ΠΛΑΓΙΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
§10.14. Πλάγιες ερωτήσεις είναι οι εξαρτημένες ερωτήσεις, οι οποίες, ενώ ήταν κάποτε ευθείες ερωτήσεις, διατυπώνονται τώρα από τον ομιλητή ή τον γράφοντα ως μέρος του πλάγιου λόγου. Επίσης, μπορεί οι προτάσεις αυτές να μην ήταν από την αρχή ευθείες ερωτήσεις, αλλά να εκφράζουν μια σκέψη ή άποψη του ομιλητή, η οποία απευθείας εξαρτάται από ρήμα που δηλώνει τη σκέψη, τη φροντίδα αυτού που ομιλεί. Κατά συνέπεια, οι πλάγιες ερωτήσεις εξαρτώνται από ρήματα που δηλώνουν σκέψη, ερώτηση, απορία, φροντίδα, έρευνα, γνώση, επιμέλεια και γενικά ρήματα που δηλώνουν διανοητική ενέργεια ή ψυχική διάθεση.
§10.15. Οι πλάγιες ερωτήσεις, επειδή είναι ονοματικές προτάσεις, συμπληρώνουν την έννοια ρημάτων ή όρων της πρότασης. Έτσι, επέχουν θέση αντικειμένου του ρήματος, από το οποίο εξαρτώνται, υποκειμένου απρόσωπης έκφρασης ή επεξήγησης όρου της προηγούμενης πρότασης.
§10.16. Πλάγιες ερωτήσεις ως αντικείμενο ρημάτων. Οι κατηγορίες ρημάτων από τις οποίες εξαρτώνται οι πλάγιες ερωτήσεις είναι οι εξής:
• απορίας: ἀπορῶ, θαυμάζω, ἐρωτῶ, πυνθάνομαι,
• γνώσης: γιγνώσκω, οἶδα, αἰσθάνομαι, ὁρῶ, ἀγνοῶ,
• σκέψης-προσοχής: σκοπῶ, σκοποῦμαι, σπουδάζω, βουλεύομαι, θεωρῶ, ἐξετάζω, θεωρῶ, ἐνθυμοῦμαι,
• φροντίδας-απόπειρας: φροντίζω, ἐπιμελοῦμαι, προνοῶ, φυλάττομαι, παρασκευάζομαι, πειρῶμαι,
• αφήγησης-δείξης: λέγω, δηλῶ, ἀποκρίνομαι, δείκνυμι.
ΣΟΦ Αντ 41 εἰ ξυμπονήσεις καὶ ξυνεργάσῃ σκόπει || αναλογίσου αν αναλάβεις αυτό το έργο μαζί μου και συνεργαστείς.
ΙΣΟΚΡ 11.43 ἀποροῦσι δ᾽ ὅπως ποιήσουσιν || βρίσκονται σε αμηχανία σχετικά με το πώς θα το κατορθώσουν.
ΙΣΟΚΡ 1.12 σοὶ σκοπεῖν, ὅπως ἐφάμιλλος γενήσει τοῖς τοῦ πατρὸς ἐπιτηδεύμασιν || πρέπει να εξετάσεις πώς θα γίνεις αντάξιος των επιτευγμάτων του πατέρα σου.
ΑΡΙΣΤΟΦ Ιππ 80 Ἀλλὰ σκόπει, ὅπως ἂν ἀποθάνοιμεν ἀνδρικώτατα || δες πώς θα πεθάνουμε σαν άντρες που είμαστε.
ΞΕΝ Απομν 2.2.6 ἐπιμελοῦνται πάντα ποιοῦντες ὅπως οἱ παῖδες αὐτοῖς γένωνται ὡς δυνατὸν βέλτιστοι || φροντίζουν με κάθε τρόπο πώς τα παιδιά τους να γίνουν όσο το δυνατόν καλύτερα.
§10.17. Πλάγιες ερωτήσεις ως υποκείμενο απρόσωπης έκφρασης. Επίσης, οι πλάγιες ερωτήσεις επέχουν θέση υποκειμένου απρόσωπης έκφρασης, της οποίας η σημασία είναι παρόμοια με αυτήν των ρημάτων που δέχονται ως αντικείμενο αυτές τις προτάσεις:
ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1099b10-11 ἀπορεῖται πότερόν ἐστι μαθητὸν ἢ ἐθιστὸν ἢ καὶ ἄλλως πως ἀσκητόν || τίθεται το ερώτημα αν η ευτυχία μπορεί να αποκτηθεί με τη μάθηση, τη συνήθεια ή με έναν άλλον τρόπο άσκησης.
ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1168a28-29 ἀπορεῖται δὲ καὶ πότερον δεῖ φιλεῖν ἑαυτὸν μάλιστα ἢ ἄλλον τινά || τίθεται και το ερώτημα αν πρέπει κανείς να αγαπά περισσότερο από όλους τον εαυτό του ή κάποιον άλλον.
ΞΕΝ Ελλ 2.1.2 ἀπόρως μὲν εἶχε τί χρῷτο τῷ πράγματι διὰ τὸ πλῆθος τῶν καλαμηφόρων || βρισκόταν σε αμηχανία πώς να χειριστεί το θέμα εξ αιτίας του μεγάλου αριθμού των καλαμοφόρων.
§10.18. Πλάγιες ερωτήσεις ως επεξήγηση. Τέλος, οι πλάγιες ερωτήσεις μπορεί να λειτουργούν ως επεξήγηση κάποιου όρου της προηγούμενης πρότασης (συνήθως επεξηγούν κάποιον τύπο του ουδετέρου γένους δεικτικής αντωνυμίας):
ΘΟΥΚ 3.22.8 παρανῖσχον οἱ ἐκ τῆς πόλεως Πλαταιῆς ἀπὸ τοῦ τείχους φρυκτοὺς πολλοὺς πρότερον παρεσκευασμένους ἐς αὐτὸ τοῦτο, ὅπως ἀσαφῆ τὰ σημεῖα τῆς φρυκτωρίας τοῖς πολεμίοις ᾖ || οι Πλαταιείς μέσα στην πόλη σήκωναν από το τείχος πολλές αναμμένες δάδες που τις είχαν ήδη προετοιμάσει ακριβώς γι' αυτό, για να μπερδευτούν για τους εχθρούς τα σημάδια που στέλνονταν με την φωτιά.
ΞΕΝ Απομν 3.3.3 ἴθι δὴ λέξον ἡμῖν τοῦτο πρῶτον, ὅπως διανοῇ τοὺς ἵππους βελτίους ποιῆσαι || εμπρός, λοιπόν, πες μας αυτό πρώτο, πώς δηλαδή σκέφτεσαι να κάνεις τα άλογα καλύτερα.
ΙΣΟΚΡ 6.94 ἐκεῖνο μάλιστα φυλακτέον, ὅπως μηδὲν ἀνάνδρως φανησόμεθα διαπραττόμενοι || πάνω απ' όλα πρέπει να προσέξουμε εκείνο, πώς δηλαδή να μην φανούμε ότι ενεργούμε.
§10.19. Ανάλογα με τον βαθμό άγνοιας που διατυπώνονται στις πλάγιες ερωτήσεις μπορούμε να διακρίνουμε δύο κατηγορίες ερωτήσεων: 1. ολικής αγνοίας και 2. μερικής αγνοίας.
Οι πλάγιες ερωτήσεις ολικής αγνοίας διαιρούνται επιπλέον σε μονομελείς και διμελείς ερωτήσεις. Οι πρώτες εισάγονται με τα ερωτηματικά μόρια εἰ (συνήθως), και με τα μόρια ἐάν, ἄν, ἤν, τα οποία έχουν τη σημασία του εἰ. Οι διμελείς εισάγονται με τα εἰ - ἤ, πότερον(-α) - ἤ, εἴτε - εἴτε και με αυτές δηλώνεται κάποια αμφιβολία μεταξύ των δύο πιθανοτήτων που δηλώνουν οι δυο προτάσεις. Συχνά στις διμελείς ερωτήσεις η πρώτη πρόταση έχει λεκτική πληρότητα, ενώ η δεύτερη διατυπώνεται βραχυλογικά.
§10.20. Οι πλάγιες ερωτήσεις μερικής άγνοιας εισάγονται:
1. με ερωτηματικές αντωνυμίες και επιρρήματα, όπως ακριβώς και οι ευθείες ερωτήσεις διατηρώντας έτσι κάτι από τον αρχικό χαρακτήρα της ευθείας ερώτησης (τίς, πότερος, πόσος, ποῖος, πηλίκος, ποδαπός, πῶς, ποῦ, πόθεν, πότε, ποσάκις).
2. με αναφορικές αντωνυμίες και επιρρήματα (ὅστις, ἥτις, ὅ,τι) και αντωνυμίες και επιρρήματα που αρχίζουν με το ὁπ- (ὁποῖος, ὁπότερος, ὁπόσος, ὅπου, ὅποι, ὅπη, ὁπόθεν, ὅπως, κ.ά.).
§10.21. Οι πλάγιες ερωτήσεις μπορεί να είναι προτάσεις κρίσεως ή επιθυμίας. Όταν είναι προτάσεις κρίσεως, εκφέρονται με τις αντίστοιχες εγκλίσεις των προτάσεων κρίσεως: απλή οριστική, δυνητική οριστική, δυνητική ευκτική. Η πρώτη χρησιμοποιείται μετά από αρκτικό χρόνο, ενώ οι άλλες δύο ανεξάρτητα από τον χρόνο εξάρτησης:
ΣΟΦ Αντ 58 νῦν δ᾽ αὖ μόνα δὴ νὼ λελειμμένα σκόπει ὅσῳ κάκιστ᾽ ὀλούμεθα τώρα έχουμε μείνει οι δυο μας μόνες, σκέψου πόσο άσχημα θα χαθούμε.
ΣΟΦ Αντ 37 καὶ δείξεις τάχα εἴτ᾽ εὐγενὴς πέφυκας εἴτ᾽ ἐσθλῶν κακή || γρήγορα θα δείξεις εάν είσαι ευγενής στην καταγωγή ή αν, μολονότι κατάγεσαι από ευγενείς γονείς, φανείς ανάξια της καταγωγής σου.
ΠΛ Κριτ 53.a σκόπει γὰρ τί ἀγαθὸν ἐργάσῃ σαυτὸν ἢ τοὺς ἐπιτηδείους τοὺς σαυτοῦ || εξέτασε, λοιπόν, ποιο αγαθό θα προσπορίσεις στον εαυτό σου ή τους συγγενείς και φίλους σου.
ΔΗΜ 18.64 ἡδέως ἂν ἐροίμην, τῆς ποίας μερίδος γενέσθαι τὴν πόλιν ἐβούλετ᾽ ἄν με ευχαρίστηση θα ρωτούσα σε ποιο κόμμα θα είχε θελήσει η πόλη μας να προσχωρήσει.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 7.2.20 πέμπω καὶ ἐπερωτῶ τὸν θεὸν τί ἂν ποιῶν τὸν λοιπὸν βίον εὐδαιμονέστατα διατελέσαιμι στέλνω και ρωτώ τον θεό τι θα μπορούσα να κάνω για να περάσω την υπόλοιπη ζωή μου όσο γίνεται πιο ευτυχισμένα.
§10.22. Όταν οι πλάγιες ερωτήσεις είναι προτάσεις επιθυμίας, τότε εκφέρονται με τις εγκλίσεις των προτάσεων επιθυμίας: απορηματική υποτακτική και υποτακτική με αοριστολογικό ἄν:
ΠΛ Χαρμ 158d οὐκ ἔχω ὅτι σοι ἀποκρίνωμαι || δεν ξέρω τι να σου απαντήσω.
ΓΟΡΓ απ 4.4 βούλει οὖν σοι κατὰ Γοργίαν ἀποκρίνωμαι || θέλεις λοιπόν να σου απαντήσω κατά τον τρόπο του Γοργία.
ΔΗΜ 35.29 ἐκελεύομεν τούτους ἐπιμελεῖσθαι ὅπως ἂν ὡς τάχιστα ἀπολάβωμεν τὰ χρήματα || τους ζητήσαμε να κοιτάξουν πώς να πάρουμε τα χρήματα όσο το δυνατόν πιο γρήγορα.
§10.23. Μετά από ιστορικό χρόνο, όμως, η απλή οριστική και η υποτακτική μετατρέπονται σε ευκτική του πλαγίου λόγου, οπότε το περιεχόμενο της πρότασης αφενός τοποθετείται στο παρελθόν και αφετέρου αποδίδεται από τον αφηγητή σε ένα άλλο πρόσωπο:
ΠΛ Πρωτ 321c καὶ ἠπόρει ὅτι χρήσαιτο || και δεν ήξερε τι να κάνει.
ΞΕΝ Ελλ 4.2.10 ἐβουλεύοντο πῶς ἂν τὴν μάχην συμφορώτατα σφίσιν αὐτοῖς ποιήσαιντο || έκαναν συμβούλιο για το πώς θα διεξήγαγαν τη μάχη με τον πιο πρόσφορο γι' αυτούς τρόπο.
ΞΕΝ Ελλ 7.1.27 ἐκεῖ δὲ ἐλθόντες τῷ μὲν θεῷ οὐδὲν ἀνεκοινώσαντο ὅπως ἂν ἡ εἰρήνη γένοιτο, αὐτοὶ δὲ ἐβουλεύοντο || φτάνοντας εκεί δεν συμβουλεύτηκαν σε τίποτα τον θεό για το πώς θα γινόταν η ειρήνη, αλλά αναζητούσαν μόνοι τους τρόπο.
§10.24. Πολλές φορές μετά από ιστορικό χρόνο διατηρείται η οριστική και η υποτακτική αντί να μετατρέπεται σε ευκτική του πλαγίου λόγου:
ΘΟΥΚ 2.4.6 ἐβουλεύοντο εἴτε κατακαύσωσιν ὥσπερ ἔχουσιν, ἐμπρήσαντες τὸ οἴκημα, εἴτε τι ἄλλο χρήσωνται || συζητούσαν ή να τους κάψουνε, όπως είναι, βάζοντας φωτιά στο οίκημα ή τι άλλο να κάνουν.
ΘΟΥΚ 6.45.1 τά τε ἐν τῇ πόλει ὅπλων ἐξετάσει καὶ ἵππων ἐσκόπουν εἰ ἐντελῆ ἐστί || εξέταζαν τα άλογα και τα όπλα που υπήρχαν στην πόλη, να δουν εάν κάτι έλειπε.
ΠΛ Απολ 21b πολὺν μὲν χρόνον ἠπόρουν τί ποτε λέγει <ὁ θεός> || για πολύ χρόνο αναρωτιόμουν τι τέλος πάντων θέλει να πει ο θεός.
§10.25. Μερικές φορές πλάγιες ερωτήσεις που συνδέονται μεταξύ τους παρατακτικά και εξαρτώνται από ιστορικό χρόνο είναι δυνατόν να εμφανίζουν ποικιλία εγκλίσεων ή εναλλαγή της εισαγωγικής αντωνυμίας ή επιρρήματος. Ενίοτε, συνδέονται ειδικές προτάσεις με πλάγιες ερωτήσεις, καθώς οι δυο τύποι αυτοί των ερωτήσεων συγγενεύουν νοηματικά ή με άλλα ονοματικά σύνολα:
ΞΕΝ Ελλ 4.8.16 ταῦτα δὲ ποιήσας ἀνέβαινε πρὸς βασιλέα, φράσων ἅ τε λέγοιεν οἱ Λακεδαιμόνιοι καὶ ὅτι Κόνωνα συνειληφὼς εἴη ὡς ἀδικοῦντα || αφού τα έκανε αυτά πήγαινε στον Βασιλιά, για να ανακοινώσει όσα έλεγαν οι Λακεδαιμόνιοι και ότι ο Κόνωνας πιάστηκε να αδικεί.
ΗΡΟΔ 7.208 ἔπεμπε Ξέρξης κατάσκοπον ἱππέα ἰδέσθαι ὁκόσοι εἰσὶ καὶ ὅ τι ποιοῖεν || έστελνε ο Ξέρξης έναν ιππέα ως κατάσκοπο να δει πόσοι είναι και τι κάνουν.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 4.4.4 ἐκ δὲ τούτου ἐπυνθάνετο ἤδη αὐτῶν καὶ ὁπόσην ὁδὸν διήλασαν καὶ εἰ οἰκοῖτο ἡ χώρα || κατόπιν ζητούσε επιπλέον να μάθει από αυτούς πόσο δρόμο διήνυσαν και εάν ή χώρα κατοικούνταν.
§10.26. Εναλλαγή προτάσεων ή ονοματικών όρων. Κατά την κατά παράταξη σύνδεση των πλάγιων ερωτηματικών προτάσεων μπορεί να ακολουθεί ειδική πρόταση ή άλλο ονοματικό αντικείμενο. Η διαφοροποίηση αυτή εξηγείται επειδή οι πλάγιες ερωτήσεις και οι ειδικές προτάσεις λειτουργούν ως ονοματικά σύνολα και, κατά συνέπεια, συγγενεύουν μεταξύ τους, αλλά και με συναφή ονοματικά αντικείμενα:
ΠΛ Πρωτ 326a οἵ τ᾽ αὖ κιθαρισταί, …, σωφροσύνης τε ἐπιμελοῦνται καὶ ὅπως ἂν οἱ νέοι μηδὲν κακουργῶσιν || οι δάσκαλοι της μουσικής, …, φροντίζουν για τον αυτοέλεγχο και πώς οι νέοι δεν θα διαπράττουν καμιά αδικία.
ΞΕΝ ΚΑναβ 5.7.6 ὑμεῖς δέ ἴστε δήπου ὅθεν ἥλιος ἀνίσχει καὶ ὅπου δύεται, καὶ ὅτι ἐὰν μέν τις εἰς τὴν Ἑλλάδα μέλλῃ ἰέναι, πρὸς ἑσπέραν δεῖ πορεύεσθαι || εσείς, λοιπόν, ξέρετε από πού ανατέλλει ο ήλιος και προς τα πού δύει, και ότι εάν κάποιος πρόκειται να πάει στην Ελλάδα, πρέπει να πορευτεί προς τη δύση.
Σάββατο 6 Μαΐου 2023
Η θεωρία του Winnicott για την ανάπτυξη του παιδιού
Ο D. W. Winnicott γεννήθηκε το 1896 στο Plymouth της Αγγλίας. Σε αυτοβιογραφικά του γραπτά αναφέρει ότι στην παιδική του ηλικία προσπαθούσε διαρκώς να βελτιώσει την ατμόσφαιρα και τη διάθεση της οικογένειάς του, δεδομένου ότι η μητέρα του έπασχε από κατάθλιψη.
Πιθανολογείται ότι η εμπειρία του αυτή έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ενασχόλησή του με την ψυχιατρική. Εργάστηκε αρχικά ως παιδίατρος αλλά εκπαιδεύτηκε εν τέλει στην ψυχανάλυση, αποκτώντας τον τίτλο του ψυχαναλυτή παιδιών. Το έργο του ήταν επηρεασμένο από την παρατήρηση των μητέρων και των βρεφών, κατά τη διάρκεια της άσκησης της παιδιατρικής ειδικότητας.
Η βρεφική ηλικία είναι, κατά τον Winnicott, η περίοδος κατά την οποία διαμορφώνεται η ικανότητα του βρέφους να συλλέγει πληροφορίες από το εξωτερικό περιβάλλον και να τις εντάσσει σιγά σιγά στη δική του αίσθηση παντοδυναμίας. Το Εγώ του βρέφους είναι αδύναμο ή οριακά ανύπαρκτο αλλά ενισχύεται μέσω της μητρικής ύπαρξης. Το Εγώ της μητέρας, όπως αυτό εκφράζεται μέσα από τη μητρική φροντίδα, επιτρέπει στο βρέφος να αλληλοεπιδρά παρόλο που δεν είναι ακόμη σε θέση να ελέγχει και να φιλτράρει την αλληλεπίδραση αυτή. Έτσι βοηθάει ώστε να διαμορφωθεί ένα ισχυρό και σταθερό Εγώ του βρέφους.
Τα βρέφη γεννιούνται με ένα δυναμικό, έναν πυρήνα εαυτού, που αφορά στις τάσεις τους όσον αφορά στην ανάπτυξη και την εξέλιξη, ουσιαστικά στην ιδιοσυγκρασία τους. Η ικανοποιητική μητρική-γονεϊκή στάση μπορεί να εξασφαλίσει την ανάπτυξη και υλοποίηση αυτού του δυναμικού προς έναν αληθινό εαυτό. Ο δεσμός που αναπτύσσεται ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί και η κάλυψη ή μη των βρεφικών αναγκών, καθορίζουν την ανάπτυξη των χαρακτηριστικών του βρέφους.
Βασική έννοια σε όλη τη θεωρία του Winnicott, είναι η έννοια της εξάρτησης: τα ανθρώπινα βρέφη δεν μπορούν να αρχίσουν να υπάρχουν ανεξάρτητα παρά μόνο κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες. Το βρέφος είναι συγχωνευμένο με την εξωτερική πραγματικότητα και κυρίως με τη μητέρα, αγνοώντας τα όρια ανάμεσα στο εξωτερικό και στο εσωτερικό.
Καθήκον λοιπόν της μητέρας είναι να διατηρήσει σταθερή την παρουσία της, παρέχοντας στο βρέφος τα απαραίτητα εργαλεία που θα οδηγήσουν στην αυτονομία του.
Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης, η συγχώνευση μειώνεται και διάφορα μεταβατικά αντικείμενα, όπως ένα παιχνίδι, χρησιμοποιούνται από το παιδί, ώστε να μπορέσει να απομακρυνθεί από τη μητέρα χωρίς να αναγκαστεί να βιώσει την ολοκληρωτική απομάκρυνσή της. Το παιδί αρχίζει να συνειδητοποιεί όλο και περισσότερο την ανάγκη για συγκεκριμένη και όχι γενικά μητρική φροντίδα. Στη φάση αυτή, η μητέρα δύναται να καθυστερήσει τη μητρική απόκριση, γιατί το παιδί αρχίζει να μυείται στην αυτονομία.
Το πρωταρχικό μητρικό ενδιαφέρον (maternal preoccupation) είναι ένας όρος του Winnicott, ο οποίος προέκυψε από την παρατήρηση των επιτόκων: διαμορφώνεται κατά τις εβδομάδες πριν και μετά τη γέννηση του παιδιού και αφορά σε μία ιδιαίτερη ψυχολογική κατάσταση, η οποία επιτρέπει στη μητέρα να δημιουργήσει ένα σταθερό περιβάλλον ασφάλειας και προστασίας.
Το βρέφος βιώνει την ικανοποίηση των αναγκών του και αναπτύσσει μία αίσθηση παντοδυναμίας, αυταξίας και μοναδικότητας. Με βάση τη θεωρία του Winnicott, οι πρώτοι μήνες της ζωής ενός παιδιού είναι οι πιο κρίσιμοι, καθώς όσοι φροντίζουν το βρέφος οφείλουν οριακά να καταστείλουν το Εγώ τους, προκειμένου να ερμηνεύσουν και να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του βρέφους.
Τα χαρακτηριστικά και τα στάδια της αρκετά καλής μητέρας
Γενικά, η “αρκετά καλή μητέρα” και το επαρκές γονεϊκό περιβάλλον, έχουν κατά Winnicott ορισμένα χαρακτηριστικά και περνάνε από ορισμένα στάδια:
1. Η φάση του κρατήματος (holding) αφορά στον πρώτο χρόνο της ζωής του παιδιού και στη φάση της απόλυτης εξάρτησης. Κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου, η ταύτιση της μητέρας με το παιδί της, της δίνει τη δυνατότητα να γνωρίζει αυτό που εκείνο νοιώθει, ώστε να του δώσει αυτό που χρειάζεται. Αυτό δημιουργεί στο παιδί ένα αίσθημα εμπιστοσύνης προς στον κόσμο. Το “σωστό” περιβάλλον στη φάση αυτή είναι διευκολυντικό και υποστηρικτικό. Ο Winnicott, βέβαια, συνδέει την έννοια του holding κυρίως με την επαγρυπνούσα μητέρα. Η ανάγκη για «κράτημα» δε συνδέεται βέβαια μόνο με την περίοδο της απόλυτης εξάρτησης από τη μητέρα αλλά επανέρχεται στη ζωή, όποτε προκύπτουν ιδιαίτερα απειλητικές ή αγχωτικές καταστάσεις.
2. Μια αρκετά καλή μητέρα κατέχει επίσης και τη λειτουργία του χειρισμού (handling) του παιδιού: ο όρος αυτός αφορά στο άλλαγμα, το τάισμα, τις καθημερινές φροντίδες, το χειρισμό και το κράτημα του σώματος του βρέφους. Το βρέφος βιώνει μέσω αυτού τη μοναδικότητά του και αρχίζει να αναγνωρίζει το σώμα του αλλά και να το αποδέχεται.
Λάθη που γίνονται κατά τη διάρκεια των σταδίων ανάπτυξης του βρέφους, μπορούν να επηρεάσουν την προσωπικότητά του. Π.χ. μία υπερπροστατευτική μητέρα, που είναι υπερβολικά κοντά στο παιδί της και προτρέχει σε κάθε του βήμα, κινδυνεύει να μην το αφήσει να εξελιχθεί και να νιώσει ότι δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την παρουσία της. Το ίδιο τραυματικά βέβαια μπορεί να βιωθεί και ένα εξαιρετικά στερητικό περιβάλλον. Εάν γενικά υπάρχει πρώιμη περιβαλλοντική ανεπάρκεια και πρωτίστως μία αδυναμία της μητέρας να κατανοήσει και να ανταποκριθεί στις ανάγκες του παιδιού, ειδικά στη φάση της απόλυτης εξάρτησης, το παιδί αναπτύσσει έναν ψευδή εαυτό, προσαρμοστικό.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι το παιδί αναπτύσσεται και μέσα από την απουσία της μητέρας. Όταν εκείνη απουσιάζει, αναγκάζεται να αναπτύξει ψυχικές δυνατότητες προκειμένου να “επιβιώσει”: βρίσκει έτσι τη μητέρα μέσα του (στροφή επί εαυτού), αναπαριστώντας την.
Kατά τον Winnicott, εν τέλει, η διαφορά του καλού γονέα από τον λιγότερο καλό δεν έγκειται στον αριθμό των λαθών που θα κάνει, αλλά στο πώς θα επεξεργαστεί και θα διορθώσει τα λάθη του.
Ο ανασφαλής γονιός κυνηγάει το τέλειο και αρνείται τα λάθη του, προσπαθώντας να υπερασπιστεί την αξία του. Αντίθετα, ο γονιός που παραδέχεται τα σφάλματα του είναι πιο προσιτός και προθυμότερος να ξαναπροσπαθήσει, ώστε να μην επαναλάβει εκ νέου τα ίδια λάθη.
Πιθανολογείται ότι η εμπειρία του αυτή έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ενασχόλησή του με την ψυχιατρική. Εργάστηκε αρχικά ως παιδίατρος αλλά εκπαιδεύτηκε εν τέλει στην ψυχανάλυση, αποκτώντας τον τίτλο του ψυχαναλυτή παιδιών. Το έργο του ήταν επηρεασμένο από την παρατήρηση των μητέρων και των βρεφών, κατά τη διάρκεια της άσκησης της παιδιατρικής ειδικότητας.
Η βρεφική ηλικία είναι, κατά τον Winnicott, η περίοδος κατά την οποία διαμορφώνεται η ικανότητα του βρέφους να συλλέγει πληροφορίες από το εξωτερικό περιβάλλον και να τις εντάσσει σιγά σιγά στη δική του αίσθηση παντοδυναμίας. Το Εγώ του βρέφους είναι αδύναμο ή οριακά ανύπαρκτο αλλά ενισχύεται μέσω της μητρικής ύπαρξης. Το Εγώ της μητέρας, όπως αυτό εκφράζεται μέσα από τη μητρική φροντίδα, επιτρέπει στο βρέφος να αλληλοεπιδρά παρόλο που δεν είναι ακόμη σε θέση να ελέγχει και να φιλτράρει την αλληλεπίδραση αυτή. Έτσι βοηθάει ώστε να διαμορφωθεί ένα ισχυρό και σταθερό Εγώ του βρέφους.
Τα βρέφη γεννιούνται με ένα δυναμικό, έναν πυρήνα εαυτού, που αφορά στις τάσεις τους όσον αφορά στην ανάπτυξη και την εξέλιξη, ουσιαστικά στην ιδιοσυγκρασία τους. Η ικανοποιητική μητρική-γονεϊκή στάση μπορεί να εξασφαλίσει την ανάπτυξη και υλοποίηση αυτού του δυναμικού προς έναν αληθινό εαυτό. Ο δεσμός που αναπτύσσεται ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί και η κάλυψη ή μη των βρεφικών αναγκών, καθορίζουν την ανάπτυξη των χαρακτηριστικών του βρέφους.
Βασική έννοια σε όλη τη θεωρία του Winnicott, είναι η έννοια της εξάρτησης: τα ανθρώπινα βρέφη δεν μπορούν να αρχίσουν να υπάρχουν ανεξάρτητα παρά μόνο κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες. Το βρέφος είναι συγχωνευμένο με την εξωτερική πραγματικότητα και κυρίως με τη μητέρα, αγνοώντας τα όρια ανάμεσα στο εξωτερικό και στο εσωτερικό.
Καθήκον λοιπόν της μητέρας είναι να διατηρήσει σταθερή την παρουσία της, παρέχοντας στο βρέφος τα απαραίτητα εργαλεία που θα οδηγήσουν στην αυτονομία του.
Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης, η συγχώνευση μειώνεται και διάφορα μεταβατικά αντικείμενα, όπως ένα παιχνίδι, χρησιμοποιούνται από το παιδί, ώστε να μπορέσει να απομακρυνθεί από τη μητέρα χωρίς να αναγκαστεί να βιώσει την ολοκληρωτική απομάκρυνσή της. Το παιδί αρχίζει να συνειδητοποιεί όλο και περισσότερο την ανάγκη για συγκεκριμένη και όχι γενικά μητρική φροντίδα. Στη φάση αυτή, η μητέρα δύναται να καθυστερήσει τη μητρική απόκριση, γιατί το παιδί αρχίζει να μυείται στην αυτονομία.
Το πρωταρχικό μητρικό ενδιαφέρον (maternal preoccupation) είναι ένας όρος του Winnicott, ο οποίος προέκυψε από την παρατήρηση των επιτόκων: διαμορφώνεται κατά τις εβδομάδες πριν και μετά τη γέννηση του παιδιού και αφορά σε μία ιδιαίτερη ψυχολογική κατάσταση, η οποία επιτρέπει στη μητέρα να δημιουργήσει ένα σταθερό περιβάλλον ασφάλειας και προστασίας.
Το βρέφος βιώνει την ικανοποίηση των αναγκών του και αναπτύσσει μία αίσθηση παντοδυναμίας, αυταξίας και μοναδικότητας. Με βάση τη θεωρία του Winnicott, οι πρώτοι μήνες της ζωής ενός παιδιού είναι οι πιο κρίσιμοι, καθώς όσοι φροντίζουν το βρέφος οφείλουν οριακά να καταστείλουν το Εγώ τους, προκειμένου να ερμηνεύσουν και να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του βρέφους.
Τα χαρακτηριστικά και τα στάδια της αρκετά καλής μητέρας
Γενικά, η “αρκετά καλή μητέρα” και το επαρκές γονεϊκό περιβάλλον, έχουν κατά Winnicott ορισμένα χαρακτηριστικά και περνάνε από ορισμένα στάδια:
1. Η φάση του κρατήματος (holding) αφορά στον πρώτο χρόνο της ζωής του παιδιού και στη φάση της απόλυτης εξάρτησης. Κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου, η ταύτιση της μητέρας με το παιδί της, της δίνει τη δυνατότητα να γνωρίζει αυτό που εκείνο νοιώθει, ώστε να του δώσει αυτό που χρειάζεται. Αυτό δημιουργεί στο παιδί ένα αίσθημα εμπιστοσύνης προς στον κόσμο. Το “σωστό” περιβάλλον στη φάση αυτή είναι διευκολυντικό και υποστηρικτικό. Ο Winnicott, βέβαια, συνδέει την έννοια του holding κυρίως με την επαγρυπνούσα μητέρα. Η ανάγκη για «κράτημα» δε συνδέεται βέβαια μόνο με την περίοδο της απόλυτης εξάρτησης από τη μητέρα αλλά επανέρχεται στη ζωή, όποτε προκύπτουν ιδιαίτερα απειλητικές ή αγχωτικές καταστάσεις.
2. Μια αρκετά καλή μητέρα κατέχει επίσης και τη λειτουργία του χειρισμού (handling) του παιδιού: ο όρος αυτός αφορά στο άλλαγμα, το τάισμα, τις καθημερινές φροντίδες, το χειρισμό και το κράτημα του σώματος του βρέφους. Το βρέφος βιώνει μέσω αυτού τη μοναδικότητά του και αρχίζει να αναγνωρίζει το σώμα του αλλά και να το αποδέχεται.
Λάθη που γίνονται κατά τη διάρκεια των σταδίων ανάπτυξης του βρέφους, μπορούν να επηρεάσουν την προσωπικότητά του. Π.χ. μία υπερπροστατευτική μητέρα, που είναι υπερβολικά κοντά στο παιδί της και προτρέχει σε κάθε του βήμα, κινδυνεύει να μην το αφήσει να εξελιχθεί και να νιώσει ότι δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την παρουσία της. Το ίδιο τραυματικά βέβαια μπορεί να βιωθεί και ένα εξαιρετικά στερητικό περιβάλλον. Εάν γενικά υπάρχει πρώιμη περιβαλλοντική ανεπάρκεια και πρωτίστως μία αδυναμία της μητέρας να κατανοήσει και να ανταποκριθεί στις ανάγκες του παιδιού, ειδικά στη φάση της απόλυτης εξάρτησης, το παιδί αναπτύσσει έναν ψευδή εαυτό, προσαρμοστικό.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι το παιδί αναπτύσσεται και μέσα από την απουσία της μητέρας. Όταν εκείνη απουσιάζει, αναγκάζεται να αναπτύξει ψυχικές δυνατότητες προκειμένου να “επιβιώσει”: βρίσκει έτσι τη μητέρα μέσα του (στροφή επί εαυτού), αναπαριστώντας την.
Kατά τον Winnicott, εν τέλει, η διαφορά του καλού γονέα από τον λιγότερο καλό δεν έγκειται στον αριθμό των λαθών που θα κάνει, αλλά στο πώς θα επεξεργαστεί και θα διορθώσει τα λάθη του.
Ο ανασφαλής γονιός κυνηγάει το τέλειο και αρνείται τα λάθη του, προσπαθώντας να υπερασπιστεί την αξία του. Αντίθετα, ο γονιός που παραδέχεται τα σφάλματα του είναι πιο προσιτός και προθυμότερος να ξαναπροσπαθήσει, ώστε να μην επαναλάβει εκ νέου τα ίδια λάθη.
Οι Άθικτοι, Περήφανοι Άνθρωποι
Γενναιοδωρία είναι να δίνεις περισσότερα απ' όσα µπορείς... Περηφάνεια είναι να παίρνεις λιγότερα από αυτά που χρειάζεσαι...
Είναι κάποιοι άνθρωποι που χαράζουν µια πορεία στη ζωή τους, επιµένοντας να ακολουθούν αξίες που µπορεί να µην εκτιµούνται πια. Κάποιοι µπορεί να τους βλέπουν «µικρούς», µα µέσα τους να ζηλεύουν τη δύναµή που αυτοί δείχνουν.
Σαν έναν ∆ον Κιχώτη που τολµά να τα βάζει µε ανεµόµυλους ενώ αυτοί φοβούνται. Αλλοι, όµως, κρυφά τους θαυµάζουν και τους θυµούνται για πάντα, ως φάρους που τους ενέπνευσαν, που δεν άφησαν τις ανθρώπινες αξίες να χαθούν όταν υπήρχε τρικυµία...
Έλεγε κάποτε ένας τέτοιος «άθικτος» άνθρωπος, μάρτυρας σε αυτοκινητιστικό ατύχηµα, ότι ενώ προσπαθούσε να απεγκλωβίσει τον κόσµο από τα άµορφα σίδερα, κοίταξε για µια στιγµή γύρω του και είδε αρκετούς να παρακολουθούν διστακτικά. Τον παραξένεψε γιατί απλώς κοιτούσαν.
Ίσως να δίσταζαν, ίσως να «µάθαιναν» από το παράδειγµά του... Μακάρι να ήταν αυτό! Να «µάθαιναν»...Ο ίδιος ντρεπόταν που φαινόταν «ήρωας», δεν ήθελε να «ξεχωρίζει». Μου είπε την φράση: «Ίσως πρέπει να έχεις βιώσει τον ανθρώπινο πόνο, για να µπορείς να τον καταλάβεις και να θες να τον σταµατήσεις, όπου υπάρχει...»!
Οι περήφανοι άνθρωποι, λοιπόν, είναι αυτοί που δεν ζητούν χάρες για να διακριθούν, δεν θυσιάζουν τον εαυτό τους για να πάρουν εύκολα µία θέση που θα τους δώσει αξία, αναγνώριση των ικανοτήτων τους... Αντίθετα, δίνουν οι ίδιοι αξία στη θέση που έχουν, όποια και να είναι αυτή, βοηθώντας τους γύρω τους... Οι τίτλοι, ξέρουν, δεν δίνουν αξία. Αυτοί οι άνθρωποι βλέπουν «µέσα» στους ανθρώπους, τον πυρήνα τους, αυτός τους ενδιαφέρει.
Θέλουν ό,τι επιτυγχάνουν να οφείλεται στην αξία τους και µόνο και δεν τους ενδιαφέρει πόσο σπουδαίοι δείχνουν στους άλλους. Ξέρουν ότι µπορεί ποτέ να µην αναγνωριστεί το καλό που κάνουν, προσφέρουν για να βλέπουν το χαµόγελο στα πρόσωπα των άλλων, και συνήθως τους βρίσκεις µέσα στον «απλό» κόσµο...
Ενας από αυτούς τους ανθρώπους δούλευε υπάλληλος µεταµεσονύχτια βάρδια σε ένα περίπτερο. Μία σοκολάτα να έτρωγε, θα άφηνε τα χρήµατα στο ταµείο. Οι γνώσεις του πολλές, γενικές όχι εξειδικευµένες, καλύτερες από σαράντα πτυχία. Πάντα µε το χαµόγελο, παρότι δεν προλάβαινε να δει το παιδί του... Κι ο κόσµος έκανε ουρά για να µιλήσει µαζί του όταν, νιώθοντας µοναξιά, έβγαινε να αγοράσει κάτι, ζητώντας ουσιαστικά, άνθρωπο για να µιλήσει. Κι εκείνος, αν και είχε κιβώτια να τακτοποιήσει, ντρεπόταν πάντα να τους διακόψει ενώ του µιλούσαν.
Εχουν δοκιµαστεί καιρό στα δύσκολα αυτοί οι άνθρωποι, µπορεί µέσα στην οικογένειά τους, µπορεί πιο µετά στη ζωή... Μπορεί να στηρίχτηκαν κι αυτοί από κάποιον ∆ον Κιχώτη να παλέψουν, και µετά αυτός έγινε το πρότυπό τους στη ζωή. Γι' αυτό και ζητάνε πολύ λίγα για να περάσουν καλά στη ζωή, ανθρώπινα πράγµατα, όχι υλικά, µια ∆ουλτσινέα ίσως...
Εχουν ισχυρή αυτοεκτίµηση γιατί δεν µετράνε τον εαυτό τους και τους άλλους µε το τι έχουν στην τσέπη, µα συγκρίνονται µε το χειρότερο, και νιώθουν πάντα πολύ πλούσιοι... Κι έτσι αντέχουν πολύ καιρό σε κακουχίες γιατί είναι ολιγαρκείς, κι έτσι, πάντα ελεύθεροι στη σκέψη. Είναι πάντα ελεύθεροι γιατί δεν ασχολούνται µε το τι θα µπορούσαν να κατέχουν. Αυτό τους δίνει ένα εντυπωσιακό πείσµα να παλεύουν για την αξιοπρέπεια, τη δική τους ή των άλλων.
Οι άθικτοι άνθρωποι, λοιπόν, είναι θεµατοφύλακες ιδεών και ιδανικών, ακόµη και όταν αυτά κατακτηθούν, και πολλοί τα ξεχάσουν γιατί τα νόµισαν δεδοµένα. Στους δύσκολους καιρούς θα είναι εκεί όταν χρειαστεί να τα ξαναθυµίσουν... και θα ξεκινήσουν πρώτοι για τους ανεµόµυλους...
Είναι κάποιοι άνθρωποι που χαράζουν µια πορεία στη ζωή τους, επιµένοντας να ακολουθούν αξίες που µπορεί να µην εκτιµούνται πια. Κάποιοι µπορεί να τους βλέπουν «µικρούς», µα µέσα τους να ζηλεύουν τη δύναµή που αυτοί δείχνουν.
Σαν έναν ∆ον Κιχώτη που τολµά να τα βάζει µε ανεµόµυλους ενώ αυτοί φοβούνται. Αλλοι, όµως, κρυφά τους θαυµάζουν και τους θυµούνται για πάντα, ως φάρους που τους ενέπνευσαν, που δεν άφησαν τις ανθρώπινες αξίες να χαθούν όταν υπήρχε τρικυµία...
Έλεγε κάποτε ένας τέτοιος «άθικτος» άνθρωπος, μάρτυρας σε αυτοκινητιστικό ατύχηµα, ότι ενώ προσπαθούσε να απεγκλωβίσει τον κόσµο από τα άµορφα σίδερα, κοίταξε για µια στιγµή γύρω του και είδε αρκετούς να παρακολουθούν διστακτικά. Τον παραξένεψε γιατί απλώς κοιτούσαν.
Ίσως να δίσταζαν, ίσως να «µάθαιναν» από το παράδειγµά του... Μακάρι να ήταν αυτό! Να «µάθαιναν»...Ο ίδιος ντρεπόταν που φαινόταν «ήρωας», δεν ήθελε να «ξεχωρίζει». Μου είπε την φράση: «Ίσως πρέπει να έχεις βιώσει τον ανθρώπινο πόνο, για να µπορείς να τον καταλάβεις και να θες να τον σταµατήσεις, όπου υπάρχει...»!
Οι περήφανοι άνθρωποι, λοιπόν, είναι αυτοί που δεν ζητούν χάρες για να διακριθούν, δεν θυσιάζουν τον εαυτό τους για να πάρουν εύκολα µία θέση που θα τους δώσει αξία, αναγνώριση των ικανοτήτων τους... Αντίθετα, δίνουν οι ίδιοι αξία στη θέση που έχουν, όποια και να είναι αυτή, βοηθώντας τους γύρω τους... Οι τίτλοι, ξέρουν, δεν δίνουν αξία. Αυτοί οι άνθρωποι βλέπουν «µέσα» στους ανθρώπους, τον πυρήνα τους, αυτός τους ενδιαφέρει.
Θέλουν ό,τι επιτυγχάνουν να οφείλεται στην αξία τους και µόνο και δεν τους ενδιαφέρει πόσο σπουδαίοι δείχνουν στους άλλους. Ξέρουν ότι µπορεί ποτέ να µην αναγνωριστεί το καλό που κάνουν, προσφέρουν για να βλέπουν το χαµόγελο στα πρόσωπα των άλλων, και συνήθως τους βρίσκεις µέσα στον «απλό» κόσµο...
Ενας από αυτούς τους ανθρώπους δούλευε υπάλληλος µεταµεσονύχτια βάρδια σε ένα περίπτερο. Μία σοκολάτα να έτρωγε, θα άφηνε τα χρήµατα στο ταµείο. Οι γνώσεις του πολλές, γενικές όχι εξειδικευµένες, καλύτερες από σαράντα πτυχία. Πάντα µε το χαµόγελο, παρότι δεν προλάβαινε να δει το παιδί του... Κι ο κόσµος έκανε ουρά για να µιλήσει µαζί του όταν, νιώθοντας µοναξιά, έβγαινε να αγοράσει κάτι, ζητώντας ουσιαστικά, άνθρωπο για να µιλήσει. Κι εκείνος, αν και είχε κιβώτια να τακτοποιήσει, ντρεπόταν πάντα να τους διακόψει ενώ του µιλούσαν.
Εχουν δοκιµαστεί καιρό στα δύσκολα αυτοί οι άνθρωποι, µπορεί µέσα στην οικογένειά τους, µπορεί πιο µετά στη ζωή... Μπορεί να στηρίχτηκαν κι αυτοί από κάποιον ∆ον Κιχώτη να παλέψουν, και µετά αυτός έγινε το πρότυπό τους στη ζωή. Γι' αυτό και ζητάνε πολύ λίγα για να περάσουν καλά στη ζωή, ανθρώπινα πράγµατα, όχι υλικά, µια ∆ουλτσινέα ίσως...
Εχουν ισχυρή αυτοεκτίµηση γιατί δεν µετράνε τον εαυτό τους και τους άλλους µε το τι έχουν στην τσέπη, µα συγκρίνονται µε το χειρότερο, και νιώθουν πάντα πολύ πλούσιοι... Κι έτσι αντέχουν πολύ καιρό σε κακουχίες γιατί είναι ολιγαρκείς, κι έτσι, πάντα ελεύθεροι στη σκέψη. Είναι πάντα ελεύθεροι γιατί δεν ασχολούνται µε το τι θα µπορούσαν να κατέχουν. Αυτό τους δίνει ένα εντυπωσιακό πείσµα να παλεύουν για την αξιοπρέπεια, τη δική τους ή των άλλων.
Οι άθικτοι άνθρωποι, λοιπόν, είναι θεµατοφύλακες ιδεών και ιδανικών, ακόµη και όταν αυτά κατακτηθούν, και πολλοί τα ξεχάσουν γιατί τα νόµισαν δεδοµένα. Στους δύσκολους καιρούς θα είναι εκεί όταν χρειαστεί να τα ξαναθυµίσουν... και θα ξεκινήσουν πρώτοι για τους ανεµόµυλους...
Με την εστιασμένη σκέψη μας δημιουργούμε την πραγματικότητά μας
Εκείνοι που πιστεύουν στην ύπαρξη είναι ανόητοι σαν τα ζώα Αλλά εκείνοι που πιστεύουν στην ανυπαρξία είναι ακόμα χειρότεροι. –Τα Βασιλικά Τραγούδια του Σαράχα (Θιβέτ 12ος αιώνας)
Όλοι μας είμαστε πεπεισμένοι με κάποιο μεταφυσικό τρόπο για τη δύναμη της σκέψης μας. Παρόλο που είμαστε όμως διαισθητικά πεπεισμένοι ότι η σκέψη είναι πράξη, όσες φορές και αν δοκιμάσαμε να φερθούμε σαν μικροί μάγοι και να κάνουμε τον κόσμο να ταιριάξει με τις επιθυμίες μας, αποτύχαμε παταγωδώς και απογοητευθήκαμε. Παρόλες όμως τις αποτυχίες μας η πίστη μας για τη δύναμη της σκέψης παραμένει και αυτό πρέπει να οφείλεται σε κάποιες μάλλον φευγαλέες αναμνήσεις μας από τη ζωή μας στο νοητικό πεδίο στη διάρκεια προηγούμενων μεταθανάτιων εμπειριών μας. Γιατί λοιπόν αποτυγχάνουμε κάθε φορά που προσπαθούμε να υλοποιήσουμε τις σκέψεις μας; Βασικά τις περισσότερες φορές οι σκέψεις μας είναι ασυνάρτητες και αλληλοσυγκρουόμενες. Μετά πρέπει να ξέρουμε ότι δεν αρκεί να σκεφτούμε απλώς ένα πράγμα για να το κάνουμε να συμβεί. Δεν είναι τόσο εύκολο, δε βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή στο νοητικό πεδίο. Χρειάζεται μια ιδιαίτερη προσπάθεια κι επιμονή και μια καθαρή, συνεκτική και σαφή έκφραση των επιθυμιών μας. Πρέπει να εκδηλώσουμε μια ισχυρή πρόθεση για να μπορέσουμε να διεισδύσουμε στα βαθύτερα στρώματα της τυλισσόμενης τάξης από τα οποία εκτυλίσσεται η αναπτυσσόμενη τάξη στην οποία βρισκόμαστε. Χρειάζεται μια άκαμπτη επιμονή στη προσπάθειά μας και οι σκέψεις μας να εκφραστούν με έφεση και δυναμισμό. Πρέπει να τις φορτίσουμε με ενέργεια για να μπορέσουν να φέρουν σε πέρας το έργο τους. Τα βασικά λοιπόν σημεία της υλικής επίτευξης είναι: σαφήνεια σκέψης, εστίαση της προσοχής, ενεργητική εκπόρευση και επανειλημμένη και σε τακτά χρονικά διαστήματα επανατροφοδότηση και ενίσχυση της προελαύνουσας σκεπτομορφής μέχρι τη τελική υλοποίησή της. Αργότερα θ’ αναφέρουμε και άλλες λεπτομέρειες.
Σύμφωνα με τους Πέρσες Σούφι του 12 ου αιώνα η πραγματικότητα είναι μια σειρά επιπέδων ύπαρξης, ή Χανταράτ. Αυτό που είναι κοντύτερα στο δικό μας, αλλά σε ένα βαθύτερο επίπεδο, αποτελεί την αιτία του εκδηλωμένου κόσμου μας. Σε αυτό η νοητική ύλη αποκτά ουσία. Αυτοί πιστεύουν ότι άμα στείλουμε μια εστιασμένη σκεπτομορφή σε αυτό το βασίλειο, αυτή θα εκδηλωθεί σα μια ουσιαστική πραγματικότητα στο σύμπαν μας. Ο έλεγχος όμως της σκεπτομορφής γίνεται γι’ αυτούς τους Σούφι από το κέντρο της καρδιάς.
Ο Ντέιβιντ Μπωμ επισημαίνει ότι “Κάθε πράξη αρχίζει με μια εκδηλωμένη πρόθεση μέσα στην ενελισσόμενη τάξη”. Μόλις δηλαδή εκφράσουμε δυναμικά και καθαρά τη θέλησή μας να συμβεί ένα πράγμα, η αναπτυσσόμενη τάξη προχωρά σταθερά προς την πραγματοποίησή του. Αυτή είναι και η βασική μέθοδος για να έχουμε συνειδητά όνειρα. Εκφράζουμε απλώς δυναμικά τη πρόθεσή μας να μας συμβεί αυτό αρκετές φορές την ημέρα και προτού κοιμηθούμε. Άμα στείλουμε ένα καθαρό και σαφές μήνυμα στην ενελισσόμενη τάξη, η θέλησή μας θα πραγματοποιηθεί. Ο ίδιος τρόπος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την επιλογή, ενόσω είμαστε ξύπνοι, ενός ιδιαίτερου θέματος που θέλουμε να ονειρευτούμε το βράδυ, αν και θα θαυμάσουμε γενικότερα τις λεπτομέρειες του ονείρου μας. Η ίδια μέθοδος μπορεί να εφαρμοστεί και στη εγρήγορσή μας για να ορίσουμε με τη θέλησή μας τη γενική κατεύθυνση της ζωής μας, αφήνοντας τις λεπτομέρειες ν’ ακολουθήσουν το δικό τους δρόμο.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η δημιουργική φαντασία μας κινητοποιεί τη σκεπτομορφή μας, κάνοντάς τη να εκδηλωθεί τελικά στο εκτυλισσόμενο πεδίο. Στο πεδίο της ενελισσόμενης τάξης η φαντασία και η πραγματικότητα είναι ένα. Έτσι οι καθαρές και συνεκτικές εικόνες του μυαλού μας μπορούν τελικά να εκδηλωθούν σαν πραγματικότητα στο σώμα μας.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει στις θεραπείες με ασκήσεις οραματισμού ή με βιοανάδραση. Αν για παράδειγμα ένας ασθενής με καρκίνο οραματισθεί έναν μηχανισμό καταστροφής των καρκινικών κυττάρων του, με τη σύγχρονη αντικατάστασή τους από άλλα νέα και υγιή κύτταρα, μπορεί τελικά να θεραπευθεί. Έχει αναφερθεί θεραπεία μικρού παιδιού από καρκίνο, το οποίο οραματιζόταν τα λευκά του αιμοσφαίρια σαν σταυροφόρους που έπλητταν και σκότωναν με τις λόγχες τους τα καρκινικά του κύτταρα. Άλλοι οραματίζονται φωτεινές ακτίνες λέιζερ να κάνουν την ίδια δουλειά. Το βασικό σημείο είναι ο άρρωστος να μην είναι σε πάρα πολύ προχωρημένο στάδιο και να έχει τη θέληση ν’ αγωνιστεί για τη ζωή του, με άλλα λόγια να επιμείνει στην αυτοθεραπεία του. Στην Αμερική υπάρχουν ειδικές κλινικές που χρησιμοποιούν ασκήσεις οραματισμού για τη θεραπεία τέτοιων ανίατων νοσημάτων.
Ο νους μας τελικά επηρεάζει την ύλη. Οι τεκμηριωμένες θεραπείες ασθενών με τέτοιους, ανορθόδοξους για την κλασσική ιατρική, τρόπους είναι τόσες πολλές που πρέπει να τις λάβουμε σοβαρά υπόψη μας. Όταν ο ασθενής πιστεύει ότι θεραπεύεται, τότε και το πιο άχρηστο χάπι μπορεί να τον βοηθήσει. Αντίθετα αν έχει χάσει τις ελπίδες του κι έχει παραδοθεί στο μοιραίο, ακόμα και το ισχυρότερο φάρμακο δε θα του προσφέρει τίποτα. Ξέρουμε πάρα πολλές περιπτώσεις ασθενών που θεραπεύτηκαν με πλασέμπο (αβλαβή χάπια χωρίς καμιά θεραπευτικά αξία), απλώς και μόνο γιατί πίστεψαν ότι ήταν ένα πολύ ισχυρό φάρμακο, ιδιαίτερα κατάλληλο για τη θεραπεία τους. Όταν καταφέρουμε να ξεπεράσουμε το σκεπτικισμό μας και στείλουμε ένα καθαρό μήνυμα θεραπείας στην ενελισσόμενη τάξη, θα εκδηλώσουμε αυτήν τη θεραπεία και στο φαινομενικό κόσμο. Η ύπνωση είναι μια άλλη επίσης ισχυρή μέθοδος για να εμφυτεύσουμε στο νου μας την πρόθεση της θεραπείας, ή για να τον κάνουμε να αντιληφθεί διαφορετικά την πραγματικότητα.
Δυστυχώς όμως οι περισσότεροι από μας δε πιστεύουμε στην ύπαρξη της ενελισσόμενης τάξης, στο κόσμο των αιτίων που μπορούν να φέρουν υλικά αποτελέσματα στο φαινομενικό κόσμο του εκτυλισσόμενου πεδίου μας, που αποτελεί για μας τη μόνη πραγματικότητα. Έχοντας χάσει από πολύ καιρό κάθε επαφή με τα βαθύτερα επίπεδα της ύπαρξης, είμαστε πια τόσο εξοικειωμένοι με τη ψευδαισθητικές οπτασίες μας, που τις θεωρούμε αντικειμενικές και αυτόνομες, αρνούμενοι να παραδεχθούμε την απατηλότητά τους. Η συνήθεια έχει δημιουργήσει αόρατα δεσμά γύρω μας και μας έχει καθηλώσει σ’ ένα κόσμο μοναξιάς και ανίας με κυρίαρχη την αιώνια μονότονη προβολή των προεγγραφών μας. Λέγεται ότι για να αποφασίσει κάποιος ν’ απελευθερωθεί, πρέπει πρώτα απ’ όλα να καταλάβει ότι είναι φυλακισμένος. Δυστυχώς όμως οι περισσότεροι από μας δεν το καταλαβαίνουμε αυτό και απορούμε όταν κάποιος μας παρουσιάσει το ζήτημα. “Τα δεσμά”, λέει ο Καζαντζάκης, “είναι βιωτική ανάγκη για το πλήθος. Δεν τα νιώθει, γιατί δεν κινείται!”. Κινούμενοι λοιπόν ελάχιστα, ανάμεσα στους στενούς τοίχους της φυλακής μας, αλλάζοντας από συνήθεια κατεύθυνση κάθε φορά που τους πλησιάζουμε αρκετά, έχουμε φτάσει να μην τους βλέπουμε. Και γίναμε ξαφνικά ελεύθεροι! Δεν υπάρχουν τοίχοι! Δεν υπάρχουν αφέντες! Πώς λοιπόν να θελήσουμε ν’ απελευθερωθούμε, αφού ήδη νιώθουμε ελεύθεροι; Δε μας ενδιαφέρουν αυτές οι κουλτουριάρικες θεωρίες. Κοιτάξτε να ελευθερωθείτε εσείς που νιώθετε σκλαβωμένοι, εμάς αφήστε μας ήσυχους, είμαστε ήδη ελεύθεροι!
Το πρώτο σημαντικό βήμα που πρέπει λοιπόν να κάνουμε είναι να προσπαθήσουμε να κινηθούμε κάπως περισσότερο, λίγο μακρύτερα απ’ ό,τι έχουμε επιτρέψει μέχρι τώρα στον εαυτό μας και τότε οι τοίχοι θα παρουσιαστούν, οι αφέντες θα προβάλλουν υλικότατοι στο δρόμο μας. Τώρα που επιτέλους κινηθήκαμε θα νιώσουμε τα δεσμά μας και θα θελήσουμε αυτόματα κι ενστικτωδώς ν’ απελευθερωθούμε απ’ αυτά. Τα πράγματα δεν είναι όμως τόσο εύκολα. Χρειάζεται δουλειά και πίσω από τον πρώτο τοίχο που θα ξεπεράσουμε υπάρχει ένας άλλος τοίχος και μετά άλλος τοίχος και άλλος τοίχος. Ή θα βαλθούμε να ξεπερνάμε τους τοίχους έναν – έναν, ή θ’ αναζητήσουμε μια μέθοδο για να τους ανατινάξουμε όλους μονομιάς. Αυτή η μέθοδος είναι η Φώτιση, είναι η απελευθέρωση από τα δεσμά του εαυτού μας, από τα δεσμά της συνήθειας, είναι το ξεπέρασμα του μικρού, περιορισμένου, συνηθισμένου μυαλού μας και την αντικατάστασή του από το Μεγάλο Μυαλό, όπως το ονομάζουν μερικοί δάσκαλοι, από την πραγματική Φύση του Πνεύματός μας.
Όλοι μας είμαστε πεπεισμένοι με κάποιο μεταφυσικό τρόπο για τη δύναμη της σκέψης μας. Παρόλο που είμαστε όμως διαισθητικά πεπεισμένοι ότι η σκέψη είναι πράξη, όσες φορές και αν δοκιμάσαμε να φερθούμε σαν μικροί μάγοι και να κάνουμε τον κόσμο να ταιριάξει με τις επιθυμίες μας, αποτύχαμε παταγωδώς και απογοητευθήκαμε. Παρόλες όμως τις αποτυχίες μας η πίστη μας για τη δύναμη της σκέψης παραμένει και αυτό πρέπει να οφείλεται σε κάποιες μάλλον φευγαλέες αναμνήσεις μας από τη ζωή μας στο νοητικό πεδίο στη διάρκεια προηγούμενων μεταθανάτιων εμπειριών μας. Γιατί λοιπόν αποτυγχάνουμε κάθε φορά που προσπαθούμε να υλοποιήσουμε τις σκέψεις μας; Βασικά τις περισσότερες φορές οι σκέψεις μας είναι ασυνάρτητες και αλληλοσυγκρουόμενες. Μετά πρέπει να ξέρουμε ότι δεν αρκεί να σκεφτούμε απλώς ένα πράγμα για να το κάνουμε να συμβεί. Δεν είναι τόσο εύκολο, δε βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή στο νοητικό πεδίο. Χρειάζεται μια ιδιαίτερη προσπάθεια κι επιμονή και μια καθαρή, συνεκτική και σαφή έκφραση των επιθυμιών μας. Πρέπει να εκδηλώσουμε μια ισχυρή πρόθεση για να μπορέσουμε να διεισδύσουμε στα βαθύτερα στρώματα της τυλισσόμενης τάξης από τα οποία εκτυλίσσεται η αναπτυσσόμενη τάξη στην οποία βρισκόμαστε. Χρειάζεται μια άκαμπτη επιμονή στη προσπάθειά μας και οι σκέψεις μας να εκφραστούν με έφεση και δυναμισμό. Πρέπει να τις φορτίσουμε με ενέργεια για να μπορέσουν να φέρουν σε πέρας το έργο τους. Τα βασικά λοιπόν σημεία της υλικής επίτευξης είναι: σαφήνεια σκέψης, εστίαση της προσοχής, ενεργητική εκπόρευση και επανειλημμένη και σε τακτά χρονικά διαστήματα επανατροφοδότηση και ενίσχυση της προελαύνουσας σκεπτομορφής μέχρι τη τελική υλοποίησή της. Αργότερα θ’ αναφέρουμε και άλλες λεπτομέρειες.
Σύμφωνα με τους Πέρσες Σούφι του 12 ου αιώνα η πραγματικότητα είναι μια σειρά επιπέδων ύπαρξης, ή Χανταράτ. Αυτό που είναι κοντύτερα στο δικό μας, αλλά σε ένα βαθύτερο επίπεδο, αποτελεί την αιτία του εκδηλωμένου κόσμου μας. Σε αυτό η νοητική ύλη αποκτά ουσία. Αυτοί πιστεύουν ότι άμα στείλουμε μια εστιασμένη σκεπτομορφή σε αυτό το βασίλειο, αυτή θα εκδηλωθεί σα μια ουσιαστική πραγματικότητα στο σύμπαν μας. Ο έλεγχος όμως της σκεπτομορφής γίνεται γι’ αυτούς τους Σούφι από το κέντρο της καρδιάς.
Ο Ντέιβιντ Μπωμ επισημαίνει ότι “Κάθε πράξη αρχίζει με μια εκδηλωμένη πρόθεση μέσα στην ενελισσόμενη τάξη”. Μόλις δηλαδή εκφράσουμε δυναμικά και καθαρά τη θέλησή μας να συμβεί ένα πράγμα, η αναπτυσσόμενη τάξη προχωρά σταθερά προς την πραγματοποίησή του. Αυτή είναι και η βασική μέθοδος για να έχουμε συνειδητά όνειρα. Εκφράζουμε απλώς δυναμικά τη πρόθεσή μας να μας συμβεί αυτό αρκετές φορές την ημέρα και προτού κοιμηθούμε. Άμα στείλουμε ένα καθαρό και σαφές μήνυμα στην ενελισσόμενη τάξη, η θέλησή μας θα πραγματοποιηθεί. Ο ίδιος τρόπος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την επιλογή, ενόσω είμαστε ξύπνοι, ενός ιδιαίτερου θέματος που θέλουμε να ονειρευτούμε το βράδυ, αν και θα θαυμάσουμε γενικότερα τις λεπτομέρειες του ονείρου μας. Η ίδια μέθοδος μπορεί να εφαρμοστεί και στη εγρήγορσή μας για να ορίσουμε με τη θέλησή μας τη γενική κατεύθυνση της ζωής μας, αφήνοντας τις λεπτομέρειες ν’ ακολουθήσουν το δικό τους δρόμο.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η δημιουργική φαντασία μας κινητοποιεί τη σκεπτομορφή μας, κάνοντάς τη να εκδηλωθεί τελικά στο εκτυλισσόμενο πεδίο. Στο πεδίο της ενελισσόμενης τάξης η φαντασία και η πραγματικότητα είναι ένα. Έτσι οι καθαρές και συνεκτικές εικόνες του μυαλού μας μπορούν τελικά να εκδηλωθούν σαν πραγματικότητα στο σώμα μας.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει στις θεραπείες με ασκήσεις οραματισμού ή με βιοανάδραση. Αν για παράδειγμα ένας ασθενής με καρκίνο οραματισθεί έναν μηχανισμό καταστροφής των καρκινικών κυττάρων του, με τη σύγχρονη αντικατάστασή τους από άλλα νέα και υγιή κύτταρα, μπορεί τελικά να θεραπευθεί. Έχει αναφερθεί θεραπεία μικρού παιδιού από καρκίνο, το οποίο οραματιζόταν τα λευκά του αιμοσφαίρια σαν σταυροφόρους που έπλητταν και σκότωναν με τις λόγχες τους τα καρκινικά του κύτταρα. Άλλοι οραματίζονται φωτεινές ακτίνες λέιζερ να κάνουν την ίδια δουλειά. Το βασικό σημείο είναι ο άρρωστος να μην είναι σε πάρα πολύ προχωρημένο στάδιο και να έχει τη θέληση ν’ αγωνιστεί για τη ζωή του, με άλλα λόγια να επιμείνει στην αυτοθεραπεία του. Στην Αμερική υπάρχουν ειδικές κλινικές που χρησιμοποιούν ασκήσεις οραματισμού για τη θεραπεία τέτοιων ανίατων νοσημάτων.
Ο νους μας τελικά επηρεάζει την ύλη. Οι τεκμηριωμένες θεραπείες ασθενών με τέτοιους, ανορθόδοξους για την κλασσική ιατρική, τρόπους είναι τόσες πολλές που πρέπει να τις λάβουμε σοβαρά υπόψη μας. Όταν ο ασθενής πιστεύει ότι θεραπεύεται, τότε και το πιο άχρηστο χάπι μπορεί να τον βοηθήσει. Αντίθετα αν έχει χάσει τις ελπίδες του κι έχει παραδοθεί στο μοιραίο, ακόμα και το ισχυρότερο φάρμακο δε θα του προσφέρει τίποτα. Ξέρουμε πάρα πολλές περιπτώσεις ασθενών που θεραπεύτηκαν με πλασέμπο (αβλαβή χάπια χωρίς καμιά θεραπευτικά αξία), απλώς και μόνο γιατί πίστεψαν ότι ήταν ένα πολύ ισχυρό φάρμακο, ιδιαίτερα κατάλληλο για τη θεραπεία τους. Όταν καταφέρουμε να ξεπεράσουμε το σκεπτικισμό μας και στείλουμε ένα καθαρό μήνυμα θεραπείας στην ενελισσόμενη τάξη, θα εκδηλώσουμε αυτήν τη θεραπεία και στο φαινομενικό κόσμο. Η ύπνωση είναι μια άλλη επίσης ισχυρή μέθοδος για να εμφυτεύσουμε στο νου μας την πρόθεση της θεραπείας, ή για να τον κάνουμε να αντιληφθεί διαφορετικά την πραγματικότητα.
Δυστυχώς όμως οι περισσότεροι από μας δε πιστεύουμε στην ύπαρξη της ενελισσόμενης τάξης, στο κόσμο των αιτίων που μπορούν να φέρουν υλικά αποτελέσματα στο φαινομενικό κόσμο του εκτυλισσόμενου πεδίου μας, που αποτελεί για μας τη μόνη πραγματικότητα. Έχοντας χάσει από πολύ καιρό κάθε επαφή με τα βαθύτερα επίπεδα της ύπαρξης, είμαστε πια τόσο εξοικειωμένοι με τη ψευδαισθητικές οπτασίες μας, που τις θεωρούμε αντικειμενικές και αυτόνομες, αρνούμενοι να παραδεχθούμε την απατηλότητά τους. Η συνήθεια έχει δημιουργήσει αόρατα δεσμά γύρω μας και μας έχει καθηλώσει σ’ ένα κόσμο μοναξιάς και ανίας με κυρίαρχη την αιώνια μονότονη προβολή των προεγγραφών μας. Λέγεται ότι για να αποφασίσει κάποιος ν’ απελευθερωθεί, πρέπει πρώτα απ’ όλα να καταλάβει ότι είναι φυλακισμένος. Δυστυχώς όμως οι περισσότεροι από μας δεν το καταλαβαίνουμε αυτό και απορούμε όταν κάποιος μας παρουσιάσει το ζήτημα. “Τα δεσμά”, λέει ο Καζαντζάκης, “είναι βιωτική ανάγκη για το πλήθος. Δεν τα νιώθει, γιατί δεν κινείται!”. Κινούμενοι λοιπόν ελάχιστα, ανάμεσα στους στενούς τοίχους της φυλακής μας, αλλάζοντας από συνήθεια κατεύθυνση κάθε φορά που τους πλησιάζουμε αρκετά, έχουμε φτάσει να μην τους βλέπουμε. Και γίναμε ξαφνικά ελεύθεροι! Δεν υπάρχουν τοίχοι! Δεν υπάρχουν αφέντες! Πώς λοιπόν να θελήσουμε ν’ απελευθερωθούμε, αφού ήδη νιώθουμε ελεύθεροι; Δε μας ενδιαφέρουν αυτές οι κουλτουριάρικες θεωρίες. Κοιτάξτε να ελευθερωθείτε εσείς που νιώθετε σκλαβωμένοι, εμάς αφήστε μας ήσυχους, είμαστε ήδη ελεύθεροι!
Το πρώτο σημαντικό βήμα που πρέπει λοιπόν να κάνουμε είναι να προσπαθήσουμε να κινηθούμε κάπως περισσότερο, λίγο μακρύτερα απ’ ό,τι έχουμε επιτρέψει μέχρι τώρα στον εαυτό μας και τότε οι τοίχοι θα παρουσιαστούν, οι αφέντες θα προβάλλουν υλικότατοι στο δρόμο μας. Τώρα που επιτέλους κινηθήκαμε θα νιώσουμε τα δεσμά μας και θα θελήσουμε αυτόματα κι ενστικτωδώς ν’ απελευθερωθούμε απ’ αυτά. Τα πράγματα δεν είναι όμως τόσο εύκολα. Χρειάζεται δουλειά και πίσω από τον πρώτο τοίχο που θα ξεπεράσουμε υπάρχει ένας άλλος τοίχος και μετά άλλος τοίχος και άλλος τοίχος. Ή θα βαλθούμε να ξεπερνάμε τους τοίχους έναν – έναν, ή θ’ αναζητήσουμε μια μέθοδο για να τους ανατινάξουμε όλους μονομιάς. Αυτή η μέθοδος είναι η Φώτιση, είναι η απελευθέρωση από τα δεσμά του εαυτού μας, από τα δεσμά της συνήθειας, είναι το ξεπέρασμα του μικρού, περιορισμένου, συνηθισμένου μυαλού μας και την αντικατάστασή του από το Μεγάλο Μυαλό, όπως το ονομάζουν μερικοί δάσκαλοι, από την πραγματική Φύση του Πνεύματός μας.
Κάνε ένα δώρο στον εαυτό σου
Κάνε ένα ταξίδι στη στιγμή! Μάθε να είσαι εκεί σε ό,τι σου συμβαίνει. Μάθε να μην αφήνεις το χρόνο να κυλά χωρίς εσένα! Μάθε να εστιάζεις την προσοχή σου. Να ακούς τον εαυτό σου να μιλά. Να τον βλέπεις να κινείται. Να τον βλέπεις να δημιουργεί. Ναι, να δημιουργεί. Έτσι ! Να είσαι ΞΥΠΝΙΟΣ . Να μην καταδέχεσαι να κοιμάσαι. Αναρωτήθηκες ποτέ τι σημαίνει η λέξη έξυπνος; Άκου λοιπόν. Έξυπνος είναι αυτός που δεν κοιμάται (εκ +ύπνος). Να είσαι έξω από τον ύπνο. Γι αυτό ΞΥΠΝΑ , αφυπνίσου. Πόσες στιγμές δεν άφησες να φύγουν ανεκμετάλλευτες; Πόσες φορές δεν μετάνιωσες για αυτά που δεν έκανες ; Πόσα πράγματα δεν έκανες χωρίς να είσαι πραγματικά εκεί; Έτσι μηχανικά. Ίσα, ίσα να τελειώνεις, να ξεμπερδεύεις. Και πόσες φορές δεν ευχήθηκες να περάσουν οι μέρες να περάσουν οι ώρες ,για να έρθει το Σαββατοκύριακο; Για να μπορέσεις να ζήσεις επιτέλους κι εσύ, να ξεκουραστείς βρε αδελφέ.
Μα αυτές οι μέρες που περνούν είναι η ζωή σου. Πού ήσουν όλες αυτές τις μέρες;
Εδώ είναι η λύση. Πρέπει να μάθεις να αγαπάς αυτό που κάνεις ή να το αλλάξεις. Εδώ και τώρα. Μόνο μέσα από την αγάπη θα είσαι σε εγρήγορση. Ό,τι κι αν κάνεις, κάντο με όλο σου το είναι. Αγάπα την καθημερινότητά σου . Μέσα σε αυτήν κρύβονται οι στιγμές κι ας σου φαίνεται άχαρη. Μέσα σε αυτήν κρύβεται η χαρά. Αγάπα τη δουλειά σου, δώσε της ψυχή ,δώσε της πνοή ,δες την με άλλη ματιά , πιο φρέσκια , πιο καινούρια. Γίνε δημιουργικός. Αγάπα ακόμα και τη στιγμή που κουρασμένος πια είσαι στο λεωφορείο ,στο δρόμο της επιστροφής, παραδομένος στη ρουτίνα της καθημερινότητας . Παρατήρησε τον κόσμο, δες κάτι από τον εαυτό σου στα πρόσωπα των άλλων, ανοίξου στην ευκαιρία(δεν ξέρεις πού θα τη βρεις), άφησε τη ματιά σου να κυλήσει έξω από το παράθυρο και ψάξε την ομορφιά σε μια εικόνα. Αγάπα αυτή τη στιγμή που .πλένεις τα πιάτα ,με το κεφάλι σκυμμένο και τη μιζέρια ζωγραφισμένη στο πρόσωπο. Κι άσε το νερό να κυλήσει στα χέρια σου. Νιώσε την ευλογία και κάντο με χαρά! Σταμάτα να γκρινιάζεις. Είναι η ζωή σου αυτή. Ξύπνα και δες τον κόσμο με ευγνωμοσύνη. Εκτίμησε αυτά που έχεις και αγάπα τη στιγμή.
Δεν μπορείς.. Μα γιατί δεν μπορείς; Γιατί εσύ σκέφτεσαι το μέλλον. Ναι το μέλλον, όπως όλοι άλλωστε. Σαν καλός πολίτης και οικογενειάρχης , σαν καλός άνθρωπος που είσαι. Σκέφτεσαι τι έχεις να κάνεις, πώς θα πιέσεις κι άλλο τον εαυτό σου, πώς θα βγάλεις παραπάνω λεφτά , πώς , πώς κι άλλο πώς… Και εκνευρίζεσαι και βιάζεσαι και δεν βλέπεις μπροστά σου, δεν βλέπεις το προφανές .Πως μέσα στο τώρα δημιουργείς το μετά. Αν δεν είσαι στο τώρα, τι περιμένεις; Μα επιτέλους ξύπνα. Άσε το χρόνο να κυλήσει , απλά να κυλήσει . Το μετά δεν υπάρχει, δεν έχει έρθει ακόμα. Κι αφού θα το ζήσεις στο μέλλον, γιατί βασανίζεσαι τώρα; Τώρα Δημιουργείς. Το τώρα δε θα ξαναέρθει. Μα όμως σκέφτεσαι και το παρελθόν .Και αφήνεις να σε κατακλύζουν οι σκέψεις.. γιατί δεν μίλησα τότε ή μήπως έπρεπε να είχα κάνει αυτό ή εκείνο; Αλλά άκου. Αυτό πάει πια, έχει περάσει. Και η στιγμή δε γυρίζει πίσω.
Κι αν δεν λειτούργησες έτσι όπως ήθελες, ήταν γιατί δεν ήσουν εκεί στη στιγμή. Γιατί σκεφτόσουν το πριν ή το μετά. Κοιμόσουν με λίγα λόγια. Ήσουν σε κίνηση , νόμιζες ότι ήσουν σε δράση , μα κοιμόσουν. Σε υπνώτιζαν οι σειρήνες του πριν και του μετά. Οι σειρήνες του ανύπαρκτου. Γιατί το παρελθόν δεν υπάρχει πια και το μέλλον δεν έχει έρθει και στο κάτω κάτω δεν ξέρεις αν θα έρθει ποτέ. ΔΕΣ… Τώρα βγαίνει ο ήλιος , τώρα ζεις , τώρα δημιουργείς. Ένα μυαλό που δε ζει στο τώρα, δεν μπορεί να δημιουργήσει , γιατί κινείται στη σφαίρα του ανύπαρκτου . Το παρελθόν δεν υπάρχει , το μέλλον δεν υπάρχει. Υπάρχει όμως το τώρα. ΤΩΡΑ φτιάχνεις το μέλλον σου, ΤΩΡΑ μαθαίνεις από το παρελθόν σου. Πέτα τις ενοχές του παρελθόντος , πέτα τις προσδοκίες του μέλλοντος. Για να δημιουργήσεις, πρέπει να είσαι στο υπαρκτό, πρέπει να μαγειρεύεις με τα υλικά του τώρα, να είσαι σε εγρήγορση. Κάνε ένα δώρο στον εαυτό σου και απελευθερώσου. Έλα εδώ, έλα στη στιγμή. Μην περιμένεις να γίνεις έξυπνος . Είσαι έξυπνος . Δες πόσο αξίζεις. Μη θαυμάζεις μόνο τους άλλους. Θαύμασε τον εαυτό σου. Πόσο μπορείς να περιμένεις; Πόσο μπορείς να κοιμάσαι; Δες τον Θεό που κουβαλάς μέσα σου και δείξε του εμπιστοσύνη. Ζήσε συνειδητά. ΜΗΝ ΣΤΑΜΑΤΑΣ, μην τεμπελιάζεις. ΚΥΝΗΓΗΣΕ το όνειρο μέσα τη στιγμή. Όταν αγαπάς τη ζωή, δεν υπολογίζεις τον κόπο. Όταν θες κάτι πολύ, δεν υπολογίζεις την κούραση. Άσε λοιπόν τη γκρίνια και κάνε ένα δώρο στον εαυτό σου!
Μα αυτές οι μέρες που περνούν είναι η ζωή σου. Πού ήσουν όλες αυτές τις μέρες;
Εδώ είναι η λύση. Πρέπει να μάθεις να αγαπάς αυτό που κάνεις ή να το αλλάξεις. Εδώ και τώρα. Μόνο μέσα από την αγάπη θα είσαι σε εγρήγορση. Ό,τι κι αν κάνεις, κάντο με όλο σου το είναι. Αγάπα την καθημερινότητά σου . Μέσα σε αυτήν κρύβονται οι στιγμές κι ας σου φαίνεται άχαρη. Μέσα σε αυτήν κρύβεται η χαρά. Αγάπα τη δουλειά σου, δώσε της ψυχή ,δώσε της πνοή ,δες την με άλλη ματιά , πιο φρέσκια , πιο καινούρια. Γίνε δημιουργικός. Αγάπα ακόμα και τη στιγμή που κουρασμένος πια είσαι στο λεωφορείο ,στο δρόμο της επιστροφής, παραδομένος στη ρουτίνα της καθημερινότητας . Παρατήρησε τον κόσμο, δες κάτι από τον εαυτό σου στα πρόσωπα των άλλων, ανοίξου στην ευκαιρία(δεν ξέρεις πού θα τη βρεις), άφησε τη ματιά σου να κυλήσει έξω από το παράθυρο και ψάξε την ομορφιά σε μια εικόνα. Αγάπα αυτή τη στιγμή που .πλένεις τα πιάτα ,με το κεφάλι σκυμμένο και τη μιζέρια ζωγραφισμένη στο πρόσωπο. Κι άσε το νερό να κυλήσει στα χέρια σου. Νιώσε την ευλογία και κάντο με χαρά! Σταμάτα να γκρινιάζεις. Είναι η ζωή σου αυτή. Ξύπνα και δες τον κόσμο με ευγνωμοσύνη. Εκτίμησε αυτά που έχεις και αγάπα τη στιγμή.
Δεν μπορείς.. Μα γιατί δεν μπορείς; Γιατί εσύ σκέφτεσαι το μέλλον. Ναι το μέλλον, όπως όλοι άλλωστε. Σαν καλός πολίτης και οικογενειάρχης , σαν καλός άνθρωπος που είσαι. Σκέφτεσαι τι έχεις να κάνεις, πώς θα πιέσεις κι άλλο τον εαυτό σου, πώς θα βγάλεις παραπάνω λεφτά , πώς , πώς κι άλλο πώς… Και εκνευρίζεσαι και βιάζεσαι και δεν βλέπεις μπροστά σου, δεν βλέπεις το προφανές .Πως μέσα στο τώρα δημιουργείς το μετά. Αν δεν είσαι στο τώρα, τι περιμένεις; Μα επιτέλους ξύπνα. Άσε το χρόνο να κυλήσει , απλά να κυλήσει . Το μετά δεν υπάρχει, δεν έχει έρθει ακόμα. Κι αφού θα το ζήσεις στο μέλλον, γιατί βασανίζεσαι τώρα; Τώρα Δημιουργείς. Το τώρα δε θα ξαναέρθει. Μα όμως σκέφτεσαι και το παρελθόν .Και αφήνεις να σε κατακλύζουν οι σκέψεις.. γιατί δεν μίλησα τότε ή μήπως έπρεπε να είχα κάνει αυτό ή εκείνο; Αλλά άκου. Αυτό πάει πια, έχει περάσει. Και η στιγμή δε γυρίζει πίσω.
Κι αν δεν λειτούργησες έτσι όπως ήθελες, ήταν γιατί δεν ήσουν εκεί στη στιγμή. Γιατί σκεφτόσουν το πριν ή το μετά. Κοιμόσουν με λίγα λόγια. Ήσουν σε κίνηση , νόμιζες ότι ήσουν σε δράση , μα κοιμόσουν. Σε υπνώτιζαν οι σειρήνες του πριν και του μετά. Οι σειρήνες του ανύπαρκτου. Γιατί το παρελθόν δεν υπάρχει πια και το μέλλον δεν έχει έρθει και στο κάτω κάτω δεν ξέρεις αν θα έρθει ποτέ. ΔΕΣ… Τώρα βγαίνει ο ήλιος , τώρα ζεις , τώρα δημιουργείς. Ένα μυαλό που δε ζει στο τώρα, δεν μπορεί να δημιουργήσει , γιατί κινείται στη σφαίρα του ανύπαρκτου . Το παρελθόν δεν υπάρχει , το μέλλον δεν υπάρχει. Υπάρχει όμως το τώρα. ΤΩΡΑ φτιάχνεις το μέλλον σου, ΤΩΡΑ μαθαίνεις από το παρελθόν σου. Πέτα τις ενοχές του παρελθόντος , πέτα τις προσδοκίες του μέλλοντος. Για να δημιουργήσεις, πρέπει να είσαι στο υπαρκτό, πρέπει να μαγειρεύεις με τα υλικά του τώρα, να είσαι σε εγρήγορση. Κάνε ένα δώρο στον εαυτό σου και απελευθερώσου. Έλα εδώ, έλα στη στιγμή. Μην περιμένεις να γίνεις έξυπνος . Είσαι έξυπνος . Δες πόσο αξίζεις. Μη θαυμάζεις μόνο τους άλλους. Θαύμασε τον εαυτό σου. Πόσο μπορείς να περιμένεις; Πόσο μπορείς να κοιμάσαι; Δες τον Θεό που κουβαλάς μέσα σου και δείξε του εμπιστοσύνη. Ζήσε συνειδητά. ΜΗΝ ΣΤΑΜΑΤΑΣ, μην τεμπελιάζεις. ΚΥΝΗΓΗΣΕ το όνειρο μέσα τη στιγμή. Όταν αγαπάς τη ζωή, δεν υπολογίζεις τον κόπο. Όταν θες κάτι πολύ, δεν υπολογίζεις την κούραση. Άσε λοιπόν τη γκρίνια και κάνε ένα δώρο στον εαυτό σου!
Πόση αντοχή μπορεί να έχει ένας άνθρωπος όταν αγαπάει;
Πόση αντοχή μπορεί να έχει ένας άνθρωπος όταν αγαπάει;
Πόσα είναι αυτά που μπορεί να περάσει για χάρη του προσώπου που θεωρεί το σημαντικότερο στη ζωή του;
Πόσες φορές μπορεί να περάσει μέσα από τη φωτιά, να αντέξει κινήσεις που τον πληγώνουν, να έχει την δύναμη να τα προσπεράσει και να μην αγγίξουν καθόλου το μέγεθος της αγάπης του;
Πόση υπομονή μπορείς να έχεις όταν λατρεύεις έναν άνθρωπο;
Πότε ξυπνάει μέσα μας το ερώτημα, η αξιοπρέπεια (ή ο εγωισμός για κάποιους άλλους) ή εκείνος;
Όταν αγαπάς (αληθινά) δεν έχει όρια η αντοχή σου. Όπως και όταν αντέχεις (αληθινά) δεν έχει όρια η αγάπη σου.
Όταν στον άνθρωπο που αγαπάμε προσδίδουμε την ιδιότητα ‘ο σημαντικότερος άνθρωπος στην ζωή μας’ τότε σημαίνει ότι είμαστε έτοιμοι να κάνουμε τα πάντα για αυτόν τον άνθρωπο. Για να ωριμάσει μια σχέση πρέπει να δοκιμαστεί. Η αγάπη δεν εμπεριέχει μόνο θετικές παραμέτρους (επικοινωνία, κατανόηση, ευτυχία, γαλήνη…), αλλά και αρνητικές (θυσίες, υποχωρήσεις, υπομονή…). Η αγάπη δεν αποδεικνύεται μόνο στα λόγια. Οι πράξεις είναι αυτές που αποδεικνύουν τα λεγόμενά μας και τα συναισθήματά μας κατ’ επέκτασιν.
Όταν ανακύψει το δίλημμα ‘αξιοπρέπεια ή εκείνος’ σημαίνει ότι η ποιότητα των συναισθημάτων μας για τον συγκεκριμένο άνθρωπο έχει αρχίσει να φθείρεται. Τότε είναι η αρχή του τέλους…
Δηλαδή όταν αγαπάς με πάθος, προσπαθείς να κρατήσεις ισορροπία; Από φόβο μήπως τα κομμάτια σου στο τέλος είναι άπειρα και δεν μαζεύονται, κάνεις κράτει στα συναισθήματα;
Βαδίζεις προσεκτικά και έχεις την αξιοπρέπεια ή τον εγωισμό σου από το χέρι;
Μήπως δεν είναι πάθος τότε; Μήπως δεν είναι πάθος του έpωτα σαν συναίσθημα;
Είμαι της άποψης ότι οι ισορροπίες είναι απαραίτητο συστατικό/εφόδιο στην ζωή μας και στις σχέσεις μας (διαπροσωπικές, προσωπικές κ.ο.κ.). Το ίδιο και η αξιοπρέπεια. Η αξιοπρέπεια όμως δεν πρέπει να γίνεται εμπόδιο στην εκδήλωση συναισθημάτων, ούτε το αντίθετο φυσικά. Το ένα χέρι νίβει το άλλο και τα δυο το πρόσωπο.
Κάνουμε μικρά αλλά σταθερά βήματα στην ζωή μας και με αυτό τον τρόπο προστατεύουμε τον εαυτό μας από τυχόν ‘ατυχήματα’. Βέβαια στην ζωή όλα μπορούν να συμβούν (ανατροπές, αναπάντεχα)… Με τις εμπειρίες που έχουμε συγκεντρώσει από την ζωή αντιδρούμε ανάλογα
Πόσα είναι αυτά που μπορεί να περάσει για χάρη του προσώπου που θεωρεί το σημαντικότερο στη ζωή του;
Πόσες φορές μπορεί να περάσει μέσα από τη φωτιά, να αντέξει κινήσεις που τον πληγώνουν, να έχει την δύναμη να τα προσπεράσει και να μην αγγίξουν καθόλου το μέγεθος της αγάπης του;
Πόση υπομονή μπορείς να έχεις όταν λατρεύεις έναν άνθρωπο;
Πότε ξυπνάει μέσα μας το ερώτημα, η αξιοπρέπεια (ή ο εγωισμός για κάποιους άλλους) ή εκείνος;
Όταν αγαπάς (αληθινά) δεν έχει όρια η αντοχή σου. Όπως και όταν αντέχεις (αληθινά) δεν έχει όρια η αγάπη σου.
Όταν στον άνθρωπο που αγαπάμε προσδίδουμε την ιδιότητα ‘ο σημαντικότερος άνθρωπος στην ζωή μας’ τότε σημαίνει ότι είμαστε έτοιμοι να κάνουμε τα πάντα για αυτόν τον άνθρωπο. Για να ωριμάσει μια σχέση πρέπει να δοκιμαστεί. Η αγάπη δεν εμπεριέχει μόνο θετικές παραμέτρους (επικοινωνία, κατανόηση, ευτυχία, γαλήνη…), αλλά και αρνητικές (θυσίες, υποχωρήσεις, υπομονή…). Η αγάπη δεν αποδεικνύεται μόνο στα λόγια. Οι πράξεις είναι αυτές που αποδεικνύουν τα λεγόμενά μας και τα συναισθήματά μας κατ’ επέκτασιν.
Όταν ανακύψει το δίλημμα ‘αξιοπρέπεια ή εκείνος’ σημαίνει ότι η ποιότητα των συναισθημάτων μας για τον συγκεκριμένο άνθρωπο έχει αρχίσει να φθείρεται. Τότε είναι η αρχή του τέλους…
Δηλαδή όταν αγαπάς με πάθος, προσπαθείς να κρατήσεις ισορροπία; Από φόβο μήπως τα κομμάτια σου στο τέλος είναι άπειρα και δεν μαζεύονται, κάνεις κράτει στα συναισθήματα;
Βαδίζεις προσεκτικά και έχεις την αξιοπρέπεια ή τον εγωισμό σου από το χέρι;
Μήπως δεν είναι πάθος τότε; Μήπως δεν είναι πάθος του έpωτα σαν συναίσθημα;
Είμαι της άποψης ότι οι ισορροπίες είναι απαραίτητο συστατικό/εφόδιο στην ζωή μας και στις σχέσεις μας (διαπροσωπικές, προσωπικές κ.ο.κ.). Το ίδιο και η αξιοπρέπεια. Η αξιοπρέπεια όμως δεν πρέπει να γίνεται εμπόδιο στην εκδήλωση συναισθημάτων, ούτε το αντίθετο φυσικά. Το ένα χέρι νίβει το άλλο και τα δυο το πρόσωπο.
Κάνουμε μικρά αλλά σταθερά βήματα στην ζωή μας και με αυτό τον τρόπο προστατεύουμε τον εαυτό μας από τυχόν ‘ατυχήματα’. Βέβαια στην ζωή όλα μπορούν να συμβούν (ανατροπές, αναπάντεχα)… Με τις εμπειρίες που έχουμε συγκεντρώσει από την ζωή αντιδρούμε ανάλογα
Η πλάνη της μοναδικής αιτίας
«Το μήλο πέφτει όταν ωριμάσει – γιατί πέφτει; Το βάρος του το τραβάει προς τη γη, το κοτσάνι του έχει ξεραθεί, το έχει ψήσει ο ήλιος, το κούνησε ο άνεμος; Υπακούει απλούστατα στη μυστική έκκληση του πιτσιρικά που το λιγουρεύεται; Τίποτα από όλα αυτά δεν είναι η αληθινή αιτία – μπορεί να είναι όλα αυτά μαζί, ή κάποια απ’ αυτά. Υπάρχει απλώς μια σύμπτωση ευνοϊκών συνθηκών για την πραγματοποίηση οποιασδήποτε στοιχειώδους εκδήλωσης της οργανικής ζωής» γράφει πολύ σωστά ο Τολστόι στο Πόλεμος και ειρήνη. Πρόκειται για την πιο συχνή γνωστική πλάνη που λέγεται «η πλάνη της μοναδικής αιτίας».
Ας υποθέσουμε ότι είστε διευθυντής προϊόντος σε μια επιχείρηση που διαθέτει δημητριακά και μόλις λανσάρατε στην αγορά μια καινούργια γκάμα Bio-Slim-Fit. Έναν μήνα μετά πρέπει να αντιμετωπίσετε κατάματα την πραγματικότητα: πρόκειται για αποτυχία! Πώς θα βρείτε την αιτία αυτής της αποτυχίας; Πρώτον, τώρα ξέρετε ότι δεν υπάρχει μία αλλά πολλές αιτίες. Πάρτε ένα χαρτί και καταγράψτε όλους τους λόγους που θα μπορούσαν να έχουν προκαλέσει αυτή την εμπορική αποτυχία. Κάντε το ίδιο για τους λόγους που βρίσκονται πίσω από αυτούς τους λόγους. Σε λίγο θα έχετε ένα ολόκληρο δίκτυο πιθανών παραγόντων επίδρασης. Δεύτερον, υπογραμμίστε τους παράγοντες για τους οποίους μπορείτε να κάνετε κάτι και διαγράψτε τους άλλους (παραδείγματος χάριν, την «ανθρώπινη φύση»). Τρίτον, πραγματοποιήστε εμπειρικούς ελέγχους μεταφέροντας τους υπογραμμισμένους παράγοντες σε διαφορετικές αγορές. Θα σας στοιχίσει χρόνο και χρήμα, αλλά είναι ο μοναδικός τρόπος για να βγείτε από αυτόν τον «βάλτο» των υποθέσεων.
Η πλάνη της μοναδικής αιτίας είναι τόσο παλιά όσο και επικίνδυνη. Έχουμε μάθει να βλέπουμε τον άνθρωπο ως «πατέρα των πράξεών του». Το είπε ο Αριστοτέλης πριν από 2.400 χρόνια. Σήμερα ξέρουμε ότι αυτό δεν ισχύει. Δεν έχουμε ελευθερία βούλησης, πρόκειται μάλλον για χιλιάδες παράγοντες που δρουν από κοινού για να πυροδοτήσουν μια πράξη – γενετική προδιάθεση, παιδεία, ποσότητα ορμονών που απελευθερώνονται από τους νευρώνες. Παρ’ όλα αυτά παραμένουμε προσκολλημένοι σ’ αυτή την παρωχημένη εικόνα του ανθρώπου. Δεν είναι απλώς ανόητο, είναι και επικίνδυνο από ηθική άποψη: όσο πιστεύουμε στη μοναδική αιτία, θα έχουμε πάντα την τάση να αποδίδουμε την καταστροφή σε μεμονωμένα άτομα και να αποδίδουμε σε αυτά όλη την ευθύνη. Το ηλίθιο κυνήγι του αποδιοπομπαίου τράγου ενισχύει ουσιαστικά την άσκηση εξουσίας – ένα παιχνίδι που οι άνθρωποι παίζουν επί χιλιετίες.
Η πλάνη της μοναδικής αιτίας είναι τόσο παλιά όσο και επικίνδυνη. Έχουμε μάθει να βλέπουμε τον άνθρωπο ως «πατέρα των πράξεών του». Το είπε ο Αριστοτέλης πριν από 2.400 χρόνια. Σήμερα ξέρουμε ότι αυτό δεν ισχύει. Δεν έχουμε ελευθερία βούλησης, πρόκειται μάλλον για χιλιάδες παράγοντες που δρουν από κοινού για να πυροδοτήσουν μια πράξη – γενετική προδιάθεση, παιδεία, ποσότητα ορμονών που απελευθερώνονται από τους νευρώνες. Παρ’ όλα αυτά παραμένουμε προσκολλημένοι σ’ αυτή την παρωχημένη εικόνα του ανθρώπου. Δεν είναι απλώς ανόητο, είναι και επικίνδυνο από ηθική άποψη: όσο πιστεύουμε στη μοναδική αιτία, θα έχουμε πάντα την τάση να αποδίδουμε την καταστροφή σε μεμονωμένα άτομα και να αποδίδουμε σε αυτά όλη την ευθύνη. Το ηλίθιο κυνήγι του αποδιοπομπαίου τράγου ενισχύει ουσιαστικά την άσκηση εξουσίας – ένα παιχνίδι που οι άνθρωποι παίζουν επί χιλιετίες.
John Stuart Mill: Η αναγκαιότητα της ελεύθερης έκφρασης
Η Μπενθαμική θεωρία συχνά, όπως προαναφέρθηκε, βρέθηκε στο κέντρο της νέας προοδευτικής σκέψης του Mill. Ένα από τα σημεία της θεωρίας του Jeremy Bentham για το οποίο δέχτηκε αυστηρή κριτική από τον Mill ήταν αυτό που αφορούσε στην ανθρώπινη φύση και τις δυνατότητές της.
Για τον Bentham η ανθρώπινη φύση μπορεί να πράττει και να
σκέφτεται μηχανικά, σαν ένα εργαλείο, υπολογίζοντας το συμφέρον του
και έχοντας ως μοναδικό στόχο την απόκτηση όσο το δυνατόν
περισσότερης ηδονής. Για τον Mill όμως η ανθρώπινη φύση είναι κάτι
πολύ πιο περίπλοκο και σύνθετο: «Η ανθρώπινη φύση δεν είναι μηχανή
για να κατασκευάζεται σύμφωνα με ένα πρότυπο και να εκτελεί την
εργασία που ορίζεται στις προδιαγραφές της, αλλά ένα δέντρο που πρέπει
να μεγαλώνει και να αναπτύσσεται προς όλες τις κατευθύνσεις».
Γι’ αυτόν το λόγο η ζωή του καθενός έχει συνεχώς περιθώρια
βελτίωσης, αφού τα άτομα θα έχουν πάντα τη δυνατότητα να επιλέγουν
τις πράξεις τους ελεύθερα. Η αυτενέργεια λοιπόν είναι αυτή που βοηθά
τα άτομα να συνειδητοποιήσουν τις ατομικές τους δυνατότητες και να
οδηγηθούν στην αυτοολοκλήρωση.
Η δυνατότητα της ελεύθερης έκφρασης σε συνδυασμό με τη
δυνατότητα για αυτενέργεια καλλιεργεί την υπευθυνότητα των ατόμων
και συμβάλλει στην ωρίμανση της σκέψης και της κρίσης τους. Το ότι το
άτομο είναι ελεύθερο να πράξει και συνεπώς να εκφραστεί δε σημαίνει
ότι δεν μπορεί να κάνει λάθος επιλογές ή να υιοθετήσει λανθασμένες
αντιλήψεις. Εφόσον όμως δεν υπάρχει πλήρης βεβαιότητα για την
ορθότητα μιας πράξης, όταν διαπιστώνονται λάθη στις επιλογές των
ατόμων, αυτά δεν πρέπει να τιμωρούνται και να έρχονται αντιμέτωπα με
το νόμο και κυρίως με την κοινωνική κατακραυγή.
Είναι σημαντικό για τον Mill τα άτομα να μην καταπιέζουν την
ελεύθερη σκέψη και έκφρασή τους υπό το βάρος και την καταπίεση της
βούλησης των άλλων, που ίσως και να ανήκουν στο πλειοψηφικό
κομμάτι της κοινωνίας στην οποία εντάσσονται. Η καλύτερη
αντιμετώπιση των ατόμων που υπέπεσαν σε λάθος επιλογές είναι να
παροτρύνονται και να δέχονται συμβουλές προκειμένου να διορθωθούν.
Ο Mill με αυτό του το επιχείρημα δίνει περιθώρια αποδοκιμασίας, η
οποία όχι μόνο δε θα καλλιεργεί την καταπίεση και το φόβο στα άτομα
του κοινωνικού συνόλου, αλλά θα δίνει σε αυτά συνεχείς ευκαιρίες και
δυνατότητες εξέλιξης και προόδου, οι οποίες θα στοχεύουν στον
αντικειμενικό σκοπό της αυτοολοκλήρωσης.
Είναι ξεκάθαρη λοιπόν η πρόθεση του Mill για σύσφιξη των σχέσεων
του κοινωνικού συνόλου. Η κοινωνική ενότητα, η οποία σαφώς προάγει
τόσο την ατομική όσο και την κοινωνική ευημερία, επιτυγχάνεται
απορρίπτοντας την ακραία αποδοκιμασία και τις βιαιότητες. Η άμεση
παρέμβαση είναι επιτρεπτή μόνο σε πράξεις που κρίνονται άμεσα
επιζήμιες. Ο βαθμός λοιπόν ελέγχου και επιρροής στις πράξεις των
ατόμων καθορίζουν τη συμπεριφορά όλων. Ο μόνος λόγος επέμβασης
στις πράξεις των άλλων είναι η αυτο- προστασία με την παράλληλη όμως
διαφύλαξη της πολύτιμης ελευθερίας.
Το επιχείρημα της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης φέρνει
την πρόοδο μέσα από τη φαντασία και την αυθόρμητη πρωτοβουλία, ενώ
ο φόβος στο νέο, το διαφορετικό, το εκκεντρικό ωθεί τον πολιτισμό στην
οπισθοδρόμηση. Όλοι πρέπει να διατυπώνουν ελεύθερα τις γνώμες τους,
όσο ριζοσπαστικές και αν είναι. Η ανάγκη αυτή όμως γίνεται επιτακτική
ιδίως, όταν οι γνώμες διατυπώνονται από ιδιοφυείς ανθρώπους. Ο
στοχασμός του Mill θεμελιώθηκε στο προβάδισμα του πνεύματος των
πεφωτισμένων και κατάφερε να συνδέσει την πολιτική του θεωρία με την
οικονομική και τη θεωρία της ατομικής ελευθερίας. Η πολυγνωμία
φέρνει την αλήθεια πιο κοντά στον άνθρωπο, ενώ η φίμωσή της βυθίζει
τα άτομα στο σκοτάδι.
Η φύση των ανθρώπων είναι τέτοια που κάνει τις δυνάμεις τους να
διαφέρουν μεταξύ τους. Έτσι, όσοι κατέχουν από τη φύση τους
περισσότερα εφόδια, είναι πιο εύκολο να υπερπηδήσουν τα εμπόδια της
ζωής, τα οποία επίσης διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο. Οι
άνθρωποι κατέχουν δυνάμεις διαφορετικού τύπου και γι’ αυτό και οι
ικανότητές τους, οι επιδόσεις τους και οι κλίσεις τους ποικίλουν σε κάθε
τομέα. Αυτή είναι η πραγματικότητα της ζωής, να υπάρχουν τόσο οι
δυνατοί και ταλαντούχοι όσο και οι αδύναμοι και ατάλαντοι.
Οι πιο δυνατοί, οι ιδιοφυείς άνθρωποι αναλαμβάνουν το καθήκον της
καθοδήγησης των αδυνάτων, προκειμένου να επέλθει η βελτίωση μέσω
της αφύπνισης: «Αυτοί οι ελάχιστοι είναι το άλας της γης. Χωρίς αυτούς
η ανθρώπινη ζωή θα έμοιαζε λάκκος με στάσιμα νερά. Πρόκειται για
ανθρώπους οι οποίοι εγκαινιάζουν τα καλά πράγματα που δεν υπήρχαν
πριν και ταυτόχρονα διατηρούν ζωντανά τα ήδη υπάρχοντα». 22
Η ατομικότητα και η ελεύθερη ανάπτυξη για τον Mill είναι έννοιες
ταυτόσημες και επιτυγχάνονται μέσω της αυτοβελτίωσης της ενεργητικής
φύσης κυρίως αυτών των πνευματικότερων ανθρώπων. Έχουν χρέος
τους να κοινοποιήσουν τις πολύτιμες σκέψεις τους στην ανθρωπότητα,
χωρίς φόβο και περιορισμούς, αλλά ελεύθερα: «Η ιδιοφυΐα μπορεί να
αναπνέει ελεύθερα μόνο σε ατμόσφαιρα ελευθερίας».
Πολλοί κατηγόρησαν άδικα τον Mill για ελιτισμό εξαιτίας του
προβαδίσματος που δίνει σε αυτούς τους λίγους καλλιεργημένους
ανθρώπους των κοινωνιών. Ο Mill όμως δεν ισχυριζόταν ότι μόνο οι
ιδιοφυείς άνθρωποι είχαν δικαίωμα έκφρασης. Αντιθέτως, κάθε
άνθρωπος έχει το δικαίωμα να εκφράζεται χωρίς να μπορεί να παρέμβει
κανείς: «Ακόμα και αν όλοι οι άνθρωποι, εκτός από έναν, είχαν την ίδια
γνώμη, δε θα είχαν το δικαίωμα να φιμώσουν αυτόν τον έναν, όπως
ακριβώς και αυτός δε θα είχε το δικαίωμα, αν διέθετε την αντίθετη
άποψη, να φιμώσει όλους τους άλλους».
Η μόνη περίπτωση στην οποία μπορεί το κράτος να παρέμβει είναι,
όταν διαδίδονται ιδέες προκλητικές που σκοπό δεν έχουν να προάγουν
την αλήθεια και τη γενική ευημερία, αλλά στοχεύουν στο να
προκαλέσουν βιαιότητες, εχθροπραξίες, μισαλλοδοξία και φανατισμό. Σε
καμία άλλη περίπτωση η παρακώλυση της αυτόνομης σκέψης δεν
υποστηρίζεται από τον Mill.
Κανείς δεν πρέπει να μένει αδρανής και να δέχεται παθητικά ό,τι είχε
έως τώρα ισχύ, οτιδήποτε θεωρείται αδιαμφισβήτητο. Ο χαρακτήρας για
να διαμορφωθεί απαιτεί δράση, αυτενέργεια, ελευθερία έκφρασης,
ξεκάθαρη βούληση. Κάθε έλλογο ον υποχρεούται να επιλέξει το δικό του
προσωπικό δρόμο για να ευημερήσει και γι’ αυτό χρειάζεται σθένος και
όχι νωθρότητα. Μόνο έτσι ικανοποιείται η εσωτερική μας ανάγκη να
γνωρίσουμε το βαθύτερό μας εαυτό.
Για τον Mill αυτός που υπάρχει και εξελίσσεται δημιουργεί συνεχώς
ένα νέο εαυτό με τη σταθερά αυξανόμενη διαδικασία της ωρίμανσης. Η
ενεργητική φύση φτάνει στα ανώτερα επίπεδα με τη συνεχή εξάσκηση
και αυτοβελτίωση. «Οι ζωηρές ορμές δεν είναι παρά η ενεργητικότητα
του ατόμου. Η ενεργητικότητα μπορεί να χρησιμοποιηθεί με κακό τρόπο.
Αλλά είναι πάντα η ενεργητική και όχι η απαθής και αδρανής φύση που
κάνει το καλό».
Η ασθενής φύση λοιπόν είναι καταδικασμένη στην αδράνεια και στην
αυτοκαταστροφή. Η αντιγνωμία φέρνει επαγρύπνιση, γι’ αυτό μια γνώμη
έχει νόημα, όταν την αντιμαχόμαστε και όχι όταν τη θεωρούμε
αναμφισβήτητη.
Η αυτοβελτίωση επέρχεται με την αυτοϋπέρβαση μέσω του αιώνιου
πειραματισμού. Αυτή η ελευθερία λοιπόν δηλώνει την κυριαρχία και
αναδεικνύει την υπεροχή της ανθρώπινης φύσης, την οποία έχουμε
καθήκον να προάγουμε. Οι λίγοι που καταφέρνουν να
αυτοολοκληρώνονται πρέπει να εκφράζουν τις απόψεις τους, ακόμα και
αν αυτές θεωρούνται αιρετικές, προκειμένου να βελτιωθεί η κοινωνία και
να προοδεύσει η ανθρωπότητα χωρίς να αναπαύεται στην ευκολία της
μετριότητας.
Για τον Bentham η ανθρώπινη φύση μπορεί να πράττει και να
σκέφτεται μηχανικά, σαν ένα εργαλείο, υπολογίζοντας το συμφέρον του
και έχοντας ως μοναδικό στόχο την απόκτηση όσο το δυνατόν
περισσότερης ηδονής. Για τον Mill όμως η ανθρώπινη φύση είναι κάτι
πολύ πιο περίπλοκο και σύνθετο: «Η ανθρώπινη φύση δεν είναι μηχανή
για να κατασκευάζεται σύμφωνα με ένα πρότυπο και να εκτελεί την
εργασία που ορίζεται στις προδιαγραφές της, αλλά ένα δέντρο που πρέπει
να μεγαλώνει και να αναπτύσσεται προς όλες τις κατευθύνσεις».
Γι’ αυτόν το λόγο η ζωή του καθενός έχει συνεχώς περιθώρια
βελτίωσης, αφού τα άτομα θα έχουν πάντα τη δυνατότητα να επιλέγουν
τις πράξεις τους ελεύθερα. Η αυτενέργεια λοιπόν είναι αυτή που βοηθά
τα άτομα να συνειδητοποιήσουν τις ατομικές τους δυνατότητες και να
οδηγηθούν στην αυτοολοκλήρωση.
Η δυνατότητα της ελεύθερης έκφρασης σε συνδυασμό με τη
δυνατότητα για αυτενέργεια καλλιεργεί την υπευθυνότητα των ατόμων
και συμβάλλει στην ωρίμανση της σκέψης και της κρίσης τους. Το ότι το
άτομο είναι ελεύθερο να πράξει και συνεπώς να εκφραστεί δε σημαίνει
ότι δεν μπορεί να κάνει λάθος επιλογές ή να υιοθετήσει λανθασμένες
αντιλήψεις. Εφόσον όμως δεν υπάρχει πλήρης βεβαιότητα για την
ορθότητα μιας πράξης, όταν διαπιστώνονται λάθη στις επιλογές των
ατόμων, αυτά δεν πρέπει να τιμωρούνται και να έρχονται αντιμέτωπα με
το νόμο και κυρίως με την κοινωνική κατακραυγή.
Είναι σημαντικό για τον Mill τα άτομα να μην καταπιέζουν την
ελεύθερη σκέψη και έκφρασή τους υπό το βάρος και την καταπίεση της
βούλησης των άλλων, που ίσως και να ανήκουν στο πλειοψηφικό
κομμάτι της κοινωνίας στην οποία εντάσσονται. Η καλύτερη
αντιμετώπιση των ατόμων που υπέπεσαν σε λάθος επιλογές είναι να
παροτρύνονται και να δέχονται συμβουλές προκειμένου να διορθωθούν.
Ο Mill με αυτό του το επιχείρημα δίνει περιθώρια αποδοκιμασίας, η
οποία όχι μόνο δε θα καλλιεργεί την καταπίεση και το φόβο στα άτομα
του κοινωνικού συνόλου, αλλά θα δίνει σε αυτά συνεχείς ευκαιρίες και
δυνατότητες εξέλιξης και προόδου, οι οποίες θα στοχεύουν στον
αντικειμενικό σκοπό της αυτοολοκλήρωσης.
Είναι ξεκάθαρη λοιπόν η πρόθεση του Mill για σύσφιξη των σχέσεων
του κοινωνικού συνόλου. Η κοινωνική ενότητα, η οποία σαφώς προάγει
τόσο την ατομική όσο και την κοινωνική ευημερία, επιτυγχάνεται
απορρίπτοντας την ακραία αποδοκιμασία και τις βιαιότητες. Η άμεση
παρέμβαση είναι επιτρεπτή μόνο σε πράξεις που κρίνονται άμεσα
επιζήμιες. Ο βαθμός λοιπόν ελέγχου και επιρροής στις πράξεις των
ατόμων καθορίζουν τη συμπεριφορά όλων. Ο μόνος λόγος επέμβασης
στις πράξεις των άλλων είναι η αυτο- προστασία με την παράλληλη όμως
διαφύλαξη της πολύτιμης ελευθερίας.
Το επιχείρημα της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης φέρνει
την πρόοδο μέσα από τη φαντασία και την αυθόρμητη πρωτοβουλία, ενώ
ο φόβος στο νέο, το διαφορετικό, το εκκεντρικό ωθεί τον πολιτισμό στην
οπισθοδρόμηση. Όλοι πρέπει να διατυπώνουν ελεύθερα τις γνώμες τους,
όσο ριζοσπαστικές και αν είναι. Η ανάγκη αυτή όμως γίνεται επιτακτική
ιδίως, όταν οι γνώμες διατυπώνονται από ιδιοφυείς ανθρώπους. Ο
στοχασμός του Mill θεμελιώθηκε στο προβάδισμα του πνεύματος των
πεφωτισμένων και κατάφερε να συνδέσει την πολιτική του θεωρία με την
οικονομική και τη θεωρία της ατομικής ελευθερίας. Η πολυγνωμία
φέρνει την αλήθεια πιο κοντά στον άνθρωπο, ενώ η φίμωσή της βυθίζει
τα άτομα στο σκοτάδι.
Η φύση των ανθρώπων είναι τέτοια που κάνει τις δυνάμεις τους να
διαφέρουν μεταξύ τους. Έτσι, όσοι κατέχουν από τη φύση τους
περισσότερα εφόδια, είναι πιο εύκολο να υπερπηδήσουν τα εμπόδια της
ζωής, τα οποία επίσης διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο. Οι
άνθρωποι κατέχουν δυνάμεις διαφορετικού τύπου και γι’ αυτό και οι
ικανότητές τους, οι επιδόσεις τους και οι κλίσεις τους ποικίλουν σε κάθε
τομέα. Αυτή είναι η πραγματικότητα της ζωής, να υπάρχουν τόσο οι
δυνατοί και ταλαντούχοι όσο και οι αδύναμοι και ατάλαντοι.
Οι πιο δυνατοί, οι ιδιοφυείς άνθρωποι αναλαμβάνουν το καθήκον της
καθοδήγησης των αδυνάτων, προκειμένου να επέλθει η βελτίωση μέσω
της αφύπνισης: «Αυτοί οι ελάχιστοι είναι το άλας της γης. Χωρίς αυτούς
η ανθρώπινη ζωή θα έμοιαζε λάκκος με στάσιμα νερά. Πρόκειται για
ανθρώπους οι οποίοι εγκαινιάζουν τα καλά πράγματα που δεν υπήρχαν
πριν και ταυτόχρονα διατηρούν ζωντανά τα ήδη υπάρχοντα». 22
Η ατομικότητα και η ελεύθερη ανάπτυξη για τον Mill είναι έννοιες
ταυτόσημες και επιτυγχάνονται μέσω της αυτοβελτίωσης της ενεργητικής
φύσης κυρίως αυτών των πνευματικότερων ανθρώπων. Έχουν χρέος
τους να κοινοποιήσουν τις πολύτιμες σκέψεις τους στην ανθρωπότητα,
χωρίς φόβο και περιορισμούς, αλλά ελεύθερα: «Η ιδιοφυΐα μπορεί να
αναπνέει ελεύθερα μόνο σε ατμόσφαιρα ελευθερίας».
Πολλοί κατηγόρησαν άδικα τον Mill για ελιτισμό εξαιτίας του
προβαδίσματος που δίνει σε αυτούς τους λίγους καλλιεργημένους
ανθρώπους των κοινωνιών. Ο Mill όμως δεν ισχυριζόταν ότι μόνο οι
ιδιοφυείς άνθρωποι είχαν δικαίωμα έκφρασης. Αντιθέτως, κάθε
άνθρωπος έχει το δικαίωμα να εκφράζεται χωρίς να μπορεί να παρέμβει
κανείς: «Ακόμα και αν όλοι οι άνθρωποι, εκτός από έναν, είχαν την ίδια
γνώμη, δε θα είχαν το δικαίωμα να φιμώσουν αυτόν τον έναν, όπως
ακριβώς και αυτός δε θα είχε το δικαίωμα, αν διέθετε την αντίθετη
άποψη, να φιμώσει όλους τους άλλους».
Η μόνη περίπτωση στην οποία μπορεί το κράτος να παρέμβει είναι,
όταν διαδίδονται ιδέες προκλητικές που σκοπό δεν έχουν να προάγουν
την αλήθεια και τη γενική ευημερία, αλλά στοχεύουν στο να
προκαλέσουν βιαιότητες, εχθροπραξίες, μισαλλοδοξία και φανατισμό. Σε
καμία άλλη περίπτωση η παρακώλυση της αυτόνομης σκέψης δεν
υποστηρίζεται από τον Mill.
Κανείς δεν πρέπει να μένει αδρανής και να δέχεται παθητικά ό,τι είχε
έως τώρα ισχύ, οτιδήποτε θεωρείται αδιαμφισβήτητο. Ο χαρακτήρας για
να διαμορφωθεί απαιτεί δράση, αυτενέργεια, ελευθερία έκφρασης,
ξεκάθαρη βούληση. Κάθε έλλογο ον υποχρεούται να επιλέξει το δικό του
προσωπικό δρόμο για να ευημερήσει και γι’ αυτό χρειάζεται σθένος και
όχι νωθρότητα. Μόνο έτσι ικανοποιείται η εσωτερική μας ανάγκη να
γνωρίσουμε το βαθύτερό μας εαυτό.
Για τον Mill αυτός που υπάρχει και εξελίσσεται δημιουργεί συνεχώς
ένα νέο εαυτό με τη σταθερά αυξανόμενη διαδικασία της ωρίμανσης. Η
ενεργητική φύση φτάνει στα ανώτερα επίπεδα με τη συνεχή εξάσκηση
και αυτοβελτίωση. «Οι ζωηρές ορμές δεν είναι παρά η ενεργητικότητα
του ατόμου. Η ενεργητικότητα μπορεί να χρησιμοποιηθεί με κακό τρόπο.
Αλλά είναι πάντα η ενεργητική και όχι η απαθής και αδρανής φύση που
κάνει το καλό».
Η ασθενής φύση λοιπόν είναι καταδικασμένη στην αδράνεια και στην
αυτοκαταστροφή. Η αντιγνωμία φέρνει επαγρύπνιση, γι’ αυτό μια γνώμη
έχει νόημα, όταν την αντιμαχόμαστε και όχι όταν τη θεωρούμε
αναμφισβήτητη.
Η αυτοβελτίωση επέρχεται με την αυτοϋπέρβαση μέσω του αιώνιου
πειραματισμού. Αυτή η ελευθερία λοιπόν δηλώνει την κυριαρχία και
αναδεικνύει την υπεροχή της ανθρώπινης φύσης, την οποία έχουμε
καθήκον να προάγουμε. Οι λίγοι που καταφέρνουν να
αυτοολοκληρώνονται πρέπει να εκφράζουν τις απόψεις τους, ακόμα και
αν αυτές θεωρούνται αιρετικές, προκειμένου να βελτιωθεί η κοινωνία και
να προοδεύσει η ανθρωπότητα χωρίς να αναπαύεται στην ευκολία της
μετριότητας.
Νεοπτόλεμος: Ο άξιος γιος του Αχιλλέα
Ο Νεοπτόλεμος, σύμφωνα με την παράδοση ήταν γιος του Αχιλλέα και της Διηδάμειας, μιας από τις κόρες του βασιλιά της Σκύρου Λυκομήδη. Το όνομά του, είτε σημαίνει νεαρός πολεμιστής, ή νέος μαχητής [< νέος+πτόλεμος (πόλεμος)], είτε αυτός που πίπτει νέος στον πόλεμο, οπότε και το όνομά του αναφέρεται τιμητικά στον νεκρό πατέρα του, τον Αχιλλέα, που πράγματι έπεσε νέος στον πόλεμο [στην Τροία].
ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΥΡΟ ΣΤΟ ΙΛΙΟΝ: Ο Νεοπτόλεμος, ο οποίος ονομαζόταν και Πύρρος, δηλαδή κοκκινόξανθος, ανατράφηκε στο ανάκτορο του παππού του στη Σκύρο. Μετά τον θάνατο του Αχιλλέα, ο έφηβος ακόμη Νεοπτόλεμος, που φαίνεται πως ονομάστηκε έτσι από τον παιδαγωγό του, Φοίνικα, πείστηκε από τον Οδυσσέα να πολεμήσει στην Τροία, στη θέση του νεκρού του πατέρα, γιατί ήταν δισέγγονος του Αιακού και, σύμφωνα με κάποιο χρησμό, η Τροία δεν θα κυριευόταν χωρίς τη βοήθεια ενός απογόνου του Αιακού. Ο χρησμός δικαιολογούνταν επειδή ο Αιακός, πριν από πολλά χρόνια, είχε βοηθήσει στην κατασκευή των τειχών της Τροίας. Ο Νεοπτόλεμος φορώντας το θώρακα και τον οπλισμό του πατέρα του, που του τα πρόσφερε ο Οδυσσέας, αναδείχτηκε σε έναν από τους επιφανέστερους ήρωες στην άλωση της Τροίας. Ήταν ένας από τους πρώτους που μπήκαν στην Τροία βγαίνοντας από το Δούρειο Ίππο. Σκότωσε μάλιστα τον ίδιο τον Πρίαμο και τον εγγονό του, Αστυάνακτα, που ήταν γιος του Έκτορα. Κάποιες παραδόσεις αναφέρουν ότι ο Νεοπτόλεμος θυσίασε στον τάφο του πατέρα του την κόρη του Πριάμου, Πολυξένη. Πάντως, αποχωρώντας από την αλωθείσα Τροία, πήρε ως λάφυρο μαζί του τη σύζυγο του Έκτορα, την Ανδρομάχη.
ΤΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ: Για την επιστροφή του υπάρχουν διάφορες παραδόσεις. Σύμφωνα με την επικρατέστερη απ΄ αυτές, εγκαταστάθηκε στην Ήπειρο, όπου και αναδείχθηκε βασιλιάς των Μολοσσών. Μάλιστα από τη βασιλική αυτή γενιά του Νεοπτολέμου κατάγεται και η μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Ολυμπιάδα. Μια άλλη εκδοχή αναφέρει ότι επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου και τελικά παντρεύτηκε την κόρη του Μενελάου και της Ελένης, Ερμιόνη, την οποία όμως ο πατέρας της είχε προηγουμένως υποσχεθεί στον Ορέστη. Σύμφωνα με την ίδια εκδοχή, ο Ορέστης φέρεται να σκότωσε το Νεοπτόλεμο στους Δελφούς, όπου λέγετο πως υπήρχε και ο τάφος του γιου του Αχιλλέα. Μάλιστα οι κάτοικοι της περιοχής τον λάτρευαν ως ήρωα. Ο Παυσανίας, αλλοιώνοντας αυτή την εκδοχή, ισχυρίζεται πως ο Νεοπτόλεμος σκοτώθηκε από ιερέα του Απόλλωνα, κι ο λόγος ήταν πραγματικά ασήμαντος: για τις μερίδες των σφαγίων της θυσίας κατά την εορτή των Θεοξενίων! Πάντως, το τέμενος προς τιμήν του βρισκόταν στο ύψος του ναού του Απόλλωνα, δυτικά της Στοάς του Αττάλου.
Ο Αριστοτέλης και η αξία της ηθικής φιλοσοφίας
Αφού εξηγήθηκαν επακριβώς όλες οι διανοητικές αρετές (φρόνηση, σύνεση, γνώμη), που καθορίζουν την κατάκτηση της ηθικής αρετής (κι όχι τη γνώση των επιστημών), ο Αριστοτέλης αναρωτιέται: «Σε τι χρησιμεύουν οι διανοητικές αυτές αρετές;» (1143b 12, 19-20).
Ξεκινώντας τη διερεύνηση διατυπώνει μια πιθανή σκέψη κάποιου που αγνοεί τα ζητήματα της φιλοσοφίας: «Η φιλοσοφική σοφία δεν πρόκειται να σκεφτεί και να εξετάσει τίποτε από αυτά που μπορούν να κάνουν ευδαίμονα έναν άνθρωπο (για το λόγο ότι δεν έχει για αντικείμενό της οποιαδήποτε μορφή γένεσης)» (1143b 12, 20-21).
Όσο για τη φρόνηση, θα μπορούσε, επίσης, κάποιος να πει: «Η φρόνηση είναι, ασφαλώς, η διανοητική αρετή που ασχολείται με τα δίκαια, τα ωραία και τα καλά για τον άνθρωπο πράγματα, αυτά όμως ακριβώς είναι τα πράγματα που είναι στη φύση του ανθρώπου να τα πράττει, και με το να τα γνωρίζουμε δεν είμαστε καθόλου πιο ικανοί να τα πράττουμε, αν είναι αλήθεια ότι οι αρετές είναι έξεις – ακριβώς όπως η απλή γνώση των σχετικών με την υγεία και την καλή μας φυσική κατάσταση δε θα μας κάνει πιο ικανούς να πράττουμε τα σχετικά με την υγεία και την καλή μας φυσική κατάσταση (όχι με το νόημα ότι παράγουν υγεία ή σωματική δύναμη, αλλά με το νόημα ότι είναι το αποτέλεσμα της σχετικής έξης)· γιατί δεν είμαστε πιο ικανοί να πράττουμε όλα τα σχετικά με την υγεία ή την καλή μας φυσική κατάσταση, αν έχουμε απλώς γνώση της ιατρικής ή της γυμναστικής» (1143b 12, 23-30).
Και οι αντιρρήσεις θα μπορούσαν να συνεχιστούν: «Αν όμως πρέπει να πούμε ότι ένας άνθρωπος πρέπει να έχει φρόνηση όχι γι’ αυτά, αλλά για να γίνει ενάρετος άνθρωπος, η φρόνηση δε θα ήταν καθόλου χρήσιμη σ’ αυτούς που είναι ήδη ενάρετοι άνθρωποι – πολύ περισσότερο σ’ αυτούς που δεν έχουν αρετή· γιατί δεν έχει καμιά σημασία αν έχουν οι ίδιοι φρόνηση ή αν ακολουθούν τις υποδείξεις άλλων που την έχουν. Για μας θα είναι αρκετό να κάνουμε αυτό που κάνουμε στην περίπτωση της υγείας: θέλουμε να είμαστε υγιείς, δε μαθαίνουμε όμως γι’ αυτό την ιατρική τέχνη» (1143b 12, 30-36).
Θα έλεγε κανείς ότι οποιοσδήποτε που δεν κατέχει τη φρόνηση (όπως δεν κατέχει την ιατρική) θα μπορούσε να απευθυνθεί σε κάποιον επαγγελματία σύμβουλο που την κατέχει (σε αντιστοιχία με τον επαγγελματία γιατρό) και να ανταποκριθεί επαρκώς στις περιστάσεις που τον αφορούν. Από αυτή την άποψη, η κατοχή της φρόνησης καθίσταται περιττή.
Ο Αριστοτέλης θα απαντήσει ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να γίνει, γιατί δεν υπάρχει φρόνηση που να μη συνοδεύεται από την ελεύθερη βούληση. Ο φρόνιμος άνθρωπος, αυτός που είναι σε θέση να πάρει τις ορθές αποφάσεις προς την κατεύθυνση της ευτυχίας, επιλέγει ελεύθερα τις ενάρετες πράξεις, ακριβώς επειδή τις προτιμά και εισπράττει χαρά κάνοντάς τες. Αντίθετα, εκείνος που δεν είναι φρόνιμος δεν έχει εθιστεί και δεν μπορεί να συνδυάσει τη χαρά με τις πράξεις της φρόνησης. Εφόσον, όμως, δε νιώθει χαρά, δεν υπάρχει καμία συμβουλή που να μπορεί να τον αναγκάσει. Ο άνθρωπος που νιώθει χαρά από τις τιποτένιες πράξεις θα καταφύγει σ’ αυτές, ακόμη κι αν όλοι οι φρόνιμοι της γης τον συμβουλεύουν για το αντίθετο.
Γι’ αυτό ο εθισμός έχει τεράστια σημασία. Ο δάσκαλος, ο νομοθέτης, το κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον πρέπει να δράσουν αποτελεσματικά, ώστε να εθιστεί κανείς από μικρή ηλικία στις πράξεις της αρετής. Αν ο εθισμός δε συντελεστεί, φρόνηση κατά παραγγελία δεν υπάρχει: «Όπως δηλαδή λέμε ότι κάποιοι άνθρωποι πράττουν πράξεις δικαιοσύνης χωρίς ακόμη αυτό να σημαίνει ότι είναι δίκαιοι άνθρωποι (παράδειγμα όλοι αυτοί που κάνουν όσα ορίζουν οι νόμοι ή χωρίς τη θέλησή τους ή από άγνοια ή για κάποιον άλλο άσχετο λόγο και, πάντως, όχι γι’ αυτές τις ίδιες τις πράξεις) και όμως κάνουν αυτά που πρέπει και όλα όσα πρέπει να κάνει ο ενάρετος άνθρωπος, έτσι, φαίνεται, ότι για να γίνει κανείς αγαθός άνθρωπος πρέπει να βρίσκεται σε μια ορισμένη κατάσταση όταν κάνει την κάθε του πράξη· αυτό θα πει ότι πρέπει κανείς να κάνει τις πράξεις του ως αποτέλεσμα επιλογής και προτίμησης, και, πάντως, για τις ίδιες τις πράξεις» (1144a 12, 15-22).
Η αρετή είναι η δύναμη που ωθεί την επιλογή προς το σωστό και γι’ αυτό πρέπει να συνδέεται με θετικά συναισθήματα, αφού κανείς δεν μπορεί να επιμένει σε πράξεις που του προκαλούν δυσφορία: «Την επιλογή, τώρα και προτίμηση την κάνει σωστή η αρετή, όσα όμως είναι φυσικό να πρέπει να γίνουν για την πραγματοποίησή της, αυτό δεν ανήκει στην αρετή, αλλά σε κάποια άλλη ιδιότητα/δύναμη» (1144a 12, 23-25).
Κι αυτή την άλλη ιδιότητα/δύναμη ο Αριστοτέλης την ονομάζει δεινότητα: «Υπάρχει λοιπόν μια ιδιότητα/ικανότητα που τη λένε δεινότητα. Το χαρακτηριστικό της γνώρισμα είναι ότι όλα όσα συμβάλλουν στην επίτευξη του σκοπού που θέσαμε στον εαυτό μας αυτή μπορεί να τα κάνει και να τα πετύχει. Αν λοιπόν ο σκοπός είναι ωραίος, η ιδιότητα αυτή είναι αξιέπαινη, ενώ αν είναι ευτελής, τότε αυτή είναι πανουργία» (1144a 12, 26-30).
Η δεινότητα είναι η δύναμη για την εκπλήρωση της επιθυμίας. Ως εκ τούτου, από μόνη της δεν συντάσσεται ούτε με το καλό ούτε με το κακό. Το καλό και το κακό έχουν να κάνουν με την ποιότητα του στόχου που θα θέσει κανείς ενεργοποιώντας τη δεινότητά του. Το ζήτημα είναι να βλέπει κανείς καθαρά τις αρχές της πράξης του (αν δηλαδή σχετίζονται με την αρετή, τα μέσα και το τέλος της). Ο Αριστοτέλης σημειώνει: «… η κακία μας διαστρέφει και μας κάνει να ξεγελιόμαστε ως προς τις αρχές της πράξης. Είναι, επομένως, φανερό ότι είναι αδύνατο να είναι κανείς φρόνιμος άνθρωπος χωρίς να είναι ενάρετος» (1144a 12, 39-41).
Η κατάδειξη του αλληλένδετου της αρετής με τη φρόνηση καταδεικνύει και την απάντηση στο αρχικό ερώτημα της χρησιμότητας που μπορεί να έχει η κατοχή της. Πρέπει να είναι κανείς φρόνιμος γιατί μόνο έτσι μπορεί να φτάσει στην αρετή. Και πρέπει να φτάσει στην αρετή, γιατί μόνο έτσι θα μπορεί να είναι ευτυχισμένος.
Κι εδώ βρίσκεται και η απάντηση στο πρώτο μέρος των αμφισβητήσεων σχετικά με τη σημασία της γνώσης της ηθικής φιλοσοφίας, η οποία (θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί) δε βοηθάει τον άνθρωπο, αφού δεν είναι σε θέση να παράξει τίποτε για χάρη του («δεν έχει για αντικείμενό της οποιαδήποτε μορφή γένεσης»): «παράγουν, στην πραγματικότητα, και οι δυο τους» (εννοείται η φιλοσοφική σοφία και η φρόνηση) «κάτι, όχι όπως η ιατρική την υγεία, αλλά: όπως η υγεία είναι η δημιουργός της υγιεινής μας κατάστασης, έτσι η φιλοσοφική σοφία είναι η δημιουργός της ευδαιμονίας» (1144a 12, 4-6).
Κι αφού η αρετή προτείνεται για μια ακόμη φορά ως κλειδί της ευτυχίας, ο Αριστοτέλης νιώθει την ανάγκη να επανέλθει στην εξέτασή της: «Είναι ανάγκη λοιπόν να επανέλθουμε στην εξέταση της αρετής» (1144b 13, 1). Αυτό που τον απασχολεί είναι η εσφαλμένη εντύπωση που βλέπει ότι υπάρχει στους περισσότερους, οι οποίοι εκλαμβάνουν την αρετή σαν κάτι που δίνεται από τη φύση: «Όλοι, πράγματι, οι άνθρωποι πιστεύουν ότι οι διάφορες επιμέρους μορφές χαρακτήρα υπάρχουν κατά κάποιο τρόπο μέσα στον άνθρωπο εκ φύσεως· γιατί και δίκαιοι είμαστε, και ανδρείοι είμαστε, και τάση να γίνουμε σώφρονες έχουμε, και όλες τις άλλες ηθικές ιδιότητες τις έχουμε από την πρώτη στιγμή της γέννησής μας» (1144b 13, 4-7).
Το ζήτημα όμως για τον Αριστοτέλη δεν είναι αυτό: «παρόλα όμως αυτά εμείς ζητούμε κάτι άλλο: την αρετή στην κυριολεκτική της σημασία· ζητούμε δηλαδή αυτές οι ιδιότητες να υπάρχουν μέσα μας με έναν άλλο τρόπο» (1144b 13, 7-8).
Και θα εξηγήσει: «οι φυσικές προδιαθέσεις υπάρχουν και στα παιδιά και στα ζώα, είναι όμως φανερό ότι δίχως τον νου αυτές είναι επιβλαβείς, και το μόνο που μπορεί να προσέξει κανείς είναι τούτο: όπως ένας δυνατός άνθρωπος που κινείται δίχως όραση μπορεί να σκοντάφτει άσχημα, αφού δε βλέπει, έτσι και εδώ· αν όμως ο άνθρωπος αποκτήσει νου, παρουσιάζει τότε μεγάλη διαφορά στις πράξεις του» (1144b 13, 9-14).
Με άλλα λόγια: «η προδιάθεσή του, που ως τότε έμοιαζε με την αρετή, τώρα πια θα είναι αρετή στην πλήρη της σημασία. Όπως λοιπόν ενσχέσει με το δοξαστικό μέρος της ψυχής υπάρχουν δύο έξεις, η δεινότητα και η φρόνηση, έτσι και ενσχέσει με το ηθικό της μέρος υπάρχουν δύο ιδιότητες, η φυσική αρετή και η αρετή στην κυριολεκτική της σημασία – και η δεύτερη δεν μπορεί να υπάρχει δίχως τη φρόνηση» (1144b 13, 14-19).
Η αρετή που δίνεται από τη φύση έχει περισσότερο το χαρακτήρα της δυνατότητας. Ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να κατακτήσει την αρετή και γι’ αυτό είναι σε θέση να την κατανοήσει (ακόμη και να την εφαρμόσει ως ένα βαθμό) κινούμενος από τα φυσικά ένστικτα. Η κατάκτηση της αρετής όμως (όχι πια ως δυνατότητα, αλλά ως αμετάβλητη πράξη) είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, γιατί εμπεριέχει τη συνείδηση που προέρχεται από τη λειτουργία του νου και της φρόνησης. Κι αυτό πρέπει να το μάθει κανείς, γιατί μόνο έτσι μπορεί να φτάσει στην ολοκλήρωση. Αλλιώς θα είναι σαν το τυφλό που είναι αδύνατο να ελέγξει τη δύναμή του σκοντάφτοντας διαρκώς σε όλα τα εμπόδια που θα βρεθούν μπροστά του.
Όμως, το αλληλένδετο της φρόνησης με την αρετή δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην καθολικότητα: «Από όσα λοιπόν είπαμε είναι φανερό ότι δεν είναι δυνατό να είναι κανείς αγαθός (με το αληθινό περιεχόμενο της λέξης) δίχως φρόνηση, ή να είναι κανείς φρόνιμος δίχως την ηθική αρετή. Με αυτόν όμως τον τρόπο αναιρείται και το διαλεκτικό επιχείρημα, με το οποίο θα δοκίμαζε κανείς να αποδείξει ότι οι αρετές μπορούν να υπάρχουν χωριστά: να υπάρχουν κάποιες χωρίς να υπάρχουν άλλες, και αυτό για το λόγο ότι ο ίδιος άνθρωπος δεν είναι το ίδιο καλά προικισμένος από τη φύση για όλες τις αρετές, και έτσι κάποια στιγμή θα έχει αποκτήσει τη μια, την άλλη όμως όχι ακόμη» (1144b 13, 34-39).
Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι δυνατό, αφού αρμόζει περισσότερο στις φυσικές αρετές: «Αυτό όμως είναι δυνατό στην περίπτωση των φυσικών αρετών, δεν είναι όμως δυνατό στην περίπτωση εκείνων των αρετών ενσχέσει με τις οποίες ο άνθρωπος αποκαλείται γενικά αγαθός· γιατί από τη στιγμή που θα υπάρχει η μία, η φρόνηση, θα υπάρξουν και όλες οι άλλες» (1144b 13, 40 και 1145a 1-2).
Η φρόνηση, ως καθοριστικός παράγοντας στη διαμόρφωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, με την έννοια της εκλογικευμένης ισορροπίας στα συναισθήματα και στις πράξεις δε θα μπορούσε να δράσει επιλεκτικά. Κάποιος ή είναι φρόνιμος ή δεν είναι. Κι από τη στιγμή που είναι, θα συμπεριφερθεί αναλόγως σε όλες τις περιστάσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Αριστοτέλης διαφωνεί με το Σωκράτη στο συσχετισμό που κάνει ανάμεσα στην αρετή και τη φρόνηση: «ο Σωκράτης, ενώ τη μια φορά ακολουθούσε στις έρευνές του το σωστό δρόμο, την άλλη έπαιρνε λανθασμένο δρόμο: όταν θεωρούσε ότι όλες οι αρετές είναι μορφές φρόνησης, έκανε λάθος, όταν όμως υποστήριζε ότι οι αρετές δεν υπάρχουν δίχως φρόνηση, μιλούσε σωστά» (1144b 13, 20-23).
Το ότι δεν υπάρχουν αρετές χωρίς τη φρόνηση έχει ήδη διατυπωθεί από τον Αριστοτέλη, επομένως δε θα μπορούσε να υπάρξει διαφωνία. Η άποψη όμως ότι «όλες οι αρετές είναι μορφές φρόνησης» προϋποθέτει ότι η φρόνηση είναι πολλών ειδών πράγμα που θα ακύρωνε την καθολικότητά της, αφού κάποιος θα μπορούσε να το έχει ένα είδος, ενώ το άλλο όχι. Η φρόνηση δεν έχει πολλές μορφές, πολλές μορφές έχει η αρετή που πραγματώνεται από τη φρόνηση, η οποία παραμένει πάντα σταθερή στις αρχές του ορθού λόγου και της μεσότητας. Το ότι η αρετή παίρνει τη μορφή της ανδρείας ή της εγκράτειας ή της επιείκειας ή της πραότητας κλπ, δε σημαίνει ότι αλλάζει η μορφή της φρόνησης που την κινητοποιεί. Κι αυτός είναι ο λόγος της καθολικότητας που της αποδίδει ο Αριστοτέλης.
Θα λέγαμε ότι για τον Αριστοτέλη η φρόνηση δεν είναι απλό παράγωγο της λογικής, αλλά η ίδια η υπόστασή της: «Αρετή δεν είναι η έξη που βρίσκεται απλώς σε συμφωνία με τον ορθό λόγο· αρετή είναι η έξη που είναι ένα με τον ορθό λόγο· και ορθός λόγος στα θέματα αυτά είναι η φρόνηση» (1144b 13, 28-31).
Το τελικό συμπέρασμα θα τεθεί ευθέως: «Είναι, επίσης, φανερό ότι και αν ακόμη η φρόνηση δεν είχε την ικανότητα να ρυθμίζει τις πράξεις των ανθρώπων, θα μας ήταν απαραίτητη, γιατί είναι, όπως το είπαμε, αρετή ενός μέρους της ψυχής μας, και ακόμη, γιατί οι επιλογές και οι προτιμήσεις μας δε θα ήταν σωστές δίχως τη φρόνηση, όπως και δίχως την αρετή: η αρετή καθορίζει το τέλος, ενώ η φρόνηση μας κάνει να εκτελούμε αυτά που οδηγούν στο τέλος». (1145a 13, 3-6).
Κι αφού ως τέλος για τον άνθρωπο ορίζεται σταθερά η ευτυχία, η φρόνηση και η αρετή είναι το θεμέλιο της ανθρώπινης ολοκλήρωσης. Από αυτή την άποψη, η ηθική φιλοσοφία παίρνει διαστάσεις απάντησης στο αιώνιο ερώτημα περί του νοήματος της ζωής. Εφόσον το νόημα της ζωής είναι η ολοκλήρωση, δηλαδή η ευτυχία, ο τρόπος για την επίτευξη αυτού είναι η πραγμάτωση της τέλειας αρετής που θα οδηγήσει και στην τέλεια συνύπαρξη. Κι απ’ ότι φαίνεται ο άνθρωπος χρειάζεται κι άλλο χρόνο για να το συνειδητοποιήσει αυτό.
Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια
Ξεκινώντας τη διερεύνηση διατυπώνει μια πιθανή σκέψη κάποιου που αγνοεί τα ζητήματα της φιλοσοφίας: «Η φιλοσοφική σοφία δεν πρόκειται να σκεφτεί και να εξετάσει τίποτε από αυτά που μπορούν να κάνουν ευδαίμονα έναν άνθρωπο (για το λόγο ότι δεν έχει για αντικείμενό της οποιαδήποτε μορφή γένεσης)» (1143b 12, 20-21).
Όσο για τη φρόνηση, θα μπορούσε, επίσης, κάποιος να πει: «Η φρόνηση είναι, ασφαλώς, η διανοητική αρετή που ασχολείται με τα δίκαια, τα ωραία και τα καλά για τον άνθρωπο πράγματα, αυτά όμως ακριβώς είναι τα πράγματα που είναι στη φύση του ανθρώπου να τα πράττει, και με το να τα γνωρίζουμε δεν είμαστε καθόλου πιο ικανοί να τα πράττουμε, αν είναι αλήθεια ότι οι αρετές είναι έξεις – ακριβώς όπως η απλή γνώση των σχετικών με την υγεία και την καλή μας φυσική κατάσταση δε θα μας κάνει πιο ικανούς να πράττουμε τα σχετικά με την υγεία και την καλή μας φυσική κατάσταση (όχι με το νόημα ότι παράγουν υγεία ή σωματική δύναμη, αλλά με το νόημα ότι είναι το αποτέλεσμα της σχετικής έξης)· γιατί δεν είμαστε πιο ικανοί να πράττουμε όλα τα σχετικά με την υγεία ή την καλή μας φυσική κατάσταση, αν έχουμε απλώς γνώση της ιατρικής ή της γυμναστικής» (1143b 12, 23-30).
Και οι αντιρρήσεις θα μπορούσαν να συνεχιστούν: «Αν όμως πρέπει να πούμε ότι ένας άνθρωπος πρέπει να έχει φρόνηση όχι γι’ αυτά, αλλά για να γίνει ενάρετος άνθρωπος, η φρόνηση δε θα ήταν καθόλου χρήσιμη σ’ αυτούς που είναι ήδη ενάρετοι άνθρωποι – πολύ περισσότερο σ’ αυτούς που δεν έχουν αρετή· γιατί δεν έχει καμιά σημασία αν έχουν οι ίδιοι φρόνηση ή αν ακολουθούν τις υποδείξεις άλλων που την έχουν. Για μας θα είναι αρκετό να κάνουμε αυτό που κάνουμε στην περίπτωση της υγείας: θέλουμε να είμαστε υγιείς, δε μαθαίνουμε όμως γι’ αυτό την ιατρική τέχνη» (1143b 12, 30-36).
Θα έλεγε κανείς ότι οποιοσδήποτε που δεν κατέχει τη φρόνηση (όπως δεν κατέχει την ιατρική) θα μπορούσε να απευθυνθεί σε κάποιον επαγγελματία σύμβουλο που την κατέχει (σε αντιστοιχία με τον επαγγελματία γιατρό) και να ανταποκριθεί επαρκώς στις περιστάσεις που τον αφορούν. Από αυτή την άποψη, η κατοχή της φρόνησης καθίσταται περιττή.
Ο Αριστοτέλης θα απαντήσει ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να γίνει, γιατί δεν υπάρχει φρόνηση που να μη συνοδεύεται από την ελεύθερη βούληση. Ο φρόνιμος άνθρωπος, αυτός που είναι σε θέση να πάρει τις ορθές αποφάσεις προς την κατεύθυνση της ευτυχίας, επιλέγει ελεύθερα τις ενάρετες πράξεις, ακριβώς επειδή τις προτιμά και εισπράττει χαρά κάνοντάς τες. Αντίθετα, εκείνος που δεν είναι φρόνιμος δεν έχει εθιστεί και δεν μπορεί να συνδυάσει τη χαρά με τις πράξεις της φρόνησης. Εφόσον, όμως, δε νιώθει χαρά, δεν υπάρχει καμία συμβουλή που να μπορεί να τον αναγκάσει. Ο άνθρωπος που νιώθει χαρά από τις τιποτένιες πράξεις θα καταφύγει σ’ αυτές, ακόμη κι αν όλοι οι φρόνιμοι της γης τον συμβουλεύουν για το αντίθετο.
Γι’ αυτό ο εθισμός έχει τεράστια σημασία. Ο δάσκαλος, ο νομοθέτης, το κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον πρέπει να δράσουν αποτελεσματικά, ώστε να εθιστεί κανείς από μικρή ηλικία στις πράξεις της αρετής. Αν ο εθισμός δε συντελεστεί, φρόνηση κατά παραγγελία δεν υπάρχει: «Όπως δηλαδή λέμε ότι κάποιοι άνθρωποι πράττουν πράξεις δικαιοσύνης χωρίς ακόμη αυτό να σημαίνει ότι είναι δίκαιοι άνθρωποι (παράδειγμα όλοι αυτοί που κάνουν όσα ορίζουν οι νόμοι ή χωρίς τη θέλησή τους ή από άγνοια ή για κάποιον άλλο άσχετο λόγο και, πάντως, όχι γι’ αυτές τις ίδιες τις πράξεις) και όμως κάνουν αυτά που πρέπει και όλα όσα πρέπει να κάνει ο ενάρετος άνθρωπος, έτσι, φαίνεται, ότι για να γίνει κανείς αγαθός άνθρωπος πρέπει να βρίσκεται σε μια ορισμένη κατάσταση όταν κάνει την κάθε του πράξη· αυτό θα πει ότι πρέπει κανείς να κάνει τις πράξεις του ως αποτέλεσμα επιλογής και προτίμησης, και, πάντως, για τις ίδιες τις πράξεις» (1144a 12, 15-22).
Η αρετή είναι η δύναμη που ωθεί την επιλογή προς το σωστό και γι’ αυτό πρέπει να συνδέεται με θετικά συναισθήματα, αφού κανείς δεν μπορεί να επιμένει σε πράξεις που του προκαλούν δυσφορία: «Την επιλογή, τώρα και προτίμηση την κάνει σωστή η αρετή, όσα όμως είναι φυσικό να πρέπει να γίνουν για την πραγματοποίησή της, αυτό δεν ανήκει στην αρετή, αλλά σε κάποια άλλη ιδιότητα/δύναμη» (1144a 12, 23-25).
Κι αυτή την άλλη ιδιότητα/δύναμη ο Αριστοτέλης την ονομάζει δεινότητα: «Υπάρχει λοιπόν μια ιδιότητα/ικανότητα που τη λένε δεινότητα. Το χαρακτηριστικό της γνώρισμα είναι ότι όλα όσα συμβάλλουν στην επίτευξη του σκοπού που θέσαμε στον εαυτό μας αυτή μπορεί να τα κάνει και να τα πετύχει. Αν λοιπόν ο σκοπός είναι ωραίος, η ιδιότητα αυτή είναι αξιέπαινη, ενώ αν είναι ευτελής, τότε αυτή είναι πανουργία» (1144a 12, 26-30).
Η δεινότητα είναι η δύναμη για την εκπλήρωση της επιθυμίας. Ως εκ τούτου, από μόνη της δεν συντάσσεται ούτε με το καλό ούτε με το κακό. Το καλό και το κακό έχουν να κάνουν με την ποιότητα του στόχου που θα θέσει κανείς ενεργοποιώντας τη δεινότητά του. Το ζήτημα είναι να βλέπει κανείς καθαρά τις αρχές της πράξης του (αν δηλαδή σχετίζονται με την αρετή, τα μέσα και το τέλος της). Ο Αριστοτέλης σημειώνει: «… η κακία μας διαστρέφει και μας κάνει να ξεγελιόμαστε ως προς τις αρχές της πράξης. Είναι, επομένως, φανερό ότι είναι αδύνατο να είναι κανείς φρόνιμος άνθρωπος χωρίς να είναι ενάρετος» (1144a 12, 39-41).
Η κατάδειξη του αλληλένδετου της αρετής με τη φρόνηση καταδεικνύει και την απάντηση στο αρχικό ερώτημα της χρησιμότητας που μπορεί να έχει η κατοχή της. Πρέπει να είναι κανείς φρόνιμος γιατί μόνο έτσι μπορεί να φτάσει στην αρετή. Και πρέπει να φτάσει στην αρετή, γιατί μόνο έτσι θα μπορεί να είναι ευτυχισμένος.
Κι εδώ βρίσκεται και η απάντηση στο πρώτο μέρος των αμφισβητήσεων σχετικά με τη σημασία της γνώσης της ηθικής φιλοσοφίας, η οποία (θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί) δε βοηθάει τον άνθρωπο, αφού δεν είναι σε θέση να παράξει τίποτε για χάρη του («δεν έχει για αντικείμενό της οποιαδήποτε μορφή γένεσης»): «παράγουν, στην πραγματικότητα, και οι δυο τους» (εννοείται η φιλοσοφική σοφία και η φρόνηση) «κάτι, όχι όπως η ιατρική την υγεία, αλλά: όπως η υγεία είναι η δημιουργός της υγιεινής μας κατάστασης, έτσι η φιλοσοφική σοφία είναι η δημιουργός της ευδαιμονίας» (1144a 12, 4-6).
Κι αφού η αρετή προτείνεται για μια ακόμη φορά ως κλειδί της ευτυχίας, ο Αριστοτέλης νιώθει την ανάγκη να επανέλθει στην εξέτασή της: «Είναι ανάγκη λοιπόν να επανέλθουμε στην εξέταση της αρετής» (1144b 13, 1). Αυτό που τον απασχολεί είναι η εσφαλμένη εντύπωση που βλέπει ότι υπάρχει στους περισσότερους, οι οποίοι εκλαμβάνουν την αρετή σαν κάτι που δίνεται από τη φύση: «Όλοι, πράγματι, οι άνθρωποι πιστεύουν ότι οι διάφορες επιμέρους μορφές χαρακτήρα υπάρχουν κατά κάποιο τρόπο μέσα στον άνθρωπο εκ φύσεως· γιατί και δίκαιοι είμαστε, και ανδρείοι είμαστε, και τάση να γίνουμε σώφρονες έχουμε, και όλες τις άλλες ηθικές ιδιότητες τις έχουμε από την πρώτη στιγμή της γέννησής μας» (1144b 13, 4-7).
Το ζήτημα όμως για τον Αριστοτέλη δεν είναι αυτό: «παρόλα όμως αυτά εμείς ζητούμε κάτι άλλο: την αρετή στην κυριολεκτική της σημασία· ζητούμε δηλαδή αυτές οι ιδιότητες να υπάρχουν μέσα μας με έναν άλλο τρόπο» (1144b 13, 7-8).
Και θα εξηγήσει: «οι φυσικές προδιαθέσεις υπάρχουν και στα παιδιά και στα ζώα, είναι όμως φανερό ότι δίχως τον νου αυτές είναι επιβλαβείς, και το μόνο που μπορεί να προσέξει κανείς είναι τούτο: όπως ένας δυνατός άνθρωπος που κινείται δίχως όραση μπορεί να σκοντάφτει άσχημα, αφού δε βλέπει, έτσι και εδώ· αν όμως ο άνθρωπος αποκτήσει νου, παρουσιάζει τότε μεγάλη διαφορά στις πράξεις του» (1144b 13, 9-14).
Με άλλα λόγια: «η προδιάθεσή του, που ως τότε έμοιαζε με την αρετή, τώρα πια θα είναι αρετή στην πλήρη της σημασία. Όπως λοιπόν ενσχέσει με το δοξαστικό μέρος της ψυχής υπάρχουν δύο έξεις, η δεινότητα και η φρόνηση, έτσι και ενσχέσει με το ηθικό της μέρος υπάρχουν δύο ιδιότητες, η φυσική αρετή και η αρετή στην κυριολεκτική της σημασία – και η δεύτερη δεν μπορεί να υπάρχει δίχως τη φρόνηση» (1144b 13, 14-19).
Η αρετή που δίνεται από τη φύση έχει περισσότερο το χαρακτήρα της δυνατότητας. Ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να κατακτήσει την αρετή και γι’ αυτό είναι σε θέση να την κατανοήσει (ακόμη και να την εφαρμόσει ως ένα βαθμό) κινούμενος από τα φυσικά ένστικτα. Η κατάκτηση της αρετής όμως (όχι πια ως δυνατότητα, αλλά ως αμετάβλητη πράξη) είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, γιατί εμπεριέχει τη συνείδηση που προέρχεται από τη λειτουργία του νου και της φρόνησης. Κι αυτό πρέπει να το μάθει κανείς, γιατί μόνο έτσι μπορεί να φτάσει στην ολοκλήρωση. Αλλιώς θα είναι σαν το τυφλό που είναι αδύνατο να ελέγξει τη δύναμή του σκοντάφτοντας διαρκώς σε όλα τα εμπόδια που θα βρεθούν μπροστά του.
Όμως, το αλληλένδετο της φρόνησης με την αρετή δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην καθολικότητα: «Από όσα λοιπόν είπαμε είναι φανερό ότι δεν είναι δυνατό να είναι κανείς αγαθός (με το αληθινό περιεχόμενο της λέξης) δίχως φρόνηση, ή να είναι κανείς φρόνιμος δίχως την ηθική αρετή. Με αυτόν όμως τον τρόπο αναιρείται και το διαλεκτικό επιχείρημα, με το οποίο θα δοκίμαζε κανείς να αποδείξει ότι οι αρετές μπορούν να υπάρχουν χωριστά: να υπάρχουν κάποιες χωρίς να υπάρχουν άλλες, και αυτό για το λόγο ότι ο ίδιος άνθρωπος δεν είναι το ίδιο καλά προικισμένος από τη φύση για όλες τις αρετές, και έτσι κάποια στιγμή θα έχει αποκτήσει τη μια, την άλλη όμως όχι ακόμη» (1144b 13, 34-39).
Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι δυνατό, αφού αρμόζει περισσότερο στις φυσικές αρετές: «Αυτό όμως είναι δυνατό στην περίπτωση των φυσικών αρετών, δεν είναι όμως δυνατό στην περίπτωση εκείνων των αρετών ενσχέσει με τις οποίες ο άνθρωπος αποκαλείται γενικά αγαθός· γιατί από τη στιγμή που θα υπάρχει η μία, η φρόνηση, θα υπάρξουν και όλες οι άλλες» (1144b 13, 40 και 1145a 1-2).
Η φρόνηση, ως καθοριστικός παράγοντας στη διαμόρφωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, με την έννοια της εκλογικευμένης ισορροπίας στα συναισθήματα και στις πράξεις δε θα μπορούσε να δράσει επιλεκτικά. Κάποιος ή είναι φρόνιμος ή δεν είναι. Κι από τη στιγμή που είναι, θα συμπεριφερθεί αναλόγως σε όλες τις περιστάσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Αριστοτέλης διαφωνεί με το Σωκράτη στο συσχετισμό που κάνει ανάμεσα στην αρετή και τη φρόνηση: «ο Σωκράτης, ενώ τη μια φορά ακολουθούσε στις έρευνές του το σωστό δρόμο, την άλλη έπαιρνε λανθασμένο δρόμο: όταν θεωρούσε ότι όλες οι αρετές είναι μορφές φρόνησης, έκανε λάθος, όταν όμως υποστήριζε ότι οι αρετές δεν υπάρχουν δίχως φρόνηση, μιλούσε σωστά» (1144b 13, 20-23).
Το ότι δεν υπάρχουν αρετές χωρίς τη φρόνηση έχει ήδη διατυπωθεί από τον Αριστοτέλη, επομένως δε θα μπορούσε να υπάρξει διαφωνία. Η άποψη όμως ότι «όλες οι αρετές είναι μορφές φρόνησης» προϋποθέτει ότι η φρόνηση είναι πολλών ειδών πράγμα που θα ακύρωνε την καθολικότητά της, αφού κάποιος θα μπορούσε να το έχει ένα είδος, ενώ το άλλο όχι. Η φρόνηση δεν έχει πολλές μορφές, πολλές μορφές έχει η αρετή που πραγματώνεται από τη φρόνηση, η οποία παραμένει πάντα σταθερή στις αρχές του ορθού λόγου και της μεσότητας. Το ότι η αρετή παίρνει τη μορφή της ανδρείας ή της εγκράτειας ή της επιείκειας ή της πραότητας κλπ, δε σημαίνει ότι αλλάζει η μορφή της φρόνησης που την κινητοποιεί. Κι αυτός είναι ο λόγος της καθολικότητας που της αποδίδει ο Αριστοτέλης.
Θα λέγαμε ότι για τον Αριστοτέλη η φρόνηση δεν είναι απλό παράγωγο της λογικής, αλλά η ίδια η υπόστασή της: «Αρετή δεν είναι η έξη που βρίσκεται απλώς σε συμφωνία με τον ορθό λόγο· αρετή είναι η έξη που είναι ένα με τον ορθό λόγο· και ορθός λόγος στα θέματα αυτά είναι η φρόνηση» (1144b 13, 28-31).
Το τελικό συμπέρασμα θα τεθεί ευθέως: «Είναι, επίσης, φανερό ότι και αν ακόμη η φρόνηση δεν είχε την ικανότητα να ρυθμίζει τις πράξεις των ανθρώπων, θα μας ήταν απαραίτητη, γιατί είναι, όπως το είπαμε, αρετή ενός μέρους της ψυχής μας, και ακόμη, γιατί οι επιλογές και οι προτιμήσεις μας δε θα ήταν σωστές δίχως τη φρόνηση, όπως και δίχως την αρετή: η αρετή καθορίζει το τέλος, ενώ η φρόνηση μας κάνει να εκτελούμε αυτά που οδηγούν στο τέλος». (1145a 13, 3-6).
Κι αφού ως τέλος για τον άνθρωπο ορίζεται σταθερά η ευτυχία, η φρόνηση και η αρετή είναι το θεμέλιο της ανθρώπινης ολοκλήρωσης. Από αυτή την άποψη, η ηθική φιλοσοφία παίρνει διαστάσεις απάντησης στο αιώνιο ερώτημα περί του νοήματος της ζωής. Εφόσον το νόημα της ζωής είναι η ολοκλήρωση, δηλαδή η ευτυχία, ο τρόπος για την επίτευξη αυτού είναι η πραγμάτωση της τέλειας αρετής που θα οδηγήσει και στην τέλεια συνύπαρξη. Κι απ’ ότι φαίνεται ο άνθρωπος χρειάζεται κι άλλο χρόνο για να το συνειδητοποιήσει αυτό.
Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια
Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας
ΞΕΝΟΦΩΝ, ΕΛΛΗΝΙΚΑ
ΞΕΝ Ελλ 1.6.1–1.6.5
Με την ολοκλήρωση της θητείας του το καλοκαίρι του 406 π.Χ., ο Λύσανδρος, ιδιαίτερα επιτυχημένος ναύαρχος του σπαρτιατικού στόλου, καλείται να παραδώσει την αρχηγία στον Καλλικρατίδα.
[1.6.1] Τῷ δ’ ἐπιόντι ἔτει, ᾧ ἥ τε σελήνη ἐξέλιπεν ἑσπέρας καὶ
ὁ παλαιὸς τῆς Ἀθηνᾶς νεὼς ἐν Ἀθήναις ἐνεπρήσθη, [Πιτύα
μὲν ἐφορεύοντος, ἄρχοντος δὲ Καλλίου Ἀθήνησιν,] οἱ Λακε-
δαιμόνιοι τῷ Λυσάνδρῳ παρεληλυθότος ἤδη τοῦ χρόνου [καὶ
τῷ πολέμῳ τεττάρων καὶ εἴκοσιν ἐτῶν] ἔπεμψαν ἐπὶ τὰς
ναῦς Καλλικρατίδαν. [1.6.2] ὅτε δὲ παρεδίδου ὁ Λύσανδρος τὰς
ναῦς, ἔλεγε τῷ Καλλικρατίδᾳ ὅτι θαλαττοκράτωρ τε παρα-
διδοίη καὶ ναυμαχίᾳ νενικηκώς. ὁ δὲ αὐτὸν ἐκέλευσεν ἐξ
Ἐφέσου ἐν ἀριστερᾷ Σάμου παραπλεύσαντα, οὗ ἦσαν αἱ
τῶν Ἀθηναίων νῆες, ἐν Μιλήτῳ τὰς ναῦς παραδοῦναι, καὶ
ὁμολογήσειν θαλαττοκρατεῖν. [1.6.3] οὐ φαμένου δὲ τοῦ Λυσάν-
δρου πολυπραγμονεῖν ἄλλου ἄρχοντος, αὐτὸς ὁ Καλλικρατί-
δας πρὸς αἷς παρὰ Λυσάνδρου ἔλαβε ναυσὶ προσεπλήρωσεν
ἐκ Χίου καὶ Ῥόδου καὶ ἄλλοθεν ἀπὸ τῶν συμμάχων πεντή-
κοντα ναῦς. ταύτας δὲ πάσας ἁθροίσας, οὔσας τετταράκοντα
καὶ ἑκατόν, παρεσκευάζετο ὡς ἀπαντησόμενος τοῖς πολεμίοις.
[1.6.4] καταμαθὼν δ’ ὑπὸ τῶν Λυσάνδρου φίλων καταστασιαζόμενος,
οὐ μόνον ἀπροθύμως ὑπηρετούντων, ἀλλὰ καὶ διαθροούντων
ἐν ταῖς πόλεσιν ὅτι Λακεδαιμόνιοι μέγιστα παραπίπτοιεν ἐν
τῷ διαλλάττειν τοὺς ναυάρχους, πολλάκις ἀνεπιτηδείων
γιγνομένων καὶ ἄρτι συνιέντων τὰ ναυτικὰ καὶ ἀνθρώποις
ὡς χρηστέον οὐ γιγνωσκόντων †ἀπείρους θαλάττης πέμ-
ποντες καὶ ἀγνῶτας τοῖς ἐκεῖ, κινδυνεύοιέν τι παθεῖν διὰ
τοῦτο†, ἐκ τούτου δὲ ὁ Καλλικρατίδας συγκαλέσας τοὺς Λακε-
δαιμονίων ἐκεῖ παρόντας ἔλεγεν αὐτοῖς τοιάδε.
[1.6.5] Ἐμοὶ μὲν ἀρκεῖ οἴκοι μένειν, καὶ εἴτε Λύσανδρος εἴτε
ἄλλος τις ἐμπειρότερος περὶ τὰ ναυτικὰ βούλεται εἶναι, οὐ
κωλύω τὸ κατ’ ἐμέ· ἐγὼ δ’ ὑπὸ τῆς πόλεως ἐπὶ τὰς ναῦς
πεμφθεὶς οὐκ ἔχω τί ἄλλο ποιῶ ἢ τὰ κελευόμενα ὡς ἂν
δύνωμαι κράτιστα. ὑμεῖς δὲ πρὸς ἃ ἐγώ τε φιλοτιμοῦμαι
καὶ ἡ πόλις ἡμῶν αἰτιάζεται (ἴστε γὰρ αὐτὰ ὥσπερ καὶ ἐγώ),
συμβουλεύετε τὰ ἄριστα ὑμῖν δοκοῦντα εἶναι περὶ τοῦ ἐμὲ
ἐνθάδε μένειν ἢ οἴκαδε ἀποπλεῖν ἐροῦντα τὰ καθεστῶτα
ἐνθάδε.
ΞΕΝ Ελλ 1.6.1–1.6.5
Ο Καλλικρατίδας διαδέχεται τον Λύσανδρο στην ηγεσία του σπαρτιατικού στόλου
Με την ολοκλήρωση της θητείας του το καλοκαίρι του 406 π.Χ., ο Λύσανδρος, ιδιαίτερα επιτυχημένος ναύαρχος του σπαρτιατικού στόλου, καλείται να παραδώσει την αρχηγία στον Καλλικρατίδα.
[1.6.1] Τῷ δ’ ἐπιόντι ἔτει, ᾧ ἥ τε σελήνη ἐξέλιπεν ἑσπέρας καὶ
ὁ παλαιὸς τῆς Ἀθηνᾶς νεὼς ἐν Ἀθήναις ἐνεπρήσθη, [Πιτύα
μὲν ἐφορεύοντος, ἄρχοντος δὲ Καλλίου Ἀθήνησιν,] οἱ Λακε-
δαιμόνιοι τῷ Λυσάνδρῳ παρεληλυθότος ἤδη τοῦ χρόνου [καὶ
τῷ πολέμῳ τεττάρων καὶ εἴκοσιν ἐτῶν] ἔπεμψαν ἐπὶ τὰς
ναῦς Καλλικρατίδαν. [1.6.2] ὅτε δὲ παρεδίδου ὁ Λύσανδρος τὰς
ναῦς, ἔλεγε τῷ Καλλικρατίδᾳ ὅτι θαλαττοκράτωρ τε παρα-
διδοίη καὶ ναυμαχίᾳ νενικηκώς. ὁ δὲ αὐτὸν ἐκέλευσεν ἐξ
Ἐφέσου ἐν ἀριστερᾷ Σάμου παραπλεύσαντα, οὗ ἦσαν αἱ
τῶν Ἀθηναίων νῆες, ἐν Μιλήτῳ τὰς ναῦς παραδοῦναι, καὶ
ὁμολογήσειν θαλαττοκρατεῖν. [1.6.3] οὐ φαμένου δὲ τοῦ Λυσάν-
δρου πολυπραγμονεῖν ἄλλου ἄρχοντος, αὐτὸς ὁ Καλλικρατί-
δας πρὸς αἷς παρὰ Λυσάνδρου ἔλαβε ναυσὶ προσεπλήρωσεν
ἐκ Χίου καὶ Ῥόδου καὶ ἄλλοθεν ἀπὸ τῶν συμμάχων πεντή-
κοντα ναῦς. ταύτας δὲ πάσας ἁθροίσας, οὔσας τετταράκοντα
καὶ ἑκατόν, παρεσκευάζετο ὡς ἀπαντησόμενος τοῖς πολεμίοις.
[1.6.4] καταμαθὼν δ’ ὑπὸ τῶν Λυσάνδρου φίλων καταστασιαζόμενος,
οὐ μόνον ἀπροθύμως ὑπηρετούντων, ἀλλὰ καὶ διαθροούντων
ἐν ταῖς πόλεσιν ὅτι Λακεδαιμόνιοι μέγιστα παραπίπτοιεν ἐν
τῷ διαλλάττειν τοὺς ναυάρχους, πολλάκις ἀνεπιτηδείων
γιγνομένων καὶ ἄρτι συνιέντων τὰ ναυτικὰ καὶ ἀνθρώποις
ὡς χρηστέον οὐ γιγνωσκόντων †ἀπείρους θαλάττης πέμ-
ποντες καὶ ἀγνῶτας τοῖς ἐκεῖ, κινδυνεύοιέν τι παθεῖν διὰ
τοῦτο†, ἐκ τούτου δὲ ὁ Καλλικρατίδας συγκαλέσας τοὺς Λακε-
δαιμονίων ἐκεῖ παρόντας ἔλεγεν αὐτοῖς τοιάδε.
[1.6.5] Ἐμοὶ μὲν ἀρκεῖ οἴκοι μένειν, καὶ εἴτε Λύσανδρος εἴτε
ἄλλος τις ἐμπειρότερος περὶ τὰ ναυτικὰ βούλεται εἶναι, οὐ
κωλύω τὸ κατ’ ἐμέ· ἐγὼ δ’ ὑπὸ τῆς πόλεως ἐπὶ τὰς ναῦς
πεμφθεὶς οὐκ ἔχω τί ἄλλο ποιῶ ἢ τὰ κελευόμενα ὡς ἂν
δύνωμαι κράτιστα. ὑμεῖς δὲ πρὸς ἃ ἐγώ τε φιλοτιμοῦμαι
καὶ ἡ πόλις ἡμῶν αἰτιάζεται (ἴστε γὰρ αὐτὰ ὥσπερ καὶ ἐγώ),
συμβουλεύετε τὰ ἄριστα ὑμῖν δοκοῦντα εἶναι περὶ τοῦ ἐμὲ
ἐνθάδε μένειν ἢ οἴκαδε ἀποπλεῖν ἐροῦντα τὰ καθεστῶτα
ἐνθάδε.
***
Τον επόμενο χρόνο ―τότε που έγινε έκλειψη σελήνης ένα βράδυ και κάηκε ο παλιός ναός της Αθηνάς στην Αθήνα [και που ήταν έφορος ο Πιτύας και άρχων στην Αθήνα ο Καλλίας]― έληξε η θητεία του Λυσάνδρου [καθώς συμπληρώνονταν είκοσι τέσσερα χρόνια πολέμου] κι οι Λακεδαιμόνιοι έστειλαν αρχηγό του στόλου τον Καλλικρατίδα. Κατά την παράδοση των πλοίων, ο Λύσανδρος είπε στον Καλλικρατίδα ότι του παραδίδει σε στιγμή που κυριαρχεί στη θάλασσα, έχοντας κερδίσει ναυμαχία. Ο άλλος του απάντησε ότι τότε μόνο θα τον παραδεχτεί για θαλασσοκράτορα, αν ξεκινήσει από την Έφεσο, περάσει από τ' αριστερά του τη Σάμο όπου ναυλοχεί ο αθηναϊκός στόλος και του παραδώσει τα πλοία στη Μίλητο. Ο Λύσανδρος αποκρίθηκε ότι δεν ανακατεύεται σε ξένα καθήκοντα τη στιγμή που άλλος έχει τη διοίκηση. Τότε ο Καλλικρατίδας επάνδρωσε μονάχος του ―χώρια από τα πλοία που είχε παραλάβει από τον Λύσανδρο― κι άλλα πενήντα ακόμα από τη Χίο, τη Ρόδο κι άλλους συμμάχους, κι αφού συγκέντρωσε έτσι συνολικά εκατόν σαράντα πλοία ετοιμάστηκε ν' αντιμετωπίσει τον εχθρό. Στο μεταξύ όμως έμαθε ότι οι οπαδοί του Λυσάνδρου έκαναν συνωμοτικές κινήσεις: όχι μόνον δείχναν απροθυμία στην υπηρεσία τους, αλλά διέδιδαν στις πόλεις ότι οι Λακεδαιμόνιοι κάνουν μεγάλα λάθη στις αλλαγές των ναυάρχων, αντικαθιστώντας συχνά ανθρώπους που έχουν δείξει την ικανότητά τους ―οι οποίοι έχουν πείρα και ξέρουν να μεταχειρίζονται το έμψυχο υλικό τους― μ' άλλους, ανίδεους από θάλασσα κι άγνωστους στους πληθυσμούς της περιοχής· από κάτι τέτοια, έλεγαν, κινδυνεύουν οι Λακεδαιμόνιοι να πάθουν συμφορές. Τότε ο Καλλικρατίδας συγκέντρωσε όσους Λακεδαιμονίους βρίσκονταν εκεί και τους είπε τούτα πάνω κάτω:
«Εγώ ευχαρίστως κάθομαι στον τόπο μου, κι αν ο Λύσανδρος ή κάποιος άλλος πιστεύει πως έχει περισσότερη πείρα στα ναυτικά πράγματα, ας κοπιάσει ― δεν είμαι εγώ που θα τον εμποδίσω. Όμως μια και η πόλη μ' έστειλε αρχηγό του στόλου, δεν έχω εκλογή: χρέος μου είναι να εκτελέσω όσο μπορώ καλύτερα τις διαταγές που πήρα. Εσείς ωστόσο συμβουλέψτε με ―αφού ξέρετε εξίσου καλά με μένα και τις φιλοδοξίες μου και τα παράπονα που ακούγονται εναντίον της πόλης μας― τι θεωρείτε προτιμότερο: να μείνω ή να γυρίσω πίσω ν' αναφέρω ποια είν' η κατάσταση εδώ πέρα;»
Τον επόμενο χρόνο ―τότε που έγινε έκλειψη σελήνης ένα βράδυ και κάηκε ο παλιός ναός της Αθηνάς στην Αθήνα [και που ήταν έφορος ο Πιτύας και άρχων στην Αθήνα ο Καλλίας]― έληξε η θητεία του Λυσάνδρου [καθώς συμπληρώνονταν είκοσι τέσσερα χρόνια πολέμου] κι οι Λακεδαιμόνιοι έστειλαν αρχηγό του στόλου τον Καλλικρατίδα. Κατά την παράδοση των πλοίων, ο Λύσανδρος είπε στον Καλλικρατίδα ότι του παραδίδει σε στιγμή που κυριαρχεί στη θάλασσα, έχοντας κερδίσει ναυμαχία. Ο άλλος του απάντησε ότι τότε μόνο θα τον παραδεχτεί για θαλασσοκράτορα, αν ξεκινήσει από την Έφεσο, περάσει από τ' αριστερά του τη Σάμο όπου ναυλοχεί ο αθηναϊκός στόλος και του παραδώσει τα πλοία στη Μίλητο. Ο Λύσανδρος αποκρίθηκε ότι δεν ανακατεύεται σε ξένα καθήκοντα τη στιγμή που άλλος έχει τη διοίκηση. Τότε ο Καλλικρατίδας επάνδρωσε μονάχος του ―χώρια από τα πλοία που είχε παραλάβει από τον Λύσανδρο― κι άλλα πενήντα ακόμα από τη Χίο, τη Ρόδο κι άλλους συμμάχους, κι αφού συγκέντρωσε έτσι συνολικά εκατόν σαράντα πλοία ετοιμάστηκε ν' αντιμετωπίσει τον εχθρό. Στο μεταξύ όμως έμαθε ότι οι οπαδοί του Λυσάνδρου έκαναν συνωμοτικές κινήσεις: όχι μόνον δείχναν απροθυμία στην υπηρεσία τους, αλλά διέδιδαν στις πόλεις ότι οι Λακεδαιμόνιοι κάνουν μεγάλα λάθη στις αλλαγές των ναυάρχων, αντικαθιστώντας συχνά ανθρώπους που έχουν δείξει την ικανότητά τους ―οι οποίοι έχουν πείρα και ξέρουν να μεταχειρίζονται το έμψυχο υλικό τους― μ' άλλους, ανίδεους από θάλασσα κι άγνωστους στους πληθυσμούς της περιοχής· από κάτι τέτοια, έλεγαν, κινδυνεύουν οι Λακεδαιμόνιοι να πάθουν συμφορές. Τότε ο Καλλικρατίδας συγκέντρωσε όσους Λακεδαιμονίους βρίσκονταν εκεί και τους είπε τούτα πάνω κάτω:
«Εγώ ευχαρίστως κάθομαι στον τόπο μου, κι αν ο Λύσανδρος ή κάποιος άλλος πιστεύει πως έχει περισσότερη πείρα στα ναυτικά πράγματα, ας κοπιάσει ― δεν είμαι εγώ που θα τον εμποδίσω. Όμως μια και η πόλη μ' έστειλε αρχηγό του στόλου, δεν έχω εκλογή: χρέος μου είναι να εκτελέσω όσο μπορώ καλύτερα τις διαταγές που πήρα. Εσείς ωστόσο συμβουλέψτε με ―αφού ξέρετε εξίσου καλά με μένα και τις φιλοδοξίες μου και τα παράπονα που ακούγονται εναντίον της πόλης μας― τι θεωρείτε προτιμότερο: να μείνω ή να γυρίσω πίσω ν' αναφέρω ποια είν' η κατάσταση εδώ πέρα;»
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)