Παρασκευή 23 Ιουνίου 2023

O Σχηματισμός των λέξεων στην Αρχαία Ελληνική γλώσσα

Τα σύνθετα με βάση το είδος και τη μορφή του α΄ συνθετικού

Ι. Επίρρημα (με την ευρεία έννοια) ως 
α΄ συνθετικό

1. Προρηματικό + ρήμα (ρήμα παρεμφατικό και ρήμα απαρεμφατικό, καθώς και ρηματικό όνομα)

§ 43. 1. Προρηματικό + ρήμα (ρήμα παρεμφατικό και ρήμα απαρεμφατικό·[1] και με ρηματικό όνομα) είναι η μόνη συνένωση όπου ένα ρήμα (όχι ένα ρηματικό θέμα!) εμφανίζεται ως β΄ συνθετικό: ἀν-ίστημι, ἀνά-στατος, ἀνά-στασις, ἀνα-στατήρ ή -στάτης 'καταστροφέας'. Αυτός ο τύπος είναι εξίσου παλιός και συνηθισμένος, και κατά συνέπεια δεν χρειάζονται περισσότερα παραδείγματα. Η θέση του προρηματικού σε σχέση με το ρήμα είναι ακόμη τελείως ελεύθερη στον Όμηρο ("τμήση" και "αναστροφή", § 35). Αντίθετα η σύνδεση του προρηματικού με το ρηματικό ουσιαστικό ή επίθετο ήταν από πάντα αδιάσπαστη, και αυτό βοήθησε αποφασιστικά, ώστε τελικά και το ρήμα να υπαχθεί στον ίδιο κανόνα (§ 35)· πρβ. το λατινικό ex -ī re 'εξέρχομαι, βγαίνω' όπου η πρόθεση δεν μπορεί να χωριστεί, όπως συμβαίνει και στο ex - itus 'έξοδος', ενώ στα γερμανικά η εξέλιξη σταμάτησε λίγο πρωτύτερα: Ausgang 'έξοδος' και ausgehen 'εξέρχομαι' [απαρέμφ.], αλλά ich gehe aus [ενεστ.]· πρβ. επιπλέον την ιστορία του Νέα Πόλις > Νεάπολις κτλ. .

§ 44. Ένα ρηματικό όνομα είναι επίσης β΄ συνθετικό σε επίθετα όπως κάτ-οχος από το κατ-έχειν, πρόσ-φορος από το προσ-φέρειν, πρόσ-φυξ 'πρόσφυγας' από το προσ-φεύγειν, λέξεις που στην πραγματικότητα είναι μόνο παράγωγα από το σύνθετο ρήμα, αλλά ταυτόχρονα είναι συγγενικές με τους τύπους ψυχο-πομπός και ψευσί-στυξ 'αυτός που μισεί το ψέμα' και εν μέρει με τον τύπο θεό-πομπος και οἰστρο-πλήξ 'οιστρήλατος': έτσι λέγεται ἀπο-ρρώξ 'αποκομμένος, απόκρημνος', κάτ-οχος συχνά 'γερά κρατημένος', ἀπό-στολος 'απεσταλμένος'.
---------------------
[1] Παρεμφατικό ρήμα: οι τύποι του ρήματος που δηλώνουν πρόσωπο, δηλαδή οριστική, υποτακτική, ευκτική, προστακτική. Απαρεμφατικό ρήμα (ο όρος στηρίζεται στον όρο των αλεξανδρινών γραμματικών ἀπαρέμφατος ἔγκλισις): οι τύποι που δεν δηλώνουν πρόσωπο, δηλαδή απαρέμφατο και μετοχή. (Στα νέα ελληνικά θα ανήκε εδώ και το γερούνδιο· π.χ. παίζοντας.) α΄ συνθετικό

Η Εξέλιξη της Θρησκευτικής Σκέψης: Η Θρησκεία έξω από τον Χρόνο και μέσα στην Ιστορία

Από την αρχή της ιστορίας του ο άνθρωπος προσπαθούσε να αποκτήσει μία ολική αντίληψη του χώρου ύπαρξής του, μία ολική κοσμοθεωρία. Είτε μας αρέσει είτε όχι μία τέτοια αντίληψη είναι κατά βάση θρησκευτική, φιλοσοφική, αφού αποδίδει σε Κάποια Ύστατη Πραγματικότητα (Απόλυτο, Θεός, κλπ.) το Φαινόμενο της Ύπαρξης. Μέχρι σήμερα μόνο τέτοιες κοσμοθεωρίες χρησιμοποιούμε. Η «επιστήμη» (με την γενική έννοια του όρου) αδυνατεί να δώσει μία ολική εξήγηση του φαινομένου της ύπαρξης.

Στην διάρκεια της ιστορίας ο άνθρωπος προσπάθησε να βελτιώσει την αντίληψή του για τον περιβάλλοντα κόσμο (λέγοντας άνθρωπος εννοούμε το ανθρώπινο είδος, στο οποίο ανήκει ο οποιοσδήποτε άνθρωπος). Η θρησκευτική αντίληψη του κόσμου εξελίχθηκε και πέρασε από διάφορες φάσεις. Έτσι μπορούμε, τυπολογικά, να κατατάξουμε τις κοσμοθεωρίες σε διάφορες φάσεις.

Στην αρχή, όταν ο άνθρωπος βγήκε από το «ασυνείδητο χάος» πριν 500.000 χρόνια (κι από το προανθρώπινο πέρασε στο ανθρώπινο είδος) είχε μία ασαφή εικόνα της Φύσης σαν «ένα όλο». Η Φύση ήταν άγνωστη, μυστηριώδης, συχνά φιλική σαν Μητέρα Φύση κι άλλοτε εχθρική που προκαλούσε δέος. Ο άνθρωπος ένιωθε μέρος αυτής της Άγνωστης Φύσης. Σε αυτή την πρώτη φάση λοιπόν ανήκουν οι πρώτες θρησκείες της Φύσης, σαν κάτι Ιερό, σαν Μάνας που γεννά τα πάντα και πάλι τα αρπάζει στους άγνωστους κόλπους της.

Σε μία επόμενη φάση ο άνθρωπος διαχώρισε το Άγνωστο Ιερό, που το τοποθέτησε ψηλά, από το οικείο, καθημερινό, που τοποθέτησε χαμηλά. Διαχώρισε τον Άγνωστο Ουρανό από την γνωστή γη. Ο άνθρωπος, είχε σαν ψυχή ουράνια καταγωγή αλλά ανατρεφόταν και ζούσε στην γη. Δημιούργησε έτσι τις ουράνιες και φυσικές θρησκείες της δεύτερης φάσης.

Στην συνέχεια ο άνθρωπος διαχώρισε από τον Άγνωστο Ουρανό που ήταν η Πηγή της Ύπαρξης και της ζωής, το Δυναμικό Στοιχείο, το Δημιουργικό Στοιχείο κι έτσι δημιουργήθηκαν θρησκείες που πρόβαλλαν μία Δυναμική Μορφή σαν Εκπρόσωπο του Άγνωστου Ουρανού.

Μετά, στους ιστορικούς χρόνους, ο άνθρωπος από τον Άγνωστο Ουρανό διέκρινε το Νοητικό Στοιχείο που συλλαμβάνει και δημιουργεί και υπερτερεί του απλού δυναμικού στοιχείου κι έτσι δημιουργούνται θρησκείες που περιγράφουν τον κόσμο σαν ένα τετραμερή χώρο στον οποίο το Απόλυτο Άγνωστο Εκπροσωπούσε η Δημιουργική Νόηση. Στις θρησκείες της τρίτης φάσης ανήκει η Αρχαιοελληνική Θρησκεία.

Πριν 3000 χρόνια ο άνθρωπος συνέλαβε το Άγνωστο σαν τον Παγκόσμιο Λόγο, τον Δημιουργικό Λόγο, το Παγκόσμιο Πνεύμα που ήταν Εικόνα του Αγνώστου. Στις θρησκείες της τέταρτης φάσης ανήκει ο Χριστιανισμός.

Παράλληλα, εδώ και 3000 χρόνια, εμφανίζεται μία ακόμα υψηλότερη αντίληψη που θεωρεί το Άγνωστο Απόλυτο σαν το Είναι από το Οποίο προέρχονται και στο Οποίο αναφέρονται όλα τα «είναι». Τέτοιου είδους θρησκείες ή φιλοσοφίες είναι ο Βουδισμός, το Βεδάντα, ο Ταοϊσμός, ο Ορφισμός, ο Πλατωνισμός, κλπ.

Τυπολογικά λοιπόν έχουμε μία εξέλιξη της θρησκευτικής σκέψης σε πέντε φάσεις, στις οποίες μπορούμε να κατατάξουμε τις διάφορες θρησκείες. Σήμερα τείνει να επικρατήσει η αντίληψη της πέμπτης φάσης κι έτσι μόνο οι θρησκείες της πέμπτης φάσης μπορούν να «διασωθούν», ή όσες θρησκείες της τέταρτης φάσης μπορούν να «προσαρμοσθούν» στο πνεύμα της πέμπτης φάσης.

Παράλληλη με την εξέλιξη της αντίληψης περί του κόσμου υπήρξε και η εξέλιξη της αντίληψης περί της ανθρώπινης οντότητας, περί της ανθρώπινης ψυχής. Στην αρχή το ανθρώπινο ον, η ανθρώπινη ψυχή, θεωρήθηκε σαν μέρος της Όλης Φύσης. Στην συνέχεια διέκριναν στην ανθρώπινη οντότητα ένα δυναμικό χαρακτήρα, ένα νοητικό στοιχείο, μία παγκόσμια φύση και τελικά ταύτισαν την οντότητα με το Ύστατο Είναι.

Νιώθετε αναποφάσιστοι;

Σκοπός αυτού του άρθρου είναι να σας δείξει πώς να παίρνετε αποφάσεις και να γίνετε πιο αποφασιστικοί. Εάν δυσκολεύεστε να διαλέξετε τι επάγγελμα να κάνετε, πού να μετακομίσετε ή ποια παπούτσια να αγοράσετε, οι στρατηγικές που θα βρείτε εδώ θα σας βοηθήσουν να αποφασίζετε με μεγαλύτερη σιγουριά και ευκολία, καθώς και να απαλλαχθείτε από τον φόβο που σας κρατάει στάσιμους.

Αν δυσκολεύεστε να λάβετε γρήγορες αποφάσεις ή βασίζεστε στους άλλους για επιβεβαίωση ή για να αποφασίσουν για εσάς, το κεφάλαιο αυτό θα σας δείξει πώς να αλλάξετε, αφού θέμα του έχει πώς να πάρετε τον έλεγχο της ζωής σας στα χέρια σας και να ζήσετε με αποφασιστικότητα. Στις πολύπλοκες αποφάσεις ακολουθήστε την πρώτη ενστικτώδη αντίδρασή σας. Ερευνητές στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ έδειξαν ότι, όσο πιο πολύπλοκες οι αποφάσεις, τόσο καλύτερο είναι να ακολουθείτε την αρχική ενστικτώδη αντίδρασή σας.

Στις σχετικά απλές επιλογές, όπως ποια πετσέτα να αγοράσετε, ίσως είναι χρήσιμο να ζυγίσετε τα υπέρ και τα κατά. Παραδόξως όμως, όσο πιο πολύπλοκη η απόφαση, π.χ. ποια έπιπλα ή ποιο αυτοκίνητο να αγοράσετε, είναι προτιμότερο να αφήσετε να σας οδηγήσει το ασυνείδητό σας και να εμπιστευτείτε τη διαίσθησή σας. Η αναποφασιστικότητα μπορεί να σας κάνει να σαστίσετε. Κι αν αυτό είναι κάτι που σας συμβαίνει συχνά, μπορεί να αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο στη ζωή και στην ανάπτυξή σας.

Υπάρχουν φορές που πασχίζουμε για ώρες να πάρουμε μια απόφαση. Χάνουμε υπερβολικά πολύ χρόνο προσπαθώντας να βρούμε το καλύτερο προϊόν, να γράψουμε το τέλειο μέιλ, να αποφασίσουμε τι να παραγγείλουμε. Άλλες φορές, αφού αποφασίσουμε, δεν είμαστε ικανοποιημένοι με την επιλογή μας και αναρωτιόμαστε μήπως έπρεπε να είχαμε επιλέξει κάτι άλλο.

Ο τρόπος που λαμβάνετε αποφάσεις επηρεάζει σημαντικά τη ζωή σας. Καθορίζει αν θα ενεργήσετε ή αν θα μείνετε αδρανείς. Αν θα αρπάξετε μια ευκαιρία που θα σας παρουσιαστεί ή αν θα διστάσετε. Σε αυτό το κεφάλαιο θα δούμε πώς ο νους μας μας προστατεύει όταν λαμβάνουμε «κακές» αποφάσεις.

Αν ανήκετε στους χρόνια αναποφάσιστους, υπάρχουν αποτελεσματικές στρατηγικές για να λαμβάνετε ευκολότερα αποφάσεις, στρατηγικές για να αναπτύξετε την αποφασιστικότητά σας, και αυτό το κεφάλαιο θα σας δείξει πώς να τα καταφέρετε.

«Τελειομανείς» και «ικανοποιημένοι»

Ο ψυχολόγος Μπάρι Σουόρτς διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι μπορούν να κατηγοριοποιηθούν με διάφορους τρόπους ανάλογα με το στιλ που λαμβάνουν τις αποφάσεις τους. Ορισμένοι είναι «τελειομανείς», δηλαδή προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν το όφελος από την ικανοποίηση των αναγκών τους, ενώ άλλοι, Οι «ικανοποιημένοι» είναι ακριβώς το αντίθετο.

Αν πρέπει να αγοράσουν κάτι, εξετάζουν μερικές επιλογές και, αν βρουν κάτι που τους ικανοποιεί σε γενικές γραμμές, το αγοράζουν. Δεν έχουν την ανάγκη της τελειότητας και έτσι συχνά η ζωή τους είναι πιο χαλαρή. Ο βασικός κανόνας που ακολουθούν στη λήψη αποφάσεων είναι ο εξής: Το καλό είναι αρκετό. Και, επειδή κίνητρό τους δεν είναι το «τέλειο», δεν θα απογοητευτούν αν, αφότου επιλέξουν, εμφανιστεί κάτι καλύτερο.

Από την άλλη, οι «τελειομανείς» συνήθως καθυστερούν να επιλέξουν, ιδιαίτερα όταν γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να αλλάξουν γνώμη – διότι τι θα γίνει αν στο μέλλον προκύψει κάτι καλύτερο από τις επιλογές που έχουν τώρα; Υπό αυτή την έννοια, αναζητούν διαρκώς το καλύτερο. Και αυτό μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην ευτυχία τους.

Ο κόσμος των επιλογών

Αν είστε τελειομανείς με τις επιλογές σας, ίσως σας είναι δύσκολο να ζείτε σε έναν κόσμο με τόσα υλικά αγαθά που μεταβάλλεται διαρκώς. Στις μέρες μας έχουμε περισσότερες επιλογές από ποτέ. Δεν έχετε παρά να μπείτε στο διαδίκτυο και να δείτε τις μυριάδες τρόφιμα, τηλεοπτικές σειρές, βιντεοπαιχνίδια και επιλογές εξόδου που μας κατακλύζουν. Αν είστε τελειομανείς, ίσως μπείτε σε πειρασμό να ψάξετε ό,τι υπάρχει στην αγορά προτού αγοράσετε κάτι – αλλά πώς μπορείτε να το καταφέρετε αυτό όταν υπάρχουν δεκάδες, ή εκατοντάδες, επιλογές;

Αυτό μας οδηγεί σε ένα πολύ σημαντικό σημείο: Όταν μας παρουσιάζονται υπερβολικά πολλές επιλογές, συνήθως παίρνουμε χειρότερες αποφάσεις. Σε ένα πείραμα όταν οι συμμετέχοντες είχαν μικρότερο εύρος επιλογής σε σοκολάτες –έξι είδη– ήταν πιθανότερο να αγοράσουν κάποια από όλες, απ’ ό,τι όταν τους παρουσίασαν πάνω από τριάντα είδη σοκολάτας. Όταν έχουμε περιορισμένες επιλογές, είμαστε πιο ικανοποιημένοι με αυτό που αγοράζουμε.

Το ίδιο συμβαίνει και με την επιλογή επαγγέλματος. Οι μαθητές που τους ζητούν να γράψουν έκθεση, αλλά τους δίνουν λιγότερα θέματα να επιλέξουν, τα πηγαίνουν καλύτερα από όσους έχουν ευρύτερη επιλογή θεμάτων. Φαίνεται ότι το λίγο είναι καλύτερο. Όταν βλέπουμε λιγότερα πράγματα και μας περιβάλλουν λιγότερα πράγματα, η επιλογή είναι ευκολότερη.

Και είμαστε πιο ικανοποιημένοι με εκείνο που επιλέγουμε. Ίσως αυτό έχει να κάνει με την αποσυμφόρηση του περιβάλλοντός μας και τον λιτό τρόπο ζωής, με μια πιο ευτυχισμένη ζωή όπου αγοράζουμε μόνο τα απαραίτητα και απολαμβάνουμε περισσότερο όσα έχουμε. Γι’ αυτό, όταν βρίσκεστε αντιμέτωποι με τις άπειρες επιλογές που φέρνει ο κόσμος των διαδικτυακών αγορών και οι διαδικτυακές πλατφόρμες γνωριμιών, ίσως είναι προτιμότερο να ακολουθείτε τον κανόνα «το καλό είναι αρκετό».

Σε έναν κόσμο που αλλάζει συνεχώς, που κάθε λίγους μήνες βγαίνουν πιο εξελιγμένα γκάτζετ και τα ζευγάρια χωρίζουν με ολοένα μεγαλύτερη συχνότητα, όσοι κυνηγούν την «τελειότητα» είναι σαν να αγωνίζονται να φτάσουν σε μια γραμμή τερματισμού που απομακρύνεται με κάθε βήμα που κάνουν και που δεν θα περάσουν ποτέ. Το «τέλειο» προϊόν, το «τέλειο» σπίτι, η «τέλεια» καριέρα δεν υπάρχουν, γιατί ανά πάσα στιγμή μπορεί να εμφανιστεί κάτι καινούριο και καλύτερο. Γι’ αυτό η νοοτροπία του «αρκετά καλού» μας γλιτώνει από μια ζωή τελειομανίας όπου κυνηγάμε διαρκώς κάτι που δεν υπάρχει

Το ανοσοποιητικό σύστημα της ψυχής

Ορισμένες φορές αναβάλλουμε τις αποφάσεις μας γιατί φοβόμαστε. Φοβόμαστε τους κινδύνους που συνοδεύουν μια επιλογή, ιδιαίτερα αν δεν μπορούμε να την αλλάξουμε. Ανησυχούμε ότι δεν θα έχει την έκβαση που ελπίζαμε και ότι αυτό θα μας επηρεάσει αρνητικά για καιρό. Αλλά αυτό που δεν συνειδητοποιούμε είναι ότι συνήθως υπερεκτιμούμε πόσο άσχημα θα νιώσουμε εάν κάτι δεν έχει την επιθυμητή εξέλιξη. Στην πραγματικότητα, ανακάμπτουμε πολύ γρηγορότερα απ’ ό,τι νομίζουμε.

Οι ρίζες της ζήλιας

Τι σας κάνει να ζηλεύετε; Η κτητικότητα. Η ζήλια από μόνη της δεν είναι ρίζα. Αγαπάτε μια γυναίκα, αγαπάτε έναν άντρα και θέλετε να κατέχετε το άτομο αυτό, απλώς από φόβο ότι ίσως αύριο πάει να ζήσει με κάποιον άλλον.

Ο φόβος του αύριο καταστρέφει για εσάς το σήμερα, και πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο.

Αν κάθε μέρα καταστρέφεται εξαιτίας του φόβου για το αύριο, αργά ή γρήγορα το άτομο αυτό θα αναζητήσει άλλο σύντροφο, διότι εσείς έχετε γίνει κουραστικοί. Και όταν ο άντρας αρχίσει να αναζητά άλλη γυναίκα ή η γυναίκα αρχίσει να μένει με άλλον άντρα, πιστεύετε ότι η ζήλια σας αποδείχτηκε σωστή. Στην πραγματικότητα αυτό που δημιούργησε την όλη κατάσταση ήταν ακριβώς η ζήλια σας.

Άρα το πρώτο πράγμα που πρέπει να θυμάστε είναι το εξής: μην ασχολείστε με το αύριο. Το σήμερα είναι αρκετό! Κάποιος σας αγαπάει. Ας είναι αυτή μια μέρα χαράς, μια μέρα γιορτής. Αγαπήστε σήμερα τόσο ολοκληρωτικά, που η ολότητα σας και η αγάπη σας να είναι αρκετά ώστε το άλλο άτομο να μη φύγει μακριά σας. Η ζήλια σας θα σπρώξει τον άλλον μακριά σας· μόνο η αγάπη σας μπορεί να κρατήσει το άλλο άτομο, άντρα ή γυναίκα, κοντά σας. Η ζήλια του άλλου θα απομακρύνει εσάς· η αγάπη του θα σας κρατήσει.

Μη σκέφτεστε το αύριο. Τη στιγμή που το σκέφτεστε, ζείτε το σήμερα με μισή καρδιά.

Απλώς ζήστε το σήμερα και ξεχάστε το αύριο· το αύριο θα πάρει τον δικό του δρόμο. Και να θυμάστε ένα πράγμα, ότι το αύριο γεννιέται από το σήμερα. Αν το σήμερα ήταν μια τόσο όμορφη εμπειρία, μια τέτοια ευλογία, ποιος ο λόγος να ανησυχείτε γι’αυτό;

Μια μέρα ο άντρας που αγαπήσατε, η γυναίκα που αγαπήσατε, ίσως βρει κάποιον άλλον. Είναι απλώς ανθρώπινο να νιώθουμε ευτυχία – αλλά η γυναίκα σας είναι ευτυχισμένη με κάποιον άλλον. Δεν έχει καμία διαφορά αν είναι ευτυχισμένη μαζί σας ή με κάποιον άλλο, είναι ευτυχισμένη. Και αν την αγαπάτε τόσο πολύ, πώς μπορείτε να της καταστρέψετε την ευτυχία;

Κάποιος που αγαπά πραγματικά θα είναι ευτυχισμένος ακόμα και αν ο σύντροφος νιώθει χαρά με κάποιον άλλο. Στην κατάσταση αυτή – όταν η γυναίκα είναι με κάποιον άλλο να εξακολουθείτε να είστε ευτυχισμένοι, και εξακολουθείτε να της είστε ευγνώμονες και να της λέτε “Έχεις απόλυτη ελευθερία· απλώς να είσαι απόλυτα ευτυχισμένη, και αυτό είναι η δική μου ευτυχία. Δεν έχει σημασία με ποιόν είσαι ευτυχισμένη, αυτό που έχει σημασία είναι η ευτυχία σου” – έχω την αίσθηση ότι δεν θα μπορεί να μείνει μακριά σας για πολύ, θα επιστρέψει. Ποια μπορεί να αφήσει έναν τέτοιο άντρα;

Η ζήλια σας καταστρέφει τα πάντα, η κτητικότητα σας καταστρέφει τα πάντα. Πρέπει να καταλάβετε τι κερδίζετε από αυτήν. Καίγεστε σε μια πυρά, και όσο περισσότερο ζηλεύετε και θυμώνετε και κακιώνετε, τόσο περισσότερο απομακρύνετε το άλλο άτομο. Είναι απλά μαθηματικά ότι αυτό δεν πρόκειται να σας βοηθήσει· καταστρέφετε ακριβώς αυτό που θέλετε να προφυλάξετε. Είναι καθαρή ανοησία.

Προσπαθήστε να καταλάβετε ένα απλό γεγονός: τα ανθρώπινα πλάσματα είναι ανθρώπινα πλάσματα. Μια στο τόσο καθένας θα βαρεθεί να είναι διαρκώς με το ίδιο άτομο. Γίνετε πραγματιστές, μη ζείτε στα σύννεφα. Μια στο τόσο, καθένας μπουχτίζει· αυτό δεν σημαίνει ότι η αγάπη σας έχει σταματήσει, σημαίνει απλώς ότι χρειάζεται μια μικρή αλλαγή.

Είναι καλό για την υγεία σας, είναι καλό για την υγεία της συντρόφου σας. Χρειάζεστε και οι δύο μια μικρή ανάπαυλα ο ένας από τον άλλο. Γιατί να μην το κάνετε συνειδητά; “Νιώθουμε εγκλωβισμένοι, άρα τι λες να κάνουμε ένα διάλειμμα μιας εβδομάδας ο ένας από τον άλλον; Σ’ αγαπώ, μ’ αγαπάς· αυτό είναι τόσο βέβαιο, ώστε δεν αισθανόμαστε φόβο”.

Αυτό που έχω παρατηρήσει ο ίδιος είναι ύστερα από διάλειμμα ακόμα και μιας μέρας θα ερωτευτείτε ο ένας τον άλλον σε υψηλότερο και βαθύτερο επίπεδο, διότι τώρα θα καταλάβετε πόσο αγαπάτε ο ένας τον άλλο. Δεν βλέπετε ούτε καν τη θλίψη που έρχεται φυσικά από την κοινή ζωή.

Μην κατέχετε ο ένας τον άλλο. Διατηρήστε ανέπαφη την ελευθερία, έτσι ώστε να μην παρεμβαίνετε ο ένας στον ιδιωτικό κόσμο του άλλου και να σέβεστε την αξιοπρέπεια του συντρόφου σας.

Μόλις το ζήσετε αυτό, να πηγαίνετε χωριστές διακοπές μια στο τόσο και να επιστρέφετε, δεν θα υπάρχει λόγος ανησυχίας. Όταν η γυναίκα σας επιστρέψει έχοντας ζήσει για επτά μέρες με έναν άλλο άντρα, κι εσείς επιστρέψετε στη γυναίκα σας έχοντας ζήσει για επτά μέρες με μια άλλη γυναίκα, θα εκπλαγείτε βλέποντας ότι έχετε μάθει και οι δύο κάποια καινούρια πράγματα. Μπορείτε να ζήσετε ξανά τον μήνα του μέλιτος. Είστε καινούριοι και φρέσκοι, και έχετε μάθει μερικά καινούρια κόλπα. Και είναι καλό να έχετε καινούριες εμπερίες, να εμπλουτίζεστε.

Το μόνο που χρειάζεστε είναι η ανθρώπινη κατανόηση και ευφυϊα, και η ζήλια θα εξαφανιστεί.

Η ζήλια είναι μία από τις κυρίαρχες περιοχές ψυχολογικής άγνοιας σχετικά με τον εαυτό σας, τους άλλους, και κυριότερα τις σχέσεις. Οι άνθρωποι νομίζουν ότι ξέρουν τι είναι η αγάπη· δεν ξέρουν. Και η παρανόηση τους σχετικά με την αγάπη δημιουργεί ζήλια. Με την λέξη “αγάπη” οι άνθρωποι εννοούν ένα ορισμένο είδος μονοπωλίου, κάποιο είδος ιδιοκτησίας, δίχως να κατανοούν ένα απλό γεγονός της ζωής: ότι από τη στιγμή που κατέχεις ένα ζωντανό πλάσμα, έχεις σκοτώσει το πλάσμα αυτό.

Η ζωή δεν μπορεί να κατέχεται. Δεν μπορείς να την κρατάς στη χούφτα σου. Αν θέλεις να την έχεις, πρέπει να κρατάς τα χέρια σου ανοιχτά.

Όμως το πράγμα έχει πάρει λάθος μονοπάτι εδώ και αιώνες· είναι τόσο βαθιά ριζωμένο μέσα μας, ώστε δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε την αγάπη από τη ζήλια. Τα δύο αυτά έχουν γίνει σχεδόν μία ενέργεια.

Για παράδειγμα, νιώθετε ζήλια όταν ο εραστής σας πηγαίνει με μια άλλη γυναίκα. Είναι κάτι που σας αναστατώνει, αλλά θα ήθελα να σας πω ότι αν δεν νιώσετε ζήλια θα αντιμετώπισετε πολύ περισσότερα προβλήματα – θα πιστέψετε ότι δεν τον αγαπάτε, διότι αν τον αγαπούσατε θα έπρεπε να είχατε ζηλέψει. Η ζήλια και η αγάπη έχουν εσφαλμένα ταυτιστεί τόσο πολύ.

Στην πραγματικότητα, είναι διαμετρικά αντίθετες. Ένα μυαλό που μπορεί να ζηλέψει δεν μπορεί να αγαπάει και το αντίστροφο: ένα μυαλό που αγαπάει δεν μπορεί να ζηλέψει.

Τι είναι αυτό που ενοχλεί; Πρέπει να το δείτε σαν να μην είναι δικό σας πρόβλημα, έτσι ώστε να μπορείτε να σταθείτε παράμερα και να δείτε τη δομή του στο σύνολο της.

Το αίσθημα της ζήλιας είναι υποπροϊόν του γάμου.

Στον κόσμο των ζώων, των πουλιών, δεν υπάρχει ζήλια. Μια στο τόσο γίνεται μια πάλη για ένα ερωτικό αντικείμενο, αλλά μια πάλη είναι πολύ καλύτερη από το να ζηλεύεις, πολύ πιο φυσική από το να εγκλωβίζεσαι στη ζήλια και να καις την καρδιά σου με τα ίδια σου τα χέρια.

Ο γάμος είναι ένας επινοημένος θεσμός, δεν είναι κάτι το φυσικό· συνεπώς η φύση δεν σας έχει εφοδιάσει με ένα μυαλό που μπορεί να προσαρμοστεί στο γάμο.

Ωστόσο η κοινωνία θεώρησε απαραίτητο να υπάρχει κάποιου είδους νομική σύμβαση ανάμεσα σε εραστές, διότι η αγάπη από μόνη της είναι το υλικό των ονείρων. Δεν μπορείτε να βασιστείτε επάνω της· την έχετε τη μια στιγμή και την επόμενη έχει χαθεί.

Θέλετε να είστε εξασφαλισμένοι για την επόμενη στιγμή, για όλο σας το μέλλον. Αυτή τη στιγμή είστε νέοι, σύντομα θα γεράσετε και θα θέλατε η γυναίκα σας ή ο σύζυγος σας να είναι κοντά σας στα γηράτεια σας, στην αρρώστια σας. Προκειμένου να γίνει αυτό, όμως, πρέπει να γίνουν κάποιοι συμβιβασμοί, και όπου υπάρχει συμβιβασμός, πάντα υπάρχουν προβλήματα.

Ένα μικρό τρέμουλο να πιάσει όλους τους αδικημένους, θα γεμίσει μονομιάς με ερείπια η Οικουμένη

Η τάξη που διέπει την κοινωνική ζωή δεν είναι παρά η επιφάνεια. Στην πραγματικότητα στα βάθη της μαίνεται πόλεμος, ένας πόλεμος που τα κίνητρά του δεν διαφέρουν σε τίποτα από εκείνα που οπλίζουν τα χέρια των λαών. Ο κάθε άνθρωπος έρχεται στη ζωή για να εξυπηρετήσει αποκλειστικά και μόνο τα δικά του συμφέροντα και τα δικά του πάθη, στο όνομα της φύσης του, η έκφραση της οποίας αποκαλείται Δικαίωμα της Προσωπικότητας. 

Το δικαίωμα αυτό, έτσι όπως εκφράζεται σε κάθε εποχή, καθορίζει τόσο τους κανόνες της μάχης όσο και τα όπλα που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν. Προκύπτει ένας ολόκληρος κόσμος από στρατηγικές, ίντριγκες και τεχνάσματα, μια ολόκληρη τέχνη επίθεσης και άμυνας, μια ολόκληρη στρατηγική, πού, με παραλλαγές, ισχύει σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο. Η μάχη δίνεται άνθρωπο με άνθρωπο, κοινωνική τάξη σε κοινωνική τάξη. Και πάνω από τη μάχη αυτή υπερίπταται ως όραμα η ανεξάντλητη έννοια της Φιλοδοξίας, κύρια σημεία της οποίας είναι η Εξουσία, η Ισχύς, η Κοινωνική θέση, το Χρήμα και η Δόξα.

Αυτό δεν αποτελεί φαινόμενο της εποχής μας. Έτσι γινόταν πάντα. Η διαφορά είναι πως οι σύγχρονες κοινωνίες διεξάγουν τη μάχη κάτω από συνθήκες ιδιαίτερα ασαφείς. Δεν υπάρχει κάποια αυστηρή ταξική διάκριση που να περιορίζει τις δραστηριότητες του καθενός σε μια συγκεκριμένη σφαίρα. Ολόκληρη η κοινωνική μάζα καλείται να μπει στην αρένα με αιχμή του δόρατος την προσωπική πρωτοβουλία. Τίποτα δεν μπορεί πλέον να σταθεί εμπόδιο στο μέλλον ακόμα και του πιο ταπεινού ανθρώπου, αν αυτός έχει γεννηθεί με το μικρόβιο της Φιλοδοξίας.

• Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να διατηρηθεί η ισορροπία κάτω από αυτές τις συνθήκες;

Ποιος μπορεί να κάνει τις μάζες να ανεχθούν το ζυγό της δουλείας και της φτώχειας; Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις; Η φιλοσοφία; Η αγάπη για τον ηγέτη ή η αγάπη για την πατρίδα; Οι ερωτήσεις αυτές μένουν αναπάντητες. ‘Η τάχα ο φόβος των νόμων;

Πόσοι είναι οι άνθρωποι που η κοινωνία ευνοεί σε σχέση με τα εκατομμύρια αυτών που στην ουσία περιφρονεί; Μα απλώς ένα μικρό τρέμουλο να πιάσει όλους τους αδικημένους, θα γεμίσει μονομιάς με ερείπια η Οικουμένη.

Η Σιγουριά της Αμφιβολίας

Πόσο Σίγουρος είσαι για την Σιγουριά σου;

«Μεταξύ των πραγμάτων, ένα μοιάζει βέβαιο: ότι καμιά βεβαιότητα δεν υπάρχει και ότι δεν υπάρχει τίποτα το πιο αξιολύπητο ή πιο θρασύ από τον άνθρωπο.» -Πλίνιος ο Πρεσβύτερος

Πόσο σίγουροι μπορούμε να είμαστε για την σιγουριά μας, όταν αναφερόμαστε σε λόγια και σκέψεις ανθρώπων που έζησαν -αν έζησαν- πολλές χιλιάδες χρόνια πριν; Δεν μιλώ για θρησκείες και ανάλογες φαντασιώσεις αλλά για πιο «πραγματικά» πρόσωπα και πράγματα. Επιγραμματικά ας κάνουμε κάποιες αναφορές, μπορείς να βρεις πολύ περισσότερες, αν ερευνήσεις εντελώς επιφανειακά, δεν χρειάζεται και πολύς κόπος για ν’ ανακαλύψεις πως κάθε τι που θεωρείς σταθερό δεδομένο δεν είναι καν δεδομένο και πόσο βέβαιος μπορείς να είσαι για τις εικασίες;

Πως ξέρεις ότι γνωρίζεις τα πράγματα που γνωρίζεις;

Αν δεν απαντήσεις «απλά τα ξέρω» ή το ηλίθιο «τα πιστεύω» αυτό που απομένει τι είναι; Πως ξέρεις το οτιδήποτε αν στην πραγματικότητα δεν γνωρίζεις το οτιδήποτε; Το γνωστό κρέμασμα από μια κλωστή έχει την τάση να γέρνει την ζυγαριά προς την λογική. Υπήρξε ένας άνθρωπος που είπε «Σκέφτομαι άρα υπάρχω» κι αυτό σε βάζει να σκέφτεσαι περίπου σαν το «η κότα έκανε το αυγό η το αβγό την κότα;» Με αυτό τον τρόπο ο Ντεκάρτ προτίμησε την λογική πηγή, αντί της «θεϊκής» πηγής της γνώσης. Ο Ντεκάρτ έφτασε σε αυτή του την διαπίστωση κάνοντας ένα πείραμα πάνω στην ριζοσπαστική αμφιβολία, δηλ. στο να ανακαλύψει αν υπήρχε κάτι για το οποίο να μπορούσε να είναι σχετικά σίγουρος, κάτι για το οποίο δεν θα μπορούσε να αμφιβάλει.

Αλλά όσο κι αν αμφέβαλε δεν συνέχισε να ερχόταν αντιμέτωπος με το γεγονός ό,τι υπήρχε ένας αμφισβητίας, δηλ. ο εαυτός του. Έπρεπε ν’ αμφισβητήσει την ίδια την αμφισβήτηση. Θα μπορούσαμε να γλιτώναμε από έναν μεγάλο βαθμό παρερμηνείας και παρεξηγήσεων αν απλά έλεγε «Αμφιβάλω άρα υπάρχω» Για να μην αμφιβάλει κάποιος σε ό,τι σκέφτεται, πρέπει πρώτα να μην αμφιβάλει ότι υπάρχει. Διότι αν πάρουμε σαν δεδομένο το «Αμφιβάλω άρα υπάρχω» ελάχιστοι άνθρωποι στον πλανήτη μας «υπάρχουν» και αυτό γιατί ελάχιστοι άνθρωποι στον πλανήτη μας «αμφιβάλλουν» σχετικά με το οτιδήποτε. Ακόμη και στην μορφή του «σκέφτομαι άρα υπάρχω» να το πάρουμε το ίδιο ισχύει. [Όταν ο Ντεκάρτ πέθανε και πήγε στον Αη Πέτρο του είπε “ακόμα σκέφτομαι άρα υπάρχω” πήρε την απάντηση “Δεν υπάρχεις, αλλά μην το σκέφτεσαι”] κατά τον Αρκά.

Δεν Σκέφτεσαι και Δεν Υπάρχεις

Με περισσή εγωπάθεια οι άνθρωποι, δεν αμφιβάλουν καθόλου για τίποτα και χωρίς σκέψη, αναφέρουν το ένα ή το άλλο απόφθεγμα, αφορισμό ή κείμενο, φιλοσοφική θέση ή θεωρία και το αποδίδουν με σιγουριά χωρίς σκέψη ή έστω αμφιβολία, στον ένα ή στον άλλο φιλόσοφο, ενώ δεν γνωρίζουν καν αν αυτός το είπε έτσι ή αλλιώς γιατί σαν πρόσωπο δεν είναι σίγουρο ό,τι υπήρξε και τα υποτιθέμενα λεγόμενα του είναι λόγια άλλων ανθρώπων, σκέψεις άλλων ανθρώπων -ποιος ξέρει αν είναι καν ανθρώπων- που απλώς επαναλαμβάνουν παπαγαλίζοντας ένα τουρλουμούκι κατά πως τους βολεύει, διαιωνίζοντας σωστά και λάθη, ανάκατα μέχρι σήμερα.

Σκέψου πόσο ανόητος φαίνεσαι, όταν λες -αν δεν το δω μα τα μάτια μου δεν το πιστεύω- και άλλες ανάλογες μεγαλοστομίες, ειδικά όταν όλα όσα παπαγαλίζεις είναι λόγια άλλων, που δεν είδες ποτέ και δεν μπορείς να είσαι καν σίγουρος, πως αυτοί τα είπαν, ή αν καν υπήρξαν με σιγουριά! κι αυτό το «αν δεν το δω με τα μάτια μου κλπ» αποκλείει τους τυφλούς απ’ την γνώση; Είδες ΕΣΥ ό,τι η γη είναι στρογγυλή … με τα μάτια σου; Που το ξέρεις ό,τι είναι στρογγυλή αφού δεν την είδες; Που το ξέρεις ότι δεν είναι στρογγυλή, αφού ούτε κι αυτό το είδες;

Αν τα μάτια σου σε κοροϊδεύουν -ειδικά αν δεν έχεις καλλιεργήσεις τον εγκέφαλο σου, γιατί με τον εγκέφαλο βλέπεις και όχι με τα μάτια- σκέψου σε τι πέλαγος άγνοιας κολυμπάς όταν αυτά που καλλιεργούν το εγκέφαλο δεν είναι και τόσο σίγουρο ό,τι είναι έτσι όπως λέγονται !

Όταν ακόμα δεν γνωρίζουμε οι άνθρωποι, τι είναι η βαρύτητα, τι είναι το πεδίο, τι είναι το ηλεκτρικό φορτίο, όταν ακόμα κινούμαστε με πετρέλαιο, όταν και την πυρηνική ενεργεία την μετατρέπουμε σε ηλεκτρική με τρόπο σαν το παράδειγμα: οι δυο ενέργειες είναι δυο δωμάτια μεσοτοιχία, κι εμείς περνάμε από το ένα στ’ άλλο μέσω του άλφα Κενταύρου (spontaneous idea), όταν την τύφλα μας την καταραμένη έχουμε ακόμα για το πληροφοριακό περιεχόμενο του DNA κλπ κλπ, εντούτοις δεν μας λείπει η εγωπάθεια της σιγουριάς, για τους χαριτωμένους νομούς που «ανακαλύψαμε» !

Βασική αρχή και μέτρο υγιούς ψυχικά ανθρώπου είναι ο τρόπος που επικοινωνεί και ειδικά η αναμετάδοση της επικοινωνίας του. Λες κάτι στον Νίκο να πει στον Γρηγόρη κι αυτός άλλο κατάλαβε κι άλλο του είπε, με αποτέλεσμα σύγχυση, αταξία και καθημερινές παρεξηγήσεις στις ζωές όλων σας. Όλη αυτή η αταξία δημιουργείται από μια απλή αναμετάδοση επικοινωνίας στον παρόντα χρόνο και τόπο κι όχι μετά από 1.000+ χρόνια.

Αυτό που είναι σχετικά ξεκάθαρο σήμερα, μετά την επόμενη χρονικά στιγμή παύει να βγάζει νόημα, ή αλλοιώνεται το νόημα του εντελώς ειδικά όταν οι ορισμοί των λέξεων και οι τονισμοί αλλάζουν και αλλάζουν σε 5 -10 χρόνια πόσο μάλλον σε 1.000+ Ήδη σήμερα η νεώτερη γενιά δεν μιλά και δεν γνωρίζει τους ορισμούς των λέξεων και τις έννοιες της μόλις προηγούμενης.

Πόσο σίγουροι μπορούμε να είμαστε για την σιγουριά μας, όταν αναφερόμαστε σε λόγια και σκέψεις ανθρώπων που έζησαν –αν έζησαν- πολλές χιλιάδες χρόνια πριν; Δεν μιλώ για θρησκείες και ανάλογες φαντασιώσεις αλλά για πιο «πραγματικά» πρόσωπα και πράγματα. Επιγραμματικά ας κάνουμε κάποιες αναφορές, μπορείς να βρεις πολύ περισσότερες, αν ερευνήσεις εντελώς επιφανειακά, δεν χρειάζεται και πολύς κόπος για ν’ ανακαλύψεις πως κάθε τι που θεωρείς σταθερό δεδομένο δεν είναι καν δεδομένο και πόσο βέβαιος μπορείς να είσαι για τις εικασίες;

Ο Όμηρος φέρεται ως ο συγγραφέας των ποιητικών κειμένων της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, από τα πρώτα κείμενα της Ιστορικής περιόδου της αρχαίας Ελλάδας, γνωστά ως «Ομηρικά Έπη». Αναφέρεται σαν συγγραφέας, ενώ δεν έγραψε τίποτε, ενώ το πιο σωστό είναι να αναφέρεται σαν ραψωδός. Για τη ζωή του δεν υπάρχουν καθόλου πληροφορίες και αυτές οι λίγες είναι αντιφατικές, ενώ η φιλολογική επιστήμη των δύο τελευταίων αιώνων αμφισβήτησε την ύπαρξή του και μάλιστα θεωρεί πως δεν υπήρξε μονάχα ένας Όμηρος.

Διαθέτουμε επτά βίους των Ομήρων που προέρχονται από την αρχαιότητα!! Δηλαδή δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως κάποιος άνθρωπος που λέγεται Όμηρος υπήρξε, πόσο μάλλον να έγραψε τα εν λόγο κείμενα. Η σύγχρονη έρευνα, και ειδικότερα όσοι δέχονται ότι ο Όμηρος μπορεί να θεωρηθεί πραγματικό πρόσωπο, τοποθετεί τη ζωή του στον 8ο αι. π.κ.ε. και θεωρεί πιθανό ότι ήταν Ίωνας αοιδός –ραψωδός συνεχιστής μιας μακραίωνης παράδοσης προφορικών ηρωικών αφηγήσεων, πολλών αιώνων πίσω από τον ίδιο.

Υπό τον όρο «ομηρικό ζήτημα» ομαδοποιούνται πολλά ερωτήματα που έχουν σχέση με την πατρότητα, τον τρόπο σύνθεσης και την καταγραφή της Ιλιάδας και της Οδύσσειας. Ειδικότερα, έχουν τεθεί τα θέματα: Ήταν πραγματικό πρόσωπο ο Όμηρος; Ήταν μονάχα ένας; Πότε έζησε, πώς συνέθεσε ή έγραψε τα έργα του και ποια είναι αυτά; Τα κείμενα που έχουμε στη διάθεσή μας σήμερα είναι έργα του ίδιου ποιητή; Κάποιες υφολογικές αλλά και πολιτισμικές διαφορές μεταξύ των δύο ποιημάτων καθιστούν πιθανό το γεγονός να μην γράφτηκαν από τον ίδιο συγγραφέα; Τα κείμενα είναι ενιαίες ποιητικές συλλήψεις ή αποτελούνται από διάφορα στρώματα;

Τα σημερινά κείμενα προέρχονται από συνένωση πολλών τμημάτων κι επέκταση παλαιοτέρων. Απέναντι σε αυτήν την «αναλυτική» θεωρία τάσσονται οι «ενωτικοί» που υποστηρίζουν ότι στο καθένα μπορεί να διακριθεί μία συνεπής λογοτεχνική σύλληψη και πραγμάτωση από ένα άτομο. Η σύγκριση με προφορικά έπη έδειξε ότι οι προφορικοί ποιητές, με τεχνικές που δεν είναι οικείες σε μια εγγράμματη κοινωνία, μπορούν να συνθέσουν και να απομνημονεύσουν ποιήματα μεγάλης έκτασης!

Από την προφορική θεωρία, προκύπτει το ερώτημα ποια ήταν η συμβολή της γραφής στη σύνθεση των ποιημάτων, καταγράφηκαν την εποχή που συντέθηκαν κατά τη διάρκεια της απαγγελίας, υπαγορεύτηκαν από τον ποιητή ή επιβίωσαν προφορικά και καταγράφηκαν αργότερα; Με δυο λόγια ο Όμηρος (αν υποθέσουμε ό,τι υπήρξε ένας άνθρωπος που λεγόταν Όμηρος) δεν έγραψε τίποτε, δεν υπάρχει τίποτε γραμμένο απ’ τον ίδιο προσωπικά και αυτά που υπάρχουν είναι πολλών και πολύ μεταγενέστερων συγγραφέων, με τις ανάλογες αλλοιώσεις που επιφέρει ο χρόνος στην αναμετάδοση του λόγου.

Ο Σωκράτης δεν έγραψε τίποτε, δεν υπάρχει δικό του γραπτό, αλλά οι άνθρωποι λένε πως είπε το ένα ή το άλλο έτσι αυθαίρετα. Μην ξεχνάμε πως η «διαλεκτική» που του αποδίδεται, είναι ό,τι χειρότερο για την έρευνα, γιατί τοποθετεί τον άνθρωπο ερευνητή σε κατάσταση αποτελέσματος και όχι αιτίας. Άρα επιφέρει σύγχυση και καμία πρόοδο. Καταστρατηγεί δε, κάθε κανόνα ορθής επικοινωνίας αν τυχόν κάποιος θελήσει να την εφαρμόσει.

Και ποιος έδωσε στον άνθρωπο την «διαλεκτική» ο δύσμορφος Σωκράτης ή το δαιμόνιο που του μιλούσε; Κάποιος άνθρωπος υποθετικά φιλόσοφος ή οι καταλήψεις του; Πόσο σίγουρος είσαι ΕΣΥ; Οι μοναδικές πηγές για τη ζωή και τα ΛΕΓΟΜΕΝΑ (και όχι τα γραπτά) του, είναι κατ’ αρχάς ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοτέλης και ο Αριστοφάνης. Διάφοροι συγγραφείς ασχολήθηκαν με τον Σωκράτη ήδη από την αρχαιότητα και ο καθένας πρόσθεσε νέες πτυχές από τη ζωή του και φυσικά σύμφωνα με τις δικές του πεποιθήσεις.

Ο Σωκράτης, όπως ο Ηράκλειτος και ο Πυθαγόρας, δεν άφησαν κανένα σύγγραμμα.

Γι’ αυτό είναι πολύ δύσκολο να καθοριστεί ακριβώς το περιεχόμενο της φιλοσοφίας τους και, πρακτικώς, ότι γνωρίζουμε για τον Σωκράτη προήλθε κυρίως από όσα έγραψαν οι μαθητές του σχετικά με αυτόν, καθώς και ορισμένους συγγραφείς που επικεντρώθηκαν στη μελέτη της προσωπικότητάς του και ο καθένας πρόσθεσε τα δικά του! Ο W.K.C. Gutrie γράφει πως «μελετώντας τα κείμενα που αποδίδονται στον Σωκράτη, στο τέλος ο καθένας έχει το δικό του, ως ένα βαθμό Σωκράτη, που δεν είναι ίδιος ακριβώς με τον Σωκράτη κανενός άλλου» Πόσοι Σωκράτες υπάρχουν άραγε;

Στην εποχή του Σωκράτη έχουμε με τους Σοφιστές τη στροφή της φιλοσοφίας προς τον άνθρωπο και τη χρήσιμη αρετή, ενώ προηγουμένως το κύριο θέμα της φιλοσοφίας των προσωκρατικών ήταν η φύση. Βέβαια, οι Σοφιστές, δεν ήταν φιλόσοφοι, δεν διείσδυσαν εις βάθος στη μελέτη της πραγματικής ουσίας του ανθρώπου. Ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει αυτή τη στροφή του πνεύματος με τη φράση «επί Σωκράτους το δε ζητείν τα περί φύσεως έληξε, προς τη χρήσιμη αρετή και την πολιτική δε απόκλεινον οι φιλοσοφούντες».

Ο Ηράκλειτος επίσης δεν έγραψε τίποτα, που να έχει φτάσει ως εμάς, μάλιστα παραλίγο να μην γνωρίζαμε καν την ύπαρξη του! Πόσο σίγουρος μπορείς να είσαι ό,τι αυτά που αναφέρονται στον Ηράκλειτο είναι έτσι όπως ο φιλόσοφος τα σκεφτόταν; Στον Ηράκλειτο απονέμεται (αυθαίρετα) ένα έργο με τίτλο «Περί Φύσεως», το οποίο χωρίζεται σε τρία μέρη με περιεχόμενο πολιτικό, θεολογικό και κοσμογονικό. Από τα λιγοστά αποσπάσματα που έχουν διασωθεί, φαίνεται πως ο χαρακτήρας του γραπτού έργου του είναι αποφθεγματικός. Το απόφθεγμα από την φύση του είναι δυσνόητο αλλιώς δεν θα ήταν απόφθεγμα.

Η δομή και σύνθεση των αφορισμών του είναι λεπτομερειακά επεξεργασμένη και το ύφος του αινιγματικό και κωδικοποιημένο, όχι από τον ίδιο, αλλά από τους μεταγενέστερους που τα χρησιμοποίησαν κυρίως οι Πλωτίνος, Πορφύριος, Πρόκλος, Ευσέβιος και άλλοι. Αυτός είναι άλλωστε ο βασικός λόγος για τον οποίο αποκλήθηκε «σκοτεινός». Είναι δύσκολο να κατανοηθούν αυτά που αποδίδονται στον Ηράκλειτο, γιατί έχει χαθεί η αληθινή σημασία κάποιων λέξεων που χρησιμοποιεί καθώς και η αρχαϊκή στίξη, η οποία έχει υποστεί διαστρεβλωτική επέμβαση, κάτι που επισημαίνει και ο Αριστοτέλης.

Πιθανόν αν είχαμε και τα συμφραζόμενα δηλ. ολόκληρο το κείμενο, να μπορούσαμε να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα της φιλοσοφίας του. Κανένας δεν έγραψε σχεδόν, τίποτε για τον Ηράκλειτο και αν δεν τον ανέφερε σε λίγες γραμμές ο Διογένης ο Λαέρτιος ή δεν αναφέρονταν σε αυτόν, αποσπασματικά μια χούφτα όμοιοι του φιλόσοφοι δεν θα γνωρίζαμε καν την ύπαρξη του !!! όμως με περισσή εγωπαθή αφροσύνη, λέμε ότι ο Ηράκλειτος είπε το ένα ή το άλλο, όταν το μόνο για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι, είναι οι εικασίες μας.

Ο Διογένης ο Λαέρτιος ήταν ιστοριογράφος της φιλοσοφίας της αρχαιότητας, συγγραφέας του έργου «Βίοι φιλοσόφων». Πιθανολογείται –δεν είναι καθόλου σίγουρο- πως έζησε στις αρχές του 3ου μ.κ.ε. αιώνα, όμως για τη ζωή του, την καταγωγή του, τη μόρφωση του, το σύνολο του έργου του, την προσωπικότητα του, δεν γνωρίζουμε τίποτε, ενώ δεν υπάρχουν αντίστοιχα σοβαρά αποδεικτικά στοιχεία, καθώς οι αρχαίοι συγγραφείς δεν δίνουν σχετικές πληροφορίες. Για τον λόγο αυτό, οι ερευνητές δεν μπορούν παρά να τον αναζητήσουν μέσα από το έργο του, από στοιχεία που σίγουρα είναι αποσπασματικά και δύσκολο να επαληθευτούν. Βεβαιότητα δεν υπάρχει ούτε για το όνομα του αφού τα χειρόγραφα άλλες φορές δίνουν το όνομα Διογένης Λαέρτιος και άλλες Διογένης ο Λαερτιεύς. Μια εικασία περιγράφει πως το Λαέρτιος ίσως προέρχεται από κάποιον πρόγονό του που λεγόταν Διογένης Λαερτιάδης.

Το κυριότερο έργο του, που σώθηκε ολόκληρο, περιέχει τους βίους των αρχαίων φιλοσόφων και αποτελείται από 10 βιβλία. Είναι πιθανό για κάποιους, το έργο αυτό να κυκλοφόρησε την εποχή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αλεξάνδρου Σεβήρου (222-235 μ.κ.ε.). Συνήθως ονομάζεται Βίοι φιλοσόφων, αλλά στην πραγματικότητα έχει έναν μακροσκελή τίτλο: «Βίοι και γνώμαι των εν φιλοσοφία ευδοκιμησάντων και των εκάστη αιρέσει αρεσκόντων εν επιτόμω συναγωγή»

Στο προοίμιο του έργου του, ο συγγραφέας αναζητά την καταγωγή της φιλοσοφίας, και αναλύει τις ανατολικές επιδράσεις στους Έλληνες φιλοσόφους. Καταρχάς, χρησιμοποίησε πρωτότυπα στοιχεία από διαθήκες, επιστολές (όχι πάντα γνήσιες) και δικαστικά κείμενα. Κατά δεύτερο λόγο, χρησιμοποίησε λογοτεχνικά στοιχεία, όπως αναφορές από κωμωδίες εναντίον φιλοσόφων και στίχους από την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Τέλος, άντλησε πληροφορίες από φιλοσοφικές πηγές, όπως επιμέρους συγγραφές για τους φιλοσόφους, τις αιρέσεις τους, τους καταλόγους μελών και ηγετών τους ή δοξογραφικές συλλογές που περιείχαν τα ουσιώδη σημεία της διδασκαλίας κάθε αιρέσεως. Πόσο σίγουρος μπορείς να είσαι γι’ αυτά που διαβάζεις, πόσο βέβαιος;

Πυθαγόρας ή Πυθαγόρης ο μεταφυσικός φιλόσοφος που για 1.000+ χρόνια ήταν απαγορευμένο να μιλά κανείς για την φιλοσοφία και το έργο του!!! Ότι πληροφορίες έχουμε για την ζωή και το έργο του προέρχονται από τους μεταγενέστερους του, τον Πορφύριο, τον Ιάμβλιχο και φυσικά τον Διογένη Λαερτιάδη. Ο Πυθαγόρης έζησε το 580-490 π.κ.ε και οι Πορφύριος και Ιάμβλιχος περίπου το 300 μ.κ.ε. οκτακόσια χρόνια αργότερα.

Πόσο σίγουροι μπορούμε να είμαστε για τα αποδιδόμενα στον Πυθαγόρα, όταν όλες ανεξαιρέτως οι πληροφορίες που έχουμε για τον Πυθαγόρα, την ζωή, τον θάνατο του και το έργο του είναι τελείως αμφίβολες. Η προσωπικότητα του και οι διδασκαλίες του τυλίχτηκαν με ένα πέπλο περίτεχνης ακατανοησίας, μεταφυσικού μυστηρίου και παράξενου θρύλου για πολλούς αιώνες και είναι αμφίβολο αν αυτό το μυστήριο το έχει χάσει σήμερα. Αλλά έτσι, ελαφρά τη καρδία, λέμε «όπως είπε ο Πυθαγόρας… μπλα μπλα μπλα» Που το ξέρεις με σιγουριά πως το είπε στ’ αλήθεια ο Πυθαγόρας όταν δεν γνωρίζουμε καν αν λεγόταν Πυθαγόρας ή Πυθαγόρης; Το σωστό είναι να λέμε «Εικάζουμε ό,τι ο Πυθαγόρας αναφέρετε σε …»

Ο Βούδας δεν είναι ένας, μα πάνω από χίλιοι Η λέξη Βούδας ή Μπούντχα (χ δασύ) στην αρχαία Ινδική γλώσσα, που περιλαμβάνει την διάλεκτο Πάλι (Pāli) και τη Σανσκριτική, σημαίνει ο «Αφυπνισμένος» ή «Φωτισμένος». Προέρχεται από τη ρίζα του ρήματος μπουντχ, που σημαίνει αφυπνίζω, φωτίζομαι και κατανοώ.

Η λέξη Βούδας, συνεπώς, δεν αφορά κάποιον συγκεκριμένο θρησκευτικό δάσκαλο που έζησε στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αλλά ένα τύπο ανθρώπου που έφθασε σε σημείο πνευματικής επίτευξης. Ο ιστορικός Σιντάρτα Γκαουτάμα είναι απλά ένας σε μια μεγάλη ακολουθία από Βούδες, η οποία κατευθύνεται είτε προς το άχρονο παρελθόν είτε στους μακρινούς ορίζοντες του μέλλοντος … και όμως αυθαίρετα αναφέρουμε ο Βούδας είπε αυτό ή το άλλο… Ποιος Βούδας απ’ όλους το είπε και πόσο σίγουρος είσαι γι αυτό;

Ο Θεός δεν είναι ένας μα πάνω από 3.000.000 σε όλον τον πλανήτη, όταν λες ο Θεός είπε αυτό ή το άλλο σε ποιόν ακριβώς Θεό απ’ τους εκατομμύρια που υπάρχουν, αναφέρεσαι και πόσο σίγουρος είσαι, χωρίς αμφιβολία, για τα λεγόμενα του . Ούτε και ο Θεός έγραψε τίποτε, κάποιοι άνθρωποι λένε ό,τι έγραψε.

Σύμφωνα με τον Ιρλανδό Εμπειριστή του 18ου αιώνα επίσκοπο Τζωρτζ Μπέρκλεϊ «το Είναι ταυτίζεται με το Αντιλαμβάνεσθε» που σημαίνει ό,τι όλος ο επονομαζόμενος «αντικειμενικός κόσμος» βρίσκεται μέσα στο νου μας. Ο Τζωρτζ Μπέρκλεϊ αναφέρει πως η μόνη γνώση μας για τον κόσμο πηγάζει από την νόηση μας, ερχόμενη μέσα από τις αισθήσεις μας. Οι φιλόσοφοι ονομάζουν αυτήν την γνώση «αισθητηριακή εμπειρία» Ο αγαπητός επίσκοπος προχώρησε μέχρι του σημείου να συμπεράνει ό,τι αυτά τα αισθητηριακά δεδομένα πρέπει να προέρχονται από κάπου, επομένως αυτό το «κάπου» πρέπει να είναι ο θεός.

Βασικά η ιδέα του Μπέρκλεϊ είναι ότι ο θεός βρίσκεται, μπροστά από ένα υπολογιστή, καταχωρώντας «αισθητηριακά δεδομένα» σε μια κοσμική ιστοσελίδα που όλοι μας είμαστε συνδεδεμένοι 24 ώρες το 24ωρο, 7 ημέρες την εβδομάδα. Και τι γίνεται με αυτούς που πιστεύουν ό,τι ο θεός δουλεύει μόνον 6 μέρες την βδομάδα;

Αυτό που θέλω να καταλάβουμε εδώ είναι πως ΤΙΠΟΤΕ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΜΕ ΣΙΓΟΥΡΙΑ … χωρίς αμφιβολία.- Τελεία και παύλα. Ας σκεφτούμε λίγο, κάθε τι που θεωρούμε αφηρημένα καλό ή αφηρημένα κακό είναι δική μας ιδέα ή εμφύτευμα και ιδέα κάποιων άλλων! Δεν μας νοιάζει εδώ ποιών άλλων, αλλά αν είναι η ιδέα ΔΙΚΗ ΜΑΣ και αν ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΙΓΟΥΡΟΙ πως είναι δική μας, χωρίς αμφιβολία;

Αν -υποθετικά- έβαζαν το λεπίδι στο λαιμό σου και σε ρωτούσαν για ποιο πράγμα είσαι σίγουρος, απόλυτα σίγουρος, χωρίς ν’ αμφιβάλεις, υπάρχει κάτι ΣΙΓΟΥΡΟ, που θα μπορούσες ν’ απαντήσεις; Με το κεφάλι σου να κρέμεται από μια κλωστή… Τι θ’ απαντούσες «ένα ξέρω, πως δεν ξέρω τίποτα» την πιο ηλίθια έκφραση, που αποδίδεται αυθαίρετα κι αυτή, στον Σωκράτη που δεν άφησε τίποτε γραπτό!

Yaldabaoth the Big Boss

Η ΝΕΑ ΓΝΩΣΗ δημιουργεί ΝΕΕΣ ΣΥΝΑΨΕΙΣ -αφού είναι γεγονός ότι Βλέπουμε κι Αντιλαμβανόμαστε με τον ΕΓΚΕΦΑΛΟ και [Το ζητούμενο λοιπόν είναι να μην αφήνεις τον εγκέφαλό σου να σε χρησιμοποιεί, αλλά να αρχίσεις εσύ να τον χρησιμοποιείς – μου έγραψε μια φίλη] κάτι άσχημο γίνεται και μάλιστα όχι από εμάς τους ίδιους αλλά από εξωγενείς παράγοντες. Εγρηγορότα: υπάρχει ένας ξένος καταπατητής μέσα μας που μας υποβάλει στον δικό του φόβο, στην δική του ηλιθιότητα και την καλλιεργεί μεθοδικά και με δόλο, αφού με την ΕΠΙΓΝΩΣΗ μας τρέφεται. Γι’ αυτό λέμε ότι «ο καλύτερος τρόπος για να αρχίσεις να σκέφτεσαι είναι να ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙΣ ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ» Μόνο τότε το μυαλό αρχίζει να γίνεται δικό σου κι αρχίζεις για πρώτη φορά στην ζωή σου να ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΕΣΑΙ και ΜΟΝΟ τότε, με το δικό σου μυαλό μπορείς να κάνεις Σημαντικές Ερωτήσεις και ΜΟΝΟ τότε, μπορείς να ΑΝΤΙΛΗΦΘΕΙΣ τις Σημαντικές Απαντήσεις που θα πάρεις. Αυτός είναι ο λόγος που βλέπουμε τόσα αναμασήματα κι ασημαντότητες να αναπαράγονται με βομβαρδισμό κατά ριπάς.

Κάθε βράδυ στον ύπνο ο εγκέφαλος κάνει ένα ξεκαθάρισμα, τις συνάψεις που δεν χρησιμοποιούμε τις απενεργοποιεί για εξοικονόμηση ενέργειας. Για να επενεργοποιήσουμε Νέες Συνάψεις και να αυξήσουμε την ΑΝΤΙΛΗΠΤΙΚΟΤΗΤΑ μας απαιτείται να κάνουμε ΝΕΕΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ψάχνοντας για ΠΡΟΤΥΠΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ κι όχι μιμιδίσματα κι αναμασήματα ασήμαντης πληροφορίας.

«Το μόνο Σίγουρο είναι η Εικασία»

Οι «μεγάλοι επιστήμονες» λεν πως «Αν δεν παρατηρήσεις κάτι, αυτό δεν υπάρχει και υπάρχει από την στιγμή που ο παρατηρητής, παρατηρεί το παρατηρούμενο.» Ναι αλλά αν δεν το παρατηρήσει, ο παρατηρητής, αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει, απλά δεν υπάρχει ΜΟΝΟ για τον συγκεκριμένο παρατηρητή. Επομένως πρόσεχε τι παρατηρείς αν δεν θέλεις να του δώσεις υπόσταση. Αν κοιτάς την Άβυσσο, σε λίγο θα σε κοιτάξει κι αυτή κι αν δεν είσαι ικανός να την αντιμετωπίσεις -φίδι κολοβό που σε περιμένει ! και το θέμα δεν είναι να την παρατηρείς εσύ, δεν τρέχει και τίποτα, το μεγάλο παιχνίδι αρχίζει όταν σε πάρει πρέφα αυτή κι αρχίζει να σε παρατηρεί. Βαράτε βιολιτζήδες τότε!

Δεν αναφέρθηκα καθόλου στο Χάος, ναι σε αυτό το σαγηνευτικό, το ελεύθερο, το αρχέγονο, μαγευτικό, δημιουργικό, εύπλαστο, άμορφο, πέρα από τις σκέψεις και λέξεις, αυτό το Χάος απ όπου ο Νους μας αντλεί σκέψεις ενέργεια, λέξεις και πλάθει πραγματικότητες. Το Χάος είναι ο θάνατος κάθε παράδεισου και κάθε κόλασης, το Χάος είναι η φωτιά του Φοίνικα που περιμένει να τον κάψει και να τον ξαναγεννήσει. Ναι το Χάος είναι η πηγή κάθε δημιουργίας, το αν θα είναι καλή ή κακή η κάθε δημιουργία, ελάχιστα ενδιαφέρει τον παίχτη της ζωής, γιατί αν έφταχνε μόνο καλές δημιουργίες -με τι θα έπαιζε χαζούλη;

Πόσο σίγουρος είσαι για να μπορείς ν’ αμφιβάλεις;

Ένας κατηγορούμενος δικαζόταν για φόνο. Υπήρχαν στοιχεία που αποδείκνυαν την ενοχή του, αλλά δεν υπήρχε πτώμα. Στην αγόρευση του ο συνήγορος του κατηγορούμενου κατέφυγε σε ένα κόλπο. «Κυρίες και κύριοι, σας έχω μια έκπληξη, σε ένα λεπτό αυτός που θεωρείτε νεκρό θα μπει εδώ, στην αίθουσα του δικαστηρίου και θα αποδειχθεί ο πελάτης μου αθώος» Κοίταξε προς την πόρτα και όλοι οι ένορκοι και οι συντελεστές της δίκης ακλούθησαν το βλέμμα του. Πέρασε ένα λεπτό και δεν συνέβη τίποτα.

Τελικά ο δικηγόρος είπε: «Κύριοι η αλήθεια είναι πως αυτή η δήλωση ήταν δικής μου επινόησης και δεν γνωρίζω αν ο νεκρός είναι όντως νεκρός ή όχι. Αλλά όλοι κοιτάξατε στην πόρτα με αγωνία και περιμένατε να εμφανιστεί. Επομένως υπάρχει λογική αμφιβολία για το αν είναι αληθινά νεκρός και περιμένω η ετυμηγορία σας να είναι αθώος»

Ύστερα από ελάχιστα λεπτά επέστρεψαν και ανακοίνωσαν την ετυμηγορία που ήταν «ένοχος»

«Μα πως μπορείτε να το κάνετε αυτό» ωρύεται ο δικηγόρος «Θα πρέπει να είχατε κάποιες αμφιβολίες, σας είδα όλους, που κοιτάζατε την πόρτα»

Ο Προϊστάμενος των ενόρκων του απάντησε: «Ναι εμείς, όλοι κοιτάζαμε την πόρτα, περιμένοντας το θύμα, να εμφανιστεί. Ο πελάτης σας όμως, όχι»

Εδώ η βεβαιότητα είναι δεδομένη πέραν πάσης αμφιβολίας.

ΔΙΩΝ: Ο αληθινά γενναίος, όμως, και μεγαλόψυχος

Ο αληθινά γενναίος, όμως, και μεγαλόψυχος δεν θα θυσίαζε την ελευθερία και την ειλικρίνειά του για χάρη μιας ατιμωτικής τιμής ή δύναμης ή χρημάτων, ούτε θα φθονούσε όσους μεταμορφώνονται και μεταμφιέζονται για τέτοιες δωρεές, αλλά θα τους θεωρούσε όμοιους με όσους μεταμορφώνονται από άνθρωποι σε φίδια ή άλλα θηρία, χωρίς να τους ζηλεύει ή να τους φθονεί για την καλοπέρασή τους, αλλά αντιθέτως θρηνώντας και συμπονώντας τους, όταν για δώρα, σαν τα παιδιά, κόβουν τα μαλλιά τους, και μάλιστα τα άσπρα ο ίδιος, αντιθέτως, θα προσπαθήσει να διατηρήσει την κατάστασή του με ευπρέπεια και σταθερότητα, χωρίς ποτέ να εγκαταλείπει τη θέση του, αλλά τιμώντας πάντα και αυξάνοντας την αρετή και την εγκράτεια και οδηγώντας εκεί όλους, άλλοτε πείθοντας και παρακαλώντας, άλλοτε μαλώνοντας και επιπλήττοντας, μήπως μπορέσει να αποσπάσει κάποιον από την αφροσύνη, τις κακές επιθυμίες, την έκλυση και την καλοπέραση, πιάνοντας καθέναν ξεχωριστά και νουθετώντας τους σε ομάδες, όσες φορές βρει κάποια κατάλληλη ευκαιρία,

«άλλον με λόγια γλυκά και άλλον με αυστηρά»,

μέχρι, πιστεύω, να περάσει τη ζωή του φροντίζοντας ανθρώπους, όχι βόδια, άλογα, καμήλες και σπίτια, υγιής στα λόγια, υγιής στα έργα, ακίνδυνος συνοδοιπόρος ή συνταξιδιώτης με όποιον κι αν βρεθεί, καλός οιωνός σε όσους θυσιάζουν, ο οποίος δεν ξεσηκώνει διχόνοια, πλεονεξία, έριδες, φθόνους και κέρδη αισχρά, αλλά υπενθυμίζει την εγκράτεια και τη δικαιοσύνη και αυξάνει την ομόνοια, εκδιώκοντας, όσο είναι δυνατόν, την απληστία, την αναίδεια, την έκλυση, πολύ πιο ιερός από τους πρεσβευτές και τους κήρυκες που φέρνουν στους πολέμους προτάσεις εκεχειρίας.

Θέλει, λοιπόν, και προθυμοποιείται, όσο μπορεί, να βοηθάει όλους· μερικές φορές, όμως, νικιέται από άλλους ανθρώπους και άλλες πρακτικές και δεν έχει καμία δύναμη ή εντελώς μικρή. Στη συνέχεια, εξαγνίζει τη σκέψη του με τον λόγο και προσπαθεί να την παρουσιάσει αδούλωτη, πολεμώντας για την ελευθερία εναντίον των ηδονών, των γνωμών και όλων των ανθρώπων μαζί με λίγους που θέλουν, περισσότερο απ’ όσο κάποτε οι Σπαρτιάτες, έχοντας καταλάβει τα στενά, πολεμούσαν εναντίον όλων των ορδών από την Ασία, αν και οι ίδιοι ήταν λίγοι στον αριθμό, για τρεις νύχτες και μέρες στη σειρά, μέχρι που περικυκλώθηκαν εξαιτίας της προδοσίας ενός ανθρώπου και, μένοντας στην ίδια θέση, σφαγιάστηκαν [αυτοί που νόμιζαν ότι διαφυλάττουν ελεύθερη τη Σπάρτη, αν και ήταν ατείχιστη] ασκώντας το σώμα του και συνηθίζοντάς το να κοπιάζει ανάλογα με τη δύναμή του, δεν το αφήνει να εξασθενήσει με μπάνια, αλοιφές και μύρα, μέχρι να γίνει πιο μαλακό και πιο σαθρό, σαν κακό σκεύος.

Βλέποντας μερικοί αυτά, λένε ότι τα εφαρμόζει από ανοησία και αμυαλιά, έχοντας αφήσει τον πλούτο και τις τιμές και τη διαρκή ηδονή, και τον περιφρονούν και νομίζουν ότι είναι τρελός και τον ατιμάζουν. Εκείνος δεν οργίζεται μαζί τους ούτε δυσανασχετεί, αλλά είναι, πιστεύω, απέναντι στον καθένα πιο φιλικός από τον πατέρα, τα αδέρφια και τους φίλους του και ενώ σέβεται ασφαλώς τους συμπολίτες του, τους φίλους και τους συγγενείς του, δεν κρύβεται και τους νουθετεί τόσο περισσότερο, όσο πιο οικείους και πιο κοντινούς τούς έχει θεωρήσει από τους άλλους, επιτείνοντας όσο γίνεται τα λόγια του και κάνοντας εντονότερη τη νουθεσία και την προτροπή, και για τον εαυτό του και για εκείνους. Γιατί ούτε ένας γιατρός, ο οποίος βρίσκεται στην ανάγκη να θεραπεύσει τον πατέρα ή τη μητέρα ή τα παιδιά του που είναι άρρωστα ή και τον εαυτό του λόγω σπανιότητας και έλλειψης άλλων γιατρών, αν χρειαστεί να κάνει εγχείρηση ή καυτηρίαση, επειδή αγαπάει τα παιδιά του και σέβεται τον πατέρα και τη μητέρα του, γι’ αυτό θα τους κόψει με λιγότερο κοφτερό σίδερο ή θα τους καυτηριάσει με πιο χλιαρή φωτιά, αλλά αντιθέτως με όσο γίνεται πιο δυνατή και ζωηρή. Λένε, για παράδειγμα, ότι ο Ηρακλής, όταν δεν μπορούσε να γιατρέψει το σώμα του που βασανιζόταν από φοβερή αρρώστια, κάλεσε τους γιους του πρώτα προτρέποντάς τους να τον κάψουν με όσο γίνεται πιο λαμπερή φωτιά και επειδή εκείνοι δίσταζαν και γύρισαν να φύγουν, τους μάλωσε ως μαλθακούς και ανάξιούς του και όμοιους περισσότερο με τη μητέρα τους, λέγοντας, όπως αφηγείται ο ποιητής:

«Πού πάτε, κακοί και ανάξιοι της σποράς μου, ομοιώματα της μάνας σας από την Αιτωλία;»

Πρώτος αυτός, λοιπόν, πρέπει να αντιμετωπίζει τα πιο αγαπημένα και κοντινά του πρόσωπα με θάρρος γνώμης και ελευθερία, χωρίς να διστάζει και χωρίς να χαρίζεται στα λόγια. Γιατί πολύ χειρότερο πράγμα από ένα διεφθαρμένο και άρρωστο σώμα είναι μια διεφθαρμένη ψυχή, μα τον Δία όχι από μαγικά φίλτρα που αλείφονται ή πίνονται ή από κάποιο διαβρωτικό δηλητήριο, αλλά από την άγνοια, την κακία, την ακολασία, τον φθόνο, τη λύπη και τις χιλιάδες επιθυμίες. Τούτο το νόσημα και το πάθημα είναι πιο επικίνδυνο από εκείνο του Ηρακλή και χρειάζεται πολύ μεγαλύτερο και λαμπερότερο κάψιμο και για τη θεραπεία και την απαλλαγή αυτή πρέπει να παρακαλεί κανείς απροσχημάτιστα και τον πατέρα και τον γιο και τον συγγενή και τον ξένο και τον συμπατριώτη και τον αλλοδαπό.

ΔΙΩΝ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

Tarkovsky: Η ευκαμψία και η αδυναμία είναι εκφράσεις της φρεσκάδας της ύπαρξης

Ας αφήσουμε όλα όσα έχουν προγραμματιστεί να γίνουν πραγματικότητα.

Ας τους αφήσουμε να πιστεύουν.

Και ας τους αφήσουμε να γελάσουν με τα πάθη τους.

Διότι αυτό που αποκαλούν πάθος στην πραγματικότητα δεν είναι κάποια συναισθηματική ενέργεια, αλλά μόνο η τριβή ανάμεσα στις ψυχές τους και τον εξωτερικό κόσμο.

Και το πιο σημαντικό, ας τους αφήσουμε να πιστέψουν στον εαυτό τους.

Ας τους αφήσουμε να είναι αβοήθητοι όπως τα παιδιά, επειδή η αδυναμία είναι σπουδαίο πράγμα, και η δύναμη δεν είναι τίποτα.

Όταν ένας άνθρωπος έχει μόλις γεννηθεί, είναι αδύναμος και ευλύγιστος.

Όταν πεθαίνει, είναι σκληρός και αναίσθητος.

Όταν ένα δέντρο μεγαλώνει, είναι τρυφερό και εύκαμπτο.

Αλλά όταν είναι ξερό και σκληρό, πεθαίνει.

Η σκληρότητα και η δύναμη είναι σύντροφοι του θανάτου.

Η ευκαμψία και η αδυναμία είναι εκφράσεις της φρεσκάδας της ύπαρξης.

Γιατί αυτό που έχει εκτραχυνθεί δεν θα κερδίσει ποτέ.

Andrei Tarkovsky, Stalker

Επιστήμονες ανακάλυψαν μυστηριώδη σπειροειδή σήματα στον εγκέφαλο των ανθρώπων

Επιστήμονες ανακάλυψαν μυστηριώδη σπειροειδή σήματα που στροβιλίζονταν σαν δίνες στον ανθρώπινο εγκέφαλο.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature Human Behaviour» και πραγματοποιήθηκε από επιστήμονες από τα Πανεπιστήμια του Σίδνεϊ και του Φουντάν στην Κίνα ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει σπειροειδή σήματα.

Τα σήματα αυτά εντοπίστηκαν σε όλο το εξωτερικό στρώμα του εγκεφάλου, που είναι η περιοχή που ευθύνεται για διάφορες γνωστικές λειτουργίες. Σύμφωνα με την ομάδα των επιστημόνων τα σήματα αυτά πιθανώς βοηθούν στην οργάνωση της εγκεφαλικής δραστηριότητας και της γνωστικής επεξεργασίας.

Τα σπειροειδή σήματα που εντοπίστηκαν φέρεται να οργανώνουν τις γνωστικές διεργασίες λειτουργώντας ως σύνδεσμος που συνδέει διαφορετικά μέρη του εγκεφάλου γεγονός που επιτρέπει στον εγκέφαλο να επεξεργάζεται τις πληροφορίες ταχύτερα όταν κάνει σύνθετες δραστηριότητες.

Κατά τις υποθέσεις της ομάδας των επιστημόνων οι σπείρες μπορεί ακόμη και να επηρεάζονται από ασθένειες του εγκεφάλου, όπως η άνοια.

Το ρυτιδιασμένο, εξώτερο στρώμα του εγκεφάλου – γνωστό ως εγκεφαλικός φλοιός – διαχειρίζεται πολλές από τις πιο σύνθετες γνωστικές εργασίες, όπως μνήμη, προσοχή, γλώσσα, αντίληψη και συνείδηση. Πολλές νευρολογικές διαταραχές, όπως η νόσος του Αλτσχάιμερ και η εγκεφαλική παράλυση, επηρεάζουν τον φλοιό.

Μέχρι σήμερα, η νευροεπιστήμη δεν έχει μελετήσει τόσο πολύ τον ίδιο τον φλοιό αλλά έχει επικεντρωθεί στις συνδέσεις και τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των νευρώνων (των νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου) για να καθορίσει πώς λειτουργεί το συγκεκριμένο όργανο. Για να διερευνήσουν τη δραστηριότητα που λαμβάνει χώρα σε ολόκληρο τον φλοιό, οι επιστήμονες της μελέτης πραγματοποίησαν σαρώσεις fMRI σε 100 υγιείς ενήλικες ηλικίας 22 έως 35 ετών. Τα μυστηριώδη σήματα που περιστρέφονταν γύρω από κεντρικά σημεία, ήταν παρόντα σε όλους.

Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι οι σπείρες μπορεί να λειτουργούν ως γέφυρες επικοινωνίας συνδέοντας την εγκεφαλική δραστηριότητα με διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου ή νευρωνικά δίκτυα μέσω της περιστροφικής τους κίνησης. Κατά τη διάρκεια των σαρώσεων fMRI οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να πραγματοποιήσουν διάφορες γνωστικές εργασίες, όπως να λύσουν ένα μαθηματικό πρόβλημα ή να ακούσουν μια ιστορία. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι οι σπείρες άλλαζαν κατεύθυνση από δεξιόστροφα σε αριστερόστροφα σε διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου – μια ένδειξη ότι μπορεί να συντονίζουν την εγκεφαλική δραστηριότητα μέσω των περιστροφικών αλλαγών.

Νίτσε: Αχ, πόσο βαρέθηκα τους ποιητές

Για τους ποιητές

«Από τότε που γνώρισα καλύτερα το σώμα — είπε ο Ζαρατούστρα σ' έναν από τους μαθητές του — το πνεύμα είναι για μένα μόνο ούτως ειπείν πνεύμα. και καθετί "άφθαρτο"— είναι μόνο μια παραβολή.»

«Σ' έχω ακούσει κι άλλοτε να το λες αυτό, απάντησε ο μαθητής και είχες προσθέσει "αλλά οι ποιητές ψεύδονται υπερβολικά." Γιατί είπες λοι­ πόν ότι οι ποιητές ψεύδονται υπερβολικά;»

«Γιατί; απάντησε ο Ζαρατούστρα. Ρωτάς γιατί; Δεν ανήκω σ' εκεί­ νους που έχει κανείς το δικαίωμα να ρωτά το γιατί τους.

Είναι λοιπόν το βιώμά μου του χτες; Πάει πολύς καιρός που βίωσα τις αιτίες των γνωμών μου.

Δεν θα έπρεπε να είμαι ένα βαρέλι μνήμης, αν ήθελα να έχω τις αιτίες μου μαζί μου;

Είναι ήδη πολύ για μένα να διατηρώ τις γνώμες μου. και όλο και κά­ ποιο πουλί θα μου φύγει.

Και μερικές φορές βρίσκω στον περιστερεώνα μου ένα ζώο τρυπωμένο εκεί, που μού είναι ξένο και που τρέμει όταν ακουμπώ το χέρι μου πάνω του.

Τι σου είπε λοιπόν κάποτε ο Ζαρατούστρα; Ότι οι ποιητές ψεύδονται υπερβολικά; — Και ο Ζαρατούστρα όμως είναι ποιητής.

Πιστεύεις πως είπε εδώ την αλήθεια; Γιατί την πιστεύεις;»

Ο μαθητής απάντησε: «πιστεύω στον Ζαρατούστρα».

Ο Ζαρατούστρα όμως κούνησε το κεφάλι και χαμογέλασε.

«Η πίστη δεν με κάνει μακάριο, είπε, τουλάχιστον η πίστη σε μένα.

Αν υποτεθεί όμως πως κάποιος είπε με κάθε σοβαρότητα πως οι ποιη­ τές ψεύδονται υπερβολικά: έχει δίκιο — ψευδόμαστε υπερβολικά.

Ξέρουμε επίσης πολύ λίγα και μαθαίνουμε δύσκολα: γι' αυτό πρέπει να λέμε ψέματα.

Και ποιος από μας τους ποιητές δεν θα νόθευε το κρασί του; Πολλά δηλητηριώδη μείγματα έγιναν στα κελάρια μας, πολλά απερίγραπτα πρά­ γματα ετοιμάστηκαν.

Κι επειδή ξέρουμε λίγα, μας αρέσουν οι πτωχοί τω πνεύματι, ιδιαίτερα όταν είναι νεαρές γυναικούλες!

Και είμαστε άπληστοι και για τα πράγματα που διηγούνται οι γριού­ λες τα βράδια. Αυτό το ονομάζουμε μέσα μας αιώνιο θήλυ.

Και σαν να υπήρχε ένα ιδιαίτερο κρυφό πέρασμα για τη γνώση, πέρασμα που θάβεται για εκείνους που μαθαίνουν κάτι, πιστεύουμε στο λαό και στη "σοφία" του.

Αυτό όμως πιστεύουν όλοι οι ποιητές: ότι όποιος στήνει αφτί ξαπλωμέ­νος στο χορτάρι ή σε μοναχική πλαγιά, μαθαίνει κάτι από τα πράγματα που βρίσκονται μεταξύ ουρανού και γης.

Κι αν τους έρχονται τρυφερές συγκινήσεις, οι ποιητές πιστεύουν πάντα ότι η ίδια η φύση είναι ερωτευμένη μαζί τους: και ότι γλιστράει στο αφτί τους για να τους πει μυστικά πράγματα και ερωτιάρικα κολακευτικά λόγια: γι' αυτό φουσκώνουν το στήθος τους και περηφανεύονται μπροστά σ' όλους τους θνητούς!

Αχ, υπάρχουν τόσο πολλά πράγματα μεταξύ ουρανού και γης, τα ο­ ποία έχουν ονειρευτεί μόνον οι ποιητές!

Και ιδίως πάνω από τον ουρανό: γιατί όλοι οι θεοί είναι παραβολές και μαγειρέματα των ποιητών!

Αληθινά, πάντα κάτι μας τραβά — δηλαδή, προς το βασίλειο των σύν­ νεφων: πάνω σ' αυτά αποθέτουμε τα πολύχρωμα τομάρια μας και τα ονο­ μάζουμε κατόπιν θεούς και υπεράνθρωπους:

Είναι βέβαια αρκετά ελαφριοί για αυτές τις καρέκλες! — όλοι αυτοί οι θεοί και οι υπεράνθρωποι.

Αχ, πόσο βαρέθηκα όλα τα ανεπαρκή πράγματα που θέλουν με το ζόρι να είναι γεγονότα!

Αχ, πόσο βαρέθηκα τους ποιητές!»

Φρίντιχ Νίτσε, Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα

Ο Αριστοτέλης και η πολιτική ως ολοκλήρωση κάθε τέχνης και κάθε επιστήμης

Ο Αριστοτέλης ξεκινά το έργο του «Ηθικά Νικομάχεια» θέτοντας την τελεολογία ως βάση για την ερμηνεία της ανθρώπινης συμπεριφοράς: «Κάθε τεχνική δεξιότητα και κάθε γνωστική δραστηριότητα, παρόμοια και κάθε πράξη και κάθε διαδικασία επιλογής και προτίμησης έχει για στόχο της – κατά την παραδοχή όλων – κάποιο αγαθό. Σωστά, επομένως, είπαν για το αγαθό πως είναι αυτό που αποτελεί το στόχο όλων των πραγμάτων». (1094a 1, 1-3).

Με άλλα λόγια, καμία ενέργεια δε γίνεται άσκοπα. Όλες οι πράξεις αποβλέπουν σε κάτι, το οποίο θεωρείται από την αρχή ότι θα είναι ωφέλιμο, ότι δηλαδή θα εξυπηρετήσει κάποια ανάγκη είτε άμεση είτε μελλοντική. Κι όσο κι αν οι κοινές ανάγκες επιβάλλουν την εκπλήρωση κοινών στόχων (η καθολικά αποδεκτή ανάγκη για στέγαση ή μετακίνηση είναι το κίνητρο για την απόκτηση ενός σπιτιού ή ενός αυτοκινήτου, ως αναγνώριση της αδιαπραγμάτευτης εκπλήρωσης του τελικού τους σκοπού), δεν αναιρείται η υποκειμενικότητα της οπτικής γωνίας κάθε ανθρώπου, αφού σε επιμέρους περιπτώσεις αυτό που κάποιος θεωρεί ωφέλιμο μπορεί κάποιος άλλος να το απαξιώνει. Όμως, οι όποιες διαφωνίες σε σχέση με την προτεραιότητα του σκοπού που εξυπηρετείται δεν αλλάζουν την ουσία των κινήτρων της ανθρώπινης δράσης, που σε τελική ανάλυση δεν μπορεί παρά να είναι χρησιμοθηρική.

Η έννοια τέλος είναι η ολοκλήρωση του σκοπού, ο οποίος εξαρχής κινεί τη δράση. Η τελεολογία είναι η αντίληψη ότι κάθε ον είναι πλασμένο από τη φύση να εκπληρώσει το σκοπό για χάρη του οποίου υπάρχει. Κάθε πλάσμα, δηλαδή, είναι προορισμένο να φτάσει στην τέλεια κατάστασή του και να εκπληρώσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το σκοπό για τον οποίο είναι πλασμένο. Κι ακριβώς το ίδιο ισχύει για όλες τις τέχνες και όλες τις επιστήμες: «Δεδομένου, τώρα, ότι υπάρχουν πολλών ειδών πράξεις και πολλών ειδών τέχνες κι επιστήμες, δεν μπορεί παρά να είναι πολλά και τα τέλη· το τέλος π. χ. της ιατρικής είναι η υγεία, την ναυπηγικής το πλοίο, της στρατηγικής η νίκη, της διαχείρισης του σπιτικού ο πλούτος». (1094a 1, 7 – 11).

Από τη στιγμή που όλες οι τέχνες και οι επιστήμες εκπληρώνουν ένα σκοπό, είναι δεδομένο ότι διαρκώς εξελίσσονται προκειμένου να τον πετύχουν όσο το δυνατό πληρέστερα, δηλαδή ολοκληρωμένα. Κι αυτή είναι η έννοια της ολοκλήρωσης στο έργο του Αριστοτέλη, που έχει να κάνει με το εάν και κατά πόσο κάθε ενέργεια κατορθώνει να φτάσει στον τελικό της σκοπό, αφού μόνο έτσι ολοκληρώνεται, οδηγείται δηλαδή στο τέλος της.

Το ζήτημα είναι ότι τις περισσότερες φορές οι τέχνες δε λειτουργούν αυτοτελώς, αλλά εντάσσονται σ’ ένα γενικότερο πλαίσιο, σε μια συνολικότερη δράση μέσα στην οποία καλούνται να παίξουν το δικό τους ρόλο: «Όπου λοιπόν αυτού του είδους τέχνες/επιστήμες κατατάσσονται κάτω από μιαν ορισμένη τέχνη/επιστήμη (η χαλινοποιητική π. χ., κατατάσσεται κάτω από την ιππευτική τέχνη – το ίδιο και όλες οι άλλες τέχνες, όσες κατασκευάζουν ιππευτικά εργαλεία· η ιππευτική πάλι τέχνη – μαζί και κάθε πολεμική πράξη – κατατάσσεται κάτω από τη στρατηγική τέχνη, και με τον ίδιο τρόπο άλλες τέχνες/επιστήμες κατατάσσονται κάτω από μιαν άλλη τέχνη/επιστήμη), σε όλες αυτές τις περιπτώσεις τα τέλη των υπερ-κείμενων τεχνών/επιστημών πρέπει να θεωρούνται (άρα και να επιλέγονται ως) μεγαλύτερης αξίας από τα τέλη των υπο-κείμενων τεχνών/επιστημών· ο λόγος είναι ότι τα τέλη των υπο-κείμενων τεχνών/επιστημών τα επιδιώκουμε ενόψει των τελών των υπερ-κείμενων τεχνών/επιστημών». (1094a 1, 11-18).

Με δεδομένο ότι όλες οι τέχνες και οι επιστήμες υπάγονται ως μέρη σ’ ένα συνολικότερο τελικό οικοδόμημα, γίνεται αντιληπτό ότι τα τέλη των επιμέρους τεχνών/επιστημών, δεν είναι παρά τα κομμάτια που συμπληρώνουν το ευρύτερο τέλος του όλου οικοδομήματος. Από αυτή την άποψη, το τέλος αυτό, που ολοκληρώνεται με τη σύνθεση όλων των μεμονωμένων τελών κάθε τέχνης και επιστήμης, είναι το υπέρτατο τέλος, το οποίο θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι το υπέρτατο αγαθό: «Αν λοιπόν πράγματι υπάρχει κάποιο τέλος σε όλες τις πράξεις μας, ένα τέλος που το θέλουμε γι’ αυτό το ίδιο και όλα τα άλλα για χάρη του, και αν δεν επιδιώκουμε το καθετί για χάρη κάποιου άλλου πράγματος (γιατί τότε θα φτάναμε, βέβαια, στο άπειρο, με αποτέλεσμα η επιθυμία και η προσπάθειά μας να είναι κενή περιεχομένου και μάταιη), είναι φανερό ότι αυτό το τέλος είναι το αγαθό, και μάλιστα το υπέρτατο αγαθό». (1094a 2, 1-5).

Αυτό που μένει είναι να βρεθεί ποια είναι αυτή η ανώτατη τέχνη/επιστήμη που περιλαμβάνει όλες τις άλλες και χρησιμοποιεί τα τέλη τους ως ξεχωριστά εργαλεία για την επίτευξη του δικού της τέλους. Ο Αριστοτέλης θα απαντήσει ευθέως: «Αυτού του είδους τέχνη/επιστήμη φαίνεται πως είναι η πολιτική, αφού αυτή ορίζει ποιες τέχνες/επιστήμες πρέπει να καλλιεργούνται σε μια πόλη, με ποιες πρέπει να ασχολείται ο κάθε επιμέρους πολίτης και ως ποιο βαθμό· βλέπουμε επίσης ότι από τις διάφορες τέχνες/επιστήμες, αυτές που συγκεντρώνουν επάνω τους την πιο μεγάλη εκτίμηση του κόσμου, είναι υπο-κείμενες σ’ αυτήν, π. χ. η στρατηγική, η οικιακή διαχείριση, η ρητορική». (1094a 2, 11-13, 1094b 2, 1-3).

Με άλλα λόγια, η πολιτική είναι το τέλος όλων των άλλων τεχνών/επιστημών και κατ’ επέκταση αποτελεί το υπέρτατο αγαθό για την άνθρωπο: «Δεδομένου επίσης ότι η πολιτική κάνει χρήση των υπόλοιπων “πρακτικών” τεχνών/επιστημών, και δεδομένου ότι η πολιτική ορίζει με τους νόμους της τι πρέπει να κάνουμε και τι όχι, το τέλος της πρέπει, σκέφτομαι, να περιέχει τα τέλη όλων των άλλων τεχνών/επιστημών. Συμπέρασμα: αυτό το τέλος θα πρέπει να είναι το αγαθό για τον άνθρωπο». (1094b 2, 3-7).

Όταν λοιπόν ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για πολιτική, αναφέρεται πρωτίστως στους νόμους και στο «τι πρέπει να κάνουμε και τι όχι». Με δυο λόγια, δεν αναφέρεται στην πολιτική με την έννοια της δεινότητας, δηλαδή της ικανότητας του πολιτικού άνδρα που είναι σε θέση να ξεχωρίζει στην πολιτική σκηνή ασκώντας επιρροή στους άλλους με τη δύναμη του λόγου, αλλά με την έννοια της συνύπαρξης, δηλαδή της πολιτικής αρετής που πρέπει να έχουν όλοι οι πολίτες προκειμένου να επιτευχθεί η αρμονική συμβίωση. Είναι φανερό ότι για τον Αριστοτέλη αυτό που προέχει είναι η πόλη. Ο άνθρωπος ως πολιτικό ον από τη φύση (όπως καταδεικνύει στο έργο του «Πολιτικά») είναι αδύνατο να βρει ευτυχία μακριά από τους άλλους ανθρώπους. Η συνύπαρξη αποτελεί γι’ αυτόν μοναδική λύση, αφού μόνο έτσι μπορεί να φτάσει στην ευτυχία.

Αυτός είναι και ο λόγος που το τέλος της πόλης τίθεται ψηλότερα από οποιοδήποτε άλλο τέλος, καθώς η συλλογικότητα κρίνεται υπεράνω οποιασδήποτε ατομικότητας: «Ακόμα και αν αυτό είναι έτσι το ίδιο για το άτομο και για την πόλη, το τέλος/αγαθό της πόλης εμφανίζεται, βέβαια, σαν κάτι το σημαντικότερο και τελειότερο και για να το επιδιώξει κανείς και για να το διαφυλάξει». (1094b 2, 7-9).

Κι εδώ, βέβαια, δε γίνεται λόγος για την τυφλή υποταγή του πολίτη σε μια πόλη που ορίζει όλες τις συμπεριφορές. Μια τέτοια αντίληψη είναι κατάφωρα στρεβλή, αφού αντί να οδηγήσει τους πολίτες στην ευτυχία, τους συνθλίβει καταπιέζοντας τις επιθυμίες τους. Η πόλη στοχεύει στην απελευθέρωση των πολιτών ενθαρρύνοντας την προσωπική τους ολοκλήρωση, η οποία θα συμβάλει θετικά και στο σύνολο. Με άλλα λόγια, με την ενθάρρυνση και την καλλιέργεια των δεξιοτήτων κάθε πολίτη ξεχωριστά ανοίγει ο δρόμος για το τέλος σε ατομικό επίπεδο, ως ξεχωριστό λιθαράκι για το συνολικό τέλος, το οποίο αφορά ολόκληρη την πόλη. Κι αν πρέπει να το πούμε αλλιώς, η ολοκλήρωση του πολίτη, μέσω των ασχολιών που εκείνος επιλέγει, αποτελεί την ευτυχία σε ατομικό επίπεδο, που λειτουργεί ως προϋπόθεση για την ολοκλήρωση της πόλης, δηλαδή την ευτυχία σε συλλογικό επίπεδο, που είναι η ύψιστη μορφή ευτυχίας.

Αυτός είναι και ο λόγος που ο Αριστοτέλης δείχνει ιδιαίτερο σεβασμό στην ατομική επιθυμία, γιατί ενδιαφέρεται για το προσωπικό τέλος κάθε ανθρώπου: «δεν είναι καθόλου λίγο να το επιδιώξει και να το πετύχει και ένα μόνο άτομο, για ένα ολόκληρο όμως έθνος και για ολόκληρες πόλεις το πράγμα είναι πιο ωραίο και πιο θεάρεστο». (1094b 2, 9-11). Κι αυτή ακριβώς είναι η χρυσή τομή που θέλει να διαφυλάξει ο Αριστοτέλης: η συνοχή της πόλης, που τίθεται ως άμεση προτεραιότητα, χωρίς όμως να καταπιέζεται κανένας πολίτης. Γι’ αυτό «δεν είναι καθόλου λίγο» η τελείωση του πολίτη ατομικά, αλλά αυτό πρέπει να συμπλέει με την τελείωση της πόλης ως σύνολο.

Το ότι η τελεολογική ανωτερότητα της πόλης θα επιβάλει τη θυσία του ατόμου, αν αυτό χρειαστεί (σε περίπτωση που η πόλη βρεθεί σε πόλεμο το άτομο οφείλει να θυσιαστεί για τη σωτηρία της), δε μειώνει την τεράστια σημασία της ολοκλήρωσης κάθε πολίτη σε ατομικό επίπεδο. Εξάλλου, αυτό είναι και το νόημα της πόλης: η παροχή της αυτάρκειας σε όλα τα επίπεδα (όχι μόνο σε υλικά αγαθά), που θα οδηγήσει τους πολίτες στην κατάκτηση της ευτυχίας, δηλαδή στην ατομική ολοκλήρωση. Η προτεραιότητα της πόλης που μεταφράζεται σε καταπίεση, δηλαδή σε άρνηση της ατομικότητας αποτελεί στρέβλωση, καθώς αναιρείται η ουσία της, που δεν είναι άλλη από την ευτυχία όλων των πολιτών.

Η διασφάλιση αυτής της ισορροπίας είναι ζήτημα της πολιτικής, η οποία έχει να κάνει με την οργάνωση της κοινωνίας σ’ αυτό το πλαίσιο. Γι’ αυτό η πολιτική είναι ανώτερη από όλες τις τέχνες κι όλες τις επιστήμες, γιατί αν αποτύχει, η πόλη θα κινδυνέψει με διάλυση, κι αν η πόλη διαλυθεί τότε όλες οι άλλες τέχνες (στρατηγική, ρητορική, οικιακή διαχείριση, ιατρική κλπ) ματαιώνονται. (Αλήθεια, τι νόημα έχει ένας γιατρός ή ένας στρατηγός όταν ζουν ολομόναχοι εκτός πόλης;) Ο νόμος είναι το καθοριστικό στοιχείο που θα εξασφαλίσει την αρμονία της συλλογικότητας. Θα καθορίσει δηλαδή τους τρόπους της σύμπλευσης του ατομικού με το συλλογικό τέλος. Όταν το ατομικό τέλος προσφέρει και στο συλλογικό, είναι θεμιτό κι επαινείται. Όταν όμως υπονομεύει το συμφέρον της πόλης είναι επιβλαβές και διώκεται. Ο ρήτορας που είναι λαοπλάνος και συμβουλεύει πράγματα που θα ζημιώσουν την πόλη για προσωπικό όφελος είναι κατακριτέος, γιατί το δικό του τέλος έρχεται σε αντίθεση με εκείνο της πόλης. Το ίδιο κι ο κλέφτης ή αυτός που διαπράττει εγκλήματα κάθε είδους. Το τέλος αυτών δε χρειάζεται στην πόλη. Γι’ αυτό και τίθεται εκτός νόμου. Κι αυτή είναι η οπτική της προτεραιότητας που δίνει ο Αριστοτέλης στην πόλη· όχι της επιβολής ή του καταναγκασμού που οδηγεί τον πολίτη στο ανελεύθερο.

Γι’ αυτό και σέβεται απολύτως τη διαφορετικότητα των απόψεων που μπορεί να υπάρχουν πάνω στο θέμα της διαχείρισης των πολιτικών θεμάτων. Ο σεβασμός στη διαφορετικότητα δεν είναι τίποτε άλλο από το σεβασμό κάθε ατομικότητας που δικαιούται να έχει προσωπική γνώμη: «Ενσχέσει με τις όμορφες και δίκαιες πράξεις, με τις οποίες ασχολείται, ως γνωστόν, η πολιτική επιστήμη, υπάρχει τόση διαφορά και τόση ποικιλία γνωμών, ώστε φτάσαμε να θεωρούμε ότι υπάρχουν ως αποτέλεσμα συμβάσεων και όχι εκ φύσεως. Παρόμοια ποικιλία γνωμών υπάρχει και στα αγαθά, για το λόγο ότι πολλοί έχουν βλαφτεί στο παρελθόν από αυτά· υπήρξαν πράγματι άνθρωποι που καταστράφηκαν από τον πλούτο τους, όπως και άλλοι που καταστράφηκαν από την αντρεία τους». (1094b 3, 4-9).

Η φράση «φτάσαμε να θεωρούμε ότι υπάρχουν ως αποτέλεσμα συμβάσεων» (εννοείται οι όμορφες και δίκαιες πράξεις) απευθύνεται προφανώς στους σοφιστές, οι οποίοι πίστευαν ότι η πόλη δεν είναι από τη φύση, αλλά αποτέλεσμα σύμβασης προκειμένου να μην αφανιστούν οι άνθρωποι από τα θηρία, καθώς σε ατομικό επίπεδο η επιβίωση ήταν πολύ δύσκολη (αν όχι ανέφικτη) μέσα σε μια φύση εχθρική. Ο Αριστοτέλης απορρίπτει συνολικά αυτή την άποψη υποστηρίζοντας ότι η πόλη δημιουργήθηκε από τη φυσική παρόρμηση του ανθρώπου να ζήσει μαζί με τους άλλους. Ως φύσει πολιτικό ον, ο άνθρωπος θα δημιουργούσε πόλεις σε κάθε περίπτωση, ακόμη κι αν δεν κινδύνευε καθόλου από τα θηρία.

Κι αυτός είναι επιπλέον λόγος που καταδεικνύει τη σπουδαιότητα της πολιτικής, αφού η πολιτική διασφαλίζει την ύπαρξη της πόλης, δηλαδή την εξασφάλιση ότι ο άνθρωπος θα ζήσει σύμφωνα με τη φύση του. Το ζήτημα είναι ότι η πολιτική δεν αποτελεί μετρήσιμο μέγεθος, γεγονός που επηρεάζει ολόκληρη τη μεθοδολογία της προσέγγισής της: «Μιλώντας λοιπόν για τέτοιου είδους θέματα και με τέτοιο σκεπτικό, πρέπει να μένουνε ευχαριστημένοι αν καταφέρνουμε να δείξουμε την αλήθεια με τρόπο χοντρικό και σχηματικό· μιλώντας για πράγματα που μόνο γενικά και όχι πάντα είναι αληθινά, πρέπει να μένουμε ευχαριστημένοι όταν φτάνουμε σε ανάλογα συμπεράσματα». (1094b 3, 10-13).

Κι αναλόγως πρέπει να πράξουν και οι δέκτες: «Με το ίδιο πνεύμα όμως πρέπει να γίνονται αποδεκτές οι σχετικές κρίσεις και από τους ακροατές: ο μορφωμένος και καλλιεργημένος άνθρωπος πρέπει να ζητάει σε κάθε περιοχή έρευνας τόση ακρίβεια όση επιτρέπει η φύση του θέματος· προφανώς είναι το ίδιο παράλογο να δεχόμαστε πιθανολογικούς συλλογισμούς από έναν μαθηματικό και να ζητούμε επιστημονικές αποδείξεις από έναν ρήτορα». (1094b 3, 10-19).

Η άποψη ότι η πολιτική δεν αποτελεί κάτι απολύτως μετρήσιμο, όπως τα μαθηματικά, και κατ’ επέκταση δεν μπορεί κανείς να προσεγγίσει το θέμα παρά μόνο καταδεικνύοντας τις γενικές του γραμμές (η άποψη, δηλαδή, ότι δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια αν μιλάμε για την πολιτική), δεν είναι μόνο το στίγμα της μετριοπαθούς στάσης ενός φιλοσόφου που από θέση αρχής μπορεί να δεχτεί αντιρρήσεις, αλλά και η ειλικρίνεια του ανθρώπου που τοποθετείται πάνω σε ένα θέμα γνωρίζοντας ότι είναι αδύνατο να το μετατρέψει σε μέγεθος τόσο χειροπιαστό, ώστε να καταδείξει τους απόλυτους κανόνες της λειτουργίας του. Κατά συνέπεια, όποιος παρουσιάζεται ως κάτοχος της απόλυτης αλήθειας σε πολιτικά θέματα είναι ή φανατικός ή απατεώνας.

Το βέβαιο είναι ότι η πολιτική δεν αποτελεί θεωρητική γνώση που μπορεί να χρησιμεύσει αν το φέρουν οι περιστάσεις, αλλά πράξη που εφαρμόζεται καθημερινά. Γι’ αυτό και δεν είναι τόσο προσιτή στους νέους, οι οποίοι λόγω απειρίας είναι πολύ δύσκολο να την κατανοήσουν: «Αυτός είναι ο λόγος που ο νέος άνθρωπος δεν είναι κατάλληλος ακροατής/σπουδαστής, όταν πρόκειται για μαθήματα πολιτικής τέχνης και επιστήμης· γιατί ο νέος δεν έχει ακόμη πείρα της ζωής, όμως οι λόγοι στην πολιτική ξεκινούν από τη ζωή και αυτήν έχουν για θέμα τους». (1095a 3, 2-4). Κι όχι μόνο αυτό: «Έπειτα ο νέος άνθρωπος, έχοντας την τάση να ακολουθεί τα πάθη του, ακούει μάταια και δίχως καμιά ωφέλεια αυτά τα μαθήματα, γιατί ο στόχος εδώ δεν είναι η γνώση αλλά η πράξη». (1095a 3, 5-7).

Κι αυτή ακριβώς είναι η ουσία της πολιτικής τέχνης: δε σχετίζεται απλά με θεωρητικές γνώσεις που θα μπορούσε να τις σπουδάσει κανείς, αλλά έχει να κάνει με την καθημερινή ζωή του ανθρώπου, καθώς είναι αλληλένδετη με τις πράξεις που προβαίνει κανείς σε καθημερινή βάση. Όμως, οι πράξεις έχουν να κάνουν με τα πάθη των ανθρώπων. Από αυτή την άποψη, η πολιτική σχετίζεται αναγκαστικά με την ηθική καλλιέργεια του πολίτη, δηλαδή με το κατά πόσο κατάφερε να τροχίσει τα πάθη του βελτιώνοντας τον εαυτό του. Κι αυτό δεν είναι θέμα εκπαίδευσης, με την έννοια της κατανόησης και διαχείρισης πληροφοριών πάνω σε ένα θέμα. Είναι κάτι βαθύτερο και πολύ πιο ουσιαστικό. Είναι θέμα παιδείας. Ο εκπαιδευμένος σε κάτι δε σημαίνει ότι είναι και πεπαιδευμένος, αφού όποιος κατέχει βαθιές γνώσεις και στο πιο εξειδικευμένο επιστημονικό θέμα δε σημαίνει ότι έχει καταφέρει να χαλιναγωγήσει τα πάθη του.

Γι’ αυτό το λόγο δεν είναι μόνο οι νέοι που κρίνονται ακατάλληλοι για την πολιτική τέχνη: «Ούτε έχει καμιά σημασία αν το άτομο για το οποίο μιλούμε είναι νεαρό στην ηλικία ή ανώριμο από την πλευρά του χαρακτήρα· γιατί η έλλειψη δεν έχει να κάνει με τα χρόνια, αλλά με το ότι το άτομο αυτό ζει κάτω από την επήρεια των παθών του και κάτω από αυτήν την επήρεια επιδιώκει ό,τι επιδιώκει». (1095a 3, 7-9).

Κι αυτός είναι ο λόγος που η γνώση δεν μπορεί να οδηγήσει στην κατανόηση της πολιτικής, που νοείται μόνο ως υπηρεσία του δημόσιου συμφέροντος. Ο μοναδικός δρόμος που θα οδηγήσει στην πολιτική αρετή είναι η καλλιέργεια των παθών μας, δηλαδή η διάπλαση του ηθικού χαρακτήρα: «Γι’ αυτού του είδους τα άτομα η γνώση δε σημαίνει καμιά ωφέλεια – ακριβώς όπως για τα άτομα που δεν έχουν τη δύναμη να ελέγχουν τον εαυτό τους· για τους ανθρώπους όμως που τις επιθυμίες και τις πράξεις τους τις κατευθύνουν κάποιοι λογικοί κανόνες, η γνώση αυτών των πραγμάτων είναι εξαιρετικά ωφέλιμη». (1095a 3, 10-13).

Ο Αριστοτέλης θέτει το ζήτημα της πολιτικής αρετής στην ορθή του βάση από την εισαγωγή του στα «Ηθικά Νικομάχεια». Η πολιτική έχει να κάνει πρωτίστως με την ηθική καλλιέργεια, κι αντιστρόφως η ηθική καλλιέργεια των πολιτών είναι θέμα εξόχως πολιτικό. Αν θέλει κάποιος να αλλάξει την κοινωνία, οφείλει πρώτα να αλλάξει τον εαυτό του. Να μάθει δηλαδή να αναζητά την ατομική του ολοκλήρωση (τέλος) μέσα στα όρια της ηθικής αρετής, ώστε να συμπλέει και με την ολοκλήρωση (τέλος) της πόλης. Η απόκτηση της ηθικής αρετής εκλαμβάνεται από τον Αριστοτέλη ως ύψιστη πολιτική πράξη καθιστώντας σαφές ότι η ηθική φιλοσοφία είναι κομμάτι (ή ακόμη καλύτερα προϋπόθεση) της πολιτικής φιλοσοφίας.

Από αυτή την άποψη τα «Ηθικά Νικομάχεια» είναι πρωτίστως έργο πολιτικό: «Οι παρατηρήσεις μας αυτές ενσχέσει με τον ακροατή/σπουδαστή, ενσχέσει με τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να γίνει δεκτή η πραγματεία μας και ενσχέσει με το θέμα της έρευνάς μας ας θεωρηθούν ικανοποιητικός εισαγωγικός λόγος». (1095a 3, 13-15).

Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΞΕΝΟΦΩΝ, ΚΥΡΟΥ ΑΝΑΒΑΣΙΣ

ΞΕΝ ΚΑναβ 5.5.7–5.5.12

Αποστολή πρέσβεων από τη Σινώπη

Επειδή ο αριθμός των πλοίων που κατόρθωσε να εξασφαλίσει ο Χειρίσοφος από τον Σπαρτιάτη ναύαρχο Αναξίβιο (βλ. ΞΕΝ ΚΑναβ 5.1.2–5.1.4) ήταν μικρός, οι Μύριοι επιβίβασαν σε αυτά μόνο τους τραυματίες, ενώ οι υπόλοιποι συνέχισαν βαδίζοντας ως τα Κοτύωρα. Κατά την παραμονή τους εκεί, φτάνουν απεσταλμένοι από τη Σινώπη.


[5.5.7] Ἐν τούτῳ ἔρχονται ἐκ Σινώπης πρέσβεις, φοβούμενοι
περὶ τῶν Κοτυωριτῶν τῆς τε πόλεως (ἦν γὰρ ἐκείνων καὶ
φόρον ἐκείνοις ἔφερον) καὶ περὶ τῆς χώρας, ὅτι ἤκουον
δῃουμένην. καὶ ἐλθόντες εἰς τὸ στρατόπεδον ἔλεγον· προη-
γόρει δὲ Ἑκατώνυμος δεινὸς νομιζόμενος εἶναι λέγειν·
[5.5.8] Ἔπεμψεν ἡμᾶς, ὦ ἄνδρες στρατιῶται, ἡ τῶν Σινωπέων
πόλις ἐπαινέσοντάς τε ὑμᾶς ὅτι νικᾶτε Ἕλληνες ὄντες βαρ-
βάρους, ἔπειτα δὲ καὶ ξυνησθησομένους ὅτι διὰ πολλῶν τε
καὶ δεινῶν, ὡς ἡμεῖς ἠκούσαμεν, πραγμάτων σεσωσμένοι
πάρεστε. [5.5.9] ἀξιοῦμεν δὲ Ἕλληνες ὄντες καὶ αὐτοὶ ὑφ’ ὑμῶν
ὄντων Ἑλλήνων ἀγαθὸν μέν τι πάσχειν, κακὸν δὲ μηδέν·
οὐδὲ γὰρ ἡμεῖς ὑμᾶς οὐδὲν πώποτε ὑπήρξαμεν κακῶς ποι-
οῦντες. [5.5.10] Κοτυωρῖται δὲ οὗτοι εἰσὶ μὲν ἡμέτεροι ἄποικοι, καὶ
τὴν χώραν ἡμεῖς αὐτοῖς ταύτην παραδεδώκαμεν βαρβάρους
ἀφελόμενοι· διὸ καὶ δασμὸν ἡμῖν φέρουσιν οὗτοι τεταγμένον
καὶ Κερασούντιοι καὶ Τραπεζούντιοι· ὥστε ὅ τι ἂν τούτους
κακὸν ποιήσητε ἡ Σινωπέων πόλις νομίζει πάσχειν. [5.5.11] νῦν
δὲ ἀκούομεν ὑμᾶς εἴς τε τὴν πόλιν βίᾳ παρεληλυθότας ἐνίους
σκηνοῦν ἐν ταῖς οἰκίαις καὶ ἐκ τῶν χωρίων βίᾳ λαμβάνειν
ὧν ἂν δέησθε οὐ πείθοντας. [5.5.12] ταῦτ’ οὖν οὐκ ἀξιοῦμεν· εἰ δὲ
ταῦτα ποιήσετε, ἀνάγκη ἡμῖν καὶ Κορύλαν καὶ Παφλαγόνας
καὶ ἄλλον ὅντινα ἂν δυνώμεθα φίλον ποιεῖσθαι.

***
Εν τω μεταξύ έρχονται εκ της Σινώπης πρέσβεις, φοβούμενοι και περί της πόλεως των Κοτυωριτών και περί της χώρας αυτών, διότι αύτη ήτο αποικία των Σινωπέων, οι δε Κοτυωρίται φόρου υποτελείς εις αυτούς, και διότι εμάνθανον ότι ελεηλατείτο από τους Έλληνας η χώρα των. Και ελθόντες εις το στρατόπεδον των Ελλήνων διεμαρτύροντο, ωμίλει δε εκ μέρους αυτών ο Εκατώνυμος, ο οποίος εφημίζετο ότι ήτο δεινός περί το λέγειν∙ «Έστειλεν ημάς, άνδρες στρατιώται, η πόλις των Σινωπέων και δια να σας επαινέσωμεν, διότι Έλληνες όντες νικάτε βαρβάρους, έπειτα δε και δια να σας συγχαρώμεν, διότι υπομείναντες πολλάς και φοβεράς στεναχωρίας, ως ημείς επληροφορήθημεν, εφθάσατε εδώ σώοι. Έχομεν δε την αξίωσιν, επειδή και ημείς είμεθα Έλληνες, να απολαύωμεν μεν ευεργεσίας τινάς εκ μέρους υμών, οι οποίοι είσθε Έλληνες, αλλά να μην πάσχωμεν κανέν κακόν. Διότι και ημείς ουδέποτε εκάμαμεν κακόν τι πρώτοι εις σας. Οι Κοτυωρίται δε ούτοι είναι πράγματι ιδικοί μας άποικοι, και την χώραν ταύτην ημείς έχομεν παραδώσει εις αυτούς, αφού την αφηρέσαμεν από τους βαρβάρους∙ δια τούτο δε και φόρον ωρισμένον πληρώνουν ούτοι εις ημάς, ωσαύτως δε και οι Κερασούντιοι και οι Τραπεζούντιοι. Ώστε ό,τι κακόν κάμετε εις αυτούς, η πόλις των Σινωπέων νομίζει, ότι το πράττετε εις αυτήν. Τώρα δε μανθάνομεν, ότι μερικοί από σας δια της βίας εισήλθον εις την πόλιν των Κοτυώρων και κατέλυσαν εις τας οικίας και ότι λαμβάνουν εκ των πέριξ όσα χρειάζεσθε, με την βίαν, και όχι με το καλό. Αυτά λοιπόν δεν τα εγκρίνομεν∙ εάν δε εξακολουθήσητε να πράττετε ταύτα, θα είμεθα ηναγκασμένοι να κάμωμεν συμμάχους τον Κορύλαν και τους Παφλαγόνας και όποιον άλλον ηθέλομεν δυνηθή».