***
920 ΑΔΙ. Βουτημένος στη σκόνη εσύ ζεις. ΔΙΚ. Μια χαρά τώρα εσύ την περνάς· κι όμως άλλη φορά «είμαι ο Τήλεφος» έλεγες, μες στα στενά σα ζητιάνος γυρνούσες, κι από ένα μικρό σακουλάκι μασούσες φτωχά γνωμικά του Πανδέλετου. ΑΔΙ. Ω, ω, τί σοφία… ΔΙΚ. Ω, τί τρέλα… ΑΔΙ. που εσύ μου θυμίζεις! ΔΙΚ. και μόνο η δικιά σου; Μαζί και της πόλης, που, αλί μας, σου δίνει και τρως, ενώ κάνεις κακό στα παιδιά. ΑΔΙ. Του νεαρού δε θα γίνεις ο δάσκαλος, όχι, ποτέ, τέτοιος Κρόνος εσύ. ΔΙΚ. Πώς! Θα γίνω, αν δεν πρόκειται αυτός να χαθεί 930 και να γίνει μονάχα γλωσσάς. ΑΔΙ., στο Φειδιππίδη. Άσ᾽ τον τούτον στην τρέλα του κι έλα σ᾽ εμέ. ΔΙΚ., εμποδίζοντάς τον να πλησιάσει το νεαρό. Όχι απάνω του χέρι, ειδεμή θα τις φας. Η Κορυφαία του Χορού μπαίνει ανάμεσα στους δυο που μαλώνουν και απευθύνεται πρώτα στο Δίκαιο κι έπειτα στον Άδικο Λόγο. ΚΟΡ. Τα μαλώματ᾽ ας λείψουνε πια κι οι βρισιές. Τους παλιούς πώς τους μόρφωνες πες μας εσύ, την καινούρια εσύ πάλι αγωγή, ώστε ακούοντας ο νέος τον αντίλογο αυτόν να μπορέσει να κρίνει σε ποιόν απ᾽ τους δυο σας θα πάει μαθητής. ΔΙΚ. Είμαι πρόθυμος. ΑΔΙ. Το ίδιο κι εγώ. 940 ΔΙΚ. Πρώτος ποιός θα μιλήσει; ΑΔΙ. Θα δώσω σ᾽ αυτόν την πρωτιά· κι αφού πει όσα θα πει, καταπάνω του τότε, σαϊτιές, θα πετάξω καινούριες φρασούλες και σκέψεις εγώ. Και στερνά, γρι να πει, ίδιες σφήκες τα λόγια μου εμέ στις κεντιές θα τον στρώσουνε, μούτρο και μάτια, ώσπου πια να τον κάμουνε λιώμα.
Η ιστορία της Αλκυόνης και του Κήυκα θυμίζει το ζεύγος Αίμου και Ροδόπης, τόσο για την ύβρι που διέπραξαν αποκαλώντας τους εαυτούς τους Ήρα και Δία όσο και για την τιμωρία της μεταμόρφωσης που επέβαλλαν οι θεοί στα δύο ζευγάρια -πουλιά το πρώτο, βουνά το δεύτερο. Πιο συγκεκριμένα:
Η Αλκυόνη, κόρη του Αίολου και της Αιγιάλης, παντρεύτηκε τον γιο του Εωσφόρου Κήυκα. Η αγάπη που ένιωθε ο ένας για τον άλλον τους οδήγησε να συγκρίνουν τους εαυτούς τους με το αρχέτυπο θεϊκό ζευγάρι, τον Δία και την Ήρα και να ονομάζονται με τα ονόματα εκείνων, όχι τα δικά τους. Οι θεοί τους τιμώρησαν, μεταμόρφωσαν την Αλκυόνη στο ομώνυμο ψαροφάγο θαλασσοπούλι και τον Κήυκα σε πουλί που ορμά στη θάλασσα για να αρπάξει τη λεία του, ίσως γλάρο (Οδ., ο 479). Επειδή όμως η Αλκυόνη έφτιαχνε τη φωλιά της κοντά στην ακτή και τα κύματα την κατέστρεφαν, ο Δίας τη λυπήθηκε και διέταξε τους ανέμους να σταματήσουν για δεκατέσσερις μέρες, επτά πριν το χειμερινό ηλιοστάσιο και επτά μετά. Στη διάρκεια αυτών των ημερών, η Αλκυόνη επωάζει τα αυγά της. Αυτές οι χωρίς κακοκαιρία μέρες ονομάστηκαν Αλκυονίδες.
Ο Οβίδιος παραλλάσσει κατά πολύ την ιστορία αποδίδοντας την αιτία της μεταμόρφωσης των δύο ηρώων στον οίκτο των θεών. Διηγείται, λοιπόν, ότι ο Κήυκας αποφάσισε να ταξιδέψει, για να ζητήσει χρησμό από το μαντείο του Απόλλωνα στην Κλάρο. Τα παρακάλια της Αλκυόνης για τον κίνδυνο από τους ανέμους -τους ήξερε καλά από τα παιδικά της χρόνια σαν κόρη του Αιόλου που ήταν- δεν σταμάτησαν τον Κήυκα. Όμως θαλασσοταραχή* στο Αιγαίο τσάκισε το πλοίο και ο ίδιος πνίγηκε. Το σώμα του ξεβράστηκε στην ακτή, όπου το βρήκε η Αλκυόνη. Ο θρήνος** της προκάλεσε τη συμπόνια των θεών που τους μεταμόρφωσαν σε πουλιά.
Ο Λουκιανός, με αφορμή τον μύθο της μεταμόρφωσης*** της Αλκυόνης και του Κήυκα σε πουλιά λόγω του έρωτα της Αλκυόνης προς τον άνδρα της, όχι λόγω της αλαζονείας τους, στήνει ένα διάλογο ανάμεσα στον Χαιρεφώντα και τον Σωκράτη για το δυνατό ή μη των μεταμορφώσεων, για να καταλήξουν οι δύο συνομιλητές στο συμπέρασμα ότι οι θνητοί βεβαίως ουδέν ασφαλές δυνάμεθα να είπωμεν, ούτε περί των αλκυόνων ούτε περί των αηδόνων. Γι' αυτό ο Σωκράτης καταλήγει ότι θα μεταδώσει στα παιδιά του την ιστορία όπως την έμαθε από τους προγόνους του αλλά «και τον ευσεβή και φίλανδρον έρωτά σου [ω Αλκυών] πολλάκις θα εξυμνήσω προς τας γυναίκας μου Ξανθίππην και Μυρτώ, αναφέρων προς τοις άλλοις και την τιμήν την οποίαν σου έκαμαν οι θεοί» (μετ. Ι. Κονδυλάκης). Η φιλανδρία της Αλκυόνης που προκάλεσε τον οίκτο των θεών αξιοποιείται δεόντως από τον άνδρα Σωκράτη.
Αλκυονίδες
Οι Αλκυονίδες ήταν κόρες του Γίγαντα Αλκυόνα. Υπάρχουν διάφορες παραδόσεις για τον αριθμό τους· ήταν δεκατέσσερις, επτά, εννιά… Ο Ηγήσανδρος (Σούδα, λ. «ἀλκυονίδες ἡμέραι») παραδίδει τα εξής ονόματα: Φωσθονία, Άνθη, Μεθώνη, Αλκίππα, Παλλήνη, Δριμώ, Αστερίη. Όταν ο Ηρακλής σκότωσε τον πατέρα τους στη διάρκεια της Γιγαντομαχίας εκείνες από τη λύπη τους έπεσαν στη θάλασσα από το ακρωτήριο Καναστραίο της Παλλήνης. Η Αμφιτρίτη τις λυπήθηκε και τις μεταμόρφωσαν σε πουλιά που από τον πατέρα τους ονομάστηκαν αλκυόνες. Αἱ δέ νήνεμοι καὶ γαλήνην ἔχουσαι ἡμέραι ἀλκυνονίδες καλοῦνται.
--------------------------
*Παρηγόρια η αγάπη
Στου Κήυκα το νου μανάχα αυτή, στα χείλη του μονάχα η Αλκυόνη,
την Αλκυόνη μόνο λαχταράει, και στη λαχτάρα παρηγόρια μόνη
που είναι η αγάπη του μακριά - πατρίδα και γιαλός, μόνη του σκέψη.
Πως θέλει τώρα, για στερνή φορά, στο σπίτι του τα μάτια του να στρέψει,
δεν ξέρει ωστόσο πού, σε ποια μεριά. Κοχλάζει ολόγυρα του πόντου
το πηγάδι, σέρνεται γύρω η μαύρη συννεφιά και πίσσα τον τυλίγει το σκοτάδι.
(Οβ., Μετ. 11. 545-550)
**Ο θρήνος της Αλκυόνης για τον Κήυκα
Κύμα το κύμα πάνω στ' ακρογιάλι
τον ξέβρασε ο πόντος - είναι αυτός; Τώρα μπορεί να δει και να γνωρίσει
τον άντρα της - ναι, ήτανε αυτός. Πρώτα κραυγή και σπαραγμός, κατόπι
χαράζει πρόσωπο και ρούχα και μαλλιά και τρέμοντας ολάκερη απλώνει
τα δυο της χέρια πάνω στον νεκρό: «Έτσι, λοιπόν, αγάπη μου γυρίζεις;
Τέτοιος σου μέλλονταν ο μαύρος γυρισμός;»
Τους σπλαχνιστήκαν οι θεοί. Κάναν πουλί το άψυχο κουφάρι,
κι έτσι, πουλιά της θάλασσας οι δυο πετούν και τώρα αντάμα σα ζευγάρι.
Του γάμου τους κακό το ριζικό, μα σαν πουλιά κρατάν την παντρειά τους,
αρσενικό μαζί και θηλυκό, γίναν γονιοί, τρανεύουν τα μικρά τους.
Κάθε που γαληνεύει ο καιρός, μέρες εφτά μες στον βαρύ χειμώνα
μέσα στην πελαγίσια της φωλιά, πάνω στα κύματα κλωσάει η αλκυόνα.
Λουφάζουνε του πόντου τα νερά, ο Αίολος μαντρώνει τους αγέρες
και για των γόνων το χατίρι χορηγεί τις γαληνές αλκυονίδες μέρες.
(Οβ., Μετ. 11. 723-728)
***Λουκιανού Αλκυών ή περί μεταμορφώσεως
ΧΑΙΡΕΦΩΝ: Ποια φωνή μας ήλθεν, Σωκράτη, μακρυά από τα ακρογιάλια, εις εκείνο το ακρωτήριον; Πόσον ώμορφη είναι να την ακούη κανείς. Ποίον ζώον τάχα να είναι; Διότι είναι άφωνα, καθώς είναι γνωστόν, όσα ζουν εις το νερό.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Είναι κάποιο θαλασσινό πουλί, Χαιρεφών, που το ονομάζουν αλκυόνα, πολύθρηνον και πολύδακρυ, διά το οποίον κάποιος παλαιός θρυλείται μύθος μεταξύ των ανθρώπων. Λέγουν, πως κάποτε ήτο γυναίκα, κόρη του Αιόλου του Έλληνος, και ότι εθρηνούσεν από πολλήν αγάπην τον νεαρόν της άνδρα, που απέθανε, τον Κήυκα τον Τραχίνον, τον υιόν του Εωσφόρου του αστέρος, ώμορφο παιδί ωραίου πατέρα. Έπειτα δε πως έγεινε πτερωτή από κάποιαν θείαν θέλησιν και ότι παρόμοια με πουλί πετά επάνω από τα πελάγη, αποζητούσα εκείνον, που και αν σε όλην την γην επλανήθη, δεν ημπόρεσε να τον εύρη.
ΧΑΙΡΕΦΩΝ: Αυτό, διά το οποίον μου ομιλείς, είναι η αλκυών; Ποτέ ως τώρα δεν είχα ακούση την φωνήν της· αλλά σαν κάτι ξένον πραγματικά την άκουσα. Αληθινά, πόσον θρηνητικήν αφήνει φωνήν. Τίνος μεγέθους τάχα να είναι, Σωκράτη;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Όχι μεγάλου. Μεγάλην όμως διά την αγάπην προς τον άνδρα της έλαβεν από τους θεούς τιμήν, διότι κατά την εποχήν, που κλωσίζουν, συμπίπτουν και αι αλκυονίδες ημέραι, που μέσα εις τον χειμώνα είναι παρόμοιαι με καλοκαιρινάς. Τέτοια ημέρα είναι και η σημερινή περισσότερον από κάθε άλλην. Δεν βλέπεις πόσον καθαρός είναι ο ουρανός, ατάραχη δε και γαλήνιος, ωσάν καθρέπτης, όλη η θάλασσα ;
ΧΑΙΡΕΦΩΝ: Έχεις δίκαιον· φαίνεται αλήθεια, ότι είναι αλκυονίς η σημερινή ημέρα, καθώς και η χθεσινή.
Πριν πολλά χρόνια, έπεφταν κάτι μπάλες απ’ τον ουρανό: Σε κάθε άνθρωπο αναλογούσε και μία μπάλα. Έπρεπε να την πάρει στα χέρια του, λοιπόν, και να κοιτάξει μέσα σ’ αυτήν. Τότε, ολάκερη η μοίρα του ξετυλιγόταν μπροστά στα μάτια του. Κι αφού έβλεπε τι του επιφυλασσόταν, στελνόταν ευθύς αμέσως στον τόπο που ήταν γραμμένος σ’ αυτήν την μπάλα της μοίρας.
Κάποιος, όμως, φοβόταν τρομερά να δει μέσα στην μπάλα του. «Να τη διαβάσω ή όχι;», έλεγε, σαν την έπαιρνε στα χέρια του. Μα ύστερα την απίθωνε πάλι κάτω, καθώς σκεφτόταν: «Κι αν δε μ’ αρέσει αυτό που θα δω εκεί μέσα;». «Άσε που μια χαρά είμαι όπως είμαι, πού να ξεβολεύομαι τώρα;», συμπλήρωνε στο τέλος. Κι έτσι, όλο άφηνε χάμω την μπάλα του, αφού «δε θα χανόταν κι ο κόσμος», αν θα τη διάβαζε πιο μετά κι αν θα πήγαινε λίγο αργότερα, στον τόπο που του ήταν γραμμένος.
Σαν αυτόν τον αναποφάσιστο, λοιπόν, που όλο κι ανέβαλλε την ώρα που θα διάβαζε την μπάλα του, για να καθυστερήσει τη στιγμή που θα πήγαινε εκεί που θα τον έστελνε η μοίρα, φερόμαστε και μερικοί άνθρωποι, και μην μπορώντας ν’ αποφασίσουμε αμέσως για κάτι, αναβάλλουμε όλο και πιο πολύ τη στιγμή που θα το κάνουμε.
Καταρχάς, όπως ο άνθρωπος με την μπάλα φοβόταν να διαβάσει μέσα σ’ αυτήν, μην τυχόν και τον έστελνε σ’ έναν τόπο που δε θα του άρεσε, έτσι κι εμείς τρομάζουμε με την ιδέα πως μια απόφασή μας μπορεί να μας οδηγήσει σε μια άσχημη κατάσταση. Μας τρομοκρατεί, δηλαδή, το ενδεχόμενο να επιλέξουμε κάτι που μπορεί και να μας φέρει σε δυσμενή θέση. Κι έτσι, λοιπόν, αναβάλλοντας τη στιγμή που θα το κάνουμε, αποφεύγουμε, προσωρινά, τις τρομερές συνέπειες που θα έχει μια απόφασή μας, αν είναι λάθος.
Αναβάλλοντας, όμως, τη στιγμή που θα πρέπει ν’ αποφασίσουμε για κάτι, είναι σαν να θέλουμε να δώσουμε παράταση στην ισχύουσα κατάσταση που βιώνουμε, έστω κι αν δεν είναι κι η καλύτερη. Προτιμούμε, δηλαδή, να μείνουμε γι’ ακόμη λίγο βολεμένοι σε ‘κείνα που ξέρουμε καλά και πιστεύουμε, μάλιστα, πως αν τ’ αφήσουμε, ύστερα ίσως να ζητούμε με λαχτάρα να επιστρέψουμε σ’ αυτά, αλλά να μην μπορούμε.
Ο άνθρωπος, όμως, που άφησε την μπάλα του κι όλο έλεγε να τη διαβάσει αργότερα, ίσως, μέσα του, να ήλπιζε πως θα μπορούσε με κάποιον τρόπο να κάνει κάτι και ν’ αποφύγει εντελώς τη στιγμή αυτή και πως, δηλαδή, μπορεί να τα κατάφερνε και να μη διάβαζε ποτέ την μπάλα του. Κι εμείς, λοιπόν, αναβάλλουμε τη στιγμή που θα πάρουμε μιαν απόφαση, ίσως με την ελπίδα πως στο τέλος θα βρεθεί ένας τρόπος και πως δε θα χρειαστεί καθόλου, τότε, ν’ αποφασίσουμε.
Ωστόσο, ο άνθρωπος με την μπάλα δεν είχε δίκιο που φοβόταν να διαβάσει μέσα σ’ αυτήν, για να μην πάει εκεί που τον έστελνε η μοίρα του, καθώς έπρεπε να σκεφτεί πως όσο τρομερό και να ήταν το μέρος αυτό, θα μπορούσε πάντα να κινήσει να φύγει και να πάει εκεί απ’ όπου ξεκίνησε, ή θα μπορούσε, κάλλιστα, και να το βελτιώσει ακόμη.
Όσο για την ισχύουσα κατάσταση, που ίσως να ήθελε να παρατείνει, προκειμένου να μην πάει σε κάποιαν άλλη και να ξεβολευτεί, αρκεί να πούμε πως, έτσι, έχανε την ευκαιρία να ζήσει κάτι καλύτερο, καθώς μέσα στην μπάλα μπορεί να ήταν γραμμένος ένας όχι και τόσο απεχθής τόπος.
Τέλος, αφήνοντας κάτω την μπάλα, δεν την αγνοούσε, όπως θαρρούσε. Μα, αντιθέτως, ήταν σαν να την έφερνε μες στο στήθος του, καθώς του έκοβε την αναπνοή σαν την έφερνε στο νου του και σαν θυμόταν κάθε ώρα πως είχε μια εκκρεμότητα και πως θα ‘πρεπε, κάποια στιγμή, να δει μέσα στην μπάλα του. Άρα, και που δεν τη διάβαζε, πάλι καλά δεν ήταν.
Τα χρόνια, λοιπόν, περνούσαν, κι όλο και πιο πολλοί άνθρωποι έκρυβαν τις μπάλες τους, γιατί δεν ήξεραν αν ήταν έτοιμοι να τις διαβάσουν ή όχι. Ο ουρανός, έτσι, θύμωσε και γι’ αυτό σταμάτησε να τις στέλνει πια.
Κάθε φορά που βλέπω ανθρώπους να χορεύουν τους ζηλεύω.
Γίνονται ένας κύκλος, γελάνε, τραγουδούν δυνατά και φαίνονται ευτυχισμένοι.
Πάντα υπάρχει ένας που ξεσαλώνει και παρασύρει και τους άλλους, πάντα υπάρχουν δυο τρεις που ξέρουν πραγματικά να χορεύουν και τους ακολουθεί όλο το χωριό.
Και υπάρχουν και οι διστακτικοί στο τέλος, που μετά από λίγες στροφές, καταλήγουν πρώτοι να κουνούν το μαντήλι.
Γιατί έτσι είναι και η ζωή. Άλλοτε παρασυρόμαστε, άλλοτε παρασύρουμε, άλλοτε ξέρουμε πού πατάμε, άλλοτε όχι, μια φορά είμαστε διστακτικοί, την άλλη χορεύουμε πρώτοι - πρώτοι.
Και καμιά φορά δεν ξέρουμε τα βήματα, αλλά μπαίνουμε στο χορό.
Κι αν είσαι απ' έξω και κοιτάς, πήγαινε στο κέντρο, άγγιξε κάποιον και θα δεις πόσο γρήγορα θα σου αρπάξουν το χέρι.
Δεν χρειάζεται να ξέρεις να χορεύεις, απλώς άρχισε να ακολουθείς το βήμα. Αργά ή γρήγορα θα το βρεις.
Δες, κανείς δεν νοιάζεται αν τους χαλάς το ρυθμό, γιατί σίγουρα θα σε παρασύρουν.
Γίνονται όλα τόσο γρήγορα που δεν έχεις άλλη επιλογή από το να ακολουθήσεις.
Και τότε συντονίζεσαι, τρέχεις από βήμα σε βήμα, συγχρονίζεσαι, χορεύεις.
Άλλωστε το θέμα είναι να τολμήσεις.
Και εκεί που είσαι τελευταίος, κάποιος φεύγει, σου δίνουν το μαντήλι και βρίσκεσαι εσύ να σέρνεις το χορό.
Μετά από ένα σοβαρό γεγονός ή μια απώλεια υπάρχει τρόπος να ορθοποδήσουμε και να κάνουμε ένα νέο ξεκίνημα, το οποίο μπορεί τελικά να μας φέρει πιο κοντά στην ευτυχία.
Κάθε αρχή και δύσκολη, συνηθίζουμε να λέμε, ιδιαίτερα αν πρόκειται για νέα αρχή μετά από ένα σοβαρό γεγονός, όπως ο χωρισμός ή η απόλυση. Από την άλλη μεριά, όμως, ό,τι φεύγει από τη ζωή μας αφήνει χώρο για κάτι νέο, το οποίο μπορεί να συμπληρώσει το κενό που δημιουργήθηκε, αλλά και τον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα και ερμηνεύουμε τη ζωή μας. Μάλιστα, αυτός ο τελευταίος είναι το «κλειδί» για να μην αφήσουμε μια σημαντική απώλεια, όπως εκείνη της δουλειάς, του συντρόφου, του σπιτιού ή ακόμη και της ίδιας της υγείας μετά από μια ασθένεια, να μας στερήσει την ευκαιρία που δικαιούμαστε στην ευτυχία.
Unmute
Current Time 0:00
/
Duration Time 0:00
Loaded: 0%
Progress: 0%
Stream TypeLIVE
Remaining Time -0:00
Playback Rate
1
Chapters
Chapters
Subtitles
subtitles off
Captions
captions settings
captions off
This is a modal window.
Advertisement
Τι σημαίνει απώλεια
Η ίδια η ύπαρξή μας εμπεριέχει αποχωρισμούς, απώλειες και αλλαγές. Κάθε αλλαγή σημαίνει ότι αφήνουμε πίσω μας αυτό που ήδη γνωρίζουμε και μετακινούμαστε προς κάτι καινούργιο, που μας καλεί να υιοθετήσουμε νέες συμπεριφορές και ιδέες, αλλά και διαφορετικό τρόπο σκέψης. Η απώλεια της ανεμελιάς όταν ξεκινάμε σχολείο, μια σχολική αποτυχία ή μια ερωτική απογοήτευση συγκαταλέγονται στις απώλειες της ζωής. Φυσικά δεν έχουν όλες οι απώλειες την ίδια βαρύτητα και δεν απαιτούν την ίδια δύναμη για να τις ξεπεράσουμε. Αναμφίβολα ένας χωρισμός, η απόλυση, μια μετακόμιση, αλλά και ένα πρόβλημα υγείας, αποτελούν σοβαρές απώλειες (του συντρόφου, της δουλειάς, του σπιτιού, της υγείας) στις οποίες καλούμαστε να προσαρμοστούμε.
5 σημαντικά στάδια
Η προσαρμογή σε μια απώλεια αφορά το σύνολο των αντιδράσεων, κυρίως συναισθηματικών, που τη συνοδεύουν. Σε αυτή τη διαδικασία -στο λεγόμενο πένθος- υπάρχουν 5 στάδια, σύμφωνα με τους ειδικούς, τα οποία όμως ούτε συμβαίνουν πάντα με την ίδια σειρά ούτε έχουν συγκεκριμένη διάρκεια.
1) Η άρνηση Το άτομο αρνείται να αναγνωρίσει το γεγονός της απώλειας. Πρόκειται για έναν μηχανισμό άμυνας που το προστατεύει από το έντονο άγχος και τα δυνατά συναισθήματα που μπορεί να το κατακλύσουν εξαιτίας της απώλειας. 2) Ο θυμός Ο θυμός προς πάσα κατεύθυνση -με τον εαυτό μας, με τους άλλους, με την τύχη, με τον Θεό- έρχεται μετά τη συνειδητοποίηση της απώλειας. Είναι η στιγμή που αναζητάμε κάποιον να αναλάβει την ευθύνη για ό,τι εμείς χάσαμε. 3) Η διαπραγμάτευση Στο στάδιο αυτό το άτομο προσπαθεί να διαπραγματευτεί τρόπους ώστε να βρει μια λύση για την απώλεια, δηλαδή να μη χάσει αυτό που ουσιαστικά έχει ήδη χάσει και δεν υπάρχει πια. Σε αυτό το στάδιο μπορεί να γεννηθούν και οι ενοχές, όπου το άτομο σκέφτεται τι θα μπορούσε να είχε κάνει για να αποφύγει αυτή την εξέλιξη. 4) Το στάδιο της θλίψης Στη φάση αυτή ερχόμαστε για πρώτη φορά σε επαφή με τα συναισθήματα που γεννά η απώλεια, όπως η θλίψη και ο πόνος (ψυχικός και σωματικός). Στο στάδιο αυτό ελλοχεύει ο κίνδυνος της κατάθλιψης. 5) Η αποδοχή Συνειδητοποιούμε την απώλεια και το γεγονός ότι δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι για να αλλάξουμε την κατάσταση και σταδιακά συμβιβαζόμαστε. Σε αυτό το στάδιο μπορούμε να δούμε τι θετικό έχουμε αποκομίσει και τι μάθημα πήραμε από αυτή την εμπειρία. Επίσης, είμαστε πλέον έτοιμοι να προσανατολιστούμε προς μια καινούργια αρχή, αφήνοντας πίσω μας το παρελθόν.
Για μια νέα αρχή
1) Είναι απαραίτητο να μην απομονωθούμε όταν βιώνουμε μια αλλαγή στη ζωή μας. Και να μη φοβηθούμε να βιώσουμε τα συναισθήματα που συνοδεύουν αυτή την αλλαγή. Ακόμη και η θλίψη είναι απαραίτητη. Αν δεν αφήσουμε τον εαυτό μας να βιώσει αυτά τα συναισθήματα, μπορεί να μείνουμε παγιδευμένοι στο στάδιο της άρνησης. 2) Παραμένοντας προσκολλημένοι στο στάδιο της άρνησης, δεν καταφέρνουμε να συνεχίσουμε τη ζωή μας, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στην εμφάνιση ψυχοσωματικών προβλημάτων. 3) Στο στάδιο της αποδοχής, μπορούμε να δούμε τι καινούργιο μας φέρνει η απώλεια που βιώνουμε. Άλλωστε, οτιδήποτε φεύγει αφήνει πίσω του ένα κενό που έρχεται να καλυφθεί με κάτι νέο. 4) Βασικοί παράγοντες για να κάνουμε ένα νέο ξεκίνημα είναι να βασιστούμε στο υποστηρικτικό δίκτυο των φίλων και συγγενών και να αποφύγουμε την απομόνωση. Μετά από έναν χωρισμό
*Είναι σημαντικό να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να νιώσει τη λύπη, τον θυμό και τη σύγχυση που συνοδεύει τον χωρισμό. Να αποδεχθούμε ότι έχουμε πληγωθεί, αλλά παράλληλα να καταλάβουμε ότι έχουμε και εμείς μερίδιο της ευθύνης γι’ αυτή την εξέλιξη – χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι κατακρίνουμε τον ίδιο μας τον εαυτό. *«Εκμεταλλευόμαστε» το δίκτυο υποστήριξής μας. Επιδιώκουμε να μιλήσουμε για τους φόβους και τις ανησυχίες μας σε ένα κοντινό μας πρόσωπο. Είναι σημαντικό, ωστόσο, να επιλέξουμε με υπευθυνότητα το πρόσωπο στο οποίο θα ανοιχτούμε. *Κρατάμε αποστάσεις από τον τέως σύντροφο. Όταν ο χωρισμός είναι πρόσφατος, το να βλέπουμε τον τέως σύντροφό μας δεν μας βοηθά να τον ξεπεράσουμε. *Φροντίζουμε τον εαυτό μας όπως ακριβώς θα φροντίζαμε κάποιον φίλο εάν δεν ήταν καλά, περνούσε μια δύσκολη κατάσταση και ήθελε στήριξη. Ακόμη, αποφεύγουμε την αύξηση της κατανάλωσης αλκοόλ, τρώμε και κοιμόμαστε καλά και κάνουμε δραστηριότητες που μας ευχαριστούν. *Αποφεύγουμε τις νέες γνωριμίες, επειδή ακόμη δεν είμαστε συναισθηματικά έτοιμοι και σε αυτή τη φάση ασυνείδητα προσπαθούμε να βρούμε τον αντικαταστάτη του προηγούμενου συντρόφου. Χρειάζεται χρόνος ώστε να αφήσουμε πίσω μας τα συναισθήματα, τις συνήθειες και τις αναμνήσεις της προηγούμενης σχέσης μας. *Ακόμη και αν η απόφαση του χωρισμού ήταν δική μας, και πάλι βιώνουμε την απώλεια, επειδή για να έχουμε φτάσει στην απόφαση του χωρισμού αυτό σημαίνει ότι έχει ήδη συμβεί μια απώλεια. Πρόκειται για την απώλεια της επιθυμίας να είμαστε με αυτό τον άνθρωπο, την απώλεια των κοινών σημείων που κάποτε μας ένωναν. Αυτή η απόφαση – ιδιαίτερα σε μακροχρόνιες σχέσεις- δεν είναι εύκολη. Αν μη τι άλλο εμπεριέχει την απώλεια του υπάρχοντος τρόπου ζωής μας, αλλά και τον φόβο τού τι θα συμβεί στο μέλλον. *Αξιοποιούμε καταλλήλως τον ελεύθερο χρόνο μας, ώστε να ανακαλύψουμε και πάλι ό,τι μας αρέσει. Είναι μια περίοδος που μπορεί να λειτουργήσει ως μια ευκαιρία για καλύτερη επαφή με τον εαυτό μας, με τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας. Είναι σημαντικό, ωστόσο, να κρατήσουμε ένα αίσθημα ευγνωμοσύνης για όσα καλά ζήσαμε με τον τέως σύντροφό μας, γιατί ό,τι και αν έχει τελικά συμβεί, κάποτε ο ένας είχε επιλέξει τον άλλον και μοιραστήκαμε μαζί όμορφες στιγμές – αυτό δεν χάνεται.
Νέα αρχή μετά από μια απόλυση
Η απόλυσηαποτελεί ένα μεγάλο πλήγμα για την οικονομική μας κατάσταση και την αυτοεκτίμησή μας. Για τους περισσότερους ισοδυναμεί με απόρριψη, που μπορεί να γεννήσει συναισθήματα απογοήτευσης, θυμού και ενοχών. Αυτά τα συναισθήματα αναξιότητας, ωστόσο, έχει φανεί ότι είναι πιο έντονα όταν η απόλυση συμβαίνει σε μια περίοδο ευημερίας. Αντίθετα, σε συνθήκες κρίσης, είναι πιο εύκολο για έναν εργαζόμενο να αποδεχθεί ότι η απόλυση είναι κάτι που δεν τον αφορά προσωπικά, αλλά αποτελεί ένα επακόλουθο της γενικότερης κατάστασης. Σε αυτή την περίπτωση, η αυτοεκτίμησή του είναι λιγότερο λαβωμένη. Από την άλλη μεριά, όμως, σε περιόδους οικονομικής κρίσης αυξάνεται το άγχος και η ανασφάλεια για την εύρεση νέας εργασίας.
Και τώρα,τι κάνω;
Οι ειδικοί τονίζουν ότι υπάρχουν τρόποι να αντιμετωπίσουμε όσο γίνεται λιγότερο επώδυνα μια απόλυση, αλλά και να εκμεταλλευτούμε προς όφελός μας το χρονικό διάστημα που θα είμαστε χωρίς εργασία. Δείτε παρακάτω τι μας συμβουλεύουν: *Επιτρέπουμε στον εαυτό μας να πενθήσει, να βιώσει τον πόνο, τη θλίψη και την απογοήτευση για την απώλεια της εργασίας μας. Ωστόσο, την ίδια στιγμή είναι σημαντικό να μη γίνουμε παθητικοί δέκτες της κατάστασης. *Αποφεύγουμε την απομόνωση και αναζητούμε πρόσωπα εμπιστοσύνης για να μιλήσουμε για όσα νιώθουμε. Αναζητούμε ομάδες υποστήριξης για ανέργους (ομάδες που απαρτίζονται από ανθρώπους που βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση και μπορούν να μας καταλάβουν). *Την αναζήτηση εργασίας, για όσο καιρό αυτή διαρκέσει, πρέπει να τη δούμε σαν τη νέα μας εργασία. Ενεργοποιούμε τις επαφές μας, ανανεώνουμε το βιογραφικό μας, καθώς και την επιστολή που το συνοδεύει, ώστε να είναι ελκυστικά. Παράλληλα, αναζητάμε ευκαιρίες μετεκπαίδευσης που θα προσφέρουν προσόντα στο βιογραφικό μας. *Ορίζουμε ένα ωράριο στα πλαίσια του οποίου ασχολούμαστε καθημερινά με την εύρεση εργασίας, ώστε να έχουμε περισσότερο έλεγχο της κατάστασης. Επίσης, καλό είναι να επεκτείνουμε το εύρος του αντικειμένου εργασίας μας. Με αυτό τον τρόπο αυξάνουμε τις πιθανότητες να βρούμε δουλειά. *Δεν σταματάμε τις συνήθειες της καθημερινής μας ρουτίνας (π.χ. ώρα αφύπνισης, φαγητού κ.λπ.) και αν το κρίνουμε απαραίτητο ζητάμε τη βοήθεια ενός επαγγελματικού συμβούλου για την εύρεση εργασίας. *Προετοιμαζόμαστε ώστε να αντισταθούμε στις αυτόματες αρνητικές σκέψεις που κάνουμε για την κατάστασή μας. Προσπαθούμε να δούμε τα πράγματα από μια απόσταση, χωρίς να βουλιάζουμε στην απαισιοδοξία.
BoxΑπόλυση ή απελευθέρωση;
Στη σημερινή εποχή πολλοί άνθρωποι μπορεί να βιώσουν την απόλυση απελευθερωτικά, επειδή βρίσκονταν σε μια δουλειά με καλή αμοιβή μεν, αλλά με πολλές ώρες εργασίας, στρες και ελάχιστη ευχαρίστηση. Μέσα από την απόλυση, λοιπόν, αναγκάστηκαν να ιεραρχήσουν ξανά τις αξίες, τις προτεραιότητες και τις ανάγκες τους, γεγονός που τους οδήγησε σε ένα άλλο αντικείμενο εργασίας, που τελικά τους ικανοποιεί περισσότερο.
Μετά από μια σοβαρή αρρώστια
Η απώλεια της υγείας λόγω μιας σοβαρής ασθένειας συμβαδίζει με την απώλεια της ψευδαίσθησης ότι ο θάνατος δεν μας αγγίζει και μας φέρνει σε επαφή με την πραγματικότητα του θανάτου, πιθανώς και με την απώλεια μέρους της λειτουργικότητάς μας. Η σοβαρή αρρώστια είναι μια κατάσταση που μας κλονίζει και συχνά καθιστά αναγκαία την ψυχολογική υποστήριξη από έναν ειδικό, δεδομένου ότι ένα σημαντικό ποσοστό ανθρώπων δεν ξεπερνούν το στάδιο της άρνησης και της συνειδητοποίησης ότι πρέπει να αλλάξουν δεδομένα στον τρόπο ζωής τους ώστε να προστατεύσουν την υγεία τους. Το πρώτο βήμα όταν κάποιος έρχεται αντιμέτωπος με τη διάγνωση είναι να κρατήσει την ψυχραιμία του και να επιδιώξει να ενημερωθεί όσο πληρέστερα γίνεται για τη νόσο και τις επιλογές θεραπείας. Σε περιπτώσεις πολύ σοβαρής ασθένειας, είναι χρήσιμες οι ομάδες υποστήριξης και αλληλοβοήθειας με μέλη ανθρώπους που έχουν την ίδια ασθένεια. Το οικογενειακό και το φιλικό δίκτυο υποστήριξης είναι πολύ σημαντικά. Είναι λανθασμένο να μη μιλάμε με τους φίλους και τους συγγενείς με τον φόβο ότι θα τους στενοχωρήσουμε. Η στενοχώρια υπάρχει ούτως ή άλλως, οπότε δεν έχει νόημα να μη μιλάμε γι’ αυτό. Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε την κατάσταση και να προχωρήσουμε με τα νέα δεδομένα. Σύμφωνα με μαρτυρίες ανθρώπων που βρέθηκαν σε αυτή την κατάσταση, μετά από μια σοβαρή ασθένεια το άτομο αποκτά μια νέα συνειδητοποίηση της ζωής. Αλλάζει ο τρόπος που αντιλαμβάνεται τη ζωή, το παρόν, τον χρόνο, τα συναισθήματά του, αλλά και τις σχέσεις του. Γίνεται πιο ευγνώμον γι’ αυτό που έχει στο παρόν. Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, η νέα αρχή μπορεί να το φέρει πιο κοντά στην ευτυχία.
Στο νέο μας σπίτι
Στην περίπτωση της μετακόμισης -επιθυμητής ή όχι-, η απώλεια αφορά το γεγονός ότι στερούμαστε τον οικείο μας χώρο, το καταφύγιό μας, ενώ παράλληλα χάνουμε και το γνωστό μας περιβάλλον (γειτονιά, μαγαζιά κ.λπ.). Γι’ αυτό και η μετακόμιση συγκαταλέγεται στα στρεσογόνα γεγονότα της ζωής. Ακόμη και η προετοιμασία για μια μετακόμιση μας φέρνει σε επαφή με αναμνήσεις και έντονα συναισθήματα. Για να πιεστούμε όσο το δυνατόν λιγότερο, η καλύτερη συμβουλή είναι η καλή οργάνωση πριν από την ημέρα της μετακόμισης.
Στο καινούργιο μας σπίτι είναι σημαντικό να εξοικειωθούμε με το περιβάλλον. Να κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να νιώσουμε τον νέο χώρο δικό μας. Να τον νιώσουμε σπίτι μας, όπως εμείς το εννοούμε. Παράλληλα, πρέπει να επιδιώξουμε να εξερευνήσουμε τη νέα μας γειτονιά και να γνωρίσουμε τους ανθρώπους. Να συνδεθούμε με πρόσωπα και πράγματα στο καινούργιο μας περιβάλλον, να βρούμε καινούργια στέκια και νέες παρέες.
«Όταν μια πόρτα κλείνει, μια άλλη ανοίγει. Συχνά όμως λυπόμαστε τόσο για την πόρτα που έκλεισε, που δεν μπορούμε να δούμε τη νέα πόρτα που ανοίγει για εμάς» Alexander Graham Bell
Νίτσε: «Μ’ αρέσει εκείνος που η ψυχή του είναι πιο βαθιά απ’ την πληγή του».
Να δουλέψουμε με τις πληγές μας αλλά να μην τις γλείφουμε∙ κινδυνεύουμε να διαστρέψουμε τις ηδονές μας. Η ψυχή είναι πανίσχυρη. Μην κολλάς! Μην κολλάς ούτε στην ψυχανάλυση, προορίζεται μονάχα για τις πληγές, για την ψυχή σου θα προχωρήσεις πιο πέρα, στην πνευματική περιπέτεια.
Για να σου δώσω να καταλάβεις, είναι σαν να πηγαίνεις σε έναν ορθοπεδικό γιατί έσπασες το πόδι σου. Ο ορθοπεδικός θα σου γιατρέψει το κάταγμα, δε θα σου μάθει όμως ούτε να βαδίζεις, ούτε ποιο δρόμο θα περπατήσεις, ούτε πολύ περισσότερο τον προορισμό. Η ευθύνη σου είναι αμεταβίβαστη.
Αν κάτσεις εκεί να σου χαϊδεύουν, να σου κάνουν μασάζ στο σπασμένο πόδι σου, θα ατροφήσεις, θα μείνεις ακίνητος. Ο δρόμος είναι αποκλειστικά δικός σου. Πολύ δύσκολο αυτό αλλά τίποτα σαγηνευτικότερο. Ετοιμάσου να με εγκαταλείψεις πριν παραλύσεις στο ντιβάνι μου.
Να μην εμπιστεύεσαι με την πρώτη τα συναισθήματά σου, ούτε αγαπώ, ούτε δεν αγαπώ να λες εύκολα. Τα ένστικτα ξέρουν θαυμάσια να προσποιούνται πως είναι συναισθήματα ή να εκλογικεύουν την παρουσία τους με δήθεν πνευματικές ιδέες. Μην νομίζεις καν ότι συμπονάς τον άλλον όσο νομίζεις.
Πάρα πολλές φορές συμπονούμε από ταύτιση, όχι από ανθρωπιά. Παίρνουμε το δράμα του άλλου μέσα μας, φανταζόμαστε πως είμαστε εμείς που μας συμβαίνει και μ’ αυτή τη μετάθεση υποφέρουμε επειδή υποφέρουμε για μας. Συχνά δηλαδή η λύση για κάποιον είναι αυτολύπη.
Θέλω να πω δεν είναι ο άλλος το θέμα της στενοχώριας μας, αιτία είναι η ιδέα μας ότι ίσως συμβεί αυτό σε μας και προληπτικά το ζούμε. Πάλι ο εγωκεντρισμός κάνει παιχνίδι, πολύ δύσκολα συμπάσχουμε με τα παθήματα του όντως άλλου, πάρα πολύ δύσκολα τον καταλαβαίνουμε. Πώς να σου το πω;
Δε γίνομαι εγώ εσύ, κάνω εσένα εγώ… Εκείνο που έλεγαν οι αρχαίοι, πως «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος», στην πραγματικότητα των συναισθημάτων, εγώ σου λέω πως μέτρον πάντων: Εγώ. Ο πλησίον είναι τρομερά απόμακρη γη. Για να μη σου πω ανύπαρκτη… Η ουτοπία του άλλου! Μακάρι, και πιθανόν να υπερβάλλω.
Άλλο μετουσιώνω ένα πάθος μου, άλλο το εκλογικεύω. Η μετουσίωση είναι αγώνας και κάποτε υπέρβαση, η εκλογίκευση είναι πρόφαση εν αμαρτίαις. Μην κρίνεις από τις πράξεις αυτές καθαυτές, δεν εξηγούν πάντα την ουσία τους.
Να γυρεύεις την κρυμμένη πρόθεση, εκεί υπάρχει η εντιμότητα, η καθαρότητα ή όχι της καρδιάς. Ένας υπέρμετρα εγωιστής μπορεί να διαλέξει για επίδειξη το ρόλο αγίου. Να ζει με σκληρή άσκηση, να κινείται με εντυπωσιακή ευσέβεια, να μοιράζει περιουσίες στην ελεημοσύνη.
Όμως σκοπός του δεν είναι η συμπόνοια, είναι η προβολή, η επίδειξη, ένας αυτοθαυμασμός∙ ένας θρίαμβος στον δικό του κύκλο.
Να προσέχεις. Να προσέχεις το βλέμμα περισσότερο απ’ τα λόγια.
Αν είναι αλήθεια αυτό που λέω, ότι δηλαδή οι φόβοι κατανικώνται με τη δράση, θα πρέπει ο κανόνας να ισχύει και σ’ αυτήν εδώ την περίπτωση του φόβου. Και ισχύει.
Το μοναδικό αντίδοτο που υπάρχει για να μη φοβάται κανείς τον θάνατο, είναι η επαφή με τη δράση της ζωής. Αυτός που φοβάται τον θάνατο, σε κάποια στιγμή της ζωής του ξέκοψε απ’ τη δράση σε τέτοιο βαθμό, που απόμεινε καθηλωμένος στον φόβο.
Δες πόσο ξεκάθαρο είναι: Τι είναι αυτό που μας κάνει να φοβόμαστε τον θάνατο; Το δίχως άλλο, κάτι που έχει να κάνει με την ιδέα του ανολοκλήρωτου, με την ιδέα ότι θα πάψουμε να χαιρόμαστε, με την ιδέα όσων δεν έχουμε κάνει ακόμα κι όσων θα έπρεπε να έχουν γίνει και δεν έγιναν.
Απ’ αυτήν την άποψη, είναι εύκολο να καταλάβεις τι προτείνω: για να ξεπεράσω τον φόβο του θανάτου, ο τρόπος είναι να πάψω να αναμοχλεύω συνεχώς τα πράγματα, και να παρατήσω την κλάψα για τούτο και για τ’ άλλο. Αντί γι’ αυτό, καλά θα κάνω να καθίσω να συλλογιστώ όλα αυτά που ακόμα δεν έγιναν. Να συνδεθώ μια για πάντα με τη δράση και ν’ αρχίσω να ενεργώ. Στον φόβο του θανάτου ενός αγαπημένου προσώπου, τι είναι αυτό που με φοβίζει; Σίγουρα, το ότι θα το χάσω, ότι δεν θα είμαι μαζί του, κ.λπ. Γιατί όμως; Ίσως για όλα αυτά που δεν κάναμε μαζί, για όσα δεν του έδωσα, για όλα όσα ανέβαλα. Τι καλά που θα ήταν, λοιπόν, αν κοίταζα στ’ αλήθεια ποιες είναι οι εκκρεμότητες που έχω με κάθε αγαπημένο μου πρόσωπο, τι δεν έχω κάνει ενώ θα το ήθελα, κι έτσι ν’ αποδιώξω τον φόβο του θανάτου…
Ασφαλώς, στη σκέψη ότι δεν θα μπορέσουμε ν’ αντέξουμε τη ζωή χωρίς την παρουσία του αγαπημένου προσώπου, και μπροστά στην αδυναμία να φανταστούμε Τον θάνατό του, κάθε άνθρωπος τρομάζει. Δε χωράει αμφιβολία ότι η θλίψη που προκαλεί ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου είναι το φοβερότερο συναίσθημα που μπορεί κανείς να σκεφτεί, και το λυπηρότερο που μπορεί να υποθέσει. Και τότε σκεφτόμαστε τον δικό μας θάνατο ως διαφυγή από παρόμοιο πόνο. Έχουμε τόσο συνηθίσει να φοβόμαστε τη θλίψη, κι έχουμε τόσο καλά εκπαιδευτεί να τρέμουμε τον πόνο, που προτιμάμε συχνά τη σκέψη του δικού μας θανάτου, από την οδύνη της θλίψης. Δυστυχώς, —ή ίσως όχι και τόσο δυστυχώς—, κανενός η ζωή δεν είναι αιώνια, και συνεπώς, αργά ή γρήγορα, όλοι θα εγκαταλείψουμε κάποιον ή κάποιος θα εγκαταλείψει εμάς. Είτε μας αρέσει είτε όχι, —ευτυχώς λέω εγώ—, η ζωή μας είναι καθορισμένη και ο χρόνος μας πεπερασμένος.
Αυτή η συναίσθηση του περιορισμού μάς διαφοροποιεί από τα άλλα έμβια όντα, και αποτελεί κληρονομιά —κατά πάσα πιθανότητα αποκλειστική—, του ανθρώπινου είδους. Είναι βέβαιο πως η φύση τείνει προς την ισορροπία αλλά αυτό είναι άλλο, κι άλλο είναι να αποδεχτούμε το ένστικτο του θανάτου, να το αναζητήσουμε και να καταλήξουμε να το επιθυμούμε ασυνείδητα. Αυτά είναι πράγματα που δυσκολεύομαι πολύ να αποδεχτώ. Το δίχως άλλο, το ότι είμαστε εφήμεροι —όπως έλεγε κι ο Μικρός Πρίγκιπας για το τριαντάφυλλο, στο βιβλίο του Σαιντ Εξυπερύ— είναι γεγονός, και πρέπει να μάθουμε να ζούμε μ’ αυτό- δεν γίνεται αλλιώς.
Κάθε φορά που αισθάνεσαι τον φόβο του θανάτου, ψάξε μέσα σου να βρεις τι δεν έχεις κάνει ακόμα, ή τι φοβάσαι πως δεν θα προλάβεις να κάνεις… κι αμέσως μετά, όταν θα έχεις πια καταλάβει, σταμάτα να χάνεις τον καιρό σου σε κουβέντες και πήγαινε να τακτοποιήσεις τις εκκρεμότητές σου… Το λέω μισο-αστεία, αλλά το λέω και μισο-σοβαρά.
Καμιά φορά, ο Επίκτητος αναφερόταν με δυσπιστία στον θεσμό του γάμου υποστηρίζοντας ότι μια τέτοια συμβίωση «βγάζει από μέσα μας τον χειρότερό μας εαυτό». Πίστευε πολύ στη φιλία, αλλά δεν πίστευε ότι μπορούν δύο σύζυγοι να είναι φίλοι.
Ο γάμος, έλεγε, είναι μια τρομερή διάσπαση από την καλή ζωή. Το να ασχολείσαι καθημερινά με μικροπράγματα τα οποία οι σύζυγοι συσσωρεύουν (καμιά φορά επιδεικνύοντας έξαλλη καταναλωτική συμπεριφορά) και το να ανησυχείς με το τι κάνει το παιδί σου (αν έφαγε ή αν άργησε να γυρίσει σπίτι) μπορεί να γίνει σκέτη αγγαρεία.
Η συνεχής συναισθηματική προσοχή που απαιτείται από τους συζύγους μπορεί να αποβεί μεγάλο βάρος.
Οι σοφοί δεν πρέπει να ανησυχούν και να κατατρίβονται με τις ασήμαντες λεπτομέρειες της οικογενειακής ζωής. Ο Επίκτητος ήταν υπέρ του γάμου μεταξύ δυο φιλοσόφων, όπως στην περίπτωση των Κυνικών Κράτη και Ιππαρχίας, που ζούσαν απέριττα, χωρίς σπίτι ή υπάρχοντα, χωρίς να αναλώνονται σε τσακωμούς για το ποιος θα πλύνει τα πιάτα.
Το ζήτημα, όπως μπαίνει στον σύγχρονο κόσμο, είναι η σωστή επιλογή συντρόφου και η απλή, χιουμοριστική και άνετη αντιμετώπιση της καθημερινότητας. Λέμε συχνά ότι η καθημερινότητα σκοτώνει τον έρωτα — αντί να πούμε ότι τον έρωτα τον σκοτώνει ο τρόπος με τον οποίο διαχειριζόμαστε την καθημερινότητα: η γκρίνια, οι απαιτήσεις, τα παράπονα, οι παρεξηγήσεις, οι όχι και τόσο ξεκάθαρες κουβέντες, οι υπόγειες αλληλοκατηγορίες, οι υποψίες.
Είμαστε τόσο καλά πληροφορημένοι, κι όμως ξέρουμε τόσο λίγα. Γιατί; Διότι εδώ και δύο αιώνες επινοήσαμε μια μορφή τοξικής γνώσης, τις παγκόσμιες «ειδήσεις». Οι ειδήσεις είναι για το πνεύμα ό,τι η ζάχαρη για το σώμα – ορεκτικές και εύπεπτες, αλλά εξαιρετικά επιζήμιες μακροπρόθεσμα.
Πριν τρία χρόνια άρχισα ένα πείραμα. Αποφάσισα να μην καταναλώνω πια ειδήσεις. Ακύρωσα όλες μου τις συνδρομές σε εφημερίδες, περιοδικά κ.λπ. Έκλεισα την τηλεόραση και το ραδιόφωνο. Αφαίρεσα τις εφαρμογές των ειδήσεων στo iPhone. Δεν άγγιξα καμία δωρεάν εφημερίδα και έστρεφα αλλού το βλέμμα μου όταν κάποιος άνοιγε εφημερίδα δίπλα μου στο αεροπλάνο. Οι πρώτες εβδομάδες ήταν δύσκολες. Πολύ δύσκολες. Είχα διαρκώς την εντύπωση ότι χάνω κάτι. Αλλά, από ένα σημείο και έπειτα, απέκτησα άλλο τρόπο προσέγγισης της ζωής. Το αποτέλεσμα τρία χρόνια αργότερα: καθαρότερη σκέψη, πιο αξιόλογες απόψεις, καλύτερες αποφάσεις και πολύ περισσότερος χρόνος. Και ξέρετε το καλύτερο; Δεν έχω χάσει ακόμα τίποτα σημαντικό. Το κοινωνικό μου δίκτυο – όχι το Facebook, αλλά ένα αληθινό δίκτυο από γνωριμίες και φίλους με σάρκα και οστά – λειτουργεί ως «φίλτρο ειδήσεων».
Υπάρχουν μια ντουζίνα λόγοι για να αποφεύγουμε τις ειδήσεις. Ας δούμε τους τρεις κυριότερους. Κατά πρώτον, ο εγκέφαλός μας αντιδρά με υπερβολική ένταση σε σκανδαλώδη, συγκλονιστικά, θορυβώδη ερεθίσματα που σχετίζονται με ανθρώπους και τα οποία αλλάζουν αδιάκοπα – και με εξαιρετικά χαμηλή ένταση σε αφηρημένες, σύνθετες πληροφορίες που απαιτούν κάποια εξήγηση. Οι ειδήσεις εκμεταλλεύονται αυτό το φαινόμενο. Συναρπαστικές ιστορίες, θεαματικές εικόνες και εντυπωσιακά «γεγονότα» τραβούν την προσοχή μας. Έτσι λειτουργεί το οικονομικό μας μοντέλο – η διαφήμιση, που χρηματοδοτεί όλο αυτό το τσίρκο των ειδήσεων, πουλάει μόνον όταν τραβάει την προσοχή μας. Αποτέλεσμα: ό,τι είναι λεπταίσθητο, σύνθετο, αφηρημένο και βαθύ περνάει συστηματικά απαρατήρητο, μολονότι είναι πολύ πιο ουσιαστικό για τη ζωή μας και την κατανόηση του κόσμου. Συνέπεια αυτής της μαζικής κατανάλωσης ειδήσεων είναι να περιφερόμαστε έχοντας στο μυαλό έναν χάρτη κινδύνων ολωσδιόλου λανθασμένο. Οι καταναλωτές ειδήσεων διαμορφώνουν εντελώς εσφαλμένη γνώμη για τα περισσότερα θέματα της επικαιρότητας. Οι κίνδυνοι για τους οποίους γίνεται λόγος στα ΜΜΕ δεν είναι οι πραγματικοί κίνδυνοι.
Δεύτερον, οι ειδήσεις δεν είναι καθόλου ουσιαστικές. Τους τελευταίους δώδεκα μήνες καταβροχθίσατε περί τις 10.000 σύντομες ειδήσεις, δηλαδή τριάντα τη μέρα. Πείτε μου με ειλικρίνεια: υπήρξε έστω και μία που σας έκανε να πάρετε μια καλύτερη απόφαση – στην προσωπική ή στην επαγγελματική σας ζωή-, ή θα ήταν το ίδιο αν δεν την είχατε ακούσει; Κανείς από τους ανθρώπους στους οποίους έκανα αυτή την ερώτηση δεν μπόρεσε να μου αναφέρει πάνω από δύο ειδήσεις στις 10.000. δεν είναι αξιοθρήνητο αυτό το ποσοστό χρησιμότητας; Οι πάροχοι ειδήσεων θέλουν να σας κάνουν να πιστέψετε ότι σας δίνουν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Πολλοί άνθρωποι πέφτουν στην παγίδα. Στην πραγματικότητα, η κατανάλωση ειδήσεων είναι ακριβώς το αντίθετο: ένα ανταγωνιστικό μειονέκτημα. Αν προήγαγα πράγματι τον άνθρωπο, οι δημοσιογράφοι θα βρίσκονταν στην κορυφή της πυραμίδας των αμοιβών. Πράγμα που δε συμβαίνει, αντιθέτως μάλιστα.
Τρίτον, χάσιμο χρόνου. Ο μέσος άνθρωπος σπαταλά μισή εργάσιμη μέρα την εβδομάδα για να διαβάζει, να κοιτάζει ή να ακούει ειδήσεις. Αν το δούμε συνολικά, η απώλεια παραγωγικότητας είναι τεράστια. Πάρτε τις τρομοκρατικές επιθέσεις στη Βομβάη το 2008. Οι τρομοκράτες σκότωσαν 200 άτομα για να γίνουν θέμα συζήτησης. Φανταστείτε ότι ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι αφιέρωσαν κατά μέσο όρο μία ώρα από την ικανότητα προσοχής τους στην τραγωδία της Βομβάης: παρακολούθησαν την εκτύλιξη των γεγονότων και τις φλυαρίες των «ειδημόνων» και των «σχολιαστών» στη μικρή τους οθόνη. Μια απολύτως ρεαλιστική εκτίμηση, αφού μόνο η Ινδία αριθμεί πάνω από ένα δισεκατομμύριο κατοίκους. Υπολογίζουμε λοιπόν με τα πιο χαμηλά νούμερα. Αν πολλαπλασιάσετε ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους επί μία ώρα απόσπασης της προσοχής, έχετε ένα δισεκατομμύριο ώρες. Πράγμα που σημαίνει ότι η κατανάλωση ειδήσεων εξαφάνισε αθροιστικά περίπου 2.000 ανθρώπινες ζωές (αν δεχτούμε ότι ο μέσος όρος ζωής είναι 500.000 ώρες), δηλαδή δέκα φορές περισσότερο από ό,τι τα θύματα της τρομοκρατικής επίθεσης. Κυνική θεώρηση, αλλά αληθινή.
Το να απαλλαγείτε από τις ειδήσεις παρέχει ένα τεράστιο πλεονέκτημα, πολύ ανώτερο από εκείνο που σας προσφέρει η άρση των άλλων γνωστικών λαθών τα οποία περιγράφονται σ’ αυτό το βιβλίο. Φοβάστε μήπως μια καινούρια ζωή χωρίς ειδήσεις σας οδηγήσει σε αποκλεισμό από τις κοσμικές βραδιές; Πιθανόν θα αγνοείτε ότι έπεσε ένα αεροπλάνο στη Σιβηρία, αλλά θα καταλαβαίνετε τους βαθύτερους και συχνά αόρατους δεσμούς μεταξύ των πραγμάτων. Και αυτή την κατανόηση, μπορείτε να τη μοιραστείτε με τους άλλους. Μην έχετε κανέναν ενδοιασμό να πείτε ότι κάνετε δίαιτα ειδήσεων. Θα σας ακούσουν γοητευμένοι. Κοντολογίς, απαρνηθείτε εντελώς την καθημερινή σας κατανάλωση ειδήσεων. Αντικαταστήστε τη με την ανάγνωση σοβαρών άρθρων και βιβλίων. Ναι, δε θα βρείτε τίποτα καλύτερο από τα βιβλία για να κατανοήσετε τον κόσμο.
H απώλεια πολλών παραδοσιακών επαγγελμάτων εξαιτίας της αυτοματοποίησης θα αντισταθμιστεί εν μέρει από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας για ανθρώπους. Οι γενικοί γιατροί που ασχολούνται κυρίως με τη διάγνωση γνωστών ασθενειών και τη χορήγηση γνωστών θεραπειών θα αντικατασταθούν μάλλον από ιατρικές τεχνητές νοημοσύνες. Ακριβώς όμως γι’ αυτό, θα υπάρχουν πολύ περισσότερα χρήματα για τους γιατρούς και τους βοηθούς εργαστηρίου που κάνουν πρωτοποριακές έρευνες και σχεδιάζουν καινούργια φάρμακα ή χειρουργικές μεθόδους.
Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας για ανθρώπους| και κάπως· αλλιώς. Αντί οι άνθρωποι να ανταγωνίζονται την τεχνητή νοημοσύνη, θα μπορούσαν να εστιάσουν στη χρήση και την αξιοποίησή της. Για παράδειγμα, η αντικατάσταση των πιλότων από drone έχει καταργήσει κάποιες θέσεις εργασίας, αλλά έχει δημιουργήσει πολλές νέες ευκαιρίες στη συντήρηση, τον τηλεχειρισμό, την ανάλυση δεδομένων και την κυβερνοασφάλεια.
Αν είναι έτσι, η αγορά εργασίας το 2050 θα χαρακτηρίζεται πιθανότατα από τη συνεργασία ανθρώπων και τεχνητής νοημοσύνης, και όχι από τον ανταγωνισμό τους. Σε πεδία από την αστυνόμευση μέχρι τις τράπεζες, ομάδες ανθρώπων τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσαν να ξεπεράσουν τόσο τους ανθρώπους όσο και τους υπολογιστές. Όταν το πρόγραμμα Deep Blue της ΙΒΜ νίκησε τον Κασπάροφ το 1997, οι άνθρωποι δεν σταμάτησαν να παίζουν σκάκι. Αντίθετα, χάρη σε εκπαιδευτικές τεχνητές νοημοσύνες, πολλοί μετρ σκακιστές έγιναν καλύτεροι από ποτέ και τουλάχιστον για κάποιο διάστημα μια ομάδα ανθρώπων-τεχνητής νοημοσύνης που λεγόταν «οι Κένταυροι» ξεπέρασε σε σκακιστικές επιδόσεις τόσο τους ανθρώπους όσο και τους υπολογιστές. Με τον ίδιο τρόπο, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να βοηθήσει στην εκπαίδευση των καλύτερων αστυνομικών, ή τραπεζιτών.
Το πρόβλημα με όλες αυτές τις νέες δουλειές, ωστόσο, είναι ότι μάλλον θα απαιτούν πολύ υψηλό επίπεδο ειδίκευσης κι έτσι δεν θα επιλύσουν το πρόβλημα της ανεργίας των ανειδίκευτων εργατών. Το να δημιουργηθούν νέες δουλειές για ανθρώπους μπορεί να αποδειχτεί ευκολότερο από το να επανεκπαιδευτούν οι άνθρωποι για να καλύψουν αυτές τις θέσεις. Στα προηγούμενα κύματα αυτοματοποίησης, οι άνθρωποι μπορούσαν συνήθως να περάσουν από τη μία χαμηλών απαιτήσεων τυποποιημένη δουλειά στην άλλη. Το 1920, ένας αγροτικός εργάτης που είχε απολυθεί εξαιτίας της μηχανοποίησης της γεωργίας μπορούσε να βρει δουλειά σε ένα εργοστάσιο που έφτιαχνε τρακτέρ. Το 1980, ένας άνεργος βιομηχανικός εργάτης μπορούσε να πιάσει δουλειά ως ταμίας σε σουπερμάρκετ. Αυτές οι αλλαγές επαγγέλματος ήταν εφικτές επειδή η μετάβαση από το αγρόκτημα στο εργοστάσιο και από το εργοστάσιο στο σουπερμάρκετ απαιτούσε περιορισμένη εκπαίδευση.
Όμως το 2050, ένας ταμίας ή μια· εργάτρια υφαντουργίας που θα χάσουν τη δουλειά τους από ένα ρομπότ δεν θα μπορούν να γίνουν ερευνητές για τον καρκίνο, χειριστές drone ή μέλη μιας τραπεζικής ομάδας ανθρώπων-τεχνητής νοημοσύνης. Δεν θα έχουν τις απαραίτητες δεξιότητες.
Συνεπώς, παρά την εμφάνιση πολλών νέων θέσεων εργασίας για ανθρώπους, το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί μια νέα «άχρηστη» τάξη παραμένει πιθανό. Μπορεί μάλιστα να επικρατήσει η χειρότερη εκδοχή και να μαστιζόμαστε από ανεργία και από έλλειψη ειδικευμένων εργατών μαζί. Πολλοί άνθρωποι μπορεί να μην έχουν τη μοίρα των αμαξάδων του 19ου αιώνα -που έγιναν οδηγοί ταξί- αλλά των αλόγων τους, που σταδιακά εξορίστηκαν εντελώς από την αγορά εργασίας.15
Επιπλέον, καμία από τις δουλειές για ανθρώπους που θα απομένουν δεν θα είναι ποτέ ασφαλής από τον κίνδυνο της μελλοντικής της αυτοματοποίησης, γιατί η μηχανική εκμάθηση και η ρομποτική θα συνεχίσουν να βελτιώνονται. Μια σαραντάχρονη άνεργη ταμίας σουπερμάρκετ που καταβάλλοντας υπεράνθρωπες προσπάθειες κατάφερε να γίνει χειρίστρια drone, μπορεί να χρειαστεί να κάνει το ίδιο δέκα χρόνια αργότερα, γιατί μέχρι τότε μπορεί να έχει αυτοματοποιηθεί και ο χειρισμός drone. Αυτή η αστάθεια θα κάνει επίσης δυσκολότερη τη συγκρότηση σωματείων και τη διασφάλιση δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους.
Αντίστοιχα, και οι ομάδες ανθρώπων-υπολογιστών όπως οι «Κένταυροι» θα χαρακτηρίζονται μάλλον από μια μόνιμη διελκυστίνδα ανάμεσα στους ανθρώπους και τους υπολογιστές, και όχι από την παγίωση μιας ισόβιας συνεργασίας. Στις ομάδες που αποτελούνται αποκλειστικά από ανθρώπους -όπως ο Σέρλοκ Χολμς κι ο Γουότσον- συνήθως αναπτύσσονται μόνιμες ιεραρχίες και συνήθειες που κρατάνε για δεκαετίες. Όμως ένας άνθρωπος ντετέκτιβ που συνεργάζεται με το υπολογιστικό σύστημα Γουότσον της IBM (το οποίο έγινε γνωστό όταν κέρδισε στο διάσημο τηλεπαιχνίδι Jeopardy! στις ΗΠΑ το 2011) θα διαπιστώσει ότι κάθε συνήθεια υπάρχει απλώς για να διαταράσσεται και κάθε ιεραρχία για να ανατρέπεται. Ο χτεσινός βοηθός μπορεί να μεταμορφωθεί στον αυριανό προϊστάμενο κι όλα τα πρωτόκολλα και τα εγχειρίδια θα πρέπει να ξαναγράφονται κάθε χρόνο.
Μια πιο κοντινή ματιά στον κόσμο του σκακιού μπορεί να μας δείξει προς τα πού πηγαίνουν μακροπρόθεσμα τα πράγματα. Είναι αλήθεια ότι για αρκετά χρόνια μετά τη νίκη του Deep Blue επί του Κασπάροφ η συνεργασία ανθρώπου-υπολογιστή στο σκάκι άκμασε. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια οι υπολογιστές έχουν γίνει τόσο καλοί, που οι ανθρώπινοι συμπαίκτες τους έχασαν την αξία τους και σύντομα μπορεί να γίνουν εντελώς περιττοί.
Στις 7 Δεκεμβρίου 2017 φτάσαμε σε ένα σημαντικό ορόσημο, το οποίο δεν ήταν ότι ένας υπολογιστής νίκησε έναν άνθρωπο στο σκάκι -μπαγιάτικα νέα-, αλλά ότι το πρόγραμμα AlphaZero της Google νίκησε το πρόγραμμα Stockfish 8. To Stockfish 8 ήταν ο πρωταθλητής σκακιού υπολογιστών για το 2016. Είχε στη διάθεσή του αιώνες συσσωρευμένης ανθρώπινης σκακιστικής εμπειρίας, καθώς και δεκαετίες εμπειρίας στον προγραμματισμό. Ήταν σε θέση να υπολογίσει 70 εκατομμύρια θέσεις ανά δευτερόλεπτο. Αντίθετα, το AlphaZero εκτελούσε μόλις 80.000 τέτοιους υπολογισμούς ανά δευτερόλεπτο και οι άνθρωποι που το δημιούργησαν δεν του έμαθαν καμία σκακιστική στρατηγική, ούτε καν τα κλασικά ανοίγματα. To AlphaZero χρησιμοποιούσε τις τελευταίες αρχές της μηχανικής εκμάθησης για να μάθει μόνο του σκάκι, παίζοντας με τον εαυτό του. Παρ’ όλα αυτά, από τα εκατό παιχνίδια που έπαιξε το αρχάριο AlphaZero με το Stockfish 8, κέρδισε είκοσι οχτώ και έφερε ισοπαλία σε εβδομήντα δύο. Δεν έχασε ούτε μία παρτίδα. Καθώς το AlphaZero δεν είχε διδαχτεί τίποτα από ανθρώπους, πολλές από τις κινήσεις και τις στρατηγικές που του χάρισαν τη νίκη φαίνονταν αντισυμβατικές στο ανθρώπινο μάτι. Θα μπορούσαν κάλλιστα να θεωρηθούν δημιουργικές ή και απερίφραστα ιδιοφυείς.
Μπορείτε μήπως να μαντέψετε πόσο χρόνο χρειάστηκε το AlphaZero για να μάθει σκάκι από το μηδέν, να προετοιμαστεί για τον αγώνα με το Stockfish 8 και να αναπτύξει τα ιδιοφυή ένστικτά του; Τέσσερις ώρες. Δεν πρόκειται για τυπογραφικό λάθος. Για αιώνες, το σκάκι θεωρείται μία από τις δοξασμένες κορωνίδες της ανθρώπινης ευφυΐας. To AlphaZero πέρασε από την απόλυτη άγνοια στη δημιουργική αριστοτεχνία σε τέσσερις ώρες, χωρίς τη βοήθεια ανθρώπινης καθοδήγησης.
To AlphaZero δεν είναι το μοναδικό πρόγραμμα με φαντασία που υπάρχει. Τώρα πια πολλά προγράμματα ξεπερνούν συστηματικά τους σκακιστές, όχι μόνο στην ωμή υπολογιστική δύναμη, αλλά ακόμα και στη «δημιουργικότητα». Σε σκακιστικά τουρνουά αποκλειστικά για ανθρώπους, οι διαιτητές προσέχουν διαρκώς μήπως κάποιος παίχτης προσπαθήσει να κλέψει παίρνοντας κρυφά βοήθεια από υπολογιστές. Ένας από τους τρόπους για να αποκαλυφθούν οι απάτες είναι η παρακολούθηση του επιπέδου πρωτοτυπίας των παιχτών. Αν κάποιος κάνει μια εξαιρετικά δημιουργική κίνηση, οι διαιτητές θα υποπτευτούν συχνά ότι η κίνηση αυτή δεν θα μπορούσε να είναι ανθρώπινη – πρέπει να έγινε από υπολογιστή. Τουλάχιστον στο σκάκι, η δημιουργικότητα είναι πλέον το σήμα κατατεθέν των υπολογιστών, και όχι των ανθρώπων. Επομένως, αν το σκάκι είναι το καναρίνι στο ανθρακωρυχείο μας, έχουμε την προειδοποίηση που θέλαμε γιατί το καναρίνι πεθαίνει. Αυτό που συμβαίνει σήμερα στις σκακιστικές ομάδες ανθρώπων-υπολογιστών μπορεί στην πορεία να συμβεί και στις αντίστοιχες ομάδες στην αστυνομία, την ιατρική ή τις τράπεζες.
Συνεπώς, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και η επανεκπαίδευση των ανθρώπων που θα τις καταλάβουν δεν θα γίνει μια κι έξω. Η επανάσταση της τεχνητής νοημοσύνης δεν θα είναι ένα και μόνο καθοριστικό συμβάν μετά από το οποίο η αγορά εργασίας θα βρει μια καινούργια ισορροπία. Αντίθετα, θα είναι μια κατολίσθηση από ολοένα και μεγαλύτερες αναταράξεις. Ήδη σήμερα, πολύ λίγοι υπάλληλοι περιμένουν ότι θα κάνουν την ίδια δουλειά σε όλη τους τη ζωή. Το 2050, όχι μόνο η ιδέα «ίδια δουλειά για όλη τη ζωή» αλλά ακόμα και «το ίδιο επάγγελμα για όλη τη ζωή» μπορεί να ακούγεται απαρχαιωμένη.
Ακόμα κι αν μπορούσαμε να επινοούμε διαρκώς νέες δουλειές και να επανεκπαιδεύουμε το εργατικό δυναμικό, θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν ο μέσος άνθρωπος έχει την απαραίτητη συναισθηματική αντοχή για μια ζωή γεμάτη ατέλειωτες αναστατώσεις. Η αλλαγή προκαλεί πάντα άγχος και ο πυρετώδης κόσμος του 21ου αιώνα έχει δημιουργήσει μια παγκόσμια επιδημία στρες. Θα μπορέσουν οι άνθρωποι να ανταπεξέλθουν όσο θα αυξάνεται η αστάθεια της αγοράς εργασίας και της ατομικής σταδιοδρομίας; Θα χρειαστούμε μάλλον πολύ πιο αποτελεσματικές τεχνικές μείωσης του άγχους- από φάρμακα, νευροανάδραση μέχρι διαλογισμό- για να μη χάσει ο σάπιενς το μυαλό του. Η “άχρηστη” τάξη μπορεί να έχει εμφανιστεί μέχρι το 2050 όχι μόνο εξαιτίας της απόλυτης έλλειψης κατάλληλων επαγγελμάτων ή σχετικής εκπαίδευσης, αλλά επίσης εξαιτίας ανεπαρκούς πνευματικής αντοχής.
Είναι φανερό ότι τα περισσότερα από τα παραπάνω είναι απλώς εικασίες. Τη στιγμή που γράφονται- το 2019-, η αυτοματοποίηση έχει προκαλέσει κλυδωνισμούς σε διάφορα επαγγέλματα, αλλά δεν έχει οδηγήσει ακόμα σε μαζική ανεργία. Στην πραγματικότητα, σε πολλές χώρες, όπως στις ΗΠΑ, η ανεργία βρίσκεται στο ιστορικά χαμηλότερο σημείο της. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει με βεβαιότητα τι αντίκτυπο θα έχουν σε διάφορα επαγγέλματα στο μέλλον η μηχανική εκμάθηση και η αυτοματοποίηση.
ΕΓΩ ΜΙΛΩ ΔΙΑ ΤΟ ΠΡΑΜΜΑ ΠΟΥ ΓΥΡΕΒΟΥΜΕ. Δε ζητούμε την αναγέννησή μας: Και τι η αναγέννηση μιας κοινωνίας, αν δεν είναι η ριζική ηθική καλητέρεψη των ατόμων οπού την συστένουνε;
Αν λοιπόν επιθυμούμε την αναγέννηση της κοινωνίας μας, τέστι την ηθικήν μας καλητέρεψη, δεν είναι τάχα στο χέρι μας ναν την κάμωμ’ εμείς εις τον εαυτό μας, χωρίς να ζητούμε από την Κυβέρνηση να μας κάμη καλήτερους; Αλλέως, αν δεν είναι τούτο που γυρέβουμε, τι λοιπόν εννοούμε με την λέξην Αναγέννηση;
Μήπως ζητούμε της Κυβέρνησής μας να μας στείλη ένα σακκί τάλαρα καθενός εις το σπίτι μας, και να εξακολουθάη να μας τα στέλνη πάντα κάθε φορά που μας χρειάζεται v’ αναγεννηθούμε;
Όχι, όχι˙ δεν ημπορούμε βέβαια να γεληόμαστε τόσο˙ η παιδιαροσύνη μας δεν ημπορεί δα να φτάνη έως εκεί. Άλλο πράμμα εννοούμε και μόνον δεν εκφρασθήκαμε ποτέ παστρικά.
Εμείς βασανίζουμάστε από την διαφθοράν των ηθών μας˙ το αίσθημα του πάθους μας είναι πραγματικό˙ η αιτία είναι ολοφάνερη στα μάτια μας, εμάς των ίδιωνε, όντις καθένας μας εξαιρόντας μόνον τον εαυτόν του, κατηγορεί όλους τους άλλους. Ενστιγματικώς επιθυμούμε την ιατρεία μας, συμφωνούμε διά τη χρεία τού να ηθικευθή η κοινωνία, αλλά καθένας μας αρνείται ηθικέψη τον εαυτό του!…
Εκείνο που εννοούμε με την λέξην Αναγέννηση, αν εξετάσωμε βαθιά μέσα το αίσθημά μας, δεν είναι μήτε τα σακιά με τα τάλαρα, μήτε κανένα τέτοιο˙ είναι η ηθίκεψη της κοινωνίας, και τούτη είναι η ιατρεία εκείνη την οποία ενστιγματικώς γυρέβουμε, μα καθενός μας ζητάει να ηθικεύθούν όλοι οι άλλοι έξω από τον εαυτό του!….
Ιδού εκείνο που καταστένειο αδύνατην την ιατρεία, αδύνατη την αναγέννησην επειδή, «Δεν είναι δυνατόν να γένη καμμία κονωνική καλητέρεψη, εκεί όπου ο καθένας δεν την αρχίζει στον εαυτό του».
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ (1811-1901), ΛΑΟΣ ΚΑΙ ΛΑΟΠΛΑΝΟΙ
Τι είναι και πώς λειτουργεί ο κβαντικός υπολογιστής; Πώς διαφέρει ένα κβαντικό τηλέφωνο από το συνηθισμένο; Και πόσο ασφαλής θα είναι ένας κβαντικός τραπεζικός κωδικός; Η εποχή της νέας τεχνολογικής επανάστασης έχει ήδη αρχίσει και αναμένεται εξίσου συναρπαστική με εκείνη του περάσματος από τη συμβατική, στην ψηφιακή.
Καταρχήν, τα κβαντικά φαινόμενα στην επιστήμη είναι από καιρό γνωστά – οι ανακαλύψεις του Μαξ Πλανκ έγιναν στις αρχές του περασμένου αιώνα.
Οι πρώτες συσκευές που κατασκευάστηκαν εξ ολοκλήρου με βάση τις αρχές της κβαντικής μηχανικής είναι επίσης γνωστές εδώ και πολύ καιρό, με τον οδυνηρότερο τρόπο: Η ατομική ή θερμοπυρηνική βόμβα είναι καθαρά εφαρμοσμένη κβαντική τεχνολογία. Αλλά και τα πρότυπα συχνοτήτων που υπάρχουν εδώ και αρκετές δεκαετίες.
Αυτό που τώρα γίνεται κατανοητό από τις κβαντικές τεχνολογίες στον σύγχρονο κόσμο είναι κάτι διαφορετικό. Αν, νωρίτερα, είχαμε ολόκληρα σύνολα κβαντικών σωματιδίων, όπως μια ατομική βόμβα, τώρα οι άνθρωποι έχουν μάθει να χειρίζονται μεμονωμένα άτομα, φωτόνια και ιόντα. Σήμερα ζούμε σε μια εποχή γρήγορης ανάπτυξης τεχνολογιών που εισάγονται και λειτουργούν στα εργαστήρια φυσικής. Πλέον είναι διαθέσιμα τέτοια μέσα και εργαλεία, τα οποία δεν μπορούσαμε να ονειρευόμαστε πριν από δέκα χρόνια. Χάρη σε αυτό το τεχνολογικό άλμα, προσεγγίσαμε τη δεύτερη κβαντική επανάσταση.
Τι είναι ένας κβαντικός υπολογιστής;
Ο κβαντικός υπολογιστής χρησιμοποιεί τις ιδιότητες της κβαντομηχανικής, όπως την κβαντική διεμπλοκή*, για την επεξεργασία των δεδομένων.
Ο καθηγητής εξηγεί πως ο κβαντικός υπολογιστής δεν θα έχει καμία σχέση με τους σημερινούς υπολογιστές, ανεξαρτήτως μορφής (λάπτοπ, σταθερούς, τάμπλετ κλπ), αλλά, ταυτόχρονα, μπορεί και να μοιάζει – σε ορισμένες μορφές του – με τους σημερινούς, αφού, ουσιαστικά, ένας κβαντικός υπολογιστής είναι ένας «συνεπεξεργαστής» στον υπολογιστικό πυρήνα ενός κλασικού υπολογιστή.
Θα πρόκειται, δηλαδή, για μια συνδυαστική επεξεργασία, αφού, όπως εξηγεί, τα περισσότερα από τα στοιχεία που συγκροτούν έναν κβαντικό υπολογιστή είναι επίσης hardware (σσ. τα φυσικά εξαρτήματα ενός υπολογιστή), όπως τα τροφοδοτικά. Αυτός ο εξοπλισμός θα ελέγχεται από τον κλασικό υπολογιστή στον οποίο θα υπάρχουν τα δεδομένα που θα φορτώνονται στον κβαντικό υπολογιστή και θα ανακτώνται από αυτόν. Στη συνέχεια θα επεξεργάζονται από έναν υπερυπολογιστή.
Δηλαδή ο κβαντικός υπολογιστής δεν θα είναι για οικιακή χρήση, αλλά μόνο για τη λύση συνθέτων προβλημάτων;
Είναι θέμα βελτιστοποίησης, λέει ο καθηγητής. Για παράδειγμα, υπάρχουν αλγόριθμοι που θα λυθούν πολύ πιο αποτελεσματικά με τη βοήθεια κβαντικών υπολογιστικών συσκευών, αν και ούτε οι επιστήμονες ακόμη δεν μπορούν να διατυπώσουν πολλά από αυτά τα προβλήματα σε μια μορφή που θα γίνει «κατανοητή» από τους κβαντικούς επεξεργαστές. Συνεπώς, θα απαιτηθούν αμοιβαίες προσπάθειες από την επιστημονική κοινότητα και τους πιθανούς πελάτες που χρειάζονται την υπολογιστική ισχύ των κβαντικών επεξεργαστών. Προφανώς, τέτοια ισχύ χρειάζεται σε τομείς όπως η ιατρική και η άμυνα.
Άρα, το θέμα δεν είναι αν ένας κβαντικός υπολογιστής θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για οικιακή χρήση. Το θέμα είναι αν ο οικιακός χρήστης θα είναι σε θέση να υποβάλλει τις ανάγκες του στον κβαντικό υπολογιστή με τρόπο που να μπορεί να τις επεξεργαστεί και να δώσει λύσεις.
Μοιάζει περίπου με την επανάσταση της τυπογραφίας: Στην αρχή, αφορούσε τους ελάχιστους που μπορούσαν να διαβάσουν.
Πώς μοιάζει ένας κβαντικός υπολογιστής στην πραγματικότητα; Πώς δομείται;
Μέχρι στιγμής υπάρχουν περίπου δέκα εντελώς διαφορετικά, μεταξύ τους, φυσικά μοντέλα που ισχυρίζονται ότι αποτελούν τη θεμελιώδη βάση για κβαντικούς υπολογισμούς. Μπορούν να δουλέψουν με βάση τα φωτονικά τσιπ, τα οποία επικοινωνούν ανταλλάσσοντας παλμούς λέιζερ αντί ηλεκτρικών σημάτων ανεβάζοντας τις ταχύτητες επεξεργασίας εντυπωσιακά. Αυτά μπορεί να είναι ουδέτερα άτομα, ιόντα, υπεραγώγιμα qubits** (σσ. τα μικρότερα στοιχεία για την αποθήκευση πληροφοριών σε έναν κβαντικό υπολογιστή).
Όλα αυτά είναι θεμελιωδώς διαφορετικά μοντέλα που απαιτούν διαφορετικό hardware και έλεγχο. Για παράδειγμα, ένας υπολογιστής που βασίζεται σε υπεραγώγιμα qubits είναι, στην πραγματικότητα, ένα μεγάλο «ψυγείο». Χρησιμοποιεί κρυογονική τεχνολογία σε όλα τα εξαρτήματα και τις συσκευές που τον απαρτίζουν. Για να λειτουργήσει χρειάζεται εξοπλισμό συνθηκών κενού αέρος, καθώς και ένα τεράστιο «δοχείο» με ψυκτικό υλικό.
Ταυτόχρονα, τα φωτονικά τσιπ θα «τρέχουν» πάνω σε μία μητρική επί της οποίας θα σχεδιάζονται «οδηγοί» χρησιμοποιώντας διαφορετικές οπτικές τεχνολογίες, οι οποίες θα διασταυρώνονται και θα αποκλίνουν για να σχηματίσουν πολύπλοκες διεπαφές. Σαν ένα κενό ζωγραφικό τελάρο που θα φιλοξενεί συνεχείς αλλαγές σχημάτων.
Ουσιαστικά, σήμερα, δεν υπάρχει μία «οπτικοποιημένη» εκδοχή ενός κβαντικού υπολογιστή.
Ποια θα είναι τα πλεονεκτήματα μιας κβαντικής τηλεφωνικής επικοινωνίας σε σχέση με τη σημερινή συμβατική;
Καταρχήν η ασφάλεια: Ένα κβαντικό τηλέφωνο δεν μπορεί να παγιδευτεί. Οι κβαντικές επικοινωνίες μπορούν να εξασφαλίσουν απόλυτη εμπιστευτικότητα. Τα σημερινά συστήματα επικοινωνίας χρησιμοποιούν ως επί το πλείστον ασύμμετρη κρυπτογράφηση. Ένας κβαντικός υπολογιστής μπορεί να τα σπάσει. Για να αποφευχθεί αυτό πρέπει να χρησιμοποιηθεί συμμετρική κρυπτογράφηση και αυτό μας εισάγει στη σφαίρα της κβαντικής τεχνολογίας.
Πώς θα επηρεάσει την καθημερινή ζωή των ανθρώπων η εμφάνιση και η εξάπλωση κβαντικών επικοινωνιών και υπολογιστών;
Σε πρώτη φάση η διάδοσή τους δεν θα γίνει πολύ αισθητή στην καθημερινότητα. Ακόμη και το γεγονός ότι η κβαντική τεχνολογία θα καταστήσει τον κωδικό PIN μιας τραπεζικής κάρτας ουσιαστικά απρόσβλητο, δεν θα είναι κάτι το «απτό». Ωστόσο, αυτές οι αλλαγές θα επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό τις υπηρεσίες ασφαλείας και το τραπεζικό σύστημα και, κατ΄ επέκταση, σημαντικό μέρος της ζωής μας, χωρίς να το αισθανόμαστε άμεσα.
Θα μπορεί ένα κβαντικό σύστημα να «σπάσει» από έναν κβαντικό υπολογιστή;
Όχι. Τα κβαντικά κρυπτογραφικά συστήματα δεν θα μπορούν να «σπάσουν» από κβαντική τεχνολογία. Η πληροφορία θα είναι απολύτως προστατευμένη.
Μπορεί η κβαντική τεχνολογία να βοηθήσει στην εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης;
Παρά τα φαινόμενα, το ζήτημα είναι αμφιλεγόμενο. Υπάρχει η άποψη ότι η τεχνητή νοημοσύνη βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στους κβαντικούς αλγόριθμους που χρησιμοποιούνται στον κβαντικό υπολογισμό. Υπάρχουν φυσικοί που δεν συνδέουν άμεσα αυτές τις δύο τεχνολογίες, αλλά υπάρχουν πολλές τάσεις ή ενδείξεις που δείχνουν ότι πιθανόν να είναι κοντινές. Αν και είναι πολύ νωρίς για να μιλήσουμε πιο αντικειμενικά.
Το σίγουρο είναι, πως η κβαντική τεχνολογία είναι το επόμενο βήμα προς τον «θαυμαστό καινούργιο κόσμο». Αρκεί να μην πρόκειται για την ομώνυμη δυστοπία του Χάξλεϋ…
------------------------- *Κβαντική διεμπλοκή,είναι το φαινόμενο, κατά το οποίο δύο σωματίδια ή ομάδες σωματιδίων που δημιουργούνται μαζί ή αλληλεπιδρούν συνενώνοντας τις κυματοσυναρτήσεις τους και μένουν σε κατάσταση διεμπλοκής μεταξύ τους, ασχέτως του χώρου που μεσολαβεί πλέον από το ένα στο άλλο. Αν σταλεί το ένα από τα δύο στο άλλο άκρο του σύμπαντος και συμβεί κάτι σε οποιοδήποτε από τα δύο, το άλλο αντιδρά ακαριαία.
**Κβαντικό bit, ή συνηθέστερα qubit, είναι η στοιχειώδης μονάδα κβαντικής πληροφορίας. Η διαφορά από το «κλασικό» δυαδικό ψηφίο (bit) είναι ότι ενώ το bit μπορεί να πάρει μόνο μια από δύο δυνατές τιμές, (είτε μηδέν 0 είτε ένα 1) το qubit είναι μια υπέρθεση (άθροισμα) και των δύο καταστάσεων ταυτόχρονα.
“Τι είδους πράγματα φοβούνται οι άνθρωποι, ποιους φοβούνται και ποια είναι η γενικότερη κατάστασή τους όταν φοβούνται, όλα αυτά θα γίνουν φανερά στη συνέχεια. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι ο φόβος είναι εκείνη η λύπη ή ταραχή που γεννιέται από το ότι έχουμε ζωντανή μέσα μας την παρουσία ενός επικείμενου κακού, που έχει τη δύναμη να προκαλέσει καταστροφή ή λύπη. Δεν φοβούνται, πράγματι, όλα τα κακά οι άνθρωποι (κανείς π.χ. δεν φοβάται το ενδεχόμενο να γίνει άδικος ή βραδύνους), αλλά μόνο αυτά που έχουν την ιδιότητα να μπορούν να προκαλέσουν μεγάλες λύπες ή καταστροφές -και αυτά μόνο αν φαίνονται ότι δεν είναι μακρινά, αλλά κοντινά, τόσο που να είναι επικείμενα. Πραγματικά, τα πολύ μακρινά οι άνθρωποι δεν τα φοβούνται: όλοι ξέρουν ότι θα πεθάνουν, επειδή όμως αυτό δεν είναι κάτι κοντινό, τους αφήνει τελείως αδιάφορους.
Αν λοιπόν αυτό είναι ο φόβος, τότε πράγματα που προκαλούν φόβο δεν μπορεί παρά να είναι όσα φαίνεται να έχουν μεγάλη δύναμη να προξενούν καταστροφές ή βλάβες που επιφέρουν μεγάλη λύπη. Αυτός είναι ο λόγος που ακόμη και τα σημάδια που προαναγγέλλουν τέτοιου είδους πράγματα προκαλούν και αυτά φόβο· γιατί το πράγμα που προκαλεί τον φόβο μοιάζει πολύ κοντινό -αυτό δεν είναι ο κίνδυνος, να έρχονται δηλαδή κοντά μας τα πράγματα που μας προκαλούν φόβο; Τέτοια είναι η έχθρα και η οργή αυτών που έχουν τη δύναμη να κάνουν κάτι κακό (ότι το θέλουν είναι φανερό, άρα βρίσκονται πολύ κοντά στο να το κάνουν). Είναι επίσης η άδικη πρόθεση, αν συνοδεύεται από δύναμη γιατί ο άδικος είναι άδικος εξαιτίας μιας προτίμησης και τάσης του.
Αλλά και η αρετή, όταν δέχεται προσβολές ― με τον όρο, βέβαια, ότι έχει δύναμη.
Γιατί είναι φανερό ότι ένα πρόσωπο που η αρετή του δέχεται προσβολές έχει πάντοτε την τάση να αντιδράσει ― τώρα έχει και τη δύναμη. Επίσης ο φόβος αυτών που έχουν τη δύναμη να κάνουν κάτι κακό· γιατί ένα τέτοιο πρόσωπο δεν μπορεί παρά να είναι πάντοτε έτοιμο και αυτό να δράσει. Και καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι είναι μάλλον κακοί παρά καλοί, δέσμιοι του κέρδους και δειλοί στους κινδύνους, η εξάρτηση από κάποιον άλλον είναι συνήθως κάτι που προκαλεί φόβο· αποτέλεσμα: αυτοί που έκαναν κάτι κακό φοβούνται ότι οι συνεργοί τους σ’ αυτό ή θα τους καταδώσουν ή θα τους εγκαταλείψουν.
Επίσης αυτοί που μπορούν να διαπράξουν αδικία προκαλούν φόβο σ’ αυτούς που υπόκεινται σε αδικίες γιατί συνήθως, όταν μπορούν οι άνθρωποι, αδικούν. Προκαλούν επίσης φόβο οι άνθρωποι που έχουν αδικηθεί ή πιστεύουν πως έχουν αδικηθεί: οι άνθρωποι αυτοί καραδοκούν πάντοτε να βρουν την κατάλληλη ευκαιρία. Φόβο όμως προκαλούν, επίσης, και αυτοί που έχουν διαπράξει μια αδικία ―αν έχουν δύναμη―, επειδή φοβούνται τα αντίποινα ― δεν το δεχτήκαμε ήδη ως κάτι που προκαλεί φόβο; Φόβο, επίσης, προκαλούν ο ένας στον άλλον όσοι διεκδικούν τα ίδια πράγματα ― στην περίπτωση, φυσικά, που δεν είναι δυνατό να τα έχουν συγχρόνως και οι δύο γιατί με αυτού του είδους τους ανταγωνιστές οι άνθρωποι βρίσκονται σε αδιάλειπτη μάχη.
Φοβούνται, επίσης, οι άνθρωποι όσους προκαλούν φόβο σε άτομα που είναι πιο δυνατά από αυτούς: από τη στιγμή που μπορούν να βλάψουν άτομα πιο δυνατά από αυτούς, μπορούν, φυσικά, να βλάψουν και αυτούς ακόμη περισσότερο. Όσους, επίσης, φοβούνται οι πιο δυνατοί από αυτούς ― για τον ίδιο λόγο. Αυτούς, επίσης, που εξουθένωσαν άτομα πιο δυνατά από αυτούς. Αλλά και όσους επιτίθενται σε άτομα πιο αδύναμα από αυτούς· γιατί οι άνθρωποι αυτοί ή είναι ήδη από τώρα επικίνδυνοι ή θα γίνουν επικίνδυνοι μόλις αυξηθεί η δύναμή τους.
Μεταξύ, επίσης, αυτών που έχουν αδικηθεί από τους ίδιους και είναι εχθροί ή αντίπαλοί τους οι άνθρωποι φοβούνται πιο πολύ όχι τους οξύθυμους και αυτούς που έχουν το θάρρος να πουν ανοιχτά τις σκέψεις τους, αλλά τους μαλακούς, αυτούς που κρύβουν τις σκέψεις τους, τους ύπουλους· γιατί με τους ανθρώπους αυτούς δεν μπορείς να είσαι βέβαιος αν είναι κοντά η στιγμή που θα δράσουν και, επομένως, ποτέ δεν είναι φανερό ότι αυτό είναι κάτι το απομακρυσμένο.
Όλα τα πράγματα που προκαλούν φόβο γίνονται ακόμη πιο φοβερά όταν οφείλονται σε σφάλματα που δεν επιδέχονται επανόρθωση, είτε γιατί αυτή είναι τελείως αδύνατη είτε γιατί δεν είναι πια στο χέρι αυτών που τα διέπραξαν αλλά στο χέρι των αντιπάλων τους. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που δεν υπάρχει καμιά βοήθεια ή η βοήθεια δεν είναι εύκολη.
Με δυο λόγια: φόβο προκαλούν τα πράγματα που προκαλούν τον οίκτο όταν συμβαίνουν ή είναι να συμβούν σε κάποιον άλλον.
Αυτά είναι σε γενικές γραμμές τα πιο σημαντικά από τα πράγματα που προξενούν φόβο και τα φοβούνται οι άνθρωποι. Ας μιλήσουμε λοιπόν τώρα για τη γενικότερη κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι άνθρωποι που φοβούνται. Αν ο φόβος συνοδεύεται, όπως είπαμε, από την προσδοκία κάποιου καταστρεπτικού κακού, είναι φανερό ότι κανείς δεν φοβάται όταν πιστεύει πως δεν υπάρχει περίπτωση να πάθει οτιδήποτε: δεν φοβάται ούτε πράγματα για τα οποία πιστεύει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να τα πάθει, ούτε πρόσωπα από τα οποία θεωρεί ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πάθει οτιδήποτε, ούτε χρονικές στιγμές κατά τις οποίες πιστεύει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πάθει οτιδήποτε.
Κατ’ ανάγκην λοιπόν φοβούνται εκείνοι που πιστεύουν ότι μπορεί να πάθουν κάτι, και μάλιστα από συγκεκριμένα πρόσωπα, συγκεκριμένα πράγματα και σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές. Δεν πιστεύουν ότι μπορεί να πάθουν κάτι: α) όσοι βρίσκονται ή θεωρούν ότι βρίσκονται σε περίοδο μεγάλης εύνοιας της τύχης (αυτός είναι ο λόγος που οι άνθρωποι αυτοί είναι αναιδείς και προσβλητικοί, περιφρονητές και θρασείς -έτσι τους κάνει ο πλούτος, η σωματική δύναμη, ο μεγάλος αριθμός φίλων, η δύναμη), β) αυτοί που πιστεύουν ότι δεν υπάρχει πράγμα που να μη το έχουν πάθει και, γι' αυτό, το μέλλον τούς αφήνει ψυχρά αδιάφορους, ακριβώς όπως αυτούς που υφίστανται το μαρτύριο της μαστίγωσης μέχρι θανάτου: για να εξακολουθήσει να υπάρχει φόβος χρειάζεται να υπάρχει κάποια ελπίδα σωτηρίας από αυτό που προκαλεί την αγωνία· ιδού και το σημάδι: ο φόβος κάνει τους ανθρώπους να σκέφτονται και να μελετούν τα πράγματα με προσοχή, και φυσικά κανείς δεν σκέφτεται προσεκτικά ούτε συζητάει με επιμονή πράγματα για τα οποία δεν υπάρχει ελπίδα.
Συμπέρασμα: Όταν είναι προτιμότερο οι ακροατές να αισθανθούν φόβο, ο ρήτορας πρέπει να τους κάνει να πιστέψουν πως είναι πολύ πιθανό να πάθουν κάποιο κακό (αφού και άλλοι, ανώτεροί τους, το έπαθαν)· να τους δείξει, επίσης, καθαρά ότι άνθρωποι σαν κι αυτούς παθαίνουν αυτή τη στιγμή κάποιο κακό ή ότι το έχουν ήδη πάθει, προσθέτοντας ότι το κακό αυτό το έπαθαν από ανθρώπους από τους οποίους δεν το περίμεναν, με έναν τρόπο και σε μια χρονική στιγμή που επίσης δεν το περίμεναν.
Στο δεύτερο βιβλίο ο Αριστοτέλης επιδιώκει να εφοδιάσει τους ρήτορες με τα εργαλεία πειθούς που απευθύνονται στο θυμικό του ακροατηρίου τους. Ο ρήτορας οφείλει να γνωρίζει πώς θα διεγείρει ή θα κατευνάσει στην ψυχή των ακροατών του τα λεγόμενα πάθη, ως πάθη θεωρεί ο φιλόσοφος όσα προκαλούν μεταβολές στην ψυχική, σωματική και νοητική κατάσταση των ανθρώπων και συνοδεύονται από ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια.
Μετά την οργή και την πραότητα εξετάζονται η φιλία και το μίσος.
Ας πούμε τώρα ποιους αγαπούν οι άνθρωποι και θέλουν να τους έχουν φίλους τους και ποιους μισούν, καθώς και για ποιον λόγο -αφού όμως πρώτα δώσουμε τον ορισμό της φιλίας και της αγάπης. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι αγαπώ κάποιον και θέλω να τον έχω φίλο μου θα πει θέλω γι’ αυτόν καθετί που το θεωρώ καλό, όχι για να κερδίσω κάτι ο ίδιος, αλλά αποκλειστικά για χάρη εκείνου· [1381a] κάνω μάλιστα και ό,τι μπορώ για να αποκτήσει αυτά τα καλά εκείνος.
Φίλος είναι το πρόσωπο που αγαπά με τον τρόπο που είπαμε και αγαπιέται με τον ίδιο τρόπο: όσοι πιστεύουν ότι η σχέση τους είναι αυτού του είδους, θεωρούν ότι είναι φίλοι. Με όλα αυτά να τα έχουμε δεχτεί, καταλήγουμε πια -υποχρεωτικά- στο ότι φίλος είναι αυτός που χαίρεται με τα καλά και λυπάται με τα δυσάρεστα που συμβαίνουν στον φίλο του -και αυτό όχι για κανέναν άλλο λόγο παρά μόνο για χάρη εκείνου. Αλήθεια, δεν υπάρχει άνθρωπος που να μη χαίρεται όταν πραγματοποιούνται όλα όσα επιθυμεί και να μη λυπάται όταν του συμβαίνουν τα αντίθετα· αυτό θα πει ότι σημάδι αυτού που επιθυμούμε είναι, κάθε φορά, οι λύπες και οι χαρές μας.
Φίλοι γίνονται επίσης αυτοί που ό,τι θεωρεί καλό ο ένας, το θεωρεί καλό και ο άλλος· και ό,τι θεωρεί κακό ο ένας, το θεωρεί κακό και ο άλλος. Επίσης αυτοί που έχουν τους ίδιους φίλους και τους ίδιους εχθρούς· ο λόγος είναι ότι αναγκαστικά οι άνθρωποι αυτοί έχουν τις ίδιες επιθυμίες, και φυσικά όποιος επιθυμεί για τον άλλο αυτά που επιθυμεί για τον ίδιο τον εαυτό του, δεν μπορεί παρά να είναι φίλος αυτού του ανθρώπου. Αγαπούν επίσης οι άνθρωποι και κάνουν φίλους τους αυτούς από τους οποίους έχουν ευεργετηθεί, ή οι ίδιοι ή αυτοί για τους οποίους οι ίδιοι ενδιαφέρονται, και αν το καλό που τους έγινε ήταν μεγάλο, ή έγινε με προθυμία, ή κάτω από ορισμένες συνθήκες, και πάντως αποκλειστικά για χάρη τους ― και αυτούς όμως για τους οποίους πιστεύουν πως έχουν τη θέληση να τους ευεργετήσουν.
Φίλους τους κάνουν επίσης οι άνθρωποι τους φίλους των φίλων τους, καθώς και αυτούς που αγαπούν όσους αγαπούν και οι ίδιοι· επίσης όσους έχουν κερδίσει την αγάπη εκείνων που έχουν κερδίσει τη δική τους αγάπη. Με τον ίδιο τρόπο: φίλους τους κάνουν αυτούς που έχουν γίνει μισητοί σ’ αυτούς στους οποίους έγιναν μισητοί και οι ίδιοι, αυτούς που μισούν όσους μισούν και οι ίδιοι, τέλος αυτούς που μισούνται από αυτούς που μισούν οι ίδιοι: είναι φανερό ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι άνθρωποι αυτοί πιστεύουν ότι καλά είναι τα ίδια ακριβώς που θεωρούν καλά και οι ίδιοι, και έτσι επιθυμούν αυτά που είναι καλά για τους ίδιους· αυτό δεν ήταν το κύριο γνώρισμα του φίλου;
Αγαπούν επίσης οι άνθρωποι και κάνουν φίλους τους αυτούς που έχουν τη θέληση και τη δύναμη να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους άλλους, είτε σε χρήμα είτε για να τους σώσουν· αυτός είναι ο λόγος που τιμούν τους γενναιόδωρους, τους ανδρείους και τους δίκαιους (δίκαιους θεωρούν οι άνθρωποι αυτούς που δεν ζουν σε βάρος άλλων· τέτοιοι είναι όσοι κερδίζουν τη ζωή τους από τη δουλειά τους· αυτή είναι, κατά κύριο λόγο, η περίπτωση των γεωργών και, από όλους τους άλλους, η περίπτωση αυτών που ασκούν χειρωνακτικά επαγγέλματα). Αυτούς, επίσης, που μπορούν να ελέγχουν τον εαυτό τους -γιατί αυτοί δεν μπορούν να είναι άδικοι. Για τον ίδιο λόγο και αυτούς που δεν ανακατεύονται στις ξένες υποθέσεις.
Αγαπούμε επίσης και κάνουμε φίλους μας αυτούς με τους οποίους επιθυμούμε να γίνουμε φίλοι (αν δείχνουν καθαρά ότι το επιθυμούν και αυτοί)· τέτοιοι είναι οι ενάρετοι άνθρωποι και αυτοί που έχουν καλό όνομα ― είτε ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους, είτε ανάμεσα στους πιο διαλεχτούς, είτε ανάμεσα σε αυτούς που θαυμάζουμε, είτε ανάμεσα σε αυτούς που μας θαυμάζουν.
Επίσης αυτούς που είναι μια ευχαρίστηση να περνάς παρέα τη μέρα σου μαζί τους· τέτοιοι είναι οι βολικοί άνθρωποι, αυτοί που δεν ζητούν να ελέγχουν τα σφάλματα των άλλων, αυτοί που δεν τα βάζουν με όλους και δεν τσακώνονται με όλους (όσοι τα κάνουν όλα αυτά είναι άνθρωποι εριστικοί, και οι εριστικοί άνθρωποι φαίνεται να έχουν επιθυμίες αντίθετες με τις δικές μας)· τέτοιοι είναι επίσης οι άνθρωποι που ξέρουν να πειράζουν, αλλά και να δέχονται το πείραγμα: και των δύο αυτών κατηγοριών τα άτομα στοχεύουν στο ίδιο πράγμα, αφού έχουν τη δύναμη και να δέχονται το πείραγμα και να πειράζουν τους άλλους με χάρη.
Αγαπούμε επίσης και κάνουμε φίλους μας αυτούς που επαινούν τις καλές μας ιδιότητες, ιδίως εκείνες που φοβούμαστε πως δεν τις έχουμε. [1381b] Όπως και αυτούς που έχουν καθαρή εξωτερική εμφάνιση, καθαρά ρούχα, καθαρό γενικά τρόπο ζωής. Αυτούς, επίσης, που δεν σπεύδουν να κάνουν τα σφάλματά μας ή τις ευεργεσίες που μας έχουν κάνει αφορμή για να μας ψέξουν: και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για ανθρώπους που τους αρέσει να ελέγχουν και να επικρίνουν τους άλλους. Αγαπούν, επίσης, οι άνθρωποι και κάνουν φίλους τους αυτούς που δεν μνησικακούν και δεν φυλάγουν μέσα τους παράπονα για το κακό που τους έχει γίνει, αλλά έχουν εύκολη τη συμφιλίωση: όπως τους βλέπουν να συμπεριφέρονται στους άλλους, ίδιοι, λένε, θα είναι και σ’ αυτούς.
Επίσης αυτούς που δεν κακολογούν ούτε καταγράφουν τις ελλείψεις -των αλλωνών ή των φίλων τους- αλλά μόνο τα καλά τους: έτσι κάνουν οι καλοί άνθρωποι. Επίσης αυτούς που δεν αντιμιλούν στον θυμωμένο ή στον σοβαρά απασχολημένο με κάτι: όσοι δεν συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο είναι άνθρωποι εριστικοί. Επίσης αυτούς που τους δείχνουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αισθήματα σεβασμού και ευλάβειας· που τους θαυμάζουν, λ.χ. ή τους θεωρούν καλούς ανθρώπους και ευχαριστιούνται μαζί τους και μάλιστα όταν τους δείχνουν τέτοια αισθήματα για πράγματα για τα οποία οι ίδιοι επιθυμούν να τους θαυμάζουν οι άλλοι ή να τους θεωρούν καλούς ή ευχάριστους ανθρώπους.
Κάνουν επίσης φίλους τους αυτούς που τους μοιάζουν και έχουν τις ίδιες με αυτούς ασχολίες -φτάνει να μη γίνονται ενοχλητικοί στους ίδιους και να μη κερδίζουν με τον ίδιο τρόπο τη ζωή τους γιατί τότε γίνεται αυτό που λέμε «ο κανατάς μισεί τον κανατά». Επίσης αυτούς με τους οποίους έχουν τις ίδιες επιθυμίες -με τον όρο, βέβαια, ότι μπορούν να τις ικανοποιήσουν και οι δύο· αλλιώς θα συμβεί ό,τι και στην προηγούμενη περίπτωση. Επίσης αυτούς με τους οποίους έχουν τέτοιου είδους σχέσεις, ώστε να μη ντρέπονται να κάνουν μπροστά τους πράγματα που δεν συνάδουν με το καλό όνομα -με τον όρο, φυσικά, ότι η διαγωγή αυτή δεν οφείλεται σε περιφρόνηση. Επίσης αυτούς μπροστά στους οποίους ντρέπονται να κάνουν πράγματα που είναι πράγματι κακά.
Αυτούς επίσης με τους οποίους έχουν τη φιλοδοξία να αναμετριούνται, ή αυτούς των οποίων θέλουν να προκαλούν τη ζηλοτυπία, όχι όμως τον φθόνο: όλους αυτούς ή τους αγαπούν ή θέλουν να τους έχουν φίλους τους. Επίσης αυτούς που οι ίδιοι είναι πρόθυμοι να τους βοηθήσουν να πετύχουν κάτι καλό -φτάνει να μη προκύψουν για τους ίδιους κακά μεγαλύτερα από το καλό που θα κερδίσουν εκείνοι. Επίσης αυτούς που όποιον αγαπούν, τον αγαπούν το ίδιο παρόντα ή απόντα· να γιατί όλοι αγαπούν και θέλουν φίλους τους αυτούς που δείχνουν τέτοιου είδους αισθήματα απέναντι σε πρόσωπα που έχουν πια πεθάνει.
Γενικά αυτούς που αγαπούν πάρα πολύ τους φίλους τους και δεν τους εγκαταλείπουν στις δύσκολες στιγμές τους· ο λόγος είναι ότι από όλους τους καλούς οι άνθρωποι αγαπούν πολύ περισσότερο αυτούς που είναι καλοί φίλοι.
Επίσης αυτούς που δεν υποκρίνονται μπροστά τους· τέτοιοι είναι οι άνθρωποι που δεν διστάζουν να τους μιλούν και για τα ελαττώματά τους· το είπαμε πιο πριν: μπροστά στους φίλους μας δεν ντρεπόμαστε να κάνουμε πράγματα που δεν συνάδουν με το καλό όνομα· αν λοιπόν αυτός που ντρέπεται δεν είναι φίλος, θα πρέπει λογικά να είναι φίλος αυτός που δεν ντρέπεται. Επίσης αυτούς που δεν μας προκαλούν κανέναν φόβο, αλλ’, ίσα ίσα, ένα αίσθημα ασφάλειας· ποιος, αλήθεια, αγαπάει και θέλει για φίλο του έναν άνθρωπο που του προκαλεί φόβο;
Είδη φιλίας: η φιλία των συντρόφων, η φιλία των μελών μιας οικογένειας, η φιλία των συγγενών, και άλλα παρόμοια.
Τη φιλία τη γεννάει το να κάνει κανείς μια χάρη, το να την κάνει δίχως να του τη ζητήσουν, και αφού την κάνει να μη την κοινολογήσει· γιατί τότε φαίνεται ότι έγινε για τον φίλο και όχι για κάποιον άλλο λόγο.
[1382a] Όσο για την έχθρα και το μίσος, είναι φανερό ότι μπορούμε να τα αναλύσουμε ως αντίθετα προς όσα είπαμε. Την έχθρα τη γεννούν η οργή, η κακεντρεχής εναντίωση στη θέλησή μας, η διαβολή. Η οργή γεννιέται από πράγματα που στρέφονται προσωπικά εναντίον μας, ενώ μίσος υπάρχει και όταν τα πράγματα δεν στρέφονται προσωπικά εναντίον μας: μόλις σχηματίσουμε τη γνώμη πως ένας άνθρωπος έχει τον τάδε χαρακτήρα τον μισούμε. Έπειτα η οργή στρέφεται εναντίον συγκεκριμένων προσώπων, του τάδε ή του τάδε, π.χ. εναντίον του Καλλία ή εναντίον του Σωκράτη, ενώ το μίσος το αισθανόμαστε και για κατηγορίες ανθρώπων: όλοι μας μισούμε τους κλέφτες ή τους συκοφάντες.
Την οργή τη θεραπεύει ο χρόνος, ενώ το μίσος δεν έχει γιατρειά. Η οργή επιθυμεί να προξενήσει προσωρινή στενοχώρια, ενώ το μίσος μόνιμη βλάβη: ο θυμωμένος θέλει να γίνει αντιληπτός από τον άλλον, ενώ αυτός που μισεί δεν δίνει καμιά σημασία σ’ αυτό. Τα οδυνηρά πράγματα γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις, ενώ τα μέγιστα κακά (η αδικία, ας πούμε, ή η παραφροσύνη) ελάχιστα γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις· πραγματικά, η παρουσία της κακίας δεν προκαλεί καμία λύπη.
Η οργή συνοδεύεται από λύπη, το μίσος όχι: όλοι το ξέρουμε πως ο θυμωμένος είναι στενοχωρημένος, ενώ δεν είναι εκείνος που μισεί. Εκτός αυτού, ο θυμωμένος μπορεί κάποτε, ύστερα από πολλά, να νιώσει συμπόνια γι’ αυτόν με τον οποίο ήταν θυμωμένος· ο άλλος σε καμιά περίπτωση· ο θυμωμένος ένα μόνο θέλει: να υποφέρει με τη σειρά του και αυτός με τον οποίο ο ίδιος είναι θυμωμένος, ενώ αυτός που μισεί επιθυμεί να πάψει να υπάρχει ο άλλος.
Είναι λοιπόν -από αυτά που είπαμε- φανερό ότι είναι δυνατό από τη μια να αποδείξει ο ρήτορας ότι τα τάδε άτομα είναι πράγματι εχθροί μεταξύ τους ή φίλοι, και αν δεν είναι, να τους παρουσιάσει ως εχθρούς ή φίλους, και αν οι ίδιοι ισχυρίζονται πως είναι, να ανατρέψει τους ισχυρισμούς τους, και από την άλλη, σ’ αυτούς που από θυμό ή έχθρα παίρνουν αντίπαλη θέση, να αναγάγει την αντίπαλη θέση τους σε όποιον από τους δύο λόγους προτιμήσει.