Ι. Εισαγωγικές παρατηρήσεις
Ποια είναι η γυναίκα για την οποία γνωρίζουμε ότι:
1. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές του μύθου της, κάτι το οποίο προκαλεί σύγχυση για την ταυτότητα της Ελένης.
2. Υπήρχαν ιερά αφιερωμένα σε εκείνη, ένα στη
Θεράπνη (Ηρ. 6.61, Ισ. 10.63, Παυσ. 3.19.9), ένα στον Πλατανιστά (Παυσ. 3.15.2), στη Λακωνία.
3. Υπήρχε γιορτή προς τιμή της, τα Ελένεια (Ησύχιος, λ. Ελένη).
4. Υπήρχε φυτό που λεγόταν ελένειον.
5. Λατρευόταν στη Σπάρτη ιερός πλάτανος με την επιγραφή: σέβου μ', Ελένας φυτόν ειμι. (Θεόκρ., Ειδύλλια 18.39 κ.ε.).
6. Λατρευόταν στη Ρόδο η Ελένη Δενδρίτις.
ΙΙ. Καταγωγή Ελένης
Α) Κόρη του Δία είτε από τη Λήδα είτε από τη Νέμεση.
«Όταν ο Δίας πλάγιασε με τη Λήδα παίρνοντας τη μορφή του κύκνου, την ίδια νύχτα που εκείνη βρέθηκε ερωτικά με τον Τυνδάρεω, από τον Δία γεννήθηκε ο Πολυδεύκης και η Ελένη, από τον Τυνδάρεω ο Κάστορας <και η Κλυταιμνήστρα>. Ωστόσο, κάποιοι διηγούνται ότι η Ελένη είναι κόρη της Νέμεσης και του Δία. Αυτή δηλαδή, προκειμένου να αποφύγει την επαφή με τον Δία, μεταμορφώθηκε σε χήνα, αλλά ο Δίας πήρε τη μορφή του κύκνου και ενώθηκε μαζί της· από το σμίξιμό τους αυτή γέννησε ένα αυγό που κάποιος βοσκός βρήκε στα δάση και το έφερε και το έδωσε στη Λήδα· και αυτή το έβαλε σε ένα κιβώτιο και το φύλαξε και όταν ήρθε η κατάλληλη στιγμή γεννήθηκε η Ελένη που την ανέθρεψε σαν να ήταν δική της κόρη.» (Απολλόδ. 3.10.5-7)
Οι δυο αυτές εκδοχές παραδίδονται με διάφορες παραλλαγές, όπως ότι και η Λήδα γέννησε ένα αυγό, το οποίο κρεμόταν με ταινίες από τον ναό της Ιλαείρας και της Φοίβης στη Σπάρτη (Παυσ. 3.16.1-2). Γι' αυτό και ο Παυσανίας (1.33.7-9) περιγράφει ένα ανάγλυφο του Φειδία στον ναό της Νέμεσης στον Ραμνούντα της Αττικής, μια και εκεί είχε γίνει η ένωσή τους (αυτή είναι η αττική εκδοχή του μύθου), που απεικονίζει τη Λήδα να οδηγεί την Ελένη στη μητέρα της Νέμεση. Ακόμη, παραδίδεται πως είχε γεννήσει δύο αυγά, από το ένα βγήκαν η Ελένη και ο Πολυδεύκης, από το άλλο η Κλυταιμνήστρα και ο Κάστορας. Άλλη εκδοχή θέλει μόνο την Κλυταιμνήστρα να γεννιέται φυσιολογικά και τα άλλα τρία αδέλφια από το ίδιο αυγό.
Β) Κόρη του Δία και μιας Ωκεανίδας.
Γ) Κόρη του Ωκεανού ή της Αφροδίτης.
ΙΙΙ. Αρπαγές/εθελοντικές φυγές, γάμοι Ελένης
Αρπαγή από τον Θησέα
Λέγεται (Σχόλ. Ευρ. Ορ. 249) ότι η Αφροδίτη, για κάποιο λόγο, είτε από θυμό προς τον Τυνδάρεο ή από ζήλεια για την ομορφιά των θυγατέρων του, καταράστηκε τις τρεις κόρες του -Τιμάνδρα, Κλυταιμνήστρα, Ελένη - να κάνουν πολλούς γάμους και να μην μείνουν πιστές στους άνδρες τους.
Έτσι, η Ελένη, μόλις δώδεκα χρονών, απήχθη από τον Θησέα και τον φίλο του Πειρίθοο, την ώρα που θυσίαζε στην Άρτεμη, στη Σπάρτη. Στον κλήρο που έριξαν οι δυο φίλοι, την κέρδισε ο Θησέας που την πήγε στις Αφίδνες της Αττικής, γιατί οι Αθηναίοι δεν ήθελαν να δεχτούν την Ελένη στην πόλη από τον φόβο πολέμου με τους Σπαρτιάτες. Εκεί την εμπιστεύτηκε στη μητέρα του Αίθρα. Όσο όμως ο Θησέας έλειπε στον Κάτω Κόσμο μαζί με τον Πειρίθοο για να απαγάγουν την Περσεφόνη, την ελευθέρωσαν τα αδέλφια της, οι Διόσκουροι, οι οποίοι πληροφορήθηκαν τον τόπο όπου ήταν κρυμμένη η αδελφή τους από τους κατοίκους της Δεκέλειας ή από τον ήρωα Ακάδημο. Επιτέθηκαν στο χωριό, απήγαγαν την αδελφή τους μαζί με την Αίθρα και τις έφεραν στη Σπάρτη παίρνοντας τη μητέρα του αττικού ήρωα για δούλα της Ελένης (Απολλόδ. 3.10.7). Λέγεται ότι είτε ο Θησέας σεβάστηκε την κοπέλα, επειδή ήταν ακόμη μικρή, είτε ότι η Ελένη απέκτησε από εκείνον μια κόρη, την Ιφιγένεια, την οποία παρέδωσε στην Κλυταιμνήστρα, ήδη παντρεμένη με τον Αγαμέμνονα, και η οποία την παρουσίασε σαν δική της κόρη.
Από το Άργος, όπου η Ελένη γέννησε και ίδρυσε και ναό στη θεά του τοκετού Ειλείθυια, πήγε στη Σπάρτη, όπου ο πατέρα της σχεδίαζε τον γάμο της.
Γάμος με τον Μενέλαο
Πολλοί ήταν οι υποψήφιοι μνηστήρες της Ελένης, εκλεκτοί νέοι, βασιλιάδες και άρχοντες. Από το Άργος (3), την Αιτωλία (1), τη θεσσαλική Φυλάκη (2), Αθήνα (1), Κρήτη (2), Εύβοια (1), Σαλαμίνα (1), Ιθάκη (1). Ο Ησίοδος απαριθμούσε περισσότερα ονόματα, ο Απολλόδωρος 31 (3, 129 κ.ε.) και ο Υγίνος 36 (81). Άλλοι φτάνουν μέχρι τον αριθμό ενενήντα εννέα.
Όλοι τους άνδρες ισχυροί, που έφεραν πολλά δώρα για να κερδίσουν τη νύφη (μέταλλα, σκεύη από πολύτιμα μέταλλα, γυναίκες, κοπάδια κτλ.), και γενναίοι. Ο αριθμός των μνηστήρων και τα δώρα που προσφέρουν τονίζουν την ομορφιά της Ελένης. Επιθυμία του Τυνδάρεου ήταν η κόρη του να παντρευτεί τον Μενέλαο, και γιατί ήταν πλουσιότερος απ' όλους τους μνηστήρες και γιατί ήταν αδελφός του Αγαμέμνονα, άνδρας της μεγάλης του κόρης, της Κλυταιμνήστρας. Ωστόσο, υπήρχε κίνδυνος να συγκρουστούν οι μνηστήρες μεταξύ τους ή να ενωθούν όλοι εναντίον του Τυνδάρεου και αυτού που θα είχε διαλέξει για γαμπρό του. Γι' αυτό και, πριν την εκλογή, δέσμευσε με όρκο τους μνηστήρες, ύστερα και από προτροπή του Οδυσσέα, να σεβαστούν την όποια απόφαση και επιπλέον να συνδράμουν στον σύζυγο της Ελένης, όποιος κι αν ήταν, σε περίπτωση που η Ελένη γινόταν θύμα αρπαγής. Σε επικύρωση του όρκου ο Τυνδάρεος θυσίασε ένα άλογο -στη Λακεδαίμονα υπήρχε τοποθεσία που ονομαζόταν Ίππου μνήμα (Παυσ. 3.20.9).
«Μόλις είδε το πλήθος όλων αυτών ο Τυνδάρεος φοβήθηκε μήπως η προτίμηση σε έναν προκαλέσει την εξέγερση των υπολοίπων. Αλλά ο Οδυσσέας του υποσχέθηκε ότι αν τον βοηθήσει να παντρευτεί την Πηνελόπη, θα του υποδείξει κάποιο τρόπο, ώστε να μη γίνει καμία εξέγερση· και όταν ο Τυνδάρεος του υποσχέθηκε ότι θα τον βοηθήσει, εκείνος του είπε να δεσμεύσει με όρκο τους μνηστήρες να βοηθήσουν τον γαμπρό που θα επιλεγόταν, σε περίπτωση που κάποιος θα τον έβλαπτε στον γάμο του. Μόλις το άκουσε αυτό ο Τυνδάρεος όρκισε τους μνηστήρες, διάλεξε τον Μενέλαο για γαμπρό και ζήτησε από τον Ικάριο την Πηνελόπη για τον Οδυσσέα.» (Απολλόδ. 3.10.7-9)
Ο γάμος, λοιπόν, έγινε ομαλά και μάλιστα ο Τυνδάρεος, όταν έχασε τα αγόρια του, ζήτησε από τον Μενέλαο να αφήσει το Άργος και να βασιλέψει στη Σπάρτη. Από την ένωση του ζεύγους γεννήθηκε η Ερμιόνη.
Αρπαγή από τον Πάρη
Η έλευση του γιου του βασιλιά της Τροίας Πριάμου, του Πάρη, στη Σπάρτη, με πλοία που είχαν φτιαχτεί αποκλειστικά για αυτό το ταξίδι, μια και οι Τρώες δεν ήταν λαός θαλασσινός, διέκοψε τον ήρεμο γάμο. Η ίδια η θεά Αφροδίτη οδήγησε τον Πάρη μέχρι τις Αμύκλες, όπου φιλοξενήθηκε από τους Τυνδαρίδες και μετά στη Σπάρτη, όπου φιλοξενήθηκε από τον Μενέλαο, με σκοπό να του χαρίσει ως έπαθλο την ωραιότερη γυναίκα, ανταμοιβή στον Τρώα για την επιλογή της ως της ωραιότερης θεάς.
Άλλη εκδοχή αποδίδει την έλευση του Πάρη στον Μενέλαο και όχι σε θεϊκή παρέμβαση. Λεγόταν ότι ο Μενέλαος είχε κάποτε φιλοξενηθεί στην Τροία από τον Πάρη, όταν χρησμός τον έφερε στην περιοχή για να θυσιάσει στους τάφους των γιων του Προμηθέα και να εξευμενίσει τους θεούς, ώστε να απαλλαχτεί η Σπάρτη από την ξηρασία που την έπληττε. Αργότερα, ο Μενέλαος ανταπέδωσε τη φιλοξενία στον Πάρη και τον καθήρε από ακούσιο φόνο που είχε διαπράξει, οπότε και είχε αναγκασθεί να εγκαταλείψει την Τροία.
Δέκα μέρες μετά την έλευσή του ο Μενέλαος ειδοποιήθηκε για τον θάνατο του Κατρέα, παππού του από την πλευρά της μητέρας του και έφυγε αμέσως για την Κρήτη, για να τον κηδέψει, αφήνοντας εντολή στην Ελένη να περιποιηθεί τον ξένο τους, ο οποίος από την πρώτη στιγμή της είχε προσφέρει πλούσια δώρα.
Εκμεταλλευόμενος την απουσία του Μενέλαου, ο Πάρης έφυγε με την Ελένη, με σκλάβες και θησαυρούς από το παλάτι του οικοδεσπότη. Για άλλους συγγραφείς η απαγωγή της Ελένης έγινε με τη συγκατάθεσή της -σαγηνεύτηκε από την ομορφιά του νέου και τα πλούτη του-, άλλοι θεωρούν ότι έγινε με τη βία, άλλοι ότι τον γάμο αυτό ενθάρρυνε ο ίδιος ο Τυνδάρεος, ο θνητός πατέρας της Ελένης, και άλλοι ότι έγινε με την παρέμβαση της Αφροδίτης και εν αγνοία της Ελένης, καθώς η θεά έδωσε στον Πάρη τη θωριά του Μενέλαου.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (2.117) το καράβι των δύο εραστών έφτασε στην Τροία μέσα σε τρεις ημέρες. Άλλοι παραδίδουν πως τους βρήκε κακοκαιρία -την προκάλεσε η Ήρα- που τους έριξε στη Σιδώνα, τη Φοινίκη, την Κύπρο. Αργότερα, πρόσθεσαν σε αυτή την εκδοχή και άλλες λεπτομέρειες· ότι ο Πάρης κατέλαβε τη Σιδώνα, αν και είχε γίνει φιλικά δεκτός από τον βασιλιά, λεηλάτησε το παλάτι και έφυγε κυνηγημένος από τους Φοίνικες. Άλλη παραλλαγή θέλει τον Πάρη να καθυστερεί στη Φοινίκη και την Κύπρο για να αποφύγει το κυνηγητό του Μενέλαου.
Σύμφωνα με άλλες παραδόσεις ο Ερμής άρπαξε την Ελένη και την πήγε στην Αίγυπτο υπό την προστασία του βασιλιά Πρωτέα και ο Πάρης μετέφερε στην πόλη του ένα ομοίωμα της Ελένης καμωμένο από νέφος. Ήταν η Ήρα που προκάλεσε αυτή την αντικατάσταση, για να εκδικηθεί τον Πάρη για την εκλογή της Αφροδίτης ως της ωραιότερης θεάς.
Γάμος με τον Δηίφοβο
Μετά τον θάνατο του Πάρη, ο Πρίαμος όρισε την Ελένη ως έπαθλο για τον γενναιότερο. Παρουσιάστηκαν ο Δηίφοβος, ο Έλενος και ο Ιδομενέας. Υπερίσχυσε ο πρώτος, τον οποίο σκότωσε ο Μενέλαος.
Γάμος με τον Αχιλλέα
Μία παράδοση, άγνωστη στην Ιλιάδα, θέλει τον Αχιλλέα να ποθεί να γνωρίσει την ωραία γυναίκα. Θέτιδα και Αφροδίτη κανονίζουν συνάντησή τους -άλλοι θέλουν να γίνεται πριν την αρχή του πολέμου, άλλοι λίγο πριν τον θάνατο του Αχιλλέα. Και επειδή διάφοροι μυθογράφοι μιλούν για πέντε συζύγους της Ελένης, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η συνάντηση κατέληξε σε ένωση. Κατά άλλους ο γάμος τελέστηκε μετά «θάνατο», στη Λευκή νήσο, στις εκβολές του Δούναβη στη Μαύρη θάλασσα. Τον γάμο γιόρτασαν ο Ποσειδώνας και άλλοι θεοί, όχι όμως θνητοί.
Τα παιδιά της Ελένης
Από τον γάμο της Ελένης με τον Μενέλαο γεννήθηκε, πριν από τα Τρωικά, η Ερμιόνη, μόνο παιδί του ζεύγους σύμφωνα με τον Όμηρο (δ 13-14). Σύμφωνα με άλλες πηγές, μετά την επιστροφή της στη Σπάρτη γέννησε τον Νικόστρατο και τον Αιθιόλα (ή Δίαιθο ή Μαράφιο). Ακόμη, αναφέρονται οι: Σωσιφάνης, Θρόνιος, Πλεισθένης και η Μελίτη.
Από τον Πάρη απέκτησε μία κόρη που ονομάστηκε Έλενα και η οποία λέγεται ότι σκοτώθηκε από την Εκάβη και τέσσερις γιους, τους Κόρυθο (ή Έλενο), Άγανο, Βούνικο, Ιδαίο, που χάθηκαν κάτω από μια στέγη που έπεσε, όταν κυριεύτηκε η Τροία.
Από τον Αχιλλέα απέκτησε τον φτερωτό Ευφορίωνα που τον ερωτεύτηκε ο Δίας.
IV. H Ελένη στην Τροία
Σύμφωνα με τον Όμηρο η Ελένη έζησε όλα τα χρόνια του πολέμου στην Τροία. Την ομορφιά της θαύμασαν και παίνεψαν η Εκάβη και ο Πρίαμος και άλλοι Τρώες. Χαρακτηριστική ως προς αυτό είναι η σκηνή πάνω στα τείχη, όπου οι γέροντες Τρώες εκφράζουν τον θαυμασμό τους για την Ελένη. Ως εκ τούτου οι πρεσβείες που έστειλαν οι Έλληνες για ειρηνική επίλυση της διαφοράς (Μενέλαος και Οδυσσέας, Ακάμαντας και Διομήδης) δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Οι Τρώες τη θεωρούν αιτία του πολέμου και τη μισούν, Πρίαμος και Έκτορας γνωρίζουν πως η Ελένη είναι μόνο ένα όργανο στο θέλημα των θεών.
Ποιους υποστηρίζει τελικά η Ελένη; Τους Έλληνες ή τους Τρώες; Ξέροντας τι κρύβεται στην κοιλιά του Δούρειου ίππου, μιμείται τις φωνές των συζύγων των αρχηγών των Ελλήνων για να προκαλέσει την απάντησή τους. Αυτό κάνει την πλάστιγγα της προτίμησής της να γέρνει προς τους Τρώες. Ωστόσο, δύο φορές η Ελένη αναγνώρισε τον Οδυσσέα, όταν εκείνος είχε μπει κρυφά στην πόλη, την πρώτη φορά ντυμένος ζητιάνος και παραμορφωμένος στο πρόσωπο από ζωγραφισμένες ουλές ή επειδή έβαλε τον Θόαντα να τον κακοποιήσει. Τη δεύτερη, όταν μπήκε μαζί με τον Διομήδη για να κλέψουν το παλλάδιον, το ξόανο της Αθηνάς, χωρίς το οποίο δεν θα κέρδιζαν τον πόλεμο οι Έλληνες, όπως είχε προβλέψει ο Έλενος, ο γιος του Πρίαμου. Η Ελένη όχι μόνο σιώπησε αλλά και τον βοήθησε (Απολλόδ., Επ. 5.10, 5.13, 5.21).
Επιπλέον, τη νύχτα της άλωσης, ύστερα από συμφωνία με τον Οδυσσέα, από την ακρόπολη κάνει σινιάλο στον ελληνικό στόλο που παρέμενε κρυμμένος στην Τένεδο, για να επιστρέψει. Επιπλέον, άδειασε το σπίτι του Δηίφοβου από τα όπλα. Εκεί μπήκε ο Μενέλαος, σκότωσε τον Δηίφοβο έχοντας την πρόθεση να σκοτώσει και την Ελένη. Κάμφθηκε όμως μπροστά στη θέα του μισόγυμνου κορμιού της ή επειδή είχε προσπέσει ικέτισσα στον ναό της Αφροδίτης. Όταν οι άλλοι Έλληνες θέλησαν να τη λιθοβολήσουν, τα χέρια τους παρέλυσαν μπροστά στην ομορφιά του προσώπου και του κορμιού της.
V. Το ταξίδι της επιστροφής
Μετά από οκτώ χρόνια περιπλανήσεων έφτασε η Ελένη με τον άνδρα της στη Σπάρτη. Οι περιπλανήσεις του ζεύγους στην Ανατολική Μεσόγειο, κυρίως στην Αίγυπτο, μετά από ένα ναυάγιο, συνδέονται και με την εμπειρία που απέκτησε η Ελένη σε βότανα που θεραπεύουν, φαρμακώνουν, απαλύνουν τον πόνο. Τα βότανα αυτά χρησιμοποίησε στη Σπάρτη, όταν τους επισκέφτηκε ο Τηλέμαχος για να μάθει για τον πατέρα του (Οδ., δ 19-32*).
Για δεύτερη φορά, λοιπόν, η Ελένη βρέθηκε στην Πύλο, μία με τον Πάρη, τώρα με τον Μενέλαο. Εκεί έθαψαν τον κυβερνήτη του πλοίου τους, τον Κάνωπο (ή Κάνωβο) που πέθανε από τσίμπημα φιδιού και θα γίνει ο ήρωας της Κανώπης στις εκβολές του Νείλου. Στο μεταξύ η Ελένη σκότωσε το φίδι και πήρε το δηλητήριό του.
Για την παραμονή τους ζεύγους στην Αίγυπτο διηγούνται ότι, ενώ ο βασιλιάς Θων ή Θώνης τους φιλοξένησε, πόθησε την Ελένη και γι' αυτό ο Μενέλαος τον σκότωσε. Κατά άλλους, ο Μενέλαος έφυγε σε εκστρατεία στην Αιθιοπία και η γυναίκα του βασιλιά, η Πολυδάμνα, την έστειλε στο νησί Φάρος, για να την απομακρύνει από τον σύζυγό της. Της έδωσε όμως το βότανο ελένιον για να την προφυλάσσει από τα φίδια του νησιού. Κατά άλλους, η Ελένη έφυγε από μόνη της από την Τροία, γιατί νοσταλγούσε τον Μενέλαο. Με ένα καράβι που ο καπετάνιος του λεγόταν Φάρος έφυγε από την Τροία αλλά τρικυμία τους έριξε στην Αίγυπτο. Στο νησάκι φίδι τσίμπησε τον καπετάνιο και η Ελένη το ονόμασε προς τιμή του Φάρο. Η παραλλαγή αυτή, αξιοποιώντας τον μύθο για το ναυάγιο στην Αίγυπτο, δημιουργεί έναν αιτιολογικό μύθο -αιτιολογείται η ονομασία του νησιού-, και, επιπλέον, εμφανίζει την Ελένη με αρχές που πρέπουν σε γυναίκα. Μετά το τέλος του πολέμου ο Μενέλαος βρήκε τη γυναίκα του στην Αίγυπτο.
Για το ταξίδι της επιστροφής της Ελένης από την Τροία στη Σπάρτη βλ. και Μενέλαος, Επιστροφή**
VI. Η Ελένη στην Αίγυπτο
Σύμφωνα με άλλες παραδόσεις, τις οποίες αξιοποίησε ο Ευριπίδης, η Ελένη δεν απάτησε τον άνδρα της και ούτε ποτέ πήγε στην Τροία. Αυτό που άρπαξε ο Πάρης ήταν ένα ομοίωμά της, φτιαγμένο από σύννεφο από την ίδια την Ήρα, που με αυτόν τον τρόπο εκδικήθηκε τον Πάρη για την επιλογή του της Αφροδίτης ως θεάς της ομορφιάς. (Σύμφωνα με άλλους συγγραφείς η αντικατάσταση με είδωλο έγινε από τον Πρωτέα, τον βασιλιά της Αιγύπτου που είχε μαγικές ιδιότητες.) Ο Ερμής οδήγησε κρυφά την Ελένη στην Αίγυπτο, όπου έμενε προστατευμένη από τον βασιλιά Πρωτέα, μέχρι που εκείνος πέθανε. Ο γιος του Θεοκλύμενος πόθησε την Ελένη, η οποία αναγκάστηκε να προσπέσει στον τάφο του Πρωτέα ως ικέτισσα προκειμένου να σωθεί από τις ορέξεις του νέου βασιλιά.
Η άφιξη του Τεύκρου στην Αίγυπτο, ενδιάμεσος σταθμός πριν φτάσει στην Κύπρο μετά την άλωση της Τροίας, έφεραν την Ελένη σε απελπισία, καθώς πληροφορήθηκε από αυτόν τον θάνατο της μητέρας της και το γεγονός ότι στην ουσία αγνοούνταν η τύχη των αδελφών της, τις κατάρες των Ελλήνων που τη θεωρούσαν υπεύθυνη για τους τόσους θανάτους και το γεγονός ότι η τύχη του άνδρα της αγνοούνταν επτά χρόνια μετά την άλωση της Τροίας. Η πληροφορία που της έδωσε η μάντισσα Θεονόη, αδελφή του Θεοκλύμενου, ότι ο άνδρας της ζει αλλά περιπλανιέται, την απέτρεψε από το να εκτελέσει την απόφασή της να θέσει τέρμα στη ζωή της. Τότε ήταν που κατέφτασε ο Μενέλαος ναυαγός με λίγους συντρόφους και με το είδωλο της Ελένης να το έχει τοποθετήσει σε μια σπηλιά.
Μετά τη συνάντηση και την αναγνώριση του ζεύγους, την αποκάλυψη της αλήθειας και την αφήγηση των παθών τους, Μενέλαος και Ελένη κατέστρωσαν σχέδιο απόδρασης από την Αίγυπτο, που πολύ θυμίζει το σχέδιο απόδρασης της Ιφιγένειας, του Ορέστη και του Πυλάδη από τη γη των Ταύρων.
Όπως και ο Θόας της Ταυρίδας, έτσι και ο Θεοκλύμενος της Αιγύπτου σκότωνε κάθε Έλληνα που έφτανε στα αιγυπτιακά ακρογιάλια. Και φυσικά, ο Αιγύπτιος βασιλιάς δεν θα δεχόταν να παραχωρήσει την Ελένη στον άνδρα της. Το ζεύγος εξασφάλισε καταρχάς τη σιωπή της Θεονόης και μετά ο Μενέλαος εμφανίζεται ρακένδυτος στον βασιλιά, ως σύντροφος του Μενέλαου, για να αναγγείλει στην Ελένη τον θάνατο του άνδρα της στις λιβυκές ακτές. Ο «θάνατος» του Μενέλαου, τον οποίο η Ελένη φροντίζει να θρηνήσει με όλα τα έθιμα -κόβει τα μαλλιά της, ντύνεται στα μαύρα- ανοίγει τον δρόμο για τον γάμο της Ελένης με τον βασιλιά της Αιγύπτου, ο οποίος της δίνει την άδεια να τελέσει τις τελευταίες τιμές, κυρίως να πετάξει στη θάλασσα όλα τα υπολείμματα θυσιών προς τιμή ενός νεκρού της θάλασσας που δεν βρέθηκε το πτώμα του. Ο Θεοκλύμενος της παραχωρεί ένα καράβι με αιγύπτιους σκλάβους, για να κουβαλήσουν τα κτερίσματα, και με συνοδούς τους έλληνες ναυαγούς, οι οποίοι στα ανοιχτά σκοτώνουν τους σκλάβους και τραβούν κατά την Ελλάδα. Τότε ήταν που οι Διόσκουροι ανακοινώνουν στην αδελφή τους ότι μετά τον θάνατό της θα αποθεωθεί και ο Μενέλαος θα κατοικήσει στο νησί των Μακάρων. Στο μεταξύ κατευνάζουν και τον θυμό του Θεοκλύμενου.
Ο πρώτος που υιοθέτησε την άποψη ότι η Ελένη δεν πήγε ποτέ στην Τροία ήταν ο Στησίχορος, ο οποίος απέδωσε την τύφλωση που τον βρήκε στο γεγονός ότι κατηγόρησε την Ελένη για απιστία. Την όρασή του ξαναβρήκε όταν αναίρεσε σε ένα νέο ποίημα, την Παλινωδία, όσα είχε γράψει παλαιότερα: «Δεν είναι αληθινός αυτός εδώ ο λόγος· / ούτε μπήκες στα καλοφτιαγμένα πλοία με τα γερά κουπιά, / ούτε έφθασες στα τείχη της Τροίας» (Πλάτ. Φαίδρ. 243a).
Σχετικά με την παραμονή της Ελένης στην Αίγυπτο, ο Ηρόδοτος (2.112-120) γράφει πως η Ελένη έφτασε μαζί με τον Πάρη στην Αίγυπτο, αλλά όταν ο Πρωτέας πληροφορήθηκε την ανόσια πράξη του Πάρη, τον έδιωξε, ενώ εκείνη την κράτησε φυλακισμένη μέχρι να την αναζητήσει ο σύζυγός της Μενέλαος.
VII. Η Ελένη στη Σπάρτη μετά τα Τρωικά
Μετά το τέλος του πολέμου ο Μενέλαος πήρε την Ελένη από την Τροία ή από την Αίγυπτο και έζησαν αρμονικά στη Σπάρτη (Οδ., δ 120 κ.ε.). Εκεί υποδέχτηκε το ζευγάρι τον Τηλέμαχο, που ζητούσε πληροφορίες για τον πατέρα του, την ημέρα που πάντρευαν την κόρη τους Ερμιόνη. Στη Σπάρτη η Ελένη εμφανίζεται με χαρακτηριστικά που θυμίζουν Πηνελόπη, τουλάχιστον από την άποψη των ενασχολήσεων και της παραμονής στον χώρο που της ορίστηκε με τον γάμο της (δ 120-139), όμως και αξιοποιώντας τις γνώσεις που απέκτησε στην Αίγυπτο για τα μαγικά βότανα*.
VIII. «Θάνατος» Ελένης
Ο Απολλόδωρος παραδίδει ότι η Ελένη μεταφέρθηκε στα Ηλύσια πεδία, όπου έζησε με τον Μενέλαο. Ο Ευριπίδης (Ορ. 1629 κ.ε.) την είχε ανεβάσει στους ουρανούς με παρέμβαση του Απόλλωνα, που με προσταγή του Δία, σώζει την Ελένη από τα σπαθιά των δύο φίλων, Ορέστη και Πυλάδη, την υψώνει στους αιθέρες, όπου η Ελένη θα ζήσει αθάνατη δίπλα στα αδέλφια της τους Διόσκουρους, παραστέκοντάς τους στο έργο τους για την προστασία των ταξιδιωτών της θάλασσας.
Τέλος, ο Παυσανίας (3.19.9-11) αναφέρει ότι η Ελένη μετά τον θάνατο του Μενέλαου εξορίστηκε από τους γιους του Μενέλαου και μετέβη στην αργολική αποικία της Ρόδου, στη φίλη της Πολυξώ, συζύγου του Τληπόλεμου. Όμως εκείνη, για να εκδικηθεί τον θάνατο του ανδρός της και άλλων στην Τροία, έντυσε τις δούλες του παλατιού Ερινύες. Έτσι εμφανίστηκαν στην Ελένη την ώρα που έπαιρνε το λουτρό της, για να την τρομάξουν. Τελικά την κρέμασαν σε ένα δέντρο ή σύμφωνα με άλλη εκδοχή τη βασάνισαν τόσο πολύ που η ίδια κρεμάστηκε. Γι' αυτό υπάρχει στη Ρόδο το ιερό της Ελένης Δενδρίτιδος.
Άλλοτε πάλι λέγεται ότι η Ιφιγένεια τη θυσίασε στην Ταυρίδα ή ότι η Θέτιδα τη σκότωσε στο ταξίδι της επιστροφής για να εκδικηθεί τον θάνατο του Αχιλλέα.
ΙX. Επιλογικές παρατηρήσεις
Αθώα ή ένοχη η Ελένη; Υπεύθυνη για ό,τι έγινε ή όργανο ενός πεπρωμένου ανεξάρτητου και πέρα από τη θέλησή της; Οι διάφορες παραλλαγές που θέλουν την Ελένη να πηγαίνει με τη θέλησή της στην Τροία ή με τη βία ή να μην πηγαίνει καθόλου η ίδια ή να φεύγει από εκεί για να επιστρέψει στον σύζυγό της, θέτουν στην ουσία αυτό το ερώτημα. Το ίδιο και οι παραλλαγές του θανάτου της -θνητή ή αθάνατη η Ελένη; Ωστόσο, ο αρχικός πυρήνας του μύθου προδηλώνει αυτό που προκύπτει από τις εισαγωγικές επισημάνσεις: ότι η Ελένη είναι μια παλαιά, προ- ή παλαιοελληνική, θεότητα της βλάστησης -εξού και η σχέση της με δέντρα και βότανα, όπως και των κοντινών της ανθρώπων, του Μενέλαου με πλάτανο στις Καρυές της Αρκαδίας (Παυσ. 8.23.4), των αδελφών της Διοσκούρων με αγριαχλαδιά στη Μεσσηνία (Παυσ. 4.16.5). Και ακόμη: οι μύθοι των αρπαγών της δεν είναι παρά η συμβολική μεταφορά της πραγματικότητας μιας αγροτικής διαδικασίας, του κρυψίματος του σπόρου στη γη ή της φύλαξής του σε σκοτεινές αποθήκες. Επομένως, οι παραστάσεις της Ελένης ανάμεσα σε δύο άνδρες μπορεί να είναι της παλαιάς θεότητας της βλάστησης και της γονιμότητας μαζί με τους παρέδρους της. Ακόμη και η θεοποίηση του Μενελάου και των Τυνδαρίδων, των Διοσκούρων, οφείλεται σε αυτή τη γυναικεία και κυριαρχούσα θεότητα, κάτι που υποστηρίζει την πρωταρχικότητά της.
Οι ίδιες αυτές παραστάσεις και οι ίδιοι μύθοι στα μυκηναϊκά χρόνια αξιοποιήθηκαν προς όφελος των αξιών και των ιδεωδών της νέας εποχής και των νέων κοινωνιών που στήριζαν τον πλούτο τους στις αρπαγές (κοπαδιών και γυναικών) από τους κυρίαρχους άνδρες. Η Ελένη του Θησέα και η Ελένη της Σπάρτης, η Ελένη σπόρος και η Ελένη ποθητή γυναίκα, δεν είναι σίγουρο ότι αποτελούσαν το ίδιο πρόσωπο αρχικά. Οι μύθοι, όμως, κατάφεραν να τις συνδέσουν, όχι πάντοτε με επιτυχία, γι' αυτό και προκύπτουν συγχύσεις.
--------------------------
*Τα βότανα της Ελένης
Και τότε η Ελένη άλλα στοχάστηκε, του γιου του Κρόνου η κόρη·
κάποιο βοτάνι επήρε κι έριξε μες στο κρασί που επίναν,
ξαρρωστικό του πόνου, ανέχολο, λησμονικό της πίκρας·
μες στο κροντήρι σαν το σύσμιγαν και το 'πινε κανένας,
απ' την αυγή ως το βράδυ θα 'μενε με αδάκρυτα τα μάτια,
ακόμα κι αν τυχόν του πέθαιναν μητέρα και πατέρας,
το γιο του ακόμα για το αδέρφι του μπροστά του εκεί αν σκότωναν
με το χαλκό, και με τα μάτια του τα ίδια θωρούσε εκείνος.
Τέτοιας λογής βοτάνια φύλαγε θαματουργά η Ελένη,
ξαρρωστικά· τα 'χε απ' την Αίγυπτο, της Πολυδάμνας δώρο,
της γυναικός του Θώνα· αρίφνητα φυτρώνει η γης κει πέρα,
μισά ξαρρωστικά, αξεδιάλεχτα, μισά φαρμακωμένα.
Εκεί γιατρός είναι καθένας τους, και τους ανθρώπους όλους
περνούν στην τέχνη αυτή, τι η φύτρα τους απ' τον Παιήονα σέρνει.
**Επιστροφή
Ο Μενέλαος θέλησε μετά την άλωση της Τροίας να ξεκινήσουν για το ταξίδι της επιστροφής, όμως ο Αγαμέμνονας παρέμενε, για να εξιλεώσει με θυσίες την Αθηνά για τις καταστροφές των ιερών στην Τροία. Στη συνέλευση που συγκάλεσαν οι Ατρείδες δεν στάθηκε δυνατό να παρθεί κοινή απόφαση. Έτσι, Μενέλαος, Νέστορας, Οδυσσέας, Διομήδης και άλλοι βασιλιάδες φόρτωσαν στα καράβια τους τα λάφυρα και έφυγαν, ενώ ο Αγαμέμνονας περέμεινε στην Τρωάδα. Εκεί επέστρεψαν ο Οδυσσέας και άλλοι αρχηγοί, γιατί στην Τένεδο προέκυψε νέα σύγκρουση μεταξύ των αρχηγών, την οποία προκάλεσε ο Δίας.
Μενέλαος, Νέστορας και Διομήδης συνέχισαν το ταξίδι της επιστροφής. Και στη Λέσβο όμως προέκυψε ζήτημα μεταξύ τους για τον δρόμο που θα έπρεπε να ακολουθήσουν. Σημάδι από τον Δία τους υπέδειξε το ανοιχτό πέλαγος προς της Γεραιστό, το νοτιοανατολικό ακρωτήρι της Εύβοιας. Με πρίμο αέρα έφτασαν στον προορισμό τους, όπου θυσίασαν στον Ποσειδώνα. Λίγες μέρες μετά, Νέστορας και Διομήδης βρίσκονταν πια στις πατρίδες τους, όχι όμως και ο Μενέλαος που αναγκάστηκε να αποβιβαστεί στο Σούνιο για να θάψει τον κυβερνήτη του καραβιού του, τον γιο του Ονήτορα Φρόντη που πέθανε ξαφνικά πάνω στο τιμόνι. Στον Μαλέα τα εξήντα καράβια του Μενέλαου αντιμετώπισαν ενάντιους ανέμους που τους έριξαν νότια. Το μεγαλύτερο μέρος του στόλου τσακίστηκε στον ανοιχτό κόλπο της Φαιστού. Με πέντε μόνο καράβια πια, ο Μενέλαος παρασύρθηκε στην Αίγυπτο, όπου βρήκε την ευκαιρία να μαζέψει καινούρια πλούτη, ενώ ο βασιλιάς της Θήβας Πόλυβος του χάρισε πολύτιμα δώρα. Το ίδιο και η βασίλισσα Αλκάνδρα στην Ελένη, ενώ η αιγύπτια Πολύδαμνα, γυναίκα του Θώνα, την προμήθευσε με βότανα, θεραπευτικά ή φαρμακερά. Ο Μενέλαος περιπλανήθηκε και στη Σιδώνα, την Κύπρο, τη Φοινίκη, την Ερεμβία (;), τη Λιβύη, γενικότερα στα παράλια της νοτιοναταλικής Μεσογείου, σε αντίθεση με τον Οδυσσέα που περιπλανήθηκε στις δυτικές και βορειοδυτικές θάλασσες και, μερικώς, στις βορειοανατολικές.
Απρονοησία τον έκανε να μην θυσιάσει στους θεούς φεύγοντας από την Αίγυπτο. Αυτοί τον τιμώρησαν ρίχνοντάς τον στο νησάκι Φάρος, απέναντι από την Αλεξάνδρεια. Ενάντιοι άνεμοι τον δέσμευσαν εκεί για είκοσι μερόνυχτα. Αλλά όπως ο νεκρός Τειρεσίας υπέδειξε στον Οδυσσέα τον τρόπο του γυρισμού, έτσι και μια νεαρή κοπέλα, η Ειδοθέα, κόρη του γέροντα της θάλασσας Πρωτέα, συμβούλεψε τον Μενέλαο να αναζητήσει τον πατέρα της και να τον ρωτήσει για τον γυρισμό του. Ακολουθώντας της οδηγίες της Ειδοθέας, ο Μενέλαος με τρεις συντρόφους μπήκαν σε μια έρημη σπηλιά. Εκεί η κοπέλα τους σκέπασε με δέρματα από τέσσερις φώκιες που η ίδια μόλις είχε ξεγδάρει και, για να μην πνιγούν οι τέσσερις άνδρες από την άσχημη μυρωδιά, τους έσταξε αμβροσία στα ρουθούνια. Σε λίγο βγήκαν οι φώκιες από τη θάλασσα και ο Πρωτέας που τις μέτρησε και τις βρήκε εντάξει - μαζί και τις τέσσερις που η κόρη του είχε σκοτώσει. Εδώ η μυθική περιγραφή συνταιριάζει την πραγματική συμπεριφορά στις κοινότητες που δημιουργούν οι φώκιες με το φανταστικό στοιχείο - ό,τι ακριβώς κάνει ο ποιητής της Οδύσσειας με την περιγραφή της κοινότητας των Κυκλώπων που παραπέμπει σε κοινωνίες κτηνοτροφικές με καθαρά ποιμενικό χαρακτήρα.
Ο Πρωτέας αποκοιμήθηκε και τότε ο Μενέλαος και οι σύντροφοί του τον άρπαξαν. Ο γέροντας μεταμορφώθηκε σε λιοντάρι, φίδι, λεοπάρδαλη, κάπρο, νερό, δέντρο, όπως η Θέτιδα όταν προσπαθούσε να την πιάσει ο Πηλέας. Όποια μορφή κι αν έπαιρνε, οι άνδρες τον κρατούσαν σφιχτά. Αποκαμωμένος πήρε την αρχική μορφή του και συμβούλευσε τον Μενέλαο να επιστρέψει στον Νείλο και να θυσιάσει στον Δία και τους άλλους θεούς. Τον πληροφόρησε ακόμη για την τύχη των άλλων ηρώων, του Λοκρού Αίαντα, του αδελφού του Αγαμέμνονα, του Οδυσσέα που χρόνια τον κρατούσε η Καλυψώ στο νησί της και προφήτευσε τον θάνατο του Μενέλαου και τη μετάβασή του στα Ηλύσια πεδία, σε τόπο ευλογημένο, με κυβερνήτη τον Ραδάμανθυ, χωρίς βροχές, χιόνια, βαρυχειμωνιές (Οδ., δ 382-570).
Ο Μενέλαος ενήργησε σύμφωνα με τις υποδείξεις του Πρωτέα και επιπλέον ύψωσε κενοτάφιο στον Αγαμέμνονα, για να μείνει το όνομά του και στα ξένα. Με ούριο άνεμο έφτασε τελικά στην πατρίδα του ύστερα από δεκαοκτώ χρόνια απουσίας.
Στη Σπάρτη Μενέλαος και Ελένη έζησαν αρμονικά. Στο παλάτι υποδέχτηκαν και τον Τηλέμαχο, μάλιστα την ημέρα που πάντρευαν την κόρη τους Ερμιόνη. Ο νέος είχε φύγει από την Ιθάκη σε ένα ταξίδι αναζήτησης πληροφοριών για τον πατέρα του. Πρώτα επισκέφτηκε την Πύλο και στη συνέχεια τη Σπάρτη. Η Ελένη, με ασχολίες και συμπεριφορά που θυμίζουν Πηνελόπη, όμως και αξιοποιώντας τις γνώσεις που απέκτησε στην Αίγυπτο για μαγικά βότανα, κατάφερε να κατάφερε να ηρεμήσει τον άνδρα της και τον φιλοξενούμενό τους από τη θλίψη που τους προκάλεσε η ανάμνηση του Οδυσσέα (Οδ. δ 136-154, 169-185).