στ) Το θεματικό ή συνδετικό φωνήεν
§ 10. Ήδη στα ινδοευρωπαϊκά πριν από την κατάληξη σε ορισμένους χρόνους πολύ μεγάλου αριθμού ρημάτων υπήρχε ένα φωνήεν o ή με μετάπτωση e, που όμως δεν ήταν άρρηκτα συνδεμένο με το ριζικό τμήμα· πρβ. λέγ-ο-μεν, λέγ-ε-τε αλλά *λεγ-σω > λέξω*. Ως εκ τούτου θεωρήθηκε ιδιαίτερο στοιχείο για τον σχηματισμό τύπων και ονομάστηκε "θεματικό" ή "συνδετικό φωνήεν" (ή "διαμορφωτικό φωνήεν"). Είναι βέβαιο ότι σε μερικές ρίζες αποτελούσε αρχικά την ιδιαίτερη απόληξη. Δεν έχει, όμως, διευκρινιστεί η σχέση του με τα o / e των ονοματικών θεμάτων που σχηματίζουν στα αρχαία ελληνικά (και στα λατινικά) τη δεύτερη κλίση· πρβ. λέγο-μεν και λόγο-ς. Αντίθετα, στα αρχαία ελληνικά χωρίς αμφιβολία το φωνήεν -ο- απέκτησε σε όλο και μεγαλύτερη έκταση τη λειτουργία ενός βοηθητικού μέσου για τον σχηματισμό λέξεων τόσο στη σύνθεση όσο και στην παραγωγή.
------------------------
*Το γ - σ δίνουν ξ, δηλαδή [g- s] δίνουν [ks]. Πρόκειται για αφομοίωση ηχηρότητας: Το ηχηρό [g] τρέπεται στο αντίστοιχο άηχο [k] πριν από το άηχο [s]. Στα νέα ελληνικά, για το αντίστοιχο φαινόμενο, π.χ. ανοίγω - ανοίξω, πρέπει εκτός από την αφομοίωση ηχηρότητας να υποθέσουμε και την ανομοίωση του τρόπου άρθρωσης: Το εξακολουθητικό σύμφωνο τρέπεται σε κλειστό πριν από το εξακολουθητικό [s], που είναι το κλιτικό μόρφημα του συνοπτικού θέματος στο ρήμα, και έτσι καταλήγουμε στο σύμπλεγμα [ks] (γράφεται ξ).
Δευτέρα 5 Ιουνίου 2023
Συναισθηματικές πληγές και σχέσεις
Πληγώνομαι γιατί ξεχνιέμαι και προσδοκώ… γίνεται όμως κι αλλιώς;
Μπαίνοντας σε μια νέα σχέση κουβαλάμε και τις συναισθηματικές πληγές του παρελθόντος… πόσο μπορούμε να εμπιστευτούμε τον άλλο, πόσο μπορούμε να επενδύσουμε σ’ αυτή τη σχέση; Πόσο συναισθηματικά διαθέσιμοι είμαστε και πόσο είμαστε εδώ για τον άλλο;
Οι πληγές που έχουμε ήδη λειτουργούν σαν μια αφύπνιση, που είναι εδώ για να μας υπενθυμίζει να μην πληγωθούμε ξανά. Μπορεί να μας κάνει πολύ ευαίσθητους και ευέξαπτους σε παράγοντες και σε καταστάσεις, που κάτω από άλλες συνθήκες δεν θα μας προκαλούσαν τίποτα αρνητικό. Οι συναισθηματικές πληγές που έχουμε ήδη μας κάνουν υπερευαίσθητους, ιδιαίτερα προσεκτικούς, φοβισμένους ή και απόμακρους από το να ζήσουμε νέες σχέσεις.
Αν όμως μείνουμε στις πληγές που έχουμε ήδη, δε θα μπορέσουμε να ξανακάνουμε μια αληθινή σχέση, δεν θα μπορέσουμε να εμπιστευτούμε ξανά, να αφεθούμε στα συναισθήματα που νιώθουμε, να κάνουμε όνειρα για το παρόν και το μέλλον.
Ίσως, αυτό που μπορούμε να μετριάσουμε κάπως είναι οι ελπίδες και οι προσδοκίες που έχουμε από μια νέα σχέση, ας μένουμε περισσότερο στο παρόν, στην πραγματικότητα τη δική μας και του άλλου, σε αυτό που μας δίνει και σε αυτό που ελπίζουμε ότι θα μας δώσει, σε αυτό που είναι και όχι σε αυτό που προσδοκούμε ότι είναι.
Οι περισσότερες σχέσεις στηρίζονται σε μια πλάνη, σε μια ψευδαίσθηση, σε έναν ψεύτικο άλλο, που τον φτιάχνουμε με τις προσδοκίες και τις ελπίδες μας, στην προσπάθειά μας να καλύψουμε τις ανάγκες που έχουμε.
Πόσο κατάλληλος είναι ο άλλος και πόσο παρών είναι; Πόσο παρών θέλει να είναι και πόσο μπορούμε να τον εμπιστευτούμε; Τι μας έχει δώσει ήδη και τι μας κάνει να τον εμπιστευόμαστε;
Ας μην μένουμε στα λόγια και στις υποσχέσεις, ας βλέπουμε πόσα από τα λόγια μετατρέπονται σε πράξη, πόσο πραγματικά μας καλύπτει αυτή η σχέση…
Όταν όμως μπαίνουμε σε μια σχέση με τις πληγές που ήδη έχουμε θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί ώστε να μην αποδίδουμε στον άλλο τα σφάλματα που ήδη έχουμε βιώσει από άλλους. Οι πληγές μας κάνουν ευαίσθητους και έχουμε έντονα την ανάγκη για κοινωνική αποδοχή.
Όντας πληγωμένοι από προηγούμενες σχέσεις, μπορεί να είμαστε πιο ευάλωτοι στην οποιαδήποτε ένδειξη μη αποδοχής ή στην παραμικρή ένδειξη αδιαφορίας. Κι αυτό μας κάνει να πληγωθούμε πολύ, όχι λόγω της νέας μας σχέσης, αλλά λόγω αυτών που βιώνουμε και αγγίζουν τις πληγές που ήδη έχουμε υπενθυμίζοντάς μας την απόρριψη που ήδη έχουμε βιώσει.
Και είναι πολύ πιθανό να δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή σε λόγια, κινήσεις ή πράγματα που κάτω από άλλες συνθήκες θα θεωρούσαμε ασήμαντα. Η οποιαδήποτε συμπεριφορά μας θυμίζει το παρελθόν και αγγίζει τις ήδη υπάρχουσες πληγές μας, μας κάνει να πονάμε, να νιώθουμε ότι θα ξαναπληγωθούμε.
Και τότε... είναι πιθανό να αντιδράσουμε έντονα- είτε να απομακρυνθούμε από τον άλλο είτε να απαιτήσουμε περισσότερα ώστε να μας αποδείξει ο άλλος ότι δεν θα συμπεριφερθεί όπως φοβόμαστε, όπως έχουμε βιώσει από άλλους σε προηγούμενες σχέσεις.
Πληγώνομαι γιατί ξεχνιέμαι και προσδοκώ… γίνεται όμως κι αλλιώς;
Ίσως και να γίνεται… Μήπως να μην ξεχνάμε ότι οι πολλές προσδοκίες είναι αυτές που μας κάνουν να πληγωνόμαστε βαθιά και ανεπανόρθωτα; Αν από την αρχή βλέπαμε αυτόν που είχαμε απέναντί μας και πόσο πραγματικά μπορεί να καλύψει τις ανάγκες μας δεν θα πληγωνόμασταν ούτε τόσο συχνά ούτε τόσο πολύ…
Ας προσπαθούμε τουλάχιστον να μην μπερδεύουμε τις προσδοκίες και τα θέλω μας με αυτά που ο άλλος είναι πρόθυμος να μας δώσει. Μπορεί τα όνειρά μας και οι πεποιθήσεις μας για το τι είναι σχέση και το πώς θέλουμε μια σχέση να είναι τελείως διαφορετικά από τα όνειρα και τις πεποιθήσεις του άλλου. Ας έχουμε τα μάτια ανοιχτά σε αυτόν που έχουμε απέναντί μας και όχι στην εξιδανίκευση του άλλου, την οποία ξεκινήσαμε πριν καλά- καλά προλάβουμε να τον γνωρίσουμε.
Για να μπορέσουμε να επουλώσουμε τις συναισθηματικές πληγές του παρελθόντος θα πρέπει πρώτα να συνειδητοποιήσουμε την ύπαρξή τους, να καταλάβουμε γιατί αντιδρούμε έτσι σε μια νέα μας σχέση, τι μας φοβίζει και από τι θέλουμε να προστατεύσουμε τον εαυτό μας.
Δεν βοηθάει να προσπαθήσουμε να διαγράψουμε ή να ξεχάσουμε τις πληγές που έχουμε, απλά αναγνωρίζοντας αυτές και συνειδητοποιώντας την επίδρασή τους μπορούμε να τις περιορίσουμε και να μην μας επηρεάζουν τόσο στις επόμενες σχέσεις μας. Μέσα από μια διαφορετική σχέση μπορούμε να αποδείξουμε στον εαυτό μας ότι δεν επαναλαμβάνονται όσα ζήσαμε στο παρελθόν. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει να αφεθούμε λίγο στη νέα σχέση, να εμπιστευόμαστε, να δίνουμε και να εκφράζουμε όσα νιώθουμε και όχι να περιμένουμε τη στιγμή που θα ξανασυμβούν όσα ήδη μας έχουν πληγώσει σε προηγούμενες σχέσεις.
Δεν γίνεται να ξεκινάμε μια σχέση με φόβους και αρνητικές σκέψεις, με ανασφάλεια και έντονη αμφισβήτηση του άλλου, με καχυποψία και με γενικεύσεις, που τις θεωρούμε πλέον ως απόλυτες αλήθειες… Είναι λογικό να θέλουμε να αποφύγουμε τον πόνο, να μην πληγωθούμε, να μην βιώσουμε τα αρνητικά συναισθήματα του παρελθόντος, όμως, δεν γίνεται να ζούμε διαρκώς με το φόβο ότι θα μας εγκαταλείψουν, θα μας απορρίψουν, θα μας πληγώσουν, θα μας προδώσουν…
Κάθε φορά που συμβαίνει κάτι που αγγίζει τις πληγές μας, αυτές ξυπνούν και προσπαθούν να μην γίνουν πιο μεγάλες, προσπαθούν να βρουν τρόπο επούλωσης ή τουλάχιστον να μην επεκταθούν… κι εμείς το μόνο που κάνουμε είναι να γινόμαστε αμυντικοί ή επιθετικοί στην προσπάθειά μας να μην αποκτήσουμε άλλες πληγές ούτε να ξύσουμε τις ήδη υπάρχουσες, γιατί πονάνε…
Μπαίνοντας σε μια νέα σχέση κουβαλάμε και τις συναισθηματικές πληγές του παρελθόντος… πόσο μπορούμε να εμπιστευτούμε τον άλλο, πόσο μπορούμε να επενδύσουμε σ’ αυτή τη σχέση; Πόσο συναισθηματικά διαθέσιμοι είμαστε και πόσο είμαστε εδώ για τον άλλο;
Οι πληγές που έχουμε ήδη λειτουργούν σαν μια αφύπνιση, που είναι εδώ για να μας υπενθυμίζει να μην πληγωθούμε ξανά. Μπορεί να μας κάνει πολύ ευαίσθητους και ευέξαπτους σε παράγοντες και σε καταστάσεις, που κάτω από άλλες συνθήκες δεν θα μας προκαλούσαν τίποτα αρνητικό. Οι συναισθηματικές πληγές που έχουμε ήδη μας κάνουν υπερευαίσθητους, ιδιαίτερα προσεκτικούς, φοβισμένους ή και απόμακρους από το να ζήσουμε νέες σχέσεις.
Αν όμως μείνουμε στις πληγές που έχουμε ήδη, δε θα μπορέσουμε να ξανακάνουμε μια αληθινή σχέση, δεν θα μπορέσουμε να εμπιστευτούμε ξανά, να αφεθούμε στα συναισθήματα που νιώθουμε, να κάνουμε όνειρα για το παρόν και το μέλλον.
Ίσως, αυτό που μπορούμε να μετριάσουμε κάπως είναι οι ελπίδες και οι προσδοκίες που έχουμε από μια νέα σχέση, ας μένουμε περισσότερο στο παρόν, στην πραγματικότητα τη δική μας και του άλλου, σε αυτό που μας δίνει και σε αυτό που ελπίζουμε ότι θα μας δώσει, σε αυτό που είναι και όχι σε αυτό που προσδοκούμε ότι είναι.
Οι περισσότερες σχέσεις στηρίζονται σε μια πλάνη, σε μια ψευδαίσθηση, σε έναν ψεύτικο άλλο, που τον φτιάχνουμε με τις προσδοκίες και τις ελπίδες μας, στην προσπάθειά μας να καλύψουμε τις ανάγκες που έχουμε.
Πόσο κατάλληλος είναι ο άλλος και πόσο παρών είναι; Πόσο παρών θέλει να είναι και πόσο μπορούμε να τον εμπιστευτούμε; Τι μας έχει δώσει ήδη και τι μας κάνει να τον εμπιστευόμαστε;
Ας μην μένουμε στα λόγια και στις υποσχέσεις, ας βλέπουμε πόσα από τα λόγια μετατρέπονται σε πράξη, πόσο πραγματικά μας καλύπτει αυτή η σχέση…
Όταν όμως μπαίνουμε σε μια σχέση με τις πληγές που ήδη έχουμε θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί ώστε να μην αποδίδουμε στον άλλο τα σφάλματα που ήδη έχουμε βιώσει από άλλους. Οι πληγές μας κάνουν ευαίσθητους και έχουμε έντονα την ανάγκη για κοινωνική αποδοχή.
Όντας πληγωμένοι από προηγούμενες σχέσεις, μπορεί να είμαστε πιο ευάλωτοι στην οποιαδήποτε ένδειξη μη αποδοχής ή στην παραμικρή ένδειξη αδιαφορίας. Κι αυτό μας κάνει να πληγωθούμε πολύ, όχι λόγω της νέας μας σχέσης, αλλά λόγω αυτών που βιώνουμε και αγγίζουν τις πληγές που ήδη έχουμε υπενθυμίζοντάς μας την απόρριψη που ήδη έχουμε βιώσει.
Και είναι πολύ πιθανό να δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή σε λόγια, κινήσεις ή πράγματα που κάτω από άλλες συνθήκες θα θεωρούσαμε ασήμαντα. Η οποιαδήποτε συμπεριφορά μας θυμίζει το παρελθόν και αγγίζει τις ήδη υπάρχουσες πληγές μας, μας κάνει να πονάμε, να νιώθουμε ότι θα ξαναπληγωθούμε.
Και τότε... είναι πιθανό να αντιδράσουμε έντονα- είτε να απομακρυνθούμε από τον άλλο είτε να απαιτήσουμε περισσότερα ώστε να μας αποδείξει ο άλλος ότι δεν θα συμπεριφερθεί όπως φοβόμαστε, όπως έχουμε βιώσει από άλλους σε προηγούμενες σχέσεις.
Πληγώνομαι γιατί ξεχνιέμαι και προσδοκώ… γίνεται όμως κι αλλιώς;
Ίσως και να γίνεται… Μήπως να μην ξεχνάμε ότι οι πολλές προσδοκίες είναι αυτές που μας κάνουν να πληγωνόμαστε βαθιά και ανεπανόρθωτα; Αν από την αρχή βλέπαμε αυτόν που είχαμε απέναντί μας και πόσο πραγματικά μπορεί να καλύψει τις ανάγκες μας δεν θα πληγωνόμασταν ούτε τόσο συχνά ούτε τόσο πολύ…
Ας προσπαθούμε τουλάχιστον να μην μπερδεύουμε τις προσδοκίες και τα θέλω μας με αυτά που ο άλλος είναι πρόθυμος να μας δώσει. Μπορεί τα όνειρά μας και οι πεποιθήσεις μας για το τι είναι σχέση και το πώς θέλουμε μια σχέση να είναι τελείως διαφορετικά από τα όνειρα και τις πεποιθήσεις του άλλου. Ας έχουμε τα μάτια ανοιχτά σε αυτόν που έχουμε απέναντί μας και όχι στην εξιδανίκευση του άλλου, την οποία ξεκινήσαμε πριν καλά- καλά προλάβουμε να τον γνωρίσουμε.
Για να μπορέσουμε να επουλώσουμε τις συναισθηματικές πληγές του παρελθόντος θα πρέπει πρώτα να συνειδητοποιήσουμε την ύπαρξή τους, να καταλάβουμε γιατί αντιδρούμε έτσι σε μια νέα μας σχέση, τι μας φοβίζει και από τι θέλουμε να προστατεύσουμε τον εαυτό μας.
Δεν βοηθάει να προσπαθήσουμε να διαγράψουμε ή να ξεχάσουμε τις πληγές που έχουμε, απλά αναγνωρίζοντας αυτές και συνειδητοποιώντας την επίδρασή τους μπορούμε να τις περιορίσουμε και να μην μας επηρεάζουν τόσο στις επόμενες σχέσεις μας. Μέσα από μια διαφορετική σχέση μπορούμε να αποδείξουμε στον εαυτό μας ότι δεν επαναλαμβάνονται όσα ζήσαμε στο παρελθόν. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει να αφεθούμε λίγο στη νέα σχέση, να εμπιστευόμαστε, να δίνουμε και να εκφράζουμε όσα νιώθουμε και όχι να περιμένουμε τη στιγμή που θα ξανασυμβούν όσα ήδη μας έχουν πληγώσει σε προηγούμενες σχέσεις.
Δεν γίνεται να ξεκινάμε μια σχέση με φόβους και αρνητικές σκέψεις, με ανασφάλεια και έντονη αμφισβήτηση του άλλου, με καχυποψία και με γενικεύσεις, που τις θεωρούμε πλέον ως απόλυτες αλήθειες… Είναι λογικό να θέλουμε να αποφύγουμε τον πόνο, να μην πληγωθούμε, να μην βιώσουμε τα αρνητικά συναισθήματα του παρελθόντος, όμως, δεν γίνεται να ζούμε διαρκώς με το φόβο ότι θα μας εγκαταλείψουν, θα μας απορρίψουν, θα μας πληγώσουν, θα μας προδώσουν…
Κάθε φορά που συμβαίνει κάτι που αγγίζει τις πληγές μας, αυτές ξυπνούν και προσπαθούν να μην γίνουν πιο μεγάλες, προσπαθούν να βρουν τρόπο επούλωσης ή τουλάχιστον να μην επεκταθούν… κι εμείς το μόνο που κάνουμε είναι να γινόμαστε αμυντικοί ή επιθετικοί στην προσπάθειά μας να μην αποκτήσουμε άλλες πληγές ούτε να ξύσουμε τις ήδη υπάρχουσες, γιατί πονάνε…
Πώς να βρούμε και να διατηρήσουμε την Ψυχική γαλήνη
Αισθάνεστε συχνά αγχωμένοι, ανήσυχοι, ανασφαλείς, ανήσυχοι ή απλά πολύ απασχολημένοι για να είστε ήρεμοι; Σε έναν χαοτικό κόσμο, η εύρεση της ψυχικής γαλήνης μπορεί μερικές φορές να είναι δύσκολη.
Αν δεν έχετε ψυχική ηρεμία, μπορεί να βιώσετε:
Στρες: Μπορεί να είστε συνεχώς αγχωμένοι και να νιώθετε ανίκανοι να ανταπεξέλθετε σε όλα όσα έχετε στο πιάτο σας. Μπορεί συχνά να αισθάνεστε σωματικά και συναισθηματικά εξαντλημένοι. Μικρές αναποδιές μπορεί να σας φαίνονται συντριπτικές.
Ανασφάλεια: Μπορεί να μην αισθάνεστε αυτοπεποίθηση και να αμφιβάλλετε συνεχώς για τον εαυτό σας και τις ικανότητές σας. Μπορεί να αναζητάτε την έγκριση των άλλων και να αφήνετε την ευτυχία σας να υπαγορεύεται από αυτούς.
Άγχος: Μπορεί να αισθάνεστε συνεχώς ανήσυχοι ή αγχωμένοι για κάτι, γεγονός που μπορεί να σας κάνει να αισθάνεστε ανήσυχοι ή τεταμένοι. Μπορεί επίσης να εμφανίσετε σωματικά συμπτώματα όπως ταχυκαρδία, υπεραερισμό, ναυτία, τρόμο και εφίδρωση.
Κατάθλιψη: Μπορεί να αισθάνεστε δυσαρεστημένοι για τη ζωή σας και να βιώνετε συναισθήματα ενοχής, ντροπής, αδυναμίας ή απελπισίας. Μπορεί να διαπιστώσετε ότι αποσύρεστε από τους άλλους και ότι δεν θέλετε να κάνετε πράγματα που κάποτε σας άρεσαν. Μπορεί επίσης να αισθάνεστε κουρασμένοι, να δυσκολεύεστε να κοιμηθείτε και να παρουσιάσετε αλλαγές στο βάρος σας.
Σύγκρουση: Μπορεί να διαπιστώσετε ότι βιώνετε ένταση και συγκρούσεις στις σχέσεις σας στο σπίτι, στη δουλειά, στο σχολείο ή στον κοινωνικό σας κύκλο.
Γιατί δεν μπορώ να βρω ψυχική ηρεμία;
Αυτοί είναι μερικοί λόγοι για τους οποίους μπορεί να είναι δύσκολο να βρείτε εσωτερική γαλήνη:
Καταστάσεις ψυχικής υγείας: Μπορεί να δυσκολεύεστε περισσότερο να νιώσετε ηρεμία αν έχετε κάποια κατάσταση ψυχικής υγείας, όπως κατάθλιψη ή άγχος.
Δύσκολες περιστάσεις: Μπορεί να είναι δύσκολο να νιώσετε γαλήνη αν βιώνετε δύσκολες καταστάσεις, όπως η απώλεια μιας θέσης εργασίας ή η απώλεια του σπιτιού σας μετά από μια φυσική καταστροφή.
Στρες ή άγχος: Μπορεί επίσης να δυσκολεύεστε να βρείτε εσωτερική γαλήνη αν κάτι σας αγχώνει ή σας αναστατώνει. Μπορεί να είναι χρήσιμο να το εντοπίσετε, να λάβετε μέτρα για να το επιλύσετε ή να αποδεχτείτε ότι δεν μπορείτε να το αλλάξετε. Η επεξεργασία των συναισθημάτων σας σχετικά με αυτό θα σας βοηθήσει να νιώσετε πιο γαλήνιοι.
Τρόποι για να αποκτήσετε ψυχική ηρεμία
Αναπροσαρμόστε τις αρνητικές σας σκέψεις
Συχνά, ο μεγαλύτερος επικριτής μας είναι η γκρινιάρα φωνή στο κεφάλι μας που μας λέει αρνητικά πράγματα. Οι αρνητικές σκέψεις μπορούν να σας κλέψουν την ψυχική σας γαλήνη και να σας δυσκολέψουν να νιώσετε χαλαροί και ικανοποιημένοι.
Πώς να επαναπροσδιορίσετε τις αρνητικές σκέψεις
Μπορεί να είναι χρήσιμο να αμφισβητήσετε τις αρνητικές σκέψεις και να εξασκηθείτε στην αναδιαμόρφωσή τους. Για παράδειγμα, θα μπορούσατε να πείτε στον εαυτό σας:
Η ζωή μπορεί να είναι απρόβλεπτη και μερικές φορές ερχόμαστε αντιμέτωποι με δύσκολες καταστάσεις που δεν μπορούμε να αλλάξουμε, όσο κι αν το θέλουμε. Για παράδειγμα, ένα αγαπημένο πρόσωπο μπορεί να διαγνωστεί με μια σοβαρή κατάσταση υγείας, ένας στενός φίλος μπορεί να μετακομίσει, μια σχέση μπορεί να μην αποδώσει ή ένα αγαπημένο κατοικίδιο μπορεί να πεθάνει.
Μπορεί να είναι δύσκολο να αντιμετωπίσουμε πράγματα που μας κάνουν να νιώθουμε αναστατωμένοι, αγχωμένοι ή άβολα, αλλά είναι απαραίτητο να το κάνουμε για να αποκτήσουμε ψυχική ηρεμία. Η κατά μέτωπο αντιμετώπισή τους μπορεί να σας βοηθήσει να θρηνήσετε για την απώλειά σας και τελικά να μάθετε να αποδέχεστε τις συνθήκες. Το να αποφεύγετε την κατάσταση, να προσποιείστε ότι τα πράγματα είναι διαφορετικά ή να υποθάλπετε θυμό και πικρία δεν θα σας βοηθήσει να αποκτήσετε ψυχική γαλήνη.
Μην συνδέετε την ευτυχία σας με εξωτερικές συνθήκες
Μερικές φορές αναζητούμε την εσωτερική γαλήνη από εξωτερικές πηγές. Για παράδειγμα, μπορεί να σκέφτεστε: “Θα είμαι ευτυχισμένος όταν πάρω προαγωγή” ή “Θα μπορέσω να χαλαρώσω μόλις τελειώσει η φορολογική περίοδος”. Ωστόσο, είναι σημαντικό να καταλάβετε ότι δεν μπορείτε να συνδέσετε την ευτυχία σας με εξωτερικούς παράγοντες πέρα από τον έλεγχό σας. Πρέπει να τη βρείτε μέσα σας και να εφαρμόζετε μια χαρούμενη, χαλαρή και θετική στάση σε ό,τι κάνετε. Αντί να περιμένετε να αλλάξουν τα πράγματα για να βελτιώσετε τη νοοτροπία σας, η αλλαγή της νοοτροπίας σας μπορεί να σας βοηθήσει να βελτιώσετε τα πράγματα.
Εξασκηθείτε στην αυτοφροντίδα
Η αυτοφροντίδα μπορεί να πάρει πολλές μορφές, ανάλογα με τις ανάγκες σας:
Σωματική: Η σωματική αυτοφροντίδα περιλαμβάνει τη φροντίδα του σώματός σας εξασφαλίζοντας επαρκή ξεκούραση, διατροφή και άσκηση.
Συναισθηματική: Συναισθηματικά μιλώντας, η αυτοφροντίδα μπορεί να μοιάζει με τον καθορισμό ορίων με τους ανθρώπους στη ζωή σας για να προστατεύσετε τον εαυτό σας. Μπορεί επίσης να σημαίνει το κλείσιμο της αρνητικής αυτο-ομιλίας.
Κοινωνική: Το να περνάτε χρόνο με τους αγαπημένους σας αποτελεί σημαντικό μέρος της αυτοφροντίδας. Η κοινωνική αυτοφροντίδα μπορεί επίσης να περιλαμβάνει την αποκοπή ανθρώπων ή κοινωνικών δραστηριοτήτων που δεν σας ικανοποιούν.
Διανοητική: Η διανοητική αυτοφροντίδα μπορεί να περιλαμβάνει την ανάγνωση περισσότερων βιβλίων που σας αρέσουν, την καθημερινή λύση σταυρόλεξου ή την εξεύρεση χρόνου για ένα νέο χόμπι.
Πνευματική: Η πνευματική αυτοφροντίδα μπορεί να περιλαμβάνει διαλογισμό, να προσέχετε την παρούσα στιγμή, να ακούτε μουσική ή να ασκείτε τη θρησκεία στην οποία πιστεύετε.
Προσωπική: Αυτή η μορφή αυτοφροντίδας περιλαμβάνει να κάνετε πράγματα που σας ευχαριστούν, όπως να περπατάτε στη φύση, να κάνετε ένα χαλαρωτικό μπάνιο ή να μαγειρεύετε ένα γεύμα που σας αρέσει.
Περιγράφεται επίσης ως εσωτερική ηρεμία, γαλήνη ή αίσθημα ικανοποίησης, η ψυχική γαλήνη μπορεί να σας βοηθήσει να νιώσετε άνετα και συγκεντρωμένοι μέσα στο χάος. Αυτό το άρθρο διερευνά πώς μοιάζει η ψυχική γαλήνη και πώς μπορείτε να τη βρείτε και να τη διατηρήσετε.
Πώς μοιάζει η ψυχική γαλήνη στην καθημερινή ζωή
Αυτά είναι μερικά από τα σημάδια και τα χαρακτηριστικά της ψυχικής ειρήνης:
Πώς μοιάζει η ψυχική γαλήνη στην καθημερινή ζωή
Αυτά είναι μερικά από τα σημάδια και τα χαρακτηριστικά της ψυχικής ειρήνης:
- Αισθάνεστε άνετα στο πετσί σας και άνετα με τον εαυτό σας
- Να μπορείτε να αντιμετωπίζετε με άνεση τους μικρούς καθημερινούς στρεσογόνους παράγοντες
- Να είστε ικανοποιημένοι με τη ζωή σας και να αποδέχεστε τις συνθήκες όπως είναι
- Να αισθάνεστε σίγουροι ότι μπορείτε να διαχειριστείτε οτιδήποτε έρχεται στο δρόμο σας
- Να έχετε ενσυναίσθηση προς τους άλλους και να είστε σε θέση να οικοδομήσετε υγιείς σχέσεις
- Να μην εξαρτάστε από την έγκριση των άλλων για την ευτυχία σας
- Να έχετε μια ήρεμη και θετική στάση απέναντι στη ζω
Αν δεν έχετε ψυχική ηρεμία, μπορεί να βιώσετε:
Στρες: Μπορεί να είστε συνεχώς αγχωμένοι και να νιώθετε ανίκανοι να ανταπεξέλθετε σε όλα όσα έχετε στο πιάτο σας. Μπορεί συχνά να αισθάνεστε σωματικά και συναισθηματικά εξαντλημένοι. Μικρές αναποδιές μπορεί να σας φαίνονται συντριπτικές.
Ανασφάλεια: Μπορεί να μην αισθάνεστε αυτοπεποίθηση και να αμφιβάλλετε συνεχώς για τον εαυτό σας και τις ικανότητές σας. Μπορεί να αναζητάτε την έγκριση των άλλων και να αφήνετε την ευτυχία σας να υπαγορεύεται από αυτούς.
Άγχος: Μπορεί να αισθάνεστε συνεχώς ανήσυχοι ή αγχωμένοι για κάτι, γεγονός που μπορεί να σας κάνει να αισθάνεστε ανήσυχοι ή τεταμένοι. Μπορεί επίσης να εμφανίσετε σωματικά συμπτώματα όπως ταχυκαρδία, υπεραερισμό, ναυτία, τρόμο και εφίδρωση.
Κατάθλιψη: Μπορεί να αισθάνεστε δυσαρεστημένοι για τη ζωή σας και να βιώνετε συναισθήματα ενοχής, ντροπής, αδυναμίας ή απελπισίας. Μπορεί να διαπιστώσετε ότι αποσύρεστε από τους άλλους και ότι δεν θέλετε να κάνετε πράγματα που κάποτε σας άρεσαν. Μπορεί επίσης να αισθάνεστε κουρασμένοι, να δυσκολεύεστε να κοιμηθείτε και να παρουσιάσετε αλλαγές στο βάρος σας.
Σύγκρουση: Μπορεί να διαπιστώσετε ότι βιώνετε ένταση και συγκρούσεις στις σχέσεις σας στο σπίτι, στη δουλειά, στο σχολείο ή στον κοινωνικό σας κύκλο.
Γιατί δεν μπορώ να βρω ψυχική ηρεμία;
Αυτοί είναι μερικοί λόγοι για τους οποίους μπορεί να είναι δύσκολο να βρείτε εσωτερική γαλήνη:
Καταστάσεις ψυχικής υγείας: Μπορεί να δυσκολεύεστε περισσότερο να νιώσετε ηρεμία αν έχετε κάποια κατάσταση ψυχικής υγείας, όπως κατάθλιψη ή άγχος.
Δύσκολες περιστάσεις: Μπορεί να είναι δύσκολο να νιώσετε γαλήνη αν βιώνετε δύσκολες καταστάσεις, όπως η απώλεια μιας θέσης εργασίας ή η απώλεια του σπιτιού σας μετά από μια φυσική καταστροφή.
Στρες ή άγχος: Μπορεί επίσης να δυσκολεύεστε να βρείτε εσωτερική γαλήνη αν κάτι σας αγχώνει ή σας αναστατώνει. Μπορεί να είναι χρήσιμο να το εντοπίσετε, να λάβετε μέτρα για να το επιλύσετε ή να αποδεχτείτε ότι δεν μπορείτε να το αλλάξετε. Η επεξεργασία των συναισθημάτων σας σχετικά με αυτό θα σας βοηθήσει να νιώσετε πιο γαλήνιοι.
Τρόποι για να αποκτήσετε ψυχική ηρεμία
Αυτά είναι μερικά βήματα που μπορούν να σας βοηθήσουν να βρείτε ψυχική ηρεμία.
Αναπροσαρμόστε τις αρνητικές σας σκέψεις
Συχνά, ο μεγαλύτερος επικριτής μας είναι η γκρινιάρα φωνή στο κεφάλι μας που μας λέει αρνητικά πράγματα. Οι αρνητικές σκέψεις μπορούν να σας κλέψουν την ψυχική σας γαλήνη και να σας δυσκολέψουν να νιώσετε χαλαροί και ικανοποιημένοι.
Πώς να επαναπροσδιορίσετε τις αρνητικές σκέψεις
Μπορεί να είναι χρήσιμο να αμφισβητήσετε τις αρνητικές σκέψεις και να εξασκηθείτε στην αναδιαμόρφωσή τους. Για παράδειγμα, θα μπορούσατε να πείτε στον εαυτό σας:
- “Αυτή είναι μια δύσκολη κατάσταση, αλλά τα πράγματα δεν θα είναι πάντα έτσι. Μπορώ να το ξεπεράσω”.
- “Αυτό είναι ένα δύσκολο έργο, αλλά ξέρω ότι μπορώ να τα καταφέρω αν καταβάλω σκληρή προσπάθεια”.
- “Δεν είμαι τέλειος, αλλά είμαι περήφανος για την πρόοδο που έχω κάνει”.
- “Τα λάθη συμβαίνουν και μαθαίνω από αυτά για να βελτιωθώ στο μέλλον”.
Η ζωή μπορεί να είναι απρόβλεπτη και μερικές φορές ερχόμαστε αντιμέτωποι με δύσκολες καταστάσεις που δεν μπορούμε να αλλάξουμε, όσο κι αν το θέλουμε. Για παράδειγμα, ένα αγαπημένο πρόσωπο μπορεί να διαγνωστεί με μια σοβαρή κατάσταση υγείας, ένας στενός φίλος μπορεί να μετακομίσει, μια σχέση μπορεί να μην αποδώσει ή ένα αγαπημένο κατοικίδιο μπορεί να πεθάνει.
Μπορεί να είναι δύσκολο να αντιμετωπίσουμε πράγματα που μας κάνουν να νιώθουμε αναστατωμένοι, αγχωμένοι ή άβολα, αλλά είναι απαραίτητο να το κάνουμε για να αποκτήσουμε ψυχική ηρεμία. Η κατά μέτωπο αντιμετώπισή τους μπορεί να σας βοηθήσει να θρηνήσετε για την απώλειά σας και τελικά να μάθετε να αποδέχεστε τις συνθήκες. Το να αποφεύγετε την κατάσταση, να προσποιείστε ότι τα πράγματα είναι διαφορετικά ή να υποθάλπετε θυμό και πικρία δεν θα σας βοηθήσει να αποκτήσετε ψυχική γαλήνη.
Μην συνδέετε την ευτυχία σας με εξωτερικές συνθήκες
Μερικές φορές αναζητούμε την εσωτερική γαλήνη από εξωτερικές πηγές. Για παράδειγμα, μπορεί να σκέφτεστε: “Θα είμαι ευτυχισμένος όταν πάρω προαγωγή” ή “Θα μπορέσω να χαλαρώσω μόλις τελειώσει η φορολογική περίοδος”. Ωστόσο, είναι σημαντικό να καταλάβετε ότι δεν μπορείτε να συνδέσετε την ευτυχία σας με εξωτερικούς παράγοντες πέρα από τον έλεγχό σας. Πρέπει να τη βρείτε μέσα σας και να εφαρμόζετε μια χαρούμενη, χαλαρή και θετική στάση σε ό,τι κάνετε. Αντί να περιμένετε να αλλάξουν τα πράγματα για να βελτιώσετε τη νοοτροπία σας, η αλλαγή της νοοτροπίας σας μπορεί να σας βοηθήσει να βελτιώσετε τα πράγματα.
Εξασκηθείτε στην αυτοφροντίδα
Η αυτοφροντίδα μπορεί να πάρει πολλές μορφές, ανάλογα με τις ανάγκες σας:
Σωματική: Η σωματική αυτοφροντίδα περιλαμβάνει τη φροντίδα του σώματός σας εξασφαλίζοντας επαρκή ξεκούραση, διατροφή και άσκηση.
Συναισθηματική: Συναισθηματικά μιλώντας, η αυτοφροντίδα μπορεί να μοιάζει με τον καθορισμό ορίων με τους ανθρώπους στη ζωή σας για να προστατεύσετε τον εαυτό σας. Μπορεί επίσης να σημαίνει το κλείσιμο της αρνητικής αυτο-ομιλίας.
Κοινωνική: Το να περνάτε χρόνο με τους αγαπημένους σας αποτελεί σημαντικό μέρος της αυτοφροντίδας. Η κοινωνική αυτοφροντίδα μπορεί επίσης να περιλαμβάνει την αποκοπή ανθρώπων ή κοινωνικών δραστηριοτήτων που δεν σας ικανοποιούν.
Διανοητική: Η διανοητική αυτοφροντίδα μπορεί να περιλαμβάνει την ανάγνωση περισσότερων βιβλίων που σας αρέσουν, την καθημερινή λύση σταυρόλεξου ή την εξεύρεση χρόνου για ένα νέο χόμπι.
Πνευματική: Η πνευματική αυτοφροντίδα μπορεί να περιλαμβάνει διαλογισμό, να προσέχετε την παρούσα στιγμή, να ακούτε μουσική ή να ασκείτε τη θρησκεία στην οποία πιστεύετε.
Προσωπική: Αυτή η μορφή αυτοφροντίδας περιλαμβάνει να κάνετε πράγματα που σας ευχαριστούν, όπως να περπατάτε στη φύση, να κάνετε ένα χαλαρωτικό μπάνιο ή να μαγειρεύετε ένα γεύμα που σας αρέσει.
Ως γονείς, θα πρέπει να είμαστε πρόθυμοι ν’ αντιμετωπίσουμε το παρελθόν μας
Έχω συναντήσει συχνά μια συγκεκριμένη ιστορία παιδικής ηλικίας, που προσωπικά θεωρώ πως έχει ιδιαίτερη σημασία:
Η ευαισθησία, η ενσυναίσθηση, η ικανότητα ανταπόκρισης και η πανίσχυρη «κεραία» των θεραπευτών δείχνουν ότι ως παιδιά το πιο πιθανό είναι να συνήθιζαν να ικανοποιούν τις ανάγκες των άλλων ανθρώπων και καταπίεζαν τις δικές τους.
Υπάρχει βεβαίως θεωρητικά η πιθανότητα ένα ευαίσθητο παιδί να είχε γονείς που δεν είχαν ανάγκη οι ίδιοι να το κακομεταχειριστούν- γονείς που το έβλεπαν όπως πραγματικά ήταν, το καταλάβαιναν, ανέχονταν και σέβονταν τα συναισθήματά του. Παρ’ όλο που ένα τέτοιο παιδί θα αναπτύξει ένα υγιές αίσθημα αυτοεκτίμησης, σπάνια θα μπορούσαμε να περιμένουμε ότι θ’ αποφασίσει να γίνει ψυχοθεραπευτής, ότι θα καλλιεργήσει δηλαδή και θα αναπτύξει την ευαισθησία του προς άλλους στον ίδιο βαθμό με τα παιδιά που οι γονείς τους τα χρησιμοποιούσαν για να ικανοποιούν τις δικές τους ανάγκες και ότι θα μπορεί ποτέ να καταλάβει ικανοποιητικά- χωρίς να έχει ο ίδιος ανάλογες εμπειρίες- τι σημαίνει «να έχει θανατώσει» κάποιος τον ίδιο του τον εαυτό.
Ως γονείς, θα πρέπει να είμαστε πρόθυμοι ν’ αντιμετωπίσουμε το παρελθόν μας. Μόνο αφού βιώσουμε με επώδυνο τρόπο και αποδεχτούμε τη δική μας αλήθεια, θ’ απελευθερωθούμε από την ελπίδα ότι μπορούμε ακόμα να βρούμε ένα γεμάτο κατανόηση και ενσυναίσθηση «γονέα», ο οποίος θα είναι στη διάθεσή μας.
- Υπήρχε μια μητέρα που ήταν κατά βάθος συναισθηματικά ανασφαλής και για την ισορροπία της στηριζόταν σε ένα συγκεκριμένο τρόπο συμπεριφοράς του παιδιού της. Αυτή η μητέρα μπορούσε να κρύβει την ανασφάλειά της από το παιδί της, αλλά και από οποιονδήποτε άλλο, πίσω από ένα σκληρό, αυταρχικό, ακόμα και δεσποτικό προσωπείο.
- Το παιδί είχε μια εκπληκτική ικανότητα ν’ αντιλαμβάνεται και ν’ ανταποκρίνεται διαισθητικά, δηλαδή ασυνείδητα, σε αυτή την ανάγκη της μητέρας του, ή και των δύο γονέων του, και να υποδύεται το ρόλο που ασυνείδητα του είχαν αναθέσει.
- Αυτός ο ρόλος εξασφάλιζε στο παιδί την «αγάπη» των γονέων- αλλά και την εκμετάλλευσή του από τους γονείς του. Το παιδί ένιωθε ότι το είχαν ανάγκη, και η ανάγκη αυτή διασφάλιζε την ύπαρξή του.
Η ευαισθησία, η ενσυναίσθηση, η ικανότητα ανταπόκρισης και η πανίσχυρη «κεραία» των θεραπευτών δείχνουν ότι ως παιδιά το πιο πιθανό είναι να συνήθιζαν να ικανοποιούν τις ανάγκες των άλλων ανθρώπων και καταπίεζαν τις δικές τους.
Υπάρχει βεβαίως θεωρητικά η πιθανότητα ένα ευαίσθητο παιδί να είχε γονείς που δεν είχαν ανάγκη οι ίδιοι να το κακομεταχειριστούν- γονείς που το έβλεπαν όπως πραγματικά ήταν, το καταλάβαιναν, ανέχονταν και σέβονταν τα συναισθήματά του. Παρ’ όλο που ένα τέτοιο παιδί θα αναπτύξει ένα υγιές αίσθημα αυτοεκτίμησης, σπάνια θα μπορούσαμε να περιμένουμε ότι θ’ αποφασίσει να γίνει ψυχοθεραπευτής, ότι θα καλλιεργήσει δηλαδή και θα αναπτύξει την ευαισθησία του προς άλλους στον ίδιο βαθμό με τα παιδιά που οι γονείς τους τα χρησιμοποιούσαν για να ικανοποιούν τις δικές τους ανάγκες και ότι θα μπορεί ποτέ να καταλάβει ικανοποιητικά- χωρίς να έχει ο ίδιος ανάλογες εμπειρίες- τι σημαίνει «να έχει θανατώσει» κάποιος τον ίδιο του τον εαυτό.
Ως γονείς, θα πρέπει να είμαστε πρόθυμοι ν’ αντιμετωπίσουμε το παρελθόν μας. Μόνο αφού βιώσουμε με επώδυνο τρόπο και αποδεχτούμε τη δική μας αλήθεια, θ’ απελευθερωθούμε από την ελπίδα ότι μπορούμε ακόμα να βρούμε ένα γεμάτο κατανόηση και ενσυναίσθηση «γονέα», ο οποίος θα είναι στη διάθεσή μας.
Όταν φοβήθηκε ο Δίας
Η πρώτη σύζυγος του Δία ονομάζεται Μήτις και το όνομά της σημαίνει εκείνη τη μορφή ευφυΐας που του επέτρεψε, όπως είδαμε, να κερδίσει την εξουσία: μήτις, η πονηριά, η ικανότητα να προβλέπει κανείς τα γεγονότα, ώστε ποτέ να μην εκπλήσσεται και να μη σαστίζει, ποτέ να μην αφήνει περιθώρια για μια απρόσμενη επίθεση.
Ο Δίας παντρεύεται λοιπόν τη Μήτιδα, η οποία μένει σε λίγο έγκυος στην Αθηνά. Ο Δίας φοβάται μήπως τον εκθρονίσει και αυτόν με τη σειρά του ο γιος του. Πώς να το αποφύγει; Στο σημείο αυτό επανερχόμαστε στο θέμα της κατάποσης. Ο Κρόνος καταβρόχθιζε τα παιδιά του, αλλά δεν καταπολεμούσε το κακό στη ρίζα του, διότι χάρη στη μήτιδα, την πονηριά, θα αναγκαστεί με ένα εμετικό να βγάλει από μέσα του όλα του τα παιδιά. Ο Δίας θέλει να λύσει το πρόβλημα με τρόπο πολύ πιο ριζικό. Σκέφτεται ότι μια λύση υπάρχει μόνο: δεν αρκεί να έχει δίπλα του τη Μήτιδα ως σύζυγό, πρέπει ο ίδιος να γίνει Μήτις.
Δεν έχει ανάγκη από σύμμαχο, από σύντροφο, πρέπει ο ίδιος αυτοπροσώπως να είναι η μήτις. Πώς να το κάνει αυτό; Η Μήτις μπορεί και μεταμορφώνεται, αλλάζει συνεχώς μορφή, σαν τη Θέτιδα και τις άλλες θαλάσσιες θεότητες. Είναι ικανή να γίνει άγριο θηρίο, μυρμήγκι. βράχος, ό,τι περνάει από το νου του ανθρώπου. Ανάμεσα στη σύζυγο, τη Μήτιδα, και στο σύζυγο, το Δία, διεξάγεται μια μονομαχία πονηριάς. Ποιος άραγε θα είναι ο νικητής;
Έχουμε βάσιμους λόγους για να υποθέσουμε ότι ο Δίας χρησιμοποιεί μια τακτική την οποία έχουμε συναντήσει και σε άλλες περιπτώσεις. Ποια είναι αυτή; Αν αναμετρηθεί ευθέως με μια μάγισσα ή με ένα μάγο που διαθέτει εξαιρετικά χαρίσματα και πολύ μεγάλη δύναμη, είναι καταδικασμένος, φυσικά, να χάσει. Αντιθέτως, αν χρησιμοποιήσει πονηριά, έχει τότε μια πιθανότητα να κερδίσει. Ο Δίας ρωτάει τη Μήτιδα: «Μπορείς πραγματικά να πάρεις όποια μορφή θέλεις; Μπορείς δηλαδή να γίνεις ένα λιοντάρι που ξερνάει φωτιά;». Αμέσως η Μήτις γίνεται λέαινα που ξερνάει φωτιά. Ένα θέαμα φοβερό. Τη ρωτάει λοιπόν στη συνέχεια ο Δίας: «Μπορείς δηλαδή να μεταμορφωθείς και σε μια σταγόνα νερό;», «Βεβαίως και μπορώ». «Για να δω». Δεν προλαβαίνει καλά καλά να γίνει σταγόνα νερό και ο Δίας την καταπίνει. Έτσι λοιπόν, η Μήτις βρίσκεται μέσα στην κοιλιά του Δία.
Έχουμε βάσιμους λόγους για να υποθέσουμε ότι ο Δίας χρησιμοποιεί μια τακτική την οποία έχουμε συναντήσει και σε άλλες περιπτώσεις. Ποια είναι αυτή; Αν αναμετρηθεί ευθέως με μια μάγισσα ή με ένα μάγο που διαθέτει εξαιρετικά χαρίσματα και πολύ μεγάλη δύναμη, είναι καταδικασμένος, φυσικά, να χάσει. Αντιθέτως, αν χρησιμοποιήσει πονηριά, έχει τότε μια πιθανότητα να κερδίσει. Ο Δίας ρωτάει τη Μήτιδα: «Μπορείς πραγματικά να πάρεις όποια μορφή θέλεις; Μπορείς δηλαδή να γίνεις ένα λιοντάρι που ξερνάει φωτιά;». Αμέσως η Μήτις γίνεται λέαινα που ξερνάει φωτιά. Ένα θέαμα φοβερό. Τη ρωτάει λοιπόν στη συνέχεια ο Δίας: «Μπορείς δηλαδή να μεταμορφωθείς και σε μια σταγόνα νερό;», «Βεβαίως και μπορώ». «Για να δω». Δεν προλαβαίνει καλά καλά να γίνει σταγόνα νερό και ο Δίας την καταπίνει. Έτσι λοιπόν, η Μήτις βρίσκεται μέσα στην κοιλιά του Δία.
Η πονηριά για άλλη μια φορά έκανε το θαύμα της. Ο ηγεμόνας δεν καταπίνει απλώς τους ενδεχόμενους διαδόχους του· εφεξής και στο πέρασμα του χρόνου, μέσα στη ροή του χρόνου, θα ενσαρκώνει την πονηρή πρόγνωση που θα του επιτρέπει να τινάζει προκαταβολικά στον αέρα τα σχέδια όλων όσων επιδιώκουν να τον αιφνιδιάσουν, να τον καταλάβουν εξαπίνης. Η σύζυγός του Μήτις, έγκυος στην Αθηνά, βρίσκεται μέσα στην κοιλιά του. Η Αθηνά δε θα βγει λοιπόν από τη μήτρα της μητέρας της αλλά από το φουσκωμένο κεφάλι του πατέρα της, που μοιάζει σαν την κοιλιά της Μήτιδας. Ο Δίας ουρλιάζει από τους πόνους. Ο Προμηθέας και ο Ήφαιστος καλούνται να τον συνδράμουν. Έρχονται με ένα διπλό πέλεκυ, του δίνουν μια στο κρανίο και η Αθηνά ξεπηδάει αλαλάζοντας από το κεφάλι του θεού, μια πάνοπλη νεαρή παρθένος με την περικεφαλαία, το δόρυ, την ασπίδα και τη χάλκινη πανοπλία της. Η Αθηνά, η επινοητική, παμπόνηρη θεά. Την ίδια στιγμή, ο Δίας ενσαρκώνει από δω και μπρος όλη την πονηριά του κόσμου. Είναι απρόσβλητος, στο εξής κανείς δε θα μπορέσει να τον αιφνιδιάσει.
Το μέγα ζήτημα λοιπόν της κυριαρχίας έχει λυθεί. Ο κόσμος των θεών έχει κύριο, τον οποίο κανείς δεν μπορεί πια να αμφισβητήσει, διότι είναι η ενσάρκωση της ίδιας της κυριαρχίας. Στο εξής τίποτα δεν μπορεί να απειλήσει την τάξη του σύμπαντος. Όλα ρυθμίζονται όταν ο Δίας καταπίνει τη Μήτιδα και γίνεται έτσι ο μητίετα, ο θεός που είναι ολόκληρος μήτις, η Φρόνηση προσωποποιημένη.
Το κυριότερο είναι να μην λέτε ψέματα στον ίδιο σας τον εαυτό
Το κυριότερο είναι να μην λέτε ψέματα στον ίδιο σας τον εαυτό. Αυτός που λέει ψέματα στον εαυτό του και πιστεύει στο ίδιο του το ψέμα, φτάνει στο σημείο να μη βλέπει καμιά αλήθεια ούτε μέσα του ούτε και στους άλλους. Κι έτσι χάνει κάθε εκτίμηση για τους άλλους και κάθε αυτοεκτίμηση. Μην εκτιμώντας κανέναν, παύει να αγαπάει.
Και μην έχοντας την αγάπη, αρχίζει να παρασέρνεται από τα πάθη και την ακολασία για να απασχοληθεί και να διασκεδάσει. Έτσι φτάνει στην απόλυτη κτηνωδία, και όλα αυτά επειδή λέει συνεχώς ψέματα στους άλλους και στον εαυτό του.
Η ενεργός αγάπη είναι κάτι πολύ πιο σκληρό και φοβερό από την αγάπη που περιορίζεται στα όνειρα. Η ονειροπόλα αγάπη διψάει για σύντομα κατορθώματα, ζητάει μια γρήγορη ικανοποίηση και το γενικό θαυμασμό.
Σε τέτοιες περιπτώσεις μερικοί φτάνουν πραγματικά να θυσιάσουν και τη ζωή τους ακόμα, αρκεί να μην περιμένουν πολύ, μα να πραγματοποιηθεί γρήγορα τ’ όνειρό τους. Και να’ ναι σα μια θεατρική παράσταση που να τη βλέπουν όλοι και να τη χειροκροτούν.
Μα η ενεργός αγάπη χρειάζεται δουλειά κι επίμονη αυτοκυριαρχία και για μερικούς είναι ίσως-ίσως ολόκληρη επιστήμη. Μα σας προλέγω πως ακόμα και τη στιγμή που θα δείτε με φρίκη πως παρ’ όλες σας τις προσπάθειες όχι μονάχα δεν πλησιάσατε τον σκοπό σας, μα αντίθετα ξεφύγατε απ’ αυτόν, εκείνην ακριβώς τη στιγμή, σας το προλέγω, θα ‘χετε φτάσει στο σκοπό
Και μην έχοντας την αγάπη, αρχίζει να παρασέρνεται από τα πάθη και την ακολασία για να απασχοληθεί και να διασκεδάσει. Έτσι φτάνει στην απόλυτη κτηνωδία, και όλα αυτά επειδή λέει συνεχώς ψέματα στους άλλους και στον εαυτό του.
Η ενεργός αγάπη είναι κάτι πολύ πιο σκληρό και φοβερό από την αγάπη που περιορίζεται στα όνειρα. Η ονειροπόλα αγάπη διψάει για σύντομα κατορθώματα, ζητάει μια γρήγορη ικανοποίηση και το γενικό θαυμασμό.
Σε τέτοιες περιπτώσεις μερικοί φτάνουν πραγματικά να θυσιάσουν και τη ζωή τους ακόμα, αρκεί να μην περιμένουν πολύ, μα να πραγματοποιηθεί γρήγορα τ’ όνειρό τους. Και να’ ναι σα μια θεατρική παράσταση που να τη βλέπουν όλοι και να τη χειροκροτούν.
Μα η ενεργός αγάπη χρειάζεται δουλειά κι επίμονη αυτοκυριαρχία και για μερικούς είναι ίσως-ίσως ολόκληρη επιστήμη. Μα σας προλέγω πως ακόμα και τη στιγμή που θα δείτε με φρίκη πως παρ’ όλες σας τις προσπάθειες όχι μονάχα δεν πλησιάσατε τον σκοπό σας, μα αντίθετα ξεφύγατε απ’ αυτόν, εκείνην ακριβώς τη στιγμή, σας το προλέγω, θα ‘χετε φτάσει στο σκοπό
Κυνηγώντας τη ζωή, χάνουμε τη στιγμή
Χανόμαστε καθημερινά σε ένα κυνήγι των υποχρεώσεων, των πρέπει, των φιλοδοξιών μας και ξεχνάμε ότι είμαστε άνθρωποι!
Δεν εργαζόμαστε πλέον για να ζούμε, αλλά ζούμε για να εργαζόμαστε και κυνηγάμε ένα άπιαστο όνειρο, πουλιά ταξιδιάρικα που όσο τα κυνηγάμε τόσο εκείνα πετάνε μακριά μας… τα χρόνια φεύγουν και περνάνε από μπροστά μας σαν κινηματογραφική ταινία οι μέρες, οι ώρες, οι στιγμές, άλλοτε μας χαμογελάνε και άλλοτε μουντές ίσως και θλιβερές μας κοιτάνε, μα εμείς αναμένουμε τη στιγμή που θα ζήσουμε… δε ζούμε παρά υπάρχουμε αναμένοντας να ζήσουμε.
Σκέψεις τριγυρνάνε το νου μας ποιοι είμαστε, γιατί υπάρχουμε, πού πάμε; Τι είναι η ζωή;
Ζωή είναι το καινούριο, το ωραίο, το όμορφο. Ένα λουλούδι ανθίζει, ένα πουλί πετάει, ένα παιδί κλαίει ή γελάει.
Ζωή είναι η κίνηση, η χαρά αλλά και ο πόνος, τα εναλλασσόμενα συναισθήματα.
Ζωή είναι ένας κύκλος με αρχή και τέλος. Μετά τη ζωή ο θάνατος. Η ζωή είναι τα πάντα ο θάνατος τίποτα. Η ζωή είναι φωνές. Ο θάνατος σιωπή. Η ζωή είναι χρώματα, φώς, αέρας, αρώματα. Ο θάνατος σκοτάδι, άπνοια.
Είμαστε τυχεροί που ζούμε, αναπνέουμε, αισθανόμαστε τώρα μπορούμε. Όλοι έχουν την ευκαιρία να ζουν την κοινωνική πραγματικότητα. Η κοινωνική πραγματικότητα είναι μια και μοναδική, η ερμηνεία της είναι διαφορετική. Βλέπουμε τα πράγματα όπως θέλουμε να τα δούμε και όχι όπως πραγματικά είναι.
Να αγαπάς τη ζωή σου! Αυτούς που στη χάρισαν. Και εκείνους που την κάνουν καλύτερη.
Να αδιαφορείς για τους κακούς. Η τιμωρία τους είναι η αδιαφορία σου. Μακριά από την κακία. Οι κακοί δε γίνονται ποτέ καλοί. Όταν στέκεσαι δίπλα τους, σου κλέβουν την ηρεμία και την καλοσύνη. Απομάκρυνε τους από τη ζωή σου και άφησε τους να βράσουν στο καζάνι της κακίας τους. Η ευτυχία μας είναι η πληρότητα της ψυχής μας, μη σε αγχώνουν πράγματα που δεν αλλάζουν.
Ζήσε τις μικρές στιγμές, τα απλά πράγματα, το τώρα, το χτες έφυγε πια, ενώ το αύριο μπορεί να μην έρθει. Ζήσε τη ζωή σου χωρίς να την εξευτελίζεις με μικροπρέπειες ούτε να αναλώνεσαι σε πράγματα ανούσια.
Ζήσε τη ζωή σου όπως εσύ θες και κρίνεις, γιατί η ζωή είναι δώρο! Και αν κάποτε τη χάσεις, θα ξέρεις ότι την έζησες όπως ήθελες εσύ, και όχι όπως ήθελαν οι άλλοι! Η ζωή είναι δική σου και είναι πολύ μικρή για να είναι θλιβερή! Μπες μέσα στο αυτοκίνητο σου, κάνε μια βόλτα χωρίς προορισμό, ακούγοντας την αγαπημένη σου μουσική στη διαπασών.
Ζήσε τις στιγμές, εξάλλου ζωή είναι το άθροισμα τους. Ο προορισμός άγνωστος, το ταξίδι της ζωής επικίνδυνο και αβέβαιο. Το αν η ζωή θα κυλήσει ομαλά και χωρίς αντιξοότητες, εξαρτάται από το πόσο καλός οδηγός είναι ο άνθρωπος, γιατί η ίδια η ζωή είναι ένα αυτοκίνητο με οδηγό τον άνθρωπο, εξαρτάται από το πόσο καλά ξέρει να πατάει φρένο ή γκάζι τη στιγμή που χρειάζεται. Γίνε μέλισσα και πάρε γύρη μόνο από τα καλά λουλούδια για να φτιάξεις μέλι. Ρούφηξε το μεδούλι της ζωής.
Τελικά τι είναι η ζωή; Η ζωή είναι μια λέξη με τρία γράμματα, που ο καθένας τη γράφει όπως θέλει και με το δικό του γραφικό χαρακτήρα. Άλλος της δίνει αξία, τη γράφει με κεφαλαία, άλλος με μικρά, άλλος σταθερά και ευανάγνωστα, άλλος τρεμάμενα, φοβισμένα. Εσύ αποφασίζεις πώς θα γράψεις τη ζωή σου και αν δε μπορείς να τη γράψεις ζωγράφισε την, δώσε της χρώμα και βάλε την ξεχωριστή πινελιά στον πίνακα της κοινωνίας.
Ζωή είναι το τώρα, το σήμερα, οι στιγμές… μην αναζητάμε λοιπόν τι είναι ζωή, γιατί έτσι χάνουμε την ουσία της. Στις αναζητήσεις μας για μια καλύτερη ζωή, πολλές φορές ξεχνάμε να ζούμε! Ο Νίκος Καζαντζάκης είχε πει: δεν υπάρχει αρχή, δεν υπάρχει τέλος, υπάρχει η τωρινή τούτη στιγμή, γιομάτη πίκρα, γιομάτη γλύκα και τη χαίρομαι όλη.
Ζωή είναι ο ήλιος που ανατέλλει το πρωί… ο γλάρος που πετάει αμέριμνος… το αθώο χαμόγελο ενός μικρού παιδιού. Είναι όλα εκείνα που δίνουν αξία στις στιγμές και χαρά στις αισθήσεις σου. Γι' αυτό ζήσε, βρες λόγους για να ζεις και ζήσε όσο πιο απλά μπορείς, γιατί η ευτυχία της ζωής βρίσκεται στα απλά , στα μικρά, στα ασήμαντα, βρίσκεται στις λεπτομέρειες… Γέλα, αγάπα και τραγούδα. Αυτό είναι ζωή!
Δεν εργαζόμαστε πλέον για να ζούμε, αλλά ζούμε για να εργαζόμαστε και κυνηγάμε ένα άπιαστο όνειρο, πουλιά ταξιδιάρικα που όσο τα κυνηγάμε τόσο εκείνα πετάνε μακριά μας… τα χρόνια φεύγουν και περνάνε από μπροστά μας σαν κινηματογραφική ταινία οι μέρες, οι ώρες, οι στιγμές, άλλοτε μας χαμογελάνε και άλλοτε μουντές ίσως και θλιβερές μας κοιτάνε, μα εμείς αναμένουμε τη στιγμή που θα ζήσουμε… δε ζούμε παρά υπάρχουμε αναμένοντας να ζήσουμε.
Σκέψεις τριγυρνάνε το νου μας ποιοι είμαστε, γιατί υπάρχουμε, πού πάμε; Τι είναι η ζωή;
Ζωή είναι το καινούριο, το ωραίο, το όμορφο. Ένα λουλούδι ανθίζει, ένα πουλί πετάει, ένα παιδί κλαίει ή γελάει.
Ζωή είναι η κίνηση, η χαρά αλλά και ο πόνος, τα εναλλασσόμενα συναισθήματα.
Ζωή είναι ένας κύκλος με αρχή και τέλος. Μετά τη ζωή ο θάνατος. Η ζωή είναι τα πάντα ο θάνατος τίποτα. Η ζωή είναι φωνές. Ο θάνατος σιωπή. Η ζωή είναι χρώματα, φώς, αέρας, αρώματα. Ο θάνατος σκοτάδι, άπνοια.
Είμαστε τυχεροί που ζούμε, αναπνέουμε, αισθανόμαστε τώρα μπορούμε. Όλοι έχουν την ευκαιρία να ζουν την κοινωνική πραγματικότητα. Η κοινωνική πραγματικότητα είναι μια και μοναδική, η ερμηνεία της είναι διαφορετική. Βλέπουμε τα πράγματα όπως θέλουμε να τα δούμε και όχι όπως πραγματικά είναι.
Να αγαπάς τη ζωή σου! Αυτούς που στη χάρισαν. Και εκείνους που την κάνουν καλύτερη.
Να αδιαφορείς για τους κακούς. Η τιμωρία τους είναι η αδιαφορία σου. Μακριά από την κακία. Οι κακοί δε γίνονται ποτέ καλοί. Όταν στέκεσαι δίπλα τους, σου κλέβουν την ηρεμία και την καλοσύνη. Απομάκρυνε τους από τη ζωή σου και άφησε τους να βράσουν στο καζάνι της κακίας τους. Η ευτυχία μας είναι η πληρότητα της ψυχής μας, μη σε αγχώνουν πράγματα που δεν αλλάζουν.
Ζήσε τις μικρές στιγμές, τα απλά πράγματα, το τώρα, το χτες έφυγε πια, ενώ το αύριο μπορεί να μην έρθει. Ζήσε τη ζωή σου χωρίς να την εξευτελίζεις με μικροπρέπειες ούτε να αναλώνεσαι σε πράγματα ανούσια.
Ζήσε τη ζωή σου όπως εσύ θες και κρίνεις, γιατί η ζωή είναι δώρο! Και αν κάποτε τη χάσεις, θα ξέρεις ότι την έζησες όπως ήθελες εσύ, και όχι όπως ήθελαν οι άλλοι! Η ζωή είναι δική σου και είναι πολύ μικρή για να είναι θλιβερή! Μπες μέσα στο αυτοκίνητο σου, κάνε μια βόλτα χωρίς προορισμό, ακούγοντας την αγαπημένη σου μουσική στη διαπασών.
Ζήσε τις στιγμές, εξάλλου ζωή είναι το άθροισμα τους. Ο προορισμός άγνωστος, το ταξίδι της ζωής επικίνδυνο και αβέβαιο. Το αν η ζωή θα κυλήσει ομαλά και χωρίς αντιξοότητες, εξαρτάται από το πόσο καλός οδηγός είναι ο άνθρωπος, γιατί η ίδια η ζωή είναι ένα αυτοκίνητο με οδηγό τον άνθρωπο, εξαρτάται από το πόσο καλά ξέρει να πατάει φρένο ή γκάζι τη στιγμή που χρειάζεται. Γίνε μέλισσα και πάρε γύρη μόνο από τα καλά λουλούδια για να φτιάξεις μέλι. Ρούφηξε το μεδούλι της ζωής.
Τελικά τι είναι η ζωή; Η ζωή είναι μια λέξη με τρία γράμματα, που ο καθένας τη γράφει όπως θέλει και με το δικό του γραφικό χαρακτήρα. Άλλος της δίνει αξία, τη γράφει με κεφαλαία, άλλος με μικρά, άλλος σταθερά και ευανάγνωστα, άλλος τρεμάμενα, φοβισμένα. Εσύ αποφασίζεις πώς θα γράψεις τη ζωή σου και αν δε μπορείς να τη γράψεις ζωγράφισε την, δώσε της χρώμα και βάλε την ξεχωριστή πινελιά στον πίνακα της κοινωνίας.
Ζωή είναι το τώρα, το σήμερα, οι στιγμές… μην αναζητάμε λοιπόν τι είναι ζωή, γιατί έτσι χάνουμε την ουσία της. Στις αναζητήσεις μας για μια καλύτερη ζωή, πολλές φορές ξεχνάμε να ζούμε! Ο Νίκος Καζαντζάκης είχε πει: δεν υπάρχει αρχή, δεν υπάρχει τέλος, υπάρχει η τωρινή τούτη στιγμή, γιομάτη πίκρα, γιομάτη γλύκα και τη χαίρομαι όλη.
Ζωή είναι ο ήλιος που ανατέλλει το πρωί… ο γλάρος που πετάει αμέριμνος… το αθώο χαμόγελο ενός μικρού παιδιού. Είναι όλα εκείνα που δίνουν αξία στις στιγμές και χαρά στις αισθήσεις σου. Γι' αυτό ζήσε, βρες λόγους για να ζεις και ζήσε όσο πιο απλά μπορείς, γιατί η ευτυχία της ζωής βρίσκεται στα απλά , στα μικρά, στα ασήμαντα, βρίσκεται στις λεπτομέρειες… Γέλα, αγάπα και τραγούδα. Αυτό είναι ζωή!
Mην προσπαθείς να με αλλάξεις
Αγάπησε τον εαυτό μου όπως είναι, ελεύθερος, κάποιες φορές ακατάστατος, αυθάδης και μερικές φορές χαοτικός, ατελής και πάντα εξαιρετικός. Μην μου ζητάς να συμπεριφέρομαι σωστά, να υποτάσσομαι ή να κάνω ησυχία. Μην προσπαθείς να με αλλάξεις. Ας μην ονειρευτούμε ένα παραμύθι αγάπης αλλά επίσης ας μην σβήσουμε αυτές τις λεπτομέρειες που μας κάνουν και τους δύο μοναδικούς. Αν το θες με αυτόν τον τρόπο καλύτερα να με αφήσεις να φύγω, να με αφήσεις να επιστρέψω στον κόσμο μου, στη ροή του ποταμού μου, στην θρεπτική μοναξιά μου, στις ρίζες μου.
Ο Benjamin Franklin είπε σοφά πως υπάρχουν 3 πράγματα πολύ σκληρά: το ατσάλι, το διαμάντι και το πως να μάθεις τον εαυτό κάποιου. Είναι ξεκάθαρο πως ένα τέτοιο έργο δεν είναι εύκολο. Το να βυθίσουμε τον εαυτό μας στον ωκεανό των ανασφαλειών, των φόβων, των ανησυχιών, των αρετών και των ατελειών απαιτεί ένα πολύ ικανό άτομο που είναι όχι μόνο υπομονετικό αλλά και γενναίο.
«Κάποιος πρέπει να γνωρίζει τον εαυτό του. Αν αυτό δεν χρησιμεύσει στην ανακάλυψη της αλήθειας, εξυπηρετεί τουλάχιστον ως κανόνας της ζωής και δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο.» -Blaise Pascal
Ωστόσο υπάρχουν κάποια πράγματα που είναι πολύτιμα και ορίζουν τον εαυτό σας, όπως το να αναζητάτε ιδιωτικά μέρη και αυτογνωσία ώστε να μείνετε αληθινοί στον εαυτό σας. Είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα μπορούμε να καθιερώσουμε δυνατούς κοινωνικούς δεσμούς και να δημιουργήσουμε μια ζωή με ειλικρίνεια και αξία, στην οποία η συμπεριφορά και οι σκέψεις μας είναι οι ίδιες.
Κατόπιν αυτού, υπάρχει κάτι που πρέπει να έχουμε κατά νου. Όχι πριν από πολύ καιρό η γιατρός Yi Nan Wang μια φημισμένη ψυχολόγος που ερευνά την ψυχολογία της προσωπικότητας εξηγεί σε ένα από τα άρθρα της ότι πολλά ζευγάρια «διαλύουν» ένα μέρος του εαυτού τους για να πετύχουν την αρμονία με τον/την αγαπημένο/η τους. Μια επιθυμία για κατανόηση που γίνεται υποταγή και προέχουν οι ανάγκες του άλλου, ενώ απομακρύνουμε τις ανάγκες μας στο πίσω μέρος του μυαλού μας.
Εξαιτίας αυτού, η γιατρός Wang υποδηλώνει πως γινόμαστε ικανοί να αναπτύξουμε αυτό που αποκαλεί «ισορροπημένη αυθεντικότητα» . Είναι ένα σενάριο βασισμένο στα στάδια του Erikson, μια ψυχοκοινωνική ανάπτυξη στην οποία η αμοιβαία ικανοποιητική σχέση πρώτα περνά μια φάση που το άτομο είναι ικανό να καθορίσει την ταυτότητα του.
Πρέπει να εφαρμόσουμε την υγιή αυθεντικότητα στις πράξεις μας
Πολύ πιθανόν στο παρελθόν να συμπεριφερόσασταν όπως έπρεπε και να χειραγωγούσασταν εύκολα… Οι περισσότεροι από εμάς ήμασταν σε ένα τέτοιο σημείο επειδή έτσι εκπαιδευτήκαμε, γιατί οι άλλοι μας ήθελαν με αυτόν τον τρόπο. Εξαιτίας αυτού, φυσικά ήταν πιο εύκολο να μας αντιμετωπίσουν και να μας ελέγξουν. Ήμασταν καλοί στο να προσαρμόζουμε τον εαυτό μας στα γρανάζια της κοινωνίας όπου συχνά το να έχεις την δική σου φωνή είναι πολύ τολμηρό.
Όλα αυτά μας κάνουν να έχουμε φόβο ή κάποιο δισταγμό στο να δείξουμε τον αληθινό μας εαυτό. Για αυτόν το λόγο και παρόλο που είχαμε ξεκάθαρο πως αυτές οι σκέψεις, φωνές και συναισθήματα είναι ουσιώδεις για την ευεξία μας, λέγαμε στον εαυτό μας «Όχι, είναι καλύτερο να μην με δουν, να μην με ακούσουν, πως δεν ξεχωρίζω πολύ.» Πρέπει να απορριφτούμε από τους άλλους, πρέπει να αντιμιλήσουμε στους άλλους, να πληγώσουμε τα συναισθήματα τους, να σπάσουμε το καλούπι στο οποίο μας έχουν αναγκάσει να μπούμε…
Ωστόσο, που είναι η εικόνα του εαυτού μας ή η ταυτότητά μας τώρα; είναι σε σύγκρουση. Γινόμαστε ο δικός μας χειρότερος συναισθηματικός εχθρός όταν δεν είμαστε ικανοί να εφαρμόσουμε μια υγιή αυθεντικότητα. Γινόμαστε θύματα της δικής μας αφέλειας σκεπτόμενοι πως με το να είμαστε αυθεντικοί θα προκαλέσουμε κακό στους γύρω μας, ακόμα και όταν αυτό δεν είναι αλήθεια.
Ας δείξουμε τον εαυτό μας στον κόσμο έτσι όπως είμαστε, το πως σκεφτόμαστε και αισθανόμαστε δεν είναι μια επιθετική πράξη. Είναι ακριβώς το αντίθετο. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να ορίσουμε όρια και να δημιουργήσουμε χώρους που είναι περισσότερο ειλικρινείς, υγιείς και σεβαστοί.
Ήταν ο Αριστοτέλης που κάποτε είπε πως η πιο υγιής αυθεντικότητα πρέπει να προέρχεται από αυτό που αποκαλούμε «χρυσή τομή», όπου το να είμαστε ειλικρινείς δεν προκαλεί κακό ή απόρριψη αν είμαστε αληθινά ειλικρινείς.
Μην προσπαθείς να με αλλάξεις, αγάπησε με, με τα χρώματα, με την φωτεινότητα και το σκοτάδι μου.
Η γιατρός Yi Nan Wang του Normal University of Beijing πρόσφατα δημιούργησε μια πολύ ενδιαφέρουσα κλίμακα που λέγεται «AIRS» (αυθεντικότητα στην κλίμακα των σχέσεων), η οποία έχει ως στόχο τη μέτρηση του επιπέδου αυθεντικότητας της σχέσης ανάμεσα σε ένα ζευγάρι. Ένα συμπέρασμα ήταν πως ένα από τα κλειδιά για την κοινωνική ευεξία είναι οι άνθρωποι που μπορούν να εφαρμόσουν την ειλικρίνεια όπως αναφέρθηκε πριν και με αυτή την αυθεντική αναγνώριση να μην βάλουν την ταυτότητα τους σε αναμονή ούτε αφήσουν τους άλλους να τους το κάνουν.
Τα 9 χαρακτηριστικά που φτιάχνουν το AIRS είναι τα ακόλουθα. Για να τεστάρετε τον εαυτό σας απαντήστε στο καθένα με ένα «ναι» ή «όχι».
1) Πάντα κρύβω τις αληθινές μου σκέψεις επειδή φοβάμαι πως οι άλλοι δε θα με αποδεχτούν.
2) Μου αρέσει να εξυπηρετώ τους άλλους
3) Δεν τολμώ να πω στους άλλους την αλήθεια για να μην τους πληγώσω
4) Γνωρίζω πως πρέπει να είμαι αληθινός με τον εαυτό μου.
5) Πάντα βρίσκω ένα συμβιβασμό ανάμεσα στις ανάγκες μου και στους άλλους
6) Δε θα σταματούσα ποτέ να είμαι ο εαυτός μου ούτε θα επέτρεπα σε κάποιον άλλον να μου το κάνει.
7) Γενικά, λέω την αλήθεια χωρίς να ανησυχώ για το πως θα αντιδράσουν οι άλλοι.
8) Βάζω ως προτεραιότητα τον εαυτό μου, τα συναισθήματα των άλλων δεν είναι σημαντικά.
9) Σχεδόν πάντα προσβάλω τους άλλους όταν λέω την αλήθεια.
Πώς να βρείτε το σκορ σας στο AIRS
Είναι βέβαιο πως έχετε κάποια ιδέα για το σκορ σας στην κλίμακα. Ωστόσο εδώ είναι οι μετρήσεις σε 3 τμήματα :
• Τα χαρακτηριστικά 1-3 αντιπροσωπεύουν μια διαστρεβλωμένη αυθεντικότητα όπου τείνουμε να αφήνουμε τα συναισθήματα και την ταυτότητα μας για χάρη των άλλων.
• Τα χαρακτηριστικά 4-6 αντιπροσωπεύουν μια ισορροπημένη αυθεντικότητα ή την ικανότητα να εκφραζόμαστε ελεύθερα και με σεβασμό έχοντας στο μυαλό μας και τις ανάγκες μας των άλλων.
• Τα χαρακτηριστικά 7-9 αντιπροσωπεύουν μια εγωιστική αυθεντικότητα ή μια ακραία τάση να είμαστε εγωιστές ή επιθετικοί στο να βάζουμε ως προτεραιότητα τον εαυτό μας σε σημείο που να προσβάλλουμε τους άλλους.
Συμπερασματικά, έτσι όπως βλέπουμε την σχέση με τον σύντροφό μας θα πρέπει να είμαστε ικανοί να εφαρμόσουμε μια ισορροπημένη αυθεντικότητα όπου η ειλικρίνεια εκφράζεται με σεβασμό, ελευθερία μαζί με την συμβίωση, την αυτοεκτίμηση και την ανάπτυξη της σχέσης. Στην πράξη, έχει να κάνει με κάτι που θα πρέπει να εφαρμόσουμε σε όλες τις πτυχές της ζωής μας, που σημαίνει ότι δεν συμπεριφερόμαστε σωστά ούτε υποτασσόμαστε , είμαστε εξαιρετικοί με χαρακτήρα μοναδικό και φυσικά φοβερό.
Ο Benjamin Franklin είπε σοφά πως υπάρχουν 3 πράγματα πολύ σκληρά: το ατσάλι, το διαμάντι και το πως να μάθεις τον εαυτό κάποιου. Είναι ξεκάθαρο πως ένα τέτοιο έργο δεν είναι εύκολο. Το να βυθίσουμε τον εαυτό μας στον ωκεανό των ανασφαλειών, των φόβων, των ανησυχιών, των αρετών και των ατελειών απαιτεί ένα πολύ ικανό άτομο που είναι όχι μόνο υπομονετικό αλλά και γενναίο.
«Κάποιος πρέπει να γνωρίζει τον εαυτό του. Αν αυτό δεν χρησιμεύσει στην ανακάλυψη της αλήθειας, εξυπηρετεί τουλάχιστον ως κανόνας της ζωής και δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο.» -Blaise Pascal
Ωστόσο υπάρχουν κάποια πράγματα που είναι πολύτιμα και ορίζουν τον εαυτό σας, όπως το να αναζητάτε ιδιωτικά μέρη και αυτογνωσία ώστε να μείνετε αληθινοί στον εαυτό σας. Είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα μπορούμε να καθιερώσουμε δυνατούς κοινωνικούς δεσμούς και να δημιουργήσουμε μια ζωή με ειλικρίνεια και αξία, στην οποία η συμπεριφορά και οι σκέψεις μας είναι οι ίδιες.
Κατόπιν αυτού, υπάρχει κάτι που πρέπει να έχουμε κατά νου. Όχι πριν από πολύ καιρό η γιατρός Yi Nan Wang μια φημισμένη ψυχολόγος που ερευνά την ψυχολογία της προσωπικότητας εξηγεί σε ένα από τα άρθρα της ότι πολλά ζευγάρια «διαλύουν» ένα μέρος του εαυτού τους για να πετύχουν την αρμονία με τον/την αγαπημένο/η τους. Μια επιθυμία για κατανόηση που γίνεται υποταγή και προέχουν οι ανάγκες του άλλου, ενώ απομακρύνουμε τις ανάγκες μας στο πίσω μέρος του μυαλού μας.
Εξαιτίας αυτού, η γιατρός Wang υποδηλώνει πως γινόμαστε ικανοί να αναπτύξουμε αυτό που αποκαλεί «ισορροπημένη αυθεντικότητα» . Είναι ένα σενάριο βασισμένο στα στάδια του Erikson, μια ψυχοκοινωνική ανάπτυξη στην οποία η αμοιβαία ικανοποιητική σχέση πρώτα περνά μια φάση που το άτομο είναι ικανό να καθορίσει την ταυτότητα του.
Πρέπει να εφαρμόσουμε την υγιή αυθεντικότητα στις πράξεις μας
Πολύ πιθανόν στο παρελθόν να συμπεριφερόσασταν όπως έπρεπε και να χειραγωγούσασταν εύκολα… Οι περισσότεροι από εμάς ήμασταν σε ένα τέτοιο σημείο επειδή έτσι εκπαιδευτήκαμε, γιατί οι άλλοι μας ήθελαν με αυτόν τον τρόπο. Εξαιτίας αυτού, φυσικά ήταν πιο εύκολο να μας αντιμετωπίσουν και να μας ελέγξουν. Ήμασταν καλοί στο να προσαρμόζουμε τον εαυτό μας στα γρανάζια της κοινωνίας όπου συχνά το να έχεις την δική σου φωνή είναι πολύ τολμηρό.
Όλα αυτά μας κάνουν να έχουμε φόβο ή κάποιο δισταγμό στο να δείξουμε τον αληθινό μας εαυτό. Για αυτόν το λόγο και παρόλο που είχαμε ξεκάθαρο πως αυτές οι σκέψεις, φωνές και συναισθήματα είναι ουσιώδεις για την ευεξία μας, λέγαμε στον εαυτό μας «Όχι, είναι καλύτερο να μην με δουν, να μην με ακούσουν, πως δεν ξεχωρίζω πολύ.» Πρέπει να απορριφτούμε από τους άλλους, πρέπει να αντιμιλήσουμε στους άλλους, να πληγώσουμε τα συναισθήματα τους, να σπάσουμε το καλούπι στο οποίο μας έχουν αναγκάσει να μπούμε…
Ωστόσο, που είναι η εικόνα του εαυτού μας ή η ταυτότητά μας τώρα; είναι σε σύγκρουση. Γινόμαστε ο δικός μας χειρότερος συναισθηματικός εχθρός όταν δεν είμαστε ικανοί να εφαρμόσουμε μια υγιή αυθεντικότητα. Γινόμαστε θύματα της δικής μας αφέλειας σκεπτόμενοι πως με το να είμαστε αυθεντικοί θα προκαλέσουμε κακό στους γύρω μας, ακόμα και όταν αυτό δεν είναι αλήθεια.
Ας δείξουμε τον εαυτό μας στον κόσμο έτσι όπως είμαστε, το πως σκεφτόμαστε και αισθανόμαστε δεν είναι μια επιθετική πράξη. Είναι ακριβώς το αντίθετο. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να ορίσουμε όρια και να δημιουργήσουμε χώρους που είναι περισσότερο ειλικρινείς, υγιείς και σεβαστοί.
Ήταν ο Αριστοτέλης που κάποτε είπε πως η πιο υγιής αυθεντικότητα πρέπει να προέρχεται από αυτό που αποκαλούμε «χρυσή τομή», όπου το να είμαστε ειλικρινείς δεν προκαλεί κακό ή απόρριψη αν είμαστε αληθινά ειλικρινείς.
Μην προσπαθείς να με αλλάξεις, αγάπησε με, με τα χρώματα, με την φωτεινότητα και το σκοτάδι μου.
Η γιατρός Yi Nan Wang του Normal University of Beijing πρόσφατα δημιούργησε μια πολύ ενδιαφέρουσα κλίμακα που λέγεται «AIRS» (αυθεντικότητα στην κλίμακα των σχέσεων), η οποία έχει ως στόχο τη μέτρηση του επιπέδου αυθεντικότητας της σχέσης ανάμεσα σε ένα ζευγάρι. Ένα συμπέρασμα ήταν πως ένα από τα κλειδιά για την κοινωνική ευεξία είναι οι άνθρωποι που μπορούν να εφαρμόσουν την ειλικρίνεια όπως αναφέρθηκε πριν και με αυτή την αυθεντική αναγνώριση να μην βάλουν την ταυτότητα τους σε αναμονή ούτε αφήσουν τους άλλους να τους το κάνουν.
Τα 9 χαρακτηριστικά που φτιάχνουν το AIRS είναι τα ακόλουθα. Για να τεστάρετε τον εαυτό σας απαντήστε στο καθένα με ένα «ναι» ή «όχι».
1) Πάντα κρύβω τις αληθινές μου σκέψεις επειδή φοβάμαι πως οι άλλοι δε θα με αποδεχτούν.
2) Μου αρέσει να εξυπηρετώ τους άλλους
3) Δεν τολμώ να πω στους άλλους την αλήθεια για να μην τους πληγώσω
4) Γνωρίζω πως πρέπει να είμαι αληθινός με τον εαυτό μου.
5) Πάντα βρίσκω ένα συμβιβασμό ανάμεσα στις ανάγκες μου και στους άλλους
6) Δε θα σταματούσα ποτέ να είμαι ο εαυτός μου ούτε θα επέτρεπα σε κάποιον άλλον να μου το κάνει.
7) Γενικά, λέω την αλήθεια χωρίς να ανησυχώ για το πως θα αντιδράσουν οι άλλοι.
8) Βάζω ως προτεραιότητα τον εαυτό μου, τα συναισθήματα των άλλων δεν είναι σημαντικά.
9) Σχεδόν πάντα προσβάλω τους άλλους όταν λέω την αλήθεια.
Πώς να βρείτε το σκορ σας στο AIRS
Είναι βέβαιο πως έχετε κάποια ιδέα για το σκορ σας στην κλίμακα. Ωστόσο εδώ είναι οι μετρήσεις σε 3 τμήματα :
• Τα χαρακτηριστικά 1-3 αντιπροσωπεύουν μια διαστρεβλωμένη αυθεντικότητα όπου τείνουμε να αφήνουμε τα συναισθήματα και την ταυτότητα μας για χάρη των άλλων.
• Τα χαρακτηριστικά 4-6 αντιπροσωπεύουν μια ισορροπημένη αυθεντικότητα ή την ικανότητα να εκφραζόμαστε ελεύθερα και με σεβασμό έχοντας στο μυαλό μας και τις ανάγκες μας των άλλων.
• Τα χαρακτηριστικά 7-9 αντιπροσωπεύουν μια εγωιστική αυθεντικότητα ή μια ακραία τάση να είμαστε εγωιστές ή επιθετικοί στο να βάζουμε ως προτεραιότητα τον εαυτό μας σε σημείο που να προσβάλλουμε τους άλλους.
Συμπερασματικά, έτσι όπως βλέπουμε την σχέση με τον σύντροφό μας θα πρέπει να είμαστε ικανοί να εφαρμόσουμε μια ισορροπημένη αυθεντικότητα όπου η ειλικρίνεια εκφράζεται με σεβασμό, ελευθερία μαζί με την συμβίωση, την αυτοεκτίμηση και την ανάπτυξη της σχέσης. Στην πράξη, έχει να κάνει με κάτι που θα πρέπει να εφαρμόσουμε σε όλες τις πτυχές της ζωής μας, που σημαίνει ότι δεν συμπεριφερόμαστε σωστά ούτε υποτασσόμαστε , είμαστε εξαιρετικοί με χαρακτήρα μοναδικό και φυσικά φοβερό.
Το «παράλογο» στη φιλοσοφία
Στη φιλοσοφία το «παράλογο», αναφέρεται στη σύγκρουση μεταξύ της ανθρώπινης τάσης για την αναζήτηση εγγενούς αξίας και νοήματος στη ζωή απο την μία πλευρά και την ανθρώπινη αδυναμία να τα βρουν από την άλλη. Σε αυτό το πλαίσιο παράλογο δεν σημαίνει «λογικά αδύνατο», αλλά μάλλον «ανθρωπίνως αδύνατο». Το σύμπαν και το ανθρώπινο μυαλό, το καθένα ξεχωριστά, δεν δημιουργούν το Παράλογο, αλλά μάλλον, το Παράλογο προκύπτει από την αντιφατική φύση του γεγονότος ότι και τα δύο υπάρχουν ταυτόχρονα.
Σίσυφος — το σύμβολο του παραλογισμού της ύπαρξης — του Franz Stuck.
Κατά συνέπεια, παραλογισμός είναι μια φιλοσοφική σχολή σκέψης η οποία δηλώνει ότι οι προσπάθειες της ανθρωπότητας να βρει εγγενή έννοια τελικά θα αποτύχουν (και ως εκ τούτου είναι παράλογες), διότι ο τεράστιος όγκος πληροφοριών καθώς κι η ευρεία σφαίρα του αγνώστου καθιστούν την απόλυτη πεποίθηση αδύνατη. Ως φιλοσοφικό ρεύμα, ο παραλογισμός διερευνά επιπλέον τη θεμελιώδη φύση του Παραλόγου και το πώς τα άτομα, όταν συνειδητοποιήσουν το Παράλογο, θα πρέπει να ανταποκριθούν. Ο παραλογιστής φιλόσοφος Αλμπέρ Καμύ δήλωσε ότι τα άτομα θα πρέπει να αποδεχτούν την παράλογη ιδιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, ενώ, επίσης, να συνεχίσουν αγέρωχα να αναζητούν νόημα και να συνεχίσουν να εξερευνούν.
Ο παραλογισμός μοιράζεται ορισμένες έννοιες, και ένα κοινό θεωρητικό πρότυπο με τον υπαρξισμό και τον μηδενισμό. Έχει τις ρίζες του στο έργο του Δανού φιλοσόφου του 19ου αιώνα, Σαίρεν Κίρκεγκωρ, ο οποίος επέλεξε να αντιμετωπίσει την κρίση που οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν με το Παράλογο, αναπτύσσοντας τη δική του υπαρξιακή φιλοσοφία. Ο παραλογισμός ως ένα σύστημα πεποιθήσεων γεννήθηκε από το ευρωπαϊκό υπαρξιακό κίνημα που ακολούθησε, ειδικά όταν ο Γαλλο-Αλγερινός φιλόσοφος και συγγραφέας Αλμπέρ Καμύ απέρριψε ορισμένες πτυχές της φιλοσοφικής σκέψης και δημοσίευσε το δοκίμιο Ο Μύθος του Σίσυφου. Τον απόηχο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου παρείχε το κοινωνικό περιβάλλον που επέτρεπαν την ανάπτυξη παραλογιστικών απόψεων και επέτρεπε τη λαϊκή τους ανάπτυξη, ειδικά στην κατακρεουργημένη χώρα της Γαλλίας.
Επισκόπηση
Στην παραλογιστική φιλοσοφία, το Παράλογο προκύπτει από τη θεμελιώδη δυσαρμονία μεταξύ της ατομικής αναζήτησης για το νόημα και την έλλειψη νοήματος του σύμπαντος. Ως όντα που ψάχνουν για νόημα σε ένα κόσμο χωρίς νόημα, οι άνθρωποι έχουν τρεις τρόπους για να επιλύσουν το δίλημμα. Ο Κίρκεγκωρ και ο Καμύ περιγράφουν τις λύσεις στα έργα τους, Ασθένεια μέχρι το Θάνατο (1849) και Ο Μύθος του Σίσυφου (1942), αντίστοιχα:
Αυτοκτονία (ή, “απόδραση από την ύπαρξη”): μια λύση κατά την οποία ένα άτομο τελειώνει την ίδια του τη ζωή. Τόσο ο Κίρκεγκωρ όσο και ο Καμύ απορρίπτουν την βιωσιμότητα αυτής της επιλογής. Ο Καμύ δηλώνει ότι δεν επιλύει το Παράλογο. Αντίθετα, το γεγονός ότι κάποιος διάλεξε να τερματίσει τη ζωή του περιπλέκει περισσότερο την κατάσταση.
Θρησκευτική, πνευματική, ή αφηρημένη πίστη σε ένα υπερβατικό βασίλειο, ον ή ιδέα: μια λύση στην οποία κάποιος πιστεύει στην ύπαρξη μιας πραγματικότητας που είναι πέρα από το Παράλογο, και έτσι δεν έχει νόημα. Ο Κίρκεγκωρ δήλωσε ότι η πίστη σε κάτι πέρα από το Παράλογο απαιτεί μια παράλογη, αλλά ίσως αναγκαία θρησκευτική αποδοχή σε κάτι άυλο και σε κάτι που δεν μπορεί να αποδειχθεί εμπειρικά (συνήθως αναφέρεται ως ένα «άλμα πίστης»). Ωστόσο, ο Καμύ και άλλοι θεώρησαν αυτή τη λύση ως «φιλοσοφική αυτοκτονία».
Η αποδοχή του Παραλόγου: μια λύση στην οποία κάποιος δέχεται το Παράλογο και συνεχίζει να ζει ανεξάρτητα από αυτό. Ο Καμύ ενέκρινε τη λύση αυτή, πιστεύοντας ότι με την αποδοχή του Παραλόγου, μπορεί κανείς να επιτύχει την απόλυτη ελευθερία, και χωρίς να αναγνωρίζει κανένα θρησκευτικό ή ηθικό περιορισμό. Επαναστατώντας ενάντια στο Παράλογο, ενώ ταυτόχρονα αποδεχόμενος το γεγονός ότι είναι αιώνιο, θα μπορούσε κανείς ενδεχομένως να είναι ευχαριστημένος από το προσωπικό νόημα που αποκόμισε στη πορεία. Ο Κίρκεγκωρ, από την άλλη πλευρά, θεωρούσε αυτή τη λύση ως “δαιμονική τρέλα”: “Αυτός μαίνεται κυρίως με τη σκέψη ότι η αιωνιότητα μπορεί να μπει μέσα στο κεφάλι του για να πάρει τη μιζέρια απ ‘ αυτόν!”
Σχέση με τον υπαρξισμό και τον μηδενισμό
Ο Παραλογισμός προήλθε από τη συνέχιση των κινημάτων του υπαρξισμού και του μηδενισμού στον 20ο αιώνα. Μοιράζεται μαζί τους κάποια εμφανή βασικά σημεία, αλλά επίσης φθάνει σε συμπεράσματα που είναι μοναδικά. Και οι τρεις σχολές προέκυψαν από την ανθρώπινη εμπειρία της αγωνίας και της σύγχυσης που απορρέει από το Παράλογο: τη φαινομενική έλλειψη νοήματος σε ένα κόσμο που οι άνθρωποι, παρ ‘ όλα αυτά, είναι υποχρεωμένοι να βρουν ή να δημιουργήσουν το δικό τους νόημα. Από εκεί και πέρα, οι τρεις σχολές σκέψης αποκλίνουν. Ο Υπαρξισμός γενικά υποστήριξε την κατασκευή νοήματος της ζωής από το κάθε άτομο ξεχωριστά καθώς και την ελεύθερη βούληση του ατόμου. Ο Μηδενισμός, αντίθετα, υποστηρίζει ότι “είναι μάταιο να αναζητάμε ή να δηλώνουμε ότι υπάρχει νόημα εκεί που δεν μπορεί να βρεθεί.” Ο Παραλογισμός, όπως σχηματίστηκε από τον Καμύ, αποδέχεται, αν και διστακτικά, την πιθανότητα ύπαρξης νοήματος ή αξίας στη ζωή. Διστάζει όμως να αποδεχτεί τόσο την αξία του προσωπικά κατασκευασμένου νοήματος που διδάσκει ο Υπαρξισμός όσο και την ολοκληρωτική αδυναμία εύρεσης νοήματος που υποστηρίζει ο Μηδενισμός. Ο Παραλογισμός του Καμύ επίσης, απαξιώνει ή κατάφορα απορρίπτει την ελεύθερη βούληση, ενθαρρύνοντας απλώς το άτομο να ζει επαναστατικά και αυθεντικά , παρά την ψυχολογική ένταση του Παραλόγου.
Ο Καμύ ο ίδιος με πάθος εργαζόταν για την αντιμετώπιση του μηδενισμού, όπως εξήγησε στο δοκίμιό του “Ο Επαναστάτης”, ενώ, επίσης, απέρριψε κατηγορηματικά την ετικέτα του “υπαρξιστικός” στο δοκίμιό του “το Αίνιγμα” και στη συλλογή Το Λυρικό και κριτικά Δοκίμια του Αλμπέρ Καμύ, αν και ήταν, και ακόμα χαρακτηρίζεται από μερικούς ως υπαρξιστής. Τόσο ο υπαρξισμός και ο παραλογισμός ασχολούνται με τις πρακτικές εφαρμογές της συνειδητοποίησης της αλήθειας του υπαρξιακού μηδενισμού: δηλαδή, πώς κάποιος ενθουσιώδης αναζητητής θα πρέπει να ενεργεί όταν ξαφνικά βρεθεί αντιμέτωπος με την φαινομενική απόκρυψη, ή παντελή απουσία νοήματος στο σύμπαν. Η αντίληψη του Καμύ για τον κόσμο (π. χ., η αδιαφορία στο διήγημα Ο Ξένος), και κάθε όραμα που είχε για την πρόοδό του, ωστόσο, τον θέτει εκτός από το ρεύμα του υπαρξισμού.
Το νόημα της ζωής
Σύμφωνα με τον παραλογισμό, οι άνθρωποι προσπαθούσαν ιστορικά να βρουν το νόημα της ζωής. Παραδοσιακά, η διαδικασία αυτή οδηγούσε σε ένα από τα εξής δύο συμπεράσματα: είτε ότι η ζωή δεν έχει νόημα ή ότι η ζωή έχει νόημα, όπως αυτή ορίζεται από μία ανώτερη δύναμη – πίστη στον Θεό ή αφοσίωση σε κάποια θρησκεία η άλλη αφηρημένη έννοια.
Προσωπικό νόημα
Για τον Καμύ, η ομορφιά που οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν στη ζωή είναι αυτή που την κάνει να αξίζει να την ζούμε. Οι άνθρωποι μπορούν να δημιουργήσουν νόημα στη δική τους ζωή, το οποίο μπορεί να μην είναι το αντικειμενικό νόημα της ζωής (εάν υπάρχει) αλλά μπορεί να παρέχει κάτι για να μοχθήσει κανείς. Ωστόσο, επέμεινε ότι κάποιος θα πρέπει πάντα να κρατάει μια ειρωνική απόσταση μεταξύ αυτού του τεχνητού νοήματος και της γνώσης του παραλόγου, μήπως το τεχνητό νόημα πάρει τη θέση του παραλόγου.
Ελευθερία
Η ελευθερία δεν μπορεί να επιτευχθεί πέρα από αυτό που επιτρέπει ο παραλογισμός της ύπαρξης, ωστόσο, το πιο κοντινό που μπορεί κανείς να έρθει στην απόλυτη ελευθερία είναι μέσω της αποδοχής του Παραλόγου. Ο Καμύ εισήγαγε την ιδέα της “αποδοχή χωρίς παραίτηση”, ως έναν τρόπο που ασχολείται με την αναγνώριση του παραλογισμού, ρωτώντας η αν ο άνθρωπος μπορεί να “ζήσει χωρίς έφεση”, καθορίζοντας μια “συνειδητή εξέγερση” κατά της αποφυγής του παραλογισμού του κόσμου. Σε έναν κόσμο που στερείται υψηλότερο νόημα ή μετά θάνατον ζωή στην οποία όλα κρίνονται, η ανθρώπινη φύση γίνεται όσο πιο κοντά στη απόλυτη ελευθερία όσο είναι ανθρωπίνως δυνατό.
Ελπίδα
Η απόρριψη της ελπίδας, στον Παραλογισμό, δηλώνει την άρνησή κάποιου να πιστέψει σε κάτι περισσότερο από αυτό που του παρέχει η παράλογη ζωή του. Ο Καμύ τονίζει, ωστόσο, ότι η ελπίδα δεν έχει τίποτα να κάνει με την απελπισία (που σημαίνει ότι οι δύο όροι δεν είναι αντίθετοι). Μπορεί κανείς να εξακολουθεί να ζει πλήρως, ενώ απορρίπτει την ελπίδα, και, στην πραγματικότητα, μπορεί αυτό να το πράξει χωρίς ελπίδα. Η ελπίδα γίνεται αντιληπτή από τους παραλογιστές ως μια άλλη δόλια μέθοδος για να αποφύγει το Παράλογο, και μη έχοντας ελπίδα, έχει κανείς κίνητρο να ζει την κάθε στιγμή στο έπακρο. Σύμφωνα με τα λόγια στο επιτύμβιο του Νίκου Καζαντζάκη: “Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβάμαι τίποτα. Είμαι ελεύθερος”.
Ακεραιότητα
Οι παραλογιστές δεν καθοδηγούνται από την ηθική, αλλά μάλλον, από τη δική τους ακεραιότητα. Ο παραλογιστής είναι στην πραγματικότητα ανήθικος (με την έννοια ότι του λείπει η αίσθηση της ηθικής) αλλά όχι απαραίτητα έκλυτος (με την έννοια της ακολασίας, της λαγνείας). Η Παράλογη άποψη της ηθικής συνεπάγεται μια ακλόνητη αίσθηση σιγουριάς του απόλυτου σωστού και λάθους σε ορισμένες περιπτώσεις, ενώ η ακεραιότητα υποννοεί ειλικρίνεια με τον εαυτό κάποιου και συνοχή στις πράξεις και της αποφάσεις κάποιου.
Σίσυφος — το σύμβολο του παραλογισμού της ύπαρξης — του Franz Stuck.
Κατά συνέπεια, παραλογισμός είναι μια φιλοσοφική σχολή σκέψης η οποία δηλώνει ότι οι προσπάθειες της ανθρωπότητας να βρει εγγενή έννοια τελικά θα αποτύχουν (και ως εκ τούτου είναι παράλογες), διότι ο τεράστιος όγκος πληροφοριών καθώς κι η ευρεία σφαίρα του αγνώστου καθιστούν την απόλυτη πεποίθηση αδύνατη. Ως φιλοσοφικό ρεύμα, ο παραλογισμός διερευνά επιπλέον τη θεμελιώδη φύση του Παραλόγου και το πώς τα άτομα, όταν συνειδητοποιήσουν το Παράλογο, θα πρέπει να ανταποκριθούν. Ο παραλογιστής φιλόσοφος Αλμπέρ Καμύ δήλωσε ότι τα άτομα θα πρέπει να αποδεχτούν την παράλογη ιδιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, ενώ, επίσης, να συνεχίσουν αγέρωχα να αναζητούν νόημα και να συνεχίσουν να εξερευνούν.
Ο παραλογισμός μοιράζεται ορισμένες έννοιες, και ένα κοινό θεωρητικό πρότυπο με τον υπαρξισμό και τον μηδενισμό. Έχει τις ρίζες του στο έργο του Δανού φιλοσόφου του 19ου αιώνα, Σαίρεν Κίρκεγκωρ, ο οποίος επέλεξε να αντιμετωπίσει την κρίση που οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν με το Παράλογο, αναπτύσσοντας τη δική του υπαρξιακή φιλοσοφία. Ο παραλογισμός ως ένα σύστημα πεποιθήσεων γεννήθηκε από το ευρωπαϊκό υπαρξιακό κίνημα που ακολούθησε, ειδικά όταν ο Γαλλο-Αλγερινός φιλόσοφος και συγγραφέας Αλμπέρ Καμύ απέρριψε ορισμένες πτυχές της φιλοσοφικής σκέψης και δημοσίευσε το δοκίμιο Ο Μύθος του Σίσυφου. Τον απόηχο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου παρείχε το κοινωνικό περιβάλλον που επέτρεπαν την ανάπτυξη παραλογιστικών απόψεων και επέτρεπε τη λαϊκή τους ανάπτυξη, ειδικά στην κατακρεουργημένη χώρα της Γαλλίας.
Επισκόπηση
Στην παραλογιστική φιλοσοφία, το Παράλογο προκύπτει από τη θεμελιώδη δυσαρμονία μεταξύ της ατομικής αναζήτησης για το νόημα και την έλλειψη νοήματος του σύμπαντος. Ως όντα που ψάχνουν για νόημα σε ένα κόσμο χωρίς νόημα, οι άνθρωποι έχουν τρεις τρόπους για να επιλύσουν το δίλημμα. Ο Κίρκεγκωρ και ο Καμύ περιγράφουν τις λύσεις στα έργα τους, Ασθένεια μέχρι το Θάνατο (1849) και Ο Μύθος του Σίσυφου (1942), αντίστοιχα:
Αυτοκτονία (ή, “απόδραση από την ύπαρξη”): μια λύση κατά την οποία ένα άτομο τελειώνει την ίδια του τη ζωή. Τόσο ο Κίρκεγκωρ όσο και ο Καμύ απορρίπτουν την βιωσιμότητα αυτής της επιλογής. Ο Καμύ δηλώνει ότι δεν επιλύει το Παράλογο. Αντίθετα, το γεγονός ότι κάποιος διάλεξε να τερματίσει τη ζωή του περιπλέκει περισσότερο την κατάσταση.
Θρησκευτική, πνευματική, ή αφηρημένη πίστη σε ένα υπερβατικό βασίλειο, ον ή ιδέα: μια λύση στην οποία κάποιος πιστεύει στην ύπαρξη μιας πραγματικότητας που είναι πέρα από το Παράλογο, και έτσι δεν έχει νόημα. Ο Κίρκεγκωρ δήλωσε ότι η πίστη σε κάτι πέρα από το Παράλογο απαιτεί μια παράλογη, αλλά ίσως αναγκαία θρησκευτική αποδοχή σε κάτι άυλο και σε κάτι που δεν μπορεί να αποδειχθεί εμπειρικά (συνήθως αναφέρεται ως ένα «άλμα πίστης»). Ωστόσο, ο Καμύ και άλλοι θεώρησαν αυτή τη λύση ως «φιλοσοφική αυτοκτονία».
Η αποδοχή του Παραλόγου: μια λύση στην οποία κάποιος δέχεται το Παράλογο και συνεχίζει να ζει ανεξάρτητα από αυτό. Ο Καμύ ενέκρινε τη λύση αυτή, πιστεύοντας ότι με την αποδοχή του Παραλόγου, μπορεί κανείς να επιτύχει την απόλυτη ελευθερία, και χωρίς να αναγνωρίζει κανένα θρησκευτικό ή ηθικό περιορισμό. Επαναστατώντας ενάντια στο Παράλογο, ενώ ταυτόχρονα αποδεχόμενος το γεγονός ότι είναι αιώνιο, θα μπορούσε κανείς ενδεχομένως να είναι ευχαριστημένος από το προσωπικό νόημα που αποκόμισε στη πορεία. Ο Κίρκεγκωρ, από την άλλη πλευρά, θεωρούσε αυτή τη λύση ως “δαιμονική τρέλα”: “Αυτός μαίνεται κυρίως με τη σκέψη ότι η αιωνιότητα μπορεί να μπει μέσα στο κεφάλι του για να πάρει τη μιζέρια απ ‘ αυτόν!”
Σχέση με τον υπαρξισμό και τον μηδενισμό
Ο Παραλογισμός προήλθε από τη συνέχιση των κινημάτων του υπαρξισμού και του μηδενισμού στον 20ο αιώνα. Μοιράζεται μαζί τους κάποια εμφανή βασικά σημεία, αλλά επίσης φθάνει σε συμπεράσματα που είναι μοναδικά. Και οι τρεις σχολές προέκυψαν από την ανθρώπινη εμπειρία της αγωνίας και της σύγχυσης που απορρέει από το Παράλογο: τη φαινομενική έλλειψη νοήματος σε ένα κόσμο που οι άνθρωποι, παρ ‘ όλα αυτά, είναι υποχρεωμένοι να βρουν ή να δημιουργήσουν το δικό τους νόημα. Από εκεί και πέρα, οι τρεις σχολές σκέψης αποκλίνουν. Ο Υπαρξισμός γενικά υποστήριξε την κατασκευή νοήματος της ζωής από το κάθε άτομο ξεχωριστά καθώς και την ελεύθερη βούληση του ατόμου. Ο Μηδενισμός, αντίθετα, υποστηρίζει ότι “είναι μάταιο να αναζητάμε ή να δηλώνουμε ότι υπάρχει νόημα εκεί που δεν μπορεί να βρεθεί.” Ο Παραλογισμός, όπως σχηματίστηκε από τον Καμύ, αποδέχεται, αν και διστακτικά, την πιθανότητα ύπαρξης νοήματος ή αξίας στη ζωή. Διστάζει όμως να αποδεχτεί τόσο την αξία του προσωπικά κατασκευασμένου νοήματος που διδάσκει ο Υπαρξισμός όσο και την ολοκληρωτική αδυναμία εύρεσης νοήματος που υποστηρίζει ο Μηδενισμός. Ο Παραλογισμός του Καμύ επίσης, απαξιώνει ή κατάφορα απορρίπτει την ελεύθερη βούληση, ενθαρρύνοντας απλώς το άτομο να ζει επαναστατικά και αυθεντικά , παρά την ψυχολογική ένταση του Παραλόγου.
Ο Καμύ ο ίδιος με πάθος εργαζόταν για την αντιμετώπιση του μηδενισμού, όπως εξήγησε στο δοκίμιό του “Ο Επαναστάτης”, ενώ, επίσης, απέρριψε κατηγορηματικά την ετικέτα του “υπαρξιστικός” στο δοκίμιό του “το Αίνιγμα” και στη συλλογή Το Λυρικό και κριτικά Δοκίμια του Αλμπέρ Καμύ, αν και ήταν, και ακόμα χαρακτηρίζεται από μερικούς ως υπαρξιστής. Τόσο ο υπαρξισμός και ο παραλογισμός ασχολούνται με τις πρακτικές εφαρμογές της συνειδητοποίησης της αλήθειας του υπαρξιακού μηδενισμού: δηλαδή, πώς κάποιος ενθουσιώδης αναζητητής θα πρέπει να ενεργεί όταν ξαφνικά βρεθεί αντιμέτωπος με την φαινομενική απόκρυψη, ή παντελή απουσία νοήματος στο σύμπαν. Η αντίληψη του Καμύ για τον κόσμο (π. χ., η αδιαφορία στο διήγημα Ο Ξένος), και κάθε όραμα που είχε για την πρόοδό του, ωστόσο, τον θέτει εκτός από το ρεύμα του υπαρξισμού.
Το νόημα της ζωής
Σύμφωνα με τον παραλογισμό, οι άνθρωποι προσπαθούσαν ιστορικά να βρουν το νόημα της ζωής. Παραδοσιακά, η διαδικασία αυτή οδηγούσε σε ένα από τα εξής δύο συμπεράσματα: είτε ότι η ζωή δεν έχει νόημα ή ότι η ζωή έχει νόημα, όπως αυτή ορίζεται από μία ανώτερη δύναμη – πίστη στον Θεό ή αφοσίωση σε κάποια θρησκεία η άλλη αφηρημένη έννοια.
Προσωπικό νόημα
Για τον Καμύ, η ομορφιά που οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν στη ζωή είναι αυτή που την κάνει να αξίζει να την ζούμε. Οι άνθρωποι μπορούν να δημιουργήσουν νόημα στη δική τους ζωή, το οποίο μπορεί να μην είναι το αντικειμενικό νόημα της ζωής (εάν υπάρχει) αλλά μπορεί να παρέχει κάτι για να μοχθήσει κανείς. Ωστόσο, επέμεινε ότι κάποιος θα πρέπει πάντα να κρατάει μια ειρωνική απόσταση μεταξύ αυτού του τεχνητού νοήματος και της γνώσης του παραλόγου, μήπως το τεχνητό νόημα πάρει τη θέση του παραλόγου.
Ελευθερία
Η ελευθερία δεν μπορεί να επιτευχθεί πέρα από αυτό που επιτρέπει ο παραλογισμός της ύπαρξης, ωστόσο, το πιο κοντινό που μπορεί κανείς να έρθει στην απόλυτη ελευθερία είναι μέσω της αποδοχής του Παραλόγου. Ο Καμύ εισήγαγε την ιδέα της “αποδοχή χωρίς παραίτηση”, ως έναν τρόπο που ασχολείται με την αναγνώριση του παραλογισμού, ρωτώντας η αν ο άνθρωπος μπορεί να “ζήσει χωρίς έφεση”, καθορίζοντας μια “συνειδητή εξέγερση” κατά της αποφυγής του παραλογισμού του κόσμου. Σε έναν κόσμο που στερείται υψηλότερο νόημα ή μετά θάνατον ζωή στην οποία όλα κρίνονται, η ανθρώπινη φύση γίνεται όσο πιο κοντά στη απόλυτη ελευθερία όσο είναι ανθρωπίνως δυνατό.
Ελπίδα
Η απόρριψη της ελπίδας, στον Παραλογισμό, δηλώνει την άρνησή κάποιου να πιστέψει σε κάτι περισσότερο από αυτό που του παρέχει η παράλογη ζωή του. Ο Καμύ τονίζει, ωστόσο, ότι η ελπίδα δεν έχει τίποτα να κάνει με την απελπισία (που σημαίνει ότι οι δύο όροι δεν είναι αντίθετοι). Μπορεί κανείς να εξακολουθεί να ζει πλήρως, ενώ απορρίπτει την ελπίδα, και, στην πραγματικότητα, μπορεί αυτό να το πράξει χωρίς ελπίδα. Η ελπίδα γίνεται αντιληπτή από τους παραλογιστές ως μια άλλη δόλια μέθοδος για να αποφύγει το Παράλογο, και μη έχοντας ελπίδα, έχει κανείς κίνητρο να ζει την κάθε στιγμή στο έπακρο. Σύμφωνα με τα λόγια στο επιτύμβιο του Νίκου Καζαντζάκη: “Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβάμαι τίποτα. Είμαι ελεύθερος”.
Ακεραιότητα
Οι παραλογιστές δεν καθοδηγούνται από την ηθική, αλλά μάλλον, από τη δική τους ακεραιότητα. Ο παραλογιστής είναι στην πραγματικότητα ανήθικος (με την έννοια ότι του λείπει η αίσθηση της ηθικής) αλλά όχι απαραίτητα έκλυτος (με την έννοια της ακολασίας, της λαγνείας). Η Παράλογη άποψη της ηθικής συνεπάγεται μια ακλόνητη αίσθηση σιγουριάς του απόλυτου σωστού και λάθους σε ορισμένες περιπτώσεις, ενώ η ακεραιότητα υποννοεί ειλικρίνεια με τον εαυτό κάποιου και συνοχή στις πράξεις και της αποφάσεις κάποιου.
Ο Αριστοτέλης για τη μεγαλοψυχία
Σχετικά με την μεγαλοψυχία ο Αριστοτέλης αναφέρει: «Η μεγαλοψυχία, όπως δείχνει και η ίδια η λέξη, έχει για αντικείμενό της μεγάλα πράγματα». (1123a 3, 38-39). Και για να γίνει πιο σαφής θα δώσει και τον ορισμό του μεγαλόψυχου ανθρώπου: «Μεγαλόψυχος είναι, κατά την κοινή αντίληψη, ο άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του άξιο μεγάλων πραγμάτων και είναι πράγματι άξιος μεγάλων πραγμάτων· γιατί ο άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του άξιο μεγάλων πραγμάτων χωρίς στην πραγματικότητα να το αξίζει, είναι ανόητος – κανένας όμως ενάρετος άνθρωπος δεν είναι ηλίθιος ή δίχως νου». (1123b 3, 2-5).
Κι επειδή η μεσότητα είναι και πάλι (όπως σε κάθε περίπτωση) το κριτήριο της ενάρετης συμπεριφοράς, η μεγαλοψυχία δεν πρέπει να εκληφθεί ως ακρότητα από την άποψη ότι αφορά τις μεγάλες πράξεις: «Ο μεγαλόψυχος λοιπόν από μεν την άποψη του μεγέθους αυτών των οποίων θεωρεί τον εαυτό του άξιο βρίσκεται στην ακρότητα, ενώ από την άποψη της ορθότητάς τους βρίσκεται στη μεσότητα, αφού θεωρεί τον εαυτό του άξιο αυτών των οποίων είναι άξιος· οι άλλοι βρίσκονται στο χώρο της υπερβολής ή της έλλειψης». (1123b 3, 15-18).
Η μεσότητα, δηλαδή, έχει να κάνει με την εξισορρόπηση των αληθινών δυνατοτήτων σε σχέση με τις ευθύνες που αναλαμβάνει κανείς. Στην ουσία πρόκειται για την επίγνωση των ικανοτήτων, ώστε η ανάληψη καθηκόντων και οι φιλοδοξίες να εναρμονίζονται μ’ αυτά που πράγματι μπορεί κάποιος να φέρει σε πέρας. Ο μεγαλόψυχος έχοντας πλήρη γνώση των υψηλών του δεξιοτήτων είναι σε θέση να αναλάβει μεγάλα σε μέγεθος έργα χωρίς φόβο ή δισταγμούς, κι αυτό όχι από αλαζονεία, αλλά από σωστή εκτίμηση του εαυτού. Κι όταν γίνεται λόγος για έργα μεγάλου μεγέθους δεν εννοούνται οι υλικές διαστάσεις (χωρίς, όμως, και να εξαιρούνται), αλλά το μέγεθος της αξίας ή της σπουδαιότητας ή της δυσκολίας που υπάρχει σε κάθε έργο.
Με άλλα λόγια, η μεγαλοψυχία είναι η αυτοπεποίθηση που προκύπτει από τη σωστή εκτίμηση του εαυτού. Κι αυτή είναι η ύψιστη αυτογνωσία. Ο μεγαλόψυχος δε θα κρυφτεί πίσω από τη μετριοπάθεια ούτε όμως και θα περάσει στον κομπασμό. Θα επιτελέσει έργα υψίστης σημασίας με αυτοπεποίθηση που προκύπτει από την ορθότητα της κρίσης. Η μεγαλοψυχία είναι ίσως η κορωνίδα των αρετών που ελάχιστοι άνθρωποι είναι σε θέση να φτάσουν: «Μοιάζει λοιπόν η μεγαλοψυχία να είναι κάτι σαν στολίδι των αρετών, αφού αυτή τις κάνει μεγαλύτερες και αφού δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς εκείνες. Γι’ αυτό και είναι δύσκολο να είναι κανείς πραγματικά μεγαλόψυχος· δεν είναι, πράγματι, δυνατό να είναι κανείς μεγαλόψυχος, αν δεν είναι τέλειος από κάθε άποψη». (1124a 3, 2-5).
Για μια κόμη φορά η μεσότητα που προκύπτει από την αυτογνωσία αποδεικνύεται ότι δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά το μέσο (ο δρόμος) για να φτάσει κανείς στο άριστο. Η τελειότητα, δηλαδή η υπερβολή του καλού, τίθεται ως σταθερός στόχος. Κι επειδή η μεγαλοψυχία είναι το αποκορύφωμα των αρετών, είναι φανερό ότι εμπεριέχει όλες τις άλλες: «Ο μεγαλόψυχος αν είναι άξιος των πιο μεγάλων πραγμάτων, θα πρέπει, λέω, να είναι ένας πολύ καλός άνθρωπος· γιατί αυτός που είναι πιο καλός, αξίζει πάντοτε κάτι πιο μεγάλο, και ο πιο καλός αξίζει το πιο μεγάλα». (1123b 3, 31-33).
Και ο Αριστοτέλης συμπληρώνει: «Και γνώρισμα του μεγαλόψυχου είναι, κατά την κοινή αντίληψη, ό,τι είναι μεγάλο στην κάθε επιμέρους αρετή. Και σε καμιά περίπτωση δε θα ταίριαζε στο μεγαλόψυχο να “βγάζουν φτερά τα πόδια του” μπροστά στον κίνδυνο ή να συμπεριφέρεται άδικα». (1123b 3, 34-37).
Για να φερθεί, λοιπόν, κάποιος με μεγαλοψυχία πρέπει να είναι και γενναίος και δίκαιος και σώφρων και δοτικός και σπλαχνικός και πράος και γενικά να εκπληρώνει όλες τις εκδοχές της αρετής. Κι αυτή είναι η αντίληψη της μεσότητας που συνοδεύεται από την αυτογνωσία: «Αν τον εξετάζαμε ως προς όλα, ένα προς ένα, τα χαρακτηριστικά του, θα φαινόταν ολωσδιόλου γελοίος ο μεγαλόψυχος που δεν είναι αγαθός». (1123b 3, 38-39).
Και θα ήταν γελοίος γιατί στην ουσία δε θα ήταν μεγαλόψυχος, αλλά θα τον προσποιούταν. Ο άνθρωπος που παριστάνει κάτι που δεν είναι πραγματικά δεν μπορεί να αποφύγει τη γελοιότητα, αφού μια πλαστή εικόνα είναι αδύνατο να υποστηρίζεται συνεχώς. Εν τέλει, οι πράξεις θα την προδώσουν. Ένας τέτοιος άνθρωπος στερείται αυτογνωσίας. Κι αυτή είναι η απαρχή της γελοιοποίησης.
Σε τελική ανάλυση το κυριότερο κίνητρο συμπεριφοράς του μεγαλόψυχου είναι η τιμή: «Κατά κύριο λοιπόν λόγο με την τιμή και με την ατιμία έχει σχέση ο μεγαλόψυχος». (1124a 3, 6-7). Κι όχι μόνο αυτό: «Με τις μεγάλες τιμές και με αυτές που προέρχονται από καλούς κι αξιόλογους ανθρώπους θα ευχαριστηθεί ο μεγαλόψυχος μετρημένα, έχοντας συνείδηση ότι παίρνει ό,τι του αξίζει, ή και λιγότερα από αυτά που του αξίζουν (αφού δεν μπορεί να υπάρξει τιμή αντάξια της τέλειας αρετής), εν πάση περιπτώσει όμως θα τις δεχτεί, αφού δεν έχουν να του προσφέρουν τίποτε μεγαλύτερο». (1124a 3, 7-11).
Όσο για τις τιμές που προέρχονται από ανάξιους ανθρώπους, ο μεγαλόψυχος είναι εντελώς αδιάφορος: «Για την τιμή όμως που προέρχεται από τυχαίους και όχι αξιόλογους ανθρώπους και που του απονέμεται για ασήμαντους λόγους, θα αδιαφορήσει τελείως (αφού δεν είναι αυτό που πράγματι του αξίζει), όπως θα αδιαφορήσει και για την προσβολή της τιμής του (αφού στην περίπτωσή του δε θα είναι καθόλου δικαιολογημένη)». (1124a 3, 11-14).
Με άλλα λόγια, ο μεγαλόψυχος επιδιώκει και αποδέχεται τις τιμές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι έρμαιό τους. Κάτι τέτοιο δε θα του ταίριαζε, αφού θα χανόταν η αίσθηση του μέτρου. Η αναζήτηση της τιμής τίθεται κι αυτή μέσα σε πλαίσιο, που καθορίζεται τόσο από τις πράξεις που την επιφέρουν, όσο κι από τους ανθρώπους που την αποδίδουν.
Στην ουσία, ο μεγαλόψυχος γνωρίζει καλά ότι δεν μπορεί να υπάρξει τιμή αντάξια της αρετής. Πρόκειται για σύμβαση, για προσαρμογή στα μέτρα των ανθρώπων. Η επίγνωση αυτού είναι η απομυθοποίησή της. Ο μεγαλόψυχος επιθυμεί την τιμή από μια αίσθηση δικαίου, ως ελάχιστη ανταπόδοση, που την αξίζει για τις μεγάλες του πράξεις. Κι αυτό δεν έχει καμία σχέση με τη ματαιοδοξία ή την αυταρέσκεια. Γι’ αυτό και θα αδιαφορήσει αν τον συκοφαντήσουν. Γιατί τελικά, δεν περιμένει τους άλλους για να γνωρίσει την αξία του.
Το μέτρο προτάσσεται ως απαραβίαστος κανόνας για τη συμπεριφορά του μεγαλόψυχου: «Θα συμπεριφερθεί μετρημένα και απέναντι στον πλούτο, απέναντι στη δύναμη, καθώς και απέναντι σε κάθε καλή και κάθε κακή τύχη – ό,τι του έρθει –, και ούτε στην καλή του τύχη θα φτάσει σε υπερβολική χαρά ούτε στην κακή του τύχη σε υπερβολική λύπη – αφού ούτε και απέναντι στην τιμή δε συμπεριφέρεται σαν να ήταν κάτι πολύ μεγάλο». (1124a 3, 16-20).
Όμως, η άκρατη αίσθηση του μέτρου, που απομυθοποιεί ακόμη και τις τιμές, είναι στοιχείο που μπορεί να παρεξηγηθεί από τους άλλους ανθρώπους: «Η δύναμη και πλούτος είναι πράγματα που τα επιθυμεί κανείς για χάρη της τιμής – μήπως δεν είναι γνωστό ότι οι κάτοχοί τους θέλουν να έχουν μέσω αυτών τιμές; Ο άνθρωπος λοιπόν που θεωρεί μικρό πράγμα και την τιμή, δεν μπορεί παρά να θεωρεί μικρά και τα υπόλοιπα. Αυτός είναι ο λόγος που οι μεγαλόψυχοι θεωρούνται υπερόπτες». (1124a 3, 20-23).
Γι’ αυτό ο μεγαλόψυχος δεν έχει άλλη επιλογή απ’ την αδιαφορία αν προσβάλλουν την τιμή του. Γιατί είναι αδύνατο να φερθεί διαφορετικά. Σε τελική ανάλυση, αν φερθεί διαφορετικά, δε θα είναι μεγαλόψυχος. Ακόμη κι αν επιχειρήσει να υπερασπιστεί τον εαυτό του, θα το κάνει μέσα στο μέτρο που ορίζει η αξιοπρέπειά του. Ένας άνθρωπος ποταπός και χυδαίος είναι πολύ δύσκολο να το αντιληφθεί αυτό. Ίσως μάλιστα να το εκλάβει κι ως αδυναμία.
Ο συκοφάντης, ο λαϊκιστής, ο κενός περιεχομένου διεκδικητής αξιωμάτων, ο καιροσκόπος, με δυο λόγια αυτός που δεν έχει ιδιαίτερους ηθικούς ενδοιασμούς είναι ο συνήθης πρόθυμος να διαβάλει το μεγαλόψυχο. Αν είναι πολλοί, κατά κανόνα συνασπίζονται. Κι αλίμονο στην πόλη που θα εκτοπίσει το μεγαλόψυχο φέρνοντας στο προσκήνιο τέτοιους ανθρώπους. Δεν μπορεί να γνωρίσει τίποτε άλλο πέρα από τη συντριβή.
Και βέβαια, η μεγαλοψυχία δεν έχει να κάνει με την τύχη: «Υπάρχει η γνώμη ότι τα αγαθά που χαρίζει η τύχη συμβάλλουν και αυτά στη μεγαλοψυχία. Οι άνθρωποι, πράγματι, που έχουν αριστοκρατική καταγωγή θεωρούνται άξιοι τιμής, το ίδιο και οι άνθρωποι που έχουν δύναμη ή πλούτο. Ο λόγος είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί βρίσκονται σε κατάσταση υπεροχής, και καθετί που υπερέχει σε κάτι καλό, τιμάται πιο πολύ. Γι’ αυτό και αυτού του είδους τα αγαθά κάνουν τους ανθρώπους αυτούς πιο μεγαλόψυχους· γιατί τιμώνται από κάποιους». (1124a 3, 24-29).
Το κατά πόσο ο πλούτος που έχει κληρονομηθεί κάνει τον άνθρωπο μεγαλόψυχο είναι μάλλον συζητήσιμο. Το σίγουρο είναι ότι επειδή οι τιμές ταιριάζουν στη μεγαλοψυχία, είναι δυνατό να θεωρούνται μεγαλόψυχοι όλοι όσοι γνωρίζουν τιμές. Όμως, άλλο να επαινείται κάποιος για την αρετή κι άλλο για την κοινωνική του υπεροχή.
Κι όπως έχει ήδη ξεκαθαριστεί από το πρώτο βιβλίο των «Ηθικών Νικομαχείων», η αρετή δε σχετίζεται ούτε με τη φύση ούτε με την τύχη, αλλά με τη σωστή καλλιέργεια, δηλαδή με τον ποιοτικό εθισμό, που βασίζεται στις επαναλαμβανόμενες πράξεις. Με άλλα λόγια, αυτός που είναι από αριστοκρατική καταγωγή δεν είναι κατ’ ανάγκη ενάρετος και οι τιμές που του αποδίδονται μπορεί να μην έχουν καμία σχέση με την άσκηση της αρετής.
Κι αυτός είναι ο λόγος που η μεγαλοψυχία δεν αφορά το τυχαίο της καταγωγής. Εξάλλου, ο Αριστοτέλης δε θεωρεί καθόλου σωστό το να τιμάται κάποιος για τα πλούτη και τις αριστοκρατικές του καταβολές: «Στην πραγματικότητα όμως τιμή πρέπει να αποδίδεται μόνο στον άνθρωπο που έχει αρετή». (1124a 3, 29).
Κι αν αυτό δεν είναι αρκετό, ο Αριστοτέλης θα γίνει απολύτως ξεκάθαρος: «Αυτοί όμως που έχουν αυτού του είδους τα αγαθά» (εννοείται πλούτη και καταγωγή) «δίχως να έχουν αρετή, ούτε το δικαίωμα να θεωρούν τον εαυτό τους άξιο τιμής έχουν ούτε είναι σωστό να λέγονται “μεγαλόψυχοι”· γιατί αυτά τα πράγματα προϋποθέτουν την τέλεια αρετή». (1124a 3, 30-33).
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά για τον πλούσιο αριστοκράτη υπάρχει κι ένας επιπλέον κίνδυνος: «Γιατί δίχως αρετή δεν είναι εύκολο να αντιμετωπίσει κανείς με χάρη και με μέτρο τα αγαθά που χαρίζει η τύχη. Μη μπορώντας λοιπόν να τα αντιμετωπίσουν, και πιστεύοντας ότι είναι ανώτεροι από τους άλλους, περιφρονούν τους άλλους, και οι ίδιοι κάνουν ό,τι τους αρέσει. Μιμούνται, πράγματι, τον μεγαλόψυχο δίχως να του μοιάζουν, και αυτό το κάνουν εκεί που μπορούν: τις πράξεις της αρετής δεν τις κάνουν, περιφρονούν όμως τους άλλους». (1124a 3, 34-38 και 1124b 3, 1-5).
Ο μεγαλόψυχος, επειδή έχει μάθει να μη φοβάται τους κινδύνους κι επειδή δεν υπολογίζει τη γνώμη που θα σχηματίσουν οι άλλοι γι’ αυτόν, συμπεριφέρεται ελεύθερα, χωρίς να διστάζει να πει καθαρά τη γνώμη του: «Μιλάει, επίσης, και ενεργεί ανοιχτά· τον διακρίνει, πράγματι, η παρρησία, επειδή δίνει στον εαυτό του το δικαίωμα να περιφρονεί. Λέει, επίσης, πάντοτε την αλήθεια – εκτός από τις περιπτώσεις που θέλει να “κρυφτεί” μπροστά στους πολλούς. Υποχρεωτικά δεν μπορεί επίσης να προσαρμόζει τη ζωή του στις προτιμήσεις κάποιου άλλου, εκτός αν πρόκειται για φίλο. Αλλιώς θα ήταν άνθρωπος με ψυχή δούλου: αυτός είναι ο λόγος που όλοι οι κόλακες είναι δουλοπρεπείς και οι χαμηλού επιπέδου άνθρωποι είναι κόλακες». (1124b 3, 32-35 και 1125a 3, 1-3).
Το ότι είναι πρόθυμος να βάλλει στην άκρη τις προτιμήσεις του αν πρόκειται να ευχαριστήσει ένα φίλο είναι η απόδειξη ότι δεν κινείται από εγωισμό. Όσο για τη φράση «λέει πάντοτε την αλήθεια – εκτός αν θέλει να “κρυφτεί” μπροστά στους πολλούς», είναι ευνόητο ότι δεν υπονοεί αδυναμία ή φόβο προς την πλειονότητα που έχει άλλη γνώμη (κάτι τέτοιο θα ήταν άκρως αντιφατικό μ’ αυτά που προηγήθηκαν). Προφανώς ο Αριστοτέλης αναφέρεται σε περιπτώσεις που η άσκηση της αρετής επιβάλλει τη σιωπή και τη μυστικότητα «μπροστά στους πολλούς». Ο μεγαλόψυχος άνθρωπος έχει την κρίση, ώστε να επιλέγει σωστά πότε πρέπει να μιλήσει και πότε όχι.
Κι εδώ δεν τίθεται θέμα ελευθερίας. Η σύνεση και η ορθή κρίση δεν εναντιώνονται στην ελεύθερη επιλογή, αντιθέτως την κατοχυρώνουν. Εξάλλου, προς αποφυγή οποιασδήποτε παρεξήγησης ο Αριστοτέλης θα ξεκαθαρίσει: «Δεν μπορεί, επίσης, παρά να δείχνει φανερά το μίσος του και την αγάπη του (γιατί μόνο ο άνθρωπος που φοβάται κρύβει τα αισθήματά του και αδιαφορεί για την αλήθεια, προτιμώντας αυτά που πιστεύει ο πολύς κόσμος)». (1124b 3, 30-32). Ο μεγαλόψυχος είναι αδύνατο να διστάσει μπροστά στη διαφορετική άποψη των πολλών. Αν καμιά φορά επιλέξει να «κρυφτεί», αυτό σίγουρα έχει να κάνει με άλλους λόγους.
Κι ο Αριστοτέλης συμπληρώνει το πορτρέτο του μεγαλόψυχου: «Δεν είναι, επίσης, μνησίκακος, γιατί δεν ταιριάζει στον μεγαλόψυχο να κρατάει στη μνήμη του πράγματα και μάλιστα κακά· πιο πολύ του ταιριάζει να τα παραβλέπει. Ούτε του αρέσει να μιλάει για άλλους ανθρώπους: ούτε για τον εαυτό του μιλάει ούτε για τους άλλους· γιατί ούτε να ακούσει επαίνους για τον εαυτό του τον ενδιαφέρει ούτε να ακούσει κατηγορίες για τους άλλους. Ούτε, πάλι, είναι εύκολος στους επαίνους του· γι’ αυτόν το λόγο δεν είναι, επίσης, και κακολόγος, ακόμη και των εχθρών του … Για πράγματα που είναι απαραίτητα για τη ζωή ή για πράγματα μικρά και ασήμαντα σχεδόν ποτέ δεν ολοφύρεται ούτε παρακαλάει: μια τέτοια συμπεριφορά θα έδειχνε άνθρωπο που παίρνει τα πράγματα αυτά στα σοβαρά. Είναι, επίσης, άνθρωπος που προτιμάει να έχει πράγματα ωραία, και ας μη του αποφέρουν κέρδος, παρά πράγματα που αποφέρουν κέρδος και είναι χρήσιμα: μια τέτοια συμπεριφορά ταιριάζει πιο πολύ στον αυτάρκη άνθρωπο». (1125a 3, 4-14).
Ο Αριστοτέλης είναι διατεθειμένος να παραθέσει ακόμη και τις κινήσεις και τον τρόπο ομιλίας, που αρμόζουν στον μεγαλόψυχο: «Τέλος, στον μεγαλόψυχο άνθρωπο θεωρείται ότι ταιριάζουν η αργή κίνηση, βαριά φωνή και ο σταθερός λόγος· δεν μπορεί, πράγματι, να είναι βιαστικός ο άνθρωπος που λίγα μόνο πράγματα παίρνει στα σοβαρά, ούτε μπορεί η ένταση να χαρακτηρίζει έναν άνθρωπο που δε θεωρεί τίποτε μεγάλο: η τσιριχτή φωνή και το γρήγορο βάδισμα έχουν την αρχή τους σ’ αυτά τα πράγματα». (1125a 3, 14-18).
Θα έλεγε κανείς ότι δεν υπάρχει χαρακτηριστικό στο μεγαλόψυχο που να μην αποπνέει μεγαλείο. Χωρίς αμφιβολία η μεγαλοψυχία είναι για τον Αριστοτέλη η πιο ανόθευτη εκδοχή της αρετής. Κι αυτός είναι και ο λόγος που μπορεί να δικαιολογηθεί ακόμη η περιφρόνηση προς τους άλλους. Το ζήτημα είναι ότι οι μεγαλόψυχοι είναι εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις, σε αντίθεση μ’ αυτούς που συμπεριφέρονται περιφρονητικά υποτιμώντας τους άλλους…
Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια
Κι επειδή η μεσότητα είναι και πάλι (όπως σε κάθε περίπτωση) το κριτήριο της ενάρετης συμπεριφοράς, η μεγαλοψυχία δεν πρέπει να εκληφθεί ως ακρότητα από την άποψη ότι αφορά τις μεγάλες πράξεις: «Ο μεγαλόψυχος λοιπόν από μεν την άποψη του μεγέθους αυτών των οποίων θεωρεί τον εαυτό του άξιο βρίσκεται στην ακρότητα, ενώ από την άποψη της ορθότητάς τους βρίσκεται στη μεσότητα, αφού θεωρεί τον εαυτό του άξιο αυτών των οποίων είναι άξιος· οι άλλοι βρίσκονται στο χώρο της υπερβολής ή της έλλειψης». (1123b 3, 15-18).
Η μεσότητα, δηλαδή, έχει να κάνει με την εξισορρόπηση των αληθινών δυνατοτήτων σε σχέση με τις ευθύνες που αναλαμβάνει κανείς. Στην ουσία πρόκειται για την επίγνωση των ικανοτήτων, ώστε η ανάληψη καθηκόντων και οι φιλοδοξίες να εναρμονίζονται μ’ αυτά που πράγματι μπορεί κάποιος να φέρει σε πέρας. Ο μεγαλόψυχος έχοντας πλήρη γνώση των υψηλών του δεξιοτήτων είναι σε θέση να αναλάβει μεγάλα σε μέγεθος έργα χωρίς φόβο ή δισταγμούς, κι αυτό όχι από αλαζονεία, αλλά από σωστή εκτίμηση του εαυτού. Κι όταν γίνεται λόγος για έργα μεγάλου μεγέθους δεν εννοούνται οι υλικές διαστάσεις (χωρίς, όμως, και να εξαιρούνται), αλλά το μέγεθος της αξίας ή της σπουδαιότητας ή της δυσκολίας που υπάρχει σε κάθε έργο.
Με άλλα λόγια, η μεγαλοψυχία είναι η αυτοπεποίθηση που προκύπτει από τη σωστή εκτίμηση του εαυτού. Κι αυτή είναι η ύψιστη αυτογνωσία. Ο μεγαλόψυχος δε θα κρυφτεί πίσω από τη μετριοπάθεια ούτε όμως και θα περάσει στον κομπασμό. Θα επιτελέσει έργα υψίστης σημασίας με αυτοπεποίθηση που προκύπτει από την ορθότητα της κρίσης. Η μεγαλοψυχία είναι ίσως η κορωνίδα των αρετών που ελάχιστοι άνθρωποι είναι σε θέση να φτάσουν: «Μοιάζει λοιπόν η μεγαλοψυχία να είναι κάτι σαν στολίδι των αρετών, αφού αυτή τις κάνει μεγαλύτερες και αφού δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς εκείνες. Γι’ αυτό και είναι δύσκολο να είναι κανείς πραγματικά μεγαλόψυχος· δεν είναι, πράγματι, δυνατό να είναι κανείς μεγαλόψυχος, αν δεν είναι τέλειος από κάθε άποψη». (1124a 3, 2-5).
Για μια κόμη φορά η μεσότητα που προκύπτει από την αυτογνωσία αποδεικνύεται ότι δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά το μέσο (ο δρόμος) για να φτάσει κανείς στο άριστο. Η τελειότητα, δηλαδή η υπερβολή του καλού, τίθεται ως σταθερός στόχος. Κι επειδή η μεγαλοψυχία είναι το αποκορύφωμα των αρετών, είναι φανερό ότι εμπεριέχει όλες τις άλλες: «Ο μεγαλόψυχος αν είναι άξιος των πιο μεγάλων πραγμάτων, θα πρέπει, λέω, να είναι ένας πολύ καλός άνθρωπος· γιατί αυτός που είναι πιο καλός, αξίζει πάντοτε κάτι πιο μεγάλο, και ο πιο καλός αξίζει το πιο μεγάλα». (1123b 3, 31-33).
Και ο Αριστοτέλης συμπληρώνει: «Και γνώρισμα του μεγαλόψυχου είναι, κατά την κοινή αντίληψη, ό,τι είναι μεγάλο στην κάθε επιμέρους αρετή. Και σε καμιά περίπτωση δε θα ταίριαζε στο μεγαλόψυχο να “βγάζουν φτερά τα πόδια του” μπροστά στον κίνδυνο ή να συμπεριφέρεται άδικα». (1123b 3, 34-37).
Για να φερθεί, λοιπόν, κάποιος με μεγαλοψυχία πρέπει να είναι και γενναίος και δίκαιος και σώφρων και δοτικός και σπλαχνικός και πράος και γενικά να εκπληρώνει όλες τις εκδοχές της αρετής. Κι αυτή είναι η αντίληψη της μεσότητας που συνοδεύεται από την αυτογνωσία: «Αν τον εξετάζαμε ως προς όλα, ένα προς ένα, τα χαρακτηριστικά του, θα φαινόταν ολωσδιόλου γελοίος ο μεγαλόψυχος που δεν είναι αγαθός». (1123b 3, 38-39).
Και θα ήταν γελοίος γιατί στην ουσία δε θα ήταν μεγαλόψυχος, αλλά θα τον προσποιούταν. Ο άνθρωπος που παριστάνει κάτι που δεν είναι πραγματικά δεν μπορεί να αποφύγει τη γελοιότητα, αφού μια πλαστή εικόνα είναι αδύνατο να υποστηρίζεται συνεχώς. Εν τέλει, οι πράξεις θα την προδώσουν. Ένας τέτοιος άνθρωπος στερείται αυτογνωσίας. Κι αυτή είναι η απαρχή της γελοιοποίησης.
Σε τελική ανάλυση το κυριότερο κίνητρο συμπεριφοράς του μεγαλόψυχου είναι η τιμή: «Κατά κύριο λοιπόν λόγο με την τιμή και με την ατιμία έχει σχέση ο μεγαλόψυχος». (1124a 3, 6-7). Κι όχι μόνο αυτό: «Με τις μεγάλες τιμές και με αυτές που προέρχονται από καλούς κι αξιόλογους ανθρώπους θα ευχαριστηθεί ο μεγαλόψυχος μετρημένα, έχοντας συνείδηση ότι παίρνει ό,τι του αξίζει, ή και λιγότερα από αυτά που του αξίζουν (αφού δεν μπορεί να υπάρξει τιμή αντάξια της τέλειας αρετής), εν πάση περιπτώσει όμως θα τις δεχτεί, αφού δεν έχουν να του προσφέρουν τίποτε μεγαλύτερο». (1124a 3, 7-11).
Όσο για τις τιμές που προέρχονται από ανάξιους ανθρώπους, ο μεγαλόψυχος είναι εντελώς αδιάφορος: «Για την τιμή όμως που προέρχεται από τυχαίους και όχι αξιόλογους ανθρώπους και που του απονέμεται για ασήμαντους λόγους, θα αδιαφορήσει τελείως (αφού δεν είναι αυτό που πράγματι του αξίζει), όπως θα αδιαφορήσει και για την προσβολή της τιμής του (αφού στην περίπτωσή του δε θα είναι καθόλου δικαιολογημένη)». (1124a 3, 11-14).
Με άλλα λόγια, ο μεγαλόψυχος επιδιώκει και αποδέχεται τις τιμές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι έρμαιό τους. Κάτι τέτοιο δε θα του ταίριαζε, αφού θα χανόταν η αίσθηση του μέτρου. Η αναζήτηση της τιμής τίθεται κι αυτή μέσα σε πλαίσιο, που καθορίζεται τόσο από τις πράξεις που την επιφέρουν, όσο κι από τους ανθρώπους που την αποδίδουν.
Στην ουσία, ο μεγαλόψυχος γνωρίζει καλά ότι δεν μπορεί να υπάρξει τιμή αντάξια της αρετής. Πρόκειται για σύμβαση, για προσαρμογή στα μέτρα των ανθρώπων. Η επίγνωση αυτού είναι η απομυθοποίησή της. Ο μεγαλόψυχος επιθυμεί την τιμή από μια αίσθηση δικαίου, ως ελάχιστη ανταπόδοση, που την αξίζει για τις μεγάλες του πράξεις. Κι αυτό δεν έχει καμία σχέση με τη ματαιοδοξία ή την αυταρέσκεια. Γι’ αυτό και θα αδιαφορήσει αν τον συκοφαντήσουν. Γιατί τελικά, δεν περιμένει τους άλλους για να γνωρίσει την αξία του.
Το μέτρο προτάσσεται ως απαραβίαστος κανόνας για τη συμπεριφορά του μεγαλόψυχου: «Θα συμπεριφερθεί μετρημένα και απέναντι στον πλούτο, απέναντι στη δύναμη, καθώς και απέναντι σε κάθε καλή και κάθε κακή τύχη – ό,τι του έρθει –, και ούτε στην καλή του τύχη θα φτάσει σε υπερβολική χαρά ούτε στην κακή του τύχη σε υπερβολική λύπη – αφού ούτε και απέναντι στην τιμή δε συμπεριφέρεται σαν να ήταν κάτι πολύ μεγάλο». (1124a 3, 16-20).
Όμως, η άκρατη αίσθηση του μέτρου, που απομυθοποιεί ακόμη και τις τιμές, είναι στοιχείο που μπορεί να παρεξηγηθεί από τους άλλους ανθρώπους: «Η δύναμη και πλούτος είναι πράγματα που τα επιθυμεί κανείς για χάρη της τιμής – μήπως δεν είναι γνωστό ότι οι κάτοχοί τους θέλουν να έχουν μέσω αυτών τιμές; Ο άνθρωπος λοιπόν που θεωρεί μικρό πράγμα και την τιμή, δεν μπορεί παρά να θεωρεί μικρά και τα υπόλοιπα. Αυτός είναι ο λόγος που οι μεγαλόψυχοι θεωρούνται υπερόπτες». (1124a 3, 20-23).
Γι’ αυτό ο μεγαλόψυχος δεν έχει άλλη επιλογή απ’ την αδιαφορία αν προσβάλλουν την τιμή του. Γιατί είναι αδύνατο να φερθεί διαφορετικά. Σε τελική ανάλυση, αν φερθεί διαφορετικά, δε θα είναι μεγαλόψυχος. Ακόμη κι αν επιχειρήσει να υπερασπιστεί τον εαυτό του, θα το κάνει μέσα στο μέτρο που ορίζει η αξιοπρέπειά του. Ένας άνθρωπος ποταπός και χυδαίος είναι πολύ δύσκολο να το αντιληφθεί αυτό. Ίσως μάλιστα να το εκλάβει κι ως αδυναμία.
Ο συκοφάντης, ο λαϊκιστής, ο κενός περιεχομένου διεκδικητής αξιωμάτων, ο καιροσκόπος, με δυο λόγια αυτός που δεν έχει ιδιαίτερους ηθικούς ενδοιασμούς είναι ο συνήθης πρόθυμος να διαβάλει το μεγαλόψυχο. Αν είναι πολλοί, κατά κανόνα συνασπίζονται. Κι αλίμονο στην πόλη που θα εκτοπίσει το μεγαλόψυχο φέρνοντας στο προσκήνιο τέτοιους ανθρώπους. Δεν μπορεί να γνωρίσει τίποτε άλλο πέρα από τη συντριβή.
Και βέβαια, η μεγαλοψυχία δεν έχει να κάνει με την τύχη: «Υπάρχει η γνώμη ότι τα αγαθά που χαρίζει η τύχη συμβάλλουν και αυτά στη μεγαλοψυχία. Οι άνθρωποι, πράγματι, που έχουν αριστοκρατική καταγωγή θεωρούνται άξιοι τιμής, το ίδιο και οι άνθρωποι που έχουν δύναμη ή πλούτο. Ο λόγος είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί βρίσκονται σε κατάσταση υπεροχής, και καθετί που υπερέχει σε κάτι καλό, τιμάται πιο πολύ. Γι’ αυτό και αυτού του είδους τα αγαθά κάνουν τους ανθρώπους αυτούς πιο μεγαλόψυχους· γιατί τιμώνται από κάποιους». (1124a 3, 24-29).
Το κατά πόσο ο πλούτος που έχει κληρονομηθεί κάνει τον άνθρωπο μεγαλόψυχο είναι μάλλον συζητήσιμο. Το σίγουρο είναι ότι επειδή οι τιμές ταιριάζουν στη μεγαλοψυχία, είναι δυνατό να θεωρούνται μεγαλόψυχοι όλοι όσοι γνωρίζουν τιμές. Όμως, άλλο να επαινείται κάποιος για την αρετή κι άλλο για την κοινωνική του υπεροχή.
Κι όπως έχει ήδη ξεκαθαριστεί από το πρώτο βιβλίο των «Ηθικών Νικομαχείων», η αρετή δε σχετίζεται ούτε με τη φύση ούτε με την τύχη, αλλά με τη σωστή καλλιέργεια, δηλαδή με τον ποιοτικό εθισμό, που βασίζεται στις επαναλαμβανόμενες πράξεις. Με άλλα λόγια, αυτός που είναι από αριστοκρατική καταγωγή δεν είναι κατ’ ανάγκη ενάρετος και οι τιμές που του αποδίδονται μπορεί να μην έχουν καμία σχέση με την άσκηση της αρετής.
Κι αυτός είναι ο λόγος που η μεγαλοψυχία δεν αφορά το τυχαίο της καταγωγής. Εξάλλου, ο Αριστοτέλης δε θεωρεί καθόλου σωστό το να τιμάται κάποιος για τα πλούτη και τις αριστοκρατικές του καταβολές: «Στην πραγματικότητα όμως τιμή πρέπει να αποδίδεται μόνο στον άνθρωπο που έχει αρετή». (1124a 3, 29).
Κι αν αυτό δεν είναι αρκετό, ο Αριστοτέλης θα γίνει απολύτως ξεκάθαρος: «Αυτοί όμως που έχουν αυτού του είδους τα αγαθά» (εννοείται πλούτη και καταγωγή) «δίχως να έχουν αρετή, ούτε το δικαίωμα να θεωρούν τον εαυτό τους άξιο τιμής έχουν ούτε είναι σωστό να λέγονται “μεγαλόψυχοι”· γιατί αυτά τα πράγματα προϋποθέτουν την τέλεια αρετή». (1124a 3, 30-33).
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά για τον πλούσιο αριστοκράτη υπάρχει κι ένας επιπλέον κίνδυνος: «Γιατί δίχως αρετή δεν είναι εύκολο να αντιμετωπίσει κανείς με χάρη και με μέτρο τα αγαθά που χαρίζει η τύχη. Μη μπορώντας λοιπόν να τα αντιμετωπίσουν, και πιστεύοντας ότι είναι ανώτεροι από τους άλλους, περιφρονούν τους άλλους, και οι ίδιοι κάνουν ό,τι τους αρέσει. Μιμούνται, πράγματι, τον μεγαλόψυχο δίχως να του μοιάζουν, και αυτό το κάνουν εκεί που μπορούν: τις πράξεις της αρετής δεν τις κάνουν, περιφρονούν όμως τους άλλους». (1124a 3, 34-38 και 1124b 3, 1-5).
Ο μεγαλόψυχος, επειδή έχει μάθει να μη φοβάται τους κινδύνους κι επειδή δεν υπολογίζει τη γνώμη που θα σχηματίσουν οι άλλοι γι’ αυτόν, συμπεριφέρεται ελεύθερα, χωρίς να διστάζει να πει καθαρά τη γνώμη του: «Μιλάει, επίσης, και ενεργεί ανοιχτά· τον διακρίνει, πράγματι, η παρρησία, επειδή δίνει στον εαυτό του το δικαίωμα να περιφρονεί. Λέει, επίσης, πάντοτε την αλήθεια – εκτός από τις περιπτώσεις που θέλει να “κρυφτεί” μπροστά στους πολλούς. Υποχρεωτικά δεν μπορεί επίσης να προσαρμόζει τη ζωή του στις προτιμήσεις κάποιου άλλου, εκτός αν πρόκειται για φίλο. Αλλιώς θα ήταν άνθρωπος με ψυχή δούλου: αυτός είναι ο λόγος που όλοι οι κόλακες είναι δουλοπρεπείς και οι χαμηλού επιπέδου άνθρωποι είναι κόλακες». (1124b 3, 32-35 και 1125a 3, 1-3).
Το ότι είναι πρόθυμος να βάλλει στην άκρη τις προτιμήσεις του αν πρόκειται να ευχαριστήσει ένα φίλο είναι η απόδειξη ότι δεν κινείται από εγωισμό. Όσο για τη φράση «λέει πάντοτε την αλήθεια – εκτός αν θέλει να “κρυφτεί” μπροστά στους πολλούς», είναι ευνόητο ότι δεν υπονοεί αδυναμία ή φόβο προς την πλειονότητα που έχει άλλη γνώμη (κάτι τέτοιο θα ήταν άκρως αντιφατικό μ’ αυτά που προηγήθηκαν). Προφανώς ο Αριστοτέλης αναφέρεται σε περιπτώσεις που η άσκηση της αρετής επιβάλλει τη σιωπή και τη μυστικότητα «μπροστά στους πολλούς». Ο μεγαλόψυχος άνθρωπος έχει την κρίση, ώστε να επιλέγει σωστά πότε πρέπει να μιλήσει και πότε όχι.
Κι εδώ δεν τίθεται θέμα ελευθερίας. Η σύνεση και η ορθή κρίση δεν εναντιώνονται στην ελεύθερη επιλογή, αντιθέτως την κατοχυρώνουν. Εξάλλου, προς αποφυγή οποιασδήποτε παρεξήγησης ο Αριστοτέλης θα ξεκαθαρίσει: «Δεν μπορεί, επίσης, παρά να δείχνει φανερά το μίσος του και την αγάπη του (γιατί μόνο ο άνθρωπος που φοβάται κρύβει τα αισθήματά του και αδιαφορεί για την αλήθεια, προτιμώντας αυτά που πιστεύει ο πολύς κόσμος)». (1124b 3, 30-32). Ο μεγαλόψυχος είναι αδύνατο να διστάσει μπροστά στη διαφορετική άποψη των πολλών. Αν καμιά φορά επιλέξει να «κρυφτεί», αυτό σίγουρα έχει να κάνει με άλλους λόγους.
Κι ο Αριστοτέλης συμπληρώνει το πορτρέτο του μεγαλόψυχου: «Δεν είναι, επίσης, μνησίκακος, γιατί δεν ταιριάζει στον μεγαλόψυχο να κρατάει στη μνήμη του πράγματα και μάλιστα κακά· πιο πολύ του ταιριάζει να τα παραβλέπει. Ούτε του αρέσει να μιλάει για άλλους ανθρώπους: ούτε για τον εαυτό του μιλάει ούτε για τους άλλους· γιατί ούτε να ακούσει επαίνους για τον εαυτό του τον ενδιαφέρει ούτε να ακούσει κατηγορίες για τους άλλους. Ούτε, πάλι, είναι εύκολος στους επαίνους του· γι’ αυτόν το λόγο δεν είναι, επίσης, και κακολόγος, ακόμη και των εχθρών του … Για πράγματα που είναι απαραίτητα για τη ζωή ή για πράγματα μικρά και ασήμαντα σχεδόν ποτέ δεν ολοφύρεται ούτε παρακαλάει: μια τέτοια συμπεριφορά θα έδειχνε άνθρωπο που παίρνει τα πράγματα αυτά στα σοβαρά. Είναι, επίσης, άνθρωπος που προτιμάει να έχει πράγματα ωραία, και ας μη του αποφέρουν κέρδος, παρά πράγματα που αποφέρουν κέρδος και είναι χρήσιμα: μια τέτοια συμπεριφορά ταιριάζει πιο πολύ στον αυτάρκη άνθρωπο». (1125a 3, 4-14).
Ο Αριστοτέλης είναι διατεθειμένος να παραθέσει ακόμη και τις κινήσεις και τον τρόπο ομιλίας, που αρμόζουν στον μεγαλόψυχο: «Τέλος, στον μεγαλόψυχο άνθρωπο θεωρείται ότι ταιριάζουν η αργή κίνηση, βαριά φωνή και ο σταθερός λόγος· δεν μπορεί, πράγματι, να είναι βιαστικός ο άνθρωπος που λίγα μόνο πράγματα παίρνει στα σοβαρά, ούτε μπορεί η ένταση να χαρακτηρίζει έναν άνθρωπο που δε θεωρεί τίποτε μεγάλο: η τσιριχτή φωνή και το γρήγορο βάδισμα έχουν την αρχή τους σ’ αυτά τα πράγματα». (1125a 3, 14-18).
Θα έλεγε κανείς ότι δεν υπάρχει χαρακτηριστικό στο μεγαλόψυχο που να μην αποπνέει μεγαλείο. Χωρίς αμφιβολία η μεγαλοψυχία είναι για τον Αριστοτέλη η πιο ανόθευτη εκδοχή της αρετής. Κι αυτός είναι και ο λόγος που μπορεί να δικαιολογηθεί ακόμη η περιφρόνηση προς τους άλλους. Το ζήτημα είναι ότι οι μεγαλόψυχοι είναι εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις, σε αντίθεση μ’ αυτούς που συμπεριφέρονται περιφρονητικά υποτιμώντας τους άλλους…
Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια
ΠΝΕΥΜΑ – ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ – ΠΝΕΥΜΑΤΟΠΛΗΞΙΑ!
ΠΝΕΥΜΑ, Ετυμολογία: από το φυσάω, ρίζα φυ-, φυέω, φυνέω, φνέω, πνέω (φ σε π). Πνέω σημαίνει, φυσώ επί ανέμου και αύρας, επί των αυλητών και των αυλών, εκπέμπω οσμή, επί ζώων, αναπνέω, αναπνέω δυνατά ή βαθιά, ασθμαίνω, ζω, μέγα πνειν = μεγάλα φρονεί, υπερηφανεύεσθαι.
Ιστορική (χρονολογική) κατάταξη των σημασιών της έννοιας πνεύμα:α) Από φυσική αντίληψη: κίνηση-ώθηση του αέρα, άνεμος, πνοή, η πνοή της ζωής, ζωή.
β) Από μεταφορική (ωστόσο φυσιολογική αίσθηση): γνώμη, βούληση, ευφυΐα, νοημοσύνη, εξυπνάδα, η ετοιμότητα προς απάντηση, η αγχίνοια (επιδόσεις του ‘ζωντανού’, υγιούς, δραστήριου και δημιουργικού ανθρώπου).
γ) Από τη οπτική γωνία του άρρωστου θεοφοβούμενου και δεισιδαίμονος ανθρώπου: η πνευματική, η ηθική υπόσταση σε αντίθεση με την σάρκα «ο Θεός των πνευμάτων και πάσης σαρκός», ομοίως, «το πνεύμα του Θεού – του Κυρίου – το Άγιο – της αληθείας – της ζωής – της Χάριτος», επί του διαβόλου: «πνεύμα δαιμονίου, πνεύμα ακάθαρτον – πονηρόν – άλαλον» (κατ’ εξοχήν ιουδαιοχριστιανική αντίληψη).
Τι εννοεί ο χριστιανός «πνεύμα δαιμονίου, πνεύμα ακάθαρτον – πονηρόν…»; Τίποτε περισσότερο απ’ αυτά: γνώμη, βούληση, ευφυΐα, νοημοσύνη, εξυπνάδα, η ετοιμότητα προς απάντηση, η αγχίνοια. Ότι δυναμώνει και προάγει τον άνθρωπο. Κοντολογίς προτιμά το «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι» ( = ηλίθιοι και βλάκες).
Κάνετε λάθος, διευκρινίζει ο θεολόγος – αυτός ο αρχιψευταράς της οικουμένης των ανθρώπων. «Πτωχούς τω πνεύματι» εννοεί τους ταπεινόφρονες. Μάλιστα κύριε, συμφωνούμε. Εννοεί τους ταπεινόφρονες. Ε, μάθε το λοιπόν μια και καλή, κύριε θεολόγε: εμείς δεν περιφρονούμε καθόλου τους «πτωχούς τω πνεύματι», δηλαδή τους ηλίθιους και τους βλάκες. Εμείς περιφρονούμε τους ταπεινόφρονες. Ναι τους ταπεινόφρονες. Μάλιστα τους απεχθανόμαστε, για να ξέρεις.
Αυτούς τους χαμερπείς ταπεινόφρονες, οι οποίοι είναι διαποτισμένοι τόσο πολύ από την ταπεινοφροσύνη τους, που, εμάς όλους τους μη χριστιανούς, μας θεωρούν πεθαμένους και νεκρούς. Που μας θεωρούν ανθρώπινα σκουπίδια και χαμένα κορμιά. Αυτούς που μας έχουν ρίξει προκαταβολικά στο «πυρ το εξώτερον»!
Αυτοί οι ταπεινόφρονες βλέπουν όλους τους ετερόδοξους σαν σκουλήκια. Σαν «γουρούνια που κυλιούνται μέσα στις κοπριές τους» (Ι. Χρυσόστομος και κατά τη γνώμη των «γουρουνιών» Βρομόστομος).
Αυτοί, καλοί μου άνθρωποι, οι ταπεινόφρονες χριστιανοί, πρέπει να ξέρετε ότι, είναι όλοι τους πνευματικοί άνθρωποι! Διακατέχονται από πνεύμα θεού. Από τον θεό των πνευμάτων. Από το πνεύμα του Κυρίου, το Άγιο Πνεύμα, το πνεύμα της Χάριτος και της «ζωής». Αλλά μιας ζωής μαύρης. Μαύρης σαν τα ράσα τους. Πρόκειται γι’ αυτούς που μίσησαν τη ζωή. Ο Πατέρας της εκκλησίας είναι ένας υπάνθρωπος που ο μοναδικός του στόχος είναι η δολοφονία της ζωής (Βλ. τα σχετικά άρθρα στην παρούσα ιστοσελίδα, στην κατηγορία «θρησκεία»).
Συμβουλή, εκ πείρας: μακριά τα παιδιά σας από πνευματικούς ανθρώπους. Ο κατ’ εξοχήν πνευματικός άνθρωπος λέγεται εξομολογητής-πνευματικός. Υπάρχει και το τέλειο είδος της κατηγορίας αυτής, λέγεται εξομολογητής καλόγερος. Το έργο τους είναι η θανάσιμη δηλητηρίαση της ανθρώπινης υπόστασης. Οχιές που τσιμπούν κατ΄ ευθείαν στην καρδιά του ανθρώπου. Ο εξευτελισμός του αρσενικού κατινισμού.
Οι άνθρωποι αυτοί είναι όντως πνευματικοί. μόνο που η εκπνοή τους εκπέμπει δηλητηριώδη αέρια, κατά της ζωής. Αέρια που δηλητηριάζουν την αθώότητα με το μονοξείδιο του άνθρακα που λέγεται αμαρτία. Αυτοί βρίσκουν αμαρτίες εκεί που δεν υπάρχουν. Τοποθετούν αμαρτίες εκεί που θάλλει η ομορφιά και το κάλος. Ναρκοθετούν τον κήπο της χαράς και της υγείας με νάρκες κατά της ανθρώπινης ευδαιμονίας. Κύριος στόχος του είναι η δολοφονία της παιδικής αθώας ψυχής.
Η δεξιοτεχνία τους είναι απαράμιλλη. Κτυπούν κατ’ ευθείαν στο ψαχνό. Τι είναι σίγουρο πως κάνουν όλα τα παιδιά; Ένα είναι το πιο σίγουρο απ΄ όλα, ότι αυτοϊκανοποιούνται, ότι αυνανίζονται, ότι μαλακίζονται. Επίθεση λοιπόν κατά μέτωπο: «Εφθάσαμεν τέλος πάντων και εις την κατάρατον μαλακία, ήτις την σήμερον αληθώς είναι η κοινή ψυχόλεθρος πανούκλα οπού φθείρει απολλύει τους περισσοτέρους ανθρώπους του κόσμου, και μάλιστα τους αθλίους νέους, κατά της οποίας όσα και αν ειπεί τινας, έχωντας σκοπόν να εκριζώσε από τον κόσμον τοιούτον φοβερόν και θεομίσητον κακόν, ποτέ δεν ήθελαν νομισθούν μάταια και περιττά». «ΠΗΔΑΛΙΟ» (εκδ. Βασ. Ρηγοπούλου, Καρόλου Ντηλ 4, Θεσ/νίκη), (σελίδα 704 στην υποσημείωση (2)) το οποίο Πηδάλιο, κατά τον χριστιανικό κόσμο «είναι η Διαθήκη μετά την καινή και την παλαιά, η μετά τας αγίας Γραφάς αγία γραφή».
Άραγε αρκεί αυτή η δόση δηλητηρίου ή απαιτείται κι άλλη ποσότητα; Καλού κακού ας ρίξουμε ακόμα μια:
Σελ. 705: «η μαλακία όχι μόνον προξενεί ζημίαν αιώνιον εις την ψυχήν αλλά και εις την υγείαν του σώματος. Ζημίαν αιώνιον εις την ψηχήν, διατί την υστερεί της Βασιλείας των Ουρανών, και την καταδικάζει εις την παντοτεινήν τιμωρίαν, ως λέγει ο Παύλος (Α΄ Κορινθ. Στ΄ 9)». Τώρα μπορούμε να καταλάβουμε γιατί όλοι οι καλόγεροι θεωρούσαν τον εαυτό τους αμαρτωλό και άξιο της αιωνίας κολάσεως. Να υπήρχε άραγε κανείς που να μην είχε υποπέσει στο αμάρτημα αυτό;
Και συνεχίζει: «Μη πλανάσθε, ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτραι, ούτε μοιχοί, ούτε μαλακοί, Βασιλείαν θεού ου κληρονομήσουσι». Μας εξηγεί δε ότι παρ’ όλο που μερικοί πατέρες άλλως ερμήνευσαν την λέξη μαλακοί ωστόσο, «πολλοί των δασκάλων και επί της εννοίας ταύτης τους μαλακούς εξέλαβον».
Όσο για τις ζημίες του σώματος απαριθμούνται αμέσως: «Α΄ κιτρινίζουσι, Β΄ αδυνατεί ο στόμαχός των και να χωνεύσουσι δέν ημπορούν, Γ΄ ασθενεί η όρασις των οφθαλμών τους, Δ΄ χάνουσιν την φωνήν, Ε΄ χάνουσι την ευφυΐαν και οξύτητα του νοός, ΣΤ΄ χάνουσι την μνήμην, Ζ΄ χάνουσι τον ύπνον, με κάποια ταραχώδη ενύπνια, Η΄ τρέμει το σώμα των, Θ΄ χάνουσιν όλην την ανδρείαν του σώματος και της ψυχής, και γίνονται άνανδροι ωσάν γυναίκες, Ι΄ ακολουθεί εις αυτούς η αποπληξία, ήτοι ταμπλάς, ΙΑ΄ ακολουθεί εις αυτούς συχνάκις η καθ’ ύπνους ρεύσις, πολλάκις δε και όταν ήναι έξυπνοι, δια το πολύ άνοιγμα των σπερματικών τους πόρων και ΙΒ΄, τέλος πάντων γηράσκουσι ογλίγωρα και αποθνήσκουσι κακώς». Όλα τα συμπτώματα της άθλιας διαβίωσης των μοναχών.
Προσέξτε παρακαλώ την πανουργία αυτών των κακούργων. Πως μ’ ένα σμπάρο παίρνουν όχι μόνο δυο τρυγόνια αλλά τα πάντα.
Άρθρο πρώτο: όλος ο αρσενικός πληθυσμός καθίσταται αμαρτωλός, διότι άπαντες χρημάτισαν εραστές της «χείρας με τα πέντε ορφανά».
Μας ξέφυγαν άραγε τα κορίτσια; Αμ, δε: «Δεν πρέπει και τούτο να λανθάνη τους πνευματικούς πατέρας, ότι η κατάρατος μαλακία προχωρεί και εις τας γυναίκα. Δια τούτο και αυταί πρέπει να κανονίζονται ωσάν και οι άνδρες, ίνα μη λέγω και βαρύτερα». Δεν θέλει , όπως βλέπετε, να λησμονήσει ο άγιος και τα περί ισότητος των δύο φύλων, αφού λέει «ινα μη λέγω και βαρύτερα». Αυτά τα ολίγα περί της μαλακίας των γυναικών διότι λείπει η ανάλογη εμπειρία.
Άρθρο δεύτερο: δεν χάνει κανείς μόνο τη μέλλουσα ζωή, αλλά και την παρούσα γήινη, αφού όλες οι πληγές τις Αιγύπτου πρόκειται να επιπέσουν επάνω εις τον μαλακιζόμενον.
Ότι προάγει τον άνθρωπο και τον δυναμώνει, για τους πνευματικώς ανώμαλους και μισάνθρωπους πατέρες της εκκλησίας θεωρείται θανάσιμη αμαρτία. Η καθαριότητα του σώματος, η περιποίηση της εμφάνισής του, τα γράμματα οι τέχνες και οι επιστήμες, η ευφυΐα, η σωματική και πνευματική δύναμη, η εξυπνάδα.
Ας δούμε όμως τις περιπέτειες της έννοιας πνεύμα μέσα στην πορεία της ιστορίας. Όλα τα στοιχεία από την «ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ».
Κατ’ αρχάς, είναι όρος που χρησιμεύει για τον χαρακτηρισμό της ψυχής και των ψυχικών φαινομένων σε αντίθεση προς την ύλη και το σωματικό. Επί πλέον σημαίνει τον νου, τον λόγο, την αυτοσυνείδητη ενέργεια της ψυχής, σε αντίθεση με τον βίο που καθορίζεται από τις ορμές και τον μηχανισμό του συνειρμού των παραστάσεων.
Εντούτοις παρά την υφιστάμενη αυτή διάκριση μεταξύ ψυχής και ο πνεύματος, ο όρος εισήχθη πολύ αργότερα στην φιλοσοφική ορολογία.
Ο Πλάτων μιλάει περί λογικού μέρους της ψυχής, ο Αριστοτέλης περί ενεργού νου, οι μέσοι αιώνες και η Αναγέννηση περί νοήσεως, όπως αργότερα ο Καρτέσιος και ο Σπινόζα. Ο Καντ αποφεύγει τον όρο πνεύμα, μεταχειριζόμενος τον όρο λόγος, ίσως επειδή με εκείνον τον όρο ακούγεται κάτι το υπερβολικό, το μεταφυσικό και ξένο προς την καθαρώς γνωσιολογική έρευνα.
Από τον Καντ αρχίζει η χρήση του όρου πνεύμα, ο οποίος τελικά επικρατεί μάλιστα από τον Έγελο και δι’ αυτού. Συγχρόνως το περιεχόμενό του ευρύνεται σε μεταφυσικό και κοσμικό, ενώ προηγουμένως περιορίζονταν κυρίως και προπάντων στο ψυχολογικό και το ανθρωπολογικό.
Ήδη ο Πλάτων διέκρινε στην ψυχή κατώτερες και ανώτερες δυνάμεις. Αλλά η έννοια του πνεύματος του ανθρώπου ως κάτι διαφορετικό από τον απλώς ψυχικό βίο, που είναι κοινός προς τον ψυχικό βίο των ζώων, δημιουργείται κατ’ αρχάς από την χριστιανική ανθρωπολογία, δηλαδή από την εκτίμηση και ερμηνεία του ανθρώπου, την οποία εισήγαγε ο χριστιανισμός.
Δια του πνεύματος αυτού ο άνθρωπος είναι συγγενής προς το θείο πνεύμα. Μέσα στην περιοχή δε του πνεύματος αυτού βρίσκονται οι σκοποί και οι ύψιστες αξίες του ανθρώπου, δηλαδή ο τελικός προορισμός, προς τον οποίον πρέπει να τείνει. Κοντολογίς ο πνευματικός βίος τίθεται σαφώς σε ανώτερη βαθμίδα απ’ ότι ο κατά φύση ψυχικός. Την διάκριση αυτή συναντάμε προπάντων στον απόστολο Παύλο. Εντούτοις η διάκριση μεταξύ του ψυχικού και του πνευματικού παραμένει δυσχερής, η δε μεταξύ ψυχής και πνεύματος σημασιολογική διαφορά δεν κατορθώνεται να καθοριστεί σαφώς.
Οι ατέλειωτες θεωρίες και συζητήσεις των τελευταίων αιώνων περιστράφηκαν γύρω από τον εξής άξονα: η ψυχή διαθέτει ένα ενεργό κι ένα παθητικό στοιχείο, ατομικό και με καθολική ισχύ. Κατά το αίσθημα λ.χ. και την αντίληψη η ψυχή τελεί σε παθητική κατάσταση, εξ άλλου δε αυτά εμφανίζουν ατομικές διαφορές, ανάλογα με τις αποκλίσεις των ψυχοφυσικών οργανισμών. Αντιθέτως κατά τον σχηματισμό των εννοιών και την αφομοίωση των δεδομένων του εκτός κόσμου, η οποία επιτυγχάνεται δια των εννοιών εκείνων, εμφανίζει η ψυχή του ανθρώπου ενεργή δύναμη και υψώνεται από το ατομικό στο καθολικώς ισχύον. Για μεν το παθητικό και ατομικό εκείνο, λοιπόν, χρησιμοποιήθηκε ο όρος ψυχή, για δε το ενεργό και καθολικό ισχύον και ο όρος πνεύμα δίπλα στους όρους νους, νόηση, λόγος κ.ά.
Όμως η διαφορά αυτή, μεταξύ παθητικού και ενεργού μέρους, αναπτύχθηκε ενίοτε μέχρι την αντίθεση μεταξύ δύο εντελώς διακεκριμένων μεταξύ τους ουσιών.
Από κει και πέρα άρχισαν οι σχολαστικές αναλύσεις και συζητήσεις, οι οποίες ανακάτεψαν και μπέρδεψαν σε τέτοιο βαθμό το ψυχο-πνευματικό αυτό κουβάρι, που ούτε όλες οι μοδίστρες της ανθρωπότητας κι αν μαζευτούν, δεν θα μπορέσουν ποτέ να το ξετυλίξουν.
Όσο καιρό έπαιζε πάνω στο γυαλί του μικροσκοπίου η ψυχή μόνη της, κάτι μπορούσε να δει κανείς. Τσάκωνε ένα ψυχικό φαινόμενο από δω, μια ψυχολογική αντίδραση από κει, κι όλο και κάτι είχε να παρατηρήσει. Τώρα όμως με το πνεύμα τα πράγματα σκούραιναν εντελώς. Πού να το βρεις αυτό το αερικό τον πνεύμα, πού να το στριμώξεις και πώς να το δεις; Και για ότι δεν φαίνεται συνηθίζει ο άνθρωπος ν’ ανοίγει το στόμα του και να μη το κλείνει με καμμιά δύναμη. Μήπως τα ίδια δεν έκανε και με τον θεό; Εξάλλου λέει: «Πνεύμα ο θεός». Και μόλις το πει αυτό αρχίζει να τον περιγράφει, ο αθεόφοβος, μ’ όλα τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά, μηδενός εξαιρουμένου. Αυτό λοιπόν το μέγα Πνεύμα, το πνεύμα των πνευμάτων, το άϋλο, προσέξτε πώς το περιγράφει:
«… Και αλλαχού μεν αποδίδονται εις τον θεόν αισθήσεις, οίον όρασις δι’ ής τα πάντα εφορά (Α΄ Βασιλ. ΙΕ΄ 19, Ψαλμ. Θ΄ 14, Ησαΐου ΛΖ΄ 17 και πολλά άλλα), ακοή (Δευτερ. ΛΓ΄ 7, Ψαλμ. Ε΄ 2, Μιχ. Ζ΄ 7 και πολλά άλλα), όσφρησις (Γενες. Η΄ 21, Εφεσ. Ε΄ 2 και άλλα), αφή (Ιωβ ΙΘ΄ 21, Ιερεμ. Α΄ 9 και άλλα), αλλαχού δε μέλη του ανθρωπίνου σώματος, οίον στόμα δι’ ού λαλεί (Ησ. Α΄ 20, Ιερεμ. ΚΓ΄ 16), γλώσσα δίκην πυρός καταναλίσκοντος (Ησ. Λ΄ 27), χείρες δε και βραχίονες, δι’ ών τα πάντα δύναται (Ψαλ. ΙΣΤ΄ 14, Ησ. ΙΘ΄ 25, Ιερεμ. ΚΑ΄ 5, Αββακ. Β΄ 16 και άλλα), πρόσωπον (Ψαλμ. ΞΘ΄ 4), πόδες (Ησ. ΞΣΤ΄ 1 και άλλα), αλλαχού κινήσεις ανθρώπιναι (Ωσηέ ΙΑ΄ 3, Ησ. ΣΤ΄ 1, Αμως Ζ΄ 9, Γεν. ΙΑ΄ 7 και άλλα πολλά), αλλαχού δε αποδίδεται τω θεώ ψυχή (Εβρ. Ι΄ 38) μετά παθών ανθρωπίνων, οίον μίσους (Ησ. Α΄ 14), χαράς (Ησ. ΜΒ΄ 1), λύπης (Γεν. ΣΤ΄ 6), οργής (Ψαλμ. Β΄ 12), μετανοίας (Γεν. ΣΤ΄ 6), των τοιούτων ανθρωπομορφισμών λεγομένων και ανθρωποπαθισμών. Τέλος αποδίδονται τω θεώ εν τη Βίβλω διάφοροι ενέργειαι ή καταστάσεις διανοητκαί, οίον ανάμνησις (Τωβ. Γ΄ 3), πρόβλεψις (Δ΄ Βασιλ. ΙΘ΄ 27), διαλογισμός (Ιωνά Α΄ 6, Σοφ. Σολομ. Δ΄ 17), λήθη (Ψαλ. ΙΒ΄ 1)».
Και μάλλον από ευγενική διάθεση ο αγαθός καθηγητής, που έγραψε το κείμενο αυτό, παρέλειψε να αναφέρει ότι ο θεός αυτός κινδύνευε σχεδόν να πατήσει ακόμη και ανθρώπινα κόπρανα!!! Και για τους πιστούς και για τους άπιστους καταθέτουμε την απόδειξη: Δευτερονόμιο ΚΓ΄ 14-15 «και πάσσαλος έσται σοι επί της ζώνης σου, και έσται όταν διακαθιζάνεις έξω, και ορύξεις εν αυτώ και επαγαγών καλύψεις την ασχημοσύνην σου εν αυτώ. Ότι Κύριος ο θεός σου εμπεριπατεί εν τη παρεμβολή σου…»!!!
Σ’ όλες τις αποδόσεις στην νεοελληνική οι οποίες διαθέτουν τις εγκρίσεις της εκκλησίας της Ελλάδος, το προαναφερθέν χωρίο αποδίδεται ως εξής: «θα έχεις στη ζώνη σου τσαπί και όταν πηγαίνεις έξω προς σωματική σου ανάγκη να ανοίξεις λάκκο και μετά να σκεπάσεις τα κόπρανά σου».
Κι όλ’ αυτά διότι «ο Κύριος ο θεός σου πηγαινοέρχεται μέσα στο στρατόπεδό σου…». πρόκειται περί εντολής του Μωϋσή προς στρατωνισμένους Ισραηλίτες. Μια εντολή που δεν χρειάζεται να δώσει κανείς καν στις γάτες, φέρ’ ειπείν, διότι τα ζώα αυτά το πράττουν από μόνα τους και μάλιστα με εξαιρετική επιμέλεια.
Συμπέρασμα: δεν γίνεται με τίποτα να υπάρχει πνεύμα άνευ σώματος. Διότι όταν το πνεύμα των πνευμάτων, ο ίδιος ο θεός, είναι αδύνατο να περιγραφεί άνευ σωματικών μελών και ψυχολογικών αντιδράσεων, τι να πούμε μετά και για τα πνεύματα των ελεεινών ανθρώπων.
Πνεύμα όμως έχει και το πνεύμα. Ιδού: «Πνεύμα ο θεός». Έτσι λέει η Γραφή. Αυτό λοιπόν το πνεύμα έχει το πνεύμα του. Είναι το Άγιο Πνεύμα. Τι είναι το Άγιο Πνεύμα; Είναι το πνεύμα του θεού. Είναι το πνεύμα του πνεύματος.
Το άγιο πνεύμα εμφανίζεται ως τρίτο πρόσωπο, δίπλα στον πατέρα και το υιό στην καινή διαθήκη (Λουκ. 3, 2). Έχουν γραφή και γι’ αυτό τα χίλια μύρια. Έγινε όμως και η μεγάλη φασαρία για την αφεντιά του. Tο περίφημο filioque. Η ανατολική εκκλησία δέχεται ότι το άγιο πνεύμα εκπορεύεται μόνο εκ του πατρός. Η δυτική επί πλέον και εκ του υιού (filioque). Προσέξτε την ποιότητα της αερολογίας: «τινές των Ελλήνων πατέρων και διδασκάλων δέχονται ότι το πνεύμα εκπορεύεται ή πρόεισιν εκ του πατρός δι’ υιού ή πέφηνε, προχέεται, εκλάμπει δι’ υιού. Το δι’ υιού όμως διαφέρει του εκ του υιού, κακώς δε οι δυτικοί και διαμαρτυρόμενοι νομίζουσιν ότι δηλοί το αυτό. Το δι’ υιού δεν αναφέρεται εις την υπερβατικήν Τριάδα, αλλ’ εις την οικονομικήν, δηλούν σχέσιν προς τον κόσμο οι δε δυτικοί και διαμαρτυρόμενοι, δεχόμενοι την εκ του υιού εκπόρευσιν, συγχέουσι και ταυτίζουσι την υπό του υιού πέμψιν του πνεύματος προς την εκπόρευσιν»!;
Αυτή η ακατανόητη, υφ’ ημών των ανοήτων απίστων, αερολογία, αποτέλεσε έναν από τους λόγους του σχίσματος μεταξύ της ανατολικής και δυτικής εκκλησίας! Έκτοτε η δογματική αυτή διαφορά έγινε αντικείμενο μακράς και επιπόνου συγγραφικής ερεύνης, όπου αναπτύχθηκε πλούσια πολεμική φιλολογία. Οι αρειανοί, οπαδοί του Άρειου, ονομάστηκαν πνευματομάχοι διότι πίστευαν ότι το άγιο πνεύμα ήταν κτίσμα. Αυτούς τους «τακτοποίησε» η δεύτερη οικουμενική σύνοδος, δια του ογδόου άρθρου του συμβόλου της πίστεως.
Επίσης πνεύμα έχει και ο οίνος. Λέγεται οινόπνευμα. Αυτό το πνεύμα του οίνου είναι εντελώς πραγματικό. Δεν έχει κανείς παρά να καταναλώσει αρκετό οίνο για να το αισθανθεί αμέσως τ’ αποτελέσματά του. Στην αρχή επιδρά ανεβάζοντας το πνεύμα στα ύψη της ευδαιμονίας και μετά το γκρεμίζει εντελώς αβοήθητο, στα βράχια της πνευματικής απώλειας. Συμπέρασμα: ακόμη και το πνεύμα του οίνου μπορεί να κάνει κακό. Άλλως πως, το πολύ πνεύμα κάνει κακό. Κοντολογίς όπου επικρατεί αποκλειστικά, έστω περισσότερο από τα υπόλοιπα, το πνεύμα, τότε ο άνθρωπος πάσχει σοβαρά. Η απόδειξη του δόγματος αυτού είναι η ανώμαλη συμπεριφορά κι ο αντιανθρωπισμός των μοναχών. Αυτών των κατ’ εξοχήν πνευματικών ανθρώπων. Το πνεύμα είναι το θανατηφόρο καρκίνωμα του ανθρώπινου όντος. Το πνεύμα μισεί το σώμα και τις λειτουργίες του. Θεωρεί το σώμα τάφο της ψυχής και του εαυτού του. Κι ό,τι μισεί το σώμα, ακόμα κι όταν δεν το σκοτώνει, το δηλητηριάζει θανατηφόρα.
Δεν γίνεται, σε καμμιά περίπτωση μια υγιής ψυχή, έστω ένα υγιές πνεύμα, να κατοικεί μέσα σ’ ένα άρρωστο σώμα. Κι όμως, οι ίδιοι αυτοί πνευματικοί άνθρωποι, αυτοί που μισούν το σώμα, ποτέ δεν τόλμησαν ν’ αμφισβητήσουν το «Νους υγιής εν σώματι υγιή».
Στο πνεύμα και στα πνεύματα όμως δεν πιστεύουν μόνο οι χριστιανοί. Πιστεύουν και οι πνευματιστές. Η θεωρία τους λέγεται πνευματισμός και ισχυρίζεται ότι υπάρχουν πνεύματα πέρα απ’ αυτόν τον κόσμο, τα οποία μπορούν να εκδηλωθούν και να επικοινωνήσουν μαζί μας, κάτω από ορισμένες συνθήκες. Πρόκειται για παλιά ιστορία που έχει τις ρίζες του στις πρωτόγονες φυλές. Μάλλον οι πρώτες θρησκείες των ανθρώπων ξεκίνησαν από την πίστη στα πνεύματα. Μετά όπως είναι φυσικό, ανακαλύφθηκε και ο αρχηγός των πνευμάτων ο θεός. Έτσι δεν τον λένε ακόμα «ο θεός των πνευμάτων…».
Όπου υπάρχουν «απολίτιστες» πρωτόγονες φυλές, Γη του Πυρός, Τασμανία, Οττεντότοι – όχι ότι οι υπόλοιποι λαοί βρίσκονται ουσιαστικά σε καλύτερη θρησκευτική μοίρα – η θρησκευτικότητα συνίσταται στην πίστη ανθρωπόμορφων ή ζωόμορφων πνευμάτων που κατοικούν τα όρη, τους βράχους, τα σπήλαια κ.α. Μάλλον θα έπρεπε να θεωρήσουμε το στάδιο αυτό της θρησκευτικότητας ανώτερο από το σημερινό, εξαιτίας του σεβασμού προς τα στοιχεία της φύσης. Προς ολόκληρη τη φύση. Εκτός κι αν θεωρούμε ανώτερο στάδιο αυτό που καταστρέφει την φύση, όπως το σημερινό. Ποιος μας δίδαξε ότι η φύση και τα πλάσματά της έγιναν χάριν του ανθρώπου; Αναμφισβήτητα ο ιουδαιοχριστιανισμός.
Από την πίστη στα πνεύματα ξεκίνησε η πορεία των θρησκειών. Η επιθυμία για επικοινωνία μ’ αυτά, ο φόβος απέναντί τους και κατά συνέπεια η προσπάθεια εξευμενισμού τους δια δώρων και θυσιών, επέφερε την κατασκευή ναών, για να κατοικήσουν αυτά εκεί μέσα – «οίκος του θεού» λέγεται η χριστιανική εκκλησία. Έτσι ξεφύτρωσαν αναγκαστικά και οι τάξεις των ιερέων, των μάγων και των εξορκιστών.
Η ιστορία όμως του νεώτερου πνευματισμού άρχισε ξαφνικά το 1747 στην Hydesville της Αμερική, πλησίον της Νέας Υόρκης. Οι δυο θυγατέρες του Τζων Φοξ, ηλικίας 12 και 14 ετών άρχισαν να αντιλαμβάνονται κάποια παράδοξα φαινόμενα τα οποία επαναλαμβάνονταν συχνά. Μετακινήσεις επίπλων ανεξήγητοι κρότοι και επιψαύσεις αόρατων χεριών. Στη συνέχεια αντιλήφθηκαν ότι σε απευθυνόμενες ερωτήσεις οι κρότοι απαντούσαν κατάλληλα.
Άλλο που δεν ήθελε η αδηφάγος δεισιδαιμονική λάμια, που φωλιάζει στην ψυχή των ανθρώπων. Το φαινόμενο «πιστοποιήθηκε» και από άλλους που έσπευσαν εκεί και ο θόρυβος εξαπλώθηκε σε Αμερική και Ευρώπη. Δημιουργήθηκα εταιρείες ψυχικών ερευνών και ο θόρυβος της ιστορίας αυτής ακούγεται ευκρινώς μέχρι και σήμερα.
Φαίνεται ότι όταν εισέλθει αέρας (πνεύμα = φύσημα αέρα) στον ανθρώπινο εγκέφαλο, γίνεται αυτό που λένε «πήραν τα μυαλά του αέρα». Πράγματι υπάρχει η ασθένεια αυτή και λέγεται πνευματοκέφαλος. Να τι λέει η ιατρική γι’ αυτό: καλείται έτσι η είσοδος αέρα στις κοιλότητες του εγκεφάλου στις οποίες υπάρχει υγρό. Παρόμοια είναι και η πάθηση που λέγεται πνευματοκήλη. Ενώ όμως για τις δυο αυτές παθήσεις βρέθηκε λύση, που λέγεται πνευματοθεραπεία – συνίσταται στον εξαναγκασμό του πάσχοντος να διενεργεί εισπνοή εντός πεπιεσμένου αέρα και εκπνοή εντός αραιωμένου – για την πνευματο-πληξία δεν έχει βρεθεί ακόμη το παραμικρό φάρμακο.
Το κακό όμως δεν σταματάει εδώ. Μας προέκυψε και η πνευματοκρατία. Έτσι καλείται η ροπή εκείνη στην μεταφυσική κατά την οποία η ουσία των όντων είναι πνευματική ή καθόλου ψυχική και η οποία θεωρεί κατ’ ακολουθία την ύλη ως προϊόν ψυχικών παραγόντων, ως φαινόμενο του πνεύματος ή ως αισθητή αυτού υποστασίωση.
Τον πνευματοκρατικό αυτό χορό χορογράφησε πρώτος ο Λάιμπνιτς και μέσα στις πτυχές του μπλέχτηκαν οι Έρβαρτ, Λότσε, Σοπεγχάουερ, Φέχνερ, Βουντ, και οι γνωσιολόγοι Μπέρκλεϋ, Φίχτε και Σέλλινγκ.
Πνευματολατρεία, καλείται το φαινόμενο εκείνο κατά το οποίο απονέμεται τιμή και σεβασμός προς τα παντός είδους πνεύματα, από τα οποία ελπίζει ο άνθρωπος βοήθεια και αρωγή ή που φοβάται την επέμβασή τους. Αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στην Κίνα στην περί Ταό διδασκαλία.
Αξίζει τον κόπο ν’ αναφέρουμε και τα περί πνευματικής (ιατρικής) σχολής. Την ίδρυσαν κάποιοι από τους αρχαίους γιατρούς, οι οποίοι δεν ήταν ικανοποιημένοι από τα ισχύοντα τρία μεγάλα συστήματα των ιατρικών αιρέσεων, δηλαδή το δογματικό, το εμπειρικό και το μεθοδικό. Ιδρυθείσα υπό του ιατρού Αθηναίου του Ατταλέως είχε το χαρακτηριστικό της ιδιάζουσας συναρμογής της στωϊκής φιλοσοφίας με τα κύρια αξιώματα της δογματικής σχολής.
Κατά τις θεωρίες του ιδρυτή της παρεισάγεται στον οργανισμό του ανθρώπου και πέμπτο στοιχείο, το πνεύμα, από το οποίο, μόλις συναρμοστεί στο σώμα, όλα μέσα στον οργανισμό συνέχονται και διοικούνται. Η αλλοίωση του πνεύματος αυτού προκαλεί όλα τα νοσήματα.
Πράγματι είναι αξιοθαύμαστη η διαχρονική τάση του ανθρώπου να αναποδογυρίζει τις ανθρώπινες υποθέσεις και να τις βάζει να πορεύονται με το κεφάλι κάτω και προς τα πίσω. Γίνεται κουβέντα για πνεύμα, αλλά τι είδους πρέπει να είναι το πνεύμα αυτό δύσκολα γίνεται λόγος. Ας πούμε να γίνει λόγος για καλλιέργεια ενός συγκεκριμένου είδους πνεύματος. Σπανίως ακούει κανείς την έκφραση «πνευματική καλλιέργεια».
Θα μπορούσε κανείς να φανταστεί πώς θα είχε διαμορφωθεί σήμερα το ανθρώπινο τοπίο εάν οι άνθρωποι, αντί να κατασπαταλούν τις πνευματικές τους δυνάμεις σε τέτοιες άκαρπες αερολογικές αναζητήσεις, είχαν το ενδιαφέρον να στρέψουν την προσοχή τους κυρίως στην αναζήτηση τρόπων και ανάπτυξης πνευματικών καλλιεργειών. Ας πούμε ενδιαφέρον για την παιδεία, τα γράμματα, τις τέχνες, την ιατρική, την κάθε επιστήμη και κυρίως για την χαρά της ζωής και γενικώς την απόλαυση ενός υγιούς βίου.
Και παρ’ όλο που οι λίγοι, υγιείς και χαρούμενοι άνθρωποι, κυνηγήθηκαν από τους πολλούς, δεισιδαίμονες και καθυστερημένους, αυτοί οι λίγοι κατόρθωσαν να προσφέρουν στην ανθρωπότητα τόσο πολλά και ανεκτίμητα αγαθά, με τους υπεράνθρωπους και ανιδιοτελείς κόπους τους.
Το ανόητο ανθρωπάκι, όταν τον σώζουν οι γιατροί, από βέβαιο θάνατο, σπεύδει στον άγιο να του ανάψει το κερί και να τον ευχαριστήσει για την σωτηρία του! Ο αχάριστος αυτός ουδέποτε πρόσεξε ότι ο αρχιεπίσκοπός του και ο ανώτερος κλήρος του, όταν αρρωσταίνουν προστρέχουν στους καλύτερους γιατρούς του κόσμου και γράφουν στα παλιά του τα παπούτσια τους αγίους και τα τάματα. Ούτε και πρόκειται ν’ αντιληφθεί ποτέ το μέγεθος τη ύβρεως του αρχιεπισκόπου του, ο οποίος δίχως ίχνος ντροπής, ομολόγησε δημοσίως ότι όταν οι γιατροί τον ενημέρωσαν πως πάσχει από καρκίνο, αυτός αναφώνησε προς τον θεό του την φράση «γιατί θεέ μου σε μένα κι όχι σε κάποιον άλλο;».
Και παρ’ όλο που δίδασκε αυτός ο αρχιερέας ότι ό,τι ζητά ο πιστός από τον θεό αυτός του το δίνει, ποτέ δεν πρόκειται να γίνει κατανοητό το γεγονός όπου, ενώ όλος ο ελληνικός λαός ζητούσε από τον θεό την σωτηρία του αρχιεπισκόπου του, ο θεός τους έγραψε κανονικά και απώλεσε τον βίο του αντιπροσώπου του επί γης.
Ο αρχιεπίσκοπος όμως αυτός, όπως κι όλη η συμμορία στην οποία ανήκε, διδάσκουν ότι αυτό που μετρά αποκλειστικά για τον άνθρωπο είναι η σωτηρία της ψυχής κι όχι η σωτηρία του σώματος. Μόλις όμως κινδυνεύει το σώματος τους πανικοβάλλονται σε τέτοιο βαθμό που καταντούν ελεεινοί. Πώς εξηγείται αυτή τους η συμπεριφορά; Οι άνθρωποι του πνεύματος, αυτοί οι πνευματικοί άνθρωποι γιατί τρέμουν την απώλεια του σώματος το οποίο υποτίθεται ότι περιφρονούν; Αυτό που πιστεύουν ότι κολάζει το σώμα, αυτή την πηγή κάθε αμαρτίας;
Ποιος είναι σε θέση να μετρήσει το μέγεθος της υποκρισίας αυτής; Τι είδους άνθρωποι αποτελούν το ποίμνιο των αρχι-υποκριτών αυτών; Για τα ζώα το ποίμνιο αποτελείται από πρόβατα. Για τους ανθρώπους το ποίμνιο από τι αποτελείται;
Ο τσομπάνης σχίζεται για την σωτηρία των προβάτων του. Οι άνθρωποι τι έπαθαν και έβαλαν στο κοπάδι των εαυτών τους, στη θέση των τσομπάνηδων, αυτό το ιερατείο των αχόρταγων λύκων;
Έπαθαν πνευματοκέφαλο και πνευματοκήλη: είσοδο αέρα στις κοιλότητες του εγκεφάλου. Η σωτηρία που υπόσχεται το παπαδαριό δεν είναι τίποτε άλλο από μια τρόμπα με την οποία φουσκώνει τα κεφάλια των πιστών με πνεύμα (πνεύμα = ροή αέρα). Κι όταν τα μυαλά πάρουν αέρα (πνεύμα) τότε πηγαίνουν προς τα εκεί που φυσάει κάθε στιγμή ο άνεμος. Του γεμίζει ο παπάς τον εγκέφαλο με αέρα και τον φυσά μετά προς το παγκάρι, προς το τάμα, προς την κληροδοσία της περιουσίας του στην εκκλησία ή στο μοναστήρι. Και μετά απορεί το αρνίον για το πώς βρέθηκε η εκκλησία του με τόσους παράδες και τόσα ακίνητα στην κατοχή της.
Τους έξυπνους μάλιστα ανθρώπους (που διαθέτουν πνεύμα) τους σέβονται οι πάντες. Να, προσέξετε τους Τούρκους πώς σεβάστηκαν το παπαδαριό, το οποίο επί των ημερών τους αύξησε την περιουσία του κατά γεωμετρική πρόοδο. Αυτό θα πει πρόοδος κι αφήστε αυτά που λένε πρόοδος στα γράμματα. Γι’ αυτό το παπαδαριό το μάστιζε και το μαστίζει ακόμα ο αναλφαβητισμός.
Το ιερατείο λοιπόν απέδειξε και αποδεικνύει, με το παραπάνω, ότι μπορεί κανείς κάλλιστα, διαχειριζόμενος την μεταφυσική και το πνεύμα, να υποτάσσει τις ανθρώπινες υπάρξεις. Ως προς την ανυπέρβλητη λοιπόν αυτή μαγκιά του θα ήταν δίκαιο να του φερόμαστε με τον ανάλογο θαυμασμό. Είναι όμως άδικο να σέβεται κανείς ανθρώπους μισαλλόδοξους, δηλαδή ανθρώπους που δεν σέβονται το οποιοδήποτε «πνεύμα» τυχαίνει να είναι διαφορετικό από το δικό τους.
Και μια «χρήσιμη» πληροφορία για τους Ιουδαιοχριστιανούς: Βρίστε ελεύθερα και... ατιμωριτί!
Ίσως θα έχετε παρατηρήσει, πως κατά κύριον λόγο, η βλασφημία των «θείων» γίνεται απ' αυτούς που θεωρούν εαυτούς, καλούς χριστιανούς, πιστούς, θρήσκους κ.ά. (προσωπικά, έχω ακούσει ιερέα να «κατεβάζει καντήλια» και μάλιστα ενώπιον παιδιών).
Οι άθεοι, άθρησκοι, αλλόθρησκοι κλπ., παρ' ότι είναι απελευθερωμένοι απ' αυτή τη «δέσμευση», σπανίως βάζουν στο στόμα τους εκφράσεις όπως «γαμώ τον Χριστό μου/σου», «γαμώ την Παναγία μου/σου», «γαμώ τον Σταυρό μου/σου» κλπ.
Απ' ότι φαίνεται λοιπόν, ακόμη και οι ίδιοι οι Εβραιοχριστιανοί δεν παίρνουν και στα πολύ σοβαρά την «δαμόκλειο σπάθη» της Κολάσεως που προτάσσει σαν μπαμπούλα η Εκκλησία. Υπάρχει όμως, μια μικρή λεπτομέρεια, η οποία κατά κάποιον τρόπο απενεχοποιεί τους βλάσφημους (αν και οι περισσότεροι απ' αυτούς, αν όχι όλοι, δεν γνωρίζουν): Σύμφωνα με την («θεόπνευστη») Αγία Γραφή, το αμάρτημα της βλασφημίας είναι συγχωρητέο...
Υπάρχει κι ένας αστερίσκος όμως... Δεν συγχωρούνται όλες οι βλασφημίες. Εξαιρείται η βλασφημία του Αγίου Πνεύματος, η οποία δεν πάει να 'χεις «μπάρμπα στον Παράδεισο», δεν συγχωρείται με «καμμία Παναγία». Είναι η απόλυτη βλασφημία. Ιδού και το αντίστοιχο απόσπασμα από την Αγία Γραφή, που τεκμηριώνει τα προαναγραφόμενα:
«Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι πάντα ἀφεθήσεται τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων τὰ ἁμαρτήματα καὶ αἱ βλασφημίαι ὅσας ἐὰν βλασφημήσωσιν· ὃς δ’ ἂν βλασφημήσῃ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, οὐκ ἔχει ἄφεσιν εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλ’ ἔνοχός ἐστιν αἰωνίου κρίσεως».
«Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον» 3:28-29
Δηλαδή:
«Αλήθεια σας λέω ότι όλα θα συγχωρεθούν στους γιους των ανθρώπων, τα αμαρτήματα και οι βλασφημίες όσες κι αν βλασφημήσουν· όποιος όμως βλασφημήσει ενάντια στο Πνεύμα το άγιο, δεν θα συγχωρεθεί ποτέ, παρά είναι ένοχος αιώνιου αμαρτήματος».
Τα ίδια πάνω κάτω λένε και τα υπόλοιπα ευαγγέλια (επιτέλους, συμφωνούν και σε κάτι, ανάμεσα στις τόσες αντιφάσεις τους).
Ηθικό δίδαγμα; Ιουδαιοχριστιανοί, θρήσκοι και μη, «κατεβάστε καντήλια και χριστοπαναγίες» άφοβα (έτσι κι αλλιώς, σχεδόν κανένας δεν βρίζει το Άγιο Πνεύμα). Ο δρόμος για τον Παράδεισο, δεν περνάει από 'κει. Η θρησκεία της «αγάπης» θα σας συγχωρέσει. Προσοχή όμως, μην το παραχέσετε κι ασχοληθείτε με το... «πουλί», γιατί τότε «την βάψατε»...
Οι άθεοι, άθρησκοι, αλλόθρησκοι κλπ., παρ' ότι είναι απελευθερωμένοι απ' αυτή τη «δέσμευση», σπανίως βάζουν στο στόμα τους εκφράσεις όπως «γαμώ τον Χριστό μου/σου», «γαμώ την Παναγία μου/σου», «γαμώ τον Σταυρό μου/σου» κλπ.
Απ' ότι φαίνεται λοιπόν, ακόμη και οι ίδιοι οι Εβραιοχριστιανοί δεν παίρνουν και στα πολύ σοβαρά την «δαμόκλειο σπάθη» της Κολάσεως που προτάσσει σαν μπαμπούλα η Εκκλησία. Υπάρχει όμως, μια μικρή λεπτομέρεια, η οποία κατά κάποιον τρόπο απενεχοποιεί τους βλάσφημους (αν και οι περισσότεροι απ' αυτούς, αν όχι όλοι, δεν γνωρίζουν): Σύμφωνα με την («θεόπνευστη») Αγία Γραφή, το αμάρτημα της βλασφημίας είναι συγχωρητέο...
Υπάρχει κι ένας αστερίσκος όμως... Δεν συγχωρούνται όλες οι βλασφημίες. Εξαιρείται η βλασφημία του Αγίου Πνεύματος, η οποία δεν πάει να 'χεις «μπάρμπα στον Παράδεισο», δεν συγχωρείται με «καμμία Παναγία». Είναι η απόλυτη βλασφημία. Ιδού και το αντίστοιχο απόσπασμα από την Αγία Γραφή, που τεκμηριώνει τα προαναγραφόμενα:
«Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι πάντα ἀφεθήσεται τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων τὰ ἁμαρτήματα καὶ αἱ βλασφημίαι ὅσας ἐὰν βλασφημήσωσιν· ὃς δ’ ἂν βλασφημήσῃ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, οὐκ ἔχει ἄφεσιν εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλ’ ἔνοχός ἐστιν αἰωνίου κρίσεως».
«Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον» 3:28-29
Δηλαδή:
«Αλήθεια σας λέω ότι όλα θα συγχωρεθούν στους γιους των ανθρώπων, τα αμαρτήματα και οι βλασφημίες όσες κι αν βλασφημήσουν· όποιος όμως βλασφημήσει ενάντια στο Πνεύμα το άγιο, δεν θα συγχωρεθεί ποτέ, παρά είναι ένοχος αιώνιου αμαρτήματος».
Τα ίδια πάνω κάτω λένε και τα υπόλοιπα ευαγγέλια (επιτέλους, συμφωνούν και σε κάτι, ανάμεσα στις τόσες αντιφάσεις τους).
Ηθικό δίδαγμα; Ιουδαιοχριστιανοί, θρήσκοι και μη, «κατεβάστε καντήλια και χριστοπαναγίες» άφοβα (έτσι κι αλλιώς, σχεδόν κανένας δεν βρίζει το Άγιο Πνεύμα). Ο δρόμος για τον Παράδεισο, δεν περνάει από 'κει. Η θρησκεία της «αγάπης» θα σας συγχωρέσει. Προσοχή όμως, μην το παραχέσετε κι ασχοληθείτε με το... «πουλί», γιατί τότε «την βάψατε»...
Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας
ΞΕΝΟΦΩΝ, ΙΕΡΩΝ
ΞΕΝ Ιερ 4.6–4.11
Ο τύραννος, κατά τον Ιέρωνα (βλ. και ΞΕΝ Ιερ 2.12–2.18) δεν στερείται μόνο την ειλικρινή φιλία ή την ανιδιοτελή αγάπη: ζει μονίμως στην ανασφάλεια που γεννά η δυσπιστία, ενώ κινδυνεύει και από το γεγονός ότι από όλους τους δολοφόνους ο μόνος που τιμάται από τους συμπολίτες του είναι ο τυραννοκτόνος.
[4.6] Εἰ δὲ σὺ οἴει ὡς πλείω ἔχων τῶν ἰδιωτῶν κτήματα ὁ
τύραννος διὰ τοῦτο καὶ πλείω ἀπ’ αὐτῶν εὐφραίνεται, οὐδὲ
τοῦτο οὕτως ἔχει, ὦ Σιμωνίδη, ἀλλ’ ὥσπερ οἱ ἀθληταὶ οὐχ
ὅταν ἰδιωτῶν γένωνται κρείττονες, τοῦτ’ αὐτοὺς εὐφραίνει,
ἀλλ’ ὅταν τῶν ἀνταγωνιστῶν ἥττους, τοῦτ’ αὐτοὺς ἀνιᾷ,
οὕτω καὶ ὁ τύραννος οὐχ ὅταν τῶν ἰδιωτῶν πλείω φαίνηται
ἔχων, τότ’ εὐφραίνεται, ἀλλ’ ὅταν ἑτέρων τυράννων ἐλάττω
ἔχῃ, τούτῳ λυπεῖται· τούτους γὰρ ἀνταγωνιστὰς ἡγεῖται
αὑτῷ τοῦ πλούτου εἶναι. [4.7] οὐδέ γε θᾶττόν <τι> γίγνεται τῷ
τυράννῳ ἢ τῷ ἰδιώτῃ ὧν ἐπιθυμεῖ. ὁ μὲν γὰρ ἰδιώτης
οἰκίας ἢ ἀγροῦ ἢ οἰκέτου ἐπιθυμεῖ, ὁ δὲ τύραννος ἢ πόλεων
ἢ χώρας πολλῆς ἢ λιμένων ἢ ἀκροπόλεων ἰσχυρῶν, ἅ ἐστι
πολὺ χαλεπώτερα καὶ ἐπικινδυνότερα κατεργάσασθαι τῶν
ἰδιωτικῶν ἐπιθυμημάτων. [4.8] ἀλλὰ μέντοι καὶ πένητας ὄψει
[οὐχ] οὕτως ὀλίγους τῶν ἰδιωτῶν ὡς πολλοὺς τῶν τυράννων.
οὐ γὰρ τῷ ἀριθμῷ οὔτε τὰ πολλὰ κρίνεται οὔτε τὰ ὀλίγα,
ἀλλὰ πρὸς τὰς χρήσεις· ὥστε τὰ μὲν ὑπερβάλλοντα τὰ
ἱκανὰ πολλά ἐστι, τὰ δὲ τῶν ἱκανῶν ἐλλείποντα ὀλίγα.
[4.9] τῷ οὖν τυράννῳ τὰ πολλαπλάσια ἧττον ἱκανά ἐστιν εἰς τὰ
ἀναγκαῖα δαπανήματα ἢ τῷ ἰδιώτῃ. τοῖς μὲν γὰρ ἰδιώταις
ἔξεστι τὰς δαπάνας συντέμνειν εἰς τὰ καθ’ ἡμέραν ὅπῃ
βούλονται, τοῖς δὲ τυράννοις οὐκ ἐνδέχεται. αἱ γὰρ μέγι-
σται αὐτοῖς δαπάναι καὶ ἀναγκαιόταται εἰς τὰς τῆς ψυχῆς
φυλακάς εἰσι· τὸ δὲ τούτων τι συντέμνειν ὄλεθρος δοκεῖ
εἶναι. [4.10] ἔπειτα δὲ ὅσοι μὲν δύνανται ἔχειν ἀπὸ τοῦ δικαίου
ὅσων δέονται, τί ἂν τούτους οἰκτίροι τις ὡς πένητας; ὅσοι
δ’ ἀναγκάζονται δι’ ἔνδειαν κακόν τι καὶ αἰσχρὸν μηχανώ-
μενοι ζῆν, πῶς οὐ τούτους ἀθλίους ἄν τις καὶ πένητας δικαίως
νομίζοι; [4.11] οἱ τύραννοι τοίνυν ἀναγκάζονται πλεῖστα συλᾶν
ἀδίκως καὶ ἱερὰ καὶ ἀνθρώπους διὰ τὸ εἰς τὰς ἀναγκαίας
δαπάνας ἀεὶ προσδεῖσθαι χρημάτων. ὥσπερ γὰρ πολέμου
ὄντος ἀεὶ ἀναγκάζονται στράτευμα τρέφειν ἢ ἀπολωλέναι.
ΞΕΝ Ιερ 4.6–4.11
Ούτε ο πλούτος κάνει ευτυχισμένο τον τύραννο
Ο τύραννος, κατά τον Ιέρωνα (βλ. και ΞΕΝ Ιερ 2.12–2.18) δεν στερείται μόνο την ειλικρινή φιλία ή την ανιδιοτελή αγάπη: ζει μονίμως στην ανασφάλεια που γεννά η δυσπιστία, ενώ κινδυνεύει και από το γεγονός ότι από όλους τους δολοφόνους ο μόνος που τιμάται από τους συμπολίτες του είναι ο τυραννοκτόνος.
[4.6] Εἰ δὲ σὺ οἴει ὡς πλείω ἔχων τῶν ἰδιωτῶν κτήματα ὁ
τύραννος διὰ τοῦτο καὶ πλείω ἀπ’ αὐτῶν εὐφραίνεται, οὐδὲ
τοῦτο οὕτως ἔχει, ὦ Σιμωνίδη, ἀλλ’ ὥσπερ οἱ ἀθληταὶ οὐχ
ὅταν ἰδιωτῶν γένωνται κρείττονες, τοῦτ’ αὐτοὺς εὐφραίνει,
ἀλλ’ ὅταν τῶν ἀνταγωνιστῶν ἥττους, τοῦτ’ αὐτοὺς ἀνιᾷ,
οὕτω καὶ ὁ τύραννος οὐχ ὅταν τῶν ἰδιωτῶν πλείω φαίνηται
ἔχων, τότ’ εὐφραίνεται, ἀλλ’ ὅταν ἑτέρων τυράννων ἐλάττω
ἔχῃ, τούτῳ λυπεῖται· τούτους γὰρ ἀνταγωνιστὰς ἡγεῖται
αὑτῷ τοῦ πλούτου εἶναι. [4.7] οὐδέ γε θᾶττόν <τι> γίγνεται τῷ
τυράννῳ ἢ τῷ ἰδιώτῃ ὧν ἐπιθυμεῖ. ὁ μὲν γὰρ ἰδιώτης
οἰκίας ἢ ἀγροῦ ἢ οἰκέτου ἐπιθυμεῖ, ὁ δὲ τύραννος ἢ πόλεων
ἢ χώρας πολλῆς ἢ λιμένων ἢ ἀκροπόλεων ἰσχυρῶν, ἅ ἐστι
πολὺ χαλεπώτερα καὶ ἐπικινδυνότερα κατεργάσασθαι τῶν
ἰδιωτικῶν ἐπιθυμημάτων. [4.8] ἀλλὰ μέντοι καὶ πένητας ὄψει
[οὐχ] οὕτως ὀλίγους τῶν ἰδιωτῶν ὡς πολλοὺς τῶν τυράννων.
οὐ γὰρ τῷ ἀριθμῷ οὔτε τὰ πολλὰ κρίνεται οὔτε τὰ ὀλίγα,
ἀλλὰ πρὸς τὰς χρήσεις· ὥστε τὰ μὲν ὑπερβάλλοντα τὰ
ἱκανὰ πολλά ἐστι, τὰ δὲ τῶν ἱκανῶν ἐλλείποντα ὀλίγα.
[4.9] τῷ οὖν τυράννῳ τὰ πολλαπλάσια ἧττον ἱκανά ἐστιν εἰς τὰ
ἀναγκαῖα δαπανήματα ἢ τῷ ἰδιώτῃ. τοῖς μὲν γὰρ ἰδιώταις
ἔξεστι τὰς δαπάνας συντέμνειν εἰς τὰ καθ’ ἡμέραν ὅπῃ
βούλονται, τοῖς δὲ τυράννοις οὐκ ἐνδέχεται. αἱ γὰρ μέγι-
σται αὐτοῖς δαπάναι καὶ ἀναγκαιόταται εἰς τὰς τῆς ψυχῆς
φυλακάς εἰσι· τὸ δὲ τούτων τι συντέμνειν ὄλεθρος δοκεῖ
εἶναι. [4.10] ἔπειτα δὲ ὅσοι μὲν δύνανται ἔχειν ἀπὸ τοῦ δικαίου
ὅσων δέονται, τί ἂν τούτους οἰκτίροι τις ὡς πένητας; ὅσοι
δ’ ἀναγκάζονται δι’ ἔνδειαν κακόν τι καὶ αἰσχρὸν μηχανώ-
μενοι ζῆν, πῶς οὐ τούτους ἀθλίους ἄν τις καὶ πένητας δικαίως
νομίζοι; [4.11] οἱ τύραννοι τοίνυν ἀναγκάζονται πλεῖστα συλᾶν
ἀδίκως καὶ ἱερὰ καὶ ἀνθρώπους διὰ τὸ εἰς τὰς ἀναγκαίας
δαπάνας ἀεὶ προσδεῖσθαι χρημάτων. ὥσπερ γὰρ πολέμου
ὄντος ἀεὶ ἀναγκάζονται στράτευμα τρέφειν ἢ ἀπολωλέναι.
***
Αν πιστεύεις πως ο τύραννος, επειδή διαθέτει περισσότερα αγαθά από τους απλούς πολίτες, ευφραίνεται και περισσότερο, μάθε πως κι αυτό δεν είναι σωστό, Σιμωνίδη. Όπως ακριβώς οι αθλητές δεν αισθάνονται ευχαρίστηση νικώντας ανίδεους απλούς πολίτες και στενοχωρούνται, αντίθετα, όταν φανούν κατώτεροι από τους αντιπάλους τους, έτσι και ο τύραννος δεν ευφραίνεται, όταν δείχνει να διαθέτει περισσότερα από τους απλούς πολίτες. Όταν επίσης έχει λιγώτερα από τους άλλους τυράννους λυπάται, γιατί τους θεωρεί ως ανταγωνιστές του πλούτου του. Ούτε αποκτά ο τύραννος ταχύτερα από τον απλό πολίτη αυτό που επιθυμεί. Ο απλός πολίτης επιθυμεί ή σπίτι, ή χωράφι ή υπηρέτη, ενώ ο τύραννος επιθυμεί πολιτείες, ή χώρα μεγάλη, ή λιμάνια ή οχυρές ακροπόλεις, πράγματα που είναι κατά πολύ δυσκολότερα και πιο επικίνδυνα να τα κατακτήσει, από εκείνα που επιθυμούν οι απλοί πολίτες. Αλλά και φτωχούς θα βρεις, όχι τόσο λίγους από τους απλούς πολίτες, όσο πολλούς από τους τυράννους. Δεν βαραίνουν ούτε ο αριθμός, ούτε τα πολλά, ούτε τα αρκετά, αλλά οι ανάγκες αποτελούν τη βάση. Πολλά, επομένως, είναι εκείνα που ξεπερνούν τα απαραίτητα και λίγα εκείνα που υπολείπονται απ' αυτά. Στον τύραννο, λοιπόν, αυτά τα πολλαπλάσια, είναι ανεπαρκή για τις αναγκαίες δαπάνες του, παρά στον απλό πολίτη. Γιατί, οι μεν απλοί άνθρωποι είναι δυνατό να περιορίσουν τις δαπάνες τους στις καθημερινές τους ανάγκες όπως αυτοί το θέλουν, οι τύραννοι όμως δεν μπορούν, αφού οι πιο κεφαλαιώδεις δαπάνες τους είναι και οι πιο αναγκαίες για την ασφάλεια της ζωής τους. Κάθε περιορισμός αυτών των δαπανών θεωρείται πραγματικός όλεθρος. Έπειτα, όσοι απ' αυτούς μπορούν να έχουν με δίκαιο τρόπο αυτά που τους χρειάζονται, γιατί να τους λυπάται κανείς σαν φτωχούς; Αυτούς πάλι που αναγκάζονται από την ένδεια να μηχανεύονται κάτι κακό ή αισχρό πώς να μη τους αποκαλεί κανείς δίκαια άθλιους και πένητες; Οι τύραννοι αναγκάζονται, λοιπόν, να διαρπάζουν άδικα πάρα πολλά και από τα ιερά και από τους πολίτες, επειδή συνεχώς χρειάζονται χρήματα για τις αναγκαίες δαπάνες. Πάντοτε, σα να βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση, αναγκάζονται να συντηρούν στράτευμα για να μη εξολοθρευτούν.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)