Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 2018

ΑΙΣΩΠΟΣ - Μῦθοι (21.1-25.1)

Σχετική εικόνα21. ΑΛΙΕΙΣ [21.1] ἁλιεῖς ἐπ᾽ ἄγραν ἐξελθόντες καὶ πολὺν χρόνον κακοπαθήσαντες οὐδὲν συνέλαβον, καθεζόμενοι δὲ ἐν τῇ νηὶ ἠθύμουν. ἐν τοσούτῳ δὲ θύννος διωκόμενος καὶ πολλῷ τῷ ῥοίζῳ φερόμενος ἔλαθεν εἰς τὸ σκάφος ἐναλλόμενος. οἱ δὲ συλλαβόντες αὐτὸν καὶ εἰς τὴν πόλιν ἐλάσαντες ἀπημπόλησαν.
οὕτω πολλάκις ἃ μὴ τέχνη παρέσχε, ταῦτα τύχη διεβράβευσεν.

22. ΑΛΩΠΗΞ ΚΑΙ ΔΡΥΤΟΜΟΣ
[22.1] ἀλώπηξ κυνηγοὺς φεύγουσα ὡς ἐθεάσατό τινα δρυτόμον, τοῦτον ἱκέτευσε κατακρύψαι αὐτήν. ὁ δὲ αὐτῇ παρῄνεσεν εἰς τὴν ἑαυτοῦ καλύβην εἰσελθοῦσαν κρυβῆναι. μετ᾽ οὐ πολὺ δὲ παραγενομένων τῶν κυνηγῶν καὶ τοῦ δρυτόμου πυνθανομένων, εἰ τεθέαται ἀλώπεκα τῇδε παριοῦσαν, ἐκεῖνος τῇ μὲν φωνῇ ἠρνεῖτο ἑωρακέναι, τῇ δὲ χειρὶ νεύων ἐσήμαινεν, ὅπου κατεκρύπτετο. τῶν δὲ οὐχ οἷς ἔνευε προσσχόντων, οἷς δὲ ἔλεγε πιστευσάντων, ἡ ἀλώπηξ ἰδοῦσα αὐτοὺς ἀπαλλαγέντας ἐξελθοῦσα ἀπροσφωνητὶ ἐπορεύετο. μεμφομένου δὲ αὐτὴν τοῦ δρυτόμου, εἴ γε διασωθεῖσα ὑπ᾽ αὐτοῦ οὐδὲ διὰ φωνῆς αὐτῷ ἐμαρτύρησεν, ἔφη· «ἀλλ᾽ ἔγωγε ηὐχαρίστησα ἄν σοι, εἰ τοῖς λόγοις ὅμοια τὰ ἔργα τῆς χειρὸς [καὶ τοὺς τρόπους] εἶχες».
τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις πρὸς ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους τοὺς χρηστὰ μὲν σαφῶς ἐπαγγελλομένους, δι᾽ ἔργων δὲ φαῦλα δρῶντας.

23. ΑΛΕΚΤΡΥΟΝΕΣ ΚΑΙ ΠΕΡΔΙΞ
[23.1] ἀλεκτρυόνας τις ἐπὶ τῆς οἰκίας ἔχων ὡς περιέτυχε πέρδικι τιθασσῷ πωλουμένῳ, τοῦτον ἀγοράσας ἐκόμισεν οἴκαδε ὡς συντραφησόμενον. τῶν δὲ τυπτόντων αὐτὸν καὶ ἐκδιωκόντων ὁ πέρδιξ ἐβαρυθύμει νομίζων διὰ τοῦτο αὐτὸν καταφρονεῖσθαι, ὅτι ἀλλόφυλός ἐστι. μικρὸν δὲ διαλιπὼν ὡς ἐθεάσατο τοὺς ἀλεκτρυόνας πρὸς ἑαυτοὺς μαχομένους καὶ οὐ πρότερον ἀποστάντας πρὶν ἢ ἀλλήλους αἱμάξαι, ἔφη πρὸς ἑαυτόν· «ἀλλ᾽ ἔγωγε οὐκέτι ἄχθομαι ὑπὸ τούτων τυπτόμενος. ὁρῶ γὰρ αὐτοὺς οὐδὲ αὑτῶν ἀπεχομένους».
ὁ λόγος δηλοῖ, ὅτι ῥᾴδιον τὰς ἐκ τῶν πέλας ὕβρεις οἱ φρόνιμοι δέχονται, ὅταν ἴδωσιν αὐτοὺς μηδὲ τῶν οἰκείων ἀπεχομένους.

24. ΑΛΩΠΗΞ ΕΞΟΓΚΩΘΕΙΣΑ ΤΗΝ ΓΑΣΤΕΡΑ
[24.1] ἀλώπηξ λιμώττουσα ὡς ἐθεάσατο ἔν τινι δρυὸς κοιλώματι ἄρτους καὶ κρέα ὑπό τινων ποιμένων καταλελειμμένα, ταῦτα εἰσελθοῦσα κατέφαγεν. ἐξογκωθεῖσα δὲ τὴν γαστέρα ἐπειδὴ οὐκ ἠδύνατο ἐξελθεῖν, ἐστέναζε καὶ ὠδύρετο. ἑτέρα δὲ ἀλώπηξ τῇδε παριοῦσα ὡς ἤκουσεν αὐτῆς τὸν στεναγμόν, προσελθοῦσα ἐπυνθάνετο τὴν αἰτίαν. μαθοῦσα δὲ τὰ γεγενημένα ἔφη πρὸς αὐτήν· «ἀλλὰ μενετέον σοι ἐνταῦθα, ἕως ἂν τοιαύτη γένῃ, ὁποία οὖσα εἰσῆλθες, καὶ οὕτω ῥᾳδίως ἐξελεύσῃ».
ὁ λόγος δηλοῖ, ὅτι τὰ χαλεπὰ τῶν πραγμάτων ὁ χρόνος διαλύει.

25. ΑΛΚΥΩΝ
[25.1] ἀλκυὼν ὄρνεόν ἐστι φιλέρημον διὰ παντὸς ἐν θαλάττῃ διαιτώμενον. ταύτην λέγεται τὰς τῶν ἀνθρώπων θήρας φυλαττομένην ἐν σκοπέλοις παραθαλαττίοις νεοττοποιεῖσθαι. καὶ δήποτε τίκτειν μέλλουσα παρεγένετο εἴς τι ἀκρωτήριον καὶ θεασαμένη πέτραν ἐπιθαλάσσιον ἐνεοττοποιεῖτο ἐνταῦθα. ἐξελθούσης δὲ αὐτῆς ποτε ἐπὶ νομὴν συνέβη τὴν θάλασσαν ὑπὸ λάβρου πνεύματος κυματωθεῖσαν ἐξαρθῆναι μέχρι τῆς καλιᾶς καὶ ταύτην ἐπικλύσασαν τοὺς νεοττοὺς διαφθεῖραι. καὶ ἡ ἀλκυὼν ἐπανελθοῦσα ὡς ἔγνω τὸ γεγονός, εἶπεν· «ἀλλ᾽ ἔγωγε δειλαία, ἥτις τὴν γῆν ὡς ἐπίβουλον φυλαττομένη ἐπὶ ταύτην κατέφυγον, ἣ πολλῷ μοι γέγονεν ἀπιστοτέρα».
οὕτω καὶ τῶν ἀνθρώπων ἔνιοι τοὺς ἐχθροὺς φυλαττόμενοι λανθάνουσι πολλῷ χαλεπωτέροις τῶν ἐχθρῶν φίλοις ἐμπίπτοντες.

***
21. Οι ψαράδες.
[21.1] Ήταν κάτι ψαράδες που ξανοίχτηκαν για ψάρεμα και βολόδερναν για πολλή ώρα χωρίς να πιάσουν τίποτε. Κάθονταν λοιπόν μέσα στη βάρκα στενοχωρημένοι. Στο μεταξύ, όμως, πέρασε από εκεί ένας τόνος που τον κυνηγούσαν μεγάλα σκυλόψαρα· αυτός, με τη φόρα που είχε πάρει, πήδηξε έξω από τα νερά και προτού καλά-καλά το καταλάβει βρέθηκε μέσα στο σκάφος των ψαράδων. Αμέσως εκείνοι τον έπιασαν και τον έφεραν στην πόλη, όπου τον μοσχοπούλησαν.
Έτσι συμβαίνει πολλές φορές: Όσα δεν μας προσπορίζει η δουλειά, μας τα επιδαψιλεύει η τύχη.

22. Η αλεπού και ο ξυλοκόπος.
[22.1] Μια φορά η αλεπού έτρεχε να ξεφύγει από κάτι κυνηγούς, όταν ξαφνικά είδε μπροστά της έναν ξυλοκόπο. Ευθύς τον ικέτεψε να την κρύψει, και εκείνος όντως την καθοδήγησε να χωθεί μέσα στο καλύβι του και να μείνει κρυμμένη εκεί. Μετά από λίγο, που λέτε, κατέφτασαν οι κυνηγοί και ρωτούσαν τον ξυλοκόπο αν είδε καμιά αλεπού να περνάει από εκείνα τα μέρη. Ξέρετε τί έκανε ο ξυλοκόπος τότε; Στα λόγια μεν δήλωνε πως δεν είχε δει, αλλά με το χέρι τούς έκανε νοήματα, δείχνοντας πού ήταν κρυμμένο το ζώο. Πάντως εκείνοι δεν έδωσαν προσοχή στα νεύματά του και πίστεψαν όσα τους έλεγε. Όταν η αλεπού τους είδε να απομακρύνονται, βγήκε έξω και πήρε τον δρόμο της χωρίς να ξεστομίσει λέξη. Τότε ο ξυλοκόπος ξέσπασε σε διαμαρτυρίες: ακούς εκεί να μη βγάλει η αχάριστη ούτε κιχ, να μην του πει έναν καλό λόγο, παρόλο που του χρωστούσε τη σωτηρία της! Η αλεπού όμως απάντησε: «Έγνοια σου, θα σου έλεγα ευχαριστώ, αρκεί τα έργα των χεριών σου να ήσαν όμοια με τα λόγια σου».
Αυτός ο μύθος βρίσκει εφαρμογή σε εκείνους τους ανθρώπους που δίνουν ωραίες υποσχέσεις στα φανερά, αλλά κάνουν το κακό στην πράξη.

23. Τα κοκόρια και η πέρδικα.
[23.1] Ήταν κάποιος άνθρωπος που είχε κοκόρια στο σπίτι του. Αυτός, που λέτε, έτυχε να βρεθεί κάπου όπου πουλούσαν μια εξημερωμένη πέρδικα. Την αγόρασε, λοιπόν, και την έφερε στο σπίτι του, για να την εκθρέψει μαζί με τα κοκόρια του. Οι πετεινοί, βέβαια, έδιναν ξύλο στη νεοφερμένη και την έδιωχναν μακριά. Γι᾽ αυτό εκείνη στενοχωριόταν πολύ — πίστευε, βλέπετε, πως την περιφρονούσαν επειδή ανήκε σε διαφορετικό είδος. Μετά από λίγο καιρό, όμως, είδε τους κόκορες να παλεύουν μεταξύ τους, και μάλιστα δεν εννοούσαν οι αναθεματισμένοι να χωριστούν παρά μόνο αφού είχαν χύσει ο ένας το αίμα του άλλου. Τότε σκέφτηκε από μέσα της: «Βρε δεν αξίζει να χαλάω εγώ τη διάθεσή μου επειδή με βαράνε τούτοι εδώ. Από ό,τι βλέπω, δεν χαρίζονται ούτε ο ένας στον άλλον».
Το δίδαγμα του μύθου: Οι μυαλωμένοι υπομένουν εύκολα τις προσβολές από τους άλλους, άμα διαπιστώσουν ότι αυτοί οι τελευταίοι δεν λυπούνται ούτε τους δικούς τους ανθρώπους.

24. Η αλεπού με το φούσκωμα στην κοιλιά.
[24.1] Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια πεινασμένη αλεπού. Αυτή, που λέτε, ανακάλυψε μέσα στην κουφάλα κάποιας βελανιδιάς ψωμί και κρέατα, παρατημένα εκεί πέρα από κάτι βοσκούς. Μια και δυο, τρύπωσε μέσα στην κουφάλα και τα έφαγε όλα. Έλα όμως που έτσι φούσκωσε η κοιλιά της και μετά δεν χωρούσε να βγει. Καθόταν λοιπόν και στέναζε και έκλαιγε τη μοίρα της. Πάνω στην ώρα έτυχε να περνάει από εκεί κάποια άλλη αλεπού, η οποία άκουσε τους στεναγμούς και πλησίασε για να μάθει την αιτία. Μόλις πληροφορήθηκε τί είχε συμβεί, η δεύτερη αυτή αλεπού ορμήνευσε τη φουσκωμένη: «Τί σκας, καλέ; Το μόνο που σου χρειάζεται είναι να μείνεις εδώ που βρίσκεσαι μέχρι να ξαναγίνεις όπως ήσουν προτού μπεις. Τότε θα βγεις χωρίς δυσκολία».
Το δίδαγμα του μύθου: Ο χρόνος εξομαλύνει τις δύσκολες καταστάσεις.

25. Η αλκυόνα.
[25.1] Η αλκυόνα, ως γνωστόν, είναι πουλί που αγαπάει τη μοναξιά και περνάει όλη τη ζωή του στη θάλασσα. Καθώς λένε, γεννάει τα μικρά της στα βράχια που προεξέχουν δίπλα στα νερά, επειδή θέλει να προφυλαχτεί από το κυνήγι των ανθρώπων. Έτσι, που λέτε, κάποια μέρα τής ήρθε να γεννήσει. Μια και δυο, λοιπόν, έσπευσε στο ακρωτήρι, εντόπισε έναν βράχο άκρη-άκρη στον γιαλό και εκεί μέσα κάθισε και εκκόλαψε τους νεοσσούς της. Αργότερα, σε κάποια στιγμή, βγήκε έξω για να βρει τροφή. Για κακή της τύχη, εκείνη ακριβώς την ώρα συνέπεσε να σηκώσει η θάλασσα μεγάλα κύματα εξαιτίας του σφοδρού ανέμου, με αποτέλεσμα τα νερά να σκεπάσουνε τη φωλιά, κατακλύζοντάς την και πνίγοντας τα κλωσσόπουλα. Μετά από λίγο γύρισε η καημένη η αλκυόνα, και μόλις κατάλαβε τί είχε συμβεί, αναστέναξε: «Αχ η δύσμοιρη εγώ! Φυλαγόμουν από τη γη και τις επιβουλές της, και γι᾽ αυτό κατέφυγα στη θάλασσα. Ποιός το περίμενε πως αυτή θα μου προέκυπτε ακόμη πιο άπιστη;».
Το δίδαγμα του μύθου: Κάποιοι άνθρωποι, προσπαθώντας να προφυλαχτούν από τους εχθρούς τους, πέφτουν στα χέρια φίλων οι οποίοι, ενάντια σε κάθε προσδοκία, αποδεικνύονται πολύ χειρότεροι.

Ησυχαστές Κολλυβάδες και Διαφωτισμός

Γιατί στην Ανατολή μείναμε στον Μεσαίωνα


Ο Διαφωτισμός στις αρχές του 18ου αιώνα, ήταν παιδί και φιλοσοφική εξέλιξη της επιστημονικής επανάστασης του 17ου αιώνα και φυσικά όλων των διεργασιών που ακολούθησαν την Αναγέννηση από τον 15ο αιώνα και της έντονης φιλοσοφικής αναζήτησης την τελευταία περίοδο του Μεσαίωνα, όπως έχουμε δείξει εδώ.

Ο Διαφωτισμός μάς έφερε την εποχή της “Νεωτερικότητας” και πολλά καλά που έλλειπαν στην ανθρωπότητα τουλάχιστον από τις αρχές του Μεσαίωνα. Πρόβαλε την έννοια της ανεξιθρησκίας, την έμφαση στην γνώση και την παιδεία, την κυριαρχία της επιστήμης έναντι των δεισιδαιμονιών και των ιδεοληψιών, έδωσε σημασία και επεδίωκε την ανατροπή του καθεστώτος της θεοκρατικής μοναρχίας και αριστοκρατίας που κυριαρχούσε και πρόβαλε την Δημοκρατία. Επίσης είχε έντονο αντικληρικαλισμό και σε κάποιο βαθμό άρνηση της θρησκείας. Η κυριότερη αξία του η ελευθερία, στην τέχνη και στην έκφραση όσο και η αυτονομία του ανθρώπου και της τέχνης.

Αν θέλουμε να δώσουμε το στίγμα του συνοπτικά, οι αρχές του ήταν: Ο ορθός λόγος, η επιστήμη-γνώση, και η ελευθερία.

Η εμφάνισή του ήταν καταλυτική για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και είναι αυτός που έθεσε τις βάσεις της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, και της συνέχισης της επιστημονικής έρευνας σε όλη την Ευρώπη και τις περιοχές που επηρεάζονταν από αυτή όπως στην Βόρεια Αμερική. Οι δύο επαναστάσεις που ακολούθησαν, η γαλλική και η ελληνική, είχαν έντονες επιρροές από κάποιες αρχές του.

Είναι προφανές, ότι αυτή η επανάσταση θα έφερνε αντίδραση και την έφερε σύντομα. Η αντίδραση αυτή ήταν ο Ρομαντισμός. Ο Ρομαντισμός δίνοντας έμφαση αντί της λογικής στο συναίσθημα και στον ιδεαλισμό, οδήγησε σύντομα σε μια λατρεία των φολκλορικών στοιχείων της παράδοσης και ευνόησε κατά πολλούς και την ανάπτυξη των σοσιαλιστικών και εθνικοσοσιαλιστικών ολοκληρωτικών καθεστώτων του 20ου αιώνα, που πίστευαν ότι θα δημιουργήσουν τέλειες κοινωνίες, βασισμένες σε ουτοπικές ιδεολογίες. Ακόμα και αυτή τη στιγμή η μεγάλη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στους ελάχιστους ορθολογιστές στη χώρα μας και στους άκρατους ιδεαλιστές, είναι παιδί της αντίδρασης στον Διαφωτισμό, από τον οποίο μπορεί να πήραμε ιδέες για την Επανάσταση, αλλά σύντομα οι αρχές του ξεχάστηκαν. Πέρασε και δεν μας άγγιξε.

Το επιχείρημα, λοιπόν, που αναφέρουν κάποιοι της Εκκλησίας ότι ο Σταλινισμός ή και ο Κομμουνισμός είναι αποτελέσματα του Διαφωτισμού, είναι πέρα για πέρα άσχετα, αφού βασικές αρχές του Διαφωτισμού είναι η ελευθερία, η δημοκρατία και ο ορθός λόγος και δεν έχουν καμία σχέση με κανέναν ολοκληρωτισμό.

Ας δούμε όμως γιατί η Εκκλησία και η Ορθοδοξία, έχουν μεγάλο πρόβλημα με τον Ορθολογισμό και τον Διαφωτισμό που τον ξανάφερε στο προσκήνιο. Αν διαβάσετε κάποιο θρησκευτικό κείμενο για τον Διαφωτισμό, θα δείτε ότι, ούτε λίγο ούτε πολύ, του φορτώνουν όλα τα κακά της ανθρωπότητας από τον 18ο αιώνα και μετά. Διαβάστε για παράδειγμα μια ομιλία του Θεολόγου Γ. Μεταλληνού από την ΟΟΔΕ, που όχι μόνο έχει πρόβλημα με τον Διαφωτισμό, αλλά και με την ίδια την Αναγέννηση:
Πολλοί, ακούτε την λέξη «Αναγέννηση» και λέτε «τι ωραίο». Δεν υπάρχει χειρότερο δημιούργημα από την Αναγέννηση! Δείτε, εν στροφή στην ρωμανικότητα, κυρίως στην φραγκολατινική παράδοση της Δύσεως, όλους τους μεγάλους. Ο Σίντερμιχ, ένας μεγάλος που έγραψε ογκώδες βιβλίο για την Αναγέννηση, λέει ότι είναι η «περίοδος σκότους». Γιατί, τι κάνει; «Αποσπά τον άνθρωπο από τον Θεό...” .
(οι επισημάνσεις δικές τους)
Παρακάτω, παραδέχεται ως μόνο θετικό του Διαφωτισμού την επιστήμη, μόνο που η επιστήμη για να προχωρήσει έχει ανάγκη, τόσο την αμφισβήτηση και την γνώση, όσο και κυρίως την ελευθερία.

Σε άλλη δημοσίευσή του, κάνει κάτι σύνηθες στην ορθόδοξη θεολογία: Κατηγορεί τον Διαφωτισμό γιατί είχε άγνοια της εξαίρετης ορθόδοξης παράδοσης, γιατί αν την ήξερε δεν θα ήθελε ανεξιθρησκία και ελευθερία προφανώς. Διαβάστε:
Η άγνοια της ουσίας της Ορθοδοξίας, ως πατερικής και αποστολικής συνέχειας,παρέσυρε -και παρασύρει ακόμη- τη διαφωτιστική διανόηση στην ίδια αντιμετώπιση της Ορθοδοξίας με τη χριστιανική Δύση.
Την αντίδραση στα μέρη μας για τον Διαφωτισμό, όταν πρωτοεμφανίστηκε, την ξεκίνησαν οι Κολλυβάδες. Ο ίδιος ο Μεταλληνός, το παραδέχεται στην ομιλία του.

Σε άλλο κείμενό του μας λέει για αυτούς ότι:
Σε αυτούς ανήκει η τιμή ότι κράτησαν την πατερική συνέχεια στην Εκκλησία μας, τη νοερά προσευχή και τον ησυχασμό, την άσκηση και την εμπειρία, που συνιστούν την ταυτότητα της Ορθοδοξίας στους αιώνες.
Για τους Κολλυβάδες, διαβάστε και εδώ.

Βλέπουμε λοιπόν, ότι από την εποχή του Ησυχασμού, δεν έχει αλλάξει τίποτα στην Ορθοδοξία και οι Κολλυβάδες φρόντισαν να παραμείνει έτσι. Τί ήταν όμως ο Ησυχασμός;

Ο Ησυχασμός ήταν ένα οπισθοδρομικό κίνημα, κάποιων καλογήρων, με έμφαση στην ομφαλοσκόπηση και τον διαλογισμό. Μόνο με αυτά τα μέσα, σύμφωνα με την λογική τους, μπορούσε να γίνει η ενατένιση του Ακτίστου Φωτός, μια δική τους ορολογία που τελικά εννοούν τον θεό, σε αντίθεση με τους Θωμιστές ή Σχολαστικούς, που πίστευαν στην δύναμη της γνώσης, με την οποία μπορεί κάποιος να οδηγηθεί στον θεό. Να σημειώσουμε ότι κάτι αντίστοιχο πιστεύουν και οι Ινδοί Γιόγκι, ότι μέσα από τον διαλογισμό μπορούν να φθάσουν στο νιρβάνα ή ό,τι φαντάζονται ως θέωση.

Αυτά συμβαίνουν μέσα του 14ου αιώνα. Αν όμως έχετε διαβάσει την δημοσίευση Γιατί η Αναγέννηση έγινε στην Δύση, θα ξέρατε ότι ήδη στην Ευρώπη τον Ύστερο Μεσαίωνα, υπήρχε μεγάλη πρόοδος στην φιλοσοφική έρευνα. Σε αυτό οδήγησε ο Σχολαστικισμός, δηλαδή η απέλπιδα προσπάθεια που έκαναν στα πανεπιστήμια και τις σχολές της Δύσης οι Λατίνοι θεολόγοι, να συμβιβάσουν την φιλοσοφία με την θεολογία και να βρουν λογικές αποδείξεις για την ύπαρξη του Θεού. Αυτή, η φαινομενικά αθώα και χαμένη από χέρι διαδικασία, είχε τελικά εκπληκτικές αλυσιδωτές συνέπειες για την ανθρωπότητα: Βοήθησε στον διάλογο, βοήθησε στην αντιπαράθεση (φιλοσοφική ή θεολογική πάντα), βοήθησε στο να ανοίξει η διάνοια και οι μαθητές να ψάχνουν να βρουν λογικά επιχειρήματα, εν ολίγοις οι άνθρωποι ξανάρχισαν σταδιακά να προσπαθούν να σκέπτονται λογικά, αφού ως γνωστόν όλα ξεκινούν από την Παιδεία. Η διαφοροποίηση αυτή από την Ανατολή ήταν και αυτή που έφερε αρχικά την Αναγέννηση, μετά την Μεταρρύθμιση και την διάσπαση της Δυτικής Εκκλησίας και ακολούθως την Επιστημονική Επανάσταση και τον Διαφωτισμό.

Γιατί όμως αυτό δεν συνέβη και στην Ανατολή, ή γιατί η Ανατολή δεν επηρεάστηκε από ένα τέτοιο ρεύμα; Την απάντηση μάς την δίνει αυτή η ησυχαστική έριδα και η απόφαση της Εκκλησίας.

Ας ξεκινήσουμε όμως από την αρχή. Η Ανατολή μέχρι και τον 10ο αιώνα, ήταν υποτίθεται η πηγή της γνώσης. Μια γνώσης που είχε χαθεί με την αρχή του Μεσαίωνα και επανεμφανίστηκε με την “Μακεδονική Αναγέννηση” σε μια προσπάθεια πραγματικής Αναγέννησης, μόνο που αυτή δεν ήρθε ποτέ. Με την δίωξη του Ιταλού οι προσπάθειες αυτές σταμάτησαν και αυτό φαίνεται και στην τέχνη που ενώ έκανε κάποιες εκλάμψεις αυτές δεν είχαν συνέχεια.

Εκείνη όμως την εποχή έχουμε αντίστοιχη προσπάθεια στην Δύση την “Καρολίγγεια Αναγέννηση”. Στην δημοσίευση για την Φιλοσοφία στην Δύση υπάρχουν περισσότερες λεπτομέρειες, το θέμα είναι ότι εκείνη μολονότι ήταν και αυτή κατ` ευφημισμόν επανάσταση, οδήγησε στην δημιουργία πολλών σχολών και σύντομα πανεπιστημίων σε όλη την Ευρώπη, και μια μεγάλη αύξηση της ζήτησης αρχαίων κειμένων. Η φιλοσοφία είχε άνθιση και δημιούργησε τον Σχολαστικισμό, όπως είπαμε νωρίτερα. Στο Ύστερο Βυζάντιο λοιπόν είναι η πρώτη φορά που η Ανατολή γίνεται δέκτης νέας γνώσης και ιδεών και οι σχολαστικιστικές ιδέες έρχονται δειλά δειλά και επηρεάζουν κάποιους λόγιους. Και λέω δειλά, γιατί λόγω της αντιδυτικής μανίας που είχε πιάσει τους ορθόδοξους, κάθε τι το οποίο εκπορευόταν από την Δύση, το κοιτούσαν στην καλύτερη περίπτωση με καχυποψία. Ο Ησυχασμός ήταν ακριβώς η αντίδραση της Ανατολής στις ιδέες των σχολαστικών, ήταν η αντίδραση με τις εξελίξεις της Δύσης που οδήγησαν στην Αναγέννηση και μετά στον Διαφωτισμό.

Ο κύριος ηγέτης των Ησυχαστών ήταν ο Γρηγόριος Παλαμάς που έγινε και επίσκοπος Θεσσαλονίκης. Ο πρώτος που αντέδρασε στους Ησυχαστές, ήταν ο μοναχός Βαρλαάμ που ήταν από την Ιταλία και καλός γνώστης του Σχολαστικισμού. Έγινε η πρώτη σύνοδος το 1341, οι θέσεις του Βαρλαάμ καταδικάστηκαν, υποχρεώθηκε να μην ξαναμιλήσει για τις ιδέες του και αναγκάστηκε να φύγει για την Ιταλία όπου έγινε δάσκαλος του Πετράρχη.

Ακολούθησε ο Γρηγόριος Ακίνδυνος, για τον οποίον έγινε δεύτερη σύνοδος τον επόμενο μήνα και επίσης καταδικάστηκε προφορικά και έγινε άλλη μία σύνοδος το 1347 που επίσης ξαναδικάστηκε μαζί με τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Καλέκα που καθαιρέθηκε.

Στην 4η φάση, ο σπουδαιότερος αντιδρών ήταν ο μοναχός Νικηφόρος Γρηγοράς, μεγάλος λόγιος και πανεπιστήμων, ο πρώτος που μίλησε στην Ανατολή για το λάθος του ημερολογίου. Έγινε μια οριστική σύνοδος το 1351 για να λήξει το θέμα και ο Γρηγοράς καταδικάστηκε μαζί με δύο μητροπολίτες τον Εφέσου Ματθαίο και τον Γάνου Ιωσήφ. Ο Γρηγοράς φυλακίστηκε για δύο χρόνια στην μονή της Χώρας και βγήκε λίγο πριν πεθάνει, λόγω της αλλαγής του αυτοκράτορα, που ήταν φίλος του. Μετά τον θάνατό του οι ορθόδοξοι βεβήλωσαν το σώμα του.

Ας δούμε όμως το ότι υπάρχουν κατά διαστήματα και κάποιες σημαντικές φωνές κριτικής στην ορθόδοξη θεολογία, σε ένα κείμενο του Χρυσ. Σταμούλη, την γνώμη του Παναγιώτη Τρεμπέλα για τον Παλαμά, που τον κατηγορεί για ασάφεια και υπερβολές και εξαρτώμενο από τον Ψευδοδιονύσιο (σ. 9) και του ομότιμου καθηγητή θεολογίας Σάββα Αγουρίδη που επεκτείνει την κριτική Τρεμπέλα:
θεωρεί τη θεολογία του Παλαμά για την ουσία και τις ενέργειες στον Θεό ως προσπάθεια εκμηδένισης της σημασίας της κτιστής Δημιουργίας κατ`αντίθεση προς την Αναγέννηση, και τέλος ούτε λίγο ούτε πολύ καυτηριάζει εξτρεμιστικές από το παρελθόν θεωρίες περί του Χριστιανισμού ως θέα του θείου φωτός, θεώσεως κ.τ.τ.
(σελ. 18) στο «Χρυσόστομος Σταμούλης, Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς στη σύγχρονη Ελληνική θεολογία», 1999.
Ας έρθουμε τώρα, στο γιατί και πως μια θεολογική έριδα επηρεάζει την πορεία και εξέλιξη της επιστήμης και της έρευνας, και πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε αυτό, γιατί για όλα αυτά η μόνιμη επωδός των απολογητών είναι ότι όλοι αυτοί ήταν αιρετικοί και δεν τιμωρήθηκαν για τις επιστημονικές τους γνώσεις, αλλά μόνο για τις θεολογικές. Αυτό το έχω κάνει ήδη στην δημοσίευση Χριστιανισμός και επιστήμη και αντιγράφω από εκεί το σχετικό κείμενο.

Ας δούμε αρχικά τι είναι η φιλοσοφία. “Είναι η επιστήμη που ασχολείται με ερωτήματα, προβλήματα ή απορίες που μπορούμε να αποκαλέσουμε οριακά, θεμελιώδη, ή έσχατα, όπως αυτά της ύπαρξης, γνώσης, αξίας, αιτίας, γλώσσας και του νου. Ξεχωρίζει από άλλους τρόπους αντιμετώπισης των παραπάνω προβλημάτων, από την κριτική και γενικώς συστηματική προσέγγιση των θεμάτων και την οικοδόμησή της πάνω σε λογικές εξηγήσεις”.

Η επιστήμη, εκτός του ότι είναι παιδί της φιλοσοφίας, θέλει και αυτή ελεύθερο πνεύμα, και όταν αυτό υπάρχει για να αναπτυχθεί η φιλοσοφία, ταυτόχρονα ακολουθεί και η επιστήμη.

Από τον 7ο αιώνα π.κ.ε οι Ίωνες φιλόσοφοι και διανοητές ζώντας σε ένα πολύ πιο ελεύθερο περιβάλλον από κάθε άποψη, ήταν ελεύθεροι πνευματικά και το απέδειξαν με όλες τις θεωρίες που έκαναν για την προέλευση της φύσης, της ζωής και των όντων, και όλες τις θεωρίες τους για τον άνθρωπο, θέτοντας και την βάση της φιλοσοφίας αλλά ταυτόχρονα και της επιστήμης. Η διαφορετική άποψη στην φιλοσοφία δεν στηλιτεύεται, αντίθετα βοηθάει τους επόμενους διανοητές για να κάνουν πλέον βελτιωμένες προτάσεις.

Με την έλευση όμως του Χριστιανισμού, τα πράγματα άλλαξαν. Ο Χριστιανισμός νόμιζε ότι όλα αυτά τα θέματα που διαπραγματεύεται η φιλοσοφία, τα έχει λύσει και μάλιστα, όπως είπαμε, δεν δεχόταν καμία αντίρρηση. Χρησιμοποίησε από την ίδια την φιλοσοφία ότι τον βόλευε, αλλά ότι παρέκλινε από το κυρίαρχο δόγμα του, έπρεπε να παταχθεί ή να σιγήσει. Η ίδια η εξέλιξη της θεολογίας του δεν ήταν μια διαλογική σύνθεση, δεν ήταν δημοκρατική ή λογική απόφαση· προήλθε από το πια ομάδα είχε την δύναμη και την εξουσία από την εγγύτητά της στο παλάτι για να την επιβάλει και μάλιστα αν υπήρχε μειοψηφούσα θέση έπρεπε να σιγήσει οριστικά. Τελικά η επικρατούσα Εκκλησία, απέκτησε σύντομα μεγαλύτερη δύναμη και από το ίδιο το παλάτι, αρκετά νωρίς, όπως φάνηκε στις διαμάχες για την εικονολατρία.

Ας δούμε τώρα, τι εννοούμε “επιστήμη” της εποχής. Η εκπαίδευση μπορεί να ήταν ιδιωτική, αλλά οι ανώτερες σχολές τις οποίες η Εκκλησία δεν έλεγχε, τελικά έκλεισαν (Ακαδημία της Αθήνας, Φιλοσοφική σχολή της Έδεσσας στην Μεσοποταμία, η σχολή της Κωνσταντινουπόλεως που άνοιξε και έκλεισε πάρα πολλές φορές και με διαφορετικό όνομα, όπως Μέγα Διδασκαλείον, Πανδιδακτήριον, Οικουμενικό Διδασκαλείο, ξανά Πανδιδακτήριο, σχολή της Μαγναύρας, Βασιλικόν Μουσείον). Από τους Κομνηνούς και μετά και μέχρι το 1821, η Εκκλησία ελέγχει πλήρως την εκπαίδευση.

Στην διαδικασία της εκπαίδευσης, μπορεί να υπήρχαν ξεχωριστά μαθήματα, αλλά δεν υπήρχε καμιά εξειδίκευση στην επιστημονική εκπαίδευση και ενασχόληση όπως την φανταζόμαστε τώρα, με εξαίρεση την Νομική. Τα όρια της επιστήμης, της φιλοσοφίας και της θεολογίας ήταν αρκετά συγκεχυμένα, και πρακτικά για να μελετήσεις περισσότερο την φιλοσοφία, έπρεπε να κατευθυνόσουν στην θεολογία. Όταν λοιπόν υπήρξαν κάποιες περίοδοι που κάποιοι μέσω της φιλοσοφίας προχώρησαν λίγο περισσότερο στα θέματα που την αφορούν, πέρα δηλαδή από υπομνηματισμούς των αρχαίων κειμένων, και άρχισαν πράγματι να αναρωτιούνται φιλοσοφικά, προέκυπτε αυτόματα θεολογικό πρόβλημα, γιατί όπως είπαμε η κυρίαρχη Εκκλησία θεωρούσε αίρεση κάθε άλλη σχετική άποψη σε σχέση με όλα τα βασικά ερωτήματα.

Όταν λέμε λοιπόν επιστήμη για το Βυζάντιο εννοούμε κυρίως την ίδια την φιλοσοφία που εμπλέκεται δομικά με την θεολογία. Οι ίδιοι οι χριστιανοί σε αναρίθμητα κείμενα θεωρούσαν την φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων πηγή αιρέσεων. Ακριβώς για αυτό τον λόγο οι περισσότεροι “αιρετικοί” ξεκίνησαν έτσι ακριβώς, δηλαδή επηρεασμένοι από αρχαίους φιλοσόφους. Άρα, το σωστό είναι ότι, η Εκκλησία γενικά είχε άμεσο πρόβλημα με την διαφορετική άποψη, η οποία τροφοδοτείται από τον ελεύθερο στοχασμό (πράγμα αυστηρά απαγορευμένο) και την φιλοσοφία, αλλά εμμέσως και με την Επιστήμη, αφού τα όρια της με την φιλοσοφία, εκείνη την εποχή ήταν ασαφή, αλλά και οι λόγιοι που ασχολούντο και με τα δύο, οι ίδιοι.

Τα αποτελέσματα γνωστά αν διαβάσετε την σχετική σελίδα  Ορθοδοξία και άλλη άποψη: Κάψιμο των βιβλίων, σίγαση με κάθε τρόπο κάθε άλλης άποψης, δολοφονίες, αφορισμοί, ξύλο μεταξύ τους με αιρετικούς, γενοκτονίες, καψίματα αλλόδοξων στον Ιππόδρομο κ.λπ.

Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι οι θεολογικές έριδες στην Ανατολή, με αποτέλεσμα την σίγηση ή εξαφάνιση των αντιπάλων, είχε άμεσο αποτέλεσμα στην εξέλιξή της επιστήμης και αλλά και μακροπρόθεσμο επίσης, γιατί κανείς δεν τολμάει βλέποντας τις εξελίξεις και την τύχη των προηγούμενων να ερευνήσει πάρα πέρα από τα καθιερωμένα.

Η συγκεκριμένη διαμάχη όμως των Ησυχαστών επηρέασε την ίδια την ουσία της δυνατότητας των ορθοδόξων να ερευνούν, γιατί αντίστοιχα οι Δυτικοί που δεν είχαν τέτοια αξιωματική απαγόρευση κατάφεραν τελικά να φέρουν την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό και να προχωρήσουν, να φύγουν από τον Μεσαίωνα. Ο Ησυχασμός ήταν η δεύτερη μετά την δίωξη του Ιταλού μεγάλη ταφόπλακα της γνώσης και του διαλεκτισμού στην Ανατολή, από την οποία ακόμα δεν έχει βγει. Η έλλειψη δημοκρατικής συνείδησης των Νεοελλήνων, οι διαρκείς δικτατορίες και η σοσιαλιστοποίηση του κράτους που ξεκινάει από την 3η δεκαετία του 20ου αιώνα, μας το δείχνουν ξεκάθαρα.

Φιλοσοφικές ερμηνείες της μέτρησης του χρόνου στην αρχαία Ελλάδα


Έννοια του Χρόνου
  • Ο Χρόνος αντιμετωπιζόταν ως πρωταρχική φιλοσοφική έννοια
  • Στην ελληνική αρχαιότητα ο Χρόνος εκπροσωπούνταν με τη θεότητα της Αιωνιότητας
  • Η ονομασία του προήλθε από τον θεό Κρόνο, προστάτη της γονιμότητας της γης και των καιρικών μεταβολών που την υποβοηθούν
Χρόνος-Κρόνος
  • Δρεπάνι στο δεξί χέρι: Σύμβολο θερισμού των χρόνων που περνούν και σύμβολο θανάτου
  • Μικρό παιδί στο αριστερό χέρι: Σύμβολο της ζωής μέσα στην αιωνιότητα
Χρόνος και αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι
  • Συσχέτιση της ουσίας του χρόνου με τη συνεχή μεταβολή και φθορά των ζωντανών οργανισμών
  • Προσανατολισμένη, ευθύγραμμη και μη αναστρέψιμη εξέλιξη του χρόνου
  • Συνεχής σειρά χρονικών σημείων των γεγονότων που συμβαίνουν στην πραγματικότητα
  • Αριστοτέλης: Αντίληψη του χρόνου μόνο όταν υπάρχει έκδηλη κίνηση — αίσθηση της αδιευκρίνιστης ενότητας του σχετικιστικού χωροχρόνου
Παρατήρηση για τον υπολογισμό της έννοιας του χρόνου
  • Από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής του ο άνθρωπος παρατήρησε τον Ήλιο και τους άλλους αστερισμούς και παρακολουθούσε την κίνησή τους
  • Διαπίστωσε τις κινήσεις των αστερισμών και την περιοδικότητά τους
  • Στη συνέχεια συνδύασε τις θέσεις τους με τις μεταβολές που συνέβαιναν στη φύση
  • Θεοποίησε τον Ήλιο, τη Σελήνη και τα άλλα I    ουράνια σώματα λόγω των
  • υπερφυσικών χαρακτηριστικών τους
Χρόνος και Παρατήρηση φυσικών φαινομένων
  Εναλλαγή ημέρας και νύχτας
  • Διαδοχικές φάσεις της Σελήνης
  • Περιοδικότητα των εποχών του έτους
Ανάγκη για τη μέτρηση του χρόνου
  • Οι καθημερινές και θρησκευτικές ανάγκες οδήγησαν στη μεθοδικότερη παρατήρηση των ουρανίων σωμάτων (μεταξύ αυτών ο Ήλιος και η Σελήνη)
  • Εφόσον ο χρόνος ήταν ταυτισμένος με τη θεϊκή ύπαρξη, δε μπορούσε παρά να ορίζεται από την περιοδική εξέλιξη της  θέσης και της όψη των ουρανίων σωμάτων
Αρχαία Ελλάδα – 9η χιλιετία π.Χ.
  • Ανάπτυξη της ναυσιπλοΐας
  • Διαπίστωση της χρησιμότητας των αστέρων και των αστερισμών
  • Η απλή παρατήρηση των ουρανίων σωμάτων μετατράπηκε σε επιστημονική καταγραφή των αστερισμών της ουράνιας σφαίρας
  • Η ημερολογιακή γνώση φαίνεται ότι ξεκίνησε από τη Ναυσιπλοΐα και από αυτή πέρασε στον γεωργικό τομέα
Μονάδες μέτρησης χρόνου
 
1) Πρώτη μονάδα μέτρησης του χρόνου – Ημερονύκτιο
2) Μονάδες μέτρησης ακέραια πολλαπλάσια του ηλιακού ημερονυκτίου
3) Κλιματολογικές εποχές (αν και ασαφείς) 44) Έτος
5) Σεληνιακός Συνοδικός Μήνας (29,53 ηλιακά ημερονύκτια)
6) Σεληνιακό Τέταρτο – Εβδομάδα
7) Άνισες εποχιακές ώρες
Πρακτική Αστρονομία
  • Η απλή παρατήρηση των ουρανίων σωμάτων μετατράπηκε σε επιστημονική καταγραφή τους και έτσι γεννήθηκε η Αστρονομία
  • Σύνταξη αστρικών καταλόγων και χαρτών με τις συντεταγμένες των ουρανίων σωμάτων
«Εργαλεία» για τη μέτρηση του χρόνου
  • Μαθηματικά
  • Επίπεδη και σφαιρική τριγωνομετρία
  • Οπτική
  • Γεωμετρική Οπτική
  • Πρακτική Αστρονομία
  • Γνωμονική
  • Όργανα μέτρησης του χρόνου-Τεχνολογικό Υπόβαθρο
Τα πρώτα Όργανα Μέτρησης του Χρόνου
  • Γνώμονας – Ηλιακό Ρολόι
  • Κλεψύδρα
Όργανα Μέτρησης του Χρόνου
  • Ουράνια σφαίρα
  • Σφαιρικός αστρολάβος
  • Διόπτρα του Ιππάρχου
Όργανα Μέτρησης του Χρόνου
  • Πλινθίς
  • Σκάφη
  • Διάφορα ηλιακά ρολόγια
Άρα οι Αρχαίοι Έλληνες
  • Έδωσαν φιλοσοφική έκταση στην έννοια του χρόνου – αντιλήφθηκαν ακόμα και τον χωρόχρονο
  • Λάτρεψαν τον χρόνο ως θεότητα
  • Διαπίστωσαν την έννοια του χρόνου με την παρατήρηση των διαφόρων φυσικών φαινομένων
  • Κατανόησαν την έννοια του χρόνου με την καταγραφή των θέσεων και της τροχιάς των ουρανίων σωμάτων
  • Ανέπτυξαν τα κατάλληλα εργαλεία για τη μέτρηση του
  • Κατασκεύασαν όργανα για τη μέτρηση του χρόνου και τον προσδιόρισαν με ικανοποιητική ακρίβεια για τα δεδομένα της εποχής.