Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἀνδρομάχη (879-919)

ΧΟ. καὶ μὴν ὅδ᾽ ἀλλόχρως τις ἔκδημος ξένος
880 σπουδῇ πρὸς ἡμᾶς βημάτων πορεύεται.
ΟΡΕΣΤΗΣ
ξέναι γυναῖκες, ἦ τάδ᾽ ἔστ᾽ Ἀχιλλέως
παιδὸς μέλαθρα καὶ τυραννικαὶ στέγαι;
ΧΟ. ἔγνως· ἀτὰρ δὴ τίς ‹σὺ› πυνθάνῃ τάδε;
ΟΡ. Ἀγαμέμνονός τε καὶ Κλυταιμήστρας τόκος,
885 ὄνομα δ᾽ Ὀρέστης· ἔρχομαι δὲ πρὸς Διὸς
μαντεῖα Δωδωναῖ᾽. ἐπεὶ δ᾽ ἀφικόμην
Φθίαν, δοκεῖ μοι ξυγγενοῦς μαθεῖν περὶ
γυναικός, εἰ ζῇ κεὐτυχοῦσα τυγχάνει
ἡ Σπαρτιᾶτις Ἑρμιόνη· τηλουρὰ γὰρ
890 ναίουσ᾽ ἀφ᾽ ἡμῶν πεδί᾽ ὅμως ἐστὶν φίλη.
ΕΡ. ὦ ναυτίλοισι χείματος λιμὴν φανεὶς
Ἀγαμέμνονος παῖ, πρός σε τῶνδε γουνάτων,
οἴκτιρον ἡμᾶς ὧν ἐπισκοπεῖς τύχας,
πράσσοντας οὐκ εὖ. στεμμάτων δ᾽ οὐχ ἥσσονας
895 σοῖς προστίθημι γόνασιν ὠλένας ἐμάς.
ΟΡ. ἔα·
τί χρῆμα; μῶν ἐσφάλμεθ᾽ ἢ σαφῶς ὁρῶ
δόμων ἄνασσαν τήνδε Μενέλεω κόρην;
ΕΡ. ἥνπερ μόνην γε Τυνδαρὶς τίκτει γυνὴ
Ἑλένη κατ᾽ οἴκους πατρί· μηδὲν ἀγνόει.
900 ΟΡ. ὦ Φοῖβ᾽ ἀκέστορ, πημάτων δοίης λύσιν.
τί χρῆμα; πρὸς θεῶν ἢ βροτῶν πάσχεις κακά;
ΕΡ. τὰ μὲν πρὸς ἡμῶν, τὰ δὲ πρὸς ἀνδρὸς ὅς μ᾽ ἔχει,
τὰ δ᾽ ἐκ θεῶν του· πανταχῇ δ᾽ ὀλώλαμεν.
ΟΡ. τίς οὖν ἂν εἴη μὴ πεφυκότων γέ πω
905 παίδων γυναικὶ συμφορὰ πλὴν ἐς λέχος;
ΕΡ. τοῦτ᾽ αὐτὸ καὶ νοσοῦμεν· εὖ μ᾽ ὑπηγάγου.
ΟΡ. ἄλλην τιν᾽ εὐνὴν ἀντὶ σοῦ στέργει πόσις;
ΕΡ. τὴν αἰχμάλωτον Ἕκτορος ξυνευνέτιν.
ΟΡ. κακόν γ᾽ ἔλεξας, δίσσ᾽ ἕν᾽ ἄνδρ᾽ ἔχειν λέχη.
910 ΕΡ. τοιαῦτα ταῦτα. κᾆτ᾽ ἔγωγ᾽ ἠμυνάμην.
ΟΡ. μῶν ἐς γυναῖκ᾽ ἔρραψας οἷα δὴ γυνή;
ΕΡ. φόνον γ᾽ ἐκείνῃ καὶ τέκνῳ νοθαγενεῖ.
ΟΡ. κἄκτεινας, ἤ τις συμφορά σ᾽ ἀφείλετο;
ΕΡ. γέρων γε Πηλεύς, τοὺς κακίονας σέβων.
915 ΟΡ. σοὶ δ᾽ ἦν τις ὅστις τοῦδ᾽ ἐκοινώνει φόνου;
ΕΡ. πατήρ γ᾽ ἐπ᾽ αὐτὸ τοῦτ᾽ ἀπὸ Σπάρτης μολών.
ΟΡ. κἄπειτα τοῦ γέροντος ἡσσήθη χερί;
ΕΡ. αἰδοῖ γε· καί μ᾽ ἔρημον οἴχεται λιπών.
ΟΡ. συνῆκα· ταρβεῖς τοῖς δεδραμένοις πόσιν.

***
ΧΟΡΟΣ
Νά κάποιος ξένος με παράξενη θωριά
880 που έρχεται κατά δω με γοργό βήμα.
ΟΡΕΣΤΗΣ (Προς τον Χορό.)
Καλές μου, αυτά είναι τα παλάτια, πέστε μου,
του γιου του Αχιλλέα, το σπίτι
που κατοικεί;
ΧΟΡΟΣ
Ναι, μα ποιός είσαι που ρωτάς;
ΟΡΕΣΤΗΣ
Λέγομαι Ορέστης κι είμαι γιος του Αγαμέμνονα
και της Κλυταιμνήστρας. Πηγαίνω στο μαντείο
του Διός, στη Δωδώνη. Και φθάνοντας στη Φθία,
σκέφτηκα νά ᾽ρθω ίσαμ᾽ εδώ να μάθω
για μια συγγένισσά μου, αν ζει
κι αν είν᾽ ευτυχισμένη
η Σπαρτιάτισσα Ερμιόνη.
Γιατί, κι αν κατοικεί σε χώρα μακρινή,
890 την αγαπούμε.
ΕΡΜΙΟΝΗ
Ω τέκνο του Αγαμέμνονα
που φάνηκες καθώς λιμάνι σε θαλασσινούς
μες στη φουρτούνα, στα πόδια σου προσπέφτω.
Λυπήσου με, που βλέπεις πόσο τυραννιέμαι,
από ποιά δυστυχία. Τα χέρια μου αποθέτω
στα γόνατά σου, σαν κλαδιά ικεσίας.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Όχι δα! τί συμβαίνει; Μήπως έκανα λάθος,
ή βλέπω καθαρά τη βασίλισσα
του παλατιού, του Μενελάου την κόρη;
ΕΡΜΙΟΝΗ
Ναι, τη μοναχοκόρη που του γέννησε
στο πατρικό του ανάκτορο η Ελένη,
η θυγατέρα του Τυνδάρου· δεν ελάθεψες.
ΟΡΕΣΤΗΣ
900 Ω Φοίβε παραστάτη, βόηθα την.
Από θεούς, ή από ανθρώπους υποφέρεις;
ΕΡΜΙΟΝΗ
Σε άλλα το φταίξιμο δικό μου, σε άλλα του άντρα μου·
άλλα οι θεοί τα θέλησαν· από παντού ο χαμός.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Μα τί συμβαίνει; Αφού, ακόμα, παιδιά
δεν έχεις αποχτήσει, τί άλλο μπορεί να ᾽ναι
για μια γυναίκα η συμφορά, παρά ν᾽ αδικηθεί
στον έρωτά της;
ΕΡΜΙΟΝΗ
Μάντεψες σωστά.
Αυτό ακριβώς συνέβηκε σε μένα.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Άλλη γυναίκα προτιμά από σένα ο άντρας σου;
ΕΡΜΙΟΝΗ
Ναι, μιαν αιχμάλωτη, του Έκτορα το ταίρι.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Πολύ κακό να ᾽χει ένας άντρας δυο γυναίκες.
ΕΡΜΙΟΝΗ
910 Σωστά. Γι᾽ αυτό κι εγώ εκδικήθηκα.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Της έστησες καμιά παγίδα, σαν γυναίκα που είσαι;
ΕΡΜΙΟΝΗ
Θέλησα να σκοτώσω και την ίδια
και το νόθο παιδί της.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Και το ᾽καμες,
ή έτυχε κάτι που σ᾽ εμπόδισε;
ΕΡΜΙΟΝΗ
Ο Πηλέας, τιμώντας την κατώτερή μου.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Κι ήταν κανείς που θα βοηθούσε για να πράξεις
το φονικό;
ΕΡΜΙΟΝΗ
Ναι, βέβαια, ο πατέρας μου,
που ήρθε απ᾽ τη Σπάρτη, επίτηδες γι᾽ αυτό.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Και τον ενίκησε του γέροντα το χέρι;
ΕΡΜΙΟΝΗ
Τον νίκησε η ντροπή και, φεύγοντας, μ᾽ άφησε μόνη.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Κατάλαβα. Τον άντρα σου φοβάσαι για όσα γίνηκαν.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΣΕΙΡΗΝΕΣ

ΣΕΙΡΗΝΕΣ
(πτηνά, πέτρες)
 
Οι Σειρήνες κατέληξαν γυναικείες μειξογενείς οντότητες με κεφάλι και μισό σώμα γυναίκας και μισό σώμα αρπακτικού πουλιού. Συχνά όμως, και κυρίως στην ετρουσκική τέχνη, εμφανίζονται με ανθρώπινα χαρακτηριστικά και όχι πτηνόμορφες, και πεθαίνοντας μεταμορφώνονται σε πέτρες.
 
Στα γενεαλογικά δέντρα που συνοδεύουν τη ζωή τους πατέρας τους εμφανίζεται τις περισσότερες φορές ο ποταμός Αχελώος ή ο θαλάσσιος θεός Φόρκης. Ο Λιβάνιος αναφέρει ότι γεννήθηκαν από το αίμα του Αχελώου, όταν τον πλήγωσε ο Ηρακλής. Μητέρα τους είναι η Μούσα Μελπομένη ή η Στερόπη, κόρη του Παρθάονα και της Ευρύτης, ή η Μούσα Τερψιχόρη.
 
Στην Οδύσσεια, Στην Οδύσσεια, όπου αναφέρονται για πρώτη φορά, αλλά δεν περιγράφονται, είναι δύο, όπως προκύπτει από τον δυικό αριθμό Σειρήνοιιν (μ 52, 167)· το ίδιο και στα Αργοναυτικά του Ορφέως.
 
Στον Ησίοδο και τον Απολλόδωρο είναι τρεις (η μία έπαιζε αυλό, η άλλη λύρα, η τρίτη τραγουδούσε), κατά άλλους τέσσερις, στον Πλάτωνα οκτώ (Πολιτεία 617 c). Τα ονόματα που παραδίδονται είναι: Αγλαόπη και Θελξιέπεια ή Παρθενόπη, Λευκωσία, Λιγεία ή Αγλαόφωνος, Μόλπη, Θελξινόη ή Θελξιόπη και Πεισινόη, Τελής, Ραιδνή (τα δύο τελευταία αμφίβολα). Τα ονόματα αυτά τις περιγράφουν στην εξωτερική εμφάνιση και στον λόγο, τον προφορικό του τραγουδιού ή του νου. Και ανάλογα με τον αριθμό τους οι μυθογράφοι καταγράφουν επακριβώς τη θέση τους στην τριφωνία και την τετραφωνία.
 
Στην Οδύσσεια, όταν η Κίρκη δίνει οδηγίες στον Οδυσσέα ποιο δρόμο να πάρει φεύγοντας από το νησί της, ώστε να προφυλαχτεί και να προφυλάξει τους συντρόφους του από τους κινδύνους της θάλασσας, αναφέρεται και στις Σειρήνες, στα δεινά που προκαλούν στους ναυτικούς με το τραγούδι τους και στο πώς εκείνοι θα μπορέσουν να γλυτώσουν:
 
Πρώτα στο δρόμο που θα πας θα φτάσεις στις Σειρήνες,
που όλους μαγεύουν τους θνητούς, όσοι κοντά τους φτάσουν.
Όποιος ζυγώσει ανύποπτα κι ακούσει τη λαλιά τους,
αυτόν πια δε θα τον χαρούν το τρυφερό του ταίρι
και τα μικρά του τα παιδιά, στο σπίτι να γυρίσει,
μόν' οι Σειρήνες με γλυκά τραγούδια τον μαγεύουν,
σ' ένα λιβάδι καθιστές κι ένας μεγάλος γύρω
είναι από κόκαλα σωρός ανθρώπων που σαπίζουν
και το πετσί τους χάνεται. Μόν' πέρνα από κοντά τους
και πιάσε των συντρόφων σου τ' αυτιά να φράξεις όλων
μ' απαλομάλαχτο κερί, κανείς να μην ακούσει.
Κι αν θέλεις μόνος άκου τες. Μα στο κατάρτι πρώτα
ολόρθον χεροπόδαρα οι ναύτες να σε δέσουν,
κι ας σφίξουν των παλαμαριών τις άκρες από πάνω,
χαρούμενα το λάλημα ν' ακούσεις, των Σειρήνων.
Κι αν σκούζεις στους συντρόφους σου και θέλεις να σε λύσουν,
ακόμα τότε πιο γερά να σφίγγουν τα δεσμά σου.
(Όμ, Οδ. μ 39-55 και μ 158-200*)
  
Οι μόνοι που είχαν διασωθεί πριν από τον Οδυσσέα ήταν οι Αργοναύτες** χάρη στη μουσική και το τραγούδι του μεγάλου μουσικού Ορφέα, από τη μια με την αντίθετη στο τραγούδι των Σειρήνων μελωδία του και από την άλλη επειδή ήταν μυημένος στα μυστήρια της Σαμοθράκης***. Μόνον ο Αργοναύτης Βούτης έπεσε στη θάλασσα και κολύμπησε προς αυτές, τον άρπαξε όμως η Αφροδίτη και τον εγκατέστησε στο Λιλύβαιο, τη σημερινή Μαρσάλα στη δυτική ακτή της Σικελίας. Μετά τη διάσωση των Αργοναυτών, οι Σειρήνες, που στα Ορφικά Αργοναυτικά περιγράφονται με εξ ολοκλήρου ανθρώπινα χαρακτηριστικά (κοῦραι), έπεσαν στη θάλασσα και μεταμορφώθηκαν σε βράχους. Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο και τον Υγίνο η μοίρα των Σειρήνων ήταν να πεθάνουν, όταν ένα πλοίο θα γλίτωνε από αυτές, κατόρθωμα που αποδίδεται άλλοτε στον Οδυσσέα και άλλοτε στον Ορφέα. Κατά άλλους οι Σειρήνες πέθαναν επειδή ηττήθηκαν σε μουσικό αγώνα με τον γιο της Μούσας Καλλιόπης, τον Λίνο.
 
Ήδη από την αρχαιότητα οι μυθογράφοι προσπάθησαν να εξηγήσουν τη διττή φύση**** των Σειρήνων. Σύμφωνα με τον Οβίδιο ήταν κοπέλες, συνοδοί της Περσεφόνης. Όταν την απήγαγε ο Άδης, ζήτησαν από τους θεούς να τις δώσουν φτερά, για να αναζητήσουν την κόρη σε στεριά και θάλασσα. Κατά άλλους, η μερική μεταμόρφωσή τους οφείλεται στην οργή της Δήμητρας, γιατί δεν βοήθησαν την κόρη της τη στιγμή της αρπαγής.
 
Άλλη αιτία της μεταμόρφωσής τους θεωρείται η οργή της Αφροδίτης, γιατί οι κόρες δεν τιμούσαν τις χαρές του έρωτα· και η θεά τους πήρε την ομορφιά.
 
Αλλά και μετά τη μεταμόρφωσή τους σε μειξογενή όντα ταλαιπωρήθηκαν. Σύμφωνα με μια βοιωτική παράδοση, η Ήρα έβαλε τις Σειρήνες να ανταγωνιστούν τις Μούσες στο τραγούδι, και όταν έχασαν, οι Μούσες μάδησαν τα φτερά των αντιπάλων τους και έπλεξαν στεφάνια με αυτά που έβαλαν στο κεφάλι τους, σαν τρόπαιο για τη νίκη τους. Γι' αυτό και σε αρχαίο άγαλμα στην Κορώνεια η θεά παριστάνεται να κρατά στα χέρια της Σειρήνες (Παυσ. 9.34.3). Κρητική παράδοση θέλει τον αγώνα να τελείται στον τόπο τους και τις Σειρήνες να χάνουν τα φτερά τους από τη στενοχώρια για την ήττα τους. Έγιναν κάτασπρες και ρίχτηκαν στη θάλασσα, και από τότε μια πόλη ονομάστηκε Άπτερα και ένα νησί Λευκαί (Στέφ. Βυζ., Άπτερα).
 
Το νησί των Σειρήνων τοποθετείται κατά μήκος της ακτής της Ν. Ιταλίας στα ανοιχτά της χερσονήσου του Σορέντο, από όπου με το πανέμορφο τραγούδι τους προσείλκυαν τους ναύτες των πλοίων που πλησίαζαν στην περιοχή τους και προκαλούσαν στη συνέχεια την καταστροφή τους. Ως εκ τούτου οι Σειρήνες συνδέθηκαν με τον θάνατο, θεωρήθηκαν θεότητες του υπερπέραν που τραγουδούσαν για όσους κατοικούσαν μακάρια στα νησιά των Ηλυσίων, και γι' αυτό εικονίζονται στα ταφικά μνημεία.
---------------------------
*Οι Σειρήνες στον δρόμο του Οδυσσέα
 
«Μου 'λεγε [η Κίρκη] πρώτα των γλυκόλαλων Σειρήνων το τραγούδι
και το ανθισμένο να ξεφύγουμε λιβάδι· τη φωνή τους
ν' ακούσω μόνο εγώ, μα δέστε με γερά που να πονέσω
ορθά με το σκοινί, απ' τη θέση μου να μη μετασαλεύω,
πα στο κατάρτι, να 'ναι πάνω του δεμένα τα σκοινιά μου.
Κι αν σας φωνάζω να με λύσετε και σας παρακαλιέμαι,
αρπάχτε τα σκοινιά και σφίχτε τα πιο ακόμα στο κορμί μου.»
Την ώρα που όλα αυτά ξεδιάλυνα μιλώντας στους συντρόφους,
καθώς αγέρας πρίμος έσπρωχνε το καλοσκαρωμένο
καράβι, το νησί αντικρίσαμε σε λίγο των Σειρήνων.
Μεμιάς ο αγέρας καταλάγιασε και χύθηκε γαλήνη
τρογύρα απάνεμη, και κοίμισε κάποιος θεός το κύμα.
Τότε πετάχτηκαν οι σύντροφοι και τα πανιά μαϊνάραν,
κι ως στο βαθύ το πλοίο τ' απίθωσαν, στα τορνευτά
κάθισαν ελάτινα κουπιά και γέμιζαν αφρούς το κύμα γύρα.
Κι εγώ από μια τρανή κερόπιτα με κοφτερό μαχαίρι
μικρά κομμάτια κόβω κι άρχισα μες στα γερά μου χέρια
να τα μαλάζω, ως που ζεστάθηκαν, καθώς κι η δύναμή μου
και του Ήλιου η πύρα τ' ουρανόδρομου τα δάμαζε από πάνω.
Κι ως όλων των συντρόφων βούλωσα τ' αφτιά με τούτο, εκείνοι
σφιχτά με δέσαν χεροπόδαρα μες στο καράβι ολόρθο
πα στο κατάρτι, κι ήταν πάνω του δεμένα τα σκοινιά μου·
μετά καθίσαν και τη θάλασσα με τα κουπιά χτυπούσαν.
Μα ως το άρμενο το γοργοθάλασσο, στη φόρα που 'χε πάρει,
πια είχε ζυγώσει τόσο, που η φωνή ν' ακούγεται του ανθρώπου,
το 'δαν αυτές που ερχόταν κι άρχισαν να ψιλοτραγουδούνε:
«Έλα κοντά, Οδυσσέα περίλαμπρε, των Αχαιών η δόξα!
Το πλοίο σου στο νησί μας άραξε, ν' ακούσεις τη φωνή μας·
κανείς ως τώρα δεν προσπέρασε με μελανό καράβι,
τη μελοστάλαχτη απ' τα χείλη μας φωνή πριχού γρικήσει·
κι ως φράθη πια κι ο νους του επλούτυνε, κινάει και φεύγει πάλε.
Από βουλή θεών τα που 'συραν οι Τρώες κι οι Αργίτες πάθη
στης Τροίας τον κάμπο τα κατέχουμε μιαν άκρη ως άλλη, ακόμα
κι όσα στη γης ακέρια γίνουνται την πολυθρόφα απάνω.»
Έτσι μιλούσαν με αηδονόλαλη φωνή, και λαχταρούσε
μένα η καρδιά ν' ακούει, και γύρευα να λύσουν τα σκοινιά μου,
στους άλλους με τα φρύδια γνέφοντας· μα αυτοί λαμνοκοπούσαν
σκυμμένοι, και πετάχτη ο Ευρύλοχος μεμιάς κι ο Περιμήδης
και με σκοινιά με δέναν πιότερα και πιο γερά με σφίγγαν.
Κι ως τέλος το νησί προσπέρασαν γοργά, και των Σειρήνων
μηδέ η φωνή στ' αφτιά μας έφτανε μηδέ και το τραγούδι,
οι γκαρδιακοί σύντροφοι μου έβγαλαν το που τους είχα βάλει
κερί στ' αφτιά και πήραν κι έλυσαν και μένα απ' τα δεσμά μου.
(Όμ, Οδ. μ 158-200)
 
**Οι Σειρήνες στον δρόμο των Αργοναυτών
 
Το επεισόδιο των Σειρήνων τοποθετείται μετά τη διάσωση των Αργοναυτών από τη Σκύλα και τη Χάρυβδη:
 
Πλέοντας, σταματήσαμε όχι μακριά τότε
σε σκόπελο που πρόβαλλε· κει απόκρημνος βράχος
αναπηδώντας με ρωγμές τη θάλασσα πιέζει
και μ' αδύναμο θόρυβο κροτεί γαλάζιο κύμα.
Εδώ μέσα κάθονταν και ηχηρή φωνή βγάζουν
κόρες που θέλγουν τους θνητούς και δε γυρνούν στη γη τους.
Οι Μινύες ήθελαν ν' ακούσουν το τραγούδι
των Σειρήνων, ν' αποφύγουν δεν ήταν τη φωνή τους
που θα 'ταν αφανισμός τους· άφησαν τα κουπιά τους.
Ο Αγκαίος θα πήγαινε το πλοίο προς τον βράχο,
αν τεντώνοντας στα χέρια τη φόρμιγγά μου τότε
δεν κερνούσα της μάνας μου το χαρωπό τραγούδι.
Έναν ύμνο θεόπνευστο δυνατά τραγουδούσα,
πώς κάποτε για άλογα γοργά φιλονικούσαν
ο Δίας ο ψηλόβροντος κι ο θεός ο Κοσμοσείστης.
Ο Μαυρόμαλλος θύμωσε με τον πατέρα Δία,
τη Δυκαονία με τη χρυσή τρίαινα σειώντας,
στην απέραντη θάλασσα τη σκόρπισε ραγδαία,
για να σχηματισθούν νησιά· τα ονόμασαν τότε
Σαρδώ και Εύβοια και ανεμόδαρτη Κύπρο.
Καθώς έπαιζα φόρμιγγα, απ' ένα ψηλό βράχο
οι Σειρήνες θαμπώθηκαν, έκοψαν το τραγούδι.
Η μια πέταξε αυλό, η άλλη λύρα απ' τα χέρια
κι αναστέναξαν φοβερά· τους είχε 'ρθει η μοίρα
του θλιβερού θανάτου τους· απ' του γκρεμού την άκρη
στην ταραγμένη θάλασσα γκρεμίστηκαν σαν δίσκοι,
σε βράχους μεταβλήθηκαν, άλλαξαν τη μορφή τους.
(Ορφέως Αργοναυτικά, 1264-129)
 
***Τον πήρε μαζί του ο Ιάσονας στην εκστρατεία του για το χρυσόμαλλο δέρας ύστερα από συμβουλή του δασκάλου του Κένταυρου Χείρωνα.
 
****Σειρήνες
 
Τα πουλιά με ανθρώπινο κεφάλι ήταν πολύ γνωστά στην αιγυπτιακή και ανατολίτικη τέχνη, και εμφανίστηκαν από νωρίς και στην ελληνική ανατολίζουσα τέχνη, χωρίς να περιλαμβάνονται σε κάποιο αφηγηματικό πλαίσιο. Τα ποτάμια […] και οι λίμνες είναι πάντοτε γεμάτα θηλυκά στοιχειά με μουσικές ιδιότητες, άλλοτε αγαθοποιά και άλλοτε έτοιμα να παρασύρουν τους ναυτικούς πάνω στα βράχια. Αν αυτό το καταφέρνουν με το τραγούδι τους, τότε είναι ταιριαστό να έχουν ανθρώπινα κεφάλια, και, αν είναι δυνατόν, ανθρώπινα χέρια, ώστε να παίζουν και κάποιο μουσικό όργανο. Ήταν μάλλον θέμα γούστου αν θα τις έπαιρναν για θαλάσσια όντα, όπως οι γοργόνες, ή για πτηνά, και ο Όμηρος δεν περιέγραψε τις ελληνικές εκδοχές, αλλά τις τοποθέτησε απλώς σε ένα νησί. Οι Έλληνες επέλεξαν τη φτερωτή τους εκδοχή κατά τον πρώιμο 6ο αιώνα, όταν χρειάστηκε να δώσουν μορφή στις Σειρήνες που προσπάθησαν να ρίξουν το πλοίο του Οδυσσέα στα βράχια. Το τραγούδι τους αποτελούσε σημαντικό και διακριτικό γνώρισμά τους, και τις βλέπουμε στην τέχνη να κάνουν και τις μοιρολογίστρες.
John Boardman, Η αρχαιολογία της νοσταλγίας. Πώς οι αρχαίοι Έλληνες αναπαρέστησαν το μυθικό παρελθόν τους

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ἄν, ὅμως, θεωρήσουμε μὲ προσοχὴ τή γενεαλογικὴ σειρά τῶν συγγραφέων πού, κατ’ ἀνάγκη, θὰ ὀνομάσουμε κοσμικοὺς ἢ λαϊκοὺς (ἀπὸ τὸ λαός, ὁ μὴ κληρικός, ὁ μὴ ἱερὸς) καὶ ἡ ὁποία, γιὰ ἐμᾶς, ξεκινᾶ μὲ τοὺς Ἕλληνες, διαπιστώνουμε κάτι τελείως διαφορετικό. Ὁ συγγραφέας -ποιητής, φιλόσοφος, ἢ ἀκόμα καὶ ἱστορικός— διασαλεύει τίς θεσμισμένες βεβαιότητες, ἀμφισβητεῖ τὸν κόσμο μέσα στὸν ὁποῖο και χάρη στον ὁποῖο ἡ κοινωνία εἶχε φτιάξει τή φωλιὰ της, ἀποκαλύπτει τὴν Ἄβυσσο δίνοντάς της μορφὴ καὶ ἀκριβῶς χάρη στὸ γεγονὸς ὅτι τῆς δίνει μορφή. Μὲ αὐτό τὸ ἐγχείρημα του ὁ συγγραφέας συμμετέχει οὐσιαστικὰ στὴν ἐγκαθίδρυση τῆς δημοκρατίας - χωρὶς τὴν ὁποία, ἄλλωστε, ἡ ἴδια του ἡ ὕπαρξη δὲν εἶναι οὔτε δυνατὴ οὔτε νοητή.

 
 
Μερικὰ παραδείγματα θὰ καταστήσουν σαφέστερό τι ἐννοῶ.
 
Τὸ 700 π.Χ. περίπου ἐμφανίζεται ὁ Ἀρχίλοχος, ὁ πρῶτος λυρικὸς καὶ σατυρικὸς ποιητὴς (ἐπισημαίνουμε ὅτι γιὰ τοὺς Ἑβραίους, παραδείγματος χάριν, εἲναι ἀδιανόητη ἡ ὕπάρξη σατυρικῆς ποίησης). Σὲ κάποιους στίχους πού ἔφτασαν ὡς ἐμᾶς ἀφηγεῖται μὲ ποιόν τρόπο σὲ μιὰ μάχη πέταξε τὴν ἀσπίδα του γιὰ νὰ γλιτώσει βάζοντάς το στὰ πόδια καὶ πώς δὲν τὸν νοιάζει καὶ πολύ, ἀφοῦ μπορεῖ ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ νὰ ἀγοράσει ἄλλη ἀσπίδα. Γίνεται ὁ ποιητὴς πού χαίρει θαυμασμοῦ σὲ μιὰ κοινωνία μαχητῶν-πολιτῶν γιὰ τοὺς ὁποίους ἀρετὴ σημαίνει, ἐπὶσης, καὶ μάλιστα κυρίως, γενναιότητα. Τὸ νὰ πετάξει κάποιος τὴν ἀσπίδα του ἤταν ἡ μεγαλύτερη καταισχύνη (ἡ λέξῃ ρίψασπις στὰ ἀρχαϊα ἑλληνικὰ εἲναι ἀμετακλήτη βρισιά).
 
Στὸν Προμηθέα Δεσμώτη τοῦ Αἰσχύλου ὁ κεντρικὸς ἄξονας εἲναι ἡ παθιασμένη συζήτηση γιὰ τὸ πρόβλημα τῆς ἐξουσίας, για τὴν τυραννικὴ ἐξουσία τοῦ Διός, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν τυραννία κάθε θεσμισμένης ἐξουσίας, τῆς σύμφυτης μὲ αὐτὴν καὶ ἀναπόφευκτης βαναυσότητας καὶ ἀδικίας της, καθώς, ἐπίσης, καὶ μιὰ ἐπὶμονη ὑπόμνηση τοῦ παροδικοῦ χαρακτῆρα κάθε ἐξουσίας. Πρέπει νὰ θυμηθοῦμε ὅτι ὁ Αἰσχύλος -γιὰ τὸν ὁποῖο ἐλέγετο, ἄλλωστε, ὅτι ἤταν βαθύτατα εὐσεβὴς- δὲν μιλὰ γιὰ τὴν ἐξουσία κάποιου στρατηγοῦ τῆς πόλης, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἐξουσία τοῦ κυρίαρχου τῶν θεῶν καὶ τοῦ κόσμου, τοῦ Διός.
 
Στὴν Ἀντιγόνη τοῦ Σοφοκλὴ (π. 440) πού παρουσιάστηκε - καὶ βραβεύτηκε- σὲ μιὰ κοινωνία πολὺ εὐσεβῆ, ἀλλὰ πού εἶχε, ἐπίσης, ἐπινοήσει ἕναν μοναδικὸ τρόπο νὰ κρατᾶ τοὺς θεοὺς καὶ τή θρησκεία μακριὰ ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες ὑποθέσεις, βρίσκει κανεὶς τοὺς περιφήμους στίχους σχετικὰ μὲ τοὺς ὁποίους τόσο πολλὲς κοινοτοπίες ἔχουν εἰπωθεῖ: «Πολλὰ τὰ δεινά, κοὐδέν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει». Τοὺς παίρνουμε ἢ ὄχι στὰ σοβαρὰ τοὺς ποιητές; Νομίζω πώς ὄχι. Κανένας δὲν φαίνεται νά ἔχει παρατηρήσει τὸ τεράστιο τόλμημα τῆς δήλωσης τοῦ ποιητῇ, πού θὰ καταχωριστεῖ, σιωπηρά, στὶς ποιητικὲς ὑπερβολές. Ὁ Σοφοκλῆς, ὅμως, ξέρει τι λέει. Λέει ἀπροκάλυπτα σ’ ἕνα κοινὸ εὐσεβῶν πολιτῶν ὅτι τίποτε δὲν εἲναι πιὸ τρομερὸ ἀπὸ τὸν ἀνθρωπο. Ἀπὸ ὅλα τὰ ὄντα ὁ ἄνθρωπος εἲναι τὸ δεινότερο (δέος = φόβος, φρίκη). Πῶς εἲναι δυνατόν; Τρομερότερος ἀπὸ τοὺς ἰδίους τοὺς θεούς; Ἀσφαλῶς ναί, καὶ οἱ στίχοι πού ἀκολουθοῦν δείχνουν ποία ἔννοια δίνει ὁ ποιητὴς σὲ αὐτή του τὴν ἀπόφανση - βαθιὰ καὶ ἀληθινὴ ἔννοια, ὅ,τι κι ἂν πιστεύει κανεὶς γιὰ τοὺς θεούς. Οἱ θεοί εἶναι τρομερὰ ἰσχυροί, ἀπροσμέτρητα ἰσχυρότεροι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους - ἀλλὰ δὲν εἲναι δεινοί. Γιατί, ἄραγε; Ἐπειδὴ εἶναι αὐτό πού εἶναι καὶ ἔχουν τὶς δυνάμεις πού ἔχουν ἐκ γενετῆς καὶ ἐκ φύσεως. Ἡ Ἀθηνᾶ δὲν γίνεται σοφή, εἶναι σοφή, εἲναι ἡ ἴδια ἡ σοφία. Ὁ Ἥφαιστος δὲν ἐπινοεῖ τὴν κατασκευή, δὲν ἐπινοεῖ τὸν ἑαυτό του ὡς κατασκευαστῆ, εἶναι ἡ ἴδια ἡ κατασκευή. Οἱ ἄνθρωποι, ὅμως, κάνουν τοὺς ἑαυτοὺς τους - ἐπινοοῦν, δημιουργοῦν, θεσμίζουν καί, ὡς πρὸς αὐτό καὶ ἐξαιτίας αὐτοῦ, εἲναι τρομεροί, ὑπέροχοι, ἀπρόβλεπτοι καὶ προκαλοῦν δέος. Ἡ σκέψη τοῦ Σοφοκλῆ -σκέψη βαθιὰ δημοκρατικὴ- εἶναι ἡ αὐτοδημιουργία καὶ ἡ αὐτοθέσμιση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Σοφοκλῆς ὁλοκληρώνει τὸ στάσιμό του λέγοντας ὅτι ὁ ἄνθρωπος καθυποτάσσει καὶ θὰ καθυποτάξει τὰ πάντα στὶς δυνάμεις του (ἄπορος ἐπ’ οὐδὲν ἔρχεται τὸ μέλλον) μὲ τὰ δημιούργηματά του. Σὲ δύο πράγματα μόνο δέν θὰ μπορέσει νὰ κυριαρχήσει: στὸν θάνατο, βεβαίως (Ἄιδα μόνον φεῦξιν οὐκ ἐπάξεται, νόσων δ’ ἀμηχάνων φυγὰς ξυμπέφρασται), καὶ στὸν δικὸ του ριζικὸ διχασμό, τή διφυή φύση του ποῦ τὸν ὁδηγεῖ ἄλλοτε στὸ καλὸ καὶ ἄλλοτε στὸ κακὸ (τοτέ μὲν κακόν, ἄλλοτ’ ἐπ’ ἐσθλόν ἕρπει).

Αυτό το κάτι που θέλεις

Όλοι θέλουν ν’ αποκτήσουν αυτό που θα τους κάνει ευτυχισμένους. Ο καθένας θέλει να ζήσει μια ξέγνοιαστη, ευτυχισμένη και ανέφελη ζωή, να ερωτευτεί, να κάνει συναρπαστικό σεξ και να έχει σημαντικές σχέσεις, να έχει τέλεια εμφάνιση, να κερδίζει πολλά χρήματα, να είναι δημοφιλής, να χαίρει εκτίμησης και σεβασμού και να έχει τόσο μεγάλη επιρροή που οι άνθρωποι ν’ ανοίγουν δρόμο για να περάσει μόλις μπαίνει σε ένα χώρο.

Όλοι θα το ήθελαν αυτό, γιατί όχι; Αν σας ρωτήσω «Τι θέλετε από τη ζωή;» και μου απαντήσετε «Θέλω να είμαι ευτυχισμένος, να αποκτήσω μια μεγάλη οικογένεια και μια δουλειά να μου αρέσει», η απάντησή σας θα είναι τόσο κοινότοπη που δεν σημαίνει τίποτα.

Μια πιο ενδιαφέρουσα ερώτηση, μια ερώτηση που ίσως δεν έχετε σκεφτεί ποτέ είναι «Για ποιο πράγμα θέλεις να κοπιάσεις; Για ποιο λόγο θέλεις να παλέψεις;» Αυτό είναι που καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσονται οι ζωές μας.

Όλοι θέλουν να έχουν μια εκπληκτική δουλειά και οικονομική ανεξαρτησία, αλλά δεν θέλουν να υπομένουν εβδομάδες εργασίας 60 ωρών, χρονοβόρες μετακινήσεις, επαγγελματικά ταξίδια, τη γραφειοκρατία, προσαρμογή σε αυθαίρετες εταιρικές ιεραρχίες και την «ασφυξία» ενός γραφείου. Οι άνθρωποι θέλουν να είναι πλούσιοι χωρίς ρίσκο, χωρίς θυσία, χωρίς την αναστολή της ικανοποίησης που απαιτεί η συσσώρευση πλούτου.

Όλοι θέλουν να κάνουν ασυναγώνιστο σεξ και ν’ απολαμβάνουν μια βαθιά ικανοποιητική σχέση, αλλά δεν είναι όλοι πρόθυμοι να ζήσουν τις διαμάχες, τις αμήχανες σιωπές, τα τραύματα και το συναισθηματικό ψυχόδραμα για να φτάσουν ως εκεί. Και έτσι συμβιβάζονται. Συμβιβάζονται και μετά αναρωτιούνται «κι αν;» για χρόνια και χρόνια έως ότου η ερώτηση μεταμορφωθεί από «κι αν;» σε «αυτό ήταν όλο κι όλο;» Και όταν παίρνουν διαζύγιο και διατροφή αναρωτιούνται πώς έγινε, έχοντας ξεχάσει τις χαμηλές απαιτήσεις που είχαν από τη ζωή τους είκοσι χρόνια πριν.

Η ευτυχία προϋποθέτει αγώνα

Καθετί θετικό, προκύπτει επειδή έχεις διαχειριστεί με επιτυχία κάτι αρνητικό. Κανένας δεν καταφέρνει να αποφεύγει δυσάρεστες καταστάσεις σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.

Στη βάση της ανθρώπινης εμπειρίας μοιραζόμαστε όλοι οι άνθρωποι τις ίδιες ή παρόμοιες ανάγκες. Διαχειριζόμαστε εύκολα τις ευχάριστες εμπειρίες, όμως εκείνες που μας δοκιμάζουν είναι οι δυσάρεστες. Επομένως, αυτό που αποκομίζουμε από τη ζωή δεν καθορίζεται από τα θετικά συναισθήματα που επιδιώκουμε να νιώσουμε, αλλά από το ποια είναι εκείνα τα αρνητικά συναισθήματα που είμαστε διατεθειμένοι να υποστούμε προκειμένου να αποκτήσουμε πρόσβαση στα θετικά συναισθήματα.

Οι άνθρωποι θέλουν να έχουν αψεγάδιαστη εξωτερική εμφάνιση. Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να την αποκτήσει αν δεν αποδεχθεί τον πόνο και την πίεση που περιλαμβάνει η πολύωρη προπόνηση στο γυμναστήριο και προσεκτικός υπολογισμός μικροσκοπικών μερίδων και θερμίδων όλη μέρα, κάθε μέρα.

Οι άνθρωποι θέλουν να ξεκινήσουν τη δική τους επιχείρηση ή να γίνουν οικονομικά ανεξάρτητοι. Αλλά δεν θα γίνετε επιτυχημένος επιχειρηματίας αν δεν αποδεχθείτε το ρίσκο, την αβεβαιότητα, τις συνεχόμενες αποτυχίες, τις ατέλειωτες ώρες εργασίας πάνω σε κάτι που δεν έχετε ιδέα εάν θα είναι επιτυχημένο ή όχι.

Οι άνθρωποι θέλουν έναν σύντροφο, έναν σύζυγο. Αλλά δεν φτάνετε στο να προσελκύσετε κάποιον που να σας συναρπάζει χωρίς να αποδέχεστε επίσης τη συναισθηματική αναταραχή που συνοδεύει τις συνεχείς απορρίψεις, την ύπαρξη σεξουαλικής έντασης που δεν απελευθερώνεται ποτέ και το κενό βλέμμα προς ένα τηλέφωνο που δεν χτυπά ποτέ. Όλα αυτά είναι μέρος του ερωτικού παιχνιδιού που δεν μπορείτε να κερδίσετε εάν δεν παίζετε.

Αυτό που καθορίζει την επιτυχία σας δεν είναι «Τι θέλεις να απολαύσεις;» Η ερώτηση είναι: «Ποια ταλαιπωρία αντέχεις να υποστείς;». Η ποιότητα της ζωής σου δεν εξαρτάται από την ποιότητα των θετικών σου εμπειριών, αλλά από την ποιότητα των αρνητικών. Μαθαίνοντας να διαχειρίζεστε τις αρνητικές εμπειρίες, γνωρίζετε πώς να διαχειρίζεστε τη ζωή.

Θα ακούσετε πολλές «φθηνές» συμβουλές που θα λένε «το μόνο που χρειάζεται είναι να το θέλεις πολύ!». Όμως όλοι οι άνθρωποι επιθυμούν κάτι και το επιθυμούν πολύ, απλώς, δεν γνωρίζουν επακριβώς τι θέλουν ή μάλλον είναι αυτό που θέλουν πολύ. Αν επιθυμείτε να δρέψετε τους καρπούς μιας επιτυχίας, θα πρέπει να μπορείτε να αναλάβετε και το κόστος.

Αν επιθυμείτε ένα όμορφο σώμα, θα πρέπει να ανέχεστε την προσπάθεια, τον ιδρώτα, τους πιασμένους μύες, το άδειο στομάχι. Αν επιθυμείτε ένα σκάφος, θα πρέπει να ανέχεστε τα ξενύχτια, τις ριψοκίνδυνες επαγγελματικές αποφάσεις και την πιθανότητα να χαλάσετε τη σχέση σας με έναν ή δέκα χιλιάδες ανθρώπους.

Αν πιάσετε τον εαυτό σας να επιθυμεί κάτι διακαώς, μέρα με τη μέρα, μήνα το μήνα, χρόνο το χρόνο, αλλά να μην συμβαίνει κάτι προς αυτή την κατεύθυνση, τότε αυτό που επιθυμείτε στην πραγματικότητα είναι μια φαντασίωση, μια εξιδανίκευση, μια ψευδαίσθηση. Ίσως να μην το επιθυμείτε στην πραγματικότητα, αλλά να απολαμβάνετε την επιθυμία σας. Ίσως στην πραγματικότητα να μην το επιθυμείτε καθόλου.

Μερικές φορές, ρωτώ τους ανθρώπους, «πώς επιλέγεις να υποφέρεις;» κι εκείνοι με κοιτούν με απορία σαν βλέπουν ότι έχω δώδεκα μύτες. Όμως εγώ ρωτώ, γιατί αυτή η πληροφορία μου λέει πολύ περισσότερα για εσάς από τις επιθυμίες και τις φαντασιώσεις σας. Επειδή είναι απαραίτητο να επιλέξετε κάτι. Κανείς δεν μπορεί να έχει μια ανώδυνη ζωή με τριαντάφυλλα και μονόκερους. Η σκληρή ερώτηση είναι που μετράει, μιας και η ευχαρίστηση και η απόλαυση δίνουν εύκολες απαντήσεις. Πολλοί από εμάς έχουν τέτοιες απαντήσεις. Όμως η ταλαιπωρία, η οδύνη είναι πολύ πιο ενδιαφέροντα ερωτήματα. Τι είδους ταλαιπωρία αντέχεις να υποστείς; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα μπορεί να σε οδηγήσει κάπου. Είναι ένα ερώτημα που μπορεί να σου αλλάξει τη ζωή. Είναι αυτό που σε προσδιορίζει ως άτομο. Είναι αυτό που μας καθορίζει, μας διαχωρίζει και μας ενώνει.

Το μεγαλύτερο διάστημα της εφηβείας και της πρώιμης ενήλικης ζωής μου, φαντασιωνόμουν μια καριέρα μουσικού, ενός ροκ σταρ πιο συγκεκριμένα. Σε κάθε δυνατό ροκ τραγούδι που άκουγα, έκλεινα τα μάτια και οραματιζόμουν τον εαυτό μου στη σκηνή να παίζει κιθάρα υπό τον ήχο της αποθέωσης από το πλήθος, των θεατών να παραληρούν με τη δεξιοτεχνία μου. Αυτή η φαντασίωση με κρατούσε απασχολημένο για ώρες και συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια των σπουδών μου και ακόμα και όταν σταμάτησα να φοιτώ σε μουσικό σχολείο και είχα σταματήσει να εξασκούμαι συστηματικά. Ωστόσο ακόμα και τότε δεν αμφισβήτησα ποτέ την επιθυμία μου να παίζω μπροστά σε κοινό, το ερώτημα ήταν το πότε θα συνέβαινε αυτό. Ξόδευα το χρόνο χωρίς να επενδύω χρόνο και κόπο στην επιδίωξη του συγκεκριμένου στόχου. Αρχικά σκεφτόμουν ότι έπρεπε να τελειώσω το σχολείο, μετά ότι έπρεπε να βγάλω χρήματα και ύστερα δεν είχα χρόνο. Και μετά τίποτα.

Παρά το γεγονός ότι φαντασιωνόμουν τη συγκεκριμένη σταδιοδρομία για περισσότερο από το μισό της ζωής μου, δεν πραγματοποιήθηκε. Μου πήρε πολύ χρόνο και πολλές δυσάρεστες εμπειρίες για να ανακαλύψω το γιατί: δεν το ήθελα στ’ αλήθεια. Είχα ερωτευτεί το αποτέλεσμα – την εικόνα μου επί σκηνής, τις επευφημίες του κοινού, εμένα να ροκάρω, να εκφράζω τα μύχια της ψυχής μου στην παράστασή μου, αλλά δεν είχα ερωτευτεί τη διαδικασία. Και εξαιτίας αυτού απέτυχα. Επαναληπτικά. Για να είμαστε ειλικρινείς δεν προσπάθησα καν αρκετά για να αποτύχω. Σχεδόν δεν προσπάθησα.

Η καθημερινή εξάσκηση, η αγωνιώδης προσπάθεια συγκρότησης της μπάντας, οι πρόβες, η αγωνία να «κλειστούν» εμφανίσεις μπροστά σε κοινό που να απολαμβάνει την μουσική σου. Οι σπασμένες χορδές, οι «καμένοι» ενισχυτές, το κουβάλημα του εξοπλισμού από και προς τις πρόβες χωρίς αυτοκίνητο. Η διαδρομή προς το όνειρο απαιτούσε αναρρίχηση σε βουνό ώσπου να δεις το μονοπάτι για την κορυφή. Μου πήρε πολύ καιρό να ανακαλύψω ότι δεν μου άρεσε το σκαρφάλωμα και απλώς απολάμβανα να φαντασιώνομαι την κορυφή.

Σύμφωνα με τις κυρίαρχες αξίες του πολιτισμού μας «έχω πουλήσει τα όνειρά μου», είμαι ρίψασπις ή «χαμένο κορμί». Στα βιβλία αυτοβοήθειας, η εξήγηση για την περίπτωση μου θα ήταν, είτε ότι δεν υπήρξα αρκετά θαρραλέος και αποφασιστικός, ή ότι δεν πίστευα αρκετά στις δυνατότητές μου. Οι επιχειρηματίες και οι start-uppers θα μου έλεγαν ότι ξέγραψα το όνειρό μου και παραδόθηκα στη συμβατικότητα του κοινωνικού μου περιβάλλοντος. Θα μου έλεγαν να σκέφτομαι θετικά ή να συμμετάσχω σε ομάδες εργασίας. Αλλά η αλήθεια είναι πολύ λιγότερο ενδιαφέρουσα από αυτό: νόμιζα ότι ήθελα κάτι, αλλά αποδεικνύεται ότι δεν το ήθελα πραγματικά. Τέλος. Ήθελα την ανταμοιβή χωρίς τον αγώνα. Ήθελα το αποτέλεσμα χωρίς την εξέλιξη της διαδικασίας. Ήμουν ερωτευμένος όχι με τον αγώνα, αλλά μόνο με τη νίκη. Και η ζωή δεν εκτυλίσσεται με αυτόν τον τρόπο.

Το ποιος είστε, καθορίζεται από, και για τις όποιες αξίες, είστε διατεθειμένοι να αγωνίζεστε. Οι άνθρωποι που απολαμβάνουν τον κόπο του γυμναστηρίου είναι εκείνοι που έχουν φυσική κατάσταση. Οι άνθρωποι που απολαμβάνουν τα ατελείωτα ωράρια και τις επίπονες εβδομάδες εργασίας και την διπλωματία που απαιτεί η πολιτική της κάθε εταιρικής σκάλας είναι αυτοί που την ανεβαίνουν. Οι άνθρωποι που απολαμβάνουν το άγχος και την αβεβαιότητα του τρόπου ζωής των πεινασμένων καλλιτεχνών, είναι τελικά αυτοί που ζουν το καλλιτεχνικό όνειρό τους και τα καταφέρνουν.

Δεν πρόκειται για έκκληση, για θέληση ή «κότσια». Δεν είναι άλλη μια προτροπή ή νουθεσία του «χωρίς κόπο δεν υπάρχει κέρδος».

Αυτό είναι το πιο απλό και βασικό στοιχείο της ζωής: οι αγώνες μας καθορίζουν τις επιτυχίες μας. Επομένως, επιλέξτε τους αγώνες σας με σύνεση, φίλοι μου.

Το Δέσμιο Εγώ

Δεν ταξίδεψε ποτέ... Έτρεμε την μοναχικότητα. Φοβόταν την αβεβαιότητα των κυμάτων και του αέρος. Την τρόμαζαν τα άγνωστα και άναρχα μονοπάτια. Δεν αγωνίστηκε ποτέ... Πάγωνε στην ιδέα της αποτυχίας. Πονούσε στην σκέψη της ήττας. Δεν τον άγγιξε ποτέ... Την σκότωνε η ιδέα της απόρριψης.

Καταδικασμένη να πεθάνει, χωρίς να ζήσει. Μα, δεν κατάλαβε πως χωρίς να πεθαίνεις κάθε μέρα, δεν ζεις... κι αυτός είναι ο χειρότερος θάνατος. Υποταγμένη στα δεσμά της φοβίας και του μίσους, δεν κατόρθωσε να βρει στη ζωή την θέση που της ανήκει. Θύμα των καταστροφικών της απαιτήσεων. Οι απωθημένες ορμές της και ο σφοδρός αποτροπιασμός της προς την προβολική πραγματικότητα που την περιβάλλει την όπλισαν με έναν παγερό εγωισμό και μοναχικότητα. Και, ξαφνικά, την κατέλαβε η άγρια επιθυμία να τον κατακυριεύσει ολοκληρωτικά, να εξολοθρεύσει την πρωτόγονη και νοερά εξουσιαστική φύση του. Το μίσος είναι, ίσως, το ισχυρότερο από τα θνητά μας δεσμά. Ο θάνατος, όμως, υπέρκειται αυτού... δίνει μορφή και υπόσταση στις σκιές, ενσαρκώνει τα απωθημένα και τα πάθη της ψυχής, λυτρώνει από τα δεσμά και οδηγεί στην αιματηρή κάθαρση... παρασύρει στην μυστική και ζοφερή ομορφιά της νύχτας και του ερέβους.

Ο Rousseau είχε πει: «Γεννιέσαι δύο φορές: η μία οδηγεί στην απλή ύπαρξη, η άλλη στην ίδια τη ζωή». Γι’ αυτήν, όμως, η γέννησή της είχε έναν και μόνο σκοπό... την επιστροφή. Επιζητούσε έναν δικαιωμένο, από την ομορφιά και τα καταστροφικά της πάθη, θάνατο που δεν είχε να περιμένει παρά από τον ίδιο της τον εαυτό. Γι’ αυτήν, η ύπαρξη και η ζωή της ήταν ο θάνατός της. Για τους άλλους, ήταν μία εκθαμβωτική μυστήρια παρουσία. Το σκοτεινό της χαμόγελο μεταφραζόταν ως δυναμισμός και αυταρέσκεια. Θα τολμούσε να πει κανείς πως της έλειπε η μαγευτική γοητεία της γυναικείας αδυναμίας. Η ομορφιά της ήταν το προσωπείο της και η νιότη η πλάνη της. Η ζωή και η πραγματικότητα αναπαριστούσαν την τραγωδία και την αποσύνθεση της δικής της ψυχής.

Παραδομένη στην ορμητικότητα των καταστροφικών της ενστίκτων, δεν κατάφερε να συμφιλιωθεί με τις αντιτιθέμενες δυνάμεις της φύσης της. Δεν κατόρθωσε να φτάσει στην ανώτατη πραγμάτωσή της: την σύζευξη του πνεύματος με τον κόσμο των αισθήσεων. Ακολούθησε, μονάχα, την διαδρομή των ζωώδων και πρωτόγονων ορμών της. Δεν κατάλαβε, ποτέ, πως η ψυχή θεραπεύεται μέσα από τις αισθήσεις και οι αισθήσεις μέσα από την ψυχή. Μόνο ένας τρόπος υπήρχε για να απελευθερωθεί από το στερημένο, τραυματικό παρελθόν της και το παρασιτικό παρόν της... το φαντασιακό προσδοκώμενο του θανάτου, αυτού του μαύρου πέπλου...

Οι νύχτες που αποφάσισε να ζήσει από ’δω και έπειτα ήταν νύχτες από εκείνες που σε έκαναν να ερωτευθείς σχεδόν τον θάνατο. Ασκούσε μια θαυμαστή επιρροή στους άλλους. Ποτέ, όμως, δεν την αξιοποίησε για το καλό τους. Επιθυμούσε να τους παρασύρει στην άβυσσο των παθών τους, στην απογείωση των θανατερών ορμών τους και στην απονέκρωση κάθε ίχνους αγνότητος και αθωότητος. Την γοήτευε η συνειδητοποίηση πως οι άλλοι, όπως και η ίδια, έχουν τα δικά τους τέρατα, την δική τους κτηνώδη μορφή και την κρυμμένη αποκρουστική τους φωνή. Η κόλαση των φλογερών πέπλων της είχε ανοίξει τις πύλες της. Μέσα από τα συντρίμμια της καταστροφής των άλλων, η ίδια αναγεννιόταν κατά έναν μυστηριώδη τρόπο. Έκανε την αμαρτία να φαντάζει τόσο ηδονική και το κακό τόσο υπέροχο. Ο πεπτωκός αρχάγγελος αποτελούσε τον προστάτη της. Ήταν ο εραστής της... ο εραστής του θανάτου.

Η σάρκα της ήταν εξ αρχής μολυσμένη από την οσμή του θανάτου. Είχε κηλιδώσει την ψυχή της με διαφθορά και την φαντασία της με φρίκη. Η αλαζονεία της είχε χάσει κάθε έλεγχο. Βρισκόταν στην υπηρεσία του εραστή της. Το πρόσωπό της δεν είχε, πια, καρδιά. Όταν τον γνώρισε, κατάλαβε πως αυτός αποτελούσε το ιδανικό εξιλαστήριο θύμα για το όμορφο τέλος της. Αυτός ήταν ανυποψίαστος, δεν ήξερε, σχεδόν, τίποτα για την ζωή, αλλά είχε όσα αυτή είχε χάσει... μία λευκή και αγνή ψυχή... Όσο ζούσε, η προσωπικότητά της θα τον εξουσίαζε. Η αμόλυντη και φλογερή του αγνότητα όφειλε να διαταραχθεί. Η κρυμμένη χορδή του είχε χρέος να αρχίσει να πάλλεται στον ρυθμό που αυτή θα όριζε. Ήταν τόσο μαγευτικό να προβάλλεται η ψυχή της μέσα από το σώμα του και το σώμα της μέσα από την ψυχή του, να ακούει μια ηχώ παθιασμένη να αρθρώνει το πνεύμα της, τα πάθη της, την δική της ιδιοσυγκρασία και την δική της ανηθικότητα. Μπορούσε να τον πλάσει όπως αυτή επιθυμούσε. Την είχε κατακυριεύσει ολοκληρωτικά το πάθος για ιδιοκτησία. Πόσο υπέροχα της φανερωνόταν ο κόσμος: η αμείλικτη λογική του θανάτου να προβάλλεται στα αντικείμενα, τα οποία ενσαρκώνουν οι άνθρωποι. Κατά έναν μεγάλο βαθμό, ο άνδρας αυτός ήταν δικό της δημιούργημα. Άλλωστε, ο έρωτας είναι μία μορφή μίμησης. Κάποιες φορές, όμως, η μίμηση αυτή φορά την μάσκα του θανάτου...

Έμοιαζε γυναίκα αλλόκοτη, γυναίκα διψασμένη για θάνατο, γυναίκα που αναστήθηκε και βγήκε από το μνήμα, με έναν μονάχα σκοπό... να επιστρέψει σε αυτό, έχοντας την συντροφιά αυτών που θα μάγευε με την οσμή του ναρκίσσινου μύρου του κορμιού της. Η ψυχρή οσμή του νεκρικού μύρου της είχε κάτι το παρθένο, το πρωτόγνωρο, το μεθυστικό που δεν μπορούσες να μην υποταχθείς, να μην σε παρασύρει σε ψυχογραφικά ταξίδια και στα μαγευτικά ιερογλυφικά ενός μακρινού κόσμου. Το λευκό κρίνο της ψυχής του μολυνόταν, ολοένα και περισσότερο, από το κηλιδωμένο ερωτικό κορμί της. Η παθιασμένη κραυγή των ανομιών της μετέτρεπε την βεβήλωση σε ιερά λατρευτική τελετή. Οι πένθιμες αισθησιακές μελωδίες της κατακυρίευαν όχι μόνο τον κόσμο των αισθήσεών του, αλλά και τον κόσμο του πνεύματός του που επιζητούσε με λαχτάρα την γνωριμία του με το άγνωστο. Η έλξη αυτή προοιώνιζε το θανατερό καθρέφτισμα των προσώπων τους. Ίσως, έχουν δίκιο που λένε πως μόνο τους άψυχους καθρέφτες πρέπει να κοιτάμε και όχι τα πραγματικά πρόσωπα που καθρεφτίζουν την καταστροφική έκφανση της ψυχής και το προσωπείο του θανάτου. Ο έρωτας είναι ένα μυστήριο, όπως και η ένωση της ψυχής με τις αισθήσεις. Όμως, και η πλάνη είναι ένα μυστήριο, σαν αυτό που αποκόβει την ψυχή από τον αισθητηριακό κόσμο και την μεταφέρει στον φαντασιακό πορφυρό παράδεισο...

Το λευκό κορμί του αποτέλεσε τον ιδανικό καμβά για τα μαύρα χρώματα της ψυχής της. Στα μαύρα του μαλλιά, αυτή μύριζε οσμές θανάτου και απολάμβανε το νεκρικό θυμίαμα. Τα κόκκινα χείλη του ενσάρκωναν τόσο τη Ζωή, όσο και τον Θάνατο. Αυτή επέλεξε τον Θάνατο... έναν όμορφο Θάνατο και για τους δύο. Πρώτα, προχώρησε στην αποσύνθεση της ψυχής τους κι έπειτα στην απονέκρωση του κορμιών τους.

Λυτρώθηκε.

Από την Απογοήτευση στην Κάθαρση: Εσύ για πόσο ακόμη θα τιμωρείς τον εαυτό σου;

”Και είπε ο Θεός: Αγάπα τον εχθρό σου.
Κι εγώ υπάκουσα κι αγάπησα τον εαυτό μου.“

Χαλίλ Γκιμπράν

Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο πως η παραδοχή και η αποδοχή της ευαλωτότητά μας, μας φέρνουν σε επαφή με την ομορφιά της ατέλειας μας, την ομορφιά των λαθών μας, των φόβων μας, των δυσκολιών μας , με άλλα λόγια με την ομορφιά του αυθεντικού εαυτού μας. Ωστόσο, πολλές φορές πέφτουμε στην παγίδα της θεσμοθέτησης ιδιαίτερα υψηλών στόχων και η αδυναμία επίτευξης αυτών, μας προκαλεί ενοχικά σύνδρομα τα οποία τελικά μας καταδυστανεύουν και χανόμαστε στο φαύλο κύκλο της τελειοθηρίας.

Εύλογα προκύπτει λοιπόν, πως αν το διαρκές πρίσμα της σκέψης μας εστιάζει στην αποτυχία, τότε δεν δίνουμε σημασία σε όσα κατακτήσαμε και με μία ευρύτερη έννοια αυτό μπορεί να λειτουργήσει «προφητικά» δηλαδή εμείς οι ίδιοι να προετοιμάζουμε το έδαφος για τις μελλοντικές μας αποτυχημένες προσπάθειες. Παραπαίουμε σε ένα μηχανισμό αυτοκαταστροφής και τελικά τα πρόσημα των προσπαθειών μας με μαθηματική ακρίβεια γίνονται αρνητικά καθώς η τελειοθηρία κατακρεουργεί κάθε ίχνος αυτοεκτίμησης και βυθιζόμαστε στον κυκεώνα των σκέψεων που έχουν ένα κυρίαρχο κοινό σημείο: τα «πρέπει» μας υποδούλωσαν και όλες οι προσπάθειες μας βάφτηκαν στα μελανά χρώματα της αποτυχίας- όρος που αντικειμενικά δεν εκφράζει την κατάσταση αλλά που πεισματικά και αυτοβασανιζόμενα χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε όλες εκείνες τις καταστάσεις στις οποίες δεν ικανοποίησαμε την αδηφάγα τέλεια εικόνα που τρέφουμε με περίσσιο σωματικό και ψυχικό πόνο.

Καθώς λοιπόν οι υπερβολικά υψηλές προσδοκίες που θέτουμε για τον εαυτό μας δεν ανταποκρίνονται στο τελικό αποτέλεσμα των καταστάσεων, βιώνουμε την παγκυριαρχία ενός συναισθήματος ύπουλου και ανελέητου: Απογοήτευση. Πώς να αντιμετωπίσει όμως ένας ήδη εξουθενωμένος ψυχικά οργανισμός ένα τέτοιο καθηλωτικό συναίσθημα; Τις περισσότερες φορές ο άνθρωπος παρασύρεται από το ρεύμα της Άρνησης και ένας φαύλος κύκλος θλίψης και αρνητικών συναισθημάτων μόλις ξεκινά. Ο παρορμητισμός, η παραίτηση και ο κυνισμός, η ματαίωση και η μεμψίροιρη συμπεριφορά καθώς και μία γενικότερη παθητικότητα συνθέτουν το πορτραίτο ενός τρόπου ζωής όπου η θλίψη και ο θυμός κρατάνε γερά τα σκήπτρα της καθημερινότητας και αποπροσανατολίζουν τον άνθρωπο από την ουσία και ρίζα των προβλημάτων.

Ωστόσο, όπως και για καθετί στη ζωή, υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος, η λεγόμενη Κάθαρση. Αντί λοιπόν να αναλωνόμαστε σε μία μέλαινα πραγματικότητα, μπορούμε να εστιάσουμε στην αποδοχή της κατάστασης και ανατροπή αυτής. Για πολλούς αυτό ίσως ακούγεται υπερβολικά ωραιοποιημένο ή ανέφικτο αλλά αυτό που πραγματικά ισχύει είναι ότι ο κάθε άνθρωπος έχει μέσα του τη δύναμη να αντιμετωπίσει τους «δαίμονες» που τον στοιχειώνουν και να οδηγηθεί στην κάθαρση ψυχής που τόσο επιθυμεί. Φυσικά μία τέτοια προσπάθεια προϋποθέτει υπομονή, επιμονή και διαρκή επικοινωνία με ανθρώπους που μας αγαπάνε και μας νοιάζονται πραγματικά οι οποίοι θα λειτουργήσουν ως προπομποί για τη νέα αρχή που τόσο έχουμε ανάγκη.

Φανταστείτε πως θα ήταν η ζωή σας αν αγκαλιάζατε αυτό το μαύρο στοιχειό που τρέφεται με το ζωογόνο κομμάτι σας και του δείχνατε τη δύναμη σας. Μην πέφτετε στην παγίδα του να υπηρετείτε νωχελικά τη σκοτεινή πλευρά σας, αποδέχοντάς την. Ακούγεται τραγελαφικό αλλά δυστυχώς πολλές φορές ηθελημένα, κρατάμε ζωντανό αυτό το στοιχειό και αναζωπυρώνουμε τη συντροφιά της σκοτεινής μας πλευράς διότι νιώθουμε ασφάλεια με αυτό τον τρόπο. Πόσο περίεργο ον αυτός ο homo τελικά! Νιώθει ασφάλεια και ζεστασιά από τη συντροφιά μιας πλευράς που τον πονά! Κι όμως είναι πραγματικότητα μα αυτός είναι ο «εύκολος» δρόμος. Η πραγματική λύτρωση δεν ενέχει κανένα στοιχείο αποδοχής μελανών στοιχείων. Η πραγματική λύτρωση είναι δυναμική, καθηλωτική, απροσπέλαστη από κάθε συναίσθημα συνήθειας και ασφάλειας.

Η αρχή ίσως σε τρομάξει, το ξέρω. Κάθε αλλαγή ενέχει το στοιχείο του φόβου για το άγνωστο αλλά ο αποχωρισμός από κάποια γνώριμη κατάσταση είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ανθρώπινη ύπαρξη στα πλαίσια της μακροπρόθεσμης εξέλιξής του. Να θυμάσαι την ετυμολογία της λέξης απογοήτευση: από(δηλαδή αποχωρίζομαι, απομακρύνομαι) και γοητεία (δηλαδή κάτι σαγηνευτικό, μαγικό, απατηλό). Γιατί λοιπόν να γίνεσαι ο μεγαλύτερος τιμωρός του εαυτού σου και να απομακρύνεσαι από ό,τι σου προκαλεί σαγήνη; Γιατί να σε πονάς τόσο πολύ; Αγάπησε το «είναι» σου, συμφιλιώσου με τα ελαττώματά σου, ιεράρχησε τους στόχους και ανακάλυψε τον ορισμό που δίνεις στη λέξη Ευτυχία, μα προπαντός λειτούργησε βάσει όσων κάνουν την ψυχή σου να ηρεμεί. Εμείς δημιουργούμε τον παράδεισο μέσα μας, εμείς και την κόλασή μας.

Σε προ(σ)καλώ να δοκιμάσεις αυτό το ταξίδι προς την αναγέννηση. Είμαι σίγουρος πως η διαδρομή θα σε ανταμείψει!

Εκείνος που τα έχει χάσει όλα, δεν φοβάται και να τα ρισκάρει όλα

Οι Κινέζοι έχουν μια αξιοσημείωτη παροιμία. «Είθε να ζήσεις σε ενδιαφέροντες καιρούς». Η παροιμία αυτή είναι διφορούμενη, καθώς ενδιαφέροντες καιροί δεν σημαίνει απαραίτητα και καλοκαιρία σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. Μπορεί να έχεις μια άκρως ενδιαφέρουσα ζωή και ταυτόχρονα να περνάς των παθών σου τον τάραχο. Οι στιγμές προσωπικών θριάμβων αλλά και προσωπικών καταστροφών μένουν ανεξίτηλες στη μνήμη και στη ψυχή. Μπορεί να ξεχνάμε πολλά στην περίοδο των ετών αλλά δεν ξεχνάμε ποτέ τις στιγμές που έχουμε κερδίσει ή χάσει τα πάντα.

Τι σημαίνει στ’ αλήθεια η φράση τα έχουμε χάσει όλα; Για τον καθένα από μας η ολοκλήρωση στη ζωή έχει διαφορετικό νόημα. Για ορισμένους τα όλα περιλαμβάνουν την επαγγελματική και οικονομική κατάσταση χωρίς να λογαριάζουν ιδιαίτερα την προσωπική ζωή, για άλλους η προσωπική ζωή και η ευτυχία είναι το παν χωρίς να έχει ιδιαίτερη σημασία η επαγγελματική καταξίωση και η οικονομική ευμάρεια. Για λόγους διευκόλυνσης της κουβέντας μας ας περιλάβουμε τελείως σχηματικά στην έννοια «όλα» τις αισθηματικές και φιλικές σχέσεις, την δουλειά, τα χρήματα. Απλοϊκό σχήμα θα μου πείτε, αλλά για τους σκοπούς της κουβέντας μας κάνει.

Την ώρα που τελειώνει ο μεγάλος σου έρωτας, που χάνεις λεφτά ή την δουλειά σου, που απομακρύνεσαι ή χάνεσαι με φίλους μια αίσθηση επικρατεί. Το απόλυτο κενό. Παγώνεις, βγαίνεις έξω από το σώμα σου, παρατηρείς τον εαυτό σου και πιστεύεις ότι σε κάποιον άλλον συμβαίνει. Την ώρα που γκρεμοτσακίζεται η ψυχή σου, η ταχύτητα και η σφοδρότητα της πτώσης είναι τέτοια που απλά δεν νιώθεις τίποτα. Απλά γίνεσαι κομμάτια. Η οδυνηρή συνειδητοποίηση έρχεται αργότερα. Ψάχνεις να βρεις τι πήγε στραβά, τι μπορούσες ν’ αλλάξεις, αν η ώρα της μεγάλης σου ήττας είναι αποκλειστικά δική σου ευθύνη ή συνετέλεσαν και άλλοι παράγοντες. Ούτε εύκολη είναι αυτή διαδικασία ούτε γρήγορη. Είναι επώδυνη, είναι χρονοβόρα και αφήνει σημάδια, αμφιβολίες και δεύτερες σκέψεις.

Σε κανέναν δεν αρέσει να χάνει και πολύ περισσότερο να χάνει τα πάντα που θεωρεί σημαντικά. Λένε ότι η καταστροφή σε κάνει σοφότερο και ταπεινότερο. Ισχύουν και τα δυο αλλά για μένα επικρατεί ένα άλλο συναίσθημα. Είναι αυτό της ελευθερίας. Τα έχασες όλα. Έχασες ότι αγαπούσες, ότι σ’ ένοιαζε, ότι πάλεψες για ν’ αποκτήσεις. Τι άλλο έχεις να χάσεις; Τι άλλο έχεις να φοβηθείς αλήθεια; Την ώρα που είσαι στον προσωπικό σου βυθό, ένας δρόμος υπάρχει και μόνο. Αυτός της ανηφοριάς για να φτάσεις στην κορυφή σου.

Αν είναι εύκολος αυτός ο δρόμος; Προφανώς και όχι. Απαιτεί αντοχές και πείσμα. Αν είναι ασφαλής αυτός ο δρόμος; Σε καμία περίπτωση. Απαιτεί ρίσκα, τόλμη, δύναμη να ξεπεράσεις τις οδυνηρές εμπειρίες και τις αμφιβολίες και να ξαναπροσπαθήσεις. Να τολμήσεις να ερωτευτείς, να πιστέψεις ανθρώπους, να παλέψεις για την επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική σου θέση.

Είναι εγγυημένη η επιτυχία; Μακάρι να ήταν. Η ζωή μας δεν είναι αμερικάνικη ταινία όπου το τέλος είναι ευτυχισμένο. Είναι όμως η ζωή μας και αξίζει να ρισκάρουμε, ακόμα και αν τα έχουμε χάσει όλα. Ειδικά αν τα έχουμε χάσει όλα. Ξέρουμε το αίσθημα της απώλειας.

Ώρα λοιπόν να κερδίσουμε πίσω την ζωή μας. Με όποιο τίμημα. Με όποιο ρίσκο.

Ό,τι δεν είναι αλήθεια δεν θα επιβιώσει

Σχεδόν τα πάντα σε αυτόν τον κόσμο των ψευδαισθήσεων είναι ένα ψέμα. Γι’ αυτό ζητώ από τους φίλους μου να ακολουθήσουν τρεις κανόνες θέασης της αλήθειας.

Ο πρώτος είναι: Μη με πιστεύετε. Δεν χρειάζεται να με πιστεύετε- απλά σκεφτείτε και κάντε τις επιλογές σας. Πιστέψτε ό,τι θέλετε από αυτά που σας λέω και μόνο αν σας ακούγεται λογικό, αν σας κάνει χαρούμενους. Αν σας οδηγεί στην αφύπνισή σας, τότε επιλέξτε να το πιστέψετε. Είμαι υπεύθυνος για όσα λέω, αλλά όχι για αυτό που καταλαβαίνετε. Ζούμε σε εντελώς διαφορετικό όνειρο. Αυτό που λέω, ακόμη και αν είναι αλήθεια για μένα, δεν είναι απαραίτητα και για σας. Ο πρώτος κανόνας, λοιπόν, είναι εύκολος: Μη με πιστεύετε.

Ο δεύτερος κανόνας είναι πιο δύσκολος: Μην πιστεύετε τον εαυτό σας. Μην πιστεύετε τα ψέματα που λέτε στον εαυτό σας – τα ψέματα που δεν επιλέξατε, αλλά σας προγραμμάτισαν να πιστεύετε. Μην πιστεύετε τον εαυτό σας όταν λέτε ότι δεν είστε αρκετά καλοί, δυνατοί ή ευφυείς. Μην πιστεύετε τα όρια και τους περιορισμούς που βάζετε στον εαυτό σας. Μην πιστεύετε ότι δεν αξίζετε την ευτυχία ή την αγάπη. Μην πιστεύετε ότι δεν είστε όμορφοι. Μην πιστεύετε ό,τι σας κάνει να υποφέρετε. Μην πιστεύετε στο δράμα σας. Μην πιστεύετε τον Κριτή ή το Θύμα που έχετε μέσα σας. Μην πιστεύετε την εσωτερική σας φωνή που σας λέει πόσο ανόητοι είστε, που σας λέει να αυτοκτονήσετε. Μην τα πιστεύετε, γιατί δεν είναι αλήθεια. Ανοίξτε τα αυτιά σας, ανοίξτε την καρδιά σας και ακούστε. Όταν ακούτε την καρδιά σας να σας οδηγεί στην ευτυχία, επιλέξτε να την ακολουθήσετε μέχρι το τέλος. Όμως, μην πιστεύετε τον εαυτό σας μόνο και μόνο επειδή σας λέει κάτι, γιατί πάνω από το 80% όσων πιστεύετε είναι ψέματα – απλά δεν είναι αλήθεια. Ο δεύτερος κανόνας, λοιπόν, είναι δύσκολος: Μην πιστεύετε τον εαυτό σας.

Ο τρίτος κανόνας είναι: Μην πιστεύετε κανέναν άλλο. Μην πιστεύετε τους άλλους, γιατί ούτως ή άλλως λένε συνεχώς ψέματα. Όταν δεν έχετε πια συναισθηματικές πληγές, όταν δεν έχετε την ανάγκη να πιστέψετε τους άλλους για να γίνετε αποδεκτοί, βλέπετε τα πάντα πιο καθαρά. Βλέπετε αν κάτι είναι μαύρο ή άσπρο, αν είναι αλήθεια ή όχι. Κάτι που είναι αλήθεια τώρα, μπορεί σε λίγο να μην είναι, και το αντίστροφο. Όλα αλλάζουν τόσο γρήγορα, αν, όμως, έχετε επίγνωση αντιλαμβάνεστε την αλλαγή. Μην πιστεύετε τους άλλους, γιατί θα χρησιμοποιήσουν την αφέλειά σας για να σας χειραγωγήσουν. Μην πιστεύετε κανέναν που σας λέει ότι ήρθε από τις Πλειάδες και θέλει να σώσει τον κόσμο. Δεν έχουμε ανάγκη από σωτήρες. Ο κόσμος δεν έχει ανάγκη από εξωγήινους που θα έρθουν από κάπου αλλού για να μας σώσουν. Ο κόσμος είναι ζωντανός- είναι ένα ζωντανό ον και είναι ευφυέστερος από όλους εμάς μαζί. Αν πιστεύουμε ότι ο κόσμος έχει ανάγκη από σωτήρες, αργά ή γρήγορα κάποιος θα έρθει και θα πει: “Ακούστε, έρχεται ένας κομήτης, πρέπει να φύγουμε από τον πλανήτη. Αυτοκτονήστε, και ιδού! Η ψυχή σας θα ανέβει στον κομήτη και θα πάει στον παράδεισο”. Μην πιστεύετε αυτούς τους μύθους. Εσείς δημιουργείτε το δικό σας όνειρο για τον παράδεισο και κανείς δεν μπορεί να το δημιουργήσει για σας. Το μόνο που χρειάζεστε για να φτάσετε στην ευτυχία σας, στο δικό σας δημιούργημα, είναι κοινή λογική. Ο τρίτος κανόνας είναι δύσκολος, γιατί έχουμε την ανάγκη να πιστεύουμε τους άλλους. Μην τους πιστεύετε.

Μην πιστεύετε εμένα, μην πιστεύετε τον εαυτό σας, μην πιστεύετε κανέναν άλλο. Όταν δεν πιστεύετε κανέναν, ό,τι δεν είναι αλήθεια σε αυτόν τον κόσμο των ψευδαισθήσεων θα εξαφανιστεί. Τα πράγματα είναι όπως είναι. Δεν χρειάζεται να δικαιολογήσετε την αλήθεια· δεν χρειάζεται να την εξηγήσετε. Η αλήθεια δεν χρειάζεται τη στήριξη κανενός. Τα ψέματα χρειάζονται τη στήριξή σας. Πρέπει να δημιουργήσετε ένα ψέμα για να στηρίξετε το προηγούμενο και ούτω καθεξής, μέχρι που δημιουργείτε ένα οικοδόμημα από ψέματα και, όταν αποκαλύπτεται τελικά η αλήθεια, όλα καταρρέουν. Όμως, αυτή είναι η πραγματικότητα. Δεν χρειάζεται να νιώσετε τύψεις επειδή λέτε ψέματα.

Τα περισσότερα ψέματα εξανεμίζονται όταν σταματήσουμε να τα πιστεύουμε. Ό,τι δεν είναι αλήθεια δεν θα επιβιώσει μιας σκεπτικιστικής διάθεσης, αλλά η αλήθεια πάντα επιβιώνει. Η αλήθεια ισχύει πάντα, είτε την πιστεύετε είτε όχι. Το σώμα σας είναι φτιαγμένο από άτομα. Δεν χρειάζεται να το πιστέψετε. Είτε το πιστεύετε είτε όχι, είναι αλήθεια. Μόνο η αλήθεια θα μείνει, και αυτό ισχύει και για τις απόψεις που έχετε για τον εαυτό σας.

Είπαμε ότι όταν ήμασταν παιδιά, δεν είχαμε την ευκαιρία να επιλέξουμε τι θα πιστέψουμε και τι όχι. Τώρα, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Τώρα που μεγαλώσαμε, έχουμε τη δύναμη να επιλέξουμε. Μπορούμε να πιστέψουμε ή να μην πιστέψουμε. Ακόμη κι αν κάτι δεν είναι αλήθεια, μπορεί να επιλέξουμε να το πιστέψουμε απλά και μόνο επειδή το θέλουμε.

Μπορείτε να επιλέξετε πώς να ζήσετε τη ζωή σας. Κι αν είστε ειλικρινείς με τον εαυτό σας, θα ξέρετε ότι είστε πάντα ελεύθεροι να κάνετε νέες επιλογές.

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Του συνέστησε να φυλάγεται και να φοβάται την “αλαζονεία, που είναι συγκάτοικος της μοναξιάς”.

Σε ποιες περιπτώσεις, λοιπόν, πρέπει να είναι σφοδρός ο φίλος και πότε πρέπει να παίρνει τον τόνο της παρρησίας;

Όταν, μπροστά στις επιθέσεις της λαγνείας, της οργής ή της αλαζονείας, οι περιστάσεις απαιτούν ή να κόψει κανείς τα φτερά της φιλαργυρίας ή να αναχαιτίσει τον παραλογισμό και την αναισθησία.

Αυτή την παρρησία υιοθετούσε ο Σόλων απέναντι στον Κροίσο, που είχε διαβρωθεί από την εφήμερη ευτυχία και ζούσε τρυφηλά, όταν τον προέτρεψε να κοιτάζει το τέλος.

Έτσι ο Σωκράτης συγκρατούσε τον Αλκιβιάδη, τον έκανε να χύνει αληθινά δάκρυα, καθώς άκουγε την κριτική του, και να μεταστραφεί.

Παρόμοια ήταν τα λόγια του Κύρου προς τον Κυαξάρη και του Πλάτωνα προς τον Δίωνα· όταν εκείνος ήταν στις δόξες του και έκανε τους ανθρώπους όλους να στρέφουν το βλέμμα πάνω του με τις ωραίες και σπουδαίες πράξεις του, του συνέστησε να φυλάγεται και να φοβάται την “αλαζονεία, που είναι συγκάτοικος της μοναξιάς”.

Αλλά και ο Σπεύσιππος του έγραφε να μην παίρνουν τα μυαλά του αέρα, αν γίνεται πολύς λόγος για το άτομό του ανάμεσα στα παιδάκια και τις γυναικούλες, αλλά να κοιτάζει πώς να στολίσει τη Σικελία με ευλάβεια, δικαιοσύνη και νόμους άριστους ώστε να τιμήσει την Ακαδημία.

Ο Εύκτος και ο Εύλαιος, οι φίλοι του Περσέα, όσο ήταν ευνοούμενος της τύχης τον ακολουθούσαν, λέγοντάς του συνεχώς λόγια ευχάριστα και συμφωνώντας με τις απόψεις του όπως και οι υπόλοιποι. Όταν όμως συγκρούστηκε με τους Ρωμαίους κοντά στην Πύδνα, υπέπεσε σε σφάλματα και τράπηκε σε φυγή, του επιτέθηκαν, τον επιτιμούσαν με τα χειρότερα λόγια και του θύμιζαν τα λάθη και τις παραλείψεις του, κατηγορώντας τον για το καθετί, μέχρι που ο άνθρωπος, βαθιά πληγωμένος, από τη θλίψη και την οργή του χτύπησε και τους δύο με το ξίφος και τους σκότωσε.

Έτσι, λοιπόν, προσδιορίζεται εκ των προτέρων για τις γενικές περιπτώσεις η κατάλληλη στιγμή. Όσο για τις ευκαιρίες που προσφέρονται από μόνες τους, πολλές φορές ο φίλος που νοιάζεται δεν πρέπει να τις παραβλέπει αλλά να τις εκμεταλλεύεται. Κάποια ερώτηση μερικές φορές, κάποια διήγηση και κατηγορία για τις ίδιες πράξεις προκειμένου για διαφορετικά πρόσωπα, ή κάποιος έπαινος είναι έναυσμα για να μιλήσει κανείς με παρρησία.

Όπως λένε ότι έγινε με τον Δημάρατο, που πήγε από την Κόρινθο στη Μακεδονία, όταν ο Φίλιππος είχε διαφορές με τη γυναίκα και το γιο του· αφού τον υποδέχτηκε ο Φίλιππος και τον ρώτησε πώς τα πάνε στο θέμα της ομόνοιας μεταξύ τους οι Έλληνες, απάντησε ο Δημάρατος, που ήταν καλοπροαίρετος φίλος του: “Στ’ αλήθεια, ωραίο είναι, Φίλιππε, να ζητάς πληροφορίες για την ομοφροσύνη μεταξύ Αθηναίων και Πελοποννησίων και να μην κοιτάς το σπίτι σου που είναι όλο αντίδραση και διχόνοια”.

Καλά μίλησε και ο Διογένης, ο οποίος, όταν πήγε στο στρατόπεδο του Φιλίππου, τότε που εκείνος βάδιζε για να πολεμήσει τους Έλληνες, οδηγήθηκε μπροστά του και, καθώς, ο Φίλιππος δεν τον ήξερε και τον ρώτησε αν είναι κατάσκοπος, του απάντησε: “Κατάσκοπος, πράγματι, Φίλιππε, της απερισκεψίας και της αμυαλιάς σου, που σε κάνουν, χωρίς να σε εξαναγκάζει τίποτε, να έρθεις για να παίξεις σε μιαν ώρα στα ζάρια το βασίλειο και τη ζωή σου”.

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, ΗΘΙΚΑ

Η στάση μας απέναντι στο ρίσκο

Η στάση μας απέναντι στον κίνδυνο όταν αξιολογούμε τις εναλλακτικές λύσεις είναι διαφορετική. Κάποιοι παίρνουν µεγάλο ρίσκο και κάποιοι μικρό. Η δική µου άποψη είναι ότι πρέπει να παίρνουμε πάντα υπολογισμένο-λογικό ρίσκο. Επειδή, αν δεν πάρουμε ρίσκο στη ζωή, δεν μπορούμε να πάρουμε πρωτοβουλίες, να πειραματιστούμε, να δοκιμάσουμε νέες ιδέες, να καινοτομήσουμε. Αν πάρουμε μεγάλο ρίσκο, μπορεί να έχουμε πολύ δυσάρεστες συνέπειες. Συνεπώς είμαι οπαδός του υπολογισμένου ρίσκου, που πρακτικά θα μπορούσα να το ορίσω µε δύο απλά κριτήρια:

Πρώτον, το να έχω τις περισσότερες πιθανότητες να βγω κερδισμένος από την επιλογή µου και,

Δεύτερον, αν τα πράγματα δεν έρθουν όπως τα έχω υπολογίσει µε βάση τις πιθανότητες, να έχω σκεφτεί πώς θα τα αντιμετωπίσω (πιθανά εναλλακτικά σχέδια), ώστε να µην έχω πολύ αρνητικές ή και καταστροφικές συνέπειες.

Σημαντικό επίσης στοιχείο, όταν αξιολογώ τις εναλλακτικές µου επιλογές και τις πιθανότητες του οφέλους και του κόστους, είναι να λαμβάνω υπόψη µου ως κριτήριο το κατά πόσο µια επιλογή µου, που πιθανόν να µην έχει τα αποτελέσματα που προσδοκώ, αποκλείει ή δεν αποκλείει τις επόμενες επιλογές µου. Για παράδειγμα, αν σπουδάσω γιατρός και δε βρω δουλειά, είναι πολύ δύσκολο να κάνω κάτι άλλο. Αντίθετα, αν σπουδάσω μαθηματικά, μπορώ να έχω περισσότερες επιλογές, κάνοντας κάποιο εξειδικευμένο μεταπτυχιακό ή ακολουθώντας διαφορετικές επαγγελματικές διαδρομές.

Τις επιλογές κάνει και τις λύσεις δίνει το μυαλό µας. Αν το αντικείμενο της επιλογής είναι το αν θα πιείτε τον καφέ σας ζεστό ή κρύο, τότε ξεχάστε όσα προαναφέρθηκαν, καθώς το ζήτημα δεν αξίζει τον κόπο και τον χρόνο να το σκεφτείτε τόσο διεξοδικά. Αν, όμως, ένα πρόβλημα αξίζει τον κόπο να το σκεφτείτε έστω δεκαπέντε λεπτά, τότε αφιερώστε τα πρώτα λίγα λεπτά για να το ορίσετε όσο γίνεται καλύτερα, κατόπιν μερικά λεπτά για να βρείτε όσο περισσότερες και πιο έξυπνες εναλλακτικές λύσεις γίνεται και, στη συνέχεια, λίγα λεπτά για να τις αξιολογήσετε και να επιλέξετε την καλύτερη. Τρίτον, στη ζωή υπάρχουν μερικά προβλήματα ή ζητήματα που δεν μπορούμε να τα προσεγγίσουμε µε τη συγκεκριμένη διαδικασία, επειδή δε διαθέτουμε τις αναγκαίες πληροφορίες ή υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα ή τα προβλήματα είναι ασαφή και αδόμητα.

«Μόνοι στον χώρο» δεν σημαίνει και «μόνοι στον χρόνο»

«Είμαστε μόνοι στο σύμπαν;»: Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα (αν όχι το σημαντικότερο) ερώτημα στην ιστορία της Επιστήμης, και, ως γνωστόν, δεν έχει απαντηθεί ακόμα. Σε θεωρητικό επίπεδο, είναι πολλές οι μελέτες που έχουν επιχειρήσει να δώσουν απαντήσεις σχετικά με το κατά πόσον θα ήταν πιθανόν να υπάρχει εξωγήινη ζωή (νοήμων/ εξελιγμένη ή όχι), ενώ οι σχετικές έρευνες βρίσκονται πλέον στην «ατζέντα» πολλών διαστημικών αποστολών, δημιουργώντας ελπίδες για ανακάλυψη ιχνών στη διαστημική «γειτονιά» μας, που μπορούσαν να αλλάξουν τον ρου της ιστορίας. Ωστόσο, το ακλόνητο δεδομένο της «σιωπής» συνεχίζει να υφίσταται, και μάλλον (εκτός κάποιας απρόσμενης εξέλιξης) θα συνεχίσει να υφίσταται για πολλά χρόνια ακόμα...αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν μπορούμε, τόσο σε επίπεδο Επιστήμης, όσο και Επιστημονικής Φαντασίας, να σκεφτόμαστε, να συζητούμε και να ελπίζουμε (ή να φοβόμαστε) πως ίσως κάποια στιγμή να υπάρξει Επαφή, «σπάζοντας» το αποκαλούμενο «Παράδοξο του Φέρμι» (σύμφωνα με το οποίο, βάσει αριθμών, αστρονομικών μετρήσεων και πιθανοτήτων και μόνο, θα έπρεπε να υπάρχουν στοιχεία για ύπαρξη εξωγήινων πολιτισμών- αλλά αντ′ αυτού υπάρχει απόλυτη σιωπή- η αποκαλούμενη, από πολλούς, «Μεγάλη Σιωπή»).

Το ερώτημα εάν είμαστε μόνοι στο σύμπαν αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα της σύγχρονης επιστήμης. Δεδομένων των τεράστιων αποστάσεων και των περιορισμών που θέτει η Φυσική, θεωρείτε πως είναι πιο πιθανόν να απαντηθεί κάποια στιγμή (να έρθουμε σε επαφή με κάποιον εξωγήινο πολιτισμό) ή να μείνει αναπάντητο για πάντα, με εμάς ως είδος να παραμείνουμε αιώνια μόνοι στην κοσμική μας γειτονιά;

Πριν προσπαθήσουμε να δώσουμε κάποια απάντηση ας διευκρινίσουμε τι εννοούμε με το μόνοι στο σύμπαν. Μόνοι σαν μορφή ζωής ή σαν πολιτισμός τεχνολογικά εξελιγμένος; Το δεύτερο ενδιαφέρει πολύ περισσότερο τον πολύ κόσμο. Ωστόσο στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της η Γη μας κατοικήθηκε από απλούς, μικροσκοπικούς οργανισμούς κι αν βρούμε κάποτε ζωή αλλού θα ανήκει πιθανότατα σ αυτή την κατηγορία. Όσο για το σύμπαν, δεν ξέρουμε αν έχει όρια και αν είναι πεπερασμένο ή άπειρο. Στη δεύτερη περίπτωση, όσο απειροελάχιστη και να είναι η πιθανότητα ύπαρξης άλλης ζωής είναι σίγουρο ότι κάπου θα υπάρχει σε κάποια μορφή (απλή ή εξελιγμένη), αλλά μπορεί να βρίσκεται τόσο μακριά (ακόμη και πέρα από το προσιτό μας σύμπαν) που να παραμείνει για πάντα άγνωστη σε μας.

Για το λόγο αυτό, αντί για το σύμπαν επικεντρώνουμε την προσοχή μας στο Γαλαξία μας που έχει κάπου 100 δισεκατομμύρια άστρα, αριθμός που φαντάζει αρκετά μεγάλος. Είναι όμως; Αν η πιθανότητα εμφάνισης ζωής είναι μια στα 100 δις., τότε δεν αποκλείεται να είμαστε μόνοι στο Γαλαξία. Αντίθετα με άλλες καταστάσεις (πχ το γαλλικό λότο όπου η πιθανότητα να κερδίσει κανείς είναι περίπου 1 στα 10 εκατομμύρια ή το ευρωπαϊκό όπου είναι 1 στα 100 εκατομμύρια) η πιθανότητα εμφάνισης ζωής ακόμη και σε ένα πλανήτη όμοιο με τη Γη μας είναι εντελώς άγνωστη, επειδή δεν ξέρουμε πως εμφανίστηκε η ζωή στη Γη και για ποιους λόγους εξελίχθηκε μέχρι τον ανθρώπινο πολιτισμό.

Παίρνοντας υπόψη τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι η απάντηση στο προαιώνιο αυτό ερώτημα μπορεί να αργήσει για δεκαετίες και αιώνες ή και να μη έρθει ποτέ, αν το ανθρώπινο είδος καταστραφεί στο μέλλον για κάποιο λόγο. Η απάντηση «είμαστε μόνοι στο Γαλαξία», φαίνεται απίθανη όσον αφορά τις απλούστερες μορφές ζωής (μονοκύτταροι οργανισμοί, βακτήρια ή μικρόβια μπορεί να υπάρχουν σε αφθονία σε άλλους πλανήτες έξω από το Ηλιακό μας σύστημα) αλλά δεν αποκλείεται να ισχύει για τεχνολογικά ανεπτυγμένους πολιτισμούς: ο δικός μας μπορεί πράγματι να είναι ο μόνος στο Γαλαξία σήμερα.

Εδώ να σημειώσουμε ότι «μόνοι στο χώρο» δεν σημαίνει αναγκαστικά «μόνοι στο χρόνο», ούτε «πρώτοι», ούτε «πιο εξελιγμένοι». Στα δέκα δισεκατομμύρια χρόνια ύπαρξης του Γαλαξία μας, χιλιάδες πολιτισμοί μπορεί να άνθησαν και να εξερεύνησαν τη διαστημική γειτονιά τους, όντας μόνοι στο Γαλαξία στη διάρκεια της ύπαρξης τους. Και μπορεί να εξαφανίστηκαν έπειτα από εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια τεχνολογικής ανάπτυξης, αγνοώντας την ύπαρξη αυτών που προηγήθηκαν και παραμένοντας για πάντα άγνωστοι σε αυτούς που τους διαδέχθηκαν πολύ αργότερα πάνω σε άλλους πλανήτες. Ειλικρινά δεν ξέρω ποιο είδος μοναξιάς είναι τραγικότερο: το να είναι κανείς πράγματι μόνος ή το να πιστεύει ότι είναι μόνος επειδή δεν έχει καταφέρει να βρει τους άλλους;

Τα σενάρια πρώτης επαφής ποικίλλουν- από τον πόλεμο μέχρι την ειρηνική επαφή και από την τυχαία ανακάλυψη/ κατανόηση εξωγήινων τεχνουργημάτων μέχρι την επαφή μέσω μεθόδων τηλεπικοινωνίας (ραδιοσημάτων κ.α.). Πάντα σε υποθετικό επίπεδο, ποια πιστεύετε προσωπικά ότι θα ήταν η πιο ρεαλιστική/λογική προσέγγιση στο θέμα;

Σε τέτοιες περιπτώσεις η ρεαλιστική λογική προσέγγιση υπαγορεύεται από τις τεχνολογικές μας δυνατότητες, που ευτυχώς αυξάνουν στο πέρασμα του χρόνου. Όπως αυτός που χάνει τη νύχτα τα κλειδιά του στο δρόμο ψάχνει αναγκαστικά γύρω από το φως του στύλου της ΔΕΗ (επειδή δεν έχει νόημα να ψαχουλεύει δεκάδες μέτρα μακριά στο σκοτάδι) έτσι και οι έρευνες περιορίζονται από το μέχρι που μπορούμε να δούμε, ακούσουμε, φτάσουμε. Πριν από 60 χρόνια μπορούσαμε να «ακούσουμε» (με τα ραδιοτηλεσκόπια) μέχρι μερικές δεκάδες έτη φωτός, για αυτό και άρχισαν τα πρώτα προγράμματα αναζήτησης ραδιοσημάτων (χωρίς καμία επιτυχία μέχρι σήμερα, κάτι που είναι κατανοητό παίρνοντας υπόψη το μέγεθος του εγχειρήματος). Εδώ και 25 χρόνια αρχίσαμε να βλέπουμε με τα τηλεσκόπια τέτοιους πλανήτες στη διαστημική γειτονιά μας, κάμποσοι από τους οποίους μοιάζουν σε διαστάσεις και σε ιδιότητες (πχ θερμοκρασία) με τη Γη. Σε μερικά χρόνια θα ξέρουμε πολύ περισσότερα πράγματα για τις ιδιότητες της ατμόσφαιρας αυτών των πλανητών, αλλά θα είναι δύσκολο να μάθουμε αν πρωτόγονες μορφές ζωής βρίσκονται στην επιφάνεια τους η μέσα στους ωκεανούς τους, ιδιαίτερα αν η ζωή εκεί είναι διαφορετική από αυτή που έχουμε στη Γη.

Στην περίπτωση τεχνολογικά ανεπτυγμένων πολιτισμών, ικανών να χρησιμοποιούν τεράστιες ποσότητες ενέργειας, θα μπορούσαμε ίσως να ανιχνεύσουμε τη θερμότητα που αναπόφευκτα θα εκπέμπεται από τις συσκευές τους. Αλλά τίποτα από ό,τι μπορούμε σήμερα να φανταστούμε δεν μας βοηθά αν βρίσκονται εκατοντάδες έτη φωτός μακριά μας. Στην περίπτωση αυτή η μοναδική μας ελπίδα είναι να έρθουν αυτοί μέχρις εδώ ή να έχουν έρθει στο παρελθόν και να έφυγαν αφήνοντας πίσω τους δείγματα της παρουσίας τους. Είναι αλήθεια ότι οι αποστάσεις που μας χωρίζουν ακόμη κι από τα κοντινότερα αστέρια του Γαλαξία μας είναι τεράστιες και αδυνατούμε να τις διασχίσουμε με την τωρινή μας τεχνολογία. Όμως κανένας φυσικός νόμος δεν απαγορεύει τα διαστρικά ταξίδια. Πολιτισμοί τεχνολογικά πιο ανεπτυγμένοι από τον δικό μας θα μπορούσαν να τα πραγματοποιήσουν και να εξαπλωθούν σ ολόκληρο το Γαλαξία αν κατάφερναν να επιζήσουν για αρκετά εκατομμύρια χρόνια (η μέση διάρκεια ζωής των ζωικών ειδών στη Γη υπολογίζεται σε 8 εκατομμύρια χρόνια περίπου). Παίρνοντας υπόψη ότι τα μισά τουλάχιστον αστέρια του Γαλαξία είναι γηραιότερα από τον Ήλιο μας, είναι προφανές ότι ΑΝ υπήρχαν θα είχαν όλο το χρόνο να έρθουν μέχρις εδώ... Κάτι που μας οδηγεί στο λεγόμενο Παράδοξο του Φέρμι.

Παράδοξο του Φέρμι

Σε μια συζήτηση το 1950 γύρω από τα UFO που πρωτοαναφέρθηκαν στα ΜΜΕ εκείνη την εποχή, ο Ιταλός φυσικός Ενρίκο Φέρμι διατύπωσε με μια απλή ερώτηση την απορία του όσον αφορά την ύπαρξη εξωγήινων πολιτισμών: «Πού είναι;» εννοώντας «αν υπάρχουν πολλοί από αυτούς, γιατί δεν έχουν έρθει μέχρι εδώ ή γιατί δεν βλέπουμε ίχνη της παρουσίας τους;». Μέχρι σήμερα χιλιάδες παθιασμένες συζητήσεις έχουν γίνει και πάμπολλα άρθρα και βιβλία έχουν γραφτεί γύρω από το θέμα. Οι απαντήσεις που έχουν δοθεί θα μπορούσαν να καταταγούν σε 3 μεγάλες κατηγορίες,

α. Είναι ΕΔΩ: Έχουν ήδη έλθει και ενδεχομένως αφήσει ίχνη στο ηλιακό μας σύστημα, που δεν έχουμε καταφέρει ακόμη να βρούμε (όπως π.χ. ο περίφημος μονόλιθος στο 2001 Η Οδύσσεια του Διαστήματος των Κιούμπρικ και Κλαρκ)

β. Είναι ΕΚΕΙ: Υπάρχουν, αλλά για μια σειρά λόγων δεν έχουν έρθει (είτε γιατί δεν ενδιαφέρονται, είτε γιατί καταστράφηκαν στο μεταξύ, είτε επειδή τα διαστρικά ταξίδια είναι αδύνατα) ή ακόμη μας παρακολουθούν από απόσταση...

 γ. Δεν είναι ΠΟΥΘΕΝΑ: είμαστε μόνοι στον Γαλαξία σαν τεχνολογικά ανεπτυγμένος πολιτισμός.

Η απλούστερη απάντηση είναι προφανώς η (γ), με την οποία συντάσσονται και πολλοί βιολόγοι επειδή η εξέλιξη της ζωής στη Γη προς τη νοημοσύνη και την τεχνολογία φαντάζει απίθανη αν πάρουμε υπόψη τις μεγάλες καταστροφές που σημάδεψαν την ιστορία του πλανήτη μας. Αν πριν 65 εκατομμύρια χρόνια εκείνος ο αστεροειδής διασταυρώνονταν με την τροχιά της Γης μισή ώρα αργότερα, οι δεινόσαυροι θα κυριαρχούσαν ακόμη, όπως είχαν κυριαρχήσει για 150 εκατομμύρια χρόνια μέχρι τότε. Στις συνθήκες αυτές, η ανάδειξη των μεγάλων θηλαστικών και τελικά της νοημοσύνης και του ανθρώπινου είδους φαίνεται δύσκολο να επαναληφθεί ακόμη και σε πλανήτες πανόμοιους με τη Γη. Αν έπρεπε να στοιχηματίσω, θα στοιχημάτιζα υπέρ της άποψης αυτής. Αλλά προφανώς το στοίχημα δεν θα είχε κανένα νόημα...

Μία από τις πιο γνωστές προσεγγίσεις των τελευταίων ετών είναι πως εάν ερχόμασταν σε επαφή με κάποιον προηγμένο εξωγήινο πολιτισμό θα κινδυνεύαμε να έχουμε τη μοίρα των ιθαγενών της Αμερικής μετά την ανακάλυψή της από τους Ευρωπαίους. Αυτός ο προβληματισμός είναι αρκετά βάσιμος για να αποτελέσει λόγο διακοπής των προσπαθειών για εντοπισμό εξωγήινων πολιτισμών (πχ SETI);

Οι Ευρωπαίοι πράγματι εξαφάνισαν τους ιθαγενείς της Αμερικής έχοντας σαν βασικό κίνητρο την απόκτηση του πλούτου τους (το χρυσάφι στην περίπτωση των ιθαγενών της Νότιας και κεντρικής Αμερικής, την εκμετάλλευση της γης στην περίπτωση των Ινδιάνων της Βόρειας Αμερικής). Πολλοί επισείουν αντίστοιχους κινδύνους στην περίπτωση ενδεχόμενης επαφής με κάποιον εξωγήινο πολιτισμό, ξεκινώντας από τον πατέρα της επιστημονικής φαντασίας, τον Χέρμπερτ Τζωρτζ Γουέλς στο περίφημο διήγημά του «Ο Πόλεμος των Κόσμων».

Μου φαίνεται αστείο ωστόσο να δεχτώ κάτι αντίστοιχο στη περίπτωση πολιτισμών ικανών να διασχίσουν τις αχανείς διαστρικές αποστάσεις και να φτάσουν μέχρις εδώ. Οι τεχνολογικές τους δυνατότητες θα τους έχουν επιτρέψει προ πολλού να εκμεταλλεύονται αποτελεσματικά τις ενεργειακές πηγές και τις πρώτες ύλες των ηλιακών συστημάτων τους και να κατασκευάζουν οτιδήποτε μπορούμε (ή όχι) να φανταστούμε, ακόμη και να καθιστούν κατοικήσιμη - να «γεωποιούν» - την επιφάνεια ενός πλανήτη αν ο δικός τους έχει καταστραφεί. Δύσκολο να βρει κανείς ένα λογικοφανές κίνητρο που να τους οδηγήσει σε σύγκρουση με μας.

Αντίθετα, το μόνο πράγμα που μπορώ να φανταστώ ότι θα τους είναι πολύτιμο, είναι η ιστορία του είδους μας, ο πολιτισμός, ο τρόπος ζωής και η κουλτούρα μας, τα οποία θα είναι σίγουρα μοναδικά στο σύμπαν. Όπως οι ανθρωπολόγοι ενδιαφέρονται και μελετούν τις τελευταίες άγνωστες φυλές σε απομακρυσμένες περιοχές της Γης, έτσι και αυτοί που θα κατάφερναν να έρθουν ως εδώ θα ενδιαφέρονταν να γνωρίσουν αυτό τον μοναδικό και ανεπανάληπτο πλούτο μας και να συνεργαστούν μαζί μας. Η απάντηση μου λοιπόν στην ερώτηση σας είναι Όχι (αλλά δεν αποκλείεται και να πέφτω έξω).

Οι περισσότεροι εξ ημών δυσκολευόμαστε έστω και να φανταστούμε μία μορφή εξωγήινης ζωής (πόσο μάλλον έναν πολιτισμό) που να μην έχει έστω και λίγα «ανθρώπινα» χαρακτηριστικά. Με βάση όσα γνωρίζουμε σήμερα (ως αποτέλεσμα της μελέτης των πλανητών του Ηλιακού Συστήματος, των εξωπλανητών κλπ), πώς θα φανταζόσασταν κάποια «λογική» (από επιστημονικής άποψης) εξελιγμένη ξένη μορφή ζωής, η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να υπάρχει σε πλανήτες για τους οποίους μέχρι τώρα έχουμε κάποιο επίπεδο γνώσης;

Εδώ μπαίνουμε σε εντελώς άγνωστα νερά, όπου καμία «επιστημονική λογική» δεν μπορεί να μας βοηθήσει. Η ζωή στη Γη εμφανίστηκε στο νερό και πολύ αργότερα μεταφέρθηκε στη στεριά όπου και εξελίχθηκε μέχρι τον Homo Sapiens. Μερικοί από τους εξωπλανήτες που έχουν ανακαλυφθεί πιστεύουμε ότι είναι πλανήτες-ωκεανοί χωρίς καθόλου στεριά και είναι δύσκολο να φανταστούμε τεχνολογικά ανεπτυγμένους πολιτισμούς σε τέτοιο περιβάλλον. Σε πλανήτες με στεριά φαίνεται λογικό να υπαγορεύονται τα χαρακτηριστικά των εξελιγμένων οργανισμών από κάποιους βασικούς νόμους.

Για παράδειγμα, σε ένα πλανήτη με μικρή βαρύτητα θα περιμένει κανείς όντα ψηλόλιγνα με λεπτά άκρα, ενώ αντίθετα σε πλανήτη με μεγάλη βαρύτητα όντα κοντά με χοντρό σκελετό για να υποστηρίζει το βάρος του σώματος τους. Αλλά οι συλλογισμοί αυτού του είδους είναι προφανώς ανθρωπομορφικοί και δεν θα παραξενευόμουν αν αποδειχτεί ότι έχουν ελάχιστη σχέση με την πραγματικότητα...

Περί της θεωρίας της Πανσπερμίας: Υπάρχει βάση στην υπόθεση της κοινής καταγωγής και εξάπλωσης της (πιθανής) ζωής στο Σύμπαν; Υπό αυτή την έννοια, ποια θα ήταν τα (όποια) κοινά τους χαρακτηριστικά (τόσο από υλικής/ βιολογικής άποψης, όσο και από νοητικής- πχ επιθετικότητα, κοινωνικά χαρακτηριστικά κ.α.);

H θεωρία της Πανσπερμίας υποστηρίζει ότι η ζωή πρωτοεμφανίζεται σε μικροσκοπική μορφή στο Διάστημα από χημικές αντιδράσεις ανάμεσα σε απλά άτομα και μόρια που συνδυάζονται σε πιο πολύπλοκα μέχρι το επίπεδο των οργανικών ενώσεων. Ταξιδεύοντας στο διάστημα, κάποια από τα υλικά αυτά καταλήγουν στην επιφάνεια των πλανητών όπου πολλαπλασιάζονται και εξελίσσονται. Παρότι έχουν βρεθεί μόρια αποτελούμενα από εκατοντάδες άτομα στο διάστημα, κανένα μακρομόριο που να έχει σχέση με τη ζωή που ξέρουμε (αμινοξύ η πρωτεΐνη) δεν έχει ανιχνευθεί μέχρι σήμερα. Τα οργανικά μόρια που έχουν βρεθεί έχουν σαν κοινά συστατικά τα στοιχεία άνθρακα, υδρογόνο και οξυγόνο που αφθονούν στο σύμπαν, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχουν νόηση η άλλες βιολογικές ιδιότητες, έστω και τις πιο απλές.

Η κλίμακα Καρντάσεφ μπορεί να αποτελέσει «πυξίδα» ως προς τον τρόπο αναζήτησης εξωγήινων πολιτισμών; Το ερώτημα έχει να κάνει κυρίως με τις «Σφαίρες Dyson» και τις πιθανές δυνατότητες εντοπισμού τους, με αφορμή τις έρευνες και τα δημοσιεύματα των τελευταίων ετών σχετικά με το άστρο KIC 8462852 (Tabby′s Star) και άλλες περιπτώσεις όπου παρατηρήθηκαν ανεξήγητες διακυμάνσεις στη φωτεινότητά τους.

Συνήθως τα αστέρια λάμπουν σταθερά για τεράστια χρονικά διαστήματα, όπως ο Ήλιος μας για δισεκατομμύρια χρόνια. Οποιεσδήποτε μεταβολές στη φωτεινότητα ενός άστρου σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα ερευνώνται διεξοδικά για να καταλάβουμε την αιτία τους. Στην περίπτωση του άστρου KIC 8462852, οι διακυμάνσεις που παρατηρήθηκαν δεν έχουν ακόμη εξηγηθεί ικανοποιητικά, αλλά αλίμονο αν κάθε φορά που αδυνατούμε να καταλάβουμε κάτι το αποδίδουμε σε εξωγήινους!

Η σύνδεση της αναζήτησης αναπτυγμένων τεχνολογικά πολιτισμών με την κλίμακα που πρότεινε ο Σοβιετικός ραδιοαστρονόμος Καρντάσεφ και που βασίζεται στην ποσότητα ενέργειας που αυτοί χρησιμοποιούν είναι πολύ απλή: όσο περισσότερη ενέργεια χρησιμοποιούν τόσο μεγαλύτερες απώλειες θα έχουν σε μορφή θερμότητας, τις οποίες θα μπορούσαμε να ανιχνεύσουμε στο υπέρυθρο μέρος του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος. Υπάρχουν ωστόσο πολλά ουράνια αντικείμενα που εκπέμπουν στο υπέρυθρο με εντελώς φυσικές διεργασίες, κάτι που καθιστά αυτή τη μέθοδο ανίχνευσης άχρηστη από πρακτική σκοπιά.

Από όλες τις θεωρητικές μεθόδους ταξιδιού σε άλλα αστρικά συστήματα (για εξερεύνηση, αποικισμό κ.ο.κ) που έχουν εμφανιστεί κατά καιρούς στην επιστήμη και την επιστημονική φαντασία (σκάφη γενεών, «χειμερία νάρκη», σκουληκότρυπες, κινητήρες στρέβλωσης, ΕΜ drive κ.α.) ποια εκτιμάτε πως είναι αυτή που πιστεύουμε ότι έχει τις περισσότερες πιθανότητες να γίνει πραγματικότητα και να μας πάει στα άστρα;

Νομίζω ότι είναι παρακινδυνευμένο να επιχειρήσει κανείς τέτοιου είδους εκτιμήσεις. Στα τέλη του 19ου αιώνα, πάνω στην ακμή της βιομηχανικής επανάστασης, ο Ιούλιος Βερν σκέφτηκε να στείλει ανθρώπους στη Σελήνη εκτοξεύοντας τους με ένα τεράστιο κανόνι (στο Από τη Γη στη Σελήνη) ενώ για την ίδια αποστολή ο Χέρμπερτ Τζώρτζ Γουέλς επινόησε ένα απίθανο υλικό με αντιβαρυτικές ιδιότητες, τον « καβορίτη» (στο Πρώτοι άνθρωποι στη Σελήνη). Λίγα χρόνια μετά ο Ρώσος Κονσταντίν Τσιολκόφσκι έδειξε ότι το μόνο ρεαλιστικό μέσο για να μετακινηθούμε στο κενό του διαστήματος είναι ο πύραυλος. Τελικά με πυραύλους πήγαμε στη Σελήνη, αλλά με τρόπο πιο περίπλοκο από ό,τι είχε φανταστεί ο Τσιολκόφσκι: Ο πύραυλος Κρόνος 5 έβαλε σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη το διαστημόπλοιο με τους τρεις αστροναύτες, μέσα στο οποίο παρέμεινε ο Κόλλινς ενώ οι Αρμστρονγκ και Αλντριν κατέβηκαν στη Σελήνη με τη σεληνάκατο Αετός, ξανανέβηκαν σε τροχιακό ραντεβού με το διαστημόπλοιο και επέστρεψαν όλοι μαζί στη Γη. Ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθεί η αποστολή με ένα μονοκόμματο πύραυλο, αντίθετα με τα αρχικά σχέδια του φον Μπράουν.

Παίρνοντας υπ΄ όψιν τα παραπάνω, βλέπουμε ότι οι μέθοδοι που έχουν προταθεί μέχρι τώρα για διαστρικά ταξίδια, πιθανότατα είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που τελικά θα χρησιμοποιηθούν. Αυτό αφορά τις μεθόδους που χρησιμοποιούν γνωστή επιστήμη αλλά άγνωστη τεχνολογία (κινητήρες θερμοπυρηνικής σύντηξης ή εξουδετέρωσης ύλης αντιύλης, διαστρικά ιστία προωθούμενα από λέιζερ, ράμτζετ που περισυλλέγουν καθ' οδόν το μεσοαστρικό υδρογόνο για τον κινητήρα σύντηξης) αλλά και τις πιο εξωτικές μεθόδους που χρησιμοποιούν προς το παρόν άγνωστη επιστήμη και τεχνολογία (και στις οποίες αναφερθήκατε).

Απ' ότι φαίνεται, η πιο πρόσφορη μέθοδος προς το παρόν για αποστολή όχι επανδρωμένων διαστημόπλοιων αλλά μικροσκοπικών διαστημοσυσκευών στα κοντινότερα άστρα είναι η προώθηση μικρών ιστίων από πανίσχυρα λέιζερ εγκατεστημένα στη Γη. Πρόκειται για το σχέδιο Starshot, χρηματοδοτούμενο με 100 εκατομμύρια δολάρια από τον Ρώσο επιχειρηματία Γιούρι Μίλνερ, που πολυδιαφημίστηκε πριν μερικά χρόνια και που στην πραγματικότητα προτάθηκε για πρώτη φορά από τον Αμερικανό φυσικό Robert Forward το 1985. Προβλέπει την αποστολή στον Άλφα του Κενταύρου, σε απόσταση 4,3 έτη φωτός, ιστίων με μικροσκοπικούς αισθητήρες και ανιχνευτικές συσκευές σε ένα ταξίδι που θα διαρκέσει 20 χρόνια με ταχύτητα 60.000 χλμ το δευτερόλεπτο (20% της ταχύτητας του φωτός). Απ' ό,τι ξέρω οι μελέτες έχουν αρχίσει αλλά η πρώτη αποστολή δεν προβλέπεται πριν το 2050. Σε κάθε περίπτωση, επανδρωμένες αποστολές προς τα άστρα δεν πρόκειται να αρχίσουν πριν από 2 η 3 αιώνες (εκτός από κάποιο απρόβλεπτο επιστημονικό ή τεχνολογικό θαύμα) λόγω της τεράστια ενέργειας που απαιτείται. Αλλά δεν θα στοιχημάτιζα με ποια μέθοδο θα γινόταν η πρώτη επανδρωμένη διαστρική αποστολή, μου φαίνεται αδύνατο να το προβλέψει κανείς σήμερα...

Πως θα ήταν η λογική πορεία ενός πολιτισμού που εξελίσσεται τεχνολογικά σε σημείο που αρχίζει να αποικίζει άλλους πλανήτες; «One way» αποικισμός με αυτόνομες από τη μητρόπολη αποικίες, «αυτοκρατορικό» μοντέλο με άσκηση κεντρικής εξουσίας από τον μητρικό πλανήτη, παρακμή, αυτοκαταστροφή, ή κάτι άλλο;

Αν η ταχύτητα του φωτός παραμείνει για πάντα το αξεπέραστο όριο που ξέρουμε σήμερα, τότε είναι αδύνατο να υπάρξει Γαλαξιακή αυτοκρατορία με κεντρική εξουσία σαν αυτή που περιγράφει ο Ισαάκ Ασίμωφ στην περίφημη τετραλογία του, «Foundation» («Γαλαξιακή Αυτοκρατορία»): η μετάδοση και εφαρμογή σε σύντομο διάστημα των αποφάσεων της κεντρικής διοίκησης στην περιφέρεια θα είναι προφανώς ανέφικτη.

Θα επηρέαζε την ανθρωπότητα η ανακάλυψη της ύπαρξης ενός εξωγήινου πολιτισμού σε επίπεδο πολιτικής, κοινωνίας, ψυχολογίας, θρησκείας κ.α.; (δεν αναφέρομαι στο ενδεχόμενο μιας σύγκρουσης ή άμεσης αλληλεπίδρασης- απλά της ανακάλυψης/ διαπίστωσης πως δεν είμαστε μόνοι).

Πολλοί έχουν εκφράσει την άποψη ότι θα ήταν το σημαντικότερο γεγονός στην ανθρώπινη ιστορία και ότι μια εξωγήινη παρέμβαση θα μας έσωζε από τους ίδιους τους εαυτούς μας. Ο Αμερικανός αστρονόμος Carl Sagan γράφει στο βιβλίο του «Ο εγκέφαλος του Μπροκά»: «τα ραδιοσήματα ενός εξωγήινου πολιτισμού θα μπορούσαν να περιέχουν συμβουλές για την αποφυγή μιας μείζονος τεχνολογικής καταστροφής, βοηθώντας έτσι τον πολιτισμό μας να περάσει από την εφηβεία στην ωριμότητα». Ομοίως, ο Καναδός αστροφυσικός Alastair Cameron σημειώνει στην εισαγωγή της ανθολογίας του Διαστρική Επικοινωνία «ίσως λάβουμε ραδιοσήματα με μαθήματα για την εγκαθίδρυση μιας σταθερής παγκόσμιας κυβέρνησης». Ο πρωτοπόρος της αναζήτησης ραδιοσημάτων εξωγήινης ευφυίας Frank Drake εκφράζει μια σχεδόν θρησκευτική προσδοκία σε κάποιο άρθρο του: «Είναι πολύ πιθανό ότι ο πολιτισμός που θα ανιχνεύσουμε θα είναι πιο εξελιγμένος από το δικό μας και θα μας δώσει έτσι μια ιδέα για το μέλλον μας…Δεν αποκλείεται μάλιστα να ανακαλύψουμε έναν πολιτισμό αθανάτων… Η ασφάλειά τους θα κατοχυρωνόταν περισσότερο αν αποκάλυπταν τα μυστικά της αθανασίας τους σε άλλους πολιτισμούς, παρά αν ριψοκινδύνευαν μια πολεμική περιπέτεια»

Εννοείται ότι δεν έχουν όλοι αυτές τις Μεσσιανικού τύπου προσδοκίες από μια τέτοια ανακάλυψη, Ούτε νομίζω ότι θα επηρεάζονταν όλες οι θρησκείες με τον ίδιο τρόπο. Δεν βλέπω για ποιο λόγο θα επηρέαζε κάτι τέτοιο τον Βουδισμό ή τον Ινδουισμό. Αντίθετα, η Δυτική Εκκλησία έχει προβληματιστεί πολύ για το πως θα συμφιλίωνε το δόγμα της μοναδικής σάρκωσης του Χριστού (που ήρθε στη Γη για μας σώσει από τις αμαρτίες μας) με την ύπαρξη άλλων κατοικημένων κόσμων. Και η απάντηση που έδωσε ο Σκωτσέζος θεολόγος ThomasChalmers το 1817 στην Απολογία της χριστιανικής αποκάλυψης σε σχέση με τη σύγχρονη αστρονομία (!) ήταν ότι μόνο το ανθρώπινο είδος υπέπεσε στο προπατορικό αμάρτημα και άρα μόνο αυτό χρειάστηκε τη θεϊκή επέμβαση για τη σωτηρία του...

Η απάντηση στην ερώτηση είναι... «Θα το μάθουμε όταν τους συναντήσουμε».

Κλεομένης Λεωνίδου ο Γ'

Ο ΚΛΕΟΜΕΝΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΕΛΛΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ

Η ΕΞΟΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΝΟΣ ΕΣΤΕΜΜΕΝΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗ


Σε δυσχερή θέση ο Κλεομένης το έτος 222, εστράφη προς βοήθεια στον Πτολεμαίο, ο οποίος όμως φοβούμενος τις επαναστατικές ιδέες του Σπαρτιάτου βασιλέως, υπεσχέθη βοήθεια μόνο με την συμφωνία ότι προηγουμένως θα του στείλει ο Κλεομένης ως ομήρους τη μητέρα του Κρατησίκλεια και τα παιδιά του. Η γενναία γυναίκα ωστόσο, όταν άκουσε την απαίτηση του μονάρχου της Αιγύπτου, ενεψύχωσε η ίδια τον υιό της και επεβιβάσθη υπερηφάνως στο αιγυπτιακό πλοίο που ανέμενε στο Ταίναρο, σίγουρη ότι προσέφερε έτσι τον εαυτό της για την σωτηρία της Σπάρτης. Συγκινητική περιγραφή κάνει ο Πλούταρχος, ενώ ο νεώτερος ποιητής μας Καβάφης της έχει αφιερώσει ένα γνωστό ποίημά του:

Εν Σπάρτηι

Δεν ήξερεν ο βασιλεύς Κλεομένης, δεν τολμούσε-
δεν ήξερε έναν τέτοιον λόγο πώς να πει
προς την μητέρα του: ότι απαιτούσε ο Πτολεμαίος
για εγγύησιν της συμφωνίας των ν' αποσταλεί κι αυτή
εις Αίγυπτον και να φυλάττεται•
λίαν ταπεινωτικόν, ανοίκειον πράγμα.
Κι όλο ήρχονταν για να μιλήσει• κι όλο δίσταζε.
Κι όλο άρχιζε να λέγει• κι όλο σταματούσε.
Μα η υπέροχη γυναίκα τον κατάλαβε
(είχεν ακούσει κιόλα κάτι διαδόσεις σχετικές),
και τον ενθάρρυνε να εξηγηθεί.
Και γέλασε• κ' είπε βεβαίως πιαίνει.
Και μάλιστα χαίρονταν που μπορούσε νάναι
στο γήρας της οφέλιμη στην Σπάρτη ακόμη.
Όσο για την ταπείνωσι - μα αδιαφορούσε.
Το φρόνημα της Σπάρτης ασφαλώς δεν ήταν ικανός
να νοιώσει ένας Λαγίδης χθεσινός•
όθεν κ' η απαίτησίς του δεν μπορούσε
πραγματικώς να ταπεινώσει Δέσποιναν
Επιφανή ως αυτήν• Σπαρτιάτου βασιλέως μητέρα.
 
(Κωνσταντίνος Π. Καβάφης)

Το θέρος του ιδίου έτους, ο βασιλεύς των Μακεδόνων Αντίγονος Δώσων και ο στρατηγός των Αχαιών Φιλοποίμην, επικεφαλής 30.000 ανδρών με ανάμεσά τους Αγριάνες, Βοιωτούς, Ηπειρώτες, Ακαρνάνες, Ιλλυριούς, ακόμη και Γαλάτες, εβάδισαν από το Άργος, εναντίον της Σπάρτης και, προς αντιμετώπισή τους, ο Κλεομένης κατέλαβε τα στενά της Σελλασίας επικεφαλής περίπου 10.000 ανδρών τους οποίους παρέταξε στους εκεί δύο λόφους Εύαν και Όλυμπο. Για να μπορέσει να παρατάξει αυτό τον σημαντικό αριθμό ανδρών απέναντι στη μεγάλη στρατιά των εισβολέων, εξ ανάγκης πλέον, αρκετοί από τους άνδρες του ήσαν μισθοφόροι (μόνον 6.000 αναφέρονται οι τακτικοί Λακεδαιμόνιοι οπλίτες και ιππείς). Η μάχη που ακολούθησε, υπήρξε σκληρή και φονική. Συμφώνως προς μία εκδοχή, ο αδελφός του Κλεομένους βασιλεύς Ευκλείδας, ηγούμενος του ενός κέρατος του σπαρτιατικού στρατού που κατείχε τον λόφο Εύαν, επέτρεψε ανοήτως στους εχθρούς του ν’ αναρριχηθούν έως την κορυφή του λόφου προτού τους κτυπήσει, με αποτέλεσμα να κατασφαγούν οι περικυκλωμένοι άνδρες του και ο ίδιος να αιχμαλωτισθεί. Παρά τον ηρωϊκό αγώνα του Κλεομένους, και το δικό του κέρας ηττήθη κατά κράτος μετά την απόπειρά του να βοηθήσει τους αποκλεισμένους άνδρες του στον απέναντι λόφο, εγκαταλείποντας την οχυρά θέση του και επιτιθέμενος κατά του κυρίως όγκου της εχθρικής παρατάξεως, ενάντια στη Μακεδονική Φάλαγγα. Εκεί, ενώ συνεπλέκοντο οι Σπαρτιάτες αγρίως, και σε αρκετές περιπτώσεις νικηφόρα με την φοβερή Μακεδονική Φάλαγγα, την οποία είχαν υποχρεώσει να υποχωρήσει γύρω στα πέντε στάδια, εδέχθησαν την ταυτόχρονη πλάγια σαρωτική επίθεση του πολυαρίθμου, άνω των 1.200 ανδρών, ιππικού των εισβολέων και των νικητών του λόφου Εύα στα νώτα τους, διέλυσαν τις γραμμές τους και κατεσφάγησαν. Ο Φύλαρχος πάντως, σε μία εντελώς διαφορετική εκδοχή, απέδωσε την ήττα της Σελλασίας σε προδοσία κατά του Κλεομένους. Συμφώνως προς αυτή την εκδοχή, ο Αντίγονος είχε δωροδοκήσει τον αρχηγό των ανιχνευτών του σπαρτιατικού στρατού, κάποιον Δαμοκλή ή Δαμοτέλη («ΤΟΝ ΕΠΙ ΤΗΣ ΚΡΥΠΤΕΙΑΣ ΤΕΤΑΓΜΕΝΟΝ»), που είχε δώσει λανθασμένες πληροφορίες στους δύο βασιλείς για τις πραγματικές θέσεις και αριθμούς των εχθρών, και ο Ευκλείδας περιεκυκλώθη πολύ αργότερα, ενώ ήδη δηλαδή ο Κλεομένης συνεκρούετο με τον κύριο όγκο των Μακεδόνων.

Όταν πάντως έπεσε η νύκτα, με μόνον 200 από τους 6.000 Λακεδαιμονίους να έχουν επιζήσει, ο Κλεομένης επέστρεψε με ελαχίστους ιππείς στην Σπάρτη και συνεβούλευσε τους συμπολίτες του να μην αντισταθούν στους εισβολείς για ν’ αποφευχθεί ο πλήρης αφανισμός της Σπάρτης από προσώπου γής. Εν συνεχεία, μέσω Γυθείου, διέφυγε με τους στενούς συγγενείς και συνεργάτες του στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, αναζητώντας την βοήθεια του βασιλέως Πτολεμαίου του Γ, του επονομαζομένου «Ευεργέτου», ο οποίος ήταν δεδηλωμένος εχθρός του Αντιγόνου.

Ο τελευταίος αυτός, μαζί με τον υπέρφρονα Άρατο, ο οποίος φορούσε και αυτός βασιλική πορφύρα, έφθασε μπροστά στην Σπάρτη και έστειλε κήρυκα απαιτώντας να του παραδοθεί η πόλη άνευ όρων. Κανείς ωστόσο στην ατείχιστη Σπάρτη δεν ετόλμα να κάνει την ταπεινωτική παράδοση. Κάποιοι ελάχιστοι πολεμιστές μάλιστα, πολλοί εκ των οποίων νεαρά παιδιά και υπέργηροι, εξήλθαν με το δόρυ στο χέρι και εστάθησαν σε παράταξη στην περίμετρο της πόλεως, για μίαν ακόμη φορά, όπως και επί Αγησιλάου και Αρχιδάμου, αυτή την φορά όμως, όχι για να πολεμήσουν αλλά για να πεθάνουν ελεύθεροι. Η Σπάρτη θα πέθαινε ορθή, δίχως την ταπείνωση μίας παραδόσεως. Όντως, οι Μακεδόνες έκαμαν την επίθεσή τους και οι τελευταίοι υπερασπιστές της Σπάρτης έπεσαν στην θέση τους, πιστοί στο ότι μόνον επάνω από νεκρούς Σπαρτιάτες περνά ο εχθρός. Η πόλη, για πρώτη φορά στην Ιστορία της, κατελήφθη από ξένο στρατό.

Ωστόσο ο νικητής Αντίγονος Δώσων, που έπασχε από φυματίωση, έπαθε κρίση με αιμόπτυση αμέσως μόλις εισήλθε στη Σπάρτη και, φοβούμενος μήπως προκαλεί τους επιχωρίους Θεούς, απέφυγε να προβεί σε βιαιότητες. Αντιθέτως μάλιστα, οργάνωσε εξευμενιστικές και ευχαριστήριες θυσίες στους Ναούς της Σπάρτης σε συνεργασία με τους ολίγους μακεδονόφρονες της πόλεως και απεχώρησε αυθημερόν, επειδή οι Ιλλυριοί είχαν εισβάλει στη Μακεδονία, αφού προηγουμένως είχε εγκαταστήσει ισχυρή φρουρά υπό τον Βοιωτό Βραχύλη. Ο Βραχύλης, εξουσιοδοτημένος υπό του Αντιγόνου, κατέλυσε μία προς μία τις μεταρρυθμίσεις του Κλεομένους, κατήργησε την Βασιλεία και την λυκούργειο οργάνωση «κατά κώμας», επανέφερε την Ολιγαρχία και την αρχή των Εφόρων διορίζοντας μάλιστα στις σχετικές θέσεις αποκλειστικώς μακεδονόφρονες. Απηγόρευσε ακόμη κάθε «λυκούργειο» στοιχείο στην διαπαιδαγώγηση των νέων και περιόρισε την πολιτική κυριαρχία των Σπαρτιατών έως τα σύνορα της κοιλάδος τους.

Επί τρία σχεδόν έτη (222 – 220), στην Σπάρτη επεκράτησε μία σκληρή Μακεδονοκρατία, καθώς με την απώλεια του Κλεομένους κατ’ ουσίαν εχάθη κάθε έννοια ελευθερίας στην Λακωνική κοιλάδα. Όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω, ο Κλεομένης θα χάσει την ζωή του το έτος 219 στην Αίγυπτο, προσπαθώντας όπως γράφουν οι Botsford και Robinson, «να ξεσηκώσει επανάσταση στο όνομα της Ελευθερίας, μίας λέξεως που οι κάτοικοι της Αλεξανδρείας δεν καταλάβαιναν». Στην πόλη της Σπάρτης, επικρατούσαν πλέον οι προδότες μακεδονόφρονες, οι οποίοι, με πρώτο όπλο τους την σκληρή αρχή των Εφόρων και κεντρικό πολιτικό σύνθημά τους το «ΠΕΙΘΑΡΧΕΙΝ ΤΟΙΣ ΠΡΟΕΣΤΩΣΙ», υπεδαύλιζαν επιμελώς την διχόνοια, την αθλιότητα και την ηττοπάθεια στους ταπεινωμένους Σπαρτιάτες. Η Σπάρτη θα μείνει έτσι επί τρία ολόκληρα έτη, δίχως βασιλείς ή άλλους αντιστασιακούς άνδρες, για να μπορούν να ασυδοτούν ανενόχλητοι οι Έφοροι και οι λοιποί αρχομανείς ολιγαρχικοί.

Το έτος 220 πάντως, με τον λαό της Σπάρτης να έχει σταδιακά αποκτήσει μία κάποια αυτοπεποίθηση και ήδη να κυκλοφορούν φήμες ότι επρόκειτο να επιστρέψει ο βασιλεύς τους, άρχισε να επικρατεί μεγάλη πολιτική αναστάτωση, κυρίως ανάμεσα στους νέους, με κεντρικό αίτημα το «ΙΣΟΝ ΜΕΤΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ» με αποκορύφωμα την οργάνωση κατά την διάρκεια μίας θυσίας στο Ναό της Θεάς Αθηνάς Χαλκιοίκου της αιφνιδιαστικής σφαγής, υπό νεαρών οπλιτών που συμμετείχαν στην θυσιαστική πομπή όλων των προδοτών Εφόρων της θητείας 221 / 220 και των περί τον μακεδονόφρονα Γυρίδα γερουσιαστών, οι οποίοι πριν από λίγο είχαν εκδιώξει τον απεσταλμένο των Αιτωλών Μαχατά που είχε προτείνει δράση κατά των Αχαιών. Οι εκλεγέντες υπό των δημοκρατών αντικαταστάτες Έφοροι για τους μήνες της θητείας που απέμεναν, προς ικανοποίηση του λαϊκού συναισθήματος «ΑΠΕΧΘΕΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΧΑΡΙΣΤΙΑΝ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ», επέλεξαν, όπως ήταν αναμενόμενο, μία αντιμακεδονική στο εξής πολιτική και, αποδεχόμενοι εν τέλει την πρόσκληση των Αιτωλών, συνετάχθησαν με τους τελευταίους στον πόλεμο μεταξύ Αιτωλών και Αχαιών (220 - 217).

Το επόμενο έτος (219), ο διαδεχθείς τον δολοφονηθέντα Πτολεμαίο Γ, Πτολεμαίος Δ ο επονομαζόμενος «Φιλοπάτωρ», ενεχόμενος αμέσως στην δολοφονία, έκφυλος και άβουλος, εφυλάκισε ως ύποπτο φυγής τον αυτοεξόριστο βασιλέα Κλεομένη, την οικογένειά του και τους λίγους συνεργάτες τους (ανάμεσά τους και τον στενό συνεργάτη του Παντέα, με τη νεαρή σύζυγό του που τον είχε ακολουθήσει στην Αίγυπτο παρά την θέληση των γονέων της), με αφορμή παλαιότερες διαβολές των Εφόρων που είχαν δράσει σε συνεργασία με τον σύμβουλο του μονάρχου Σωσίβιο. Κρατούμενος κατ’ οίκον ο Κλεομένης, κατόρθωσε ωστόσο, σε συνεργασία με τους ιερείς του Άμμωνος που απεχθάνονταν τον εναγή πατροκτόνο, να οργανώσει την άνοιξη του έτους αυτού ανταρσία της φρουράς της πόλεως Κανώβου, καθώς και την ταυτόχρονη ένοπλη δραπέτευσή του μαζί με τους 13 άνδρες συντρόφους του, μεταξύ των οποίων ήταν και ο κουτσός Ιππότας. Εδώ, αφού υπενθυμίσω το γραφέν από τους Botsford και Robinson, ότι ο Κλεομένης προσεπάθησε στην Αλεξάνδρεια «να ξεσηκώσει επανάσταση στο όνομα της Ελευθερίας, μίας λέξεως που οι κάτοικοι της Αλεξανδρείας δεν καταλάβαιναν», θα παραθέσω την περιγραφή του Πλουτάρχου, στο 37 του «Βίου» του Κλεομένους. Περιγράφοντας λοιπόν, αυτή την έσχατη απόπειρα του γενναίου εκείνου βασιλέως να τιμήσει την ελευθεροπρέπεια που, ως Σπαρτιάτης, είχε διδαχθεί ότι αποτελεί το κύριο χαρακτηριστικό του πραγματικού Ανθρώπου, γράφει: «όρμησαν στους δρόμους και καλούσαν τον λαό να ξεσηκωθεί για την ελευθερία του. Εκείνοι όμως, όπως φαίνεται, δεν είχαν διόλου ανδρεία, αλλά περιορίζοντο απλώς να επαινούν και να θαυμάζουν την τόλμη του Κλεομένους, κανείς όμως δεν είχε το θάρρος να τον ακολουθήσει ή να συμπαραταχθεί στον αγώνα του».

Αφού εξόντωσαν λοιπόν την φρουρά της πόλεως και τον αρχηγό της Πτολεμαίο τον Χρυσέρμου, κάτω από τις ζητωκραυγές και τις προσευχές του φοβισμένου πλήθους, οι 14 εκείνοι Σπαρτιάτες παρήλασαν υπερηφάνως με τα ξίφη στα χέρια στους κεντρικούς δρόμους της Αλεξανδρείας, φωνάζοντας στους Αλεξανδρινούς ότι είναι πλέον ελεύθεροι από την τυραννική εξουσία των Πτολεμαίων. Όμως το δουλικό πλήθος τίποτε δεν έκανε επί μία ολόκληρη ημέρα, από το να τους ραίνει με άνθη και να ψάλλει άσματα που τους εχαιρέτιζαν σαν... «μεσσίες». Αφού έχασε τον χρόνο του με αυτούς τους άθλιους ανθρώπους, ο Κλεομένης προσεπάθησε να επιτεθεί στις φυλακές για να αποκτήσει τουλάχιστον κάποιους ανθρώπους που θα ήθελαν να πολεμήσουν για την ελευθερία τους, αλλά ήταν πλέον αργά γιατί ό,τι είχε απομείνει από τη φρουρά της πόλεως τώρα είχε παραταχθεί εμπρός από τις φυλακές.

Στο τέλος της ημέρας, επέστρεψε και ο στρατός του Πτολεμαίου από την Κάνωβο και στο άκουσμά του, το δουλικό και φοβισμένο πλήθος των χειροκροτητών εισήλθε πανικόβλητο στα σπίτια του. Μόνοι οι 14 Σπαρτιάτες έμειναν απέναντι σε έναν ολόκληρο στρατό και αποφάσισαν να μην επιτρέψουν να ηττηθούν ή να συλληφθούν, επιλέγοντας εκείνο που οι Στωϊκοί, τους οποίους τόσο εθαύμαζε ο Κλεομένης, απεκάλουν «εύλογον αναχώρησιν». Με ένα σήμα του βασιλέως τους, ύψωσαν όλοι τα ξίφη και μετά τα κάρφωσαν στα στήθη τους. Τελευταίος αυτοκτόνησε ο Παντέας, που εθεωρείτο ο πλέον θαρραλέος, και προτού «αποχωρήσει» και αυτός έπρεπε να σιγουρευθεί ότι ήσαν νεκροί όλοι οι σύντροφοί του. Με συγκινητικό τρόπο ο Πλούταρχος μας περιγράφει το πώς εξεψύχησε ο μεγάλος εκείνος πολεμιστής επάνω στο κορμί του νεκρού βασιλέως του. Ο θρασύδειλος Σωσίβιος διέταξε εν συνεχεία την σφαγή των φυλακισμένων συγγενών των 14 Σπαρτιατών και την ανασταύρωση του νεκρού σώματος του Κλεομένους σε δημόσια θέα για να παραδειγματισθεί ο όχλος. Οι Σπαρτιάτισσες αντιμετώπισαν με εξαιρετική γενναιότητα και αξιοπρέπεια τον δήμιο, ιδίως η νεαρή σύζυγος του Παντέα της οποίας, δυστυχώς, δεν έχει διασωθεί ούτε τ’ όνομά της. Ο Πλούταρχος θα γράψει σχετικά, ότι «η Σπάρτη, σε αυτά τα τελευταία της χρόνια, ηγωνίσθη και με το γυναικείο δράμα ισάξια με το ανδρικό και απέδειξε ότι η Αρετή δεν μπορεί να εξευτελισθεί με την τύχη».

Η ανασταύρωση του νεκρού σώματος του Κλεομένους, έφερε τα αντίθετα αποτελέσματα από εκείνα που ήθελε ο Σωσίβιος, μολονότι μακρινά και ξένα προς τα ήθη των Ελλήνων. Το φοβισμένο πλήθος προσήρχετο κατά κύματα εμπρός στον εσταυρωμένο νεκρό ήρωα και επροσεύχοντο αποκαλώντας τον «υιό των Θεών», πράγμα που υπεχρέωσε τον Σωσίβιο να βάλει φρουρά γύρω από τον νεκρό. Αναφέρεται μάλιστα από τον Πλούταρχο, ότι ένα μεγάλο φίδι, ιερό ζώο του Θεού Οσίριδος, ευρέθη μία αυγή κουλουριασμένο γύρω από το κεφάλι του νεκρού. Το γεγονός αυτό αύξησε την πίστη του πλήθους ότι ο Κλεομένης ήταν όντως ο... «μεσσίας» και υπεχρέωσε τους Πτολεμαίους να κάνουν πολυήμερους καθαρμούς στην πόλη, τα τείχη και τα ανάκτορα.

Και ενώ αυτά συνέβαιναν στην μακρινή Αίγυπτο, στην Σπάρτη, οι Έφοροι της περιόδου 220 / 219 που είχαν ξαναρχίσει να ερωτοτροπούν με τα ολιγαρχικά στοιχεία, εσφάγησαν και αυτοί, ενώ οι αντικαταστάτες τους εψήφισαν την επαναφορά της παραδοσιακής διπλής Βασιλείας...

ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΚΛΕΟΜΕΝΟΥΣ

Κλεομένης Λεωνίδου ο Γ', βασιλιάς των Σπαρτιατών (Σπάρτη, περίπου 260 – Αλεξάνδρεια Αιγύπτου 219, βασιλεία 235 – 222 πριν την απαρχή της χριστιανικής χρονολόγησης): Βασιλιάς της Σπάρτης από το γένος των Αγιαδών, υιός και διάδοχος του Λεωνίδου του Β, σύζυγος της Αγιάτιδος, ο μεγαλύτερος κοινωνικός επαναστάτης των αρχαίων χρόνων. Γεννήθηκε γύρω στο 260 πριν την απαρχή της χριστιανικής χρονολόγησης από τον βασιλιά Λεωνίδα τον Β και την Κρατησίκλεια, σε μία εποχή που η Σπάρτη είχε διαβρωθεί από ανατολίτικα ήθη, τρυφηλότητα και πλεονεξία.

Το 242 ο πατέρας του, πολιτικός αντίπαλος του μεταρρυθμιστή δεύτερου (Ευρυποντίδη) βασιλιά ’Αγιδος του Δ (βασιλεία περ. 245 – 241), εξορίστηκε από την Σπάρτη, όμως το επόμενο έτος οι Έφοροι και άλλα συντηρητικά στοιχεία συνέλαβαν και θανάτωσαν με απαγχονισμό τον οραματιστή βασιλιά. Ο νεαρός ακόμα εκείνη την εποχή Κλεομένης, υποχρεώθηκε από τον μοναδικό πλέον βασιλιά πατέρα του να νυμφευθεί την Αγιάτιδα, την όμορφη και εύπορη χήρα του εκτελεσθέντος Άγιδος. Παρ’ όλο το μίσος της για τον δολοφόνο του συζύγου της, η Αγιάτις αγάπησε τον νεαρό υιό του, Κλεομένη, ο οποίος απέδειξε στην σχέση τους στοργή, ειλικρίνεια και ανδρισμό και της δήλωσε ότι θα αφιέρωνε την ζωή του για να την κάνει ευτυχισμένη. Όταν εδραιώθηκε η πνευματική τους σχέση, η Αγιάτις άρχισε σιγά – σιγά να μιλάει σε έκταση στον Κλεομένη για τα μεταρρυθμιστικά όνειρα του δολοφονημένου πρώτου συζύγου της, για την τότε παρακμή της πολιτικής ζωής των Σπαρτιατών και για την διαφθορά των κρατούντων, με αποτέλεσμα πολύ σύντομα αυτός να υιοθετήσει πλήρως τις ιδέες του Άγιδος και να θεωρήσει τον εαυτό του προορισμένο από την μοίρα να φέρει σε πέρας το έργο που είχε αρχίσει εκείνος.

ΒΑΣΙΛΕΙΑ

Το 235 πέθανε ο Λεωνίδας ο Β και ο Κλεομένης έγινε βασιλιάς, επαναφέροντας ωστόσο την πανάρχαια διπλή βασιλεία με δεύτερο βασιλιά τον αδελφό του Ευκλείδα. Το 229 οι πελοποννησιακές πόλεις Τεγέα, Μαντινεία, Καφυαί και Ορχομενός έγιναν σύμμαχοι της Σπάρτης (κατά τον Richard Talbert και άλλους) ή, κατ’ άλλους (Πολύβιο, William Smith, κ.ά.), κατελήφθησαν από τον στρατό του Κλεομένους (η αγριότητα με την οποία θα τιμωρηθούν αργότερα αυτές οι πόλεις από τους εχθρούς του Κλεομένους μάλλον επιβεβαιώνει την πρώτη θέση). Στα τέλη του ίδιου έτους επίσης ο Κλεομένης κατέλαβε μετά από πολιορκία και οχύρωσε το Αθήναιον, στα σύνορα Σπάρτης – Μεγαλοπόλεως, ενώ ο αρχηγός του πολιτικού οργάνου των ολιγαρχικών της Πελοποννήσου, της λεγόμενης «Αχαϊκής Συμπολιτείας», Άρατος ο Σικυώνειος προσπάθησε δίχως επιτυχία να καταλάβει την Τεγέα και τον Ορχομενό με νυκτερινές επιθέσεις.

Το 228 ο Άρατος κατέλαβε τις Καφυές και οι Έφοροι έστειλαν τον Κλεομένη επικεφαλής 5.000 πολεμιστών να λεηλατήσει την πεδιάδα του Άργους, ο δε στρατηγός της Συμπολιτείας Αριστόμαχος δίστασε να συγκρουστεί μαζί του στο Παλλάντιον, παρ’ όλο που υπερτερούσε αριθμητικά με 20.000 πεζούς και 1.000 ιππείς στην διάθεσή του. Με υψηλό το ηθικό του στρατού του, ο Κλεομένης στράφηκε μετά από λίγο ενάντια στον Άρατο που κατευθυνόταν προς την Ηλεία για να κτυπήσει την σύμμαχο της Σπάρτης Ήλιδα και κατέστρεψε τον στρατό του στους πρόποδες του Λυκαίου όρους, στις όχθες του ομώνυμου ποταμού. Η καταστροφή των Αχαιών ήταν τέτοια, που κυκλοφόρησαν έντονες φήμες ότι είχε σκοτωθεί και ο ίδιος ο Άρατος, ωστόσο εκείνος επωφελήθηκε από αυτές και με κάποια υπολείμματα της στρατιάς του κατόρθωσε να καταλάβει αιφνιδιαστικά την Μαντινεία.

ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΦΟΡΩΝ

Η απώλεια της Μαντινείας, αν και προσωρινή, προκάλεσε την γκρίνια των Εφόρων και των ολιγαρχικών, που άρχισαν να μεθοδεύουν το σταμάτημα του πολέμου με την Συμπολιτεία. Αντίθετα όμως από τα δικά τους σχέδια, ο Κλεομένης άρχισε να φέρνει στην Σπάρτη και να προσλαμβάνει πολλούς ομοϊδεάτες του μισθοφόρους. Αυτό προκάλεσε την εντονότατη ανησυχία των Εφόρων και των ολιγαρχικών, που άρχισαν να σκέπτονται πλέον σοβαρά ότι έπρεπε να φύγει από την μέση ο ιδιόρρυθμος εστεμμένος που ολοφάνερα απειλούσε την παντοδυναμία τους, ιδίως μετά την περαιτέρω ισχυροποίηση της θέσης του όταν το 227 κατέστρεψε για μία ακόμα φορά τον στρατό της Αχαϊκής Συμπολιτείας στα Λεύκτρα. Βλέποντας ο Κλεομένης ότι ήταν πια ώρα να επιβάλει το επαναστατικό πρόγραμμά του, έβγαλε όλον τον στρατό της πόλης σε εκστρατεία στην Αρκαδία και μετά επέστρεψε αιφνιδιαστικά μαζί με τους πιο αφοσιωμένους οπαδούς του και τους μισθοφόρους του, συνέλαβε και θανάτωσε τους 4 από τους 5 Εφόρους (ο 5ος κατέφυγε ικέτης σε Ναό), εξόρισε 80 περίπου ολιγαρχικούς και απέμεινε πλέον η μοναδική εξουσία στην Σπάρτη.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Για να ισχυροποιήσει ακόμα περισσότερο την θέση του, χάρισε όλη του την ακίνητη περιουσία στην πολιτεία και προέτρεψε τους συγγενείς και τους φίλους του να πράξουν όμοια, κατήργησε επίσημα το 227 την αρχή των Εφόρων, θέσπισε το 6μελές συμβούλιο των «Πατρονόμων» και πολιτογράφησε ως Σπαρτιάτες πολίτες πολλούς περίοικους, ξένους και απελεύθερους είλωτες («υπομείονες») για να πυκνώσει τις τάξεις του στρατού του (τον οποίο όπλισε με μακρά δόρατα, όπως τα μακεδονικά) έως τον αριθμό των 4.000 πολεμιστών. Στην συνέχεια έβαλε σε εφαρμογή το επαναστατικό πρόγραμμα του Άγιδος, με την ιδεολογική υποστήριξη της συζύγου του και του στωϊκού φιλοσοόφου Σφαίρου του Βορυσθενίτη, καταργώντας τα χρέη και τις υποθήκες, προβαίνοντας σε κοινωνικοποίηση και αναδιανομή της ιδιοκτησίας γης σε 4.000 ίσα μερίδια και επαναφέροντας την «λυκούργειο αγωγή» στην εκπαίδευση των μικρών Σπαρτιατών και τα παραδοσιακά «συσσίτια», τον «μέλανα ζωμό» και το ερυθρό ένδυμα των «ομοίων» πολιτών.

Το επαναστατικό έργο του Κλεομένους συνδυάστηκε και με στρατιωτικό. Το 226, ενώ οι σύμμαχοί του Ηλείοι έδιωχναν τους Αχαιούς από την Ακρώρεια, ο ίδιος εκστράτευσε ενάντια στην Δύμη, επικεφαλής σπαρτιατικού και συμμαχικού στρατού 20.000 ανδρών. Προσπαθώντας να υπερασπιστεί την Δύμη, ο Άρατος παρέταξε τον δικό του στρατό στο Εκατόμβαιον, όπου όμως ηττήθηκε για μία ακόμα φορά κατά κράτος. Περί το 224 οι περισσότερες πόλεις της• Πελοποννήσου είχαν περάσει με την πλευρά της Σπάρτης, δεχόμενες επιπρόσθετα τις κοινωνικές αλλαγές του Κλεομένους και ο Άρατος βρισκόταν σε τόσο απελπιστική θέση, που τελικά υποχρεώθηκε να στραφεί για βοήθεια στον έως τότε εχθρό του βασιλιά της Μακεδονίας Αντίγονο τον Γ τον Δώσωνα, με δέλεαρ την παραχώρηση της Κορίνθου.

Για να κρατήσει τον ενωμένο στρατό των, μέχρι πριν από λίγο εχθρών, Μακεδόνων και Αχαιών, ο Κλεομένης οχύρωσε τον Ισθμό, όμως ο υποκινημένοι από τον Άρατο Αργείοι ολιγαρχικοί στασίασαν εναντίον του και έσφαξαν την σπαρτιατική φρουρά, υποχρεώνοντάς τον να εγκαταλείψει την περιοχή για να επανακαταλάβει το Άργος, γεγονός που φυσικά επέτρεψε στον Αντίγονο Δώσωνα να εισβάλει στην Πελοπόννησο. Λίγο πριν του παραδώσουν όμως την πόλη οι στασιαστές, ο Κλεομένης δέχθηκε την επίθεση του ιππικού των Μακεδόνων, κινδύνευσε να περικυκλωθεί και εσπευσμένα υποχώρησε στην Τεγέα, όπου επιπρόσθετα πληροφορήθηκε τον θάνατο της αγαπημένης γυναίκας του.

ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΣΥΝΤΡΙΒΗ

Ο Αντίγονος αποκατέστησε παντού τους ολιγαρχικούς, κήρυξε «στασιαστή» και επικήρυξε τον Κλεομένη και μέσα στο 223 κατέλαβε την Τεγέα, τον Ορχομενό και την Μαντίνεια, της οποίας ο πληθυσμός πουλήθηκε στα σκλαβοπάζαρα από τον Άρατο. Ο απομονωμένος τώρα πια Κλεομένης, αφού απελευθέρωσε χιλιάδες είλωτες για να ενισχύσει τον στρατό του, κατέλαβε για αντιπερισπασμό και λεηλάτησε την Μεγαλόπολη. Όντας σε πολύ δυσχερή θέση, στις αρχές του επόμενου έτους στράφηκε προς βοήθεια στον βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίο τον Γ, τον επονομαζόμενο «Ευεργέτη», ο οποίος όμως αν και ήταν δεδηλωμένος εχθρός του Δώσωνος, φοβούμενος προφανώς τις επαναστατικές ιδέες του Σπαρτιάτη βασιλιά, υποσχέθηκε βοήθεια μόνο με την συμφωνία ότι προηγουμένως θα έχει ως όμηρους τη μητέρα του Κρατησίκλεια και τα παιδιά του. Η γενναία γυναίκα ωστόσο, όταν άκουσε την απαίτηση του μονάρχη της Αιγύπτου, εμψύχωσε η ίδια τον υιό της και επιβιβάστηκε υπερήφανα στο αιγυπτιακό πλοίο που περίμενε στο Ταίναρο, σίγουρη ότι πρόσφερε έτσι τον εαυτό της για την σωτηρία της πατρίδα της.

Τον Ιούλιο του 222 ο βασιλιάς των Μακεδόνων Αντίγονος Δώσων και ο στρατηγός των Αχαιών Φιλοποίμην, βάδισαν από το Άργος ενάντια στην Σπάρτη επικεφαλής 30.000 ανδρών, ανάμεσα στους οποίους υπήρχαν και Αγριάνες, Βοιωτοί, Ηπειρώτες, Ακαρνάνες, Ιλλυριοί και Γαλάτες. Για να τους αναχαιτίσει, ο Κλεομένης κατέλαβε τα στενά της Σελλασίας επικεφαλής περίπου 10.000 ανδρών, από τους οποίους, εξ ανάγκης πλέον, οι 4.000 ήσαν μισθοφόροι. Στην φονική μάχη που ακολούθησε, ο στρατός του Κλεομένους ηττήθηκε κατά κράτος (μετά από προδοσία σύμφωνα με τον Φύλαρχο) και κατασφάχτηκε και έπεσε ο αδελφός και συμβασιλιάς του Ευκλείδας . Από τους 6.000 Λακεδαιμόνιους πολεμιστές επέζησαν μόνον 200. Μαζί με 20 περίπου ιππείς, ο νικημένος επαναστάτης επέστρεψε στην Σπάρτη, συγκέντρωσε και συμβούλεψε τους συμπολίτες του να μην αντισταθούν στους εισβολείς για ν' αποφευχθεί ο πλήρης αφανισμός της Σπάρτης από προσώπου γης και, μέσω Γυθείου, διέφυγε με τους στενούς συγγενείς και συνεργάτες του στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, αναζητώντας στον βασιλιά Πτολεμαίο όχι μόνο καταφύγιο αλλά και βοήθεια για συγκέντρωση ενός νέου στρατού.

Σε λίγο οι Αντίγονος και Άρατος μπήκαν στην Σπάρτη, περνώντας επάνω από τα νεκρά κορμιά των γερόντων που είχαν παραταχθεί οπλισμένοι στην περίμετρο της πατρίδας πόλης τους, για «να πεθάνουν τουλάχιστον ελεύθεροι» και για πρώτη φορά στην Ιστορία της η Σπάρτη καταλήφθηκε από ξένο στρατό. Οι κατακτητές κατέλυσαν μία προς μία τις μεταρρυθμίσεις του Κλεομένους, κατάργησαν την βασιλεία και την λυκούργεια οργάνωση «κατά κώμας», επανέφεραν την ολιγαρχία και την αρχή των Εφόρων (διορίζοντας μάλιστα στις σχετικές θέσεις αποκλειστικά μακεδονόφρονες), απαγόρευσαν κάθε «λυκούργειο» στοιχείο στην διαπαιδαγώγηση των νέων και περιόρισαν την πολιτική κυριαρχία των Σπαρτιατών έως τα σύνορα της κοιλάδας του Ευρώτα.

ΗΡΩΪΚΟ ΤΕΛΟΣ

Στα τέλη του χειμώνα του 219 ο διεφθαρμένος Πτολεμαίος Δ ο «Φιλοπάτωρ» που είχε διαδεχθεί τον δολοφονημένο Πτολεμαίο Γ, φυλάκισε ως ύποπτους φυγής τον αυτοεξόριστο Κλεομένη, την οικογένειά του και τους λίγους συνεργάτες τους. Κρατούμενος κατ' οίκον ο Κλεομένης, κατόρθωσε ωστόσο, σε συνεργασία με τους ιερείς του Άμμωνος που απεχθάνονταν τον «Φιλοπάτορα», να οργανώσει την άνοιξη ανταρσία της φρουράς της πόλης Κανώβου και ταυτόχρονη ένοπλη δραπέτευσή του μαζί με τους 13 άνδρες συντρόφους του. Στον «Βίο» του Κλεομένους, ο Πλούταρχος περιγράφει: «όρμησαν στους δρόμους και καλούσαν τον λαό να ξεσηκωθεί για την ελευθερία του. Εκείνοι όμως, όπως φαίνεται, δεν είχαν διόλου ανδρεία, αλλά περιορίζονταν απλώς να επαινούν και να θαυμάζουν την τόλμη του Κλεομένους, κανείς όμως δεν είχε το θάρρος να τον ακολουθήσει ή να συμπαραταχθεί στον αγώνα του».

Όντως, αφού διέλυσαν την φρουρά της πόλης και τον αρχηγό της Πτολεμαίο τον Χρυσέρμου, κάτω από τις ζητωκραυγές και τις προσευχές του φοβισμένου πλήθους, οι 14 εκείνοι Σπαρτιάτες παρέλασαν υπερήφανα με τα ξίφη στα χέρια στους κεντρικούς δρόμους της Αλεξάνδρειας, φωνάζοντας στους κατοίκους της ότι ήσαν πλέον ελεύθεροι από την τυραννική εξουσία του «Φιλοπάτορος». Όμως το δουλικό πλήθος τίποτε δεν έκανε επί μία ολόκληρη ημέρα, από το να τους ραίνει με άνθη και να ψάλλει άσματα που τους εξυμνούσαν ως... «μεσσίες». Απογοητευμένος ο Κλεομένης, προσπάθησε να επιτεθεί στις φυλακές για να αποκτήσει τουλάχιστον κάποιους ανθρώπους που θα ήθελαν να πολεμήσουν για την ελευθερία τους, αλλά ήταν πλέον αργά γιατί ό,τι είχε απομείνει από τη φρουρά της πόλης τώρα είχε παραταχθεί εμπρός από τις φυλακές.

Στο τέλος της ημέρας, επέστρεψε και ο στρατός του Πτολεμαίου από την Κάνωβο και στο άκουσμά του, το δουλικό και φοβισμένο πλήθος των χειροκροτητών κλείστηκε πανικόβλητο στα σπίτια του. Μόνοι οι 14 Σπαρτιάτες έμειναν απέναντι σε έναν ολόκληρο στρατό και αποφάσισαν να μην επιτρέψουν να ηττηθούν ή να συλληφθούν, επιλέγοντας εκείνο που οι στωϊκοί, τους οποίους τόσο πολύ θαύμαζε ο Κλεομένης, αποκαλούσαν «εύλογον αναχώρησιν». Με ένα σήμα του βασιλιά τους, ύψωσαν όλοι τα ξίφη και μετά τα κάρφωσαν στα στήθη τους. Έτσι χάθηκε ο αγνός εκείνος εστεμμένος επαναστάτης, ο μεγαλύτερος επαναστάτης του αρχαίου κόσμου, «ο τελευταίος μεγάλος άνδρας της Σπάρτης» κατά τον William Smith, προσπαθώντας, όπως έγραψαν οι Botsford και Robinson, «να ξεσηκώσει επανάσταση στο όνομα της Ελευθερίας, μίας λέξης που οι κάτοικοι της Αλεξάνδρειας δεν καταλάβαιναν».

Ο Πτολεμαίος διέταξε στην συνεχεία να σφαχτούν όλοι οι φυλακισμένοι συγγενείς των 14 Σπαρτιατών και να γδαρθεί και ανασταυρωθεί σε δημόσια θέα το νεκρό σώμα του Κλεομένους για να παραδειγματισθεί ο όχλος. Η έκθεση όμως του κακοποιημένου νεκρού σώματος έφερε αντίθετα αποτελέσματα: το φοβισμένο πλήθος προσερχόταν κατά κύματα μπροστά στον εσταυρωμένο νεκρό ήρωα και προσευχόταν αποκαλώντας τον «υιό των Θεών». Αναφέρεται μάλιστα από τον Πλούταρχο, ότι ένα μεγάλο φίδι, ιερό ζώο του Θεού Οσίριδος, βρέθηκε μία αυγή κουλουριασμένο γύρω από το κεφάλι του νεκρού. Το γεγονός αυτό αύξησε την πίστη του πλήθους ότι ο Κλεομένης ήταν όντως ο... «μεσσίας» και υποχρέωσε τον «Φιλοπάτορα» να τελέσει πολυήμερους καθαρμούς στην πόλη, τα τείχη και τα ανάκτορα.