Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 2017

ΡΗΤΟΡΙΚΗ: ΑΙΣΧΙΝΗΣ - Κατὰ Κτησιφῶντος (69-78)

[69] Ἐπειδὴ τοίνυν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, παρεληλύθει τὰ Διονύσια, ἐγίγνοντο δὲ αἱ ἐκκλησίαι, ἐν τῇ προτέρᾳ τῶν ἐκκλησιῶν ἀνεγνώσθη δόγμα κοινὸν τῶν συμμάχων, οὗ τὰ κεφάλαια διὰ βραχέων ἐγὼ προερῶ. Πρῶτον μὲν γὰρ ἔγραψαν ὑπὲρ εἰρήνης ὑμᾶς μόνον βουλεύσασθαι, τὸ δὲ τῆς συμμαχίας ὄνομα ὑπερέβησαν, οὐκ ἐπιλελησμένοι, ἀλλὰ καὶ τὴν εἰρήνην ἀναγκαιοτέραν ἢ καλλίω ὑπολαμβάνοντες εἶναι· ἔπειτα ἀπήντησαν ὀρθῶς ἰασόμενοι τὸ Δημοσθένους δωροδόκημα,

[70] καὶ προσέγραψαν ἐξεῖναι τῷ βουλομένῳ τῶν Ἑλλήνων ἐν τρισὶ μησὶν εἰς τὴν αὐτὴν στήλην ἀναγεγράφθαι μετ᾽ Ἀθηναίων καὶ μετέχειν τῶν ὅρκων καὶ τῶν συνθηκῶν, δύο μέγιστα προκαταλαμβάνοντες, πρῶτον μὲν τὸν χρόνον τὸν τῆς τριμήνου ταῖς τῶν Ἑλλήνων πρεσβείαις ἱκανὸν παραγενέσθαι κατασκευάζοντες, ἔπειτα τὴν τῶν Ἑλλήνων εὔνοιαν τῇ πόλει μετὰ κοινοῦ συνεδρίου κτώμενοι, ἵν᾽ εἰ παραβαίνοιντο αἱ συνθῆκαι μὴ μόνοι μηδ᾽ ἀπαράσκευοι πολεμήσαιμεν, ὃ νῦν ἡμῖν παθεῖν συνέβη διὰ Δημοσθένην. Ὅτι δ᾽ ἀληθῆ λέγω, ἐξ αὐτοῦ τοῦ δόγματος ἀκούσαντες μαθήσεσθε.

ΔΟΓΜΑ ΣΥΜΜΑΧΩΝ
[71] Τούτῳ τῷ δόγματι συνειπεῖν ὁμολογῶ, καὶ πάντες οἱ ἐν τῇ προτέρᾳ τῶν ἐκκλησιῶν δημηγοροῦντες· καὶ ὁ δῆμος ἀπῆλθε τοιαύτην τινὰ δόξαν ὑπειληφώς, ὡς ἔσται μὲν ἡ εἰρήνη —περὶ δὲ συμμαχίας οὐκ ἄμεινον εἴη διὰ τὴν τῶν Ἑλλήνων παράκλησιν βουλεύσασθαι,— ἔσται δὲ κοινῇ μετὰ τῶν Ἑλλήνων ἁπάντων. Νὺξ ἐν μέσῳ, καὶ παρῆμεν τῇ ὑστεραίᾳ εἰς τὴν ἐκκλησίαν. Ἐνταῦθα δὴ προκαταλαβὼν Δημοσθένης τὸ βῆμα, οὐδενὶ τῶν ἄλλων παραλιπὼν λόγον, οὐδὲν ὄφελος ἔφη τῶν χθὲς εἰρημένων εἶναι λόγων, εἰ ταῦθ᾽ οἱ Φιλίππου μὴ συμπεισθήσονται πρέσβεις, οὐδὲ γιγνώσκειν ἔφη τὴν εἰρήνην ἀπούσης συμμαχίας.

[72] Οὐ γὰρ ἔφη δεῖν, καὶ γὰρ τὸ ῥῆμα μέμνημαι ὡς εἶπε, διὰ τὴν ἀηδίαν τοῦ λέγοντος ἅμα καὶ τοῦ ὀνόματος, ἀπορρῆξαι τῆς εἰρήνης τὴν συμμαχίαν, οὐδὲ τὰ τῶν Ἑλλήνων ἀναμένειν μελλήματα, ἀλλ᾽ ἢ πολεμεῖν αὐτούς, ἢ τὴν εἰρήνην ἰδίᾳ ποιεῖσθαι. Καὶ τελευτῶν ἐπὶ τὸ βῆμα παρακαλέσας Ἀντίπατρον ἐρώτημά τι ἠρώτα, προειπὼν μὲν ἃ ἐρήσεται, προδιδάξας δὲ ἃ χρὴ κατὰ τῆς πόλεως ἀποκρίνασθαι. Καὶ τέλος ταῦτ᾽ ἐνίκα, τῷ μὲν λόγῳ προσβιασαμένου Δημοσθένους, τὸ δὲ ψήφισμα γράψαντος Φιλοκράτους.

[73] Ὃ δὲ ἦν ὑπόλοιπον αὐτοῖς, Κερσοβλέπτην καὶ τὸν ἐπὶ Θρᾴκης τόπον ἔκδοτον ποιῆσαι, καὶ τοῦτ᾽ ἔπραξαν ἕκτῃ φθίνοντος τοῦ ἐλαφηβολιῶνος, πρὶν ἐπὶ τὴν ὑστέραν ἀπαίρειν πρεσβείαν τὴν ἐπὶ τοὺς ὅρκους Δημοσθένην· ὁ γὰρ μισαλέξανδρος καὶ μισοφίλιππος ὑμῖν οὑτοσὶ ῥήτωρ δὶς ἐπρέσβευσεν εἰς Μακεδονίαν, ἐξὸν μηδὲ ἅπαξ, ὁ νυνὶ κελεύων τῶν Μακεδόνων καταπτύειν. Εἰς δὲ τὴν ἐκκλησίαν τὴν τῇ ἕκτῃ προκαθεζόμενος βουλευτὴς ὢν ἐκ παρασκευῆς, ἔκδοτον Κερσοβλέπτην μετὰ Φιλοκράτους ἐποίησε.

[74] Λανθάνει γὰρ ὁ μὲν Φιλοκράτης ἐν ψηφίσματι μετὰ τῶν ἄλλων γράμμα τι παρεγγράψας, ὁ δ᾽ ἐπιψηφίσας, Δημοσθένης, ἐν ᾧ γέγραπται «ἀποδοῦναι δὲ τοὺς ὅρκους τοῖς πρέσβεσι τοῖς παρὰ Φιλίππου ἐν τῇδε τῇ ἡμέρᾳ τοὺς συνέδρους τῶν συμμάχων». Παρὰ δὲ Κερσοβλέπτου σύνεδρος οὐκ ἐκάθητο· γράψας δὴ τοὺς συνεδρεύοντας ὀμνύναι, τὸν Κερσοβλέπτην οὐ συνεδρεύοντα ἐξέκλῃσε τῶν ὅρκων.

[75] Ὅτι δ᾽ ἀληθῆ λέγω, ἀνάγνωθί μοι τίς ἦν ὁ ταῦτα γράψας, καὶ τίς ὁ ταῦτα ἐπιψηφίσας.

ΨΗΦΙΣΜΑ
Καλόν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καλὸν ἡ τῶν δημοσίων γραμμάτων φυλακή· ἀκίνητον γάρ ἐστι, καὶ οὐ συμμεταπίπτει τοῖς αὐτομολοῦσιν ἐν τῇ πολιτείᾳ, ἀλλ᾽ ἀπέδωκε τῷ δήμῳ, ὁπόταν βούληται, συνιδεῖν τοὺς πάλαι μὲν πονηρούς, ἐκ μεταβολῆς δ᾽ ἀξιοῦντας εἶναι χρηστούς.
 
[76] Ὑπόλοιπον δ᾽ ἐστί μοι τὴν κολακείαν διεξελθεῖν. Δημοσθένης γάρ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἐνιαυτὸν βουλεύσας, οὐδεμίαν πώποτε φανήσεται πρεσβείαν εἰς προεδρίαν καλέσας, ἀλλὰ τότε μόνον καὶ πρῶτον εἰς προεδρίαν ἐκάλεσε καὶ προσκεφάλαια ἔθηκε, καὶ φοινικίδας περιεπέτασε, καὶ ἅμα τῇ ἡμέρᾳ ἡγεῖτο τοῖς πρέσβεσιν εἰς τὸ θέατρον, ὥστε καὶ συρίττεσθαι διὰ τὴν ἀσχημοσύνην καὶ κολακείαν. Καὶ ὅτ᾽ ἀπῄεσαν, ἐμισθώσατο αὐτοῖς τρία ζεύγη ὀρεικὰ καὶ προὔπεμψεν εἰς Θήβας, καταγέλαστον τὴν πόλιν ποιῶν. Ἵνα δ᾽ ἐπὶ τῆς ὑποθέσεως μείνω, λαβέ μοι τὸ ψήφισμα τὸ περὶ τῆς προεδρίας.

ΨΗΦΙΣΜΑ
[77] Οὗτος τοίνυν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὁ τηλικοῦτος τὸ μέγεθος κόλαξ, πρῶτος διὰ τῶν κατασκόπων τῶν παρὰ Χαριδήμου πυθόμενος τὴν Φιλίππου τελευτήν, τῶν μὲν θεῶν συμπλάσας ἑαυτῷ ἐνύπνιον κατεψεύσατο ὡς οὐ παρὰ Χαριδήμου τὸ πρᾶγμα πεπυσμένος, ἀλλὰ παρὰ τοῦ Διὸς καὶ τῆς Ἀθηνᾶς, οὓς μεθ᾽ ἡμέραν ἐπιορκῶν νύκτωρ φησὶν ἑαυτῷ διαλέγεσθαι καὶ τὰ μέλλοντα ἔσεσθαι προλέγειν, ἑβδόμην δ᾽ ἡμέραν τῆς θυγατρὸς αὐτῷ τετελευτηκυίας, πρὶν πενθῆσαι καὶ τὰ νομιζόμενα ποιῆσαι, στεφανωσάμενος καὶ λευκὴν ἐσθῆτα λαβὼν ἐβουθύτει καὶ παρενόμει, τὴν μόνην ὁ δείλαιος καὶ πρώτην αὐτὸν πατέρα προσειποῦσαν ἀπολέσας.

[78] Καὶ οὐ τὸ δυστύχημα ὀνειδίζω, ἀλλὰ τὸν τρόπον ἐξετάζω. Ὁ γὰρ μισότεκνος καὶ πατὴρ πονηρὸς οὐκ ἄν ποτε γένοιτο δημαγωγὸς χρηστός, οὐδὲ ὁ τὰ φίλτατα καὶ οἰκειότατα σώματα μὴ στέργων οὐδέποθ᾽ ὑμᾶς περὶ πολλοῦ ποιήσεται τοὺς ἀλλοτρίους, οὐδέ γε ὁ ἰδίᾳ πονηρὸς οὐκ ἂν γένοιτο δημοσίᾳ χρηστός, οὐδ᾽ ὅστις ἐστὶν οἴκοι φαῦλος, οὐδέποτ᾽ ἦν ἐν Μακεδονίᾳ καλὸς κἀγαθός· οὐ γὰρ τὸν τρόπον, ἀλλὰ τὸν τόπον μετήλλαξεν.

***
[69] Είχαν περάσει λοιπόν, πολίτες Αθηναίοι, τα Διονύσια και γίνονταν οι συνεδριάσεις της Εκκλησίας του Δήμου. Κατά την πρώτη συνεδρίαση διαβάστηκε κοινή απόφαση των συμμάχων, τα πιο ουσιώδη μέρη της οποίας θα αναφέρω προκαταβολικά, εν συντομία. Στην αρχή λοιπόν πρότειναν να περιοριστεί η διάσκεψη στο θέμα της ειρήνης· όσο για τη συμμαχία, ούτε και το όνομα ανέφεραν· όχι επειδή την είχαν λησμονήσει, αλλά επειδή και την ίδια την ειρήνη τη θεωρούσαν μάλλον αναγκαία παρά έντιμη· έπειτα αντιμετώπισαν σωστά, προκειμένου να βρουν τρόπο θεραπείας, την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί από τον χρηματισμό του Δημοσθένη.

[70] Πρόσθεσαν στο ψήφισμα ότι επιτρεπόταν σε όποιαν ελληνική πόλη επιθυμούσε να συμπεριληφθεί εντός τριών μηνών στην ίδια στήλη με τους Αθηναίους και να πάρει μέρος στους όρκους και στις συνθήκες. Με την προσθήκη αυτή είχαν εκ των προτέρων δύο πάρα πολύ σημαντικά πλεονεκτήματα· πρώτον, την τρίμηνη προθεσμία για τις διπλωματικές αποστολές των Ελλήνων, χρόνος ικανοποιητικός για να ετοιμαστούν και να καταφτάσουν στην Αθήνα· δεύτερον, την εξασφάλιση, σε κοινό συνέδριο, της εύνοιας των Ελλήνων προς την πόλη. Επιδιωκόμενος σκοπός ήταν, αν παραβιάζονταν οι συνθήκες, να μην αναγκαζόμαστε να πολεμήσουμε μόνοι και απροετοίμαστοι, πράγμα που συνέβη να πάθουμε τώρα, εξαιτίας του Δημοσθένη. Όταν ακούσετε την απόφαση των συμμάχων, θα μάθετε από αυτήν ότι όσα λέω είναι αληθινά.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΜΑΧΩΝ
[71] Την απόφαση αυτή υποστήριξα και εγώ, το παραδέχομαι, καθώς και όλοι όσοι μίλησαν στην πρώτη από τις δυο συνελεύσεις. Και ο λαός αποχώρησε, σχηματίζοντας σχεδόν την εντύπωση ότι θα υπάρξει ειρήνη —όσο για συμμαχία, θα ήταν προτιμότερο να μη γίνει καμιά συζήτηση , αφού αυτή ακριβώς ήταν η υπόδειξη των συμμάχων—, ειρήνη όμως με κοινή απόφαση όλων των Ελλήνων. Δεν πρόλαβε να μεσολαβήσει μια νύχτα και να᾽ μαστε πάλι την άλλην ημέρα στην Εκκλησία του Δήμου. Τότε ήταν που ο Δημοσθένης έκανε κατάληψη του βήματος και δεν άφησε κανέναν άλλον να μιλήσει. Υποστήριξε ότι, από τα όσα είχαν ειπωθεί την προηγούμενη ημέρα, δεν υπήρχε κανένα όφελος, αν δεν συμφωνούσαν σ᾽ αυτά και οι αντιπρόσωποι του Φιλίππου, και ότι δεν είχε κανένα νόημα η ειρήνη χωρίς συμμαχία.

[72] Γιατί, όπως είπε, δεν έπρεπε —γιατί θυμάμαι και τη λέξη όπως την πρόφερε, λόγω της αηδίας τόσο της προφοράς του ομιλητή όσο και της ίδιας της λέξης που χρησιμοποίησε— να «αποβάλουμε» τη συμμαχία από την ειρήνη ούτε και να περιμένουμε τις αναβολές των συμμάχων, αλλά ή να πολεμήσουμε μόνοι μας εναντίον των Μακεδόνων ή να συνάψουμε χωριστά ειρήνη εμείς και ο Φίλιππος. Τελειώνοντας, κάλεσε στο βήμα τον Αντίπατρο και του έκανε μιαν ερώτηση , αφού τον είχε ενημερώσει από πριν τι θα τον ρωτούσε και τον είχε δασκαλέψει τι έπρεπε να απαντήσει σαν απειλή κατά της πόλης. Τελικά, με τον προσαναγκασμό που πέτυχε ο Δημοσθένης με την απειλή του και με το ψήφισμα που πέρασε ο Φιλοκράτης , επικράτησε αυτή η άποψη.

[73] Αυτό που τους απέμενε ακόμη να κάνουν ήταν να παραδώσουν με προδοσία στον Φίλιππο τον Κερσοβλέπτη και την περιοχή της Θράκης· αυτό το πέτυχαν την έκτην ημέρα πριν από το τέλος του Ελαφηβολιώνα, πριν αναχωρήσει ο Δημοσθένης για τη δεύτερη διπλωματική αποστολή για την επικύρωση της συνθήκης με όρκο από τον Φίλιππο. Γιατί ο ρήτοράς σας αυτός εδώ, που τάχα μισεί τον Αλέξανδρο και τον Φίλιππο, πήγε ως αντιπρόσωπός σας στη Μακεδονία δύο φορές, αν και δεν χρειαζόταν να είχε πάει ούτε τη μία, αυτός που μας προτρέπει τώρα να φτύνουμε κατάμουτρα τους Μακεδόνες. Ακόμη, στη συνέλευση της έκτης ημέρας πριν το τέλος του μήνα, ως πρόεδρός της με την ιδιότητα του βουλευτή με διάφορες ίντριγκες, κατόρθωσε με τη βοήθεια του Φιλοκράτη να αφήσει απροστάτευτο τον Κερσοβλέπτη στο έλεος του Φιλίππου.

[74] Ο Φιλοκράτης δηλαδή, χωρίς να γίνει αντιληπτός, παρενέβαλε στο ψήφισμα μεταξύ άλλων, και ο Δημοσθένης το έθεσε προς ψήφιση, την εξής πρόταση: «οι σύνεδροι των συμμάχων να δώσουν εκείνη την ημέρα τους όρκους στους αντιπροσώπους του Φιλίππου». Εκ μέρους όμως του Κερσοβλέπτη δεν παρευρισκόταν εκπρόσωπος στο συνέδριο. Προτείνοντας λοιπόν να ορκιστούν οι παρευρισκόμενοι σύνεδροι, απέκλεισε από τους όρκους τον Κερσοβλέπτη , αφού δεν αντιπροσωπευόταν στο Συνέδριο.

[75] Για την αλήθεια των όσων λέω, κάνε μου τη χάρη, γραμματέα, και διάβασε ποιος ήταν αυτός που έκανε αυτή την πρόταση και ποιος εκείνος που την έθεσε προς ψήφιση.

ΨΗΦΙΣΜΑ
Όμορφο πράγμα, πολίτες Αθηναίοι, όμορφο πράγματι η φύλαξη των δημοσίων εγγράφων. Γιατί παραμένουν αμετακίνητα και δεν συμμετέχουν στις μεταπτώσεις των λιποτακτών της πολιτικής. Αυτά δίνουν στον λαό τη δυνατότητα να καταφεύγει σ᾽ αυτά και να γνωρίζει καλά τους διεφθαρμένους πολιτικούς του παρελθόντος, που τώρα άλλαξαν στάση και έχουν την αξίωση να θεωρούνται χρηστοί.

[76] Μου μένει ακόμη να μιλήσω για την κολακεία του. Επί ένα χρόνο που ήταν βουλευτής , Αθηναίοι, δεν θα δείτε τον Δημοσθένη να έχει καλέσει ως τώρα καμιά διπλωματική αποστολή στις πρώτες θέσεις στο θέατρο. Ήταν η πρώτη και μοναδική φορά όταν κάλεσε τους αντιπροσώπους του Φιλίππου και τους έβαλε να καθίσουν στις προεδρικές θέσεις· τοποθέτησε μάλιστα στις θέσεις και μαξιλαράκια, έστρωσε κόκκινα χαλιά και, μόλις ξημέρωσε, οδήγησε τη μακεδονική αποστολή στο θέατρο. Το αποτέλεσμα ήταν να μη γλιτώσει από τα αποδοκιμαστικά σφυρίγματα για την άσχημη εκείνη εικόνα και την κολακεία του. Και όταν αποχωρούσαν οι αντιπρόσωποι, μίσθωσε γι᾽ αυτούς τρία ζευγάρια μουλάρια και τους συνόδευσε ως τη Θήβα, γελοιοποιώντας την πόλη. Αλλά, για να μείνω στο θέμα μου, κάνε μου τη χάρη, γραμματέα, πάρε και διάβασε το σχετικό με τις τιμητικές θέσεις ψήφισμα.

ΨΗΦΙΣΜΑ
[77] Αυτός λοιπόν, πολίτες Αθηναίοι, ο τόσο μεγάλος κόλακας, όταν πρώτος από όλους πληροφορήθηκε τον θάνατο του Φιλίππου από τους κατασκόπους του Χαρίδημου, επινόησε ένα όνειρο και αράδιασε ένα σωρό ψέματα, εμπλέκοντας και τους θεούς. Είπε λοιπόν ότι δεν έμαθε την είδηση από τον Χαρίδημο αλλά από τον Δία και την Αθηνά,· ενώ επιορκεί την ημέρα, τη νύχτα, λέει, οι θεοί αυτοί συζητούν μαζί του και του προλέγουν τα μέλλοντα να συμβούν. Και ενώ ήταν η έβδομη ημέρα που του είχε πεθάνει η θυγατέρα του, πριν ακόμη την πενθήσει και κάνει τα καθιερωμένα, έβαλε στο κεφάλι του στεφάνι, φόρεσε άσπρη περιβολή και άρχισε τις θυσίες, παραβιάζοντας ο άθλιος κάθε ιερό και όσιο, ενώ είχε χάσει τον πρώτο και μοναδικό άνθρωπο που τον αποκάλεσε πατέρα.

[78] Και δεν τον κοροϊδεύω για το δυστύχημά του, αλλά εξετάζω τον τρόπο συμπεριφοράς του. Γιατί αυτός που μισεί τα παιδιά του και είναι άστοργος πατέρας δεν μπορεί ποτέ να γίνει καλός ηγέτης του λαού, πολύ περισσότερο να νοιαστεί ποτέ για σας τους ξένους, ο άνθρωπος που δεν αγαπά τα πιο προσφιλή και συγγενικά του πρόσωπα. Ούτε και είναι ποτέ δυνατόν να αποδειχτεί ενάρετος ως πολίτης αυτός που ως άτομο υπήρξε κακοήθης, ούτε και όποιος στο σπίτι του είναι φαύλος είναι ποτέ δυνατόν να ήταν στην Μακεδονία καλός και ενάρετος· γιατί δεν άλλαξε τον χαρακτήρα του αλλά τον τόπο.

Αρχαία λυρική ποίηση

Η λυρική ποίηση κατανοείται κυρίως από την αντιδιαστολή και την αντίθεση της προς το έπος: το μικρό, σύντομο ποίημα αντί του μεγάλου έπους· ó δασικός χαρακτήρας της είναι υποκειμενικός σε αντίθεση προς την καθαρά αντικειμενική και περιγραφική επική ποίηση· το «εδώ», το «τώρα» και το «πλησίον» αποτελούν τον πυρήνα του λυρικού ποιήματος σε αντίθεση προς το «εκεί», το «τότε» και το «μακριά» της επικής αφηγήσεως· τώρα προβάλλεται ο άνθρωπος, ως άτομο πού πάσχει, αγωνίζεται και δρα μέσα στο κοινωνικό του περίγραμμα, και όχι οι ηρωικές μορφές του παρελθόντος.

Για μας σήμερα, πού ερμηνεύουμε τους αρχαίους ποιητές, ή αρχαϊκή λυ­ρική ποίηση των Ελλήνων είναι ιστορική μαρτυρία, για τους ανθρώπους και την εποχή, όπου το άτομο χειραφετείται και αποδεσμεύεται από μια «δεδομένη» τά­ξη και αναζητεί την προσωπική του φυσιογνωμία, την ταύτιση με τον εαυτό του, μέσα στην πολιτική και κοινωνική πράξη. Με την λυρική ποίηση ουσια­στικά επιτελείται ή ανακάλυψη του «Εγώ». Από τον Αρχίλοχο και ύστερα ο προσωπικός ποιητής ανακαλύπτει και αποκαλύπτει τον ίδιο του εαυτό και όσα είναι κοντά του - τοπικά και χρονικά. Τώρα έχομε «προσωπικούς» ποιητές, ονόματα γνωστά, προσωπικότητες, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στις πολιτικές και κοινωνικές διαμορφώσεις και ανακατατάξεις του καιρού- τους...

Η λυρική ποίηση - αντίθετα προς το έπος - έχει εσωτερική και εξωτε­ρική ευελιξία και πολυμορφία. Αυτό φαίνεται και στα θέματα των ποιημάτων και στη γλωσσική και στη μετρική μορφή τους. Από τον αποκρυσταλλωμένο και έξοχα δομημένο μέσα στον στίχο ρεαλισμό του Αρχιλόχου ως την συγκλο­νιστική ευαισθησία του Σιμωνίδη, από την πνευματικότητα και την ισορροπη­μένη έξαρση ενός αρχαϊκού στοχασμού - που εκφράζεται κυρίως στον Αλ­κμάνα και στη Σαπφώ - ως την πεντακάθαρη ωριμότητα του αρχαϊσμού, που συνάπτεται με ένα καινούργιο αίσθημα ευθύνης και με μια νέα αντίληψη για το κάλλος και την ευδαιμονία (με κορύφωση στον ΙΙίνδαρο!), από την επί­μονη και κηρυγματική προτροπή του Τυρταίου και του Καλλίνου ως τη γεμάτη εμπειρία και «ήθος» ελεγεία του Σόλωνα και από την εικονοκλαστική και «δια­φωτιστική» διαμαρτυρία του Ξενοφάνη ως την αδρή ισορροπία της ιωνικής ελε­γείας του Μίμνερμου - παντού διοχετεύονται και διαχέονται νέες συλλήψεις, σκέψεις, εκφράσεις, εμπειρίες, αγωνίες. Οι περσικοί πόλεμοι έβαλαν ένα απροσ­δόκητο τέλος σ’ αυτή την πλημμυρίδα και οδήγησαν στην κορύφωση της ατ­τικής τραγωδίας.

Πρέπει να ξεκινήσωμε από τη διαπίστωση, ότι το λυρικό ποίημα δεν εκ­φράζει ψυχικές διαθέσεις και καταστάσεις της στιγμής μέσα σε μια προσωπική απομόνωση· έχει σαφέστατη αναφορά στην πραγματικότητα και απευθύνεται πάντοτε σε κάποιον, που θα το ακούσει. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την ελε­γειακή ποίηση. Ακόμη και στις ακραίες εκείνες περιπτώσεις, που μέσα στο ποίημα προβάλλεται έντονα το προσωπικό βίωμα, δεν πρόκειται ούτε για αυτοεξομολόγηση, ούτε για μονόλογο, ούτε για λυρική διάχυση πέραν και ερή­μην των άλλων, άλλα για μια ουσιαστική ποιητική επικοινωνία, που επιτελεί­ται μέσα σε μιαν ευρύτερη αντίληψη για τον άνθρωπο και τον κόσμο και με τέτοια εκφραστικά μέσα, που συνάπτουν άρρηκτα το προσωπικό στοιχείο με το γενικά ανθρώπινο. Με άλλα λόγια: το λυρικό ποίημα έχει τάση και κατεύθυν­ση προς τα έξω, κινείται σε μιαν αποδεσμευτική πορεία έξω από το «εγώ», χωρίς όμως να χάνει την αφετηρία του. Στήν αρχαϊκή ποίηση ή εμπειρία και ή πραγ­ματικότητα «αντικειμενοποιούνται», δεν «εσωτερικοποιούνται»...

Η αρχαϊκή λυρική ποίηση δεν εκφράζει ποτέ μιαν εσωτερική απομόνωση, μια καταφυγή στη μοναξιά, σε ένα χώρο, όπου δεν υπάρχει πρόσβαση για τους άλλους - ακόμη και τότε, όταν ó ποιητής απευθύνεται στην ίδια του ψυχή (π.χ. Αρχίλοχος, 67α D. = 128 W). Διότι το λυρικό «Εγώ» ζει κοινωνικά μέσα στα πλαίσια του κοινωνικού χώρου ή της «πόλεως» - και γι’ αυτό ακριβώς ο υποκειμενικός του χώρος είναι ουσιαστικά αντικειμενικός. Δεν πρέπει να λησμονούμε, ότι πρόκειται για μια αποφασιστική εποχή, όπου οι άνθρωποι ζουν έντονα και συνειδητά την φθορά και την εξαφάνιση ενός ολόκληρου κόσμου - με τους νόμους του, τις πολιτικές και κοινωνικές δομές του, τις παραδόσεις του. Τώρα το βλέμμα του ανθρώπου αποκτά μια νέα διάσταση για να αντιμετωπίσει τα πρόσωπα και τα πράγματα. Ακόμη και η φύση δεν βρίσκεται έξω από τον άνθρωπο, ως άπλα αντικείμενο περιγραφής, άλλα εντάσσεται στους αγώνες και στις αγωνίες, στους πόνους και στις χαρές των ανθρώπων.

Ο λυρικός ποιητής ξέρει τώρα καλά τι τον χωρίζει από την θεία περιοχή και ή παλαιά επική παράδοση, που διαπίστωνε συνεχώς τα όρια ανάμεσα στους θεούς και στους ανθρώπους, γίνεται τώρα οδυνηρή συνείδηση. Ο λυρικός ποιη­τής ξέρει ακόμη να κατανοεί την ανθρώπινη ζωή όχι ως κλήρο συμφοράς και πόνου, άλλα ως αναπόσπαστο τμήμα της κοσμικής αρμονίας: ό,τι τραυματίζεται εδώ δημιουργεί ρωγμή στην αρμονία του κόσμου· αν η ομορφιά στις σχέσεις των ανθρώπων μιανθεί, διασαλεύεται το κάλλος του κόσμου. Βιολογικές μεταβολές και καταστάσεις του ανθρωπίνου βίου - όπως τα γεράματα και ο θά­νατος - που για το έπος ήταν αυτονόητες, γίνονται στη λυρική ποίηση βασανιστικές διαπιστώσεις, που εκφράζουν την πικρή αναγκαιότητα μέσα στον ανθρώπινο βίο. Οι ελεγείες του Μίμνερμου κυριαρχούνται από τέτοια θέματα. Οι άνθρωποι γνωρίζουν καλά, πως ο πόνος ανήκει στη μοίρα και στην ουσία του ανθρώπου - και αυτή την εμπειρία ο αρχαϊκός άνθρωπος την κέρδισε μό­νος του, όταν μπόρεσε πια, ως «αστός», να βάλει στη ζωή του αστικές - ατο­μικιστικές προτεραιότητες. Τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ο άνθρω­πος έχει συνείδηση, ότι δεν πρέπει να προσπαθεί ν’ αποφύγει τον πόνο, άλλα να τον αντέξη.

ΟΙ ΝΑΥΜΑΧΙΕΣ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΤΟΥ ΜΠΑΡΕΝΤΣ (1942) ΚΑΙ ΤΟΥ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΚΡΩΤΗΡΙΟΥ (1943)

Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΤΟΥ ΜΠΑΡΕΝΤΣ (1942)

ΓΕΝΙΚΑ

Η τελειοποίηση των οπλικών συστημάτων και των πλοίων, άλλαξε ουσιαστικά τη μορφή των ναυμαχιών, με κύριο χαρακτηριστικό τώρα την δύναμη πυρός των εμπλεκόμενων, την ταχύτητα των πλοίων, την ύπαρξη ραντάρ επιφανείας και ραντάρ αέρος, τα ηλεκτρονικά συστήματα προειδοποίησης και ελέγχου, την ασύρματη επικοινωνία και την ύπαρξη πλοίων ειδικευμένων σε αποστολές (υποβρύχια, αντιτορπιλικά, ανθυποβρυχιακά, καταδρομικά, πυραυλοφόρα αντιτορπιλικά, τορπιλακάτους, πυραυλακάτους, αεροπλανοφόρα, ελικοπτεροφόρα, φρεγάτες). Στις σύγχρονες ναυμαχίες μεγάλο ρόλο παίζει η αεροπορική ισχύς του στόλου και η δύναμη πυρός σε πυραύλους των πλοίων επιφανείας ή και των υποβρυχίων. Ενώ κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο είχαμε μεγάλες συγκεντρώσεις πλοίων κατά τις ναυμαχίες, κατά το Β' Παγκόσμιο, εξαιτίας της μεγάλης ανάπτυξης του αεροπορικού όπλου, έχουμε μικρές σχετικά ομάδες πλοίων, με βάση τα αεροπλανοφόρα και την δύναμη πυρός των αεροσκαφών και των πλοίων επιφανείας και των υποβρυχίων... 
 
Οι περισσότερες ναυμαχίες του Β' Παγκόσμιου Πόλεμου ήταν αεροναυμαχίες. Πάντως η ναυμαχία παραμένει το πιο αποφασιστικό μέσο για την επίτευξη ή διατήρηση της κυριαρχίας της θάλασσας. Ο σύγχρονος ναυτικός πόλεμος δεν γίνεται πια με την δεξιοτεχνία του Θεμιστοκλή και την γενναιότητα των πληρωμάτων, αλλά εξαρτάται από την τεχνολογική κατάσταση και συντήρηση των πολεμικών μέσων, τον συντονισμό συστημάτων με την βοήθεια υπολογιστών και δορυφόρων και την άρτια και συντονισμένη εκπαίδευση του προσωπικού, που πρέπει συνεχώς να εκπαιδεύεται ώστε να μπορεί να αντεπεξέλθει στις ανάγκες ενός σύγχρονου ναυτικού πολέμου.

Η Ναυμαχία της Θάλασσας του Μπάρεντς διεξήχθη στις 31 Δεκεμβρίου 1942 στην ομώνυμη Θάλασσα, βορείως της Νορβηγίας, μεταξύ Γερμανικών και Βρετανικών σκαφών επιφανείας, τα τελευταία των οποίων συνόδευαν την νηοπομπή JW-51B η οποία κατευθυνόταν προς την χερσόνησο Κόλα της Σοβιετικής Ενώσεως. Σε αντίθεση με όσες ναυμαχίες είχαν διεξαχθεί μέχρι τότε στο Δυτικό Μέτωπο, ήταν η πρώτη μεγάλης κλίμακας ναυμαχία από την Γερμανική πλευρά, η οποία βασιζόταν σε ένα τακτικό σχέδιο μάχης και περιελάμβανε σημαντικό αριθμό βαρέων και ελαφρών σκαφών επιφανείας...

ΘΑΛΑΣΣΑ ΜΠΑΡΕΝΤΣ

Θάλασσα Μπάρεντς ή Θάλασσα του Μπάρεντς ονομάζεται στον ανατολικό Αρκτικό Ωκεανό ολόκληρη η θαλάσσια έκταση που περιλαμβάνεται μεταξύ των παραλλήλων βορείου πλάτους 67 και 80 μοιρών και ανατολικών γεωγραφικών μεσημβρινών 18 και 68 μοιρών ανατολικού μήκους. Δηλαδή από βόρεια των Σκανδιναβικών Χωρών μέχρι του 68ου ανατολικού μεσημβρινού. Το όνομά της οφείλει στον Γουλιέλμο Μπάρεντς, Ολλανδό θαλασσοπόρο που εξερεύνησε τη περιοχή.

Το σχετικά θερμό Βορειοατλαντικό θαλάσσιο ρεύμα, που αποτελεί συνέχεια του ρεύματος του Κόλπου του Μεξικού (Γκολφ Στρημ), συντελεί στo να μην παγώνει το μεγαλύτερο μέρος της θάλασσας αυτής, πράγμα που επιτρέπει σχεδόν καθ' όλο το έτος τη λειτουργία του λιμένος Μουρμάνσκ. Κατά την διάρκεια του θέρους όμως, στη θάλασσα αυτή εμφανίζονται πολλά παγόβουνα (ιδίως στο βόρειο και ανατολικό τμήμα της), που αποτελούν θαλάσσιους κινδύνους. Στη θάλασσα Μπάρεντς επίσης πραγματοποιείται εντατική αλιεία μπακαλιάρου.

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟΝ ΑΡΚΤΙΚΟ ΩΚΕΑΝΟ ΚΑΤΑ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΗΜΙΣΥ ΤΟΥ 1942

Περί τα μέσα του 1942 οι Γερμανοί ήταν οι αδιαμφισβήτητοι κυρίαρχοι του Αρκτικού Ωκεανού. Με τα αεροσκάφη και τα υποβρύχια τους να επιχειρούν από τις βάσεις της Νορβηγίας, αποδεκάτιζαν τις Συμμαχικές νηοπομπές οι οποίες εφοδίαζαν την Σοβιετική Ρωσία. Σε εκείνες τις νίκες όμως, τα Γερμανικά θωρηκτά δεν είχαν το παραμικρό μερίδιο. Ο Αρχηγός του Γερμανικού Ναυτικού, Αρχιναύαρχος Καρλ Ντένιτς αναζητούσε μία ευκαιρία για να εξαπολύσει τα βαρέα σκάφη του σε μία επιχείρηση, αλλά η μόνιμη φοβία του Χίτλερ για την απώλεια κάποιου θωρηκτού του, τα κρατούσε καθηλωμένα στα Νορβηγικά φιόρδ. 

«Στην ξηρά είμαι λιοντάρι. Στην θάλασσα είμαι ένα βάρος περιττό», είχε ομολογήσει ο ίδιος ο Χίτλερ, ο οποίος διατηρούσε πάντοτε μία επιφυλακτική στάση απέναντι στο Ναυτικό. Του ήταν αδύνατον να σβήσει από το μυαλό του την εικόνα του θωρηκτού τσέπης Γκραφ Σπέε (Graf Spee) να ανατινάζεται έξω από το λιμάνι του Μοντεβιδέο τον Δεκέμβριο του 1939 μετά τη Ναυμαχία του Ρίο ντε Λα Πλάτα ή, πολύ περισσότερο, να ξεχάσει τα τελευταία δραματικά σήματα του Βίσμαρκ (Bismarck) τον Μάιο του 1941, καθώς υπέκυπτε στους κανονιοβολισμούς του Βρετανικού στόλου, ολομόναχο και αβοήθητο. 

Τα γεγονότα αυτά θα χαράσσονταν βαθιά μέσα του, καθορίζοντας για πάντα τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετώπιζε έκτοτε κάθε ναυτική επιχείρηση. Όποιες επιτυχίες είχε να επιδείξει η Γερμανία στον κατά θάλασσα πόλεμο, είχαν επιτευχθεί στην Βόρεια Θάλασσα κατά των Συμμαχικών αρκτικών νηοπομπών τα μέσα του 1942, από τη συνδυασμένη δράση των υποβρυχίων της (U-Boοte) και της Luftwaffe, καταφέρνοντας να μειώσουν δραματικά την αποστολή στρατιωτικού υλικού προς τη Σοβιετική Ένωση στο ελάχιστο. 

Όμως, όλο εκείνο το διάστημα, τα υπερήφανα Γερμανικά θωρηκτά είχαν παραμείνει απλοί, απομεμακρυσμένοι ακροατές εκείνων των νικών. Ο Χίτλερ δεν αποτολμούσε να εκθέσει τα πανάκριβα πλοία του σε οποιονδήποτε κίνδυνο. Στην Βρετανική πλευρά επικρατούσε ο ίδιος ακριβώς φόβος για μία ενδεχόμενη έξοδο των βαρέων Γερμανικών μονάδων. Όμως, με τις μάχες στο ανατολικό μέτωπο να αγγίζουν δραματικά ύψη, απορροφώντας τεράστιες ποσότητες ανθρώπινου δυναμικού και υλικών, η επιμονή του Στάλιν στην λήψη βοήθειας μέσω των Βρετανικών νηοπομπών γινόταν ολοένα πιεστικότερη. 


Παρότι η Αγγλία εκείνη την εποχή αντιμετώπιζε οξύτατη έλλειψη τροφίμων και πολεμικού υλικού, ο Τσώρτσιλ επέμεινε στην συνέχιση των νηοπομπών, έστω κι αν όλοι τις θεωρούσαν ανέκαθεν μία καταδικασμένη υπόθεση, η οποία δεν θα έπρεπε ποτέ να είχε αρχίσει. Οι δυσβάσταχτες απώλειες της άνοιξης και του θέρους του 1942 επέφεραν ριζική αλλαγή στις τακτικές των αρκτικών νηοπομπών. Από τον Νοέμβριο του ίδιου έτους οι νηοπομπές θα ταξίδευαν μόνο κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών, εκμεταλλευόμενες την πολική νύχτα που επικρατούσε από τα τέλη Νοεμβρίου μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου. Το διάστημα εκείνο στον Αρκτικό Ωκεανό ο ήλιος δεν ανατέλλει ποτέ πάνω από τον ορίζοντα. 

Αγγίζοντας μία γωνία μόλις 6ο κάτω από αυτόν, σκορπίζει ένα αχνό και ανεπαίσθητο λυκόφως από τις 09.00 μέχρι τις 12.00, για να δύσει και πάλι, παραχωρώντας τη θέση του στο πολικό σκοτάδι. Έτσι, σε συνδυασμό με τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν πάντοτε στην περιοχή, οι νηοπομπές είχαν αρκετές πιθανότητες να περάσουν αθέατες κάτω από τα μάτια του εχθρού. Δεδομένων και των υπολοίπων συνηθισμένων δυσμενών καιρικών συνθηκών της περιοχής, ο εντοπισμός μίας νηοπομπής καθίστατο σχεδόν αδύνατος από τα εχθρικά αεροσκάφη και τα υποβρύχια, αφήνοντας ανοικτό το περιθώριο μόνο για μία επίθεση πλοίων επιφανείας.

Στις 15 Δεκεμβρίου 1942 η νηοπομπή JW-51A απέπλευσε από την Σκωτία με προορισμό το Μουρμάνσκ της Ρωσίας, μεταφέροντας 100.000 τόνους πολεμοφοδίων. Την ημέρα των Χριστουγέννων είχε καταφθάσει σώα και αβλαβής στον προορισμό της, χωρίς να έχει γίνει αντιληπτή από τις γερμανικές δυνάμεις. Η είδηση έκανε τον Χίτλερ να εκραγεί κατά του Αρχηγού του Πολεμικού Ναυτικού, Αρχιναύαρχου Έριχ Ρέντερ (Erich Raeder) και των πλοίων του, τα οποία «…κάθονταν άχρηστα στα φιόρδ» -αν και στην πραγματικότητα ήταν εκείνος ο οποίος περιόριζε την ανάληψη επιχειρήσεων από το ναυτικό.

Η επόμενη προγραμματισμένη νηοπομπή προς το Μουρμάνσκ ήταν η JW-51Β, η οποία απέπλευσε από την Σκωτία στις 22 Δεκεμβρίου 1942. Αντίθετα όμως από την προηγούμενη, ο απόπλους της έγινε σύντομα αντιληπτός. Στις 30 Δεκεμβρίου η νηοπομπή εθεάθη από το U-354 του ανθυποπλοίαρχου Χέρσελμπ, ο οποίος ανέφερε ότι η νηοπομπή προστατευόταν «…μόνο από ελαφρά σκάφη, χωρίς την παρουσία βαρέων μονάδων». Ήταν η ευκαιρία που αναζητούσε επιμόνως ο Ραίντερ, για να αποδείξει στον Φύρερ την εσφαλμένη εντύπωση που είχε σχηματίσει για τον στόλο του.

Με τις προοπτικές μίας επίθεσης να δείχνουν ενθαρρυντικές, εξασφάλισε την συγκατάθεση του Χίτλερ και ανέθεσε το σχέδιο δράσης στον διακεκριμένο υποναύαρχο Όσκαρ Κούμμετς (Oskar Kummetz). Το μεσημέρι της 30ης Δεκεμβρίου ο Κούμμετς έθεσε την δύναμή του σε ετοιμότητα τριών ωρών και κάλεσε τους κυβερνήτες των πλοίων του για την ενημέρωση του σχεδίου επίθεσης.

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ''ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ''

Το Γερμανικό Σχέδιο Μάχης

Στην ιστορία των ναυτικών επιχειρήσεων, ελάχιστα σχέδια υπήρξαν τόσο ευφυή όσο εκείνο της επιχείρησης «Ουράνιο Τόξο» (Regenbogen). Στην επίθεση θα ελάμβαναν μέρος δύο από τα βαρέα πλοία επιφανείας του γερμανικού στόλου, το βαρύ καταδρομικό Hipper και το θωρηκτό «τσέπης» "Λύτσοβ" (Lützow), υπό την συνοδεία έξι αντιτορπιλικών. Ο Κούμμετς χώρισε τη δύναμή του σε δύο ομάδες. Η πρώτη αποτελείτο από το Hipper, ως ναυαρχίδα του, συνοδευόμενο από τα αντιτορπιλικά Friedrich Eckholdt, Richard Beitzen και Z-29. 


Η δεύτερη αποτελείτο από το Lützow, και τα αντιτορπιλικά Z-30, Z-31 και Theodor Riedel. Θέλοντας να αποφύγει την επίθεση Βρετανικών αντιτορπιλικών κατά τη διάρκεια της νύκτας, όταν τα ίχνη των τορπιλών είναι δυσδιάκριτα, ο Κούμμετς αποφάσισε να διεξαγάγει την επίθεση κατά τη διάρκεια των τριών ωρών του πολικού λυκόφωτος, όταν η ορατότητα θα άγγιζε περίπου τα 16 χλμ. Η επίθεση θα είχε την μορφή κυκλωτικής κίνησης «τανάλιας»: Οι δύο ομάδες θα πλησίαζαν την νηοπομπή από τα νώτα (νοτιοδυτικά) με κατεύθυνση ανατολική. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα εκμεταλλευόταν το λιγοστό διαθέσιμο φως το οποίο θα του επέτρεπε να διακρίνει τις σιλουέτες των εχθρικών πλοίων να διαγράφονται επάνω στον ανατολικό ορίζοντα.

Η ομάδα του "Χίππερ" (Hipper) θα προπορευόταν, και λειτουργώντας σαν δόλωμα, θα άνοιγε πρώτη την επίθεση από το βόρειο πλευρό, προσελκύοντας επάνω της τα αντιτορπιλικά συνοδείας. Τα μεταγωγικά της νηοπομπής θα απομακρύνονταν από τον εχθρό στρεφόμενα νότια, και απροστάτευτα πλέον, θα οδηγούντο αναπόφευκτα, επάνω στην ομάδα του Lützow και των βαρέων πυροβόλων του, η οποία θα πλησίαζε από εκείνη την κατεύθυνση.

Το Βρετανικό Σχέδιο Μάχης

Η νηοπομπή JW-51B αποτελείτο από 14 φορτηγά σκάφη τα οποία μετέφεραν 2.046 οχήματα, 202 άρματα μάχης, 87 μαχητικά, 33 βομβαρδιστικά, 24.150 τόνους καυσίμων και 54.321 τόνους άλλων εφοδίων. Την δύναμη προστασίας της αποτελούσαν πέντε αντιτορπιλικά, τα HMS Onslow, HMS Obedient, HMS Obdurate, HMS Orwell και HMS Achates. Διοικητής της δύναμης ήταν ο πλοίαρχος Ρόμπερτ Σαιντ Βίνσεντ Σέρμπρουκ (Robert Saint Vincent Sherbrooke), με ναυαρχίδα του το HMS Onslow, στην πρώτη του Αρκτική αποστολή. 

Ο Γερμανός αντίπαλός του δεν θα μπορούσε να είχε εμπνευσθεί ένα καλύτερο επιθετικό σχέδιο ακόμα κι αν βρισκόταν στο μυαλό του Σέρμπρουκ, αφού το αντίστοιχο σχέδιο αμύνης του Άγγλου πλοίαρχου προέβλεπε εκείνες ακριβώς τις κινήσεις που επιθυμούσε ο Κούμμετς: Στην περίπτωση επίθεσης εχθρικών σκαφών επιφανείας το αντίστοιχο σχέδιο αμύνης του Σέρμπρουκ προέβλεπε την απόσπαση των αντιτορπιλικών Onslow, Obedient, Orwell και Obdurate, από την προστασία της νηοπομπής ώστε αυτά να επιτεθούν κατά του εχθρού. 

Ταυτόχρονα, το Achates θα παρέμενε με τα μεταγωγικά, εξαπολύοντας προπέτασμα καπνού για να καλύψει την απομάκρυνσή τους. Τα τέσσερα αντιτορπιλικά, τα οποία θα αναλάμβαναν να αποκρούσουν την επίθεση, θα είχαν να επιτελέσουν το δυσκολότερο καθήκον. Ευάλωτα στα βαρύτερα Γερμανικά πυροβόλα και με περιορισμένο αριθμό τορπιλών, θα έπρεπε να περιορίζονται μόνο σε προσποιήσεις επιθέσεων τορπιλισμού, χωρίς όμως πραγματικά να εξαπολύουν τις τορπίλες τους. 

Πραγματικές επιθέσεις θα διεξάγονταν μόνο σε μικρή απόσταση από τα εχθρικά πλοία, μόνο όταν μία βολή θα είχε τις μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας. Οι Βρετανοί γνώριζαν την επιφυλακτικότητα των αντιπάλων τους για την απειλή τορπιλισμών κατά τη διάρκεια της νύχτας και αυτό ήταν το μοναδικό πλεονέκτημα που διέθεταν. Εάν όμως, εξαπέλυαν τις τορπίλες τους χωρίς επιτυχία θα έχαναν αυτοστιγμεί το πλεονέκτημά τους, απομένοντας ουσιαστικά, άοπλα απέναντι στα βαρέα Γερμανικά καταδρομικά.


Εκτός όμως, από την δύναμη κλειστής συνοδείας της νηοπομπής, υπήρχε και η «Δύναμη R», αποτελούμενη από τα ελαφρά καταδρομικά HMS Sheffield (ναυαρχίδα) και HMS Jamaica, υπό την διοίκηση του Υποναύαρχου Ρόμπερτ Μπέρνετ (Robert Burnett), ενός βετεράνου των αρκτικών νηοπομπών. Η δύναμη αυτή θα ακολουθούσε την νηοπομπή από βορειότερη θέση και απόσταση 30-55 μίλια (ν.μ.), παρέχοντας απομεμακρυσμένη κάλυψη, ώστε η παρουσία της να μη γίνει άμεσα αντιληπτή από τον εχθρό. 

Βέβαια ο οπλισμός και η θωράκιση των δύο Βρετανικών καταδρομικών υπολείπονταν κατά πολύ εκείνων των Hipper και Lützow, οπότε η επέμβαση τους θα ήταν περισσότερο ένα έσχατο μέτρο άμυνας, παρά ένας «άσσος στο μανίκι». Παρόλα αυτά, η παρουσία της παρέμενε άγνωστη στους Γερμανούς, οπότε υπήρχε πάντα η ελπίδα μίας αριθμητικής εξισορρόπησης των δυνάμεων και ενός τακτικού αιφνιδιασμού.

ΑΠΟΠΛΟΥΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΔΥΝΑΜΗΣ 

Δεσμευτικές Διαταγές 

Η Γερμανική δύναμη απέπλευσε από το Άλτενφιορντ της Νορβηγίας στις 17.45 της 30ης Δεκεμβρίου με κατεύθυνση βορειοανατολική και τα έξι αντιτορπιλικά ανεπτυγμένα μπροστά από τα Hipper και Lützow. Όμως πριν ακόμα αποπλεύσει, ο Κούμμετς είχε ήδη αρχίσει να βομβαρδίζεται με σήματα περιοριστικών διαταγών σε ότι αφορούσε στον τρόπο δράσης του. Στις 15.00: «Αποφύγετε εμπλοκή με ανώτερες δυνάμεις, ειδάλλως επιτεθείτε εκμεταλλευόμενοι την πλεονεκτική σας θέση». Και λίγο αργότερα, στις 18.00, ενώ βρισκόταν ήδη εν πλω: «Παρά τις ισχύουσες επιχειρησιακές διαταγές, συνιστάται σύνεση ακόμη και εναντίον ισοδύναμων αντιπάλων.

Κρίνεται σκόπιμο να αποφευχθούν περιττοί κίνδυνοι». Ήταν τα λόγια που θα σφράγιζαν την έκβαση της επιχείρησης. Η αμφίσημη φράση περί «…ισοδύναμων αντιπάλων», έμενε αδιευκρίνιστη. «Ισοδύναμος αντίπαλος» θα μπορούσε να σημαίνει οτιδήποτε, ανάλογα με την εκάστοτε τακτική κατάσταση και τις συνθήκες εμπλοκής, αφού σε μία μάχη τα πάντα εξαρτώνται από τον τρόπο δράσης, την επιθετική πρωτοβουλία των διοικητών και τις ικανότητες εκάστου. Στο μυαλό οποιουδήποτε διοικητή, τα λόγια αυτά μπορούσαν να ερμηνευθούν μόνο ως επιφυλακτικότητα και περιορισμό ελευθερίας δράσης και ανάληψης πρωτοβουλίας. 

Πόσο δε μάλλον, όταν αυτά τα λόγια προέρχονταν από τον ίδιο τον Φύρερ, ο οποίος, όπως γνώριζαν όλοι πολύ καλά στο ναυτικό «…δεν μπορούσε να κλείσει μάτι όταν τα πλοία του βρίσκονταν στη θάλασσα». Αν αυτά τα λόγια βάραιναν στη σκέψη ενός εμπειροπόλεμου και διακεκριμένου ναυάρχου όπως ο Κούμμετς, μπορούμε εύκολα να φαντασθούμε τι επίδραση θα είχαν στην κρίση του πλοίαρχου Ρούντολφ Στάνγκε (Rudolf Stange), κυβερνήτη του Lützow, για τον οποίον ήταν η πρώτη μάχιμη διοίκηση και μάλιστα ενός θωρηκτού.

Α' ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ 

Το ''Hipper'' Επιτίθεται

Καθώς το σκοτάδι της 30ης Δεκεμβρίου παραχωρούσε αργά τη θέση του στο αχνό, αρκτικό λυκόφως της Παραμονής της Πρωτοχρονιάς του 1942, στη Θάλασσα Μπάρεντς άρχισαν να συγκεντρώνονται οι αντίπαλες δυνάμεις: Η Γερμανική Ομάδα Μάχης περνούσε το γεωγραφικό πλάτος του Βορείου Ακρωτηρίου, ακολουθώντας το ίχνος του χάρτη το οποίο, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Κούμμετς, αντιπροσώπευε την πορεία της JW-51Β. 


Η νηοπομπή ακολουθούσε συγκροτημένη την ανατολική πορεία της, υπό την προστασία των αντιτορπιλικών του Σέρμπρουκ, ενώ η Δύναμη R του Μπέρνετ απείχε 30 ν.μ. βόρεια της νηοπομπής. Ο καιρός ήταν σχετικά καθαρός, με χαμηλή νέφωση και αραιά διαστήματα χιονόπτωσης. Η ορατότητα κυμαινόταν μεταξύ 14-18 χλμ. Ο άνεμος ήταν βορειοδυτικός, έντασης τριών Μποφόρ και η θάλασσα ταραγμένη με την θερμοκρασία -16ο C.

Στις 07.53 της 31ης Δεκεμβρίου ο Κούμμετς εντόπισε τις σιλουέτες εννέα σκαφών στα δεξιά του και τα Βρετανικά αντιτορπιλικά αντελήφθησαν την εχθρική παρουσία στις 08.30, όταν το Obdurate εντόπισε δύο άγνωστα αντιτορπιλικά. Ήταν τα αντιτορπιλικά της Ομάδας Μάχης του Hipper: Friedrich Eckholdt, Richard Beitzen και Z-29, τα οποία στις 09.15 άνοιξαν πυρ εναντίον του. Είχαν εμφανιστεί στα νώτα της νηοπομπής, προσελκύοντας την προσοχή των Βρετανικών αντιτορπιλικών, ακριβώς όπως είχε σχεδιάσει ο Κούμμετς. 

Το Obdurate επεχείρησε να πλησιάσει τα επιτιθέμενα σκάφη, αλλά δέχθηκε πυρά από το Friedrich Eckholdt και απομακρύνθηκε προς την κατεύθυνση του Onslow. Καθώς τα τέσσερα Βρετανικά αντιτορπιλικά έστρεφαν όλα βορειοδυτικά για να αντιμετωπίσουν την επίθεση, το Achates, πιστό τις διαταγές του, άρχισε να προβάλει προπέτασμα καπνού καλύπτοντας τα φορτηγά. Λίγο αργότερα οι οπτήρες του Onslow διέκριναν μία τεράστια σκοτεινή σιλουέτα να ξεπροβάλει μέσα από το λευκό, διάστικτο πέπλο του χιονιού. 

Τα δύο πλοία απείχαν ελάχιστα και βρίσκονταν σε πορεία μετωπικής σύγκρουσης. Ο Σέρμπρουκ δεν θα μπορούσε να μην αναγνωρίσει ένα σκάφος επτά φορές μεγαλύτερο από το δικό του. Ήταν το Hipper το οποίο ετοιμαζόταν να εξαπολύσει την πρώτη του ομοβροντία. O Kούμμετς είχε εντοπίσει την νηοπομπή και είχε ανοίξει την επίθεση στις 09.00 με το πρώτο φως, όπως ακριβώς προέβλεπε το σχέδιό του. Στις 09.36 εξέπεμψε το μήνυμα «Εμπλέκομαι με τον εχθρό», το οποίο έγινε δεκτό με ενθουσιασμό στο διοικητήριο του Χίτλερ στο Ράστενμπουργκ, όπου ετοιμαζόταν ο εορτασμός της Πρωτοχρονιάς.

Οι πρώτοι κανονιοβολισμοί του Γερμανικού καταδρομικού είχαν στόχο το Achates, του οποίου η σιλουέτα διακρινόταν ολοκάθαρα επάνω στο μαύρο προπέτασμα καπνού που άφηνε για να καλύψει την νηοπομπή. Παρότι καμία από τις βολές δεν είχε άμεση ευστοχία, οι ζημιές που προκάλεσαν τα θραύσματα των εκρήξεων στις λεπτές λαμαρίνες του αντιτορπιλικού ήταν κρίσιμες. Τα ηλεκτρικά κυκλώματα διεκόπησαν και 40 νεκροί και τραυματίες, ανάμεσά τους και ο ίδιος ο κυβερνήτης του σκάφους, κείτονταν στους χώρους του πλοίου, καθώς αυτό κλυδωνιζόταν από τις ομοβροντίες και τα κύματα. Η άμεση επέμβαση των Onslow και Orwell έδωσαν στο Achatesτον χρόνο που χρειαζόταν για να απομακρυνθεί.

Τα Onslow, Orwell και Obedient τοποθετήθηκαν ανάμεσα στο Hipper και την νηοπομπή, προτάσσοντας τους εαυτούς τους σαν ασπίδα στα γερμανικά πυρά. Το «Hipper» αντίστοιχα, αναπροσάρμοσε γρήγορα την τακτική του, στρέφοντας τον δευτερεύοντα οπλισμό κατά των αντιτορπιλικών και τα κύρια πυροβόλα εναντίον της νηοπομπής. Ο Σέρμπρουκ χρειαζόταν επειγόντως την επέμβαση των καταδρομικών της «Δύναμης R», η οποία όμως απείχε περίπου 100 ν.μ. και θα χρειαζόταν σχεδόν 2-3 ώρες για να αφιχθεί στο σημείο της συμπλοκής.

Ο Άγγλος πλοίαρχος αποφάσισε να θέσει σε εφαρμογή την τακτική της παραπλάνησης. Το Onslow πλησίασε το αντίπαλο καταδρομικό προσποιούμενο μία επίθεση τορπιλισμού. Πράγματι, το είδε να απομακρύνεται βόρεια, στρέφοντας την πρύμνη του στα βρετανικά σκάφη για να παρουσιάζει μικρότερο στόχο. Στις 09.55 ο Σέρμπρουκ έλαβε το πρώτο ενθαρρυντικό σήμα από την έναρξη της μάχης. Προερχόταν από τον Υποναύαρχο Μπέρνετ και το HMS Sheffield: «Πλησιάζω με πορεία 170ο».


Ο Κούμμετς έστρεψε τώρα την προσοχή του στα Βρετανικά αντιτορπιλικά που του έκλειναν τον δρόμο. Η δύο επόμενες ομοβροντίες του έπεσαν κοντά στο Onslow. Στις 10.30 εκκωφαντικοί κρότοι συγκλόνισαν το πλοίο, όταν μία από τις οβίδες της πέμπτης ομοβροντίας του Hipper εξερράγη κοντά στο μηχανοστάσιο. Η Γερμανική οβίδα διέλυσε την καπνοδόχο και τα θραύσματα τραυμάτισαν τον Σέρμπρουκ στο πρόσωπο και τον αριστερό οφθαλμό. 

Η επόμενη Γερμανική ομοβροντία εξερράγη ανάμεσα στους πύργους «Α» και «Β». Ολόκληρο το πρόσθιο μέρος του καταστρώματος τυλίχθηκε στις φλόγες. Ο Αξιωματικός γέφυρας του Onslow προσπάθησε να απομακρύνει τον Σέρμπρουκ, αλλά εκείνος, καταπνίγοντας τον πόνο και διατηρώντας την ψυχραιμία του, αρνήθηκε να μετακινηθεί και παρέμεινε στη θέση του συνεχίζοντας να δίνει διαταγές. 

Με το σκάφος του να απομακρύνεται φλεγόμενο πίσω από ένα προπέτασμα καπνού, ο Σέρμπρουκ παρέδωσε την διοίκηση στον αντιπλοίαρχο Κίνλοχ του Obedient και μόνο τότε δέχθηκε να απομακρυνθεί και να λάβει τις πρώτες βοήθειες. Με τα Onslow και Achates εκτός μάχης, η μόνη προστασία που διέθετε πλέον η νηοπομπή ήταν τα Obedient, Orwell και Obdurate. Στις 10.42 οι βολές του Hipper προκάλεσαν μοιραία πλήγματα στο ναρκαλιευτικό Bramble και ανέθεσε στα αντιτορπιλικά του Friedrich Eckholdt, Richard Beitzen να αποτελειώσουν το άτυχο σκάφος. 

Το Bramble μαχόμενο μέχρι τέλους με τον πενιχρό οπλισμό του, θα βυθιζόταν αύτανδρο λίγο μετά τις 10.50. Την ίδια τύχη είχε στη συνέχεια και το ήδη τραυματισμένο Achates, το οποίο δέχθηκε δύο διαδοχικά πλήγματα στη γέφυρά του από το Hipper. Με μία αυξανόμενη κλίση 60ο το μικρό αντιτορπιλικό βυθίστηκε στις 13.14. Έχοντας σαρώσει κάθε αντίσταση από μπροστά του, το Hipper ανέμενε τώρα από στιγμή σε στιγμή την άφιξη του Lutzow, το οποίο θα έκλεινε την παγίδα από τα νότια.

Το "Lützow" Ολιγωρεί

Αυτό που δεν γνώριζε ο Κούμμετς ήταν ότι μέχρι τις 11.30 το Lützow είχε ήδη φθάσει δύο φορές σε απόσταση βολής από την απροστάτευτη πλέον νηοπομπή, αλλά ο άπειρος κυβερνήτης του, Πλοίαρχος Ρούντολφ Στάνγκε είχε διστάσει και στις δύο περιπτώσεις να δράσει αποφασιστικά. Την πρώτη φορά, στις 09.22, είχε πλησιάσει σε απόσταση πέντε μιλίων, αλλά η ορατότητα ήταν μειωμένη εξ αιτίας της χιονόπτωσης και των προπετασμάτων καπνού των αντιτορπιλικών. Τότε αποφάσισε να παρακάμψει την χιονόπτωση από τα ανατολικά, ελπίζοντας να εξασφαλίσει καλύτερη ορατότητα από εκείνη την κατεύθυνση. Την δεύτερη φορά, στις 11.36, εντόπισε καθαρά την νηοπομπή, καθώς και την παρουσία εχθρικών αντιτορπιλικών στα αριστερά του.

Ακόμη και τότε όμως, απέφυγε να εμπλακεί. Επιλέγοντας να ακολουθήσει τις διαταγές οι οποίες καλούσαν τους διοικητές να επιδείξουν σύνεση, αποφάσισε να κρατήσει τα αντιτορπιλικά του δεσμευμένα κοντά του για να μην αφήσει το θωρηκτό του απροστάτευτο. Ταυτόχρονα όμως, θεώρησε ότι οποιαδήποτε συμπλοκή εκείνη τη στιγμή θα ήταν παρακινδυνευμένη εξ αιτίας της αύξησης του επερχόμενου σκότους και της επιδείνωσης των καιρικών συνθηκών, οι οποίες καθιστούσαν δύσκολη την αναγνώριση μεταξύ φίλιων και εχθρικών αντιτορπιλικών. 


Η στρατηγική του Κούμμετς είχε λειτουργήσει τέλεια, αλλά η χρυσή ευκαιρία είχε χαθεί: το Hipper είχε προσελκύσει επάνω του την προσοχή των Βρετανικών αντιτορπιλικών, καθώς η απροστάτευτη νηοπομπή κατευθυνόταν νότια προς την κατεύθυνση του Lutzow, μόνο που ο Στάνγκε την άφησε δύο φορές να περάσει από μπροστά του, χωρίς να ρίξει έναν κανονιοβολισμό ή να εξαπολύσει μία τορπίλη. Η ολιγωρία του Στάνγκε θα απέβαινε μοιραία. Το Hipper χωρίς κανένα ίχνος της παρουσίας του Lützow, ετοιμαζόταν να κατευθύνει τα πυρά του κατά του Obedient, όταν στις 11.36, ανυποψίαστο για τον κίνδυνο που πλησίαζε, δέχθηκε γύρω του μία ομοβροντία 24 οβίδων.

Προερχόταν από μία απόσταση οκτώ μιλίων στα δεξιά του. Η Δύναμη R είχε καταφθάσει, ανατρέποντας τα πάντα.

Β' ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ 

Επέμβαση της Δύναμης ''R'' 

Από όσο μπορούσε να γνωρίζει ο Κούμμετς, η δύναμη του Μπέρνετ είχε εμφανιστεί από το πουθενά επιτυγχάνοντας απόλυτο αιφνιδιασμό. Στις 11.05 το ραντάρ του Sheffield είχε καταδείξει το στίγμα ενός σκάφους μεγαλύτερου από αντιτορπιλικό και ταχύτερου από μεταγωγικό και στις 11.28 ο Μπέρνετ διέκρινε τις λάμψεις των κανονιοβολισμών του Hipper, όταν εκείνο βύθιζε τοAchates. Με την διαταγή του, τα Sheffield και Jamaica άνοιξαν ταυτόχρονα πυρ κατά του Γερμανικού καταδρομικού. 

Η πέμπτη ομοβροντία του Sheffieldέπληξε το Hipper στην δεξιά πλευρά, ανάμεσα στην καπνοδόχο και τον κύριο ιστό, 3,5 m. κάτω από την ίσαλο γραμμή, πλημμυρίζοντας το τρίτο λεβητοστάσιο. Με την ταχύτητά του μειωμένη στους 28 κόμβους, το χτυπημένοHipper έστρεψε δεξιά για να αντιμετωπίσει τον απροσδόκητο κίνδυνο, ανταπαντώντας στα πυρά. Όμως η ανωτερότητα του Βρετανικού ραντάρ έδινε το πλεονέκτημα στις Βρετανικές βολές. καταφέρνοντας στο Γερμανικό σκάφος δύο ακόμα πλήγματα. 

Χωρίς κανένα ίχνος από την αναμενόμενη επέμβαση τουLützow που θα μπορούσε εύκολα να αναστρέψει την κατάσταση προς όφελός της Γερμανικής πλευράς, ο Κούμμετς, στις 11.37, κάλεσε αμέσως τα αντιτορπιλικά να ενωθούν μαζί του. Έχοντας πλήρη άγνοια της παρουσίας των Βρετανικών καταδρομικών, τα Friedrich Eckholdt και Richard Beitzen κατευθύνθηκαν βόρεια, διακρίνοντας δύο φιγούρες τα οποία λανθασμένα εξέλαβαν ως τα Hipper και Ζ-29. 

Φθάνοντας σε απόσταση μικρότερη των δύο μιλίων, τα δύο αντιτορπιλικά έπεσαν κυριολεκτικά επάνω στα πυροβόλα του Sheffield, το οποίο άνοιξε πυρ με όλο του τον οπλισμό. Στο Friedrich Eckholdt επικράτησε πανικός, πιστεύοντας ότι δέχονταν φίλια πυρά του Hipper, το οποίο δεν τους είχε αναγνωρίσει. Οι σηματωροίεξέπεμψαν απεγνωσμένα σήματα. «Eckholdt προς Hipper: Με βομβαρδίζεις!» 

Πριν το Γερμανικό αντιτορπιλικό συνειδητοποιήσει το σφάλμα του, το Sheffield του επέφερε τρία εύστοχα πλήγματα. Από εκείνη την απόσταση δεν υπήρχε σωτηρία: η τρίτη ομοβροντία το έκοψε στα δύο και σε λιγότερο από δύο λεπτά βυθιζόταν αύτανδρο με τους 340 άνδρες του. Το Richard Beitzen μετά βίας πρόλαβε να διαφύγει αλλάζοντας γρήγορα πορεία.


Επίθεση του ''Lützow'' και Απεμπλοκή

Εν τω μεταξύ, στο Ράστενμπουργκ της ανατολικής Πρωσίας, ο Χίτλερ αγωνιούσε για κάποια είδηση για την πρόοδο της μάχης. Αυτή ήλθε στις 11.45 από το U-354, το οποίο βρισκόταν ακόμα στην περιοχή: «Η μάχη έχει αγγίξει το αποκορύφωμά της. Όλος ο ορίζοντας είναι κόκκινος». Για τον Χίτλερ η φρασεολογία του ανθυποπλοίαρχου Χέρσελμπ μπορούσε να σημαίνει μόνο ένα πράγμα: η νηοπομπή βρισκόταν στο έλεος των πανίσχυρων πυροβόλων του Κούμμετς. Μαζί με τις ευχές για την είσοδο του Νέου Έτους, βιάστηκε να ανακοινώσει στους καλεσμένους του: «Το Γερμανικό Ναυτικό μόλις σημείωσε μία μεγαλειώδη νίκη!». Μόνο το επόμενο απόγευμα θα μάθαινε την ταπεινωτική αλήθεια.

Την ίδια ώρα, και μετά από δύο αποτυχημένες απόπειρες, το Lützow έκανε επιτέλους την πολυαναμενόμενη, αλλά αποκαρδιωτική εμφάνισή του. Ο Στάνγκε, αντί να ορμήσει κατευθείαν ανάμεσα στις τάξεις των ανίσχυρων φορτηγών, προτίμησε να διατηρήσει απόσταση ασφαλείας, ανοίγοντας πυρ με τον δευτερεύοντα οπλισμό των 6'', χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Η παγίδα είχε κλείσει, αλλά όλοι δίσταζαν να πλήξουν αποφασιστικά τον κυκλωμένο και αδύναμο αντίπαλο. Η εμφάνιση των τριών Βρετανικών αντιτορπιλικών αποθάρρυνε τον Στάνγκε, ο οποίος προτίμησε να ενώσει τις δυνάμεις του με το Hipper στην εξουδετέρωση των αντιτορπιλικών. Σύντομα όμως, τα Sheffieldκαι Jamaica επενέβησαν και πάλι, σώζοντας την κατάσταση.

Τα σκάφη αντάλλαξαν πυρά μεταξύ τους, με το Hipper να προκαλεί κάποιες ζημιές στα καταδρομικά του Μπέρνετ, όταν αμφότεροι οι αντίπαλοι αποφάσισαν να διακόψουν την σύγκρουση επειδή θεωρούσαν ότι μειονεκτούσαν έναντι του αντιπάλου τους.Ο Μπέρνετ, κυκλωμένος από τα Hipper και Lützow, και την μαχητική ισορροπία να κλίνει προς χάριν των Γερμανών, απομακρύνθηκε προς βορρά. Ο Κούμμετς εξακολουθούσε να διαθέτει το τακτικό πλεονέκτημα, αλλά δυστυχώς, δεν το γνώριζε. Αντιθέτως μάλιστα, οι περιοριστικές διαταγές στοίχειωναν την σκέψη του: μετά την απώλεια ενός αντιτορπιλικού του, τα πλήγματα που είχε δεχθεί το Hipperκαι την ορατότητα μειωμένη στο ελάχιστο.

Θεώρησε ότι είχε ήδη διακινδυνεύσει περισσότερο από όσο του επέτρεπαν οι διαταγές. Διέταξε απεμπλοκή και επιστροφή στην Νορβηγία. Στις 3 Ιανουαρίου 1943 τα φορτηγά πλοία της JW-51B αφίχθησαν άθικτα στο Μουρμάνσκ της Ρωσίας. Μετά την επιστροφή του στην Αγγλία, ο Πλοίαρχος Ρόμπερτ Σαιντ Βίνσεντ Σέρμπρουκ τιμήθηκε με τον Σταυρό της Βικτορίας για την ανδρεία του κατά τη διάρκεια της μάχης, καθώς και την διεξαγωγή της.

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ 

Αν και από άποψη αριθμών, η ναυμαχία είχε καταλήξει σαν μία τακτική νίκη των Γερμανών, στην πραγματικότητα ήταν μία ταπεινωτική στρατηγική ήττα, η οποία αντανακλούσε την έλλειψη επιθετικού πνεύματος. Ένα Γερμανικό αντιτορπιλικό είχε βυθιστεί εξ αιτίας ενός τραγικού σφάλματος αναγνώρισης, το Hipper είχε υποστεί σοβαρές ζημιές και το Lützow, παρά την στιβαρή παρουσία του, δεν είχε επιδείξει τίποτα περισσότερο από μία έλλειψη τόλμης, η οποία άγγιζε τα όρια της δειλίας.

Τα δε Γερμανικά αντιτορπιλικά, αν και από μόνα τους ήταν απόλυτα ικανά να θέσουν εκτός μάχης τα τρία εναπομείναντα Βρετανικά, ο Κούμμετς και ο Στάνγκε τα κρατούσαν διαρκώς κοντά τους για να εξασφαλίσουν την δική τους προστασία. Ακόμη και οι αντίπαλες απώλειες ενός αντιτορπιλικού, ενός ναρκαλιευτικού και οι βαριές ζημιές που είχαν υποστεί τα Onslow και Obdurate, ήταν αδύνατον να μειώσουν το αίσθημα του όνειδους. Αργότερα ο Κούμμετς κατακρίθηκε για την εκπόνηση ενός σχεδίου το οποίο απαιτούσε την συνεργασία και τον συντονισμό μονάδων οι οποίες απείχαν 150 χιλιόμετρα μεταξύ τους, μέσα στο σκοτάδι, υπό δυσμενείς καιρικές συνθήκες, ωστόσο, τα γεγονότα είχαν αποδείξει ότι το σχέδιο είχε πετύχει ως ελιγμός.

Ο Χίτλερ ξέσπασε την οργή του πάνω στον Ρέντερ, με έναν εκρηκτικό μονόλογο 90 λεπτών. Η απόφασή του ήταν αμετάκλητη: όλα τα θωρηκτά θα μετατρέπονταν σε παλιοσίδερα, τα πυροβόλα τους θα μεταφέρονταν στην παράκτια άμυνα και το μέταλλο θα ανακυκλωνόταν για να μετατραπεί σε κάποιο χρησιμότερο όπλο. Ο Ρέντερ διαμαρτυρήθηκε, επισημαίνοντας ορθώς, ότι ο Αρχηγός του Γερμανικού Κράτους απαιτούσε από το ναυτικό του νίκες χωρίς να διακινδυνεύει απώλειες. Οι αυστηρές και ηττοπαθείς διαταγές του στερούσαν την νίκη από τους κυβερνήτες των πλοίων του, οι οποίοι έτρεμαν την οργή του περισσότερο από τον εχθρό. 

Παρότι το δράμα και η απώλεια 230.000 στρατιωτών του στον θύλακα του Στάλινγκραντ δεν φαινόταν να βαραίνει ιδιαίτερα τη συνείδησή του, ο Χίτλερ έδειχνε μία ανεξήγητη ευαισθησία στην πιθανή απώλεια ενός καταδρομικού του. Πριν υποβάλει την παραίτησή του, ο Ρέντερ του παρέδωσε ένα υπόμνημα στο οποίο ανέφερε ότι η καταστροφή του στόλου επιφανείας θα έκανε τους Βρετανούς να «…ξεσπάσουν σε κραυγές θριάμβου», όταν μάθαιναν ότι είχαν κερδίσει «…τη μεγαλύτερη αναίμακτη νίκη της ιστορίας τους». Ο Χίτλερ έκανε κάποιο σαρκαστικό σχόλιο και δέχθηκε την παραίτηση, αλλά κατά βάθος προβληματίστηκε. Ωστόσο, οι παθολογικές φοβίες του δεν τον εγκατέλειψαν. 

Ακριβώς έναν χρόνο αργότερα ο αντικαταστάτης του Ρέντερ, Αρχιναύαρχος Καρλ Ντένιτς, θα αποτολμούσε μία τελευταία επιχείρηση με σκάφη επιφανείας, στην οποία ο Χίτλερ θα διέπραττε τα ίδια ακριβώς σφάλματα. Στις 26 Δεκεμβρίου 1943, το βαρύ καταδρομικό Σάρνχορστ (Scharnhorst) κατεδίωξε μία νηοπομπή κάτω από πανομοιότυπες δεσμεύσεις και βυθίστηκε μαχόμενο εναντίον συντριπτικά ανώτερων βρετανικών δυνάμεων, στην Ναυμαχία της Θάλασσας του Βόρειου Ακρωτηρίου (North Cape).


ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΣΤΟ ΒΟΡΕΙΟ ΑΚΡΩΤΗΡΙΟ (1943)

ΓΕΝΙΚΑ

Η Ναυμαχία στο Βόρειο Ακρωτήριο ήταν μια ναυτική αποτυχία του Χίτλερ που σφράγισε την μοίρα των πλοίων επιφανείας της Γερμανίας στα τέλη του 1943. Μπορεί να θεωρηθεί σαν συνέχεια της Ναυμαχίας στη Θάλασσα του Μπάρεντς αφού είχε το ίδιο αντικείμενο και κατέληξε στο ίδιο αποτέλεσμα και με βάση την ίδια Χιτλερική στρατηγική.

ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΝΑΥΤΙΚΟ ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΤΟΥ 1943

Μετά την παταγώδη αποτυχία της ναυμαχίας της Θάλασσα Μπάρεντς στις 31 Δεκεμβρίου 1942, όταν δύο βαριά Γερμανικά σκάφη έχασαν μέσα από τα χέρια τους την μοναδική ευκαιρία να αποδεκατίσουν την απροστάτευτη νηοπομπή JW-51B, το Γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό επικέντρωσε την προσοχή του στην καταστροφή της επόμενης αρκτικής νηοπομπής προς την Σοβιετική Ένωση, προκειμένου το ίδιο να δικαιολογήσει την ύπαρξή του, αλλά και να αποφύγει την αυτοκαταστροφή του από τον ωρυόμενο Χίτλερ, ο οποίος απειλούσε να μετατρέψει τα θωρηκτά του σε παλιοσίδερα και να μεταφέρει τα βαριά πυροβόλα τους στην παράκτια άμυνα. 


Μία από τις συνέπειες εκείνης της αποτυχίας ήταν και η παραίτηση του Μέγα Ναυάρχου Έριχ Ρέντερ (Erich Raeder) από την ηγεσία του Γερμανικού Ναυτικού και την αντικατάστασή του από τον ομοιόβαθμό του Καρλ Ντένιτς (Karl Doenitz), στις 30 Ιανουαρίου 1943. Ο Ντένιτς, αν και φανατικός υποστηρικτής του υποβρυχιακού πολέμου και ένθερμος πολέμιος των σκαφών επιφανείας, έσπευσε να μεταπείσει τον Χίτλερ. Ο τελευταίος δέχθηκε διστακτικά, θέτοντας όμως στον Ντένιτς ένα σκληρό τελεσίγραφο: «Περιμένω αποτελέσματα εντός έξι μηνών».

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ''ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ'' (Ostfront)

Για ολόκληρη την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1943 καμία νηοπομπή δεν διέσχισε τον Αρκτικό Ωκεανό. Οι Βρετανοί έχοντας υποστεί βαριές απώλειες κατά το προηγούμενο έτος είχαν διακόψει τις αποστολές νηοπομπών προς την Ρωσία κατά την διάρκεια των θερινών μηνών, προτιμώντας πλέον την μυστικότητα του σκοτεινού Αρκτικού χειμώνα που τους προφύλασσε από τα ενοχλητικά Γερμανικά βλέμματα. Με τα περισσότερα Γερμανικά θωρηκτά ακινητοποιημένα στα ναυπηγεία για επισκευές, τα μόνα αξιόμαχα πλοία που είχαν απομείνει στις Γερμανικές βάσεις της Νορβηγίας ήταν εκείνα της Βόρειας Ομάδας Μάχης, αποτελούμενη από το βαρύ καταδρομικό μάχης Σάρνχορστ (Scharnhorst) και πέντε αντιτορπιλικά του 4ου Στολίσκου.

Η διοίκησή της είχε ανατεθεί στον υποναύαρχο Έριχ Μπάϋ (Erich Bey), έναν έμπειρο διοικητή, παρασημοφορημένο με τον Σταυρό των Ιπποτών. Έχοντας πλήρη συναίσθηση των ευθυνών της νέας του διοίκησης σε μία τόσο κρίσιμη περίοδο, παρέδωσε στον Ντένιτς μία αναφορά με τις αδυναμίες του στόλου στην Νορβηγία, προβάλλοντας τρία σημεία ζωτικής σημασίας σε περίπτωση που μία έξοδος του Σάρνχορστ κρινόταν αναγκαία:
  • Το Σάρνχορστ δεν θα έπρεπε ποτέ να διακινδυνεύσει μόνο του μία επιχείρηση εναντίον συμμαχικής νηοπομπής πριν την επισκευή του Τίρπιτς.
  • Σε περίπτωση εξόδου του στόλου κρινόταν απαραίτητη η πλήρης δύναμη των 10 αντιτορπιλικών του 4ου Στολίσκου, όταν εκείνη την στιγμή τα πέντε από αυτά βρίσκονταν αποσπασμένα σε λιμένες της Γερμανίας.
  • Τέλος, δεδομένης της τεχνολογικής υπεροχής των Βρετανικών ραντάρ και των δυσχερών καιρικών συνθηκών του πολικού χειμώνα που απέκλειαν την αεροπορική υποστήριξη, το Σάρνχορστ θα μειονεκτούσε δραματικά εναντίον οποιουδήποτε Βρετανικού σκάφους σε ενδεχόμενο ναυμαχίας.
Η αναφορά του Μπάϋ ωστόσο, πέρασε απαρατήρητη. Ο Ντένιτς ήταν αποφασισμένος να προβεί σε μία κίνηση για να μην θιγεί το γόητρό του. Με την έλευση του χειμώνα το Βρετανικό ναυτικό είχε αρχίσει τις αποστολές πολεμικού υλικού στην Ρωσία, ενώ οι Γερμανικές στρατιές στο ανατολικό μέτωπο πιέζονταν σκληρά. Η καταστροφή αυτών των εφοδίων θα χάριζε μία ανακούφιση στο γερμανικό στρατό και μία νίκη στο γερμανικό ναυτικό την οποία χρειαζόταν απελπισμένα για να αποφύγει την ατίμωση και την αυτοκαταστροφή του. 


Παρά τους προφανείς κινδύνους, o Ντένιτς, στις 19 Δεκεμβρίου, έλαβε την απρόθυμη συγκατάθεση του Χίτλερ για μία έξοδο της Βόρειας Ομάδας Μάχης εναντίον της επόμενης Βρετανικής νηοπομπής. Η επιχείρηση έλαβε την κωδική ονομασία «Ανατολικό Μέτωπο» (Ostfront). Την επόμενη ημέρα, (20 Δεκεμβρίου), το Γερμανικό Επιτελείο Ναυτικού πληροφορήθηκε από την Λουφτβάφε τον απόπλου της αρκτικής νηοπομπής JW-55B, από την δυτική ακτή της Σκωτίας με προορισμό το Μουρμάνσκ της Σοβιετικής Ένωσης. Την ίδια ημέρα ο Μπάϋ δήλωσε εγγράφως στον Ντένιτς την εκτίμησή του για την έξοδο του στόλου: «Φοβάμαι πως οποιαδήποτε πιθανότητα επιτυχίας θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στην τύχη ή κάποιο σοβαρό σφάλμα του αντιπάλου».

Το Βρετανικό Σχέδιο Μάχης

Οι Βρετανοί γνωρίζοντας ότι ο Γερμανικός στόλος στη Νορβηγία είχε περιοριστεί πλέον μόνο στο Σάρνχορστ και μερικά αντιτορπιλικά, ένιωθαν έτοιμοι να αντιμετωπίσουν και τον τελευταίο αυτό κίνδυνο μόλις παρουσιαζόταν η ευκαιρία. Ήταν ένα καθήκον το οποίο θα ανελάμβανε ο ίδιος ο διοικητής του Βρετανικού Μητροπολιτικού Στόλου, ο 55χρονος ναύαρχος Σερ Μπρους Φρέιζερ (Sir Bruce Fraser). Έχοντας υιοθετήσει μία στρατηγική επιθετικότερη από εκείνη των προκατόχων του, ο Φρέιζερ είχε ενισχύσει τις δυνάμεις προστασίας των αρκτικών νηοπομπών και αναζητούσε την ευκαιρία να προκαλέσει τον γερμανικό στόλο σε ανοικτή ναυμαχία. 

Παρότι κόντευε να εξαντλήσει την ιεραρχία του Βρετανικού Ναυτικού, ούτε μία φορά δεν του είχε δοθεί η ευκαιρία να επισφραγίσει τις ικανότητές του με τις δάφνες μίας προσωπικής επιτυχίας που θα συνόδευε πάντα το όνομά του. Ως εκ τούτου, η βύθιση του τελευταίου αξιόμαχου Γερμανικού σκάφους αντιπροσώπευε για εκείνον την ευκαιρία να επιτύχει αυτή την προσωπική νίκη. Έχοντας την πεποίθηση ότι το Γερμανικό ναυτικό, μετά από αδράνεια ενός έτους, θα σχεδίαζε μία επιθετική επιχείρηση στον Αρκτικό Ωκεανό, είχε προετοιμάσει ένα σχέδιο μάχης κατά του Σάρνχορστ, χρησιμοποιώντας σαν δόλωμα την νηοπομπή JW-55Β, η οποία θα βρισκόταν μονίμως κάτω από την άγρυπνη επιτήρηση του στόλου του.

«Θωρηκτό» για τους Γερμανούς, ή «καταδρομικό μάχης» για τους Βρετανούς, το Σάρνχορστ ουσιαστικά αποτελούσε την «χρυσή τομή» ανάμεσα στα δύο, συνδυάζοντας τα πυροβόλα και την θωράκιση ενός θωρηκτού με την ταχύτητα ενός καταδρομικού. Όντας ταχύτερο από οποιοδήποτε Βρετανικό πλοίο και με εμβέλεια πυρός 45 χλμ, σε μία ναυμαχία κάτω από συνθήκες έντονης θαλασσοταραχής θα είχε την δυνατότητα να πλησιάσει γρήγορα την νηοπομπή, να ανοίξει πυρ από μεγάλη απόσταση και να εμπλέκεται ή να απεμπλέκεται από τη μάχη κατά την κρίση του. 

Βασικός αντικειμενικός σκοπός λοιπόν, του Φρέιζερ ήταν πρώτα να του στερήσει το πλεονέκτημα της ταχύτητας, πλήττοντάς το με τορπίλες από τα μικρότερα σκάφη και κατόπιν να εμπλακεί μαζί του, όπου τα βαρύτερα πυροβόλα των 14 in του θωρηκτού HMS Duke of York θα του χάριζαν το πλεονέκτημα.


Για την τακτική εφαρμογή του σχεδίου του, ο Φρέιζερ είχε διαιρέσει τον στόλο του σε δύο δυνάμεις. Η «Δύναμη 1», αποτελούμενη από τα καταδρομικά HMS Belfast, Sheffield και Norfolk, υπό την διοίκηση του αντιναυάρχου Ρόμπερτ Μπάρνετ (Rοbert Burnett), θα παρέπλεε σε μία παράλληλη πορεία με την νηοπομπή, καλύπτοντας το νότιο πλευρό της, δηλαδή την πιθανότερη κατεύθυνση από όπου θα εκδηλωνόταν μία Γερμανική επίθεση.  Η «Δύναμη 2», αποτελούμενη από την ναυαρχίδα του Φρέιζερ, το θωρηκτό Duke of York, το καταδρομικό Jamaica και τα αντιτορπιλικά Saumarez, Savage, Scorpion και Sword, θα παρείχε την βαριά κάλυψη της νηοπομπής, η οποία θα παραμόνευε περίπου 250 χλμ μακρύτερα από την «Δύναμη 1» και θα είχε τον κύριο ρόλο στην βύθιση του Σάρνχορστ.

Οι δύο δυνάμεις θα συνέκλιναν στην περιοχή της Θάλασσας Μπάρεντς, ανατολικότερα της Νήσου των Άρκτων, που αποτελούσε την περιοχή υψηλού κινδύνου των νηοπομπών. Μόλις τα σκάφη της «Δύναμης 1» αντιλαμβάνονταν την παρουσία του Γερμανικού καταδρομικού θα διενεργούσαν την πρώτη κρούση με τις τορπίλες τους και ταυτόχρονα θα καλούσαν την «Δύναμη 2» να σπεύσει στο σημείο για να καταφέρει τα βαριά πλήγματα.

Η ΜΑΧΗ

Λίγο πριν τα μεσάνυχτα της 25ης Δεκεμβρίου, καθώς το Scharnhoprst απέπλεε υπό την συνοδεία των αντιτορπιλικών Ζ 29, Ζ 30, Ζ 33, Ζ 34 και Ζ 38, ο Ντένιτς διεμήνυσε στον Μπάϋ τις τελευταίες οδηγίες του για την εκτέλεση της επιχείρησης: «Εκμεταλλευθείτε τα τακτικά πλεονεκτήματα με επιδεξιότητα και τόλμη. Η μάχη να διακοπεί μόνο εφόσον έχει επιτευχθεί πλήρης επιτυχία. Η ισχύς πυρός του Scharnhorst είναι ζωτικής σημασίας. Διακόψατε την συμπλοκή κατά την κρίση σας, και χωρίς άλλη προειδοποίηση, εάν αντιμετωπίσετε βαριές μονάδες».

Παρά τα πομπώδη λόγια, ουσιαστικά, η κατάσταση επέστρεφε και πάλι στην παλαιά πολιτική της «αποφυγής περιττών κινδύνων» του Χίτλερ, την οποία υιοθετούσε τώρα με διπλωματική τέχνη ο Ντένιτς, έχοντας φροντίσει να καλύψει τον εαυτό του ανεξάρτητα από την έκβαση της μάχης: ναι μεν απαιτούσε ολοκληρωτική νίκη, αλλά ταυτόχρονα απαγόρευε στον Μπάϋ να εμπλακεί με βαριές μονάδες. Όπως αρκετοί άλλοι άτυχοι συνάδελφοι του στο παρελθόν, έτσι και αυτός, έπλεε τώρα προς το πεδίο της μάχης με το ένα χέρι δεμένο πίσω από την πλάτη.

Οι πρώτες πρωινές ώρες της 26ης Δεκεμβρίου ξημέρωσαν με μία θύελλα η οποία άγγιζε τα οκτώ Μπωφόρ και την ορατότητα να περιορίζεται στα 1.600 m, καθώς τα κύματα της βροχής εναλλάσσονταν με κύματα χιονόπτωσης. Το Scharnhorst, υπό την συνοδεία των αντιτορπιλικών του και αγνοώντας την ύπαρξη των δύο ισχυρών Βρετανικών δυνάμεων, κατευθυνόταν βορειοανατολικά προς αναζήτηση της νηοπομπής. Ο Γερμανός διοικητής υπολόγιζε να συναντήσει την νηοπομπή μεταξύ 11.00-13.00, όταν το αμυδρό λυκόφως που επικρατούσε θα του έδινε πλεονέκτημα στον εντοπισμό και την σκόπευση. Περί τις 07.30, προκειμένου να διευρύνει την περιοχή έρευνας, διέταξε τα αντιτορπιλικά του να ερευνήσουν προς νότο, ενώ εκείνος διατήρησε την αρχική πορεία του.


Οι υπολογισμοί και η πορεία έρευνάς του ήταν σωστά, αλλά ο Μπέρνετ είχε ευφυώς παρεμβάλει την δύναμή του μεταξύ του Scharnhorst και της νηοπομπής. Η μεγαλύτερη εμβέλεια των Βρετανικών ραντάρ έδωσε το πλεονέκτημα στα Βρετανικά καταδρομικά και στις 08.35 το Belfast εντόπισε το στίγμα ενός μεγάλου σκάφους σε απόσταση 35 χλμ στα νότια να τον πλησιάζει. Όταν η απόσταση μειώθηκε στα 13 χλμ, τα τρία καταδρομικά αναπτύχθηκαν κατά μέτωπο και στις 09.30 το Norfolk, το βαρύτερο από τα τρία, άνοιξε πρώτο πυρ με καταπληκτική ευστοχία. 

Μία από τις οβίδες των 8 in της δεύτερης ομοβροντίας του κατέστρεψε ολοκληρωτικά το πρωτεύον ραντάρ του Scharnhorst -το κυριότερο μέσο σκόπευσης των πυροβόλων- αφήνοντας το πλοίο να βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στα οπτικά μέσα «τυφλής σκόπευσης», δηλαδή στοχεύοντας τις λάμψεις των αντίπαλων πυροβόλων. Εκείνη η βολή του Norfolk θα έκρινε την έκβαση της μάχης σε μεγάλο βαθμό -σε έναν τομέα 180 μοιρών στο μέτωπό του, το Scharnhorst ήταν κυριολεκτικά τυφλό. Χωρίς την προστασία των καταδρομικών του τη στιγμή που τα χρειαζόταν, ο Μπάϋ είχε αιφνιδιαστεί από την ασπίδα των Βρετανικών καταδρομικών στην προσπάθειά του να προσεγγίσει την νηοπομπή. 

Ωστόσο, διατηρούσε ακόμη αρκετά πλεονεκτήματα και κυρίως την ταχύτητά του. Ανακαλώντας τα αντιτορπιλικά να ενωθούν μαζί του, άφησε πίσω του ένα πυκνό προπέτασμα καπνού για να καλύψει την υποχώρησή του και αγγίζοντας την μέγιστη ταχύτητά των 30 κόμβων έστρεψε νότια, υποκρινόμενο ότι τρεπόταν σε φυγή. Υπολόγιζε ότι με αυτό το τέχνασμα θα παρέσυρε τα εχθρικά σκάφη σε καταδίωξη και όταν θα βρισκόταν σε απόσταση ασφαλείας από τους διώκτες του θα έστρεφε πάλι βόρεια, διαγράφοντας ένα ημικύκλιο για να επιχειρήσει δεύτερη επίθεση κατά της νηοπομπής.

Το Scharnhorst βεβαίως, πλεονεκτούσε των Βρετανικών καταδρομικών στην ταχύτητα κατά 6 κόμβους, αλλά δεν μπορούσε να ξεφύγει και από την εμβέλεια των ραντάρ τους. Στις 10.35, όταν το ίχνος του Γερμανικού σκάφους βρισκόταν στην οριακή απόσταση των 35 χλμ και ήταν έτοιμο να χαθεί από τις Βρετανικές οθόνες, το Belfast είδε το ασθενές στίγμα του να μεταβάλλει πορεία, στρεφόμενο βόρεια. Ο Μπέρνετ έστρεψε κι αυτός βορειοανατολικά για να παρεμβάλλει και πάλι την δύναμή του ανάμεσα στην JW-55B και το Scharnhorst, κλείνοντάς του τον δρόμο.

Στις 11.00 ο Μπάϋ έλαβε μία ασαφή αναφορά της Luftwaffe για την παρουσία πέντε σκαφών σε απόσταση 270 km βορειοδυτικά Βορείου Ακρωτηρίου. Το σήμα δεν διευκρίνιζε την ταυτότητα των πλοίων, αλλά ο Γερμανός ναύαρχος υποπτεύθηκε αμέσως την ύπαρξη μίας Βρετανικής Ομάδας Μάχης με ένα βαρύ σκάφος και την συνοδεία του. Τώρα ήταν σαφές ότι υστερούσε δραματικά των αντιπάλων του σε αριθμούς και ισχύ πυρός. 


Όσο για τα αντιτορπιλικά του, αυτά παρότι κινούνταν στο μέγιστο της ταχύτητάς τους, αδυνατούσαν να ανταπεξέλθουν στις συνθήκες της σφοδρής θαλασσοταραχής και ο Μπάϋ γρήγορα συνειδητοποίησε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να προλάβουν να ενωθούν μαζί του μέχρι τη στιγμή της επόμενης συμπλοκής. Οποιαδήποτε κίνηση θα έπρεπε να βασιστεί αποκλειστικά και μόνο στη δράση του Scharnhorst. Αναλογιζόμενος τα δεδομένα, πήρε την σκληρή απόφαση να τηρήσει το αρχικό σχέδιο: η δεύτερη εχθρική Ομάδα Μάχης βρισκόταν ακόμα μακρυά για να αποτελέσει άμεσο κίνδυνο, οπότε είχε τον χρόνο με το μέρος του για να διακινδυνεύσει μία δεύτερη προσέγγιση της νηοπομπής, χωρίς την κάλυψη των αντιτορπιλικών του.

Στις 12.20 τα καταδρομικά του Μπέρνετ ήλθαν και πάλι σε επαφή με το Scharnhorst, το οποίο τώρα άνοιξε πρώτο πυρ με επιτυχία. Τα Norfolk και Sheffield δέχθηκαν τα βαρύτερα πλήγματα και σύντομα ετέθησαν εκτός μάχης. Μετά την δεύτερη συμπλοκή του με την Βρετανική δύναμη, ο Μπάϋ όφειλε να παραδεχθεί ότι, ναι μεν είχε καταφέρει σοβαρά πλήγματα στους αντιπάλους του, αλλά ουσιαστικά, είχε αποτύχει στον σκοπό του να πλήξει την νηοπομπή. Η υπεροχή των Βρετανικών ραντάρ τους έδινε την δυνατότητα να προλαμβάνουν την κάθε του κίνηση, ενώ η απώλεια του δικού του τού αφαιρούσε την δυνατότητα να εκμεταλλευτεί το πλεονέκτημα της ισχύος πυρός του. 

Έχοντας πλέον απομακρυνθεί υπερβολικά από τα αντιτορπιλικά του μετά τον ελιγμό που είχε επιχειρήσει, έκρινε ότι οποιαδήποτε περαιτέρω συμπλοκή θα ευνοούσε αποκλειστικά τον αντίπαλο, οπότε διέταξε απεμπλοκή και επιστροφή στη Νορβηγία. Με τα Norfolk και Sheffield ανίκανα πλέον να λάβουν μέρος στον αγώνα ταχύτητας καταδίωξης του Scharnhorst, ο Μπέρνετ είχε απομείνει μόνος με το Belfast, να το παρακολουθεί να απομακρύνεται στα νοτιοανατολικά, μεταβιβάζοντας κάθε 15 λεπτά τις πληροφορίες του στον Φραίηζερ, ο οποίος πλησίαζε ολοταχώς από δυτικά για να αποκόψει την οδό υποχώρησης του προς την Νορβηγία.

Στις 16.48 το Duke of York είχε μειώσει την απόσταση που τον χώριζε από τον Μπέρνετ και σε απόσταση 12 χλμ εντόπισε με τα κυάλια του την στενόμακρη επιθετική σιλουέτα του Scharnhorst, με την πλώρη του κάτασπρη από τον πάγο, να γλιστράει πάνω στα σκοτεινά κύματα με ένα αξεπέραστο μεγαλείο που άφησε τους πάντες εκστατικούς: «…Σαν ένα τεράστιο ασημένιο φάντασμα που ερχόταν καταπάνω σου!», όπως την περιέγραψε ένας αξιωματικός από την γέφυρα του θωρηκτού.

Το Scharnhorst παγιδευμένο ανάμεσα σε δύο Βρετανικές δυνάμεις, ετοιμάστηκε για την τελευταία του μάχη. Διαθέτοντας το πλεονέκτημα της ταχύτητας, κατάφερε να αυξήσει την απόσταση που τον χώριζε από τα Βρετανικά σκάφη, ανοίγοντας πυρ εναντίον τους. Το Duke of York ανταπέδωσε, βάλλοντας στο μέγιστο της εμβέλειας των πυροβόλων του, προκειμένου να έχει μία ευκαιρία να πλήξει τον απομακρυσμένο αντίπαλο. 


Ωστόσο, τα βαρύτερα πυροβόλα του, σε συνδυασμό με την ακρίβεια του ραντάρ του, τού χάριζαν την υπεροχή. Οι χειριστές του Duke of York διέκριναν ολοκάθαρα στις οθόνες τους τούς πίδακες νερού που σήκωναν οι άστοχες βολές δίπλα στο Scharnhorst, δίνοντας αμέσως τις ανάλογες οδηγίες για την διόρθωση της επόμενης βολής. Το Γερμανικό καταδρομικό σημείωσε δύο επιτυχή πλήγματα κατά της ναυαρχίδας του Φραίηζερ, αλλά στις 18.20 το τελευταίο τού κατάφερε δύο μοιραία πλήγματα, καταστρέφοντας αρχικά τον πύργο «Α» και στη συνέχεια το Νο 1 λεβητοστάσιο. Η ταχύτητά του έπεσε απότομα στους 22 κόμβους –ήταν η ευκαιρία που αναζητούσε ο Φραίηζερ για να βάλει στη μάχη τα αντιτορπιλικά του. 

Τα Βρετανικά σκάφη πλησίασαν το Scharnhorst, και από απόσταση μικρότερη των 2 χλμ, εξαπέλυσαν 24 τορπίλες σε «άνοιγμα βεντάλιας». Στις 18.50 πέντε εκρήξεις συντάραξαν το καταδρομικό από την πλώρη μέχρι την πρύμνη, αφήνοντάς το πρακτικά ακίνητο. Το Duke of York μαζί με τρία καταδρομικά και οκτώ αντιτορπιλικά κύκλωσαν το πληγωμένο και ακινητοποιημένο σκάφος και, μετά από αλλεπάλληλα πλήγματα τορπιλών και βαρέων οβίδων, η ναυμαχία κατέληξε σε έναν διαγωνισμό σκοποβολής. Ο πύργος «B» είχε πια σιωπήσει από έλλειψη πυρομαχικών και από τα δευτερεύοντα πυροβόλα μόνο τα μισά λειτουργούσαν, βάλλοντας κατά των αντιτορπιλικών.

Ο πύργος «C» ήταν ο μόνος ο οποίος ανταπέδιδε πυρά προς το Duke of York. Στις 19.00 ο κυβερνήτης του Scharnhorst, πλοίαρχος Φριτς Χίντσε (Fritz Hintze) έστειλε στο αρχηγείο το τελευταίο του μήνυμα «Μαχόμεθα μέχρι την τελευταία οβίδα. Ζήτω ο Φύρερ!». Λίγα λεπτά αργότερα ακολούθησε και η τελευταία ανακοίνωση του προς τους άνδρες του: «Σφίγγω το χέρι όλων σας για τελευταία φορά». Οι αντίστοιχες τελευταίες Λακωνικές διαταγές του Φραίηζερ προς τα σκάφη του, αποδίδουν γλαφυρά την κατάσταση της μονόπλευρης πλέον, μάχης: «Εκκενώστε την περιοχή του στόχου. Θα παραμείνουν μόνο τα αντιτορπιλικά... Αποτελειώστε το με τορπίλες!».

Από την έναρξη της ναυμαχίας το Scharnhorst είχε δεχθεί τουλάχιστον 2.195 οβίδες όλων των διαμετρημάτων αρνούμενο να βυθιστεί. Τα αντιτορπιλικά ανέλαβαν να δώσουν τις χαριστικές βολές. Εξαπέλυσαν ένα σύνολο 55 τορπιλών, εκ των οποίων οι 11 βρήκαν τον στόχο τους. Με τα πυροβόλα του πύργου «C» να βάλλουν μέχρι το τέλος, το Scharnhorst αναποδογύρισε και βυθίστηκε στις 19.45 με τους κινητήρες του να λειτουργούν ακόμα. Ο υποναύαρχος Έριχ Μπάϋ και ο πλοίαρχος Φριτς Χίντσε, αμφότεροι τραυματισμένοι, το ακολούθησαν στον υγρό του τάφο. Από τους 1.963 άνδρες του πληρώματος επέζησαν μόνο 36 οι οποίοι περισυνελέγησαν και οδηγήθηκαν στην αιχμαλωσία.

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ 

Αγνοώντας τις δικές του ευθύνες για την τραγωδία, ο ναύαρχος Ντένιτς απέδωσε την ήττα στην συντριπτική υπεροχή του Βρετανικού ραντάρ. Ο Χίτλερ, έχοντας εγκαταλείψει από καιρό κάθε ελπίδα νίκης από τον στόλο του επιφανείας, αντιμετώπισε το γεγονός φιλοσοφικά: αν τα εχθρικά ραντάρ ήταν τόσο καλά, τότε το Σάρνχορστ ήταν σαν έναν τυφλό που μάχεται εναντίον ενός πρωταθλητή της πυγμαχίας. Αμφότεροι βέβαια δεν παρέλειψαν να κατακρίνουν τον άτυχο υποναύαρχο Έριχ Μπάϋ για την έλλειψη επιθετικότητας: «Το θωρηκτό μας τράπηκε σε φυγή ενώπιον εχθρικών καταδρομικών, παρότι ήταν ανώτερο σε ισχύ πυρός και θωράκιση από εκείνα», είπε ο Ντένιτς, χωρίς, βέβαια, να αναφερθεί στις αντιφατικές διαταγές που του είχε δώσει.


Η μόνη πράξη αναγνώρισης της αξίας εκείνων των ανδρών, των οποίων η αυτοθυσία προδιδόταν πάντα από την ανικανότητα του επιτελών τους, προήλθε από τον θαυμασμό των αντιπάλων τους, το ίδιο εκείνο απόγευμα της 26ης Δεκεμβρίου. Ο Φρέιζερ, επιστρέφοντας στην Αγγλία, απευθύνθηκε στο πλήρωμά του Duke of York, παρουσία και των 36 Γερμανών επιζώντων: «Κύριοι, ελπίζω πως αν κάποιος από σας κληθεί ποτέ να κυβερνήσει ένα πλοίο στη μάχη εναντίον ενός συντριπτικά ανώτερου αντιπάλου, θα πολεμήσει τόσο γενναία όσο το Σάρνχορστ σήμερα». Το ναυάγιο του Σάρνχορστ ανακαλύφθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 2000 από τον Νορβηγό εξερευνητή Alf Jacobsen σε βάθος 300 μέτρων.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ 


Από τη Ναυμαχία της Θάλασσας του Μπάρεντς


Από τη Ναυμαχία στο Βόρειο Ακρωτήριο

 
(Κάντε κλικ στις φωτογραφίες για μεγέθυνση)

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Η ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ / ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ
 
Η Αναζήτηση της Αλήθειας (σαν Βιωματικής Εμπειρίας της Πραγματικότητας κι όχι σαν διανοητικής διαφώτισης ή πληροφόρησης) είναι για τους περισσότερους ανθρώπους μια δύσκολη υπόθεση και είναι λίγοι αυτοί που ξεκινούν το Ταξίδι της Αληθινής Γνώσης. Οι πιο πολλοί άνθρωποι αρκούνται σε αυτά που τους «παρέχει» η κοινωνία μέσα από την κοινωνικοποίηση, την γλώσσα, την εκπαίδευση, την δημόσια πληροφόρηση, ήθη και έθιμα και κοινωνικές συμπεριφορές. Έτσι οι άνθρωποι, χωρίς να το καταλάβουν καν, διαμορφώνονται, χειραγωγούνται και κατευθύνονται σαν κοπάδια ζώων. Μπορεί κάποιος να εξεγείρεται, να διαμαρτύρεται ότι δεν είναι έτσι κι ότι δεν νοιώθει ζώο σε μαντρί, αλλά υπάρχουν πάρα πολλά επιχειρήματα (όταν αναφερθούμε στην λειτουργία και το περιεχόμενο του νου του, στις πεποιθήσεις του, στις συμπεριφορές του και στις δραστηριότητές του – και κυρίως στην «αυτοματοποίηση» της ζωής του) για να αποδείξουμε ότι είναι ακριβώς αυτό, ένα χειραγωγούμενο και χειραγωγημένο ζώο.
Προφανώς, κάποιοι που θέλουν να είναι ηγέτες κι έχουν το θράσος και την δύναμη να αποφασίζουν για λογαριασμό των άλλων, κρατούν τους ανθρώπους στο σκοτάδι και σε ελεγχόμενες συμπεριφορές. Η Αληθινή Επανάσταση είναι Εσωτερική, Προσωπική και συνίσταται στο να βγεις τελείως έξω από όλο αυτό το κοινωνικό σύστημα (την κοσμοθεωρία του, την νοοτροπία, τις πεποιθήσεις και τις αυτόματες συμπεριφορές). Είναι ο Δρόμος της Προσωπικής Απελευθέρωσης. Αυτό δεν έχει να κάνει τίποτα με μια εξωτερική επανάσταση εναντίον του συστήματος ή με την επιδίωξη της αλλαγής της κοινωνίας. Δεν υπάρχει τίποτα για να αλλάξει στην κοινωνία. Απλά βγαίνεις έξω από όλο αυτό, από την ζωή του ύπνου στην κοινωνία, έξω, στην Πραγματική Ζωή και σε Μια Πραγματική Κοινωνία Πραγματικών Ανθρώπων.
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον Δρόμο της Απελευθέρωσης, της Αφύπνισης στην Πραγματικότητα, της Πραγματικής Ζωής και της Φωτισμένης Δράσης. Η «Επιστροφή» στους ανθρώπους (όπως η «επιστροφή» του Βούδα μετά την «Φώτισή» του, ή του Ιησού μετά την «εμπειρία της ερήμου»), το Μήνυμα που φέρνει ένας άνθρωπος που βγήκε έξω από όλο αυτό (την παγκόσμια αυταπάτη) και από την «παλιά συνείδηση» του συνηθισμένου ανθρώπου, είναι Απλό και Κατανοητό. Αν κάποιος Θέλει να Βρει την Αλήθεια θα την Βρει έξω από την διαμορφωμένη συνείδηση, με την εγκατάλειψη κάθε αυταπάτης, κάθε περιορισμού, με την ολοκληρωτική απόρριψη κάθε διαμόρφωσης, έξω στο Ελεύθερο Πνεύμα που δεν φυλακίζεται πουθενά αλλά ενεργεί όπου θέλει.
Η Ελευθερία, η Απεραντοσύνη, ο Θεός, η Πραγματική Φώτιση, Είναι (Εγγενής) στην Ίδια την Φύση του Ανθρώπου και δεν είναι κάτι έξω για να το ψάξεις και να το βρεις. Η Αληθινή Γνώση είναι η Γνώση της Πραγματικής Φύσης μας, το «Γνώθι Σαυτόν» (σα γνώση της εσωτερικής φύσης κι όχι των εξωτερικών επίκτητων χαρακτηριστικών) που διάβαζαν παλιά οι Έλληνες (χαραγμένο στο μάρμαρο) όταν επισκέπτονταν το Ιερό των Δελφών. Είναι Γνώση του Πραγματικού Εαυτού (του «Χωρίς Ιδιότητες») κι όχι της διαμορφωμένης εμπειρικής συνείδησης, των περιορισμών, των πεποιθήσεων και της συσσωρευμένης ανοησίας που κουβαλούν οι άνθρωποι σαν πολύτιμη γνώση. Αυτή Ακριβώς η Γνώση είναι το Ταξίδι προς την Αληθινή Γνώση του Εαυτού (του «Χωρίς Ιδιότητες»), η Ουσία της Αγωγής του Ανθρώπου και το αντικείμενο της Πραγματικής Εκπαίδευσής του.
Όμως η κοινωνία δεν έχει καμία σχέση με αυτό και ασχολείται με το να εκπαιδεύει τους ανθρώπους σε οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό,  δηλαδή την γνώση της αληθινής φύσης μας. Έτσι το «πεδίο» μένει ελεύθερο σε όλους αυτούς που εκμεταλλευόμενοι το κενό προωθούν τις δικές τους (περιορισμένες) απόψεις για την Αλήθεια, την ζωή και τον κόσμο. Κι εδώ ανήκουν θρησκείες, φιλοσοφίες, διδασκαλίες και κάθε είδους μικρομάγαζα της μεταφυσικής γνώσης που πουλούν την γνώση σε σεμινάρια και σε χρήματα. Οι άνθρωποι είναι τόσο διαχειρίσιμοι που πέφτουν θύματα σε όλους αυτούς τους απατεωνίσκους, είτε φέρνουν τους ηχηρούς τίτλους του Παγκόσμιου Δασκάλου ,του Πάπα,  του Πατριάρχη ή του Επισκόπου, είτε του διπλωματούχου δασκάλου, του γιόγκα, του διαλογισμού, του ζεν, του ρέικι, της ψυχολογίας, ή οτιδήποτε άλλο. Αγνοούν ότι η Αλήθεια Είναι Μέσα τους, η Φύση τους, η Υπαρξιακή Βάση τους και εμμένοντας στους περιορισμούς και τις προκαταλήψεις τους (που έντεχνα καλλιεργούν όλοι οι απατεώνες) την αναζητούν έξω την Ίδια την Φύση τους σαν το Ανώτερο, σαν τον Αληθινό Εαυτό, σαν τον Θεό, σαν την Πραγματικότητα, σαν  την Φώτιση, οτιδήποτε άλλο.
Θα πρέπει κάποιος να διαθέτει τουλάχιστον την κανονική νοημοσύνη, να σταθεί και να προβληματιστεί. Ακριβώς Εδώ Αρχίζει ο Δρόμος της Αλήθειας. Θα πρέπει κάποιος να Κατανοήσει ότι η Αλήθεια Είναι Εδώ που Είναι από Πάντα και για Πάντα, όχι εκεί που πιθανόν ψάχνουν οι άνθρωποι, εκεί που τους δίδαξαν, εκεί που τους είπαν, εκεί που τους υποδεικνύουν κάποιοι ζητώντας αμοιβή, εκεί που διάβασαν. Πρέπει να Βρούμε Αυτό που Είναι Μέσα στην Ίδια την Φύση μας, Μέσα μας, στον Εαυτό μας, Αυτό το «Χωρίς Ιδιότητες» που Υπάρχει και Ζει πέρα από τις διαμορφώσεις και τις αυταπάτες κι όχι εκεί που στρέφουν τον νου μας, «διαμορφώνοντάς» τον, οι επιτήδειοι ή οι αμαθείς ή οι απατεωνίσκοι. Οι άνθρωποι ψάχνουν να Βρουν αυτό που νομίζουν ότι έχουν χάσει όχι εκεί που μπορεί πραγματικά να είναι, αλλά εκεί που τους λένε, εκεί που τους δίνουν πληροφορίες, εκεί που συνήθως τους παραπληροφορούν.
Μόνο Βλέποντας Μέσα μας, στην Ίδια την Φύση μας, Μπαίνουμε στον Δρόμο της Αλήθειας. Στην πραγματικότητα, Αυτό το Ταξίδι, Μέσα μας, είναι Ταυτόχρονα το Ταξίδι και το Τέρμα. Όταν Μάθουμε να Βλέπουμε Πραγματικά δεν υπάρχει τίποτα άλλο να κάνουμε. Όλα ξεδιπλώνονται μόνα τους, η Φώτιση Έρχεται Χωρίς να το Επιδιώκουμε κι η Φύση Αποκαθίσταται (Υγιής κι όχι διαμορφωμένη κι άρρωστη). Χωρίς Προσπάθεια! Γιατί; Επειδή Ακολουθούμε τον Δρόμο της Ζωής. Στην ζωή δεν υπάρχει άλλος πραγματικός δρόμος εκτός από την Πραγματική Ζωή. Έξω από τον Δρόμο της Ζωής υπάρχει μόνο αυταπάτη, ονειροπόληση κι οι φαντασίες του κόσμου, της σκέψης, της κοινωνίας και των ανθρώπων.