Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2024

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία

Πρόλογος

Η σύνταξη αρχαίας ελληνικής γραμματολογίας αποτελεί πρόκληση, στον βαθμό μάλιστα που υπόσχεται ανανέωση κριτηρίων και στόχων. Προγραμματικό παράδειγμα η Εισαγωγή, μοιρασμένη στα τρία, όπου ορίζονται οι γλωσσικές και επικοινωνιακές αρχές που παράγουν και προάγουν τη γραμματεία.

Θεμέλιος λίθος της ο πολύμορφος και πολύτροπος λόγος: προφορικός και γραπτός· ακροαματικός και αναγνωστικός· μουσικός και απαγγελλόμενος· ανώνυμος και επώνυμος· λαϊκός και λόγιος· αυθόρμητος και φροντισμένος· αφηγηματικός και δραματικός· συγκινησιακός και στοχαστικός· ευκαιριακός και ανθεκτικός. Τα συνολικά προϊόντα του ονομάζονται «αρχαία ελληνικά γράμματα» και η υποδοχή τους «αρχαία ελληνική γραμματολογία». Σε διάκριση προς την «ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας», μολονότι και εδώ τα λογοτεχνήματα συστήνουν τον γραμματολογικό κορμό. Στο μεταξύ, οι τρόποι ομιλίας και γραφής συμβάλλονται στα παραγόμενα γράμματα, ορίζοντας τις διαδοχικές εποχές τους (συμβολικές και πραγματικές), αλλά και τα γραμματειακά γένη και είδη, τα οποία καθ᾽ οδόν εξελίσσονται, πολλαπλασιάζονται και αποτυπώνονται σε κείμενα.

Οι πολλαπλές αυτές ταξινομήσεις των ελληνικών γραμμάτων διακρίνονται κάθε φορά σε πρωτεύουσες και δευτερεύουσες, κάθετες και οριζόντιες, συγχρονικές και διαχρονικές, σχηματίζοντας ένα σύνθετο σταυρόλεξο. Προηγείται η ποίηση και έπεται η πεζογραφία, καθώς διαδέχεται η μια εποχή την άλλη: την ομηρική η αρχαϊκή, την αρχαϊκή η κλασική, την κλασική η αλεξανδρινή (άλλως πως: ελληνιστική), την ελληνιστική η ρωμαϊκή.

Στα προσόντα της προκείμενης Αρχαίας Ελληνικής Γραμματολογίας εξέχουν δύο τουλάχιστον σπάνιες αρετές. Η μία αφορά στη διαφάνεια με την οποία συντάσσονται στοιχεία των ελληνικών γραμμάτων που συνιστούν συμπληρωματικού τύπου αντιθέσεις: (μύθος και λόγος· παράδοση και πρωτοτυπία· συνέχεια, καμπές και τομές· ομοιότητες, παραπομπές και διαφορές· ποιοτικές κορυφώσεις, μεταλλαγές και μεταπτώσεις. Με τη μέθοδο αυτή η αρχαία ελληνική γραμματεία επιβεβαιώνει τον εναλλασσόμενο δυναμισμό της, με τον οποίο αντιστέκεται τόσο στη μυθοποίησή της όσο και στην τυποποίησή της.

Η δεύτερη, απροσδόκητη αρετή: σε κάθε γραμματειακή εποχή αναλογούν σχόλια που αφορούν στις ιστορικές της συνθήκες· στις πολιτικές και κοινωνικές της τάσεις και εντάσεις, στις συγχρονικές διασταυρώσεις γραμμάτων και τεχνών. Παραδείγματα η κλασική εποχή, η οποία συνοδεύεται με πλούσιο περιφερειακό σχολιασμό. Προτάσσονται τα ιστορικά συμφραζόμενα (Περσικά, Πεντηκονταετία, Πελοποννησιακός πόλεμος, τέταρτος αιώνας). Έπονται οι πολιτικές, πολιτειακές κοινωνικές και ιδεολογικές διαφορές που αντιπαραθέτουν την αθηναϊκή στην πελοποννησιακή συμμαχία. Επιβάλλονται, τέλος, στοιχεία για την εξέλιξη των εικαστικών τεχνών από τον αυστηρό ρυθμό έως την ύστερη κλασική τέχνη. Έτσι, τα ελληνικά γράμματα δεν απομονώνονται από τα γεγονότα, τα πρόσωπα και τα πράγματα που τα περιβάλλουν και τα διαφωτίζουν, ενώ η αξιολογική διάκρισή τους προκύπτει από τεκμηριωμένες κρίσεις που βασίζονται στη σύγκριση. Τελικώς η συγκεκριμένη αρχαία ελληνική γραμματολογία λειτουργεί και ως σύγχρονη γραμματοφιλία.

Η Ελληνική Αρχαιότητα: Πόλεμος - Πολιτική - Πολιτισμός 7. Η ρωμαϊκή ηγεμονία

7.3. Η κατακτημένη Ελλάς κατέκτησε τον άγριο νικητή της


Οι παλαιότεροι Ρωμαίοι δεν διέθεταν υψηλή λογοτεχνία. Άνθρωποι πρακτικοί και ακαλλιέργητοι αρχικά, είδαν την ιστορική μοίρα να τους προορίζει για κατακτήσεις που θα έφερναν τελικά «ειρήνη και ασφάλεια» (όπως επαναλάμβανε το ρωμαϊκό σύνθημα ο απόστολος Παύλος). Ο πόλεμος τους ήταν προσφιλής και η αποτελεσματική οργάνωση των κατακτημένων περιοχών αναγκαία προϋπόθεση για τη διατήρηση της κυριαρχίας. Στη δημιουργία κανόνων για την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας και στην απονομή της δικαιοσύνης οι Ρωμαίοι διακρίθηκαν ιδιαίτερα. (Ακόμη και σήμερα η ρωμαϊκή νομοθεσία αποτελεί πρότυπο πρακτικού δικαίου.) Στα γράμματα και τις τέχνες, όμως, χρειάστηκε να δοθεί ένα έναυσμα από αλλού για να μπορέσει η ρωμαϊκή κοινωνία να υπερβεί το όριο των αγροτικών ασμάτων και της λαϊκής τέχνης. Το έναυσμα δόθηκε από την επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό - της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας αρχικά, της κυρίως Ελλάδας και των ελληνιστικών βασιλείων στη συνέχεια.

Ο πρώτος άνδρας που έφερε, καθώς λεγόταν, σε επαφή τη Ρώμη με τον ποιητικό κόσμο της Ελλάδας ήταν ένας απελεύθερος από τον Τάραντα, που ονομαζόταν Λίβιος Ανδρόνικος. Ο άνθρωπος αυτός, ελληνικής καταγωγής τουλάχιστον κατά το ήμισυ, παρουσίασε γύρω στο μέσον του 3ου αιώνα μια διασκευή της ομηρικής Οδύσσειας στα λατινικά και δημιούργησε έναν κύκλο μαθητών, τους οποίους άρχισε να μυεί στην ποιητική παραγωγή των Ελλήνων. Ο Ανδρόνικος ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την ορθή μεταφορά του ελληνικού έπους στη λατινική και αναζήτησε αρχαϊκές εκφράσεις και ομόλογους θεούς των Ρωμαίων για να αποδώσει τους λεκτικούς αρχαϊσμούς και το πάνθεο του Ομήρου. Επίσης, παρουσίασε μια τραγωδία και μια κωμωδία, γραμμένες σύμφωνα με τα ελληνικά πρότυπα, σε μια μεγάλη γιορτή της Ρώμης όπου η παντομίμα και ο χορός είχαν μέχρι τότε την πρωτοκαθεδρία. Στις επόμενες δεκαετίες ο εκρωμαϊσμός της ελληνικής τραγωδίας θα ολοκληρωνόταν με τους πρώτους αμιγώς Λατίνους ποιητές.

Ωστόσο, το πλέον κατάλληλο μέσο για την έκφραση της δικής τους ιδιαίτερης φωνής στον χώρο του θεάτρου οι Ρωμαίοι το βρήκαν στην κωμωδία. Ο Πλαύτος (περ. 250-184) και ο Τερέντιος (περ. 190-159) ακολούθησαν βασικά τη γραμμή που είχε χαράξει ο Μένανδρος με τη λεγόμενη Νέα Κωμωδία, αλλά εμπλούτισαν τόσο τη θεματολογία όσο και τη μορφή της. Τα έργα τους είναι τα αρχαιότερα αρτίως σωζόμενα δείγματα της ρωμαϊκής λογοτεχνίας.

Η γενέθλια πράξη για την ανάπτυξη υψηλής λογοτεχνίας στον λατινόφωνο κόσμο προήλθε από έναν πρώην δούλο. Δύο αιώνες αργότερα, η λατινική ποίηση θα βρισκόταν σε τέτοια ακμή, ώστε οι θεράποντές της να συναναστρέφονται τους ανθρώπους της πολιτικής δράσης στα ανώτερα στρώματα της ρωμαϊκής κοινωνίας. Στον λεγόμενο «χρυσό αιώνα» των λατινικών γραμμάτων, η ποίηση βρέθηκε άμεσα συνδεδεμένη με την πολιτική πραγματικότητα.

Η επικράτηση του Αυγούστου, η μετατροπή της Μεσογείου σε ρωμαϊκή λίμνη -«η θάλασσά μας», όπως έλεγαν με υπερηφάνεια οι Ρωμαίοι- και η προσδοκία μιας γενικής ειρήνης στη ρωμαϊκή οικουμένη δημιούργησαν πρόσφορες συνθήκες για την ανάπτυξη των γραμμάτων: αφενός ελεύθερο χρόνο και αφετέρου ανάγκη εξύμνησης της νέας τάξης πραγμάτων που εκπροσωπούσε ο ισόθεος αυτοκράτορας. Το έργο ανέλαβε κατά κύριο λόγο ο Βιργίλιος (70-19), αλλά δεν ήταν ο μόνος. Η ελληνική μυθολογία είχε ήδη εμπνεύσει τους Ρωμαίους και διαποτίσει τη θρησκεία τους. Η εξύμνηση του Αυγούστου και της ενωμένης αυτοκρατορίας του έπρεπε να περάσει μέσα από ένα ηρωικό παρελθόν -σκέφτηκε ο Βιργίλιος-, όπως ο θρυλικός πόλεμος της Τροίας και οι αντίστοιχες ηρωικές περιπλανήσεις του Αινεία.

Χρονολογικά ο Βιργίλιος δεν ήταν ο πρώτος επικός ποιητής της Ρώμης. Το λατινικό έπος είχε ανθίσει νωρίτερα, αν και βρισκόταν σε φανερή παρακμή στην εποχή του. Ο Βιργίλιος όμως έγινε, από την άποψη της αξίας, ο πρώτος επικός ποιητής στη λατινική λογοτεχνία, διότι κατόρθωσε να δημιουργήσει έναν αξεπέραστο μύθο για την αιώνια πόλη και την ιδέα της αυτοκρατορίας. Η μίμηση του Ομήρου προχώρησε πολύ πέρα από την απομίμηση ενός προτύπου. Το ίδιο συνέβη και στα άλλα γραμματειακά είδη. Όλοι οι Ρωμαίοι ποιητές και πεζογράφοι είχαν έναν προγενέστερο Έλληνα για πρότυπό τους, συχνά και περισσότερους του ενός ταυτόχρονα. Άλλοτε ο Αλκαίος και η Σαπφώ, άλλοτε ο Πίνδαρος, άλλοτε ο Θεόκριτος, κάποτε μάλιστα και ο Καλλίμαχος, λειτούργησαν ως σημεία αναφοράς για τη λατινική λυρική, επική και βουκολική ποίηση. Η Αινειάδα του Βιργιλίου, πάντως, αποτελεί το κορυφαίο επίτευγμα στην ποιητική παραγωγή των Ρωμαίων.

Ο Πολύβιος αποτέλεσε το μεγάλο πρότυπο των Λατίνων ιστορικών, οι οποίοι διακρίθηκαν για την πραγματιστική αντίληψη των ιστορικών συμβάντων. Κάποιοι, όπως χαρακτηριστικά ο Ιούλιος Καίσαρ και ο Οκταβιανός Αύγουστος, ήταν πρωτίστως άνθρωποι της δράσης και ενδιαφέρθηκαν να καταγράψουν γεγονότα που έζησαν οι ίδιοι. Πολλοί ήταν συγκλητικοί. Ιστοριογραφία για αρκετούς Ρωμαίους ιστορικούς σήμαινε κυρίως χρονογραφία και ηθικοπολιτική διαπαιδαγώγηση.

Απέναντι στους προγενέστερους χρονικογράφους, πρώτος ο Σαλλούστιος (86-34) είδε την εσωτερική συνοχή και το νόημα των γεγονότων. Πρότυπό του υπήρξε ο Θουκυδίδης, τον οποίο μιμήθηκε τόσο με την εισαγωγή δημηγοριών στην ιστορική αφήγηση όσο και με τον φιλοσοφικό και συχνά αρχαΐζοντα τρόπο γραφής. Ο νεότερος Λίβιος (59 π.Χ. - 17 μ.Χ.), που συνέθεσε ένα τεράστιο έργο Από ιδρύσεως Ρώμης, βασίστηκε περισσότερο σε προγενέστερους ιστορικούς (και στον Πολύβιο) παρά στον έλεγχο των αρχείων και την τοπογραφική έρευνα, αλλά το επιμελημένο ύφος του προδίδει σχέση τόσο με την ποίηση όσο και με τη ρητορεία της εποχής του. Ο λίγο προγενέστερος Διόδωρος Σικελιώτης (1ος αιώνας π.Χ.), αντίθετα, είχε επισκεφθεί την Αίγυπτο, γνώριζε λατινικά και αφιέρωσε, κατά δική του μαρτυρία, τριάντα χρόνια της ζωής του στη συγγραφή μιας οικουμενικής ιστορίας σε σαράντα βιβλία, που κάλυπτε όλο το διάστημα από τις απαρχές της μυθολογίας μέχρι τη σύγχρονή του εποχή. Το έργο, γραμμένο στα ελληνικά, επιγράφεται Βιβλιοθήκη και μεγάλο τμήμα του σώζεται μέχρι σήμερα.

Κατά τον Διόδωρο, το προτέρημα της ιστορίας είναι ότι μπορεί να διδάξει χωρίς να εμπλέκει τον αναγνώστη στους κινδύνους και τους πόνους που έχει η πραγματική ζωή. Ο Διόδωρος ήταν θαυμαστής του Πολύβιου. Όσοι συνέγραψαν οικουμενικές ιστορίες -ισχυρίζεται- ενοποίησαν σαν σε μια τράπεζα (χρηματιστήριον) όλη την πολιτική οικονομία των λαών και όπως η θεία πρόνοια δημιουργεί κυκλικά επανερχόμενες αναλογίες ανάμεσα στην τάξη των άστρων και τις φύσεις των ανθρώπων (σχέσεις που μελετά η αστρολογία), έτσι και αυτοί έδωσαν νόημα στο φαινομενικά άρρυθμο και τυχαίο.

Ο Ρωμαίος ιστορικός Τάκιτος (περ. 56-120), πιο πολύπλοκος τόσο στη σκέψη όσο και στο εξεζητημένο ύφος από τον Λίβιο, ασχολήθηκε επίσης με την εθνογραφία και περιέγραψε τα γερμανικά φύλα απέναντι στους Ρωμαίους, με τρόπο που θυμίζει την αντιπαράθεση Ελλήνων και βαρβάρων στο έργο του Ηροδότου. Αντιλαμβανόμενος τη διάσταση ανάμεσα στις εξαγγελίες των ανθρώπων και τις κρυμμένες προθέσεις των έργων τους, ο Τάκιτος παρουσίασε μια αντίληψη της ανθρώπινης φύσης που ρέπει προς την απαισιοδοξία - όπως συμβαίνει και με τον Θουκυδίδη. Στην καταγραφή των συμβάντων του 1ου αιώνα μ.Χ., πάντως, ο Τάκιτος δεν έχανε ευκαιρία να δηλώσει ότι η μοναρχία αποτελεί προϋπόθεση της οικουμενικής ειρήνης.

Ο Κικέρων (106-43) αποτελεί μια ιδιαίτερη μορφή των λατινικών γραμμάτων. Δεν συνδύαζε μόνο τον άνθρωπο της δράσης με τον λόγιο διανοούμενο, δεν δημιούργησε μόνο, με πρότυπο τον Δημοσθένη, ένα σχεδόν ανυπέρβλητο ύφος στον λατινικό πεζό λόγο, αλλά υπήρξε επίσης ο πρωτεργάτης για την εισαγωγή της ελληνικής φιλοσοφίας στη Ρώμη. Για ένα μεγάλο μέρος της μεταγενέστερης παράδοσης η κατανόηση των ελληνικών ρητορικών και φιλοσοφικών ιδεών ήταν διαμεσολαβημένη από σχέσεις, έννοιες και όρους που εισήγαγε αυτός στα λόγια λατινικά.

Ιδανικό του Κικέρωνα υπήρξε ο πολιτικός ρήτορας που διαθέτει εκτενέστατη παιδεία. Η καθαρότητα της σκέψης του ίδιου αποτυπώθηκε περισσότερο στους πολιτικούς λόγους, τις επιστολές και τις θεωρητικές περί ρητορικής πραγματείες παρά στα φιλοσοφικά του συγγράμματα. Ως φιλόσοφος, ο Κικέρων υπήρξε εκλεκτικός. Τα φιλοσοφικά έργα του είναι γραμμένα σε διαλογική μορφή, αλλά η θεατρικότητα της σκηνοθεσίας και η ηθογράφηση των προσώπων δεν φτάνει στο επίπεδο των πλατωνικών προτύπων.

Αν και ο Κικέρων μετέφρασε στα λατινικά τον Τίμαιο, τον βασικό κοσμολογικό διάλογο του ύστερου Πλάτωνα, οι οντολογικές και μεταφυσικές θεωρήσεις των Ελλήνων φιλοσόφων δεν θα έβρισκαν πρόσφορο έδαφος στους πρακτικούς ορίζοντες του ρωμαϊκού νου. Όπως ακριβώς ο Σωκράτης είχε κατεβάσει τη φιλοσοφία από τον ουρανό των κοσμολογικών ενοράσεων της Ιωνίας στην εύφορη γη των καθημερινών ασχολιών της Αττικής -άποψη κικερώνεια αυτή-, έτσι και ο ίδιος ο Κικέρων θα συνέβαλλε αποφασιστικά στη μετατόπιση του ενδιαφέροντος από τον άνθρωπο θεωρημένο ως μέρος της κοσμικής πραγματικότητας -άποψη κοινή στις ελληνιστικές σχολές- στον αυτόνομο δημιουργό κοινωνικών κανόνων και πολιτικών θεσμών. Ακόμη και στην πραγματεία Περί της φύσης των θεών ο Κικέρων δεν χάνει την επαφή με τη γήινη πραγματικότητα. Αν εξαιρέσουμε τον Λουκρήτιο, έναν Επικούρειο που έζησε την ίδια εποχή, η ρωμαϊκή φιλοσοφία δεν ασχολήθηκε με ζητήματα κοσμολογικά ούτε με ερωτήματα που αφορούν τη μεταφυσική δομή του κόσμου. Η ηθική διάσταση της ανθρώπινης ζωής σχεδόν μονοπώλησε το ενδιαφέρον της. Οι περισσότεροι φιλόσοφοι αισθάνονταν έλξη προς τον στωικισμό.

Τα ελληνικά γράμματα συνέχιζαν τη δική τους πορεία, ανεπηρέαστα από τις εξελίξεις στον λατινόφωνο κόσμο. Οι Ρωμαίοι μάθαιναν ελληνικά για να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες του ανατολικού τμήματος της αυτοκρατορίας τους και για να μορφωθούν. Οι Έλληνες και οι ελληνόφωνοι πληθυσμοί της Αιγύπτου και της Ασίας δεν ενδιαφέρονταν για τη λατινική γλώσσα, με εξαίρεση όσους είχαν άμεση σχέση με τη διοίκηση. Η ελληνιστική εξακολουθούσε να είναι η κοινή γλώσσα των λαών της ανατολικής Μεσογείου και παράλληλα η γλώσσα ενός κυρίαρχου και ενιαίου πολιτισμού - παρά τις έντονες τοπικές διαφοροποιήσεις.

Στους αιώνες της ρωμαϊκής κατάκτησης η ελληνική ποίηση έχανε εμφανώς έδαφος έναντι της ιστοριογραφίας και της ρητορείας. Με εξαίρεση τα ολιγόστιχα επιγράμματα και ορισμένα είδη θρησκευτικής ποίησης, κατά κύριο λόγο υμνητικής, τον έμμετρο λόγο υποκαθιστούσε ο έντεχνος πεζός. Η αυθεντική ποίηση, σε αντιδιαστολή προς τη λόγια, προϋποθέτει άφεση στον κόσμο των ενορμήσεων και του ονείρου: αποτελεί ένα είδος θεόσταλτης μανίας, που είναι δυσεύρετη σε περιόδους πνευματικής κόπωσης ή αγωνίας. Ενώ λοιπόν οι Ρωμαίοι με την ειρήνη χαλάρωναν τον δεσμό της ανάγκης και του χρέους που δημιουργούσαν παλαιότερα οι συνεχείς πολεμικές διενέξεις, κατακτητικές και εμφύλιες, οι ελληνόφωνοι πληθυσμοί της Ανατολής ένιωθαν μια αυξανόμενη τάση λύτρωσης έξω από τον παρόντα κόσμο. Η τάση αυτή θα έβρισκε έκφραση είτε στη φιλοσοφία είτε στη θρησκεία, είτε στη νέα ένωση που προήλθε από την κοινή ανάγκη για αποκάλυψη και γνώση.

Ο Επίκτητος (περ. 55-135) ήταν ένας δούλος από τη Φρυγία που βρέθηκε στο σπίτι ενός πλούσιου απελεύθερου στη Ρώμη. Το πραγματικό του όνομα δεν είναι γνωστό. Επίκτητος σημαίνει «αποκτημένος» - προσωνύμιο ταιριαστό σε σκλάβο. Αν και χωλός από παιδί, διέθετε μεγάλη διορατικότητα και έμφυτη τάση σοφίας. Κάποια στιγμή ο δεσπότης του αποφάσισε να του χαρίσει την ελευθερία. Ο Επίκτητος παρακολούθησε τα μαθήματα που έδινε ο Ρωμαίος φιλόσοφος Μουσώνιος Ρούφος και έγινε ο πιο διάσημος μαθητής του.

Ο Μουσώνιος Ρούφος ήταν ένας στωικός που δίδασκε ότι η φιλοσοφία δεν είναι απλή θεωρητική ενασχόληση, αλλά η ίδια η τελειοποίηση της ανθρώπινης φύσης και συνεπώς παιδεία και άσκηση κατάλληλη για άνδρες και γυναίκες, δούλους και βασιλείς. Λέγεται ότι ο Μουσώνιος Ρούφος αλληλογραφούσε με τον Απολλώνιο τον Τυανέα, έναν άνδρα από την Καππαδοκία που είχε ασκητικές τάσεις, ταξίδεψε ως την Ινδία, συμβούλεψε ελληνικές πόλεις, αναμετρήθηκε με αυτοκράτορες και τελικά, σύμφωνα με τον θρύλο, αναλήφθηκε στους ουρανούς. Κάποιοι θεώρησαν ότι ο Μουσώνιος Ρούφος και ο Απολλώνιος ήταν οι δύο σοφότεροι άνδρες του αιώνα τους. Σε εποχή που είχε πλέον επιβληθεί ο χριστιανισμός, ένας φιλόσοφος από την Αλεξάνδρεια συνέκρινε τον Απολλώνιο με τον Ιησού.

Όταν ο αυτοκράτορας Δομιτιανός (81-96) εκδίωξε όλους τους φιλόσοφους και αστρονόμους από τη Ρώμη, ο Επίκτητος αναχώρησε για την Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στη Νικόπολη. Η πόλη είχε ήδη πάνω από έναν αιώνα ζωής και αριθμούσε περίπου 30.000 κατοίκους. Εκεί ίδρυσε μια σχολή φιλοσοφίας και άρχισε να διδάσκει. Η φήμη του σύντομα ξεπέρασε τα στενά όρια της Ηπείρου και της ρωμαϊκής Αχαΐας. Οι μαθητές του κατάγονταν από διάφορους τόπους της Μεσογείου.

Αν και Ρωμαίος, ο Μουσώνιος Ρούφος δίδασκε στα ελληνικά. Ο Επίκτητος τον ακολούθησε σε πολλά σημεία: έμεινε πιστός στις βασικές θέσεις της στωικής ηθικής, πίστευε στη φιλοσοφία ως τρόπο ζωής, δίδασκε στα ελληνικά. Όπως παλαιότερα ο Πυθαγόρας, ο Σωκράτης, ο σκεπτικός Πύρρων και ο κυνικός Διογένης, έτσι και ο Επίκτητος θεώρησε ότι έργο του φιλοσόφου δεν είναι η καταγραφή θεωριών αλλά η προσωπική επαφή και η ανθρώπινη σχέση με όσους επιθυμούν να μάθουν και να βελτιωθούν. Την προφορική διδασκαλία του διέσωσε ο Αρριανός, στον οποίο χρωστούμε επίσης την εξιστόρηση της εκστρατείας του Αλεξάνδρου (Ἀλεξάνδρου ἀνάβασις). Ο Αρριανός, που καταγόταν από τη Βιθυνία και ήρθε στη Νικόπολη για να μαθητεύσει, εντυπωσιάστηκε από τον Επίκτητο και κατέγραψε τα λόγια του σε οκτώ βιβλία (Διατριβαί), από τα οποία σώζονται τα μισά. Αργότερα έκανε μια επιτομή του έργου (Ἐγχειρίδιον) για τη διευκόλυνση των αναγνωστών.

Ο Επίκτητος δεν διέθετε εκτενή παιδεία. Γνώριζε βεβαίως τον Όμηρο και κάποιους τραγικούς ποιητές, τον Πλάτωνα και τον Ξενοφώντα -αυτοί εξάλλου παρουσίαζαν τη μορφή του αγαπημένου του Σωκράτη- και φυσικά τους στωικούς, ιδίως τον Ζήνωνα και τον Χρύσιππο. Αλλά μέριμνά του δεν ήταν η εξήγηση των προγενεστέρων. Ήταν η ίδια η ζωή και οι τρόποι με τους οποίους μπορεί να ζει κανείς ανεπηρέαστος από τις μεταπτώσεις της τύχης, ελεύθερος και ευτυχισμένος.

Ο Επίκτητος προειδοποιούσε τους μαθητές του για τους κινδύνους της λογιότητας, ρωτώντας ρητορικά τον εαυτό του:

Αν θαυμάζω την ίδια την ικανότητα της ερμηνείας αυτή καθαυτή, δεν έχω γίνει, αντί για φιλόσοφος, φιλόλογος, με τη διαφορά ότι αντί για τον Όμηρο εγώ εξηγώ τον Χρύσιππο;

Ταυτόχρονα ο πρώην δούλος προέτρεπε τους πολιτικά ελεύθερους μαθητές στην ουσιαστική ελευθερία:

Όποιος θέλει να είναι ελεύθερος, ας μην επιθυμεί και ας μην αποφεύγει πράγματα που ανήκουν στη δικαιοδοσία άλλων. Αλλιώς θα είναι δούλος εκείνων.

Το Αληθινό Αντικειμενικό

Το Υποκείμενο, η Συνείδηση (που εκδηλώνεται από την στιγμή που έχουμε αντίληψη της ύπαρξής μας), είναι ένα καθολικό όργανο αντίληψης. Η λειτουργία του έχει πολλές διαστάσεις, συνειδησιακή (που σχετίζεται με την αντίληψη της ύπαρξης), αντιληπτική (που σχετίζεται με την αντίληψη της ύπαρξης σε ένα «χώρο» αλλά και του χώρου), νοητική (με την έννοια της σκεπτοδιαδικασίαςγιά να καταλήξουμε σε μία ασφαλή αντίληψη των φαινομένων), βουλητική, συναισθηματική, υλική ( με την έννοια της αντίληψης του υλικού κόσμου και της σωματικής δράσης). Η γνωστική δραστηριότητα του κοινού ανθρώπου σχετίζεται συνήθως με την αντίληψη της ύπαρξής του μέσα στο υλικό σύμπαν, στο περιβάλλον, όπου βιώνει την ζωή και εκτελεί τις καθημερινές του δραστηριότητες, με τις σχέσεις του με το περιβάλλον, τις καθημερινές δραστηριότητες, κλπ. Με άλλα λόγια η γνωστική δραστηριότητα στρέφεται συνήθως προς τα έξω, προς το άμεσα αντικειμενικό. Ακόμα και οι εσωτερικές διεργασίες, σκέψεις κλπ. προσανατολίζονται προς τα έξω.

Για να μπορέσει το Υποκείμενο, η Συνείδηση, να αντιληφθεί την Πραγματική Ουσία Της, την Ύπαρξη (με την απόλυτη έννοια) θα πρέπει να στραφεί προς τα έσω, προς το Ίδιον Είναι, απορρίπτοντας όλες τις άλλες δραστηριότητες που την προσανατολίζουν προς τα έξω, αισθητηριακές δραστηριότητες, εξωστρεφή νόηση, εσωτερικευμένη νοητική διαδικασία, ακόμα και την ίδια την αντίληψη μίας σχετικής ύπαρξης. Μόνο έτσι μπορεί να φτάσει στην αντίληψη του Είναι, του Καθαρού Είναι, που είναι αυτή και κάθε συνείδηση στην Ουσία Της. Η Αντίληψη του Είναι (που είναι Αντικειμενικό Είναι, το Είναι όλων των υπάρξεων, η Βάση που στηρίζει τα πάντα) είναι μία εσωτερική γνωστική πράξη στην οποία η νόηση συμμετέχει ελάχιστα, το ίδιο και οι αισθήσεις. Και δυνατόν είναι αυτό και γίνεται. Αυτή η γνωστική πράξη οδηγεί σε ένα αποτέλεσμα που δεν είναι μόνο υποκειμενικό. Είναι Υποκειμενική Αντίληψη Μίας Αντικειμενικής Πραγματικότητας. Κι όπως έχουμε στον φυσικό κόσμο διυποκειμενική αντίληψη μίας αντικειμενικής υλικής πραγματικότητας (πχ το χειμώνα όλοι αισθάνονται την παγωνιά) με ανάλογο τρόπο υπάρχει Διυποκειμενική αντίληψη Μίας Εσωτερικής Αντικειμενικής Πραγματικότητας. Όταν το Υποκείμενο αφυπνισθεί ολοκληρωτικά σε αυτή την κατάσταση βυθίζεται πιά στο Αντικειμενικό, αφού έχει εγκαταλείψει κάθε αντίληψη και κάθε διαδικασία σχετικής ύπαρξης (Αυτή είναι η Φώτιση, η Υπέρτατη Πραγμάτωση, η Ένωση με την Θεότητα, κλπ., για την οποία μιλούν όλες οι θρησκείες. Συμβαίνει σε όλες τις θρησκείες με τον ίδιο τρόπο και μπορούμε να το αποδείξουμε).

Σε τελευταία ανάλυση Η ΥΣΤΑΤΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΕΙΝΑΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΕΝΩΣΗ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΥ, (του ΑΛΗΘΙΝΟΥ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΥ που στηρίζει τα πάντα). Η «Κατάκτηση» από το Υποκείμενο της ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ, που βρίσκεται πίσω από όλα, είναι η Πλήρης Αντίληψη, η Φώτιση, η Λύτρωση. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για να φτάσουμε στην ΑΛΗΘΕΙΑ. Όλοι οι Μεγάλοι Ιδρυτές Θρησκειών κι οι μεγάλοι φιλόσοφοι αυτόν τον δρόμο ακολούθησαν. Κι αν μελετήσουμε λίγο ιστορία των θρησκειών κι ιστορία φιλοσοφίας θα δούμε ότι φτάνουν όλοι στην ΙΔΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ. Αυτό που λέμε το έχουν πει πολλές φορές, δεν προβάλλουμε κάποια ιδιαίτερη αποκάλυψη.

Η Αιώνια Αλήθεια

ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ

Πριν από είκοσι πέντε αιώνες ο Βούδας διέσχισε ολόκληρη σχεδόν την Ινδία για να κηρύξει τον Δρόμο προς την Φώτιση, προς το Νιρβάνα. Σύμφωνα με την βουδιστική διδασκαλία «Αυτό που είμαστε», «Αυτό που αντιλαμβάνεται», είναι μία σύνθεση από διάφορες διαδικασίες (σκάντα), διαδικασίες που συνίστανται από αντίστοιχες ροές, διαδοχές, στιγμιαίων καταστάσεων, φαινομένων (ντάρμα). Γιά να φτάσουμε στο Νιρβάνα θα πρέπει όλες αυτές οι διαδικασίες να εξαντληθούν, να ξεπερασθούν. Υπάρχουν διάφορες βαθμίδες σε αυτό τον δρόμο. Πέρα από κάποιους απλούς κανόνες που καθορίζουν τι πρέπει να μην κάνουμε και τι πρέπει να κάνουμε θα πρέπει να ξεπερασθεί η αισθητηριακή δραστηριότητα (γενικά ή με την χρήση κάποιων στάσεων) και μετά η νοητικότητα που μας συνδέει μέσω των αισθήσεων με τον εξωτερικό κόσμο (βεντάνα). Τα τέσσερα ντυάνα έχουν σκοπό να εξαλείψουν την εσωτερική νοητικότητα (σάμτζνα, σαμσκάρα, βιτζνάνα). Τα τέσσερα σαμαπάτι διαχειρίζονται την αντίληψη της ύπαρξης σε καθαρά μεταφυσικό πεδίο (βιτζνάνα, τεσσάρων κατηγοριών). Η Ύστατη Πραγματικότητα μας οδηγεί σε μία Συνείδηση χωρίς «συνείδηση», χωρίς «ύπαρξη», χωρίς δραστηριότητες. Η Φώτιση. το Νιρβάνα, είναι όχι μία κατάσταση ανυπαρξίας με την απόλυτη έννοια αλλά μία Κατάσταση όπου απουσιάζει οποιαδήποτε αντίληψη σχετικής ύπαρξης. Το τι είναι πραγματικά πρέπει να το ανακαλύψει κάποιος μόνος του, βιώνοντάς το.

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

Πέντε αιώνες μετά τον Βούδα ο Χριστός (;) κήρυξε τον δικό του δρόμο προς την Αλήθεια, στην ευρύτερη περιοχή της Γαλιλαίας και της Ιουδαίας. Το «Κατά Ιωάννη» Ευαγγέλιο (άσχετα με το ποιος είναι ο πραγματικός συγγραφέας κι αν τα λόγια που βάζει στο στόμα του Χριστού είναι του Χριστού ή όχι) είναι το πιο εσωτερικό από όλα τα ιερά κείμενα. Η Ιωάννεια θεολογία χειρίζεται μεταφυσικές έννοιες και αντιλήψεις που σαφώς πηγάζουν από μία εσωτερική ελληνική αντίληψη της Πραγματικότητας αλλά με ένα τρόπο που προχωρά πέρα από μία απλή μεταφυσική θεώρηση προωθώντας το βίωμα του Χριστού ως την Έσχατη Πραγματικότητα. Όλη η Ιωάννεια Θεολογία συμπυκνώνεται σε μία φράση που ο συγγραφέας βάζει στο στόμα του Χριστού «εγώ και ο πατήρ εν εσμέν». Τα δύο υποκείμενα ταυτίζονται στο «εσμέν». Αν το μικρό ανθρώπινο εγώ χωράει τον Θεό, τότε ο Θεός είναι «μικρός». Αν όμως το Εγώ επεκτάθηκε και έγινε απέραντο σαν τον ουρανό τότε έχει νόημα η ταύτιση. Έτσι όμως ο Χριστός, το «εγώ» δεν είναι πιά ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Στην πραγματικότητα Θεός, Αλήθεια, υιός του Θεού, υιός του ανθρώπου, εγώ, άνθρωπος, Όλα αυτά, ταυτίζονται. Πρέπει ο άνθρωπος σαν το Πρότυπο Χριστός να ανυψωθεί, να επεκταθεί ως το Άπειρο για να χωρέσει τον Θεό.

Λίγους αιώνες μετά τον Χριστό και τον Ιωάννη οι νηπτικοί πατέρες περιέγραψαν με λεπτομέρειες τον δρόμο προς την Θέωση. Πέρα από κάποιους εξωτερικούς κανόνες θα πρέπει να ξεπεράσουμε την αισθητηριακή δραστηριότητα καθώς και την νοητικότητα που στρέφεται προς τον κόσμο και να στραφούμε προς τα έσω, προς τον εσωτερικό άνθρωπο. Υπάρχουν τρία στάδια στο ξεπέρασμα της εσωτερικής νοητικότητας, που αντιστοιχούν στις τρεις ποικιλίες του λογισμού. Στα τρία επόμενα στάδια η Συνείδηση, ο νους, στην ορολογία των νηπτικών, πρέπει να καθαρθεί από κάθε αντίληψη προσωπικής ύπαρξης και να καταστεί άμορφος, ασχημάτιστος, μονοειδής (ή ανείδεος). Η Τελική Επίτευξη καθιστά τον νου απέραντο ώστε να δεχτεί την Θεότητα και να θεωθεί (κατά χάριν λένε τα κείμενα, κατά φύση πιστεύουμε εμείς, αλλά δεν έχει σημασία αυτό).

ΥΠΑΡΞΙΣΜΟΣ

Τον περασμένο αιώνα το πιο σημαντικό φιλοσοφικό κίνημα του αιώνα, ο Υπαρξισμός, αναζητά την Ύπαρξη με όρους ανάλογους με αυτούς του βουδισμού και του χριστιανισμού και με ενέργειες που δεν διαφέρουν από τις ανάλογες ενέργειες του βουδιστή διαλογιζόμενου, η του χριστιανού νηπτικού. Στην Φιλοσοφία του Χάιντεγκερ το Da-sein (εδώ-είναι, παρούσα ύπαρξη, παρούσα συνείδηση) είναι «Αυτό που είμαστε», «Αυτό που αντιλαμβάνεται». Αυτό το «Εδώ-είναι» θα πρέπει να καθαρθεί από όλα τα «εδώ» για να μείνει Καθαρό Sein. Όλοι αυτοί οι προσδιορισμοί της Ύπαρξης είναι εξωτερικές δραστηριότητες, νοητικότητα, εσωτερικές διαδικασίες, ακόμα και η ίδια η αντίληψη της ύπαρξης, της σχετικής ύπαρξης.

Η ΑΙΩΝΙΑ ΑΛΗΘΕΙΑ

Τελικά φαίνεται πως η Αλήθεια Είναι Αιώνια και διατυπώνεται ξανά και ξανά κι ο καθένας μπορεί ψάχνοντας να την διατυπώσει με τον δικό του τρόπο. Η ανθρώπινη νοημοσύνη χτίζεται παντού και πάντα με τον ίδιο τρόπο και οδηγεί πάντα στην Ίδια Αλήθεια, σε ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ, στην ΘΕΟΤΗΤΑ. Όλα αυτά όμως θα είναι κατανοητά ευρέως,από τον κοινό άνθρωπο, στην επόμενη χιλιετία.

Γιατί δεν είμαστε μάγοι;

-Δάσκαλε, γιατί δεν είμαστε μάγοι;

-Γιατί έτσι σε δίδαξαν να μην είσαι.

Γεννήθηκες μάγος και σε έκαναν άνθρωπο.

Όταν ήσουν παιδί, περνούσες τον πόνο στο χτυπημένο χέρι όχι με φάρμακα, αλλά με ένα φιλί της μαμάς στην πληγή.

Ήξερες τι ήθελες και ποιος είναι ο προορισμός σου, μέχρι που σου είπαν ότι αυτό δεν βγάζει πολλά λεφτά και δεν είναι για τον γιο του τάδε μπαμπά σου.

Ανακάλυπτες κάθε μέρα τη μαγεία της ζωής σε όλες της τις διαστάσεις της, μέχρι που σου έβαλαν όρια για το τι μπορείς να ανακαλύπτεις.

Ήταν ένα η γύμνια σου με τη φύση, μέχρι που σου έβαλαν την αμαρτία.

Αναπτυσσόσουν με το γέλιο, μέχρι που σε πότισαν με λύπη.

Οι άθλοι σου ήταν καταπληκτικοί σαν παιδί, μέχρι που σου έσπειραν το φόβο.

Ζούσες τη μαγεία, την κάθε στιγμή, μέχρι που σου είπαν ότι αυτό είναι φαντασία και δεν θα σου χρησιμέψει πουθενά.

Εντοπίστηκε πτηνό που το μισό είναι θηλυκό και το άλλο μισό αρσενικό

Ζωολόγος του Πανεπιστημίου του Οτάγκο, εντόπισε στην Κολομβία ένα εντυπωσιακό και εξαιρετικά σπάνιο «μισό θηλυκό και μισό αρσενικό» πτηνό.

Συγκεκριμένα, ο καθηγητής Hamish Spencer έκανε διακοπές στην Κολομβία, όταν o ερασιτέχνης ορνιθολόγος John Murillo τού έδειξε ένα άγριο πουλί με μισά πράσινα και μισά μπλε φτερά.

Σε αυτό το είδος, τον μελιτοφόρο (Chlorophanes spiza), τα θηλυκά έχουν πράσινα φτερά και τα αρσενικά μπλε.

«Πολλοί παρατηρητές πουλιών θα μπορούσαν να περάσουν όλη τους τη ζωή και να μην δουν ένα τέτοιο είδος πουλιού. Το φαινόμενο είναι εξαιρετικά σπάνιο στα πτηνά, δεν γνωρίζω άλλα παραδείγματα από τη Νέα Ζηλανδία. Είναι πολύ εντυπωσιακό, και αισθάνομαι προνομιούχος που το είδα», είπε ο καθηγητής Spencer.

Αναφορά για το σπάνιο εύρημα, μόνο το δεύτερο καταγεγραμμένο παράδειγμα γυναδρομορφισμού στο είδος για πάνω από 100 χρόνια, δημοσιεύτηκε στο Journal of Field Ornithology.

Ένα γυνανδρόμορφο είδος μπορεί να έχει αμφίπλευρη συμμετρία – μια πλευρά θηλυκό και μια πλευρά αρσενικό.

Ο καθηγητής Spencer είπε ότι τα γυνανδρόμορφα ζώα με αρσενικά και θηλυκά χαρακτηριστικά σε ένα είδος που συνήθως έχουν ξεχωριστά φύλα, είναι σημαντικά για την κατανόηση του προσδιορισμού του φύλου και της σεξουαλικής συμπεριφοράς στα πουλιά.

«Το πουλί εμφάνιζε τυπικό αρσενικό φτέρωμα στη δεξιά του πλευρά και θηλυκό φτέρωμα στην αριστερή», σημείωσαν οι επιστήμονες, προσθέτοντας ότι τα εσωτερικά του όργανα ήταν επίσης πιθανότατα χωρισμένα στη μέση σε αρσενικό και θηλυκό.

Ωστόσο, αυτό δεν μπορούσαν να το επιβεβαιώσουν μόνο παρατηρώντας το.

Όπως σημειώνει ο Independent, οι ερευνητές μελέτησαν το σπάνιο πουλί για μια περίοδο 21 μηνών καθώς επέστρεφε για να τραφεί με τα φρέσκα φρούτα και το ζαχαρόνερο που άφηναν καθημερινά οι ιδιοκτήτες της κολομβιανής φάρμας.

Έγινε μόδα, να φέρεσαι απάνθρωπα, στους ανθρώπους με ψυχή

Ξεκινάς να κάνεις μια σχέση, σε τρελαίνει η ιδέα του όμορφου ανθρώπου. Στην αρχή ναι, σε τραβά η εξωτερική ομορφιά, αλλά μέσα σου παρακαλάς να ισχύει το ίδιο και με την ψυχή του.

Γνωρίζεστε καλύτερα, βλέπεις σημάδια, βλέπεις πράξεις. Σε ενθουσιάζει όλο το πακέτο και αισθάνεσαι πως μάλλον πέτυχες εξάρες.

Συνεχίζεις να θαυμάζεις το έτερον ήμισυ, καθώς ξεδιπλώνεται ακόμη περισσότερο και σου αποδεικνύει πόσο διαφορετικός άνθρωπος είναι τελικά και πόσο ξεχωρίζει. Στους τρόπους, στο πώς αντιμετωπίζει τις διάφορες καταστάσεις, στη μεταξύ σας σχέση.

Δίνει τη ψυχή του για σένα, σε αγαπά, σε σέβεται και καθημερινά αγωνίζεται για το κάτι περισσότερο. Ενδιαφέρεται για τη σχέση, ασχολείται, αφοσιώνεται και σε κάνει να αισθάνεσαι χαρά και ευτυχία. Δεν ζητά, μόνο δίνει.

Δεν απαιτεί, μόνο προσφέρει. Εσύ εισπράττεις. Εσύ γεμίζεις και χορταίνεις. Παίρνεις όλα όσα ένας υγιής ψυχικός κόσμος και ένας νοήμων άνθρωπος αποζητά. Κανονικά, θα έπρεπε να συμπεριφέρεσαι σ´ αυτόν τον άνθρωπο, με τον καλύτερο τρόπο, να πετάς στα σύννεφα και να τον φυλάς σαν τα μάτια σου.

Σε χάλασε όμως η τελειότητά του και σε γέμισε απανθρωπιά, αχαριστία, εγωισμό, φιλαυτία και έπαρση. Βρήκες έναν Άνθρωπο με ευγενική ψυχή και αληθινά αισθήματα και αδιαφορείς και τον τσαλαπατάς.

Γυρνάς και ρίχνεις τα μάτια σου και αλλού και κάνεις ό,τι δεν σε τιμά και ό,τι δεν θέλεις να σου κάνουν. Δεν διαφέρεις. Είσαι ένας από τους πολλούς. Τους κενούς, τους άδειους.

Είσαι ένας φελλός που επιπλέει και που απλά θεωρεί πως φέρεται μοντέρνα. Αυτή είναι η μόδα στις μέρες μας. Στους Ανθρώπους να φέρεσαι απάνθρωπα. Ακολούθησε την! Μπράβο σου ανθρωπάκι!

Γιατί μία αγκαλιά είναι πιο σημαντική από όσο νομίζεις

Σε έναν κόσμο που συχνά κινείται με αμείλικτους ρυθμούς, όπου η ψηφιακή εποχή μας έχει συνδέσει μέσω οθονών και όχι μέσω φυσικής επαφής, υπάρχει μία παγκόσμια γλώσσα που υπερβαίνει τις λέξεις - μία γλώσσα που ομιλείται μέσα από τη ζεστασιά και την τρυφερότητα μιας αγκαλιάς.

Αυτή η μέρα, φαινομενικά απλή αλλά με βαθιά επίδραση, μάς προσκαλεί να εξερευνήσουμε τη δύναμη που βρίσκεται μέσα στην αγκαλιά, υπερβαίνοντας τα πολιτισμικά όρια και τους γλωσσικούς φραγμούς.

Η Παγκόσμια Ημέρα Αγκαλιάς, που γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 21 Ιανουαρίου, χρησιμεύει ως μία υπενθύμιση της δύναμης που κρύβεται στην αγκαλιά της συμπόνιας και της κατανόησης. Είναι μία ημέρα που άτομα σε ολόκληρο τον κόσμο ενώνονται σε μια κοινή γιορτή των θεραπευτικών, συγκινητικών και επιστημονικά αποδεδειγμένων πλεονεκτημάτων μιας γνήσιας αγκαλιάς.

20 δεδομένα για τη δύναμη της αγκαλιάς

Ξετυλίγοντας τα στρώματα αυτής της γιορτής, παρουσιάζονται εκτενώς 20 δεδομένα για την δύναμη της αγκαλιάς αποδεικνύοντας πως η ίδια επικοινωνεί ενσυναίσθηση, υποστήριξη και αγάπη.

Απελευθέρωση ωκυτοκίνης: Η αγκαλιά πυροδοτεί την απελευθέρωση ωκυτοκίνης, που συχνά αναφέρεται ως η “ορμόνη της αγάπης” ή “ορμόνη του δεσμού”. Η ωκυτοκίνη σχετίζεται με τον κοινωνικό δεσμό, την εμπιστοσύνη και τη μείωση του στρες.

Μείωση του στρες: Οι αγκαλιές μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα της κορτιζόλης, μιας ορμόνης του στρες. Η πράξη της αγκαλιάς προάγει το αίσθημα ασφάλειας και μειώνει το άγχος.

Ενίσχυση ανοσοποιητικού συστήματος: Η σωματική επαφή, όπως η αγκαλιά, έχει συνδεθεί με τη βελτίωση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος. Οι θετικές επιδράσεις στο ανοσοποιητικό μπορούν να αποδοθούν, όπως προαναφέρθηκε, στη μείωση του στρες και τα συναφή οφέλη.

Υγεία της καρδιάς: Η αγκαλιά μπορεί να έχει καρδιαγγειακά οφέλη. Μελέτες έχουν δείξει ότι οι θετικές κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής επαφής, μπορούν να συμβάλουν στην υγεία της καρδιάς μειώνοντας την αρτηριακή πίεση και βελτιώνοντας τη συνολική καρδιαγγειακή λειτουργία.

Ανακούφιση από τον πόνο: Η πράξη της αγκαλιάς μπορεί να έχει αναλγητικό αποτέλεσμα. Η απελευθέρωση ενδορφινών κατά τη διάρκεια μιας αγκαλιάς μπορεί να λειτουργήσει ως φυσικό παυσίπονο, παρέχοντας ανακούφιση από μικρούς μέχρι και πιο δυνατούς πόνους.

Βελτιωμένη διάθεση: Το να αγκαλιάζουμε άτομα που αγαπάμε διεγείρει την απελευθέρωση νευροδιαβιβαστών όπως η ντοπαμίνη και η σεροτονίνη, συμβάλλοντας σε βελτιωμένη διάθεση. Αυτές οι χημικές ουσίες παίζουν ρόλο στα συναισθήματα ευχαρίστησης και ευτυχίας.

Κοινωνική σύνδεση: Με την αγκαλιά καλλιεργούνται η αίσθηση της σύνδεσης και της κοινωνικής υποστήριξης. Το θετικό σωματικό άγγιγμα είναι ζωτικής σημασίας για υγιείς κοινωνικές σχέσεις και δύναται να ενισχύσει τα συναισθήματα της εμπιστοσύνης και της ενσυναίσθησης.

Γνωστικά οφέλη: Άμεσα συνδεδεμένη είναι η αγκαλιά με τη βελτιωμένη γνωστική λειτουργία. Οι θετικές κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής επαφής, μπορεί να έχουν νευροπροστατευτικά αποτελέσματα και να συμβάλλουν στην καλύτερη ψυχική υγεία.

Μείωση του αισθήματος της μοναξιάς: Οι αγκαλιές και άλλες μορφές σωματικής επαφής μπορούν να βοηθήσουν στην καταπολέμηση των συναισθημάτων μοναξιάς. Συμβάλλουν στην αίσθηση του ανήκειν και τη συναισθηματική υποστήριξη.

Βελτιωμένος ύπνος: Η ηρεμιστική και η δυνατότητα της αγκαλιάς να μειώνει το στρες μπορεί να βελτιώσουν τη ποιότητα του ύπνου. Μια αίσθηση ασφάλειας και χαλάρωσης που προκαλείται από την αγκαλιά βοηθάει τα άτομα να κοιμούνται πιο εύκολα.

Ποικιλία αγκαλιών: Οι αγκαλιές υπάρχουν σε διάφορες μορφές, από τη γρήγορη αγκαλιά με το ένα χέρι μέχρι την πιο εκτεταμένη αγκαλιά. Ο τύπος και η διάρκεια μεταφέρουν διαφορετικά συναισθήματα και σχέσεις.

Θεραπευτικό άγγιγμα: Το θεραπευτικό άγγιγμα έχει χρησιμοποιηθεί σε διάφορες θεραπευτικές πρακτικές και πιστεύεται ότι προάγει τη συνολική ευεξία.

Αγκαλιά στα ζώα: Συμπεριφορές που μοιάζουν με αγκαλιές παρατηρούνται σε πολλά ζώα. Τα πρωτεύοντα, οι ελέφαντες, ακόμη και τα σκυλιά εμπλεκονται σε φυσική εγγύτητα για να ενισχύσουν τους κοινωνικούς δεσμούς και να επικοινωνήσουν την άνεση που υπάρχει μεταξύ τους.

Τελετουργίες αγκαλιάς: Διαφορετικοί πολιτισμοί έχουν διάφορα τελετουργικά αγκαλιάς. Για παράδειγμα, ορισμένοι πολιτισμοί μπορεί να προτιμούν ένα ελαφρύ χτύπημα στην πλάτη κατά τη διάρκεια της αγκαλιάς, ενώ άλλοι μπορεί να εμπλακούν σε πιο παρατεταμένες αγκαλιές.

Αγκαλιά και αντίληψη πόνου: Μελέτες δείχνουν ότι το παρήγορο άγγιγμα ενός αγαπημένου προσώπου, συμπεριλαμβανομένων των αγκαλιών, αυξάνει την ανοχή στον πόνο και μειώνει την υποκειμενική εμπειρία του πόνου.

Αγκαλιές και ικανοποίηση από τη σχέση: Η συχνότητα της αγκαλιάς συνδέεται συχνά με υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από τη σχέση. Τα ζευγάρια που επιδίδονται σε τακτική σωματική στοργή τείνουν να αναφέρουν μεγαλύτερη ευτυχία στη σχέση.

Διαπολιτισμικές διακυμάνσεις: Οι πολιτισμικοί κανόνες επηρεάζουν τις πρακτικές αγκαλιάς. Σε ορισμένους πολιτισμούς, η αγκαλιά είναι μια κοινή μορφή χαιρετισμού, ενώ σε άλλους, ενδέχεται να είναι λιγότερο διαδεδομένη. Η κατανόηση και ο σεβασμός των πολιτισμικών διαφορών στο θέμα της αγκαλιάς είναι σημαντική.

Αγκαλιές και καρδιακοί παλμοί: Έχει αποδειχθεί ότι κατά την πράξη της αγκαλιάς μειώνεται ο καρδιακός ρυθμός, προάγοντας μία αίσθηση ηρεμίας και χαλάρωσης. Η επίδραση αυτή συνδέεται με την απελευθέρωση ωκυτοκίνης και τη μείωση των ορμονών του στρες.

Σύμφωνα με αποτελέσματα ερευνών ψυχοθεραπευτών χρειαζόμαστε 4 αγκαλιές την ημέρα για να επιβιώσουμε, 8 αγκαλιές την ημέρα για συντήρηση και 12 για να αναπτυχθούμε.

Κανόνας των 20 δευτερολέπτων: Για να μπορέσει όμως κάποιος να λάβει τα πλεονεκτήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω μέσω της αγακλιάς υπάρχει ένας κανόνας, αυτός των 20 δευτερολέπτων. Τα 20 δευτερόλεπτα είναι γενικά ο ελάχιστος αποδεκτός χρόνος για να απελευθερωθούν οι χημικές ουσίες στον οργανισμό , όπως η ωκυτοκίνη, και το άτομο να περιβληθεί από θετικά συναισθήματα.

Ολοκληρώνοντας την εξερεύνηση δεδομένων για την Παγκόσμια αυτή Ημέρα, ας μεταφέρουμε τη ζεστασιά που προσφέρει μία εγκάρδια αγκαλιά πέρα από τις γραμμές και στην καθημερινή μας ζωή. Διανύοντας μία εποχή όπου συχνά φαίνεται χαοτική, μια απλή αγκαλιά έχει τη δύναμη να γεφυρώσει τα κενά, να επουλώσει τις πληγές και να σκορπίσει χαρά.

Ας αγκαλιάσουμε, λοιπόν, το πνεύμα της σύνδεσης και της συμπόνιας, όχι μόνο αυτήν την ημέρα αλλά κάθε μέρα.

Οι απόηχοι των κοινών αγκαλιών μάς υπενθυμίζουν την κοινή μας ανθρωπιά και την απλή αλλά βαθιά ικανότητα που έχουμε όλοι να κάνουμε τον κόσμο ένα πιο ζεστό, πιο ανακουφιστικό μέρος , με μία αγκαλιά τη φορά.

«Οι αγκαλιές μιλάνε για την ψυχολογία της σύνδεσης, υπενθυμίζοντάς μας ότι δεν είμαστε μόνοι στο ταξίδι μας μέσα από την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης εμπειρίας». -Dr Riana Elyse Anderson

Τραυματισμένος συναισθηματικός δεσμός κι αποκατάσταση

Συναισθηματικός Δεσμός (Attachment)

Ο Συναισθηματικός Δεσμός (Attachment) είναι μια εσωτερική ψυχολογική στρατηγική που αναπτύσσεται μέσα από την συναισθηματική επικοινωνία του βρέφους με τον σταθερό φροντιστή του (πατέρας ή μητέρα ή άλλο πρόσωπο φροντίδας του παιδιού) και αφορά στη ρύθμιση των συναισθημάτων και στην επίλυση των προβλημάτων. Οι ερευνητές έχουν καταγράψει τέσσερις στρατηγικές συναισθηματικού δεσμού:

α. Ασφαλής Συναισθηματικός Δεσμός: «Τα προβλήματα λύνονται με την επίγνωση των συναισθημάτων»,
β. Ανασφαλής – Αποφευκτικός Δεσμός: «Τα προβλήματα λύνονται με την υποτίμηση των συναισθημάτων»,
γ. Ανασφαλής – Αμφιθυμικός Δεσμός: «Τα προβλήματα λύνονται με την υπερενεργοποίηση των συναισθημάτων» και
δ. Ανασφαλής – Αποδιοργανωμένος Δεσμός: «Τα προβλήματα λύνονται πότε με την υποτίμηση και πότε με την υπερενεργοποίηση των συναισθημάτων».

Οι παραπάνω στρατηγικές συναισθηματικού δεσμού και επίλυσης προβλημάτων έχουν επιβεβαιωθεί ερευνητικά στην βρεφική, παιδική, εφηβική και ενήλικη ζωή.

Τραυματισμένος Συναισθηματικός Δεσμός

Τα παιδιά ή οι ενήλικες με δυσκολίες στην στρατηγική συναισθηματικού δεσμού έχουν βιώσει την φροντίδα των γονιών τους ως τραυματική. Το τραύμα είναι μια απειλητική εμπειρία και απέναντι σε αυτή την εμπειρία το παιδί ή ο ενήλικας νιώθει φόβο και αβοηθησία με αποτέλεσμα την παραγωγή κορτιζόλης, της ορμόνης του στρες. Μεγάλα επίπεδα κορτιζόλης προξενούν βλάβη στον εγκέφαλο (Van der Kolk, 2005). Παρατεταμένο τραύμα έχει αντίκτυπο στον τρόπο σκέψης, στο συναίσθημα και στην συμπεριφορά. Η τραυματική εμπειρία της ασυνεπούς γονεϊκής φροντίδας περιλαμβάνει κακοποίηση, παραμέληση και έκθεση σε γεγονότα που προκαλούν φόβο, όπως ενδοοικογενειακή βία, γονεϊκή χρήση αλκοόλ και χρήση ναρκωτικών.

ΕΝΑΣ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΣ ΠΟΥ ΦΟΒΙΖΕΙ ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΔΕΝ ΘΑ ΒΟΗΘΗΣΕΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΟΥ ΝΑ ΑΙΣΘΑΝΕΤΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ.

Η φροντίδα ενός παιδιού μπορεί να κινητοποιεί στον γονέα δικές του αναμνήσεις και συναισθήματα έλλειψης φροντίδας και συνεπώς ο γονέας να απορρυθμίζεται και να μην είναι διαθέσιμος για να απαντήσει με ευαισθησία στις ανάγκες του παιδιού του.

Τα σημάδια μιας τραυματικής εμπειρίας μπορεί να περιλαμβάνουν:
  • Αδυναμία να σταματήσει να σκέφτεται κανείς σχετικά με το τραύμα
  • Ζωντανά συναισθήματα ότι το τραύμα συμβαίνει ξανά. Αυτές οι ζωντανές αναμνήσεις που είναι σαν να επιστρέφει κάποιος στο αυθεντικό τραυματικό γεγονός λέγονται flashbacks.
  • Δυσκολία στον ύπνο τα βράδια
  • Άσχημα όνειρα
  • Στην ανάμνηση του τραύματος δημιουργείται αίσθημα φόβου
  • Συναίσθημα θυμού ή ενόχλησης
  • Να μην θέλει κάποιος να σκέφτεται ή να μιλάει για το τι συνέβη
  • Διστακτικότητα να βγει κανείς έξω από το σπίτι ή να είναι μαζί με άλλους
  • Αίσθημα επαγρύπνησης
Αποκατάσταση Τραυματισμένου Συναισθηματικού Δεσμού

Όταν ένας άνθρωπος αισθάνεται το τραύμα σε καθημερινή βάση τότε χρειάζεται ένα πλαίσιο βοήθειας που να περιλαμβάνει:
  1. Αίσθημα ασφάλειας: αυτό είναι η πρώτη προτεραιότητα για έναν άνθρωπο που είναι ψυχικά τραυματισμένος. Μέχρι να αισθανθεί ένας άνθρωπος ασφαλής δεν μπορεί να ωφεληθεί από κάτι άλλο.
  2. Σταθερότητα και υποστήριξη: ένας άνθρωπος με τραυματισμένο συναισθηματικό δεσμό χρειάζεται κάποιο σταθερό πλαίσιο υποστήριξης από το γονεϊκό περιβάλλον ή από έναν ερωτικό σύντροφο ή από κάποιο θεραπευτικό πλαίσιο.
  3. Δομή, προβλεψιμότητα και συναισθηματική τροφοδότηση (nurture): υψηλό επίπεδο δομής και προβλεψιμότητας θα δώσει την αίσθηση της συνέχειας και της σταθερότητας. Υψηλά επίπεδα συναισθηματικής τροφοδότησης (nurture) θα βοηθήσουν έναν άνθρωπο να αισθανθεί ότι αγαπιέται και την διαβεβαίωση της διαθεσιμότητας.
  4. Ευκαιρίες επικοινωνίας της τραυματικής εμπειρίας: κάποιες φορές οι τραυματισμένοι άνθρωποι θέλουν να μιλήσουν σε οποιονδήποτε συναντούν για την τραυματική τους εμπειρία. Οι άνθρωποι αυτοί χρειάζονται καθοδήγηση ώστε να μιλήσουν σε κατάλληλα άτομα που νοιάζονται γι’ αυτούς. Τα κατάλληλα πρόσωπα φροντίδας (π.χ., ένας γονιός, ένας ερωτικός σύντροφος, ένας θεραπευτής) χρειάζεται να είναι διαθέσιμα για επικοινωνία τις στιγμές που ο τραυματισμένος άνθρωπος υποφέρει.
  5. Ένα τραυματισμένο παιδί μπορεί να χρησιμοποιήσει το παιχνίδι και την ζωγραφική για να βοηθηθεί να καταλάβει την παρελθούσα τραυματική εμπειρία. Συχνά τα παιδιά δεν θέλουν να μιλήσουν για τον συμβολισμό που έχουν χρησιμοποιήσει σχετικά με την τραυματική εμπειρία. Πολλές φορές όταν τα παιδιά επαναλαμβάνουν τις ίδιες ζωγραφιές μπορεί ο γονιός να πει: «αυτή η κούκλα πρέπει να είναι πολύ φοβισμένη. Ίσως ο μπαμπάς κούκλος να έρθει και να της δώσει μια αγκαλιά».
Όταν το πρωτογενές υποστηρικτικό δίκτυο (γονιός, ερωτικός σύντροφος) ενός τραυματισμένου ανθρώπου δυσκολεύεται στην φροντίδα και όταν ο ίδιος ο τραυματισμένος άνθρωπος δυσκολεύεται στο να ανακουφιστεί τότε μπορεί να δημιουργηθεί ένα δευτερογενές υποστηρικτικό δίκτυο φροντίδας από κάποιον θεραπευτή. Η θεραπευτική σχέση μπορεί να δράσει ως μια ασφαλής βάση για την διαπραγμάτευση των επώδυνων συναισθημάτων του τραύματος και να βοηθήσει τον θεραπευόμενο στην εσωτερίκευση αυτής της σχέσης ως μια ασφαλής συναισθηματική στρατηγική (secure attachment) για την επίλυση των προβλημάτων του θεραπευόμενου.

ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ

Διάστημα.

Η σχέση μεταξύ δύο αριθμών, αυτό δηλαδή που ονομάζεται σήμερα στην αριθμητική και στη γεωμετρία λόγος, στη μαθηματική θεωρία της Μουσικής του Πυθαγόρα ονομάζεται «Διάστημα».

Στη θεωρία της Μουσικής μάλιστα η λέξη διάστημα είχε διπλή σημασία. Διότι αφενός μεν ονομαζόταν διάστημα η αριθμητική σχέση με την οποία εκφραζόταν ο λόγος του μουσικού διαστήματος, αφετέρου δε αυτή η λέξη ήταν σύμφωνη με την καθημερινή έννοιά της και το «τμήμα ευθείας», δηλαδή την απόσταση μεταξύ δύο σημείων.

Το μουσικό διάστημα, που εκφραζόταν ως «σχέση δύο αριθμών προς αλλήλους» στη θεωρία της Μουσικής του Πυθαγόρα ονομαζόταν αρχικά διάστημα = απόσταση δυο σημείων απ’ αλλήλων. Το «διάστημα» αυτό είχε πράγματι δύο συνοριακά σημεία (πέρατα, όρους), τα οποία δινόντουσαν ως αριθμοί.

Οι αρχαίοι θεωρητικοί ενδιαφέρονταν κυρίως για τα σύμφωνα διαστήματα ή συμφωνίες. Το όνομα ενός τέτοιου διαστήματος στην Πρακτική της Μουσικής ήταν συνήθως «συμφωνία», αφού άλλωστε για αυτό το λόγο ήθελαν να εκφράσουν το «συγχρονισμένο τονισμό», το «συμφωνείν» δηλαδή δύο ήχων. Ο Πυθαγόρας κυρίως ασχολήθηκε με το «Οκτάτονο (δια πασών, Oktave)», με το «Τετράτονο (δια τεσσάρων, Quarte)» και με το «Πεντάτονο (δια πέντε, Quinte)».

Υπολογισμός διαστημάτων.

Πιο συγκεκριμένα ο Πυθαγόρας ήταν αυτός που πρώτος έθεσε τις βάσεις της επιστήμης της Μουσικής με μια επιστημονικά θεμελιωμένη θεωρία της Μουσικής. Ανακάλυψε τη σχέση ανάμεσα στο μήκος των χορδών και το τονικό ύψος που δίνουν.

Για να το πετύχει αυτό χρησιμοποίησε ένα έγχορδο όργανο, που το δημιούργησε ο ίδιος, το «Μονόχορδο».

Αρχικά υπολόγισε ότι δύο χορδές, που η μία είναι διπλάσια από την άλλη (άρα έχουν σχέση 2/1), παράγουν ήχους, δηλαδή νότες, που απέχουν διάστημα Οκτάβας ή «δια πασών». Στη συνέχεια διαπίστωσε ότι όταν δύο χορδές έχουν σχέση 3/2 τότε το διάστημα που σχηματίζουν οι νότες που παράγονται είναι μια 5η Καθαρή. Με αυτά τα διαστήματα, γνωρίζοντας κανείς ότι όταν προσθέτουμε διαστήματα πολλαπλασιάζουμε τους λόγους τους και αντίθετα όταν αφαιρούμε, τους διαιρούμε, -γιατί δεν πρόκειται για ποσότητες αλλά για αναλογίες- μπορούμε να υπολογίσουμε τους λόγους όλων των διαστημάτων. [Π.χ. με αφετηρία τη νότα ντο, η νότα σολ είναι 5η Καθαρή πάνω, άρα έχει σχέση 3/2. Το ρε, και πάλι, είναι μια 5η Καθαρή πάνω από το σολ, άρα σε σχέση με το ντο είναι (3/2)2 = 9/4. 9/4 όμως είναι η σχέση του διαστήματος 9ης. Για να βρούμε λοιπόν το διάστημα 2ας θα πρέπει να διαιρέσουμε (9/4) : (2/1) = 9/8. Άρα η 2η Μεγάλη δίνεται από τη σχέση 9/8.]

Με αυτό τον τρόπο ο Πυθαγόρας υπολόγισε όλα τα διαστήματα και απέδειξε ότι υπάρχουν δύο ειδών ημιτόνια: τα διατονικά (μι-φα και σι-ντο) και τα χρωματικά (π.χ. φα-φα#). Το διατονικό το ονόμασε λείμμα και το χρωματικό αποτομή. Τη διαφορά τους την ονόμασε Πυθαγόρειο Κόμμα, το οποίο μάλιστα είναι ίσο προς τη διαφορά (3/2)12 και (2/1)7. Κανονικά 12 πέμπτες πρέπει να ισούνται με 7 οκτάβες (στο πιάνο αυτά τα διαστήματα ταυτίζονται). Ωστόσο ο Πυθαγόρας απέδειξε πως διαφέρουν κατά το Πυθαγόρειο Κόμμα.

Βέβαια από την αρχαιότητα είχε παρατηρηθεί ότι αυτή η διαδικασία δεν κλείνει ποτέ με την αφετηρία της όσο και αν πολλαπλασιάζουμε, παρόλα αυτά η απόσταση μικραίνει χωρίς ποτέ να γίνεται 0.

Το πλεονέκτημα του Πυθαγόρειου υπολογισμού των διαστημάτων είναι το ότι αποτελεί έναν τρόπο που να στηρίζεται σε αριθμητικές πράξεις και όχι στο αυτό ή την εμπειρία. Αντίθετα το μειονέκτημά του είναι πως σήμερα δεν μπορεί να εφαρμοστεί για το χόρδισμα των οργάνων.

Το Πυθαγόρειο Κόμμα είναι αυτό που οδήγησε στον Ισοτονικό Συγκερασμό (η διαίρεση της οκτάβας σε δώδεκα ίσα τμήματα-ημιτόνια). Μ’ αυτόν τον τρόπο τα φυσικά διαστήματα τροποποιούνται ελαφρά ώστε όλα τα ημιτόνια να είναι ίδια και οι δώδεκα 5ες να συμπίπτουν με επτά 8άβες (δηλαδή 12 5ες = 7 8άβες).

Ο Πυθαγόρας έκανε τους υπολογισμούς του χωρίς να κάνει συγκεκριμένη αναφορά σε κάποιο μουσικό όργανο ή σε κάποια τονικότητα.

Μέχρι το 16ο αι. ο Πυθαγόρειος υπολογισμός των διαστημάτων υπήρξε ο πυρήνας της τεχνικής χορδίσματος των οργάνων.

Διαφορές με τον Αριστόξενο τον Ταραντίνο.

Ο Αριστόξενος ο Ταραντίνος, νεότερος του Πυθαγόρα (περί το 375), υπήρξε φιλόσοφος και σημαντικότατος θεωρητικός της Μουσικής. Γι’ αυτό το λόγο μάλιστα, στην αρχαιότητα, του δόθηκε η ονομασία «ο Μουσικός».

Σύμφωνα με τον Αριστόξενο διάστημα είναι το περιεχόμενο τμήμα μεταξύ δύο φθόγγων, που έχουν την ίδια ένταση (ύψος). Ως προς αυτόν λοιπόν το βασικό όρο, το διάστημα παρουσιάζεται ως μία διαφορά εντάσεως και ως χώρος, αυτός μπορεί να περιέχει τόνους (φθόγγους) οξύτερους από τους βαρύτερους και βαρύτερους από τους οξύτερους και των οποίων η ένταση το διάστημα αυτό (τύπος δεκτικός φθόγγων). Η διαφορά όμως των υψών αυτών των φθόγγων δείχνει κατά πόσο η ένταση είναι περισσότερη ή λιγότερη.

Ο W. Burkert ανέφερε την εξής πρόταση για τον Αριστόξενο και τους Πυθαγορείους:

«Η έννοια του ευθύγραμμου τμήματος είναι συνδεδεμένη με το όνομα του Αριστόξενου, η δε διδασκαλία περί της αναλογίας της Μουσικής όμως είναι συνδεδεμένη με τους Πυθαγορείους...».

Ως γνωστό ο Αριστόξενος ήταν μεγάλος αντίπαλος της Πυθαγόρειας θεωρίας. Θα παρουσιάσω τη διδασκαλία του συνοπτικά, σύμφωνα με τον C.V.Jan:

«Στην Αρμονική του δεν ερευνά πως δημιουργείται ο κάθε φθόγγος, αν είναι αριθμός ή ταχύτητα (ρυθμός). Το «ούς» πρέπει μόνο αδεσμεύτως σε ότι αφορά τους τόνους να «θεάται» το βασίλειο των φθόγγων. Αυτό μόνο είναι ικανό να μας πληροφορήσει με βεβαιότητα, ποιοι φθόγγοι βρίσκονται σε αρμονική σχέση μεταξύ τους... Το σύστημα της διδασκαλίας του βασίζεται πάνω στις εύκολες αντιληπτές συγχορδίες της τετρατόνου και της πεντατόνου, και χωρίς να ερευνήσει ποια αριθμητική σχέση βρίσκεται στη βάση τους, καθορίζει συμφώνως προς αυτές τον ολόκληρο και τον μισό τόνο κ.λ.π.».

Δηλαδή θέλει να μας εξηγήσει ότι το σύστημα της διδασκαλίας του δεν στηρίζεται στις αριθμητικές σχέσεις, όπως του Πυθαγόρα, αλλά βασίζεται στην ικανότητα του αυτιού να αντιλαμβάνεται την αρμονική σχέση των μουσικών τόνων. Μπορεί να μην ερευνά τις αριθμητικές σχέσεις μέσα στην οκτάβα, καθορίζει όμως τον ολόκληρο και τον μισό τόνο και κατασκευάζει μια κλίμακα με βάση το ένα δωδέκατο του τόνου. Επομένως η μέθοδός του ήταν, καθαρά, εμπειρική.

ΣΙΜΩΝΙΔΗΣ O ΚΕΙΟΣ

ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ

Ἄνθρωπος ἐὼν μήποτε φάσηις
ὅ,τι γίνεται αὔριον,

μηδ᾿ ἄνδρα ἰδὼν ὄλβιον,
ὅσον χρόνον ἔσσεται·
ὠκεῖα γὰρ οὐδὲ τανυπτερύγου μυίας
οὕτως ἁ μετάστασις!

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΠΟΔΟΣΗ:

Εἶσαι ἄνθρωπος καὶ γιαυτό ποτὲ μὴν πεῖς
τὶ πρόκειται νὰ γίνει αὔριο,
μηδὲ ὅταν δεῖς κάποιον νὰ εὐτυχεῖ,
γιὰ πόσον χρόνο θὰ κρατήσει αὐτό·
διότι κι ἀπὸ τῆς γοργόφτερης μύγας
πιὸ ταχεῖα εἶναι ἡ μεταβολὴ τῶν πραγμάτων (τῆς τύχης)!

Σιμωνίδης ο Κείος

Γεννήθηκε στην Ιουλίδα της Κέω (Κέα, Τζια) το 556 π. Χ. και πέθανε σε μεγάλη ηλικία, το 468 π. Χ. Ένας από τους πιο ταλαντούχους και πολύπλευρους ποιητές της Αρχαίας Ελλάδας. Ήτανε θείος του Βακχυλίδη και τον περισσότερο χρόνο της ζωής του τον πέρασε στον Κραννώνα, (ή στην Κραννώνα, κυρίαρχη πόλη της Θεσσαλίας υπό την ηγεμονία των Σκοπάδων), στην Αθήνα, στη Θεσσαλία, στον Ακράγαντα και τις Συρακούσες, όπου τονε βρήκεν ο θάνατος. Ξεχωριστό δείγμα πνευματικού ανθρώπου κι ευαίσθητου ποιητή. Με τους διθυράμβους του, που δε σώζονται, πέτυχε 56 νίκες. Λόγου χάριν, έπειτα από τη μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.) νίκησε τους διασημότερους ποιητές της εποχής του, συμπεριλαμβανομένου και του Αισχύλου, γράφοντας μια ελεγεία υπέρ των προμάχων της ελευθερίας, που υμνούσε τους άνδρες που είχαν πέσει στο πεδίο της μάχης. Αλλά και στη 2η εισβολή των Περσών, ο Σιμωνίδης έμεινε μαζί με τους Αθηναίους κι όταν διώχτηκαν, ύμνησε τα μεγάλα πολεμικά κατορθώματα συνθέτοντας μερικά άσματα για τη ναυμαχία του Αρτεμισίου κι ελεγείες για τις νίκες της Σαλαμίνας και των Πλαταιών κι η φήμη του βρισκόταν στον κολοφώνα της.
Στα ποιήματά του κυριαρχεί το ορθολογικό κριτικό τάλαντο και το βαθύ συναίσθημα. Θεωρείται επίσης ο μεγαλύτερος επιγραμματοποιός της αρχαιότητας. Ο "Κείος" ασχολήθηκε με όλα γενικά τα είδη της λυρικής ποίησης. Έτσι, στο ενεργητικό του διαθέτει: ύμνους, παιάνες, διθυράμβους, εγκώμια, θρήνους, ελεγείες, επιγράμματα κ.α.
Ιδιαίτερα τα επιγράμματα, τα 'χεν αναγάγει σε μέγιστη τελειότητα, λόγω της απλότητάς τους, της ασύγκριτης φραστικής τους συμπύκνωσης και του ύψους των περιεχομένων σ' αυτά νοημάτων. Εξάλλου μετά τη νίκη κατά των Περσών στο Μαραθώνα, έγραψε για τους μαραθωνομάχους και μιαν ελεγεία του, με την οποία μάλιστα πέτυχε να νικήσει κι αυτό τον γίγαντα Αισχύλο στο διαγωνισμό που σχετικά προκηρύχτηκε κι ενεργήθηκε. Για δεύτερη δε φορά αναγορεύθηκε νικητής, σ' ανάλογο διαγωνισμό, κατά το έτος 476 π.Χ. Έχαιρε άκρας εκτίμησης στον αρχαιοελληνικό χώρο και μεγάλοι άνδρες της εποχής του, όπως ο Αριστείδης, ο Θεμιστοκλής, ο Παυσανίας και πλείστοι όσοι άλλοι, τον τιμούσαν με τη θερμή φιλία τους.
Μετά το θάνατό του, στην Αυλή του Τυράννου των Συρακουσών, Ιέρωνα, που τον φιλοξενούσε, του στήσανε λαμπρό μνημείο μπροστά στη κεντρική πύλη της Ελληνικής τους (τότε) πολιτείας.
Ο Σιμωνίδης ο Κείος (556 π.Χ.-469 π.Χ.) ήταν Έλληνας λυρικός ποιητής. Γεννήθηκε στην Ιουλίδα της νήσου Κέα όπου διδάχθηκε ποίηση και μουσική και συνέθεσε παιάνες προς τον Απόλλωνα. Μετακινήθηκε στην Αθήνα υπό την αιγίδα του Ιππάρχου. Μετά την δολοφονία του προστάτη του 514 π.Χ. μετοίκησε στη Θεσσαλία. Μετά τη μάχη του Μαραθώνα επέστρεψε στην Αθήνα κι αμέσως μετά πήγε στη Σικελία στην αυλή του Ιέρωνα όπου έμεινε μέχρι το θάνατο του.
Η Ιωνική καταγωγή του διαφαίνεται από την όλη προσωπικότητα του κι από τις μορφές της ποιήσεως που καλλιέργησε (ελεγείες, παιάνες, διθύραμβοι, θρήνοι, επιγράμματα κ.λπ.). Πολύ νέος δίδαξε χορό στο ιερό του Απόλλωνος στη Καρθαία της Κέας κι έγραψε επινίκεια για πολλούς αθλητές των πανελληνίων αγώνων. Γύρω στα 520 π.Χ. τον κάλεσαν στην Αθήνα, στην αυλή του Πεισιστρατείδη Ιππάρχου, που του έδωσε μεγάλη θέση. Εκεί έμεινε 7 χρόνια και γνωρίστηκε με πολλούς ποιητές, όπως τον Ανακρέοντα, τον Λάσο τον Ερμιονέα και άλλους. Μετά τη δολοφονία του Ίππαρχου το 514 π.Χ. πήγε στη Θεσσαλία όπου φιλοξενήθηκε αρχικά στην αυλή του Σκόπα στη Κραννώνα κι αργότερα στην αυλή του Αλεύα στη Λάρισα, φιλοξενούμενος των Σκοπάδων και των Αλευάδων. Φαίνεται όμως ότι κάποια καταστροφή εξαφάνισε την οικογένεια των Σκοπάδων κι ο Σιμωνίδης έγραψε για αυτούς ένα θρήνο, είδος στο οποίο πάντοτε διέπρεψε (μέρος ενός θρήνου είναι και το συγκινητικότατο "Απόσπασμα της Δανάης").
Σε προχωρημένη ηλικία ο Σιμωνίδης ξαναγύρισε στην Αθήνα, όπου, κατά τη διάρκεια των περσικών πολέμων, έγινε ο υμνητής των Ελληνικών νικών.Με την ελεγεία που έγραψε για να τιμήσει τους πεσόντες του Μαραθώνα, ο Σιμωνίδης αναφέρεται ότι νίκησε τον Αισχύλο, που είχε πάρει μέρος στον σχετικό ποιητικό αγώνα.
Έγραψε επίσης μερικά άσματα για τη ναυμαχία του Αρτεμισίου, της Σαλαμίνας και μια ελεγεία για τους πεσόντες στις Πλαταιές. Αναμφίβολα, τα ποιήματά του για τον πόλεμο εναντίον των βαρβάρων ενίσχυσαν σημαντικά τον ελληνικό εθνικό πατριωτισμό.
Σύνδεση του θρήνου με το εγκώμιο μπορεί να θεωρηθεί το ποίημά του για τους πεσόντες των Θερμοπυλών.
Μετά την Αθήνα πήγε στον Ακράγαντα της Σικελίας και κατέληξε στις Συρακούσες στην αυλή του Ιέρωνος. Πέρασε τα τελευταία 10 χρόνια της ζωής του μαζί με τον τύραννο των Συρακουσών και πέθανε στη Σικελία, σε προχωρημένη ηλικία (89 χρονών), περίπου το 468 π.Χ. Οι κάτοικοι των Συρακουσών τον είχαν τιμήσει πολύ κι είχαν αναγείρει στη μνήμη του ένα λαμπρό μνημείο μπρος στις πύλες της πόλης, που σωζότανε και πολύ αργότερα.
Ο Σιμωνίδης υπήρξε ένας εξευγενισμένος κι εξαιρετικά μορφωμένος άνθρωπος κι η γνώση του κόσμου που είχε τον βοηθούσε να συνθέτει έξυπνα τα ποιήματά του. Τον κατηγορούσαν πως επεδίωκε την εύνοια των πλουσίων και των ισχυρών και φημιζόταν πως ήταν ο πρώτος που είχε δεχτεί πληρωμή για τα ποιήματά του. Αλλά ακόμη κι αν ήταν αλήθεια πως έγραφε συχνά ποίηση κατά παραγγελία, και για πολύ σημαντικά χρηματικά ποσά, ωστόσο γνώριζε με αξιοθαύμαστη λεπτότητα να κρατάει κάθε μισθοφορική του εργασία μακριά από τις δημιουργίες του. Δεν είχε μόνο σπάνια γονιμότητα παραγωγής, αλλά κι εξαιρετικά ποιητικά χαρίσματα, που τον βοηθούσαν να παράγει πραγματικά τέλεια έργα στους πιο ποικίλους κλάδους της λυρικής ποίησης, από τη γλαφυρή απλότητα του επιγράμματος ως τη πολύπλοκη δομή μιας μεγάλης σύνθεσης.
Ο Σιμωνίδης μπορεί να θεωρηθεί ως πρόδρομος των πνευματικών τάσεων που οδηγούν στους σοφιστές καθώς ήταν πνεύμα εύστροφο, ελαφρά σκεπτικιστικό και απαισιόδοξο, με λεπτό και πνευματώδες ύφος, ελεύθερο από μυστικιστικές επιδράσεις. Θεωρείται ως ο πρώτος μεγάλος ποιητής του επιγράμματος, αν και η πλουσιότατη παραγωγή του καλύπτει τόσα ποιητικά είδη.
Τα πιο γνωστά έργα του υπήρξανε τα επιγράμματα, απ’ τα οποία έχουνε σωθεί πολλά, οι ελεγείες και τα μοιρολόγια του, που τα προτιμούσαν ακόμα κι από εκείνα του Πινδάρου. Όπως μπορεί να δει κανείς από αποσπάσματα ελεγειών και διαφόρων ποιημάτων που έχουν σωθεί, ο Σιμωνίδης δεν επιζητούσε, όπως ο Πίνδαρος, να γοητεύσει με το μεγαλείο των ιδεών του, αλλά να συγκινήσει με την ειλικρίνεια των αισθημάτων του, που αναδίδουν ένα γνήσιο αίσθημα αγάπης και καλοσύνης προς τον άνθρωπο. Η γλώσσα του είναι μετριοπαθής, δωρική, απαλή και μελωδική και προσαρμόζεται θαυμάσια στο είδος των ποιημάτων του. Παίρνει ως βάση την Ομηρική, χωρίς να λείπουν όμως κι οι νεολογισμοί.
Εκτός από τα άλλα αξιόλογα ταλέντα του, ο Σιμωνίδης είχε πολύ δυνατή μνήμη, λέγεται μάλιστα πως αυτός υπήρξε ο επινοητής της λεγόμενης μνημονικής τέχνης. Υπάρχει επίσης και το Σιμωνίδιον Μέτρον, που σύμφωνα μ' αυτό έχει συνθέσει τα μελικά ποιήματά του.
«Ο πολυμήχανος ποιητής Σιμωνίδης ήρθε στην Αθήνα, επίσης υπό την προστασία του Ιππάρχου», αλλά, παραδόξως, δεν υπάρχει κάποιο έργο που να προσδιορίζει τη μακροχρόνια περίοδο σύνδεσης του με την Αθήνα. Είναι δελεαστικό να υποθέσουμε ότι οι 56 νίκες που του χάρισαν οι διθύραμβοι του, έως το 476 π.Χ., εντάσσονται στην περίοδο αυτή, αλλά στη συνέχεια θα διαπιστώσουμε ότι δύσκολα γίνεται πειστική αυτή η παραδοχή. Ένα ιδιαιτέρως διφορούμενο απόσπασμα περιέγραφε τον Πεισίστρατο ως Σειρήνα. Η επιγραφή στον τάφο της κόρης του Ιππία, που αποδίδεται στον Σιμωνίδη, αναφέρεται σ' αυτόν ως «επιφανή άνδρα της Ελλάδος κατά την εποχή του» κι ανατρέχει στον 4ο αιώνα π.Χ. (Θουκυδίδη. ΣΤ, 59.3• Αριστ. Ρητορική Α', 9,1367bl7). Μάλλον θα είχε γραφτεί πολύ μετά το τέλος της τυραννίας.
Οι σύγχρονοι μελετητές προβληματίζονται για το πώς η σχέση του Σιμωνίδη με τη τυραννία συμβαδίζει με τη μεταγενέστερη υπηρεσία του υπέρ της δημοκρατίας και του Θεμιστοκλή, πλην όμως δεν υπάρχει κανένα κείμενο της αρχαιότητας που να επικρίνει τη στάση του ποιητή, που πρέπει μάλλον ν’ αποδοθεί στη διαβόητη φιλοχρηματία του. Ο Πλάτων αναφέρει ότι ο Ίππαρχος σίγουρα τον πλήρωνε αδρά. Ο επιτάφιος επαινεί την κόρη του Ιππία για έλλειψη αλαζονείας, παρά το γεγονός ότι ήταν κόρη και σύζυγος τυράννων (Ξενοφών, Ιέρων). Αν κι η παράδοση ήθελε τον Σιμωνίδη να συναναστρέφεται με τυράννους, από τη συναναστροφή του αυτή δεν εξελίχθηκε σε κόλακα!
Η παράδοση του 5ου αι. π.Χ. αναφέρει πως ο Σιμωνίδης διαγωνίστηκε, προφανώς στο διθύραμβο, με τον Λάσο τον Ερμιονέα. Το περιστατικό αυτό μάς αποκαλύπτει χαρακτήρες που δεν αναφέρει ο Πλάτων. Η σχέση του Λάσου με τον Ίππαρχο επιβεβαιώνεται από τον Ηρόδοτο (Ζ', 6.3). Το λεξικό τοτ Σουίδα, μάλιστα, τού αποδίδει την εισαγωγή του διθυράμβου. Μολονότι δεν διευκρινίζεται αν αυτό συνέβη στην Αθήνα ή κατά τη περίοδο του καθεστώτος των Πεισιστρατιδών, μπορούμε να υποθέσουμε ότι και τα δύο ήταν ορθά.
Η δυσκολία έγκειται στο ότι η επιγραφή του Πάριου Χρονικού, που βρίσκεται από το 17ο αιώνα στο Μουσείο Ashmolean, χρονολογεί τους πρώτους ανδρικούς χορούς στην Αθήνα το 509/8 π.Χ. Πιο βέβαιο για τον Λάσο είναι ότι ενόσω βρισκόταν στην Αθήνα έγραψε για τον ήρωα Βουζύγη, έναν ακόμη νομοθέτη της αθηναϊκής μυθολογίας. Η προσφορά του προς τον Ίππαρχο ήταν ότι εντόπισε τον Ονομάκριτο, ένα «χρησμολόγο κι ερμηνευτή των χρησμών του Μουσαίου», ο οποίος μετέδωσε ψευδώς κάποιον χρησμό. Τότε «ο Ίππαρχος τον εξόρισε από την Αθήνα…»
Ασχολήθηκε γενικά με όλα τα είδη της λυρικής ποίησης. Στο εκπληκτικό πολύπλευρο ενεργητικό του, συνέθεσε ελεγείες, χορικά ποιήματα, επινίκιους ύμνους, διθυράμβους, παιάνες, παρθένεια, θρήνους και επιγράμματα, εκ των οποίων άριστα θεωρούνται αυτά για τους πεσόντες των Θερμοπυλών και του Μαραθώνα.
Για τους πεσόντες Έλληνες αγωνιστές της μάχης του Μαραθώνα γράφει ο μεγάλος ποιητής: «Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι, Μαραθώνι χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν».
Επίσης κορυφαίο του επίγραμμα, για το οποίο έγινε γνωστός μέχρι της μέρες μας, ήταν αυτό για τον Σπαρτιάτη βασιλιά Λεωνίδα και τους 300 πολεμιστές του, οι οποίοι έπεσαν στις Θερμοπύλες. Έχει ώς εξής: «Ὦ ξεῖν', ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις, ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι».
Εφηύρε τον επίνικο κι εισήγαγε τον θρήνο στο χορικό τραγούδι. Το λεξικό του Σουίδα αποδίδει σε αυτόν τη προσθήκη της 8ης χορδής στη λύρα. Είχε μεγάλη φήμη σχετικά με τις γνώσεις του. Προσωπικός φίλος του Θεμιστοκλή και του Παυσανία. Η ποίησή του κατά τη διάρκεια του πολέμου με τους Πέρσες έδωσε μεγάλη ώθηση στην ελληνική εθνική συνείδηση.
--------------------------------
Ρητά & Επιγράμματα

Πόλις άνδρα διδάσκει
Η πόλη διδάσκει τον άνθρωπο

ἄνδρ' ἀγαθὸν ἀλαθέως γενέσθαι χαλεπόν
Είναι δύσκολο να γίνει κανείς τέλειος σε όλα

Ό τοι Χρόνος οξύς οδόντας και πάντα ψήχει και τα βιαιότατα.
Ο Χρόνος έχει γερά δόντια κι όλα τα μασά, ακόμα και τα σκληρότατα.

Ει δ' άρα τιμήσαι θυγάτερ Διός, όστις άριστος, Δήμος Αθηναίων εξετέλεσσε μόνος.
Αν σκόπευες να τιμήσεις τον άριστο, Αθηνά, η Αθήνα το 'καμε από μόνη της.

Ουδέ καλάς σοφίας εστίν χάρις ει μή τις έχει σεμνάν υγείαν.
Ούτε κι η σοφία έχει χάρη, αν λείπει η καλή υγεία.

Τό γάρ γεγενημένον, ουκέτ' άρεκτον έσται.
Ό,τι έγινε πια δε ξεγίνεται.

Τό δοκείν και τάν αλάθειαν βιάται.
Η εντύπωση βιάζει και την αλήθεια.

Τίς γάρ αδονάς άτερ θνατών
βίος ποθεινός ή ποία τυραννίς;
Τάς άτερ ουδέ Θεών
ζηλωτός αιών.

Ποιά ζωή ή ποιά εξουσία
ποθητή 'ναι άνευ ηδονής;
Χωρίς της, δε θα ζήλευε κανείς
των Αιωνίων Θεών τη Παρουσία.

Έστι και σιγάς εκίνδυνον γέρας.
Υπάρχει και σιωπής ακίνδυνο βραβείο.

Ο δ' αύ θάνατος κίχε καί τόν φυγόμαχον.
Κι αυτόν που αποφεύγει τη μάχη, τονε βρίσκει ο Χάρος.

Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι,
χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν.

Για τους Έλληνες μαχόμενοι Αθηναίοι στο Μαραθώνα,
σύντριψαν τους πλούσιους Μήδους σ' ένα δίκαιον αγώνα.

Ω ξειν',
αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις,
ότι τήδε κείμεθα,
τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι.

Ω! ξένε που περνάς διαβάτης,
πες στη πατρίδα τη λατρεμμένη
ότι βρισκόμαστε εδώ πεσμένοι,
πιστοί και πάντα στο πρόσταγμά της.

μόνος ἅλιος ἐν οὐρανῶι.
Μονάχος ο ήλιος μες στον ουρανό.

Ανάγκα και Θεοί πείθονται.
Στην ανάγκη κι οι Θεοί πείθονται.

Την μεν ζωγραφίαν ποίησιν σιωπώσαν,
την δε ποίησιν ζωγραφίαν λαλούσαν.
Η ζωγραφική είναι ποίηση που σιωπά
κι η ποίηση είναι ζωγραφική που μιλά.

Σώσος και Σωσώ, Σώτερ, σοι τόνδε ανέθεσαν στέφανον.
Σώσος μεν σωθείς, Σωσώ δε, ότι Σώσος εσώθη.
Ο Σώσος κι η Σωσώ, σου αναθέτουν αυτό το στεφάνι, ω Σωτήρα.
Ο Σώσος γιατί σώθηκε κι η Σωσώ γιατί σώθηκε ο Σώσος.

Ουδέν εν ανθρώποισι μένει χρήμα έμπεδον αιεί.
Κανένα πράγμα δεν μένει για πάντα δεμένο με τους ανθρώπους.

Των γαρ ηλιθίων απείρων γένεθλα.
Άπειρη η γενιά των ηλιθίων.

Νόμος εστί θεός, Tούτον αεί πάντοτε τίμα.
Ο Νόμος είναι Θεός. Τίμα τον πάντοτε.

Λίγο πριν το τέλος, άφησα μια... "μονομαχία" μεταξύ Τιμοκρέοντα & Σιμωνίδη. Ο μεν σατίρισε σα φλύαρο, παρτάκια κι επιδειξιομανή και του έκαμε ένα επίγραμμα, κι ο Σιμωνίδης δεν απάντησε μα όταν πέθανε ο Τιμοκρέων του έβαλε ένα επιτύμβιο επίγραμμα. Πιο κάτω παραθέτω και τα δυο με σειρά εμφανίσεως.

Τιμοκρέων

Κηία με προσήλθε φλυαρία ουκ εθέλοντα
ουκ εθέλοντά με προσήλθε Κηία φλυαρία.

Δίχως αιτία μ' έπιασε της Τζιάς πολυλογία
πολυλογία μ' έπιασε της Τζιάς, δίχως αιτία.

Σιμωνίδης

Πολλὰ πιὼν καὶ πολλὰ φαγὼν καὶ πολλὰ κάκ᾿ εἰπὼν
ἀνθρώπους κεῖμαι Τιμοκρέων ῾Ρόδιος.

Αφού ήπια κι έφαγα πολλά κι αδίκων και δικαίων
τα ΄χωσα. Τώρα 'δώ πέρα κείτομαι Ρόδιος Τιμοκρέων.

Ποιήματα

Σε σκαλιστό κιβούρι εντός, μες στη πνοή τ' ανέμου
και των κυμάτων μες στην άγρια ταραχή,
με μάγουλα η Δανάη υγρά και φόβο στη ψυχή
το βρέφος έσφιγγε και του 'πε: -Γιε μου,
τι πόνον έχω! μόν' εσύ γλυκά-γλυκά ανασαίνεις,
βυζασταρούδι πού 'σαι, μου 'κανες νανά
μες στ' άχαρο χρυσόκαρφο κιβούρι της καημένης,
στην άλαμπη την νύκτα, μες στα σκοτεινά.
Για των ανέμων την ριπήν εσένα δεν σε νοιάζει,
που πάνω απ' τα μαλλάκια σου ολοένα και σφυρά,
κι ουδέ το προσωπάκι σου η άλμη το πειράζει,
γλυκογερμένο σε στρωσίδια πορφυρά.
Aλήθεια, αν απ' τη θύελλα, μικρό μου, είχες δειλιάσει,
και στα δικά μου λόγια θα 'βαζες αυτί.
Kοιμού λοιπόν, μωρό μου! μα … κι η θάλασσ' ας πλαγιάσει
κι η άμετρή μας συφορά ας αναπαυτεί.
Kάποια από σέναν αλλαγή, φως, Ύψιστε, ας προβάλλει
παρηγοριά από σε, Kρονίδη μου, ας φανεί,
κι αν τύχει κι είπα θαρρετό κανένα λόγο πάλι
ή κι άδικο, συχώρα με, τη δόλια ορφανή!

*
Εφόσον είσαι άνθρωπος μη πεις,
τι τάχα αύριο, σου μέλλει γίνει,
μήτε κι αν ευτυχή κάποιον ιδείς,
δε ξέρεις καν πόσο θα μείνει.
Διότι το άλλαγμα είναι πολύ γοργό
κι από το πήδο της μυγός πιο ξαφνικό.

Η δύναμή μας, των θνητώνε, λιγοστή
και κάθε μας φροντίδα δεν αξίζει.
Λύπη στη' στη λύπη, είν' η λίγη μας ζωή.
Kι ο αναπόφευκτος ο Χάροντας κρεμάται,
πάνω από όλους μας ίδια, περιπλανάται,
γιατί όλοι μας, καλοί-κακοί,
ίσο μοιράδι παίρνουμ' από κει.

*
Υπάρχει λόγος που η Αρετή
κατοικεί σ' απάτητους γκρεμούς
και πάντα, πάντ' ακολουθεί
αγνότητας τις ήρεμες οδούς.
Δε τηνε βλέπουνε θνητοί πολλοί,
εξόν όσοι κοπιάσουνε γι' αυτή,
λυώνωντας σ' αυτό, τα σωθικά τους
και με πολύν ιδρώ θα φτάσουν
στις αντρειάς το πιο ψηλό σκαλί.

Ενάρετος και άριστος πάντα του ξεχωρίζει
ποιό το καλό, ποιό το κακό
κι αν κάποιος τον κατηγορεί
και γύρω ψέμματα κι ασχήμιες, αν σκορπίζει,
με όλ' αυτά δεν τον αγγίζει,
ούτε λερώνει το χρυσό,
πάντα στο τέλος η αλήθεια επικρατεί.

Σε λίγους μόνον έδωσε ο Θεός
την Αρετή ως το τέλος της ζωής
και δεν είν' εύκολο καλός
να μείνεις γιατί σε πιέζει δις:
το κέρδος ή της δόλιας Αφροδίτης
ο οίστρος, μέγας πολυνίκης,
όπου χωρίς να θέλεις κύπτεις..

Σε πιέζουν δυστυχώς επίσης
άσβεστες έχθρες και τα μίση.
Κι αν κάποιος δεν μπορεί
τον τίμιο δρόμο να βαδίσει
μόνο και πάντα στη ζωή,
τουλάχιστον όσο μπορεί
ας προσπαθεί...

Δε φοβάται γήρας και χάρο.
Tη νόσο δε νογά, σαν υγιής.
Όσοι έτσι, δεν έχουν μυαλό
και δε ξέρουν πως λίγο μονάχα
κρατά η νιότη, η χαρά της ζωής.
Αλλά συ που το ξέρεις αυτό
και πλησιάζεις στο τέλος σου τάχα
τόλμα και δίνε και με χαρά σου
σ' όλους τους άλλους απ' τ' αγαθά σου.
-----------

Της Αφροδίτης
που σ' έκανε με τον Άρη
άθλιο παιδί της
και δολιομήχανο.
-----------

Αμέτρητο σμάρι πετούσε
απ' το κεφάλι της πάνω
όσο θεσπέσια τραγουδούσε
κι από τη θάλασσα
τη γαλανή κι άγρια,
πηδάγαν έξω και τα ψάρια.

Το Δελφίνι στην Αρχαία Ελληνική Μυθολογία

Πολλοί υποστηρίζουν ότι όσοι περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στη θάλασσα γίνονται προληπτικοί ή ότι η ίδια η θάλασσα κάνει όσους ανθρώπους βρίσκονται δίπλα της παράλογους. Τις ημέρες που δεν υπήρχαν μέσα πλοήγησης, πυξίδα ή δελτία θυελλωδών ανέμων η θάλασσα ήταν κάτι το απρόβλεπτο και το επικίνδυνο—ακόμα και σήμερα με όλη τη διαθέσιμη τεχνολογία των σόναρ και των δορυφόρων.

Ξεχωριστή θέση στις ζωές των ναυτικών στην αρχαιότητα, αλλά και σήμερα είναι η παρουσία δελφινιών στις θάλασσες που πολύ συχνά τα θεωρούσαν θεόσταλτα με σκοπό με μεταφέρουν ένα μήνυμα σε όσους ταξίδευαν. Είναι εκείνοι οι ναυτικοί οι οποίοι μας έδωσαν και τους πρώτους μύθους που αφορούν το δελφίνι.

Οι αρχαίοι Έλληνες είναι ένας από τους πρώτους θαλασσοπόρους λαούς αδιαμφισβήτητα. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη από τη Μινωική εποχή το δελφίνι κυριαρχεί στην εικονογραφία και αργότερα σαν θέμα στην κλασσική μυθολογία. Όσοι έχουν επισκεφτεί το παλάτι στην Κνωσό της Κρήτης ίσως να θυμούνται την καταπληκτική τοιχογραφία από λεγόμενο δωμάτιο της βασίλισσας που απεικονίζει σκηνή βυθού στην οποία κυριαρχούν τα δελφίνια. Εκτός από την τέχνη σαν κύρια πηγή πληροφοριών για το δελφίνι στην αρχαιότητα αντλούμε από τους Έλληνες ποιητές και την Ελληνική μυθολογία.

Μία από τις πρωιμότερες ιστορίες σχετικά με το δελφίνι τη διαβάζουμε στον «Ύμνο του Απόλλωνα» στον Όμηρο όπου και περιγράφεται ο τρόπος που ο θεός ίδρυσε το ναό του στους Δελφούς μετά το ταξίδι του σε όλη την Ελλάδα, προς αναζήτηση του πιο κατάλληλου μέρους για να χτίσει το ναό του. Τελικά, επέλεξε μία μοναχική σπηλιά στους πρόποδες του Παρνασσού που φυλούσε ένας δράκοντας, ο Πύθων τον οποίο και σκότωσε με ένα βέλος από το ασημένιο του τόξο. Μετά από το περιστατικό αυτό, ο Απόλλωνας ξεκίνησε για να καταλάβει ένα Κρητικό εμπορικό πλοίο αφού πρώτα είχε μεταμορφωθεί ο ίδιος σε δελφίνι.

Παρουσιάζοντας τον εαυτό του μπροστά από το πλοίο με τη μορφή δελφινιού έκανε το πλήρωμα του πλοίου να τρομοκρατηθεί και να κρυφτεί στα αμπάρια του. Στο διάστημα αυτό, ο Απόλλωνας άλλαξε τους ανέμους έτσι ώστε το πλοίο να αλλάξει πορεία και να δέσει κοντά στους Δελφούς. Τότε, σύμφωνα με τον Ομητικό ύμνο, ο Απόλλωνας χάρισε τη ζωή στο πλήρωμα και τους πρόσταξε από εδώ και στο εξής να ζουν στο νέο του ναό και να τον υπηρετούν σαν ιερείς του, λέγοντας: «Και ενώ για πρώτη φορά, στον ομιχλώδη θάλασσα, ξεπήδησα πάνω στο πλοίο γρήγορα με τη μορφή ενός δελφινιού, από εδώ και στο εξής να προσεύχεστε σε μένα σαν Δέλφιο Απόλλωνα.»

Όπως όλοι οι μύθοι και αυτή η ιστορία έχει κωδικοποιημένα μηνύματα.Ίσως να πρόκειται για την αντικατάσταση ενός πολιτισμού, μίας λατρείας κτλ. από μία άλλη, δηλ. το πέρασμα από τη φοβερή και χθόνια θεότητα του Πύθωνα ή του Δέλφειου στο θεό του φωτός Απόλλωνα. Η εναλλαγή μίας μυστηριώδους, περίπλοκης θηλυκής θεότητας με το καθαρό, φωτεινό και κυρίως αρσενικό πνεύμα του ήλιου. Ωραία όλα αυτά, αλλά γιατί ο Απόλλωνας να μεταμορφωθεί σε δελφίνι;

Μία εξήγηση ενδεχομένως να συνδέεται με ξεχασμένες μνήμες. Την εποχή που καταγράφθηκε αυτή η ιστορία η περιοχή των Δελφών και ιδιαίτερα το μαντείο είχε ήδη γίνει μία αρκετά προσοδοφόρα επιχείρηση. Η λεγόμενη μάντις Πυθία ήταν ένα αξιοσέβαστο πρόσωπο και αρκετός κόσμος εντός και εκτός Ελληνικού χώρου το επισκεπτόταν για να το συμβουλευστεί. Όσοι έφθαναν στις πύλες του μαντείου μετέφεραν μαζί τους αρκετά πλούσια δώρα και χρήματα.

Ίσως το όνομα Δελφίς που ανήκε στην προηγούμενη από τον Απόλλωνα θεότητα στην περιοχή να είχε όχι και τόσο αναμνήσεις. Η λέξη «δελφίς» υπάρχει για να περιγράψει τόσο το ζώο της θάλασσας, όσο και τη μήτρα (δελφύς). Έτσι λοιπόν αν κάθε αναφορά στην προηγούμενη θεότητα του τόπου και κατ’ επέκταση της αντίστοιχης λατρείας φαινόταν στο μυαλό των σύγχρονων τότε Ελλήνων σαν κάτι το απόκοσμο—ίσως και ξεχασμένο—τι άλλο καλύτερο από το να παρουσιαστεί ένα δελφίνι στην ιστορία με τον Απόλλωνα που θα δικαιολογούσε με τον καλύτερο τρόπο την ονοματοδοσία, τόσο του τόπου όσο και του επιθέτου.

Παρόλο αυτά, ανάλογες επεξηγήσεις που αφορούν αυτό το κομμάτι της πρώιμης Ελληνικής ιστορίας πρέπει να είναι αρκετά προσεκτικές χωρίς να αποκλείουν την ύπαρξη και άλλων επεξηγήσεων. Η παρουσία των δελφινιών σε εκτεταμένη χρήση στην μινωϊκή τέχνη, αλλά και γενικότερα στο χώρο του Αιγαίου μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το ζώο αυτό της θάλασσα ήδη είχε μία εξέχουσα θέση σε μία ενδεχομένως προφορική παράδοση, που όμως οι μεταγενέστερες γενεές δεν γνώρισαν ποτέ, παρά μόνο μέσω της εικονογραφίας.

Το δελφίνι συνέχισε να παρουσιάζεται σαν εικονογραφικό στοιχείο τόσο στην τέχνη όσο και στην γλυπτική της Ελλάδας και της Εγγύς Ανατολής, αλλά και αργότερα στην αυτοκρατορία της Ρώμης. Ακόμα και στην πόλη της Πέτρα στην Ιορδανία μέσα στην έρημο υπάρχει σε γλυπτό η αναπαράσταση ενός δελφινιού.

Έτσι χωρίς μία λεπτομερή και γραπτή παράδοση είναι αρκετά δύσκολο να κατανοήσουμε τη σημασία του δελφινιού από τους Έλληνες. Ο γλυπτός διάκοσμος, τα ψηφιδωτά και οι άλλες απεικονίσεις του δελφινιού δείχνουν μεν τη σημασία που είχε το ζώο για τους Έλληνες αλλά δεν δίνει περισσότερα στοιχεία σχετικά με το ποιος ήταν ο λόγος. Ωστόσο υπάρχουν ορισμένα στοιχεία.

Σε πολλά γλυπτά από την Ανατολή, το δελφίνι συνδέεται με τη μητέρα θεά Αταγάρτη, τη θεά της βλάστησης, εκείνη που δίνει τη ζωή και δέχεται τους νεκρούς που θα αναγεννηθούν (εικονογραφικά θυμίζει αρκετά αυτό που ονομάζουμε σήμερα γοργόνα). Σε υστερότερους μύθους, ιδιαίτερα στη Ρωμαϊκή λογοτεχνία και πάλι σε παραδείγματα από την τέχνη το δελφίνι είναι αυτό που κουβαλάει της ψυχές στα Νησιά των Μακάρων.

Στην περιοχή γύρω από τη Νεκρά Θάλασσα βρίσκουμε το δελφίνι εικονογραφικά να απεικονίζεται στα χέρια των νεκρών, πιθανόν για να δηλώσει το ασφαλές πέρασμα στον άλλο κόσμο. Αν συγκεντρώσουμε αυτές τις αναφορές παρατηρούμε ότι υπάρχει ένας βαθύτερος σύνδεσμος μεταξύ των σταδίων της ζωής, του θανάτου και της αναγέννησης και της ικανότητας που έχει το δελφίνι να μετακινείται ενδιάμεσα από τον κόσμο των ανθρώπων που αναπνέουν αέρα με τα πνευμόνια τους στον κόσμο κάτω από τα κύμματα της θάλασσας, ο οποίος για τους αρχαίους Έλληνες μπορούσε εύκολα να είναι συνώνυμο του κόσμου των νεκρών.

Οποιοσδήποτε και αν είναι ο συμβολισμός είναι ξεκάθαρο ότι το δελφίνι είναι στενά συνδεδεμένο με τα βασικά στάδια της ανθρώπινης ύπαρξης.

Εφόσον, λοιπόν το δελφίνι συνδέεται με κάποιο τρόπο με τη διαβατήρια οδό μεταξύ αυτού του κόσμου και του επόμενου δεν αποτελεί μεγάλη έκπληξη ότι και ο θεός Διόνυσος έχει σχέση με αυτό, αφού και αυτός πεθαίνει και αναγεννάται σαν θεότητα της βλάστησης και επίσης και ο ίδιος λατρευόταν στους Δελφούς.

Αν και πολλοί Έλληνες συγγραφείς αναφέρονται στους Δελφούς απλά σαν τον ναό του Απόλλωνα, ο Πλούταρχος υπογραμμίζει ότι η λατρεία του Διονύσου ήταν εξίσου σημαντική στο χώρο. Ο ίδιος ο Διόνυσος αναφέρει ότι ήταν ιερέας του Απόλλωνα για πολλά χρόνια στους Δελφούς.

Δυστυχώς, εδώ τα πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσότερο αν κάποιος θέλει να ξεδιαλύνει το ρόλο του δελφινιού στους κλασσικούς μύθους που αναφέρουν το Διόνυσο μια και πρόκειται για έναν από τους πιο αινιγματικούς θεούς της αρχαίας Ελληνικής θρησκείας. Καρπός της ένωσης του Δία και της Περσεφόνης, το μωρό Διόνυσος σκοτώθηκε από τους Τιτάνες που τον καταβρόχθισαν ολόκληρο εκτός από την καρδιά του. Ανακαλύπτοντας τη δολοφονία ο Δίας σκότωσε τους Τιτάνες με τον κεραυνό του, κατάπιε την καρδιά και γέννησε τον γιο του, τον Διόνυσο.

Είναι πολύ πιθανόν να γινόταν αναπαράσταση αυτού του μύθου με ανάλογες τελετές που αφορούσαν τη σφαγή ζώων και σεξουαλικά δρώμενα, αν και ποτέ δεν θα είμαστε σίγουροι τόσο για τον ακριβή συμβολισμό όσο και για τι γινόταν στα συγκεκριμένα δρώμενα, αλλά και για τη σημασία της εικονογραφίας του δελφινιού. Ίσως να ήταν εκείνο το ζώο που μετέφερε τον Διόνυσο στον άλλο κόσμο, ίσως να έχει να κάνει σχέση με το γεγονός που είχαν παρατηρήσει πολύ συγγραφείς ότι τα δελφίνια εξαφανίζονταν κατά τους χειμερινούς μήνες, ίσως να σχετίζεται με το γεγονός ότι ο αστερισμός με το όνομα Δελφίνος δεν είναι ορατός από την Ελλάδα στο διάστημα μεταξύ Νοέμβρη και Μάη.

Η ιστορία που σώζεται και συνδέει τον Διόνυσο με τα δελφίνια δεν δίνει αρκετές πληροφορίες σχετικά με τη σημασία τους, αν και τα συνδέει πάλι με τη μετάβαση από τη ζωή προς το θάνατο. Ο Διόνυσος ταξιδεύει μεταμφιεσμένος πάνω σε ένα πειρατικό πλοίο όταν οι ναύτες αποφασίζουν πως αντί να μεταφέρουν τον επιβάτη τους με ασφάλεια στον προορισμό του να τον πουλήσουν για δούλο σε κάποιο άλλο λιμάνι. Ο Διόνυσος τους εκδικείται τρελαίνοντας τους ναύτες με παραισθήσεις οι οποίες τους οδηγούν να πέσουν στη θάλασσα. Σώζονται από βέβαιο πνιγμό μόνο αφού πάρουν πίσω το κακόβουλο σχέδιό τους και μετά ο Διόνυσος για να τους εκδικηθεί τους μεταμορφώνει σε δελφίνια.

Ο μύθος αυτός αναφέρεται συχνά από τους Έλληνες σε περιπτώσεις που αφορούν το θάνατο ενός δελφινιού, σαν μία αποτροπιαστική πράξη, εφόσον τα δελφίνι ήταν κάποτε άνθρωποι και διατηρούν ακόμα τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά τους, όπως η ιδιαίτερη φροντίδα που δείχνουν για τα μικρά τους. Σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες το κυνήγι των δελφινιών ήταν κάτι ανήθικο και όποιος κατάστρωνε σχέδια για την εξόντωσή τους εξαπέλυε εναντίον του την οργή των θεών και δεν μπορούσε ούτε να προσφέρει θυσία στους θεούς, αλλά ούτε και εκείνοι που μοιράζονταν τον ίδιο χώρο μαζί του.

Μετά την ίδρυση του μαντείου των Δελφών, πολλά από τα χαρακτηριστικά του Απόλλωνα δόθηκαν και στα δελφίνια. Σαν ο θεός που προστάτευε τους βοσκούς που έπαιζαν τη φλογέρα ή τον αυλό στο κοπάδι τους συνέδεσε το όνομά του με τη μουσική και από αυτό το δελφίνι στον Ελληνικό μύθο απέκτησε τη φήμη του ζώου που αγαπάει τη μουσική. Σύμφωνα με το έργο του Πλίνιου, «το δελφίνι μπορεί να γοητευθεί από την μουσική και την αρμονία.»

Μέσα στο ίδιο πλαίσιο ο Ηρόδοτος αναφέρει την ιστορία του Αρίωνα που έπαιζε λύρα και τον οποίο κάλεσε στην αυλή του ο Περίανδρος, το τύραννος της Κορίνθου. Ο Αρίωνας ήταν ένας ταλαντούχος και πρωτοπόρος μουσικός του οποίου οι μουσικές παραστάσεις που έδινε σε ολόκληρη τη Μεσόγειο τον έκαναν αρκετά πλούσιο. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του την Κόρινθο μετά από ένα ταξίδι στην Ιταλία, το πλήρωμα στο πλοίο στράφηκε εναντίον του και τον απείλησε να τον ληστέψει και αν τον ρίξει στη θάλασσα.

Ο Αρίωνας προσπαθεί να διαπραγματευθεί για τη ζωή του, αλλά το πλήρωμα δεν του δίνει κανένα περιθώριο: είτε θα πέσει μόνος του είτε θα τον ρίξουν στη θάλασσα. Ο Αρίων για κάποιους λόγους που δεν αναφέρει ο Ηρόδοτος ζητάει την άδεια να τραγουδήσει ένα τελευταίο τραγούδι. Το πλήρωμα συμφωνεί και μετά από αυτό ο Αρίωνας πέφτει στη θάλασσα.

Το πλοίο συνεχίζει, αλλά ο Αρίων αντί να πνιγεί σώζεται από ένα κοπάδι δελφινιών που είχαν μαγευτεί από τη μουσική του και τον μεταφέρουν στην κοντινή ακτή. Επιστρέφει στην Κόρινθο και λέει το επεισόδιο στον Περίανδρο ο οποίος δεν τον πιστεύει. Τελικά ο ίδιος επιβεβαιώνεται όταν το πλοίο φθάνει και το πλήρωμα παραδέχεται ότι είχαν αφήσει τον Αρίωνα σώο και αβλαβή στην Ιταλία.

Εικόνες με δελφίνια να σώζουν ναυτικούς ή να μεταφέρουν ανθρώπους που σώζουν από πνιγμό είναι πολύ κοινές στην προφορική παράδοση και το μύθο. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, για παράδειγμα κάποιος από το νησί της Πάρου ανακάλυψε ότι κάποιοι αιχμαλώτιζαν δελφίνια και θα τα σκότωναν και διαπραγματεύθηκε την απελευθέρωσή τους. Κάποιο καιρό μετά και ενώ ταξίδευε μεταξύ Πάρου και Νάξου το πλοίο του αναποδογύρισε σε μία καταιγίδα. Από όλο το πλήρωμα σώθηκε μόνο ο ίδιος από ένα δελφίνι που τον μετέφερε στην ακτή.

Σε μία άλλη ιστορία που αναφέρει ο Αιλιανός ένα δελφίνι ερωτεύθηκε ένα όμορφο αγόρι και προσπάθησε να τον παρασύρει ώστε να τον κάνει φίλο. Κάθε μέρα το δελφίνι περίμενε το αγόρι να τελειώσει το μάθημά του και οι δύο μαζί ξεκινούσαν να φύγουν με το δελφίνι να μεταφέρει το αγόρι στην πλάτη του μέσα στη θάλασσα. Κάποιες φορές κολυμπούσαν πλάι πλάι, κάποιες φορές συναγωνίζονταν και το δελφίνι άφηνε το αγόρι να κερδίζει.

Κάποιες άλλες το δελφίνι άφηνε το αγόρι να το καβαλικεύει στην πλάτη του και τότε ήταν που ήρθε η καταστροφή. Το αγόρι γλιστράει και πέφτει κατά λάθος πάνω στο ρύγχος του δελφινιού με αποτέλεσμα να τραυματιστεί θανάσιμα. Όταν το δελφίνι αντιλήφθηκε τι είχε συμβεί κολύμπησε πίσω στην ακτή και σύρθηκε έξω φέρνοντας μαζί το σώμα του νεκρού φίλου του. Ο κόσμος συγκινημένος από την αγάπη του δελφινιού έθαψε το δελφίνι δίπλα στο αγόρι.

Αυτή η ιστορία προσθέτει μία επιπλέον διάσταση στα μυθολογικά χαρακτηριστικά του δελφινιού καθώς εμφανίζεται ανώτερο από όλα τα ζώα έχοντας επίσης μία αίσθηση ηθικής και τιμής.

Αργότερα ο χριστιανισμός όπως έκανε και με άλλα θέματα υιοθέτησε πολλούς Ελληνικούς μύθους και τους έφερε στα μέτρα του. Αρκετοί άγιοι των πρώτων χριστιανικών αιώνων σώθηκαν από πνιγμό με τη βοήθεια δελφινιών θυμίζοντας σε μεγάλο βαθμό τις αντίστοιχες ιστορίες από τον Ελληνικό μύθο.

Τα δελφίνια μιλούν, έχουν κι ονόματα! Τα δελφίνια αποδεικνύουν περίτρανα για άλλη μια φορά την ευφυΐα τους- και μάλιστα την κοινωνική ευφυΐα τους, μέσα από ένα πείραμα επιστημόνων του Wild Dolphin Ρroject στη Φλόριδα, στο πλαίσιο του οποίου άνθρωποι και δελφίνια «συνομίλησαν» σε μια κοινή πρωτόγονη γλώσσα.

Στις αμμουδιές του Ομήρου

Στις αμμουδιές του Ομήρου, στην άλλη όχθη του Αιγαίου, έγιναν χιλιάδες χρόνια πριν, μάχες σώμα με σώμα ανδρών με δύναμη σωματική και ψυχική υπερανθρώπου. Ανδρών επικών διαστάσεων που σημάδεψαν τη Φυλή για Πάντα. Μα στο πέρασμα του Χρόνου, η άμμος κάλυψε τα ίχνη τους και ήρθαν αιώνες που οι άνθρωποι, οι σπουδαγμένοι και πολιτισμένοι της Δύσης, είχαν την πεποίθηση πως δεν πρόκειται παρά για δημιουργήματα της φαντασίας ενός Έλληνα στα πολύ αρχαία χρόνια. Κι όμως, πόσο υπέροχη φαντάζει η Αιώνια Αλήθεια του Ελληνικού Λόγου στις αμμουδιές του Ομήρου που διασώζονται στα Έπη, στην ψεύτικη πραγματικότητα των αγορών του Σήμερα.

Ο Μύθος

Οι προφητείες και οι Οιωνοί Κατάκτησης του Κάστρου του Ιλίου

Μύθοι πολλοί που πλέκονται και ξετυλίγονται ως τα Πέρατα του Κόσμου γύρω από τα θεϊκά Τείχη της Τροίας. Για να πατήσουν το κάστρο οι θεομάχοι Αχαιοί, έπρεπε να εκπληρωθούν πολλά. Χρησμοί πολλοί, πολλές προφητείες που θα σήμαιναν τη Νίκη. Ο μεγάλος στόλος των Δαναών πλησίαζε τις ακτές του Ελλήσποντου. Αράζουν τα καράβια στο λιμάνι της Λήμνου για να ξεκουραστούν τα πληρώματα και να πατήσουν την ακτή με περισσότερη ορμή. Αφού τελείωσε το δείπνο και ξεκίνησαν να συζητούν οι άρχοντες του Μυκηναϊκού Κόσμου, για το ποια στρατηγική, ποια τακτική είναι καλύτερη να ακολουθήσουν προκειμένου να αλώσουν το κάστρο. Οι Τρώες, είχαν δυνατό στρατό, καθώς η ράτσα των αλόγων τους που έσερνε τα άρματα της μάχης, ήταν ξακουστή για την ταχύτητα και τη δύναμή τους και η γη της Τρωάδας, έτρεφε αμέτρητα κοπάδια της ράτσας. Έπειτα, το στρατό τους διοικούσε άνδρας ευγενής, περήφανος που ήταν συνάμα και οξυδερκής, γενναίος στις συγκρούσεις και πολύ ικανός πολεμιστής. Ο Έκτωρ. Επιπλέον, στρατοί από βάρβαρα Έθνη της Ανατολής, σύμμαχοι των Τρώων έστερξαν να ενισχύσουν την άμυνα τους αλλά και οι πολεμοχαρείς Θράκες. Ο εχθρός φάνταζε ανίκητος και παντοδύναμος. Αδύνατο να πατηθούν τα Κυκλώπεια Τείχη που είχαν χτίσει θεοί δυνατοί, Απόλλωνας και ο Ποσειδώνας.

Η συζήτηση προχωρά και ο λόγος φτάνει στον Αχιλλέα. Ο τρανός Αχιλλέας, υποστηρίζει πως η μόνη στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσουν είναι η γενναιότητα στη μάχη. Η ασυγκράτητη ιερή μανία για Εκδίκηση και Νίκη. Μονάχα η ορμή στο πεδίο της μάχης και φονεύοντας τους πιο γενναίους των εχθρών, θα αναγκάσει το βασιλιά της Τροίας, τον Πρίαμο, να παραδώσει και την Ωραία Ελένη και τους θησαυρούς που είχε αρπάξει ο Πάρις μέσα από το παλάτι του Μενέλαου στη Σπάρτη αλλά και όσα του επιβάλλουν οι νικητές του Ξίφους.

Το λόγο έπειτα παίρνει ο πολυμήχανος και πολύτροπος Οδυσσέας. Ο Οδυσσέας υποστηρίζει πως δεν αρκεί η γενναιότητα στη μάχη. Όταν θα σκοτωθούν οι πρίγκιπες της Τροίας και οι πιο ικανοί πολεμιστές της, ο υπόλοιπος στρατός θα κρυφτεί στα απόρθητα τείχη της πόλης που από το βουνό της Ίδης θα μπορεί να λαμβάνει απρόσκοπτα εφόδια. Θα πρέπει λοιπόν, οι Αχαιοί, όχι μόνο γενναιότητα στις μάχες αλλά να εφαρμόσουν και τεχνάσματα που θα εξαπατήσουν τον εχθρό. Ο ευθύς και τίμιος χαρακτήρας του Αχιλλέα, δεν μπορεί να ανεχτεί πως πρέπει να καταφύγει σε τεχνάσματα για να νικήσει τον εχθρό με εξαπάτηση. Τούτο αποτελεί προσβολή στην ανδρεία και τη γενναιότητα του και μειώνει την αξία της μαχητικής ικανότητας και την αξία της πολεμικής τέχνης. Οξύθυμος ως είναι, επιτίθεται φραστικά στον Οδυσσέα. Ο καβγάς ανάβει.

Ο Αγαμέμνων, παρακολουθεί αμίλητος και ατάραχος. Το με χίλιες και δύο έννοιες και θλίψεις μυαλό του Βασιλιά που κρατά το χρυσό σκήπτρο του Δία, παγιδεύεται και μέσα του χαίρεται καθώς η προφητεία πως το κάστρο θα πέσει στα χέρια του αφού πιαστούν στα λόγια οι δύο πρώτοι των Αχαιών. Έχει λησμονήσει τον οιωνό που ερμήνευσε ο Κάλχας πως το κάστρο θα πέσει το δέκατο χρόνο πολεμώντας εννιά χρόνια όταν στο βωμό ενώ έκαιγε ακόμα το θυμίαμα πριν ξεκινήσει η Εκστρατεία, ένα φίδι επιτέθηκε και κατάφαγε εννιά νεοσσούς και έπειτα δέκατη τη μητέρα του και αμέσως πέτρωσε. Αναμοχλεύει τη Νίκη και ένα μειδίαμα χαράσσεται στο πρόσωπό του. Τραγική ειρωνεία καθώς, η σύγκρουση που προμηνύει τη νικηφόρα έκβαση του Πολέμου είναι αυτή που θα εξελιχτεί δέκα χρόνια μετά ανάμεσα στον ίδιο και τον πρώτο πολεμιστή: τον Αχιλλέα που εξαιτίας των προσβολών θα αποσυρθεί από το πεδίο της μάχης.

Όμως, για τον Αγαμέμνονα οι δύο πρώτοι των Αχαιών είναι οι δύο πόλοι σκέψης του πολεμιστή: ο Αχιλλέας και ο Οδυσσέας που γίνονται Αρχέτυπα χάρη στο μεγάλο Όμηρο με τα αξεπέραστα Έπη του.

Διδάγματα

Μέσα από το άγνωστο σχεδόν αυτό επεισόδιο των Ομηρικών Ηρώων, ο Έλληνας, συνειδητοποιεί το Μονοπάτι και τον τύπο πολεμιστή που θα ακολουθήσει για να βαδίσει προς τη Νίκη. Η στρατηγική που θα επιλέξει στο Βίο του για να αλώσει τα Κάστρα του Εχθρού που φαντάζει Παντοδύναμος.

Ο Οδυσσέας είναι ο πολεμιστής που με τεχνάσματα και με λόγια που εξαπατούν τον εχθρό. Είναι ο πολυμήχανος πολεμικός νους που καταστρώνει το σχέδιο του Δούρειου Ίππου και γίνεται ο Εκπορθητής της Τροίας.

Ο Αχιλλέας όμως είναι αυτός που σκοτώνει τον Υπερασπιστή του Ιλίου και πιο ικανό πολεμιστή του Πρίαμου, τον Έκτορα.

Ο Αχιλλέας είναι εκείνος ο ρήγας των Μυκηναίων που έχει κυριεύσει τις περισσότερες πόλεις στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας και της Θράκης, χωρών συμμάχων της Τροίας, στερώντας από τον εχθρό, πλούσιες πηγές εφοδιασμού και παράλληλα ενισχύοντας το στρατό των Αχαιών ενισχύοντας το φρόνημα των συμπολεμιστών του και καταβαραθρώνοντας το ηθικό των Τρώων που θρηνούν για τα χωριά τους, τις γυναίκες της οικογένειάς τους που έγιναν παλλακίδες των Αχαιών. Από την άλλη, ο Οδυσσέας είναι που πετυχαίνει τον αντικειμενικό σκοπό της επιχείρησης, καταστρώνοντας σχέδιο που με νικηφόρο τρόπο τελειώνει την Εκστρατεία και χαρίζει την Αιώνια Δόξα.

Και διόλου εύκολο δεν είναι να επιλέξει ο Αγωνιστής μεταξύ των δύο Αρχετυπικών Μαχητών που η σύγκρουσή τους αντανακλάται πέρα από το Χρόνο και το Χώρο. Αντανακλάται στην εποχή του Μέγα Αλέξανδρου, όπου ο ίδιος αντιπροσωπεύει τις αξίες του Αχιλλέα και ο πολυμήχανος μισθοφόρος αρχιστράτηγος του Δαρείου, ο Μέμνων, τον τρόπο πολέμου του Οδυσσέα. Αντανακλάται στην εποχή των Σταυροφόρων, όπου το δρόμο του Αχιλλέα, ακολουθούν τα τάγματα των Ιπποτών, χριστιανών και μουσουλμάνων ενώ στον Οδυσσέα, μπορεί κανείς να αντιστοιχίσει τα τάγματα των δολοφόνων και δολιοφθορών. Μα, και αιώνες αργότερα σε μια χώρα πολύ μακρινή, στη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου, βρίσκει κανείς αντανάκλαση της Σύγκρουσης των Αρχετυπικών Μορφών του Αχιλλέα και του Οδυσσέα.

Στοχάσου, σκέψου, γυμνάσου σωματικά και πνευματικά. Κι ίσως να μην έχει τόση σημασία να επιλέξεις μία μονάχα τακτική μάχης και να αποκλείσεις την άλλη καθώς στο σύνθετο και πολύπλοκο πόλεμο που δέχεται το Γένος των Ελλήνων στην εποχή της "Νέας Τάξης" με τους τόσους κινδύνους και εχθρούς του Έθνους, ίσως να χρειάζεται να συνδυάσουμε όλες τις αρετές των Ένδοξων Προγόνων μας για να αλώσουμε τα Κάστρα του εχθρού που φαντάζει Παντοδύναμος. Χρειάζεται και ο Οδυσσέας και ο Αχιλλέας για να μπορεί ο Όμηρος να τραγουδά ελληνικά στις αμμουδιές του Αιγαίου και να η φύση η ελληνική να μυσταγωγεί το πρόσταγμα των Πατέρων:

ΑΙΕΝ ΑΡΙΣΤΕΥΕΙΝ

Ο Πλάτων και οι επιστήμες της εποχής του

Ι

Η συγγραφική δραστηριότητα του Πλάτωνα καλύπτει τα πρώτα 50 χρόνια του 4ου αιώνα. Στη διάρκεια αυτής της μεγάλης περιόδου η στάση του απέναντι στις επιστήμες μεταβάλλεται συνεχώς. Στους πρώιμους διαλόγους ο πλατωνικός Σωκράτης παρουσιάζεται αδιάφορος, ή ακόμη και καχύποπτος, για τη φυσιοκρατική και μαθηματική παράδοση των συγχρόνων και των προγενεστέρων του. Το δικό του ενδιαφέρον περιορίζεται στα ηθικά προβλήματα, ενώ η επιστημονική δεξιότητα συχνά αποτελεί καύχημα των σοφιστών αντιπάλων του. Στη μέση περίοδο, με ορόσημο τον Μένω να και τον Φαίδωνα, διαπιστώνουμε μια εντυπωσιακή αναβάθμιση της σημασίας των μαθηματικών. Η μαθηματική γνώση θεωρείται υπόδειγμα ακρίβειας και εγκυρότητας. προ- στάδιο της αληθινής φιλοσοφίας, σε αντίθεση με τη φυσική έρευνα που παραμένει στο περιθώριο. Τέλος στους ύστερους διαλόγους τα επιστημονικά ενδιαφέροντα του Πλάτωνα διευρύνονται σημαντικά τόσο προς την κατεύθυνση των κοινωνικών τεχνικών (ρητορική, νομοθετική, ιατρική) όσο και προς όλο το φάσμα των φυσικών επιστημών.

Στόχος μου είναι να διερευνήσω τους Λόγους απτής της αλλαγής, εξετάζοντας την εσωτερική σχέση της πλατωνικής φιλοσοφίας με τις επιστήμες της ίδιας εποχής.

Πριν προχωρήσουμε ωστόσο στην ανάλυση του προβλήματος. είναι αναγκαίες δύο επισημάνσεις.

II πρώτη είναι μεθοδολογική. Στη σκιαγράφηση που προηγήθηκε κάναμε λόγο για «μαθηματική γνώση». για «φυσικές επιστήμες» και για «κοινωνικές τεχνικές» υιοθετώντας ως ένα βαθμό αναχρονιστική οπτική, αφού οι όροι αυτοί αντανακλούν σημερινές διακρίσεις και όχι αρχαιοελληνικές. Το να αποφύγει ωστόσο κανείς κάθε αναχρονισμό σε ένα κείμενο περί αρχαίας επιστήμης είναι ιδιαίτερα δύσκολο. αν θέλει να γίνει κατανοητός σε σύγχρονους αναγνώστες. Ελπίζω απλώς ότι. γνωρίζοντας τους κινδύνους, θα φθάσουμε στη συνέχεια του κειμένου σε μια ισορροπημένη οπτική καθώς θα προχωρούμε στην ανάλυση των ίδιων των πλατωνικών χωρίων. Το ευτύχημα στην περίπτωσή μας είναι ότι οι φιλόσοφοι του 4ου αιώνα καθόρισαν στην ουσία αυτό που ονομάζουμε επιστήμη. Έτσι ακόμη και αν εμείς σήμερα διαφωνούμε σε επιμέρους σημεία, εξακολουθούμε να αποδεχόμαστε τη βασική πλατωνική και αριστοτελική θέση ότι κύριο χαρακτηριστικό της επιστημονικής γνώσης είναι η ύπαρξη συνεπούς θεωρίας: η επιστημονική γνώση είναι κατ’ ανάγκην θεωρητική γνώση.

Η δεύτερη επισήμανση είναι ιστορική. Μιλήσαμε για αλλαγή της στάσης του Πλάτωνα απέναντι στις επιστήμες δίνοντας την εντύπωση ότι. ενώ η πλατωνική φιλοσοφία εξελίσσεται. οι επιστήμες έχουν κατά τον 4ο αιώνα παγιωθεί. Κάτι τέτοιο φυσικά δεν ισχύει. Στην πραγματικότητα έχουμε παράλληλες εξελίξεις στη φιλοσοφία και στις επιστήμες, παράλληλες εξελίξεις που συχνά είναι αλληλεπιδράσεις. Ο Πλάτων λοιπόν μεταβάλλει τη στάση του απέναντι σε ένα δυναμικό και αναπτυσσόμενο γνωστικό πεδίο, στη διαμόρφωση του οποίου έχει σημαντική συμβολή και ο ίδιος.

II

Μετά από αυτές τις επισημάνσεις, θα επιχειρήσω να συνοψίσω την κατάσταση των διαφόρων επιστημών στις αρχές του 4ου αιώνα, ιεραρχώντας τους κλάδους κατά σειρά ανάπτυξης:[1]

Μαθηματικά

Στη θεωρία των αριθμών και τη γεωμετρία έχουμε σημαντική προϋπάρχουσα γνώση κατά τον 4ο αιώνα. Δεν χρειάζεται να αναφερθεί κανείς στις υποτιθέμενες ανακαλύψεις του Θαλή και του Πυθαγόρα και τις γνώσεις των Αιγυπτίων. Και τα λίγα κείμενα και οι αξιόπιστες μαρτυρίες που διαθέτουμε αρκούν για να δείξουν ότι έχει ήδη γίνει σημαντική πρόοδοί κατά τον 5ο αιώνα, μια πρόοδος που θα επιταχυνθεί μέσα στην πλατωνική Ακαδημία. Η ανακάλυψη των ασύμμετρων μεγεθών τοποθετείται γύρω στο 430 π.Χ., και θεωρείται καθοριστική για την πορεία των ελληνικών μαθηματικών προς τη γεωμετρική επίλυση των αριθμητικών προβλημάτων. Οι Έλληνες μαθηματικοί είναι εξοικειωμένοι με έννοιες όπως η ανάλυση και η σύνθεση, η εις άπειρον απαγωγή, οι θεωρίες των αναλογιών και των μεσοτήτων. Ο Ιπποκράτης ο Χίος παραδίδεται ότι είναι ο πρώτος που συνέγραψε γεωμετρικά «Στοιχεία» στο τέλος του 5ου αιώνα, έχανε δηλαδή συνειδητή προσπάθεια προς την κατεύθυνση της αξιωματικής θεμελίωσης της γεωμετρίας, μια προσπάθεια που θα συνεχιστεί με αυξανόμενη ένταση σε όλη τη διάρκεια του 4ου αιώνα με πρωταγωνιστές τον Αρχΰτα. τον Θεαίτητο. τον Εύδοξο - φίλους και συντρόφους του Σωκράτη και του Πλάτωνα - για να καταλήξει στην εκπληκτική σύνθεση του Ευκλείδη στο τέλος του ίδιου αιώνα.

2. Αστρονομία

Στις φυσιολογικές γνώσεις από την παρατήρηση του ουρανού και των μετεωρολογικών φαινομένων, που έχει κάθε λαός για καθημερινές ανάγκες (τα Έργα και Ημέραι του Ησίοδου είναι ένας τέτοιος μάρτυρας), έρχεται να προστεθεί κατά τον 5ο αιώνα η μεταφορά γνώσης από την Ανατολή: 7 πλανήτες. φάσεις της Σελήνης, ζωδιακός κύκλος. Ελληνικές ανακαλύψεις της ίδιας εποχής θεωρούνται η κλίση της εκλειπτικής και η ανισομέρεια των εποχών. Η προσπάθεια καθιέρωσης ενός αποτελεσματικού ημερολογίου αποτελεί για κάθε κοινωνία το κίνητρο για τη βελτίωση των αστρονομικών της γνώσεων - και ημερολόγιο σημαίνει κατ' ουσίαν ενιαίος καθορισμός των γεωργικών εργασιών, που εξαρτώνται από τον κύκλο του Ήλιου, και των θρησκευτικών εορτών, που εξαρτώνται από τον κύκλο της Σελήνης. Η προσπάθεια αυτή αρχίζει στην Αθήνα κατά το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. με τον Μέτωνα και τον Ευκτήμονα και συνεχίζεται κατά τον 4ο αιώνα. Η ανάγκη ενός ακριβούς ημερολογίου πρέπει να ήταν επιτακτική αν σκεφθεί κανείς τις πολύπλοκες λειτουργίες της πολιτικής κοινωνίας της Αθήνας. Η πρώτη επαρκής αστρονομική θεωρία των πλανητικών κινήσεων. μια θεωρία που σέβεται τα αστρονομικά φαινόμενα και διαθέτει εσωτερική συνέπεια, αναπτύσσεται στα χρόνια του Πλάτωνα από τον Εύδοξο τον Κνίδιο.

3. Θεωρία της μουσικής («αρμονική»)

Η θεωρητική μελέτη της μουσικής αναπτύσσεται στους πυθαγόρειους κύκλους. Στον ίδιο τον Πυθαγόρα (μέσα του 6ου αιώνα π.Χ.) αποδίδεται η ανακάλυψη ότι η μουσική αρμονία ανάγεται σε συνδυασμούς απλών αριθμητικών λόγων, μια ανακάλυψη που ίσως οδήγησε στη γενικευμένη πίστη των Πυθαγορείων ότι η αρχή των πάντων είναι ο αριθμός. Στην εποχή του Σωκράτη η αρμονική έχει πλέον αποκτήσει ενιαία και επεξεργασμένη μαθηματική θεωρία με τον Αρχύτα και τον Φιλόλαο.

3. Ιατρική

Συστηματική ιατρική γνώση πιστοποιείται ήδη στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. με τον Αλκμαίωνα και τον Εμπεδοκλή. Και μολονότι το ιπποκρατικό πρόβλημα παραμένει άλυτο (ο προσδιορισμός των συγγραφέων και της ακριβούς εποχής συγγραφής των ιπποκρατικών κειμένων), οι ειδικοί συμφωνούν ότι κάποιες τουλάχιστον από τις ιπποκρατικές πραγματείες, οι οποίες επιδεικνύουν εμπειρική στάση και ορθολογικό πνεύμα, είναι προπλατωνικές. Ωστόσο η ιατρική ουδέποτε συμπεριλήφτηκε στις επιστήμες κατά την αρχαιότητα. Παραμένει αξιοσέβαστη και χρήσιμη «τέχνη», τόσο στον Πλάτωνα όσο και στον Αριστοτέλη.

4. Φυσικές επιστήμες

Βιολογικές γνώσεις αναφέρονται ήδη στον Αναξίμανδρο. Σημαντική πρόοδο στη μελέτη των ζώντων οργανισμών έχουμε με τον Εμπεδοκλή και τους Ατομικούς, όπου κανείς μπορεί να μιλήσει και για αρχή χημείας. Οι γνώσεις αυτές συστηματοποιούνται και επεκτείνονται στον πλατωνικό Τίμαιο και στα βιολογικά έργα του Αριστοτέλη. Φυσική με την έννοια της θεωρίας της κίνησης έχουμε μόνο στο επίπεδο της μεθοδολογικής προσέγγισης με τον Αναξαγόρα και κυρίως με τον Δημόκριτο. Η φυσική επιστήμη απορρίπτεται από τον Πλάτωνα ως αδύνατη, με το επιχείρημα ότι δεν μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε τάξη στον κόσμο των μεταβαλλόμενων αισθητών όντων. Αποκαθίσταται από τον Αριστοτέλη ως επιστήμη ανώτερη από τα μαθηματικά και κατώτερη από τη μεταφυσική, γίνεται όμως φιλοσοφία της φύσης, μια μελέτη των βασικών φυσικών εννοιών (κίνηση, αίτιο, χρόνος, τόπος, συνεχές κ.ο.κ.). από την οποία απουσιάζουν η συστηματική παρατήρηση και οι μετρήσεις.

Η σύντομη επισκόπηση που επιχειρήσαμε δείχνει ότι στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. έχει ήδη επιτευχθεί σημαντική πρόοδος σε επιλεγμένους κλάδους των επιστημών. Είναι γεγονός - σημείο που έχει πολλές φορές επισημανθεί ως χαρακτηριστικό της αρχαίας ελληνικής σκέψης- ότι αναπτύσσονται εκείνοι οι κλάδοι που δεν εξαρτώνται ιδιαίτερα από τη συστηματική παρατήρηση και τον πειραματισμό και, κατά συνέπειαν, προσφέρονται περισσότερο για την οργάνωσή τους σε παραγωγικά θεωρητικά συστήματα. Η γνωστική βεβαιότητα που προσφέρει το παραγωγικό (και μάλιστα αξιωματικό) σύστημα θα οδηγήσει τον Πλάτωνα να ξεχωρίσει από το σύνολο των επιστημών μία περιορισμένη ομάδα, τις οποίες θα αποκαλέσει «μαθήματα» -δηλαδή μαθηματικά- και θα τις καθιερώσει ως το υπόδειγμα της έγκυρης γνώσης. Οι επιστήμες αυτές είναι η αριθμητική, η γεωμετρία, η στερεομετρία. η αστρονομία και η αρμονική. Το ενδιαφέρον είναι ότι η αναμφισβήτητη εμπειρική συνιστώσα της αστρονομίας ή της αρμονικής παραμερίζεται χωρίς μεγάλο δισταγμό. προ- κειμένου να τονιστεί η υπεροχή του αξιωματικού στοιχείου. Παρά τις δειλές αντιρρήσεις του Αριστοτέλη, η αστρονομία και η αρμονική θα παραμείνουν σε όλη την ελληνική αρχαιότητα ενταγμένες στα μαθηματικά και όχι στη φυσική.

Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμη μια παρένθεση ετυμολογικής φύσης.

Κάνουμε λόγο για «επιστήμες» και για «επιστημονική γνώση», για «μαθηματικά» και «μαθηματικούς κλάδους». Η ιστορία της καθιέρωσης αυτών των όρων είναι αρκετά διαφωτιστική.

Η λέξη επιστήμων (από το ἐπίσταμαι=γνωρίζω καλά πώς να πράξω κάτι) υπάρχει ήδη άπαξ στον Όμηρο (Οδύσσεια β 374, ἐπιστήμων βουλῇ τε νόῳ τε) και σημαίνει «γνώστης». «συνετός», όπως αργότερα στον Σοφοκλή, τον Θουκυδίδη και τους ρήτορες. Στον Πλάτωνα διατηρείται η παλιά έννοια, εμφανίζεται όμως και η ειδική νεώτερη («κάτοχος εντελούς γνώσεως», LS). το αντίθετο του δοξαστής. 'Επιστήμη αρχικά σημαίνει καλή γνώση με την έννοια της εμπειρίας, της δεξιότητας, στη συνέχεια εν γένει γνώση (Σοφοκλής Αντιγόνη 721, πάντ’ ἐπιστήμης πλέως). για να πάρει μόνο στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη την αυστηρότερη σημασία της έγκυρης ειδικής γνώσης, που αντιδιαστέλλεται αφενός στην τέχνην και την εμπειρίαν και αφετέρου στην δόξαν. Το επίθετο επιστημονικός εμφανίζεται για πρώτη φορά στον Αριστοτέλη.

Η λέξη επιστήμη επομένως (και τα παράγωγά της) αποκτά το ειδικό της νόημα μόλις στις αρχές του 4ου αιώνα, σε μια διαδικασία που αρχίζει με τον Πλάτωνα και ολοκληρώνεται με τον Αριστοτέλη. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι την ίδια εποχή συνειδητοποιείται η ανάγκη να οριοθετηθεί ένα πεδίο ειδικής γνώσης μέσα στο σύνολο των δεδομένων γνώσεων, τεχνών και δεξιοτήτων.

Το ίδιο μπορεί να διαπιστώσει κανείς με τη λέξη μάθημα. που προέρχεται από το μανθάνω και έχει αρχικά τη σημασία της εν γένει μάθησης (Ηρόδοτος, Σοφοκλής), στη συνέχεια σημαίνει επιπλέον την παιδεία, τη διδαχή και τη γνώση (Αριστοφάνης. Θουκυδίδης. Ισοκράτης) και μόνο στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη εξειδικεύεται η σημασία της για να καλύψει τους μαθηματικούς κλάδους. Τη λέξη μαθηματικός τη βρίσκουμε για πρώτη φορά στον Πλάτωνα τόσο με την έννοια του ικανού για μάθηση, που είναι η πρωταρχική της σημασία, όσο βέβαια κυρίως με την ειδική νεώτερη έννοια.

Φθάνουμε επομένως στο ίδιο συμπέρασμα από άλλο δρόμο. Η κρίσιμη στιγμή για την οριοθέτηση της επιστήμης ως ειδικής έγκυρης γνώσης είναι οι αρχές του 4ου αιώνα, και η οριοθέτηση αυτή συντελείται ακριβώς μέσα στο πλατωνικό έργο.

III

Ας περάσουμε λοιπόν στα ίδια τα πλατωνικά κείμενα και ας αναλύσουμε τον τρόπο με τον οποίο ορίζει ο Πλάτων την επιστήμη.

Στο διαλογικό πλαίσιο των πλατωνικών έργων η ερώτηση που υποβάλλει ο Σωκράτης για το κριτήριο της επιστημονικής γνώσης - τι είναι επιστήμη; - απαντιέται στε­ρεότυπα από τον εκάστοτε συνομιλητή του με επίκληση της χρησιμότητας και της ωφέλειάς της για τους ανθρώπους: επιστημονική γνώση είναι η χρήσιμη γνώση· σπουδαιότερη επιστήμη είναι η χρησιμότερη.

Η απάντηση αυτή επιτρέπει στον Σωκράτη να επισημάνει το θεμελιώδες λάθος των ανθρώπων, και να εισαγάγει τη διάκριση τέχνης και επιστήμης.

«Δεν ήταν αυτό που εγώ ζητούσα, φίλε Πρώταρχε, δηλαδή ποια τέχνη ή ποια επιστήμη διαφέρει από όλες τις άλλες γιατί είναι η μεγίστη και η άριστη και αυτή που μας ωφελεί περισσότερο, αλλά ποια είναι αυτή που αναζητεί τη σαφήνεια και την ακρίβεια και την πληρέστερη αλήθεια (τίς ποτε τό σαφές καί ταἀκριβές καί τό ἀληθέστατον ἐπισκοπεῖ). ακόμη και αν η ίδια δεν θεωρείται σπουδαία κι αν ελάχιστα μας ωφελεί - αυτό είναι που ζητούμε» (Φίληβος 58bc).[2] Κριτήριο επομένως της επιστημονικής γνώσης είναι η αλήθεια που εμπεριέχει, και η αλήθεια συνδέεται με τις έννοιες της σαφήνειας και της ακρίβειας, ενώ δεν έχει καμιά σχέση με τη χρησιμότητα. Η δυνατότητα τώρα της αλήθειας και της βεβαιότητας μιας επιστήμης εξαρτάται κατά τον Πλάτωνα από τη σταθερότητα και τη μη-μεταβλητότητα του αντικειμένου της.

Ο ερευνητής της φύσης, ο κριτής των ανθρώπων και των θεσμών, ασχολείται εξ ορισμού με οντότητες συνεχώς μεταβαλλόμενες.

«Πώς λοιπόν θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε κάτι σαφές και σύμφωνο με την ακριβέστατη αλήθεια για πράγματα που ουδέποτε είχαν, έχουν ή θα έχουν τίποτε το σταθερό και αμετάβλητο... Για όσα πράγματα λοιπόν δεν κατέχουν τα ίδια ούτε την ελάχιστη βεβαιότητα, πώς εμείς θα αποκτούσαμε το οτιδήποτε βέβαιο;[3] Για μας επομένως το βέβαιο και το καθαρό και το αληθές βρίσκεται σε όσα. είναι αιώνια αμετάβλητα και αναλλοίωτα. ή σε εκείνα που είναι περισσότερο συγγενή με αυτά» (Φίληβος 59a-c).

Άρα η αλήθεια πρέπει να αναζητηθεί κατ' αρχήν στον κόσμο των Ιδεών (στα όντα που είναι «αιώνια αμετάβλητα και αναλλοίωτα»). και κατά δεύτερο λόγο στο σύμπαν των συγγενών με τις Ιδέες οντοτήτων. Και συγγενείς με τις Ιδέες οντότητες είναι για τον Πλάτωνα οι μαθηματικές σχέσεις και τα μαθηματικά μεγέθη, αφού μοιράζονται κάτι από τη σταθερότητα: και την ακινησία τους.[4] Σαφής, ακριβής και άρα αληθής γνώση είναι η διαλεκτική (με την πλατωνική έννοια της πραγματικής φιλοσοφίας, της επιστήμης των Ιδεών), και στη συνέχεια οι μαθηματικές επιστήμες. Αντιθέτως η γυμναστική, η μουσική και όλες οι τέχνες δεν μετέχουν στην αλήθεια, γιατί ασχολούνται με μεταβλητά αντικείμενα.[5]

Σε μια πρώτη προσέγγιση, είναι σαφές ότι ο διαχωρισμός της επιστήμης από την τέχνη εμπεριέχει ένα αξιολογικό στοιχείο. Η επιστημονική γνώση, δηλαδή η γνώση των Ιδεών και των μαθηματικών οντοτήτων, είναι ανώτερη από την τεχνική δεξιότητα, και η καλλιέργεια των επιστημών αποτελεί πρωταρχικό καθήκον τόσο για το άτομο όσο και για την πολιτεία.

Η ερμηνεία αυτή είναι σωστή, είναι όμως φτωχή για να εκφράσει όλη την πολυπλοκότητα της πλατωνικής σκέψης. Τον Πλάτωνα δεν τον ενδιαφέρει η γνώση για τη γνώση. 0 ιδεώδης τόπος ανθρώπου για τον Πλάτωνα, όπως για την ελληνική σκέψη των κλασσικών χρόνων, δεν είναι ο απομονωμένος από τον κόσμο σοφός, δεν είναι ο αφαιρετικός επιστήμων και ο μαθηματικός. Ιδεώδης τόπος ανθρώπου παραμένει πάντοτε ο συνετός και δίκαιος πολιτικός - η πλατωνική φιλοσοφία είναι κατ’ αρχήν πολιτική φιλοσοφία. Όταν λοιπόν ο Πλάτων ορίζει την αλήθεια ως κριτήριο οριοθέτησης της επιστήμης από την τέχνη, η οριοθέτηση αυτή δεν έχει σκοπό να υποβαθμίσει την τέχνη. Υπάρχουν τέχνες ιδιαίτερα σημαντικές και χρήσιμες, απόλυτα σεβαστές από όλους, και κρίσιμες για τον οργάνωση της πολιτείας: η μουσική, η αρχιτεκτονική, η ιατρική, η ρητορική και. πάνω απ’ όλες. η πολιτική τέχνη, με την προϋπόθεση βέβαια ότι ασκούνται σωστά. Η εκτίμηση του Πλάτωνα για τις τέχνες φαίνεται άλλωστε και από το γεγονός ότι προς το τέλος της ζωής του θα παρουσιάσει τον Θεό Πλάστη του σύμπαντος με την μορφή «δημιουργού», δηλαδή χειρώνακτα τεχνίτη, στην υποβλητική εξιστόρηση του Τίμαιου.

Η επιστημονική γνώση από την άλλη πλευρά είναι πράγματι η μοναδική γνώση που έχει πρόσβαση στην αλήθεια. Το σημαντικό όμως για τον Πλάτωνα δεν είναι η ανακάλυψη της αλήθειας, αλλά η αξιοποίηση της ανακαλυφθείσας αλήθειας για τη βελτίωση της πολιτείας και την κατάχτηση της ευδαιμονίας. Ο φιλόσοφος βασιλιάς της ιδανικής πολιτείας 6α ασκηθεί 10 χρόνια στις μαθηματικές επιστήμες (Πολιτεία 537cd) και 5 στη διαλεκτική (539e) για να κατακτήσει την πραγματική φιλοσοφία και να εξοπλιστεί έτσι με τα κατάλληλα εφόδια για να διοικήσει δίκαια και συνετά. Πριν ωστόσο του ανατεθούν τα καθήκοντά του θα χρειαστούν άλλα 15 χρόνια εμπειρίας για να δοκιμάσει τα διανοητικά του όπλα στην εξάσκηση της εξουσίας (540a). Η σωστή ρητορική στον Φαίδρα δεν είναι αυτή που απλώς έχει την ικανότητα να πείθει, αλλά αυτή που αξιοποιεί τη «γνώση του σύμπαντος» για να πείσει προς την κατεύθυνση της αλήθειας (2(ii)d-'270c). Η παρατήρηση της ρυθμικής κίνησης των ουρανίων σωμάτων στον Τίμαιο μάς οδηγεί στη σύλληψη της έννοια·; του χρόνου και του αριθμού, δηλαδή στη φιλοσοφία. και η γνώση αυτή μας επιτρέπει να ομαλοποιήσουμε τις άναρχες κινήσεις και της δικής μας ψυχής ώστε να προσεγγίσουμε την ευδαιμονία (47a-c). Στην αλληγορία του σπηλαίου της Πολιτείας ο απελευθερωμένος δεσμώτης που ανεβαίνει στο φως και επικοινωνεί με την Ιδέα του αγαθού, δεν εκπληρώνει την αποστολή του παρά μόνο όταν επιστρέψει στα σκοτάδια του σπηλαίου για να διαφωτίσει και τους άλλους δεσμώτες.[6]

IV

Αυτό που προσπάθησα να δείξω ως εδώ είναι ότι ο Πλάτων. αν και είναι πάντοτε προσανατολισμένος προς την πολιτική και την ηθική, είναι απόλυτα ενήμερος για τις επιστημονικές εξελίξεις της εποχής του. και μάλιστα επεμβαίνει αποφασιστικά στο επιστημολογικό επίπεδο περιορίζοντας το πεδίο της έγκυρης γνώσης σε εκείνους τους κλάδους που έχουν πρόσβαση στην αλήθεια και διέπονται από σαφήνεια και ακρίβεια. Κατά την γνώμη του. τέτοιοι κλάδοι είναι μόνο οι μαθηματικές επιστήμες γιατί, ακριβώς επειδή αναφέρονται σε οντότητες αμετάβλητες, μπορούν να πάρουν τη μορφή σταθερού αξιωματικού συστήματος.

Πιστεύω ωστόσο ότι η σχέση του Πλάτωνα με τις μαθηματικές επιστήμες είναι ακόμη πιο ουσιαστική. Η βαθμιαία εξοικείωσή του με τα μαθηματικά θα οδηγήσει σε μετασχηματισμό της ίδιας της πλατωνικής φιλοσοφίας.

Οι ειδικοί διακρίνουν τρεις φάσεις στην ανάπτυξη της πλατωνικής φιλοσοφίας. Εντελώς σχηματικά, οι πρώιμοι απορητικοί διάλογοι διέπονται από το σωκρατικό πνεύμα. Στους μέσους ή διαλόγους της ωριμότητας εκτίθεται η πλατωνική θεωρία των Ιδεών. Τέλος στους ύστερους διαλόγους ο Πλάτων κατά κάποιον τρόπο προσγειώνεται από το ιδεατό βασίλειο στον πραγματικό, φυσικό και ανθρώπινο, κόσμο.

Θα προσπαθήσω να δείξω ότι τα μαθηματικά και η αστρονομία παίζουν καταλυτικό ρόλο για τη διαμόρφωση αντιστοίχως της δεύτερης και της τρίτης φάσης της πλατωνικής φιλοσοφίας

Στο πλατωνικό έργο δεν υπάρχει διάλογος αφιερωμένος στα μαθηματικά. Σε πολλά ωστόσο πλατωνικά χωρία αναφέρονται οι πρόσφατες μαθηματικές ανακαλύψεις (ασύμμετρα μεγέθη, τρεις μαθηματικοί μέσοι, κανονικά στερεά). χωρίς καμία διάθεση κριτικής, ενώ υπάρχει διάχυτος ο θαυμασμός για τις επιτεύξεις των μαθηματικών.

Στην περίοδο της συγγραφής της Πολιτείας ο Πλάτων θα πρέπει να είχε φθάσει σε βαθειά γνώση των μαθηματικών της εποχής του και να είχε προβεί στην απόλυτα θετική αποτίμησή τους. αφού στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα της ιδανικής του πολιτείας αφιερώνει 10 ολόκληρα χρόνια της εκπαίδευσης των μελλοντικών του κυβερνητών στην αποκλειστική μελέτη των μαθηματικών επιστημών αποκλείοντας κατά το ίδιο χρονικό διάστημα οποιαδήποτε άλλη μελέτη. ακόμη και τη φιλοσοφία.

Ο λόγος που επικαλείται ο Πλάτων για την ενδελεχή σπουδή των μαθηματικών είναι πολιτικός και γνωστικός. Η κυβέρνηση της πολιτείας πρέπει να ανατεθεί στους γνώστες, δηλαδή στους φιλοσόφους, γιατί είναι οι μόνοι που γνωρίζουν πώς να κυβερνήσουν έχοντας ταυτοχρόνως αντιληφθεί ότι υπάρχει και καλύτερη ζωή από τη ζωή του πολιτικού (52lb). Η καλύτερη ζωή είναι η ζωή της αληθινής φιλοσοφίας, η «περιαγωγή της ψυχής από το σκοτάδι στο αληθινό φως, η επάνοδος τοῦ ὄντος» (521c). Η κατάκτηση όμως αυτής της ζωής δεν επιτυγχάνεται αμέσως· προετοιμάζεται από μια συστηματική αγωγή, που στο πιο κρίσιμο και επίπονο στάδιο της καταλήγει στην εκμάθηση των μαθηματικών κλάδων. Αναζητούμε, δηλώνει ο Σωκράτης, ένα «μάθημα» χρήσιμο σε μελλοντικούς κυβερνήτες, «ένα μάθημα που να έχει τη δύναμη να ελκύει την ψυχή από το γίγνεσθαι στο ον (μάθη­μα ψυχῆς ὁλκόν ἀπό τοῦ γινομένου ἐπί τό ὄν)» (521 d). Και το βρίσκουμε στα μαθηματικά. Η αυστηρή παραγωγική δομή των μαθηματικών προετοιμάζει το πνεύμα για να απεξαρτηθεί από τον κίβδηλο κόσμο των φαινομένων, των δοξασιών και των επιθυμιών (από αυτόν τον «βαρβαρικόν βόρ­βορον». 533d). και για να αντιληφθεί ότι η πραγματική γνώ­ση είναι καθαρή νόηση. Η μελέτη των μαθηματικών ανήκει στα «ἀγωγά πρός ἀλήθειαν» (525c) και τα «μεταστρεπτικά ἐπί τήν τοῦ ὄντος θέαν» (525a) μαθήματα, «από τη φύση της οδηγεί στη νόηση, γιατί μας ελκύει με κάθε τρόπο προς την ουσία, αν και κανείς δεν την μεταχειρίζεται σωστά» (523a).

Τέτοιου είδους κρίσεις, ιδίως η τελευταία νύξη. δείχνουν κάτι περισσότερο από τον θαυμασμό του Πλάτωνα προς τα μαθηματικά της εποχής του. Ο Πλάτων γνωρίζει τις μεθόδους των μαθηματικών, δείχνει μάλιστα ικανός να επέμβει κριτικά στη χρησιμοποίηση αυτών των μεθόδων, να αναδείξει τη σημασία τους. ακόμη και να τις ενσωματώσει δημιουργικά στη δική του φιλοσοφία.

Οι μελετητές του πλατωνικού έργου περιγράφουν την ωρίμανση της πλατωνικής φιλοσοφίας που συντελείται με τους διαλόγους της μέσης περιόδου ως μετάβαση από τις τεχνικές του σωκρατικού ελέγχου των πρώιμων διαλόγων στη λεγόμενη υποθετική μέθοδο.

Οι πρώιμοι ή σωκρατικοί διάλογοι είναι ως γνωστόν απορητικοί. Ο Σωκράτης, πιστός στο δόγμα του «οὐδέν οἶδα». περιορίζεται στην εκμαίευση από τους συνομιλητές του της αντίθετης θέσης από αυτήν που αρχικώς με βεβαιότητα εμφανίζονται να υποστηρίζουν σε βασικά ηθικά ερωτήματα της μορφής «τι είναι η οσιότητα, η ανδρεία, η δύναμη, η αρετή κ.ο.κ.». Ο Πλάτων δεν επιτρέπει στον Σωκράτη να προβάλει κάποιες θετικές απόψεις· τον παρουσιάζει να παροτρύνει απλώς τον συνομιλητή του να διατυπώσει αυτά που όντως πιστεύει,[7] και ικανοποιείται μόνον όταν ο ίδιος ο συνομιλητής του αντικρούει την αρχική του πεποίθηση. Με τον σωκρατικό έλεγχο θα λέγαμε ότι έχουμε πρόοδο προς την αλήθεια μόνο στο μέτρο που απομακρυνόμαστε από το λάθος. Η μέθοδος αυτή. η τόσο γοητευτική, είναι σαφές ότι δεν μπορεί να προσφέρει γνωστική βεβαιότητα. Αυτός θα πρέπει να είναι και ο λόγος για τη βαθμιαία εγκατάλειψή της με την ωρίμανση της πλατωνικής φιλοσοφίας.[8]

Η φιλοσοφική υποθετική μέθοδος τώρα, που αντικαθιστά τον σωκρατικό έλεγχο στους μέσους διαλόγους, δεν είναι παρά η υιοθέτηση της αξιωματικής μεθόδου των μαθηματικών και η εφαρμογή της σε ηθικά και γνωστικά προβλήματα. Ότι ο Πλάτων γνωρίζει καλά την αξιωματική μέθοδο των μαθηματικών φαίνεται από το ακόλουθο χωρίο της Πολιτείας.

«Ξέρεις, υποθέτω, ότι αυτοί που ασχολούνται με τις γεωμετρίες. με τις αριθμητικές και τα παρόμοια, θέτουν ως αρχές (ὑποθέμενοι) το περιττό και το άρτιο, κάποια σχήματα, τα τρία είδη γωνιών κ.ο.κ. ανάλογα με αυτό που επιζητούν, και τα θεωρούν αυτά ως γνωστά, τα μεταχειρίζονται ως υποθέσεις (ποιησάμενοι ὑποθέσεις αὐτά), δεν αξιώνουν καμία δικαιολόγηση γι' αυτά ούτε από τους εαυτούς τους ούτε από τους άλλους εκλαμβάνοντάς τα ως προφανή σε όλους, και ξεκινώντας από αυτά περνούν έπειτα στα υπόλοιπα και καταλήγουν με λογική συνέπεια (ὁμολογουμένως) σε εκείνο που από την αρχή ήθελαν να αποδείξουν» (510cd).

Ο άμεσος συσχετισμός της μαθηματικής μεθόδου με τη φιλοσοφική διαλεκτική είναι εμφανής στο 6ο και το 7ο βιβλίο της Πολιτείας, ιδίως στην περίφημη μεταφορά της «γραμμής» (509d-511e). Περισσότερο όμως ενδιαφέρον πιστεύω ότι έχει η διερεύνηση των μαθηματικών χωρίων πρωιμότερων διαλόγων, όπου πρωτοεμφανίζεται το ενδιαφέρον του Πλάτωνα για τα μαθηματικά. Θα σταθώ σε δύο κείμενα της λεγόμενης μεταβατικής περιόδου. Στα κείμενα αυτά φαίνεται ο θαυμασμός, και ως έναν βαθμό η αμηχανία, του Πλάτωνα απέναντι στις επιτεύξεις των μαθηματικών στο επίπεδο της μεθόδου. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι ο Πλάτων δεν διστάζει να δηλώσει ευθέως ότι η φιλοσοφία πρέπει να υιοθετήσει την επιτυχημένη μέθοδο των μαθηματικών.

Το πρώτο κείμενο βρίσκεται στον Μ ένωνα. Τα θέμα του Μ ένωνα είναι το σωκρατικό στερεότυπο ερώτημα αν η αρετή είναι διδακτή. II διαπραγμάτευση ωστόσο είναι διαφορετική από τους πρώιμους διαλόγους, καθώς ο διάλογος είναι γεμάτος γεωμετρικά παραδείγματα και ορισμούς. Ένα από αυτά μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα.

«Ας μου επιτρέψεις λοιπόν. Μένων. να επέμβω και να θέσω το πρόβλημα αν η αρετή είναι διδακτή ή όχι ερευνώντας το ἐξ ὑποθέσεως. Με το «ἐξ ὑποθέσεως» αναφέρομαι στον τρόπο με τον οποίον εξετάζουν συχνά τα θέματά τους οι γεωμέτρες. Όταν ερωτηθούν. για παράδειγμα, σε σχέση με ένα επίπεδο σχήμα, αν το σχήμα αυτό μπορεί να εγγράφει σε κύκλο με τη μορφή τριγώνου, αυτοί μπορεί να απαντήσουν ως εξής: Δεν γνωρίζω ακόμη αν το επίπεδο αυτό σχήμα μπορεί να εγγράψει σε κύκλο- νομίζω όμως ότι μια ορισμένη υπόθεση θα ήταν χρήσιμη γι’ αυτόν τον σκοπό... Έτσι κάνοντας μια υπόθεση (ὑποθέμενος). θα σας πω τι συνάγεται από αυτήν σε σχέση με την εγγραφή του δεδομένου επιπέδου σχήματος στον κύκλο - αν η εγγραφή του είναι δυνατή ή όχι. Το ίδιο λοιπόν ας κάνουμε και εμείς για την αρετή. Εφόσον δεν γνωρίζουμε ούτε τι είναι ούτε τι λογής είναι, ας εξετάσουμε αν είναι διδακτή η αρετή ή όχι ξεκινώντας από μιαν υπόθεση (ὑποθέμενοι αὐτό σκοποῦμεν). Θα θέσουμε το θέμα ως εξής: εφόσον η αρετή ανήκει στις οντότητες που σχετίζονται με την ψυχή. θα είναι κάτι που διδάσκεται ή όχι; Το πρώτο που πρέπει να εξετάσουμε είναι το αν η αρετή είναι γνώση (ἐπιστήμη) ή είναι κάτι διαφορετικό· και στη συνέχεια, αν αυτό σημαίνει ότι είναι διδακτή ή όχι» (86e-87b).

Το γεωμετρικό παράδειγμα είναι αρκετά τεχνικό και. κατά τον Πλαστό, επιλέγεται επίτηδες.[9] Ο Πλάτων θέλει να τονίσει ότι η γεωμετρία είναι δύσκολη επιστήμη, δεν είναι προσιτή στον καθένα αλλά απαιτεί ειδικές νοητικές προδιαγραφές. μελέτη και αφοσίωση.[10] Με τον τρόπο που είναι διατυπωμένο το γεωμετρικό πρόβλημα, δεν γίνεται εύκολα κατανοητό. Για τις δικές μας ωστόσο ανάγκες αρκεί η διασάφηση της υιοθετούμενης μεθόδου - και εδώ τα πράγματα είναι αρκετά σαφή. Ο Σωκράτης ορίζει την «ἐξ ὑποθέσεως» έρευνα ως αντικατάσταση μιας προβληματικής πρότασης Α με μια άλλη γενικότερη πρόταση Β («υπόθε­ση»). τέτοια ώστε η Α να αληθεύει αν η Β είναι αληθής.

H εφαρμογή που προτείνεται στην ηθική φιλοσοφία είναι η εξής: η προβληματική πρόταση Α είναι η πρόταση «η αρετή είναι διδακτή», η κατάφαση δηλαδή του κεντρικού φιλοσοφικού ερωτήματος του Μένωνα. Η υπόθεση που προτείνει ο Σωκράτης είναι η νέα πρόταση Β «η αρετή είναι γνώση». Είναι προφανές ότι αν η αρετή είναι γνώση, τότε η αρετή, ως γνώση, είναι διδακτή, δηλαδή αν η υπόθεση R αποδειχθεί σωστή τότε θα ισχύει και το ζητούμενο (η πρόταση Α).

Ο διάλογος τελειώνει μετά από αρκετά μεγάλη συζήτηση χωρίς ουσιαστικές λύσεις. Δεν είναι απολύτως σαφές αν ο Σωκράτης πέτυχε να αποδείξει την υπόθεσή του και. κα­τά συνέπειαν, το αρχικό του ζητούμενο. Το σημαντικό όμως για μας είναι ότι βρισκόμαστε πολύ μακριά από τον σωκρατικό έλεγχο. Βλέπουμε για πρώτη φορά σε πλατωνικό κείμενο -καθώς ο Μένων προηγείται κατά γενική ομολογία του Φαίδωνα και της Πολιτείας- μια νέα μέθοδο ανάλυσης των παραδοσιακών φιλοσοφικών προβλημάτων, μια μέθοδο που δηλώνει ευθέως τη μαθηματική της προέλευση.

Το δεύτερο κείμενο βρίσκεται στον Φαίδωνα. Κατά μια έννοια είναι ακόμη πιο εντυπωσιακό, γιατί εντάσσεται σε ένα κρίσιμο αυτοβιογραφικό χωρίο, όπου ο Σωκράτης-Πλάτων περιγράφει πώς απογοητεύτηκε από την γνωριμία του με την προσωκρατική έρευνα των αιτίων και πώς έφθασε να προτείνει με μορφή υπόθεσης τα ίδια τα θεμέλια της θεωρίας των Ιδεών. Συγκεκριμένα αποφασίζει να κάνει δύο. τολμηρές πραγματικά, «υποθέσεις», δύο «υποθέσεις» που καθόρισαν τη μοίρα της φιλοσοφίας. Η πρώτη «υπόθεση» είναι ότι υπάρχουν Ιδέες, και η συμπληρωματική της δεύτερη «υπόθεση» ότι τα επιμέρους αισθητά μετέχουν στην αντίστοιχη Ιδέα.

«Εν πάση περιπτώσει. μ’ αυτόν τον τρόπο ξεκίνησα: κάθε φορά δέχομαι ως αρχή (ὑποθέμενος) εκείνον τον λόγο που κρίνω ισχυρότερο. Όσα τώρα πράγματα πιστεύω ότι είναι σύμφωνα μ’ αυτόν. τα δέχομαι ως αληθή, είτε πρόκειται για αναζήτηση αιτίας είτε για οτιδήποτε άλλο... Υποθέτω λοιπόν ότι το Ωραίο, αυτό καθ' εαυτό. υπάρχει (ὑποθέμενος εἶναι τι καλόν αὐτό καθ' αὐτό). όπως υπάρχει και το Αγαθό και το Μεγάλο και όλα τα άλλα... Εξέτασε τώρα αυτό που έρχεται αμέσως μετά από την ύπαρξη εκείνων και σκέψου αν συμφωνείς μαζί μου. Αν υπάρχει κάποιο άλλο ωραίο πράγμα εκτός από το καθ' εαυτό Ωραίο, έχω την εντύπωση ότι είναι ωραίο μόνο και μόνο επειδή μετέχει στο απόλυτο Ωραίο (μετέχει ἐκείνου τοῦ καλοῦ). Και το ίδιο ισχύει για όλα τα άλλα...

Αν τώρα πάλι έρθει κανείς και σου δηλώσει ότι αποδέχεται πλήρως αυτήν την υπόθεση, εσύ θα τον παρακάμψεις και δεν θα αποκριθείς παρά μόνο αφού εξετάσεις αν όσα προκύπτουν από αυτήν την υπόθεση συμφωνούν μεταξύ τους ή αντιφάσκουν. Αν μάλιστα χρειαστεί να δώσεις λόγο και για την ίδια την υπόθεση, θα το κάνεις με τον ίδιο τρόπο: θα αποδεχθείς πάλι μια άλλη υπόθεση (ἄλλην ὑπόθεσιν ὑποθέμενος). αυτήν που θα σου φανεί καλύτερη από τις ανώτερες (άνωθεν) υποθέσεις. έως ότου φτάσεις σε κάτι ικανοποιητικό» ( Φαίδων 99d κ.ε).

Ο Πλάτων δείχνει να γνωρίζει ότι η θεωρία των Ιδεών είναι ένα μεταφυσικό δόγμα, η αλήθεια του οποίου, αυστηρά μιλώντας. δεν μπορεί να αποδειχθεί. Στους πλατωνικούς διαλόγους όποτε πρόκειται να γίνει μνεία των Ιδεών, οι συνομιλητές θεωρούν την ύπαρξή τους δεδομένη. Πουθενά στο πλατωνικό έργο δεν υπάρχει απόδειξη της ύπαρξης των Ιδεών.[11]Αν λοιπόν δεν μπορεί να υπάρξει απόδειξη των Ιδεών, μπορούμε τουλάχιστον να λειτουργήσουμε όπως οι μαθηματικοί, οι οποίοι θέτουν ως αξίωμα ή ως υπόθεση μια εύλογη αλλά αναπόδεικτη θέση και εξετάζουν τις συνέπειες που προκύπτουν απ' αυτήν. Λυτό που υποστηρίζει στον Φαίδωνα ο Σωκράτης είναι ότι η «υπόθεση» των Ιδεών εί­ναι η μοναδική ικανοποιητική Θε03ρία που διαθέτουμε για να προσδιορίσουμε τις αιτίες των πραγμάτων.

Η πλήρης αφομοίωση των μαθηματικών επιστημών θα ολοκληρωθεί στην Πολιτεία. Τώρα μάλιστα ο Πλάτων αισθάνεται ικανός για να προχωρήσει και σε κριτική της μαθηματικής γνώσης, δείχνοντας τα όρια της υποθετικής μεθόδου. Η πραγματική φιλοσοφία ξεκινά εκεί που σταματούν τα μαθηματικά, είναι στην ουσία υπέρβαση των μαθηματικοί και ολοκλήρωση της αυστηρής παραγωγικής τους λογικής. Η βασική της διαφορά είναι ότι δεν δεσμεύεται από αξιώματα, τα οποία δεν μπορεί να αιτιολογήσει (λόγον διδόναι αὐτῶν, 533c), αλλά φθάνει στα πραγματικά θεμέλια της σκέψης, στο «τέλος τού νοητού» (53‘2b). Στη διαλεκτική τα αξιώματα (οι «υποθέσεις») «δεν εκλαμβάνονται ως αρχές αλλά ως πραγματικές υπο-θέσεις. λειτουργούν σαν εφαλτήρια για να ανεβεί ο Λόγος μέχρι την ανυπόθετη αρχή του παντός και. αφού την αγγίξει, να στηριχθεί στα στηρίγματά της και πάλι να κατεβεί ως των καθαρών Ιδεών. χωρίς καμία προσφυγή στα αισθητά (511 be). Παρά τις κριτικές παρατηρήσεις, είναι εμφανές ότι η προγραμματική μέθοδος της πλατωνικής διαλεκτικής οικοδομείται επάνω στη λογική των μαθηματικών.

V

Η αξιωματική δομή των μαθηματικών λειτουργεί λοιπόν ως υπόδειγμα για τη θεμελίωση της θεωρίας των Ιδεών, όταν ο Πλάτων αντιλαμβάνεται τις γνωστικές αδυναμίες του σωκρατικού ελέγχου και αποφασίζει να οικοδομήσει το δικό του φιλοσοφικό σύστημα στους μέσους διαλόγους. Ισχυρίζομαι ότι και στην τελευταία στροφή της πλατωνικής φιλοσοφίας ρόλο καταλύτη παίζει πάλι μια μαθηματική επιστήμη. αυτή τη φορά η αστρονομία.[12]

Ο τρόπος αντιμετώπισης της αστρονομίας στους μέσους διαλόγους είναι αμφίσημος. Η αστρονομία αναγνωρίζεται ως άξιο διδαχής μάθημα, με τη μορφή όμως μιας ιδεατής κινηματικής, ως η μελέτη των ομαλώς κινουμένων όγκων, ενώ το παρατηρησιακό της κομμάτι απορρίπτεται. Η παραίνεση του Πλάτωνα στους αστρονόμους είναι να «αφήσουν κατά μέρος τα ουράνια φαινόμενα, αν θέλουν, καλλιεργώντας την αληθινή αστρονομία, να μετατρέψουν από άχρηστο σε χρήσιμο εκείνο το μέρος της ψυχής που μετέχει στη φρόνηση» (Πολιτεία 530bc). Η στάση αυτή εναρμονίζεται με την απέχθεια που επιδεικνύει αυτήν την εποχή ο Πλάτων προς τον αισθητό κόσμο της συνεχούς μεταβολής και της φθοράς, εναρμονίζεται με την απόρριψη της δυνατότητας θεμελίωσης μιας έγκυρης φυσικής επιστήμης.

Στο τέλος του 5ου αιώνα π.Χ.. σε μια σύντομη χρονική περίοδο, παρατηρείται συσσώρευση σημαντικών αστρονομικών πληροφοριών στον ελλαδικό χώρο. Οι γνώσεις αυτές θα πρέπει να άνοιξαν ένα νέο πεδίο ενδιαφέροντος και μελέτης, αλλά θα ενίσχυσαν αναμφίβολα και τα επιχειρήματα των διαφωτιστών του 5ου αιώνα κατά της παραδοσιακής θρησκείας και των κατεστημένων αξιών. Ο ουρανός έμοιαζε να χάνει το κόρος του ως έδρα της αιώνιας θεϊκής τάξης, καθώς στην ουσία όλες οι νέες γνώσεις δεν ήταν παρά αποκαλύψεις ανωμαλιών στην κίνηση των ουρανίων σωμάτων.

Ενδεικτική του νέου ρεύματος ιδεών θα πρέπει να θεωρηθεί η αστρονομική προσέγγιση του Δημόκριτου. Ήταν μια φιλοσοφική ιδιοποίηση των ουρανίων φαινομένων σύμφωνη με τις γενικές αρχές του μηχανιστικού υλισμού των Ατομικών. Ο ουρανός χάνει οποιαδήποτε ιδιαιτερότητα και γίνεται ένα ακόμη πεδίο που υπόκειται στη φυσική αναγκαιότητα. όπου δρουν οι ίδιες φυσικές δυνάμεις, έλξεις και δίνες που δρουν και στην επιφάνεια της Γης. Οι αστρονομικές ανωμαλίες δεν εκλαμβάνονται ως πρόβλημα αλλά απλώς ως φαινόμενο προς ερμηνεία. Η επιλογή του Δημόκριτου υπακούει σε ένα αίτημα φυσικής αιτιολόγησης, σε μία προσπάθεια να υποταχθούν και οι πλανητικές κινήσεις στην ἀνάγκη φύσεως. Οι πλανήτες εκτελούν μια κίνηση σύμφωνη με τη φυσική αναγκαιότητα, καθώς υποτάσσονται στην επίδραση μιας κοσμικής δίνης που εξηγεί τη βαθμιαία καθυστέρηση τους σε σχέση με τους απλανείς αστέρες. Η αστρονομία εντάσσεται στη φυσική και όχι στα μαθηματικά.

Σε έναν βαθμό η προσέγγιση του Πλάτωνα αποτελεί απάντηση στον μηχανιστικό υλισμό των Ατομικών και στην ασέβεια που αναπόφευκτα απορρέει από αυτόν. Στο αστρονομικό επίπεδο, η σύγκρουση της πλατωνικής και της δημοκρίτειας προσέγγισης εδράζεται στην εντελώς διαφορετική αποτίμηση του φαινομένου, του δεδομένου της παρατήρησης. Ενώ ο Πλάτων δεν θα διστάσει, να φθάσει στην υπερβολή προκειμένου να καταγγείλει την πλαστή εγκυρότητα των δεδομένων της όρασης, ο Δημόκριτος εκλαμβάνει το φαινόμενο κατά γράμμα.

Αυτά ισχύουν στους μέσους διαλόγους. Ωστόσο στο ύστερο πλατωνικό έργο η αντιμετώπιση της αστρονομίας αλλάζει ριζικά. Στον Τίμαιο ο Πλάτων θα παρουσιάσει τον δημιουργό του σύμπαντος με τη μορφή ενός γεωμέτρη και αστρονόμου. 0 δημιουργός βάζει σε απόλυτη τάξη τον ουρανό, χωρίς όμως τώρα να παραβλέπει τις ανωμαλίες της ορατής κίνησης των πλανητών. Οι ανώμαλες περιοδικές κινήσεις καταγράφονται λεπτομερούς, συστηματοποιούνται και ανάγονται σε ομαλές κυκλικές κινήσεις, όπως ακριβώς ένας ικανός γεωμέτρης θα ανέλυε μια κλειστή καμπύλη σε σύνθεση κύκλων. Ο Πλάτων ακολουθεί την αρχή (το αξίωμα) ότι η μόνη επιτρεπτή κίνηση στον ουρανό είναι η ομαλή κυκλική κίνηση - μια αρχή που 6α καθορίσει την μοίρα της μεταγενέστερης αστρονομίας μέχρι τον Kepler. Τώρα όμως έχει τη γνώση, τα μαθηματικά μέσα. που του επιτρέπουν να μετασχηματίσει μια πολύπλοκη περιοδική κίνηση σε σύνθεση ομαλών κυκλικών κινήσεων. Δεν υπάρχει λοιπόν κανένας λόγος να παρακάμψει τις ανωμαλίες του ουρανού αφού μπορεί να τις επιλύσει γεωμετρικά.

Αυτό που σίγουρα βλέπει ο παρατηρητής του ουρανού είναι ότι οι πλανήτες ακολουθούν την ημερήσια κίνηση του σύμπαντος. με τη διαφορά ότι βαθμιαία «μένουν πίσω» από τους απλανείς. Υπάρχουν δύο τρόποι να ερμηνευτεί το αναμφισβήτητο αυτό φαινόμενο. Ή θα σεβαστούμε το φαινόμενο και θα πούμε, όπως ο Δημόκριτος, ότι η ιδιαιτερότητα της κίνησης ενός πλανήτη είναι η καθυστέρησή του ως προς τους απλανείς, τους οποίους όμως κατά κανόνα ακολουθεί και από τους οποίους άρα εξαρτάται. Ή θα υπερβούμε το φαινόμενο και θα πούμε, όπως ο Πλάτων, ότι ο πλανήτης δεν υστερεί ως προς τους απλανείς αλλά κινείται με δύο ομαλές κινήσεις ταυτοχρόνως. με την κίνηση των απλανών και με την αυτόνομη δική του αντίθετη κίνηση. Στην πρώτη περίπτωση. στρεφόμαστε προς την αιτιολογία της ίδιας της ιδιαιτερότητας της κίνησης, ενώ στη δεύτερη αποκαλύπτουμε ότι η ανωμαλία της φαινομένης κίνησης είναι κίβδηλη.

Αν ο Πλάτων επιλέγει την αρχή της ανεξάρτητης κίνησης των πλανητών είναι γιατί είναι η μόνη που οδηγεί σε γεωμετρική επίλυση των κινηματικών προβλημάτων. Η αστρονομία γίνεται κλάδος των μαθηματικών. Η απόπειρα του Δημόκριτου, η οποία με τα σημερινά κριτήρια θα μπορούσε να θεωρηθεί δικαιολογημένη, αποδείχθηκε στείρα. Χρειάστηκαν 20 αιώνες για να ανανεωθεί το ενδιαφέρον για τις φυσικές εξηγήσεις του ουρανού με τον Νεύτωνα. Αντιθέτως, η αρχή της ανεξάρτητης κίνησης των πλανητών που καθιερώνει ο Πλάτων, αποδέσμευσε τους αστρονόμους από τα πολύπλοκα προβλήματα της φυσικής αιτιότητας και οδήγησε στην εκπληκτική κατασκευή της αρχαίας μαθηματικής αστρονομίας, του πρώτου επιστημονικού κλάδου της ανθρωπότητας. Αυτό που κάνει γόνιμη την πλατωνική οπτική είναι η πεποίθηση ότι η φυσική πραγματικότητα πρέπει να έχει μαθηματική δομή αν θέλει είναι ορθολογική.

Θα μέναμε εδώ αν θέλαμε να τονίσουμε απλώς την επίδραση του πλατωνισμού στην ανάπτυξη της επιστήμης.[13]

Το κίνητρο μας ωστόσο ήταν η ίδια η πλατωνική φιλοσοφία. Θα επαναλάβω λοιπόν ακόμη μια φορά ότι ο Πλάτων δεν αρκείται στη γνώση για τη γνώση. Ο Τίμαιος μπορεί να άνοιξε τον δρόμο στη μαθηματική αστρονομία, για τον Πλάτωνα όμως όλη αυτή η επιβλητική κατασκευή δεν είναι αυτοσκοπός· παραμένει μέσο για την κατάκτηση της ευδαιμονίας. Αν οι κινήσεις του ουρανού είναι στην πραγματικότητα ομαλές, τότε υπάρχει ένας τουλάχιστον τομέας του αισθητού κόσμου που διέπεται από τάξη και αρμονία. Μπορούμε λοιπόν να στρέψουμε τα μάτια του σώματος αλλά και τα μάτια της ψυχής μας σε αυτόν τον στόχο, και τότε το κέρδος μας θα είναι μεγάλο. Θα ανακαλύψουμε ότι οι κινήσεις του ουρανοί) ορίζουν την έννοια του χρόνου, και από εκεί θα φθάσουμε στη σύλληψη του αριθμού, στο θεμέλιο κάθε φιλοσοφίας. Καθώς μάλιστα η ανθρώπινη ψυχή είναι μικρογραφία της ψυχής του Κόσμου, η κατανόηση των κινήσεων του ουρανού βοηθά στην κατανόηση και της δίκης μας ψυχικής δομής, μας επιτρέπει με πολύ προσπάθεια και πειθαρχία να εναρμονίσουμε την ψυχή μας με το κοσμικό μας πρότυπο και έτσι να φθάσουμε στην ευδαιμονία.

Το ύστερο πλατωνικό έργο - ο Τίμαιος, ο Φίληβος και οι Νόμοι - μαρτυρεί μια ευδιάκριτη στροφή προς την εκκοσμίκευση της φιλοσοφίας. 0 δρόμος της ευδαιμονίας γίνεται τώρα πιο προσιτός, και μάλιστα προσιτός σε όλους τους ανθρώπους και όχι μόνο σε μια μικρή ομάδα προικισμένων φιλοσόφων. Συντελείται μέσα στο αισθητό σύμπαν και όχι σε έναν υπερουράνιο τόπο. Δεν επιζητεί τον εκμηδενισμό του σώματος και των αισθήσεων, αλλά απλώς την άσκηση του νου. συνδυάζεται μάλιστα και με την ηδονή, όπως θα μας πει ο Πλάτων στον Φίληβο. Όσο για τις πολιτείες των ανθρώπων, η ηθική και πολιτική τάξη δεν ανατίθεται πλέον στον φωτισμένο φιλόσοφο-βασιλέα. αλλά στον συνετό και προνοητικό νομοθέτη.

Ο Πλάτων αποφασίζει στην τελευταία φάση της ζωής του να στραφεί στην κοσμολογία και τη φυσική, αναιρώντας στην πράξη την περιφρόνησή του προς τα φαινόμενα, γιατί αντιλαμβάνεται ότι. με το να «παραχωρήσει» αυτόν τον τομέα της γνώσης (της ασαφούς έστω γνώσης με τα πλατωνικά κριτήρια) στους υλιστές αντιπάλους του. αδυνατεί να αντιμετωπίσει τον ολέθριο σχετικισμό τους στο πεδίο της ηθικής και πολιτικής συμπεριφοράς. Αν δεχτούμε ότι όλο το φυσικό σύμπαν είναι άλογο και χαώδες - και για τον Πλάτωνα άλογο και χαώδες είναι οτιδήποτε στερείται σχεδίου και σκοπού) -, τότε με ποιον τρόπο, σε ποια θεμέλια και με ποια πειθώ θα υπερασπιστούμε την ορθολογικότητα της ανθρώπινης πράξης. Αντί να διασώσουμε μια ειδική ομάδα ανθρώπων με εξαιρετικές προδιαγραφές από το γενικό χάος. ευελπιστώντας ότι η απόδοση της εξουσίας σ' αυτούς θα επιφέρει εντέλει τάξη και στην πόλη. είναι προτιμότερο να αντιστρέφουμε την εικόνα που έχει όλος ο κόσμος για τη φύση. Κλειδί σ’ αυτήν την αντιστροφή της εικόνας είναι η νέα μαθηματική αστρονομία που αποκαθιστά την τάξη του ουρανού. Σε ένα έλλογο και τακτικό σύμπαν η κατά γενική ομολογία ανορθολογική συμπεριφορά των ανθρώπων φαίνεται πλέον παράταιρη και ιάσιμη.
------------------------
[1] Για μια σύντομη και περιεκτική περιγραφή της ανάπτυξης της αρχαίας επιστήμης βλ. Clagett 119551. Για τα μαθηματικά βλ. Fowler [1987]. Για την αστρονομία βλ. Dicks [1970] και Ncugcbauer [1975].

[2] Βλ. την αντίστοιχη επιχειρηματολογία στο 7ο βιβλίο της Πολιτείας. Λ.χ. για την εισαγωγή της αστρονομίας στην εκπαίδευση των φυλάκων: «ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Τι λες να ορίσουμε ως τρίτο μάθημα την αστρονομία; Ή δεν συμφωνείς; ΓΛΑΥΚΩΝ: Γιατί όχι; Το να παρατηρεί κανείς καλύτερα τις εποχές, τους μήνες και τα έτη δεν είναι μόνο χρήσιμο στη γεωργία και στη ναυτιλία αλλά εξίσου και στην τέχνη της στρατηγικής. ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Είσαι μα την αλήθεια πολύ γλυκός γιατί φαίνεσαι να φοβάσαι τους πολλούς μήπως σε κατηγορήσουν ότι εισάγεις άχρηστα μαθήματα... Το δύσκολο είναι να πιστέψει κανείς ότι με την ενασχόληση με αυτό το μάθημα ένα όργανο της ψυχής ανακαθαίρεται και αναζωογονείται από την απώλεια και την τύφλωση που είχε υποστεί με τις υπόλοιπες ασχολίες. Το όργανο αυτό αξίζει να σωθεί περισσότερο από χίλια μάτια· γιατί μόνο αυτό βλέπει την αλήθεια» (527d). Πρβ. Πολιτεία 525c.

[3] Η ίδια ιδέα στον Τίμαιο (29bc): «Οι προτάσεις λοιπόν που αναφέρονται σε αυτό που είναι σταθερό, βέβαιο και προσιτό στη νόηση θα είναι και αυτές σταθερές και ακλόνητες - εφόσον βέβαια αποδεχόμαστε ότι υπάρχουν προτάσεις αδιάψευστες και ανίκητες, πρέπει να αποδεχθούμε και ότι δεν θα τους λείπει τίποτε. Ενώ οι προτάσεις που αναφέρονται στην απεικόνιση του υποδείγματος, καθώς αναφέρονται σε μια εικόνα. ()α εί­ναι σε σχέση με τις προηγούμενες απλώς εύλογες. Η σχέση τού είναι προς το γίγνεσθαι είναι ανάλογη με τη σχέση της αλήθειας προς τη γνώμη». Πρβ. Πολιτεία 534a.

[4] Για την απόδειξη βλ. Πολιτεία 521d-525a.

[5] Όλες οι τέχνες είναι «βάναυσοι» (Πολιτεία 522b).

[6] Στην εύλογη απορία του Γλαύκωνα ότι με την εκ νέου κατάδυση στο σπήλαιο «αδικούμε» τους φιλοσόφους και «τους αναγκάζουμε να ζουν χειρότερα, ενώ Ηα μπορούσαν να ζουν καλύτερα», ο Σωκράτης απαντά: «Ξέχασες πάλι. φίλε μου. ότι δεν ενδιαφέρεται ο νόμος να εξασφαλίσει την ευτυχία ενός μόνο γένους μέσα στην πόλη. αλλά προσπαθεί να βρει τρόπους για να επιτύχει την ευτυχία όλης της πόλης» ( Πολιτεία 519de). Αυτό επιτυγχάνεται με την αξιοποίηση «πειθοῖ τε καί ἀνάγκη» των γνώ­σεων και των δεξιοτήτων όλων των τάξεων για το κοινό συμφέρον.

[7] Γοργίας 495a.

[8] Ακολουθώ στο σημείο αυτό την οπτική του Γ. Βλαστού, όπως εκτίθεται στο 4ο κεφάλαιο («Ο έλεγχος και τα μαθηματικά») του Vlastos [1993]. Για τη μετάβαση στους μέσους διαλόγους βλ. ακόμη Robinson [1953| και lrwin [1977].

[9] Vlastos Γ1993], 194.

[10] Στην Πολιτεία, αφού ο Πλάτων ξεκαθαρίσει ότι ο ψυχικός κόπος για την εκμάθηση των μαθηματικών είναι πολύ μεγαλύτερος από κάθε σωματικό κόπο. προσδιορίζει ως απαραίτητα προσόντα του μαθηματικού την οξύνοια, την ισχυρή μνήμη, τη θέληση και τη φιλοπονία (535bc).

[11] Η πειστικότερη δικαιολόγηση των Ιδεών που μπορεί να συναντήσει κανείς είναι ένα αδύναμο επιχείρημα της μορφής: αν υπάρχουν δύο διακριτές γνωστικές ανθρώπινες λειτουργίες, η αίσθηση και η νόηση, τότε η καθεμιά πρέπει να έχει διαφορετικό αντικείμενο. Η αίσθηση έχει αντικείμενο τα αισθητά. Άρα η νόηση πρέπει, να έχει ένα υπαρκτό, υπεραισθητό αντικείμενο, τις Ιδέες (Τίμαιος 51b~t\ Πολιτεία 476c7 κ.ε.).

[12] Το θέμα αυτό αναπτύσσεται στην «Εισαγωγή» του Κάλφας [1995].

[13] Με την συγγραφή του Τίμαιου ο Πλάτων έχει μια πολύ σημαντική συμβολή στην εξέλιξη της επιστημονικής αστρονομίας, ενώ. όπως είδαμε. δεν μπορούμε να ισχυριστούμε το ίδιο για τα καθαρά μαθηματικά.