ΟΙΚΕΤΗΣ Α’
ἰατταταιὰξ τῶν κακῶν, ἰατταταῖ.
κακῶς Παφλαγόνα τὸν νεώνητον κακὸν
αὐταῖσι βουλαῖς ἀπολέσειαν οἱ θεοί.
ἐξ οὗ γὰρ εἰσήρρησεν εἰς τὴν οἰκίαν
5 πληγὰς ἀεὶ προστρίβεται τοῖς οἰκέταις.
ΟΙΚΕΤΗΣ Β’
κάκιστα δῆθ᾽ οὗτός γε πρῶτος Παφλαγόνων
αὐταῖς διαβολαῖς. ΟΙ. Α’ ὦ κακόδαιμον, πῶς ἔχεις;
ΟΙ. Β’ κακῶς καθάπερ σύ. ΟΙ. Α’ δεῦρο δὴ πρόσελθ᾽, ἵνα
ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον.
10 ΟΙ. Α’ & Β’ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ.
ΟΙ. Α’ τί κινυρόμεθ᾽ ἄλλως; οὐκ ἐχρῆν ζητεῖν τινα
σωτηρίαν νῷν, ἀλλὰ μὴ κλάειν ἔτι;
ΟΙ. Β’ τίς οὖν γένοιτ᾽ ἄν; ΟΙ. Α’ λέγε σύ. ΟΙ. Β’ σὺ μὲν οὖν μοι λέγε,
ἵνα μὴ μάχωμαι. ΟΙ. Α’ μὰ τὸν Ἀπόλλω ᾽γὼ μὲν οὔ.
15 ἀλλ᾽ εἰπὲ θαρρῶν, εἶτα κἀγὼ σοὶ φράσω.
17ΟΙ. Β’ ἀλλ᾽ οὐκ ἔνι μοι τὸ θρέττε. πῶς ἂν οὖν ποτε
18εἴποιμ᾽ ἂν αὐτὸ δῆτα κομψευριπικῶς; —
16πῶς ἂν σύ μοι λέξειας ἁμὲ χρὴ λέγειν;
ΟΙ. Α’ μή μοί γε, μή μοι, μὴ διασκανδικίσῃς·
20 ἀλλ᾽ εὑρέ τιν᾽ ἀπόκινον ἀπὸ τοῦ δεσπότου.
ΟΙ. Β’ λέγε δὴ μο-λω-μεν ξυνεχὲς ὡδὶ ξυλλαβών.
ΟΙ. Α’ καὶ δὴ λέγω· μολωμεν. ΟΙ. Β’ ἐξόπισθέ νυν
αὐ-το φάθι τοῦ μολωμεν. ΟΙ. Α’ αὐτο. ΟΙ. Β’ πάνυ καλῶς.
ὥσπερ δεφόμενός νυν ἀτρέμα πρῶτον λέγε
25 τὸ «μολωμεν», εἶτα δ᾽ «αὐτο», κᾆτ᾽ ἐπάγων πυκνόν.
ΟΙ. Α’ μολωμεν αὐτο μολωμεν αὐτομολῶμεν. ΟΙ. Β’ ἤν,
οὐχ ἡδύ; ΟΙ. Α’ νὴ Δία· πλήν γε περὶ τῷ δέρματι
δέδοικα τουτονὶ τὸν οἰωνόν. ΟΙ. Β’ τί δαί;
ΟΙ. Α’ ὁτιὴ τὸ δέρμα δεφομένων ἀπέρχεται.
30 ΟΙ. Β’ κράτιστα τοίνυν τῶν παρόντων ἐστὶ νῷν,
θεῶν ἰόντε προσπεσεῖν του πρὸς βρέτας.
ΟΙ. Α’ ποῖον βρετέτετας; ἐτεὸν ἡγεῖ γὰρ θεούς;
ΟΙ. Β’ ἔγωγε. ΟΙ. Α’ ποίῳ χρώμενος τεκμηρίῳ;
ΟΙ. Β’ ὁτιὴ θεοῖσιν ἐχθρός εἰμ᾽. οὐκ εἰκότως;
35 ΟΙ. Α’ εὖ προσβιβάζεις μ᾽. ἀλλ᾽ ἑτέρᾳ πῃ σκεπτέον.
βούλει τὸ πρᾶγμα τοῖς θεαταῖσιν φράσω;
ΟΙ. Β’ οὐ χεῖρον· ἓν δ᾽ αὐτοὺς παραιτησώμεθα,
ἐπίδηλον ἡμῖν τοῖς προσώποισιν ποεῖν,
ἢν τοῖς ἔπεσι χαίρωσι καὶ τοῖς πράγμασιν.
***
ΠΡΩΤΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Όι όι μάνα μ᾽, όι όι μάνα μ᾽, κακό που μας βρήκε! Όι όι μάνα μ᾽, όι όι μάνα μ᾽. Θεοί, στον άθλιο Παφλαγόνα, τον νιοφερμένο δούλο, άθλιο χαμό δώστε — να φουντάρει αύτανδρος, αυτός κι η συμβουλευτική του. Γιατί από την ώρα που κουβαλήθηκε στο σπιτικό μας, απ᾽ το πρωί ως το βράδυ ρημάζει τους παραγιούς με ξυλοφόρτωμα.
ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Να βρει τρισάθλιο χαμό — να φουντάρει αύτανδρος πρώτος απ᾽ όλους τους Παφλαγόνες, αυτός κι η συκοφαντική του.
ΠΡ. Δ. Καψερέ μου, πώς πορεύεσαι;
ΔΕ. Δ. Μαύρα κι άραχλα, όπως κι η αφεντιά σου.
ΠΡ. Δ. Τότε κάτσε πλάι μου, να κλαψουρίζουμε πριμοσεγκόντο έναν σκοπό του Ούλυμπου.
ΠΡ. & ΔΕ. Δ. (κλαψουρίζουν μαζί) [10] Μου μου, μου μου, μου μου, μου μου...
ΠΡ. Δ. Δεν βγαίνει τίποτε με το κλαψούρισμα. Αντί να κλαίμε και να κλαίμε, αυτό που μας χρειάζεται είναι να βρούμε κάποιον τρόπο να σωθούμε.
ΔΕ. Δ. Και ποιόν τρόπο;
ΠΡ. Δ. Εσύ να μου τον πεις.
ΔΕ. Δ. Και δεν τον λες εσύ — μακριά από μένα οι τσακωμοί!
ΠΡ. Δ. Μά τον Απόλλωνα, όχι εγώ! Πρότεινε εσύ κάτι θαρραλέο κι ύστερα θα σου πω κι εγώ.
ΔΕ. Δ. Έλα όμως που μου λείπει το «θάρρεψε». Αχ να μπορούσα να το ᾽λεγα ευριπιδοκουλτουριάρικα: «Τα που εγώ πρέπει να πω να τα ᾽κουα από σένα»!
ΠΡ. Δ. Παρακαλώ, παρακαλώ, μη πας να με τυλίξεις σαρμά μ᾽ ευριπιδολάχανα. [20] Βρες μόνο κάνα χορό σκερτσόζο, για να το στρίβουμε από τ᾽ αφεντικό.
ΔΕ. Δ. Τότε λέγε απανωτά, όπως σ᾽ το συλλαβίζω: α-μο-λά-με.
ΠΡ. Δ. Έγινε, λέω: α-μο-λά-με.
ΔΕ. Δ. Τώρα, αμέσως ύστερα απ᾽ το α-μο-λά-με, λέγε: αυ-τό.
ΠΡ. Δ. Αυ-τό.
ΔΕ. Δ. Έξοχα! Τώρα, με τον ρυθμό που κάνεις μαλακία, λέγε πρώτα σταθερά το α-μο-λά-με κι ύστερα το αυτό, στη συνέχεια λέγε τα ξανά και ξανά, όλο και πιο γρήγορα.
ΠΡ. Δ. Α-μο-λά-με αυ-τό α-μο-λά-με αυτοαμολάμε.
ΔΕ. Δ. Λοιπόν, μη μου πεις, γλύκα μια φορά!
ΠΡ. Δ. Μά τον Δία, δεν λέω όχι! μόνο φοβάμαι μην οργώσει την πέτσα μου αυτό το προμάντεμα.
ΔΕ. Δ. Από πού κι ως πού;
ΠΡ. Δ. Αμ με το βάρα τη βάρα τη, φυραίνει η έρμη η πέτσα.
ΔΕ. Δ. [30] Τότε, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε για την ώρα είναι να πάμε να προσπέσουμε ικέτες σε κάποιου θεού το άγιο ξόανο.
ΠΡ. Δ. Άκου ξοξόανο! Δεν μου λες, στ᾽ αλήθεια πιστεύεις ότι υπάρχουν θεοί;
ΔΕ. Δ. Ολόψυχα.
ΠΡ. Δ. Και πού στηρίζεις την πίστη σου;
ΔΕ. Δ. Στο που οι θεοί μ᾽ έχουν στη μαύρη λίστα. Δεν το βρίσκεις λογικό;
ΠΡ. Δ. Μ᾽ έπεισες απόλυτα. Λοιπόν, ας ψάξουμε γι᾽ άλλη λύση. Θα ᾽θελες να εκθέσω την κατάστασή μας στους θεατές;
ΔΕ. Δ. Δεν είναι κι άσκημη ιδέα. Μόνο να τους ζητήσουμε μια χάρη, να μας φανερώσουν με την έκφραση του προσώπου τους, αν «τα λόγια και τα έργα μας είναι της αρεσιάς τους».
ἰατταταιὰξ τῶν κακῶν, ἰατταταῖ.
κακῶς Παφλαγόνα τὸν νεώνητον κακὸν
αὐταῖσι βουλαῖς ἀπολέσειαν οἱ θεοί.
ἐξ οὗ γὰρ εἰσήρρησεν εἰς τὴν οἰκίαν
5 πληγὰς ἀεὶ προστρίβεται τοῖς οἰκέταις.
ΟΙΚΕΤΗΣ Β’
κάκιστα δῆθ᾽ οὗτός γε πρῶτος Παφλαγόνων
αὐταῖς διαβολαῖς. ΟΙ. Α’ ὦ κακόδαιμον, πῶς ἔχεις;
ΟΙ. Β’ κακῶς καθάπερ σύ. ΟΙ. Α’ δεῦρο δὴ πρόσελθ᾽, ἵνα
ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον.
10 ΟΙ. Α’ & Β’ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ μυμῦ.
ΟΙ. Α’ τί κινυρόμεθ᾽ ἄλλως; οὐκ ἐχρῆν ζητεῖν τινα
σωτηρίαν νῷν, ἀλλὰ μὴ κλάειν ἔτι;
ΟΙ. Β’ τίς οὖν γένοιτ᾽ ἄν; ΟΙ. Α’ λέγε σύ. ΟΙ. Β’ σὺ μὲν οὖν μοι λέγε,
ἵνα μὴ μάχωμαι. ΟΙ. Α’ μὰ τὸν Ἀπόλλω ᾽γὼ μὲν οὔ.
15 ἀλλ᾽ εἰπὲ θαρρῶν, εἶτα κἀγὼ σοὶ φράσω.
17ΟΙ. Β’ ἀλλ᾽ οὐκ ἔνι μοι τὸ θρέττε. πῶς ἂν οὖν ποτε
18εἴποιμ᾽ ἂν αὐτὸ δῆτα κομψευριπικῶς; —
16πῶς ἂν σύ μοι λέξειας ἁμὲ χρὴ λέγειν;
ΟΙ. Α’ μή μοί γε, μή μοι, μὴ διασκανδικίσῃς·
20 ἀλλ᾽ εὑρέ τιν᾽ ἀπόκινον ἀπὸ τοῦ δεσπότου.
ΟΙ. Β’ λέγε δὴ μο-λω-μεν ξυνεχὲς ὡδὶ ξυλλαβών.
ΟΙ. Α’ καὶ δὴ λέγω· μολωμεν. ΟΙ. Β’ ἐξόπισθέ νυν
αὐ-το φάθι τοῦ μολωμεν. ΟΙ. Α’ αὐτο. ΟΙ. Β’ πάνυ καλῶς.
ὥσπερ δεφόμενός νυν ἀτρέμα πρῶτον λέγε
25 τὸ «μολωμεν», εἶτα δ᾽ «αὐτο», κᾆτ᾽ ἐπάγων πυκνόν.
ΟΙ. Α’ μολωμεν αὐτο μολωμεν αὐτομολῶμεν. ΟΙ. Β’ ἤν,
οὐχ ἡδύ; ΟΙ. Α’ νὴ Δία· πλήν γε περὶ τῷ δέρματι
δέδοικα τουτονὶ τὸν οἰωνόν. ΟΙ. Β’ τί δαί;
ΟΙ. Α’ ὁτιὴ τὸ δέρμα δεφομένων ἀπέρχεται.
30 ΟΙ. Β’ κράτιστα τοίνυν τῶν παρόντων ἐστὶ νῷν,
θεῶν ἰόντε προσπεσεῖν του πρὸς βρέτας.
ΟΙ. Α’ ποῖον βρετέτετας; ἐτεὸν ἡγεῖ γὰρ θεούς;
ΟΙ. Β’ ἔγωγε. ΟΙ. Α’ ποίῳ χρώμενος τεκμηρίῳ;
ΟΙ. Β’ ὁτιὴ θεοῖσιν ἐχθρός εἰμ᾽. οὐκ εἰκότως;
35 ΟΙ. Α’ εὖ προσβιβάζεις μ᾽. ἀλλ᾽ ἑτέρᾳ πῃ σκεπτέον.
βούλει τὸ πρᾶγμα τοῖς θεαταῖσιν φράσω;
ΟΙ. Β’ οὐ χεῖρον· ἓν δ᾽ αὐτοὺς παραιτησώμεθα,
ἐπίδηλον ἡμῖν τοῖς προσώποισιν ποεῖν,
ἢν τοῖς ἔπεσι χαίρωσι καὶ τοῖς πράγμασιν.
***
ΠΡΩΤΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Όι όι μάνα μ᾽, όι όι μάνα μ᾽, κακό που μας βρήκε! Όι όι μάνα μ᾽, όι όι μάνα μ᾽. Θεοί, στον άθλιο Παφλαγόνα, τον νιοφερμένο δούλο, άθλιο χαμό δώστε — να φουντάρει αύτανδρος, αυτός κι η συμβουλευτική του. Γιατί από την ώρα που κουβαλήθηκε στο σπιτικό μας, απ᾽ το πρωί ως το βράδυ ρημάζει τους παραγιούς με ξυλοφόρτωμα.
ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Να βρει τρισάθλιο χαμό — να φουντάρει αύτανδρος πρώτος απ᾽ όλους τους Παφλαγόνες, αυτός κι η συκοφαντική του.
ΠΡ. Δ. Καψερέ μου, πώς πορεύεσαι;
ΔΕ. Δ. Μαύρα κι άραχλα, όπως κι η αφεντιά σου.
ΠΡ. Δ. Τότε κάτσε πλάι μου, να κλαψουρίζουμε πριμοσεγκόντο έναν σκοπό του Ούλυμπου.
ΠΡ. & ΔΕ. Δ. (κλαψουρίζουν μαζί) [10] Μου μου, μου μου, μου μου, μου μου...
ΠΡ. Δ. Δεν βγαίνει τίποτε με το κλαψούρισμα. Αντί να κλαίμε και να κλαίμε, αυτό που μας χρειάζεται είναι να βρούμε κάποιον τρόπο να σωθούμε.
ΔΕ. Δ. Και ποιόν τρόπο;
ΠΡ. Δ. Εσύ να μου τον πεις.
ΔΕ. Δ. Και δεν τον λες εσύ — μακριά από μένα οι τσακωμοί!
ΠΡ. Δ. Μά τον Απόλλωνα, όχι εγώ! Πρότεινε εσύ κάτι θαρραλέο κι ύστερα θα σου πω κι εγώ.
ΔΕ. Δ. Έλα όμως που μου λείπει το «θάρρεψε». Αχ να μπορούσα να το ᾽λεγα ευριπιδοκουλτουριάρικα: «Τα που εγώ πρέπει να πω να τα ᾽κουα από σένα»!
ΠΡ. Δ. Παρακαλώ, παρακαλώ, μη πας να με τυλίξεις σαρμά μ᾽ ευριπιδολάχανα. [20] Βρες μόνο κάνα χορό σκερτσόζο, για να το στρίβουμε από τ᾽ αφεντικό.
ΔΕ. Δ. Τότε λέγε απανωτά, όπως σ᾽ το συλλαβίζω: α-μο-λά-με.
ΠΡ. Δ. Έγινε, λέω: α-μο-λά-με.
ΔΕ. Δ. Τώρα, αμέσως ύστερα απ᾽ το α-μο-λά-με, λέγε: αυ-τό.
ΠΡ. Δ. Αυ-τό.
ΔΕ. Δ. Έξοχα! Τώρα, με τον ρυθμό που κάνεις μαλακία, λέγε πρώτα σταθερά το α-μο-λά-με κι ύστερα το αυτό, στη συνέχεια λέγε τα ξανά και ξανά, όλο και πιο γρήγορα.
ΠΡ. Δ. Α-μο-λά-με αυ-τό α-μο-λά-με αυτοαμολάμε.
ΔΕ. Δ. Λοιπόν, μη μου πεις, γλύκα μια φορά!
ΠΡ. Δ. Μά τον Δία, δεν λέω όχι! μόνο φοβάμαι μην οργώσει την πέτσα μου αυτό το προμάντεμα.
ΔΕ. Δ. Από πού κι ως πού;
ΠΡ. Δ. Αμ με το βάρα τη βάρα τη, φυραίνει η έρμη η πέτσα.
ΔΕ. Δ. [30] Τότε, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε για την ώρα είναι να πάμε να προσπέσουμε ικέτες σε κάποιου θεού το άγιο ξόανο.
ΠΡ. Δ. Άκου ξοξόανο! Δεν μου λες, στ᾽ αλήθεια πιστεύεις ότι υπάρχουν θεοί;
ΔΕ. Δ. Ολόψυχα.
ΠΡ. Δ. Και πού στηρίζεις την πίστη σου;
ΔΕ. Δ. Στο που οι θεοί μ᾽ έχουν στη μαύρη λίστα. Δεν το βρίσκεις λογικό;
ΠΡ. Δ. Μ᾽ έπεισες απόλυτα. Λοιπόν, ας ψάξουμε γι᾽ άλλη λύση. Θα ᾽θελες να εκθέσω την κατάστασή μας στους θεατές;
ΔΕ. Δ. Δεν είναι κι άσκημη ιδέα. Μόνο να τους ζητήσουμε μια χάρη, να μας φανερώσουν με την έκφραση του προσώπου τους, αν «τα λόγια και τα έργα μας είναι της αρεσιάς τους».