Παρασκευή 4 Ιουνίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Ἀντιγόνη (626-682)

ΧΟ. ὅδε μὴν Αἵμων, παίδων τῶν σῶν
νέατον γέννημ᾽· ἆρ᾽ ἀχνύμενος
τάλιδος ἥκει μόρον Ἀντιγόνης,
630 ἀπάτης λεχέων ὑπεραλγῶν;
ΚΡ. τάχ᾽ εἰσόμεσθα μάντεων ὑπέρτερον.
ὦ παῖ, τελείαν ψῆφον ἆρα μὴ κλύων
τῆς μελλονύμφου πατρὶ λυσσαίνων πάρει;
ἢ σοὶ μὲν ἡμεῖς πανταχῇ δρῶντες φίλοι;
ΑΙΜΩΝ
635 πάτερ, σός εἰμι· καὶ σύ μοι γνώμας ἔχων
χρηστὰς ἀπορθοῖς, αἷς ἔγωγ᾽ ἐφέψομαι.
ἐμοὶ γὰρ οὐδεὶς ἀξιώσεται γάμος
μείζων φέρεσθαι σοῦ καλῶς ἡγουμένου.
ΚΡ. οὕτω γάρ, ὦ παῖ, χρὴ διὰ στέρνων ἔχειν,
640 γνώμης πατρῴας πάντ᾽ ὄπισθεν ἑστάναι.
τούτου γὰρ οὕνεκ᾽ ἄνδρες εὔχονται γονὰς
κατηκόους φύσαντες ἐν δόμοις ἔχειν,
ὡς καὶ τὸν ἐχθρὸν ἀνταμύνωνται κακοῖς,
καὶ τὸν φίλον τιμῶσιν ἐξ ἴσου πατρί.
645 ὅστις δ᾽ ἀνωφέλητα φιτύει τέκνα,
τί τόνδ᾽ ἂν εἴποις ἄλλο πλὴν αὑτῷ πόνους
φῦσαι, πολὺν δὲ τοῖσιν ἐχθροῖσιν γέλων;
μή νύν ποτ᾽, ὦ παῖ, τὰς φρένας γ᾽ ὑφ᾽ ἡδονῆς
γυναικὸς οὕνεκ᾽ ἐκβάλῃς, εἰδὼς ὅτι
650 ψυχρὸν παραγκάλισμα τοῦτο γίγνεται,
γυνὴ κακὴ ξύνευνος ἐν δόμοις. τί γὰρ
γένοιτ᾽ ἂν ἕλκος μεῖζον ἢ φίλος κακός;
ἀλλὰ πτύσας ὡσεί τε δυσμενῆ μέθες
τὴν παῖδ᾽ ἐν Ἅιδου τήνδε νυμφεύειν τινί.
655 ἐπεὶ γὰρ αὐτὴν εἷλον ἐμφανῶς ἐγὼ
πόλεως ἀπιστήσασαν ἐκ πάσης μόνην,
ψευδῆ γ᾽ ἐμαυτὸν οὐ καταστήσω πόλει,
ἀλλὰ κτενῶ. πρὸς ταῦτ᾽ ἐφυμνείτω Δία
ξύναιμον· εἰ γὰρ δὴ τά γ᾽ ἐγγενῆ φύσει
660 ἄκοσμα θρέψω, κάρτα τοὺς ἔξω γένους.
ἐν τοῖς γὰρ οἰκείοισιν ὅστις ἔστ᾽ ἀνὴρ
χρηστός, φανεῖται κἀν πόλει δίκαιος ὤν.
καὶ τοῦτον ἂν τὸν ἄνδρα θαρσοίην ἐγὼ
καλῶς μὲν ἄρχειν, εὖ δ᾽ ἂν ἄρχεσθαι θέλειν,
670 δορός τ᾽ ἂν ἐν χειμῶνι προστεταγμένον
μένειν δίκαιον κἀγαθὸν παραστάτην.
ὅστις δ᾽ ὑπερβὰς ἢ νόμους βιάζεται,
ἢ τοὐπιτάσσειν τοῖς κρατύνουσιν νοεῖ,
665 οὐκ ἔστ᾽ ἐπαίνου τοῦτον ἐξ ἐμοῦ τυχεῖν.
ἀλλ᾽ ὃν πόλις στήσειε, τοῦδε χρὴ κλύειν
καὶ σμικρὰ καὶ δίκαια καὶ τἀναντία.
ἀναρχίας δὲ μεῖζον οὐκ ἔστιν κακόν.
αὕτη πόλεις τ᾽ ὄλλυσιν, ἥδ᾽ ἀναστάτους
οἴκους τίθησιν· ἥδε τ᾽ ἐν μάχῃ δορὸς
675 τροπὰς καταρρήγνυσι· τῶν δ᾽ ὀρθουμένων
σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία.
οὕτως ἀμυντέ᾽ ἐστὶ τοῖς κοσμουμένοις,
κοὔτοι γυναικὸς οὐδαμῶς ἡσσητέα.
κρεῖσσον γάρ, εἴπερ δεῖ, πρὸς ἀνδρὸς ἐκπεσεῖν,
680 κοὐκ ἂν γυναικῶν ἥσσονες καλοίμεθ᾽ ἄν.
ΧΟ. ἡμῖν μέν, εἰ μὴ τῷ χρόνῳ κεκλέμμεθα,
λέγειν φρονούντως ὧν λέγεις δοκεῖς πέρι.

***
ΚΟΡ. Μα νά κι ο Αίμονας, απ᾽ τα παιδιά σου
ο στερνός βλαστός· να ᾽ρχεται τάχα
για την τύχη της μελλόνυφής του
Αντιγόνης πικραμένος και βαριά
630 για το ταίρι του που χάνει πονεμένος;
ΚΡΕ. Θα το ξέρομε ευτύς κάλλιο από μάντεις.
Παιδί μου, μη τυχόν μαθαίνοντας
την αμετάκλητή μου απόφαση
για τη μελλόνυφή σου, ήρθες ίσως
με μένα τον πατέρα σου οργισμένος;
ή μ᾽ ό,τι και να κάνομε, για σένα
φίλοι πάντα θα σου είμαστε;
ΑΙΜΟΝΑΣ Πατέρα,
είμαι δικός σου κι οδηγός μου εσύ ᾽σαι
με τις ορθές σου συμβουλές, που πάντα
εγώ θ᾽ ακολουθώ· γιατί για μένα
ποτέ δε θα ᾽ ναι κανείς γάμος άξιος
να τον βάλω πιο πάνω από σένα, όταν
το σωστό συμβουλεύεις. ΚΡΕ. Κι αυτή να ᾽ χεις
τη γνώμη πάντα, γιε μου, στην καρδιά σου,
640 πως στου πατέρα εμπρός τη θέληση όλα
πρέπει να υποχωρούν· γιατί γι᾽ αυτό είναι
που εύχεται ν᾽ αποχτά παιδιά κανένας
κι υπάκουα μες στα σπίτια του να τα ᾽ χει,
και για ν᾽ αντιπλερώνουν τους εχθρούς του
μ᾽ ό,τι κακό, και να τιμούν τους φίλους
όσο κι αυτός· ενώ όταν κανείς φέρνει
στον κόσμο ανώφελα παιδιά, σαν τί άλλο
πως γέννησε θα πεις, παρά φαρμάκια
για τον εαυτό του κι αφορμές μεγάλες
για τους εχθρούς του να γελούν μαζί του;
Αυτά λοιπόν κοίτα ποτέ μη χάσεις
τα αισθήματα, παιδί μου, από λαχτάρα
για μια γυναίκα, ξέροντας πως είναι
650 αγκάλιασμα ψυχρό ένας σύντροφος
στο πλευρό μας κακός, μέσα στο σπίτι·
γιατί ποιά μεγαλύτερη μπορεί
πληγή να γίνει απ᾽ τον κακό το φίλο;
Ξορκίσου την λοιπόν αυτή την κόρη
σαν εχθρό σου και στείλε την να πάει
στον Άδη, εκεί να παντρευτεί όποιο θέλει·
γιατί αφού μόνη αυτή σ᾽ όλη την πόλη
πιάστηκε φανερά να παρακούει
την προσταγή μου, δε θα βγω μπρος σ᾽ όλους
ψεύτης εγώ, μα θα τη θανατώσω,
κι ας πάει στον ομοαίματό μας Δία
να μου ψάλλει όσο θέλει· γιατί αν θρέψω
απ᾽ την ίδια τη γενιά μου αντάρτες,
660 πολύ πιότερο απέξω· μα όποιος είναι
καλός για τα δικά του νοικοκύρης,
θα φανεί και της χώρας κυβερνήτης
άξιος· και κείνος που μ᾽ αυθαιρεσία
παραβιάζει τους νόμους, ή εννοεί
να επιβληθεί σ᾽ αυτούς που εξουσιάζουν,
μόνο έπαινο από μένα δε θα πάρει·
μα όποιον θα εκλέξει η χώρα, σ᾽ αυτόν πρέπει
να υπακούομε τυφλά, και στα μεγάλα
και στα μικρά, στα δίκια και στα ενάντια.
Σε τέτοιον άντρα εγώ θα εμπιστευόμουν
πως άξιος θα ᾽ταν αρχηγός κι ο ίδιος
και πρόθυμος θα υπάκουε κάτω απ᾽ άλλους
670 κι όπου ταχθεί στην τρικυμία της μάχης
πιστός κι αντρείος θα μένει παραστάτης.
Δεν είναι άλλο κακό απ᾽ την αναρχία·
αυτή χαλάει τα κράτη, αυτή τα σπίτια
φέρνει άνω κάτω, αυτή σε φευγιό βάζει
τα σύμμαχα κοντάρια, ενώ τα πλήθη
τα υπάκουα τα σώζει η πειθαρχία·
κι έτσι πρέπει καθείς να υπερασπίζει
με τα όλα του το νόμο και την τάξη
και με κανένα τρόπο να μη στρέξει
να νικηθεί ποτέ του από γυναίκα·
γιατ᾽ αν το φέρν᾽ η ανάγκη, κάλλιο απ᾽ άντρα
να πέσω απ᾽ την αρχή, κι όχι να πούνε
680 πως γυναίκες μάς πήρανε από κάτω.
ΧΟΡ. Εμείς, αν δε μας μώραναν τα χρόνια,
βρίσκομε να ᾽ χεις δίκιο σ᾽ αυτά που ᾽ πες.

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία: 3. Κλασική εποχή (508-323 π.Χ.)

3.4. Η φιλοσοφία ως τον θάνατο του Σωκράτη


Τον 5ο π.Χ. αιώνα συνυπάρχουν, συγκλίνουν και σε πολλά συνεργάζονται δύο φιλοσοφικά ρεύματα: από τη μια η αρχαϊκή παράδοση των φυσικών φιλοσόφων, με τα κοσμολογικά ενδιαφέροντα, και από την άλλη το σοφιστικό κίνημα, που επικεντρώνεται στον άνθρωπο, τις νοητικές του δυνατότητες και τα ηθικά, πολιτικά και άλλα του προβλήματα. Θα εξετάσουμε πρώτα τους παραδοσιακούς φυσιολόγους, ύστερα και τους σοφιστές, για να καταλήξουμε στην ιδιότυπη προσωπικότητα και διδασκαλία του Σωκράτη.

ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ (6ος/5ος π.Χ. αι.)

Πολυμαθίη νόον ἔχειν οὐ διδάσκει.
Απόσπ. 40 DK.

Ο Ηράκλειτος, από την Έφεσο της Μικρασίας, χαρακτήρισε πολύμαθους αλλά άμυαλους τον Ησίοδο, τον Πυθαγόρα, τον Ξενοφάνη και τον Εκαταίο· και ακόμα υποστήριξε πως τον Όμηρο και τον Αρχίλοχο έπρεπε να τους αποβάλλουν από τους αγώνες και να τους χτυπούν (απόσπ. 42 DK.). Ο ίδιος συνέχισε την παράδοση των μιλήσιων φυσιολόγων, ορίζοντας ως κοσμογονικό στοιχείο τη φωτιά· ήταν όμως και ο πρώτος που αναγνώρισε μια γενική κανονιστική αρχή, και την ονόμασε λόγο. Αυτός ο λόγος είναι που μέσα στην αδιάκοπη αλλαγή[1] ρυθμίζει τους συσχετισμούς των αντιθέτων δυνάμεων (φως και σκοτάδι, κρύο και ζέστη, υγρασία και ξηρασία κλπ.) δημιουργώντας μια παλίντονη (ή παλίντροπη), όπως τη χαρακτήρισε, «αρμονία, όπως της λύρας και του τόξου» (απόσπ. 51 DK.).

Ο Ηράκλειτος διατύπωσε τη φιλοσοφία του σε πεζό λόγο και σε ιωνική διάλεκτο. Το έργο του, με τον συμβατικό τίτλο Περὶ φύσεως, έχει χαθεί· σώθηκαν όμως αρκετά αποσπάσματα, χαρακτηριστικά όχι μόνο της σκέψης αλλά και του ύφους του. Ο λόγος του είναι κοφτός, υπαινικτικός, γεμάτος εικόνες και μεταφορές, ποιητικός σχεδόν, και οπωσδήποτε δυσνόητος. Το καταλαβαίνουμε οι μεταγενέστεροι να τον χαρακτηρίζουν σκοτεινό και να διηγούνται πως το βιβλίο του είναι «επίτηδες γραμμένο με ασάφεια, για να το παίρνουν στα χέρια τους μόνο οι ικανοί» (Διογένης Λαέρτιος 9.5).

ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ (περ. 515-450 π.Χ.)

Ο Παρμενίδης, πρωτοπόρος της οντολογίας, γεννήθηκε και έζησε στην Ελέα της Κάτω Ιταλίας. Η σκέψη του έχει δεχτεί επιδράσεις τόσο από τους πυθαγόρειους και τον Ξενοφάνη όσο και από τους ίωνες φυσιολόγους και τον Ηράκλειτο.

Μορφολογικά ο Παρμενίδης προτίμησε να ενταχτεί στην παράδοση του διδακτικού έπους και έγραψε σε δακτυλικό εξάμετρο, χωρίς γνήσια ποιητική πνοή και στιχουργική άνεση. Από το έργο του σώζονται μεγάλα κομμάτια, γύρω στους 150 στίχους, όπου διηγείται πώς τάχα έφτασε νέος με το άρμα του στις πύλες που χωρίζουν τη Νύχτα από την Ημέρα. Πρόθυμη εκεί μια θεά, πιθανότατα η Δίκη, του αποκάλυψε πως το ὄν, δηλαδή «ό,τι πραγματικά υπάρχει είναι ενιαίο, αγέννητο, άφθαρτο, ακίνητο, τέλειο, χωρίς αρχή και τέλος σαν μια σφαίρα» (απόσπ. 8 DK.) - κάτι που μόνο με τη νόηση μπορεί κανείς να το συλλάβει. Στη συνέχεια η θεά τού έκανε μια περιγραφή του φυσικού κόσμου, όπως οι θνητοί τον αντιλαμβάνονται εμπειρικά, με τις αισθήσεις.

Αν και οχυρωμένος πίσω από τη θεϊκή αυθεντία, που τάχα του φανέρωσε τις αλήθειες, ο Παρμενίδης είναι ο πρώτος που δεν αρκέστηκε να εκθέσει τις θεωρίες του, αλλά μερικές επιχείρησε και να τις αποδείξει.

Το έργο του ερμήνεψαν και συνέχισαν στη βραχύβια ελεατική σχολή πρώτα ο μαθητής του Ζήνων από την Ελέα (περ. 490-415 π.Χ.), που έλεγαν ότι ανακάλυψε τη διαλεκτική, λίγο αργότερα και ο Μέλισσος από τη Σάμο.

ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ (περ. 494-434 π.Χ.)

Το διδακτικό έπος προτίμησε ως εκφραστικό μέσο και ο Εμπεδοκλής από τον Ακράγαντα της Σικελίας, όπου έδρασε ως γιατρός, φιλόσοφος, μυσταγωγός και πολιτικός, υπερασπιστής της δημοκρατίας. Η κοσμολογία του βασίζεται σε τέσσερα σταθερά ριζώματα (το νερό, τη φωτιά, το χώμα και τον αέρα) που δύο θεοτικές δυνάμεις, η Φιλότης (φιλία) και το Νεῖκος (εχθρότητα) τα υποχρεώνουν πότε να ανακατεύονται (μῖξις) και πότε να ξεχωρίζουν (διάλλαξις).

Διαφορετικό, επηρεασμένο από τον πυθαγόρειο και ορφικό μυστικισμό, είναι το έργο του Καθαρμοί, όπου ο ίδιος λέει για τον εαυτό του ότι ως θεϊκός μυσταγωγός τριγύριζε τιμημένος με την ακολουθία του τις πόλεις γιατρεύοντας και δίνοντας χρησμούς (απόσπ. 112 DK.), διδάσκοντας για την αθανασία της ψυχής, για τη μετεμψύχωση και για το σώμα ως «ξένο, κρεάτινο χιτώνα» (απόσπ. 126 DK.). Αντίστοιχα και οι οπαδοί του θρυλούσαν αργότερα πως, όταν ήρθε η ώρα να πεθάνει, είτε τον εφώναξε φωνή από τον ουρανό και εξαφανίστηκε μέσα στο φως, είτε μόνος του πήδηξε και χάθηκε στον κρατήρα της Αίτνας.

Από τα πολλά και ποικίλα έργα που παραδίδεται ότι έγραψε μας σώζονται 350 στίχοι από το Περὶ φύσεως και 100 από τους Καθαρμούς, όπου εύκολα διαπιστώνουμε ότι, αντίθετα με τον Παρμενίδη, ο Εμπεδοκλής χειριζόταν με μεγάλη άνεση το μέτρο και την ποιητική γλώσσα του έπους. Ήταν, άλλωστε, γνωστός και ως ρήτορας δεινός τόσο ώστε να διαδοθεί ότι αυτός δίδαξε ρητορική στον Γοργία.

Ο Ηράκλειτος, ο Παρμενίδης και ο Εμπεδοκλής έμειναν όλοι και δίδαξαν στις πατρίδες τους, στη Μικρασία και στη Μεγάλη Ελλάδα, κοιτίδες της φιλοσοφίας από τα αρχαϊκά χρόνια. Όμως στο μεταξύ η Αθήνα αναπτύχτηκε και έγινε τόσο ονομαστή, ώστε πια οι φιλόσοφοι, και όχι μόνο οι φιλόσοφοι, να έρχονται να την επισκεφτούν για μεγάλα χρονικά διαστήματα, αν όχι και για να εγκατασταθούν για πάντα.

ΑΝΑΞΑΓΟΡΑΣ (περ. 500-428 π.Χ.)

Ὄψις ἀδήλων τὰ φαινόμενα.[2]
Απόσπ. 21a DK.

Γεννήθηκε και ανατράφηκε στις Κλαζομενές της Μικρασίας, αλλά αργότερα έζησε και δίδαξε για τριάντα χρόνια στην Αθήνα, όπου πρώτος μετάφερε το φιλελεύθερο πνεύμα και τα διδάγματα της ιωνικής φιλοσοφίας. Φίλοι και μαθητές του ήταν ο Περικλής, ο Ευριπίδης και ο Αρχέλαος, ο δάσκαλος του Σωκράτη. Από την Αθήνα έφυγε διωγμένος, όταν οι πολιτικοί αντίπαλοι του Περικλή, με πρόφαση ορισμένες του θεωρίες (π.χ. ότι ο ήλιος είναι μια πυρωμένη πέτρα μεγάλη σαν την Πελοπόννησο), τον κατηγόρησαν για αθεΐα. Ο φιλόσοφος κατάφυγε τότε στη Λάμψακο, στη μικρασιατική ακτή του Ελλήσποντου, όπου και δίδαξε τιμημένος ως τον θάνατό του.

Η φιλοσοφία του, διατυπωμένη σε ιωνική διάλεκτο και πεζό λόγο, αντλεί και συνθέτει στοιχεία από τις θεωρίες του Αναξίμανδρου, του Ζήνωνα, του Παρμενίδη και άλλων προγενέστερων στοχαστών. Καινούριο και σημαντικό είναι ότι ο Αναξαγόρας τοποθετεί την κινητήρια και ρυθμιστική δύναμη των πάντων έξω από την ύλη, στον νου, που είναι «άπειρος και αυτοδύναμος· δεν ανακατεύεται με καμιά ουσία, αλλά είναι μόνος με τον εαυτό του· γιατί ο νους είναι η πιο λεπτή από όλες τις ουσίες, και η πιο καθαρή, και έχει γνώση για όλα τα πράγματα και τη μεγαλύτερη δύναμη. Και όσα έχουν ψυχή, και όσα δεν έχουν, όλα τα κυβερνά ο νους» (απόσπ. 12 DK.). Δε χρειάζονταν άλλο οι Αθηναίοι για να του κολλήσουν το παρανόμι Αναξαγόρας ο Νους.

Νεότερος και λιγότερο γνωστός από τον Αναξαγόρα, είναι ο Διογένης από την Απολλωνία (της Φρυγίας;), που και αυτός για ένα διάστημα εγκαταστάθηκε και δίδαξε στην Αθήνα. Η φιλοσοφική του διδασκαλία είναι εκλεκτική, με αφετηρία την κοσμολογική θεωρία του Αναξιμένη. Σημαντικότερες είναι οι ιατρικές του διατριβές σε θέματα φυσιολογίας, ανατομίας, γενετικής, ψυχολογίας κλπ.

ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ (περ. 460-370 π.Χ.)

Ἐτεῆ δὲ οὐδὲν ἴδμεν ἐν βυθῷ γὰρ ἡ ἀλήθεια.[3]
Απόσπ. 117 DK.

Ο Δημόκριτος γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Άβδηρα, ιωνική αποικία στη Θράκη. Αργότερα ταξίδεψε πολύ, στην Αίγυπτο και αλλού, φυσικά και στην Αθήνα, όπου ο ίδιος έγραψε ότι «κανείς δε με γνώρισε» (απόσπ. 116 DK.). Ωστόσο η φήμη του ήταν αργότερα μεγάλη, καθώς πλήθος φιλόσοφοι σχολίασαν θετικά, υιοθέτησαν και ανάπτυξαν τη θεωρία του για τα άτομα, δηλαδή για τα ελάχιστα κομματάκια της ύλης που πια δε γίνεται να κοπούν σε άλλα μικρότερα. Αυτά τα ποικιλόμορφα άτομα, δίδασκε, στους διάφορους συνδυασμούς τους μέσα στο κενό, απαρτίζουν όλα τα σώματα - ακόμα και την ψυχή. Ο Δημόκριτος θεωρείται ως σήμερα πατέρας της ατομικής θεωρίας,[4] αλλά το πιθανότερο είναι οι πρώτες τουλάχιστον σκέψεις σε αυτή την κατεύθυνση να έγιναν από τον δάσκαλό του, τον Λεύκιππο από τη Μίλητο, που τελικά επισκιάστηκε από τον μαθητή του.

Φυσικός και μαθηματικός αρχικά, ο Δημόκριτος δεν παράλειψε να ασχοληθεί με πλήθος ακόμα επιστήμες και θέματα. Στον μακρύ κατάλογο των έργων του συναντούμε συγγράμματα γεωγραφικά, γεωργικά, ιατρικά, τεχνικά, και ακόμα έργα για τη ζωγραφική, για τη μουσική, για τη γραμματική, για τους συλλογιστικούς κανόνες, για την ηθική και για την ποίηση. Από αυτό τον θησαυρό δε σώζονται παρά αποσπάσματα, ανάμεσά τους μια σειρά γνώμες, διατυπωμένες επιγραμματικά σε ιωνική διάλεκτο, που μαρτυρούν ότι ακολουθώντας το ρεύμα της εποχής του ο Δημόκριτος ασχολήθηκε εντατικά και με τα ηθικά, πολιτικά και άλλα προβλήματα των ανθρώπων. Σημαντικό έργο του στον τομέα αυτόν το Περὶ εὐθυμίης, όπου έγραφε ότι «όποιος είναι να ζήσει ευδιάθετος, πρέπει να μην ασχολείται με πολλά, ούτε ιδιωτικά ούτε δημόσια, και με όσα ασχολείται να προσέχει μην ξεπερνούν τη δύναμή του και τη φύση του» (απόσπ. Β 3 DK.). Ο ίδιος είδαμε να ασχολείται με πάρα πολλά, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να είναι πάντα τόσο ευδιάθετος, ώστε να του δώσουν το παρανόμι γελασῖνος (γελαστός).

Ολοφάνερα είναι τα αρχαϊκά χαρακτηριστικά των προσωκρατικών φυσικών φιλοσόφων του 5ου π.Χ. αιώνα: οι κοσμολογικές αναζητήσεις της αρχής των όντων, οι θεολογικές προεκτάσεις, ο μυστικισμός του Εμπεδοκλή, η ποιητική μορφή κ.ά. Παράλληλα όμως ο λόγος του Ηρακλείτου, η προσπάθεια του Παρμενίδη να αποδείξει συλλογιστικά τα λεγόμενά του, ο νους του Αναξαγόρα, η θεωρία του για τον ήλιο - όλα δείχνουν ότι ολοένα και περισσότερο η φιλοσοφία απομακρυνόταν από τον μυθικό τρόπο σκέψης και προσέγγιζε τον ορθολογισμό, ενώ παράλληλα τα ενδιαφέροντά της μετατοπίζονταν από τον φυσικό κόσμο στον άνθρωπο. Χαρακτηριστική περίπτωση ο Δημόκριτος, που με την πολύπλευρη σκέψη του γεφύρωσε την κοσμολογία με τις επιστήμες του ανθρώπου, την παραδοσιακή φυσική φιλοσοφία με τους καινούργιους δρόμους της σοφιστικής.

ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ (περίπου 485-415 π.Χ.)

Ο Πρωταγόρας, πρωτοπόρος του σοφιστικού κινήματος, πρώτος που αποδέχτηκε τον τίτλο του σοφιστή, και πρώτος που ζητούσε και έπαιρνε αμοιβή για τη διδασκαλία του, γεννήθηκε στα Άβδηρα, όπως και ο Δημόκριτος.

Πέρασε τη ζωή του πηγαίνοντας από πόλη σε πόλη και διδάσκοντας τους νέους, αλλά όχι μόνο τους νέους. Απόχτησε μεγάλη φήμη και επισκέφτηκε πολλές φορές την Αθήνα, όπου ο Περικλής τού ανάθεσε να συντάξει τη νομοθεσία για τη νέα αποικία των Θουρίων (444/443 π.Χ.). Πληροφορίες ότι αργότερα οι Αθηναίοι τον κατηγόρησαν για ασέβεια, ότι τα συγγράμματά του συγκεντρώθηκαν και κάηκαν δημόσια, και ότι ο ίδιος πρόλαβε να φύγει αλλά ναυάγησε και πνίγηκε ταξιδεύοντας για τη Σικελία, δεν αποκλείεται να κρύβουν κάποιες αλήθειες. Ωστόσο, είναι το ίδιο πιθανό οι ιστορίες αυτές να επινοήθηκαν στον απόηχο της αντίδρασης που προκάλεσαν στους συντηρητικούς κύκλους οι ριζοσπαστικές θεωρίες του.

Το πιο γνωστό του απόφθεγμα, «ο άνθρωπος είναι το μέτρο όλων των πραγμάτων» (απόσπ. 1 DK.), αντικαθιστά κάθε δεδομένη αλήθεια ή αυθεντία με τον άνθρωπο, που μόνος κρίνει και αποφασίζει για όλα. Όσο για τους θεούς, ο Πρωταγόρας ήταν προσεκτικός: «Για τους θεούς», έγραψε, «δεν μπορώ να γνωρίζω τίποτα: ούτε αν υπάρχουν, ούτε αν δεν υπάρχουν, ούτε ποια μορφή έχουν γιατί πολλά με εμποδίζουν να γνωρίζω: και η κρυφή τους υπόσταση και η συντομία της ανθρώπινης ζωής» (απόσπ. 4 DK.). Και όμως, στον ομώνυμο πλατωνικό διάλογο ο Πρωταγόρας παρουσιάζεται να διηγείται ένα μύθο όπου οι άνθρωποι έχουν πάρει δώρο από τον Δίααἰδῶ καὶ δίκην, «σεβασμό και δικαιοσύνη, για να υπάρξουν ταχτοποιημένες πολιτείες και δεσμοί που να οδηγούν στη φιλία» (Πρωταγόρας 322c).

Από τα πολλά, χαμένα σήμερα, έργα που παραδίδεται ότι έγραψε, ξεχωρίζουμε το Ἀντιλογίαι, όπου δεχόταν ότι για κάθε ζήτημα μπορούν να υπάρξουν και να υποστηριχτούν δύο αντικρουόμενες απόψεις. Έτσι η σοφιστική φιλοσοφία συνδέθηκε εξαρχής με τη ρητορική τέχνη.

Λίγο νεότερος από τον Πρωταγόρα πρέπει να ήταν ο Ιππίας από την Ήλιδα, που και αυτός έγινε διάσημος (και πλούσιος) ταξιδεύοντας και διδάσκοντας φιλοσοφία, μαθηματικά, αστρονομία, μουσική, ρητορική, μνημοτεχνική κ.ά. Δεινός ομιλητής, παρουσιάστηκε λαμπροντυμένος στην Ολυμπία,[5] καυχήθηκε ότι όλα όσα φορούσε από την κορυφή ως τα νύχια, ρούχα και κοσμήματα, τα είχε κατασκευάσει ο ίδιος, και δήλωσε έτοιμος να δώσει απάντηση σε οποιαδήποτε ερώτηση. Το ίδιο πληθωρική ήταν και η συγγραφική του παραγωγή, που περιλάμβανε «και έπη και τραγωδίες και διθυράμβους και πεζά έργα πολλά και ποικίλα» (Πλάτων, Ιππίας ελάσσων 368c-d) - όλα χαμένα. Ιδιαίτερα διαφωτιστικό για τη διδασκαλία του πρέπει να ήταν το έργο του Τρωικός, όπου παρουσιαζόταν ο Νέστορας να συμβουλεύει τον γιο του Αχιλλέα, τον Νεοπτόλεμο, πώς να πετύχει στη ζωή του και να δοξαστεί.

ΓΟΡΓΙΑΣ (περ. 483-376 π.Χ.)

Ο Γοργίας από τους Λεοντίνους της Σικελίας, μαθητής του Εμπεδοκλή, διάσημος ρήτορας και σοφιστής, επισκέφτηκε το 427 π.Χ. την Αθήνα ως ἀρχιπρεσβευτής ζητώντας για την πατρίδα του βοήθεια εναντίον των Συρακουσών. Η αποστολή του πέτυχε, και ακόμα μεγαλύτερη ήταν η προσωπική του επιτυχία, καθώς οι Αθηναίοι θαύμασαν τόσο τη συλλογιστική του δεινότητα όσο και τη γοητεία του λόγου του.

Όπως όλοι οι σοφιστές, ο Γοργίας δεν πίστευε πως υπάρχει μία μόνο αλήθεια, αλλά πως ο κατάλληλα διαμορφωμένος λόγος μπορεί όχι μόνο πείσει αλλά «και να λυπήσει, και να τέρψει, και να φοβήσει και να δώσει θάρρος στους ακροατές του» (Ἑλένης ἐγκώμιον 14).[6] Στο μεγαλύτερο μέρος της η ρητορική του δεξιοτεχνία, η ιδιαίτερη σαγήνη του λόγου του που καθήλωνε τους ακροατές, βασιζόταν σε ισοζυγιασμένες φράσεις, αντιθέσεις, παρηχήσεις, ομοιοκαταληξίες και άλλα ακουστικά σχήματα που συνηθίζονται στην ποίηση περισσότερο παρά στον πεζό λόγο - και έχουν δίκιο όσοι προσέχουν ότι με αυτά τα θέλγητρα ο Γοργίας «ξεπέρασε πολλές φορές τα σύνορα ανάμεσα στην πεζογραφία και την ποίηση» (Α. Λέσκι).

Για πολλά χρόνια ο Γοργίας έμεινε στην Ελλάδα, εκφωνώντας επιδεικτικούς λόγους στην Ολυμπία, στους Δελφούς και αλλού, διδάσκοντας στην Αθήνα, στο Άργος, στη Θεσσαλία, στη Λάρισα και στις Φερές, όπου και πέθανε.

Σώθηκαν πληροφορίες και αποσπάσματα από τον Ὀλυμπικόν και τον Πυθικόν του λόγο,[7] από το Ἐγκώμιον εἰς Ἠλείους, από έναν Ἐπιτάφιον, και από το φιλοσοφικό έργο Περὶ τοῦ μὴ ὄντος, όπου αναιρούσε τις απόψεις ενός σύγχρονού του ελεατικού φιλόσοφου, του Μέλισσου, που είχε γράψει Περὶ τοῦ ὄντος. Ολόκληρες μας σώζονται μόνο δύο φανταστικές αγορεύσεις: η Ὑπὲρ Παλαμήδους ἀπολογία και το Ἑλένης ἐγκώμιον, όπου ο Γοργίας υπερασπίζεται την αθωότητα της ωραίας Ελένης. Αξιοθαύμαστα για την τεχνική τους, τα δύο έργα υποθέτουμε ότι αποτελούσαν υποδείγματα ενσωματωμένα στη Ρητορική τέχνη που ξέρουμε ότι έγραψε.

Οι ρητορικοί και συλλογιστικοί τρόποι του Γοργία είχαν επίδραση όχι μόνο στους μαθητές του, τον Ισοκράτη, τον Κριτία κ.ά., αλλά και σε σοφιστές σαν τον Πρόδικο, σε τραγικούς ποιητές σαν τον Ευριπίδη, και σε σωκρατικούς φιλοσόφους σαν τον Αντισθένη και τον Πλάτωνα - και τα γοργίεια σχήματα συνηθίζονται ως σήμερα στους επιδεικτικούς λόγους, και όχι μόνο.

Ο Πρόδικος από τη Τζια (περ. 470-398 π.Χ.) επισκεπτόταν συχνά την Αθήνα ως διπλωματικός εκπρόσωπος της πατρίδας του και παράλληλα δίδασκε. Τα συγγράμματά του έχουν χαθεί· έχουμε όμως πληροφορίες για τα γλωσσολογικά του ενδιαφέροντα, τη μελέτη των συνωνύμων και τη φροντίδα του για τη σωστή χρήση των λέξεων. Καλύτερα γνωστή μάς είναι η λεγόμενη αλληγορία του Προδίκου, που αρχικά περιλαμβανόταν στο έργο του Ὧραι (θεότητες των εποχών). Το έργο έχει χαθεί, αλλά για καλή μας τύχη ο Ξενοφών ξαναδιηγήθηκε, ακολουθώντας τον Πρόδικο, την ιστορία του Ηρακλή, που νέος χρειάστηκε τάχα να αποφασίσει αν θα ακολουθούσε στη ζωή του τον εύκολο δρόμο της Κακίας ή τον δύσκολο δρόμο της Αρετής - και φυσικά διάλεξε τον δεύτερο (Απομνημονεύματα 2.1).

ΚΡΙΤΙΑΣ (περ. 460-403 π.Χ.)

Ο Κριτίας, Αθηναίος αριστοκράτης, μαθητής του Γοργία (για ένα διάστημα και του Σωκράτη) ανήκει στη δεύτερη γενιά των σοφιστών. Εξαιρετικά φιλόδοξος, και φανατικός ολιγαρχικός, πήρε ενεργό μέρος στις αντιδημοκρατικές κινήσεις, πολιτεύτηκε, εξορίστηκε και το 404 π.Χ., ως ένας από τους τριάντα τυράννους, κυβέρνησε - με τον χειρότερο δυνατό τρόπο.[8] Τον επόμενο χρόνο σκοτώθηκε πολεμώντας τους Αθηναίους που με αρχηγό τον Θρασύβουλο αγωνίζονταν να αποκαταστήσουν τη δημοκρατία.

Το έργο του, χαμένο σήμερα, ήταν εντυπωσιακό, καθώς ο Κριτίας καλλιέργησε όλα σχεδόν τα είδη του λόγου (ποίηση, δράμα, πεζογραφία) και πραγματεύτηκε πλήθος θέματα, πολιτικά και άλλα. Στα αποσπάσματα που μας σώζονται ξεχωρίζουν μερικοί στίχοι από το σατυρικό δράμα Σίσυφος (απόσπ. 25 DK.), όπου ο σοφιστής, κρυμμένος πίσω από το θεατρικό προσωπείο, εκθέτει ξεκάθαρα την αθεϊστική θεωρία του:

Θαρρώ ένας άντρας μυαλωμένος και σοφός

σκέφτηκε τους θεούς να επινοήσει

να έχουν κάτι να φοβούνται οι πονηροί,

ακόμα κι αν κρυφά σκέφτονταν, λέγαν, κάναν κάτι.


Σοφιστής της δεύτερης γενιάς ήταν και ο Θρασύμαχος, από τη Χαλκηδόνα της Βιθυνίας (περ. 460-400 π.Χ.). Λίγες πληροφορίες έχουμε για τη διδακτική του δραστηριότητα στην Αθήνα και αλλού, και ελάχιστα αποσπάσματα από τα πολιτικά, φιλοσοφικά και ρητορικά έργα που παραδίδεται ότι έγραψε. Είναι, ωστόσο, σημαντικό ότι ο Πλάτωνας στην Πολιτεία (338c) τον παρουσιάζει να υποστηρίζει με σθένος την άποψη ότι «το δίκαιο δεν είναι άλλο από το συμφέρον του πιο δυνατού», άποψη που ο Σωκράτης καθόλου δε δυσκολεύτηκε να ανατρέψει.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ (469-399 π.Χ.)

Ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι.[9]
Πλάτων, Απολογία Σωκράτους 21d

Ο Σωκράτης, όπως πολλοί μεγάλοι δάσκαλοι, δεν άφησε τίποτα γραπτό. Ο τρόπος και το περιεχόμενο της διδασκαλίας του μας είναι γνωστά μόνο όπως καταγράφηκαν από οπαδούς του, κυρίως από τον Πλάτωνα και τον Ξενοφώντα, όταν ο ίδιος είχε πια πεθάνει.[10]

Ξεκίνησε να γίνει καλλιτέχνης λιθοξόος, σαν τον πατέρα του, αλλά γρήγορα εγκατάλειψε κάθε επαγγελματική απασχόληση. Αν και φτωχός, προτίμησε να τριγυρίζει στην αγορά και στα γυμναστήρια, όπου γρήγορα έγινε γνωστός για τη συζητητική του δεινότητα και για τα παράδοξα θέματα που διάλεγε να πραγματευτεί: την ευσέβεια, τη γενναιότητα, τη δικαιοσύνη και άλλα παρόμοια. Η συζήτηση μαζί του δεν ήταν εύκολη, καθώς είχε έναν ιδιαίτερο τρόπο να ξεσκεπάζει τις πλάνες και τους παραλογισμούς των συνομιλητών του· ήταν όμως τόσο θελκτική και ενδιαφέρουσα, ώστε μερικοί νέοι να τον ακολουθούν, όχι ως μαθητές (γιατί ο Σωκράτης ποτέ δεν ίδρυσε σχολή, ούτε ζήτησε δίδακτρα) αλλά ως ακροατές, οπαδοί και εταίροι.

Όποτε στρατεύτηκε ο Σωκράτης πολέμησε με αξιοσημείωτο θάρρος, και η προσήλωσή του στη δημοκρατική νομιμότητα επαληθεύτηκε τρεις τουλάχιστο φορές: πρώτη φορά, όταν δικάζονταν οι στρατηγοί της ναυμαχίας στις Αργινούσες και μόνος αυτός επέμεινε να τηρηθεί η σωστή διαδικασία· δεύτερη, όταν οι τριάντα τύραννοι τον έστειλαν να συλλάβει έναν πολιτικό τους αντίπαλο και αρνήθηκε να υπακούσει· τρίτη φορά, όταν καταδικασμένος σε θάνατο προτίμησε να εκτελεστεί παρά να δραπετεύσει.

Η δίκη και η καταδίκη του εξηγούνται, ιστορικά, αν σκεφτούμε ότι μετά το 404 π.Χ. οι Αθηναίοι, στην προσπάθειά τους να δικαιολογήσουν την ήττα τους, ήταν πρόθυμοι να αποδώσουν την ευθύνη σε κάποιον ή σε κάποιους, δίκαια ή άδικα. Η καταγγελία έγινε από φανατικούς της συντήρησης που πίστευαν ότι αιτία της αθηναϊκής κακοδαιμονίας ήταν η εγκατάλειψη σταθερών και δοκιμασμένων αξιών, όπως η ευσέβεια απέναντι στους θεούς και ο σεβασμός των νέων προς τους μεγαλύτερούς τους. «Ο Σωκράτης», υποστήριξαν, «δεν πιστεύει στους θεούς που πιστεύει η πόλη, αλλά εισάγει άλλα, καινούργια δαιμόνια, και ακόμα αδικεί, γιατί διαφθείρει τους νέους» (Ξενοφών, Απομνημονεύματα 1.1). Στην καταδικαστική τους απόφαση οι δικαστές επηρεάστηκαν από το γεγονός ότι ο Αλκιβιάδης και ο Κριτίας, πολιτικοί που πραγματικά είχαν βλάψει την Αθήνα, ήταν για ένα διάστημα οπαδοί του Σωκράτη, αλλά και από την προκλητικά υπερήφανη, ασυμβίβαστη στάση του φιλοσόφου στο δικαστήριο.

Ο Σωκράτης είχε πολλά κοινά και πολλές διαφορές με τους σοφιστές. Κοινά ήταν τα ενδιαφέροντα για τον άνθρωπο· όμως στόχος της σοφιστικής διδασκαλίας ήταν η κοινωνική και πολιτική επιτυχία, που οι σοφιστές υποστήριζαν ότι μπορούσαν να την εξασφαλίσουν, ενώ στόχος της σωκρατικής διδασκαλίας ήταν η αρετή, που ο Σωκράτης υποστήριζε ότι δε μπορούσε να την εξασφαλίσει. Κοινή ήταν η συζητητική μέθοδος, ο διάλογος· όμως ο διάλογος του Σωκράτη δεν ήταν ούτε επιδεικτικός, για να εντυπωσιάσει τους ακροατές, ούτε εριστικός, για να κατατροπώσει κάποιον αντίπαλο. Ο σωκρατικός διάλογος ήταν ελεγκτικός: σκοπό του είχε να απαλλάξει τον συνομιλητή από τις σφαλερές πεποιθήσεις του και να του δημιουργήσει απορία. Από κει και πέρα ο Σωκράτης υποστήριζε ότι κατείχε από τη μητέρα του, που ήτανε μαία, τη μαιευτική τέχνη, και μπορούσε με τις κατάλληλες ερωτήσεις να οδηγήσει τον καθένα προς την αλήθεια.

Ο ίδιος ο Σωκράτης ποτέ δεν ισχυρίστηκε πως ήταν κάτοχος της αλήθειας. Η φιλοσοφία του, στο μέτρο που μπορούμε να τη μαντέψουμε, περιοριζόταν σε μερικά παράδοξα, όπως το ἓν οἶδα, ὅτι οὐδὲν οἶδα και το οὐδεὶς ἑκὼν κακός, «κανείς δεν είναι θεληματικά κακός». Γενικά, ο Σωκράτης έδινε μεγάλο βάρος στην απορία και στην ορθολογική αναζήτηση της αληθινής αρετής, χωρίς ποτέ να ισχυριστεί ούτε ότι τη βρήκε ούτε ότι μπορεί να τη διδάξει.
----------------------------
1. Την αδιάκοπη αλλαγή των πάντων εννοούσε ο Ηράκλειτος όταν έγραψε πως «δε γίνεται να μπει κανείς δυο φορές στο ίδιο ποτάμι» (απόσπ. 91 DK.)· όμως η γνωστή ρήση (τὰ) πάντα ῥεῖ, «όλα κυλούν» (=«όλα μεταβάλλονται»), που του αποδίδεται από παλιά, δε φαίνεται να είναι δική του.

2. «Τα φαινόμενα είναι η όψη όσων δε φαίνονται.»

3. «Στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε τίποτα· γιατί είναι στο βάθος η αλήθεια.»

4. Δημόκριτος ονομάζεται το ελληνικό Κέντρο Ατομικών Ερευνών.

5. Την Ολυμπία, όπου τις μέρες των αγώνων συγκεντρωνόταν μεγάλο πλήθος από όλη την Ελλάδα, την επισκέπτονταν όχι μόνο καλλιτέχνες για να πάρουν μέρος στους μουσικούς αγώνες, αλλά και ρήτορες, φιλόσοφοι κλπ. που ήθελαν να επιδείξουν την τέχνη τους και να διαδώσουν τη φήμη και τις ιδέες τους. Έτσι, ο πεζός προφορικός λόγος πήρε ως ακρόαμα τη θέση του δίπλα στη μουσική και το έπος.

6. Την ίδια εποχή στην Αθήνα ένας εξαίρετος θεωρητικός της μουσικής, ο Δάμων, μελετούσε την επίδραση της μουσικής στα αισθήματα και τη συμπεριφορά των ανθρώπων.

7. Στα μεγάλα αυτά πανελλήνια κέντρα ο Γοργίας ένιωσε και διακήρυξε την ανάγκη οι Έλληνες να ενωθούν για να αντιμετωπίσουν τον κοινό εχθρό. Το ίδιο έκανε αργότερα και ο καλύτερος μαθητής του, ο Ισοκράτης.

8. Τῶν ἐν ὀλιγαρχίᾳ πάντων κλεπτίστατός τε καὶ βιαιότατος καὶ φονικώτατος ἐγένετο (Ξενοφών, Απομνημονεύματα 1.2).

9. «Όσα δεν ξέρω ούτε νομίζω ότι τα ξέρω.»

10. Λιγότερο διαφωτιστική είναι η μαρτυρία του Αριστοφάνη, καθώς στις κωμωδίες του ο Σωκράτης παρουσιάζεται να διδάσκει και να συμπεριφέρεται σαν σοφιστής, από κείνους που πάσχιζαν με τη ρητορική και συλλογιστική τους δεινότητα τον ἥττω λόγον κρείττω ποιεῖν, «να παρουσιάσουν τον πιο αδύναμο (άδικο) λόγο ως ισχυρότερο (δίκαιο)».

Οι άνθρωποι κουβεντιάζουν μόνο για όσα τους είναι ξένα… αυτά που τους καίνε τα ζει ο καθένας μονάχος, μέσα στη σιωπή

«Οι άνθρωποι κουβεντιάζουν μόνο για όσα τους είναι απόμακρα και ξένα. Τ’ άλλα, αυτά που τους καίνε, μην αφήνοντάς τους τις νύχτες να κοιμηθούν τα ζει ο καθένας μονάχος, μέσα στη σιωπή». – Τάσος Λειβαδίτης

Συχνά η σιωπή είναι πιο ηχηρή από τα λόγια.. Άλλες φορές όμως κρύβει αυτά που θα θέλαμε να πούμε και άλλες τα ξεσκεπάζει, καθώς για να επικοινωνήσουμε πρέπει να μάθουμε να μιλάμε και να μπορούμε να ακούμε.

Μεγάλο χάρισμα να μπορεί κάποιος να ακούει.. Μεγάλο και το να μην φοβάται να μιλήσει..

Γιατί όταν μιλάμε ξεδιπλώνουμε πτυχές του χαρακτήρα μας, αποκαλύπτουμε λάθη, μοιραζόμαστε φόβους και άγχη, εκδηλώνουμε συναισθήματα και αναλύουμε σκέψεις.

Συχνά βολευόμαστε στη σιωπή.. άλλες φορές γιατί δεν θέλουμε να μας κρίνουν, άλλες για να προστατεύσουμε τη δημόσια εικόνα μας, γιατί είμαστε τελειοθηρικοί, γιατί φοβόμαστε ότι αν μιλήσουμε θα βιώσουμε απώλεια, γιατί φοβόμαστε να διεκδικήσουμε, αλλά τελικά εγκλωβιζόμαστε σε σχέσεις που πάσχουν.. που δεν βασίζονται στην εμπιστοσύνη, που βιώνουμε την καθημερινότητα με καχυποψία και που τελικά δεν είμαστε ο εαυτός μας..

Να δώσεις σε εσένα το δικαίωμα να έχεις σχέσεις που να νιώθεις ο εαυτός σου… που να νιώθεις όμορφα και που να μην φοβάσαι να μιλήσεις και να διεκδικήσεις. Δεν έχει σημασία αν είναι ερωτικές, φιλικές, επαγγελματικές..

Η σιωπή κρύβει πίσω της συχνά βία, φόβο, απογοήτευση και χαμηλή αυτοπεποίθηση.. γιατί φοβόμαστε ότι οι άλλοι θα μας απορρίψουν, θα μας εγκαταλείψουν και δεν θα μας θέλουν πια…

Σκέφτηκες όμως ποτέ ότι δεν έχουν μόνο οι άλλοι τον έλεγχο των αποφάσεων;

Σκέφτηκες ποτέ να αποφασίσεις εσύ για μία σχέση;

Έδωσες ποτέ στον εαυτό σου το δικαίωμα να σκεφτεί ότι κάτι δεν σου αξίζει;

Σκέφτηκες ποτέ ότι εσύ είσαι αυτός, εσύ είσαι αυτή που δεν θέλει να είναι σε αυτή τη σχέση γιατί δεν σου αξίζει να ζεις στη σιωπή;

Να μάθεις να δίνεις στον εαυτό σου το δικαίωμα της επιλογής… και να υπενθυμίζεις πάντα σε εσένα ότι η σιωπή μας στερεί ένα κομμάτι της ελευθερίας μας…

Φαινόμενο Asch και Φαινόμενο Moscovici: Κοινωνική συμμόρφωση ή καινοτομία;

Ως γνωστόν, μια από τις πρώτες και, παράλληλα, πιο καθοριστικές απόπειρες πειραματικής διερεύνησης της κοινωνικής επιρροής έγινε από τον Asch (1952,1956): σε μια αίθουσα συγκεντρώνονται οκτώ έως δέκα άτομα (εκ των οποίων δύο είναι απλοϊκά υποκείμενα και τα υπόλοιπα πειραματικοί συνεργοί), τα οποία καλούνται να εκτιμήσουν -σε 18 διαδοχικές δοκιμασίες- ποια από τις τρεις, άνισες μεταξύ τους, γραμμές έχει το ίδιο ύψος σε μια μπάρα-υπόδειγμα.

Συγκεκριμένα, μετά από κάθε δοκιμασία οι παρασκευασμένοι στην αίθουσα λένε φωναχτά, καθένας με τη σειρά του, ποια από τις τρεις γραμμές έχει το ίδιο ύψος με την μπάρα-υπόδειγμα.

Πρέπει να σημειωθεί ακόμα ότι, στο αρχικό πείραμα του Asch, σε 12 από τις 18 δοκιμασίες το σύνολο των πειραματικών συνεργών έδινε μια λανθασμένη απάντηση, έτσι ώστε η εξαρτημένη μεταβλητή να είναι στη συγκεκριμένη περίπτωση το ποσοστό των σφαλμάτων των υποκειμένων (της τάξης του 36%...!) που αντιστοιχεί, σύμφωνα με τον ερευνητή, στο ποσοστό της κοινωνικής συμμόρφωσης που άσκησε η πλειοψηφία (των πειραματικών συνεργών) στη μειοψηφία (των απλοϊκών υποκειμένων)...

Σύμφωνα με τον Asch, δηλαδή, δεδομένου ότι το συγκεκριμένο πείραμα δείχνει πώς οι πολλοί μπορούν να επηρεάσουν τους λίγους, πρόκειται για ένα πείραμα που μελετά την επιρροή της πλειοψηφίας πάνω στη μειοψηφία ή, με άλλα λόγια, πώς η μειοψηφία συμμορφώνεται στις πιέσεις και επιταγές της πλειοψηφίας...

Αριθμητικό κριτήριο στο πείραμα Asch

Πολλά έχουμε να πούμε εδώ. Ας ξεκινήσουμε από την αρχή, δηλαδή από την προφανή πριμοδότηση από τον Asch του αριθμητικού κριτηρίου στον ορισμό του φορέα (ή της πηγής...) κοινωνικής επιρροής, γεγονός που υποδηλώνει την ελλειμματική -εκ μέρους του Asch- επιστημολογική αξιολόγηση των υποκειμένων που συμμετέχουν στην πειραματική διαδικασία, τα οποία μεταφέρουν στο εργαστήριο -είτε το θέλουμε είτε όχι- τις αξίες, τα βιώματα και τις «αλήθειες» που τους έχει επιβάλει ο «πραγματικός» κόσμος.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση τα υποκείμενα ασπάζονται, για παράδειγμα, κάποια ακριβή κριτήρια -αποτέλεσμα κοινωνιογνωστικής μάθησης- που προσδιορίζουν πότε και αν δύο γραμμές έχουν ίδιο ή διαφορετικό μήκος μεταξύ τους, έτσι ώστε οι λανθασμένες απαντήσεις των πειραματικών συνεργών να προσλαμβάνονται αναπόφευκτα ως τέτοιες,

Με αυτή την έννοια η πειραματική διαδικασία του Asch, παρά το γεγονός ότι -με βάση το αριθμητικό κριτήριο- φέρνει αντιμέτωπες μια πλειοψηφία και μια μειοψηφία, με βάση πλέον ένα κανονιστικό κριτηρίο (το οποίο λαμβάνει υπόψη την «επιστημο-ιδεολογία» των υποκειμένων) προκαλεί ταυτοχρόνα μια ρήξη ανάμεσα σε μειονοτικές και πλειονοτικές απόψεις.

Με άλλα λόγια, μπορεί μεν η αριθμητική υπεροχή των πειραματικών συνεργών να προσδίδει στην πηγή επιρροής έναν πλειοψηφικό χαρακτήρα, το γεγονός όμως ότι οι ίδιοι αυτοί πειραματικοί συνεργοί εκφέρουν πασιφανώς και ευκρινώς λανθασμένες απαντήσεις καθιστά τη διαδικασία επιρροής τους ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μειονοτικής επιρροής...

Η σύνδεση, δηλαδή, των δυο εναλλακτικών αυτών ερμηνειών της ίδιας και φαινομενικά απλούστατης πειραματικής διαδικασίας με τα επίπεδα ανάλυσης στην κοινωνική ψυχολογία είναι προφανής.

Στην περίπτωση του Asch έχουμε να κάνουμε, χωρίς καμία αμφιβολία, με την παρέμβαση στη μελέτη των φαινομένων κοινωνικής επιρροής, τόσο σε μεθοδολογικό όσο και σε θεωρητικό επίπεδο, παραμέτρων διατομικής υφής.

Πράγματι, εδώ η έμφαση, όπως είδαμε, δίνεται στην αριθμητική υπεροχή της πηγής έναντι του δέκτη επιρροής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αφενός στο μεθοδολογικό επίπεδο να αγνοείται παντελώς η κανονιστική διαφοροποίηση των απαντήσεων των μεν και των δε, αφετέρου στο θεωρητικό επίπεδο να εικάζεται ότι το αποτέλεσμα της όλης διαδικασίας είναι η κοινωνική συμμόρφωση και όχι η καινοτομία, όπως υποστηρίζει ο Moscovici.

Πώς εξηγεί ο Asch την κοινωνική συμμόρφωση στο πείραμά του

Σε ό,τι αφορά, τέλος, την ερμηνεία που προτείνει ο γερμανικής καταγωγής Αμερικανός κοινωνικός ψυχολόγος για να εξηγήσει την κοινωνική συμμόρφωση την οποία διατείνεται πως παράγει το πείραμά του, παρατηρούμε ένα είδος «παλινδρόμησης», δεδομένου ότι η έμφαση δίνεται πλέον σε μεταβλητές ενδοατομικού επιπέδου ανάλυσης!

Πράγματι, στο πρωτότυπο άρθρο του (1951) και στην προσπάθειά του να εξηγήσει τα πειραματικά του ευρήματα, ο Asch επικαλείται -με βάση τις πειραματικές συνεντεύξεις του- τη διάκριση των υποκειμένων σε δυο βασικές κατηγορίες, δηλαδή στα ανεξάρτητα και τα συμμορφωμένα υποκείμενα, οι οποίες με τη σειρά τους χωρίζονται σε άλλες επιμέρους κατηγορίες. Ας αφήσουμε όμως καλύτερα τον ίδιο το συγγραφέα να περιγράψει τις διαφορετικές αντιδράσεις των διαφόρων κατηγοριών υποκειμένων:

Μεταξύ των ανεξάρτητων υποκειμένων μπορούμε να διακρίνουμε τις εξής κύριες κατηγορίες:

α) Την ανεξαρτηρία των υποκειμένων που στηρίζεται στην εμπιστοσύνη τους για την αντίληψη και την εμπειρία τους. Αυτό που κατ' εξοχήν να χαρακτηρίζει είναι το σθένος με το οποίο αντιτάσσονται στην ομάδα, και μονολότι βιώνουν τη σύγκρουση, επιδεικνύουν μεγάλη ελαστικότητα.

β) Αρκετά διαφορετικά είναι τα ανεξάρτητα και υπεκφεύγοντα υποκείμενα: δεν αντιδρούν με αυθόρμητο συγκινησιακό τρόπο αλλά μάλλον σε συνάρτηση με ρητές αρχές που αφορούν την ατομικότητά τους.

γ) Η τρίτη ομάδα ανεξάρτητων υποκειμένων εκδηλώνει μεγάλη ένταση και πολλούς δισταγμούς, εμμένει στις δικές της εκτιμήσεις απλώς και μόνο για να πετύχει το πειραματικό έργο.
Αντιδράσεις συμμορφωμένων υποκειμένων

Στη συνέχεια παρουσιάζουμε τις κύριες κατηγορίες αντιδράσεων των συμμορφωμένων υποκειμένων, αυτών που ακολούθησαν την πλειοψηφία κατά τις μισές και πλέον δοκιμές.

Διαστρέβλωση της αντίληψης

Πολύ λίγα υποκείμενα αυτής της κατηγορίας συμμορφώνονται πλήρως, χωρίς να συνειδητοποιούν τη μετατόπιση ή διαστρέβλωση των εκτιμήσεών τους από την πλειοψηφία. Αυτά τα υποκείμενα δηλώνουν ότι οδηγήθηκαν να θεωρούν ακριβείς τις εκτιμήσεις της πλειοψηφίας.

Διαστρέβλωση της εκτίμησης

Τα περισσότερα συμμορφωμένα υποκείμενα ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Κύριο παράγοντα σε αυτή την περίπτωση αποτελεί η απόφασή τους ότι η δική τους αντίληψη είναι ανακριβής, ενώ αντίθετα της πλειοψηφίας είναι ακριβής. Αυτά τα υποκείμενα διστάζουν, τους λείπει η αυτοπεποίθηση και, επομένως, νιώθουν μια ισχυρή τάση να προσχωρήσουν στην πλειοψηφία.

Διαστρέβλωση της δράσης

Τα υποκείμενα που ανήκουν σε αυτή την ομάδα δεν δηλώνουν μετατροπή της αντίληψής τους, ούτε παραδέχονται ότι είχαν άδικο. Συμμορφώνονται για να μη φανούν διαφορετικοί ή υποδεέστεροι των άλλων, επειδή δεν ανέχονται να φανούν αδέξιοι στα μάτια της ομάδας. Υπάρχει καταστολή των παρατηρήσεών τους και υιοθέτηση των απόψεων της πλειοψηφίας, χωρίς πραγματική συνειδητοποίηση αυτής της συμπεριφοράς.

Ο ενδοατομικός και οριακά «ψυχολογίζων» χαρακτήρας των παρατηρήσεων του Asch, παρά τις ρητές διαβεβαιώσεις του για το αντίθετο, είναι με άλλα λόγια προφανής, όπως είναι άλλωστε και η αμφισημία με την οποία προσεγγίζει τις φαινομενικά αντιθετικές έννοιες της ανεξαρτησίας και της συμμόρφωσης.

Ομοιότητα αντιλήψεων Asch, Ross, Cooley

Ας μας επιτραπεί εδώ να υπογραμμίσουμε την πολυεπίπεδη συνάφεια που χαρακτηρίζει τις αντιλήψεις του Asch για το θέμα αυτό με τις αντίστοιχες των Cooley & Ross, δεδομένου ότι τόσο ο ένας όσο και ο άλλος:

α) πριμοδοτούν τα «κοινωνικά» πλεονεκτήματα της συμμόρφωσης, αλλά

β) εκθειάζουν τις ψυχικές αρετές εκείνων που δεν συμμορφώνονται στις επιταγές της ομάδας, ενώ παράλληλα

γ) αποδίδουν, κατά κύριο λόγο, τόσο την ανεξαρτησία όσο και την κοινωνική συμμόρφωση στα ψυχολογικά χαρακτηριστικά εκείνων που δέχονται τις πιέσεις της ομάδας.
Ross και κοινωνική επιρροή

Πρέπει να σημειωθεί τέλος ότι ο Ross (1911) βρίσκεται ακόμα πιο κοντά στον τρόπο προσέγγισης της κοινωνικής επιρροής από τον Asch, αφού είναι αυτός που, από τη μια μεριά, «ανακάλυψε» την παντοδυναμία της εξάρτησης στα φαινόμενα πειθούς και, από την άλλη, προσέδωσε πρωταρχική σπουδαιότητα στην πλειοψηφία πρεσβεύοντας ότι «είναι πολύ απίθανο να έχει κανείς δίκιο εάν σκέφτεται διαφορετικά από τους περισσότερους ομοίους μας».

Η άποψη αυτή θυμίζει έντονα μια από τις βασικές αρχές της θεωρίας της κοινωνικής σύγκρισης του Festinger (1954), η οποία αποτελεί μέρος του θεωρητικού οικοδομήματος του λειτουργικού μοντέλου επιρροής.

Η θέση του Moscovici στο πείραμα του Asch

Σε ό,τι αφορά τώρα την περίπτωση της εναλλακτικής ερμηνείας που προτείνουν ο Serge Moscovici και ο Clause Faucheux (1967) για να εξηγήσουν τα πειραματικά ευρήματα του Asch, αλλά και το νέο πειραματικό υπόδειγμα με τη χρήση του οποίου επιχείρειται πλέον η πειραματική διερεύνηση της μειονοτικής επιρροής και της καινοτομίας, τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά, όχι όμως στο σημείο που θα περίμενε κανείς αν βασιζόταν στη ριζική αλλαγή που επιφέρει το προτεινόμενο σκεπτικό στην κοινωνική ψυχολογία της επιρροής.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά τους και ας ασχοληθούμε κατ' αρχάς με την προτεινόμενη ερμηνεία.

Εδώ, τόσο στο επιστημολογικό όσο και στο θεωρητικό επίπεδο, τα πράγματα είναι όντως διαφορετικά: οι συγγραφείς, λαμβάνοντας υπόψη το «επιστημο-δεολογικό» υπόβαθρο των υποκειμένων, εγκαταλείπουν το περιοριστικό επίπεδο των διατομικών σχέσεων που αξιοθετούσε το μονόδρομο της πριμοδότησης του αριθμητικού κριτηρίου στον ορισμό της πηγής επιρροής και εισάγουν στην ανάλυσή τους στοιχεία του ιδεολογικού επιπέδου που καθιστούν προσιτά τα κανονιστικά κριτήρια προσδιορισμού του χαρακτήρα της πηγής κοινωνικής επιρροής, η οποία πλέον παύει να συγκαλύπτει τη μειονοτική της ιδιότητα πίσω από την πλειοψηφική αριθμητική της υπεροχή.

Άμεσες επιπτώσεις σε θεωρητικό επίπεδο αυτής της αλλαγής επιπέδου ανάλυσης είναι:

α) να εγκαταλείπει η ταύτιση της κοινωνικής επιρροής με την κοινωνική συμμόρφωση και να εξετάζεται η δυνατότητα άσκησης μειονοτικής επιρροής η οποία συντελεί στην παραγωγή ενός τελείως διαφορετικού κοινωνιοψυχολογικού φαινομένου, του φαινομένου της καινοτομίας και

β) να αντικαθίσταται η σχέση ψυχολογικής εξάρτησης μεταξύ (πλειοψηφικής) πηγής και (μειοψηφικού) δέκτη κοινωνικής επιρροής από την κοινωνιογνωστική σύγκρουση που προκαλεί η (μειονοτική) πηγή στον (πλειονοτικό, ενδεχομένως) δέκτη κοινωνικής επιρροής.

Πειραματικό υπόδειγμα Moscovici

Τι συμβαίνει όμως με το νέο πειραματικό υπόδειγμα του Moscovici και των συνεργατών του;
(Moscovici, Lage & Naffrechoux, 1969 Moscovici & Personnaz, 1980 κ.λπ.)

Διαπιστώνουμε ότι υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στα επίπεδα που χρησιμοποιούν οι ερευνητές στη θεωρητική τους ανάλυση και σε αυτά που χειρίζονται σε μεθοδολογικό επίπεδο, δεδομένου ότι και εδώ υπάρχει σύγχυση ανάμεσα στο μειονοτικό και μειοψηφικό χαρακτήρα της πηγής επιρροής.

Για να είμαστε πιο ακριβείς, υπάρχει ταύτιση ανάμεσα στα δυο αυτά χαρακτηριστικά της γνωρίσματα.

Εκ πρώτης όψεως, μποορύμε να υποθέσουμε πως η ταύτιση αυτή αποτελεί και την ιδανική συνθήκη μελέτης της μειονοτικής επιρροής, αφού η μειονεκτούσα αριθμητική ισχύς της πηγής έρχεται φαινομενικά να συμπληρωθεί από τον συγκρουσιακό -ακριβώς επειδή λανθασμένο- χαρακτήρα των απαντήσεών της.

Αν καλοεξετάσουμε όμως την ταύτιση του μειονοτικού χαρακτήρα ενός μηνύματος με το λανθασμένο του χαρακτήρα, θα δούμε ότι πράττοντας κάτι τέτοιο εγγράφουμε την όλη διαδικασία μειονοτικής -και γενικότερα κοινωνικής- επιρροής σε μια ιδιάζουσα επιστημο-ιδεολογική περίπτωση, στην οποία όχι μόνο πρυτανεύει ο κανόνας της αντικειμενικότητας, αλλά επιπλέον ενισχύεται ο δυαδικός τρόπος με τον οποίο προσεγγίζουν παραδοσιακά την πραγματικότητα οι επιστήμονες του ανρθώπου και της κοινωνίας, και τον οποίο -ας μην ξεχνάμε- προτίθεται να αντικαταστήσει με έναν άλλο, τριαδικό, η κοινωνική ψυχολογία.

Ας μη γελιόμαστε. Εδώ δεν πρόκειται για ένα απλό σχήμα λόγου, αλλά για μια ιδιαίτερα σημαντική διαφοροποίηση, δεδομένου ότι -για να παραμείνουμε στο παράδειγμα που μας απασχολεί- αυτός ο δυαδικός τρόπος αντιμετώπισης των πραγμάτων περιορίζει τεχνηέντως το κοινωνιογνωστικό πεδίο στο οποίο εγγράφεται η διαδικασία κοιωνικής επιρροής, και καθιστά αδύνατη οποιαδήποτε διεύρυνση, υπεκφυγή ή διαλεύκανση του αφοριστικού διλήμματος ανάμεσα στο «σωστό» και το «λάθος», τη «μειονότητα» και την «πλειονότητα» ή τη «μειοψηφία» και την «πλειοψηφία».

Η έστω και ακούσια προσκόλληση σε αυτή την προσέγγιση δεν είναι άμοιρη επιπτώσεων στο θεωρητικό και πειραματικό επίπεδο μελέτης των φαινομένων κοινωνικής επιρροής.

Αυτή η επιστημολογική τροχοπέδη προκλήθηκε -στην περίπτωση του Moscovici τουλάχιστον- από κάτι υπερβολικά απλό: από τη χρήση ενός πειραματικού έργου που κινείται στα πλαίσια της «φυσικής» και όχι «κοινωνικής» ή, ακόμα καλύτερα, της «κοινωνιοψυχολογικής» πραγματικότητας...

Κανόνας αντικειμενικότητας και κοινωνική επιρροή

Πράγματι, τόσο στο πείραμα του Asch όσο και σε αυτό του Moscovici το πειραματικό έργο χρησιμοποιεί αντιληπτά ερεθίσματα τα οποία δεν αφήνουν καμία απολύτως αμφιβολία σχετικά με το πώς πρέπει να απαντήσουν τα υποκείμενα, δεδομένου ότι οι σωστές απαντήσεις είναι πάντοτε προφανείς.

Κυρίως, όμως, ακριβώς επειδή εγγράφονται στα πλαίσια της «φυσικής» πραγματικότητας η οποία διαθέτει σαφή «αντικειμενικά» κριτήρια χάρη στα οποία «μπορούμε να ξεχωρίζουμε το σωστό από το λάθος», τα αντιληπτικά αυτά ερεθίσματα πριμοδοτούν από μόνα τους τον κανόνα της αντικειμενικότητας, με όλες τις συνέπειες που γνωρίζουμε ότι κάτι τέτοιο επιφέρει στον τρόπο με τον οποίο τα υποκείμενα -αλλά και οι ερευνητές- αντιμετώπιζουν τις διαδικασίες κοινωνικής επιρροής!

Συγκρουσιακά ευρήματα

Με άλλα λόγια, κάτι που εκ πρώτης όψεως μπορεί να φαντάζει ασήμαντη λεπτομέρεια μέσα στο συνολικό οικόδόμημα μιας ερευνητικής διαδικασίας (το πειραματικό, δηλαδή, έργο που χρησιμοποιείται στην πειραματική απεικόνιση του θεωρητικού μοντέλου ενός ερευνητή) είναι ικανό να εισάγει από μόνο του μια σειρά διαδοχικών και αλλεπάλληλων επιστημολογικών μεροληψιών, οι θεωρητικές επιπτώσεις των οποίων μπορεί να αποδειχθούν καταλυτικές, αν όχι καταστροφικές...

Όσο δηλαδή και αν διευρύνει ο Moscovici το θεωρητικό πεδίο μελέτης των φαινομένων κοινωνικής επιρροής - χάριν, μεταξύ άλλων, του ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένου επιστημολογικού κριτηρίου αξιολόγησης της άμεσα εμπλεκόμενης πειραματικής διαδικασίας που διαθέτει - από τη στιγμή που χρησιμοποιεί στα πειράματά του αντιληπτικά ερεθίσματα, εγγράφει ξανά - άθελά του, κατά πάσα πιθανότητα- τη μελέτη των φαινομένων κοινωνικής επιρροής στο ίδιο επιστημο-ιδεολογικό πλαίσιο με αυτό στο οποίο εγγράφονται οι έρευνες του Asch, αναπαράγοντας συνεπώς τα ίδια επιστημολογικά ολισθήματα.

Ένα συμπληρωματικό στοιχείο που επιβεβαιώνει την άποψη αυτή προσφέρει η διαπίστωση ότι ο Moscovici και οι συνεργάτες του αν και εγγράφουν -σε θεωρητικό επίπεδο- τα φαινόμενα επιρροής σε κανονιστικά πλαίσια, η λειτουργία των οποίων είναι αναμφίβολα συνάρτηση ιδεολογικών μηχανισμών, εξακολουθούν στην πράξη (δηλαδή στην εγχειρηματοποίηση των μεταβλητών τους) να ορίζουν το μειοψηφικό ή πλειοψηφικό χαρακτήρα της πηγής επιρροής με βάση το αριθμητικό κριτήριο, πράγμα που σημαίνει ότι προσφεύγουν ακόμα σε μηχανισμούς διατομικής υφής.

Με άλλα λόγια, ο Moscovici και οι συνεργάτες του μιλούν για μειονότητες, μελετούν όμως μειοψηφίες... Γι' αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το ότι πολλοί από τους ερευνητές που άσκησαν κριτική στις εργασίες του Moscovici το έπραξαν επιχειρώντας να εντάξουν τα ομολογουμένως συγκρουσιακά -σε επιστημολογικό, θεωρητικό και ιδεολογικό επίπεδο- ευρήματά του στο κλασικό πλαίσιο μελέτης των φαινομένων κοινωνικής επιρροής.

Σήμερα βρίσκεστε εκεί που οι σκέψεις σας, σας έχουν φέρει

Ο James Allen είχε πολύ σοφά συμπεράνει ότι «Σήμερα βρίσκεστε εκεί που οι σκέψεις σας, σας έχουν φέρει· αύριο θα βρίσκεστε εκεί που οι σκέψεις σας θα σας πάνε». Παρόλο που αυτό, θα έλεγε κανείς, ότι είναι μια σοφή και απλή σκέψη, αποδεικνύεται αρκετά τρομακτική για τα άτομα που ταλαιπωρούνται από κρίσεις πανικού. Οι κρίσεις πανικού μπορεί να προκαλούνται από κατάθλιψη, άγχος, προβλήματα ύπνου ή από πολλά άλλα ζητήματα υγείας και πολύ συχνά χρειάζεται φαρμακευτική αγωγή, ώστε να μπορεί κάποιος να τις καταπολεμήσει επαρκώς.

Για να καταφέρετε να αποφύγετε ή να ξεπεράσετε τις κρίσεις πανικού, δώστε βάση στις ακόλουθες πληροφορίες και συμβουλές, που θα σας βοηθήσουν.

1. Εξασκήστε την ηθελημένη θετικότητα

Αν και είναι πολύ ευκολότερο να αφήσετε τον εαυτό σας να νιώθει άσχημα από το να προσπαθήσετε να νιώσετε καλά, αξίζει η έξτρα προσπάθεια και ο χρόνος για να δημιουργήσετε και να διατηρήσετε σε γενικά επίπεδα μια θετική ματιά στη ζωή. Όταν νιώθετε τον πανικό να πλησιάζει, το πιο δελεαστικό είναι να παραδοθείτε σε αυτόν και στην κατάθλιψη. Εντούτοις, είναι πολύ σημαντικό να επιτρέψετε στον εαυτό σας να συνειδητοποιήσει- ή να πιέσετε την επιθυμία σας- ότι κάνοντας αυτό, εμποδίζετε τον εαυτό σας από το να αποδεχτεί την πραγματικότητα και να προχωρήσει μπροστά με ένα βαθμό θετικότητας.

2. Μην έχετε τύψεις που νιώθετε άσχημα

Αντί να νιώθετε ενοχές που σκέφτεστε αρνητικά, που νιώθετε δυστυχισμένοι ή που οι κρίσεις μπορεί να έρθουν οποιαδήποτε στιγμή, απλά αναγνωρίστε και αποδεχτείτε τα συναισθήματά σας, και αναλογιστείτε τα βήματα ή τα μέτρα που πρέπει να λάβετε, για να βελτιώσετε τη ζωή σας. Αυτό ίσως δεν απομακρύνει εντελώς τις κρίσεις πανικού, αλλά αποτελεί έναν δυναμικό τρόπο αποδοχής και απελευθέρωσης, για να μπορέσετε να μειώσετε την επίδρασή τους και να κάνετε κάποια πρόοδο μακροπρόθεσμα.

3. Εστιάστε στο παρόν

Είναι σοφό να θυμάστε το παρελθόν, ώστε να μπορείτε να μαθαίνετε από αυτό και να οραματίζεστε το μέλλον, ώστε να είστε προετοιμασμένοι γι’ αυτό, αλλά οι σκέψεις, οι λέξεις και οι πράξεις του παρόντος είναι αυτές που έχουν τη μεγαλύτερη επίδραση στην ευτυχία και στην εσωτερική σας γαλήνη. Επιπλέον, δεν είναι τελικά τόσο παραγωγικό να συγκρίνετε την παρούσα διάθεσή σας με παρελθοντικές καταστάσεις σας· αν εστιάσετε στο να μένετε θετικοί στο παρόν, τότε θα έχετε λιγότερες πιθανότητες να βιώσετε κρίσεις πανικού στο παρόν.

4. Σκεφτείτε παραγωγικά

Σκέψεις όπως «πότε επιτέλους θα τελειώσει αυτό;» ή «γιατί σε εμένα;» ή «τι έχω κάνει για να το αξίζω αυτό;» δεν είναι ούτε θετικές, ούτε όμως και παραγωγικές. Κατά πρώτον, ερωτήσεις τέτοιου είδους δεν έχουν ξεκάθαρες απαντήσεις. Κατά δεύτερον, ακόμα κι αν γνωρίζατε τις απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις, δεν θα σας βοηθούσαν να επιλύσετε τις δυσκολίες.

5. Μην περιμένετε να συμβεί το χειρότερο πιθανό σενάριο

Είναι σωστή κίνηση το να προετοιμαζόμαστε για το χειρότερο πιθανό σενάριο- αλλά το να περιμένουμε ότι σίγουρα αυτό θα είναι τελικά που θα συμβεί είναι τελείως διαφορετικό και προφανώς θα δημιουργήσει πανικό και φόβο. Εξάλλου, τελικά το χειρότερο πιθανό σενάριο σπάνια πραγματοποιείται, οπότε δεν είναι και πολύ σοφό να εστιάζετε μόνο σε αυτό. Με αυτό τον τρόπο μένετε απροετοίμαστοι για όλες τις άλλες καταστάσεις, οι οποίες είναι πολύ πιθανότερο να συμβούν.

6. Μην εξαρτάστε από εξωτερικές πηγές ευτυχίας


Τόσο η λύτρωση, όσο και η ευτυχία βρίσκονται μέσα μας· για την ακρίβεια, όταν εξαρτιόμαστε από εξωτερικές πηγές ευτυχίας, καταλήγουμε να είμαστε πιο ευερέθιστοι, αγχωμένοι, να νιώθουμε πως είμαστε αδύναμοι, να υιοθετούμε κακές συνήθειες και ανευθυνότητα. Επιπροσθέτως, τα εσωτερικά μας ζητήματα δεν μπορούν να επιλυθούν ποτέ πλήρως από εξωτερικές από εμάς πηγές- απλά θάβονται βαθιά μέσα μας και όταν αναδύονται, προκαλούν έντονους πανικούς.

Υπενθύμιση: Μη βασίζεστε στην κοινή λογική

Όταν οι άνθρωποι σκεφτόμαστε και δρούμε όπως μας καλούν τα ένστικτά μας να κάνουμε, τότε συχνά ακολουθεί πανικός. Δυστυχώς, οι πιο πολλοί άνθρωποι εξισώνουν τις πρώτες σκέψεις τους με την κοινή λογική- όταν όμως στην πραγματικότητα αυτό δεν είναι αλήθεια. Τα συναισθήματα και τα ένστικτα επηρεάζονται και μεταβάλλονται κατά πολύ από την κατάθλιψη και τον πανικό, οπότε δεν αποτελούν και πολύ καλούς συμβούλους. Αντιθέτως, είναι αποτελεσματικότερο να αποδεχτείτε τους φόβους σας και να προσπαθήσετε να απελευθερωθείτε από αυτούς με υπομονή και επιμονή.

Γεμίζουμε τελικά τόσο πολύ το χρόνο μας για να αποφύγουμε να μείνουμε μόνοι μας;

Γιατί έχουμε αυτή την ακατάπαυστη ανάγκη να είμαστε απασχολημένοι συνεχώς; Γιατί το σίγουρο είναι ότι ειδικά στη σύγχρονη κοινωνία και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αυτό ακριβώς είναι που επιδιώκουμε!

Στον κοινωνικό μας κύκλο, προσδιοριζόμαστε από το πόσα «πράγματα» κάνουμε ακριβώς και από το περιεχόμενό τους. Βγαίνουμε για να πιούμε, πηγαίνουμε σε πάρτι, σε κοινωνικές εκδηλώσεις, πηγαίνουμε για ψώνια, στον κινηματογράφο και η λίστα είναι ατέλειωτη… Μας ικανοποιούν αληθινά όμως αυτά; Ή κάποια από αυτά;

Ακόμα κι όταν μένουμε μόνοι, θέλουμε να είμαστε απασχολημένοι. Παρακολουθούμε άσκοπα τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης, βλέπουμε τηλεόραση, στέλνουμε συνεχώς μηνύματα, πηγαίνουμε γυμναστήριο, χρειάζεται να μαγειρέψουμε ή να καθαρίσουμε το σπίτι. Η πραγματική ερώτηση είναι εδώ: επενδύουμε συναισθηματικά σε κάτι από όλα αυτά;

Είμαστε «προγραμματισμένοι» από μια τόσο νεαρή ηλικία να πιστεύουμε ότι χρειαζόμαστε να δουλεύουμε σκληρά, να γεμίζουμε τη ζωή μας με επιτεύγματα και επιτυχίες, να μελετάμε, να αποκτήσουμε μια καλή δουλειά και να είμαστε επιτυχημένοι. Έχει όμως κάτι από αυτά αληθινή σημασία; Υποθέτω πως ναι, έως ένα βαθμό έχει. Δεν υποστηρίζω εδώ ότι όλα αυτά δεν έχουν καμία σημασία ή ότι είναι απολύτως ανούσια. Αυτό που όμως θέλω να πω ότι ποτέ δεν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να βρει το χρόνο απλά να είναι, να υπάρχει.

Πάντα ήμουν περίεργη για τον κόσμο γύρω μου και δεν μπορώ να ησυχάσω αν δεν μάθω τον λόγο πίσω από τα πάντα. Έως ένα βαθμό όλο αυτό σίγουρα πηγάζει από το εγώ μου, αλλά κυρίως οφείλεται στο γεγονός ότι ξέρω ότι τα περισσότερα από αυτά τα πράγματα δεν με γεμίζουν σε πνευματικό επίπεδο. Μήπως λοιπόν υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι που νιώθουν το ίδιο και απλά δεν το έχουμε επικοινωνήσει ο ένας στον άλλο;

Πόσο περίεργο είναι αυτό… Η ιδέα ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε ο,τι κάνουμε συνήθως με τους φίλους/οικογένεια/ συντρόφους μας και σιωπηλά να σκεφτόμαστε οτι «δεν θέλω να βρίσκομαι εδώ» ή «δεν θέλω να το κάνω τώρα αυτό». Δεν λέω ότι δεν θέλουμε να είμαστε με αυτούς τους σημαντικούς για μας ανθρώπους, αλλά απλά πως κάποια από αυτά που κάνουμε δεν είναι τελικά αυτά που μας γεμίζουν ή που θα μας κάνουν ευτυχισμένους.

Πόσες φορές έχετε πει «θα μείνω μέσα αυτό το σαββατοκύριακο» και όταν τελικά αυτό έρχεται, μένετε μόνοι σας, ίσως βαριέστε και στο τέλος βγαίνετε; Είναι σχεδόν σαν να φοβόμαστε να μείνουμε μόνοι με τον εαυτό μας. Έχετε ποτέ σκεφτεί:

Κι αν δεν μου αρέσει ο εαυτός μου;

Κι αν είμαι τόσο σιωπηλός/ή που οι υποσυνείδητες σκέψεις μου αρχίσουν να με κατακλύζουν;

Κι αν περνάω τόσο πολύ χρόνο μόνος/η μου που θα αρχίσω να χάνω τους φίλους μου;

Οι σιωπηλές στιγμές- ο μοναχικός χρόνος. Γιατί αυτό που θα έπρεπε να είναι το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο, είναι όπως φαίνεται τελικά το δυσκολότερο για μας;
Λόγοι για να αρχίσετε να περνάτε χρόνο μόνοι σας:

Δίνει τον χρόνο και την ευκαιρία στον εγκέφαλό σας να αναζωογονηθεί και να αποφορτιστεί.

Σας βοηθά να συγκεντρώνεστε και γι’ αυτό σας κάνει πιο παραγωγικούς.

Σας βοηθά να έρχεστε σε επαφή με τον εαυτό και τις ανάγκες του.

Σας βοηθά να ξεκαθαρίσετε και να αναλύσετε τις σχέσεις σας και τη σημασία τους.

Σας δίνει το χρόνο που χρειάζεστε για να αποσυνδεθείτε από ανησυχίες και επικριτική διάθεση.

Σας δίνει την ψυχική ενέργεια να συνεχίσετε.

Σας δίνει την ευκαιρία να έρθετε αντιμέτωποι με ανεπίλυτα συναισθήματα και προβλήματα.

Οι βαθύτερες ανθρώπινες αξίες και οι συμπονετικοί φίλοι είναι τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή

Οι επιστήμονες έχουν αρχίσει να τονίζουν ότι οι εσωτερικέs αξίες είναι αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία για μια ευτυχισμένη ζωή, και είναι αυτό που χρειαζόμαστε ακριβώς τώρα, όχι μόνο πνευματικά, αλλά και για την καλή σωματική μας κατάσταση.

Ολόκληρη η κοινωνία μας έχει παραπλανηθεί από τα υλικά αγαθά και έχει χάσει την αίσθηση αυτού που είναι πραγματικά πολύτιμο. Κρίνουμε τα πάντα σε υλικό επίπεδο και δεν αναγνωρίζουμε άλλεs αξίες.

Ακόμη και στις οικογένειες, όσοι κερδίζουν χρήματα έχουν καλή αντιμετώπιση, ενώ οι υπόλοιποι αντιμετωπίζονται ως άχρηστοι. Οι άνθρωποι μεταχειρίζονται καλύτερα τα παιδιά τους αν είναι πιθανό να κερδίσουν πολλά στο μέλλον και παραμελούν τα παιδιά τους που φαίνεται να μην έχουν τέτοια προοπτική.

Το ίδιο ισχύει και για τους ηλικιωμένους — από τη στιγμή που δεν κερδίζουν πλέον χρήματα, δεν τυγχάνουν καλής αντιμετώπισης και δεν τους δίνονται παρά αποφάγια. Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζουμε και τα ζώα.

Τις κότες που γεννάνε αυγά τις φροντίζουμε, ενώ τα αρσενικά κοτόπουλα τα σκοτώνουμε. Τα θηλυκά που δε γεννάνε αυγά επίσης τα σκοτώνουμε.

Οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται το ίδιο. Μόνο οι χρήσιμοι άνθρωποι εκτιμώνται, ενώ όσοι δεν εκτιμώνται εγκαταλείπονται.

Η κοινωνία μας είναι προσανατολισμένη προς τα νιάτα, αλλά μπορούμε επίσης να πούμε ότι είναι προσανατολισμένη και προς τη χρησιμότητα.

Σε μια κοινωνία που συμπεριφέρεται καλά μόνο στους χρήσιμους ανθρώπους, θα πρέπει να προσευχηθούμε να ζήσουμε λιγότερο. Όταν γεράσουμε, θα είμαστε άχρηστοι.

Αυτό είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα. Θεωρώ ότι οι περισσότερες κοινωνίες πιστεύουν ότι το χρήμα είναι το πιο σημαντικό πράγμα.

Οι βαθύτερες ανθρώπινες αξίες και οι συμπονετικοί φίλοι είναι τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή, αλλά οι άνθρωποι δεν το αναγνωρίζουν αυτό.

Για παράδειγμα, σ’ ένα φτωχικό σπίτι που είναι γεμάτο στοργή, όλοι είναι ευτυχισμένοι. Αλλά στο σπίτι ενός δισεκατομμυριούχου, αν τα μέλη μιας οικογένειας ζηλεύουν, υποπτεύονται ο ένας τον άλλον και δεν αγαπιούνται, τότε, ανεξάρτητα από το πόσο πλούσιοι είναι ή πόσο όμορφα είναι τα έπιπλά τους, παραμένουν δυστυχισμένοι.

Το παράδειγμα δείχνει τη διαφορά μεταξύ επιφανειακών αξιών και βαθύτερων, υψηλότερων αξιών. Η στοργή και η καλοσύνη που εμείς τα ανθρώπινα όντα διαθέτουμε αρχικά είναι οι βαθύτερες αξίες, η βάση όλων των ανθρώπινων αξιών.

Εάν διαθέτουμε αυτές τις αξίες, οι επιφανειακές αξίες που έχουν να κάνουν με χρήματα και υλικά αγαθά μπορούν να συμβάλλουν στην ανθρώπινη ευτυχία. Δίχως αυτές, όμως, οι επιφανειακές αξίες είναι ανούσιες.

Δεν χρειάζεται να σπρώξουμε

Ο Άνιμπαλ Σαμπατίνι έλεγε πως η πληρότητα (ή η ευτυχία, ή ό,τι ο καθένας επιθυμεί περισσότερο) βρίσκεται κλεισμένη σ’ ένα δωμάτιο και ξέρουμε πως το μόνο που χρειάζεται είναι ν’ ανοίξουμε την πόρτα. Πλησιάζουμε, γυρίζουμε το πόμολο (αφού ξέρουμε πως δεν υπάρχει κλειδαριά) και σπρώχνουμε.

Στην πρώτη προσπάθεια, η πόρτα δεν ανοίγει. «Μάλλον θα έχει φρακάρει» σκεφτόμαστε, και σπρώχνουμε πιο δυνατά.

Δεν γίνεται τίποτα.

Προσπαθούμε περισσότερο, χωρίς επιτυχία.

Φωνάζουμε τους φίλους, τους συγγενείς και τους θεραπευτές μας για να μας βοηθήσουν στο σπρώξιμο. Έρχονται, αλλά η πόρτα μένει ακίνητη.

Ποτέ δεν παύουμε να προσπαθούμε.

Ποτέ στη ζωή δεν σταματάμε να σπρώχνουμε.

Κι όλο σπρώχνουμε και ξανασπρώχνουμε χωρίς να καθίσουμε να σκεφτούμε.

Χωρίς να καθίσουμε να σκεφτούμε.

Χωρίς να καθίσουμε να σκεφτούμε ότι δεν πρέπει να σπρώξουμε, αλλά να έλξουμε μαλακά την πόρτα μας προς το μέρος μας.

HERMANN HESSE: Για να προκύψει το δυνατό, πρέπει να προσπαθήσουμε ξανά και ξανά για το αδύνατο

Πόσες φορές δεν έχουμε την αίσθηση ότι αντιδρούμε πολύ διαφορετικά από το πώς θα θέλαμε να συμπεριφερθούμε απέναντι σε ιδιαίτερες συνθήκες και καταστάσεις.

Αφού φωνάξουμε, βροντήξουμε την πόρτα ή ξεστομίσουμε κάτι που δεν θα θέλαμε, μας κατακλύζουν συναισθήματα θλίψης, απελπισίας αλλά και θυμού ενάντια στον εαυτό μας. Η φωνή του εσωτερικού κριτή μας, αντηχεί ακατάπαυστα στο κεφάλι μας και την ανεχόμαστε αδιαμαρτύρητα, ίσως απελπισμένοι ότι μόνο με την αυτοτιμωρία θα αλλάξουμε. Δυστυχώς, τα χρόνια περνούν και συνειδητοποιούμε πως αρκετά συχνά αντιδρούμε στην ίδια κατάσταση πάντα με τον ίδιο τρόπο. Όπως το νερό τελικά διαβρώνει την πέτρα, έτσι και η αίσθηση ‘ότι “τίποτα δεν αλλάζει” διαβρώνει το ηθικό μας, ώσπου καταλήγουμε ότι δεν μπορούμε να αλλάξουμε.

Πολλοί πιστεύουν συνειδητά ότι μπορούν ν’ αλλάξουν’ ωστόσο, όταν εμβαθύνουν μέσα τους και κοιτάξουν τα συναισθήματά τους, οι περισσότεροι καταλήγουν πως μια τέτοια αλλαγή δεν είναι ρεαλιστική.

Τι είναι αυτό που δυσκολεύει τόσο την αλλαγή συγκεκριμένων πλευρών της προσωπικότητας μας;
Η αλήθεια είναι ότι δεν θέλουμε ν’ αλλάξουμε, όσο κι αν το πιστεύουμε.

Πράγματι, οι ακούσιες αντιδράσεις μας, είναι πρότυπα που δημιουργήσαμε σε μια συγκεκριμένη ηλικία και σ’ ένα καθορισμένο επίπεδο συνείδησης. Τα δημιουργήσαμε για να ξεφύγουμε από τον πόνο και να καλύψουμε τις ανάγκες μας.

Πρέπει να δείξουμε απεριόριστη κατανόηση στον εαυτό μας για να συμβιβαστούμε με τον πόνο που έχουμε προκαλέσει στους άλλους και που βιώνουμε και οι ίδιοι. Όταν καταλάβουμε ότι δεν είναι η κακία ή η ανικανότητα που έχει φωλιάσει στην καρδιά μας, αλλά ότι απλώς έχουμε τα μάτια μας κλειστά, θα μπορέσουμε να αξιολογήσουμε τα πράγματα από διαφορετική σκοπιά. Οπότε, αν θέλουμε να επουλώσουμε τις πληγές στη ψυχή μας, πρέπει απαραιτήτως να συγχωρήσουμε τον εαυτό μας.

Οι πληγές αυτές έχουν αφήσει ανεξίτηλα ίχνη στη μνήμη μας. Στις μέρες μας, χάρη στην επιστημονική έρευνα, γνωρίζουμε πως η μνήμη, μέσα στην τεράστια πολυπλοκότητά της, δεν αποθηκεύει μόνο την ανάμνηση των γεγονότων, αλλά και αισθήσεις, εμπειρίες και βιώματα.

Οι ερμηνείες και οι εκτιμήσεις μας γεννούν πολλά από τα συναισθήματα που νιώθουμε σε κάποια δεδομένη στιγμή. Είναι πολύ διαφορετική η ερμηνεία του δε με αγαπούν επειδή δεν το αξίζω, από την ερμηνεία του δε με αγαπούν επειδή δε με γνωρίζουν καλά. Γι' αυτό όσοι είναι σε θέση να ερμηνεύσουν ένα δύσκολο γεγονός της ζωής τους με πιο ανοιχτό μυαλό, θα αλλάξουν το παρελθόν τους από το παρόν. Το παρελθόν δεν είναι κάτι άκαμπτο και αμετάβλητο αλλά φοβερά εύπλαστο. Αν το αντιλαμβανόμαστε ως άκαμπτο και αμετάβλητο, αυτό οφείλεται στο ότι αξιολογούμε από την ίδια οπτική και με βάση τις ίδιες παραμέτρους.

Ίσως η προσκόλλησή μας στο παρελθόν να μας προσφέρει μια σταθερή αίσθηση ταυτότητας, για την οποία όμως το τίμημα είναι βαρύ, αφού, μεταξύ άλλων, όταν κοιτάζουμε το μέλλον μας σιωπηλά, αυτό που βλέπουμε είναι στην ουσία το παρελθόν μας. Πως μπορούμε να προσβλέπουμε σε συγκεκριμένα ιδανικά και ορίζοντες, όταν είναι κρυμμένα από την πολύ περιορισμένη ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας; Με τον εαυτό μας συναντιόμαστε κάθε μέρα και γι αυτό είναι οι δικές μας οι λύσεις και οι πράξεις που μπορούν να μας κατευθύνουν προς τον έναν ή τον άλλον προορισμό.

Να θυμάστε πως ανάμεσα σε κάθε γεγονός που συμβαίνει και στη συναισθηματική του αντίδραση θα παρεμβάλλεται πάντα η δική σας ερμηνεία της κατάστασης. Έτσι, είναι πολύ πιο σημαντικό οι ερμηνείες σας να σας βοηθούν παρά να είναι φαινομενικά λογικές.

HERMANN HESSE

Η αρπακτική Τύχη αφαιρεί από εδώ το στέμμα με σφοδρό πάταγο, ενώ χαίρεται να το τοποθετεί αλλού

Ενώ σπανίως και με φειδώ λάτρευα τους θεούς
ως ένας πλανώμενος μύστης της ασύνετης σοφίας,
αναγκάζομαι τώρα να στρέψω προς τα πίσω τα ιστία
και να ακολουθήσω πάλι τις διαδρομές,
που είχα εγκαταλείψει..

Διότι ο Δίας,
που συχνά σχίζει τα νέφη με λαμπρό πυρ, οδήγησε σε αίθριο ουρανό τους βροντώδεις ίππους και το άρμα του,
από το οποίο συνταράσσεται η ακίνητη γη,
οι ρέοντες ποταμοί, η Στύγα, η φρικτή
περιοχή του μισητού Ταινάρου, και το ατλαντικό
σύνορο.

Ο Θεός έχει τη δύναμη να αλλάσσει
τα κατώτερα με τα ανώτερα, να σμικρύνει τον επιφανή,
να φανερώνει τα σκοτεινά.

Η αρπακτική Τύχη
αφαιρεί από εδώ το στέμμα με σφοδρό πάταγο, ενώ
χαίρεται να το τοποθετεί αλλού.

Ορατίου, Ωδές

Η φιλία σύμφωνα με τον Επίκουρο

Ενώ οι περισσότεροι από τους προκατόχους του θεμελίωναν την αληθινή φιλία πάνω σε μια αρετή που αφορούσε ένα εκλεκτό κομμάτι των πολιτών, ο Επίκουρος, περισσότερο προσγειωμένος, έχει τάση να την κάνει προσβάσιμη σε μεγαλύτερο αριθμό, συναρτήσει μικρότερων απαιτήσεων. Από κάποια αποσπάσματα και από αποφθέγματα που μετέφεραν οι μαθητές του, αναδεικνύεται πως, χωρίς απολυτότητα, για αυτόν τον φιλόσοφο «η φιλία είναι το πιο πολύτιμο αγαθό που μας προσφέρει η σοφία για την ευτυχία της ζωής μας». Ενώ προέρχεται από τη χρησιμότητα έχει τάση γρήγορα να καλλιεργείται για τον εαυτό της:

«Ούτε αυτός που παντού ψάχνει τη χρησιμότητα μπορεί να είναι φίλος, ούτε αυτός που ποτέ δεν συνδυάζει τη φιλία με κάποιο συμφέρον, γιατί ο ένας κάνει τα οφέλη της αντικείμενο κερδοσκοπικής ανταλλαγής και ο άλλος αποστερείται από κάθε μελλοντική ελπίδα (υποστήριξης)».

Αλλού, προσδιορίζεται πως δεν μπορεί να πρόκειται για απλό υπολογισμό: «Δεν έχουμε τόση ανάγκη τη χρησιμότητα των φίλων μας όσο την εμπιστοσύνη στην υποστήριξη τους». Για τη μια και την άλλη πλευρά η ευχαρίστηση να είναι κανείς βοηθός υπερτερεί της ανάγκης να βοηθηθεί. Επίσης, δεν πρέπει να εγκρίνει κανείς ούτε αυτούς που σπεύδουν ούτε αυτούς που είναι βραδείς στη σύνδεση της φιλίας, «πρέπει μάλιστα να ριψοκινδυνεύσει κανείς για αυτό». Η ευχαρίστηση και η ευτυχία εξαρτώνται από τον αρχικό αυτό κίνδυνο. Ωστόσο ο Επίκουρος συναντά τον Αριστοτέλη στην εκτίμηση πως δεν πρόκειται για άλλη καινούργια ευχαρίστηση, αλλά για επαύξηση κάθε ευχαρίστησης σε σχέση με αυτό που θα ήταν αν είχε βιωθεί μοναχικά. Αυτό ισχύει τόσο για ορισμένες ευχαριστήσεις του σώματος, όπως αυτές του τραπεζιού, όσο και για τις χάρες του πνεύματος που χαρακτηρίζουν τη φιλοσοφική συζήτηση.

Η ηθική λοιπόν του Επίκουρου δεν προϋποθέτει ούτε εξαιρετικά χαρίσματα ούτε την παραίτηση από τις επιθυμίες μας, θεωρώντας τις κατώτερες. Μπορεί όμως να μας αποσπάσει από τον αλλοτριωτικό χαρακτήρα μιας συχνά καταπιεστικής ή ιδιοτελούς κοινωνίας. Μπορεί να επεκταθεί στα μέλη περιορισμένων κοινοτήτων, αδιάφορων για την εξουσία, τα πλούτη και τις τιμές. Ελλείψει μιας «πολιτείας όλου του κόσμου» (ουτοπικής), η φιλία «σέρνει πάντα το χορό γύρω του» χωρίς μέσα σε αυτόν να χάνεται. Παρόμοια, ξεφεύγει από την αναταραχή και τα βάσανα των παθών, ειδικότερα του ερωτικού.

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (1.17.1-1.17.9)

[1.17.1] Καταστήσας δὲ Κάλαν σατραπεύειν ἧς Ἀρσίτης ἦρχε καὶ τοὺς φόρους τοὺς αὐτοὺς ἀποφέρειν τάξας, οὕσπερ Δαρείῳ ἔφερον, ὅσοι μὲν τῶν βαρβάρων κατιόντες ἐκ τῶν ὀρῶν ἐνεχείριζον σφᾶς, τούτους μὲν ἀπαλλάττεσθαι ἐπὶ τὰ αὑτῶν ἑκάστους ἐκέλευεν, [1.17.2] Ζελείτας δὲ ἀφῆκε τῆς αἰτίας, ὅτι πρὸς βίαν ἔγνω συστρατεῦσαι τοῖς βαρβάροις· Δασκύλιον δὲ παραληψόμενον Παρμενίωνα ἐκπέμπει· καὶ παραληψόμενον Δασκύλιον Παρμενίων ἐκλιπόντων τῶν φρουρῶν.
[1.17.3] Αὐτὸς δὲ ἐπὶ Σάρδεων προὐχώρει· καὶ ἀπέχοντος αὐτοῦ ὅσον ἑβδομήκοντα σταδίους Σάρδεων ἧκον παρ᾽ αὐτὸν Μιθρήνης τε ὁ φρούραρχος τῆς ἀκροπόλεως τῆς ἐν Σάρδεσι καὶ Σαρδιανῶν οἱ δυνατώτατοι, ἐνδιδόντες οἱ μὲν τὴν πόλιν, ὁ δὲ Μιθρήνης τὴν ἄκραν καὶ τὰ χρήματα. [1.17.4] Ἀλέξανδρος δὲ αὐτὸς μὲν κατεστρατοπέδευσεν ἐπὶ τῷ Ἕρμῳ ποταμῷ· ἀπέχει δὲ ὁ Ἕρμος ἀπὸ Σάρδεων σταδίους ὅσον εἴκοσιν· Ἀμύνταν δὲ τὸν Ἀνδρομένους τὴν ἄκραν παραληψόμενον ἐκπέμπει ἐς Σάρδεις· καὶ Μιθρήνην μὲν ἐν τιμῇ ἅμα οἷ ἦγεν, Σαρδιανοὺς δὲ καὶ τοὺς ἄλλους Λυδοὺς τοῖς νόμοις τε τοῖς πάλαι Λυδῶν χρῆσθαι ἔδωκεν καὶ ἐλευθέρους εἶναι ἀφῆκεν. [1.17.5] ἀνῆλθε δὲ καὶ αὐτὸς εἰς τὴν ἄκραν, ἵνα τὸ φρούριον ἦν τῶν Περσῶν· καὶ ἔδοξεν αὐτῷ ὀχυρὸν τὸ χωρίον· ὑπερύψηλόν τε γὰρ ἦν καὶ ἀπότομον πάντῃ καὶ τριπλῷ τείχει πεφραγμένον. αὐτὸς δὲ ἐπὶ τῇ ἄκρᾳ ναόν τε οἰκοδομῆσαι Διὸς Ὀλυμπίου ἐπενόει καὶ βωμὸν ἱδρύσασθαι. [1.17.6] σκοποῦντι δὲ αὐτῷ τῆς ἄκρας ὅπερ ἐπιτηδειότατον χωρίον ὥρᾳ ἔτους ἐξαίφνης χειμὼν ἐπιγίγνεται καὶ βρονταὶ σκληραὶ καὶ ὕδωρ ἐξ οὐρανοῦ πίπτει, οὗ τὰ τῶν Λυδῶν βασίλεια· Ἀλεξάνδρῳ δὲ ἔδοξεν ἐκ θεοῦ σημανθῆναι, ἵνα χρὴ οἰκοδομεῖσθαι τῷ Διὶ τὸν νεών, καὶ οὕτως ἐκέλευσε. [1.17.7] κατέλιπε δὲ τῆς μὲν ἄκρας τῆς Σάρδεων ἐπιμελητὴν Παυσανίαν τῶν ἑταίρων, τῶν δὲ φόρων τῆς συντάξεώς τε καὶ ἀποφορᾶς Νικίαν, Ἄσανδρον δὲ τὸν Φιλώτα Λυδίας καὶ τῆς ἄλλης τῆς Σπιθριδάτου ἀρχῆς, δοὺς αὐτῷ ἱππέας τε καὶ ψιλοὺς ὅσοι ἱκανοὶ πρὸς τὰ παρόντα ἐδόκουν. [1.17.8] Κάλαν δὲ καὶ Ἀλέξανδρον τὸν Ἀερόπου ἐπὶ τὴν χώραν τὴν Μέμνονος ἐκπέμπει, ἄγοντας τούς τε Πελοποννησίους καὶ τῶν ἄλλων ξυμμάχων τοὺς πολλοὺς πλὴν Ἀργείων· οὗτοι δὲ ἐν Σάρδεσι κατελείφθησαν τὴν ἄκραν φυλάττειν.
[1.17.9] Ἐν τούτῳ δὲ, ὡς τὰ ὑπὲρ τῆς ἱππομαχίας ἐξηγγέλθη, οἵ τε τὴν Ἔφεσον φρουροῦντες μισθοφόροι ᾤχοντο φεύγοντες, δύο τριήρεις τῶν Ἐφεσίων λαβόντες, καὶ ξὺν αὐτοῖς Ἀμύντας ὁ Ἀντιόχου, ὃς ἔφυγεν ἐκ Μακεδονίας Ἀλέξανδρον, παθὼν μὲν οὐδὲν πρὸς Ἀλεξάνδρου, δυσνοίᾳ δὲ τῇ πρὸς Ἀλέξανδρον καὶ αὐτὸς ἀπαξιώσας τι παθεῖν πρὸς αὐτοῦ ἄχαρι.

***
[1.17.1] Ο Αλέξανδρος διόρισε τον Κάλα σατράπη της περιοχής που διοικούσε πριν ο Αρσίτης και όρισε να πληρώνουν οι κάτοικοί της τους ίδιους ακριβώς φόρους που πλήρωναν στον Δαρείο· διέταξε επίσης να επιστρέψουν στην πατρίδα τους όσοι βάρβαροι κατέβαιναν από τα βουνά και παραδίδονταν στον στρατό του. [1.17.2] Τους κατοίκους της πόλεως Ζέλειας απάλλαξε από κάθε κατηγορία, γιατί διαπίστωσε ότι είχαν υποχρεωθεί με τη βία να συμπολεμήσουν με τους βαρβάρους· και έστειλε τον Παρμενίωνα να παραλάβει το Δασκύλιο, το οποίο πράγματι παρέλαβε ο Παρμενίων, επειδή το είχαν εγκαταλείψει οι φρουροί του.
[1.17.3] Ο ίδιος προχώρησε προς τις Σάρδεις και ενώ απείχε εβδομήντα περίπου σταδίους από εκεί, παρουσιάστηκαν εμπρός του ο Μιθρήνης, ο φρούραρχος της ακροπόλεως των Σάρδεων, και οι προύχοντες της πόλεως. Οι προύχοντες του παρέδωσαν την πόλη και ο Μιθρήνης την ακρόπολη και τα χρήματα. [1.17.4] Ο ίδιος ο Αλέξανδρος στρατοπέδευσε στον Έρμο ποταμό, που απέχει είκοσι περίπου σταδίους από τις Σάρδεις, και έστειλε στις Σάρδεις τον Αμύντα, τον γιο του Ανδρομένη, για να παραλάβει την ακρόπολη· τον Μιθρήνη τον κράτησε κοντά του και τον τίμησε πολύ· στους Σαρδιανούς και στους άλλους Λυδούς επέτρεψε να κάνουν χρήση των παλιών λυδικών νόμων και να αυτοδιοικούνται. [1.17.5] Ανέβηκε όμως και ο ίδιος στην ακρόπολη των Σάρδεων, όπου ήταν το φρούριο των Περσών. Η τοποθεσία της ακροπόλεως του φάνηκε οχυρή, γιατί ήταν πανύψηλη και απόκρημνη από παντού και οχυρωμένη ολόγυρα με τριπλό τείχος. Ο ίδιος έβαλε στον νου του να χτίσει στην ακρόπολη ναό του Ολυμπίου Διός και να ανεγείρει βωμό. [1.17.6] Ενώ λοιπόν αναζητούσε το καταλληλότερο σημείο της ακροπόλεως, ξέσπασε ξαφνικά, αν και ήταν καλοκαίρι, κακοκαιρία με δυνατές βροντές και έπεσε από τον ουρανό βροχή εκεί όπου βρίσκονταν τα ανάκτορα των Λυδών· από αυτό ο Αλέξανδρος υπέθεσε ότι του υπέδειξε ο θεός το μέρος όπου έπρεπε να χτίσει τον ναό του Διός, και έδωσε τις σχετικές διαταγές. [1.17.7] Άφησε τον Παυσανία, έναν από τους εταίρους, φρούραρχο της ακροπόλεως των Σάρδεων και τον Νικία υπεύθυνο για την κατανομή και την είσπραξη των φόρων. Διόρισε δε διοικητή της Λυδίας και της υπόλοιπης σατραπείας του Σπιθριδάτη τον Άσανδρο, τον γιο του Φιλώτα, και του έδωσε όσους ιππείς και ελαφρά οπλισμένους έκρινε ότι επαρκούσαν για τις ανάγκες της στιγμής. [1.17.8] Τον Κάλα και τον Αλέξανδρο, τον γιο του Αερόπου, τους έστειλε στη χώρα του Μέμνονα, μαζί με τους Πελοποννησίους και τους περισσότερους από τους υπόλοιπους συμμάχους εκτός από τους Αργείους· αυτοί παρέμειναν στις Σάρδεις για να φυλάγουν την ακρόπολη.
[1.17.9] Στο μεταξύ, μόλις κυκλοφόρησε η είδηση για την ιππομαχία του Γρανικού, οι μισθοφόροι που φρουρούσαν την Έφεσο σηκώθηκαν και έφυγαν παίρνοντας δύο τριήρεις των Εφεσίων· μαζί τους αναχώρησε και ο Αμύντας, ο γιος του Αντιόχου, που εγκατέλειψε τη Μακεδονία για να αποφύγει τον Αλέξανδρο, όχι γιατί αυτός τον είχε βλάψει, αλλά γιατί ο ίδιος αντιπαθούσε τον Αλέξανδρο και φοβόταν μήπως πάθει κανένα κακό από αυτόν.