με έναν μύθο. Και ο μύθος αυτός είναι η ιστορία του πώς οι θεοί δημιούργησαν τα έμβια όντα, του πώς μοιράστηκαν οι δυνάμεις-ικανότητες-γενετικά χαρακτηριστικά στα όντα αυτά, του πώς ο άνθρωπος κατάφερε να επιβιώσει και να κυριαρχήσει αποκτώντας την φωτιά και τις τεχνικές γνώσεις που ως τότε κατείχαν μόνο οι θεοί και του πώς του δόθηκε η πολιτική αρετή και, ως εκ τούτου, η δυνατότητα να θεμελιώσει μακρόβιες κοινωνίες.
Αν και το περιεχόμενο του μύθου φαντάζει – και λογικά καθώς πρόκειται για μύθο παρμένο από την αρχαία ελληνική παράδοση – αμιγώς θρησκευτικού περιεχομένου, αυτό απλά δεν ισχύει.
Στοιχείο δε που αποδεικνύει ότι πίσω από τον μύθο κρύβεται και κάτι άλλο είναι το γεγονός ότι ο Πλάτωνας τον βγάζει μέσα από το στόμα του Πρωταγόρα που ήταν αγνωστικιστής, δηλαδή δεν πίστευε σε καμία θρησκεία, χωρίς να δέχεται ή να απορρίπτει την ύπαρξη μιας θεϊκής δημιουργικής δύναμης και χωρίς να αμφισβητεί την ανάγκη του ανθρώπου για θρησκευτική πίστη.
Ο λόγος λοιπόν για τον οποίο ο Πλάτωνας βάζει έναν μη θρήσκο – αλλά ούτε και άθεο – διανοούμενο της εποχής του να επιχειρηματολογεί με έναν συγκεκριμένο μύθο της δωδεκαθεϊστικής θρησκευτικής παράδοσης, κάνουν τον αναγνώστη – και ειδικά αυτόν που γνωρίζει εις βάθος την αγνωστικιστική κοσμοθεωρία της εποχής – να καταλάβει ότι η επιλογή του Πλάτωνα – η και του ίδιου του Πρωταγόρα, αν υποθέσουμε πως πρόκειται για μία συζήτηση που όντως συνέβη και που αργότερα ο Σωκράτης διηγήθηκε στον Πλάτωνα που κάλλιστα θα μπορούσε να είναι και ο ανώνυμος φίλος του Σωκράτη που εμφανίζεται στην αρχή του έργου – να χρησιμοποιήσει τον μύθο αυτό, μόνο τυχαία που δεν ήταν.
Διαβάζοντας λοιπόν τον μύθο σήμερα, μπορούμε να εντοπίσουμε πολλά στοιχεία τα οποία αναφέρονται στις γνώσεις του Πλάτωνα που κανονικά κανείς εκείνη την εποχή, αν δεχτούμε τα όσα λέει η συμβατική ιστορία, δεν θα μπορούσε να έχει…
Ο μύθος αρχίζει ως εξής: «Ἦν γάρ ποτε χρόνος ὅτε θεοὶ μὲν ἦσαν, θνητὰ δὲ γένη οὐκ ἦν. ἐπειδὴ δὲ καὶ τούτοις χρόνος ἦλθεν εἱμαρμένος γενέσεως, τυποῦσιν αὐτὰ θεοὶ γῆς ἔνδον ἐκ γῆς καὶ πυρὸς μείξαντες καὶ τῶν ὅσα πυρὶ καὶ γῇ κεράννυται.» (Πρωταγόρας 320c-320d). Αυτό το μικρό χωρίο των δύο περιόδων που αποτελεί την αρχή του μύθου που αφηγείται ο Πρωταγόρας, αφού πρώτα, στην πρώτη περίοδο, προσδιορίζει τον χρόνο στον οποίο ο μύθος αναφέρεται, στον καιρό δηλαδή που υπήρχαν μεν θεοί, αλλά δεν υπήρχαν τα είδη των θνητών όντων – και ασφαλώς ούτε και το γένος των ανθρώπων, στην δεύτερη περίοδο, μας μιλά για την δημιουργία της ζωής, η οποία και κρύβει και την πρώτη σημαντική πληροφορία περί γενετικής του μύθου αυτού. Πριν περάσω όμως στην ανάλυσή του, θα ήθελα, προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, να τονίσω ένα μικρό λάθος – το οποίο όμως είναι αρκετά σημαντικό – που έχουν πολλές από τις μεταφράσεις του κειμένου· η φράση «θνητὰ γένη» που από πολλούς μεταφραστές έχει μεταφραστεί ως «είδη ζώων» θα ήταν καλύτερα, για να φαίνεται και ευκολότερα αυτό που θέλει να πει ο συγγραφέας, να μεταφραστεί – σε μία πιο «κατά λέξη» μετάφραση – ως «θνητά είδη».
Οι λόγοι για τους οποίους προτείνω αυτήν την δεύτερη μετάφραση είναι δύο· πρώτον διότι μέσα στα «θνητά είδη», συγκαταλέγεται και ο άνθρωπος και οι αρχαίοι Έλληνες κάθε άλλο παρά ζώο τον θεωρούσαν και δεύτερον διότι ο Πλάτωνας στο σημείο αυτό – όπως θα αναλύσουμε και στην συνέχεια – δεν μας μιλά άμεσα για την δημιουργία των ζώων – στην οποία και αναφέρεται στην συνέχεια – αλλά για την δημιουργία της πρώτης ζωής, η οποία και στην συνέχεια διαφοροποιήθηκε ώστε να σχηματιστούν τα διάφορα είδη των «θνητών όντων».
Σύμφωνα με τον μύθο λοιπόν, οι θεοί – με τον όρο «θεοί» ένας αγνωστικιστής όπως ο Πρωταγόρας σίγουρα δεν εννοεί το δωδεκάθεο όπως το εννοούν οι σύγχρονοί του, αλλά χρησιμοποιεί τον όρο αυτό για να δηλώσει την ανώνυμη δύναμη της δημιουργίας την οποία και θεωρεί από πιθανό ως και λογικό να υπάρχει – έφτιαξαν την ζωή μέσα στην γη αναμειγνύοντας γη και φωτιά και ό,τι μπορεί να αναμειχθεί με γη ή φωτιά.
Οι πληροφορίες που μας δίνονται και που πρέπει να εξετάσουμε είναι δύο· το ότι η δημιουργία της ζωής έγινε υπόγεια και το ότι για να λάβει χώρα χρησιμοποιήθηκαν γη, φωτιά και ό,τι μπορεί να αναμειχθεί μαζί τους.
Τρισδιάστατη αναπαράσταση ενός μορίου αδενίνης (Α). Η
αδενίνη είναι ένα νουκλεοτίδιο απαραίτητο για τον σχηματισμό
του DNA, αλλά για να συντεθεί χρειάζεται θερμοκρασίες
χαμηλές, όπως αυτές των υπόγειων σπηλαίων.
Όσο για το αν η δημιουργία της ζωής έγινε υπόγεια ή όχι, το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε είναι ότι ο όρος «υπόγεια» θα μπορούσε να ερμηνευτεί σαν «μέσα σε σπήλαια».
Έπειτα θα πρέπει να παρατηρήσουμε τις συνθήκες που επικρατούν στο περιβάλλον ενός σπηλαίου που βρίσκεται σε σχετικά μεγάλο βάθος κάτω από την επιφάνεια της Γης.
Το κύριο χαρακτηριστικό ενός τέτοιου σπηλαίου είναι συνήθως οι κρύες θερμοκρασίες που επικρατούν σταθερά στο εσωτερικό του.
Θα μπορούσε όμως να σχηματιστεί ζωή σε ένα τέτοιο ψυχρό περιβάλλον, σαν αυτό ενός σπηλαίου;
Η επιστήμη στις ημέρες μας έχει αποδείξει ότι η αδενίνη (A) και η γουανίνη (G) για να συντεθούν χρειάζονται θερμοκρασίες ψύχους, ακριβώς όπως αυτές των σπηλαίων. Και, ως γνωστόν, οι δύο αυτές χημικές ενώσεις είναι δύο απαραίτητα για την ύπαρξη ζωής νουκλεοτίδια καθώς αποτελούν δομικά στοιχεία του γενετικού υλικού (DNA ή RNA) όλων των ζωντανών οργανισμών!
Για να υπάρξει όμως ζωή με βάση το DNA, δύο είδη νουκλεοτιδίων δεν επαρκούν καθώς θα έπρεπε να υπάρχουν επίσης και οι συμπληρωματικές τους αζωτούχες βάσεις, η θυμίνη (Τ) και η κυτοσίνη (C), οι οποίες δεν θα μπορούσαν να σχηματιστούν το ίδιο εύκολα εκεί κάτω.
Αν όμως στα σπήλαια αυτά υπήρχε νερό – που είναι σίγουρο το ότι θα υπήρχε καθώς η ζωή βασίζεται στο νερό – δεν θα ήταν καθόλου παράξενο να ήρθαν με αυτό τα άλλα δύο νουκλεοτίδια που χρειάζονται περισσότερη ζέστη για να σχηματιστούν από το εξωτερικό του σπηλαίου.
Η λέξη "πυρ" εκτός από την έννοια της φωτιάς μπορεί να έχει
και την έννοια της ενέργειας. Στον "Πρωταγόρα" αναφέρεται
ότι, για την δημιουργεία της ζωής, χρησιμοποιήθηκε πυρ, κάτι
που συμφωνεί με την σύγχρονη επιστήμη που θέλει, τον καιρό
της δημιουργίας της ζωής, η ατμόσφαιρα της Γης να ήταν
έντονα φορτισμένη, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται
πολυάριθμοι ηλεκτρικοί σπινθήρες που συνέβαλλαν στην
δημιουργία της πρώτης ζωής στην Γη.
Η δημιουργία όμως της ζωής, καθώς και η σύνθεση των χημικών ενώσεων που την αποτελούν χρειάζονται ενέργεια για να λάβουν χώρα.
Ο Πλάτωνας όμως το είπε και αυτό· είπε δηλαδή ότι η ζωή προήλθε από την ανάμειξη γης, δηλαδή στέρεας ύλης – που θα μπορούσε στο κρύο περιβάλλον του σπηλαίου να διατηρήσει την στερεά της κατάσταση – φωτιάς – δηλαδή ενέργειας, καθώς και η λέξη «ενέργεια» αποτελεί μετάφραση της αρχαίας λέξης «πὺρ» – και με ό,τι αναμειγνύεται με τα στοιχεία αυτά, δηλαδή, κατά την κοσμοθεωρία της εποχής, από νερό (ύλη σε υγρή μορφή) και αέρα (ύλη σε αέρια μορφή).
Από όλα αυτά, δεν υπάρχει κάτι που να μην είναι χρήσιμο στην δημιουργία της ζωής. Το νερό σε υγρή μορφή είναι στοιχείο απαραίτητο για την ζωή, αλλά και για την διάδοση της ενέργειας που με την μορφή ηλεκτρικών σπινθήρων, όπως υποστηρίζεται από την σύγχρονη επιστήμη, εκλυόταν
από την έντονα ηλεκτρικά φορτισμένη ατμόσφαιρα (αέρα) που υπήρχε τον καιρό που στην Γη πρωτοεμφανίστηκε η ζωή.
Έχοντας λοιπόν κρύες – αλλά όχι παγωμένες – θερμοκρασίες, σχηματισμένα νουκλεοτίδια, νερό, αέρα – που μεταξύ των άλλων περιείχε υδρογόνο, μεθάνιο και αμμωνία – και ισχυρούς ηλεκτρικούς σπινθήρες για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, το οποίο δηλώνεται στον Πρωταγόρα του Πλάτωνα με την φράση: «ἐπειδὴ δὲ καὶ τούτοις χρόνος ἦλθεν εἱμαρμένος γενέσεως», θα ήταν πάρα πολύ πιθανό, μέσα στα υγρά σπήλαια να δημιουργήθηκε η ζωή στην Γη, πράγμα το οποίο στις μέρες μας θεωρείται πολύ πιθανό.
Το μυστήριο της χαμένης Ατλαντίδας, όσο κι αν από πολλούς θεωρείτο το κύριο κομμάτι της γνώσης του Πλάτωνα, στην πραγματικότητα δεν ήταν παρά ένα μικρό κομμάτι ενός κατά πολύ ευρύτερου συνόλου γνώσεων και πληροφοριών που φυσικά δεν περιορίζεται μόνο στα δύο βιβλία του Πλάτωνα που αναφέρουν την Ατλαντίδα…
Ρίχνοντας μία πιο ερευνητική ματιά στα κείμενα του Πλάτωνα, μπορεί κανείς να βρει πολλά πράγματα τα οποία συσχετίζονται με τις σύγχρονες επιστημονικές γνώσεις και που επιβεβαιώνονται απ’ αυτές.
Για παράδειγμα θα φέρω τις γνώσεις του Πλάτωνα για την Μεσολιθική εποχή, στις οποίες και αφιέρωσα και ένα προηγούμενο άρθρο μου το οποίο φιλοξενείται στο «Αναζητώντας το Παράξενο»· όπως θα διαπιστώσει όποιος διαβάσει το εν λόγω άρθρο, οι σύγχρονες έρευνες πάνω στους προϊστορικούς πληθυσμούς της Ευρώπης και της Αφρικής, δείχνουν πως αυτοί εκτείνονταν ακριβώς μέσα στα γεωγραφικά πλαίσια που ορίζει ο Πλάτωνας, στο έργο του «Τίμαιος».
Αφήνοντας όμως προσωρινά τον «Τίμαιο» και τον «Κριτία», τα δύο έργα του Πλάτωνα που αφορούν – το πρώτο εν μέρει και το δεύτερο ολόκληρο – την Ατλαντίδα, αλλά και γενικότερα το θέμα της χαμένης ηπείρου του Ατλαντικού ωκεανού, αν μελετήσουμε το κείμενο του Πλάτωνα «Πρωταγόρας», μπορούμε να εντοπίσουμε υπερσύγχρονες γνώσεις γενετικής!
Για όσους είναι εξοικειωμένοι με το κείμενο και σπεύσουν να πουν ότι τα όσα αναφέρονται περί του τρόπου με τον οποίο μοιράστηκαν οι δυνάμεις-ικανότητες-γενετικά χαρακτηριστικά στα έμβια όντα από τους θεούς, θα μπορούσαν κάλλιστα να οφείλονται σε απλές βιολογικές παρατηρήσεις σε συνδυασμό με φιλοσοφικούς στοχασμούς, εκ των προτέρων λέω ότι συμφωνώ απόλυτα μαζί τους.
Οι γνώσεις της γενετικής άλλωστε – και όχι της απλής παρατήρησης της βιολογίας των ζώων – οι οποίες βρίσκονται στο κείμενο του Πλάτωνα δεν είναι αυτές, αλλά είναι κρυμμένες αλλού· και την λέξη «κρυμμένες» την εννοώ με την κυριολεκτική της σημασία…
Το φαινομενικά άσχετο με την επιστήμη της γενετικής θέμα του έργου του Πλάτωνα «Πρωταγόρας» είναι το αν η πολιτική αρετή, το πώς δηλαδή μπορεί κανείς να είναι καλός και ενάρετος πολίτης, μπορεί να διδαχτεί ή όχι. Πάνω στο θέμα αυτό, στον «Πρωταγόρα», εμφανίζονται να συζητούν δύο από τους μεγαλύτερους ανθρώπους του πνεύματος της εποχής· ο Σωκράτης, ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος που υπήρξε δάσκαλος του Πλάτωνα από την μία και από την άλλη ένας από τους μεγαλύτερους σοφιστές της εποχής από τον οποίο και το κείμενο αυτό του Πλάτωνα πήρε το όνομά του, ο Πρωταγόρας.
ΟΠρωταγόρας, παρά του ότι ήταν σοφιστής και του ότι οι σοφιστές αποτελούσαν τον αντίποδα της διδασκαλίας του Σωκράτη, την οποία ασπαζόταν και ο Πλάτωνας, αντιμετωπίζεται από τον συγγραφέα του κειμένου, σε αντίθεση με τους άλλους δύο σοφιστές που κάνουν την εμφάνισή τους σε αυτό, με μεγάλο σεβασμό.
Αν και ο Πλάτωνας δεν διστάζει να ειρωνευτεί, μέσα από το στόμα του Σωκράτη, τις δύο από τις τρεις μεθόδους πειθούς που χρησιμοποιεί ο Πρωταγόρας, δεν ειρωνεύεται ούτε τις ιδέες του, ούτε και την προσωπικότητά του.
Είναι σαν με έμμεσο τρόπο ο Πλάτωνας να μας λέει πως τα όσα θα πει το πρόσωπο αυτό κατά την διάρκεια της συζήτησής του με τον Σωκράτη είναι πράγματα που περιέχουν σημαντικές αλήθειες.
Ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί τρεις διαφορετικές μεθόδους· τον μύθο, την διάλεξη και τον σχολιασμό των ποιητικών κειμένων.
Από τις μεθόδους αυτές ο Πλάτωνας καταδικάζει δια μέσω της ειρωνείας του τόσο την διάλεξη, όσο και τον σχολιασμό των ποιητικών κειμένων, λόγω του ότι αποτελούν περισσότερο μεθόδους πειθούς, παρά μεθόδους αναζήτησης της αλήθειας. Στην περίπτωση του μύθου όμως, μίας μεθόδου που και ο ίδιος ο Πλάτων χρησιμοποιούσε, ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος αφήνει τον σοφιστή να αφηγηθεί τον μύθο χωρίς αυτός να κάνει, δια μέσω του Σωκράτη, κάποιο ειρωνικό σχόλιο.
Αν λοιπόν κάτι κρύβεται στα λόγια του Πρωταγόρα, στο κείμενο αυτό, αυτό δεν μπορεί να βρίσκεται πουθενά αλλού, παρά μέσα στον μύθο που λέει ο σοφιστής.
Ο μύθος που αφηγείται ο Πρωταγόρας είναι ουσιαστικά μία ιστορία μυθολογικής φύσεως. Τέτοιες ιστορίες υπήρχαν πολλές στην προφορική και γραπτή παράδοση της εποχής. Προέρχονταν δε από εποχές πολύ παλιές, αλλά ήταν αδύνατον να είναι εντελώς αναλλοίωτες από το πέρασμα του χρόνου, ειδικά μάλιστα κατά τα χρόνια που αυτές διαδίδονταν από γενιά σε γενιά μέσα από την προφορική παράδοση. Αυτό συνεπάγεται ότι θα πρέπει κανείς να είναι προσεκτικός, αν θέλει να εντοπίσει στοιχεία, λεπτομέρειες ή γνώσεις που να αφορούν κάτι σχετικά με τις «αδικαιολόγητες» για την εποχή γνώσεις του συγγραφέα.
Η εποχή στην οποία αναφέρεται ο συγκεκριμένος μύθος είναι η εποχή της δημιουργίας του ανθρώπου. Επρόκειτο για έναν μύθο ευρέως γνωστό στους Έλληνες· για τον μύθο της δημιουργίας του ανθρώπου, της κλοπής της φωτιάς και της επιβίωσης του ανθρώπινου είδους στα πρώτα χρόνια της ύπαρξής του. Η χρήση του στον διάλογο είναι η επιχειρηματολογία του Πρωταγόρα υπέρ του ότι η πολιτική αρετή είναι δυνατόν να διδαχθεί· είναι όμως αμφίβολο το αν λειτουργεί παράλληλα και σαν «κρυψώνα» για τα στοιχεία αυτά που ο Πλάτωνας ήθελε να αποτυπώσει σε γραπτό κείμενο.
Δεν αποκλείεται άλλωστε ο Πλάτωνας να χρησιμοποιεί τον Πρωταγόρα, όπως ακριβώς και τον Κριτία στα έργα του που αφορούν την Ατλαντίδα προκειμένου να περάσει στο κείμενό του κάποιες γνώσεις που στην πραγματικότητα ο ίδιος – όχι απαραίτητα όμως μόνο αυτός – κατείχε.
Όσο για το αν υπάρχουν στον «Πρωταγόρα» τέτοιες γνώσεις, ο καλύτερος τρόπος για να το διαπιστώσουμε είναι να διαβάσουμε με προσοχή το αρχαίο κείμενο.
Περιληπτικά, το κείμενο του Πλάτωνα αρχίζει όταν ο Σωκράτης συναντά έναν φίλο του – του οποίου το όνομα δεν αναφέρεται – και αρχίζει να του εξιστορεί τα όσα προηγήθηκαν.
Ένας νεαρός Αθηναίος του ζήτησε να μιλήσει στον Πρωταγόρα που τον καιρό εκείνο είχε έρθει στην Αθήνα, με σκοπό να τον πάρει για μαθητή του και να τον διδάξει την πολιτική αρετή που οι σοφιστές ισχυρίζονταν πως μπορούσαν να διδάξουν.
Ο Σωκράτης συνεχίζει την αφήγηση λέγοντας πως πήγε στο σπίτι όπου βρισκόταν ο Πρωταγόρας μαζί με τον νεαρό Αθηναίο και πως, αμφισβητώντας το κατά πόσον ο Πρωταγόρας – και οι σοφιστές γενικότερα – ήταν οι κατάλληλοι άνθρωποι για να διδάσκουν την πολιτική αρετή, αλλά και το αν η ίδια η πολιτική αρετή ήταν διδακτή ή όχι, άρχισε, με χρήση της διαλεκτικής μαιευτικής και της προσποίησης άγνοιας, να μιλά με τον Πρωταγόρα, καλώντας τον ουσιαστικά να επιχειρηματολογήσει σχετικά με το αν αυτός, ή ο οποιοσδήποτε άλλος, είναι ικανός να διδάξει στους άλλους την πολιτική αρετή.
Το σημαντικότερο δε από τα επιχειρήματα του Σωκράτη ήταν ότι η Εκκλησία του Δήμου στην αθηναϊκή πολιτεία, ενώ για θέματα τεχνικά συμβουλευόταν συγκεκριμένους τεχνίτες και δεν ανεχόταν κάποιον άσχετο με το θέμα να πάρει τον λόγο, στα θέματα που αφορούσαν την πολική, άφηνε τον καθένα να μιλήσει ελεύθερα, σαν να πίστευε ότι όλοι οι άνθρωποι κατέχουν εκ φύσεως την πολιτική αρετή και άρα δεν χρειάζονται να την διδαχθούν όπως οι ειδικοί τεχνίτες διδάσκονται την τέχνη την οποία εξασκούν.
Ορμώμενος από αυτό το επιχείρημα του Σωκράτη, ο Πρωταγόρας επιλέγει να του απαντήσει με έναν μύθο. Και ο μύθος αυτός είναι η ιστορία του πώς οι θεοί δημιούργησαν τα έμβια όντα, του πώς μοιράστηκαν οι δυνάμεις-ικανότητες-γενετικά χαρακτηριστικά στα όντα αυτά, του πώς ο άνθρωπος κατάφερε να επιβιώσει και να κυριαρχήσει αποκτώντας την φωτιά και τις τεχνικές γνώσεις που ως τότε κατείχαν μόνο οι θεοί και του πώς του δόθηκε η πολιτική αρετή και, ως εκ τούτου, η δυνατότητα να θεμελιώσει μακρόβιες κοινωνίες.
Προτομή του μεγάλου αρχαίου Έλληνα σοφιστή Πρωταγόρα. |
Στοιχείο δε που αποδεικνύει ότι πίσω από τον μύθο κρύβεται και κάτι άλλο είναι το γεγονός ότι ο Πλάτωνας τον βγάζει μέσα από το στόμα του Πρωταγόρα που ήταν αγνωστικιστής, δηλαδή δεν πίστευε σε καμία θρησκεία, χωρίς να δέχεται ή να απορρίπτει την ύπαρξη μιας θεϊκής δημιουργικής δύναμης και χωρίς να αμφισβητεί την ανάγκη του ανθρώπου για θρησκευτική πίστη.
Ο λόγος λοιπόν για τον οποίο ο Πλάτωνας βάζει έναν μη θρήσκο – αλλά ούτε και άθεο – διανοούμενο της εποχής του να επιχειρηματολογεί με έναν συγκεκριμένο μύθο της δωδεκαθεϊστικής θρησκευτικής παράδοσης, κάνουν τον αναγνώστη – και ειδικά αυτόν που γνωρίζει εις βάθος την αγνωστικιστική κοσμοθεωρία της εποχής – να καταλάβει ότι η επιλογή του Πλάτωνα – η και του ίδιου του Πρωταγόρα, αν υποθέσουμε πως πρόκειται για μία συζήτηση που όντως συνέβη και που αργότερα ο Σωκράτης διηγήθηκε στον Πλάτωνα που κάλλιστα θα μπορούσε να είναι και ο ανώνυμος φίλος του Σωκράτη που εμφανίζεται στην αρχή του έργου – να χρησιμοποιήσει τον μύθο αυτό, μόνο τυχαία που δεν ήταν.
Διαβάζοντας λοιπόν τον μύθο σήμερα, μπορούμε να εντοπίσουμε πολλά στοιχεία τα οποία αναφέρονται στις γνώσεις του Πλάτωνα που κανονικά κανείς εκείνη την εποχή, αν δεχτούμε τα όσα λέει η συμβατική ιστορία, δεν θα μπορούσε να έχει…
Ο μύθος αρχίζει ως εξής: «Ἦν γάρ ποτε χρόνος ὅτε θεοὶ μὲν ἦσαν, θνητὰ δὲ γένη οὐκ ἦν. ἐπειδὴ δὲ καὶ τούτοις χρόνος ἦλθεν εἱμαρμένος γενέσεως, τυποῦσιν αὐτὰ θεοὶ γῆς ἔνδον ἐκ γῆς καὶ πυρὸς μείξαντες καὶ τῶν ὅσα πυρὶ καὶ γῇ κεράννυται.» (Πρωταγόρας 320c-320d). Αυτό το μικρό χωρίο των δύο περιόδων που αποτελεί την αρχή του μύθου που αφηγείται ο Πρωταγόρας, αφού πρώτα, στην πρώτη περίοδο, προσδιορίζει τον χρόνο στον οποίο ο μύθος αναφέρεται, στον καιρό δηλαδή που υπήρχαν μεν θεοί, αλλά δεν υπήρχαν τα είδη των θνητών όντων – και ασφαλώς ούτε και το γένος των ανθρώπων, στην δεύτερη περίοδο, μας μιλά για την δημιουργία της ζωής, η οποία και κρύβει και την πρώτη σημαντική πληροφορία περί γενετικής του μύθου αυτού. Πριν περάσω όμως στην ανάλυσή του, θα ήθελα, προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, να τονίσω ένα μικρό λάθος – το οποίο όμως είναι αρκετά σημαντικό – που έχουν πολλές από τις μεταφράσεις του κειμένου· η φράση «θνητὰ γένη» που από πολλούς μεταφραστές έχει μεταφραστεί ως «είδη ζώων» θα ήταν καλύτερα, για να φαίνεται και ευκολότερα αυτό που θέλει να πει ο συγγραφέας, να μεταφραστεί – σε μία πιο «κατά λέξη» μετάφραση – ως «θνητά είδη».
Οι λόγοι για τους οποίους προτείνω αυτήν την δεύτερη μετάφραση είναι δύο· πρώτον διότι μέσα στα «θνητά είδη», συγκαταλέγεται και ο άνθρωπος και οι αρχαίοι Έλληνες κάθε άλλο παρά ζώο τον θεωρούσαν και δεύτερον διότι ο Πλάτωνας στο σημείο αυτό – όπως θα αναλύσουμε και στην συνέχεια – δεν μας μιλά άμεσα για την δημιουργία των ζώων – στην οποία και αναφέρεται στην συνέχεια – αλλά για την δημιουργία της πρώτης ζωής, η οποία και στην συνέχεια διαφοροποιήθηκε ώστε να σχηματιστούν τα διάφορα είδη των «θνητών όντων».
Σύμφωνα με τον μύθο λοιπόν, οι θεοί – με τον όρο «θεοί» ένας αγνωστικιστής όπως ο Πρωταγόρας σίγουρα δεν εννοεί το δωδεκάθεο όπως το εννοούν οι σύγχρονοί του, αλλά χρησιμοποιεί τον όρο αυτό για να δηλώσει την ανώνυμη δύναμη της δημιουργίας την οποία και θεωρεί από πιθανό ως και λογικό να υπάρχει – έφτιαξαν την ζωή μέσα στην γη αναμειγνύοντας γη και φωτιά και ό,τι μπορεί να αναμειχθεί με γη ή φωτιά.
Οι πληροφορίες που μας δίνονται και που πρέπει να εξετάσουμε είναι δύο· το ότι η δημιουργία της ζωής έγινε υπόγεια και το ότι για να λάβει χώρα χρησιμοποιήθηκαν γη, φωτιά και ό,τι μπορεί να αναμειχθεί μαζί τους.
Τρισδιάστατη αναπαράσταση ενός μορίου αδενίνης (Α). Η
αδενίνη είναι ένα νουκλεοτίδιο απαραίτητο για τον σχηματισμό
του DNA, αλλά για να συντεθεί χρειάζεται θερμοκρασίες
χαμηλές, όπως αυτές των υπόγειων σπηλαίων.
Όσο για το αν η δημιουργία της ζωής έγινε υπόγεια ή όχι, το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε είναι ότι ο όρος «υπόγεια» θα μπορούσε να ερμηνευτεί σαν «μέσα σε σπήλαια».
Έπειτα θα πρέπει να παρατηρήσουμε τις συνθήκες που επικρατούν στο περιβάλλον ενός σπηλαίου που βρίσκεται σε σχετικά μεγάλο βάθος κάτω από την επιφάνεια της Γης.
Το κύριο χαρακτηριστικό ενός τέτοιου σπηλαίου είναι συνήθως οι κρύες θερμοκρασίες που επικρατούν σταθερά στο εσωτερικό του.
Θα μπορούσε όμως να σχηματιστεί ζωή σε ένα τέτοιο ψυχρό περιβάλλον, σαν αυτό ενός σπηλαίου;
Η επιστήμη στις ημέρες μας έχει αποδείξει ότι η αδενίνη (A) και η γουανίνη (G) για να συντεθούν χρειάζονται θερμοκρασίες ψύχους, ακριβώς όπως αυτές των σπηλαίων. Και, ως γνωστόν, οι δύο αυτές χημικές ενώσεις είναι δύο απαραίτητα για την ύπαρξη ζωής νουκλεοτίδια καθώς αποτελούν δομικά στοιχεία του γενετικού υλικού (DNA ή RNA) όλων των ζωντανών οργανισμών!
Για να υπάρξει όμως ζωή με βάση το DNA, δύο είδη νουκλεοτιδίων δεν επαρκούν καθώς θα έπρεπε να υπάρχουν επίσης και οι συμπληρωματικές τους αζωτούχες βάσεις, η θυμίνη (Τ) και η κυτοσίνη (C), οι οποίες δεν θα μπορούσαν να σχηματιστούν το ίδιο εύκολα εκεί κάτω.
Αν όμως στα σπήλαια αυτά υπήρχε νερό – που είναι σίγουρο το ότι θα υπήρχε καθώς η ζωή βασίζεται στο νερό – δεν θα ήταν καθόλου παράξενο να ήρθαν με αυτό τα άλλα δύο νουκλεοτίδια που χρειάζονται περισσότερη ζέστη για να σχηματιστούν από το εξωτερικό του σπηλαίου.
Η λέξη "πυρ" εκτός από την έννοια της φωτιάς μπορεί να έχει
και την έννοια της ενέργειας. Στον "Πρωταγόρα" αναφέρεται
ότι, για την δημιουργεία της ζωής, χρησιμοποιήθηκε πυρ, κάτι
που συμφωνεί με την σύγχρονη επιστήμη που θέλει, τον καιρό
της δημιουργίας της ζωής, η ατμόσφαιρα της Γης να ήταν
έντονα φορτισμένη, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται
πολυάριθμοι ηλεκτρικοί σπινθήρες που συνέβαλλαν στην
δημιουργία της πρώτης ζωής στην Γη.
Η δημιουργία όμως της ζωής, καθώς και η σύνθεση των χημικών ενώσεων που την αποτελούν χρειάζονται ενέργεια για να λάβουν χώρα.
Ο Πλάτωνας όμως το είπε και αυτό· είπε δηλαδή ότι η ζωή προήλθε από την ανάμειξη γης, δηλαδή στέρεας ύλης – που θα μπορούσε στο κρύο περιβάλλον του σπηλαίου να διατηρήσει την στερεά της κατάσταση – φωτιάς – δηλαδή ενέργειας, καθώς και η λέξη «ενέργεια» αποτελεί μετάφραση της αρχαίας λέξης «πὺρ» – και με ό,τι αναμειγνύεται με τα στοιχεία αυτά, δηλαδή, κατά την κοσμοθεωρία της εποχής, από νερό (ύλη σε υγρή μορφή) και αέρα (ύλη σε αέρια μορφή).
Από όλα αυτά, δεν υπάρχει κάτι που να μην είναι χρήσιμο στην δημιουργία της ζωής. Το νερό σε υγρή μορφή είναι στοιχείο απαραίτητο για την ζωή, αλλά και για την διάδοση της ενέργειας που με την μορφή ηλεκτρικών σπινθήρων, όπως υποστηρίζεται από την σύγχρονη επιστήμη, εκλυόταν
από την έντονα ηλεκτρικά φορτισμένη ατμόσφαιρα (αέρα) που υπήρχε τον καιρό που στην Γη πρωτοεμφανίστηκε η ζωή.
Έχοντας λοιπόν κρύες – αλλά όχι παγωμένες – θερμοκρασίες, σχηματισμένα νουκλεοτίδια, νερό, αέρα – που μεταξύ των άλλων περιείχε υδρογόνο, μεθάνιο και αμμωνία – και ισχυρούς ηλεκτρικούς σπινθήρες για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, το οποίο δηλώνεται στον Πρωταγόρα του Πλάτωνα με την φράση: «ἐπειδὴ δὲ καὶ τούτοις χρόνος ἦλθεν εἱμαρμένος γενέσεως», θα ήταν πάρα πολύ πιθανό, μέσα στα υγρά σπήλαια να δημιουργήθηκε η ζωή στην Γη, πράγμα το οποίο στις μέρες μας θεωρείται πολύ πιθανό.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)