Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἰφιγένεια ἡ ἐν Αὐλίδι (1098-1145)

ΚΛ. ἐξῆλθον οἴκων προσκοπουμένη πόσιν,
χρόνιον ἀπόντα κἀκλελοιπότα στέγας.
1100 ἐν δακρύοισι δ᾽ ἡ τάλαινα παῖς ἐμή,
πολλὰς ἱεῖσα μεταβολὰς ὀδυρμάτων,
θάνατον ἀκούσασ᾽, ὃν πατὴρ βουλεύεται.
μνήμην δ᾽ ἄρ᾽ εἶχον πλησίον βεβηκότος
Ἀγαμέμνονος τοῦδ᾽, ὃς ἐπὶ τοῖς αὑτοῦ τέκνοις
1105 ἀνόσια πράσσων αὐτίχ᾽ εὑρεθήσεται.
ΑΓΑ. Λήδας γένεθλον, ἐν καλῷ σ᾽ ἔξω δόμων
ηὕρηχ᾽, ἵν᾽ εἴπω παρθένου χωρὶς λόγους
οὓς οὐκ ἀκούειν τὰς γαμουμένας πρέπει.
ΚΛ. τί δ᾽ ἔστιν, οὗ σοι καιρὸς ἀντιλάζυται;
1110 ΑΓΑ. ἔκπεμπε παῖδα δωμάτων πατρὸς μέτα·
ὡς χέρνιβες πάρεισιν εὐτρεπισμέναι,
προχύται τε βάλλειν πῦρ καθάρσιον χεροῖν,
μόσχοι τε, πρὸ γάμων ἃς θεᾷ πεσεῖν χρεών.
[Ἀρτέμιδι, μέλανος αἵματος φυσήματα.]
1115 ΚΛ. τοῖς ὀνόμασιν μὲν εὖ λέγεις, τὰ δ᾽ ἔργα σου
οὐκ οἶδ᾽ ὅπως χρή μ᾽ ὀνομάσασαν εὖ λέγειν.
χώρει δέ, θύγατερ, ἐκτός —οἶσθα γὰρ πατρὸς
πάντως ἃ μέλλει— χὑπὸ τοῖς πέπλοις ἄγε
λαβοῦσ᾽ Ὀρέστην, σὸν κασίγνητον, τέκνον.
1120 ἰδοὺ πάρεστιν ἥδε πειθαρχοῦσά σοι.
τὰ δ᾽ ἄλλ᾽ ἐγὼ πρὸ τῆσδε κἀμαυτῆς φράσω.
ΑΓΑ. τέκνον, τί κλαίεις, οὐδ᾽ ἔθ᾽ ἡδέως ὁρᾷς,
εἰς γῆν δ᾽ ἐρείσασ᾽ ὄμμα πρόσθ᾽ ἔχεις πέπλους;
ΚΛ. φεῦ·
τίν᾽ ἂν λάβοιμι τῶν ἐμῶν ἀρχὴν κακῶν;
1125 ἅπασι γὰρ πρώτοισι χρήσασθαι πάρα
κἀν ὑστάτοισι κἀν μέσοισι πανταχοῦ.
ΑΓΑ. τί δ᾽ ἔστιν; ὥς μοι πάντες εἰς ἓν ἥκετε,
σύγχυσιν ἔχοντες καὶ ταραγμὸν ὀμμάτων.
ΚΛ. εἴφ᾽ ἃν ἐρωτήσω σε γενναίως, πόσι.
1130 ΑΓΑ. οὐδὲν κελευσμοῦ δεῖ σ᾽· ἐρωτᾶσθαι θέλω.
ΚΛ. τὴν παῖδα τὴν σὴν τήν τ᾽ ἐμὴν μέλλεις κτενεῖν;
ΑΓΑ. ἔα·
τλήμονά γ᾽ ἔλεξας, ὑπονοεῖς θ᾽ ἃ μή σε χρή.
ΚΛ. ἔχ᾽ ἥσυχος.
κἀκεῖνό μοι τὸ πρῶτον ἀπόκριναι πάλιν.
ΑΓΑ. σὺ δ᾽, ἤν γ᾽ ἐρωτᾷς εἰκότ᾽, εἰκότ᾽ ἂν κλύοις.
1135 ΚΛ. οὐκ ἄλλ᾽ ἐρωτῶ, καὶ σὺ μὴ λέγ᾽ ἄλλα μοι.
ΑΓΑ. ὦ πότνια μοῖρα καὶ τύχη δαίμων τ᾽ ἐμός.
ΚΛ. κἀμός γε καὶ τῆσδ᾽, εἷς τριῶν δυσδαιμόνων.
ΑΓΑ. τίν᾽ ἠδίκησαι; ΚΛ. τοῦτ᾽ ἐμοῦ πεύθῃ πάρα;
ὁ νοῦς ὅδ᾽ αὐτὸς νοῦν ἔχων οὐ τυγχάνει.
1140 ΑΓΑ. ἀπωλόμεσθα. προδέδοται τὰ κρυπτά μου.
ΚΛ. πάντ᾽ οἶδα, καὶ πεπύσμεθ᾽ ἃ σὺ μέλλεις με δρᾶν
αὐτὸ δὲ τὸ σιγᾶν ὁμολογοῦντός ἐστί σου
καὶ τὸ στενάζειν· πολλὰ μὴ κάμῃς λέγων.
ΑΓΑ. ἰδοὺ σιωπῶ· τὸ γὰρ ἀναίσχυντον τί δεῖ
1145 ψευδῆ λέγοντα προσλαβεῖν τῇ συμφορᾷ;

***
Η Κλυταιμήστρα βγαίνει από τη σκηνή.
ΚΛΥ. Τον ερχομό παραφυλάω του αντρός μου·
γι᾽ αυτό και βγήκα απ᾽ τη σκηνή· πόση ώρα.
1100 είναι που λείπει! Η δύστυχή μου κόρη
για τη σφαγή που μελετά ο γονιός της
άκουσε και, στα δάκρυα βουτηγμένη,
από ένα θρήνο σε άλλο θρήνο πέφτει.
Μα νά τος ο Αγαμέμνονας· στο νου μου
τον είχα, ενώ κοντά μου πια είχε φτάσει·
για το ίδιο το παιδί του ανόσια πράξη
σε λίγο θα φανεί πως ετοιμάζει.
ΑΓΑ. Της Λήδας κόρη, τη στιγμή που πρέπει
εδώ έξω σ᾽ ανταμώνω, να σου πω,
χωρίς να ᾽ναι μπροστά η κοπέλα, λόγια
που δεν ταιριάζει να τ᾽ ακούει μια νύφη.
ΚΛΥ. Τί έχεις να πεις, κι είν᾽ η στιγμή που πρέπει;
1110 ΑΓΑ. Πες της να βγει, μαζί μου να την πάρω·
έτοιμος κι ο αγιασμός και το αγιοκρίθι,
στου καθαρμού να ρίξουμε τη φλόγα·
μα και τα μοσκαράκια που είν᾽ ανάγκη
στη θεά να θυσιαστούν πριν απ᾽ το γάμο
[στην Άρτεμη, μαύρο αίμα ξεφυσώντας.]
ΚΛΥ. Καλά τα λόγια σου είναι, στα έργα σου όμως
σαν τί όνομα να δώσω, για να πούμε
καλά πως είναι; Γιά έβγα, κόρη μου, έξω
—τα σχέδια του γονιού σου δα τα ξέρεις—,
φέρε αγκαλιά στον πέπλο σου αποκάτω
και το μικρό αδερφό σου, τον Ορέστη.
1120 Πρόσταξες κι ήρθε· τα άλλα και για κείνη
μα και για μένα θα τα πω εγώ τώρα.
ΑΓΑ. Τί κλαις, παιδί μου; Η όψη σου δεν είναι
χαρούμενη όπως πριν· μπροστά σου ρίχνεις
τον πέπλο, τις ματιές στη γη καρφώνεις.
ΚΛΥ., μέσα της. Αλίμονο·
για αρχή των συμφορών μου τί να πάρω;
Όλα μπορούν παντού να βρούνε θέση,
και πρώτα και στερνά και μες στη μέση.
ΑΓΑ. Μα τί είναι; Μπρος μου πήρατε όμοια στάση·
μιαν όψη ταραγμένη, ανταριασμένη.
ΚΛΥ. Απάντα μου ανοιχτά σ᾽ ό,τι ρωτήσω.
1130 ΑΓΑ. Περιττή η προτροπή, μονάχα ρώτα.
ΚΛΥ. Την κόρη μας σχεδιάζεις να τη σφάξεις;
ΑΓΑ. Πώς; Τί; φριχτός ο λόγος που είπες· βάζεις
πράματα που δεν πρέπει με το νου σου.
ΚΛΥ. Ησύχασε·
σ᾽ αυτό που σου πρωτόπα απάντησέ μου.
ΑΓΑ. Λογικά ρώτα, λογικά ν᾽ ακούσεις.
ΚΛΥ. Άλλα δεν έχω, και άλλα μη μου λες.
ΑΓΑ. Ω μοίρα, ω τύχη, ω μαύρο ριζικό μου!
ΚΛΥ. Μαύρο για τρεις· για σε, για με, για τούτη.
ΑΓΑ. Τί σου έχουν κάμει; ΚΛΥ. Εγώ θα σου το μάθω;
Το νόημα το ίδιο αυτό δεν έχει νόημα.
1140 ΑΓΑ. Χάθηκα, αλί· το μυστικό επροδόθη.
ΚΛΥ. Ό,τι σχεδιάζεις, το ᾽μαθα, το ξέρω·
οι στεναγμοί σου κι η σιωπή σου η ίδια
το μαρτυρούν· τα λόγια σου μη χάνεις.
ΑΓΑ. Σωπαίνω· ανάγκη ποιά, στη συμφορά μου
κι αδιαντροπιά και ψέμα να προσθέσω;

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΣΤΑ ΝΕΟΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ: Μανιερισμός και αρχαία τέχνη

10.1. Αρχιτεκτονική με οδηγίες του Βιτρουβίου

Ο πιο μορφωμένος αρχιτέκτονας, με εξοικείωση στους κλασικούς, που είχε μελετήσει διεξοδικά τον Βιτρούβιο και με γνώσεις που ξεπερνούσαν αυτές των συναδέλφων του της γενιάς του Μπραμάντε (του αρχιτέκτονα του Αγίου Πέτρου της Ρώμης), ήταν ο Αντρέα Παλάντιο (1518-1580). Χαρακτηριστικό έργο του ήταν η Βίλα Ροτόντα κοντά στη Βιτσέντσα, όπου οι τέσσερις απόλυτα συμμετρικές πλευρές της έχουν είσοδο που μιμείται πρόσοψη αρχαίου ιωνικού ναού και έναν κεντρικό χώρο που θυμίζει το Πάνθεον της Ρώμης. Έργο δικό του επίσης στη Βιτσέντσα, ήταν το Τεάτρο Ολίμπικο (Teatro Olimpico, 1580-1585), το πρώτο στεγασμένο θέατρο στη μορφή των αρχαίων. Στην εντυπωσιακή σκηνή του με τις προοπτικές φυγές και τις αρχιτεκτονικές προσόψεις το πρώτο έργο που παίχθηκε ήταν ο Οιδίπους Τύραννος του Σοφοκλή στις 3 Μαρτίου 1585. Θα περάσει όμως καιρός για να ανεβάσουν και πάλι αρχαίο δράμα, μια και στο θέατρο της εποχής προτιμούσαν κωμωδίες και βουκολικά ειδύλλια.

Η επιδεικτική ανάμειξη στοιχείων στην αρχιτεκτονική του Παλάντιο αποτελεί απόδειξη του εύρους της αρχαιογνωσίας του. Η αρχιτεκτονική του, το παλαδιανό στιλ, θα επηρεάσει βαθιά για μεγάλο διάστημα πολλούς δημιουργούς όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και στην Αμερική και θα παίξει σημαντικό ρόλο στην επικράτηση του κλασικισμού.

Το «Πνεύμα» του Ζεν (2)

Η ΦΥΣΗ ΤΟΥ ΖΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΚΙΝΗΤΗ… και τα Περιλαμβάνει Όλα.

Το Πνεύμα του Ζεν μόνο Κινείται. Έξω από τον Χώρο, μέσα στον Χώρο… Έξω από τον Τόπο, μέσα στον Τόπο.

Όταν το Πνεύμα Εισέρχεται στο σώμα, διαχέεται σε όλο το σώμα, δρα σε όλο το σώμα, ακολουθώντας τον φυσικό δρόμο… Όταν απομονώνουμε το Πνεύμα στην σκέψη ή στην αίσθηση, η στο σώμα, προκύπτει η αρρώστια, που οδηγεί στον διαχωρισμό, στη δυστυχία.

Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΦΥΣΗ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΘΡΕΦΤΗ… που Πάνω του τίποτα δεν προσκολλάται.

Το Πνεύμα είναι η Αντίληψη που δημιουργεί τις εικόνες… το Άπειρο και το περιορισμένο, το Εδώ και το εκεί, το Μέσα και το έξω…

Κράτα το Πνεύμα Ελεύθερο από προσκολλήσεις και θα κατανοήσεις το αληθινό νόημα όλης της πραγματικότητας που ζεις. Θα διασχίσεις Ελεύθερος τα σύμπαντα, κι όπου κι αν είσαι θα είσαι Εσύ… Τότε Καθρέφτης και Πνεύμα με εικόνες δεν είναι διαφορετικά… Στην Ελευθερία δεν υπάρχουν διακρίσεις.

ΟΛΟΙ ΟΙ ΣΟΦΟΙ ΗΤΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ. Ζούσαν Πραγματικά, χωρίς καμιά εξάρτηση από τίποτα. Για αυτό Είναι Αιώνιοι.

Οι άνθρωποι, μόνοι τους, αλυσοδένουν τον εαυτό τους… σκέφτονται πολύ, ή κάνουν πολλά πράγματα, και πράγματα που δεν χρειάζονται.

Πως Φαίνεται το Ελεύθερο Πνεύμα; Αντιδρά χωρίς να κρατηθεί πουθενά, χωρίς να παγιδεύεται.
Αντίθετα οι άνθρωποι παγιδεύονται συνέχεια, πότε στην μια «θέση», πότε στο άλλο πράγμα, κι έτσι συνεχίζουν από όνειρο σε όνειρο.

Το Ελεύθερο Πνεύμα ούτε μετενσαρκώνεται, ούτε παγιδεύεται πουθενά στους κόσμους, στη ζωή ή σε δραστηριότητα… Είναι Έξω από όλα.

Το ελεύθερο Πνεύμα Ακολουθεί την Ζωή, ακόμα και στον θάνατο… Είναι σαν τον Λωτό που είναι πάνω από τον βάλτο των προσκολλήσεων.

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΖΕΝ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΜΟΡΦΗ, ΟΥΤΕ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ… Συλλαμβάνει όμως μορφές και χρησιμοποιεί ιδιότητες, καθώς δραστηριοποιείται…

Ελεύθερο, Μη-τοπικό, εισέρχεται στο σώμα…

Ελεύθερο εισέρχεται, Ελεύθερο εξέρχεται…

Όταν καθυστερεί σε ιδιαίτερες δραστηριότητες, χάνει την Ελευθερία του, διαλύεται στην σύγχυση και οι δραστηριότητές του μετατρέπονται σε αλυσίδες…

Η Απελευθέρωση του Πνεύματος είναι αποδέσμευση από την «τοπική δέσμευσή» του…

Το να Περάσεις Πέραν της Σκέψης είναι ένα γεγονός, μια μετατόπιση του Πνεύματος μέσα στο σώμα (που ανιχνεύεται από την «θέση» του Πνεύματος)… δεν είναι διανοητική σύλληψη, αντίληψη, ή οτιδήποτε.

Το Πνεύμα είναι Ελεύθερο… Ούτε γεννιέται, ούτε πεθαίνει… Μόνον οι δραστηριότητές του δημιουργούν «εντυπώσεις»… μόνον οι δεσμεύσεις του έχουν αρχή και τέλος και συνέχεια (για όσους τις τροφοδοτούν)…

Το να Είσαι Ελεύθερος είναι διαφορετικό από το να «γίνεσαι ελεύθερος», από το να «απελευθερώνεσαι»…

ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΠΝΕΥΜΑ ΔΕΝ ΚΡΑΤΙΕΤΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ. Είναι Παντού. Είναι ένα Υγιές Πνεύμα που Ζει την Ζωή, την Αληθινή Ζωή.

Το Πνεύμα που περιορίζεται στην σκέψη (ή σε εξωτερικές δραστηριότητες) είναι ένα άρρωστο πνεύμα. Δεν ζει την ζωή, την σκέφτεται (ζει μισή ζωή)… κι αυτό είναι τελείως διαφορετικό.

Το Ελεύθερο Πνεύμα είναι σαν το Τρεχούμενο Νερό… Το περιορισμένο πνεύμα είναι σαν τον βάλτο που αργά ή γρήγορα το νερό του θολώνει και σαπίζει, τρέφοντας τους χειρότερους εφιάλτες του ανθρώπου.

Άπλωσε το χέρι σου, αν θες να πιάσεις κάτι… Πρέπει να αφήσεις αυτό που κρατάς, αν θες να πιάσεις κάτι άλλο… Όταν κρατάς κάτι συνέχεια, δεν μπορείς να αγγίξεις τίποτα άλλο.

ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΟ ΑΠΛΟ!

Βίλχελμ Ράιχ: Είσαι ΣΠΟΥΔΑΙΟΣ, Ανθρωπάκο, όταν δεν είσαι δουλοπρεπής

Ξέρω πως είσαι πλάσμα σοβαρό, αξιόπιστο και εργατικό, σαν το μυρμήγκι ή τη μέλισσα. Το μόνο που ήθελα να κάνω, ήταν να ξεσκεπάσω τον ανθρωπάκο μέσα σου, που σου καταστρέφει τη ζωή για χιλιάδες χρόνια.

Είσαι ΣΠΟΥΔΑΙΟΣ, Ανθρωπάκο, όταν δεν είσαι δουλοπρεπής. Η σπουδαιότητά σου Ανθρωπάκο, είναι η μόνη ελπίδα που απέμεινε.

Είσαι μεγάλος όταν κάνεις τη δουλειά σου με αγάπη, όταν ευτυχείς ασχολούμενος με τη χαρακτική, το κτίσιμο, τη ζωγραφική, τη διακόσμηση, τη σπορά, όταν αντλείς ευχαρίστηση από το γαλάζιο ουρανό, από το ελάφι, απ’ τη δροσιά, απ’ τη μουσική και το χορό, απ’ το μεγάλωμα των παιδιών σου κι απ’ το όμορφο σώμα της γυναίκας σου ή του άντρα σου… όταν πας στο πλανητάριο για να γνωρίσεις τον ουρανό, ή στη βιβλιοθήκη για να διαβάσεις τί σκέπτονται για τη ζωή οι άλλοι άνθρωποι.

Είσαι μεγάλος όταν, σαν παππούς, κρατάς το εγγόνι σου στα γόνατά σου και του μιλάς για χρόνους περασμένους, όταν κοιτάζεις το αβέβαιο μέλλον σου με τη σιγουριά και την περιέργεια του παιδιού. Είσαι μεγάλη σαν μητέρα, όταν νανουρίζεις το νεογέννητο μωρό σου, όταν με δάκρυα στα μάτια ελπίζεις με όλη σου την καρδιά στη μελλοντική του ευτυχία, όταν κάθε ώρα και στιγμή δημιουργείς μέσα σου το μέλλον του.

Είσαι μεγάλος, ΑΝΘΡΩΠΑΚΟ, όταν τραγουδάς παλιά φολκλορικά τραγούδια, ή όταν χορεύεις στον ήχο του ακορντεόν. Γιατί τα φολκλορικά τραγούδια είναι γλυκά κι απαλά κι είναι τα ίδια σ’ όλο τον κόσμο.

Είσαι μεγάλος όταν λες στον φίλο σου: «Ευχαριστώ την καλή μου μοίρα γιατί πέρασα τη ζωή μου απαλλαγμένος από ρυπαρότητα και λαιμαργία, γιατί είδα το μεγάλωμα των παιδιών μου, το πρώτο τους ψέλλισμα, περπάτημα, παιχνίδι, ερώτημα, γέλιο και ερωτικό σκίρτημα… γιατί διατήρησα ακέραιη την ευαισθησία μου για την άνοιξη και το ελαφρό αεράκι της, για το νανούρισμα του ρυακιού πλάι στο σπίτι, για το τραγούδι των πουλιών στο δάσος… γιατί δεν συμμετείχα στα κουτσομπολιά του κακοήθη γείτονα… γιατί ήμουν ευτυχισμένος στην αγκαλιά του συντρόφου μου και γιατί ένιωσα το ρεύμα της ζωής μέσα μου… γιατί στους δύσκολους καιρούς δεν έχασα τον προσανατολισμό μου και γιατί η ζωή μου είχε ένα νόημα.

Κι αυτό, επειδή πάντα άκουγα τη φωνή μέσα μου που έλεγε: «Μόνο ένα πράγμα έχει σημασία: να περάσεις τη ζωή σου με υγεία και ευτυχία.

Ακολούθησε τη φωνή της καρδιάς σου, ακόμα κι αν σ’ οδηγεί έξω απ’ το μονοπάτι των άτολμων ψυχών.

Να μην γίνεσαι σκληρός και να μην πικραίνεσαι όταν η ζωή καμιά φορά σε βασανίζει».

Και στη σιγαλιά του δειλινού, μετά τη δουλειά της ημέρας, όταν κάθομαι στο λιβάδι μπροστά στο σπίτι με το παιδί μου και τη γυναίκα μου ακούγοντας την ανάσα της φύσης, φτάνει στα αυτιά μου μία μελωδία, η μελωδία του μέλλοντος.

«Εκατομμύρια άνθρωποι εσείς, σας αγκαλιάζω, μ’ ένα φιλί για όλο τον κόσμο.» Τότε νιώθω τη φλογερή επιθυμία να μάθει κάποτε αυτή η ζωή να διεκδικεί τα δικαιώματά της και να αλλάξει τη νοοτροπία των σκληρών και δειλών ψυχών που κάνουν τα κανόνια να βροντούν.

Το κάνουν μόνο επειδή η ζωή τους ξέφυγε μέσα από τα χέρια.

Και αγκαλιάζω το γιό μου που με ρωτάει: « Πατέρα, ο ήλιος έφυγε. Πού πήγε; Θα ξαναγυρίσει γρήγορα;» Και του απαντώ: «Ναι γιέ μου θα ξανάρθει γρήγορα για να μας ζεστάνει».

Έφτασα στο τέλος της κουβέντας μου για σένα Ανθρωπάκο. Υπήρχαν πολλά για να σου πω!! Μ’ αν διάβασες τούτα τα λόγια προσεκτικά και τίμια, θ’ αναγνωρίσεις τον εαυτό σου Ανθρωπάκο και σε άλλες περιπτώσεις, που δεν σου ανέφερα. Γιατί πάντα η ίδια χαρακτηριστική ιδιότητα υπάρχει στις μικρές πράξεις και σκέψεις σου.

Ό,τι κι αν μου έκανες ή θα μου κάνεις στο μέλλον, είτε με δοξάσεις σαν μεγαλοφυΐα είτε, με βάλεις σε ίδρυμα φρενοβλαβών, είτε, με κρεμάσεις σαν κατάσκοπο, αργά ή γρήγορα η αρρώστια σου θα σ’ αναγκάσει να παραδεχτείς ότι ανακάλυψα τους νόμους της ζωής κι ότι σου έδωσα τα εργαλεία για να κυβερνήσεις με συνειδητό σκοπό τη ζωή σου, όπως ακριβώς μέχρι τώρα κυβερνούσες μόνο τις μηχανές.

Ήμουν πιστός μηχανοτεχνίτης του οργανισμού σου. Τα εγγόνια σου θα πατήσουν στα δικά μου τ’ αχνάρια και θα γίνουν καλοί μηχανοτεχνίτες της ανθρώπινης φύσης. Σου αποκάλυψα το απέραντο πεδίο της ζωής μέσα σου, την κοσμική σου φύση. Αυτό, είναι η μεγάλη μου ανταμοιβή... ''

Βίλχελμ Ράιχ - Άκου, Ανθρωπάκο

Δαιμονισμός & Εξορκισμός: Μύθος ή Πραγματικότητα;

Η Πεποίθηση πως οι Δαίμονες υπάρχουν και μπορούν να εισχωρήσουν μέσα στους ανθρώπους καταλαμβάνοντας την ψυχή τους είναι μία πεποίθηση που έχει φυσικά ενδυναμωθεί από την Φανταστική Λογοτεχνία και τις διάφορες θρησκευτικές πεποιθήσεις ανά τον κόσμο. Ο Δαιμονισμός υπάρχει ως έννοια στις περισσότερες θρησκείες που αναφέρουν πως οι άνθρωποι μπορούν να δαιμονιστούν από Πνεύματα και Δαίμονες και κάπου εκεί χρησιμοποιείται ο Εξορκισμός, μία διαδικασία που επιχειρεί να «εξάγει» το Δαιμονικό πνεύμα από το σώμα του ανθρώπου, λυτρώνοντάς τον ίσως και από τον θάνατο.

Ο Δαιμονισμός ως Έννοια στον Πολιτισμό

Η Έννοια της Δαιμονικής κατάληψης (Δαιμονισμός) από νεκρές ψυχές ή και Δαιμονικές οντότητες που κυριεύουν τα σώματα των ανθρώπων βασίζεται στην Καμπαλιστική ιδέα του Gilgul (Μετενσάρκωση) και αναφέρεται στην εισβολή της Καμπαλιστικής Ψυχής στο σώμα ενός αρχαίου σοφού που αποζητά το πνευματικό του ταξίδι. Υπάρχουν κάποιοι λόγιοι που έχουν υποστηρίξει που οι ιστορίες που αφορούν τον Δαιμονισμό, υπάρχουν μόνο για να επιβεβαιώσουν την θεωρία και να αναδείξουν τις μαγικές δυνάμεις του Καμπαλιστή που καλείται να αναλάβει τον Εξορκισμό.

Ο Δαιμονισμός βέβαια είναι και μία Ιουδαιο-Χριστιανική έννοια, ενώ αρκετές είναι οι θρησκείες που αποδέχονται αυτή την Δαιμονοληψία από θετικές αλλά και αρνητικές οντότητες για σύντομο χρονικό διάστημα εξυπηρετώντας ή μπλοκάροντας την πνευματική αναζήτηση του ατόμου. Ο Πνευματισμός διδάσκει πως ο θάνατος είναι μία ψευδαίσθηση και πως όντως τα πνεύματα μπορούν να «καταλάβουν» ένα άνθρωπο. Οι νέες θεωρίες βέβαια έχουν εισάγει και τον όρο του Channeling, σύμφωνα με τον οποίο τα πνεύματα των νεκρών καταλαμβάνουν το διάμεσο για να πραγματοποιήσουν ένα είδος επικοινωνίας με τον κόσμο των ζωντανών.

Το Cinema φυσικά εκμεταλλεύτηκε το έντονο ενδιαφέρον του κοινού, για τον Εξορκισμό και τον Δαιμονισμό δημιουργώντας ταινίες που βασίστηκαν σε «αληθινές ιστορίες». Υπάρχουν αρκετές ταινίες σχετικές με το ζήτημα, όπως το «Ο Τελευταίος Εξορκισμός», ο «Εξορκισμός της Έμιλυ Ρόουζ», «Η Τελετή» αλλά και άλλες παρόμοιες ταινίες που ποικίλουν σε ποιότητα, αυθεντικότητα και παροχή φόβου. Η Μεγαλύτερη επιρροή στο κοινό βέβαια προήλθε από τον περίφημο και κλασσικό «Εξορκιστή» προκαλώντας σχεδόν φρενίτιδα, αφού μερικές εβδομάδες μετά την πρεμιέρα της ταινίας ένα καθολικό κέντρο της Βοστώνης λάμβανε καθημερινά εκατοντάδες αιτήσεις εξορκισμού σε καθημερινή βάση. Το σενάριο γράφτηκε από τον William Peter Blatty και πάρθηκε από το ομώνυμο Best Seller μυθιστόρημα του 1971. Ο Blatty ανέφερε πως εμπνεύστηκε την ιστορία από ένα άρθρο της Washington Post που είχε διαβάσει σχετικά με ένα παιδί του Μέριλαντ που είχε περάσει την διαδικασία του εξορκισμού, και πίστευε πως ήταν μία πραγματική περίπτωση Δαιμονισμού, αν και η έρευνα που πραγματοποιήθηκε αργότερα αποκάλυψε πως η περίπτωση αυτή ήταν αρκετά μακριά από την αλήθεια.

Ο Michael Cuneo στο βιβλίο του “American Exorcism: Expelling Demons in the Land of Plenty,” βασίζει την πίστη του σύγχρονου ανθρώπου στον Δαιμονισμό στην ταινία αυτή. Όσο αφορά την ιστορική καταβολή του Εξορκιστή, ο Cuneo περιγράφει την δουλειά του Blatty ως μία φανταστική ιστορία που στηρίζεται στην ασταθή βάση ενός ημερολογίου του διάσημου πιά παππά που πρωταγωνίστησε. Υπήρχε όντως ένα αγοράκι που πέρασε την διαδικασία του εξορκισμού, όμως οι λεπτομέρειες και οι υπερβολές που παρουσιάζονται στην ταινία είναι εντελώς κατασκευασμένες από την φαντασία του Σεναριογράφου.

Εξορκισμός: Οι πραγματικές υποθέσεις

Ενώ αρκετοί άνθρωποι πιστεύουν πως ο Δαιμονισμός και ο Εξορκισμός αφορούν τις σκοτεινές εποχές του παρελθόντος, η αλήθεια είναι πως στην σύγχρονη εποχή συνεχίζουν αδιάκοπα οι τελετές εξαγνισμού και εξορκισμού των δαιμονισμένων ανθρώπων, που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι ψυχικά και διανοητικά διαταραγμένοι. Κανείς δεν γνωρίζει φυσικά αν οι τελετές αυτές αφορούν πραγματικές περιπτώσεις δαιμονισμού ανεξάρτητα από την διανοητική διαταραχή των ανθρώπων αυτών, αφού ο Δαιμονισμός ως έννοια και ο Εξορκισμός ισχυροποιείται και πραγματοποιείται από ανθρώπους με πολύ ισχυρό αίσθημα πίστης. Σε αυτό το σημείο φαίνεται πως ίσως παίζει ρόλο η ψυχολογία, αφού αν κάποιος πιστέψει με όλη του την δύναμη πως είναι δαιμονισμένος, και πως ο Εξορκισμός θα τον θεραπεύσει, τότε ίσως μέσα από την επιβεβαιωμένα πανίσχυρη δύναμη του Νου, το άτομο να δημιουργήσει μέσα από τις σκεπτομορφές αυτή την κατάσταση στον ίδιο του τον εαυτό, αποζητώντας την λύτρωση από την «Δαιμονική» Οντότητα.

Η Λέξη Εξορκισμός πηγάζει από την ελληνική λέξη «Εξουσία». Όπως αναφέρει ο James R. Lewis στο βιβλίο του “Satanism Today: An Encyclopedia of Religion, Folklore, and Popular Culture,” το να εξορκίζεις σημαίνει να «ορκίζεις» το πνεύμα που δαιμονίζει το άτομο, επικαλούμενος μία ανώτερη οντότητα που θα αντιμετωπίσει την δαιμονική οντότητα- αντί να το εξοστρακίσει μακριά από το σώμα. Κάτι τέτοιο γίνεται ξεκάθαρο όταν ο Δαίμονας διατάσσεται να αφήσει το σώμα όχι από τον Ιερέα που τελεί τον Εξορκισμό, αλλά μέσα από την επίκληση των Θεϊκών δυνάμεων.

To Βατικανό δημοσίευσε για πρώτη φορά κανόνες πάνω στον Εξορκισμό το 1614 και τους αναθεώρησε το 1999. Σύμφωνα με την Καθολική εκκλησία, τα σημάδια που αναδεικνύουν περιπτώσεις Δαιμονισμού συμπεριλαμβάνουν υπερφυσικές δυνάμεις, αποστροφή στον αγιασμό και την δυνατότητα ομιλίας σε ακατάληπτες γλώσσες. Άλλα πιθανά σημάδια Δαιμονισμού συμπεριλαμβάνουν τις βωμολοχίες και τον ασταμάτητο αυνανισμό του Δαιμονισμένου.

Πέρα από τους λίγους εξουσιοδοτημένους από το Βατικανό υπάρχουν εκατοντάδες αυτόνομους Εξορκιστές ανά τον κόσμο. Ο Michael Cuneo, αφού παραβρέθηκε σε πάνω από 50 εξορκισμούς, αναφέρει πως δεν παρατήρησε ούτε σε ένα από αυτούς οτιδήποτε παραφυσικό ή ανεξήγητο. Ούτε αιώρηση, ούτε δαιμονικά σημάδια που εμφανίζονται στο σώμα του ασθενούς ξαφνικά. Αυτό που παρατήρησε όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ήταν αρκετοί διαταραγμένοι νοητικά άνθρωποι, και στις δύο πλευρές του τελετουργικού.

Και ενώ μία ταινία παρέχει διασκέδαση μέσα από την πεποίθηση πως ο Δαιμονισμός και ο Εξορκισμός είναι πραγματικός, η αληθινή διαδικασία μπορεί να έχει και θανάσιμες επιπτώσεις. Το 2003 ένα αυτιστικό 8χρονο παιδάκι σκοτώθηκε κατά την διάρκεια ενός εξορκισμού από μέλη της Εκκλησίας που κατηγόρησαν τον Δαίμονα για την δυσλειτουργία του παιδιού. Το 2005 μία νεαρή μοναχή στην Ρουμανία πέθανε στα χέρια ενός ιερέα κατά την διάρκεια του Εξορκισμού και αφού είχε δεθεί στον σταυρό, αφημένη για ημέρες δίχως νερό και φαγητό σε μία προσπάθεια «εξαγωγής» του Δαίμονα. Και τα χριστούγεννα του 2010 στην Αγγλία, ένα 14χρονο αγόρι με όνομα Kristy Bamu ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου από τους συγγενείς του που προσπάθησαν να εξορκίσουν την δαιμονική οντότητα που θεωρούσαν πως βρίσκεται μέσα του.

Όλα τα παραπάνω συνηγορούν στο γεγονός πως η ανθρώπινη πεποίθηση για τον Δαιμονισμό μπορεί, πάνω στην μανία του να επιβεβαιώσε την πραγματική φύση των δαιμόνων, να φτάσει με τις πράξεις της στα άκρα προκειμένου να μην εκλογικεύσει τα σημάδια. Όταν ερευνώνται τέτοιου είδους υποθέσεις, έστω και άν υπάρχει πραγματικά η πιθανότητα εισβολής κάποιου δαίμονα σε ένα άνθρωπο, πρέπει να εστιάζονται με κύριο γνώμονα την λογική και όχι την έπαρση προς τη σκοτεινή φύση του Υπερβατισμού, που μπορεί να φανατίσει μέσα από τις διδαχές της θρησκείας και να επιφέρει καταστροφικά αποτελέσματα. Γιατί μερικές φορές οι Δαίμονες όντως φωλιάζουν μέσα μας, αλλά δημιουργούνται μέσα από τις σκοτεινές διεργασίες του ανθρώπινου νου μας. Και μέσα από δογματικές αντιλήψεις, αυτοί οι Εσωτερικοί δαίμονες μπορούν να γίνουν άκρως επικίνδυνοι!

Μην προσπαθείς να περάσεις χαλινάρια στη ζωή, παραδώσου στην κίνησή της

Ως άνθρωποι νομίζω πως όλοι έχουμε κατά καιρούς μπει σε θέση ελέγχου απέναντι στην ζωή μας. Σ’ εκείνη την θέση απαίτησης, που όλα θέλουμε να τα ελέγξουμε, να τα βάλουμε σε σειρά, αυστηρά, συγκρατημένα, γυαλιστερά τακτοποιημένα μέσα σε κουτάκια ασφαλείας. Αυτή η τελευταία λέξη κρύβει όλη την αλήθεια για τον έλεγχο που ο άνθρωπος προσπαθεί, με το ζόρι, να επιβάλλει στην ζωή του.

Ασφάλεια! Αυτός είναι ο λόγος που προσπαθεί ο άνθρωπος, μάταια, να φορέσει χαλινάρια στον ίδιο, στα συναισθήματά του, στις καταστάσεις που τον περιβάλλουν και στην έκβασή τους. Μα τι παράδοξο που είναι όλο αυτό, έχουμε την διάθεση να φέρουμε την ασφάλεια στην ζωή μας και μ’ ένα ατέρμονο κυνηγητό ελέγχου αυτό που τελικά καταφέρνουμε είναι να δημιουργούμε μεγαλύτερες ανισορροπίες στον εσωτερικό μας κόσμο καθώς αργά ή γρήγορα αυτό το ταξίδι θα μας φέρει αντιμέτωπους με την αλήθεια. Πως την ζωή ο άνθρωπος δεν μπορεί να την ελέγχει, κι ακόμη κι αν το προσπαθήσει να κυριαρχήσει επάνω της, όπως όλοι μας κάποτε προσπαθήσαμε, κάποια στιγμή θα κατανοήσει πως κανένας δεν μπορεί να φορέσει χαλινάρια στην ζωή.

Αλήθεια που σοκάρει τον άνθρωπο, τον κάνει να χάσει το σταθερό έδαφος κάτω από τα πόδια του όταν αντιλαμβάνεται πόσο μάταιη είναι αυτή του η προσπάθεια. Είναι τότε που ο άνθρωπος θα κρυφτεί, σα χελωνάκι φοβισμένο με το κεφάλι στο καβούκι του, κι ίσως να παραιτηθεί για λίγο. Αυτή είναι, δυστυχώς, η άλλη άκρη του νήματος. Η παραίτηση, που κρύβει πίσω της λιγάκι θυμό και μια στάλα απογοήτευση για την αποτυχημένη του αυτή προσπάθεια.

Βλέποντας αυτό το τεράστιο χάσμα που δημιουργείται ανάμεσα στα δύο άκρα, τον έλεγχο και την παραίτηση, αναρωτιέμαι αληθινά αν υπάρχει και κάποια άλλη επιλογή να διαλέξει ο άνθρωπος για να διαχειριστεί, μα και για να απολαύσει, την ζωή που του χαρίστηκε. Ίσως εκεί να κρύβεται και η διαφορά, σε μια διαφορετική απόφαση, μια διαφορετική επιλογή με την οποία μπορούμε να προχωρούμε παρέα με την ζωή και όχι κόντρα σε αυτήν.

Σε αυτό το σημείο όλες οι εκπλήξεις, οι ανατροπές, οι αλλαγές, τα γεγονότα που με σημάδεψαν μέσα στην ζωή, εκείνα που ούτε τα γνώριζα ούτε και μπορούσα να τα ελέγξω, έρχονται σαν εικόνες βγαλμένες από ταινία… κι η θύμησή τους κρατά, θαρρώ, ένα μεγάλο μα και συνάμα απλό μυστικό.

Όταν η ζωή μας φέρνει αντιμέτωπους μ’ όλα εκείνα που δεν μπορούμε να ελέγξουμε, η αποδοχή τους είναι μονόδρομος. Η λύση λοιπόν βρίσκεται στην αποδοχή, στο να αποδέχεσαι την ζωή ολόκληρη με ό,τι κι αν την συνοδεύει, χωρίς να προσπαθείς να της επιβληθείς μα και χωρίς να παραιτείσαι στην άκρη της.

Να παραδίνεσαι στα χέρια της, αυτή θα ήταν μια σοφή επιλογή για να προχωρήσεις στην αγκαλιά της. Το συναίσθημα των δύο αυτών λέξεων είναι τελείως διαφορετικό, αφού άλλο το να παραιτείσαι και άλλο το να παραδίνεσαι στην ροή της ζωής.

Είναι όμορφο, όσο κι αν μας φοβίζει, να αφήνουμε την ζωή να μας εκπλήσσει. Να παραδινόμαστε στην κίνησή της με την χαρά και την εμπιστοσύνη του συν-οδηγού, χωρίς παραίτηση μέσα στην καρδιά, απολαμβάνοντας την διαδρομή και συμμετέχοντας ενεργά στις κατευθύνσεις του οχήματος που βρισκόμαστε.

Ας αφήσουμε την ζωή να μας πάρει μαζί της στην διαδρομή, σε κάθε έκπληξη, και να μας γεμίσει με τα δώρα της. Τα δώρα της μάθησης! Γιατί πίσω από κάθε γεγονός που η ζωή σε φέρνει αντιμέτωπο, ευχάριστο ή δυσάρεστο, κρύβεται πάντοτε ενός πολύτιμος θησαυρός, ένα μάθημα.

Μην προσπαθείς λοιπόν να της περάσεις χαλινάρια γιατί η ζωή δεν ελέγχεται, ούτε οι άνθρωποι, ούτε οι καταστάσεις. Άλογο είναι η ζωή μας, που η φύση του είναι να υπάρχει ελεύθερο γιατί αλλιώς θα μαραζώσει φυλακισμένο.

Ταξιδιώτη, μην εξαντλείς άλλο τις δυνάμεις σου προσπαθώντας να ελέγχεις τα πάντα, ούτε να παραιτείσαι, απλά παραδώσου στην ζωή. Ανέβα στο άλογο αυτό και απόλαυσε ελεύθερα την διαδρομή που σου χαρίστηκε ό,τι κι αν αυτή σου φέρει…

Καλό ταξίδι ταξιδιώτη…

Η στιγμή της νίκης είναι η στιγμή που διατρέχεις τον μεγαλύτερο κίνδυνο

Το 559 π.Χ., ένας νεαρός άντρας, ο Κύρος, συγκέντρωσε έναν τεράστιο στρατό από τις διασκορπισμένες φυλές της Περσίας και βάδισε εναντίον του παππού του Αστυάγη, βασιλιά των Μήδων. Τον νίκησε εύκολα και στέφθηκε βασιλιάς της Μηδίας και της Περσίας και άρχισε να σφυρηλατεί την Περσική Αυτοκρατορία. Οι νίκες γρήγορα διαδέχονταν η μία την άλλη. Ο Κύρος νίκησε τον Κροίσο, ηγεμόνα της Λυδίας και μετά κατέκτησε τα νησιά της Ιωνίας και άλλα μικρότερα βασίλεια. Βάδισε εναντίον της Βαβυλώνας και τη σύντριψε.

Τώρα έγινε γνωστός ως Κύρος ο Μέγας, Βασιλιάς του Κόσμου. Αφού περιήλθαν στα χέρια του τα πλούτη της Βαβυλώνας, ο Κύρος στράφηκε προς την ανατολή, στις ημιβάρβαρες φυλές της Μασαγετίας, ενός τεράστιού βασιλείου στην Κασπία Θάλασσα. Οι Μασαγέτες, οι οποίοι ήταν μια άγρια φυλή πολεμιστών που τούς κυβερνούσε η Βασίλισσα Τομύρη, δεν είχαν τα πλούτη που είχαν οι Βαβυλώνιοι, αλλά ο Κύρος αποφάσισε να τους επιτεθεί όπως και να ήταν πιστεύοντας ότι ήταν υπεράνθρωπος και ακατανίκητος. Οι Μασαγέτες θα υπέκυπταν εύκολα στα στρατεύματά του και η αυτοκρατορία του θα γινόταν απέραντη.

Το 529 π.Χ., ο Κύρος βάδισε προς τον ποταμό Αράξη, που ήταν η πύλη που οδηγούσε στο βασίλειο των Μασαγετών. Αφού στρατοπέδευσε στη δυτική ακτή, έλαβε ένα μήνυμα από τη Βασίλισσα Τομύρη: «Βασιλιά των Μήδων», έγραφε, «σε συμβουλεύω να εγκαταλείψεις τα σχέδιά σου γιατί δεν ξέρεις αν θα σου βγούν σε καλό, στο τέλος. Κυβέρνησε το δικό σου λαό και προσπάθησε να με ανεχτείς να κυβερνώ το δικό μου. Αλλά, φυσικά, θα αρνηθείς τις συμβουλές μου, καθώς το τελευταίο πράγμα που επιθυμείς είναι να ζήσεις ειρηνικά».

Η Τομύρη, επειδή ήταν σίγούρη για τη δύναμη του στρατού της και επειδή επιθυμούσε να καθυστερήσει την αναπόφεύκτη μάχη, προσφέρθηκε να αποσύρει τα στρατεύματά της στη δική της πλευρά του ποταμού και να επιτρέψει στον Κύρο να διασχίσει τα νερά με ασφάλεια και να πολεμήσει το στρατό της στην ανατολική πλευρά, αν το επιθυμούσε. Ο Κύρος συμφώνησε, αλλά αντί να αντιμετωπίσει τον εχθρό ευθέως, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ένα κόλπο. Οι Μασαγέτες δεν ήξεραν από πολυτέλειες.

Αφού ο Κύρος διέσχισε τον ποταμό, στρατοπέδεύσε στην ανατολική πλευρά και ετοίμασε ένα πλουσιοπάροχο γεύμα, με άφθονο κρέας, μεζέδες και δυνατό κρασί. Μετά άφησε το πιο αδύνατο στράτευμα στο στρατόπεδο και απέσυρε τις υπόλοιπες δυνάμεις του στο ποτάμι. ‘Ενα μεγάλο απόσπασμα Μασαγετών επιτέθηκε στο στρατόπεδο και σκότωσε όλους τους Πέρσες στρατιώτες στη διάρκεια μιας άγριας μάχης. Κατόπιν, κάθισαν και έφαγαν όλα τα υπέροχα εδέσματα και ήπιαν το δυνατό κρασί που βρήκαν. Αργότερα, αναπόφεύκτα, κοιμήθηκαν. Ο Περσικός στρατός επέστρεψε στο στρατόπεδο την ίδια νύχτα και αφού σκότωσε πολλούς από τους κοιμισμένούς στρατιώτες, αιχμαλώτισε όσους απόμειναν. Ανάμεσα στους αιχμαλώτούς ήταν ο στρατηγός τους, ένας νεαρός, ο Σπαργαπίσης, γιος της Βασίλισσας Τομύρη.

‘Οταν η βασίλισσα έμαθε τι είχε συμβεί, έστειλε ένα μήνυμα στον Κύρο στο οποίο τον επέπληττε που χρησιμοποίηοε κόλπο για να νικήσει το στρατό της. «Τώρα άκουσέ με», έγραψε, «και θα σε συμβουλέψω για το δικό σου καλό: δώσε μου το γιο μου και φύγε από τη χώρα μου με τις δυνάμεις σου ανέγγιχτες και ικανοποιήσου που νίκησες το ένα τρίτο της δύναμης των Μασαγετών. Αν αρνηθείς, ορκίζομαι στον ήλιο, τον κύριό μας, ότι θα σου δώσω περισσότερο αίμα να πιεις απ’ ό,τι μπορείς παρόλη τη λαιμαργία σου».

Ο Κύρος την κορόιδεψε: Δεν θα απελευθέρωνε το γιο της. Θα συνέτριβε τους βαρβάρους. Ο γιος της βασίλισσας, βλέποντας ότι δεν θα απελευθερωθεί, δεν άντεξε την ταπείνωση και αυτοκτόνησε. Τα νέα της αυτοκτονίας του γιου της κατέβαλλαν την Τομύρη. Συγκέντρωσε όλες τις δυνάμεις που μπορούσε απ’ όλο της το βασίλειο και αφού έφερε τους στρατιώτες σε μια κατάσταση εκδικητικής φρενίτιδας επιτέθηκε εναντίον του Κύρου και ακολούθησε μια βίαιη και ανηλεής μάχη.

Τελικά, οι Μασαγέτες επικράτησαν. Μέσα στο θυμό τους αποδεκάτισαν τον Περσικό στρατό και σκότωσαν και τον ίδιο τον Κύρο. Μετά τη μάχη, η Τομύρη και οι στρατιώτες της έψαξαν το πεδίο της μάχης για το πτώμα τον Κύρου. Όταν το βρήκαν, έκοψαν το κεφάλι και το έβαλαν σε έναν ασκό γεμάτο με ανθρώπινο αίμα, ενώ φώναζε: «Παρόλο που σε έχω νικήσει και ζω, με έχεις καταστρέψει παίρνοντάς μου το γιο με προδοσία. Βλέπεις τώρα – εκπλήρωσα την απειλή μου: Χόρτασε αίμα». Μετά το θάνατο του Κύρου, η Περσική Αυτοκρατορία κατέρρευσε γρήγορα. Μια πράξη αλαζονείας ακύρωσε όλα τα σπουδαία έργα του Κύρου.

Ηροδότου ιστορίαι, Βιβλίο πρώτο 402 – 416

Πως πλάθεται ο φόβος του αποχωρισμού;

Ο φόβος του αποχωρισμού δεν είναι τίποτε άλλο από την ιδέα ότι ο άλλος θα μας εγκαταλείψει και φοβόμαστε να μείνουμε μόνοι, σαν να μην νοιώθουμε επαρκής να φροντίσουμε τον εαυτό μας. Αυτή η σκέψη που προαναγγέλλει τον φόβο συνήθως έχει τις ρίζες της στην παιδική ηλικία…που τότε ως βρέφη ή ως παιδιά η μητέρα ή ο πατέρας ή και οι δύο μας άφησαν συναισθηματικά αφρόντιστους, έφευγαν από το σπίτι δίχως να μας ενημερώσουν και ως παιδιά φοβόμασταν την μοναξιά, το σκοτάδι, δεν γνωρίζαμε πώς να φροντίσουμε τον εαυτό μας. Αυτές οι εμπειρίες έχουν γραφτεί στην μνήμη και κάθε φορά που ως ενήλικες πια ερχόμαστε σε επαφή με μία αντίστοιχη κατάσταση παλινδρομούμε στο παρελθόν αναζωπυρώνοντας την τραυματική τότε εμπειρία.

Σε αυτό το σημείο είναι απαραίτητο να υπογραμμίσω ότι η κάθε σχέση που αγγίζει ένα τραύμα είναι ένα δώρο το οποίο αν τολμήσουμε να το ανοίξουμε θα μας οδηγήσει στην απελευθέρωση. Το παιδικό τραύμα είναι ένα σεντούκι με χρυσό το οποίο όσο το κουβαλάμε σφραγισμένο είναι βάρος και με την πάροδο του χρόνου το σεντούκι αυτό βαραίνει όλο και περισσότερο όσο του προσθέτουμε φόβο. Η αίσθηση της ντροπής και της κριτικής είναι ανασταλτικοί παράγοντες της τόλμης και της ελευθερίας. Το κλειδί το έχουμε «εμείς», κάπου το έχουμε καταχωνιάσει… μέσω της συντροφικής σχέσης το σεντούκι όπως και το κλειδί αρχίζει και αναδύεται καθώς φωτίζεται χάρη του συντρόφου μας.

Ο φόβος του αποχωρισμού εντέλει είναι μία πρόκληση….να αποχωριστούμε και να πενθήσουμε παράλληλα την ιδέα της ανημπόριας, να αφήσουμε πίσω το τραύμα που πυροδότησε τη διερεύνηση του εαυτού μας (ευγνωμονώντας το) και με θάρρος να περπατήσουμε λαχταρώντας να γευτούμε τους καρπούς της ενήλικης ζωής.

Αν δεν μπορούμε μόνοι μας να αντιμετωπίσουμε όσα μας δυσκολεύουν μπορούμε να ζητήσουμε την βοήθεια ενός κατάλληλα καταρτισμένου ειδικού Ψυχικής υγείας. Το να ζητάμε βοήθεια δε σημαίνει ότι παραδεχόμαστε ότι είμαστε αδύναμοι και ανίκανοι να κάνουμε καλά τον εαυτό μας. Αντίθετα σημαίνει ότι πιστεύουμε στον εαυτό μας και επιθυμούμε πραγματικά να γίνουμε καλά.

Ακόμη και αν έχουμε προσπαθήσει να ζητήσουμε βοήθεια και δεν έχουμε δει γρήγορα αποτελέσματα χρειάζεται να έχουμε υπομονή. Όσο διάστημα έχουμε αφήσει να πονάμε θέλει τον κατάλληλο χρόνο να επουλωθεί.

Ας σταματήσουμε να σκεφτόμαστε τον κόπο της διαδικασίας και ας συνειδητοποιήσουμε ότι: ΑΞΙΖΟΥΜΕ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΑΛΑ!

Δεν θα σταματήσουμε ποτέ να είμαστε ΖΩΗ

Είμαστε αυτοί που έχουμε ακόμα καρδιές αληθινές
και δεν συμβιβαζόμαστε με τις εύκολες απαντήσεις.

Κρατάμε κοντά στον παλμό της ζωής το χτυποκάρδι μας
και μέσα από τους κεραυνούς περνάμε στο Ερεβοκτόνο φως.

Καθημερινά γκρεμίζουμε στο βωμό της εμπειρίας
κάθε τι ψεύτικο επιτρέποντας στην Αγάπη
να διεισδύει μέσα σε κάθε κύτταρο μας.

Κι αν πέφτουμε, σηκωνόμαστε…
Κι αν εγκλωβιζόμαστε, ελευθερωνόμαστε..
Ξανά και ξανά, ακούραστα…

Γευόμαστε το γέλιο και το κλάμα μας, τον πόνο και την χαρά μας,
την σκιά και την λιακάδα μας χορεύοντας εκστατικά
μέσα στις ατέλειωτες βουνοκορφές και κοιλάδες της ζωής μας.

Δεν θα σταματήσουμε ποτέ να φλεγόμαστε,
να απολαμβάνουμε, να γευόμαστε την κάθε στιγμή μας.

Ας μας πουν και τρελούς
Εμείς δεν θα σταματήσουμε ποτέ να είμαστε ΖΩΗ!

Ας ευγνωμονούμε τη φύση λοιπόν

«…Έτσι γίνονται τώρα τα πρώτα πραγματικά βήματα από την ωμότητα στον πολιτισμό, ο οποίος συνίσταται όντως στην κοινωνική αξία του ανθρώπου. Έτσι αναπτύσσονται σιγά-σιγά όλα τα χαρίσματα, διαμορφώνεται η καλαισθησία κι ακόμη γίνεται με την πρόοδο της διαφώτισης η αρχή για τη θεμελίωση ενός τρόπου σκέψης, ο οποίος, με τον καιρό, μπορεί να μεταβάλει την ωμή φυσική καταβολή να διακρίνουμε ηθικά, σε καθορισμένες πρακτικές αρχές και συνεπώς μια παθολογικά αποσπασμένη συναίνεση προς μια κοινωνία τελικά σε ηθικό όλον. Δίχως εκείνες, τις καθ’εαυτές όχι βέβαια αξιαγάπητες ιδιότητες της ακοινωνησίας, από τις οποίες εκπηδά η αντίσταση, την οποία κατ’ανάγκη θ’απαντήσει εγωπαθώς επαιρόμενος ο καθένας, θα παρέμεναν όλα τα χαρίσματα παντοτεινά κρυμμένα μέσα στο βλαστό τους, σε μια αρκαδική ζωή βουκολικού ειδυλλίου, σε τέλεια αρμονία, αυτάρκεια και αμοιβαία αγάπη. Οι άνθρωποι, ήσυχοι σαν τα πρόβατα τα οποία οδηγούν στη βοσκή, δεν θα έδιναν στην ύπαρξή τους αξία μεγαλύτερη απ’ όση έχει η ζωή του κοπαδιού τους. Δεν θα εκπλήρωναν το κενό της δημιουργίας ως προς τον σκοπό ως έλλογη φύση. Ας ευγνωμονούμε τη φύση λοιπόν που είμαστε ασυμβίβαστοι, δυσμενείς και ζηλότυποι ματαιόδοξοι, που έχουμε το ανικανοποίητο πάθος να έχουμε ή και να άρχουμε! Δίχως αυτά δεν θα ύπνωτταν όλες οι εξαίρετες καταβολές στην ανθρωπότητα για πάντα ανανάπτυκτες…» Immanuel Kant, Μεταφυσικές Αρχές της Φυσικής Επιστήμης [Metaphysische Anfangsgründe der Naturwissenschaft] (1786)

Καμιά φορά από ένα μικρό απόσπασμα μπορεί κάποιος, αν είναι ασκημένος στην παρατήρηση να συντάξει κανονική διατριβή. Για τον μεγάλο Καντ έχει ειπωθεί ότι υπήρξε ο πρώτος… μετά τον Πλάτωνα. Οι δυο μεγάλοι πυλώνες της φιλοσοφίας διαχρονικά και παγκόσμια. Δεν έχει σημασία αν συμφωνεί κάποιος ή διαφωνεί. Όμως, μέσα στην καρδιά του Διαφωτισμού, ο ‘ασκητής της Καινιξβέργης’ που μας παρότρυνε να ‘τολμάμε να σκεφτόμαστε’ και πολύ καλά έκανε, διατυπώνει αφορισμούς και… προφητείες που έμελλαν και να πραγματωθούν και να φαντάζουν σήμερα σαν… κόλαση. Η ‘τέλεια αρμονία, αυτάρκεια και αμοιβαία αγάπη’ θεωρούνται αξίες μιας ‘αρκαδικής ζωής βουκολικού ειδυλλίου’, χαρακτηριστικές εκφράσεις της εποχής του με την έντονη επίδραση του Ρουσσώ και της αυταξίας του συναισθήματος και της λατρείας της φύσης. Για να εκπληρώσουν οι άνθρωποι τον σκοπό τους ως ‘έλλογες φύσεις’ –εδώ κάτι θα είχε να μας πει και ο Αριστοτέλης- πρέπει να ξεφύγουν από την ζωή του ‘προβάτου’ και να περάσουν σε έναν άλλο… βιότοπο. ‘Ας ευγνωμονούμε τη φύση λοιπόν που είμαστε ασυμβίβαστοι, δυσμενείς και ζηλότυποι ματαιόδοξοι, που έχουμε το ανικανοποίητο πάθος να έχουμε ή και να άρχουμε! ‘ λέει ο μεγάλος διανοητής που έκοψε την ιστορία της φιλοσοφίας ξανά στα δυο όπως είχε κάνει ο Πλάτων αιώνες πριν.

Και αναρωτιέμαι, τι προετοίμασαν όλα τούτα;

Μήπως το χάος που ζούμε σήμερα μετά από 250 χρόνια; Γιατί και ασυμβίβαστοι είμαστε και ματαιόδοξοι και έχουμε και άρχουμε… και ο πλανήτης στενάζει κάτω απ’ τη ματαιοδοξία μας και την αρχομανία μας…

Και προσβλέπουμε στην ‘αρκαδική’ βουκολική ζωή ως έναν παράδεισο ‘αρμονίας και αγάπης’ για να ξεφύγουμε από τα ψυχοφάρμακα…

Πλάτων: οι απαρχές της ερμηνευτικής διαλεκτικής

Πλάτων: 427 π.Χ. - 347 π.Χ.

Ερμηνευτική διαλεκτική: Η μέγιστη αρχή του Μεγάλου

§1

Ο Νίτσε έλεγε: δεν υπάρχουν γεγονότα, αλλά ερμηνείες γεγονότων. Το γεγονός είναι η κατανόησή του, η ερμηνεία του. Η πρώτη αρχή της ερμηνείας είναι το έργο του Ερμή: να μεταβιβάζει στους ανθρώπους τη βούληση των θεών και να καθιστά έτσι τον ανθρώπινο κόσμο ικανό να ακροάται, να παρακολουθεί, να πληροφορείται, να γνωρίζει, να διαμεσολαβείται από νεύματα και νοήματα. Εδώ ανιχνεύεται η αρχέγονη πράξη του ερμηνεύειν, την οποία ο Ηράκλειτος αποτυπώνει με τον παρακάτω «χρυσό» του λόγο:

«Ὁ ἄναξ οὗ τό μαντεῖόν ἐστι τό ἐν Δελφοῖς οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει, ἀλλά σημαίνει» (Β 93).

[=ο άναξ του μαντείου των Δελφών (=ο Απόλλων) δεν κοινοποιεί άμεσα ούτε αποκρύπτει, αλλά υποδεικνύει με σήματα].

Η ερμηνευτική πράξη, ως προκύπτει, είναι μια πολυσύνθετη παραγωγή λόγου και δια-λόγου, πληροφορίας και γνώσης, και συγχρόνως μια κατάσταση έμπνευσης, μια κατάσταση, όπου τα έργα των ανθρώπων αναγνωρίζονται ως έργα, επειδή φέρουν μέσα τους τον ενθουσιασμό, τη «θεία μανία», κατά τον Πλάτωνα, τη «θεία μοίρα»ˑ τούτο σημαίνει ότι «κατέχονται» από το θείο: μια μεγάλη ποίηση, ένα σπουδαίο φιλοσοφείν, κάθε μεγάλο επίτευγμα, φέρει μέσα του τα ένθεο, το βακχικό «σάλεμα», τον ρυθμό και την αρμονία. Ποιος ποιητής, αλήθεια, ποιος γενικότερα δημιουργός θα μπορούσε να επιτύχει το Μεγάλο, χωρίς προηγουμένως να έχει κυριευθεί από τη θεία μανία, από το δαιμόνιο, από ένα συζῆν και ένα ἐξαίφνης (Πλάτων Ζ Επιστολή 341c). Αυτός που αληθινά ερμηνεύει, κατανοεί και δεν φλυαρεί, όπου συμβαίνει η ανθρώπινη ύπαρξη να εκπίπτει σε φημολογία, σε διάδοση, σε σπερμολογία. Κατά την φλυαρία η ανεύθυνη γνώμη, η χωρίς γνωστικά θεμέλια κρίση, εκριζώνουν το ανθρώπινο Είναι από τα πραγματικά του θεμέλια, το καθιστούν μετέωρο και ανέστιο. Αντιθέτως, ο γνήσιος ερμηνευτικής εισχωρεί στη ρίζα του πράγματος και συγχρόνως στο στέρεο έδαφος της αυτο-ερμηνείας του, της αυτο-κατανόησής του: αισθάνεται να τον πλημμυρίζουν κεραυνοβόλες σκέψεις και να τον διαπερνά μια αιφνίδια έλλαμψηˑ ό,τι ακριβώς συμβαίνει με τις μεγάλες επαναστάσεις και αλλαγές μέσα στην ιστορία. Οι επαναστάσεις είναι επαναστάσεις και όχι πραξικοπήματα, επειδή ο λαός –ο οποίος συνήθως πριν και μετά την επανάσταση επιλέγει ή πειθαναγκάζεται να είναι μάζα, όχλος– συμμετέχει φωτισμένα, καταλαμβάνεται από μια αιφνίδια έλλαμψη, από την αίσθηση μιας ανώτερης αξίας, ζωής κ.λπ.

§2

Η ερμηνευτική, ως «τέχνη» και μέθοδος ερμηνείας των φαινομένων αλλά και του κόσμου ως τέτοιου, κάνει τα πρώτα της βήματα στην αρχαία ελληνική σκέψη ευθύς με την έναρξη της φιλοσοφικής δραστηριότητας των ανθρώπων, ανεξάρτητα εάν ως όρος χρησιμοποιήθηκε πολύ αργότερα. Στους Προσωκρατικούς, για παράδειγμα, βλέπουμε να τίθεται με αξιώσεις η ως άνω «τέχνη» σε συνεκτική ενότητα με τα μεγάλα κοσμολογικά ερωτήματα. Τα τελευταία δεν απασχολούν τους Έλληνες διανοητές έτσι απλώς ως κάτι το έξωθεν επιβεβλημένο, αλλά ως ερωτήματα που συνυφαίνονται με τον γενικότερο προβληματισμό γύρω από τον βίο των ανθρώπων. Όπως ρητά παρατηρεί ο Πλάτων, «μάλα γάρ φιλοσόφου τοῦτο τό πάθος, το θαυμάζειν»: η απορία απέναντι στην κατάσταση των πραγμάτων, απέναντι σε μια αυθύπαρκτη τάξη του κόσμου και στη θέση του ανθρώπου εντός αυτής της τάξης, καθώς και η ερμηνευτική πράξη εκ θαυμασμού και έκπληξης προ αυτής της κατάστασης ή τάξης, γεννούν τα μεγάλα ερωτήματα. Το να μπορεί κανείς να εκπλήσσεται και να θαυμάζει, να απορεί και να διερωτάται, αποτελεί χάρισμα, δωρεά που ιδιάζει στη γεμάτη από θείο φως ψυχήˑ δηλαδή ιδιάζει στον άνθρωπο που ταυτίζεται με το ίδιο το πράγμα και από τη συχνή επικοινωνία μαζί του ανασπιθίζει ξαφνικά μέσα του, σαν από μια σπίθα, ένα φως, που τον ευαισθητοποιεί, τον τρέφει και τον ανατρέφει σύγκορμο. Συνδέεται συνεπώς με την έφεση του ανθρώπου να μην παραδίδεται άνευ όρων στην εξωτερική του συνθήκη, στο εξωτερικά υπάρχον –δυναστευτικό ή μη– αλλά να το ερμηνεύει, να το κατανοεί και αναλόγως να ενεργεί. Έτσι, όλο το φιλοσοφικό οικοδόμημα του Πλάτωνος αναγνωρίζεται ως μια τιτάνια απόπειρα διαλεκτικής ερμηνείας του κόσμου και όχι ως ιδεολογικό κατασκεύασμα ή επιτήδευμα, όπως αφελώς ή σκόπιμα διαλαλούν ορισμένοι «μορφωμένοι» αμόρφωτοι της σημερινής παρακμής. Γιατί αλήθεια να είναι η πλατωνική ερμηνευτική ιδεολογικό ή ιδεαλιστικό επιτήδευμα και όχι οι δικές τους οπισθοδρομικο-«προοδευτικές» ανοησίες; Προφανώς, επειδή η πλατωνική σκέψη, σε αντίθεση με τις τελευταίες, δεν δεσμεύεται από κανέναν αρρωστημένο Ιδεολογισμό, αλλά υπηρετεί τον «έμψυχο» λόγο, την ομιλούσα σκέψη.

§3

Σε επίπεδο δυτικής σκέψης, η έννοια της ερμηνευτικής κάνει την εμφάνισή της για πρώτη φορά στον Πλάτωνα. Εδώ λαμβάνει τη σημασία της ερμηνευτικής τέχνης. Ποιο είναι το θεμέλιο της πλατωνικής ερμηνευτικής «τέχνης»; Είναι η ιδέα του αγαθού. Ετούτη η ιδέα είναι η δύναμη και η αρχή, με βάση την οποία τα όντα γίνονται αντικείμενα ερμηνείας και κατανόησης. Η ερμηνευτική οδός που προσφέρει τούτη η ιδέα είναι πιο ασφαλής και σαφής από τους σκοτεινούς διαδρόμους των θεσμικών εμπειριστών. Μια ακόμη αρετή που υπόσχεται αυτή η οδός, λόγω ακριβώς της θαλερότητάς της, είναι η προφορικότητα. Στον Φαίδρο (274-278) ο φιλόσοφος πλέκει το εγκώμιο του προφορικού λόγου έναντι του γραπτού. Γιατί ο προφορικός λόγος υπερέχει; Επειδή μεταγγίζεται άμεσα και εγγράφεται ανεξίτηλα στην ψυχή του μαθητή χωρίς εξωτερικές διαμεσολαβήσεις, όπως είναι η γραφή: αντιστρατεύεται την εκ της γραφής λήθη, ενδυναμώνει τη μνήμη και καθιδρύει την εσωτερίκευση. Η γραφή δεν είναι μνήμη, αλλά υπόμνηση. Ο άνθρωπος, που δεν έχει μάθει να διατηρεί ζωντανή την αλήθεια –ήτοι την ιδέα– του πράγματος, δυνάμει της δικής του εσωτερικότητας αλλά με βάση το εξωτερικό σύμβολο της γραφής, μπορεί να φαίνεται κάτοχος της σοφίας, στην πραγματικότητα όμως είναι δοκησίσοφος. Αμέτρητοι είναι τέτοιας υφής δοκησίσοφοι στα κέντρα και παράκεντρα του σημερινού τοπίου του ανθρώπου. Κατά την ερμηνευτική «τέχνη» του Πλάτωνα, η ζωντανή συνομιλία επιτρέπει στην ομιλία του ενός να εισδύει στην αλήθεια της ομιλίας του άλλου και έτσι να προκύπτει αλληλοκατανόηση αλλά και κατανόηση της ουσίας του αντικειμένου. Η πλατωνική διαλεκτική εκτυλίσσεται με τη μορφή ερώτησης και απάντησης. Η ερώτηση μάς διανοίγει προς το νόημα κάποιου πράγματοςˑ καθίσταται η φωνή αυτού του κάτι, η οποία καλεί την απάντηση να πορευθεί προς το δικό του νόημα, δηλαδή να ξαναγίνει ερώτημα προς περαιτέρω έρευνα ή ερμηνεία. Έτσι η απάντηση αποκτά φιλοσοφικό νόημα. Εάν η γνώση συνδέει την αλήθεια της με την εξέταση, την ερμηνεία των ενάντιων θέσεων, η ερώτηση μας διανοίγει προς αυτή τούτη τη γνώση, με το νόημα ότι αποδομεί τη σταθερότητα, τον απόλυτο υποκειμενισμό της γνώμηςˑ αποκαθηλώνει την παγίωσή της ως αλήθειας και καθιστά τα πάντα μετέωρα. Τότε η συνομιλία ξαναρχίζει με νέες απαιτήσεις και σε υψηλότερο επίπεδο, πιο συγκεκριμένο και πιο πλούσιο από πλευράς εννοιών, αλλά και ερμηνειών.

§4

Η πλατωνική διαλεκτική ανυψώνει τον κατανοητικό Λόγο πάνω από τον καθημερινό, απλοϊκό λόγο των δοξασιών και των γνωμών. Η ερμηνευτική της δεινότητα παρωθεί τους συνομιλητές να ανατρέπουν τις καθιερωμένες απόψεις, τα εδραιωμένα στερεότυπα, καθετί που μπορεί να απολιθώνει τη σκέψη. Γι’ αυτό και αρνείται τη λογική του σοφιστικού/δημαγωγικού επιχειρήματος. Επιζητεί να απελευθερώσει τον άνθρωπο από το ρόλο του διδάσκοντος και διδασκομένου, του καθοδηγητή και καθοδηγούμενου, του εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου. Εάν ρίξει κανείς μια ματιά στους πολέμιους της πλατωνικής σκέψης, θα διαπιστώσει ότι οι περισσότεροι σκέπτονται και ενεργούν για λογαριασμό είτε του ενός –ας πούμε του διδάσκοντος ή καθοδηγητή– είτε του άλλου (διδασκόμενου ή καθοδηγούμενου): η πρώτη κατηγορία δεν μπορεί να σταθεί στη ζωή ξεχωριστά από τη δεύτερη και αντίστροφα. Η δια του ερωτάν όμως διασκέλιση των ορίων μάς οδηγεί στην ανοικτότητα των όντων. Προς αυτή την ανοικτότητα δυνάμεθα να πορευθούμε, όταν έχουμε ήδη αρνηθεί διαλεκτικά τη βεβαιότητα μιας ακίνητης, μιας επισφαλούς συνθήκης. Κατ’ αυτό το πνεύμα, ο ερμηνευτής του πλατωνικού κειμένου γίνεται και αυτός ένας σιωπηρός, αλλά ζωντανός, δια-λεκτικός συνομιλητής του συντελεσμένου ήδη διαλόγου μέσα στο κείμενο. Η ερμηνευτική κατανόηση τώρα γίνεται διαλεκτική συμπόρευση του ερμηνευτή με τα υπαρκτά νοήματα του διαλογικού κειμένου. Τι σημαίνει στον Πλάτωνα συμπόρευση; Σημαίνει συνόραση: να βλέπουμε ταυτόχρονα και από κοινού· σαν να είμαστε ένα όλο. Αυτό είναι η μέγιστη κατανοητική πράξη. Αλλά το Μέγιστο τούτο δεν είναι το τέλος παρά η απαρχή· η νέα απαρχή από το ρητό προς το άρρητο, από το αισθητό προς το ιδεατό, από το ανθρώπινο προς το θείο. Και η νέα απαρχή, σύμφωνα με τον Heidegger, δεν μπορεί να αρχίζει παρά ως Μεγάλο. Το τελευταίο τούτο γνωρίζεται, πριν απ’ όλα, ως προ-φητική γλώσσα. Με αυτό τον τρόπο, η γλώσσα γίνεται η ανεμόσκαλα (Wittgenstein) για την ανάβαση της ψυχής στην αλήθεια των όντων. Η εν λόγω ανάβαση είναι το ευθέως αντίθετο από τη συντριβή του Λόγου μέσα στα τάρταρα της καθημερινότητας, όπου διεκδικεί την εξουσία το αναυθεντικό, το επιφανειακό, το πληκτικό, το ασυνάρτητο της μαζικής κουλτούρας.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (441d-443a)

[441d] Καὶ ᾧ δὴ ἀνδρεῖος ἰδιώτης καὶ ὥς, τούτῳ καὶ πόλιν ἀνδρείαν καὶ οὕτως, καὶ τἆλλα πάντα πρὸς ἀρετὴν ὡσαύτως ἀμφότερα ἔχειν;Ἀνάγκη.
Καὶ δίκαιον δή, ὦ Γλαύκων, οἶμαι φήσομεν ἄνδρα εἶναι τῷ αὐτῷ τρόπῳ ᾧπερ καὶ πόλις ἦν δικαία.
Καὶ τοῦτο πᾶσα ἀνάγκη.
Ἀλλ᾽ οὔ πῃ μὴν τοῦτό γε ἐπιλελήσμεθα, ὅτι ἐκείνη γε τῷ τὸ ἑαυτοῦ ἕκαστον ἐν αὐτῇ πράττειν τριῶν ὄντων γενῶν δικαία ἦν.
Οὔ μοι δοκοῦμεν, ἔφη, ἐπιλελῆσθαι.
Μνημονευτέον ἄρα ἡμῖν ὅτι καὶ ἡμῶν ἕκαστος, ὅτου ἂν [441e] τὰ αὑτοῦ ἕκαστον τῶν ἐν αὐτῷ πράττῃ, οὗτος δίκαιός τε ἔσται καὶ τὰ αὑτοῦ πράττων.
Καὶ μάλα, ἦ δ᾽ ὅς, μνημονευτέον.
Οὐκοῦν τῷ μὲν λογιστικῷ ἄρχειν προσήκει, σοφῷ ὄντι καὶ ἔχοντι τὴν ὑπὲρ ἁπάσης τῆς ψυχῆς προμήθειαν, τῷ δὲ θυμοειδεῖ ὑπηκόῳ εἶναι καὶ συμμάχῳ τούτου;
Πάνυ γε.
Ἆρ᾽ οὖν οὐχ, ὥσπερ ἐλέγομεν, μουσικῆς καὶ γυμναστικῆς κρᾶσις σύμφωνα αὐτὰ ποιήσει, τὸ μὲν ἐπιτείνουσα καὶ [442a] τρέφουσα λόγοις τε καλοῖς καὶ μαθήμασιν, τὸ δὲ ἀνιεῖσα παραμυθουμένη, ἡμεροῦσα ἁρμονίᾳ τε καὶ ῥυθμῷ;
Κομιδῇ γε, ἦ δ᾽ ὅς.
Καὶ τούτω δὴ οὕτω τραφέντε καὶ ὡς ἀληθῶς τὰ αὑτῶν μαθόντε καὶ παιδευθέντε προστήσεσθον τοῦ ἐπιθυμητικοῦ —ὃ δὴ πλεῖστον τῆς ψυχῆς ἐν ἑκάστῳ ἐστὶ καὶ χρημάτων φύσει ἀπληστότατον— ὃ τηρήσετον μὴ τῷ πίμπλασθαι τῶν περὶ τὸ σῶμα καλουμένων ἡδονῶν πολὺ καὶ ἰσχυρὸν γενόμενον [442b] οὐκ αὖ τὰ αὑτοῦ πράττῃ, ἀλλὰ καταδουλώσασθαι καὶ ἄρχειν ἐπιχειρήσῃ ὧν οὐ προσῆκον αὐτῷ γένει, καὶ σύμπαντα τὸν βίον πάντων ἀνατρέψῃ.
Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη.
Ἆρ᾽ οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ τοὺς ἔξωθεν πολεμίους τούτω ἂν κάλλιστα φυλαττοίτην ὑπὲρ ἁπάσης τῆς ψυχῆς τε καὶ τοῦ σώματος, τὸ μὲν βουλευόμενον, τὸ δὲ προπολεμοῦν, ἑπόμενον [δὲ] τῷ ἄρχοντι καὶ τῇ ἀνδρείᾳ ἐπιτελοῦν τὰ βουλευθέντα;
Ἔστι ταῦτα.
Καὶ ἀνδρεῖον δὴ οἶμαι τούτῳ τῷ μέρει καλοῦμεν ἕνα [442c] ἕκαστον, ὅταν αὐτοῦ τὸ θυμοειδὲς διασῴζῃ διά τε λυπῶν καὶ ἡδονῶν τὸ ὑπὸ τῶν λόγων παραγγελθὲν δεινόν τε καὶ μή.
Ὀρθῶς γ᾽, ἔφη.
Σοφὸν δέ γε ἐκείνῳ τῷ σμικρῷ μέρει, τῷ ὃ ἦρχέν τ᾽ ἐν αὐτῷ καὶ ταῦτα παρήγγελλεν, ἔχον αὖ κἀκεῖνο ἐπιστήμην ἐν αὑτῷ τὴν τοῦ συμφέροντος ἑκάστῳ τε καὶ ὅλῳ τῷ κοινῷ σφῶν αὐτῶν τριῶν ὄντων.
Πάνυ μὲν οὖν.
Τί δέ; σώφρονα οὐ τῇ φιλίᾳ καὶ συμφωνίᾳ τῇ αὐτῶν τούτων, ὅταν τό τε ἄρχον καὶ τὼ ἀρχομένω τὸ λογιστικὸν [442d] ὁμοδοξῶσι δεῖν ἄρχειν καὶ μὴ στασιάζωσιν αὐτῷ;
Σωφροσύνη γοῦν, ἦ δ᾽ ὅς, οὐκ ἄλλο τί ἐστιν ἢ τοῦτο, πόλεώς τε καὶ ἰδιώτου.
Ἀλλὰ μὲν δὴ δίκαιός γε, ᾧ πολλάκις λέγομεν, τούτῳ καὶ οὕτως ἔσται.
Πολλὴ ἀνάγκη.
Τί οὖν; εἶπον ἐγώ· μή πῃ ἡμῖν ἀπαμβλύνεται ἄλλο τι δικαιοσύνη δοκεῖν εἶναι ἢ ὅπερ ἐν τῇ πόλει ἐφάνη;
Οὐκ ἔμοιγε, ἔφη, δοκεῖ.
Ὧδε γάρ, ἦν δ᾽ ἐγώ, παντάπασιν ἂν βεβαιωσαίμεθα [442e] εἴ τι ἡμῶν ἔτι ἐν τῇ ψυχῇ ἀμφισβητεῖ, τὰ φορτικὰ αὐτῷ προσφέροντες.
Ποῖα δή;
Οἷον εἰ δέοι ἡμᾶς ἀνομολογεῖσθαι περί τε ἐκείνης τῆς πόλεως καὶ τοῦ ἐκείνῃ ὁμοίως πεφυκότος τε καὶ τεθραμμένου ἀνδρός, εἰ δοκεῖ ἂν παρακαταθήκην χρυσίου ἢ ἀργυρίου δεξάμενος ὁ τοιοῦτος ἀποστερῆσαι, τίν᾽ ἂν οἴει οἰηθῆναι [443a] τοῦτον αὐτὸ δρᾶσαι μᾶλλον ἢ ὅσοι μὴ τοιοῦτοι;
Οὐδέν᾽ ἄν, ἔφη.
Οὐκοῦν καὶ ἱεροσυλιῶν καὶ κλοπῶν καὶ προδοσιῶν, ἢ ἰδίᾳ ἑταίρων ἢ δημοσίᾳ πόλεων, ἐκτὸς ἂν οὗτος εἴη;
Ἐκτός.
Καὶ μὴν οὐδ᾽ ὁπωστιοῦν γ᾽ ἂν ἄπιστος ἢ κατὰ ὅρκους ἢ κατὰ τὰς ἄλλας ὁμολογίας.
Πῶς γὰρ ἄν;
Μοιχεῖαί γε μὴν καὶ γονέων ἀμέλειαι καὶ θεῶν ἀθεραπευσίαι παντὶ ἄλλῳ μᾶλλον ἢ τῷ τοιούτῳ προσήκουσι.
Παντὶ μέντοι, ἔφη.

***
[441d] Και με ό,τι και όπως ανδρείος ο ιδιώτης, με το ίδιο και με τον ίδιο τρόπο να είναι ανδρεία η πόλη, και όλα τ᾽ άλλα που συντείνουν για την τέλεια αρετή να υπάρχουν κατά τον ίδιο τρόπο και σε κείνον και σ᾽ αυτήν;
Ανάγκη πάσα.
Και δίκαιος λοιπόν θα πούμε, Γλαύκων, πως είναι ένας άνθρωπος κατά τον ίδιο τρόπο που ήταν δίκαιη και η πόλη.
Κι αυτό ανάγκη πάσα.
Μα δεν μπορεί βέβαια να έχομε ξεχάσει πως η πόλη ήταν δίκαιη με το να περιορίζεται καθεμιά από τις τρεις τάξεις που την αποτελούν στη δική της δουλειά.
Δε μου φαίνεται να το ᾽χομε ξεχάσει.
Ας θυμόμαστε λοιπόν πως και καθένας από μας, εφόσον [441e] το κάθε μέρος της ψυχής του κάνει τη δική του τη δουλειά, θα είναι δίκαιος και θα περιορίζεται να κάνει τη δουλειά του.
Και πολύ μάλιστα πρέπει να το θυμόμαστε.
Δεν ανήκει λοιπόν στο λογικό το δικαίωμα να κυβερνά, αφού αυτό έχει τη σοφία και την υποχρέωση να έχει έγνοια για ολόκληρη την ψυχή; και το θυμοειδές πάλι να είναι βοηθός και σύμμαχός του;
Βεβαιότατα.
Και δε θα είναι το συγκέρασμα της μουσικής και της γυμναστικής εκείνο που λέγαμε πως θα τα φέρει σε τέλεια συμφωνία μεταξύ τους, με το να δυναμώνει και [442a] να τρέφει το ένα με καλά λόγια και μαθήματα, και να χαλαρώνει και να πρααίνει του άλλου την ορμή, ημερώνοντάς το με την αρμονία και το ρυθμό;
Χωρίς καμιά αμφιβολία.
Κι αφού λοιπόν με αυτό τον τρόπο ανατραφούν τα δυο τους και μάθουν αληθινά το μάθημά τους και συμπληρώσουν την εκπαίδευσή τους, τότε αυτά θα κυβερνούν το επιθυμητικό, που είναι το μεγαλύτερο μέρος της ψυχής του καθενός και το πιο αχόρταγο για χρηματισμό· και θα το προσέχουν μήπως, με το να παραγεμίζεται με τις σωματικές λεγόμενες ηδονές, πολύνει και δυναμώσει [442b] και δεν κάνει πια τη δουλειά του, αλλά επιχειρήσει να υποδουλώσει και εξουσιάσει εκείνα που κανένα φυσικό δικαίωμα δεν έχει (να τα εξουσιάσει) και φέρει έτσι άνω κάτω ολάκερη τη ζωή των ανθρώπων.
Και πολύ μάλιστα.
Δε θα φυλάγουν λοιπόν αυτά τα δυο και τους εξωτερικούς εχθρούς με τον καλύτερο για την ασφάλεια ολάκερης της ψυχής και του κορμιού τρόπο, όταν από τη μια μεριά το λογικό θα σκέπτεται και θα αποφασίζει, και από την άλλη το θυμοειδές θα πολεμά και ακολουθώντας τον άρχοντα θα εκτελεί τις αποφάσεις εκείνου;
Έτσι είναι.
Και ανδρείο λοιπόν, νομίζω, ονομάζομε κάθε άνθρωπο απ᾽ αυτό το μέρος [442c] της ψυχής του, όταν δηλαδή το θυμοειδές, μες απ᾽ όλες τις λύπες και τις ηδονές κρατάει απαρασάλευτα όσα του έμαθε και του πρόσταξε το λογικό να θεωρεί φοβερά ή όχι.
Πολύ σωστά.
Σοφό πάλι ονομάζομε τον άνθρωπο από κείνο το μικρό μέρος της ψυχής που είχε την ανώτατη εξουσία μέσα της και έδινε όλες εκείνες τις προσταγές, κι έχει πάλι το ίδιο την επιστήμη να γνωρίζει ποιό είναι το συμφέρον και για το καθένα από τα τρία χωριστά και για το σύνολό τους.
Βεβαιότατα.
Και τί; δεν ονομάζομε σώφρονα τον άνθρωπο από τη φιλία και συμφωνία ανάμεσα σ᾽ αυτά, όταν και το μέρος που έχει την εξουσία και τ᾽ άλλα δυο, που είναι υπάκουά του, [442d] μένουν σύμφωνα πως το λογικό είναι εκείνο που πρέπει να εξουσιάζει και δεν επαναστατούν εναντίον του;
Τίποτ᾽ άλλο βέβαια, παρά αυτό είναι η σωφροσύνη και της πόλης και του πολίτη.
Δίκαιος τέλος θα είναι από κείνο βέβαια που τόσες φορές είπαμε, και με τον ίδιο τρόπο.
Ανάγκη πάσα.
Τί όμως; Μήπως εν τω μεταξύ αδυνάτισε κάπως η όρασή μας και μας φαίνεται η δικαιοσύνη κάτι άλλο από κείνο που βρήκαμε μες στην πόλη;
Δεν το πιστεύω εγώ τουλάχιστο.
Έτσι όμως θα μπορούσαμε ν᾽ αποκτήσομε την τέλεια βεβαιότητα, [442e] αν υπάρχει καμιά ακόμη αμφιβολία μες στην ψυχή, βάζοντας σε ενέργεια τα βαρετά εκείνα παραδείγματα.
Τα ποιά;
Να, λόγου χάρη: αν επρόκειτο σχετικά με κείνη την πόλη και με τον άνθρωπο που από φυσικού του και από ανατροφή είναι όμοιος μ᾽ αυτήν, να συμφωνήσομε μεταξύ μας αν θα μπορούσε ένας τέτοιος να καταχραστεί μια παρακαταθήκη χρυσάφι ή ασήμι που του εμπιστευτήκανε — νομίζεις πως θα βρισκότανε κανείς να πιστέψει [443a] πως αυτός περισσότερο θα ήταν ικανός να κάμει τέτοιο πράγμα, παρά οι άλλοι όσοι δεν είναι τέτοιοι;
Κανείς βέβαια.
Δε θα ήταν ακόμη ανίκανος αυτός να κάμει ιεροσυλία, ή να κλέψει, ή να προδώσει είτε τους ατομικούς φίλους του είτε όλη την πόλη;
Ανίκανος βέβαια.
Ούτε, εννοείται, θα μπορούσε κατά κανένα τρόπο να πατήσει τον όρκο του ή όποιαν άλλη συμφωνία.
Πώς θα μπορούσε;
Μοιχείες επίσης και αδιαφορίες για την περιποίηση των γονιών και για τη λατρεία των θεών είναι βέβαια πράγματα που σε κάθε άλλον ταιριάζουν παρά σ᾽ αυτόν.
Σε κάθε άλλον.