Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἰφιγένεια ἡ ἐν Αὐλίδι (725-750)

725 ΑΓΑ. οἶσθ᾽ οὖν ὃ δρᾶσον, ὦ γύναι; πιθοῦ δέ μοι.

ΚΛ. τί χρῆμα; πείθεσθαι γὰρ εἴθισμαι σέθεν.
ΑΓΑ. ἡμεῖς μὲν ἐνθάδ᾽, οὗπέρ ἐσθ᾽ ὁ νυμφίος.…
ΚΛ. μητρὸς τί χωρὶς δράσεθ᾽, ἃ ἐμὲ δρᾶν χρεών;
ΑΓΑ. ἐκδώσομεν σὴν παῖδα Δαναϊδῶν μέτα.
730 ΚΛ. ἡμᾶς δὲ ποῦ χρὴ τηνικαῦτα τυγχάνειν;
ΑΓΑ. χώρει πρὸς Ἄργος παρθένους τε τημέλει.
ΚΛ. λιποῦσα παῖδα; τίς δ᾽ ἀνασχήσει φλόγα;
ΑΓΑ. ἐγὼ παρέξω φῶς ὃ νυμφίοις πρέπει.
ΚΛ. οὐχ ὁ νόμος οὗτος οὐδὲ φαῦλ᾽ ἡγητέα.
735 ΑΓΑ. οὐ καλὸν ἐν ὄχλῳ σ᾽ ἐξομιλεῖσθαι στρατοῦ.
ΚΛ. καλὸν τεκοῦσαν τἀμά μ᾽ ἐκδοῦναι τέκνα.
ΑΓΑ. καὶ τάς γ᾽ ἐν οἴκῳ μὴ μόνας εἶναι κόρας.
ΚΛ. ὀχυροῖσι παρθενῶσι φρουροῦνται καλῶς.
ΑΓΑ. πιθοῦ. ΚΛ. μὰ τὴν ἄνασσαν Ἀργείαν θεάν.
740 ἐλθὼν σὺ τἄξω πρᾶσσε, τἀν δόμοις δ᾽ ἐγώ,
[ἃ χρὴ παρεῖναι νυμφίοισι παρθένοις.]
ΑΓΑ. οἴμοι· μάτην ᾖξ᾽, ἐλπίδος δ᾽ ἀπεσφάλην,
ἐξ ὀμμάτων δάμαρτ᾽ ἀποστεῖλαι θέλων.
σοφίζομαι δὲ κἀπὶ τοῖσι φιλτάτοις
745 τέχνας πορίζω, πανταχῇ νικώμενος.
ὅμως δὲ σὺν Κάλχαντι τῷ θυηπόλῳ
κοινῇ τὸ τῆς θεοῦ φίλον, ἐμοὶ δ᾽ οὐκ εὐτυχές,
ἐξευπορήσων εἶμι, μόχθον Ἑλλάδος.
χρὴ δ᾽ ἐν δόμοισιν ἄνδρα τὸν σοφὸν τρέφειν
750 γυναῖκα χρηστὴν κἀγαθήν, ἢ μὴ τρέφειν.

***
ΑΓΑ. Ξέρεις λοιπόν τί λέω; Και να μ᾽ ακούσεις.
ΚΛΥ. Τί πράμα; Πάντα εξάλλου σου είμαι υπάκουη.
ΑΓΑ. Εδώ που είν᾽ ο γαμπρός, εγώ… ΚΛΥ. Θα κάμεις
ποιό απ᾽ τα δικά μου χρέη, χωρίς τη μάνα;
ΑΓΑ. —κι οι Αργείοι μαζί— την κόρη θα παντρέψω.
730ΚΛΥ. Κι εγώ την ώρ᾽ αυτή πού θα είμαι; ΑΓΑ. Στο Άργος
να πας, τις άλλες να γνοιαστείς. ΚΛΥ. Ν᾽ αφήσω
τη νύφη; Και το φως ποιός θα κρατάει;
ΑΓΑ. Θα πιάσω εγώ του γάμου τη λαμπάδα.
ΚΛΥ. Η τάξη είν᾽ άλλη· αυτά δεν τα αψηφούνε.
ΑΓΑ. Μες στο στρατό δεν είν᾽ ωραίο να βγαίνεις.
ΚΛΥ. Ωραίο, την κόρη εγώ να δώσω, η μάνα.
ΑΓΑ. Μα να μην είναι μόνες κι οι άλλες κόρες.
ΚΛΥ. Αυτές δωμάτια στέρεα τις φυλάνε.
ΑΓΑ. Δέξου. ΚΛΥ. Ποτέ, μά την Αργίτισσα Ήρα.
740Για τα έξω γνοιάσου· μα ό,τι μες στο σπίτι
η νύφη χρειάζεται, είναι χρέος δικό μου.
Η Κλυταιμήστρα μπαίνει στη σκηνή.
ΑΓΑ. Άδικα πάσκισα, αχ, μακριά να στείλω
τη γυναίκα μου· πάει κι αυτή η ελπίδα.
Κοιτάω με πονηριές και με ξυπνάδες
να ζώσω αυτούς που πιότερο αγαπάω·
κι αποτυχία παντού. Μα ας πάω στον Κάλχα
το μάντη, να σκεφτούμε πώς θα γίνει
το θέλημα της θεάς, η συμφορά μου,
θυσία για την Ελλάδα, μα όλη πίκρα.
Ο γνωστικός γυναίκα πρέπει να έχει
750καλή και βολική· ειδεμή ας του λείπει.
Φεύγει.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΣΤΑ ΝΕΟΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ: Αναγέννηση και αρχαία ελληνική τέχνη

9.2.2. Φλωρεντία: Η νέα Αθήνα

Στη Φλωρεντία του 15ου αιώνα, στη νέα Αθήνα της Ιταλίας, μπορούσε να αισθανθεί κανείς έντονα παντού την επίδραση της ελληνικής Αρχαιότητας. Η αρχαία τέχνη ήταν, όπως είπαμε, γνωστή καταρχήν από τα βιβλία, τον γραπτό λόγο και όχι από τις εικαστικές τέχνες. Στην εξάπλωση της ελληνικής γραμματείας συνέβαλαν κυρίως οι Έλληνες λόγιοι που ήρθαν στη Δύση μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Ήδη όμως το πρώτο μισό του 15ου αιώνα οι σχέσεις ανάμεσα σε Ιταλία και Ελλάδα ήταν ασυνήθιστα στενές: την Αθήνα κυβερνούσε η φλωρεντινή δυναστεία των Ατσαγιόλι, μια οικογένεια που ωστόσο δεν φημιζόταν για την καλλιέργεια και τις επιδόσεις της στα γράμματα. Ο Φλωρεντινός Κριστόφορο Μπουοντελμόντι (1380-1430) ταξίδεψε από το 1406 ως το 1420 στα νησιά του Αρχιπελάγους. Το αρχικό χειρόγραφο του έργου του δεν έφτασε ως εμάς, αλλά διασώθηκε σε αντίγραφα του 15ου και 16ου αιώνα. Επίσης στο Αιγαίο ταξίδεψε ο Κυριακός από την Ανκόνα (1381-περ. 1452), ένας από τους πρώτους περιηγητές που περιέγραψαν και σχεδίασαν ελληνικές αρχαιότητες επιτόπου. Αντίγραφα των σημειώσεών του δημοσιεύθηκαν αργότερα, το 1742 στη Φλωρεντία. Το ενδιαφέρον για την Αρχαιότητα στις εικαστικές τέχνες δεν θα αργήσει να εκδηλωθεί, και ιδιαίτερα στη γλυπτική θα γίνει πολύ γρήγορα αισθητό. Στη Φλωρεντία των Μεδίκων θα ζήσουν και θα εργαστούν τον 15ο κυρίως αιώνα ένας εντυπωσιακά μεγάλος αριθμός πολύ σημαντικών δημιουργών, όπως ο Μπρουνελέσκι, ο Ντονατέλο, ο Μαντένια, ο Μποτιτσέλι κ.ά.

Ο 15ος αιώνας ανοίγει με τον διαγωνισμό για τη δεύτερη (βορινή) πύλη του Βαπτιστηρίου της Φλωρεντίας που προκηρύσσεται το 1401, ένα γεγονός που αποκτά συμβολικό χαρακτήρα και αποτελεί ορόσημο για την αναβίωση του αρχαίου κόσμου. Γιατί ο διαγωνισμός αυτός μοιάζει να ανανεώνει την παράδοση των διαγωνισμών της Αρχαιότητας, όπως αυτού που προκηρύχθηκε στην Έφεσο για τη δημιουργία του γλυπτού μιας Αμαζόνας, στον οποίο, πάντοτε κατά τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, πήραν μέρος οι μεγαλύτεροι κλασικοί γλύπτες, ο Φειδίας, ο Πολύκλειτος, ο Κρησίλας και ο Φράδμων. Στον διαγωνισμό του Βαπτιστηρίου νικητής ανακηρύχθηκε ο Λορέντσο Γκιμπέρτι (1378-1455), ο οποίος στους Υπομνηματισμούς του (1447-1455) μιλάει για πρώτη φορά με τόση σαφήνεια για τη σημασία που έχει να σχεδιάζει κανείς αρχαία γλυπτά. Στο Μουσείο Bargello της Φλωρεντίας σώζονται δύο ανάγλυφα προσχέδια για τον παραπάνω διαγωνισμό, που παριστάνουν τη θυσία του Ισαάκ, ένα του Γκιμπέρτι και ένα του Μπρουνελέσκι. Στα ανάγλυφα αυτά διακρίνονται χαρακτηριστικά οι διαφορετικές κλασικιστικές προτιμήσεις των δύο καλλιτεχνών: ο Γκιμπέρτι ανατρέχει σε νεοαττικά γλυπτά, δημιουργώντας μια γλυπτική που απλώνεται στην επιφάνεια, ο Μπρουνελέσκι προτιμά ελληνιστικά πρότυπα. Χαμηλά στο πρώτο επίπεδο του αναγλύφου ο Μπρουνελέσκι τοποθετεί δύο σκλάβους του Αβραάμ. Ο σκλάβος στα αριστερά κάθεται όπως ακριβώς ο Απακανθιζόμενος (Spinario), ένα ελληνιστικό έργο από τα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ., μόνο που εδώ ο νέος, σε αντίθεση με το αρχαίο πρότυπο, είναι ντυμένος, φοράει παπούτσια, και παρ᾽ όλα αυτά βγάζει ένα αγκάθι από το αριστερό του πόδι. Πρόκειται για μια γλυπτική που ερευνά το βάθος, την τρίτη διάσταση στο ανάγλυφο. Γιατί στον μεγάλο αυτό αρχιτέκτονα χρωστάμε μια σπουδαία ανακάλυψη, την προοπτική. Οι αρχαίοι γνώριζαν βέβαια τη βράχυνση, ο Μπρουνελέσκι όμως έδωσε στους καλλιτέχνες την επιστημονική λύση του προβλήματος και οι συνέπειες της ανακάλυψης αυτής ήταν τεράστιες για τους ζωγράφους και τους γλύπτες.

Το γοητευτικό εύρημα του Μπρουνελέσκι είχε συνέχεια. Και άλλοι καλλιτέχνες, όπως π.χ. ο Λούκα Σινιορέλι ή ο Πιντουρίτσιο, χρησιμοποίησαν τον τύπο του Απακανθιζόμενου σε έργα τους, σε πολλές παραλλαγές και σε διαφορετικές σκηνές, άλλοτε ντυμένο, άλλοτε γυμνό, μεταμορφωμένο σε λουόμενη νύμφη κτλ. Από το ίδιο το αρχαίο γλυπτό σώζονται στη Φλωρεντία πολλά μικρά γλυπτά αντίγραφα (ένα μάλιστα σε ξύλο) της σχολής του Ντονατέλο.

Γιόγκα Σούτρας

Η Απελευθέρωση

Σύμφωνα με το Σαμκύα (Γιόγκα) Αυτό που Υπάρχει Πραγματικά (Πουρουσά) Είναι Πραγματικό, Ζωντανό, Συνειδητό , έχοντας Αυτεπίγνωση ή Γνώση της Παρουσίας του. Είναι Κάτι Χωρίς Ιδιότητες (για την αντίληψη), πέρα από κάθε αντίληψη Χώρου ή Χρόνου, Μια Ασύλληπτη Πραγματικότητα, Χωρίς Καμιά Δραστηριότητα, Αγνή Εγρήγορση. Είναι Ένας Ανοιχτός Συνειδητός Χώρος, Μια Απλωσιά Ειρήνης και Μακαριότητας. Δεν Υπάρχει άλλη (αληθινή) πραγματικότητα από Αυτό.

Από την άλλη μεριά Αυτό που Εμφανίζεται σαν Φύση, Ουσία, Δημιουργία, Ποικιλία Φαινομένων (Πρακρίτι) δεν είναι κάποια «ουσία» που παράγει «πράγματα». Η Φύση τα Περιλαμβάνει Όλα, ακόμα και αφηρημένες δραστηριότητες, όπως συνειδησιακές καταστάσεις, ή αφηρημένη αντίληψη πέραν των αισθήσεων, καθώς κι όλα τα νοητικά και υλικά φαινόμενα. Η Φύση θα έπρεπε να Χαρακτηρίζεται (για να είμαστε ακριβείς) σαν Μεταφυσική Δραστηριότητα που Παράγει Φαινόμενα (Παρινάμα, ανάπτυξη αυτού που υπάρχει ήδη). Δραστηριότητα Τίνος; Πως; Γιατί; Δεν γνωρίζουμε!

Το Πουρουσά, σαν ο Μόνος Συνειδητός Παρατηρητής Παρατηρεί (χωρίς να Αλλοιώνει) Όλα τα Φαινόμενα της Νοητικής Φύσης, της Νοητικής Δραστηριότητας. Όσο Διατηρεί την Αυτονομία του όλα αυτά δεν είναι παρά πρόσκαιρα φαινόμενα, δραστηριότητες που δεν αφήνουν πραγματικά ίχνη (παρά μόνο τα ίχνη που εξασφαλίζουν την «συνέχεια» των φαινομένων).

Όταν Εξαιτίας της Άγνοιας (Αβίντυα, που δεν γνωρίζουμε πως προκύπτει) ο Αγνός Παρατηρητής απορροφιέται και ταυτίζεται με τις δραστηριότητες της Φύσης, τους μετασχηματισμούς της, θεωρεί όλα αυτά σαν πραγματικότητες. Η Φύση τότε «μετατρέπεται» σε μια Παραμορφωτική Δύναμη που λειτουργεί σε παγκόσμιο και ατομικό επίπεδο. Η Φύση γίνεται Συνείδηση (Τσιττά).

Η Μόνη Οδός Λύτρωσης, Ελευθερίας, Ανεξαρτησίας (Καϊβαλγία) είναι η Πραγματική Αυτογνωσία, η Γνώση του Πουρουσά, που δεν έχει καμία ουσιαστική σχέση με τα φαινόμενα. Αυτό μπορεί να πραγματωθεί με την εγκατάλειψη όλων των δραστηριοτήτων (με την απόλυτη ηρέμηση, «ακινησία», της τσιττά, την απόλυτη αποταύτιση, από τους νοητικούς μετασχηματισμούς, οπότε η Φύση αποκαλύπτεται όπως είναι κι όχι παραμορφωμένη). Αυτό είναι το Γιόγκα. Πραγματοποιώντας την Αυτονομία (Καϊβαλγία) το Πουρουσά σταματά να «αναμειγνύεται» στην Φύση, που ξεδιπλώνεται πλέον σαν κοσμικό όνειρο (κι όχι σαν πραγματικότητα).

Τώρα εξηγείται τι είναι Σαμάντι.

Γιόγκα είναι η Αυτονομία, ο αποταυτισμός, από τους μετασχηματισμούς της Τσιττά (Συνείδησης) , από τα τσιττά βρίττις (τους συνειδησιακούς μετασχηματισμούς), που πραγματώνεται με την ηρέμηση της τσιττά, την εξάλειψη των τσιττά-βρίτις.

Στην Διάρκεια του Σαμάντι, το Πουρουσά (ο Αγνός Παρατηρητής) «αναπαύεται» στην ίδια του την Αδιαφοροποίητη Κατάσταση.

Στον υπόλοιπο χρόνο, που δεν υπάρχει Σαμάντι, ο Παρατηρητής ταυτίζεται με τους μετασχηματισμούς.

Όπου υπάρχει απουσία της Αβίντυα (της Μεταφυσικής Άγνοιας) εκεί υπάρχει κι απουσία συνδέσμου (του Πουρουσά με την Φύση), ο οποίος σύνδεσμος πρέπει να αποφεύγεται. Αυτή είναι η Καϊβαλγία (η Ανεξαρτησία του Παρατηρητή).

Γιόγκα Σούτρας, I, 1-4, και II, 25

Απολαμβάνοντας το ίδιο μας το σώμα

Στην αρχαία ελληνική μυθολογία λέγεται πως ο Νάρκισσος σε μια περιδιάβασή του στο δάσος, βρήκε μια λίμνη, σταμάτησε και καθώς έσκυψε από πάνω της και αντίκρισε για πρώτη φορά το είδωλό του στο νερό, μαγνητίστηκε τόσο από την ίδια του την ομορφιά που ερωτεύτηκε τον εαυτό του. Από εκεί άλλωστε βγήκε και η λέξη ναρκισσισμός –δηλαδή αγάπη προς τον εαυτό–, στην οποία αναφέρθηκε πρώτη φορά ο Φρόιντ το 1910. Κατά τον Φρόιντ, ο ναρκισσισμός είναι ένα στάδιο της εξέλιξης του ανθρώπου, το οποίο θεωρείται δεδομένο, καθώς κομμάτι της διαδικασίας εξερεύνησης και κατανόησης του εαυτού μας αποτελεί και το σώμα μας. Συγκεκριμένα, υποστηρίζει πως προτού φτάσουμε σε σημείο να γοητευόμαστε από άλλους ανθρώπους, περνάμε υποσυνείδητα από το στάδιο να ερωτευθούμε εμάς και το είδωλό μας στον καθρέφτη.

Υπάρχουν άτομα τα οποία ως επί το πλείστο -ενίοτε και αποκλειστικά- τα βρίσκουν πρωτίστως με τον ίδιο τους τον εαυτό και τείνουν να προτιμούν την ευχαρίστηση χωρίς την παρουσία άλλου προσώπου. Κατά τη διάρκεια της επαφής, σκέφτονται οτιδήποτε και οποιονδήποτε προκειμένου να ολοκληρώσουν, με τη διαφορά ότι το απολαμβάνουν περισσότερο όταν κοιτάζουν και ακουμπούν το δικό τους σώμα απ΄ ότι με άλλους ανθρώπους.

Κατά πόσο αυτή η προτίμηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει τον προσανατολισμό ενός ατόμου ή εάν απλώς θεωρείται γούστο και συγκεκριμένος τρόπος ζωής, είναι αμφίβολο κι αυτό γιατί βιώνεται με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό βαθμό από κάθε άτομο. Ορισμένοι καταφεύγουν στην ικανοποίηση τους μόνο όταν δεν είναι εφικτές άλλες εναλλακτικές, άλλοι αναγνωρίζουν πως απολαμβάνουν τόσο το δικό τους σώμα όσο από άλλα, και σίγουρα υπάρχει και η κατηγορία που υποστηρίζει πως περνάνε καλά αποκλειστικά και μόνο χωρίς παρέα.

Ψυχολόγοι ειδικοί σε θέματα σχέσεων και έρωτα υποστηρίζουν πως ως ένα βαθμό όλοι απολαμβάνουμε από τον εαυτό μας κι αυτό κυρίως λόγω της ψυχολογίας που κρύβεται πίσω από κάθε επαφή με άλλους ανθρώπους. Αν το σκεφτούμε λίγο, ακόμη κι όταν γοητευόμαστε και μας φτιάχνει η θέα και η σκέψη ενός άλλου σώματος πέραν του δικού μας, για να μπορέσουμε έχουμε επαφή μ’ έναν άλλον άνθρωπο, σημαίνει πως νιώθουμε αρκετά άνετα με το δικό μας σώμα. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει πως αρέσει πρώτα σ’ εμάς αυτό που βλέπουμε και κατ’ επέκταση αισθανόμαστε πιο ποθητοί και στα μάτια του άλλου, πιστεύουμε πως θα αρέσουμε περισσότερο στον άνθρωπο που έχουμε απέναντί μας. Συνεπώς, υποσυνείδητα ή όχι, ερωτευόμαστε το δικό μας σώμα πρώτα, προτού αφεθούμε σε κάποιον άλλο.

Τίποτα το μεμπτό δεν υπάρχει σε μια τέτοια παραδοχή. Το να θαυμάζεις το σώμα σου και να το απολαμβάνεις, σε φέρνει πιο κοντά στην ανακάλυψη του εαυτού σου, στην αποδοχή του ακριβώς όπως είναι και στην αγάπη προς αυτόν. Άλλωστε και η επαφή μεταξύ ανθρώπων προϋποθέτει άνεση και απελευθέρωση, ώστε και τα δύο άτομα να μπορούν να βελτιστοποιήσουν την απόλαυση που θα λάβουν. Πώς μπορείς να φτάσεις σ’ ένα τέτοιο σημείο αν υπάρχουν άγνωστοι στην εξίσωση και ειδικά αν αυτός ο άγνωστος είναι η άγνοια προς το σώμα σου;

Επιπλέον, αν σκεφτούμε και την επαφή μπροστά σε καθρέφτη, κάτι το οποίο αρκετός κόσμος βρίσκει πολύ προκλητικό, εμπεριέχει στοιχεία απόλαυσης του ίδιου μας του εαυτού. Μπορεί να μην είχαμε ιδιαίτερα κάνει τη σύνδεση, αλλά ίσως το επιλέγουμε για να κοιτάμε και να θαυμάζουμε το δικό μας σώμα κατά τη διάρκεια της επαφής, αφού πρακτικά το σώμα του συντρόφου μας βρίσκεται ήδη στο οπτικό μας πεδίο. Μας δίνεται η δυνατότητα να παρατηρήσουμε το σώμα μας υπό την ιδιότητα ενός τρίτου, σε στιγμές πιο προσωπικές και να το δούμε σε διαφορετικές στάσεις και μορφές, κάτι που μας εξιτάρει.

Στον αντίποδα βέβαια, η υπερβολική αγάπη και προσοχή προς τον εαυτό μας ενδέχεται να αγγίξει ή και να ξεπεράσει τα όρια της εγωμανίας και συνεπώς να φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα, καθώς μπορεί να μας απομακρύνει από τον έρωτα μια και καλή. Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Νάρκισσο που ο μύθος τον θέλει να μένει μαγεμένος από την αντανάκλαση του ειδώλου του στο νερό, επειδή εξιδανίκευσε τον εαυτό του σε τέτοιο βαθμό και κατέληξε να αδιαφορεί πλήρως για τον έρωτα της νύμφης Ηχούς προς αυτόν. Εν τέλει έφυγε απογοητευμένος από τον ανεκπλήρωτο έρωτά του προς τον εαυτό του.

Η υπερβολική προσήλωση προς το εγώ μας μπορεί να φέρει αντίθετα αποτελέσματα, αφού ελλοχεύει ο κίνδυνος σταδιακά να πάψουμε να αποζητούμε τον έρωτα στο πρόσωπο ενός άλλου ανθρώπου, νομίζοντας πως κανείς δεν είναι αντάξιος της δικής μας ομορφιάς και μεγαλείου. Κανείς όμως δε γίνεται ελκυστικός και ποθητός έχοντας μια ακραία εγωκεντρική και αλαζονική στάση, με μοναδικό επίκεντρο τη δική του ικανοποίηση, αδιαφορώντας πλήρως για τις ανάγκες του άλλου. Φυσικά αυτό εναπόκειται στον καθένα από εμάς, καθώς ο έρωτας, όσο και να τον κυνηγά και να τον ποθεί η πλειοψηφία, δεν είναι για όλους. Αν τα άτομα τα οποία βρίσκουν ικανοποίηση και ολοκληρώνουν με μοναδική παρέα τον εαυτό τους είναι συνειδητοποιημένα και ξέρουν τι θέλουν και τι επιδιώκουν, κανένα απολύτως θέμα δεν υπάρχει.

Το μόνο σίγουρο είναι πως οφείλουμε στον εαυτό μας να γνωρίζουμε καλύτερα απ’ όλους το δικό μας σώμα. Να μάθουμε τι είναι αυτό που μας αρέσει, τι είναι αυτό που μας κάνει να αισθανόμαστε ασφάλεια και άνεση, πώς μας αρέσει να μας ακουμπάμε εμείς και πώς οι άλλοι, τι είναι αυτό που μας ικανοποιεί ή αυτό που μας ξενερώνει. Οφείλουμε σ’ εμάς να απολαμβάνουμε κάθε στιγμή, συνεπώς οι όποιες δοκιμές μάς φέρνουν όλο και πιο κοντά στην αυτογνωσία και αυτοπραγμάτωση.

Εξουσία και διαστροφή

Σκέφτομαι πολύ καιρό αυτό το θέμα, αλλά δεν καταπιανόμουν. Ο λόγος του δισταγμού έγκειται στο ότι οι δύο όροι «εξουσία» και «διαστροφή» επιδέχονται στη βιβλιογραφία πολλαπλές ερμηνείες, οπότε και δυσκολεύει το εγχείρημα. Εντούτοις, θα προσπαθήσω σήμερα να ξεδιπλώσω τις σκέψεις μου.

Το θάρρος το βρήκα από το άρθρο που διάβασα σήμερα σχετικά με το νέο βιβλίο του Γιούργκεν Χάμπερμας που αποκαλεί την κατάσταση της απόλυτης εξουσίας των αγορών πάνω στα κράτη και τις ζωές των ανθρώπων «ανωμαλία».

Η μοναδική μορφή φυσικής εξουσίας που υπάρχει στη ζωή, είναι η γονεϊκή εξουσία. Όσο πιο μικρό είναι το παιδί τόσο πιο μεγάλη είναι. Έτσι, η εξουσία που ασκεί το περιβάλλον στο βρέφος είναι τεράστια, αφού το υποκείμενο δεν διαθέτει καμία αυτονομία να τραφεί μόνο του, να φροντίσει την υγιεινή του, να επικοινωνήσει τις ανάγκες του μέσω του λόγου. Σταδιακά, η γονεϊκή εξουσία συρρικνώνεται και ο γονιός με το παιδί του γίνονται ισότιμοι με την εξατομίκευση και ενηλικίωση του τελευταίου.

Οι υπόλοιπες μορφές εξουσίας δεν είναι φυσικές. Σε άλλες μορφές κοινωνιών, ιδιαίτερα στις μητριαρχικές, οι αποφάσεις λαμβάνονται με τη συμμετοχή όλων των μελών της κοινότητας. Μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις είναι απαραίτητη η ομοφωνία των μελών για τη λήψη μιας απόφασης κι όχι η πλειοψηφία-όπως στις κοινωνίες των Ινδιάνων Χόπι.

Η εξουσία είναι μία θέση που χαρακτηρίζεται από την ισχύ και την ευθύνη για τη λειτουργία της κοινότητας-ομάδας-κράτους-οργανισμού.

Πρέπει να μην συγχέουμε την έννοια της εξουσίας με την έννοια της ηγεσίας. Στην δεύτερη περίπτωση, ο ηγέτης αναδεικνύεται με φυσικό τρόπο σε κάθε μορφή κοινωνικής οργάνωσης. Το άτομο που αναδεικνύεται ηγέτης είναι αυτός που διαθέτει όραμα και κάποιες ιδιαίτερες ικανότητες που αναγνωρίζονται από τα μέλη. Ο ηγέτης δεν έχει απαραίτητα εξουσία, καθώς η εξουσία προκύπτει κυρίως από τη θεσμοποίηση μίας θέσης ισχύος, ελέγχου και ευθύνης.

Η σχέση που έχουμε με κάθε μορφή εξουσίας (εργοδότη, κράτος κλπ) αντανακλά την πρωταρχική προσωπική εμπειρία που είχαμε με τη γονεϊκή εξουσία και ιδιαίτερα τον πατέρα. Έτσι, αν ο πατέρας ήταν για παράδειγμα αδιάφορος , τότε η εμπειρία προς την κάθε μορφή εξουσίας μετέπειτα θα φιλτράρεται μέσα από αυτό το βίωμα. Το κράτος ή ο εργοδότης ή ο θεραπευτής (στον οποίο επίσης προβάλλονται συχνά εξουσιαστικά χαρακτηριστικά) στο συγκεκριμένο παράδειγμα, θα φαίνονται αδιάφοροι προς τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το άτομο.

Η εξουσία ωστόσο σε σχέση με τον πληθυσμό πάνω στον οποίο ασκείται χαρακτηρίζεται από μία ανισορροπία ισχύος. Η έννοια της εξουσίας-και σ' αυτό συμφωνούν όλοι οι ορισμοί- δεν μπορεί να νοηθεί έξω από μία σχέση. Έτσι, κάποιος εξουσιάζει κάποιον άλλο.

Τα προσωπεία της εξουσίας είναι πολλά (όπως άλλωστε και τα προσωπεία της γονεϊκής εξουσίας) και αλλάζουν ανάλογα με τις περιόδους και τους πολιτισμούς. Μπορεί να είναι περισσότερο ανεκτικά και δημοκρατικά, ή απολυταρχικά και τυραννικά.

'Οποιο κι αν είναι το προσωπείο της εξουσίας, η πηγή της είναι η ισχύς. Για να υπάρχει όμως απαραίτητο είναι να υπακούσουν τα υποκείμενα.

Παρόλο που η εξάρτηση του παιδιού από το γονιό δεν είναι πολιτική υποτέλεια, η διαμόρφωση αυτής της σχέσης με την εξάρτηση καθιστά το παιδί επιρρεπές στην υποτέλεια και την εκμετάλλευση. Έχοντας αυτή την εμπειρία της παιδικής ηλικίας έχουμε εσωτερικεύσει τη σχέση με την εξουσία και άρα είμαστε περισσότερο ευάλωτοι μαζικά πια σε αυτήν.

Για τον G.Mendel (1973) τρία είναι τα χαρακτηριστικά της σχέσης εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου: η ανισότητα, η υποταγή και το μυστήριο-απόσταση (που απαιτείται για να συμβάλλει στην προβολή ασυνείδητων επιθυμιών στο πρόσωπο του εξουσιαστή).

Ας δούμε όμως τα πράγματα και από την άλλη σκοπιά.

Τι είναι αυτό το οποίο κάνει κάποια υποκείμενα να διψούν για εξουσία; Σε τι άραγε χρειάζεται τόση ισχύς η οποία να ξεπερνά τις απαιτήσεις της ζωής του οργανισμού και της προστασίας του παιδιού του; Ποιος είναι ο χαρακτήρας του ανθρώπου που επιθυμεί να ασκεί έλεγχο στις ζωές και των άλλων;

Κι εδώ θα μου επιτρέψετε να συσχετίσω αυτή την επιθυμία με τη διαστροφή. Η διαστροφή, όπως και η εξουσία δεν μπορεί να οριστεί πέρα από τα πλαίσια της σχέσης. Στην πραγματικότητα όμως η διαστροφή είναι μία μορφή παθολογίας της σχέσης. Μία αντί-σχέση που χαρακτηρίζεται από αντικοινωνικότητα

Συνηθίζουμε να χρησιμοποιούμε την έννοια της διαστροφής αναφερόμενοι στη σεξουαλικότητα. Στην περίπτωση αυτή, η διαστροφή ορίζεται ως μία απόκλιση που έχει να κάνει είτε με το αντικείμενο της επιθυμίας (π.χ. παιδιά στην παιδοφιλία), είτε με τον στόχο (π.χ. τη θέαση στην οφθαλμολαγνία), είτε με την ερωτογενή ζώνη (το παράδειγμα του φετιχισμού)είτε με την αναγκαιότητα ύπαρξης συγκεκριμένων ιδιαίτερων συνθηκών προκειμένου να υπάρξει η ερωτική ικανοποίηση.

Εντούτοις, τελευταία βρίσκουμε και ορισμούς της διαστροφής που δεν αφορούν πια αποκλειστικά την σεξουαλική παρεκλίνουσα συμπεριφορά.

Ο Φρόυντ αναφέρει ότι η διαστροφή εμφανίζεται όταν υπάρχει ένα μπλοκάρισμα στην εξέλιξη του παιδιού εξαιτίας του φόβου του ευνουχισμού. Μην μπορώντας να αποχαιρετήσει το παιδί την κατάσταση του ερμαφροδιτισμού-της νιρβάνας ή της παραδεισένιας κατάστασης της απόλυτης αυτάρκειας-προκειμένου να κατακτήσει τη φυλετική του ταυτότητα κατασκευάζει φαντασιακά σενάρια στα οποία έχει τον απόλυτο έλεγχο.

Η σημασία του σταδίου του ευνουχισμού έχει γίνει κατανοητή από όλες τις θρησκείες. Έτσι, για παράδειγμα η περιτομή, το κόψιμο των μαλλιών κατά την ορθόδοξη βάφτιση, ή άλλες τελετές μύησης υπάρχουν για να διαχειριστούν ακριβώς αυτή την ιδέα ότι το υποκείμενο δεν είναι ικανό να διαπράξει το κάθετί εξαιτίας του φαλλού (σύμβολο ισχύος). Όλα αυτά φυσικά πρέπει να τα καταλάβουμε μέσα από τους συμβολισμούς τους κι όχι μέσα από την κυριολεξία τους.

Στην περίπτωση της διαστροφής, το υποκείμενο συνεχίζει να αναζητά τον άλλο, όμως ο άλλος αποπροσωποποιείται και εργαλειοποιείται. Γίνεται μόνο ένας ρόλος που βοηθά στην αναπαράσταση της φαντασίωσης που έχει αντικαταστήσει την πραγματικότητα κι όπου το υποκείμενο αισθάνεται ότι έχει τον πλήρη έλεγχο.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, μία πληθώρα μέσων δια-στρέφονται, αλλάζουν δηλαδή κατεύθυνση. Έτσι, βλέπουμε ανθρώπους που κυνηγούν το χρήμα-που από ανταλλακτικό μέσο φαντασιώνεται ως μέσο που φέρει ισχύ και έλεγχο. Σε καιρό πολέμου οι γυναίκες του εχθρού βιάζονται για να φανεί η κυριαρχία του νικητή, ενώ ο βασιλιάς δικαιούται συνήθως να έχει χαρέμι..

Η εξουσία διαστρέφει τα υποκείμενα. Τα αλλοτριώνει και τα μεθάει. Είναι σαν Διονυσιακή μέθη που αλλοιώνει τη συνείδηση και τον ορθό λόγο. Όχι πάντα βέβαια κι αυτό έχει να κάνει με την ωριμότητα του υποκειμένου που έχει βρεθεί σε θέση εξουσίας-που δυστυχώς είναι σπάνια. Ας θυμηθούμε το παράδειγμα του Μαντέλα-που αποσύρθηκε από την εξουσία λόγω γηρατιών εκκούσια, σε αντιπαράθεση με παραδείγματα άλλων γερόντων που δεν αφήνουν τον «θρόνο» παρά μόνο όταν έρχεται ο θάνατος.

Από την άλλη, βλέπουμε συχνά να υπάρχει μία σύνδεση μεταξύ της εξουσίας και των σεξουαλικών αποκλίσεων. Έτσι τα διάφορα σεξουαλικά σκάνδαλα που ξεσπούν και αφορούν πρόσωπα εξουσίας (από την παιδοφιλία των θρησκευτικών αρχηγών του Βατικανού, ως τις περιπέτειες του Στρος-Καν, του Μπερλουσκόνι κ.ά) μπορεί να προκαλούν αίσθηση, αλλά σίγουρα δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν αφού η ρίζα τους είναι κοινή με τη δίψα για την εξουσία.

Είναι ευτυχισμένοι αυτοί οι άνθρωποι; Φυσικά και δεν είναι. Και το βλέπουμε από την κατάχρηση ουσιών, τις κακές σχέσεις με τους δικούς τους ανθρώπους, τον αυτοεξευτελισμό. Πρόκειται για ναρκισσιστικά διαταραγμένες προσωπικότητες που χρήζουν θεραπείας, αλλά ποτέ δεν θα προσέλθουν σε κάποιο γραφείο Ψ. Επειδή κατέχουν υψηλά αξιώματα ο πληθυσμός τείνει να εξιδανικεύει γιατί και όμορφα ρούχα φορούν και χρήματα έχουν και διαθέτουν την (τόσο παρεξηγημένη) ταμπέλα της επιτυχίας.

Η δίψα για εξουσία υπόκειται στη φροϋδική αρχή του θανάτου. Και υπό αυτή την έννοια η έννοια της διαστροφής είναι συνδεδεμένη με την εξουσία. Το υποκείμενο που διψά για κυριαρχία ξεκινά από τη σαγήνη, προχωρά με την επιρροή και καταλήγει στην κυριαρχία. Ο εξουσιαζόμενος λειτουργεί σαν υπνωτισμένος. Ο πόνος του τελευταίου δεν μπορεί να απουσιάζει σε ένα τέτοιο παιχνίδι εξουσίας. Σε αυτό συνηγορούν οι εργασίες του Goffman που μας έδειξαν ότι δεν μπορεί να υπάρχει συναίνεση στον κυρίαρχο λόγο χωρίς κάποια μορφή καταπίεσης και βίας.

Πριν από 12, ήδη, χρόνια η Εταιρεία Κλινικής Κοινωνικής Ψυχολογίας είχε πραγματοποιήσει ένα καταπληκτικό συνέδριο στις Σπέτσες με θέμα: «Εξουσία, βία, πόνος». Τα πρακτικά του συνεδρίου έχουν κυκλοφορήσει σε δύο τόμους από τις εκδ. Καστανιώτη και όποιος ενδιαφέρεται περισσότερο για το θέμα μπορεί να δει ξεκάθαρα σε αυτά τα κείμενα πόσο άρρηκτα συνδεδεμένος είναι ο πόνος με τη βία της εξουσίας.

Βία που εκδηλώνεται άλλοτε απροκάλυπτα με σωματική τιμωρία και προσπάθεια εκμηδενισμού των υποκειμένων κι άλλοτε καλυμμένα μέσα από ψυχολογική βία (π.χ. εκβιασμοί κ.ά.).

Το σίγουρο πάντως είναι ότι έχει τόσο πολύ νομιμοποιηθεί η εξουσία που έχει φυσικοποιηθεί, θεωρείται δηλαδή μία φυσική κατάσταση κι ως τέτοια δεν επιδέχεται γνωστικής επεξεργασίας.

Η νομιμοποίησή της έχει να κάνει τόσο με την πρωταρχική εμπειρία με τη γονεϊκή εξουσία που αναφέραμε, όσο και με την ιδεολογία και το συλλογικό φαντασιακό-που προβάλλεται πάνω στις μορφές εξουσίας και απαρτίζεται από ελπίδες για βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης ή ακόμη και για διάσωση σε περιόδους κρίσεων.

Κλείνοντας θα ήθελα να θυμηθούμε τα λόγια του Πασκάλ: «Αφού δεν κάναμε ισχυρή τη δικαιοσύνη κάναμε δίκαιο ό,τι είναι ισχυρό»...κι ο συνειρμός μου αναπόφευκτα με οδηγεί σε εκείνο το «ό,τι νόμιμο και ηθικό» που είχαμε ακούσει πριν λίγα χρόνια.

Ο νόμος, όμως, όπως μας λέει ο Θ. Λίποβατς διαφοροποιείται από την εξουσία. Διαφοροποιείται γιατί προκύπτει από το λόγο κι όχι από το φαντασιακό.

Τώρα βέβαια τίθεται το ερώτημα ποιος νομοθετεί; Αλλά κι αυτό έγκειται στην εκάστοτε ιστορικοκοινωνική στιγμή, ενώ οι όποιες απαντήσεις ξεπερνούν τα όρια της ταυτότητας του γράφοντος.

Πώς μαθαίνουν τα παιδιά την ηθική;

Η ηθική των παιδιών περιλαμβάνει κάποιες αξίες όπως η ειλικρίνεια, ο σεβασμός και η ευθύνη ως προς τους άλλους. Πώς λοιπόν μπορεί κανείς να διδάξει στα παιδιά του τις παραπάνω αξίες;

Ηθική ταυτότητα

Δεν πρέπει μόνο να διδάσκουμε στα παιδιά μας συγκεκριμένες αξίες, αλλά πρέπει να τα δεσμεύουμε και ως προς αυτές. Πρέπει να ζητάμε από τα παιδιά να βοηθούν με τις δουλειές του σπιτιού, να είναι ευγενικά με εμάς και τους οικείους μας και να τους εξηγούμε γιατί είναι για εμάς σημαντικές αυτές οι αξίες.

Αντιμετώπιση των αρνητικών συναισθημάτων

Ένα παιδί μπορεί να μπει στην ομάδα της τάξης που θα κοροϊδέψει τον καινούργιο μαθητή, για να μη γίνει το ίδιο αντικείμενο χλεύης από την ίδια ομάδα παιδιών. Αυτό είναι ένα παράδειγμα για το πώς το παιδί εγκαταλείπει την ηθική του προκειμένου να αποφύγει ένα δυσάρεστο συναίσθημα.

Είναι λοιπόν σημαντικό να το προλάβουμε αυτό, διδάσκοντας στα παιδιά μας την ηθική και την αξία της. Με αυτόν τον τρόπο το παιδί δε θα νιώσει ντροπή ή θυμό προκειμένου να συμμετάσχει για παράδειγμα στον εκφοβισμό ενός άλλου παιδιού. Το βοηθάμε να προλάβει τα παραπάνω συναισθήματα, να τα αναγνωρίσει και να μην το παρασύρουν σε πράξεις που δε συμφωνούν με την ηθική του.

Ηθικά διλήμματα

Τα παιδιά θ’ αντιμετωπίζουν συχνά ηθικά διλήμματα. Πρέπει λοιπόν να τα προετοιμάσουμε γι’ αυτά. Ένα παιδί μπορεί να μην ξέρει, για παράδειγμα, τι να κάνει στην περίπτωση που κάποιος συμμαθητής του και καλός του φίλος αντιγράψει από το διαγώνισμά του και πάρει εξίσου κάλο βαθμό.

Πρέπει λοιπόν να τα βοηθήσουμε να σκέφτονται πολυδιάστατα και ν’ αναλογίζονται τι συνέπειες έχουν οι πράξεις και η στάση τους στα μικροσυστήματα που συμμετέχουν.

Ψυχολογική ανθεκτικότητα

Το να μάθει ένα παιδί να υπερασπίζεται τα πιστεύω του ή ν’ αναλαμβάνει τις ευθύνες του προς τους άλλους, μπορεί και να το δυσκολέψει σε κάποιες περιπτώσεις. Πρέπει λοιπόν να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να χτίσουν έναν ανθεκτικό και ώριμο εαυτό που θ’ ανταπεξέλθει στις δυσκολίες που θ’ αντιμετωπίσει.

Βέβαια ο αμεσότερος τρόπος για να διδάξει ο γονιός στο παιδί του την ηθική είναι ν’ αποτελεί ο ίδιος ένα ηθικό παράδειγμα γι’ αυτό. Έτσι περνάει στα παιδιά του ένα ηχηρό μήνυμα. Στην αντίθετη περίπτωση, τα παιδιά συγχίζονται καθώς βλέπουν τις παραινέσεις των σημαντικότερων γι’ αυτά προσώπων να μη συμφωνούν με τις πράξεις τους.

Χομούνκουλους: Τα Μαγικά πλάσματα των Αλχημιστών

Ένα από τα μεγαλύτερα ανθρώπινα ταμπού, που εγείρει και τις αντιρρήσεις των ανθρώπων που εξυπηρετούν τις παγιωμένες θρησκείες, αφορά στην δημιουργία τεχνητής ζωής από τον άνθρωπο. Και υπάρχουν γραπτές αναφορές, που δείχνουν πως αιώνες πριν, κάποιο μύστες Αλχημιστές κατάφεραν να το πετύχουν, δίνοντας ζωή σε ένα μικρό ανθρωποειδές πλάσμα με μαγικές ιδιότητες, το Χομούνκουλους.

Τα γραπτά αποκαλύπτουν τις μαγικές συνταγές για την επιτυχημένη «γέννηση», ή μήπως αφορούν συμβολικές παραπομπές στην πνευματική εργασία που θα επιφέρει την Πνευματική εξέλιξη του ερευνητή; Όπως και να έχει, η υπόθεση του Χομούνκουλους είναι αρκετά ενδιαφέρουσα.

Η Επιστήμη έχει καταφέρει να κάνει τεράστια άλματα προόδου από τον περασμένο αιώνα και έπειτα, όπως υπάρχουν ακόμη αρκετά Ηθικά ζητήματα που η επιστημονική κοινότητα ίσως να πρέπει να απαντήσει. Ένα τέτοιο ζήτημα είναι εκείνο της δημιουργίας της Τεχνητής ζωής. Για μερικούς αυτή η προοπτική ενσωματώνει την λογική πρόοδο της επιστημονικής γνώσης. Για άλλους, είναι ένας τομέας που δεν θα έπρεπε να αγγίζουν οι άνθρωποι. Και οι έννοιες που αφορούν και σχετίζονται με την δημιουργία της Τεχνητής ζωής, όπως η Γενετική Μηχανική και η κλωνοποίηση είναι σχετικά μοντέρνες επιστημονικές ιδέες. Όμως κατά το παρελθόν, το πεδίο της Αλχημείας και συγκεκριμένα οι Ερευνητές του Μεσαίωνα προσπάθησαν να πραγματοποιήσουν αυτό το άλμα: την Δημιουργία της τεχνητής ζωής. Ένα από τα πλάσματα που λέγεται πως κατόρθωσαν οι Αλχημιστές να δημιουργήσουν ήταν το Χομούνκουλους (homunculus), που σημαίνει «Μικρός άνθρωπος» στα Λατινικά.

Το Χομούνκουλους αναφέρεται για πρώτη φορά στα Αλχημικά γραπτά του 16ου Αιώνα. Το πιθανότερο είναι όμως πως αυτή η ιδέα είναι παλιότερη από τις καταγραφές εκείνες. Πρόκειται για την ιδέα πως μπορούν να δημιουργηθούν πλήρως αναπτυγμένες ανθρώπινες Μινιατούρες, που εντοπίζεται στις πρώιμες εποχές (400-1000 Μ.Χ) και βασίζεται μερικώς στην Αριστοτελική πεποίθηση πως το σπερματοζωάριο είναι δυνατότερο από το ωάριο στην συνεισφορά του για την παραγωγή της ζωής.

Η Πρώτη γνωστή αναφορά για την παραγωγή του Χομούνκουλους λέγεται πως βρέθηκε σε ένα αχρονολόγητο Αραβικό έργο που ονομάζεται Book of the Cow, και υποτίθεται πως γράφτηκε από τον ίδιο τον Πλάτωνα. Τα υλικά που χρειάζονται για την δημιουργία του Χομούνκουλους συμπεριλαμβάνουν ανθρώπινο σπέρμα, μία αγελάδα ή ένα πρόβατο και ζωικό αίμα, ενώ η διαδικασία περιλαμβάνει την τεχνητή γονιμοποίηση του ζώου, πασαλείβοντας τα γεννητικά όργανα του ζώου με το αίμα ενός άλλου ζώου. Το ζώο που κυοφορούσε θα έδινε εν τέλει ζωή σε μία άμορφη ουσία, που τοποθετούνταν σε μία σκόνη φτιαγμένη από Ηλιόπετρα (Ένα Μυστικιστιστικό φωσφορίζων Ελιξίριο), μαγνήτη, και τους χυμούς από μία λευκή ιτιά. Όταν η άμορφη μάζα ξεκινούσε να αναπτύσσει ανθρώπινη σάρκα, απαιτούνταν η τοποθέτηση της σε ένα τεράστιο γυαλί ή μεγάλο δοχείο για τρεις ημέρες. Έπειτα από αυτή την διαδικασία, έπρεπε να τραφεί με το αίμα της αποκεφαλισμένης μητέρας του για επτά ημέρες προτού μεταμορφωθεί σε ένα πλήρως σχηματισμένο Χομούνκουλους.

Φαίνεται πως στο Βιβλίο αυτό υπήρχαν δύο διαφορετικές διαδικασίες παραγωγής Χομούνκουλους, Που είχαν ως αποτέλεσμα τρεις διαφορετικούς τύπους του Ανθρωποειδούς. Και τα τρία αυτά είδη είχαν τις δικές τους συγκεκριμένες «λειτουργίες» και μαγικές συνέπειες προς εκείνο που το δημιούργησε:

Ο Πρώτος τύπος Χομούνκουλους μέσα από την χρήση του επέτρεπε στην εμφάνιση της Πανσελήνου(!), επέτρεπε στον άνθρωπο που το δημιούργησε να παίρνει ζωικές μορφές (shapeshifting), να πραγματοποιεί θαυματουργές πράξεις και να αποκτά μελλοντολογικές γνώσεις, αφού θα ήταν ικανός να γνωρίζει γεγονότα που συνέβαιναν πολύ μακριά από το πεδίο δράσης του ή ακόμα και γεγονότα που δεν είχαν συμβεί ακόμη. Ο Δεύτερος τύπος μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να επιτρέψει στον δημιουργό του να «δει» πνεύματα και Δαίμονες και να έχει την δυνατότητα να αλληλοεπιδράσει μαζί τους, ενώ ο τρίτος τύπος Χομούνκουλους μπορούσε να επιφέρει αλλαγές στα καιρικά φαινόμενα και να δημιουργήσει φίδια που ήταν εξαιρετικά δηλητηριώδη!

Ο Αλχημιστής του 16ου Αιώνα, Philip von Hohenheim που έγινε γνωστός ως Παράκελσος, παρέχει μία διαφορετική συνταγή για την δημιουργία της ανθρώπινης μινιατούρας Χομούνκουλους, στο έργο του De Natura Rerum. Αυτή η διαδικασία χρησιμοποιεί ένα άλογο ως παρένθετη μητέρα του Εμβρύου, και το σπέρμα του άνδρα παραμένει μέσα στην μήτρα του ζώου για σαράντα ημέρες, έτσι ώστε να πραγματοποιηθεί η αποσύνθεσή του, προτού γεννηθεί ο μικρός άνθρωπος. Αντί να χρησιμοποιήσει το Χομούνκουλους για τις μαγικές ιδιότητές του, ο Παράκελσος συμβουλεύει πως το πλάσμα «θα πρέπει να μορφωθεί με ιδιαίτερο ζήλο και προσοχή, ώσπου να μεγαλώσει και να αποκτήσει την δική του διάνοια». Ο Παράκελσος επίσης υποστήριξε πως η διαδικασία για την δημιουργία του Χομούνκουλους ήταν ένα από τα μεγαλύτερα μυστικά που αποκαλύφθηκαν από τον Θεό στους Θνητούς Ανθρώπους, υποδεικνύοντας ίσως πως η δημιουργία της Τεχνητής ζωής αφορά την Θεϊκή Σοφία που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από το ανθρώπινο γένος.

Όπως αναμενόταν, η επιστημονική κοινότητα σήμερα απορρίπτει την εργασία που περιγράφεται στο Book of the Cow αλλά και στο De Natura Rerum του Παράκελσου σχετικά με την Δημιουργία τεχνητής ζωής με μαγικές ιδιότητες, του Μαγικού πλάσματος Χομούνκουλους, αναφέροντας πως πρόκειται ξεκάθαρα για αποκυήματα της φαντασίας, ενώ άλλοι υποδεικνύουν πως τα γραπτά αυτά έχουν συμβολική μορφή και όχι κυριολεκτική, εμπεριέχοντας κρυμμένα μηνύματα που αφορούν την πνευματική ανέλιξη του ερευνητή και όχι την κυριολεκτική δημιουργία «Μαγικής Ζωής». Όπως και να έχει, ο στόχος της δημιουργίας Τεχνητής Ζωής είναι ένας στόχος που οι άνθρωποι εξακολουθούν να επιδιώκουν ακόμα και αρκετούς αιώνες αργότερα, στον εκσυγχρονισμένο κόσμο που ζούμε.

Μην επιτρέπεις στην απόρριψη να σε πείσει ότι δεν είσαι αρκετός

Αν έχετε βιώσει απόρριψη σε κάποια περίοδο της ζωής σας, είναι πιθανό να νιώθετε οτιδήποτε άλλο παρά αρκετοί. Η απόρριψη μας επηρεάζει ψυχικά, σωματικά, ακόμα και πνευματικά. Και τα συναισθήματα της απόρριψης είναι επώδυνα. Μας δίνουν μια ψευδή αίσθηση ανασφάλειας που μας κάνει να πιστεύουμε ότι δεν είμαστε αρκετά καλοί. Αρχίζουμε να αμφιβάλουμε για τον εαυτό μας, μέχρι μία μέρα να σταματήσουμε να πιστεύουμε εντελώς σε αυτόν.

Οι επιδράσεις γίνονται πιο αρνητικές όταν τα συναισθήματα της απόρριψης μένουν ανεπίλυτα. Θέλουμε απεγνωσμένα να γίνουμε αποδεκτοί από τους άλλους, τόσο πολύ που αρχίζουμε να αναπτύσσουμε κακές συνήθειες, όπως ότι προσπαθούμε να «εξαγοράσουμε» την προσοχή και την τρυφερότητα των ανθρώπων. Μπορεί να τους γεμίζουμε δώρα και φιλοφρονήσεις, ελπίζοντας ότι θα λάβουμε κάτι ως αντάλλαγμα. Δεν πρέπει ποτέ να ξοδεύουμε χρήματα για να δούμε αν οι άλλοι μας αποδέχονται γι’ αυτό που είμαστε.

Μια άλλη συνήθεια που αναπτύσσουμε είναι ο απόλυτος συμβιβασμός. Δεν λέμε την άποψή μας επειδή δεν θέλουμε να ενοχλήσουμε ή να εκνευρίσουμε κάποιον. Αποφεύγουμε τη σύγκρουση ή την απλή διαφωνία στις απόψεις. Καταπιέζουμε τα πάντα και χαμογελάμε υποκριτικά.

Αυτή η συνήθεια μας κάνει να νιώθουμε ακόμα μεγαλύτερη απόρριψη επειδή αρνούμαστε στον εαυτό μας να είναι αληθινός. Νιώθουμε σαν να εργαζόμαστε προς όφελός μας, αλλά τελικά μας κάνουμε περισσότερο κακό παρά καλό. Δεν πρέπει ποτέ να νιώθουμε ότι ο μόνος τρόπος για να μας αγαπούν είναι να «πηγαίνουμε με τα νερά τους».

Ξέρω ότι μπορεί να πονά, αλλά μην αφήνετε τον πόνο να καταφέρει να σας κάνει να απορρίψετε τον εαυτό σας. Ορισμένες φορές, χρειάζεται να αντιμετωπίσετε τον πόνο για να τον ξεπεράσετε. Να αντιμετωπίσουμε την απόρριψη για να την ξεπεράσουμε. Όλα τα προβλήματα ξεκινούν όταν αρνούμαστε τα αρνητικά συναισθήματα, επειδή κάποιος άλλος μας απέρριψε.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι εκεί έξω υπάρχουν άνθρωποι που θα μας δεχτούν γι’ αυτό που είμαστε. Και γι’ αυτό ήρθε η στιγμή να πιστέψουμε στον εαυτό μας και θα δείτε ότι το ίδιο θα κάνουν και οι άλλοι. Γιατί είμαστε περισσότερο από αρκετοί. Αξίζουμε την προσπάθεια.

Κοιτάξτε στον καθρέφτη και αρχίστε να αποδέχεστε το ποιοι είστε και εκτιμήστε αυτό που βλέπετε. Μια μέρα θα συνειδητοποιήσετε ότι δεν κρύβεστε πια πίσω από τον πόνο. Μπορείτε να χαμογελάτε ξανά, και να βρίσκετε τη χαρά στον αληθινό εαυτό σας. Θα μπορείτε πια να απορρίπτετε αυτούς ου σας απορρίπτουν και να δέχεστε αυτούς που θέλετε. Θα συνειδητοποιήσετε ότι δεν αξίζει να συμβιβάζεστε για λιγότερα.

Όλα θα μοιάζουν αδύνατα πριν κάνουμε τη μεγάλη αλλαγή. Αλλά δεν θα είναι

Όταν νιώθουμε ότι έχουμε φτάσει «στον πάτο» και υποθέτουμε ότι δεν θα μπορούσαμε να φτάσουμε πια πιο κάτω, δεν είναι επειδή έχουν όλα πάει τυχαία λάθος. Η κατάρρευση δεν είναι ένα μοναδικό γεγονός, αλλά αποτέλεσμα μιας αλυσίδας γεγονότων. Είναι η στιγμή όπου δεν μπορούμε πια να συνεχίσουμε μέσα στην άρνηση για το τι συμβαίνει.

Φτάνουμε εδώ επειδή δεν μπορούμε να θυμηθούμε την τελευταία φορά που νιώσαμε όμορφα με το σώμα μας, επειδή μείναμε σε μια αδιέξοδη σχέση για χρόνια, επειδή επιτρέψαμε στα αρνητικά μοτίβα σκέψης να μας κατακλύσουν και τώρα ήρθε η ώρα της αλλαγής.

Αν και νιώθουμε άβολα συναισθήματα για ό,τι μας συμβαίνει, αυτό δεν ισχύει στην πραγματικότητα. Ζούμε τη μαγική εκείνη στιγμή που μας αλλάζει τη ζωή. Η κατάρρευση είναι η εξέλιξη, απλά δεν έχουμε βγει ακόμα από την άλλη πλευρά. Στον πυρήνα της βρίσκεται η αφύπνιση, η συνειδητοποίηση ότι οι παλιοί μας τρόποι δεν θα μας πάνε πια πολύ μακριά.

Γιατί όλα αυτά τα χρόνια που μισούσες τον εαυτό σου, δεν είχες αποκτήσει ακόμα την αυτεπίγνωση για να συνειδητοποιήσεις ότι άξιζες περισσότερα από την διαρκή απογοήτευση και πικρία. Γι’ αυτό και νιώθεις άβολα τώρα.

Γιατί όλα αυτά τα χρόνια που αντιμετώπιζες προβλήματα με τη σχέση σου, δεν είχες ανακαλύψει τη χαρά της ευθύνης· το ότι εσύ έχεις τη δύναμη να σηκωθείς και να φύγεις, να κλείσεις την πόρτα πίσω σου. Γι’ αυτό και νιώθεις άβολα τώρα.

Γιατί όλα εκείνα τα χρόνια που οι αρνητικές σκέψεις σε τραβούσαν προς το βυθό, δεν είχες ακόμα αγαπήσει αρκετά τον εαυτό σου ώστε να μην ανέχεσαι να σου φέρεσαι άδικα. Γι’ αυτό και νιώθεις άβολα τώρα.

Αλλά σε κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις εσύ είσαι αυτός που ξύπνησες και συνειδητοποίησες ότι ήρθε η ώρα για κάτι μεγαλύτερο, σπουδαιότερο, περισσότερο. Το αίσθημα του αδύνατου λοιπόν δεν είναι αυτό στην πραγματικότητα, είναι το ειλικρινές συναίσθημά σου που έρχεται επιτέλους στην επιφάνεια και φωνάζει «φτάνει πια».

Όλα θα μοιάζουν αδύνατα λίγο πριν συμβεί η μεγάλη αλλαγή. Όλα θα μοιάζουν άσχημα πριν βγεις στην επιφάνεια νικητής. Όλα θα μοιάζουν ότι καταρρέουν λίγο πριν βγάλουν τελικά νόημα.

Να ενεργείς σαν να είναι αδύνατο να αποτύχεις

Τα περισσότερα από τα πράγματα που μας πάνε στραβά, είναι πράγματα για τα οποία φέρουμε την ευθύνη των επιλογών μας. Είτε δράσαμε εν θερμώ, είτε παραιτηθήκαμε από το σχέδιό μας πριν την ώρα του, είτε δεν πιστέψαμε, τελικά, στη νίκη μας – στον εαυτό μας. Κάποιες φορές, υπάρχουν πράγματα που πάνε στραβά επειδή αναιρούμε επιλογές που έχουμε κάνει, πριν καν τις εφαρμόσουμε. Άλλες πάλι δεν επιλέγουμε καν. Κάπου εκεί, μπλέκονται η αναποφασιστικότητα με την αναβλητικότητα και την αδράνεια και, μετά, αναρωτιόμαστε τι πήγε λάθος…

Ο επιθετικός σκέφτεται πώς θα επιτεθεί, όχι πως θα αμυνθεί.

Αφού καταλάβαμε ότι μέσα στην αποτυχία ζούμε και υπάρχουμε, τώρα έχουμε την ευκαιρία να αποδείξουμε ότι «δεν έγινε και τίποτε αν αποτύχουμε». Επομένως, ρίχνουμε το βάρος στο πώς θα πετύχουμε. Εστιάζουμε λοιπόν σε αυτά που έχουμε σχεδιάσει εμείς να κάνουμε και τους φόβους μήπως και συμβεί το ένα ή το άλλο, δεν τους περιφρονούμε, αλλά τους βάζουμε στη γωνία. Κοιτάμε τη δική μας…δουλειά και αφήνουμε και τα υπόλοιπα να κάνουν τη δική τους. Με αυτόν τον τρόπο, έχουμε καταφέρει κάτι που αγγίζει τα όρια της μαγείας. Έχουμε αποδεχτεί την ύπαρξη της αποτυχίας αλλά δεν…τη δεχόμαστε. Η δράση, έχει ανάγκη από «επιθετικότητα». Δεν μπορείς να πηγαίνεις συνεχώς με 20χλμ/ώρα όταν σου δίνεται η δυνατότητα να πηγαίνεις με 80χλμ/ώρα. Οι συνεχείς αμφιβολίες, καταρρακώνουν την πίστη σου στο σχέδιό σου και σε αναγκάζουν να εφαρμόσεις ένα «σταμάτα-ξεκίνα».

Θυσίες και δυσκολίες.

Ένα σχέδιο υπηρετεί έναν στόχο. Ο στόχος για να επιτευχθεί, θέλει θυσίες. Μην κοροϊδέψεις ποτέ τον εαυτό σου ότι μπορεί να βρει σχέδιο που δεν θα χρειαστεί θυσίες. Αν αυτό νομίζεις ότι το βρήκες, ακόμη και αν όλα υλοποιηθούν, στο άμεσο μέλλον θα δεις ότι έχτισες ουρανοξύστη σε κινούμενη άμμο…Δίνεις ή αφήνεις κάτι για να πάρεις και να αγγίξεις κάτι άλλο. Κάποιος που ξέρει τη «νοοτροπία της νίκης» γνωρίζει πως η αποτυχία κρύβεται στο «εύκολο» και στο «δωρεάν». Να έχουμε υπόψιν μας τι έρχεται από τύχη και ατυχία και τι έρχεται από προσπάθεια. Αν στηριχθείς σε κάτι που τυχαία σου ήρθε και το θεωρήσεις «επίτευγμά σου», τότε κάτι πάει λάθος. Αν όλα αυτά τα έχεις στο νου σου, τότε έχεις καταφέρει χωρίς άγχος να δρας σα να μην υπάρχει το ενδεχόμενο της αποτυχίας και έτσι, αν αυτή έρθει, μετά να μπορείς να προσπαθήσεις πάλι, χωρίς να νιώθεις ηττημένος…

Με ένα σχέδιο κερδίζεις, με το ίδιο χάνεις.

Δε γίνεται να μην το επαναλαμβάνεις στον εαυτό σου. Πρέπει να σου γίνει συνήθεια. Η αποτυχία είναι μέσα μας. Είναι το αποτέλεσμα αυτού που λέμε «άνθρωποι είμαστε, λάθη κάνουμε». Η αποτυχία είναι πιο πιθανή από την επιτυχία. Ο Αριστοτέλης, πατέρας της λογικής, έλεγε πως το «καλό» γίνεται με έναν τρόπο, ενώ το «κακό», με πολλούς. Η παραδοχή αυτή, όχι μόνο θα βγάλει άγχος από τους ώμους σου αλλά θα σε κάνει και πιο ώριμο για τους αγώνες που θέλεις να αναλάβεις. Επειδή ξέρουμε οτι η αποτυχία καραδοκεί, κάνουμε σχέδια. Δουλειά του σχεδίου, είναι να σε προφυλάξει από κακοτοπιές. Αυτός είναι και ο λόγος που θα σου πάρει αρκετή ώρα να το σκεφτείς. Από εκεί και μετά, υπάρχουν μόνο δύο πράγματα. Δράση και αποφασιστικότητα. Αν έχεις σκεφτεί καλά το σχέδιο και ξέρεις τι έχεις να αντιμετωπίσεις (έστω στο περίπου…) τότε πρέπει να έχεις πίστη σε αυτό. Είναι άλλο πράγμα η ευελιξία που θα χρειαστεί στην πορεία και άλλο να αλλάζεις σχέδια στην αρχή ή στη μέση της διαδρομής. Αυτό λέγεται πανικός. Με αυτό θα κερδίσεις και με αυτό, θα χάσεις.

Αγάπη: Η πιο ιερή και μοναδική έκφραση της ψυχικής μας υπόστασης

Η πιο ιερή, η πιο βαθιά, η πιο κοντινή, ίσως και η μοναδική έκφραση της ψυχικής μας υπόστασης στη γη.

Η αγάπη όλα τα μπορεί ΝΑΙ. Ήρθαμε εδώ σε αυτή την γήινη μορφή για να βιώσουμε, να μάθουμε, να ενθυμηθούμε τι είναι η αγάπη, ότι είμαστε αγάπη, όλοι μας ανεξαιρέτως… Ήρθαμε για να γεμίσουμε με περισσότερη αγάπη μέσα μας και να την σκορπίσουμε στους γύρω μας σαν χρυσόσκονη.

Ένας άνθρωπος που αγαπά ολοκληρωτικά και με ταπεινότητα τον εαυτό του μπορεί να μεταμορφώσει τις ζωές των άλλων γύρω του χωρίς να κάνει κάτι ιδιαίτερο. Απλά και μόνο που υπάρχει είναι το φωτεινότερο παράδειγμα για όλους μας.

Πως να εξηγήσει κάποιος άραγε την πιο βαθιά, την πιο ουσιαστική έννοια της αγάπης με απλά λόγια… Γιατί πολλές φορές λέμε ότι αγαπάμε αλλά αγαπάμε τόσο όσο.. Όσο ο άλλος είναι στα καλούπια που εμείς του θέτουμε, όσο ο άλλος χάνει την δική του ελευθερία για χάρη μας, όσο... Όσο...

Και όμως

Αγάπη είναι η πλήρης αποδοχή του εαυτού μας και των άλλων γύρω μας. Αγάπη είναι να επιτρέπουμε στον άλλο να είναι αυτός που είναι χωρίς κριτική, χωρίς να θέλουμε να τον αλλάξουμε. Αγάπη είναι το δικαίωμα της πλήρης ελευθερίας, της πλήρης ελευθερίας του να είμαι αυτός που είμαι…και ο άλλος να είναι αυτός που είναι και να συνυπάρχουμε με αρμονία..

Αγάπη είναι να αποδέχεσαι το γεγονός ότι οι κύκλοι των ανθρώπινων σχέσεων κάποτε κλείνουν και ότι έχεις τη δύναμη να αγαπάς από μακριά και να εύχεσαι τα καλύτερα. Να χαίρεσαι με τη χαρά του άλλου και ας είναι μακριά σου. Να χαίρεσαι γενικά με τη χαρά των άλλων, με τις επιτυχίες τους, με την εξέλιξη τους..

Αγάπη είναι το να αντιληφθείς πλήρως μέσα σου ότι είμαστε όλοι ένα, ο καθένας ένα κομματάκι του puzzle που όταν τα ενώσεις δημιουργούν μια τεράστια καρδιά.

Όταν το αντιληφθείς πλήρως αυτό τους βλέπεις όλους με ένα άλλο φακό, τον φακό της αγάπης και της αποδοχής.

Και όσο η δική σου αυτοαγάπη μεγαλώνει τόσο αυτός ο φακός καθαρίζει και επεκτείνεται.

Και αυτό είναι τόσο όμορφο.. Μόνο έτσι ΖΕΙΣ αληθινά και βρίσκεις το νόημα…

Η ευτυχία είναι προσωπική ευθύνη του καθενός

Δεν βρίσκω κάποια αναγκαία σχέση ανάμεσα στις περιστάσεις της ζωής ενός ανθρώπου και τη βαθμίδα όπου βρίσκεται στην κλίμακα της ευτυχίας. Αν οι εξωτερικές περιστάσεις προσδιόριζαν από μόνες τους την ευτυχία, τότε το θέμα θα ήταν απλό (δεν θα ήταν τόσο περίπλοκο). Θα ήταν αρκετό, δηλαδή, να γνωρίζουμε τις εξωτερικές συνθήκες της ζωής ενός ανθρώπου για να ξέρουμε αν είναι ευτυχισμένος.

Μπορούμε να παίξουμε ένα παιχνίδι: να προβλέψουμε την ευτυχία σύμφωνα με δύο απλές αξιολογήσεις:

Αν στον άνθρωπο συμβαίνουν Καλά Πράγματα => Είναι Ευτυχισμένος.

Αν στον άνθρωπο συμβαίνουν Άσχημα Πράγματα => Είναι Δυστυχισμένος.

Απ’ αυτό θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει- με δεδομένη την τυχαία κατανομή τουλάχιστον των κακών πραγμάτων-, ότι η ευτυχία είναι θέμα απλής συγκυρίας. Ένα συμπέρασμα λανθασμένο και παιδαριώδες ή, ακόμη χειρότερα, σχεδιασμένο κακοπροαίρετα για ν’ αποφύγει κανείς τις ευθύνες.

Ωστόσο, τίποτα δεν μπορεί να αναιρέσει το γεγονός ότι, αργά ή γρήγορα, θα πρέπει να δεχτούμε πως η ευτυχία είναι προσωπική ευθύνη του καθενός. Η πιο σημαντική ίσως απ’ όλες μας τις ευθύνες, αφού η αναζήτηση αυτή δεν αποτελεί απλώς αντικειμενικό σκοπό του ανθρώπου, αλλά είναι, επίσης, ένα από τα χαρακτηριστικά που τον προσδιορίζουν.

Άντρες και γυναίκες, σ’ όλα τα μήκη και πλάτη της γης, επιθυμούμε την ευτυχία. Προσπαθούμε με όλη μας τη δύναμη- και έχουμε κάθε δικαίωμα-, να καταφέρουμε να γίνουμε ευτυχισμένοι.

Ακόμη καλύτερα: έχουμε υποχρέωση να εμμένουμε σ’ αυτήν την επιδίωξη.

Ο παράγων Ε

Ένας δάσκαλος έλεγε πάντα στους μαθητές του ότι είναι πιο εύκολο- πολύ πιο εύκολο-, να είναι κανείς δυστυχισμένος, παρά ευτυχισμένος.
“Όταν αισθάνομαι δυστυχισμένος” τους εξηγούσε, “λέω στον εαυτό μου ότι ακολουθώ τον εύκολο δρόμο- αφήνω κάποια γεγονότα να με απομακρύνουν από τα πιστεύω μου.”

“Η ευτυχία, αντίθετα” συνέχιζε, “είναι κάτι για το οποίο πρέπει ν’ αγωνιστούμε- δεν είναι ένα απλό συναίσθημα που προέρχεται από το γεγονός ότι μας συνέβη κάτι καλό.”

Συμφωνώ όμως απόλυτα με την άποψή του, ότι το αν θα είμαστε ή όχι ευτυχισμένοι φαίνεται πως εξαρτάται πολύ περισσότερο από εμάς τους ίδιους παρά από τα εξωτερικά γεγονότα.

Θα προσπαθήσω να δείξω πως ο καθένας μας είναι φορέας του βασικού (αν και όχι μοναδικού) παράγοντα που καθορίζει τον βαθμό της ευτυχίας του. Ενός παράγοντα μεταβλητού από άτομο σε άτομο, ο οποίος μεταβάλλεται επίσης σε διαφορετικές φάσεις της ζωής του ίδιου ανθρώπου, και τον οποίο θα ονομάσω, έτσι αυθαίρετα: Παράγοντα Ε.

Ακόμη και με κίνδυνο να τον απλοποιώ υπερβολικά, θα τον ορίσω, βασικά, ως το άθροισμα τριών σημαντικών στοιχείων:

Ι. Του ελέγχου- μέχρις ενός ορισμένου σημείου-, και της συνείδησης της αλληλεπίδρασης ανάμεσα σ’ εμένα και το περιβάλλον.

Δεν μπορώ να είμαι ευτυχισμένος αν δεν γνωρίζω ότι μετέχω ενεργά σε όλα όσα μου συμβαίνουν.

ΙΙ. Μιας ψυχικής στάσης που μου επιτρέπει να αποφεύγω την απογοήτευση και τη θλίψη.

Δεν μπορώ να είμαι ευτυχισμένος αν χάνω το θάρρος μου κι εγκαταλείπω την προσπάθεια στην πρώτη δυσκολία.

ΙΙΙ. Της προσπάθειας ν’ αποκτήσω γνώσεις και σοφία.

Δεν μπορώ να είμαι ευτυχισμένος αν καταφεύγω στην αμάθεια εκείνων που δεν θέλουν καν να ξέρουν ότι είναι αμαθείς.

Είναι προφανές, λοιπόν, πως αυτό το βιβλίο εστιάζει περισσότερο στην ιδέα της ευτυχίας ως στάση ζωής, παρά την ανάλυση του βαθύτερου συναισθήματος.

Θεωρώ σημαντικό να το ξεκαθαρίσω αυτό εξαρχής, γιατί ακούω ότι ο περισσότερος κόσμος μιλάει για να την ευτυχία σαν να ήταν συνώνυμο της χαράς, ενώ εγώ είμαι σίγουρος ότι δεν είναι έτσι.

W. Benjamin: αναζητώντας την ουσία της γλώσσας

Βάλτερ Μπένγιαμιν: 1892–1940

Η γλώσσα ως πνευματική ουσία του κόσμου

§1

Η αντίληψη του Μπένγιαμιν για τη γλώσσα, όπως και για τα πνευματικά έργα του ανθρώπου εν γένει, είναι άμεσα συνυφασμένη με την τρικυμιώδη πορεία της σύντομης ζωής του. Καθετί το βίωνε ως μοίρα και συναφώς ως την αναγκαία συνθήκη για να αντιμετωπίζει τον στενό ορίζοντα των πιο «σιδερόφρακτων» γεγονότων με λόγο και σκέψη. Καθ’ όλη την ενήλικη περίοδο του βίου του, ο Μπένγιαμιν έμελλε να γνωρίσει αφάνταστες οικονομικές στερήσεις, παρά το γεγονός ότι καταγόταν από εύπορη οικογένεια. Τα «μοιραία» βιώματα τον συνόδευαν παντού. Συγχρόνως τον εξωθούσαν να συλλογίζεται, να μεταστοχάζεται πάνω στο δικό του λόγο και πάνω στις δυνατότητες αυτού του λόγου να επηρεάζει ή ακόμη και να ανασυγκροτεί την πολυδαίδαλη πράξη του. Έτσι επεφύλασσε στη γλώσσα έναν ευρύτερο ρόλο από αυτόν του εκφραστικού μέσου. Ως εκφραστικό μέσο, η γλώσσα εξωτερικεύει απλώς κάτι, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν συντελεί στην πραγμάτωση του καλού και αληθινού. Ως τέτοιο μέσο ούτε τον κενόδοξο καθεστωτικό εμποδίζει να ρητορεύει απατηλά και ανέξοδα για το αληθινό ούτε τη ριζοσπαστική σκέψη μπορεί να καθιδρύει. Η γλώσσα, για τον Μπένγιαμιν, δεν νομοθετεί για λογαριασμό της αντικειμενικής πραγματικότητας, αλλά χωρίς αυτήν ή και ενάντιά της. Εάν συνέβαινε αυτό, τότε οι εκάστοτε άξεστοι κυβερνητικοί εκπρόσωποι θα ήταν οι βασιλείς–φιλόσοφοι της γλώσσας. Απεναντίας, η γλώσσα ως τέτοια ανα-σημαίνει αυτό που σημαίνει η ίδια η πραγματικότητα. Πώς κατανοείται τούτο το ανα-σημαίνειν; Κατανοείται ως δόσιμο, ως ερωτική αφοσίωση της γλώσσας στο Είναι των πραγμάτων.

§2

Πρόκειται στ’ αλήθεια για μια αφοσίωση που προορίζεται να κρατά στα χέρια της το μυστικό των πραγμάτων. Κατ’ αυτό το πνεύμα, η γλώσσα αναλαμβάνει το έργο της κοινοποίησης των πνευματικών περιεχομένων του ανθρώπινου Είναι αλλά και του Είναι εν γένει, του συνόλου των πραγμάτων. Και το αναλαμβάνει, γιατί το επιτρέπει η ίδια η φύση των πραγμάτων, η οποία έγκειται στο να κοινοποιούν τα πράγματα την πνευματικότητά τους. Η πνευματικότητα τούτη, ήτοι η πνευματική τους ουσία, ανα-ζωογονείται, ανα-σημαίνεται μέσα στη γλώσσα: η τελευταία φέρνει στο φως ό,τι ανταποκρίνεται στη δική της ουσία. Και ανταποκρίνεται στη δική της ουσία ό,τι μπορεί να κοινοποιηθεί. Τούτο σημαίνει ότι η γλώσσα, κοινοποιώντας τα πνευματικά περιεχόμενα του κόσμου, κοινοποιεί στην πραγματικότητα τον εαυτό της, τη δική της ουσία. Πώς τα/την κοινοποιεί; Δια της γλώσσας. Η γλώσσα δηλαδή είναι, χωρίς περαιτέρω διαμεσολαβήσεις, αυτό που κοινοποιεί η ίδια· είναι η αμεσότητα της πνευματικής κοινοποίησης των πραγμάτων. Κάθε πνευματική κοινοποίηση λοιπόν δεν είναι αυτό που γίνεται μέσω της γλώσσας, αλλά αυτό που συμβαίνει εντός της γλώσσας. Ακριβώς επειδή συμβαίνει εντός της, κάθε τέτοια κοινοποίηση δεν έχει τα όρια του κοινοποιήσιμου έξω από τη γλώσσα, αλλά μέσα στην ίδια τη γλωσσική της ουσία, η οποία συνιστά και τη γλωσσική ουσία των πραγμάτων. Πνευματική ουσία της γλώσσας και γλωσσική ουσία δεν ταυτίζονται. Η πρώτη συμβαίνει ως πνευματικό περιεχόμενο και η δεύτερη ως ονομασία ή κατονομασία των πραγμάτων. Και ο άνθρωπος; Καθ’ όλη τούτη την πνευματική-γλωσσική διεργασία των πραγμάτων, ο άνθρωπος είναι αυτός που μιλάει με ρήματα, με λέξεις: εκφράζει τη γλωσσική του ουσία με το να ονομάζει και να κατονομάζει τα πράγματα.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (424d-425e)

[424d] Τὸ δὴ φυλακτήριον, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὡς ἔοικεν, ἐνταῦθά που οἰκοδομητέον τοῖς φύλαξιν, ἐν μουσικῇ.Ἡ γοῦν παρανομία, ἔφη, ῥᾳδίως αὕτη λανθάνει παραδυομένη.
Ναί, ἔφην, ὡς ἐν παιδιᾶς γε μέρει καὶ ὡς κακὸν οὐδὲν ἐργαζομένη.
Οὐδὲ γὰρ ἐργάζεται, ἔφη, ἄλλο γε ἢ κατὰ σμικρὸν εἰσοικισαμένη ἠρέμα ὑπορρεῖ πρὸς τὰ ἤθη τε καὶ τὰ ἐπιτηδεύματα· ἐκ δὲ τούτων εἰς τὰ πρὸς ἀλλήλους συμβόλαια μείζων ἐκβαίνει, ἐκ δὲ δὴ τῶν συμβολαίων ἔρχεται ἐπὶ [424e] τοὺς νόμους καὶ πολιτείας σὺν πολλῇ, ὦ Σώκρατες, ἀσελγείᾳ, ἕως ἂν τελευτῶσα πάντα ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ ἀνατρέψῃ.
Εἶεν, ἦν δ᾽ ἐγώ· οὕτω τοῦτ᾽ ἔχει;
Δοκεῖ μοι, ἔφη.
Οὐκοῦν, ὃ ἐξ ἀρχῆς ἐλέγομεν, τοῖς ἡμετέροις παισὶν ἐννομωτέρου εὐθὺς παιδιᾶς μεθεκτέον, ὡς παρανόμου γιγνομένης αὐτῆς καὶ παίδων τοιούτων ἐννόμους τε καὶ σπουδαίους [425a] ἐξ αὐτῶν ἄνδρας αὐξάνεσθαι ἀδύνατον ὄν;
Πῶς δ᾽ οὐχί; ἔφη.
Ὅταν δὴ ἄρα καλῶς ἀρξάμενοι παῖδες παίζειν εὐνομίαν διὰ τῆς μουσικῆς εἰσδέξωνται, πάλιν τοὐναντίον ἢ ᾽κείνοις εἰς πάντα συνέπεταί τε καὶ αὔξει, ἐπανορθοῦσα εἴ τι καὶ πρότερον τῆς πόλεως ἔκειτο.
Ἀληθῆ μέντοι, ἔφη.
Καὶ τὰ σμικρὰ ἄρα, εἶπον, δοκοῦντα εἶναι νόμιμα ἐξευρίσκουσιν οὗτοι, ἃ οἱ πρότερον ἀπώλλυσαν πάντα.
‹Τὰ› ποῖα;
[425b] Τὰ τοιάδε· σιγάς τε τῶν νεωτέρων παρὰ πρεσβυτέροις ἃς πρέπει, καὶ κατακλίσεις καὶ ὑπαναστάσεις καὶ γονέων θεραπείας, καὶ κουράς γε καὶ ἀμπεχόνας καὶ ὑποδέσεις καὶ ὅλον τὸν τοῦ σώματος σχηματισμὸν καὶ τἆλλα ὅσα τοιαῦτα. ἢ οὐκ οἴει;
Ἔγωγε.
Νομοθετεῖν δ᾽ αὐτὰ οἶμαι εὔηθες· οὔτε γάρ που γίγνεται οὔτ᾽ ἂν μείνειεν λόγῳ τε καὶ γράμμασιν νομοθετηθέντα.
Πῶς γάρ;
Κινδυνεύει γοῦν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὦ Ἀδείμαντε, ἐκ τῆς [425c] παιδείας ὅποι ἄν τις ὁρμήσῃ, τοιαῦτα καὶ τὰ ἑπόμενα εἶναι. ἢ οὐκ ἀεὶ τὸ ὅμοιον ὂν ὅμοιον παρακαλεῖ;
Τί μήν;
Καὶ τελευτῶν δὴ οἶμαι φαῖμεν ἂν εἰς ἕν τι τέλεον καὶ νεανικὸν ἀποβαίνειν αὐτὸ ἢ ἀγαθὸν ἢ καὶ τοὐναντίον.
Τί γὰρ οὔκ; ἦ δ᾽ ὅς.
Ἐγὼ μὲν τοίνυν, εἶπον, διὰ ταῦτα οὐκ ἂν ἔτι τὰ τοιαῦτα ἐπιχειρήσαιμι νομοθετεῖν.
Εἰκότως γ᾽, ἔφη.
Τί δέ, ὦ πρὸς θεῶν, ἔφην, τάδε τὰ ἀγοραῖα, συμβολαίων τε πέρι κατ᾽ ἀγορὰν ἕκαστοι ἃ πρὸς ἀλλήλους [425d] συμβάλλουσιν, εἰ δὲ βούλει, καὶ χειροτεχνικῶν περὶ συμβολαίων καὶ λοιδοριῶν καὶ αἰκίας καὶ δικῶν λήξεως καὶ δικαστῶν καταστάσεως, καὶ εἴ που τελῶν τινες ἢ πράξεις ἢ θέσεις ἀναγκαῖοί εἰσιν ἢ κατ᾽ ἀγορὰς ἢ λιμένας, ἢ καὶ τὸ παράπαν ἀγορανομικὰ ἄττα ἢ ἀστυνομικὰ ἢ ἐλλιμενικὰ ἢ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα, τούτων τολμήσομέν τι νομοθετεῖν;
Ἀλλ᾽ οὐκ ἄξιον, ἔφη, ἀνδράσι καλοῖς κἀγαθοῖς ἐπιτάττειν· [425e] τὰ πολλὰ γὰρ αὐτῶν, ὅσα δεῖ νομοθετήσασθαι, ῥᾳδίως που εὑρήσουσιν.
Ναί, ὦ φίλε, εἶπον, ἐάν γε θεὸς αὐτοῖς διδῷ σωτηρίαν τῶν νόμων ὧν ἔμπροσθεν διήλθομεν.
Εἰ δὲ μή γε, ἦ δ᾽ ὅς, πολλὰ τοιαῦτα τιθέμενοι ἀεὶ καὶ ἐπανορθούμενοι τὸν βίον διατελοῦσιν, οἰόμενοι ἐπιλήψεσθαι τοῦ βελτίστου.
Λέγεις, ἔφην ἐγώ, βιώσεσθαι τοὺς τοιούτους ὥσπερ τοὺς κάμνοντάς τε καὶ οὐκ ἐθέλοντας ὑπὸ ἀκολασίας ἐκβῆναι πονηρᾶς διαίτης.
Πάνυ μὲν οὖν.

***
[424d] Εδώ λοιπόν, στη μουσική επάνω, καθώς φαίνεται πρέπει να χτίσομε την ακρόπολη που να φυλάγουν οι φρουροί μας.
Ναι βέβαια, γιατί απ᾽ αυτή τη μεριά τρυπώνει εύκολα η παρανομία χωρίς να το πάρει κανείς είδηση.
Πραγματικώς, σαν ένα τάχα παιγνίδι, που δεν μπορεί να κάμει και τίποτα κακό.
Γιατί και τίποτ᾽ άλλο αλήθεια δεν κάνει, παρά αφού λίγο λίγο σπιτωθεί μια φορά μέσα, έπειτα αρχίζει αθόρυβα σαν νερό να περνά από κάτω και να διαποτίζει τα ήθη και τις ενασχολήσεις· κι απ᾽ αυτά πια, αφού μεγαλώσει περισσότερο, ξεσπά καταπάνω και στις μεταξύ των συναλλαγές κι απ᾽ αυτές προχωρεί κι απάνω [424e] στους νόμους και στους πολιτικούς θεσμούς με μεγάλη, Σωκράτη, ακολασία, ώσπου στο τέλος αναποδογυρίσει όλα τα πάντα, και κράτος και ιδιώτες.
Αυτό αλήθεια να συμβαίνει;
Έτσι μου φαίνεται εμένα.
Δεν πρέπει λοιπόν, όπως ελέγαμε και απαρχής, και τα παιγνίδια των παιδιών να είναι από την πρώτη στιγμή όσο μπορεί συμφωνότερα με το νόμο, γιατί όταν και το παιγνίδι γίνεται έξω από το νόμο, και τα ίδια τα παιδιά γίνουν τέτοια, [425a] είναι αδύνατο να μεγαλώσουν απ᾽ αυτά άντρες σπουδαίοι και νομιμόφρονες;
Πώς όχι;
Όταν λοιπόν τα παιδιά από τα πρώτα τους παιγνίδια δεχτούν στην ψυχή τους την ευνομία με το μέσο της μουσικής, τότε, αντίθετα με κείνα τ᾽ άλλα παιδιά, αυτή πάλι τα παρακολουθεί σε όλα και τα μεγαλώνει, διορθώνοντας αν τυχόν και ήταν τίποτ᾽ από πριν πεσμένο χάμω μες στην πόλη.
Αυτό είναι βέβαια η αλήθεια.
Ξέρουν λοιπόν να βρίσκουν μόνοι τους και τις νόμιμες εκείνες διατάξεις, που τις θεωρούν συνήθως ασήμαντα μικρολογήματα, και που οι προκάτοχοί τους τις άφησαν όλες να πέσουν σ᾽ αχρηστία.
Σαν ποιές;
[425b] Νά, παραδείγματος χάρη: να σιωπούν οι νεότεροι, καθώς ταιριάζει, μπρος στους γεροντότερους, να τους παραχωρούν τη θέση τους και να τους προσηκώνονται, να σέβονται και να περιποιούνται τους γονείς των, το πώς να ντύνονται και να ποδένονται και να κόβουν τα μαλλιά, ποιό, γενικά, να είναι το παρουσιαστικό τους και όλα τ᾽ άλλα τα τέτοια. Ή δεν το παραδέχεσαι;
Και βέβαια το παραδέχομαι.
Να τα υποβάλει όμως αυτά κανείς σε νομοθετικές διατάξεις το νομίζω ανόητο· γιατί ούτε που γίνονται αυτά, ούτε και αν νομοθετηθούν, είτε προφορικά είτε γραπτά, θα μπορούσαν να διατηρηθούν για πάντα.
Πώς βέβαια;
Καταντά λοιπόν, φίλε μου Αδείμαντε, όλ᾽ αυτά να είναι [425c] φυσική συνέπεια από το πρώτο ξεκίνημα που θα πάρει η εκπαίδευση. Ή μη δεν τραβά πάντα πίσω του το όμοιο εκείνο που του μοιάζει;
Πώς όχι;
Και στο τέλος λοιπόν, θα μπορούσαμε, νομίζω, να πούμε πως καταντά αυτό σε κάτι τέλειο και ολοκληρωμένο, ή καλό ή και το ενάντιο;
Και πώς όχι;
Εγώ λοιπόν για όλους αυτούς τους λόγους δεν θα επιχειρούσα πια να τα βάλω σε νόμο όλα τα τέτοια.
Και πολύ φυσικά.
Αλλά μήπως θα τολμήσουμε, για όνομα του θεού, να κάμουμε ιδιαίτερους νόμους για όλες αυτές τις αγοραίες υποθέσεις, για τις συναλλαγές που κάνουν αναμεταξύ τους οι άνθρωποι της αγοράς [425d] ή, αν θέλεις, και για τα συμφωνητικά εργομισθίας, τις βρισιές και τους τσακωμούς μεταξύ των, για τις κληρώσεις του δικαστηρίου και των δικαστών που θα τους κρίνουν, ή αν είναι ανάγκη να οριστούν πουθενά είτε στην αγορά είτε στους λιμένες εισπράξεις ή καταθέσεις τελωνειακών δασμών, ή και για όλα γενικά τα τέτοια αγορανομικά ή αστυνομικά ή λιμενικά ζητήματα;
Μα και βέβαια δεν αξίζει να προστάζομε τίποτ᾽ απ᾽ αυτά σε ανθρώπους τέλειους σε όλα τους· [425e] γιατί τα περισσότερ᾽ απ᾽ όσα πρέπει να νομοθετήσουν για τους εαυτούς των, εύκολα βέβαια θα τα βρούνε και οι ίδιοι.
Ναι, φίλε μου, αν τουλάχιστο τους αξιώνει ο θεός να διατηρούν τους νόμους που αναφέραμε πριν.
Ειδεμή, θα περνούν τη ζωή τους όλο για να ψηφίζουν και πάλι να διορθώνουν πολλούς τέτοιους νόμους, με την ιδέα πως θα μπορέσουν να πετύχουν μια φορά τον καλύτερο.
Λες δηλαδή πως θα ζουν οι τέτοιοι σαν τους αρρώστους που, από την ακολασία τους, δε θέλουν να παρατήσουν την κακή τους δίαιτα.
Ακριβώς.