Οι αρχαίοι Έλληνες λατρεύουν, ορκίζονται και προσεύχονται σε θεούς και ήρωες. Τους τελευταίους τους αισθάνονται περισσότερο κοντά από τους θεούς, τους θεωρούν προστάτες και διαμεσολαβητές ανάμεσα στον κόσμο των θνητών και των θεών, γι' αυτό και αναπτύσσουν μαζί τους μια πιο στενή και προσωπική επαφή.
Οι ήρωες είναι ανώτερα θεικά όντα, ανάμεσα στη φύση των ανθρώπων και των θεών. Η δικαιοσύνη του Διός δίνει ανώτερο κλήρο στην υπόσταση των όντων αυτών και τους κατατάσσει να ζουν στα όρια του Αιωνίου και της ιστορικής γραμμικότητας. Αυτά τα αθάνατα στη μνήμη και ισχυρά όντα, μεσολαβούν υπέρ των ανθρώπων συνδέοντας τον Ουρανό και τη Γη εφόσον η απόσταση μεταξύ θεών και ανθρώπων γεμίζει από την παρουσία τους.
Η ζωή των ηρώων δεν είναι η ζωή των σκιών του Κάτω Κόσμου, είναι μια ζωή γεμάτη και λαμπερή στα Ηλύσια Πεδία. Εκεί είναι πιο δυνατοί, πιο φωτεινοί, ντυμένοι με τη δόξα και την αίγλη που τους προσέδωσε η δικαιοσύνη των θεών και οι τιμές των ανθρώπων.
Ο Ησίοδος, ήδη από τον 7ο αι. π.Χ. διέκρινε τις τάξεις -υποστάσεις των θεικών όντων και τις κατέταξε σε τέσσερις κατηγορίες.
"Τέταρτο γένος έπλασε ο Δίας, ο γιος του Κρόνου, επάνω στην πολύβλαστη τη γη, πιο δίκαιο και πιο ανδρείο, το θείο γένος των ηρώων που ονομάζονται ημίθεοι" (στίχοι 157-160).
Στα έργα του, μετέδωσε την αντίληψη των συγχρόνων του, αποκαλώντας ημίθεους όλους τους πολεμιστές που έπεσαν στην Τροία, ή προ των τειχών των Θηβών. Ο ένδοξος κόσμος των ηρώων περιγράφεται γλαφυρά στα έπη του Ομήρου. Διογενείς βασιλείς που στις φλέβες τους ρέει θεϊκό αίμα , κρατούν σκήπτρο , διακρίνονται για τη φυσική τους ρώμη , την πνευματική τους ευστροφία, την αφοβία και την πολεμική τους ορμή , την υπέρτατη φρόνησή τους καθώς επίσης επιδεικνύουν μέγιστη επιδεξιότητα στο έργο τους.
Στα αττικά συμπόσια η πρώτη σπονδή γίνεται για τους θεούς και η δεύτερη για τους ήρωες, κυρίως αυτούς που μετά τον θάνατό τους θεοποιούνται, όπως ο Ηρακλής, οπότε και λατρεύονται, συνήθως στον τόπο της ταφής τους. Αυτό είναι ένα στοιχείο για την ξεχωριστή θέση που επιφυλάσσει η θρησκεία της πόλεως στους ήρωες, στους νεκρούς εκείνους που από τον τάφο τους δρουν ευεργετικά ή καταστρεπτικά.
Κάποτε ο τόπος ταφής τους μένει κρυφός, διότι από την ασφάλειά του εξαρτάται η σωτηρία της πόλεως. Μερικοί τάφοι ηρώων ήταν κενοτάφια στημένα εκεί όπου παλαιότερα ήταν τόποι χθόνιας λατρείας. Αυτό δείχνει ότι η λατρεία των ηρώων είναι στενά συνδεδεμένη με τη γη και τους νεκρούς, κάτι που προδηλώνεται είτε με την παρουσία φιδιού, είτε γιατί οι ήρωες στέκονται μπροστά από σπηλιά -είσοδο στον Κάτω Κόσμο και τόπο προσφορών προς τις χθόνιες θεότητες και τους νεκρούς-, είτε από το άλογο, μια και οι ήρωες παριστάνονται συχνά ως ιππείς. Το τυπικό της λατρείας θυμίζει αυτό των Χθόνιων θεοτήτων. Τους προσφέρονται θυσίες, όχι με το φως της ημέρας όπως στους Ολυμπίους, αλλά προς το βράδυ. Το θυσιαζόμενο είναι στραμμένο προς το μέρος της Δύση και ο βωμός είναι χαμηλός (Eσχάρα), πολύ λίγο ανυψωμένος από το έδαφος.
Όμως η λατρεία των ηρώων, δεν έχει μόνο θρησκευτική σημασία. Έχει και πολιτική, γιατί οι ήρωες συνενώνουν τα μέλη μιας ομάδας γύρω από τη λατρεία τους και λειτουργούν ως σύμβολα δόξας και προστασίας της κοινότητας. Σε ήρωα ανακηρύσσεται, λ.χ. ο ιδρυτής μιας αποικίας και ενταφιάζεται συνήθως στην Αγορά, το κέντρο της νέας αρχής, ενώ δεν λείπουν οι μεταφορές οστών από μία πόλη σε άλλη, ώστε να αυξηθεί το κύρος της πόλης που φιλοξενεί τον τάφο του νεκρού.
ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΙΕΡΩΝ ΟΣΤΩΝ ~ ΧΡΗΣΜΟΙ & ΗΡΩΟΛΑΤΡΕΙΑ
Στην Αμφίπολη η λατρεία του Ρήσου η οποία θεσπίστηκε από τον 'Αγνωνα, αποτελούσε μία εύστροφη τακτική του οικιστή να ιδρύσει την επίσημη λατρεία και να φροντίσει για την ίδρυση ιερού. Για τον σκοπό αυτό διέταξε της μεταφοράς των οστών του ήρωα Ρήσου από την Τροία στην γενέτειρά του. Οι Θηβαίοι λένε πως ο Αίνος είχε ταφεί στον τόπο τους και πως ο Φίλιππος Β' μετά την νίκη του στη Χαιρώνεια(338 π.Χ.) και κατόπιν ονείρου, σήκωσε τα οστά του Αίνου και τα έφερε στη Μακεδονία.
Κατόπιν άλλων ονείρων ο Φίλιππος ξαναέστειλε τα οστά τού Αίνου στη Θήβα, αλλά με τον καιρό έχει εξαφανιστεί οτιδήποτε είχε στηθεί πάνω στον τάφο, καθώς και τα κατάλοιπα του τάφου που υπήρχαν εκεί.
Στον Ελικώνα, καθώς κανείς προχωρεί προς το άλσος των Μουσών, έχει αριστερά την πηγή Άγανίππη, η οποία λένε πως ήταν κόρη του Τερμησσού. Στο δρόμο που κατ' ευθείαν οδηγεί στο άλσος υπάρχει ανάγλυφη λίθινη παράσταση της Ευφήμης, η οποία λένε πως ήταν η τροφός των Μουσών. Μετά την παράσταση αυτή απεικονίζεται ο Λίνος σ' ένα βράχο μικρό που τον έχουν δουλέψει σε μορφή σπηλιάς. Για το Λίνο γίνονται κάθε χρόνο εναγισμοί πριν από την θυσία για τις Μούσες. Ο 'Όμηρος αναφέρει πως οι Έλληνες είχαν άσμα για τα πάθη τού Λίνου και λέει πως ο Ήφαιστος απεικόνισε, μεταξύ των άλλων, πάνω στην ασπίδα του Αχιλλέα και ένα παιδί με λύρα που τραγουδούσε τα σχετικά με τον Λίνο. Σύμφωνα με τον Παυσανία, ο Φίλιππος Β' μετέφερε τα οστά του Λίνου από τη Θήβα στη Μακεδονία.
Στη Λάρισα αναφέρει ο Παυσανίας ,πως υπήρχε στον Όλυμπο μια πόλη Λίβηθρα, στην πλευρά του βουνού που βλέπει προς τη Μακεδονία και πως κοντά στην πόλη αυτή βρίσκονταν ο τάφος του Ορφέα. Στους Λιβήθριους είχε φτάσει ένας χρησμός του Διονύσου από τη Θράκη, πως όταν ο ήλιος δει τα οστά του Ορφέα, τότε η πόλη των Λιβηθρίων θα καταστραφεί από συν (αγριογούρουνο). Οι Λιβήθριοι δεν έδωσαν πολλή σημασία στο χρησμό, πιστεύοντας πως δεν υπάρχει θηρίο τόσο μεγαλόσωμο και δυνατό, ώστε να καταστρέψει την πόλη τους. Όταν ένας βοσκός, κατά το μεσημέρι είχε αποκοιμηθεί έχοντας για στήριγμα τον τάφο τού Ορφέα , άρχισε να τραγουδάει στίχους του Ορφέα με φωνή δυνατή και γλυκιά.
Όσοι έβοσκαν ζώα εκεί κοντά, μαζεύονταν ν' ακούσουν το τραγούδι του κοιμισμένου βοσκού και κάποια ώρα, μαλώνοντας ποιός θα βρεθεί πιο κοντά στο βοσκό, έριξαν κάτω την κολόνα και έσπασε πέφτοντας κάτω η οστεοθήκη, ώστε ο ήλιος είδε ό,τι υπολείπονταν από τα οστά του Ορφέα.
Αμέσως μόλις νύχτωσε, ο θεός έριξε βροχή πολλή από τον ουρανό και ο ποταμός Συς, ένας από τους περί τον 'Όλυμπο χείμαρρους, γκρέμισε τα τείχη των Λιβηθρίων, παρέσυρε τα ιερά των θεών και τα σπίτια των ανθρώπων και έπνιξε και τους ανθρώπους και τα ζώα που ήταν στην πόλη. Έτσι, αφού η πόλη Λίβηθρα καταστράφηκε, οι Μακεδόνες πήραν στον τόπο τους τα οστά του Ορφέα. Οι αρχαίοι Βοιωτοί διατηρούσαν παραδόσεις για «κειμήλια» που φύλασσαν, τα οποία σχετίζονταν με τη ζωή και τη δράση ονομαστών ηρωικών μορφών της μυθολογίας.
Έτσι, οι Θηβαίοι διατηρούσαν ως ιερό κατάλοιπο την πυρά από την καύση των Νιοβιδών, ενώ κοντά στην Οιδιποδεία κρήνη είχαν τάφο του Έκτορα, τα οστά του οποίου είχαν φέρει από την Τροία βάσει χρησμού που έλεγε ότι για να ζήσουν στον τόπο τους με ευμάρεια έπρεπε να φέρουν και να τιμούν σ’ αυτόν τα οστά του μεγάλου Τρώα ήρωα.
Στον Ορχομενό έλεγαν πως, σύμφωνα με χρησμό που είχαν πάρει από τους Δελφούς, είχαν φέρει εκεί τα οστά του Ησιόδου, ώστε να αποδιώξουν μια επιδημία που είχε ενσκήψει στην πόλη τους. Επίσης, έλεγαν πως όμοιος χρησμός από τους Δελφούς τους είχε συμβουλεύσει να βρουν ό, τι είχε απομείνει από τον Ακταίονα και να το θάψουν στη γη τους, ώστε να διώξουν το κακό από τον τόπο τους. Αντίστοιχα, οι Λεβαδείς ισχυρίζονταν πως πλάι στον Έρκυνα ποταμό υπήρχε ο τάφος του Αρκεσιλάου, ενός από τους κυριώτερους Βοιωτούς αρχηγούς, τον οποίο είχε σκοτώσει στην Τροία ο Έκτορας και του οποίου τα οστά είχε φέρει από εκεί ο Λήιτος, Βοιωτός πολεμιστής, που και αυτός τραυματίστηκε από τον Έκτορα.
Οι Σπαρτιάτες, τον 6ο αι. π.Χ., στη διαμάχη τους με την Τεγέα, μετέφερε τα οστά του Ορέστη στη Σπάρτη καθώς επίσης το 475 π.Χ. ο Κίμωνας μετέφερε τα οστά του Θησέα από τη Σκύρο στην Αθήνα, προς δόξα της πόλης και του ιδίου.
Γνωστές ακόμη είναι οι μεταφορές των οστών του Αρκάδα από το Μαίναλο στη Μαντίνεια και του Τεισαμενού από την Ελίκη στη Σπάρτη. Ο Παυσανίας συνάντησε στην αγορά της Μαντίνειας, το ηρώο-τάφο του Αρκάδα, τα οστά του οποίου είχαν μεταφερθεί εδώ από το Μαίναλο κατόπιν δελφικού χρησμού. Τη θέση αυτού του τάφου οι Μαντινείς την αποκαλούσαν βωμούς του Ηλίου (Παυσ. VIII 9, 3-4). Σήμερα έχει ταυτιστεί με τη θεμελίωση που έχει βρεθεί 19 μέτρα βόρεια του βουλευτηρίου και έχει διαστάσεις 8 επί 3,47 μέτρα. Άλλος σημαντικός τάφος ήταν η λεγόμενη κοινή εστία, όπου ήταν θαμμένη η Αντινόη, η κόρη του Κηφέα (Παυσ. VIII 9, 5).
Ταυτίζεται με τα θεμέλια στρογγυλού κτίσματος διαμέτρου 6,10 μέτρων, όπου θυσίαζαν οι Μαντινείς μετά τον επανοικισμό τους. Η μυθική Αντινόη τιμώνταν ως οικιστής της νέας πόλης, αφού αυτή ήταν που έφερε τους Μαντινείς να κατοικήσουν εκεί, ενώ ο Μαντινεύς ήταν ο οικιστής μόνο της παλαιάς πόλης. Σε άλλον τάφο υπήρχε ανάγλυφη στήλη, όπου παριστανόταν έφιππος ήρωας ο Γρύλος, ο γιος του Ξενοφώντα. Πριν την έξοδο από την πόλη ο Παυσανίας περιγράφει το ηρώο του Ποδάρη, ήρωα που σκοτώθηκε υπερασπιζόμενος την πατρίδα του στη μάχη εναντίον του Επαμεινώνδα και των Θηβαίων.
Στην εποχή του Παυσανία στο ίδιο ηρώο απέδιδαν τιμές σε έναν ομώνυμο απόγονό του χωρίς να λησμονηθεί η λατρεία του πρώτου Ποδάρη (Παυσ. VIII 9, 9-10). Το ηρώον αυτό ταυτίζεται, με κάποια επιφύλαξη, με το ναϊσκόμορφο κτίσμα που αποκαλύφθηκε μπροστά στη δεξιά πάροδο του θεάτρου.
Οι Μεσσήνιοι πίστευαν ότι ο Αριστοµένης ήταν ο αγαθός τους δαίµων, αυτός που ανάµεσα στα άλλα συνέβαλε τα µέγιστα µε την επιφάνειά του στο να κερδίσει ο Επαµεινώνδας την κρίσιµη µάχη στα Λεύκτρα το 371 π.Χ. µάχη καθοριστική για την ίδρυση της Μεσσήνης δύο χρόνια αργότερα στην πλαγιά της Ιθώµης (Παυσανίας 4.32.4).
Η θαυµαστή εμφάνισή του εκεί, όταν «δεν βρισκόταν πια ανάµεσα στους ανθρώπους», αλλά ήταν προφανώς ήδη πάρεδρος και πρόπολος των θεών (Παυσανίας 4.32.5), σήµανε την επιστροφή της άυλης υπόστασής του για χάρη των Βοιωτών, την οποία ακολούθησε η επιστροφή των φυσικών του λειψάνων, των οστών του λίγα χρόνια αργότερα από τη Ρόδο (Παυσανίας 4.32.3). Το ίδιο ακριβώς είχε συµβεί και µε τον Θησέα στη µάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. και την επιστροφή των οστών του λίγο αργότερα, ω 475 π.Χ., από τη Σκύρο.
Σύµφωνα µε τον «Μεσσήνιον λόγον», το µαντείο του Τροφωνίου στη Λιβαδειά συµβούλευσε τους Βοιωτούς να στήσουν τρόπαιο πριν από τη µάχη στα Λεύκτρα, αναρτώντας σε αυτό την ασπίδα του Αριστοµένη (Παυσανίας 4.32.5). Με ανάλογο τρόπο, στη µάχη του Μαραθώνα είχε σηκωθεί από τη γη ο ίδιος ο Θησέας για να βοηθήσει το λαό του (Πλούταρχος 35.5) Στο Γυµνάσιο της Μεσσήνης είδε και περιέγραψε ο Παυσανίας (4.32.3-6) τον τάφο του Αριστοµένη, που περιείχε τα οστά του, τα µεταφερµένα από τη Ρόδο. Πάνω στον τάφο του, κέντρο λατρείας του ήρωος, τελούνταν µαντικά δρώµενα µε δεµένο σε κίονα ταύρο, ο οποίος προοριζόταν για τη θυσία.
Η τέλεση των δρωµένων επιβεβαιώνεται και από κείµενο επιγραφής του 1ου αι. µ.Χ. Ο Αριστοµένης δεχόταν τιµές ήρωος µέχρι και τα χρόνια της επίσκεψης του Παυσανία, 155-160 µ.Χ., ορισµένοι µάλιστα υποστήριζαν ότι η µητέρα του Νικοτέλεια, τον γέννησε αφού είχε συνευρεθεί προηγουµένως µε δαίµονα ή θεό σε µορφή δράκοντα, επιχειρώντας έτσι να του αποδώσουν υπερανθρώπινη, θεϊκή καταγωγή (4.14.7-8). Σε µικρή απόσταση ΝΑ της σκηνής του θεάτρου ήλθε πρόσφατα στο φως παλαιοχριστιανική βασιλική.
Στα δύο πέρατα της αψίδας της κόγχης του ιερού έχουν τοποθετηθεί δύο ενεπίγραφα ασβεστολιθικά βάθρα χάλκινων ανδριάντων. Το ένα φέρει στο µέτωπο την επιγραφή "[ΑΛ]έξανδρος"ενώ το δεύτερο την επιγραφή "Αριστομένης".
Είναι εµφανής η πρόθεση να εξοµοιωθεί ο εθνικός ήρως των Μεσσηνίων µε το µεγάλο Μακεδόνα στρατηλάτη. Στην επιχειρηθείσα εξοµοίωση δεν έπαιξαν βέβαια ρόλο απλώς οι καλές σχέσεις που είχαν στο παρελθόν οι Μεσσήνιοι µε τον ίδιο τον Αλέξανδρο και τον πατέρα του Φίλιππο, αλλά η τεράστια φήµη, η δόξα και η θεοποίηση του Αλεξάνδρου. Αλλά και ο Επαμεινώνδας, παρ' ότι μη Μεσσήνιος, τιμήθηκε ως ήρωας-οικιστής της νέας Μεσσήνης το 369 π.Χ. αφού ήταν αυτός που με τη βοήθεια της επιφάνειας του Αριστομένη στα Λεύκτρα κατόρθωσε να υποβιβάσει τη δύναμη της Σπάρτης.
Προσωπικότητα με πλούτη και επιρροή, στην οποία απένεμαν οι Μεσσήνιοι κατά την πληροφορία του Παυσανία (4. 32,2) τιμές ήρωος, ήταν και ο Μεσσήνιος ισόβιος αρχιερέας και ελλαδάρχης Σαιθίδας. Είναι βέβαιο ότι το ηρώο-μαυσωλείο του Σταδίου ανήκε στην οικογένεια των Σαιθιδών. Σε αυτό ενταφιάζονταν και δέχονταν ηρωικές τιμές τα επιφανή μέλη της οικογένειας, από της ίδρυσης του Ηρώου ως τα χρόνια τουλάχιστον της επίσκεψης του Παυσανία.
Στην ομώνυμη της πόλης, ηρωίδα Μεσσήνη, κόρη του βασιλιά του Άργους Τριόπα, αποδόθηκαν επίσης λατρευτικές ηρωικές τιμές, κατά τον Παυσανία ο οποίος είδε ναό με λατρευτικό άγαλμά της από παριανό μάρμαρο και χρυσάφι στο Ασκληπιείον της Μεσσήνης (Παυσ 4,31,11). Σ'αυτήν αποδίδεται και η εγκαθίδρυση των Ελευσινίων μυστηρίων της Ανδανίας. Η ίδρυση της Αμφίπολης από τον 'Αγνωνα το 437-6 π.Χ. εδραίωσε την εγκατάσταση των Αθηναίων στην περιοχή, σύμφωνα με πληροφορίες του Θουκυδίδη ( IV 102,3) και στάθηκε ο λόγος της εκδίωξης των Ηδωνών Θρακών από την περιοχή.
Η επιλογή του 'Αγνωνος σαν οικιστή και ήρωα έγινε βάσει της στρατηγικής του ικανότητας, εφόσον υπερασπίσθηκε σθεναρά τα συμφέροντα των Αθηνών στον Στρυμόνα και θεμελίωσε εκεί την αποικία μεταφέροντας μεγάλο αριθμό κατοίκων καθώς και τα ιερά οστά του Θράκα ήρωα Ρήσου και θέσπισε της λατρείας του, όπως προείπαμε. Πιθανότατα η ίδρυτική διαδικασία να περιελάμβανε και την ονοματοδοσία της πόλης από τον ιδρυτή (Θουκ IV 102,4).Το όνομα Αμφίπολη επιλέχθηκε προφανώς για να τονιστεί η πλεονεκτική σημασία της πόλης.
Η αντικατάσταση της λατρείας του 'Αγνωνα ,από αυτήν του Σπαρτιάτη στρατηγού Βρασίδα είναι ένα γεγονός που συνδέεται με την έκβαση του Πελοποννησιακού πολέμου στις απομακρυσμένες περιοχές του Β. Αιγαίου. Ο Βρασίδας αποτέλεσε πραγματικό σωτήρα της Αμφίπολης αφού αφ'ενός το 424 π.Χ. την απελευθέρωσε από τους Αθηναίους και την κηδεμονία τους ,αφ'ετέρου το 422 π.Χ. την έσωσε από βέβαιη καταστροφή της από τους Αθηναίους, θυσιάζοντας ακόμα και την ζωή του γι'αυτό τον σκοπό.
Ο Θουκυδίδης (V 11,1) περιγράφει αναλυτικά τις μεταθανάτιες λατρευτικές τιμές που αποδόθηκαν στον αφηρωισμένο Βρασίδα. Αναφέρει την περίφραξη του τάφου από τους Αμφιπολίτες, γεγονός που γνωρίζουμε πως ισοδυναμούσε με μετατροπή του μνήματος σε Ηρώον καθώς και την καθιέρωση ηρωικών εντομών δηλαδή εναγισμών που προσφέρονταν προς τιμήν του ήρωος νεκρού και των προσφορών ετησίων θυσιών. 'Ετσι ο ήρωας θα συνέχιζε να προστατεύει την Αμφίπολη και μετά το θάνατο του. Η λατρεία λοιπόν του Βρασίδα σύμφωνα με τα παραπάνω αποτελούσε ένα τυπικό δείγμα ηρωολατρείας.
Τις αιτίες που οδήγησαν στην αντικατάσταση του πραγματικού οικιστή από ένα νέο ήρωα κτίστη , καθώς απελευθέρωναν την Αμφίπολη να δημιουργήσει γέφυρες σημαντικές με άλλους συμμάχους,μας τις αναφέρει ο Θουκυδίδης ο οποίος μας λέει πως η απόδοση τιμών στον Αθηναίο 'Αγνωνα ήταν πλέον ανεπιθύμητη. Για τον λόγο αυτό κρίθηκε άμεση και σκόπιμη η καθαίρεση των Αγνώνειων οικοδομημάτων και παράλληλα η αφαίρεση οποιουδήποτε πράγματος τον θύμιζε. Αυτό ισοδυναμούσε με "damnatio memoriae" δηλαδή διαγραφή μνήμης, ώστε να επακολουθήσει η ηρωολατρεία του Βρασίδα.
Πέρα όμως από τους παράγοντες που συνέβαλλαν στην αβίαστη αντικατάσταση του Άγνωνα ως οικιστή της Αμφίπολης από τον στρατηγό Βρασίδα, μπορούμε να υποθέσουμε πως η απόδοση τιμών σε ήρωα-οικιστή προς τον άνθρωπο που έσωσε την πόλη, εξέφραζε την γενικότερη διάθεση που συναντά κανείς όλο και πιο συχνά, από τους ελληνιστικούς χρόνους και εξής ,σύμφωνα με την οποία η σωτηρία της πόλης από κάποιο κίνδυνο, ισοδυναμεί με ουσιαστική επανίδρυση.
Οι αρχαίες ελληνικές πόλεις χρησιμοποίησαν τους ήρωες για να ορίσουν την πολιτική τους ταυτότητα καθώς ο αφηρωισμός των οικιστών αποτελεί την πρωιμότερη και σαφέστερη μορφή ηρωολατρείας. Γενικότερα ήταν μεγάλη τιμή για μια πόλη να συνδεθεί η προστασία της με κάποιον από τους ήρωες των θρυλικών επών της Θήβας και της Τροίας ή τους ήρωες που συνάντησαν την αθανασία πολεμώντας μαζί με τον Αλέξανδρο στην κατάκτηση της Ανατολής ή άλλους ενδόξους απελευθερωτές ,γιατί αυτό προσέδιδε πολιτικό κύρος και ιερότητα στην πόλη.
Οι ήρωες και οι επιφανείς νεκροί διατηρούσαν μέσω των λατρευτικών κτισμάτων και λαμπρών ταφικών μνημείων, αλλά και μέσω των αγαλμάτων τους, μια συχνή παρουσία στην πόλη, χάρη στα δρώμενα που γίνονταν προς τιμήν τους, τις τελετές, τους αγώνες και τις ανακηρύξεις, έτσι ώστε να λειτουργούν διαρκώς ως αναπόσπαστο τμήμα του πολιτικού ,ιερατικού και κοινωνικού γίγνεσθαι. Διότι εθεωρείτο δεδομένο ότι οι νεκροί ήρωες δια των λατρευτικών προσφορών, των εναγισμών και των επικλήσεων , αποκτούσαν ισχυρές αποτροπαικές δυνάμεις και δρούσαν υπέρ των απογόνων με τους οποίους είτε συνέπρατταν εμφανιζόμενοι να μάχονται στο πλευρό τους για την σωτηρία της πόλης ,είτε επικοινωνούσαν ως αγγελιοφόροι μέσα από όνειρα και μαντικούς χρησμούς .
Αγαθοί δαίμονες μεταξύ θνητών και θεικού διακόσμου, σκοπό είχαν να προασπίζονται την ασφάλεια και την ευνομία της πόλης αυτής, η οποία με δέος, σεβασμό και ευσέβεια τιμούσε και διεφύλασσε στην γή της, τα οστά τους.
Ο Πλούταρχος ο Χαιρωνεύς, αρχιερέας του μαντείου των Δελφών, ως ο πλέον ειδήμων, μας παραδίδει: “Ας τολμήσουμε με την σειρά μας, μετά από πολλούς άλλους, να πούμε ότι όταν εξαφανίζονται οι δαίμονες που είναι ταγμένοι στα μαντεία και τα χρηστήρια, εξαφανίζονται μαζί τους μια για πάντα τα μαντεία, τα χρηστήρια και τα παρόμοια και όταν αυτοί εξοριστούν ή μεταναστεύσουν, χάνουν την δύναμή τους, ενώ έπειτα, όταν εμφανιστούν μετά από πολύ χρόνο, βγάζουν πάλι ήχο σαν μουσικά όργανα, εφόσον αυτοί που τα χειρίζονται είναι παρόντες δίπλα τους”. Πλούταρχος “Περί των εκλελοιπότων χρηστηρίων", 418.c.11 – 418.d.4.