Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Βάτραχοι (1370-1413)

1370 ΧΟ. ἐπίπονοί γ᾽ οἱ δεξιοί.
τόδε γὰρ ἕτερον αὖ τέρας
νεοχμόν, ἀτοπίας πλέων,
ὃ τίς ἂν ἐπενόησεν ἄλλος;
μὰ τόν, ἐγὼ μὲν οὐκ ἂν εἴ τις
1375 ἔλεγέ μοι τῶν ἐπιτυχόντων,
ἐπιθόμην, ἀλλ᾽ ᾠόμην ἂν
αὐτὸν αὐτὰ ληρεῖν.

ΔΙ. ἴθι δὴ παρίστασθον παρὰ τὼ πλάστιγγ᾽. ΑΙ. & ΕΥ. ἰδού.
ΔΙ. καὶ λαβομένω τὸ ῥῆμ᾽ ἑκάτερος εἴπατον,
1380 καὶ μὴ μεθῆσθον, πρὶν ἂν ἐγὼ σφῷν κοκκύσω.
ΑΙ. & ΕΥ. ἐχόμεθα. ΔΙ. τοὔπος νυν λέγετον εἰς τὸν σταθμόν.
ΕΥ. «εἴθ᾽ ὤφελ᾽ Ἀργοῦς μὴ διαπτάσθαι σκάφος.»
ΑΙ. «Σπερχειὲ ποταμὲ βούνομοί τ᾽ ἐπιστροφαί.»
ΔΙ. κόκκυ. ΑΙ. & ΕΥ. μεθεῖται. ΔΙ. καὶ πολύ γε κατωτέρω
1385 χωρεῖ τὸ τοῦδε. ΕΥ. καὶ τί ποτ᾽ ἐστὶ ταἴτιον;
ΔΙ. ὅ τι; εἰσέθηκε ποταμόν, ἐριοπωλικῶς
ὑγρὸν ποήσας τοὔπος ὥσπερ τἄρια,
σὺ δ᾽ εἰσέθηκας τοὔπος ἐπτερωμένον.
ΕΥ. ἀλλ᾽ ἕτερον εἰπάτω τι κἀντιστησάτω.
1390 ΔΙ. λάβεσθε τοίνυν αὖθις. ΑΙ. & ΕΥ. ἢν ἰδού. ΔΙ. λέγε.
ΕΥ. «οὐκ ἔστι Πειθοῦς ἱερὸν ἄλλο πλὴν Λόγος.»
ΑΙ. «μόνος θεῶν γὰρ Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾷ.»
ΔΙ. μέθετε. ΑΙ. & ΕΥ. μεθεῖται. ΔΙ. καὶ τὸ τοῦδέ γ᾽ αὖ ῥέπει·
θάνατον γὰρ εἰσέθηκε, βαρύτατον κακόν.
1395 ΕΥ. ἐγὼ δὲ πειθώ γ᾽, ἔπος ἄριστ᾽ εἰρημένον.
ΔΙ. πειθὼ δὲ κοῦφόν ἐστι καὶ νοῦν οὐκ ἔχον.
ἀλλ᾽ ἕτερον αὖ ζήτει τι τῶν βαρυστάθμων,
ὅ τι σοι καθέλξει, καρτερόν τι καὶ μέγα.
ΕΥ. φέρε ποῦ τοιοῦτον δῆτα μοὐστί; ποῦ; ΔΙ. φράσω·
1400 «βέβληκ᾽ Ἀχιλλεὺς δύο κύβω καὶ τέτταρα.»
λέγοιτ᾽ ἄν, ὡς αὕτη ᾽στὶ λοιπὴ σφῷν στάσις.
ΕΥ. «σιδηροβριθές τ᾽ ἔλαβε δεξιᾷ ξύλον.»
ΑΙ. «ἐφ᾽ ἅρματος γὰρ ἅρμα καὶ νεκρῷ νεκρός.»
ΔΙ. ἐξηπάτηκεν αὖ σε καὶ νῦν. ΕΥ. τῷ τρόπῳ;
1405 ΔΙ. δύ᾽ ἅρματ᾽ εἰσέθηκε καὶ νεκρὼ δύο,
οὓς οὐκ ἂν ἄραιντ᾽ οὐδ᾽ ἑκατὸν Αἰγύπτιοι.
ΑΙ. καὶ μηκέτ᾽ ἔμοιγε κατ᾽ ἔπος, ἀλλ᾽ εἰς τὸν σταθμὸν
αὐτός, τὰ παιδί᾽, ἡ γυνή, Κηφισοφῶν,
ἐμβὰς καθήσθω, ξυλλαβὼν τὰ βιβλία·
1410 ἐγὼ δὲ δύ᾽ ἔπη τῶν ἐμῶν ἐρῶ μόνον—
ΔΙ. ἅνδρες φίλοι, κἀγὼ μὲν αὐτοὺς οὐ κρινῶ.
οὐ γὰρ δι᾽ ἔχθρας οὐδετέρῳ γενήσομαι·
τὸν μὲν γὰρ ἡγοῦμαι σοφόν, τῷ δ᾽ ἥδομαι.

***
1370 ΧΟΡ. Δε φοβούνται οι έξυπνοι τον κόπο.
Άλλο πάλι αυτό το θάμα,
θάμ᾽ ανήκουστο κι αλλόκοτο· ποιός άλλος
θα μπορούσε κάτι τέτοιο να σκεφτεί;
Αν ένας τυχαίος μου το ᾽χε πει,
δε θα πίστευα ποτέ, μα την αλήθεια,
θα ᾽λεγα πως λέει βλακείες.

ΔΙΟ. Ζυγώστε δω στης ζυγαριάς τους δίσκους…
ΑΙΣ. & ΕΥΡ., πλησιάζοντας.
Ορίστε. ΔΙΟ. και κρατώντας τους να λέει
το στίχο του ο καθείς σας, και κανένας
1380 να μην αφήνει, αν δε φωνάξω κούκου.
ΑΙΣ. & ΕΥΡ. Κρατούμε. ΔΙΟ. Πείτε στίχο απά στο δίσκο.
ΕΥΡ. «Η φτερωτή η Αργώ να μην περνούσε.»
ΑΙΣ. «Ω ποταμέ Σπερχειέ κι ω βοσκοτόπια.»
ΔΙΟ. Κούκου. ΑΙΣ. & ΕΥΡ. Τ᾽ αφήσαμε. ΔΙΟ. Α! Του Αισχύλου το στίχο
τραβά πολύ πιο κάτω από τον άλλον.
ΕΥΡ. Γιατί; ΔΙΟ. Ρωτάς; Γιατί έβαλε ποτάμι
και μούσκεψε το στίχο του, όπως βρέχουν
το μαλλί οι πουλητές, για να βαρύνει,
κι εσύ έχεις βάλει στίχο με φτερούγες.
ΕΥΡ. Μπρος, άλλο στίχο ας ρίξει για αντιζύγι.
1390 ΔΙΟ. Ξαναπιαστείτε. ΑΙΣ. & ΕΥΡ. Νά. ΔΙΟ. Ευριπίδη λέγε.
ΕΥΡ. «Το μόνο της Πειθώς ιερό είν᾽ ο λόγος.»
ΑΙΣ. «Δώρα μονάχα ο Θάνατος δε θέλει.»
ΔΙΟ. Αφήστε. ΑΙΣ. & ΕΥΡ. Νά. ΔΙΟ. Του Αισχύλου πάλι γέρνει·
το πιο βαρύ, το θάνατο, έχει βάλει.
ΕΥΡ. Εγώ όμως την πειθώ, ένα στίχο εξαίσιο.
ΔΙΟ. Είναι η πειθώ λαφριά, νόημα δεν έχει.
Κάτι άλλο, απ᾽ τα βαριά, γιά κοίτα νά ᾽βρεις,
γερό, μεγάλο, να τραβήξει κάτω.
ΕΥΡ. Πού να έχω τέτοιο; ΔΙΟ. Να σου πω: «Έχει ρίξει
1400 δύο άσους και τεσσάρι ο Αχιλλέας.»
Ο Ευριπίδης στέκεται δισταχτικός.
Λέτε και το στερνό πια ζύγισμα είναι.
ΕΥΡ. «Σα σίδερο βαρύ ένα ξύλο αδράχνει.»
ΑΙΣ. «Πτώματα, αμάξια, το ᾽να πάνω στ᾽ άλλο.»
ΔΙΟ., στον Ευριπίδη.
Σε γέλασε και πάλι. ΕΥΡ. Με ποιόν τρόπο;
ΔΙΟ. Δυο αμάξια και δυο πτώματα έχει βάλει,
που κι εκατόν Αιγύπτιοι δεν τα σκώνουν.
ΑΙΣ. Και τώρα πια όχι με έναν ένα στίχο·
ατός του ας μπει στη ζυγαριά να κάτσει
μαζί με την κυρά του, τα παιδιά του,
με τον Κηφισοφώντα, τα χαρτιά του·
1410 κι εγώ θα πω δυο στίχους μου μονάχα…
Σ᾽ ένα νεύμα του Διονύσου παίρνουν έξω τη ζυγαριά.
Έρχεται ο Πλούτωνας.

ΔΙΟ. Δε θα τους κρίνω εγώ· κι οι δυο είναι φίλοι·
να ψυχραθώ δε θέλω με κανένα·
σοφός είν᾽ ο ένας, μα μ᾽ ευφραίνει ο άλλος.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΛΑΒΔΑΚΙΔΕΣ, ΑΝΤΙΓΟΝΗ

Καταγωγή
α) Σύμφωνα με παλαιότερους μύθους ήταν κόρη του Οιδίποδα και της Ευρυγάνειας, κόρης του βασιλιά του βοιωτικού λαού των Φλεγύων.
β) Από τους τραγικούς ποιητές και μετά θεωρείται καρπός της αιμομικτικής σχέσης του Οιδίποδα με τη μητέρα του Ιοκάστη, όπως και όλα τα αδέλφια της.
Κοινό σημείο και στις δύο παραδόσεις είναι ο πατέρας, Οιδίποδας, και τα αδέλφια, Ισμήνη, Ετεοκλής, Πολυνείκης.
 
Στην εξορία μαζί με τον πατέρα /αδελφό Οιδίποδα
Μετά την αποκάλυψη της αληθινής σχέσης του Οιδίποδα με την Ιοκάστη, ο Οιδίποδας, σύμφωνα με τον χρησμό του Απόλλωνα, εξορίστηκε από τη Θήβα και ζητιάνευε για το ψωμί του. Στην εξορία αυτή τον συνόδευσε η Αντιγόνη, μέχρι που ο πατέρας της πέθανε στον Κολωνό και εκείνη επέστρεψε στη Θήβα.
 
Στη Θήβα
Κηδεμόνας των τεσσάρων γόνων του Οιδίποδα και της Ιοκάστης ήταν ο Κρέων, ο οποίος ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας μετά τον αλληλοσκοτωμό των αρσενικών παιδιών, του Ετεοκλή και του Πολυνείκη. Ήταν, επίσης, πατέρας του Αίμωνα, με τον οποίο η Αντιγόνη ήταν αρραβωνιασμένη. Η κόρη αψήφησε την απόφαση του βασιλιά/κηδεμόνα/θείου της να μην ταφεί ο Πολυνείκης που είχε σύρει ξένο στρατό εναντίον της πατρίδας και του αδελφού του, προκειμένου να πάρει την εξουσία που δικαιούνταν. Προέβη σε συμβολική ταφή του νεκρού σκορπώντας στο εγκαταλελειμμένο σώμα του μια χούφτα χώμα.
 
Θάνατος
Καταδικάστηκε σε θάνατο από τον Κρέοντα γι' αυτή την πράξη απείθειας προς την εξουσία ή σεβασμού προς τον νεκρό και ευσέβειας προς τους θεούς. Οδηγήθηκε σε υπόγειο σπήλαιο, τον τάφο των Λαβδακιδών, όπου εγκλείστηκε. Κρεμάστηκε και πάνω στο σώμα της αυτοκτόνησε και ο αρραβωνιαστικός της και γιος του Κρέοντα Αίμονας. Στο θάνατο τους ακολούθησε και η μητέρα του Αίμονα, η Ευρυδίκη.
 
Παραλλαγή
Σύμφωνα με μια παραλλαγή, ο Κρέοντας έδωσε εντολή στον γιο του Αίμονα να σκοτώσει την Αντιγόνη. Εκείνος παράκουσε, είτε γιατί αγαπούσε από παλιά την Αντιγόνη, είτε γιατί την αγάπησε μέσα στη δυστυχία της. Την παντρεύτηκε και απέκτησαν ένα γιο, τον Μαίονα.
 
Σοφοκλέους Αντιγόνη: Θρησκευτικά στοιχεία και τελετουργικές ανατροπές. Η κοινωνική διάσταση.
χρὴ δὲ τά γ᾽ εἰς θεοὺς
μηδὲν ἀσεπτεῖν
(1349-50)
 
Οκτώ στοιχεία για τη δόμηση του έργου
1. Χώρος: Θήβα
2. Χρόνος: Μυκηναϊκή εποχή.
3. Εγώ ή Υποκείμενο: Οιδίπους, Ιοκάστη (γονείς των τεσσάρων που ακολουθούν, απόντα πρόσωπα), Αντιγόνη, Ισμήνη, Πολυνείκης, Ετεοκλής (οι δύο τελευταίοι αδέλφια που αλληλοεξοντώθηκαν για την εξουσία, απόντα πρόσωπα), Κρέων (αδελφός της Ιοκάστης, βασιλιάς της Θήβας μετά την εξόντωση των δύο αδελφών), Ευρυδίκη, Αίμων (οι δύο προηγούμενοι είναι οι γονείς του, αρραβωνιαστικός της Αντιγόνης), Τειρεσίας (μάντης της πόλεως), Άγγελος, Εξάγγελος (οι δύο τελευταίοι φέρνουν ειδήσεις έξω και μέσα από το παλάτι), Χορός (αντιπρόσωποι του λαού).
4. Περιστάσεις: Τα δύο αδέλφια αλληλοεξοντώθηκαν. Ο Κρέων διατάζει την ταφή του Ετεοκλή, όχι όμως και του Πολυνείκη. Η απόφαση αυτή προκαλεί την αντίδραση της Αντιγόνης και την εξώθηση μέχρι τα άκρα των συνεπειών που προέκυψαν από αυτή την παράβαση.
5. Σχέσεις: Συνειδητοποιήστε τις σχέσεις ανάμεσα στα πρόσωπα.
6. Σκοπός: Διαφορετικός για τον καθένα. Για τον Κρέοντα να επιβάλει την εξουσία του, για την Αντιγόνη να επιτελέσει το καθήκον της ως αδελφή. Οι υπόλοιποι συμπαρασύρονται στους σκοπούς των δύο βασικών προσώπων.
7. Εμπόδιο: Εμπόδιο για τον Κρέοντα είναι η Αντιγόνη, για την Αντιγόνη ο Κρέων (π.χ. στ. 484-5:  εγώ δεν θα είμαι άνδρας, αλλά αυτή θα είναι ο άνδρας, εάν αυτό εδώ το βασιλικό μου αξίωμα εξακολουθήσει να ταπεινώνεται από αυτήν ατιμώρητα). Για τους υπόλοιπους;
8. Δράση: Ο καθένας δρα ανάλογα με τον σκοπό του και ανάλογα με τα εμπόδια που του φέρνουν οι άλλοι.
 
Τελετουργικά - θρησκευτικά στοιχεία
1. Τελετουργικά ταφής (τρόπος, τιμές: στ. 80-81 (Αντιγόνη), στ. 245-7, 255-6 (Φύλαξ), στ. 429-431) (Φύλαξ), 466-7 (Αντιγόνη) (η ταφή δείγμα οσιότητας), 900-2 (λούσιμο, νεκροστόλισμα, χοές), 1069-1071 (ἄμοιρον, ἀκτέριστον, ἀνόσιον νέκυν). 1109: ο Κρέων παρακινεί τους υπηρέτες του να πάρουν αξίνες στα χέρια τους, προφανώς για να κόψουν δέντρα για την πυρά του νεκρού. 1197-8 (Άγγελος): νηλεές κυνοσπάρακτον σώμα Πολυνείκους. 1201-4: λουτρό νεκρού, τα μέλη του στην πυρά (νιόκοφτα κλαδιά ελιάς), τύμβος υψηλόροφος. Θρήνος: στ. 1246-9, ο Άγγελος εκφράζει την ελπίδα ότι η Ευρυδίκη έφυγε για να θρηνήσει ιδιωτικά και να αναθέσει στις υπηρέτριες τον θρήνο.
 
2. Η εντολή του Κρέοντα για τη μη ταφή του Πολυνείκη συνιστά τελετουργική ανωμαλία, όπως του Έκτορα και του Πατρόκλου στην Ιλιάδα. (Από αυτή την άποψη, της μη ταφής, ο Αχιλλέας κακοποιεί, όχι συνειδητά και με πρόθεση, τον Πάτροκλο, καθώς δεν αποφασίζει να τον αποχωριστεί. Διότι μόνο η αποτέφρωση ή η ταφή έδιναν τη δυνατότητα στην ψυχή να περάσει στον Άδη (Ψ 72-4) -θυμίζοντας, βέβαια, την περίπτωση του Ελπήνορα στην Οδύσσεια, όπου παρακαλεί τον Οδυσσέα να τον θάψουν (λ 73-80). Στον ύπνο του Αχιλλέα έρχεται η μορφή του Πάτροκλου και τον παρακαλεί να τον θάψει (Ψ 69-92). Η προτροπή του να του δώσει ο Αχιλλέας το χέρι (Ψ 75) είναι η αντίστοιχη δεξίωση στα επιτάφια ανάγλυφα, που δείχνει στοργή και αποχαιρετισμό.
Η φροντίδα που δείχνουν οι θεοί για τα νεκρά σώματα του Έκτορα, του Σαρπηδόνα και του Πάτροκλου εξυπηρετούν δύο στόχους: αφενός υποδεικνύουν υπενθυμίζοντας στους θνητούς τη σημασία της φροντίδας των νεκρών, αφετέρου προβάλλεται πιο έντονα η παραμέληση που δείχνουν οι θνητοί, οι κακοποιήσεις στις οποίες υποβάλλουν τα νεκρά σώματα, η υπέρβαση των κανόνων του τελετουργικού του θανάτου, όπως λ.χ. του χρόνου ταφής.
Οι ενέργειες στις οποίες οι θεοί προβαίνουν είναι οι ίδιες ακριβώς που επιτελούν και οι θνητοί, μόνο που αλλάζουν τα υλικά της φροντίδας. Έτσι, Αφροδίτη, Απόλλωνας, Θέτιδα αλείφουν τα σώματα του Έκτορα, του Σαρπηδόνα και του Πάτροκλου με νέκταρ και αμβροσία (Ω 757-9, Ψ 186-7, Π 680, Τ 29-39), ώστε τα σώματα να μη σαπίσουν και να μείνουν δροσάτα, ενώ οι θνητοί χρησιμοποιούν ελαιόλαδο (Σ 350, Ω 587), ανάμνηση ίσως μιας τεχνικής ταρίχευσης. Επιπλέον, η Αφροδίτη εμποδίζει τα σκυλιά να κατασπαράξουν το σώμα του Έκτορα, το καθαρίζει από τα αίματα και το αλείφει με λάδι, για να επουλώσει τις πληγές και για να το προστατεύσει από τον ακρωτηριασμό, ενώ ο Απόλλωνας το καλύπτει με μαύρο σύννεφο (Ψ 184-91), παρόμοιο με το σύννεφο ή την ομίχλη που οι θεοί χρησιμοποιούν για να κρύψουν ή να σώσουν τους ευνοουμένους τους (πρβ. Γ 380 κ.ε.), εξού και η δροσιά του σώματος του Έκτορα (Ω 418-23).
Μετά την απόδοση του σώματος του Έκτορα στον Πρίαμο και την επιστροφή στην τελετουργική ομαλότητα, το έργο της φροντίδας των νεκρών και της απόδοσης τιμών περνάει στα χέρια των ανθρώπων. Λουτρό, θρήνος, ταφή, συμπόσιο προς τιμή του νεκρού, αγώνες εμπίπτουν στις τυπικές διαδικασίες που επιτελούν οι θνητοί για τους νεκρούς. Εδώ θα αναφερθούμε στο τελετουργικό που ακολουθεί τις δύο κορυφαίες αναιρέσεις της Ιλιάδας, του Πάτροκλου και του Έκτορα.
Ένα νεκρό σώμα θα πρέπει να καθαριστεί από τα αίματα –τα μελανά του σφούγγιξε αίματα– να λουστεί με καθαρό νερό, να αλειφτεί το σώμα του με λάδι και να ενδυθεί καθαρά ρούχα. Η σκηνή του θρήνου του Πατρόκλου ενισχύεται από μια λεπτομερή περιγραφή του πλυσίματος, της επίχρισης με μυρωμένο λάδι, και με αλοιφή […] εννιάχρονη γεμίσαν τις πληγές του (Σ 344-53) και της ένδυσης του σώματος «με πολυτελή λινά υφάσματα … και από πάνω σκεπάζεται με ένα άσπρο ένδυμα» (Σ 352-3)).Η αναδιήγηση της εντολής γίνεται από αρκετά πρόσωπα και κάθε φορά από την οπτική γωνία του ομιλούντος.
α) Στ. 23-30: μη ταφή (Αντιγόνη) (Όνειδος αποτελεί η εγκατάλειψη των νεκρών σωμάτων σε σκυλιά, όρνια ή μύγες στην Ιλιάδα. Οι Αργίτες γύρω από το νεκρό σώμα του Σαρπηδόνα παρομοιάζονται με μύγες / που ζουζουνούν στη μάντρα, ολόγυρα στις γαλατοκαρδάρες, / την άνοιξη, καθώς ξεχείλισε στους αρμεγούς το γάλα (Π 641-3), κάτι που υπαινίσσεται την αποσύνθεση του νεκρού. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όχι μόνο ατιμάζεται ο νεκρός αλλά και το άταφο σώμα μιαίνει το χώμα. […] κι εκείνος, βάφοντας μ' αίμα τη γη, σαπίζει, / κι όρνια τον περιζώνουν πιότερα παρά μοιρολογήτρες (Λ 394-5). Αυτό γίνεται με τον Πολυνείκη (στ. 408-412)), μη θρήνος. (Ένας τρόπος τιμής προς τους νεκρούς είναι ο θρήνος. Στον θρήνο συμμετέχουν μέλη της οικογένειας του νεκρού, είτε της άμεσης όπως στην περίπτωση του Έκτορα, είτε της έμμεσης -οι σύντροφοί του στο στράτευμα-, θεραπαινίδες και αιχμάλωτες. Τον Έκτορα λ.χ. θρηνούν η Ανδρομάχη (Χ 477-514), η Εκάβη (Χ 79-89, 430-6), ο Πρίαμος (Χ 33-76, 416-28), η Ελένη, τόσο για τον θάνατό του αυτόν καθαυτό όσο και για το γεγονός ότι δεν μπορεί να πραγματοποιήσει τις οφειλόμενες νεκρικές τελετές προς αυτόν και γιατί δεν άκουσαν τα τελευταία λόγια του Έκτορα προτού πεθάνει (Χ 82-9, 477-514, Ω 743-5). Η κραυγή της Κασσάνδρας, όταν πρώτη βλέπει από τα τείχη τον Πρίαμο να φέρνει τον νεκρό Έκτορα (Ω 707-18), είναι το σύνθημα για μια σκηνή μεγάλης δραματικής έντασης που θυμίζει τη σκηνή απελπισίας που κυριαρχεί στην Τροία, όταν σκοτώθηκε ο Έκτορας. Αντίστοιχα, η Αντιγόνη βγάζει θρηνητική κραυγή όταν βλέπει ξέσκεπο τον Πολυνείκη (στ. 424), που αποτελεί την εισαγωγή στους πιο τυπικούς θρήνους που ακούγονται (στ. 427). Και στις δύο περιπτώσεις η κραυγή αποτελεί εισαγωγή στους πιο τυπικούς θρήνους που ακούστηκαν όχι μόνο από τα μέλη της οικογένειας (στ. 427) αλλά και από ξένες ή επαγγελματίες μοιρολογήτρες (Ω 720) που τραγουδούν τυπικά τραγούδια θρήνου, ενώ οι γυναίκες συνοδεύουν με κραυγές, όπως οι γυναίκες από το σπίτι του Νέστορα την ώρα που το όργανο της θυσίας έπεφτε στον λαιμό του ζώου που θυσιαζόταν και παρέλυε τα νεύρα του (γ 459-461). Οι γυναίκες της οικογένειας τραγουδούν ανεξάρτητους θρήνους, που πλαισιώνουν τον γενικότερο θρήνο (Ω 718-76), στους οποίους εγκωμιάζουν τις αρετές του νεκρού (ανδρεία, ευσέβεια, καλοσύνη Έκτορα), όπως οι επιτάφιοι λόγοι αργότερα.
Ο θρήνος για τον Πάτροκλο από τον Αχιλλέα, τη Βρισηίδα, άλλες σκλάβες (Σ 28-31, 50-64, 122-4, 338-42, Ψ 1-34), τους πρεσβύτερους Έλληνες, που παρουσιάζονται ως χορός θρηνωδών (Τ 338-9) είναι πιο τυπικός ή τελετουργικός από άλλους θρήνους (Σ 314-42, Τ 282-302, 314-39).
Ο θρήνος εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους. Το να χτυπά κάποιος το κεφάλι με τα χέρια του και να σηκώνει τα χέρια του πάνω από αυτό ήταν δυο παραδοσιακές εκφράσεις έντονου πόνου (Χ 33-4), όπως και το ξερίζωμα των μαλλιών (Χ 77-8, 405-6, Ω 710-12) και το κύλισμα στη λάσπη ή τη σκόνη. Ο Πρίαμος λ.χ. ρίχνεται στη λάσπη (Χ 414, Ω 162-65), ζαρώνει και κουλουριάζεται μπροστά στα πόδια του Αχιλλέα (Ω 509-12). Αντίστοιχα, ο Αχιλλέας, μόλις έμαθε τον θάνατο του φίλου του, έπεσε στο χώμα, κι αυτός μακρύς φαρδύς ξαπλώθηκε και κοίτουνταν στη σκόνη (Σ 26-7), φρασεολογία που χρησιμοποιείται για τους νεκρούς μαχητές: […] και κοίτουνταν [ο Κεβριόνης] μακρύς φαρδύς εκείνος / στη στροβιλούσα σκόνη, ανέγνοιαστος από άτια πια και μάχες (Π 775-6). Όσο ο φίλος του κείτεται νεκρός και άταφος, αρνείται να πλυθεί, να βγάλει το λύθρο από πάνω του και να γευματίσει, (Τ 154-237, Σ 23-7, Ψ 35-61), όπως η Δήμητρα όσο η κόρη της δεν βρισκόταν (Ύμν. Δήμ. 47-50). Ο Αχιλλέας το μόνο που έχει στο μυαλό του είναι να σκοτώσει εχθρούς: αίμα ζητώ, σφαγή και γόσματα φριχτά των πολεμάρχων (Τ 205-14)).
β) Στ. 192- 206 (Κρέων).
γ) Στ. 1039-1044: ο Κρέων στον Τειρεσία επαναλαμβάνει την απόφασή του να μην ταφεί ο νεκρός, ακόμη και αν τον «αρπάξουν οι αετοί του Δία να τον φέρουν βορά στους θρόνους του» (πρβ. την αρπαγή του Γανυμήδη από τον Δία). (Ο Ερμής στην εικονογραφία, ο Απόλλωνας στο έπος, επιστατούν στην απομάκρυνση του νεκρού Σαρπηδόνα από τους γιους της Νύχτας, τον Ύπνο και τον Θάνατο. Η Ηώς σηκώνει από το πεδίο της μάχης τον Μέμνονα για να τον παραδώσει στον Ύπνο και τον Θάνατο που θα το μεταφέρουν στη γη των Αιθιόπων για την ταφή).
δ) Στ. 695-8 (Αίμων).
ε) Τειρεσίας, στ. 1005-1022: περιγραφή της αναποτελεσματικής θυσίας, αναπαράσταση του διαμελισμού και της σήψης του σώματος του Πολυνείκη.
στ) Τειρεσίας στ. 1069-1071 (ἄμοιρον, ἀκτέριστον, ἀνόσιον νέκυν), 1080-1083: γύπες = έμψυχοι τάφοι (τα στομάχια των ζώων γίνονται οι τάφοι των νεκρών).
 
3. Ταφή Αντιγόνης. Στ. 847, 876, 882-3: ἄκλαυτον, ἄταφον (Αντιγόνη)· ο νεκρός μόνος - τὸν δ᾽ ἐμὸν πότμον ἀδάκρυτον οὐδεὶς φίλων στενάζει (876, 883). Αυτό είναι πέραν του δικαίου, γι' αυτό και η Αντιγόνη προκαλεί τη συμπάθεια. Εξάλλου είναι η μόνη σκηνή όπου η Αντιγόνη εμφανίζεται ανθρώπινη.
 
4. Αντιλήψεις για τη ζωή μετά θάνατο. Στ. 74-75 (πλείων χρόνος / ὃν δεῖ μ᾽ ἀρέσκειν τοῖς κάτω τῶν ἐνθάδε), 849-851 (ἰὼ δύστανος, / οὔτ᾽ ἐν βροτοῖς οὔτε νεκροῖσιν / μέτοικος, οὐ ζῶσιν, οὐ θανοῦσιν). Το παράλληλο αυτής της αντίληψης, ότι δηλαδή ο νεκρός πρέπει να ταφεί, διαφορετικά δεν ανήκει ούτε στον επάνω κόσμο ούτε στον κάτω, βρίσκεται στον Ελπήνορα, τον άταφο σύντροφο του Οδυσσέα, ο οποίος θα παρακαλέσει να τον θάψουν για να μπορέσει να ανήκει κάπου (λ 51-80).
 
5. Γεωγραφία του κάτω κόσμου:
ὁρᾶτ᾽ ἔμ᾽, ὦ γᾶς πατρίας πολῖται, τὰν νεάταν ὁδὸν
στείχουσαν, νέατον δὲ φέγγος λεύσσουσαν ἀελίου,
κοὔποτ᾽ αὖθις. ἀλλά μ᾽ ὁ παγκοίτας Ἅιδας ζῶσαν ἄγει 810
τὰν Ἀχέροντος
ἀκτάν, οὔθ᾽ ὑμεναίων ἔγκληρον, οὔτ᾽ ἐπινύμφειός
πώ μέ τις ὕμνος ὕμνησεν, ἀλλ᾽ Ἀχέροντι νυμφεύσω.
(στ. 810-815)
 
6. Γάμος - οικογένεια: στ. 639-680 (τεκνοποιία, σχέση γονιού - παιδιού, η σύζυγος)· 654 (τὴν παῖδ᾽ ἐν Ἅιδου τήνδε νυμφεύειν τινί)· 813-5 και 891 (γάμος και θάνατος)· 1204-5 (πρὸς λιθόστρωτον κόρης / νυμφεῖον Ἅιδου κοῖλον εἰσεβαίνομεν)· 1207 (ἀκτέριστον ἀμφὶ παστάδα)· 857-871: όλα ξεκίνησαν από τον γάμο του Οιδίποδα και της Ιοκάστης (Ἰὼ δυσπότμων / γάμων, κασίγνητε, κυρήσας, 869-870), που οδήγησαν τον Πολυνείκη στον θάνατο και την Αντιγόνη στην αγαμία και τον θάνατο (ἀνυμέναιος, 876)· 917-8 (ἄλεκτρον, ἀνυμέναιον, οὔτε του γάμου / μέρος λαχοῦσαν οὔτε παιδείου τροφῆς). Η απουσία διαδόχων δεν θα δώσει συνέχεια στην ενοχή, στ. 1317-8 (ἄλεκτρον, ἀνυμέναιον, οὔτε του γάμου / μέρος λαχοῦσαν οὔτε παιδείου τροφῆς). Τι είναι ο γάμος για τη γυναίκα; (στ. 905- 912· στους στίχους αυτούς η Αντιγόνη επισημαίνει τη σημασία της πατρικής οικογένειας για τη γυναίκα). Τι είναι ο γάμος για τον Κρέοντα; Τι είναι ο γάμος για τον Αίμονα; Κεῖται δὲ νεκρὸς περὶ νεκρῷ, τὰ νυμφικὰ /τέλη λαχὼν δείλαιος εἰν Ἅιδου δόμοις (στ. 1240-1).
 
7. Καθαρμός - μίασμα: στ. 773-780, 885-890 (το σχέδιο για τον εγκλεισμό της Αντιγόνης στο σπήλαιο, ώστε να μην μιανθεί η πόλις -μυκηναϊκός τάφος [και στ. 848, 885-6, 1204-5:πρὸς λιθόστρωτον κόρης / νυμφεῖον Ἅιδου κοῖλον εἰσεβαίνομεν]· θρησκευτικά προσχήματα αλλά και αντιφατικότητα θρησκευτική· η ίδια αντιφατικότητα και στους στ. 1039-1044, όπου ο Κρέων στον Τειρεσία επαναλαμβάνει την απόφασή του να μην ταφεί ο νεκρός, ακόμη και αν τον «αρπάξουν οι αετοί του Δία να τον φέρουν βορά στους θρόνους του», χωρίς να υπάρχει κίνδυνος να μιανθούν οι θεοί. Στ. 1080-3: ο Τειρεσίας για τον άταφο νεκρό ως μίασμα. Στ. 844-5: νερά της Δίρκης, άλσος της Θήβας. Στ. 1142: έκκληση στον Διόνυσο να έρθει στη Θήβα με το καθαρτήριο πόδι του. Στ. 1284-6 Ἰὼ ἰὼ δυσκάθαρτος Ἅιδου λιμήν, / τί μ᾽ ἄρα τί μ᾽ ὀλέκεις;
 
8. Γιορτές, Ε' στάσιμο στ. 1146-53: διονυσιακές γιορτές.
 
9. Άλλα τελετουργικά: 1184-5: Η Ευρυδίκη ικετήριες ευχές στην Παλλάδα. 1230: ο Κρέων ως ικέτης στον Αίμονα. 1191: υπαινιγμός στην ανθρωποθυσία του Μεγαρέα.
 
10. Μαντεία: στ. 998: Οιωνοσκοπία, πυρομαντεία. 1016: βωμοί, ἐσχάραι. 1064-1086: ο Τειρεσίας για τις συνέπειες των αποφάσεων του Κρέοντα («νεκρός από τα σπλάχνα σου»).
 
11. Αναφορά σε θεούς:
α) Α' Στάσιμο (Το πρώτο στάσιμο είναι μια ιλιαδικής σύλληψης πολεμική σκηνή): Δίας, Βάκχος, Νίκη, Ήφαιστος, Άρης. Η δεύτερη αντιστροφή κλείνει με επίκληση στον Βάκχο για ολονύκτιους χορούς (στ. 147-153).
β) Ο Κρέων (162): με τυπική θεοσέβεια αποδίδει τη νίκη στους θεούς.
γ) στ. 265: Όρκος στους θεούς (Φύλακες), στ. 305, 758 (Κρέων: πεισματικός όρκος).
δ) στ. 278: θεήλατον (ο χορός για την ταφή μετά τη ρήση του Φύλακα).
ε) στ. 368: θεῶν τ᾽ ἔνορκον δίκαν.
στ) στ. 450-1: Ζεὺς, Δίκη (ἡ ξύνοικος τῶν κάτω θεῶν Δίκη) (Αντιγόνη).
ζ) στ. 487: Ζεὺς Ἓρκειος (Κρέων: ακόμη κι αν ο παραβάτης ήταν από την οικογένεια, θα υφίστατο την τιμωρία), 658-9: Ζεὺς ξύναιμος (Κρέων).
η) στ. 308, 519, 542, 575, 581, 654, 777, 780, 823, 911, 1075, 1205, 1241, 1284: Άιδης (Πλούτων και Ενοδία θεά, 1200).
θ) στ. 123, 1007: Ήφαιστος (μετωνυμία -αντί της φωτιάς).
ι) 1075: Ερινύες Άιδου και θεών· 1103-4: συντέμνουσι γὰρ / θεῶν ποδώκεις τοὺς κακόφρονας βλάβαι.
ια) Ε' Στάσιμο, 1115-54: Διόνυσος, Σεμέλη, Θυιάδες, Κωρύκιαι νύμφαι. Το Ε' Στάσιμο ένας ύμνος στον Διόνυσο, τις σχέσεις του με άλλους θεούς, την πόλη της καταγωγής του με τη σπουδαία καταγωγή, τις περιοχές επιρροής του.
ιβ) 1184: Αθηνά.
 
12. Μυθολογικά στοιχεία:
α) Στ. 823: Νιόβη· παραλληλισμός του θρήνου των δύο γυναικών.
β) Στ. 944 (στροφή α': Δανάη), 955 (αντιστροφή α': Λυκούργος), 968 (στροφή και αντιστροφή β': Φινέας). ( Ο Φινέας παντρεύτηκε την Κλεοπάτρα, κόρη του Βορρά και της Ωρείθυιας, κόρης της Καλιρρόης και του Ερεχθέα, βασιλιά της Αθήνας. Αυτή την έκλεισε στη φυλακή η δεύτερη σύζυγος του Φινέα Ειδοθέα, κόρη του Κάδμου, η οποία τύφλωσε τους δυο γιους της Κλεοπάτρας (με τη σαΐτα του αργαλειού) και τους έκλεισε σε βραχώδη σπηλιά). Οι τρεις τελευταίες περιπτώσεις είναι για να φανεί το αναπόδραστο της μοίρας.
γ) Στ. 1039-1044: ο Κρέων επαναλαμβάνει στον Τειρεσία την απόφασή του να μην ταφεί ο νεκρός, ακόμη και αν τον «αρπάξουν οι αετοί του Δία να τον φέρουν βορά στους θρόνους του», κάτι που φέρνει στον νου την αρπαγή του Γανυμήδη από τον Δία.
δ) Στ. 1084-1085: ο Τειρεσίας λέει ότι εξαπέλυσε αλάνθαστα βέλη σαν τοξότης στην καρδιά του Κρέοντα πάνω στον θυμό του θυμίζοντας τον Απόλλωνα τιμωρό της Νιόβης και τον θάνατο των παιδιών της από τα βέλη του (και της Άρτεμης).
ε) Στ. 1155: Κάδμος, Αμφίων
 
Πάροδος -Στάσιμα
Πάροδος (στ. 100-154): Επινίκιο.
Α' Στάσιμο (στ. 332-375): Ιστορία του πολιτισμού. i) Ναυτιλία, γεωργία, ενσταβλισμός ζώων, εξημέρωση ορισμένων ζώων (οικόσιτα). ii) Γλώσσα, οργάνωση πολιτειών, προφύλαξη από τη φύση (σπίτια, ενδυμασία), ιατρική. iii) Θάνατος; iv) Ηθική (καλό, κακό, δίκαιο). Το κακό ως συνάρτηση της αλόγιστος τόλμης.
Β' Στάσιμο (στ. 582 κ.ε.). Σκέψεις για την ευτυχία του ανθρώπου, για τη δύναμη των θεών και την αδυναμία των ανθρώπων.
Γ' Στάσιμο (στ. 780 κ.ε.): Ο Έρωτας ως δύναμη κοσμογονική. Έρωτας: σύγχυση μυαλού, σύγχυση ηθικών αρχών, αίτιος σύγκρουσης ακόμη και σε όμαιμους.
Δ' Στάσιμο (στ. 1115-54): Ύμνος στον Διόνυσο, στις σχέσεις του με άλλους θεούς, στην πόλη της καταγωγής του, στις περιοχές επιρροής του.
Ερώτημα: Πώς συναρτάται το πρώτο στάσιμο με όσα προηγήθηκαν; Με την ανακοίνωση του θανάτου των δύο αδελφών και την απαγόρευση του Κρέοντα να ταφεί μόνο ο ένας; Αν μείνουμε στο τελευταίο σχόλιό του, ότι το κακό είναι συνάρτηση της αλόγιστης δύναμης, αυτό θα μπορούσε να αφορά τόσο τα δύο αδέλφια που συγκρούστηκαν για την εξουσία όσο και τον ίδιο τον Κρέοντα και την απαγόρευσή του. Εξάλλου, η συνήθεια των ανθρώπων να θάβουν τους νεκρούς τους, και να αποθέτουν στον τάφο τους κτερίσματα, είναι πολύ παλιά. Μήπως, λοιπόν, ο χορός παίρνει ευθύς εξαρχής θέση, εμμέσως πλην σαφώς, απέναντι στην απαγόρευση του Κρέοντα; Μήπως υποδεικνύει ότι αυτή η πράξη συνιστά μια οπισθοδρόμηση στον πολιτισμό, σε εποχές πολύ πριν από όλες εκείνες τις ενέργειες που επέτρεψαν στον άνθρωπο τη μόνιμη εγκατάσταση και τη μετακίνηση πέρα από τις θάλασσες; Αν ισχύει αυτή η υπόθεση, τότε η απόφαση του Κρέοντα συνιστά μια κατεξοχήν αντι-πολιτισμική ενέργεια, αν-ήθικη, αντι-θρησκευτική.
 
Παράρτημα
Ποιο είναι το κεντρικό πρόσωπο της τραγωδίας; Τα ονόματα
Το όνομα της Αντιγόνης ακούγεται στους στίχους:
· 11, από την Ισμήνη
· 378, από τον Χορό, όταν τη φέρνει ο Φύλακας,
· 629, από τον Χορό,
· 805, από τον Χορό στο στάσιμο για τον έρωτα.
Συνολικά: 4 φορές
Από τον στίχο 943 η Αντιγόνη δεν ξαναεμφανίζεται.
 
Το όνομα του Κρέοντα ακούγεται στους στίχους:
· 21, 31, 549, 914, από την Αντιγόνη,
· 47, από την Ισμήνη,
· 148, 1098, 1181, από τον Χορό,
· 229 και 385, από τον Φύλακα,
· 1161, 1208, από τον Άγγελο.
Συνολικά: 12 φορές
Πατέρα τον αποκαλεί ο Αίμονας στους στίχους 635, 683, 701 (τρεις φορές).
Είναι παρών από τον στίχο 162 μέχρι το τέλος, στ. 1353.
 
Έξοχο δείγμα ρητορικού λόγου συνιστά η συνομιλία Αίμονα - Κρέοντα για την τύχη της Αντιγόνης. Ο λόγος των δύο ανδρών είναι πολιτικός και ο καθένας υποστηρίζει τις θέσεις του για το καλό της πόλεως. Ο στόχος τους είναι κοινός, διαφοροποιούνται ως προς τα μέσα.
Κανένας από τους δύο δεν ονομάζει την Αντιγόνη με το όνομά της, και σε αυτή την περίπτωση για διαφορετικούς λόγους ο καθένας. Ο Αίμονας, διπλωματικά, δεν θέλει να ερεθίσει τον πατέρα του· γι' αυτό και την αποκαλεί «αυτή», «γυναίκα», «κόρη». Στην επιλογή του αυτή τον ακολουθεί και ο χορός. Όσο για τον Κρέοντα στα συμφραζόμενα του λόγου του οι ίδιες λέξεις ακούγονται περιφρονητικά.
 
Ο έρωτας
Στο τρίτο στάσιμο, αμέσως μετά την απόφαση του Κρέοντα να οδηγήσει την Αντιγόνη στον τάφο της και πριν από τον μονόλογο-θρήνο της Αντιγόνης για την τύχη της, ο Χορός τραγουδάει έναν ύμνο στον Έρωτα (στ. 781-805). Η θέση του στάσιμου προκαλεί υπόνοιες για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να διαβαστεί. Είναι ένας ύμνος χαροποιός; Είναι ένας ύμνος όπου ο Χορός στέκεται διστακτικά απέναντι στη δύναμη του Έρωτα, γιατί ξεσηκώνει τους νέους ανθρώπους, αλλά και τους θεούς, και διαταράσσει τη λογική τους. Σε αυτή την περίπτωση κινδυνεύουν νόμοι και ισχύουσες ηθικές αρχές, όπως ακριβώς το περιγράφει ο Χορός στην αντιστροφή α᾿ Μήπως, λοιπόν, ο Χορός, οι ηλικιωμένοι άνδρες της πόλεως, καταλογίζει στον Έρωτα την ευθύνη για την «επανάσταση» των νέων ανδρών έναντι των «μεγάλων νόμων»; Και για το γεγονός ότι οι νέες κοπέλες καταλαμβάνονται από το συναίσθημα και αυτονομούνται, κάτι που αντιστρατεύεται τις ισχύουσες διατάξεις περί γάμου, τον οποίο αποφασίζουν οι γονείς χωρίς κανένα από τα δύο «συμβαλλόμενα» μέρη να ερωτηθούν;
 
Θάνατοι
α) στη μάχη: Πολυνείκης, Ετεοκλής (ξίφος)
β) αυτοκτονίες
Ιοκάστη (αγχόνη)
Αντιγόνη (αγχόνη)
Αίμων (ξίφος)
Ευρυδίκη (ξίφος)
Ο θάνατος που ταιριάζει στους άρχοντες είναι το ξίφος, στις αρχόντισσες η αγχόνη. Εξαίρεση αποτελεί η Ευρυδίκη, ο θάνατος της οποίας μοιάζει να συνιστά θυσιαστική πράξη για τον θάνατο του γιου της, σαν σφάγιο και θύμα. Θυμίζουμε ότι όργανο της θυσίας είναι το μαχαίρι, το ξίφος, ή ο πέλεκυς.
 
Επιβιώνουν: Οιδίπους - Κρέων - Ισμήνη
 
Μερικά ερωτήματα που οδηγούν στη σκηνική πράξη
Πώς είναι τα σώματα των ηρώων σε συγκεκριμένες στιγμές του έργου; Η στάση τους;
 
Κρέων
Ο Κρέων στην πρώτη ρήση
Κρέων και Αντιγόνη
Κρέων και Αίμων
Κρέων και Τειρεσίας
Κρέων και Χορός: δέδοικα γὰρ μὴ τοὺς καθεστῶτας νόμους / ἄριστον ᾖ σῴζοντα τὸν βίον τελεῖν (1113-4).
Ο Κρέων στην έξοδο
 
Αντιγόνη
Η Αντιγόνη πριν την άρνηση της Ισμήνης
Η Αντιγόνη μετά την άρνηση της Ισμήνης
Αντιγόνη - Κρέων
Η Αντιγόνη με τον Χορό πριν να οδηγηθεί στον τάφο της
Η Αντιγόνη μόνη (στ. 941 κ.ε.)
 
Χορός
Στην τελική εμφάνιση των δύο κεντρικών ηρώων, πριν δηλαδή η Αντιγόνη αποχωρήσει για να εισέλθει στη φυλακή-τάφο, πριν την είσοδο-εξαφάνιση του Κρέοντα στο ανάκτορο μετά τον θάνατο όλων των δικών του ανθρώπων, του γιου, της συζύγου, της νύφης-ανεψιάς.
 
Μερικά ερωτήματα που οδηγούν στην εν-συναίσθηση
1. Πόσο εύκολο είναι να έχει κανείς απέναντί του μιαν Αντιγόνη; Πόσο εύκολο είναι για την Ισμήνη ή για τον Χορό που υφίστανται τις κατηγορίες της Αντιγόνης για δειλία; (Σύμφωνα με τον Χορό η Αντιγόνη ξεπέρασε το ανεκτό (852-6) τηρώντας θεϊκούς νόμους και παραβλέποντας τους ανθρώπινους. Ο Χορός ομολογεί ότι η ευθύνη ξεκινά από τον πατέρα της Οιδίποδα (856), ωστόσο μοιάζει να μην την ανέχεται: Ἔτι τῶν αὐτῶν ἀνέμων αὐταὶ / ψυχῆς ῥιπαὶ τήνδε γ᾽ ἔχουσιν (στ. 929-930)).
2. Η στάση της Ισμήνης είναι ασυνήθιστη;
3. Τι απασχολεί τον Αίμονα; Το δίκαιο, η πόλις, ο έρωτας;
4. Τι απασχολεί τον Κρέοντα;
4. Η Ευρυδίκη ως γυναίκα όφειλε τη σιωπή απέναντι στις ενέργειες του συζύγου της σε όλη τη διάρκεια του κοινού τους βίου. Η Ευρυδίκη είναι η μάνα που χάνει το παιδί της, το μοναχοπαίδι της. Ποια μπορεί να είναι τα συναισθήματά της για τον Κρέοντα;
5. Έστω ότι ο Αίμων υποτάσσεται στον Κρέοντα. Πώς θα ήταν η υπόλοιπη ζωή;
6. Έστω ότι η Αντιγόνη υποτάσσεται στον Κρέοντα. Πώς θα ήταν η υπόλοιπη ζωή;
7. Πώς στέκονται απέναντι στην αγάπη τα πρόσωπα του έργου; Για παράδειγμα, υπέρτατη αξία για τον Κρέοντα είναι η άσκηση της εξουσίας, για την οποία έχει ένα συγκεκριμένο μοντέλο στο μυαλό του. Πόσο αυτό τον δεσμεύει; Κριτήριο της αγάπης του είναι η πολιτική (αυτή καθορίζει τους εχθρούς και τους φίλους του), για την Αντιγόνη οι δεσμοί.
8. Ποιο είναι τελικά το θέμα της τραγωδίας; Ο έρωτας; Ο γάμος; Ο θάνατος; Η ηθική; Η νομιμότητα; Η οικογένεια; Η γυναίκα και οι παρεκτροπές που προκαλούνται στην κοινωνία από τις παρεμβάσεις της στη νομιμότητα, όπως αυτή ορίζεται κάθε φορά;
 
Τα ερωτήματα αυτά μπορούν να μεταφερθούν στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων και με βάση αυτά να εξεταστούν πράξεις που θεωρούνται ηρωικές ή αντιηρωικές σε περιόδους κρίσης, όπου διακυβεύονται βασικές αξίες της ζωής, όπως η ελευθερία, η αξιοπρέπεια, το δικαίωμα στην εργασία.
 
 
Και μια ηλεκτρονική διεύθυνση:
 
Το "Κέντρο Μελέτης & Έρευνας του Ελληνικού Θεάτρου - Θεατρικό Μουσείο" είναι ένας πακτωλός πληροφοριών για τη θεατρική πορεία της κυρίως Ελλάδας και της ελληνικής ομογένειας, διακοσίων περίπου ετών. Ακρογωνιαίος λίθος αυτού του αρχειακού οικοδομήματος είναι η εποποιΐα της αναβίωσης του αρχαίου δράματος στην Ελλάδα από τις αρχές του 19ου αιώνα στις ελληνικές παροικίες και από τα μέσα του 20ου στο νέο ελληνικό κράτος. Επιλέξαμε να παρουσιάσουμε σε αυτή τη διαδικτυακή ενότητα ένα πλήρες σχεδόν εκπαιδευτικό μοντέλο, με μοναδικό άξονα την "ΑΝΤΙΓΟΝΗ" του Σοφοκλή. Οι λόγοι είναι πολλοί:
α. Η "ΑΝΤΙΓΟΝΗ" είναι ένα κείμενο της ευρωπαϊκής φιλοσοφικής, εκπαιδευτικής, ιδεολογικής και πολιτικής κουλτούρας. Έχει απασχολήσει ένα ευρύ φάσμα ερμηνευτικών προσεγγίσεων κορυφαίων στοχαστών.
β. Είναι, επί ενάμιση αιώνα, αμετακίνητο κείμενο της ελληνικής εκπαίδευσης. Γύρω από την εκπαιδευτική του χρήση, έχουν αναπτυχθεί ερμηνευτικά, φιλολογικά, ιδεολογικά, θεατρολογικά, αισθητικά δοκίμια, πραγματείες και εγχειρίδια, βοηθήματα και τυφλοσούρτες.
γ. Είναι πολυμεταφρασμένο, ώστε η μεταφραστική του εποποιΐα είναι και μια παραδειγματική ιστορία της νεοελληνικής γλώσσας στην εξέλιξή της, της υφολογίας και της θεατρικής της αποτελεσματικότητας.
δ. Είναι η πλέον ερμηνευμένη στη σκηνή αρχαία ελληνική τραγωδία, έτσι ώστε και μόνο η παραστασιογραφία της να αποτελεί ανακεφαλαίωση των ερμηνευτικών, σκηνοθετικών σχολών που ευδοκίμησαν στην Ευρώπη και στην Ελλάδα.
ε. Είναι μια τραγωδία που, λόγω της σχολικής της χρήσης, έχει επιλεγεί να παρασταθεί από πολλά σχολεία ως πρακτική εφαρμογή της διδακτικής διαδικασίας.
στ. Έχει εμπνεύσει μεγάλους ξένους δραματουργούς, ώστε να τη διασκευάσουν ή να αντλήσουν από τον μύθο της και τις συγκρούσεις των ιδεών και των ηθών, δημιουργώντας αυτόνομα θεατρικά, χορευτικά και μουσικά έργα.
Το "Κέντρο Μελέτης & Έρευνας του Ελληνικού Θεάτρου - Θεατρικό Μουσείο" διαθέτει μια πληθώρα ντοκουμέντων που αναφέρονται σε αυτές τις ομάδες αρχειακών πηγών. Αναπτύσσοντας αυτό το υλικό στην πληρότητά του, παρέχει στους εκπαιδευτικούς, φοιτητές, διδάκτορες, πανεπιστημιακούς, καθηγητές, μαθητές, δημοσιογράφους και τους θεατρόφιλους την ευκαιρία να συγκροτήσουν εξαντλητική εικόνα να εφοδιαστούν με πολύτιμα στοιχεία, να μεθοδεύσουν προσωπικές μεθοδικές ερμηνείες και να αντλήσουν διδακτικά τεκμήρια.
Στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου είναι το Αρχείο του Κέντρου για ανάλογη τεκμηρίωση και για τις υπόλοιπες σωζόμενες τραγωδίες, κωμωδίες και σατυρικά δράματα, την θεωρητική τους υποδομή, τη μεταφραστική και κριτική τους περιπέτεια και τη σκηνοθετική τους, ερμηνευτική ιστορία.

Το πολυτιμότερο στη ζωή είναι οι συναισθηματικοί δεσμοί, όχι τα υλικά αγαθά

Έρχεται μια στιγμή στη ζωή που τα υλικά αγαθά παύουν να έχουν σημασία και συνειδητοποιούμε ότι το πιο πολύτιμο πράγμα στη ζωή είναι οι συναισθηματικοί δεσμοί μας με τους ανθρώπους.

Μπορεί να ξεχνάμε το γεγονός αυτό, ή μπορεί να υπάρχουν ορισμένες στιγμές που δεν του δίνουμε μεγάλη σημασία. Ωστόσο τελικά όλα γίνονται πιο εύκολα όταν κάποιος μας συντροφεύει.

Με τον καιρό το πραγματικό νόημα βρίσκεται σε μια συναισθηματική καρδιά γεμάτη αγάπη και φιλία, ανεξάρτητα από το αν μιλάμε για τον εαυτό μας ή για άλλους ανθρώπους. Με τον καιρό μαθαίνουμε να δίνουμε αξία στην ικανοποίηση που μας δίνει το να αγαπάμε, να έχουμε έναν ώμο να κλάψουμε και μια αγκαλιά να μας προσφέρει ζεστασιά.

Η αγάπη και η εκτίμηση όσων μας περιβάλλουν αποτελούν τη βάση της εξέλιξής μας

Η συναισθηματική ευημερία προέρχεται από τις ικανοποιητικές, υγιείς και αμοιβαίες σχέσεις με τις οποίες διανθίζουμε το μονοπάτι της ζωής μας.

Οι φίλοι και οι συγγενείς έχουν διαφορετική σημασία κατά τα διάφορα ζωτικά στάδια που απαρτίζουν τη συναισθηματική μας εξέλιξη.

Όταν το καταλάβετε αυτό, θα ξέρετε ότι δεν χρειάζεται να ζητήσετε τίποτε άλλο εκτός από τις σχέσεις σας με άλλους ανθρώπους.

Καθώς μεγαλώνουμε, τα χρήματα, η εργασία ή η τέλεια εμφάνιση δεν έχουν πλέον τόση σημασία όση είχαν κάποτε στη νοερή λίστα μας με τα απαραίτητα πράγματα που θέλουμε στη ζωή μας.

Η λίστα των προτεραιοτήτων μας αλλάζει σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας

Οι διαφορετικές εμπειρίες μάς κάνουν να συνειδητοποιούμε πόσο εφήμερη είναι η ζωή. Έτσι, σιγά-σιγά δίνουμε όλο και μεγαλύτερη αξία στην εμπειρία της σύνδεσης με τους άλλους με ξεχωριστό τρόπο, στους συναισθηματικούς δεσμούς και στο να έχουμε κάποιον με τον οποίον να μπορούμε να γελάσουμε και να κλάψουμε όποτε το χρειαζόμαστε.

Έχουμε ανάγκη την κοινωνική σύνδεση για να αισθανόμαστε ολοκληρωμένοι, έτσι τελικά συνειδητοποιούμε ότι υπάρχει κάτι που τα χρήματα δεν μπορούν ποτέ να αγοράσουν. Δεν είμαστε πλούσιοι παρά μόνο αν έχουμε ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ μέσα στα βάθη της καρδιάς μας.

Υπάρχουν παντού «μαγικοί άνθρωποι» που μας περιβάλλουν

Οι «μαγικοί άνθρωποι» είναι εκείνοι που φέρνουν ευτυχία στη ζωή μας. Εκείνοι που μας βοηθούν να πετάξουμε, να λάμψουμε και να απαλλαγούμε από όλα τα περιττά βάρη που συσσωρεύουμε στην πορεία μας αυξάνοντας το συναισθηματικό φορτίο μας.

Καταλαβαινόμαστε, αισθανόμαστε σιγουριά και νιώθουμε ότι βρισκόμαστε στο σπίτι μας όταν είμαστε μαζί τους. Πρόκειται για υγιείς, αμοιβαίες σχέσεις που δημιουργούν μια όμορφη σύνδεση ανάμεσα σε εμάς και το περιβάλλον μας.

Το κλειδί αναμφισβήτητα είναι το να απομακρυνθούμε από ασήμαντες ανάγκες και το να αφιερώσουμε χρόνο για να ενισχύσουμε τους συναισθηματικούς δεσμούς μας.

Είναι υπέροχο να έχουμε γύρω μας ανθρώπους που έχουν ειλικρινείς σχέσεις και που μπορούν να δημιουργούν φιλίες χωρίς εγωισμό και υποκρισία. Αυτό δεν είναι εύκολο. Ωστόσο, όλοι τελικά αισθανόμαστε ότι αυτό που είναι πραγματικά σημαντικό είναι να μείνουμε εκεί που αισθανόμαστε σπίτι μας χάρη στους ανθρώπους που έχουμε γύρω μας.

Επομένως αγαπήστε τους σημαντικούς ανθρώπους που αποτελούν μέρος της ζωής σας και κρατήστε τους κοντά σας. Ο μόνος τρόπος να βιώσετε ευημερία στην καθημερινή σας ζωή είναι μέσα από τους συναισθηματικούς δεσμούς σας.

Η ευτυχία με διδάγματα της ιαπωνικής φιλοσοφίας

Η σοφία λέει ότι είναι σημαντικό στη ζωή να περιμένουμε τη σωστή στιγμή, να απομακρυνόμαστε από τα πράγματα που δεν μας βοηθούν να προχωρήσουμε και να μην ξεχνάμε ότι η ευτυχία βρίσκεται στα μικρά πράγματα.

Τα διδάγματα της ιαπωνικής φιλοσοφίας ελκύουν πολύ τον δυτικό πολιτισμό.

Ίσως επειδή ο ιαπωνικός πολιτισμός, η φιλοσοφία και οι ρίζες της πνευματικότητάς του είναι τόσο καθαρά και αυθεντικά. Επιπλέον, σχετίζονται πολύ με τη γνώση του πώς μπορούμε να ζούμε σε αρμονία με τη φύση και τους συνανθρώπους μας.

Ταυτόχρονα, θαυμάζουμε την ιαπωνική κουλτούρα επειδή κατέχει τη γνώση του πώς μπορούν να ξεπεραστούν οι δυσκολίες, να γίνει πραγματικό κτήμα μας η αίσθηση της ευτυχίας, και όλα αυτά με βάση τα απλά πράγματα στη ζωή και την αρμονία μεταξύ νου και φύσης.

Οι Ιάπωνες τονίζουν επίσης την αίσθηση αρμονίας που πρέπει να προκύπτει από τον μεγάλο σεβασμό που οφείλουμε στις παλαιότερες γενιές. Η ταπεινοφροσύνη του πνεύματος προάγει την αμοιβαιότητα, την υγιεινή ζωή, την αγνότητα και την πολύτιμη οικογενειακή αρμονία.

Είμαστε σίγουροι ότι αυτές οι διδασκαλίες μπορούν να σας βοηθήσουν πολύ και να σας εμπνεύσουν στη ζωή σας.

Διαβάστε παρακάτω για να μάθετε περισσότερα και να υιοθετήσετε ορισμένες από αυτές τις σοφές συμβουλές.

Κυνηγήστε αυτό που μπορείτε και αφήστε τα υπόλοιπα στο πεπρωμένο.

Το «κυνηγήστε αυτό που μπορείτε και αφήστε τα υπόλοιπα στο πεπρωμένο» μπορεί να μοιάζει αινιγματική ως συμβουλή, αλλά στην πραγματικότητα υπηρετεί έναν υψηλό σκοπό και αποκαλύπτει μια ενδιαφέρουσα αλήθεια.

Δεν έχουμε τον απόλυτο έλεγχο σε όλα όσα μας συμβαίνουν ή σε όσα μπορούν να μας συμβούν.

Ωστόσο, έχουμε την υποχρέωση να φροντίζουμε για τη δική μας ζωή, να προσέχουμε την κατεύθυνση στην οποία μας οδηγούν οι προθέσεις, οι επιθυμίες και οι στόχοι μας. Παρόλο που μέρος του ταξιδιού που προδιαγράφει το πεπρωμένο μας θα ανήκει για πάντα στο απροσδόκητο, ένα μεγάλο μέρος του ανήκει επίσης σε εμάς.

Μπορούμε να ορίσουμε ένα μεγάλο μέρος του μέλλοντός μας και είναι καθήκον μας να το διαμορφώσουμε σύμφωνα με τις επιθυμίες μας.

Μια ευγενική κουβέντα μπορεί να προσφέρει ζεστασιά

Το να μιλάμε με φιλικό και ευγενικό τρόπο δεν κοστίζει τίποτα, αλλά αξίζει πολύ.

Ωστόσο, δεν το κάνουμε πάντα. Δεν έχουμε πάντα το χρόνο ή δεν υπολογίζουμε αρκετά την ευημερία των ανθρώπων γύρω μας.

Ας το κάνουμε, λοιπόν. Ας χρησιμοποιήσουμε θετική γλώσσα που δίνει στους ανθρώπους φτερά, επιβεβαίωση, παρηγοριά, ενθάρρυνση και αυξάνει την αυτοεκτίμησή μας.

Αν ένα πρόβλημα έχει λύση, δεν χρειάζεται να σας ανησυχεί: από τα διδάγματα της ιαπωνικής φιλοσοφίας

Αν ένα πρόβλημα έχει λύση, δεν αξίζει την ανησυχία σας. Και αν δεν έχει, δεν αξίζει να ανησυχείτε γι’ αυτό ακόμα περισσότερο.

Η αποδοχή μιας πραγματικότητας είναι, χωρίς αμφιβολία, ένας από τους παραδοσιακούς πυλώνες της ιαπωνικής φιλοσοφίας. Μέσα από την αποδοχή, η νοητική διαύγεια συνοδεύεται από τα κατάλληλα συναισθήματα.

Αν κάτι δεν έχει λύση, το μόνο που αξίζει να κάνουμε είναι να γυρίσουμε σελίδα και να εστιάσουμε τις σκέψεις και τις ενέργειές μας σε κάτι άλλο.

Μη σταματάτε τη ροή των πραγμάτων. Μη φοβάστε όσα έρχονται.

Μερικές φορές, κρατάμε εμμονική σύνδεση με τα πράγματα, δεν είμαστε δεκτικοί σε όσους βρίσκονται γύρω μας ή προσπαθούμε να διατηρήσουμε δυσλειτουργικές σχέσεις και καταστάσεις.

Είναι γεγονός ότι στη ζωή θα υπάρχουν πάντα πράγματα που θα χρειαστεί να εγκαταλείψουμε. Μια φιλία ή μια αγάπη μπορεί να μην έχει πλέον νόημα. Είναι απαραίτητο να αφήνουμε πίσω μας τα πράγματα που δεν μας αναπτύσσουν ως προσωπικότητα.

Σε άλλες περιπτώσεις, πρέπει να είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε ότι τα πράγματα αλλάζουν και υπάρχει κάτι καινούργιο που έρχεται και στο οποίο πρέπει να προσαρμοστούμε.

Αναζητήστε έγκαιρα απαντήσεις στις ερωτήσεις σας, από τα διδάγματα της ιαπωνικής φιλοσοφίας

Οι Ιάπωνες είναι πάντα πολύ σοφοί σε καθετί που σχετίζεται με την ανάληψη πρωτοβουλιών.

Αυτό οφείλεται σε κάτι πολύ ξεκάθαρο. Τα πάντα έχουν τη στιγμή τους και είναι ιδανικό να γνωρίζουμε πότε είναι ο καλύτερος χρόνος να κάνουμε ή να πούμε κάτι.

Τι σημαίνει αυτό; Βασικά, δεν πρέπει να προσπερνούμε τις ευκαιρίες, αλλά την ίδια στιγμή δεν πρέπει να βιαζόμαστε να κάνουμε απερίσκεπτες κινήσεις.

Θυμηθείτε ότι υπάρχει ο σωστός χρόνος για να κάνετε ερωτήσεις και ο σωστός χρόνος για να αναζητήσετε απαντήσεις. Υπάρχουν στιγμές που πρέπει να παραμείνουμε ακίνητοι και απλώς να παρακολουθήσουμε τα γεγονότα και άλλες όπου απαιτείται να δράσουμε.

Η καλή τύχη επισκέπτεται πάντα ένα χαρούμενο σπιτικό.

Η καλοτυχία σημαίνει πολλά παραπάνω από το να είναι κάποιος απλώς τυχερός. Συνεπάγεται την ικανότητα να είστε δεκτικοί στις ευκαιρίες, τα νέα σχέδια, τις σημαντικές ιδέες και τα δώρα που σας δίνονται είτε από τη μοίρα είτε επειδή τα κερδίσατε με προσπάθεια και αφοσίωση.

Πρέπει να είστε θετικοί. Είναι σημαντικό να αντιμετωπίσετε τη ζωή με αρμονία. Αυτό προέρχεται από τις θετικές σχέσεις, την οικογενειακή στήριξη, τους καλούς φίλους και την ευτυχία στην καρδιά σας, εκεί όπου το μυαλό σας ξέρει και καταλαβαίνει ότι όλα είναι εφικτά.

Ελπίζουμε ότι αυτές οι απλές αρχές σας έχουν κάνει να αναλογιστείτε τη ζωή σας διαφορετικά. Αυτός είναι ο σκοπός της ιαπωνικής φιλοσοφίας, εξάλλου. Δεν επιδιώκει να μας αλλάξει, αλλά να μας κάνει να σκεφτούμε τη δική μας πραγματικότητα για να τη διαμορφώσουμε με τον δικό μας τρόπο μέσα από την καλοσύνη και την ταπεινοφροσύνη.

Σας ενέπνευσαν αρκετά για να τις εφαρμόσετε;

Πόσο με αντιπροσωπεύουν οι ρόλοι που επιλέγω;

Φίλος, συνάδελφος, σύντροφος, παιδί, γονέας, επαγγελματίας. Αυτοί είναι κάποιοι από τους ρόλους που λίγο πολύ όλοι στην καθημερινότητα μας καλούμαστε να αναλάβουμε. Ρόλοι οι οποίοι εναλλάσσονται ανάλογα με το περιβάλλον στο οποίο κινούμαστε και με τους ανθρώπους με τους οποίους συναναστρεφόμαστε στην κάθε δεδομένη περίπτωση.

Πίσω από κάθε ρόλο κρύβονται η ικανότητα μας να αντιλαμβανόμαστε και να κατανοούμε το περιβάλλον, ο τρόπος με τον οποίο επιλέγουμε να σχετιστούμε και η συμπεριφορά που υιοθετούμε παίρνοντας κάθε φορά τον αντίστοιχο ρόλο.

Ο καθένας μας λοιπόν καλείτε να παίξει έναν ρόλο, που συνειδητά ή ασυνείδητα διαμορφώνει τις σχέσεις που αναπτύσσουμε με τον κοινωνικό μας περίγυρο, τα όρια που θέτουμε και που μας θέτουν.

Τι μπορεί να σημαίνει ο κάθε ρόλος που επιλέγουμε για εμάς και την προσωπικότητα μας; Πόσο ασφαλείς νιώθουμε μέσα από το εκάστοτε προσωπείο που επιλέγουμε; Τι θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει η επιλογή μας για τον τρόπο με τον οποίο φαντασιωνόμαστε – έχουμε ανάγκη να μας βιώνουν οι άλλοι και ποια είναι εκείνα τα μοτίβα που επαναλαμβάνουμε και μας κρατούν εγκλωβισμένους σε ρόλους που μας κάνουν να νιώθουμε δυσφορία; Γιατί ο εκάστοτε ρόλος που καλούμαστε να ανταποκριθούμε πρέπει να έχει σαφή και ξεκάθαρα όρια;

Οι πρώτοι ρόλοι που μας δίνονται προέρχονται από το οικογενειακό μας περιβάλλον.

Από τους πρώτους μήνες ζωής μας οι φροντιστές μας, δημιουργούν ένα πλαίσιο για εμάς, μέσα στο οποίο μαθαίνουμε να συνυπάρχουμε, να δρούμε και να συμπληρώνουμε τις αντίστοιχες συμπεριφορές που έχουν υιοθετήσει τα άλλα μέλη. Ανάλογα λοιπόν με το πλαίσιο που θα μας ορίσουν και τη θέση που θα μας δοθεί μέσα στο οικογενειακό μας περιβάλλον, επηρεάζονται η ανάπτυξη και η εξέλιξη της εαυτοεικόνας μας μέσα στο σύνολο.

Διαμορφώνεται ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας μέσα από τα καθρεφτίσματα των άλλων, οι ανάγκες μας για αλλαγή και διαφοροποίηση και τα πρότυπα που αναπτύσσουμε για τις μετέπειτα διαπροσωπικές μας σχέσεις. Η σημερινή μου προσωπικότητα αποτελείται από το σύνολο των ρόλων που έχω μάθει να υποδύομαι καλύτερα, δηλαδή από το σύνολο των ρόλων στους οποίους έχω μάθει να νιώθω άνετα και ασφαλής. Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε στιγμή μπορώ να αλλάξω εντελώς το ρόλο μου, αλλά συνήθως δεν θα κάνω κάτι τέτοιο, διότι νιώθω πιο άνετα μέσα σε ρόλους οικείους, που ίσως να μου έχουν δωθεί στο παρελθόν.

Οι ρόλοι που υιοθετούμε συνειδητά ή ασυνείδητα μας κάνουν να νιώθουμε ασφαλείς και μας προστατεύουν.

Είτε προσπαθούμε να γίνουμε αποδεκτοί και αγαπητοί από τους άλλους, όντας πάντα διαθέσιμοι, θυσιάζοντας τα προσωπικά μας όρια, είτε προσπαθούμε να προστατέψουμε ένα εύθραυστο κομμάτι μας, υιοθετώντας πιο σκληρούς και απόμακρους ρόλους. Έτσι αποκτούμε στερεοτυπικές συμπεριφορές, δεν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να εξελιχτεί, και αποφεύγοντας οποιοδήποτε ρίσκο μένουμε εμμονικά σε ρόλους που ίσως δεν μας ικανοποιούν πια.

Παρόλο που γνωρίζω πως, όσο δύσκολο και αν φαίνεται, αν καταφέρω να αναλάβω την ευθύνη μου και να αλλάξω τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου και τους άλλους μέσα από τον τρόπο με τον οποίο «παίζω» τον κάθε ρόλο μου στην καθημερινότητα μου, ίσως φέρω μία επιθυμητή αλλαγή, επιλέγω ασφαλώς έναν ρόλο θύματος που συναντάει θύτες, που δεν αναγνωρίζονται οι προσπάθειες του, που κανείς δεν τον καταλαβαίνει, παίζοντας ξανά και ξανά τον ίδιο ρόλο σε διαφορετικά ίσως έργα, με κοινούς συντελεστές.

Καθώς η κατανόηση και η αλλαγή είναι επίπονες διαδικασίες, μένουμε κλειδωμένοι σε θέσεις και συμπεριφορές οι οποίες μας δημιουργούν ερωτηματικά και μας προκαλούν δυσφορία. Είναι δύσκολο να αντιληφθούμε και να αναγνωρίσουμε μόνοι μας ότι τα έντονα αισθήματα μοναξιάς, θλίψης, άγχους, απογοήτευσης και ματαίωσης μπορεί να είναι αποτελέσματα δυσλειτουργικών ρόλων με χαώδη και ασαφή προσωπικά όρια.

Η ανάληψη της ευθύνης του εαυτού είναι μία δύσκολη και επίπονη διαδικασία, με πολλά εμπόδια και αντιστάσεις.

Είναι πολύ σημαντικό να καταφέρουμε να δώσουμε στον εαυτό μας χώρο και χρόνο, έπειτα από μία τόσο δύσκολη και επίπονη συνειδητοποίηση να επαναπροσδιορίσει τη θέση μας ως προς τα θέλω μας αρχικά και σε συνέχεια προς τους άλλους.

Να γίνουμε παρατηρητές των στερεοτύπων που ακολουθούμε και να διερευνήσουμε κάθε πιθανή αλλαγή.

Να μπορέσουμε να θέσουμε από την αρχή όρια, ακόμα και εκεί που δεν υπήρχαν ή ίσως δεν ήταν ξεκάθαρα.

Με τον τρόπο αυτό θα δώσουμε μία ευκαιρία στον εαυτό μας να καταφέρει να διαφοροποιηθεί, να αλλάξει τον τρόπο που σχετίζεται με τους άλλους και εν συνεχεία να καταφέρει να αποδεσμευθεί από ρόλους που δεν τον αντιπροσωπεύουν.

Robert Trivers: Μια ανοσολογική θεωρία για την ευτυχία

Όλα τα ευρήματα είναι συνεπή με μια ανοσολογική θεωρία για την ανθρώπινη ευτυχία, σύμφωνα με την οποία ένα ρυθμισμένο με ακρίβεια ανοσοποιητικό σύστημα που λειτουργεί σε πλήρη απόδοση χαρίζει στο άτομο ένα αίσθημα βαθιάς απόλαυσης.
   
Ακόμη και η αποστροφή που προκαλούν παράγοντες όπως η έλλειψη τροφής (πείνα) ή νερού (δίψα) πρέπει να αποδοθεί, τουλάχιστον εν μέρει, στην αρνητική επίδρασή τους στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Αν δεχθούμε ότι ο εγκέφαλος εποπτεύει το εξωτερικό περιβάλλον και δρα προσπαθώντας να μεγιστοποιήσει την εγκλείουσα αρμοστικότητα του ατόμου με το να αυξάνει την ευτυχία του, τότε αναμφίβολα το ίδιο πρέπει να ισχύει και όταν εποπτεύει το εσωτερικό περιβάλλον.

Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η λειτουργία του εγκεφάλου διχάζεται ανάμεσα σε εξωκατευθυνόμενες και εσωκατευθυνό-μενες δραστηριότητες. Στο εξωτερικό περιβάλλον, πολλά στοιχεία παραμένουν στάσιμα και προβλέψιμα —οι διαστάσεις της κρεβατοκάμαράς μας, η παρουσία τροφίμων στο ψυγείο μας, ο δρόμος που ακολουθούμε καθημερινά για τη δουλειά μας κ.ο.κ. Το εξωτερικό περιβάλλον, βέβαια, χαρακτηρίζεται και από έντονη ποικιλομορφία: εμφανίζεται ξαφνικά ένας θηρευτής, ανακαλύπτουμε μια πηγή τροφής, μας παρουσιάζεται μια ευκαιρία να ζευγαρώσουμε, συναντάμε μια λακκούβα στον δρόμο. Είμαστε προγραμματισμένοι να αντιδρούμε κατάλληλα σε καθένα από τα ενδεχόμενα αυτά. Διαθέτουμε ένα εσωτερικό σύστημα ανταμοιβών και ποινών, το οποίο κατευθύνει αποτελεσματικά τις επιλογές μας.

Ας δούμε τώρα τι συμβαίνει στο εσωτερικό περιβάλλον. Ο εγκέφαλος εποπτεύει το εσωτερικό περιβάλλον και διακρίνει πολλά σταθερά στοιχεία —χέρια και πόδια που εκτείνονται μακριά από τον κορμό, ένα εκτενές δίκτυο αγγείων μέσα στο οποίο κυκλοφορούν κάθε λογής χημικές ουσίες, μεταξύ των οποίων και εκείνες που παράγει ο ίδιος ο εγκέφαλος για να ρυθμίσει τη χημική δραστηριότητα του οργανισμού κ.ο.κ. Αλλά στο ίδιο περιβάλλον ζουν εκατοντάδες ή ακόμη και χιλιάδες είδη παρασίτων, απέναντι στα οποία ο οργανισμός πρέπει να αναπτύξει αποτελεσματικά μέσα άμυνας. Στο εγχείρημα αυτό, κρίσιμο ρόλο παίζει η σωστή πληροφόρηση. Λόγου χάριν, μπορεί ο εγκέφαλος να λάβει μήνυμα ότι έχει αρχίσει να αναπτύσσεται μια επικίνδυνη λοίμωξη στην κατώτερη κοιλιακή χώρα, αλλά να μην αντιληφθεί ότι η πηγή της μολυσματικής επίθεσης είναι ένας πυρήνας παρασιτικών κυττάρων που έχει εγκατασταθεί στο μεγάλο δάκτυλο του δεξιού ποδιού.

Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι δεν έχουμε επίγνωση καμίας από τις διεργασίες αυτές. Παραδόξως, ενώ έχουμε πλήρη συνείδηση των αλληλεπιδράσεών μας με το εξωτερικό περιβάλλον, δεν έχουμε καμία συνείδηση των αλληλεπιδράσεων που λαμβάνουν χώρα εντός μας. Γιατί συμβαίνει αυτό; Δίχως άλλο, δεν είναι απαραίτητο να περνούν από τον συνειδητό νου όλα τα μηνύματα που λαμβάνουμε· ωστόσο, δεν παύει να γεννά απορίες η άγνοια που διατηρούμε όσον αφορά τις αλληλεπιδράσεις μας με τα παράσιτα. Γιατί, φέρ’ ειπείν, δυσκολευόμαστε τόσο να αντιληφθούμε τη βαθύτερη σημασία της κατάπτωσης που νιώθουμε όταν αρρωσταίνουμε; Γιατί είναι τόσο δύσκολο να συνειδητοποιήσουμε ότι ο ύπνος αποτελεί την καλύτερη οδό προς την ταχεία ανάρρωση;

Η ανοσιακή λειτουργία αναμένεται να συσχετίζεται ισχυρά με σημαντικές παραμέτρους της εγκλείουσας αρμοστικότητας (κατ’ ουσίαν, της αναπαραγωγικής επιτυχίας) του ατόμου, όπως ο χρόνος επιβίωσης, η γονιμότητα, η σωματική ελκυστικότητα κ.ο.κ. Εντούτοις, παρά την προφανή σημασία του, το ζήτημα αυτό δεν έχει διερευνηθεί παρά ελάχιστα. Όλες οι σχετικές έρευνες έχουν πραγματοποιηθεί σε πτηνά. Εκεί, το γενικό μοτίβο είναι ξεκάθαρο. Η ένταση της ανοσιακής απόκρισης κατά διάφορων μολυσματικών παραγόντων συναρτάται θετικά με τον χρόνο επιβίωσης των πτηνών, τόσο στο φυσικό όσο και στο εργαστηριακό περιβάλλον. Μάλιστα, από όλες τις παραμέτρους που επηρεάζουν την επιβίωση, η ανοσιακή λειτουργία φαίνεται να είναι η σημαντικότερη. Από το συνολικό εύρος διακύμανσης του χρόνου επιβίωσης των μελών ενός πληθυσμού πτηνών, το 18% αποδίδεται σε διαφορές των ατόμων ως προς την ανοσιακή λειτουργία. Η αμέσως σημαντικότερη παράμετρος, ο βαθμός σωματικής συμμετρίας, λογίζεται υπεύθυνη μόλις για το 6% της συνολικής διακύμανσης του χρόνου επιβίωσης.

Πώς σχετίζεται η ανοσιακή λειτουργία με την αισιοδοξία; Όπως έχουν δείξει διάφορες μελέτες, η αισιόδοξη θεώρηση της ζωής συναρτάται θετικά με την ποιότητα της υγείας, την ανοσιακή λειτουργία και τον χρόνο επιβίωσης. Σε μια πρόσφατη μελέτη σε φοιτητές νομικής, κατά τη διάρκεια του διδακτικού έτους μετρήθηκαν πέντε φορές το αίσθημα αισιοδοξίας των φοιτητών ως προς την πρόοδο των σπουδών τους και ένας σημαντικός ανοσιακός δείκτης στο αίμα τους. Όπως αποδείχθηκε, η αύξηση του αισθήματος αισιοδοξίας κατά τη διάρκεια του έτους συνδεόταν με τη βελτίωση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος. Ωστόσο, στη σύγκριση των διαφόρων φοιτητών μεταξύ τους, η υποτιθέμενη θετική συσχέτιση ανάμεσα στο αίσθημα αισιοδοξίας και στην ανοσιακή λειτουργία δεν επιβεβαιώθηκε- με άλλα λόγια, οι αισιόδοξοι φοιτητές δεν είχαν, κατά μέσον όρο, ισχυρότερο ανοσοποιητικό σύστημα. Όσο και αν οι ψυχολόγοι υποστηρίζουν σχεδόν καθολικά ότι η ψυχική διάθεση επηρεάζει το ανοσοποιητικό σύστημα, φαντάζει εξίσου εύλογο να ισχύει το αντίστροφο. Όταν το ανοσοποιητικό μας σύστημα λειτουργεί σε πλήρη απόδοση, αναμένεται να έχουμε θετική, αισιόδοξη διάθεση. 

Οι αιτιακές σχέσεις είναι αμφίδρομες· μάλιστα, μοιάζει σχεδόν αδύνατον μια μεταβολή στο ένα σύστημα να μην επηρεάσει το άλλο. Για λόγους που δεν είναι πάντοτε προφανείς, η αυτοεξαπάτηση έχει σημαντικές ανοσιακές συνέπειες, κατά κανόνα μειώνοντας, αλλά ενίοτε ενισχύοντας, τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.

Το όλο πεδίο βρίσκεται στα σπάργανα. Έχουν γίνει μεν ορισμένες ενδιαφέρουσες ανακαλύψεις, αλλά απομένουν πολύ περισσότερες. Ποιες ανοσιακές επιδράσεις συσχετίζονται άραγε με ποιους βαθμούς συγκάλυψης των πληροφοριών; Ποιες χημικές ουσίες είναι κοινές στον εγκέφαλο και στο ανοσοποιητικό σύστημα, οδηγώντας σε σημαντικά αντισταθμίσματα μεταξύ των δύο συστημάτων; Και ποια καίρια ερωτήματα δεν μας έχουν περάσει καν από τον νου;

Robert Trivers,  Η μωρία των ανόητων

Erich Fromm: 'Ο,τι ξοδεύεται δεν πάει χαμένο, αντίθετα ο,τι φυλάγεται είναι χαμένο

Είναι μεγάλος πειρασμός να μην προχωρούμε, να μένουμε εκεί που βρισκόμαστε, να πισωδρομούμε, με άλλα λόγια να βασιζόμαστε σ’ αυτά που έχουμε, γιατί ό,τι έχουμε, το γνωρίζουμε.

Μπορούμε να στηριχτούμε σ’ αυτό, να αισθανθούμε ασφαλείς μέσα του.

Φοβόμαστε, κι έτσι αποφεύγουμε να κάνουμε ένα βήμα προς το άγνωστο, το αβέβαιο.

Γιατί πραγματικά, αν το βήμα μπορεί να μη μας φανεί ριψοκίνδυνο αφού το κάνουμε, πριν το κάνουμε οι προοπτικές μας φαίνονται πολύ ριψοκίνδυνες, και κατά συνέπεια τρομακτικές.

Μόνο το παλιό, το δοκιμασμένο δίνει την αίσθηση της ασφάλειας· ή έτσι τουλάχιστο φαίνεται.

Κάθε καινούργιο βήμα έχει μέσα του τον κίνδυνο της αποτυχίας, και αυτός είναι ένας από τους λόγους που οι άνθρωποι φοβούνται τόσο πολύ την ελευθερία.

Βέβαια, σε κάθε στάδιο της ζωής μας το παλιό και το συνηθισμένο είναι διαφορετικά.

Όταν είμαστε βρέφη, έχουμε μόνο το σώμα μας και το στήθος της μητέρας μας (αρχικά μη διαφοροποιημένα).

Έπειτα αρχίζουμε να προσανατολιζόμαστε προς τον κόσμο, ξεκινώντας τη διαδικασία που χρειάζεται για να βρούμε μια θέση και για τον εαυτό μας μέσα σ’ αυτόν.

Αρχίζουμε να θέλουμε να έχουμε πράγματα· έχουμε τη μητέρα μας, τον πατέρα, τ’ αδέρφια, τα παιχνίδια.

Αργότερα, αποκτάμε γνώσεις, δουλειά, κοινωνική θέση, σύζυγο, παιδιά, και τότε έχουμε ένα είδος μετα-ζωής, όταν πια αποκτάμε ένα τάφο, μια ασφάλεια ζωής και κάνουμε τη «διαθήκη» μας.

Παρόλη όμως την ασφάλεια του έχει, οι άνθρωποι συνήθως θαυμάζουν εκείνους που ανοίγουν καινούργια μονοπάτια, που έχουν το κουράγιο να προχωρούν.

Στη μυθολογία, αυτός ο τρόπος ύπαρξης αντιπροσωπεύεται συμβολικά από τον ήρωα.

Ήρωες είναι εκείνοι που έχουν το θάρρος ν’ αφήσουν ό,τι έχουν —τη γη τους, την οικογένεια τους, την περιουσία τους — και να φύγουν, όχι χωρίς φόβο αλλά και χωρίς να υποκύπτουν στο φόβο τους.

Στη βουδιστική παράδοση, ο Βούδας είναι ο ήρωας που αφήνει όλη του την περιουσία, όλη τη σιγουριά που υπάρχει στην ινδουιστική θεολογία –τη θέση του, την οικογένεια του — και προχωράει σε μια ζωή πέρα από δεσμεύσεις.

Η δράση του όμως βγαίνει μέσα από την πληρότητα που του δίνει η αγάπη του για όλα τα ανθρώπινα πλάσματα.

Οι Έλληνες έχουν κοσμικούς ήρωες, που σκοπός τους είναι η ικανοποίηση της αλαζονείας τους, η κυριαρχία.

Παρόλα αυτά, όμοια με τους πνευματικούς ήρωες, ο Ηρακλής και ο Οδυσσέας προχωρούν χωρίς να δειλιάζουν μπροστά στους κινδύνους που τους περιμένουν.

Οι ήρωες των παραμυθιών λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο: φεύγουν, τραβάνε μπροστά και υπομένουν την ανασφάλεια.

Θαυμάζουμε αυτούς τους ήρωες, γιατί βαθιά μέσα μας αισθανόμαστε ότι θα θέλαμε να είμαστε σαν κι αυτούς – αν βέβαια μπορούσαμε.

Αλλά με το φόβο που έχουμε, πιστεύουμε ότι δε μπορούμε να γίνουμε έτσι, μόνο οι ήρωες μπορούν.

Οι ήρωες γίνονται είδωλα. Προβάλλουμε σ’ αυτούς τη δική μας ικανότητα κίνησης, και μετά μένουμε εκεί που ήμασταν —«γιατί δεν είμαστε ήρωες».

Όλη αυτή η ανάλυση ίσως φαίνεται να υπονοεί ότι το να είσαι ήρωας είναι επιθυμητό, είναι όμως ταυτόχρονα ανόητο και ενάντια στο συμφέρον σου. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα.

Τα άτομα τα επιφυλακτικά, τα κτητικά άτομα απολαμβάνουν την ασφάλεια, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ ανασφαλή.

Εξαρτιόνται από αυτά που έχουν: χρήματα, κύρος, το εγώ τους — δηλαδή από πράγματα που είναι έξω απ’ αυτούς.

Τι θα γίνουν όμως αν χάσουν ό,τι έχουν; Γιατί, πραγματικά, οτιδήποτε κι αν έχει κανείς μπορεί να χαθεί.

Είναι πιθανό ότι η περιουσία μπορεί να χαθεί -και μαζί της τόσο η θέση όσο και οι φίλοι — και σε κάθε στιγμή ο καθένας μπορεί, και αργά ή γρήγορα θα υποχρεωθεί, να χάσει τη ζωή του.

Αν είμαι ό,τι έχω κι αν ό,τι έχω χαθεί, τότε ποιος είμαι;

Τίποτ’ άλλο, από μια νικημένη, άδεια, αξιολύπητη μαρτυρία ενός λαθεμένου τρόπου ζωής.

Επειδή μπορεί να χάσω ό,τι έχω, είμαι αναγκαστικά συνεχώς ανήσυχος ότι θα χάσω αυτά που έχω.

Φοβάμαι τους κλέφτες, τις οικονομικές αλλαγές, τις επαναστάσεις, τις αρρώστιες, το θάνατο · φοβάμαι ακόμα την αγάπη, την ελευθερία, την ανάπτυξη, την αλλαγή, το άγνωστο.

Έτσι είμαι συνέχεια ανήσυχος, υποφέροντας από χρόνια υποχονδρία, που δε συνεπάγεται μόνο την απώλεια της υγείας μου αλλά και οποιουδήποτε άλλου αποκτήματος μου.

Γίνομαι άνθρωπος αμυντικός, σκληρός, καχύποπτος, μοναχικός, που παρασύρομαι από την ανάγκη να έχω όλο και περισσότερα για να νιώθω μεγαλύτερη ασφάλεια.

Ο Ίψεν έχει δώσει μια ωραία περιγραφή αυτού του εγωκεντρικού ανθρώπου στον Πέερ Γκύντ. Ο ήρωας είναι γεμάτος μόνο από τον εαυτό του. Μέσα στον απέραντο εγωισμό του πιστεύει ότι αυτός είναι ο εαυτός του, γιατί αυτός είναι ένα «σύμπλεγμα από επιθυμίες». Στο τέλος της ζωής του αναγνωρίζει, ότι, επειδή όλη του η ύπαρξη ήταν χτισμένη πάνω στην ιδιοκτησία του, δεν κατάφερε ποτέ να είναι ο εαυτός του. Ένιωθε ότι ήταν ένα κρεμμύδι χωρίς ψίχα, ένας μισοτελειωμένος άνθρωπος που ποτέ δεν υπήρξε ο εαυτός του.

Η αγωνία και η ανασφάλεια που προκαλείται από τον κίνδυνο να χάσει κανείς ό,τι έχει, δεν υπάρχει στους ανθρώπους που προσπαθούν να είναι.

Αν είμαι αυτός που είμαι και όχι αυτό που έχω, τότε κανένας δε μπορεί να μου στερήσει ή να με απειλήσει για την ασφάλεια και την αίσθηση της ταυτότητας μου.

Το κέντρο μου είναι μέσα μου, η δυνατότητα μου να υπάρχω και να εκφράζω τις βασικές μου δυνάμεις είναι κομμάτι της δομής του χαρακτήρα μου και εξαρτάται από εμένα.

Αυτό βέβαια αληθεύει σε φυσιολογικές συνθήκες ζωής, όχι σε περιπτώσεις αρρώστιας, αναπηρίας, βασανισμού ή άλλες συνθήκες ισχυρών εξωτερικών περιορισμών.

Ενώ το έχει βασίζεται σε κάποιο πράγμα που φθείρεται με τη χρήση, το είναι αναπτύσσεται με την εξάσκηση. (Η «φλεγόμενη βάτος» που δεν καίγεται είναι ο βιβλικός συμβολισμός γι’ αυτό το παράδοξο).

Οι δυνάμεις της λογικής, της αγάπης, της καλλιτεχνικής και πνευματικής δημιουργίας, όλες οι βασικές δυνάμεις αναπτύσσονται μέσα από τη διαδικασία της έκφρασης τους.

Ό,τι ξοδεύεται δεν πάει χαμένο, αντίθετα ό,τι φυλάγεται είναι χαμένο.

Όταν προσπαθώ να είμαι, ή μόνη απειλή για την ασφάλεια μου βρίσκεται μέσα μου: στην έλλειψη πίστης στη ζωή και στις δημιουργικές μου ικανότητες, στις τάσεις πισωδρόμησης, στην εσωτερική μαλθακότητα και στην προθυμία ν’ αφήσω τους άλλους ν’ αναλάβουν τη ζωή μου.

Αλλά αυτοί οι κίνδυνοι εξαφανίζονται, δεν είναι συστατικά του είναι, ενώ ο κίνδυνος της απώλειας είναι έμφυτος στο έχει.
 
Erich Fromm, Να έχεις ή να είσαι;

Η Ψυχολογία της Αυτοπεποίθησης

Έχετε ποτέ αναρωτηθεί τι κρύβεται πίσω από την αυτοπεποίθηση;

Μερικές φορές φαίνεται σαν να υπάρχει ένα μαγικό φίλτρο που κάνει τα άτομα με υψηλή αυτοπεποίθηση να αντιμετωπίζουν κατάματα τον φόβο και όλους τους υπόλοιπους να αποφεύγουν να εμπλακούν.
      
Αν θέλετε να ρωτήσετε το γιατί, αυτό που θα σας πουν οι ψυχολόγοι είναι ότι δεν υπάρχει κάτι το ιδιαίτερο πίσω από αυτούς τους ανθρώπους και ότι απλώς έχουν συσσωρεύσει μια σειρά από συνήθειες και πεποιθήσεις με την πάροδο του χρόνου, είτε εκ προθέσεως είτε από τύχη.

Όμως, πριν εξετάσουμε αυτές τις συνήθειες και τις πεποιθήσεις, πρέπει να πάμε λίγο πίσω και να θέσουμε το ερώτημα: τι είναι η αυτοπεποίθηση;

Η αυτοπεποίθηση είναι απλά ο βαθμός στον οποίο πιστεύετε ότι οι πράξεις σας, θα οδηγήσουν σε ένα θετικό αποτέλεσμα. Δεν είναι το ίδιο με την αυτοεκτίμηση.

Η αυτοεκτίμηση είναι μια γενικότερη αίσθηση που έχετε για τον εαυτό σας, ενώ η αυτοπεποίθηση είναι η πίστη που έχετε στις ικανότητές σας σε μια δεδομένη κατάσταση. Όταν οι περισσότεροι άνθρωποι λένε ότι θέλουν να έχουν περισσότερη αυτοπεποίθηση, αυτό που εννοούν είναι ότι θέλουν να έχουν μεγαλύτερη αυτοεκτίμηση.

Όπως ήταν αναμενόμενο, ωστόσο, σε όσους περισσότερους τομείς αποκτάτε αυτοπεποίθηση, τόσο περισσότερο είναι πιθανό να αναπτύξετε αυτοεκτίμηση.

Γιατί χρειαζόμαστε την αυτοπεποίθηση; Η αυτοπεποίθηση είναι ένα εξελικτικό πλεονέκτημα που μπορεί να σας βοηθήσει να προσεγγίσετε οτιδήποτε είναι μπροστά σας, χωρίς δισταγμό ή άγχος. Μπορεί να σας επιτρέψει να κάνετε αυτό που θέλετε πραγματικά να επιτύχετε στη ζωή σας.

Το πρόβλημα είναι ότι τις περισσότερες φορές οι συμβουλές που παίρνουμε για το πώς να έχουμε περισσότερη αυτοπεποίθηση μπορεί να είναι λίγο γενικές.

«Προσποιήσου μέχρι να τα καταφέρεις», «Μίλα πιο δυνατά» ή «Ντύσου ανάλογα».

Για να είμαστε δίκαιοι, αυτές μπορεί να μην είναι τρομερές συμβουλές και μπορεί να έχουν πραγματικά ένα θετικό αντίκτυπο στο πώς αισθάνεστε, όμως πραγματικά δεν θα σας βοηθήσουν να εντρυφήσετε στο είδος της βαθιάς αυτοπεποίθησης που οδηγεί στην πραγματική αλλαγή.  Εδώ είναι πέντε κρυμμένα χαρακτηριστικά των ανθρώπων με αυτοπεποίθηση.

1. Διαχειρίζονται την εξάρτησή τους από το αποτέλεσμα
Οι άνθρωποι που έχουν αυτοπεποίθηση δεν ανησυχούν για την έκβαση της κατάστασης. Η προσοχή τους εστιάζεται στην ενέργεια ή τη δραστηριότητα, σε αντίθεση με το εξωτερικό αποτέλεσμα.

Σε περίπτωση που αποτύχουν, βιώνουν την προσπάθεια ως μια μαθησιακή εμπειρία σε αντίθεση με μια αντανάκλαση του ποιοι είναι ως πρόσωπα ή ακόμα και το πόσο αξίζουν.  

2. Αξιολογούν τους εαυτούς τους με ακρίβεια
Αυτό μπορεί να φαίνεται αντι-διαισθητικό, αλλά για να αναπτύξετε αυθεντική αυτοπεποίθηση, χρειάζεται να επιδείξετε ένα μικρό κομμάτι σκληρής αυτο-ειλικρίνειας.

Εάν έχετε μη ρεαλιστικές προσδοκίες σχετικά με τις δυνατότητες σας, είναι πιθανό να σοκαριστείτε και να αποκαρδιωθείτε όταν τα πράγματα δεν πάνε όπως αναμένατε. Από την άλλη πλευρά, αν έχετε μια αντικειμενική αξιολόγηση των ικανοτήτων σας, αυτό είναι λιγότερο πιθανό να συμβεί.

Ένα άλλο σημαντικό πράγμα που πρέπει να εξετάσουμε εδώ είναι ότι οι άνθρωποι με αυτοπεποίθηση είναι σε θέση να δεχθούν εποικοδομητική κριτική από τους άλλους, χωρίς να παίρνουν αμυντική θέση. Η προσοχή των ανθρώπων με αυτοπεποίθηση δεν εστιάζεται στο κατά πόσο οι άλλοι τους αντιλαμβάνονται ως ικανούς, αλλά για το πώς μπορούν να βελτιωθούν για το μέλλον.

3. Εξασκούν τη θετική μελλοντική απεικόνιση
Το μυαλό μας αντιμετωπίζει μια δυσκολία στη διάκριση μεταξύ των πραγματικών μνημών και των κατασκευασμένων. Οι άνθρωποι με αυτοπεποίθηση το χρησιμοποιούν αυτό προς όφελός τους, οπτικοποιόντας τις ικανοτητές τους σε ένα ορισμένο τμήμα της ζωής τους, μέχρι τα νευρωνικά τους δίκτυα να επαναπρογραμματιστούν για την επιτυχία.

Μια μελέτη μάλιστα, έδειξε ότι αρσιβαρίστες που εξασκούσαν τη θετική απεικόνιση, βρήκαν την πρακτική αυτή σχεδόν τόσο αποτελεσματική όσο την ίδια τη σωματική άσκηση για τη βελτίωση των επιδόσεων.

4. Μπορούν να επιλέξουν τις δραστηριότητές τους προσεκτικά
Δεν μπορείτε να είστε οι καλύτεροι σε όλα και αν είστε άνθρωπος με αυτοπεποίθηση το γνωρίζετε αυτό. Αντί αυτού, επιμένουν σε αυτό που γνωρίζουν ότι πρόκειται να τους δώσει αυτοπεποίθηση.

Για παράδειγμα, εάν θέλουν να έχουν αυτοπεποίθηση ως κολυμβητές, θα μπορούσαν να ξοδεύουν πολύ χρόνο στο τρέξιμο, διότι ορισμένες από τις δεξιότητες είναι συμπληρωματικές και έχουν κοινές διαστάσεις (π.χ. φυσική κατάσταση). Όμως, δεν πρόκειται να περάσουν ώρες γράφοντας δημιουργικές ιστορίες, διότι δεν υπάρχει καμία συσχέτιση μεταξύ των δύο δραστηριοτήτων.

Eίναι αρκετά απλό να συνειδητοποιήσετε ότι αν θέλετε να αισθάνεσθε σιγουριά, θα πρέπει να περνάτε το χρόνο σας κάνοντας αυτά ακριβώς τα πράγματα που σας δίνουν αυτοπεποίθηση.

Αυτό μπορεί να μην είναι κάτι που θέλετε να ακούσετε, αλλά είναι η αλήθεια. Αν θέλετε να αναπτύξετε την αυτοεκτίμηση σας, θα πρέπει να βγείτε από την ασφάλειά σας, επιλέγοντας μια σειρά από πράξεις και τομείς που δεν έχετε δοκιμάσει μέχρι τώρα, κάτι που θα έχει ενδεχομένως φόβο στην αρχή. Όμως, με την πάροδο του χρόνου θα αναπτύξετε βαθύτερη και μακροχρόνια αυτοπεποίθηση.

5. Αναπτύσσουν τις δεξιότητές τους
Για να αισθάνεσθε πιο σίγουροι θα πρέπει να βελτιώσετε τον εαυτό σας στον τομέα που θα θέλετε να αισθάνεσθε πιο σίγουροι και ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό είναι η εξάσκηση.  Και πάλι, αυτό είναι αρκετά προφανές, αλλά αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είστε σε θέση να επικεντρωθείτε σε ένα τομέα για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο μέχρι να είστε αρκετά ικανοί, αντί να αφήσετε την προσοχή να σας παρασύρει οπουδήποτε αλλού και να υποπέσετε στο «σύνδρομο του λαμπερού στόχου».
Επομένως, αναλάβετε δράση.

Η αδράνεια γεννά την αμφιβολία και το φόβο. Η δράση γεννά την εμπιστοσύνη και το θάρρος. Αν θέλετε να νικήσετε το φόβο, μην κάθεστε στο σπίτι να το σκεφτείτε. Βγείτε έξω και δράστε.

Η ασυνειδησία της αδυναμίας μας συνιστά τη δύναμή μας

Μόνο η ασυνειδησία και η άγνοια επιτρέπουν στον άνθρωπο να είναι ευτυχής. Το πρότυπο της ευτυχίας είναι το παιδί. Η μόνη στιγμή που ένα παιδί δεν είναι ευτυχισμένο είναι όταν είναι άρρωστο. Και μια οικουμενική συνείδηση του εαυτού του συνδέεται με αυτήν την αρρώστια.

Ο άνθρωπος στην αρχή δεν έχει συνείδηση της μικρότητάς του απέναντι στο χώρο και δεν καταλαβαίνει ποτέ καθαρά την ασημαντότητά του απέναντι στο χρόνο.

Η ασυνειδησία της αδυναμίας μας συνιστά τη δύναμή μας. Η ασυνειδησία του κινδύνου συνιστά την τόλμη μας. Η ασυνειδησία του μυστηρίου και της φρίκης που αντιπροσωπεύει ο θάνατος συνιστά το θάρρος μας ενώπιόν του.

Τι μπορεί να μας δώσει απόλαυση ή μεγαλείο; Οι αισθήσεις; Τίποτε απ’ αυτά` διότι...

Η γνώση; Η μόνη ευτυχία της γνώσης είναι η άγνοια, είναι η ασυνειδησία όσων δεν ξέρουμε και δεν θα μάθουμε ποτέ. Η απόλαυσή μας στη δράση προέρχεται από το ότι δεν υπολογίζουμε μέχρι ποίου σημείου κάθε ανθρώπινη πράξη είναι ριζικά περιορισμένη και ανώφελη.

Αλλά, μας λένε, χωρίς αυτή την ασυνειδησία, χωρίς αυτή την αμόρφωτη πίστη, τι θα κάνουμε; Τίποτα. Αλλά ό, τι είναι καμωμένο τι είναι, αν όχι τίποτα; Τι αξίζει στο σύστημα του κόσμου και των όντων η ελάχιστη δραστηριότητά μας;

Να γνωρίζουμε; Τι λοιπόν; Την εξωτερική όψη των πραγμάτων; Ο δρόμος είναι ακαθόριστος` η εξωτερική όψη είναι αστείρευτη και δεν υπάρχει παρά μία βεβαιότητα: δεν γνωρίζουμε ποτέ τα πάντα, και δεδομένου ότι για να γνωρίζουμε πραγματικά, γιατί η γνώση είναι σύνθεση, θα έπρεπε όντως να γνωρίζουμε τα πάντα, συνεπάγεται ότι η γνώση μας είναι συνθετική, κοινότοπη, απατηλή, τιποτένια.

Να γνωρίζουμε την ουσία των πραγμάτων; Κανένα τους δεν έχει ουσία. Δεν βλέπουμε παρά το εξωτερικό τους` και θα έπρεπε να γνωρίζουμε όλο τους το εξωτερικό για να μπορέσουμε να συναγάγουμε την ουσία. Ακόμη κι αν γνωρίζαμε τη σύνθεση του εξωτερικού – θα μας ανοιγόταν άραγε το πραγματικό;

Μήπως τότε καταλαβαίνουμε ενστικτωδώς την ουσία του κόσμου; Πώς; Η αλήθεια είναι μία. Αν ήταν στο χέρι μας να τη βρούμε θα την είχαμε ήδη βρει. Θα ήμασταν εντός της εξαρχής.

Τι με νοιάζει αν συσσωρεύονται επινοήσεις επί επινοήσεων, εμπειρίες επί εμπειριών, που καθιστούν πιο περίπλοκη τη ζωή και τη σκέψη… Παραμένουμε στην ίδια άπειρη απόσταση από την αλήθεια και την ευτυχία.

Τόμας Χομπς

Ο Τόμας Χομπς, εκ των θεμελιωτών της σύγχρονης πολιτικής φιλοσοφίας, γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1588 στο Malmesbury της Αγγλίας. Ο Χομπς μελέτησε τους αρχαίους Έλληνες και τους Λατίνους συγγραφείς. Αποτέλεσμα αυτής της μελέτης ήταν η πρώτη απευθείας μετάφραση του Πελοποννησιακού Πολέμου του Θουκυδίδη από το αρχαίο ελληνικό κείμενο στην αγγλική γλώσσα, το 1628.

Το 1651, ο Χομπς εκδίδει το σημαντικότερο έργο του, τον Λεβιάθαν, όπου αναπτύσσει τη βασική πολιτική και φιλοσοφική του θεωρία. Σύμφωνα με αυτήν, ο άνθρωπος δεν έχει αγαθή φύση αλλά είναι εκ φύσεως εγωιστής και ηδονιστής, πράγμα που θα μπορούσε να έχει καταστροφικές συνέπειες. Ανεξέλεγκτοι οι άνθρωποι και καθοδηγούμενοι από τα ένστικτά τους, το πιθανότερο είναι πως θα αλληλοκαταστραφούν.

Σύμφωνα με τον Χομπς, ο άνθρωπος έχει ως στόχο την κυριαρχία, την προσωπική υπεροχή και τον πλουτισμό σε βάρος των υπολοίπων. Κάθε πόλεμος, κάθε διαμάχη ξεκινάει από το φόβο ή το φθόνο που νιώθει ο ένας για τον άλλο, ενώ μόνο οι αμοιβαίες συμφωνίες θα μπορέσουν να εδραιώσουν την ομόνοια.
Για να διατηρηθεί η κοινωνική ειρήνη, ο Χομπς δημιουργεί ένα εποικοδόμημα, τον Λεβιάθαν, το Κράτος, που έχει τη μορφή είτε της απόλυτης μοναρχίας είτε της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Το σημαντικό στοιχείο είναι ότι αυτό το Κράτος έχει το μονοπώλιο της βίας και της απόλυτης εξουσίας. Ως ανταπόδοση προς τον άνθρωπο, το Κράτος ασκεί την απόλυτη εξουσία του αποκλειστικά υπέρ της διατήρησης της κοινωνικής ειρήνης:

Ο Λεβιάθαν αναλαμβάνει την προστασία των πολιτών από εξωτερικούς και εσωτερικούς παράγοντες μέσω του στρατού και της αστυνομίας. Άλλο σημαντικό καθήκον του είναι η προστασία των πολιτών από τον ίδιο τον Λεβιάθαν, ιδέα από την οποία πηγάζει το Σύνταγμα ως αυτοπεριορισμός της εξουσίας. Ο Χομπς με τη θεωρία αυτή αρνείται το δικαίωμα της επανάστασης εναντίον του κοινωνικού συμβολαίου (έννοια η οποία θα καθιερωθεί αργότερα από τον Λοκ). Εφόσον όμως ο Λεβιάθαν δεν μεριμνά πια για την ειρήνη και την προστασία των πολιτών, τότε το συμβόλαιο ακυρώνεται και το κράτος διαλύεται, ενώ οι άνθρωποι επιστρέφουν στον φυσικό νόμο έως ότου υπάρξει κάποιο νέο συμβόλαιο.

THOMAS HOBBES, Περί της φύσης του ανθρώπου

Καρτέσιος και Κβαντική Θεωρία

Η ανάπτυξη των φιλοσοφικών ιδεών από την εποχή του Καρτέσιου σε σύγκριση με την νέα κατάσταση στην κβαντική θεωρία.

Στα δύο χιλιάδες χρόνια που ακολούθησαν το μεσουράνημα της ελληνικής επιστήμης και παιδείας, τον πέμπτο και τέταρτο αιώνα π.κ.ε. το ανθρώπινο πνεύμα απασχολήθηκε σε μεγάλο βαθμό με προβλήματα διαφορετικού είδους από εκείνα της προηγουμένης περιόδου. Τους πρώτους αιώνες της ελληνικής παιδείας η ισχυρότερη ώθηση είχε προέλθει από την άμεση πραγματικότητα του κόσμου, στον οποίο ζούμε και τον οποίο αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας. Η πραγματικότητα αυτή ήταν γεμάτη ζωή και δεν υπήρχε κανένας σοβαρός λόγος να τονιστεί ή διάκριση ανάμεσα στην ύλη και το πνεύμα ή στο σώμα και την ψυχή.

Στην φιλοσοφία όμως του Πλάτωνα (η «αλληγορία» της σπηλιάς, δεν ήταν του Πλάτωνα αλλά του Πυθαγόρα) παρατηρεί κιόλας κανείς πως αρχίζει να γίνεται ισχυρότερη μία άλλη πραγματικότητα. Στην περίφημη παρομοίωση της σπηλιάς ο Πλάτωνας συγκρίνει τους ανθρώπους με φυλακισμένους, που είναι δεμένοι μέσα σε μια σπηλιά, και μπορούν να βλέπουν προς μία μόνο κατεύθυνση. Έχουν από πίσω τους μία φωτιά και βλέπουν σ’ ένα τοίχο τις σκιές τους καθώς και τις σκιές των αντικειμένων που είναι πίσω τους. (που τα κουνάν οι δεσμώτες ή θαυματοποιοί, ποιοί είναι αυτοί που κρατούν τους ανθρώπους φυλακισμένους;)

Επειδή δεν βλέπουν τίποτε άλλο από τις σκιές, νομίζουν πως οι σκιές αυτές είναι πραγματικές και δεν έχουν ιδέα για τα αντικείμενα. Τελικά, ένας από τους φυλακισμένους δραπετεύει και βγαίνει από την σπηλιά στο φως του ήλιου. Για πρώτη φορά βλέπει αληθινά πράγματα και αντιλαμβάνεται πως μέχρι τότε τον εξαπατούσαν οι σκιές. Για πρώτη φορά μαθαίνει την αλήθεια και συλλογιέται μονάχα με λύπη τη μακρόχρονη ζωή του μέσα στο σκοτάδι.

Ο αληθινός φιλόσοφος είναι ο φυλακισμένος που δραπέτευσε από τη σπηλιά στο φως της Α-ΛΗΘΗ (αλήθειας), είναι ο μόνος που κατέχει την πραγματική γνώση. Αυτή ή άμεση συνάφεια με την αλήθεια ή όπως μπορούμε να πούμε κατά την φιλοσοφική αντίληψη, με τον θεό είναι ή καινούργια πραγματικότητα, που άρχισε να γίνεται ισχυρότερη από την πραγματικότητα του κόσμου, πως τον αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας. Ή άμεση επαφή με τον θεό γίνεται μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, κι όχι στον κόσμο, και αυτό ήταν το πρόβλημα που απασχόλησε την ανθρώπινη σκέψη περισσότερο από κάθε άλλο πράγμα στα δυο χιλιάδες χρόνια μετά τον Πλάτωνα.

Αυτή την περίοδο τα μάτια των φιλοσόφων ήταν στραμμένα προς την ανθρώπινη ψυχή και στη σχέση της με το θεό, στα προβλήματα της ηθικής και στην ερμηνεία της αποκάλυψης, άλλα όχι προς τον εξωτερικό κόσμο. Μόνο την εποχή της ιταλικής Αναγέννησης παρατηρείται και πάλι μία βαθμιαία μεταβολή του ανθρώπινου πνεύματος, η οποία τελικά είχε σαν αποτέλεσμα μιαν αναγέννηση του ενδιαφέροντος για την φύση.

Η ανάπτυξη των φιλοσοφικών ιδεών που ήταν στενά δεμένες με τις θεμελιακές έννοιες της επιστήμης είχε προηγηθεί μεν, άλλα και συνόδεψε την μεγάλη εξέλιξη των φυσικών επιστημών που άρχισε τον δέκατο έβδομο αιώνα. Γι’ αυτό τον λόγο μπορεί να είναι ωφέλιμο να σχολιάσουμε τις ιδέες αυτές από την θέση που τελικά έφτασε στον καιρό μας η σύγχρονη επιστήμη.

Ο πρώτος μεγάλος φιλόσοφος αυτής της νέας περιόδου της επιστήμης ήταν ο Καρτέσιος, ο οποίος έζησε στο πρώτο μισό του δεκάτου εβδόμου αιώνα. Εκείνες από τις ιδέες του, που είναι οι πιο σπουδαίες για την ανάπτυξη του επιστημονικού τρόπου σκέψης, περιέχονται στο έργο του «Λόγος περί Μεθόδου». Στηριζόμενος στην αμφιβολία και το λογικό συλλογισμό προσπαθεί να βρει μία εντελώς καινούργια και πιστεύει, στερεή βάση για ένα φιλοσοφικό σύστημα. Δεν δέχεται την αποκάλυψη σαν βάση, ούτε θέλει να παραδεχτεί, χωρίς κριτική, ό,τι αντιλαμβάνεται με τις αισθήσεις του.

Έτσι αρχίζει με την μέθοδο της αμφιβολίας.
Ρίχνει την αμφιβολία του πάνω σ’ εκείνο για το όποιο οι αισθήσεις μας λένε, για τα αποτελέσματα του συλλογισμού μας και τελικά φτάνει στην περίφημη πρόταση του: «cogito ergo sum» («σκέπτομαι, άρα υπάρχω»). Δεν μπορώ να αμφιβάλω για την ύπαρξη μου, γιατί προκύπτει από το γεγονός πως σκέπτομαι. Μετά την θεμελίωση της ύπαρξης του Εγώ κατά τον τρόπο αυτό, προχωρεί στην απόδειξη της ύπαρξης του Θεού ουσιαστικά πάνω στις γραμμές της σχολαστικής φιλοσοφίας. Τελικά, ή ύπαρξη του κόσμου προκύπτει από το γεγονός πως ο θεός μου έδωσε μιαν ισχυρή διάθεση να πιστεύω στην ύπαρξη του κόσμου, και είναι απλώς αδύνατον να με έχει εξαπατήσει ο θεός. [απολύτως λανθασμένος συλλογισμός όπως ήδη γνωρίζουμε]

Η βάση αυτή της φιλοσοφίας του Καρτέσιου είναι ριζικά διαφορετική από εκείνη των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Εδώ ή αφετηρία δεν είναι μία θεμελιακή αρχή η ουσία, αλλά η απόπειρα μιας θεμελιακής γνώσης. Και ο Καρτέσιος διαπιστώνει πως ό,τι γνωρίζουμε για το πνεύμα μας, είναι περισσότερο βέβαιο από ό,τι ξέρουμε για τον εξωτερικό κόσμο. «Αλλά από την αφετηρία του κιόλας με το «τρίγωνο» θεός – Κόσμος – Εγώ απλουστεύει κατά επικίνδυνο τρόπο την βάση για πιο πέρα συλλογισμό.

Ή διαίρεση ανάμεσα σε ύλη και πνεύμα, ανάμεσα σε ψυχή και σώμα, που είχε αρχίσει στην φιλοσοφία του Πλάτωνα, είναι τώρα πλήρης. Ο θεός διαχωρίζεται και από το Εγώ και από τον Κόσμο. Πραγματικά, ο Θεός υψώνεται τόσο ψηλά πάνω από τον κόσμο και τους ανθρώπους, ώστε τελικά φαίνεται στην φιλοσοφία του Καρτέσιου μόνο σαν κοινό σημείο αναφοράς που αποκαθιστά τη σχέση ανάμεσα στο Εγώ και τον Κόσμο.

Ενώ ή αρχαία ελληνική φιλοσοφία βρήκε μία τάξη στην άπειρη ποικιλία πραγμάτων και γεγονότων ψάχνοντας για κάποια θεμελιακή ενοποιητική αρχή, ο Καρτέσιος προσπαθεί να αποκαταστήσει την τάξη με την βοήθεια μιας θεμελιακής διαίρεσης. Αλλά τα τρία μέρη που προκύπτουν απ’ την διαίρεση χάνουν κάτι από την ουσία τους, όταν ένα οποιοδήποτε μέρος θεωρείται χωριστά από τ’ άλλα δύο. Γι’ αυτόν που θα χρησιμοποιήσει τις θεμελιακές έννοιες του Καρτέσιου στο σύνολο τους, είναι ουσιώδες πως ο Θεός υπάρχει στον Κόσμο και στο Εγώ και ακόμα πως το Εγώ δεν μπορεί να χωριστεί πραγματικά από τον Κόσμο.

Φυσικά, ο Καρτέσιος γνώριζε την αναμφισβήτητη αναγκαιότητα της σύνδεσης, αλλά στην περίοδο που ακολούθησε, η φιλοσοφία και οι φυσικές επιστήμες αναπτύχθηκαν με βάση την πολικότητα ανάμεσα στη «res cogitans» και στη «res extensa» και οι φυσικές επιστήμες συγκέντρωσαν το ενδιαφέρον τους στη «res extensa». Είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε πλήρως την επίδραση της Καρτεσιανής διαίρεσης στην ανθρώπινη σκέψη κατά τους αιώνες που ακολούθησαν, αλλά αυτήν ακριβώς την διαίρεση πρέπει να επικρίνουμε αργότερα από την ανάπτυξη της Φυσικής στον καιρό μας.

Φυσικά, θα ήταν λάθος να πούμε πως ο Καρτέσιος, με την καινούργια του φιλοσοφική μέθοδο, έδωσε νέα κατεύθυνση στην ανθρώπινη σκέψη. Εκείνο που πραγματικά έκανε ήταν να διατυπώσει για πρώτη φορά μία τάση στον ανθρώπινο τρόπο σκέψης, που μπορούσε κιόλας να παρατηρηθεί στην ιταλική Αναγέννηση και την Μεταρρύθμιση. Υπήρχε η αναγέννηση του ενδιαφέροντος για τα μαθηματικά, η οποία προκάλεσε μία αυξανόμενη επίδραση Πλατωνικών στοιχείων στην φιλοσοφία και την εμμονή σε προσωπική θρησκεία.

Το αυξανόμενο ενδιαφέρον για τα μαθηματικά ευνόησε ένα φιλοσοφικό σύστημα που ξεκίνησε από το λογικό συλλογισμό και προσπάθησε με τη μέθοδο αυτή να φτάσει σε κάποια αλήθεια που ήταν τόσο βέβαιη όσο και ένα μαθηματικό συμπέρασμα. Η εμμονή σε προσωπική θρησκεία διαχώρισε το Εγώ και τη σχέση του με τον Θεό από τον Κόσμο. Το ενδιαφέρον για τον συνδυασμό εμπειρικής γνώσης και μαθηματικών, όπως παρατηρείται στο έργο του Γαλιλαίου, οφειλόταν ίσως κατά ένα μέρος στη δυνατότητα να φτάσει κανείς με τον τρόπο αυτό σε κάποια γνώση που θα μπορούσε να κρατηθεί εντελώς μακριά από τις θεολογικές διαμάχες που ξεσήκωσε ή Μεταρρύθμιση. Η εμπειρική αυτή γνώση μπορούσε να διατυπωθεί χωρίς να μιλάει κανείς για τον Θεό ή τον εαυτό του και ευνοούσε τον διαχωρισμό των τριών θεμελιακών εννοιών Θεός – Κόσμος – Εγώ ή τον διαχωρισμό ανάμεσα σε «res cogitans» και «res extensa».

Την περίοδο αυτή σε μερικές περιπτώσεις οι πρωτοπόροι των εμπειρικών επιστημών συμφωνούσαν σαφώς, πως στις συζητήσεις τους δεν θα έπρεπε να αναφέρεται το όνομα του Θεού ή οποιαδήποτε θεμελιακή αίτια. Από την άλλη μεριά, ο διαχωρισμός παρουσίαζε δυσκολίες από την αρχή κιόλας. Στη διάκριση, π.χ. ανάμεσα στην «res cogitans» και την «res extensa» ο Καρτέσιος εξαναγκάστηκε να βάλει όλα τα ζώα προς την πλευρά της «res extensa» κατά συνέπεια, τα ζώα και τα φυτά δεν διαφέρανε ουσιαστικά από τις μηχανές, η συμπεριφορά τους καθοριζόταν τελείως από υλικά αιτία.

Πάντοτε όμως δυσκολευόταν κανείς να αρνηθεί τελείως την ύπαρξη κάποιου είδους ψυχής στα ζώα, και μας φαίνεται πως η παλιότερη έννοια της ψυχής, π.χ. στην φιλοσοφία του Θωμά του Άκινατη, ήταν πιο φυσική και λιγότερο παρατραβηγμένη από την Καρτεσιανή έννοια της «res cogitans», ακόμα και αν έχουμε πειστεί πως οι νόμοι της Φυσικής ή της Χημείας ισχύουν αυστηρά και στους ζωντανούς οργανισμούς.

Μια από τις μεταγενέστερες συνέπειες της άποψης αυτής του Καρτέσιου ήταν πως, αν τα ζώα θεωρούνταν απλώς μηχανές, θα ήταν δύσκολο να μην σκεφτούμε το ίδιο και για τους ανθρώπους. Επειδή, εξάλλου, η «res cogitans» και η «res externa» θεωρούνταν τελείως διαφορετικές ως προς την ουσία τους, δεν φαινόταν δυνατό πως μπορούσαν να ενεργούν η μία πάνω στην άλλη κατά συνέπεια, για να διατηρηθεί πλήρης παραλληλισμός ανάμεσα στις εμπειρίες του πνεύματος και του σώματος, και το μυαλό επίσης στις δραστηριότητες του, καθοριζόταν τελείως από νόμους οι οποίοι αντιστοιχούσαν στους νόμους της Φυσικής και της Χημείας. Εδώ ανέκυψε το θέμα της δυνατότητας της «ελεύθερης βούλησης». Είναι φανερό πως ολόκληρη αυτή η περιγραφή είναι  τεχνητή και δείχνει τα σοβαρά ελαττώματα της Καρτεσιανής διαίρεσης.

Από την άλλη όμως μεριά, στις φυσικές επιστήμες, η διαίρεση για μερικούς αιώνες είχε εξαιρετική επιτυχία. Η μηχανική τού Νεύτωνα και όλοι οι άλλοι κλάδοι της κλασικής φυσικής οικοδομήθηκαν έχοντας σαν πρότυπο την υπόθεση, πως μπορεί κανείς να περιγράψει τον κόσμο χωρίς να μιλάει για τον θεό ή τον εαυτό του. Ή δυνατότητα αυτή γρήγορα φάνηκε σαν σχεδόν αναγκαία συνθήκη γενικά για τις φυσικές επιστήμες.

Στο σημείο όμως αυτό ή κατάσταση άλλαξε με την κβαντική θεωρία και γι' αυτό μπορούμε τώρα να κάνουμε μία σύγκριση τού φιλοσοφικού συστήματος τού Καρτέσιου με την σημερινή μας κατάσταση στην σύγχρονη φυσική. Τονίσαμε και προηγουμένως πως, σύμφωνα με την ερμηνεία της κβαντικής θεωρίας από την Σχολή της Κοπεγχάγης, μπορούμε πράγματι να προχωρήσουμε χωρίς να αναφέρουμε τους εαυτούς μας, ως άτομα, άλλα δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός πως οι φυσικές επιστήμες διαμορφώθηκαν από τους ανθρώπους.

Οι φυσικές επιστήμες δεν περιγράφουν και δεν εξηγούν απλώς τη φύση· είναι μέρος από την αλληλεπίδραση ανάμεσα στην φύση και τους εαυτούς μας περιγράφουν την φύση όπως Αυτή φανερώνεται στην μέθοδο των ερωτήσεων μας -κι αυτό ήταν μία περίπτωση που ο Καρτέσιος δεν μπορούσε να σκεφτεί- άλλα κάνει αδύνατο τον οξύ διαχωρισμό ανάμεσα στον Κόσμο και το Εγώ.
Αν κανείς ακολουθήσει την μεγάλη δυσκολία, που ακόμα και έξοχοι επιστήμονες, συνάντησαν στην κατανόηση και αποδοχή της ερμηνείας της κβαντικής θεωρίας από την Σχολή της Κοπεγχάγης, θα βρει τις ρίζες της δυσκολίας αυτής στην Καρτεσιανή διαίρεση. Η διαίρεση αυτή τρύπωσε βαθιά στο ανθρώπινο πνεύμα μέσα στους τρεις αιώνες που ακολούθησαν τον Καρτέσιο και θα περάσει πολύς καιρός για να αντικατασταθεί από μία πραγματικά διαφορετική στάση αντίκρυ στο πρόβλημα της πραγματικότητας.

Η θέση στην όποια οδήγησε η Καρτεσιανή διαίρεση, αναφορικά με τη «res extensa», ήταν αυτό που μπορεί κανείς να ονομάσει μεταφυσικό ρεαλισμό. Ο κόσμος, δηλαδή τα εκτεινόμενα πράγματα, «υπάρχει». Το ρεαλισμό αυτόν πρέπει να τον διακρίνουμε από τον πρακτικό ρεαλισμό και τις διάφορες μορφές ρεαλισμού που μπορούν να περιγραφούν ως εξής: «Αντικειμενοποιούμε» μία πρόταση, όταν ισχυριζόμαστε πως το περιεχόμενο της δεν εξαρτιέται από τις συνθήκες κάτω από τις όποιες μπορεί να επαληθευτεί.

Ο πρακτικός ρεαλισμός παραδέχεται πως υπάρχουν προτάσεις που μπορούν να αντικειμενοποιηθούν και πως στην πραγματικότητα το μεγαλύτερο μέρος της καθημερινής μας πείρας αποτελείται από τέτοιες προτάσεις. Ο δογματικός ρεαλισμός ισχυρίζεται πως δεν υπάρχουν προτάσεις, αναφερόμενες στον υλικό κόσμο, που να μη μπορούν να αντικειμενοποιηθούν.

Ο πρακτικός ρεαλισμός ήταν και θα είναι πάντοτε ουσιαστικό μέρος των φυσικών επιστημών. Ο δογματικός ρεαλισμός όμως, όπως τον βλέπουμε τώρα, δεν είναι αναγκαστική συνθήκη για τις φυσικές επιστήμες. Αλλά στο παρελθόν έπαιξε πολύ σπουδαίο ρόλο στην εξέλιξη της επιστήμης πραγματικά, ο δογματικός ρεαλισμός είναι η θέση της κλασικής φυσικής. Μόνο με την κβαντική θεωρία μάθαμε πως η ακριβής επιστήμη είναι δυνατή χωρίς την βάση τού δογματικού ρεαλισμού. Όταν ο Αϊνστάιν επέκρινε την κβαντική θεωρία, το έκανε από την σκοπιά του δογματικού ρεαλισμού, κι αυτό είναι πολύ φυσικό. Κάθε επιστήμονας που κάνει ερευνητική εργασία αισθάνεται πως ψάχνει για κάτι που είναι αντικειμενικά αληθινό.

Οι προτάσεις του δεν νοούνται πως εξαρτιόνται από τις συνθήκες κάτω από τις οποίες μπορούν να επαληθευτούν. Ειδικά στην Φυσική, το γεγονός πως μπορούμε να εξηγούμε την φύση με απλούς μαθηματικούς νόμους μας λέει ότι έχουμε συναντήσει εδώ κάποιο γνήσιο χαρακτηριστικό της πραγματικότητας και όχι κάτι που – με κάθε σημασία της λέξης – επινοήσαμε εμείς οι ίδιοι. αυτό είναι που είχε ο Αϊνστάιν στο μυαλό του, όταν πήρε το δογματικό ρεαλισμό σαν βάση για τις φυσικές επιστήμες.

Η ίδια όμως η κβαντική θεωρία αποτελεί παράδειγμα για την δυνατότητα ερμηνείας της φύσης με την βοήθεια απλών μαθηματικών νόμων χωρίς αυτή την βάση. Βέβαια, οι νόμοι αυτοί μπορεί να μην φαίνονται πολύ απλοί σε σύγκριση με την Νευτώνεια μηχανική. Αλλά κρίνοντας από τα φοβερά πολύπλοκα φαινόμενα, που πρέπει να ερμηνευτούν (π.χ. τα γραμμικά φάσματα των ατόμων με μεγάλο ατομικό αριθμό), η μαθηματική μορφή της κβαντικής θεωρίας είναι συγκριτικά απλή.

Η φυσική επιστήμη είναι πράγματι δυνατή χωρίς την βάση του δογματικού ρεαλισμού.
Ό μεταφυσικός ρεαλισμός πάει ένα βήμα πιο πέρα από τον δογματικό ρεαλισμό λέγοντας πως «Τα πράγματα αληθινά υπάρχουν». αυτό είναι ακριβώς εκείνο που ο Καρτέσιος προσπάθησε να αποδείξει με το επιχείρημα ότι «Ό Θεός δεν μπορεί να μας έχει εξαπατήσει» Η πρόταση, πως τα πράγματα υπάρχουν στ’ αλήθεια, διαφέρει από την πρόταση του δογματικού ρεαλισμού μόνο στο ότι εδώ χρησιμοποιείται η λέξη «υπάρχω», πράγμα που εννοεί επίσης και ή άλλη πρόταση «cogito ergo sum» … «Σκέπτομαι, άρα υπάρχω».

Αλλά είναι δύσκολο να καταλάβουμε τι εννοείται σε αυτό το σημείο, που δεν περιέχεται ακόμη στην θέση του δογματικού ρεαλισμού· και αυτό μας οδηγεί σε μία γενική κριτική της πρότασης «cogito ergo sum», που ο Καρτέσιος θεώρησε σαν την στερεή βάση πάνω στην οποία θα μπορούσε να κτίσει το σύστημα του. Είναι πράγματι αλήθεια πως η πρόταση αυτή έχει την βεβαιότητα μαθηματικού συμπεράσματος, αν οι λέξεις «cogito» και «sum» οριστούν με το συνηθισμένο τρόπο η, για να το τοποθετήσουμε πιο προσεχτικά και ταυτόχρονα πιο κριτικά, αν οι λέξεις οριστούν κατά τρόπο που να προκύπτει η πρόταση. Αυτό όμως δεν μας λέει τίποτα για το ως που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τις έννοιες «σκέπτεσθαι» και «είναι» για να βρούμε τον δρόμο μας. Τελικά, κατά γενική έννοια, είναι πάντοτε θέμα πείρας το ως πού μπορούν να εφαρμοστούν οι αντιλήψεις μας.

Η δυσκολία τού μεταφυσικού ρεαλισμού έγινε γρήγορα αισθητή μετά τον Καρτέσιο και στάθηκε η αφετηρία για την εμπειριστική φιλοσοφία, την αισθησιοκρατία και το θετικισμό.

Οι τρεις φιλόσοφοι που μπορούν να θεωρηθούν αντιπρόσωποι της πρώιμης εμπειριστικής φιλοσοφίας είναι οι Λοκ, Μπέρκλευ και Χιούμ. Ο Λοκ ισχυρίζεται, αντίθετα με τον Καρτέσιο, πως όλη η γνώση βασίζεται τελικά στην εμπειρία. Η εμπειρία αυτή μπορεί να είναι αίσθηση ή αντίληψη της λειτουργίας του μυαλού μας. Η γνώση, όπως δηλώνει ο Λοκ, είναι η αντίληψη της συμφωνίας ή διαφωνίας δύο ιδεών.

Ο Μπέρκλευ έκανε το επόμενο βήμα. Αν πραγματικά όλη μας η γνώση προέρχεται από την αντίληψη, δεν έχει καθόλου νόημα ή πρόταση πώς τα πράγματα όντως υπάρχουν γιατί αν είναι δοσμένη ή αντίληψη, ίσως να μην ενδιαφέρει το αν τα πράγματα υπάρχουν ή δεν υπάρχουν κατά συνέπεια, το να είμαστε αντιληπτοί είναι ταυτόσημο με την ύπαρξη.

Αυτή η γραμμή επιχειρηματολογίας επεκτάθηκε κατόπιν σε άκρο σκεπτικισμό από τον Χιουμ, ο οποίος αρνιόταν την λογική επαγωγή και την σχέση ανάμεσα στο αίτιο και το αποτέλεσμα και με τον τρόπο αυτό έφτανε σε ένα συμπέρασμα που, αν το πάρουμε στα σοβαρά, θα μπορούσε να καταστρέψει την βάση κάθε εμπειρικής επιστήμης.

Η επίκριση του μεταφυσικού ρεαλισμού, η οποία εκφράστηκε στην εμπειριστική φιλοσοφία, δικαιώνεται βέβαια στο βαθμό που αποτελεί προειδοποίηση ενάντια την απλοϊκή χρήση τού όρου «ύπαρξη». Οι θετικές προτάσεις αυτής της φιλοσοφίας μπορούν να επικριθούν πάνω στην ίδια βάση. Πρώτα – πρώτα, οι αντιλήψεις μας δεν είναι δέσμιες από χρώματα ή ήχους· ό,τι αντιλαμβανόμαστε έχει γίνει κιόλας αντιληπτό σαν κάποιο πράγμα, εδώ πρέπει να τονίσουμε τη λέξη «πράγμα», και για το λόγο αυτό είναι αμφίβολο αν κερδίζουμε τίποτα παίρνοντας τις αντιλήψεις αντί για τα πράγματα σαν τα έσχατα στοιχεία της πραγματικότητας.

Ο σύγχρονος θετικισμός αναγνώρισε καθαρά τη δυσκολία πού κρυβόταν από κάτω. Αυτή η γραμμή σκέψης εκφράζει μία επίκριση ενάντια στην απλοϊκή χρήση ορισμένων όρων, όπως «πράγμα», «αντίληψη», «ύπαρξη» με το γενικό αξίωμα, πως το ζήτημα, αν μία δοσμένη πρόταση έχει καθόλου νόημα, θα έπρεπε πάντοτε να εξετάζεται στην εντέλεια και με κριτική διάθεση. Το αξίωμα αυτό και η συγκαλυμμένη του στάση πηγάζουν από την μαθηματική λογική. Η πορεία των φυσικών επιστημών εικονίζεται σαν προσάρτηση συμβόλων στα φαινόμενα.

Τα σύμβολα μπορούν, όπως στα μαθηματικά, να συνδυάζονται σύμφωνα με ορισμένους κανόνες και μ’ αυτό τον τρόπο προτάσεις για τα φαινόμενα μπορούν να παρασταίνονται με συνδυασμούς συμβόλων. Παρόλα αυτά, ένας συνδυασμός συμβόλων που δεν συμμορφώνεται με τους κανόνες δεν είναι λαθεμένος, άλλα δεν περιέχει κανένα νόημα. (για τον άνθρωπο)

Η φανερή δυσκολία στο επιχείρημα αυτό είναι ή έλλειψη οποιουδήποτε γενικού κριτηρίου για το πότε μία πρόταση πρέπει να θεωρείται χωρίς νόημα. Μία οριστική απόφαση είναι δυνατή μόνον όταν η πρόταση ανήκει σε ένα κλειστό σύστημα εννοιών και αξιωμάτων, πράγμα που στην εξέλιξη των φυσικών επιστημών θα αποτελεί εξαίρεση περισσότερο παρά κανόνα. Σε μερικές περιπτώσεις η εικασία, πως κάποια πρόταση είναι χωρίς νόημα, οδήγησε ιστορικά σε σπουδαία πρόοδο, γιατί άνοιξε τον δρόμο προς την θεμελίωση νέων σχέσεων, που θα ήταν αδύνατη αν η πρόταση είχε ένα νόημα. Ένα παράδειγμα στην κβαντική θεωρία, που έχει κιόλας συζητηθεί, είναι η πρόταση: «Σε ποια τροχιά κινείται το ηλεκτρόνιο γύρω από τον πυρήνα;».

Γενικά όμως το θετικιστικό σχήμα που πάρθηκε από τη μαθηματική λογική είναι πολύ στενό για την περιγραφή της φύσης, η οποία χρησιμοποιεί αναγκαστικά λέξεις και έννοιες, που έχουν οριστεί με ασάφεια μόνο.

Η φιλοσοφική θέση πως όλη η γνώση βασίζεται τελικά στην εμπειρία οδήγησε στο τέλος σε ένα αξίωμα που αφορά την λογική διευκρίνηση κάθε πρότασης για την φύση. Ένα τέτοιο αξίωμα μπορεί να ήτανε δικαιολογημένο στην περίοδο της κλασικής φυσικής, άλλα από την εποχή της κβαντικής θεωρίας μάθαμε πως δεν μπορεί να εκπληρωθεί. Οι λέξεις «θέση» και «ταχύτητα» ενός ηλεκτρονίου, για παράδειγμα, φαίνονταν τέλεια καθορισμένες και ως προς την σημασία τους και ως προς τις δυνατές τους σχέσεις, και πράγματι ήσαν έννοιες καθαρά προσδιορισμένες μέσα στα μαθηματικά πλαίσια της Νευτώνειας μηχανικής.

Στην πραγματικότητα όμως δεν ήσαν καλά καθορισμένες, όπως φαίνεται από τις σχέσεις απροσδιοριστίας. Μπορεί κανείς να πει ότι, αναφορικά με την θέση τους στην Νευτώνεια μηχανική, ήσαν καλά προσδιορισμένες, αλλά σε σχέση με τη φύση δεν ήσαν. Τούτο αποδείχνει πως δεν μπορούμε ποτέ να ξέρουμε προκαταβολικά ποιους περιορισμούς ως προς το εφαρμόσιμο ορισμένων αντιλήψεων θα βάλει η εξάπλωση της γνώσης μας στα απόμακρα μέρη της φύσης, στα οποία μπορούμε να εισχωρήσουμε μόνο με τα πιο λεπτεπίλεπτα εργαλεία.

Γι αυτό, στην διαδικασία της διείσδυσης δεσμευόμαστε μερικές φορές να χρησιμοποιήσουμε τις αντιλήψεις μας κατά τρόπο που δεν δικαιολογείται και που δεν έχει κανένα νόημα. Η επιμονή στο αξίωμα της πλήρους λογικής διευκρίνισης θα έκανε την επιστήμη αδύνατη. Εδώ η σύγχρονη φυσική μας υπενθυμίζει την παλιά σοφή παροιμία, πως “εκείνος που επιμένει να μην ξεστομίσει ποτέ ένα λάθος πρέπει να μένει αμίλητος”

Ο Καντ, που ήταν ο θεμελιωτής του γερμανικού ιδεαλισμού, προσπάθησε στην φιλοσοφία του να συνδυάσει αυτές τις δυο γραμμές σκέψης που άρχισαν με τον Καρτέσιο, από την μια μεριά, και τους Λοκ και Μπέρκλεϋ, από την άλλη. Το μέρος εκείνο τού έργου του, που είναι σημαντικό σε σύγκριση με τα αποτελέσματα της σύγχρονης φυσικής, περιέχεται στην «Κριτική τού Καθαρού Λόγου». Τον απασχολεί το πρόβλημα αν η γνώση βασίζεται μονάχα στην εμπειρία ή μπορεί να προέρχεται και από άλλες πηγές και φθάνει στο συμπέρασμα πως η γνώση μας είναι κατά ένα μέρος «a priori» και δεν συνάγεται επαγωγικά από την εμπειρία. Κατά συνέπεια, κάνει διάκριση ανάμεσα στην «εμπειρική» γνώση και τη γνώση που είναι «a priori».

Ταυτόχρονα, κάνει διάκριση ανάμεσα σε «αναλυτικές» και «συνθετικές» προτάσεις. Οι αναλυτικές προτάσεις προκύπτουν απλώς από τη λογική και ή άρνηση τους θα οδηγούσε σε αυτοαντίφαση. Προτάσεις που δεν είναι «αναλυτικές» ονομάζονται «συνθετικές». Ποιο είναι, σύμφωνα με τον Καντ, το κριτήριο για την γνώση «a priori»; Ο Καντ συμφωνεί πως κάθε γνώση αρχίζει με την εμπειρία, αλλά προσθέτει ότι δεν προέρχεται πάντοτε από την εμπειρία. Είναι αλήθεια, πως η εμπειρία μας διδάσκει ότι ένα πράγμα έχει αυτές ή εκείνες τις ιδιότητες, αλλά δεν μας διδάσκει πως δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικό. Κατά συνέπεια, εάν μία πρόταση είναι μαζί σκέψη και αναγκαιότητα, πρέπει να είναι «a priori».

Ή εμπειρία δεν δίνει ποτέ στις κρίσεις της πλήρη γενικότητα. Π.χ. η πρόταση » Ό ήλιος ανατέλλει κάθε πρωί» σημαίνει πως δεν γνωρίζουμε να υπάρχει καμιά εξαίρεση αυτού του κανόνα στο παρελθόν και ότι περιμένουμε πως θα ισχύει στο μέλλον. Μπορούμε όμως να φανταστούμε εξαιρέσεις στον κανόνα. Αν μία κρίση διατυπώνεται με πλήρη γενικότητα, κατά συνέπεια, αν είναι αδύνατο να φανταστούμε οποιαδήποτε εξαίρεση, πρέπει να είναι «a priori». Μία αναλυτική κρίση είναι πάντοτε «a priori» ακόμα κι αν ένα παιδί μαθαίνει αριθμητική παίζοντας βώλους δεν χρειάζεται αργότερα να ξαναγυρίσει στην εμπειρία για να ξέρει πως «δύο και δύο κάνουν τέσσερα». Από την άλλη μεριά, η εμπειρική γνώση είναι συνθετική. Είναι όμως δυνατές οι a priori συνθετικές κρίσεις; Ο Καντ προσπαθεί να το αποδείξει δίνοντας παραδείγματα, στα οποία φαίνονται να εκπληρώνονται τα παραπάνω κριτήρια. Ό χώρος και ο χρόνος είναι, λέει, a priori μορφές καθαρής εποπτείας.

Στην περίπτωση του χώρου προβάλλει τα ακόλουθα μεταφυσικά επιχειρήματα:
1. Ο χώρος δεν είναι εμπειρική έννοια απομονωμένη από άλλες εμπειρίες, γιατί όταν οι αισθήσεις αναφέρονται σε κάτι εξωτερικό προϋποτίθεται ο χώρος και οι εξωτερικές εμπειρίες είναι δυνατές μονάχα με την παράσταση του χώρου.
2. Ο χώρος είναι αναγκαία a priori παράσταση, που αποτελεί υπόβαθρο κάθε εξωτερικής αντίληψης· γιατί δεν μπορούμε να φανταστούμε πως δεν υπάρχει χώρος, αν και μπορούμε να φανταστούμε πως δεν υπάρχει τίποτα στο χώρο.
3. Ο χώρος δεν είναι ανεξάρτητη ή γενική έννοια των σχέσεων των πραγμάτων γενικά, γιατί υπάρχει μονάχα ένας χώρος, του οποίου ό,τι ονομάζουμε «χώρους» είναι μέρη, όχι παραδείγματα.
4. Ο χώρος παρουσιάζεται άπειρος ως προς το μέγεθος, που περιέχει έλα τα μέρη του χώρου, η σχέση αυτή είναι διαφορετική από την σχέση μιας έννοιας και των παραδειγμάτων της και κατά συνέπεια ο χώρος δεν είναι έννοια αλλά μορφή εποπτείας.

Δεν θα συζητήσουμε εδώ αυτά τα επιχειρήματα. Τα αναφέραμε απλώς σαν παραδείγματα για τον γενικό τύπο απόδειξης, που είχε στο μυαλό του ο Καντ, για τις a priori συνθετικές κρίσεις.
Αναφορικά με την Φυσική ο Καντ πήρε σαν a priori, εκτός από τον χώρο και τον χρόνο, τον νόμο αιτιότητας και την έννοια της ουσίας. Σ’ ένα μεταγενέστερο στάδιο του έργου του προσπάθησε να συμπεριλάβει τον νόμο διατήρησης της ύλης, την ισότητα των «actio και reactio» (δράση και αντίδραση), ακόμα και τον νόμο της βαρύτητας. Κανένας φυσικός δεν θάθελε να ακολουθήσει εδώ τον Καντ, αν ο όρος «a priori» χρησιμοποιηθεί με την απόλυτη έννοια που του έδωσε ο Καντ. Στα μαθηματικά ο Καντ θεώρησε την Ευκλείδεια Γεωμετρία «a priori».

Προτού συγκρίνουμε τις θεωρίες αυτές του Καντ με τα συμπεράσματα της σύγχρονης φυσικής πρέπει να αναφέρουμε ένα άλλο μέρος του έργου του, στο οποίο θα χρειαστεί να αναφερθούμε αργότερα. Το δυσάρεστο ερώτημα του αν «τα πράγματα όντως υπάρχουν», που γέννησε την εμπειριστική φιλοσοφία, παρατηρήθηκε επίσης και στο σύστημα του Καντ. Ο Καντ όμως δεν ακολούθησε την γραμμή των Μπέρκλεϋ και Χιούμ, αν και αυτό θα ήταν λογικά συνεπές, θεωρούσε πως η ιδέα του «πράγματος καθαυτό» ήταν διαφορετική από το αντικείμενο της παρατήρησης και μ’ αυτό τον τρόπο διατήρησε κάποια σύνδεση με τον ρεαλισμό.

Καθώς ερχόμαστε τώρα στην σύγκριση των δοξασιών του Καντ με την σύγχρονη φυσική, φαίνεται από την πρώτη στιγμή σαν να έχουν εκμηδενίσει πλήρως οι ανακαλύψεις του αιώνα μας την κεντρική του έννοια για τις «a priori συνθετικές κρίσεις». Ή θεωρία της σχετικότητας άλλαξε τις απόψεις μας για το χώρο και χρόνο, έχει πραγματικά αποκαλύψει εντελώς νέα χαρακτηριστικά του χώρου και χρόνου, για τα οποία τίποτα δεν παρατηρείται στις Καντιανές a priori μορφές καθαρής εποπτείας.

Ο νόμος της αιτιότητας δεν εφαρμόζεται πια στην κβαντική θεωρία και ο νόμος διατήρησης της ύλης δεν αληθεύει πια για τα στοιχειώδη σωμάτια.

Είναι φανερό πως ο Καντ δεν μπορούσε να προβλέψει τις νέες ανακαλύψεις, άλλα μια και είχε πειστεί πως οι έννοιες του θα ήσαν «ή βάση οποιασδήποτε μελλοντικής μεταφυσικής που μπορεί να ονομάζεται επιστήμη», είναι ενδιαφέρον να δούμε που ήσαν λαθεμένα τα επιχειρήματα του.

Σαν παράδειγμα παίρνουμε τον νόμο της αιτιότητας. Ο Καντ λέει πως, όποτε παρατηρούμε ένα γεγονός, υποθέτουμε ότι υπάρχει ένα προηγούμενο γεγονός από το οποίο πρέπει να προκύπτει σύμφωνα με κάποιο κανόνα. Αυτό αποτελεί, όπως δηλώνει ο Καντ, την βάση κάθε επιστημονικού έργου. Στην συζήτηση αυτή δεν έχει σημασία το αν μπορούμε ή όχι να βρούμε πάντοτε το προηγούμενο γεγονός, από το οποίο προέκυψε το άλλο. Στην πραγματικότητα μπορούμε να το βρούμε σε πολλές περιπτώσεις.

Αλλά ακόμα και αν δεν μπορούμε, δεν μας εμποδίζει τίποτα να ρωτήσουμε ποιο θα μπορούσε να ήταν το προηγούμενο αυτό γεγονός και να ψάξουμε να το βρούμε. Κατά συνέπεια, ό νόμος της αιτιότητας ανάγεται στην μέθοδο επιστημονικής έρευνας· είναι ή απαραίτητη προϋπόθεση για την επιστήμη. Επειδή στην πραγματικότητα εφαρμόζουμε την μέθοδο αυτή, ο νόμος της αιτιότητας είναι «a priori» και δεν παράγεται από την εμπειρία.

Αληθεύει αυτό στην ατομική φυσική; Ας θεωρήσουμε ένα άτομο ραδίου, που μπορεί να εκπέμψει ένα σωμάτιο α. Ο χρόνος εκπομπής του σωματίου α δεν μπορεί να προβλεφθεί. Μπορούμε μόνο να πούμε πως κατά μέσον όρο η εκπομπή θα γίνει σε δύο χιλιάδες χρόνια περίπου. Κατά συνέπεια, όταν παρατηρούμε την εκπομπή δεν ψάχνουμε στην πραγματικότητα για ένα προηγούμενο γεγονός, από το οποίο πρέπει να προκύπτει η εκπομπή σύμφωνα με έναν κανόνα.

Λογικά θα ήταν τελείως δυνατό να ψάξουμε για ένα τέτοιο προηγούμενο γεγονός και δεν χρειάζεται να αποθαρρυνθούμε από το ότι μέχρι τώρα δεν το βρήκε κανένας. Γιατί όμως άλλαξε πράγματι η επιστημονική μέθοδος από την εποχή του Καντ σ’ αυτό το πολύ θεμελιακό ζήτημα; Στο ερώτημα τούτο μπορούν να δοθούν δυο μόνον απαντήσεις.

Η μία είναι: ‘Έχουμε πειστεί από την εμπειρία πως οι νόμοι της κβαντικής θεωρίας είναι σωστοί και, αν είναι, ξέρουμε πως δεν μπορεί να βρεθεί ένα προηγούμενο γεγονός σαν αίτιο για την εκπομπή σε δοσμένο χρόνο. Η άλλη απάντηση είναι: Γνωρίζουμε το προηγούμενο γεγονός, αλλά όχι με μεγάλη ακρίβεια. Γνωρίζουμε τις δυνάμεις στον ατομικό πυρήνα, που είναι υπεύθυνες για την εκπομπή του σωματίου α. Ή γνώση όμως αυτή περιέχει την αβεβαιότητα, ή οποία προέκυψε οπό την αλληλεπίδραση ανάμεσα στον πυρήνα και τον υπόλοιπο κόσμο. Αν θέλαμε να μάθουμε γιατί το σωμάτιο α εκπέμφθηκε εκείνη ειδικά την στιγμή, θα έπρεπε να γνωρίζουμε την μικροσκοπική δομή ολόκληρου του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων και των εαυτών μας, και αυτό είναι αδύνατο. Κατά συνέπεια, δεν εφαρμόζονται πια τα επιχειρήματα του Καντ για τον a priori χαρακτήρα του νόμου της αιτιότητας.

Μία παρόμοια συζήτηση θα μπορούσαμε να κάνουμε και για τον a priori χαρακτήρα του χώρου και χρόνου σαν μορφών εποπτείας. Το συμπέρασμα θα ήταν το ίδιο. Οι a priori έννοιες, τις όποιες ο Καντ θεώρησε σαν αναμφισβήτητη αλήθεια, δεν περιέχονται πια στο επιστημονικό σύστημα της σύγχρονης φυσικής.

Παρόλα αυτά αποτελούν ουσιαστικό μέρος του συστήματος αυτού κατά μια κάπως διαφορετική έννοια. Στην συζήτηση για την ερμηνεία της κβαντικής θεωρίας από την Σχολή της Κοπεγχάγης τονίστηκε ιδιαίτερα, πως χρησιμοποιούμε τις κλασικές έννοιες για να περιγράφουμε τις πειραματικές συσκευές και, πιο γενικά, για να περιγράφουμε εκείνο το μέρος του κόσμου, το όποιο δεν ανήκει στο αντικείμενο του πειράματος.

Η χρήση αυτών των εννοιών, μαζί με τις έννοιες του χώρου, χρόνου και αιτιότητας, αποτελεί πράγματι την προϋπόθεση για την παρατήρηση των ατομικών περιστατικών και είναι, μ’ αυτή την έννοια της λέξης, «a priori». Εκείνο που ο Καντ δεν είχε προβλέψει ήταν πως αυτές οι a priori έννοιες μπορούν να είναι προϋποθέσεις για την επιστήμη και ταυτόχρονα να έχουν μόνο περιορισμένη περιοχή ως προς το εφαρμόσιμο τους.

‘Όταν κάνουμε ένα πείραμα πρέπει να υποθέτουμε μια αιτιακή αλυσίδα γεγονότων, που οδηγεί από το ατομικό γεγονός, με την βοήθεια της συσκευής, τελικά στο μάτι του παρατηρητή, εάν δεν υποθέταμε αυτή την αιτιακή αλυσίδα, δεν θα γνωρίζαμε τίποτα για το ατομικό γεγονός. Πρέπει ακόμα να θυμόμαστε πως η κλασική φυσική και η αιτιότητα έχουν περιορισμένη μόνο περιοχή ως προς το εφαρμόσιμο τους. Ο Καντ δεν μπορούσε να προβλέψει το θεμελιακό παράδοξο της κβαντικής θεωρίας. Η σύγχρονη φυσική άλλαξε την δήλωση του Καντ, για την δυνατότητα συνθετικών κρίσεων a priori, από μεταφυσική σε πρακτική. M’ αυτό τον τρόπο οι a priori συνθετικές κρίσεις έχουν το χαρακτήρα σχετικής αλήθειας.

Αν κανείς ξαναερμηνεύσει μ’ αυτό τον τρόπο το Καντιανό «a priori», δεν υπάρχει λόγος να θεωρήσει σαν δοσμένες τις αντιλήψεις περισσότερο από τα πράγματα. ‘Όπως ακριβώς και στην κλασική φυσική, μπορούμε να μιλάμε για τα γεγονότα που δεν παρατηρούνται με τον ίδιο τρόπο που μιλάμε και για τα γεγονότα που πράγματι παρατηρούνται. Κατά συνέπεια, ό πρακτικός ρεαλισμός είναι φυσικό μέρος της επανερμηνείας.

Θεωρώντας το Καντιανό «πράγμα καθαυτό» ο Καντ υπόδειξε πως δεν μπορούμε να συμπεράνουμε τίποτα από την αντίληψη για το «πράγμα καθαυτό». Η πρόταση αυτή έχει, όπως παρατήρησε ο Βαϊτσέκερ, το τυπικό της ανάλογο στο γεγονός πως, παρά την χρήση των κλασικών εννοιών σε όλα τα πειράματα, είναι δυνατή μια μη κλασική συμπεριφορά των ατομικών αντικειμένων. Το «πράγμα καθαυτό» είναι, τελικά, για τον ατομικό φυσικό, αν χρησιμοποιήσει αυτή την έννοια, μια μαθηματική δομή· η δομή όμως αυτή συνάγεται -αντίθετα με τον Καντ- έμμεσα από την εμπειρία. Σ’ αυτή την επανερμηνεία το Καντιανό «a priori» συνδέεται έμμεσα με την εμπειρία, στον βαθμό που διαμορφώθηκε με την ανάπτυξη του ανθρώπινου μυαλού σ’ ένα πολύ μακρινό παρελθόν.

Ακολουθώντας το επιχείρημα αυτό ο βιολόγος Λόρεντς παρομοίασε κάποτε τις «a priori» έννοιες με μορφές συμπεριφοράς, οι οποίες στα ζώα ονομάζονται «κληρονομικά ή έμφυτα σχήματα». Είναι πραγματικά πολύ εύλογο, πως για ορισμένα πρωτόγονα ζώα ο χώρος και ο χρόνος είναι διαφορετικοί απ’ αυτό που ο Καντ ονομάζει «καθαρή εποπτεία» μας του χώρου και χρόνου. Το τελευταίο, δηλ. ή καθαρή εποπτεία, μπορεί να ανήκει στο είδος «άνθρωπος», όχι όμως και στον κόσμο ανεξάρτητα από ανθρώπους. ‘Αλλά μπαίνουμε ίσως σε πολύ υποθετικές συζητήσεις ακολουθώντας το βιολογικό αυτό σχόλιο για το «a priori». To αναφέραμε εδώ απλώς σαν παράδειγμα για το πως είναι δυνατόν να ερμηνευτεί ο όρος «σχετική αλήθεια» σε συνδυασμό με το Καντιανό «a priori».

Χρησιμοποιήσαμε εδώ τη σύγχρονη φυσική σαν παράδειγμα ή, μπορούμε να πούμε, σαν υπόδειγμα έλεγχου των συμπερασμάτων μερικών σημαντικών φιλοσοφικών συστημάτων του παρελθόντος, για τα οποία, φυσικά, υπήρχε ή γνώμη πως ίσχυαν σε πολύ πιο πλατύ πεδίο. Αυτά που μάθαμε, ειδικά από την συζήτηση των φιλοσοφιών του Καρτέσιου και του Καντ, μπορούν ίσως να διατυπωθούν με τον ακόλουθο τρόπο:

Οι έννοιες και οι λέξεις, που διαμορφώθηκαν στο παρελθόν από την αλληλεπίδραση ανάμεσα στον κόσμο και τον εαυτό μας, δεν έχουν στην πραγματικότητα οριστεί με αυστηρή ακρίβεια αναφορικά με την σημασία τους, σα να λέμε, δεν ξέρουμε ακριβώς πόσο θα μας βοηθήσουν να βρούμε το δρόμο μας μέσα στον κόσμο. Συχνά ξέρουμε πως μπορούν να εφαρμοστούν σε μια πλατειά περιοχή της εσωτερικής ή εξωτερικής εμπειρίας μας, πρακτικά όμως δεν θα μάθουμε ποτέ με ακρίβεια τα όρια του εφαρμόσιμου τους. Αυτό είναι αλήθεια ακόμα και για τις πιο άπλες και πιο γενικές έννοιες όπως ή «ύπαρξη», ο «χώρος» και ό «χρόνος». Κατά συνέπεια, δεν θα μπορέσουμε ποτέ με την καθαρή λογική να φτάσουμε σε μιαν απόλυτη αλήθεια.

Παρόλα αυτά, οι έννοιες μπορούν να οριστούν με ακρίβεια ως προς τις σχέσεις τους. Αυτό είναι πράγματι γεγονός, όταν οι έννοιες γίνουν μέρος ενός συστήματος αξιωμάτων και ορισμών, το οποίο μπορεί να εκφραστεί με συνέπεια από ένα μαθηματικό σχήμα. Μια τέτοια ομάδα συσχετιζόμενων εννοιών μπορεί να εφαρμοστεί σε ένα πλατύ πεδίο εμπειρίας και θα μας βοηθήσει να βρούμε το δρόμο μας σ’ αυτό το πεδίο. Τα όρια όμως του εφαρμοσίμου της δεν θα είναι γενικώς γνωστά, τουλάχιστον όχι πλήρως.

Ακόμη και αν αντιλαμβανόμαστε πως η σημασία μιας έννοιας δεν ορίζεται ποτέ με απόλυτη ακρίβεια, μερικές έννοιες αποτελούν ένα ακέραιο μέρος επιστημονικών μεθόδων, επειδή αντιπροσωπεύουν προς το παρόν το τελικό αποτέλεσμα της εξέλιξης της ανθρώπινης σκέψης στο παρελθόν, ακόμη και στο πολύ μακρινό παρελθόν μπορεί ακόμα να είναι κληρονομικές και να αποτελούν σε κάθε περίπτωση τα απαραίτητα εργαλεία για την διεξαγωγή επιστημονικής δουλειάς στην εποχή μας. M’ αυτή την έννοια μπορούν να ‘ναι πραχτικά a priori. Στο μέλλον όμως μπορεί να βρεθούν και άλλοι περιορισμοί ως προς το εφαρμόσιμο τους.