Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἰφιγένεια ἡ ἐν Αὐλίδι (1211-1254)

ΙΦ. εἰ μὲν τὸν Ὀρφέως εἶχον, ὦ πάτερ, λόγον,
πείθειν ἐπᾴδουσ᾽, ὥσθ᾽ ὁμαρτεῖν μοι πέτρας,
κηλεῖν τε τοῖς λόγοισιν οὓς ἐβουλόμην,
ἐνταῦθ᾽ ἂν ἦλθον· νῦν δέ, τἀπ᾽ ἐμοῦ σοφά,
1215 δάκρυα παρέξω· ταῦτα γὰρ δυναίμεθ᾽ ἄν.
ἱκετηρίαν δὲ γόνασιν ἐξάπτω σέθεν
τὸ σῶμα τοὐμόν, ὅπερ ἔτικτεν ἥδε σοι,
μή μ᾽ ἀπολέσῃς ἄωρον· ἡδὺ γὰρ τὸ φῶς
βλέπειν· τὰ δ᾽ ὑπὸ γῆς μή μ᾽ ἰδεῖν ἀναγκάσῃς.
1220 πρώτη σ᾽ ἐκάλεσα πατέρα καὶ σὺ παῖδ᾽ ἐμέ·
πρώτη δὲ γόνασι σοῖσι σῶμα δοῦσ᾽ ἐμὸν
φίλας χάριτας ἔδωκα κἀντεδεξάμην.
λόγος δ᾽ ὁ μὲν σὸς ἦν ὅδ᾽· Ἆρά σ᾽, ὦ τέκνον,
εὐδαίμον᾽ ἀνδρὸς ἐν δόμοισιν ὄψομαι,
1225 ζῶσάν τε καὶ θάλλουσαν ἀξίως ἐμοῦ;
οὑμὸς δ᾽ ὅδ᾽ ἦν αὖ περὶ σὸν ἐξαρτωμένης
γένειον, οὗ νῦν ἀντιλάζυμαι χερί·
Τί δ᾽ ἆρ᾽ ἐγὼ σέ; πρέσβυν ἆρ᾽ ἐσδέξομαι
ἐμῶν φίλαισιν ὑποδοχαῖς δόμων, πάτερ,
1230 πόνων τιθηνοὺς ἀποδιδοῦσά σοι τροφάς;
τούτων ἐγὼ μὲν τῶν λόγων μνήμην ἔχω,
σὺ δ᾽ ἐπιλέλησαι, καί μ᾽ ἀποκτεῖναι θέλεις.
μή, πρός σε Πέλοπος καὶ πρὸς Ἀτρέως πατρὸς
καὶ τῆσδε μητρός, ἣ πρὶν ὠδίνουσ᾽ ἐμὲ
1235 νῦν δευτέραν ὠδῖνα τήνδε λαμβάνει.
τί μοι μέτεστι τῶν Ἀλεξάνδρου γάμων
Ἑλένης τε; πόθεν ἦλθ᾽ ἐπ᾽ ὀλέθρῳ τὠμῷ, πάτερ;
βλέψον πρὸς ἡμᾶς, ὄμμα δὸς φίλημά τε,
ἵν᾽ ἀλλὰ τοῦτο κατθανοῦσ᾽ ἔχω σέθεν
1240 μνημεῖον, εἰ μὴ τοῖς ἐμοῖς πεισθῇς λόγοις.
ἀδελφέ, μικρὸς μὲν σύ γ᾽ ἐπίκουρος φίλοις,
ὅμως δὲ συνδάκρυσον, ἱκέτευσον πατρὸς
τὴν σὴν ἀδελφὴν μὴ θανεῖν· αἴσθημά τοι
κἀν νηπίοις γε τῶν κακῶν ἐγγίγνεται.
1245 ἰδοὺ σιωπῶν λίσσεταί σ᾽ ὅδ᾽, ὦ πάτερ.
ἀλλ᾽ αἴδεσαί με καὶ κατοίκτειρον βίου.
ναί, πρὸς γενείου σ᾽ ἀντόμεσθα δύο φίλω·
ὃ μὲν νεοσσός ἐστιν, ἣ δ᾽ ηὐξημένη.
ἓν συντεμοῦσα πάντα νικήσω λόγον·
1250 τὸ φῶς τόδ᾽ ἀνθρώποισιν ἥδιστον βλέπειν,
τὰ νέρθε δ᾽ οὐδέν· μαίνεται δ᾽ ὃς εὔχεται
θανεῖν. κακῶς ζῆν κρεῖσσον ἢ καλῶς θανεῖν.
ΧΟ. ὦ τλῆμον Ἑλένη, διὰ σὲ καὶ τοὺς σοὺς γάμους
ἀγὼν Ἀτρείδαις καὶ τέκνοις ἥκει μέγας.

***
ΙΦΙ. Πατέρα, αν είχα τη λαλιά του Ορφέα,
σαν τραγουδώ να μ᾽ ακλουθούν οι βράχοι
και με το λόγο να μαγεύω εκείνους
που θα ᾽θελα, μ᾽ αυτά θα προσπαθούσα·
μα τώρα εγώ τα δάκρυα μου θα δώσω·
η τέχνη μου είν᾽ αυτή, κι άλλη δεν ξέρω.
Και για κλαρί ικεσίας στα γόνατά σου
κρεμνώ από σένα το κορμί μου —πλάσμα
της μάνας μου για σένα— και ικετεύω.
Θάνατο πρόωρο μη μου δώσεις· είναι
γλυκό το φως να βλέπεις· μη με πιέσεις
τον κάτω κόσμο ν᾽ αντικρίσω. Πρώτη
1220 σ᾽ έκραξα εγώ πατέρα, και παιδί σου
εμένα εσύ· στα γόνατά σου πρώτη
κάθισα εγώ και σου έδωσα να νιώσεις
χαρά, και τη χαρά σ᾽ εσένα βρήκα.
Και μου ᾽λεγες: «Ποιός ξέρει; παντρεμένη
κι ευτυχισμένη θα σε δω, παιδί μου,
ν᾽ ανθοβολά η ζωή σου όπως μου αξίζει;»
Και σου ᾽λεγα, απ᾽ τα γένια σου πιασμένη,
που τώρα εγγίζω ικέτισσα: «Κι εσένα
άραγε εγώ; Στο σπίτι το δικό μου
θα τ᾽ αξιωθώ να σε φιλεύω γέρο
για αντίχαρη των κόπων που έχεις κάμει
1230 για την ανατροφή μου εσύ, πατέρα;»
Αυτά όλα τα θυμούμαι εγώ, μα εσύ
τα λησμονείς και θέλεις να με σφάξεις.
Στον Πέλοπα σ᾽ ορκίζω, μην το κάμεις·
και στο γονιό σου τον Ατρέα, κι ακόμα
στη μάνα μου, που τώρα, αφού με πόνους
με γέννησε, λαβαίνει κι άλλον πόνο.
Τί μπαίνω εγώ στου Αλέξαντρου το γάμο
και της Ελένης; Για χαμό δικό μου
πώς έγινε, πατέρα μου, έτσι; Δες με,
δώσ᾽ μου ένα βλέμμα, ένα φιλί, από σένα
αυτά καν να θυμούμαι σαν πεθάνω,
1240 αν όσα λέω τη γνώμη δε σου αλλάξουν.
Κι εσύ, μικρέ αδερφέ, σαν τί βοήθεια
να δώσεις στους δικούς σου; Κλάψε ωστόσο
κι εσύ, και τη ζωή στην αδερφή σου
ικέτεψε ο πατέρας να χαρίσει·
τη συμφορά και τα παιδιά τη νιώθουν.
Νά, σιωπηλό, πατέρα, σε ικετεύει.
Πόνεσέ με, λυπήσου τη ζωή μου.
Στα γένια σου δυο ικέτες, δυο δικοί σου
απλώνουνε τα χέρια τους· πουλάκι
άπλερο αυτός, ξεπεταμένη η άλλη.
Ένα θα πω κι οι αντίλογοι όλοι πέφτουν·
1250 το φως αυτό γλυκό στον άνθρωπο είναι
να το θωρεί, κι ο κάτω κόσμος πίκρα·
τρέλα είν᾽ ο πόθος του θανάτου. Κάλλιο
ζωή άθλια παρά θάνατος ωραίος.
ΚΟΡ. Για σε και την παντρειά σου, παλιο-Ελένη,
τί αγώνας βρήκε Ατρείδες και παιδιά τους!

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΣΤΑ ΝΕΟΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ: Μπαρόκ (τέλη 16ου - μέσα 18ου αιώνα) και αρχαία τέχνη

11.1. Ιταλία: Αξίζει πάντα το ταξίδι

Αν ταξίδευε κανείς το 1684 στη Φλωρεντία, έπρεπε οπωσδήποτε να επισκεφθεί την Tribuna στην Galleria degli Uffizi, το Στουντιόλο των Μεδίκων, που ήταν ήδη ανοιχτό στο κοινό και συγκέντρωνε τα πιο σημαντικά αρχαία γλυπτά της συλλογής των Μεδίκων: τους Νιοβίδες, τον Σκύθη (από το σύμπλεγμα του Μαρσύα), τον Θνήσκοντα Γαλάτη, τον Φαύνο (Σάτυρο) που παίζει κρουπέζιο από το σύμπλεγμα Πρόσκληση σε χορό, με συμπληρώσεις που αποδίδονται στον Μιχαήλ Άγγελο κ.ά. Μαζί με αυτά ήταν εκτεθειμένα και έργα μεγάλων αναγεννησιακών καλλιτεχνών, του Ραφαήλ, του Τιτσιάνο, αλλά και του Ρούμπενς κ.ά. Ανάμεσα στα αρχαία γλυπτά που είχε αναλάβει αυτή τη χρονιά, το 1684, να αντιγράψει ο γλύπτης Σολντάνι για τις Βερσαλίες ήταν και ο παραπάνω Φαύνος, τον οποίο θεωρούσαν «το ωραιότερο γλυπτό που μπορούσε να βρει κανείς στον κόσμο».

Η Ρώμη όμως εξακολουθεί κατά τον 17ο αιώνα να είναι σημαντικό κέντρο για την τέχνη της Ευρώπης. Το ελληνιστικό γλυπτό σύμπλεγμα, γνωστό ως «ταύρος Farnese» ταιριάζει απόλυτα στα γούστα του μπαρόκ.

Στα τέλη του 16ου αιώνα έρχεται στη Ρώμη ο Ανίμπαλε Καράτσι (1560-1609) όπου σπουδάζει την ελληνορωμαϊκή τέχνη, γοητεύεται από τον Ραφαήλ, την κλασική διατύπωση, τον Μιχαήλ Άγγελο και ζωγραφίζει στο Palazzo Farnese (1596- 1604) τοιχογραφίες με αρχαία θέματα, τον Θρίαμβο του Βάκχου και της Αριάδνης, και ακόμη γυμνές μορφές, Άτλαντες, που μιμούνται μαρμάρινα γλυπτά, με πρότυπο έργα της Αρχαιότητας, όπως τον λυσιππικό Ηρακλή Farnese κ.ά. Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό κλασικιστικό σύνολο που θα επηρεάσει ανάκτορα, εκκλησίες και θα γίνει μόδα σε όλη την Ευρώπη τον επόμενο αιώνα. Ο Καράτσι θα ιδρύσει στην Μπολόνια μια σχολή ζωγραφικής, την Accademia degli Incamminati, στην οποία θα σπουδάσουν σημαντικοί συνεχιστές της κλασικιστικής παράδοσης, όπως ο Γκουίντο Ρένι (1575-1642). Ο Ρένι, ο οποίος στην εποχή του θεωρήθηκε ισάξιος του Ραφαήλ, κλασικιστής, εκλεκτικός, δανείζεται στοιχεία από διάφορους δημιουργούς, ακόμη και από τον αντίποδα του Καράτσι, τον Καραβάτζιο (1573-1610), καλλιτέχνη επαναστάτη που στρέφεται στη ρεαλιστική απόδοση χωρίς να δεσμεύεται από αρχαία πρότυπα.

Και τον Καραβάτζιο όμως δεν τον άφησε αδιάφορο η Αρχαιότητα, μια και επέλεξε να αποδώσει θέματά της με τον προσωπικό του νατουραλιστικό τρόπο, όπως στο πολύ γνωστό του έργο τον Έφηβο Βάκχο (περ. 1590), που βρίσκεται σήμερα στην Galleria degli Uffizi. Το ίδιο και ο κατεξοχήν γλύπτης του μπαρόκ, ο Τζιανλορέντσο Μπερνίνι (1598-1667), ο οποίος δημιουργεί μια νέα μόδα στη γλυπτική που ξεφεύγει στη σύνθεση και στην απόδοση της πτυχολογίας από τα κλασικά πρότυπα, χωρίς να αποφεύγει θέματα από την αρχαία μυθολογία, όπως π.χ. το σύμπλεγμα Απόλλων και Δάφνη του 1622-1625.

Το Αληθινό Ζεν


Το Αληθινό Ζεν

Το Αληθινό Ζεν έρχεται από Μέσα σαν Διεύρυνση της Κατανόησης, όχι απ’ έξω, από εξωτερική πληροφόρηση.

Το Αληθινό Ζεν είναι Κατανόηση, δηλαδή Άμεση Βιωματική Σύλληψη της Πραγματικότητας κι όχι διανοητική σύλληψη.

Το Αληθινό Ζεν είναι Ανεμπόδιστη Αντίληψη που Απλώνεται Ελεύθερα Παντού κι όχι νοητική κατασκευή, που είναι περιορισμένη σύλληψη της Πραγματικότητας, αφού αποτελείται από δομικά στοιχεία γνώσης, ιδιαίτερη δόμηση και δοσμένη προοπτική.

Το Αληθινό Ζεν είναι Απεριόριστη Αντίληψη, δεν είναι περιορισμένη αντίληψη και δεν σταματά ούτε σε καταστάσεις, ούτε σε αντιλήψεις, ούτε σε εμπειρίες.

Το Αληθινό Ζεν είναι Ολοκληρωμένη κι Ολοκληρωτική Βίωση της Πραγματικότητας, Τώρα Εδώ, Πάντα, δεν γεννιέται, δεν κατευθύνεται, δεν τελειώνει πουθενά. Το Αληθινό Ζεν είναι Αληθινή Μακαριότητα αφού δεν υπάρχει ούτε κέρδος, ούτε ζημιά, παρά μόνο Ανεμπόδιστη Αποδοχή της Πραγματικότητας.

Το Αληθινό Ζεν είναι η Αληθινή Φύση Μας και το Κατανοείς μόνο όταν Βιώνεις την Αληθινή Φύση Μέσα σου, όχι έξω, με εξωτερικά μέσα.

Το Αληθινό Ζεν είναι Βίωση της Ενότητας της Πραγματικότητας και δεν αναγνωρίζει (όταν Βιώνεται Ολοκληρωτικά) διακρίσεις, Μέσα-έξω, Πριν-μετά, Φώτιση-μη φώτιση, ή οποιαδήποτε άλλη διάκριση αντιθέτων.

Το Αληθινό Ζεν είναι το Μόνο Ζεν που υπάρχει γιατί οποιαδήποτε άλλη εμπειρία απλά δεν είναι Ζεν… έτσι ο χαρακτηρισμός «αληθινό ζεν» είναι απλά ένας καταχρηστικός πλεονασμός.

Η Πραγματική Φύση μας

Υπάρχουν Δύο Καταστάσεις της Συνείδησης για τις οποίες δεν μπορούμε να πούμε κάτι (παρά ελάχιστα):

Η Συνείδηση της Κενότητας (η Πλήρης απουσία).
Η Συνείδηση του Όλου, του Ενός, του Πλήρους, του Ολοκληρωμένου (που είναι η Αντίστροφη Θετική Όψη της Συνείδησης της Κενότητας).

Αυτές οι Δύο Καταστάσεις της Συνείδησης είναι το Σκοτάδι και το Φως.

Η Κατάσταση της Συνείδησης για την Οποία μπορούμε να πούμε κάτι είναι (η Αντανάκλαση του Υπερκόσμιου Φωτός) η Κοσμική Συνείδηση (η Συνείδηση της Ενότητας του Είναι) που συναντάμε μέσα στη Δημιουργία, που έχει ήδη πραγματοποιήσει τον διαχωρισμό Υποκειμένου-Αντικειμένου, μολονότι σε Αυτό το Επίπεδο, Υποκείμενο Αντικείμενο Είναι το Ίδιο, ταυτίζονται. Είναι η Συνείδηση απέναντι στο Άλλο (το Αντικείμενο, το Περιεχόμενο της Αντίληψης, το Φαινόμενο). Είναι πάντα η «Συνείδηση του Κάτι». Είτε «αυτό» είναι ο Ίδιος ο Εαυτός, είτε ο εξωτερικός κόσμος (που θα προκύψει σαν φαινόμενο μέσα στην εξέλιξη και το χρόνο). Η Συνείδηση Αυτή ονομάζεται στις Παραδόσεις Μάνας, Βιτζνάνα, Ταό με διακρίσεις, Είναι, Νους και με διάφορα άλλα ονόματα.

Τι ακριβώς είναι Αυτή η Συνείδηση; Η Συνείδηση (ή το συνώνυμό της Αντίληψη, στην υπερβατική της μορφή) δεν είναι ουσία, κάτι σταθερό, ούτε κάτι που έχει διάρκεια, μολονότι έχει συνέχεια: Πρόκειται για Δραστηριότητα που εξελίσσεται διαρκώς κι έχει συνέχεια, χωρίς ποτέ να είναι η ίδια αφού αλλάζει συνεχώς το περιεχόμενο (το «κάτι»).

Με άλλα λόγια Συνείδηση (ή Αντίληψη) είναι ένα Ρεύμα Συνειδητότητας, ένα Ρεύμα Επίγνωσης κι όχι κάτι σταθερό. Η Προέλευση από Μια Ευρύτερη Κατάσταση της Παρούσας Συνείδησης, η Συμμετοχή της στη Δημιουργία κι η Απόσυρσή της (ξανά) σε μια (την Ίδια) Ευρύτερη Κατάσταση είναι η Ατομική Ύπαρξη, η Παρούσα Συνείδηση, (εγώ, εσύ, ο άλλος, ο καθένας μας).
.
Η Παρούσα Συνείδηση (πιο σωστό το Παρόν Ρεύμα Συνειδητότητας) είναι κάτι περισσότερο από το σύνολο της εμπειρίας του συνηθισμένου ανθρώπου.

Η Ίδια η Συνείδηση, σαν Συνείδηση, σαν Δυνατότητα Αντίληψης, είναι σαφώς Κάτι Διαφορετικό από το «Περιεχόμενό» της. Είναι η «Συνείδηση του Περιεχομένου» αυτό που Διαφοροποιεί και δίνει τον Ατομικό Χαρακτήρα στο Ρεύμα Συνειδητότητας. Η Συντήρηση αυτού του Ρεύματος Συνειδητότητας, η Απορρόφηση στο Περιεχόμενό της, η Ταύτιση με αυτό που αντιλαμβανόμαστε δημιουργεί τη προσωπική ύπαρξη, την ατομική εμπειρία, την ιδιαίτερη ζωή. Ο τρόπος που γίνεται ο Περιορισμός της Συνείδησης μέσα από κάποιες διαδικασίες-λειτουργίες δεν είναι ίδιος σε όλα τα Πεδία Ύπαρξης: 

Πάντως ο Περιορισμός νοείται συμβολικά (και κάποτε κυριολεκτικά) σαν «γέννηση» στο πεδίο εμπειρίας.

Η Διεύρυνση της Αντίληψης (μέσω Φυσικής Διαδικασίας) πέραν των περιορισμών γίνεται αντιληπτή σαν Απελευθέρωση.

Ο Βίαιος Αποχωρισμός από το περιεχόμενο της Αντίληψης με το οποίο είμαστε ταυτισμένοι είναι τραυματική εμπειρία και χαρακτηρίζεται σαν «θάνατος».

Η Έξοδος στο Απόλυτο

Η Έξοδος από την οποιαδήποτε κατάσταση της Συνείδησής μας (της παρούσας, δικής μας συνείδησης) προς το Απόλυτο, προς την Υπέρτατη Πραγματικότητα, προς την Βίωση της Απόλυτης Κατάστασης της Πλήρους Αντίληψης, που Πηγάζει Αυθόρμητα από την Φύση της Συνείδησης, κι όχι από κάποια δραστηριότητα (υπερνοητική, νοητική, ή φυσική), προς την Τέλεια Μη-Δραστηριότητα, προς την Ολοκληρωτική Ηρεμία (που είναι πέρα από την Ακινησία ή την Δραστηριότητα), δεν ανήκει στο πεδίο της Δραστηριότητας, του Χρόνου, της Αλλαγής… Δεν υπάρχει κάτι που πρέπει να πραγματοποιηθεί. Δεν υπάρχει τρόπος να πραγματοποιηθεί κάτι. Δεν υπάρχει καμία διέξοδος, προς οποιαδήποτε κατεύθυνση.

Η Έξοδος Βρίσκεται στο Παρόν, στο Τώρα, στη Στιγμή που ζούμε (που δεν ανήκει στο Χρόνο) κι όχι στο χώρο της σκέψης, που δημιουργεί την αντίληψη του χρόνου, της συνέχειας, της πραγματοποίησης, δηλαδή της φαντασίας.

Η Έξοδος είναι στιγμιαία, σαν αστραπή, μια Εσωτερική Έκλαμψη, το Άμεσο Πέρασμα στο Επίπεδο της Μη-Δραστηριότητας, της Σιωπής της σκέψης… κι όχι αποτέλεσμα κάποιας προσπάθειας. Αυτό – η Άμεση Πραγματοποίηση, η Άμεση Μετάβαση από το ένα επίπεδο στο άλλο- είναι το αποτέλεσμα της Κατανόησης ότι κάθε δραστηριότητα της σκέψης είναι μάταιη, φανταστική και χωρίς περιεχόμενο. Η Ολοκληρωτική Παραίτηση από όλο αυτό, η Μεγάλη Απάρνηση, Οδηγεί στο Φως, στην Πλήρη Αντίληψη, στην Ηρεμία και στη Μακαριότητα.

Άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει καν, κανένας, δρόμος. Όλοι οι δρόμοι της θρησκευτικής δραστηριότητας, διδασκαλίες, διαλογισμοί, προσπάθειες, όλα ανήκουν στο χώρο του σχετικού, της ανοησίας και είναι σπατάλη χρόνου και δυνάμεων.

Η Κατανόηση Αυτής της Μεγάλης Αλήθειας δεν είναι αποτέλεσμα πολυμάθειας, ή εμπειρίας, ή προσπαθειών. Κι ένας αμόρφωτος μπορεί να καταλάβει… ίσως πιο εύκολα από τους πολυμαθείς. Η σκέψη, η πολυμάθεια, η αναζήτηση, δεν μας βγάζει στη Πραγματικότητα… Όσο περισσότερο χρησιμοποιείται αυτή η δραστηριότητα τόσο περισσότερο βυθιζόμαστε στο φανταστικό.

Αποδοχή, Ταπεινότητα κι Εμπειρία

Αν η Φύση της Συνείδησης Είναι Άπειρη, Ελεύθερη κι Αιώνια τότε έχουν δίκιο οι Σοφοί που μας το λένε από χρόνια…

Αν η Αφύπνιση, η Φώτιση είναι Έμφυτη Δυνατότητα που Πηγάζει από τη Φύση μας τότε, αργά ή γρήγορα θα εκδηλωθεί…

Αν είναι έτσι, τότε αυτό που μας εμποδίζει από το σκοτάδι να Αναδυθούμε στο Φως, είναι μονάχα η άγνοια, που υψώνει τείχη ή λοξοδρομεί από τον Δρόμο της Φύσης χαράζοντας δύσβατα μονοπάτια στην ερημιά της ύπαρξης, μόνο και μόνο γιατί πιστεύει πως αυτό είναι ελευθερία…

Αν είν’ αλήθεια όλα αυτά τότε η Αποδοχή της Φύσης μας, που ανθίζει μόνη της και χαράζει το δικό της δρόμο είναι Σοφία κι όχι μοίρα…

Αν η Ταπεινότητα μας δείχνει την πορεία στο δρόμο που ανοίγει μόνος του τότε είναι Αληθινή Δράση κι όχι δουλικότητα…

Αν η Εμπειρία καθώς Βαδίζουμε το Δρόμο μας Ενώνει με το Όλο, τότε είναι Βεβαιότητα κι όχι τυφλή πίστη…

Αν Βαδίζουμε το Δρόμο τότε έχουμε Φτάσει ήδη, οι Ορίζοντες είν’ ανοιχτοί και τα μάτια μας αναπαύονται στην Απεραντοσύνη…

Η Άμεση Εμπειρία της ίδιας της ζωής μας

Διαλογίζεσαι Πραγματικά, όταν κάθε προσπάθεια διαλογισμού ή πραγμάτωσης, ή επίτευξης, έχει εξαντληθεί: Τότε είσαι Ήρεμος, Αφυπνισμένος, Σταθερός κι Απλά Ζεις:

Βλέπεις τα «πράγματα» στη «θέση» τους και στις σωστές «διαστάσεις» τους… Ξεχωρίζεις το Μονοπάτι Που Ανοίγει Μόνο του καθώς προχωράς… Περνάς μέσα από τα «πράγματα» και τις καταστάσεις, χωρίς τίποτα να σε εμποδίζει, χωρίς τίποτα να σε αγγίζει, χωρίς τίποτα να σου δημιουργεί σύγχυση, ταραχή, ή φόβο.

Αντιλαμβάνεσαι ότι Ύπαρξη είναι αυτή ακριβώς η διαδικασία, να αντιδράς χωρίς προσπάθεια σε όλα όσα μπαίνουν στο χώρο της εποπτείας σου: Να είσαι Παντού και να αντιδράς όπου χρειάζεται χωρίς να χάνεις τη Γενική όραση, (όταν ταυτίζεσαι με κάτι, απορρίπτεις τα υπόλοιπα… έτσι γίνεσαι μονομερής, μεροληπτικός και χάνεις το προσανατολισμό σου)… Η ύπαρξη δεν είναι να είσαι κάτι, να γίνεσαι κάτι, να κατευθύνεσαι κάπου, να πραγματοποιείς κάτι μέσα στο χρόνο, με κάποιο τρόπο… να ψάχνεις να βρεις δικαιολογίες για όλα αυτά.

Κατανοείς ότι η Ζωή σαν Εμπειρία είναι από μόνη της Πλήρης κάθε στιγμή, και δεν χρειάζεται να έχει κάποιες αιτίες, κάποιο σκοπό, να εξελίσσεται, να κατευθύνεται κάπου (αυτό το κάπου είναι μονάχα μια φαντασία)… Η Ζωή Απλά Εκδηλώνεται, Ρέει, τίποτα άλλο.

Συνειδητοποιείς ότι Απλά Υπάρχεις, χωρίς να επικεντρώνεσαι κάπου, σε κάποιο εγώ, χωρίς να βάζεις όρια κάπου στην αντίληψή σου, χωρίς να δεσμεύεσαι από κάτι… Η συνείδησή σου Διαλύεται μέσα στην Αχανή Συνείδηση από την Οποία είχε αναδυθεί.

Είσαι Εδώ, Τώρα, Έξω από το χρόνο, έξω από το φαινόμενο, για πάντα. Υπερβαίνεις το φαινόμενο κι Απλώνεσαι στο Άπειρο (δεν είσαι σε σχέση, αντίθεση, ή ταύτιση με το φαινόμενο…)… Απλά Είσαι.

Στρατηγική διαχείρισης: Προσαρμογή στα νέα δεδομένα

Κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε μια δυσκολία ή ένα εμπόδιο που μας κρατάει πίσω, κάθε άτομο έχει διαφορετικούς τρόπους να το αντιμετωπίσει, σωστά; Μερικοί από εμάς μπορεί να το αντιμετωπίσουν κατά μέτωπο, και να «πιάσουν τον ταύρο από τα κέρατα»!

Άλλοι καταρρέουν ή προσπαθούν να αποφύγουν την κατάσταση, με το να φύγουν.

Στρατηγικές αντιμετώπισης κρίσης

Ό,τι και να κάνετε είναι όλα μέρος των στρατηγικών αντιμετώπισης που χρησιμοποιούμε με την ελπίδα να αισθανθούμε καλύτερα και να ξεπεράσουμε το πρόβλημα. Φυσικά, καλό θα ήταν να έχουμε κατά νου ότι δεν είναι όλες οι στρατηγικές αντιμετώπισης πραγματικά ωφέλιμες.

Κάποιες στρατηγικές μπορεί να μας προσφέρουν προσωρινή και άλλες μόνιμη ανακούφιση.

Αυτή η χρονιά είναι φανερό ότι είναι μία χρονιά οπισθοδρομήσεων. Είτε έχετε επηρεαστεί άμεσα από την πανδημία ή όχι, είναι σαφές ότι το 2020 δεν ήταν η καλύτερη χρονιά. Αλλά αν μια «κρίση» όπως αυτή διαρκεί λίγες εβδομάδες ή 18 μήνες, αναπόφευκτα επηρεάζει τους προσωπικούς σας υπολογισμούς και τις στρατηγικές σας.

Είναι εύκολο να αναβάλλεις για λίγο καιρό ορισμένες φυσιολογικές δραστηριότητες όπως το να κάνεις νέους φίλους ή να πηγαίνεις στο γυμναστήριο. Αλλά το να βλέπεις την οικογένειά σου από απόσταση έχει ένα κόστος.

Κακές συνήθειες ως μορφή ανακούφισης

Οι κακές συνήθειες που μπορεί να διαμορφώσατε ως μορφή ανακούφισης από το άγχος την άνοιξη, όπως το φαγητό, το κάπνισμα ή το ποτό δε λειτουργούν πλέον. Επομένως, είναι σημαντικό να προσδιορίσετε τι μπορεί να σας βοηθήσει να ζήσετε την καθημερινή σας ζωή με όσο το δυνατό λιγότερες επιπτώσεις.

Πώς μπορούμε να μπούμε στη νοοτροπία ότι η Covid-19 ήρθε για να μείνει και να συνεχίσουμε με τη ζωή μας και τους προσωπικούς μας στόχους όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται; Είναι θέμα αποδοχής;

Είναι σημαντικό να ξεκινήσουμε έχοντας την νοοτροπία της προσαρμογής.

Ο Kάρολος Δαρβίνος είπε: «Δεν είναι τα πιο δυνατά είδη που επιβιώνουν ή τα πιο έξυπνα, αλλά αυτά που ανταποκρίνονται καλύτερα στις αλλαγές».

Πώς είναι, όμως, εύκολο να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε με πολύ συγκεκριμένους στόχους που είχαμε βάλει πριν την πανδημία; Πώς μπορούμε να αλλάξουμε ή να προσαρμόσουμε τον τρόπο με τον οποίο κάνουμε συγκεκριμένα πράγματα ώστε να προσαρμοστούμε στις νέες συνθήκες; Ίσως έχει ενδιαφέρον να θέσουμε αυτές τις ερωτήσεις προς αλλαγή τρόπου ζωής.

Προσαρμοστική νοοτροπία

Όταν έχουμε μια προσαρμοστική νοοτροπία, είναι πιο πιθανό να βρούμε με σαφήνεια, τους στόχους που είναι σημαντικοί για αυτή την εποχή. Αυτή την εποχή, αυτό το μήνα, αυτή τη στιγμή, τι είναι σημαντικό να κάνεις;

Συνήθως όταν είμαστε αντιμέτωποι με αναποδιές ή παγωμένοι απέναντι σε πρωτόγνωρες αβέβαιες καταστάσεις, τις περισσότερες φορές νιώθουμε φόβο, ανησυχία, άγχος, αβεβαιότητα, μόνο αρνητικά συναισθήματα.

Αλλά όταν έχουμε σαφήνεια και διαύγεια, αυτοί οι φόβοι και τα αρνητικά συναισθήματα εξαφανίζονται επειδή ξέρουμε ακριβώς τι να κάνουμε και σε τί στοχεύουμε.

Μπορούμε να δημιουργήσουμε και να ορίσουμε νέες διαδρομές και ενέργειες για την επίτευξη των στόχων και αυτό θα μειώσει τα αρνητικά συναισθήματα ή τους αρνητικούς συνειρμούς που ρίχνουν τη διάθεσή μας.

Καλό θα ήταν, λοιπόν, να θέσουμε συγκεκριμένες απτές δράσεις, να μπούμε στην πράξη, θέτοντας σε εφαρμογή τις σκέψεις και το πλάνο μας, όσο βραχυπρόθεσμο κι αν είναι προς το παρόν.

Βάζοντας στόχους

Πώς μπορούμε να ορίσουμε σαφείς ενέργειες που θα μας φέρουν πιο κοντά στην επίτευξη των στόχων μας; Ενέργειες που θα μας ωθήσουν προς το στόχο μας και δεν θα μας φέρουν ένα βήμα πίσω;

Κατακερματισμός στόχου:

Πάντα μου άρεσε να αναλύω τους στόχους σε όσο το δυνατόν μικρότερες ενέργειες. Όσο πιο πιθανό να επιτευχθεί μια μικρή εργασία, τόσο πιο πιθανό να ολοκληρωθεί ο μεγαλύτερος τελικός στόχος. Καταγράψτε ένα μεγάλο στόχο, ύστερα διπλασιάστε τον, και έπειτα κόψτε τον σε όσο μικρότερα κομμάτια γίνεται.

Ορόσημα:

Είναι σημαντικό να καθορίζετε ορόσημα, συγκεκριμένους στόχους και καθορισμένες προθεσμίες (με ημερομηνίες) με σκοπό να πραγματοποιείτε τόσο τους βραχυπρόθεσμους όσο και τους μακροπρόθεσμους στόχους.

Συμβολίστε πως θα μοιάζει η κάθε επιτυχία. Αν πρόκειται για το σώμα σας, ποιο τζιν θα φοράτε και θα είστε άνετα. Αν πρόκειται για τη δουλειά σας, ποια δεξιότητα θα κατακτήσετε ή πόσο γρηγορότερα ή καλύτερα θα ολοκληρώνετε μια δραστηριότητα; Αν πρόκειται για τη σχέση σας, πόσες πιο όμορφες στιγμές θα ζείτε μέσα στην εβδομάδα;

Αν βρίσκετε αυτό που διαβάσατε χρήσιμο, σας προτείνω να ολοκληρώσετε σήμερα κιόλας ένα στόχο. Μικρό στόχο. Ποιο είναι το ελάχιστο που μπορείτε να επιτύχετε σήμερα;

Όλη η παραπάνω διαδικασία μας διδάσκει πώς να αποφεύγουμε τα εμπόδια και πώς να προσαρμόζουμε με σαφήνεια τους στόχους μας. Αν είναι δύσκολο να ξεκαθαρίσουμε μόνοι μας ποια είναι τα σημαντικά πράγματα στη ζωή μας, ίσως ένας ψυχοθεραπευτής να μας δώσει το χώρο και το χρόνο για να επεξεργαστούμε όλα όσα θέλουμε.

Μην αφήνετε τον Covid-19 την πανδημία ή οτιδήποτε άλλο με ό,τι άλλο συνεπάγεται αυτή και κάθε χρονιά να σας εμποδίζουν να επιτύχετε τους προσωπικούς σας στόχους και επιθυμίες.

Είστε έτοιμοι να βγείτε πιο προσαρμοστικοί;

Σεξουαλική «νοημοσύνη»

Θα αναρωτηθεί κανείς, και δίκαια, τι σχέση έχει η σεξουαλικότητα με τη νοημοσύνη και τι μπορεί να σημαίνει «σεξουαλική νοημοσύνη»;

Κι όμως, αν διευρύνουμε λίγο τον όρο «νοημοσύνη» και μπορέσουμε να τον κατανοήσουμε σαν μια ανθρώπινη ιδιότητα που δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με την αριστερή πλευρά του εγκεφάλου μας, με τον καθαρά ορθολογιστικό δηλαδή, «σχολικό» τρόπο να βλέπουμε και να ερμηνεύουμε τον κόσμο, θα δούμε ότι, ναι, και στη σεξουαλικότητα μπορεί να υπάρχει νοημοσύνη, με τον ίδιο τρόπο που μιλάμε και για συναισθηματική νοημοσύνη.

Πράγματι, τη λέξη νοημοσύνη, ή, πιο απλά, εξυπνάδα, έχουμε μάθει να την συνδέουμε αυτόματα με γράμματα και αριθμούς και πέρα απ' αυτά τα δυο ίσως ακόμη με την ικανότητα και ταχύτητα αντίληψης, σε σχέση όμως πάντα με πληροφορίες και ερεθίσματα γνωστικού περιεχομένου.

Αυτά τα χαρακτηριστικά περιλαμβάνει ο δείκτης IQ. Επίσης θεωρείται δεδομένο ότι έξυπνος και ικανός είναι μόνο όποιος γεννήθηκε τέτοιος, ότι η νοημοσύνη είναι κάτι που δεν μαθαίνεται και δεν καλλιεργείται αν δεν την έχεις από «τα γεννοφάσκια σου».

Γύρω στη δεκαετία του 80, ένας ψυχολόγος και καθηγητής στην Παιδαγωγική Σχολή του Χάρβαρντ, ο Χάουαρντ Γκάρντνερ, με το βιβλίο του Frames of Mind (τα Όρια του Νου) αμφισβήτησε την τόσο μονοδιάστατη και περιορισμένη αυτή θεώρηση της ανθρώπινης νοημοσύνης.

Η δική του πεποίθηση ήταν ότι οι άνθρωποι διαθέτουν πολλαπλή νοημοσύνη, μια ευρεία γκάμα ικανοτήτων, δεξιοτήτων και ταλέντων, προσωπικών και κοινωνικών, που πάνε πολύ πιο πέρα απ' την ξερή μέτρηση του δείκτη νοημοσύνης και που, πράγμα πολύ σημαντικό, μαθαίνονται και καλλιεργούνται. Αυτή καθιερώθηκε να την αποκαλούμε «συναισθηματική νοημοσύνη».

Αυτή η «καινούργια» θεώρηση της ανθρώπινης εξυπνάδας εξηγεί σε μεγάλο βαθμό το πώς είναι δυνατόν, παιδιά ή ενήλικες με τόσο ψηλό δείκτη IQ, να καταλήγουν συχνά αποτυχημένοι, είτε στην προσωπική είτε στην επαγγελματική τους ζωή, είτε και στα δύο.

Ωραία όλα αυτά, αλλά θα αναρωτηθεί κανείς τι σχέση μπορεί να έχουν με την σεξουαλικότητα.

Όπως και με την εξυπνάδα, τείνουμε να έχουμε μία πολύ μονοδιάστατη αντίληψη για το τι σημαίνει σεξουαλικότητα και για το τι χαρακτηρίζει έναν άνθρωπο με υψηλή σεξουαλική ικανότητα. Βλέποντας έναν νέο άνθρωπο που έχει ορισμένα εξωτερικά χαρακτηριστικά, ελκυστικότητας, ομορφιάς και άνεση στη συνδιαλλαγή του με το άλλο φύλο τείνουμε να βγάλουμε το συμπέρασμα ότι θα έχει επαρκή σεξουαλική ικανότητα και καλή σεξουαλική ζωή. Το να διαθέτει κανείς «από κούνια» τέτοια χαρακτηριστικά είναι σίγουρα μια πολύ καλή παρακαταθήκη.

Όμως, όπως το IQ δεν επαρκεί αν λείπουν βασικές προσωπικές και διαπροσωπικές δεξιότητες, αν με άλλα λόγια δεν υπάρχει ταυτόχρονα και στοιχειώδης συναισθηματική νοημοσύνη έτσι δεν φτάνει το, ας το ονομάσουμε, sex-appeal, αν δεν υπάρχει στοιχειώδης... σεξουαλική νοημοσύνη.

Ο όρος προέρχεται από δύο καθηγητές ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης, τους Sheree Conrad και Michael Milburn οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η καλή σεξουαλικότητα βασίζεται στην καλή γνώση και κατανόηση του εαυτού μας, που είναι και η βασική οδός για να απαλλαγούμε από όσα μας εμποδίζουν να απολαύσουμε τη σεξουαλικότητα μας.

Τα καλά νέα για όσους αισθάνονται τη σεξουαλικότητα τους ανεπαρκή, αδέξια,

μη ικανοποιητική, δύσκολη είναι ότι δεν γεννιέσαι με σεξουαλική νοημοσύνη αλλά την αποκτάς κι ότι ποτέ δεν είναι αργά γι' αυτό.

Φυσικά δεν πρόκειται για την εκμάθηση κάποιων τεχνικών, αφού όλοι ξέρουμε ότι η σεξουαλικότητα είναι πολλά περισσότερα από μια απλή υπόθεση τεχνικής και τρόπου. Οι δυο επιστήμονες αναφέρουν τρεις βασικούς τομείς από τους οποίους πρέπει να ξεκινήσει κανείς για να ελευθερώσει και να βελτιώσει την σεξουαλικότητα του.

Αποδέσμευση από τα στερεότυπα

Ακόμη και τώρα, στην εποχή μας, 40 χρόνια σχεδόν μετά την λεγόμενη «σεξουαλική επανάσταση» εξακολουθούμε να είμαστε δέσμιοι στερεοτύπων και απόψεων κλισέ σχετικά με το σεξ, που καθορίζουν όχι μόνο την σεξουαλική μας συμπεριφορά αλλά και τις προσδοκίες και τις απαιτήσεις μας από το σεξ και κατά συνέπεια το πόσο ικανοποιούμαστε απ' αυτό. Τα στερεότυπα αυτά, που αναπαράγονται και ενισχύονται αενάως σε μυθιστορήματα, ταινίες, τηλεοπτική πραγματικότητα διαμορφώνουν μέσα μας το προφίλ του εραστή και του σεξ που φαντασιωνόμαστε σαν ιδανικό.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός τέτοιου κλισέ είναι η ιδέα ότι το σεξ είναι ένα πράγμα εύκολο, μαγικό, αυθόρμητο, στιγμιαίο, ο μύθος δηλαδή του «κεραυνοβόλου σεξ». Στη φαντασίωση αυτή, ένα μόνο καυτό βλέμμα μέσα στο πλήθος, ένα παθιασμένο φιλί, ένας οργασμός μέσα στις τουαλέτες οδηγούν στον τέλειο και αιώνιο έρωτα... Κι επιπλέον αυτοί που τους συμβαίνουν όλα αυτά τα καταπληκτικά, όχι μόνο κάνουν έρωτα ασταμάτητα αλλά και χωρίς καθόλου προσπάθεια. Δεν έχουν να πολεμήσουν κανένα κόμπλεξ τους, δεν αισθάνονται την παραμικρή αναστολή κι αμφιβολία για τον εαυτό τους ή τον άλλο και ικανοποιούνται άμεσα και πλήρως απ' την πρώτη στιγμή (και ως την τελευταία)!

Το κακό είναι πώς πολλές φορές όχι μόνο δεν συνειδητοποιούμε ότι πρόκειται για στερεότυπα που καμία σχέση δεν έχουν με την πραγματικότητα αλλά αντίθετα υπερασπιζόμαστε τις αντιλήψεις αυτές σαν να πρόκειται για πολύτιμα ιδανικά και όνειρα με αποτέλεσμα να απογοητευόμαστε διαρκώς και πολλαπλά: απ' το σεξ, απ' τον εαυτό μας και απ' τον εκάστοτε ερωτικό μας σύντροφο.

Όσο δεν αναγνωρίζουμε όμως μέσα μας τους μύθους, δεν μπορούμε να απελευθερωθούμε απ' αυτούς, ενώ αντίθετα, όπως υποστηρίζουν οι δυο ειδικοί επί της σεξουαλικής νοημοσύνης ο καθένας μπορεί να έχει μια πλούσια και ανθηρή σεξουαλική ζωή αν καταβάλλει προσπάθεια να κατανοήσει και να διαφοροποιήσει μέσα του επαρκώς που τελειώνουν τα παραμύθια και τα κλισέ και που αρχίζει η δική του σεξουαλική πραγματικότητα. Η σεξουαλική νοημοσύνη δεν είναι ζήτημα τύχης, ομορφιάς ή sex-appeal αλλά εξαρτάται από ιδιότητες που μπορούμε να αποκτήσουμε να αναπτύξουμε και να βελτιώσουμε, έχοντας μάλιστα σύμμαχο σ' αυτό και όχι εχθρό μας, το χρόνο που περνάει.

Συνειδητοποίηση της προσωπικής μας σεξουαλικής ταυτότητας

Δυστυχώς δεν κουβαλάμε μόνο στερεότυπα κι επιρροές πολιτισμικές πάνω στο σεξ, αλλά και αυτές που έχουν να κάνουν με την προσωπική μας ιστορία, αυτές που είναι συνυφασμένες με τον βαθύτερο εαυτό μας. Ο τρόπος που οι γονείς μας αντιμετώπιζαν το θέμα σεξ, που μας μίλησαν ή όχι γι' αυτό, η ατμόσφαιρα που επικρατούσε στο σπίτι μας και οι κώδικες σωματικής επαφής, η αγάπη και η τρυφερότητα που μας έδωσαν (ή όχι), η «πρώτη μας φορά» ίσως, η πίεση που ασκούν επάνω μας τα προσωπικά μας ταμπού..

Οι επιλογές που αφορούν την σεξουαλική μας ζωή, η επιλογή ερωτικού συντρόφου, οι σεξουαλικές μας προτιμήσεις, ο τρόπος, ο ρυθμός, η ποιότητα του σεξ που κάνουμε, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σ αυτά τα προσωπικά βιώματα που έχουν διαμορφώσει και στιγματίσει μεν το σεξουαλικό μας προφίλ αλλά όχι με τρόπο μη αναστρέψιμο.

Το κλειδί για μια ικανοποιητική σεξουαλική ζωή δεν βρίσκεται σ' αυτό που κάνουμε στο κρεβάτι αλλά σ' αυτό που συμβαίνει μέσα στο κεφάλι μας όταν είμαστε στο κρεβάτι. Όταν καταφέρουμε να αναγνωρίζουμε αν και πότε οι σεξουαλικές μας επιθυμίες είναι υποκατάστατα συναισθηματικών αναγκών ή κατάλοιπα σεξουαλικών εμπειριών που βίωσαν άλλοι και αναγκαστικά μας μετέδωσαν, τότε μόνο μπορούμε να ζήσουμε πραγματικά τις δικές μας εμπειρίες.

Ένα παράδειγμα τέτοιων κατάλοιπων είναι η εμπειρία της Νίκης, 30 ετών: «Όταν τέλειωσε μια εφτάχρονη σχέση που είχα κι αφού έμεινα 2 χρόνια μόνη μου, ένιωθα μεν ακόμη «καμένη» και φοβόμουν να ξεκινήσω κάτι σοβαρό και σταθερό αλλά άρχισα να έχω περιστασιακές σχέσεις. Ένιωθα όμως τόσο χάλια μ' αυτό που έκανα που γεμάτη ενοχές, και δεν ευχαριστιόμουν, και σταματούσα πάρα πολύ γρήγορα τις σχέσεις αυτές. Κάποτε συνειδητοποίησα ότι ένιωθα έτσι γιατί απ' το σπίτι μου είχα μάθει ότι είναι «πουτανιά» να κάνεις ευκαιριακές σεξουαλικές σχέσεις χωρίς «σοβαρό σκοπό». Μόνο όταν μπόρεσα να παραμερίσω κάπως αυτό το ταμπού μπόρεσα να αφήσω σιγά-σιγά τον εαυτό μου να το ευχαριστηθεί και τελικά να μείνω σε μια τέτοια σχέση που εξελίχθηκε σε κάτι πολύ ωραίο και σταθερό».

Επαφή με τους άλλους

Φυσικά μια ικανοποιητική σεξουαλική ζωή δεν υπάρχει χωρίς ένα δεύτερο πρόσωπο και κυρίως χωρίς την ικανότητα να μιλάμε και να ακούμε πραγματικά τον άλλο. Η αντίληψη ότι τα σεξουαλικά μας προβλήματα δεν λέγονται, και ιδιαίτερα μάλιστα με τον σύντροφο μας είναι ένας από τους μύθους που ταλαιπωρούν εκατομμύρια ζευγάρια. Αν καταφέρουμε να σπάσουμε αυτό το «συμβόλαιο σιωπής» στο σεξ, έχουμε πολλές πιθανότητες να αποκτήσουμε ένα θαυμάσιο μέσο για να γνωρίσουμε και να προσεγγίσουμε σεξουαλικά τόσο το σύντροφο μας όσο και τον ίδιο μας τον εαυτό και να βελτιώσουμε σημαντικά τη σεξουαλική μας ζωή.

Προσοχή όμως, γιατί αυτό το «μιλάμε για το σεξ που κάνουμε» είναι ένα από τα πιο παρεξηγημένα πράγματα που αφορούν το σεξ κι έχει γίνει αφορμή να καταστραφούν πολλές ωραίες ερωτικές στιγμές (και σχέσεις). Ας μην ξεχνάμε μερικούς πολύ απλούς κανόνες σχετικά μ' αυτό:

-Πρέπει να συμβαδίζει με την οικειότητα που αποκτά σιγά-σιγά η σχέση.

-Πρέπει να έχει την ίδια διστακτικότητα, τρυφερότητα και απαλότητα προς τον άλλο που έχουν και τα πρώτα αγγίγματα.

-Πρέπει να σέβεται και να λαμβάνει υπόψη το πόσο άνετα νιώθουμε και οι δύο μ' αυτό το θέμα και να μην υπερβαίνει ούτε τα δικά μας όρια ούτε του άλλου.

-Αν δεν υπάρχει αυτονόητα στους κώδικες επικοινωνίας μας δεν γίνεται να το αποκτήσουμε απ' τη μια μέρα στην άλλη, αλλά χρειάζεται να αρχίσουμε πολύ προσεκτικά και να αφήσουμε ατελείωτα περιθώρια χρόνου στον εαυτό μας και στη σχέση μας για να μάθει να μιλάει για το σεξ.

-Μπορεί να πετύχει μόνο αν μπορούμε να αφήσουμε απ' έξω κάθε ίχνος κατηγορίας, επιθετικότητας, θυμού (προς τον άλλο και προς τον εαυτό μας), διαφορετικά... ας το αφήσουμε καλύτερα.

Η σεξουαλική νοημοσύνη, που προϋποθέτει μια ειλικρινή διερεύνηση -και αλλαγές ίσως- σ' αυτές τις τρεις ψυχικές «περιοχές», μας δίνει τη δυνατότητα, σύμφωνα με τους δυο αμερικανούς ψυχολόγους, να αλλάξουμε τη ζωή μας, όσον αφορά τη σεξουαλικότητα και όχι μόνο, γνωρίζοντας πιο βαθιά τον εαυτό μας, κάνοντας καλές επιλογές αλλά κυρίως, νιώθοντας καλά μέσα στο «πετσί μας».

Tα βήματα της ερωτικής αποπλάνησης μπορεί να φαίνονται αστεία• αλλά δεν είναι πιο αστεία από τα βήματα ενός χορού

Σε όποιον δεν έχει μυηθεί στο παιγνίδι, τα βήματα της ερωτικής αποπλάνησης μπορεί να φαίνονται αστεία• αλλά δεν είναι πιο αστεία από τα βήματα ενός χορού.

Οι χορευτές χορεύουν και η δεξιοτεχνία τους είναι η χαρά τους.

Όλα είναι κανονισμένα, από την πρώτη ανταλλαγή βλεμμάτων ώς την τελική συνεύρεση.

Και η προσποίηση και των δύο είναι σημαντικό συστατικό του εκλεπτυσμένου παιγνιδιού – παριστάνουν και οι δύο πως τους παρασέρνει στη δίνη του το πάθος, πως είναι ανήμποροι ν’ αντισταθούν στην ορμή του• κάθε βήμα προς τα εμπρός, κάθε υποχώρηση, κάθε συμφωνία και κάθε άρνηση, όλα είναι απαραίτητα στην επιτυχή διεξαγωγή και ολοκλήρωση του παιγνιδιού.

Αλλά στο παιγνίδι αυτό νικητής αναδεικνύεται πάντα η γυναίκα• και νομίζω πως θα πρέπει να νιώθει λίγη περιφρόνηση για τον αντίπαλό της• που ενώ είναι ο ηττημένος και το θύμα, νομίζει πως είναι ο νικητής και ο θύτης.

Η σοφία δεν μεταδίδεται. Η σοφία που προσπαθεί να μεταδώσει ο σοφός ηχεί πάντα σαν τρέλα

«Πραγματικά κανένα πράγμα στον κόσμο δεν απασχόλησε τόσο πολύ τη σκέψη μου, όσο αυτό το Εγώ, αυτό το αίνιγμα ότι είμαι ζωντανός, ότι είμαι ένας, χωρισμένος και διαφορετικός από τους άλλους, ότι είμαι ο Σιντάρτα!

Κι όμως, για κανένα πράγμα στον κόσμο δεν ξέρω λιγότερα απ’ ότι για μένα, για τον Σιντάρτα!»

«Κοίταξε Καμάλα: όταν ρίχνεις μια πέτρα στο νερό, βιάζεται να βρει το συντομότερο δρόμο για το βυθό.

Έτσι γίνεται και όταν ο Σιντάρτα έχει ένα σκοπό, μια πρόθεση.

Ο Σιντάρτα δεν κάνει τίποτα, περιμένει, σκέφτεται, νηστεύει, αλλά περνάει μέσα από τα πράγματα του κόσμου όπως η πέτρα από το νερό, χωρίς να κάνει τίποτα, χωρίς να κινηθεί, κάτι τον τραβάει, αφήνεται να πέσει.

Ο σκοπός του τον τραβάει, γιατί δεν αφήνει να μπει στην ψυχή του τίποτα αντίθετο στο στόχο του.

Αυτό έμαθε ο Σιντάρτα από τους σαμάνους.

Αυτό οι ανόητοι το ονομάζουν θαύμα και πιστεύουν πως προκαλείται από τους δαίμονες.

Τίποτα δεν προέρχεται από τους δαίμονες, δεν υπάρχουν δαίμονες.

Ο καθένας μπορεί να κάνει θαύματα, καθένας μπορεί να πετύχει το σκοπό του, αν ξέρει να σκέφτεται, να περιμένει και να νηστεύει».

«Δες Γκοβίντα μου, αυτή είναι μια από τις σκέψεις που ανακάλυψα: Η σοφία δεν μεταδίδεται. Η σοφία που προσπαθεί να μεταδώσει ο σοφός ηχεί πάντα σαν τρέλα».

«Δεν αστειεύομαι. Λέω αυτό που ανακάλυψα. Μπορεί να μεταδώσει κανείς τη γνώση, αλλά όχι τη σοφία.

Τη σοφία μπορεί κανείς να τη βρει, μπορεί να τη ζήσει, μπορεί να ενισχυθεί απ’ αυτήν, να κάνει μ’ αυτή θαύματα, αλλά δεν μπορεί να την πει και να τη διδάξει.

Αυτό ήταν που υποψιαζόμουν καμιά φορά όταν ήμουν νέος, αυτό ήταν που με τράβηξε μακριά από τους δασκάλους.

Έχω ανακαλύψει μια σκέψη, Γκοβίντα, που θα σου φανεί πάλι σαν αστείο ή σαν τρέλα, αλλά είναι η καλύτερή μου σκέψη. Άκουσε τη: το αντίθετο κάθε αλήθειας είναι εξίσου αληθινό!

Δηλαδή: μια αλήθεια που μπορεί να διατυπωθεί και περιβληθεί με λόγια είναι πάντα μονόπλευρη.

Μονόπλευρα είναι όλα όσα μπορεί κανείς να συλλογιστεί με σκέψεις και να πει με λέξεις, όλα μονόπλευρα, μισά όλα, αποκομμένα από την ολότητα, από τον κύκλο, από την ενότητα.

Όταν ο Φωτισμένος Βούδας μιλούσε διδάσκοντας για τον κόσμο, ήταν αναγκασμένος να τον διαιρέσει σε σανσάρα και Νιρβάνα, σε πλάνη και αλήθεια, σε οδύνη και σε λύτρωση.

Δεν μπορεί κανείς να κάνει αλλιώς, δεν υπάρχει άλλος δρόμος γι’ αυτόν που θέλει να διδάξει.

Ο κόσμος όμως, όσα συμβαίνουν γύρω μας και μέσα μας, δεν είναι ποτέ μονόπλευρος.

Ποτέ ένας άνθρωπος ή μια πράξη δεν είναι μόνο σανσάρα ή μόνο Νιρβάνα, ποτέ δεν είναι ένας άνθρωπος ολότελα άγιος ή εντελώς αμαρτωλός.

Κι αν φαίνεται έτσι, είναι γιατί είμαστε υποταγμένοι στην πλάνη πως ο χρόνος είναι κάτι πραγματικό.

Ο χρόνος δεν είναι πραγματικός, Γκοβίντα, το διδάχτηκα πολλές φορές αυτό.

Κι αν ο χρόνος δεν είναι πραγματικός, τότε είναι πλάνη και η διαχωριστική γραμμή που φαίνεται πως υπάρχει ανάμεσα στον κόσμο και την αιωνιότητα, ανάμεσα στην οδύνη και τη μακαριότητα, ανάμεσα στο καλό και το κακό».

Έρμαν Έσσε, «Σιντάρτα. Ένα ινδικό παραμύθι» -αποσπάσματα

Hermann Hesse. "Siddhartha. Eine indische Dichtung"

---------------------------
Το «Σιντάρτα» είναι ένα από τα αριστουργήματα του 20ου αιώνα. Καταγραφή της πορείας ενός ανθρώπου που ψάχνει να βρει τον εαυτό του και τη βαθύτερη αλήθεια της ζωής, το μυθιστόρημα αυτό αποτελεί έναν παθιασμένο ύμνο της ατομικότητας και της πνευματικής ανεξαρτησίας. Δεν είναι τυχαίο ότι, από τη μέρα που πρωτοκυκλοφόρησε, το βιβλίο αυτό αποτελεί ένα από τα δημοφιλέστερα αναγνώσματα των νέων κάθε γενιάς. Στις σελίδες του οι νέοι βρίσκουν την εικόνα ενός κόσμου που οι ίδιοι ονειρεύονται, ενός κόσμου όπου η γνώση και η πείρα κατακτούνται και δε χαρίζονται, και όπου ο έρωτας είναι περιπέτεια και μαθητεία και όχι φτηνός συναισθηματισμός.

10 Οκτωβρίου: Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας

Από το 1992 και κάθε χρόνο στις 10 Οκτωβρίου γιορτάζεται επίσημα η Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας. Ο Π.Ο.Υ., περιγράφει την Ψυχική Υγεία ως μια κατάσταση συναισθηματικής ευεξίας, στην οποία το άτομο είναι ικανοποιημένο από τα προσωπικά του επιτεύγματα, μπορεί να εργαστεί παραγωγικά και είναι σε θέση να προσφέρει στην κοινότητα και όχι απλώς η απουσία μίας ασθένειας.

Η ψυχική υγεία αποτελεί «κλειδί» για μια καλύτερη ζωή. Είναι αδύνατο, εξάλλου, να ζήσουμε καλά, εάν δεν είμαστε υγιείς τόσο σε σωματικό όσο και ψυχικό και συναισθηματικό επίπεδο. Ας φροντίσουμε την ψυχή μας, όπως φροντίζουμε το σώμα μας.

Εκτός από την κατάθλιψη άλλες νοητικές δυσλειτουργίες είναι οι αγχώδεις διαταραχές, οι διαταραχές σκέψης και προσωπικότητας, όπως για παράδειγμα η σχιζοφρένια, οι γνωσιακές διαταραχές, όπως η νόσος Alzheimer και οι διαταραχές κατάχρησης ουσιών.

Ως παράγοντες κινδύνου κακής ψυχικής υγείας θεωρούνται, επίσης, η απομόνωση και η αποξένωση, το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, οι κακές κοινωνικές συνθήκες, η ανεργία, ο πόλεμος, οι φυλετικές διακρίσεις και το εργασιακό στρες.

Η προαγωγή της ψυχικής υγείας και η πρόληψη της κακής ψυχικής υγείας επικεντρώνεται στο άτομο, στην οικογένεια και στην κοινωνία, με την ενίσχυση των προστατευτικών παραγόντων και τη μείωση των παραγόντων κινδύνου. Η ολιστική σχολική προσέγγιση μπορεί να βελτιώσει την προσαρμοστικότητα, να μειώσει τον εκφοβισμό και τα συμπτώματα κατάθλιψης. Επιπλέον, στο εργασιακό περιβάλλον, οι παρεμβάσεις για τη βελτίωση της ατομικής ικανότητας και τη μείωση των παραγόντων άγχους, αυξάνουν την υγεία και την οικονομική ανάπτυξη.

Τι πρέπει να κάνουμε;

  • Να σεβόμαστε τις ελευθερίες του εαυτού μας και των άλλων και να φροντίζουμε τον εαυτό μας και το περιβάλλον.
  • Να βιώνουμε, εκφράζουμε, αναγνωρίζουμε τα συναισθήματά μας- όπως αγάπη, χαρά, φόβο, θυμό, θλίψη, πένθος- και να τα ρυθμίζουμε, χωρίς να παρασυρόμαστε από αυτά.
  • Να αναπτύσσουμε και να διατηρούμε ικανοποιητικές διαπροσωπικές σχέσεις, να ερωτευόμαστε, να δημιουργούμε φιλίες.
  • Να κατανοούμε τα συναισθήματα των άλλων (ενσυναίσθηση), χωρίς να τα συγχέουμε με τα δικά μας.
  • Να εκφράζουμε τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας.
  • Να αντιμετωπίζουμε παραγωγικά στρεσογόνα γεγονότα ζωής και να βιώνουμε μια αποτυχία χωρίς να καταρρέουμε.
  • Να προσαρμοζόμαστε σε περιόδους-ορόσημα της ζωής μας, όπως η εφηβεία, ο γάμος, η γέννηση ενός παιδιού, η συνταξιοδότηση, και τις να απολαμβάνουμε.
  • Να συμμετέχουμε ενεργά στην κοινωνία – ως εργαζόμενοι, εθελοντές, γονείς, φίλοι, μαθητές, αθλητές, πολίτες κ.α. Να νιώθουμε ότι ανήκουμε, προσφέρουμε, παράγουμε, είμαστε χρήσιμοι και σημαντικοί.

Το μήνυμα είναι ένα: Δεν υπάρχει υγεία χωρίς ψυχική υγεία.

Αξίζει τον κόπο να πιεις απ’ το βαθύ αυτό πηγάδι

Εγώ βλέπω τους ηλικιωμένους σαν ταξιδιώτες σε ένα ταξίδι που δεν έχω κάνει ακόμα και που πρέπει να κάνω, και δεν μπορώ να τους ρωτήσω αν ο δρόμος είναι ίσιος κι εύκολος ή δύσκολος και κακοτράχαλος.

Οι ανθρωπολόγοι διαβεβαιώνουν ότι, στην αρχαιότητα, φτάνοντας ακόμα και στα προϊστορικά χρόνια, οι ηλικιωμένοι – που τότε δεν ξεπερνούσαν τα είκοσι με τριάντα χρόνια – θεωρούνταν μια μεγάλη πηγή σοφίας, κι ήταν αυτοί που δίδασκαν του νέους και τους διαπαιδαγωγούσαν στον δρόμο προς την ενήλικη ζωή.

Και δικαίως, γιατί οι ηλικιωμένοι ήταν αυτοί που είχαν δει περισσότερα και μπορούσαν να μεταδώσουν τις γνώσεις τους σ’ εκείνους που δεν είχαν ακόμα ανακαλύψει ακόμα τον κόσμο. Κι εξακολουθεί να είναι έτσι, μόνο που μερικές φορές το ξεχνάμε.

Σήμερα οι ηλικιωμένοι, πολλές φορές, και αδίκως, θεωρούνται άντρες και γυναίκες άλλης εποχής. Ίσως επειδή δεν ξέρουν να χρησιμοποιούν το τάμπλετ, ξεχνάμε ότι έχουν υπάρξει λαμπροί, σταθεροί, δυνατοί και ευφυείς κι ότι έχουν επιβιώσει μέσα σε μεγάλες αντιξοότητες και συγκεντρώνουν πείρα πολλών ετών.

Ας δούμε μερικά χαρακτηριστικά της σοφίας αυτής:

  • Αν περπατάνε αργά, είναι γιατί ξέρουν ότι δεν χρειάζεται να ζούνε βιαστικά.
  • Αν παίρνουν το χρόνο τους για να κάνουν τα πράγματα, είναι γιατί γνωρίζουν την ικανοποίηση του ν’ αφιερώνουν όλη τους την προσοχή σ’ αυτό που έχουν μέσα στα χέρια τους.
  • Αν γελάνε με την αρρώστια του έρωτά σου, είναι γιατί ξέρουν ότι μπορεί να υποφέρει κανείς στ’ αλήθεια, κι όχι εξαιτίας του αγαπημένου προσώπου.
  • Αν θέλουν να σου πουν τις ιστορίες τους, είναι γιατί ξέρουν πως υπάρχει ένα δίδαγμα για σένα πίσω από κάθε βίωμά τους.
  • Αν σε παροτρύνουν να φας και να ξαναφάς, είναι γιατί ξέρουν τι σημαίνει να περνάς πείνα.
  • Αν σε αγκαλιάζουν και σε φιλούν ασταμάτητα, είναι γιατί ξέρουν την τύχη που έχει εκείνος που μπορεί να μοιράζεται τη ζωή του με κάποιον.
  • Αν σε παραχαϊδεύουν, είναι γιατί ξέρουν ότι κάποια μέρα θα σου λείψει αυτή η αμέριστη αγάπη.

Υπάρχουν ακόμα πολιτισμοί που ενθρονίζουν τους ηλικιωμένους τους και τους ακούν με αληθινή προσοχή. Αυτοί είναι που πληρούν τα κριτήρια των σοφών σε πολλούς λαούς, γιατί κατέχουν το πλεονέκτημα της πείρας.

Την επόμενη φορά που θα μιλήσεις με κάποιο ηλικιωμένο, να θυμηθείς πως είναι φορέας γνώσης πολλών ετών.

Αξίζει τον κόπο να πιείς απ’ το βαθύ αυτό πηγάδι.

TERRY EAGLETON: Θεωρείτε σωστή την πρόταση “Έχω έναν πόνο”;

Στο έργο του Φιλοσοφικές Έρευνες, ο Βίτγκενσταϊν είχε κατά νου τη διαφορά μεταξύ πραγματικής και κίβδηλης ερώτησης. Μια γλωσσική διατύπωση μπορεί να έχει μορφή ερώτησης, αλλά να μην είναι ερώτηση. ‘Η μπορεί η γραμματική μας να μας μπερδέψει και να θεωρήσουμε μια πρόταση ως κάτι άλλο. Το “Λοιπόν, συμπατριώτες μου, υπάρχει κάτι που να μη μπορούμε να επιτύχουμε άπαξ και νικήσουμε τον εχθρό;”, ακούγεται σαν ερώτηση που περιμένει απάντηση, αλλά στην πραγματικότητα είναι ρητορική, στην οποία μπορεί κάποιος να κάνει το λάθος να απαντήσει: “Τίποτε”. Απλώς η δήλωση παίρνει ερωτηματική μορφή για να ενισχύσει τη δραματική της ισχύ. Το “Και τι έγινε;”, το “Δεν πας στο διάολο;” και το “Τι κοιτάς;” ακούγονται σαν ερωτήσεις, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Το “Σε ποιο σημείο του σώματος βρίσκεται η ψυχή;” ακούγεται σαν λογική ερώτηση, αλλά μονάχα γιατί σκεφτόμαστε στη γραμμή του “Σε ποιο σημείο του σώματος βρίσκονται τα νεφρά;” Το “Πού εδρεύει η ζήλεια μου;” έχει μορφή έγκυρης ερώτησης, μοναχά γιατί ασυναίσθητα την συσχετίζουμε με ερωτήσεις όπως, “Πού είναι η μασχάλη μου;”.

Ο Βίτγκενσταϊν κατέληξε ότι πάμπολλοι φιλοσοφικοί γρίφοι προκύπτουν από τη λανθασμένη αυτή χρήση της γλώσσας. Πάρτε για παράδειγμα τη δήλωση “έχω έναν πόνο”, που μοιάζει γραμματικώς με το “έχω ένα καπέλο”. Αυτή η ομοιότητα μπορεί να μας οδηγήσει στη λανθασμένη ιδέα ότι οι πόνοι, ή οι “εμπειρίες” εν γένει, είναι πράγματα που τα έχουμε, με τον ίδιο τρόπο που έχουμε καπέλα. Θα ήταν όμως παράξενο να πούμε “Ορίστε, πάρε τον πόνο μου”. Και ενώ θα ήταν λογικό να πεις “Δικό σου είναι αυτό το καπέλο, ή δικό μου;”, θα ακουγόταν περίεργο αν ρωτούσες “Δικός σου είναι αυτός ο πόνος, ή δικός μου;” Ίσως υπάρχουν κάμποσοι άνθρωποι μέσα σε ένα δωμάτιο και μαζί ένας περιφερόμενος πόνος και καθώς ένα-ένα τα άτομα διπλώνονται στα δύο από τον πόνο, εμείς αναφωνούμε: Α, τώρα τον έχει αυτός!”

Ακούγεται απλώς ανόητο’ προκύπτουν όμως από αυτό κάποιες βαρυσήμαντες συνέπειες. Ο Βίτγκενσταϊν είναι σε θέση να διαχωρίσει τη γραμματική των προτάσεων “Έχω ένα καπέλο” και “Έχω έναν πόνο” με τρόπο που όχι απλώς ρίχνει φως στη χρήση των προσωπικών αντωνυμιών όπως “εγώ” και “αυτός”, αλλά και υποσκάπτει την παραδοσιακή υπόθεση ότι οι εμπειρίες μου είναι προσωπική μου ιδιοκτησία. Στην πραγματικότητα μοιάζουν να είναι πιο προσωπική μου ιδιοκτησία από ό,τι το καπέλο μου, αφού μπορώ να δώσω σε κάποιον το καπέλο μου αλλά όχι τον πόνο μου. Ο Βίτγκενσταϊν μάς δείχνει πώς το συντακτικό μάς εξαπατά και μας κάνει να σκεφτόμαστε έτσι και το επιχείρημά του οδηγεί σε συμπεράσματα.

Σκοπός του φιλοσόφου, θεωρούσε ο Βίτγκενσταϊν, δεν ήταν τόσο να λύσει αυτά τα ζητήματα, όσο να τα διαλύσει -να καταδείξει ότι προκύπτουν από το ότι συγχέουμε το ένα είδος “γλωσσικού παιχνιδιού”, όπως το αποκαλούσε, με άλλο. Μας μαγεύει η δομή της γλώσσας μας, και δουλειά του φιλοσόφου είναι να διαλύσει αυτή τη μαγεία, απεμπλέκοντας τις διαφορετικές χρήσεις των λέξεων. Η γλώσσα, επειδή αναπόφευκτα έχει ένα βαθμό ομοιομορφίας, τείνει να κάνει διαφορετικές εκφράσεις να μοιάζουν πολύ μεταξύ τους. Έτσι ο Βίτγκενσταϊν φλέρταρε με την ιδέα να προσθέσει ως επίγραμμα στις Φιλοσοφικές Έρευνες μια φράση από τον Βασιλιά Ληρ: “Θα σου διδάξω διαφορές”.

TERRY EAGLETON, ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Μέτρο της ζωής είναι η σπουδαιότητα και όχι η χρονική διάρκειά της

ΠΑΡΑΜΥΘΗΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣ ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΝ (απόσπασμα)

Γενικά, ο καθένας θα έπρεπε να έχει την πεποίθηση, αν εξετάσει σοβαρά τα πράγματα και από μόνος του και μαζί με άλλον, ότι η άριστη ζωή δεν είναι η πιο μακροχρόνια αλλά η πιο σπουδαία.

Δεν επαινείται άλλωστε εκείνος που έπαιξε περισσότερη μουσική ή εκφώνησε περισσότερους λόγους ή κυβέρνησε περισσότερα πλοία αλλά εκείνος που έχει κάνει τα παραπάνω με εξαιρετικό τρόπο. Δεν πρέπει, δηλαδή, να υπολογίζουμε τη σπουδαιότητα με τη χρονική διάρκεια αλλά με την αξία και την κατάλληλη συμμετρία.

Αυτά θεωρούνται αποδείξεις καλοτυχίας και θεϊκής εύνοιας. Για τον λόγο αυτό, πάντως, οι ποιητές μας παραδίδουν για τους μεγαλύτερους και θεϊκής καταγωγής ήρωες ότι αφήνουν αυτή τη ζωή προτού γεράσουν, όπως για εκείνον,

που ο ασπιδοφόρος Δίας και ο Απόλλων
πολύ τον αγαπούσαν
με κάθε λογής αγάπη· αυτός δεν έφτασε στων γηρατειών
το κατώφλι
(ΟΜΗΡΟΣ)

Σε όλες τις περιπτώσεις δηλαδή θεωρούμε ανώτερη την καλή χρήση του χρόνου παρά τα καλά γεράματα.

Και από τα φυτά, εξάλλου, καλύτερα είναι εκείνα που σε μικρό χρονικό διάστημα δίνουν τις περισσότερες σοδειές, και από τα ζώα εκείνα που σε μικρό χρονικό διάστημα μας δίνουν τη μεγαλύτερη ωφέλεια για τη ζωή μας. Οι όροι “πολύ” και “λίγο” σε σχέση με τον χρόνο φαίνεται να μην έχουν διαφορά, αν στρέψουμε το βλέμμα μας προς την αιωνιότητα.

Μια χιλιετία ή και δέκα χιλιετίες, σύμφωνα με τον Σιμωνίδη, δεν είναι παρά μια ανεπαίσθητη στιγμή του χρόνου ή μάλλον ένα ελάχιστο μόριο της στιγμής.

Υπάρχουν όπως λένε στις ακτές του Πόντου κάποια πλάσματα που ζουν μόνο μια μέρα· γεννιούνται το πρωί, φτάνουν στην ακμή τους το μεσημέρι και κατά το βράδυ γερνούν και η ζωή τους τελειώνει. Αν λοιπόν κι αυτά τα πλάσματα είχαν μέσα τους ανθρώπινη ψυχή και σκέψη, δεν θα είχαν και κείνα το ίδιο συναίσθημα που κυριαρχεί και σε μας και δεν θα τους συνέβαινε το ίδιο, προφανώς, ώστε όσα πεθαίνουν πριν από το μεσημέρι να προκαλούν θρήνους και δάκρυα, ενώ εκείνα που ζουν ολόκληρη τη μέρα θα μακαρίζονταν;

Μέτρο της ζωής είναι η σπουδαιότητα και όχι η χρονική διάρκειά της.

Πρέπει να θεωρούμε μάταιες και ανόητες τις αναφωνήσεις του είδους: “Μα δεν θα έπρεπε να τον πάρει τόσο νέο!”

Ποιος μπορεί να πει τι έπρεπε; Πολλά μάλιστα άλλα πράγματα, για τα οποία θα μπορούσε να πει κάποιος ότι “δεν έπρεπε να γίνουν”, έγιναν, γίνονται και θα συνεχίσουν να γίνονται.

Δεν είμαστε στον κόσμο τούτο για να θέσουμε νόμους, αλλά για να υπακούμε στις εντολές των θεών που κυβερνούν τα πάντα και στους ορισμούς της ειμαρμένης και της πρόνοιας.

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, ΗΘΙΚΑ

Η μοναξιά είναι μιζέρια και δυστυχία. Η μοναχικότητα είναι ευδαιμονία

Πρέπει κανείς να συμφιλιωθεί πρώτα με τον εαυτό του προτού να μπει σε μια σχέση;

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΥΜΦΙΛΙΩΘΕΙΣ με τη μοναξιά σου, τόσο πολύ, που εκείνη η μοναξιά να μεταμορφωθεί σε μοναχικότητα. Μόνο τότε θα είσαι ικανός να μπεις βαθιά σε μια σχέση που θα σε εμπλουτίσει. Μόνο τότε θα είσαι ικανός να μπεις μέσα στην αγάπη. Τί εννοώ όταν λέω ότι πρέπει κανείς να συμφιλιωθεί με τη μοναξιά του τόσο πολύ, που εκείνη η μοναξιά γίνεται μοναχικότητα;

Η μοναξιά είναι μια αρνητική κατάσταση του νου. Η μοναχικότητα είναι θετική, ανεξάρτητα από το τι λένε τα λεξικά. Στα λεξικά, η μοναξιά και η μοναχικότητα είναι λέξεις συνώνυμες, στη ζωή όμως δεν είναι. Μοναξιά είναι η κατάσταση του νου, στην οποία συνεχώς σου λείπει ο άλλος. Μοναχικότητα είναι όταν συνεχώς χαίρεσαι τον εαυτό σου.

Η μοναξιά είναι μιζέρια και δυστυχία. Η μοναχικότητα είναι ευδαιμονία. Η μοναξιά είναι πάντοτε ανησυχία, κάτι σου λείπει, κάτι επιθυμείς, κάτι λαχταράς.

Η μοναχικότητα είναι βαθιά ικανοποίηση, τρομερή ικανοποίηση, ευτυχία, γλέντι. Στη μοναξιά, βγαίνεις από το κέντρο σου. Στη μοναχικότητα, είσαι ριζωμένος και κεντραρισμένος. Η μοναχικότητα είναι όμορφη. Έχει χάρη, έχει κομψότητα, έχει ένα κλίμα τρομερής ικανοποίησης.

Η μοναξιά είναι ζητιανιά. Το μόνο που υπάρχει γύρω της είναι ζητιανιά και τίποτε άλλο. Δεν έχει καμία χάρη. Για την ακρίβεια, είναι άσχημη. Η μοναξιά είναι εξάρτηση, η μοναχικότητα είναι καθαρή ανεξαρτησία.

Τώρα αν μπεις σε μια σχέση όταν νιώθεις μοναξιά, θα εκμεταλλεύεσαι τον άλλον. Ο άλλος θα γίνει το μέσο για τη δική σου ικανοποίηση. Θα χρησιμοποιήσεις τον άλλον και οι πάντες θεωρούν προσβλητικό το να τους χρησιμοποιούν, επειδή κανένας δεν βρίσκεται εδώ για να γίνει μέσο για την ικανοποίηση κανενός άλλου. Κάθε άνθρωπος είναι αυτοσκοπός για τον ίδιο του τον εαυτό.

Κανένας δεν βρίσκεται εδώ για να τον χρησιμοποιούν σαν αντικείμενο. Οι πάντες βρίσκονται εδώ για να λατρεύονται σαν βασιλιάδες. Κανένας δεν βρίσκεται εδώ για να εκπληρώσει τις προσδοκίες κανενός άλλου. Οι πάντες βρίσκονται εδώ για να είναι ο εαυτός τους. Έτσι, όποτε μπαίνεις σε μια σχέση επειδή νιώθεις μοναξιά, η σχέση έχει ήδη ναυαγήσει. Πριν ακόμη αρχίσει, έχει ήδη ναυαγήσει. Θα σου προκαλέσει ακόμη περισσότερη δυστυχία.

Και να θυμάσαι: Όταν κινείσαι από τη μοναξιά σου, θα πέσεις σε μια σχέση με κάποιον, ο οποίος βρίσκεται στο ίδιο χάλι. Επειδή κανένας άνθρωπος που ζει πραγματικά τη μοναχικότητά του δεν θα νιώσει έλξη για μένα. Θα είσαι πολύ πιο κάτω από εκείνον. Μπορεί να σε συμμεριστεί, μα δεν μπορεί να σ’ αγαπήσει. Εκείνος που βρίσκεται στην κορυφή της μοναχικότητας, μπορεί να αισθανθεί έλξη μόνο για κάποιον που είναι επίσης μοναχικός. Έτσι, όποτε κινείσαι από τη μοναξιά σου, θα βρίσκεις ανθρώπους του ίδιου τύπου. Θα βρίσκεις τη δική σου αντανάκλαση. Θα συναντηθούν δύο ζητιάνοι. Θα συναντηθούν δύο μίζεροι και δυστυχισμένοι άνθρωποι.

Και να θυμάσαι: Όταν συναντιούνται δύο δυστυχισμένοι άνθρωποι, δεν γίνεται απλή πρόσθεση, γίνεται πολλαπλασιασμός. Προκαλούν πολύ περισσότερη δυστυχία ο ένας στον άλλον, από όση θα μπορούσαν να προκαλέσουν όντας μόνοι τους.

Πρώτα γίνε μοναχικός. Πρώτα άρχισε να ευχαριστιέσαι τον εαυτό σου. Πρώτα αγάπησε τον εαυτό σου. Πρώτα γίνε τόσο αυθεντικά ευτυχισμένος, που να μην έχει καμία σημασία το αν δεν έρθει κανένας. Εσύ είσαι γεμάτος και ξεχειλίζεις. Αν δεν χτυπήσει κανένας την πόρτα σου, πολύ καλά. Δεν χάνεις τίποτα.

Δεν περιμένεις να έρθει κάποιος και να σου χτυπήσει την πόρτα. Εσύ βρίσκεσαι στο σπίτι σου και νιώθεις άνετα. Αν κάποιος έρθει, πολύ καλά. Αν δεν έρθει κανένας, πάλι πολύ καλά. Τότε μπορείς να μπεις σε μια σχέση.

Τώρα κινείσαι σαν κύριος, όχι σαν ζητιάνος. Τώρα κινείσαι σαν αυτοκράτορας, όχι σαν ζητιάνος. Κι ο άνθρωπος που έχει ζήσει τη μοναχικότητά του, θα προσελκύει πάντοτε έναν άνθρωπο ο οποίος έχει επίσης ζήσει τη μοναχικότητά του όμορφα, επειδή το όμοιο ελκύει το όμοιο.

Όταν συναντιούνται δύο κύριοι – κύριοι τού είναι τους, της μοναχικότητάς τους – η ευτυχία δεν προστίθεται απλώς, πολλαπλασιάζεται. Γίνεται ένα τρομερό φαινόμενο γιορτής. Και δεν εκρήγνυνται, μοιράζονται. Δεν χρησιμοποιούν ο ένας τον άλλον. Αντίθετα, γίνονται ένα και απολαμβάνουν την ύπαρξη που τους περιβάλλει.

Όταν είναι μαζί δύο άνθρωποι που αισθάνονται μοναξιά βλέπουν πάντοτε ο ένας τον άλλον, αντικρίζουν ο ένας το άλλον. Όταν είναι μαζί δύο άνθρωποι που έχουν γνωρίσει τη μοναχικότητα, βλέπουν κάτι ανώτερο και από τους δύο. Πάντοτε δίνω αυτό το παράδειγμα: Δύο συνηθισμένοι εραστές που αισθάνονται και οι δύο μοναξιά, κοιτάζουν πάντοτε ο ένας τον άλλον.

Δύο άνθρωποι που αγαπιούνται πραγματικά, κοιτάζουν το φεγγάρι, δεν κοιτάζει ο ένας τον άλλον. Δεν κοιτάζει ο ένας τον άλλον, κοιτάζουν και οι δύο κάτι άλλο. Άλλοτε θα ακούνε μαζί μουσική. Άλλοτε θα κάθονται δίπλα από ένα δέντρο και θα απολαμβάνουν την τρομερή οντότητα του δέντρου που τους αγκαλιάζει. Άλλοτε μπορεί να κάθονται δίπλα από έναν καταρράκτη και να ακούνε την άγρια μουσική που δημιουργείται εκεί συνεχώς. Άλλοτε θα κοιτάζουν και οι δύο τον ωκεανό, το μακρύτερο σημείο που μπορούν να δουν τα μάτια.

Όποτε συναντιούνται δύο άνθρωποι που αισθάνονται μοναξιά , ο ένας κοιτάζει τον άλλον, επειδή ψάχνουν συνέχεια τρόπους για να εκμεταλλευτούν ο ένας τον άλλον – πώς να χρησιμοποιήσουν τον άλλον, πώς να είναι ευτυχισμένοι μέσα από τον άλλον. Δύο άνθρωποι όμως που είναι βαθιά ικανοποιημένοι με τον εαυτό τους δεν προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν ο ένας τον άλλον. Αντίθετα, γίνονται συνταξιδιώτες. Προχωρούν σε ένα ιερό προσκύνημα. Το κοινό τους ενδιαφέρον τους ενώνει.

Συνήθως, το κοινό ενδιαφέρον είναι το σεξ. Το σεξ μπορεί να ενώσει δύο ανθρώπους στιγμιαία, ευκαιριακά και πολύ επιφανειακά. Οι άνθρωποι που αγαπιούνται πραγματικά, έχουν ένα μεγαλύτερο κοινό ενδιαφέρον. Δεν είναι ότι δεν θα υπάρχει σεξ. Μπορεί και να υπάρχει, σαν μέρος όμως μιας ανώτερης αρμονίας. Ακούγοντας τη μουσική, μπορεί να έρθουν πιο κοντά από τους συνηθισμένους εραστές που τους συνδέει μόνο το σεξ.

Κι όταν η αγάπη συμβαίνει από μόνη της, όταν συμβαίνει σαν μέρος μιας ανώτερης αρμονίας, έχει μια εντελώς διαφορετική ποιότητα μέσα της. Είναι θεϊκή, δεν είναι πια ανθρώπινη.

Η λέξη ευτυχία έρχεται από τη λέξη τύχη. Η λέξη τυχαίο έρχεται επίσης από την ίδια ρίζα. Ευτυχία είναι εκείνο το καλό που τυχαίνει. Δεν μπορείς να την παράγεις εσύ , δεν μπορείς να την αναγκάσεις να συμβεί, δεν μπορείς να την πιέσεις. Το περισσότερο που μπορείς, είναι να είσαι διαθέσιμος σ’ εκείνη. Όταν τύχει, έτυχε.

Δυο άνθρωποι που αγαπιούνται πραγματικά είναι πάντοτε διαθέσιμοι, αλλά ποτέ δεν το σκέφτονται. Ποτέ δεν κάνουν προσπάθειες για να βρουν την ευτυχία. Τότε δεν είναι ποτέ απογοητευμένοι, επειδή ό,τι τύχει, έτυχε. Εκείνοι δημιουργούν την περίσταση.

Για την ακρίβεια, όταν είσαι ευτυχισμένος με τον εαυτό σου, εσύ είσαι ήδη η περίσταση και ο άλλος είναι επίσης ευτυχισμένος με τον εαυτό του, τότε είναι κι εκείνος η περίσταση. Όταν εκείνες οι δύο περιστάσεις έρθουν κοντά μία στην άλλη, δημιουργείται μια μεγαλύτερη περίσταση. Μέσα σ’ εκείνη τη μεγαλύτερη περίσταση, πολλά τυχαίνουν, χωρίς να κάνουν τίποτα.

Ο Άνθρωπος δεν χρειάζεται να κάνει τίποτα για να είναι ευτυχισμένος. Ο άνθρωπος χρειάζεται απλώς να ρέει και να αφήνεται.

Έτσι, η ερώτηση είναι: «Πρέπει κανείς να συμφιλιωθεί πρώτα με τον εαυτό του, προτού να μπει σε μια σχέση;» Ναι, απολύτως ναι. Έτσι πρέπει να είναι, διαφορετικά θα είσαι απογοητευμένος και στο όνομα της αγάπης, θα κάνεις κάτι άλλο, που δεν είναι καθόλου αγάπη.

Καρλ Πόπερ: Οι 4 θέσεις μου για την ελευθερία

Τα κεντρικά ερωτήματα που πρέπει εδώ να θέσουμε στον εαυτό μας, επιθυμώ να τα εκφράσω ως εξής: Τι μας έχει φέρει η ελευθερία; Καλό ή κακό; Τι υπερτερεί; Πώς εμφανίζεται η ισορροπία καλού και κακού;

Βρίσκω αυτά τα ερωτήματα άκρως ενδιαφέροντα και θα ήθελα να προσπαθήσω να απαντήσω με όσο το δυνατόν περισσότερο διεισδυτικό και περιεκτικό τρόπο, μέσα από μια σειρά θέσεων.

Η πρώτη θέση μου είναι η ακόλουθη: Ισχυρίζομαι ότι ο κόσμος μας, ο κόσμος των δυτικών δημοκρατιών, όντως δεν είναι ο καλύτερος πιθανός ή λογικά δυνατός πολιτικός κόσμος, αλλά, παρά ταύτα, είναι ο καλύτερος από όλους τους πολιτικούς κόσμους, των οποίων την ιστορική ύπαρξη μπορούμε να γνωρίζουμε. Απ’ αυτή την άποψη, είμαι, λοιπόν, ένας παράφορος οπτιμιστής.

Για να εξηγήσω και να τεκμηριώσω αυτή την πρώτη αισιόδοξη θέση μου, θα ήθελα να πω αρχικά ότι, αν δοξάζω την εποχή μας, δεν το κάνω σκεπτόμενος τη ραγδαία ανάπτυξη ή το οικονομικό θαύμα της – αν και, σίγουρα, δεν είναι μικρό πράγμα, το ότι στην κοινωνία μας υποφέρουν λιγότεροι άνθρωποι από πείνα παρά ποτέ. Αυτό που έχω στο μυαλό μου είναι κάτι εντελώς διαφορετικό.

Για να το καταστήσω σαφές μέσα από μια αντίθεση, θα ήθελα να παραπέμψω σε μια παρατήρηση του προηγούμενου επισκόπου του Μπράντφορντ, ο οποίος το 1942. καταδίκασε τον Δυτικό Κόσμο μας ως έναν κόσμο του σατανά και παρότρυνε όλους τους πιστούς χριστιανούς να συνεισφέρουν στην εξόντωση αυτού του διαβολικού κατασκευάσματος, βοηθώντας στην επικράτηση του σταλινικού κομουνισμού. Έκτοτε, ο σατανισμός του Στάλιν υιοθετήθηκε από τους ίδιους τους κομουνιστές και για μια μάλλον μικρή, αλλά πολύ ανανεωτική περίοδο, ο σατανισμός του Στάλιν ήταν ένα σημαντικό συστατικό της γενικής γραμμής του Κόμματος, αν όχι ακριβώς του προγράμματος του Κόμματος. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ακόμα πιστοί άνθρωποι, και στην Αγγλία βαθιά θρησκευόμενοι και αληθινοί χριστιανοί, που σκέφτονται ακόμα όπως ο προηγούμενος επίσκοπος του Μπράντφορντ.

Για να διατυπώσω τώρα, την πρώτη οπτιμιστική θέση μου με δριμύτητα, θέλω, από την ίδια οπτική που ο Επίσκοπος κατέκρινε τον Δυτικό μας Κόσμο ως ένα σατανικό κατασκεύασμα, να χαρακτηρίσω, εγώ, τον κόσμο μας ως τον καλύτερο, όλων των κόσμων, από όσων έχουμε ιστορική γνώση.

Γιατί ο Επίσκοπος αναφερόταν στις καθαρά ανθρώπινες αξίες – αυτές που ο Καντ ονομάζει ανθρώπινη αξιοπρέπεια και προθυμία για βοήθεια. Αυτές, όπως πίστευε εκείνος, απειλούνταν με εξαφάνιση στη Δύση και ήταν διασφαλισμένες στη Ρωσία. Αλλά εμένα μου φαίνεται ότι, μέσα στον ιδεαλισμό του, δεν είδε τα γεγονότα σωστά. Ποτέ προηγουμένως δεν υπήρξε κοινωνία με τόση λίγη καταπίεση, τόση λίγη ταπείνωση και τόσο λίγο εξευτελισμό, όσο η δική μας. Ποτέ πριν δεν υπήρχαν τόσοι πολλοί που να είναι πρόθυμοι να θυσιαστούν, ώστε να απολυτρώσουν άλλους από την πείνα και την αθλιότητα.

Πιστεύω, λοιπόν, πως εμείς εδώ στη Δύση δεν έχουμε κανένα λόγο να ντρεπόμαστε μπροστά στην Ανατολή. Αλλά με αυτό δεν θέλω να πω ότι εμείς εδώ στη Δύση δεν πρέπει να ασκούμε κριτική στους θεσμούς μας. Απεναντίας, ακόμα κι αν ο κόσμος μας είναι ο καλύτερος όλων των προηγούμενων, υπάρχουν, παρά ταύτα, σε αυτόν, πολλά που είναι άσχημα διευθετημένα. Κι αυτά που έχουμε καταφέρει, μπορεί ανά πάσα στιγμή να τα χάσουμε πάλι. Αυτός ο κίνδυνος είναι μεγάλος και παραμένει πάντα. Μ’ αυτά, έρχομαι στη δεύτερη θέση μου:

Αν και θεωρώ τον πολιτικό μας κόσμο ως τον καλύτερο όλων των κόσμων, απ’ όσους μπορούμε ιστορικά να γνωρίζουμε, πρέπει να φροντίζουμε να αποδίδουμε αυτό το γεγονός στη δημοκρατία ή την ελευθερία. Η ελευθερία δεν είναι κανένας προμηθευτής που μας παραδίδει τα αγαθά της ζωής στο σπίτι. Η δημοκρατία δεν καταφέρνει τίποτε από μόνη της – ούτε καν ένα οικονομικό θαύμα. Είναι λάθος και γενικά επικίνδυνο να εκθειάζουμε την ελευθερία, όταν λέει στους ανθρώπους ότι πρόκειται να ευημερήσουν μόνο αν γίνουν πρώτα ελεύθεροι.

Όπως συμβαίνει και στη ζωή του ανθρώπου, είναι κυρίως θέμα τύχης ή εύνοιας και σε σχετικά μικρό ποσοστό ίσως, θέμα ικανότητας, εργατικότητας και άλλων αρετών. Αυτό που μπορεί να πει κανείς, στην καλύτερη περίπτωση, για τη δημοκρατία ή την ελευθερία, είναι ότι κάνει λίγο αποτελεσματικότερη την επιρροή της προσωπικής μας ικανότητας στην ευημερία μας. Και έτσι έρχομαι στην τρίτη θέση μου:

Δεν πρέπει να επιλέγουμε την ελευθερία γιατί μας υπόσχεται μια ανετότερη ζωή, αλλά γιατί αναπαριστά μια αξία που δεν εξαργυρώνεται με υλικές αξίες. Πρέπει να την επιλέγουμε, κατά τα λόγια του Δημόκριτου:

«Προτιμώ τη ζωή σε μια φτωχική δημοκρατία, παρά τον πλούτο σε μια τυραννίδα»· καθώς και: «Η πενία σε μια δημοκρατία είναι καλύτερη από όλα τα πλούτη κάτω από μια αριστοκρατία ή μια απολυταρχία, γιατί η ελευθερία είναι καλύτερη από τη δουλεία».

Στην τέταρτη θέση μου θέλω να πάω ένα βήμα πιο πέρα. Η ελευθερία, η δημοκρατία και η πίστη μας σε αυτές, μπορούν να μας οδηγήσουν στην καταστροφή. Είναι λάθος να θεωρείται ότι η πίστη στην ελευθερία οδηγεί πάντα στη νίκη· πρέπει να αντιληφθούμε ότι μπορεί να οδηγήσει και σε ήττα. Όταν επιλέγουμε την ελευθερία πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να χαθούμε μαζί της. Η Πολωνία πολέμησε για την ελευθερία όπως καμιά άλλη χώρα. Ο τσέχικος λαός ήταν το 1938 έτοιμος να πολεμήσει για την ελευθερία του: δεν ήταν η έλλειψη θάρρους που όρισε την ήττα του. Η ουγγρική επανάσταση του 1956 -έργο νέων ανθρώπων που δεν είχαν να χάσουν τίποτε άλλο παρά τις αλυσίδες τους- θριάμβευσε και κατόπιν κατέληξε στην αποτυχία.

Ο αγώνας για την ελευθερία μπορεί, επίσης, να αποτύχει και με άλλους τρόπους: Μπορεί να εκφυλιστεί σε τρομοκρατία, όπως στη γαλλική και τη ρωσική επανάσταση. Μπορεί να οδηγήσει σε άκρα σκλαβιά. Η δημοκρατία και η ελευθερία δεν εγγυώνται τη χιλιαστική ουτοπία .Όχι, δεν επιλέγουμε την πολιτική ελευθερία γιατί μας υπόσχεται εκείνο ή το άλλο. Την επιλέγουμε γιατί κάνει δυνατή τη μοναδική αξιοπρεπή μορφή ανθρώπινης συμβίωσης- τη μοναδική μορφή στην οποία μπορούμε να είμαστε απολύτως υπεύθυνοι. Αν καταφέρουμε να πραγματοποιούμε τις δυνατότητές της, αυτό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες – και, πάνω απ’ όλα, από εμάς.

Καρλ Πόπερ, Η ζωή είναι επίλυση προβλημάτων

Πλάτων Φαίδρος: Ερωτικός-διαλεκτικός Λόγος

Πλάτων: 427‒347 π.Χ.

Έρως και διαλεκτικός Λόγος

Πού μπορεί να βρίσκεται η ιδιαίτερη αξία του έργου του Πλάτωνος; Βρίσκεται θεμελιωδώς στο γεγονός ότι οι Ιδέες του εν λόγω έργου απαντούν με ερμηνευτικό‒διαλεκτικό τρόπο, γι’ αυτό κι αψευδώς, στα γνωσιο-οντο-λογικά αδιέξοδα της σημερινής πραγματικότητας του ανθρώπου. Η ανθρώπινη ύπαρξη, ως ένα σφαιρικό Όλο Πνεύματος και Χθονός, στην παρούσα εποχή διάγει τη ζωή του εξόριστου, όσο σε καμιά άλλη εποχή. Ενώ ζει σε τόπο, αισθάνεται πως δεν βρίσκεται σε τόπο παρά δέρνεται ανηλεώς από τη μοίρα του ου-τόπου· κάτι περίπου σαν τη συμβολική εικόνα του ά-τοπου Σωκράτη, που συναντάμε στο παρόν πλατωνικό έργο. Η ου-τοπία του εξόριστου προσλαμβάνει το χαρακτήρα μιας υπαρκτικής διάστασης ανάμεσα στην πνευματικότητα του Είναι του ανθρώπου και στον διωγμό που η τελευταία υφίσταται από τη βαρβαρότητα της ζωής της Πόλεως (=με το νόημα των Αρχαίων), με σύγχρονους όρους δηλαδή από τη βάναυση αντιπνευματικότητα, από την αδιανόητη απαιδευσία της πολιτικής ζωής και των ανθρώπων που την υπηρετούν. Στον Φαίδρο, ο πολύς Wilamowitz αναγνωρίζει σε όλες τις περιγραφές του έργου ‒περιγραφές περί Έρωτος, περί ρητορικής και πολιτικής, περί πνευματικής αυτάρκειας κ.λπ.‒εμπειρίες του ίδιου του φιλοσόφου. Είναι αυτές που εκκινούν από τη χθαμαλότητα της καθημερινής ζωής για να φτάσουν τελικά στις πιο υψηλές περιοχές της σκέψης. Αναζωογονούν έτσι τη διάθεση, την απορρέουσα από το φυσικό περιβάλλον, να συνδυάσει τη διαλεκτική ικανότητα του Λόγου με τον πλούτο των συναισθημάτων, με τη λογική του νου, με τον συντεταγμένο λόγο, με τη θεϊκή δύναμη της ψυχής, με τον θείο της πόθο· εν τέλει με το ασυνείδητο, το έμπλεο ενθουσιασμού, και με τη γνώση του, σε συνδυασμό με την κρυφή αρμονία, με την απέραντη ομορφιά φύσης και πνεύματος.

§2

Στο άρθρο αυτό επιχειρείται μια ανασυγκρότηση της πλατωνικής σκέψης γύρω από τον Έρωτα-το Κάλλος, τον Ερωτικό-Φιλοσοφικό Λόγο: γραπτός ή προφορικός Λόγος, με βάση την πλατωνική ερμηνευτική διαλεκτική και σε αντιστοιχία με σχετικές διαλεκτικές ερμηνεύσεις των Hegel ‒Heidegger. Η θετική διαλεκτική, δυνάμει της οποίας παριστάνεται η πολυδιάστατη δυναμική του Έρωτος στον Φαίδρο, ως συνέχεια –τρόπον τινά– μιας παρόμοιας δυναμικής του στο Συμπόσιο, μας φέρνει κοντά την εικόνα μιας εγγενούς σχέσης ανάμεσα στο αγαθό και το ωραίο. Πρόκειται για μια συνεχώς αυτo-αναγεννώμενη σχέση, που αποκτά τον χαρακτήρα της ερωτικής αγάπης για τη φιλοσοφική γνώση και η οποία εν τέλει καθιστά τον Έρωτα Φιλόσοφο. Ανάμεσα στον Έρωτα και τη Φιλοσοφία εφεξής σφυρηλατείται ένας εσωτερικός δεσμός, που μέλλει να προσδιορίσει, με ξεχωριστό τρόπο, την ιστορική πορεία της φιλοσοφίας. Τούτο σημαίνει πως η φιλοσοφία πια δεν παύει εις το διηνεκές να είναι η πιο ουσιαστική εκ-δήλωση του Έρωτος, όπως και αντίστροφα ο Έρως δεν παύει να αποτελεί τη θεά Εστία του φιλοσοφικού Είναι του ανθρώπου. Αλλά πώς νοείται ο Έρως στον παρόντα διάλογο; Νοείται ως Έρως του ιδεατού κάλλους. Ακριβώς γι’ αυτό, και στο πεδίο της ανθρώπινης ζωής συνάπτεται με την ευτυχία, με την ευδαιμονία, με την αρμονική ανάπτυξη σώματος και ψυχής και όχι με πάσης φύσεως ωφελιμισμό. Στις εποχές μας κυριαρχεί, εν πολλοίς, ο σεξιστικός ωφελιμισμός, ο οποίος όμως ψάλλεται και άδεται ως ο ύψιστος «Έρως», κυρίως από ανθρώπους με βάρβαρη ψυχή. Τέτοιους ανθρώπους συναντάμε διαχρονικά ‒μα και παροντικά κατ’ εξοχήν‒ ανάμεσα στους πολιτικούς και γενικότερα τους ανθρώπους-πρωταγωνιστές του κοινωνικού, πολιτικού και πολιτιστικού θεάματος, από τους οποίους οι πλείστοι αντλούν το «κάλλος» της ψυχής τους από τα καζίνα και τα σκυλάδικα. Ποτέ δεν βρίσκουμε τέτοιους χαμερπείς τύπους ανθρώπων ανάμεσα στους αληθινούς φίλους της σοφίας, σε εκείνους τους ευαίσθητους ανθρώπους που ψυχή τε και σώματι «μεταλαβαίνουν» με το «λάλον ύδωρ» από την αστείρευτη πηγή της φιλοσοφίας. Μα, μπορεί να αντιτάξουν κάποιες μαθήτριες-φοιτήτριες, ο τάδε ή ο δείνα καθηγητής μας παρενοχλεί σεξουαλικά και δεν μας αφήνει σε χλωρό κλαρί, προκειμένου να μας περάσει στο/στα μάθημά/μαθήματά του. Απλώς, κυρίες μου και κύριοι, τέτοιος/οι τύπος/οι «φιλοσόφου/ων» δεν έχει/ουν καμιά σχέση με τη παιδεία, ακόμη κι αν έχει/ουν γράψει δεκάδες «βιβλία» με πληκτικές πληροφορίας και καμιά βαθύτερη εννόηση· απεναντίας ανήκει/ουν στη χορεία των εκφυλισμένων συνειδήσεων, που στο παραμικρό σφύριγμα της κάθε άνομης, ακατέργαστης, κτηνώδους πολιτικο-κομματικής φατρίας του κοινωνικο-πολιτικού θεάματος γίνονται πιστοί υπηρέτες και σκληροί δυνάστες.

§3

Ο Πλάτων, στον Φαίδρο ήδη, αλλά και σε άλλα σχετικά έργα του, καυτηριάζει με δριμύτητα την κακότητα τέτοιων τύπων ψυχών, που ο λόγος τους και η ψυχή τους, στην εκκλησία του Δήμου αλλά και σε κάθε άλλο δημόσιο χώρο, ταιριάζει σε μαουνιέρηδες [: πλατωνικός όρος του διαλόγου Φαίδρος] και όχι σε δημόσια πρόσωπα. Σε μια παρόμοια γλώσσα με την πλατωνική μιλάει και ο Χέγκελ για το υπό συζήτηση θέμα:

«Ο Πλάτων συνέλαβε στην αλήθεια της τη βασική αρχή του Σωκράτη, σύμφωνα με την οποία η ουσία ενοικεί στη συνείδηση, είναι η ίδια η συνείδηση: ότι το απόλυτο πρέπει να αναζητείται στη σκέψη και πως κάθε πραγμα­τικότητα είναι σκέψη,‒όχι η μονομερής σκέψη ή εκείνη του κίβδηλου ιδεαλισμού, κατά τον οποίο η σκέψη επανεμφανίζεται στη μια πλευρά και συλλαμβάνει τον εαυτό της ως συνειδητή σκέψη, ενώ από την άλλη πλευρά στέ­κεται η πραγματικότητα, παρά η σκέψη, που περικλείει σε μια ενότητα πραγματικότητα και σκέπτεσθαι, η έννοια και η πραγματικότητά της στην κίνηση της επιστήμης, ‒ η Ιδέα ενός επιστημονικού Όλου» (Πλάτων Φαίδρος, σ. 19)­.

Πράγματι, ο Πλάτων στο υπό συζήτηση έργο του, μας εξοικειώνει με έναν αυθεντικά Ερωτικό-Φιλοσοφικό Λόγο, με ένα εύρυθμο και μελωδικό διαλέγεσθαι, που φέρνει κοντά μας όλες εκείνες τις λέξεις, τις προτάσεις, τις έννοιες, τις σκέψεις που περιέχει ο κόσμος των ανθρώπων και των πραγμάτων. Τα πάντα τώρα είναι πλημμυρισμένα από το Φως και το Κάλλος. Όλοι οι σκοτεινοί μηχανισμοί της εποχής του Πλάτωνος αλλά και της δικής μας κινούνται μέσα στο σκότος και την ασχήμια του Χάους. Μισούν το Φως και το Κάλλος. Γι’ αυτό και όχι σπάνια φαντάζουν στα μάτια των πολλών ως παντοδύναμοι, αν και είναι «γίγαντες» με πήλινα πόδια. Για να φαίνονται παντοδύναμοι αγκαλιάζουν το χυδαίο του καθημερινού βίου, το αριστερό άλογο κατά Πλάτωνα που είναι πάντοτε βίαιο και υβριστικό, και υπαγορεύουν αντίστοιχους ρόλους· κάτι δηλαδή παρόμοιο σαν τις φοβερές εκείνες αφηγηματικές εικόνες, που μας παρουσιάζει ο Ντιντερό στον ανιψιό του Ραμώ.

§4

Όπου απουσιάζει η φιλοσοφική παιδεία, εκεί κυριαρχεί ο παραπειστικός λόγος, σε όλα τα επίπεδα της ζωής, και διώκεται το αγαθό, το όμορφο, το εύρυθμο, το άριστο. Η φιλοσοφική, επομένως, υπέρβαση του χυδαίου έρωτα και του ολικού εκχυδαϊσμού της ζωής, θεματοποιείται στον Φαίδρο με συνομιλίες γύρω από την ομορφιά και ως διαλεκτική διαπάλη ανάμεσα στην καθημερινή, τη φθαρμένη και διεφθαρμένη μοχθηρία της κακότροπης ψυχής και στη νοητή πρόσληψη του Κάλλους, ανάμεσα στη μόρφωση και την παραμόρφωση της ψυχής του νέου και του ανθρώπινου πλάσματος, ανάμεσα στο θείο λόγο του φιλοσόφου, ως εραστή του απόλυτου Κάλλους, της απόλυτης αρμονίας, και τον παραπλανητικό λόγο του ρήτορα, του σοφιστή, του πολιτικού, ως κατασκευαστή επιδεικτικών, «ερωτικών» λόγων και ως κομιστή σοφιστικών τεχνασμάτων τόσο περί τα ερωτικά όσο και περί τα πολιτικά. Τώρα λοιπόν πρέπει η αληθινή φιλοσοφία να προχωρήσει πέρα από κάθε λογής καλοστημένη σοφιστεία και να πλησιάσει την ψυχή, το πνεύμα του ανθρώπου, όχι ως κάτι το μεμονωμένο ή ξεχωριστό, αλλά στον καθολικό της/του χαρακτήρα ως ένα όλο. Όπου επικρατεί η σοφιστεία και όχι η διαλεκτική, μας λέει ο Χέγκελ, κατά το πρότυπο του Πλατωνικού Φαίδρου, εκεί «νομιμοποιεί» κανείς το «δικαίωμα», να κλέβει, να εξαπατά, να βιάζει, να εκβιάζει και τελικά να προδίδει την πατρίδα του. Ακριβώς δηλαδή ό,τι επιφυλάσσει στην κοινωνία και την πολιτεία το αριστερό άλογο, και τότε και τώρα, όταν καταλάβει την εξουσία.

§5

Να γιατί, στον υπό συζήτηση διάλογο, δεν έχουν θέση τα εγκώμια, που συναντάμε στο Συμπόσιο, παρά μια καθολική θεώρηση του ανθρώπου και του κόσμου. Όποιος θέλει να μελετήσει τον άνθρωπο, μας λέει ο φιλόσοφος, δεν μπορεί παρά να στοχεύει στο κέντρο: στην ψυχή του. Σε τούτο το κέντρο στοχεύει και ο ρητορικός-πολιτικός και ο φιλοσοφικός λόγος, αλλά με διαφορετικό τρόπο και μέθοδο, όπως και για διαφορετικό σκοπό. Ο πρώτος θέλει να σταλάξει στην ψυχή την πειθώ, τον ιδεολογικό της πειθαναγκασμό, ο δεύτερος την αλήθεια. Ως εκ τούτου, ο μεν πρώτος σφυροκοπάει την ψυχή με γραπτούς, επιδεικτικούς λόγους, που μεγαλοποιούν, ήτοι παραποιούν την πραγματικότητα κατά το δοκούν, αφήνοντας την αλήθεια να πάει στο καλόˑ ο δεύτερος, απεναντίας, δια-λέγεται, καλλιεργεί τη μνήμη και πάντοτε εκτυλίσσεται ως ανάμνηση της πρωταρχικής θέασης του ύψιστου Κάλλους. Επομένως δεν αισθάνεται την ανάγκη να απολογείται σε ό,τι ηδονίζει τη μάζα κατά τη σκοπιμότητα της στιγμής, ούτε ενδιαφέρεται να προβάλλει το εύλογο, την εικασία, την αληθοφάνεια, αλλά παρακολουθεί πιστά, μέσα από την ανάμνηση, την εικόνα και την ενέργεια της ζωντανής ψυχής.

§6

Αυτή την εικόνα και ενέργεια μας παρουσιάζει ο Πλάτων στο δεύτερο λόγο του Σωκράτη, στην παλινωδία. Πρόκειται για αληθινό μνημείο Λόγου, όπου η ζωή δηλώνεται ως παρ-ουσία, ουσία συμπορευόμενη με την αθανασία και αυτοκινησία της ψυχής. Ο Σωκράτης διηγείται, ανάμεσα στα άλλα, τον μεγάλο μύθο της ψυχής στα χνάρια του πνευματικού πολιτισμού της εποχής. Ετούτη η διήγηση, στη διαχρονική της ισχύ, έρχεται να μας υπενθυμίσει πως ο Έρως, ως αυθεντικός τοιούτος, ως Έρως του υπέρτατου, του αδιάψευστου κάλλους, δεν αποστρέφεται το υπάρχον, ως πολιτισμό, κοινωνία, πολιτεία κ.λπ., αλλά ενυπάρχει λιγότερο ή περισσότερο, εντελώς ή ατελώς, μέσα στην ίδια τούτη την πραγματικότητα ως δυνητική ενέργεια κάθαρσης του πολιτισμού από καθετί το χαμερπές, το διεφθαρμένο, το παράλογο, το διεστραμμένο, το θολό, το κακό, το άσχημο. Την κάθαρση τούτη συμβολίζει ο Έρως, ως φιλόσοφος Έρως, και την πραγμάτωσή της καθιστά εφικτή μόνο ο ερωτικός φιλόσοφος με τον αρμονικό του Λόγο/λέγειν.

§7

Πώς τον φιλοτεχνεί στον Φαίδρο ο Πλάτων; Δια του Σωκράτη, που μοχθεί να γίνει ένα με τη ζωντανή εκδίπλωση των μορφών της ιερής μανίας και με τη μυσταγωγία του Έρωτος. Είναι ακριβώς αυτή τούτη η γεμάτη θεό μανία, που συνιστά θεία δωρεά και εξοπλίζει τους ανθρώπους με συγκεκριμένες μορφές έμπνευσης, όπως μαντική, προφητική, ποιητική, ερωτική. Απέναντι στον ωφελιμιστικό «έρωτα», που εισηγήθηκε ο Λυσίας ορθώνεται τώρα ο ευδαιμονικός έρως. Για να δείξει τη δύναμη και τη σημασία αυτού του τελευταίου ο Πλάτων, αφού πρώτα περιγράψει, δια στόματος του Σωκράτη, το κοσμικό πανόραμα, την εικόνα του ουράνιου και υπερουράνιου τόπου, τη σφαίρα του κόσμου και το νόμο της Αδράστειας, δηλ. της μοίρας, καταπιάνεται με τη φύση της ψυχής., όπου έχει την έδρα του ο Έρως. 

Σύμφωνα με το μύθο, η ψυχή σύρεται από δυο άλογα, στο άρμα του ηνιόχου, απόλυτα αντίθετης νοο-τροπίας: 

1. το δεξί, κατά τη φορά του άρματος, είναι το ενάρετο, το λογικό, το πεπληρωμένο αισθητικά και ηθικά· 
2. το αριστερό είναι το ατίθασο, το κακό, το βίαιο, το παρ-άλογο, ο μαουνιέρης. 

Τα δυο άλογα είναι οι δυο αντιθετικοί τύποι της ψυχής, τους οποίους ηνιοχεί ο νους. Στο άρμα των ψυχών, ο ηνίοχος νους συνεργάζεται πλήρως με το άλογο-την ψυχή, που βρίσκεται στα δεξιά του, για να δαμάσει, να ανυψώσει προς τα άνω, προς το Κάλλος, το αριστερό άλογο. Αλλά εις μάτην, γιατί η βαρβαρότητα του τελευταίου είναι σύμφυτη με τη χυδαία συμπεριφορά του, όπως ακριβώς συμβαίνει και με το αριστερό άλογο της χυδαίας πολιτικής εξουσίας των καιρών μας. Ως προς ετούτη την τελευταία, δυστυχώς, όλα τα άλογά της είναι υποδιαιρέσεις του ενός αριστερού αλόγου.

§8

Ο αμαξηλάτης–νους επιχειρεί να τιθασεύσει το ατίθασο άλογο και να οδηγήσει το φτερωτό άρμα προς το υπεραισθητό κάλλος. Η ανάβαση τούτη παριστά την πράξη που κάνει τον φιλόσοφο ερωτικό και τον έρωτα φιλοσοφικό. Το μαινόμενο εδώ διαλεκτικό αγώνισμα είναι σύμφυτο με το Είναι του ανθρώπου. Όποιος το συνειδητοποιεί και δεν μένει στα μισά του δρόμου, συνεχίζει, μέσα από όλες τις ανασχέσεις, τη μεγάλη πορεία προς το Κάλλος και πραγματώνει τη φιλοσοφία ως αγάπη της σοφίας, ως αληθινά-εσωτερικά και όχι τυπικά-σχηματικά πεφωτισμένο βίο. Αυτή είναι η γραμμή, όπου κινείται ο φιλόσοφος εραστής, καθώς με τη θέαση και το άγγιγμα της ομορφιάς του ανθρώπινου σώματος ξαναθυμάται δυνατά το αιώνιο που είδε κάποτε η ψυχή του. Η ομορφιά εν τέλει, στην περιοχή του εμπειρικού κόσμου, είναι παρούσα με τη μορφή εκείνων των φιλοσοφικών ιδεών ή εκείνης της Ιδέας, που φωτίζει πέρα ως πέρα τα έξω και τα έσω της ανθρώπινης ύπαρξης, που συγκροτεί το εσωτερικό της ρεύμα και την οδηγεί, πάνω από τα συντρίμμια της καθημερινής ζωής, προς το ανώτερο, το τέλειο, το άριστο με Λόγο και Έργο. Ποιος φοβάται το άριστο; Το «αριστερό» [=με την πολύπτροπη πλατωνική έννοια] άλογο παντός καιρού, τόπου, απόχρωσης, ιδεολογίας, πολιτικής, συνείδησης.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (444c-445e)

[444c] Οὐκοῦν, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ τὸ ἄδικα πράττειν καὶ τὸ ἀδικεῖν καὶ αὖ τὸ δίκαια ποιεῖν, ταῦτα πάντα τυγχάνει ὄντα κατάδηλα ἤδη σαφῶς, εἴπερ καὶ ἡ ἀδικία τε καὶ δικαιοσύνη;
Πῶς δή;
Ὅτι, ἦν δ᾽ ἐγώ, τυγχάνει οὐδὲν διαφέροντα τῶν ὑγιεινῶν τε καὶ νοσωδῶν, ὡς ἐκεῖνα ἐν σώματι, ταῦτα ἐν ψυχῇ.
Πῇ; ἔφη.
Τὰ μέν που ὑγιεινὰ ὑγίειαν ἐμποιεῖ, τὰ δὲ νοσώδη νόσον.
Ναί.
Οὐκοῦν καὶ τὸ μὲν δίκαια πράττειν δικαιοσύνην ἐμποιεῖ, [444d] τὸ δ᾽ ἄδικα ἀδικίαν;
Ἀνάγκη.
Ἔστι δὲ τὸ μὲν ὑγίειαν ποιεῖν τὰ ἐν τῷ σώματι κατὰ φύσιν καθιστάναι κρατεῖν τε καὶ κρατεῖσθαι ὑπ᾽ ἀλλήλων, τὸ δὲ νόσον παρὰ φύσιν ἄρχειν τε καὶ ἄρχεσθαι ἄλλο ὑπ᾽ ἄλλου.
Ἔστι γάρ.
Οὐκοῦν αὖ, ἔφην, τὸ δικαιοσύνην ἐμποιεῖν τὰ ἐν τῇ ψυχῇ κατὰ φύσιν καθιστάναι κρατεῖν τε καὶ κρατεῖσθαι ὑπ᾽ ἀλλήλων, τὸ δὲ ἀδικίαν παρὰ φύσιν ἄρχειν τε καὶ ἄρχεσθαι ἄλλο ὑπ᾽ ἄλλου;
Κομιδῇ, ἔφη.
Ἀρετὴ μὲν ἄρα, ὡς ἔοικεν, ὑγίειά τέ τις ἂν εἴη καὶ [444e] κάλλος καὶ εὐεξία ψυχῆς, κακία δὲ νόσος τε καὶ αἶσχος καὶ ἀσθένεια.
Ἔστιν οὕτω.
Ἆρ᾽ οὖν οὐ καὶ τὰ μὲν καλὰ ἐπιτηδεύματα εἰς ἀρετῆς κτῆσιν φέρει, τὰ δ᾽ αἰσχρὰ εἰς κακίας;
Ἀνάγκη.
Τὸ δὴ λοιπὸν ἤδη, ὡς ἔοικεν, ἡμῖν ἐστι σκέψασθαι [445a] πότερον αὖ λυσιτελεῖ δίκαιά τε πράττειν καὶ καλὰ ἐπιτηδεύειν καὶ εἶναι δίκαιον, ἐάντε λανθάνῃ ἐάντε μὴ τοιοῦτος ὤν, ἢ ἀδικεῖν τε καὶ ἄδικον εἶναι, ἐάνπερ μὴ διδῷ δίκην μηδὲ βελτίων γίγνηται κολαζόμενος.
Ἀλλ᾽, ἔφη, ὦ Σώκρατες, γελοῖον ἔμοιγε φαίνεται τὸ σκέμμα γίγνεσθαι ἤδη, εἰ τοῦ μὲν σώματος τῆς φύσεως διαφθειρομένης δοκεῖ οὐ βιωτὸν εἶναι οὐδὲ μετὰ πάντων σιτίων τε καὶ ποτῶν καὶ παντὸς πλούτου καὶ πάσης ἀρχῆς, τῆς δὲ αὐτοῦ τούτου ᾧ ζῶμεν φύσεως ταραττομένης καὶ [445b] διαφθειρομένης βιωτὸν ἄρα ἔσται, ἐάνπερ τις ποιῇ ὃ ἂν βουληθῇ ἄλλο πλὴν τοῦτο ὁπόθεν κακίας μὲν καὶ ἀδικίας ἀπαλλαγήσεται, δικαιοσύνην δὲ καὶ ἀρετὴν κτήσεται, ἐπειδήπερ ἐφάνη γε ὄντα ἑκάτερα οἷα ἡμεῖς διεληλύθαμεν.
Γελοῖον γάρ, ἦν δ᾽ ἐγώ· ἀλλ᾽ ὅμως ἐπείπερ ἐνταῦθα ἐληλύθαμεν, ὅσον οἷόν τε σαφέστατα κατιδεῖν ὅτι ταῦτα οὕτως ἔχει οὐ χρὴ ἀποκάμνειν.
Ἥκιστα, νὴ τὸν Δία, ἔφη, πάντων ἀποκμητέον.
[445c] Δεῦρό νυν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἵνα καὶ ἴδῃς ὅσα καὶ εἴδη ἔχει ἡ κακία, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, ἅ γε δὴ καὶ ἄξια θέας.
Ἕπομαι, ἔφη· μόνον λέγε.
Καὶ μήν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὥσπερ ἀπὸ σκοπιᾶς μοι φαίνεται, ἐπειδὴ ἐνταῦθα ἀναβεβήκαμεν τοῦ λόγου, ἓν μὲν εἶναι εἶδος τῆς ἀρετῆς, ἄπειρα δὲ τῆς κακίας, τέτταρα δ᾽ ἐν αὐτοῖς ἄττα ὧν καὶ ἄξιον ἐπιμνησθῆναι.
Πῶς λέγεις; ἔφη.
Ὅσοι, ἦν δ᾽ ἐγώ, πολιτειῶν τρόποι εἰσὶν εἴδη ἔχοντες, τοσοῦτοι κινδυνεύουσι καὶ ψυχῆς τρόποι εἶναι.
Πόσοι δή;
[445d] Πέντε μέν, ἦν δ᾽ ἐγώ, πολιτειῶν, πέντε δὲ ψυχῆς.
Λέγε, ἔφη, τίνες.
Λέγω, εἶπον, ὅτι εἷς μὲν οὗτος ὃν ἡμεῖς διεληλύθαμεν πολιτείας εἴη ἂν τρόπος, ἐπονομασθείη δ᾽ ἂν καὶ διχῇ· ἐγγενομένου μὲν γὰρ ἀνδρὸς ἑνὸς ἐν τοῖς ἄρχουσι διαφέροντος βασιλεία ἂν κληθείη, πλειόνων δὲ ἀριστοκρατία.
Ἀληθῆ, ἔφη.
Τοῦτο μὲν τοίνυν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἓν εἶδος λέγω· οὔτε γὰρ ἂν [445e] πλείους οὔτε εἷς ἐγγενόμενοι κινήσειεν ἂν τῶν ἀξίων λόγου νόμων τῆς πόλεως, τροφῇ τε καὶ παιδείᾳ χρησάμενος ᾗ διήλθομεν.
Οὐ γὰρ εἰκός, ἔφη.

***
[444c] Λοιπόν και το να κάνει κανείς άδικες πράξεις και να αδικεί, καθώς και το να κάνει τα δίκαια, δεν έχουν πια όλ᾽ αυτά ξεκαθαριστεί ολοφάνερα, μια που ξεκαθαρίστηκε τί είναι και η αδικία και η δικαιοσύνη;
Πώς αυτό;
Γιατί δεν έχουν καμιά διαφορά από τα υγιεινά και τα βλαβερά πράγματα, μα ό,τι είναι εκείνα για το σώμα, το ίδιο είναι κι αυτά για την ψυχή.
Πώς δηλαδή;
Τα υγιεινά πράγματα δίνουν την υγεία και τα βλαβερά προξενούν τις αρρώστιες.
Ναι.
Κατά τον ίδιο λόγο και οι δίκαιες πράξεις δεν κάνουν τη δικαιοσύνη, [444d] και οι άδικες την αδικία;
Αναγκαστικά.
Και όταν λέμε ότι τα υγιεινά δίνουν την υγεία, εννοούμε βέβαια πως αποκαθιστούν ανάμεσα στα διάφορα στοιχεία του ανθρωπίνου σώματος τη φυσική τους ισορροπία, ώστε να εξουσιάζει ή να εξουσιάζεται το ένα από το άλλο· και ότι τα βλαβερά γεννούν αρρώστιες σημαίνει πως εξουσιάζει ή εξουσιάζεται το ένα από το άλλο αντίθετ᾽ απ᾽ ό,τι το θέλει η φύση.
Έτσι είναι.
Κατά τον ίδιο λόγο, «κάνουν τη δικαιοσύνη» δεν σημαίνει πως αποκαθιστούν ανάμεσα στα μέρη της ψυχής την ισορροπία που ζητά η φύση, ώστε να εξουσιάζει και να εξουσιάζεται το ένα από το άλλο, και «κάνουν την αδικία», πως παρά τη φύση εξουσιάζει και εξουσιάζεται άλλο από άλλο;
Δεν χωρεί αμφιβολία.
Αρετή λοιπόν, καθώς φαίνεται, θα είναι κάποια υγεία και [444e] ομορφιά και ευεξία της ψυχής, και κακία μια αρρώστια και ασκήμια και ανημποριά.
Έτσι είναι.
Δεν οδηγούν λοιπόν οι καλές πράξεις στην απόκτηση της αρετής, και οι αισχρές της κακίας;
Ανάγκη πάσα.
Εκείνο λοιπόν, καθώς φαίνεται, που μας μένει πια, είναι να εξετάσομε [445a] αν ωφελεί επίσης να κάνει κανείς δίκαιες πράξεις και να εξασκεί τα καλά έργα και να είναι δίκαιος, είτε τον έχουν είτε δεν τον έχουν οι άλλοι για τέτοιον, ή (αν ωφελεί) να αδικεί και να είναι άδικος, κι αν ακόμα δεν τιμωρείται ουδέ γίνεται καλύτερος με την τιμωρία.
Αλλά τώρα πια, Σωκράτη, μου φαίνεται γελοίο να επιμένομε σ᾽ αυτή την εξέταση· γιατί, αν όταν χαλά η φυσική σύσταση του σώματος, μας φαίνεται αβίωτος ο βίος, έστω και μέσα σ᾽ όλα τα φαγιά και τα πιοτά και τα πλούτη και τις κάθε λογής εξουσίες, πολύ περισσότερο θα ήταν αβίωτος, αν διαταραχτεί και [445b] καταστραφεί η φυσική σύσταση εκείνου ίσα ίσα που μας δίνει τη ζωή, έστω και αν έχει κανείς τη δύναμη να κάνει ό,τι θελήσει άλλο, εκτός από κείνο που θα τον απαλλάξει από την κακία και την αδικία και θα τον βοηθήσει ν᾽ αποκτήσει τη δικαιοσύνη και την αρετή, μια που φάνηκε να είναι η καθεμιά τους τέτοια, όπως εμείς την αποδείξαμε.
Γελοίο πραγματικώς· αφού όμως μια φορά φτάσαμ᾽ εδώ και μπορέσαμε να δούμε ολοφάνερα πως έτσι είναι αυτά, δεν πρέπει ν᾽ αποκάμομε.
Κάθε άλλο βέβαια πρέπει παρά ν᾽ αποφύγομε τον κόπο.
[445c] Έλα λοιπόν τώρα πλησίασε να δεις πόσα διάφορα είδη έχει, καθώς μου φαίνεται, η κακία, όσα τουλάχιστο απ᾽ αυτά αξίζει να τα παρατηρήσει κανείς.
Σε ακολουθώ, μόνο δείξε μού τα.
Και λοιπόν βλέπω εγώ, σαν από σκοπιά, αφού εδώ μας έχει φέρει η έρευνά μας, πως ένα μόνο είδος αρετής υπάρχει, άπειρα όμως κακίας κι ανάμεσα σ᾽ αυτά κάποια τέσσερα που κι αξίζει να τα μνημονέψει κανείς.
Τί θέλεις να πεις;
Όσοι τρόποι πολιτευμάτων υπάρχουν τόσοι καταντά και τρόποι ψυχής να υπάρχουν.
Πόσοι λοιπόν;
[445d] Πέντε είδη πολιτεύματα και πέντε της ψυχής.
Λέγε μας λοιπόν ποιά.
Λέγω λοιπόν πως ένα είδος θα ήταν το πολίτευμα αυτό που εμείς περιγράψαμε και που θα μπορούσαμε να του δώσομε διπλή ονομασία: όταν δηλαδή υπάρχει ανάμεσα στους άρχοντες ένας που ιδιαίτερα θα ξεχωρίζει, θα ονομάζονταν τότε βασιλεία, κι όταν περισσότεροι, αριστοκρατία.
Αλήθεια.
Αυτό λοιπόν είναι το ένα είδος που λέγω· γιατί είτε [445e] περισσότεροι είτε ένας μόνο βρεθεί να ᾽ναι, δε θα μπορούσε να μετακινήσει κανέναν από τους αξιόλογους νόμους της πολιτείας, μια που θα είχε ανατραφεί και εκπαιδευθεί με τον τρόπο που αναπτύξαμε.
Δε θα ᾽ταν, βέβαια, φυσικό.