οὔτ᾽ ἔκτανον γὰρ οὔτε τὸν κτανόντ᾽ ἔχω
δεῖξαι. τὸ δὲ ζήτημα τοῦ πέμψαντος ἦν
Φοίβου τόδ᾽ εἰπεῖν ὅστις εἴργασταί ποτε.
280 ΟΙ. δίκαι᾽ ἔλεξας· ἀλλ᾽ ἀναγκάσαι θεοὺς
ἃν μὴ θέλωσιν οὐδ᾽ ἂν εἷς δύναιτ᾽ ἀνήρ.
ΧΟ. τὰ δεύτερ᾽ ἐκ τῶνδ᾽ ἂν λέγοιμ᾽ ἁμοὶ δοκεῖ.
ΟΙ. εἰ καὶ τρίτ᾽ ἐστί, μὴ παρῇς τὸ μὴ οὐ φράσαι.
ΧΟ. ἄνακτ᾽ ἄνακτι ταὔθ᾽ ὁρῶντ᾽ ἐπίσταμαι
285 μάλιστα Φοίβῳ Τειρεσίαν, παρ᾽ οὗ τις ἂν
σκοπῶν τάδ᾽, ὦναξ, ἐκμάθοι σαφέστατα.
ΟΙ. ἀλλ᾽ οὐκ ἐν ἀργοῖς οὐδὲ τοῦτ᾽ ἐπραξάμην.
ἔπεμψα γὰρ Κρέοντος εἰπόντος διπλοῦς
πομπούς· πάλαι δὲ μὴ παρὼν θαυμάζεται.
290 ΧΟ. καὶ μὴν τά γ᾽ ἄλλα κωφὰ καὶ παλαί᾽ ἔπη.
ΟΙ. τὰ ποῖα ταῦτα; πάντα γὰρ σκοπῶ λόγον.
ΧΟ. θανεῖν ἐλέχθη πρός τινων ὁδοιπόρων.
ΟΙ. ἤκουσα κἀγώ· τὸν δὲ δρῶντ᾽ οὐδεὶς ὁρᾷ.
ΧΟ. ἀλλ᾽ εἴ τι μὲν δὴ δείματός γ᾽ ἔχει μέρος
295 τὰς σὰς ἀκούων οὐ μενεῖ τοιάσδ᾽ ἀράς.
ΟΙ. ᾧ μή ᾽στι δρῶντι τάρβος, οὐδ᾽ ἔπος φοβεῖ.
ΧΟ. ἀλλ᾽ οὑξελέγξων αὐτὸν ἔστιν· οἵδε γὰρ
τὸν θεῖον ἤδη μάντιν ὧδ᾽ ἄγουσιν, ᾧ
τἀληθὲς ἐμπέφυκεν ἀνθρώπων μόνῳ.
300 ΟΙ. ὦ πάντα νωμῶν Τειρεσία, διδακτά τε
ἄρρητά τ᾽ οὐράνιά τε καὶ χθονοστιβῆ,
πόλιν μέν, εἰ καὶ μὴ βλέπεις, φρονεῖς δ᾽ ὅμως
οἵᾳ νόσῳ σύνεστιν· ἧς σὲ προστάτην
σωτῆρά τ᾽, ὦναξ, μοῦνον ἐξευρίσκομεν.
305 Φοῖβος γάρ, εἴ καὶ μὴ κλύεις τῶν ἀγγέλων,
πέμψασιν ἡμῖν ἀντέπεμψεν, ἔκλυσιν
μόνην ἂν ἐλθεῖν τοῦδε τοῦ νοσήματος,
εἰ τοὺς κτανόντας Λάιον μαθόντες εὖ
κτείναιμεν, ἢ γῆς φυγάδας ἐκπεμψαίμεθα.
310 σὺ δ᾽ οὖν φθονήσας μήτ᾽ ἀπ᾽ οἰωνῶν φάτιν
μήτ᾽ εἴ τιν᾽ ἄλλην μαντικῆς ἔχεις ὁδόν,
ῥῦσαι σεαυτὸν καὶ πόλιν, ῥῦσαι δ᾽ ἐμέ,
ῥῦσαι δὲ πᾶν μίασμα τοῦ τεθνηκότος.
ἐν σοὶ γὰρ ἐσμέν· ἄνδρα δ᾽ ὠφελεῖν ἀφ᾽ ὧν
315 ἔχοι τε καὶ δύναιτο κάλλιστος πόνων.
***
ΧΟΡ. Έτσι που με κατάρες μ᾽ έδεσεςέτσι θα σου μιλήσω, βασιλιά.
Ούτε τον σκότωσα κι ούτε γνωρίζω τον φονιά.
Ο Φοίβος που ξέρει να στέλνει χρησμούς
αυτός ας κατονόμαζε το δράστη.
280 ΟΙΔ. Μα ποιός μπορεί
να εξαναγκάσει τους θεούς, χωρίς να θέλουν;
ΧΟΡ. Μια δεύτερη σκέψη θα ᾽λεγα,
που φαίνεται σωστή.
ΟΙΔ. Και τρίτη αν έχεις, λέγε,
μη διστάζεις.
ΧΟΡ. Ξέρω καλά πως όσα βλέπει ο μέγας Φοίβος
τα ίδια βλέπει κι ο μέγας Τειρεσίας.
Αν κάποιoς τον εξέταζε
μπορούσε να φωτίσει, βασιλιά μου, την υπόθεση.
ΟΙΔ. Χωρίς χρονοτριβή το φρόντισα κι αυτό.
Ιδέα του Κρέοντος κι έστειλα δυο
για να τον συνοδεύσουν.
Αργοπορεί και με προβληματίζει.
290 ΧΟΡ. Όσο για τις παλιές και κούφιες φήμες…
ΟΙΔ. Για τί μιλάς;
Τα πάντα ξεψαχνίζω.
ΧΟΡ. Είπαν πως τον σκοτώσαν οδοιπόροι.
ΟΙΔ. Πήρε το αυτί μου κάτι. Όμως κανείς
δε μολογάει τον αυτόπτη.
ΧΟΡ. Αν τον κρατάει ο φόβος,
θ᾽ ακούσει τις κατάρες σου
και θα πειστεί.
ΟΙΔ. Όποιος δεν τρόμαξε την πράξη,
πώς θες να φοβηθεί τα λόγια.
ΧΟΡ. Ελπίδες αποκάλυψης υπάρχουν.
Ιδού τον ένθεο τον μάντη
τον οδηγούν εδώ.
Είναι θνητός μοναδικός·
του δόθηκεν η χάρη της αλήθειας.
300 ΟΙΔ. Ω παντεπόπτη Τειρεσία
που τα ρητά διαβάζεις και τ᾽ απόρρητα,
τα μυστικά της γης και τ᾽ ουρανού,
τη νόσο που την πόλη δυναστεύει.
Ο μόνος είσαι πια προστάτης και σωτήρας μας.
Ο Φοίβος, αν δεν άκουσες απ᾽ τους απεσταλμένους,
στις ερωτήσεις που του θέσαμε μας μήνυσε,
πως από τη νόσο ο μόνος τρόπος να γλιτώσουμε
είναι να βρούμε του Λαΐου τους φονιάδες
και να τους θανατώσουμε
ή να τους στείλουμε εξορία.
310 Μην αρνηθείς να μας μιλήσεις
είτε των οιωνών τη γλώσσα διάβασες
είτε μιας άλλης μαντικής
τα μονοπάτια πήρες.
Σώσε τον εαυτό σου, σώσε την πόλη,
σώσε και μένα·
σώσε μας από το μίασμα του σκοτωμένου.
Σ᾽ εσένα τις ελπίδες αποθέτουμε.
Αν κάποιος έχει έλεος και το προσφέρει,
με τη χαρά της προσφοράς αγάλλεται.