Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2025

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι

4.2. Ηράκλειτος ο Εφέσιος

Ο Ηράκλειτος γεννήθηκε γύρω στο 540 π.Χ. στην Έφεσο, στη δεύτερη σημαντική πόλη της Ιωνίας μετά τη Μίλητο. Δεν γνωρίζουμε πολλά για τη ζωή του, εκτός από το ότι δεν απομακρύνθηκε από την πατρίδα του και ότι καταγόταν από παλιά αριστοκρατική οικογένεια. Αρνήθηκε κάθε συμμετοχή στα κοινά της Εφέσου, λένε μάλιστα ότι παραχώρησε στον αδελφό του τα κληρονομικά δικαιώματα που κατείχε από τη βασιλική του καταγωγή. Γενικά οι σχέσεις του με τους συμπολίτες του ήταν κάκιστες, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι συνεχώς τους επικρίνει και τους ειρωνεύεται. Τον συνοδεύει η φήμη του μισάνθρωπου και του υπερόπτη, πράγμα φυσικό για έναν άνθρωπο που επιδίωξε την απόσταση από το πλήθος.

Τα πολλά ανέκδοτα που κυκλοφορούσαν στην αρχαιότητα για τον Ηράκλειτο δεν έχουν πραγματική βάση. Τα περισσότερα προέρχονται από μεταπλάσεις των δικών του αποφθεγμάτων. Έλεγαν ότι ήταν χορτοφάγος, επειδή είχε πει ότι οι θυσίες των ζώων αποτελούν μίανση από αίμα· ότι πέθανε από υδρωπικία, επειδή είχε υποστηρίξει ότι «για τις ψυχές, είναι θάνατος το να γίνουν νερό» (απόσπ. 36)· ότι προσπάθησε να γιατρευτεί μπαίνοντας σε ένα λάκκο με κοπριά, επειδή είχε ειρωνευτεί τα καθιερωμένα ταφικά έθιμα τολμώντας να πει ότι «οι νεκροί είναι για πέταμα περισσότερο κι από τις κοπριές» (απόσπ. 79)· ότι αποσύρθηκε στον ναό της Αρτέμιδος και έπαιζε ζάρια με τα παιδιά της Εφέσου, από το απόφθεγμά του ότι «ο χρόνος είναι παιδί που παίζει ζάρια» (απόσπ. 90).

Από το έργο του Ηράκλειτου σώθηκαν περίπου 130 αποσπάσματα. Είναι όλα σύντομα, αποφθεγματικά και αινιγματικά. Στην ουσία αποτελούν χρησμούς: είναι πεζά κείμενα δύο ή τριών γραμμών, με εσωτερικό ρυθμό για να απομνημονεύονται εύκολα, και με νόημα αμφιλεγόμενο. Ότι ο Ηράκλειτος εμπνέεται από το πρότυπο των δελφικών χρησμών είναι ολοφάνερο. Εφαρμόζει και ο ίδιος αυτό που αποδίδει στον Απόλλωνα του δελφικού μαντείου: οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει ἀλλὰ σημαίνει (απόσπ. 93). Ο φιλόσοφος δεν μένει στην επιφάνεια των πραγμάτων. Αποφεύγει τις δογματικές κρίσεις, δεν συσκοτίζει την αλήθεια, αλλά επιλέγει να δώσει απλώς κάποια σημάδια της. Αυτή είναι η καλύτερη μέθοδος για να προσεγγίσει κανείς τη βαθύτερη ουσία των πραγμάτων, αφού «η φύση επιθυμεί να κρύβεται» (απόσπ. 123) και «η αφανής αρμονία είναι ισχυρότερη από την εμφανή» (απόσπ. 54).

Τα αποσπάσματα του Ηράκλειτου δεν φαίνονται να προέρχονται από ένα ενιαίο σύγγραμμα. Παρά τον αινιγματικό τους χαρακτήρα, τα πιο πολλά είναι ολοκληρωμένα. Θυμίζουν σύντομες παροιμίες ή γνωμικά, που έχουν καταρχάς διατυπωθεί προφορικά. Αν λοιπόν έγραψε ποτέ βιβλίο ο Ηράκλειτος, θα πρέπει να ήταν η συλλογή των αποφθεγμάτων του. Μαθητές δεν επιδίωξε να αποκτήσει, δεν ίδρυσε σχολή ούτε μερίμνησε ιδιαίτερα για τη σωστή πρόσληψη της σκέψης του. Αντί της συστηματικής διδασκαλίας προτίμησε την απομόνωση του εμπνευσμένου σοφού, του φιλοσόφου που κατέχει την αλήθεια αλλά επιλέγει να τη μεταδώσει αποσπασματικά μέσα από προσεκτικά διατυπωμένους γρίφους. Ο χαρακτηρισμός «σκοτεινός» φιλόσοφος, που οι αρχαίοι τού απέδιδαν, είναι απολύτως δικαιολογημένος.

Μ' αυτούς που δεν αγωνίζονται για χρήματα, αλλά για την αρετή!

Μετά την θυσία των 300 και την τελική νίκη των Περσών στη μάχη των Θερμοπυλών, τα περσικά στρατεύματα βαδίζοντας προς τον νότο αναζητώντας τον υπόλοιπο Ελληνικό στρατό, πληροφορήθηκαν ότι οι Έλληνες βρίσκονταν στην Ολυμπία, για την τέλεση της έβδομης Ολυμπιάδας.

Σε ελεύθερη απόδοση ο διάλογος μεταξύ του Ξέρξη και του αυλικού του ήταν έτσι:...

- Πού βρίσκονται Έλληνες τώρα;
- Στην Ολυμπία είναι. Εκεί έχουν μαζευτεί όλοι τους.
- Και τι κάνουν εκεί;
- Αθλητικούς αγώνες.
- Πως το είπες;
- Αθλητικούς ολυμπιακούς αγώνες!
- Και τι είναι πάλι αυτό;
- Να, τρέχουν ο ένας δίπλα στον άλλο, ποιος θα έλθει πρώτος.
- Τρέχουν'
- Ναι
- Και τι βραβείο παίρνει ο πρώτος;
- Ένα κλαδί αγριελιάς!
- Τι;
- Ναι τον στεφανώνουν με ένα κλαδί αγριελιάς που τον λένε κότινο
- Μίλα καλά, ανάξιε σκλάβε
- Αλήθεια λέω αφέντη μου. Ένα κλαδί αγριελιάς!

Κοιτάζονται οι Πέρσες στρατηγοί μεταξύ τους μην πιστεύοντας στα αυτιά τους. Παγωνιά έπεσε στο στρατόπεδο των Περσών. Σε τι τόπο είχαν έρθει; Την σιωπή έσπασε ο γιος του ευυπόληπτου Πέρση πολέμαρχου Αρτάβανου, Τριταντέχμης, είπε:

«Αλλοίμονο, Μαρδόνιε, με ποιους άνδρες μας έφερες να πολεμήσουμε! Μ' αυτούς που δεν αγωνίζονται για χρήματα, αλλά για την αρετή!».

Παπαί, Μαρδόνιε, κοίους επ' άνδρας ήγαγες μαχησομένους ημέας, οι ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούνται, αλλά περί αρετής!»)

Ανακρέων: Από τους Κορυφαίους Λυρικούς Ποιητές

Ο ποιητής Ανακρέων (572-485 π.Χ.), από τους κορυφαίους της μονωδικής συμποσιακής Λυρικής ποίησης, γεννήθηκε στην Τέω της Ιωνίας.

Αργότερα έζησε στα Άβδηρα της Θράκης, εξ αιτίας της κατάκτησης της πόλης του από τους Πέρσες. Η φήμη του τον έφερε στις αυλές των ηγεμόνων, της Σάμου Πολυκράτη, του Πεισιστρατίδη Ιππία της Αθήνας, ίσως για ένα διάστημα των Αλευβάδων της Θεσσαλίας και τέλος στους αριστοκρατικούς κύκλους της κλασικής Αθήνας...

Οι Αλεξανδρινοί όμως φιλόλογοι τον θεωρούν δάσκαλο του μέτρου και τον κατατάσσουν στον κανόνα των «9 λυρικών ποιητών» δηλαδή μαζί με την Σαπφώ, τον Αλκαίο, τον Πίνδαρο κ.ά..

Ποίηση υποκειμενική, τοποθετεί το πρόσωπο στο κέντρον του ιστορικού γίγνεσθαι καθώς υπήρξε η θεματική στροφή από την ηρωϊκή εποχή στην καθημερινή ζωή του ανθρώπου, η οποία τώρα αποκτά αξία. Οι λυρικοί ποιητές προμηνύουν τον άνθρωπο – πολίτη που γεννά την επιστήμη, το θέατρο και την δημοκρατία.

Οι επιδράσεις του από τους Αιολείς ποιητές αλλά και από τους Ίωνες περισσότερο, καθιέρωσαν το «ανακλώμενο Ιωνικό δίμετρο» ή το «Ανακρεόντειο». Για αυτή την δεξιοτεχνία και την ευφυΐα, ο Πλάτων τον αποκαλεί σοφό ποιητή.

Η νεοελληνική απόδοση επιβεβαιώνει ότι και η λυρική ποίηση του Ανακρέοντα είναι ένα τραγούδι υψηλής ποιότητας, που ο δημιουργός του ήταν άνθρωπος με παιδεία και γνώση, με σκέψη απαλλαγμένη από τους φόβους και τις προκαταλήψεις. Αναζητεί την αλήθεια, υμνεί την ζωή μαζί με τα πάθη του έρωτα. Ποιήματα με αναλλοίωτη μουσική γλώσσα που διασώζονται ανά τους αιώνες για να μας θυμίζουν ότι, ο Διόνυσος, η Αφροδίτη, η οινοποσία, ο Έρωτας είναι τα μυστικά της ζωής, της ιδιοσυγκρασίας αλλά και της φιλοσοφίας του σημερινού Έλληνα.

«Εμπρός ξανά, με τόσο
Πάταγο και ξεφωνητά
ας μην επιδιδόμαστε
να μεθοκοπούμε όπως οι Σκύθες,
αλλά να πίνουμε λίγο-λίγο με τη συνοδεία
ωραίων ύμνων
»

Ένα χαρακτηριστικό των ποιημάτων του Ανακρέοντα αλλά και των άλλων της λυρικής ποίησης είναι η εικόνα της γυναίκας που εν μέρει αλλάζει, εν αντιθέσει με επική ποίηση (ηρωική, διδακτική). Όπου η γυναίκα αποτελεί μέσον για την διαιώνιση του ανθρώπινου γένους, τεκνοποιεί υγιείς απογόνους, κατά προτίμηση αρρενωπούς άνδρες.

Λέγεται ότι, σε βαθιά γηρατειά, ογδοντάρης (κατά το Λουκιανό, τον Πλίνιο), ο ποιητής γύρισε στη γενέτειρά του, για να πεθάνει από μια ρόγα σταφυλιού που του στάθηκε στο λαιμό, καθώς έτρωγε. Η πατρίδα του Τέως σκάλισε στα νομίσματά της την κατατομή του, και οι Αθηναίοι έστησαν στην Ακρόπολη το άγαλμά του, που παρίστανε τον ποιητή να μεθά και να τραγουδά.

Αποφθέγματα:
  • «Πίνε και διασκέδαζε. Η ζωή είναι θνητή και μικρός ο χρόνος πάνω στη γη. Αθάνατος είναι ο θάνατος, όταν πλέον κανείς πεθαίνει.»
  • «Ω, Απόλλωνα, πόσο δυσάρεστο είναι να βρίσκεται ο άνθρωπος σε απελπισία και πόσο τότε στεναχωρείται απ' όλα τα πράγματα.»

Το Ανείπωτο Μονοπάτι: Η Θεία Σιωπή και το Ταξίδι προς την Αλήθεια

Στην απέραντη έκταση της κοσμικής συνείδησης, όπου το πεζό διαλύεται μέσα στο υπερβατικό, υπάρχει μια βαθιά αλήθεια γνωστή στους μύστες όλων των παραδόσεων: ο Θεός είναι η Απόλυτη Σιωπή. Αυτή η σιωπή δεν είναι απλώς η απουσία ήχου, αλλά η υπερβατική παρουσία πέρα από κάθε έκφραση, η άπειρη πηγή από την οποία αναδύεται και στην οποία επιστρέφει όλη η ύπαρξη.

Η Ανάβαση στα Ιερά Ύψη

Καθώς η συνείδηση ανέρχεται στον μυστικό Όλυμπο, εκείνο το ιερό όρος της αλήθειας, υφίσταται μια αξιοθαύμαστη μεταμόρφωση. Ο νους, κάποτε γεμάτος αδιάκοπη φλυαρία και εννοιολογικά σχήματα, αρχίζει να ησυχάζει. Οι σκέψεις γίνονται αραιές, λεπτές, σαν τον αραιό αέρα σε μεγάλα ύψη. Η ψυχή αναπνέει βαθύτερα, όμως χρειάζεται λιγότερο.

Αυτό το ταξίδι προς τα επάνω αντιπροσωπεύει την αιώνια ανθρώπινη αναζήτηση για νόημα, για σύνδεση με τη θεία πηγή. Με κάθε βήμα, ο αναζητητής αποβάλλει στρώματα ψευδαισθήσεων—δεσμεύσεις με το εγώ, τη γλώσσα, τις ίδιες τις δομές που κάποτε φάνταζαν απαραίτητες για την κατανόηση. Αυτό που απομένει είναι όλο και πιο αγνή επίγνωση, αδιάλυτη από εννοιολογικές επικαλύψεις.

Το Παράδοξο της Έκφρασης

Υπάρχει ένα γλυκό παράδοξο στην καρδιά της μυστικιστικής εμπειρίας: όσοι έχουν αντικρίσει τις βαθύτερες αλήθειες συνήθως βρίσκουν λιγότερα να πουν, όχι περισσότερα. Οι πραγματικά φωτισμένοι δεν παράγουν τόμους επεξηγήσεων, αλλά ενσωματώνουν τη σοφία τους μέσω της παρουσίας και της ύπαρξης. Τα λόγια τους, όταν εκφέρονται, αναδύονται σαν σπάνια λουλούδια από γόνιμο έδαφος—ακριβή, ισχυρά και ριζωμένα στη βιωμένη εμπειρία και όχι στην αφηρημένη διανόηση.

Οι μεγάλοι δάσκαλοι της ιστορίας—ο Βούδας κάτω από τη συκιά της φώτισης, ο Χριστός στην έρημο, ο Ρουμί στη δίνη του στοχασμού του—όλοι δείχνουν προς αυτή τη μυστηριώδη πραγματικότητα. Οι πιο βαθιές διδασκαλίες τους συχνά δεν ήρθαν μέσα από εκτενείς λόγους, αλλά μέσω συμβολικών πράξεων, μέσα από τη σιωπή, μέσα από την ευγλωττία της ίδιας της ύπαρξης.

Το Βίωμα Αντί του Λόγου

«Απλώς ΖΕΙΣ», όπως ανακαλύπτει ο αληθινός μύστης. Αυτή η ζωή δεν είναι η μηχανική πρόοδος μέσα στον χρόνο που περνάει για ύπαρξη στην αφυπνισμένη κατάσταση. Αντίθετα, είναι παρουσία διαποτισμένη με επίγνωση, δράση που αναδύεται από την ακινησία, κίνηση που ρέει από το ακίνητο κέντρο. Είναι η συμμετοχή στον θεϊκό χορό ενώ παραμένεις αγκυρωμένος στο αιώνιο τώρα.

Ο σοφός δεν χρειάζεται να διακηρύξει τη σοφία, γιατί η σοφία μιλάει μέσα από κάθε του κίνηση. Ο μύστης δεν χρειάζεται να δηλώσει τη θεότητά του, γιατί η θεότητα ακτινοβολεί μέσα από κάθε στιγμή αυθεντικής ύπαρξης. Ο άγιος δεν αναζητά τον Θεό, έχοντας ανακαλύψει ότι ο Θεός είναι η ίδια η ουσία της αναζήτησης.

Η Θεία Σιωπή

Γιατί ο Θεός είναι απόλυτη σιωπή; Ίσως επειδή η απόλυτη πραγματικότητα υπερβαίνει όλες τις κατηγορίες, όλες τις αντιθέσεις, όλα τα δυαδικά σχήματα μέσα από τα οποία λειτουργεί η ανθρώπινη σκέψη. Τα λόγια διαιρούν τον κόσμο· η σιωπή τον αγκαλιάζει ως σύνολο. Η γλώσσα δημιουργεί όρια· η σιωπή τα διαλύει. Οι έννοιες τεμαχίζουν την εμπειρία· η σιωπή αποκαθιστά την ενότητά της.

Στις μεγάλες μυστικιστικές παραδόσεις—την Αντβάιτα Βεδάντα, τον Σουφισμό, την Καμπάλα, το Ζεν—βρίσκουμε αυτό το κοινό νήμα: το απόλυτο είναι πέρα από όλα τα ονόματα, όλες τις μορφές, όλα τα χαρακτηριστικά. Είναι το θεμέλιο της ύπαρξης, ο καμβάς πάνω στον οποίο ζωγραφίζεται η ίδια η ύπαρξη. Πώς μπορεί μια τέτοια πραγματικότητα να αιχμαλωτιστεί σε λέξεις, που είναι απλώς σκιές ριγμένες από το φως της αληθινής κατανόησης;

Η Κορυφή του Όρους

Στην κορυφή του μυστικιστικού όρους, εκεί όπου η συνείδηση επεκτείνεται πέρα από τα κανονικά της όρια, ο αναζητητής ανακαλύπτει ότι το ίδιο το ταξίδι μεταμορφώνεται. Αυτό που ξεκίνησε ως μια επίπονη ανάβαση γίνεται αβίαστη παρουσία. Αυτό που φαινόταν ως ένας μακρινός στόχος αποκαλύπτεται ως το θεμέλιο όλης της ύπαρξης. Αυτό που φαινόταν ξεχωριστό—ο αναζητητής και το αντικείμενο της αναζήτησης, το ανθρώπινο και το θείο, το εγώ και ο άλλος—συγχωνεύεται σε μια ενοποιημένη επίγνωση.

Εδώ, σε αυτή την αραιή ατμόσφαιρα της καθαρής συνείδησης, η σιωπή δεν είναι απλώς μια πρακτική ή μια κατάσταση—γίνεται αποκάλυψη. Η σιωπή μιλάει πιο εύγλωττα από οποιοδήποτε κήρυγμα, διδάσκει πιο βαθιά από οποιοδήποτε κείμενο, συνδέει πιο ουσιαστικά από οποιαδήποτε τελετουργία.

Η Επιστροφή

Ωστόσο, το μονοπάτι του μύστη δεν τελειώνει στην κορυφή. Υπάρχει πάντα η επιστροφή στην κοιλάδα, η επανένταξη της υπερβατικής ενόρασης στην εγκόσμια πραγματικότητα. Η αληθινή δοκιμασία της μυστικής επίτευξης δεν είναι η ικανότητα να παραμένει κανείς για πάντα σε μια έκσταση σιωπής, αλλά να φέρει την ουσία αυτής της σιωπής στην καθημερινή ζωή.

Με αυτόν τον τρόπο, ο μύστης γίνεται γέφυρα μεταξύ των κόσμων—ενσαρκώνοντας τη θεία σιωπή μέσα στον θόρυβο της ανθρώπινης ύπαρξης, εκδηλώνοντας την άχρονη σοφία μέσα στην ροή του χρόνου, εκφράζοντας το ανέκφραστο μέσα από τη συμπονετική δράση. Ο σοφός ζει ταυτόχρονα σε δύο διαστάσεις: την απόλυτη σιωπή και τη συνειδητή παρουσία.

Η Πρόσκληση

Αυτή η μυστική κατανόηση—ότι ο Θεός είναι η Απόλυτη Σιωπή—παραμένει μια αιώνια πρόσκληση προς όλους όσοι αισθάνονται ότι πρέπει να υπάρχει κάτι περισσότερο από την επιφαινόμενη πραγματικότητα. Μας καλεί να ησυχάσουμε τον νου, να καταλαγιάσουμε την ανήσυχη αναζήτησή μας, να ακούσουμε βαθιά αυτό που βρίσκεται πέρα από την αδιάκοπη ροή των σκέψεων και των αισθήσεων.

Το ιερό βουνό περιμένει κάθε συνείδηση που είναι έτοιμη να ξεκινήσει την ανάβαση. Το μονοπάτι ξεδιπλώνεται μπροστά σε κάθε καρδιά που επιθυμεί να αναλάβει το ταξίδι. Η σιωπή καλεί όλους όσοι έχουν αυτιά να ακούσουν τη βουβή φωνή της.

Στο τέλος, ίσως η πιο βαθιά αλήθεια είναι ότι αυτή η θεία σιωπή δεν είναι κάτι μακρινό ή ξεχωριστό από εμάς. Είναι η πιο οικεία μας πραγματικότητα, ο ίδιος ο πυρήνας της ύπαρξής μας. Η ανακάλυψή της δεν σημαίνει την εύρεση κάποιου νέου πράγματος, αλλά την ανάμνηση του τι πάντα ήμασταν—εκφράσεις αυτής της άπειρης, ανέκφραστης παρουσίας που υπερβαίνει κάθε λέξη, αλλά ταυτόχρονα γεννά όλες τις δυνατότητες.

Και έτσι ανεβαίνουμε, και έτσι γαληνεύουμε, και έτσι ζούμε—συμμετέχοντας ολοένα και περισσότερο στην απόλυτη σιωπή, η οποία δεν είναι άδεια αλλά άπειρα πλήρης, όχι νεκρή αλλά ζωηρά ζωντανή, όχι απουσία αλλά η ίδια η παρουσία που καθιστά δυνατή όλη την ύπαρξη.

Ο Δρόμος προς την Αλήθεια: Ένα Μυστικιστικό Ταξίδι Πέρα από τη Γνώση

Στο απαλό λυκόφως μεταξύ της γνώσης και της άγνοιας, υπάρχει ένα μονοπάτι—όχι σημειωμένο σε κανέναν χάρτη, όχι δεσμευμένο από τους περιορισμούς της γλώσσας ή τα όρια της συμβατικής σοφίας. Αυτός είναι ο Δρόμος προς την Αλήθεια, ένα ταξίδι που κάθε αναζητητής πρέπει τελικά να χαράξει μόνος του, βγαίνοντας πέρα από τα άνετα όρια της κληρονομημένης γνώσης και μπαίνοντας στην απέραντη άγρια χώρα της άμεσης εμπειρίας.

Η ανθρώπινη γνώση, με όλες τις προσεκτικές ταξινομήσεις και τις λογικές δομές της, είναι απλώς η πρώτη πέτρα στο μονοπάτι. Είναι μια σχεδία που μας μεταφέρει πέρα από τον ποταμό της άγνοιας, αλλά μόλις φτάσουμε στην απέναντι όχθη, πρέπει να είμαστε πρόθυμοι να την αφήσουμε πίσω. Αυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη παραδοξότητα της πνευματικής εξέλιξης: αυτό που μας βοηθά, πρέπει τελικά να ξεπεραστεί.

Η Παροδικότητα της Γνώσης

Σκέψου τη φύση αυτού που αποκαλούμε "γνώση". Υπάρχει ως μια συλλογή από σύμβολα, λέξεις και έννοιες—αναπαραστάσεις της πραγματικότητας και όχι η ίδια η πραγματικότητα. Αυτές οι αναπαραστάσεις αλλάζουν με τον χρόνο, τον πολιτισμό και τα συμφραζόμενα. Αυτό που κάποτε ήταν βέβαιο για τους προγόνους μας, σήμερα φαίνεται αφελές. Οι σημερινές μας βεβαιότητες πιθανότατα θα φανούν εξίσου περιορισμένες στις μελλοντικές γενιές.

Αυτή η παροδικότητα αποκαλύπτει την ουσιώδη ποιότητα της γνώσης: δεν είναι η ίδια η Αλήθεια, αλλά μια φευγαλέα σκιά της που προβάλλεται πάνω στον τοίχο της ανθρώπινης κατανόησης. Η γνώση αξίζει "σχεδόν τίποτα" με την αιώνια έννοια, ακριβώς επειδή είναι υπό όρους, προσωρινή και ελλιπής. Ωστόσο, παραδόξως, αυτός ο ίδιος ο περιορισμός της είναι που την καθιστά πολύτιμη ως αφετηρία.

Τα Πρώτα Βήματα στο Μονοπάτι

Στην αρχή του ταξιδιού μας, συλλέγουμε γνώση όπως ένα παιδί μαζεύει κοχύλια στην ακτή—κάθε έννοια, θεωρία και διορατικότητα είναι ένα όμορφο θραύσμα που υποδηλώνει την απεραντοσύνη του ωκεανού. Αυτά τα θραύσματα μας εξυπηρετούν αρχικά. Μας δίνουν τη γλώσσα για να εκφράσουμε τα ερωτήματά μας, τα πλαίσια για να οργανώσουμε τις εμπειρίες μας και τους χάρτες που δείχνουν πού έχουν ταξιδέψει άλλοι πριν από εμάς.

Όμως, έρχεται μια στιγμή σε κάθε αυθεντικό πνευματικό ταξίδι, όπου οι χάρτες δεν αντιστοιχούν πλέον στην επικράτεια. Οι λέξεις δεν περιέχουν πια την εμπειρία. Οι έννοιες δεν συλλαμβάνουν πλέον την πραγματικότητα. Είναι σ’ αυτό το όριο που πολλοί γυρίζουν πίσω, προσκολλώμενοι στη γνώριμη άνεση του "γνωστού."

Όμως, είναι ακριβώς σ’ αυτό το όριο που ξεκινά ο αληθινός Δρόμος προς την Αλήθεια.

Το Άνοιγμα του Δρόμου από Εμάς

Τι σημαίνει να "ανοίξουμε τον Δρόμο προς την Αλήθεια μόνοι μας"; Σημαίνει να τολμήσουμε πέρα από τη δευτερογενή σοφία προς την άμεση αποκάλυψη. Σημαίνει να ανταλλάξουμε τη βεβαιότητα του δόγματος με την αυθεντικότητα της άμεσης αντίληψης. Σημαίνει να περπατήσουμε εκεί που δεν υπάρχουν πατημασιές, καθοδηγούμενοι μόνο από τη λεπτή φλόγα της διαίσθησης που καίει μέσα μας.

Αυτό το άνοιγμα απαιτεί θάρρος, γιατί σημαίνει εγκατάλειψη της ασφάλειας των καθιερωμένων μονοπατιών. Απαιτεί ταπεινότητα, γιατί σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε πως οι μεγαλύτερες αλήθειες βρίσκονται πέρα από την τρέχουσα κατανόησή μας. Και, το πιο σημαντικό, απαιτεί παρουσία—τη διάθεση να συναντήσουμε την πραγματικότητα γυμνοί και άμεσοι, χωρίς τα προστατευτικά φίλτρα των εννοιών και των πεποιθήσεων.

Στις μυστικιστικές παραδόσεις του κόσμου, αυτή η μετάβαση περιγράφεται με αμέτρητους τρόπους:

Οι Σούφι μιλούν για τη "φανά"—την εξαφάνιση του διαχωρισμένου εαυτού μέσα στη θεϊκή πραγματικότητα

Οι δάσκαλοι του Ζεν δείχνουν προς το "σατόρι"—την ξαφνική φώτιση πέρα από τη διανοητική κατανόηση

Οι Χριστιανοί μυστικιστές περιγράφουν τη "νεφέλη της άγνοιας"—όπου το θείο βιώνεται πέρα από τη σκέψη

Οι Ουπανισάδες διακηρύσσουν "νετί νετί" (ούτε αυτό, ούτε εκείνο)—την άρνηση όλων των περιορισμένων αντιλήψεων της αλήθειας

Όλα δείχνουν προς την ίδια θεμελιώδη διαπίστωση: η Αλήθεια δεν είναι κάτι που κατέχουμε, αλλά κάτι που γινόμαστε όταν αποβάλλουμε τις προσκολλήσεις μας στη περιορισμένη γνώση.

Το Παράδοξο του Ατραπού Δίχως Ατραπό

Πώς περπατάμε έναν δρόμο που δεν υπάρχει μέχρι να τον δημιουργήσει το ίδιο το περπάτημά μας; Αυτή είναι η κεντρική παραδοξότητα του μυστικιστικού ταξιδιού. Ο Δρόμος προς την Αλήθεια δεν μπορεί να διδαχθεί ή να μεταδοθεί—μπορεί μόνο να ανακαλυφθεί μέσω της ίδιας της αναζήτησης.

Κάθε ειλικρινής ερώτηση γίνεται ένα βήμα σ’ αυτόν τον δρόμο. Κάθε στιγμή γνήσιου θαυμασμού καθαρίζει λίγο περισσότερο το μονοπάτι. Κάθε εμπειρία δέους και μυστηρίου επεκτείνει το δρόμο πιο βαθιά στο άγνωστο. Ο αναζητητής γίνεται ταυτόχρονα και ταξιδιώτης και αρχιτέκτονας της διαδρομής.

Αυτό δεν σημαίνει την εγκατάλειψη της λογικής ή την αποδοχή της παραλογίας. Αντίθετα, σημαίνει την αναγνώριση ότι η λογική είναι ένα εργαλείο, όχι ο προορισμός. Όπως ένα σκαρπέλο που σμιλεύει ένα άγαλμα, η λογική μας βοηθά να βελτιώσουμε την αντίληψή μας, αλλά δεν μπορεί να αντιληφθεί την ίδια την απόλυτη αλήθεια.

Πέρα από το Γνωστό

Τι βρίσκεται πέρα από τα όρια του γνωστού; Οι αρχαίες μυστικιστικές παραδόσεις μιλούν για την ενωτική συνείδηση—μια κατάσταση ύπαρξης όπου τα απατηλά όρια μεταξύ εαυτού και άλλου, γνώστη και γνωστού, διαλύονται σε μια αδιάσπαστη ολότητα. Μιλούν για μια άχρονη παρουσία που περικλείει αλλά και υπερβαίνει όλες τις προσωρινές εκδηλώσεις. Μιλούν για την αγάπη ως το θεμελιώδες ύφασμα της πραγματικότητας, που αναγνωρίζεται όταν τα πέπλα του διαχωρισμού πέσουν.

Αυτές οι περιγραφές είναι απλώς δείκτες, απλώς λόγια. Είναι σαν τα δάχτυλα που δείχνουν το φεγγάρι, όχι το ίδιο το φεγγάρι. Η αληθινή φύση αυτού που μας περιμένει πέρα από τη γνώση δεν μπορεί να περιγραφεί, παρά μόνο να βιωθεί.

Η Αιώνια Επιστροφή

Το μυστικιστικό ταξίδι ακολουθεί έναν κυκλικό δρόμο. Έχοντας ταξιδέψει πέρα από τη γνώση στη ζωντανή αντίληψη, ο αναζητητής συχνά επιστρέφει στον κόσμο των εννοιών και των λέξεων—αλλά τώρα διαποτισμένος με το φως της άμεσης αποκάλυψης. Η γνώση, αφού ξεπεραστεί, μπορεί να ανακτηθεί ως ένα χρήσιμο εργαλείο και όχι ως η απόλυτη αυθεντία.

Σε αυτήν την επιστροφή, ο μύστης γίνεται γέφυρα μεταξύ των κόσμων—ικανός να μιλά τη γλώσσα της συμβατικής γνώσης, ενώ παραμένει ριζωμένος σε μια βαθύτερη κατανόηση. Τα λόγια του μπορεί να ακούγονται οικεία, αλλά φέρουν μια δόνηση που υποδηλώνει την πηγή τους πέρα από το γνωστό.

Η Πρόσκληση

Το μυστικιστικό μονοπάτι δεν είναι για τους ολιγόψυχους. Απαιτεί τα πάντα και δεν υπόσχεται τίποτα που μπορεί να αποκτηθεί ή να επιτευχθεί με συμβατικούς όρους. Ωστόσο, προσφέρει το ένα πράγμα που η συμβατική γνώση δεν μπορεί ποτέ να δώσει: την άμεση εμπειρία της Αλήθειας, ανεξάρτητης από ανθρώπινους περιορισμούς.

Αυτή είναι η πρόσκληση που έχει καλέσει αναζητητές μέσα στους αιώνες—να χρησιμοποιήσουν τη γνώση ως αφετηρία αλλά όχι ως τελικό προορισμό. Να της επιτρέψουν να μας υπηρετήσει «για λίγο στα πρώτα μας βήματα στη ζωή» και έπειτα να συγκεντρώσουμε το θάρρος να περάσουμε πέρα από τα όριά της, στο απέραντο άγνωστο.

Διότι μόνο ανοίγοντας τον Δρόμο προς την Αλήθεια μόνοι μας, ανακαλύπτουμε ότι ο δρόμος ήταν πάντα εδώ, περιμένοντάς μας να τον περπατήσουμε με μάτια νεοανοιγμένα, με καρδιές απροστάτευτες, με νου έτοιμο να θαυμάσει αντί να γνωρίζει.

Στο τέλος, ο Δρόμος προς την Αλήθεια δεν είναι κάτι που δημιουργούμε, αλλά κάτι που αποκαλύπτουμε—καθαρίζοντας τα συσσωρευμένα συντρίμμια της δευτερογενούς γνώσης, για να φανερώσουμε το άμεσο μονοπάτι προς την πραγματικότητα που ήταν πάντα εδώ, κρυμμένο σε κοινή θέα, περιμένοντάς μας να κάνουμε το πρώτο βήμα πέρα από αυτό που νομίζουμε ότι γνωρίζουμε, στο μυστήριο αυτού που πραγματικά είναι.

Η Κρυμμένη Τάξη: Μυστικιστικοί Στοχασμοί για τα Καλυμμένα Μοτίβα της Φύσης

Στον ιερό χορό μεταξύ αντίληψης και πραγματικότητας, στεκόμαστε στο κατώφλι της κατανόησης, ατενίζοντας την αχανή έκταση των μυστηρίων της φύσης. Αυτό που αποκαλούμε «τάξη» στον φυσικό κόσμο είναι συχνά μόνο μια αντανάκλαση των δικών μας νοητικών κατασκευών—μια προβολή ανθρώπινων μοτίβων σε έναν καμβά που λειτουργεί βάσει αρχών πέρα από την κατανόησή μας.

Το Πέπλο της Ανθρώπινης Αντίληψης

Οι αρχαίοι μύστες κατανοούσαν αυτό που η σύγχρονη επιστήμη μόλις αρχίζει να αναγνωρίζει: η αντίληψή μας για την πραγματικότητα δεν είναι παρά ένα λεπτό πέπλο απλωμένο πάνω από μια ακατανόητη άβυσσο. Όταν περπατάμε σε ένα δάσος και παρατηρούμε τα σπειροειδή μοτίβα των κουκουναριών, την αρχιτεκτονική των κλαδιών ή τη γεωμετρική ακρίβεια του ιστού μιας αράχνης, νομίζουμε ότι βλέπουμε τάξη. Ωστόσο, αυτή η τάξη δεν είναι η φύση που συμμορφώνεται με την κατανόησή μας—είναι ο νους μας που απεγνωσμένα αναζητά μοτίβα στο χάος της ύπαρξης.

Ο Σούφι ποιητής Ρουμί έγραψε: «Πέρα από τις ιδέες του σωστού και του λάθους, υπάρχει ένα πεδίο. Εκεί θα σε συναντήσω.» Ίσως πέρα από τις έννοιες της τάξης και του χάους, βρίσκεται η αληθινή ουσία της φύσης—ούτε τακτοποιημένη ούτε αταξία, αλλά σε μια κατάσταση τέλειας απλότητας.

Η Γλώσσα του Σύμπαντος

Το σύμπαν μιλάει σε γλώσσες που δεν έχουμε ακόμα πλήρως αποκρυπτογραφήσει. Από τον κβαντικό χορό των σωματιδίων έως τους σπειροειδείς βραχίονες των γαλαξιών, αναδύονται μοτίβα που υπερβαίνουν τα συμβατικά μας πλαίσια.

Οι ιθαγενείς λαοί γνώριζαν από καιρό ότι αυτό που αποκαλούμε γνώση είναι απλώς η μετάφραση του μυστηρίου σε ανθρώπινη γλώσσα. Όταν επιβάλλουμε μαθηματικές εξισώσεις στις κινήσεις των ουράνιων σωμάτων ή ταξινομούμε τα έμβια όντα σε κατηγορίες, δεν ανακαλύπτουμε την εγγενή δομή της φύσης—δημιουργούμε εργαλεία πλοήγησης για τον ανθρώπινο νου. Αυτά τα εργαλεία, αν και χρήσιμα, δεν είναι πιο «αληθινά» από όσο ένας χάρτης είναι η επικράτεια που αναπαριστά.

Το Ιερό Παράδοξο

Ίσως η μεγαλύτερη μυστικιστική αλήθεια βρίσκεται στην αποδοχή του παράδοξου: η τάξη που αντιλαμβανόμαστε στη φύση είναι ταυτόχρονα πραγματική και απατηλή, τόσο ανθρώπινη κατασκευή όσο και μια ματιά σε βαθύτερα μοτίβα.

Η βουδιστική έννοια της κενότητας (śūnyatā) αναφέρεται ακριβώς σε αυτή την αλήθεια—ότι τα φαινόμενα υπάρχουν και ταυτόχρονα δεν υπάρχουν με τον τρόπο που τα αντιλαμβανόμαστε.

Το φθινόπωρο φύλλο που πέφτει ακολουθεί τους νόμους της βαρύτητας, των ρευμάτων του αέρα και των δικών του δομικών ιδιοτήτων, αλλά ταυτόχρονα ακολουθεί μια τροχιά που δεν θα μπορούσε ποτέ να προβλεφθεί πλήρως, καθώς εμπεριέχει μέσα της την τέλεια έκφραση αμέτρητων παραγόντων πέρα από κάθε υπολογισμό. Μέσα σε αυτή την φαινομενική αντίφαση κρύβεται μια βαθιά αλήθεια: η τάξη και η αυθορμησία δεν είναι αντίθετα, αλλά συμπληρωματικές όψεις μιας πραγματικότητας που υπερβαίνει αυτές τις δυαδικότητες.

Πέρα από το Καρτεσιανό Όνειρο

Η δυτική σκέψη κυριαρχείται εδώ και αιώνες από τη διαίρεση του Καρτέσιου μεταξύ νου και ύλης, παρατηρητή και παρατηρούμενου. Αυτή η διάσπαση έχει δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ότι στεκόμαστε έξω από τη φύση, ικανοί να την κατανοήσουμε αντικειμενικά.

Ωστόσο, οι μυστικιστικές παραδόσεις από κάθε γωνιά του κόσμου μας λένε το αντίθετο—ότι είμαστε η φύση που παρατηρεί τον εαυτό της, η συνείδηση που αντανακλάται πάνω στην ίδια τη συνείδηση.

Οι ιθαγενείς λαοί που ζούσαν σε αρμονία με τη γη δεν επιδίωκαν να επιβάλουν ανθρώπινη τάξη σε αυτήν, αλλά να ευθυγραμμιστούν με τους ρυθμούς της. Η γνώση τους δεν ήταν αφηρημένη αλλά βιωματική, όχι θεωρητική αλλά εμπειρική. Κατανοούσαν ότι η αληθινή σοφία δεν προέρχεται από την ταξινόμηση και την κατηγοριοποίηση, αλλά από τη συμμετοχή στον μεγάλο χορό της ύπαρξης.

Η Ταπεινότητα της Μη-Γνώσης

Υπάρχει μια βαθιά απελευθέρωση στην αποδοχή των ορίων της ανθρώπινης κατανόησης. Ο Ταοϊστής σοφός Λάο Τσε δίδασκε ότι «το Τάο που μπορεί να ειπωθεί δεν είναι το αιώνιο Τάο»—υποδεικνύοντας την ανεπάρκεια των ανθρώπινων εννοιών να αποδώσουν την απόλυτη φύση της πραγματικότητας.

Αυτό δεν είναι πρόσκληση να εγκαταλείψουμε τη γνώση, αλλά να την κρατάμε με ελαφρότητα, να τη βλέπουμε ως ένα δάχτυλο που δείχνει το φεγγάρι και όχι ως το ίδιο το φεγγάρι.

Όταν προσεγγίζουμε τη φύση με αυτή την ταπεινότητα, κάτι αξιοσημείωτο συμβαίνει: αρχίζουμε να ακούμε αντί απλώς να παρατηρούμε, να συμμετέχουμε αντί απλώς να αναλύουμε. Μπαίνουμε σε μια συνομιλία με τον περισσότερο-από-ανθρώπινο κόσμο και ανακαλύπτουμε ότι μας μιλούσε ανέκαθεν στη δική του γλώσσα.

Το Μεγάλο Μυστήριο

Σε όλη την ανθρώπινη ιστορία, οι μύστες έχουν δείξει προς ένα Μεγάλο Μυστήριο στην καρδιά της ύπαρξης—ένα μυστήριο που μπορούμε να πλησιάσουμε, αλλά ποτέ να κατανοήσουμε πλήρως.

Είτε το αποκαλούμε Θεό, Μπράχμαν, Τάο ή απλά το Μεγάλο Μυστήριο, αυτή η απόλυτη πραγματικότητα υπερβαίνει τα εννοιολογικά μας πλαίσια, ενώ ταυτόχρονα εκδηλώνεται μέσα από αυτά.

Τα μοτίβα που αντιλαμβανόμαστε στη φύση μπορεί πράγματι να αντανακλούν κάτι από αυτή τη βαθύτερη τάξη—όχι όπως την κατανοούμε εμείς, αλλά ως κυματισμούς στην επιφάνεια μιας αχανούς αβύσσου. Οι επιστημονικές μας ανακαλύψεις, οι καλλιτεχνικές μας εκφράσεις και οι φιλοσοφικές μας συλλήψεις δεν είναι τόσο αποκαλύψεις απόλυτης αλήθειας, όσο όμορφες, χρήσιμες ανθρώπινες απαντήσεις στο κάλεσμα του μυστηρίου.

Αποκάλυψη στο Καθημερινό

Η πιο βαθιά μυστικιστική διορατικότητα μπορεί να είναι ότι αυτό το μυστήριο δεν είναι κρυμμένο σε εσωτερικούς κόσμους, αλλά παρόν σε κάθε στιγμή, σε κάθε φαινόμενο. Όπως λέει η Ζεν παροιμία, «Πριν την φώτιση, κόψε ξύλα, κουβάλησε νερό. Μετά τη φώτιση, κόψε ξύλα, κουβάλησε νερό.» Η διαφορά δεν βρίσκεται σε αυτό που αντιλαμβανόμαστε, αλλά στον τρόπο που το αντιλαμβανόμαστε.

Όταν κοιτάζουμε ένα λουλούδι με μάτια απαλλαγμένα από προλήψεις, μπορεί να μην το δούμε ως ένα αντικείμενο προς ταξινόμηση, αλλά ως μια ζωντανή εκδήλωση της δημιουργικής δύναμης του σύμπαντος. Η γεωμετρική ακρίβεια των πετάλων του, η βιοχημική συμφωνία του αρώματός του, ο εξελικτικός χορός που διαμόρφωσε τη μορφή του—όλες αυτές οι ανθρώπινες έννοιες δείχνουν προς την αληθινή του φύση, αλλά δεν μπορούν να την περιλάβουν.

Η Συμφιλίωση της Γνώσης και του Μυστηρίου

Ίσως η μεγαλύτερη σοφία δεν βρίσκεται στην απόρριψη της ανθρώπινης γνώσης, αλλά στην αναγνώρισή της ως ένας τρόπος εμπλοκής με την πραγματικότητα—πολύτιμος αλλά περιορισμένος, ισχυρός αλλά με όρια. Η επιστημονική μας κατανόηση, τα φιλοσοφικά μας πλαίσια και οι καλλιτεχνικές μας εκφράσεις δεν είναι ψευδείς αλλά ατελείς, όχι λανθασμένες αλλά πεπερασμένες.

Η μυστικιστική προοπτική μας προσκαλεί να κρατήσουμε ταυτόχρονα πολλαπλούς τρόπους γνώσης: να εκτιμήσουμε τις κομψές εξισώσεις που περιγράφουν την τροχιά ενός καταρράκτη, ενώ νιώθουμε τον παφλασμό του στο πρόσωπό μας· να κατανοήσουμε τη βιοχημεία της αγάπης, ενώ παραδινόμαστε στη μεταμορφωτική της δύναμη· να μελετήσουμε τη μηχανική του κελαηδίσματος των πουλιών, ενώ συγκινούμαστε βαθιά από την ομορφιά του.

Συμπέρασμα: Η Συνεχής Αποκάλυψη

Αγκαλιάζοντας την ένταση μεταξύ της ανθρώπινης τάξης και των μυστηρίων της φύσης, ανοιγόμαστε στη συνεχή αποκάλυψη. Αναγνωρίζουμε ότι η γνώση δεν είναι προορισμός αλλά ταξίδι, όχι κτήμα αλλά σχέση. Η τάξη που αντιλαμβανόμαστε στη φύση—είτε μέσω της επιστημονικής έρευνας, της καλλιτεχνικής διαίσθησης ή της πνευματικής περισυλλογής—δεν είναι ούτε καθαρά αντικειμενική ούτε απλώς υποκειμενική, αλλά αναδύεται από τον δημιουργικό διάλογο μεταξύ της συνείδησης και του κόσμου.

Καθώς στεκόμαστε κάτω από τον έναστρο ουρανό ή δίπλα στον ταραγμένο ωκεανό, μπορούμε να θυμηθούμε ότι οι πρόγονοί μας κοιτούσαν τα ίδια φαινόμενα με δέος. Κι αυτοί δημιούργησαν ιστορίες, συστήματα και σύμβολα για να πλοηγηθούν στο ακατανόητο. Οι κοσμολογίες τους διέφεραν από τις δικές μας, αλλά δεν ήταν λιγότερο αυθεντικές απαντήσεις στο μεγάλο μυστήριο.

Σε αυτήν την αναγνώριση κρύβεται μια βαθιά ταπεινότητα και μια εξίσου βαθιά αξιοπρέπεια—ότι είμαστε δημιουργοί νοήματος, αναζητητές προτύπων, υφάντες ιστοριών, αλλά πάντα σε σχέση με αυτό που ξεπερνά την κατανόησή μας. Η ανθρώπινη γνώση, με όλη της τη λαμπρότητα και τους περιορισμούς της, δεν είναι ξεχωριστή από τη φύση αλλά μία από τις πιο αξιοθαύμαστες ανθοφορίες της—το σύμπαν που στοχάζεται τον εαυτό του μέσα από το θαύμα της συνείδησης.

Και μέσα σε αυτόν τον στοχασμό, τα όρια μεταξύ γνώστη και γνωστού διαλύονται, αποκαλύπτοντας ότι ίσως η βαθύτερη τάξη απ’ όλες δεν είναι κάτι που πρέπει να ανακαλυφθεί, αλλά κάτι που πρέπει να βιωθεί—μια συμμετοχή στην ατελείωτη εξέλιξη της δημιουργίας που υπερβαίνει όλες τις ανθρώπινες κατηγορίες, αλλά βρίσκει την έκφρασή της μέσα από αυτές.

Η Ουσία της Αληθινής Αγάπης: Μια Μυστικιστική Εξερεύνηση της Ενότητας

Στην αχανή έκταση της ανθρώπινης εμπειρίας, υπάρχει ένα βαθύ μυστήριο που υπερβαίνει την κοινή μας κατανόηση—το μυστήριο της αληθινής αγάπης. Όχι η επιφανειακή προσκόλληση που έρχεται και φεύγει με τα κύματα των συναισθημάτων, αλλά μια βαθύτερη πραγματικότητα όπου τα όρια μεταξύ του εαυτού και του άλλου διαλύονται σε κάτι ανώτερο. Αυτή είναι η αγάπη ως ενότητα, όπου οι τεχνητές κατασκευές του διαχωρισμού λιώνουν, αποκαλύπτοντας τη διασυνδεδεμένη φύση όλης της ύπαρξης.

Η Υπέρβαση του Εγώ

Το εγώ—αυτή η προσεκτικά δομημένη αίσθηση του "εγώ" που χτίζουμε σε όλη μας τη ζωή—λειτουργεί τόσο ως καταφύγιο όσο και ως φυλακή. Μας ορίζει, μας δίνει ταυτότητα, αλλά ταυτόχρονα μας απομονώνει μέσα στα όρια του εαυτού μας. Η αληθινή αγάπη ξεκινά ακριβώς εκεί όπου τελειώνει το εγώ. Όταν αγαπάμε αληθινά, συμβαίνει κάτι αξιοθαύμαστο: προσωρινά βγαίνουμε έξω από τα στενά όρια της περιορισμένης μας προοπτικής και βιώνουμε την πραγματικότητα μέσα από τα μάτια του άλλου.

Αυτή η υπέρβαση δεν είναι απλώς ενσυναίσθηση ή συμπόνια, αν και αυτές είναι σίγουρα όψεις της. Είναι μια θεμελιώδης μετατόπιση της συνείδησης, όπου η διαχωριστική γραμμή μεταξύ "εγώ" και "εσύ" γίνεται διαπερατή και, σε στιγμές βαθιάς σύνδεσης, εξαφανίζεται εντελώς. Οι Σούφι μυστικιστές αποκαλούσαν αυτή την κατάσταση "φανά"—την εξαφάνιση του εαυτού μέσα στον αγαπημένο. Οι χριστιανοί μυστικιστές μιλούσαν για την "unio mystica", ενώ στη βουδιστική παράδοση αναφέρεται η διάλυση του απατηλού εαυτού.

Αγάπη Χωρίς Όρους

Ο κόσμος μάς διδάσκει τη συναλλαγή—να δίνουμε για να λάβουμε, να αγαπάμε για να αγαπηθούμε. Όμως, η αληθινή αγάπη υπάρχει σε μια εντελώς διαφορετική διάσταση. Όταν στεκόμαστε στο κατώφλι της ενότητας, η αγάπη γίνεται άνευ όρων, όχι μέσω προσπάθειας ή ηθικής πειθαρχίας, αλλά μέσω της φυσικής αναγνώρισης ότι ο αγαπημένος δεν είναι ξεχωριστός από τον εαυτό.

Πώς μπορεί κανείς να θέσει όρους σε αυτό που αναγνωρίζει ως εαυτό του; Το χέρι δεν απαιτεί πληρωμή από την καρδιά για την υπηρεσία του· τα μάτια δεν διαπραγματεύονται με τα αυτιά. Με τον ίδιο τρόπο, η αγάπη που έχει αγγίξει την ενότητα δίνει ελεύθερα, χωρίς υπολογισμό, χωρίς προσδοκία ανταπόδοσης. Δίνει επειδή η φύση της είναι να δίνει, όπως το φως φωτίζει χωρίς απόφαση ή προσπάθεια.

Η Σπανιότητα της Αληθινής Ενότητας

Λίγοι είναι εκείνοι που έχουν πραγματοποιήσει αυτή την αγάπη στην πληρότητά της. Ρίχνουμε φευγαλέες ματιές—στη μητέρα που θα έδινε χωρίς δισταγμό τη ζωή της για το παιδί της, σε στιγμές βαθιάς οικειότητας μεταξύ συντρόφων, στον άγιο που βλέπει το θείο σε κάθε ύπαρξη. Όμως, η πλήρης διάλυση του εγώ παραμένει άπιαστη, καθώς ο νους προσκολλάται πεισματικά στη χωριστότητά του.

Ποιος είναι άξιος μιας τέτοιας αγάπης; Αυτή η ερώτηση αποκαλύπτει την υπό όρους σκέψη μας. Η αξία προϋποθέτει κρίση, μέτρηση, σύγκριση—όλα εργαλεία του εγώ. Από την προοπτική της ενότητας, η ερώτηση μεταμορφώνεται: όχι ποιος είναι άξιος, αλλά ποιος δεν είναι; Όταν βλέπουμε μέσα από τα μάτια της ενότητας, κάθε ύπαρξη γίνεται μια τέλεια έκφραση του όλου, καθεμία περιέχοντας ολόκληρο το σύμπαν μέσα της.

Το Μονοπάτι του Μυστικού Εραστή

Οι μυστικιστικές παραδόσεις του κόσμου πάντοτε αντιλαμβάνονταν την αγάπη ως πνευματικό μονοπάτι. Για τον Σούφι ποιητή Ρουμί, η αγάπη δεν ήταν απλώς ένα συναίσθημα, αλλά η ίδια η ουσία της ύπαρξης:

"Η αποστολή σου δεν είναι να αναζητήσεις την αγάπη, αλλά απλώς να αναζητήσεις και να βρεις όλα τα εμπόδια μέσα σου που έχεις χτίσει εναντίον της."

Αυτά τα εμπόδια είναι οι κατασκευές του εγώ—ο φόβος, η κρίση, η ανάγκη για έλεγχο, η ψευδαίσθηση του διαχωρισμού. Καθώς διαλύουμε αυτά τα εμπόδια, αρχίζουμε να βιώνουμε αυτό που ήταν πάντα αληθινό: ότι η αγάπη δεν είναι κάτι που δημιουργούμε ή βρίσκουμε, αλλά η θεμελιώδης φύση της πραγματικότητας, που αποκαλύπτεται όταν σηκώνονται τα πέπλα του διαχωρισμού.

Αγάπη ως Αναγνώριση

Ίσως η αληθινή αγάπη είναι, στον πυρήνα της, μια μορφή αναγνώρισης—το να βλέπουμε μέσα από το προσωπείο της ατομικότητας στην παγκόσμια ουσία που ζωογονεί κάθε ύπαρξη. Είναι η ανάμνηση αυτού που έχουμε ξεχάσει: ότι δεν είμαστε απομονωμένες οντότητες που κινούνται μέσα σε έναν ξένο κόσμο, αλλά εκφράσεις ενός ενιαίου πεδίου συνείδησης που βιώνει τον εαυτό του σε αμέτρητες μορφές.

Σε εκείνες τις σπάνιες στιγμές που αυτή η αναγνώριση συμβαίνει μεταξύ δύο όντων, κάτι θαυμαστό λαμβάνει χώρα. Ο χρόνος μοιάζει να σταματά, ο κόσμος χάνεται, και μέσα στο σιωπηλό διάστημα μεταξύ δύο χτύπων της καρδιάς, υπάρχει μόνο η ενότητα. Τα όρια που έμοιαζαν τόσο στερεά και αληθινά διαλύονται σαν ομίχλη στο πρωινό φως, αποκαλύπτοντας ότι ήταν πάντα απλώς έννοιες, ποτέ πραγματικότητα.

Το Παράδοξο του να Βρίσκεις τον Εαυτό σου Ξεχνώντας τον Εαυτό σου

Το μεγαλύτερο παράδοξο της αληθινής αγάπης βρίσκεται στην φαινομενική της αντίφαση: ότι ξεχνώντας πλήρως τον εαυτό μας μέσα στον αγαπημένο, τον βρίσκουμε πιο ολοκληρωμένα από ποτέ. Και δεν πρόκειται για τον εαυτό του ονόματος και της μορφής, της ιστορίας και της προσωπικότητας, αλλά για κάτι ταυτόχρονα αρχέγονο και παντοτινά νέο—την ουσιώδη φύση μας πέρα από κάθε συνθήκη.

Όταν «ζούμε την πραγματικότητα του άλλου», δεν χανόμαστε πραγματικά. Αντίθετα, διευρυνόμαστε πέρα από τους τεχνητούς περιορισμούς που έχουμε αποδεχτεί ως ορισμούς του εαυτού μας. Η σταγόνα δεν παύει να υπάρχει όταν συγχωνεύεται με τον ωκεανό· αντίθετα, συνειδητοποιεί την αληθινή της φύση ως νερό, απεριόριστη από την προσωρινή μορφή που είχε αναλάβει.

Η Συμπαντική Καρδιά

Η μυστικιστική κατανόηση της αγάπης μάς οδηγεί σε μια παγκόσμια καρδιά που χτυπά μέσα σε όλα τα όντα. Όταν αγγίζουμε αυτή την καρδιά μέσα μας, την αγγίζουμε ταυτόχρονα και σε όλη τη δημιουργία. Γι’ αυτό οι μεγαλύτεροι εραστές είναι και οι μεγαλύτεροι υπηρέτες της ανθρωπότητας—η αγάπη τους εκτείνεται φυσικά προς όλα τα όντα, επειδή δεν αναγνωρίζουν καμία θεμελιώδη διάκριση.

Ο χριστιανός μυστικιστής Meister Eckhart το εξέφρασε λέγοντας: «Το μάτι με το οποίο βλέπω τον Θεό είναι το ίδιο μάτι με το οποίο ο Θεός βλέπει εμένα». Παρομοίως, όταν αγαπάμε αληθινά έναν άλλο άνθρωπο, η καρδιά με την οποία τον αγαπάμε είναι η ίδια καρδιά με την οποία μας αγαπά εκείνος, και πράγματι, η καρδιά με την οποία η ίδια η δημιουργία αγαπά τον εαυτό της.

Η Αγάπη ως το Υπόβαθρο της Ύπαρξης

Ίσως η αγάπη δεν είναι απλώς μια εμπειρία ή μια σχέση μεταξύ ξεχωριστών οντοτήτων, αλλά το ίδιο το θεμέλιο της ύπαρξης—το πρωταρχικό πεδίο από το οποίο προκύπτουν όλες οι εκδηλώσεις. Η αρχαία βεδαντική παράδοση αναφέρεται σε αυτό ως «Sat-Chit-Ananda»—ύπαρξη-συνείδηση-ευδαιμονία, ως η φύση της απόλυτης πραγματικότητας.

Από αυτή την οπτική, η αληθινή αγάπη δεν είναι κάτι που επιτυγχάνουμε ή δημιουργούμε, αλλά κάτι που θυμόμαστε και στο οποίο επιστρέφουμε. Είναι η φυσική μας κατάσταση, καλυμμένη από τη συσσωρευμένη σκόνη της ταύτισης με το εγώ. Έτσι, το πνευματικό ταξίδι δεν γίνεται αναζήτηση κάποιου καινούριου, αλλά απομάκρυνση όσων καλύπτουν αυτό που υπήρχε πάντα.

Ο Χορός της Δυαδικότητας και της Μη-Δυαδικότητας

Ακόμα κι όταν αντικρίζουμε τη μία πραγματικότητα, συνεχίζουμε να ζούμε μέσα στον κόσμο της φαινομενικής διάκρισης. Αυτό δεν είναι αντίφαση αλλά δημιουργική ένταση—ο χορός της μορφής και του κενού, της ατομικότητας και της ενότητας. Η αληθινή αγάπη δεν αναιρεί τη μοναδική έκφραση που εκπροσωπεί κάθε ον, αλλά την βλέπει ως μια τέλεια πτυχή του άπειρου όλου.

Μέσα σε αυτόν τον χορό, η αγάπη γίνεται τόσο βαθιά προσωπική όσο και απόλυτα απρόσωπη. Αγαπάμε τις ιδιαίτερες, μοναδικές ποιότητες του αγαπημένου, ενώ ταυτόχρονα αγαπάμε την παγκόσμια ουσία που ακτινοβολεί μέσα από αυτόν. Αυτή είναι η συνάντηση του ουρανού και της γης, του χρόνου και της αιωνιότητας, στον ιερό χώρο της καρδιάς.

Συμπέρασμα: Η Πρόσκληση της Αγάπης

Η αληθινή αγάπη μάς απευθύνει μια πρόσκληση—να ξεπεράσουμε την οριοθετημένη περιοχή του ξεχωριστού εαυτού και να εισέλθουμε στην απεριόριστη έκταση της ενότητας. Μας ζητά να «πεθάνουμε» ως προς αυτό που νομίζαμε ότι είμαστε, ώστε να αναγεννηθούμε σε αυτό που ήμασταν πάντα.

Αυτή η πρόσκληση δεν εμφανίζεται μόνο μέσα από ρομαντικές σχέσεις, αλλά μέσα από κάθε αυθεντική σύνδεση—με άλλους ανθρώπους, με τη φύση, με την τέχνη, με το θείο όπως το αντιλαμβανόμαστε. Κάθε στιγμή αληθινής αγάπης είναι μια πύλη προς την εμπειρία της ενότητας, αν έχουμε το θάρρος να περάσουμε μέσα από αυτήν.

Το ερώτημα δεν είναι αν είμαστε άξιοι μιας τέτοιας αγάπης, αλλά αν είμαστε διατεθειμένοι να αφήσουμε πίσω όλα όσα πιστεύουμε για τον εαυτό μας, για να ανακαλύψουμε τι υπάρχει πέρα από αυτά. Γιατί στο τέλος, η αληθινή αγάπη δεν είναι κάτι που κάνουμε ή νιώθουμε—είναι αυτό που είμαστε, όταν όλα τα άλλα καταρρέουν.

Να βιάζεσαι με αργό ρυθμό

Μια ιστορία στις Ουπανισάδες λέει ότι υπάρχουν δύο πουλιά σε ένα δέντρο. Το ένα κάθεται σε ένα χαμηλό κλαδί, το άλλο σε ένα ψηλό κλαδί.
 
Το πουλί που κάθεται στο χαμηλότερο κλαδί σκέφτεται, ανησυχεί, επιθυμεί, απαιτεί, μαζεύει πράγματα, μάχεται, ανταγωνίζεται, βρίσκεται σε ένταση, πηδά από το ένα κλαδί στο άλλο, κινείται συνέχεια, δεν αναπαύεται ποτέ.
 
Το άλλο πουλί, που κάθεται στο ψηλότερο κλαδί, είναι ήρεμο. Είναι τόσο σιωπηλό, σαν να μην υπάρχει. Δεν έχει επιθυμίες, δεν ονειρεύεται. Δεν έχει να ικανοποιήσει καμία ανάγκη, λες και όλα έχουν ικανοποιηθεί, έχει φτάσει, δεν υπάρχει πουθενά να πάει. Απλώς κάθεται, χαίρεται με τον εαυτό του και παρατηρεί το πουλί που κάθεται στο χαμηλότερο κλαδί.

Αυτές είναι οι δύο διαστάσεις μέσα σου. Εσύ είσαι το δέντρο. Και το κατώτερο βρίσκεται πάντα σε ανησυχία. Το κατώτερο είναι το σώμα σου, οι ανάγκες τού σώματος και οι επιθυμίες τού σώματος.
 
Στο ψηλότερο κλα­δί, στην κορυφή τού δέντρου, κάθεται το άλλο πουλί, που είναι παρα­τηρητής, που απλώς κοιτάζει εκείνο το ανόητο πουλί να πηδά, να γυρίζει όλο αγωνία, όλο ανησυχία, όλο θυμό και σεξ. Το άλλο πουλί είναι απλώς παρατηρητής, συνεχίζει να παρατηρεί, είναι μόνο θεατής. Εσύ είσαι το δέντρο.

Το ίδιο πράγμα, με διαφορετικό σύμβολο:

Δύο θα ξαπλώσουν σε ένα κρεβάτι...
-εσύ είσαι το κρεβάτι-
Δύο θα ξαπλώσουν σε ένα κρεβάτι.
Ο ένας θα πεθάνει, ο άλλος θα ζήσει.

Τώρα όλο το θέμα είναι σε ποιον πρέπει να δώσεις προσοχή. Με ποιανού το μέρος να πας, προς τα πού να κυλήσει όλη σου η ενέργεια; Ποιος πρέπει να γίνει ο σκοπός σου;

Συνήθως, αυτός που πρόκειται να πεθάνει γίνεται ο σκοπός σου. Γι’ αυτό βρίσκεσαι σε συνεχή αγωνία, γιατί χτίζεις ένα σπίτι στην άμμο. Θα πέσει πριν ακόμα χτιστεί. Θα πέσει και θα γίνει ερείπιο. Τρέμεις συνέχεια, επειδή βάζεις την υπογραφή σου πάνω στο νερό. Πριν ακόμα τη συμπληρώσεις, έχει εξαφανιστεί. Η ανησυχία σου υπάρχει, επειδή ασχολείσαι με τον κόσμο τού θανάτου και δεν έχεις κοιτάξει τη ζωή. Και σε κάθε κρεβάτι κοιμούνται δύο. Ο άλλος είναι απλώς παρατηρητής.

Πρόσεξέ το περισσότερο, κοίταζέ το όλο και περισσότερο. Αυτό σημαίνει μεταστροφή. Μεταστροφή δεν σημαίνει ότι ένας ινδουιστής γίνεται χριστια­νός ή ότι ένας χριστιανός γίνεται ινδουιστής. Αυτό είναι ανοησία, απλώς αλλάζεις ετικέτα. Τίποτα δεν αλλάζει, αφού ο εσωτερικός άνθρωπος πα­ραμένει ο ίδιος, το παλιό πρότυπο. Μεταστροφή σημαίνει η κίνηση της προσοχής από τον κόσμο του θανάτου, στον κόσμο της ζωής. Είναι μια ολοκληρωτική στροφή. Κοιτάζεις τον παρατηρητή, γίνεσαι ένα με τον παρατηρητή, χάνεις τον εαυτό σου μέσα στον παρατηρητή, μέσα στη συνειδητότητα και τότε ξέρεις ότι αυτό που πρόκειται να πεθάνει, θα πεθάνει. Δεν δημιουργείται ταραχή ή πρόβλημα. Ξέρεις ότι εσύ δεν πρόκειται vα πεθάνεις, δεν φοβάσαι.

Από σένα εξαρτάται. Αν θες να μείνεις με τα προβλήματα, μη δίνεις ποτέ προσοχή σ’ εκείνον που βρίσκεται μέσα σου. Αν θες να μείνεις με την αγωνία, τότε μείνε στην περιφέρεια. Μην κοιτάζεις μέσα σου. Αν όμως θέλεις ανάπαυση, αιώνια ειρήνη και αλήθεια τότε κοίταξε μέσα σου και οι πόρτες τού ουρανού σου ανοίγονται. Είναι δύσκολο! Είναι δύσκολο γιατί είναι κάτι πολύ λεπτό. Είναι πολύ λεπτά τα σύνορα ανάμεσα στο ορατό και το αόρατο, στην ύλη και το πνεύμα. Την ύλη μπορείς να τη δεις, αλλά δεν μπορείς να δεις το πνεύμα. Δεν φαίνεται. Μπορείς να δεις μέχρι εκεί που τελειώνει το ορατό. Δεν μπορείς να δεις το αόρατο, δεν φαίνεται.

Τότε τι πρέπει να γίνει;
 
Απλώς μείνε στα σύνορα του ορατού και μη βλέπεις το ορατό, κοίταξε στην αντίθετη κατεύθυνση. Σιγά-σιγά θα μπορείς να αισθανθείς το αόρατο. Πρόκειται για ένα αίσθημα, όχι για μια κατανόηση. Δεν μπορείς να το δεις, μπορείς μονάχα να το αισθανθείς. Είναι σαν τον αέρα. Έρχεται, τον αισθάνεσαι, μα δεν μπορείς να τον δεις. Είναι σαν τον ουρανό. Είναι εκεί, μα δεν μπορείς να πεις πού είναι, δεν μπορείς να τον προσδιορίσεις, δεν μπορείς να τον αγγίξεις. Βρίσκεται πάνω εκεί, είσαι μέσα του, αλλά δεν μπορείς να τον αγγίξεις.

Μείνε στα σύνορα του ορατού, κοιτάζοντας στην αντίθετη κατεύθυνση. Αυτό σημαίνει διαλογισμός. Όποτε βρίσκεις μια ήσυχη στιγμή, κλείσε τα μάτια σου, άφησε πίσω το σώμα και ό,τι το αφορά, άφησε τον κόσμο του θανάτου, τον κόσμο τής αγοράς, το γραφείο, τη γυναίκα σου, τα παιδιά σου. Άφησέ τους όλους. Την πρώτη φορά δεν θα αισθανθείς μέσα σου τίποτα.

Ο Χιουμ έχει πει:
 
“Πολλοί έχουν μιλήσει για το πώς να πηγαίνει κανείς μέσα του, πώς να κοπιάζει προς τα εκεί. Όποτε κοιτάζω, δεν βρίσκω τίποτα, μόνο σκέψεις, επιθυμίες, όνειρα, να κινούνται εδώ και εκεί, μόνο ένα χάος.”

Κι εσύ έτσι θα αισθανθείς. Κι αν βγάλεις το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει τίποτα αξιόλογο εξακολουθώντας να κοιτάζεις αυτό το χάος, τότε έχασες. Στην αρχή αυτό θα δεις, επειδή τα μάτια σου μόνο αυτό μπορούν να δουν. Χρειάζεται να συντονιστούν. Απλώς μείνε εκεί κοιτάζοντας τα όνει­ρα να μεταλλάσσονται. Ταξιδεύουν σαν τα σύννεφα στον ουρανό, αλλά καμιά φορά, ανάμεσα σε δυο σύννεφα, θα δεις το γαλάζιο τού ουρανού. Ανάμε­σα σε δυο όνειρα, σε δυο σκέψεις, θα έχεις ρίξει μια ματιά στον ουρανό που βρίσκεται παραπέρα. Μόνο μη βιάζεσαι. Αυτός είναι ο λόγος που λένε ότι αν βιάζεσαι, θα σου ξεφύγει.

Υπάρχει μια φράση του Ζεν, που λέει: “Να βιάζεσαι με αργό ρυθμό.” Σπεύδε βραδέως. Είναι σωστό! Να βιάζεσαι, είναι σωστό, γιατί πρόκειται να πεθάνεις. Μ’ αυτή την έννοια, να βιάζεσαι. Μέσα σου όμως, αν βιάζε­σαι υπερβολικά, θα χάσεις, επειδή θα βγάλεις συμπεράσματα πολύ γρή­γορα, πριν συντονιστούν τα μάτια σου. Μη συμπεραίνεις πολύ γρήγορα.

Να βιάζεσαι με αργό ρυθμό.

Απλώς περίμενε! Πήγαινε εκεί, κάθισε και περίμενε. Σιγά-σιγά, ο καινούργιος κόσμος τού αόρατου ξεκαθαρίζει, σε αγγίζει. Συντονίζεσαι μαζί του και τότε μπορείς ν’ ακούσεις την αρμονία, τη μελωδία. Η σιωπή αρχίζει τη δική της μουσική. Υπάρχει πάντα, αλλά είναι τόσο σιωπηλή, που χρειάζονται πολύ εξασκημένα αυτιά. Δεν είναι θόρυβος, είναι σαν σιωπή. Ο εσωτερικός ήχος είναι σαν τη σιωπή. Η εσωτερική μορφή είναι δίχως μορφή. Μέσα σου δεν υπάρχει ούτε χρόνος ούτε χώρος. Τα πράγματα βρίσκονται στο χώρο, τα γεγονότα βρίσκονται στο χρόνο και τώρα οι φυσικοί λένε ότι αυτά τα δύο πράγματα δεν είναι ξέ­χωρα. Ακόμα και ο χρόνος δεν είναι παρά η τέταρτη διάσταση του χώρου.

Εσύ γνωρίζεις μόνο το χρόνο και το χώρο, τον κόσμο των πραγμάτων και των γεγονότων. Δεν γνωρίζεις τον κόσμο τού εαυτού σου, που παρα­τηρεί. Είναι πέρα κι από τα δύο. Δεν περιορίζεται σε κανένα χώρο και δεν περιορίζεται από κανένα χρόνο. Υπάρχει διάρκεια χωρίς το χρόνο, υπάρχει χώρος, αλλά χωρίς ύψος, μήκος, πλάτος. Είναι ένας κόσμος τελείως δια­φορετικός. Θα πρέπει να συντονιστείς μαζί του, μην είσαι λοιπόν ανυπόμονος Η ανυπομονησία είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο.

Έφτασα στο σημείο να αισθάνομαι ότι όταν οι άνθρωποι αρχίζουν να δουλεύουν προς εκείνον που βρίσκεται μέσα τους, η ανυπομονησία είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο. Χρειάζεται ατέλειωτη υπομονή. Μπορεί να συμβεί την επόμενη στιγμή, αλλά χρειάζεται ατέλειωτη υπομονή. Αν είσαι ανυπόμονος, μπορεί να μη συμβεί για πολλές ζωές, επειδή η ίδια η ανυπομονησία δεν θα σου επιτρέπει την ανάπαυση για την οποία μιλά ο Ιησούς, την ηρεμία. Ακόμα και το να προσδοκείς, θα γίνει εμπόδιο. Αν σκέφτεσαι ότι κάτι πρόκειται να συμβεί, κάτι καταπληκτικό, τότε τίποτα δεν πρόκειται να συμβεί. Όταν περιμένεις και προσδοκείς ότι πρόκειται να συμβεί κάποια φώτιση, θα σου ξεφύγει.

Μην προσδοκείς!
  
Οι προσδοκίες ανήκουν στον κόσμο του θανάτου, στη διάσταση του χωροχρόνου. Κανένας σκοπός δεν ανήκει στον εσωτερικό κόσμο. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος εκτός αν περιμένεις με ατέλειωτη υπομονή.

Να παρατηρείς και να έχεις υπομονή.

Και μια μέρα, ξαφνικά, βρίσκεσαι φωτισμένος. Μια μέρα, όταν υπάρχει ο κατάλληλος συγχρονισμός, όταν είσαι έτοιμος, ξαφνικά φωτίζεσαι. Όλο το σκοτάδι εξαφανίζεται και είσαι γεμάτος με ζωή, με αιώνια ζωή, που δεν πεθαίνει ποτέ.

Richard Dawkins: Ηθική Φιλοσοφία - Πώς αποφασίζουμε τι είναι καλό;

Όπως και όλα τα άλλα ζώα, εμείς οι άνθρωποι είμαστε προϊόν εκατοντάδων εκατομμυρίων ετών εξέλιξης. Ο εγκέφαλος εξελίσσεται όπως όλα τα άλλα μέρη του σώματος - που σημαίνει πως ό,τι κάνουμε, ό,τι μας αρέσει να κάνουμε, ό,τι θεωρούμε σωστό ή λάθος, είναι επίσης προϊόν εξελικτικής διαδικασίας. Μέσω εξέλιξης έχουμε αναπτύξει ηθικές αξίες, τις οποίες κληρονομήσαμε από τους μακρινούς προγόνους μας.

Ωστόσο, αυτό μπορεί να είναι μόνο ένα μέρος της απάντησης στο ερώτημα που θέτει ο τίτλος του κεφαλαίου (Πώς αποφασίζουμε τι είναι καλό;). Πρέπει να είναι έτσι, απλώς και μόνο επειδή οι απόψεις μας για το καλό και το κακό αλλάζουν καθώς κυλούν οι αιώνες, και σε ιστορική χρονική κλίμακα αλλάζουν πολύ γρήγορα ώστε να αντιπροσωπεύουν μια εξελικτική αλλαγή.

Μπορείτε να το δείτε καθώς περνούν οι δεκαετίες. Μοιάζει σαν να υπάρχει «κάτι στον αέρα». Φυσικά, δεν υπάρχει κυριολεκτικά στον αέρα. Αποτελεί συνδυασμό πολλών πραγμάτων και είναι σαν να υπάρχει «στον αέρα» επειδή μπορεί να εντοπιστεί σε οποιοδήποτε μέρος. Οι κυρίαρχες ηθικές αξίες του εικοστού πρώτου αιώνα, στον οποίο ζούμε σήμερα, διαφέρουν σημαντικά από εκείνες που επικρατούσαν ακόμα και πριν από εκατό χρόνια. Διαφέρουν ακόμη πιο πολύ από εκείνες που επικρατούσαν τον δέκατο όγδοο αιώνα.

Τότε, η δουλεία ήταν κάτι το συνηθισμένο, πολλοί άνθρωποι είχαν δούλους -σε αυτούς, λυπάμαι που το λέω, συμπεριλαμβάνονταν και οι δικοί μου πρόγονοι στην Τζαμάικα- και πίστευαν ότι αν απελευθερώνονταν οι δούλοι, θα κατέρρεε ο πολιτισμός. Ο σπουδαίος Τόμας Τζέφερσον, τρίτος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και βασικός συντάκτης του συντάγματος των ΗΠΑ, είχε δούλους. Το ίδιο και ο Τζορτζ Ουάσινγκτον, ο πρώτος πρόεδρος. Ας ελπίσουμε τουλάχιστον ότι όλοι τους (και οι πρόγονοί μου) δε γνώριζαν τις άθλιες συνθήκες που επικρατούσαν στα πλοία τα οποία μετέφεραν τους δούλους από τη Δυτική Αφρική στην Αμερική.

Παρεμπιπτόντως, δούλους από την Αφρική δεν έφερναν μόνο οι λευκοί Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί. Ενώ οι Ευρωπαίοι έπαιρναν δούλους από τη Δυτική Αφρική, οι Άραβες τους έπαιρναν από την Ανατολική Αφρική. Τα σουαχίλι, η κυρίαρχη γλώσσα της ισημερινής Ανατολικής Αφρικής, αναπτύχθηκαν ως η γλώσσα του αραβικού δουλεμπορίου. Περιλαμβάνουν πολλές λέξεις αραβικής προέλευσης.

Δούλους είχαν και οι Αφρικανοί φύλαρχοι, οι οποίοι επίσης τους αιχμαλώτιζαν και τους πουλούσαν σε Ευρωπαίους και Άραβες δουλεμπόρους. Αναμενόμενο, αφού η ηθική της Βίβλου, συμβαδίζοντας με την εποχή της, δεν καταδικάζει τη δουλεία. Ακόμα και η Καινή Διαθήκη βρίθει από προτροπές σαν την ακόλουθη:

Οι δούλοι να υπακούετε στους κατά σάρκα κυρίους σας με φόβο και τρόμο, με την απλότητα της καρδιάς σας, σαν να υπακούτε στον Χριστό. Όχι με υποκριτική εξωτερική υποταγή, που γίνεται έτσι για τα μάτια και εφ’ όσον σας βλέπουν οι κύριοί σας, όπως κάνουν αυτοί που επιδιώκουν να αρέσουν στους ανθρώπους, αλλά να υπακούτε σαν δούλοι του Χριστού, πράττοντας το θέλημα του Θεού με όλη σας την ψυχήν. [Προς Εφεσίους 6:5]1

Δείτε και ένα ακόμα εδάφιο:

... δούλοι είναι κάτω από τον ζυγόν των απίστων, ας θεωρούν αξίους κάθε τιμής τους κυρίους των και ας φέρωνται απέναντι αυτών με σεβασμόν και τιμήν, διά να μη δίδουν αφορμήν να συκοφαντήται και να υβρίζεται το όνομα τον Θεού και η διδασκαλία του Χριστού. [Α Προς Τιμόθεον 6]2

Η αποστροφή που νιώθουμε σήμερα για τη δουλεία είναι απλώς ένα παράδειγμα μιας αλλαγής «στον αέρα». Ο Αβραάμ Λίνκολν, ένας από τους πιο σεβαστούς προέδρους της Αμερικής, ήταν σύγχρονος του Κάρολου Δαρβίνου - είχαν μάλιστα γεννηθεί και οι δύο την ίδια ημέρα του Φεβρουάριου, το 1809. Ο Δαρβίνος κατέκρινε με πάθος τον θεσμό της δουλείας, και ο Λίνκολν ουσιαστικά απελευθέρωσε τους δούλους στην Αμερική. Ωστόσο, ούτε ο Δαρβίνος ούτε ο Λίνκολν θα είχαν σκεφτεί πως οι Αφρικανοί θα μπορούσαν να ανήκουν σε ό,τι τότε ονόμαζαν «πολιτισμένες φυλές».

Πραγματικά, ό,τι κι αν υπήρχε «στον αέρα» τον δέκατο ένατο αιώνα, σήμερα, πάνω από τα κεφάλια μας αιωρείται κάτι εντελώς διαφορετικό. Ο ιστορικός που θα χαρακτήριζε ρατσιστές τον Λίνκολν, τον Δαρβίνο και τον Χάξλεϊ, σίγουρα θα ήταν κακός. Για την εποχή τους ήταν όσο πιο μη-ρατσιστές γινόταν. Ήταν άνθρωποι του δέκατου ένατου αιώνα. Αν είχαν γεννηθεί δύο αιώνες αργότερα, θα έφριτταν διαβάζοντας τα δύο παραπάνω αποσπάσματα.

Δε χρειάζεται καν να περιμένεις έναν αιώνα για να παρατηρήσεις μια αλλαγή στις ηθικές αξίες. Στο πέμπτο κεφάλαιο μιλήσαμε για τα πληρώματα των βομβαρδιστικών και των δύο πλευρών στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τα οποία εξολόθρευσαν αμέτρητους άμαχους πολίτες. Κατ’ αρχάς, οι βομβαρδισμοί εστιάστηκαν σε βιομηχανικά κέντρα όπως το Κόβεντρι στην Αγγλία και το Έσεν στη Γερμανία, όπου κατασκευάζονταν όπλα. Εκείνη την εποχή οι βομβαρδισμοί δεν χαρακτηρίζονταν από μεγάλη ακρίβεια, οπότε οι απώλειες αμάχων ήταν αναπόφευκτες. Όμως, και οι δύο πλευρές πείσμωναν με τους θανάτους αμάχων. Και ανταπέδιδαν. Και αργότερα στον πόλεμο, όταν πύκνωσαν οι αεροπορικές επιδρομές, οι απώλειες αμάχων έπαψαν να αποτελούν παράπλευρη απώλεια και έγιναν ο αντικειμενικός στόχος. Μέσα σε τρεις ημέρες (13 έως 15 Φεβρουάριου 1945), 722 βρετανικά και 527 αμερικανικά αεροπλάνα ισοπέδωσαν την αρχαία και πανέμορφη πόλη της Δρέσδης. Ο ακριβής αριθμός των αμάχων που έχασαν τη ζωή τους δε θα γίνει ποτέ γνωστός, αλλά σύμφωνα με ρεαλιστικές εκτιμήσεις ανήλθε στις 100.000 - όσες περίπου και οι απώλειες που προκάλεσε κάθε μία από τις ατομικές βόμβες που έπεσαν στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι, το 1945.

Προχωρήστε τώρα μισό αιώνα μπροστά. Δυστυχώς, γίνονται ακόμα πόλεμοι, αλλά σε καμιά περίπτωση τόσο φρικιαστικοί όσο οι δύο παγκόσμιοι. Οι απώλειες αμάχων στους δύο Πολέμους του Κόλπου καταγράφηκαν ως ατυχή σφάλματα. Οι πολιτικοί ζήτησαν συγγνώμη γι’ αυτές και έκαναν λόγο για «παράπλευρες απώλειες», παρελκόμενα των επιθέσεων σε «νόμιμους» στρατιωτικούς στόχους. Ο περιορισμός των απωλειών οφείλεται εν μέρει στην πρόοδο της τεχνολογίας. Πύραυλοι που ελέγχονται από δορυφόρους και άλλα συστήματα πλοήγησης μπορούν να κατευθυνθούν με ακρίβεια προς έναν συγκεκριμένο στόχο, «κλειδωμένο» στον υπολογιστή τους. Πολύ διαφορετικά από τον ανηλεή βομβαρδισμό της Δρέσδης, του Λονδίνου και του Κόβεντρι. Ωστόσο, έχει αλλάξει και το ηθικό κλίμα που αιωρείται «στον αέρα». Στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, άνθρωποι όπως ο Χίτλερ, και ο αντιπτέραρχος της Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας σερ Άρθουρ Χάρις ο «βομβιστής», ήθελαν κατηγορηματικά να δολοφονήσουν αμάχους. Όσοι σήμερα κατέχουν αντίστοιχες θέσεις με τον Χάρις τον «βομβιστή» (παράδειγμα αποτελεί ο αξιωματικός της Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας με το λιγότερο κολακευτικό παρατσούκλι «Χάρις ο μακελάρης») μπαίνουν στον κόπο να απολογηθούν αν άμαχος σκοτωθεί κατά λάθος από ανεξέλεγκτο πύραυλο.

Δε θα πιστέψετε πόσο αργά επιτράπηκε στις γυναίκες να ψηφίσουν. Στη Βρετανία, οι γυναίκες απέκτησαν τα ίδια δικαιώματα ψήφου με τους άντρες το 1928. Μέχρι το 1918 καμία γυναίκα δεν μπορούσε να ψηφίσει, ενώ αμέσως μετά ψήφιζαν μόνο όσες είχαν κλείσει τα 30 και εφόσον πληρούσαν συγκεκριμένα ιδιοκτησιακά και/ή περιουσιακά κριτήρια. Εκείνη την εποχή, οι άντρες μπορούσαν να ψηφίσουν από τα 21. Οι Ηνωμένες Πολιτείες χορήγησαν δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες το 1920 (συμβαδίζοντας, επιτέλους, με διάφορες μεμονωμένες πολιτείες μέσα στην Ένωση). Οι Γαλλίδες δεν μπορούσαν να ψηφίσουν μέχρι το 1945, οι Ελβετίδες μέχρι το 1971· Όσο για τη Σαουδική Αραβία, μην το ρωτάτε καν! Η ουσία είναι ότι κάτι διαφορετικό διαμορφώνεται, ότι κάτι διαχέεται «στον αέρα» έτσι ώστε, καθώς περνούν οι δεκαετίες, να αλλάζουν πράγματα που θεωρούνται αποδεκτά. Εκρηκτικά γρήγορα. Πριν οι γυναίκες αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου στη Βρετανία, μπορούσες ν’ ακούσεις από ευυπόληπτους, αξιοπρεπείς άντρες, σχόλια του τύπου «Οι γυναίκες είναι γλυκές και όμορφες, και άλλα παρόμοια, αλλά δεν μπορούν να σκεφτούν λογικά. Σίγουρα δεν πρέπει να τους επιτραπεί να ψηφίζουν». Μπορείτε να φανταστείτε κάποιον να δηλώνει κάτι αντίστοιχο σήμερα;

Ο φίλος μου ψυχολόγος Στίβεν Πίνκερ έχει γράψει ένα σπουδαίο (από κάθε άποψη) βιβλίο με τίτλο The Better Angels of our Nature (φράση από μια ομιλία του Αβραάμ Λίνκολν). Δείχνει πώς, καθώς κυλούν αιώνες και χιλιετίες, εμείς οι άνθρωποι γινόμαστε καλύτεροι, ευγενέστεροι, λιγότερο βίαιοι, λιγότερο σκληροί. Η αλλαγή δε σχετίζεται καθόλου με τη γενετική εξέλιξη ή με τη θρησκεία. Ό,τι κι αν είναι διάχυτο «στον αέρα» μετακινείται, γενικά μιλώντας, προς την ίδια περίπου κατεύθυνση από αιώνα σε αιώνα.

Προς την ίδια κατεύθυνση, ναι - αλλά, είναι «σωστή» αυτή η κατεύθυνση; Πιστεύω πως είναι, και δε νομίζω ότι διαφωνείτε. Άραγε, αυτό οφείλεται απλώς στο ότι είμαστε άνθρωποι του εικοστού πρώτου αιώνα; Αυτό θ’ αφήσω να το κρίνετε εσείς. Όμως, όταν κρίναμε τον χαρακτήρα του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη (στο τέταρτο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου), τον κρίναμε με τα κριτήρια του δικού μας αιώνα. Όπως ένας καλός ιστορικός δεν επικρίνει τον Αβραάμ Λίνκολν για τις φυλετικές προκαταλήψεις του, με το ίδιο σκεπτικό ίσως διστάσει να κακοχαρακτηρίσει τον Θεό για τα πραγματικά τρομερά πράγματα που έκανε· λόγου χάρη, τον Ισαάκ στα χέρια του πατέρα του. Ή στη θυγατέρα του Ιεφθάε. Ή στους άμοιρους Αμαληκίτες και στις άλλες φυλές, που τη γη τους «όπου ρέει γάλα και μέλι» εποφθαλμιούσαν οι Ισραηλίτες. Στα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, ο χαρακτήρας του Θεού ενεργούσε μόνο με βάση τις ηθικές αξίες που επικρατούσαν «στον αέρα» εκείνη την εποχή. Όμως, μολονότι μπορούμε να δείξουμε επιείκεια σε ό,τι αφορά τις ηθικές αξίες του (ή μάλλον, τις ηθικές αξίες των Εβραίων στη Βαβυλώνα, οι οποίοι έγραψαν την Παλαιό Διαθήκη), αυτό δε μας εμποδίζει ν’ αποφασίσουμε σθεναρά να δούμε σήμερα τα πράγματα διαφορετικά. Και έχουμε δικαίωμα να εναντιωθούμε στους φονταμενταλιστές της εποχής μας, που προσπαθούν να μας σύρουν πίσω σ’ εκείνες τις εποχές.

Σωστά, λοιπόν, οι ηθικές αξίες φτερουγίζουν «στον αέρα» και αλλάζουν από αιώνα σε αιώνα, ακόμα και από δεκαετία σε δεκαετία. Αλλά, πέρα από το εξελικτικό μας παρελθόν, από πού πραγματικά προέρχονται; Και γιατί αλλάζουν; Εν μέρει οι αλλαγές προέρχονται από συνηθισμένες, καθημερινές συζητήσεις σε καφέ και σε παμπ, ή στο τραπέζι στη διάρκεια του βραδινού φαγητού. Μαθαίνουμε ο ένας από τον άλλον. Ακούμε ιστορίες για ανθρώπους που θαυμάζουμε και ορκιζόμαστε να τους μιμηθούμε. Διαβάζουμε μυθιστορήματα, ή άρθρα σε εφημερίδες, ακούμε εκπομπές και ομιλίες στο YouTube, και αλλάζουμε τις απόψεις μας. Κοινοβούλια και επιτροπές συζητούν διάφορα ζητήματα και, βήμα-βήμα, αλλάζουν τους νόμους. Οι δικαστές ερμηνεύουν τους νόμους με τρόπο που διαρκώς αλλάζει στο πέρασμα των δεκαετιών.

Πριν από το 1967, oι άνδρες στη Βρετανία μπορούσαν εύκολα να βρεθούν στη φυλακή για ομοφυλοφιλικές πράξεις που διέπρατταν κατ’ ιδίαν. Σήμερα, μετά από δεκαετίες εργασίας κατά των εμμονικών προκαταλήψεων, η ομοφυλοφιλία θεωρείται φυσιολογική, και οι ομοφυλόφιλοι άνδρες και γυναίκες μπορούν να αξιώνουν τον ίδιο σεβασμό με οποιονδήποτε άλλον. Οι ψήφοι των βουλευτών (μετά από επίμονο, σκληρό αγώνα) έδωσαν στις γυναίκες το δικαίωμα ψήφου, στη μία χώρα μετά την άλλη, κατά τη διάρκεια του εικοστού αιώνα. Και μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι τα μέλη των κοινοβουλίων και των επιτροπών επηρεάστηκαν από επιστολές ψηφοφόρων από τις περιφέρειές τους. Οι αποφάσεις δικαστών και ενόρκων βοηθούν επίσης στην αλλαγή του κλίματος με την πάροδο των δεκαετιών. Και, φυσικά, ας μην ξεχνούμε τα βιβλία των ακαδημαϊκών και τις διαλέξεις στα πανεπιστήμια. Οι ακαδημαϊκοί που μελετούν τις ηθικές αξίες, το σωστό και το λάθος -οι ηθικοί φιλόσοφοι- επιδρούν επίσης στις αλλαγές που περιδινίζονται «στον αέρα».

Υπάρχουν διάφορες σχολές ηθικής φιλοσοφίας. Θα μιλήσω για δύο μόνο από αυτές: τους απολυταρχιστές (absolutists) και τους συνεπειοκράτες (consequentialists). Έχουν πολύ διαφορετικές απόψεις για τη μεθοδολογία των ηθικών κρίσεων. Οι απολυταρχιστές θεωρούν ότι κάποια πράγματα είναι απλώς σωστά και κάποια άλλα απλώς λάθος. Χωρίς κανένα επιχείρημα. Το ορθό ή το λάθος είναι απλώς ένα γεγονός, είναι απλώς η αλήθεια, όπως το αξίωμα της γεωμετρίας ότι οι παράλληλες ευθείες δεν τέμνονται ποτέ. Ένας απολυταρχιστής μπορεί να πει, «Η δολοφονία ενός άλλου ανθρώπου είναι ξεκάθαρα λάθος. Είναι πάντα, ήταν πάντα, θα είναι πάντα». Με το ίδιο σκεπτικό ένας απολυταρχιστής μπορεί να υποστηρίξει ότι η έκτρωση είναι δολοφονία επειδή το έμβρυο είναι ένα ανθρώπινο ον. Μάλιστα, κάποιοι απολυταρχιστές θα υποστήριζαν το ίδιο και για ένα γονιμοποιημένο ωάριο, για ένα μόνο κύτταρο.

Οι συνεπειοκράτες κρίνουν διαφορετικά το σωστά και το λάθος. Θα έχετε μαντέψει από την ονομασία ότι ενδιαφέρονται για τις συνέπειες μιας πράξης. Λόγου χάρη, ποιος υποφέρει ως συνέπεια μιας έκτρωσης; Ή, ποιος υποφέρει ως συνέπεια της άρνησης μιας έκτρωσης; Ας φανταστούμε έναν διάλογο ανάμεσα σε μια οπαδό της συνεπειοκρατίας (την Κόνι) και έναν απολυταρχιστή (τον Άμπι). Έτσι θα πάρουμε μια ιδέα για το σκεπτικό και την επιχειρηματολογία των ηθικών φιλοσόφων. Οι φιλόσοφοι, από τον Πλάτωνα και τον Χιουμ μέχρι τις μέρες μας, αρέσκονται να στήνουν διαλόγους μεταξύ φανταστικών συνομιλητών, γι’ αυτό κι εγώ ακολουθώ το παράδειγμά τους. Προσέξτε πόσο γρήγορα μετακινούνται οι φιλόσοφοι από την πραγματικότητα στα «νοητικά πειράματα», καθώς ξετυλίγεται ο διάλογος.

Άμπι: Δεν πρέπει να σκοτώσεις κανέναν άλλον άνθρωπο. Ένα γονιμοποιημένο ωάριο είναι ανθρώπινο ον. Συνεπώς, η έκτρωση, ακόμα και ενός μόνο γονιμοποιημένου ωαρίου, είναι δολοφονία. Άκουσα μια φίλη μου να λέει, «Μια γυναίκα έχει το απόλυτο δικαίωμα να κάνει ό,τι θέλει με το σώμα της. Και σε αυτό περιλαμβάνεται το δικαίωμα να σκοτώνει ένα έμβρυο που βρίσκεται μέσα στο σώμα της. Δεν είναι κανενός άλλου δουλειά παρά μόνο δική της». Όμως, το έμβρυο είναι ένας άλλος άνθρωπος. Έχει δικαιώματα, επίσης, μολονότι βρίσκεται μέσα στο σώμα της.

Κόνι: Το επιχείρημα της φίλης σου είναι το επιχείρημα ενός απολυταρχιστή, όπως και το δικό σου. Υποστηρίζει ότι έχει «απόλυτο δικαίωμα» στο σώμα της και ό,τι βρίσκεται μέσα του. Αυτό είναι απολυταρχισμός, αν και διαφορετικός από τον δικό σου. Τόσο εσύ όσο κι εκείνη, καταλήγετε σε αντίθετα συμπεράσματα. Εγώ όμως υποστηρίζω τη συνεπειοκρατία. Με νοιάζει ποιος υποφέρει. Μπορείς, αν θέλεις, να θεωρήσεις ένα γονιμοποιημένο ωάριο ως άνθρωπο. Όμως, δεν έχει νευρικό σύστημα, άρα δεν μπορεί να υποφέρει. Δεν γνωρίζει ότι υπέστη έκτρωση, δεν αισθάνεται φόβο ούτε μεταμέλεια. Η γυναίκα έχει νευρικό σύστημα. Ίσως κάποτε θα βρεθεί να υποφέρει αν αναγκαστεί να γεννήσει ένα παιδί όταν δε θέλει και δεν μπορεί να το φροντίσει. Εσύ και η φίλη σου είστε απολυταρχιστές. Αυτή υποστηρίζει τον «απολυταρχισμό των δικαιωμάτων των γυναικών». Εσύ υποστηρίζεις (υποψιάζομαι) έναν θρησκευτικό απολυταρχισμό. Συμφωνώ με το συμπέρασμά της, αλλά για διαφορετικό λόγο. Η δική της λογική είναι απολυταρχική: το απόλυτο δικαίωμα μιας γυναίκας να ελέγχει ό,τι συμβαίνει στο σώμα της. Η δική μου λογική είναι η λογική ενός συνεπειοκράτη. Ένα έμβρυο δεν μπορεί να υποφέρει, η γυναίκα όμως μπορεί.

Άμπι: Πράγματι, συμφωνώ ότι ένα μονοκύτταρο έμβρυο δεν μπορεί να υποφέρει, έχει όμως τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε ολοκληρωμένο άνθρωπο. Η έκτρωση του στερεί αυτή την ευκαιρία. Δεν θα το χαρακτήριζες αυτό «συνέπεια»; Ίσως να είμαι κι εγώ οπαδός της συνεπειοκρατίας, ε; Περισσότερο από τη φίλη μου, πάντως!

Κόνι: Ναι, συμφωνώ πως η στέρηση της μελλοντικής ζωής του εμβρύου είναι μια συνέπεια. Εφόσον όμως το κύτταρο δεν το γνωρίζει, και δεν αισθάνεται πόνο ή μεταμέλεια, γιατί να ανησυχούμε; Επίσης, κάθε φορά που αρνείσαι να κάνεις σεξ αποστερείς δυνητικά από ένα μελλοντικό ανθρώπινο ον την ευκαιρία να αποκτήσει ζωή. Το έχεις σκεφτεί αυτό;

Άμπι: Εκ πρώτης όψεως, το επιχείρημα δεν είναι κακό. Αλλά και πάλι, προτού το σπερματοζωάριο συναντήσει το ωάριο, δεν υφίσταται κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο. Αποφεύγοντας τo σεξ, δεν αποστερείς την ύπαρξη από ένα συγκεκριμένο άτομο, επειδή υπάρχουν εκατομμύρια σπερματοζωάρια και εκατομμύρια δυνητικά άτομα. Άπαξ και το σπερματοζωάριο βρεθεί μέσα στο ωάριο, ένα συγκεκριμένο άτομο αρχίζει να υπάρχει. Κανένα άλλο. Πριν από αυτήν τη στιγμή, θα μπορούσαν να υπάρξουν εκατομμύρια ζωές, άρα δεν μπορείς να υποστηρίξεις ότι στερείς την ύπαρξη από κάποιο πρόσωπο.

Κόνι: Αν, όμως, μιλώντας για ένα γονιμοποιημένο ωάριο αναφέρεσαι σε «ένα συγκεκριμένο άτομο», τότε υπονοείς μια αδιαίρετη οντότητα. Έχεις δει πανομοιότυπα δίδυμα; Αρχικά βρίσκονται σε ένα γονιμοποιημένο ωάριο. Αργότερα χωρίζονται και γίνονται δύο άτομα. Αν ποτέ συναντήσεις πανομοιότυπους διδύμους, για ρώτησε τους, ποιος είναι το «πρόσωπο» και ποιος είναι το ζόμπι.

Άμπι: Εντάξει, καταλαβαίνω τι θες να πεις. Είναι σίγουρα ένα ανησυχητικά καλό επιχείρημα. Ίσως καλύτερα ν’ αλλάξω θέμα. Αν το μόνο που σε νοιάζει είναι ποιος υποφέρει εξαιτίας των πράξεων σου, τότε τι πρόβλημα υπάρχει με τον κανιβαλισμό; Δίχως άλλο, δε θα σκότωνες κάποιον για να τον φας, αλλά γιατί να μη φας κάποιον που έχει ήδη πεθάνει, άρα δε θα υποφέρει;

Κόνι: Σίγουρα δε θα άρεσε στους φίλους και στους συγγενείς του. Αυτή είναι μια συνέπεια! Και σημαντική μάλιστα. Τα αισθήματα των ανθρώπων μετράνε. Ωστόσο, αισθήματα έχουν μόνο όσοι έχουν νευρικό σύστημα. Μια έγκυος γυναίκα που απεγνωσμένα δε θέλει ακόμη ένα μωρό, έχει αισθήματα. Το έμβρυο μέσα της δεν έχει.

Άμπι: Θα επιμείνω στο παράδειγμα του κανιβαλισμού: ας υποθέσουμε ότι ο νεκρός δεν έχει φίλους και συγγενείς. Κανείς δε θα υπέφερε αν τον έτρωγαν.

Κόνι: Λοιπόν, τώρα φτάνουμε στο λεγόμενο επιχείρημα της «ολισθηρής πλαγιάς». Μπορείς να αισθάνεσαι ασφαλής στην κορυφή ενός απότομου λόφου, αν όμως η πλαγιά του λόφου είναι ολισθηρή και επιχειρήσεις να τη διαβείς, πριν προλάβεις να το καταλάβεις θα βρεθείς στους πρόποδες, εκεί όπου δε θα ήθελες να πας. Έχεις δίκιο ότι κανείς δε θα υποφέρει αν φάω έναν νεκρό που δεν έχει συγγενείς και φίλους να νοιαστούν γι’ αυτόν. Αυτή είναι η κορυφή της ολισθηρής πλαγιάς. Όμως, στην κοινωνία μας, ο κανιβαλισμός είναι ένα βαθιά ριζωμένο ταμπού. Επαναστατούμε ακόμα και στο άκουσμα της ιδέας. Αν σπάσουμε μια φορά το ταμπού, κινδυνεύουμε να γλιστρήσουμε στην ολισθηρή πλαγιά. Ποιος ξέρει πού θα σταματήσουμε; Το ταμπού κατά του κανιβαλισμού είναι χρήσιμο, λειτουργεί σαν κιγκλίδωμα ασφαλείας στην κορυφή μιας επικίνδυνης ολισθηρής πλαγιάς.

Άμπι: Μπορώ να εφαρμόσω το επιχείρημα της ολισθηρής πλαγιάς και στην έκτρωση, επίσης. Συμφωνώ ότι σε αρχικό στάδιο, ένα έμβρυο που υποβάλλεται σε έκτρωση δεν αισθάνεται πόνο ούτε φόβο ούτε λύπη. Ωστόσο, μέχρι και τη στιγμή της γέννησης και ακόμα παραπέρα, υπάρχει μια ολισθηρή πλαγιά. Αν επιτρέψεις την έκτρωση, δεν κινδυνεύεις να γλιστρήσεις στην ολισθηρή πλαγιά και να φτάσεις και να περάσεις τη στιγμή της γέννησης; Μήπως καταλήξουμε να σκοτώνουμε βρέφη ενός έτους απλώς και μόνο επειδή μας προκαλούν μπελάδες; Και μετά τα δίχρονα; Και μετά τα μεγαλύτερα;

Κόνι: Ναι. Οφείλω να ομολογήσω ότι αρχικά, το επιχείρημά σου ακούγεται καλό. Όμως, η στιγμή της γέννησης είναι ένα ικανοποιητικό φράγμα -ένα αρκετά καλό «κιγκλίδωμα ασφαλείας»- το οποίο έχουμε μάθει να σεβόμαστε. Αν και δεν ήταν πάντοτε έτσι. Στην αρχαία Ελλάδα περίμεναν μέχρι να γεννηθεί ένα μωρό, το εξέταζαν καλά και μετά αποφάσιζαν αν ήθελαν να το κρατήσουν. Αν όχι, το παρατούσαν σε μια βουνοπλαγιά να πεθάνει μόνο και ανήμπορο. Χαίρομαι τόσο που δεν τα ζούμε αυτά σήμερα. Παρεμπιπτόντως, οι εκτρώσεις έχουν μειωθεί πολύ τώρα τελευταία, και γίνονται μόνο για έκτακτους λόγους, συνήθως για να σωθεί η ζωή της μητέρας. Στην πλειονότητά τους οι εκτρώσεις γίνονται στα αρχικά στάδια της κύησης. Έχεις συνειδητοποιήσει ότι πολλές κυήσεις διακόπτονται αυθορμήτως, χωρίς καν να γνωρίζει η μητέρα πως ήταν έγκυος;

Στην πραγματικότητα, όμως, μολονότι μόλις χρησιμοποίησα το επιχείρημα της ολισθηρής πλαγιάς, παραδέχομαι ότι προτιμώ να απαλλαχθώ οριστικά από τα φράγματα και τις διαχωριστικές γραμμές. Εσείς οι απολυταρχιστές θέλετε να τραβήξετε μια ξεκάθαρη γραμμή ανάμεσα σε ανθρώπους και μη ανθρώπους. Πότε γίνεται άνθρωπος το έμβρυο - τη στιγμή της σύλληψης, όταν το σπερματοζωάριο εισέρχεται για πρώτη φορά στο ωάριο; Ή τη στιγμή της γέννησης; Ή κάποια ενδιάμεση στιγμή; Προτιμώ να το θέσω διαφορετικά: όχι «Πότε γίνεται άνθρωπος;» αλλά «Πότε αποκτά την ικανότητα να αισθάνεται πόνο και συναίσθημα;» Και αυτό δε συμβαίνει κάποια στιγμή ξαφνικά. Γίνεται σταδιακά.

Το ίδιο ισχύει στον εξελικτικό χρόνο. Δε σκοτώνουμε ανθρώπους για να τους φάμε. Σκοτώνουμε χοίρους για να τους φάμε. Ωστόσο, είμαστε ξαδέρφια των χοίρων, που σημαίνει ότι αν ανατρέξουμε πίσω στους προγόνους μας και στους προγόνους των χοίρων, κάποια στιγμή θα συναντήσουμε τον κοινό μας πρόγονο. Σκεφτείτε τη διαδρομή μέσα στο οικογενειακό μας δέντρο. Οδεύοντας προς τον κοινό μας πρόγονο με τους χοίρους, θα περάσουμε από τους πιθηκανθρώπους, από οργανισμούς που θυμίζουν πιθήκους και ούτω καθεξής. Φαντάσου τώρα ότι αυτό το είδος πιθηκανθρώπων δεν εξαφανίστηκε ποτέ. Ποια στιγμή θα μπορούσες να πεις, «Εντάξει, αυτό είναι, από αυτό το σημείο και προς τα πίσω στον χρόνο, δεν είναι πλέον άνθρωποι;» Εσύ, ακολουθώντας το σκεπτικό του απολυταρχισμού, θέλεις να τραβήξεις μια γραμμή, μια απόλυτη γραμμή ανάμεσα στους ανθρώπους και στα ζώα. Εγώ, όμως, ως συνεπειοκράτης προτιμώ, αν μπορώ να το αποφύγω, να μη σχεδιάζω καθόλου γραμμές. Σε αυτήν την περίπτωση το ερώτημά μου δε θα ήταν το «Είναι αυτός ο οργανισμός άνθρωπος;» αλλά το «Μπορεί να υποφέρει αυτός ο οργανισμός;» Και υποθέτω ότι κάποια ζώα υποφέρουν περισσότερο από άλλα. Συμπεριλαμβανομένων των χοίρων, παρεμπιπτόντως.

Άμπι: Τα ηθικά επιχειρήματά σου ακούγονται λογικά. Αλλά ακόμα κι εσύ πρέπει να εκκινήσεις από κάποιο είδος απολυταρχικού πιστεύω. Στην περίπτωσή σου ξεκινάς λέγοντας απλώς ότι «Το να προκαλείς πόνο είναι κακό». Δεν δικαιολογείς τον ισχυρισμό.

Κόνι: Ναι, το παραδέχομαι. Αλλά εξακολουθώ να πιστεύω πως το απολυταρχικό πιστεύω μου, δηλαδή το «Είναι κακό να προκαλείς πόνο», έχει περισσότερο νόημα από το δικό σου απολυταρχικό πιστεύω, δηλαδή το «Έτσι λέει το ιερό βιβλίο μου». Πιστεύω πως αν κάποιος σε βασάνιζε, θα συμφωνούσες αρκετά γρήγορα.

Μπορείτε να συνεχίσετε μόνοι σας τα επιχειρήματα που ίσως αντάλλαζαν ο Άμπι και η Κόνι. Ελπίζω να τα ανέπτυξα αρκετά, ώστε να σας δείξω τον τρόπο με τον οποίο επιχειρηματολογούν οι φιλόσοφοι. Προφανώς έχετε ήδη αντιληφθεί ότι οι απολυταρχιστές είναι συνήθως -αν και όχι πάντα- θρησκευόμενοι. Οι Δέκα Εντολές είναι ξεκάθαρα απολυταρχικές. Το ίδιο ισχύει, συνήθως, και για την ιδέα να ζεις με βάση ένα σύνολο κανόνων.

Ωστόσο, την ηθική που βασίζεται σε κανόνες δύνανται να την επινοήσουν ακόμη και μη θρησκευόμενοι φιλόσοφοι. Διάφορες σχολές ηθικών φιλοσόφων, οι αποκαλούμενοι δεοντολογιστές, πιστεύουν πως οι κανόνες δικαιολογούνται χωρίς την ανάγκη να καταφύγουμε σε δηλώσεις γραμμένες σε ιερά βιβλία. Για παράδειγμα, ο σπουδαίος Γερμανός φιλόσοφος Ιμμάνουελ Καντ διατύπωσε την περίφημη Κατηγορική Προσταγή: «Πράττε μόνο βάσει εκείνης της αρχής, διά της οποίας μπορείς ταυτοχρόνως να θέλεις να καταστεί αυτή καθολικός νόμος». Η λέξη-κλειδί εδώ είναι το «καθολικός». Για παράδειγμα, ένας κανόνας που ενθαρρύνει την κλοπή αποκλείεται, επειδή αν την υιοθετούσαμε καθολικά, δηλαδή, αν κλέβαμε όλοι, κανείς δε θα κέρδιζε: οι κλέφτες ευημερούν μόνο σε μια κοινωνία την οποία διαφεντεύουν ειλικρινή θύματα. Αν ψεύδονταν όλοι διαρκώς, τότε δε θα είχε πια νόημα να λες ψέματα, αφού αυτά δε θα μπορούσαν να συγκριθούν με κάποια αξιόπιστη αλήθεια. Σύμφωνα με μια σύγχρονη δεοντολογική θεωρία, πρέπει να επινοούμε τους ηθικούς κανόνες μας πίσω από ένα «πέπλο άγνοιας». Προσποιηθείτε ότι δε γνωρίζετε αν είστε πλούσιοι ή φτωχοί, ταλαντούχοι ή ατάλαντοι, όμορφοι ή άσχημοι. Όλα αυτά τα γεγονότα βρίσκονται κρυμμένα πίσω από το φανταστικό «πέπλο άγνοιας». Επινοήστε τώρα το σύστημα αξιών με βάση το οποίο θα θέλατε να ζείτε, με δεδομένο ότι δεν μπορείτε να γνωρίζετε αν θα βρίσκεστε στην κορυφή του σωρού ή στη βάση του. Η δεοντολογία είναι ενδιαφέρουσα, αλλά εδώ, δε θα πω περισσότερα γι’ αυτήν.

Το επιχείρημα για το πότε αρχίζει, μέσα στη μήτρα, να υπάρχει ένα «άτομο» (ένας άνθρωπος), είναι σε μεγάλο βαθμό θρησκευτικό. Σύμφωνα με πολλές θρησκευτικές παραδόσεις, η αθάνατη ψυχή εισέρχεται στο σώμα κάποια συγκεκριμένη στιγμή. Για τους Ρωμαιοκαθολικούς, η στιγμή αυτή είναι η στιγμή της σύλληψης. Το Καθολικό Δόγμα Πίστης με τίτλο Donum Vitae είναι ξεκάθαρο:

Από τη στιγμή που γονιμοποιείται το ωάριο ξεκινάει μια νέα ζωή η οποία δεν είναι ούτε του πατέρα ούτε της μητέρας, αλλά είναι μάλλον η ζωή ενός νέου ανθρώπου με τη δική του ανάπτυξη. Δε θα γινόταν ποτέ ανθρώπινη αν δεν ήταν ήδη ανθρώπινη... Ακριβώς από τη στιγμή της γονιμοποίησης αρχίζει η περιπέτεια της ανθρώπινης ζωής.

Φαίνεται ότι όποιος έγραψε τα παραπάνω δε σκέφτηκε ποτέ το επιχείρημα των «πανομοιότυπων διδύμων»; εκείνο που χρησιμοποίησε η Κόνι, η οπαδός της συνεπειοκρατίας.

Πιθανότατα έχετε καταλάβει ότι συμφωνώ περισσότερο με την Κόνι παρά με τον Άμπι. Πρέπει, ωστόσο, να παραδεχτώ ότι τα νοητικά πειράματα των συνεπειοκρατών οδηγούν μερικές φορές σε άβολες κατευθύνσεις. Ας υποθέσουμε ότι ένας ανθρακωρύχος παγιδεύεται στα έγκατα της γης λόγω της πτώσης ενός βράχου. Μπορούμε να τον σώσουμε, αλλά η επιχείρηση διάσωσης είναι εξαιρετικά δαπανηρή. Τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε αν είχαμε όλα αυτά τα χρήματα; Θα μπορούσαμε να σώσουμε πολλές περισσότερες ζωές και να απαλύνουμε τα βάσανα πολλών, προσφέροντας τρόφιμα σε παιδιά που λιμοκτονούν σε όλον τον κόσμο. Ένας σωστός συνεπειοκράτης θα έπρεπε να εγκαταλείψει στην τύχη του τον άμοιρο ανθρακωρύχο, κι ας οδύρονται η γυναίκα και τα παιδιά του - σωστά; Ίσως, εγώ όμως δε θα το έκανα. Δε θα άντεχα να τον αφήσω κάτω από τα βράχια. Εσείς θα αντέχατε; Ωστόσο, είναι δύσκολο να δικαιολογήσουμε την απόφαση να τον διασώσουμε στηριζόμενοι αποκλειστικά σε συνεπειοκρατικά επιχειρήματα. Όχι αδύνατον, αλλά δύσκολο.

Αφιέρωσα αρκετό χρόνο στην ηθική φιλοσοφία, όμως η ηθική φιλοσοφία είναι απλώς ένα μονοπάτι μέσω του οποίου διαμορφώνονται ηθικές αξίες. Μαζί με τη δημοσιογραφία, τις συζητήσεις στις δεξιώσεις, τις αντιπαραθέσεις στα κοινοβούλια και στις φοιτητικές συνελεύσεις, τις νομικές αποφάσεις και άλλα παρόμοια, η ηθική φιλοσοφία συνεισφέρει σ’ αυτό το «κάτι στον αέρα» που διαφοροποιεί την ηθική του εικοστού πρώτου αιώνα από εκείνη του δέκατου όγδοου αιώνα, τότε που η δουλεία ήταν αποδεκτή. Παρεμπιπτόντως, δε φαίνεται να υπάρχει κανένας προφανής λόγος για να αλλάξει αυτή η τάση. Άραγε, πώς θα μοιάζει η ηθική του εικοστού δεύτερου αιώνα;

Η σύγχρονη ηθική μας, είτε είμαστε θρησκευόμενοι είτε όχι, διαφέρει σημαντικά από τη βιβλική ηθική. Ή την ηθική του Κορανίου. Ευτυχώς. Και η Κάμερα του Μεγάλου Κατασκόπου στον Ουρανό, σίγουρα δε συνιστά αξιέπαινο λόγο για να είναι κάποιος καλός. Ίσως, λοιπόν, πρέπει να εγκαταλείψουμε την ιδέα ότι «χρειαζόμαστε τον Θεό για να είμαστε καλοί».

Σημαίνει άραγε αυτό ότι θα πρέπει όλοι να πάψουμε να πιστεύουμε στον Θεό; Όχι. Όχι γι’ αυτόν τον λόγο μόνο. Μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει ακόμα και αν δεν τον χρειαζόμαστε για να είμαστε καλοί. Ένας Θεός θα μπορούσε να είναι κακός με βάση τα δικά μας ηθικά κριτήρια, όπως ο χαρακτήρας του Θεού που συναντήσαμε στο τέταρτο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου, αλλά και αυτό δε θα σήμαινε ότι δεν μπορεί να υπάρξει. Για να πιστέψουμε στην ύπαρξη κάποιου πράγματος, πρέπει να στηριζόμαστε αποκλειστικά σε ενδείξεις. Υπάρχει κάποια ένδειξη, κάποια καλή ένδειξη, που συνηγορεί για την ύπαρξη Θεού ή Θεών;

Υποθέτω ότι δεν πιστεύετε σε όλους εκείνους τους Θεούς που παρέθεσα στο πρώτο κεφάλαιο, ούτε στους εκατοντάδες περισσότερους που δεν ανέφερα. Τα δεύτερο και το τρίτο κεφάλαιο ίσως σας έπεισαν ότι ιερά βιβλία όπως η Βίβλος και το Κοράνι δε μας παρέχουν λόγους να πιστέψουμε σε κάποιον Θεό. Διαβάζοντας τα κεφάλαια τέσσερα, πέντε και έξι, μπορεί να πάψατε να πιστεύετε ότι αν θέλουμε να είμαστε καλοί, χρειαζόμαστε απαραιτήτως μια θρησκεία. Ίσως όμως εξακολουθείτε να πιστεύετε σε κάποια ανώτερη δύναμη, σε κάποιο είδος δημιουργικής νοημοσύνης που έφτιαξε τον κόσμο και το Σύμπαν και -ίσως πάνω απ’ όλα- τα έμβια όντα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και οι άνθρωποι. Αυτό πίστευα κι εγώ μέχρι τα 15 μου, εντυπωσιασμένος βαθιά από την ομορφιά και την πολυπλοκότητα των ζωντανών πραγμάτων - ιδίως από το γεγονός ότι τα ζωντανά πράγματα μοιάζουν σαν να έχουν «σχεδιαστεί». Εγκατέλειψα τελικά την ιδέα πως υπάρχουν κάποιοι Θεοί όταν διάβασα για την εξέλιξη, όπου βρήκα και την πραγματική εξήγηση του γιατί τα ζωντανά όντα μοιάζουν «σχεδιασμένα». Αυτή η εξήγηση -η εξήγηση του Κάρολου Δαρβίνου- είναι τόσο όμορφη και περίπλοκη, όσο τα ζωντανά πράγματα που εξηγεί. Αλλά για να αναπτυχθεί θέλει χρόνο. Καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της συνέχειας του βιβλίου, αλλά ακόμη και αυτό μάλλον αδικεί ένα τόσο μεγάλο θέμα. Ελπίζω να το βρείτε αρκετά ενδιαφέρον ώστε να σας οδηγήσει σε άλλα βιβλία για την εξέλιξη.
------------------------------
1. Οι δούλοι υπακούετε τοίς κυρίοις κατά σάρκα μετά φόβου και τρόμου έν άπλότητι της καρδίας υμών ώς τώ Χριστώ, μη κατ' όφθαλμοδουλίαν ώς άνθρωπάρεσκοι, άλλ’ ώς δούλοι τού Χριστού, ποιούντες τό θέλημα τού Θεού έκ ψυχής. [Προς Εφεσίους 6:5]
2. Όσοι εισίν υπό ζυγόν δούλοι, τους ίδιους δέσποτας πάσης τιμής άξιους ήγείσθωσαν, ίνα μη το όνομα τού Θεού και η διδασκαλία βλασφημήται. [Α Προς Τιμόθεον 6]

Richard Dawkins, Ξεπερνώντας τον Θεό

Leonard Mlodinow: Διαβάζοντας τους ανθρώπους

Οι άνθρωποι έχουν πράγματι πολλούς τρόπους για να δηλώνουν «Εγώ είμαι ο στρατηγός και όχι εσύ», χωρίς να δείχνουν τα οπίσθιά τους ή να φοράνε διακριτικά με αστέρια στους ώμους. Όπως και σε άλλες κοινωνίες πρωτευόντων, η κατεύθυνση του βλέμματος και η επίμονη ματιά αποτελούν σημαντικά σήματα κυριαρχίας στην ανθρώπινη κοινωνία.

Για παράδειγμα, αν ένα παιδί γυρίσει αλλού το βλέμμα του όταν το μαλώσει ο γονιός του, ο τελευταίος θα του πει «Εμένα να κοιτάς όταν σου μιλάω!». Είναι κάτι που έχω πει και εγώ σε διάφορες περιπτώσεις, αν και αφού δεν ακούμε με τα μάτια μας, η απαίτηση αυτή δεν φαίνεται να εξυπηρετεί κανένα λειτουργικό σκοπό. Η φράση του γονιού προς το παιδί αφορά στην πραγματικότητα την απαίτηση του γονιού για σεβασμό - ή, στη γλώσσα των πρωτευόντων, για κυριαρχία. Αυτό που λέει στην πραγματικότητα ο ενήλικας είναι Να κάθεσαι προσοχή μπροστά μου! Εγώ είμαι ο κυρίαρχος και γι ’ αυτό πρέπει να με κοιτάς όταν σου μιλάω!

Αν και ίσως να μην το αντιλαμβανόμαστε, δεν παίζουμε το παιχνίδι του βλέμματος μόνο με τα παιδιά μας. Το παίζουμε με τους φίλους και τους γνωστούς μας, τους ανωτέρους και τους υφισταμένους μας, όταν απευθυνόμαστε σε μια βασίλισσα ή σε έναν πρόεδρο, σε έναν κηπουρό ή σε έναν υπάλληλο καταστήματος, ή σε αγνώστους που συναντάμε σε ένα πάρτυ. Προσαρμόζουμε αυτόματα το χρονικό διάστημα που κρατάμε το βλέμμα μας προσηλωμένο στα μάτια κάποιου ανάλογα με τη διαφορά της κοινωνικής μας θέσης, και το κάνουμε αυτό μηχανικά, χωρίς να το συνειδητοποιούμε. Αυτό μπορεί να ακούγεται παράξενο, καθώς μερικοί άνθρωποι προτιμούν να τους κοιτάζουν όλους στα μάτια, ενώ άλλοι συνηθίζουν να κοιτάνε πάντα κάπου αλλού, είτε μιλούν σε έναν διευθυντή είτε σε εκείνον που βάζει στην τσάντα τους τα συσκευασμένα μπουτάκια του κοτόπουλου στο μίνι μάρκετ της γειτονιάς. Πώς μπορεί λοιπόν να συνδέεται ο τρόπος που κοιτάζουμε τους άλλους με την κοινωνική κυριαρχία;

Το αποκαλυπτικό στοιχείο σχετικά με το βλέμμα δεν είναι ο συνολικός τρόπος με τον οποίο συνηθίζετε να κοιτάτε τους άλλους, αλλά το πώς προσαρμόζετε τη συμπεριφορά σας από τον ρόλο του ακροατή στον ρόλο του ομιλητή. Οι ψυχολόγοι έχουν καταφέρει να χαρακτηρίσουν αυτή τη συμπεριφορά με ένα μοναδικό ποσοτικό μέτρο, και τα στοιχεία που έχουν συγκεντρώσει χρησιμοποιώντας αυτό το μέτρο είναι εντυπωσιακά.

Να πώς λειτουργεί: παίρνετε το ποσοστό του χρόνου κατά το οποίο κοιτάζετε έναν άνθρωπο στα μάτια ενώ του μιλάτε και το διαιρείτε με το ποσοστό του χρόνου κατά το οποίο κοιτάζετε τον ίδιο άνθρωπο στα μάτια ενώ τον ακούτε. Για παράδειγμα, αν όποιος από τους δυο σας κι αν είναι ο ομιλητής περνάτε το ίδιο ποσοστό χρόνου κοιτάζοντας αλλού, ο δείκτης είναι 1,0. Αλλά αν συνηθίζετε να κοιτάζετε αλλού πιο συχνά ενώ μιλάτε παρά όταν ακούτε, ο δείκτης θα είναι μικρότερος από 1,0. Αν συνηθίζετε να κοιτάτε αλλού λιγότερο συχνά όταν μιλάτε παρά όταν ακούτε, έχετε δείκτη υψηλότερο από 1,0. Όπως διαπίστωσαν οι ψυχολόγοι, το πηλίκο αυτό αποτελεί ένα αποκαλυπτικό στατιστικό μέγεθος. Ονομάζεται «αναλογία οπτικής κυριαρχίας», και αντανακλά τη θέση σας στην ιεραρχία της κοινωνικής κυριαρχίας σε σχέση με τον συνομιλητή σας. Ένας δείκτης οπτικής κυριαρχίας κοντά στο 1,0 ή παραπάνω, χαρακτηρίζει ανθρώπους με σχετικά υψηλή κοινωνική κυριαρχία. Ένας δείκτης οπτικής κυριαρχίας κάτω από 1,0 υποδηλώνει χαμηλότερη θέση στην ιεραρχία της κυριαρχίας. Με άλλα λόγια, αν ο δείκτης οπτικής κυριαρχίας σας είναι γύρω στο 1,0 ή υψηλότερος, μάλλον είστε το αφεντικό· αν είναι γύρω στο 0,6, μάλλον είστε ο υφιστάμενος.

Αν και ο ασυνείδητος νους μάς προσφέρει πολλές αξιοθαύμαστες υπηρεσίες και εκτελεί πολλούς φοβερούς άθλους, το συγκεκριμένο στοιχείο δεν παύει να με εντυπωσιάζει. Το πιο εκπληκτικό σχετικά με τα δεδομένα δεν είναι ότι προσαρμόζουμε υποκατωφλικά τη βλεμματική συμπεριφορά μας σύμφωνα με τη θέση μας στην ιεραρχία, αλλά ότι το κάνουμε με τόση συνέπεια και αριθμητική ακρίβεια. Ιδού ένα δείγμα από τα στοιχεία: όταν μιλούσαν μεταξύ τους οι αξιωματικοί του ROTC (Reserve Officers' Training Corps: Εκπαιδευτικό Σώμα Έφεδρων Αξιωματικών των ΗΠΑ), εμφάνιζαν δείκτη 1,06, ενώ οι δόκιμοι που μιλούσαν σε αξιωματικούς είχαν δείκτη 0,61. Προπτυχιακοί φοιτητές σε ένα εισαγωγικό μάθημα ψυχολογίας έφταναν το 0,92 όταν μιλούσαν σε κάποιον που πίστευαν πως ήταν τελειόφοιτος γυμνασίου και δεν σκόπευε να πάει στο κολλέγιο, αλλά έπεφταν στο 0,59 όταν μιλούσαν σε κάποιον που πίστευαν ότι είχε αποφοιτήσει από το κολλέγιο με άριστα στη χημεία και είχε γίνει δεκτός σε μια ιατρική σχολή κύρους. Άντρες-ειδικοί που μιλούσαν σε γυναίκες για ένα θέμα του δικού τους τομέα παρουσίαζαν δείκτη 0,98, ενώ άντρες που μιλούσαν σε γυναίκες-ειδικούς σχετικά με θέμα του τομέα της γυναίκας έπεφταν στο 0,61. Γυναίκες-ειδικοί που μιλούσαν σε άντρες-μη ειδικούς έφταναν το 1,04, ενώ γυναίκες-μη ειδικοί που μιλούσαν σε άντρες-ειδικούς είχαν δείκτη μόλις 0,54. Όλες αυτές οι μελέτες έγιναν σε Αμερικανούς. Οι αριθμοί ίσως να διαφέρουν σε κάθε πολιτισμό, αλλά το φαινόμενο παραμένει μάλλον το ίδιο.

Όποιος κι αν είναι ο πολιτισμός σας, από τη στιγμή που οι άνθρωποι ανιχνεύουν ασυνείδητα αυτά τα σήματα είναι ευνόητο ότι μπορείτε επίσης να αλλάζετε την εντύπωση που δίνετε επιλέγοντας συνειδητά αν θα κοιτάξετε ή όχι στα μάτια τον συνομιλητή σας. Για παράδειγμα, όταν ζητάτε δουλειά ή απευθύνεστε στο αφεντικό σας ή διαπραγματεύεστε μια επαγγελματική συμφωνία, μπορεί να σας συμφέρει τα σήματά σας να δείχνουν κάποιον βαθμό υποταγής, αλλά το ποιος θα πρέπει να είναι αυτός ο βαθμός εξαρτάται από τις εκάστοτε συνθήκες. Σε μια συνέντευξη για πρόσληψη, αν η θέση απαιτεί ιδιαίτερες ηγετικές ικανότητες, η επίδειξη υπερβολικής υποτακτικότητας θα ήταν λάθος τακτική. Αν όμως εκείνος που παίρνει τη συνέντευξη δείχνει πολύ ανασφαλής, η επίδειξη του σωστού βαθμού υποτακτικότητας από τον υποψήφιο θα μπορούσε να καθησυχάσει και να προδιαθέσει ευνοϊκά τον συνομιλητή του. Ένας πολύ πετυχημένος ατζέντης του Χόλλυγουντ μού είπε κάποτε ότι φρόντιζε να κάνει τις διαπραγματεύσεις του μόνο από το τηλέφωνο για να μην επηρεάζεται -ή να μην αποκαλύπτει κάτι άθελά του- μέσω της βλεμματικής επαφής με την απέναντι πλευρά.

Ο πατέρας μου έμαθε τη δύναμη αλλά και τον κίνδυνο μιας απλής ματιάς όταν ήταν έγκλειστος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μπούχενβαλντ. Ζυγίζοντας κάτω από 45 κιλά τότε, δεν διέφερε πολύ από ένα κινούμενο πτώμα. Στο στρατόπεδο, αν κανείς κοιτούσε κατάματα κάποιον από τους δεσμώτες του χωρίς αυτός να του έχει μιλήσει, προκαλούσε την οργή του. Τα κατώτερα είδη δεν είχαν δικαίωμα να διασταυρώνουν αυθαίρετα το βλέμμα τους με την ανώτερη φυλή. Μερικές φορές που συλλογίζομαι τη διαίρεση ανάμεσα στους ανθρώπους και τα «κατώτερα πρωτεύοντα», θυμάμαι τα βιώματα του πατέρα μου και το λεπτό στρώμα του επιπλέον μετωπιαίου λοβού που διακρίνει τον πολιτισμένο άνθρωπο από το άλογο ζώο. Αν ο σκοπός αυτής της επιπλέον εγκεφαλικής ουσίας είναι να μας ανυψώνει, φαίνεται πως κάποιες φορές δεν το καταφέρνει. Αλλά ο πατέρας μου μού είχε επίσης πει ότι με ορισμένους φρουρούς το κατάλληλο είδος βλέμματος μπορούσε να οδηγήσει σε μια λέξη, μια συζήτηση, ακόμη και σε κάποια στοιχειώδη εκδήλωση ευγένειας. Έλεγε ότι όταν συνέβαινε αυτό, ήταν επειδή η βλεμματική επαφή τον ανύψωνε στο επίπεδο του ανθρώπου. Αλλά νομίζω ότι αποσπώντας μια ανθρώπινη αντίδραση από κάποιον φρουρό, αυτό που πραγματικά έκανε το βλέμμα του πατέρα μου ήταν να ανυψώνει στο ανθρώπινο επίπεδο τον δεσμώτη του.

Σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν σε μεγάλες, πυκνοκατοικημένες πόλεις. Σε πολλές από αυτές, μία και μόνο γειτονιά θα μπορούσε να περιλαμβάνει ολόκληρο τον πληθυσμό της Γης την εποχή της μεγάλης κοινωνικής μεταμόρφωσης του ανθρώπινου είδους. Βαδίζουμε σε πεζοδρόμια και συνωστισμένα εμπορικά κέντρα και κτίρια χωρίς να λέμε λέξη και χωρίς καμία βοήθεια από οδικά σήματα, αλλά καταφέρνουμε να μην σκοντάφτουμε πάνω σε άλλους ή να τσακωνόμαστε για το ποιος θα περάσει πρώτος από μια πόρτα. Κάνουμε συζητήσεις με ανθρώπους που γνωρίζουμε ελάχιστα ή καθόλου, ή που δεν θα θέλαμε να τους γνωρίζουμε, και αυτόματα κρατάμε ανάμεσά μας μια απόσταση που είναι αποδεκτή και από τους δυο μας. Αν και η απόσταση αυτή ποικίλλει από πολιτισμό σε πολιτισμό και από άτομο σε άτομο, ωστόσο, χωρίς να πούμε λέξη και συνήθως χωρίς καν να το σκεφτούμε, βρίσκουμε μια απόσταση που κάνει και τους δυο μας να αισθανόμαστε άνετα. (Η τουλάχιστον αυτό κάνουν οι περισσότεροι από εμάς. Όλοι γνωρίζουμε κάποιες εξαιρέσεις!) Όταν μιλάμε, διαισθανόμαστε αυτόματα πότε είναι η στιγμή να κάνουμε μια παύση για να αφήσουμε τους άλλους να μπουν στη συζήτηση. Τότε, μόλις είμαστε έτοιμοι να τους δώσουμε τον λόγο, συνήθως χαμηλώνουμε την ένταση της φωνής μας, τεντώνουμε την τελευταία μας λέξη, σταματάμε τις χειρονομίες και κοιτάζουμε τον συνομιλητή. Μαζί με τη ΘτΝ, αυτές είναι οι δεξιότητες που μας βοήθησαν να επιβιώσουμε ως είδος, και που μας επιτρέπουν και σήμερα να ελισσόμαστε μέσα στον περίπλοκο κοινωνικό κόσμο των ανθρώπων.

Η μη λεκτική επικοινωνία συνιστά μια κοινωνική γλώσσα που είναι από πολλές πλευρές πιο πλούσια και ουσιαστική από τα λόγια μας. Οι μη λεκτικοί αισθητήρες μας είναι τόσο ισχυροί που και μόνο οι κινήσεις που συνδέονται με τη γλώσσα του σώματος -χωρίς, δηλαδή, τα ίδια τα σώματα- αρκούν για να μας κάνουν να αντιληφθούμε σωστά το αντίστοιχο συναίσθημα. Για παράδειγμα, σε ένα πείραμα οι ερευνητές έφτιαξαν βιντεάκια με συμμετέχοντες που είχαν τοποθετήσει σε μερικά σημεία-κλειδιά του σώματός τους καμιά δωδεκαριά μικρά φώτα ή φωτεινές λωρίδες, όπως στην εικόνα της σελίδας 123. Η βιντεοσκόπηση έγινε με τόσο χαμηλό φωτισμό που διακρίνονταν μόνο οι φωτεινές λωρίδες. Όταν οι συμμετέχοντες στέκονταν ακίνητοι, οι λωρίδες έδιναν την εντύπωση ενός συνόλου σημείων χωρίς κανένα νόημα. Όταν όμως κινούνταν, οι παρατηρητές μπορούσαν να αποκωδικοποιήσουν έναν εντυπωσιακό όγκο πληροφοριών από τα κινούμενα φώτα. Μπορούσαν να μαντέψουν το φύλο των συμμετεχόντων ή ακόμη και την ταυτότητα κάποιων τους οποίους γνώριζαν προσωπικά, αποκλειστικά και μόνο από τον βηματισμό τους. Και όταν οι συμμετέχοντες ήταν ηθοποιοί, μίμοι ή χορευτές που τους είχε ζητηθεί να εκφράσουν με τις κινήσεις τους τα βασικά συναισθήματα, οι παρατηρητές δεν δυσκολεύονταν καθόλου να αναγνωρίσουν το αναπαριστώμενο συναίσθημα.

Όταν τα παιδιά φτάνουν στη σχολική ηλικία, ορισμένα από αυτά έχουν ήδη γεμάτο το πρόγραμμά τους με κοινωνικές δραστηριότητες, ενώ άλλα περνούν την ώρα τους ρίχνοντας σαΐτες στο ταβάνι. Ένας από τους κύριους παράγοντες της κοινωνικής επιτυχίας, ήδη από μικρή ηλικία, είναι το πόσο καλά ανιχνεύει το παιδί τα μη λεκτικά σήματα. Για παράδειγμα, σε μια μελέτη ζητήθηκε από 60 μαθητές νηπιαγωγείου να πουν με ποιους συμμαθητές τους θα ήθελαν να παρακολουθήσουν μαζί μια αφήγηση, να παίξουν ένα παιχνίδι ή να συνεργαστούν σε μια ζωγραφιά. Αξιολογήθηκε επίσης η ικανότητα των ίδιων παιδιών να κατονομάζουν τα συναισθήματα που απεικονίζονταν σε δώδεκα φωτογραφίες ενηλίκων και παιδιών με διάφορες εκφράσεις προσώπου. Τα δύο κριτήρια αποδείχθηκε πως συνδέονταν μεταξύ τους, δηλαδή οι ερευνητές εντόπισαν μια ισχυρή συσχέτιση ανάμεσα στη δημοτικότητα ενός παιδιού και στην ικανότητά του να διαβάζει τις εκφράσεις των άλλων.

Στους ενήλικες η μη λεκτική ικανότητα προσφέρει πλεονεκτήματα τόσο στην προσωπική όσο και στην επαγγελματική ζωή και παίζει σημαντικό ρόλο στην αντίληψη που έχουμε για τη ζεστασιά, την αξιοπιστία και την πειστικότητα ενός ατόμου. Ο θείος σας Στιου μπορεί να είναι ο πιο ευγενικός άνθρωπος του κόσμου, αλλά αν έχει τη συνήθεια να μιλάει επί ώρες για ένα θέμα όπως τα βρύα που παρατηρούσε στην Κόστα Ρίκα και δεν παίρνει είδηση τα βρύα που έχουν αρχίσει να φυτρώνουν στα πρόσωπα των ακροατών του, μάλλον δεν είναι ο πιο περιζήτητος τύπος για παρέα. Η ευαισθησία μας για τα σήματα που εκπέμπουν οι άλλοι σχετικά με τις σκέψεις και την ψυχική τους διάθεση βοηθάει να εξελίσσονται οι κοινωνικές καταστάσεις ομαλά και με τις ελάχιστες δυνατές συγκρούσεις. Ήδη από τα πρώτα παιδικά χρόνια, όσοι είναι καλοί στο να δίνουν και να λαμβάνουν αυτά τα σήματα δημιουργούν πιο άνετα κοινωνικές σχέσεις και πετυχαίνουν ευκολότερα τους στόχους τους στις κοινωνικές καταστάσεις.

Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1950 πολλοί γλωσσολόγοι, ανθρωπολόγοι και ψυχίατροι προσπάθησαν να ταξινομήσουν τα μη λεκτικά σήματα με τον ίδιο περίπου τρόπο που ταξινομούμε τη λεκτική γλώσσα. Ένας ανθρωπολόγος, μάλιστα, ανέπτυξε ένα σύστημα μεταγραφής, ορίζοντας ένα σύμβολο για σχεδόν κάθε πιθανή ανθρώπινη κίνηση, ώστε οι χειρονομίες να μπορούν να αποτυπώνονται σε γραπτή μορφή όπως η ομιλία. Σήμερα οι κοινωνικοί ψυχολόγοι μερικές φορές διακρίνουν τρεις βασικές κατηγορίες μη λεκτικής επικοινωνίας. Μια κατηγορία αφορά τις σωματικές κινήσεις: τις εκφράσεις του προσώπου, τις χειρονομίες, τη στάση του σώματος, τις κινήσεις των ματιών. Μια άλλη ονομάζεται «παραγλώσσα», και περιλαμβάνει την ποιότητα και το τονικό ύψος της φωνής, τον αριθμό και τη διάρκεια των παύσεων και διάφορους μη λεκτικούς ήχους όπως το να καθαρίζει κανείς τον λαιμό του ή να λέει «εεε». Και τέλος, υπάρχει η «σημειολογία της απόστασης», δηλαδή η χρήση του προσωπικού χώρου.

Πολλά δημοφιλή βιβλία ισχυρίζονται πως προσφέρουν οδηγίες για την ερμηνεία αυτών των σημάτων και σας συμβουλεύουν πώς να τα χρησιμοποιείτε προς όφελος σας. Σας λένε ότι όταν έχετε τα χέρια διπλωμένα σφιχτά στο στήθος σας, αυτό σημαίνει πως είστε κλειστοί σε ό,τι σας λέει ο συνομιλητής σας, ενώ όταν σας αρέσει αυτό που ακούτε παίρνετε συνήθως μια πιο ανοιχτή στάση, και μπορεί μάλιστα να γέρνετε λίγο προς τα μπροστά. Λένε ότι όταν κινείτε τους ώμους προς τα εμπρός δείχνετε αηδία, απελπισία ή φόβο, και ότι το να κρατάτε μεγάλη απόσταση από τον συνομιλητή σας όταν μιλάτε είναι ένδειξη χαμηλού κοινωνικού στάτους. Αν και δεν έχουν γίνει πολλές μελέτες για την αποτελεσματικότητα των εκατό συν ενός τρόπων συμπεριφοράς που σας προτείνουν αυτά τα βιβλία, είναι μάλλον αλήθεια ότι παίρνοντας τις διαφορετικές αυτές στάσεις του σώματος μπορεί να επηρεάσετε έστω και αμυδρά το πώς σας αντιλαμβάνονται οι άλλοι- επίσης, κατανοώντας τι σημαίνουν τα μη λεκτικά σήματα μπορείτε να προσλαμβάνετε συνειδητά ενδείξεις για τους άλλους που διαφορετικά θα τις συλλάμβανε μόνο το ασυνείδητό σας. Αλλά ακόμη και χωρίς συνειδητή κατανόηση, είστε μια αποθήκη πληροφοριών σε ό,τι αφορά τα μη λεκτικά σήματα. Την επόμενη φορά που θα θελήσετε να δείτε κάποια ταινία σε μια γλώσσα που δεν γνωρίζετε, προσπαθήστε να την παρακολουθήσετε χωρίς υπότιτλους. Θα εκπλαγείτε από το πόσο μεγάλο μέρος της υπόθεσης μπορείτε να καταλάβετε χωρίς να έχετε καμία πληροφορία από τις λέξεις.