Για την αφορμή της διαμάχης μεταξύ Δημοσθένη και Αισχίνη και για το γενικότερο πλαίσιο βλ. τον λόγο του Δημοσθένη Περὶ τοῦ στεφάνου.
Ο Αισχίνης προσέβαλε την πρόταση του Κτησιφώντα να στεφανωθεί ο Δημοσθένης στο θέατρο του Διονύσου με χρυσό στεφάνι για τυπικούς και ουσιαστικούς λόγους, αλλά ηττήθηκε και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα και να περάσει τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του στη Μικρά Ασία και στη Ρόδο, όπου παραδίδεται ότι δίδασκε ρητορική.
Στα κείμενα ο ρήτορας επιχειρεί να αποδείξει ότι ο Δημοσθένης, παρά τις περί του αντιθέτου απόψεις, δεν είναι δημοτικός (φιλόδημος, "δημοκρατικός"). Με τρόπο αρκετά σχηματοποιημένο ο Αισχίνης αναφέρει ένα-ένα τα χαρακτηριστικά του δημοτικοῦ και υποστηρίζει ότι στην περίπτωση του Δημοσθένη αυτά δεν υπάρχουν.
[2] Ἐβουλόμην μὲν οὖν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καὶ τὴν βουλὴν τοὺς πεντακοσίους καὶ τὰς ἐκκλησίας ὑπὸ τῶν ἐφεστηκότων ὀρθῶς διοικεῖσθαι, καὶ τοὺς νόμους οὓς ἐνομοθέτησεν ὁ Σόλων περὶ τῆς τῶν ῥητόρων εὐκοσμίας ἰσχύειν, ἵνα ἐξῆν πρῶτον μὲν τῷ πρεσβυτάτῳ τῶν πολιτῶν, ὥσπερ οἱ νόμοι προστάττουσι, σωφρόνως ἐπὶ τὸ βῆμα παρελθόντι ἄνευ θορύβου καὶ ταραχῆς ἐξ ἐμπειρίας τὰ βέλτιστα τῇ πόλει συμβουλεύειν, δεύτερον δ᾽ ἤδη καὶ τῶν ἄλλων πολιτῶν τὸν βουλόμενον καθ᾽ ἡλικίαν χωρὶς καὶ ἐν μέρει περὶ ἑκάστου γνώμην ἀποφαίνεσθαι· οὕτω γὰρ ἄν μοι δοκεῖ ἥ τε πόλις ἄριστα διοικεῖσθαι, αἵ τε κρίσεις ἐλάχισται γίγνεσθαι.
[3] Ἐπειδὴ δὲ πάντα τὰ πρότερον ὡμολογημένα καλῶς ἔχειν νυνὶ καταλέλυται, καὶ γράφουσί τε τινὲς ῥᾳδίως παρανόμους γνώμας, καὶ ταῦτα ἕτεροί τινες τὰ ψηφίσματα ἐπιψηφίζουσιν, οὐκ ἐκ τοῦ δικαιοτάτου τρόπου λαχόντες προεδρεύειν, ἀλλ᾽ ἐκ παρασκευῆς καθεζόμενοι, ἂν δέ τις τῶν ἄλλων βουλευτῶν ὄντως λάχῃ κληρούμενος προεδρεύειν, καὶ τὰς ὑμετέρας χειροτονίας ὀρθῶς ἀναγορεύῃ, τοῦτον οἱ τὴν πολιτείαν οὐκέτι κοινήν, ἀλλ᾽ ἤδη ἰδίαν αὑτῶν ἡγούμενοι, ἀπειλοῦσιν εἰσαγγελεῖν, καταδουλούμενοι τοὺς ἰδιώτας καὶ δυναστείας ἑαυτοῖς περιποιούμενοι,
[4] καὶ τὰς κρίσεις τὰς μὲν ἐκ τῶν νόμων καταλελύκασι, τὰς δ᾽ ἐκ τῶν ψηφισμάτων μετ᾽ ὀργῆς κρίνουσιν, σεσίγηται μὲν τὸ κάλλιστον καὶ σωφρονέστατον κήρυγμα τῶν ἐν τῇ πόλει· «τίς ἀγορεύειν βούλεται τῶν ὑπὲρ πεντήκοντα ἔτη γεγονότων, καὶ πάλιν ἐν μέρει τῶν ἄλλων Ἀθηναίων;» τῆς δὲ τῶν ῥητόρων ἀκοσμίας οὐκέτι κρατεῖν δύνανται οὔθ᾽ οἱ νόμοι οὔθ᾽ οἱ πρυτάνεις οὔθ᾽ οἱ πρόεδροι οὔθ᾽ ἡ προεδρεύουσα φυλή, τὸ δέκατον μέρος τῆς πόλεως.
[5] Τούτων δ᾽ ἐχόντων οὕτως, καὶ τῶν καιρῶν ὄντων τῇ πόλει τοιούτων ὁποίους τινὰς αὐτοὺς ὑμεῖς ὑπολαμβάνετε εἶναι, ἓν ὑπολείπεται μέρος τῆς πολιτείας, εἴ τι κἀγὼ τυγχάνω γιγνώσκων, αἱ τῶν παρανόμων γραφαί. Εἰ δὲ καὶ ταύτας καταλύσετε ἢ τοῖς καταλύουσιν ἐπιτρέψετε, προλέγω ὑμῖν ὅτι λήσετε κατὰ μικρὸν τῆς πολιτείας τισὶ παραχωρήσαντες.
[6] Εὖ γὰρ ἴστε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅτι τρεῖς εἰσὶ πολιτεῖαι παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις, τυραννὶς καὶ ὀλιγαρχία καὶ δημοκρατία, διοικοῦνται δ᾽ αἱ μὲν τυραννίδες καὶ ὀλιγαρχίαι τοῖς τρόποις τῶν ἐφεστηκότων, αἱ δὲ πόλεις αἱ δημοκρατούμεναι τοῖς νόμοις τοῖς κειμένοις. Μηδεὶς οὖν ὑμῶν τοῦτ᾽ ἀγνοείτω, ἀλλὰ σαφῶς ἕκαστος ἐπιστάσθω ὅτι ὅταν εἰσίῃ εἰς δικαστήριον γραφὴν παρανόμων δικάσων, ἐν ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ μέλλει τὴν ψῆφον φέρειν περὶ τῆς ἑαυτοῦ παρρησίας. Διόπερ καὶ ὁ νομοθέτης τοῦτο πρῶτον ἔταξεν ἐν τῷ τῶν δικαστῶν ὅρκῳ, «ψηφιοῦμαι κατὰ τοὺς νόμους,» ἐκεῖνό γε εὖ εἰδὼς ὅτι ὅταν διατηρηθῶσιν οἱ νόμοι τῇ πόλει, σῴζεται καὶ ἡ δημοκρατία.
[7] Ἃ χρὴ διαμνημονεύοντας ὑμᾶς μισεῖν τοὺς τὰ παράνομα γράφοντας, καὶ μηδὲν ἡγεῖσθαι μικρὸν εἶναι τῶν τοιούτων ἀδικημάτων, ἀλλ᾽ ἕκαστον ὑπερμέγεθες, καὶ τοῦθ᾽ ὑμῶν τὸ δίκαιον μηδένα ‹ἐᾶν› ἀνθρώπων ἐξαιρεῖσθαι, μήτε τὰς τῶν στρατηγῶν συνηγορίας, οἳ ἐπὶ πολὺν ἤδη χρόνον συνεργοῦντές τισι τῶν ῥητόρων λυμαίνονται τὴν πολιτείαν, μήτε τὰς τῶν ξένων δεήσεις, οὓς ἀναβιβαζόμενοί τινες ἐκφεύγουσιν ἐκ τῶν δικαστηρίων, παράνομον πολιτείαν πολιτευόμενοι· ἀλλ᾽ ὥσπερ ἂν ὑμῶν ἕκαστος αἰσχυνθείη τὴν τάξιν λιπεῖν, ἣν ἂν ταχθῇ ἐν τῷ πολέμῳ, οὕτω καὶ νῦν αἰσχύνθητε ἐκλιπεῖν τὴν τάξιν ἣν τέταχθε ὑπὸ τῶν νόμων φύλακες τῆς δημοκρατίας τήνδε τὴν ἡμέραν.
[8] Κἀκεῖνο δὲ χρὴ διαμνημονεύειν, ὅτι νυνὶ πάντες οἱ πολῖται παρακαταθέμενοι τὴν πόλιν ὑμῖν καὶ τὴν πολιτείαν διαπιστεύσαντες, οἱ μὲν πάρεισι καὶ ἐπακούουσι τῆσδε τῆς κρίσεως, οἱ δὲ ἄπεισιν ἐπὶ τῶν ἰδίων ἔργων· οὓς αἰσχυνόμενοι καὶ τῶν ὅρκων οὓς ὠμόσατε μεμνημένοι καὶ τῶν νόμων, ἐὰν ἐξελέγξω Κτησιφῶντα καὶ παράνομα γεγραφότα καὶ ψευδῆ καὶ ἀσύμφορα τῇ πόλει, λύετε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὰς παρανόμους γνώμας, βεβαιοῦτε τῇ πόλει τὴν δημοκρατίαν, κολάζετε τοὺς ὑπεναντίως τοῖς νόμοις καὶ τῷ συμφέροντι τῷ ὑμετέρῳ πολιτευομένους. Κἂν ταύτην ἔχοντες τὴν διάνοιαν ἀκούητε τῶν μελλόντων ῥηθήσεσθαι λόγων, εὖ οἶδ᾽ ὅτι καὶ δίκαια καὶ εὔορκα καὶ συμφέροντα ὑμῖν αὐτοῖς ψηφιεῖσθε καὶ πάσῃ τῇ πόλει.
***
[1] Πολίτες Αθηναίοι, βλέπετε σε ποιο βαθμό είναι οργανωμένοι οι πολιτικοί μου αντίπαλοι και πόση δύναμη έχουν παρατάξει. Βλέπετε επίσης και τις παρακλήσεις στην αγορά, που έχουν καθιερώσει μερικοί, προκειμένου να εμποδίσουν τη συνήθη διαδικασία απονομής δικαιοσύνης στην πόλη. Εγώ όμως έχω έρθει εδώ, έχοντας εμπιστοσύνη πρωτίστως στους θεούς και κατά δεύτερο λόγο στους νόμους και σε σας, γιατί νομίζω ότι καμιά ραδιουργία δεν έχει εδώ σε σας μεγαλύτερη δύναμη από τους νόμους και τα δίκαια.
[2] Θα ευχόμουν, Αθηναίοι, οι συνεδριάσεις, τόσο της Βουλής των Πεντακοσίων όσο και της Εκκλησίας του Δήμου, να διευθύνονταν σωστά από τα προεδρεία τους και να ίσχυαν οι νόμοι που θέσπισε ο Σόλων για την ευπρεπή εμφάνιση των ομιλητών. Έτσι, θα μπορούσε να ανέβαινε στο βήμα πρώτα ο πιο ηλικιωμένος πολίτης, όπως ορίζουν οι νόμοι, με ευπρέπεια, χωρίς αποδοκιμασίες και φωνασκίες, και να έδινε με την πείρα του τις καλύτερες συμβουλές στην πόλη· στη συνέχεια, όποιος ήθελε από τους άλλους πολίτες, ο καθένας με τη σειρά του και σύμφωνα με την ηλικία του, να μπορούσε να εξέφραζε τη γνώμη του για το καθένα από τα επιμέρους ζητήματα. Με τον τρόπο αυτόν και η πόλη, κατά τη γνώμη μου, θα διοικούνταν άριστα και οι δίκες θα περιορίζονταν στο ελάχιστο.
[3] Επειδή όμως όλοι οι κανονισμοί, που παλαιότερα κατά κοινή ομολογία θεωρούνταν σωστοί, έχουν τώρα καταργηθεί, υπάρχουν κάποιοι που δεν το έχουν για τίποτε να υποβάλλουν παράνομα ψηφίσματα και κάποιοι άλλοι να τα θέτουν σε ψηφοφορία· άνθρωποι που έτυχε να προεδρεύουν όχι με νόμιμο τρόπο, αλλά που θρονιάστηκαν στη θέση αυτή με ίντριγκες· αν μάλιστα τύχει να προεδρεύει κανονικά κάποιος από τους άλλους βουλευτές και γνωστοποιεί δημόσια και κανονικά τις αποφάσεις σας, απειλείται με βαρύτατη καταγγελία από ανθρώπους που θεωρούν το πολίτευμα όχι πια κοινό κτήμα των πολιτών αλλά αποκλειστικά δικό τους. Έτσι, με την τρομοκρατία κάνουν υποχείριά τους απλούς πολίτες και αποκτούν οι ίδιοι μεγάλη πολιτική δύναμη.
[4] Επίσης, έχουν καταργήσει τις νόμιμες διαδικασίες των δικαστηρίων και κρίνουν τα ψηφίσματα με εμπάθεια. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να έχει πάψει να ακούγεται το πριν από τις συνεδριάσεις της Εκκλησίας του Δήμου ωραιότατο και πλέον λογικό κήρυγμα της πόλης: «Ποιος από τους άνω των πενήντα ετών πολίτης θέλει να ανεβεί στο βήμα και να μιλήσει στον λαό και κατόπιν και κάθε άλλος Αθηναίος με τη σειρά του;» Αλλά και την απρεπή εμφάνιση των ομιλητών δεν μπορούν πια να συγκρατήσουν ούτε οι νόμοι ούτε οι πρυτάνεις ούτε οι πρόεδροι ούτε η προεδρεύουσα φυλή, το ένα δέκατο της πόλης.
[5] Ενώ λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα και οι περιστάσεις για την πόλη είναι κρίσιμες, πράγμα που διαπιστώνετε και εσείς, ένας μόνο από τους θεσμούς του πολιτεύματος παραμένει σε ισχύ, αν τυχαίνει να γνωρίζω και εγώ κάτι, η δυνατότητα να καταγγέλλει κανείς αυτούς που εισηγούνται παράνομα ψηφίσματα. Αν όμως καταργήσετε και τον θεσμό αυτόν ή επιτρέψετε να κάνουν αυτό σε όσους το επιδιώκουν, σας προειδοποιώ ότι, χωρίς να το αντιληφθείτε, θα έχετε εκχωρήσει λίγο λίγο την πολιτική εξουσία σε μια μικρή ομάδα ανθρώπων.
[6] Γνωρίζετε πολύ καλά, Αθηναίοι, ότι σε όλο τον κόσμο υπάρχουν τριών ειδών πολιτεύματα, το δικτατορικό, το ολιγαρχικό και το δημοκρατικό. Οι πόλεις που έχουν δικτατορικό και ολιγαρχικό καθεστώς διοικούνται σύμφωνα με τις διαθέσεις των κυβερνώντων, ενώ οι δημοκρατικές πόλεις σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Κανείς λοιπόν από σας ας μην αγνοεί αυτό, αλλά ας γνωρίζει καλά ο καθένας σας ότι, όταν μπαίνει στο δικαστήριο καταγγελία για πρόταση παράνομου ψηφίσματος, την ημέρα αυτή πρόκειται να δώσει την ψήφο του για την ελευθερία να εκφράζει τη γνώμη του. Αυτός, άλλωστε, είναι και ο λόγος που ο νομοθέτης έθεσε στην αρχή του όρκου των δικαστών «θα ψηφίσω σύμφωνα με τους νόμους», επειδή γνώριζε καλά ότι, όταν εφαρμόζονται οι νόμοι, διασφαλίζεται και η δημοκρατία.
[7] Αυτά έχοντας πάντα στον νου σας, επιβάλλεται να μισείτε όσους προτείνουν παράνομα ψηφίσματα και να μη θεωρείτε ασήμαντο κανένα από αυτού του είδους τα αδικήματα· αντίθετα, να θεωρείτε το καθένα από αυτά ως την πιο σοβαρή παράβαση. Να μην επιτρέπετε σε κανέναν να σας αφαιρέσει το δικαίωμα αυτό· ούτε να αφήνετε να παρεμβαίνουν οι στρατηγοί, που εδώ και πολύν καιρό συνεργάζονται με κάποιους ρήτορες και λυμαίνονται το πολίτευμα· μήτε να επιτρέπετε τις αιτήσεις των ξένων, που κάποιοι φέρνουν εδώ και αποφεύγουν τα δικαστήρια, παρόλο που η πολιτική τους δραστηριότητα είναι παράνομη. Αλλ᾽ όπως ακριβώς ο καθένας σας θα ντρεπόταν να εγκαταλείψει τη θέση στην οποία θα τασσόταν στον πόλεμο, έτσι και τώρα ντραπείτε να εγκαταλείψετε τη θέση του θεματοφύλακα της δημοκρατίας, που σας εμπιστεύθηκαν οι νόμοι τη σημερινή ημέρα.
[8] Δεν πρέπει επίσης ποτέ να ξεχνάτε ότι σήμερα όλοι οι πολίτες έχουν παραδώσει σε σας προς φύλαξη την πόλη και σας εμπιστεύθηκαν το πολίτευμα· κάποιοι μάλιστα είναι παρόντες και παρακολουθούν τη διεξαγωγή της δίκης, κάποιοι άλλοι απουσιάζουν στις προσωπικές τους εργασίες. Αυτούς σεβόμενοι και ενθυμούμενοι τους όρκους που έχετε δώσει και τους νόμους, εάν αποδείξω ότι ο Κτησιφών υπέβαλε ψήφισμα παράνομο, αντίθετο προς την αλήθεια και ασύμφορο προς την πόλη, ακυρώστε, Αθηναίοι, την παράνομη αυτή εισήγηση, σταθεροποιήστε τη δημοκρατία στην πόλη και τιμωρήστε όσους αναπτύσσουν πολιτική δραστηριότητα αντίθετη προς τον νόμο, προς την πόλη και προς το συμφέρον σας. Αν ακούσετε με τέτοια διάθεση τους λόγους που πρόκειται να ειπωθούν, είμαι βέβαιος ότι η απόφασή σας θα είναι δίκαιη και σύμφωνη προς τους όρκους και τα συμφέροντα τόσο τα προσωπικά σας όσο και της πόλης στο σύνολό της.
Ο Αισχίνης προσέβαλε την πρόταση του Κτησιφώντα να στεφανωθεί ο Δημοσθένης στο θέατρο του Διονύσου με χρυσό στεφάνι για τυπικούς και ουσιαστικούς λόγους, αλλά ηττήθηκε και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα και να περάσει τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του στη Μικρά Ασία και στη Ρόδο, όπου παραδίδεται ότι δίδασκε ρητορική.
Στα κείμενα ο ρήτορας επιχειρεί να αποδείξει ότι ο Δημοσθένης, παρά τις περί του αντιθέτου απόψεις, δεν είναι δημοτικός (φιλόδημος, "δημοκρατικός"). Με τρόπο αρκετά σχηματοποιημένο ο Αισχίνης αναφέρει ένα-ένα τα χαρακτηριστικά του δημοτικοῦ και υποστηρίζει ότι στην περίπτωση του Δημοσθένη αυτά δεν υπάρχουν.
---------------------
[1] Τὴν μὲν παρασκευὴν ὁρᾶτε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καὶ τὴν παράταξιν ὅση γεγένηται, καὶ τὰς κατὰ τὴν ἀγορὰν δεήσεις, αἷς κέχρηνταί τινες ὑπὲρ τοῦ τὰ μέτρια καὶ τὰ συνήθη μὴ γίγνεσθαι ἐν τῇ πόλει· ἐγὼ δὲ πεπιστευκὼς ἥκω πρῶτον μὲν τοῖς θεοῖς, δεύτερον δὲ τοῖς νόμοις καὶ ὑμῖν, ἡγούμενος οὐδεμίαν παρασκευὴν μεῖζον ἰσχύειν παρ᾽ ὑμῖν τῶν νόμων καὶ τῶν δικαίων. [2] Ἐβουλόμην μὲν οὖν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καὶ τὴν βουλὴν τοὺς πεντακοσίους καὶ τὰς ἐκκλησίας ὑπὸ τῶν ἐφεστηκότων ὀρθῶς διοικεῖσθαι, καὶ τοὺς νόμους οὓς ἐνομοθέτησεν ὁ Σόλων περὶ τῆς τῶν ῥητόρων εὐκοσμίας ἰσχύειν, ἵνα ἐξῆν πρῶτον μὲν τῷ πρεσβυτάτῳ τῶν πολιτῶν, ὥσπερ οἱ νόμοι προστάττουσι, σωφρόνως ἐπὶ τὸ βῆμα παρελθόντι ἄνευ θορύβου καὶ ταραχῆς ἐξ ἐμπειρίας τὰ βέλτιστα τῇ πόλει συμβουλεύειν, δεύτερον δ᾽ ἤδη καὶ τῶν ἄλλων πολιτῶν τὸν βουλόμενον καθ᾽ ἡλικίαν χωρὶς καὶ ἐν μέρει περὶ ἑκάστου γνώμην ἀποφαίνεσθαι· οὕτω γὰρ ἄν μοι δοκεῖ ἥ τε πόλις ἄριστα διοικεῖσθαι, αἵ τε κρίσεις ἐλάχισται γίγνεσθαι.
[3] Ἐπειδὴ δὲ πάντα τὰ πρότερον ὡμολογημένα καλῶς ἔχειν νυνὶ καταλέλυται, καὶ γράφουσί τε τινὲς ῥᾳδίως παρανόμους γνώμας, καὶ ταῦτα ἕτεροί τινες τὰ ψηφίσματα ἐπιψηφίζουσιν, οὐκ ἐκ τοῦ δικαιοτάτου τρόπου λαχόντες προεδρεύειν, ἀλλ᾽ ἐκ παρασκευῆς καθεζόμενοι, ἂν δέ τις τῶν ἄλλων βουλευτῶν ὄντως λάχῃ κληρούμενος προεδρεύειν, καὶ τὰς ὑμετέρας χειροτονίας ὀρθῶς ἀναγορεύῃ, τοῦτον οἱ τὴν πολιτείαν οὐκέτι κοινήν, ἀλλ᾽ ἤδη ἰδίαν αὑτῶν ἡγούμενοι, ἀπειλοῦσιν εἰσαγγελεῖν, καταδουλούμενοι τοὺς ἰδιώτας καὶ δυναστείας ἑαυτοῖς περιποιούμενοι,
[4] καὶ τὰς κρίσεις τὰς μὲν ἐκ τῶν νόμων καταλελύκασι, τὰς δ᾽ ἐκ τῶν ψηφισμάτων μετ᾽ ὀργῆς κρίνουσιν, σεσίγηται μὲν τὸ κάλλιστον καὶ σωφρονέστατον κήρυγμα τῶν ἐν τῇ πόλει· «τίς ἀγορεύειν βούλεται τῶν ὑπὲρ πεντήκοντα ἔτη γεγονότων, καὶ πάλιν ἐν μέρει τῶν ἄλλων Ἀθηναίων;» τῆς δὲ τῶν ῥητόρων ἀκοσμίας οὐκέτι κρατεῖν δύνανται οὔθ᾽ οἱ νόμοι οὔθ᾽ οἱ πρυτάνεις οὔθ᾽ οἱ πρόεδροι οὔθ᾽ ἡ προεδρεύουσα φυλή, τὸ δέκατον μέρος τῆς πόλεως.
[5] Τούτων δ᾽ ἐχόντων οὕτως, καὶ τῶν καιρῶν ὄντων τῇ πόλει τοιούτων ὁποίους τινὰς αὐτοὺς ὑμεῖς ὑπολαμβάνετε εἶναι, ἓν ὑπολείπεται μέρος τῆς πολιτείας, εἴ τι κἀγὼ τυγχάνω γιγνώσκων, αἱ τῶν παρανόμων γραφαί. Εἰ δὲ καὶ ταύτας καταλύσετε ἢ τοῖς καταλύουσιν ἐπιτρέψετε, προλέγω ὑμῖν ὅτι λήσετε κατὰ μικρὸν τῆς πολιτείας τισὶ παραχωρήσαντες.
[6] Εὖ γὰρ ἴστε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅτι τρεῖς εἰσὶ πολιτεῖαι παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις, τυραννὶς καὶ ὀλιγαρχία καὶ δημοκρατία, διοικοῦνται δ᾽ αἱ μὲν τυραννίδες καὶ ὀλιγαρχίαι τοῖς τρόποις τῶν ἐφεστηκότων, αἱ δὲ πόλεις αἱ δημοκρατούμεναι τοῖς νόμοις τοῖς κειμένοις. Μηδεὶς οὖν ὑμῶν τοῦτ᾽ ἀγνοείτω, ἀλλὰ σαφῶς ἕκαστος ἐπιστάσθω ὅτι ὅταν εἰσίῃ εἰς δικαστήριον γραφὴν παρανόμων δικάσων, ἐν ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ μέλλει τὴν ψῆφον φέρειν περὶ τῆς ἑαυτοῦ παρρησίας. Διόπερ καὶ ὁ νομοθέτης τοῦτο πρῶτον ἔταξεν ἐν τῷ τῶν δικαστῶν ὅρκῳ, «ψηφιοῦμαι κατὰ τοὺς νόμους,» ἐκεῖνό γε εὖ εἰδὼς ὅτι ὅταν διατηρηθῶσιν οἱ νόμοι τῇ πόλει, σῴζεται καὶ ἡ δημοκρατία.
[7] Ἃ χρὴ διαμνημονεύοντας ὑμᾶς μισεῖν τοὺς τὰ παράνομα γράφοντας, καὶ μηδὲν ἡγεῖσθαι μικρὸν εἶναι τῶν τοιούτων ἀδικημάτων, ἀλλ᾽ ἕκαστον ὑπερμέγεθες, καὶ τοῦθ᾽ ὑμῶν τὸ δίκαιον μηδένα ‹ἐᾶν› ἀνθρώπων ἐξαιρεῖσθαι, μήτε τὰς τῶν στρατηγῶν συνηγορίας, οἳ ἐπὶ πολὺν ἤδη χρόνον συνεργοῦντές τισι τῶν ῥητόρων λυμαίνονται τὴν πολιτείαν, μήτε τὰς τῶν ξένων δεήσεις, οὓς ἀναβιβαζόμενοί τινες ἐκφεύγουσιν ἐκ τῶν δικαστηρίων, παράνομον πολιτείαν πολιτευόμενοι· ἀλλ᾽ ὥσπερ ἂν ὑμῶν ἕκαστος αἰσχυνθείη τὴν τάξιν λιπεῖν, ἣν ἂν ταχθῇ ἐν τῷ πολέμῳ, οὕτω καὶ νῦν αἰσχύνθητε ἐκλιπεῖν τὴν τάξιν ἣν τέταχθε ὑπὸ τῶν νόμων φύλακες τῆς δημοκρατίας τήνδε τὴν ἡμέραν.
[8] Κἀκεῖνο δὲ χρὴ διαμνημονεύειν, ὅτι νυνὶ πάντες οἱ πολῖται παρακαταθέμενοι τὴν πόλιν ὑμῖν καὶ τὴν πολιτείαν διαπιστεύσαντες, οἱ μὲν πάρεισι καὶ ἐπακούουσι τῆσδε τῆς κρίσεως, οἱ δὲ ἄπεισιν ἐπὶ τῶν ἰδίων ἔργων· οὓς αἰσχυνόμενοι καὶ τῶν ὅρκων οὓς ὠμόσατε μεμνημένοι καὶ τῶν νόμων, ἐὰν ἐξελέγξω Κτησιφῶντα καὶ παράνομα γεγραφότα καὶ ψευδῆ καὶ ἀσύμφορα τῇ πόλει, λύετε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὰς παρανόμους γνώμας, βεβαιοῦτε τῇ πόλει τὴν δημοκρατίαν, κολάζετε τοὺς ὑπεναντίως τοῖς νόμοις καὶ τῷ συμφέροντι τῷ ὑμετέρῳ πολιτευομένους. Κἂν ταύτην ἔχοντες τὴν διάνοιαν ἀκούητε τῶν μελλόντων ῥηθήσεσθαι λόγων, εὖ οἶδ᾽ ὅτι καὶ δίκαια καὶ εὔορκα καὶ συμφέροντα ὑμῖν αὐτοῖς ψηφιεῖσθε καὶ πάσῃ τῇ πόλει.
***
[1] Πολίτες Αθηναίοι, βλέπετε σε ποιο βαθμό είναι οργανωμένοι οι πολιτικοί μου αντίπαλοι και πόση δύναμη έχουν παρατάξει. Βλέπετε επίσης και τις παρακλήσεις στην αγορά, που έχουν καθιερώσει μερικοί, προκειμένου να εμποδίσουν τη συνήθη διαδικασία απονομής δικαιοσύνης στην πόλη. Εγώ όμως έχω έρθει εδώ, έχοντας εμπιστοσύνη πρωτίστως στους θεούς και κατά δεύτερο λόγο στους νόμους και σε σας, γιατί νομίζω ότι καμιά ραδιουργία δεν έχει εδώ σε σας μεγαλύτερη δύναμη από τους νόμους και τα δίκαια.
[2] Θα ευχόμουν, Αθηναίοι, οι συνεδριάσεις, τόσο της Βουλής των Πεντακοσίων όσο και της Εκκλησίας του Δήμου, να διευθύνονταν σωστά από τα προεδρεία τους και να ίσχυαν οι νόμοι που θέσπισε ο Σόλων για την ευπρεπή εμφάνιση των ομιλητών. Έτσι, θα μπορούσε να ανέβαινε στο βήμα πρώτα ο πιο ηλικιωμένος πολίτης, όπως ορίζουν οι νόμοι, με ευπρέπεια, χωρίς αποδοκιμασίες και φωνασκίες, και να έδινε με την πείρα του τις καλύτερες συμβουλές στην πόλη· στη συνέχεια, όποιος ήθελε από τους άλλους πολίτες, ο καθένας με τη σειρά του και σύμφωνα με την ηλικία του, να μπορούσε να εξέφραζε τη γνώμη του για το καθένα από τα επιμέρους ζητήματα. Με τον τρόπο αυτόν και η πόλη, κατά τη γνώμη μου, θα διοικούνταν άριστα και οι δίκες θα περιορίζονταν στο ελάχιστο.
[3] Επειδή όμως όλοι οι κανονισμοί, που παλαιότερα κατά κοινή ομολογία θεωρούνταν σωστοί, έχουν τώρα καταργηθεί, υπάρχουν κάποιοι που δεν το έχουν για τίποτε να υποβάλλουν παράνομα ψηφίσματα και κάποιοι άλλοι να τα θέτουν σε ψηφοφορία· άνθρωποι που έτυχε να προεδρεύουν όχι με νόμιμο τρόπο, αλλά που θρονιάστηκαν στη θέση αυτή με ίντριγκες· αν μάλιστα τύχει να προεδρεύει κανονικά κάποιος από τους άλλους βουλευτές και γνωστοποιεί δημόσια και κανονικά τις αποφάσεις σας, απειλείται με βαρύτατη καταγγελία από ανθρώπους που θεωρούν το πολίτευμα όχι πια κοινό κτήμα των πολιτών αλλά αποκλειστικά δικό τους. Έτσι, με την τρομοκρατία κάνουν υποχείριά τους απλούς πολίτες και αποκτούν οι ίδιοι μεγάλη πολιτική δύναμη.
[4] Επίσης, έχουν καταργήσει τις νόμιμες διαδικασίες των δικαστηρίων και κρίνουν τα ψηφίσματα με εμπάθεια. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να έχει πάψει να ακούγεται το πριν από τις συνεδριάσεις της Εκκλησίας του Δήμου ωραιότατο και πλέον λογικό κήρυγμα της πόλης: «Ποιος από τους άνω των πενήντα ετών πολίτης θέλει να ανεβεί στο βήμα και να μιλήσει στον λαό και κατόπιν και κάθε άλλος Αθηναίος με τη σειρά του;» Αλλά και την απρεπή εμφάνιση των ομιλητών δεν μπορούν πια να συγκρατήσουν ούτε οι νόμοι ούτε οι πρυτάνεις ούτε οι πρόεδροι ούτε η προεδρεύουσα φυλή, το ένα δέκατο της πόλης.
[5] Ενώ λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα και οι περιστάσεις για την πόλη είναι κρίσιμες, πράγμα που διαπιστώνετε και εσείς, ένας μόνο από τους θεσμούς του πολιτεύματος παραμένει σε ισχύ, αν τυχαίνει να γνωρίζω και εγώ κάτι, η δυνατότητα να καταγγέλλει κανείς αυτούς που εισηγούνται παράνομα ψηφίσματα. Αν όμως καταργήσετε και τον θεσμό αυτόν ή επιτρέψετε να κάνουν αυτό σε όσους το επιδιώκουν, σας προειδοποιώ ότι, χωρίς να το αντιληφθείτε, θα έχετε εκχωρήσει λίγο λίγο την πολιτική εξουσία σε μια μικρή ομάδα ανθρώπων.
[6] Γνωρίζετε πολύ καλά, Αθηναίοι, ότι σε όλο τον κόσμο υπάρχουν τριών ειδών πολιτεύματα, το δικτατορικό, το ολιγαρχικό και το δημοκρατικό. Οι πόλεις που έχουν δικτατορικό και ολιγαρχικό καθεστώς διοικούνται σύμφωνα με τις διαθέσεις των κυβερνώντων, ενώ οι δημοκρατικές πόλεις σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Κανείς λοιπόν από σας ας μην αγνοεί αυτό, αλλά ας γνωρίζει καλά ο καθένας σας ότι, όταν μπαίνει στο δικαστήριο καταγγελία για πρόταση παράνομου ψηφίσματος, την ημέρα αυτή πρόκειται να δώσει την ψήφο του για την ελευθερία να εκφράζει τη γνώμη του. Αυτός, άλλωστε, είναι και ο λόγος που ο νομοθέτης έθεσε στην αρχή του όρκου των δικαστών «θα ψηφίσω σύμφωνα με τους νόμους», επειδή γνώριζε καλά ότι, όταν εφαρμόζονται οι νόμοι, διασφαλίζεται και η δημοκρατία.
[7] Αυτά έχοντας πάντα στον νου σας, επιβάλλεται να μισείτε όσους προτείνουν παράνομα ψηφίσματα και να μη θεωρείτε ασήμαντο κανένα από αυτού του είδους τα αδικήματα· αντίθετα, να θεωρείτε το καθένα από αυτά ως την πιο σοβαρή παράβαση. Να μην επιτρέπετε σε κανέναν να σας αφαιρέσει το δικαίωμα αυτό· ούτε να αφήνετε να παρεμβαίνουν οι στρατηγοί, που εδώ και πολύν καιρό συνεργάζονται με κάποιους ρήτορες και λυμαίνονται το πολίτευμα· μήτε να επιτρέπετε τις αιτήσεις των ξένων, που κάποιοι φέρνουν εδώ και αποφεύγουν τα δικαστήρια, παρόλο που η πολιτική τους δραστηριότητα είναι παράνομη. Αλλ᾽ όπως ακριβώς ο καθένας σας θα ντρεπόταν να εγκαταλείψει τη θέση στην οποία θα τασσόταν στον πόλεμο, έτσι και τώρα ντραπείτε να εγκαταλείψετε τη θέση του θεματοφύλακα της δημοκρατίας, που σας εμπιστεύθηκαν οι νόμοι τη σημερινή ημέρα.
[8] Δεν πρέπει επίσης ποτέ να ξεχνάτε ότι σήμερα όλοι οι πολίτες έχουν παραδώσει σε σας προς φύλαξη την πόλη και σας εμπιστεύθηκαν το πολίτευμα· κάποιοι μάλιστα είναι παρόντες και παρακολουθούν τη διεξαγωγή της δίκης, κάποιοι άλλοι απουσιάζουν στις προσωπικές τους εργασίες. Αυτούς σεβόμενοι και ενθυμούμενοι τους όρκους που έχετε δώσει και τους νόμους, εάν αποδείξω ότι ο Κτησιφών υπέβαλε ψήφισμα παράνομο, αντίθετο προς την αλήθεια και ασύμφορο προς την πόλη, ακυρώστε, Αθηναίοι, την παράνομη αυτή εισήγηση, σταθεροποιήστε τη δημοκρατία στην πόλη και τιμωρήστε όσους αναπτύσσουν πολιτική δραστηριότητα αντίθετη προς τον νόμο, προς την πόλη και προς το συμφέρον σας. Αν ακούσετε με τέτοια διάθεση τους λόγους που πρόκειται να ειπωθούν, είμαι βέβαιος ότι η απόφασή σας θα είναι δίκαιη και σύμφωνη προς τους όρκους και τα συμφέροντα τόσο τα προσωπικά σας όσο και της πόλης στο σύνολό της.